Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλῆς Μαινόμενος (843-873)

ΛΥΤΤΑ
ἐξ εὐγενοῦς μὲν πατρὸς ἔκ τε μητέρος
πέφυκα, Νυκτὸς Οὐρανοῦ τ᾽ ἀφ᾽ αἵματος·
845 †τιμάς τ᾽ ἔχω τάσδ᾽ οὐκ ἀγασθῆναι φίλοις†
οὐδ᾽ ἥδομαι φοιτῶσ᾽ ἐπ᾽ ἀνθρώπων φίλους.
παραινέσαι δέ, πρὶν σφαλεῖσαν εἰσιδεῖν,
Ἥραι θέλω σοί τ᾽, ἢν πίθησθ᾽ ἐμοῖς λόγοις.
ἁνὴρ ὅδ᾽ οὐκ ἄσημος οὔτ᾽ ἐπὶ χθονὶ
850 οὔτ᾽ ἐν θεοῖσιν, οὗ σύ μ᾽ ἐσπέμπεις δόμους·
ἄβατον δὲ χώραν καὶ θάλασσαν ἀγρίαν
ἐξημερώσας θεῶν ἀνέστησεν μόνος
τιμὰς πιτνούσας ἀνοσίων ἀνδρῶν ὕπο.
ὥστ᾽ οὐ παραινῶ μεγάλα βουλεῦσαι κακά.
855 ΙΡ. μὴ σὺ νουθέτει τά θ᾽ Ἥρας κἀμὰ μηχανήματα.
ΛΥ. ἐς τὸ λῶιον ἐμβιβάζω σ᾽ ἴχνος ἀντὶ τοῦ κακοῦ.
ΙΡ. οὐχὶ σωφρονεῖν γ᾽ ἔπεμψε δεῦρό σ᾽ ἡ Διὸς δάμαρ.
ΛΥ. Ἥλιον μαρτυρόμεσθα δρῶσ᾽ ἃ δρᾶν οὐ βούλομαι.
εἰ δὲ δή μ᾽ Ἥραι θ᾽ ὑπουργεῖν σοί τ᾽ ἀναγκαίως ἔχει,
860 τάχος ἐπιρροιβδεῖν ὁμαρτεῖν θ᾽ ὡς κυνηγέτηι κύνας.
εἶμί γ᾽· οὔτε πόντος οὕτω κύμασι στένων λάβρος
οὔτε γῆς σεισμὸς κεραυνοῦ τ᾽ οἶστρος ὠδῖνας πνέων
οἷ᾽ ἐγὼ στάδια δραμοῦμαι στέρνον εἰς Ἡρακλέους·
καὶ καταρρήξω μέλαθρα καὶ δόμους ἐπεμβαλῶ,
865 τέκν᾽ ἀποκτείνασα πρῶτον· ὁ δὲ κανὼν οὐκ εἴσεται
παῖδας οὓς ἔτικτεν ἐναρών, πρὶν ἂν ἐμὰς λύσσας ἀφῆι.
ἢν ἰδού· καὶ δὴ τινάσσει κρᾶτα βαλβίδων ἄπο
καὶ διαστρόφους ἑλίσσει σῖγα γοργωποὺς κόρας,
ἀμπνοὰς δ᾽ οὐ σωφρονίζει, ταῦρος ὣς ἐς ἐμβολήν,
870 δεινὰ μυκᾶται δέ. Κῆρας ἀνακαλῶ τὰς Ταρτάρου
τάχα σ᾽ ἐγὼ μᾶλλον χορεύσω καὶ καταυλήσω φόβωι.
στεῖχ᾽ ἐς Οὔλυμπον πεδαίρουσ᾽, Ἶρι, γενναῖον πόδα·
ἐς δόμους δ᾽ ἡμεῖς ἄφαντοι δυσόμεσθ᾽ Ἡρακλέους.

