Σάββατο 26 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἠλέκτρα (77-120)

ΗΛΕΚΤΡΑ
ἰώ μοί μοι δύστηνος.
ΠΑ. καὶ μὴν θυρῶν ἔδοξα προσπόλων τινὸς
ὑποστενούσης ἔνδον αἰσθέσθαι, τέκνον.
80 ΟΡ. ἆρ᾽ ἐστὶν ἡ δύστηνος Ἠλέκτρα; θέλεις
μείνωμεν αὐτοῦ κἀπακούσωμεν γόων;
ΠΑ. ἥκιστα. μηδὲν πρόσθεν ἢ τὰ Λοξίου
πειρώμεθ᾽ ἔρδειν κἀπὸ τῶνδ᾽ ἀρχηγετεῖν,
πατρὸς χέοντες λουτρά· ταῦτα γὰρ φέρειν
85 νίκην τέ φημι καὶ κράτος τῶν δρωμένων.
ΗΛ. ὦ φάος ἁγνὸν
καὶ γῆς ἰσόμοιρ᾽ ἀήρ, ὥς μοι
πολλὰς μὲν θρήνων ᾠδάς,
πολλὰς δ᾽ ἀντήρεις ᾔσθου
90 στέρνων πλαγὰς αἱμασσομένων,
ὁπόταν δνοφερὰ νὺξ ὑπολειφθῇ·
τὰ δὲ παννυχίδων ἤδη στυγεραὶ
ξυνίσασ᾽ εὐναὶ μογερῶν οἴκων,
ὅσα τὸν δύστηνον ἐμὸν θρηνῶ
95 πατέρ᾽, ὃν κατὰ μὲν βάρβαρον αἶαν
φοίνιος Ἄρης οὐκ ἐξένισεν,
μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὡ κοινολεχὴς
Αἴγισθος ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι
σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.
100 κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ᾽ ἄλλης
ἢ ᾽μοῦ φέρεται, σοῦ, πάτερ, οὕτως
ἀδίκως οἰκτρῶς τε θανόντος.
ἀλλ᾽ οὐ μὲν δὴ
λήξω θρήνων στυγερῶν τε γόων,
105 ἔστ᾽ ἂν παμφεγγεῖς ἄστρων
ῥιπάς, λεύσσω δὲ τόδ᾽ ἦμαρ,
μὴ οὐ τεκνολέτειρ᾽ ὥς τις ἀηδὼν
ἐπὶ κωκυτῷ τῶνδε πατρῴων
πρὸ θυρῶν ἠχὼ πᾶσι προφωνεῖν.
110 ὦ δῶμ᾽ Ἀίδου καὶ Περσεφόνης,
ὦ χθόνι᾽ Ἑρμῆ καὶ πότνι᾽ Ἀρά,
σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες,
αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ᾽,
αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους,
115 ἔλθετ᾽, ἀρήξατε, τείσασθε πατρὸς
φόνον ἡμετέρου,
καί μοι τὸν ἐμὸν πέμψατ᾽ ἀδελφόν.
μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ
120 λύπης ἀντίρροπον ἄχθος.

***
ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΜΕΣΑ
Αλί μου, η μαύρη, αλίμονο.
ΠΑΙ. Μα θαρρώ κάποιαν άκουσα δουλεύτρα
πίσω απ᾽ την πόρτα να κρυφοστενάζει.
80 ΟΡΕ. Μην είν᾽ η Ηλέκτρα η δύστυχη; τί λες,
μένομ᾽ εδώ να δούμε τί ᾽ναι οι θρήνοι;
ΠΑΙ. Καθόλου· απ᾽ όλα πριν την προσταγή
του Απόλλων᾽ ας γνοιαστούμε, κι από κείνη
ας γίνει αρχή: να χύσομε στον τάφο
του πατρός σου χοές, που αυτό θα φέρει
νίκη κι επιτυχία του σκοπού μας.

ΗΛΕΚΤΡΑ
Ω άγιο φως τ᾽ ουρανού
και συ αγέρα, που ολόγυρα ζώνεις τη γη,
πόσες μ᾽ άκουσες, πόσες φορές
να πικρό-θρηνωδώ
90 κι αιματό-στηθοδέρνομαι
όταν παίρν᾽ η αυγή να χαράζει!
Κι όσο πια για τις ό-λονυχτίες μου,
ξέρ᾽ η αθλία μου η κλίνη, στο σκότεινο
μεσ᾽ αυτό το παλάτι, όσα δάκρυα
για τον άμοιρο χύνω πατέρα μου,
που εκεί κάτω στη χώρα τη βάρβαρη
ο φονιάς δεν τον φίλεψε ο Άρης,
μα η κακούργα μου η μάνα κι ο Αίγιστος,
τ᾽ άξιο ταίρι της, σαν ξυλοκόποι
ένα δέντρο, του σκίσανε
με πελέκι φονικό το κεφάλι,
κι άλλος, έξω από μένα, δε βρέθη κανείς
100 για να σ᾽ έ-λεηθεί,
που με τέτοιο, πατέρα μου, ελεεινό
κι ανάξιο θάνατο πήγες.
Όμως όχι, ποτέ τού ποτέ
δε θα πάψω τους θρήνους εγώ
και τα ολόπικρ᾽ αυτά μοιρολόγια,
όσο που θενα βλέπω τ᾽ αστέρια τα ολόφεγγα
και το φως της ημέρας αυτό·
και σα μιας αηδόνας, που τ᾽ άλουβα
έχει χάσει παιδιά της, οι βόγγοι μου
θ᾽ αντηχούν και θα κράζουνε σ᾽ όλους:
θ᾽ αντηχούν και θα κράζουν σ᾽ όλους:
110 Ω δώματα του Άδη και της Περσεφόνης,
ω Ερμή τ᾽ Άλλου κόσμου, ω δέσποιν᾽ Αρά,
ω εσείς, κόρες θεών σεβαστές Ερινύες,
που επιβλέπετε τους αδικό-σκοτωμένους
κι εκεινούς που κρυφά τα κρεβάτια των κλέβουν,
μα ελάτε, βοηθάτε, εκδικήσετε
του πατέρα μου το φόνο
και σε μένα τ᾽ αδέρφι μου στείλετε,
γιατί πια δε μπορώ
να υποφέρω μονάχη μου εγώ
120 του καημού το ανεσήκωτο βάρος.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία: 4. Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική εποχή (323-31 π.Χ.)

4.5.Β. Ιστοριογραφία


Ιστορία έγραψαν στα ελληνιστικά χρόνια πολλοί. Στόχος τους από τη μια να καταγράψουν την αλήθεια, όπως την έβλεπαν, από την άλλη να εντυπωσιάσουν και να γοητέψουν τους αναγνώστες, δραματοποιώντας τα γεγονότα και αξιοποιώντας τα διδάγματα της ρητορικής τέχνης.

Οι πρώτοι που θα περιμέναμε να ξεχωρίσουν είναι οι ιστορικοί του Μεγαλέξανδρου· όμως θα απογοητευτούμε. Κανένας από όσους συνέγραψαν για τον στρατηλάτη δε φαίνεται να στάθηκε αντάξιος του έργου, ή, πιο σωστά, κανενός η συγγραφή δεν αποδείχτηκε ικανή να αποφύγει τη φθορά του χρόνου και να επιβιώσει ως τις μέρες μας. Μόνο από αποσπάσματα μας είναι γνωστές οι Ἀλεξάνδρου πράξεις του Καλλισθένη,[1] Τὰ κατὰ Ἀλέξανδρον του Λέοντα από το Βυζάντιο, και οι Περὶ Ἀλέξανδρον ἱστορίαι που έγραψαν ο Κλείταρχος από την Αλεξάνδρεια, ο Αριστόβουλος από την Κασσάνδρεια, ο Χάρης από τη Μυτιλήνη, ο Πολύκλειτος από τη Λάρισα, ο Ονεσίκριτος από την Αστυπάλαια και τόσοι άλλοι.

Λιγοστές σημειώσεις μόνο σώζονται και από τις Ἐφημερίδες, το ημερολόγιο που με εντολή του Αλέξανδρου τηρούσαν δύο γραμματικοί, και από το Σταθμοὶ τῆς Ἀλεξάνδρου πορείας του Βαίτωνα του βηματιστή.[2] Κάπως μεγαλύτερα αποσπάσματα, της μιας και των δύο σελίδων, σώθηκαν μονάχα από την Ιστορία που έγραψε στα γεράματά του ο Πτολεμαίος Α', και αυτό γιατί τη χρησιμοποίησε ως πηγή ο Αρριανός, όταν αιώνες αργότερα συγκέντρωσε υλικό για το Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις. Ο Πτολεμαίος, θυμίζουμε, πριν γίνει βασιλιάς της Αιγύπτου ήταν στρατηγός και σωματοφύλακας του Αλέξανδρου, και δίκαια η Ιστορία του θεωρήθηκε αξιόπιστη.

Αξιόπιστη πηγή για τους νεότερους ιστορικούς αποτέλεσαν και οι Διαδόχων ἱστορίαι του Ιερώνυμου από την Καρδία της Θράκης (4ος/3ος π.Χ. αι.). Έχοντας διαδραματίσει ο ίδιος σημαντικό ρόλο στους πολέμους των Διαδόχων, ο Ιερώνυμος αφηγήθηκε πιστά τα γεγονότα από τον θάνατο του Μεγαλέξανδρου ως και τον θάνατο του Πύρρου (272 π.Χ.), αλλά το έργο του, εκτός από λίγα αποσπάσματα, έχει χαθεί.

Αρκετά αποσπάσματα σώζονται από τα Ἰταλικὰ καὶ Σικελικά του Τίμαιου από το Ταυρομένιο της Σικελίας (περ. 350-254 π.Χ.). Αναγκασμένος να εγκαταλείψει για πολιτικούς λόγους την πατρίδα του, ο Τίμαιος έζησε στην Αθήνα, όπου συνέγραψε την ιστορία των ελληνικών πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας, από τις αρχές ως τον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο (264 π.Χ.). Ήταν ο πρώτος ιστορικός που χρησιμοποίησε ως χρονολογική βάση τις Ολυμπιάδες, όχι όμως και ο πρώτος που κακολόγησε τους προκατόχους του, τόσο ώστε οι Αθηναίοι του έδωσαν το παρανόμι Ἐπιτίμαιος - διὰ τὸ πολλὰ ἐπιτιμᾶν (Σούδα). Ήρθε καιρός να κατηγορηθεί και ο ίδιος από τον Πολύβιο, που του καταμαρτύρησε ότι πολλά ἱστορεῖ ψευδῆ (12.7).

ΠΟΛΥΒΙΟΣ (περ. 200-118 π.Χ.)

Γεννήθηκε στη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας και έδρασε, όπως και ο πατέρας του, ως πολιτικός της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Μετά τη μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.) ο Πολύβιος, μαζί με άλλους συντοπίτες του, βρέθηκε όμηρος στη Ρώμη, όπου γρήγορα συνδέθηκε με τον νεαρό Σκιπίωνα τον Αιμιλιανό και τους φιλέλληνες διανοούμενους του κύκλου του. Αργότερα ακολούθησε τον Σκιπίωνα στις εκστρατείες του, έζησε από κοντά την καταστροφή της Καρχηδόνας και πήρε μέρος στη θαλασσινή εξερεύνηση των ακτών του Ατλαντικού. Πίσω στην πατρίδα του συνέχισε, και μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση, την πολιτική του δράση, μεσολαβώντας ανάμεσα στους κατακτητές και στις ελληνικές πόλεις - με επιτυχία, όπως μαρτυρούν τα τιμητικά αγάλματα που του είχαν στήσει στη Μαντινεία, στην Τεγέα και αλλού. Ήταν ογδόντα δύο χρονών, όταν έπεσε από το άλογό του και σκοτώθηκε.

Τα μικρότερα έργα του Πολύβιου (το Περὶ Φιλοποίμενος, τα Τακτικά κ.ά.) έχουν χαθεί· όμως από το μεγάλο του έργο, που μνημονεύεται ως Ρωμαϊκὴ ἱστορία σε σαράντα βιβλία, μας έχει σωθεί περίπου το ένα τρίτο. Η αφήγηση ξεκινά από τον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο (όπου σταματούσε η ιστορία του Τίμαιου) και φτάνει ως το 144 π.Χ., τότε που η Ρώμη, έχοντας καταβάλει τους Καρχηδόνιους και τους Μακεδόνες, δεν είχε πια κανέναν να φοβηθεί. Η παρουσίαση είναι γενικά αντικειμενική και αξιόπιστη, καθώς ο Πολύβιος είχε ζήσει ο ίδιος από κοντά ένα μεγάλο μέρος των γεγονότων.

Περισσότερο ίσως από την ιστορική ύλη αυτή καθαυτή μας ενδιαφέρουν στη συγγραφή του Πολύβιου η μέθοδος που ακολούθησε και οι θεωρίες του για την εξέλιξη των ιστορικών φαινομένων. Πίστευε ότι σκοπός της ιστορίας δεν είναι να τέρψει αλλά να ωφελήσει τους αναγνώστες, βοηθώντας τους να χειρίζονται σωστά τις τωρινές και να προβλέπουν τις μελλοντικές καταστάσεις, και ότι έργο του ιστορικού είναι τόσο να εκθέσει τα πραγματικά γεγονότα όσο και να τα αιτιολογήσει. Κύριος στόχος του ήταν να δείξει πώς και γιατί η Ρώμη κατάφερε σε μικρό χρονικό διάστημα να επεκταθεί τόσο· όμως η ιστορία του είναι ουσιαστικά παγκόσμια,[3] καθώς αναγνώριζε ότι όπου και να συμβαίνουν, στην Ανατολή ή στη Δύση, οι εξελίξεις συνδέονται και αποτελούν ένα σώμα. Θεωρούσε ότι στις πολιτείες, όπως και στους ζωντανούς οργανισμούς, «υπάρχει μια φυσιολογική αύξηση, μετά από αυτήν η ακμή, έπειτα ο μαρασμός - και όλα είναι πιο ισχυρά την εποχή της ακμής» (6.51.4). Έτσι εξήγησε και την υπεροχή της Ρώμης απέναντι στις παλαιότερες πολιτείες, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε ένα μεγάλο μέρος από τις ιστορικές εξελίξεις να το αποδώσει στην τύχη - όχι στη θεά Τύχη αλλά στην απλή συγκυρία.

