Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (259-287)

ΣΩ. τὸν μὲν Γέταν οὐκ ἔνδον ὄντα κατέλαβον,
260 μέλλουσα δ᾽ ἡ μήτηρ θεῷ θύειν τινί—
οὐκ οἶδ᾽ ὅτῳ—ποιεῖ δὲ τοῦθ᾽ ὁσημέραι,
περιέρχεται θύουσα τὸν δῆμον κύκλῳ
ἅπαντ᾽—ἀπέσταλκ᾽ αὐτὸν αὐτόθεν τινὰ
μισθωσόμενον μάγειρον. ἐρρῶσθαι δὲ τῇ
265 θυσίᾳ φράσας ἥκω πάλιν πρὸς τἀνθάδε.
καί μοι δοκῶ τοὺς περιπάτους τούτους ἀφεὶς
αὐτὸς διαλέξεσθ᾽ ὑπὲρ ἐμαυτοῦ. τὴν θύραν
κόψω δ᾽, ἵν᾽ ᾖ μοι μηδὲ βουλεύσασθ᾽ ἔτι.
ΓΟ. μειράκιον, ἐθελήσαις ἂν ὑπομεῖναι λόγον
270 σπουδαιότερόν μου; (ΣΩ.) καὶ μάλ᾽ ἡδέως· λέγε.
(ΓΟ.) εἶναι νομίζω πᾶσιν ἀνθρώποις ἐγὼ
τοῖς τ᾽ εὐτυχοῦσιν τοῖς τε πράττουσιν κακῶς
πέρας τι τούτου καὶ μεταλλαγήν τινα,
καὶ τῷ μὲν εὐτυχοῦντι μέχρι τούτου μένειν
275 τὰ πράγματ᾽ εὐθενοῦντ᾽ ἀεὶ τὰ τοῦ βίου
ὅσον ἂν χρόνον φέρειν δύνηται τὴν τύχην
μηδὲν ποήσας ἄδικον· εἰς δὲ τοῦθ᾽ ὅταν
ἔλθῃ προαχθεὶς τοῖς ἀγαθοῖς, ἐνταῦθά που
τὴν μεταβολὴν τὴν εἰς τὸ χεῖρον λαμβάνει·
280 τοῖς δ᾽ ἐνδεῶς πράττουσιν, ἂν μηδὲν κακὸν
ποιῶσιν ἀποροῦντες, φέρωσιν δ᾽ εὐγενῶς
τὸν δαίμον᾽, εἰς πίστιν ποτ᾽ ἐλθόντας χρόνῳ,
βελτίον᾽ εἶναι μερίδα προσδοκᾶν τινα.
τί οὖν λέγω; μήτ᾽ αὐτός, εἰ σφόδρ᾽ εὐπορεῖς,
285 πίστευε τούτῳ, μήτε τῶν πτωχῶν πάλιν
ἡμῶν καταφρόνει· τοῦ διευτυχεῖν δ᾽ ἀεὶ
πάρεχε σεαυτὸν τοῖς ὁρῶσιν ἄξιον.

***
ΣΩΣ., χωρίς να δει το Γοργία και το Δάο, που στο αναμεταξύ παραμέρισαν
Το Γέτα δεν τον βρήκα μες στο σπίτι·
260 τον είχε στείλει η μάνα μου να τρέξει
και με το μεροκάματο ένα μάγερα
να πάει να βρει, γιατί σε κάποιον θέλει
θεό θυσία να κάμει· αυτή δα κιόλας
είναι η δουλειά της· όλου μας του δήμου
την περιοχή διαρκώς την παίρνει σβάρνα
κι όλο θυσίες προσφέρνει. Εγώ, αψηφώντας
την τελετή, ήρθα πίσω εδώ τρεχάτος·
και λέω ν᾽ αφήσω πια τα σύρε κι έλα
και για το ζήτημά μου να φροντίσω
εγώ προσωπικώς. Χτυπάω την πόρτα,
ώστε να μην μπορώ να μετανιώσω.
Πάει να χτυπήσει την πόρτα του Κνήμωνα, αλλά
σταματά βλέποντας να τον πλησιάζει ο Γοργίας.

ΓΟΡ. Νεαρέ, μπορείς ν᾽ ακούσεις ένα λόγο
270 από με σοβαρό; ΣΩΣ. Πολύ ευχαρίστως.
ΓΟΡ. Στην τύχη των ανθρώπων όλων, είτε
δυστυχισμένων είτε ευτυχισμένων,
λέω πως πάντα υπάρχει κάποιο τέρμα
και μια μεταστροφή· σ᾽ εκείνον που έχει
την ευτυχία, κρατιέται αυτή κι ανθίζει,
όσο σηκώνει την καλή του τύχη
χωρίς κακό να κάνει σε κανέναν·
όταν παρασυρμένος απ᾽ τα πλούτη
πράξει αδικίες, σ᾽ αυτό πια το σημείο
η τύχη αλλάζει και να πέφτει αρχίζει·
280 και πάλι αυτοί που φτωχικά περνούνε,
αν τον καιρό της φτώχειας τους κανένα
δεν κάνουνε κακό παρά σηκώνουν
την τύχη τους μ᾽ ευγένεια και με θάρρος,
να ελπίζουνε μπορούνε, να προσμένουν
με τον καιρό καλύτερη μερίδα.
Γιατί τα λέω αυτά; Νά· αν είσαι πλούσιος,
στα πλούτη μη βασίζεσαι και τόσο,
και μην περιφρονείς εμάς τους άλλους,
τους φτωχούς· και στα μάτια όσων σε βλέπουν
μόνιμης ευτυχίας να δείχνεσαι άξιος.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η συνάντηση της αρχαίας Ελληνικής με άλλες γλώσσες

9.7.3 Ελληνική και αιγυπτιακή


Ο πολιτισμός της Αιγύπτου ήταν πολύ παλιότερος από τον ελληνικό. Αυτό το ήξεραν οι αρχαίοι Έλληνες και γι' αυτό περιέβαλλαν με ιδιαίτερο θαυμασμό τον αιγυπτιακό πολιτισμό. 

Ο Πλάτωνας μιλάει πολύ συχνά για τους Αιγύπτιους. Ο ιστορικός Ηρόδοτος, παλαιότερος από τον Πλάτωνα, δίνει πολλές πληροφορίες για την Αίγυπτο.

Από την αιγυπτιακή γλώσσα μπήκαν στην ελληνική γλώσσα οι λέξεις ἶρις 'κόρη του ματιού' και η λέξη πάπυρος. 

Οι Μακεδόνες κατακτούν την Αίγυπτο γύρω στο 330 π.Χ. και για χίλια χρόνια, μέχρι την κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Άραβες, η ελληνική χρησιμοποιείται ως γλώσσα της διοίκησης. Δεν φαίνεται ωστόσο να επηρέασε ιδιαίτερα την αιγυπτιακή γλώσσα. Παρέμεινε γλώσσα της διοίκησης. 

Τα πράγματα αλλάζουν με την επικράτηση του χριστιανισμού. Οι χριστιανοί Αιγύπτιοι, οι Κόπτες, δανείζονται μαζικά από τα ελληνικά.

Χρησιμοποιούν μάλιστα το ελληνικό αλφάβητο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες της γλώσσας τους.

ΔΕΣ: ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Τι να κάνουν οι γονείς όταν τα παιδιά τους δέχονται την απόρριψη;

Ο Αβραάμ Μάσλοου ήταν Αμερικανός ψυχολόγος ο οποίος έμεινε γνωστός για τη θεωρία ιεράρχησης των αναγκών που υποστηρίζει ότι υπάρχουν πέντε επίπεδα αναγκών, από τα οποία εξαρτάται όλη σχεδόν η συμπεριφορά μας.

Ιεράρχηση των αναγκών κατά Μάσλοου

Σύμφωνα με τη θεωρία του Μάσλοου οι ανάγκες των ανθρώπων είναι ιεραρχημένες από τις ανάγκες για επιβίωση, ανάγκες ασφαλείας, ανάγκες κοινωνικής αποδοχής, ανάγκες αυτοεκτίμησης, και κορυφώνονται με τις ανάγκες για αυτοολοκλήρωση.

Ο ίδιος αναφέρει πως η ανάγκη για αγάπη και το να ανήκουμε σε μία οικογένεια αποτελούν θεμελιώδη ανθρώπινα κίνητρα. Όλοι οι άνθρωποι χρειάζεται να δίνουν και να λαμβάνουν συναισθήματα ζεστασιάς για να είναι ψυχολογικά υγιείς.

Έτσι λοιπόν, ο ισορροπημένος ψυχικός κόσμος του παιδιού είναι ο στόχος των γονιών και το οποίο θα κάνει ένα παιδί να ξεπερνάει την απόρριψη ακόμα και όταν εκείνο αμφιβάλει για τον ίδιο του τον εαυτό.

Απόρριψη

Η απόρριψη είναι συναισθηματικά επώδυνη για όλους μας λόγω της κοινωνικής μας φύσης να αλληλοεπιδρούμε με τους άλλους ανθρώπους πόσο μάλιστα για τα παιδιά τα οποία καλλιεργούν την προσωπικότητά τους. Έτσι, λοιπόν, ο ρόλος των γονιών είναι σημαντικός ώστε το παιδί να μην αναπτύξει αρνητικές πεποιθήσεις, ότι δεν είναι άξιο να αγαπηθεί.

Όταν κάποιο παιδί βιώσει μία έντονη απόρριψη στην παιδική ηλικία, μπορεί να αρχίσει να πιστεύει σε ένα βαθύτερο επίπεδο, ότι δεν αξίζει την αγάπη ή ότι είναι άχρηστο.

Επίσης, έρευνες έχουν αποδείξει ότι όταν το παιδί νιώθει απόρριψη μπορεί να παρουσιάσει χαμηλή αυτοεκτίμηση, μαθησιακές δυσκολίες, παραίτηση, κοινωνική απομόνωση, επιθετικότητα, αγχώδεις διαταραχές και παραβατικότητα στην εφηβική ηλικία.

Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς σε περίπτωση απόρριψης

Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό να αντιληφθούν οι γονείς ποια συμπεριφορά είναι αυτή που προκαλεί την απόρριψη. Για να επιτευχθεί αυτό, οι γονείς πρέπει να είναι ανοιχτοί, διαθέσιμοι με αγάπη να ακούσουν το παιδί, ώστε να αισθανθεί την οικογένεια ως ένα ασφαλές καταφύγιο.

Οι γονείς μπορούν να εκπαιδευτούν στην μέθοδο «αλλάζοντας οπτική γωνία». Η συγκεκριμένη μέθοδος είναι να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα.

Μπορούμε να θέσουμε κάποιες ερωτήσεις:

1. Πώς μπορεί να ερμηνευτεί η συμπεριφορά μου από την οπτική γωνία του παιδιού με το οποίο έχω ένα πρόβλημα; Δηλαδή τι οδήγησε στο παιδί να με απορρίψει; Μήπως βιώνει κάποια προβλήματα το ίδιο το παιδί και αντιδρά μέσω της απόρριψης;

2. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην ερμηνεία που κάνω εγώ για τη συμπεριφορά μου και στην ερμηνεία που κάνει το παιδί με το οποίο έχω ένα πρόβλημα; Δηλαδή το παιδί που νιώθω ότι με απορρίπτει όντως με απορρίπτει;

3. Ποια είναι η δική μου διαφορετική συμπεριφορά που εγώ αποδέχομαι και μπορεί να ερμηνευτεί από το παιδί που έχει πρόβλημα μαζί μου ως μια θετική αλλαγή; Δηλαδή τι θα μπορούσα να αλλάξω ώστε να με αποδεχτεί το παιδί;

Η μέθοδος «αναλύοντας τις δημιουργικές ικανότητες»

Επόμενη μέθοδος που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι γονείς είναι «αναλύοντας τις δημιουργικές ικανότητές σας». Οι προβληματικές καταστάσεις σας προσφέρουν την ευκαιρία να κάνετε τον εξερευνητή και να διαμορφώσετε νέες σκέψεις.

Οι γονείς έχουν τη γνώση που χρειάζονται για να λύσουν τα προβλήματα που προκύπτουν αλλά όμως ακινητοποιούνται σε μία χρόνια προβληματική κατάσταση και ξεχνούν προσωρινά ότι ξέρουν ή ίσως δεν τοποθετούν με ακρίβεια όλα μαζί τα κομμάτια της συγκεκριμένης προβληματικής κατάστασης με έναν χρήσιμο τρόπο.

Έτσι, λοιπόν, οι γονείς μπορούν να θυμηθούν με ποιον εποικοδομητικό τρόπο χειρίστηκαν οι ίδιοι την απόρριψη και να βοηθήσουν τα παιδιά τους. Για παράδειγμα, μπορεί οι γονείς να συνειδητοποιήσουν ότι η απόρριψη προκαλείται από την αρνητική συμπεριφορά του ίδιου τους του παιδιού, με αποτέλεσμα να πρέπει να το βοηθήσουν να βελτιώσει τις κοινωνικές του δεξιότητες.

Εν τέλει η οικογένεια πάντα λειτουργεί ως πρότυπο για τα παιδιά. Η απόρριψη του παιδιού στην οικογένεια εκφράζει μια δυσλειτουργία της οικογένειας και αποτελεί την πηγή δυσλειτουργιών στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.

Συνεπώς, δεν αρκούν τα λεκτικά μηνύματα, που περνάνε οι γονείς στα παιδιά, αλλά και το τι παράδειγμα δίνουν μέσα από την δική τους συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής τους. Η συμπεριφορά των γονιών είναι ο καθρέφτης για την ευτυχία των παιδιών.

Το φαινόμενο της ψυχολογίας των μαζών - Η μαζική ύπνωση

Αυτό που αποκαλούμε σήμερα κοινωνική ψυχολογία είναι άμεση απόρροια της Ψυχολογίας των Μαζών του Gustave Le Bon, ο οποίος στα τέλη του 19ου αιώνα δημιούργησε από μόνος του έναν καινούριο κλάδο της ψυχολογικής επιστήμης.

Μαζική ύπνωση

Σύμφωνα με τον Le Bon, η δύναμη των μαζών, που τόση ανησυχία προκάλεσε στον ίδιο και στους συγχρόνους του, βρίσκεται στο βίαιο, ακραίο και ανεξέλεγκτο χαρακτήρα των πράξεών τους, ο οποίος με τη σειρά του οφείλεται σε ορισμένες αλλοιώσεις τις οποίες υφίστανται όλα τα άτομα που για τον ένα ή τον άλλο λόγο αποτελούν τμήμα αυτών των μαζών.

Τόσο ο Le Bon όσο και σύσσωμη η γαλλική αστική τάξη αντιμετώπιζαν με αρνητική στάση τα πλήθη και τις μάζες, καθώς και με ανάμεικτα συναισθήματα φόβου και περιφρόνησης.

Στο όνομα της γαλλικής αστικής τάξης ο Γάλλος γιατρός Gustav Le Bon ανέλαβε να δημιουργήσει μια «επιστήμη» ικανή όχι μόνο να εξηγήσει το περίεργο φαινόμενο της αχαλίνωτης δράσης των μαζών, αλλά και να χρησιμεύσει ως μέσο ελέγχου και χειραγώγησής τους...

Τι είναι όμως αυτό που προκαλεί τις αλλοιώσεις που υφίστανται όλα τα άτομα που αποτελούν τμήμα των μαζών;

Σύμφωνα με την ψυχολογία των μαζών, ο βασικός μηχανισμός μετατροπής της ατομικής ψυχολογίας σε συλλογική, μαζική ψυχολογία είναι η μαζική ύπνωση.

Πράγματι από τις λέξεις κλειδιά του Le Bon είναι ότι οι αλλαγές που υφίσταται κάθε άτομο το οποίο ενσωματώνεται σε μια ομάδα, μια μάζα ή ένα πλήθος είναι ανάλογες με αυτές που υφίσταται κάθε άτομο το οποίο υποβάλλεται στη διαδικασία της ύπνωσης.