***
ΛΥΤΤΑΕγώ από σόι γεννήθηκα πατρός και μάνας,
απ᾽ της Νυχτός και τ᾽ Ουρανού το ευγενικό αίμα·
κι είναι τιμή μου να μη μ᾽ αγαπούν οι φίλοι
κι όντας με τους ανθρώπους δεν ευχαριστιέμαι.
Και θέλω εσένα και την Ήρα να ορμηνέψω,
πριν να ιδώ να σφάλετε, κι αν θέτε, πεισθείτε.
Ο άντρας αυτός δεν είναι ασήμαντος στη γη ούτε
850 μέσα στους θεούς, που εις το παλάτι του με στέλνεις·
μα την απάτητη τη γη και τα πελάγη
τ᾽ άγρια μερώνοντας, των θεών σήκωσε μόνος
τις τιμές που έπεφταν από ασεβείς ανθρώπους.
ΙΡΙ. Το τί θα κάν᾽ η Ήρα κι εγώ, συ μη μας τ᾽ ορμηνεύεις!
ΛΥΤ. Σε φέρνω στον καλύτερον, αντίς στον κακό, δρόμο.
ΙΡΙ. Του Δία δεν σ᾽ έστειλε η γυναίκα εδώ για φρονιμάδα.
ΛΥΤ. Ας μου είναι ο Ήλιος μάρτυρας πως κάμν᾽ ό,τι δεν θέλω,
κι αν να δουλεύω σας ανάγκ᾽ είναι και ν᾽ ακλουθάω
860 γοργά καθώς τον κυνηγόν οι σκύλοι του, θα τρέξω·
ούτε το λάβρο πέλαο, που εις την τρικυμιά στενάζει,
κι ούτε σεισμός της γης κι ορμή του κεραυνού, που πνέει
πόνους, δεν τρέχουν όσο εγώ μες στου Ηρακλή το στήθος·
θεν᾽ αλωνίσω και θενα γκρεμίσω το παλάτι
σκοτώνοντας τα τέκνα του πρώτα· και δεν θα νιώσει
τη γέννα του πως θανατώνει, πριν τη λύσσ᾽ αφήσει.
Και νά! τινάζει το κεφάλι πα στις κλειδωσές του
και γουρλωμένα, σιωπηλός, τα μάτια γοργοστρέφει
και σαν ταύρος στο πάλαιμα πληθαίνει την ανάσα
870 και προσκαλεί μουγκρίζοντας τις Μοίρες του θανάτου.
Τώρα θα σε χορέψω εγώ πλιότερο με τον φόβο.
Φέρε, Ίριδα, στον Όλυμπο το ευγενικό σου πόδι·
κι εγώ άφαντη θα βυθιστώ μες στου Ηρακλή το δώμα.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της πρώιμης κλασικής εποχής

4.3.2. Το «παιδί του Κριτίου», ο «ξανθός έφηβος» και η εμφάνιση του contrapposto

Ανάμεσα στα πολυάριθμα γλυπτά που έφεραν στο φως οι ανασκαφές στην Ακρόπολη της Αθήνας, ένα από τα σημαντικότερα για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης είναι το άγαλμα ενός όρθιου γυμνού αγοριού που επικράτησε να αποκαλείται «παιδί του Κριτίου». Η ονομασία αυτή οφείλεται στην ομοιότητα των χαρακτηριστικών του προσώπου του με εκείνα του αγάλματος του νεότερου από τους Τυραννοκτόνους, του Αρμόδιου, που κάνει πολύ πιθανή την απόδοση του αγάλματος στον Κρίτιο, έναν από τους δύο δημιουργούς των Τυραννοκτόνων, που πρότεινε ο Γερμανός αρχαιολόγος Adolf Furtwängler. Το «παιδί του Κριτίου» στηρίζει το σώμα του στο αριστερό σκέλος (το στάσιμο), ενώ το δεξιό (το άνετο) πατάει χαλαρά στο έδαφος και λυγίζει ελαφρά στο γόνατο. Οι ώμοι δεν είναι οριζόντιοι και η δεξιά πλευρά του σώματος προβάλλει ελαφρά προς τα εμπρός, ακολουθώντας την κίνηση του δεξιού χεριού, που κρατούσε πιθανότατα μια φιάλη και την πρότεινε για να προσφέρει σπονδή. Είναι δύσκολο να πούμε αν ο νέος στέκεται ή βαδίζει· στην πραγματικότητα η στάση του σώματός του δείχνει ότι είναι έτοιμος να κινηθεί, ανασηκώνοντας το δεξιό σκέλος και προτείνοντας το δεξί χέρι.
 
Το στήσιμο των ανθρώπινων μορφών που αντιπαραθέτει μια σταθερή και μια χαλαρή πλευρά του σώματος, δηλώνοντας έτσι τη δυνατότητα για κίνηση, λέγεται (με έναν όρο δανεισμένο από τη γλώσσα της ιταλικής Αναγέννησης) contrapposto και χαρακτηρίζει την αρχαία ελληνική τέχνη από το 480 π.Χ. και έπειτα. Το «παιδί του Κριτίου» χρονολογείται πιθανόν λίγο μετά το 480 π.Χ.
 
Λίγο παλαιότερο είναι ένα κεφάλι νέου από την Ακρόπολη της Αθήνας, που ονομάζεται «ξανθός έφηβος», επειδή στα μαλλιά του σώζονται ίχνη κόκκινου χρώματος. Το κεφάλι αυτό παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με την κόρη που αφιέρωσε ο Ευθύδικος γύρω στο 490 π.Χ. καθώς και με το κεφάλι του Ερμή στον θαυμάσιο αμφορέα του «ζωγράφου του Βερολίνου», που τοποθετείται, όπως είδαμε, στα ίδια χρόνια. Από το άγαλμα στο οποίο ανήκε το κεφάλι του «ξανθού εφήβου» σώζεται ένα κομμάτι από την περιοχή του ισχίου. Οι ασυμμετρίες και η ελαφρά κεκλιμένη θέση των γλουτών δείχνουν ότι το άγαλμα αυτό ήταν όρθιο, αλλά όχι στο εικονογραφικό σχήμα του κούρου, μετωπικό και με ελαφρά προτεταμένο το αριστερό σκέλος. αλλά με στάσιμο και άνετο σκέλος, δηλαδή σε contrapposto, όπως το «παιδί του Κριτίου». Επομένως, ο νέος αυτός τρόπος στησίματος των ανθρώπινων μορφών εμφανίστηκε στην πλαστική κατά την πρώτη εικοσαετία του 5ου αιώνα. Το ίδιο στήσιμο το συναντούμε άλλωστε, όπως είδαμε, και σε αγγειογραφίες του «ζωγράφου του Βερολίνου» και του «ζωγράφου του Κλεοφράδη», που χρονολογούνται στην ίδια περίοδο.

