Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (842-873)

(ΚΑ.) ἀλλ᾽ ἐγγυῶ παίδων ἐπ᾽ ἀρότῳ γνησίων
τὴν θυγατέρ᾽ ἤδη μειράκιόν σοι προῖκά τε
δίδωμ᾽ ἐπ᾽ αὐτῇ τρία τάλαντα. (ΓΟ.) ἐγὼ δέ γε
845 ἔχω τάλαντον προῖκα τῆς ἑτέρας. (ΚΑ.) ἔχεις;
μὴ δῷς σὺ λίαν. (ΓΟ.) ἀλλ᾽ ἔχω τὸ χωρίον.
‹ΚΑ.› κέκτησ᾽ ὅλον σύ, Γοργία. τὴν μητέρα
ἤδη σὺ δεῦρο τήν τ᾽ ἀδελφὴν μετάγαγε
πρὸς τὰς γυναῖκας τὰς παρ᾽ ἡμῖν. (ΓΟ.) ἀλλὰ χρή.
850 (ΣΩ.) τὴν νύκτα [ταύτην κωμάσωμεν ἐνθαδὶ
πάντες μέν̣[οντες· αὔριον δὲ το]ὺς γάμους
ποήσομεν. καὶ τὸν γέροντα, Γοργία,
κομίσατε δεῦρ᾽· ἕξει τὰ δέοντ᾽ ἐνταῦθ᾽ ἴσως
μᾶλλον παρ᾽ ἡμῖν. (ΓΟ.) οὐκ ἐθελήσει, Σώστρατε.
855 (ΣΩ.) σύμπεισον αὐτόν. (ΓΟ.) ἂν δύνωμαι. (ΣΩ.) δεῖ πότον
ἡμῶν γενέσθαι, παππία, νυνὶ καλόν,
καὶ τῶν γυναικῶν παννυχίδα. (ΚΑ.) τοὐναντίον
πίοντ᾽ ἐκεῖναι, παννυχιοῦμεν οἶδ᾽ ὅτι
ἡμεῖς. παράγων δ᾽ ὑμῖν ἑτοιμάσω τι νῦν
860 προὔργου. ΣΩ. πόει τοῦτ᾽· οὐδενὸς χρὴ πράγματος
τὸν εὖ φρονοῦνθ᾽ ὅλως ἀπογνῶναί ποτε.
ἁλωτὰ γίνετ᾽ ἐπιμελείᾳ καὶ πόνῳ
ἅπαντ᾽. ἐγὼ τούτου παράδειγμα νῦν φέρω·
ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ κατείργασμαι γάμον
865 ‹ὃν› οὐδ᾽ ἂν εἷς ποτ᾽ ᾤετ᾽ ἀνθρώπων ὅλως.
ΓΟ. προάγετε δὴ θᾶττόν ποθ᾽ ὑμεῖς. ΣΩ. δεῦτε δή.
μῆτερ, δέχου ταύτας. ὁ Κνήμων δ᾽ οὐδέπω;
(ΓΟ.) ὃς ἱκέτευεν ἐξαγαγεῖν τὴν γραῦν ἔτι,
ἵν᾽ ᾖ τελέως μόνος καθ᾽ αὑτόν; (ΣΩ.) ὢ τρόπου
870 ἀμάχου. (ΓΟ.) τοιοῦτος. ‹ΣΩ.› ἀλλὰ πολλὰ χαιρέτω.
ἡμεῖς δ᾽ ἴωμεν. (ΓΟ.) Σώστραθ᾽, ὑπεραισχύνομαι
γυναιξὶν ἐν ταὐτῷ— (ΣΩ.) τίς ὁ λῆρος; οὐ πρόει;
οἰκεῖα ταῦτ᾽ ἤδη νομίζειν πάντα δεῖ.

***
ΚΑΛ. (επίσημα) Την κόρη μου σου δίνω, παλικάρι,
γνήσιων παιδιών μητέρα να την κάμεις·
και τρία σού δίνω τάλαντα για προίκα.
ΓΟΡ. Της αδερφής μου η προίκα τάλαντο είναι.
ΚΑΛ. Μα το ᾽χεις; Μην το παρακάνεις. ΓΟΡ. Έχω
το χτήμα. ΚΑΛ. Αυτό, Γοργία μου, κράτα το όλο.
Η μάνα σου πια τώρα κι η αδερφή σου
πρέπει να ᾽ρθουν εδώ, με τις δικές μας
να γνωριστούν γυναίκες· σύρε φέρ᾽ τες.
ΓΟΡ. Ναι, πρέπει. ΣΩΣ. Αυτή τη νύχτα εδώ εμείς όλοι
850θα μείνουμε, να γίνει φαγοπότι,
κι αύριο να γίνει η τελετή των γάμων.
Γοργία, εδώ να φέρεις και το γέρο·
σ᾽ εμάς θα βρει ευκολότερα όσα θέλει.
ΓΟΡ. Δε θα θελήσει, Σώστρατε. ΣΩΣ. Για κοίτα,
καλέ μου, να τον πείσεις. ΓΟΡ. Αν μπορέσω.
Μπαίνει στου Κνήμωνα.
ΣΩΣ. Γλέντι γερό, πατέρα μου, να γίνει
για μας, κι ολονυχτία για τις γυναίκες.
ΚΑΛ. Το αντίθετο, θαρρώ· η ολονυχτία
θα ᾽ναι για μας κι εκείνες θα το τσούζουν.
Και τώρα εγώ πηγαίνω να ετοιμάσω
για σας ό,τι είναι ανάγκη. ΣΩΣ. Ναι, πατέρα.
Ο Καλλιππίδης μπαίνει στο ιερό·
ο Σώστρατος μόνος.

860Ο μυαλωμένος για κανένα πράμα
δεν πρέπει ν᾽ απελπίζεται· με κόπο
και με προσπάθεια πετυχαίνεις σε όλα.
Παράδειγμα: σε μια μονάχα μέρα
έφερα σε άκρη γάμο που κανένας
δεν πίστευε πως ήταν για να γίνει.
Έρχεται ο Γοργίας, οδηγώντας τη μητέρα του
και την αδερφή του.

ΓΟΡ. Ελάτε, προχωρείτε. ΣΩΣ. Ορίστε, ορίστε.
Φωνάζει στη μητέρα του, που είναι μέσα στο ιερό.
Υποδέξου, μητέρα, τις κυρίες.
Στο Γοργία.
Κι ο γέρος όχι; ΓΟΡ. Αυτός; Αφού ζητούσε
να πάρουμε έξω και τη γρια-Σιμίκη,
για να μείνει ολομόναχος. ΣΩΣ. Δεν έχει
γιατρειά· τί χαρακτήρας! ΓΟΡ. Τέτοιος είναι.
870ΣΩΣ. Ε, αφού το θέλει, ας κάθεται· εμείς πάμε.
ΓΟΡ. Σώστρατε, να σου πω, ντρέπομαι, ξέρεις,
να κάνω συντροφιά με τις γυναίκες.
ΣΩΣ. Βλακείες, Γοργία· περπάτα· τώρα μπήκες
στην οικογένεια κι είσαι πια δικός μας.
Μπαίνουν όλοι στο ιερό· από του Κνήμωνα βγαίνει
η Σιμίκη και, καθώς στέκεται ακόμα στο κατώφλι,
μιλά γυρισμένη προς τα μέσα· πριν τελειώσει,
παρουσιάζεται στην πόρτα του ιερού ο Γέτας
.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πώς άλλαξε η αρχαία Ελληνική γλώσσα

10.7.1 Χάνονται τα ρήματα σε -μι


Θα θυμάστε ίσως ότι στα αρχαία Eλληνικά υπήρχε μια κατηγορία ρημάτων (ο τεχνικός όρος είναι «συζυγία») που «τελείωναν» σε -μι: ὂμνυ-μι 'ορκίζομαι', δίδωμι 'δίνω' και άλλα πολλά. 

Τα πιο συχνά όμως ρήματα (η πιο μεγάλη κατηγορία ρημάτων) είναι αυτά που «τελειώνουν» σε -ω: λύ-ω, γράφ-ω, κρίν-ω κλπ. 

Στην εποχή της κοινής η κατάληξη -ω της πιο μεγάλης ρηματικής «συζυγίας» επεκτείνεται και στη «συζυγία» των ρημάτων σε -μι. 

Έτσι το ὂμνυ-μι γίνεται ὀμνύω, το δίδωμι γίνεται δίδω κλπ. 

Χάνεται λοιπόν η «συζυγία» των ρημάτων σε -μι. 

Και εδώ συμβαίνει το ίδιο όπως και στο προηγούμενο φαινόμενο που συζητήσαμε: η επέκταση της κατάληξης -ω «εις βάρος» της κατάληξης -μι κάνει απλούστερη (εξομαλύνει) τη ρηματική μορφολογία και άρα ευκολύτερη την εκμάθησή της.

Η βαρύτερη δυστυχία, είναι ο συμβιβασμός

Υπάρχουν τέσσερις κατηγορίες ανθρώπων. Κατά κάποια έννοια το λέμε αυτό, δεν υπάγεται βέβαια όλη η ανθρωπότητα σε αυτές μόνο τις τέσσερις κατηγορίες… Εκείνοι που δεν αντέχουν τη μοναξιά. Εκείνοι που νιώθουν ότι αντέχουν τη μοναξιά άμα χρειαστεί να το υποστούν. Εκείνοι που αισθάνονται ότι αγαπούν τη μοναξιά. Και κάποιοι που πιστεύουν πως, εντέλει, μοναξιά δεν υπάρχει, μια και παντού βρίσκεται ο κόσμος γύρο μας.

Η πρώτη κατηγορία φαίνεται να είναι η πιο αδύνατη. Οι άνθρωποι που φοβούνται τη μοναξιά κάνουν τις πιο απερίσκεπτες, τις πιο σπασμωδικές και, ως εκ τούτου, τις πιο επικίνδυνες επιλογές. Διότι αν δεν μπορείς να μένεις, στην ανάγκη έστω, μόνος, αν φοβάσαι τον κενό από άλλα πρόσωπα χώρο και χρόνο σου, τότε εξαναγκάζεσαι να υποχωρείς όλο και σε μεγαλύτερους συμβιβασμούς, να χάνεις το έδαφος κάτω από τον ασταθή βηματισμό σου.

Συμβιβασμούς στις φιλίες, στον έρωτα, στο επάγγελμα, στον γάμο, με τα παιδιά σου, με τους γονείς σου (λάθος μου που το αναφέρω τόσο πίσω, αφού η γονεϊκή σχέση δεν είναι μόνο συνέπεια αλλά κατά κανόνα αιτία της αδυναμίας σου), με τους γείτονες, με τους άλλους οδηγούς στον δρόμο, με κάθε πλάσμα που διασταυρώνεσαι. Θίγεται τότε και αλλοιώνεται η αληθινή σου οντότητα που δεν αντέχει να συναισθανθεί ποια όντως είναι. Δεν έχει καιρό, αφού η μόνη της έγνοια παραμένει – όλο και πιο επιτακτική – μία: να κυνηγώ κάποιους και να είμαι κοντά τους, μήπως ξεμείνω φοβισμένος μέσα στην ανυπόφορη μοναξιά.

