Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Φιλοκτήτης (542-575)

ΕΜΠΟΡΟΣ
Ἀχιλλέως παῖ, τόνδε τὸν ξυνέμπορον,
ὃς ἦν νεὼς σῆς σὺν δυοῖν ἄλλοιν φύλαξ,
ἐκέλευσ᾽ ἐμοί σε ποῦ κυρῶν εἴης φράσαι,
545 ἐπείπερ ἀντέκυρσα, δοξάζων μὲν οὔ,
τύχῃ δέ πως πρὸς ταὐτὸν ὁρμισθεὶς πέδον.
πλέων γάρ ὡς ναύκληρος οὐ πολλῷ στόλῳ
ἀπ᾽ Ἰλίου πρὸς οἶκον ἐς τὴν εὔβοτρυν
Πεπάρηθον, ὡς ἤκουσα τοὺς ναύτας ὅτι
550 σοὶ πάντες εἶεν συννεναυστοληκότες,
ἔδοξέ μοι μὴ σῖγα, πρὶν φράσαιμί σοι,
τὸν πλοῦν ποιεῖσθαι, προστυχόντι τῶν ἴσων.
οὐδὲν σύ που κάτοισθα τῶν σαυτοῦ πέρι,
ἃ τοῖσιν Ἀργείοισιν ἀμφὶ σοῦ νέα
555 βουλεύματ᾽ ἐστί, κοὐ μόνον βουλεύματα,
ἀλλ᾽ ἔργα δρώμεν᾽, οὐκέτ᾽ ἐξαργούμενα.
ΝΕ. ἀλλ᾽ ἡ χάρις μὲν τῆς προμηθίας, ξένε,
εἰ μὴ κακὸς πέφυκα, προσφιλὴς μενεῖ·
φράσον δ᾽ ἅπερ γ᾽ ἔλεξας, ὡς μάθω τί μοι
560 νεώτερον βούλευμ᾽ ἀπ᾽ Ἀργείων ἔχεις.
ΕΜ. φροῦδοι διώκοντές σε ναυτικῷ στόλῳ
Φοῖνιξ ὁ πρέσβυς οἵ τε Θησέως κόροι.
ΝΕ. ὡς ἐκ βίας μ᾽ ἄξοντες ἢ λόγοις πάλιν;
ΕΜ. οὐκ οἶδ᾽. ἀκούσας δ᾽ ἄγγελος πάρειμί σοι.
565 ΝΕ. ἦ ταῦτα δὴ Φοῖνίξ τε χοἱ ξυνναυβάται
οὕτω καθ᾽ ὁρμὴν δρῶσιν Ἀτρειδῶν χάριν;
ΕΜ. ὡς ταῦτ᾽ ἐπίστω δρώμεν᾽, οὐ μέλλοντ᾽ ἔτι.
ΝΕ. πῶς οὖν Ὀδυσσεὺς πρὸς τάδ᾽ οὐκ αὐτάγγελος
πλεῖν ἦν ἑτοῖμος; ἢ φόβος τις εἶργέ νιν;
570 ΕΜ. κεῖνός γ᾽ ἐπ᾽ ἄλλον ἄνδρ᾽ ὁ Τυδέως τε παῖς
ἔστελλον, ἡνίκ᾽ ἐξανηγόμην ἐγώ.
ΝΕ. πρὸς ποῖον αὖ τόνδ᾽ αὐτὸς οὑδυσσεὺς ἔπλει;
ΕΜ. ἦν δή τις—ἀλλὰ τόνδε μοι πρῶτον φράσον
τίς ἐστίν· ἃν λέγῃς δὲ μὴ φώνει μέγα.
575 ΝΕ. ὅδ᾽ ἔσθ᾽ ὁ κλεινός σοι Φιλοκτήτης, ξένε.

***
ΕΜΠΟΡΟΣ
Γιε του Αχιλλέα, ζήτησ᾽ απ᾽ αυτό
το ναύτη σου που φύλαε το καράβι
μαζί με δυο άλλους να μου πει πού να ᾽σουν
αφού τον βρήκ᾽ ανέλπιστα μπροστά μου
στο ίδιο το μέρος που και μένα η τύχη
ολωσδιόλου μ᾽ έφερε ν᾽ αράξω.
Γιατί γυρνούσα εγώ καραβοκύρης
μ᾽ όχι μεγάλη αρματωσιά, απ᾽ την Τροία
στην πολυστάφυλή μου την πατρίδα
Πεπάρηθο κι άμα ήκουσ᾽ απ᾽ τους ναύτες
550 πως όλοι μαζί ταξίδευαν μαζί σου,
νόμισα πως δεν έπρεπε να φύγω
έτσι σκιαχτά πρι σου μιλήσω πρώτα
κι όποια ᾽ναι δίκια πλερωμή να λάχω·
γιατ᾽ είδηση δε θα᾽ χεις βέβαια για όσα
σου τρέχουνται και τί σχέδια οι Αργείοι
έχουν για σένα και δεν είναι μόνο
σχέδια να πεις, παρ᾽ έργα πια, που μπήκαν
σε πράξη κιόλας δίχως χασομέρια.
ΝΕΟ. Μα η χάρη για την τόση προθυμιά σου,
ξένε, αν δεν είμαι αχάριστος, θα μένει
μες στην καρδιά μου· μα έλα πε μου τώρα
για να μάθω κι εγώ, ποιά είναι για μένα
560 τα νέα των σχέδια που λες πως ξέρεις.
ΕΜΠ. Κίνησαν με καράβια από την Τροία
ο γέρο Φοίνικας και του Θησέα
τα δυο παιδιά για να σε κυνηγήσουν.
ΝΕΟ. Για να με πάρουν πίσω με τη βία
ή αφού με πείσουν; ΕΜΠ. Δε γνωρίζω, εγώ ήρθα
να σου πω εκείνα π᾽ άκουσα. ΝΕΟ. Μα αλήθεια
δείχνουν ο Φοίνικας κι οι σύντροφοί του
τέτοια μεγάλη προθυμία για χάρη
των Ατρειδών; ΕΜΠ. Ξέρε πως δε θ᾽ αργήσουν,
μα έβαλαν κιόλα τη δουλειά στο δρόμο.
ΝΕΟ. Και πώς δεν ετοιμάστηκε ο Δυσσέας
να ᾽βγαινε στα πανιά, για να μας φέρει
ο ίδιος την προσταγή; μην κάποιος φόβος
να τον κρατούσε; ΕΜΠ. Εκείνος για έναν άλλο
570 τοιμάζονταν να πάει, με του Τυδέα
το γιο, σαν ξεκινούσα. ΝΕΟ. Αυτός ποιός να ᾽ταν,
για να πηγαίνει ο ίδιος ο Οδυσσέας;
ΕΜΠ. Ήταν — μα πρώτα πε μου, αυτός ποιός είναι;
και μίλα μου σιγά. ΝΕΟ. Ο Φιλοχτήτης
ο ξακουσμένος σού είν᾽ αυτός, ω ξένε.

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (7.54-7.119)

Ὣς ἔφαθ᾽, Ἕκτωρ δ᾽ αὖτ᾽ ἐχάρη μέγα μῦθον ἀκούσας,
καί ῥ᾽ ἐς μέσσον ἰὼν Τρώων ἀνέεργε φάλαγγας, 55
μέσσου δουρὸς ἑλών· οἱ δ᾽ ἱδρύνθησαν ἅπαντες.
κὰδ δ᾽ Ἀγαμέμνων εἷσεν ἐϋκνήμιδας Ἀχαιούς·
κὰδ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀθηναίη τε καὶ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων
ἑζέσθην ὄρνισιν ἐοικότες αἰγυπιοῖσι
φηγῷ ἐφ᾽ ὑψηλῇ πατρὸς Διὸς αἰγιόχοιο, 60
ἀνδράσι τερπόμενοι· τῶν δὲ στίχες ἥατο πυκναί,
ἀσπίσι καὶ κορύθεσσι καὶ ἔγχεσι πεφρικυῖαι.
οἵη δὲ Ζεφύροιο ἐχεύατο πόντον ἔπι φρὶξ
ὀρνυμένοιο νέον, μελάνει δέ τε πόντος ὑπ᾽ αὐτῆς,
τοῖαι ἄρα στίχες ἥατ᾽ Ἀχαιῶν τε Τρώων τε 65
ἐν πεδίῳ· Ἕκτωρ δὲ μετ᾽ ἀμφοτέροισιν ἔειπε·
«κέκλυτέ μευ, Τρῶες καὶ ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοί,
ὄφρ᾽ εἴπω τά με θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι κελεύει.
ὅρκια μὲν Κρονίδης ὑψίζυγος οὐκ ἐτέλεσσεν,
ἀλλὰ κακὰ φρονέων τεκμαίρεται ἀμφοτέροισιν, 70
εἰς ὅ κεν ἢ ὑμεῖς Τροίην εὔπυργον ἕλητε,
ἢ αὐτοὶ παρὰ νηυσὶ δαμήετε ποντοπόροισιν.
ὑμῖν δ᾽ ἐν γὰρ ἔασιν ἀριστῆες Παναχαιῶν·
τῶν νῦν ὅν τινα θυμὸς ἐμοὶ μαχέσασθαι ἀνώγει,
δεῦρ᾽ ἴτω ἐκ πάντων πρόμος ἔμμεναι Ἕκτορι δίῳ. 75
ὧδε δὲ μυθέομαι, Ζεὺς δ᾽ ἄμμ᾽ ἐπιμάρτυρος ἔστω·
εἰ μέν κεν ἐμὲ κεῖνος ἕλῃ ταναήκεϊ χαλκῷ,
τεύχεα συλήσας φερέτω κοίλας ἐπὶ νῆας,
σῶμα δὲ οἴκαδ᾽ ἐμὸν δόμεναι πάλιν, ὄφρα πυρός με
Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα. 80
εἰ δέ κ᾽ ἐγὼ τὸν ἕλω, δώῃ δέ μοι εὖχος Ἀπόλλων,
τεύχεα σύλησας οἴσω προτὶ Ἴλιον ἱρήν,
καὶ κρεμόω προτὶ νηὸν Ἀπόλλωνος ἑκάτοιο,
τὸν δὲ νέκυν ἐπὶ νῆας ἐϋσσέλμους ἀποδώσω,
ὄφρα ἑ ταρχύσωσι κάρη κομόωντες Ἀχαιοί, 85
σῆμά τέ οἱ χεύωσιν ἐπὶ πλατεῖ Ἑλλησπόντῳ.
καί ποτέ τις εἴπῃσι καὶ ὀψιγόνων ἀνθρώπων,
νηῒ πολυκλήϊδι πλέων ἐπὶ οἴνοπα πόντον·
“ἀνδρὸς μὲν τόδε σῆμα πάλαι κατατεθνηῶτος,
ὅν ποτ᾽ ἀριστεύοντα κατέκτανε φαίδιμος Ἕκτωρ.” 90
ὥς ποτέ τις ἐρέει· τὸ δ᾽ ἐμὸν κλέος οὔ ποτ᾽ ὀλεῖται.»
Ὣς ἔφαθ᾽, οἱ δ᾽ ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ·
αἴδεσθεν μὲν ἀνήνασθαι, δεῖσαν δ᾽ ὑποδέχθαι·
ὀψὲ δὲ δὴ Μενέλαος ἀνίστατο καὶ μετέειπε
νείκει ὀνειδίζων, μέγα δὲ στεναχίζετο θυμῷ· 95
«ὤ μοι, ἀπειλητῆρες, Ἀχαιΐδες, οὐκέτ᾽ Ἀχαιοί·
ἦ μὲν δὴ λώβη τάδε γ᾽ ἔσσεται αἰνόθεν αἰνῶς,
εἰ μή τις Δαναῶν νῦν Ἕκτορος ἀντίος εἶσιν.
ἀλλ᾽ ὑμεῖς μὲν πάντες ὕδωρ καὶ γαῖα γένοισθε,
100 ἥμενοι αὖθι ἕκαστοι ἀκήριοι, ἀκλεὲς αὔτως·
τῷδε δ᾽ ἐγὼν αὐτὸς θωρήξομαι· αὐτὰρ ὕπερθε
νίκης πείρατ᾽ ἔχονται ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσιν.»
Ὣς ἄρα φωνήσας κατεδύσετο τεύχεα καλά.
ἔνθα κέ τοι, Μενέλαε, φάνη βιότοιο τελευτὴ
105 Ἕκτορος ἐν παλάμῃσιν, ἐπεὶ πολὺ φέρτερος ἦεν,
εἰ μὴ ἀναΐξαντες ἕλον βασιλῆες Ἀχαιῶν,
αὐτός τ᾽ Ἀτρεΐδης εὐρὺ κρείων Ἀγαμέμνων
δεξιτερῆς ἕλε χειρὸς ἔπος τ᾽ ἔφατ᾽ ἔκ τ᾽ ὀνόμαζεν·
«ἀφραίνεις, Μενέλαε διοτρεφές, οὐδέ τί σε χρὴ
110 ταύτης ἀφροσύνης· ἀνὰ δὲ σχέο κηδόμενός περ,
μηδ᾽ ἔθελ᾽ ἐξ ἔριδος σεῦ ἀμείνονι φωτὶ μάχεσθαι,
Ἕκτορι Πριαμίδῃ, τόν τε στυγέουσι καὶ ἄλλοι.
καὶ δ᾽ Ἀχιλεὺς τούτῳ γε μάχῃ ἔνι κυδιανείρῃ
ἔρριγ᾽ ἀντιβολῆσαι, ὅ περ σέο πολλὸν ἀμείνων.
115 ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν ἵζευ ἰὼν μετὰ ἔθνος ἑταίρων,
τούτῳ δὲ πρόμον ἄλλον ἀναστήσουσιν Ἀχαιοί.
εἴ περ ἀδειής τ᾽ ἐστὶ καὶ εἰ μόθου ἔστ᾽ ἀκόρητος,
φημί μιν ἀσπασίως γόνυ κάμψειν, αἴ κε φύγῃσι
δηΐου ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος.»