Μαθητεύοντας στον πόνο

«Κυρία μου, μπορώ να καθίσω στο κέντρο της καρδιάς σας;» είπε ο Πόνος στέκοντας επιβλητικά μπροστά της.

«Δεν είχα ποτέ κάτι μαζί σας, ούτε και με κανέναν άλλον άλλωστε. Πώς μπορώ να σας διώξω; Παρακαλώ περάστε!» του απάντησε η Αγάπη κι ας ήξερε ποιες θα ’ταν οι συνέπειες.

Ο Πόνος έκανε ένα βήμα προς το μέρος της.

«Είναι αλήθεια πως πάντα ήμουν καλοδεχούμενος από ’σας κυρία μου, σ’ αντίθεση με τους περισσότερους που με πετούν σαν κλωτσοσκούφι μόλις με δουν να πλησιάζω», της είπε.

«Έλα, θρονιάσου εδώ κι άπλωσε τα χέρια σου στην ψυχή μου, όπως κάνεις κάθε φορά που μ’ επισκέπτεσαι. Εσύ, Πόνε, μ’ έμαθες πολλά και με δυνάμωσες κι ας πληρώνω κάθε μάθημα που μου δίνεις με το αίμα της καρδιάς μου.

Μείνε αφού το θέλεις, δε θα σε διώξω. Μα ξέρεις τις αντοχές μου, ελπίζω να μην τις ξεπεράσεις. Κοίτα με! Τώρα πια είμαι ολομόναχη, χωρίς τα παιδιά μου, χωρίς τους ανθρώπους που αγαπώ. Όλοι αυτοί που ευεργέτησα κάποτε, τώρα είναι εναντίον μου.

Μείνε, μα πρόσεχε να ’ναι ελαφρύ το χτύπημα, μη με λυγίσεις πάλι», είπε η Αγάπη και έσκυψε ταπεινά το κεφάλι.

Ο Πόνος με μια δρασκελιά βρέθηκε όσο πιο κοντά της μπορούσε και την κοίταξε κατάματα.

«Ξέρεις πως η δουλειά μου είναι να οργώνω τις ακαλλιέργητες ψυχές των ανθρώπων και ξέρω καλά πως ψυχές σαν και τη δική σου μετά από βαθύ όργωμα δίνουν πλούσιο τον καρπό. Γι’ αυτό θα μείνω εδώ όσο περισσότερο καιρό γίνεται και θα χαράξω τις γραμμές μου όσο πιο βαθιά μπορώ», της δήλωσε ο Πόνος.

Η Αγάπη υποκλίθηκε με σεβασμό και αρνούμενη να ζητήσει χάρη, του άνοιξε τη θύρα της ψυχής της να περάσει. Η νύχτα είχε πέσει για τα καλά.

Παντού σκοτάδι και ησυχία και μόνος σύντροφός της πια ο Πόνος. Καμιά στάση άμυνας δεν πήρε. Κοιτάχτηκαν βαθιά στα μάτια, ξέροντας καλά και οι δύο τι θα γινόταν στη συνέχεια.

Ο Πόνος την άρπαξε με δύναμη, τα δάχτυλα του σχηματίστηκαν στο άσπρο της δέρμα και με βία την έσπρωξε καταγής. Η Αγάπη ακολουθώντας τις προσταγές του βλέμματός του, έμεινε ακίνητη και αφέθηκε στα χέρια του δεχόμενη βουβά κάθε βάναυσο άγγιγμά του.

Ο Πόνος καθόλου δε συμμερίστηκε τα λόγια της και κάθε φορά που την ακουμπούσε την πονούσε όλο και πιο πολύ.

«Πονάς;» την ρώτησε κάποια στιγμή.

«Πονάω, μα όχι για εμένα, όχι για την κακία, μήτε για τη λησμονιά απ’ τους δικούς μου ανθρώπους. Πονάω για εκείνους, για τον δρόμο που αποφάσισαν να διαβούν, γιατί είναι αδιέξοδος και σκοτεινός», του απάντησε και βυθίστηκε και πάλι στη σιωπή.

Ο Πόνος ακούγοντας όσα του είπε, έπιασε να την σφίγγει ακόμη πιο πολύ αποφασισμένος να γίνει ένα μαζί της. Την ήθελε τόσο! Τη λαχταρούσε εδώ και καιρό και τώρα δε θα έχανε την ευκαιρία να περπατήσει σε κάθε μονοπάτι της ψυχής της, αφήνοντας παντού τ’ αποτυπώματά του.