Με συνέπεια στον στόχο του να ωφελήσει και όχι να τέρψει, ο Πολύβιος χρησιμοποίησε απλή γλώσσα, την Κοινή, χωρίς λογοτεχνικές απαιτήσεις. Το παραδέχτηκε άλλωστε και ο ίδιος ότι ο λόγος του ήταν «αυστηρός και μονότροπος» (9.1.3). Ακόμα και οι δημηγορίες, υποστήριξε, δεν επιτρέπεται να αποτελούν ρητορικά κατασκευάσματα· σωστό είναι ο ιστορικός να γνωρίζει και να καταγράφει όσα πραγματικά ειπώθηκαν (12.25b.1).[4]

Το ιστορικό έργο του Πολύβιου συνέχισαν πρώτα ο Ποσειδώνιος, που θα τον γνωρίσουμε ως στωικό φιλόσοφο, αργότερα και ο Στράβων.

Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν νόμους για την πνευματική ιδιοκτησία, ούτε το θεωρούσαν υποτιμητικό ένας συγγραφέας να ενσωματώνει στα κείμενά του κομμάτια από τα έργα ενός ή περισσότερων άλλων. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη πως ορισμένοι αλεξανδρινοί ιστορικοί αποφάσισαν να συνθέσουν τις ιστορίες τους ως συμπιλήματα, επιλέγοντας, τακτοποιώντας και συνδέοντας αποσπάσματα από τα έργα των προκατόχων τους. Σημαντικότερος ανάμεσά τους ο Διόδωρος ο Σικελιώτης.

ΔΙΟΔΩΡΟΣ (1ος π.Χ. αι.)

Για τη ζωή του ξέρουμε μόνο ότι γεννήθηκε στο Αγύριον της Σικελίας (πόλη που πίστευε ότι την είχε επισκεφτεί ο Ηρακλής), και ότι ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στη Ρώμη. Στο έργο του Ἱστορικὴ βιβλιοθήκη ο Διόδωρος είχε συμπεριλάβει ολόκληρη την παγκόσμια ιστορία από τους μυθικούς χρόνους ως την κατάκτηση της Βρετανίας από τον Καίσαρα, το 54 π.Χ. - και δεν πρέπει να θεωρηθεί σύμπτωση πως ένα τέτοιο έργο σχεδιάστηκε και ολοκληρώθηκε ακριβώς στα χρόνια όπου η Ρώμη κατόρθωσε να ενώσει κάτω από την εξουσία της τον κόσμον όλο.

Από τα σαράντα βιβλία της Βιβλιοθήκης μάς σώζονται δεκαπέντε ολόκληρα και τα υπόλοιπα αποσπασματικά. Όπως θα το περιμέναμε, ο Διόδωρος έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην ελληνική, στη ρωμαϊκή και στη σικελική ιστορία, μελετώντας πλήθος προγενέστερά του έργα και ενσωματώνοντας ολόκληρα κομμάτια τους στη συγγραφή του. Έτσι, η αξιοπιστία των πληροφοριών του, αν εξαιρέσουμε τα σύγχρονά του γεγονότα, κυμαίνεται ανάλογα με την αξιοπιστία των πηγών. Παρόμοια, ανάλογα με τις πηγές παραλλάζουν το ύφος και η γλώσσα· όμως σε γενικές γραμμές το έργο είναι γραμμένο σε στρωτή και προσεγμένη Κοινή.

Ο Πτολεμαίος, ο Ιερώνυμος, ο Τίμαιος, ο Πολύβιος, ο Διόδωρος - όλοι τους επιδίωξαν να παρουσιάσουν την αλήθεια γυμνή, να ωφελήσουν περισσότερο παρά να εντυπωσιάσουν και να τέρψουν τους αναγνώστες τους. Διαφορετικό δρόμο ακολούθησαν ιστορικοί άλλοι, που θεώρησαν πρώτη τους υποχρέωση να θέλξουν το κοινό τους παρουσιάζοντας την ιστορία με τρόπο ιδιαίτερα ελκυστικό, δραματοποιώντας τα γεγονότα και χρησιμοποιώντας άφθονα τα μέσα της ρητορικής καλλιέπειας.

Κιόλας ο Δούρης από τη Σάμο (περ. 340-270 π.Χ.) κατηγόρησε ορισμένους προγενέστερούς του ιστορικούς ότι «το μόνο που φρόντισαν ήταν να καταγράψουν τα γεγονότα· δε μπόρεσαν καθόλου να τα ζωντανέψουν, ούτε να τα παρουσιάσουν με τρόπο ευχάριστο» (απόσπ. 1). Στα αποσπάσματα που σώθηκαν από τα Μακεδονικά του διαπιστώνουμε ότι ο ίδιος έδινε έμφαση στα συναισθήματα των ιστορικών προσώπων και δε δίσταζε να προσθέτει εντυπωσιακές λεπτομέρειες «σκηνοθετώντας» τα γεγονότα. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν και άλλοι ιστορικοί, νεότεροί του.

Με το έργο του Σαμίων ὧροι (χρονικά) ο Δούρης συγκαταλέγεται και στην ομάδα των αλεξανδρινών ιστορικών που συνέγραψαν τοπική ιστορία - της πατρίδας τους. Εδώ ανήκουν ακόμα ο Νεάνθης από την Κύζικο (Ὧροι Κυζικινῶν), ο Μέμνων από την Ηράκλεια του Πόντου (Περὶ Ἡρακλείας) και άλλοι, ανάμεσά τους πολλοί αθηναίοι ατθιδογράφοι.

Ο σημαντικότερος ατθιδογράφος, ο Φιλόχορος (4ος/3ος π.Χ. αι.), δεν ήταν μόνο ιστορικός αλλά και μάντης και εξηγητής των παλιών χρησμών, φλογερός αθηναίος πατριώτης, συντηρητικός και, φυσικά, αντιμακεδόνας. Ορισμένα από τα έργα του ήταν σχετικά με τη λατρεία, άλλα φιλολογικά ή φιλοσοφικά· τα περισσότερα όμως αφορούσαν την Αθήνα, με σπουδαιότερο το Ἀτθίς, σε δεκαεπτά βιβλία, όπου ήταν καταγραμμένη η αθηναϊκή ιστορία από τη μυθική εποχή ως το 262 (;) π.Χ. Από τα υπόλοιπα ξεχωρίζουμε το Ἐπιγράμματα ἀττικά, καθώς για πρώτη φορά τώρα ένας ιστορικός ενδιαφέρεται να θησαυρίσει παλιές επιγραφές.

Με μεγάλο ζήλο μελέτησε αργότερα τις επιγραφές και ο Πολέμων από το Ίλιο (2ος π.Χ. αι.),[5] που έγραψε μια σειρά από έργα περιηγητικά, περιγράφοντας με επιστημονική επιμονή και ακρίβεια τα αρχιτεκτονικά μνημεία, τα αγάλματα, τις ζωγραφιές, τα αναθήματα κλπ., όπως τα είδε ο ίδιος στην Ακρόπολη, στην Ιερά οδό, στη Σπάρτη, στους Δελφούς, στη Δωδώνη και σε άλλες σημαντικές περιοχές. Ο ίδιος έγραψε και τοπικές ιστορίες, κτίσεις, πόλεων του Πόντου και της Μεγάλης Ελλάδας.

Τα γεωγραφικά, ιστορικά και εθνολογικά ενδιαφέροντα των Ελλήνων για ξένους τόπους και λαούς έχουν μυθικό πρόδρομο τον Οδυσσέα και πρωτοφανερώθηκαν, θυμίζουμε, σε συγγραφείς όπως ο Εκαταίος και ο Ηρόδοτος. Η παράδοση συνεχίστηκε στα ελληνιστικά χρόνια, όπου πάλι βρέθηκαν Έλληνες ιστορικοί να ασχοληθούν και να συγγράψουν έργα για τη Λυδία, για τη Λυκία, ακόμα και για τις μακρινές Ινδίες, όπου είχε οδηγήσει τον στρατό του ο Μεγαλέξανδρος.

Χαρακτηριστική περίπτωση ο Νέαρχος από την Κρήτη, ο ναύαρχος που με εντολή του Αλέξανδρου έπλευσε από τον Ινδό ποταμό ως την Περσία και κατάγραψε τις γεωγραφικές, εθνολογικές κ.ά. παρατηρήσεις του. Ο Περίπλους του έχει χαθεί αλλά δε μας είναι τελείως άγνωστος, καθώς τον χρησιμοποίησαν αργότερα ο Αρριανός και ο Στράβων.

Τελευταίος και σπουδαιότερος από τους ιστορικούς και εθνολόγους που ενδιαφέρθηκαν για ξένους τόπους ήταν ο Αλέξανδρος από τη Μίλητο (1ος π.Χ. αι.), ο πολυΐστωρ (πολύξερος) όπως ονομάστηκε, που από τα αμέτρητα βιβλία του ορισμένα αφορούσαν την Ιουδαία, τη Φοινίκη, την Αιθιοπία, την Αραβία, την Αίγυπτο, τις Ινδίες και άλλες χώρες της Ανατολής.

Είναι αξιοπρόσεχτο ότι στα αλεξανδρινά χρόνια ορισμένοι ξένοι ιστορικοί αποφάσισαν να καταγράψουν την ιστορία του τόπου τους και του λαού τους στα ελληνικά. Μας σώθηκαν αποσπάσματα από τα Αἰγυπτιακά του Μανέθωνα, ιερέα στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου, και από τα Βαβυλωνιακά ή Χαλδαϊκά του Βηρωσού, ιερέα του θεού Βάαλ, που διηγόνταν την ιστορία των ανατολικών λαών από την κοσμογένεση και τον κατακλυσμό ως την κατάκτηση τους από τον Μεγαλέξανδρο. Γραμμένα στα ελληνικά από ξένους είναι και ορισμένα από τα ιστορικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.

Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ

Νεότεροι συγγραφείς θρυλούσαν πως ο Πτολεμαίος Β' ο Φιλάδελφος προσκάλεσε εβδομήντα σοφούς και τους ανάθεσε να μεταφράσουν τα εβραϊκά ιερά βιβλία στα ελληνικά για τη Βιβλιοθήκη. Κλείστηκαν, λέει, οι ἑβδομήκοντα στο νησάκι Φάρος, στα ανοιχτά της Αλεξάνδρειας, και με τη φώτιση του θεού παράδωσαν τη μετάφραση ολοκληρωμένη σε εβδομήντα μέρες. Όμορφη η ιστορία τους· όχι όμως και αληθινή.

Η αλήθεια είναι πως μεταφράσεις των ιερών ιουδαϊκών βιβλίων γίνονταν στα ελληνιστικά χρόνια πολλές, καθώς το μεγάλο πλήθος των Εβραίων της διασποράς[6] είχαν σχεδόν ξεχάσει τη γλώσσα τους και προτιμούσαν να διαβάζουν ελληνικά. Από το πλήθος των μεταφράσεων ξεχώρισαν σιγά σιγά ορισμένες που επικράτησαν και συναποτέλεσαν ένα σώμα, την ενιαία, τάχα, Μετάφραση των εβδομήκοντα.

Στην τελική του μορφή το σώμα των Εβδομήκοντα δεν περιείχε μόνο παλιά βιβλία, όπως η Γένεσις, η Ἔξοδος κ.ά., μεταφρασμένα από τα εβραϊκά ή τα αραμαϊκά, αλλά και κάποια νεότερα, όπως το Β' και Γ' βιβλίο των Μακκαβαίων, γραμμένα εξαρχής στα ελληνικά από ελληνόφωνους Ιουδαίους. Από αυτά τα ποικίλα κείμενα η χριστιανική θεολογική παράδοση ξεχώρισε τα κανονικά, που συναπαρτίζουν την Παλαιά Διαθήκη.

Πιστές ή λιγότερο πιστές μεταφράσεις από άλλες γλώσσες, βιβλία γραμμένα στα ελληνικά από ξένους, το σώμα των Εβδομήκοντα αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση και ποικιλία γλωσσικό μνημείο της Ελληνιστικής εποχής. Στις σελίδες του μπορούμε να μελετήσουμε σε βάθος την Κοινή, αυτή καθαυτή όσο και στην ιδιαίτερη μεταφραστική σχέση της με τις σημιτικές γλώσσες.

Θρησκεία, μύθους, ιστορία και φαντασία ανακάτεψε στα έργα του ο Εκαταίος από τα Άβδηρα (4ος/3ος π.Χ. αι.), που έγραψε Περὶ Αἰγυπτίων και Περὶ Ὑπερβορέων, παρουσιάζοντας τους δύο αυτούς λαούς ως πρωτοπόρους του πολιτισμού και ως υποδείγματα ευσέβειας, δικαιοσύνης, αυτάρκειας κλπ.

Παρόμοια και ο Ευήμερος από τη Μεσσήνη (4ος/3ος π.Χ. αι.), φίλος του Κάσσανδρου της Μακεδονίας, υποστήριξε, στο έργο του Ἱερὰ ἀναγραφή, ότι βρέθηκε κάποτε σε ένα νησάκι του Ινδικού ωκεανού, την Παγχαίαν, και γνώρισε τους κατοίκους της εὐσεβείᾳ διαφέροντας καὶ τοὺς θεοὺς τιμῶντας μεγαλοπρεπεστάταις θυσίαις καὶ ἀναθήμασιν (απόσπ. 1). Εκεί διάβασε σε μια χρυσή στήλη τα έργα του Κρόνου και του Δία, που τότε δεν ήταν ακόμα θεοί αλλά βασιλιάδες της οικουμένης. Τα καταλαβαίνουμε καλύτερα όλα αυτά, όταν σκεφτούμε ότι ο Ευήμερος έγραψε σε εποχή όπου οι μεγαλοβασιλιάδες διάδοχοι του Αλεξάνδρου ονειρεύονταν να κυριαρχήσουν στον κόσμον όλο και πίστευαν στη δυνατότητα της προσωπικής τους αποθέωσης.[7]

Οριακή θέση στην ιστοριογραφία διεκδικούν και οι αλεξανδρινοί παραδοξογράφοι, που διάλεξαν να συγκεντρώσουν και να καταγράψουν όλα του κόσμου τα παράξενα. Πιο γνωστός ανάμεσά τους ο Αντίγονος από την Κάρυστο (3ος π.Χ. αι.), που η Ἱστοριῶν παραδόξων συναγωγή του σώθηκε και μας πληροφορεί, για παράδειγμα, ότι «το περισσότερο που μπορεί να γεννήσει μια γυναίκα είναι πέντε παιδιά· και θυμούνται μία που με τέσσερις γέννες απόκτησε είκοσι παιδιά - και τα περισσότερα μεγάλωσαν» (110).