***
Αυτά ᾽πε και αναγάλλιασεν ο Έκτωρ εις τον λόγον·
55 στην μέσην βγήκε, εχώρισε τες φάλαγγες των Τρώων
κι έσφιγγε λόγχην· και όλα ευθύς εκάθισαν τα πλήθη,
εκάθισαν κι οι Αχαιοί, ως πρόσταξ᾽ ο Ατρείδης·
και ο Φοίβος με την Αθηνά στους κλάδους ησυχάζαν
του υψηλού φράξου του πατρός Διός αιγιδοφόρου,
60 εις την μορφήν γυπαετοί κι εχαίροντο τους άνδρες·
κι ήσαν οι αράδες στριμωκτές και ως λόγγος εφαντάζαν
ασπίδες και κοντάρια και περικεφαλαίες·
και ως του Ζεφύρου η πρώτη ορμή την θάλασσαν σουφρώνει
κι εκείνο τ᾽ ανατρίχιασμα τη θάλασσαν μαυρίζει,
65 ομοίως και των Αχαιών οι αράδες και των Τρώων
εις το πεδίον· κι έλεγεν ο Έκτωρ εις την μέσην:
«Ακούτε, Τρώες και Αχαιοί λαμπροκνημιδοφόροι,
ό,τι στα στήθη μου η ψυχή να ειπώ παρακινεί με·
τους όρκους δεν στερέωσεν ο υψίθρονος Κρονίδης,
70 αλλ᾽ ετοιμάζει συμφορές και στα δυο μέρη ωσότου
ή σεις την Τροίαν πάρετε την καλοτειχισμένην,
ή σας συντρίψομεν εμείς σιμά στα κοίλα πλοία·
έχετε των Παναχαιών άνδρες στην μάχην πρώτους·
και όποιος αυτών επιθυμεί μ᾽ εμέ να πολεμήσει,
75 ας έλθει εδώ ν᾽ αντιταχθεί στον Έκτορα τον θείον·
και ιδού τι λέγω· μάρτυρα σ᾽ εμάς καλώ τον Δία·
και αν με φονεύσ᾽ η λόγχη του, ας πάρει τ᾽ άρματά μου
εις τα γοργά καράβια σας, αλλά στα γονικά μου
το σώμα θ᾽ αποδώσει αυτός όπως εις τον νεκρόν μου
80 την τιμήν δώσουν του πυρός και άνδρες και γυναίκες·
και αν να τον ρίξ᾽ η λόγχη μου την δόξαν δώσει ο Φοίβος,
εγώ θα πάρω τ᾽ άρματα στην Ίλιον την αγίαν
να τα κρεμάσω στον ναόν του τοξοφόρου Φοίβου,
και θ᾽ αποδώσω τον νεκρόν στα γρήγορα καράβια,
85 οι κομοτρόφοι Αχαιοί να τον ενταφιάσουν
και στον πλατύν Ελλήσποντον να του σηκώσουν μνήμα.
Και των κατόπιν γενεών κάποιος θα ειπεί περνώντας
με καράβι πολύσκαρμο στα μελαψά πελάγη:
«Ανδρός οπού απέθανε το πάλαι ιδού το μνήμα.
90 και ο μέγας Έκτωρ φόνευσεν αυτόν τον ανδρειωμένον.
Αυτό θα ειπούν και η δόξα μου ποτέ δεν θα ᾽χει τέλος».
Αυτά ᾽πε και ως τον άκουσαν άφωνοι εμείναν όλοι·
να τ᾽ αρνηθούν εντρέποντο, να το δεχθούν ετρέμαν·
και τέλος ο Μενέλαος σηκώθη πονεμένος
95 εγκάρδια και τους ύβριζεν: «Οϊμέ φοβερολόγοι»,
τους είπεν, «όχι Αχαιοί, αλλ᾽ Αχαιίδες πλέον,
αισχύνη θα ᾽ναι τρομερή των Δαναών, ανίσως
αντίπαλος του Έκτορος δεν έβγει εδώ κανένας·
αλλά σεις αίμα και νερό γενείτε, όπως σας βλέπω
100 αυτού να κάθεσθ᾽ άδοξοι με την ψυχήν χαμένην·
κι εγώ θα ζώσω τ᾽ άρματα ν᾽ αντιταχθώ σ᾽ εκείνον·
κι είναι στα χέρια των θεών οι κορυφές της νίκης».
Αυτά ᾽πε και αρματώθηκε· τότε, Μενέλαε, πλέον
θα ᾽βρες από τον Έκτορα το τέλος της ζωής σου,
105 που ήτο εκείνος στ᾽ άρματα πολύ καλύτερός σου,
εάν δεν εσηκώνοντο και δεν σ᾽ επιάναν όλοι
οι βασιλείς των Αχαιών· και ο μέγας Αγαμέμνων
σ᾽ έπιασε από την δεξιάν και σου ᾽λεγε: «Τον νουν σου
έχασες, ω Μενέλαε, και αυτό δεν σου συμφέρει·
110 υπόμεινε, διογέννητε, τον πόνον της καρδιάς σου·
μ᾽ άνδρ᾽ από σε καλύτερον ν᾽ αγωνισθείς μη θέλεις,
με τον Πριαμίδην Έκτορα που τον τρομάζουν όλοι·
και ο Αχιλλεύς οπού πολύ στην ρώμην σε υπερβαίνει
αυτόν τρέμει στον πόλεμο όπου δοξάζοντ᾽ άνδρες.
115 Αλλ᾽ άμε συ και ησύχαζε μαζί με τους συντρόφους,
και άλλον σ᾽ αυτόν αντίπαλον οι Αχαιοί θα βγάλουν·
όσον και αν είναι ατρόμητος και αχόρταγος πολέμου,
θαρρώ που μ᾽ ευχαρίστησιν το γόνα θα λυγίσει,
αν απ᾽ τον πόλεμο σωθεί και απ᾽ τον δεινόν αγώνα».

Εξαρτήσεις: θεωρίες αιτιοπαθογένειας

Οι εξαρτήσεις συμπεριλαμβάνουν ένα εύρος παθήσεων που αφορούν σε εξάρτηση από ουσίες ή από συμπεριφορές και αποτελούν παθήσεις, με τις οποίες ερχόμαστε συχνά αντιμέτωποι στην ψυχιατρική πράξη.

Στο στάδιο της εξάρτησης, η ουσία ή η συμπεριφορά καθορίζουν πλέον το σύνολο των ενεργειών και των συμπεριφορών του οργανισμού (Παπαγεωργίου, 2009; Kolb & Whishaw, 2011;Sadock&Sadock, 2015). Σχετικά με την αιτιολογία των εξαρτήσεων έχουν διατυπωθεί εξαιτίας αυτού διάφορες θεωρίες, στην προσπάθεια των ειδικών ψυχικής υγείας να κατανοήσουν την αυτοκαταστροφική αυτή συμπεριφορά, την εμμονή του μυαλού αλλά και να βοηθήσουν έτσι πιο αποτελεσματικά τους ασθενείς κατά τη θεραπεία τους.

Σύμφωνα με το Γάλλο ψυχίατρο Claude Olievenstein, το πρόβλημα της εξάρητησης βασίζεται σε τρεις άξονες:

α) στη δομή της προσωπικότητας του ατόμου,
β) στο αντικείμενο της εξάρτησης
γ) στο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο στο οποίο γίνεται η γνωριμία του ατόμου με το αντικείμενο της εξάρτησης.

Η ψυχαναλυτική θεωρία

Με βάση την ψυχοδυναμική θεωρία, η χρήση αποδίδεται σε ελλείμματα της παιδικής ηλικίας, που προέκυψαν από πρώιμες παιδικές εμπειρίες και δημιούργησαν ενδοψυχικά προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά κινητοποιούνται μετέπειτα, στην εφηβική ή ενήλικη ζωή και υπό τις κατάλληλες περιβαλλοντικές προϋποθέσεις και αναζητούν λύση, η οποία και επιδιώκεται μέσω της ουσίας.

Η βασική θεωρία έγκειται στη δόμηση ενός ασθενούς ΕΓΩ κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης της προσωπικότητας.

Κατά το στοματικό στάδιο, το βρέφος αντλεί ικανοποίηση από το θηλασμό, το δάγκωμα και την κατάποση. Ορισμένα άτομα επιδεικνύουν μία αδυναμία ενηλικίωσης, ως αποτέλεσμα καθήλωσης της ανάπτυξης της προσωπικότητας π.χ. στο στοματικό στάδιο. Οι πηγές ευχαρίστησης του σταδίου αυτού ενδέχεται να αναζητηθούν σε μεγαλύτερη ηλικία μέσω στοματικών συνηθειών, σε περίπτωση που έχουν μείνει ανικανοποίητες από τη βρεφική ηλικία (Χριστοπούλου, 2008; Brennan, 2009).

Στην πρώιμη παιδική ηλικία, το βρέφος αναπτύσσει δεσμούς προσκόλλησης με τη μητέρα ή γενικά τον κύριο φροντιστή. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία της προσκόλλησης του Βρετανού ψυχαναλυτή John Bowlby, το αναπτυσσόμενο βρέφος χρησιμοποιεί την προσκόλληση με τη μητέρα του ως το ασφαλές σημείο εκκίνησης για εξερεύνηση του κόσμου.

Η θεωρία του Bowlby αναφέρει ότι ο τρόπος με τον οποίο τα πρόσωπα κύριας φροντίδας αποκρίνονται στις ανάγκες των βρεφών εσωτερικεύεται και απολήγει σε αναπαραστάσεις σχετικά με τον τρόπο που ο εαυτός σχετίζεται με τον άλλο.

Η ελλειμματική ή τραυματική σχέση μητέρας βρέφους παίζει σημαντικό ρόλο στη θεωρία αυτή. Εάν η μητέρα δεν παρείχε την απαιτούμενη φροντίδα στο παιδί, προσφέροντάς του ανακούφιση από την εσωτερική ένταση, θα δημιουργήσει κάτι σαν εσωτερικό έλλειμμα.

Αν στα πρώτα χρόνια της ανάπτυξης του παιδιού δεν έχει εγκατασταθεί ένας υγιής ασφαλής δεσμός ανάμεσα στο παιδί και στο φροντιστή, ενδέχεται το άτομο να τείνει να υιοθετήσει εξαρτητικές συμπεριφορές για να αποκτήσει μια αίσθηση ασφάλειας. Αυτό εκδηλώνεται μετέπειτα σαν εσωτερικευμένο άγχος, το οποίο το άτομο καλείται να ανακουφίσει.

Από την άλλη, και μία εξαρτητική σχέση με τους πρωταρχικούς φροντιστές μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα το άτομο στην ενήλικη ζωή να αναζητήσει αργότερα την κατάσταση απόλυτης προστασίας σε κάποια άλλη μορφή εξάρτησης.

Ο Bowlby θεωρούσε την εξάρτηση στις σχέσεις ως ένδειξη παλινδρόμησης, ενώ το δεσμό μια φυσική λειτουργία που παραμένει παρούσα κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού και συμβάλλει στην αίσθηση της ασφάλειας του παιδιού που με τη σειρά της επιτρέπει την ανεξαρτητοποίησή του.

Η προσκόλληση στους γονείς και ιδιαίτερα η εξάρτηση από τη μητέρα δημιουργεί έντονες πιέσεις στο άτομο, όταν καλείται να αναλάβει ρόλους ενηλίκου.

Ο Βρετανός παιδίατρος και ψυχαναλυτής ο Donald Winnicott υποστήριξε ότι το βρέφος προκειμένου να αποκτήσει σταδιακά μια αντίληψη ύπαρξης και συνοχής του Εγώ, χρειάζεται να απολαύσει πλήρως την πρόνοια και τη φροντίδα του περιβάλλοντός του (holding).

Η μητρική φροντίδα σχετίζεται με τη δυνατότητα της μητέρας να αντιλαμβάνεται τις ανάγκες του παιδιού της και να ανταποκρίνεται ανάλογα. Όμως προκειμένου το παιδί να μπορέσει να αναπτυχθεί και να περάσει σταδιακά από την πλήρη εξάρτηση στην ανεξαρτησία, θα πρέπει η μητέρα να αφήσει το χώρο στο παιδί της να δομήσει το Εγώ του, μειώνοντας σταδιακά την εξάρτηση του παιδιού από τη φροντίδα της μητέρας.

Αν η μητέρα συνεχίζει να καλύπτει ή και να υπερκαλύπτει τις ανάγκες του παιδιού της, εκείνο θα θεωρεί ότι όλες του οι επιθυμίες πρέπει να ικανοποιούνται άμεσα και θα συνεχίσει να εξαρτάται από κάθε αντικείμενο και θα αναπτύξει ίσως σχέσεις εξάρτησης με αυτό. Το άτομο μπορεί να αναπτύξει εξαρτητικές συμπεριφορές ως διέξοδο στην προσωπική του δυσφορία που προκύπτει ενδεχομένως από τη ματαίωση των επιθυμιών του.

Σύμφωνα με το Sigmund Freud, ο άνθρωπος προσπαθεί να κατακτήσει την κατάσταση ηρεμίας μέσα από την ηδονή, την ικανοποίηση δηλαδή των ενστικτωδών ενορμήσεων, και τη μείωση της έντασης (Cervone & Pervin, 2013). Ο Freud μάλιστα τόνισε ότι αναζητάμε τη μεγαλύτερη δυνατή ευχαρίστηση με το μικρότερο δυνατό πόνο.

Έτσι, τα άτομα με ανεπαρκή αυτό-ηρεμιστική ικανότητα, καταφεύγουν συχνά σε ουσίες για να μειώσουν το οδυνηρό άγχος που κουβαλούν από παιδιά και να επιτύχουν μια κατάσταση εσωτερικής ομοιόστασης (Cervone&Pervin, 2013; Χριστοπούλου, 2008; Brennan, 2009). Αδυνατούν όμως πολύ συχνά να ανταπεξέλθουν στις συνθήκες και στις σχέσεις, δεδομένου ότι εκείνες δεν είναι δυνατόν να στερούνται δυσάρεστων καταστάσεων. Επιλέγει έτσι να αντικαταστήσει διάφορες μορφές συνδιαλλαγής με την κοινωνία, μέσω της χρήσης.

