Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους Τύραννος (649-696)

ΧΟ. πιθοῦ θελήσας φρονή- [στρ. α]
650 σας τ᾽, ἄναξ, λίσσομαι
ΟΙ. τί σοι θέλεις δῆτ᾽ εἰκάθω;
ΧΟ. τὸν οὔτε πρὶν νήπιον
νῦν τ᾽ ἐν ὅρκῳ μέγαν καταίδεσαι.
655 ΟΙ. οἶσθ᾽ οὖν ἃ χρῄζεις; ΧΟ. οἶδα. ΟΙ. φράζε δὴ τί φής.
ΧΟ. τὸν ἐναγῆ φίλον μηδέποτ᾽ αἰτίᾳ
σ᾽ ἐν ἀφανεῖ λόγων ἄτιμον βαλεῖν.
ΟΙ. εὖ νυν ἐπίστω, ταῦθ᾽ ὅταν ζητῇς, ἐμοὶ
ζητῶν ὄλεθρον ἢ φυγὴν ἐκ τῆσδε γῆς.

660 ΧΟ. οὐ τὸν πάντων θεῶν θεὸν πρόμον [στρ. β]
Ἅλιον· ἐπεὶ ἄθεος ἄφιλος ὅ τι πύματον
ὀλοίμαν, φρόνησιν εἰ τάνδ᾽ ἔχω.
665 ἀλλά μοι δυσμόρῳ γᾶ φθίνου-
σα τρύχει λῆμα καὶ τάδ᾽ εἰ κακοῖς [κακὰ]
προσάψει τοῖς πάλαι τὰ πρὸς σφῷν.

ΟΙ. ὃ δ᾽ οὖν ἴτω, κεἰ χρή με παντελῶς θανεῖν,
670 ἢ γῆς ἄτιμον τῆσδ᾽ ἀπωσθῆναι βίᾳ.
τὸ γὰρ σόν, οὐ τὸ τοῦδ᾽, ἐποικτίρω στόμα
ἐλεινόν· οὗτος δ᾽ ἔνθ᾽ ἂν ᾖ στυγήσεται.
ΚΡ. στυγνὸς μὲν εἴκων δῆλος εἶ, βαρὺς δ᾽ ὅταν
θυμοῦ περάσῃς. αἱ δὲ τοιαῦται φύσεις
675 αὑταῖς δικαίως εἰσὶν ἄλγισται φέρειν.
ΟΙ. οὔκουν μ᾽ ἐάσεις κἀκτὸς εἶ; ΚΡ. πορεύσομαι,
σοῦ μὲν τυχὼν ἀγνῶτος, ἐν δὲ τοῖσδ᾽ ἴσος.

ΧΟ. γύναι, τί μέλλεις κομί- [ἀντ. α]
ζειν δόμων τόνδ᾽ ἔσω;
680 ΙΟ. μαθοῦσά γ᾽ ἥτις ἡ τύχη.
ΧΟ. δόκησις ἀγνὼς λόγων
ἦλθε, δάπτει δὲ καὶ τὸ μὴ ᾽νδικον.
ΙΟ. ἀμφοῖν ἀπ᾽ αὐτοῖν; ΧΟ. ναίχι. ΙΟ. καὶ τίς ἦν λόγος;
685 ΧΟ. ἅλις ἔμοιγ᾽, ἅλις, γᾶς προνοουμένῳ
φαίνεται, ἔνθ᾽ ἔληξεν, αὐτοῦ μένειν.
ΟΙ. ὁρᾷς ἵν᾽ ἥκεις, ἀγαθὸς ὢν γνώμην ἀνήρ,
τοὐμὸν παριεὶς καὶ καταμβλύνων κέαρ.

690 ΧΟ. ὦναξ, εἶπον μὲν οὐχ ἅπαξ μόνον, [ἀντ. β]
ἴσθι δὲ παραφρόνιμον, ἄπορον ἐπὶ φρόνιμα
πεφάνθαι μ᾽ ἄν, εἴ σε νοσφίζομαι,
ὅς τ᾽ ἐμὰν γᾶν φίλαν ἐν πόνοις
695 σαλεύουσαν κατ᾽ ὀρθὸν οὔρισας,
τανῦν δ᾽ εὔπομπος εἰ γένοιο.

