Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Τραχίνιαι (61-93)

ΔΗ. ὦ τέκνον, ὦ παῖ, κἀξ ἀγεννήτων ἄρα
μῦθοι καλῶς πίπτουσιν· ἥδε γὰρ γυνὴ
δούλη μέν, εἴρηκεν δ᾽ ἐλεύθερον λόγον.
ΥΛΛΟΣ
ποῖον; δίδαξον, μῆτερ, εἰ διδακτά μοι.
65 ΔΗ. σὲ πατρὸς οὕτω δαρὸν ἐξενωμένου
τὸ μὴ πυθέσθαι ποῦ ᾽στιν αἰσχύνην φέρειν.
ΥΛ. ἀλλ᾽ οἶδα, μύθοις εἴ τι πιστεύειν χρεών.
ΔΗ. καὶ ποῦ κλύεις νιν, τέκνον, ἱδρῦσθαι χθονός;
ΥΛ. τὸν μὲν παρελθόντ᾽ ἄροτον ἐν μήκει χρόνου
70 Λυδῇ γυναικί φασί νιν λάτριν πονεῖν.
ΔΗ. πᾶν τοίνυν, εἰ καὶ τοῦτ᾽ ἔτλη, κλύοι τις ἄν.
ΥΛ. ἀλλ᾽ ἐξαφεῖται τοῦδέ γ᾽, ὡς ἐγὼ κλύω.
ΔΗ. ποῦ δῆτα νῦν ζῶν ἢ θανὼν ἀγγέλλεται;
ΥΛ. Εὐβοῖδα χώραν φασίν, Εὐρύτου πόλιν,
75 ἐπιστρατεύειν αὐτόν, ἢ μέλλειν ἔτι.
ΔΗ. ἆρ᾽ οἶσθα δῆτ᾽, ὦ τέκνον, ὡς ἔλειπέ μοι
μαντεῖα πιστὰ τῆσδε τῆς χώρας πέρι;
ΥΛ. τὰ ποῖα, μῆτερ; τὸν λόγον γὰρ ἀγνοῶ.
ΔΗ. ὡς ἢ τελευτὴν τοῦ βίου μέλλει τελεῖν,
80 ἢ τοῦτον ἄρας ἆθλον ἐς τό γ᾽ ὕστερον
τὸν λοιπὸν ἤδη βίοτον εὐαίων᾽ ἔχειν.
ἐν οὖν ῥοπῇ τοιᾷδε κειμένῳ, τέκνον,
οὐκ εἶ ξυνέρξων, ἡνίκ᾽ ἢ σεσώμεθα
[ἢ πίπτομεν σοῦ πατρὸς ἐξολωλότος]
85 κείνου βίον σώσαντος, ἢ οἰχόμεσθ᾽ ἅμα;
ΥΛ. ἀλλ᾽ εἶμι, μῆτερ· εἰ δὲ θεσφάτων ἐγὼ
βάξιν κατῄδη τῶνδε, κἂν πάλαι παρῆ.
ἀλλ᾽ ὁ ξυνήθης πότμος οὐκ εἴα πατρὸς
ἡμᾶς προταρβεῖν οὐδὲ δειμαίνειν ἄγαν.
90 νῦν δ᾽ ὡς ξυνίημ᾽, οὐδὲν ἐλλείψω τὸ μὴ
πᾶσαν πυθέσθαι τῶνδ᾽ ἀλήθειαν πέρι.
ΔΗ. χώρει νυν, ὦ παῖ· καὶ γὰρ ὑστέρῳ, τό γ᾽ εὖ
πράσσειν ἐπεὶ πύθοιτο, κέρδος ἐμπολᾷ.

***
ΔΗΙ. Γιε μου, παιδί μου, κι απ᾽ των ταπεινών
λοιπόν το στόμα πέφτουν σοφά λόγια·
νά, κι η γυναίκα᾽ αυτή, μολονπού σκλάβα,
μου ᾽πε σα να ᾽ταν λεύτερη ένα λόγο.
ΥΛΛΟΣ
Σαν ποιόν, μητέρα; δε μπορώ να μάθω;
ΔΗΙ. Πως εσύ, ενώ ο πατέρας σου στα ξένα
λείπει τόσον καιρό, να μη εξετάσεις
πού βρίσκεται ντροπή μεγάλη σου είναι.
ΥΛΛ. Μα ξέρω αν πρέπει να πιστέψω αυτά
που λένε. ΔΗΙ. Πού άκουσες λοιπόν, παιδί μου,
πως βρίσκεται; ΥΛΛ. Τον περασμένο χρόνο
όλο του τον καιρό δούλευε σκλάβος
70 σε μια γυναίκα, λένε, απ᾽ τη Λυδία.
ΔΗΙ. Το παν λοιπόν μπορεί κανείς ν᾽ ακούσει,
αν ως και αυτό έχει υποφέρει ακόμα.
ΥΛΛ. Μ᾽ απ᾽ αυτή τη σκλαβιά, καθώς ακούω,
λευτερώθηκε πια. ΔΗΙ. Πού λοιπόν τώρα
τον ξέρουν ζωντανόν ή πεθαμένο;
ΥΛΛ. Στην Εύβοια, λένε, στου Εύρυτου την πόλη
έχει εκστρατεύσει, ή έτοιμος πως είναι.
ΔΗΙ. Τάχα να ξέρεις, γιε μου, τί χρησμούς
μου άφησε καθαρούς γι᾽ αυτή τη χώρα;
ΥΛΛ. Τους ποιούς, μητέρα; είδηση δεν έχω.
ΔΗΙ. Πως ή το τέλος θά ᾽βρει της ζωής του,
80 ή πως αν βγάλει πέρ᾽ αυτό τον άθλο,
ύστερα τις επίλοιπές του μέρες
ευτυχισμένες πια θα τις περάσει.
Σε τέτοια λοιπόν θέση κρίσιμη
που βρίσκεται, δε θενα πας, παιδί μου,
και συ βοηθός του, αφού ή θενα σωθούμε
και μεις, αν σώσει εκείνος τη ζωή του,
ή μαζί του χαμένοι θενα πάμε;
ΥΛΛ. Θα πάω μητέρα· κι αν τα γνώριζα
αυτά που οι θεϊκές μαντείες προβλέπουν,
θα ᾽μουν κι από καιρό τώρα κοντά του.
Μα η καλή τύχη, που τον συνοδεύει
πάντα, δεν άφηνε ν᾽ ανησυχούμε
κι ούτε υπερβολικούς να ᾽χομε φόβους
για τον πατέρα· τώρα όμως που ξέρω,
90 δε θ᾽ αμελήσω τίποτα ως να μάθω
την πάσ᾽ αλήθεια για όλ᾽ αυτά που μου ᾽πες.
ΔΗΙ. Πήγαινε, γιε μου, γιατί κι αν κανένας
καθυστερήσει, τα καλά μαντάτα,
μια και τα μάθει, κέρδος του είναι πάντα.

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (2.394-2.454)

Ὣς ἔφατ᾽, Ἀργεῖοι δὲ μέγ᾽ ἴαχον, ὡς ὅτε κῦμα
395 ἀκτῇ ἐφ᾽ ὑψηλῇ, ὅτε κινήσῃ Νότος ἐλθών,
προβλῆτι σκοπέλῳ· τὸν δ᾽ οὔ ποτε κύματα λείπει
παντοίων ἀνέμων, ὅτ᾽ ἂν ἔνθ᾽ ἢ ἔνθα γένωνται.
ἀνστάντες δ᾽ ὀρέοντο κεδασθέντες κατὰ νῆας,
κάπνισσάν τε κατὰ κλισίας, καὶ δεῖπνον ἕλοντο.
400 ἄλλος δ᾽ ἄλλῳ ἔρεζε θεῶν αἰειγενετάων,
εὐχόμενος θάνατόν τε φυγεῖν καὶ μῶλον Ἄρηος.
αὐτὰρ ὁ βοῦν ἱέρευσεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
πίονα πενταέτηρον ὑπερμενέϊ Κρονίωνι,
κίκλησκεν δὲ γέροντας ἀριστῆας Παναχαιῶν,
405 Νέστορα μὲν πρώτιστα καὶ Ἰδομενῆα ἄνακτα,
αὐτὰρ ἔπειτ᾽ Αἴαντε δύω καὶ Τυδέος υἱόν,
ἕκτον δ᾽ αὖτ᾽ Ὀδυσῆα, Διὶ μῆτιν ἀτάλαντον.
αὐτόματος δέ οἱ ἦλθε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος·
ᾔδεε γὰρ κατὰ θυμὸν ἀδελφεὸν ὡς ἐπονεῖτο.
410 βοῦν δὲ περιστήσαντο καὶ οὐλοχύτας ἀνέλοντο·
τοῖσιν δ᾽ εὐχόμενος μετέφη κρείων Ἀγαμέμνων·
Ζεῦ κύδιστε μέγιστε, κελαινεφές, αἰθέρι ναίων,
μὴ πρὶν ἐπ᾽ ἠέλιον δῦναι καὶ ἐπὶ κνέφας ἐλθεῖν,
πρίν με κατὰ πρηνὲς βαλέειν Πριάμοιο μέλαθρον
415 αἰθαλόεν, πρῆσαι δὲ πυρὸς δηΐοιο θύρετρα,
Ἑκτόρεον δὲ χιτῶνα περὶ στήθεσσι δαΐξαι
χαλκῷ ῥωγαλέον· πολέες δ᾽ ἀμφ᾽ αὐτὸν ἑταῖροι
πρηνέες ἐν κονίῃσιν ὀδὰξ λαζοίατο γαῖαν.»
Ὣς ἔφατ᾽, οὐδ᾽ ἄρα πώ οἱ ἐπεκραίαινε Κρονίων,
420 ἀλλ᾽ ὅ γε δέκτο μὲν ἱρά, πόνον δ᾽ ἀμέγαρτον ὄφελλεν.
αὐτὰρ ἐπεί ῥ᾽ εὔξαντο καὶ οὐλοχύτας προβάλοντο,
αὐέρυσαν μὲν πρῶτα καὶ ἔσφαξαν καὶ ἔδειραν,
μηρούς τ᾽ ἐξέταμον κατά τε κνίσῃ ἐκάλυψαν
δίπτυχα ποιήσαντες, ἐπ᾽ αὐτῶν δ᾽ ὠμοθέτησαν.
425 καὶ τὰ μὲν ἂρ σχίζῃσιν ἀφύλλοισιν κατέκαιον,
σπλάγχνα δ᾽ ἄρ᾽ ἀμπείραντες ὑπείρεχον Ἡφαίστοιο.
αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρ᾽ ἐκάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο,
μίστυλλόν τ᾽ ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ᾽ ὀβελοῖσιν ἔπειραν,
ὤπτησάν τε περιφραδέως, ἐρύσαντό τε πάντα.
430 αὐτὰρ ἐπεὶ παύσαντο πόνου τετύκοντό τε δαῖτα,
δαίνυντ᾽, οὐδέ τι θυμὸς ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης.
αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο,
τοῖς ἄρα μύθων ἦρχε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ·
«Ἀτρεΐδη κύδιστε, ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον,
435 μηκέτι νῦν δήθ᾽ αὖθι λεγώμεθα, μηδ᾽ ἔτι δηρὸν
ἀμβαλλώμεθα ἔργον, ὃ δὴ θεὸς ἐγγυαλίζει.
ἀλλ᾽ ἄγε, κήρυκες μὲν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων
λαὸν κηρύσσοντες ἀγειρόντων κατὰ νῆας,
ἡμεῖς δ᾽ ἀθρόοι ὧδε κατὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν
440 ἴομεν, ὄφρα κε θᾶσσον ἐγείρομεν ὀξὺν Ἄρηα.»
Ὣς ἔφατ᾽, οὐδ᾽ ἀπίθησεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων.
αὐτίκα κηρύκεσσι λιγυφθόγγοισι κέλευσε
κηρύσσειν πόλεμόνδε κάρη κομόωντας Ἀχαιούς·
οἱ μὲν ἐκήρυσσον, τοὶ δ᾽ ἠγείροντο μάλ᾽ ὦκα.
445 οἱ δ᾽ ἀμφ᾽ Ἀτρεΐωνα διοτρεφέες βασιλῆες
θῦνον κρίνοντες, μετὰ δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
αἰγίδ᾽ ἔχουσ᾽ ἐρίτιμον ἀγήρων ἀθανάτην τε,
τῆς ἑκατὸν θύσανοι παγχρύσεοι ἠερέθονται,
πάντες ἐϋπλεκέες, ἑκατόμβοιος δὲ ἕκαστος·
450 σὺν τῇ παιφάσσουσα διέσσυτο λαὸν Ἀχαιῶν
ὀτρύνουσ᾽ ἰέναι· ἐν δὲ σθένος ὦρσεν ἑκάστῳ
καρδίῃ ἄλληκτον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι.
τοῖσι δ᾽ ἄφαρ πόλεμος γλυκίων γένετ᾽ ἠὲ νέεσθαι
ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν.

***
Είπε και όλοι εβόησαν, καθώς βοά το κύμα
395 από του Νότου την ορμήν επάνω σ᾽ ακρωτήρι,
που βγαίνει εμπρός στην θάλασσαν και πάντοτε το δέρνουν
τα κύματ᾽ όπως έρχονται απ᾽ όλους τους ανέμους.
Τα πλήθη τότ᾽ εσκόρπισαν τριγύρω στα καράβια,
φωτιά στες σκηνές άναψαν κι εκάθισαν να φάγουν·
400 κι εις έναν από τους θεούς θυσίαζε ο καθένας
κι εύχονταν νά ᾽βγει ζωντανός απ᾽ τον φρικτόν αγώνα·
αλλά βόδι πεντάχρονον ο μέγας Αγαμέμνων
παχύτατο εθυσίασε του φοβερού Κρονίδη,
και των Παναχαιών εκεί τους γέροντας καλούσε
405 και πρώτιστα τον Νέστορα και τον Ιδομενέα,
τους δυο κατόπιν Αίαντες, και τον Τυδείδην, κι έκτον
τον Οδυσσέα, πόμοιαζε στην γνώση με τον Δία,
και μόνος αυτοκάλεστος του ήλθεν ο γενναίος
Μενέλαος που εγνώριζε πόσες φροντίδες είχε·
410 και αφού στο βόδι ολόγυρα επήραν τα κριθάρια,
άρχισ᾽ ο Ατρείδης την ευχήν: «Υπέρτατε Κρονίδη,
ένδοξε, μαυρονέφελε, εγκάτοικε του αιθέρος,
δώσε πριν πέσει ο ήλιος και το σκοτάδι φθάσει
χάμω στην γην το μέγαρον να ρίξω του Πριάμου
415 ασβολωτό και στη φωτιά τες πύλες του να λιώσω,
και τον Εκτόρειον θώρακα με το σπαθί να σχίσω
στα αιματωμένα στήθη του, κι επίστομα στην σκόνη
γύρω του σύντροφοι πολλοί το χώμα να δαγκάσουν».
Είπε, αλλ᾽ ο Δίας την ευχήν δεν έστεργε, κι εδέχθη
420 την προσφοράν και δυνατόν του ετοίμαζεν αγώνα·
και αφού τες ευχές έκαμαν κι ερίξαν τα κριθάρια,
τον τράχηλον του εσήκωσαν, το σφάξαν και το γδάραν,
και αφού χωρίσαν τα μεριά με διπλωτό κνισάρι
τα σκέπασαν κι επάνω των ωμά κομμάτια θέσαν·
425 και αυτά με σχίζες άφυλλες εκαίαν, και τα σπλάχνα
εσούβλισαν και στην φωτιάν επάνω τα κρατούσαν·
και αφού καήκαν τα μεριά κ εγεύθηκαν τα σπλάχνα
ελιάνισαν τα επίλοιπα, τα επέρασαν στες σούβλες,
και αφού με τέχνην τα ᾽ψησαν απ᾽ την φωτιά τα πήραν.
430Κι άμ᾽ απ᾽ τον κόπον έπαυσαν, κι ετοίμασαν το γεύμα,
έτρωγαν κι όλ᾽ ισόμοιρα χαρήκαν το τραπέζι,
και άμα εφάγαν κι έπϊαν όσ᾽ ήθελε η ψυχή τους,
ο Νέστωρ είπε προς αυτούς: «Ατρείδη βασιλέα,
με ομιλίες τον καιρό μη τρίβομ᾽ εδώ πέρα,
435 και ανάγκη είναι ν᾽ αρχίσομε χωρίς αργοπορίαν
το έργον τούτο, που ο θεός μας έδωκε στο χέρι·
και οι κήρυκες των Αχαιών τα χαλκοφόρα πλήθη
ας κράξουν να συναθροισθούν απ᾽ όλα τα καράβια,
κι εμείς ας πάμε όλοι μαζί στο στράτευμα τριγύρω
440 στα στήθη των ν᾽ ανάψομεν την λύσσαν του πολέμου».
Αυτά είπεν ο γέροντας, και ο μέγας Αγαμέμνων
τους ψηλοφώνους κήρυκες παράγγειλε να κράξουν
στον πόλεμον των Αχαιών τ᾽ αντρειωμένα πλήθη
και γρήγορα στο κήρυγμα συναθροιζόνταν όλοι.
445 Τους διαχωρίζαν με σπουδήν οι βασιλείς οι θείοι
με τον Ατρείδη κι η Αθηνά στην μέσ᾽ η γλαυκομάτα
με ατίμητην, αγέραστην, αθάνατην αιγίδα·
που εκατόν κρόσες γύρω της ολόχρυσες κρεμόνταν,
καλοπλεγμένες κι εκατόν αξίζει βόδια η μία·
450 με αυτήν περνούσε ως αστραπή των Αχαιών τα πλήθη
και τ᾽ άναφτε κι εγέμιζε τα στήθη τους ανδρείαν
να μάχονται να πολεμούν και παύσιν να μη θέλουν.
Και αγάπησαν τον πόλεμον καλύτερα ή να γύρουν
με τα βαθιά καράβια τους, στην ποθητήν πατρίδα.

Αν έχει φτιάξει ένας Θεός αυτόν τον κόσμο, δεν θα ήθελα να είμαι αυτός ο Θεός

Νοιώθουμε τον πόνο, αλλά όχι και την έλλειψη του πόνου· -νοιώθουμε την έγνοια, αλλά όχι και την έλλειψή της· το φόβο, Αλλά όχι και τη σιγουριά. Νοιώθουμε τον πόνο και την επιθυμία, όπως νοιώθουμε και την πείνα και τη δίψα. Μόλις όμως εισακουστούν, τελειώνουν όλα, σαν την μπουκιά, που μόλις την καταπιούμε, παύει να υπάρχει για την αίσθησή μας.

Αυτά τα τρία μεγαλύτερα αγαθά της ζωής, υγεία, νιάτα και Ελευθερία, όσο καιρό τα κατέχουμε, δεν τα κατέχουμε ευσυνείδητα, και τα εκτιμούμε μόνο όταν τα χάσουμε, γιατί είναι και αρνητικά αγαθά. Τις ευτυχισμένες μέρες της περασμένης μας ζωής τις παρατηρούμε μόνο όταν αντικατασταθούν με μέρες οδύνης...—Όσο μεγαλώνουν οι απολαύσεις μας, τόσο πιο Αναίσθητοι γινόμαστε : η συνήθεια δεν είναι πια ευχαρίστηση. Απ’ αυτό και μόνο αυξάνεται η ικανότητά μας να υποφέρουμε· κάθε συνήθεια που καταργείται, προξενεί οδυνηρό συναίσθημα. Οι ώρες κυλούν τόσο πιο γρήγορα όσο πιο ευχάριστες είναι, και τόσο πιο αργά, όσο είναι πιο θλιβερές, γιατί το θετικό δεν είναι η απόλαυση, Αλλά η οδύνη, γιατί αυτής γίνεται αισθητή η παρουσία. Η ανία μας δίνει την έννοια του χρόνου, και η διασκέδαση μας την αφαιρεί. Κι’ αυτό αποδείχνει πως η ύπαρξή μας είναι τόσο πιο ευτυχισμένη, όσο λιγότερο την αισθανόμαστε: γι’ αυτό, καλλίτερα θα ήταν να απαλλασσόμαστε απ’ αυτήν.

Δεν θα μπορούσαμε απόλυτα να φανταστούμε μια μεγάλη έντονη χαρά, αν δεν την διαδεχόταν μια μεγάλη δυστυχία: γιατί τίποτα δεν μπορεί να φτάσει σε μια κατάσταση γαλήνης και μόνιμης χαράς· το πολύ να καταφέρουμε να διασκεδάσουμε, και να ικανοποιηθούμε την ματαιοδοξία μας.

Έτσι, όλοι οι ποιητές αναγκάζονται να ρίχνουν τούς ήρωες τους σε καταστάσεις γεμάτες αγωνίες και βάσανα, για να μπορέσουν να τους απαλλάξουν πάλι απ’ αυτά και το δράμα και η επική ποίηση δεν μας δείχνουν άλλο από ανθρώπους που αγωνίζονται, πού υποφέρουν χιλιάδες βάσανα, και κάθε μυθιστόρημα μας δίνει για θέαμα τους σπασμούς και τους κλονισμούς της δύστυχης ανθρώπινης καρδιάς. Ο Βολταίρος, ο τυχερός Βολταίρος, αν και τόσο ευνοήθηκε από την φύση, σκέφτεται το ίδιο πράγμα μ’ εμένα, όταν λέει:

«Η ευτυχία δεν είναι παρά ένα όνειρο, ενώ Η οδύνη είναι πραγματική»

και προσθέτει: 

«Αυτό το νοιώθω τώρα και ογδόντα χρόνια. Δεν ξέρω τίποτ’ άλλο παρά να καρτερώ, και να λέω μέσα μου πώς οι μύγες γεννιούνται για να τις τρώνε οι αράχνες, και οι άνθρωποι για να τούς τρώνε οι θλίψεις».

Αυτός ο κόσμος, τόπος σφαγής όπου αγωνιώδη και βασανισμένα όντα ζουν μόνο καταβροχθίζοντας το ένα το άλλο, όπου κάθε θήραμα γίνεται ζωντανός τάφος χιλιάδων άλλων, και συντηρεί τη ζωή του μόνο σαν την πληρώσει με μια μακριά σειρά από μαρτύρια, όπου η ικανότητά του να υποφέρει μεγαλώνει ανάλογα με την νόηση, και κατά συνέπεια στον άνθρωπο φθάνει στην ανώτατη της βαθμίδα· αυτόν τον κόσμο, οι αισιόδοξοι θέλησαν να τον προσαρμόσουν με το σύστημά τους, και να μας τον αποδείξουν a priori σαν τον καλύτερο δυνατό κόσμο.

Είναι κραυγαλέος ο παραλογισμός. Μου λένε ν’ ανοίξω τα μάτια μου και να στρέψω τα βλέμματά μου στην ομορφιά του κόσμου που τον φωτίζει ο ήλιος, να θαυμάσω τα βουνά του, τις κοιλάδες του, τα ποτάμια του, τα φυτά του, τα ζώα του, και ξέρω ’γώ τί άλλο: Δεν είναι λοιπόν ο κόσμος άλλο παρά ένας μαγικός φανός; Βέβαια είναι λαμπρό το θέαμα, άλλο είναι όμως να παίζεις και συ το ρόλο σου σ’ αυτόν.

Ύστερα από τον αισιόδοξο, έρχεται ο άνθρωπος των τελικών αιτίων αυτός μου επαινεί τη σοφή διάταξη που απαγορεύει στους πλανήτες να συγκρούονται με τη μύτη στο τρέξιμό τους, που εμποδίζει τη γης με τη θάλασσα να μπερδευτούν σε ένα τεράστιο αμάλγαμα, και τη κρατάει όπως πρέπει χωρισμένες, που κάνει ώστε να μην μένουν όλα ακίνητα μέσα σ’ έναν αιώνιο πάγο, ή να τα τρώει η φωτιά, που, χάρη στην κλίση της εκλειπτικής, δεν επιτρέπει στην άνοιξη να είναι αιώνια κι’ αφήνει φρούτα να ωριμάζουν, κτλ... αλλά αυτά είναι απλές conditiones sine quibus non.

Γιατί αν πρέπει να υπάρχει ένας κόσμος, αν πρέπει να διαρκέσουν αυτοί οι πλανήτες, έστω και για ίσο χρόνο με όσον κάνει η ακτίνα ενός απλανούς αστέρα για να φτάσει ως αυτούς, κι’ αν δεν εξαφανίζονται σαν τον γιο του Λέσσιγκ αμέσως μόλις γεννιούνται, θα έπρεπε να μην είχαν στηθεί τόσο αδέξια τα πράγματα ώστε να κινδυνεύει τώρα να καταρρεύσει το βασικό οικοδόμημα.

Ας έρθουμε τώρα στα αποτελέσματα αυτού του τόσο εξυμνημένου έργου, ας κοιτάξουμε τους ηθοποιούς που κινούνται πάνω σ’ αυτήν την τόσο γερά κατασκευασμένη μηχανή ν βλέπουμε τον πόνο να εμφανίζεται ταυτόχρονα με την ευαισθησία, και να μεγαλώνει όσο αυτή γίνεται νοήμων βλέπουμε να συμβαδίζουν ο πόθος και η οδύνη, να αναπτύσσονται απεριόριστα, ώσπου τελικά η ανθρώπινη ζωή να μην προσφέρει τίποτ’ άλλο παρά θέματα για τραγωδίες ή για κωμωδίες. Γι’ αυτό, αν είμαστε ειλικρινείς, πολύ λίγη διάθεση θα έχουμε για να ψάλλουμε το αλληλούια των αισιόδοξων.

Αν έχει φτιάξει ένας Θεός αυτόν τον κόσμο, δεν θα ήθελα να είμαι αυτός ο Θεός, η δυστυχία του κόσμου θα μου σπάραζε την καρδιά.

Αν φανταζόμαστε έναν δημιουργό δαίμονα, θα είχαμε ωστόσο το δικαίωμα να του φωνάζουμε, δείχνοντάς του την δημιουργία του: «Πώς τόλμησες να διακόψεις την Ιερή ακινησία του χάους, για να ξεπετάξεις από μέσα του μια τέτοια μάζα δυστυχίας και αγωνίας;

Nietzsche: Η εύρεση ενός δρόμου προς την απόλυτη Ελευθερία

Ο Νίτσε έλεγε ότι για να γίνεις αυτό που είσαι, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μάθεις ποιος είσαι.

Το "γνώθι σαυτόν", όμως, ν' ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το να ξεχνά κανείς τον εαυτό του, να τον παρανοεί, να τον μειώνει, να περιορίζει τους ορίζοντες του και να τον καθιστά μέτριο θα ήταν η συνταγή για την καταστροφή του. Ενώ παράλληλα τονίζει ότι αγαπάει ό,τι μας κάνει μεγαλύτερους από αυτό που είμαστε.

Η φιλοσοφία του δεν είναι οδηγός που επιβάλλει τη σκέψη του, αλλά που ενθαρρύνει την ανεξάρτητη σκέψη.

Η επιρροή του έφερε χαλάρωση των παγιωμένων ιδεών και την ιδέα της απόλυτης ελευθερίας.

Θα 'ρθει μια εποχή που οι άνθρωποι θα πάψουν να φοβούνται τη γνώση, που δε θα μεταμφιέζουν την αδυναμία σε «ηθικό νόμο», που θα βρουν το θάρρος να σπάσουν τα δεσμά του «πρέπει».

Η υπέρβαση όλων των αξιών είναι η φόρμουλά μου, για την υπέρτατη επανεξέταση εκ μέρους της ανθρωπότητας.

Κάθε αληθινή πίστη είναι αλάνθαστη. Εκτελεί όσα ο πιστός ελπίζει να βρει σε αυτή, αλλά δεν προσφέρει τη βάση για την εδραίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας.

Αν θες να επιτύχεις ηρεμία και ευτυχία, έχε πίστη.

Αν θες να γίνεις οπαδός της αλήθειας... ψάξε!

Δεν είναι η αλήθεια ιερή, ιερή είναι η αναζήτηση της αλήθειας του καθενός μας! Μπορεί να υπάρχει πιο ιερή πράξη από την αυτοαναζήτηση;

Αυτός που αναζητάει την αλήθεια πρέπει να υποστεί μια προσωπική ψυχολογική ανάλυση - την ονομάζει «ηθική ανατομία»... Και για να το κάνει αυτό, πρέπει πρώτα ν΄ απομακρυνθεί από την εποχή του και τη χώρα του και τότε να εξετάσει τον εαυτό του από μακριά!