Όμως, η βαρύτερη αιτία ανθρώπινης δυστυχίας δεν είναι ο πόνος, η ματαίωση, η ερήμωση, η αρρώστια, η φτώχεια και όσα δεινά φέρνει σε όλους η ζωή. Η μεγαλύτερη αιτία δυστυχίας μας είναι ο συμβιβασμός, οι συμβιβασμοί που κάνουμε. Διότι τα πιο μεγάλα χαρίσματα που δόθηκαν στην ύπαρξη για να ζήσει με πληρότητα είναι δύο: η αγάπη και η ελευθερία. Πρώτα η ελευθερία και ύστερα η αγάπη, αφού μόνο στον βαθμό που είσαι ελεύθερος μπορείς να αγαπάς. Είναι μεγάλος μετρητής ευτυχίας το ερώτημα: Πόσο ελεύθερος είμαι; Πόσο αγαπώ; Υπάρχουν άραγε πολλοί που αντέχουν να απαντήσουν έντιμα; Με μια σχετική ακρίβεια έστω;

Όλο το λέμε και το ξαναλέμε ότι φόβος μοναξιάς είναι φόβος του εαυτού. Κατά βάθος τρομάζουμε να συνομιλήσουμε με την ψυχή μας, όσο μάλιστα περνούν τα χρόνια και πληθαίνουν οι συμβιβασμοί, οι απωθήσεις, οι δειλίες, οι λαθεμένες και αναίτιες στην ουσία υποχωρήσεις, μαζεύεται εντός μας μία υπόγεια αποθήκη που δύσκολα πια καθαρίζεται. Δύσκολα μπαίνεις εκεί, στο μισοσκόταδο, να ψάξεις, να ψαύσεις και να βάλεις κάποια τάξη. Εκεί είναι σκεπασμένοι οι καθρέφτες με τα λευκά σεντόνια του πένθους, που ρίχνουν πάνω στο ασήμι οι τεθλιμμένοι στο σπίτι ενός νεκρού, μια και πένθος θυμίζει ένας χαμένος εαυτός.

Όσο κι αν θέλει να αγαπήσει ένας χαρακτήρας που τρομάζει υπερβολικά με τη μοναξιά, η εξάρτηση και η ανάγκη είναι τόσο μεγάλες που η γνήσια αγάπη περνάει σε δεύτερο πλάνο. Η αγάπη όμως είναι μονάχα του πρώτου πλάνου – πίσω από κάτι άλλο, πληγωμένη εξαφανίζεται. Η αγάπη, και η πιο ταπεινή, είναι το πιο περήφανο από τα αισθήματά μας. Από την άλλη, ένας χαρακτήρας αναγκεμένος, ένας χαρακτήρας εξαρτημένος, πνίγει και ενοχλεί εκείνον με τον οποίο θέλει να σχετίζεται. Ένας τέτοιος τύπος μπορεί να βολεύει τον άλλο με τις εξυπηρετήσεις ή τις κολακείες που πρόθυμα χαρίζει, όμως δεν του εμπνέει εκτίμηση.

Είναι μεγάλης αξίας να μπορείς να λες – και να το εννοείς -: «Είμαι μαζί σου εφόσον συμπλέουμε όμορφα, αλλιώς φεύγω! Δεν είναι ότι παύω να σε αγαπώ, να σε βοηθάω, αλλά μπορώ να σε αγαπώ και από μακριά! Μπορώ να σε νοιάζομαι και από μακριά, αλλά δεν θέλω να σε συναναστρέφομαι! Το κοντά-κοντά μού χαλάει τον χαρακτήρα μου, το κοντά μάς λερώνει την αθωότητά μας». Υπάρχουν μάλιστα κάποια πρόσωπα δικά μας που μόνο από απόσταση μπορεί να τους αγαπά και να τους κατανοεί κανείς. Κοντά τους και για διάφορους λόγους είναι λες και η φύση ταράσσεται, ξεπερνάει τις ανθρώπινες συνήθεις αντοχές το να παλεύεις με στοιχεία του χαρακτήρα τους.

Δίχως όρια στις ανταλλαγές μας δεν είμαστε αξιαγάπητοι, είμαστε μπελάς και ρεζιλίκι. Το πολύ πολύ, και το έσχατο, προσφερόμαστε ως ένα αντικείμενο χρήσης. Κάθε είδους χρήσης και ανάλογα με την περίσταση. Καταντούμε «άνθρωπος-πουρές» που έλεγε ο μπαμπάς μου, παίρνουμε το σχήμα τού όπου μας βάζουνε. Άσχημος δεν είναι ο δίχως δικό του προσωπικό σχήμα;

Ακόμη και οι γονείς, που όλο υποχωρούν και κάνουν στα παιδιά τους ό,τι ζητήσουν και ό,τι είναι γνήσιο και αληθινά καλό, με τα χρόνια καταντούν αντικείμενα των παιδιών τους. Τα παιδιά μπορεί να τους χρησιμοποιούν – έτσι τα έμαθαν -, όμως παράλληλα τους θυμώνουν, τα απογοητεύουν, τα εκνευρίζουν διότι από νωρίς καταλαβαίνουν ότι έχουν γονείς χωρίς χαρακτήρα, χωρίς προσωπικότητα. Πού να στηριχθούν κι αυτά, τι να τα οδηγήσει όσο μεγαλώνουν; Τέτοιοι «τρυφεροί» γονείς τα μπουκώνουν με δωρεές και ευκολίες, όμως δεν τα εμπνέουν να τους σέβονται, να τους υπολογίζουν, να θέλουν να τους μιμηθούν. Δεν υπάρχει μέτρο, σταθμά και αλφάδι σε τέτοιες ανακατωμένες οικογένειες, τα παιδιά θα εξελιχθούν ασύμμετρα, δυσαρμονικά, δυσλειτουργικά, και σίγουρα εξαρτημένα από πρόσωπα και πράγματα, έξω από το ταραγμένο οικογενειακό σπίτι.

Χρειάζονται αγώνες για να χτίζεις αυθεντικές σχέσεις. Γιατί είναι μεγάλος αγώνας το να ρισκάρεις, αν χρειαστεί, απώλειες. Όμως το ρίσκο είναι προϋπόθεση της ειλικρίνειας, βασική προϋπόθεση ελευθερίας. Προϋπόθεση γνήσιας σχέσης τελικά. 

Όποιος δεν αντέχει τον χαμό είναι μονίμως χαμένος.

Γιατί σταματήσαμε να «περνάμε» καλά;

Η αλήθεια είναι πως πλέον η καθημερινότητα μας, οι ρυθμοί που ακολουθούμε και η ρουτίνα που έχουμε βυθιστεί τα τελευταία χρόνια μας έχουν αναγκάσει να μην «περνάμε» καλά. Θυμάστε στα πιο νεανικά χρόνια μας που το μόνο που μας ένοιαζε ήταν η ανεμελιά μας, η ζωή χωρίς πίεση και γενικώς το μοτίβο του κάνω οτιδήποτε προκειμένου να «περνάω» καλά;

Πραγματικά, τί μεσολάβησε και ξαφνικά δεν συμβαίνει αυτό; Ποιος μας αφαίρεσε το χαμόγελο και τη χαρά από τη ζωή μας ή τουλάχιστον μας την περιόρισε; Φταίνε όντως μόνο οι συγκυρίες και τα πράγματα που έγιναν μέσα στα χρόνια ή οι επιλογές μας σχετικά με τους ανθρώπους που έχουμε διαλέξει να είναι δίπλα μας;

Η απάντηση συνήθως βρίσκεται στον ίδιο μας τον εαυτό… Εμείς επιτρέψαμε να συμβεί αυτό. Εμείς επιτρέψαμε να μας επηρεάσουν καταστάσεις που υπό λογικές συνθήκες θα αψηφούσαμε ή θα προβάλαμε τις άμυνές μας για να μην μας «ρίξουν». Εμείς επιτρέψαμε να μας αφαιρέσουν το χαμόγελο μας. Εμείς επιτρέψαμε να μας στερήσουν την χαρά μας.

Φτάνει πια!

Χρειαζόμαστε που και που την ανεμελιά και την διασκέδαση. Χρειαζόμαστε να κρατάμε σε απόσταση ανθρώπους τοξικούς που ενώ μας δείχνουν την «αγάπη» τους και την «καλοσύνη» τους… κάπου υποβόσκει η ζήλια, η εκμετάλλευση και η κακία. Προσέξτε τους! Με την πρώτη ματιά δεν φαίνονται… οι πράξεις τους θα τους προδώσουν με το πέρασμα του χρόνου. Δεν τα χρειάζεστε αυτά τα άτομα, μόλις τα αναγνωρίζετε απομακρυνθείτε και αποκοπείτε από την ζωή τους… μόνο κακό έχουν να σας προσφέρουν.

Αν ισχύει το ρητό «Η ζωή είναι μικρή» τότε προτιμήστε να είστε κοντά σε ανθρώπους που σας αγαπάνε πραγματικά, θέλουν μόνο το καλό σας και να σας βλέπουν ευτυχισμένους. Ανθρώπους που κοντά τους, η ψυχή σας αγαλλιάσει και «περνάτε» ωραία και διασκεδαστικά. Δεν παίζει ρόλο η ηλικία, όλοι θέλουμε να πούμε και να ακούσουμε το αστείο, το ανέκδοτο και να γελάσουμε μέχρι δακρύων. Το γέλιο θα ομορφύνει και το πρόσωπο σας και την ψυχή σας! Θα διαπιστώσετε πως δεν είναι όλα μουντά και μαύρα αλλά είναι σαν το ουράνιο τόξο… υπάρχει ποικιλία χρωμάτων και συναισθημάτων. Που όμως χρειάζονται όλα για να είμαστε ψυχικά υγιείς και ευτυχισμένοι!

Ξαναδείτε αισιόδοξα τις καταστάσεις… κάπου αφεθήκατε και «κολλήσατε» σε ένα μαύρο σκηνικό… δεν είναι η πραγματικότητα αυτή! Η πραγματικότητα βρίσκεται εκεί που είμαστε ο εαυτός μας και «περνάμε» καλά!

Η αλήθεια πίσω από κάθε μάσκα

Σε γενικές γραμμές, στους περισσότερους αρέσει να ντύνονται τις Απόκριες και να γιορτάζουν. Αγαπάμε να προσποιούμαστε ένα συγκεκριμένο διάστημα του χρόνου και να κρυβόμαστε πίσω από έναν χαρακτήρα ζώντας σε μια άλλη πραγματικότητα φαντασίας.

Ωστόσο, δεν συνειδητοποιούμε ότι εκτός από τότε, έχουμε την τάση να φοράμε μάσκες σχεδόν καθημερινά για να κρυφτούμε από τους άλλους, ακόμα και από τον εαυτό μας. Οι άλλοι βλέπουν την εικόνα που προβάλλουμε. Επειδή φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι ή επειδή απλώς θέλουμε να ακολουθήσουμε τα κοινωνικά μοτίβα κρυβόμαστε πίσω από περίπλοκες μεταμφιέσεις.

«Το τρομερό είναι πως για να δημιουργήσεις μια σύνδεση αν θες να επικοινωνήσεις με τους άλλους, πρέπει να εφεύρεις ένα είδος χαρακτήρα που επικοινωνεί, κάτι που δεν είναι το ίδιο με αυτό που έχεις μέσα σου. Και από εκεί, αρχίζεις να πιστεύεις όλο και περισσότερο αυτόν τον χαρακτήρα που ξεχνάς τον εαυτό σου». -Manuel Puig

Η μάσκα λέει περισσότερα από ό, τι το πρόσωπο σου

Μια μάσκα είναι μια μεταμφίεση, ένα αντικείμενο που κρύβει το αληθινό σας πρόσωπο και αλλάζει την εμφάνιση σας. Έτσι, μεταφορικά μια μάσκα είναι επίσης ένας τρόπος να καλύψετε την προσωπικότητα σας και να δείξετε μια ταυτότητα διαφορετική από την πραγματική σας.

Ένας από τους πιο κοινούς ασυνείδητους λόγους για τον οποίο παρουσιάζετε τον εαυτό σας ως κάποιον που δεν είστε είναι ο φόβος του να μην σας σεβαστούν ή να μην γίνετε αποδεκτοί. Είναι φυσικό να προσποιείστε ελαφρώς και να μην είστε απολύτως ειλικρινείς γατί έτσι νιώθετε περισσότερο ασφαλείς όταν εμφανίζεστε έτσι όπως σας περιμένουν οι άλλοι.