***
ΧΟΡ. Ω βασιλιά, σ᾽ εκλιπαρώ· σκέψου και πίστεψε. [στρ. α]
650 ΟΙΔ. Σε τί να κάνω πίσω;
ΧΟΡ. Δεν ήταν επιπόλαιος ποτέ·
τώρα που πήρεν όρκο
να σεβαστείς το μεγαλείο της στιγμής.
ΟΙΔ. Ξέρεις τί μου ζητάς;
ΧΟΡ. Ξέρω.
ΟΙΔ. Πες μας λοιπόν.
Σ᾽ ακούω.
ΧΟΡ. Το φίλο σου που δέθηκε
με της κατάρας τα δεσμά
μην ατιμάζεις.
Μην εμπιστεύεσαι τις θολές υποψίες.
ΟΙΔ. Αντιλαμβάνεσαι πως μου ζητάς
τον όλεθρο ή τη φυγή μου;

660 ΧΟΡ. Όχι, μά τον δημιουργό των όλων [στρ. β]
τον παντεπόπτη Ήλιο.
Μακάρι να χαθώ τρισάθλιος
χωρίς θεό και δίχως φίλους
αν έβαλα στο νου μου τέτοια σκέψη,
τη δύσμοιρη ψυχή μου κατατρώει
της χώρας ο καημός,
αν πάνω στα παλιά δεινά
και τα δικά σας τα δεινά σωριάσετε.

ΟΙΔ. Ας φύγει λοιπόν,
έστω κι αν χρειαστεί
το φως να χάσω
670 ή να με διώξουν από τη χώρα
εξόριστο κι ατιμασμένο.
Συμπόνεσα το σπλαχνικό σου στόμα,
αυτόν δεν συμπόνεσα.
Αυτόν, όπου κι αν πάει,
θα τον μισώ για πάντα.
ΚΡΕ. Υποχωρείς γεμάτος μίσος.
Θα ξεθυμάνεις κάποτε
και θα το μετανιώσεις.
Οι χαρακτήρες σαν κι αυτόν
αγάλλονται να τιμωρούν τον εαυτό τους.
ΟΙΔ. Θα φύγεις, επί τέλους;
Άφησέ με ήσυχο!
ΚΡΕ. Θα φύγω.
Εσύ δεν με κατάλαβες ποτέ.
Αυτοί με ξέρουν και δεν άλλαξα.

ΧΟΡ. Γυναίκα, μην αργείς [αντ. α]
να μπεις μαζί του μέσα.
680 ΙΟΚ. Να μάθω θέλω τί συνέβη.
ΧΟΡ. Λόγο το λόγο φτάσανε
σε κούφιες υποψίες
και τα᾽ άδικο δαγκώνει την ψυχή.
ΙΟΚ. Φταίνε κι οι δυο;
ΧΟΡ. Νομίζω ναι.
ΙΟΚ. Και ποιός ο λόγος;
ΧΟΡ. Αρκεί, αρκεί θαρρώ·
η χώρα βασανίζεται·
το θέμα τέλειωσε·
ας μείνει εδώ το πράγμα.
ΟΙΔ. Είδες πού φτάσαμε;
Είσαι καλοπροαίρετος
μα την αλήθεια παραγνωρίζεις
και φαρμακώνεις την ψυχή μου.

690 ΧΟΡ. Ω βασιλιά, [αντ. β]
δεν το ᾽πα μόνο μια φορά
άκου το πάλι:
Θα ᾽ταν παραφροσύνη
να σ᾽ αρνηθώ.
Εσένα που την πατρική μου γη
την όρθωσες ξανά,
όταν παράδερνε στης συμφοράς το σάλο.
Και τώρα δείξε μου τον ίσιο δρόμο,
αν το μπορείς.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου