Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια (1293-1322)

ΙΑ. γυναῖκες, αἳ τῆσδ᾽ ἐγγὺς ἕστατε στέγης,
ἆρ᾽ ἐν δόμοισιν ἡ τὰ δείν᾽ εἰργασμένη
1295 Μήδεια τοισίδ᾽ ἢ μεθέστηκεν φυγῇ;
δεῖ γάρ νιν ἤτοι γῆς γε κρυφθῆναι κάτω
ἢ πτηνὸν ἆραι σῶμ᾽ ἐς αἰθέρος βάθος,
εἰ μὴ τυράννων δώμασιν δώσει δίκην.
πέποιθ᾽ ἀποκτείνασα κοιράνους χθονὸς
1300 ἀθῷος αὐτὴ τῶνδε φεύξεσθαι δόμων;
ἀλλ᾽ οὐ γὰρ αὐτῆς φροντίδ᾽ ὡς τέκνων ἔχω·
κείνην μὲν οὓς ἔδρασεν ἔρξουσιν κακῶς,
ἐμῶν δὲ παίδων ἦλθον ἐκσώσων βίον,
μή μοί τι δράσωσ᾽ οἱ προσήκοντες γένει,
1305 μητρῷον ἐκπράσσοντες ἀνόσιον φόνον.
ΧΟ. ὦ τλῆμον, οὐκ οἶσθ᾽ οἷ κακῶν ἐλήλυθας,
Ἰᾶσον· οὐ γὰρ τούσδ᾽ ἂν ἐφθέγξω λόγους.
ΙΑ. τί δ᾽ ἔστιν; ἦ που κἄμ᾽ ἀποκτεῖναι θέλει;
ΧΟ. παῖδες τεθνᾶσι χειρὶ μητρῴᾳ σέθεν.
1310 ΙΑ. οἴμοι, τί λέξεις; ὥς μ᾽ ἀπώλεσας, γύναι.
ΧΟ. ὡς οὐκέτ᾽ ὄντων σῶν τέκνων φρόντιζε δή.
ΙΑ. ποῦ γάρ νιν ἔκτειν᾽; ἐντὸς ἢ ᾽ξωθεν δόμων;
ΧΟ. πύλας ἀνοίξας σῶν τέκνων ὄψῃ φόνον.
ΙΑ. χαλᾶτε κλῇδας ὡς τάχιστα, πρόσπολοι,
1315 ἐκλύεθ᾽ ἁρμούς, ὡς ἴδω διπλοῦν κακόν
τοὺς μὲν θανόντας, τὴν δὲ — τείσωμαι δίκην.
ΜΗ. τί τάσδε κινεῖς κἀναμοχλεύεις πύλας,
νεκροὺς ἐρευνῶν κἀμὲ τὴν εἰργασμένην;
παῦσαι πόνου τοῦδ᾽. εἰ δ᾽ ἐμοῦ χρείαν ἔχεις,
1320 λέγ᾽ εἴ τι βούλῃ, χειρὶ δ᾽ οὐ ψαύσεις ποτέ·
τοιόνδ᾽ ὄχημα πατρὸς Ἥλιος πατὴρ
δίδωσιν ἡμῖν, ἔρυμα πολεμίας χερός.

***
(Εισέρχεται ο Ιάσων από την ίδια πάροδο από την οποία
είχε εισέλθει νωρίτερα
.)

ΙΑ. Εσείς γυναίκες πλάι στο σπίτι, ξέρετε,
1295είναι ακόμα μέσα η Μήδεια που έπραξε το τρομερό
ή έφυγε ήδη μακριά;
Γιατί θα χρειαστεί ή να κρυφτεί στα έγκατα της γης
ή να υψωθεί μετέωρη στον θόλο του αιθέρα,
για να μην καταβάλει το τίμημα στο σπίτι το βασιλικό.
1300Πιστεύει άραγε πως θα φύγει από εδώ αλώβητη
έχοντας σκοτώσει τους άρχοντες της χώρας;
Όμως δεν νοιάζομαι γι᾽ αυτήν, για τα παιδιά μου νοιάζομαι.
Εκείνη, όπου έπραξε κακό, κακό θα λάβει.
Εγώ τη ζωή των παιδιών μου ήρθα να σώσω,
να μη μου τα πειράξουν οι συγγενείς των νεκρών,
1305γυρεύοντας εκδίκηση για τον ανόσιο φόνο της μητέρας.
ΧΟ. Δυστυχισμένε Ιάσονα, δεν ξέρεις πόσο βαθιά έχεις βυθιστεί
στη συμφορά. Αν ήξερες, τα λόγια που είπες δεν θα τα ᾽λεγες.
ΙΑ. Τί έγινε; Θέλει μήπως να σκοτώσει και εμένα;
ΧΟ. Τα παιδιά σου εθανατώθηκαν από χέρι μητρικό.
1310ΙΑ. Ωωω! Τί είπες; Με εξόντωσες, γυναίκα.
ΧΟ. Τα παιδιά σου δεν υπάρχουν πια — κατάλαβέ το.
ΙΑ. Πού τα σκότωσε; Μέσα στο σπίτι; Έξω;
ΧΟ. Αν ανοίξεις τις πύλες, θα δεις τα παιδιά σου σφαγιασμένα.
ΙΑ. Tραβήξτε γρήγορα τις αμπάρες, δούλοι,
1315ελευθερώστε τα μάνταλα, να δω το διπλό κακό,
τα παιδιά μου νεκρά, και αυτή — εκδίκηση!

(Ενώ ο Ιάσων προσπαθεί να ανοίξει την πύλη, η Μήδεια,
έχοντας μαζί της τα νεκρά σώματα των παιδιών, εμφανίζεται,
με τη βοήθεια της μηχανής, ψηλά πάνω σε φτερωτό άρμα
.)

ΜΗ. Τί τραντάζεις τις πύλες και παλεύεις να τις ανοίξεις με λοστούς,
αναζητώντας τους νεκρούς και εμένα
που έπραξα αυτό που επράχθη;
Πάψε να προσπαθείς. Αν χρειάζεσαι κάτι από μένα,
1320πες μου, τί θέλεις — το χέρι σου δεν θα με αγγίξει ποτέ.
Τέτοιο άρμα μού χάρισε του πατρός μου ο πατέρας,
ο Ήλιος, ασπίδα μου απέναντι στα χέρια των εχθρών.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία Ελληνική γλώσσα

7.6 Αριθμός, γένος


Αλλά το ουσιαστικό πέρα από τις πτώσεις του έχει και άλλα χαρακτηριστικά: αριθμό και γένος. Ο αριθμός μπορεί να είναι (στα νέα ελληνικά) ενικός ή πληθυντικός. 

Τα γένη του ουσιαστικού στα ελληνικά είναι τρία: αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο (που σημαίνει 'ούτε το ένα ούτε το άλλο'). Εδώ θα πρέπει να γίνει η διάκριση ανάμεσα στο γραμματικό γένος και στο φυσικό γένος. Το γραμματικό γένος και το φυσικό γένος δεν συμπίπτουν πάντοτε. 

Στην περίπτωση των λέξεων ο άνδρας, η γυναίκα γραμματικό και φυσικό γένος συμπίπτουν. Αυτό δεν συμβαίνει στις λέξεις κορίτσι, μηλιά, ποταμός. Το πρώτο, αν και θηλυκού γένους, εμφανίζεται ως ουδέτερο. Το δεύτερο, αν και δεν έχει φυσικό γένος, εμφανίζεται ως θηλυκό και το τρίτο, αν και δεν διαθέτει, επίσης, φυσικό γένος, εμφανίζεται ως αρσενικό. 

Δεν αποκλείεται λέξεις όπως μηλιά, ποταμός (θηλυκό η πρώτη, αρσενικό η δεύτερη) να απηχούν μια αντίληψη, που χάνεται πίσω στον χρόνο, η οποία έβλεπε ό,τι για μας είναι σήμερα άψυχο στοιχείο της φύσης ως έμψυχο. Έτσι, η μηλιά που γεννά καρπούς (και όλες οι λέξεις που δηλώνουν οπωροφόρα δέντρα) εμφανίζεται γι' αυτό τον λόγο ως έμψυχο και μάλιστα θηλυκό. Ο ποταμός, που γονιμοποιεί με τα νερά του τη γη, εμφανίζεται και αυτός ως έμψυχο, αλλά αρσενικό.

Νίτσε: Για τις αγέρωχες φύσεις, η εύκολη λεία είναι κάτι το ευκαταφρόνητο

Κάθε άνθρωπος με το να κάνει το καλό η το κακό, εξασκεί τη δύναμη του σε άλλους... και δεν ζητά τίποτε περισσότερο. Κάνοντας το κακό, εξασκείς τη δύναμη σου σ' όλους εκείνους που είσαι αναγκασμένος να τους κάνεις να την νοιώσουν, να την αισθανθούν, γιατί το κακό, ο πόνος δηλαδή, για τον σκοπό αυτό, είναι ένα μέσο περισσότερο αισθητό από την ηδονή.

Ο πόνος πάντοτε ζητά να μάθει την αιτία του, ενώ η ηδονή έχει την τάση να κλείνεται στον εαυτό της και να μην γυρίζει να κοιτάξει προς τα πίσω. Κάνοντας το καλό ή με το να επιθυμούμε το καλό των άλλων, εξασκούμε τη δύναμη μας σε όλους εκείνους που, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, εξαρτώνται κιόλας από μας (δηλ. που έχουν συνηθίσει να μας σκέπτονται σαν αιτία τους).

Προσπαθούμε να αυξήσουμε την δύναμη τους γιατί έτσι μεγαλώνουμε και τη δική μας δύναμη ή θέλουμε να τους αποδείξουμε πόσο κερδισμένοι είναι που βρίσκονται στην εξουσία μας. Έτσι θα τους ικανοποιεί περισσότερο η κατάσταση τους, θα κάνουν εχθρούς, τους εχθρούς της δικής μας δύναμης και θα είναι περισσότερο έτοιμοι να τους πολεμήσουν.

Το γεγονός ότι κάνουμε θυσίες για το καλό ή το κακό ακόμα κι αν παίζουμε κορώνα – γράμματα τη ζωή μας, όπως ο μάρτυρας κάνει θυσία για το πιστεύω του, για την εκκλησία του και τότε πάλι κάνουμε θυσίες για την ανάγκη μας για δύναμη ή για να διατηρήσουμε το συναίσθημα της δύναμης μας. Αν συλλαμβάναμε σε όλη του την έκταση το "κατέχω την αλήθεια", πόσα και πόσα αγαθά δεν θα αφήναμε στην άκρη για να διατηρήσουμε το συναίσθημα αυτό!