Είναι αλήθεια ότι ο Εκαταίος, ο Ευήμερος, οι Παραδοξογράφοι, ως ένα σημείο και όλοι όσοι με τη συγγραφή τους επιδίωξαν να τέρψουν περισσότερο παρά να διδάξουν, απομακρύνθηκαν από την καθαυτό ιστορία· προετοίμασαν όμως με τα έργα τους ένα νέο, λογοτεχνικότερο είδος αφηγηματικής πεζογραφίας, το μυθιστόρημα, που θα κάνει την εμφάνιση του και θα ακμάσει στα ρωμαϊκά χρόνια.
-------------------------
1. Ο Καλλισθένης από την Όλυνθο (περ. 370-327 π.Χ.), συγγενής και μαθητής του Αριστοτέλη, έγραψε πολλά και σημαντικά φυσιογνωστικά, φιλολογικά και ιστορικά έργα, που έχουν όλα χαθεί. Ακολούθησε τον Μεγαλέξανδρο στην εκστρατεία του, θεωρώντας τον γιο του Δία και πρόμαχο των Ελλήνων· αρνήθηκε όμως να τον προσκυνήσει και εκτελέστηκε.

2. Βηματισταί ονομάζονταν οι ειδικευμένοι οπλίτες που με σταθερό βήμα μετρούσαν και κατάγραφαν τις πορείες.

3. Ο ίδιος μιλά για τὰ καθόλου πράγματα και αναφέρεται συχνά στην οἰκουμένην.

4. Ολοφάνερη είναι στο θέμα αυτό, όπως και σε πολλά άλλα, η διαφορά του Πολύβιου από τον Θουκυδίδη.

5. Το παρανόμι του στηλοκόπας σημαίνει αυτόν που τρώει με τα μάτια του τις στῆλες όπου ήταν χαραγμένες επιγραφές.

6. Ο ιστορικός Φίλων ο Ιουδαίος παραδίνει ότι μόνο στην Αίγυπτο κατοικούσαν στα χρόνια του Χριστού ένα εκατομμύριο Εβραίοι.

7.Σήμερα ονομάζουμε ευημερισμό κάθε προσπάθεια να αποδειχτεί ότι αρχικά οι θεοί δεν ήταν παρά ιστορικά πρόσωπα που ξεχώρισαν για την αρετή, τη δύναμη και τη δράση τους.

Όσο περισσότερο επικρίνεις, τόσο λιγότερο αγαπάς

Έχουμε μεταλλαχτεί σε σκληροπυρηνικούς, μα όχι και αδέκαστους, κριτές των πάντων. 

Υψώνουμε το δάχτυλο μπροστά, “δείχνοντας” τα στραβά και τ’ ανάποδα του διπλανού μας χωρίς όμως να έχουμε την διάθεση να δούμε αν κάποια προσωπική “ατέλεια” κρύβεται πίσω απ’ αυτόν τον υπερυψωμένο δείκτη- κι αν βέβαια το ύψος της “καμπούρας” που φέρουμε, ξεπερνά κατά πολύ εκείνη που κατέχουν οι κρινόμενοι εξ ημάς.

Γνωρίζουμε το καλό και το κακό από γεννησιμιού μας κι ως άλλοι μικροί θεοί έχουμε την εντύπωση πως μπορούμε να επεμβαίνουμε χειριστικά σε όσους και όσα δεν ταιριάζουν με τα γούστα μας. Διότι ακριβώς περί αυτού πρόκειται. Οι κριτικές μας, οι ανερυθρίαστες τοποθετήσεις μας για τις συμπεριφορές των άλλων και πολλές φορές οι- οιασδήποτε μορφής- επιθέσεις που προβαίνουμε, τροφοδοτούμενες από την ανάγκη ενός άγονου και πρωτόγονου ξεσπάσματος, φανερώνουν την ψυχική μας ένδεια και στην προκειμένη περίπτωση την πνευματική μας αδυναμία.

Ο Ντοστογιέφσκι, ο μεγάλος εκείνος ψυχογράφος, μεταξύ άλλων είχε πει: “Μερικά πράγματα δεν μπορεί κανείς να τα κρίνει, αν δεν τα έχει δοκιμάσει μόνος του.” Θαρρώ λοιπόν πως θα ήταν σοφότερο, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάτι που δεν μας ταιριάζει, αντί να αρθρώνουμε λίβελους και ασύστολες κατηγόριες, να σωπαίνουμε και να σκεφτόμαστε με ποιον τρόπο θα μπορούσε να καταστεί η διαφωνία μας εποικοδομητική καθώς και τι ακριβώς έχει να προσφέρει σε εμάς αλλά και στο σύνολο εν γένει.

Είναι αδιαπραγμάτευτο το δικαίωμα του διαφωνείν, μα το επικρίνειν έχει αποδειχθεί λανθασμένη “θεραπευτική” αγωγή.

Η προσέγγιση, η παρουσίαση μιας άλλης οπτικής – της δικής μας εν προκειμένω- η υποστήριξη της θέσης μας, η ακρόαση της άλλης άποψης και η τοποθέτηση μας – μ’ όσο το δυνατό περισσότερη υπομονή στην αντικειμενική κατάσταση της θέσης του άλλου, ενδεχομένως θα μπορούσε να προσφέρει σε όλους τα μέγιστα, μέσα από τις διεργασίες που θα πραγματοποιηθούν είτε στο εσωτερικό είτε εξωτερικό μας. Εξάλλου τίποτε δεν θα έπρεπε να θεωρείται θέσφατο καθώς: “Ρόδα είναι και γυρίζει…”.

Τέλος, η φράση: “Όσο περισσότερο επικρίνεις, τόσο λιγότερο αγαπάς”, του Honoré de Balzac, είναι ένα εξαιρετικό σημείο στάσης και περισυλλογής, αφού αν υπάρχει ωφέλιμη κριτική, δεν είναι άλλη από την ειλικρινή αυτοκριτική και την επαναπροσέγγιση των μέχρι στιγμής πεπραγμένων.

Θες μια συνταξιδιώτισσα, μια φίλη, μια αγάπη

Πώς τελειώνουν οι σχέσεις;
Πώς τελειώνουν οι άνθρωποι από τη ζωή σου;
Πώς ξεμένεις από αγάπη;

Πώς φεύγεις πραγματικά; Όχι σωματικά κι αναγκαστικά. Πραγματικά. Να φεύγεις και να είσαι καλά, χωρίς να νιώθεις θυμό, πόνο, νεύρα και μίσος. Πώς φεύγεις, λύνοντας τις αλυσίδες που ρίζωσαν μέσα στην καρδιά σου και σε κρατάνε εκεί κολλημένο σε έναν άνθρωπο που δεν έχει τίποτα άλλο να σου δώσει;

Στα ξαφνικά. Ξαφνικά εκεί που θες να το παλέψεις, εκεί που συγχωρείς και ξανασυγχωρείς, εκεί που κλαις και χτυπιέσαι, μια μέρα ξυπνάς και μέσα σου δεν υπάρχει τίποτα.

Ούτε καν σκέφτεσαι τον άλλο. Τώρα, σκέφτεσαι εσένα.

Σκέφτεσαι πώς θα επιβιώσεις, πώς θα ξαναχτίσεις τον εαυτό σου, πώς θα αγαπήσεις ξανά τον εαυτό σου αντί να γκρινιάζεις όλη μέρα για το πόσο λίγο σε αγάπησαν, πόσο πολύ σε πόνεσαν και για το ότι πρέπει ξανά να αρχίσεις από το 0.

Είναι σαν να κάνει ο εγκέφαλός σου αυτό το κλικ που χρειαζόταν για να ξυπνήσεις, την ώρα που έπιανες πάτο. Μια μέρα ξύπνησες και είπες, τελείωσα μαζί του και με όλη αυτή τη μιζέρια.

Δεν πρέπει να αγχώνεσαι για πράγματα που δεν μπορείς να αλλάξεις. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα μαθήματα που σε διδάσκει η ζωή. Είναι σαν να κάνεις μία τρύπα στο νερό.

Αν κάποιος δεν θέλει, δεν θέλει. Ό,τι κι αν κάνεις εσύ το πιο πιθανόν είναι πάλι να μη θέλει, με κάποιες ίσως μικρές αναλαμπές. Ό,τι κι αν κάνεις εσύ, αν ο άλλος δεν μπορεί, δεν μπορεί.

Είναι σαν να σε έχει κλείσει κάποιος έξω από το σπίτι του γιατί μέσα σ’ αυτό δεν χωράνε άλλοι άνθρωποι και άλλα πράγματα απ’ αυτά που επέλεξε και όταν ζητάει κάποτε λίγο να πάρει αέρα βγαίνει έξω να σε δει που σε έχει δεμένο στην αυλή. Και μετά όταν πάλι μπαίνει μέσα στο “σπίτι” του, εσύ χτυπάς την πόρτα απεγνωσμένα χωρίς ανταπόκριση και μετά σκάβεις λάκκους για να μπεις με κάποιο τρόπο μέσα.

Γιατί να το κάνεις αυτό στον εαυτό σου;
Γιατί να χάνεις τόσο πολύτιμο χρόνο;

Γιατί να κουράζεσαι, να χαλιέσαι, να εκνευρίζεσαι, να ρωτάς γιατί, να σκοτώνεσαι με τον άλλο; Αν θέλει, θα σε βάλει στο “σπίτι” του. Αν θέλει, θα σου έχει πάντα ένα παράθυρο ανοιχτό. Αν δεν είναι διαθέσιμος, δεν είναι διαθέσιμος για σένα και πρέπει να αποχωρείς. Και αν σε έχει δέσει συναισθηματικά, αν δεν αντέχεις να είσαι έξω και νιώθεις μόνος και βλέπεις το δρόμο και θες να φύγεις για να ζήσεις, τότε να φύγεις.

Ίσως στο επόμενο να είσαι πιο ευπρόσδεκτος, ίσως βρεις κάποιον που αντί για “σπίτι” να έχει μια βάρκα για καρδιά και να σε βρίσκει στο λιμάνι πού και πού και να ταξιδεύετε μαζί.

Ίσως βρεις κάποιον με καρδιά τεράστια σαν παλάτι και να κατοικήσεις εκεί στην ασφάλεια της αγκαλιάς του.

Μόνο μη μένεις εκεί που σε έχουν δεμένη να πεθαίνεις στο κρύο, στο λίγο, στη μοναξιά, στα δεν μπορώ και στα δε θέλω.

Δε γεννήθηκες για να βολεύεις κανέναν. Πρέπει τα θέλω σου και τα μπορώ σου να συμβαδίζουν με αυτά του άλλου. Τι να κάνεις έναν άνθρωπο που δεν μπορείς ποτέ να σηκώσεις το τηλέφωνο να του μιλήσεις; Που δεν μπορείς να κάνεις την καύλα σου όταν το νιώθεις, που δεν μπορείς να κάνεις το πιο απλό που κάνουν όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως σχέσης, μία απλή συνομιλία; Μία απλή συνομιλία και να νιώθεις όμορφα. Να μπορείς να κάνεις σχέδια για το καλοκαίρι, για τα βράδια με πανσέληνο, για τις θάλασσες. Να μη σου κόβουν τα φτερά. Να μη σου κόβουν την αγάπη σου, τα όνειρα και την όρεξη για ζωή. Είναι χειρότερο κι από τον θάνατο.

Δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο, δεν υπάρχει κάποιος σκοπός. Δεν είσαι τέτοια. Δε θες να βρεις κάποιον να τον αιχμαλωτίσεις. Θες ένα συνταξιδιώτη, ένα φίλο, ένα εραστή. Γίνεται, σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Αρκεί ο άλλος να το θέλει, αρκεί εσύ να είσαι καλά.

Σχέσεις και Συναισθηματική Εξάρτηση

Τι είναι η συναισθηματική εξάρτηση; 
Όλοι χρειαζόμαστε σχέσεις αγάπης και συντροφικότητας για να έχουμε μια αίσθηση προσωπικής ικανοποίησης και πληρότητας. Κάποιοι άνθρωποι όμως, εξαρτώνται υπερβολικά από τους άλλους, προσκολλώνται και στηρίζουν τη ζωή και την ευτυχία τους στον άλλο.

Κάνουν τα πάντα για να ευχαριστήσουν το σύντροφό τους, βάζουν οτιδήποτε άλλο σε δεύτερη μοίρα και παρότι μπορεί να υποφέρουν, προσπαθούν να κρατήσουν τη σχέση με οποιοδήποτε κόστος γιατί φοβούνται την εγκατάλειψη και τη μοναξιά.

Όταν πιστεύεις ότι δεν μπορείς να ζήσεις αν δεν έχεις κάποιον που σε λατρεύει, τότε το να έχεις μια σχέση γίνεται το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή σου και θα κάνεις τα πάντα για να βρεις έναν σύντροφο και "να επιβιώσεις". Αυτό είναι εξάρτηση.

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της συναισθηματικής εξάρτησης

Το συναισθηματικά εξαρτημένο άτομο βασίζεται στους άλλους προκειμένου να καλύψει τις συναισθηματικές του ανάγκες, να αποφύγει τον πόνο και να διατηρήσει τη συναισθηματική του ισορροπία. Βαθιά μέσα του υπάρχει η πεποίθηση ότι πρέπει να είναι αφοσιωμένος σε κάποιον για να μπορέσει να επιβιώσει και να είναι πλήρης. Φοβάται πολύ το ενδεχόμενο της μοναξιάς και συχνά προσκολλάται σε προβληματικές ή ακόμη και επικίνδυνες σχέσεις αντί να αντιμετωπίζει τον πόνο και τους φόβους του.

Η ζωή του συναισθηματικά εξαρτημένου ατόμου είναι πολύ δύσκολη. Πρέπει συνεχώς να προσέχει ώστε να λέει αυτά που "πρέπει", να κάνει αυτά που "πρέπει" και να δείχνει όπως "πρέπει", προκειμένου να πάρει την αγάπη και την αποδοχή που χρειάζεται.

Τα συναισθήματα και η διάθεσή του καθορίζονται από το κατά πόσο ικανοποιείται η ανάγκη του για αγάπη και αποδοχή.

Νιώθει υπέροχα όταν παίρνει την πολυπόθητη επιβεβαίωση και έρχεται σε απόγνωση όταν το αντικείμενο της αγάπης του θυμώσει, γίνει επικριτικός ή φύγει.

Όλοι μας έχουμε σε κάποιο βαθμό γαλουχηθεί έτσι ώστε να αναπτύξουμε τάσεις εξάρτησης στις ερωτικές μας σχέσεις.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις γυναίκες, οι οποίες ακόμη εκπαιδεύονται έτσι ώστε να βάζουν σε πρώτο ρόλο τις σχέσεις και μετά την εργασία και την προσωπική ισχύ.

Για τις γυναίκες, οι σχέσεις έχουν καθοριστική σημασία για να νιώθουν προσωπική ικανοποίηση και πληρότητα. Αυτό ισχύει ακόμη και αν μια γυναίκα δεν είναι συναισθηματικά εξαρτημένη.

Σε τι διαφέρει μια υγιής σχέση;

Μια σχέση αγάπης σίγουρα ενισχύει την αυτοεκτίμησή μας, δίνει μεγαλύτερο νόημα στη ζωή μας και μπορούμε να κάνουμε κάποιους συμβιβασμούς προκειμένου να τη διατηρήσουμε.