Ο χρήστης αναπτύσσει μια ναρκισσιστική στάση, καθώς ικανοποιεί τις ανάγκες του χωρίς την παρουσία και την ανάγκη άλλων ατόμων, εξωτερικεύοντας την ανάγκη του για παντοδυναμία μέσα από την ουσία, ως εξιδανικευμένο πλέον αντικείμενο. Το αντικείμενο της εξάρτησης λειτουργεί ουσιαστικά ως υποκατάστατο, καθώς το άτομο αντικαθιστά με την ουσία το ανεκπλήρωτο συναίσθημα φροντίδας της παιδικής του ηλικίας.

Οι διάφορες εξαρτητικές συμπεριφορές υποδεικνύουν συνήθως την αποτυχία των διεργασιών της εφηβείας και την ελλιπή επεξεργασία της υποβόσκουσας ψυχικής διαμάχης. Ο έφηβος υιοθετώντας εξαρτητικές συμπεριφορές έχει ως στόχο να αναδιοργανώσει την προσωπικότητά του γύρω από την εξαρτητική συμπεριφορά, η οποία του προσφέρει ένα υποκατάστατο αντικειμένου που του επιτρέπει να διατηρήσει το αίσθημα της ταυτότητάς του.

Η συμπεριφορική θεωρία

Η συμπεριφορική προσέγγιση δίνει έμφαση στη μάθηση, περιγράφοντάς την ως μία διαδικασία αλλαγής στη συμπεριφορά του ατόμου, η οποία προκύπτει από τα εξωτερικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος. Εξαιτίας αυτού εστιάζει στις ιδιότητες της ουσίας που δύνανται να επιφέρουν αλλαγή στη συμπεριφορά του ατόμου.

Ο οργανισμός ανταποκρίνεται στο ερέθισμα που δέχεται, προσαρμόζοντας τις ενέργειές του (Ράπτης & Ράπτη, 2013). Η μάθηση προκύπτει όταν μία συμπεριφορά τεθεί υπό τον έλεγχο της ενίσχυσης από το περιβάλλον (Brennan, 2009). Η ενίσχυση είναι είτε θετική είτε αρνητική και μπορεί αντίστοιχα να επέλθει είτε με την εισαγωγή ενός ευχάριστου ερεθίσματος είτε με την απομάκρυνση ενός δυσάρεστου ερεθίσματος.

Στην περίπτωση των εξαρτήσεων, η χρήση γίνεται με στόχο τη βελτίωση της ψυχικής κατάστασης ή/ και τη μείωση των οδυνηρών συναισθημάτων, οι οποίες στη συνέχεια λειτουργούν ως ενίσχυση και οδηγούν το άτομο στην παρατεταμένη χρήση ουσιών (Χριστοπούλου, 2008; Kolb&Whishaw, 2011; Βοσνιάδου, 2001).

Ο Ivan Pavlov από την άλλη διατύπωσε τη θεωρία της κλασσικής εξαρτημένης μάθησης, κατά την οποία ένα ουδέτερο ερέθισμα μπορεί να προκαλέσει μία συγκεκριμένη αντίδραση, αν συνδεθεί με ένα άλλο, ανεξάρτητο ερέθισμα. Έτσι και με τις ουσίες, εξωτερικά ερεθίσματα του περιβάλλοντος που σχετίζονται με τη χρήση, όπως π.χ. η συμβολοποίηση της χρήσης σαν πράξη “μαγκιάς” ή “μίμησης”, μπορούν να προκαλέσουν ανάλογες αντιδράσεις,

Η θεωρία της επικοινωνίας

Η θεωρία της επικοινωνίας εστιάζει στην αλληλεπίδραση του ατόμου και της κοινωνίας και αντιμετωπίζει την εξάρτηση ως αποτέλεσμα της επικοινωνίας αυτής.

Η διαδικασία της επικοινωνίας αποτελεί μια διαδικασία μετάδοσης και αποκωδικοποίησης πληροφοριών μεταξύ πομπού και δέκτη. Η μετάδοση αυτή εμπεριέχει πάντα την αλληλεπίδραση μεταξύ των δυο πλευρών. Το μήνυμα δύναται να επιδράσει στη συμπεριφορά αυτού που το λαμβάνει (Watzlawick, 1986; Σακαλάκη, 1994).

Στην περίπτωση της χρήσης, φαίνεται ότι οι ουσίες, ως μήνυμα, παίρνουν τη μορφή της συνταγής της επιτυχίας, της εύκολης λύσης στα προβλήματα ή του υψηλού κοινωνικού status, προωθούμενες και από ταινίες, τραγούδια, διαφημίσεις και κοινωνικά πρότυπα (Παπαγεωργίου, 2009).

Η συμβολοποίηση της ουσίας αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα κίνητρα γνωριμίας μαζί της. Σε έρευνα που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες, φάνηκε ότι οι ταινίες που προβάλλουν το κάπνισμα έχουν μεγάλη επίδραση στους εφήβους τόσο ως προς την αύξηση της επιθυμία όσο και ως προς την έναρξη του καπνίσματος (Willsetal., 2008). Αν σκεφτούμε το παράδειγμα της κατανάλωσης αλκοόλ, η αλληλεπίδραση και η επιρροή αυτή γίνεται πιο κατανοητή.

Η χρήση της εξαρτησιογόνου ουσίας ως μέσο επικοινωνίας γίνεται συνήθως, γιατί το εξαρτημένο άτομο δεν έχει αναπτύξει επαρκείς μεθόδους επικοινωνίας στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Η ουσία αποτελεί ένα της ανάδειξης της αυτό-εικόνας βάσει των κοινωνικών προτύπων. Παράλληλα, η κοινή γλώσσα ή συμπεριφορά των χρηστών ενισχύουν το δέσιμο των χρηστών- μελών της ομάδας.

Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, άτομα με ανεπαρκείς ικανότητες κοινωνικοποίησης είναι ιδιαίτερα ευάλωτα ως προς το ενδεχόμενο ταύτισης με τους επικοινωνιακούς κανόνες χρήσης μίας ουσίας, με σκοπό πάντα την ένταξη σε μία ομάδα, παρέα, στην κοινωνία και γενικά σε ένα σύνολο. Ουσιαστικά μοιάζει να προσπαθεί να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του μέσω της χρήσης.

Επιβαρυντικοί παράγοντες πέραν των ψυχοθεραπευτικών θεωριών

Ασχέτως της ψυχοθεραπευτικής θεωρίας υπό το πρίσμα της οποίας θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε την αιτιοπαθογένεια των εξαρτήσεων, υπάρχουν ορισμένοι σαφώς επιβαρυντικοί παράγοντες:
  • Αυξημένος δείκτης άγχους, ως επακόλουθο του τρόπου ζωής.
  • Οι προσωπικές αδυναμίες, με επακόλουθο την αυξημένη ανάγκη απόκτησης σιγουριάς και δύναμης.
  • Η λανθασμένη διαπαιδαγώγηση, με άξονα είτε την υπερβολική προστασία είτε την τέλεια εγκατάλειψη.
  • Ελλιπής ικανοποίηση των βασικών αναγκών, που αφορούν στις φυσικές (διατροφή, ένδυση, διανομή), ψυχικές (αποδοχή, αυτοεκτίμηση) και πνευματικές επιθυμίες.
  • Απομόνωση, έλλειψη κοινωνικών δεσμών.
  • Επιθετικότητα.
  • Καταθλιπτικά στοιχεία.
Συνολικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι δε χρειάζεται να μεταφράσουμε την αιτία της χρήσης βάσει μιας και μόνης θεωρίας απ’ αυτές που αναλύσαμε. Αντίθετα, αν θεωρήσουμε ότι ένα άτομο οδηγείται στη χρήση λόγω πολλών παραγόντων, όπως τα ελλείμματα του παρελθόντος που ψάχνουν διέξοδο, η φύση της εθιστικής ουσίας αλλά και η ανάγκη αποδοχής και ενσωμάτωσης στο σύνολο, θα οδηγηθούμε σε ένα συνδυασμό των τριών θεωριών και σε μία πιο σφαιρική ερμηνεία του θέματος.

Γιατί τα παιδιά πρέπει να μας βλέπουν ερωτευμένους

Με το που γεννιούνται τα παιδιά, γίνονται η νούμερο ένα προτεραιότητά μας και αυτό είναι –εν μέρει- το σωστό.

Εν μέρει, γιατί πολλές φορές είμαστε τόσο απορροφημένοι από το να καλύψουμε τις ανάγκες των παιδιών, που παραμελούμε όχι μόνο τον εαυτό μας, αλλά και τον σύντροφό μας.

Δεν του δείχνουμε πόσο σημαντικός είναι, τον θεωρούμε δεδομένο και κάθε εκδήλωση στοργής, τρυφερότητας και έρωτα σταδιακά χάνεται.

Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν προφανές: η σχέση των συντρόφων φθείρεται και ακολουθεί η φθορά στη σχέση με τα παιδιά μας. Γι’ αυτό, ας προσπαθήσουμε να κρατήσουμε ζωντανό τον έρωτά μας για να είναι ευτυχισμένα (και) τα παιδιά μας.

1. Ερωτευμένο ζευγάρι = ευτυχισμένο σπίτι

Οι γονείς είναι οι κυρίαρχοι στο σπίτι, γι’ αυτό και από εκείνους εξαρτάται το κλίμα που επικρατεί σ’ αυτό. Όταν ένα ζευγάρι είναι πραγματικά ευτυχισμένο, αυτό... βγαίνει προς τα έξω και τα παιδιά το αντιλαμβάνονται. Η θετική διάθεση, τα χαμόγελα και ό,τι άλλο συνεπάγεται ο ώριμος έρωτας ενός ζευγαριού που έχει αποκτήσει παιδιά, μόνο ευεργετικά μπορούν να λειτουργήσουν για την ατμόσφαιρα που επικρατεί στο σπίτι.

2. Το παράδειγμα για το μέλλον

Εμείς είμαστε η πρώτη σχέση που βλέπουν τα παιδιά, το παράδειγμα που θα χρησιμοποιήσουν ασυνείδητα για να κάνουν τις δικές τους ερωτικές σχέσεις στο μέλλον. Αν μεγαλώσουν σε ένα σπίτι όπου οι γονείς τους είναι δύο ξένοι, ενδόμυχα θα επηρεαστούν, είτε θεωρώντας ότι η ψυχρότητα είναι το «σωστό» είτε φοβούμενοι να κάνουν σχέσεις που θα μοιάσουν σ’ αυτή των γονιών τους.

3. Χτίζεται η εκτίμηση για το άλλο φύλο

Δύο γονείς που δείχνουν έμπρακτα την εκτίμησή τους ο ένας στον άλλον, που λύνουν μαζί τα προβλήματα και που δεν υποτιμούν το ταίρι τους, είναι το νούμερο ένα πρότυπο για το πώς πρέπει να σεβόμαστε πρώτα απ’ όλα τον εαυτό μας, τους συνανθρώπους μας αλλά και το αντίθετο φύλο. Αν το καταφέρουμε αυτό, έχουμε δώσει στα παιδιά το σημαντικότερο δώρο για τη στιγμή που θα φτιάξουν τη δική τους οικογένεια.

4. Τα παιδιά μαθαίνουν να εκδηλώνουν τα αισθήματά τους

Ένα χάδι, μια αγκαλιά, ένα φιλί είναι όλα μικρές, καθημερινές εκδηλώσεις τρυφερότητας αλλά και πράξεις αγάπης που υπενθυμίζουν στον σύντροφό μας πόσο σημαντικός είναι για εμάς, δείχνουν στα παιδιά μας να μην φοβούνται να εκφράζουν ό,τι νιώθουν.

5. Η οικογένεια γίνεται το «καταφύγιό» τους

Σε ένα σπίτι που δεν επικρατούν οι φωνές, τα νεύρα και οι καυγάδες, αλλά που ακόμα και τα προβλήματα λύνονται με κατανόηση, διάλογο, συμπαράσταση αλλά και τρυφερότητα, τα παιδιά αισθάνονται ασφαλή και νιώθουν το σπίτι τους ότι είναι το «καταφύγιό» τους.

6. Βλέπουν τους γονείς τους να τραβάνε «κοινή πορεία»

Ο έρωτας ανάμεσα σε ένα ζευγάρι που έχει κάνει οικογένεια σημαίνει κατανόηση, αγάπη, τρυφερότητα και όχι ανταγωνισμός για το ποιος γονιός θα κερδίσει την εύνοια των παιδιών. Σε μια τέτοια σχέση δεν υπάρχουν «καλός» και «κακός» γονιός αλλά δύο γονείς που χαράσσουν κοινή πορεία.

Όσο δύσκολο κι αν είναι, φροντίστε να περνάτε χρόνο με τον σύντροφό σας και να του υπενθυμίζετε πόσο τον αγαπάτε αλλά και τι σας «τράβηξε» σε εκείνον. Η φράση «Το καλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει ένας μπαμπάς στα παιδιά του είναι να αγαπήσει τη μαμά τους» πρέπει να ισχύει και από την αντίθετη πλευρά για να είναι όλη η οικογένεια ευτυχισμένη...

Μην ξεχνάτε ότι εμείς είμαστε τα πρότυπα των παιδιών. Μοιράστε αγκαλιές και φιλιά και μάθετέ τους έμπρακτα την αξία της Αγάπης!

Ο πιο σίγουρος δρόμος να δημιουργήσεις το μέλλον σου είναι να ζήσεις μέσα στο παρόν

Αναρωτήθηκες ποτέ πόσο διαρκεί μια στιγμή;
Μέχρι να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της εκείνη γίνεται κιόλας περασμένη ανάμνηση που δεν θα μπορέσεις ποτέ να ξαναζήσεις, όσο κι αν το θέλεις. Βλέπεις οι στιγμές που ζούμε καθημερινά είναι σαν φωτεινές σπίθες, σαν εκείνες τις σπίθες που δημιουργούνται από τη φλόγα της στιγμής, υπάρχουν για κλάσματα δευτερολέπτου κι ύστερα εξαφανίζονται από τη ματιά μας για πάντα! Ακολουθούν το ρυθμό της ίδιας της ζωής, είναι προορισμένες να γεννηθούν κι ύστερα να πεθάνουν δίνοντας τη θέση τους στην επόμενη νέα στιγμή που θα γεννηθεί.

