Τετάρτη 14 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (134-171)

ΧΟΡΟΣ
Τελαμώνιε παῖ, τῆς ἀμφιρύτου
135 Σαλαμῖνος ἔχων βάθρον ἀγχιάλου,
σὲ μὲν εὖ πράσσοντ᾽ ἐπιχαίρω·
σὲ δ᾽ ὅταν πληγὴ Διὸς ἢ ζαμενὴς
λόγος ἐκ Δαναῶν κακόθρους ἐπιβῇ,
μέγαν ὄκνον ἔχω καὶ πεφόβημαι
140 πτηνῆς ὡς ὄμμα πελείας.
ὡς καὶ τῆς νῦν φθιμένης νυκτὸς
μεγάλοι θόρυβοι κατέχουσ᾽ ἡμᾶς
ἐπὶ δυσκλείᾳ, σὲ τὸν ἱππομανῆ
λειμῶν᾽ ἐπιβάντ᾽ ὀλέσαι Δαναῶν
145 βοτὰ καὶ λείαν,
ἥπερ δορίληπτος ἔτ᾽ ἦν λοιπή,
κτείνοντ᾽ αἴθωνι σιδήρῳ.
τοιούσδε λόγους ψιθύρους πλάσσων
εἰς ὦτα φέρει πᾶσιν Ὀδυσσεύς,
150 καὶ σφόδρα πείθει. περὶ γὰρ σοῦ νῦν
εὔπειστα λέγει, καὶ πᾶς ὁ κλύων
τοῦ λέξαντος χαίρει μᾶλλον
τοῖς σοῖς ἄχεσιν καθυβρίζων.
τῶν γὰρ μεγάλων ψυχῶν ἱεὶς
155 οὐκ ἂν ἁμάρτοι· κατὰ δ᾽ ἄν τις ἐμοῦ
τοιαῦτα λέγων οὐκ ἂν πείθοι.
πρὸς γὰρ τὸν ἔχονθ᾽ ὁ φθόνος ἕρπει.
καίτοι σμικροὶ μεγάλων χωρὶς
σφαλερὸν πύργου ῥῦμα πέλονται·
160 μετὰ γὰρ μεγάλων βαιὸς ἄριστ᾽ ἄν
καὶ μέγας ὀρθοῖθ᾽ ὑπὸ μικροτέρων.
ἀλλ᾽ οὐ δυνατὸν τοὺς ἀνοήτους
τούτων γνώμας προδιδάσκειν.
ὑπὸ τοιούτων ἀνδρῶν θορυβῇ
165 χἡμεῖς οὐδὲν σθένομεν πρὸς ταῦτ᾽
ἀπαλέξασθαι σοῦ χωρίς, ἄναξ.
ἀλλ᾽ ὅτε γὰρ δὴ τὸ σὸν ὄμμ᾽ ἀπέδραν,
παταγοῦσιν ἅπερ πτηνῶν ἀγέλαι·
μέγαν αἰγυπιὸν ‹δ᾽› ὑποδείσαντες
170 τάχ᾽ ἄν, ἐξαίφνης εἰ σὺ φανείης,
σιγῇ πτήξειαν ἄφωνοι.

***
ΧΟΡΟΣ
Τελαμώνιε γιε, βασιλιά
της θαλασσοφίλητης Σαλαμίνας,
στη δική σου ευτυχία κι εγώ επιχαίρω·
όταν όμως του Δία πληγή σε χτυπήσει,
ή πάνω σου πέσει των Αργείων ο λόγος
κακόγλωσσος, αγωνία με πιάνει μεγάλη
κι από φόβο φουντώνω, καθώς αλαφιάζει
140 φτερωτής περιστέρας το μάτι.
Όπως τώρα, στη νύχτα που πια αργοσβήνει,
μας κυκλώνει η βαβούρα μεγάλης
ατίμωσης· πως εσύ, το λιβάδι πατώντας,
όπου ελεύθερα τ᾽ άλογα τρέχουν, πως αφάνισες,
λέει, τις βοσκές των Αργείων, και τη λεία, κερδισμένη
στη μάχη κι ακόμη αμοίραστη, το σπαθί σου
πυρωμένο κατέσφαξε.
Ιστορίες παρόμοιες σερβίρει και πλάθει
για τ᾽ αυτιά ολονών ο Οδυσσέας, και τους πείθει
150 με λόγια παχιά, καθώς πράγματα σέρνει
εις βάρος σου εύπιστα· κι ο καθένας, ακούγοντας
απ᾽ αυτόν που τα λέει, δοκιμάζει χαρά
μεγαλύτερη, καθυβρίζοντας όσα εσύ υποφέρεις.
Γιατί όποιος το βέλος του ρίξει
σε μεγάλη ψυχή, δεν θα σφάλει·
αν εμένα τα λόγια του στόχευαν, ασφαλώς
δεν θα έπειθαν.
Ο φθόνος, το ξέρεις, γλιστρά προς εκείνον
που κατέχει τη δύναμη. Μολονότι οι μικροί
χωρίς τους μεγάλους προστασία λειψή
του οχυρού αποδείχνονται·
160 στο πλευρό των μεγάλων κι ο μικρός αριστεύει,
όπως όρθιος μένει ο μεγάλος που οι μικροί
τον στηρίζουν.
Στους ανόητους όμως γνώση φρόνιμη
ποιός μπορεί από πριν να διδάξει;
Τέτοιοι τύποι σηκώνουν γύρω βαβούρα,
κι ούτε λίγη δεν έχουμε δύναμη εμείς
στο κακό να προβάλουμε αντίσταση, αν μαζί μας
δεν είσαι κι εσύ, βασιλιά.
Αν ωστόσο, όσο ξέφυγαν το δικό σου
το μάτι, πεταρίζουν προσώρας σαν σμήνη
πουλιών, στο μεγάλο γεράκι μπροστά
θα τους πιάσει φόβος ξανά·
170 αν εσύ ξαφνικά βγεις μπροστά τους,
σιωπηλοί θα κουρνιάσουν, παραμένοντας
άφωνοι.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Προς τα νέα ελληνικά


12.9 Η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους


Η περίοδος της Τουρκοκρατίας θα κλείσει με την επανάσταση του 1821, που θα οδηγήσει, το 1830, στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. 

Το όραμα για ένα ανεξάρτητο κράτος καλλιεργείται εντατικά από τον προηγούμενο αιώνα, τον 18ο, και συζητιέται με πάθος το ζήτημα της γλώσσας: ποια θα είναι η γλώσσα, η εθνική γλώσσα, σε μια ανεξάρτητη Ελλάδα; 

Οι λύσεις που προτείνονται είναι τρεις: η αρχαΐζουσα γλώσσα, που κυριαρχούσε εδώ και χίλια πεντακόσια χρόνια· η «διορθωμένη» ομιλούμενη γλώσσα· η ομιλούμενη γλώσσα, η δημοτική.

Μήπως να αγαπήσεις πρώτα εσένα και μετά όλους τους άλλους;

Μας προτρέπει η κοινωνία να κάνουμε υποχωρήσεις, να συμβιβαζόμαστε και υπογραμμίζει πως πρέπει να αγαπάμε τον πλησίον μας. Πριν από όλη αυτήν την αγάπη που μπορούμε να προσφέρουμε στους συνανθρώπους μας, καλό δεν θα ήταν να αγαπήσουμε πρώτα εμάς;

Ας βάλουμε τον εαυτό μας σε σειρά προτεραιότητας και θα έρθει και η σειρά για τους άλλους. Είναι σίγουρο αυτό. Πρώτα όμως ενδείκνυται να μας γνωρίσουμε, να μας μάθουμε καλύτερα. Να περάσουμε χρόνο με εμάς, ο οποίος είναι κάτι παραπάνω από πολύτιμος. Ας πάμε μια βόλτα μόνοι μας, μπορούμε να πάμε και για καφέ μάλιστα. Η κοινωνία μας προάγει γενικότερα την παρέα, η οποία αναμφισβήτητα είναι απαραίτητη, ωστόσο και το να δαπανήσουμε λίγο από τον χρόνο μας με εμάς μόνο είναι εξίσου αναγκαίο.