Η διαφορά από την εξάρτηση έχει να κάνει με το κατά πόσο αυτή η σχέση προσδιορίζει την προσωπική μας ταυτότητα.

Σε μια υγιή σχέση, οι σύντροφοι γνωρίζουν ότι έχουν ο καθένας τη δική του ζωή να ζήσει – είτε μαζί είτε χωρίς τον άλλον.

Διατηρούν την αίσθηση της προσωπικής ταυτότητας και ισχύος και δεν αναζητούν σκοπό και νόημα αποκλειστικά από τον αγαπημένο τους.

Τι κρύβεται πίσω από την τάση για συναισθηματική εξάρτηση;

Σε πολλές περιπτώσεις, το πρόβλημα έχει τις ρίζες του στην παιδική ηλικία του ατόμου, όπου δεν καλύφθηκαν οι βασικές του ανάγκες για αγάπη, φροντίδα και ασφάλεια.

Αυτό αφήνει στο παιδί μια αίσθηση εσωτερικού κενού και ενδεχομένως έναν χρόνιο φόβο εγκατάλειψης και μοναξιάς. Έτσι μπαίνει σε μια μόνιμη αναζήτηση ασφάλειας, αγάπης και φροντίδας από τους άλλους.

Στην ενήλικη ζωή, η εξάρτηση από κάποιον άλλο άνθρωπο είναι ένα είδος αυτο-εγκατάλειψης.

Ας φανταστούμε το συναισθηματικό κομμάτι του εαυτού μας ως ένα εσωτερικό παιδί.

Όταν εξαρτώμαστε συναισθηματικά από άλλους, είναι σαν να δίνουμε το εσωτερικό μας παιδί για υιοθεσία.

Αντί να μάθουμε να παίρνουμε την ευθύνη για την προσωπική μας ευτυχία, αγαπώντας και αποδέχοντας τον εαυτό μας, παραδίδουμε το εσωτερικό μας παιδί σε άλλους για αγάπη και αποδοχή – κάνοντας τους άλλους υπεύθυνους για τα συναισθήματά μας.

Αυτή η εσωτερική αυτο-εγκατάλειψη θα προκαλεί πάντα έναν βαθύ πόνο χαμηλής αυτοεκτίμησης, που θα μας κάνει να εξαρτώμαστε από άλλους για να νιώθουμε ότι αξίζουμε.

Πώς ξεπερνάμε την τάση να εξαρτώμαστε από τους άλλους;

Η απόκτηση αυτογνωσίας παίζει ουσιαστικό ρόλο για να έχουμε υγιείς προσωπικές σχέσεις.

Χρειάζεται να έρθουμε σε επαφή με τον εσωτερικό πόνο, την αίσθηση κενού και τους φόβους μας και να μάθουμε νέους, πιο "υγιείς" τρόπους να διαχειριζόμαστε αυτή την οδύνη.

Πρέπει να χτίσουμε τη δική μας εσωτερική πηγή ασφάλειας και να μάθουμε να καταφεύγουμε σ' αυτήν αντί να αναζητούμε μονίμως έναν εξωτερικό "γονέα".

Όταν καταφέρουμε να αποκτήσουμε μια καλή σχέση εμπιστοσύνης με τον εαυτό μας, τότε θα έχουμε επιτυχία και στις σχέσεις μας με τους άλλους.

Ευτυχία: Η έννοια της για τον καθένα μας

Η ευτυχία είναι μια πολυδιάστατη έννοια, που έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης για πολλούς, στην προσπάθεια τους, να γίνει όσο το δυνατό κατανοητή η σημασία της και ο ρόλος που παίζει στην ψυχική ολοκλήρωση του ατόμου.

Η ευτυχία είναι ένας σύνθετος όρος και συνίσταται από το ευ και την τύχη, δηλαδή σημαίνει την καλή τύχη που οδηγεί στην ευδαιμονία. Βέβαια, ο σκοπός του άρθρου δεν είναι αποκλειστικά για να δώσει τον ορισμό της λέξης καθαυτής, αλλά για να αντιπαραβάλει την έννοια αυτή μέσα στα δεδομένα της σύγχρονης κοινωνίας.

Τι θεωρείται ευτυχία σήμερα ή ποιος είναι τελικά ο ευτυχισμένος άνθρωπος, υπάρχει άραγε;

Για τον καθένα από μας η ευτυχία, ορίζεται, ως κάτι διαφορετικό, παίρνοντας έτσι πολλές μορφές. Κατά την άποψη μου είναι όταν επιτυγχάνεις ένα δύσκολο εγχείρημα που το είχες θέσει ως στόχο σου ή όταν έχεις καταφέρει να ξεχωρίσεις γι’ αυτό σου το επίτευγμα. Το ρήμα ξεχωρίζω, χρησιμοποιείται, εδώ, με την έννοια της φήμης που μπορεί να έχει αποκτήσει κάποιος, ακόμα και μέσα σε μια μικρή ομάδα ενός συνόλου, που αποτελεί μέρος της κοινωνίας. Αυτό που μόλις περιέγραψα ως ευτυχία, είναι κάτι σχετικό γιατί αποτελεί ένα πολύ μικρό μέρος, στην σύνθεση αυτής.

Βέβαια λαμβάνοντας υπ’ όψη τα σημερινά δεδομένα η έννοια αυτή, κάποιες φορές συγχέεται με τον καταναλωτισμό. Ευτυχισμένος δηλαδή είναι αυτός που έχει τα περισσότερα αγαθά. Ανταποκρίνεται όμως αυτός ο ισχυρισμός στην πραγματικότητα; Έχω χρήματα άρα είμαι ευτυχισμένος. Αγόρασα ότι πιο καινούργιο κυκλοφόρησε, συνεπώς είμαι και ευτυχισμένος. Για πόσο κρατάει αυτή η ευτυχία; Μπορεί να χαρακτηριστεί αυτή η χαρά που προσφέρει η αγορά ενός αντικειμένου, ως ευτυχία; Το να έχεις χρήματα και αγαθά εννοείται πως συμβάλλουν στο να είσαι ευτυχισμένος, δεν μπορεί κάποιος να πει το αντίθετο. Όπως είχε πει και ο Ξενοφών «Όσα περισσότερα έχω, τόσο πιο ευχάριστα ζω». Όλα αυτά, θεωρώ, ότι αποτελούν τα μέσα για να είναι κάποιος ευτυχισμένος.

Ευτυχία

Όμως, που πραγματικά κρύβεται η αληθινή ευτυχία, για να είναι ολοκληρωμένη; Ολοκληρωμένη μπορεί να χαρακτηριστεί η ευτυχία, όταν ενδόμυχα μας, εκεί που υπήρχε η αίσθηση ενός κενού που χρειάζεται να καλυφθεί, τη θέση του έχει πάρει πλέον η ευτυχία και το αίσθημα αυτό παύει να υπάρχει. Σαν ένα κομμάτι από παζλ, που ενώ έχει ολοκληρωθεί του λείπει ακόμα ένα τελευταίο κομμάτι το οποίο κάπου έχει χαθεί και προσπαθούμε να το βρούμε.

Εκτός από τα χρήματα και τα αγαθά, είναι και η ανάγκη του ατόμου να περιβάλλεται από ανθρώπους που τον αγαπούν και θα βρεθούν στο πλευρό του ανά πάσα στιγμή.

Παράδειγμα αποτελεί, ένας ευτυχισμένος γάμος, που δεν έχει να κάνει μόνο με τα χρήματα αλλά και με την αλληλοκατανόηση και αγάπη που υπάρχει ανάμεσα στο ζευγάρι. Δηλαδή με λίγα λόγια οι διαπροσωπικές σχέσεις που έχει αναπτύξει το άτομο. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η υγεία ενός ατόμου, το να είναι κάποιος υγιής είναι ευτυχία, γιατί αν δεν υγιής, όσο αισιόδοξος και αν είναι, πάντα κάτι θα τον βασανίζει μέσα του, όπως το παράδειγμα με το παζλ που έγινε αναφορά παραπάνω. Ευτυχία, μπορεί να πει κάποιος, είναι να είμαστε χαρούμενοι μ’ αυτά που έχουμε και να προσπαθούμε να κατακτήσουμε ακόμα πιο πολλά χωρίς όμως να φθονούμε τους γύρω μας, γι αυτά που ήδη έχουν εκείνοι.

Όλα αυτά οδηγούν στο εξής συμπέρασμα, ότι πρέπει να ξεχωρίσουμε τι όντως πραγματικά αξίζει. Ποια «πράγματα» έχουν μεγαλύτερη αξία και θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή. Δηλαδή ποια είναι αυτά που θα οικοδομήσουν την ευτυχία μας. Στον καθένα από μας, είναι απολύτως λογικό αυτά τα κριτήρια, να υφίστανται διαφοροποίηση. Την απάντηση αυτή, θα πρέπει να δώσουμε εμείς οι ίδιοι.

Κλείνοντας θα παραθέσω το παρακάτω απόσπασμα από τη Θεωρία της Ηδονής του Giacomo Leopardi: «Δεν υπάρχει στη ζωή πιο μεγάλη απόλαυση ούτε πιο μεγάλη ευτυχία από το να μην έχεις συνείδηση ότι ζεις».

Η απιστία στα ζευγάρια

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ ΑπιστίαΗ απιστία απασχολεί αρκετούς ανθρώπους κατά διαστήματα που συχνά αναρωτιούνται αν χρειάζεται να την αποκαλύψουν στο/στη σύντροφό τους. Ενώ άλλοι πως να την διαχειριστούν. Για παράδειγμα, αν συμβεί κάτι μόνο μία φορά, είναι απαραίτητη η αποκάλυψη στο πλαίσιο της εμπιστοσύνης που υπάρχει ή όχι; Μήπως υπάρχουν περιπτώσεις που είναι καλύτερο να προστατεύσουμε τον άλλον, από το να τον πληγώσουμε;

Τα ζευγάρια που ξεπερνούν την απιστία είναι σε θέση να μιλήσουν αργότερα ανοικτά για τις αιτίες της απιστίας ώστε η σχέση τους να συνεχίσει να εξελίσσεται.

Η αλήθεια είναι ότι, μετά την αποκάλυψη μιας απιστίας σε ένα ζευγάρι αλλάζουν αρκετά πράγματα και εμφανίζονται έντονα προβλήματα και επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Η απιστία συνήθως αποτελεί μία αφορμή για να αναδυθούν στην επιφάνεια, όλα όσα μπορεί να υποβόσκουν τόσο καιρό. Το πιο σημαντικό όμως που κλονίζεται σε μία τέτοια αποκάλυψη, είναι η εμπιστοσύνη, καθότι είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι να ξανακερδίσει κάποιος σε μία σχέση.

Φυσικά η απιστία είναι ένα από τα πιο συχνά προβλήματα για τα οποία τα ζευγάρια ζητάνε τη βοήθεια ειδικών. Παλιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι το 15% των γυναικών και το 25% των ανδρών έχουν μια εξωσυζυγική σχέση εκτός γάμου. Η απιστία είναι καταστροφική για τις σχέσεις – είτε πρόκειται για παντρεμένα ζευγάρια, είτε όχι. Η εμπιστοσύνη που πλήττεται και στις δύο περιπτώσεις, χρήζει άμεση αντιμετώπιση, προκειμένου να μπορέσει να ξεπεραστεί η κρίση.

Τα καλά νέα, ωστόσο, είναι ότι με τη σωστή βοήθεια και την ειλικρινή δέσμευση και των δύο συντρόφων, το ζευγάρι μπορεί, όχι μοναχά να ξεπεράσει την απιστία, αλλά να ισχυροποιήσει και το γάμο του ή τη σχέση του.

Από την άλλη, τα κακά νέα είναι, πως αν το ζευγάρι δεν προσπαθήσει εγκαίρως να αντιμετωπίσει μία τέτοια κρίση, αυτό σημαίνει πως της επιτρέπει να εξελίσσεται υπογείως, δηλητηριάζοντας ακόμα περισσότερο την υπάρχουσα κατάσταση.

Αιτίες και μορφές εξωσυζυγικών σχέσεων

Οι αιτίες της απιστίας είναι πολύπλοκες και ποικίλλουν. Η απιστία μπορεί να συμβεί σε κάθε είδους σχέση. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που να δηλώνει ότι προτιμάει τις σχέσεις με προβλήματα μόνο. Υπάρχουν αρκετές πιθανότητες να συμβεί σε κάποια ευτυχισμένη σχέση, όπως και σε κάποια σχέση με προβλήματα.

Είναι δύσκολο και μερικές φορές αδύνατο για τον «πιστό» σύντροφο να κατανοήσει και να δεχτεί την απιστία του άλλου. Η πλειοψηφία των εξωσυζυγικών σχέσεων φλερτάρει με την αιτία δυσαρέσκειας στη σχέση. Αυτό όμως, πολλές φορές ίσως αποτελεί και μία εύκολη δικαιολογία, καθώς η απιστία μπορεί να οφείλεται επίσης, και σε λόγους προσωπικής απογοήτευσης αλλά και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο σύντροφος που απιστεί ίσως να μην έχει συνειδητοποιήσει τι του λείπει από τη σχέση του ή ακόμα και από τον ίδιο του τον εαυτό. Η απιστία όταν συμβαίνει, είναι και μία ευκαιρία ανασκόπησης για τον ίδιο το σύντροφο που απιστεί κι όχι μόνο για το ζευγάρι. Μερικές φορές, οι αιτίες είναι βαθύτερες από αυτές που μπορεί να φανταζόμαστε.

Οι ικανοποιητικές και υγιείς σχέσεις βασίζονται στην αμοιβαιότητα. Όταν αυτή λείπει, ένα ζευγάρι μπορεί εύκολα να οδηγηθεί στη δυστυχία. Πέρα από τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, μία απιστία μπορεί να οφείλεται και σε διάφορα άλλα θέματα όπως έλλειψη στοργής, ή εκμετάλλευση υπομονής. Ένα πλαίσιο που διαρκώς συγχωρεί και ανέχεται την απιστία, δεν παύει να την καλλιεργεί κιόλας.

Οι αλλεπάλληλες και επαναλαμβανόμενες απιστίες είναι πολύ πιθανό να αφορούν ένα «εθισμό» στο σεξ, στην «αγάπη» ή στο ρομαντισμό. Η αγάπη και ο ρομαντισμός προκαλούνται από το πάθος μιας νέας σχέσης. Ο εθισμός στο σεξ προκαλείται από την έντονη απελευθέρωση των ορμονών που προκαλεί η σεξουαλική πράξη. Αλλά μια τέτοια απελευθέρωση συνοδεύεται με ένα κόστος στην αυτοεκτίμηση, με αποτέλεσμα συναισθήματα ντροπής και ενοχών. Αντίθετα, οι άνθρωποι που είναι εθισμένοι στο σεξ και καταφεύγουν στο ευκαιριακό σεξ εκτός σχέσης, πιστεύουν ότι το φύλο τους ή το κοινωνικό τους επίπεδο, τους δίνει το δικαίωμα αυτό χωρίς να νιώθουν ενοχές ή τύψεις.