Μα τότε, γιατί οι άνθρωποι εξακολουθούμε να αφήνουμε τις στιγμές που συνθέτουν τις ζωές μας να περνούν ανεκμετάλλευτες; Γιατί τις αφήνουμε να πεθαίνουν πριν καν γεννηθούν; Αναβάλλουμε συνεχώς εκείνο που λαχταρά η ψυχή μας να δοκιμάσει μέχρι να είναι πια αδύνατον, βολευόμαστε φορώντας μια ζώνη ασφαλείας και μόλις μια στιγμή πάει να δραπετεύσει απ΄ αυτήν την ασφάλεια… τη σκοτώνουμε κι αυτή! Πιστεύουμε ίσως πως οι στιγμές που αξίζουν πιο πολύ είναι εκείνες που, εξ ορισμού, αποτελούν στιγμές σταθμό για τη ζωή μας κι έτσι έχουμε μάθει να τις ονειρευόμαστε στο μέλλον, ή να τις αναπολούμε στο παρελθόν!

Δεν σκεφτήκαμε όμως ποτέ τι θα γινόταν αν αυτή η στιγμούλα που ζούμε τώρα ήταν η τελευταία της ζωής μας! Δεν θα μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας τίποτα από αυτά τα μεγάλα που φανταζόμαστε να ζούμε στο μέλλον, ούτε να τρέξουμε γρήγορα στο παρελθόν για να ζήσουμε τα περασμένα. Ίσως λοιπόν τότε να καταλαβαίναμε καλύτερα πως μόνο το παρόν κρατάει ο άνθρωπος στα χέρια του…οτιδήποτε άλλο είτε δεν έχει έρθει ακόμα είτε έχει κιόλας περάσει.

Αν μαθαίναμε να δίνουμε αξία στην κάθε στιγμή που έχει το παρόν να μας δώσει η ζωή μας θα είχε περισσότερο χρώμα και, σίγουρα, θα φτάναμε πιο γρήγορα στο μέλλον που ονειρευόμαστε. Άλλωστε, ο πιο σίγουρος δρόμος να δημιουργήσεις το μέλλον σου είναι να ζήσεις μέσα στο παρόν αξιοποιώντας τις μικρές, διόλου ασήμαντες, στιγμούλες που σου δίνει. Πριν να γίνουν κι αυτές παρελθόν!

Το παρελθόν δεν μπορείς να το αγγίξεις πια, ούτε να ζητάς πίσω τις στιγμές που πήρε για πάντα μαζί του. Είναι κρίμα αν του παρέδωσες τις στιγμές σου χωρίς να τις ζήσεις όπως πραγματικά θα ήθελες, μα δυστυχώς δεν έχει τρόπο να στις γυρίσει πίσω. Το μέλλον εξίσου, δεν μπορείς να το φτάσεις ούτε να το ελέγξεις, για τις στιγμές που καρτερείς να σου φέρει το μέλλον πρέπει αλλού να ξεκινήσεις να ζεις! Στο παρόν, μόνο αυτό έχεις, μόνο εκεί μπορείς να ζήσεις και να δημιουργήσεις! Ό,τι δεν έζησες όπως θα ήθελες, ό,τι φοβήθηκες και δεν τόλμησες τελικά, ό,τι λαχταρούσες ή λαχταράς, ό,τι ονειρεύεσαι να έρθει, ό,τι στόχο κι αν έχεις για το μέλλον…μόνο η παρούσα στιγμή μπορεί να στο δώσει, γιατί εκεί μέσα θα βρεις όλα τα υλικά που χρειάζεσαι σε κάθε περίπτωση.

Να δίνεις αξία στην κάθε στιγμή, να μην αφήνεις καμία στιγμή να περνάει στη λήθη, να φεύγει ανεκμετάλλευτη ως τάχα μη σημαντική κι αχρείαστη. Να ζεις και να τιμάς την κάθε στιγμούλα της ζωής σαν δώρο, σαν να είναι αλήθεια η τελευταία σου εδώ πάνω στη γη. Κι έτσι, ακόμη κι αν είναι προορισμένη να ξεψυχήσει μέσα στα χέρια σου, θα σου έχει πρώτα εκμυστηρευτεί όλα τα μυστικά της… θα σου έχει μεταφέρει όλη τη μαγεία της στιγμής και θα έχει μπορέσει να σε φέρει πιο κοντά στο μέλλον που επιθυμείς!

Μην Ταιριάζεις [Don’t Fit In]

Στην φράση «don’t fit in – δεν ταιριάζω/χωράω/ανήκω» βρίσκουμε δισεκατομμύρια αποτελέσματα. Αυτό υποδηλώνει την καθολικότητα και την συχνότητα που απασχολεί το εν λόγω θέμα.

Δεδομένων των πολλαπλών ευρημάτων από την εξελικτική ψυχολογία, δεν είναι περίεργο ότι κάποιος που «δεν μπορεί να ταιριάξει» θα βιώσει ακραίο άγχος. Πηγαίνοντας πίσω στην εποχή των σπηλαίων, το να μην ήμασταν ασφαλώς συνδεδεμένοι με μία ομάδα θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο. Κατά συνέπεια, είναι στο DNA μας να επιδιώκουμε να ενταχθούμε και να συμπορευθούμε με άλλους οι οποίοι, ελπίζουμε να είναι ομοϊδεάτες μας, ώστε να μας αποδεχθούν. Φυσικά διαπιστώνουμε πολλά προβλήματα που προκύπτουν από αυτή την συνθήκη.

Αρχικά, ας αναρωτηθούμε: έχουμε ποτέ αισθανθεί ότι είμαστε ξένοι, παρίες, «άσχετοι» σε μία παρέα, τρελοί, παράξενοι ή ανησυχητικά διαφορετικοί; Αν τώρα ή στο παρελθόν αισθανθήκαμε έτσι – πώς ήταν αυτό για εμάς; Το πιθανότερο είναι ότι θα μας έκανε να αισθανθούμε όχι απλώς άβολα, αλλά και εντελώς αποξενωμένοι και αποκλίνοντες από το περιβάλλον μας.

Εάν, ωστόσο, η αίσθηση του εαυτού μας είναι πολύ πιο εξελιγμένη, μπορεί στην πραγματικότητα να αντιλαμβανόμαστε τους παραπάνω χαρακτηρισμούς θετικά, σαν να σηματοδοτούν την ατομικότητα και την μοναδικότητά μας (δηλαδή την «ιδιαιτερότητά μας»). Παρόλα αυτά, ίσως οι περισσότεροι από εμάς, αισθανόμαστε ότι κάτι μας λείπει, ότι ενδεχομένως «δυσλειτουργούμε», κάτι που για άλλους θεωρείται και μοιάζει δεδομένο.

Από πού προέρχεται όμως αυτή η σκληρή αυτο-αξιολόγηση;

Μόλις γεννηθούμε, σαφώς δεν κρίνουμε τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε καν να αναγνωρίσουμε αυτή την πιο πρωτόγονη εκδοχή του εαυτού μας, ως αντικείμενο αξιολόγησης. Αρκετά σύντομα, όμως, αρχίζουμε να λαμβάνουμε επικριτικά μηνύματα από τους φροντιστές μας, συνήθως τους γονείς μας. Άμεσα, παρά το ότι βρισκόμαστε στο προ-λεκτικό στάδιο, εγγράφονται βαθιά μέσα μας όλες αυτές οι επικρίσεις. Αρκεί και μόνο ο μορφασμός του φροντιστή – γονέα όταν κάνουμε κάτι που δεν του αρέσει, για να δημιουργήσει δυσάρεστα συναισθήματα. Ένα τέτοιο συμβάν σηματοδοτεί ένα διάλειμμα σε αυτή την πολύ σημαντική σύνδεση φροντιστή – φροντιζόμενου. Ενστικτωδώς λοιπόν, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς αυτές τις επικρίσεις και συναισθήματα.

Καθώς αναπτυσσόμαστε γνωσιακά, ανακαλύπτουμε όλο και περισσότερο ποιες από τις συμπεριφορές μας, δυσαρεστούν τους γονείς μας. Χωρίς να έχουμε ακόμη καμία «νόμιμη» εξουσία, είναι πιθανό να κατακρίνουμε τον εαυτό μας τόσο αρνητικά, όσο και οι γονείς μας. Επιπλέον, αν εισπράττουμε από τους γονείς το μήνυμα ότι δεν τους αρέσουμε και πολύ, θα ακολουθήσουμε ασυνείδητα το παράδειγμά τους – θα αντιπαθήσουμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας. Κατά αντιφατικό τρόπο, ίσως αυτή είναι μία ασυνείδητη, ύστατη προσπάθεια να «ενωθούμε» μαζί τους, (έχοντας τελικά ενστερνιστεί την αρνητική για εμάς, άποψή τους), όταν διαφορετικά θα αισθανόμασταν τρομακτικά αποκομμένοι από εκείνους. Αυτή είναι γενικά, μία συχνή αμυντική τακτική, να ενστερνιζόμαστε ασυνείδητα απόψεις εσωτερικεύοντάς τις, και να προβαίνουμε σε συμπεριφορές που δεν μας ταιριάζουν, ώστε να κατανοήσουμε τον άλλον ή να γίνουμε αποδεκτοί από εκείνον.

Πολλές από τις προκλήσεις που μπορεί να αντιμετωπίσουμε αργότερα, τόσο με τα παιδιά της γειτονιάς και τους συμμαθητές μας στο σχολείο, όσο και με τους συναδέλφους μας, σχετίζονται με την υπερβολική γενίκευση των υποτιθέμενων ελλειμμάτων μας. Αυτές οι προφανείς αποτυχίες βασίζονται στον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύσαμε πως μας συμπεριφέρθηκαν οι φροντιστές μας – ακόμα και αν δεν μας παρείχαν την απαραίτητη κατανόηση, τη συμπόνια και τον σεβασμό που αξίζει σε κάθε παιδί.

Πέρα από το γεγονός ότι εξωτερικά γεγονότα ή ο εσωτερικός προβληματισμός και σκέψη μας, επιτρέπουν να διορθώσουμε την αρνητικά ενδοβεβλημένη εικόνα του εαυτού μας (η οποία θα μπορούσε να προκύψει από άτομα ή γεγονότα εκτός των πρώτων φροντιστών μας), το να μην διακείμεθα πολύ ευνοϊκά για τον εαυτό μας, μπορεί να οδηγήσει τελικά σε επαναλαμβανόμενη απόρριψη και αποτυχία.

Ως άνθρωποι είμαστε «προγραμματισμένοι» να ανησυχούμε για το πώς σκέφτονται οι άλλοι για εμάς. Έτσι, όταν δεν μας δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, δεν μπορούμε να μην ανησυχούμε. Το να λαμβάνουμε ακόμη και μικρές ενδείξεις περιφρόνησης μπορεί πολύ εύκολα να βλάψει τα συναισθήματά μας ή να ενισχύσει τις όποιες αμφιβολίες έχουμε ήδη για τον εαυτό μας.

Παραδόξως, ακόμα κι αν δεν μας αρέσει ένα συγκεκριμένο άτομο ή ομάδα, εξακολουθούμε να είμαστε ευάλωτοι στις συνέπειες μίας πιθανής απόρριψης προερχόμενης από εκείνους.

Η σχετικότητα του να «Μην Ταιριάζουμε»

Πριν αναφερθούμε στο γιατί δεν ταιριάζουμε πρέπει να το ερευνήσουμε με βάση τα «συμφραζόμενα». Τελικά, δεν είναι οι άλλοι που μας κάνουν να νιώθουμε άσχημα με τον εαυτό μας, είναι οι επαχθείς «αποσκευές» που, ασυνείδητα, φέρνουμε στις σχέσεις μας. Και αυτό δεν έχει να κάνει ακριβώς με τα όσα βιώσαμε νωρίτερα στη ζωή μας, αλλά περισσότερο με το πώς αξιολογήσαμε το νόημά τους.

Οι Gebauer and Eck (2020), στην εκτεταμένη έρευνά τους για αυτό το θέμα, σε ένα άρθρο με τίτλο – Being a Misfit Doesn’t Bother Everybody – παρατηρούν ότι οι ψυχολογικές και κοινωνιολογικές μελέτες υποστηρίζουν συνήθως την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι υποφέρουν ψυχολογικά όταν «δεν ταιριάζουν». Για παράδειγμα, η αυτοεκτίμηση των εξωστρεφών είναι υψηλότερη σε χώρες όπου η πλειοψηφία των κατοίκων είναι εξωστρεφής, αλλά βυθίζεται σε χώρες όπου ο πληθυσμός είναι εσωστρεφής.

Ωστόσο, οι προαναφερθέντες συγγραφείς διαπίστωσαν ότι δεν αισθάνονται όλοι οι άνθρωποι δυστυχισμένοι, ή λιγότερο ευτυχισμένοι, επειδή «δεν ταιριάζουν». Συγκεκριμένα, η έρευνά τους δείχνει ότι άτομα με υψηλά επίπεδα διεκδικητικότητας, δημιουργικότητας και εξωστρέφειας (σε σύγκριση με εγκάρδια, ευγενικά και ευχάριστα άτομα) επηρεάζονται πολύ λιγότερο από εκείνα που είναι χαμηλότερα σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Χαριτολογώντας τους αποκαλούσαν «χαρούμενους αταίριαστους».

Εάν η πιο συχνή μορφή άγχους είναι το κοινωνικό άγχος, τότε μία από τις χειρότερες πτυχές του να «μην ταιριάζουμε» είναι, ότι τόσο συχνά βιώνουμε αυτό το άγχος. Συγκεκριμένα, προκαλείται φόβος κυρίως, σε όλους όσοι αγωνίζονται συνεχώς για να συνδεθούν με τους άλλους, παρά το γεγονός ότι «οι άλλοι» δεν αντικατοπτρίζουν τα ενδιαφέροντα ή τα ιδανικά τους.