Το να κρύβεστε, είναι μια ανθρώπινη αντίδραση στον φόβο του να κριθείτε. Για παράδειγμα, μπορεί να συμπεριφέρεστε σκληρά ώστε να μην σας θεωρούν ευάλωτους κτλ.

Προσποιούμαστε αυτό που είμαστε και είμαστε αυτό που προσποιούμαστε

Ο Πέδρο Καλντερόν δε λα Μπάρκα μας άφησε το παρακάτω μήνυμα: «προσπαθούμε τόσο πολύ να προσποιούμαστε αλλά δεν μας ενδιαφέρει να προσπαθήσουμε να αποδεχθούμε το ποιοι πραγματικά είμαστε και να βελτιωθούμε. Φαίνεται πιο εύκολο να πούμε ψέματα και να δρούμε μόνο με επιπολαιότητα».

Όλα αυτά δημιουργούν ένα περιβάλλον στο οποίο οι «μεταμφιέσεις» υπερισχύουν των πραγματικών συναισθημάτων μας. Επηρεαζόμαστε από τις προκαταλήψεις, τα πρότυπα και τις υποθέσεις. Θα ήταν ωφέλιμο να μάθετε να βγάλετε την μάσκα σας και να δείτε πέρα από τις μάσκες των ανθρώπων.

Ο καλύτερος τρόπος για να βγάλετε την μάσκα σας είναι να γνωρίσετε τον αληθινό σας εαυτό και να του δώσετε μια ευκαιρία. Έτσι, μπορείτε να παρουσιάσετε τον πραγματικό σας εαυτό στους ανθρώπους γύρω σας χωρίς τεχνάσματα, αλλά με την δική σας μαγεία. Χωρίς όλες αυτές τις περιττές ψευδαισθήσεις, θα είστε πολύ πιο ευτυχισμένοι γιατί θα συνειδητοποιήσετε ότι όλα και όλοι έχουν μια θέση στην ζωή.

Σε μερικούς ανθρώπους η μάσκα δεν τους κρύβει, τους αποκαλύπτει

Αντίθετα με το πώς φαίνεται, η μάσκα που δημιουργείτε θα αρχίσει να πέφτει ή να έχει κενά αργά ή γρήγορα, ρίχνοντας το φως στην αλήθεια πίσω από αυτή. Αυτό συμβαίνει με τους περισσότερους ανθρώπους: η μάσκα αποκαλύπτει το ποιοι πραγματικά είναι επειδή ο χρόνος καταλήγει να τους προδίδει.

Με άλλα λόγια, όσο πιο περίπλοκη είναι η μάσκα, τόσο περισσότερο θα αναδειχθεί ο αληθινός σας εαυτός, όπως μας δίδαξε ο Ζοζέ Σαραμάγκου. Το επικίνδυνο είναι ότι όχι μόνο θα έχετε εξαπατήσει τον εαυτό σας αλλά και τους άλλους. Οι σχέσεις βασίζονται στην ειλικρίνεια και την εμπιστοσύνη και το να προσποιείστε κάποιον που δεν είστε αυτόματα εξαλείφει αυτές τις δύο αρετές.

Όλοι ξέρουμε πως είναι να έχουμε κάποιον που πιστεύαμε πως ξέρουμε ποιος ήταν μέχρι να μας εξαπατήσει και να ανακαλύψουμε ότι δεν ήταν αυτός που νομίζαμε. Η αλήθεια καταλήγει να μας δείχνει συμπεριφορές που ο άλλος προσπαθούσε να μας κρύψει.

«Όταν μας κοίταξε, φαινόταν σαν να ψάχνει την αλήθεια μέσα μας ή ήξερε πως πίσω από τα πάντα υπήρχε κάτι άλλο».– Κλάρα Σάντσεζ

Θα πρέπει όχι μόνο να ανέχεσθε την ύπαρξη ηλιθίων που επιτίθενται, αλλά και να ξεπερνάτε τα συναισθήματα που σας προκαλούν

Μεταξύ των ηλιθίων συγκαταλέγονται εκείνοι που εκτονώνουν τις συσσωρευμένες απογοητεύσεις τους επάνω στους άλλους, που κατηγορούν ολόκληρο το Σύμπαν, που σας κατακλύζουν με κουτσομπολιά, που γοητεύονται από καθετί κακό, από τις ατελείωτες κακίες τις οποίες καταφέρνουν να λένε για τους άλλους, και που μόνο και μόνο επειδή δεν είπατε ούτε μία κουβέντα καταλήγουν να σας χαρακτηρίσουν απολύτως αξιολάτρευτους. Αργότερα, όταν θα είναι έτοιμοι να χύσουν πάλι τη χολή τους, θα αναζητήσουν έναν άλλο συνομιλητή στον οποίο θα φορτώσουν όλα τα κακά πράγματα, τα ατελείωτα κακά πράγματα που σκέφτονται για τους άλλους και στον οποίο θα μπορούν να διηγηθούν γιατί και σε ποιον βαθμό εσείς τους απογοητεύσατε.

Η αντίστασή σας είναι δικαιολογημένη. Το παραδέχομαι ότι σαφέστατα ο ηλίθιος είναι ηθικά υπεύθυνος για την ηλιθιότητα που τον διακρίνει. Εξάλλου, ναι. Στους ηλίθιους οφείλονται πάντοτε οι διαμάχες.

Πρώτα απ’ όλα, οφείλετε να παραδεχτείτε ότι, παρόλο που τα συναισθήματα που ονομάζονται γενικώς αρνητικά, ο φόβος, η θλίψη, ο θυμός, το μίσος, δεν μπορούν να κάνουν ποτέ λάθος, δε συνιστούν με τη σειρά τους λάθος, με άλλα λόγια, δεν είναι ξεκάθαρα λογικά συμπεράσματα. Προσδιορίζονται από έντονα φορτισμένα στάδια που είναι συχνά ευδιάκριτα και μετρήσιμα (αύξηση των παλμών, εφίδρωση, κοκκίνισμα, δάκρυα κ.λπ). Κατά συνέπεια, τα συναισθήματα πρέπει να γίνουν αποδεκτά με τη σειρά τους σαν συμβάντα, δηλαδή σαν προκλήσεις δεύτερου βαθμού. Όπως ακριβώς η ύπαρξη των ηλιθίων, η ύπαρξη του μίσους, του θυμού κ.λπ. πρέπει να θεωρηθεί όχι σφάλμα αλλά γεγονός. Άρα, θα πρέπει όχι μόνο να ανεχτείτε την ύπαρξη του ηλίθιου που αρνείται να αναγνωρίσει τις προσπάθειες σας με μια χειρονομία που δε θα του στοίχιζε τίποτε, αλλά και να ξεπεράσετε τα συναισθήματα που σας προκαλεί. Προκειμένου να εργαστείτε σωστά, πρέπει ν’ αντιστρέψετε τα πράγματα: πρώτα να μετριάσετε την επίδραση του ηλίθιου στα συναισθήματά σας• και στη συνέχεια, να ασχοληθείτε με τον ίδιο τον ηλίθιο.

Αφού παραδεχτούμε την κυρίαρχη ύπαρξη των συναισθημάτων σε κάθε συμβάν, μπορούμε να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε ότι αυτά είναι σχεδόν πάντα υπερβολικά, συνεπώς τοποθετούνται σαφέστατα στην πλευρά της αταξίας. Αν το σκεφτούμε πιο προσεκτικά όμως, η άποψη αυτή δεν ισχύει. Διότι τα συναισθήματα καθίστανται υπερβολικά (εξ ορισμού) εφόσον περάσουν ένα όριο• όμως, για να υπάρχει ένα όριο, είναι απαραίτητο κάποιος ή κάτι να το έχει θέσει εκ των προτέρων, χωρίς να λάβει υπόψη το συναίσθημα• άρα, το ίδιο το όριο προϋποθέτει μια εξωτερική παρουσία. Αυτό μας δείχνει ότι τα συναισθήματα γίνονται υπερβολικά κάθε φορά που (και εάν και μόνο εάν) μια παρουσία ελέγχου ερεθίσει και μεγεθύνει την κυρίαρχη ισχύ τους. Εξηγούμαι με ένα παράδειγμα. Γνωρίζετε ότι είναι καλό για εσάς τους ίδιους να μην προσβάλλετε κανέναν – ούτε καν τους ηλίθιους. Έτσι, το συναίσθημα που νιώθετε τη στιγμή που έχετε απέναντί σας έναν κακοήθη προσκρούει όπως είναι φυσικό στην πνευματική ιδέα της υποχρέωσής σας να επιδείξετε εγκράτεια, την οποία επιθυμείτε να τηρήσετε. Όσο πιο μεγάλη αντίσταση από εσάς βρίσκει η δύναμη αυτή, τόσο περισσότερο μετατρέπεται σε βία . Αυτό δε σημαίνει πως πρέπει ν’ αφήσετε τον εαυτό σας ελεύθερο και να προσβάλετε όλους τους ηλίθιους που συναντάτε, αλλά πως πρέπει να βρείτε ένα μέσο έκφρασης κατάλληλο για τη δύναμη που σας διαπερνά, κάθε φορά που αυτή σας διαπερνά.

Το σημαντικό εδώ είναι να κατανοήσουμε ότι ο άμεσος συσχετισμός μεταξύ του συναισθήματος και της αταξίας, του συναισθήματος και της απερισκεψίας, του συναισθήματος και της υπερβολής, δε βασίζεται στη φύση του συναισθήματος, αλλά σε μια εξωτερική παρέμβαση σε αυτή, έτσι ώστε τίποτε από όλα αυτά (αταξία, απερισκεψία, υπερβολή) δεν προκύπτει άμεσα. Για να δώσουμε μια εικόνα, όσο περισσότερο εκθέτετε τον φράχτη σας στον άνεμο, τόσο περισσότερο αυξάνετε τις πιθανότητες να καταστραφεί ο φράχτης από αυτόν• αυτό δε θα συμβεί λόγω της καταστροφικής ισχύος του ανέμου, αλλά λόγω της καταστροφικής ισχύος του βλάκα που τοποθέτησε τον φράχτη.

Αντί να ενοχοποιείτε τα συναισθήματά σας, καλύτερα ν’ αντιμετωπίσετε την αληθινή δυσκολία, δηλαδή, το να βρείτε τον σωστό τρόπο έκφρασής τους. Με τη λέξη «σωστό» εννοώ ότι οι χειρονομίες και τα λόγια σας πρέπει να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της εξάντλησης της δύναμης των συναισθημάτων εκφράζοντάς τη συνολικά, μέχρι τέλους. Θα πρέπει, επίσης, η έκφραση αυτή να προσαρμοστεί στο περιβάλλον ώστε να πάρει μια μορφή που να μην επιτρέπει ούτε την απόρριψη ούτε την άρνηση των συναισθημάτων σας εξωτερικά, αλλά την αποδοχή και την κατανόησή τους και, εάν αυτό είναι δυνατό να βελτιώνει τις αλληλεπιδράσεις σας στο μέλλον.