Ο ίδιος ο εαυτός σου είναι θέληση για δύναμη. Η αποστολή σου είναι να γνωρίσεις τον εαυτό σου. Ένα είδος αυτογνωσίας που δεν είναι απλά πνευματική ή αφηρημένη. Η γνώση έχει τις ρίζες της στο σώμα.

Η αυτογνωσία είναι η απόκτηση όσο το δυνατόν περισσότερης γνώσης σχετικά με το ανθρώπινο σώμα, το σώμα σου, ανατομία-ψυχολογία.

Η ανθρωπότητα είναι κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί και προτείνει το ιδανικό της υπέρβασης του εαυτού. Ένα ιδανικό που αποκαλεί «ο Υπεράνθρωπος». Όχι καταφεύγοντας σε ένα μεταφυσικό βασίλειο έξω από το ανθρώπινο, αλλά εντός των ανθρώπινων δυνατοτήτων.

Ο άνθρωπος βρίσκεται μεταξύ ζώου και υπεράνθρωπου. Η πρόκληση είναι να γίνεις υπεράνθρωπος, όχι να παραμείνεις άνθρωπος ή να εκπέσεις σε ζώο.

Καθήκον μας είναι να τελειοποιήσουμε τη φύση, να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, την κουλτούρα μας, την οικογένεια, τον σαρκικό πόθο μας, την ωμή κτηνώδη μας φύση, να γίνουμε αυτοί που είμαστε, να γίνουμε ό,τι είμαστε.

Οι μεγάλοι διανοητές πάντα επιλέγουν τη συντροφιά του εαυτού τους και σκέφτονται τις δικές τους σκέψεις, ανενόχλητοι από τον όχλο.

Αντιπαθώ τους άλλους που μου κλέβουν την μοναχικότητά μου χωρίς να μου προσφέρουν αληθινή συντροφιά.

Ξέρω τη μοίρα μου. Κάποια μέρα το όνομά μου θα συνδεθεί με κάτι φοβερό. Μια άνευ προηγουμένου κρίση στη γη. Την πιο βαθιά αλλαγή συνειδήσεων, ενάντια σε όσα πίστευαν μέχρι πρότινος. Ενώ εσείς βλέπετε ιδανικά, εγώ βλέπω τι είναι ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο.

Η μεγαλύτερη αρετή του σπουδαίου στοχαστή είναι η μεγαλοψυχία με την οποία, σαν γνώστης, χωρίς φόβο, συχνά με κάποια αμηχανία, συχνά εν μέσω χλευασμών, προσφέρει τον εαυτό του και τη ζωή του ως υπέρτατη θυσία.

Nietzsche, Θέληση για Δύναμη

Γιατί η αρχή είναι το δυσκολότερο κομμάτι κάθε ταξιδιού

Βρίσκοντας το κουράγιο για να ξεκινήσετε αποτελεί πάντα το δυσκολότερο έργο, όταν προσπαθείτε να βγείτε από τη ζώνη ασφάλειάς σας. Η εκκίνηση είναι πολύ πιο δύσκολη από τη βελτίωση. Το άγχος και μόνο μας παραλύει. Η σκέψη ότι μπορεί να ξεκινήσατε πολύ αργά και ότι μπορεί ποτέ να μην καταφέρετε να προλάβετε όσα θέλετε, μπορεί να βάλει φρένο στα κίνητρα και στον ενθουσιασμό σας.

Θα ψάξετε να βρείτε τα πράγματα εκείνα που χρειάζεται να μάθετε πρώτα πριν ξεκινήσετε• το θέμα είναι ότι θα υπάρξουν τόσα πολλά που θα βρείτε σκάβοντας. Πάντα θα υπάρχει κάτι νέο να μάθετε και πριν το καταλάβετε, θα έχετε ενθουσιαστεί με κάτι που δεν γνωρίζετε καν πώς να το κάνετε. Οι αρχάριοι πάντα υποτιμούν τον εαυτό τους. Μόλις, όμως, αποφασίσετε να αντιμετωπίσετε ένα πρόβλημα, θα συνειδητοποιήσετε πόσο ικανοί είστε τελικά: πολύ περισσότερο απ’ όσο είχατε ποτέ φανταστεί.

Ο φόβος έχει ένα πολύ περίεργο timing. Από τη στιγμή που συλλαμβάνετε το πλάνο σας, μέχρι τη στιγμή που αρχίζετε να το πραγματοποιείτε, ο φόβος θα είναι παρών. Θα σταματήσει να υπάρχει τη στιγμή που θα κάνετε το πρώτο βήμα και ύστερα θα συνειδητοποιήσετε πόσο άχρηστο συναίσθημα είναι τελικά.

Θα μάθετε πολλά περισσότερα, πράττοντας, παρά εξετάζοντας πώς μπορεί να γίνει. Θα μάθετε περισσότερα και θα βελτιώνεστε περισσότερο ζωγραφίζοντας όντως, ανακαλύπτοντας στην πορεία τα ελαττώματά σας και χρησιμοποιώντας την εμπειρία για να προοδεύετε, παρά διαβάζοντας ένα βιβλίο οδηγιών για τη ζωγραφική.

Βέβαια, ο φόβος αποδεικνύεται χρήσιμος όσον αφορά στην αποφυγή θηρευτών, επικίνδυνων περιοχών και δηλητηριωδών τροφών. Είναι αυτός που μας κάνει να επιβιώνουμε. Είναι απαραίτητος σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά όταν κάνετε κάτι που αγαπάτε, χρειάζεται να κλείσετε τα αυτιά στα ζωικά σας ένστικτα και να υπενθυμίσετε στον εαυτό σας ότι είναι απλά ένα στυλό και ένα κομμάτι χαρτί, όχι ένα ύποπτο φυτό που μπορεί να σας σκοτώσει, δηλητηριάζοντάς σας.

Κάνε θρησκεία σου την ευτυχία σου

Το μόνο καθήκον που έχεις σαν άνθρωπος, είναι να είσαι ευτυχισμένος. Κάνε θρησκεία σου το να είσαι ευτυχισμένος. Αν δεν είσαι ευτυχισμένος, τότε σε οτιδήποτε κάνεις κάτι δεν πηγαίνει καλά και χρειάζεται κάποια δραστική αλλαγή.

Άσε την ευτυχία να αποφασίσει. Και η ευτυχία είναι το μόνο κριτήριο που έχει ο άνθρωπος. Επομένως, να κοιτάς πάντοτε τι συμβαίνει, όταν κάνεις κάτι: αν σε ηρεμεί και σε ξεκουράζει όταν είσαι σπίτι, αν σε χαλαρώνει, τότε είναι εντάξει. Αυτό είναι το κριτήριο. Τίποτε άλλο δεν είναι το κριτήριο. Αυτό που είναι σωστό για σένα, μπορεί να μην είναι σωστό για κάποιον άλλον. Να το θυμάσαι κι αυτό. Γιατί αυτό που μπορεί να είναι εύκολο για σένα, μπορεί να μην είναι εύκολο για κάποιον άλλον, κάτι άλλο μπορεί να είναι εύκολο για εκείνον. Επομένως, δεν μπορεί να υπάρξει ένας γενικός νόμος γι’ αυτό. Κάθε άτομο πρέπει να το επεξεργαστεί και να αποφασίσει για τον εαυτό του. Εσένα τι σου είναι εύκολο;

Αν όλη η ανθρωπότητα μάθει να χαλαρώνει αντί να παλεύει, αν μάθει να αφήνεται αντί να κάνει επίπονη προσπάθεια, θα υπάρξει μεγάλη αλλαγή στην ποιότητα της συνείδησης. Χαλαροί άνθρωποι, που απλώς κινούνται αθόρυβα με τη ροή του ποταμού, χωρίς δικούς τους στόχους, χωρίς “εγώ”…

Δεν υπάρχει τίποτε μεγάλο, τίποτε σπουδαίο. Η ζωή συνίσταται σε πολύ μικρά πράγματα. Αν λοιπόν στρέφεις το ενδιαφέρον σου στα δήθεν μεγάλα πράγματα θα χάνεις τη ζωή. Τα πουλιά τραγουδούν κάθε μέρα και δεν το έχεις σκεφθεί ποτέ, αλλά κάποια μέρα πρέπει να ανταποδώσεις το κάλεσμα. Απλώς μικρά πράγματα, πολύ μικρά πράγματα… Να σέβεσαι τη ζωή σου. Χάρη σ’ αυτόν τον σεβασμό θα αρχίσεις να σέβεσαι τη ζωή του άλλου.

Η ζωή πραγματικά είναι ένας χορός, αν είσαι αυθεντικός. Και είναι ο προορισμός σου να είσαι αυθεντικός. Κανένας άνθρωπος δεν είναι όμοιος με κάποιον άλλον, οπότε ο δικός μου τρόπος ζωής δεν μπορεί να γίνει ο δικός σου τρόπος ζωής. Η καρδιά μιλά με μια πολύ γαλήνια, χαμηλή φωνή. Δεν φωνάζει….

Ξέχνα ό, τι σου έχουν πει, “αυτό είναι σωστό και αυτό είναι λάθος”. Η ζωή δεν είναι τόσο προκαθορισμένη. Κάτι που είναι σωστό σήμερα, μπορεί να είναι λάθος αύριο, κάτι που είναι λάθος αυτή τη στιγμή μπορεί να είναι σωστό την επόμενη. Δεν μπορείς να αρχειοθετήσεις τη ζωή, δεν μπορείς να της βάζεις ετικέτες του τύπου “αυτό είναι σωστό και αυτό είναι λάθος”. Η ζωή δεν είναι φαρμακείο, όπου κάθε μπουκαλάκι έχει την ετικέτα του και ξέρεις τι είναι τι. Η ζωή είναι ένα μυστήριο. Τη μια στιγμή κάτι ταιριάζει και, επομένως, είναι σωστό. Κάποια άλλη στιγμή, έχει κατέβει τόσο νερό στον ποταμό που πλέον δεν ταιριάζει και είναι λάθος.

Ποιός είναι ο ορισμός για το σωστό; Αυτό που είναι εναρμονισμένο με την ύπαρξη είναι σωστό και εκείνο που είναι σε δυσαρμονία με την ύπαρξη είναι λάθος. Θα πρέπει να είσαι σε εγρήγορση κάθε στιγμή, γιατί θα πρέπει να αποφασίζεται κάθε στιγμή εκ νέου. Δεν μπορείς να βασίζεσαι σε έτοιμες απαντήσεις για το τι είναι σωστό και τι λάθος.

Η ζωή κινείται τόσο γρήγορα. Έχει μια δυναμική, δεν είναι στατική. Δεν είναι νερό που λιμνάζει, είναι ένας ποταμός, συνεχώς κυλά. Δεν είναι ποτέ ίδια σε δύο διαδοχικές στιγμές. Συνεπώς, ένα πράγμα μπορεί να είναι σωστό αυτήν τη στιγμή και μπορεί να μην είναι σωστό την επόμενη.

Τότε τι μπορούμε να κάνουμε; Το μόνο που μπορούμε είναι να κάνουμε τους ανθρώπους τόσο συνειδητοποιημένους, που αυτοί οι ίδιοι να μπορούν να αποφασίζουν πως θα ανταποκριθούν στη ζωή που αλλάζει.

Η ζωή είναι δυναμική. Δεν μπορείς να προετοιμάζεσαι γι’ αυτήν, δεν μπορείς να είσαι έτοιμος για αυτήν. Αυτή είναι η ομορφιά της, αυτό είναι το θαύμα της, πως πάντα σε αιφνιδιάζει, πάντα σε εκπλήσσει. Αν έχεις μάτια, θα δεις ότι κάθε στιγμή είναι μια έκπληξη και καμία έτοιμη απάντηση δεν έχει ποτέ εφαρμογή.

Πάρε όλα τα ρίσκα που πρέπει για να είσαι μια μοναδική προσωπικότητα και δέξου τις προκλήσεις, ώστε να μπορέσουν να σε ακονίσουν, να μπορέσουν να σου δώσουν μεγαλοπρέπεια και ευφυϊα.

Η αλήθεια δεν είναι μια πεποίθηση, είναι η απόλυτη ευφυΐα. Είναι μια αναζωπύρωση των κρυμμένων πηγών της ζωής σου, είναι μια διαφωτιστική βίωση της συνειδητότητάς σου. Αλλά θα πρέπει να δώσεις τον σωστό χώρο για να συμβεί. Και ο σωστός χώρος είναι το να δεχτείς τον εαυτό σου όπως είναι. Μην αρνείσαι τίποτε, μην διχάζεσαι, μην νιώθεις ένοχος.

Αίτιο και αποτέλεσμα συνδέονται, δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους απόσταση. Αν το καταλάβεις, μπορεί να συμβεί αυτήν ακριβώς τη στιγμή. Γιατί αυτήν ακριβώς τη στιγμή μπορείς να δεις ότι δεν υπάρχει δυστυχία, οδύνη.

Είσαι σιωπηλός, μπροστά στην πόρτα του τίποτα. Ένα βήμα πιο μέσα και θα έχεις βρει τον μεγαλύτερο θησαυρό που σε περίμενε εδώ και χιλιάδες ζωές.

Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια των άλλων

Πόσο συχνά λειτουργούμε με ενσυναίσθηση και αφήνουμε τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής μας να μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα τα συναισθήματα, τις στάσεις και τις απόψεις τους χωρίς να νιώθουν ότι βάλλονται, ότι κατευθύνονται ή ελέγχονται;

Η ενσυναίσθηση δεν είναι μόνο μία πολύ όμορφη δεξιότητα επικοινωνίας, μοιράσματος και επαφής άλλα θα μπορούσε να αποτελεί και μία βαθιά στάση ζωής που έχει να κάνει με το πώς επιλέγω να στέκομαι, να σκέφτομαι, να δρω, να επικοινωνώ και να υπάρχω. Μία δεξιότητα που καλλιεργεί την βαθιά εμπιστοσύνη και αποδοχή μέσα μας, κάτι που βελτιώνει την ποιότητα της επαφής με τους γύρω μας.