Ίσως να μας ακούγεται και να μας φαίνεται λίγο άβολο, αλλά όλα μα όλα είναι μια συνήθεια. Δεν αντιλέγω σίγουρα στην αρχή θα είναι αμήχανο, αργότερα όμως θα αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας μας και θα το επιζητούμε, όπως επιζητούμε τον καφέ το πρωί για να ξεκινήσει καλά η μέρα μας, όπως λέμε.

Ύστερα, να καταλάβουμε τι μας αρέσει, τι δεχόμαστε και τι όχι, ποια είναι τα όρια μας…Να δοκιμάσουμε πράγματα στη ζωή μας ούτως ώστε να ανακαλύψουμε αυτό το οποίο φτιάχτηκε για εμάς και εμείς για αυτό! Να δουλέψουμε με τον εαυτό μας για τον εαυτό μας! Εάν έχουμε άγχος, να βρούμε έναν τρόπο ούτως ώστε να το τιθασεύσουμε και να το καταπολεμήσουμε εν γένει.

Επιπρόσθετα, να κοιτάξουμε κατάματα τις ανασφάλειες μας. Εάν δεν μας αρέσουν τα αγύμναστα πόδια μας, να τα γυμνάσουμε για να νιώθουμε καλύτερα στο ίδιο μας το σώμα εμείς, τα κάνουμε όλα αυτά για εμάς και για κανέναν άλλον.

Λοιπόν, ας συνειδητοποιήσουμε ποιοι είμαστε και ας μας αγαπήσουμε. Θα νιώθουμε ότι είμαστε έξω από τα νερά μας, ωστόσο θα κολυμπήσουμε και θα βγούμε ξανά στην επιφάνεια αλώβητοι, διότι είμαστε πολύ πιο δυνατοί από μία τρικυμία που προσπαθεί να μας πνίξει ύπουλα…!

Ζωή και παραμύθι – Έννοιες παράλληλες

Η καλή νεράιδα ζει μέσα στη γη.

Η ψυχή της απέραντη και η γη επίσης.

Ο κόσμος φοβισμένος μα κι αυτός ατέλειωτος.

Τα δέντρα καταπράσινα και η θάλασσα γαλάζια.

Προσγειωνόταν στα πιο απίθανα μέρη και μοίραζε αγάπη, τυφλή. Μόνο με τα μάτια της ψυχής.

Παντού ξένη και παράλληλα γνώριμη.

-Μα εσύ πως γίνεται να είσαι τόσο χαμένη;

-Μα εσύ πως γίνεται να μη σε μέλει κάτι;

-Μα εσύ που έχεις γεννηθεί;

-Κάπου μες στη γη μου είπαν, αν θες να κρατήσεις μυστικό κανείς δεν είναι μόνο από τη γη.

Εξωτικοί, άλλοι πιο φοβισμένοι, άλλοι πιο εξαρτημένοι άλλοι πιο αλλοπαρμένοι, θέλουμε να ζούμε όλοι με την καλύτερη προοπτική. Κι όταν κοιτάζουμε τα αστέρια να βλέπουμε μάτια, να βλέπουμε δύναμη, να βλέπουμε τη μέρα που πέρασε και αυτή που θα ‘ρθει αύριο.

Η κακή ψυχή θα φθείρει τη σελήνη και όταν θα βγούμε να την κοιτάξουμε όλοι, θα σπείρει ατέρμονη θλίψη.

Αν ανοίξεις το μαγικό κουτί θα βγει μια μουσική με χρυσόσκονη . Αν το κλείσεις θα είναι πάλι εκεί, αν το κρατήσεις μια ζωή θα είσαι πάντα ένα πολύτιμο κομμάτι αυτού του σύμπαντος που ανακυκλώνει ψυχές.

Ο στόχος σου να θυμάσαι πως είναι η μεγαλειώδη επίτευξη της καλύτερης σου έκδοσης, που τώρα ίσως να μην υπάρξει, όμως σου εγγυώμαι πως στα επόμενα χρόνια θα υπάρξει. Το αποτέλεσμα όχι, δεν το βλέπεις πάντα, φτάνει να το νιώθεις με τη ψυχή σου. Αυτό είναι το πιο τρελό.

Ζήσε ολοκληρωμένος, ψάξε να βρεις τι είσαι, όταν το βρεις το μαγικό κουτί θα σε συντροφεύει για πάντα. Ζήσε το δικό σου παραμύθι.

Τρέξε να συλλέξεις στιγμές, όταν δεν επιθυμείς πάρε το χρόνο σου και γίνε καλύτερος άνθρωπος. Μίλησε στα αστέρια μίλα στη σελήνη, αγκάλιασε τον ήλιο, μίλα στην θάλασσα και στον ουρανό. Ακούνε. Πρόσεχε γιατί ότι ζητήσεις θα το λάβεις.

Δεν ήρθαμε εδώ για μια ζωή κανονική. Μα για το παραμύθι που ούτε καν φαντάστηκε ένα μικρό παιδί.

Οι τρίδυμες αρετές: Αξιοπρέπεια, αυτοεκτίμηση, φιλότιμο

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Γεμίζουν οι πλατείες πολλών Πόλεων, στην Χώρα μας και αλλαχού, με κάθε ηλικίας και εθνικότητας πολίτες με μια φωνή έκκλησης για «αξιοπρέπεια».

Συγκινητικό, αν μη τι άλλο, το θέαμα! Ένα πηγαίο συναίσθημα και ένα αίτημα… «λογικό» ενός Λαού που τόσα έχει δώσει στην Οικουμένη, αλλά πάντα νιώθει …αδικημένος!

Πώς να ξεδιαλύνει κανείς που βρίσκεται το δίκαιο και που το άδικο αρχίζει!

Έχει, άραγε, νόημα στην εποχή μας η λέξη αξιοπρέπεια! Μπορεί από μόνη της ως αίτημα να αποφέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα! Ας τα δούμε σύντομα, αλλά μεθοδικά.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Αξιοπρέπεια: Είναι «ο τρόπος ζωής, κατά τον οποίο σέβεται κανείς τον εαυτό του, δεν τον ταπεινώνει, ώστε να κερδίζει τον σεβασμό των άλλων, δεν πέφτει σε μικρότητες. Η υπερηφάνεια με ευγένεια ήθους». Αυτά αναγράφει το λεξικό.

Στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ακριβές αντίστοιχο της ρωμαϊκής έννοιας αξιοπρέπεια [dignitas]. Μια πολιτική έννοια με ουσιώδη γνωρίσματα την ευγενή καταγωγή, το δημόσιο λειτούργημα και την κοινωνική προσφορά. Ένας βαθμός ιερότητας την συγκαθόριζε την αξιοπρέπεια και το κύρος του Ρωμαίου αξιωματούχου, ως πρόσωπο. “Sanctus senatus”[Ιερά Σύγκλητος]. Όχι μόνον προνόμιο, αλλά δεσμευτική επιταγή για αυτοπειθαρχία και γενναιοδωρία. Μια αίσθηση ανωτερότητας, «υψηλό φρόνημα». Μεγαλοψυχία.