Πόσα και πόσα πράγματα δεν θα ρίχνουμε στο "ποτάμι" για να μπορέσουμε να σταθούμε στην επιφάνεια, να σταθούμε δηλαδή πάνω απ' όλους εκείνους που στερούνται την αλήθεια. Βέβαια, είναι πολύ σπάνιο η κακή πράξη, να είναι το ίδιο ευχάριστη με κείνη την πράξη του καλού. Αυτό είναι ένα δείγμα που φανερώνει πως μας λείπει ακόμα δύναμη ή που εκδηλώνει το πείσμα μας γι αυτή τη φτώχεια.

Είναι ο προάγγελος για νέους κινδύνους ή για νέες αβεβαιότητες στο κεφάλαιο της δύναμης που διαθέτουμε. Είναι ο προάγγελος του ορίζοντα μας που τον σκεπάζουν προοπτικές εκδίκησης, τιμωρίας, αποτυχίας, εμπαιγμού.

Μονάχα οι πιο ευέξαπτοι άνθρωποι, οι πιο άπληστοι για το αίσθημα της δύναμης, μπορούν να νοιώσουν κάποια ευχαρίστηση όταν αποτυπώνουν την σφραγίδα της κυριαρχίας τους σ ένα δύστροπο άνθρωπο. Το ίδιο συμβαίνει και με κείνους που βλέπουν μόνο ανία και βάρος στο αντίκρυσμα ενός πλάσματος που έχει πλέον υποδουλωθεί που έγινε, δηλαδή, αντικείμενο καλοσύνης.

Πρέπει να ξέρουμε τι "καρυκεύματα" μας αρέσει να βάζουμε στη ζωή μας;

Πρέπει να ξέρουμε, αν θέλουμε το αργό ή το απότομο μεγάλωμα της δύναμης μας;

Το σίγουρο ή το επικίνδυνο και παράτολμο;

Είναι πλέον ζήτημα γούστου.

Γυρεύουμε το ένα ή το άλλο καρύκευμα, ανάλογα με την κλίση της ιδιοσυγκρασίας μας.

Για τις αγέρωχες φύσεις, η εύκολη λεία είναι κάτι το ευκαταφρόνητο.

Νίτσε

Άρθουρ Σοπενχάουερ: Εριστική διαλεκτική

Εριστική διαλεκτική είναι η τέχνη να αντιπαρατίθεσαι με τέτοιο τρόπο ώστε να κατακτάς το δίκιο σου per fas et nefas [= με δίκαια και άδικα μέσα].

Η αντικειμενική αλήθεια ενός λογισμού και η αποδοχή της από τους φιλονικούντες και τους ακροατές (τους αποδέκτες της διαλεκτικής) είναι δύο πράγματα διαφορετικά.

Γιατί συμβαίνει αυτό;

– Εξαιτίας της φυσικής κακίας του ανθρώπινου είδους.

Η έμφυτη ματαιοδοξία μας, που ενοχλείται ιδιαίτερα όταν θίγεται η διανοητική μας ικανότητα, δεν μπορεί να δεχτεί ότι η δική μας αρχική θέση είναι εσφαλμένη, ενώ η εκείνη του αντιπάλου μας ορθή.

Αυτός που αντιπαρατίθεται, κατά κανόνα δεν αγωνίζεται για την αλήθεια, αλλά για την άποψή του, αγωνίζεται pro ara et focis [= υπέρ βωμών και εστιών] και per fas et nefas, αφού, όπως δείξαμε, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.

Ο καθένας έχει τη δική του φυσική διαλεκτική, όπως έχει και τη δική του φυσική λογική. Μόνο που η διαλεκτική σε καμία περίπτωση δεν τον καθοδηγεί με τόση ασφάλεια όσο η λογική.

Κανείς δε μπορεί εύκολα να σκεφτεί ή να συμπεράνει κάτι ενάντια στους νόμους της λογικής.

Οι λαθεμένες κρίσεις είναι πολύ συχνές, τα λαθεμένα συμπεράσματα είναι εξαιρετικά σπάνια.

Δύσκολα ένας άνθρωπος υστερεί σε φυσική λογική, ενώ απεναντίας συχνά υστερεί σε φυσική διαλεκτική.

Αυτή αποτελεί ένα άνισα κατανεμημένο χάρισμα (όπως συμβαίνει και με την κριτική ικανότητα, που είναι πολύ άνισα κατανεμημένη, ενώ αντίθετα, σχετικά ομοιόμορφη είναι η κατανομή της λογικής).

Το βασικό καθήκον της επιστημονικής διαλεκτικής, όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς, είναι λοιπόν, να προβάλει και να αναλύσει τις ανέντιμες στρατηγικές μιας αντιπαράθεσης, ώστε, όταν θα προκύψει μια πραγματική αντιπαράθεση, να μπορεί να τις αναγνωρίζει ακαριαία και να τις εξουδετερώνει…

Άρθουρ Σοπενχάουερ, Η Τέχνη του να έχεις πάντα Δίκιο

Τζωρτζ Όργουελ: Η Νέα Ομιλία

«Πώς πάει το Λεξικό;» είπε ο Γουίνστον, υψώνοντας τη φωνή του για ν΄ ακουστεί.

«Αργεί», είπε ο Σάιμ. «Βρίσκομαι στα επίθετα. Είναι συναρπαστικό».

Έλαμψε αμέσως μόλις έγινε λόγος για τη Νέα Ομιλία. Έσπρωξε από μπροστά του τη γαβάθα, πήρε το ψωμί στο ένα ντελικάτο χέρι και το τυρί στο άλλο, κι έσκυψε πάνω στο τραπέζι για να μπορεί να μιλάει χωρίς να φωνάζει.

«Η Ενδεκάτη Έκδοση είναι η οριστική» είπε. Δίνουμε στη γλώσσα την τελική της μορφή, τη μορφή που θα έχει όταν κανείς δε θα μιλάει άλλη γλώσσα. Όταν τελειώσουμε, άνθρωποι σαν κι σένα θα πρέπει να την μάθουν απ΄ αρχής. Πιστεύεις, θα έλεγα, ότι η κύρια δουλειά μας είναι να εφεύρουμε νέες λέξεις. Αλλά δε συμβαίνει καθόλου κάτι τέτοιο. Καταστρέφουμε λέξεις – δεκάδες, εκατοντάδες λέξεις κάθε μέρα. Πετσοκόβουμε τη γλώσσα ως το κόκκαλο. Η Ενδεκάτη Έκδοση δεν θα περιέχει ούτε μια λέξη που να μπορεί να θεωρηθεί απαρχαιωμένη πριν από το 2050».

Δάγκωσε πεινασμένα το ψωμί του, κατάπιε δύο μπουκιές και συνέχισε να μιλάει σχολαστικότητα. Το αδύνατο σκούρο πρόσωπό του είχε ζωντανέψει, τα μάτια του είχαν χάσει την ειρωνική τους έκφραση και είχαν γίνει ονειροπόλα.

«Ωραίο πράγμα η καταστροφή των λέξεων. Βεβαίως, το μεγάλο κόψιμο γίνεται στα ρήματα και τα επίθετα, αλλά υπάρχουν επίσης και εκατοντάδες ουσιαστικά που μπορούμε να ξεφορτωθούμε. Δεν είναι μόνο τα συνώνυμα∙ υπάρχουν επίσης και τα αντίθετα. Στο κάτω κάτω , ποιος ο λόγος ύπαρξης μια λέξης που απλώς είναι αντίθετη μιας άλλης; Μια λέξη εμπεριέχει από μόνη της το αντίθετό της. Πάρε, ας πούμε, τη λέξη "καλός". Τι χρειάζεται η λέξη "κακός"; "Μηκαλός" είναι το ίδιο και καλύτερο γιατί είναι ακριβώς το αντίθετο του "καλός", ενώ η άλλη λέξη δεν είναι.

Αν πάλι θέλεις μια λέξη πιο δυνατή από το "καλός", τι νόημα έχει να υπάρχει ολόκληρη σειρά από αόριστες και άχρηστες λέξεις όπως "θαυμάσιος", "υπέροχος" και όλα τα υπόλοιπα; Η λέξη "δίσκαλος" καλύπτει πλήρως την έννοια ή "τρίσκαλος" αν θέλεις κάτι ακόμα πιο έντονο.

Φυσικά, αυτούς τους τύπους τους χρησιμοποιούμε ήδη, αλλά στην τελική έκδοση της Νέας Ομιλίας δεν θα υπάρχει τίποτα άλλο. Στο τέλος όλη η θεωρία του καλού και του κακού θα καλύπτεται από έξι λέξεις μόνο, στην πραγματικότητα από μία και μόνη. Δε βλέπεις τι ομορφιά υπάρχει σ΄ αυτά, Γουίνστον; Φυσικά», πρόσθεσε αμέσως μετά, «η αρχική ιδέα ήταν του Μεγάλου Αδελφού».

Στο όνομα του Μεγάλου Αδελφού ένα είδος βλακώδους ενδιαφέροντος φάνηκε στο πρόσωπο του Γουίνστον. Ωστόσο ο Σάιμ παρατήρησε αμέσως κάποια έλλειψη ενθουσιασμού.

«Δεν εκτιμάς αληθινά τη Νέα Ομιλία», είπε σχεδόν θλιμμένα.

«Ακόμα και όταν την γράφεις, εξακολουθείς να σκέφτεσαι στην Παλαιά Ομιλία. Διάβασα μερικά από τα άρθρα τα οποία γράφεις πού και πού στους Τάιμς. Είναι αρκετά καλά, αλλά είναι μεταφράσεις. Κατά βάθος, θα προτιμούσες να παραμείνεις πιστός στην Παλαιά Ομιλία, μ’ όλη την αοριστολογία της και τις άχρηστες αποχρώσεις των εννοιών. Δεν συλλαμβάνεις την ομορφιά της καταστροφής των λέξεων. Το ξέρεις ότι η Νέα Ομιλία είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που το λεξιλόγιό της λιγοστεύει κάθε χρόνο;»

Ο Γουίνστον το ήξερε, φυσικά. Χαμογέλασε συγκαταβατικά, έτσι τουλάχιστον έλπιζε, μιας και δεν είχε εμπιστοσύνη στον εαυτό του για να μιλήσει. Ο Σάιμ δάγκωσε άλλη μια μπουκιά από το μαυριδερό ψωμί, μάσησε γρήγορα και εξακολούθησε:

«Δεν βλέπεις ότι ο όλος σκοπός της Νέας Ομιλίας είναι να στενέψει τα όρια της σκέψης; Στο τέλος θα κάνουμε κυριολεκτικά αδύνατο το έγκλημα της σκέψης, γιατί δεν θα υπάρχουν λέξεις για να το εκφράσει κανείς. Κάθε γενική έννοια που μπορεί ποτέ να χρειαστεί θα καλύπτεται από μια μόνο λέξη, το νόημα της οποίας θα είναι αυστηρά καθορισμένο και όλες οι παραπλήσιές της έννοιες θα έχουν εκλείψει και ξεχαστεί. Ήδη, στην Ενδέκατη Έκδοση, δεν απέχουμε πολύ απ΄ αυτό το σημείο. Αλλά η διαδικασία θα συνεχίζεται και πολύ αργότερα, όταν εσύ κι εγώ θα ‘χουμε πεθάνει. Κάθε χρόνο ολοένα και λιγότερες λέξεις, και οι ορίζοντες της συνείδησης ολοένα και θα στενεύουν.