Τι σημαίνει αυτή η έννοια;

Ο όρος της ενσυναίσθησης εισήχθη αρχικά από τον εκφραστή της προσωποκεντρικής προσέγγισης τον Carl Roger το 1951 και εφαρμόστηκε κυρίως στο εκπαιδευτικό και ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο με πολύ θετικά αποτελέσματα στην ενίσχυση των δυνατοτήτων του ατόμου προς την αυτοπραγμάτωσή του και την θεραπευτική αλλαγή. Το ερώτημα είναι αν μπορεί η ενσυναίσθηση να εφαρμοστεί και στην καθημερινή ζωή με τα ίδια επιτυχή αποτελέσματα.

Η ενσυναίσθηση στην καθημερινή ζωή μεταφράζεται σαν την τέχνη του να μπορείς για λίγο να αφήνεις τον δικό σου κόσμο και να εισέρχεσαι στα θέλω, τις ανάγκες και τα συναισθήματα των άλλων, βλέποντας μέσα από τα δικά τους μάτια. Να κάνεις δηλαδή αληθινό χώρο στον άλλο να ακουστεί, να εκφραστεί και να υπάρχει με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί και αποφασίζει.

Η ενσυναίσθηση αποτελεί ένα δρόμο βαθειάς ενεργητικής ακρόασης, συνδιαλλαγής και αλληλεπίδρασης με τον έξω κόσμο. Εμπεριέχει την βαθιά άνευ όρων αποδοχή της διαφορετικότητας του άλλου, την μη κριτική στάση που απορρέει από την αναγνώριση της αξίας του άλλου ως πρόσωπο και της δυνατότητάς του να δρα, να σκέφτεται και να αποφασίζει με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί. Μπορεί να φαίνεται απλό αλλά δεν είναι και αρκεί μία δοκιμή για να σε πείσει πως αυτή η διαδικασία απαιτεί πολλές φορές μια βαθιά αναμέτρηση με τον ίδιο τον εαυτό.

Εσύ έχεις ενσυναίσθηση;

Αναλογίσου πόσο συχνά στην καθημερινότητα θέλεις να επιβάλλεις τα θέλω σου και να ορίσεις στους άλλους πώς θα πρέπει να δρουν, να σκέφτονται, να ενεργούν και να αισθάνονται. Κάποιες φορές όταν οι άλλοι μιλούν μπορεί να σου συμβαίνει να δείχνεις ότι ακούς αλλά στην πραγματικότητα απλά να σκέφτεσαι τι θα απαντήσεις, όχι με την διάθεση πραγματικά να τους κατανοήσεις και να τους αφουγκραστείς αλλά με την διάθεση να τους διορθώσεις, να τους ελέγξεις, να τους δείξεις πως κάνουν λάθος ή να τους επιλύσεις εσύ το πρόβλημα.

Κάποιες μάλιστα φορές εξαιτίας αυτού μπορεί να σου συμβαίνει να τους διακόπτεις βίαια γιατί δεν αντέχεις να ακούς κάτι που δεν συνάδει με τις δικές σου θέσεις, να γίνεσαι επικριτικός μαζί τους, να υψώνεις τον τόνο της φωνής σου, να νιώθεις αρνητικά συναισθήματα που μπορεί στην χειρότερη μορφή τους να καταλήξουν σε ακραίες συναισθηματικές εκδηλώσεις και ενέργειες.

Αν θυμηθείς τις σημαντικές σχέσεις στην ζωή σου, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην εργασία θα δεις πως κάποιες φορές φαντάζει δύσκολο να παραμερίσεις την δική σου θέση, την υπεράσπιση της δικής σου γνώμης, την έντονη ανάγκη να ακουστείς, την ανάγκη να κατευθύνεις, να διορθώσεις, να ελέγξεις, να νιώσεις ότι υπερτερείς έναντι των άλλων.

Πόσο συχνά αφήνουμε τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής μας να μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα τα συναισθήματα, τις στάσεις και τις απόψεις τους χωρίς να νιώθουν ότι βάλλονται, ότι κατευθύνονται ή ελέγχονται; Πόσο συχνά μας το επέτρεψαν οι σημαντικοί άλλοι σε μάς να το κάνουμε; Πόσο συχνά τους δίνουμε και μας δίνουν το δικαίωμα να αποφασίσουμε οι ίδιοι τον τρόπο που επιθυμούμε να ζούμε, να αποφασίζουμε, να δρούμε και να υπάρχουμε;

Τι μας εμποδίζει να δρούμε στις σχέσεις μας με ενσυναίσθηση;

Συχνά οι άνθρωποι που αλληλοεπιδρούμε τείνουν να έχουν πολλές αντιθέσεις με εμάς στον τρόπο που σκέφτονται, αισθάνονται, συμπεριφέρονται, καθώς και στον τρόπο που εκλαμβάνουν και νοηματοδοτούν την πραγματικότητά τους. Οι άνθρωποι τείνουν επίσης πολλές φορές να βλέπουν ανεπάρκειες στους άλλους και να μην αντιλαμβάνονται ή να αγνοούν πλήρως τις δικές τους.

Οι ανεπάρκειες των άλλων συχνά καταπιέζουν τις δικές μας ανάγκες για αγάπη, αποδοχή, ασφάλεια κ.α. Η καταπίεση των βαθύτερων αναγκών μας, επιθυμιών και προσδοκιών μας από τους άλλους μπορεί να επιφέρει βαθιά ρήξη στις σχέσεις μας μαζί τους. Αυτό συμβαίνει γιατί η καταπίεση των αναγκών δημιουργεί μέσα μας συχνά αρνητικά συναισθήματα και σκέψεις που είναι δύσκολο να διαχειριστούμε με αποτέλεσμα να τα εκφράζουμε πολλές φορές με έναν εκρηκτικό και μη αποτελεσματικό τρόπο.

Έτσι η αλληλεπίδραση πολλές φορές μπορεί να γίνεται δύσκολη και η μη υγιής σύγκρουση και επικοινωνία πολλές φορές να εμφανίζεται. Αν το δεις πιο προσεκτικά θα αντιληφθείς πως αυτή η συνεχής στάση σταδιακά ολοένα και δυσχεραίνει τις σχέσεις και την αληθινή ανθρώπινη επικοινωνία και επαφή με αποτέλεσμα να απομακρύνει αντί να ενώνει. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο πως να χωρέσει μια ενσυναισθαντική στάση ζωής;

Η ενσυναίσθηση περνά μέσα από τον δρόμο της αυτογνωσίας

Η αληθινή ενσυναίσθηση στην καθημερινή ζωή είναι ένας δρόμος δύσκολος, συνεχής και με σκαμπανεβάσματα, είναι προορισμός και όχι δεδομένη κατάσταση. Είναι ένας δρόμος που επιτυγχάνεται σταδιακά μέσα από την διαρκή αναμέτρηση και κατανόηση του ίδιου του εαυτού. Η ενσυναίσθηση προς τους άλλους πηγάζει πρώτα από την καλλιέργεια της ικανότητας να ακούμε, να αφουγκραζόμαστε και να αποδεχόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό, όχι ως τελειότητα αλλά ως όντα με ανεπάρκειες και προτερήματα.

Ενσυναίσθηση στις καθημερινές μας επαφές σημαίνει όχι μόνο την δυνατότητα να ακούμε, αλλά την ικανότητα να αφουγκραζόμαστε πότε πρέπει να μιλήσουμε, πότε να σιωπήσουμε και τον τρόπο επικοινωνίας που πρέπει να υιοθετήσουμε προκειμένου να γίνουμε πιο πλούσιοι μέσα από την διαφορετικότητα των άλλων, να βιώσουμε την σχέση και επαφή μας με τους άλλους, να μάθουμε και όχι να διδάξουμε, να ανοίξουμε μέσα από την επικοινωνία και όχι να κλείσουμε στον άκαμπτο κόσμο μας.

Τότε μόνο ίσως μπορούμε καλύτερα να χωρέσουμε και να αποδεχτούμε με ενσυναίσθηση τους άλλους ως ολότητα στην ζωή μας, τότε μόνο μπορούμε να παραμερίσουμε το εγώ στο εσύ και οι σχέσεις μας να γίνουν πιο ουσιαστικές, βαθιές και με νόημα.

Δικαίωμα της Προσωπικότητας

Η τάξη που διέπει την κοινωνική ζωή δεν είναι παρά η επιφάνεια. Στην πραγματικότητα στα βάθη της μαίνεται πόλεμος, ένας πόλεμος που τα κίνητρά του δεν διαφέρουν σε τίποτα από εκείνα που οπλίζουν τα χέρια των λαών. Ο κάθε άνθρωπος έρχεται στη ζωή για να εξυπηρετήσει αποκλειστικά και μόνο τα δικά του συμφέροντα και τα δικά του πάθη, στο όνομα της φύσης του, η έκφραση της οποίας αποκαλείται Δικαίωμα της Προσωπικότητας. Το δικαίωμα αυτό, έτσι όπως εκφράζεται σε κάθε εποχή, καθορίζει τόσο τους κανόνες της μάχης όσο και τα όπλα που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν.

Προκύπτει ένας ολόκληρος κόσμος από στρατηγικές, ίντριγκες και τεχνάσματα, μια ολόκληρη τέχνη επίθεσης και άμυνας, μια ολόκληρη στρατηγική, πού, με παραλλαγές, ισχύει σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο. Η μάχη δίνεται άνθρωπο με άνθρωπο, κοινωνική τάξη σε κοινωνική τάξη. Και πάνω από τη μάχη αυτή υπερίπταται ως όραμα η ανεξάντλητη έννοια της Φιλοδοξίας, κύρια σημεία της οποίας είναι η Εξουσία, η Ισχύς, η Κοινωνική θέση, το Χρήμα και η Δόξα.

Αυτό δεν αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας. Έτσι γινόταν πάντα. Η διαφορά είναι πως οι σύγχρονες κοινωνίες διεξάγουν τη μάχη κάτω από συνθήκες ιδιαίτερα ασαφείς. Δεν υπάρχει κάποια αυστηρή ταξική διάκριση που να περιορίζει τις δραστηριότητες του καθενός σε μια συγκεκριμένη σφαίρα. Ολόκληρη η κοινωνική μάζα καλείται να μπει στην αρένα με αιχμή του δόρατος την προσωπική πρωτοβουλία. Τίποτα δεν μπορεί πλέον να σταθεί εμπόδιο στο μέλλον ακόμα και του πιο ταπεινού ανθρώπου, αν αυτός έχει γεννηθεί με το μικρόβιο της Φιλοδοξίας.

• Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να διατηρηθεί η ισορροπία κάτω από αυτές τις συνθήκες;

Ποιος μπορεί να κάνει τις μάζες να ανεχθούν το ζυγό της δουλείας και της φτώχειας; Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις; Η φιλοσοφία; Η αγάπη για τον ηγέτη ή η αγάπη για την πατρίδα; Οι ερωτήσεις αυτές μένουν αναπάντητες. ‘Η τάχα ο φόβος των νόμων;

Πόσοι είναι οι άνθρωποι που η κοινωνία ευνοεί σε σχέση με τα εκατομμύρια αυτών που στην ουσία περιφρονεί; Μα απλώς ένα μικρό τρέμουλο να πιάσει όλους τους αδικημένους, θα γεμίσει μονομιάς με ερείπια η Οικουμένη.

Ο ήλιος και το Ηλιακό σύστημα ταξιδεύουν μέσα σε μία μαγνητική σήραγγα στο Διάστημα

Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που υπήρξαν ποτέ αφορούν το κατά πόσο ο πλανήτης μας είναι μόνος του στο διάστημα.

Ο Ήλιος και το Ηλιακό Σύστημα ταξιδεύουν μέσα σε μία μαγνητική σήραγγα στο Διάστημα, όπως προκύπτει από έρευνα Καναδών αστροφυσικών.

Mελέτη επιστημόνων του Πανεπιστημίου του Τορόντο, προδημοσίευση της οποίας βλέπει το φως στην επιθεώρηση «Αστροφυσική», εξηγεί το φαινόμενο ρίχνοντας φως σε δύο ουράνιες δομές που μοιάζουν με σχοινί στον Γαλαξία μας.

Η επικεφαλής της μελέτης, Δρ. Τζένιφερ Γουέστ, εξηγεί ότι αν μπορούσαμε να κοιτάξουμε στον ουρανό χωρίς τηλεσκόπιο, θα βλέπαμε μία σήραγγα ινών που μοιάζουν με σχοινιά από ραδιοκύματα. Αυτή η δομή θα είχε μήκος περίπου 1.000 ετών φωτός.

Για την αστροφυσικό Τζένιφερ Γουέστ, η Γη όπως και το ηλιακό μας σύστημα είναι «περικυκλωμένα» από μία δομή που μοιάζει με τούνελ από μαγνητικά νήματα που είναι αόρατα, λέει η Καναδή Γουέστ.

«Αν μπορούσαμε να δούμε τα ραδιοκύματα, θα βλέπαμε αυτό το φωτεινό υλικό να εκτείνεται σε όλο τον ουρανό σε διάφορες κατευθύνσεις. Μια έκρηξη ραδιοκυμάτων στον Γαλαξία μας δίνει μία εικόνα για τις μυστηριώδεις "γρήγορες ραδιοεκρήξεις"», προσθέτει.

Τα πορίσματα της 15ετούς μελέτης της Γουέστ βλέπουν το φως της δημοσιότητας με την ομάδα της να επισημαίνει ότι, δύο τεράστιες και μυστηριώδεις φωτεινές δομές που είναι ορατές μόνο μέσω τηλεσκοπίων- οι «North Polar Spur« και «Fan Region»- θα έπρεπε να αναλυθούν ως μία δομή.

«Οι αστρονόμοι έχουν από καιρό προβληματιστεί για το τι είναι αυτές οι δομές», επισημαίνει η Καναδή ερευνήτρια στον ιστότοπο «Vice».

«Αν τα μάτια μας μπορούσαν να δουν το φως ραδιοκυμάτων, θα έβλεπαν να γεμίζουν το μεγαλύτερο μέρος του ουρανού», προσθέτει.

Από τότε που εντοπίστηκαν οι δύο δομές, δηλαδή τα τελευταία 60 χρόνια, οι επιστήμονες προσπαθούν να τις αποκωδικοποιήσουν.

Όμως, η έρευνα της Καναδής αστρονόμου τις αντιμετώπισε ως μέρος της ίδιας δομής καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο πλανήτης μας ταξιδεύει μέσα σε ένα μαγνητικό τούνελ.