Στην πραγματικότητα, σαφώς και οι διαφορές μας από τους άλλους μπορεί να είναι τεράστιες. Όσο όμως συνεχίζουμε να αναζητούμε συγγενικά με εμάς «πνεύματα», είναι πιθανό ότι τελικά θα βρούμε άτομα ή ομάδες που θα μας καλωσορίσουν στην παρέα τους. Δηλαδή, είναι σπάνιο να «καταδικαστεί» κάποιος για τις έμφυτες πεποιθήσεις και την προσωπικότητά του.

Οι διαστάσεις της Μη Προσαρμογής (Not Fitting In)

Αξιοσημείωτο είναι, ότι είναι δυνατό να ταιριάξουμε με μία ομάδα και να αισθανόμαστε ακόμα απόρριψη (ίσως και εξοστρακισμένοι) από μία άλλη. Τα παιδιά και οι έφηβοι το βιώνουν αυτό συνεχώς, και γίνεται ακόμα δυσκολότερο, καθώς δεν έχουν ακόμη αναπτύξει επαρκείς συναισθηματικούς πόρους για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά μία τέτοια κατάσταση. Η αίσθηση του «να μην ταιριάζουν» είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο τα παιδιά βιώνουν άγχος και κατάθλιψη, καθώς επίσης και αισθήματα φθόνου, θυμού, επιθετικότητας, ακόμη και βίας.

Όταν τα παιδιά μετακομίζουν σε μία νέα γειτονιά ή ξεκινούν σε νέο σχολικό περιβάλλον, χρειάζεται λίγος χρόνος για να εγκλιματιστούν. Συνήθως, τα παιδιά που είναι ήδη εξοικειωμένα μεταξύ τους δεν υποδέχονται με ανοιχτές αγκάλες νέα πρόσωπα, αντιδρώντας όχι και τόσο φιλικά σε αυτά τα «πρωτάκια» και αντιμετωπίζοντάς τα, σχεδόν ως ανεπιθύμητα.

Όπως αναφέρθηκε από τους Mulvey, Boswell και Zheng (2017), «ο κοινωνικός αποκλεισμός και η απόρριψη των συνομηλίκων είναι διάχυτα φαινόμενα στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις των παιδιών και των εφήβων, και μπορεί να προκύψουν για πολλούς λόγους». Παραθέτοντας πολλές ερευνητικές μελέτες, αυτοί οι ερευνητές επεξεργάζονται τις μαρτυρίες από τα θύματα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την συναισθηματική και ψυχική υγεία, τις ακαδημαϊκές συνθήκες, τη μείωση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και τη χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Επιπλέον, τα παιδιά μπορεί να απορριφθούν για πολλούς λόγους εκτός από την προσωπικότητά τους. Πιθανόν να υποστούν διακρίσεις λόγω φυσικής εμφάνισης, φύλου, σχολικών ή αθλητικών ικανοτήτων, γλώσσας, εθνικότητας και θρησκείας.

Αν και δεν υπάρχει χώρος για αναλυθεί περαιτέρω στο παρόν κείμενο, επίσης συμβαίνει η «ατυχία» του να μην ταιριάζουμε με την οικογένειά μας (ίσως να νιώθουμε σαν το μαύρο πρόβατο) ή και με το εργασιακό μας περιβάλλον (δεν κατανοούμε τους κανόνες ή δεν είμαστε σε θέση ή δεν επιθυμούμε να τους τηρήσουμε).

Σίγουρα, υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να αντιμετωπίσουμε το συναίσθημα του not fitting in, πάντα μέσα από την κατάλληλη ψυχοθεραπευτική παρέμβαση, συμβατή με το άτομο και την περίσταση. Αυτό που αξίζει να αναφέρουμε όμως, είναι ότι το να «μην ταιριάζεις» μέχρι τώρα, δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς τελικά «να ταιριάξεις» στο μέλλον. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να μάθουμε ποιες τροποποιήσεις μπορούμε να εφαρμόσουμε στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, όταν αισθανόμαστε απομονωμένοι από εκείνους, με τους οποίους θα θέλαμε να είμαστε ουσιαστικά κοντά.

Την καλοσύνη σου τη φιλτράρουν οι άνθρωποι ως αδυναμία και υποταγή

Δώσε τόπο στην οργή και εξελίσσου

Αισθάνομαι πως μεγάλωσα. Όχι, μη με παρεξηγείς, δε γέρασα, αν και έχω στη ψυχή μου υπόγεια γερασμένα. Μεγάλωσα κι ωριμάζω αληθινά, εκεί που έλεγα πως δε θα μου συμβεί ποτέ.

Καλώς ή κακώς έχω μετρήσει πολλά σκαλιά στα σπίτια της δυστυχίας, έχω πέσει με τα μούτρα στις δυσκολίες που άλλοι έχουν αποφύγει ή είχαν την τύχη να μην αγγίξουν.

Ξέρω καλά μέσα μου πόσα λάθη έχω κάνει. Το ξέρω εγώ, και κάμποσοι καλοθελητές που μου χρέωσαν και λάθη άλλων για να κρατούν αφορμές να με χτυπούν. Κι είπα δε βαριέσαι, μέχρι εκεί φτάνει η αντίληψη τους, και τα δέχτηκα, τα τύλιξα και προσπάθησα να συνεχίσω να προχωρώ με την ελπίδα πως, ακόμα κι εκείνοι που ορίζουν τη ζωή τους με λάβαρο την κριτική στους άλλους, θα μάθουν και θα ωριμάσουν κι εκείνοι και θα πάψουν να φοβούνται την αυτογνωσία τους.

Ψέματα δε θα σου πω, είναι πολύ ζόρικο, και η αλήθεια είναι πως ούτε καλυτερεύει στην πορεία, αλλά είναι μεγάλη υπόθεση φίλε να παύεις να ψάχνεις τη δική σου λύτρωση και επιβεβαίωση στα λάθη των άλλων. Κοίτα βρε καημένε τον εαυτούλη σου. Τον εαυτούλη αυτόν που έχεις χιλιοταλαιπωρήσει και μετά τον έντυνες στην τρίχα με αποποίηση ευθυνών.

Να ωριμάσεις, μόνο έτσι θα εξελιχθείς, τα άλλοθι σου όσο μεγαλώνεις τελειώνουν. Το ξέρω πια. Δε γίνεσαι καλύτερος όταν παύεις να κάνεις λάθη, λάθη θα κάνεις πάντοτε για αυτό βάλτο καλά μέσα στο κουρασμένο σου μυαλό. Καλύτερος γίνεσαι όταν δέχεσαι ότι κάνουν κι οι άλλοι λάθη. Η μαγκιά σου φίλε είναι αυτή. Αφού δεν ξέρει ο κόσμος να εκτιμά, πώς να το κάνουμε; Εσύ θα τους το μάθεις; Συμφιλιώσου με τη ματαιότητα αυτής της προσπάθειας. Θα σε εκτιμήσει εκείνος που θα χει ωριμάσει με τη σειρά του. Και στην τελική μόνο εκείνη η εκτίμηση σε νοιάζει.

Μας έλουσε αυτή η γελοία κοινωνία που λέμε ότι ζούμε με υποκριτικές φιλίες, με αμετάκλητα ανταποδοτικούς έpωτες και αναλώσιμες πρακτικές. Κι έλεγες εσύ φίλε, άντε και να προσπαθώ πάντοτε να είμαι σωστός στις αλήθειες, εντάξει στους ανθρώπους, αφού θα με πατήσουν κάτω.

Αφού την καλοσύνη μου θα τη φιλτράρουν ως αδυναμία και υποταγή. Καλά το σκέφτηκες, θα 'ρθει κι ο φίλος που θα είναι εκεί μόνο όσο σε χρειάζεται, θα φροντίσει να βρει ευκαιρία να σε κοροϊδέψει για να νιώσει τάχα πως είναι κανείς σπουδαίος. Θα 'ρθει κι ο έpωτας που θα σε πουλήσει, που θα κάνεις δύο λάθη και θα σου κάνει είκοσι για να σε περιφρονήσει. Εσύ όμως θέλεις να μεγαλώσεις και πλέον ξέρεις πως ήσουν φίλος, πως ήσουν έpωτας.

Και το πιο σπουδαίο φίλε, να συγχωρείς και να εκτιμάς την καλοσύνη. Μόνο η καλοσύνη και η μεγαλοψυχία μετράνε επί της ουσίας. Μάθαμε να θαυμάζουμε τις επιτυχίες, τα σώματα, τις νίκες και τους νάρκισσους. Ας μάθουμε να θαυμάζουμε τους καλοσυνάτους, να κρίνουμε μπορούμε όλοι, να κατακρίνουμε ακόμα περισσότεροι, αλλά σκέψου, τι άνθρωποι είμαστε όταν δεν ξέρουμε πώς να συγχωρέσουμε και να φερθούμε τίμια στους άλλους; Σάμπως και τις τελευταίες μας ώρες θα μας δώσει κανείς συγχαρητήρια που ήμασταν μάγκες και πληγώναμε αντί να μας πληγώσουν; Όχι, στο λέω και να με θυμάσαι.

Μην τα ξέρεις όλα, δε χρειάζεται και άλλωστε δε μπορείς κιόλας. Να μαθαίνεις, να μεγαλώνεις και να ωριμάζεις. Κι άσε τους άλλους να τρώγονται με τα ρούχα τους και να στέκονται σε αυτά τα ασυγχώρητα λάθη που είχες το θράσος να κάνεις. Εσύ ξέρεις να πονάς, ξέρεις να πέφτεις και έμαθες να ξαναπατάς στα πόδια σου.

Συγχώρεσέ τους όλους. Κι αν σε κακολογούν δείξε μεγαλοψυχία, κι αν δε σ’ αγαπούν να εύχεσαι απλά να αγαπούν κάποιον στη ζωή τους και πάνω από όλα να αγαπιούνται. Αν τάχα μου ο μάγκας είναι εκείνος που φέρεται σκάρτα και δε νιώθει μισός όταν αφήνει αδιόρθωτες τις εγωιστικές του πράξεις, τότε εσύ δεν είσαι μάγκας. Και δεν είμαι ούτε εγώ. Ας πασχίζουμε εμείς φίλε να ωριμάζουμε με μεγαλοψυχία κι ας μην κερδίσουμε ποτέ τα βραβεία των σύχρονων Φαρισαίων. Ίσως όμως βρεθούμε ένα μικρό βήμα πιο κοντά σ’ αυτό που λέμε ευτυχία.

Δύο τεράστιες μαύρες τρύπες έχουν μπει σε τροχιά σύγκρουσης

Μια κατακλυσμική σύγκρουση λέγεται ότι είναι αναπόφευκτη καθώς δύο υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες απέχουν μόλις 1.600 έτη φωτός η μία από την άλλη, καθιστώντας τις το πιο κοντινό ζευγάρι που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.

Οι δύο μαύρες τρύπες περιελίσσονται η μία προς την άλλη και θα συγχωνευθούν σε μια κολοσσιαία άβυσσο, ανέφεραν οι αστρονόμοι. Απέχουν 80 εκατομμύρια έτη φωτός από τη Γη.

Η επικεφαλής συγγραφέας της σχετικής έρευνας Dr Karina Voggel, από το Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου, δήλωσε: «Χωρίζονται από πολύ μικρότερη απόσταση από οποιοδήποτε άλλο ζευγάρι υπερμεγέθων μαύρων τρυπών που είχαν εντοπιστεί στο παρελθόν. Τελικώς θα συγχωνευθούν σε μια γιγάντια μαύρη τρύπα».

Όταν ενωθούν, θα εκπέμψουν βαρυτικά κύματα ή κυματισμούς στον χώρο και τον χρόνο, όπως ακριβώς είχε προβλεφθεί στη γενική θεωρία της σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν.

Οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες είναι το μεγαλύτερο είδος, μεγαλώνουν σε μάζα καθώς καταβροχθίζουν την ύλη και την ακτινοβολία και ίσως συγχωνεύονται με άλλες μαύρες τρύπες. Αυτές οι φαινομενικά πυκνές ουράνιες οντότητες είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρατηρηθούν παρά τη μεγάλη μάζα τους, επειδή δεν επιτρέπουν στο φως να διαφύγει και να ανακλαστεί πίσω στη Γη.

Το μέγεθος των μαύρων τρυπών υπολογίστηκε από τη βαρυτική έλξη των αστεριών γύρω τους και κατέστη δυνατό επειδή βρίσκονται κοντά στη Γη.

Σεβάσου τα Ένστικτά σου

Πολλές φορές, δεν αφουγκραζόμαστε αυτό που οι Κουάκεροι αποκαλούν «ήρεμη, σιγανή φωνή μέσα μας», αυτό τον εσωτερικό οδηγό που είναι η προσωπική μας πηγή σοφίας. Είναι συχνά δύσκολο να βαδίζεις με τον δικό σου ρυθμό και να ακούς τα ένστικτά σου, όταν όλος ο κόσμος γύρω σου σε πιέζει να συμμορφωθείς στις δικές του υπαγορεύσεις. Κι όμως, για να βρεις την εκπλήρωση και την πληρότητα που αναζητάς, πρέπει να δίνεις προσοχή σε αυτά τα προαισθήματα και τις διαισθήσεις. Όσο μεγαλώνω, σέβομαι πολύ περισσότερο τα ένστικτά μου και την έμφυτη ικανότητα της διαίσθησης που λαγοκοιμάται μέσα στον καθένα μας. 

Οι εντυπώσεις που σχηματίζω όταν συναντώ κάποιον για πρώτη φορά ή αυτή η ενδόμυχη αίσθηση σοφίας που με ωθεί ήρεμα προς τη σωστή κατεύθυνση στη διάρκεια των δύσκολων περιόδων έχουν καταλήξει με την πάροδο του χρόνου να παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στον τρόπο που εργάζομαι και ζω. Φαίνεται ότι με την ηλικία έρχεται και η αντίστοιχη ικανότητα να εμπιστεύεσαι τα ίδια σου τα ένστικτα. 