[Κατά κανόνα, ο πόλεμος είναι πάντα οργανωμένος έτσι ώστε να καταβροχθίζει το πλεόνασμα που θα μπορούσε να υπάρχει αφού καλυφθούν οι στοιχειώδεις ανάγκες του πληθυσμού. Στην πράξη, υπολογίζουν τις απαραίτητες υλικές ανάγκες του πληθυσμού πάντα κάτω από το πραγματικό τους επίπεδο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την χρόνια έλλειψη του μισού των απαραίτητων για τη ζωή αγαθών, όμως αυτό θεωρείται πλεονέκτημα. Κρατούν όλο τον κόσμο, ακόμα και τις προνομιούχες τάξεις, κοντά στα όρια της φτώχειας, κατόπιν εσκεμμένης πολιτικής. Η γενική στέρηση αυξάνει την σπουδαιότητα των μικρών προνομίων και έτσι μεγεθύνει την διάκριση μεταξύ των ομάδων. Κατά τα πρότυπα των αρχών του εικοστού αιώνα, ακόμα και τα μέλη του Εσωτερικού Κόμματος ζουν με αυστηρό τρόπο ζωής που κυριαρχείται από την εργασία. Εν τω μεταξύ, οι μικρές πολυτέλειες που απολαμβάνουν- το μεγάλο τους καλοεπιπλωμένο διαμέρισμα, το καλύτερο ύφασμα των ρούχων τους, η καλύτερη ποιότητα της τροφής, του καπνού και του ποτού, οι δυο τρεις υπηρέτες τους, το ιδιωτικό αυτοκίνητο ή το ελικόπτερο, τους εντάσσουν σε έναν κόσμο διαφορετικό από ένα μέλος του Εξωτερικού Κόμματος. Και τα μέλη του Εξωτερικού Κόμματος έχουν παρόμοια πλεονεκτήματα σε σύγκριση με τις απόκληρες μάζες που ονομάζουμε «προλεταριάτο» . η κοινωνική ατμόσφαιρα είναι όμοια με πολιορκημένης πόλης, όπου το να κατέχεις λίγο αλογίσιο κρέας σηματοδοτεί τη διαφορά μεταξύ φτώχειας και πλούτου. Την ίδια στιγμή, η συναίσθηση της εμπόλεμης κατάστασης και, κατά συνέπεια, του κινδύνου κάνει ώστε η παράδοση όλης της εξουσίας σε μία μικρή κάστα να φαίνεται σαν κατάσταση φυσική και αναπόφευκτη για την επιβίωση.

Ο πόλεμος, όπως θα δούμε, όχι μόνο πραγματοποιεί τις απαραίτητες καταστροφές, αλλά τις πραγματοποιεί με τρόπο ψυχολογικά αποδεκτό. Κατά πρώτον, θα ήταν πολύ απλό να σπαταληθεί το πλεόνασμα του μόχθου των ανθρώπων χτίζοντας ναούς και πυραμίδες, ανοίγοντας λάκκους και γεμίζοντάς τους πάλι, ή ακόμα παράγοντας μεγάλες ποσότητες αγαθών και βάζοντάς τους έπειτα φωτιά. Αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν αρκετό για την οικονομική και όχι για την συναισθηματική βάση μιας ιεραρχικής κοινωνίας. Αυτό που ενδιαφέρει εδώ δεν είναι το ηθικό των μαζών, των οποίων η στάση δεν έχει καμία βαρύτητα- αρκεί να συνεχίζουν να εργάζονται-, αλλά το ηθικό του ίδιου του Κόμματος. Ακόμα και από το ασήμαντο μέλος του Κόμματος ζητούν να είναι ικανός, εργατικός και ακόμα ευφυής σε ορισμένα όρια. Είναι όμως επίσης απαραίτητο να είναι ένας εύπιστος αδαής φανατικός με κύρια χαρακτηριστικά του το φόβο, το μίσος, τη χαμέρπεια και την οργιώδη θριαμβολογία. Με άλλα λόγια, πρέπει να έχει την νοοτροπία που είναι απαραίτητη στην εμπόλεμη κατάσταση, δεν έχει σημασία να γίνεται πραγματικά πόλεμος και, αφού δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καμιά αποφασιστική νίκη, δεν έχει σημασία η καλή ή η κακή έκβαση του πολέμου. Το απαραίτητο είναι να υπάρχει η εμπόλεμη κατάσταση. Η συστηματοποίηση της νοημοσύνης που απαιτεί το Κόμμα από τα μέλη του, και που επιτυγχάνεται πιο εύκολα σε μια ατμόσφαιρα πολέμου, είναι τώρα σχεδόν παγκόσμια, αλλά παρατηρείται ακόμα πιο έντονα όσο ψηλότερα ανεβαίνει κανείς στην κοινωνική κλίμακα.

Τζωρτζ Όργουελ, 1984 Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ (απόσπασμα)

Τι πρέπει να κάνεις για να αλλάξεις;

Οι νοοτροπίες, οι συμπεριφορές και ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις βασίζονται σε παγιωμένες σκέψεις, σε παγιωμένες αντιλήψεις, σε πυρηνικές πεποιθήσεις.

Να το αποφασίσεις λοιπόν… Να γίνεις (ίσως για πρώτη φορά) πραγματικός σύμμαχος του εαυτού σου…

Και με ποιον τρόπο γίνεται αυτό στην πράξη;

Να καθίσεις και να γράψεις αυτά τα οποία σε ενοχλούν στον εαυτό σου..

Μην κάνεις όμως το λάθος να εστιάσεις στους άλλους… γιατί το μόνο που θα πετύχεις θα είναι μία αναπαραγωγή του θυμού και του αισθήματος αδικίας που νιώθεις .. και στην πραγματικότητα δεν θα αναλάβεις την ευθύνη για την ουσιαστική σου αλλαγή.

Να γράψεις λοιπόν αυτά τα οποία σε ενοχλούν και να βαθμολογήσεις την ενόχληση που σου προκαλούν με μία κλίμακα την οποία εσύ θα θέσεις (ας πούμε από το 1 μέχρι το 10).. Και να αρχίσεις να ασχολείσαι με αυτό που σε ενοχλεί λιγότερο και δίπλα του να αποτυπώσεις τους τρόπους που μπορείς να το αλλάξεις (πρακτικά)…

Και αν δυσκολεύεσαι σκέψου ότι συμβουλεύεις ένα φίλο σου..

Αλλά να αλλάξεις, γιατί όλοι μας αξίζουμε την αλλαγή…

Να αποτυπώσεις τους τρόπους που μπορείς να κάνεις πράξη την αλλαγή σου .. και αν έχεις μάθει να σκέφτεσαι τα εμπόδια και τις δυσκολίες, θυμήσου ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί να έχεις αντιμετωπίσει όλα τα γεγονότα της ζωής σου.. τώρα όμως μιλάμε για αλλαγή, άρα θέλουμε κάτι διαφορετικό, κάτι νέο.

Μην γκρινιάζεις λοιπόν, μην εστιάζεις στα εμπόδια, εστίασε σε αυτό που θέλεις να πετύχεις.. Επέτρεψε στον εαυτό σου να φαντασιωθεί ωραίες στιγμές, όμορφους στόχους, όνειρα ζωής..

Να αποτυπώσεις λοιπόν τα βήματα, μικρά και μεγάλα για να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα…

Μα πάνω από όλα να πιστέψεις εσύ ο ίδιος, εσύ η ίδια στην αλλαγή σου, γιατί αν δεν δώσεις εσύ το δικαίωμα της αλλαγής σε εσένα, δεν θα σου το παραχωρήσει κανένας… Και η αλήθεια είναι ότι όλοι έχουμε δικαίωμα στο όνειρο, στους στόχους και στην αλλαγή.

Και η πραγματική αλλαγή ξεκινάει από μέσα μας…

Τι κρύβεις μέσα σου

Η ανθρώπινη οντότητα, για να βρει το δρόμο που οδηγεί στον Εαυτό της, πρέπει να ανακαλύψει πρώτα τις βασικές λειτουργίες της ίδιας της διάνοιάς της. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να αποφύγει τις συμπληγάδες πέτρες της παραπληροφόρησης, που της κλείνει το δρόμο.

Ο ίδιος ο Εαυτός μας τις περισσότερες φορές είναι παγιδευμένος από τον τρόπο σκέψης της ίδιας της διανόησης μας.

Νομίζω λοιπόν, ότι επειδή κανένας δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την ουσία των πραγμάτων, σ’ αυτό το Πεδίο, γι’ αυτό δεν επιτρέπει σε κανένα να επιβάλει την “αλήθεια” του στους άλλους.

Όμως εδώ βρίσκεται το τραγικό λάθος των ανθρώπων, που είναι η προσπάθεια επιβολής της δικής τους θεώρησης των πραγμάτων στους άλλους. Μια τέτοια παγιδευμένη προσωπικότητα, που έχει δημιουργήσει ένα γυάλινο και εύθραυστο κάστρο, για έναν εξωτερικό παρατηρητή. Τρέχει με μεγάλη ταχύτητα μέσα στο “κάστρο” της, χωρίς να μπορεί να συλλάβει άλλες αξίες πέρα από τις δικές της.

Ξαφνικά λοιπόν εκεί που τρέχει σταματά μπροστά σε κάποια που του μιλάει στο μυαλό και του λέει ότι είναι ο Ανώτερός του Εαυτός, και η μοναδική αλήθεια. Δεν προλαβαίνει να αντιληφθεί αυτό που είναι πίσω από αυτό που φαίνεται. Διότι οραματίζεται σύμφωνα με τα όσα εσφαλμένα έχει “χτίσει” μέσα του.

Το μυστικό λοιπόν βρίσκεται στην απουσία έργου, στην εκμηδένιση του έργου, στην ηρεμία της δράσης. Διότι οι Πύλες της ύπαρξης δεν ανοίγουν με υποκειμενικά κριτήρια και παραπλανήσεις.

Η Ανώτερη γνώση που προέρχεται από τις Ανώτερες Νοητικές σφαίρες της ύπαρξής μας, φέρνει σε επαφή την συνείδηση με τον πρωταρχικό λόγο συχνότητα. Με τη συμπαντική ιδιοσυχνότητα.

Όταν δηλαδή η συνείδηση ταυτιστεί με την Παγκόσμια συχνότητα τότε η “μάζα” γίνεται άπειρη. Τότε Γνωρίζει. Αν τώρα είναι αναγκαίο να κοινοποιηθεί κάποιος σημαντικό κομμάτι γνώσης, τότε πρέπει να δίνεται μέσα σε ειδικό “κέλυφος”, για να μην μπορεί να επηρεάσει αρνητικά “αμύητες” συνειδήσεις, αλλά και για να μη “φθαρεί” η ίδια.