Ας φρόντιζαν…

Ας φρόντιζαν… Είναι ο τίτλος ποιήματος του Καβάφη που γράφτηκε το 1930 και περιγράφει την παρακμιακή σχέση συνενοχής κυβερνήτη και κυβερνωμένου. Ο πολίτης ενστερνίζεται την πολιτική σήψη, ενώ παράλληλα απαιτεί να ενσωματωθεί στο σύστημα για να απολαύσει κι αυτός όσα πιστεύει ότι δικαιούται.

Η αποδοχή του πολιτικού μιθριδατισμού και η μοιρολατρία δεν έχει εκλείψει και βασικό εργαλείο για την επιβολή της είναι η λεξιπενία. Η γλώσσα είναι ο διαμεσολαβητής των σκέψεων με την πραγματικότητα. Ως εκ τούτου, η φτωχή γλώσσα δεν προάγει την κριτική σκέψη και οδηγεί σε παραίτηση και μη συμμετοχή στα κοινά.

Σήμερα, όπως επισημαίνει ο Ζαν Πολ Φιτουσί, πέρα από τη γλωσσική ένδεια, η πολιτική ορολογία έχει εξελιχτεί σε μια ακατανόητη ασαφής καινούρια γλώσσα που τα μέσα ενημέρωσης αναπαράγουν συνεχώς. Αυτή η επαναληπτικότητα συνοδεύεται από μαθηματική/λογιστική τεκμηρίωση, γεγονός που οδηγεί στην νομιμοποίηση των κυβερνητικών αποφάσεων για αδήριτες “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις”, οι οποίες κατ’ ουσία σημαίνουν το τέλος του κοινωνικού κράτους.

Οι πολίτες αδύναμοι να κατανοήσουν τι σημαίνουν όσα ακούν να επαναλαμβάνονται πλαισιωμένα με τα αριθμητικά μεγέθη, οδηγούνται στην υιοθέτηση των κανόνων της πολιτικής ορθότητας. Αποδέχονται τις κυβερνητικές επιταγές πιο εύκολα και αφήνουν τη ζωή τους στα χέρια αυτών που κυβερνούν, επειδή αυτοί που κυβερνούν έχουν την απαραίτητη γνώση για να επιλύσουν τα προβλήματα και να βγάλουν την κοινωνία από κάθε κρίση.

Το σύνδρομο αυτό ενισχύεται και η πολιτισμική φτώχεια καθηλώνει τον πολίτη και τον καθιστά αμέτοχο και υποταγμένο, τον οδηγεί να δυσπιστεί απέναντι στην ίδια τη δημοκρατία και να αντιμετωπίζει τη διακυβέρνηση ως ένα σύστημα εξυπηρετήσεων και συναλλαγών για λίγους προνομιούχους. Σε αυτή τη συνθήκη, οι άνθρωποι είτε προσπαθούν να παρεισφρέουν στο σύστημα, είτε αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους αδύναμο και λειτουργούν ως μονάδες που επικεντρώνονται στη δική τους καθημερινότητα. Επομένως οποιαδήποτε απαίτηση για συλλογική προσπάθεια όχι μόνο είναι άστοχη, αλλά δημιουργεί μια συγκρουσιακή σχέση με το κράτος αφού παραμένουν άλυτα βασικά κοινωνικά ζητήματα (ανεργία, εργασιακή εκμετάλλευση, κοινωνικοί αποκλεισμοί κλπ.).

Η φράση του Βιντγκενστάιν “τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου”, αποτυπώνει την αξία της γλώσσας στη λειτουργία της σκέψης. Η γλώσσα είναι το μέσο για την επικοινωνία όχι μόνο με τον κοινωνικό περίγυρο, αλλά και με τον εαυτό μας. Η γλώσσα βοηθά να επεξεργαστούμε τις ιδέες μας. Όπως ανέφερε ο Τόνι Τζαντ, ο λόγος αποτελεί δημόσιο χώρο και οφείλουμε να τον διατηρούμε. “Αν τα λόγια ρημάξουν, τι θα τα αντικαταστήσει; Είναι το μόνο που έχουμε”, τονίζει.

Ο περιορισμός της γλώσσας οδηγεί σε περιορισμό της σκέψης και η μονόπλευρη σκέψη κάμπτει τις αντιστάσεις και παράγει ανοχή και ανεκτικότητα στη μοίρα και το κατεστημένο. Γυρνώντας πίσω στον χρόνο, συναντάμε έναν κορυφαίο αρχιτέκτονα της πολιτικής αυτής, τον Γκέμπελς, ο οποίος στόχευε στη γλωσσική ένδεια, ώστε οι άνθρωποι να είναι ανίκανοι να σκεφτούν με διαφορετικό τρόπο πέρα από αυτόν που τους επέβαλλε το καθεστώς. Αφού δεν υπάρχουν λόγια να πεις αυτό που σκέφτεσαι, με ποιον τρόπο να εκφραστείς; Και ναι, αυτό είναι βία!

Συγχωρώ Σημαίνει Επαναπροσδιορίζομαι

Πολλοί θεωρούν, ότι με το να συγχωρέσουν κάποιον, δείχνουν αδύναμοι, παραχωρώντας τη δύναμή τους στον θύτη.

Στην ουσία, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Συγχωρώντας, επαναπροσδιορίζεις τη θέση σου, τον εαυτό σου, την οπτική σου γωνία, την πραγματικότητά σου. Όχι μόνο δεν παραχωρείς τη δύναμή σου, αλλά μεγαλώνεις, εξελίσσεσαι και γίνεσαι περισσότερο ανθεκτικός.

Αν το σκεφτούμε βαθύτερα, ουσιαστικά, συγχωρώντας τους άλλους, συγχωρούμε τον εαυτό μας.

Από τη λύπη, το άγχος, την οργή, τις περαιτέρω βασανιστικές σκέψεις και υποθέσεις και μας γλιτώνουμε χρόνο από αναποτελεσματικά συναισθήματα.

Από αυτό, δηλαδή, που επιτρέψαμε στον εαυτό μας να νιώσει, αντιμετωπίζοντας “θυματοποιημένα” μία προδοσία.

Όταν επιτρέπεις, λοιπόν, στον εαυτό σου να νιώσει προδομένος, πληγωμένος, ανήμπορος, ακινητοποιημένος, τον μετατρέπεις αυτόματα σε θύμα, ενώ δεν είσαι.

Το θύμα, είναι ο θύτης.

Το θύμα, είναι ο θύτης, που δεν κατάφερε να ελέγξει την ηθική του υπόσταση και καταπάτησε αρχές και αξίες. Αρχές και αξίες, τις οποίες εσύ διαφύλαξες και θα συνεχίσεις να διαφυλάττεις, αν επιλέξεις τη συγχώρεση και όχι την εκδίκηση και την πικρία, μέσα από μικρότητες και λιποψυχίες.

Αν παραδοθείς, ως έρμαιο των αναπάντεχων κατακλυσμικών συναισθημάτων και βυθιστείς σε αυτά, κάνεις τη χάρη στον θύτη-θύμα και επενδύεις την ενέργειά, σου παραχωρώντας του τη δύναμή σου.

Μην καταπιέσεις όσα νιώθεις.

Βάλ’ τα να κάτσουν δίπλα σου. Αναγνώρισέ τα αγκάλιασέ τα και μάθε από αυτά.

Μην ξεχάσεις.

Ό,τι έγινε, έγινε. Ό,τι ειπώθηκε, ειπώθηκε. Κράτα την εμπειρία αυτή μέσα σου. Με τον καιρό, θα μαλακώνει και θα λειτουργεί εκπαιδευτικά, προς όφελός σου.

Μην αποφύγεις.

Ο στρουθοκαμηλισμός, λειτουργεί παροδικά, μουδιάζοντας τη λογική, αλλά εκπυρσοκροτεί αναπόφευκτα. Αντιμετώπισε την κατάσταση και απόφυγε τις υπεκφυγές.

Συγχωρώ, δε σημαίνει ξεχνώ. Συγχωρώ, σημαίνει επαναπροσδιορίζομαι.

Δεν μπορείς να ξεχάσεις, ούτε πρέπει να καταπιέσεις και να απωθήσεις ό,τι σε πλήγωσε και καταγράφηκε στον σκληρό σου δίσκο ως “σφάλμα”. Αξιοποίησε το, προς όφελός σου. Σπάσε σε κομμάτια το πρόβλημα, που προέκυψε από κάτι “ασυγχώρητο” και βρες τη λύση, που θα σε περάσει στην επόμενη πίστα αυτογνωσίας. Εξάλλου, τόσο μέσα από τα λάθη των άλλων, όσο και από τα δικά μας, ανακαλύπτουμε συνεχώς τον εαυτό μας.

Η διαχείριση των συναισθημάτων μας, είναι ζωτικής σημασίας, καθώς επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την υγεία μας, ψυχικά και σωματικά. Ο θυμός, το άγχος, η θλίψη, μπορούν να ανεβάσουν την αρτηριακή πίεση, τους σφυγμούς και να νιώσουμε εκτός ελέγχου, με πιθανές κρίσεις πανικού. Η έκφραση, δε, ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και νοσημάτων είναι συχνή απορροια, προκαλώντας διαταραχές στην υγεία μας, οι οποίες μπορεί να καταστούν μόνιμες.

Η ανακούφιση και η λύτρωση, δεν θα έρθουν μέσα από εκδίκηση, θυμό και θλίψη, αλλά μέσα από τον εξαιρετικά δυστοπικό δρόμο προς τη συγχώρεση.

Όταν φτάσεις στο σημείο της ειλικρινούς συγχώρεσης, νιώθεις την καρδιά σου να μεγαλώνει και το μυαλό σου να ανοίγει πόρτες σε νέες συνάψεις, που δεν γνώριζες ότι μπορείς να κατακτήσεις.

Καθώς δεν μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα, δεν είναι δυνατόν να προβλέψουμε και να αποτρέψουμε ή να αποφύγουμε μια επικείμενη προδοσία a priori, αλλά μπορούμε να αποφασίσουμε πώς θα τοποθετηθούμε απέναντί της.

“Συγχώρεσε”, λοιπόν, τον εαυτό σου και φέρσου με σεβασμό απέναντι του, επαναπροσδιορίζοντάς τον.

ΑΙΩΝΙΑ ΣΠΑΡΤΗ: ΝΑΒΙΣ - Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ

207 Ο ενθουσιώδης αλλ’ άπειρος Μαχανίδας, που ήδη είχε εισβάλει στην Αργολίδα και απειλήσει το Άργος, έσυρε το καλοκαίρι του έτους αυτού τον ευάριθμο πλέον στρατό του, ως σύμμαχο των Αιτωλών, στην φονική μάχη της Μαντινείας κατά των Αχαιών. Εκεί, ο ίδιος ο Μαχανίδας, ενώ είχε ήδη νικήσει εκ παρατάξεως, παρεσύρθη σε άφρονα καταδίωξη, με αποτέλεσμα να φονευθεί από τα χέρια του στρατηγού των Αχαιών Φιλοποίμενος, ο οποίος τους είχε στήσει ενέδρα, ο δε στρατός του υπέστη πανωλεθρία, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 4.000 νεκρούς Σπαρτιάτες, Περιοίκους, Είλωτες και μισθοφόρους και στα χέρια του εχθρού εκατοντάδες αιχμαλώτους. Το μίσος του Φιλοποίμενος υπήρξε τέτοιο, ώστε απέκοψε το κεφάλι του Μαχανίδου και το περιέφερε ως τρόπαιο, μία πράξη φρικτή και βάρβαρη που για πρώτη φορά απαντάται στην Ελληνική Ιστορία. Η Τεγέα εκυριεύθη υπό του στρατού του Φιλοποίμενος, ενώ όλη η Λακωνική παρεδόθη ανυπεράσπιστη σε καθολική λεηλασία και καταστροφή, η οποία δεν εσταμάτησε παρά μόνον εμπρός απ’ τα τείχη της Σπάρτης.

Τότε ήταν που έλαβε την κατάσταση στα χέρια του και απέκρουσε τους εισβολείς, ένας εκ των προ δύο περίπου δεκαετιών εφήβων τους οποίους είχε αναθρέψει το καθεστώς του Κλεομένους, ο καταγόμενος εκ του βασιλικού γένους των Αγιαδών, Νάβις (γενική Νάβιδος ή Νάβιος) του Δημαράτου, μία προσωπικότης που έχει σαφώς αδικηθεί από την επίσημη Ιστορία, η οποία αναμασά αβίαστα την εχθρότητα κάποιων αρχαίων ιστορικών. Θα τονίσουμε μάλιστα εδώ ότι αποτελεί τιμή για τον Γάλλο συγγραφέα Jean - George Texier, η τοποθέτησή του υπέρ του Νάβιδος, στο πρόσωπο του οποίου αναγνωρίζει έναν κοινωνικό αγωνιστή, παρά την αρνητική εικόνα που για ευνοήτους λόγους προβάλλουν γι’ αυτόν οι σφόδρα απεχθανόμενοι εκείνο που εκπροσωπούσε, Πολύβιος και Λίβιος, αλλά και οι σύγχρονοι αναμασητές τους (ο Π. Δούκας λ.χ., τον κοσμεί αβιάστως με χαρακτηρισμούς όπως «εις εκ των φαυλοτάτων κακοποιών», «χυδαία και μυσαρά γελοιογραφία του Κλεομένους», «αρχηγός ληστρικής συμμορίας» και «ανάξιος διάδοχος των αρχαίων ηρώων», κατηγορώντας τον, δίχως τον ελάχιστο έστω ενδοιασμό, πως τάχα «μετά κυνικής αναιδείας εκαυχάτο ότι ανεζωογόνησε τας ιδέας των αρχαίων Σπαρτιατών, ενώ αληθώς κατεσκεύασεν αλλόκοτόν τινα και τερατωδώς παραμεμορφωμένην εικόνα των σχεδίων του ευγενούς Κλεομένους», σελ. 274 - 275).

