Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια (1361-1419)

ΙΑ. καὐτή γε λυπῇ καὶ κακῶν κοινωνὸς εἶ.
ΜΗ. σάφ᾽ ἴσθι· λύει δ᾽ ἄλγος, ἢν σὺ μὴ ᾽γγελᾷς.
ΙΑ. ὦ τέκνα, μητρὸς ὡς κακῆς ἐκύρσατε.
ΜΗ. ὦ παῖδες, ὡς ὤλεσθε πατρῴᾳ νόσῳ.
1365 ΙΑ. οὔτοι νιν ἡμὴ δεξιά γ᾽ ἀπώλεσεν.
ΜΗ. ἀλλ᾽ ὕβρις οἵ τε σοὶ νεοδμῆτες γάμοι.
ΙΑ. λέχους σφε κἠξίωσας οὕνεκα κτανεῖν;
ΜΗ. σμικρὸν γυναικὶ πῆμα τοῦτ᾽ εἶναι δοκεῖς;
ΙΑ. ἥτις γε σώφρων· σοὶ δὲ πάντ᾽ ἐστὶν κακά.
1370 ΜΗ. οἵδ᾽ οὐκέτ᾽ εἰσί· τοῦτο γάρ σε δήξεται.
ΙΑ. οἵδ᾽ εἰσίν, οἴμοι, σῷ κάρᾳ μιάστορες.
ΜΗ. ἴσασιν ὅστις ἦρξε πημονῆς θεοί.
ΙΑ. ἴσασι δῆτα σήν γ᾽ ἀπόπτυστον φρένα.
ΜΗ. στύγει· πικρὰν δὲ βάξιν ἐχθαίρω σέθεν.
1375 ΙΑ. καὶ μὴν ἐγὼ σήν· ῥᾴδιοι δ᾽ ἀπαλλαγαί.
ΜΗ. πῶς οὖν; τί δράσω; κάρτα γὰρ κἀγὼ θέλω.
ΙΑ. θάψαι νεκρούς μοι τούσδε καὶ κλαῦσαι πάρες.
ΜΗ. οὐ δῆτ᾽, ἐπεί σφας τῇδ᾽ ἐγὼ θάψω χερί,
φέρουσ᾽ ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ,
1380 ὡς μή τις αὐτοὺς πολεμίων καθυβρίσῃ
τυμβοὺς ἀνασπῶν· γῇ δὲ τῇδε Σισύφου
σεμνὴν ἑορτὴν καὶ τέλη προσάψομεν
τὸ λοιπὸν ἀντὶ τοῦδε δυσσεβοῦς φόνου.
αὐτὴ δὲ γαῖαν εἶμι τὴν Ἐρεχθέως,
1385 Αἰγεῖ συνοικήσουσα τῷ Πανδίονος.
σὺ δ᾽, ὥσπερ εἰκός, κατθανῇ κακὸς κακῶς,
Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνῳ πεπληγμένος,
πικρὰς τελευτὰς τῶν ἐμῶν γάμων ἰδών.
ΙΑ. ἀλλά σ᾽ Ἐρινὺς ὀλέσειε τέκνων
1390 φονία τε Δίκη.
ΜΗ. τίς δὲ κλύει σοῦ θεὸς ἢ δαίμων,
τοῦ ψευδόρκου καὶ ξειναπάτου;
ΙΑ. φεῦ φεῦ, μυσαρὰ καὶ παιδολέτορ.
ΜΗ. στεῖχε πρὸς οἴκους καὶ θάπτ᾽ ἄλοχον.
1395 ΙΑ. στείχω, δισσῶν γ᾽ ἄμορος τέκνων.
ΜΗ. οὔπω θρηνεῖς· μένε καὶ γῆρας.
ΙΑ. ὦ τέκνα φίλτατα. ΜΗ. μητρί γε, σοὶ δ᾽ οὔ.
ΙΑ. κἄπειτ᾽ ἔκανες; ΜΗ. σέ γε πημαίνουσ᾽.
ΙΑ. ὤμοι, φιλίου χρῄζω στόματος
1400 παίδων ὁ τάλας προσπτύξασθαι.
ΜΗ. νῦν σφε προσαυδᾷς, νῦν ἀσπάζῃ,
τότ᾽ ἀπωσάμενος. ΙΑ. δός μοι πρὸς θεῶν
μαλακοῦ χρωτὸς ψαῦσαι τέκνων.
ΜΗ. οὐκ ἔστι· μάτην ἔπος ἔρριπται.
1405 ΙΑ. Ζεῦ, τάδ᾽ ἀκούεις ὡς ἀπελαυνόμεθ᾽
οἷά τε πάσχομεν ἐκ τῆς μυσαρᾶς
καὶ παιδοφόνου τῆσδε λεαίνης;
ἀλλ᾽ ὁπόσον γοῦν πάρα καὶ δύναμαι
τάδε καὶ θρηνῶ κἀπιθεάζω,
1410 μαρτυρόμενος δαίμονας ὥς μοι
τέκνα κτείνασ᾽ ἀποκωλύεις
ψαῦσαί τε χεροῖν θάψαι τε νεκρούς,
οὓς μήποτ᾽ ἐγὼ φύσας ὄφελον
πρὸς σοῦ φθιμένους ἐπιδέσθαι.

1415 [ΧΟ. πολλῶν ταμίας Ζεὺς ἐν Ὀλύμπῳ,
πολλὰ δ᾽ ἀέλπτως κραίνουσι θεοί·
καὶ τὰ δοκηθέντ᾽ οὐκ ἐτελέσθη,
τῶν δ᾽ ἀδοκήτων πόρον ηὗρε θεός.
τοιόνδ᾽ ἀπέβη τόδε πρᾶγμα.]

***
ΙΑ. Πονάς και εσύ, και είσαι συμμέτοχος στη φρίκη.
ΜΗ. Πονάω. Όμως λυτρώνει ο πόνος, εάν εσύ δεν γελάς μαζί μου.
ΙΑ. Παιδιά μου, πόσο σκληρή εστάθηκε η μητέρα σας.
ΜΗ. Αγόρια μου, χαθήκατε από το πάθος του πατέρα σας.
1365 ΙΑ. Δεν τα σκότωσε το δικό μου χέρι.
ΜΗ. Τα σκότωσε όμως η ύβρις και οι νεόκοποί σου γάμοι.
ΙΑ. Και ήτανε το κρεβάτι λόγος για να τα σκοτώσεις;
ΜΗ. Αυτό είναι, θες να πεις, μικρό κακό για μια γυναίκα;
ΙΑ. Σαφώς, αν είναι σώφρων. Εσύ όμως έχεις του κόσμου τα κακά.
1370 ΜΗ. Τα παιδιά δεν υπάρχουν πια. Αυτό, δεν μπορεί, θα σε πονέσει.
ΙΑ. Τα παιδιά είναι —αλίμονο— δαίμονες εκδικητές για σένα.
ΜΗ. Ξέρουν οι θεοί ποιός άρχισε πρώτος τη φρίκη.
ΙΑ. Και βέβαια ξέρουν, τη δική σου ψυχή την κατάπτυστη.
ΜΗ. Μίσησέ με όσο θες. Τη θλιβερή φωνή σου τη σιχαίνομαι.
1375 ΙΑ. Όπως και εγώ τη δική σου. Εύκολο να χωρίσουμε.
ΜΗ. Πώς; Τί να κάνω; Το θέλω τόσο και εγώ.
ΙΑ. Άφησέ με να θάψω τα νεκρά μου παιδιά και να τα κλάψω.
ΜΗ. Ποτέ! Θα τα θάψω εγώ με τούτο το χέρι,
πηγαίνοντάς τα στο ιερό της Ακραίας Ήρας,
1380 να μη βρεθεί κάποιος από τους εχθρούς να τα ατιμάσει
βεβηλώνοντας τους τάφους. Για τους χρόνους που έρχονται
θα θεσπίσω εδώ στη γη του Σισύφου
ιερή εορτή και σεμνές τελετές,
καθαρμό και λύτρο για το άγος του φόνου.
Τώρα πορεύομαι στη χώρα του Ερεχθέα,
1385 να ζήσω εκεί με τον Αιγέα, τον γιο του Πανδίονα.
Εσύ, ελεεινέ, θα λάβεις, όπως σου αρμόζει, θάνατο ελεεινό,
χτυπημένος στο κεφάλι από ένα συντρίμμι της Αργώς,
αφού θα έχεις δει το πικρό τέλος του γάμου μας.
ΙΑ. Εύχομαι η Ερινύα των τέκνων
1390 και η Δίκη του χυμένου αίματος να σε συντρίψουν.
ΜΗ. Και ποιός θεός, ποιός δαίμονας εισακούει εσένα
τον ψεύδορκο, τον προδότη των φίλων;
ΙΑ. Αλίμονο! Αλίμονο! Μίασμα! Παιδοκτόνε!
ΜΗ. Πήγαινε στο σπίτι και θάψε τη σύζυγο.
1395 ΙΑ. Πηγαίνω, ορφανός από τα δυο μου παιδιά.
ΜΗ. Δεν άρχισε ακόμα ο θρήνος. Περίμενε και τα γηρατειά.
ΙΑ. Παιδιά μου, λατρεμένα μου.
ΜΗ. Για τη μητέρα τους, όχι για σένα.
ΙΑ. Γι᾽ αυτό τα σκότωσες;
ΜΗ. Για να πληγώσω εσένα.
ΙΑ. Ωωω, θέλω να φιλήσω τα αγαπημένα χείλη
1400 των παιδιών μου ο δύστυχος.
ΜΗ. Τώρα θες να τους μιλήσεις, τώρα να τ᾽ αγκαλιάσεις,
τότε τα απαρνήθηκες.
ΙΑ. Άφησέ με, για όνομα των θεών, ν᾽ αγγίξω
τα τρυφερά κορμιά των παιδιών μου.
ΜΗ. Ποτέ. Άδικα ξοδεύεις τα λόγια σου.
1405ΙΑ. Ω Ζευ, άκουσες πώς με διώχνει και πώς με τυραννάει
αυτό το μίασμα, η παιδοκτόνος λέαινα;
Όμως όσο είναι θεμιτό και με όση δύναμη έχω
θρηνώ και δέομαι.
1410 Καλώ τους θεούς να είναι μάρτυρες:
σκότωσες τα παιδιά μου και δεν με αφήνεις
να τ᾽ αγγίξω με τα χέρια μου
και να θάψω τα νεκρά σώματα.
Ας ήτανε να μην τα είχα σπείρει ποτέ
και να μην τα έβλεπα σφαγμένα από σένα.

(Η Μήδεια απομακρύνεται πάνω στο φτερωτό άρμα.
Ο Ιάσων εξέρχεται από την πάροδο
.)

1415 [ΧΟ. Πολλών χορηγός ο Δίας στον Όλυμπο.
Πολλά οι θεοί τελούν ανέλπιστα.
Όσα προσδοκήσαμε δεν εκπληρώθηκαν·
στο απροσδόκητο βρίσκουν διέξοδο οι θεοί.
Τέτοιο τέλος έλαβε αυτό που επράχθη.]

(Εξέρχεται ο Χορός από την ίδια πάροδο με τον Ιάσονα.)