Η ανάσα της κοβόταν σε κάθε του χτύπημα. Προσπαθούσε να εισπνεύσει, να πάρει δύναμη για ν’ αντέξει το επόμενο χτύπημά του, μα δεν προλάβαινε.

«Δεν αντέχω άλλο», ξεστόμισε ξέπνοα και ξεψυχισμένα κάποια στιγμή νιώθοντας όλες τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν. «Είμαστε ένα χτύπημα πριν το τέλος», της είπε, «αντέχεις κι ας μην το ξέρεις. Εγώ το ξέρω.

Το ξέρω πολύ καλά. Σ’ έχω δοκιμάσει τόσες φορές. Αυτή τη φορά όμως θα γίνεις δική μου! Ολόδική μου!»

Το πρόσωπό του ήταν αναψοκοκκινισμένο και με δύναμη της έδωσε το τελειωτικό χτύπημα. Έπειτα, ανασηκώθηκε παραμένοντας από πάνω της για να καμαρώσει την ολοκλήρωση του έργου του. Την κοίταζε να κείτεται χάμω αιμόφυρτη με ξεσκισμένη την ψυχή. Το απαίσιο, όλο ευχαρίστηση γέλιο του απλώθηκε σ’ όλο το δάσος.

Σε λίγο ακούστηκαν τα βιαστικά βήματα των αστεριών που κατατρομαγμένα έτρεξαν να δουν τι γίνεται.

Η επιστήμη του αφηγήματος

Αναγνωρίζουμε αμέσως μια καλή ιστορία. Η επιστήμη έχει αρχίσει να μας εξηγεί με ποιο τρόπο συμβαίνει αυτό.

Τις ιστορίες τις αφηγούμαστε με το σώμα

Αυτό αρχικά μοιάζει παράδοξο. Έχουμε την τάση να πιστεύουμε ότι οι ιστορίες αναβλύζουν από τη συνειδητότητα – από τα όνειρα ή τις φαντασιώσεις και μέσω των λέξεων ή των εικόνων, ταξιδεύουν στο μυαλό των άλλων ανθρώπων. Θεωρούμε πως βρίσκονται εκτός του σώματός μας, μέσα σε κάποιες σελίδες ή σε μια οθόνη και όχι κάτω από το δέρμα μας. Και όμως τις ιστορίες, τις νιώθουμε. Αναγνωρίζουμε άμεσα μια καλή ιστορία και η επιστήμη έχει αρχίσει να κατανοεί τον τρόπο με τον οποίο συμβαίνει αυτό. Το βίωμα μιας ιστορίας τροποποιεί τις νευροχημικές μας διεργασίες κι έτσι οι ιστορίες είναι ένας ισχυρός παράγοντας διαμόρφωσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Με αυτό τον τρόπο, οι ιστορίες δεν είναι απλά εργαλεία σύνδεσης και ψυχαγωγίας, αλλά και ελέγχου.

Δεν χρειαζόμαστε την αφηγηματολογία για να πούμε μια ιστορία. Ωστόσο, χρειαζόμαστε την επιστήμη αν θέλουμε να κατανοήσουμε τις απαρχές του ενστίκτου της αφήγησης και τον τρόπο με τον οποίο τα παραμύθια διαμορφώνουν τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά, συχνά σε υποουδικό επίπεδο συνειδητότητας. Όπως θα συζητήσουμε, η επιστήμη μπορεί να μας βοηθήσει να προστατευόμαστε από έναν κόσμο όπου καθένας μπορεί να μας εκνευρίσει με τις ιστορίες που λέει.

Γροθιά στο στομάχι

Φανταστείτε την προσοχή σας ως προβολέα. Όταν κάποιος σας αφηγείται μια ιστορία, αποπειράται να ελέγξει αυτό τον προβολέα. Σας χειρίζεται. Αυτό συμβαίνει κάθε μέρα διαρκώς. Προσπαθείτε να κρατήσετε αμείωτη την προσοχή των συναδέλφων σας κατά τη διάρκεια του καφέ, εγώ προσπαθώ αυτή τη στιγμή να διατηρήσω την προσοχή σας καθώς σας μιλάω για την επιστήμη της αφηγηματολογίας. Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί τρόποι να διεκδικήσετε τον προβολέα της προσοχής των άλλων ανθρώπων και όλοι συνδέονται ενστικτωδώς ή εμπρόθετα με θεμελιώδεις ενορμήσεις των ανθρώπων. Για παράδειγμα, δείτε εδώ μια πολύ σύντομη ιστορία που αποδίδεται στον Έρνεστ Χεμινγουεϊ: “Πωλούνται: Παιδικά παπούτσια, εντελώς αφόρετα.”