Η αξιοπρέπεια δεν έρχεται σε αντίθεση προς την ανθρωπιά αλλά την εμπεριέχει. Ο Κικέρων θεωρεί την αυτογνωσία, ως γνώση του προορισμού του ανθρώπου, βασική προϋπόθεση για την πραγμάτωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Βασίζεται στην ελεύθερη βούλησή του [αυτεξούσιο] ως προσώπου, που έχει την ιδιαίτερη δεκτικότητα του θείου. Έτσι η αξιοπρέπεια καθίσταται αθάνατη, καθόσον ως ουσία βασίζεται στην αιώνια τάξη, ανεξάρτητα από τον πεπερασμένο φορέα.

Σταδιακά άρχισε να διακρίνεται η αξιοπρέπεια σε δυο μορφές αξίας: στην ηθική που απονέμεται σε εκείνον που εκπληρώνει «τις υποχρεώσεις του ανθρώπου ως άνθρωπος» και στην «τιμητική κοινωνική θέση που χορηγείται λόγω εξαιρετικής προσφοράς».

Η αναγέννηση και η μεταρρύθμιση εξυμνούν την ομορφιά αυτού του Κόσμου και θεωρούν τον άνθρωπο ως ένα εξίσου όμορφο ον. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν βλάπτεται από την ευτέλεια της καταγωγής. Οι άνθρωποι δεν είναι δούλοι αλλά ζηλωτές της φύσης. Η θέση του ανθρώπου, ως στέμματος της δημιουργίας, εξασφαλίζει την ανταμοιβή για την αρετή του με τη θεία χάρη.

Η εξισωτική αντίληψη του φυσικού δικαίου στρέφεται κατά των αξιών στην ιεραρχικά δομημένη κοινωνία των τάξεων.

Ο Καντ θεωρεί τον άνθρωπο αυτοσκοπό και η αυτονομία είναι ο μοναδικός λόγος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Ο Σίλλερ εναποθέτει στον ίδιο τον άνθρωπο την αξιοπρέπεια σε σχέση με τα ειδικά πνευματικά και ηθικά χαρίσματά του.

Τον 19ο αιώνα αρχίζει ο υποβιβασμός της αξιοπρέπειας με την διάδοση των υλιστικών αντιλήψεων[ Φόϋρμπαχ και Μαρξ] μέχρι τον χυδαίο υλισμό [1860-1870] και της ωφελιμιστικής –λειτουργικής θεώρησης του ηθικού φαινομένου.

Ο Νίτσε υπογραμμίζει: «…ο άνθρωπος έχασε πάρα πολλά από την αξιοπρέπειά του, παρά τις προσπάθειες όσων στη θέση του νεκρού θεού θέτουν την ηθική…».

Μια σχετική αναβίωση της αξιοπρέπειας οφείλεται στον αγώνα των νεοκαντιανών κατά των ωφελιμιστικών –ευδαιμονιστικών τάσεων χωρίς να επεκταθεί πολύ.

Παρά την ρητή αναφορά της έννοιας της αξιοπρέπειας στο προοίμιο της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών [26-06-1945] και στη «Γενική διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» [10 Δεκ 1948] η καθολική αναγνώριση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου δεν κατάφερε να αποκτήσει σημαντική δεσμευτικότητα, λόγω της αντιφατικής πολλαπλής φιλοσοφικής και πολιτικής χρήσης της.

Μέσα στο κλίμα της μαζικής κοινωνίας και της εμπορευματοποίησης των πάντων, που επικρατεί τις τελευταίες δεκαετίες η έκφραση «ανθρώπινη αξιοπρέπεια» έχει καταστεί μάλλον ένας κενός τόπος μεταξύ πολλών άλλων.

Αληθεύει, ίσως, αυτό που Γκαίτε αποφαίνεται: «τώρα ο άνθρωπος ως ποιητής του εαυτού του θα αποκτήσει αυτοσυνείδηση και θα δημιουργήσει μόνος του τις συνθήκες της ζωής του και θα θεμελιώσει μια ανεξάρτητη αξιοπρέπεια».

Αυτοεκτίμηση [self-esteem]: «Η προσωπική κρίση της αξίας του ατόμου, η οποία εκφράζεται με τις στάσεις που αναπτύσσει απέναντι στον εαυτό του» [Coopersmith]. Είναι η ικανότητα [αρετή] να δίνει κάποιος αξία στον εαυτό του και να τον μεταχειρίζεται με αξιοπρέπεια, αλήθεια και αγάπη. Συνώνυμες έννοιες: [self-concept] αυτο-ιδέα, [self-image] αυτοεικόνα, [self-acceptance] αυτοαποδοχή κοκ.

Η αυτοεκτίμηση είναι πηγή ενέργειας. Όταν εκτιμώ το εαυτό μου έχω μεγαλύτερες πιθανότητες να αντιμετωπίσω τη ζωή με ειλικρίνεια και δύναμη. Όταν θεωρώ τον εαυτό μου υποτιμητικά νιώθω ως θύμα. Θεωρώ τους άλλους υπεύθυνους για τις πράξεις μου. Αισθάνομαι δυσπιστία και απομόνωση, που προκαλούν κατάπτωση.

Η υψηλή αυτοεκτίμηση δεν πρέπει να συγχέεται με τον εγωισμό, που αποτελεί κακή μορφή «ανωτερότητας». Η αυτοεκτίμηση είναι η αναγνώριση της αξίας του εαυτού μας. Το μόνο αντίδοτο στο φόβο της απόρριψης. Εντάσσεται στα γνωρίσματα που μοναδικά ανήκουν στον άνθρωπο και του προσδίδουν την ανθρωπινότητα.

Οι ψυχολόγοι μας διαβεβαιώνουν ότι η αυτοεκτίμηση [θετική ή αρνητική] δεν είναι έμφυτη στο άτομο, αλλά είναι αποτέλεσμα της ποιότητας των εμπειριών του και της αλληλεπίδρασης με το ψυχολογικό και κοινωνικό περιβάλλον του. Αυτοεκτίμηση, έστω και ελλιπής, εμφανίζεται από τα πρώτα χρόνια της ζωής και κρυσταλλώνεται σταδιακά. Το οικογενειακό περιβάλλον είναι ο πιο σπουδαίος παράγοντας, αλλά το σχολείο και η κοινωνική νοοτροπία τελικά ασκούν τεράστια επιρροή.

Επιβεβαιώνεται η θεωρία του αυτοκαθρεπτιζόμενου εαυτού [looking-glass self] σύμφωνα με την οποία τα συναισθήματα που τρέφει το άτομο για τον εαυτό του αντανακλούν τα συναισθήματα των άλλων προς αυτό.

Η αύξηση της αυτοεκτίμησης είναι δυνατή ανεξάρτητα από την ηλικία και εδράζεται στην αυτογνωσία, τον αυτοέλεγχο και την αυτοπειθαρχία.

Όσο πιο πολύ εκτιμάει κανείς τον εαυτό του, τόσο πιο λίγα απαιτεί από τους άλλους. Όσο πιο λίγα απαιτεί, τόσο περισσότερο τους εμπιστεύεται. Όσο πιο πολύ εμπιστεύεται τον εαυτό του και τους άλλους τόσο πολύ ευκολότερα τους αγαπάει και λιγότερο τους φοβάται. Τόσο πιο πολλά οικοδομεί μαζί τους. Τόσο πιο πολύ τους γνωρίζει. Τόσο πιο στέρεοι είναι δεσμοί και οι γέφυρες ανάμεσα σε αυτόν και τους άλλους. Τόσο υγιής Κοινωνία δομείται….