Γιατί ορισμένα άτομα υπνωτίζονται πολύ εύκολα;

Δεν γνωρίζουμε πάρα πολλά για την ύπνωση. Αυτό πάντως που ξέρουμε σίγουρα είναι ότι ορισμένα άτομα υπνωτίζονται πολύ εύκολα υπό την επήρεια δυο συμπληρωματικών παραγόντων:

(α) την εγκαθίδρυση μιας συναισθηματικής σχέσης ανάμεσα στον υπνωτιστή και στον υπνωτιζόμενο, η οποία χαρακτηρίζεται από την απόλυτη εμπιστοσύνη και υποταγή του δεύτερου στον πρώτο και

(β) το χειρισμό των φυσιολογικών αντιδράσεων του υπνωτιζόμενου από τον υπνωτιστή: επικέντρωση του βλέμματος σε ένα σημείο και περιορισμός της ανταπόκρισης των αισθήσεων σε πολύ μικρό αριθμό ερεθισμάτων, σε σημείο που μπορούμε να πούμε ότι προκαλείται ένα είδος αισθητήριας αίσθησης στέρησης η οποία αποκόπτει τον υπνωτιζόμενο από τον υπόλοιπο κόσμο και τον κάνει να ονειρεύεται ξύπνιος!

Πρέπει να προσθέσουμε ακόμη ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ενός υπνωτισμένου ατόμου είναι ο τεράστιος αριθμός παραισθήσεων που το κατακλύζουν.

Φαινόμενα επιρροής

Όσο για τον παραλληλισμό μας με τη συλλογική συμπεριφορά δύο φαινόμενα παρουσιάζουν εύλογο ενδιαφέρον.

Το πρώτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο υπνωτισμένος εστιάζει απόλυτα την προσοχή του πάνω στον ηγέτη.

Το δεύτερο αφορά την ικανότητα του υπνωτισμένου να κάνει πράγματα που του έχει πει ο υπνωτιστής πολλή ώρα μετά το πέρας της ύπνωσης: πράγματι, το συγκεκριμένο άτομο έχει φύγει από την κατάσταση της ύπνωσης και εντούτοις, χωρίς να το καταλάβει κάνει κάτι που του είχε ζητήσει ο υπνωτιστής όταν βρισκόταν ακόμη υπό την άμεση επιρροή του.

Το ίδιο ακριβώς μπορεί να συμβεί και στη συλλογική ζωή, όπως καταδεικνύουν πολυάριθμες εργασίες πάνω στα φαινόμενα επιρροής: σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για ιδεολογική μεταστροφή (Moscovici,1980), για φαινόμενο κρυπτομνησίας (Moscovici, Mugny & Papastamou, 1981) ή απλά για χρονικά καθυστερημένη επιρροή (βλ. Kapferer, 1978).

Ψυχολογικές αλλοιώσεις που υφίσταται το υπνωτισμένο άτομo

Όσο για τις ψυχολογικές αλλοιώσεις που υφίσταται το υπνωτισμένο άτομο, αν βασιστούμε στα γραπτά αυτών που -την εποχή εκείνη- εργάστηκαν πάνω στο θέμα, δυο είναι οι πιο βασικές:

1. Ο υπνωτισμένος αποκτά μια έμμονη ιδέα (την οποία φυσικά του έχει υποβάλει ο υπνωτιστής) ότι π.χ. κάνει κρύο ή ζέστη, ότι είναι υγιής ή άρρωστος, δυνατός ή αδύναμος κ.ο.κ. η οποία ιδέα εφεξής καθοδηγεί όλες του τις πράξεις.

Σύμφωνα μάλιστα με τον Bernheim (1888), αυτή η ιδέα είναι που κάνει την ύπνωση, κι όχι κάποια φυσική ή μαγνητική επιρροή, όπως υπέθεταν παλαιότερα.

2. Σε κατάσταση ύπνωσης το άτομο αποκτά μια ιδιαίτερα διευρυμένη μνήμη: θυμάται πράγματα, λόγια και γεγονότα που είχε ξεχάσει τελείως, έτσι που ορισμένες φορές δημιουργείται η (ψευδ)αίσθηση ότι έχει αποκτήσει μια περίεργη και μυστηριώδη διαύγεια. (βλ Binet & Fere, 1887)

Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τους Binet & Fere σε κάθε εικόνα που έχουμε στο μυαλό μας υπάρχει πάντοτε -σε εμβρυακό στάδιο- κάποιο στοιχείο παραίσθησης το οποίο περιμένει να αναπτυχθεί. Αυτό ακριβώς γίνεται στην περίπτωση της ύπνωσης: αρκεί ο υπνωτιστής να υποβάλει στον υπνωτιζόμενο μια εικόνα για να γίνει αυτή πραγματικότητα.

Με άλλα λόγια, η διαφορά ανάμεσα στην ιδέα που υπάρχει για ένα αντικείμενο και στην παραίσθηση του αντικειμένου είναι απλό θέμα διαβάθμισης.

Κοινά στοιχεία ψυχολογίας μαζών και ύπνωσης κατά Moscovici

Για να ξαναγυρίσουμε όμως στα πλήθη και τις μάζες, στο μυαλό ενός πλήθους, μας λέει ο Le Bon, όπως εξάλλου και στο μυαλό ενός υπνωτισμένου ατόμου, κάθε ιδέα μεταφράζεται σε πράξη, κάθε υπό ανάκληση εικόνα γίνεται πραγματικότητα και τελικά δεν υπάρχει καμία διάκριση ανάμεσα στον πραγματικό και τον υποβολιμαίο φανταστικό κόσμο.

Με άλλα λόγια, η ψυχολογία των μαζών έχει, όπως σημειώνει ο Serge Moscovici (1981), τρία κοινά στοιχεία με την ύπνωση:

-Τη δύναμη της ιδέας από την οποία εξαρτώνται τα πάντα.
-Την άμεση μετάβαση από την εικόνα στην πράξη.
-Τη σύγχυση μεταξύ αισθητήριας και υποβολιμαίας πραγματικότητας.

Στο σημείο αυτό θα μπορούσαμε ίσως να αναρωτηθούμε για τη νομιμότητα της μετάβασης που επιχειρεί ο Le Bon από την ύπνωση στην ψυχολογία των μαζών για δύο τουλάχιστον λόγους.

Κατ' αρχάς, επειδή η ύπνωση γίνεται σε ατομικό επίπεδο, ενώ η ψυχολογία των μαζών αφορά συλλογικά φαινόμενα.

Κατά δεύτερο λόγο, επειδή η ύπνωση είναι αντικείμενο της ιατρικής (έστω της ψυχ-ιατρικής...), ενώ η ψυχολογία των μαζών αναφέρεται -κατά κανόνα- σε φυσιολογικές και μη παθολογικές καταστάσεις.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε εντούτοις το συλλογικό χαρακτήρα των συνθηκών υπό τις οποίες διενεργείται συνήθως η ύπνωση γεγονός που υποδηλώνει την κοινωνιοψυχολογική φύση των εμπλεκόμενων μηχανισμών και διεργασιών.

Η μετάβαση από την ατομική στη μαζική ύπνωση δηλαδή δεν είναι μόνο θεμιτή, αλλά και χρήσιμη. Μας επιτρέπει, σύμφωνα με τον Le Bon, να καταλάβουμε γιατί η συλλογική συμπεριφορά δεν ακολουθεί τους δρόμους της λογικής και του συμφέροντος, γιατί είναι παρορμητική και ευμετάβλητη, γιατί τέλος είναι ευάλωτη στην επιρροή ηγετικών φυσιογνωμιών.

Βασικές αρχές της ψυχολογίας των μαζών

Ο Serge Moscovici (1981) συνοψίζει με εξαίρετο τρόπο τις πιο βασικές αρχές της ψυχολογίας των μαζών:

1. Ένα ψυχολογικό πλήθος είναι ένα σύνολο ατόμων που έχει μια διανοητική ενότητα, και όχι ένα συνονθύλευμα ατόμων συγκεντρωμένων στον ίδιο χώρο.

2. Το άτομο δρα συνειδητά επειδή η συνείδηση είναι ατομική, ενώ η μάζα δρα ασυνείδητα επειδή το ασυνείδητο είναι συλλογικό.

3. Τα πλήθη είναι συντηρητικά παρ' όλες τις επανασταστικές τους εκδηλώσεις: καταλήγουν πάντοτε να ξαναφτιάξουν ό,τι γκρέμισαν επειδή γι' αυτά -όπως και για τον υπνωτισμένο- το παρελθόν είναι απείρως πιο ισχυρό από το παρόν.

4. Οι μάζες (ανεξαρτήτως της κοινωνικής τους θέσης, της κουλτούρας τους ή της ιδεολογίας τους) νιώθουν την ανάγκη να υποταχθούν σε έναν ηγέτη ο οποίος δε τις πείθει με τη λογική ούτε τους επιβάλλεται με τη δύναμη, αλλά τις σαγηνεύει - όπως ένας υπνωτιστής- με το κύρος του.

5. Η προπαγάνδα έχει ως (παράλογες) βάσεις τις συλλογικές πεποιθήσεις και ως εργαλείο την (άμεση ή εξ αποστάσεως) υποβολή.

6. Τέλος, η πολιτική που αποσκοπεί στη διακυβέρνηση των μαζών είναι αναγκαστικά μια πολιτική φαντασίας: Οφείλει να βασιστεί στην κυρίαρχη ιδέα ή, ακόμη καλύτερα, σε μια έμμονη ιδέα την οποία διαχέει και καλλιεργεί στο μυαλό κάθε ανθρώπου-μάζας μέχρις ότου του υποβληθεί ολοκληρωτικά. Στη συνέχεια, αυτή η κυρίαρχη ή έμμονη ιδέα μετατρέπεται σε συλλογικές εικόνες και στο τέλος σε συλλογικές πράξεις και συμπεριφορές.

Τι συμπεραίνουμε από όλα αυτά;

Πού βασίζεται η υπεροχή ενός ηγέτη;

Συμπεραίνουμε ότι η ψυχολογία των μαζών, ξεκινώντας από την «ανάλυση» της (ψυχο-λογικής) ιδιαιτερότητας του πλήθους, αλλά περνώντας γρήγορα και αβίαστα στο «αξίωμα» της (ψυχολογικής) υπεροχής του ηγέτη δεν διαπράττει απλώς ένα επιστημολογικό ολίσθημα με έντονα τα στοιχεία του ιδεολογικού προσδιορισμού και προσανατολισμού του, αλλά επιπλέον μεταθέτει, σε θεωρητικό επίπεδο, το κέντρο βάρους της προσέγγισής της.

Η υπεροχή του ηγέτη υποτίθεται πως βασίζεται στην ικανότητά του να σαγηνεύει τους οπαδούς του μέσα από τη δημιουργία και διάδοση ενός είδους «μαγνητικού κύματος» που προκαλείται από την «ιδέα κλειδί» την οποία πρώτος διοχετεύει και στην οποία εμμένει πεισματικά μέχρι να συνεπάρει ολόκληρο το πλήθος και να το καταστήσει απόλυτα και ολοκληρωτικά δέσμιό της.

Για να εξηγήσει δηλαδή τον τρόπο λειτουργίας των πρωταγωνιστών της πολιτικής δράσης της εποχής του, ο Le Bon καταλήγει στη μελέτη της κινητήριας δύναμής τους, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είναι άλλη από τον ηγέτη τους, τον άνθρωπο εκείνο που, όντας αναπόσπαστο κομμάτι τους, ξέρει να μιλά τη γλώσσα τους - που δεν είναι γλώσσα του μυαλού αλλά της καρδιάς- και κυρίως ξέρει να τους επηρεάζει χρησιμοποιώντας πραγματικά «σκηνοθετικά τερτίπια», ικανά να στρέψουν την προσοχή του πλήθους σε ένα συγκεκριμένο και μόνο θέμα, να το ξεκόψουν από την πραγματικότητα και να ερεθίσουν τη φαντασία του.

Η χρήση της θεατρικής μεθόδου στην πολιτική ζωή και η ψυχολογία των μαζών

Συμπεραίνουμε, τέλος, ότι με την εμφάνιση της ψυχολογίας των μαζών η προσέγγιση της πολιτικής ζωής και, κατ΄ επέκταση, η θεώρηση της προπαγάνδας ως μέσου «διακίνησης των ιδεών» αλλάζουν ριζικά, δεδομένου ότι, σε σχέση με την πρώτη, η μεθοδολογία της ενημέρωσης και της επιχειρηματολογίας αντικαθίσταται από τη θεατρική μέθοδο και ο ορθολογικός ρήτορας από το «χαρισματικό» υπνωτιστή, ενώ, σε σχέση με τη δεύτερη, παύει να αποτελεί μέσο επικοινωνίας και μετατρέπεται σε τεχνική που καθιστά εφικτή τη μαζική υποβολή ιδεών στα μαζικοποιημένα άτομα.

Γίνεται με άλλα λόγια ο αποκλειστικός δίαυλος της μαζικής ύπνωσης.

Η ψυχολογία των μαζών του Gustav Le Bon ενδιαφέρεται για τα δύο συναφή και ουσιαστικά αλληλένδετα μεταξύ τους φαινόμενα: το ένα αφορά τον τρόπο με τον οποίο το άτομο διεισδύει, χάνεται και λιώνει μέσα στο πλήθος, το άλλο έχει σχέση με τον τρόπο με τον οποίο οι ηγέτες ελέγχουν, επηρεάζουν, καθοδηγούν και καθυποτάσσουν τις μάζες.

Noam Chomsky: Ο Σκοπός της Εκπαίδευσης

Ας αναρωτηθούμε, ποιος είναι ο σκοπός ενός εκπαιδευτικού συστήματος;

Φυσικά, υπάρχουν έντονες αντιθέσεις πάνω στο θέμα.

Η παραδοσιακή αντίληψη, που πηγάζει από την Αναγέννηση, θέτει ως ύψιστους στόχους ζωής το να ερευνάς και να δημιουργείς- να ερευνάς τον πλούτο του παρελθόντος και να εσωτερικεύεις τα σημαντικά για σένα σημεία, να συνεχίζεις διευρύνοντας αυτή την αναζήτηση κατανόησης των πραγμάτων με το δικό σου προσωπικό τρόπο.

Από αυτή την οπτική, σκοπός της εκπαίδευσης είναι να βοηθά τους ανθρώπους να προσδιορίσουν πώς θα μαθαίνουν μόνοι τους.

Είσαι εσύ, ο μαθητευόμενος, που επιτελεί στη διάρκεια της μαθητείας του και είναι δική σου υπόθεση το τί θα μάθεις, το πού θα πας, πώς θα το χρησιμοποιήσεις, πώς θ προχωρήσεις για να παράξεις κάτι νέο και συναρπαστικό για σένα, και πιθανόν για τους άλλους.

Αυτή είναι η μια αντίληψη της εκπαίδευσης.

Η άλλη αντίληψη είναι, ουσιαστικά, χειραγώγηση.

Ορισμένοι έχουν την εντύπωση ότι οι νεαροί άνθρωποι, από παιδική ηλικία, πρέπει να μπουν σε ένα πλαίσιο όπου θα ακολουθούν οδηγίες, θα αποδέχονται τα υπάρχοντα πλαίσια, δεν θα αμφισβητούν κλπ – και αυτό είναι σαφές εξ αρχής.

Έτσι, για παράδειγμα, μετά τον ακτιβισμό των χρόνων του ’60, πολλοί, στο χώρο της διανόησης, θεώρησαν κρίσιμο θέμα ότι οι νέοι άνθρωποι παραήταν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι, ότι η χώρα παραήταν δημοκρατική, και όλα τούτα.

Μάλιστα υπάρχει και μια σημαντική μελέτη πάνω στην, ας πούμε, κρίση της δημοκρατίας – δημοκρατία υπέρ το δέον – που ισχυρίζεται ότι “υπάρχουν κάποια κέντρα χειραγώγησης των νέων που δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους” – δικά τους λόγια, δηλαδή σχολεία, πανεπιστήμια, εκκλησίες – που πρέπει να τα “αλλάξουμε” για να χειραγωγούν και να ελέγχουν πιο αποτελεσματικά.

Κι αυτό προέρχεται από το χώρο των φιλελεύθερων διεθνιστών, μια από τις άκρες του φάσματος των διανοουμένων.

Πράγματι, από τότε έχουν παρθεί αρκετά μέτρα σε μια προσπάθεια ανακατεύθυνσης της εκπαίδευσης προς περισσότερο έλεγχο, περισσότερη χειραγώγηση, περισσότερη επαγγελματική κατάρτιση… επιβάλλοντας το ΧΡΕΟΣ που εγκλωβίζει τους φοιτητές, τους νέους, σε μια ζωή υποταγής.

Είναι το ακριβώς αντίθετο αυτού που αποκαλώ αναγεννησιακή παράδοση, και υπάρχει συνεχής τριβή ανάμεσα στις δύο αντιλήψεις.