Παλαιότερα η απιστία ήταν πιο δύσκολη. Σήμερα ζούμε στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της τεχνολογίας, όπου επικρατεί πλέον μια νέα μορφή απιστίας γνωστή και ως ʺσυναισθηματική απιστίαʺ. Ακόμα και οι άνθρωποι που μέχρι πριν, δεν είχαν ποτέ πρόθεση να απιστήσουν, τώρα χωρίς να το καταλαβαίνουν, ξεπερνούν τα όρια της πλατωνικής φιλίας και αναπτύσσουν ρομαντικές σχέσεις, ειδικότερα στο χώρο εργασίας και στο διαδίκτυο.

Η συναισθηματική απιστία διαφοροποιείται από την “πλατωνική φιλία” καθώς:

1) υπάρχει μεγαλύτερη συναισθηματική οικειότητα από ότι σε μια μακροχρόνια σχέση,

2) οι δύο εμπλεκόμενοι δεσμεύονται στη μυστικότητα και στην απάτη και

3) υπάρχει συχνά σεξουαλική χημεία.

Οι σχέσεις από το διαδίκτυο, προκαλούν έντονο στρες στην υπάρχουσα σχέση, παρά την έλλειψη σωματικής επαφής, και αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της συναισθηματικής απιστίας. Σε κάποιες περιπτώσεις, παρατηρούνται εξωσυζυγικές σχέσεις που περιλαμβάνουν σεξουαλική επαφή και βαθιά συναισθηματική σύνδεση. Αυτή η μορφή απιστίας έχει τις πιο καταστροφικές περιπτώσεις σε μια μακροχρόνια σχέση ή σε ένα γάμο.

Η τάση για απιστία μπορεί να συνδεθεί με προβλήματα στη σχέση όπως η αποφυγή των διαφωνιών ή ο φόβος της οικειότητας. Συνδέεται ακόμη με μεταβατικά στάδια που επιφέρουν αλλαγές στη ζωή, όπως η περίοδος μετά την απόκτηση παιδιών αλλά και το άδειο σπίτι όταν τα παιδιά φεύγουν. Μερικοί δυσαρεστημένοι σύντροφοι βλέπουν τις εξωσυζυγικές σχέσεις, ως έναν τρόπο διεξόδου και διαφυγής από μια δυστυχισμένη κατάσταση. Θεωρούν την απιστία λύση στο πρόβλημα τους. Γι’αυτό και συχνά ο άπιστος σύντροφος, διηγείται την ιστορία του γάμου του, με τέτοιο τρόπο που να δικαιολογεί την συνεχιζόμενη απιστία.

Δεν είναι καθόλου λογικό να συγκρίνεται μια απαγορευμένη εξωσυζυγική σχέση, η οποία τρέφεται και συντηρείται ουσιαστικά από μια ρομαντική εξιδανίκευση, με την εξοικείωση του γάμου και της μακροχρόνιας σχέσης. Ακόμη και το σεξ δεν είναι λογικό να συγκρίνεται. Το σεξ, έξω από μία δεσμευμένη σχέση είναι, ούτως ή άλλως, πιο ερεθιστικό, αφού συνοδεύεται από την ανακάλυψη ενός νέου προσώπου. Η καινούρια αυτή απαγορευμένη σχέση, δεν έχει βιώσει τη συνήθεια και την τριβή της καθημερινότητας. Αναπτύσσεται σε ένα ιδανικό και αποστειρωμένο περιβάλλον. Το γεγονός ότι πρόκειται για κάτι απαγορευμένο, την κάνει ακόμα πιο εθιστική και της προσδίδει σασπένς. Η δεσμευμένη σχέση, από την άλλη, θεωρείται οικεία, συνηθισμένη, γλυκανάλατη, βαρετή χωρίς κάποια ιδιαίτερη πρόκληση.

Κι όμως, οι σχέσεις που εξελίσσονται είναι οι μακροχρόνιες, και όχι οι ευκαιριακές, γιατί αυτές κατέχουν πιο γερές βάσεις. Η ασφάλεια και η σιγουριά της αμοιβαίας δέσμευσης αναπτύσσονται σε ώριμες μακροχρόνιες σχέσεις.

Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου μία απιστία, θα αποτελέσει αφορμή χωρισμού και μπορεί να οδηγήσει σε μία μακροχρόνια σχέση με την άλλη πλευρά. Όμως αυτό δεν είναι το σύνηθες να συμβαίνει, καθώς όταν η ευκαιριακή σχέση μετατραπεί σε σταθερή, χάνει κάτι από την αίγλη της και το μυστήριο που την περιέβαλε.

Οι επιπτώσεις της απιστίας

Μετά την αρχική αποκάλυψη της απιστίας, ο σύντροφος ο οποίος προδόθηκε αρχίζει να έχει καταθλιπτικά συμπτώματα, συναισθημάτα άγχους και αίσθηση βαθιάς απώλειας (πένθος). Οι αντιδράσεις του συντρόφου που πληγώθηκε, μπορεί να περιλαμβάνουν ξεσπάσματα θυμού, έντονο στρες με συμπτώματα παρόμοια, με εκείνα της διαταραχής του μετατραυματικού στρες.

Στις πιο συχνές αντιδράσεις της απώλειας της αθωότητας και των διαλυμένων ονείρων, περιλαμβάνεται η συνεχής ανάλυση των λεπτομερειών της απιστίας, η υπερεγρήγορση για ίχνη προδοσίας και η σωματική αναστάτωση, οι αναδρομές. Το μεγαλύτερο ψυχικό τραύμα παρατηρείται στους ανθρώπους που είχαν τυφλή εμπιστοσύνη και στέκονταν ανυποψίαστοι απέναντι στο σύντροφό τους. Ειδικά αν έτρεφαν και ψευδαισθήσεις, παραβλέποντας συμπεριφορές και αντιδράσεις του συντρόφου τους, σε μία προσπάθεια άρνησης της πραγματικότητας. Ο άπιστος σύντροφος ίσως να φοβάται ότι θα τιμωρείται πλέον για πάντα για την προδοσία του, ενώ παράλληλα μπορεί και εκείνος/εκείνη να πενθεί για τα χαμένα όνειρα, που συνδέονται με την απιστία. Με άλλα λόγια, μπορεί και οι δύο σύντροφοι να νιώθουν τα θεμέλια της σχέσης να γκρεμίζονται, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.

Πως να ξεπεράσετε την απιστία

Αρχικά χρειάζεται να ορίσουμε ποιος είναι ο σκοπός (και στη συνέχεια τα κίνητρα) του “ξεπερνώ την απιστία”. Τι ακριβώς εννοείτε, ποιος είναι ο σκοπός σας:

-Θέλετε να μπορέσετε να ξεπεράσετε/διαχειριστείτε την απιστία του συντρόφου σας, για να μπορέσετε να επανασυνδεθείτε και να συνεχίσετε μαζί;
-Θέλετε να συνεχίσετε τη ζωή σας μόνοι σας πλέον, αλλά οι πληγές από προηγούμενες απιστίες συντρόφων σας εμποδίζουν να ανοιχτείτε;

Και στις δύο περιπτώσεις, ο απατημένος σύντροφος χρειάζεται βοήθεια για να μπορέσει να ξεπεράσει πιο γρήγορα την πληγή της απιστίας. Αν έχετε αποφασίσει να προχωρήσετε μαζί, θα χρειαστεί να βελτιωθεί η επικοινωνία στο ζευγάρι, να γίνει πιο εύκολη η επανασύνδεση και να διερευνηθούν τα αίτια της απιστίας. Διαφορετικά, είναι πολύ πιθανό να επαναληφθεί στο μέλλον η απιστία αν δεν διερευνηθούν τα πραγματικά αίτια ή ότι η κρίση στο ζευγάρι δεν θα ξεπεραστεί ποτέ και θα χωρίσετε αργότερα.

Επίσης, διερεύνηση χρειάζονται τα κίνητρά σας για την επανασύνδεση. Θέλετε να είστε μαζί γιατί υπάρχει πραγματική αγάπη; Γιατί φοβάστε να μείνετε μόνοι; Γιατί δυσκολεύεστε να γνωρίσετε νέους ανθρώπους και να εμπιστευτείτε; Γιατί θεωρείτε ότι δεν είστε “αρκετά καλοί”; Είναι σημαντικό να παίρνουμε αποφάσεις με βάση τα πραγματικά μας θέλω, και όχι με βάση τους φόβους μας (ανελεύθερα δηλαδή).

Αν δεν μπορείς να κάνεις καλό, μην κάνεις κακό

Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό ή κάνε το καλό για να σου επιστραφεί διπλό.

Όποιο από τα δύο και να διαλέξεις, σημασία έχει να κάνεις καλό ή τουλάχιστον να μην κάνεις κακό σε κανέναν και για κανένα λόγο.

Αγάπα, λοιπόν, άνθρωπε.
Αγάπα τον άνθρωπο σου και πες του το.
Αγάπα τον διπλανό σου και βοήθα τον.
Αγάπα την φύση στην οποία ζεις και φρόντισε την .
Αγάπα τα ζώα που σε συντροφεύουν σε αυτό το ταξίδι και μην τα εκμεταλλεύεσαι.
Αγάπα και τον εχθρό σου ακόμα και απομακρύνσου από αυτόν.
Ναι, αυτό που άκουσες. Αν κάποιος σου κάνει κακό, σε πληγώνει, σε φθείρει, σε μειώνει, το καλύτερο που έχεις να κάνεις εσύ είναι να απομακρυνθείς.

Κλείσε τις πόρτες, τα παντζούρια ακόμα και την κλειδαρότρυπα σε ότι και όποιον προσπαθεί να σε βλάψει. Μην τον τρέφεις, μην τον αφήνεις να διεισδύσει μέσα σου, μην τον μιμηθείς.

Δεν αξίζει να γεμίσεις την ψυχή σου αρνητικά ή εκδικητικά συναισθήματα για κανέναν και για τίποτα.

Το μίσος και ότι το συνοδεύει μαυρίζει εσένα τον ίδιο. Η αδιαφορία αντίθετα σε προστατεύει από πάρα πολλά και κυρίως από τον ίδιο τον εαυτό σου. Εκείνον τον κακό εαυτό που όλοι έχουμε αλλά δεν θέλουμε να ξέρουμε.

Κάνε καλό όπου μπορείς και όπου δεν μπορείς απλά μην κάνεις κακό.

Γίνε ο ήλιος στις ζωές των ανθρώπων σου και όχι τα σκοτάδια στις ζωές των εχθρών σου.
Η ζωή επιστρέφει συμπεριφορές ακόμα και σκέψεις, ενώ οι άνθρωποι κατηγορούν άλλους γι' αυτές.
Τελικά αν όλοι πριν πράξουμε ή πριν μιλήσουμε βάζαμε τον εαυτό μας στην θέση του άλλου, όλα θα ήταν πιο εύκολα, πιο απλά, πιο αληθινά.

Βοήθα, αγάπα, κατανόησε και αν δεν μπορείς, απλά αδιαφόρησε.
Μακριά από κακία, μίσος, μικρότητες και εκδικητικές σκέψεις. Δεν προσφέρουν τίποτα και σε κανένα.
Η ζωή είναι όμορφη μοιράζοντας λουλούδια την άνοιξη και όχι σκορπώντας το κρύο του χειμώνα.

Αγάπα, λοιπόν, άνθρωπε

CHARLES HANDY: Chindogu

Δεν παύω να αναρωτιέμαι αν η ζωή πράγματι γίνεται καλύτερη μέρα με τη μέρα. Το μεγαλύτερο μέρος της Σιγκαπούρης έμοιαζε με ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο, γεμάτο ανθρώπους που πουλούσαν και άλλους που αγόραζαν. Μεγάλο μέρος από αυτό το ΑΕΠ, σκέφτηκα, δεν ήταν παρά chindogu, μια λέξη που χρησιμοποιούν οι Ιάπωνες για να περιγράψουν όλα τα άχρηστα μικροπράγματα που αγοράζουμε, όπως υαλοκαθαριστήρες για τα γυαλιά μας – το αγαπημένο μου παράδειγμα. Αλλά ο όρος chindogu αναφέρεται και στο επιπλέον ζευγάρι παπούτσια που δεν μου είναι απαραίτητα, τις είκοσι γραβάτες που κρέμονται στην ντουλάπα μου και δεν φορώ ποτέ, τα βιβλία που παραγγέλνω από το Amazon.com σε μια παρόρμηση, αλλά δεν μπαίνω ποτέ στον κόπο να διαβάσω, ή όλα αυτά τα ακριβά προϊόντα που εξυπηρετούν την «ωνιο-θεραπεία» του γιου μας.

Ο όρος chindogu αποτελεί ένα από τα πρώτα σημάδια του προβλήματος υπερβολής του καπιταλισμού. Η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι ξοδεύουν όλο και περισσότερα χρήματα. Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας για όλο και περισσότερους ανθρώπους, γεννά περισσότερα χρήματα για να ξοδέψει κανείς σε περισσότερα πράγματα, και η σπείρα της ανάπτυξης συνεχίζει να ανεβαίνει. Είναι αυτό το είδος σπείρας που η Αμερική είχε την τύχη να απολαύσει στα τέλη του προηγούμενου αιώνα και, με μερικά σκαμπανεβάσματα, αποτελεί την ιστορία της διεθνούς οικονομίας τα τελευταία 50 χρόνια. Δύσκολα κανείς θα το χαρακτήριζε ως πρόβλημα.

Και ούτε είναι, όσο υπάρχουν όλο και περισσότερες ορέξεις που αναζητούν την ικανοποίηση. Ο καπιταλισμός παραπαίει όταν μειώνεται η ζήτηση, όταν υπερβαίνουμε τις ανάγκες μας και δεν μπορούμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι θέλουμε περισσότερα απ’ όσα έχουμε. Μια τέτοια τρεκλίζουσα καταναλωτική ζήτηση αποτέλεσε το πρόβλημα της Ιαπωνίας στη δεκαετία του ’90, και οδήγησε την κυβέρνηση να προτείνει την παροχή κουπονιών προκειμένου να δελεάσει τον κόσμο να μπει στα καταστήματα και να ψωνίσει. Τα νέα προϊόντα και οι νέες εκδόσεις τους, γαργαλούν την όρεξή μας και κρατούν ζωντανή τη ζήτηση. Την ίδια επίδραση ασκεί και η επιθυμία μας να αποκτήσουμε ό,τι έχουν και οι άλλοι, ή να αποκτήσουμε αυτό που δεν έχουν. Η μόδα, με τον τρόπο που προωθείται από τη διαφήμιση, είναι ένα σημαντικό διεγερτικό της ζήτησης, όπως άλλωστε και η ζήλια.