Σήμερα κάτω από ένα ανελέητο βομβαρδισμό ανεξέλεγκτων πληροφοριών, με εύθραυστους οικογενειακούς δεσμούς, με αμβλυμμένες τις κλασσικές αξίες και με άκριτη «ισότητα» που οδηγεί σε γενική ισοπέδωση η υψηλή αυτοεκτίμηση καθίσταται μάλλον ουτοπία. Στην καλύτερη περίπτωση να αναπτυχθεί ένας εγωισμός που απέχει πολύ από την υψηλή αυτοεκτίμηση, από την οποία αναδύεται η ευσταθής αυτοπεποίθηση.

Το Φιλότιμο [philotimo]: Η έντονη συναίσθηση της τιμής. Η ενσυνείδητη προσπάθεια για ανταπόκριση στο καθήκον. Συσχετίζεται με την γενναιότητα, τη τιμιότητα, την ευθύτητα, την ευθιξία, τη μεγαλοψυχία, την άμιλλα και την ελληνική λεβεντιά.

Έχει ονομασθεί Ελληνικό Φιλότιμο, καθόσον είναι ιδιάζουσα έννοια του ελληνικού τρόπου σκέψεως και αντίδρασης.

Είναι αρετή και συνιστά την κινητήρια δύναμη για επιτεύγματα που εγγίζουν την έννοια του θαύματος. Στο ελληνικό φιλότιμο αποδίδονται όλα τα κατορθώματα της φυλής μας και η διαρκής παρουσία- προσφορά της στην Ιστορία της Ανθρωπότητας.

Τις τελευταίες δεκαετίες φαίνεται ότι αμβλύνθηκε σημαντικά η έννοια Ελληνικό Φιλότιμο, γιατί ο εξωτερικός κίνδυνος που μας ενώνει δεν είναι τόσο ορατός και πλημμυρίσαμε από την ατομική «ευδαιμονία».

ΣΥΝΘΕΣΗ- ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ

Οι τρεις παραπάνω έννοιες συνιστούν η καθεμιά της μια διακεκριμένη αρετή, καθόσον είναι δυνατότητα ενέργειας αλλά και ειδοποιός δυνατότητα.

Αναδύονται από τη σύνθεση των ρυθμιστικών αξιών της αλήθειας, του κάλλους και του αγαθού. Ήτοι έχουν ρεαλιστικό, αισθητικό και ηθικό χαρακτήρα.

Είναι τρίδυμες αρετές με μόνη διαφορά μεταξύ τους την εκάστοτε αναλογία και προτεραιότητα των συνιστωσών αξιών. Στην αξιοπρέπεια κυριαρχεί η ρεαλιστική αντικειμενικότητα, στην αυτοεκτίμηση η εσωτερική αρμονία και στο φιλότιμο η ηθική στάση.

Και οι τρεις άπτονται της αξίας της ιερότητας, καθόσον αναφέρονται στον άνθρωπο ως πρόσωπο- υπέρτατη αξία.

Η καθεμιά ξεχωριστά προσφέρει αξιόλογη δύναμη σε ένα ορίζοντα εφαρμογής. Από την ταυτόχρονη, όμως, και αρμονική τους σύνθεση αναδύεται το ευγενές πείσμα. Μια δυναμική αρετή που ανήκει αυθεντικά στην ιερότητα, ως κρυσταλλωμένη πεποίθηση με ισχυρό ρίζωμα στο καταπίστευμα των προγόνων μας και την ιερά παράδοσή μας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Όταν συνδυασθούν αρμονικά οι αρετές της αξιοπρέπειας, της αυτοεκτίμησης και του ελληνικού φιλότιμου συγχωνεύονται οι ορίζοντες εφαρμογής τους, οπότε αναδύεται καινούργια δύναμη δράσεως το πανίσχυρο θετικό πείσμα.

Με αυτό το πείσμα, που εδράζεται σε στέρεα και υγιή θεμέλια των τρίδυμων αρετών, ο Έλληνας πάλεψε σε όλους τους αγώνες του.

Με το ευγενές πείσμα γίνεται άλλος άνθρωπος.

Το μυαλό του ξελαμπικάρει και βλέπει την πραγματικότητα, όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να είναι.

Η καρδιά του πλημμυρίζει με αγνό παλμό.

Αναγνωρίζει τα λάθη του και διδάσκεται από αυτά. Αποδέχεται τις ενοχές του και τις συνέπειες τους και δεν τις αποδίδει στους άλλους και στον …Εωσφόρο. Πνίγει τη μουρμούρα και βρίσκει το χαμόγελό του. Τότε θεωρεί τον εαυτό του άξιο να αναλάβει τις ευθύνες του. Αξιοποιεί τις δυνάμεις του…

Συγχωνεύει τις αντιδικίες και στραγγαλίζει τη διχοστασία και τη διχόνοια. Συνειδητοποιεί, ότι το ατομικό όφελος είναι συνάρτηση εκείνου του διπλανού του, γι΄αυτό τοποθετεί το δικό του συμφέρον κάτω από το εθνικό.

Εγκαταλείπει τον καφενέ και αρπάζει με θάρρος και αυτοπεποίθηση τα «όπλα» της ζωής και του αγώνα προόδου. Με τα δικά του χέρια οργώνει τα ευλογημένα χώματα της Γης των Πατέρων του και παράγει ασύγκριτα προϊόντα.

Σταματάει τις «καταλήψεις» και ανοίγει τα Σχολειά και τα Πανεπιστήμια για σπουδές και για μάθηση. Η οξύνοιά του κατεβάζει νέες ιδέες προόδου και ανάπτυξης. Καθαρίζει τις μοναδικές στον Κόσμο ακτές της θάλασσας της Πατρίδας του.

Σχεδιάζει και χτίζει μια νέα Χώρα. Ρυθμίζει, χωρίς υποδείξεις ξένων, όσα απαιτούνται για μια εύρυθμη Κοινωνία.

Δημιουργεί μια Πατρίδα σύγχρονη, η οποία ως εφάμιλλη μπορεί να συνεργάζεται αρμονικά στο σημερινό Παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Εφαρμόζει τους Νόμους της Πολιτείας, γιατί έχει ξεκαθαρίζει στο μυαλό του ότι οι νόμοι περιορίζουν στο βαθμό που απαιτεί η αρμονική συνύπαρξη το ύπατο αγαθό, την ατομική του ελευθερία, αλλά η βία της αναρχίας την θανατώνει.

Με αυτά τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τα πιστεύω συνεργάζεται με τον συμπατριώτη του και δεν το καταπολεμάει. Τον αμιλλάται.

Με αυτό τον ψυχικό παλμό κατόρθωσε η φυλή μας, τα όσα μοναδικά έχει πετύχει.

Και είναι τότε, που οι Ξένοι νιώθουν θαυμασμό και όχι οικτιρμό. Τότε υμνούν τα επιτεύγματα και προστρέχουν ως φιλέλληνες.

Έτσι ακριβώς έγινε σε όλους τους αγώνες του Έθνους μας.

Έτσι γράφηκε η Ένδοξη Ελληνική Ιστορία, από την αρχαιότητα έως την Παλιγγενεσία του 1821 και το Έπος της γενιάς του 1940.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι, το παράδειγμα των προγόνων μας το διδάσκει: Ενωμένοι πετυχαίνουμε θαύματα. Η διχοστασία μας καταστρέφει.