Πώς σας κάνει να αισθάνεστε αυτή η φράση; Όταν πρωτοσυνάντησα αυτό το αφήγημα ως προπτυχιακός φοιτητής μου τράβηξε αμέσως την προσοχή. Κι όταν μια ανάσα αργότερα συνειδητοποίησα τη σημασία της, ένιωσα σαν να με είχαν χτυπήσει στο στομάχι. Το αφήγημα αυτό είναι αποτελεσματικό γιατί πυροδοτεί τη φυσική μας τάση να εστιάζουμε στα αρνητικά, να συγκεντρωνόμαστε στα δύσκολα, απειλητικά και επικίνδυνα γεγονότα της ζωής. Ενεργοποιεί το φόβο και την απελπισία που θα νιώθαμε αν πέθαινε το δικό μας παιδί, ακόμα και αν δεν έχουμε γίνει ακόμα γονείς.

Είμαστε εξαιρετικά καλοί στο να εστιάζουμε την προσοχή μας σε οτιδήποτε μπορεί να βλάψει εμάς ή τα παιδιά μας. Τι συμβαίνει στο σώμα μας όταν συγκεντρωνόμαστε σε κάτι απειλητικό; Αγχωνόμαστε. Τι είναι το άγχος; Είναι ένα φυσικό εργαλείο με το οποίο μας προίκισε η φύση για να επιβιώνουμε ακόμα και όταν μας επιτίθενται λιοντάρια – με άλλα λόγια το άγχος κινητοποιεί τα λειτουργικά συστήματα του σώματος έτσι ώστε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά μια άμεση απειλή. Τα επίπεδα αδρεναλίνης ανεβαίνουν και το σώμα μας απελευθερώνει κορτιζόλη, ακονίζοντας την αντίληψή μας και πολλαπλασιάζοντας τη δύναμη και την ταχύτητά μας.

Ωστόσο, αντίθετα με άλλα ζώα, οι άνθρωποι έχουν το πλεονέκτημα και ταυτόχρονα το μειονέκτημα να είναι επιρρεπείς στο άγχος ακόμα και όταν δεν αντιμετωπίζουν κάποια άμεση απειλή κατά της σωματικής τους ακεραιότητας. Αυτό συμβαίνει όταν αφηγούμαστε ιστορίες στον εαυτό μας αλλά και στους άλλους ανθρώπους. Είναι ο καλύτερος τρόπος που έχουμε στη διάθεσή μας για να επικοινωνήσουμε πιθανές απειλές σε άλλους ανθρώπους και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο να προετοιμαστεί κατάλληλα για να υπερκεράσει αυτά τα εμπόδια.

Οι περισσότεροι από εμάς δεν θα αντιμετωπίσουμε ποτέ ένα λιοντάρι στην πραγματικότητα, όμως στις ιστορίες που αφηγούμαστε ο ένας στον άλλο μετατρέπουμε τα λιοντάρια σε ισχυρά σύμβολα ενός όμορφου θανάτου. Αυτή είναι η ουσία πολλών ιστοριών: Να αντιμετωπίσουμε και να ξεπεράσουμε κινδύνους και δυσκολίες που επανέρχονται, επιμένουν, πολλαπλασιάζονται και μεταλλάσσονται στο μυαλό μας και σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν μεταφορές για πιο άμεσους κινδύνους. Όπως γράφει ο Neil Gaiman στο μυθιστόρημά του Coraline: «Τα παραμύθια είναι περισσότερο από αληθινά: Όχι επειδή μας λένε ότι οι δράκοι υπάρχουν στην πραγματικότητα, αλλά επειδή μας λένε ότι μπορούμε να τους νικήσουμε».

Όταν κάποιος ξεκινά μια ιστορία με ένα δράκο, ενεργοποιεί τους μηχανισμούς άγχους των ακροατών του ανεξάρτητα από το αν αυτή ήταν η αρχική του πρόθεση. Μας ελκύουν οι αγωνιώδεις αφηγήσεις επειδή φοβόμαστε διαρκώς ότι μπορούν να συμβούν σε μας, όποιες και αν είναι αυτές και χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας για να εξετάσουμε πιθανούς τρόπους να αντιμετωπίσουμε κάθε είδους απειλής που ενδέχεται να προκύψει στη ζωή μας από οικογενειακές διαμάχες, ως απολύσεις ή και εγκληματικές ενέργειες.

Δεν χρειαζόμαστε απαραιτήτως δράκους για να τραβήξουμε την προσοχή των άλλων, σωστά; Στην αρχή του πρώτου βιβλίου της σειράς βιβλίων Harry Potter από την J.K Rowling, μας συστήνεται ένα έκθετο βρέφος που βρίσκεται σε κίνδυνο. Ενστικτωδώς τασσόμαστε υπέρ του «αγοριού που επέζησε» επειδή είναι τόσο εύθραυστος στην αρχή της ιστορίας. Οι περισσότερες ταινίες της σειράς Star Wars ακολουθούν μια άλλη προσέγγιση προσπαθώντας να μας εμπνεύσουν δέος – το συναίσθημα που νιώθουμε όταν συναντάμε κάτι τόσο απέραντο που δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε αμέσως – γεγονός που σύμφωνα με έρευνες οδηγεί σε συμπεριφορές που σχετίζονται με την περιέργεια και την ανάγκη των ανθρώπων να στρέφονται στους άλλους για να πάρουν απαντήσεις.