Στα πανεπιστήμια, στα σχολεία, εκπαιδεύεσαι για να περάσεις εξετάσεις ή προετοιμάζεσαι για τη δημιουργική έρευνα, ακολουθώντας ενδιαφέροντα που εσύ επέλεξες ως απόρροια της παρουσίασης του εκπαιδευτικού υλικού είτε κατά μόνας, είτε σε συνεργασία με άλλους;

Κι αυτό ισχύει για όλες τις βαθμίδες, μέχρι και τα μεταπτυχιακά και τα ερευνητικά.

Απλώς, δύο διαφορετικοί τρόποι κοσμοαντίληψης.

Όταν φτάσεις να βρίσκεσαι σε ένα ερευνητικό ίδρυμα, στο μεταπτυχιακό επίπεδο, ουσιαστικά ακολουθείται η αναγεννησιακή παράδοση.

Είναι γεγονός ότι η επιστήμη δε θα μπορούσε να προχωρήσει αν δεν βασίζονταν στην τάση για αντιλογία, στην αμφισβήτηση του δόγματος και της αυθεντίας, στην αναζήτηση εναλλακτικών, στη χρήση της φαντασίας, στην παρορμητική ελεύθερη ενασχόληση, στη συνεργασία, που μπορείς να τη δεις να εξελίσσεται σταθερά καθώς περνάς από τις αίθουσες.

Αυτό είναι το εκπαιδευτικό σύστημα που θα ήθελα να εφαρμόζεται από το νηπιαγωγείο.

Ωστόσο, υπάρχουν αναμφισβήτητα ισχυρές δομές στην κοινωνία μας που προτιμούν να είναι οι άνθρωποι χειραγωγήσιμοι, συμμορφώσιμοι, να μην κάνουν πολλές ερωτήσεις, να είναι υπάκουοι, να εκτελούν τους ρόλους που τους έχουν ανατεθεί, και να μην αναταράσσουν τα συστήματα εξουσίας.

Αυτές είναι λοιπόν οι επιλογές μας, όπου κι αν βρισκόμαστε στο εκπαιδευτικό σύστημα, ως μαθητές, ως δάσκαλοι, ως άνθρωποι που προσπαθούν να βοηθήσουν από τα έξω ώστε να πάρει την κατεύθυνση που θεωρούμε ότι θα πρέπει να πάρει.

Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Σίγουρα, υπήρξε μια πολύ σημαντική ανάπτυξη νέων τεχνολογιών- η τεχνολογία της επικοινωνίας, της πληροφορίας, της προσβασιμότητας, των ανταλλαγών- μια πραγματικά σημαντική αλλαγή στην ουσία του πολιτισμού και της κοινωνίας.

Ωστόσο, πρέπει να καταλάβουμε ότι οι τωρινές τεχνολογικές αλλαγές μπορεί να φαντάζουν σπουδαίες, αλλά ο αντίκτυπός τους δεν συγκρίνεται με την επίδραση της τεχνολογικής προόδου που πραγματοποιήθηκε πριν περίπου έναν αιώνα.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις επικοινωνίες: η μετακίνηση από τη γραφομηχανή στο κομπιούτερ, ή από το τηλέφωνο στο e-mail, είναι σημαντική αλλά ούτε καν συγκρίνεται με την αλλαγή από το ταχυδρομικό πλοίο στον τηλέγραφο. Η σμίκρυνση του χρόνου επικοινωνίας, μεταξύ π.χ. της Αγγλίας και των ΗΠΑ, ήταν το κάτι άλλο σε σύγκριση με τις αλλαγές που συμβαίνουν τώρα.

Το ίδιο ισχύει και για άλλους τομείς της τεχνολογίας.

Όπως για παράδειγμα με την εφαρμογή των υδραυλικών εγκαταστάσεων. Η συστηματική εγκατάσταση υδραυλικών στις πόλεις είχε τεράστια επίδραση στην υγεία, πολύ μεγαλύτερη από αυτή των αντιβιοτικών.

Επομένως, οι αλλαγές είναι πραγματικές και σημαντικές, αλλά δεν πρέπει να αγνοούμε όσες συνέβησαν πριν και υπήρξαν περισσότερο δραστικές.

Όσο για την τεχνολογία σε σχέση με την εκπαίδευση…βασικά, η τεχνολογία είναι κάτι ουδέτερο.

Είναι σαν το σφυρί!

Το σφυρί δε νοιάζεται αν το χρησιμοποιείς για να φτιάξεις ένα σπίτι ή αν ο βασανιστής σπάει με αυτό το κρανίο κάποιου.

Το σφυρί μπορεί να κάνει και τα δύο!

Το ίδιο και οι νέες τεχνολογίες, το ίντερνετ κλπ

Το Ίντερνετ είναι εξαιρετικά πολύτιμο, αν ξέρεις τι ψάχνεις. Το χρησιμοποιώ καθημερινά για έρευνα, και φαντάζομαι ότι όλοι το κάνουμε. Αν ξέρεις τι ψάχνεις, αν έχεις ένα πλαίσιο κατανόησης που σε κατευθύνει σε συγκεκριμένα πράγματα και σου επιτρέπει να ξεσκαρτάρεις πολλά άλλα τότε γίνεται ένα ιδιαίτερα πολύτιμο εργαλείο.

Θα πρέπει βέβαια να είσαι έτοιμος να αναρωτηθείς: “έχω το σωστό πλαίσιο;” Μπορεί να χρειάζεται τροποποιήσεις, ή να ξανασκεφτώ την οπτική μου. Δεν μπορείς όμως να αναζητάς τις όποιες πληροφορίες, χωρίς να έχεις ένα σχετικά ξεκάθαρο πλαίσιο που να κατευθύνει την έρευνά σου, που να σε βοηθά να ξεχωρίσεις το ασήμαντο από το σημαντικό, τι θα πρέπει να ακολουθήσεις και τι όχι, τι θα απορρίψεις και τι θα χρειαστεί να αναπτύξεις.

Δεν γίνεται κανείς βιολόγος με το να του δώσεις πρόσβαση στη βιβλιοθήκη βιολογίας του Χάρβαρντ και να του πεις: “ρίξε μια ματιά”! Δεν θα του δώσει τίποτα.

Και το Ίντερνετ είναι το ίδιο πράγμα, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Αν δεν ξέρεις τι ψάχνεις, αν δεν έχεις κατανόηση του ουσιώδους, με την προϋπόθεση βέβαια ότι είσαι έτοιμος να αναθεωρήσεις αν τα πράγματα φαίνεται να παίρνουν λάθος δρόμο, αν δεν τα έχεις αυτά, τότε η εξερεύνηση του διαδικτύου γίνεται μια τυχαία συλλογή ψευδοδεδομένων (factoids) που δεν σημαίνουν τίποτα.

Συνεπώς, για να έχει νόημα η χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών – του ίντερνετ, των συστημάτων επικοινωνίας, των γραφικών κλπ – θα πρέπει να υπάρχει υπόβαθρο ενός καλά σχεδιασμένου βασικού κατευθυντήριου μηχανισμού. Διαφορετικά, αντί να είναι ωφέλιμη μπορεί να αποβεί επιζήμια.

Αίφνης, η τυχαία αναζήτηση στο διαδίκτυο καταλήγει σε συλλογή ανοήτων – ψευδοδεδομένα από δω κι από κει, κάποιος που τα στηρίζει – και ξαφνικά καταλήγεις σε μια αποσπασματική εικόνα που μπορεί να βασίζεται σε κάποια αληθινά γεγονότα, δεν έχει όμως σχέση με την πραγματικότητα.

Πρέπει να ξέρεις πώς να αξιολογείς, να ερμηνεύεις, να κατανοείς.

Πάρε για παράδειγμα τη βιολογία. Το πρόσωπο που παίρνει το Νόμπελ στη Βιολογία δεν είναι αυτός που διάβασε τις περισσότερες δημοσιεύσεις και πήρε τις περισσότερες σημειώσεις, αλλά αυτός που ήξερε τι έψαχνε να βρει.

Η καλλιέργεια της ικανότητας να αναζητάς το ουσιώδες και να είσαι πάντα έτοιμος να επανεξετάσεις τις κατευθύνσεις σου, αυτός είναι και θα είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης, είτε χρησιμοποιεί κομπιούτερ ή χαρτί και μολύβι ή βιβλία.

Πόσο μπορούμε να βοηθάμε όταν το μόνο που παίρνουμε είναι αχαριστία;

Υπάρχουν άνθρωποι με αγνή ψυχή που θεωρούν υποχρέωση να απλώσουν ένα χέρι βοηθείας στο συνάνθρωπό τους. Δεν ζητούν κάτι ως αντάλλαγμα, το χαμόγελο που αποτυπώνεται στο πρόσωπό του ατόμου που ευεργέτησαν είναι το καλύτερο δώρο που θα μπορούσαν να λάβουν.

«Ουδείς πιο αχάριστος του ευεργετηθέντος», είχε πει ο αρχαίος μας ποιητής Καλλίμαχος. Στον Θουκυδίδη ανήκει η φράση «ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος». Έχετε αναρωτηθεί γιατί συμβαίνει αυτό; Πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος που ευεργετήθηκε όχι μόνο να μην αναγνωρίζει την μεγαλοψυχία του ευεργέτη του αλλά πολλές φορές να επιθυμεί το κακό του;

Η αχαριστία κατά την άποψή μου είναι μια ψυχική νόσος καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα του ανθρώπινου είδους. Πολλές φορές ο αχάριστος θεωρεί υποχρέωση του ευεργέτη του να του συμπαραστέκεται και να είναι δίπλα του σε ότι κι αν του συμβεί. Αυτά τα άτομα διακατέχονται από ζηλοφθονία. Ζηλεύουν τον ευεργέτη τους που τους βοήθησε σε μια δύσκολη κατάσταση.

Θεωρούν ότι η ζωή του είναι στρωμένη με ροδοπέταλα για να έχει την διάθεση να βοηθάει τους άλλους. Αυτό τους δημιουργεί μια ανταγωνιστική συμπεριφορά, ένα μίσος που ριζώνει στην ψυχή.

«Γιατί εγώ να βιώσω αυτή την κατάσταση και όχι εκείνος», σκέφτονται. Ειδικά όταν η βοήθεια που προσφέρει ο ευεργέτης είναι οικονομική, ο αχάριστος αισθάνεται σαν λιοντάρι που είναι κλεισμένο σε κλουβί και επιθυμεί να κατασπαράξει όποιον τον βλέπει σε εκείνο τον κλειστό χώρο με τα σιδερένια κάγκελα. Επιθυμούν την ζωή του άλλου που υποθέτουν ότι για να βοηθούν, είναι απαλλαγμένη από προβλήματα. Προβλήματα όμως όλοι οι άνθρωποι έχουν. Απλά κάποιοι, το χαμόγελο που φορούν σε ότι κι αν τους συμβαίνει, αποτελεί τρόπο ζωής.

Οι αχάριστοι άνθρωποι είναι κενοί, άδειοι, άξιοι λύπησης.

Θα πρέπει να βοηθάμε τον συνάνθρωπο μας με κίνδυνο να συντρίψουμε την ψυχή μας όταν λάβουμε αχαριστία;

Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι και είναι άδικο να μην βοηθηθούν άνθρωποι που ξέρουν να εκτιμούν, να αγαπούν, να νοιάζονται. Ένας τρόπος να αναγνωρίσετε τον αχάριστο από τον άνθρωπο που ξέρει να εκτιμά είναι ότι ο αχάριστος όταν λάβει βοήθεια από εσάς, θα εξακολουθεί να ζητά. Δεν θα αρκεστεί σε μια μόνο φορά αλλά από την στιγμή που θα εντοπίσει την πηγή με το μαγικό νερό, δεν θα ικανοποιηθεί έως ότου την στερέψει ,αφήνοντας την στεγνή.

Ένας ακόμη τρόπος να καταλάβετε τον αχάριστο είναι από τον τρόπο τον οποίο σας κοιτάζει. Το βλέμμα αντικατοπτρίζει όσα η καρδιά έχει καλά κρυμμένα. Τέλος, εμπιστευτείτε το ένστικτό σας. Όσο κι αν τα λόγια του ατόμου που έχετε απέναντί σας, προσπαθούν να σας πείσουν για το αντίθετο, το ένστικτό μας δεν κάνει σχεδόν ποτέ λάθος.

Η μοναχικότητα της μοναδικότητας

Καθώς μεγαλώνουμε μαθαίνουμε να συνυπάρχουμε με ανθρώπους βάσει της διαπαιδαγώγησης που δεχόμαστε από το πρώτο περιβάλλον κοινωνικοποίησης, την οικογένεια μας.

Βλέπουμε τις στάσεις των γονέων μας, τις αντιδράσεις, τις συγκρούσεις, τις απόψεις τους. Παραδειγματιζόμαστε από τη συμπεριφορά τους, υιοθετούμε τις πράξεις τους, μιμούμαστε καθοδηγούμενοι από τα γονεϊκά μας πρότυπα.

Κι ύστερα αρχίζει η εκπαιδευτική ανηφόρα: Σκαλί σκαλί μαθαίνουμε τους κανόνες και τα όρια της συμμόρφωσης και της υπακοής. Απαραίτητοι κώδικες επιβίωσης στην κοινωνία είναι το να μπορείς να προσαρμόζεσαι γρήγορα, να συμμορφώνεσαι απόλυτα και να υπακούς. Όσο μεγαλώνεις τόσο περισσότερο χρειάζεται να υπακούς.

Η έννοια της επιτυχίας, της καλής συμπεριφοράς και διαγωγής είναι συνυφασμένα με την υπακοή και πολλές φορές και με την υποταγή. Τότε το ελεύθερο παιδάκι του νηπιαγωγείο καλείται να γίνει ένας υπάκουος μαθητής. Και η σύγχρονη έρευνα έρχεται να υποδείξει ότι όσο ανεβαίνει το παιδί τις σχολικές βαθμίδες τόσο χάνεται η οξυδέρκεια του.

Γιατί άραγε; Γιατί δύσκολα σε καθεστώτα συμμόρφωσης και υπακοής να μπορείς να κατορθώνεις να υπάρξεις με αυτενέργεια, δημιουργικότητα και μοναδικότητα.

Σαν φτάσει το παιδί σε ηλικία που μπορεί να αντιλαμβάνεται τα της ύπαρξης του και βλέπει τις ρήσεις των μεγάλων να ξεγυμνώνονται μπροστά του, παρακολουθεί την υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο και αντιλαμβάνεται ότι η ηθική βρίσκεται μονάχα στα βιβλία του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα που πόρρω απέχει από τη σύγχρονη ζωή, τότε επιλέγει τη μοναχικότητα.

Τη μοναχικότητα της μοναδικότητας του, της αγνής ακόμη ύπαρξης του. Αν γλιτώσει από τον κίνδυνο του μηδενισμού και κατορθώσει να υπάρξει αντιμαχόμενος τότε ορίζει την πορεία της προσωπικότητος του. Μια πορεία που αν δεν νοθευτεί από τον κοινωνικό κυνισμό για να φθάσει στον νεανικό αμοραλισμό, είναι βαθύτατα μοναχική αλλά όχι μόνη!

Όταν είμαι ανάμεσα σε πολλούς αλλά δεν μπορώ να συνυπάρξω, όταν μιλάω, εκφράζομαι, ανοίγομαι και κανένας δεν μπορεί να με νιώσει, όταν αγωνίζομαι για το αυτονόητο, όταν ότι θεωρώ παράλογο στα μάτια των άλλων αποτελεί τον κανόνα τότε είμαι μόνη! Ζω μέσα στη μοναξιά!

Αν όμως αντιληφθώ πως διαφέρω επειδή επέλεξα τη διαφοροποίηση, την ειλικρινή διάθεση, την αλήθεια, την ουσιαστική επικοινωνία, το νοιάξιμο της ενσυναίσθησης, το όραμα του νοήματος στη ζωή τότε είμαι μοναχική μέσα στη μοναδικότητα μου!

Αντιδρώ σε ότι με υποτιμά, εμμένω στο δίκαιο, σκέφτομαι πίσω από κάθε λέξη, αντιστέκομαι σε αυτά που περιμένουν να κάνω, αντιλαμβάνομαι τα έμμεσα μηνύματα για να υπάρχω, για να συνεχίζω να μπορώ να λέγομαι άνθρωπος!