Ανακάλυψα, επίσης, ότι τα προσωπικά μου ένστικτα γίνονται πιο ισχυρά όταν ζω «με σκοπό», όταν, δηλαδή, περνώ τις μέρες μου με δραστηριότητες που προωθούν το στόχο του κληροδοτήματος που θέλω να αφήσω πίσω μου. Όταν κάνεις τα σωστά πράγματα και ζεις με τον τρόπο που η φύση σε έχει προορίσει να ζεις, ενεργοποιούνται ικανότητες που δεν ήξερες ότι διέθετες και εκφράζεις πλήρως τον αληθινό εαυτό σου. Όπως εύστοχα έγραψε ο φιλόσοφος Πατάντζαλι:

«Όταν εμπνέεσαι από κάποιον μεγάλο σκοπό, από κάποιο ιδιαίτερο και εξαιρετικό σχέδιο, όλες οι σκέψεις σου σπάνε τα δεσμά τους: ο νους σου υπερβαίνει τους περιορισμούς, η συνειδητότητά σου διευρύνεται προς όλες τις κατευθύνσεις, και ανακαλύπτεις ότι βρίσκεσαι σε έναν καινούριο, υπέροχο και θαυμαστό κόσμο. Λανθάνουσες δυνάμεις, ικανότητες και κλίσεις αφυπνίζονται, και συνειδητοποιείς ότι είσαι ένα άνθρωπος πολύ πιο σπουδαίος από όσο ονειρεύτηκες ποτέ ότι θα μπορούσες να είσαι».

Να προσφέρεις συνεχώς στον εαυτό σου τούτη την καταφυγή και να τον ανανεώνεις

Ο κόσμος κοιτά πώς να καταφύγει σε εξοχικά σπίτια και στις παραλίες και στα βουνά` και συ ο ίδιος έχεις συνηθίσει να τα αποζητάς αυτά, και με το παραπάνω. Κι όμως, αυτό δείχνει αφέλεια, αφού μπορείς ό, τι ώρα θες να καταφύγεις στον εαυτό σου. Πράγματι, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, ο άνθρωπος μπορεί να καταφεύγει στον εσωτερικό του κόσμο, με ηρεμία και δίχως τρεχάματα – ιδίως όποιος έχει μέσα του στοιχεία τέτοια που αν σκύψει πάνω τους, ευθύς βρίσκεται στο κέντρο της γαλήνης` και λέγοντας γαλήνη δεν εννοώ άλλο από την αρμονία. 

Να προσφέρεις συνεχώς στον εαυτό σου τούτη την καταφυγή και να τον ανανεώνεις. Ας είναι μικρά και στοιχειώδη εκείνα που θα σου έρθουν στο νου, μα που θα αρκέσουν ώστε να ξεπλύνουν τη στεναχώρια και να σε ξαναστείλουν ευδιάθετο εκεί όπου είσαι υποχρεωμένος να επιστρέψεις.

Με τι δυσαρεστείσαι; Με την κακία των ανθρώπων; Σκέψου το συμπέρασμα που λέει ότι τα λογικά όντα υπάρχουν το ένα για το άλλο, ότι η ανοχή είναι κομμάτι της δικαιοσύνης, και ότι οι άνθρωποι σφάλλουν ακούσια` και αναλογίσου πόσοι μέχρι τώρα εχθρεύτηκαν ο ένας τον άλλο, πόσοι υποπτεύθηκαν, μίσησαν, χτυπήθηκαν μεταξύ τους και τώρα πάει καιρός που έχουν πεθάνει, που έχουν γίνει στάχτη – και πάψε πια να δυσαρεστείσαι.

ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ, ΤΑ ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

Έχουμε ανάγκη να αποδράσουμε από την καταπίεση των πεποιθήσεών μας

ΟΛΟΙ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΠΩΣ ήταν να είμαστε έφηβοι, μπουχτισμένοι από τις ταπεινώσεις της παιδικής ηλικίας. Θέλαμε να ξεφύγουμε από τους γονείς μας, θέλαμε να δραπετεύσουμε από τη φυλακή του σπιτιού και της οικογένειας. Ίσως κάποιοι από εσάς που διαβάζετε αυτό το βιβλίο να είστε ακόμα έφηβοι, όμως ακόμα και στην ενήλικη ζωή οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την παρόρμηση να ξεφύγουν από κάτι. Ακόμα και σε μεγάλη ηλικία θέλουμε να ασκήσουμε την ανεξαρτησία μας. Αυτή η παρόρμηση να είμαστε ελεύθεροι είναι φυσιολογική, όμως ποιος μας εμποδίζει στ’ αλήθεια;

Ανεξαρτήτως του πόσο άδικες φαίνονται οι εξωτερικές συνθήκες, τα συναισθήματα της καταπίεσης ξεκινούν από εμάς. Μας περνούν από το μυαλό κάποιες δυσάρεστες ιδέες για τον εαυτό μας. Συντηρούμε παράλογους φόβους και δημιουργούμε αυθαίρετες δεισιδαιμονίες. Λέμε στον εαυτό μας ότι δεν μπορούμε, ότι δεν θα έπρεπε· και άλλα πολλά. Απαιτούμε κάποιου είδους μεταμέλεια όταν περνάμε πολύ καλά. Τιμωρούμε τον εαυτό μας όταν παραβαίνουμε άγραφους νόμους. Επιβάλλουμε στον εαυτό μας ποινές ακόμα και όταν αγαπάμε.

Η καταπίεση υπάρχει. Υπάρχουν στον κόσμο αληθινοί φυλακισμένοι και πραγματικές φυλακές, όμως οι περισσότεροι άνθρωποι καταπιέζονται από τις ίδιες τους, τις ιστορίες και τους φόβους τους. Οδηγούνται στην απελπισία από πεποιθήσεις που αρνούνται να εγκαταλείψουν. Βασανίζονται από φωνές που μόνο εκείνοι μπορούν να ακούσουν. Κανένας δεν μπορεί να πει τι είναι αυτό που απαιτείτε από τον εαυτό σας εκτός από εσάς. Κανένας δεν σκέφτεται τρόπους για να σας τιμωρήσει εκτός από εσάς. Αφουγκραστείτε, λοιπόν, τον εαυτό σας. Ακούστε πώς λέτε στους ανθρώπους ότι δεν κάνετε αυτό ή ότι δεν τρώτε εκείνο ή ότι δεν είστε αυτό το είδος ανθρώπου. Αφουγκραστείτε τις σκέψεις σας και ακούστε πώς πειθαναγκάζετε τον εαυτό σας. Ορισμένες φορές ίσως ακούγεστε σαν τον πατέρα σας ή σαν τη μητέρα σας ἡ τον καθηγητή των μαθηματικών σας στο πανεπιστήμιο. Κυρίως ακούγεστε σαν εκείνον τον χαρακτήρα που επινοήσατε για να κρατήσετε τον εαυτό σας υπό έλεγχο. Ακούγεστε σαν το εγώ.

Μια δυνατή επιθυμία για ελευθερία συνήθως ξεκινά στην εφηβεία. Αργά ή γρήγορα όλα τα παιδιά αρχίζουν να νιώθουν περιορισμένα και λίγο καταπιεσμένα. Οι γονείς προσπαθούν να διαπλάσουν και να προστατέψουν τα παιδιά τους, όμως τα παιδιά φτάνουν σε ένα σημείο που δυσανασχετούν μαζί τους γι’ αυτό. Επαναστατούν, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι βλάπτουν τον εαυτό τους στην πορεία. Η κοινωνία μπαίνει κι αυτή στη μέση, όμως τα παιδιά χάνουν την υπομονή τους με τους κανόνες της. Η απόδραση από όλα αυτά ακούγεται ελκυστική, όμως οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να τους δοθεί η ελευθερία. Αυτό δεν θα συμβεί. Η ελευθερία που μετράει πραγματικά είναι η ελευθερία που παραχωρούμε στον εαυτό μας.

Η τυραννία ξεκινάει από εμάς. Ποιος φτιάχνει τους κανόνες, Ποιος τους επιβάλλει; Ποιος μπορεί να αναθεωρήσει τους κανόνες; Ο καθένας από εμάς μπορεί να καταργήσει τους ίδιους του τους νόμους και να μεταρρυθμίσει το προσωπικό του σύστημα δικαιοσύνης. Μπορούμε να αποδράσουμε από τη φυλακή ανά πάσα στιγμή.

Όπως έχετε πιθανότατα καταλάβει μέχρι τώρα, το εγώ μπορεί να γίνει καλύτερο όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων. Το εγώ μπορεί να γίνει καλύτερος διαχειριστής» ή το εγώ μπορεί να παραμερίσει και να γίνει φίλος. Αν υπάρχει η επιθυμία, το εγώ μπορεί να γίνει διπλωμάτης και ειρηνοποιός. Μακροπρόθεσμα, το εγώ μπορεί να γίνει ο σωτήρας που ψάχνατε.

SENECA: Οι αντιξοότητες “χτυπούν” περισσότερο εκείνους που δεν τις περιμένουν

Για τους Ρωμαίους Στωικούς, η ζωή είναι γεμάτη αντιξοότητες, και ένα από τα βασικά καθήκοντα της φιλοσοφίας είναι να βοηθήσει τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν τα πάνω και τα κάτω της ζωής.

Κανείς δεν το ξέρει αυτό καλύτερα από τον Σενέκα, που η ζωή του απείχε πολύ από το ιδανικό της γαλήνης που υποστήριζε. Στη διάρκεια του ταραχώδους 1ου αιώνα μ.Χ., ο Σενέκας έπρεπε να αντιμετωπίσει τον θάνατο του γιου του, την εξορία του στην Κορσική για μια δεκαετία περίπου, τη διάσωσή του από την εξορία (αλλά μόνο με τον όρο να αναλάβει τον ρόλο του δασκάλου του νεαρού Νέρωνα), την καριέρα ως συμβούλου του Νέρωνα, την οποία δεν μπορούσε εύκολα να αφήσει, τον θάνατο ενός στενού φίλου και, πάνω απ’ όλα, τη δική του αναγκαστική αυτοκτονία. Όταν ο Σενέκας θεωρήθηκε ύποπτος συμμετοχής σε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα, ο Νέρωνας απαίτησε τον θάνατο του παλιού του δασκάλου. Η γυναίκα του Σενέκα επέμεινε να ακολουθήσει τη μοίρα του, κι έτσι και οι δύο έκοψαν τις φλέβες τους. Κανείς δεν πέθανε γρήγορα. Η γυναίκα του Παυλίνα επέζησε, ενώ στον Σενέκα έδωσαν τελικά κώνειο και τον αποτέλειωσαν με ένα ατμόλουτρο. Αυτό σίγουρα δεν ήταν μια ήσυχη «φιλοσοφική ζωή».

Κανείς σώφρων άνθρωπος δεν επιζητεί τις αντιξοότητες, ακόμα κι αν μπορούν να μας δώσουν κάποια χρήσιμα μαθήματα. Η ανάπτυξη των δεξιοτήτων, όμως, για να τις αντιμετωπίσουμε όταν προκύψουν –γιατί θα προκύψουν-, μπορεί μόνο να μας ωφελήσει.

Τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, λέει ο Σενέκας σε μια επιστολή στη μητέρα του, για όσους δεν τις περιμένουν, αλλά οι αντιξοότητες αντιμετωπίζονται πολύ πιο εύκολα όταν είσαι προετοιμασμένος. Αυτή η ιδέα αναπτύσσεται και σε μια άλλη επιστολή, παρηγορητική αυτή τη φορά, προς τη Μαρκία, μια φίλη του που πάλευε με τη θλίψη. Είχε χάσει έναν από τους γιους της τρία χρόνια νωρίτερα, ωστόσο ο πόνος της δεν είχε υποχωρήσει. Η φυσική περίοδος του πένθους είχε τελειώσει και τώρα ο πόνος της είχε γίνει μια εξουθενωτική πνευματική κατάσταση. Είχε έρθει η ώρα να παρέμβει κάποιος.

Το πιο ενδιαφέρον σημείο της απάντησης του Σενέκα για αυτή την κατάσταση είναι αυτό που συχνά ονομάζουμε πρόβλεψη των μελλοντικών κακών. Είναι κάτι που είχε αναφερθεί νωρίτερα από προγενέστερους Στωικούς, όπως ο Χρύσιππος. Η ιδέα ότι κάποιος πρέπει να σκέφτεται τα άσχημα πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν, ώστε να είναι καλύτερα προετοιμασμένος γι’ αυτά αν τελικά συμβούν. Μέρος του προβλήματος της Μαρκίας, σύμφωνα με τον Σενέκα, είναι ότι δεν αναλογίστηκε ποτέ την πιθανότητα θανάτου του γιου της. Κι όμως, όλοι ξέρουμε ότι από τη στιγμή που γεννιέται κάποιος είναι προορισμένος να πεθάνει. Αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να συμβεί, είναι κάτι που θα συμβεί απαραιτήτως.