Με ποιο τρόπο εκτυλίσσονται οι ιστορίες στο σώμα μας;

Ενώ οι συγγραφείς αιχμαλωτίζουν την προσοχή μας με διαφορετικούς τρόπους, αργά ή γρήγορα θα εμφανιστεί ο κακός της ιστορίας και η πλοκή θα εξελιχθεί σε σύγκρουση. Το βιβλίο «Ο Χάρι Πότερ και η φιλοσοφική λίθος» αρχίζει μεν τρυφερά, αλλά ο Λόρδος Βόλντεμορτ καραδοκεί. Καθώς η δράση κορυφώνεται και η κοινωνία των μάγων ετοιμάζεται για εμφύλιο πόλεμο, η προσοχή μας εντείνεται και το σώμα μας εκκρίνει περισσότερη κορτιζόλη. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, χάνουμε το ενδιαφέρον μας και η προσοχή μας στρέφεται αλλού. Δεν αρκεί όμως η κορτιζόλη για να κρατήσει τα σώματά μας συνδεδεμένα με μια αφήγηση. Οι συγκρούσεις της σειράς των βιβλίων Harry Potter και των κινηματογραφικών ταινιών Star Wars τραβούν την προσοχή μας και η σκηνογραφία προκαλεί θαυμασμό και δέος αλλά αυτά δεν επαρκούν αν δεν περιλαμβάνουν ήρωες που να μας ενδιαφέρουν. Η προσοχή μας φθίνει και αποσύρεται.

Καθώς παρακολουθούμε την αλληλεπίδραση των χαρακτήρων της μυθοπλασίας, τα σώματά μας τείνουν να απελευθερώνουν ένα νευροπεπτίδιο που ονομάζεται οξυτοκίνη, το οποίο οι επιστήμονες εντόπισαν αρχικά στις θηλάζουσες μητέρες. Η οξυτοκίνη έχει βρεθεί παρούσα επανειλημμένως σε έρευνες για τη σχέση ανάμεσα στα ζευγάρια και στους δεσμούς που συνδέουν τις ομάδες. Φαίνεται πως την συναντάμε όταν οι άνθρωποι προσεγγίζουν ο ένας τον άλλο ή ακόμα και όταν φαντάζονται ότι είναι κοντά. Αυτός είναι ο λόγος που οι αφηγήσεις πυροδοτούν την παραγωγή οξυτοκίνης: Όταν η πριγκίπισσα Leia εκμυστηρεύεται στον Han Solo τον έρωτά της στην ταινία «Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται», το σώμα μας απελευθερώνει σίγουρα οξυτοκίνη σε ανιχνεύσιμο επίπεδο.

Αυτό δεν είναι το μόνο που συμβαίνει καθώς εμπλεκόμαστε με μια αφήγηση και τους χαρακτήρες της. Η εγκεφαλική δραστηριότητα εκείνων που αφηγούνται μια ιστορία και εκείνων που την απολαμβάνουν τείνει να συντονίζεται χάρις στους καθρεπτικούς νευρώνες, τα κύτταρα που «παίρνουν φωτιά» όχι μόνον όταν κάνουμε κάποια πράξη αλλά και όταν παρατηρούμε κάποιον άλλο να την κάνει. Καθώς βυθιζόμαστε μέσα σε μια αφήγηση, τα στοιχεία της αφήγησης μοιάζουν να συμβαίνουν στα αλήθεια, στο σώμα μας. Ο αφηγητής περιγράφει ένα γευστικότατο γεύμα και ο ακροατής αρχίζει να το λιγουρεύεται. Όταν οι ήρωες της αφήγησης είναι θλιμμένοι, ενεργοποιείται ο προμετωπιαίος λοβός του ακροατή ή του θεατή και έτσι αισθάνεται θλίψη και εκείνος.

Καθώς εκτυλίσσεται η πλοκή, ο καλός αφηγητής εμπλέκει τους χαρακτήρες που μας ενδιαφέρουν σε σύγκρουση με τον εχθρό. Οι παλάμες μας ιδρώνουν, αρπάζουμε το χέρι του διπλανού μας – που είναι πολύ πιθανό να έχει την ίδια αντίδραση με εμάς. Αισθανόμαστε ένταση στον αυχένα. Το σώμα μας προετοιμάζεται να αντιμετωπίσει κάποια απειλή, που όμως είναι εντελώς φανταστική. Τότε συμβαίνει το θαύμα της αφήγησης: Καθώς η κορτιζόλη, η ορμόνη που ενισχύει την συγκέντρωση αναμειγνύεται με την οξυτοκίνη, την ορμόνη της φροντίδας, βιώνουμε ένα φαινόμενο που ονομάζεται «μεταφορά». Η μεταφορά συμβαίνει όταν η συγκέντρωση και η αγωνία ενώνονται με το αίσθημα της συμπόνιας.