Θα είμαστε, τελικά, «ακρίδες» στον πλανήτη Γη,ή «μέλισσες»;

Έχει γίνει πολλή συζήτηση ανά τους αιώνες σχετικά με την πραγματική φύση των ανθρώπων. Είμαστε έμφυτα εγωιστές ή αλτρουιστές; Γεννηθήκαμε για να είμαστε δυστυχισμένοι ή για να ζούμε μέσα στη χαρά; Η αγάπη ή η βία είναι εγγενείς μέσα μας; Θα είμαστε, τελικά, «ακρίδες» στον πλανήτη Γη, στερώντας του τη δυνατότητα να παρατείνει τη ζωή, ή «μέλισσες», φέρνοντας περισσότερη ζωή απ’ όση αν δεν υπήρχαμε;

Για να απαντήσουμε στο ερώτημα σχετικά με την πραγματική φύση των ανθρώπων, καλό θα ήταν να συλλογιστούμε πώς ο Homo sapiens κατέληξε να κυριαρχήσει στη Γη, σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο είδος στην ιστορία της ζωής όπως την ξέρουμε. Πολλοί βιολόγοι -ανάμεσά τους ο Ε. Ο. Γουίλσον στο βιβλίο του The Social Conquest of Earth (Η Κοινωνική Κατάκτηση της Γης) και ο Γιουβάλ Χαράρι στο βιβλίο του Sapiens, Μια Σύντομη Ιστορία του Ανθρώπου- παρουσιάζουν πειστικά στοιχεία ότι αυτό που επέτρεψε στα ανθρώπινα όντα να ακμάσουν και να κατακτήσουν τη Γη ήταν η απαράμιλλη ικανότητά τους να συνεργάζονται. Οι άνθρωποι, φυσικά, ήταν και ανταγωνιστικοί μεταξύ τους, όπως αποδεικνύει η ιστορία των πολέμων. Ωστόσο η πραγματική ιστορία της ανθρώπινης προόδου έχει να κάνει με την αγαστή συνεργασία. Αντίθετα με οποιοδήποτε άλλο είδος πάνω στη Γη, μάθαμε να συνεργαζόμαστε με πλήθος αγνώστων για να πετύχουμε κοινούς στόχους.

Πράγματι, υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της σκοτεινής μας φύσης αναπτύχθηκε αργότερα. Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας ζούσαμε κατά φυλές, αναζητώντας την τροφή μας, ως κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες (ίσως στο 99% της ύπαρξής μας). Αυτό ήμαστε πριν την ανάπτυξη της γεωργίας. Παρόλο που τα στοιχεία είναι λιγοστά, φαίνεται πως η εικόνα που έχουμε για τους αρχαίους προγόνους μας, ότι ήταν πολεμοχαρείς αγριάνθρωποι, μάλλον απέχει πολύ από την αλήθεια. Σύμφωνα με τις ενδείξεις, χρησιμοποιούσαν ελάχιστη βία προς τους άλλους ανθρώπους, ήταν πιθανώς πολύ συμπονετικοί και συνεργάζονταν εκτεταμένα, σε σημείο που να μοιράζονται και την τροφή τους. Επίσης, έτειναν να αισθάνονται άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη φύση, παρά αποκομμένοι από αυτή. Οι σύγχρονες φυλές που αποτελούνται από κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες εξακολουθούν να επιδεικνύουν το ίδιο συνεργατικό πνεύμα. Τα στοιχεία υποδηλώνουν πως η γεωργική επανάσταση και η έννοια της «ιδιοκτησίας» ήταν που εξέθρεψαν αυτό που οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε ως την πιο σκοτεινή ανθρώπινη φύση μας.

Αυτό δεν σημαίνει πως όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί. Ωστόσο η πιο αληθινή μας φύση, το πιο βασικό χαρακτηριστικό του συλλογικού εαυτού μας είναι αυτό του συμπονετικού συνεργάτη, κι εκεί ακριβώς βρίσκονται οι ρίζες της επιτυχίας μας. Όπως η φυσική μας ευτυχία, έτσι κι αυτή η αληθινή φύση κρύβεται πίσω από πέπλα παρανοήσεων.

Τα ίδια πράγματα που μας στερούν την προσωπική ευτυχία, στέκονται επίσης εμπόδιο στον δρόμο της ανθρωπότητας, διεκδικώντας τη θέση που κατέχουμε δικαιωματικά, αυτή της εποικοδομητικής, δημιουργικής και θετικής δύναμης στον πλανήτη. Η κοινωνία και ο κόσμος αποτελούν εγγενώς ένα φυσικό παρακλάδι της εσωτερικής μας ζωής.

Το σπίτι της ανθρωπότητας δεν είναι παρά μια προέκταση του εσωτερικού μας σπιτιού ως ατόμων. Η εσωτερική κατάσταση καθενός μας επιδρά στην κατάσταση του κόσμου. Αν θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο, τότε θα πρέπει να ξεκινήσουμε όλοι να δουλεύουμε πάνω στην εποικοδομητική φύση της δικής μας ύπαρξης. Γι’ αυτό όλες οι πνευματικές παραδόσεις μάς καλούν να επεξεργαστούμε την εσωτερική μας ζωή προτού προσπαθήσουμε να σώσουμε τον κόσμο, και γι’ αυτό η θετική ψυχολογία υποστηρίζει πως η συμπεριφορά προς όφελος της κοινωνίας προέρχεται από την εσωτερική ευτυχία, κι όχι αντίστροφα.

Η ΠΡΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ. Γιατί το να περιμένουμε χωρίς να κάνουμε τίποτα είναι

Η προτίμηση της δράσης εκδηλώνεται κυρίως μπροστά σε μια πρωτόγνωρη συγκεχυμένη κατάσταση.

Η πλάνη αυτή παρατηρείται στα πιο μορφωμένα άτομα. ‘Ένας γιατρός έχει μπροστά του έναν ασθενή με συγκεχυμένα κλινικά συμπτώματα. Μην ξέροντας αν πρέπει να παρέμβει η όχι, δηλαδή να του γράψει ένα φάρμακο η να περιμένει, έχει την τάση να διαλέγει τη συνταγή, όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά απλώς διότι παρακινείται από την προτίμηση της δράσης.

Από που προέρχεται αυτή η στάση μας; Την εποχή που οι άνθρωποι ήταν κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες η δράση ήταν πιο επικερδής από τη σκέψη. Η γρήγορη αντίδραση ήταν ζήτημα επιβίωσης. Και η σκέψη μπορούσε να αποβεί μοιραία. Όταν οι πρόγονοί μας έβλεπαν να ξεπροβάλλει στην άκρη του δάσους μια σιλουέτα που έμοιαζε πολύ με τίγρη με κοφτερά δόντια, δεν κάθονταν σε έναν βράχο, όπως ο Σκεπτόμενος του Ροντέν, για να στοχαστοὐν πάνω στην ταξινόμηση των ειδών. Το έβαζαν στα πόδια. Είμαστε όλοι απόγονοι αυτών των ανθρώπων, που αντιδρούσαν άμεσα για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Όμως ο σημερινός μας κόσμος είναι τελείως διαφορετικός – ανταμείβει αυτούς που σκέφτονται δυο φορές προτού δράσουν. Μια επανεκπαίδευση που μας είναι πολύ επίπονη.

Δε λαμβάνετε καμία διάκριση, κανένα μετάλλιο, κανένα άγαλμα με το όνομά σας αν πάρετε τη σωστή απόφαση διαλέγοντας την αναμονή για το καλό της εταιρείας, του κράτους, της ανθρωπότητας. Αντιθέτως, αν δείξετε αποφασιστικότητα, δράσετε αμέσως και δείτε την κατάσταση να βελτιώνεται (ίσως εντελώς τυχαία), έχετε όλες τις πιθανότητες να δεχτείτε τιμές στην πλατεία του χωριού σας η να ανακηρυχτείτε «καλύτερος συνεργάτης της χρονιάς». Η κοινωνία προτιμά την απερίσκεπτη δράση από τη στοχαστική αναμονή.

Συμπέρασμα: Στις δύσκολες η πρωτόγνωρες καταστάσεις κινούμαστε από την παρόρμηση να κάνουμε κάτι, είτε συμβάλλουμε στη βελτίωση της κατάστασης είτε όχι. Έπειτα αισθανόμαστε πολύ καλύτερα, ακόμα κι αν δεν υπήρξε καμία βελτίωση. Συχνά, μάλιστα, η κατάσταση έχει χειροτερέψει. Με δυο λόγια, έχουμε την τάση να ενεργούμε πολύ γρήγορα και πολύ συχνά. Συνεπώς, αν είστε μέσα σε ομίχλη, μην κάνετε τίποτα προτού μπορέσετε να δείτε πιο καθαρά. Συγκρατηθείτε και μη δράσετε. «Όλη η ανθρώπινη δυστυχία προέρχεται από ένα και μοναδικό πράγμα, το ότι δεν ξέρουμε να μένουμε ήσυχοι σε ένα δωμάτιο» έγραφε ο Μπλάιζ Πασκάλ. Για τον ίδιο, το δωμάτιο αυτό ήταν το γραφείο του.

Στον γάμο, επειδή είναι η στενότερη δυνατή συναναστροφή, ισχύουν πολύ περισσότερο οι κανόνες περί καλής συναναστροφής

Καμιά φορά, ο Επίκτητος αναφερόταν με δυσπιστία στον θεσμό του γάμου υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια συμβίωση «βγάζει από μέσα μας τον χειρότερό μας εαυτό». Πίστευε πολύ στη φιλία, αλλά δεν πίστευε ότι μπορούν δύο σύζυγοι να είναι φίλοι. Ο γάμος, έλεγε, είναι μια τρομερή διάσπαση από την καλή ζωή. Το να ασχολείσαι καθημερινά με μικροπράγματα τα οποία οι σύζυγοι συσσωρεύουν (καμιά φορά επιδεικνύοντας έξαλλη καταναλωτική συμπεριφορά) και το να ανησυχείς με το τι κάνει το παιδί σου (αν έφαγε ή αν άργησε να γυρίσει σπίτι) μπορεί να γίνει σκέτη αγγαρεία. 

Η συνεχής συναισθηματική προσοχή που απαιτείται από τους συζύγους μπορεί να αποβεί μεγάλο βάρος. Οι σοφοί δεν πρέπει να ανησυχούν και να κατατρίβονται με τις ασήμαντες λεπτομέρειες της οικογενειακής ζωής. Ο Επίκτητος ήταν υπέρ του γάμου μεταξύ δυο φιλοσόφων, όπως στην περίπτωση των Κυνικών Κράτη και Ιππαρχίας, που ζούσαν απέριττα, χωρίς σπίτι ή υπάρχοντα, χωρίς να αναλώνονται σε τσακωμούς για το ποιος θα πλύνει τα πιάτα.

Το ζήτημα, όπως μπαίνει στον σύγχρονο κόσμο, είναι η σωστή επιλογή συντρόφου και η απλή, χιουμοριστική και άνετη αντιμετώπιση της καθημερινότητας. Λέμε συχνά ότι η καθημερινότητα σκοτώνει τον έρωτα — αντί να πούμε ότι τον έρωτα τον σκοτώνει ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε την καθημερινότητα: η γκρίνια, οι απαιτήσεις, τα παράπονα, οι παρεξηγήσεις, οι όχι και τόσο ξεκάθαρες κουβέντες, οι υπόγειες αλληλοκατηγορίες, οι υποψίες.

Η ισχύς της μάθησης

Το καλύτερο πράγμα για να μη στενοχωρηθείς», απάντησε ο Μέρλιν ξεφυσώντας και φουσκώνοντας, «είναι να μάθεις κάτι. Είναι το μόνο που δεν αποτυχαίνει. 

Μπορεί να γεράσεις κα να τρέμεις ολόκληρος, μπορεί να μένεις άγρυπνος τις νύχτες ακούγοντας την ταραχή στις φλέβες σου, μπορεί να χάσεις τη μοναδική σου αγάπη, μπορεί να βλέπεις τον κόσμο γύρω σου λεηλατημένο από χυδαίους τρελούς, ή να νιώθεις την τιμή σου τσαλαπατημένη από χυδαία πνεύματα. Ένα μόνο πράγμα υπάρχει για όλα αυτά τότε, να μάθεις. 

Μάθε γιατί ο κόσμος συγκλονίζεται και τι τον συγκλονίζει. Είναι το μόνο πράγμα απ’ το οποίο το πνεύμα δεν μπορεί να εξαντληθεί, να αλλοτριωθεί, δεν μπορεί ποτέ να βασανιστεί, δεν νιώθει φόβο ή δυσπιστία και ποτέ δεν κινδυνεύει να μετανιώσει. Η μάθηση είναι αυτό που σου χρειάζεται. 