Το πένθος χτυπά δυνατά τους ανθρώπους, λέει ο Σενέκας, γιατί δεν το περιμένουν από πριν. Βλέπουμε και ακούμε συνεχώς τον θάνατο και τις κακοτυχίες να χτυπούν τους άλλους, ειδικά στην εποχή της τόσο γρήγορης μετάδοσης των ειδήσεων, αλλά σπάνια αναλογιζόμαστε πώς θα αντιδρούσαμε εμείς σε ανάλογη περίσταση. Ο Σενέκας λέει στη Μαρκία -και σε εμάς μια σειρά από πράγματα που θα προτιμούσαμε να μην ακούσουμε: είμαστε όλοι ευάλωτοι. Οι αγαπημένοι μας θα πεθάνουν αναπόφευκτα, και αυτό θα μπορούσε να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Όποια ευημερία και ασφάλεια κι αν απολαμβάνουμε μπορεί να χαθεί ανά πάσα στιγμή από δυνάμεις που δεν είναι υπό τον έλεγχό μας. Ακόμα κι όταν πιστεύουμε ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, πάντα είναι πιθανόν να γίνουν ακόμα χειρότερα. Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα αν η τύχη στραφεί εναντίον μας; Θα αντιδράσουμε ήρεμα και αδιάφορα, όπως όταν ακούμε στις ειδήσεις να συμβαίνουν τέτοια πράγματα σε ξένους κάπου μακριά μας; Σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως βλέπουμε τον πόνο αυτό ως κομμάτι της ζωής, κάτι δυσάρεστο αλλά αναπόφευκτο. Είναι εύκολο να «φιλοσοφείς» όταν δεν συμβαίνει σ’ εσένα ή στους αγαπημένους σου, αλλά τι γίνεται όταν έρθει η δική σου σειρά;

Είναι απλώς παράλογο, λέει ο Σενέκας, να σκέφτεται κάποιος ότι «δεν περίμενα να συμβεί σ’ εμένα» κάποια κακοτυχία, ειδικά όταν ξέρει ότι θα μπορούσε να του συμβεί και έχει δει να συμβαίνει σε πολλούς άλλους. Γιατί όχι και σ’ εσάς; Στην περίπτωση του πένθους, ακόμα περισσότερο, δεδομένης της αναπόφευκτης φύσης του θανάτου κάθε ζωντανού πλάσματος στη γη. Θα συμβεί κάποια στιγμή, οπότε γιατί όχι τώρα; Είναι παράλογο να περιμένει κάποιος ότι η τύχη του θα κρατήσει για πάντα. Ο Σενέκας πιστεύει ότι, αν σκεφτόμαστε τις αντιξοότητες που μπορεί να συμβούν μαζί με όσες πρέπει να συμβούν κάποια στιγμή, θα βοηθήσουμε να μειωθεί το χτύπημα όταν τελικά προκύψουν. Θα μειωθεί το σοκ και θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι να τις αντιμετωπίσουμε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ: ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ

Οι Ερινύες στην Ελληνική μυθολογία ήταν μυθικές χθόνιες θεότητες που κυνηγούσαν όσους είχαν διαπράξει εγκλήματα κατά της φυσικής και ηθικής τάξης των πραγμάτων. Επίσης είναι γνωστές και ως Ευμενίδες, δίνοντας έτσι το όνομά τους στην τρίτη τραγωδία της τριλογίας Ορέστεια του Αισχύλου. Στη συγκεκριμένη τραγωδία κατατρέχουν τον Ορέστη, γιο του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, για τον φόνο της μητέρας του.

Η τραγωδία «Ευμενίδες» του Αισχύλου αποτελεί το τρίτο έργο της Ορέστειας, της μοναδικής σωζόμενης αρχαίας τριλογίας.

Στο έργο του αυτό, ο Αισχύλος καταφέρνει να μετατρέψει την φυσιογνωμία των Ερινύων που ήταν θεότητες τρομερές και εκδικητικές και να τις κάνει πιο προσιτές στις εγκλήσεις του λαού μιας και μας δίνει την δυνατότητα μέσω έγκλησης να απευθυνθούμε σ’αυτές και να τις παρακαλέσουμε για επιείκεια.

Η πλοκή

Ο Ορέστης έχει καταφύγει ικέτης στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς μετά τον φόνο του Αίγισθου και της μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Η «προφήτις», ιέρεια του μαντείου των Δελφών μιλάει πρώτη και αναφέρεται στην ιστορία του ναού. Η μάντισσα αποσύρεται και ο Ορέστης ζητάει την προστασία του θεού. Ο Απόλλων του δίνει τη συμβουλή να φύγει όσο οι Ερινύες ακόμα κοιμούνται, ενώ ζητάει από τον Ερμή να συνοδέψει τον Ορέστη στο ταξίδι του για την Αθήνα. Ο Απόλλων, ο Ερμής και ο Ορέστης εξέρχονται του ναού του Απόλλωνος. Ο Απόλλων λέει στον Ορέστη, ότι στους εχθρούς του ποτέ δεν θα φανεί φίλος. Υποστηρίζει τον Ορέστη στην πρόθεσή του να εκδικηθεί τον πατέρα του. «Διότι, εγώ σου είπα να σκοτώσεις την μητέρα σου» του λέει.

Μέσα στον ναό οι Ευμενίδες ακόμα κοιμούνται, ενώ η σκιά φάντασμα της Κλυταιμνήστρας κάνει την εμφάνισή της. Η Κλυταιμνήστρα κατηγορεί τις Ερινύες ότι μένουν αμέτοχες, και ζητάει εκδίκηση επειδή αυτή μεν τιμωρήθηκε για την δολοφονία του Αγαμέμνονα, ο Ορέστης, δε, μένει ατιμώρητος για τη δολοφονία της μητρός του. Οι Ευμενίδες ξυπνούν και ρίχνουν τα βάρη στον Απόλλωνα, αυτός όμως υπερασπίζεται τον Ορέστη και υποστηρίζει το δίκιο του. Δεν μπορεί όμως να τις καθησυχάσει, και έτσι αυτές κυνηγούνε να πιάσουν τον Ορέστη για να τον ξεσκίσουν. Ο Απόλλων τις πετάει έξω από τον ναό για να συνεχίσει τον καυγά στον δρόμο. Η έντονη συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους θεσμούς και τα θέματα του Δικαίου, του Άδικου, της Εκδίκησης καθώς και του Γάμου.

Ο Ορέστης εν τω μεταξύ φθάνοντας στην ακρόπολη ζητάει καταφύγιο στην θεά Αθηνά η οποία προς στιγμήν δεν παρευρίσκεται και της ζητάει να τον δικάσει. Οι Ερινύες τον καταδιώκουν ακόμα και κει. Ο Ορέστης αγκαλιάζοντας το άγαλμα της θεάς την παρακαλεί να τον συγχωρήσει και να τον απαλλάξει από την ενοχή του. Η Αθηνά αν και βρίσκεται πολύ μακρυά (στην Τροία για να ακριβολογούμε) εισακούει την έκκληση του Ορέστη και παρουσιάζεται. Βάζει τις δυο πλευρές να πάρουν θέση για να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους. Μία από τις Ερινύες αναλαμβάνει την κατηγορία. Μετά, ο Ορέστης διηγείται την ιστορία της ζωής του και την πράξη της μητροκτονίας. Η Αθηνά αποφασίζει να γίνει ψηφοφορία, επειδή η υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια. Οι Ερινύες φοβούνται ότι ο Ορέστης θα αθωωθεί και απειλούν ότι σε περίπτωση τέτοια θα προκαλέσουνε συμφορές στην γη της Αθήνας και ότι ακόμα θα ξεκινήσουν για εκδίκηση ασταμάτητο κύκλο φόνων γονέων από τα παιδιά τους. Η Αθηνά που είχε φύγει για λίγο επιστρέφει και διατάζει να διαλαλήσει ο κήρυκας σύναξη των Αθηναίων, για να ενημερωθούν για την θεσμοθέτηση του νέου δικαστηρίου. Εν τω μεταξύ έφτασε και ο Απόλλων. Η Αθηνά δίνει τελευταία την ψήφο της (υπέρ του Ορέστη) και έτσι ο Ορέστης αθωώνεται μιας και υπέστη ισοψηφία.

Οι Ερινύες γίνονται έξω φρενών και γι’ αυτό διαμαρτύρονται άγρια. Η Αθηνά προσπαθεί να καθησυχάσει την Ερινύα που είχε πάρει τον λόγο προηγουμένως τάζοντας της τάματα και θυσίες εκ μέρους των πολιτών για να τις εξευμενίσει ώστε να μην επιφέρουν μίσος στην πολιτεία. Οι Ερινύες Ευμενίδες δέχονται και ηρεμούν.

Όπου υπάρχει αγάπη, πάντα υπάρχει επιτυχία και πλούτος

Η σκηνή αυτή από τη δεύτερη πράξη του Ρωμαίος και Ιουλιέτα παρομοιάζει τον έρωτα με το πολυτιμότερο από τα πλούτη, μια και χωρίς αυτόν τίποτα απ’ όσα έχουμε δεν μπορεί να λάμψει.

Ο έρωτας ασφαλώς και αξίζει να ξεκινάμε το μακρινότερο ταξίδι, για να φέρουμε με την επιστροφή το μυστικό καρύκευμα που διορθώνει όλα τα πιάτα της ύπαρξής μας, όπως το περιγράφει η ανατολίτικη ιστορία που ακολουθεί:

Μια γυναίκα είδε τρεις γέρους με λευκές γενειάδες στον κήπο της. Δεν ήξερε ποιοι ήταν, αλλά τους λυπήθηκε και τους κάλεσε να μπουν στο σπίτι να τους δώσει να φάνε κάτι.

-Είναι εδώ ο άντρας του σπιτιού; τη ρώτησε κάποιος.
-Όχι, απάντησε η γυναίκα.
Το σούρουπο, όταν ο άντρας της γύρισε στο σπίτι, η γυναίκα του διηγήθηκε το συμβάν.
-Πήγαινε και πες τους ότι είμαι στο σπίτι κι ότι τους καλώ να έρθουν και οι τρεις.

Έτσι έκανε η σύζυγος, κι αυτή τη φορά η απάντηση ήταν διαφορετική:

-Δεν μπορούμε να είμαστε καλεσμένοι σ’ ένα σπίτι και οι τρεις, της είπε με αποφασιστικότητα κάποιος.
-Γιατί; ρώτησε η γυναίκα με πολλή περιέργεια. Ο γέροντας με τη λευκότερη γενειάδα της απάντησε:
-Το όνομά του είναι Πλούτος, είπε δείχνοντας τον έναν και, δείχνοντας τον άλλο, πρόσθεσε: Το όνομά του είναι Επιτυχία, και το δικό μου είναι Αγάπη… Τώρα, πήγαινε στον άντρα σου κι αποφασίστε ποιον καλείτε.

Ο άντρας της, συγκινημένος, αναφώνησε:

-Τι καταπληκτικό! Αν πρέπει να διαλέξουμε, θα καλέσουμε τον Πλούτο. Έτσι θα γεμίσουμε το σπίτι με πλούτη.
Όμως η σύζυγος σχολίασε πως ήταν καλύτερα να καλέσουν την Επιτυχία, ώστε να τους θαυμάζουν όλοι. Η κόρη , που άκουγε τη συζήτηση από το δωμάτιό της, αναφώνησε:
-Γιατί δεν καλούμε την Αγάπη; Γιατί πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε τα πλούτη και την επιτυχία σαν να μην είναι η αγάπη τόσο σημαντική για μας;

Οι γονείς, ντροπιασμένοι, της έδωσαν δίκιο. Τότε η γυναίκα βγήκε να συναντήσει τους γέροντες και τους ρώτησε:

-Ποιος από σας είναι η Αγάπη; Παρακαλώ, να περάσει και να είναι ο καλεσμένος μας.

Ο γέροντας Αγάπη σηκώθηκε κι άρχισε να περπατάει. Σηκώθηκαν και οι άλλοι δύο. Έκπληκτη η γυναίκα κοίταξε τους γέροντες Επιτυχία και Πλούτο και τους ρώτησε:

-Αφού κάλεσα την Αγάπη, γιατί έρχεστε κι εσείς;

Οι τρεις γέροντες απάντησαν μαζί:

-Αν είχατε καλέσει την Επιτυχία ή τον Πλούτο, οι άλλοι δύο θα έμεναν έξω, αλλά όπου πάει η Αγάπη, ακολουθούν και οι άλλοι δύο. Όπου υπάρχει αγάπη, πάντα υπάρχει επιτυχία και πλούτος.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

Ι. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

1. Η τέχνη στην Ελλάδα κατά τους «Σκοτεινούς Αιώνες» και τη γεωμετρική περίοδο

1.1. Το τέλος του μυκηναϊκού πολιτισμού και οι «Σκοτεινοί Αιώνες»: 

Το ιστορικό πλαίσιο

Η σταδιακή κατάρρευση του μυκηναϊκού πολιτισμού, που την τοποθετούμε με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα ανάμεσα στο τέλος του 13ου και το τέλος του 12ου αιώνα π.Χ., είναι σημαντικό ιστορικό ορόσημο για την Ελλάδα. Σημασία έχει ακόμη η διαπίστωση ότι στους επόμενους αιώνες, τον 11ο και τον 10ο, σημειώνεται στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής μια σημαντική τεχνολογική αλλαγή: εξαπλώνεται η τεχνική κατεργασίας του σιδήρου και το νέο αυτό μέταλλο υποκαθιστά τον χαλκό σε διάφορες χρήσεις, όπως η κατασκευή όπλων και εργαλείων. Με αυτή την εξέλιξη η ανθρώπινη ιστορία περνάει από την Εποχή του Χαλκού στην Εποχή του Σιδήρου. Παράλληλα, στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου σημειώνονται πολεμικές επιδρομές και μετακινήσεις πληθυσμών και συντελούνται κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές.

Στην Ελλάδα η αρχή του τέλους της μυκηναϊκής εποχής σηματοδοτείται από την εγκατάλειψη των κτηριακών συγκροτημάτων που ονομάζουμε ανάκτορα, που ήταν χτισμένα σε οχυρωμένες ακροπόλεις με τα λεγόμενα κυκλώπεια τείχη· από εκεί ένας ηγεμόνας που λεγόταν ἄναξ, πλαισιωμένος από αξιωματούχους, ήλεγχε οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά μια ευρύτερη περιοχή (όπως είναι οι κάμποι της Αργολίδας και της Μεσσηνίας στην Πελοπόννησο, της Κωπαΐδας στη Βοιωτία ή η κοιλάδα του Ευρώτα στη Λακωνία). Η αλλαγή του τρόπου διακυβέρνησης, όποια και αν ήταν η αιτία που την προκάλεσε, δημιούργησε χωρίς αμφιβολία νέα πολιτικά δεδομένα και οδήγησε σε μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση, η οποία, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες που δεν μας είναι επαρκώς γνωστοί, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη γέννηση ενός νέου πολιτισμού.

