Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Κύκλωψ (163-202)

ΣΙ. δράσω τάδ᾽, ὀλίγον φροντίσας γε δεσποτῶν.
ὡς ἐκπιών γ᾽ ἂν κύλικα μαινοίμην μίαν,
165 πάντων Κυκλώπων ἀντιδοὺς βοσκήματα
ῥίψας τ᾽ ἐς ἅλμην Λευκάδος πέτρας ἄπο
ἅπαξ μεθυσθεὶς καταβαλών τε τὰς ὀφρῦς.
ὡς ὅς γε πίνων μὴ γέγηθε μαίνεται·
ἵν᾽ ἔστι τουτί τ᾽ ὀρθὸν ἐξανιστάναι
170 μαστοῦ τε δραγμὸς καὶ †παρεσκευασμένου†
ψαῦσαι χεροῖν λειμῶνος ὀρχηστύς θ᾽ ἅμα
κακῶν τε λῆστις. εἶτ᾽ ἐγὼ ‹οὐ› κυνήσομαι
τοιόνδε πῶμα, τὴν Κύκλωπος ἀμαθίαν
κλαίειν κελεύων καὶ τὸν ὀφθαλμὸν μέσον;
175 ΧΟ. ἄκου᾽, Ὀδυσσεῦ· διαλαλήσωμέν τί σοι.
ΟΔ. καὶ μὴν φίλοι γε προσφέρεσθε πρὸς φίλον.
ΧΟ. ἐλάβετε Τροίαν τὴν Ἑλένην τε χειρίαν;
ΟΔ. καὶ πάντα γ᾽ οἶκον Πριαμιδῶν ἐπέρσαμεν.
ΧΟ. οὔκουν, ἐπειδὴ τὴν νεᾶνιν εἵλετε,
180 ἅπαντες αὐτὴν διεκροτήσατ᾽ ἐν μέρει,
ἐπεί γε πολλοῖς ἥδεται γαμουμένη,
τὴν προδότιν, ἣ τοὺς θυλάκους τοὺς ποικίλους
περὶ τοῖν σκελοῖν ἰδοῦσα καὶ τὸν χρύσεον
κλωιὸν φοροῦντα περὶ μέσον τὸν αὐχένα
185 ἐξεπτοήθη, Μενέλεων ἀνθρώπιον
λῶιστον λιποῦσα; μηδαμοῦ γένος ποτὲ
φῦναι γυναικῶν ὤφελ᾽, εἰ μὴ ᾽μοὶ μόνωι.
ΣΙ. ἰδού· τάδ᾽ ὑμῖν ποιμνίων βοσκήματα,
ἄναξ Ὀδυσσεῦ, μηκάδων ἀρνῶν τροφαί,
190 πηκτοῦ γάλακτός τ᾽ οὐ σπάνια τυρεύματα.
φέρεσθε· χωρεῖθ᾽ ὡς τάχιστ᾽ ἄντρων ἄπο,
βότρυος ἐμοὶ πῶμ᾽ ἀντιδόντες εὐίου.
οἴμοι· Κύκλωψ ὅδ᾽ ἔρχεται· τί δράσομεν;
ΟΔ. ἀπολώλαμέν τἄρ᾽, ὦ γέρον· ποῖ χρὴ φυγεῖν;
195 ΣΙ. ἔσω πέτρας τῆσδ᾽, οὗπερ ἂν λάθοιτέ γε.
ΟΔ. δεινὸν τόδ᾽ εἶπας, ἀρκύων μολεῖν ἔσω.
ΣΙ. οὐ δεινόν· εἰσὶ καταφυγαὶ πολλαὶ πέτρας.
ΟΔ. οὐ δῆτ᾽· ἐπεί τἂν μεγάλα γ᾽ ἡ Τροία στένοι,
εἰ φευξόμεσθ᾽ ἕν᾽ ἄνδρα, μυρίον δ᾽ ὄχλον
200 Φρυγῶν ὑπέστην πολλάκις σὺν ἀσπίδι.
ἀλλ᾽, εἰ θανεῖν δεῖ, κατθανούμεθ᾽ εὐγενῶς
ἢ ζῶντες αἶνον τὸν πάρος συσσώσομεν.

***
ΣΙΛ. Στις διαταγές σας! Και σκασίλα μου, ξέρεις, για τον αφέντη!
Χαρά να μου κεραύνωνε τον νου μια κούπα μόνο,
κι ας έδινα για πληρωμή χίλια μύρια κοπάδια
165 —όσο το πράμα και το βιός όλωνε των Κυκλώπων—
κι έπειτα να ᾽δινα βουτιά στα κύματ᾽ απ᾽ τα βράχια,
αρκεί λίγο να μέθαγα, τα μάτια να γλαρώναν.
Τρελός αυτός που πίνει και δεν χαίρεται η ψυχή του.
Τότε να δεις που τούτο δω μου στέκεται ολόρθο
(δείχνει τον δερμάτινο φαλλό που φορεί),
170 τότε βυζιά χαϊδολογώ, περβόλια κλαδεμένα·
χορεύω κιόλας, και ξεχνώ όλες μου τις σκοτούρες.
Ε, πώς μετά τέτοιο ποτό να μην το προσκυνήσω;
Βρε, στα τσακίδια και ο Κύκλωπας ο άξεστος κι η ματάρα
που᾽ χει πάνω στο κούτελο!...
(Ο Σιληνός μπαίνει στη σπηλιά. Στη σκηνή μένουν μόνο ο Χορός των Σατύρων και ο Οδυσσέας με λίγους συντρόφους του.).
175 ΧΟΡ. Άκουσε, Οδυσσέα μας, που ᾽χουμε να σου πούμε.
ΟΔΥ. Βεβαίως!
Φίλοι εσείς, φίλος κι εγώ, σε φίλο σας μιλάτε.
ΧΟΡ. Την Τροία την επήρατε; Πιάσατε την Ελένη;
ΟΔΥ. Κι ολάκερο κουρσέψαμε το σπίτι του Πριάμου.
ΧΟΡ. Κι όταν τη βάλατε τη δεσποινίς στο χέρι, τότε όλοι
180 την κανονίσατε με τη σειρά; Βλέπεις, αυτή γουστάρει
να παίρνεται με μπόλικους η άπιστη — που σάστισε,
σαν είδε τ᾽ αλλουνού (του Πάρη, ντε) τις παρδαλές τις βράκες
και την χρυσή καδένα του που ᾽χε στον λαιμουδάκο,
185 κι έφτυσε τον Μενέλαο, τέτοιο χρυσό ανθρωπάκι.
Καλύτερα, μου φαίνεται, των γυναικών η ράτσα
ποτέ να μην εφύτρωνε — παρά για μένα μόνο!
ΣΙΛ. (Βγαίνει από τη σπηλιά.)
Ορίστε, βασιλιά Δυσσέα, αρνάκια απ᾽ το κοπάδι,
που τ᾽ αναθρέψαν φωνακλούδες προβατίνες· και τυράκι
190ορίστε, πάρτε, μπόλικο, πηχτό. — Τρεχάτε τώρα
να φύγετε μακριά ᾽πό δω! Πληρώστε με μονάχα
του Βάκχου το γλυκό πιοτό.
(Ακούγονται κρότοι· ο Κύκλωπας μπαίνει στη σπηλιά από είσοδο αόρατη στους θεατές.)
Αμάαν! Έρχεται ο Κύκλωπας! Και τώρα τί θα κάνουμε;
ΟΔΥ. Πάμε χαμένοι, γέροντα. Πώς να τη σκαπουλάρουμε;
195ΣΙΛ. Πίσω απ᾽ τον βράχο ελάτε γρήγορα: είναι καλή κρυψώνα.
ΟΔΥ. Τί λες μωρέ! Στου δράκοντα το στόμα θα μας στείλεις;
ΣΙΛ. «Τί λέω μωρέ;» Έχει κρυψώνες μπόλικες στα βράχια.
ΟΔΥ. Ε λοιπόν όχι! Θα χαράμιζα την τρωική μου δόξα
στα πόδια τώρα αν το ᾽βαζα μπρος σ᾽ ένα μόνο εχθρό
—εγώ που αντιμετώπισα τόσες χιλιάδες Τρώες
200βαστώντας την ασπίδα μου. Αν είναι να πεθάνω,
θενα πεθάνω δοξασμένα· κι αν είναι να σωθώ,
μαζί μου θα ᾽χω σώσει τη λαμπρήν υπόληψή μου.
(Ο Σιληνός τρέχει να κρυφτεί μέσα στο σπήλαιο.)

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Τα μυστικά της γραφής

3.2 Παραμύθια για τη γραφή


Ακούστε τώρα έναν πολύ παλιό μύθο (τον παλιότερο) για την εφεύρεση της γραφής. Τον μύθο αυτό τον βρίσκουμε γραμμένο σε ένα μεγάλο ποίημα των Σουμερίων, ενός λαού της Μεσοποταμίας (σημερινού Ιράκ), με τίτλο «Ο Ενμερκάρ και ο άρχοντας της Αράττας». Το ποίημα αυτό πρέπει να γράφτηκε 2.700 χρόνια πΧ! Διηγείται πώς ο Ενμερκάρ, άρχοντας της πό­λης Ουρούκ-Κουλάμπα, έστειλε έναν απεσταλμένο του στον άρχοντα της Αράττας για να ζητήσει ξυλεία, χρυσάφι, ασήμι και πολύτιμους λίθους, γιατί ήθελε να ξαναχτίσει και να στολίσει τον ναό της θεάς Ινάνα. Ο απεσταλμένος πήγαινε κι ερχόταν ανάμεσα στις δύο πόλεις και στους δύο άρχοντες μεταφέροντας τα μηνύματα του Ενμερκάρ στον άρχοντα της Αράττας και πάλι πίσω, μεταφέροντας τις απαντήσεις του άρχοντα της Αράττας στον Ενμερκάρ. Κάποια στιγμή ο ταλαίπωρος απεσταλμένος «παρέδωσε τα όπλα»: οι οδηγίες που του έδινε ο Ενμερκάρ ήταν τόσο περίπλοκες, που δεν μπορούσε πια να τις απομνημονεύσει. Τότε, λέει το ποίημα, ο Ενμερκάρ, για να λύσει το πρόβλημα, επινόησε τη γραφή: έγραψε το μήνυμα πάνω σε μια πινακίδα από πηλό . Και με τα λόγια του ποιήματος:

Το στόμα του απεσταλμένου είχε γεμίσει - δεν μπορούσε ούτε να πει ούτε να θυμηθεί το μήνυμα. Επειδή το στόμα του απεσταλμένου είχε γεμίσει και δεν μπορούσε ούτε να πει ούτε να θυμηθεί το μήνυμα, ο άρχοντας της Κουλάμπα έπλασε πηλό και έγραψε το μήνυμα πάνω στην πήλινη πινακίδα που έφτιαξε.

Παλιά δεν ήξεραν να γράφουν μηνύματα πάνω σε πηλό.

Σε ένα άλλο σουμεριακό ποίημα η γραφή περιγράφεται ως ένα από τα βασικά μυστικά του πολιτισμού, που κρατούσε ζηλότυπα για τον εαυτό του ο Έγκι, ο θεός της σοφίας. Η θεά Ινάνα, προστάτισσα της πόλης Ουρούκ, ήθελε αυτά τα μυστικά για την αγαπημένη της πόλη και γι' αυτό αποφάσισε να βρει τρόπο να του τα πάρει. Και το κατάφερε μεθώντας τον Έγκι:

Κι αφού οι καρδιές τους γέμισαν χαρά με το ποτό, ο Έγκι βροντοφωνάζει:
«Ω όνομα της δύναμής μου, ω όνομα της δύναμής μου, στη λαμπερή Ινάνα, τη θυγατέρα μου, θα χαρίσω τις τέχνες του ξύλου, του μετάλλου, του δέρματος, της γραφής, της καλαθοπλεκτικής, του χτισίματος.»

Και η αγνή Ινάνα τις πήρε.

Και αφού πήρε τα δώρα, η Ινάνα ξεκίνησε για να τα πάει στην Ουρούκ. Και τα κατάφερε, παρόλο που ο ξεμέθυστος πια και μετανιωμένος Έγκι έκανε ό,τι μπορούσε (έστειλε θύελλες, θαλάσσια τέρατα) για να τα πάρει πίσω.

Θεϊκό λοιπόν κτήμα και δώρο η γραφή, μαζί με τα άλλα αγαθά του πολιτισμού: ξυλουργική, μεταλλοτεχνία, οικοδομική, επεξεργασία του δέρματος, καλαθοπλεκτική. Θεϊκό κτήμα και δώρο η γραφή και για τον ιουδαϊσμό και τον χριστιανισμό: στην Παλαιά Διαθήκη η θέληση του Θεού δίνεται στον Μωυσή στο όρος Σινά σε πινακίδες. «γραμμένες από το χέρι του Θεού».

Οι προσδοκίες στις σχέσεις

''Γι' αυτό διαλέγουμε συχνά ένα χώρο στενό που να μας προστατεύει απ' το ίδιο μας το απέραντο.''

Αλληλοεπιδρούν συναισθηματικά δυο άνθρωποι και σχετίζονται μεταξύ τους, όταν τα κοινά τους βιώματα τούς φέρνουν κοντά και η ανάγκη για σχέση τούς οδηγεί στην επιθυμία∙ μια επιθυμία που, όταν είναι δυνατή, προσπερνά τις δύσκολες στιγμές και επανορθώνει τις ρωγμές που θα παρουσιαστούν στο πέρασμα του χρόνου.

Τι συμβαίνει όμως, άραγε, όταν η ανάγκη να καλύψουμε τα ελλείμματά μας, είναι πιο δυνατή από την επιθυμία να δεσμευτούμε με το σύντροφο μας; Όταν η ανάγκη παίρνει τα ηνία, τότε αποζητάμε στον άλλο άνθρωπο ένα γονιό που θα μας αναλάβει, θα φροντίσει τα τραύματά μας, θα μαντεύει τις σκέψεις μας, θα προλαβαίνει τις επιθυμίες μας, θα καλύψει την έλλειψη, θα διορθώσει την απουσία, θα γιατρέψει τις πληγές που μας προκάλεσαν άλλοι.

Τα ελλείμματα της ψυχής μας νοθεύουν την επιθυμία μας, η οποία μετατρέπεται σε ανάγκη να μεταμορφωθεί ο άνθρωπος μας, στον πρίγκιπα των παραμυθιών ή στη νεράιδα που με το μαγικό της ραβδάκι, θα μας χαρίσει όλα όσα επιθυμούμε, όλα όσα δεν είχαμε ποτέ, όσα φαντασιώσαμε αλλά δεν φτάσαμε ποτέ στην πηγή τους ως παιδιά.