Κοίτα πόσο πολλά πράγματα υπάρχουν να μάθεις – η καθαρή γνώση, η μόνη καθαρότητα που υπάρχει. Μπορείς να μάθεις αστρονομία μέσα σε μία ζωή, φυσική ιστορία σε τρεις ζωές, φιλολογία σε έξι. Και μετά, αφού θα ‘χεις εξαντλήσει ένα εκατομμύριο ζωές στη βιολογία και στην ιατρική και στη θεοκριτική και στη γεωγραφία και στην οικονομία, για ποιο λόγο να μην αρχίσεις πάλι με μαθηματικά, μέχρι που να ‘ρθει ο καιρός ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις όργωμα.

H δυσκολία στη δέσμευση

H δυσκολία στη δέσμευση μοιάζει να αποτελεί συνήθη διάγνωση σε ανθρώπους που ζουν αλλεπάλληλες σεξουαλικές σχέσεις και, όταν έρθει η στιγμή να επισημοποιηθεί η σχέση, τότε αναζητούν αφορμές για να εξαφανιστούν. Στη δική μας οπτική, το πρόβλημα των ανθρώπων αυτών δεν έγκειται στη δυσκολία δέσμευσης, αλλά στην αφόρητη και ισοπεδωτική δέσμευση που πολλές φορές έχουν με την πατρική οικογένεια και με το επιβαρυμένο προσωπικό παρελθόν τους. Οι νέοι άνθρωποι που δυσκολεύονται να δεσμευτούν σε συντροφικές σχέσεις, δεν είναι οι ελεύθεροι άνθρωποι, αλλά τα δεσμευμένα παιδιά των πατρικών τους οικογενειών. Τους επιτρέπεται το ερωτικό παιχνίδι που θα τους χαλαρώσει, αλλά όχι ο γάμος που θα τους απομακρύνει από τον γονιό. 

Η δέσμευση στη σχέση επιτρέπει τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων ζωής Η πλήρης δέσμευση και η αποκλειστικότητα στην ερωτική σχέση δεν είναι στέρηση, επιταγή και τιμωρία, αλλά δυνατότητα, ευκαιρία και προνόμιο. Η δέσμευση στη σχέση επιτρέπει τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων ζωής. Οι σύντροφοι δεν αρκούνται στην ευχάριστη παρέα που διαλύεται «με τις πρώτες σταγόνες βροχής» αλλά διαμορφώνουν μια σχέση «παντός καιρού». Η σχέση αυτή γνωρίζει να αντέχει στις δυσκολίες, γιατί δημιουργεί ψυχικά αποθέματα και αποθεματικά ζωής. Στις συντροφικές σχέσεις υφίστανται δύο διαφορετικές πλευρές της δέσμευσης. Η κοινωνική και η προσωπική. Η κοινωνική δέσμευση αναφέρεται στον κοινωνικό περίγυρο που προσφέρει την επίσημο ποίηση της σχέσης. Πρόκειται για την υπογραφή ενός συμβολαίου, αντίστοιχου προς τα συμβόλαια ανάληψης εργασίας. 

Το κοινωνικό συμβόλαιο που καλείται να επισημοποιήσει την συντροφική συνύπαρξη, εξασφαλίζει τα θέματα που αφορούν την σχέση με την κοινωνία. Ταυτόχρονα όμως, είναι εντελώς ανίκανο να εξασφαλίσει την τρυφερότητα, την εκτίμηση, τον πόθο, την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό. Η προσωπική δέσμευση εκπηγάζει από την έλξη προς τον σύντροφο και την πληρότητα της σχέσης, που καταγράφονται ως σημαντικά στοιχεία της προσωπικής ολοκλήρωσης. Η προσωπική δέσμευση δεν γίνεται αντιληπτή ως υποχρέωση, ούτε καν ως δέσμευση, αλλά αντιπροσωπεύει την προσωπική αίσθηση ότι ο ίδιος είναι μέρος αυτής της σχέσης και δεν είναι διατεθειμένος να χάσει αυτό το προνόμιο. 

Η προσωπική αίσθηση πληρότητας και η βεβαιότητα για την σημαντικότητα της σχέσης οδηγούν τους συντρόφους να θέλουν να το φωνάξουν, να το μοιραστούν με όλους. Στα πλαίσια αυτά ο γάμος τους δεν συνιστά μια τυπική κοινωνική συνθήκη, η τελετή δεν αποτελεί ένα κοινωνικό event με πολλά στοιχεία show, αλλά μια έκρηξη χαράς από το συντελούμενο γεγονός της συνύπαρξης τους. Η άρνηση της υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: «Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω» Το κάλεσμα και η αναφορά στους γονείς, στους συγγενείς, στους φίλους και στα άλλα σημαντικά πρόσωπα συνιστά πρόσκληση συμμετοχής στη χαρά του γάμου και επίκληση των ευχών τους που θα τους συνοδεύουν στο διηνεκές του απαιτητικού ταξιδιού. 

Με την βεβαιότητα ότι οι ίδιοι και η σχέση τους δεν είναι μόνοι και αποκομμένοι, αλλά ότι μετέχουν σε μια πανανθρώπινη κοινότητα στην οποία υπάρχουν πολλά αγαπημένα πρόσωπα, που τους περιβάλλουν με την αγάπη τους. Η παρατεταμένη αναστολή της δέσμευσης στην ερωτική σχέση δεν οδηγεί στην ελευθερία, αλλά στην απώλεια της ερωτικής επιθυμίας. Η άρνηση της υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: «Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω». Ο φόβος εξάλλου για την δέσμευση εδραιώνεται σε μια παιδική παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που δεν θέλει να χάσει τίποτα και που θεωρεί ότι μπορεί να τα έχει όλα. Επομένως, αν επιλέξει ένα πρόσωπο για σχέση ζωής, θα απολέσει την δυνατότητα να σχετιστεί με άλλα. 

Ίσως στα 85 ανακαλύψεις ότι αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες Η γνωστή ερώτηση: «Και πώς μπορώ να ξέρω αν εκείνος είναι που μου ταιριάζει καλύτερα, και όχι κάποιος άλλος που δεν τον έχω γνωρίσει ακόμα;» είναι συνεπής με την αφελή σκέψη ότι υπάρχει το ακριβώς αντίστοιχο μοναδικό κομμάτι του παζλ που πρέπει να ανακαλύψουμε. Η απάντηση αντιστοιχεί να είναι το ίδιο αφελής: Έχεις δίκιο! Ας ψάξεις λοιπόν και στη Νότια Αμερική και στα απομακρυσμένα χωριά της Κίνας και όπου αλλού θα μπορούσε να υπάρχει κάποια πιθανότητα, αλλά ίσως στα 85 ανακαλύψεις ότι αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες. 

Ο φόβος για την δέσμευση συχνά δεν αφορά την ανασφάλεια για το πρόσωπο του άλλου, αλλά την ανασφάλεια για την προσωπική σου ικανότητα να αναλάβεις το απαιτητικό ταξίδι της διακινδύνευσης, που απαιτεί δυνατά σκαριά. Μια ξενέρωτη ισοπεδωμένη κατάσταση, όπου η ανυπαρξία πάθους εκκινεί από την εσωτερική χλιαρή διάθεση και συνεχίζει στην «ερωτική» σχέση, επιστρέφει ακόμη πιο μίζερα στον εαυτό, ώστε να αφαιρέσει κάθε ίχνος ζωής. Αυτός που δυσκολεύεται να δεσμευθεί, τελικά είναι θύτης της άρνησης του να κάνει μια επιλογή που να μπορεί να τον διακινήσει. 

Η κενότητα γίνεται ο οριστικός σύντροφος, καθώς η χρόνια αναβολή της δέσμευσης στον έρωτα οδηγεί τελεσίδικα στην οριστική ματαίωση της ερωτικότητας. Εκείνος που αποδέχεται μια τέτοια χλιαρή σχέση, χάνει και ο ίδιος την ερωτικότητα του και καταλήγει ζητιάνος που εκλιπαρεί. Η τέχνη της αναβολής στην δέσμευση γνωρίζει τον τρόπο να μεταφέρει την προσωπική ανεπάρκεια για ερωτικό πάθος στον άλλο, ο οποίος καταγράφεται ως ανίκανος να γοητεύσει ή “λίγος” που ζητά την εξασφάλιση. Γιατί λοιπόν η δέσμευση που αναμφισβήτητα είναι τόσο σημαντική για όλες τις σημαντικές δημιουργίες, έχει αμφισβητηθεί στις προσωπικές σχέσεις; Επειδή επιβλήθηκε ως υποχρέωση και δεν καταγράφηκε ως το επιθυμητό ζητούμενο.

Κάποιος σου είπε κάτι πριν από χρόνια κι εσύ ακόμη το κουβαλάς

Εγώ δεν λέω να εγκαταλείψεις την πραγματική μνήμη σου. Αυτό θα ήταν ανόητο! Η πραγματική μνήμη σου είναι αναγκαία. Πρέπει να γνωρίζεις το όνομά σου, ποιος είναι ο πατέρας σου και ποια είναι η μητέρα σου και ποια είναι η γυναίκα σου και ποιο είναι το παιδί σου και ποια είναι η διεύθυνσή σου. Θα πρέπει να επιστρέψεις στο ξενοδοχείο, θα πρέπει να βρεις και πάλι το δωμάτιό σου. Εγώ δεν μιλάω για την πραγματική μνήμη, αλλά για την ψυχολογική μνήμη. Το πρόβλημα δεν είναι η πραγματική μνήμη, αλλά το να επηρεάζεσαι ψυχολογικά απ’ αυτήν. Προσπάθησε να καταλάβεις τη διαφορά.

Εχθές κάποιος σε πρόσβαλλε. Σήμερα τον ξανασυναντάς. Η πραγματική μνήμη είναι ότι «αυτός ο άνθρωπος με πρόσβαλλε χθες.» Η ψυχολογική μνήμη είναι ότι με το που βλέπεις αυτόν τον άνθρωπο, θυμώνεις. Με το που βλέπεις αυτόν τον άνθρωπο, αρχίζεις να βράζεις μέσα σου. Κι ο άνθρωπος μπορεί να έρχεται για να απολογηθεί. Ο άνθρωπος μπορεί να έρχεται να σου ζητήσει συγγνώμη. Μπορεί να έχει αντιληφθεί το λάθος του. Μπορεί να έχει αντιληφθεί την ασυνείδητη συμπεριφορά του. Μπορεί να έρχεται να συμφιλιωθεί μαζί σου, εσύ όμως έβρασες, θύμωσες κι άρχισες να φωνάζεις.

Δεν βλέπεις το πρόσωπό του εδώ και τώρα. Εξακολουθείς να επηρεάζεσαι από το χθες. ’Όμως το χθες είναι χθες! Πόσο νερό έχει κυλήσει στο ποτάμι; Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος. Είκοσι τέσσερις ώρες έχουν φέρει πολλές αλλαγές. Κι ούτε κι εσύ δεν είσαι ο ίδιος άνθρωπος.

Η πραγματική μνήμη λέει: «Αυτός ο άνθρωπος με πρόσβαλλε χθες.» Αυτό το «με» όμως έχει αλλάξει. Αυτός ο άνθρωπος έχει αλλάξει. Έτσι, είναι σαν να συνέβη ένα περιστατικό ανάμεσα σε δύο ανθρώπους με τους οποίους δεν έχεις πια καμία σχέση. Τότε, είσαι ψυχολογικά ελεύθερος. Δεν λες, «εξακολουθώ να είμαι θυμωμένος.» Δεν έχει ξεμείνει καθόλου θυμός. Η μνήμη υπάρχει, αλλά δεν έχει καμία ψυχολογική επιρροή. Συναντάς τον άνθρωπο έτσι όπως είναι τώρα και τον συναντάς έτσι όπως είσαι κι εσύ τώρα.