Είχα αρκετές γνώσεις Οικονομικών, ώστε να αναγνωρίσω ότι το chindogu εξασφάλιζε θέσεις εργασίας και χρήμα για ξόδεμα, αλλά κάτι μέσα μου ανησυχούσε για όλα αυτά τα άχρηστα πράγματα, το χάσιμο χρόνου των ανθρώπων αλλά και για τη σπατάλη των υλικών. Δεν θα πρέπει να είναι και τόσο ευχάριστο να στέκεσαι όλη τη μέρα σε ένα τέτοιο εμπορικό κέντρο, συχνά και ολόκληρη τη νύχτα, προσπαθώντας να πουλήσεις chindogu, όσο και αν αυτό έχει πέραση. Ούτε θα πρέπει να είναι ευχάριστο να είσαι κάποιος από αυτούς που το παράγουν σε ένα εργοστάσιο ή, στις μέρες μας, να είσαι καθηλωμένος σε ένα τηλεφωνικό κέντρο υποστηρίζοντας μια ακόμα άχρηστη ιστοσελίδα. Δεν είναι ο καλύτερος τρόπος να περνάς τη ζωή σου, σκέφτηκα, ακόμα και αν σου παρέχει τα προς το ζην.

Ένα μέρος του εαυτού μου ανησυχούσε επίσης για έναν κόσμο όπου οι πλούσιοι είναι εγκλωβισμένοι στη σπείρα της ανάπτυξης και της αυξανόμενης χλιδής, ενώ πάνω από 4 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο εξακολουθούν να ζουν στη φτώχεια – μια ανισομέρεια που ο καπιταλισμός δεν φαίνεται να έχει τη δύναμη να διορθώσει, αντιθέτως τη χειροτερεύει. Η Σιγκαπούρη, ωστόσο, απέδειξε ότι ο καπιταλισμός μπορεί να τιθασευτεί προς όφελος των φτωχών, χάρη σε μια αποφασιστική ηγεσία. Μέσα σε 30 χρόνια κατάφερε να βγάλει από τη φτώχεια όλους τους κατοίκους της, ενώ έδειξε σε ορισμένους ότι οι αυξανόμενες φιλοδοξίες τους δημιουργούν και αυτές τα δικά τους προβλήματα.

«Είναι παράξενο», μου είπε εκεί ένας νεαρός Κινέζος τραπεζίτης, «κερδίζω πέντε φορές περισσότερα από όσα κέρδιζε ο πατέρας μου. Όμως οι γονείς μου είχαν ένα σπίτι με κήπο, έναν μόνιμο υπηρέτη στο σπίτι και αυτοκίνητο. Τα σπίτια με κήπο σήμερα είναι πολύ σπάνια και πολύ ακριβά. Μένω σε ένα διαμέρισμα πέμπτου ορόφου χωρίς υπηρέτη. Δεν έχω αυτοκίνητο γιατί πρέπει πρώτα να αγοράσεις την άδεια, η οποία κοστίζει όσο και το αυτοκίνητο. Ο πατέρας μου γυρνούσε στο σπίτι στις 6 κάθε απόγευμα. Εγώ συνήθως δεν γυρίζω σπίτι πριν τις 9. Ειλικρινά δεν μπορώ να πω ποιος πραγματικά είναι πιο πλούσιος – εγώ ή ο πατέρας μου;».

Αυτό είναι ένα ακόμα πρόβλημα σε ένα επιτυχημένο καπιταλιστικό σύστημα: πρέπει να κολυμπήσεις με τη διπλή ένταση για να καταφέρεις να μείνεις στο ίδιο σημείο. Σήμερα απαιτούνται δυο εισοδήματα και πολύ περισσότερες ώρες εργασίας ημερησίως για να καταφέρεις να ζήσεις συγκριτικά τόσο καλά όσο ο πατέρας σου, που τα κατάφερνε με ένα εισόδημα. Ο όρος «συγκριτικά» είναι σημαντικός, αφού πολύ λίγοι είναι αυτοί που θα ήθελαν πραγματικά να επιστρέψουν στις συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι γονείς μας, παρά τη νοσταλγική διάθεση για την πιο χαλαρή και εύκολη ζωή. Η πραγματικότητα είναι ότι συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους γύρω μας και όχι με το παρελθόν, ή τους γονείς μας. Το ποτάμι της αφθονίας μπορεί να κινείται γοργά και να μας συμπαρασύρει, αλλά αν δεν έχουμε το νου μας στην όχθη, παρά κοιτάζουμε μόνον αυτούς που βρίσκονται δίπλα μας, θα έχουμε την αίσθηση ότι δεν κινούμαστε καθόλου.

CHARLES HANDY, ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΠΙΣΩ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Η πρόκληση να δεχόμαστε κριτική από εκείνους που εμπιστευόμαστε

Αποτέλεσμα εικόνας για Ερωτικά είναι αδύνατο να ζήσουμε μαζί, απέναντι στο δύσκολο να μείνουμε μόνοιΥπάρχουν πολλοί, μεταξύ των οποίων ειδικοί επιστήμονες, που εξετάζουν αυστηρά τον κόσμο αλλά δεν εξετάζουν τόσο αυστηρά τους εαυτούς τους. Μπορεί να είναι ικανά άτομα, με τον τρόπο που κρίνει ο κόσμος την ικανότητα, αλλά δεν είναι ποτέ συνετά. Η ζωή της σωφροσύνης πρέπει να είναι μια ζωή φιλοσοφικού στοχασμού συνδυασμένου με δράση. Παλιότερα, στην αμερικανική κουλτούρα, ο φιλοσοφικός στοχασμός δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Στη δεκαετία του 1950 ο κόσμος αποκαλούσε ειρωνικά τον Αντλάι Στήβενσον «διανοούμενο» και πίστευε ότι δε θα γινόταν καλός Πρόεδρος, ακριβώς επειδή ήταν ένας πνευματικός άνθρωπος, βαθυστόχαστος και αυτοαμφισβητούμενος. Έχω ακούσει γονείς να λένε στους νεαρούς βλαστούς τους με όλη τη σοβαρότητα «πάρα πολύ σκέφτεσαι». Πόσο παράλογο είναι αυτό, φαίνεται από το γεγονός ότι είναι κυρίως οι μετωπιαίοι λοβοί μας, η ικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να εξετάζουμε τους εαυτούς μας, που μας κάνουν ανθρώπους. Ευτυχώς φαίνεται πως αλλάζουν αυτοί οι τρόποι σκέψης, και αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι οι πηγές του κινδύνου για τον κόσμο βρίσκονται περισσότερο μέσα μας παρά έξω από μας, και ότι η συνεχής αυτοεξέταση και ο φιλοσοφικός στοχασμός είναι απαραίτητοι για την ύστατη επιβίωσή μας. Ωστόσο, μιλώ εδώ για έναν σχετικά μικρό αριθμό ανθρώπων που αλλάζουν τη στάση τους. Η εξέταση του εξωτερικού κόσμου δεν είναι ποτέ τόσο προσωπικά οδυνηρή όσο η εξέταση του εσωτερικού μας κόσμου. Και ακριβώς εξαιτίας του βασάνου που συνεπάγεται μια ζωή αυθεντικής αυτοεξέτασης, η πλειονότητα των ανθρώπων την αποφεύγει. Και όμως, όταν κάποιος είναι αφοσιωμένος στην αλήθεια, το βάσανο φαίνεται σχετικά αμελητέο – όλο και λιγότερο σημαντικό (και συνεπώς όλο και λιγότερο οδυνηρό) – όσο περισσότερο προχωρεί στο δρόμο της αυτοεξέτασης.

Μια ζωή ολοκληρωτικής αφοσίωσης στην αλήθεια σημαίνει επίσης μια ζωή ετοιμότητας στην προσωπική εξέταση. Ο μόνος τρόπος να είμαστε βέβαιοι ότι ο χάρτης μας της πραγματικότητας είναι έγκυρος, είναι να τον εκθέτουμε στην κριτική και την εξέταση από άλλους «χαρτογράφους». Διαφορετικά θα ζούμε σε ένα κλειστό σύστημα – μέσα σε ένα γυάλινο κώδωνα για να χρησιμοποιήσω την αναλογία στης Σύλβιας Πλαθ – αναπνέοντας μόνο τον δικό μας δύσοσμο αέρα, έρμαια όλο και περισσότερο της χίμαιρας. Ωστόσο, εξαιτίας της οδύνης που είναι σύμφυτη με τη διεργασία της αναθεώρησης του χάρτη μας της πραγματικότητας, επιδιώκουμε προπαντός να ξεφύγουμε ή να φυλαχτούμε από τον κίνδυνο οποιασδήποτε πρόκλησης κατά της εγκυρότητάς του. Στα παιδιά μας λέμε: «Μη μου αντιμιλάς, γιατί είμαι ο γονιός σου». Στην ή στον σύζυγο δίνουμε τούτο το μήνυμα: «Ας ζήσουμε εμείς, κι ας αφήσουμε τους άλλους να ζήσουν. Αν με επικρίνεις θα έχεις ένα γκρινιαρόσκυλο για σύζυγο, και θα το μετανιώσεις». Στις φαμελιές τους και στον κόσμο οι ηλικιωμένοι δίνουν το μήνυμα: «Είμαι γέρος (ή γριά) και ευπαθής. Αν με προκαλέσεις μπορεί να πεθάνω, ή τουλάχιστον θα έχεις στη συνείδησή σου το κρίμα πως έκανες δυστυχισμένες τις τελευταίες μέρες μου σε τούτο τον κόσμο». Στο εργατικό προσωπικό μας απευθύνουμε το μήνυμα: «Αν νιώθετε τόσο θαρραλέοι ώστε απλώς να με προκαλέσετε, καλά θα κάνετε να προσέξετε πολύ, μήπως βρεθείτε στην ανάγκη να ψάχνετε για άλλη δουλειά».

F.Pessoa: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΤΟΥ ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΕΣΑΙ ΚΑΛΑ

Να αναβάλλεις τα πάντα. Ποτέ δεν πρέπει να κάνουμε σήμερα ό,τι μπορούμε μια χαρά να αμελήσουμε να κάνουμε κι αύριο.

Δεν είναι καν ανάγκη να κάνουμε οτιδήποτε, ούτε σήμερα ούτε αύριο.

Μη σκέφτεσαι ποτέ αυτό που πρόκειται να κάνεις. Μην το κάνεις.

Να ζεις τη ζωή σου. Όχι να ζει αυτή εσένα.

Μέσα στην αλήθεια και το σφάλμα, μέσα στην απόλαυση και την πλήξη, να είσαι αυτό που πραγματικά είσαι. Ο μόνος τρόπος να τα καταφέρεις είναι να ονειρεύεσαι, γιατί η πραγματική ζωή σου, η ανθρώπινη ζωή σου, είναι αυτή που όχι μόνο δεν ανήκει σε σένα, αλλά ανήκει στους άλλους. Θα αντικαταστήσεις λοιπόν τη ζωή με το όνειρο, και η μόνη σου φροντίδα θα είναι να ονειρεύεσαι στην εντέλεια. Σε καμιά απ’ τις πράξεις της πραγματικής ζωής, απ’ τη γέννηση ως το θάνατο, δεν ενεργείς στ’ αλήθεια εσύ: ενεργούν άλλοι πάνω σου. Δεν ζεις· απλώς σε ζουν.

Γίνε στα μάτια των άλλων μια αλλόκοτη σφίγγα. Κλείσου, χωρίς όμως να βροντήσεις την πόρτα πίσω σου, μέσα στον φιλντισένιο πύργο σου. Κι αυτός ο φιλντισένιος πύργος είσαι εσύ ο ίδιος.

Κι αν έρθουν και σου πουν πως όλα αυτά είναι ψεύτικα και παράλογα, μην πιστέψεις τίποτα. Αλλά μην πιστέψεις ούτε αυτά που σου λέω, γιατί δεν πρέπει να πιστεύουμε σε τίποτα.

Να περιφρονείς τα πάντα, αλλά με τέτοιον τρόπο που αυτή η περιφρόνηση να μη σ’ ενοχλεί. Μην πιστέψεις ότι η περιφρόνησή σου σε καθιστά ανώτερο. Όλη η τέχνη της ευγενούς περιφρόνησης βρίσκεται εκεί.

FERNANDO PESSOA, Εγώ και οι “άλλοι”

Tο κοπάδι, σαν τέτοιο, παραμένει αμβλύ στη σκέψη και αμβλύ στο συναίσθημα

Σε τι παράξενη κατάσταση βρισκόμαστε εμείς οι θνητοί! Καθένας από εμάς βρίσκεται εδώ για μια σύντομη επίσκεψη· δεν γνωρίζει για ποιο σκοπό, αν και μερικές φορές νομίζει ότι τον αισθάνεται. Αλλά από την οπτική γωνία της καθημερινής ζωής, χωρίς να εμβαθύνουμε, υπάρχουμε για τον συνάνθρωπο μας – καταρχάς για αυτούς στων οποίων τα χαμόγελα και την ευημερία στηρίζεται όλη η ευτυχία μας και αμέσως μετά για όλους αυτούς που δεν γνωρίζουμε προσωπικά και με την μοίρα των οποίων είμαστε ενωμένοι με τον δεσμό της συμπόνοιας. Εκατό φορές κάθε μέρα, θυμίζω στον εαυτό μου ότι η εσωτερική και εξωτερική ζωή μου εξαρτάται από την εργασία των άλλων ανθρώπων, ζωντανών και νεκρών, και ότι πρέπει να υπερβάλω εαυτόν για να μπορέσω να δώσω στο ίδιο μέτρο με το οποίο έχω λάβει και συνεχίζω να λαμβάνω. Με ελκύει η απλή ζωή και συχνά καταπιέζομαι από το αίσθημα ότι απορροφώ μια μη αναγκαία ποσότητα από την εργασία των συνανθρώπων μου. Θεωρώ τις ταξικές διαφορές αντίθετες προς την δικαιοσύνη και, σε τελική ανάλυση, βασισμένες στον εξαναγκασμό. Θεωρώ επίσης ότι η απέριττη ζωή κάνει καλό σε όλους, φυσικά και πνευματικά.