Παρεγκώνισε λοιπόν και αυτός, τον ούτως ή άλλως παράνομο νεαρό βασιλέα Πέλοπα και αμέσως μετά την εκδίωξη του στρατού του Φιλοποίμενος, κατέλαβε μ’ επαναστατικό τρόπο την αρχή, στηριζόμενος υπό της νεολαίας και υπό μισθοφορικών στρατιωτικών μονάδων και υποστηριζόμενος ψυχικώς υπό της ομοϊδεατίσσης συζύγου του, της Αγαπήνας (Απήγας ή Απίας κατ’ άλλους), ανεψιάς του παλαιού τυράννου του Άργους Αριστομάχου, συμμάχου και φίλου του Κλεομένους. Αμέσως μετά την πλήρη εδραίωση της αρχής του, ο Νάβις, ο «τύραννος» για τους αναμασητές, επραγματοποίησε, με πρωτόγνωρη αποφασιστικότητα και δυναμισμό, την κοινωνική επανάσταση που είχαν οραματισθεί οι Άγις και Κλεομένης αλλά είχαν και οι δύο ατυχήσει στην πραγμάτωσή της. Επροχώρησε αμέσως σε διάλυση της Ολιγαρχίας δημεύοντας τις περιουσίες των πλουσίων ολιγαρχικών, τις οποίες παρεχώρησε σε «νέους πολίτες», δηλαδή σ’ εκατοντάδες Υπομείονες, Περιοίκους και Είλωτες που προηγουμένως είχε απελευθερώσει και στρατολογήσει δια νόμου. Επροχώρησε επίσης σ’ επιμελή οχύρωση της πόλεως της Σπάρτης και δημιουργία ισχυρού στρατού 10.000 ανδρών, καθώς και εξίσου ισχυρού στόλου, με τον οποίο άρχισε να πραγματοποιεί επιδρομές κατά των εχθρικών πλοίων, συνεργαζόμενος ακόμη και με Κρήτες πειρατές. Παραλλήλως, έσπασε την συμμαχία Σπάρτης - Ρώμης με αφορμή το ότι οι εχθροί της πατρίδας του Αχαιοί είχαν γίνει δεκτοί ως σύμμαχοι της Ρώμης, καθώς επίσης και το ότι, οι Ρωμαίοι και οι Αχαιοί εκ συστήματος εστήριζαν τα ολιγαρχικά καθεστώτα της εποχής.

206 Οι εξόριστοι ολιγαρχικοί της Σπάρτης ίδρυσαν στην Μάνη μικρές πόλεις, οι οποίες θ’ αποτελέσουν έκτοτε μόνιμο κέντρο αντιδράσεως κατά της κοινωνικής επαναστάσεως του Νάβιδος και αργότερα την βάση για την ίδρυση του λεγομένου «Κοινού των Ελευθερολακώνων».

200 Ο Νάβις, έχοντας ήδη ισχυροποιήσει το επαναστατικό του καθεστώς, εκμεταλλευόμενος μία σύντομη απουσία του Φιλοποίμενος στην Κρήτη, ανακατέλαβε από τους Αργείους τα εδάφη της Κυνουρίας, που τους είχε αυθαιρέτως επιδικάσει πριν ενάμιση περίπου αιώνα, ο κατακτητής Φίλιππος. Επίσης, εισέβαλε στην Μεγαλοπολίτιδα, την οποία ελεηλάτησε και εμοίρασε, επευφημούμενος, τα λάφυρα στους πτωχούς κατοίκους της Λακωνικής Τριπολίτιδος, στην άνω κοιλάδα του Ευρώτα. Με όλη την ύπαιθρό της στα χέρια του Νάβιδος, αυτή η ίδια η Μεγαλόπολη πολιορκήθη εν συνεχεία επιμόνως, αν και ανεπιτυχώς.

198 Υπό τις επευφημίες του σπαρτιατικού λαού, ο Νάβις εστέφθη επισήμως το έτος αυτό βασιλεύς των Σπαρτιατών (198 – 192), ορθώνοντας προκλητικά το ανάστημα της Σπάρτης απέναντι στους Αχαιούς και τους Ρωμαίους. Ο βασιλεύς πλέον Νάβις, όχι από προσωπική φιλοδοξία, αλλ’, όπως θα δούμε εν συνεχεία, από πολιτική ανάγκη, εγκαινίασε έτσι μία επταετία απρόσμενης δυναμικής παρουσίας της Σπάρτης στα Ελληνικά πράγματα, με απολύτως νομιμοποιημένο το καθεστώς του απέναντι σε συμμάχους που τώρα τους είχε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Σ’ εκείνη ακριβώς την εποχή ανήκει ένα νόμισμα, που έχει διασωθεί και φιλοξενείται στο Μουσείο Σπάρτης, με την επιγραφή «ΒΑΙΛΕΟΣ ΝΑΒΟΙΟΣ».

197 Πραγματοποιώντας μία πλήρη ανατροπή όλων των έως τότε δεδομένων, ο βασιλεύς Νάβις προέβη σε σύναψη συμμαχίας με τον βασιλέα της Μακεδονίας Φίλιππο τον Ε, ο οποίος εκ συστήματος εστήριζε εκείνη την εποχή τα δημοκρατικά καθεστώτα, σε αντίπραξη προς τους ασπόνδους εχθρούς του, τους Ρωμαίους. Ως δώρα επισφραγίσεως της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο συμμάχων, ο Φίλιππος, δια του εκπροσώπου του Φιλοκλέους, διοικητού της Κορίνθου και του Άργους, υπεσχέθη να δώσει μελλοντικά τις ανήλικες θυγατέρες του ως συζύγους των επίσης ανηλίκων υιών του Νάβιδος. Ακόμη, εχάρισε στην Σπάρτη το Άργος και την πέριξ αυτού πεδιάδα. Ο ευφυής Νάβις εδέχθη την συμμαχία, αλλ’ εδήλωσε ωστόσο, ότι αρνείτο να παραλάβει το Άργος εάν οι ίδιοι οι Αργείοι δεν τον προσεκάλουν επισήμως στην πόλη τους, με ψήφισμα του Δήμου τους (Λίβιος, 32. 38). Στην συνέλευση που συνεκλήθη επί τούτου, οι ολιγαρχικοί Αργείοι κατόρθωσαν να πυροδοτήσουν τον λαό με αντισπαρτιατικά συνθήματα και αναθέματα κατά του «Λακεδαιμονίου τυράννου» και απειλήθησαν με λυντσάρισμα όλοι σχεδόν οι Αργείοι που είχαν εκφρασθεί υπέρ της κοινωνικής επαναστάσεως. Μετά από αυτή την, προφανώς αναμενομένη υπό του Νάβιδος, τροπή των πραγμάτων, ο Σπαρτιάτης βασιλεύς απάντησε στον Φιλοκλέα ότι αφού οι Αργείοι ολιγαρχικοί είχαν κλωτσήσει την ευκαιρία που τους είχε δώσει, ήταν έτοιμος να παραλάβει την πόλη όποτε ο τελευταίος επιθυμούσε να την παραδώσει. Πράγματι, όταν ορίσθη η χρονική στιγμή, ο Νάβις εισήλθε νύκτα στο Άργος, έστησε κανονικά τις φρουρές του και μετά έκλεισε τις θύρες των τειχών για να μη δραπετεύσει κανείς εκ των ολιγαρχικών. Την επομένη ημέρα, αμέσως μετά την ανατολή του ηλίου, επέβαλε τα επαναστατικά του μέτρα κατά της εντοπίας Ολιγαρχίας, η οποία εκατηγορείτο πλέον ότι είχε προσβάλει τόσο αυτόν όσο και την Λακεδαίμονα. Συνεκάλεσε υπό τα όπλα των στρατιωτών του την συνέλευση του Δήμου των Αργείων και, παρουσία όλων των πολιτών, εκήρυξε κοινωνική επανάσταση η οποία προέβλεπε να διαγραφούν όλα τα χρέη των πτωχών, να παραγραφούν όλα τα οικονομικά ή κατά της περιουσίας αδικήματα, να ξαναμοιρασθεί η καλλιεργήσιμη γή δι’ αναδασμού και να δημευθεί η κινητή και ακίνητη περιουσία των επωνύμων ολιγαρχικών. Η ίδια μάλιστα η σύζυγός του Αγαπήνα, ανέλαβε την εποπτεία της παραδόσεως όλων των χρυσών και αργυρών κοσμημάτων των πλουσίων Αργείων γυναικών (Πολύβιος, 22. 17) και την είσπραξη των «προστίμων» εκ των μη πολιτικώς ενεργών ολιγαρχικών, στους οποίους επετράπη τουλάχιστον να κρατήσουν την ακίνητη περιουσία τους.

Ανησυχήσαντες βαθιά οι Ρωμαίοι, οι σύμμαχοί τους Αχαιοί και ο βασιλεύς Άτταλος της Περγάμου, εκ της επεκτάσεως του επαναστατικού καθεστώτος και στο Άργος, εκάλεσαν τον Νάβιδα σε διαπραγματεύσεις, στις οποίες αυτός προσήλθε ένοπλος και τους εδήλωσε ότι ο Δήμος των Αργείων ήταν πλέον με το μέρος του και δεν είχε την ελαχίστη έστω πρόθεση ν’ αποσυρθεί εκ της πόλεώς τους. Σ’ επισφράγιση ωστόσο μίας τετραμήνου ανακωχής που συνεφωνήθη μετά από επίμονες εκκλήσεις των Ρωμαίων, ο Νάβις έκαμε ένα μεγάλο λάθος. Για να επιδείξει την ισχύ του, εχάρισε στον επικεφαλής του ρωμαϊκού στρατού Κοϊνκτιο ένα επίλεκτο συμμαχικό του σώμα, αποτελούμενο από 600 Κρήτες, το οποίο όμως εχρησιμοποίησε ο Ρωμαίος αμέσως μετά, για να επιτεθεί κατά της Κορίνθου. Εδόθη έτσι η εντύπωση στον Μακεδόνα φρούραρχο της πόλεως Φιλοκλέα ότι ο Νάβις είχε σπάσει την συμμαχία με τον Φίλιππο και είχε προσχωρήσει στους εχθρούς του.

Η αλήθεια εξεκαθαρίσθη βεβαίως, αλλά όταν το ίδιο έτος, ο Φίλιππος ηττήθη υπό των Ρωμαίων στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας, ο Νάβις έμεινε δίχως ισχυρούς συμμάχους. Γνωρίζοντας την μοναξιά της επαναστατικής Σπάρτης, η ρωμαϊκή Σύγκλητος εκήρυξε αμέσως τον πόλεμο εναντίον της, προχωρώντας παραλλήλως και σε επικήρυξη του Νάβιδος. Το αυτό έπραξαν και οι λοιποί Έλληνες (πλην των Αιτωλών) σε ειδικό Συνέδριό τους στον Ισθμό, υπό την εποπτεία των Ρωμαίων. Σε λίγο, ένας μεγάλος στρατός Ρωμαίων, Ελλήνων και εκδιωχθέντων ολιγαρχικών της Σπάρτης και του Άργους, μ’ επικεφαλής τον έκπτωτο βασιλέα Αγησιπόλιδα, εβάδισε κατά του Άργους το οποίο υπερασπίσθη ωστόσο με εξαιρετική γενναιότητα ο αδελφός της Αγαπήνας, Πυθαγόρας. Η μεγάλη αντισπαρτιατική στρατιά εστράφη τότε γι’ αντιπερισπασμό, μέσω του Παρθενίου όρους, της Τεγέας, των Καρυών και του Οινούντος, κατ’ αυτής της ιδίας της Σπάρτης, την οποία όμως είχε προλάβει να τειχίσει μερικώς αλλά μ’ εξαιρετική επιτυχία ο Νάβις, ο οποίος προέβαλε επί μακρόν διάστημα γενναιότατη αντίσταση, παρά το ότι εδέχετο ακαταπαύστως και εκ 3 διαφορετικών πλευρών τις επιθέσεις των Ρωμαίων και των Αχαιών.

196 Με υποδαύλιση υπό των Αχαιών, ο Τίτος Κόϊντος Φλαμινίνος, ο οποίος το ίδιο έτος είχε κηρύξει στον Ισθμό, την αυτονομία όλων των Ελληνικών πόλεων που απελευθερώνοντο από τους Μακεδόνες, συνεκάλεσε νέο Συνέδριο όλων των αντισπαρτιατικών πόλεων στην Κόρινθο και εξασφάλισε την περαιτέρω ενίσχυση του στρατού του, ο οποίος ήδη προσέβαλλε τον Νάβιδα. Ο Φλαμινίνος είχε πλέον στην διάθεσή του 50.000 Ρωμαίους λεγεωνάριους, 10.000 οπλίτες και 1.000 ιππείς Αχαιούς, 1.500 ολιγαρχικούς Μακεδόνες οπλίτες, 400 Θεσσαλούς ιππείς, 100 εξορίστους Λακεδαιμονίους υπό τον έκπτωτο Αγησιπόλιδα, και περίπου 40 Ροδιακά και Περγαμινά πλοία. Ο τεράστιος αυτός στρατός, επολιόρκησε την Σπάρτη, όπου όμως ο Νάβις προέβαλε πείσμονα αντίσταση στον Φλαμινίνο, κρατώντας τον επί μακρόν εκτός της πόλεως. Προς βοήθεια του Τίτου Φλαμινίνου, ήλθε ο ρωμαϊκός στόλος υπό τον αδελφό του Λεύκιο Φλαμινίνο, ο οποίος κατέλαβε ευκόλως τις πόλεις Λά, Ασίνη καί Έλος και επολιόρκησε ασφυκτικώς το Γύθειο. Το Γύθειο εκείνη την εποχή απετέλη την μοναδική ναυτική βάση των Σπαρτιατών, και εφιλοξενούσε εντός των ισχυρών τειχών του, που το επροστάτευαν από ξηράς και θαλάσσης, μεγάλα πλήθη Λακεδαιμονίων που είχαν παλαιότερα δει τους οικισμούς τους να καταστρέφονται υπό των αλλεπαλλήλων επιδρομών των Θηβαίων, Αρκάδων, Ηπειρωτών και Μακεδόνων.