Η αγάπη δεν είναι επιχείρηση, σταματήστε λοιπόν να την αντιμετωπίζετε έτσι

Η αγάπη δεν είναι επιχείρηση, σταματήστε λοιπόν να την αντιμετωπίζετε έτσι. Διαφορετικά θα χάσετε τη ζωή σας και θα χάσετε την αγάπη και όλα τα όμορφα στοιχεία της – επειδή κανένα από τα όμορφα πράγματα στη ζωή δεν είναι μια επιχειρηματική πράξη. Οι επιχειρηματικές πράξεις είναι το πιο άσχημο πράγμα στον κόσμο – αναγκαίο κακό, αλλά η ίδια η ύπαρξη δεν γνωρίζει τι σημαίνει επιxειρήσεις». Τα δέντρα ανθίζουν, και αυτό δεν είναι επιχείρηση, τα αστέρια λάμπουν, και αυτό δεν είναι επιχείρηση, και εσείς δεν χρειάζεται να πληρώσετε για αυτό και κανένας δεν απαιτεί κάτι από εσάς. Ένα πουλί έρχεται και κάθεται στην πόρτα σας και τραγουδά, και το πουλί δεν θα σας ζητήσει κάποιο πιστοποιητικό ή δείγμα εκτίμησης. Τραγούδησε το τραγούδι του και έπειτα πέταξε μακριά χαρούμενο, χωρίς να αφήσει ίχνη πίσω του.

Έτσι αναπτύσσεται η αγάπη. Προσφέρετε και μην περιμένετε να δείτε πόσα μπορείτε να αρπάξετε. Ναι, η αγάπη έρχεται, έρχεται στο χιλιαπλάσιο, αλλά έρχεται με φυσικό τρόπο. Η αγάπη έρχεται μόνη της, δεν χρειάζεται να την απαιτήσετε. Όταν την απαιτείτε, δεν έρχεται ποτέ. Όταν την απαιτείτε, την σκοτώνετε.

Προσφέρετε, λοιπόν. Αρχίστε να δίνετε,

Στην αρχή θα είναι δύσκολο, επειδή έχετε εκπαιδευτεί ολόκληρη τη ζωή σας να μην προσφέρετε, αλλά να παίρνετε. Στην αρχή θα πρέπει να παλέψετε με την ίδια σας την πανοπλία. Οι μύες σας έχουν σκληρύνει, η καρδιά σας έχει παγώσει, έχετε γίνει ψυχροί. Στην αρχή θα είναι δύσκολο, αλλά κάθε βήμα θα οδηγήσει σε ένα ακόμα και σιγά σιγά το ποτάμι θα αρχίσει να κυλάει.

Πρώτα απομυθοποιήστε τους γονείς σας. Όταν απομυθοποιήσετε τους γονείς σας, θα απομυθοποιήσετε και τα κοινωνικά πρέπει – επειδή οι γονείς σας εκφράζουν όλα τα παραπάνω. Έτσι θα γίνετε ένα άτομο. Για πρώτη φορά δεν αποτελείτε πλέον μέρος της μάζας, έχετε μια αυθεντική ατομικότητα. Έτσι αυτονομείστε. Αυτή είναι η ωρίμανση. Έτσι πρέπει να είναι ένας ενήλικας.

Ενήλικας είναι κάποιος που δεν χρειάζεται τους γονείς του. Ενήλικας είναι κάποιος που δεν χρειάζεται κανέναν στον οποίο θα στηριχτεί ή από τον οποίο θα πιαστεί. Ενήλικας είναι κάποιος που είναι χαρούμενος στη μοναχικότητά του η μοναξιά αυτή είναι ένα τραγούδι, μια γιορτή. Ενήλικας είναι κάποιος που μπορεί να μείνει μόνος του με τον εαυτό του και να είναι καλά. Η μοναχικότητά του δεν είναι μοναξιά, η μοναχικότητά του είναι ηθελημένη απομόνωση, έχει διαλογιστική φύση.

Κάποια στιγμή θα πρέπει να βγείτε από τη μήτρα της μητέρας σας. Εάν είχατε παραμείνει εκεί μέσα για διάστημα μεγαλύτερο από εννέα μήνες, θα είχατε πεθάνει – όχι μόνο εσείς, αλλά και η μητέρα σας θα είχε πεθάνει. Κάποια στιγμή αναγκαστήκατε να βγείτε από τη μήτρα της μητέρας σας και έπειτα, κάποια στιγμή, αναγκαστήκατε να φύγετε από την οικογενειακή ατμόσφαιρα, μια ακόμα μήτρα, να πάτε στο σχολείο. Και μετά κάποια στιγμή αναγκαστήκατε να βγείτε από τη σχολική ατμόσφαιρα, μια ακόμα μήτρα, και να βγείτε στον κόσμο. Κατά βάθος όμως είστε ακόμα ένα παιδί. Είστε ακόμα στη μήτρα! Στρώματα και στρώματα μήτρας υπάρχουν ακόμα και αυτή η μήτρα πρέπει να σπάσει.

Στην Ανατολή ονομάζουν αυτό το σπάσιμο «δεύτερη γέννηση». Όταν επιτύχετε μια δεύτερη γέννηση, θα απελευθερωθείτε απόλυτα από τις γονικές εντυπώσεις. Και το όμορφο εδώ είναι ότι μόνο ένα τέτοιο άτομο νιώθει ευγνωμοσύνη απέναντι στους γονείς του. Το παράδοξο είναι ότι μόνο ένα τέτοιο άτομο μπορεί να συγχωρέσει τους γονείς του. Νιώθει συμπόνια και τους αγαπάει, τους συμπονά βαθιά και πραγματικά, επειδή έχουν υποφέρει και εκείνοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι θυμωμένος, όχι. Μπορεί να έχει δάκρυα στα μάτια του, αλλά δεν είναι θυμωμένος και θα κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τους γονείς του να μεταφερθούν προς μία τέτοια πληρότητα μοναχικότητας, ένα τέτοιο ύψος μοναχικότητας. Γίνετε άτομα, αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να κάνετε.

Το δεύτερο είναι να μην αναμένετε την τελειότητα, να μη ζητάτε και να μην απαιτείτε. Αγαπήστε τους κανονικούς ανθρώπους. Δεν έχουν τίποτα κακό οι κανονικοί άνθρωποι. Οι κανονικοί άνθρωποι είναι εξαιρετικοί! Κάθε ανθρώπινο πλάσμα είναι τόσο μοναδικό. Σεβαστείτε αυτή τη μοναδικότητα.

Τρίτον, προσφέρετε, και προσφέρετε άνευ όρων – έτσι θα μάθετε τι είναι η αγάπη. Δεν μπορώ να το ορίσω. Μπορώ να σας δείξω τον τρόπο να την καλλιεργήσετε. Μπορώ να σας δείξω πώς να φυτέψετε μια τριανταφυλλιά, πώς να την ποτίσετε, πώς να την μπολιάσετε, πώς να την προστατεύσετε. Και τότε, μία μέρα, από το πουθενά, θα ανθίσει ένα τριαντάφυλλο και το σπίτι σας θα γεμίσει από τα αρώματά του. Έτσι δημιουργείται η αγάπη.

Η ανθρώπινη γλώσσα είναι ένα θηρίο που ελάχιστοι είναι ικανοί να δαμάσουν

Στην αυλή του Λουδοβίκου του 14ου, οι ευγενείς και οι υπουργοί περνούσαν μέρες και νύχτες συζητώντας και διαφωνώντας γύρω από τα θέματα του κράτους. Συσκέπτονταν, λογομαχούσαν, έκαναν και διέλυαν συμμαχίες και λογομαχούσαν ξανά, μέχρι που τελικά έφτανε η κρίσιμη στιγμή: Ο Λουδοβίκος διάλεγε δύο απ’ αυτούς για να αντιπροσωπεύσουν τις δύο αντίθετες πλευρές και τελικά αποφάσιζε ο ίδιος.

Μετά την εκλογή των δύο αυτών ατόμων, όλοι τους συζητούσαν γι’ ακόμη μία φορά: Πώς θα έπρεπε να διατυπώσουν τα θέματα; Τι θα ενδιέφερε τον Λουδοβίκο και τι θα τον ενοχλούσε; Ποια ώρα της ημέρας Θα έπρεπε να τον πλησιάσουν οι αντιπρόσωποι και σε ποιο τμήμα του παλατιού; Τι εκφράσεις θα έπρεπε να έχουν τα πρόσωπά τους;

Τελικά, αφού όλα τα παραπάνω ρυθμίζονταν, έφτανε η μοιραία στιγμή. Οι δύο άντρες πλησίαζαν τον Λουδοβίκο – πάντα ένα λεπτό ζήτημα – και όταν τελικά τους πρόσεχε, του μιλούσαν για το επίμαχο θέμα, όσο πιο λεπτομερώς μπορούσαν.

Ο Λουδοβίκος άκουγε σιωπηλός, με την πιο αινιγματική έκφραση. Τελικά, όταν τελείωναν τις παρουσιάσεις τους και ζητούσαν τη γνώμη του βασιλιά, τους κοίταζε και έλεγε: «Θα δω». Και μετά έφευγε.

Οι υπουργοί και οι αυλικοί δεν ξανάκουγαν το βασιλιά να μιλάει για το ίδιο θέμα – απλά έβλεπαν το αποτέλεσμα, μερικές εβδομάδες αργότερα, όταν έπαιρνε την απόφασή του και ενεργούσε. Δεν τους συμβουλευόταν γύρω από το θέμα ποτέ ξανά.

Ο Λουδοβίκος ο 14ος ήταν άντρας ολιγόλογος. Το πιο φημισμένο του σχόλιο είναι το «L’ etat c’ est moi» («το κράτος είμαι εγώ») και τίποτα δεν μπορούσε να είναι πιο περιεκτικό και ταυτόχρονα πιο εύγλωττο. Το γνωστό του ρητό «Θα δω» ήταν μία από τις πολλές, εκπληκτικά σύντομες, φράσεις που χρησιμοποιούσε για όλων των ειδών τα αιτήματα.

Ο Λουδοβίκος δεν ήταν πάντα έτσι. Όταν ήταν νεαρός μιλούσε πολύ και χαιρόταν την ευγλωττία του. Τη μετέπειτα ολιγολογία του την επέβαλε στον εαυτό του, έπαιζε θέατρο, φορούσε μια μάσκα που τη χρησιμοποιούσε για να παραπλανεί τους υποτελείς του. Κανείς δεν γνώριζε τι πίστευε ούτε και μπορούσε να προβλέψει τις αντιδράσεις του. Κανείς δεν μπορούσε να τον ξεγελάσει λέγοντάς του αυτά που θα ήθελε να ακούσει διότι κανείς δεν ήξερε τι ήθελε να ακούσει. Καθώς μιλούσαν αδιάκοπα στο σιωπηλό Λουδοβίκο, αποκάλυπταν όλο και περισσότερα για τον εαυτό τους και τον τροφοδοτούσαν με πληροφορίες που χρησιμοποιούσε αργότερα με μεγάλη αποτελεσματικότητα.

Τελικά, η σιωπή του Λουδοβίκου κατέληξε να τρομοκρατεί όλους τους υποτελείς του. Ήταν ένας από τους Θεμέλιους λίθους της δύναμής του. Όπως έγραψε και ο Σαιν-Σιμόν: «Κανείς δεν ήξερε, τόσο καλά όσο αυτός, να πουλά τα λόγια του, το χαμόγελό του, ακόμη και τις ματιές του. Τα πάντα επάνω του είχαν αξία διότι δημιουργούσε κάτι το αλλιώτικο και το μεγαλείο του εντεινόταν από τη σπανιότητα των λόγων του.»

Θεωρείτε σωστή την πρόταση: “Έχω έναν πόνο”;

Στο έργο του Φιλοσοφικές Έρευνες, ο Βίτγκενσταϊν είχε κατά νου τη διαφορά μεταξύ πραγματικής και κίβδηλης ερώτησης. Μια γλωσσική διατύπωση μπορεί να έχει μορφή ερώτησης, αλλά να μην είναι ερώτηση. ‘Η μπορεί η γραμματική μας να μας μπερδέψει και να θεωρήσουμε μια πρόταση ως κάτι άλλο. Το “Λοιπόν, συμπατριώτες μου, υπάρχει κάτι που να μη μπορούμε να επιτύχουμε άπαξ και νικήσουμε τον εχθρό;”, ακούγεται σαν ερώτηση που περιμένει απάντηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι ρητορική, στην οποία μπορεί κάποιος να κάνει το λάθος να απαντήσει: “Τίποτε”. Απλώς η δήλωση παίρνει ερωτηματική μορφή για να ενισχύσει τη δραματική της ισχύ. Το “Και τι έγινε;”, το “Δεν πας στο διάολο;” και το “Τι κοιτάς;” ακούγονται σαν ερωτήσεις, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Το “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκεται η ψυχή;” ακούγεται σαν λογική ερώτηση, αλλά μονάχα γιατί σκεφτόμαστε στη γραμμή του “Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκονται τα νεφρά;” Το “Πού εδρεύει η ζήλεια μου;” έχει μορφή έγκυρης ερώτησης, μοναχά γιατί ασυναίσθητα την συσχετίζουμε με ερωτήσεις όπως, “Πού είναι η μασχάλη μου;”.

Ο Βίτγκενσταϊν κατέληξε ότι πάμπολλοι φιλοσοφικοί γρίφοι προκύπτουν από τη λανθασμένη αυτή χρήση της γλώσσας. Πάρτε για παράδειγμα τη δήλωση “έχω έναν πόνο”, που μοιάζει γραμματικώς με το “έχω ένα καπέλο”. Αυτή η ομοιότητα μπορεί να μας οδηγήσει στη λανθασμένη ιδέα ότι οι πόνοι, ή οι “εμπειρίες” εν γένει, είναι πράγματα που τα έχουμε, με τον ίδιο τρόπο που έχουμε καπέλα. Θα ήταν όμως παράξενο να πούμε “Ορίστε, πάρε τον πόνο μου”. Και ενώ θα ήταν λογικό να πεις “Δικό σου είναι αυτό το καπέλο, ή δικό μου;”, θα ακουγόταν περίεργο αν ρωτούσες “Δικός σου είναι αυτός ο πόνος, ή δικός μου;” Ίσως υπάρχουν κάμποσοι άνθρωποι μέσα σε ένα δωμάτιο και μαζί ένας περιφερόμενος πόνος και καθώς ένα-ένα τα άτομα διπλώνονται στα δύο από τον πόνο, εμείς αναφωνούμε: Α, τώρα τον έχει αυτός!”

Ακούγεται απλώς ανόητο’ προκύπτουν όμως από αυτό κάποιες βαρυσήμαντες συνέπειες. Ο Βίτγκενσταϊν είναι σε θέση να διαχωρίσει τη γραμματική των προτάσεων “Έχω ένα καπέλο” και “Έχω έναν πόνο” με τρόπο που όχι απλώς ρίχνει φως στη χρήση των προσωπικών αντωνυμιών όπως “εγώ” και “αυτός”, αλλά και υποσκάπτει την παραδοσιακή υπόθεση ότι οι εμπειρίες μου είναι προσωπική μου ιδιοκτησία. Στην πραγματικότητα μοιάζουν να είναι πιο προσωπική μου ιδιοκτησία από ό,τι το καπέλο μου, αφού μπορώ να δώσω σε κάποιον το καπέλο μου αλλά όχι τον πόνο μου. Ο Βίτγκενσταϊν μάς δείχνει πώς το συντακτικό μάς εξαπατά και μας κάνει να σκεφτόμαστε έτσι και το επιχείρημά του οδηγεί σε συμπεράσματα.

Σκοπός του φιλοσόφου, θεωρούσε ο Βίτγκενσταϊν, δεν ήταν τόσο να λύσει αυτά τα ζητήματα, όσο να τα διαλύσει -να καταδείξει ότι προκύπτουν από το ότι συγχέουμε το ένα είδος “γλωσσικού παιχνιδιού”, όπως το αποκαλούσε, με άλλο. Μας μαγεύει η δομή της γλώσσας μας, και δουλειά του φιλοσόφου είναι να διαλύσει αυτή τη μαγεία, απεμπλέκοντας τις διαφορετικές χρήσεις των λέξεων. Η γλώσσα, επειδή αναπόφευκτα έχει ένα βαθμό ομοιομορφίας, τείνει να κάνει διαφορετικές εκφράσεις να μοιάζουν πολύ μεταξύ τους. Έτσι ο Βίτγκενσταϊν φλέρταρε με την ιδέα να προσθέσει ως επίγραμμα στις Φιλοσοφικές Έρευνες μια φράση από τον Βασιλιά Ληρ: “Θα σου διδάξω διαφορές”.