Σίγουρα δεν πιστεύω στην ανθρώπινη ελευθερία με την φιλοσοφική έννοια. Όλοι δρουν όχι μόνο υπό την επιρροή ενός εξωτερικού καταναγκασμού αλλά επίσης σύμφωνα και με μια εσωτερική ανάγκη. Η ρήση του Σοπενχάουερ, ότι «ο άνθρωπος μπορεί να δρα όπως αυτός θέλει, αλλά όχι να θέλει όπως αυτός θέλει» αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για εμένα από την νεότητα μου και μια συνεχή παρηγοριά και μια αμείωτη πηγή υπομονής στις δυσκολίες της ζωής, της δικιάς μου και των άλλων. Αυτό το συναίσθημα φιλεύσπλαχνα μετριάζει την αίσθηση υπευθυνότητας που τόσο εύκολα μπορεί να σε παραλύσει, και μας εμποδίζει στο να πάρουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους πολύ σοβαρά· συντελεί σε μια άποψη της ζωής στην οποία το χιούμορ, προπαντός, έχει την θέση που του αρμόζει.

Το να αναρωτιέσαι το νόημα ή το αντικείμενο της ύπαρξης σου ή της δημιουργίας γενικά μου έμοιαζε πάντα παράλογο από αντικειμενικής απόψεως. Και όμως ο καθένας έχει συγκεκριμένα ιδανικά που καθορίζουν την κατεύθυνση των προσπαθειών του και των κρίσεων του. Υπό αυτήν την έννοια ποτέ δεν κοίταξα την ευκολία και την ευτυχία σαν αυτοσκοπούς – μια τέτοια ηθική βάση βρίσκω ως πιο αρμόζουσα για ένα κοπάδι γουρούνια. Τα ιδανικά που φώτισαν τον δρόμο μου και κατ’ επανάληψη μου έδωσαν κουράγιο να αντιμετωπίζω την ζωή πρόσχαρα, ήταν η Αλήθεια, η Καλοσύνη και η Ομορφιά. Χωρίς την αίσθηση συντροφικότητας με ανθρώπους του ιδίου πνεύματος, της ενασχόλησης με τον στόχο, τον αιώνια ανέφικτο στον τομέα της τέχνης και της επιστημονικής έρευνας, η ζωή θα μου φαινόταν κενή. Τα συνηθισμένα αντικείμενα της ανθρώπινης προσπάθειας – ιδιοκτησία, εξωτερική επιτυχία, πολυτέλεια – μου φαινόντουσαν πάντα άξια περιφρονήσεως.

Η παθιασμένη αίσθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης και υπευθυνότητας πάντα αντιπαραβαλλόταν παράξενα με την σαφή μου ελευθερία από την ανάγκη για απευθείας επαφή με άλλα ανθρώπινα όντα και κοινότητες. Βαδίζω το δικό μου δρόμο και ποτέ δεν άνηκα στη χώρα μου, το σπίτι μου, τους φίλους μου ή ακόμα και στην οικογένεια μου, με όλη μου την καρδιά· αντιμέτωπος με όλους αυτούς τους δεσμούς ποτέ δεν έχασα το επίμονο αίσθημα της απόσπασης, της ανάγκης για μοναξιά – ένα αίσθημα που αυξάνεται με τα χρόνια. Οι άνθρωποι αποκτούν απότομα συνείδηση, χωρίς να το μετανιώσουν, των ορίων της πιθανότητας για αμοιβαία κατανόηση και συμπόνοια με τους συνανθρώπους τους. Ένας τέτοιος άνθρωπος χωρίς αμφιβολία χάνει ένα μέρος της εγκαρδιότητας και της αθωότητας· από την άλλη, είναι κατά πολύ περισσότερο ανεξάρτητος από απόψεις, συνήθειες και κρίσεις των συνανθρώπων του και αποφεύγει τον πειρασμό να βασιστεί σε τέτοια ανασφαλή θεμέλια.

Το πολιτικό ιδεώδες μου είναι αυτό της δημοκρατίας των Αρίστων. Ας είναι ο κάθε άνθρωπος σεβαστός σαν άτομο και κανένας να μην γίνεται είδωλο. Είναι μια ειρωνεία της μοίρας ότι εγώ ο ίδιος έχω γίνει αποδέκτης υπερβολικού θαυμασμού και σεβασμού από τους συνανθρώπους μου χωρίς εγώ ούτε να ευθύνομαι και ούτε να το αξίζω. Η αιτία για αυτό ίσως να είναι η επιθυμία, ανέφικτη για τους πολλούς, να κατανοήσουν την μία ή δύο ιδέες τις οποίες έχω με τις ασθενικές δυνάμεις μου επιτύχει μέσω ακατάπαυστου αγώνα. Γνωρίζω πολύ καλά ότι είναι απαραίτητο για την επιτυχία κάθε σύνθετου εγχειρήματος, ότι ένας άνθρωπος θα πρέπει να κάνει την σκέψη και να κατευθύνει και γενικά να φέρει την ευθύνη. Αλλά αυτοί που καθοδηγούνται δεν πρέπει να αναγκάζονται, θα πρέπει να μπορούν να διαλέγουν τον αρχηγό τους. Ένα αυταρχικό σύστημα καταναγκασμού, κατά την άποψη μου, σύντομα αποσυντίθεται. Γιατί η δύναμη πάντα έλκει ανθρώπους χαμηλής ηθικής, και πιστεύω ότι είναι ένας αμετάβλητος κανόνας ότι τους ιδιοφυείς τυράννους, τους διαδέχονται αχρείοι. Γι’ αυτό το λόγο πάντα εναντιώθηκα σε συστήματα όπως αυτά που βλέπουμε στην Β. Κορέα σήμερα. Αυτό το οποίο έχει επιφέρει δυσφήμιση στην επικρατούσα σημερινή μορφή δημοκρατίας της Ευρώπης δεν μπορεί να αποδοθεί στην ιδέα της δημοκρατίας, αλλά στην έλλειψη σταθερότητας των αρχηγών των κυβερνήσεων και στον απρόσωπο χαρακτήρα του εκλογικού συστήματος. Πιστεύω ότι από αυτήν την άποψη πολλά κράτη έχουν οργανωθεί καλύτερα. Έχουν ένα υπεύθυνο αρχηγό που εκλέγεται για μια επαρκή περίοδο και έχει επαρκή αρμοδιότητα για να είναι υπεύθυνος στις πράξεις του. Από την άλλη, αυτό που εκτιμώ στο δικό μας πολιτικό σύστημα είναι η πιο εκτεταμένη πρόνοια που υπάρχει για το άτομο σε περίπτωση ασθένειας ή ανάγκης. Αυτό που πραγματικά αξίζει στην παρέλαση της ανθρώπινης ζωής μου φαίνεται ότι δεν είναι η Πολιτεία αλλά το δημιουργικό, ευαίσθητο άτομο, η ατομικότητα· αυτή μόνη της δημιουργεί το ευγενές και το μεγαλειώδες, ενώ το κοπάδι σαν τέτοιο παραμένει αμβλύ στη σκέψη και αμβλύ στο συναίσθημα.

Αυτό το θέμα με φέρνει στο χειρότερο γνώρισμα της φύσης του κοπαδιού, το στρατιωτικό σύστημα, το οποίο απεχθάνομαι. Το ότι ένας άνθρωπος μπορεί να αντλήσει ευχαρίστηση στο να παρελαύνει σε σχηματισμό στον τόνο μιας μπάντας είναι αρκετό για να με κάνει να τον περιφρονήσω. Ο μεγάλος εγκέφαλος του, του δόθηκε από λάθος· μια σπονδυλική στήλη ήταν όλο κι όλο ότι χρειαζόταν. Αυτό το σημάδι πανώλης του πολιτισμού θα έπρεπε να καταργηθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ηρωισμός από διαταγή, παράλογη βία, και όλες οι δηλητηριώδεις ανοησίες που κάνει στο όνομα του πατριωτισμού – πόσο τα μισώ όλα αυτά! Ο πόλεμος μου φαίνεται ένα πρόστυχο και ποταπό πράγμα: Καλύτερα να με κόβανε κομμάτια από το να πάρω μέρος σε τέτοιο αποτροπιασμό. Και όμως, παρ’ όλα αυτά, τόσο υψηλή είναι η άποψη μου για την ανθρώπινη φυλή που πιστεύω ότι αυτή η λάμια θα είχε από καιρό εξαφανιστεί, αν ο υγιής νους των εθνών δεν είχε συστηματικά διαφθαρεί από τα εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα που ενεργοποιούνται μέσω των σχολείων και του Τύπου.

Το ωραιότερο πράγμα που μπορούμε να έχουμε την εμπειρία του είναι το μυστηριώδες. Είναι το θεμελιώδες συναίσθημα το οποίο βρίσκεται στο λίκνο της αληθινής τέχνης και της αληθινής επιστήμης. Αυτός που το γνωρίζει και δεν μπορεί πια να το θαυμάσει, να αισθανθεί έκπληξη, είναι σαν νεκρός, ένα σβησμένο κερί. Η εμπειρία του μυστηρίου – ακόμα κι αν ήταν αναμεμειγμένη με φόβο – ήταν αυτή που προκάλεσε την θρησκεία. Η γνώση της ύπαρξης πραγμάτων στα οποία δεν μπορούμε να διεισδύσουμε, των εκδηλώσεων της βαθύτερης λογικής και της πιο αστραποβολούσας ομορφιάς, τα οποία είναι προσβάσιμα στη λογική μας στις πιο βασικές τους μορφές – είναι αυτή η γνώση και αυτό το συναίσθημα που συνιστούν την πραγματικά θρησκευτική συμπεριφορά· υπό αυτήν την έννοια και μόνο υπό αυτήν, είμαι ένας βαθύτατα θρησκευόμενος άνθρωπος. Δεν μπορώ να συλλάβω ένα Θεό που ανταμείβει και τιμωρεί τα δημιουργήματα του, ή έχει θέληση του ίδιου είδους μ’ αυτή που εμείς αντιλαμβανόμαστε στους εαυτούς μας. Ένας άνθρωπος που μπορεί να επιζήσει του φυσικού θανάτου του είναι επίσης πέρα από την κατανόηση μου, ούτε θα επιθυμούσα να ήταν αλλιώς· τέτοιες ιδέες είναι για τους φόβους ενός παράλογου εγωισμού αδύναμων ψυχών. Είναι αρκετό για εμένα το μυστήριο της αιωνιότητας της ζωής, και ο υπαινιγμός της θαυμαστής δομής της πραγματικότητας, μαζί με την ειλικρινή προσπάθεια να κατανοήσω ένα μέρος, που δεν μπορεί ποτέ να είναι τόσο μικρό, του λόγου που αποκαλύπτει τον εαυτό του στη φύση.

Όλες οι ευτυχίες μας ξεκινούν από ένα όνειρο

Νομίζω πως όλες οι πράξεις μας που έχουν συνοχή, ξεκινούν με ένα όνειρο, αυτό που κοινώς ονομάζουμε φαντασίωση και που εκφράζεται ως εξής:

«Τι ωραία που θα ήταν…»

«Θα ήταν απίστευτο να…»

«Θα ήταν υπέροχο αν…»

Αν γίνουμε κυρίαρχοι αυτής της φαντασίωσης και την προβάρουμε σαν να ήταν ρούχο, η φαντασίωση μετατρέπεται σε ψευδαίσθηση:
«Πόσο θα μου άρεσε…»

«Θα τρελαινόμουν να…»

«Θα ήταν τέλεια αν μια μέρα μπορούσα…»

Αν αφήσω αυτήν την ψευδαίσθηση να φωλιάσει μέσα μου και να γιγαντωθεί, μια μέρα η ψευδαίσθηση θα γίνει επιθυμία:

«Θα ήθελα να…»

«Αυτό που περισσότερο θέλω…»

«Πραγματικά θέλω…»

Σε αυτό το σημείο, ίσως να είμαι ικανός να φανταστώ τον εαυτό μου να ολοκληρώνει αυτήν την επιθυμία κάνοντάς την πραγματικότητα. Εκείνη τη στιγμή, η επιθυμία μετατρέπεται σε σχέδιο:
«Θα το κάνω…»

«Κάποια στιγμή…»

«Σύντομα εγώ…»

Από εδώ και πέρα μου μένει μόνο να καταστρώσω το σχέδιο, την τακτική ή την στρατηγική που θα μου επιτρέψει να γίνω ένας φανταστικός μάγος που θα υλοποιήσει την πραγμάτωση του ονείρου μου.

Πρόσεξε: μέχρι στιγμής δεν έχω κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι μου. Όλες μου οι πράξεις είναι εσωτερικές και, ωστόσο, πόσα πράγματα έχουν συμβεί μέσα μου από τότε που απλά φαντασίωνα.

Θα μου πεις πως αυτό δεν αρκεί. Πράγματι, πολλές φορές δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να φέρουμε εις πέρας τα σχέδια και να διορθώσουμε τα λάθη.

Χρειάζεται να φορέσουμε μαγιό, να πάρουμε τη σανίδα των σχεδίων μας, να ριχτούμε στη ζωή και να περιμένουμε με προσήλωση το κύμα της πραγματικότητας για να ανέβουμε πάνω του. και να σερφάρουμε μέχρι τη μαγική παραλία της ικανοποίησης.

Το φίλαθλο πνεύμα των Στωικών

Οι Στωικοί παραβάλλουν τη ζωή με ένα παιχνίδι με σκορ, όπου η νίκη δεν έχει καμιά σπουδαιότητα και αυτό που μετράει είναι ο τρόπος που παίζεις και όχι το σκορ που πετυχαίνεις. Ο Επίκτητος συγκρίνει τον Σωκράτη με παίχτη της μπάλας: «Ποια μπάλα παιζόταν από το Σωκράτη; Η ζωή του, η φυλακή, η εξορία, το φαρμάκωμα, η στέρηση της γυναίκας του, το ν’ αφήσει τα παιδιά του ορφανά. Μ’ αυτά έπαιζε ο Σωκράτης, αλλά αυτό δεν τον έκανε να παίζει λιγότερο και να χειρίζεται την μπάλα με λιγότερη επιδεξιότητα. Έτσι κι εμείς: να είμαστε επιδέξιοι και καλοί παίχτες της μπάλας (την επιμέλειαν σφαιρικοτάτην), και ταυτόχρονα για την ίδια τη μπάλα να είμαστε αδιάφοροι». (Επίκτητος, II 5)

Με άλλα λόγια, μέσα στη σφαίρα των σχετικών αξιών, το παιχνίδι παίζεται σύμφωνα με τους κανόνες. Επιτυχία και αποτυχία, κέρδος και ζημία, τα δέχεται κανείς με φίλαθλο πνεύμα. Φυσικά, ακόμα κι εδώ, ο καλός παίχτης ελπίζει στην επιτυχία· επιλέγει τις αξίες εφ’ όσον η έκβαση είναι άγνωστη. Ωστόσο, αν το παιχνίδι στραφεί εναντίον του, δεν χάνει την ψυχραιμία του. Τελειώνει τον αγώνα και δέχεται την ήττα με καλή διάθεση. Όπως το λέει και ο Επίκτητος, παραθέτοντας τον Χρύσιππο:

«Εφ’ όσον μου είναι άγνωστο τα όσα επιφυλάσσει το μέλλον, εγώ πάντα θα πιάνομαι από αυτά που βοηθούν περισσότερο ώστε να διασφαλίζουν τις προτιμώμενες αξίες· ο ίδιος ο θεός μου έχει δώσει αυτή τη δυνατότητα να τους επιλέγω. Αν όμως ήξερα πως είναι της μοίρας μου τώρα να αρρωστήσω, πρόθυμα θα στρεφόμουν ακόμα και σ’ αυτό γιατί και τα πόδια ακόμα, αν είχαν λογικό, πρόθυμα θα λασπώνονταν». (SVF III απ. 191)

Με άλλα λόγια, συγκατατίθεμαι σ’ αυτό που συμβαίνει, εφ’ όσον δεν είναι αποφασιστικής σημασίας, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να δεχτώ να κάνω οτιδήποτε είναι ηθικά φαύλο.