Τα αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν πράγματι ότι, με την πάροδο του χρόνου, στη θέση του μυκηναϊκού πολιτισμού διαμορφώνεται ένας νέος, με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερα στην τέχνη οι αλλαγές είναι, όπως θα δούμε, σημαντικές. Τα αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι, από τα πιο απλά ως τα πιο πολυτελή, τα σπίτια όπου κατοικούσαν, οι χώροι λατρείας έχουν ελάχιστες ομοιότητες με εκείνα της προηγούμενης περιόδου. Η εξήγηση δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική αλλαγή για την οποία μιλήσαμε. Αλλά η αιτία που προκάλεσε την ανατροπή του συγκεντρωτικού διοικητικού συστήματος το οποίο είχε αναπτυχθεί στα μυκηναϊκά ανάκτορα παραμένει ουσιαστικά άγνωστη. Η απουσία αξιόπιστων ιστορικών μαρτυριών οδήγησε στη διατύπωση υποθέσεων που, παρά το ενδιαφέρον τους, δεν προσφέρουν ικανοποιητική εξήγηση. Ανεξάρτητα πάντως από τις αβεβαιότητες που παραμένουν οφείλουμε να επισημάνουμε ότι το τέλος του μυκηναϊκού κόσμου συμπίπτει χρονικά (και ενδεχομένως συνδέεται) με σημαντικές εξελίξεις και ανακατατάξεις που εκδηλώνονται στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Γνωρίζουμε πράγματι ότι την ίδια περίπου εποχή η Αίγυπτος συνταράσσεται από τις επιδρομές των «λαών της θάλασσας», ενώ διαλύεται το ισχυρό κράτος των Χετταίων στην κεντρική Μικρά Ασία.

Το ερώτημα «τι ήταν αυτό που προκάλεσε μια τόσο σημαντική πολιτική και πολιτιστική αλλαγή» έκανε αρχικά τους ιστορικούς και τους αρχαιολόγους να σκεφτούν ότι η απάντηση βρίσκεται στην αρχαία παράδοση σχετικά με την Κάθοδο των Δωριέων, ενός νέου ελληνικού φύλου, το οποίο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, εμφανίστηκε πράγματι στην Ελλάδα στο τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. Η σκέψη αυτή φαίνεται καταρχήν απόλυτα δικαιολογημένη. Οι ίδιοι οι αρχαίοι ήταν πεπεισμένοι ότι η Κάθοδος των Δωριέων ήταν ιστορικό γεγονός και τη συνέδεαν με ένα κύμα ταραχών και μεταναστεύσεων που το τοποθετούσαν στα χρόνια μετά τον Τρωικό Πόλεμο. Ενδεικτικός είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει συνολικά την περίοδο που μας απασχολεί ο Θουκυδίδης (1.12) στην «Αρχαιολογία», στην αρχή της ιστορικής του συγγραφής:

«Και μετά τα Τρωικά εξακολούθησαν στην Ελλάδα οι μεταναστεύσεις και οι εισβολές και η έλλειψη ησυχίας την εμπόδισε να αναπτυχθεί. Η μακρόχρονη απουσία των Ελλήνων στην Τροία προκάλεσε πολλές αναταραχές και σε πολλές πολιτείες έγιναν επαναστάσεις που ανάγκασαν πολλούς να φύγουν και να πάνε να ιδρύσουν άλλες πολιτείες. Εξήντα χρόνια μετά την άλωση της Τροίας οι Θεσσαλοί έδιωξαν από την Άρνη τους σημερινούς Βοιωτούς, που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή που λέγεται σήμερα Βοιωτία και άλλοτε ονομαζόταν Γη του Κάδμου. Μερικοί Βοιωτοί ήσαν κιόλας εγκατεστημένοι εκεί και μερικοί από αυτούς πήραν μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ογδόντα χρόνια μετά την άλωση της Τροίας, οι Δωριείς με τους Ηρακλείδες κατέκτησαν την Πελοπόννησο. Μόνο μετά από πολλά χρόνια η Ελλάδα ησύχασε οριστικά, σταμάτησαν οι μετοικεσίες και έτσι μπόρεσε να ιδρύσει αποικίες. Οι Αθηναίοι εγκαταστάθηκαν στις Ιωνικές πολιτείες και στα περισσότερα νησιά. Οι Πελοποννήσιοι εγκαταστάθηκαν στην Ιταλία και στη Σικελία και σε μερικά μέρη της υπόλοιπης Ελλάδας. Όλες αυτές οι αποικίες ιδρύθηκαν μετά τα Τρωικά.» (Μτφρ. Ά. Βλάχου)

Είναι δύσκολο να πούμε πόσο αξιόπιστη μπορεί να θεωρηθεί αυτή η ιστορική αναδρομή του Θουκυδίδη, γιατί μας είναι άγνωστο από πού αντλεί τις πληροφορίες του· υποθέτουμε ότι η κυριότερη πηγή του ήταν η επική ποίηση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η εμφάνιση στην Ελλάδα νέων πληθυσμιακών ομάδων (που μπορούμε να τις ταυτίσουμε με τους Δωριείς) ανάμεσα στον 11ο και τον 8ο αιώνα π.Χ. είναι αναμφισβήτητη. Εκείνο που δεν γνωρίζουμε είναι αν αυτή η μετακίνηση πληθυσμών ήταν μια από τις αιτίες που προκάλεσαν το τέλος του μυκηναϊκού πολιτισμού ή συνέπεια της αποσύνθεσής του. Βέβαιο είναι ότι οι Δωριείς απουσιάζουν από τις παλαιότερες μυθολογικές παραδόσεις καθώς και από τα ομηρικά έπη, ενώ η μόνη αναντίρρητη μαρτυρία για την παρουσία τους, η δωρική διάλεκτος, εμφανίζεται στα ιστορικά χρόνια, μετά τον 8ο αιώνα π.Χ. Αναπάντητο παραμένει επίσης το ερώτημα κατά πόσο η εγκατάσταση των πληθυσμών αυτών είχε τη μορφή βίαιης εισβολής ή βαθμιαίας και ουσιαστικά ειρηνικής διείσδυσης.

Οι ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι δίνουν συχνά στην εποχή ανάμεσα στο τέλος του μυκηναϊκού πολιτισμού και τον 8ο αιώνα π.Χ. την ονομασία «Σκοτεινοί Αιώνες» εξαιτίας των λίγων σχετικά αρχαιολογικών ευρημάτων και της έλλειψης ιστορικών μαρτυριών. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως στοιχεία που φωτίζουν αρκετά ορισμένες πλευρές της σκοτεινής αυτής περιόδου. Τα αρχαιολογικά λείψανα μαρτυρούν ότι στο τέλος της 2ης και στην αρχή της 1ης χιλιετίας π.Χ. ο πληθυσμός στην Ελλάδα δεν ήταν μόνο μικρότερος από ό,τι στα χρόνια της ακμής του μυκηναϊκού πολιτισμού αλλά, το κυριότερο, κατοικούσε διάσπαρτος σε μικρούς οικισμούς, σε σπίτια κατασκευασμένα από φθαρτά υλικά που δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν. Οι εμπορικές ανταλλαγές ήταν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, περιορισμένες, όπως δείχνει ανάμεσα στα άλλα και το γεγονός ότι τα πολύτιμα μέταλλα απουσιάζουν σχεδόν εντελώς. Από πολιτική άποψη οι οικισμοί της εποχής αυτής φαίνεται ότι αποτελούσαν, μόνοι τους ή μαζί με άλλους γειτονικούς, ανεξάρτητες και αυτοδιοίκητες κοινότητες. Επικεφαλής της κάθε κοινότητας πρέπει να ήταν ισχυρές οικογένειες που εξουσίαζαν μικρές σχετικά περιοχές, περίπου σαν τα μεσαιωνικά τιμάρια. Φαίνεται ακόμη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι αρχηγοί των οικογενειών αυτών (που μπορούμε να τις ονομάσουμε αριστοκρατικές) συμμαχούσαν μεταξύ τους και επέλεγαν έναν κοινό ανώτερο άρχοντα, που ονομαζόταν βασιλεύς και είχε ταυτόχρονα πολιτικές και θρησκευτικές αρμοδιότητες. Αργότερα το σύστημα που περιγράψαμε έδωσε τη θέση του σε μια συλλογικότερη μορφή διακυβέρνησης, καθώς διευρύνθηκε ο αριθμός των ανθρώπων που συμμετείχαν στα κοινά.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: Ι. ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΛΗ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

6.7. Ο Σωκράτης απέναντι στους σοφιστές


Μιλώντας για τη φιλοσοφία του 5ου αιώνα, δεν κάναμε ως τώρα καμιά προσπάθεια να διαχωρίσουμε τον Σωκράτη από τους σοφιστές. Όσα αναφέραμε για την πνευματική ατμόσφαιρα της εποχής, για τις νέες ανάγκες και τα νέα ερωτήματα που έφερε στο προσκήνιο η επικράτηση της αθηναϊκής δημοκρατίας, αποτελούν στοιχεία για την ερμηνεία τόσο της σοφιστικής κίνησης όσο και της φιλοσοφίας του Σωκράτη. Ο Σωκράτης αναμφίβολα ανήκει στο ίδιο διανοητικό ρεύμα με τους σοφιστές. Είδαμε ότι για τον Αριστοφάνη ο Σωκράτης είναι κι αυτός ένας σοφιστής. Τι συμπέρασμα θα μπορούσε άλλωστε να βγάλει ο μέσος Αθηναίος που θα έβλεπε τον Σωκράτη να κινείται στους ίδιους κύκλους με τους σοφιστές, να συζητά τα ίδια προβλήματα, να χρησιμοποιεί την ίδια εκκεντρική φιλοσοφική διάλεκτο;

Και όμως η ταύτιση αυτή φαντάζει σήμερα παράδοξη. Ο Σωκράτης έχει καταγραφεί στη συνείδησή μας ως ο βασικός αντίπαλος των σοφιστών: είναι αυτός που με τη ζωή του, τη φιλοσοφική του στάση και, κυρίως, με τον υποδειγματικό του θάνατο αντιτάχθηκε έμπρακτα στον αμοραλισμό των σοφιστών. Στη μυθολογία της φιλοσοφίας ο Σωκράτης είναι ένας από τους κεντρικούς ήρωες, ενώ οι σοφιστές είναι αρνητικές φιγούρες. Κανένας άλλος φιλόσοφος δεν έχει εμπνεύσει περισσότερο τους επιγόνους του, κανένας άλλος δεν συνέβαλε τόσο αποφασιστικά στην ανύψωση του κύρους της φιλοσοφίας.

Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να ξεγελάστηκε τόσο πολύ ο Αριστοφάνης, και να μην αντιλήφθηκε την ιδιαιτερότητα του Σωκράτη; Ίσως όμως αυτό να μην είναι και τόσο περίεργο - στο στόχαστρο της σάτιρας βρέθηκαν πολλοί διάσημοι Αθηναίοι, δίκαιοι και άδικοι. Το σημαντικό είναι ότι έπεσε έξω και ο ίδιος ο αθηναϊκός Δήμος, όταν έφτασε στο σημείο να τον καταδικάσει σε θάνατο για τις απόψεις του. Χωρίς αμφιβολία, η καταδίκη του Σωκράτη αποτελεί μία από τις χειρότερες στιγμές της αθηναϊκής δημοκρατίας. Είναι ωστόσο αδιάψευστος μάρτυρας ότι η καθαγιασμένη εικόνα του Σωκράτη δεν ήταν καθόλου δεδομένη στο τέλος του 5ου αιώνα. Για τους συγχρόνους του ο Σωκράτης υπήρξε ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο.

Η εξιδανίκευση του Σωκράτη, η οικοδόμηση του μύθου του, έγινε μετά τον θάνατό του από την πρώτη γενιά των αφοσιωμένων μαθητών του. Ο Σωκράτης ήταν ο εμπνευστής όλων των φιλοσοφικών σχολών που δημιουργήθηκαν στις αρχές του 4ου αιώνα: των Κυνικών, των Κυρηναϊκών, των Μεγαρικών, της πλατωνικής Ακαδημίας. Ενώ ο ίδιος ο Σωκράτης δεν έγραψε τίποτε, οι μαθητές του συνέθεσαν την εκτεταμένη «σωκρατική» γραμματεία, μια πληθώρα δηλαδή διαλογικών κειμένων με πρωταγωνιστή τον Σωκράτη. Ορισμένα από τα «σωκρατικά» κείμενα ήταν λογοτεχνικά και φιλοσοφικά αριστουργήματα, διαβάστηκαν με πάθος και αφοσίωση από γενιές ολόκληρες αναγνωστών και άσκησαν βαθιά επίδραση στη μεταγενέστερη σκέψη - οι πλατωνικοί διάλογοι είναι το υψηλότερο επίτευγμα αυτής της γραμματείας. Από εδώ αντλούμε τη μορφή του Σωκράτη, με την οποία έχουμε και εμείς εξοικειωθεί. Η μορφή αυτή είναι τόσο υποβλητική, ώστε εύκολα ξεχνούμε ότι ο Σωκράτης του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα δεν είναι ένα ιστορικό πρόσωπο αλλά ένα λογοτεχνικό προσωπείο.

Πρωταρχικός στόχος των σωκρατικών διαλόγων ήταν η αποκατάσταση της μνήμης του δασκάλου. Θα έπρεπε λοιπόν, μέσα από τα κείμενα αυτά, να καταδειχθεί πόσο αβάσιμες και άδικες ήταν οι κατηγορίες εναντίον του, πόσο ο αληθινός Σωκράτης διέφερε από τον «διαφθορέα των νέων» και τον «εισηγητή καινών δαιμονίων» τον οποίο οι Αθηναίοι καταδίκασαν. Για να αποκατασταθεί ο Σωκράτης έπρεπε κυρίως να φανεί η ριζική διαφορά του από τους σοφιστές. Ο πραγματικός κίνδυνος για την Αθήνα και τις αξίες της δεν προερχόταν από τον ολιγαρκή, νομοταγή, αλλόκοτο και ειρωνικό Σωκράτη, από τον Σωκράτη που διακήρυσσε σε κάθε ευκαιρία την άγνοιά του, αλλά από τους επηρμένους, παντογνώστες και τυχοδιώκτες σοφιστές.