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία Ελληνική γλώσσα

7.8 Επιρρήματα


Ο χρονικός προσδιορισμός της πρότασης δεν γίνεται μόνο με τους χρόνους του ρήματος αλλά και με χρονικά επιρρήματα, όπως χτες, αύριο, σήμερα, ή επιρρηματικές εκφράσεις, όπως πριν από έναν μήνα, μετά από έναν χρόνο κλπ. Εδώ αξίζει να ξαναθυμηθούμε αυτό το ε (την αύξηση) που μπαίνει στην αρχή του ρήματος, όταν η αναφορά είναι στο παρελθόν: έφυγε, έφευγε. Η ιστορική γλωσσολογία (η επιστήμη που ασχολείται με την «αρχαιολογία» των γλωσσών, τις αρχές τους και την εξέλιξή τους) πιστεύει ότι σε αυτό το μικρό στοιχείο που «κολλάει» στο ρήμα κρύβεται (όπως και στην περίπτωση του θα, που είδαμε νωρίτερα) μια παλιά λέξη που σήμαινε πριν, ήταν δηλαδή ένα χρονικό επίρρημα που «στεκόταν» μόνο του. Αυτό το χρονικό επίρρημα σιγά σιγά έγινε «ένα» με το ρήμα και στη διαδικασία αυτή «μίκρυνε» (με τον ίδιο τρόπο όπως το θέλω + να έγινε θα) για να καταλήξει στο ε (την αύξηση) που έχουμε σήμερα.

Εκτός από τα χρονικά επιρρήματα υπάρχουν τα τοπικά επιρρήματα, όπως εδώ, εκεί (στην αντωνυμία εκείνος «κρύβεται» το τοπικό επίρρημα εκεί: εκείνος είναι αυτός που βρίσκεται εκεί, δηλαδή σε κάποια απόσταση από τον ομιλητή), πέρα, κοντά, μακριά, γύρω, κλπ. Αν τα χρονικά επιρρήματα, μαζί με τους χρόνους του ρήματος, είναι οι «άγκυρες» της πρότασης στον χρόνο, τα τοπικά επιρρήματα είναι οι «άγκυρές» της στον τόπο. Πολύ συχνά χρησιμοποιούνται οι ίδιες λέξεις, τα ίδια επιρρήματα, και για τις δύο δουλειές, και για τον τόπο και για τον χρόνο: Θα έρθω γύρω στις τρεις, και Τρέχουν γύρω από το τραπέζι· Δεν θα περιμένω πέρα από τις τρεις, και Η στάση είναι πιο πέρα. Γιατί συμβαίνει αυτό-, Γιατί ο χρόνος, σε αντίθεση με τον τόπο, είναι κάτι το «άπιαστο». Έτσι, χρησιμοποιούνται οι τοπικές εκφράσεις για να μπορέσουμε να μιλήσουμε γι' αυτό το «άπιαστο» που είναι ο χρόνος. Αυτό γίνεται πολύ συχνά στη γλώσσα. Χρησιμοποιούμε δηλαδή μια «χειροπιαστή», συγκεκριμένη έκφραση, για να μιλήσουμε για κάτι πιο «άπιαστο», αφηρημένο. Παρατηρήστε τα παρακάτω παραδείγματα:

(3) Το κτίριο στηρίζεται σε τσιμεντένιες κολόνες.
(4) Η θεωρία αυτή στηρίζεται στα παρακάτω επιχειρήματα.

Θα συμφωνήσετε ότι στην πρόταση (3) το ρήμα στηρίζεται έχει ένα πολύ συγκεκριμένο, «χειροπιαστό» περιεχόμενο. Και αυτό το «χειροπιαστό» περιεχόμενο χρησιμοποιείται στην πρόταση (4) για να μιλήσουμε για κάτι πιο αφηρημένο, για μια θεωρία. Σαν να ήταν η θεωρία ένα οικοδόμημα που χρειάζεται τα στηρίγματα του. «Μεταφέρουμε» τη «συγκεκριμένη» έκφραση, εδώ το ρήμα στηρίζεται, όπως στην πρόταση (3), σε έναν πιο αφηρημένο «χώρο». Αυτή είναι η διαδικασία της μεταφοράς. Με τον ίδιο, μεταφορικό, τρόπο μιλάμε για τον χρόνο μέσω του τόπου (όπως είδαμε παραπάνω).

Πέρα από τα χρονικά και τα τοπικά επιρρήματα υπάρχουν και τα τροπικά επιρρήματα, π.χ.:

(5) Τρέχει καλά/γρήγορα/δύσκολα κλπ.
(6) Σίγουρα/πιθανόν/ίσως κτλ. θα τα καταφέρει.

Τα τροπικά επιρρήματα, όπως στην πρόταση (5), κάνουν την ίδια δουλειά που κάνουν οι αναφορικές προτάσεις για τα ουσιαστικά (θυμηθείτε τη συζήτηση που κάναμε λίγο νωρίτερα): επεκτείνουν τη σημασία του ρήματος ή αλλιώς δημιουργούν περιφραστικά (δηλαδή όχι μονολεκτικά) ρήματα. Τα επιρρήματα στο παράδειγμα (6) κάνουν άλλη δουλειά: εκφράζουν τους βαθμούς βεβαιότητας που έχει ο ομιλητής γι' αυτό που λέει, για αυτό που «προτείνει» στον συνομιλητή του.

Jacques Derrida: Μαθαίνοντας να ζεις εν τέλει

Μαθαίνεις να ζεις σημαίνει ωριμάζεις, επίσης εκπαιδεύεις: μαθαίνεις στον άλλο και προπάντων στον ίδιο τον εαυτό σου. Το να απευθύνεσαι σε κάποιον για να του πεις "θα σου μάθω να ζεις", σημαίνει, ενίοτε σε απειλητικό τόνο, θα σε διαπλάσω και δη θα σε στρώσω.

Εν συνεχεία, και η αμφιλογία αυτού του παιγνιδιού έχει μεγαλύτερη σημασία για μένα, αυτός ο αναστεναγμός ανοίγεται επίσης σε μια δυσκολότερη ερωτητική: το ζην, αυτό το πράγμα μπορείς να το μάθεις στον εαυτό σου, μπορείς να το διδάξεις στον εαυτό σου;

Μπορεί κανείς να μάθει, με την πειθαρχία ή με την μαθητεία, με την εμπειρία ή τον πειραματισμό, να αποδεχθεί, ή, καλύτερα, να επιβεβαιώσει τη ζωή;

Εν προκειμένω, λοιπόν, για να απαντήσω, εγώ, χωρίς πρόσθετες περιστροφές στο ερώτημά σας: όχι, ποτέ δεν έμαθα-να-ζω. Καθόλου, εν τοιαύτη περιπτώσει!

Μαθαίνεις να ζεις, αυτό θα έπρεπε να σημαίνει ότι μαθαίνεις να πεθάνεις, να λαμβάνεις υπ΄ όψιν, για να την αποδεχθείς, την απόλυτη θνητότητα (χωρίς σωτηρία, ούτε ανάσταση, ούτε λύτρωση - ούτε για τον εαυτό σου ούτε για τον άλλον).

Από τον Πλάτωνα και εφεξής πρόκειται για το παλαιό φιλοσοφικό ερώτημα: φιλοσοφείς σημαίνει μαθαίνεις να πεθάνεις.

Δεν έχω μάθει να τον αποδέχομαι, τον θάνατο. Είμαστε όλοι επιζώντες με αναστολή.

Ωστόσο, παραμένω ανεπίδεκτος διαπαιδαγωγήσεως όσον αφορά τη σοφία του να ξέρεις-να-πεθάνεις ή, αν προτιμάτε, να ξέρεις-να-ζεις. Ως τώρα, τίποτε δεν έχω μάθει ή επιτύχει σχετικά με αυτό το θέμα.

Ο χρόνος της αναστολής συρρικνώνεται με επιταχυνόμενο ρυθμό. όχι μόνο γιατί είμαι, μαζί με άλλους, κληρονόμος τόσων πραγμάτων, καλών ή τρομερών: καθώς οι περισσότεροι από τους στοχαστές με τους οποίους συνδεόμουν είναι νεκροί, όλο και πιο συχνά με αποκαλούν επιζώντα: ο τελευταίος, ο έσχατος εκπρόσωπος μιας "γενιάς", χονδρικά της δεκαετίας του 1960· αυτό το γεγονός, χωρίς να είναι επακριβώς αληθινό, δεν μου εμπνέει μόνο ενστάσεις αλλά και αισθήματα μιας κάπως μελαγχολικής εξέγερσης.

Καθώς, επιπρόσθετα, ορισμένα προβλήματα υγείας --το είπαμε-- έχουν γίνει πιεστικά, το ερώτημα της επιβίωσης ή της αναστολής, που πάντοτε με κατέτρυχε, κυριολεκτικά, σε κάθε στιγμή της ζωής μου, συγκεκριμένα και ακατάπαυστα, σήμερα αποκτά διαφορετική χροιά.

Πάντοτε ενδιαφερόμουν για τη θεματική της επιβίωσης, το νόημα της οποίας δεν προστίθεται στο ζην και στο θνήσκειν.

Η επιβίωση είναι αρχέγονη: η ζωή είναι επιβίωση.

Επιβιώνεις με την τρέχουσα σημασία θέλει να πει ότι συνεχίζεις να ζεις, αλλά επίσης ότι ζεις μετά τον θάνατο.

Αφήνω εδώ ένα κομματάκι χαρτί, φεύγω, πεθαίνω: αδύνατον να εξέλθω από τούτη τη δομή, αυτή είναι η σταθερή μορφή της ζωής μου.

Κάθε φορά που αφήνω να φύγει κάτι, κάθε φορά που το τάδε ίχνος φεύγει από εμένα, "εκπορεύεται" από εμένα, με τρόπο μη επανιδιοποιήσιμο, ζω τον θάνατό μου μέσα στη γραφή.

Jacques Derrida, Μαθαίνοντας να ζεις εν τέλει

Αλλάζοντας τον τρόπο που αντιδρούμε στο άγνωστο, μπορούμε να εξελιχθούμε μέσα από αυτό

Το συναίσθημα είναι γνωστό στους περισσότερους από εμάς: ένα μικρό σφίξιμο στο στομάχι και μια ξαφνική δυσάρεστη αίσθηση ανησυχίας. Κάτι έχει αλλάξει, κάτι συμβαίνει που μας ωθεί σε μια ξαφνική αλλαγή στη ζωή μας.

Αισθανόμαστε τα αυτιά μας να “καίνε” και τα δάκρυά μας να είναι έτοιμα να κυλήσουν. Αντικείμενα και άνθρωποι οι οποίοι ως τώρα μας έκαναν να αισθανόμαστε άνετα, ασφαλείς και χαρούμενοι μαζί τους, ξαφνικά μας φαίνονται “ξένοι” και διαφορετικοί σαν να τους βλέπουμε για πρώτη φορά.

Αυτή η αίσθηση μας συμβαίνει κατά καιρούς στη ζωή μας. Ο πανικός μας κυριεύει μεμιάς λες και τα σώματά μας απορρίπτουν την ιδέα πριν καν προλάβει να γίνει συνείδηση. Το στομάχι μας φουσκώνει και ο λαιμός μας “κλείνει”. Ακόμη και αν το συμβάν που έχει προκαλέσει την αλλαγή, δεν μας αφορά άμεσα κάποιες φορές, η αντίδρασή μας είναι η ίδια – το καινούριο μας προκαλεί φόβο.

Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση κατά την οποία πρέπει να προβούμε σε μια αλλαγή, το στομάχι μας σφίγγεται και το σώμα μας βρίσκεται υπ᾽ ατμόν. Ενστικτωδώς και από συνήθεια, αγκιστρωνόμαστε από αυτά τα συναισθήματα τα οποία μας είναι οικεία και αντιστεκόμαστε στη αλλαγή, λες και τα συναισθήματα αυτά είναι τα μοναδικά τα οποία έχουμε δικαίωμα να βιώσουμε.