Το γνωρίζουμε καλά, αλλά ο κακός εαυτός μας δεν μας αφήνει να το παραδεχτούμε.

Φταίει μόνον η ιδιοσυγκρασία της φυλής μας; Ίσως. Δεν θέλουμε να το πιστέψουμε.

Πιστεύουμε ότι πιο πολύ φταίει η λαθεμένη κουλτούρα μας. Ένα μίγμα άκρατου ατομικισμού και προσωπικής ευδαιμονίας, που συνιστούν ουσιαστικά ένα είδος μηδενισμού, που καταλύει κάθε κοινωνικό δεσμό.

Δεν νιώθουμε, πια, ότι ανήκουμε σε ένα σύνολο, στο οποίο θα θέλαμε να ζήσουμε και εκείνο να μας φροντίζει. Ζητάμε από τους άλλους να μας δώσουν ό,τι και εμείς ακόμη δεν είμαστε σίγουροι ότι το αξίζουμε.

Την αξιοπρέπεια εμείς τη διασφαλίζουμε με τη στάση μας και δεν μας τη χαρίζει κανένας, όταν δεν πείθουμε ότι την αξίζουμε.

Δεν απομένει παρά να αναπτύξουμε την προσωπική μας, αλλά και την εθνική μας αυθεντική υψηλή αυτοεκτίμηση. Να πιστέψουμε στον εαυτό μας με ειλικρίνεια και με ρεαλιστική βάση. Να τον αγαπήσουμε. Να τον φροντίσουμε όπως το αξίζει.

Να αναπτύξουμε το Ελληνικό Φιλότιμο.

Τότε θα αναδυθεί σίγουρα το ευγενές πείσμα δράσεως.

Με αυτά τα νάματα να εμπνεύσουμε τα παιδιά μας.

Και τότε το Εθνικό, με το οποίο είναι συνυφασμένο και το προσωπικό, καλό, όπως και η αξιοπρέπειά μας είναι απόλυτα εξασφαλισμένα.

Όλα τούτα όμως είναι εύγευστοι καρποί της σφαιρικής καλλιέργειας και ανάπτυξης της ανθρώπινης προσωπικότητας. Του ελεύθερου ανθρώπου ως όλον.

Είναι έργο, σκοπός και επίτευγμα της Παιδείας μας που ονομάζουμε Ολιστική Παιδεία. Κοντολογίς της Παιδαγωγίας και της Ανδραγωγίας.

Το οφείλουμε, θαρρούμε, στην Πατρίδα και τα παιδιά μας να ασχοληθούμε όλοι μας μεθοδευμένα με επιμέλεια και φιλότιμο με αυτού του είδους την ευρύτατη Παιδεία.

Πρέπει και μπορούμε να αρχίσουμε με πείσμα. Ποτέ δεν είναι αργά.

Στα όρια

Είμαστε ασυνείδητα δυστυχείς και ανασφαλείς

Ο κόσμος είναι στάχτη ονείρων
Άλλων που κάποτε λησμόνησαν ζωή
Αλλά δεν πρόλαβαν ούτε εκείνοι

Ερωτευμένοι με το “αύριο” στην αναβολή
Στο γκρίζο, στο μίσος, στη ψευδολογία
Τα πιστεύω τους δεν αντιπροσωπεύουν την ψυχή τους
Στο καθρέπτη δεν κοιτάνε τα μάτια τους

Κτήνη, το “εγώ” πάνω απ’ όλα. Η έπαρση πάει και έρχεται
Δεν δίνουμε απλόχερα, χαρίζουμε μονά για να εισπράξουμε διπλά… και η ζωή συνεχίζεται..

Μισούμε το διαφορετικό, λατρεύουμε το συνηθισμένο
Πυροβολούμε τους ρομαντικούς και αληθινούς ανθρώπους
Μας τρομάζει η λάμψη στο βλέμμα τους
Και ότι δεν ταιριάζει το χλευάζουν, είναι πιο εύκολο από το να αποδεχθούν το ξεχωριστό

Είμαστε στο σύμπαν θρύψαλα αστεριών, μικρές κουκίδες με ημερομηνία λήξης
Και εσύ ανθρωπάκο θαρρείς πως απέχεις και αξίζεις το πιο αξιόπιστο αμάξι , την καλύτερη θέση εργασίας , το πιο γεμάτο πορτοφόλι , την πιο γνωστή μάρκα ρούχων

Κάποιοι από ψηλά “γελάνε”

Bertrand Russell: Η Θέση του Έρωτα στην Ανθρώπινη Ζωή

«Δεν θα πέθαινα ποτέ για τις ιδέες μου, γιατί μπορεί να έκανα λάθος»

Ο έρωτας είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από την επιθυμία για σεξουαλική επαφή∙ είναι το σπουδαιότερο μέσο για να ξεφύγουν από τη μοναξιά που πληγώνει τους πιο πολλούς άντρες και γυναίκες στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.

Στους πιο πολλούς ανθρώπους υπάρχει ένας βαθιά ριζωμένος φόβος για τον κρύο εξωτερικό κόσμο και για την πιθανή σκληρότητα του πλήθους.

Υπάρχει μια λαχτάρα για στοργή που συχνά κρύβεται κάτω από την τραχύτητα, τη χοντροκοπιά και το απότομο φέρσιμο στους άντρες ή κάτω από την γκρίνια και το καυγάδισμα στις γυναίκες.

Ο δυνατός αμοιβαίος έρωτας, όσο διαρκεί, εξαφανίζει αυτά τα αισθήματα, γκρεμίζει τα σκληρά τείχη του εγώ και δημιουργεί ένα νέο πλάσμα που αποτελείται από δύο ενωμένα σε ένα.

Η φύση δεν έφτιαξε τα ανθρώπινα όντα για να ζουν μόνα, γιατί δεν μπορεί να εκπληρώσει το βιολογικό σκοπό της παρά μόνο με τη συνεργασία των ανθρώπων∙ και οι πολιτισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να ικανοποιήσουν ολοκληρωτικά το σεξουαλικό τους ένστικτο χωρίς αγάπη.

Το ένστικτο δεν ικανοποιείται ολοκληρωτικά παρά μόνο όταν στην ερωτική σχέση μπαίνει ολάκερη η ύπαρξη του ανθρώπου, ψυχική και σωματική.

Εκείνοι που δεν έχουν γνωρίσει τη βαθιά οικειότητα και την έντονη συντροφικότητα της ευτυχισμένης αμοιβαίας αγάπης έχουν χάσει το καλύτερο πράγμα που μπορεί να δώσει η ζωή∙ ασυνείδητα, αν όχι συνειδητά, το αισθάνονται αυτό και η απογοήτευση που γεννιέται τους οδηγεί προς το φθόνο, την καταπίεση και τη σκληρότητα.

Bertrand Russell, Η Θέση του Έρωτα στην Ανθρώπινη Ζωή

ΑΙΣΩΠΟΣ: Ο γάιδαρος και ο φίλος του

Κάποιος που ενδιαφερόταν να αγοράσει γάιδαρο πήρε έναν για να τον δοκιμάσει.

Τον έβαλε με τους δικούς του γαϊδάρους και τoν έστησε μπροστά σε παχνί.

Εκείνος όμως εγκατέλειψε τη θέση του και πήγε κοντά στον πιο τεμπέλη και φαγά γάιδαρο. Και επειδή πλέον ο γάιδαρος αυτός δεν είχε διάθεση για δουλειά, ο άνθρωπος τον επέστρεψε στον ιδιοκτήτη του.