Η συνειδητότητα είναι ένα συνεχές ποτάμι.

Όταν λέω να εγκαταλείψεις τη μνήμη σου, εννοώ την ψυχολογική μνήμη, δεν εννοώ την πραγματική μνήμη. Το χθεσινό κεφάλαιο έκλεισε. Δεν αξίζει να το κουβαλάς όλη σου τη ζωή. Εσύ όμως συνεχίζεις να το κουβαλάς. Κάποιος σου είπε κάτι πριν από δέκα χρόνια κι εσύ ακόμη το κουβαλάς. Η μητέρα σου είχε θυμώσει κάποτε μαζί σου, όταν ήσουν παιδί, κι εσύ ακόμη το κουβαλάς. Ο πατέρας σου σε είχε χαστουκίσει όταν ήσουν μικρός κι εσύ ακόμη το κουβαλάς — και μπορεί να είσαι εβδομήντα ετών.

Αυτές οι ψυχολογικές μνήμες σε βαραίνουν. Καταστρέφουν την ελευθερία σου, καταστρέφουν τη ζωντάνια σου, σε παγιδεύουν. Η πραγματική μνήμη είναι πολύ χρήσιμη.

Και κάτι ακόμη πρέπει να γίνει κατανοητό: Όταν δεν υπάρχει ψυχολογική μνήμη, η πραγματική μνήμη είναι πολύ ακριβής, επειδή η ψυχολογική μνήμη τη βαραίνει και την ταράζει.

Όταν είσαι πολύ φορτωμένος ψυχολογικά, πώς μπορείς να θυμάσαι με ακρίβεια; Αυτό είναι ανέφικτο! Τρέμεις, μέσα σου γίνεται σεισμός. Πώς μπορείς να θυμάσαι τι ακριβώς συνέβη; Θα υπερβάλεις. Θα προσθέσεις κάτι, θα διαγράψεις κάτι, θα το θυμάσαι κάπως διαφορετικά. Δεν μπορείς να βασιστείς σ’ αυτό που θυμάσαι.

Ο άνθρωπος που δεν έχει ψυχολογική μνήμη είναι αξιόπιστος. Γι’ αυτό τα κομπιούτερ είναι πιο αξιόπιστα από τους ανθρώπους, επειδή τα κομπιούτερ δεν έχουν ψυχολογική μνήμη. Απλώς καταγράφουν τα γεγονότα, τα ξερά, τα γυμνά γεγονότα.

Όταν μιλάς εσύ για ένα γεγονός, ακόμη και τότε δεν είναι γεγονός. Έχει υπεισέλθει πολλή φαντασία. Το έχεις παραποιήσει, το έχεις αλλάξει, το έχεις ζωγραφίσει, έχεις βάλεις δικά σου χρώματα. Αυτό που θυμάσαι, δεν έχει πια καμία σχέση με το ίδιο το γεγονός.

ΝΑ ΑΝΤΙΠΑΛΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΥΤΟΕΞΑΠΑΤΗΣΗ Ή ΟΧΙ;

Προτού να ξεκινήσουμε, αξίζει να αναρωτηθούμε αν συντρέχει πραγματικά λόγος να αντιπαλέψουμε την αυτοεξαπάτηση στη ζωή μας. Όπως έχουμε δει, η φυσική επιλογή έχει ευνοήσει την ικανότητά μας να εξαπατούμε τον εαυτό μας, διότι μας βοηθά να εξαπατούμε αποτελεσματικότερα τους άλλους. Γιατί, λοιπόν, να θελήσουμε να περιστείλουμε μια ιδιότητα που υπηρετεί το εξελικτικό μας συμφέρον; Δεν θα ήταν πιο χρήσιμο να αξιοποιούσαμε επιλεκτικά την αυτοεξαπάτηση προς όφελός μας – σε καταστάσεις στις οποίες έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να φανεί αποδοτική- παρά να την καταπολεμήσουμε συνολικά; Δεν παραβιάζει άραγε η γενική προσπάθεια χαλιναγώγησης της αυτοεξαπάτησης την προσήλωσή μας στο εξελικτικό ιδιοσυμφέρον μας;

Όσο βάσιμη και αν φαντάζει η παραπάνω ένσταση, απαντώ απερίφραστα: Δεν δίνω δεκάρα τσακιστή. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να θεμελιώνουμε τη ζωή μας, τις διαπροσωπικές σχέσεις μας και τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μας σε ψέματα. Μάλιστα, από ηθική άποψη, ο συνδυασμός της εξαπάτησης με την αυτοεξαπάτηση μου φαίνεται διπλά κατακριτέος. Στην περίπτωση της απλής εξαπάτησης, το θύμα είναι μόνο ένα· αλλά όταν η εξαπάτηση συνοδεύεται και από αυτοεξαπάτηση, τότε τα εξαπατώμενα άτομα είναι δύο. Επιπλέον, όταν εξαπατάτε τον εαυτό σας, βασίζετε αυτοβούλως τη συμπεριφορά σας σε αναλήθειες, γεγονός που ενδέχεται να έχει αρνητικές παρεπόμενες συνέπειες, τις οποίες να μην μπορείτε να προβλέψετε και οι οποίες να επιδεινώνονται με την πάροδο του χρόνου.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η φυσική επιλογή έχει επίσης ευνοήσει την τάση μας να ασκούμε σεξουαλική βία σε γυναίκες, να εξαπολύουμε απρόκλητες επιθέσεις όταν κρίνουμε ότι μας συμφέρει, και ενίοτε να κακοποιούμε τα ίδια τα παιδιά μας. Δεν επικροτώ καμία από αυτές τις συμπεριφορές , ασχέτως αν κατά καιρούς φάνηκαν χρήσιμες στους εξελικτικούς προγόνους μας. Όπως χαρακτηριστικά μου είπε κάποτε ένας εξελικτικός βιολόγος: «Τα γονίδιά μου δεν δίνουν δεκάρα για την πάρτη μου, και ούτε εγώ για τη δική τους».

Μια μεταβλητή είναι η ιδέα της εξελικτικά σταθερής στρατηγικής- δηλαδή, μιας στρατηγικής η οποία, στο πλαίσιο ενός (καλώς ορισμένου) εξελικτικού παιγνίου, δεν ωθείται ποτέ στην εξαφάνιση. Στις ανθρώπινες κοινωνίες, δεν αποκλείεται ο περιορισμός της αυτοεξαπάτησης και η ειλικρίνεια (ή έστω η προσπάθεια να φανεί κανείς ειλικρινής και να μην εξαπατά τον εαυτό του)να αποτελούν εξελικτικά σταθερές στρατηγικές – με άλλα λόγια, να μην μπορούν να οδηγηθούν στην εξαφάνιση, έστω και αν η συχνότητά τους στον πληθυσμό διατηρείται χαμηλή. Αν η στρατηγική της ειλικρίνειας οδεύει αναπόδραστα προς τον εξελικτικό της αφανισμό, τότε ίσως θα όφειλα να επανεξετάσω την προσωπική μου στάση. Αν, όμως, είναι εξελικτικά σταθερή, έστω και με χαμηλή συχνότητα στον πληθυσμό, τότε προτιμώ να προκρίνω, ως προσωπική στρατηγική, την προσπάθεια περιστολής της αυτοεξαπάτησης (χωρίς βέβαια να έχω αξιόλογη πιθανότητα επιτυχίας).

Στην προσωπική μας ζωή, έχουμε πολλές φορές βιώσει την αυτοεξαπάτηση υπό τη μορφή μιας σειράς από μικρές επιτυχίες που ακολουθούνται από μια μεγάλη αποτυχία. Φουσκώνω από αυτοπεποίθηση, προβάλλω μια αυτάρεσκη εικόνα στους γύρω μου και απολαμβάνω κάποια από τα παροδικά οφέλη αυτής της αυταπάτης, προτού τελικά προσγειωθώ ανώμαλα στη σκληρή πραγματικότητα. Η ανώμαλη προσγείωση συχνά συνοδεύεται από βαριές απώλειες, οι οποίες εν μέρει οφείλονται στην τυφλότητα που είχε επιφέρει η υπέρμετρη αυτοπεποίθησή μου. Λόγου χάριν, υπάρχει κίνδυνος να αγνοήσω τις πρόδηλες ενδείξεις ότι μια υποτιθέμενα ευτυχισμένη σχέση στην πραγματικότητα φθίνει άσχημα· κλείνοντας τα μάτια μου, βελτιώνω προσωρινά την ψυχολογική μου διάθεση αναβάλλοντας το αναπόφευκτο ξεκαθάρισμα λογαριασμών – και ανεβάζοντας το κόστος του. Όπως έχουμε δει, εύκολα παγιδεύεται κανείς στον φαύλο κύκλο της άρνησης και δύσκολα απεμπλέκεται από αυτόν. Για να το θέσουμε διαφορετικά, η αυτοεξαπάτηση συχνά έχει καταστροφικές συνέπειες. Αυτό δεν ισχύει μόνο για γεγονότα με ευρύ κοινωνικό αντίκτυπο, όπως η εξαπόλυση αδικαιολόγητων πολεμικών επιθέσεων και η εφαρμογή εσφαλμένων οικονομικών πολιτικών, αλλά και για επιλογές που αφορούν τον στενό προσωπικό μας κύκλο. Μπορεί μεν να αντλήσουμε προσωρινά οφέλη από την εξαπάτηση του εαυτού μας και των άλλων, αλλά δύσκολα θα αποφύγουμε να επωμιστούμε ένα βαρύ μακροπρόθεσμο κόστος.

Πιστεύω ότι αυτός είναι ένας γενικός κανόνας στη ζωή- ότι τα οφέλη της αυτοεξαπάτησης εκδηλώνονται άμεσα, ενώ το κόστος της άγνοιας γίνεται αισθητό με καθυστέρηση. Πειράματα σε επίμυς έχουν αποδείξει ότι αυτού του είδους οι επιδράσεις- δηλαδή, όσες εκδηλώνονται με χρονική υστέρηση- είναι πολύ δύσκολο να συνδεθούν με τις αιτίες που τις προκαλούν. Οι άμεσες συνέπειες μιας πράξης, θετικές ή αρνητικές, είναι συνήθως προφανείς· οι μακροπρόθεσμες επιδράσεις εξακριβώνονται με πολύ μεγαλύτερη δυσκολία. Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα από το γεγονός ότι έχουμε την ισχυρή τάση να επικεντρωνόμαστε στο παρόν και να υποτιμούμε τις απώτερες μελλοντικές συνέπειες των ενεργειών μας.

Tα χαρακτηριστικά του υπεράνθρωπου σύμφωνα με τον Αριστοτέλη;

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός “ιδανικού ανθρώπου” ή Υπεράνθρωπου κατά τον Αριστοτέλη;

-Όμως ο ιδανικός άνθρωπος κατά τον Αριστοτέλη -ο μεγαλόψυχος— δεν είναι ένας απλός μεταφυσικός φιλόσοφος.

-Δεν εκθέτει τον εαυτό του σε κίνδυνο για ασήμαντους λόγους… αφού ελάχιστα είναι τα πράγματα που θεωρεί πολύτιμα. Όμως θα διακιν­δυνεύσει για έναν σημαντικό σκοπό, και θα είναι έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του, αφού πιστεύει ότι δεν αξίζει τον κόπο να προστατεύει κανείς τη ζωή του με οποιοδήποτε τίμημα.