Οι Ρωμαίοι, παρά το ότι επεχείρησαν απανωτές επιθέσεις κατά των τειχών, δεν κατόρθωσαν να κυριεύσουν την πόλη. Η κατάσταση άλλαξε ωστόσο όταν έφθασαν σ’ επικουρία τα πλοία των Ροδίων και του βασιλέως της Περγάμου Ευμένους, με αρκετές πολιορκητικές μηχανές και τρομερούς καταπέλτες, δια των οποίων εκσφενδόνιζαν κατά της πόλεως ογκώδη λίθινα βλήματα. Πολλά εξ αυτών των βλημάτων, προχείρως πελεκηθέντων για να γίνουν στρογγυλά, έχουν βρεθεί και φιλοξενούνται στο Μουσείο Γυθείου, ζυγίζουν δε από 3 έως 6 κιλά το καθένα και επειδή έχουν βρεθεί διάσπαρτα παντού, συμπεραίνεται ότι οι πολιορκητές τα εκσφενδόνιζαν όχι μόνον κατά των τειχών αλλ’ αδιακρίτως ενάντια σε όλα τα κτίρια της πόλεως.

Όταν μετά από ανηλεή βομβαρδισμό κατέπεσαν αρκετοί εκ των πύργων των τειχών και όλα έδειχναν πλέον ότι η πόλη δεν θ’ άντεχε για πολύ ακόμη, ο ένας εκ των δύο αρχηγών της φρουράς, ο Δεξαγορίδας, εκινήθη προς συνθηκολόγηση, μ’ αποτέλεσμα να κατηγορηθεί ως προδότης υπό του συναρχηγού Γοργώπα, να δικασθεί, να καταδικασθεί σε θάνατο και να θανατωθεί. Μόνος πλέον επικεφαλής της καταπονημένης φρουράς, ο Γοργώπας, εσυνέχισε μ’ επιτυχία την άμυνα ενάντια στους Ρωμαίους και τους συμμάχους τους, όχι για πολύ όμως, αφού σε λίγο κατέφθασε επικεφαλής 40.000 λεγεωναρίων προς ενίσχυση του αδελφού του ο Τίτος Φλαμινίνος, που προσκαίρως είχε ελαττώσει την ένταση της πολιορκίας της Σπάρτης. Πιεζόμενος τώρα πια υπό του λαού των Γυθεατών, η πλειοψηφία του οποίου εφοβείτο μην καταληφθεί εξ εφόδου η πόλη και οι κάτοικοί της υποστούν τις συνέπειες τέτοιων αλώσεων, ο Γοργώπας εσύρθη στην υποχρεωτική συνθηκολόγηση με τους πολιορκητές, υπό τους όρους ν’ αναχωρήσουν για την Σπάρτη, δίχως επιθέσεις εναντίον τους οι οπλίτες της φρουράς και όσοι ένοπλοι Γυθεάτες το επιθυμούσαν. Επίσης, να μην τιμωρηθούν εκείνοι που θα έμεναν στην πόλη, εφόσον οι ίδιοι επιθυμούσαν αυτή την παράδοση. Οι όροι έγιναν δεκτοί και οι ένοπλοι έφυγαν για να ενισχύσουν την άμυνα της Σπάρτης, ενώ οι λιγόψυχοι εκ των Γυθεατών άνοιξαν τις πύλες των τειχών και εδέχθησαν ως… «απελευθερωτές» (όπως διαφαίνεται υπό μεταγενεστέρων επιγραφών) τους Ρωμαίους και τους συμμάχους τους, αποδίδοντας μάλιστα με μεγάλη δουλικότητα θεϊκές τιμές στους αδελφούς Φλαμινίνους.

Θα πρέπει ίσως ν’ αναφερθεί κάπου εδώ τουλάχιστον προς μελέτη, η περίεργη, και για μίαν ακόμη φορά, μεροληπτική αντιμετώπιση γεγονότων και προσώπων υπό διαφόρων συγχρόνων συγγραφέων και ιστορικών, την οποία επ’ ουδενί μπορεί να κατανοήσει ο γράφων, αφού η ιστορική κρίση οφείλει υποχρεωτικώς να λαμβάνει υπ’ όψιν της τον τόπο και την στιγμή, δηλαδή τις περιστάσεις υπό από τις οποίες λαμβάνουν χώρα κάποια γεγονότα, διαφορετικά αποτελεί στείρα προβολή ιδεοληπτικών ή άλλων δεδομένων, και αυτόματη επανείσπραξή τους με τρόπο καθαρά αυτιστικό, συνεπώς πέρα για πέρα άκυρο. Λόγου χάριν, ο αξιολογότατος κατά τα άλλα στην έρευνά του «Το Γύθειον» Π. Ε. Γιαννακόπουλος, όπως καθυβρίζει μ’ εξαιρετική ευκολία τον επαναστάτη Νάβιδα ως «ένα εκ των αθλιωτέρων προσώπων της σπαρτιατικής Ιστορίας» (…), έτσι, με την ίδια ευκολία αθλιοποιήσεως παρουσιάζει αρνητικώς και τον Γοργώπα, που ως άλλος Λεωνίδας και Ισχόλαος, ηθέλησε να συνεχίσει μέχρις εσχάτων την μάχη και απλώς επροδόθη υπό της λιποψυχίας των ιδίων των ανθρώπων που υπερασπίζετο με τους άνδρες του: «…κατέληξε εις την αυτήν απόφασιν, δια την οποίαν είχε καταδικάσει εις θάνατον τον Δεξαγορίδαν προηγουμένως. Γεννάται όμως το ερώτημα: ο Γοργώπας δεν διέβλεπεν εκ των προτέρων το αδύνατον της κατισχύσεως έναντι των Ρωμαίων; Εξ όσων έχομεν υπ’ όψιν μας, ο Γοργώπας δεν ήτο τυχαίος ανήρ. Εάν εξαιρέσει κανείς το εμπαθές και βίαιον του χαρακτήρος του, ούτος από στρατιωτικής και πολιτικής πλευράς ήτο ανήρ ουχί ευκαταφρόνητος. Οπωσδήποτε είχε προβλέψει το αδύνατον της αμύνης εναντίον των Ρωμαίων. Διατί όμως δεν συνηγόρησεν εις την απόφασιν του Δεξαγορίδου να συνθηκολογήσει με τους Ρωμαίους; Η απάντησις δεν είναι δύσκολος: ο Γοργώπας εις το γεγονός αυτό εύρε μίαν εύλογον αιτίαν να εξοντώσει πολιτικόν του αντίπαλον» (Π. Ε. Γιαννακόπουλος, σελ. 76).

Η παράδοση του Γυθείου είχε άμεσο αντίκτυπο στην άμυνα της ιδίας της Σπάρτης, αφού ο Τίτος Φλαμινίνος εστράφη ξανά εναντίον της, αυτή την φορά ενισχυμένος όμως όχι μόνο με τους χιλιάδες υπό τον αδελφό του Ρωμαίους, Ροδίους και Περγαμηνούς οπλίτες, αλλά και με τους φοβερούς καταπέλτες και τις πολιορκητικές μηχανές που είχαν καταστρέψει τα γυθεάτικα τείχη. Η όλη κατάσταση ήταν μάλλον απελπιστική, και υπεχρεώθη εν τέλει ο Νάβις να έλθει σε διαπραγματεύσεις. Οι όροι ωστόσο που έθεσαν οι Ρωμαίοι, απερρίφθησαν υπό της Εκκλησίας του Σπαρτιατικού Δήμου και η πολιορκία της Σπάρτης συνεχίσθη κανονικώς, ενώ οι πολιορκημένοι ενισχύθησαν με την σπαρτιατική φρουρά του Άργους, υπό τον Πυθαγόρα, η οποία είχε εγκαταλείψει την πόλη για να βοηθήσει την άμυνα της Σπάρτης. Η πολιορκία υπήρξε αγριοτάτη, σε μία περίπτωση μάλιστα, που οι Ρωμαίοι κατόρθωσαν να σκαρφαλώσουν στις επάλξεις των τειχών, ο Πυθαγόρας, για να τους εκδιώξει, επυρπόλησε όλα τα κτίρια που εγειτόνευαν με τα τείχη.

195 Μετά από πολλές ημέρες στενής πολιορκίας, τα τείχη της Σπάρτης έγιναν κομμάτια, και μέσα από τα κενά τους οι εισβολείς κατόρθωσαν να ξεχυθούν στους δρόμους της πόλεως, η οποία πλέον εφλέγετο και συνεκλονίζετο υπό σφοδρών οδομαχιών, στις οποίες, όπως και κατά το παρελθόν, συμμετείχε όλος ο σπαρτιατικός λαός, ασχέτως ηλικίας και φύλου. Εμπρός στον κίνδυνο να σβήσει από τον χάρτη και την Ιστορία η Σπάρτη και ο λαός της, ο Νάβις εζήτησε απελπισμένος συνθηκολόγηση, την οποία εδέχθη ο Φλαμινίνος, αφού μάλιστα ούτε και ο ίδιος επιθυμούσε τον όλεθρο μίας τέτοιας ιστορικής πόλεως. Οι όροι της συνθήκης, τους οποίους είχαν απορρίψει την πρώτη φορά οι Σπαρτιάτες, υπήρξαν φυσικά βαρύτατοι για την πόλη τους.

Ο στόλος της Σπάρτης περιορίσθη σε μόνον 2 άοπλα πλοία, επεστράφησαν οι περιουσίες των ολιγαρχικών, εστερήθη η πόλη του δικαιώματος να κηρύσσει πολέμους ή να συνάπτει συμμαχίες, πράξεις οι οποίες στο εξής θα εθεωρούντο ανταρσίες, παρεδόθησαν στους Ρωμαίους πολλοί όμηροι (συμπεριλαμβανομένου και αυτού του υιού του Νάβιδος), κατεβλήθη πολεμική αποζημίωση, επεστράφησαν τα εδάφη των Μεσσηνίων και περιορίσθησαν τα σύνορα της Σπάρτης εντεύθεν του Παμίσου, επάνω στον Ταϋγετο. Έγινε απόσπαση όλων των πόλεων της Λακεδαίμονος, εν συνόλω 24, που είχαν συμπράξει με τους Ρωμαίους κατά του Νάβιδος, καθώς και του Άργους. Ο περιηγητής Παυσανίας διέσωσε μερικά εκ των ονομάτων αυτών των 24 πόλεων της Λακωνικής που έκτοτε θ’ αποτελούν το λεγόμενο «Κοινόν των Ελευθέρων Λακώνων» (μετέπειτα των «Ελευθερολακώνων»): Ασωπός, Ακριαί, Βοιαί, Χάραξ, Επίδαυρος η Λιμηρά, Βρασιαί, Γερόνθραι, Μαριός, Καινήπολις, Οίτυλος, Λεύκτρον, Θαλάμαι, Γερηνία. Ωστόσο, ο διορατικός Φλαμινίνος, φοβούμενος την ασυδοσία των Αχαιών αν παρέμεναν δίχως αντίπαλο στον πελοποννησιακό χώρο, αρνήθη να ικανοποιήσει την αισχρή απαίτηση των Ελλήνων συμμάχων του να καταστραφεί εκ θεμελίων η ένδοξη Σπάρτη. Αιτωλοί, Αχαιοί και οπαδοί του Αγησιπόλιδος θ’ αποκαλούν έκτοτε τον συνετό Φλαμινίνο «δορυφόρο του τυράννου».

192 Δίχως λιμένα και αποκλεισμένη απ’ όλες τις οδικές της επικοινωνίες, η Σπάρτη, αργοπέθαινε, και ενώ οι Ρωμαίοι είχαν αποτραβηχθεί εκ της Πελοποννήσου, ο Νάβις, σε μία ύστατη προσπάθεια ν’ αλλάξει την μοίρα προσεπάθησε ν’ ανακαταλάβει κάποιες εκ των παραλίων πόλεων της Λακωνικής για να εξασφαλίσει λιμένα. Ταυτοχρόνως, μετά από συνεννόηση και επίτευξη μυστικής συμμαχίας με τους Αιτωλούς έφθασαν στην Σπάρτη στρατιωτικές ενισχύσεις 1.000 οπλιτών και 300 ιππέων υπό τον Καλυδώνιο Αλεξαμενό. Ο Νάβις επολιόρκησε μ’ όλες του τις δυνάμεις, το Γύθειο και παρά το ότι οι πολιορκούμενοι ενισχύθησαν δια της θαλάσσης με τις δυνάμεις του Φιλοποίμενος, κατόρθωσε, μετά από υπεράνθρωπες προσπάθειες των μαχητών του, να κυριεύσει την πόλη, εξασφαλίζοντας πλέον λιμένα για την Σπάρτη. Η μοίρα έδειχνε ν’ αλλάζει, και το φρόνημα του σπαρτιατικού στρατού και λαού είχε ανορθωθεί για μία ακόμη φορά.

Λίγο μετά την ανακατάληψη του Γυθείου όμως, η Λακωνική εδέχθη την άγρια επίθεση των Αχαιών υπό τον Φιλοποίμενα. Ο Νάβις έσπευσε προς συνάντησή τους, και οι δύο στρατοί συνεπλάκησαν εν τέλει κοντά στο όρος Βαρβοθένη, μία παραφυάδα του Πάρνωνος, όπου οι Σπαρτιάτες και οι υπόλοιποι μισθοφόροι του Νάβιδος, ηττήθησαν κατά κράτος και κατεσφάγησαν. Τα λείψανα του στρατού του, κατέφυγαν στην Σπάρτη και ο Φιλοποίμην εγκατέλειψε για την ώρα την Λακωνική, έχοντας όμως θέσει σ’ εφαρμογή ένα άλλο σχέδιο για την εξόντωση του Νάβιδος, που δεν ήταν άλλο από την ανάθεση στον αρχηγό των Αιτωλών, της δολοφονίας του βασιλέως των Σπαρτιατών με ανταμοιβή να αφεθεί ανενόχλητος να λεηλατήσει την Σπάρτη και το πλούσιο θησαυροφυλάκιό της. Περιεκύκλωσαν λοιπόν οι Αιτωλοί τον βασιλέα των Σπαρτιατών σε κάποια στιγμή που εξεγύμναζε προσωπικώς τον στρατό του και, εκμεταλλευόμενος ο Αλεξαμενός την εμπιστοσύνη του, τον επλησίασε, τον αιφνιδίασε και τον εγκρέμισε εκ του ίππου του φονεύοντάς τον με την βοήθεια των υπολοίπων Αιτωλών, δια πολλών σπαθισμών και λογχισμών.