Δημιουργούμε προσδοκίες πως ο άλλος θα θεραπεύσει τις πληγές που έχουν δημιουργηθεί στα μονοπάτια της μνήμης και ελπίζουμε πως θα αποκαταστήσει το παρόν, δημιουργώντας τέτοιες συνθήκες που θα εξαφανίσουν με ένα μαγικό τρόπο ό,τι έχουμε υποστεί μέχρι τώρα. Έτσι, με τους ανθρώπους που ερχόμαστε σε επαφή και μας κάνουν να νιώθουμε συναισθήματα που παρέμεναν ξεχασμένα στο σεντούκι της καρδιάς, ενώ θα μπορούσαμε να αφεθούμε σε αυτό το συναίσθημα και να περιοριστούμε στον ρόλο που εξυπηρετεί η συγκεκριμένη σχέση, πιάνουμε τον εαυτό μας να επιθυμεί να μεταμορφωθεί η σχέση σε κάτι άλλο πιο πολυδιάστατο που να καλύπτει περισσότερες ανάγκες, διαφορετικές από αυτές για τις οποίες δημιουργήθηκε. Φανταζόμαστε πως ο άνθρωπος μας μπορεί να μεταμορφωθεί με το μαγικό ραβδάκι της φαντασίας μας, σε μια μητέρα ή σε έναν πατέρα, που σε αντίθεση με τους δικούς μας γονείς, εκείνοι θα μας αποδέχονται περισσότερο, θα μας ακούν με πιο συναισθηματικό τρόπο, θα ανέχονται τα καπρίτσια μας και θα ικανοποιούν τις επιθυμίες μας χωρίς όρια.

Όταν, λοιπόν, δεν το κάνουν, γινόμαστε παιδιά όλο πείσμα και οργή και ξεσπάμε πάνω τους, ζητώντας από εκείνους να αποκαταστήσουν ένα θεατρικό έργο, για το οποίο δεν είναι καν ενήμεροι. Κάποιες φορές τους μιλάμε με τέτοιο απαιτητικό τρόπο, παραμένοντας παιδιά που δεν ενηλικιωθήκαμε ποτέ και περιμένουμε με την ίδια παράλογη εμμονή να ανταποκριθούν στα αιτήματά μας ή εκβιάζουμε συναισθηματικά πως θα τους εγκαταλείψουμε ή φεύγουμε από τη σκηνή, ελπίζοντας πως θα μας αναζητήσουν και θα τρέξουν κοντά μας σα γονείς.

Με αυτόν τον τρόπο όμως ξεφεύγουμε από τη δέσμευση και από αυτό που μας ζητάει και ενώ αρχικά νιώθαμε ικανοποιημένοι από ό,τι μας έδινε, ξαφνικά ο ουρανός αρχίζει να γεμίζει πυκνά σύννεφα απογοήτευσης και απομακρυνόμαστε με παράπονο από κάτι που με τόση αισιοδοξία είχαμε ξεκινήσει.

Πολλοί άνθρωποι έχουν κρυμμένη μέσα τους μια παιδική ψυχή που δεν τους χαρίζει όμως ένα κόσμο γεμάτο παιχνίδια, με τα οποία μπορούν να έρχονται σε επαφή με την δημιουργική τους πλευρά απελευθερώνοντας την, ώστε να πάρουν μια χούφτα σύννεφο να το απλώσουν στον ορίζοντά τους και να γίνουν δημιουργοί του ονείρου τους. Αυτή η παιδική ψυχή έχει ναυαγήσει σε έναν κόσμο που φαντάζεται πως όλοι οι άνθρωποι της χρωστούν κάτι, που θα πρέπει να τους το δώσουν, και απαιτούν από εκείνους πράγματα που είναι δικές τους ανικανοποίητες ανάγκες και κανείς δεν μπορεί να τις καλύψει. Τρέφονται αδιάκοπα από αυτήν την προσδοκία και αδημονούν για την ημέρα που κάποιος θα τους επιστρέψει, όλα όσα δεν τους δόθηκαν. Έτσι, στις συναναστροφές τους απαιτούν όλο και περισσότερα από τους άλλους, κάνοντάς τους να λυγίζουν από το βάρος των αιτημάτων τους και να μην μπορεί κανείς να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους.

Όταν αποζητάμε από το άλλο πρόσωπο, να επανορθώσει με μαγικό τρόπο ό,τι χάθηκε, προσδοκώντας μέσα από εκείνον να αποκαταστήσουμε τα ραγίσματά μας με τρόπο που να μην φαίνεται καμία ρωγμή, όταν στρεφόμαστε σε εκείνον με απαιτητικό τρόπο, ένα κομμάτι μας ποθεί όχι να χαρεί αυτό που γεύεται, αλλά να διεκδικήσει όλα όσα του λείπουν απαιτώντας από τον άλλον να αναστρέψει την ανεπάρκεια που νιώθουμε. Η εξάρτηση, η προσκόλληση και ο έλεγχος παίρνουν τον έλεγχο και αποφασίζουν για την οπισθοδρόμηση της σχέσης, ώσπου κάποια στιγμή ανακαλύπτουμε ότι η ερωτική επιθυμία έχει υποχωρήσει, γιατί την θέση της την έχει καταλάβει η απαιτητική ανάγκη να καλυφθούν τα χαοτικά ελλείμματα που καταπίνουν κάθε ελεύθερη βούληση.

Όταν αναλαμβάνουμε τον σύντροφο μας, όχι για να δεσμευτούμε μαζί του αλλά για να τον αλλάξουμε και να αλλάξουμε και εμείς μέσα από αυτόν, να τον εκπαιδεύσουμε ή να εκπαιδευτούμε από εκείνον, να τον θεραπεύσουμε ή να θεραπευτούμε από εκείνον, τότε η σχέση υποφέρει, νοσεί. Όταν προσπαθούμε μέσα από εκείνον να πραγματώσουμε ό,τι αδυνατούμε να καταφέρουμε από μόνοι μας, να χρησιμοποιήσουμε τη δική του δυναμική για να αρχίζουν να γυρίζουν οι δικοί μας τροχοί, να ενωθούμε αράγιστα μαζί του, για να διαγραφεί η συναισθηματική δυσφορία του κενού μέσα μας, η σχέση γίνεται αδηφάγα και μεταμορφωνόμαστε σε μέσο ο ένας για τον άλλον, προκειμένου να αναστηθεί ό,τι είναι ήδη νεκρό.

Ο έρωτας είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας, με τη μεταφορική σημασία του όρου όμως, με την έννοια ότι η αγάπη που κυλάει ανάμεσα σε δυο ανθρώπους τους αφήνει πιο ήρεμους να ασχοληθούν με τους ίδιους, με τη σχέση τους αλλά και με τον περίγυρό τους, αφού καθετί που μας κάνει να αισθανόμαστε καλά, επιστρέφεται και στους γύρω μας. Τα συναισθήματα κυλούν αυθόρμητα και όπως ρέουν, περιβάλλουν θεραπευτικά. Δεν ερωτευόμαστε για να μεταμορφωθούμε, η οποιαδήποτε αλλαγή έρχεται από μόνη της, χωρίς να την προσκαλέσουμε και κυρίως χωρίς να την απαιτήσουμε, ακριβώς γιατί έρχεται σαν απόρροια της αγάπης που αισθανόμαστε ο ένας για τον άλλον.

Κάποιοι άνθρωποι όμως ενώ νιώθουν να ανθίζει η καρδιά τους από τον πλούτο που με τόση γενναιοδωρία τους πρόσφερε μια συναισθηματική σχέση, τη μετατρέπουν σε κάτι δυσβάσταχτο από το σαράκι της απαίτησης και της αμφιβολίας.

Ο έρωτας μάς αποχωρίζεται όταν απαιτούμε ληστρικά από τον άλλο να προσαρμοστεί σε μια επιταγή, σε ένα χρέος που έχει μείνει μέσα μας ακάλυπτο. Τα χρέη του παρελθόντος ανήκουν σε ένα άλλο χρόνο. Κανείς και τίποτα δεν μπορεί να επαναφέρει τις στιγμές, για να τις ζήσουμε, να αναγεννηθούμε μέσα από αυτές. Όσο το πιστεύομε αυτό, ο άλλος άνθρωπος γίνεται ένα μέσο προσδοκίας, ένα μέσο ελέγχου, όπου ξεσπάμε ανεύθυνα τον εγωισμό μας απαιτώντας να προσαρμοστεί σε αυτό που μαγικά ελπίζουμε. Κι όταν δεν το κάνει, τον μειώνουμε, υποτιμάμε την αξία του, ακυρώνουμε αυτό που ζούμε, παύουμε να τον αναγνωρίζουμε. Το οποιοδήποτε ερέθισμα που αντηχεί μέσα μας την διάψευση ότι το παρελθόν μπορεί να επανορθωθεί με ψευδαισθησιακό τρόπο, το καταδικάζουμε ως ύποπτο και η ετυμηγορία είναι έτοιμη να απευθύνει την καταδίκη.

Η αγάπη θυσιάζεται, το πρόσωπο γίνεται μέσο, ο έρωτας μετατρέπεται σε ένα χρηστικό αντικείμενο. Απαιτούμε από τον έρωτα να καλύψει μια ανάγκη που έμεινε ξέπνοη στο χρόνο και προσδοκούμε να γίνει η ανάσα μας. Πεισματικά σαν παιδιά ζητάμε από εκείνον να δικαιώσει ότι έμεινε αδικαίωτο από άλλα πρόσωπα που ποδοπάτησαν τη ζωή μας. Σα να του ζητάμε να παίξει ένα έργο, για να εξαγνίσει την παρουσία των άλλων στη ζωή μας που μας άφησαν με ένα ξεριζωμό, με μια ντροπή να σημαδεύει τη ζωή μας σα στίγμα. Είτε παρακλητικά είτε προστακτικά θέλουμε να γίνει εκείνος ο ήρωας που θα σηκώσει στις πλάτες του το παρελθόν μας και εμείς αλαφροΐσκιωτοι θα αιωρούμαστε σε ένα ουρανό γεμάτο αταξίδευτα όνειρα, όπου θα συντροφεύουμε τις αυταπάτες μας. Η σχέση παύει να είναι σχέση και μετατρέπεται σε χρήση, όπου ο άλλος γίνεται ένα εργαλείο μαγικής επανόρθωσης, προκειμένου να αποκατασταθεί το 'λάθος' στον ψυχισμό μας.

Η θλίψη για ότι παραμελήθηκε, για ό,τι προδόθηκε και εγκαταλείφθηκε, είναι τόσο μεγάλη, που θεωρούμε τον εαυτό μας στιγματισμένο και τρέμουμε στην ιδέα της ξεφτισμένης εικόνας που απειλεί τα ερείπια του ψυχικού μας κόσμου. Γυρεύουμε μια αναστύλωση, ώστε να μπορέσουμε να αντέξουμε τους κλυδωνισμούς της ζωής, όταν οι καταιγίδες κτυπούν την πόρτα μας. Επειδή τα τραύματά μας όμως έχουν προσδιορίσει την εικόνα μας, νιώθουμε αδύναμοι να κάνουμε τις υπερβάσεις μας και να περιορίσουμε την διάστασή τους μέσα μας, οπότε ο απόηχός τους πλήττει την αξία μας. Έτσι, το σημάδι από ένα γεγονός, το οποίο το υποστήκαμε αναίτια στο παρελθόν, στιγματίζει ολάκερο τον ψυχισμό μας.

Με αυτόν τον τρόπο όμως αδυνατούμε να έρθουμε σε επαφή με την πραγματικότητα και να την αντιμετωπίσουμε Τα τραύματα, όσο βαθιά κι αν μας έχουν διαπεράσει, είναι πολύτιμος σύμμαχος στην ζωή μας, γιατί η κάθε εμπειρία ακόμη κι αν δεν είχε την έκβαση που επιθυμούσαμε, αποτελεί μάθημα ζωής και εφόδιο στον αγώνα μας. Όσο εμείς προσπαθούμε να εξαφανίσουμε, να διαγράψουμε από το χάρτη του παρελθόντος μας, καθετί που θεωρούμε πως μας στιγμάτισε, όσο γυρεύουμε μια μαγική επανόρθωση που θα σβήσει μονοκοντυλιάς ό,τι μας πλήγωσε, για να αποδεχτούμε τον εαυτό μας, χωρίς πληγές, χωρίς τραύματα, χωρίς εγγραφές, χωρίς παρελθόν, τόσο θυμώνουμε και ματώνουμε, γιατί διαπιστώνουμε πως δεν μπορούμε να διαγράψουμε τις θύμησές μας, αλλά το μόνο που θα μπορούσε να μας βοηθήσει είναι, να συμφιλιωθούμε με το 'λάθος' και να ανοίξουμε δρόμο στην ζωή μας.

Η μνήμη μάς χρειάζεται, γιατί αποτελεί μια πυξίδα, ώστε να μη χανόμαστε ξανά και ξανά σε ανώφελους προσδιορισμούς. Χάρη στην εμπειρία, ακόμα και χάρη στον πόνο που δοκιμάσαμε, αν τον δεχτούμε και τον αξιοποιήσουμε, τότε αποφεύγουμε διαδρομές που μας παραπλανούν και διαλέγουμε πορείες, όπου συναντάμε την αλήθεια μας, όπου η εικόνα μας γίνεται αποδεκτή, όπου νιώθουμε αυθεντικός εαυτός. Καθετί που συνέβηκε στη ζωή μας έχει το νόημα του, την αξία του και αν χαθεί, αν το σβήσουμε μονοκοντυλιάς, μαζί του σβήνουμε και την ζωή μας, η οποία σφραγίστηκε από κομμάτια, όπου όλα τους αποτελούν την ενότητά μας. Καθετί που ζήσαμε, είτε χαρούμενο, είτε λυπημένο, είμαστε εμείς. Κάθε στοιχείο μας που είτε το αξιοποιήσαμε είτε το αφήσαμε παραπονεμένο, συνεχίζει να υπάρχει μέσα μας και να μας περιμένει με προσμονή.

Είχαμε δικαίωμα στα λάθη και στα σωστά της καρδιάς μας, ενώ οτιδήποτε προσπαθούμε να σβήσουμε από ντροπή, από θυμό ή ενοχή, μάς ακολουθεί σαν ένα θρύμμα που αποζητά να ενωθεί μαζί μας, για να απολογηθεί και να βρει τη θέση του στη ζωή μας, ώστε να μην πορεύεται απομονωμένο και αποσπασμένο από μας. Κάθε συναίσθημα ή σκέψη, που επιτίθεται στα κομμάτια του εαυτού μας, επιζητά την ένωση του με τον πυρήνα του εαυτού μας προκειμένου να αισθανθούμε ολάκεροι και ενωμένοι με τον εαυτό μας. Οι εμπειρίες της ζωής μας αφήνουν το απόσταγμά τους στο ψυχικό μας σύστημα, και εμείς διυλίζουμε την ουσία τους, για να αποβάλουμε το τοξικό τους περιεχόμενο και να ευφρανθούμε με το νέκταρ τους.