Γιατί όμως δεν βλέπουμε την κατάσταση αντίστροφα; Και αν τα δάκρυα μας που είναι έτοιμα να μας κατακλύσουν και το στομάχι μας που έχει γίνει κόμπος, δεν προμηνύουν απαραίτητα κάτι κακό αλλά κάτι εξαιρετικό; Και αν στην απότομη αλλαγή στη ζωή μας, αντί να αντιστεκόμαστε, της δώσουμε ακόμη περισσότερη ώθηση και την εξερευνήσουμε με ανυπομονησία;

Παραμένοντας προσκολλημένοι στα βιώματα της άρνησης και του φόβου τα οποία μας είναι συνήθως οικεία, χάνουμε πολλές φορές σπουδαίες εμπειρίες. Επομένως, αντί να αντιστεκόμαστε και να αρνούμαστε τα συναισθήματα που μας προκύπτουν, θα μας βοηθήσει πολύ περισσότερο αν τα αναγνωρίσουμε, αποδεχτούμε ότι υπάρχουν και τα απελευθερώσουμε ώστε να ζήσουμε με χαρά, όλες τις νέες εμπειρίες που μας περιμένουν.

Ρήξη με το παρελθόν: Έχοντας πλέον αποκοπεί από τις παλιές μορφές σκέψης, συναισθημάτων και προσαρμογής, οδηγούμαστε σε μια εντελώς νέα κοινωνία

Μια από τις πιο εντυπωσιακές αναλύσεις αυτού του θέματος, προέρχεται από τον Κένεθ Μπάουλντιγκ, έναν διαπρεπή οικονομολόγο και εμπνευσμένο κοινωνικό στοχαστή. Εξηγώντας την άποψή του ότι η σημερινή στιγμή αποτελεί μια κρίσιμη καμπή στην ιστορία του ανθρώπου, παρατηρεί ότι “όσον αφορά τις στατιστικές μελέτες σχετικά με τις δραστηριότητες της ανθρωπότητας, η χρονολογία που διαιρεί την ιστορία σε δύο ίσα μέρη βρίσκεται ζωντανή στη μνήμη”. Ουσιαστικά ο αιώνας μας αντιπροσωπεύει τη Μεγάλη Ενδιάμεση Λωρίδα που συνθλίβει το κέντρο της ιστορίας του ανθρώπου. Έτσι, υποστηρίζει, “ο σημερινός κόσμος… είναι τόσο διαφορετικός απ’ τον κόσμο μέσα στον οποίο γεννήθηκα, όσο και εκείνος διέφερε απ’ τον κόσμο του Ιουλίου Καίσαρα. Για να χρονολογήσω κατά προσέγγιση, γεννήθηκα στα μέσα της ιστορίας του ανθρώπου. Έχουν συμβεί τόσο πολλά από τότε, όσα είχαν συμβεί περίπου και πριν τη γέννησή μου”.

Αυτή η εκπληκτική αναφορά μπορεί να επεξηγηθεί με διάφορους τρόπους. Έχει αναφερθεί, για παράδειγμα, ότι αν τα τελευταία 50.000 χρόνια της ανθρώπινης ύπαρξης διαιρούνταν σε περιόδους ζωής των 62 ετών η κάθε μία, θα υπήρχαν περίπου 800 τέτοιες χρονικές περίοδοι, εκ των οποίων οι 650 θα ήταν περίοδοι των σπηλαίων.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 70 περιόδων, κατέστη δυνατή η ουσιαστική ιστορική συνέχεια από τη μία περίοδο στην άλλη- με την ανακάλυψη της γραφής. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μόλις έξι περιόδων, εκατομμύρια άνθρωποι μπόρεσαν για πρώτη φορά να αντικρύσουν μία τυπωμένη λέξη. Μόνο κατά τις τελευταίες 4 κατέστη δυνατή η μέτρηση του χρόνου με κάθε ακρίβεια. Στις τελευταίες 2 περιόδους χρησιμοποιήθηκε ο πρώτος ηλεκτρικός κινητήρας. Και τα περισσότερα υλικά αγαθά που χρησιμοποιούμε σήμερα στην καθημερινή μας ζωή, εμφανίστηκαν κατά τη σημερινή, την 800ή περίοδο ζωής.

Αυτή η 800ή περίοδος σηματοδοτεί την απότομη, έντονη ρήξη με όλη την προηγούμενη ανθρώπινη εμπειρία, διότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ζωής, η σχέση του ανθρώπου με τις πλουτοπαραγωγικές πηγές έχει μεταβληθεί. Αυτό γίνεται πιο φανερό στο πεδίο της οικονομικής ανάπτυξης. Μέσα σε μία μόνο περίοδο ζωής, η γεωργία, η αρχική βάση του πολιτισμού, άρχισε από έθνος σε έθνος να χάνει την κυρίαρχη θέση της. Σήμερα σε μια ντουζίνα μείζονες χώρες, ο αγροτικός τομέας απασχολεί πάνω από το 15% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου τα αγροκτήματα συντηρούν 200.000.000 Αμερικανούς, προστιθεμένων άλλων 160.000.000 σ’ όλο τον κόσμο, αυτός ο αριθμός έχει ήδη μειωθεί κάτω από το 6% και συνεχίζει να συρρικνώνεται με γοργό ρυθμό.

Επιπλέον, αν η γεωργία είναι το πρώτο στάδιο της οικονομικής ανάπτυξης και η εκβιομηχάνιση το δεύτερο, είμαστε τώρα σε θέση να αντιληφθούμε ότι ξαφνικά παρουσιάστηκε ακόμη ένα στάδιο, το τρίτο. Γύρω στο 1965 οι Ηνωμένες Πολιτείες εξελίχτηκαν στην πρώτη μείζονα δύναμη, στην οποία περισσότερο από το 50% του μη αγροτικού εργατικού δυναμικού έπαψε να φορά το μπλε κολάρο του εργοστασίου ή της χειρωνακτικής εργασίας. Οι χειρώνακτες ξεπεράστηκαν αριθμητικά από τους εργαζόμενους στα ονομαζόμενα επαγγέλματα του λευκού κολάρου – στο λιανικό εμπόριο, στη διοίκηση, στις επικοινωνίες, στην έρευνα, στην εκπαίδευση και σε άλλους επαγγελματικούς τομείς. Μέσα στην ίδια περίοδο ζωής, για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου μια κοινωνία όχι μόνο αποτίναξε το ζυγό της αγροτικής δουλειάς, αλλά κατάφερε επίσης, μέσα σε λίγες δεκαετίες, να αποτινάξει και τον ζυγό της χειρωνακτικής εργασίας. Είχε γεννηθεί η πρώτη οικονομία υπηρεσιών στον κόσμο.

Από τότε, οι τεχνολογικά ανεπτυγμένες χώρες, η μία μετά την άλλη, κινήθηκαν στην ίδια κατεύθυνση. Σήμερα, στη Σουηδία, Βρετανία, Βέλγιο, Καναδά και Κάτω Χώρες, στα κράτη δηλαδή όπου η γεωργία βρίσκεται σε ένα επίπεδο κάτω του 15% ή και χαμηλότερα, οι υπάλληλοι γραφείου ήδη υπερτερούν αριθμητικά από τους χειρώνακτες. Δέκα χιλιάδες χρόνια για τη γεωργία. Ένας ή δύο αιώνες για εκβιομηχάνιση. Και τώρα βλέπουμε να ξεδιπλώνεται μπροστά μας η προοπτική του υπερ-βιομηχανισμού.

Ο Jean Fourastie, ο Γάλλος σχεδιαστής και κοινωνικός φιλόσοφος, δήλωσε, “Τίποτα δε θα είναι λιγότερο βιομηχανικό απ’ τον πολιτισμό που γεννήθηκε απ’ τη βιομηχανική επανάσταση”. Η σημασία αυτής της συγκλονιστικής πραγματικότητας, μένει ακόμη να αφομοιωθεί. Ίσως ο Θαντ, Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, προσέγγισε πιο πιστά την έννοια της μετατόπισης στην αντίληψη του υπερ-βιομηχανισμού, όταν δήλωσε ότι, “Η εκπληκτική αλήθεια για τις ανεπτυγμένες οικονομίες σήμερα είναι ότι αυτές μπορούν να έχουν πολύ σύντομα το είδος και την αναλογία πλουτοπαραγωγικών πηγών που επιθυμούν… Δεν είναι πια οι πλουτοπαραγωγικές πηγές αυτές που οριοθετούν τις αποφάσεις. Η απόφαση είναι αυτή που δημιουργεί τις πηγές. Αυτή είναι η θεμελιώδης επαναστατική αλλαγή- ίσως η πιο επαναστατική που έχει γνωρίσει ποτέ ο άνθρωπος”. Αυτή η μνημειώδης μεταστροφή, συνέβη κατά την 800ή χρονική περίοδο ζωής.

Επίσης, αυτή η περίοδος διαφέρει από όλες τις άλλες εξαιτίας της εκπληκτικής διεύρυνσης της κλίμακας της αλλαγής. Βεβαίως υπήρξαν και άλλες περίοδοι, κατά τις οποίες προκλήθηκαν κοσμοϊστορικές αναταραχές. Πόλεμοι, επιδημίες, σεισμοί και λιμοί ανέτρεψαν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική τάξη πραγμάτων. Αλλά αυτοί οι συγκλονισμοί και οι αναταραχές συνεχίστηκαν μέσα στα πλαίσια μιας σειράς διαδοχικών κοινωνιών. Χρειάστηκαν γενιές ή και αιώνες για να εξαπλωθεί ο αντίκτυπός τους πέρα απ’ αυτά τα σύνορα.

Στην περίοδο ζωής που διανύουμε τα σύνορα έχουν σπάσει. Σήμερα, το δίκτυο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης είναι τόσο άρρηκτα πλεγμένο, ώστε ο αντίκτυπος των σύγχρονων γεγονότων απλώνεται αστραπιαία σ’ όλο τον κόσμο. Ένας πόλεμος στο Βιετνάμ ανατρέπει βασικές πολιτικές συμμαχίες στο Πεκίνο, τη Μόσχα και την Ουάσιγκτον, προκαλεί αναταραχές στη Στοκχόλμη, επηρεάζει τις οικονομικές συναλλαγές στη Ζυρίχη, επιβάλλει μυστικές διπλωματικές ενέργειες στην Αλγερία.

Πράγματι, δεν είναι μόνο τα σύγχρονα γεγονότα που διαδίδονται αστραπιαία- τώρα πια μπορούμε να πούμε ότι αισθανόμαστε τον ισχυρό αντίκτυπο όλων των προηγούμενων γεγονότων με ένα διαφορετικό τρόπο. Διότι το παρελθόν επιστρέφει ακολουθώντας τα ίδια του τα ίχνη. Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που θα ονομάζαμε “χρονικό άλμα”.

Ένα περιστατικό που, όταν συνέβη, επηρέασε ελάχιστους ανθρώπους, σήμερα μπορεί να έχει συνέπειες ευρείας κλίμακας. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, για παράδειγμα, ήταν, με σύγχρονους όρους, μια αψιμαχία. Ενώ η Αθήνα, η Σπάρτη και μερικές γειτονικές πόλεις-κράτη πολεμούσαν, ο πληθυσμός της υπόλοιπης υφηλίου παρέμενε σε μεγάλο βαθμό ανυποψίαστος και ανενόχλητος από τον πόλεμο. Οι Ινδιάνοι Ζαποτέκ, που εκείνη την εποχή ζούσαν στον Μεξικό, δεν επηρεάστηκαν καθόλου. Στους αρχαίους Ιάπωνες επίσης δεν είχε κανέναν αντίκτυπο.

Κι όμως, ο Πελοποννησιακός πόλεμος μετέτρεψε αποφασιστικά τη μελλοντική τροχιά της Ελληνικής ιστορίας. Μεταβάλλοντας τις δραστηριότητες των ανθρώπων, τη γεωγραφική κατανομή γονιδίων, αξιών και ιδεών, επέδρασε στις μεταγενέστερες συνθήκες στη Ρώμη και, μέσω αυτής, σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι είναι διαφορετικοί, σε κάποιο βαθμό, εξαιτίας εκείνης της σύγκρουσης.

Στον έντονα αλληλοεπηρεαζόμενο σημερινό κόσμο, αυτοί οι Ευρωπαίοι, με τη σειρά τους, επιδρούν το ίδιο στους Μεξικανούς όπως και στους Ιάπωνες. Όποιο ίχνος επιρροής κι αν άφησε ο Πελοποννησιακός πόλεμος στη γενετική δομή, στις ιδέες και αξίες των σημερινών Ευρωπαίων, εξάγεται τώρα απ’ αυτούς σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Έτσι, οι σύγχρονοι Μεξικανοί και Ιάπωνες αισθάνονται τον μακρινό αντίκτυπο εκείνου του πολέμου, αν και οι πρόγονοί τους, που έζησαν κατά τη διάρκεια του, δεν τον αισθάνθηκαν. Μ’ αυτόν τον τρόπο, τα γεγονότα του παρελθόντος, περνώντας βιαστικά μέσα από γενιές και αιώνες, αναβιώνουν σήμερα εισβάλλοντας στη ζωή μας.

Όταν σκεφτόμαστε όχι μόνο τον Πελοποννησιακό πόλεμο, αλλά και το Μεγάλο Τείχος της Κίνας, τη Μαύρη Πανούκλα, τη μάχη των Bantu ενάντια στους Hamites- ουσιαστικά όλα τα ιστορικά γεγονότα- οι αθροιστικές επιπτώσεις του “χρονικού άλματος” προσλαμβάνουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Οτιδήποτε συνέβη σε κάποιους ανθρώπους στο παρελθόν, επηρεάζει ουσιαστικά όλο τον κόσμο σήμερα. Αυτό δε συνέβαινε πάντα. Με λίγα λόγια, όλα τα ιστορικά γεγονότα μάς προλαβαίνουν, κι αυτή ακριβώς η διαφορά, παραδόξως, υπογραμμίζει τη ρήξη μας με το παρελθόν. Έτσι η εμβέλεια της αλλαγής διαφοροποιείται ριζικά. Στον χώρο και το χρόνο η αλλαγή συνιστά μια, χωρίς προηγούμενο, δύναμη και ικανότητα πρόσβασης σ’ αυτό που ονομάζουμε 800ή περίοδο ζωής.

Αλλά η τελική, ποιοτική διαφορά ανάμεσα στη σημερινή περίοδο και σε όλες τις προηγούμενες, συμβαίνει να παραβλέπεται πιο εύκολα. Διότι δεν έχουμε απλώς διευρύνει την κλίμακα της αλλαγής, αλλά έχουμε αλλάξει ριζικά και τον ρυθμό της. Στην εποχή μας, έχουμε απελευθερώσει μία εντελώς καινούρια κοινωνική δύναμη- έναν χείμαρρο αλλαγής τόσο ορμητικό, ώστε επηρεάζει την αντίληψή μας για το χρόνο, μεταβάλλει επαναστατικά τον ρυθμό της καθημερινής ζωής, και επιδρά ακόμη και στον τρόπο που “αισθανόμαστε” τον κόσμο γύρω μας. Δεν “αισθανόμαστε” πια τη ζωή όπως οι άνθρωποι του παρελθόντος. Κι αυτή είναι η θεμελιώδης διαφορά, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον αληθινά σύγχρονο άνθρωπο και σ’ όλους τους άλλους. Διότι αυτή η επιτάχυνση είναι η αιτία της παροδικότητας- της μεταβατικότητας- που διαπερνά και ζωντανεύει τη συνείδησή μας, επιδρώντας καταλυτικά στον τρόπο που συνδεόμαστε με τους ανθρώπους, με τα πράγματα, με ολόκληρο τον κόσμο των ιδεών, της τέχνης και των αξιών.

Για να κατανοήσουμε τι μας συμβαίνει καθώς κινούμαστε προς την εποχή του υπερ-βιομηχανισμού, πρέπει να αναλύσουμε τη διαδικασία της επιτάχυνσης και να συλλάβουμε την έννοια της μεταβατικότητας. Αν η επιτάχυνση αποτελεί μια νέα κοινωνική δύναμη, η μεταβατικότητα είναι το ψυχολογικό της αντίστοιχο και χωρίς να αντιληφθούμε το ρόλο που διαδραματίζει στη σύγχρονη ανθρώπινη συμπεριφορά, όλες οι θεωρίες μας για την προσωπικότητα, όλη η ψυχολογία μας, παραμένουν παρωχημένες. Η ψυχολογία, χωρίς την αντίληψη της μεταβατικότητας, αδυνατεί να ερμηνεύσει με ακρίβεια τα ιδιόμορφα σύγχρονα φαινόμενα.

Αλλάζοντας τη σχέση μας με τις πηγές ενέργειας, επεκτείνοντας βίαια το εύρος της αλλαγής και, κάτι ακόμα πιο κρίσιμο, επιταχύνοντας απότομα το ρυθμό της, έχουμε εγκαταλείψει το παρελθόν αμετάκλητα. Έχουμε αποκοπεί από τις παλιές μορφές σκέψης, συναισθημάτων και προσαρμογής. Βάλαμε τις βάσεις μιας εντελώς νέας κοινωνίας και, τώρα, έχουμε αποδυθεί σ’ έναν αγώνα δρόμου για να την προλάβουμε. Αυτή είναι η ουσία της 800ής χρονικής περιόδου. Κι αυτή ακριβώς είναι που θέτει σε αμφισβήτηση την προσαρμοστικότητα του ανθρώπου. Πώς θα κατορθώσει να ευημερήσει σ’ αυτή τη νέα κοινωνική πραγματικότητα; Μπορεί να ανταποκριθεί στις επιταγές της; Κι αν όχι, μπορεί ν’ αλλάξει αυτές τις επιταγές;

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Του συνέστησε να φυλάγεται και να φοβάται την “αλαζονεία, που είναι συγκάτοικος της μοναξιάς”

Σε ποιες περιπτώσεις, λοιπόν, πρέπει να είναι σφοδρός ο φίλος και πότε πρέπει να παίρνει τον τόνο της παρρησίας;

Όταν, μπροστά στις επιθέσεις της λαγνείας, της οργής ή της αλαζονείας, οι περιστάσεις απαιτούν ή να κόψει κανείς τα φτερά της φιλαργυρίας ή να αναχαιτίσει τον παραλογισμό και την αναισθησία.

Αυτή την παρρησία υιοθετούσε ο Σόλων απέναντι στον Κροίσο, που είχε διαβρωθεί από την εφήμερη ευτυχία και ζούσε τρυφηλά, όταν τον προέτρεψε να κοιτάζει το τέλος.

Έτσι ο Σωκράτης συγκρατούσε τον Αλκιβιάδη, τον έκανε να χύνει αληθινά δάκρυα, καθώς άκουγε την κριτική του, και να μεταστραφεί.

Παρόμοια ήταν τα λόγια του Κύρου προς τον Κυαξάρη και του Πλάτωνα προς τον Δίωνα· όταν εκείνος ήταν στις δόξες του και έκανε τους ανθρώπους όλους να στρέφουν το βλέμμα πάνω του με τις ωραίες και σπουδαίες πράξεις του, του συνέστησε να φυλάγεται και να φοβάται την “αλαζονεία, που είναι συγκάτοικος της μοναξιάς”.

Αλλά και ο Σπεύσιππος του έγραφε να μην παίρνουν τα μυαλά του αέρα, αν γίνεται πολύς λόγος για το άτομό του ανάμεσα στα παιδάκια και τις γυναικούλες, αλλά να κοιτάζει πώς να στολίσει τη Σικελία με ευλάβεια, δικαιοσύνη και νόμους άριστους ώστε να τιμήσει την Ακαδημία.

Ο Εύκτος και ο Εύλαιος, οι φίλοι του Περσέα, όσο ήταν ευνοούμενος της τύχης τον ακολουθούσαν, λέγοντάς του συνεχώς λόγια ευχάριστα και συμφωνώντας με τις απόψεις του όπως και οι υπόλοιποι. Όταν όμως συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους κοντά στην Πύδνα, υπέπεσε σε σφάλματα και τράπηκε σε φυγή, του επιτέθηκαν, τον επιτιμούσαν με τα χειρότερα λόγια και του θύμιζαν τα λάθη και τις παραλείψεις του, κατηγορώντας τον για το καθετί, μέχρι που ο άνθρωπος, βαθιά πληγωμένος, από τη θλίψη και την οργή του χτύπησε και τους δύο με το ξίφος και τους σκότωσε.

Έτσι, λοιπόν, προσδιορίζεται εκ των προτέρων για τις γενικές περιπτώσεις η κατάλληλη στιγμή. Όσο για τις ευκαιρίες που προσφέρονται από μόνες τους, πολλές φορές ο φίλος που νοιάζεται δεν πρέπει να τις παραβλέπει αλλά να τις εκμεταλλεύεται. Κάποια ερώτηση μερικές φορές, κάποια διήγηση και κατηγορία για τις ίδιες πράξεις προκειμένου για διαφορετικά πρόσωπα, ή κάποιος έπαινος είναι έναυσμα για να μιλήσει κανείς με παρρησία.

Όπως λένε ότι έγινε με τον Δημάρατο, που πήγε από την Κόρινθο στη Μακεδονία, όταν ο Φίλιππος είχε διαφορές με τη γυναίκα και το γιο του· αφού τον υποδέχτηκε ο Φίλιππος και τον ρώτησε πώς τα πάνε στο θέμα της ομόνοιας μεταξύ τους οι Έλληνες, απάντησε ο Δημάρατος, που ήταν καλοπροαίρετος φίλος του: “Στ’ αλήθεια, ωραίο είναι, Φίλιππε, να ζητάς πληροφορίες για την ομοφροσύνη μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων και να μην κοιτάς το σπίτι σου που είναι όλο αντίδραση και διχόνοια”.

Καλά μίλησε και ο Διογένης, ο οποίος, όταν πήγε στο στρατόπεδο του Φιλίππου, τότε που εκείνος βάδιζε για να πολεμήσει τους Έλληνες, οδηγήθηκε μπροστά του και, καθώς, ο Φίλιππος δεν τον ήξερε και τον ρώτησε αν είναι κατάσκοπος, του απάντησε: “Κατάσκοπος, πράγματι, Φίλιππε, της απερισκεψίας και της αμυαλιάς σου, που σε κάνουν, χωρίς να σε εξαναγκάζει τίποτε, να έρθεις για να παίξεις σε μιαν ώρα στα ζάρια το βασίλειο και τη ζωή σου”.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ ΤΟΜΟΣ 2

Ένα μικρό τρέμουλο να πιάσει όλους τους αδικημένους, θα γεμίσει μονομιάς με ερείπια η Οικουμένη

Η τάξη που διέπει την κοινωνική ζωή δεν είναι παρά η επιφάνεια. Στην πραγματικότητα στα βάθη της μαίνεται πόλεμος, ένας πόλεμος που τα κίνητρά του δεν διαφέρουν σε τίποτα από εκείνα που οπλίζουν τα χέρια των λαών. Ο κάθε άνθρωπος έρχεται στη ζωή για να εξυπηρετήσει αποκλειστικά και μόνο τα δικά του συμφέροντα και τα δικά του πάθη, στο όνομα της φύσης του, η έκφραση της οποίας αποκαλείται Δικαίωμα της Προσωπικότητας. Το δικαίωμα αυτό, έτσι όπως εκφράζεται σε κάθε εποχή, καθορίζει τόσο τους κανόνες της μάχης όσο και τα όπλα που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν. 