Αυτά τα τελευταία μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι σ’ αυτό το βιβλίο έχουν επιτευχθεί.

Αγαπητοί συνταξιδιώτες, στις σελίδες που ακολουθούν δεν δίνεται αυτό που λέγεται “μασημένη τροφή”. Διότι εάν συνέβαινε αυτό, θα αδρανοποιούσε τις δικές σας ιδιαίτερες διαδικασίες σκέψης. Ενώ ο σκοπός αυτού του βιβλίου είναι ακριβώς ο αντίθετος.

Το μεγαλύτερο λάθος είναι να πιστεύει κανείς πως ο άνθρωπος είναι μόνος του και αβοήθητος σε τούτο τον κόσμο.

Ο άνθρωπος αποτελείται από επτά καταστάσεις συνείδησης . Ο μυημένος ζει πλέον τα τρία ανώτερα επίπεδα συνείδησης , που αντιπροσωπεύουν την “ Εγώ Ειμί Παρουσία”.

Η κυριαρχία των τριών ανώτερων στα τέσσερα κατώτερα επίπεδα είναι το βασικό μέλημα κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου που θα ήθελε η ανθρώπινη υπόστασή του να περιέλθει στον ανώτερο εαυτό της. Στον πνευματικό εαυτό της.

Η προαγωγή του ατόμου στις πνευματικές σφαίρες, είναι κατορθωτή δια μέσου της γνώσεως , όπως αυτή απορρέει από τον ανώτερο εαυτό του. Ανεξάρτητα από τον βαθμό εξέλιξής του, διότι η εξέλιξη είναι άπειρη.

Ας μην ξεχνάμε , ότι ο άνθρωπος είναι ένα μικρό μόριο της φύσης και με το καιρό μέλλει να εξελιχθεί σε πλήρη υπόσταση.

Εκείνος λοιπόν που ακολουθεί την μύηση μαθαίνει την αλήθεια που έρχεται από τις ανώτερες σφαίρες , μέσω της εσωτερικής του φωνής, και επαναλαμβάνει “το γνώθι σ’ αυτόν” πετυχαίνοντας να αναγνωρίσει στον εαυτό του τον ίδιο τον θεό του.

Με άλλα λόγια είναι κάτι σαν την “εσωτερική φωνή του Σωκράτη”.

A. Schopenhauer: Η Φύση, η μητέρα των πάντων, στέλνει ανέμελα τα παιδιά της να εκτεθούν σε χίλιους κινδύνους

Για μας τους ανθρώπους, φυσικά, το πιο μεγάλο ρίσκο το έχει το παιχνίδι της ζωής και του θανάτου, και κάθε σχετική απόφαση τη βλέπουμε με έντονη αγωνία, φόβο και πάθος. Γιατί για μας η ζωή είναι το παν. Από την άλλη μεριά, η φύση, η οποία ποτέ δε λέει ψέματα, αλλά είναι πάντα ντόμπρα και ειλικρινής, μιλάει εντελώς διαφορετικά σε σχέση μ’ αυτό το θέμα, όπως ακριβώς μιλάει o Κρίσνα στην Μπαγκαβάτ Γκίτα. Μας λέει δηλαδή ότι η ζωή ή ο θάνατος του ατόμου δεν έχουν καμία απολύτως βαρύτητα. Και το εκφράζει αυτό θυσιάζοντας τη ζωή κάθε ζώου, ακόμα και του ανθρώπου, στις πιο ασήμαντες συγκυρίες χωρίς να προστρέχει σε βοήθεια. 

Σκεφτείτε το έντομο στο δρόμο που περπατάτε˙ μια μικρή μετακίνηση του ποδιού σας είναι αποφασιστική στο ζήτημα της ζωής ή του θανάτου του. Σκεφτείτε τον γυμνοσάλιαγκα που δεν έχει τρόπους διαφυγής, ούτε άμυνας, ούτε παραλλαγής, ούτε απόκρυψης, που είναι εκτεθειμένος στην επιβουλή όλων των άλλων. Δείτε το ψάρι που παίζει αμέριμνο στο ανοιχτό ακόμα δίχτυ˙ τον βάτραχο, που η νωθρότητά του τον εμποδίζει να διαφύγει και να σωθεί˙ το πουλί που αγνοεί, ότι πάνω απ’ το κεφάλι του περιφέρεται ένα γεράκι˙ το πρόβατο, που το ορέγεται πίσω απ’ τον θάμνο o λύκος. 

Προικισμένα με ελάχιστη προνοητικότητα, όλα αυτά τα πλάσματα περιφέρονται ανέμελα ανάμεσα στους κινδύνους που κάθε στιγμή απειλούν τη ζωή τους. Αφού λοιπόν η φύση εγκαταλείπει ανενδοίαστα οργανισμούς δικούς της, κατασκευασμένους με άπειρη επιδεξιότητα, όχι μόνο στα αιμοβόρα ένστικτα του ισχυρότερου, αλλά ακόμα και στα καπρίτσια της τύχης ή του οποιουδήποτε ανόητου, στη μοχθηρία κάποιου παιδιού, είναι σαν να θέλει να μας πει ότι η εξόντωση αυτών των οργανισμών της είναι αδιάφορη, δεν την βλάπτει καθόλου, δεν έχει καμία απολύτως σημασία γι’ αυτήν, κι ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι το ίδιο αδιάφορο με το αίτιο. 

Η φύση το δηλώνει αυτό ξεκάθαρα και δε λέει ποτέ ψέματα˙ αρνείται μάλιστα να σχολιάσει τις ενέργειές της και περιορίζεται να τις εκφράζει με τη λακωνικότητα ενός μαντείου. Αν λοιπόν τώρα, η μητέρα των πάντων στέλνει ανέμελα τα παιδιά της χωρίς καμία προστασία, να εκτεθούν σε χίλιους κινδύνους, αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει παρά μόνο επειδή γνωρίζει ότι όταν θα πέσουν, θα επιστρέψουν στη μήτρα της, όπου θα είναι και πάλι ασφαλή. Τον άνθρωπο δεν τον αντιμετωπίζει διαφορετικά. Η τακτική της επεκτείνεται και σ’ αυτόν: η ζωή ή o θάνατος του ατόμου την αφήνουν αδιάφορη. Γι’ αυτό και θα ‘πρεπε και για μας, υπό κάποια έννοια, να είναι επίσης αδιάφορα˙ γιατί στην πραγματικότητα είμαστε κι εμείς οι ίδιοι μέρος της φύσης. Αν μπορούσαμε να δούμε τα πράγματα πιο βαθιά, σίγουρα θα συμφωνούσαμε με τη φύση και θα βλέπαμε τη ζωή ή τον θάνατο το ίδιο αδιάφορα μ’ εκείνη.

Arthur Schopenhauer

Τα μικρά παιδιά εκφράζουν αυτό που νιώθουν και δεν φοβούνται να αγαπήσουν

Όταν γεννιέται κανείς, ο συναισθηματικός νους –το συναισθηματικό σώμα– είναι απολύτως υγιής. Περίπου γύρω στα τρία με τέσσερα χρόνια αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες πληγές στο συναισθηματικό σώμα, οι οποίες μολύνονται με συναισθηματικό δηλητήριο. Ωστόσο, αν παρατηρήσετε παιδιά που είναι δύο ή τριών ετών, αν δείτε πώς συμπεριφέρονται, θα διαπιστώσετε ότι παίζουν συνεχώς κι ότι πάντα γελούν. Η φαντασία τους είναι τόσο ζωηρή και κάθε τους όνειρο είναι μια περιπέτεια εξερεύνησης. Όταν κάτι δεν πάει καλά, αντιδρούν και υπερασπίζονται τον εαυτό τους, αλλά έπειτα το προσπερνούν και στρέφουν την προσοχή τους και πάλι στην παρούσα στιγμή, για να ξαναπαίξουν και να ξαναδιασκεδάσουν. Ζουν τη στιγμή. Δεν ντρέπονται για το παρελθόν· δεν ανησυχούν για το μέλλον. Τα μικρά παιδιά εκφράζουν αυτό που νιώθουν και δεν φοβούνται να αγαπήσουν.

Οι πιο χαρούμενες στιγμές στη ζωή μας είναι όταν παίζουμε σαν παιδιά, όταν τραγουδάμε και χορεύουμε, όταν εξερευνούμε και δημιουργούμε για να διασκεδάσουμε. Νιώθουμε υπέροχα όταν συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά, γιατί αυτό είναι το φυσιολογικό για το ανθρώπινο μυαλό, η φυσιολογική ανθρώπινη τάση. Όταν ήμασταν παιδιά, είχαμε αθωότητα και μας ήταν φυσικό να εκφράζουμε αγάπη. Τι μας συνέβη, λοιπόν; Τι συνέβη σε όλο τον κόσμο;

Η απάντηση είναι ότι όταν είμαστε παιδιά, οι ενήλικοι έχουν ήδη την ψυχική ασθένεια, η οποία είναι πολύ μεταδοτική. Πώς μας τη μεταδίδουν; Μας «τραβούν την προσοχή», μας μαθαίνουν να είμαστε σαν εκείνους. Έτσι μεταδίδουμε την ασθένεια στα παιδιά μας και έτσι μας μόλυναν με αυτή οι γονείς, οι δάσκαλοι, τα μεγαλύτερα αδέρφια μας, ολόκληρη η κοινωνία των ασθενών. Μας τράβηξαν την προσοχή και μας έβαλαν πληροφορίες στο μυαλό μέσω της επανάληψης. Έτσι μαθαίνουμε.

Έτσι προγραμματίζουμε το ανθρώπινο μυαλό.

Το πρόβλημα είναι το πρόγραμμα, οι πληροφορίες που αποθηκεύσαμε στο μυαλό μας. Τραβώντας την προσοχή τους, μαθαίνουμε στα παιδιά μια γλώσσα και πώς να διαβάζουν, να συμπεριφέρονται και να ονειρεύονται. Τα εξημερώνουμε όπως ακριβώς εξημερώνουμε έναν σκύλο ή οποιοδήποτε άλλο ζώο: μέσω της τιμωρίας και της ανταμοιβής. Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Αυτό που αποκαλούμε διαπαιδαγώγηση δεν είναι τίποτα παραπάνω από εξημέρωση του ανθρώπου.

Φοβόμαστε την τιμωρία, αλλά, αργότερα, φοβόμαστε ότι δεν θα πάρουμε ανταμοιβή, ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί για τους γονείς, τα αδέρφια ή τον δάσκαλό μας. Έτσι γεννιέται η ανάγκη της αποδοχής. Προηγουμένως, δεν μας ενδιέφερε αν μας αποδέχονταν ή όχι. Οι απόψεις των άλλων δεν ήταν σημαντικές, κι αυτό γιατί απλά θέλαμε να παίζουμε και να ζούμε τη στιγμή.