Ο αυτοέλεγχος για την ψυχική μας υγεία

Αυτοέλεγχος είναι η ικανότητα να ρυθμίζουμε και να μεταβάλλουμε τις αποκρίσεις μας ώστε να αποφεύγουμε ανεπιθύμητες συμπεριφορές, να αυξάνουμε τις επιθυμητές και να επιτυγχάνουμε μακροπρόθεσμους στόχους. Οι έρευνες έχουν δείξει ότι η απόκτηση αυτοελέγχου αποδεικνύεται σημαντική για την υγεία και την ψυχική μας ευεξία.

Συνηθισμένοι στόχοι όπως η απώλεια βάρους, η συχνή άσκηση, η υγιεινή διατροφή, η μη αναβλητικότητα, η αποφυγή παλιών συνηθειών και η αποταμίευση είναι κάποιοι μόνο από τους στόχους για τους οποίους οι άνθρωποι πιστεύουν ότι απαιτείται αυτοέλεγχος.
Τι είναι ακριβώς ο αυτοέλεγχος;

Χρησιμοποιούνται πολλοί ορισμοί για τον αυτοέλεγχο, που περιλαμβάνουν την πειθαρχία, την αποφασιστικότητα, τη δύναμη της θέλησης, τη δύναμη ψυχής, το σθένος. Οι ψυχολόγοι τον ορίζουν ως ακολούθως:

– Η ικανότητα να ελέγχουμε τη συμπεριφορά μας ώστε να αποφύγουμε πειρασμούς και να πετύχουμε στόχους

– Η ικανότητα να καθυστερούμε την ικανοποίηση και να αντιστεκόμαστε σε ανεπιθύμητες συμπεριφορές ή παρορμήσεις

– Ένας περιορισμένος πόρος που μπορεί να εξαντληθεί.

Ποια είναι η σημασία του;

Πόσο σημαντικός είναι ο αυτοέλεγχος στην καθημερινότητά μας; Μία μελέτη που διεξήχθη από την Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία βρήκε ότι το 27% των ερωτηθέντων αναγνώρισε την έλλειψη δύναμης της θέλησης ως τον πρωταρχικό λόγο που αδυνατούν να πετύχουν τους στόχους τους.

Είτε ο στόχος σας είναι να χάσετε βάρος, να πάρετε το πτυχίο, είτε να σταματήσετε το κάπνισμα, είναι εύκολο να πιστέψετε ότι η επίτευξη ενός στόχου είναι απλώς ένα ζήτημα ελέγχου της συμπεριφοράς μας. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ο αυτοέλεγχος είναι κάτι που και μπορεί να μαθευτεί, αλλά και να ενδυναμωθεί. Οι ερευνητές έχουν επίσης αναγνωρίσει μια σειρά από διαφορετικούς παράγοντες και στρατηγικές που μπορούν να μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε τον αυτοέλεγχό μας.

Σε ένα πείραμα, οι μαθητές που επέδειξαν μεγαλύτερη αυτοπειθαρχία είχαν καλύτερους βαθμούς, υψηλότερο σκορ σε τεστ και ήταν πιθανότερο να φοιτήσουν σε ένα πανεπιστημιακό τμήμα με κύρος και αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Η μελέτη επίσης βρήκε πως όσον αφορά στην ακαδημαϊκή επιτυχία, ο αυτοέλεγχος ήταν ένας σημαντικότερος παράγοντας σε σύγκριση με το σκορ σε τεστ IQ.

Τα οφέλη όμως του αυτοελέγχου δεν περιορίζονται στην ακαδημαϊκή επίδοση. Μία μακροχρόνια έρευνα πάνω στην υγεία βρήκε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν υψηλότερα επίπεδα αυτοελέγχου κατά την παιδική ηλικία συνέχιζαν να παρουσιάζουν καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία στην ενήλικη ζωή.

Στρατηγικές που θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε τον αυτοέλεγχο

Αποφυγή των πειρασμών

Είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος να εκμεταλλευτούμε τον διαθέσιμο αυτοέλεγχό μας. Η αποφυγή πειρασμών διασφαλίζει ότι δεν εξαντλούμε τους πόρους μας πριν να είναι απαραίτητο. Είτε είναι η επιθυμία μας να φάμε, να πιούμε, να ξοδέψουμε ή να αφεθούμε σε κάποια ανεπιθύμητη συμπεριφορά, ένας τρόπος να αποφύγουμε τον πειρασμό είναι να βρούμε έναν υγιεινό περισπασμό. Μπορούμε να βγούμε έξω, να καλέσουμε έναν φίλο, να ασχοληθούμε με κάτι που μας αρέσει όπως το διάβασμα και που θα στρέψει αλλού την προσοχή μας.

Προγραμματισμός – Οργάνωση

Σκεφτείτε πιθανές καταστάσεις που μπορεί να σας αποσυντονίσουν. Αν έρθετε αντιμέτωποι με έναν πειρασμό, ποια είναι τα βήματα που θα ακολουθήσετε για να αποφύγετε την παγίδα; Οι ειδικοί έχουν βρει ότι η οργάνωση και ο προγραμματισμός μπορεί να βελτιώσει τη δύναμη της θέλησης ακόμα και σε καταστάσεις όπου οι άνθρωποι έχουν βιώσει τις επιδράσεις της εξάντλησης του εγώ.

Για παράδειγμα, αν γνωρίζετε ότι δυσκολεύεστε να μείνετε μακριά από τα ανθυγιεινά σνακ του απογεύματος, μπορεί να καταναλώσετε ένα καλά ισορροπημένο μεσημεριανό που θα είναι γεμάτο φυτικές ίνες, πρωτεΐνη και δημητριακά ώστε να σας κρατήσει χορτασμένους.

Εξάσκηση της εφαρμογής του αυτοελέγχου

Ακόμα κι αν ο έλεγχός σας έχει υποστεί πλήγμα και έχει εξαντληθεί βραχυπρόθεσμα, η εξάσκηση συμπεριφορών που απαιτούν αυτοέλεγχο αναγκαστικά θα βελτιώσει με τον καιρό τη δύναμη της θέλησης. Σκεφτείτε τον αυτοέλεγχο ως έναν μυ. Αν και η σκληρή δουλειά μπορεί να κουράσει βραχυπρόθεσμα τον μυ σας, αυτός θα δυναμώσει με τον καιρό όσο συνεχίζετε να τον χρησιμοποιείτε.

Συγκέντρωση σε έναν στόχο τη φορά

Οι πολλοί στόχοι μαζεμένοι είναι συνήθως η πιο αναποτελεσματική στρατηγική. Η εξάντληση της δύναμης της θέλησης σε ένα ζήτημα θα μειώσει τον αυτοέλεγχο και στους άλλους στόχους. Είναι καλύτερο να επιλέξετε έναν και μόνο στόχο και να διοχετεύσετε εκεί την ενέργειά σας.

Αφού μετατρέψετε τις απαραίτητες συμπεριφορές σε συνήθειες για να πετύχετε έναν στόχο, δεν θα χρειάζεστε πια συνειδητή προσπάθεια για τις διατηρήσετε. Στη συνέχεια, θα μπορέσετε να χρησιμοποιήσετε τους πόρους σας για την επίτευξη άλλων στόχων.

Υπενθύμιση των συνεπειών

Όπως ακριβώς ο αυτοέλεγχος μπορεί να σας βοηθήσει να πετύχετε τους στόχους σας και να βελτιώσετε την σωματική και ψυχική σας υγεία, η έλλειψή του μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα στην αυτοπεποίθησή σας, στην εκπαίδευση, στην καριέρα, στα οικονομικά, στις σχέσεις και στη γενική σας υγεία και ευεξία. Αν υπενθυμίζετε στον εαυτό σας αυτές τις συνέπειες, θα μπορείτε να διατηρείτε τα κίνητρά σας και να ελέγχετε τον αυτοέλεγχό σας.

Γιατί πρέπει να κατανοήσετε την Σκοτεινή σας Πλευρά

Είμαστε πλάσματα ατελείωτης εξέλιξης και δυνατοτήτων. Κάποιες από τις εσωτερικές μας όψεις φαίνονται πολύ αρνητικές και στρεβλές. Συνήθιζαν να είναι αυτό που θα αρνιόμασταν ή θα καταπιέζαμε αυτές τις εκφράζεις μέχρι την τελευταία μας αναπνοή.

Στο τέλος αυτή η αρνητικότητα ήταν ακόμα παρούσα και πολύς χρόνος και ενέργεια είχαν χαθεί. Τώρα είναι πιο κοινή πρακτική να εξετάζουμε και να κατανοούμε το σκοτάδι που ζει μέσα σε όλους μας.

Δεν μπορείτε να ανατρέψετε έναν διανοητικό σχηματισμό με περισσότερη σκέψη. Είναι σαν να χύνουμε βενζίνη στην φωτιά. Επίσης δεν μπορείτε να διατάξετε μια καρδιά να νιώσει ή να καταπιέσει.

Οποιοσδήποτε προσπάθησε να πολεμήσει κάποιο από αυτά τα όργανα ξέρει την ματαιότητα αυτών των μαχών. Αυτό που δουλεύει είναι η συμπόνια, η αποδοχή και ικανότητα του «αφήνω να φύγει» που μαθαίνουμε.

Κοιτάζοντας πιο καλά στους σκοτεινούς σχηματισμούς που ζουν μέσα στον καθένα, θα βοηθούσε να ονομάζαμε κάποιους. Ζήλεια, οργή, μίσος, η όρεξη για δύναμη και η απληστία είναι μερικοί από τους μεγαλύτερους σχηματισμούς.

Όταν αυτοί οι σχηματισμοί συγκεντρωθούν, σκοτεινές φαντασιώσεις μπορούν να αρχίσουν να ξετυλίγονται εναντίον της θέλησής μας. Βλέπουμε τρομακτικά πράγματα που η κοινωνία και ο εαυτός σας κρίνει σκληρά εξαιτίας του ωμού περιεχομένου,.

Είστε κάτι περισσότερο από το άθροισμα αυτών των μπλεγμένων σκέψεων που τρέχουν και των σκοτεινών σχηματισμών που τις δημιούργησαν. Ακόμα και η επιθυμία για πόλωση της ανθρώπινης φύσης σε «φωτεινές» και «σκοτεινές» πλευρές είναι αχρείαστα μοιρολατρική. Η ζωή είναι εμπειρία.

Το μυαλό αντιλαμβάνεται το ερέθισμα και δημιουργεί εσωτερικούς σχηματισμούς. Είναι ένα κέντρο επεξεργασίας δεδομένων και παραγωγής. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Συνεχώς εξασκείται. Εξετάζει, δημιουργεί, ελίσσεται, φαντάζεται και τεστάρει οτιδήποτε μπορεί.

Πρέπει να τα κάνει ώστε να παραμείνει ένα χρήσιμο εργαλείο. Αν έκανε μόνο ό,τι του ζητούσε ο «ανώτερος» εαυτός μας, θα ήμασταν ανίκανοι να τα βγάλουμε πέρα με πολλές καταστάσεις που δεν είδαμε ποτέ να έρχονται. Η καρδιά είναι ένα εργαλείο βιώματος συναισθημάτων και μερικές φορές μας προδίδει. Κάνει οτιδήποτε χρειάζεται για να μείνει συναφές εργαλείο.

Ποτέ μην είστε αναστατωμένοι και μην αισθάνεστε ένοχοι για τις τρελές ανοησίες που κάνουν η καρδιά και το μυαλό σας. Είναι εργαλεία που λειτουργούν για πολύ συγκεκριμένες εργασίες. Η μοναδική παραγωγική πορεία δράσης που πρέπει να αναγνωρίσετε τον σχηματισμό για αυτό που είναι. Χαμογελάστε και αποδεχτείτε ότι υπάρχει. Έπειτα σημειώστε το.

Αφήστε το να φύγει. Πιθανώς θα συνεχίσει να κάνει φασαρία και να προσπαθεί να σας βλάψει, όμως συνεχίστε απλά να το αποδέχεστε και να το αγαπάτε. Τελικά χωρίς να ταΐζετε άλλο με καύσιμα το μυαλό και την καρδιά θα συνεχίζουν με άλλες λειτουργίες.

Στον έρωτα και στην αγάπη να είσαι ελεύθερος

Ο έρωτας βασίζεται στην ισότητα, στην ελευθερία, στον θαυμασμό και στον σεβασμό.

Αν τα θεμέλια του είναι χτισμένα στην υποταγή και στην απώλεια της ακεραιότητας του ενός από τους δυο, τότε είναι μαζοχιστική εξάρτηση, όπως κι αν εκλογικεύεται ή παρουσιάζεται η σχέση.

Μέσα από τις σχέσεις συμβιβασμού, βρίσκουμε μια εύθραυστη ασφάλεια. Επιλέγουμε να θυσιάσουμε τον εαυτό μας και την ατομικότητα μας για να μην είμαστε μόνοι.

Χαρίζουμε απλόχερα την ελευθερία μας για να περιοριστούμε σε κάλπικα δεσμά σταθερότητας.

Η σταθερότητα όμως ως έννοια αποτελεί από μόνη της μια πλάνη. Τίποτα δεν είναι σταθερό και τίποτα δεν κρατάει για πάντα.

Τα πάντα μεταβάλλονται, κάθε στιγμή, μέσα στους κύκλους του χρόνου.

Την ασφάλεια την συναντάμε μέσα από την παρουσία μας στο τώρα, μέσα από το γνώθι σαυτόν, μέσα από την αυθόρμητη έκφραση, χτίζοντας έτσι αληθινές σχέσεις, πρώτα με τον εαυτό μας κι έπειτα με άλλους.

Υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι στον έρωτα, καθώς είναι πολλές οι μάσκες της αγάπης.

Ο σαδισμός, ο οποίος εμφανίζεται συχνά με το πρόσωπο του έρωτα, προκειμένου να κυριαρχήσει κάποιος πάνω σε κάποιον άλλον. Έτσι ώστε να μπορεί να ισχυριστεί, κυρίως στον εαυτού του, πως ενεργεί καθ´ αυτόν τον τρόπο υπό το πρόσχημα της αγάπης. Εξυπηρετεί ως μια λύση στο πρόβλημα της παροδικότητας, πλάθοντας την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας, με το ξεπέρασμα των όριων της ανθρώπινης ύπαρξης. Προσπαθώντας να πιαστούμε από το απατηλό αίσθημα της απόλυτης ισχύς, ως επανάσταση στην πραγματικότητα της τόσο εύθραυστης υπόστασης μας.