-Του αρέσει να ευεργετεί, αλλά ντρέπεται να τον ευεργετούν, γιατί το πρώτο είναι ένδειξη ανωτερότητας και το δεύτερο κατωτερότητας…

-Δεν ανταγωνίζεται τους άλλους για τα κοινά αντικείμενα της φιλοδοξίας, ούτε πηγαίνει εκεί όπου άλλοι κατέχουν την πρώτη θέση…

-Πρέπει να εκδηλώνει ανοιχτά και την αγάπη και το μίσος, αφού η απόκρυψη δείχνει δειλία…

-Δεν μπορεί να αφήσει τη ζωή του να στρέφεται γύρω από κάποιον άλλο, εκτός αν είναι ένας φίλος, γιατί μια τέτοια συμπεριφορά θα ήταν δουλική…

-Σπάνια θαυμάζει κάτι, αφού τίποτα δεν είναι σπουδαίο γι’ αυτόν…

-Ούτε είναι μνησίκακος, γιατί δεν είναι ένδειξη μεγαλόψυχου ανθρώπου το να θυμάται τις αδικίες που έχει υποστεί αλλά το να τις παραβλέπει…

-Δεν μιλά για τους ανθρώπους, ούτε για τον εαυτό του ούτε για τους άλλους, γιατί δεν επιθυμεί ούτε να επαινούν αυτόν ούτε να ψέγουν τους άλλους. Και ο ίδιος ούτε επαινεί ούτε κακολογεί, ούτε καν τους εχθρούς του, παρά μόνο αν προσβληθεί…

-Για αναπόφευκτα ή ασήμαντα ζητήματα δεν διαμαρτύρεται ούτε ζητά βοήθεια, αφού μόνο όποιος τα θεωρεί σοβαρά θα φερόταν έτσι…

-Η κίνησή του είναι αργή, η φωνή του βαριά και τα λόγια του μετρημένα. Γιατί δεν βιάζεται αυτός που ελάχιστα ζητήματα θεωρεί σοβαρά, ούτε εξάπτεται εκείνος που τίποτα δεν θεωρεί σπουδαίο. Γιατί στη βιασύνη και στην έξαψη οφείλεται η στριγκή φωνή και η βιασύνη…

-Υπομένει κάθε είδους ατυχίες με αξιοπρέπεια, και κάνει πάντα ό,τι καλύτερο μπορεί ανάλογα με τις συνθήκες, όπως ο ικανός στρατηγός χρησιμοποιεί με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τις δυνάμεις που έχει στη διάθεσή του…

-Είναι ο καλύτερος φίλος του εαυτού του, και του αρέσει η απομόνωση, ενώ ο άνθρωπος χωρίς αρετή ή ικανότητες είναι ο χειρότερος φίλος του εαυτού του και φοβάται τη μοναξιά.

Αυτός, λοιπόν, είναι ο Υπεράνθρωπος του Αριστοτέλη.

Νέα ανάλυση των δισδιάστατων περοβσκιτών θα μπορούσε να καθορίσει το μέλλον των ηλιακών κυψελών και των LED

Οι τρισδιάστατοι περοβσκίτες έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά πετυχημένα υλικά για συσκευές LED και ηλιακά πάνελ, την περασμένη δεκαετία. Ένα βασικό θέμα με αυτά τα υλικά, ωστόσο, είναι η σταθερότητά τους με την απόδοση της συσκευής να μειώνεται γρηγορότερα από ότι άλλα υπερσύγχρονα υλικά. Η κοινότητα των μηχανικών θεωρεί ότι οι δισδιάστατες εκδοχές των περοβσκιτών θα μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα απόδοσης. Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο The Journal of Physical Chemistry Letters, ερευνητές από το ATI (Surrey’s Advanced Technology Institute) περιγράφουν λεπτομερώς πώς να βελτιωθούν οι φυσικές ιδιότητες του δισδιάστατου περοβσκίτη που αναφέρεται ως Ruddlesden-Popper.

Η μελέτη ανάλυσε τα αποτελέσματα του συνδυασμού μόλυβδου με κασσίτερο μέσα στη δομή του Ruddlesden-Popper για τη μείωση της τοξικής ποσότητας του μόλυβδου. Αυτό επίσης αφήνει περιθώρια για τη ρύθμιση των βασικών ιδιοτήτων, όπως τα μήκη κύματος φωτός που μπορεί το υλικό να απορροφήσει ή να εκπέμψει στο επίπεδο της συσκευής – βελτιώνοντας την απόδοση των φωτοβαλταϊκών και διόδων εκπομπής φωτός. «Υπάρχει εύλογα μεγάλος ενθουσιασμός σχετικά με τη δυναμική των δισδιάστατων περοβσκιτών, καθώς θα μπορούσαν να εμπνεύσουν μια επανάσταση βιωσιμότητας σε πολλές βιομηχανίες. Πιστεύουμε η ανάλυσή μας για την ενίσχυση της απόδοσης του περοβσκίτη να μπορέσει να παίξει ρόλο στην βελτίωση της σταθερότητας σε χαμηλού κόστους ηλιακή ενέργεια και LED», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Cameron Underwood.

Οι γενικές γραμμές της φιλοσοφικής σύλληψης του Αριστοτέλη

Τη γένεση των πραγμάτων ο Αριστοτέλης την εξηγεί με τη βοήθεια των εννοιών, ύλη – είδος και δύναμις – ενέργεια.

Από την ύλη, που υπάρχει μόνο «δυνάμει», γεννιέται κάτι καθώς η μορφή ενεργοποιείται. Με άλλα λόγια: μέσα στην ύλη περιέχεται το τέλος του πράγματος∙ αυτό το τελείως άυλο τέλος είναι στην κάθε επιμέρους περίπτωση αμετάβλητο. Στα έμβια όντα οι άυλες ωθήσεις για κίνηση που ενυπάρχουν στο σπέρμα προκαλούν τη γένεση. Οι μορφές των φυσικών πραγμάτων είναι αμετάβλητες και αιώνιες∙ ο άνθρωπος γεννάει άνθρωπο. Άλλες μορφές υπάρχουν από τη στιγμή που ενεργοποιούνται στη νόησή μας.

Η ύλη με το νόημα που έχει στη φυσική μπορεί να χαρακτηριστεί ύλη, η ύλη όμως ως νοητική έννοια δεν είναι ύλη. Η μορφή είναι βέβαια κάτι που υπάρχει χωρίς να μεταβάλλεται, δεν είναι όμως ένα τόδε αλλά ένα τοιόνδε.[1]

Η αρχαία ελληνική λέξη κίνησις δεν δηλώνει μόνο την κίνηση στο χώρο, αλλά και την ποιοτική μεταβολή, επομένως όλες τις φυσικές μεταβολές∙ η γένεση είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση κίνησης. Η κίνηση είναι ένα φαινόμενο σύμφυτο και όχι παράλληλο με τα πράγματα. Ως φυσικό φαινόμενο η διαδικασία της κίνησης είναι κάτι το συνεχές, όχι μια σειρά από καταστάσεις που είναι στοιχισμένες η μια δίπλα στην άλλη. Ο χρόνος είναι η κίνηση στο βαθμό που έχει αριθμό (αυτό θα πει: στο βαθμό που μπορούμε να τον μετρήσουμε) σε σχέση με το «πριν» και το «μετά».

Ο χώρος και ο τόπος ως όρια του πράγματος αριθμητικά και γεωμετρικά καθορισμένα είναι αμετάβλητοι και αξεχώριστοι από το πράγμα. Και ο συνολικός χώρος και ο τόπος ενός πράγματος αποτελούν για τις κινήσεις σταθερά συστήματα αναφοράς.

Αν τις δούμε από την πλευρά της λογικής, όλες οι κινήσεις βρίσκονται σε συνάρτηση μεταξύ τους και σχηματίζουν μια αλυσίδα κινήσεων. Ως μεμονωμένο συμβάν κάθε τέτοια αλυσίδα ή σειρά απαιτεί ένα σημείο αφετηρίας∙ διαφορετικά θα είχαμε μια πορεία προς τα πίσω που δεν θα είχε τέλος, κάτι που ο Αριστοτέλης δεν το δέχτηκε ποτέ. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να δεχτούμε για όλες τις φυσικές διαδικασίες μια αρχή απόλυτα έξω από αυτές. Η αρχή της κίνησης είναι επομένως αίτημα λογικό. Η σχέση ανάμεσα στο πρώτον κινούν και στη συγκεκριμένη επιμέρους κίνηση είναι στιγμιαία. Η αρχή της κίνησης έχει θεϊκά χαρακτηριστικά, βρίσκεται έξω από τη φυσική διαδικασία και κινεί τον κόσμο, με το νόημα ότι όλα τείνουν προς αυτήν.

Ο κόσμος είναι αιώνιος και αγέννητος. Η ανώτερη περιοχή του κόσμου είναι αναλλοίωτη∙ στον κάτω από το φεγγάρι κόσμο κυριαρχούν η κίνηση και η μεταβολή. Η γένεση και η φθορά αποτελούν ένα αιώνιο κύκλο, στον οποίο τα είδη (μορφές) είναι αναλλοίωτα και κάνουν φανερή την παρουσία τους μέσα από πράγματα φθαρτά. Τα στοιχεία διαθέτουν φυσική κίνηση∙ δεν φθείρονται ούτε αναλίσκονται, αλλά μεταμορφώνονται το ένα στο άλλο αδιάκοπα και αμοιβαία. Ο θεός του Αριστοτέλη δεν είναι επομένως ο δημιουργός του κόσμου ούτε παρεμβαίνει σε ό,τι συμβαίνει στη φύση ή στη ζωή των ανθρώπων∙ έκανε πραγματικότητα την αιωνιότητα κάνοντας τη γένεση έναν αιώνιο κύκλο.

Η φυσική διαδικασία είναι μονόδρομη: γένεση – αύξηση – τελείωση – παρακμή – φθορά. Αυτή είναι η βασική του ιδέα στη φιλοσοφία του τέλους, η οποία βασίζεται σε δεδομένα της εμπειρίας. Διερευνώντας τους τέσσερις παράγοντες –ύλη, μορφή, ποιητικό αίτιο και σκοπό- φτάνουμε στη γνώση της μορφής της δομής των πραγμάτων∙ η διδασκαλία για τις τέσσερις αιτίες είναι μια θεματοποίηση της θεωρίας του τέλους. Αναπόσπαστα δεμένη με την έννοια του τέλους είναι η ιδέα πως κάθε δημιούργημα της φύσης έχει να επιτελέσει ένα εντελώς δικό του έργον∙ «η φύσις ουδέν ποιείν μάτην». Η γένεση και η εξέλιξη που την ακολουθεί προσδιορίζονται από τη μορφή της ύπαρξης, όχι η μορφή της ύπαρξης από τη γένεση, γιατί ο άνθρωπος γεννάει άνθρωπο.

Κατά συνέπεια ο Αριστοτέλης έπλασε τη λέξη εντελέχεια για να εκφράσει τη διδασκαλία του για το τέλος: του χρειαζόταν μια λέξη που να δηλώνει το στάδιο εκείνο κατά το οποίο το τέλος επιτεύχθηκε πια. Η εντελέχεια είναι επομένως η στιγμή της βιολογικής κορύφωσης∙ σε άλλες, φυσικά περιοχές το ανάλογο.

Ο άνθρωπος είναι το ανώτερο δημιούργημα της φύσης, και για χάρη του η φύση δημιούργησε όλα τα υπόλοιπα.

Αυτό που χαρακτηρίζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τον κόσμο του γίγνεσθαι είναι η τάξις. Αυτό φαίνεται καθαρά στην κλιμάκωση των όντων στη φύση. Η φύση προχωρεί κλιμακωτά από τα άψυχα στα ζώα περνώντας από οργανισμούς που είναι βέβαια ζωντανοί, δεν είναι όμως ζώα. Τα ζώα ο Αριστοτέλης τα ταξινομεί σε γενικές γραμμές σωστά, αρχίζοντας από τα κατώτερα και φτάνοντας στα ανώτερα∙ ο άνθρωπος διαφέρει από τα ζώα μόνο σε ένα, ότι διαθέτει υψηλότερη νοητική ικανότητα (νους).