Ο φόβος ότι δεν θα ανταμειφθούμε μετατρέπεται σε φόβο της απόρριψης. Ο φόβος ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί μας ωθεί να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε, να δημιουργήσουμε μια εικόνα του εαυτού μας. Έπειτα προσπαθούμε να παρουσιάσουμε αυτή την εικόνα του πώς θα ήθελαν οι άλλοι να είμαστε, απλά για να γίνουμε αποδεκτοί, απλά για να πάρουμε την ανταμοιβή. Μαθαίνουμε να προσποιούμαστε ότι είμαστε κάτι που δεν είμαστε και εξασκούμαστε στο να γίνουμε κάτι διαφορετικό, ώστε να είμαστε καλοί για τους γονείς, τον δάσκαλο, τη θρησκεία μας ή οποιονδήποτε άλλο. Εξασκούμαστε συνεχώς και γινόμαστε δεξιοτέχνες στο να είμαστε κάτι άλλο από τον πραγματικό μας εαυτό.

Σύντομα ξεχνάμε ποιοι είμαστε πραγματικά και αρχίζουμε να ζούμε ως εικόνες του εαυτού μας. Δεν δημιουργούμε μόνο μια εικόνα, αλλά πολλές διαφορετικές, αναλόγως με τις κατηγορίες ανθρώπων που συναναστρεφόμαστε. Αρχικά δημιουργούμε μια εικόνα στο σπίτι και μια άλλη στο σχολείο και όταν μεγαλώνουμε δημιουργούμε ακόμη περισσότερες.

Το ίδιο ισχύει και για μια συνηθισμένη σχέση μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας. Η γυναίκα έχει μια εξωτερική εικόνα που προσπαθεί να παρουσιάσει στους άλλους, αλλά όταν είναι μόνη της έχει άλλη εικόνα για τον εαυτό της. Κι ο άντρας έχει μια εξωτερική και μια εσωτερική εικόνα. Όταν είναι πια ενήλικοι, η εσωτερική και η εξωτερική εικόνα είναι πλέον τόσο διαφορετικές που δεν ταιριάζουν σχεδόν καθόλου. Έτσι, σε μια σχέση μεταξύ άντρα και γυναίκας υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις εικόνες. Πώς είναι, λοιπόν, δυνατόν να μάθουν πραγματικά ο ένας τον άλλο; Δεν είναι. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να προσπαθήσουν να κατανοήσουν την εικόνα. Όμως, υπάρχουν κι άλλες εικόνες που πρέπει να αναφέρουμε.

Όταν ένας άντρας γνωρίζει μια γυναίκα, δημιουργεί μια εικόνα για εκείνη από τη δική του οπτική, και το ίδιο κάνει κι η γυναίκα για τον άντρα. Έπειτα προσπαθούν να βάλουν τον άλλο στο καλούπι της εικόνας που έφτιαξαν για εκείνον. Τώρα υπάρχουν ανάμεσά τους έξι εικόνες που τους χωρίζουν. Φυσικά, λένε ψέματα ο ένας στον άλλο ακόμη κι αν δεν το συνειδητοποιούν. Η σχέση τους βασίζεται στον φόβο και στο ψέμα. Δεν βασίζεται στην αλήθεια, επειδή δεν μπορούν να δουν μέσα από την ομίχλη. Όταν είμαστε μικροί, δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των εικόνων του εαυτού μας. Οι εικόνες μας δεν αμφισβητούνται, μέχρι που αρχίζουμε να αλληλοεπιδρούμε με τον εξωτερικό κόσμο και δεν έχουμε πια την προστασία των γονιών μας.

Όταν είμαστε παιδιά, μαθαίνουμε ότι οι απόψεις των άλλων είναι σημαντικές και ζούμε σύμφωνα με αυτές. Η άποψη κάποιου μπορεί να μας ρίξει στην κόλαση, ακόμη κι αν δεν είναι αλήθεια: «Είσαι άσχημος. Κάνεις λάθος. Είσαι χαζός». Οι απόψεις έχουν μεγάλη επιρροή στην ασυλλόγιστη συμπεριφορά όσων ζουν στην κόλαση. Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη να ακούμε ότι είμαστε καλοί, ότι τα πάμε καλά, ότι είμαστε όμορφοι. «Πώς σου φαίνομαι; Σου άρεσε αυτό που είπα; Πώς τα πήγα;» Έχουμε ανάγκη να ακούμε τις γνώμες των άλλων, επειδή έχουμε εξημερωθεί και μπορούμε να χειραγωγηθούμε από αυτές. Γι’ αυτό αποζητάμε την αναγνώριση των άλλων· χρειαζόμαστε συναισθηματική στήριξη· έχουμε την ανάγκη να γίνουμε αποδεκτοί από το εξωτερικό Όνειρο μέσω των άλλων.

Τόσοι άνθρωποι υποφέρουν λόγω των ψεύτικων εικόνων που προβάλλουμε. Όλοι προσποιούμαστε ότι είμαστε εξαιρετικά σημαντικοί, αλλά, ταυτόχρονα, πιστεύουμε ότι είμαστε ένα μηδενικό. Προσπαθούμε σκληρά να γίνουμε κάποιοι σε αυτή την κοινωνία του Ονείρου, να μας αναγνωρίσουν και να μας αποδεχτούν. Προσπαθούμε να είμαστε σημαντικοί, να πετύχουμε, να αποκτήσουμε ισχύ, να γίνουμε πλούσιοι και διάσημοι, να εκφράσουμε το προσωπικό μας όνειρο και να το επιβάλουμε στους γύρω μας. Γιατί; Διότι πιστεύουμε ότι το Όνειρο είναι πραγματικό και το αντιμετωπίζουμε πολύ σοβαρά.

Πραγματικές σχέσεις δημιουργούμε μόνο με εκείνους στους οποίους έχουμε το σθένος να αποκαλύπτουμε τη δυστυχία μας

Ρωτάς: «Πρέπει να αποδεχθώ την κόλαση, πριν μπορέσω να βρω την ευδαιμονία;»

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Και δεν θα πρέπει απλώς να την αποδεχθείς, θα πρέπει να διεισδύσεις βαθιά μέσα της και να την κατανοήσεις. Θα πρέπει να υποφέρεις τον πόνο και την οδύνη της, ώστε να αντιληφθείς απόλυτα τι πράγμα είναι.

Μόνο όταν γνωρίσεις τι είναι, θα είσαι σε θέση να γνωρίσεις ότι εσύ τη δημιουργείς. Και μόνο όταν γνωρίσεις με ποιο τρόπο τη δημιουργείς, τότε εσύ αποφασίζεις αν θέλεις να συνεχίσεις να τη δημιουργείς ή όχι. Τότε είναι δική σου επιλογή.

Λες: «Δεν καταλαβαίνω πώς.»

Ναι, είναι δύσκολο να αποδεχθείς την κόλαση. Κάνουμε τεράστια προσπάθεια για να την αρνηθούμε. Γι’ αυτό, μπορεί μέσα σου να κλαις, συνεχίζεις όμως να υποκρίνεσαι ότι είσαι ευτυχισμένος . Είναι δύσκολο να αποδεχθείς ότι είσαι δυστυχισμένος. Αν όμως συνεχίσεις να το αρνείσαι, σιγά-σιγά αποσυνδέεσαι από τη συνειδητότητά σου, από την επίγνωσή σου.

Αυτό συμβαίνει όταν λέμε ότι κάτι έχει γίνει ασυνείδητο. Αυτό σημαίνει ότι έχει αποσυνδεθεί από τη συνειδητότητά σου. Το έχεις αρνηθεί για τόσο πολύ καιρό, που έχει γίνει το σκιώδες κομμάτι της ζωής σου, έχει μετακινηθεί στο υπόγειό σου. Ποτέ δεν το συναντάς, εκείνο όμως συνεχίζει να δουλεύει από εκεί και σε επηρεάζει και δηλητηριάζει το είναι σου.

Αν είσαι δυστυχισμένος, μπορεί να χαμογελάς, εκείνο το χαμόγελο όμως είναι απλώς μια άσκηση των χειλιών, είναι κάτι ψεύτικο. Δεν έχει καμία σχέση με το είναι σου.

Μπορεί να χαμογελάς, μπορεί να πείσεις μια γυναίκα να σε ερωτευτεί εκείνο σου το χαμόγελο, να θυμάσαι όμως ότι κι εκείνη κάνει το ίδιο.

Κι εκείνη επίσης χαμογελάει, αλλά είναι δυστυχισμένη. Κι εκείνη επίσης υποκρίνεται. Δύο ψεύτικα χαμόγελα λοιπόν, δημιουργούν αυτό που ονομάζεται έρωτας. Για πόσο όμως μπορείς να συνεχίσεις να χαμογελάς; Ύστερα από λίγο, θα πρέπει να χαλαρώσεις.

Αν έχεις διεισδυτικό μάτι, αν ζήσεις με έναν άνθρωπο για τρεις ώρες, μπορείς να δεις την πραγματικότητά του. Επειδή το να υποκρίνεται ακόμη και για τρεις ώρες, είναι πολύ δύσκολο.

Πώς μπορείς να χαμογελάς επί τρεις ώρες, αν το χαμόγελο δεν βγαίνει από μέσα σου; Θα το ξεχνάς ξανά και ξανά και τότε θα φανεί το δυστυχισμένο σου πρόσωπο.

Για μερικές στιγμές, μπορείς να υποκριθείς. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξαπατούμε ο ένας τον άλλον. Και υποκρινόμαστε ότι είμαστε ευτυχισμένοι άνθρωποι – δεν είμαστε όμως!

Το ίδιο κάνει κι ο άλλος. Έτσι, κάθε ερωτική σχέση, κάθε φιλία γίνεται μια δυστυχία. Με το να κρύβεις τη δυστυχία σου, δεν πρόκειται να απαλλαγείς από αυτήν. Θα δημιουργήσεις ακόμη μεγαλύτερη. Το πρώτο πράγμα είναι το να την αντιμετωπίσεις. Ποτέ μην προχωράς αν δεν έχεις αντιμετωπίσει την πραγματικότητά σου και ποτέ μην υποκρίνεσαι ότι είσαι κάποιος άλλος. Δεν είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνει η ευτυχία. Να είσαι απλώς ο εαυτός σου. Αν είσαι δυστυχισμένος, τότε να είσαι δυστυχισμένος. Δεν υπάρχει τίποτα κακό σ’ αυτό. Αυτό θα σε γλιτώσει από πολλούς μπελάδες.

Φυσικά, κανένας δεν θα σ’ ερωτευτεί. Και λοιπόν; Θα γλιτώσεις από πολλούς μπελάδες. Θα μείνεις μόνος, μα δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να είσαι μόνος.