Η ευαρέσκεια, ο ουσιαστικός παράγοντας της επιθυμίας και της αναζήτησης του έρωτα, είναι η απόλαυση των συναισθημάτων που μας κάνουν να νιώθουμε όμορφα και αρεστοί. Ο ένας βλέπει στον άλλον εκείνο το πρόσωπο που μπορεί να καλύπτει τις συναισθηματικές και σωματικές του ανάγκες. Δεν είναι όμως αγάπη όταν το πρόσωπο που έχουμε δίπλα μας αποτελεί ένα μέσο ως προς την ικανοποίηση των αναγκών μας.

Η πραγματική αγάπη δεν έγκειται στο τι θα πάρω, αλλά στο τι θα δώσω.

Ακόμα και στην προσφορά όμως υποβόσκει ικανοποίηση, αν προσφέρουμε κάτι σε κάποιον, όπως τον χρόνο μας, αν επενδύσουμε με οποιονδήποτε τρόπο πάνω του, γίνεται κατά κάποιον τρόπο κομμάτι μας. Αναπτύσσεται αγάπη διότι βλέπουμε, με την πάροδο του χρόνου, στον άνθρωπο που έχουμε δίπλα μας, ένα μέρος του εαυτού μας.

Η αληθινή αγάπη είναι να προσφέρεις, δίχως να προσμένεις αντάλλαγμα.

Η αληθινή αγάπη είναι να σέβεσαι την ατομικότητα και τα όρια του άλλου.

Η αληθινή αγάπη είναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά της ευτυχίας.

Όχι γιατί κάποιος απλά μας κάνει να νιώθουμε καλά με τον εαυτό μας.

Όχι γιατί βλέπουμε την αντανάκλαση μας σε αυτόν.

Όχι γιατί μπορούμε να κυριαρχήσουμε πάνω του.

Όχι η αγάπη με την μορφή κατοχής κάποιου άλλου, αλλά η αγάπη ως μέσο ένωσης.

Όταν δεν υπάρχει ένωση, τότε ο έρωτας, το σεξ, αποκτούν ψυχαναγκαστικό χαρακτήρα και καταλήγουν να αναλώνονται όπως ένα τσιγάρο, ένα ποτό, ένα ναρκωτικό, τα οποία δεν προσφέρουν καμία ιδιαίτερη γεύση εν τέλει, αλλά μας ωθούν ολοένα και πιο μακρυά από τον εμάς τους ίδιους.

Να τολμάμε να βλέπουμε καθαρά ποιοι είμαστε και να αλλάζουμε ότι χρίζει βελτίωσης, για να μπορούμε να χτίζουμε σχέσεις πραγματικής αγάπης.. Ώστε να μην προδίδουμε την ψυχή μας, αλλά και να μην πληγώνουμε άλλους..

Η ανθρώπινη καρδιά δεν είναι φτιαγμένη για ερωτικούς αιφνιδιασμούς, όσο και αν το θεωρούμε φυσιολογικό να σπάει, να μαζεύουμε τα κομμάτια της, να τα κολλάμε κι από την αρχή ξανά..

Η ιδεώδης κατάσταση της καρδιάς μας είναι η συναισθηματική σταθερότητα.

Εκεί ανθίζει η αγάπη.

Προς τα εκεί να θέσουμε στόχο να πορευτούμε. Εκεί να βρεθούμε. Εκεί να υπάρχουμε!

Για ένα ταξίδι, με κατάλληλο συνοδοιπόρο. Δυο ψυχές μαζί, που θα μπορούν να υψωθούν πάνω από την σκόνη της καθημερινότητας. Μια σχέση που θα μας οδηγήσει, μέσα από την απελευθέρωση, πιο κοντά στον εαυτό μας.. στην αυτοπραγμάτωση!

Η αγάπη και ο έρωτας είναι παιδιά της ελευθερίας.

Ελευθερία.. «παρά τό ἐλεύθειν ὅπου ἐρᾶ τίς». Να πράττουμε εν γένει σύμφωνα με ό,τι μας γεννά έρωτα στην ψυχή. Να πηγαίνουμε εκεί που αγαπάμε…

Μένιππος: “Καλά κλάματα

Μένιππος (άκμασε τον 3ο αι. π.Χ.)

Καταγόταν από τη Φοινίκη και αρχικά ήταν δούλος που καταγινόταν με την τοκογλυφία, προφανώς αποδοτική δραστηριότητα, αφού έγινε πολίτης των Θηβών, και μάλιστα πλούσιος.

Η ιστορία όμως λέει ότι του έκλεψαν τα πάντα και, στην απελπισία του, κρεμάστηκε. Ο Μένιππος ήταν οπαδός του Διογένη και ίσως ο κυνικότερος, με τη σύγχρονη έννοια, των Κυνικών. Σίγουρα ήταν ο επιρρεπέστερος στο γέλιο, απολαυστικά άκαρδος με την αθυροστομία του. Μολονότι δε σώζεται κανένα από τα γραπτά του, είναι γνωστός επειδή ενέπνευσε ολόκληρο λογοτεχνικό είδος, τη μενίππεια σάτιρα, που έφτασε στο αποκορύφωμά της με θεράποντες το Λουκιανό και τον Πετρώνιο. Στους Νεκρικούς Διαλόγους του πρώτου, ο Μένιππος είναι το απαύγασμα του αντιήρωα, που καλείται στον Άδη για να χλευάσει παράπονα των πάλαι ποτέ πλούσιων και ισχυρά όπως του Μίδα και του Κροίσου, καθώς και τις σαχλαμάρες των φιλοσόφων, όπως του Σωκράτη, που εικονίζεται να κυνηγάει νεαρούς στον Κάτω Κόσμο (κι ας λένε ότι μετά την ψυχή βγαίνει και το χούι). 

Ο Μένιππος αρνείται να πληρώσει ναύλο στο Χάροντα, το βαρκάρη της Αχερουσίας, και αποσπά το θαυμασμό του Κέρβερου, του τρικέφαλου σκύλου που φυλάει την είσοδο (διότι, προφανώς, όπως έλεγαν οι Λατίνοι, «σκύλος σκύλου κρέας δεν τρώει»). Ο Κέρβερος κλείνει το διάλογο λέγοντας:

Μόνο εσύ, Μένιππε, φάνηκες αντάξιος της γενιάς σου, και ο Διογένης πριν από σένα, που μπήκατε μέσα χωρίς να σας αναγκάζουνε, ούτε να σας σπρώχνουνε, αλλά με τη θέλησή σας, γελώντας και δίνοντας σε όλους την παραγγελιά: «καλά κλάματα».

VIRGINIA SATIR: Όταν επικρατεί μέσα σου αβεβαιότητα για τις δικές σου αξίες, πώς μπορείς να διδάξεις κάτι σίγουρο στο παιδί σου;

Το άγγιγμα ενός ανθρώπινου χεριού, ο ήχος μιας ανθρώπινης φωνής και οι σπιτικές μυρωδιές είναι οι εμπειρίες με τις οποίες ένα μωρό αρχίζει να μαθαίνει τι είναι αυτός ο νέος κόσμος γύρω του. Ο τρόπος με τον οποίο ο γονιός αγγίζει το παιδί κι ο ήχος της φωνής του αποτελούν τη βάση γι’ αυτό που θα μάθει το παιδί. Το μωρό πρέπει να ξεδιαλύνει όλα τ’ αγγίγματα, τα πρόσωπα, τις φωνές και τις μυρωδιές των μεγάλων γύρω του και να βγάζει νόημα απ’ όλα αυτά. Μεγάλη σύγχυση κυριαρχεί στον κόσμο του νεογέννητου.

Στον πρώτο χρόνο της ζωής, ένα παιδί πρέπει να μάθει περισσότερα βασικά και διαφορετικά πράγματα απ’ ό,τι σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του. Ποτέ άλλοτε το παιδί δεν πρόκειται να βρεθεί αντιμέτωπο με τόση μάθηση και γνώση, σε τόσα επίπεδα και σε τόσο λίγο διάστημα.

Η επίδραση απ' όλη αυτή τη μάθηση είναι πολύ πιο βαθιά απ’ όσο φαντάζονται οι περισσότεροι γονείς. Αν οι γονείς το καταλάβαιναν, θα μπορούσαν να εκτιμήσουν καλύτερα, τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα σ’ ό,τι κάνουν και στην τρομακτική δουλειά που έχει να κάνει το παιδί τους. Δώσαμε όλη μας την προσοχή σε μεθόδους πειθαρχίας και πολλή λίγη στην κατανόηση, στην αγάπη, στο χιούμορ και στην ανάπτυξη της πανέμορφης εκδήλωσης της ζωής που υπάρχει μέσα σε κάθε παιδί.

Υπάρχουν ακόμα τρία θέματα που δυσκολεύουν την εκτέλεση του οικογενειακού προσχέδιου. Βρίσκονται στο παγόβουνο, κάτω από την επιφάνεια του νερού, κάτω από την αντιληπτή λειτουργία της οικογένειας. Το πρώτο είναι η άγνοια. Απλά δεν ξέρεις κάτι.

Κι ακόμη, ίσως να μην ξέρεις ότι δεν ξέρεις, έτσι ώστε να μη συνειδητοποιήσεις την ανάγκη να μάθεις. Τα παιδιά μπορούν να βοηθήσουν πολύ σ’ αυτό, αν ο γονιός τούς επιτρέπει τα σχόλια. Να επαγρυπνάς συνέχεια για να αντλείς πληροφορίες από τις νύξεις που κάνουν τα παιδιά.

Το δεύτερο είναι πως ο τρόπος επικοινωνίας σου μπορεί να μην είναι αποτελεσματικός. Οπότε στέλνεις μηνύματα που δεν ξέρεις ότι τα στέλνεις ή νομίζεις ότι στέλνεις μηνύματα, ενώ δεν στέλνεις τίποτε. Έτσι τα αγαθά που έχεις να προσφέρεις στα παιδιά σου δε φτάνουν στον αποδέκτη. Για να το αντιληφθείς αυτό, πρόσεχε τις τυχόν απρόσμενες αντιδράσεις των άλλων.

Πολλοί γονείς ακούνε με κατάπληξη τι νόημα βγάζουν τα παιδιά τους από φαινομενικά αθώες παρατηρήσεις τους. Για παράδειγμα, ξέρω ένα ζευγάρι λευκών που ήθελε να διδάξει στο παιδί του φυλετική ανοχή. Μια μέρα, μαζί με κάποια άλλα παιδιά κάλεσαν στο σπίτι τους κι ένα μικρό μαύρο. Αργότερα ο πατέρας ρώτησε το παιδί του: «Πώς σου φάνηκαν τα πολύ κατσαρά του μαλλιά;» Αλλά το είπε μ’ ένα ύφος που υπογράμμιζε τη διαφορά, σχηματίζοντας έτσι τον πρώτο διαχωριστικό κύκλο ανάμεσα στα δυο παιδιά. Όσοι γονείς ανησυχούν μήπως συμβαίνει κάτι παρόμοιο, ας ελέγχουν πότε πότε τι κατάλαβαν απ’ τα λόγια τους τα παιδιά τους.

Θυμάμαι μιαν άλλη ιστορία. Μια νεαρή μητέρα εξήγησε με αρκετές λεπτομέρειες τα αληθινά περιστατικά της ζωής στον εξάχρονο γιο της, τον Άλεξ. Αρκετές μέρες μετά παρατήρησε πως ο Άλεξ την κοίταζε περίεργα. Τον ρώτησε γιατί, κι εκείνος απάντησε. “Μαμά, δεν κουράζεσαι φοβερά, όταν στέκεσαι με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω;” Ολότελα σαστισμένη η μάνα του ζήτησε να της εξηγήσει τι εννοούσε. “Ε, να” είπε ο μικρός, “ξέρεις… όταν ο μπαμπάς βάζει το σπόρο του μέσα”. Η μητέρα του παρέλειψε να εξωραΐσει τη διαδικασία της συνουσίας κι έτσι ο Άλεξ έφτιαξε τη δική του εικόνα.

Το τρίτο κομμάτι στο παγόβουνο αναφέρεται στις αξίες σου. Δεν είναι καθόλου απλό, όταν επικρατεί μέσα σου αβεβαιότητα για τις δικές σου αξίες, να διδάξεις σχετικά κάτι σίγουρο στο παιδί σου. Τι θα πρέπει να το διδάξεις, αφού κι εσύ δεν ξέρεις τίποτα; Και αν νιώθεις ότι δεν μπορείς να είσαι ειλικρινής για το πρόβλημά σου, τότε η κατάσταση μπορεί πολύ εύκολα να καταλήξει σε διατυπώσεις όπως «κάνε ό,τι σου λέω, όχι ό,τι κάνω» ή «δεν έχει καθόλου σημασία» ή «γιατί με ρωτάς;» ή «κρίνε μόνος σου κι αποφάσισε». Οποιαδήποτε απ’ αυτές τις απαντήσεις θα μπορούσε ν’ αφήσει στο παιδί μια αίσθηση αδικίας ή ψευτιάς.

Ένα άλλο αθέλητο μήνυμα που έδωσε ένας γονιός φαίνεται στην παρακάτω ιστορία. Είχα επισκεφθεί μια νεαρή γυναίκα που είχε ένα τετράχρονο κοριτσάκι. Χτύπησε το τηλέφωνο. Η νεαρή φίλη μου είπε: «Όχι, δεν μπορώ να έρθω σήμερα. Δεν αισθάνομαι καλά».

Η τετράχρονη κόρη της τη ρώτησε, με φανερό ενδιαφέρον στο προσωπάκι της: «Μαμά, είσαι άρρωστη;»

Η φίλη μου απάντησε: «Όχι, είμαι πολύ καλά».

Το κοριτσάκι προσπάθησε να τα βγάλει πέρα με τη φανερή αντίφαση: «Αλλά, μαμά, είπες στην κυρία στο τηλέφωνο ότι δεν αισθάνεσαι καλά».

Η απάντηση της μητέρας της ήταν: «Μη στεναχωριέσαι γι’ αυτό».

Μετά απ’ αυτήν την απάντηση το κοριτσάκι πήγε έξω να παίξει με τα χώματα. Την ώρα του φαγητού, η μάνα της τη φώναξε να έρθει μέσα. Το κοριτσάκι απάντησε: «Δεν μπορώ να έρθω, είμαι άρρωστη».

Η αντίδραση της μάνας ήταν να πάει έξω, προφανώς θυμωμένη, «θα σε μάθω εγώ να μη με υπακούς».