Αρσινόη Β΄ της Αιγύπτου: Ο θλιβερός δρόμος της διαφθοράς και της αποδυνάμωσης

Η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος (316 – 268 π.Χ.) ήταν βασίλισσα της Θράκης και συμβασιλέας της Αιγύπτου μαζί με τον αδελφό και σύζυγό της Πτολεμαίο Β’ το Φιλάδελφο. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη του Πτολεμαίου Α’ του Σωτήρα, στρατηγού και επιγόνου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς και ιδρυτή της Δυναστείας των Πτολεμαίων. Μητέρα της ήταν η τελευταία σύζυγος του, Βερενίκη η Α’. Έπαιξε κύριο ρόλο στην πολιτική που διαμόρφωσε τα δυτικά κράτη που σχηματίστηκαν μετά τη διάλυση του απέραντου κράτους του Αλεξάνδρου.

Βασίλισσα της Θράκης

Η Αρσινόη παντρεύτηκε το βασιλιά Λυσίμαχο της Θράκης στην ηλικία των δεκαέξι ετών. Εκείνος είχε μόλις λάβει τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της Μικράς Ασίας (300 π.Χ.) Της χάρισε τρεις πόλεις και άλλαξε το όνομα της Εφέσου για εκείνη το 293 π.Χ.. Η Αρσινόη απέκτησε μαζί του τρεις γιους, τον Πτολεμαίο, το Φίλιππο και το Λυσίμαχο.

Στην αυλή του συζύγου της οι Πτολεμαίοι εκπροσωπούνταν από ένα ακόμη μέλος: από τη Λυσάνδρα, κόρη του πατέρα της Αρσινόης από την πρώτη σύζυγό του, την Ευρυδίκη. Όταν η Ευρυδίκη κατέφθασε στην Αίγυπτο για να παντρευτεί, είχε μαζί της μια νεαρή χήρα, τη Βερενίκη, την οποία και προσκάλεσε να γίνει κυρία επί των τιμών της. Ωστόσο έμελλε από κολλητές φίλες να γίνουν φανατικοί εχθροί. Η Βερενίκη κατάφερε να ξελογιάσει το βασιλιά και έγινε επίσης γυναίκα του. Του χάρισε παιδιά: την Αρσινόη, τη Φιλωτέρα και τον Πτολεμαίο, ο οποίος τελικά διαδέχθηκε τον πατέρα του (ως Πτολεμαίος Β’) κι ας υπήρχε μεγαλύτερος γιος του βασιλιά από τη Βερενίκη, ο Πτολεμαίος Κεραυνός. Οι δύο βασιλικές σύζυγοι, κάποτε φίλες, τώρα μισούσαν θανάσιμα η μία την άλλη και η πικρία αυτή μεταδόθηκε και στα παιδιά τους. Η κόντρα αυτή μετανάστευσε έτσι στην αυλή του Λυσίμαχου, στη Θράκη.

Όταν λοιπόν η Αρσινόη παντρεύτηκε το Λυσίμαχο και η Λυσάνδρα το γιο του, τον Αγαθοκλή, οι δυο τους βρέθηκαν αμέσως σε αντίθετα στρατόπεδα που δολοπλοκούσαν θέλοντας να καταστρέψουν το ένα το άλλο. Η Αρσινόη ως βασίλισσα πρέπει να είχε μεγαλύτερη επιρροή στην αυλή από ότι η ετεροθαλής αδελφή της. Ωστόσο η θέση και η επιρροή της Λυσάνδρας ήταν επίσης σε υψηλά επίπεδα. Ο Αγαθοκλής ήταν ένας πρίγκιπας με μεγάλη υπόληψη στην αυλή. Είχε ηγηθεί επιτυχημένων στρατιωτικών επιχειρήσεων, είχε νικήσει πολλές μάχες και είχε επεκτείνει σε μεγάλο βαθμό την κυριαρχία και δύναμη του πατέρα του. Ήταν ο αγαπημένος τόσο του στρατού, όσο και του λαού που έβλεπαν σε αυτόν το μέλλον του βασιλείου.

Όπως ήταν αναμενόμενο η δόξα που απολάμβανε ο σύζυγος της Λυσάνδρας δυναμίτιζε το μίσος της Αρσινόης, η οποία προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μειώσει το κύρος του Αγαθοκλή. Ο Αγαθοκλής με τη σειρά του πρόβαλλε σθεναρή αντίσταση ώστε να ματαιώσει τα σχέδια της. Στο τέλος, η Αρσινόη, φοβούμενη παράλληλα πως μετά το θάνατο του Λυσίμαχου η ίδια και τα παιδιά της θα περνούσαν στο έλεος της Λυσάνδρας, κατάφερε να πείσει το Λυσίμαχο πως ο γιος του συνωμοτούσε σε βάρος του, και σκόπευε να πάρει την εξουσία στα χέρια του. Αυτό ίσως ήταν αλήθεια, ίσως και όχι και δεν θα γίνει ποτέ γνωστό. Ωστόσο ο Λυσίμαχος το πίστεψε. Διέταξε τη φυλάκιση του Αγαθοκλή και, λίγο καιρό μετά, τον δηλητηρίασε (282 π.Χ.). Η Λυσάνδρα καταβλήθηκε από λύπη. Περισσότερο φοβήθηκε για την τύχη της και τη μοίρα των παιδιών της. Ήταν πια προφανές πως δεν υπήρχε ασφάλεια πια για εκείνη στη Μακεδονία, οπότε κατέφυγε στην Ασία μαζί με τον ομοαίματο αδελφό της, Πτολεμαίο Κεραυνό. Εκεί τέθηκε υπό την προστασία του Σέλευκου, βασιλιά της Συρίας.

Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα η ροή τον γεγονότων να στραφεί εναντίον της Αρσινόης. Τη Λυσάνδρα ακολούθησαν πολλοί ευγενείς της Μακεδονίας που συμμερίζονταν το σκοπό της και που ο Λυσίμαχος είχε διώξει από κοντά του. Οι τελευταίοι μαζί με τον Πτολεμαίο Κεραυνό κήρυξαν τον πόλεμο, με την υποστήριξη του Σέλευκου που εποφθαλμιούσε τα εδάφη της Θράκης και της Μακεδονίας. Ο Λυσίμαχος ήρθε να τους αντιμετωπίσει και οι δύο στρατοί χτυπήθηκαν στη Φρυγία. Στη μάχη που ακολούθησε στο Κουροπέδιο το Φεβρουάριο του 281 π.Χ., ο Λυσίμαχος ηττήθηκε και σκοτώθηκε. Ο Σέλευκος και ο Πτολεμαίος Κεραυνός, αν και σύμμαχοι, έψαχναν την ευκαιρία να διεκδικήσουν το θρόνο της Μακεδονίας ο ένας σε βάρος του άλλου. Τελικά, ο Κεραυνός μαχαίρωσε τον αντίπαλό του στο Άργος της Θράκης.

Αρσινόη & Πτολεμαίος Κεραυνός του Κουροπεδίου

Η Αρσινόη Β’ έφυγε για την Κασσάνδρεια μια πλούσια πόλη με καλή άμυνα. Είχε μαζί της και τα παιδιά της από το Λυσίμαχο, που ήταν επίσης νόμιμοι υποψήφιοι για το θρόνο. Η ίδια γνώριζε ότι προς το παρόν δεν είχε στα χέρια της τρόπο να υποστηρίξει τα δικαιώματα των παιδιών της, ωστόσο άξιζε τον κόπο να τα προστατέψει περιμένοντας κάποια μελλοντική ευκαιρία. Ο Πτολεμαίος Κεραυνός την αναγνώρισε ως υπολογίσιμη αντίπαλο, και έχοντας εδραιώσει μετά από μια σειρά μαχών το θρόνο του στη Μακεδονία, κινήθηκε προς την Κασσάνδρεια στριφογυρίζοντας στο μυαλό του το πώς θα μπορούσε να φέρει την Αρσινόη και τα παιδιά της υπό την κυριαρχία του.

Κατέληξε πως θα ήταν καλύτερα να προσπαθήσει πρώτα την πονηριά και την προδοσία, προτού καταλήξει σε ένοπλη διαμάχη. Έστειλε ένα μήνυμα στην Αρσινόη προτείνοντάς της, αντί να τσακώνονται για τη βασιλεία, να ενώσουν τα δικαιώματά τους και ζητώντας της να γίνει γυναίκα του. Θα την παντρευόταν και θα υιοθετούσε τα παιδιά της σαν δικά του. Έτσι το ζήτημα θα λυνόταν ειρηνικά.

Η Αρσινόη δέχτηκε με ευχαρίστηση την πρόταση. Πράγματι ο Πτολεμαίος Κεραυνός ήταν αδελφός της από άλλη μητέρα, μα αυτό δεν ήταν φραγμός για μια γαμήλια ένωση, σύμφωνα με τις ιδέες που υπήρχαν εκείνες τις μέρες στον κόσμο για τους βασιλικούς οίκους. Η Αρσινόη έδωσε τη συγκατάθεσή της και άνοιξε τις πύλες της πόλης. Ο Κεραυνός θανάτωσε σχεδόν αμέσως δύο από τους τρεις γιους της. Η Αρσινόη κατάφερε να το σκάσει και ο Κεραυνός δεν την καταδίωξε μιας και δεν είχε πια βάση για να διεκδικήσει το θρόνο.

Στην Αλεξάνδρεια

Η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος το έσκασε για άλλη μια φορά, με προορισμό αρχικά τη Σαμοθράκη και μετά την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκεί βασίλευε ο αδελφός της Πτολεμαίος Β’ ο Φιλάδελφος, ο οποίος είχε νυμφευθεί την κόρη του πρώτου συζύγου της Αρσινόης Β’ της Φιλάδελφου, του Λυσίμαχου, γνωστή με το όνομα Αρσινόη Α’. Πιστεύεται πως η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος δημιούργησε κατηγορίες εναντίον της βασίλισσας, ότι δηλαδή σχεδίαζε τη δολοφονία του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου, πετυχαίνοντας να την εκτοπίσει στην εξορία. Παράλληλα προσέγγισε τον αδελφό της και τον παντρεύτηκε σύμφωνα με το αρχαίο αιγυπτιακό βασιλικό έθιμο, κάπου μεταξύ του 280 και 272 π.Χ. Αυτό βέβαια αποτέλεσε σκάνδαλο για τα ήθη των Ελλήνων, ωστόσο στην Αίγυπτο η πρακτική αυτή ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στους βασιλείς και καθιερώθηκε μέχρι και το τέλος της δυναστείας. Εξαιτίας του γάμου τους, ο Πτολεμαίος και η Αρσινόη η Β’ έλαβαν τον τίτλο “Φιλάδελφοι”, δηλαδή “αυτοί που αγαπούν τα αδέλφια τους”.

Η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος, έξυπνη και φιλόδοξη, μοιράστηκε όλους τους τίτλους του Πτολεμαίου και πρέπει να του άσκησε σημαντική επιρροή. Εκείνος ονόμασε πόλεις από το όνομά της και της επέτρεψε να εμφανίζεται πλάι του στα νομίσματα. Την ενσωμάτωσε στην οικογενειακή λατρεία, και μαζί έλαβαν την προσωνυμία “Θεοί Αδελφοί”. Η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος έγινε, επίσης, Ολυμπιονίκης σε αγωνίσματα με άλογα το καλοκαίρι του 272 π.Χ. Ακόμη, η Αρσινόη Β’ η Φιλάδελφος άσκησε επιρροή και στην εξωτερική πολιτική, που περιλαμβάνει τη νίκη του Πτολεμαίου στον Πρώτο Συριακό Πόλεμο ( 274 – 271 π.Χ. ) μεταξύ της Αιγύπτου και της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών στη Μέση Ανατολή. Ακόμη και μετά το θάνατό της ο Πτολεμαίος την άφησε να αναφέρεται στα επίσημα έγγραφα και ενθάρρυνε τη λατρεία της. Ωστόσο μιας και η ίδια δεν απέκτησε παιδιά από τον αδελφό της, ήταν ο γιος της ταπεινωμένης Αρσινόη Α’ αυτός που ορίστηκε διάδοχος, ως Πτολεμαίος Γ’ Ευεργέτης.

Εξωγήινη ζωή στον Άρη - Πώς τα «αποτυπώματα» λιωμένου πάγου φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά την μεγάλη αποκάλυψη

Μία νέα έρευνα στον πλανήτη Άρη αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για ύπαρξη ζωής στον «Κόκκινο Πλανήτη» ακόμα και σήμερα.

Ερευνητές που ασχολούνται με τα πλανητικά συστήματα στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα ανέλυσαν εικόνες από την επιφάνεια του Άρη που ελήφθησαν από το διαστημικό σκάφος Mars Reconnaissance Orbiter.

Μέσα σε αυτές τις εικόνες, οι συγγραφείς της έρευνας, Aditya Khuller και Philip Christensen, βρήκαν στοιχεία για την ύπαρξη σκονισμένου πάγου σε χαμηλότερο γεωγραφικό πλάτος, από τον οποίο στη συνέχεια σχηματίστηκαν χαράδρες και ρέματα.

Αυτό το στοιχείο είναι σημαντικό, σύμφωνα με όσα είπε ο Khuller, καθώς ο πάγος στον Άρη λιώνει όταν είναι σκονισμένος και σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, όπου υπάρχει μεγαλύτερη θερμότητα, μπορεί να υπάρχει νερό σε υγρή μορφή «μέσα στον πάγο».

Κι ενώ το παραπάνω στοιχείο, δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι υπάρχει ζωή, ωστόσο «αυτό θα ήταν το καλύτερο μέρος για να βρούμε κάποια μορφή ζωής - έστω και μικροβιακής - στον Άρη σήμερα», εξήγησαν οι συγγραφείς.

Από εκεί και πέρα, η τήξη αυτού του σκονισμένου πάγου θα μπορούσε να οδηγήσει στο σχηματισμό ρεμάτων, όπως φαίνεται στις δορυφορικές εικόνες.

«Γνωρίζουμε ότι ο Άρης έχει πάγο από νερό, έστω και λίγο», ανέφερε ο Khuller, μεταπτυχιακός φοιτητής στη Σχολή Εξερεύνησης της Γης και του Διαστήματος στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα. «Αλλά είναι η πρώτη φορά που το βλέπουμε σε μέρη όπου μπορεί πραγματικά να λιώνει».

Ο Christensen, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, παρατήρησε για πρώτη φορά λείες αποθέσεις, όμοιες με τα - γεμάτα βρωμιές - χιόνια τα οποία είχαν παρατηρηθεί στις πλαγιές ρεμάτων του Άρη, σε εικόνες πριν από δύο δεκαετίες.

Αυτή η παρατήρηση τον οδήγησε στη σκέψη πως τα ρέματα σχηματίστηκαν από σκονισμένο χιόνι, μια θεωρία που υποστηρίζεται και από υπολογιστικές προσομοιώσεις, οι οποίες φανερώνουν ότι το χιόνι στον Άρη λιώνει μόνο όταν είναι σκονισμένο.

Ο Khuller επικεντρώθηκε αργότερα σε εικόνες υψηλότερης ανάλυσης των ίδιων ρεμάτων και παρατήρησε αλλαγές μεταξύ των εικόνων του 2003 και εκείνων του 2020.

«Υπήρχαν ελαφριές παραμορφώσεις - σαν κοιτάσματα - μέσα στα ρέματα, οι οποίες δεν παρατηρούνταν αρχικά, στις εικόνες πριν από περίπου 20 χρόνια», δήλωσε ο Khuller.

Με βάση τη φωτεινότητα των παραμορφώσεων - κοιτασμάτων αυτών, οι Khuller και Christensen αποφάσισαν ότι «πρέπει να προέρχονται από σκονισμένο πάγο νερού - παρόμοιο με το βρώμικο χιόνι στη Γη».

Σύμφωνα με τα παραπάνω ευρήματα, η ομάδα του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, ελπίζει ότι θα μπορούσε να βοηθήσει τη NASA και άλλες υπηρεσίες να περιορίσουν το πεδίο για την αναζήτηση σημείων ζωής στον «Κόκκινο Πλανήτη» κατά τον προγραμματισμό μελλοντικών αποστολών.