Με άλλα λόγια έχουμε απορροφηθεί. Για το χρονικό διάστημα που διαρκεί η αφήγηση, το πεπρωμένο μας διαπλέκεται με αυτό των φανταστικών χαρακτήρων που παρακολουθούμε. Αν η ιστορία έχει καλό τέλος, ενεργοποιείται το λεμφικό σύστημα και το κέντρο αμοιβής του εγκεφάλου δίνει εντολή να απελευθερωθεί η ορμόνη ντοπαμίνη. Μπορεί να πλημμυρίσουμε με το αίσθημα της αισιοδοξίας, εκείνο ακριβώς που βιώνουν και οι χαρακτήρες στο χαρτί ή στην οθόνη.

Που τελειώνουμε εμείς και που αρχίζει η ιστορία;

Με τις πιο έντονες, τις καθηλωτικές ιστορίες, είναι δύσκολο να προσδιοριστούν τα όρια.

Οι ιστορίες ενώνουν τους ανθρώπους

Για ποιο λόγο η εξέλιξη μας έδωσε αυτή τη δυνατότητα; Γιατί η φύση μας έκανε να επιθυμούμε την εμβύθιση στις ιστορίες και έκανε την μεταφορά τόσο απολαυστική; Έχω ήδη προτείνει ένα μέρος της απάντησης: έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε σχετικά με τα προβλήματα και την επίλυσή τους, ώστε να βελτιώσουμε τους όρους επιβίωσης μας τόσο ατομικά όσο και ως είδος. Αν οι χαρακτήρες δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα, δεν υπάρχει ιστορία.

Αλλά ενδέχεται να υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Πρόσφατες έρευνες υποδεικνύουν ότι η διαδικασία της μεταφοράς στην πλοκή της αφήγησης αυξάνει τα επίπεδα της ενσυναίσθησής μας στην πραγματική ζωή. Έρευνες που δημοσιεύτηκαν το 2013 και το 2015 εξέθεσαν τους ανθρώπους σε ερεθίσματα λογοτεχνικών έργων και τηλεοπτικών προγραμμάτων υψηλής ποιότητας και τους έδωσαν μια σειρά από τεστ στα οποία τους ζητούσαν να αντιστοιχίσουν φωτογραφίες βλεμμάτων με το συναίσθημα που τα δημιούργησε. Στην έρευνα του 2015, οι συμμετέχοντες που παρακολουθούσαν τις τηλεοπτικές σειρές Mad Men ή The Good Wife συγκέντρωσαν σημαντικά μεγαλύτερη βαθμολογία από εκείνους που παρακολουθούσαν ντοκυμαντέρ ή απλά έκαναν το τεστ χωρίς να έχουν παρακολουθήσει κάτι νωρίτερα.

Με άλλα λόγια, η δυνατότητά μας να συμπάσχουμε με τους ήρωες των αφηγήσεων μεταφέρεται και στην υπόλοιπη ζωή μας: Mας δίνουν προβάδισμα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες χρειάζεται να επιστρατεύσουμε τη διαίσθησή μας για να κατανοήσουμε τι σκέφτεται ή τι αισθάνεται κάποιος άλλος – για παράδειγμα όταν θέλουμε να διαπραγματευτούμε μια συμφωνία, όταν χρειάζεται να αναμετρηθούμε με έναν αντίπαλο ή να κατανοήσουμε την βαθύτερη επιθυμία του αγαπημένου μας προσώπου.

Αυτές οι δυνατότητες έχουν επιτρέψει στις ιστορίες να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν με όρους εξέλιξης. Δεν είναι απλώς ευχάριστες. Μπορούν πραγματικά να αυξήσουν τα ποσοστά της επιβίωσής μας.

Οι αφηγήσεις αλλάζουν τη συμπεριφορά

Επαναλαμβανόμενες μελέτες καταδεικνύουν ότι οι αφηγήσεις δεν παρουσιάζουν απλώς τα γεγονότα. Μια για παράδειγμα, υποστήριξε ότι η αφήγηση μιας ιστορίας ήταν πιο αποτελεσματική στο να πειστούν οι Αφροαμερικανοί που κινδύνευαν από υπέρταση να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους ώστε να μειώσουν την πίεσή τους. Μια έρευνα σε μαθητές με χαμηλή σχολική επίδοση έδειξε ότι η ανάγνωση ιστοριών για τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν διάσημοι επιστήμονες οδήγησε στην καλυτέρευση των βαθμών των μαθητών. Σε ένα επιστημονικό άρθρο που δημοσιεύτηκε πέρσι, υποστηριζόταν ότι η παρακολούθηση αλτρουιστικών και ηρωικών πράξεων σε ταινίες οδηγούσε σε περισσότερη δοτικότητα στην αληθινή ζωή.