Μπήκα στη μέση, πριν η μητέρα προλάβει να τιμωρήσει το παιδί της και την πήρα απόμερα για να κουβεντιάσουμε. Της θύμησα ένα ένα με τη σειρά τα περιστατικά όπως έγιναν, δείχνοντάς της ότι το παιδί απλώς την είχε μιμηθεί. Είδε κι αυτή την αλληλουχία, που δεν είχε καθόλου αντιληφθεί. Ανατρίχιασε στη σκέψη και μόνο πως παραλίγο να αδικήσει το παιδί της τιμωρώντας το χωρίς λόγο.

Υπέδειξα στη μητέρα πως ο πιο χρήσιμος τρόπος για να τα βγάλει πέρα με την αρχική ερώτηση θα ήταν να είχε πει: «Δεν είμαι άρρωστη. Είπα αυτό το πράγμα σ’ αυτήν τη γυναίκα γιατί δεν ήθελα να είμαι μαζί της και δεν ήθελα να την πληγώσω. Μου είναι πολύ δύσκολο να λέω “όχι” στους ανθρώπους. Έτσι είπα ψέματα. Χρειάζομαι να μάθω καλύτερους τρόπους για να αντιμετωπίζω αυτές τις καταστάσεις. Ίσως μπορούμε να μάθουμε μαζί».

Η μάνα δεν ήταν κανένα τέρας και το παιδί κανένα ανυπάκουο παλιόπαιδο. Κι όμως σ’ αυτό το σενάριο το παιδί θα μπορούσε να τιμωρηθεί, γιατί έμαθε και χρησιμοποίησε το μοντέλο της μάνας. Το παιδί θ’ αποκτούσε την αναγκαία εμπειρία για να αρχίσει να μην εμπιστεύεται τη μάνα του και καμιά απ’ τις δυο δε θα ήξερε γιατί.

Όπως είπα και πριν, οι βασικές πληροφορίες, που μπαίνουν μέσα στο οικογενειακό προσχέδιο, προέρχονται από τις εμπειρίες που είχαμε στη δική μας οικογένεια, μα και στις άλλες, με τις οποίες είμαστε σε στενή επαφή. Όλα τα άτομα που φωνάζουμε με κάποιο γονικό όνομα ή που είμαστε υποχρεωμένοι να τους φερόμαστε σαν να ήταν γονείς μας, μας προμηθεύουν την πείρα την οποία χρησιμοποιούμε έτσι ή αλλιώς, όταν γινόμαστε εμείς γονείς. Ένα μέρος απ’ αυτήν μπορεί να μας βοηθήσει, άλλα ίσως ν’ υποδειχθούν ανώφελα. Όλα όμως άσκησαν την επίδρασή τους.

Όσοι από μας είμαστε αρκετά ελεύθεροι, ώστε να ερχόμαστε σ’ επαφή με την Εσωτερική Σοφία μας, κατέχουμε μιαν άλλη θαυμάσια πηγή. Χρειάζεται κουράγιο για να εμπιστευτείς αυτή τη Σοφία. Σημαίνει ότι έχουμε απελευθερωθεί από κριτική, μομφή και συμβιβασμό. Είμαστε πρόθυμοι όχι μόνο να φερθούμε με ευθύτητα αλλά και να διακινδυνεύσουμε.

Βιρτζίνια Σατίρ, Πλάθοντας ανθρώπους

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Δεν πρέπει με τις καταστάσεις να θυμώνουμε· αυτές δεν νοιάζονται καθόλου

ΠΕΡΙ ΕΥΘΥΜΙΑΣ

Έτσι, όπως το υπόδημα προσαρμόζεται στο σχήμα του ποδιού και όχι το αντίστροφο, ομοίως και οι διαθέσεις των ανθρώπων κάνουν τις ζωές τους σαν τους ίδιους. Δεν κάνει, δηλαδή, η συνήθεια την άριστη ζωή ευχάριστη γι’ αυτούς που την έχουν επιλέξει, όπως έχει πει κάποιος, αλλά η φρόνηση κάνει την ίδια ζωή ταυτόχρονα και άριστη και ευχάριστη. Γι’ αυτό πρέπει να καθαρίζουμε την πηγή της ψυχικής γαλήνης που βρίσκεται μέσα μας, ώστε και τα εξωτερικά πράγματα, σαν να ήταν δικά μας και φιλικά, να μας είναι ευχάριστα όταν δεν τα χρησιμοποιούμε άσχημα:

«Δεν πρέπει με τις καταστάσεις να θυμώνουμε·
αυτές δεν νοιάζονται καθόλου· εκείνος, όμως, που όσα του τυχαίνουν
σωστά θα χρησιμοποιήσει, θα ευτυχήσει
». (ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ)

Ο Πλάτων, επί παραδείγματι, παρομοίασε τη ζωή με το παιχνίδι των κύβων, κατά το οποίο πρέπει όχι μόνο να φέρνουμε το συμφερότερο αποτέλεσμα στο ρίξιμο των κύβων, αλλά, αφού το φέρουμε, να χρησιμοποιούμε σωστά αυτό που μας έτυχε. Με τις περιστάσεις όμως, αν και δεν είναι στο χέρι μας να ρίξουμε και να φέρουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε, ωστόσο, έργο δικό μας είναι, αν είμαστε σώφρονες, να δεχτούμε με τον κατάλληλο τρόπο ότι φέρνει η τύχη και να δώσουμε στο κάθε γεγονός τη θέση στην οποία και κείνο που μας είναι επιθυμητό θα μας είναι ωφελιμότατο και κείνο που μας είναι ανεπιθύμητο θα μας βλάψει όσο λιγότερο γίνεται.

Ο Θεόδωρος, που επονομάστηκε άθεος, έλεγε ότι προσέφερε τις ομιλίες του με το δεξί του χέρι αλλά το ακροατήριό του τις δεχόταν με το αριστερό· έτσι και οι απαίδευτοι άνθρωποι, όταν η τύχη είναι στα δεξιά τους, αυτοί την πιάνουν από τα αριστερά, ενεργώντας έτσι κατά τρόπο απαράδεκτο. Οι φρόνιμοι, όμως, όπως οι μέλισσες παίρνουν μέλι από το θυμάρι, το πιο δριμύ και ξηρό φυτό, με παρόμοιο τρόπο πολλές φορές αντλούν από τις πιο δυσμενείς περιστάσεις κάτι που τους είναι ταιριαστό και χρήσιμο.
Είναι, δηλαδή, δυνατό ν’ αλλάξουμε την κατεύθυνση της τύχης όταν μας έχει δώσει πράγματα που δεν θέλουμε. Ο Διογένης εξορίστηκε· “δεν ήταν κι άσχημα τελικά!” γιατί μετά την εξόρισή του άρχισε να φιλοσοφεί.

Στον Ζήνωνα τον Κιτιέα είχε απομείνει μόνο ένα φορτηγό πλοίο· όταν έμαθε ότι το πλοίο βυθίστηκε μαζί με όλο του το φορτίο, φώναξε: “Ωραία τα έκανες, τύχη, που με σπρώχνεις στον τρίβωνα και στη στοά”.

Τι μας εμποδίζει λοιπόν να μιμηθούμε τους παραπάνω; Απέτυχες ως υποψήφιος για το αξίωμα; Θα μπορούσες να ζήσεις στην εξοχή και να φροντίσεις τις προσωπικές σου υποθέσεις.

Αποκρούστηκες όταν προσπαθούσες να κάνεις φίλο σου κάποιον άρχοντα; Η ζωή σου θα είναι απαλλαγμένη από κινδύνους και προβλήματα.

Μήπως από συκοφαντία ή φθόνο, σου έτυχε ημέρα κακή και σε περιφρόνησαν; Ούριος ο άνεμος θα σε φέρει στις Μούσες και στην Ακαδημία, όπως έγινε με τον Πλάτωνα που χειμάστηκε από τη φιλία του Διονύσιου.

Γι’ αυτό συμβάλλει πολύ στην ψυχική γαλήνη η παρατήρηση ότι ένδοξοι άνδρες δεν έπαθαν τίποτα απολύτως από δεινά όμοια με τα δικά σου.

Σε στεναχωρεί, για παράδειγμα, η ατεκνία; Σκέψου τους βασιλείς της Ρώμης, από τους οποίους κανείς δεν άφησε το βασίλειο σε γιο του.

Δυσφορείς για την τωρινή σου φτώχεια; Ποιος Βοιωτός θα προτιμούσες να είσαι άλλος από τον Επαμεινώνδα; Ποιος Ρωμαίος άλλος από τον Φαβρίκιο;

“Μα η γυναίκα μου ξελογιάστηκε”. Δεν έχεις διαβάσει, λοιπόν, την επιγραφή στους Δελφούς:

Ο κύριος στεριάς και θάλασσας, ο βασιλιάς Άγις, με αφιέρωσε,

και δεν έχεις ακούσει πως ο Αλκιβιάδης ξελόγιασε τη γυναίκα του Άγιδος, την Τιμαία, και ότι εκείνη ονόμαζε το γιο της ψιθυριστά στις θεραπαινίδες της Αλκιβιάδη;

Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον Άγι να είναι ο ενδοξότερος και ο μέγιστος Έλληνας.

ERICH FROMM: Το καλό και το κακό

Ακολουθεί ο επίλογος του έργου του Erich Fromm “Η καρδιά του ανθρώπου”.

Τουλάχιστον, ίσως αξίζει να συνοψίσουμε τα συμπεράσματα της ανάλυσής μας.

(1) Η κακία είναι αποκλειστικά ανθρώπινο φαινόμενο. Πρόκειται για την προσπάθεια οπισθοδρόμησης σε ένα προ-ανθρώπινο στάδιο και εξάλειψης αυτού που είναι αποκλειστικά ανθρώπινο: της λογικής, της αγάπης, της ελευθερίας. Ωστόσο, η κακία δεν είναι μόνο ανθρώπινη αλλά και τραγική. Ακόμη και αν ο άνθρωπος οπισθοδρομήσει στις πιο αρχαϊκές μορφές εμπειρίας, δεν μπορεί ποτέ να πάψει να είναι άνθρωπος. Έτσι η κακία δεν θα τον ικανοποιήσει ποτέ ως λύση. Το ζώο δεν μπορεί να είναι κακό. Δρα σύμφωνα με τις έμφυτες παρορμήσεις, οι οποίες ουσιαστικά υπηρετούν το συμφέρον της επιβίωσής του. Η κακία είναι η προσπάθεια να υπερβεί κανείς την ανθρώπινη και να περάσει στη μη ανθρώπινη σφαίρα. Ωστόσο, είναι βαθιά ανθρώπινη, γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει ζώο, όπως δεν μπορεί να γίνει «Θεός». Το Κακό είναι η από πλευράς ανθρώπου απώλεια του εαυτού του στην τραγική προσπάθεια να αποδράσει από το βάρος της ανθρώπινης φύσης του. Και το δυναμικό για Κακό είναι ακόμη μεγαλύτερο, επειδή ο άνθρωπος είναι προικισμένος με μια φαντασία που του επιτρέπει να φανταστεί όλες τις δυνατότητες για Κακό, και έτσι να τις επιθυμήσει και να τις κάνει πραγματικότητα, να τροφοδοτήσει την κακή φαντασία του. Η ιδέα του Καλού και το Κακού που εκφράζεται εδώ αντιστοιχεί ουσιαστικά με εκείνη που εκφράζεται από τον Σπινόζα. “Στο εξής επομένως”, λέει, “θα εννοώ ως καλό αυτό που γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας ότι αποτελεί μέσο για να προσεγγίσουμε εγγύτερα στον τύπο της ανθρώπινης φύσης που έχουμε θέσει ενώπιόν μας [το μοντέλο της ανθρώπινης φύσης, όπως το αποκαλεί αλλιώς ο Σπινόζα]- και ως “κακό” αυτό που γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας ότι αποτελεί εμπόδιο για μας στην προσέγγιση του προαναφερόμενου τύπου” (Ηθική, IV, Εισαγωγή). Λογικά, για τον Σπινόζα, “ένα άλογο θα καταστραφεί το ίδιο ολοσχερώς αν μετατραπεί σε άνθρωπο, όπως και αν μετατραπεί σε έντομο”. (Στο ίδιο) Το καλό συνίσταται στη μεταμόρφωση της ύπαρξής μας σε μια όλο και εγγύτερη προσέγγιση της ουσίας μας- το κακό σε μια όλο και μεγαλύτερη αποξένωση μεταξύ ύπαρξης και ουσίας.

(2) Οι βαθμοί της κακίας αποτελούν ταυτόχρονα βαθμούς οπισθοδρόμησης. Το μεγαλύτερο κακό είναι εκείνες οι ορμές που στρέφονται περισσότερο κατά της ζωής- η αγάπη του θανάτου, η αιμομικτική- συμβιωτική παρόρμηση επιστροφής στη μήτρα, στο χώμα, στο μη οργανικό- η ναρκισσιστική αυτοθυσία που κάνει τον άνθρωπο εχθρό της ζωής, ιδιαίτερα επειδή δεν μπορεί να ζήσει στη φυλακή του δικού του Εγώ. Το να ζεις με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να ζεις στην “κόλαση”.

(3) Υπάρχει μικρότερο κακό, σύμφωνα με τον μικρότερο βαθμό οπισθοδρόμησης. Υπάρχει έλλειψη αγάπης, έλλειψη λογικής, έλλειψη ενδιαφέροντος, έλλειψη θάρρους.

(4) Η ανθρωπότητα έχει την τάση οπισθοδρόμησης και προόδου- είναι ένας άλλος τρόπος να πούμε ότι ο άνθρωπος έχει την τάση για το καλό και για το κακό. Αν και οι δύο τάσεις βρίσκονται ακόμα σε κάποια ισορροπία, είναι ελεύθερος να επιλέξει, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να μετέρχεται της επίγνωσης και να καταβάλλει προσπάθεια. Είναι ελεύθερος να επιλέξει μεταξύ εναλλακτικών οι οποίες καθορίζονται από τη συνολική κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Αν ωστόσο η καρδιά του έχει σκληρύνει σε τέτοιο βαθμό που δεν υπάρχει πλέον ισορροπία ανάμεσα στις τάσεις, δεν είναι πια ελεύθερος να επιλέξει. Στην αλληλουχία των γεγονότων που οδηγεί στην απώλεια της ελευθερίας η καταληκτική απόφαση είναι συνήθως μία που ο άνθρωπος δεν μπορεί να λάβει ελεύθερα. Στην πρώτη απόφαση ίσως μπορεί να επιλέξει ελεύθερα αυτό που οδηγεί στο καλό, εφόσον έχει επίγνωση της σημασίας αυτής της πρώτης απόφασης.

(5) Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος μέχρι το σημείο που είναι ελεύθερος να επιλέξει τη δική του πράξη. Όμως η ευθύνη δεν είναι παρά ένα ηθικό αξίωμα και συχνά μια εκλογίκευση της επιθυμίας των αρχών να τον τιμωρήσουν. Ακριβώς επειδή η κακία είναι ανθρώπινη, επειδή είναι η δυνατότητα της οπισθοδρόμησης και της απώλειας της ανθρωπιάς μας, βρίσκεται μέσα σε όλους μας. Όσο περισσότερο το αντιλαμβανόμαστε, τόσο πιο απρόθυμοι είμαστε να διορίσουμε τον εαυτό μας κριτή των άλλων.

(6) Η καρδιά του ανθρώπου μπορεί να σκληρύνει- μπορεί να γίνει απάνθρωπη, αλλά ποτέ μη ανθρώπινη. Πάντα παραμένει η καρδιά του ανθρώπου. Όλους μάς καθορίζει το ότι γεννηθήκαμε άνθρωποι, και επομένως το αδιάπτωτο έργο της επιλογής. Πρέπει να επιλέγουμε τα μέσα μαζί με τους στόχους. Δεν πρέπει να βασιζόμαστε σε κανέναν για να μας σώσει, αλλά να έχουμε πλήρη επίγνωση ότι οι λανθασμένες επιλογές μάς καθιστούν ανίκανους να σώσουμε τον εαυτό μας. Μάλιστα, πρέπει να αποκτήσουμε επίγνωση προκειμένου να επιλέξουμε το καλό- αλλά καμία επίγνωση δεν θα μας βοηθήσει αν έχουμε χάσει τη δυνατότητα να συγκινούμαστε από τα βάσανα ενός άλλου ανθρώπου, από το φιλικό βλέμμα ενός άλλους προσώπου, από το κελάηδημα ενός πουλιού, από το πράσινο του γρασιδιού. Αν ο άνθρωπος γίνει αδιάφορος προς τη ζωή, δεν υπάρχει πια ελπίδα ότι μπορεί να επιλέξει το καλό. Τότε πράγματι η καρδιά του θα έχει σκληρύνει τόσο, που η “ζωή” του θα έχει τελειώσει. Αν αυτό συμβεί σε ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή ή στα πιο ισχυρά μέλη της, τότε η ζωή της ανθρωπότητας μπορεί να σβήσει ακριβώς την πιο ελπιδοφόρα στιγμή της.

ERICH FROMM, Η καρδιά του Ανθρώπου

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Το να ανακατεύεται όμως με τους πρώτους τυχόντες στο συμπόσιο δεν είναι γνώρισμα μυαλωμένου ανθρώπου

Το να ανακατεύεται όμως με τους πρώτους τυχόντες στο συμπόσιο δεν είναι γνώρισμα μυαλωμένου ανθρώπου.

ΕΠΤΑ ΣΟΦΩΝ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ

“Ο επισκέπτης μας όμως από δω”, συνέχισε, “μας ενέπλεξε σε κουβέντα εντελώς ακατάλληλη, μια και φρόντισε να φέρει θέματα και ερωτήματα κατάλληλα για ανθρώπους που πάνε σε δείπνο. Δεν πιστεύεις στ’ αλήθεια, ότι, όπως υπάρχει προετοιμασία από τη μεριά αυτού που καλεί, υπάρχει και από τη πλευρά του καλεσμένου σε δείπνο; Οι Συβαρίτες, καθώς φαίνεται, στέλνουν τις προσκλήσεις στις γυναίκες ένα χρόνο πριν, ώστε να έχουν τη δυνατότητα με την ησυχία τους να ετοιμάσουν τα φορέματα και τα χρυσαφικά για να πάνε στο δείπνο. 

Προσωπικά θεωρώ ότι η σωστή προετοιμασία από τη μεριά του προσκεκλημένου απαιτεί ακόμα περισσότερο χρόνο, εφόσον είναι πιο δύσκολο να βρεις τα πρέποντα για τον στολισμό του χαρακτήρα απ’ ότι τα περιττά και άχρηστα στολίδια του σώματος. Στην πραγματικότητα ο μυαλωμένος άνθρωπος δεν πάει σε δείπνο σαν αγγείο, κουβαλώντας εκεί τον εαυτό του για να τον γεμίσει, αλλά για να κάνει κάτι σοβαρό, να αστειευτεί, να ακούσει και να πει αυτά που η περίσταση απαιτεί από τους συμμετέχοντες, αν πρόκειται να περάσουν ευχάριστα μεταξύ τους.

Ένα άνοστο πιάτο μπορείς να το αρνηθείς και, αν το κρασί δεν είναι καλό, να καταφύγεις στην πηγή· συνδαιτυμόνας όμως που προκαλεί πονοκέφαλο, που είναι ενοχλητικός και ανάγωγος χαλάει και καταστρέφει την ευχαρίστηση του κάθε κρασιού, του κάθε φαγητού, της κάθε μουσικής και δεν υπάρχει τρόπος να αποβάλεις με εμετό την αηδία του είδους, αλλά σε όλη τη ζωή μένει η αμοιβαία αντιπάθεια, σαν μπαγιάτικο ανακατεμένο κρασί, από προσβολή ή οργή πάνω στο κρασί. 

Για τούτο ο Χίλων, που δέχτηκε χθες την πρόσκληση, άριστα έπραξε και δεν την αποδέχτηκε, προτού μάθει ένα ένα τα ονόματα των καλεσμένων. Είπε πως πρέπει κανείς να ανέχεται αγενή συνεπιβάτη στο πλοίο ή συγκάτοικο στην ίδια σκηνή, με τους οποίους είναι αναγκασμένος να συνταξιδεύει ή να εκστρατεύει μαζί, το να ανακατεύεται όμως με τους πρώτους τυχόντες στο συμπόσιο δεν είναι γνώρισμα μυαλωμένου ανθρώπου.

Το εγώ είναι εναντίον και της ζωής και του θανάτου

Η Τέχνη του να πεθαίνεις

O θάνατος είναι ένα οργανικό, ένα αναπόσπαστο τμήμα της ζωής και είναι πολύ φιλικός προς τη ζωή. Χωρίς αυτόν δεν μπορεί να υπάρχει η ζωή. Η ζωή υπάρχει λόγω του θανάτου. Ο θάνατος δίνει το φόντο. Ο θάνατος είναι, για την ακρίβεια, μια διαδικασία ανανέωσης και συμβαίνει κάθε στιγμή επίσης, όπως συμβαίνει κι η ζωή, διότι η ανανέωση είναι αναγκαία την κάθε μια στιγμή.

Τη στιγμή που εισπνέεις και τη στιγμή που εκπνέεις συμβαίνουν και τα δυο. Όταν εισπνέεις, συμβαίνει η ζωή΄ όταν εκπνέεις, συμβαίνει ο θάνατος. Γι΄ αυτό κι όταν γεννιέται ένα παιδί, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να εισπνεύσει, τότε η ζωή ξεκινά. Κι όταν πεθαίνει ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, το τελευταίο πράγμα που κάνει είναι να εκπνεύσει, τότε η ζωή αναχωρεί.

Η εκπνοή είναι θάνατος, η εισπνοή είναι ζωή – και είναι και τα δυο σαν τους δυο τροχούς της βοϊδάμαξας. Ζεις εισπνέοντας το ίδιο όπως και ζεις εκπνέοντας. Η εκπνοή είναι μέρος της εισπνοής. Δεν μπορείς να εισπνέεις αν σταματήσεις να εκπνέεις. Δεν μπορείς να ζήσεις αν πάψεις να πεθαίνεις.

Ο άνθρωπος που έχει καταλάβει τι είναι η ζωή του επιτρέπει να συμβεί ο θάνατος, τον καλοδέχεται. Πεθαίνει τη κάθε μια στιγμή και ανασταίνεται την κάθε μια στιγμή. Ο σταυρός του κι η ανάστασή του συμβαίνουν συνεχώς ως μια διαδικασία. Πεθαίνει ως προς το παρελθόν κάθε στιγμή και γεννιέται ξανά και ξανά μέσα στο μέλλον.

O άνθρωπος που προστατεύει τον εαυτό του κατά του θανάτου γίνεται ανίκανος να ζήσει. Είναι ο άνθρωπος που φοβάται να εκπνέει, οπότε δεν μπορεί να εισπνέει οπότε μένει κολλημένος. Τότε απλώς σέρνεται, η ζωή του δεν είναι πια μια ροή, η ζωή του δεν είναι πια ποτάμι.

Αν θέλεις πραγματικά να ζήσεις, πρέπει να είσαι έτοιμος να πεθάνεις.

Ποιος είναι εκείνος μέσα σου που φοβάται το θάνατο;

Φοβάται η ζωή το θάνατο; Δεν είναι δυνατό. Πώς γίνεται να φοβάται η ζωή την ίδια την εγγενή της διαδικασία; Κάτι άλλο μέσα σου φοβάται.

Το εγώ μέσα σου φοβάται. 

Η ζωή και ο θάνατος δεν είναι αντίθετα, το εγώ και ο θάνατος είναι αντίθετα. Η ζωή και ο θάνατος δεν είναι αντίθετα, το εγώ και η ζωή είναι αντίθετα.

Το εγώ είναι εναντίον και της ζωής και του θανάτου. 

Το εγώ φοβάται να ζήσει και το εγώ φοβάται να πεθάνει. Φοβάται να ζήσει, διότι η κάθε προσπάθεια, το κάθε βήμα προς τη μεριά της ζωής φέρνει κοντύτερα το θάνατο

Hegel: Φαινομενολογία του πνεύματος, μια ερμηνεία (5)

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770-1831

Φαινομενολογία του πνεύματος: Λόγος του Είναι στο παρόν για το παρόν

H συνείδηση σήμερα

§1. Διασαφήσεις

Ι. Πιο κάτω μεταφράζεται και σχολιάζεται η § 93 από το πρώτο τμήμα: Α. Συνείδηση, κεφάλαιο Ι: Αισθητήρια βεβαιότητα της Φαινομενολογίας του πνεύματος. Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά τμήματα και κεφάλαια του εν λόγω έργου, γιατί μια σωστή κατανόησή του μας επιτρέπει μια συνολική παρακολούθηση της οδοιπορίας του πνεύματος στην ενδοκοσμική του εμφάνιση και μια ορθή σύλληψη όλων των γωνιών και διαγωνίων της δράσης του. Κάθε σύγχρονη ανάγνωση της εγελιανής Φαινομενολογίας και συναφώς της επιστήμης της λογικής αποτελεί μια αληθώς δια-τροπική πράξη ανοικτών οριζόντων του υποκειμένου: τουτέστι, μια φιλοσοφική πράξη διαφορετικής τροπής, ικανής να αποσυνθέτει τον παθητικό μηδενισμό, ήτοι τον ενεργό σκοταδισμό, τον οποίο παράγει το περίπλοκο σύστημα της «ψευδούς συνείδησης» και αναπαράγει η παρούσα δικτατορική ολιγαρχία τσιφτετελάδων πολιτικάντηδων, η πιο αδίστακτη από συστάσεως του νεοελληνικού κράτους πολιτική συμμορία λούμπεν ψευτο-«αριστερών», που σαν πεινασμένοι λύκοι, ως άλλα «μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά», κατά την τραγουδιστική τους ορολογία, ξεσχίζουν τις σάρκες της κοινωνίας και σκορπούν στο λαό απαρηγόρητους θρήνους και κοπετούς.

ΙΙ. Το υπό συζήτηση θέμα της κατ’ αίσθηση συνείδησης, δηλαδή της συνείδησης στο επίπεδο της κατ’ αίσθηση πραγματικότητάς [της], αφορά μια ορισμένη μορφή αλήθειαςˑ αυτή της φανέρωσης της αναλήθειας που προβάλλεται ή μη-συνειδητά θεωρείται ως αλήθεια. Κάτι δηλαδή, που σχετίζεται πολλαπλώς με τη σημερινή πραγματικότητα εν όλω και με μια αντικειμενική της ανάγνωση. Ας μην ξεχνάμε: κάθε λόγος του Χέγκελ για το πνεύμα ξεκινά από το πνεύμα της εποχής (Zeitgeist), διατρέχει το φιλοσοφικό του Γολγοθά και ξαναγυρίζει στο ξεκίνημα. Στο πρώτο μας ξεκίνημα, με βάση την ως τώρα ανάλυση έχουμε τα εξής δεδομένα: α) τη συνείδηση, που γνωσι-οντο-λογικά συνιστά γενικώς την άμεση παρουσία του πνεύματος και στο υπό συζήτηση κεφάλαιο εμφανίζεται με τη μορφή της αισθητήριας βεβαιότητας (sinnliche Gewißheit)ˑ β) το αντι-κείμενο (Gegenstand), ενικό, ατομικό και ανεξάρτητο από τη συνείδησηˑ ανεξάρτητο με το νόημα πρωτίστως ότι η συνείδηση δεν έχει ακόμη επίγνωση πως είναι το αντι-κείμενό της, δηλαδή η ετερότητά της, και το βιώνει ως κάτι ξένο.

§2. Μετάφραση

§93 Δεν είμαστε ακριβώς εμείς αυτοί που κάνουμε τούτη τη διάκριση ανάμεσα στην ουσία και στο παράδειγμα, στην αμεσότητα και στη διαμεσολάβηση, αλλά τη βρίσκουμε στην ίδια την κατ’ αίσθηση βεβαιότηταˑ και πρέπει να λαμβάνεται με τη μορφή που υπάρχει στην εν λόγω βεβαιότητα και όχι όπως την προσδιορίσαμε προ ολίγου εμείς. Στους κόλπους αυτής της βεβαιότητας, ο ένας όρος τίθεται ως το απλό άμεσα ον ή ως η ουσία, δηλαδή ως το αντι-κείμενο, ενώ ο άλλος ως το επουσιώδες και διαμεσολαβημένο, που μέσα στην αισθητήρια βεβαιότητα δεν είναι καθεαυτό, αλλά μέσω ενός άλλου, είναι δηλαδή το Εγώ, μια Γνώση, που γνωρίζει το αντι-κείμενο μόνο επειδή αυτό είναι, και η οποία μπορεί να είναι [= υπάρχει] ή και να μην είναι [= υπάρχει]. Το αντι-κείμενο όμως είναι: αυτό είναι το αληθές και η ουσίαˑ αυτό είναι, αδιαφορώντας για το εάν είναι αντικείμενο Γνώσης ή όχιˑ παραμένει, ακόμη και όταν δεν είναι αντικείμενο Γνώσηςˑ η Γνώση όμως δεν είναι [= υπάρχει], αν δεν είναι [= υπάρχει] το αντι-κείμενο.

