Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Σαμία (283-324)

ΠΑ. μάγειρ᾽, ἐγώ, μὰ τοὺς θεούς, οὐκ οἶδα σὺ
ἐφ᾽ ὅ τι μαχαίρας περιφέρεις· ἱκανὸς γὰρ εἶ
285 λαλῶν κατακόψαι πάντα πράγματ᾽. (ΜΑΓΕΙΡΟΣ) ἄθλιε
ἰδιῶτ᾽. (ΠΑ.) ἐγώ; (ΜΑ.) δοκεῖς γέ μοι, νὴ τοὺς θεούς.
εἰ πυνθάνομαι πόσας τραπέζας μέλλετε
ποεῖν, πόσαι γυναῖκές εἰσι, πηνίκα
ἔσται τὸ δεῖπνον, εἰ δεήσει προσλαβεῖν
290 τραπεζοποιόν, εἰ κέραμός ἐστ᾽ ἔνδοθεν
ὑμῖν ἱκανός, εἰ τοὐπτάνιον κατάστεγον,
εἰ τἆλλ᾽ ὑπάρχει πάντα— (ΠΑ.) κατακόπτεις γέ με
εἰ λανθάνει σε, φίλτατ᾽, εἰς περικόμματα,
οὐχ ὡς ἔτυχεν. (ΜΑ.) οἴμωζε. (ΠΑ.) καὶ σύ, τοῦτό γε
295 παντὸς ἕνεκ᾽. ἀλλὰ παράγετ᾽ εἴσω. ΔΗ. Παρμένων.
(ΠΑ.) ἐμέ τις κέκληκε; (ΔΗ.) ναιχί. (ΠΑ.) χαῖρε, δέσποτα.
(ΔΗ.) τὴν σφυρίδα καταθεὶς ἧκε δεῦρ᾽. (ΠΑ.) ἀγαθῇ τύχῃ.
(ΔΗ.) τοῦτον γὰρ οὐδέν, ὡς ἐγᾦμαι, λανθάνοι
τοιοῦτον ἂν πραττόμενον ἔργον· ἔστι γὰρ
300 περίεργος, εἴ τις ἄλλος. ἀλλὰ τὴν θύραν
προϊὼν πέπληχε. (ΠΑ.) δίδοτε, Χρυσί, πάνθ᾽ ὅσ᾽ ἂν
ὁ μάγειρος αἰτῇ, τὴν δὲ γραῦν φυλάττετε
ἀπὸ τῶν κεραμίων, πρὸς θεῶν. τί δεῖ ποεῖν
δέσποτα; (ΔΗ.) τί δεῖ ποεῖν ‹σε›; δεῦρ᾽ ἀπὸ τῆς θύρας·
305 ἔτι μικρόν. (ΠΑ.) ἤν. (ΔΗ.) ἄκουε δή μου, Παρμένων·
,ἐγώ σε μαστιγοῦν, μὰ τοὺς δώδεκα θεούς
οὐ βούλομαι διὰ πολλά. (ΠΑ.) μαστιγοῦν; τί δὲ
πεπόηκα; (ΔΗ.) συγκρύπτεις τι πράγμ᾽, ᾔσθημ᾽. [ΠΑ.] ἐγώ;
μὰ τὸν Διόνυσον, μὰ τὸν Ἀπόλλω τουτονί,
310 μὰ τὸν Δία τὸν Σωτῆρα, μὰ τὸν Ἀσκληπιὸν—
(ΔΗ.) παῦ᾽· μηδὲν ὄμνυ᾽· οὐ γὰρ εἰκάζων λέγω.
(ΠΑ.) ἢ μήποτ᾽ ἆρ᾽— (ΔΗ.) οὗτος, βλέπε δεῦρ᾽ (ΠΑ.) ἰδού, βλέπω.
(ΔΗ.) τὸ παιδίον τίνος ἐστίν; (ΠΑ.) ἤν. (ΔΗ.) τὸ παιδίον
τίνος ἐστ᾽ ἐρωτῶ. (ΠΑ.) Χρυσίδος. (ΔΗ.) πατρὸς δὲ τοῦ;
315 (ΠΑ.) σόν, φ[ησιν]. (ΔΗ.) ἀπόλωλας· φενακίζεις μ᾽. (ΠΑ.) ἐγώ;
(ΔΗ.) εἰδότα γ᾽ ἀκριβῶς πάντα καὶ πεπυσμένον
ὅτι Μοσχίωνός ἐστιν, ὅτι σύνοισθα σύ,
ὅτι δι᾽ ἐκεῖνον αὐτὸ νῦν αὕτη τρέφει.
(ΠΑ.) τίς φησι; (ΔΗ.) πάντες. ἀλλ᾽ ἀπόκριναι τοῦτό μοι·
320 ταῦτ᾽ ἐστίν; (ΠΑ.) ἔστι, δέσποτ᾽, ἀλλὰ λανθάνειν—
ΔΗ. τί λανθάνειν; ἱμάντα παίδων τις δότω
ἐπὶ τουτονί μοι τὸν ἀσεβῆ. (ΠΑ.) μή, πρὸς θεῶν.
(ΔΗ.) στίξω σε, νὴ τὸν Ἥλιον. (ΠΑ.) στίξεις ἐμέ;
(ΔΗ.) ἤδη γ᾽. (ΠΑ.) ἀπόλωλα. (ΔΗ.) ποῖ σύ, ποῖ, μαστιγία;

***
ΠΑΡ. Εγώ δεν ξέρω, μάγειρε, μα τους θεούς,
τί τα θέλεις τα μαχαίρια που κουβαλάς.
Αφού είσαι ικανός να κατακόψεις τα πάντα
285 με τη φλυαρία σου. ΜΑΓΕΙΡΟΣ. Άθλιο ανθρωπάκι. ΠΑΡ. Εγώ;
ΜΑΓ. Τέτοιος μου φαίνεσαι, μα τους θεούς.
Αν ρωτάω πόσα τραπέζια θα στρώσετε,
πόσες είναι οι γυναίκες, πότε θα γίνει
το δείπνο, αν χρειαστεί να προσλάβουμε
διευθυντή της τραπεζαρίας, αν έχει το σπίτι σας
290 αρκετά πιάτα και ποτήρια, αν έχει στέγη
όλο το μαγεριό, αν υπάρχουν όλα τ᾽ άλλα…
ΠΑΡ. Αν δεν το έχεις αντιληφθεί, αγαπητέ μου,
με κόβεις κομματάκια με μεγάλη τέχνη.
ΜΑΓ. Σκάσε. ΠΑΡ. Και συ επίσης, για το καλό όλων.
295 Αλλά περάστε μέσα. ΔΗΜ. Παρμένων. ΠΑΡ. Με φώναξε κανείς;
ΔΗΜ. Ναι. ΠΑΡ. Σε χαιρετώ, κύριε. ΔΗΜ. Άφησε μέσα το καλάθι
κι έλα εδώ. ΠΑΡ. Σε καλό να μου βγει.
ΔΗΜ. Αυτού, όπως νομίζω, δεν μπορεί να του ξεφεύγει
κανένα τέτοιο γεγονός. Δεν υπάρχει άλλος
300 πιο περίεργος. Αλλά βγαίνει έξω. ΠΑΡ. Δίνετε, Χρυσί,
ό,τι σας ζητά ο μάγειρος και, για τους θεούς, τον νου σας
στη γριά, μην πλησιάσει τις στάμνες με το κρασί.
Τί διατάζετε να κάνω, κύριε;
ΔΗΜ. Τί διατάζω να κάνεις; Γιά έλα από την πόρτα
κατά δω. Λίγο ακόμη. ΠΑΡ. Μάλιστα. ΔΗΜ. Άκουσε εδώ,
305 Παρμένων. Εγώ δεν θέλω, μα τους δώδεκα θεούς,
να σε μαστιγώσω, για πολλούς λόγους. ΠΑΡ. Να με μαστιγώσεις;
Γιατί, τί έκανα; ΔΗΜ. Έμαθα ότι μου κρύβεις κάτι.
ΠΑΡ. Εγώ; Όχι μα τον Διόνυσο, μα αυτόν εδώ τον Απόλλωνα,
310 μα τον Δία τον Σωτήρα, μα τον Ασληπιό—
ΔΗΜ. Σταμάτα, μην ορκίζεσαι. Έχω αποδείξεις.
ΠΑΡ. Να μη σώσω να— ΔΗΜ. Γιά κοίταξέ με. ΠΑΡ. Νά, σε κοιτάζω.
ΔΗΜ. Τίνος είναι το παιδί; ΠΑΡ. Μάλιστα. ΔΗΜ. Το παιδί, σ᾽ ερωτώ
τίνος είναι; ΠΑΡ. Της Χρυσίδος. ΔΗΜ. Και τίνος πατέρα;
315 ΠΑΡ. Δικό σου, λέει. ΔΗΜ. Χάθηκες· με κοροϊδεύεις. ΠΑΡ. Εγώ;
ΔΗΜ. Τα ξέρω καλά όλα, τα έμαθα, ότι είναι
του Μοσχίωνος, ότι κι εσύ το ξέρεις, ότι για χάρη του
αυτή τώρα το φροντίζει. ΠΑΡ. Ποιός τα λέει;
ΔΗΜ. Όλοι. Αλλά σ᾽ αυτό να μου απαντήσεις: Αυτά είναι αλήθεια;
320 ΠΑΡ. Είναι, κύριέ μου, αλλά το έχουν μυστικό— ΔΗΜ. Τί μυστικό;
Ένα μαστίγιο κάποιος να μου φέρει γι᾽ αυτόν
τον αλιτήριο. ΠΑΡ. Μη, για τους θεούς. ΔΗΜ. Θα σε στιγματίσω,
μα τον Ήλιο. ΠΑΡ. Θα με στιγματίσεις; ΔΗΜ. Τώρα αμέσως.
ΠΑΡ. Είμαι χαμένος. ΔΗΜ. Πού φεύγεις, πού, απατεώνα;

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Αττικισμός, η «καλή» και η «κακή» γλώσσα

11.1 Η «καλή» και η «κακή» γλώσσα


Όλοι μας, από μικρά παιδιά, μαθαίνουμε να διακρίνουμε αυτό που λέει ο τίτλος του κεφαλαίου αυτού, την «καλή» από την «κακή» γλώσσα. Έτσι, όλοι θυμόμαστε ότι οι γονείς μας μάς έλεγαν πως, όταν μας ρωτάει κάποιος μεγάλος κάτι, δεν λέμε Τί; αλλά Ορίστε; και ότι στους δασκάλους μας πρέπει να μιλάμε στον πληθυντικό: εσείς και όχι εσύ. 

Επίσης, μιλώντας στους δασκάλους μας δεν χρησιμοποιούμε λέξεις που χρησιμοποιούμε με τους φίλους μας. Δεν λέμε λ.χ. στον δάσκαλο μας ή στον καθηγητή μας Αυτό που λες είναι χαζομάρα αλλά Αυτό που λέτε δεν είναι σωστό. Τί σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι οι γλωσσικές επιλογές που κάνουμε στην καθημερινή μας επικοινωνία, οι λέξεις που διαλέγουμε, αντανακλούν τις σχέσεις μέσα στην κοινωνία: σχέσεις ηλικίας, διαφορετικούς κοινωνικούς ρόλους (δάσκαλος, μαθητής) κλπ. 

Και αυτή η σχέση της γλώσσας με την κοινωνία γεννά και τις γλωσσικές αξιολογήσεις, τί είναι δηλαδή «καλή» και τί «κακή» γλώσσα.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: ΙII. ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 6. Η έλευση των Ρωμαίων

6.7. Να εξηγείς τον Όμηρο με βάση τον Όμηρο


Από την Αθήνα, όπου βρισκόταν κατά την κλασική εποχή, η επιστημονική και καλλιτεχνική πρωτοπορία μεταφέρθηκε σταδιακά στην Αλεξάνδρεια. Η πολιτική των τριών πρώτων Πτολεμαίων μοναρχών συνέβαλε αποφασιστικά σε αυτή τη ραγδαία ανάπτυξη της νεοσύστατης πόλης. Ένα ανταγωνιστικό προς την Αλεξάνδρεια κέντρο πολιτισμού δημιουργήθηκε, ιδίως τον 2ο αιώνα, στο Πέργαμο της Μικράς Ασίας, στο βασίλειο των Ατταλιδών. Άλλες περιφερειακές πόλεις, όπως η Ρόδος και η Κως, ανέπτυσσαν, παράλληλα με την οικονομική πρόοδο, και σπουδαία πολιτιστική ζωή. Καμία όμως πόλη δεν έφτασε στο ύψος ακμής που βρέθηκε η Αλεξάνδρεια κατά τον 3ο και 2ο αιώνα. Η ελληνιστική εποχή ονομάζεται μάλιστα και «αλεξανδρινή», για να υπογραμμιστεί η σημασία αυτής της πραγματικής κοιτίδας του μεσογειακού κοσμοπολιτισμού.

Στην Αλεξάνδρεια ιδρύθηκε από τον Πτολεμαίο Β' ένα μεγάλο ερευνητικό κέντρο, το μεγαλύτερο που γνώρισε ποτέ η αρχαιότητα, με στόχο να συγκεντρωθεί και να συστηματοποιηθεί όλη η διαθέσιμη γνώση της ανθρωπότητας. Το ερευνητικό αυτό κέντρο ονομάστηκε Μουσείον, δηλαδή ιερό των Μουσών, και περιελάμβανε μια βιβλιοθήκη, που κατόρθωσε να αποκτήσει σχεδόν μισό εκατομμύριο παπυρικούς κυλίνδρους. Οι επιστήμες των μαθηματικών (αριθμητική, γεωμετρία, μουσική, αστρονομία), της γεωγραφίας και εθνογραφίας καθώς και της φιλολογίας προόδευσαν. Ειδικά η τελευταία αποτελούσε μια νέα επιστήμη ευρυμάθειας και κριτικής στον χώρο της ποίησης, που ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με τις δραστηριότητες του Μουσείου.

Στόχος της νεοσύστατης φιλολογίας ήταν ο υπομνηματισμός των λογοτεχνικών έργων του παρελθόντος (για να γίνονται κατανοητά στο αναγνωστικό κοινό της εποχής) και η αξιολόγησή τους. Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, έπρεπε πρώτα να καθαρθούν τα κείμενα από τις (ηθελημένες ή αθέλητες) αλλοιώσεις και προσμείξεις που συνεπάγεται η συνεχής διά χειρός αντιγραφή τους. Οι Αλεξανδρινοί λόγιοι εφάρμοσαν στον χώρο των γραπτών κειμένων το κριτικό πνεύμα της προσεκτικής παρατήρησης και της σύγκρισης που είχε ήδη αναπτυχθεί στους τομείς της ιατρικής και της ζωολογίας. Ιδιαίτερα τα έπη του Ομήρου προσέλκυσαν την προσοχή τους τόσο λόγω της αρχαϊκής μορφή τους όσο και επειδή κάθε αρχαία πόλη διέθετε τη δική της εκδοχή. Στις νέες οικουμενικές συνθήκες η ελληνική «Βίβλος», όπως μπορούμε να τα αποκαλέσουμε, έπρεπε να είναι ενιαία.

Μέσα σε τρεις γενιές οι λόγιοι της Αλεξάνδρειας, που συγκεντρώθηκαν από όλα τα σημεία του ελληνισμού για να επιδοθούν με πάθος στην επιστημονική επιμέλεια των κλασικών πλέον κειμένων, συστηματοποίησαν τις αρχές της κριτικής φιλολογίας. Τότε τέθηκε για πρώτη φορά ανοιχτά και το ομηρικό ζήτημα, το ερώτημα δηλαδή αν η Ιλιάδα και η Οδύσσεια αποτελούν έργα του ίδιου ή διαφορετικών ποιητών, χωρίς να δοθεί οριστική απάντηση. Ο Ζηνόδοτος από την Έφεσο (3ος αιώνας), ο Αριστοφάνης από το Βυζάντιο (περ. 257-180) και ο Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη (216-144), όλοι τους διευθυντές της αλεξανδρινής βιβλιοθήκης, έμειναν γνωστοί για τη μεθοδική φιλοπονία τους και για τις κριτικές εκδόσεις των μεγάλων Ελλήνων ποιητών, από τον Όμηρο και τον Ησίοδο μέχρι τον Πίνδαρο και τον Αριστοφάνη. Αυτοί έφτιαξαν και τους κανόνας, δηλαδή τους καταλόγους των σημαντικών ποιητών και ρητόρων που θα έμεναν στην ιστορία ως «κλασικοί» συγγραφείς.

Ορισμένοι από εκείνους που εργάστηκαν στη βιβλιοθήκη δοκίμασαν και οι ίδιοι τη δημιουργική γραφή, συνθέτοντας έπη, ύμνους και άλλα ποιήματα σε καινοφανή γραμματειακά είδη. Εξαιτίας της τεράστιας λόγιας γνώσης που διέθεταν οι ίδιοι, οι συνθέσεις τους είναι ιδιαίτερα εξεζητημένες, πολυποίκιλες και επιδεικτικές. Από τη μεγάλη δεξαμενή των ποιημάτων του 3ου αιώνα έχουν διασωθεί ορισμένα από τα έργα του Καλλίμαχου από την Κυρήνη και στην ολότητά τους τα Αργοναυτικά του Απολλώνιου Ρόδιου, ενώ έχουν χαθεί τα έργα του πολυμαθούς Ερατοσθένη (περ. 285-194), που υπήρξε, εκτός από ποιητής, επίσης γεωγράφος, σημαντικός αστρονόμος και φιλόσοφος.

Θα μπορούσαν ίσως να βρεθούν αναλογίες ανάμεσα στην ηθελημένη εκζήτηση της λόγιας αυτής ποίησης και τα περίτεχνα τελετουργικά πρωτόκολλα των μοναρχικών αυλών. Πάντως, νέα πνοή στην ποίηση έδωσε ο Θεόκριτος, ένας ποιητής του 3ου αιώνα με καταγωγή από τις Συρακούσες που έζησε στην Αλεξάνδρεια, συνέθεσε ειδύλλια στη μητρική του δωρική διάλεκτο και συνέστησε έτσι το βουκολικό είδος ποίησης.

Το κριτικό πνεύμα των Αλεξανδρινών λογίων οδηγήθηκε ορισμένες φορές σε ακρότητες. Η αντίδραση στην υπερκριτική στάση των φιλολόγων της Αλεξάνδρειας προήλθε από τους κύκλους των στωικών, που ήταν συνηθισμένοι να διαβάζουν με αλληγορικό τρόπο τους παραδοσιακούς μύθους και τις παλαιές ποιητικές συνθέσεις. Ο άμεσος διάδοχος του Ζήνωνα στην ηγεσία της Σχολής, ο Κλεάνθης (331-232), είχε ερμηνεύσει σε έναν σωζόμενο ύμνο τον Δία ως Λόγο του σύμπαντος, και ο Χρύσιππος (περ. 280-207), που τον διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Στοάς, κατέβαλε μεγάλο μόχθο στην εξήγηση των ποιητών με πνεύμα σύμφωνο προς τις στωικές θεωρίες. Η κατεύθυνση των εξεζητημένων αλληγορικών ερμηνειών άνθισε ιδιαίτερα στο Πέργαμο, όταν η πόλη απέκτησε τη δική της βιβλιοθήκη, η οποία, αν και δεν έφτασε ποτέ τους αριθμούς βιβλίων που διέθετε η Αλεξάνδρεια, μπορούσε ωστόσο να την ανταγωνίζεται στο επίπεδο της ερμηνείας.

Οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι, ακολουθώντας την αρχή της αναλογίας στα γλωσσικά φαινόμενα, υπήρξαν ιδιαίτερα επεμβατικοί στην αντιμετώπιση των κειμένων: πρότειναν νέες γραφές και υιοθετούσαν διορθώσεις με στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή ομοιογένεια. Η βασική αρχή της αλεξανδρινής φιλολογίας ήταν η άποψη ότι ο ερμηνευτής οφείλει να εξηγεί τον Όμηρο με βάση το κείμενο του ίδιου του Ομήρου (Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν) - και το ίδιο φυσικά ίσχυε για όλους τους άλλους ποιητές και ρήτορες. Οι φιλόλογοι του Περγάμου, αντίθετα, αποδέχονταν την αρχή της φυσικής πολυμορφίας στη γλώσσα (ἀνωμαλίαν) και έβρισκαν ή επινοούσαν λόγους που δικαιολογούσαν τις αντιφάσεις των κειμένων τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο. Παράλληλα, θεώρησαν ότι στόχος της ποίησης είναι να εκθέτει φιλοσοφικές αλήθειες με τρόπο εικονικό ή συμβολικό. Κατά την άποψή τους, οι μεγάλοι ποιητές κατόρθωναν να αποτρέπουν τη βεβήλωση της γνώσης -αφού ένα κείμενο μπορούσε να καταλήξει σε αμύητα αφτιά- και να διδάσκουν όσους ήταν ήδη επαρκώς έτοιμοι για εσωτερική και απόρρητη γνώση. Η στάση αυτή οδήγησε σε ιδιαίτερα ευφάνταστες ερμηνείες.

Ενώ η αλεξανδρινή σχολή εκλάμβανε τα ποιητικά κείμενα στην κυριολεξία τους, ως διηγήσεις πράξεων και παθών του παρελθόντος, η σχολή του Περγάμου τα εξηγούσε ως συμβολικές αλληγορίες αιώνιων αληθειών. Η διάσταση αυτή εξηγεί και τη μεγάλη προσοχή που έδωσαν οι Αλεξανδρινοί στη γραμματική μορφή, έναντι της προσήλωσης στο βαθύτερο νόημα που χαρακτήριζε τους λογίους του Περγάμου. Η αντιπαράθεση ήταν τόσο οξεία, ώστε η Αλεξάνδρεια, για να περιορίσει τον αριθμό βιβλίων της ανταγωνιστικής πόλης, απαγόρευσε την εξαγωγή παπύρου προς το βασίλειο των Ατταλιδών. Το Πέργαμο αναγκάστηκε να χρησιμοποιεί, αντί παπύρων, επεξεργασμένα δέρματα - γεγονός που έδωσε στο συγκεκριμένο υλικό γραφής το χαρακτηριστικό όνομα περγαμηνή.

Μετά τους πυθαγόρειους, η ανάπτυξη των μαθηματικών έγινε υπόθεση της πλατωνικής σχολής. Πολλοί μαθητές και ακόλουθοι του Πλάτωνα εργάστηκαν για την προώθηση της μαθηματικής έρευνας. Τα έργα τους έχουν χαθεί. Το πρώτο αμιγώς μαθηματικό σύγγραμμα που μας διέσωσε η αρχαιότητα είναι τα Στοιχεῖα του Ευκλείδη (περ. 325-250), ο οποίος φαίνεται ότι έζησε και εργάστηκε στην Αλεξάνδρεια. Το εγχειρίδιό του περιλαμβάνει 13 βιβλία και αποτελεί την αρχαιότερη ολοκληρωμένη εφαρμογή του αξιωματικού και παραγωγικού τρόπου συστηματοποίησης μιας επιστήμης που είχε εισηγηθεί θεωρητικά ο Αριστοτέλης. Αναμφίβολα ο Ευκλείδης στηρίχτηκε σε εργασίες προγενεστέρων του. Το επίτευγμά του όμως υπήρξε θεμελιώδες για την περαιτέρω διάδοση της μαθηματικής σκέψης. Μέσα από αξιωματικές προτάσεις, ορισμούς και λογικές αρχές συμπερασμού, ο Ευκλείδης κατόρθωσε να συναγάγει όλα τα έως τότε αποδεδειγμένα θεωρήματα της γεωμετρίας, της αριθμητικής και της στερεομετρίας και να τα εντάξει σε ενιαίο μαθηματικό σύστημα. Το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία - και όχι μόνο στην αρχαιότητα: ήταν, για παράδειγμα, το σχολικό εγχειρίδιο των μαθηματικών στην Αγγλία του 19ου αιώνα.

Την ίδια περίοδο ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, ένας άλλος μαθηματικός και αστρονόμος που βρέθηκε τόσο στην παλαιά ελλαδική όσο και στην αναπτυσσόμενη αιγυπτιακή πόλη της γνώσης, πρότεινε την επιστημονική υπόθεση ότι ο Ήλιος και όχι η Γη βρίσκεται στο κέντρο του σύμπαντος. Η θεωρία αυτή εισηγήθηκε δύο κινήσεις της σφαιρικής Γης, μία περιστροφική γύρω από τον άξονά της και μία κυκλική γύρω από τον Ήλιο, αλλά δεν κατόρθωσε να επικρατήσει. Όπως γνωρίζουμε σήμερα, η ηλιοκεντρική θεωρία του Αριστάρχου ήταν κατά βάση σωστή. Δεν ήταν όμως ικανή να ανατρέψει παραδεδομένες πεποιθήσεις αιώνων. Οι περισσότεροι αστρονόμοι της αρχαιότητας την αγνόησαν και συνέχισαν να υποστηρίζουν το γεωκεντρικό σύστημα. Πρότειναν μάλιστα όλο και πιο πολύπλοκες θεωρίες επικύκλων και έκκεντρων κύκλων που στόχο είχαν να δικαιολογούν τα δεδομένα της εμπειρικής παρατήρησης (σῴζειν τὰ φαινόμενα), δίχως να προσβάλλουν το φυσικό αίσθημα του μέσου ανθρώπου. Λέγεται ότι ο Στωικός Κλεάνθης κατηγόρησε τον Αρίσταρχο για ασέβεια προς τους θεούς - όπως είχε συμβεί παλαιότερα με τον Αναξαγόρα και τον Σωκράτη.

Καμία εφεύρεση δεν θα μπορούσε να συγκριθεί, από την άποψη της πρωτοτυπίας και της αποτελεσματικότητας, με τις πολεμικές επινοήσεις του Αρχιμήδη, ο οποίος συνέγραψε τα επιστημονικά του έργα στη δωρική διάλεκτο και όχι στην κοινή - προφανώς για να τιμήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, τις Συρακούσες. Ωστόσο, αξίζει να μνημονευτεί η τελειοποίηση ενός συστήματος τηλεπικοινωνίας που αναφέρει ο Πολύβιος.

Η χρήση φρυκτωριῶν, δηλαδή πυρκαγιών ή μεγάλων πυρσών για τη μετάδοση μηνυμάτων σε αποστάσεις τριών ή τεσσάρων ημερών πορείας, ήταν παλαιά και διαδεδομένη - ιδίως στις πολεμικές επιχειρήσεις. Το βασικό μειονέκτημα της μεθόδου όμως ήταν ο περιορισμένος αριθμός προσυμφωνημένων μηνυμάτων που μπορούσαν να μεταδοθούν κωδικοποιημένα. Ειδικά αν προέκυπτε κάτι όντως απρόβλεπτο κατά την εξέλιξη μιας πολεμικής επιχείρησης, η είδηση ήταν αδύνατο να μεταδοθεί. Όμως, το πραγματικό προβάδισμα αιφνιδιασμού θα το έδινε η δυνατότητα μετάδοσης αυτής ακριβώς της απρόσμενης εξέλιξης στην πλευρά που θα είχε οργανώσει το δίκτυο επικοινωνίας.

Για να αυξήσει τον αριθμό των μηνυμάτων που θα μπορούσαν να αποσταλούν από μια κορυφή βουνού σε μια άλλη, ο Αινείας, συγγραφέας έργου με τον σημαίνοντα τίτλο Πολιορκητικά, επινόησε έναν νέο τρόπο. Οι δύο διαβιβαστές είχαν από ένα πανομοιότυπο, μεγάλων διαστάσεων, αγγείο γεμάτο με νερό. Πάνω του επέπλεε ένας επίπεδος φελλός με διάμετρο ίση με την εσωτερική διάμετρο του αγγείου και έναν κάθετο άξονα με γραμμένα μηνύματα. Μόλις λαμβανόταν από τη μια πλευρά το σήμα ετοιμότητας που έστελνε με πυρσό η άλλη, οι δύο πλευρές ελευθέρωναν ταυτόχρονα το πώμα στο κάτω μέρος του αγγείου: το νερό άρχιζε να τρέχει και ο φελλός να κατεβαίνει με την ίδια ακριβώς ταχύτητα στα δύο αγγεία, λόγω του ίσου μεγέθους τους. Ο αποστολέας σήκωνε πυρσό την κατάλληλη στιγμή και ο παραλήπτης σταματούσε τη ροή αμέσως και διάβαζε το μήνυμα που βρισκόταν εκείνη ακριβώς τη στιγμή στο χείλος του αγγείου. Με σωστό συγχρονισμό και εξάσκηση, οι δύο άνδρες μπορούσαν να επιτύχουν καλή επικοινωνία με αρκετά αυξημένο αριθμό δυνατών μηνυμάτων. Όμως και εδώ οι περιορισμοί ήταν έκδηλοι: το εντελώς απρόβλεπτο, και πάλι, δεν μπορούσε να μεταβιβαστεί.

Η νέα επινόηση, που τελειοποιήθηκε από τον ίδιο τον Πολύβιο, περιλάμβανε ένα σύστημα επικοινωνίας ίσων, θεωρητικά και πρακτικά, δυνατοτήτων με τον γραπτό λόγο - δηλαδή απεριόριστων. Όλα τα γράμματα χωρίστηκαν, με βάση τη σειρά τους στο αλφάβητο, σε πέντε κατηγορίες. Η καθεμία περιλάμβανε πέντε γράμματα, εκτός από την τελευταία που είχε τέσσερα (4x5=20+4=24). Οι κατηγορίες αυτές τοποθετήθηκαν η μία κάτω από την άλλη σε στοιχισμένες σειρές. Με τον τρόπο αυτό κάθε γράμμα μπορούσε μονοσήμαντα να δηλωθεί με δύο αριθμούς: έναν για τον οριζόντιο στίχο και έναν για την κάθετη στήλη. Ανάλογα με τον αριθμό επαναλαμβανόμενης εμφάνισης του πυρσού μέσα από το όρυγμα που βρισκόταν, ο αποστολέας του μηνύματος θα έδειχνε πρώτα τον αριθμό του στίχου στα αριστερά του, και έπειτα τον αριθμό της στήλης στα δεξιά του. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ο παρατηρητής ήταν να σημειώνει τα γράμματα ένα προς ένα και στη συνέχεια να διαβάζει το τηλεγραφικό μήνυμα σε κανονικό λόγο. Για να αποφευχθεί μάλιστα η σύγχυση, ο παρατηρητής ήταν εφοδιασμένος με μια διπλή διόπτρα, ώστε να διακρίνει καθαρά ποιος αριθμός προέρχεται από την αριστερή και ποιος από τη δεξιά πλευρά του αποστολέα, που έπρεπε να απέχουν μεταξύ τους περίπου τρία μέτρα.

Αυτή η Βαθιά Σιωπή

Η Αντίληψη Από την Φύση της Είναι Ελεύθερη, Απεριόριστη κι Αιώνια…

Κι όταν Αυτή η Αντίληψη ενσαρκώνεται στο σώμα, και γεννιέται ο άνθρωπος, Δεν χάνει την Φύση της.

Το ότι η Αντίληψη είναι κάτι διαφορετικό και ξεχωριστό από το σώμα κι απλά «συνδέεται» και λειτουργεί μέσα στο σώμα αποδεικνύεται εμπειρικά (μπορούμε να εξηγήσουμε «πως» σε όποιον ενδιαφέρεται…).

Η Αντίληψη «Εδρεύει» στην κορυφή του κεφαλιού και Διοχετεύεται σε ολόκληρο το σώμα. Στις διάφορες περιοχές του σώματος (και μέσα από συγκεκριμένα «όργανα») έχει διάφορες δραστηριότητες (επιτελεί διάφορες «λειτουργίες»)… Στο πρόσθιο μέρος του εγκεφάλου «γίνεται» σκέψη, κλπ.

Η Αντίληψη «Λειτουργεί» μέσα στον άνθρωπο σαν Υπόστρωμα Επίγνωσης για ό,τι γίνεται αντιληπτό, είναι παρούσα σε όλες τις λειτουργίες και δραστηριότητες του ανθρώπου… τις Υποστηρίζει αλλά δεν ταυτίζεται απόλυτα μαζί τους.

Έτσι η Αντίληψη Υπάρχει στο Βάθος της Ύπαρξής μας σαν Καθαρή Αντίληψη και σαν Υποστήριγμα κάθε δραστηριότητας και ταυτόχρονα χωρίς να χάνει την Φύση της και χωρίς να ταυτίζεται με τις επιμέρους λειτουργίες της γίνεται σκέψη μέσα στον εγκέφαλο, συναίσθημα (συγκίνηση), αισθήσεις και σωματικές δραστηριότητες ( στα εγκεφαλικά νεύρα, στο περιφερικό νευρικό σύστημα και στο σώμα).

(Για να κατανοήσουμε την «Σχέση» Φύσης-Δραστηριότητας, μπορούμε να δούμε την σχέση του Νερού με την «κίνησή» του – άλλο είναι η «ουσία» του νερού κι άλλο είναι η «κίνησή» του…).

Όταν η Αντίληψη περιορίζεται στην περιοχή του εγκεφάλου, όταν δηλαδή παραμένει Αντίληψη (στην Φύση της) και ταυτόχρονα γίνεται σκέψη (στην δραστηριότητά της), αναδύεται η αντίληψη μιας ξεχωριστής ύπαρξης (μιας οντότητας), που λειτουργεί σαν υποκείμενο απέναντι στον κόσμο. Δημιουργείται δηλαδή ένας περιορισμός κι ένας διαχωρισμός από τον κόσμο… γύρω από το ψυχολογικό κέντρο του υποκειμένου συσσωρεύονται γνώσεις, εμπειρίες, δραστηριότητες και οικοδομείται σιγά-σιγά το «εγώ»…

Στην πραγματικότητα είναι η Αντίληψη που περιορίζεται που γίνεται σκέψη κι είναι η σκέψη που δημιουργεί όλα τα υπόλοιπα… όλα είναι σκέψη, η αντίληψη μιας οντότητας, το υποκείμενο, το εγώ, το περιεχόμενο του σκεπτόμενου εγώ, η γνώση, η μνήμη, οι εμπειρίες, όλα είναι σκέψη.

Όταν λοιπόν η Αντίληψη περιορίζεται στο κεφάλι, στη λειτουργία της σκέψης, στη σκέψη, αισθανόμαστε περιορισμένοι, εδώ στο σώμα, κι ο κόσμος είναι «εκεί έξω»… κινούμαστε μέσα σε αυτόν (αλλά είναι πάντα «έξω»).

Όσο κι αν προσπαθούμε – μέσα στον εγκέφαλο, μέσα από την σκέψη – ό,τι κι αν κάνουμε, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε τον περιορισμό, τον διαχωρισμό από τον κόσμο… την αίσθηση της μικρότητας και της ανημποριάς μέσα στον απέραντο κόσμο και στο (συχνά) εχθρικό κοινωνικό περιβάλλον (που είναι δήθεν πολιτισμένο, αλλά στην πραγματικότητα είναι ζούγκλα) και στις «ανάγκες» της επιβίωσης.

Τελικά, τι «νομίζετε» πως είναι η «Φώτιση»;

Η Φώτιση είναι η Απελευθέρωση της Αντιληπτικής Ενέργειας από τον εγκέφαλο, από τον χώρο όπου εκδηλώνεται η σκέψη και δημιουργούνται οι ψευδαισθήσεις της ατομικότητας, του υποκειμένου, του εγώ και των «εμπειριών» του… η Ανύψωση της Αντίληψης στο ανώτερο κέντρο της, από όπου αντιλαμβανόμαστε με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο κι από όπου «χειριζόμαστε» τις δραστηριότητες της Αντίληψης στα διάφορα κέντρα του σώματος με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο… κι όπου ανοίγονται πλέον όλοι οι Ορίζοντες της Ύπαρξης…

Χρειάζεται η Αντίληψη να απελευθερωθεί από όλες αυτές τις νοητικές δραστηριότητες (στον μετωπικό εγκέφαλο) – τελείως – και να υπάρξει Απόλυτη Σιωπή, για να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι Υπάρχει Μια Εμπειρία, Μια Κατάσταση Ύπαρξης και Δράσης πέρα από την σκέψη.

Μέσα στη Σιωπή – της νοητικής δραστηριότητας - υπάρχει μονάχα η Αντίληψη (που Επανέρχεται σιγά-σιγά στην «Έδρα» της)… Μια Αντίληψη που «Απελευθερώνεται» που Επεκτείνεται και τα Αγκαλιάζει Όλα… Υπάρχει Εδώ Απεριόριστος Χώρος όπου Υπάρχουμε κι Υπάρχουν Όλα, σε μια Αληθινή Ενότητα, όπου δεν υφίσταται πλέον κανένας διαχωρισμός (ούτε «ξεχωριστή ατομικότητα», ούτε υποκείμενο-αντικείμενο, ούτε εγώ, ούτε εμπειρίες του εγώ, μνήμες, γνώσεις, αντιλήψεις, κρίσεις… τίποτα. Έχουμε Ένα Καθαρό Όραμα της Ύπαρξης, του Κόσμου, που τα περιλαμβάνει όλα.

Υπάρχει μια Βαθύτερη Σύνδεση με Όλα. Είναι η Ενότητα που Μετουσιώνεται σε Αγάπη και καθώς (μέσα από την Ενότητα και μέσα από την Ενεργό Αγάπη, καταλύεται κάθε «διαχωρισμός») δεν υπάρχουν διαχωρισμοί, δεν υπάρχει απόσταση με τα πράγματα, τα νοιώθεις, τα αγγίζεις, συμμετέχεις στην ύπαρξή τους… νοιώθεις την απεραντοσύνη του ουρανού, κυματίζεις με την θάλασσα, ανυψώνεσαι μαζί με το πουλί που πετά ψηλά, είσαι το άρωμα του λουλουδιού, είσαι το κάθε τι, είσαι ένα με όλα…

Χρειάζεται, η Αντίληψη να απελευθερωθεί από όλες τις νοητικές δραστηριότητες, να Υπάρχει ΑΥΤΗ Η ΒΑΘΙΑ ΣΙΩΠΗ, για να είσαι Ελεύθερος, να Είσαι το Όλο, η Ενότητα, Όλα τα πράγματα.

Χρειάζεται, η Αντίληψη να Ελευθερωθεί, να Είναι Ελεύθερη για να Κατανοήσει τι Είναι Ελευθερία.

Χρειάζεται, η Αντίληψη να Είναι Ολότητα για να Κατανοήσει τι Είναι Ολότητα.

Χρειάζεται, η Αντίληψη, να Είναι Ενοποιημένη για να Κατανοήσει τι Είναι Ενότητα της Ύπαρξης.

Χρειάζεται, να τα Νοιώσουμε Όλα Αυτά, να Έχουμε Πραγματική Εμπειρία τους, για να Κατανοήσουμε τι Είναι Όλα Αυτά.

Μιλάμε για Ύπαρξη και Δραστηριότητα της Αντίληψης, για «Κατάσταση» της Αντίληψης πέραν της σκέψης. Εδώ που υπάρχει Μόνο Αντίληψη, Όραμα του Κόσμου σαν Ενότητας, Πραγματική Ζωή.

(Μιλάμε για Μια Αντίληψη που Είναι Μόνο Αντίληψη, κι όπου δεν υπάρχει «παρατηρητής», «υποκείμενο», «κάποιος να έχει εμπειρία»… Κι όταν χρησιμοποιούμε την σκέψη, το συναίσθημα, το σώμα, τις υλικές δραστηριότητες, το κάνουμε χωρίς να απορροφιόμαστε σε αυτές τις λειτουργίες, χωρίς να «χανόμαστε»…).

Γνωρίζουμε πως κάποιοι φίλοι θα έχουν απορίες…

Κάποιοι νομίζουν πως όλη η ύπαρξή τους είναι η σκέψη – δεν γνωρίζουν άλλο τρόπο να «υπάρχουν» - και νομίζουν πως αν σταματήσει η σκέψη θα βρεθούν σε κάποιο υπαρξιακό κενό, κι είναι φυσικό να «αντιδρούν» σε μια τέτοια προοπτική…

Είναι όμως έτσι;

Η Αντίληψη Είναι όχι μόνο κάτι διαφορετικό από την σκέψη και το σώμα… αλλά είναι επίσης η «γενική επίγνωση» που είναι παρούσα σε όλα, σε όλες τις δραστηριότητες.

Όταν σταματά η σκέψη η Αντίληψη Εξακολουθεί να Υπάρχει και να Λειτουργεί (πλέον) σε ένα Βαθύτερο Επίπεδο.

Θυμηθείτε το παράδειγμα με το Νερό και την Κίνησή του… Το Νερό, σαν Ουσία, (και σαν Φύση με όλες τις ιδιότητές της), δεν χάνεται όταν σταματά η κίνηση… Το ίδιο γίνεται και με την Αντίληψη και την σκέψη (που είναι απλά μια «κίνηση» της Αντίληψης)… Κι όπως το Νερό απελευθερώνεται από την κίνηση και μένει ήσυχο στην ουσία του, στη φύση του… έτσι κι η Αντίληψη, απελευθερώνεται από τις κινήσεις της και Μένει Ήσυχη στην Ουσία της, στην Φύση της…

Είναι όλα αυτά κατανοητά;

Μετά, αν όλα αυτά είναι κατανοητά, ποιο είναι το επόμενο βήμα;

Γιατί η υπερβολική σιγουριά για τον εαυτό μπορεί να βλάπτει

Η πρώτη γνωριμία με κάποιον μπορεί να σας δώσει την ευκαιρία για οξυδερκείς παρατηρήσεις σε σχέση με την ιδιοσυγκρασία του. Η πρώτη σας εντύπωση θέτει τη βάση για το πώς θα εξελιχθεί η σχέση σας με αυτό το άτομο. Ίσως έχετε ένα ραντεβού με μια νέα οδοντίατρο γιατί δεν είστε πια ικανοποιημένοι από τον προηγούμενο. Ύστερα από μια γρήγορη ματιά στη στοματική σας κοιλότητα, σας αναφέρει αμέσως τις διαδικασίες που πιθανόν χρειάζεστε, πόσο θα κοστίσουν και ποια θα πρέπει να είναι η συχνότητα των ραντεβού σας. Σας υπενθυμίζει ότι πριν το επόμενο ραντεβού σας θα πρέπει να πλένετε τα δόντια σας και να τα καθαρίζετε με νήμα επιμελώς, ώστε να μην υπάρχουν υπολείμματα τροφής ανάμεσα στα δόντια σας. Σας λέει επίσης ότι χρειάζεται ν’ αγοράσετε ακριβές συσκευές εκ των οποίων και μια ηλεκτρική οδοντόβουρτσα και μια συσκευή καθαρισμού δοντιών με νερό. Έχετε ζαλιστεί από τον όγκο της πληροφορίας, φεύγετε από το ιατρείο και αναρωτιέστε αν θα ήταν καλό να δείτε και άλλους οδοντιάτρους πριν επιστρέψετε σ’ εκείνη για το δεύτερο ραντεβού σας. Μοιάζει δεσποτική και θα προτιμούσατε κάποια που δεν είναι τόσο απαιτητική από την πρώτη συνάντηση, ακόμα και αν οι οδηγίες που σας έδωσε ήταν σωστές.

Οι επιστήμονες που μελετούν τη διαχείριση των εντυπώσεων ενδιαφέρονται να εντοπίσουν τους παράγοντες που επηρεάζουν τις αντιδράσεις των ανθρώπων απέναντι στην προσωπικότητα, στο ύφος επικοινωνίας και στην εμφάνιση των άλλων. Η παρακάτω έρευνα μπορεί να σας δώσει σημαντικές απαντήσεις σε σχέση με το γιατί νιώσατε έτσι στην αλληλεπίδρασή σας με αυτή την οδοντίατρο αλλά και πώς να παρουσιάζετε καλύτερα τον εαυτό σας στους άλλους ανθρώπους. Η υπερβολική σιγουριά στην πρώτη συνάντηση από αυτή την άποψη, αφήνει την εντύπωση πως είστε δεσποτικοί, υπερβολικοί στις απαιτήσεις που μπορεί να έχετε από τον άλλο άνθρωπο και πως μπορεί να τον επισκιάσετε κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Υπάρχει επίσης περίπτωση αν συστηθείτε στους άλλους κάπως επιθετικά ν’ αποκαλύψετε υπερβολικά πολλές πληροφορίες για εσάς. Η οδοντίατρος δεν έδωσε υπερβολικά πολλές πληροφορίες για την ίδια, αλλά ίσως έχετε γνωρίσετε άλλους ανθρώπους σε κοινωνικές περιστάσεις που μοιράζονται μαζί σας την ιστορία της ζωής τους από το πρώτο λεπτό της συνάντησής σας μονολογώντας ακατάπαυστα για πέντε λεπτά, περιγράφοντας μια σειρά από προσωπικές στιγμές που σας φέρνουν σε αμηχανία. Αυτό σας κάνει να θέλετε να τρέξετε να βρείτε έναν πιο ευχάριστο συνομιλητή.

Σε νέα έρευνα του WayneCrawfordκαι των συνεργατών του (2018) από το πανεπιστήμιο του Τέξας στο Άρλινγκτον, χρησιμοποιήθηκε η θεωρία της αυτο-επιβεβαίωσης για να κατανοηθούν καλύτερα οι ασυμφωνίες ανάμεσα στον τρόπο που συστήνονται οι άνθρωποι και στον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι άλλοι την παρουσία τους. Επιστρέφοντας στο παράδειγμα των ανθρώπων που αποκαλύπτουν πολλά για τον εαυτό τους από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους με κάποιον, με τη συνδρομή της θεωρίας της αυτοεπιβεβαίωσης διαπιστώνουμε πως εκείνοι θεωρούν πως είναι απλώς κοινωνικοί και φιλικοί ενώ οι άλλοι μπορεί να τους θεωρήσουν εκνευριστικούς.

Σύμφωνα με τη θεωρία της αυτο-επιβεβαίωσης, οι άνθρωποι επιθυμούν να τους βλέπουν οι άλλοι με τον ίδιο τρόπο που αντιλαμβάνονται οι ίδιοι τον εαυτό τους. Συνεπώς, «εφόσον η αυτο-αντίληψη και η αυτο-εικόνα είναι πολύ σημαντικές για την κατανόηση του εαυτού και της πραγματικότητας, οι άνθρωποι προστατεύουν την άποψη που έχουν για τον εαυτό τους.

ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΣΤΕ ΠΙΟ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΙ ΟΤΑΝ Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΣ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ ΣΥΜΠΙΠΤΕΙ ΜΕ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΓΙΑ ΕΜΑΣ.

Οι άνθρωποι είμαστε προκατειλημμένοι υπέρ του εαυτού μας όταν αυτο-αξιολογούμαστε (εκτός αν πάσχουμε από κατάθλιψη), κι έτσι – σύμφωνα με την πρόταση της θεωρίας- επιθυμούμε και οι άλλοι να μας αξιολογούν εξίσου θετικά μ’ εμάς.

Κατά συνέπεια, το άτομο που συμπεριφέρεται με υπερβολική σιγουριά, όταν γνωρίζει νέους ανθρώπους θεωρεί ότι αυτή η τακτική είναι κατάλληλη. Η οδοντίατρος πιστεύει ότι παρέχει πληροφορίες ζωτικής σημασίας τις οποίες έχετε ανάγκη άμεσα, αντί να περιμένει να σας γνωρίσει καλύτερα, διότι αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως μια ικανή επαγγελματία που γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει. Το αποτέλεσμα με όρους διαχείρισης των εντυπώσεων είναι ασυμφωνία ανάμεσα στον τρόπο που το δρων υποκείμενο (σε αυτή την περίπτωση η οδοντίατρος) και το κοινό (εσείς) ερμηνεύουν τη συμπεριφορά. Σύμφωνα με την θεωρία της αυτο-επιβεβαίωσης, όταν εμφανιστεί αυτή η ασυμφωνία, εκείνος που θα βιώσει τις αρνητικές συνέπειες είναι το δρων υποκείμενο.

Έτσι, το πρόβλημα των ανθρώπων που συμπεριφέρονται με υπερβολική σιγουριά είναι ότι πιστεύουν πως κάνουν το σωστό και όταν ανακαλύπτουν πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει (για παράδειγμα δεν κλείσατε δεύτερο ραντεβού με τη συγκεκριμένη οδοντίατρο), αυτή η ασυμφωνία μειώνει τη θετική τους αυτο-εικόνα. Φυσικά, υπάρχει περίπτωση ορισμένοι άνθρωποι να προτιμούν να λαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες αμέσως κι έτσι να μην προκύψει ασυμφωνία. Σε αυτή την περίπτωση, η οδοντίατρος και ο ασθενής θα έχουν εναρμονίσει τις ερμηνείες τους σε σχέση με τη συμπεριφορά της οδοντιάτρου.

Τα δεδομένα στην έρευνα του Crawfordκαι των συνεργατών του προέκυψαν από τις απαντήσεις 175 εργαζομένων σε μια κυβερνητική υπηρεσία (εκ των οποίων το 61% γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας τα 43 έτη) σε ερωτηματολόγια αυτο-αξιολόγησης των στρατηγικών διαχείρισης των πρώτων εντυπώσεων τους στο χώρο εργασίας τους και σε σχέση με την ικανοποίησή που παίρνουν από τη δουλειά τους. Οι προϊστάμενοί τους (60% γυναίκες με μέσο όρο τα 47 έτη) παρείχαν αξιολογήσεις σε παράλληλες κλίμακες σε σχέση με τους υφιστάμενους τους που συμπεριλάμβαναν μια κλίμακα που μετρούσε πόσο αρεστοί τους ήταν οι υπάλληλοί τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι προέκυψαν αρνητικά αποτελέσματα για τους υφιστάμενους των οποίων οι αυτο-αξιολογήσεις απέκλιναν από αυτές των προϊσταμένων τους. Για παράδειγμα, όταν οι προϊστάμενοι εκτιμούσαν ότι οι υφιστάμενοί τους είχαν πιο ευνοϊκή εικόνα για τον εαυτό τους σε σχέση με αυτή που αξιολογούσαν οι ίδιοι, οι υπάλληλοι αποδεικνύονταν συχνά λιγότερο ικανοποιημένοι από την εργασία τους και λιγότερο συμμορφωμένοι με τις πρακτικές της επιχείρησης.

Από θεωρητική άποψη, η μελέτη του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Άρλινγκτον ήταν σημαντική γιατί έδειξε πως σε ό,τι αφορά στη διαχείριση των εντυπώσεων χρειάζεται να εξετάζουμε εξίσου το δρων υποκείμενο και το κοινό και όχι απλώς τις αυτο-αξιολογήσεις των δρώντων (όπως συμβαίνει συχνά σε αυτό το πεδίο ερευνών).

Επιστρέφοντας στο αρχικό ζήτημα, αυτό των ανθρώπων που συμπεριφέρονται με υπερβολική σιγουριά, μπορούμε πια να κατανοήσουμε πως αυτό δεν συμβαίνει πάντα από την πλευρά τους. Αν αναρωτηθούμε ποιος έχει την ευθύνη γι’ αυτή την συμπεριφορά, η απάντηση είναι κανείς, καθώς είναι κάτι που προκύπτει από την αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων. Ο άνθρωπος που μοιράζεται υπερβολικά πολλές πληροφορίες μαζί σας σ’ ένα πάρτυ και σας φαίνεται εκνευριστικός, μπορεί σε κάποιον άλλον να φαίνεται λαμπερός και ενδιαφέρον.

Προκειμένου ν’ αποφύγετε να είστε εκείνος με την υπερβολικά «άνετη» συμπεριφορά, η έρευνα του Crawfordκαι των συνεργατών του αποτελεί μια πρόταση ώστε να μάθετε να «διαβάζετε» το κοινό σας.

ΜΗΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΕΡΕΣΤΕ ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΑΤΕ.

Ο Crawfordκαι οι συνεργάτες του σημείωσαν πως σε ορισμένα ζεύγη υφισταμένου -προϊσταμένου η ασυμφωνία ελαττωνόταν όσο αυξανόταν το χρονικό διάστημα που συνεργάζονταν μεταξύ τους. Η ενθουσιώδης συμπεριφορά, η εξομολογητική διάθεση και οι επίμονες προσπάθειες να κάνουν οι άλλοι αυτό που εσείς θεωρείτε σωστό μπορεί να είναι αποτελεσματικές με το σύντροφο ή τον καλύτερο σας φίλο, αλλά θα αποθαρρύνουν σίγουρα κάποιον που δεν σας έχει γνωρίσει ποτέ ξανά.

Για να συνοψίσουμε, η αίσθηση εαυτού που έχουν οι άνθρωποι επηρεάζεται πολύ από τον τρόπο που τους αξιολογούν οι άλλοι, όπως άλλωστε υπέδειξαν οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Άρλινγκτον. Το να διατηρήσετε την αίσθηση αυταξίας σας και πληρότητας μπορεί να εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη διασφάλιση ότι καταφέρατε να κάνετε την εντύπωση που εσείς επιθυμείτε.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΔΥΟ ΔΑΝΕΙΑ ΠΟΥ ΠΗΡΑΝ ΟΙ «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ» ΤΟ 1821

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΤΟΚΟΓΛΥΦΩΝ: «ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΓΕΝΝΑ ΧΡΗΜΑ».

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, "ΗΘΙΚΑ", "ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΔΕΙΝ ΔΑΝΕΙΖΕΣΘΑΙ".

Πλούταρχος: "Ο ​​​​δ’ άπαξ ενειληθείς μένει χρεώστης διά παντός, άλλον εξ άλλου μεταλαμβάνων αναβάτην, ώσπερ ίππος εγχαλινωθείς". " Όποιος μια φορά καταντήσει χρεώστης, γίνεται τιθασευμένο άλογο που του φορούν χαλινάρι, χάνει οριστικά την ελευθερία του και απλώς αλλάζει κάθε τόσο καβαλάρη".

Πλούταρχος: "ο τόκος φέρνει τόκο και το δάνειο δάνειο". «γυπών δίκην έσθουσι και υποκείρουσιν αυτούς», "οι γύπες κατατρώνε και γδέρνουν τους οφειλέτες".

Πλούταρχος: «Ο δανεισμός είναι πράξη υπέρτατης αφροσύνης και μαλθακότητας. Έχεις; Μη δανείζεσαι, γιατί δεν σου λείπουν. Δεν έχεις; Μη δανείζεσαι γιατί δεν θα ξεπληρώσεις το χρέος σου. Οι οφειλέτες είναι δούλοι όλων των δανειστών τους. Είναι δούλοι δούλων αναιδών και βάρβαρων και βάναυσων. Και οι δανειστές μετατρέπουν την αγορά σε κολαστήριο για τους δύσμοιρους οφειλέτες, σαν όρνεα τους κατακρεουργούν και τους κατασπαράζουν βυθίζοντας το ράμφος στα σωθικά τους. Φύγε να γλυτώσεις από τον εχθρό και τύραννό σου, τον δανειστή που θίγει την ελευθερία σου, βάζει πωλητήριο στην αξιοπρέπειά σου κι αν δεν του δίνεις, σε ενοχλεί· αν πουλήσεις, ρίχνει την τιμή· αν δεν πουλήσεις σε αναγκάζει· αν τον πας στο δικαστήριο προσπαθεί να επηρεάσει την έκβαση της δίκης· αν του ορκίζεσαι σε προστάζει· αν κρατάς την πόρτα κλειστή στήνεται στο κατώφλι και σου βροντά αδιάκοπα. Άνθρωπος που μπλέκει μια φορά, μένει χρεώστης για πάντα και σαν το άλογο που του έχουν φορέσει χαλινάρι, δέχεται στη ράχη του τον έναν αναβάτη μετά τον άλλον».

Ο Κολοκοτρώνης φώναζε να μην πάρουμε το δάνειο, αλλά από το Λονδίνο που βρισκόταν ο Ι. Ορλάνδος (γαμπρός του Κουντουριώτη) ούρλιαζε «να τον κρεμάσουν, εδώ και τώρα». Οι «Έλληνες πολιτικοί» τον φυλάκισαν στις 2 Φεβρουαρίου 1825 και στις 7 Φεβρουαρίου σύναψαν το δάνειο με τους ιουδαίους τοκογλύφους. Το δάνειο χορηγήθηκε από τους Εβραίους τραπεζίτες αδελφούς Ρικάρντο και οι όροι του δεν ήταν απλώς ληστρικοί, αλλά άνευ προηγουμένου για τα παγκόσμια χρονικά: Συμφωνήθηκε ότι θα δοθεί το 55% της ονομαστικής αξίας του δανείου, προκειμένου να καλυφθούν οι επισφάλειες των Άγγλων πιστωτών. Δηλαδή οι 2.000.000 λίρες έγιναν 1.100.000. Οι Έλληνες βεβαίως πληρώναμε τόκους για ολόκληρο το ποσόν (2 εκατ. λίρες). Mε ποιόν τρόπο η τότε πολιτική τριανδρία Κωλέττης – Μαυροκορδάτος – Κουντουριώτης υποθήκευσε το μέλλον του Ελληνικού λαού για τους επόμενους δύο αιώνες. Για τις οικονομικές ανάγκες του Αγώνα του 1821 τα πρώτα χρήματα τα είχαν προσφέρει οι Φιλικοί και οι έμποροι του εξωτερικού, (κυρίως Βλάχοι), αλλά αυτά γρήγορα ξοδεύτηκαν. Έτσι οι «υπεύθυνοι» για την χρηματοδότηση του αγώνα του Ελληνικού λαού το 1821, αποφάσισαν να μπουν ως υποθήκη Εθνικά οικόπεδα, προκειμένου να βρεθούν χρήματα εκ δανείων, για να διατεθούν στον αγώνα.

ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
ΤΩΝ «ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ» ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΗΔΗ ΑΠΟ ΤΟ 1821.
1823, ΕΣΟΔΑ 12.000.000 ΓΡΟΣΙΑ ΕΞΟΔΑ 38.000.000 ΓΡΟΣΙΑ

Στις 12 Απριλίου 1823 η έκθεση της δωδεκαμελούς επιτροπής, που είχε ορίσει η Β' Εθνοσυνέλευση του Άστρους, για να συντάξει ένα πρόχειρο προϋπολογισμό του επαναστατημένου Έθνους δεν άφηνε κανένα περιθώριο για την κρισιμότητα της κατάστασης:

Τα έξοδα του πρώτου εξαμήνου του 1823 θα ανέρχονταν σε 38 εκατομμύρια γρόσια και τα έσοδα σε μόλις 12 εκατομμύρια γρόσια.

Η φορολογία, οι τελωνειακοί δασμοί, οι λείες, τα λάφυρα, τα λύτρα, ο εσωτερικός δανεισμός, οι εισφορές ντόπιων και φιλελλήνων, δεν ήταν ικανές να ισοσκελίσουν τον προϋπολογισμό. Η έκθεση της Επιτροπής κατέληγε με την προτροπή να γίνεται καλύτερη διαχείριση του δημόσιου χρήματος από τους τοπικούς άρχοντες και την ανάγκη να αναζητηθούν νέοι πόροι. Η ανάγκη εξωτερικού δανεισμού ήταν πλέον μονόδρομος.

ΤΟ ΤΑΜΕΙΟΝ ΕΙΝΑΙ ΜΕΙΟΝ

Η Επιτροπή «Επί των εθνικών λογαριασμών» στην έκθεσή της, την οποία υπέβαλε στις 11 Απριλίου 1826 στην Γ΄ Εθνική Συνέλευση, στην Επίδαυρο:

«Εκ δε των συνεισφορών, αι οποίαι εδόθησαν εις το έθνος από τους φιλέλληνας και Έλληνας εκτός και εντός της επικρατείας, απ’ αρχής του ιερού αγώνα μέχρι τέλους της γ` περιόδου και αι οποίαι ημπορούν να αναβαίνουν εις μιλλιόνια γροσίων, δεν ευρίσκονται περασμέναι εις τα κατάστιχα ειμή μόνον μερικαί εκατοντάδες χιλιάδων γροσίων. Το ίδιον δε τρέχει και εις τους κατά καιρούς δοθέντας εράνους…»

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΔΑΝΕΙΑ

1. ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ – ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Έτσι, η διοίκηση της Αν. Στερεάς, ο «Άρειος Πάγος», με πρόταση του Θ. Νέγρη στις 23 Νοεμβρίου 1821, σε συνέλευση των αντιπροσώπων της ανατολικής Ελλάδας στα Σάλωνα, αποφάσιζε τη σύναψη δανείου, 150.000 φλορινιών και όριζε διαπραγματευτές τον Θεοχάρη Κεφαλά και τον Χρόνια Δροσινό, (κατά Αναστάσιο Λιγνάδη) η Βαρώνο Θεοχάρη Χ. Δροσινό, Κεφαλά Ολύμπιο, (κατά Ανδρ. Ανδρεάδη), οι οποίοι πήγαν σε Ιταλία Γερμανία και Ελβετία, όπου είχαν ορισμένες προτάσεις. Εκεί συνομολόγησαν δύο δάνεια: ένα στη Ζυρίχη (40.000) κι ένα στη Μασσαλία (62.000). Χωρίς τα χρήματα να έρθουν στην Ελλάδα, η κυβέρνηση επικύρωσε την οφειλή. Η συμφωνία για ένα σοβαρό ύψος δανείου δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί παρά μόνο σε περίπτωση που υπήρχε οργανωμένη γενική διοίκηση. Γι' αυτό η πρώτη Εθνική Συνέλευση που ξεκίνησε τις εργασίες της 20 Δεκ 1821, αποφάσισε να στείλει στην Ιταλία και Γερμανία, ανεξάρτητα από τον Κεφαλά και Δροσινό, τον Μιχάλη Σχινά και Βίλχελμ Δίττμαρ, ως αντιπροσώπους πλέον της Διοίκησης. Με τα (ανύπαρκτα) αυτά λεφτά παραγγέλθηκαν δύο κανόνια και άλλα στρατιωτικά είδη που δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα, ενώ εξοπλίστηκε ένα στρατιωτικό σώμα Γερμανών φιλελλήνων, που ήρθε μεν στην Ελλάδα, αλλά δεν ενεργοποιήθηκε στρατιωτικά, αφού το δάνειο δεν δόθηκε. Όπως γράφει ο Κυρ. Σιμόπουλος αγοράστηκαν άχρηστα τουφέκια, κάτι που διαπιστώθηκε όταν εμφανίστηκαν οι εθελοντές της «Γερμανικής λεγεώνας» στην Ύδρα. Οι Γερμανοί θέλησαν να επιδείξουν τη στρατιωτική τους πείρα με μια χαιρετιστήρια ομοβροντία, αλλά, όταν ο διοικητής έδωσε το παράγγελμα «πυρ», τα τουφέκια δεν πήραν φωτιά γιατί, όπως αφηγείται ο αυτόπτης φιλέλληνας Γερμανός Χάινριχ Κίφερ, ήταν σκουριασμένα.

2. ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ

Στις 9 Μαρτίου 1822 η ελληνική πολιτική διοίκηση εκδίδει διάταγμα για εξωτερικό δανεισμό, ενός εκατομμυρίου τάλιρων (ισπανικών δίστηλων). Η διαπραγματευτική επιτροπή αποτελείται από τον Λουριώτη, τον μητροπολίτη Ιγνάτιο και τον Δημ. Περούκα και έναν ξένο (τον Ελβετό Γνέπερ κατά Π. Π. Γερμανό, Εϋνάρδο κατά Εμμ. Πρωτοψάλτη).

Οι χώρες που θα επισκέπτονταν ήταν η Ισπανία, Πορτογαλία, Αγγλία. Ο Ιγνάτιος, ως προς την δυνατότητα σύναψης δανείου, δεν αισιοδοξούσε, γιατί και άλλη φορά είχε μεσολαβήσει για δάνειο 25 εκατομμυρίων ρουβλιών από τη Ρωσία. Η σιωπή όμως του Καποδίστρια, στον οποίον είχε αποταθεί έδειχνε το αποτέλεσμα. Την ίδια τύχη είχαν και ανάλογες προτάσεις προς τους ομογενείς της Οδησσού, τους οποίους κατηγορούσε για φιλαργυρία.

3. ΤΡΙΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ

Τέλος του 1822, έφτασε στην Ερμιόνη ο Ρούπενταλ, αντιπρόσωπος Άγγλων κεφαλαιούχων, ο οποίος πρότεινε στην ελληνική διοίκηση τη σύναψη δανείου 40 εκατομμυρίων γροσιών με τιμή έκδοσης 50% και τόκο 6% με βάση υποθήκη εθνικών κτημάτων. Με την πρόταση αυτή ήταν αντίθετος ο Κανακάρης ο οποίος διέβλεπε ανάμειξη του αγγλικού δάχτυλου στα ελληνικά πράγματα. Η θέση του Κανακάρη υπερίσχυσε, ο Ρούπενταλ όμως θα επέστρεφε με νέες προτάσεις αργότερα.

4. ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ

Τον Οκτώβριο – Δεκέμβριο 1822, στο συνέδριο των Ευρωπαίων ηγεμόνων στη Βερόνα της Ιταλίας, άλλη επιτροπή αποτελούμενη από τους Ανδρέα Μεταξά και τον απόστρατο Γάλλο πλοίαρχο Φ. Ζουρνταίν, προσπαθούσε να εξασφαλίσει δάνειο τεσσάρων εκατομμυρίων φράγκων, από το Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών, που δεν διέθετε εδαφικές κτήσεις από το 1798 (όταν πήρε τη Μάλτα ο Ναπολέων). Το Τάγμα αυτό κατά το Συνέδριο της Βιέννης (1815), είχε κατορθώσει να εκμαιεύσει απόφαση για παραχώρηση σε αυτούς τα Ιόνια Νησιά, «την οποίαν είχε αποκρούσει δι’ ευφυών ελιγμών ο Καποδίστριας».

Οι Ιωαννίτες ζητούσαν τώρα να τους δοθούν τα νησιά, Ρόδος, Κάρπαθος, Αστυπάλαια, Σύρος, Οινούσσες και ερημόνησα στη μεσημβρινοδυτική πλευρά της Πελοποννήσου. Προσωρινά, όμως ζητούσαν να εγκατασταθούν στη Σύρο και τις Οινούσσες. Επίσης ζητούσαν να συναφθεί δάνειο 10 εκατομμυρίων, από τα οποία, τα 6 εκατομμύρια, θα χρησιμοποιούσε το Τάγμα για δική του χρήση, ρίχνοντας στην ελληνική διοίκηση την ευθύνη της απόσβεσης. Η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος απόρριψε την πρόταση.

ΠΡΩΤΟ ΔΑΝΕΙΟ

Το πρώτο δάνειο στις 29 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1824 (800.000 λίρες).

Στις 2 Ιουνίου 1823, το εκτελεστικό εξουσιοδότησε τους Ιω. Ορλάνδο, (καταγωγή από το Κρανίδι, γαμπρό του Γ. Κουντουριώτη), Ι. Ζαΐμη (αδελφό του Ανδρέα Ζαΐμη) και Ανδρέα Λουριώτη από την Ήπειρο), να μεταβούν στο Λονδίνο για σύναψη δανείου τεσσάρων εκατομμυρίων Ισπανικών τάλιρων. Έπρεπε να αναχωρήσουν στις 30/11/1823. Στις 25/11/1823 ήδη έχει αρχίσει ουσιαστικά ο πρώτος εμφύλιος).

Όμως για το ταξίδι αυτό δεν υπήρχαν χρήματα.

Αρχές Νοεμβρίου του 1823, ο Ορλάνδος επισκέφτηκε το λόρδο Βύρωνα ο οποίος με έντοκο δάνειο 4.000 λιρών κάλυψε τα έξοδα του ταξιδιού. Στις 20/1/1824, έφθασαν στην αγγλική πρωτεύουσα και ύστερα από διαπραγματεύσεις με τον Γ. Κάνινγκ και το «φιλελληνικό» Κομιτάτο (πρόεδρος Τζ. Μπένθαμ και γραμματέας ο Τζ. Μπόουρινγκ), αποτελούμενο κυρίως από τραπεζίτες και εμπόρους, συνομολόγησαν ένα δάνειο 800.000 λιρών στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) με τον οίκο Λούγκαν Σονς και Ο’Μπράιεν.

Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και διάρκεια 36 χρόνια.
Στις 20 Φεβρουαρίου 1824, υπογράφεται η συμφωνία για το δάνειο. Στις 27 του ίδιου μήνα, ακολούθησε η υπογραφή.

Η επίσημη σύναψη του δανείου ανακοινώθηκε δημοσίως στις 29 Φεβρουαρίου 1824 και θα δινόταν σε έξι δόσεις.

Είχε ονομαστική αξία 800.000 λίρες και το τελικό ποσό που απόμεινε ήταν 298.700 λίρες, περίπου.

ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΩΝ ΤΟΚΩΝ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ: ΟΛΑ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΣΟΔΑ.

ΕΓΓΥΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ: ΟΛΑ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ

Ως εγγύηση δινόταν για μεν την πληρωμή των τόκων όλα τα δημόσια έσοδα, (από αλυκές, τελωνεία, ιχθυοτροφεία), για δε την πληρωμή του κεφαλαίου όλα τα εθνικά κτήματα. Ο Γ. Κουντουριώτης είχε στο Λονδίνο αντιπρόσωπο το γαμπρό του Ι. Ορλάνδο, ο οποίος πρωτοστάτησε στο δανεισμό.

Αποφασίστηκε να αποσταλούν στην Ελλάδα αμέσως δυο εμβάσματα των 40.000 λιρών το καθένα. Το υπόλοιπο ποσό είχε παραδοθεί μέχρι τον Νοέμβριο του 1824. Από το δάνειο παρακρατήθηκαν 80.000 ως προκαταβολή τόκων δύο ετών, 16.000 για χρεωλύσια, 2.000 ως προμήθεια και άλλες δαπάνες, 5.900 κατακρατήθηκαν από τον ίδιο τον Ι. Ορλάνδο για χρέη του κράτους προς τη σύζυγό του, 60.000 πήγαν σε μίζες (ο «φιλέλληνας» γραμματέας Τζ. Μπόουρινγκ πήρε 11.000 λίρες για τη μεσιτεία) και μόλις 10.000 για αγορά εφοδίων για την επανάσταση.

Έτσι το ποσό που έφθασε στην Ελλάδα ήταν μόλις 298.000 λίρες. Μεγάλη ευθύνη για τους δυσμενείς όρους σύναψης του δανείου είχαν και οι δύο Έλληνες διαπραγματευτές, οι οποίοι σπατάλησαν μεγάλα ποσά στο Λονδίνο (5.045 λίρες), ζώντας με προκλητική πολυτέλεια. Σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση, το ποσό θα αποστέλλονταν στις Τράπεζες Λογοθέτη και Βαρφ, που έδρευσαν στην αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο και θα παραδίδονταν τμηματικά στην ελληνική κυβέρνηση, ύστερα από έγκριση της επιτροπής που την αποτελούσαν ο Λόρδος Βύρων, ο συνταγματάρχης Στάνχοπ και ο Λάζαρος Κουντουριώτης.

Το δάνειο διασπαθίστηκε για να κερδίσει η παράταξη Κουντουριώτη – Κωλέττη – Μαυροκορδάτου την εμφύλια διαμάχη, που είχε φουντώσει (25/11/1823-12/6/1824) στην Πελοπόννησο.

Παρότι «ληστρικό», το δάνειο χαιρετίστηκε στην Ελλάδα ως πολιτική επιτυχία της Επανάστασης και ως έμμεση αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους. Πάντως, οι ελπίδες που στηρίχτηκαν πάνω του θα διαψευστούν οικτρά, καθώς θα χρησιμοποιηθεί για να κερδίσει η παράταξη Κουντουριώτη την εμφύλια διαμάχη. Μεγάλη ευθύνη για τους δυσμενείς όρους σύναψης του δανείου είχαν και οι δύο διαπραγματευτές, ο γιαννιώτης πολιτικός Ανδρέας Λουριώτης και ο σπετσιώτης πλοιοκτήτης Ιωάννης Ορλάνδος, οι οποίοι σπατάλησαν μεγάλα ποσά στο Λονδίνο, ζώντας πολυτελώς, σε αντίθεση με τους αγωνιστές, που πολεμούσαν με μεγάλες στερήσεις.

Έτσι τα χρήματα τόσο του πρώτου όσο και του δεύτερου δανείου, χρησίμευσαν για να λήξουν οι εμφύλιοι πόλεμοι τους οποίους αυτά τα δάνεια κατά κύριο λόγο προκάλεσαν.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΑΝΕΙΟ

7 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1825

ΕΘΝΙΚΟΝ ΔΑΝΕΙΟΝ 2.000.000 ΧΡΥΣΩΝ ΛΙΡΩΝ.

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥ ΡΙΚΑΡΝΤΟ.

(ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΙΧΝΙΑΣΤΟ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΟΣΟ ΤΟΥΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ ΤΟΚΟΓΛΥΦΟΥΣ).

Στις 7 Φεβρουαρίου 1825 κι ενώ η επανάσταση βρισκόταν σε πολύ κρίσιμη καμπή, «συνωμολογήθη εν Λονδίνω, εθνικόν δάνειον δύο εκατομμυρίων χρυσών λιρών, δια την χρηματοδότησιν του αγώνος». Στις 31/7/1824, το Βουλευτικό, μετά την καταστροφή της Κάσου (30/5/1824), και των Ψαρών (22/6/1824), αποφάσισε τη σύναψη νέου δανείου, πάλι από την Αγγλία του Γ. Κάνινγκ, που με το Αγγλικό Κόμμα στην Ελλάδα, ήλεγχε σε μεγάλο βαθμό την εσωτερική πολιτική. Ήδη προετοιμάζεται ο δεύτερος Εμφύλιος (22/10/1824-6/2/1825) για την οριστική συντριβή της παράταξης Κολοκοτρώνη και Ανδρούτσου.

Στις 26/1/1825, συνομολόγησαν στο Λονδίνο το δεύτερο δάνειο ύψους 2.000.000 λιρών στο 55,5% του ονομαστικού (1.110.000 λίρες), με τον τραπεζιτικό οίκο του ιουδαίου Ρικάρντο.

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ.

ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΤΟΚΟΓΛΥΦΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ.

Το δάνειο συμφωνείται στο 55% της ονομαστικής του αξίας, για να καλυφθούν οι επισφάλειες των Άγγλων πιστωτών, δηλαδή αυτομάτως τα 2.000.000 γίνονται 1.100.000 λίρες.

Εμείς βέβαια πληρώναμε τόκους για 2.000.000.

Ενώ, όμως, το ποσό του πρώτου δανείου το διαχειρίστηκε η ελληνική κυβέρνηση, έστω και με σκανδαλώδη τρόπο, τη διαχείριση του δεύτερου δανείου ανέλαβαν οι Άγγλοι τραπεζίτες παραγκωνίζοντας τους Έλληνες εκπροσώπους.

Από τα 1.100.000 κρατούνται προκαταβολικά:

Τόκοι δύο χρόνων 200.000 λίρες.
Μεσιτικά 68.000 λίρες.
Εξαγορά ομολογιών δανείου 212.000 λίρες. (Από το δάνειο διατέθηκαν 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου (του 1824). Συμβολαιογραφικά 13.700 λίρες
Έξοδα Ελλήνων μεσαζόντων 15.487 λίρες.
Για μισθοδοσία Κόχραν 37.000 λίρες.
Για αποπληρωμή πολεμοφοδίων 77.200 λίρες, (λίγα έφθασαν στην Ελλάδα).
Διάφοροι λογαριασμοί 47.000 λίρες (;).

Έτσι, από τα 2.000.000 χρυσές λίρες, έφθασαν τελικά στην Ελλάδα μόλις 190.000 λίρες.

Η ΑΓΟΡΑ ΟΠΛΩΝ

Από τα υπόλοιπα 156.000 λίρες, στέλνονται στις ΗΠΑ για την κατασκευή δύο φρεγατών. Για τη ναυπήγηση των δύο φρεγατών σε ναυπηγεία της Νέας Υόρκης, που θα έφταναν κι αυτές έως τον Νοέμβριο 1825, μόνο η μία (η «Ελλάς» 2.300 τόνων με 64 πυροβόλα) ήλθε στην Ελλάδα στις 3/12/1826, ενώ η δεύτερη πουλήθηκε για να χρηματοδοτηθεί η πρώτη. Τελικά η «Ελλάς» που ήρθε στην Ελλάδα, την έκαψε ο Ανδρέας Μιαούλης με τα ίδια του τα χέρια την 1η Αυγούστου 1831 στο λιμάνι τού Πόρου, όταν επαναστάτησε κατά του Καποδίστρια και τα στρατεύματα τού Κυβερνήτη έκαναν γιουρούσι για να καταλάβουν τον εξεγερμένο στόλο. Ο Έλληνας επιβλέπων της ναυπήγησης στην Νέα Υόρκη, αντιπρόσωπος Κοντόσταυλος, έχτισε στην Παλαιά Βουλή πολυτελέστατο σπίτι, προφανώς με τις καταχρήσεις από το δάνειο…

ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΠΛΟΙΑ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΤΑ ΕΙΧΑΝ ΑΠΟΡΡΙΨΕΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ

130.000 λίρες δόθηκαν από τον οίκο Ρικάρντο για την παραγγελία έξι ατμοκίνητων πλοίων σε αγγλικά ναυπηγεία (που είχαν απορριφθεί λόγω κακής κατασκευής από την αιγυπτιακή κυβέρνηση του Μωχάμετ Άλι και του Ιμπραήμ), που θα έφταναν έως τον Νοέμβριο του 1825. Ο Άγγλος ναυπηγός Α. Γκάλογουέι, που ανέλαβε την παραγγελία, είχε και άλλη μια ταυτόχρονη για το αιγυπτιακό ναυτικό του Ιμπραήμ ενώ ο γιος του υπηρετούσε στον Μωχάμετ Άλι…

Από αυτά, μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα και μάλιστα με καθυστέρηση 3 ετών:

Το «Καρτερία» 233 τόνων, κατέπλευσε στην Ελλάδα στις 3/9/1826, με τις μηχανές της σε όχι καλή κατάσταση, με κυβερνήτη Άγγλο, τον πλοίαρχο Άστιγξ, αλλά το Μεσολόγγι ήδη είχε πέσει στις 12/4/1826. Υπό τις εντολές του Άστιγξ, η «Καρτερία» γρήγορα κέρδισε τη φήμη επίφοβου πολεμικού πλοίου. Σε αντίθεση με άλλα ατμοκίνητα που είχαν παραγγελθεί την περίοδο εκείνη, το «Καρτερία», προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες τα τελευταία χρόνια του Ναυτικού αγώνα της ανεξαρτησίας. Σταμάτησε να χρησιμοποιείται μετά το 1830 λόγω της κακής κατάστασης των μηχανών του.

Εδώ μπορεί κανείς να υποθέσει τι θα γινόταν αν τα άλλα πολεμικά πλοία που είχαν παραγγελθεί, έρχονταν εγκαίρως στην Ελλάδα.

Το «Επιχείρηση» 400 τόνων, τον Σεπτέμβριο του 1827, που χρησιμοποιήθηκε μόνο στο Ιόνιο και ελλιμενίστηκε στον Πόρο έως το 1832.

Το «Ερμής» 254 τόνων, στις 18/9/1828, που χρησιμοποιήθηκε μόνο για μεταφορές…

Τα υπόλοιπα καταστράφηκαν σε δοκιμές στην Αγγλία.

Έτσι ελάχιστα χρήματα απέμειναν από το δάνειο για τον αγώνα κατά των Τούρκων. Και αυτά κατασπαταλήθηκαν στον εμφύλιο που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στους Μοραΐτες και τους Ρουμελιώτες. Οι καπεταναίοι στρατολογούσαν κόσμο για να χτυπήσουν τους εσωτερικούς εχθρούς (Έλληνες σκότωναν Έλληνες) και πληρωνόντουσαν από τα λεφτά του δανείου. Ο Γκούρας για παράδειγμα, είχε ένα σώμα εκατόν πενήντα ενόπλων, αλλά έκανε ψεύτικους καταλόγους για πεντακόσιους και τσέπωνε την μισθοδοσία και τα τροφεία τους.

Τελικά, στην Ελλάδα έφθασε μόνο το ποσό των 232.558 στερλινών, δηλαδή λιγότερο από εκείνο που έλαβε κατά το πρώτο δάνειο, αν και το δεύτερο είχε συναφθεί σε υπερδιπλάσιο ύψος. Και τα δύο δάνεια προβλεπόταν ότι θα ενίσχυαν τον Αγώνα, τον οποίον όχι μόνο δεν ωφέλησαν, αλλά υπήρξαν αφετηρία εξάρτησης της χώρας από την Αγγλία. Επί Βαυαροκρατίας, ο Υπουργός Οικονομικών Γεώργιος Σπανιολάκης (1838) κατηγόρησε τους δύο διαπραγματευτές ότι ιδιοποιήθηκαν χρήματα από τις αγοροπωλησίες μετοχών των δανείων και επιπλέον τον Ορλάνδο ότι παρακράτησε ποσό 5.900 λιρών από τα δύο δάνεια. Μάλιστα, το Ελεγκτικό Συνέδριο προχώρησε σε προσημείωση των περιουσιακών τους στοιχείων.

Οι Άγγλοι (Γ. Κάνινγκ) όχι μόνο φρόντισαν να δέσουν στο άρμα τους την Ελλάδα με τα επαχθή και ληστρικά δάνεια, όχι μόνο καθυστέρησαν σκόπιμα τα έξι ατμοκίνητα και τις δύο Φ/Γ να έλθουν τέλη 1825 στο Αιγαίο, που ίσως θα έσωζαν το Μεσολόγγι και την Επανάσταση από τον Ιμπραήμ και τους διεθνείς «σωτήρες» του Ναυαρίνου, αλλά επέβαλαν –με απειλή ακύρωσης του δανεισμού, όπως ενημερώνει με έκθεσή του ο Ορλάνδος τον Κουντουριώτη, και έναν απατεώνα, το λόρδο Κόχραν (Άγγλο πρώην μισθοφόρο ναυτικό στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες των Λατινοαμερικάνων σε Χιλή και Βραζιλία εναντίων Ισπανών και Πορτογάλων) ως κυβερνήτη του ελληνικού στόλου, με παράλληλη οικειοθελή παραίτηση του Μιαούλη (αντίστοιχα, ο Άγγλος Ρ. Τζωρτζ διορίστηκε αρχιστράτηγος και προκάλεσε την καταστροφική για την Επανάσταση μάχη του Φαλήρου στις 24/4/1827, με παραγκωνισμό υποχρεωτικό του Γ. Καραϊσκάκη από την αρχηγία).

Ο ΑΓΓΛΟΣ ΚΟΧΡΑΝ ΕΚΔΙΩΧΘΗΚΕ ΑΠΟ TΟΝ KAΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΣΑΝ ΑΝΙΚΑΝΟΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΟ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ.

Ο Κόχραν ήρθε τελικά στην Ελλάδα στις 29/3/1827, αφού στο μεταξύ πήρε από το δάνειο προκαταβολικά 37.000 λίρες σε μισθούς, συνοδευόμενος με τη φήμη και την προπαγάνδα της ναυτικής αυθεντίας, που θα καταλάμβανε την Κωνσταντινούπολη και θα βύθιζε τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο (προπαγανδιζόταν ως «απελευθερωτής της Νοτίου Αμερικής» και «θρύλος των θαλασσών»), για να εκδιωχθεί αργότερα από τον Καποδίστρια ως ανίκανος και μνημείο διαφθοράς…

ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΑΥΛΩΚ

Για τα δύο περίφημα «Δάνεια της Αγγλίας», δάνεια Σάυλωκ, τα οφειλόμενα ποσά ήταν τεράστια και οι τόκοι δυσβάστακτοι. Αρκεί να αναφερθεί πως στις 96.000 λίρες που πλήρωνε η Ελλάδα, οι 80.000 πήγαιναν στους τόκους και μόλις οι 16.000 λίρες για απόσβεση κεφαλαίου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΙΣ 6η

Προεδρία του κ. Πανούτζου Νοταρά

Μετά τήν άνάγνωσιν τών χθεσινών Πρακτικών
Α’. Ανεγνώσθη έγγραφον του Εκτελεστικού ύπ αριθ. 19079, είς τό όποιον εγκλείει δύο αντίγραφα επιστολών του έν Λονδίνω κυρίου Ρικάρδου, διά τών οποίων προβάλλει νά προσδιορισθή έν μέρος εθνικής γής καί νά δοθή είς τους δανειστάς ή εξουσία επάνω είς αυτήν, ή οποία πρέπει νά θεωρηθή ώς ώρισμένη διά τό κεφάλαιον του δανείου, καί νά σταλώσι καί προϊόντα διά τήν πληρωμήν του τόκου. Αναφέρει, ακόμη, ότι οι δανεισταί δέν έμπορουν ν’ αποδεχθούν τάς πράξεις των δύο απεσταλμένων επιτρόπων Ίω. ‘Ορλάνδου καί Ά. Λονριώτον.
‘Απόσπασμα τον από 7 Δεκεμβρίου γράμματος της εν Λονδίνω επιτροπής, διά τον οποίου έπέμφθη τό πρώτον αυτών των γραμμάτων (α).
‘Επειδή ένα από τά ουσιώδη αντικείμενα, τά όποια θέλονν απασχολήσει τήν σκέψιν τής Εθνικής Σννελεύσεως, θέλει είσθαι καί ό τρόπος τον νά λάβη τήν άπαιτουμένην ύπόληψιν τό έλληνικόν δάνειον, διά νά έμπορέση νά διαπραγματευθή καί έτερον νέον δάνειον εκτός τής Ελλάδος διά τάς μεγάλας άνάγκας του έθνους, ή Διοίκησις έκρινε χρέος της νά καθυποβάλη αυτά εις τήν Έθνικήν Συνέλευσιν καί συνιστά συγχρόνως καί τόν κύριον κόμητα Γάμπαν, όστις ένεχείρισεν εις τήν Διοίκησιν τό τελευταίον γράμμα του κυρίου Ρικάρδου, καί έχει νά όμιλήση καί ή ευγενία του περί αυτής τής υποθέσεως.

Εν Ναυπλίω τη 10 ‘Απριλίου 1826
Ό Αντιπρόεδρος
Γκίκας Μπότασης
‘Αναγνώστης Σπηλιωτάκης
Κωνστ. Μαυρομιχάλης
‘Ιωάννης Κωλέττης
Ό Προσωρινός Γεν. Γραμματεύς
(Τ.Σ.) Γ. Πραΐδης
(α) Απόσπασμα του από 7 Δεκεμβρίου 1825 γράμματος τής εν Λονδίνω επιτροπής, δι’ ού έπέμφθη τό γράμμα του Ρικάρδου καί Σαμψών Ιακώβου.
Περικλείεται άντίγραφον τής επιστολής τών δανειστών μας κ. Ρικάρδου (καί Σαμψών Ιακώβου) τό πρωτότυπον τής οποίας εστάλη διά του ναυαγήσαντος ελληνικού πλοίου του καπ. Δημητρίου Μιαούλη. Τό ζήτημα των, κατ’ αυτήν τήν έπιστολήν, θέλει σας φανή βαρύ σας φανερώσομεν δέ, ότι ζητήσαντές τους καθαρωτέραν εξήγησιν, έπληροφορήθημεν, ότι αυτοί δέν εννοούν άλλο, παρά νά βαλθή υπό τήν έξουσίαν των εν προσδιωρισμένον μέρος εθνικής γής, μέ τά προϊόντα τής οποίας νά πληρώνηται χρονικώς τό διάφορον ή μέρος του διαφόρου του δεύτερου δανείου. Τοις έπαραστήσαμεν, ότι ή ελληνική Διοίκησις ύπεχρέωσε δι’ αυτό τό δάνειον, τό όποιον, από τά 55 1/2, κατήντησεν εις τά 18, καί νά ευκολυνθούν τά μέσα διά νέον δάνειον, δίότι, λέγουν, τότε τό εδώ κοινόν ημπορεί νά συλλάβει έμπιστοσύνην. Όθεν, παρακαλείται ή σέβ. Διοίκησις νά σκεφθή βαθέως και περί του ουσιώδους τούτου κεφαλαίου καί νά τό άποφασίση τό όγληγορώτερον, δίδουσα την συγκατάθεσίν της, διότι αυτό θέλει είναι εν πολλά έπιτήδειον μέσον διά νά άναστερεωθή ή εθνική μας ύπόληψις καί διά νά ευκολυνθούν καί αι εις τά ενταύθα πράξεις μας.
Ίσον άπαράλλακτον τω πρωτοτύπω
Τη 10 ‘Απριλίου 1826 έν Ναυπλίω

Ό Προσωρινός Γενικός Γραμματεύς (Τ.Σ.) Γ Πραΐδης

Το Ελεγκτικό συνέδριο αποφάσισε στις 29 Οκτωβρίου 1834 και κοινοποίησε στους Ι. Ορλάνδο και Α. Λουριώτη, την απόφαση στις 18 Ιανουαρίου 1835, θεωρώντας τους χρεώστες στο Ελληνικό Κράτος για το ποσό των 28.768,17 λιρών στερλινών, δηλ. 809.008,18 τότε δραχμών, για την κακή διαχείριση των δύο πρώτων δανείων. Η απόφαση αυτή δεν εκτελέστηκε. Η Κυβέρνηση του Όθωνα, θεώρησε ότι πρέπει να δώσει χρόνο στους ελεγχόμενους για απολογία. Το 1839 οι Ι. Ορλάνδος και Α. Λουριώτης, εκδώσαν την απολογία τους σε ένα βιβλίο 529 σελίδων, χρήσιμο μεν δύσχρηστο δε, για τον λόγο αυτό ο Ανδρέας Ανδρεάδης το παρέλειψε στο δικό του βιβλίο.

Οι Εβραίοι αδελφοί Ρικάρντο στην Αγγλία καί οι Ρότσιλντ στην Γαλλία θησαυρίσανε εκμεταλλευόμενοι τις ανάγκες τον επαναστατημένου ‘Ελληνικού Έθνους, για όπλα και τρόφιμα. Στην έκδοση των «Αρχείων τής Ελληνικής Παλιγγενεσίας» (τόμος Α’ σελ. 164, 165, 227) αναφέρονται καθαρά οι Εβραίοι τραπεζίτες αδελφοί Ρικάρντο (‘Ιακώβ καί Σαμψών) πού το 1826 ζητήσανε για εγγύηση των τοκογλυφικών τους δανείων τμήματα της Ελλάδος, όπως 114 χρόνια αργότερα ο Μουσολίνι ζήτησε από τον Μεταξά τμήματα της Ελληνικής γης. Η εφημερίδα TIMES της 5 Σεπτ. 1826 γράφει: «οι κύριοι Ρικάρντο τσεπώσανε (havepocteted) 64.000 Λίρες».

Ι. Ορλάνδος.

«Ανεκαλύφθη φανερά των Άγγλων ο σκοπός. Εζήτουν οι φίλοι μας να κυβερνήσωσι διά του χρυσίου των την Ελλάδα. Να ηξεύρετε και την αχρειότητα του εδώ Κομιτάτου μαζί και του μυστικού Βάουριγκ, ανάθεμά τους τους αχρείους και ιδιωφελείς άμα και αισχροκερδείς. Προσοχή από τους ξένους… ».

Α. Κοραής.

«Το δάνειον δεν πρέπει να το στοχάζεσθε πολλά μεγάλην ευεργεσίαν. Και εις αυτόν τον διάβολον ήθελαν μετά χαράς δανείσειν αργύρια, αν ο διάβολος είχε να τους ασφαλίσει με ενέχυρα».

ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ: «ΠΟΙΟΣ ΚΡΑΤΑΕΙ ΤΗΝ ΠΛΑΣΤΙΓΓΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ; ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ; Ο ΙΟΥΔΑΙΟΣ ΡΟΤΣΙΛΝΤ».

Είναι εντυπωσιακό με πόση απέχθεια και αγανάκτηση ο Λόρδος Byron περιγράφει στα ποιήματά του, DON JUAN και THE AGE OF BRONZE τους πραγματικούς τότε κυρίαρχους του παγκόσμιου παιχνιδιού, τον Natham Rothschild τον Thomas Baring γιο του ιδρυτή της ομώνυμης τράπεζας και Jacques Laffitte πανίσχυρο Γάλλο τραπεζίτη και πολιτικό.

Η προσπάθεια των Rothschilds για παγκόσμια κυριαρχία είχε αρχίσει το 1790 με τον Mayer Bauer που έφτιαξε το συνασπισμό της κόκκινης ασπίδας ( στα γερμανικά Rothschild) και ίδρυσε την ομώνυμη δυναστεία.

Μερικοί στίχοι από το ποίημα του Λόρδου Byron,
Ποίημα Don Juan, σελ. 335.

Who hold the balance of the world? Who reign

O’er congress, whether royalist or liberal?

Who rouse the shirtless patriots of Spain
?...

Ποιος κρατάει την πλάστιγγα της παγκόσμιας ισορροπίας;

Ποιος άρχει επί των Βασιλοφρόνων και των Φιλελεύθερων βουλευτών αδιακρίτως;

Ποιος ξεσήκωσε τους γυμνούς αχίτωνες πατριώτες της Ισπανίας;

(Και διαδίδει τις φήμες που κάνουν τις εφημερίδες της γηραιάς Ευρώπης να τρίζουν και να τραυλίζουν);

Ποιος διαχέει ηδονές και βάσανα, τόσο στον Παλιό όσο και στον Νέο Κόσμο;

Ποιος σχεδιάζει και χλευάζει την πολιτική;
Μήπως το φάντασμα του ευγενικού θάρρους του Βοναπάρτη;
Ο Ιουδαίος Ρότσιλντ και ο χριστιανός κολαούζος του, ο Μπέρινγκ.
Αυτοί και ο αναμφισβήτητα φιλελεύθερος πειρατής Λαφίτ.

Είναι οι αληθινοί άρχοντες της Ευρώπης.
Κάθε δάνειο, δεν είναι απλώς κερδοσκοπικό χτύπημα, είναι μοχλός για την καθήλωση ενός έθνους ή την ανατροπή ενός θρόνου.

Και οι Δημοκρατίες συμμετέχουν λιγουλάκι….

Με τα δύο αυτά δάνεια, που υποτίθεται ότι θα ενίσχυαν τον αγώνα για την ελευθερία, η επαναστατική Ελλάδα χρεώθηκε 2.800.000 λίρες, την περίοδο 1824-1825, και έβαλε στα ταμεία της 530.000 λίρες, που σπαταλήθηκαν στους δύο εμφυλίους της περιόδου Νοεμβρίου 1823 – Φεβρουαρίου 1825, κάνοντας πλέον την εξάρτηση από τους διεθνείς τοκογλύφους αφόρητη.

ΜΕ ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ ΤΟΚΟΓΛΥΦΟΥΣ ΟΙ ΑΓΓΛΟΦΙΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΒΓΗΚΑΝ ΝΙΚΗΤΕΣ

Οι πολιτικοί Κωλέττης – Κουντουριώτης – Μαυροκορδάτος βγήκαν νικητές από τον εμφύλιο πόλεμο που ρήμαξε την Πελοπόννησο.

Ο Κολοκοτρώνης και άλλοι οπλαρχηγοί φυλακίστηκαν (6/2/1825).

Τον Οδ. Ανδρούτσο στη Ρούμελη τον συνέλαβαν (7/4/1825) και τον εκτέλεσαν (5/6/1825) στην Ακρόπολη.

Κι όλα αυτά ενώ ο Ιμπραήμ, από τις 12/2/1825, αποβιβαζόταν στη Μεθώνη σαρώνοντας κάθε αντίσταση στην Πελοπόννησο (ήδη από τις 10/6/1825 κατέλαβε και την Τρίπολη) καταστρέφοντας συστηματικά γη και ανθρώπους, ενώ ο Κιουταχής από 15/4/1825 πολιορκούσε το Μεσολόγγι. Ο αιματηρός 8ετής ελληνικός αγώνας οδηγήθηκε στην ήττα και μετά στην έξωθεν σωτηρία δια του Ναυαρίνου, 20/10/1827.

ΑΠΡΙΛΙΟΣ 1826, ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΖΑΪΜΗ,

ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΙΧΕ 16 ΓΡΟΣΙΑ

Το 1825 η κυβέρνηση των τότε «Ελλήνων πολιτικών» κήρυξε την πρώτη πτώχευση του Ελληνικού κράτους.

Τον Απρίλιο του 1826, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, ανέλαβε η κυβέρνηση Ανδρ. Ζαΐμη, που βρήκε στο ταμείο μόνο 16 γρόσια.

ΕΝΑ ΝΟΜΙΣΜΑ ΚΙΒΔΗΛΟΝ

Όταν ο Καποδίστριας ανέλαβε Κυβερνήτης, έδωσε εντολή στον Πρόεδρο της επιτροπής οικονομικών Ανδρέα Κοντόσταυλο, να κάνει μια απογραφή της περιουσίας του Ελληνικού κράτους.

Η απάντηση:

«Κύριε Κυβερνήτα, εις το ταμείον του κράτους υπάρχει έν μόνο νόμισμα και αυτό κίβδηλον».

Η Έκθεση της Λογιστικής Επιτροπής για την όλη οικονομική διαχείριση του Αγώνα, που συγκρότησε ο Ι. Καποδίστριας και υπεβλήθη στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση του Άργους, στις 18/7/1829, προσδιορίζει εύγλωττα την τάξη μεγέθους που αντιπροσώπευαν τα ποσά των εξωτερικών δανείων για τον αγώνα –έστω και αυτών που μπόρεσαν να φθάσουν τελικά (ανεξάρτητα από τη χρήση τους) στην επαναστατημένη Ελλάδα: Σε συνολικά έσοδα 52.495.072 γρόσια, τα ποσά από τα εξωτερικά δάνεια ανέρχονταν σε 27.915.321 γρόσια ήτοι 53,17%

ΠΗΓΕΣ ΕΣΟΔΩΝ (σε γρόσια)

φόροι-πρόσοδοι

(Πελοπόννησος/Στερεά/νησιά)16.087.219

έσοδα από λείες 1.357.309

εσωτερικά δάνεια 1.924.295

έρανοι-εισφορές 844.427

δασμοί 67.747

εισφορές-έρανοι εξωτερικού (ΗΠΑ-Ευρώπη) 847.381

εκποίηση εθνικών κτημάτων 3.451.373

εξωτερικά δάνεια 27.915.321

ΣΥΝΟΛΟ 52.495.072
---------------------
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1. Το πρώτον δάνειον της Ανεξαρτησίας ( Αναστασίου Λιγνάδη).

2. Ιστορικόν Αρχείον Διονυσίου Ρώμα,

3. Απολογία Ιωάννου Ορλάνδου και Ανδρέου Λουριώτου, Λόγιος Ερμής, εφημ. ΕΘΝΟΦΥΛΑΞ 25 Οκτ. 1863,

4. Ιστορία των Εθνικών Δανείων ( Ανδρέου Ανδρεάδου)

5. Samuel Howe, Η σπατάλη του Ελληνικού Δανείου: κερδοσκοπίες και καταχρήσεις.

6. Μέντελσον-Μπαρτόλδυ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως.

7. Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξενοκρατία, Μισελληνισμός και Υποτέλεια.

8. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ.

9. «Αρχεία τής Ελληνικής Παλιγγενεσίας» (τόμος Α’ σελ. 164, 165, 227).

Βακχικά Μυστήρια: Διόνυσος, ὁ νοῦς τῆς ἐγκόσμιας ψυχῆς

Ἐλαφηβολιώνος 10 ἕως 17 Ἐλαφηβολιώνος 4ον ἔτος ἐξ 699ης Ὀλυμπιάδος, σελήνης μεσούσης, ἀπό τήν δύσιν ἡλίου τῆς 23/03/2021 ἕως τήν δύσιν ἡλίου τῆς 31/03/2021 ἐτελοῦντο τά «Διονύσια τὰ Ἀστικά».

Ἡ προσοχή μας μέ τήν παροῦσα ἐργασία θά ἑστιασθεῖ σέ μία ἐσωτερική ὀπτική περί Βακχικῶν Μυστηρίων καί ὄχι σέ μία γενική, τύπου λαϊκῆς πανηγύρεως ἐξήγηση, περί τῶν Ἀστικῶν Διονυσίων.

«εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ διαμελιζομένη ὑπὸ τῶν παθῶν, τὰ δὲ τμήματα τοῦ σώματος τοῦ Βάκχου, συγκεντρούμενα ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος, εἶναι τὸ σύμβολον τῆς μεταστάσεως ἀπὸ τὸν ταραχώδη βίον τῶν παθῶν, εἰς τὸν μοναδικὸν καὶ ἁπλοῦν βίον τῆς νοήσεως».

Ὀρφικός ὕμνος Διονύσου θυμίαμα στύρακα

Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον, εὐαστῆρα,
πρωτόγονον, διφυῆ, τρίγονον, Βακχεῖον ἄνακτα,
ἄγριον, ἄρρητον, κρύφιον, δικέρωτα, δίμορφον,
κισσόβρυον, ταυρωπόν, Ἀρήϊον, εὔιον, ἁγνόν,
ὠμάδιον, τριετῆ, βοτρυηφόρον, ἐρνεσίπεπλον.
Εὐβουλεῦ, πολύβουλε, Διὸς καὶ Περσεφονείης
ἀρρήτοις λέκτροισι τεκνωθείς, ἄμβροτε δαῖμον∙
κλῦθι, μάκαρ, φωνῆς, ἡδὺς δ’ ἐπίπνευσον ἀμεμ[φ]ής
εὐμενὲς ἦτορ ἔχων, σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις.

Οἱ μύθοι ἐξαπατοῦν τοὺς πολλοὺς καὶ τοὺς ἀνόητους ἀπὸ ἄγνοια τῶν ἀπόρρητων νοημάτων ποὺ ἐμπεριέχονται σὲ αὐτούς, ἐνῶ στοὺς σοφοὺς ὑποδεικνύουν κάποια θαυμαστὰ νοήματα.

Οἱ ἱερὲς τελετὲς τοῦ Διονύσου συστάθηκαν ἀπὸ τὸν Ὀρφέα, σύμφωνα μὲ τὴν ἀκόλουθη ἀπόκρυφη ἀφήγηση. Ὁ Διόνυσος, ἢ Βάκχος, παιδὶ ἀκόμα, ἐνεπλάκη μὲ τοὺς Τιτᾶνες, μέσω τῶν τεχνασμάτων τῆς Ἥρας, σὲ διάφορα παίγνια, τὰ ὁποῖα αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου τόσο ἔντονα γοητεύουν· μεταξὺ ὅλων, ἦταν ἰδιαίτερα γοητευμένος μὲ τὸ νὰ βλέπει τὴν εἰκόνα του στὸν καθρέπτη· κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ αὐτοθαυμασμοῦ του, σχίζεται οἰκτρὰ σὲ ἑπτὰ τεμάχια ἀπὸ τοὺς Τιτάνες· οἱ ὁποίοι, δὲν μένουν ἱκανοποιημένοι μὲ τόση βαναυσότητα καὶ συνεχίζουν, βράζουν πρῶτα τὰ μέλη του σὲ νερὸ καὶ στὴ συνέχεια τὰ ψήνουν στὸ πῦρ. Ἐνῶ δοκίμαζαν τὴν σάρκα του μέ τά πρόσωπά τους ἀσβεστωμένα κατάλληλα, ὁ καπνὸς τραβᾶ τὴν προσοχὴ τοῦ Διὸς ὁ ὁποῖος ἀντιλαμβάνεται τὴν σκληρότητα τῆς πράξης καὶ ἐκσφενδονίζει τὸν κεραυνό του στοὺς Τιτάνες· θέτει τὰ μέλη τοῦ Διονύσου στὴν διάθεση τοῦ Ἀπόλλωνα, ἀδελφοῦ του Βάκχου, ἔτσι ὥστε αὐτὰ νὰ ἐνταφιαστοῦν σωστά. Ἔτσι ἔγινε καὶ (ἡ καρδιὰ τοῦ Διονύσου τοὺς διέφυγε κατὰ τόν διαμελισμό, ἁρπάχτηκε ἀπὸ τὴν Παλλάδα καὶ παραδόθηκε εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ Ὀλύμπου). Ἡ ἱερά αὐτή καρδία, κατέστη ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς ἄλλης ζωῆς καὶ ἑνός νέου Διονύσου, τοῦ Ἐλευθερέως, υἱοῦ τῆς Σεμέλης.

Διά τον Ίουλιανόν, Βασ. Ήλ. 12, δ, Βάκχος-Διόνυσος εἶναι ἡ ἀρχή τῆς παραγωγικῆς καί διασπάρτου δυνάμεως. «Ὁ Διόνυσος, κατασπαρασσόμενος ὑπὸ τῶν Τιτάνων», λέγει ἑπίσης ὁ Ὀλυμπιόδωρος, «εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ διαμελιζομένη ὑπὸ τῶν παθῶν, τὰ δὲ τμήματα τοῦ σώματος τοῦ Βάκχου, συγκεντρούμενα ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος, εἶναι τὸ σύμβολον τῆς μεταστάσεως ἀπὸ τὸν ταραχώδη βίον τῶν παθῶν, εἰς τὸν μοναδικὸν καὶ ἁπλοῦν βίον τῆς νοήσεως». Ἐπίσης, λέγοντας καρδιὰ ἐννοοῦμε καί τὸν ὑψηλότερο νοῦ / ἄνθος τοῦ νοῦ· μία νέα ἀναγέννηση τοῦ Διονύσου προέκυψε καὶ ξανὰ ἐγκαταστάθηκε στὸν ἄχραντο βίο καὶ τὴν ἀκεραιότητά του, κατόπιν μείχθηκε μὲ τὸ σύνολο τῶν θεῶν. Ἐν τῷ μεταξύ, ἀπὸ τὶς ἐκπνοὲς ποὺ σχηματίστηκαν ἀπὸ τὶς στάχτες τῶν Τιτάνων, δημιουργήθηκε ἡ ἀνθρωπότητα.

Προκειμένου νὰ κατανοήσουμε σωστὰ τὸ μυστικὸ νόημα αὐτῆς τῆς ἀφήγησης, ὅτι «ὅλοι οἱ μύθοι ποὺ ἀνήκουν σὲ μυστηριακὲς τελετὲς εἶναι τὸ μικτὸ εἶδος»: καί, κατὰ συνέπεια, ὁ παρὼν μύθος, καθὼς καὶ τῆς Περσεφόνης, θὰ πρέπει κατὰ ἕνα μέρος νὰ ἔχει σχέση μὲ τοὺς θεοὺς καὶ κατὰ ἄλλο μὲ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή, ὅπως ἡ παρακάτω ἐργασία θὰ μᾶς ἀποκαλύψει.

Κατ’ ἀρχάς, ὁ Διόνυσος, ἢ Βάκχος, σύμφωνα μὲ τὴν ὑψηλότερη κατάσταση αὐτῆς τῆς θεότητας, συσχετίζεται μὲ τὸν νοῦ τῆς ἐγκόσμιας ψυχῆς· Τὰ παίγνια τοῦ Διονύσου εἶναι οἱ δυνάμεις, ἐνέργειες καὶ ἡ κτίσις τοῦ κόσμου. Ὑπάρχουν διάφορα ἐπίπεδα τοῦ θεοῦ, ἢ Βάκχου, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν οὐσία του. Ἀπὸ τοὺς Τιτᾶνες κατανοοῦμε τοὺς ἐγκόσμιους θεούς, τῶν ὁποίων ὁ Βάκχος εἶναι ἡ κορυφή: ὁ Ζεύς, ὁ Δημιουργός, ἢ ποιητής τοῦ κόσμου: ὁ Ἀπόλλων, ὁ θεὸς τοῦ Ἥλιου, ὁ ὁποῖος ἔχει μία ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια ὑπόσταση, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὁ κόσμος ὁριοθετεῖται μὲ συμμετρία καὶ συναίνεση, μέσω ἄρρηκτων λόγων καὶ ἁρμονικῶν δυνάμεων: καί, τέλος, ἡ Ἀθηνᾶ ποὺ πρέπει νὰ κατανοήσουμε ὅτι εἶναι ἡ πηγαῖα, νοερή, αὐτοκρατορική, προνοητικὴ καὶ θεόσταλτη θεότητα, ποὺ φρουρεῖ καὶ διατηρεῖ ὅλες τίς ἐνδιάμεσες ζωὲς σὲ ἀμετάβλητη κατάσταση, μέσω τῆς νοημοσύνης καὶ τῆς αὐτοενεργοποιούσης ζωῆς καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὶς διατηρεῖ ἀπὸ τὴν μόλυνση τῆς ὕλης.

Ἀπὸ τὴν παιδαριώδη κατάσταση τοῦ Βάκχου κατὰ τὴν περίοδο τοῦ τεμαχισμοῦ του, ἡ ἀνθοῦσα κατάσταση τῆς νοερῆς φύσης ὑπονοεῖται. Δεδομένου ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν Ὀρφικὴ θεολογία, οἱ ψυχές, ἐνῶ εἶναι ὑπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ Κρόνου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἀμόλυντος (ἀμέθεκτος) νοῦς, ἀντὶ νὰ προβοῦν, ὅπως τώρα, ἀπὸ τὴν νεότητα στὴν γεροντικὴ ἡλικία, ὁδηγοῦνται ἐκ τῶν προτέρων σὲ μία ὀπισθοδρομικὴ ἐκπόρευση ἀπὸ τὴν γεροντικὴ στὴν νεότητα. Τὰ τεχνάσματα ποὺ χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς Τιτάνες, προκειμένου νὰ παγιδεύσουν τὸν Διόνυσο εἶναι συμβολικά, εἶναι οἱ φαινομενικὲς καὶ διαιρετὲς ἐνέργειες τῶν ἐγκόσμιων θεῶν, μὲ τὴν μέθεξη τῶν ὁποίων ὁ νοῦς τοῦ Βάκχου διαμελίζεται: ἀπὸ τὸν καθρέπτη πρέπει νὰ κατανοήσουμε, στὴ γλώσσα τοῦ Πρόκλου, τὴν ἀδεξιότητα τοῦ κόσμου νὰ λάβει τὴν πληρότητα τῆς νοερῆς τελειότητας· ἀλλὰ ἡ συμβολικὴ ἔννοια τοῦ τεμαχισμοῦ του, (μέσω τῶν τεχνασμάτων τῆς Ἥρας) καὶ ἡ ἐπακόλουθη τιμωρία τῶν Τιτάνων, ξεδιπλώνεται μὲ ὡραιότατο τρόπο ἀπὸ τὸν Ὀλυμπιόδωρο, στὰ σχόλιά του στὸν «Φαίδωνα» τοῦ Πλάτωνα, λέει:

«Ὁ Νοῦς (Ἰδέα)», ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἑνιαῖο ἀποπτερώνεται, διαμελίζεται καὶ διασπείρεται σὲ γεννήσεις· καὶ ὁ Διόνυσος εἶναι ἡ μονάδα τῶν Τιτάνων. Ὅμως ὁ τεμαχισμὸς του λέγεται ὅτι θὰ πραγματοποιηθεῖ μέσα ἀπὸ τὰ στρατηγήματα τῆς Ἥρας, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι ἡ θεὰ κηδεμόνας τῆς ἐλεγκτικῆς κίνησης καὶ τῆς προόδου· μὲ τὴ ἀφήγηση, στὴν Ἰλιάδα, ἡ Ἥρα ἀενάως ξεσηκώνει καὶ διεγείρει τὸν Δία μὲ προνοητικὲς ἐνέργειες γιὰ δευτερογενῆ ἐνδιαφέροντα: καί, μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Διόνυσος εἶναι ὁ ἐλεγκτικὸς κηδεμόνας τῆς γέννησης (παραγωγῆς), γιατί αὐτὸς ἐξουσιάζει τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο· εἶναι ὁ κηδεμόνας τῆς ζωῆς λόγω τῆς γέννησης (παραγωγῆς), ἀλλὰ καὶ τοῦ θανάτου, καθὼς ὁ οἶνος παράγει μία ἐνθουσιώδη ἐνέργεια: γινόμαστε πιὸ ἐνθουσιώδεις κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ψευδαισθήσεων, (ὁ Πρόκλος συμφωνεῖ μὲ τὸν Ὅμηρο ποὺ ἔγινε προφητικὸς κατὰ τὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου του).

Ἐπίσης, ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ τραγωδία καὶ ἡ κωμωδία ἀναφέρονται ὡς Διονυσιακά: ἡ κωμωδία εἶναι πράγματι, ἐπειδὴ εἶναι τὸ παιχνίδι ἢ ἀστεῖο τῆς ζωῆς· ἀλλὰ ἡ τραγωδία, λόγω τῶν παθῶν καὶ τοῦ θανάτου, ποὺ ἀντιπροσωπεύει. Οἱ κωμικοί, ὡς ἐκ τούτου, δὲν ἀποσυμβολίζουν σωστὰ τὶς τραγωδίες, σὰν νὰ μὴν ἦταν Διονυσιακές· ὑποστηρίζουν, ταυτόχρονα, ὅτι το τραγικὸ δὲν ἀνήκει στὸν Διόνυσο. Ὅμως ὁ Δίας ἐκσφενδόνισε κεραυνὸ στοὺς Τιτάνες· ὁ κεραυνὸς συμβολίζει μία μετατροπὴ πρὸς τὰ ἄνω: τὸ πῦρ φυσικὰ ὑψώνεται· ὡς ἐκ τούτου, ὁ Δίας, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, μετατρέπει τοὺς Τιτάνες στὸν ἑαυτό του.

Τὰ μέλη τοῦ Διονύσου ποὺ πρῶτα βράζονται σὲ νερὸ ἀπὸ τοὺς Τιτάνες καὶ στὴ συνέχεια ψήνονται στὸ πῦρ, ἡ πρόοδος - ἐκπόρευση ἢ διανομὴ τοῦ νοῦ στὴν ὕλη καὶ ἡ ἐπακόλουθη μετατροπή της, προφανῶς ὑπονοεῖται: γιατί τὸ νερὸ θεωρεῖται ὡς σύμβολο τῆς ὕλης· καὶ τὸ πῦρ εἶναι τὸ φυσικὸ σύμβολο τῆς ἀνάβασης. Ἡ καρδιὰ τοῦ Διονύσου ἐπίσης, μὲ μεγάλη εὐπρέπεια, διατηρήθηκε ἀπὸ τὴν Ἀθηνᾶ· ἡ Ἀθηνᾶ εἶναι ὁ κηδεμόνας τῆς ζωῆς, τῆς ὁποίας ἡ καρδιὰ εἶναι τὸ σύμβολο. Ἔτσι αὐτὸ τὸ μέρος τοῦ μύθου σημαίνει ἁπλά, ὅτι ἐνῶ ἡ νοερὴ ζωὴ εἶναι κατανεμημένη στὸν κόσμο, ἡ Ἀρχὴ της (Ἀμέθεκτη ζωὴ) σώζεται ὁλόκληρη ἀπὸ τὴν κηδεμονικὴ δύναμη καὶ τὴν πρόνοια τῆς ἄχραντης νοημοσύνης.

Καθὼς ὁ Ἀπόλλων εἶναι ἡ πηγὴ ὅλης της ἑνοποίησης καὶ τῆς ἁρμονίας, ἀποκαλεῖται ἀπὸ τὸν Πρόκλο σὲ ἕναν ὕμνο του πρὸς τὸν Ἥλιο, «ὁ κλειδοῦχος τῆς πηγῆς τῆς ζωῆς», ὁ λόγος εἶναι προφανὴς γιατί ἐνῶ τὰ μέλη τοῦ Διονύσου, θάφτηκαν ἀπὸ τὸν Ἀπόλλωνα, μία νέα γενιὰ ἐμφανίστηκε καὶ ἀποκαταστάθηκε στὴν ζωὴ ἄχραντη καὶ μὲ ἀκεραιότητα. Ἄς παρατηρήσουμε προσεκτικὰ ἐδῶ, ὅτι ἡ ἀποκατάσταση, ὅσον ἀφορᾶ στοὺς θεούς, ὑπονοεῖ μυσταγωγικὰ τὴν ἄνοδο τοῦ καθ’ αὐτοῦ φωτός τους καὶ τὴν ἐπακόλουθη ἐμφάνισή τους σὲ ὑποδεέστερες φύσεις.

Ἡ τιμωρία, ὅταν λαμβάνεται ἀπὸ τὰ ὄντα ποὺ βρίσκονται σὲ ὑψηλότερο ἐπίπεδο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, δὲ σημαίνει τίποτα περισσότερο ἀπὸ μία δευτερεύουσα πρόνοια τῶν ἐν λόγῳ ὄντων ποὺ εἶναι ἕνας τύπος τιμωρίας καὶ ἡ ὁποία ὑφίσταται στὶς ἀποστασιακὲς ψυχές. Ὡς ἐκ τούτου, ἀπὸ ὅ,τι ἔχει εἰπωθεῖ, μποροῦμε νὰ συλλέξουμε εὔκολα τὸν ἀπόλυτο σχεδιασμὸ τοῦ πρώτου μέρους αὐτοῦ τοῦ μυστηριακοῦ μύθου· φαίνεται νὰ μὴν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν ἀντιπροσώπευση τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο τό Εἶδος (Ἰδέα) τοῦ ἐγκόσμιου νοῦ διανέμεται στὸν κόσμο· τὸ ὅτι ἕνας τέτοιος νοῦς (καὶ κάθε νοῦς ποὺ εἶναι μία ὁλότητα) παραμένει ὁλόκληρος στὴ διάρκεια τῆς μέθεξης καὶ μὲ τὴ μέθεξή τους οἱ ἴδιοι συνεχῶς ἑμμένουν στὴν πηγή τους, μὲ τὴν ὁποία τελικὰ ἑνοποιοῦνται / ἑναδοποιοῦνται.

Ἔτσι, ὥστε τό νοερό φῶς, ἐνῶ προχωρεῖ στὸ σκοτεινὸ καὶ τὸ ἐπαναλαμβανόμενο δοχεῖο τῆς ὕλης καὶ ἐμποτίζει τὴν δυσδιακρισία του μὲ τὰ στολίδια τὸ ἐπιγενόμενου θείου φωτός, ἐπιστρέφει (βρίσκεται) τὴν ἴδια στιγμὴ χωρὶς διακοπή στὴν Αἰτία (Ἀρχή) τῆς καθόδου του.

Ἐξετάζοντας τὸ τελευταῖο μέρος τοῦ μύθου, στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται ὅτι οἱ ψυχές μας δημιουργήθηκαν (ἐμποτίστηκαν μέ πέπλα πάθους) ἀπὸ τοὺς καπνοὺς ποὺ παρήχθησαν ἀπὸ τὶς στάχτες τῶν φλεγόμενων σωμάτων τῶν Τιτάνων· ταυτόχρονα συνδέοντάς το μὲ τὸ πρῶτο μέρος τοῦ μύθου, τὸ ὁποῖο ἰσχύει ὡς ἕνα βαθμὸ στὴν κατάσταση τοῦ μεριστοῦ / μεμονομένου νοὸς ὅπως εἶναι ὁ δικός μας. Κατ’ ἀρχάς, ἀποτελούμαστε ἀπὸ θραύσματα, (μᾶς λέει ὁ Ὀλυμπιόδωρος), διότι, μέσω τῆς καθόδου μας στὴ γέννηση (γίγνεσθαι), ἡ ζωή μας ἔχει προχωρήσει στὴν πιὸ ἀποστασιοποιημένη καὶ ἀκραία διαίρεση ἀποτελούμενη ἀπὸ Τιτανικὰ θραύσματα (ἐπιθυμητικό καί θυμοειδές), διότι οἱ Τιτάνες εἶναι οἱ ἀπόλυτοι ποιητὲς τῶν πραγμάτων καὶ ἔχουν πρῶτο βαθμὸ συγγένειας μὲ τὰ δημιουργήματά τους.

Περαιτέρω, ἡ ἄλογη ζωή μας εἶναι Τιτανικὴ ἐνῶ ἡ λογικὴ ζωὴ διαμελίζεται. Ὡς ἐκ τούτου, ὅταν διασκορπίσουμε τὸν Διόνυσο, ἢ τὸν νοῦ ποὺ περιέχεται στὶς μυστικὲς ἐσοχὲς τῆς φύσης μας, διαμελίζεται ἡ συγγενὴς καὶ θεία μορφὴ τῆς οὐσίας μας, ἡ ὁποία ἐπικοινωνεῖ, τρόπον τινά, τόσο μὲ τὰ ὑποδεέστατα ὅσο καὶ μὲ τὰ ὑπέρτατα, τότε γινόμαστε Τιτάνες· ἀλλὰ ὅταν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἔρθουμε σὲ ἕνωση μὲ τὴν Διονυσιακὴ ἢ συγγενῆ μορφή, τότε γινόμαστε Βάκχοι, ἢ τέλειοι κηδεμόνες τῆς ἄλογης ζωῆς μας: ὁ Διόνυσος, μέ τὸν ὁποῖο ἐμεῖς στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁμοιάζουμε, εἶναι ὁ ἴδιος μία κηδεμονικὴ θεότητα, διαλύει μὲ τὴν ἐπιθυμία του τοὺς δεσμοὺς μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχὴ ἑνώνεται μὲ τὸ σῶμα, δεδομένου ὅτι εἶναι ἡ αἰτία τῆς μεριστῆς ζωῆς.

Εἶναι ἀνάγκη ἡ παθητικὴ φύση τῆς ἄλογης πλευρᾶς μας, μέσω τῆς ὁποίας δεσμευόμαστε στὸ σῶμα καὶ ἡ ὁποία δὲν εἶναι τίποτα περισσότερο τρόπο τινὰ ἀπὸ τὸν ἀντίλαλο τῆς ψυχῆς, νὰ ὑποστεῖ τὴν τιμωρία ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν κάθοδό της· ὅταν ἡ ψυχὴ ἀποβάλλει τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς φύσης της, ἀπαιτεῖ ἕνα σωστό, ἀλλὰ ταυτόχρονα πολύμορφο σῶμα (ὄχημα), ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ πάλι ἐνδεὴς μιᾶς κοινῆς μορφῆς, τὴν ὁποία ἔχασε λόγω τῆς Τιτανικῆς διασπορᾶς ἐντὸς τῆς ὕλης.

Γιὰ νὰ δοῦμε τὴν τέλεια καὶ ὄμορφη ὁμοιότητα μεταξὺ τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο οἱ ψυχές μας βυθίζονται καὶ τὴν μέθεξη τοῦ νοῦ ἀπὸ τὶς ἐγκόσμιες φύσεις, ἄς παρακολουθήσουμε τὴν ἑξῆς θαυμαστὴ παραπομπή. Σχολιασμὸς τοῦ Ὀλυμπιόδωρου στὸν «Φαίδωνα» τοῦ Πλάτωνος: «Προκειμένου», λέει, «γιὰ τὴν κάθοδο τῆς ψυχῆς, εἶναι ἀπαραίτητο πρῶτα νὰ καθιερώσει μία ἔμψυχη εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ της μέσα στὸ σῶμα· καὶ δευτερευόντως νὰ γοητευθεῖ ἀπὸ τὴν εἰκόνα, σύμφωνη μὲ τὴν ὁμοιότητα τῆς μορφῆς: κάθε μορφὴ περνᾶ σὲ μία ὁμοιότητα μὲ τὸν ἑαυτό της, μέσω τῆς προσέγγισης στὸν ἑαυτό της.

Τρίτον, ἐνῶ βρίσκεται σὲ μία διαιρετὴ φύση (κόσμου τοῦ γίγνεσθαι), εἶναι ἀπαραίτητο νὰ σπαραχτεῖ καὶ νὰ διασκορπιστεῖ μαζὶ μὲ μία τέτοια φύση, θὰ πρέπει νὰ βυθιστεῖ σὲ μία ἀπόλυτη διανομή, καί μέσω τῶν ἐνεργειῶν μίας καθαρτικῆς ζωῆς, νὰ ὑψώσει τὸν ἑαυτό της ἀπὸ τὴν ἀποστασιοποιημένη διάχυση καὶ νὰ λύσει τοὺς δεσμοὺς συμπάθειας, μέσω τῶν ὁποίων ἑνοποιήθηκε μὲ τὸ σῶμα· ταυτόχρονα θά ἐνεργοποιηθεῖ χωρὶς τὴν εἰκόνα καί θά συσταθεῖ σύμφωνα μὲ τὴν πρωταρχικὴ ζωή της. Μποροῦμε νὰ συσχετίσουμε ὅλα αὐτὰ μὲ τὸν μῦθο τοῦ Βάκχου, τὸ ὑπόδειγμα τῆς νοημοσύνης μας.

Λέγεται ὅτι ὁ Διόνυσος, μὲ τὴν καθίδρυση τῆς εἰκόνας του στὸν καθρέφτη, τό ἐπιδίωξε καὶ ἔτσι διανεμήθηκε στὸν κόσμο. Ὅμως ὁ Ἀπόλλων ἐνεργοποίησε καὶ ἀνύψωσε τὸν Βάκχο· καθὼς ὁ Ἀπόλλων εἶναι μία καθαρτικὴ θεότητα καὶ ὁ πραγματικὸς σωτήρας τοῦ Διονύσου· γ’ αὐτὸν τὸ λόγο τιμᾶται ὡς Διονυσιακός. Ὡς ἐκ τούτου, ὅπως ὁ ἴδιος συγγραφέας παρατηρεῖ, ἡ ψυχὴ περιστρέφεται σύμφωνα μὲ μία μυστικιστικὴ καὶ ἐγκόσμια τάξη: ἐρχόμενη ἀπὸ μία ἀδιαίρετη καὶ Διονυσιακὴ ζωὴ καὶ ἐνεργῶντας σύμφωνα μὲ τὴν Τιτανικὴ καὶ ἀποκρουστικὴ ἐνέργεια, δεσμεύεται μέσα στὸ ὀστρακοειδές σῶμα ὅπως σὲ φυλακή.

Ἐπίσης, δέχεται τὴν τιμωρία καὶ φροντίζει γιὰ τὰ μεριστὰ τῆς ἐνδιαφέροντα (ζωή τοῦ γίγνεσθαι)· ἐφόσον καθαρθεῖ ἀπὸ τὴν Τιτανικὴ διαφθορὰ καὶ ἀφοῦ ἑνοποιηθεῖ, γίνεται Βάκχος· δῆλα δή, περνάει στὴν σωστὴ ἀκεραιότητα τῆς φύσης της, σύμφωνα μὲ τὸν Διόνυσο ποὺ ἐμμένει ἐπάνω. Ἀπὸ τὰ προλεγόμενα ἀποδεικνύεται προφανῶς, ὅτι αὐτὸς ποὺ ζεῖ Διονυσιακὰ ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τοὺς ἄθλους/κόπους καὶ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὰ δεσμά του· φεύγει ἀπὸ τὴν φυλακή του, ἢ μᾶλλον τὴν ἀποστασιακὴ ζωή του· καὶ ὅτι αὐτὸς ποὺ τὸ ἐπιτυγχάνει αὐτὸ εἶναι ἕνας ἀμιγής κεκαθαρμένος φιλόσοφος.

Πέρα ἀπὸ αὐτὴ τὴν περιήγηση τοῦ Διονύσου, μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν ἀλήθεια τῆς παρατήρησης τοῦ Πλάτωνα ὅτι «ὁ σχεδιασμὸς τῶν μυστηρίων εἶναι νὰ μᾶς ὁδηγήσουν πίσω στὴν τελειότητα μὲ τὴν ὁποία, ὡς Ἀρχὴ (Αἰτία), κάναμε τὴν κάθοδο. «Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν τελειότητα ὁ Διόνυσος ὁ ἴδιος ὑφίσταται, μὲ τὴν ἵδρυση τῶν ἄρρητων ψυχῶν στὸν θρόνο τοῦ σωστοῦ πατρός· δῆλα δή, σὲ μία ὁλότητα ζωῆς κατὰ τοῦ Δία. Ἔτσι αὐτὸς ποὺ εἶναι τέλειος, ἔχει κατακτήσει το «γνῶθι σαὐτόν», κατοικεῖ κατ’ ἀνάγκην μὲ τοὺς θεούς, τίς ὑπερούσιες δυνάμεις καί ἐνέργειες, σύμφωνα μὲ τὸν σχεδιασμὸ αὐτῶν τῶν θεοτήτων, ποὺ εἶναι οἱ πηγὲς τῆς τελειοποίησης τῆς ψυχῆς.