Προκύπτει ένας ολόκληρος κόσμος από στρατηγικές, ίντριγκες και τεχνάσματα, μια ολόκληρη τέχνη επίθεσης και άμυνας, μια ολόκληρη στρατηγική, πού, με παραλλαγές, ισχύει σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο. Η μάχη δίνεται άνθρωπο με άνθρωπο, κοινωνική τάξη σε κοινωνική τάξη. Και πάνω από τη μάχη αυτή υπερίπταται ως όραμα η ανεξάντλητη έννοια της Φιλοδοξίας, κύρια σημεία της οποίας είναι η Εξουσία, η Ισχύς, η Κοινωνική θέση, το Χρήμα και η Δόξα.

Αυτό δεν αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας. Έτσι γινόταν πάντα. Η διαφορά είναι πως οι σύγχρονες κοινωνίες διεξάγουν τη μάχη κάτω από συνθήκες ιδιαίτερα ασαφείς. Δεν υπάρχει κάποια αυστηρή ταξική διάκριση που να περιορίζει τις δραστηριότητες του καθενός σε μια συγκεκριμένη σφαίρα. Ολόκληρη η κοινωνική μάζα καλείται να μπει στην αρένα με αιχμή του δόρατος την προσωπική πρωτοβουλία. Τίποτα δεν μπορεί πλέον να σταθεί εμπόδιο στο μέλλον ακόμα και του πιο ταπεινού ανθρώπου, αν αυτός έχει γεννηθεί με το μικρόβιο της Φιλοδοξίας.

• Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να διατηρηθεί η ισορροπία κάτω από αυτές τις συνθήκες;

Ποιος μπορεί να κάνει τις μάζες να ανεχθούν το ζυγό της δουλείας και της φτώχειας; Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις; Η φιλοσοφία; Η αγάπη για τον ηγέτη ή η αγάπη για την πατρίδα; Οι ερωτήσεις αυτές μένουν αναπάντητες. ‘Η τάχα ο φόβος των νόμων;

Πόσοι είναι οι άνθρωποι που η κοινωνία ευνοεί σε σχέση με τα εκατομμύρια αυτών που στην ουσία περιφρονεί; Μα απλώς ένα μικρό τρέμουλο να πιάσει όλους τους αδικημένους, θα γεμίσει μονομιάς με ερείπια η Οικουμένη.

ΠΛΩΤΙΝΟΣ: Μία ψυχή δεν μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια

«Ας φύγουμε για την αγαπημένη μας πατρίδα!», να η πιο σωστή συμβουλή.

-Ποιος είναι λοιπόν ο δρόμος της φυγής και πώς θα τον ακολουθήσουμε;

-Θα ξανοιχτούμε, όπως -καθώς, αλληγορικά μου φαίνεται, λέει ο ποιητής- ο Οδυσσέας από τη μάγισσα Κίρκη ή την Καλυψώ, ο οποίος δεν αρκέστηκε να παραμείνει εκεί, παρ᾽ όλο που είχε ηδονές των ματιών και βρισκόταν ανάμεσα σε πολλή αισθητή ομορφιά. Η πατρίδα μας, απ᾽ όπου ήρθαμε, κι ο πατέρας μας είναι εκεί.

– Ποια είναι λοιπόν η ρότα μας κι ο τρόπος για να φύγουμε;

– Δεν χρειάζεται να περπατήσουμε· γιατί τα πόδια μάς πάνε μόνο στα διάφορα μέρη της γης, από χώρα σε χώρα.
Ούτε χρειάζεται να φτιάξεις κανένα αμάξι με άλογα ή κάποιο θαλάσσιο μέσο, αλλά πρέπει να τα εγκαταλείψεις όλα αυτά και να μην τα βλέπεις· και «κλείνοντας τα μάτια» άλλαξε την όρασή σου και ξύπνα μιαν άλλη, που ενώ την έχουν όλοι, λίγοι τη χρησιμοποιούν.

Τι λοιπόν βλέπει η εσωτερική εκείνη όραση;

-Μόλις ξυπνήσει, δεν μπορεί καθόλου ν᾽ αντικρίσει τα λαμπρά όντα. Πρέπει λοιπόν πρώτα η ψυχή αυτή να συνηθίσει να διακρίνει τους ωραίους τρόπους ζωής· κατόπιν τα ωραία έργα, όχι εκείνα που κατασκευάζουν οι τέχνες, αλλά αυτά που κάνουν οι λεγόμενοι αγαθοί άνδρες· κοίταξε μετά την ψυχή αυτών που κάνουν τα ωραία έργα.

-Πώς θα δεις τώρα τι ομορφιά έχει μια καλή ψυχή;

– Αποσύρσου στον εαυτό σου και κοίτα· και αν δεις τον εαυτό σου να μην είναι ακόμη ωραίος, όπως ο δημιουργός του αγάλματος που πρέπει να γίνει ωραίο αφαιρεί, λαξεύει, λειαίνει και καθαρίζει μέχρις ότου φανεί πάνω στο άγαλμα ένα ωραίο πρόσωπο, έτσι και συ αφαίρεσε τα περιττά και ίσιωσε τα στραβά, και όσα είναι σκοτεινά κάνε τα να γίνουν λαμπρά καθαρίζοντάς τα, και μην πάψεις να σμιλεύεις το άγαλμά σου, έως ότου λάμψει πάνω του η θεόμορφη λαμπρότητα της αρετής, ώσπου να δεις «τη σωφροσύνη σε ιερό βάθρο ανεβασμένη». Αν έχει γίνει αυτό και το είδες, και ενώθηκες καθαρός με τον εαυτό σου, χωρίς ούτε τίποτα να σε εμποδίζει να γίνεις έτσι ενιαίος, ούτε να έχεις μαζί σου τίποτε άλλο αναμεμιγμένο μέσα σου, αλλά έχεις γίνει ο ίδιος ολόκληρος μόνο φως αληθινό, που ούτε σε μέγεθος μετριέται, ούτε σε κανένα σχήμα περικλείεται ώστε να ελαττωθεί, ούτε πάλι αυξάνει σε όγκο από έλλειψη ορίων, αλλά επεκτείνεται παντού απροσμέτρητο, ως κάτι μεγαλύτερο από κάθε μέτρο και ανώτερο από κάθε ποσό· αν δεις τον εαυτό σου να έχει γίνει αυτό, αφού θα έχεις γίνει πια όραση ο ίδιος, έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, χωρίς να χρειάζεται να σου δείξει κανείς, εφόσον θα έχεις ήδη ανέβει, προσήλωσε το βλέμμα σου και κοίταξε. Διότι μόνον αυτό το μάτι βλέπει τη μεγάλη Ομορφιά. Ενώ αν κανείς προσπαθήσει να φτάσει στη θέαση αυτή με μάτια θολωμένα από τις κακίες και χωρίς να έχει καθαρθεί, ή όντας αδύναμος, μη μπορώντας από δειλία του να δει αυτά που είναι πολύ λαμπρά, δεν βλέπει τίποτα, έστω και αν κάποιος άλλος του δείξει πως αυτό που θα μπορούσε να δει βρίσκεται πλάι του. Γιατί αυτό που βλέπει είναι συγγενικό με αυτό που βλέπεται, και πρέπει να στραφεί στη θέασή του αφού πρώτα έχει γίνει όμοιο μ᾽ εκείνο. Αφού ποτέ κανένα μάτι δεν θα μπορούσε να δει τον ήλιο αν δεν ήταν ηλιόμορφο, ούτε η ψυχή μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια.

ΠΛΩΤΙΝΟΣ, Περὶ τοῦ καλοῦ 1, 6, 8-9

Το Δίκαιο στην αρχαϊκή Ελλάδα

Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο. Παράλληλα, ωστόσο, καλλιεργήθηκε και ένα αίσθημα ιδιαίτερης “τοπικής” υπερηφάνειας, που σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών.

Στην Αθήνα οι κοινωνικές δομές προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. Στη διάρκεια του ίδιου αιώνα γίνεται σαφής διαχωρισμός των τάξεων, ενώ παράλληλα αυξάνει -σε σχέση με το παρελθόν -η κοινωνική κινητικότητα.

Η κωδικοποίηση του δικαίου κατά την Αρχαϊκή περίοδο οφείλεται από τη μια στη χρήση της γραφής και από την άλλη στο όλο και πιεστικότερο αίτημα για ισονομία. Οι παραδόσεις για τους πρώτους νομοθέτες χάνονται στα όρια του θρύλου. Η αθηναϊκή νομοθεσία, ακόμη και μετά την Αρχαϊκή περίοδο, φέρει τη σφραγίδα του Δράκοντα και του Σόλωνα. Στον τελευταίο οφείλεται η συγκρότηση ενός νέου δικαστικού σώματος και ο καταμερισμός αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα διάφορα δικαστήρια. Πολλές από τις ρυθμίσεις του, που αφορούσαν τόσο το δημόσιο όσο και το ιδιωτικό δίκαιο, συνέχισαν να ισχύουν και κατά την Κλασική περίοδο.

Παραδόσεις και Νομοθέτες

Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι στο α’ μισό του 7ου αιώνα π.X. διατυπώθηκε στις ελληνικές πόλεις η ανάγκη για γραπτούς νόμους. Το έργο αυτό πραγματοποιούσε συνήθως κάποιος άρχοντας της πόλης περιβεβλημένος με ιδιαίτερες εξουσίες. Στην Αθήνα της πρώιμης Αρχαϊκής περιόδου, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το δίκαιο απένειμαν οι άρχοντες κατά τη βούλησή τους. Ο παλαιότερος θεσμός του βασιλιά είχε πια μετατραπεί σε άρχοντα βασιλέα. Ο τελευταίος από τις αρχικές νομοθετικές και δικαστικές του εξουσίες πλέον ασκούσε μόνον όσες σχετίζονταν με την προάσπιση και την εφαρμογή του ιερού δικαίου. Εξαιτίας αυτού μεριμνούσε και για τα εγκλήματα ασέβειας ή ανθρωποκτονίας, δεδομένου ότι ο φόνος θεωρούνταν πάντα ανοσιούργημα, επέσυρε την οργή των θεών και έφερε άγος στην πόλη.

Ένας από τους αρχαιότερους νομοθέτες, για τον οποίο όμως δεν είμαστε βέβαιοι αν υπήρξε πραγματικά ή πρόκειται για μυθικό πρόσωπο, ήταν ο Λυκούργος της Σπάρτης. Η ιδιαιτερότητα της μορφής του συνδέεται με το γεγονός ότι ο ίδιος απαγόρευσε να καταγραφούν οι νόμοι που θέσπισε, αλλά ταυτόχρονα πρόβλεψε και αυστηρή τιμωρία σε όποιον επιχειρούσε να τους αλλάξει. Πράγματι η Σπάρτη δε διέθετε γραπτό δίκαιο, τουλάχιστον ως την Κλασική περίοδο. άλλωστε και η λέξη ρήτρα, όπως αποκαλούνταν ο νόμος στη Σπάρτη, υποδηλώνει τον προφορικό του χαρακτήρα.

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι παλαιότεροι γραπτοί νόμοι ήταν του Ζάλευκου για τους Επιζεφύριους Λοκρούς και τους χρονολογούσαν συμβατικά γύρω στο 662 π.X. O ίδιος ο Ζάλευκος μάλιστα ισχυριζόταν ότι τους είχε παραλάβει από την Αθηνά. H απόδοση των νόμων σε θεία έμπνευση αποτελούσε κοινό φαινόμενο στους πρώιμους νομοθέτες, δίχως άλλο για να περιβάλουν το έργο τους με τον αναγκαίο σεβασμό και να εξασφαλίσουν την πιστή τήρησή του. Ο Λυκούργος, επίσης, ισχυριζόταν ότι οι νόμοι του προέρχονταν από το μαντείο των Δελφών. Μία ανάλογη παράδοση ήταν διαδεδομένη και στην Κρήτη, όπου η νομοθεσία και η απονομή της δικαιοσύνης σχετίζονταν με τις μυθικές μορφές του Μίνωα και του Ραδάμανθη.

Oι νόμοι του Ζάλευκου, όπως και εκείνοι του Δράκοντα στην Αθήνα, θεωρούνταν πολύ σκληροί. Ορισμένοι μάλιστα όπως ο λεγόμενος lex talionis, αναλογούσαν στο γνωστό “οφθαλμόν αντί οφθαλμού”. Ωστόσο, οι πηγές διίστανται ως προς την απόδοσή του στο Ζάλευκο.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο, ο παραπάνω νόμος οφείλεται σε έναν άλλο νομοθέτη του 7ου αιώνα π.X., που επίσης καταγόταν από ελληνική αποικία της Δύσης. Πρόκειται για το Χαρώνδα, νομοθέτη της Κατάνης. Σε αυτόν αποδίδονται νόμοι σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές, την υποχρεωτική συμμετοχή των πολιτών στα δικαστικά όργανα, καθώς και για πρώτη φορά η πρόβλεψη ποινικής δίωξης σε περίπτωση ψευδομαρτυρίας. Η διαδικασία αυτή ονομαζόταν επίσκεψις.

Oι περιπτώσεις του Ζάλευκου και του Χαρώνδα αφορούν νομοθεσίες που σχετίζονται με την ίδρυση μίας νέας πόλης. Αλλες παλαιότερες πόλεις ζητούσαν τη βοήθεια ενός νομοθέτη κυρίως όταν αντιμετώπιζαν κοινωνικές εντάσεις. Έτσι ο Πιττακός, γνωστότερος από κατοπινές πηγές ως ένας από τους επτά σοφούς, ορίστηκε αισυμνήτης στη Μυτιλήνη, αξίωμα για το οποίο δεν ξέρουμε πολλά. Στην προκειμένη περίπτωση όμως φαίνεται πως αντιστοιχούσε σε εξουσία τυράννου με διάρκεια δέκα χρόνων. Συχνά ο νομοθέτης έπρεπε να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή ανάμεσα σε συγκρουόμενες κοινωνικές τάξεις και αποκαλούνταν καταρτιστήρ ή διαλλάκτης, όπως για παράδειγμα ο Δημώναξ στην Κυρήνη, ο Αρίσταρχος στην Έφεσο και ο Σόλων στην Αθήνα (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 4. 161).

Δεν ήταν ωστόσο σπάνιο το φαινόμενο να προτιμάται για νομοθέτης κάποιος ξένος προς την πόλη, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αμεροληψία. Ο Δημώναξ, για παράδειγμα, καταγόταν από τη Μαντίνεια και ο Αρίσταρχος από την Αθήνα. Αντίστοιχα, κάποιος Ανδρομάδας από το Ρήγιο έγραψε νόμους για μία άγνωστη πόλη της Χαλκιδικής και ο Φιλόλαος από την Κόρινθο νομοθέτησε στη Θήβα. Για το έργο άλλων νομοθετών είναι γνωστά μόνον αποσπασματικά στοιχεία: ο Αριστείδης από την Κέα νομοθέτησε σχετικά με την ευκοσμία των γυναικών, ενώ ο Φείδων από την Κόρινθο και ο Φαλέας από τη Χαλκηδόνα σχετικά με τον αριθμό και την έκταση των κτημάτων.

Δημόσιο Δίκαιο

Στο δημόσιο δίκαιο υπάγονται κυρίως όλες οι ρυθμίσεις σχετικά με τους πολιτειακούς θεσμούς, την κατανομή και την άσκηση της εξουσίας. Οι αρμοδιότητες της Εκκλησίας, η λειτουργία της Βουλής, οι εξουσίες των πρυτάνεων, ο έλεγχος των αρχόντων και των στρατηγών, η σύσταση και η λειτουργία των δικαστηρίων είναι οι σπουδαιότερες από αυτές τις ρυθμίσεις.

Ιδιαίτερη σημασία είχαν οι θεσμοί που έλεγχαν τη νομοθετική δραστηριότητα, τα μέτρα προστασίας του νομοθετικού συστήματος και γενικότερα οι δικονομικές ρυθμίσεις. Στην ίδια κατηγορία ανήκαν και θεσμοί όπως ο οστρακισμός και η δοκιμασία.

Οι κατηγορίες που με σύγχρονους όρους θα ονομάζαμε εμπράγματο και ενοχικό δίκαιο εξετάζονται σε συνάφεια με το δημόσιο δίκαιο, από το οποίο εν μέρει εξαρτιόνταν. άλλωστε οι παρεμβάσεις της πόλης ήταν συχνές και δυναμικές. Το ενοχικό δίκαιο περιλαμβάνει εκούσιες και ακούσιες σχέσεις. Τέλος, το λεγόμενο σήμερα ποινικό δίκαιο πέρασε στη διάρκεια της Αρχαϊκής περιόδου από την έννοια της προσωπικής ή οικογενειακής αντεκδίκησης στον έλεγχο της πόλης, η οποία καθόρισε κυρώσεις και ποινές καθώς και τον τρόπο επιβολής του.

Ιδιωτικό Δίκαιο

Το αττικό ιδιωτικό δίκαιο στηριζόταν εξ ολοκλήρου στην έννοια του οίκου, ο οποίος αναφέρεται σε έναν απλό και συνάμα εύστοχο ορισμό του ως “ένα σύνολο προσώπων, πραγμάτων και θρησκευτικών συνηθειών”. Ο οίκος υπόκειται σε ένα δίκαιο εντελώς ξεχωριστό από εκείνο της πόλης. Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο ήταν ο πολίτης, ο οποίος εκτός από ενεργό μέλος των θεσμών της πόλης ήταν και η κεφαλή του οίκου στον οποίο ανήκε.

Η πόλη, ωστόσο, δεν ήταν αδιάφορη για όσα συνέβαιναν στον οίκο. Αντιμετώπιζε τον επικεφαλής της οικογένειας ως κύριο και διαχειριστή της περιουσίας της, η οποία όμως αποτελούσε ταυτόχρονα και το αντικείμενο συγκυριότητας με τα υπόλοιπα μέλη. Γι’ αυτό άλλωστε η πόλη διατηρούσε το δικαίωμα να επεμβαίνει σε περιπτώσεις που το ιδιοκτησιακό καθεστώς διαταρασσόταν, να καθορίζει τις κληρονομικές ρυθμίσεις και να διατηρεί κάποιον έλεγχο στο γάμο και στο διαζύγιο. Στενότερος ήταν ο έλεγχος για την είσοδο με υιοθεσία κάποιου νέου μέλους στον οίκο, αλλά και για τη μεταβίβαση της περιουσίας μέσω διαθήκης ή εξ αδιαθέτου. Ειδικές διατάξεις προέβλεπαν την περίπτωση που ο πολίτης δεν εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις του προς τα μέλη του οίκου του.

Το μέσο με το οποίο εξασφαλιζόταν η δυνατότητα παρέμβασης ήταν η γραφή κακώσεως, μία μήνυση δηλαδή που μπορούσε να καταθέσει οποιοσδήποτε τρίτος εναντίον του οικογενειάρχη για παραβίαση των δικαιωμάτων των οικείων του. Επιπλέον, η γραφή ασεβείας επέτρεπε να μηνυθεί όποιος δε μεριμνούσε για την τιμωρία φόνου που είχε συμβεί στην οικογένειά του.

Καθοριστικής σημασίας για την κατανόηση των ρυθμίσεων του οικογενειακού δικαίου ήταν ο όρος αγχιστεία. Η αγχιστεία περιελάμβανε όλες τις σχέσεις που δημιουργούνταν στα όρια της νόμιμης οικογένειας και προσδιόριζε τη συγγένεια και τους βαθμούς της, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό σε πολλές περιπτώσεις όπως είναι η κληρονομιά, η διεκδίκηση επικλήρου και η δίκη φόνου. Περιελάμβανε μέχρι και τα παιδιά των πρώτων εξαδέλφων, δηλαδή και τους συγγενείς πέμπτου βαθμού.

Το μυστήριο σωματίδιο αξιόνιο μπορεί να εξηγήσει ακτίνες Χ που έρχονται από μία ομάδα 7 άστρων νετρονίων

Πάνω από 400 έτη φωτός από τη Γη, υπάρχει ένα σύμπλεγμα νεαρών άστρων νετρονίων που είναι πολύ ζεστά για την ηλικία τους. Αυτά τα αστέρια, γνωστά ως “Magnificent Seven”, εκπέμπουν ένα ρεύμα ακτίνων Χ εξαιρετικά υψηλής ενέργειας που οι επιστήμονες δεν μπόρεσαν να εξηγήσουν.

Τώρα, οι επιστήμονες έχουν προτείνει έναν πιθανό ένοχο: το αξιόνιο, θεωρητικά σωματίδια που μετατρέπονται σε ελαφριά σωματίδια όταν βρίσκονται κοντά σε ένα μαγνητικό πεδίο.

Σε μια νέα μελέτη ο φυσικός Benjamin Safdi του Lawrence Berkeley καιοι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν υπερυπολογιστές για να μοντελοποιήσουν την ιδέα ότι τα αξιόνια που παράγονται μέσα στα αστέρια μπορούν να μετατραπούν σε ακτίνες Χ στα μαγνητικά πεδία έξω από τα αστέρια .

Τα αξιόνια δεν έχουν παρατηρηθεί ποτέ άμεσα, αλλά υποπτεύθηκαν οι φυσικοί για πρώτη φορά την ύπαρξη τους κατά τη δεκαετία του 1970. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε με βεβαιότητα αν υπάρχουν αξιόνια ή αν είναι ο πραγματικός ένοχος για τις περίεργες ακτίνες Χ, είπε ο Safdi, αλλά οι ερευνητές ελπίζουν ότι η νέα μοντελοποίηση με υπολογιστές μπορεί να δείχνει ότι υπάρχει κάτι έξω από το Πρότυπο Μοντέλο της σωματιδιακής φυσικής, το οποίο περιγράφει γνωστά υποατομικά σωματίδια.

“Είμαστε πολύ σίγουροι ότι αυτή η υπερβολική εκπομπή ακτίνων Χ υπάρχει και πολύ σίγουροι ότι υπάρχει κάτι καινούργιο μεταξύ αυτής της περίσσειας”, δήλωσε ο Safdi. “Εάν ήμασταν 100% σίγουροι ότι αυτό που βλέπουμε είναι ένα νέο σωματίδιο, αυτό θα ήταν κάτι το μεγαλιώδες. Αυτό θα ήταν επαναστατικό στη φυσική.”
Μυστηριώδεις ακτίνες Χ

Δεδομένης της ηλικίας και του τύπου τους, τα επτά άστρα νετρονίων, το Magnificent Seven, πρέπει να εκπέμπουν μόνο ακτίνες Χ χαμηλής ενέργειας και υπεριώδες φως . Αλλά οι αστρονόμοι έχουν παρατηρήσει κάτι που δεν μπορούν να εξηγήσουν: ακτίνες υψηλής ενέργειας που βγαίνουν από τα αστέρια. Τα αστέρια νετρονίων είναι τα υπολείμματα από γιγαντιαία αστέρια που έχουν εξαντλήσει τα καύσιμα τους και έχουν καταρρεύσει. ένας τύπος αστεριού νετρονίων, που ονομάζεται πάλσαρ , εκπέμπει σε όλο το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, συμπεριλαμβανομένων των ακτίνων Χ υψηλής ενέργειας. Αλλά η ομάδα των 7 Magnificent Seven δεν είναι πάλσαρ.

Οι επιστήμονες έψαξαν επίσης πίσω από το σύμπλεγμα των 7 αστεριών νετρονίων για άλλα αντικείμενα που θα μπορούσαν να εκπέμπουν τις μυστηριώδεις ακτίνες Χ, αλλά ούτε το τηλεσκόπιο XMM-Newton της Ευρωπαϊκής Διαστημικής Υπηρεσίας ούτε το τηλεσκόπιο ακτίνων Χ Chandra της NASA έχουν βρει κάτι που θα μπορούσε να είναι ο ένοχος.

Τα αξιόνια έχουν επίσης προταθεί ως λύση στο μυστήριο. Αλλά θα μπορούσαν πραγματικά να παραχθούν αξιόνια μέσα σε ένα αστέρι νετρονίων; Έτσι, για να το μάθουν, ο Safdi και οι συνεργάτες του στράφηκαν σε υπερυπολογιστές στο Πανεπιστήμιο του Michigan και στο Εθνικό Εργαστήριο Lawrence Berkeley.

“Υπάρχει πολλή επεξεργασία δεδομένων και ανάλυση δεδομένων σε αυτό το πρόβλημα,” είπε ο Safdi. “Πρέπει να μοντελοποιήσεις το εσωτερικό ενός άστρου νετρονίων για να προβλέψουμε πόσα αξιόνια πρέπει να παράγονται μέσα σε αυτό το αστέρι.”

Ένα αξιόνιο, εάν υπάρχει, είναι ένα στοιχειώδες σωματίδιο με πολύ χαμηλή μάζα. Μάλιστα μπορεί να είναι και συστατικό της σκοτεινής ύλης, το μη παρατηρημένο υλικό που φαίνεται να αποτελεί πάνω από το ένα τέταρτο της μάζας του σύμπαντος, με βάση τα βαρυτικά του αποτελέσματα.

Ο Safdi και η ομάδα του διαπίστωσαν ότι τα αξιόνια μπορεί να λειτουργούν παρόμοια με τα νετρίνα , ένα άλλο εξαιρετικά ελαφρύ υποατομικό σωματίδιο που έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει. Τα νετρίνα παράγονται μέσα σε αστέρια νετρονίων όταν τα νετρόνια συγκρούονται μεταξύ τους. Τα αξιόνια θα μπορούσαν να παραχθούν με τον ίδιο τρόπο.

Δεδομένης της χαμηλής μάζας και των ασθενών αλληλεπιδράσεών τους με άλλη ύλη, τα αξιόνια θα μπορούσαν εύκολα να ξεφύγουν από τους πυρήνες των αστεριών νετρονίων και να μεταφερθούν στο διάστημα Ξέρουμε ότι εξαιρετικά ισχυρά μαγνητικά πεδία περιβάλλουν τα αστέρια νετρονίων. Παρουσία αυτών των πεδίων, τα αξιόνια θα μετατρέπονταν σε φωτόνια ή ελαφριά σωματίδια. Ταξιδεύοντας σε μήκη κύματος μικρότερα από το ορατό φως, αυτά τα σωματίδια φωτός καταγράφονται ως ακτίνες Χ υψηλής ενέργειας σε αστρονομικά όργανα.

“Δεν ισχυριζόμαστε ότι έχουμε κάνει την ανακάλυψη του αξιόνιου ακόμα, αλλά λέμε ότι τα επιπλέον φωτόνια ακτίνων Χ μπορούν να εξηγηθούν από τα αξιόνια”, δήλωσαν οι ερευνητές. “Είναι μια συναρπαστική ανακάλυψη αυτής της υπερβολικής εκπομπής των φωτονίων ακτίνων Χ και είναι μια συναρπαστική πιθανότητα να οφείλονται στα αξιόνια.”

Hegel: φιλοσοφία του πνεύματος και ιστορία

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770–1831

Διαλεκτική και πνεύμα του κόσμου
(Dialektik und Weltgeist)

§1

Τι περιμένει ο Χέγκελ από τη φιλοσοφία; Περιμένει τη γνώση της αλήθειας και μάλιστα της απόλυτης αλήθειας σε συνδυασμό με την ιστορικότητά της. Πώς μπορεί να αναζητείται μια βέβαιη για τον εαυτό της αλήθεια, όταν κάθε νέα φιλοσοφία ή φιλοσοφική θεώρηση αξιώνει τη δική της αλήθεια μέσα από την αναίρεση μιας προηγούμενης φιλοσοφικής θεώρησης; Μέσα στην ιστορία της φιλοσοφίας παρατηρείται μια πολλότητα φιλοσοφιών, που με μια πρώτη ματιά φαίνεται να καθιστά μάταιη οποιαδήποτε απόπειρα για ουσιαστική γνώση της αλήθειας. Όλες ή σχεδόν όλες οι φιλοσοφίες ασχολούνται με τον άνθρωπο, τον κόσμο ή το θεό· αλλά ποια απ’ αυτές λέει την αλήθεια; Κι ακόμη: η αλήθεια είναι μία ή πολλές; Σύμφωνα με τον Χέγκελ, η αλήθεια δεν ανευρίσκεται στη μια ή την άλλη δοξασία περί θεού και ανθρώπου ή περί κόσμου και πνεύματος, αλλά στη διαλεκτικο-ιστορική κίνηση του ανθρώπινου πνεύματος. Μέσα σε τούτη την κίνηση εκτυλίσσονται και εκτίθενται όλες οι φιλοσοφίες, γονιμοποιούνται στη διαφορετικότητά τους και ανα-συλ-λέγονται ως σχετική αλήθεια, ακόμη κι όταν θεωρούν τον εαυτό τους ως απόλυτη αλήθεια. Τι συμβαίνει εδώ; Συμβαίνει η διαλεκτική σχετικής και απόλυτης αλήθειας. Σχετική είναι η αξίωση μιας φιλοσοφικής θεωρίας να εκλαμβάνεται ως απόλυτη και απόλυτη η ιστορική ύπαρξή της κατά λογική αναγκαιότητα. Έτσι, η εν λόγω διαλεκτική αναπτύσσεται ως αναίρεση της πιο πάνω αξίωσης μέσα από τη στοχαστική πρόσληψη της ιστορικής ύπαρξης της κάθε φιλοσοφίας.

§2

Ποια είναι η βάση, το έδαφος αυτής της διαλεκτικής; Είναι το πνεύμα του κόσμου, που δεν κάνει έφοδο από τον ουρανό μέσα στην εμπράγματη συνθήκη του ανθρώπου, αλλά ενυπάρχει μέσα στην ιστορία και την κοινωνία του τελευταίου ως η Λογικά και ιστορικά δρώσα δύναμή του. Εάν το Απόλυτο κατανοείται ως η ενεργός ενδημία του πνεύματος μέσα στον κόσμο, τότε αυτό το πνεύμα του κόσμου ανελίσσεται ιστορικά και όχι εξω-ιστορικά: δεν μπορεί να υπάρχει ως ένα επέκεινα ή ως κάτι το στατικό παρά μόνο ως μια διαλεκτική πορεία των πολλαπλών δραστηριοτήτων του ανθρώπου. Στη Φιλοσοφία του πνεύματος, το συγκεκριμένο πνεύμα συνυφαίνεται με τη διαλεκτική ολότητα του εγελιανού φιλοσοφικού συστήματος. Ετούτο το σύστημα έχει τον χαρακτήρα κύκλων από κύκλους, όπου το πνεύμα του κόσμου μελετάται στο πλαίσιο της κίνησης του αντικειμενικού πνεύματος. Το τελευταίο τούτο, από υποκειμενικό, από σκεπτόμενη υποκειμενικότητα καθεαυτήν [=δυνάμει], γίνεται δρώσα υποκειμενικότητα της ανθρώπινης ιστορίας. Έτσι, το αντικειμενικό πνεύμα είναι η πράξη, το έργο που επιτελεί ο εαυτός του για λογαριασμό του εαυτού του: καθιστά τον εαυτό του αντικείμενο του εαυτού του, αντικειμενική ύπαρξη, ρεαλιστικά υπαρκτό κό σμο μέσα στους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, μέσα στη θρησκεία, στο πολίτευμα, στο κράτος. Δυνάμει αυτού του έργου του είναι το πνεύμα του κόσμου και όχι λιγότερο παγκόσμιο πνεύμα, που συνιστά την υπόσταση της ιστορίας.

§3

Το πρώτο μέλημά του, στην αντικειμενική του εκτύλιξη, ως πνεύματος του κόσμου, είναι να γνωρίσει τον εαυτό του, να τον συλλάβει κατανοητικά· γι’ αυτό το λόγο, μέσα στην ιστορία, σαν μέσα στο χρόνο, τον γνωρίζει πιο ειδικά ως το πνεύμα του λαού ή ως το εθνικό πνεύμα (Volksgeist). Κάθε τέτοιο πνεύμα αποτελεί ένα στάδιο στην καθολική ζωή του παγκόσμιου πνεύματος ή του πνεύματος του κόσμου. Πρακτικά λοιπόν το τελευταίο αναδύεται ως αποτέλεσμα της αλληλενέργειας και της αλληλεπίδρασης των εθνικών πνευμάτων. Το ένα ή το άλλο πνεύμα ενός λαού είναι μια προσδιορισμένη ατομικότητα και όχι γενικά όλη η ανθρωπότητα. Κάθε λαός, ο ελληνικός, ο γερμανικός, ο γαλλικός, ο αγγλικός κ.λπ., μάχεται για την ενικότητά του, την ατομική του ενότητα, με βάση την ενιαία κοινωνική και πολιτική τάξη, τα κοινά ήθη και έθιμα, την κοινή γλώσσα, θρησκεία και ιστορία. Έτσι η έννοια του πνεύματος του κόσμου είναι τόσο στενά συνυφασμένη με την ενεργό πραγματικότητα του λαού, ώστε η ιστορία ως τέτοια να αποκτά νόημα αντίστοιχο προς τον κοσμοϊστορικό ρόλο του λαού. Το πνεύμα του κόσμου ορισμένως λοιπόν είναι ο Λόγος που έχει βούληση και δρα. Και ένας λαός είναι ισχυρός, ενάρετος, δίκαιος, ηθικός, πρωταγωνιστής της ιστορίας, όταν ακολουθεί αυτό τον Λόγο και δρα αυτόνομα. Αλήθεια, πόσα εθνικά πνεύματα στην εποχή μας, πόσοι λαοί, ανάμεσά τους και ο ελληνικός, δρουν αυτόνομα; Λόγω ακριβώς απουσίας αυτής της πνευματικής-πρακτικής αυτονομίας βαθαίνει η αντίθεση ανάμεσα σε αυτό που είναι ο λαός σύμφωνα με την εσωτερική του αλήθεια, ουσία και προορισμό, και στην εξωτερική του ύπαρξη. Συγχρόνως βαθαίνει και η αντιπαλότητα ανάμεσα στους λαούς ερήμην αυτών των ίδιων. Εδώ έγκειται και ο ιστορικός ρόλος του πνεύματος του κόσμου ως παγκόσμιου πνεύματος (Weltgeist): να σφυρηλατεί και να εκφράζει τη συνοχή της ιστορικής αλληλουχίας των κυρίαρχων εθνικών πνευμάτων, αυτών τούτων των διαφορετικών λαών και των αντίστοιχων πνευματικών πολιτισμών.