Νέα μελέτη υποστηρίζει ότι οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες θα μπορούσαν να διαμορφωθούν από σκοτεινή ύλη

Μια νέα θεωρητική μελέτη έχει προτείνει έναν καινούργιο μηχανισμό για τη δημιουργία των υπερμεγεθών μελανών οπών από σκοτεινή ύλη. Η διεθνής επιστημονική ομάδα βρήκε ότι παρά του ότι το συμβατικό σενάριο διαμόρφωσης εμπλέκει την «κανονική» ύλη, οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες θα μπορούσαν αντί αυτής να διαμορφωθούν άμεσα από σκοτεινή ύλη σε περιοχές υψηλής πυκνότητας στα κέντρα των γαλαξιών. Το αποτέλεσμα της μελέτης θεωρείται πως θα έχει βασικές επιπτώσεις για την κοσμολογία στο πρώιμο σύμπαν. Δημοσιεύεται στο Monthly Notices of the Royal Astronomical Society.

Το πώς ακριβώς διαμορφώθηκαν αρχικά οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες, είναι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη μελέτη της εξέλιξης των γαλαξιών. Οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες έχουν παρατηρηθεί νωρίς, 800 εκατομμύρια χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη και το πώς θα μπορούσαν να έχουν αναπτυχθεί τόσο γρήγορα παραμένει ανεξήγητο.

Τα τυπικά μοντέλα διαμόρφωσης εμπεριέχουν την κανονική βαρυονική ύλη – τα άτομα και τα στοιχεία που αποτελούν τα άστρα, τους πλανήτες και όλα τα ορατά αντικείμενα – που καταρρέουν υπό την επίδραση της βαρύτητας για να σχηματίσουν μαύρες τρύπες, οι οποίες στη συνέχεια αναπτύσσονται συν τω χρόνω. Ωστόσο η νέα εργασία, διερευνά τη δυνητική ύπαρξη σταθερών γαλαξιακών πυρήνων που αποτελούνται από σκοτεινή ύλη και περιβάλλονται από μια αραιωμένη άλω σκοτεινής ύλης, βρίσκοντας ότι τα κέντρα αυτών των δομών θα μπορούσαν να γίνουν τόσο πυκνά που θα μπορούσαν επίσης να καταρρεύσουν σε υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες μόλις φθάσουν σε ένα κρίσιμο κατώφλι.

Σύμφωνα με το μοντέλο, αυτό θα μπορούσε να έχει συμβεί πολύ πιο γρήγορα από ότι προτείνουν άλλοι μηχανισμοί διαμόρφωσης και να έχει επιτραπεί οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες να έχουν σχηματιστεί στο πρώιμο σύμπαν πριν εμφανιστούν οι γαλαξίες, αντίθετα με την τρέχουσα αντίληψη. Ο Carlos R. Argüelles, ο ερευνητής στο Εθνικό Πανεπιστήμιο La Plata και στο ICRANet (International Center for Relativistic Astrophysics Network) που ηγείται της έρευνας, σχολιάζει: «Το νέο αυτό σενάριο διαμόρφωσης μπορεί να προσφέρει μια φυσική ερμηνεία για το πώς διαμορφώθηκαν οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες στο πρώιμο σύμπαν, χωρίς να απαιτείται προηγουμένως η διαμόρφωση των άστρων ή να χρειάζεται να επικαλεστούμε μαύρες τρύπες- σπόρους με μη-ρεαλιστικούς ρυθμούς συσσώρευσης».

Μια άλλη ενδιαφέρουσα συνέπεια του νέου μοντέλου είναι ότι η κρίσιμη μάζα για κατάρρευση σε μια μαύρη τρύπα μπορεί να μη φθάσει για μικρότερες άλω σκοτεινής ύλης, για παράδειγμα εκείνης που περιβάλλει ορισμένους νάνους γαλαξίες. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτό στη συνέχεια μπορεί να αφήσει τους μικρότερους γαλαξίες νάνους με έναν κεντρικό πυρήνα σκοτεινής ύλης, μάλλον, παρά μια αναμενόμενη μαύρη τρύπα. Τέτοιος πυρήνας σκοτεινής ύλης θα μπορούσε ακόμη να μιμηθεί τις βαρυτικές υπογραφές μιας συμβατικής κεντρικής μαύρης τρύπας, αν και η εξωτερική άλως της σκοτεινής ύλης θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει τις παρατηρούμενες καμπύλες περιστροφής των γαλαξιών.

«Το μοντέλο δείχνει πώς οι άλω σκοτεινής ύλης θα μπορούσαν υποθάλψουν πυκνές συγκεντρώσεις στα κέντρα τους, που μπορεί να παίξουν κρίσιμο ρόλο στη βοήθεια για την κατανόηση της διαμόρφωσης των υπερμεγεθών μελανών οπών», πρόσθεσε ο Carlos. «Εδώ έχουμε αποδείξει για πρώτη φορά ότι τέτοιες κατανομές πυρήνα-άλω σκοτεινής ύλης μπορούν πράγματι να διαμορφώσουν ένα κοσμολογικό πλαίσιο και να παραμείνει σταθερό εφ’ όρου ζωής του σύμπαντος».

Οι συγγραφείς ελπίζουν ότι περαιτέρω μελέτες θα ρίξουν περισσότερο φως στο σχηματισμό υπερμεγεθών μελανών οπών στο πολύ πρώιμες ημέρες του σύμπαντός μας, όπως επίσης ότι η διερεύνηση του εάν τα κέντρα των μη-ενεργών γαλαξιών, του δικού μας Γαλαξία συμπεριλαμβανομένου, μπορούν να παίξουν ρόλο ξενιστή για αυτούς τους πυκνούς πυρήνες σκοτεινής ύλης.

Γιατί ο Γαλαξίας ίσως να είναι γεμάτος πλανήτες με ωκεανούς και ηπείρους σαν τη Γη

Η Γη, η Αφροδίτη και ο Άρης δημιουργήθηκαν από μικρά σωματίδια σκόνης που περιείχαν πάγο και άνθρακα, σύμφωνα με νέα έρευνα του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης- κάτι που καθιστά υπαρκτό το ενδεχόμενο ο γαλαξίας μας να είναι γεμάτος με «υδάτινους» πλανήτες.

Οι αστρονόμοι μελετούν τον γαλαξία αναζητώντας ίχνη εξωγήινων πολιτισμών, ωστόσο για να έχει ένας πλανήτης ζωή (τουλάχιστον όπως τη γνωρίζουμε) θα πρέπει να έχει νερό σε υγρή μορφή. Οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο ήταν δύσκολο να υπολογιστούν, λόγω της εκτίμησης πως πλανήτες σαν τη Γη αποκτούν το νερό τους κατά τύχη, μέσω παγωμένων αστεροειδών.

Ερευνητές του GLOBE Institute στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης δημοσίευσαν μια έρευνα η οποία υποδεικνύει πως το νερό μπορεί να ήταν παρόν και κατά τον ίδιο τον σχηματισμό του πλανήτη. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, αυτό ισχύει τόσο για τη Γη όσο και για την Αφροδίτη και τον Άρη.

«Όλα μας τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι το νερό ήταν μέρος των δομικών στοιχείων της Γης, από την αρχή ακόμα. Και επειδή το μόριο του νερού είναι συχνό, υπάρχει λογική πιθανότητα να ισχύει για όλους τους πλανήτες στον γαλαξία μας. Ο αποφασιστικός παράγοντας για το αν υπάρχει νερό σε υγρή μορφή είναι η απόσταση του πλανήτη από το άστρο του» είπε ο καθηγητής Anders Johansen, που ηγήθηκε της μελέτης η οποία δημοσιεύτηκε στο Science Advances.

Χρησιμοποιώντας ένα υπολογιστικό μοντέλο ο Γιόχανσεν και η ομάδα του υπολόγισαν πόσο γρήγορα σχηματίζονται οι πλανήτες και από ποια δομικά στοιχεία. Η μελέτη υποδεικνύει πως ήταν σωματίδια σκόνης χιλιοστών, από πάγο και άνθρακα- που είναι γνωστό ότι υπάρχουν γύρω από όλα τα νεαρά άστρα του γαλαξία- τα οποία πριν 4,5 δισ. χρόνια πριν συσσωρεύτηκαν, στον σχηματισμό αυτού που αργότερα θα γινόταν η Γη.

«Μέχρι το σημείο που η Γη είχε φτάσει στο 1% της παρούσας μάζας της, ο πλανήτης μας αναπτύχθηκε αιχμαλωτίζοντας μάζας από πετραδάκια γεμάτα με πάγο και άνθρακα. Η Γη μετά αναπτυσσόταν όλο και ταχύτερα, μέχρι που, μετά από 5 εκατ. χρόνια, έγινε μεγάλη όπως την ξέρουμε σήμερα. Στην πορεία η θερμοκρασία στην επιφάνεια αυξήθηκε απότομα, κάνοντας τον πάγο στα πετραδάκια να εξατμιστεί πέφτοντας προς την επιφάνεια, έτσι ώστε σήμερα μόνο 0,1% του πλανήτη αποτελείται από νερό, αν και το 70% της επιφάνειας της Γης καλύπτεται από νερό» είπε ο Γιόχανσεν, ο οποίος πριν από δέκα χρόνια είχε παρουσιάσει τη θεωρία την οποία εμφανίζεται να επιβεβαιώνει τώρα η νέα έρευνα. Η θεωρία αυτή (pebble accretion) είναι πως οι πλανήτες σχηματίζονται από πετραδάκια τα οποία συγκεντρώνονται/ συσσωρεύονται και ότι οι πλανήτες έτσι γίνονται όλο και πιο μεγάλοι.

Ο Anders Johansen εξηγεί πως το μόριο του νερού συναντάται παντού στον γαλαξία μας, και ότι η θεωρία ως εκ τούτου «ανοίγεi» την πιθανότητα και άλλοι πλανήτες να σχηματίστηκαν όπως η Γη, ο Άρης και η Αφροδίτη. «Όλοι οι πλανήτες στον Γαλαξία μπορεί να σχηματίστηκαν από τα ίδια δομικά στοιχεία, κάτι που σημαίνει ότι οι πλανήτες με την ίδια ποσότητα νερού και άνθρακα όπως η Γη- και ως εκ τούτου πιθανά σημεία όπου μπορεί να υπάρχει ζωή- εμφανίζονται συχνά γύρω από άλλα άστρα στον γαλαξία μας, εφόσον η θερμοκρασία είναι σωστή» όπως είπε. Αν πλανήτες στον γαλαξία μας έχουν τα ίδια δομικά στοιχεία και τις ίδιες συνθήκες θερμοκρασίας με τη Γη, θα υπάρχουν επίσης καλές πιθανότητες να έχουν περίπου την ίδια ποσότητα νερού και ηπείρων με τον δικό μας- κάτι που συνεπάγεται καλές πιθανότητες για την εμφάνιση ζωής.

Άγιοι καταστροφείς: Ο Άγιος Πορφύριος Επίσκοπος Γάζης

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Ο Άγιος Πορφύριος (εορτάζει για την Εκκλησία στις 26 Φεβρουαρίου).
Επίσκοπος Γάζης γνωστός για το κυνήγι των Εθνικών στην περιοχή του.

"O δε βασιλεύς, εδυσκολεύετο μεν εις τας αρχάς, λέγων, ότι δεν είναι δυνατόν να διωχθούν από την Γάζαν οι ειδωλολάτραι και αιρετικοί, διά την πολλήν χρησιμότητα αυτών και βοήθειαν. H δε βασίλισσα απεκρίθη προς αυτόν, ότι βαρεία μεν είναι η αίτησις αύτη, ω δέσποτα, βαρυτέρα όμως είναι και η ταύτης παραίτησις... Όθεν παρευθύς επέμφθησαν προσταγαί βασιλικαί, ότι να διωχθούν από την Γάζαν οι αιρετικοί και ειδωλολάτραι, οίτινες εξουσίαζον. Tότε ο μακάριος Πορφύριος, πέρνωντας από την βασίλισσαν δύω κεντηνάρια χρυσίον, διά να κτίση Eκκλησίας, και διακόσια νομίσματα διά έξοδα, εγύρισεν εις την επαρχίαν του. Kαι τους μεν άλλους ναούς των ειδώλων, κατεκρήμνισε. Tους δε αιρετικούς, εδίωξε. Tον δε ναόν του θεού των Eλλήνων του ονομαζομένου Mαρνά, κατέκαυσε με την φωτίαν, και έκτισεν αυτόν Eκκλησίαν κατά το σχήμα, οπού εδιώρισεν η βασίλισσα Eυδοξία".
σύνδεσμος 1
(σύνδεσμος 2 -αξίζει να διαβάσετε τις διαφορές και τον τρόπο που το αναφέρει [παρά τις αρχικές του αντιδράσεις ο βασιλέας επείσθη και χορήγησε στον Άγιο Πορφύριο βασιλικό διάταγμα με το οποίο περιόριζε την δράση των ειδωλολατρών και των λοιπών αιρετικών και με βασιλική χορηγία ανήγειρε εκκλησίες εκεί όπου προηγουμένως βρίσκονταν ειδωλολατρικοί ναοί. Κατάφερε δε ο Άγιος να κατεδαφιστεί το Μαρνείον])

Για τον άγιο Πορφύριο υπάρχει και ξεχωριστή ανάρτηση. Να σημειωθεί ότι για να προσεγγίσει το παλάτι και να πάρει την άδεια για τις καταστροφές που έκανε, συμμετείχε και άλλο ένας άγιος της Εκκλησίας που θα δούμε τελευταίο, ο Άγιος Χρυσόστομος, που ήταν τότε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

Η μέθοδος και η διδασκαλία του Σωκράτη

Η μέθοδος είναι η μέθοδος της διαλεκτικής. Αντί για την ιωνική μέθοδο της σκιαγράφησης, είτε με δυσνόητα κείμενα είτε με αινιγματικούς στίχους, συμπερασμάτων που έχουν ήδη εξαχθεί και αντί για τη σοφιστική μέθοδο μιας εύτακτης διευθέτησης των θεμάτων σύμφωνα με ένα προκαθορισμένο σχέδιο σε μια ευφραδή ομιλία, ο Σωκράτης ακολούθησε τη μέθοδό των ερωταποκρίσεων και την ακολούθησε παντού και με ανθρώπους κάθε είδους. Ήταν μια καθορισμένη μέθοδος σχεδόν όπως και η σχολαστική μέθοδος του μεσαίωνα. Υπήρχαν κανόνες για την επιλογή του θέματος της συζήτησης και κανόνες για τη σχετική απάντηση των ερωτήσεων. Ήταν μια μέθοδος δυσάρεστη για το θύμα και μια μέθοδος που μπορούσε να γίνει εριστική στρέφοντας τη συζήτηση προς οποιαδήποτε κατεύθυνση χάριν της συζήτησης∙ όμως παρά ταύτα στα χέρια του Σωκράτη ήταν ένα γνήσιο όργανο της αλήθειας. Γνωρίζουμε τη διαδικασία της από τους διαλόγους του Πλάτωνα∙ άλλωστε η «διαλεκτική», όπως δείχνει το ίδιο το όνομά της υπήρξε ο πατέρας αυτών των διαλόγων.

Αν αυτή ήταν η μέθοδός του Σωκράτη, το δόγμα του ήταν αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε δόγμα των δύο γνώσεων. Ο Σωκράτης πίστευε ότι υπήρχαν δύο ειδών γνώσης: ένα το οποίο ήταν μόνο φαινομενικό και στην καλύτερη περίπτωση επισφαλές και ένα άλλο που ήταν αληθινό και αποτελούσε μόνιμο κτήμα του νου. Πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι είχαν καθήκον να βρουν την αληθινή γνώση και ότι μπορούσαν να το κάνουν αυτό, μόνο εάν «γνώριζαν τους εαυτούς τους» - με άλλα λόγια, αν γνώριζαν πόσα πράγματι γνώριζαν. Πίστευε επίσης ότι η αληθινή γνώση ήταν και αληθινή αρετή.