Κλείνοντας, ὁ θύρσος, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖται στὴν Διονυσιακὴ πομπή, καθὼς εἶναι ἕνα καλάμι γεμάτο κόμπους, εἶναι ἕνα κατάλληλο σύμβολο τῆς διανομῆς τῆς νοερῆς φύσης μέσα στὸν αἰσθητὸ κόσμο. Σύμφωνα μὲ αὐτὸ ὁ Ὀλυμπιόδωρος στὸν «Φαίδωνα» παρατηρεῖ ὅτι «ὁ θύρσος εἶναι ἕνα σύμβολο τῆς ὑλικῆς καὶ μερικῆς κατασκευῆς ἀπὸ τὴν συνεχῆ διακλάδωση (κόμβους)· μὲ αὐτὴ τὴν ὑπόδειξη εἶναι ἕνα Τιτανικὸ φυτό. Ἦταν ἔθιμο νὰ τεθεῖ ἐνώπιον τοῦ Βάκχου ἀντὶ γιὰ τὸ πατρικό του σκῆπτρο· καὶ μέσω αὐτοῦ τὸν ἐπικαλοῦντο ὡς μία ἐπιμερισμένη φύση.

Πράγματι, οἱ Τιτᾶνες εἶναι θυρσοφόροι,· ὁ Προμηθέας ἔκρυψε τὸ πῦρ σὲ θῦρσο ἢ καλάμι· εἴτε θεωρηθεῖ ὡς ἡ ἀναγωγὴ τοῦ οὐράνιου φωτὸς σὲ γένεση· ἢ ὡς δημιουργία ἢ ἐνσωμάτωση τῆς ψυχῆς στὸ σῶμα· ἢ τῆς κλήσης τοῦ θείου φωτὸς (τὸ σύνολο τοῦ ὁποίου εἶναι ἄνευ γενέσεως) εἰς γένεσιν. Ὡς ἐκ τούτου, ὁ Σωκράτης καλεῖ τὸ πλῆθος Ὀρφικὰ «θυρσοφόρους», ἐπειδὴ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὴν Τιτανικὴ ζωή».

Ὅσον ἀφορᾶ στὴν μυστικὴ ἔννοια τοῦ μύθου ποὺ διαμόρφωσε τὸ κύριο μέρος τῆς μυστικῆς τελετῆς, ἐξετάζοντας τὴν σημασία τῶν συμβόλων, ποὺ σύμφωνα μὲ τὸν Κλήμη τὸν Ἀλεξανδρέα, ἀνήκουν στὶς Βακχικὲς τελετές· αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ στοὺς ἀκόλουθους Ὀρφικοὺς στίχους:

Ἕνας τροχός, ἕνα κουκουνάρι καὶ ἀπείθαρχος παίζει,
κινοῦν καὶ λυγίζουν τὰ ἄκρα μὲ διάφορους τρόπους:
Μὲ αὐτὰ οἱ χρυσοὶ καρποὶ τῶν Ἑσπερίδων μίγνυνται,
ποὺ οἱ περικαλλεῖς νύμφες μὲ θεία φωνὴ προστατεύουν
.

Στὸ ὁποῖο ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς προσθέτει ἕναν καθρέπτη, μία τουλούπα μαλλὶ καὶ τὸν ἀστράγαλο. Κατ’ ἀρχάς, σὲ σχέση μὲ τὸν τροχό, ὁ Διόνυσος, ὅπως ἔχουμε ἤδη ἐξηγήσει, εἶναι ὁ ἐγκόσμιος νοῦς καὶ ὁ νοῦς εἶναι μία κλημάτινη (κλιμακούμενη), ἢ μεταλλασσόμενη φύση, τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ κατάλληλο σύμβολο τῆς νοερῆς ἐνέργειας ἀπὸ ἕνα τροχὸ ἢ μία σφαίρα: ἐξάλλου, ὅπως ὁ διαμελισμὸς τοῦ Διονύσου σηματοδοτεῖ τὴν εἰσδοχή τοῦ νοεροῦ φωτὸς μέσα στὴν ὕλη (τοῦ γίγνεσθαι) καὶ τὴν μετατροπὴ του ταυτόχρονα στὴν πηγή του, κι αὐτὸ εὔστοχα συμβολίζεται μὲ τὸν τροχὸ ἢ τὴν σφαίρα.

Στὴν δεύτερη θέση, ἕνα κουκουνάρι, μὲ τὸ κωνικὸ σχῆμα του, εἶναι ἕνα διευκρινιστικὸ σύμβολο γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ νοερά φώτιση προοδεύει ἀπὸ τὴν ἀρχή του στὴν ὑλικὴ φύση. «Ἡ ψυχή», λέει ὁ Μακρόβιος, «ξεκινῶντας ἀπὸ ἕνα στρογγυλὸ σχῆμα, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ μόνη θεϊκὴ μορφή, διαμορφώνεται σὲ κῶνο ἀπὸ τὴν ῥοὴ πρὸς τὰ κάτω». Τὸ ἴδιο ἰσχύει συμβολικὰ καὶ γιὰ τὸν νοῦ. Ὡς πρὸς τὰ ἀπείθαρχα παιχνίδια ποὺ λυγίζουν τὰ ἄκρα (ἀστράγαλους), αὐτὸ ὑπαινίσσεται προφανῶς τὶς Τιτανικὲς τέχνες, μὲ τὶς ὁποῖες εἶχαν γητεύσει τὸν Διόνυσο καὶ μυσταγωγικὰ σημαίνει τὶς ἐνέργειες τοῦ ἐγκόσμιου νοός, θεωροῦνται ἔτσι σύμφωνα μὲ μία φαινομενικὴ καὶ διαιρετὴ κατάσταση.

Ὅμως τὰ χρυσὰ μῆλα τῶν Ἑσπερίδων, ἀποσυμβολίζουν τὴν ἀγνὴ καὶ ἄφθαρτη φύση τοῦ νοῦ ἢ τὸν Διόνυσο, στὸν ὁποῖο συμμετεῖχε ὁ κόσμος· τὸ χρυσὸ μῆλο, σύμφωνα μὲ τὸν Σαλλούστιο, εἶναι ἕνα σύμβολο τοῦ κόσμου· καὶ αὐτὸ χωρὶς ἀμφιβολία λόγω τοῦ ἐξωτερικοῦ του σχήματος καὶ λόγω τοῦ ἄφθαρτου νοῦ ποὺ περιέχει, καθὼς μὲ τὴν ἔκλαμψή του κοσμεῖται ἐξωτερικά· χρυσό, λόγω του ὅτι ποτὲ δὲν ὑπόκειται σὲ φθορά, ὑποδηλώνει εὔστοχα τὴν ἄφθαρτη καὶ ἄϋλη φύση. Ὁ καθρέπτης, εἶναι τὸ ἑπόμενο σύμβολο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχει ἤδη δοθεῖ ἐξήγηση. Ὡς πρὸς τὴν προβιά, αὐτὸ εἶναι ἕνα σύμβολο τοῦ τεμαχισμοῦ, ἢ τῆς διανομῆς τοῦ νοῦ ἢ τοῦ Διονύσου, μέσα στὴν ὕλη (γίγνεσθαι)· Τὸ ρῆμα ‹dilanio›, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖται σὲ σχέση μὲ τὸν Βακχικὸ τεμαχισμό, σημαίνει νὰ σχιστεῖ σὲ κομμάτια ὅπως τὸ μαλλί: καὶ ὡς ἐκ τούτου, ὁ Ἰσίδωρος λαμβάνει τὴν Λατινικὴ λέξη Lana, ὡς μαλλί, ἀπὸ τὸ λανάρω, ὡς vellus vellendo. Οὔτε πρέπει νὰ περάσει ἀπαρατήρητο, τὸ ὅτι «ληνός», στὰ Ἑλληνικά, σημαίνει μαλλὶ καὶ «λῆνος», τὸ πατητήρι τῶν σταφιλιῶν.

Πράγματι, τὸ πάτημα τῶν σταφυλιῶν εἶναι τόσο ἐμφανὲς σύμβολο τῆς διασπορᾶς, ὅπως τὸ λανάρισμα τοῦ μαλλιοῦ· τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἦταν ἀναμφίβολα ἕνας κύριος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο τὰ σταφύλια ἀφιερώθηκαν στὸν Βάκχο: τὸ σταφύλι, πρὶν ἀπὸ τὴν συμπίεσή του, εὔστοχα ἀντιπροσωπεύει αὐτὸ ποὺ εἶναι ἑνοποιημένο· καὶ ὅταν πιέζεται καὶ γίνεται χυμός, εὔστοχα ἀντιπροσωπεύει τὴν διασπορά/διοχέτευση αὐτοῦ ποὺ ἦταν πρὶν ἑνοποιημένο καὶ ὁλόκληρο.

Τέλος, τὰ «ὀστᾶ τοῦ ἀστραγάλου», ὅπως εἶναι κυρίως ὑποταγμένα στὴν προοδευτικὴ κίνηση τῶν ζώων, ἀνήκουν ὀρθότατα, στὰ μυστικὰ σύμβολα τοῦ Βάκχου· δεδομένου ὅτι σημαίνει ἀναμφίβολα τὶς προόδους αὐτῆς τῆς θεότητας στὶς περιφέρειες τῆς φύσης: ἡ φύση ἢ ἡ διαιρεμένη ζωὴ ποὺ συνυπάρχει μὲ τὸ σῶμα τὸ ὁποῖο παράγει σπόρους, ἄμεσα ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν Βάκχο. Ὡς ἐκ τούτου, μᾶς πληροφορεῖ ὁ Πρόκλος, στὸν «Τίμαιο», ὅτι τὰ γεννητικὰ τμήματα αὐτοῦ τοῦ θεοῦ ἐκφράζονται ἀπὸ τοὺς θεολόγους ὡς «Ἄρτεμις» καὶ αὐτός ἐξουσιάζει στὸ σύνολο τῆς παραγωγῆς μέσα στὴ φύση, ὀδηγεῖ στὸ φῶς ὅλα τὰ φυσικὰ αἴτια καὶ ἐκτείνεται μία ἄπειρη δύναμη ἄνωθεν, ἀκόμη καὶ στὶς ὑπόγειες σφαῖρες.

Ὡς ἐκ τούτου, ἀντιλαμβανόμαστε τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο, στὸν Ὀρφικὸ ὕμνο πρὸς τὴν Φύση, ἡ θεὰ περιγράφεται ὡς «ἄψοφον ἀστραγάλοισι ποδῶν ἴχνος εἱλίσσουσα» καὶ εἶναι ἄξιο παρατήρησης ὅτι σὲ αὐτὸν τὸν ὕμνο τῆς Φύσεως τιμᾶται ὡς Τύχη, σύμφωνα μὲ τὴν περιγραφὴ τῆς θεᾶς στὴν ὁποία ἀπεικονίζεται νὰ στέκεται μὲ τὰ πόδια της σὲ ἕναν τροχό, στὸν ὁποῖο συνεχῶς γυρίζει μὲ μία προοδευτικὴ κίνηση· ὅπως ὁ ἀκόλουθος στοῖχος ἀπὸ τὸν ἴδιο ὕμνο ἐπιβεβαιώνει ἀπολύτως: «κυκλοτερής, ἀλλοτριομορφοδίαιτε», φαίνεται ὑπέροχο τὸ ὅτι ἡ Φύση θὰ πρέπει νὰ τιμᾶται καὶ ὡς Τύχη· ἡ τύχη στὸν Ὀρφικὸ ὕμνο πρὸς τὴν θεότητα ἀποκαλεῖται Ἄρτεμις: καὶ ἡ σελήνη, εἶναι ἡ ‹εὐδιάκριτη εἰκόνα τῆς Φύσης›· καὶ μάλιστα ἡ φαινομενικὴ ἀστάθεια τῆς Τύχης εἶναι μία ἀποδεικτικὴ συμφωνία μὲ τὴν κυμαινόμενη κατάσταση κατὰ τὴν ὁποία οἱ δικαιοδοσίες τῆς φύσης ἀενάως ἐμπλέκονται.

Τέλος, μένει νὰ ἐξηγήσουμε τὸ μυστικὸ νόημα τῆς ἱερῆς ἐνδυμασίας τὴν ὁποία οἱ μυημένοι στὰ Διονυσιακὰ μυστήρια φοροῦσαν, ὥστε νὰ πραγματοποιηθεῖ ὁ θρονισμός· ὁ μυούμενος κάθεται μὲ δέος σὲ ἕναν θρόνο, γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση οἱ ἄλλοι μύστες χορεύουν. Τὰ δρώμενα ποὺ τελοῦσαν περιγράφονται στοὺς Ὀρφικοὺς στοίχους διατηρημένα ἀπὸ τὸν Μακρόβιο στὸ πρῶτο βιβλίο του, Κρόνια (Saturnalia).

Ταῦτα γὲ πάντα τελεῖν ἱερᾲ σκηνῂ πυκάσαντα,
Σῶμα θεοῦ πλάττειν ἐριαύγους ἠείλσιο.
Πρῶτα μὲν ἀργυρέαις ἀναλίγκιον ἀκτίνεσσιν
Πέπλων φοινικερόν πυριίκελον ἀμφιβάλεσθαι
Αὐταρ ὑπερθενέβροιο παναιόλου εὐρὺ καθάψαι
Δέρμα πολύστικτων δέρας κατὰ δεξιῶν ὤμων,
Ἄστρων δαιδάλεων μιμίμ’ ἱεροῦ τὲ πολοῖο.
Εἴτα δ’ ὑπέρθε νίδρης χρυσίων ζωστήρα βάλεσθαι
Παμφανόωντα πέριξ στερνῶν φορέειν μέγα σῆμα
Εὐθὺς ὅτ’ ἐκ περάτῳ γαίης Φαέθων ἀνόρουσων
Χρυσείαις ἀκτίσι Βάλη ῥοῶν ὠκεάνοιο,
Αὐγὴ δ’ ἄσπετος ἡ, ἀνὰ δὲ δροσᾧ ἀμφιμιγείσα
Μαρμαίρη δίνησιν ἀλισσομένη κατὰ κύκλων,
Πρόσθε θεοῦ, ζώνη δ’ ἄρ’ ὑπὸ στερνῶν ἀμέτρητων
Φαίνετ, ἄρ’ ὠκεανοῦ κύκλος, μέγα θαύμ’ εἰσίδεσθαι.

Καταρχάς, γιὰ ποιὸ λόγο τὸ μυστικιστικὸ ἔνδυμα ποὺ ἀνήκει στὸν Βάκχο συμβολίζει τὸν ἥλιο. Ὁ λόγος εἶναι ἐμφανὴς ἀπὸ τὶς ἀκόλουθες παρατηρήσεις: σύμφωνα μὲ τὴν Ὀρφικὴ θεολογία, ὁ νοῦς τοῦ κάθε πλανήτη ὀνομάζεται Βάκχος, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται σὲ κάθε πλανήτη μὲ διαφορετικὸ ἐπίθετο· ἔτσι ὥστε ὁ νοῦς τοῦ ἡλιακοῦ θεοῦ ὀνομάζεται Βάκχος Τριετηρικός.

Στὴ δεύτερη θέση, δεδομένου ὅτι ἡ θεότητα τοῦ ἥλιου, σύμφωνα μὲ τὰ μυστήρια τῆς ἀρχαίας θεολογίας ἔχει ὑπερκόσμια καθὼς καὶ ἐγκόσμια ὑπόσταση καὶ εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀναγωγικῆς ἢ νοερῆς φύσης· ὡς ἐκ τούτου θεωρεῖται ὑπερκόσμια, θὰ πρέπει νὰ παράγει καὶ νὰ ὁριοθετεῖ τὸν ἐγκόσμιο νοῦ, ἢ τὸν Διόνυσο, στὴν οὐσία του· διότι ὅλα τὰ ἐγκόσμια περιέχονται στὶς ὑπερκόσμιες θεότητες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες καὶ παράγονται. Ὡς ἐκ τούτου ὁ Πρόκλος, στὸν ὕμνο του στὸν Ἥλιο, λέγει, «τὸν τιμοῦν μὲ ὕμνους ὡς πολυφεγγῆ Γονέα τοῦ Διονύσου».

Τρίτον, εἶναι μέσω τῆς συμβίωσης τοῦ Διονύσου μέσα στὸν ἥλιο τὸ ὅτι ὁ φωστῆρας ἀποκτᾶ τὴν κυκλικὴ πρόοδο, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸν ἀκόλουθο Ὀρφικὸ στοίχο, στὸν ὁποῖο, μιλώντας γιὰ τὸν ἥλιο, λέγεται, ὅτι «ὀνομάζεται Διόνυσος, διότι φέρεται μὲ μία κυκλικὴ κίνηση μέσα στοὺς ἐκτεταμένους οὐρανούς» καὶ αὐτὸ σὲ ὕψιστο σεβασμό, δεδομένου ὅτι ὁ νοῦς, ὅπως ἔχουμε ἤδη παρατηρήσει, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου μία μεταλλασσόμενη καὶ κλιμακούμενη φύση: ἔτσι, εἶναι ἀρκετὰ σαφὲς γιατί τὸ ἔνδυμα τοῦ Διονύσου παρουσιάζεται ὅτι ἀνήκει στὸν ἥλιο. Τὸ πέπλο, ποὺ ὁμοιάζει μὲ ἕνα μεῖγμα πύρινου φωτός, εἶναι μία προφανής εἰκόνα τοῦ ἡλιακοῦ πυρός.

Ὅπως τὸ στιγματισμένο δέρμα τοῦ μουλαριοῦ, τὸ ὁποῖο συμβολίζει τὸν ἔναστρο οὐρανό, δὲν εἶναι τίποτα περισσότερο ἀπὸ μία εἰκόνα τῆς σελήνης· αὐτὸς ὁ φωστήρας, σύμφωνα μὲ τὰ σχόλια τοῦ Πρόκλου γιὰ τὸν Ἡσίοδο, μοιάζει μὲ τὴν μικτὴ φύση τοῦ μουλαριοῦ· «ποὺ γίνεται σκοτεινὴ μέσω τῆς μεθέξεως μὲ τὴν γῆ καὶ τὸ ἀληθινὸ φῶς της ἀπορρέει ἀπὸ τὸν ἥλιο». Ἔτσι ὥστε τὸ στιγματισμένο δέρμα τοῦ μουλαριοῦ συμβολίζει τὴν σελήνη ποὺ συμμετάσχει μὲ ἕνα πλῆθος ἀστέρων: ὡς ἐκ τούτου, ὁ Ὀρφικὸς ὕμνος στὴ Σελήνη, ὅπου τιμᾶται ἡ θεότητα τὴν χαρακτηρίζει, ὡς «λαμπετίη, καλοῖς ἄστροισι βρύουσα» και «ἀστράρχης».

Στὸ ἑπόμενο μέρος, ἡ χρυσὴ ζώνη εἶναι ὁ κύκλος τοῦ Ὠκεανοῦ, ὅπως οἱ τελευταῖοι στοίχοι ἀποδεικνύουν. Ἀλλά, διερωτᾶται κανείς, τί σχέση ἔχει ἡ ἄνοδος τοῦ ἥλιου μέσα ἀπὸ τὸν ὠκεανὸ καὶ τὰ ὅρια τῆς γῆς καὶ τῆς νύκτας, μὲ τὶς περιπέτειες τοῦ Διονύσου· ἀπαντῶ, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπινοηθεῖ ἕνα σύμβολο πιὸ ὄμορφα τοποθετημένο γιὰ αὐτὸν τὸ σκοπό: κατὰ πρῶτο λόγο, δὲν εἶναι ὁ ὠκεανὸς ἕνα κατάλληλο ἔμβλημα τῆς ὑλικῆς φύσης πού στροβιλίζεται θυελλώδης καὶ ἀενάως κινεῖται χωρὶς ἀνάπαυση; Δὲν εἶναι ὁ ἥλιος ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὰ ἄγρια βάθη του ἕνα διαυγὲς σύμβολο τῆς νοερῆς φύσης, προφανῶς ἕλκοντας ἀπὸ τὸ σκοτάδι καὶ τὸ ταλαντευόμενο δοχεῖο τῆς ὕλης καὶ ποὺ παρέχει τὴ μορφὴ καὶ τὴν ὀμορφιὰ στὸν αἰσθητὸ κόσμο μέσω τοῦ φωτός του; Λέω προφανῶς ἕλκοντας, ἂν καὶ ἡ διάνοια (νοῦς) διαχέει πάντα τὸ μεγαλεῖο της μὲ ἀμετάβλητη ἐνέργεια, ἀλλὰ δὲν γίνεται πάντα ἀντιληπτὴ ἀπὸ τὰ ὑποκείμενα τῆς ἀκτινοβολίας τῆς· ἐντούτοις, ὡς αἰσθητὲς φύσεις μποροῦν νὰ λάβουν μόνο ἐν μέρει καὶ διαδοχικὰ τὰ ὠφέλη τῆς θεϊκῆς ἀκτινοβολίας, ἄρα μύθοι σχετικὰ μὲ τὴν μεταδοτικὴ ἐγκόσμια μέθεξη, μὲ σκοπὸ τὴν ἀπόκρυψη σύμφωνα μὲ τὰ φαινόμενα, τῆς ἀτέλειας τῶν κατώτερων φύσεων ὡς πρὸς τὰ ὑπέρτατα.