§3. Ερμηνεία-κατανόηση:

Ι. «Δεν είμαστε ακριβώς … προ ολίγου εμείς»:

α) Ποιο είναι το «εμείς»; Είναι ο φιλόσοφος εν γένει, που παρ-ακολουθεί την εμπειρία της συνείδησης και προσλαμβάνει μεταστοχαστικά, ήτοι με τη μορφή ή τον τρόπο της κατανοητικής σκέψης, δηλαδή της εννοιολογικής σύλληψης, ό,τι προκύπτει ως αποτέλεσμα αυτής της κατ’ εμπειρία κίνησης της συνείδησης. Δεν επεμβαίνει έξωθεν, με υπολογιστικό τρόπο, ήτοι βουλησιαρχικά ή φαντασιακά, παρουσιάζοντας ως αλήθεια ό,τι αυτός πιστεύει, θεωρεί ή κρίνει. Με άλλα λόγια δεν κατασκευάζει, αλλά δημιουργεί έννοιες. Έτσι στέκεται δια-κριτικά [=δια-στοχαστικά] απέναντι στις εσωτερικές διεργασίες της συνείδησης.

β) Η συνείδηση, ως άμεσο πνεύμα, εδώ με τη μορφή της κατ’ αίσθηση βεβαιότητας, βιώνει μέσα της το καθολικό, το όλο, του οποίου η ίδια, δυνάμει ή εγγενώς, πέραν δηλαδή του τι είναι και τι καταλαβαίνει στο παρόν σημείο ανάπτυξής της, αποτελεί ανα-σκόπηση, ανα-και μετα-στοχασμό (Reflexion).

γ) Βιώνει λοιπόν το καθολικό –δηλαδή ουσία και παράδειγμα, αμεσότητα και διαμεσολάβηση– χωρίς ωστόσο να το συλλαμβάνει στην έννοιά του: ως ένα όλο, με τις εσωτερικές του διαφοροποιήσεις, ενέργειες και παρενέργειες, δράσεις και αντιδράσεις, δηλαδή με τις αντιθετικές του τάσεις και εν τέλει με την τελική συνδιαλλαγή, ήτοι ενοποίηση όλων των αντιθετικών του τάσεων σε μια υψηλότερη γνωσι-οντο-λογικά ενότητα, όπου το αρνητικό είναι ανηρημένο και μόνο ως τέτοιο ανηρημένο υφίσταται.

δ) Ένα παράδειγμα από την κοινωνικο-πολιτική πραγματικότητα: η ως άνω συνείδηση, που αντιστοιχεί στη λεγόμενη κοινή συνείδηση/κοινό νου, βιώνει τα αρπακτικά θηρία της πολιτικής, όχι ως ένα εννοιακό όλο, δηλαδή ως ένα ριζικά θανατηφόρο κακό για όλη την κοινωνία, για το ίδιο το έθνος, αλλά ως ένα επί μέρους ή στιγμιαίο κακό: ως κλεφτοκοτάδες που απειλούν το δικό της/του βιος. Έτσι το/τους βδελύσσεται προς στιγμή, για να το/τους αγαπήσει εκ νέου, μεταμφιεσμένο/ους σε πιο ολοκληρωτική μορφή, ας πούμε, στην παρούσα δικτατορία της "αριστερής" φαυλοκρατίας, του αδιάντροπου αμοραλισμού και απροκάλυπτου φεουδαρχισμού, τύπου Μπρέζνιεφ ή Νικολάι και Έλενας Τσαουσέσκου. 

ε) Η συνείδηση εδώ, ως γνώση καθοριστική για την οντο-λογική ύπαρξη του ανθρώπου, δεν υπερβαίνει τη βιωματική της εμπειρία, δεν είναι φιλοσοφική Γνώση, ώστε να κατοπτεύει, να ανα-στοχάζεται και να μετα-στοχάζεται: να ερμηνεύει διαλεκτικά το πολιτικό γίγνεσθαι ανθρώπων και πραγμάτων. Διαλεκτικά σημαίνει να μη σκέπτεται απλώς συναισθηματικά και έτσι να συμπεριφέρεται ως ποίμνιο, που έχει ανάγκη το βοσκό του ή που αναγορεύει ως βοσκό του τον χείριστο των χειρίστων. Διαλεκτικά επομένως σημαίνει να εισχωρεί στις αντιφατικές πτυχές της πραγματικότητας, π.χ. του πολιτικού συστήματος, να παρ-ακολουθεί, όπως το ως άνω φιλοσοφικό «εμείς», ήτοι να κρίνει –με βάση μια βαθιά γνώση και χωρίς ιδεολογικο-κομματικές παρωπίδες, τις εσωτερικές διαφοροποιήσεις, τις αντίστοιχες θέσεις και αντι-θέσεις, στάσεις και αντι-στάσεις κ.λπ. των δυνάμεων του εν λόγου πολιτικού συστήματος– και να αποφαίνεται ή να πράττει δεόντως.

ΙΙ. «Στους κόλπους αυτής … αν δεν είναι [= υπάρχει] το αντι-κείμενο.

α) Η ουσία είναι το αντι-κείμενο. Γιατί το αντι-κείμενο και όχι το Εγώ, δηλαδή η συνείδηση ως το Εγώ, που υποτίθεται ότι διαθέτει γνώση; Επειδή αυτό είναι κάτι το υπαρκτό, κάτι το αδιαμφισβήτητα πραγματικό: «επειδή είναι». Το ελάχιστα αληθινό, συγκεκριμένο, που μπορεί να γνωρίζει η συνείδηση για το αντι-κείμενο είναι το γεγονός ότι αυτό είναι.

β) Το Εγώ, το υποκείμενο, είναι το επουσιώδες. Γιατί; Επειδή προσδιορίζεται από μια γνώση, η οποία υπάρχει, επειδή υπάρχει το αντι-κείμενο. Χωρίς την ύπαρξη του τελευταίου δεν μπορεί να υπάρξει γνώση.

γ) Επουσιώδες λοιπόν με το νόημα ότι η ουσία του δεν βρίσκεται εντός εαυτού, δεν είναι ο εαυτός του, αλλά ένα άλλο: το αντι-κείμενο. Αυτό-εδώ προσφέρει τη δυνατότητα στο υποκείμενο να συγκροτείται ως γνωρίζον υποκείμενο, εφόσον εκείνο υπάρχει, ή ως μηδέν, εφόσον δεν υπάρχει.

δ) Έτσι δεν είναι μόνο επουσιώδες, αλλά και διαμεσολαβημένο από τη γνώση του αντι-κειμένου. Δεν αυτο-διαμεσολαβείται ακόμη από τη γνώση του εαυτού του, γι’ αυτό δεν είναι και εννοιολογικό όλοˑ διαμεσολαβείται ωστόσο από μια κατ’ αίσθηση γνώση, αυτή τη γνώση του αντικειμένουˑ τουτέστι από την άμεση, δια των αισθήσεων, εντυπώσεων, γνωμών, σχηματισθείσα εικόνα του αντι-κειμένου.

ε) Στο παράδειγμα του Πολιτικού: η γνώση του υποκειμένου για το πολιτικό προσωπικό και το πολιτικό σύστημα είναι μια αισθητηριακή γνώση: γνώση διαμεσολαβημένη από τις εντυπώσεις, τα επικοινωνιακά τεχνάσματα, τις συναισθηματικές εξάρσεις ή εξαρτήσεις από κόμματα και ιδεολογίες, τους εκβιασμούς ή καταναγκασμούς, την προπαγάνδα των Μ.Μ.Ε. κ.λπ. Γι’ αυτό και είναι επουσιώδης: εξαρτάται από την ύπαρξη του λησταρχείου της πολιτικής συμμορίας. Θα γίνει ουσιώδης, μόνο ως φιλοσοφική γνώση. Θα πάψει δηλαδή το ανθρώπινο υποκείμενο να είναι εξάρτημα του ενός ή του άλλου λησταρχείου, εφόσον ή όταν αυτό γίνει συνείδηση του Εαυτού και όχι απλώς του αντι-κειμένουˑ μια φιλοσοφική διεργασία, που θα την παρακολουθήσουμε στις επόμενες αναλύσεις της Φαινομενολογίας του πνεύματος.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (547e-550b)

[547e] Τῷ δέ γε φοβεῖσθαι τοὺς σοφοὺς ἐπὶ τὰς ἀρχὰς ἄγειν, ἅτε οὐκέτι κεκτημένην ἁπλοῦς τε καὶ ἀτενεῖς τοὺς τοιούτους ἄνδρας ἀλλὰ μεικτούς, ἐπὶ δὲ θυμοειδεῖς τε καὶ ἁπλουστέρους ἀποκλίνειν, τοὺς πρὸς πόλεμον μᾶλλον πεφυκότας ἢ πρὸς [548a] εἰρήνην, καὶ τοὺς περὶ ταῦτα δόλους τε καὶ μηχανὰς ἐντίμως ἔχειν, καὶ πολεμοῦσα τὸν ἀεὶ χρόνον διάγειν, αὐτὴ ἑαυτῆς αὖ τὰ πολλὰ τῶν τοιούτων ἴδια ἕξει;Ναί.
Ἐπιθυμηταὶ δέ γε, ἦν δ᾽ ἐγώ, χρημάτων οἱ τοιοῦτοι ἔσονται, ὥσπερ οἱ ἐν ταῖς ὀλιγαρχίαις, καὶ τιμῶντες ἀγρίως ὑπὸ σκότου χρυσόν τε καὶ ἄργυρον, ἅτε κεκτημένοι ταμιεῖα καὶ οἰκείους θησαυρούς, οἷ θέμενοι ἂν αὐτὰ κρύψειαν, καὶ αὖ περιβόλους οἰκήσεων, ἀτεχνῶς νεοττιὰς ἰδίας, ἐν αἷς [548b] ἀναλίσκοντες γυναιξί τε καὶ οἷς ἐθέλοιεν ἄλλοις πολλὰ ἂν δαπανῷντο.
Ἀληθέστατα, ἔφη.
Οὐκοῦν καὶ φειδωλοὶ χρημάτων, ἅτε τιμῶντες καὶ οὐ φανερῶς κτώμενοι, φιλαναλωταὶ δὲ ἀλλοτρίων δι᾽ ἐπιθυμίαν, καὶ λάθρᾳ τὰς ἡδονὰς καρπούμενοι, ὥσπερ παῖδες πατέρα τὸν νόμον ἀποδιδράσκοντες, οὐχ ὑπὸ πειθοῦς ἀλλ᾽ ὑπὸ βίας πεπαιδευμένοι διὰ τὸ τῆς ἀληθινῆς Μούσης τῆς μετὰ λόγων [548c] τε καὶ φιλοσοφίας ἠμεληκέναι καὶ πρεσβυτέρως γυμναστικὴν μουσικῆς τετιμηκέναι.
Παντάπασιν, ἔφη, λέγεις μεμειγμένην πολιτείαν ἐκ κακοῦ τε καὶ ἀγαθοῦ.
Μέμεικται γάρ, ἦν δ᾽ ἐγώ· διαφανέστατον δ᾽ ἐν αὐτῇ ἐστὶν ἕν τι μόνον ὑπὸ τοῦ θυμοειδοῦς κρατοῦντος, φιλονικίαι καὶ φιλοτιμίαι.
Σφόδρα γε, ἦ δ᾽ ὅς.
Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, αὕτη μὲν ἡ πολιτεία οὕτω γεγονυῖα καὶ τοιαύτη ἄν τις εἴη, ὡς λόγῳ σχῆμα πολιτείας ὑπογράψαντα [548d] μὴ ἀκριβῶς ἀπεργάσασθαι διὰ τὸ ἐξαρκεῖν μὲν ἰδεῖν καὶ ἐκ τῆς ὑπογραφῆς τόν τε δικαιότατον καὶ τὸν ἀδικώτατον, ἀμήχανον δὲ μήκει ἔργον εἶναι πάσας μὲν πολιτείας, πάντα δὲ ἤθη μηδὲν παραλιπόντα διελθεῖν.
Καὶ ὀρθῶς, ἔφη.
Τίς οὖν ὁ κατὰ ταύτην τὴν πολιτείαν ἀνήρ; πῶς τε γενόμενος ποῖός τέ τις ὤν;
Οἶμαι μέν, ἔφη ὁ Ἀδείμαντος, ἐγγύς τι αὐτὸν Γλαύκωνος τουτουὶ τείνειν ἕνεκά γε φιλονικίας.
[548e] Ἴσως, ἦν δ᾽ ἐγώ, τοῦτό γε· ἀλλά μοι δοκεῖ τάδε οὐ κατὰ τοῦτον πεφυκέναι.
Τὰ ποῖα;
Αὐθαδέστερόν τε δεῖ αὐτόν, ἦν δ᾽ ἐγώ, εἶναι καὶ ὑποαμουσότερον, φιλόμουσον δέ, καὶ φιλήκοον μέν, ῥητορικὸν δ᾽ [549a] οὐδαμῶς. καὶ δούλοις μέν τις ἂν ἄγριος εἴη ὁ τοιοῦτος, οὐ καταφρονῶν δούλων, ὥσπερ ὁ ἱκανῶς πεπαιδευμένος, ἐλευθέροις δὲ ἥμερος, ἀρχόντων δὲ σφόδρα ὑπήκοος, φίλαρχος δὲ καὶ φιλότιμος, οὐκ ἀπὸ τοῦ λέγειν ἀξιῶν ἄρχειν οὐδ᾽ ἀπὸ τοιούτου οὐδενός, ἀλλ᾽ ἀπὸ ἔργων τῶν τε πολεμικῶν καὶ τῶν περὶ τὰ πολεμικά, φιλογυμναστής τέ τις ὢν καὶ φιλόθηρος.
Ἔστι γάρ, ἔφη, τοῦτο τὸ ἦθος ἐκείνης τῆς πολιτείας.
Οὐκοῦν καὶ χρημάτων, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὁ τοιοῦτος νέος μὲν ὢν [549b] καταφρονοῖ ἄν, ὅσῳ δὲ πρεσβύτερος γίγνοιτο, μᾶλλον ἀεὶ ἀσπάζοιτο ἂν τῷ τε μετέχειν τῆς τοῦ φιλοχρημάτου φύσεως καὶ μὴ εἶναι εἰλικρινὴς πρὸς ἀρετὴν διὰ τὸ ἀπολειφθῆναι τοῦ ἀρίστου φύλακος;
Τίνος; ἦ δ᾽ ὃς ὁ Ἀδείμαντος.
Λόγου, ἦν δ᾽ ἐγώ, μουσικῇ κεκραμένου· ὃς μόνος ἐγγενόμενος σωτὴρ ἀρετῆς διὰ βίου ἐνοικεῖ τῷ ἔχοντι.
Καλῶς, ἔφη, λέγεις.
Καὶ ἔστι μέν γ᾽, ἦν δ᾽ ἐγώ, τοιοῦτος ὁ τιμοκρατικὸς νεανίας, τῇ τοιαύτῃ πόλει ἐοικώς.
[549c] Πάνυ μὲν οὖν.
Γίγνεται δέ γ᾽, εἶπον, οὗτος ὧδέ πως· ἐνίοτε πατρὸς ἀγαθοῦ ὢν νέος ὑὸς ἐν πόλει οἰκοῦντος οὐκ εὖ πολιτευομένῃ, φεύγοντος τάς τε τιμὰς καὶ ἀρχὰς καὶ δίκας καὶ τὴν τοιαύτην πᾶσαν φιλοπραγμοσύνην καὶ ἐθέλοντος ἐλαττοῦσθαι ὥστε πράγματα μὴ ἔχειν—
Πῇ δή, ἔφη, γίγνεται;
Ὅταν, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρῶτον μὲν τῆς μητρὸς ἀκούῃ ἀχθομένης ὅτι οὐ τῶν ἀρχόντων αὐτῇ ὁ ἀνήρ ἐστιν, καὶ ἐλαττουμένης διὰ [549d] ταῦτα ἐν ταῖς ἄλλαις γυναιξίν, ἔπειτα ὁρώσης μὴ σφόδρα περὶ χρήματα σπουδάζοντα μηδὲ μαχόμενον καὶ λοιδορούμενον ἰδίᾳ τε ἐν δικαστηρίοις καὶ δημοσίᾳ, ἀλλὰ ῥᾳθύμως πάντα τὰ τοιαῦτα φέροντα, καὶ ἑαυτῷ μὲν τὸν νοῦν προσέχοντα ἀεὶ αἰσθάνηται, ἑαυτὴν δὲ μήτε πάνυ τιμῶντα μήτε ἀτιμάζοντα, ἐξ ἁπάντων τούτων ἀχθομένης τε καὶ λεγούσης ὡς ἄνανδρός τε αὐτῷ ὁ πατὴρ καὶ λίαν ἀνειμένος, καὶ ἄλλα δὴ ὅσα καὶ [549e] οἷα φιλοῦσιν αἱ γυναῖκες περὶ τῶν τοιούτων ὑμνεῖν.
Καὶ μάλ᾽, ἔφη ὁ Ἀδείμαντος, πολλά τε καὶ ὅμοια ἑαυταῖς.
Οἶσθα οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅτι καὶ οἱ οἰκέται τῶν τοιούτων ἐνίοτε λάθρᾳ πρὸς τοὺς ὑεῖς τοιαῦτα λέγουσιν, οἱ δοκοῦντες εὖνοι εἶναι, καὶ ἐάν τινα ἴδωσιν ἢ ὀφείλοντα χρήματα, ᾧ μὴ ἐπεξέρχεται ὁ πατήρ, ἤ τι ἄλλο ἀδικοῦντα, διακελεύονται ὅπως, ἐπειδὰν ἀνὴρ γένηται, τιμωρήσεται πάντας τοὺς τοιούτους [550a] καὶ ἀνὴρ μᾶλλον ἔσται τοῦ πατρός. καὶ ἐξιὼν ἕτερα τοιαῦτα ἀκούει καὶ ὁρᾷ, τοὺς μὲν τὰ αὑτῶν πράττοντας ἐν τῇ πόλει ἠλιθίους τε καλουμένους καὶ ἐν σμικρῷ λόγῳ ὄντας, τοὺς δὲ μὴ τὰ αὑτῶν τιμωμένους τε καὶ ἐπαινουμένους. τότε δὴ ὁ νέος πάντα τὰ τοιαῦτα ἀκούων τε καὶ ὁρῶν, καὶ αὖ τοὺς τοῦ πατρὸς λόγους ἀκούων τε καὶ ὁρῶν τὰ ἐπιτηδεύματα αὐτοῦ ἐγγύθεν παρὰ τὰ τῶν ἄλλων, ἑλκόμενος ὑπ᾽ ἀμφοτέρων [550b] τούτων, τοῦ μὲν πατρὸς αὐτοῦ τὸ λογιστικὸν ἐν τῇ ψυχῇ ἄρδοντός τε καὶ αὔξοντος, τῶν δὲ ἄλλων τό τε ἐπιθυμητικὸν καὶ τὸ θυμοειδές, διὰ τὸ μὴ κακοῦ ἀνδρὸς εἶναι τὴν φύσιν, ὁμιλίαις δὲ ταῖς τῶν ἄλλων κακαῖς κεχρῆσθαι, εἰς τὸ μέσον ἑλκόμενος ὑπ᾽ ἀμφοτέρων τούτων ἦλθε, καὶ τὴν ἐν ἑαυτῷ ἀρχὴν παρέδωκε τῷ μέσῳ τε καὶ φιλονίκῳ καὶ θυμοειδεῖ, καὶ ἐγένετο ὑψηλόφρων τε καὶ φιλότιμος ἀνήρ.
Κομιδῇ μοι, ἔφη, δοκεῖς τὴν τούτου γένεσιν διεληλυθέναι.