Εάν μπορούμε να αποδώσουμε κάποια συγκεκριμένη διδασκαλία στον Σωκράτη, αυτή ήταν η διδασκαλία του. Είναι προφανές ότι η έμφαση που έδινε ο Σωκράτης στην αξία της αληθινής γνώσης είχε ομοιότητες με την έμφαση που έδιναν οι Σοφιστές στην ειδική γνώση που ισχυρίζονταν ότι μετέδιδαν. Οι Σοφιστές όχι μόνο είχαν επινοήσει μια μέθοδο σε θέματα όπως η ρητορική και προσφέρονταν να μεταδώσουν μια τεχνική γνώση αυτών των θεμάτων, αλλά επίσης είχαν επίσης μετατρέψει την ίδια την ανθρώπινη συμπεριφορά σε τέχνη, η οποία θα οδηγούσε σε αρετή ή αλλιώς πρακτική ικανότητα και θα επέτρεπε στους κατόχους της να διαχειριστούν κράτη και οικογένειες με σωστό τρόπο. Για τους Σοφιστές, επομένως, όπως και για τον Σωκράτη η πραγματική αρετή εξαρτιόταν από και συνίστατο σε μια ειδική γνώση. Επίσης δεν μπορούμε να πούμε ότι η ταύτιση της αρετής με τη γνώση είναι από μόνη της μια ειδικά σωκρατική διδασκαλία. Τουναντίον, οι Σοφιστές, καθώς ισχυρίζονταν ότι διδάσκουν αρετή, υποστήριζαν εξίσου έντονα με τον Σωκράτη την πρόταση ότι η «αρετή είναι γνώση». Αν δεν ήταν, δεν θα μπορούσε να διδαχθεί, ο λόγος ύπαρξης του επαγγέλματός τους εξαφανιζόταν.

Επομένως για να καταλάβουμε όπως πρέπει την ιδιάζουσα διδασκαλία του Σωκράτη, θα πρέπει να προχωρήσουμε από την επισήμανση των κοινών του σημείων με τους Σοφιστές στον εντοπισμό της θεμελιώδους απόκλισής του από τις απόψεις τους. Εδώ θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να επισημάνουμε ότι δεν πίστευε, όπως οι Σοφιστές, ότι η αρετή ήταν μια ειδική τέχνη -ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, δεξιοτεχνία σε μια ειδική τέχνη- την οποία μπορούσε κανείς να τελειοποιήσει όπως τις άλλες τέχνες αυτού του είδους μόνο με την απόκτηση μιας ειδικής γνώσης που αφορούσε ειδικά την τέχνη αυτή. Δεν πίστευε ότι υπήρχε μια ειδική τέχνη της ανθρώπινης συμπεριφοράς ή ότι η αρετή ήταν μια ειδική ικανότητα στην πρακτική εφαρμογή μιας τέτοιας ειδικής τέχνης. Πίστευε ότι η αρετή έθετε όλα τα άλλα στην αληθινή τους θέση και στη σωστή τους οπτική γωνία∙ πίστευε ότι η αρετή ήταν αρχιτεκτονική η οποία καθόριζε τη δέουσα αναλογία και τις σωστές σχέσεις της κάθε δραστηριότητας και του κάθε τομέα της ζωής. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει κάποια τέχνη της ανθρώπινης συμπεριφοράς ανάλογη με τη δεξιοτεχνία στη ρητορική. Υπάρχει όμως αυτό που λέγεται αρετή και η αρετή είναι μια γενική ικανότητα, ολόκληρης της ψυχής η οποία οδηγεί σε μια ισορροπία και σε μια αρμονία όλων των δραστηριοτήτων της.[1] Προκύπτει με βάση αυτή την άποψη ότι η γνώση που είναι απαραίτητη για την αρετή δεν είναι μια ειδική και επαγγελματική γνώση η οποία μπορεί να αποκτηθεί μόνο μέσω ειδικής διδασκαλίας. 

Ο Σωκράτης δεν πίστευε ότι η αρετή απαιτούσε μια νέα, ιδιάζουσα και εσωτερική ουσία γνώσης, διαφορετικού χαρακτήρα από την ουσία της γνώσης που είχαν οι συνηθισμένοι άνθρωποι. Δεν ισχυριζόταν ότι θα δίδασκε στους ανθρώπους τη γνώση των πραγμάτων που ανήκουν στη «φύση», προκειμένου να απορρίψουν με βάση αυτή τη γνώση τα πράγματα που ανήκαν στο «νόμο». Ο Σωκράτης πίστευε ακράδαντα στο νόμο, αλλά υπήρχε και ένας βαθύτερος λόγος για το ότι αρνείτο να πιστέψει ότι η αρετή αποτελείτο από κάποια νέα ουσία γνώσης. Αυτός ο βαθύτερος λόγος βρίσκεται στην πεποίθηση του ότι αυτό που είχε σημασία δεν είναι τόσο το τι γνωρίζεις όσο ο τρόπος με τον οποίο το γνωρίζεις. Δεν ήθελε τόσο τη γνώση νέων πραγμάτων, όσο έναν νέο τρόπο γνώσης παλαιών πραγμάτων – όχι τόσο τη γνώση μιας «φύσης» διαφορετικής από τον συνηθισμένο κόσμο, όσο τη γνώση του ίδιου του συνηθισμένου κόσμου υψωμένη σε μια νέα δύναμη και μεταφρασμένη σε μια νέα αξία λόγω του ότι ήταν μια γνώση του λόγου για τον οποίο ο κόσμος ήταν όπως ήταν. Αποδέχθηκε την ηθική της σύμβασης, αλλά επιδίωξε να την κάνει υψηλότερη με το να κάνει τους ανθρώπους να δουν τον λόγο ύπαρξης της και την «ιδέα» πάνω στην οποία στηρίζονταν. Αυτό μας φέρνει πίσω στη διδασκαλία του των δυο γνώσεων, την οποία μπορούμε να δούμε τώρα σε όλες της τις συνέπειες. Η γνώση που συνήθως διαθέτουν οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου γνώση αλλά γνώμη (δόξα). Γνωρίζουν πράγματα υπό την έννοια ότι συχνά τα έχουν ακούσει να λέγονται, αλλά δεν τα γνωρίζουν υπό τη μόνη έννοια με την οποία μπορούμε να μιλάμε για γνώση (επιστήμη): Δεν τα γνωρίζουν ως προϊόντα κάποιας αιτίας και σε σχέση με την αιτία από την οποία έχουν παραχθεί. Γνωρίζουν, υπό την έννοια ότι το έχουν ακούσει, ότι θα πρέπει να είναι εγκρατείς, αλλά στην πραγματικότητα δεν το γνωρίζουν, επειδή δεν γνωρίζουν το γιατί θα πρέπει να είναι εγκρατείς. Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε τον θεμελιώδη λόγο για τον οποίο ο Σωκράτης επιθυμούσε μια τελεολογική εξήγηση των πραγμάτων. Η γνώση -τουλάχιστον η γνώση που είχε σημασία- ήταν δυνατή μόνο μέσω μιας τέτοιας εξήγησης.

Αν η αρετή είναι γνώση και υπάρχουν δυο είδη γνώσης, τότε θα πρέπει επίσης να υπάρχουν και δύο είδη αρετής. Αυτό πίστευε ο Σωκράτης. Υπάρχει η αρετή που βασίζεται στη γνώμη και η υπάρχει η αρετή που βασίζεται στη γνώση. Η γνώμη είναι επισφαλής∙ μπορεί να ξεχαστεί ή να μεταβληθεί λόγω κάποιας καινούριας εντύπωσης∙ και η αρετή που βασίζεται στη γνώμη είναι εξίσου επισφαλής. Η γνώση είναι ασφαλής, επειδή βασίζεται στη λογική αναφορά, σε μια αιτία∙ και η αρετή που βασίζεται στη γνώση είναι εξίσου ασφαλής. Η αρετή που βασίζεται γνώμη είναι θέμα συνήθειας (έθος), ενώ η αρετή που βασίζεται στη γνώση είναι θέμα πειστικών επιχειρημάτων και οξυδέρκειας (φρόνησις). Η μια είναι η κοινή αρετή, η άλλη είναι η φιλοσοφική αρετή. Παρότι όμως αυτές οι δυο μπορεί να αντιδιασταλούν η μία προς την άλλη, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι δύο είναι μορφές αρετής. Και οι δύο έχουν το ίδιο περιεχόμενο και η μεταξύ τους διαφορά συνίσταται μόνο σε μια διαφορά αντίληψης αυτού του περιεχομένου. Σε ότι αφορά στο περιεχόμενο η κοινή αρετή είναι πραγματική αρετή. Και ο Σωκράτης, όπως έχουμε δει, ποτέ δεν επεδίωξε να ριζοσπαστικοποιήσει αυτό το περιεχόμενο ή να υποκαταστήσει την υφιστάμενη ουσία του ήθους με μια νέα. Η αντίρρησή του προς το συμβατικό ήθος στη συνηθισμένη του μορφή δεν ήταν ότι βασιζόταν σε λανθασμένες αρχές, αλλά στο ότι της έλλειπε η οποιαδήποτε συνείδηση των αρχών πάνω στις οποίες στηριζόταν – αρχές στις οποίες ο ίδιος θεωρούσε ως απολύτως αληθινές από μόνες τους. 

Επειδή δεν υπήρχε αυτή η συνείδηση, το συνηθισμένο ήθος είχε δυο ελαττώματα. Καθώς προέκυπτε όχι από την κατανόηση των αρχών αλλά από το ευτύχημα της φυσικής προδιάθεσης ή την ανατροφή που κατά τύχη δόθηκε, ήταν επιρρεπές σε εξαφάνιση μέσα σε ένα νέο περιβάλλον∙ ήταν ανίκανο να ανταποκριθεί σε νέες και άνευ προηγουμένου απαιτήσεις. Επίσης -και αυτό ήταν ένα ακόμη μεγαλύτερο ελάττωμα- δεν μπορούσε να μεταδοθεί. Η αρετή που στηρίζεται σε αρχές επιδέχεται κάποιο ορισμό αυτών των αρχών και κάποιος μπορεί να μεταδώσει και να διδάξει κάτι το οποίο μπορεί να περιληφθεί σε ένα γενικά ορισμό. Ο Σωκράτης κατέβαλλε μεγάλη προσπάθεια να επιτύχει τέτοιους ορισμούς∙ οι ορισμοί αποτελούσαν το αντικείμενο της διαλεκτικής και των ερωτήσεών του, και ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε αυτόν ως τον πρώτο που εισήγαγε γενικούς ορισμούς. Με αυτή ακριβώς την έννοια ήταν ηθικός δάσκαλος ο Σωκράτης. Και ακριβώς επειδή επεδίωκε να είναι ηθικός δάσκαλος, ήταν ανικανοποίητος από την αρετή η οποία, καθώς δεν στηριζόταν σε καμία αρχή και δεν ήταν κατανοητή με κανέναν ορισμό, δεν μπορούσε να διδαχθεί.

Γενικά μπορούμε να πούμε ότι τόσο στην ηθική όσο και στην πολιτική ο Σωκράτης ήταν νοησιαρχικός στοχαστής. Ο Ηράκλειτος κάποτε είχε πει «έχω ερευνήσει μέσα μου». Αυτό που επιθυμούσε ο Σωκράτης ήταν αυτού του είδους η έρευνα και η ειδικευμένη καθοδήγηση της ζωής του θα ήταν βασισμένη σε αυτή. Πληροφορούμαστε ότι ήταν αντίθετος προς την κλήρωση, επειδή άνοιγε τον δρόμο εξίσου στους ανίκανους όσο και στους ικανούς. Ήταν αντίθετος προς την εξουσία μιας κυρίαρχης Εκκλησίας στην οποία ο γανωματής και ο ράφτης, μπαλωματής και ο υφαντουργός είχαν ίση φωνή στις δημόσιες υποθέσεις με αυτούς που πράγματι καταλάβαιναν κάτι από την τέχνη της πολιτικής. Επέκρινε επίσης, απ’ ότι μπορούμε να συμπεράνουμε από τον Μένωνα και τον Γοργία, τους Αθηναίους πολιτικούς που καθοδηγούσαν την Εκκλησία. 

Στην καλύτερη, όπως πληροφορούμαστε από τον Μένωνα, έχουν κάποιο πολιτικό αισθητήριο, αλλά δεν μπορούν να το μεταδώσουν στους γιους ή στους διαδόχους τους. Στη χειρότερη περίπτωση, όπως συμπεραίνουμε από τον Γοργία, είναι κακοί ποιμένες που γεμίζουν την πόλη με «λιμάνια και αποβάθρες και τείχη και έσοδα», επιζητούν τη δημοτικότητα κολακεύοντας τον λαό, αλλά ξεχνούν τα όσα έχουν να κάνουν με τη δικαιοσύνη και τη μετριοπάθεια. Σε αντιδιαστολή προς όλα αυτά, ο Σωκράτης δίδαξε την ανάγκη για ειδικευμένη γνώση, βασισμένη σε θεμελιώδεις αρχές, προκειμένου να διεξαχθούν οι δημόσιες υποθέσεις. Εδώ μπορούμε να δούμε το σπέρμα της διδασκαλίας της εξειδίκευσης που παρουσιάζει λεπτομερώς ο Πλάτων στην Πολιτεία. Ανάμεσα σε αυτούς για τους οποίους αναφέρεται ότι ενίοτε παρακολουθούσαν τις διαλέξεις του Σωκράτη υπάρχουν ορισμένοι που ακολούθησαν την καριέρα του επαγγελματία στρατιώτη και μπορεί να ειπωθεί ότι η ανάγκη για ένα σύστημα επαγγελματισμού βασισμένο στην επιστημονική γνώση ήταν η κεντρική ιδέα διαλέξεων τις οποίες τέτοιοι άνδρες θα άκουγαν με χαρά.

Ως προς το δόγμα του επαγγελματισμού στην πολιτική ο Σωκράτης ταυτιζόταν με τους Σοφιστές, παρότι είναι προφανές από όσα έχουμε ήδη δει, ότι η εκπαίδευση που εκείνος επιθυμούσε για το επάγγελμα της πολιτικής προχωρούσε πιο πέρα από αυτήν των Σοφιστών και συνίστατο σε ένα είδος φιλοσοφικής παιδείας που θα κατέληγε σε μια σταθερή κατανόηση των θεμελιωδών αρχών της πολιτικής. Συμπεραίνουμε ότι εδώ ο Σωκράτης χρησιμοποιούσε συχνά την αναλογία των τεχνών.

Αν η αρετή δεν ήταν τέχνη αλλά κάτι υψηλότερο και καθολικότερο, τουλάχιστον η πολιτική θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέχνη και θα πρέπει να απαιτηθεί από τον πολιτικό να περάσει εκπαίδευση και να «μαθητεύσει» ακριβώς όπως ο τεχνίτης. Όμως δεν θα πρέπει να ταυτίσουμε πλήρως τον πολιτικό με τον τεχνίτη. Εφόσον τα σχετικά με τη δικαιοσύνη και την εγκράτεια ήταν φροντίδα του πολιτικού, σε τελική ανάλυση το πρώτο που θα έπρεπε να διαθέτει αυτός ήταν μια αληθινή και φιλοσοφική έννοια της αρετής και ο Σωκράτης δίδασκε πάντα ότι αυτό ήταν θέμα που αφορούσε κάτι ανώτερο από μια τέχνη. 

Αν και ήταν νοησιαρχικός, μερικές είχε και στοιχεία μυστικιστικά. Διακήρυσσε ότι η οι άνθρωποι έπρεπε να καθοδηγούν τις ζωές τους με βάση μια έλλογη κατανόηση των αρχών, αλλά η δική του ζωή συχνά καθοδηγείτο από κάτι τελείως διαφορετικό. Έχουμε ήδη δει ότι η φωνή του μαντείου των Δελφών τον μετέστρεψε στην ηθική φιλοσοφία και ότι ο ίδιος πίστευε ότι δελφικός θεός του είχε αναθέσει μια αποστολή. Μαθαίνουμε επίσης από τον Πλάτωνα ότι μερικές φορές έπεφτε σε έκσταση και πληροφορούμαστε τόσο από τον Πλάτωνα όσο και από τον Ξενοφώντα ότι είχε μια εσωτερική φωνή (το δαιμόνιον), της οποίας την καθοδήγηση συχνά ακολουθούσε.[2] Έχει επισημανθεί ότι η ιστορία της εσωτερικής φωνής υποδηλώνει ότι υπήρχε κάποιο μειονέκτημα στη φιλοσοφία της δράσης του Σωκράτη. Και πράγματι, αν εξετάσουμε προσεκτικά αυτή τη φιλοσοφία, θα διαπιστώσουμε ότι κατά μια έννοια δεν μας πηγαίνει πολύ μακριά. Ο Σωκράτης κήρυξε την κυριαρχία της αληθινής γνώσης· δεν εξήγησε τη φύση των αρχών σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να ενεργεί η αληθινή γνώση. Σίγουρα κατέστησε κριτήριο του καλού και του κακού την παρουσία ή την απουσία ορθολογικού σκοπού και αυτό τον έκανε να πιστέψει ότι οι κακές πράξεις, καθώς είναι κακές λόγω ελλείψεως σκοπού, ήταν ακούσιες και συνεπώς κανένας άνθρωπος δεν ήταν εσκεμμένα κακός. 