ΠΛΑΤΩΝ: Πρωταγόρας (335c-336e)

Καὶ ἅμα ταῦτ᾽ εἰπὼν ἀνιστάμην ὡς ἀπιών· καί μου ἀνισταμένου ἐπιλαμβάνεται ὁ Καλλίας τῆς χειρὸς τῇ δεξιᾷ, [335d] τῇ δ᾽ ἀριστερᾷ ἀντελάβετο τοῦ τρίβωνος τουτουΐ, καὶ εἶπεν· Οὐκ ἀφήσομέν σε, ὦ Σώκρατες· ἐὰν γὰρ σὺ ἐξέλθῃς, οὐχ ὁμοίως ἡμῖν ἔσονται οἱ διάλογοι. δέομαι οὖν σου παραμεῖναι ἡμῖν· ὡς ἐγὼ οὐδ᾽ ἂν ἑνὸς ἥδιον ἀκούσαιμι ἢ σοῦ τε καὶ Πρωταγόρου διαλεγομένων. ἀλλὰ χάρισαι ἡμῖν πᾶσιν.
Καὶ ἐγὼ εἶπον —ἤδη δὲ ἀνειστήκη ὡς ἐξιών— Ὦ παῖ Ἱππονίκου, ἀεὶ μὲν ἔγωγέ σου τὴν φιλοσοφίαν ἄγαμαι, ἀτὰρ [335e] καὶ νῦν ἐπαινῶ καὶ φιλῶ, ὥστε βουλοίμην ἂν χαρίζεσθαί σοι, εἴ μου δυνατὰ δέοιο· νῦν δ᾽ ἐστὶν ὥσπερ ἂν εἰ δέοιό μου Κρίσωνι τῷ Ἱμεραίῳ δρομεῖ ἀκμάζοντι ἕπεσθαι, ἢ τῶν δολιχοδρόμων τῳ ἢ τῶν ἡμεροδρόμων διαθεῖν τε καὶ ἕπεσθαι, [336a] εἴποιμι ἄν σοι ὅτι πολὺ σοῦ μᾶλλον ἐγὼ ἐμαυτοῦ δέομαι θέουσιν τούτοις ἀκολουθεῖν, ἀλλ᾽ οὐ γὰρ δύναμαι, ἀλλ᾽ εἴ τι δέῃ θεάσασθαι ἐν τῷ αὐτῷ ἐμέ τε καὶ Κρίσωνα θέοντας, τούτου δέου συγκαθεῖναι· ἐγὼ μὲν γὰρ οὐ δύναμαι ταχὺ θεῖν, οὗτος δὲ δύναται βραδέως. εἰ οὖν ἐπιθυμεῖς ἐμοῦ καὶ Πρωταγόρου ἀκούειν, τούτου δέου, ὥσπερ τὸ πρῶτόν μοι ἀπεκρίνατο διὰ βραχέων τε καὶ αὐτὰ τὰ ἐρωτώμενα, οὕτω καὶ νῦν ἀποκρίνεσθαι· [336b] εἰ δὲ μή, τίς ὁ τρόπος ἔσται τῶν διαλόγων; χωρὶς γὰρ ἔγωγ᾽ ᾤμην εἶναι τὸ συνεῖναί τε ἀλλήλοις διαλεγομένους καὶ τὸ δημηγορεῖν.
Ἀλλ᾽ —ὁρᾷς;— ἔφη, ὦ Σώκρατες, δίκαια δοκεῖ λέγειν Πρωταγόρας ἀξιῶν αὑτῷ τε ἐξεῖναι διαλέγεσθαι ὅπως βούλεται, καὶ σὺ ὅπως ἂν αὖ σὺ βούλῃ.
Ὑπολαβὼν οὖν ὁ Ἀλκιβιάδης, Οὐ καλῶς λέγεις, ἔφη, ὦ Καλλία· Σωκράτης μὲν γὰρ ὅδε ὁμολογεῖ μὴ μετεῖναί οἱ μακρολογίας καὶ παραχωρεῖ Πρωταγόρᾳ, τοῦ δὲ διαλέγεσθαι [336c] οἷός τ᾽ εἶναι καὶ ἐπίστασθαι λόγον τε δοῦναι καὶ δέξασθαι θαυμάζοιμ᾽ ἂν εἴ τῳ ἀνθρώπων παραχωρεῖ. εἰ μὲν οὖν καὶ Πρωταγόρας ὁμολογεῖ φαυλότερος εἶναι Σωκράτους διαλεχθῆναι, ἐξαρκεῖ Σωκράτει· εἰ δὲ ἀντιποιεῖται, διαλεγέσθω ἐρωτῶν τε καὶ ἀποκρινόμενος, μὴ ἐφ᾽ ἑκάστῃ ἐρωτήσει μακρὸν λόγον ἀποτείνων, ἐκκρούων τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων [336d] διδόναι λόγον, ἀλλ᾽ ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται περὶ ὅτου τὸ ἐρώτημα ἦν οἱ πολλοὶ τῶν ἀκουόντων· ἐπεὶ Σωκράτη γε ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι, οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι. ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν· χρὴ γὰρ ἕκαστον τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἀποφαίνεσθαι.
Μετὰ δὲ τὸν Ἀλκιβιάδην, ὡς ἐγᾦμαι, Κριτίας ἦν ὁ εἰπών· Ὦ Πρόδικε καὶ Ἱππία, Καλλίας μὲν δοκεῖ μοι μάλα πρὸς [336e] Πρωταγόρου εἶναι, Ἀλκιβιάδης δὲ ἀεὶ φιλόνικός ἐστι πρὸς ὃ ἂν ὁρμήσῃ· ἡμᾶς δὲ οὐδὲν δεῖ συμφιλονικεῖν οὔτε Σωκράτει οὔτε Πρωταγόρᾳ, ἀλλὰ κοινῇ ἀμφοτέρων δεῖσθαι μὴ μεταξὺ διαλῦσαι τὴν συνουσίαν.

***
Προσπάθειες να μη διακοπεί η συζήτηση: α) Παρέμβαση του Καλλία, του Αλκιβιάδη και του Κριτία.
Λέγοντας αυτά σηκώθηκα να φύγω· αλλά καθώς σηκωνόμουνα χουφτώνει το χέρι μου ο Καλλίας με το δεξί του χέρι [335d] και με τ᾽ αριστερό του άδραξε το πανωφόρι που φορώ και είπε: Δε θα σ᾽ αφήσουμε να φύγεις, Σωκράτη· γιατί, αν εσύ βγεις από το σπιτικό μου, δε θα έχει πια το ίδιο ενδιαφέρον η συζήτηση. Σε παρακαλώ λοιπόν να μείνεις μαζί μας· γιατί ποιός συζητητής μπορεί να μου δώσει τη χαρά που νιώθω ακούοντας να συζητάτε εσύ κι ο Πρωταγόρας; Κάνε σ᾽ όλους μας αυτή τη χάρη.
Κι εγώ του απάντησα (είχα κιόλας σηκωθεί από τη θέση μου για να πηγαίνω): Γιε του Ιππονίκου, θαυμάζω πάντοτε την αγάπη σου για τη μόρφωση, [335e] και τώρα ακόμη σε συγχαίρω και σε συμπαθώ· θα ᾽θελα λοιπόν να σου κάνω την καρδιά, αν ήταν στο χέρι μου αυτό που μου ζητάς· τώρα όμως κάνεις σαν να με παρακαλούσες να συναγωνιστώ τον Κρίσωνα τον Ιμεραίο, το δρομέα, όταν βρισκόταν στην ακμή του ή να τρέχω στήθος με στήθος και να προσπαθώ να ξεπεράσω ένα μαραθωνοδρόμο ή ταχυδρόμο. [336a] Θα σου έλεγα τότε ότι περισσότερο κι από σένα θα φιλοτιμούσα τον εαυτό μου να τους έχω από κοντά στο τρέξιμό τους, αλλά δεν το μπορώ. Αν όμως στ᾽ αλήθεια θέλεις να δεις εμένα και τον Κρίσωνα να τρέχουμε πλάι πλάι, αυτόν παρακάλεσε να χαλαρώσει το ρυθμό του· γιατί εγώ δεν μπορώ να τρέχω γρήγορα, αυτός όμως μπορεί αργά. Αν λοιπόν επιθυμείς ν᾽ ακούσεις εμένα και τον Πρωταγόρα, παρακάλεσε αυτόν, όπως στην αρχή μου έδινε κοφτές απαντήσεις κι ακριβώς πάνω σ᾽ ό,τι τον ρωτούσα, έτσι να μου απαντά και τώρα· [336b] αλλιώς, τί διάλογος μπορεί να γίνει; Γιατί νομίζω ότι είναι δυο διαφορετικά πράγματα η αναμεταξύ μας διαλογική συζήτηση και ο ρητορικός λόγος.
Κοίταξε όμως, είπε, Σωκράτη· μπορούμε να πούμε πως ο Πρωταγόρας δεν έχει δίκιο, επειδή απαιτεί να έχει το ελεύτερο να συζητά όπως θέλει — κι εσύ απ᾽ τη μεριά σου πάλι όπως θέλεις;
Τότε μπήκε στη μέση ο Αλκιβιάδης και είπε: Σα να μη μας τα λες καλά, Καλλία· γιατί ο Σωκράτης αποδώ παραδέχεται ότι δεν τα καταφέρνει στις μακρόλογες συζητήσεις και αφήνει τα πρωτεία στον Πρωταγόρα· [336c] είναι όμως τόσο ικανός να συζητά ρωτώντας και δίνοντας απαντήσεις και τόσο καλά ξέρει να φέρνει και να δέχεται επιχειρήματα, ώστε θα ᾽ταν έκπληξη για μένα να βρεθεί άνθρωπος στον οποίο θα παραχωρούσε τα πρωτεία. Αν τώρα ο Πρωταγόρας απ᾽ τη μεριά του παραδέχεται ότι είναι κατώτερος στη διαλογική συζήτηση, ο Σωκράτης δε θέλει τίποτα περισσότερο. Αν όμως θέλει τα πρωτεία, ας συνεχίσει τη συζήτηση με ερωτήσεις και απαντήσεις· ας πάψει ν᾽ αραδιάζει κι από μια μακρόλογη ομιλία που τραβά σε μάκρος ύστερ᾽ από κάθε ερώτηση, ξεστρατίζοντας έτσι από το θέμα [336d] και αποφεύγοντας να στηρίξει τα λεγόμενά του με επιχειρήματα, αλλά δίνοντας μάκρος στα λόγια του, έτσι που οι περισσότεροι ακροατές να ξεχνούν πάνω σε ποιά ερώτηση απαντά. Γιατί, όσο για τον Σωκράτη, σας βεβαιώνω εγώ ότι δεν είναι αυτός που θα τον εγκαταλείψει το μνημονικό του — μην κοιτάτε που δε σοβαρολογεί και λέει ότι είναι ξεχασιάρης. Αν θέλετε λοιπόν τη γνώμη μου, νομίζω ότι πιο λογική είναι η πρόταση του Σωκράτη· γιατί πρέπει ο καθένας σας να εκφράσει τη γνώμη του.
Αν δε κάνω λάθος, ο Κριτίας ήταν που πήρε το λόγο μετά τον Αλκιβιάδη και είπε: Πρόδικε και Ιππία, βλέπω ότι ο Καλλίας βέβαια με το παραπάνω [336e] παίρνει το μέρος του Πρωταγόρα, αλλά ξέρω πως και ο Αλκιβιάδης ποτέ δεν το βάζει κάτω, αν είναι να επιτύχει το στόχο του. Από τη μεριά μας όμως δε μας εξυπηρετεί να μπούμε στον καβγά παίρνοντας το μέρος του Σωκράτη ή του Πρωταγόρα· μας συμφέρει να παρακαλέσουμε με τον ίδιο τρόπο και τον ένα και τον άλλο να μη διαλύσουν τη συγκέντρωσή μας αφήνοντας στη μέση τη συζήτηση.