Αντιμετώπισε τη δυστυχία σου, μπες βαθιά μέσα της, βγάλ’ την, ξερίζωσέ την από το ασυνείδητο και φέρ’ την στο συνειδητό. Αυτή είναι μια δύσκολη δουλειά, το κέρδος όμως είναι τεράστιο. Από τη στιγμή που την έχεις δει, μπορείς απλά να την πετάξεις. H δυστυχία υπάρχει μόνο όταν δεν τη βλέπεις, ζει μόνο μέσα στο σκοτάδι, μέσα στο ασυνείδητο. Από τη στιγμή που τη φέρνεις στο φως, αρχίζει να διαλύεται.

Φέρε όλο σου το νου στο φως και θα δεις. Όλα όσα είναι μίζερα και σε κάνουν δυστυχισμένο, αρχίζουν να διαλύονται και όλα όσα είναι όμορφα και σε κάνουν ευδαιμονικό, αρχίζουν να βγάζουν βλαστούς.

Στο φως της συνειδητότητας, εκείνο που παραμένει, είναι καλό κι εκείνο που πεθαίνει, είναι κακό. Αυτός είναι ο δικός μου ορισμός για την αρετή και την αμαρτία.

Αμαρτία είναι αυτό που δεν μπορεί να μεγαλώσει μέσα στην επίγνωση. Χρειάζεται έλλειψη επίγνωσης για να μεγαλώσει. Αρετή είναι αυτό που μπορεί να μεγαλώσει μέσα στην απόλυτη επίγνωση.

Το να βλάπτεις είναι κακό. Και αυτό είναι απόλυτο

Οι φιλόσοφοι ενδιαφέρονται βαθύτατα για τα συστήματα των πεποιθήσεων. Πολλοί φιλόσοφοι, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Ουίλιαμ Τζέιμς, έχουν επισημάνει τον ζωτικό ρόλο που παίζουν οι πεποιθήσεις μας – για καλό ή κακό – στην καθημερινή μας ζωή.

Ο Χομπς παρατήρησε ότι ο ανθρώπινος κόσμος κυβερνάται από τη γνώμη. Οι γνώμες είναι απλώς ανώριμες πεποιθήσεις για θέματα που επιβάλλουν την άμεση προσοχή μας. Μια φιλοσοφική εξέταση ενός συστήματος πεποιθήσεων προϋποθέτει την προσπάθεια να καταλάβεις όχι μόνο το τι πιστεύουν οι άνθρωποι, αλλά επίσης πώς κατέληξαν να το πιστεύουν, τι λόγους έχουν να πιστεύουν αυτό, πώς οι πεποιθήσεις τους επηρεάζουν τον τρόπο που ζούνε και μέχρι ποιο σημείο οι πεποιθήσεις τους είναι η πηγή της ευαρέσκειάς τους, της δυσαρέσκειάς τους ή της ασθένειάς τους αντίστοιχα.

Ένα εκπληκτικό πράγμα σχετικά με τις ανθρώπινες πεποιθήσεις είναι ότι άσχετα με το τι πιστεύει κάποιος για κάτι, πάντα μπορείς να βρεις κάποιον που να πιστεύει το αντίθετο ή κάτι μη συμβατό. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ανθρώπινες πράξεις οι οποίες είναι και αυτές αντιφατικές ή ασύμβατες.

Η Ιερά Εξέταση εκτελούσε βίαια ανθρώπους επειδή δεν πίστευαν στη δική της ερμηνεία του χριστιανισμού.

Το αν οι ιεροεξεταστές ήταν τρελοί ή απλώς παραπλανημένοι δεν θα το μάθουμε ποτέ.

Κατά τη διάρκεια του αμερικανικού Επαναστατικού Πολέμου, αυτοί που υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας θεωρούνται ήρωες σε δεκατρείς αποικίες, αλλά κρίνονταν προδότες από το βρετανικό στέμμα. Εάν συλλαμβάνονταν, οι Αμερικανοί “Ιδρυτές Πατέρες” θα είχαν κρεμαστεί επί εσχάτη προδοσία.

Είχαν μήπως αυτοκτονικές τάσεις αυτοί που υπέγραψαν τη διακήρυξη; Βεβαίως όχι. Ήταν θαρραλέοι άντρες, οι οποίοι έπραξαν μετά από πολλή ενδοσκόπηση και δημόσια διαμάχη, και οι οποίοι εφάρμοσαν βαθιές φιλοσοφικές αρχές ακόμη και με τον τρόπο που ενήργησαν.

Για να διαλέξω ένα πιο πρόσφατο και ανατριχιαστικό παράδειγμα: Οι περισσότεροι Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Ασιάτες πιστεύουν ότι οι δεκαεννιά Άραβες που κατέλαβαν τα τέσσερα αεροπλάνα στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 ήταν τρομοκράτες οι οποίοι διέπραξαν τρομερά εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας και πρόσβαλαν τον πολιτισμό. Όμως πάλι, μερικοί άνθρωποι στον ισλαμικό κόσμο πιστεύουν ότι ήταν μάρτυρες, ήρωες και πολεμιστές.

Εν τω μεταξύ, αυτά τα ακραία και βίαια παραδείγματα αντικατοπτρίζουν όχι μόνο τον ζωτικό ρόλο των πεποιθήσεων στη διακυβέρνηση της πορείας της ανθρώπινης ζωής, αλλά και το πώς οι πεποιθήσεις σχετικά με τις πεποιθήσεις των άλλων ανθρώπων διέπουν την πορεία της ανθρώπινης ζωής. Το να καταλάβει κανείς όλα αυτά είναι μια φιλοσοφική διεργασία. Το να καταλάβει πως οι πεποιθήσεις, και οι πεποιθήσεις σχετικά με τις πεποιθήσεις των άλλων, μπορούν να κάνουν την ανθρώπινη ζωή καλύτερη – ή χειρότερη – επίσης είναι μια φιλοσοφική διεργασία.

Για την ιστορία: Δεν είμαι ηθικός σχετικιστής. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να έχουν την ελευθερία να πιστεύουν και να λατρεύουν τον δικό τους θεό ή θεούς με τον δικό τους τρόπο ή τρόπους, αλλά μια τέτοια ελευθερία δεν θα έπρεπε ποτέ να περιλαμβάνει την ελευθερία του να βλάπτεις ή να σκοτώνεις αυτούς που πιστεύουν σε άλλους θεούς.

Επομένως ανέχομαι τις απόψεις των άλλων ανθρώπων, όσο μπορώ να ανέχομαι και αυτούς τους ίδιους. Έτσι ταυτίζομαι συναισθηματικά με τους πρώτους χριστιανούς μάρτυρες – οι οποίοι πέθαναν για την πίστη τους, αλλά δεν προσπάθησαν να δολοφονήσουν άλλους για αυτή –, ενώ καταδικάζω τον Νέρωνα και την Ιερά Εξέταση και όλους τους Άραβες τρομοκράτες σαν δολοφόνους που δεν πρέπει να τους ανεχόμαστε.

Η αποδοκιμασία μου δεν έχει να κάνει με τον παγανισμό, τον χριστιανισμό ή τον ισλαμισμό: Έχει να κάνει με το προμελετημένο κακό, το οποίο πάντα αυξάνει και ποτέ δεν μειώνει τα βάσανα στον κόσμο.

Και αυτό δεν είναι σχετικισμός.

Αν οι απόψεις σου σε κάνουν να έχεις δυσαρέσκειες, και αν δεν έχεις την απαραίτητη φιλοσοφική καθοδήγηση για να αντιμετωπίσεις τη δυσαρέσκειά σου εποικοδομητικά, τότε είσαι υπεύθυνος που δεινοπαθείς χωρίς να χρειάζεται, και πιθανώς γιατί εξάπλωσες καταστροφικά την δυσαρέσκειά σου σε άλλους, σαν κάποιο μολυσματικό ιό του μυαλού.

Πιστεύω ακράδαντα ότι ορισμένες απόψεις προκαλούν περισσότερη δυσαρέσκεια από άλλες· και ότι μερικές είναι πιο βλαπτικές από άλλες.

Ούτε αυτό όμως είναι ηθικός σχετικισμός.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να βλάψετε τον εαυτό σας και τους άλλους, και το να βλάπτεις είναι κακό. Και αυτό είναι απόλυτο. Επίσης υπάρχουν πολλοί τρόποι να βοηθήσετε τον εαυτό σας και τους άλλους, και το να βοηθάς είναι καλό. Και αυτό είναι απόλυτο επίσης.

Το πώς επιλέγετε να βοηθήσετε τον εαυτό σας και τους άλλους εξαρτάται από την κρίση σας.

Και αυτό είναι σχετικό.

Το Θέμα Δεν Είναι Ποιος Έχει Δίκιο. Το Θέμα Είναι Να Ζούμε Καλά Μαζί

Καθένας μας έχει ορισμένες πεποιθήσεις, αξίες και σκέψεις που είναι θεμελιώδεις και απαράβατες για τον ίδιο. Πιστεύουμε ότι είναι αδιαμφισβήτητα σωστές και ότι όλοι θα τις εκτιμούσαν εάν μπορούσαν να τις καταλάβουν. Ωστόσο κάποιες φορές θα πρέπει να μοιραζόμαστε τον χρόνο μας και με άτομα που δεν ασπάζονται τις αντιλήψεις μας.

Διαφωνούμε πολλές φορές για ζητήματα πολιτικής, θρησκευτικές πεποιθήσεις ή αξίες ζωής . Όταν μία συζήτηση άπτεται αυτών των θεμάτων, δεν αποκλείεται πολύ σύντομα να υπάρξει αντιπαράθεση. Κανείς δεν εισπράττει εκτίμηση ή σεβασμό, κι αυτό που απομένει είναι ο θυμός, η σύγχυση κι ο πόνος.

Πρέπει να διερωτηθούμε εάν πραγματικά αξίζει να δυσαρεστούμε ή να πληγώνουμε ο ένας τον άλλο στον βωμό της προάσπισης των πεποιθήσεών μας. Αντί να ασχολούμαστε με την ιερότητα των αξιών μας, δεν θα έπρεπε να ενδιαφερόμαστε περισσότερο για το άτομο που βρίσκεται μπροστά μας; Δεν είναι προτιμότερο να είμαστε καλά μαζί από το να έχει δίκιο ένας μόνος του;

Η απόπειρα να πείσουμε κάποιον να υιοθετήσει τις απόψεις μας είναι κυρίως έργο του εγώ μας. Ακόμα κι αν αποδειχθεί ότι έχουμε δίκιο, το εγώ μας αναζητά νέα θέματα για να διαφωνήσει.

Η ωριμότητα έρχεται με την εμπειρία. Ένα μάθημα ωριμότητας είναι ότι δεν πρέπει να παίρνουμε τις σκέψεις μας και πολύ στα σοβαρά και ότι πρέπει να χαλιναγωγούμε το εγώ μας για να αποκτήσουμε μια συνολική εικόνα των πραγμάτων.

Το να έχουμε δίκιο δεν συγκρίνεται ούτε στο ελάχιστο με το να ζούμε καλά μαζί με τους άλλους.