Ἡ περιγραφὴ αὐτή, τοῦ ἀνατέλλοντος ἡλίου, εἶναι ἕνα ὄμορφο σύμβολο τῆς ἀποκατάστασης τοῦ Βάκχου, τὸ ὁποῖο, ὅπως ἔχουμε ἤδη παρατηρήσει, δὲν σημαίνει τίποτε περισσότερο ἀπὸ τὴν αὔξηση τοῦ νοεροῦ φωτὸς καὶ τὴν ἐπακόλουθη ἐμφάνισή του σὲ ὑφιστάμενες μορφές.

Ὅσο γιὰ τὰ μυστήρια του Βάκχου, ὅπως καὶ τῆς Δήμητρας, ἀφοροῦν ἐν μέρει στὴν κάθοδο τῆς μεμονωμένης μερικῆς διάνοιας / νοῦ στὴν ὕλη καὶ τὴν κατάστασή της, καθὼς εἶναι ἑνωμένη μὲ τὸν σκοτεινὸ θάλαμο τοῦ σώματος. Ὅμως φαίνεται νὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο, καθὼς στὸν μῦθο τῆς Δήμητρας καὶ τῆς Φερσεφόνης, ἡ κάθοδος τοῦ συνόλου τῆς λογικῆς ψυχῆς ἐξετάζεται· καὶ ὅσον ἀφορᾶ στὸν Βάκχο, ἡ διανομὴ καὶ ἡ ἐκπόρευση τοῦ ὑπέρτατου τμήματος τῆς φύσης μας ποὺ σωστὰ χαρακτηρίζεται μὲ τὸ ἐπίθετο νοημοσύνη/νοῦς.

Στὴ σύνθεση τοῦ κάθε μύθου μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὰ ἴδια ἴχνη τῆς σοφίας καὶ ἀπόκρυφης θεολογίας· μία πλέον ἀξιοθαύμαστη θεολογία ὅλων τῶν ἄλλων γιὰ τὴν ἀρχαιότητά της καὶ ἀξιοθαύμαστη γιὰ τὴν ἀριστεία καὶ τὴν ἀντικειμενικὴ προσέγγισή της πρὸς τὴν ἀλήθεια: σὲ κάθε μῦθο μποροῦμε νὰ διακρίνουμε εὔκολα τὴν ἄγνοια καὶ μοχθηρία τῶν χριστιανῶν ἱερέων, ἀπὸ τοὺς πρώτους πατέρες ἕως τοὺς πιὸ σύγχρονους ἐμπόρους τῆς ὑποκρισίας, ἐξαπάτησης, ἀνειλικρίνειας, προσποίησης καὶ ψευδευλάβειας· σὲ κάθε ἀναγνώστη καὶ σὲ κάθε νοήμονα τροφοδοτοῦν καὶ προκαλοῦν τὴν θλίψη καὶ τὴν ἀγανάκτηση, τὴν περιφρόνηση καὶ τὸν οἶκτο, στὰ βάρβαρα μυθολογικὰ συστήματα τῶν σύγχρονων: σὲ αὐτὰ δὲν συναντᾶμε τίποτε ἄλλο παρὰ ἀνοησία καὶ αὐταπάτη· ἀπόψεις ποὺ διαμορφώθηκαν εἴτε μὲ φανατισμὸ ἢ μὲ ἀθεϊσμό, ἀπίστευτα παράλογες καὶ σκοτεινές, μάταιες καὶ γελοῖες, τερατωδῶς παραμορφωμένες, βλακωδῶς θαμπὲς μὲ ἄφρονα ζῆλο, ἀποστολικὰ παραληρήματα ἢ ἱστορικὴ ἀνεπάρκεια· καί, μὲ ἀλαζονεία καὶ ἄγνοια, προπαγανδίζουν καὶ διαδίδουν ἀσέβεια καὶ ἀνούσιο πνεῦμα στὴν ἀνθρωπότητα καὶ ποὺ τὴν ἀναγκάζουν νὰ παραδεχθεῖ.

Κλείνουμε, μὲ τὴν παρουσίαση ἑνὸς πολύτιμου καὶ κομψοῦ ὕμνου τοῦ Πρόκλου «ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΝ ΠΟΛΥΜΗΤΙΝ», Τὸ πρωτότυπο εἶναι πολὺ κομψὸ καὶ εὐσεβὲς καὶ περιέχει ἕνα συγκεκριμένο μυθολογικὸ μήνυμα ποὺ δὲν βρίσκεται ἀλλοῦ. Ἔχει ἐπίσης μία ξεκάθαρη σχέση μὲ τὸν προηγούμενο μῦθο τοῦ Διονύσου, ὅπως εἶναι προφανὲς μὲ τὸ διάβασμα τοῦ ὕμνου· γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο εἰσήχθη στὸ παρὸν δοκίμιο.

ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΝ ΠΟΛΥΜΗΤΙΝ τοῦ Πρόκλου

«Κλῦθί μευ, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, ἡ γενετῆρος πηγῆς ἐκπροθοροῦσα καὶ ἀκροτάτης ἀπὸ σειρῆς· ἀρσενόθυμε, φέρασπι, μεγασθενές, ὀβριμοπάτρη,Παλλάς, Τριτογένεια, δορυσσόε, χρυσεοπήληξ, κέκλυθι· δέχνυσο δ᾽ ὕμνον ἐύφρονι, πότνια, θυμῷ, μηδ᾽ αὔτως ἀνέμοισιν ἐμόν ποτε μῦθον ἐάσῃς, ἡ σοφίης πετάσασα θεοστιβέας πυλεῶνας καὶ χθονίων δαμάσασα θεημάχα φῦλα Γιγάντων· ἣ πόθον Ἡφαίστοιο λιλαιομένοιο φυγοῦσα παρθενίης ἐφύλαξας ἑῆς ἀδάμαντα χαλινόν· ἣ κραδίην ἐσάωσας ἀμιστύλλευτον ἄνακτος αἰθέρος ἐν γυάλοισι μεριζομένου ποτὲ Βάκχου Τιτήνων ὑπὸ χερσί, πόρες δέ ἑ πατρὶ φέρουσα, ὄφρα νέος βουλῇσιν ὑπ᾽ ἀρρήτοισι τοκῆος ἐκ Σεμέλης περὶ κόσμον ἀνηβήσῃ Διόνυσος· ἧς πέλεκυς, θήρεια ταμὼν προθέλυμνα κάρηνα, πανδερκοῦς Ἑκάτης παθέων ηὔνησε γενέθλην· ἣ κράτος ἤραο σεμνὸν ἐγερσιβρότων ἀρετάων· ἣ βίοτον κόσμησας ὅλον πολυειδέσι τέχναις δημιοεργείην νοερὴν ψυχαῖσι βαλοῦσα· ἣ λάχες ἀκροπόληα καθ᾽ ὑψιλόφοιο κολώνης, σύμβολον ἀκροτάτης μεγάλης σέο, πότνια, σειρῆς· ἣ χθόνα βωτιάνειραν ἐφίλαο, μητέρα βίβλων, πατροκασιγνήτοιο βιησαμένη πόθον ἱρόν, οὔνομα δ᾽ ἄστεϊ δῶκας ἔχειν σέο καὶ φρένας ἐσθλάς· ἔνθα μάχης ἀρίδηλον ὑπὸ σφυρὸν οὔρεος ἄκρον σῆμα καὶ ὀψιγόνοισιν ἀνεβλάστησας ἐλαίην, εὖτ᾽ ἐπὶ Κεκροπίδῃσι Ποσειδάωνος ἀρωγῇ μυρίον ἐκ πόντοιο κυκώμενον ἤλυθε κῦμα, πάντα πολυφλοίσβοισιν ἑοῖς ῥεέθροισιν ἱμάσσον. κλῦθί μευ, ἡ φάος ἁγνὸν ἀπαστράπτουσα προσώπου· δὸς δέ μοι ὄλβιον ὅρμον ἀλωομένῳ περὶ γαῖαν, δὸς ψυχῇ φάος ἁγνὸν ἀπ᾽ εὐιέρων σέο μύθων καὶ σοφίην καὶ ἔρωτα· μένος δ᾽ ἔμπνευσον ἔρωτι τοσσάτιον καὶ τοῖον, ὅσον χθονίων ἀπὸ κόλπων αὖ ἐρύσῃ πρὸς Ὄλυμπον ἐς ἤθεα πατρὸς ἐῆος. εἰ δέ τις ἀμπλακίη με κακὴ βιότοιο δαμάζει – οἶδα γάρ, ὡς πολλοῖσιν ἐρίχθομαι ἄλλοθεν ἄλλαις πρήξεσιν οὐχ ὁσίαις, τὰς ἤλιτον ἄφρονι θυμῷ -, ἵλαθι, μειλιχόβουλε, σαόμβροτε, μηδέ μ᾽ ἐάσῃς ῥιγεδαναῖς Ποιναῖσιν ἕλωρ καὶ κύρμα γενέσθαι κείμενον ἐν δαπέδοισιν, ὅτι τεὸς εὔχομαι εἶναι. δὸς γυίοις μελέων σταθερὴν καὶ ἀπήμον᾽ ὑγείην, σαρκοτακῶν δ᾽ ἀπέλαυνε πικρῶν ἀγελάσματα νούσων, ναί, λίτομαι, βασίλεια, καὶ ἀμβροσίῃ σέο χειρὶ παῦσον ὅλην κακότητα μελαινάων ὀδυνάων. δὸς βιότῳ πλώοντι γαληνιόωντας ἀήτας, τέκνα, λέχος, κλέος, ὄλβον, ἐυφροσύνην ἐρατεινήν, πειθώ, στωμυλίην φιλίης, νόον ἀγκυλομήτην, κάρτος ἐπ᾽ ἀντιβίοισι, προεδρίην ἐνὶ λαοῖς. κέκλυθι, κέκλυθ᾽, ἄνασσα· πολύλλιστος δέ σ᾽ ἱκάνω χρειοῖ ἀναγκαίῃ· σὺ δὲ μείλιχον οὖας ὑπόσχες.

Εἰσάκουσέ με, τέκνο τοῦ ἀσπιδοφόρου Διός, ποὺ ξεπήδησες ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ γεννήτορα καὶ ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς σειρᾶς, ἀντρόψυχη, ἀσπιδοφόρα, μεγαλοδύναμη, κόρη τοῦ ἰσχυροῦ πατέρα, Παλλάδα, Τριτογένεια, χρυσόκρανη ἐσὺ ποὺ κραδαίνεις τὸ δόρυ, εἰσάκουσέ με. Δέξου, δέσποινα, τὸν ὕμνο μὲ διάθεση εὐμενῆ καὶ μὴν ἀφήσεις ποτὲ ἔτσι τὰ λόγιά μου στὸ ἔλεος τῶν ἀνέμων, ἐσὺ ποὺ ἄνοιξες τὶς θεοπάτητες πῦλες τῆς σοφίας καὶ δάμασες τὰ φύλλα τῶν χθόνιων Γιγάντων ποὺ πολέμησαν τοὺς θεούς, ἐσὺ ποὺ ἀποφεύγοντας τὸν πόθο τοῦ ἐρωτοχτυπημένου Ἡφαίστου διαφύλαξες τὸ ἀδάμαστο χαλινάρι τῆς παρθενίας σου. Ἐσὺ ποὺ στὸν αἰθέρα ἔσωσες ἀκέραιη τὴν καρδιὰ τοῦ βασιλέα Βάκχου, ὁ ὁποῖος κάποτε σπαράχτηκε ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Τιτάνων, καὶ τὴν πῆρες καὶ τὴν ἔφερες στὸν πατέρα, γιὰ νὰ ξαναγεννηθεῖ στὸν Κόσμο ἕνας νέος Διόνυσος ἀπὸ τὴν Σεμέλη σύμφωνα μὲ τὶς ἄρρητες βουλὲς τοῦ πατέρα. Ἐσὺ ποὺ ὁ πέλεκύς σου, ἀφοῦ ἔκοψε σύρριζα τὰ θηριώδη κεφάλια, σταμάτησε τὴν γέννεση τῶν παθῶν τῆς παντεπόπτριας Ἑκάτης. Ἐσὺ ποὺ ἀγάπησες τὴν σεβαστὴ δύναμη τῶν ἀρετῶν ποὺ ἀφυπνίζουν τοὺς θνητούς. Ἐσὺ ποὺ στόλισες ὁλόκληρη τὴν ζωὴ μὲ πολύμορφες τέχνες βάζοντας μέσα στὶς ψυχὲς νοερὴ δημιουργία. Ἐσὺ ποὺ ἔλαβες τὴν Ἀκρόπολη στὴν ψηλόκορφο βράχο, σύμβολο, δέσποινα τῆς κορυφῆς τῆς μεγάλης σου σειρᾶς. Ἐσὺ ποὺ ἀγάπησες τὴν ἀντροθρέφτρα γῆ, τὴ μητέρα τῶν βιβλίων, ἀντιστεκόμενη στὸν ἱερὸ πόθο τοῦ πατραδελφοῦ σου, καὶ ἔδωσες στὴν πόλη νὰ ἔχει τὸ ὄνομα καὶ τὴν εὐγενῆ σοφία σου. Ἐκεῖ, κάτω ἀπὸ τὶς παρυφὲς τῆς κορφῆς τοῦ βουνοῦ ἔκανες νὰ βλαστήσει μία ἐλιά, σημάδι τῆς μάχης ὁλοφάνερο γιὰ τοὺς μεταγενέστερους. Τότε μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ποσειδώνα ἕνα τεράστιο κύμα ποὺ σηκώθηκε ἀπὸ τὴν θάλασσα ἔπεσε πάνω στοὺς ἀπογόνους τοῦ Κέκροπα, πλήττοντας τὰ πάντα μὲ τὰ πολυτάραχα νερά του.

Εἰσάκουσε μέ, ἐσὺ ποὺ ἀκτινοβολεῖς ἁγνὸ φῶς ἀπὸ τὸ πρόσωπό σου. Δῶσε μακάριο λιμάνι σὲ μένα ποὺ περιπλανιέμαι περὶ γαία, δῶσε στὴν ψυχή μου ἀγνὸ φῶς, σοφία καὶ ἔρωτα ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς μύθους σου. Ἔμπνευσε στὸν ἐρωτά μου τόση καὶ τέτοια δύναμη, ὥστε ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς γῆς νὰ μὲ τραβήξει καὶ πάλι πρὸς τὸν Ὄλυμπο, στὴν κατοικία τοῦ πατέρα σου. Κι ἂν κάποιο βαρὺ σφάλμα τῆς ζωῆς μου μὲ δαμάζει - γιατί γνωρίζω ὅτι μαστίζομαι ἀπὸ πολλές, κάθε φορὰ διαφορετικές, ἀνόσιες πράξεις, τὶς ὁποῖες διέπραξα μὲ ἀσύνετο θυμὸ - , λυπήσου μέ, θεὰ μὲ τὴν γλυκιὰ βουλή, Σώτειρα τῶν θνητῶν καὶ μὴ μὲ ἀφήσεις νὰ γίνω λάφυρο καὶ ἕρμαιο τῶν τρομερῶν Ποινῶν πεσμένο στὸ ἔδαφος. Γιατί καυχιέμαι ὅτι ἀνήκω σὲ σένα. Δῶσε στὰ μέλη μου σταθερὴ καὶ ἀβασάνιστη ὑγεία, καὶ διῶχνε τὶς ἀγέλες τῶν πικρῶν νόσων ποὺ λειώνουν τὴ σάρκα, ναὶ ἱκετεύω, βασίλισσα καὶ μὲ τὸ ἀθάνατο χέρι σου σταμάτησε ὅλη τὴν ἀθλιότητα τῶν μαύρων πόνων. Δῶσε στὸ ταξίδι τῆς ζωῆς μου ἤπιους ἀνέμους, παιδιά, σύζυγο, κλέος, λατρευτὴ χαρά, πειθῶ, συζητήσεις μὲ φίλους, εὔστροφο νοῦ, δύναμη ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, ἐξέχουσα θέση μεταξὺ τοῦ λαοῦ. Εἰσάκουσέ με, εἰσάκουσέ με, βασίλισσα. Ἐνώπιόν σου προσέρχομαι μὲ θερμὲς ἱκεσίες λόγω ἐπιτακτικῆς ἀνάγκης. Κι ἐσὺ εἰσάκουσέ με μὲ εὐμένεια
».

Εἶναι πολὺ σημαντική μᾶς λέγει ὁ Τάϊλορ σὲ αὐτὸν τὸν ὕμνο ἡ ἀναφορά στὰ κατορθώματα τῆς Ἀθηνᾶς σὲ σχέση μὲ τὴν ἀποκεφάλιση τῶν ἄγριων θηρίων μὲ πέλεκυν καὶ στόν Ὀρφικὸ ὕμνο τῆς Ἀθηνᾶς ἡ αναφορά περί γοργοφόνης.

Περὶ τοῦ προνομίου ποὺ ἀπέκτησεν ἡ Ἀθηνᾶ νὰ διατηρήση ἰδιαίτερον τὸν λόγον ἢ τὴν «νοερὰν καρδίαν τοῦ Διονύσου» κατὰ τοὺς Διονυσιακοὺς διαμελισμοὺς πρβ. Πρόκλ. ἐν Παρ. 11, 57, ἐν Κρατ. 115, ἐν Τιμ. 184 D, 200 C.

Μᾶλλον πρόκειται περὶ τῶν Γοργόνων. Εἰς τὸν 32 Ὕμν. τοῦ Ὀρφέως, στ. 8 καλεῖται ἡ θεὰ «Γοργοφόνος» (ὡς θανατώσασα τὴν Μέδουσαν - Γοργῶ). Τὸν μῦθον ἐπαναλαμβάνει ὁ Εὐριπίδης εἰς τὸν Ἴωνα V 990 κ. ἐφ. Κατά τινα ἄλλην παράδοσιν, ἡ Ἑκάτη ἐθεωρεῖτο ὡς σύζυγος τοῦ Φόρκυος τὸν ὁποῖον ἐθεώρουν ὡς πατέρα τῶν Γοργόνων. Ὥστε ἡ Ἑκάτη ἔπρεπε νὰ ἦτο ἡ μητέρα τῶν Γοργόνων. Ἀποκόπτουσα λοιπὸν ἡ Ἀθηνᾶ τὴν κεφαλὴν τῶν Γοργόνων, δῆλα δὴ ἀποκόπτουσα μέχρι τῆς ῥίζης των τὰ σπέρματα τὴς ἀναταραχῆς, τῶν φόβων, τῶν μεταμελειῶν καὶ τῶν ἰλίγγων ποὺ μᾶς προκαλεῖ ὁ ὑλικός-γήινος κόσμος, ἡ θριαμβεύουσα αὐτή θεὰ τῆς φωτισμένης γνώσεως, ἐξουδετερώνει πράγματι τὴν πηγὴν τοῦ ἄγχους καὶ τοῦ φόβου. Ἡ Ἑκάτη, πράγματι, ἀπό τινός πλευρᾶς, ἦτο ἡ θεὰ τῶν φαντασιώσεων, τοῦ τρόμου ἐκ τῶν φαντασμάτων. Βλ. Ὀρφικὸν ὕμνον εἰς Ἑκάτην.

Σύμφωνα μέ τά λεγόμενα τοῦ Τάϊλορ, δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ κανέναν συγγραφέα· οὔτε μπόρεσε νὰ βρεῖ τὸ παραμικρὸ ἴχνος, εἴτε στὴν ἱστορία τῆς Ἀθηνᾶς ἢ τῆς Ἑκάτης στὶς ὁποῖες παραπέμπει. Ἐκ τούτου, μάλλον, μπορεῖ νὰ συναχθεῖ εὐλόγως τὸ συμπέρασμα ὅτι ἀνῆκε στὶς ἀπόκρυφες Ὀρφικὲς ἀφηγήσεις σχετικὰ μὲ τὶς θεές, ποὺ ἀπὸ λίγους ἀναφέρονται καὶ θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς δώσουν μία πιὸ ξεκάθαρη πληροφόρηση καθώς τὰ ἔργα αὐτὰ εἶναι δυστυχῶς χαμένα.

Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Σεληνιακῆς σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Λικνίτης Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Θάλεια.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Ἐρμειακῆς σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Σελινεὺς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Εὐτέρπη.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς σφαίρας τῆς Ἀφροδίτης ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Λυσεὺς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Ἐρατώ.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Ἡλιακῆς σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Τριετηρικὸς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Μελπομένη.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς σφαίρας τοῦ Ἄρεως ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Βασσαρεὺς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Κλειώ.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς σφαίρας τοῦ Διὸς ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Σαβάζιος Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Τερψιχόρη
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Κρόνιας σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Ἀμφιετεὺς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Πολύμνια.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Οὐρανίας 8η σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Περικιόνιος Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Οὐρανία.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς (πλανήτης) Γήινης σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Ἐρίβρομος Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Καλλιόπη.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Γήινης σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Πλούτων Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Φερσεφόνη.
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Ὑδάτινης σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Ὠκεάνιος Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Τυθὶς
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Ἀέρινης σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Ἀστραπαῖος Ζεὺς Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Ἥρα
Μέσα στὴν ψυχὴ τῆς Πύρινης σφαίρας ἡ γνωστικὴ δύναμη εἶναι ὁ Φάνης Διόνυσος, ζωοποιοῦσα καὶ κυβερνῶσα τῆς σφαίρας εἶναι ἡ Αὔρα /Αὐρώρα.