Μπορεί η ζωή να είναι παιχνίδι για τον σοφό, όμως το παιχνίδι αυτό έχει αλλόκοτους κανόνες. Σε ορισμένες καταστάσεις, αυτοί οι κανόνες επιβάλλουν στον παίχτη να επιλέξει το θάνατο (είτε ως αυτόχειρας είτε ως θύμα άλλων), και να αποχωρήσει από το παιχνίδι. Ο Στωικός σοφός δεν είναι προσκολλημένος σε ένα δόγμα παραίτησης ή μακάριας αποδοχής και αδιαφορίας για την τύχη του. Πρεσβεύει μια θεωρία που συγκατατίθεται, επιδοκιμάζει, κρίνει και ορίζει τι είναι πρέπων να γίνει και τι όχι.

Από πού αντλεί τη δύναμη ο σοφός για να υιοθετήσει μια τόσο ηρωική στάση στη ζωή; Ασφαλώς δεν πιστεύει στην αθανασία και στην τιμωρία ή ανταμοιβές που επιφυλάσσονται στη μετά θάνατο ζωή. Το μόνο που κερδίζει, σε αντίθεση με τους πολλούς και τους ανόητους, είναι πως αυτός δεν θα είναι μια σκέτη κλωστή όμοια με τις άλλες στο υφάδι του κόσμου, αλλά θα είναι η πορφύρα, που «κοσμεί και αναδεικνύει το σύνολο». (Επίκτητος, Ι, 2, 22)

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.12.1-2.12.8)

[2.12.1] Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ, καίπερ τετρωμένος τὸν μηρὸν ξίφει Ἀλέξανδρος, ὁ δὲ τοὺς τραυματίας ἐπῆλθε, καὶ τοὺς νεκροὺς ξυναγαγὼν ἔθαψε μεγαλοπρεπῶς ξὺν τῇ δυνάμει πάσῃ ἐκτεταγμένῃ ὡς λαμπρότατα ἐς πόλεμον· καὶ λόγῳ τε ἐπεκόσμησεν ὅσοις τι διαπρεπὲς ἔργον ἐν τῇ μάχῃ ἢ αὐτὸς ξυνέγνω εἰργασμένον ἢ ἀκοῇ συμφωνούμενον ἔμαθεν, καὶ χρημάτων ἐπιδόσει ὡς ἑκάστους ξὺν τῇ ἀξίᾳ ἐτίμησεν. [2.12.2] καὶ Κιλικίας μὲν ἀποδεικνύει σατράπην Βάλακρον τὸν Νικάνορος, ἕνα τῶν σωματοφυλάκων τῶν βασιλικῶν, ἀντὶ δὲ τούτου ἐς τοὺς σωματοφύλακας κατέλεξε Μένητα τὸν Διονυσίου· ἀντὶ δὲ Πτολεμαίου τοῦ Σελεύκου τοῦ ἀποθανόντος ἐν τῇ μάχῃ Πολυπέρχοντα τὸν Σιμμίου ἄρχειν ἀπέδειξε τῆς ἐκείνου τάξεως. καὶ Σολεῦσι τά τε πεντήκοντα τάλαντα, ἃ ἔτι ἐνδεᾶ ἦν ἐκ τῶν ἐπιβληθέντων σφίσι χρημάτων, ἀνῆκεν καὶ τοὺς ὁμήρους ἀπέδωκεν.
[2.12.3] Ὁ δὲ οὐδὲ τῆς μητρὸς τῆς Δαρείου οὐδὲ τῆς γυναικὸς ἢ τῶν παίδων ἠμέλησεν. ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν τὰ Ἀλεξάνδρου γραψάντων τῆς νυκτὸς αὐτῆς, ᾗ ἀπὸ τῆς διώξεως τῆς Δαρείου ἐπανῆκεν, ἐς τὴν σκηνὴν παρελθόντα αὐτὸν τὴν Δαρείου, ἥτις αὐτῷ ἐξῃρημένη ἦν, ἀκοῦσαι γυναικῶν οἰμωγὴν καὶ ἄλλον τοιοῦτον θόρυβον οὐ πόρρω τῆς σκηνῆς· [2.12.4] πυθέσθαι οὖν αἵτινες γυναῖκες καὶ ἀνθ᾽ ὅτου οὕτως ἐγγὺς παρασκηνοῦσι· καί τινα ἐξαγγεῖλαι, ὅτι· ὦ βασιλεῦ, ἡ μήτηρ τε καὶ ἡ γυνὴ Δαρείου καὶ οἱ παῖδες, ὡς ἐξηγγέλθη αὐταῖς ὅτι τὸ τόξον τε τοῦ Δαρείου ἔχεις καὶ τὸν κάνδυν τὸν βασιλικὸν καὶ ἡ ἀσπὶς ὅτι κεκόμισται ὀπίσω ἡ Δαρείου, ὡς ἐπὶ τεθνεῶτι Δαρείῳ ἀνοιμώζουσιν. [2.12.5] ταῦτα ἀκούσαντα Ἀλέξανδρον πέμψαι πρὸς αὐτὰς Λεοννάτον, ἕνα τῶν ἑταίρων, ἐντειλάμενον φράσαι ὅτι ζῇ Δαρεῖος, τὰ δὲ ὅπλα καὶ τὸν κάνδυν ὅτι φεύγων ἀπέλιπεν ἐπὶ τῷ ἅρματι καὶ ταῦτα ὅτι μόνα ἔχει Ἀλέξανδρος. καὶ Λεοννάτον παρελθόντα ἐς τὴν σκηνὴν τά τε περὶ Δαρείου εἰπεῖν καὶ ὅτι τὴν θεραπείαν αὐταῖς ξυγχωρεῖ Ἀλέξανδρος τὴν βασιλικὴν καὶ τὸν ἄλλον κόσμον καὶ καλεῖσθαι βασιλίσσας, ἐπεὶ οὐδὲ κατὰ ἔχθραν οἱ γενέσθαι τὸν πόλεμον πρὸς Δαρεῖον, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τῆς ἀρχῆς τῆς Ἀσίας διαπεπολεμῆσθαι ἐννόμως. ταῦτα μὲν Πτολεμαῖος καὶ Ἀριστόβουλος λέγουσι· [2.12.6] λόγος δὲ ἔχει καὶ αὐτὸν Ἀλέξανδρον τῇ ὑστεραίᾳ ἐλθεῖν εἴσω ξὺν Ἡφαιστίωνι μόνῳ τῶν ἑταίρων· καὶ τὴν μητέρα τὴν Δαρείου ἀμφιγνοήσασαν ὅστις ὁ βασιλεὺς εἴη αὐτοῖν, ἐστάλθαι γὰρ ἄμφω τῷ αὐτῷ κόσμῳ, τὴν δὲ Ἡφαιστίωνι προσελθεῖν καὶ προσκυνῆσαι, ὅτι μείζων ἐφάνη ἐκεῖνος. [2.12.7] ὡς δὲ ὁ Ἡφαιστίων τε ὀπίσω ὑπεχώρησε καί τις τῶν ἀμφ᾽ αὐτήν, τὸν Ἀλέξανδρον δείξας, ἐκεῖνον ἔφη εἶναι Ἀλέξανδρον, τὴν μὲν καταιδεσθεῖσαν τῇ διαμαρτίᾳ ὑποχωρεῖν, Ἀλέξανδρον δὲ οὐ φάναι αὐτὴν ἁμαρτεῖν· καὶ γὰρ ἐκεῖνον εἶναι Ἀλέξανδρον. [2.12.8] καὶ ταῦτα ἐγὼ οὔθ᾽ ὡς ἀληθῆ οὔτε ὡς πάντῃ ἄπιστα ἀνέγραψα. ἀλλ᾽ εἴτε οὕτως ἐπράχθη, ἐπαινῶ Ἀλέξανδρον τῆς τε ἐς τὰς γυναῖκας κατοικτίσεως καὶ τῆς ἐς τὸν ἑταῖρον πίστεως καὶ τιμῆς· εἴτε πιθανὸς δοκεῖ τοῖς συγγράψασιν Ἀλέξανδρος ὡς καὶ ταῦτα ἂν πράξας καὶ εἰπὼν, καὶ ἐπὶ τῷδε ἐπαινῶ Ἀλέξανδρον.

***
[2.12.1] Την άλλη μέρα ο Αλέξανδρος, αν και ήταν τραυματισμένος με ξίφος στο μηρό, επισκέφθηκε τους τραυματίες, συγκέντρωσε και έθαψε με μεγαλοπρέπεια τους νεκρούς, έχοντας παραταγμένες σε σχηματισμό μάχης και με τη μεγαλύτερη λαμπρότητα όλες του τις δυνάμεις· επαίνεσε με θερμούς λόγους όλους εκείνους που ή ο ίδιος αντιλήφθηκε ότι είχαν επιτελέσει στη μάχη κάποιο αξιόλογο έργο ή το πληροφορήθηκε από ομόφωνες μαρτυρίες άλλων, ανταμείβοντας συγχρόνως τον καθένα τους με χρηματικό επίδομα ανάλογο με το κατόρθωμά του. [2.12.2] Τον Βάλακρο, τον γιο του Νικάνορα, που ήταν ένας από τους βασιλικούς σωματοφύλακες, τον διόρισε σατράπη της Κιλικίας· στη θέση του στους σωματοφύλακες τοποθέτησε τον Μένητα, τον γιο του Διονυσίου· στη θέση του Πτολεμαίου, του γιου του Σελεύκου, που σκοτώθηκε στη μάχη, διόρισε τον Πολυπέρχοντα, τον γιο του Σιμμία, ως διοικητή του τάγματός του. Στους κατοίκους των Σόλων χάρισε τα πενήντα τάλαντα, που όφειλαν ακόμη από το χρηματικό πρόστιμο που τους είχε επιβληθεί, και τους επέστρεψε τους ομήρους.
[2.12.3] Δεν αδιαφόρησε ούτε για τη μητέρα του Δαρείου ούτε για τη γυναίκα και τα παιδιά του. Μερικοί μάλιστα ιστορικοί από αυτούς που έγραψαν για τα κατορθώματα του Αλεξάνδρου αναφέρουν ότι τη νύχτα που επέστρεψε από την καταδίωξη του Δαρείου μπήκε ο ίδιος στη σκηνή του Δαρείου, που την είχαν κρατήσει για προσωπικό του λάφυρο· λένε ότι άκουσε γυναικείους θρήνους καθώς και άλλο παρόμοιο θόρυβο, όχι μακριά από τη σκηνή· [2.12.4] ζήτησε λοιπόν να μάθει ποιές είναι οι γυναίκες αυτές και γιατί μένουν σε τόσο γειτονική σκηνή. Τότε κάποιος του απάντησε: «Βασιλιά μου, η μητέρα, η γυναίκα και τα παιδιά του Δαρείου, μόλις πληροφορήθηκαν ότι βρίσκονται στα χέρια σου το τόξο του Δαρείου και το βασιλικό του πανωφόρι και ότι έχουν φέρει στο στρατόπεδο και την ασπίδα του, θρηνούν, γιατί νομίζουν ότι έχει σκοτωθεί ο Δαρείος. [2.12.5] Όταν πληροφορήθηκε αυτά ο Αλέξανδρος έστειλε στη βασιλική οικογένεια τον Λεοννάτο, έναν από τους εταίρους, με την εντολή να της ανακοινώσει ότι ζει ο Δαρείος, ότι τα όπλα και το πανωφόρι του τα άφησε στο άρμα του καθώς έφευγε, και ότι αυτά μονάχα είχε ο Αλέξανδρος. Ο Λεοννάτος μπήκε στη σκηνή των γυναικών και ανέφερε τα σχετικά με τον Δαρείο λέγοντας ακόμη ότι ο Αλέξανδρος τους επέτρεπε να διατηρήσουν τη βασιλική ακολουθία τους και τις άλλες τιμές, καθώς και το δικαίωμα να ονομάζονται βασίλισσες, γιατί δεν ανέλαβε τον πόλεμο εναντίον του Δαρείου από προσωπική έχθρα προς αυτόν, αλλά τον πολέμησε νόμιμα για την κυριαρχία της Ασίας. Αυτά αναφέρουν ο Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος. [2.12.6] Υπάρχει όμως και η παράδοση ότι την άλλη μέρα ήρθε στη σκηνή τους και ο ίδιος ο Αλέξανδρος έχοντας μαζί του από τους εταίρους μόνον τον Ηφαιστίωνα· και η μητέρα του Δαρείου μη ξέροντας ποιός από τους δύο είναι ο βασιλιάς, γιατί και οι δυο φορούσαν την ίδια στολή, προχώρησε προς τον Ηφαιστίωνα και τον προσκύνησε, γιατί της φάνηκε ψηλότερος. [2.12.7] Ο Ηφαιστίων τραβήχτηκε προς τα πίσω και τότε κάποιος από την ακολουθία της, δείχνοντάς της τον Αλέξανδρο, της είπε ότι εκείνος ήταν ο βασιλιάς· αυτή τότε ντράπηκε για το λάθος της και τραβήχτηκε προς τα πίσω, ο Αλέξανδρος όμως της είπε ότι δεν έκαμε λάθος, γιατί και ο Ηφαιστίων ήταν Αλέξανδρος. [2.12.8] Αναφέρω το επεισόδιο αυτό ούτε ως απολύτως αληθινό ούτε όμως και ως εντελώς απίστευτο. Αν βέβαια συνέβησαν έτσι τα πράγματα, τότε επαινώ τον Αλέξανδρο, γιατί επέδειξε οίκτο για τις γυναίκες και συγχρόνως εμπιστοσύνη και εκτίμηση για τον φίλο του. Και αν απλώς και μόνο φαίνεται πιθανό στους ιστορικούς ότι ο Αλέξανδρος μπορούσε να είχε ενεργήσει και μιλήσει με αυτόν τον τρόπο, εγώ και πάλι επαινώ γι᾽ αυτό τον Αλέξανδρο.