ΔΙΩΝ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Αν κανείς είναι εκ φύσεως πραγματικά συνετός, δεν θα δίνει καμία σημασία στον έπαινο των πολλών

ΔΙΩΝ – Πες μου, στο όνομα του Δία, έχεις ακούσει για το έργο ενός χαρισματικού ζωγράφου, ο οποίος παρουσίασε στο πλήθος μια θαυμαστή εικόνα ενός αλόγου, η οποία ήταν ακριβής;

Λένε ότι αυτός διέταξε τον υπηρέτη του να παραφυλάει όσους την έβλεπαν, αν την κατηγορούσαν ή την επαινούσαν, και να θυμάται τι έλεγαν και να του τα μεταφέρει.

Καθένας από εκείνους έλεγε κάτι διαφορετικό για την εικόνα και κατηγορούσε άλλος, πιστεύω, το κεφάλι, άλλος τα ισχία, άλλος τα πόδια, ότι, αν είχαν γίνει αλλιώς, θα ήταν πολύ ωραιότερα.

Μόλις ο ζωγράφος άκουσε τον υπηρέτη, έφτιαξε άλλη εικόνα σύμφωνα με την αντίληψη και την αίσθηση των πολλών και πρόσταξε να τη βάλουν δίπλα στην προηγούμενη.

Η διαφορά, λοιπόν, ήταν μεγάλη γιατί η μία ήταν πάρα πολύ ακριβής, ενώ η άλλη ήταν πάρα πολύ άσχημη και γελοία και έμοιαζε περισσότερο με όλα παρά με άλογο.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι, αν κανείς έχει μεγάλη ανάγκη τον έπαινο των πολλών, έτσι θα κάνει το καθετί και θα προθυμοποιηθεί να εμφανίσει τον εαυτό του τέτοιο όπως αξιώνουν οι πολλοί. Και είναι προφανές ότι πολύ γρήγορα θα μοιάζει όχι με εκείνο το πρώτο άλογο, που φτιάχτηκε απλά και σύμφωνα με την τέχνη ενός, αλλά με το θαυμαστό και πολυσύνθετο δημιούργημα, το οποίο δεν αρέσει ούτε σε εκείνους τους ίδιους, τους δημιουργούς του, αλλά έχει συντεθεί από την αίσθηση και τη δημιουργία όλων.

Όπως ακριβώς λέει ο μύθος ότι η Πανδώρα, η οποία δεν είχε πλαστεί από έναν θεό αλλά από όλους μαζί, καθώς καθένας δώριζε και προσέθετε κάτι διαφορετικό, πλάσμα γεννημένο χωρίς καμία σοφία ούτε για καλό, αλλά πολύμορφο και πολυποίκιλο, απέβη κακό για όσους το έλαβαν. Αφού όμως ο όχλος και ο λαός των θεών, όταν δημιουργούσε και εργαζόταν από κοινού, δεν κατέστη ικανός να εργαστεί όμορφα και άμεμπτα, τι θα μπορούσε να πει κανείς για τη ζωή και τον άνθρωπο που πλάθονται και δημιουργούνται από την ανθρώπινη αντίληψη;

Είναι, λοιπόν, φανερό ότι, αν κανείς είναι εκ φύσεως πραγματικά συνετός, δεν θα δίνει καμία σημασία στον λόγο των πολλών ούτε θα υπηρετεί με κάθε τρόπο τον έπαινό τους, ώστε ποτέ δεν θα θεωρήσει τον έπαινο αυτό σπουδαίο, πολύτιμο και, για να το πούμε έτσι, αγαθό.

Και αν δεν τον θεωρεί αγαθό, θα είναι ανίκανος να φθονεί γι’ αυτό όσους τον έχουν.

Για εμάς, λοιπόν, ο αξιόλογος, συνετός και σωφρονισμένος άνθρωπος δεν είναι τέτοιος που κυνηγά πλούτους, επαίνους, ολυμπιακά και πυθικά στεφάνια, επιγραφές σε στήλες και έγγραφες μαρτυρίες λαών και βασιλιάδων, προκειμένου να είναι περίβλεπτος και επιφανής, αλλά πορεύεται στη ζωή ευπρεπής και μετρημένος, όσο είναι δυνατόν, ταπεινός και σωφρονισμένος ο ίδιος από τον εαυτό του και τη σκέψη του, χωρίς να χρειάζεται κανένα στολισμό απέξω και καμία επιπρόσθετη τιμή.

ΔΙΩΝ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Hegel: η πολιτική κοινωνία του πλούτου και των αναγκών

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770–1831

§1 Το σύστημα των αναγκών

1. Στο παρακάτω κείμενο ο Χέγκελ συζητεί για τις ανάγκες των ανθρώπων μέσα στην πολιτική κοινωνία: η ικανοποίηση των αναγκών τους είναι δυνατή μόνο εντός των κοινωνικών του σχέσεων και στο πλαίσιο του γενικού πλούτου, που συγκροτεί και συνέχει την κοινωνία. Έτσι ανάμεσα στις ανάγκες του ατόμου και στα αγαθά που ικανοποιούν αυτές τις ανάγκες λαμβάνει χώρα μια μεσολάβηση, μια αναγκαία διευθέτηση. Για να ικανοποιήσει εν τέλει τις ανάγκες του ένα άτομο χρειάζεται να πείσει τους ιδιοκτήτες, τους κατόχους των αγαθών, να του δώσουν ό,τι χρειάζεται.

2. «Η μερικότητα των προσώπων περικλείει αρχικά μέσα της τις ανάγκες τους. Η δυνατότητα της ικανοποίησης αυτών των αναγκών εξαρτάται από την κοινωνική δομή· αυτή είναι ο γενικός πλούτος, από τον οποίο όλοι αντλούν την ικανοποίησή τους. Η άμεση κατοχή εξωτερικών αντικειμένων ως μέσων για την ικανοποίηση αυτών των αναγκών συμβαίνει ελάχιστα ή καθόλου στην κατάσταση των πραγμάτων, όπου αυτός ο τρόπος ικανοποίησης με μεσολάβηση είναι ρεαλιστικά πραγματοποιημένος· τα αντικείμενα είναι ιδιοκτησία. Η απόκτησή τους είναι δυνατή μόνο με τη μεσολάβηση, από τη μια πλευρά, της βούλησης των κατόχων, που ως μερική στοχεύει στην ικανοποίηση των πολλαπλώς καθορισμένων αναγκών· από την άλλη πλευρά εξαρτάται από την ακατάπαυστη παραγωγή νέων μέσων ανταλλαγής μέσω προσωπικής εργασίας. Αυτή η μεσολάβηση, δυνάμει της οποίας η εργασία όλων διευκολύνει την ικανοποίηση των αναγκών, συνιστά τον γενικό πλούτο» (W8, §524).

§2 Ερμηνεία – σχολιασμός

1. Εφόσον η πολιτική κοινωνία, ως αστική κοινωνία, απαρτίζεται από ιδιωτικά πρόσωπα, δηλαδή από αστούς, το πρώτο μέλημα αυτών των προσώπων είναι η ικανοποίηση του ατομικών τους αναγκών. Έτσι το καθολικό, η κοινωνία εν προκειμένω, δείχνεται να είναι μέσο για την ικανοποίηση των ιδιωτικών αναγκών των επί μέρους ατόμων. Συμβαίνει όμως το κάθε ξεχωριστό άτομο να ικανοποιεί τις ανάγκες του μέσω της εργασίας του, η οποία βρίσκεται σε ενδοσυνάφεια με την εργασία και τις ανάγκες των υπολοίπων μελών της κοινωνίας. Αυτό συνιστά, για τον Χέγκελ, το σύστημα αναγκών που διέπει τη δομή της κοινωνίας και το οποίο λειτουργεί ως προϋπόθεση για την προσωπική ευημερία των ανθρώπων. Απ’ αυτή την άποψη, η εν λόγω ευημερία έρχεται στο Είναι με το να υψώνεται στη μορφή της καθολικότητας, με το να αφήνει την τελευταία να εμφανίζεται μέσα στη μερικότητα.

2. Ο γενικός πλούτος (das allgemeine Vermögen), στο επίπεδο των αναγκών, είναι κατ’ εξοχήν κοινωνικός πλούτος, ο οποίος παράγεται μέσω της εργασίας όλων ως εργασίας σκεπτόμενων ανθρώπων. Το στοιχείο της σκέψης στην προσωπική εργασία είναι αυτό που με τη μορφή της βούλησης για κάλυψη αναγκών και για ιδιοκτησία, αλλά και με άλλες μορφές –τα ζώα, όπως ρητά αποσαφηνίζει αλλού ο Χέγκελ, δεν έχουν ιδιοκτησία, γιατί δεν σκέπτονται– διέπει τη συνεννόηση των ανθρώπων ως ατομικών παραγωγών, δηλαδή ως προσώπων με ατομικά συμφέροντα, και έτσι συγκροτεί τον συνεκτικό παράγοντα, τη συμφιλιωτική δύναμη του γενικού πλούτου ως κοινωνικού πλούτου. Σε άλλο σημείο γράφει σχετικά ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος:

3. «Στο επίπεδο των αναγκών, ο άνθρωπος είναι αυτό που αποκαλούμε άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι ένα έλλογο ον· και με αυτό το δεδομένο έχει ανάγκες. Εδώ λοιπόν εντοπίζεται ακολούθως αυτό το όλο. Το Ανθρώπινο είναι έτσι εδώ το κυρίαρχο στοιχείο. Όλα τα ζώα έχουν περιορισμένες ανάγκες. Ο άνθρωπος μπορεί να ζει υπό όλα τα κλίματα, όχι όμως και το ζώο. Το τελευταίο διαθέτει έναν περιορισμένο κύκλο φυσικών προϊόντων που χρειάζεται για την τροφή του. Στον άνθρωπο, αυτό είναι ήδη η καθολικότητά του, η οποία μπορεί να εκδηλώνεται ακόμη και στο πιο χαμηλό επίπεδο. Τότε ο άνθρωπος είναι σκεπτόμενο ον» ((Die Philosophie des Rechts, σ. 184).