Αν αποδώσουμε στον ίδιο τον Σωκράτη την ηθική διδασκαλία της Πολιτείας του Πλάτωνα, ο στόχος θα συνίσταται στην αρμονία της ψυχής, χάρη στην οποία το κάθε στοιχείο της ψυχής εκτελεί δεόντως τη λειτουργία που του έχει ανατεθεί. Αν πάλι ακολουθήσουμε τον Ξενοφώντα, ο στόχος συνίσταται στη χρησιμότητα και ο ορθολογικός σκοπός εκ φύσεως θα κατευθύνεται προς κάτι χρήσιμο. Τι είναι όμως η χρησιμότητα; δύσκολα θα βρούμε απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα στον Ξενοφώντα και, αν βρίσκαμε, δύσκολα θα μπορούσαμε να είμαστε βέβαιοι ότι αντιπροσωπεύουν τη γνώμη του Σωκράτη.
----------------------------
[1] Ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Σωκράτης πίστευε ότι η αρετή δεν είναι τέχνη ήταν ότι σε αντίθεση με τις τέχνες, της έλειπε η δύναμις των εναντίων. Η ρητορική μπορεί να υποστηρίξει τόσο τις άδικες όσο και τις δίκαιες υποθέσεις. Ο γιατρός μπορεί τόσο να θεραπεύσει όσο και να σκοτώσει. Η αρετή είναι ικανή για ένα μόνο αποτέλεσμα∙ άρα δεν είναι τέχνη.

[2] Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η φωνή πάντοτε ερχόταν, για να τον προειδοποιήσει να μην κάνει κάτι που σκόπευε. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα η φωνή ήταν όχι μόνο φωνή απαγόρευσης αλλά και προτροπής.

ΠΛΑΤΩΝ: Συμπόσιον (198a-199b)

[198a] Εἰπόντος δὲ τοῦ Ἀγάθωνος πάντας ἔφη ὁ Ἀριστόδημος ἀναθορυβῆσαι τοὺς παρόντας, ὡς πρεπόντως τοῦ νεανίσκου εἰρηκότος καὶ αὑτῷ καὶ τῷ θεῷ. τὸν οὖν Σωκράτη εἰπεῖν βλέψαντα εἰς τὸν Ἐρυξίμαχον, Ἆρά σοι δοκῶ, φάναι, ὦ παῖ Ἀκουμενοῦ, ἀδεὲς πάλαι δέος δεδιέναι, ἀλλ᾽ οὐ μαντικῶς ἃ νυνδὴ ἔλεγον εἰπεῖν, ὅτι Ἀγάθων θαυμαστῶς ἐροῖ, ἐγὼ δ᾽ ἀπορήσοιμι;
Τὸ μὲν ἕτερον, φάναι τὸν Ἐρυξίμαχον, μαντικῶς μοι δοκεῖς εἰρηκέναι, ὅτι Ἀγάθων εὖ ἐρεῖ· τὸ δὲ σὲ ἀπορήσειν, οὐκ οἶμαι.
[198b] Καὶ πῶς, ὦ μακάριε, εἰπεῖν τὸν Σωκράτη, οὐ μέλλω ἀπορεῖν καὶ ἐγὼ καὶ ἄλλος ὁστισοῦν, μέλλων λέξειν μετὰ καλὸν οὕτω καὶ παντοδαπὸν λόγον ῥηθέντα; καὶ τὰ μὲν ἄλλα οὐχ ὁμοίως μὲν θαυμαστά· τὸ δὲ ἐπὶ τελευτῆς τοῦ κάλλους τῶν ὀνομάτων καὶ ῥημάτων τίς οὐκ ἂν ἐξεπλάγη ἀκούων; ἐπεὶ ἔγωγε ἐνθυμούμενος ὅτι αὐτὸς οὐχ οἷός τ᾽ ἔσομαι οὐδ᾽ ἐγγὺς τούτων οὐδὲν καλὸν εἰπεῖν, ὑπ᾽ αἰσχύνης ὀλίγου [198c] ἀποδρὰς ᾠχόμην, εἴ πῃ εἶχον. καὶ γάρ με Γοργίου ὁ λόγος ἀνεμίμνῃσκεν, ὥστε ἀτεχνῶς τὸ τοῦ Ὁμήρου ἐπεπόνθη· ἐφοβούμην μή μοι τελευτῶν ὁ Ἀγάθων Γοργίου κεφαλὴν δεινοῦ λέγειν ἐν τῷ λόγῳ ἐπὶ τὸν ἐμὸν λόγον πέμψας αὐτόν με λίθον τῇ ἀφωνίᾳ ποιήσειεν. καὶ ἐνενόησα τότε ἄρα καταγέλαστος ὤν, ἡνίκα ὑμῖν ὡμολόγουν ἐν τῷ μέρει μεθ᾽ [198d] ὑμῶν ἐγκωμιάσεσθαι τὸν Ἔρωτα καὶ ἔφην εἶναι δεινὸς τὰ ἐρωτικά, οὐδὲν εἰδὼς ἄρα τοῦ πράγματος, ὡς ἔδει ἐγκωμιάζειν ὁτιοῦν. ἐγὼ μὲν γὰρ ὑπ᾽ ἀβελτερίας ᾤμην δεῖν τἀληθῆ λέγειν περὶ ἑκάστου τοῦ ἐγκωμιαζομένου, καὶ τοῦτο μὲν ὑπάρχειν, ἐξ αὐτῶν δὲ τούτων τὰ κάλλιστα ἐκλεγομένους ὡς εὐπρεπέστατα τιθέναι· καὶ πάνυ δὴ μέγα ἐφρόνουν ὡς εὖ ἐρῶν, ὡς εἰδὼς τὴν ἀλήθειαν τοῦ ἐπαινεῖν ὁτιοῦν. τὸ δὲ ἄρα, ὡς ἔοικεν, οὐ τοῦτο ἦν τὸ καλῶς ἐπαινεῖν ὁτιοῦν, ἀλλὰ τὸ ὡς [198e] μέγιστα ἀνατιθέναι τῷ πράγματι καὶ ὡς κάλλιστα, ἐάν τε ᾖ οὕτως ἔχοντα ἐάν τε μή· εἰ δὲ ψευδῆ, οὐδὲν ἄρ᾽ ἦν πρᾶγμα. προυρρήθη γάρ, ὡς ἔοικεν, ὅπως ἕκαστος ἡμῶν τὸν Ἔρωτα ἐγκωμιάζειν δόξει, οὐχ ὅπως ἐγκωμιάσεται. διὰ ταῦτα δὴ οἶμαι πάντα λόγον κινοῦντες ἀνατίθετε τῷ Ἔρωτι, καί φατε αὐτὸν τοιοῦτόν τε εἶναι καὶ τοσούτων αἴτιον, ὅπως ἂν [199a] φαίνηται ὡς κάλλιστος καὶ ἄριστος, δῆλον ὅτι τοῖς μὴ γιγνώσκουσιν —οὐ γὰρ δήπου τοῖς γε εἰδόσιν— καὶ καλῶς γ᾽ ἔχει καὶ σεμνῶς ὁ ἔπαινος. ἀλλὰ γὰρ ἐγὼ οὐκ ᾔδη ἄρα τὸν τρόπον τοῦ ἐπαίνου, οὐ δ᾽ εἰδὼς ὑμῖν ὡμολόγησα καὶ αὐτὸς ἐν τῷ μέρει ἐπαινέσεσθαι. ἡ γλῶσσα οὖν ὑπέσχετο, ἡ δὲ φρὴν οὔ· χαιρέτω δή. οὐ γὰρ ἔτι ἐγκωμιάζω τοῦτον τὸν τρόπον —οὐ γὰρ ἂν δυναίμην— οὐ μέντοι ἀλλὰ τά γε ἀληθῆ, [199b] εἰ βούλεσθε, ἐθέλω εἰπεῖν κατ᾽ ἐμαυτόν, οὐ πρὸς τοὺς ὑμετέρους λόγους, ἵνα μὴ γέλωτα ὄφλω. ὅρα οὖν, ὦ Φαῖδρε, εἴ τι καὶ τοιούτου λόγου δέῃ, περὶ Ἔρωτος τἀληθῆ λεγόμενα ἀκούειν, ὀνομάσει δὲ καὶ θέσει ῥημάτων τοιαύτῃ ὁποία δἄν τις τύχῃ ἐπελθοῦσα.
Τὸν οὖν Φαῖδρον ἔφη καὶ τοὺς ἄλλους κελεύειν λέγειν, ὅπῃ αὐτὸς οἴοιτο δεῖν εἰπεῖν, ταύτῃ.
Ἔτι τοίνυν, φάναι, ὦ Φαῖδρε, πάρες μοι Ἀγάθωνα σμίκρ᾽ ἄττα ἐρέσθαι, ἵνα ἀνομολογησάμενος παρ᾽ αὐτοῦ οὕτως ἤδη λέγω.

***
Μεταβατική συζήτηση
Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ:
ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΟΦΙΣΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΕΡΩΤΟΣ ΕΠΑΙΝΟΝ

[198a] ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ. Η ομιλία του Αγάθωνα, μου διηγήθηκε ο Αριστόδημος, ξεσήκωσε τις ζωηρές επιδοκιμασίες όλης της ομήγυρης, μια και η αγόρευση του νεαρού αποδείχτηκε αντάξια της φήμης του, και του θεού. Λοιπόν ο Σωκράτης έριξε το βλέμμα του στον Ερυξίμαχο και είπε: «Τώρα, γιε του Ακουμενού, του φώναξε, εξακολουθείς να πιστεύεις ότι ο φόβος που με κυρίεψε εδώ και ώρα ήταν αδικαιολόγητος; δε σου φαίνεται, αντίθετα, ότι τα όσα είπα τώρα δα ήταν λόγια μάντη, ότι η ομιλία του Αγάθωνα θα ήταν θαυμάσια, κι εγώ δε θα ᾽χω τί να πω;».
«Για το πρώτο, αποκρίθηκε ο Ερυξίμαχος, δηλαδή ότι ο Αγάθων θα μιλήσει ωραία, παραδέχομαι ότι ναι, μίλησες σαν μάντης· όμως το άλλο, ότι δε θα ᾽χεις τί να πεις, δεν το πολυπιστεύω».
[198b] «Και πώς, ευλογημένε άνθρωπε, είπε ο Σωκράτης, κι εγώ και οποιοσδήποτε άλλος, θα βρω κάτι να πω, υποχρεωμένος να μιλήσω, ύστερ᾽ από την τόσο ωραία και τόσο πλούσια ομιλία που ακούσαμε; Βέβαια, σ᾽ όλη της την έκταση δεν προκαλούσε τον ίδιο θαυμασμό· όμως, στην τελευταία παράγραφο, τί ανείπωτη ομορφιά των λέξεων και των φράσεων, ποιόν ακροατή δεν άφησε άναυδο! Νά εγώ, με τη σκέψη ότι ο ίδιος δε θα μπορούσα ούτε κατά προσέγγιση να μιλήσω τόσο όμορφα, λίγο έλειψε [198c] να το βάλω στα πόδια και να γίνω καπνός απ᾽ τη ντροπή μου, αν έβρισκα κάποιο τρόπο. Γιατί η ομιλία του μου θύμιζε τον Γοργία, κι ούτε λίγο ούτε πολύ αυτό που λέει ο Όμηρος: έτρεμα μήπως με το τέλος του λόγου του ο Αγάθων εκσφενδονίσει την κεφαλή του δεινού αγορητή Γοργία καταπάνω στην αγόρευσή μου και με πετρώσει — να μην μπορώ λέξη να βγάλω απ᾽ το στόμα μου. Και ήρθα και συλλογίστηκα τότε ότι σίγουρα ήμουν καταγέλαστος, όταν συγκατατέθηκα κι εγώ να καταθέσω την εισφορά μου, [198d] όπως κι εσείς, στο εγκώμιο του Έρωτα, κι είπα ότι είμαι αυθεντία στο θέμα του Έρωτα, την ώρα που είχα απόλυτη άγνοια για το πράγμα, ποιές ήταν οι προδιαγραφές, για να εγκωμιάσει κανείς οτιδήποτε. Γιατί εγώ, με το μικρό μου μυαλό, πίστευα ότι οφείλουμε να λέμε την αλήθεια για καθετί που εγκωμιάζουμε, κι αυτό οπωσδήποτε να το εξασφαλίζουμε· κι από όσα ανταποκρίνονται στην αλήθεια, να διαλέγουμε τα πιο ωραία και να κάνουμε την πιο ευπρόσωπη παρουσίασή τους· και τέλος πάντων είχα μεγάλη αυτοπεποίθηση ότι θα κάνω μια ωραία ομιλία, αφού ήξερα την ορθή μέθοδο για να εγκωμιάζω οτιδήποτε· στην πραγματικότητα όμως, απ᾽ ό,τι φαίνεται, αυτές δεν ήταν οι ορθές προδιαγραφές για να εγκωμιάζουμε οτιδήποτε, αλλά το να σωρεύεις [198e] για το αντικείμενο του εγκωμίου τα μεγαλύτερα και ωραιότερα προτερήματα, είτε ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα είτε όχι· και ψέματα να είναι, δεν τρέχει τίποτε· γιατί, όπως φαίνεται, ο όρος που είχε συμφωνηθεί από την αρχή ήταν, ο καθένας μας να δώσει την εντύπωση ότι εγκωμιάζει τον Έρωτα κι όχι να του πλέξει πραγματικό εγκώμιο. Αυτός είναι ο λόγος, υποθέτω, που και τί δεν κάνατε για να σωρεύσετε προτερήματα στον Έρωτα, και ισχυρίζεστε ότι είναι όπως τον εμφανίζετε, και πρόξενος τόσων και τόσων αγαθών, για να [199a] φανεί όσο γίνεται πιο ωραίος και ανώτερος (ολοφάνερα σ᾽ όσους δεν τον ξέρουν κι όχι βέβαια σ᾽ όσους τον ξέρουν), και ιδού το εγκώμιό σας, όμορφο και επιβλητικό. Αλλά εγώ, σας βεβαιώνω, αγνοούσα ότι αυτός ήταν ο τρόπος του εγκωμιασμού, και αγνοώντας τον συγκατατέθηκα να του κάνω κι εγώ με τη σειρά μου το εγκώμιο. Λοιπόν,
η γλώσσα το υποσχέθηκε, μα ο νους το απαρνιέται,
ας πάει στο καλό λοιπόν. Γιατί αρνούμαι να κάνω εγκώμιο μ᾽ αυτό τον τρόπο —αφού θα μου ήταν αδύνατο· ξεχάστε το! αλλά, [199b] αν δέχεστε, θέλω να πω την αλήθεια, ακολουθώντας τον δικό μου δρόμο, διαφορετικό απ᾽ αυτόν που ακολούθησαν οι ομιλίες σας, για να μην εκτεθώ σε γελοιοποίηση. Λοιπόν, Φαίδρε, σκέψου αν έχει τη θέση της και μια τέτοια ομιλία, ν᾽ ακουστεί η αλήθεια για τον Έρωτα — κι όσο για το λεξιλόγιο και τους εκφραστικούς τρόπους, όπως θα τα φέρει η ροή του λόγου».
Λοιπόν, συνέχισε ο Αριστόδημος, ο Φαίδρος και οι άλλοι τον παρακινούσαν να πάρει το λόγο και να μιλήσει με όποιον τρόπο ο ίδιος έκρινε σωστό.
«Και κάτι ακόμα, Φαίδρε, είπε ο Σωκράτης· παράδωσέ μου για λίγη ώρα τον Αγάθωνα, να τον ρωτήσω κάτι ψιλοπράγματα, ώστε, έχοντας αποσπάσει τη συμφωνία του, ν᾽ αρχίσω πια την ομιλία μου».