Αν εξαιρέσουμε τον νουν, όλες οι άλλες λειτουργίες της ψυχής είναι ψυχοφυσικά φαινόμενα. Ψυχή και σώμα είναι δύο όψεις ενός έμβιου όντως, όπως το κοίλο και το κυρτό σε ένα σφαιρικό σώμα, και βρίσκονται μεταξύ τους σε μια σχέση παρόμοια με τη σχέση ύλης και μορφής. Ο Αριστοτέλης ορίζει την ψυχή ως «την πρώτη εντελέχεια ενός φυσικού σώματος δυνάμει ζωήν έχοντος». Θέλει να πει με αυτό πως η ψυχή είναι η πρώτη και κύρια προϋπόθεση της ζωής. Ένα άψυχο χέρι είναι χέρι μόνο κατ’ όνομα. Ο νους είναι κάτι που υπάρχει καθεαυτό, ένα «χωριστόν», και από την πλευρά της φυσιολογίας δεν έχει τίποτα κοινό με το σώμα∙ ο νους είναι το θεϊκό στοιχείο μέσα μας.

Δεν υπάρχει ανάμνηση ούτε γνώσεις που τις αποκτούμε με τη γέννησή μας. Οι πρώτες βασικές εντυπώσεις που αποκτούμε με τις αισθήσεις κατατάσσονται με τη βοήθεια της κοινής αισθήσεως και «αποθηκεύονται» στη μνήμη ως παραστάσεις. Από παραστάσεις που επαναλαμβάνονται γεννιούνται οι γενικές έννοιες. Μπορούμε επομένως να διακρίνουμε το γενικό στο επιμέρους, και μέσω του επιμέρους φτάνουμε με κάποιον τρόπο στη γνώση του γενικού. Δεδομένου ότι όλα όσα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις και όλα όσα σκεπτόμαστε και λέμε για τα πράγματα πηγάζουν από τη ψυχή, η ψυχή είναι κατά κάποιον τρόπο αυτά με τα οποία έχει να κάνει.

Στη θεωρία του για τη γνώση ο Αριστοτέλης βρέθηκε αντιμέτωπος με μια δυσκολία, που την ξεπέρασε άνετα με τη διδασκαλία του για την ουσία. Αντικείμενο της γνώσης είναι το γενικό, δηλαδή οι γενικές έννοιες∙ αυτές όμως δεν έχουν πραγματική ύπαρξη∙ από την άλλη μεριά για τα επιμέρους, τα συγκεκριμένα αισθητά πράγματα, δεν υπάρχει ούτε ορισμός ούτε απόδειξη, παρά μόνο γνώμες. Όπως τόσα άλλα προβλήματα, έτσι και αυτό ο Αριστοτέλης το λύνει με τη βοήθεια του ζεύγους των εννοιών δύναμις – ενέργεια. Η γνώση μας είναι μια «δυνάμει» γνώση όσο ξέρουμε ότι υπάρχει κάτι σαν το «α»∙ όταν όμως συναντούμε, εδώ και τώρα, ένα συγκεκριμένο «α», τότε ενεργοποιούμε αυτή τη γνώση. Η ενεργοποιημένη γνώση είναι πάντοτε αντικειμενική.

Ο κεντρικός πυρήνας της ηθικής του είναι η διδασκαλία του για τον ηθικά άριστο άνθρωπο∙ άρρηκτα δεμένη με αυτήν είναι η διδασκαλία του για το ορθό μέτρο. Με την ικανότητά μας να βρίσκουμε το ορθό μέτρο αποκτούμε σημεία προσανατολισμού για τις πράξεις μας. Καθολικό αγαθό υπάρχει μόνο στο βαθμό που αυτό είναι σκοπός αυτών που συμβαίνουν στη φύση∙ για τον άνθρωπο υπάρχει κάθε φορά ένας συγκεκριμένος σκοπός, που συμπίπτει με το συγκεκριμένο κάθε φορά αγαθό. Μια ηθική κατάσταση αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή που ένα άτομο πρέπει να αποφασίσει για κάτι. Ο ηθικά άριστος άνθρωπος, με την πείρα που απόκτησε στη ζωή και με την ηθική φρόνηση που κέρδισε χάρη σ’ αυτήν, έχει την ικανότητα να κάνει τη σωστή επιλογή. Εκείνο που πρέπει να μας κατευθύνει όταν έχουμε να διαλέξουμε τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργήσουμε είναι να ενεργούμε έτσι ώστε να μη διαταράσσεται η ελεύθερη και καθαρή σκέψη μέσα μας∙ κάθε παρέκκλιση από το σωστό μέτρο δεν μπορεί παρά να επιφέρει κάποια διαταραχή. Οι τρεις ακρογωνιαίοι λίθοι της ευτυχίας στη ζωή είναι η φιλοσοφική φρόνηση, η ηθική αρετή και το αίσθημα της χαράς. Ο φιλοσοφικός βίος είναι η ανώτερη μορφή ζωής∙ δεύτερη στη σειρά έρχεται η ζωή που έχει για στόχο της την αρετή.
-------------------------------
[1] Δεικτικές αντωνυμίες: τόδε = ο εξής, τοιόνδε = τέτοιος

ΠΛΑΤΩΝ: Συμπόσιον (223b-223d)

[223b] Τὸν μὲν οὖν Ἀγάθωνα ὡς κατακεισόμενον παρὰ τῷ Σωκράτει ἀνίστασθαι· ἐξαίφνης δὲ κωμαστὰς ἥκειν παμπόλλους ἐπὶ τὰς θύρας, καὶ ἐπιτυχόντας ἀνεῳγμέναις ἐξιόντος τινὸς εἰς τὸ ἄντικρυς πορεύεσθαι παρὰ σφᾶς καὶ κατακλίνεσθαι, καὶ θορύβου μεστὰ πάντα εἶναι, καὶ οὐκέτι ἐν κόσμῳ οὐδενὶ ἀναγκάζεσθαι πίνειν πάμπολυν οἶνον. τὸν μὲν οὖν Ἐρυξίμαχον καὶ τὸν Φαῖδρον καὶ ἄλλους τινὰς ἔφη ὁ Ἀριστόδημος οἴχεσθαι ἀπιόντας, ἓ δὲ ὕπνον λαβεῖν, [223c] καὶ καταδαρθεῖν πάνυ πολύ, ἅτε μακρῶν τῶν νυκτῶν οὐσῶν, ἐξεγρέσθαι δὲ πρὸς ἡμέραν ἤδη ἀλεκτρυόνων ᾀδόντων, ἐξεγρόμενος δὲ ἰδεῖν τοὺς μὲν ἄλλους καθεύδοντας καὶ οἰχομένους, Ἀγάθωνα δὲ καὶ Ἀριστοφάνη καὶ Σωκράτη ἔτι μόνους ἐγρηγορέναι καὶ πίνειν ἐκ φιάλης μεγάλης ἐπὶ δεξιά. τὸν οὖν Σωκράτη αὐτοῖς διαλέγεσθαι· καὶ τὰ μὲν ἄλλα ὁ [223d] Ἀριστόδημος οὐκ ἔφη μεμνῆσθαι τῶν λόγων —οὔτε γὰρ ἐξ ἀρχῆς παραγενέσθαι ὑπονυστάζειν τε— τὸ μέντοι κεφάλαιον, ἔφη, προσαναγκάζειν τὸν Σωκράτη ὁμολογεῖν αὐτοὺς τοῦ αὐτοῦ ἀνδρὸς εἶναι κωμῳδίαν καὶ τραγῳδίαν ἐπίστασθαι ποιεῖν, καὶ τὸν τέχνῃ τραγῳδοποιὸν ὄντα ‹καὶ› κωμῳδοποιὸν εἶναι. ταῦτα δὴ ἀναγκαζομένους αὐτοὺς καὶ οὐ σφόδρα ἑπομένους νυστάζειν, καὶ πρότερον μὲν καταδαρθεῖν τὸν Ἀριστοφάνη, ἤδη δὲ ἡμέρας γιγνομένης τὸν Ἀγάθωνα. τὸν οὖν Σωκράτη, κατακοιμίσαντ᾽ ἐκείνους, ἀναστάντα ἀπιέναι, καὶ ‹ἓ› ὥσπερ εἰώθει ἕπεσθαι, καὶ ἐλθόντα εἰς Λύκειον, ἀπονιψάμενον, ὥσπερ ἄλλοτε τὴν ἄλλην ἡμέραν διατρίβειν, καὶ οὕτω διατρίψαντα εἰς ἑσπέραν οἴκοι ἀναπαύεσθαι.

***
[223b] Λοιπόν, ο Αγάθων σηκώθηκε και πήγε να ξαπλώσει δίπλα στο Σωκράτη, όταν ξαφνικά γλεντοκόποι πάμπολλοι έκαναν την εμφάνισή τους μπροστά στην πόρτα· τη βρήκαν ανοιχτή, καθώς κάποιος έβγαινε έξω, και τράβηξαν ίσια μέσα και πήραν θέση στο τραπέζι· έγινε πανζουρλισμός και μες σ᾽ απόλυτη ακαταστασία θέλαν δε θέλαν κατέβασαν πάρα πολύ κρασί. Λοιπόν, μου αφηγήθηκε ο Αριστόδημος, ο Ερυξίμαχος και ο Φαίδρος και κάποιοι άλλοι βιάστηκαν να φύγουν, ενώ τον ίδιο τον πήρε ο ύπνος [223c] κι αποκοιμήθηκε βαριά, έτσι που οι νύχτες ήταν αξημέρωτες· και ξύπνησε με το ξημέρωμα, την ώρα που πήραν να λαλούν τα κοκόρια. Και ξυπνώντας είδε ότι οι άλλοι ή αποκοιμήθηκαν ή είχαν φύγει, αλλά ο Αγάθων κι ο Αριστοφάνης κι ο Σωκράτης, μόνοι αυτοί, έμεναν ακόμη ξυπνητοί κι έπιναν από μια μεγάλη κούπα, που έκανε το γύρο απ᾽ τ᾽ αριστερά στα δεξιά. Λοιπόν, ο Σωκράτης έκανε διαλογική συζήτηση μαζί τους· τώρα, ο Αριστόδημος [223d] δε συγκρατούσε στη μνήμη του όλα όσα είπαν —γιατί δεν παρακολούθησε απ᾽ την αρχή τη συζήτηση, αλλά και τα μάτια του έκλειναν από τη νύστα— όμως η ουσία ήταν, είπε, ότι ο Σωκράτης τους υποχρέωσε να παραδεχτούν ότι η ενσυνείδητη γνώση της δημιουργίας και της κωμωδίας και της τραγωδίας είναι προσόν του ίδιου προσώπου, κι αυτός που είναι μετά λόγου γνώσεως ποιητής είναι ο ίδιος και ποιητής τραγωδιών και ποιητής κωμωδιών. Λοιπόν εκείνοι, μην μπορώντας να κάνουν αλλιώς, το παραδέχονταν και, νιώθοντας νύστα, δυσκολεύονταν να τον παρακολουθήσουν· και πρώτα πήρε ο ύπνος τον Αριστοφάνη και, ξημερώματα πια, τον Αγάθωνα. Λοιπόν ο Σωκράτης τους έβαλε να κοιμηθούν και κατόπι σηκώθηκε και πήρε το δρόμο του γυρισμού· κι ο Αριστόδημος, όπως το συνήθιζε, τον ακολούθησε. Κι όταν έφτασε στο Λύκειο, νίφτηκε και πέρασε την υπόλοιπη μέρα του όπως τις άλλες εκεί· πέρασε τη μέρα του έτσι και σαν πήρε να βραδιάζει πήγε στο σπίτι του ν᾽ αναπαυτεί.