ΠΛΑΤΩΝ: Πρωταγόρας (333b-334c)

Ἴθι δή, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Πρωταγόρα, μὴ ἀποκάμωμεν ἀλλὰ καὶ τὰ λοιπὰ διασκεψώμεθα. ἆρά τίς σοι δοκεῖ ἀδικῶν [333c] ἄνθρωπος σωφρονεῖν, ὅτι ἀδικεῖ; ― Αἰσχυνοίμην ἂν ἔγωγ᾽, ἔφη, ὦ Σώκρατες, τοῦτο ὁμολογεῖν, ἐπεὶ πολλοί γέ φασιν τῶν ἀνθρώπων. ― Πότερον οὖν πρὸς ἐκείνους τὸν λόγον ποιήσομαι, ἔφην, ἢ πρὸς σέ; ― Εἰ βούλει, ἔφη, πρὸς τοῦτον πρῶτον τὸν λόγον διαλέχθητι τὸν τῶν πολλῶν. ― Ἀλλ᾽ οὐδέν μοι διαφέρει, ἐὰν μόνον σύ γε ἀποκρίνῃ, εἴτ᾽ οὖν δοκεῖ σοι ταῦτα εἴτε μή· τὸν γὰρ λόγον ἔγωγε μάλιστα ἐξετάζω, συμβαίνει μέντοι ἴσως καὶ ἐμὲ τὸν ἐρωτῶντα καὶ τὸν ἀποκρινόμενον ἐξετάζεσθαι.
[333d] Τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἐκαλλωπίζετο ἡμῖν ὁ Πρωταγόρας—τὸν γὰρ λόγον ᾐτιᾶτο δυσχερῆ εἶναι—ἔπειτα μέντοι συνεχώρησεν ἀποκρίνεσθαι. ― Ἴθι δή, ἔφην ἐγώ, ἐξ ἀρχῆς μοι ἀπόκριναι. δοκοῦσί τινές σοι σωφρονεῖν ἀδικοῦντες; ― Ἔστω, ἔφη. ― Τὸ δὲ σωφρονεῖν λέγεις εὖ φρονεῖν; ― Ἔφη. ― Τὸ δ᾽ εὖ φρονεῖν εὖ βουλεύεσθαι, ὅτι ἀδικοῦσιν; ― Ἔστω, ἔφη. ― Πότερον, ἦν δ᾽ ἐγώ, εἰ εὖ πράττουσιν ἀδικοῦντες ἢ εἰ κακῶς; ― Εἰ εὖ. ― Λέγεις οὖν ἀγαθὰ ἄττα εἶναι; ― Λέγω. ― Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ταῦτ᾽ ἐστὶν ἀγαθὰ ἅ ἐστιν ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις; [333e] ― Καὶ ναὶ μὰ Δί᾽, ἔφη, κἂν μὴ τοῖς ἀνθρώποις ὠφέλιμα ᾖ, ἔγωγε καλῶ ἀγαθά. ― Καί μοι ἐδόκει ὁ Πρωταγόρας ἤδη τετραχύνθαι τε καὶ ἀγωνιᾶν καὶ παρατετάχθαι πρὸς τὸ ἀποκρίνεσθαι· ἐπειδὴ οὖν ἑώρων αὐτὸν οὕτως ἔχοντα, εὐλαβούμενος ἠρέμα ἠρόμην. Πότερον, ἦν δ᾽ ἐγώ, λέγεις, ὦ [334a] Πρωταγόρα, ἃ μηδενὶ ἀνθρώπων ὠφέλιμά ἐστιν, ἢ ἃ μηδὲ τὸ παράπαν ὠφέλιμα; καὶ τὰ τοιαῦτα σὺ ἀγαθὰ καλεῖς; ― Οὐδαμῶς, ἔφη· ἀλλ᾽ ἔγωγε πολλὰ οἶδ᾽ ἃ ἀνθρώποις μὲν ἀνωφελῆ ἐστι, καὶ σιτία καὶ ποτὰ καὶ φάρμακα καὶ ἄλλα μυρία, τὰ δέ γε ὠφέλιμα· τὰ δὲ ἀνθρώποις μὲν οὐδέτερα, ἵπποις δέ· τὰ δὲ βουσὶν μόνον, τὰ δὲ κυσίν· τὰ δέ γε τούτων μὲν οὐδενί, δένδροις δέ· τὰ δὲ τοῦ δένδρου ταῖς μὲν ῥίζαις ἀγαθά, ταῖς δὲ βλάσταις πονηρά, οἷον καὶ ἡ κόπρος πάντων [334b] τῶν φυτῶν ταῖς μὲν ῥίζαις ἀγαθὸν παραβαλλομένη, εἰ δ᾽ ἐθέλοις ἐπὶ τοὺς πτόρθους καὶ τοὺς νέους κλῶνας ἐπιβάλλειν, πάντα ἀπόλλυσιν· ἐπεὶ καὶ τὸ ἔλαιον τοῖς μὲν φυτοῖς ἅπασίν ἐστιν πάγκακον καὶ ταῖς θριξὶν πολεμιώτατον ταῖς τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ταῖς τοῦ ἀνθρώπου, ταῖς δὲ τοῦ ἀνθρώπου ἀρωγὸν καὶ τῷ ἄλλῳ σώματι. οὕτω δὲ ποικίλον τί ἐστιν τὸ ἀγαθὸν καὶ παντοδαπόν, ὥστε καὶ ἐνταῦθα τοῖς μὲν ἔξωθεν τοῦ [334c] σώματος ἀγαθόν ἐστιν τῷ ἀνθρώπῳ, τοῖς δ᾽ ἐντὸς ταὐτὸν τοῦτο κάκιστον· καὶ διὰ τοῦτο οἱ ἰατροὶ πάντες ἀπαγορεύουσιν τοῖς ἀσθενοῦσιν μὴ χρῆσθαι ἐλαίῳ ἀλλ᾽ ἢ ὅτι σμικροτάτῳ ἐν τούτοις οἷς μέλλει ἔδεσθαι, ὅσον μόνον τὴν δυσχέρειαν κατασβέσαι τὴν ἐπὶ ταῖς αἰσθήσεσι ταῖς διὰ τῶν ῥινῶν γιγνομένην ἐν τοῖς σιτίοις τε καὶ ὄψοις.

***
γ) Ταύτιση δικαιοσύνης – σωφροσύνης.
Εμπρός λοιπόν, ας μη δείξουμε ότι αποκάμαμε, Πρωταγόρα, αλλά ας εξετάσουμε και ό,τι άλλο μένει. Πιστεύεις άραγε ότι ένας άνθρωπος την ώρα που αδικεί [333c] ενεργεί με σωφροσύνη, σ᾽ ό,τι άδικο κάνει;
Βέβαια πολλοί άνθρωποι το παραδέχονται αυτό, Σωκράτη· θα ήταν όμως ντροπή για μένα να το παραδεχτώ.
Τί λοιπόν, προς αυτούς ν᾽ απευθύνω το λόγο μου ή προς εσένα;
Αν σου κάνει ευχαρίστηση, συζήτησε πρώτα αυτή την άποψη, που έχουν οι πολλοί.
Το τίνος είναι η άποψη μ᾽ αφήνει εντελώς αδιάφορο, το μόνο που μ᾽ ενδιαφέρει είναι να μου δίνεις εσύ απαντήσεις, είτε παραδέχεσαι την άποψη αυτή είτε όχι. Γιατί εγώ προπάντων εξετάζω την άποψη· ίσως όμως το αποτέλεσμα να είναι να εξεταζόμαστε κι εγώ που ρωτώ κι εκείνος που δίνει τις απαντήσεις.
[333d] Που λες, στην αρχή ο Πρωταγόρας μάς έκανε το δύσκολο· έριχνε το βάρος στην άποψη, δηλαδή ότι τάχα η άποψη αυτή τον έφερνε σε δύσκολη θέση, αργότερα όμως δέχτηκε να δώσει απαντήσεις.
Έλα λοιπόν, ας πάρουμε το θέμα από την αρχή, του είπα. Έχεις τη γνώμη ότι μερικοί δείχνουν σωφροσύνη με το να κάνουν αδίκημα;
Έστω, είπε.
Όταν λες ότι σωφρονούν, εννοείς ότι σκέφτονται σωστά;
Ναι.
Κι όταν λες ότι σκέφτονται σωστά, εννοείς ότι η απόφασή τους είναι ορθή, την ώρα που αδικούν;
Τέλος πάντων, είπε.
Σε ποιά περίπτωση, όταν η άδικη πράξη τούς φέρνει ευτυχία ή όταν τους φέρνει δυστυχία;
Όταν τους φέρνει ευτυχία.
Παραδέχεσαι ότι ορισμένα πράγματα είναι καλά;
Το παραδέχομαι.
Λοιπόν, μήπως είναι καλά τα όσα είναι ωφέλιμα στους ανθρώπους;
[333e] Ε, μά τον Δία, ακόμα και να μην είναι ωφέλιμα στους ανθρώπους, εγώ τα λέω καλά.

Ο Πρωταγόρας εκτρέπει τη συζήτηση.
Λοιπόν μου φάνηκε ότι ο Πρωταγόρας είχε πια αγριέψει και αναστατώθηκε και του έγιναν μαρτύριο οι ερωτήσεις. Βλέποντάς τον σ᾽ αυτή την κατάσταση τον ρώτησα διακριτικά με γλυκό τρόπο: Ποιά πράγματα εννοείς ακριβώς, [334a] Πρωταγόρα; αυτά που σε κανέναν άνθρωπο δεν είναι ωφέλιμα ή αυτά που όπως κι αν τα πάρεις δεν είναι ωφέλιμα; Ακόμα κι αυτά τα τελευταία τα ονομάζεις καλά;
Κάθε άλλο, είπε. Αλλά εγώ ξέρω πολλά, και τρόφιμα και ποτά και φάρμακα και χίλια δυο άλλα, που είναι βλαβερά για τον άνθρωπο, και άλλα πάλι ωφέλιμα· κι άλλα που είναι αδιάφορα για τον άνθρωπο, όχι όμως για τ᾽ άλογο· κι άλλα που ωφελούν μόνο τα βόδια, κι άλλα μόνο τα σκυλιά· κι άλλα που δεν είναι ωφέλιμα σε κανένα από τα παραπάνω, ωφελούν όμως τα δέντρα· κι αν πάρουμε το δέντρο, υπάρχουν πράγματα που είναι βέβαια ωφέλιμα στις ρίζες, αλλά βλαβερά στα βλαστάρια — λόγου χάρη η κοπριά, [334b] όταν τη ρίξεις στη ρίζα οποιουδήποτε φυτού, είναι ωφέλιμη, αν όμως θελήσεις να τη ρίξεις πάνω στα φιντάνια και τα τρυφερά κλωνάρια, τα μαραίνει ολότελα· το ίδιο και το λάδι: είναι το πιο βλαβερό για όλα τα φυτά και θανάσιμο για τις τρίχες των άλλων ζώων, εκτός από του ανθρώπου· αντίθετα, δυναμώνει τις τρίχες του ανθρώπου και το υπόλοιπο σώμα του. Λοιπόν τόση ποικιλία παρουσιάζει το καλό και τόσες μορφές παίρνει, ώστε και σ᾽ αυτή την περίπτωση [334c] —για τον άνθρωπο— το λάδι είναι ωφέλιμο στην επιδερμίδα του, αλλά θανάσιμο για τα σωθικά του· αυτός είναι ο λόγος που οι γιατροί απαγορεύουν στον άρρωστο το λάδι, μόνο πολύ λίγες σταλαματιές επιτρέπουν στα φαγητά του, ίσα ίσα όσο να σβήνει την αηδία που προξενούν τα φαγητά και τα προσφάγια στην όσφρηση.