***
[547e] Δικά της πάλι ξεχωριστά χαρακτηριστικά δεν θα έχει τον φόβο να υψώνει στα ανώτατα αξιώματα τους σοφούς, επειδή δεν θα βρίσκει πια μέσα στην κοινωνία τέτοιους ανθρώπους μονομερείς και αποκλειστικούς, αλλά μεικτούς, την τάση να κλίνει προς ανθρώπους περισσότερο ορμητικούς, γεννημένους μάλλον για τον πόλεμο παρά για [548a] την ειρήνη, την προθυμία να δίνει μεγαλύτερην αξία στα στρατηγήματα και στους δόλους του πολέμου, που θα τον θεωρεί μοναδική της πάντοτε απασχόληση;
Ναι.
Οι άνθρωποι αυτού του είδους θα είναι επομένως άπληστοι στα υλικά αγαθά, όπως συμβαίνει τις ολιγαρχίες, και με μανία θα λατρεύουν στα κρυφά τον χρυσό και τον άργυρο, αφού θα έχουν δικά τους ταμεία και θησαυροφυλάκια, όπου θα φυλάνε κρυμμένους τους θησαυρούς των, καθώς και κατοικίες απομονωμένες, αληθινές φωλιές δικές τους, όπου [548b] θα κάνουν έξοδα και σπατάλη με γυναίκες και με όποιους άλλους θέλουν.
Πολύ σωστά.
Επομένως θα είναι φιλάργυροι για τα δικά τους χρήματα, αφού θα τα λατρεύουν και θα τα φυλάνε κρυφά, σπάταλοι όμως για τα ξένα, από την επιθυμία να ικανοποιούν τα πάθη τους. Και καθώς θα είναι παραδομένοι κρυφά σε όλες τις ηδονές, θα κοιτάζουν πώς να ξεφύγουν από τον νόμο, σαν άταχτα παιδιά από τον πατέρα τους, εξαιτίας της ανατροφής τους που στηρίζεται στη βία και όχι στην πειθώ, επειδή παραμελήθηκε η Μούσα η αληθινή των λόγων [548c] και της φιλοσοφίας και προτιμήθηκε αντί της μουσικής η γυμναστική.
Πραγματικά, εντελώς ανακατωμένη είναι αυτή η πολιτεία με καλά και με κακά.
Ανακατωμένη, μάλιστα· και ένα μόνο είναι καθαρό και διαφανέστατο σ᾽ αυτήν, αφού επικρατεί το θυμοειδές: η φιλαρχία και η φιλοδοξία.
Και πάρα πολύ μάλιστα.
Αυτή λοιπόν είναι η προέλευση και η μορφή του πολιτεύματος τούτου που περιορίστηκα απλώς να το σχεδιαγραφήσω, [548d] όχι να το επεξεργαστώ τελείως, γιατί και τόσο αρκεί για να γνωρίσομε τον δικαιότατο και τον αδικότατο άνθρωπο που ζητούμε· εξάλλου θα ήταν και ατελείωτο το έργο, αν θέλαμε να εξετάσομε διεξοδικά όλα τα πολιτεύματα, χωρίς να παραλείψομε καμιά λεπτομέρεια.
Και πολύ σωστά.

Ο τύπος του τιμοκρατικού ανθρώπου
Ποιός λοιπόν είναι ο άνθρωπος που αντιστοιχεί σ᾽ αυτό το πολίτευμα; Πώς μορφώνεται και ποιός είναι ο χαρακτήρας του;
Τον φαντάζομαι —διέκοψεν ο Αδείμαντος— να μοιάζει με αυτόν εδώ τον Γλαύκωνα, τουλάχιστο κατά τη φιλοδοξία.
[548e] Ίσως κατά τούτο μόνο· μου φαίνεται όμως ότι διαφέρει κατά πολλά άλλα.
Ποιά;
Εν πρώτοις εκείνος πρέπει να είναι πιο αυθάδης και κάπως πιο άμουσος, αν και θ᾽ αγαπά τη μουσική· θ᾽ αγαπά επίσης τους λόγους και τα ακροάματα, αλλά ο ίδιος δεν θα έχει καμιά [549a] ρητορικήν ιδιοφυΐα. Προς τους δούλους θα είναι σκληρός αντί να τους περιφρονεί, όπως κάνουν όσοι έλαβαν τέλειαν ανατροφή, προς τους ελεύθερους ήμερος και προς τους άρχοντες πάρα πολύ υπάκουος· φίλαρχος και φιλόδοξος σε όλα, θα επιζητεί τα αξιώματα όχι με τη ρητορική του ικανότητα ή με παρόμοιες αρετές του αλλά με την πολεμική του αξία και με τα πολεμικά του κατορθώματα, μανιώδης καθώς θα είναι για τις σωματικές ασκήσεις και το κυνήγι.
Αυτός αλήθεια είναι ο χαρακτήρας εκείνης της πολιτείας.
Ο άνθρωπος αυτού του είδους, όσο είναι νέος, [549b] ίσως να περιφρονεί τα υλικά αγαθά· όσο όμως προχωρεί η ηλικία του, δεν θα μεγαλώνει όλο και περισσότερο και αυτό το πάθος του, εφόσον μετέχει στον τύπο του φιλοχρήματου ανθρώπου και η αρετή του δεν είναι καθαρή και ακέραια, αφού εξαρχής στερήθηκε τον άριστο φύλακά της;
Ποιόν εννοείς φύλακα; — ερώτησε ο Αδείμαντος.
Τον λόγο, συνδυασμένο με τη μουσική· γιατί αυτός μόνο μπορεί να σώσει την αρετή σε όλη τη διάρκεια της ζωής, όταν εγκατασταθεί και κατοικήσει μέσα στην καρδιά εκείνου που την κατέχει.
Καλά λες.
Τέτοιος λοιπόν είναι και ο χαρακτήρας του νέου που μοιάζει με το τιμοκρατικό πολίτευμα.
[549c] Πραγματικά.
Νά τώρα και με ποιόν τρόπο σχηματίζεται· συμβαίνει ο νέος μας να έχει καλό πατέρα που κατοικεί σε κακώς διοικούμενη πόλη, αποφεύγει όλες τις τιμές, τα αξιώματα, τις δίκες και όλες τις σχετικές με αυτά ενοχλήσεις και προτιμά να μένει στο περιθώριο, φτάνει να έχει εξασφαλισμένη την ησυχία του.
Λοιπόν πώς διαπλάσσεται ο χαρακτήρας του γιου;
Πρώτα ακούει τη μητέρα του να στενοχωριέται και να παραπονιέται διαρκώς ότι ο άντρας της δεν είναι από τους επίσημους και γι᾽ αυτό δεν έχει κι αυτή καμιά κοινωνική σειρά [549d] ανάμεσα στις άλλες γυναίκες, γιατί τον βλέπει να μη φροντίζει καθόλου να αυξήσει την περιουσία του και να προτιμά να υπομένει με απάθεια κάθε ζημιά των συμφερόντων του, παρά να έχει ανακατώματα και διαφορές στα δικαστήρια, να ασχολείται μόνο για τον εαυτό του και να αδιαφορεί γι᾽ αυτήν εντελώς· καθημερινώς λοιπόν την ακούει να λέει στενοχωρημένη ότι ο πατέρας του δεν είναι άντρας, ότι δεν είναι καμιά προκοπή απ᾽ αυτόν, και όλα [549e] όσα συνηθίζουν να ψάλλουν οι γυναίκες σ᾽ αυτές τις περιστάσεις.
Αυτά κάνουν πραγματικώς οι γυναίκες, είπεν ο Αδείμαντος.
Γνωρίζεις ακόμα ότι και οι υπηρέτες του σπιτιού, θέλοντας να δείξουν ζήλο και ενδιαφέρον για τον γιο του κυρίου των, του μιλούν κάποτε κρυφά με την ίδια γλώσσα και όταν, παραδείγματος χάρη, βλέπουν ότι ο πατέρας του δεν προθυμοποιείται να τον βοηθήσει, ή για να πληρώσει κανένα χρέος του ή για να τον ξεμπλέξει από καμιά βρωμοδουλειά, τον συμβουλεύουν και τον παρακινούν, όταν μεγαλώσει, να κυνηγά τους εχθρούς του, να μην αφήνει να του πατούν το δίκιο [550a] και να είναι περισσότερο άντρας από τον πατέρα του. Και όταν βγαίνει έξω, όλο τα ίδια ακούει και βλέπει, ότι όσοι περιορίζονται στο έργο τους θεωρούνται ηλίθιοι και παραγκωνίζονται, ενώ όσοι κάθε άλλο κοιτάζουν παρά τη δουλειά τους γεμίζουν από τιμές και δοξάζονται. Τότε λοιπόν ο νέος, όσο από το ένα μέρος βλέπει και ακούει αυτά, πάλι από το άλλο όμως ακούει τους λόγους του πατέρα του και βλέπει πόσο η διαγωγή του και ο τρόπος του διαφέρει από τους άλλους, αισθάνεται τον εαυτό του να τον τραβούν [550b] και από τα δυο μέρη, γιατί ενώ ο πατέρας του καλλιεργεί και δυναμώνει το λογιστικό μέρος της ψυχής του, οι άλλοι απεναντίας του εξάπτουν το επιθυμητικό και το θυμοειδές· και επειδή το φυσικό του δεν είναι κακό, αλλ᾽ απλώς έχει παρασυρθεί από κακές συναναστροφές, καθώς τραβιέται και από τα δυο μέρη, καταντά να πάρει τον μέσο δρόμο και να παραδώσει την εξουσία πάνω στον εαυτό του στο θυμοειδές και φιλόνικο μέρος της ψυχής του, που κι αυτό είναι το μέσον ανάμεσα στο λογιστικό και στο επιθυμητικό· και έτσι έγινε άνθρωπος υπεροπτικός και φιλόδοξος.
Μου φαίνεται πως πολύ καλά εξήγησες τη γένεση αυτού του χαρακτήρα.