Όταν αυτός ρώτησε αν ο γάιδαρος πέρασε από μια καλή δοκιμασία, ο ενδιαφερόμενος για την αγορά του είπε: «Δεν χρειάστηκε να κάνω κάποια ιδιαίτερη δοκιμασία. Κατάλαβα ότι μοιάζει με αυτόν που διάλεξε απ’ όλους τους γαϊδάρους και τον έκανε φίλο του».

Επιμύθιο: Καθένας θεωρείται παρόμοιος με αυτούς που συναναστρέφεται .
Το ίδιο νόημα έχει και η παροιμία “Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι”.

Η Βεβαιότητα της Αβεβαιότητας

Ο εγκέφαλός μας, είναι καλωδιωμένος με τέτοιο τρόπο, ώστε να διαμερισματοποιεί και να δημιουργεί μοτίβα. Κατά μία έννοια, εξελικτικά, αυτό μας προσφέρει ένα ασφαλές περιβάλλον. Η απουσία επιλογής και ελέγχου της έκβασης του αποτελέσματος, μας μετατρέπουν σε ακινητοποιημένες μηχανές, που πολεμούν παθητικά να ξεφύγουν με ανασφάλεια, φόβο και άγχος.

Γιατί; Γιατί δεν έχουν τη χειροποίητη ασπίδα του επισφαλούς μοτίβου, που χτίστηκε επί χρόνια τόσο προσεκτικά με μία μικρή παράλειψη· το άγνωστο των πιθανοτήτων.

Το μόνο βέβαιο, είναι το αβέβαιο.

Ας πάρουμε για παράδειγμα, την τέλεια σχέση με τον σύντροφο, τον φίλο, τον συνεργάτη, τον αδερφό μας. Είμαστε σίγουροι, ότι έχουμε κατακτήσει αμφότεροι το υπέρτατο γνώθι σ’ αυτόν, ώστε να αισθανόμαστε διάφανοι, τόσο μεταξύ μας, όσο -κυρίως- με τον ίδιο μας τον εαυτό; Ή έρχεται μία μέρα που “πέφτουμε από τα σύννεφα“, “δεν πιστεύουμε αυτό που μας συμβαίνει“, που ενώ “βάζαμε το χέρι μας στη φωτιά“, τελικά πέσαμε έξω;

Όλα είναι πιθανά, ακόμα κι αν έχουμε την αυτοπεποίθηση, ότι είμαστε σίγουροι για την τρέχουσα κατάσταση στη ζωή μας.

Σκεφτείτε πόσο ευάλωτοι είμαστε απέναντι σε, ασυνείδητα ή μη, ερεθίσματα του παρελθόντος, που έχουμε απωθήσει η χρησιμοποιήσει, για να σμιλεύσουμε την προσωπικότητά μας. Ερεθίσματα εσωτερικά και εξωτερικά, που μας ωθούν να δράσουμε, να σκεφτούμε, να νιώσουμε, αναλόγως περιστάσεως και συμπαίκτη.

Μπορούμε, πράγματι, να είμαστε σίγουροι για τον εαυτό μας; Για τους ανθρώπους που έχουμε δίπλα και γύρω μας; Για τη δουλειά μας; Για την υγεία μας; Για το αύριο; Για το αμέσως μετά το τώρα;

Υπάρχουν πολλά “κι αν” για τα οποία, όσο και να ανησυχούμε, να αγχωνόμαστε, να φοβόμαστε, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να παράγουμε αρνητικά σενάρια και φανταστικές απειλές, χάνοντας πολλές ευκαιρίες, που εμπεριέχονται στα πολλά “τότε”.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να προσέξουμε την αβεβαιότητα, που επικρατεί εξαιτίας πραγματικών γεγονότων και πλασματικών υποθέσεων, που παίρνουν σάρκα και οστά στο μυαλό μας σε γιγαντιαίες διαστάσεις.

Κάνοντας ένα βήμα πίσω, με μία βαθιά ανάσα μπορούμε να βρούμε τη δύναμη να προστατεύσουμε την ψυχοσύνθεσή μας και να την προτρέψουμε να μην πιστεύει όσα σκέφτεται.

Σε εποχές αβεβαιότητας, είναι σχεδόν εγκληματικό να αγκαλιάζουμε τη σκέψη, που μας οδηγεί στο χειρότερο πιθανό σενάριο, αφού ακόμα και αν δεν έχει συμβεί / συμβαίνει / συμβεί, το ζούμε σε μία παράλληλη νοερή ολόδική μας πραγματικότητα.

Ακόμα κι αν ζωντανεύουμε χαρούμενα σενάρια, η προσδοκία μας και η πιθανή μη πραγματοποίηση τους με τον τρόπο που τα πλάσαμε, θα φέρουν αρνητικά συναισθηματικά και ψυχολογικά αποτελέσματα.

Θρηνούμε όσα ακόμα δε χάσαμε και αντιδρούμε σε όσα δεν έχουν λάβει καν χώρα ποτέ και πουθενά, παρά μόνο μέσα μας.

Η ανάγκη μας για καθησυχαστική επιβεβαίωση, δε θα καλυφθεί ποτέ πλήρως και για τίποτα. Η ανησυχία μας, για όσα δεν είναι στο χέρι και τον έλεγχο μας είναι ανώφελη και εξουθενωτική.

Είναι, όμως, στο χέρι μας να αλλάξουμε σκοπιά και οπτική και να αποδεχτούμε την έννοια του αναπόφευκτου, του άγνωστου, του αβέβαιου, όχι μοιρολατρικά ως καταδίκη, αλλά ως ρεαλιστική πρόκληση.

Εξάλλου, αβεβαιότητα δε σημαίνει βέβαιη καταστροφή.

Οφείλουμε να φροντίσουμε όσα επαφίενται στη δική μας μεταχείριση, με ειλικρινή προσπάθεια και να αντιμετωπίσουμε τα πιθανά και μη υπολογίσιμα σενάρια, ως φυσικά κίνητρα ανακάλυψης, αυτοβελτίωσης και ανακούφισης.

Η αποδοχή και προσαρμογή στις εναλλαγές καταστάσεων είναι ζωτικής σημασίας για την ψυχική μας υγεία και την ευθυγράμμισή μας με την πραγματικότητα. Η αντίσταση στην επερχόμενη αλλαγή αποτελεί μεν φυσική αντίδραση, αναποτελεσματική δε, εφόσον, είτε μας αρέσει είτε όχι, θα συμβεί.

Να περιμένεις το αναπόφευκτο και όταν έρθει αντιμετώπισέ το όσο και όπως περνάει από το χέρι σου. Μέχρι εκεί που μπορείς.

Ο Νίτσε για την ελευθερία

Η δική μου ιδέα για την ελευθερία. -Η αξία ενός πράγματος δεν έγκειται μερικές φορές σ' εκείνο που πετυχαίνουμε μ' αυτό, αλλά σ' εκείνο που πληρώνουμε γι' αυτό -σ' εκείνο που μας στοιχίζει. Δίνω ένα παράδειγμα. Οι φιλελεύθεροι θεσμοί παύουν να είναι φιλελεύθεροι από τη στιγμή που επιτυγχάνονται: λίγο αργότερα, δεν υπάρχει πιο μανιώδης και ριζικός εχθρός της ελευθερίας από τους φιλελεύθερους θεσμούς. Ξέρουμε ήδη τι συνεπιφέρουν αυτοί: υπονομεύουν τη θέληση για δύναμη, είναι η ισοπέδωση του βουνού και της κοιλάδας που έχει ανυψωθεί σε ηθική, σε κάνουν μικρό, δειλό και φιλήδονο -μ' αυτούς θριαμβεύει κάθε φορά το αγελαίο ζώο. Φιλελευθερισμός: με άλλα λόγια, αγελαία αποκτήνωση... Οι ίδιοι θεσμοί έχουν τελείως διαφορετικά αποτελέσματα για όσον καιρό εξακολουθούμε να πολεμούμε γι' αυτούς: τότε προωθούν πράγματι δυναμικά την ελευθερία. 

Ακριβέστερα, ο πόλεμος είναι εκείνος που προκαλεί αυτά τα αποτελέσματα, ο πόλεμος για φιλελεύθερους θεσμούς, ο οποίος, ως πόλεμος, αφήνει τα μη φιλελεύθερα ένστικτα να επιζούν. Και ο πόλεμος σε εκπαιδεύει στην ελευθερία. Γιατί, τι είναι η ελευθερία; Είναι το να έχεις τη θέληση να αναλάβεις την ευθύνη για τον εαυτό σου. Το να διατηρείς την απόσταση που μας χωρίζει το έναν από τον άλλο. Το να γίνεις πιο αδιάφορος απέναντι στον κόπο, τη δυσκολία, τη στέρηση, ακόμη και την ίδια τη ζωή. Το να είσαι έτοιμος να θυσιάσεις για την υπόθεση σου ανθρώπους -δίχως να εξαιρείσαι ούτε εσύ ο ίδιος. Ελευθερία σημαίνει ότι τα αντρικά ένστικτα, αυτά που χαίρονται με τον πόλεμο και τη νίκη, έχουν την κυριαρχία πάνω σε άλλα ένστικτα, για παράδειγμα πάνω στα ένστικτα της "ευτυχίας". Ο άνθρωπος που έχει γίνει ελεύθερος, κι ακόμη περισσότερο το πνεύμα που έχει γίνει ελεύθερο, τσαλαπατά το αξιοπεριφρόνητο είδος της καλοπέρασης, το οποίο ονειρεύτηκαν οι μικρέμποροι, οι χριστιανοί, οι αγελάδες, οι γυναίκες, οι Άγγλοι και άλλοι δημοκράτες.

Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι πολεμιστής. -Πώς μετριέται η ελευθερία, τόσο στα άτομα όσο και στους λαούς; Με βάση την αντίσταση που πρέπει να υπερνικηθεί, τον κόπο που κοστίζει το να μείνεις στην κορυφή. Ο ύψιστος τύπος ελεύθερου ανθρώπου πρέπει να αναζητιέται εκεί όπου υπερνικιέται συνεχώς η ύψιστη αντίσταση: πέντε βήματα απόσταση από την τυραννία, ακριβώς στο κατώφλι του κινδύνου της υποτέλειας.

Αυτό είναι αληθές από ψυχολογική άποψη, αν εννοούμε εδώ με τη λέξη "τύραννοι" ανελέητα και φοβερά ένστικτα, τα οποία απαιτούν για την αντιμετώπιση τους το μεγαλύτερο δυνατό κύρος και πειθαρχία -ωραιότερος τύπος ο Ιούλιος Καίσαρας· αυτό είναι αληθές και από πολιτική άποψη, αρκεί να περιδιαβεί κανείς την ιστορία. Οι λαοί που είχαν κάποια αξία, που απέκτησαν κάποια αξία, δεν την απέκτησαν έχοντας φιλελεύθερους θεσμούς: ο μεγάλος κίνδυνος τους έκανε άξιους σεβασμού, ο κίνδυνος, που μόνον αυτός μας μαθαίνει να γνωρίζουμε τα μέσα μας, τις αρετές μας, τον εξοπλισμό μας, το πνεύμα μας -που μας αναγκάζει να είμαστε δυνατοί... Πρώτη αρχή: πρέπει να έχεις ανάγκη να είσαι δυνατός: αλλιώς δεν γίνεσαι ποτέ.

-Εκείνα τα μεγάλα θερμοκήπια για δυνατούς, για το πιο δυνατό είδος ανθρώπων που έχει παρουσιαστεί μέχρι σήμερα, οι αριστοκρατικές κοινότητες σαν τη Ρώμη και τη Βενετία, εννοούσαν την ελευθερία ακριβώς με το νόημα που της δίνω εγώ: ως κάτι που μπορεί να έχει κανείς και να μην έχει, ως κάτι που μπορεί να θέλει κανείς, ως κάτι που μπορεί να κατακτήσει κανείς...

Νίτσε, Το λυκόφως των ειδώλων, "Ακροβολισμοί ενός παράκαιρου ανθρώπου", §38

ΛΟΓΓΟΣ: Τὰ κατὰ Δάφνιν καὶ Χλόην (4.17.1-4.18.3)

[4.17.1] Οὐκ ἀντέσχε κλάοντι καὶ αὖθις τοὺς πόδας καταφιλοῦντι νεανίσκος μεγαλόφρων καὶ οὐκ ἄπειρος ἐρωτικῆς λύπης, ἀλλ᾽ αἰτήσειν αὐτὸν παρὰ τοῦ πατρὸς ἐπηγγείλατο καὶ κομίσειν εἰς τὴν πόλιν αὑτῷ μὲν δοῦλον, ἐκείνῳ δὲ ἐρώμενον. [4.17.2] Εἰς εὐθυμίαν δὲ καὶ αὐτὸν ἐκεῖνον θέλων προαγαγεῖν ἐπυνθάνετο μειδιῶν εἰ οὐκ αἰσχύνεται Λάμωνος υἱὸν φιλῶν, ἀλλὰ καὶ σπουδάζει συγκατακλιθῆναι νέμοντι αἶγας μειρακίῳ· καὶ ἅμα ὑπεκρίνετο τὴν τραγικὴν δυσωδίαν μυσάττεσθαι. [4.17.3] Ὁ δέ, οἷα πᾶσαν ἐρωτικὴν μυθολογίαν ἐν τοῖς τῶν ἀσώτων συμποσίοις πεπαιδευμένος, οὐκ ἀπὸ σκοποῦ καὶ ὑπὲρ αὑτοῦ καὶ ὑπὲρ τοῦ Δάφνιδος ἔλεγεν· «οὐδεὶς ταῦτα, δέσποτα, ἐραστὴς πολυπραγμονεῖ· ἀλλ᾽ ἐν οἵῳ ποτε ἂν σώματι εὕρῃ τὸ κάλλος, ἑάλωκε. [4.17.4] Διὰ τοῦτο καὶ φυτοῦ τις ἠράσθη καὶ ποταμοῦ καὶ θηρίου. Καίτοι τίς οὐκ ἂν ἐραστὴν ἠλέησεν, ὃν ἔδει φοβεῖσθαι τὸν ἐρώμενον; Ἐγὼ δὲ σώματος μὲν ἐρῶ δούλου, κάλλους δὲ ἐλευθέρου. [4.17.5] Ὁρᾷς ὡς ὑακίνθῳ μὲν τὴν κόμην ὁμοίαν ἔχει, λάμπουσι δὲ ὑπὸ ταῖς ὀφρύσιν οἱ ὀφθαλμοὶ καθάπερ ἐν χρυσῇ σφενδόνῃ ψηφίς; Καὶ τὸ μὲν πρόσωπον ἐρυθήματος μεστόν, τὸ δὲ στόμα λευκῶν ὀδόντων ὥσπερ ἐλέφαντος. [4.17.6] Τίς ἐκεῖθεν οὐκ ἂν εὔξαιτο λαβεῖν ἐραστὴς λευκὰ φιλήματα; Εἰ δὲ νέμοντος ἠράσθην, θεοὺς ἐμιμησάμην. Βουκόλος ἦν Ἀγχίσης, καὶ ἔσχεν αὐτὸν Ἀφροδίτη· αἶγας ἔνεμε Βράγχος, καὶ Ἀπόλλων αὐτὸν ἐφίλησε· ποιμὴν ἦν Γανυμήδης, καὶ αὐτὸν ὁ τῶν ὅλων βασιλεὺς ἥρπασε. [4.17.7] Μὴ καταφρονῶμεν παιδός, ᾧ καὶ αἶγας ὡς ἐρώσας πειθομένας εἴδομεν· ἀλλ᾽ εἰ ἔτι μένειν ἐπὶ γῆς ἐπιτρέπουσι τοιοῦτον κάλλος, χάριν ἔχωμεν τοῖς Διὸς ἀετοῖς.»
[4.18.1] Ἡδὺ γελάσας ὁ Ἄστυλος ἐπὶ τούτῳ μάλιστα τῷ λεχθέντι καὶ ὡς μεγάλους ὁ Ἔρως ποιεῖ σοφιστὰς εἰπὼν ἐπετήρει καιρόν, ἐν ᾧ τῷ πατρὶ περὶ Δάφνιδος διαλέξεται. Ἀκούσας δὲ τὰ λεχθέντα κρύφα πάντα ὁ Εὔδρομος καὶ τὰ μὲν τὸν Δάφνιν φιλῶν ὡς ἀγαθὸν νεανίσκον, τὰ δὲ ἀχθόμενος εἰ Γνάθωνος ἐμπαροίνημα γενήσεται τοιοῦτον κάλλος, αὐτίκα καταλέγει πάντα κἀκείνῳ καὶ Λάμωνι. [4.18.2] Ὁ μὲν οὖν Δάφνις ἐκπλαγεὶς ἐγίνωσκεν ἅμα τῇ Χλόῃ τολμῆσαι φυγεῖν ἢ ἀποθανεῖν, κοινωνὸν κἀκείνην λαβών· ὁ δὲ Λάμων προκαλεσάμενος ἔξω τῆς αὐλῆς τὴν Μυρτάλην «οἰχόμεθα» εἶπεν «ὦ γύναι· ἥκει καιρὸς ἐκκαλύπτειν τὰ κρυπτά. [4.18.3] Ἔρρει μοι δὲ αἱ αἶγες καὶ τὰ λοιπὰ πάντα· ἀλλ᾽ οὐ μὰ τὸν Πᾶνα καὶ τὰς Νύμφας, οὐδ᾽ εἰ μέλλω βοῦς, φασίν, ἐν αὐλίῳ καταλείπεσθαι, τὴν Δάφνιδος τύχην ἥτις ἐστὶν οὐ σιωπήσομαι, ἀλλὰ καὶ ὅτι εὗρον ἐκκείμενον ἐρῶ καὶ ὅπως τρεφόμενον μηνύσω καὶ ὅσα εὗρον συνεκκείμενα δείξω. Μαθέτω Γνάθων ὁ μιαρὸς οἷος ὢν οἵων ἐρᾷ. Παρασκεύαζέ μοι μόνον εὐτρεπῆ τὰ γνωρίσματα.»

***
[4.17.1] Ο νέος και μεγαλόψυχος ήταν, κι όχι ανίδεος από ερωτικό καημό· δεν μπόρεσε ν᾽ αντισταθεί στους λυγμούς του Γνάθωνος, που ξανά του φιλούσε τα πόδια. Του υποσχέθηκε λοιπόν να ζητήσει από τον πατέρα του τον Δάφνη και να τον φέρει στην πόλη, να τον έχει ο ίδιος υπηρέτη κι ο Γνάθων ερωμένο. [4.17.2] Θέλοντας να ξαναφέρει τον άλλον στα κέφια του τον ρώτησε χαμογελώντας πώς δεν ντρέπεται να αγαπάει το γιο του Λάμωνος, αλλά και να θέλει να κοιμηθεί μ᾽ ένα αγόρι που βόσκει γίδες — και συνάμα έκανε τάχα πως τον αηδιάζει η τραγίλα. [4.17.3] Ο Γνάθων όμως, που στα συμπόσια των γλεντζέδων είχε διδαχτεί όλη την ερωτική μυθολογία, υπεράσπισε εύστοχα και τον εαυτό του και τον Δάφνη: «Κανένας ερωτευμένος, αφέντη, δε σκοτίζεται για τέτοια. Σ᾽ όποιο κορμί κι αν βρει την ομορφιά, γίνεται αιχμάλωτός της. [4.17.4] Μήπως μερικοί δεν έχουν ερωτευτεί δέντρα, ποτάμια ή άγρια ζώα; Κι όμως είν᾽ αξιολύπητος ένας ερωτευμένος που θα ᾽πρεπε να φοβάται το αντικείμενο του έρωτά του. Το κορμί που εγώ ερωτεύτηκα ανήκει σε δούλο, η ομορφιά του όμως σ᾽ ελεύθερο. [4.17.5] Δε [4.17.6] Ποιός [4.17.7] Ας μην περιφρονούμε ένα παιδί, που είδαμε ως και τις γίδες να τον υπακούνε σαν ερωτευμένες — αλλ᾽ ας έχουμε χάρη στους αϊτούς του Δία, που αφήνουν τέτοιαν ομορφιά να μένει ακόμα πάνω στη γη».
[4.18.1] Ο Άστυλος γέλασε με την καρδιά του, ιδιαίτερα μ᾽ αυτά τα τελευταία, και παρατήρησε ότι ο Έρωτας γεννάει μεγάλους σοφιστές. Ύστερα περίμενε ευκαιρία να μιλήσει στον πατέρα του για τον Δάφνη. Ωστόσο ο Εύδρομος είχε κρυφακούσει όλη τη συζήτηση. Τούτος συμπαθούσε τον Δάφνη, που θεωρούσε καλό παιδί, κι αγανάχτησε με την ιδέα ότι μια τέτοια ομορφιά θα τη γλεντούσε στα μεθύσια του ο Γνάθων· τα μαρτύρησε λοιπόν αμέσως όλα στον ίδιο τον Δάφνη και στο Λάμωνα. [4.18.2] Ο Δάφνης, καταταραγμένος, ήταν έτοιμος ή να ριψοκινδυνέψει να το σκάσει με τη Χλόη, ή ν᾽ αυτοκτονήσει μαζί της. Ο Λάμων φώναξε τη Μυρτάλη έξω απ᾽ την αυλή. «Γυναίκα», είπε, «χανόμαστε. Ήρθε η ώρα να βγάλουμε τα μυστικά στη φόρα. [4.18.3] Οι γίδες θα μείνουν έρημες, καθώς κι όλα τ᾽ άλλα. Όμως, μα τον Πάνα και τις Νύμφες! Ακόμα κι αν πρόκειται, καταπώς λένε, να μείνω σαν το βόδι στο παχνί, δε θα κρύψω πια την καταγωγή του Δάφνη. Θα πω ότι τον βρήκα έκθετο, θα διηγηθώ πώς αναστήθηκε, θα δείξω τα πράματα που ήταν αφημένα μαζί του. Να μάθει ο βρομερός ο Γνάθων, τέτοιος που είναι, τί λογής άνθρωπο ερωτεύτηκε. Εσύ μονάχα φρόντισε να μου ετοιμάσεις τα φασκιά».