Στην συνέχεια, οι Αιτωλοί άρχισαν να λεηλατούν την Σπάρτη και εκινήθησαν κατά του θησαυροφυλακίου της. Μετά από τον πρώτο αιφνιδιασμό ωστόσο, οι Σπαρτιάτες, μάχιμοι και μη, έλαβαν τα όπλα και, δίδοντας ένα συγκινητικό παράδειγμα ενότητος, επετέθησαν κατά των δολοφόνων και ληστών, σκοτώνοντας τον επικεφαλής τους αλλά και τους περισσοτέρους εξ αυτών (Λιβιος, 35. 35-36), ενώ, επειδή ο υιός του Νάβιδος ήταν ακόμη όμηρος των Ρωμαίων, έστεψαν ως νέο βασιλέα τους έναν νεαρό που είχε ανατραφεί στην οικία του Νάβιδος. Ωστόσο, κατέπλευσε εντός ολίγου στο Γύθειο μία μοίρα του ρωμαϊκού στόλου υπό τον ναύαρχο Αττίλιο, και, υποχρεώσας την πόλη να ενταχθεί στο Κοινό των Ελευθερολακώνων, άφησε την Σπάρτη για μία ακόμη φορά δίχως λιμάνι για τα πλοία της.

191 Ο Αχαιός στρατηγός Φιλοποίμην, την άνοιξη του έτους αυτού, ευρήκε την ευκαιρία να εισβάλει για μία ακόμη φορά στην Λακωνική, τάχα για να τιμωρήσει τους συνεργάτες του Νάβιδος. Στην πραγματικότητα, τόσο ο ίδιος όσο και ο συνεργάτης του Διοφάνης, εσχεδίαζαν να κατασφάξουν όλους τους ικανούς για πόλεμο Σπαρτιάτες που είχαν απομείνει, για να το πετύχουν δε, ο στρατηγός Διοφάνης είχε με πονηρία λάβει σχετική έγκριση υπό του Ρωμαίου Υπάτου, παρουσιάζοντάς του ότι δήθεν οι Σπαρτιάτες προετοίμαζαν... επανάσταση κατά της Ρώμης. Η σφαγή των Σπαρτιατών, που όχι μόνο δεν είχαν την παραμικρή δύναμη να πράξουν κάτι τέτοιο, αλλά εσπαράσσοντο τώρα από εσωτερικές βίαιες πολιτικές συγκρούσεις, απετράπη ευτυχώς με προσωπική επέμβαση του ιδίου του Φλαμινίνου και οι Αχαιοί περιορίσθησαν στο να υποχρεώσουν την ακέφαλη και αναρχούμενη Σπάρτη να γίνει μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας, καταλύοντας στην ουσία πλήρως την ανεξαρτησία της. Μερικές δεκάδες Σπαρτιάτες, ολιγαρχικοί και ενδοτικοί προς τους Αχαιούς, εδέχθησαν ως «σωτήρα» τον Φιλοποίμενα και «ευγνωμοσύνης ένεκεν» τού προσέφεραν μάλιστα ένα μεγάλο χρηματικό ποσό εκ της πωλήσεως της οικοσκευής του Νάβιδος, καθώς και αυτή την ίδια την οικία του, μία δωρεά που ωστόσο ο αρχηγός των Αχαιών δεν έκαμε αποδεκτή.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (7.16.1-7.16.8)

[7.16.1] Ἐκ τούτου δὴ Ἡρακλείδην τὸν Ἀργαίου ἐκπέμπει ἐς Ὑρκανίαν ναυπηγοὺς ἅμα οἷ ἄγοντα, κελεύσας ὕλην τεμόντα ἐκ τῶν ὀρῶν τῶν Ὑρκανίων ναυπηγεῖσθαι ναῦς μακρὰς ἀφράκτους τε καὶ πεφραγμένας ἐς τὸν κόσμον τὸν Ἑλληνικόν. [7.16.2] πόθος γὰρ εἶχεν αὐτὸν καὶ ταύτην ἐκμαθεῖν τὴν θάλασσαν τὴν Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν καλουμένην ποίᾳ τινὶ ξυμβάλλει θαλάσσῃ, πότερα τῇ τοῦ πόντου τοῦ Εὐξείνου ἢ ἀπὸ τῆς ἑῴας τῆς κατ᾽ Ἰνδοὺς ἐκπεριερχομένη ἡ μεγάλη θάλασσα ἀναχεῖται εἰς κόλπον τὸν Ὑρκάνιον, καθάπερ οὖν καὶ τὸν Περσικὸν ἐξεῦρε, τὴν Ἐρυθρὰν δὴ καλουμένην θάλασσαν, κόλπον οὖσαν τῆς μεγάλης θαλάσσης. [7.16.3] οὐ γάρ πω ἐξεύρηντο αἱ ἀρχαὶ τῆς Κασπίας θαλάσσης, καίτοι ἐθνῶν τε αὐτὴν ‹περι›οικούντων οὐκ ὀλίγων καὶ ποταμῶν πλοΐμων ἐμβαλλόντων ἐς αὐτήν· ἐκ Βάκτρων μὲν Ὄξος, μέγιστος τῶν Ἀσιανῶν ποταμῶν, πλήν γε δὴ τῶν Ἰνδῶν, ἐξίησιν ἐς ταύτην τὴν θάλασσαν, διὰ Σκυθῶν δὲ Ἰαξάρτης· καὶ τὸν Ἀράξην δὲ τὸν ἐξ Ἀρμενίων ῥέοντα ἐς ταύτην ἐσβάλλειν ὁ πλείων λόγος κατέχει. [7.16.4] μέγιστοι μὲν οὗτοι· πολλοὶ δὲ δὴ καὶ ἄλλοι ἔς τε τούτους ἐμβάλλοντες καὶ αὐτοὶ ἐπὶ σφῶν ἐς τὴν θάλασσαν ταύτην ἐξιᾶσιν, οἱ μὲν καὶ γινωσκόμενοι πρὸς τῶν ἀμφ᾽ Ἀλέξανδρον ἐπελθόντων τὰ ἔθνη ταῦτα, οἱ δὲ κατὰ τὰ ἐπέκεινα τοῦ κόλπου, ὡς εἰκός, κατὰ τοὺς Σκύθας τοὺς Νομάδας, ὃ δὴ ἄγνωστον πάντῃ ἐστίν.
[7.16.5] Ἀλέξανδρος δὲ ὡς τὸν Τίγρητα ποταμὸν ξὺν τῇ στρατιᾷ διέβη ἐλαύνων ἐπὶ Βαβυλῶνος, ἐνταῦθα ἐντυγχάνουσιν αὐτῷ Χαλδαίων οἱ λόγιοι, καὶ ἀπαγαγόντες ἀπὸ τῶν ἑταίρων ἐδέοντο ἐπισχεῖν τὴν ἐπὶ Βαβυλῶνος ἔλασιν. λόγιον γὰρ γεγονέναι σφίσιν ἐκ τοῦ θεοῦ τοῦ Βήλου μὴ πρὸς ἀγαθοῦ οἱ εἶναι τὴν πάροδον τὴν ἐς Βαβυλῶνα ἐν τῷ τότε. [7.16.6] τὸν δὲ ἀποκρίνασθαι αὐτοῖς λόγος τοῦ Εὐριπίδου τοῦ ποιητοῦ ἔπος· ἔχει δὲ τὸ ἔπος Εὐριπίδῃ ὧδε·
Μάντις δ᾽ ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς.
σὺ δέ, ὦ βασιλεῦ, ἔφασαν οἱ Χαλδαῖοι, μὴ πρὸς δυσμὰς ἀφορῶν αὐτὸς μηδὲ τὴν στρατιὰν ταύτῃ ἐπέχουσαν ἄγων παρελθεῖν, ἀλλὰ ἐκπεριελθὼν πρὸς ἕω μᾶλλον. [7.16.7] τῷ δὲ οὐδὲ τοῦτο εὐμαρὲς διὰ δυσχωρίαν ξυνέβη· ἀλλὰ ἦγε γὰρ αὐτὸν ταύτῃ τὸ δαιμόνιον ᾗ παρελθόντα ἐχρῆν ἤδη τελευτῆσαι. καί που τυχὸν καὶ ἄμεινον αὐτῷ ἦν ἐν ἀκμῇ τῆς τε ἄλλης δόξης καὶ τοῦ πόθου τοῦ παρ᾽ ἀνθρώπων ἀπηλλάχθαι, πρίν τινα ξυμβῆναι αὐτῷ ξυμφορὰν ἀνθρωπίνην, ἧς ἕνεκα καὶ Σόλωνα Κροίσῳ παραινέσαι εἰκὸς τέλος ὁρᾶν μακροῦ βίου μηδὲ πρόσθεν τινὰ ἀνθρώπων ἀποφαίνειν εὐδαίμονα. [7.16.8] ἐπεὶ καὶ αὐτῷ Ἀλεξάνδρῳ ἡ Ἡφαιστίωνος τελευτὴ οὐ σμικρὰ ξυμφορὰ γεγένητο, ἧς καὶ αὐτὸς Ἀλέξανδρος προαπελθεῖν ἂν δοκεῖ μοι ἐθελῆσαι μᾶλλον ἢ ζῶν πειραθῆναι, οὐ μεῖον ἢ καὶ Ἀχιλλέα δοκῶ ἂν ἑλέσθαι προαποθανεῖν Πατρόκλου μᾶλλον ἢ τοῦ θανάτου αὐτῷ τιμωρὸν γενέσθαι.

***
[7.16.1] Ύστερα από αυτά ο Αλέξανδρος έστειλε τον Ηρακλείδη, τον γιο του Αργαίου, στην Υρκανία μαζί με ναυπηγούς και τον διέταξε να κόψει ξύλα από τα βουνά της Υρκανίας και να ναυπηγήσει πολεμικά πλοία χωρίς κατάστρωμα και με κατάστρωμα, σύμφωνα με τη ναυπηγική τέχνη των Ελλήνων. [7.16.2] Γιατί τον κατέλαβε η επιθυμία να γνωρίσει με ποιά άλλη θάλασσα ενώνεται η Κασπία θάλασσα, που ονομάζεται και Υρκανία, αν δηλαδή ενώνεται με τον Εύξεινο Πόντο ή αν η μεγάλη θάλασσα, αφού περιβάλει την Ινδία από την ανατολή, χύνεται στον κόλπο της Υρκανίας, όπως ακριβώς ανακάλυψε ότι και ο Περσικός κόλπος που, ως γνωστό, ονομάζεται Ερυθρά θάλασσα είναι κόλπος της μεγάλης θάλασσας. [7.16.3] Επειδή δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμη οι πηγές της Κασπίας θάλασσας, αν και κατοικούν γύρω από αυτήν πολλοί λαοί και χύνονται σε αυτήν πλωτοί ποταμοί· από τη Βακτριανή δηλαδή ο Όξος, ο μεγαλύτερος ποταμός της Ασίας, αν εξαιρέσει κανείς τους ινδικούς, εκβάλλει σε αυτήν τη θάλασσα, όπως και ο Ιαξάρτης που διαρρέει τη Σκυθία· σύμφωνα με την επικρατέστερη γνώμη και ο Αράξης, ο οποίος πηγάζει από την Αρμενία, χύνεται σε αυτήν τη θάλασσα. [7.16.4] Αυτοί είναι οι μεγαλύτεροι ποταμοί· βέβαια και πολλοί άλλοι εκβάλλουν στην Κασπία θάλασσα, αφού διοχετεύσουν τα νερά τους σε αυτούς, και άλλοι πάλι απευθείας. Μερικούς τους γνώρισαν οι άνδρες του Αλεξάνδρου, όταν επιτέθηκαν στους λαούς που κατοικούσαν εκεί, ενώ άλλοι χύνονται στην πέρα όχθη του κόλπου, στη χώρα των Νομάδων Σκυθών, η οποία βέβαια είναι τελείως άγνωστη.
[7.16.5] Ο Αλέξανδρος πέρασε με τον στρατό του τον Τίγρητα ποταμό και προχωρούσε προς τη Βαβυλώνα, όπου τον συνάντησαν οι Χαλδαίοι μάντεις, τον απομάκρυναν από τους εταίρους και άρχισαν να τον παρακαλούν να σταματήσει την πορεία του προς τη Βαβυλώνα, επειδή, έλεγαν, είχαν λάβει χρησμό από τον θεό τους τον Βήλο ότι η είσοδός του στη Βαβυλώνα αυτήν την εποχή δεν θα ήταν για καλό του.
[7.16.6] Ο Αλέξανδρος τους απάντησε, όπως λένε, με στίχο του ποιητή Ευριπίδη. Ο στίχος έχει ως εξής:
Άριστος είναι ο μάντης που μαντεύει σωστά.
«Εσύ όμως, βασιλιά», είπαν οι Χαλδαίοι, «μπαίνοντας στη Βαβυλώνα να μη βλέπεις ο ίδιος δυτικά ούτε να οδηγείς τον στρατό σου στην πόλη από αυτήν την κατεύθυνση, αλλά, αφού κάνεις τον γύρο, προτίμησε να μπεις βλέποντας προς τα ανατολικά». [7.16.7] Αλλά ούτε και αυτό του ήταν εύκολο, γιατί το έδαφος ήταν δύσβατο. Η θεϊκή δύναμη τον οδηγούσε προς εκείνον τον τόπο, στον οποίο, αν έμπαινε, ήταν πλέον πεπρωμένο να πεθάνει. Και ήταν ίσως το καλύτερο για αυτόν, νομίζω, να πεθάνει στο αποκορύφωμα της δόξας του, τότε που οι άνθρωποι θα αισθάνονταν μεγάλη λύπη για τον χαμό του, πριν να του συμβεί κάποια ανθρώπινη συμφορά. Πιθανόν γι᾽ αυτόν τον λόγο ο Σόλων συμβούλευσε τον Κροίσο να αποβλέπει στο τέλος ενός μακρού βίου και πριν από αυτό να μη θεωρεί κανέναν άνθρωπο ευτυχισμένο. [7.16.8] Γιατί ο θάνατος του Ηφαιστίωνα ήταν μεγάλη συμφορά και για τον ίδιο τον Αλέξανδρο και νομίζω ότι θα προτιμούσε μάλλον να πεθάνει ο ίδιος πριν από αυτόν παρά να ζήσει τη δοκιμασία αυτή. Νομίζω ότι όχι λιγότερο και ο Αχιλλέας θα προτιμούσε μάλλον να πεθάνει πριν από τον Πάτροκλο παρά να γίνει εκδικητής του θανάτου του.