Πράγματι, οι αφηγήσεις φαίνεται ότι πυροδοτούν νευροχημικές διαδικασίες που επιτρέπουν κάποια είδη αλτρουιστικής συμπεριφοράς. Αυτή η βιολογική δραστηριότητα μπορεί να οδηγήσει σε βαθιές αλλαγές στη συμπεριφορά ακόμη και στις πιο επίπονες πράξεις αλτρουισμού. Αυτή η νευροχημική διαδικασία επιτρέπει να συμβαίνουν οι έρανοι και η φορολόγηση και ωθεί τους ανθρώπους να κινητοποιούνται για μεγάλης κλίμακας έργα όπως πολιτικές καμπάνιες, εκκλησίες, πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες ή για την ίδρυση εθνών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Οι ιστορίες μας ωθούν να σχετιζόμαστε με αγνώστους και να τους ζητάμε να κάνουν μικρές θυσίες για έναν μεγαλύτερο σκοπό, που τους υπερβαίνει.

Επέλεξα τις ταινίες «Star Wars» και τη σειρά βιβλίων και ταινιών «Harry Potter» ως παραδείγματα μεγάλων αφηγήσεων που έχουν γνωρίσει μεγάλη απήχηση κερδίζοντας την προτίμηση δισεκατομμυρίων ανθρώπων, χωρίς υπερβολή. Υπάρχει κάτι που προκαλεί δέος στην ιδέα ότι αυτές οι ιστορίες έχουν επηρεάσει τόσους πολλούς ανθρώπους σε μοριακό επίπεδο. Όλοι ένιωσαν την αύξηση της κορτιζόλης όταν εμφανίστηκε ο Darth Vader ή την ροή της οξυτοκίνης όταν η Ερμιόνη αγκαλιάζει το Ρον αφού γλιτώνουν από κάποιος Θανατοφάγους, τα σώματά μας συντονίζονται το ένα με το άλλο ξεπερνώντας το χώρο και το χρόνο. Αυτές οι παγκόσμιες αφηγήσεις δεν μας διασκεδάζουν απλώς, αλλά μέσω αυτών μοιραζόμαστε τα ιδανικά του ηρωισμού, της συμπόνιας και της αυτοθυσίας.

Η σκοτεινή πλευρά των αφηγήσεων

Μια απότομη αύξηση της κορτιζόλης μπορεί να μας κάνει επιθετικούς- είναι άλλωστε μέρος του ενστίκτου πάλης ή φυγής για το οποίο έχουμε ακούσει ήδη πολλά και η οξυτοκίνη εμπλέκεται στις ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των ομάδων. Άνθρωποι στους οποίους χορηγήθηκε οξυτοκίνη στο εργαστήριο ευνοούν την ενδο-ομάδα τους όπως και αν αυτή ορίζεται, από σχολικά συγκροτήματα ως συλλόγους και οργανισμούς. Η οξυτοκίνη φαίνεται να παίζει ρόλο στην προσπάθεια προσεταιρισμού των πόρων της εξω-ομάδας. Οι άνθρωποι στους οποίους χορηγήθηκε οξυτοκίνη είναι περισσότερο πιθανό να προτιμήσουν να σκεφτούν συλλογικά και να πάρουν αποφάσεις ομαδικά ακόμα και αν θεωρούν πως αυτές οι αποφάσεις είναι λανθασμένες.

Συνοπτικά, οι αφηγήσεις δημιουργούν ομάδες, εξαιτίας της διευκόλυνσης αυτής της διαδικασίας από την ορμόνη οξυτοκίνη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι κοινότητες των θαυμαστών που συσπειρώνονται γύρω από το Harry Potter και το Star Wars, εκδηλώνουν ορισμένες φορές ένα είδους παιγνιώδους ανταγωνισμού. Είναι ακίνδυνη διασκέδαση για τους θαυμαστές αλλά δεν είναι όλες οι ιστορίες ανταγωνισμού τόσο καλοπροαίρετες όσο αυτές, ούτε έχουν τόσο αγαθά αποτελέσματα. Οι αφηγήσεις μπορούν να μας στρέψουν προς καταστροφικά ιδανικά που να στρέφονται ειδικά κατά της εξω-ομάδας (της ομάδας στην οποία δεν ανήκουμε εμείς). Οι αφηγήσεις ασκούν μια μορφή εξουσίας στα σώματα, αλλά είναι μια δύναμη την οποία μπορούμε να επιλέξουμε να χρησιμοποιήσουμε θετικά ή να καταχραστούμε.

Αισθάνομαι τις λέξεις τους στο σώμα μου, αλλά δεν είμαι αβοήθητος. Οι έρευνες επίσης δείχνουν ότι οι άνθρωποι είναι σίγουρα σε θέση να αμυνθούν ενάντια στην εξουσία που έχουν οι αφηγήσεις. Μπορούμε να ξεπεράσουμε γνωστικά την συναισθηματική ταύτιση και το αίσθημα της μεταφοράς που μας προκαλούν οι αφηγήσεις, αντιπαραβάλλοντάς τες με τα γεγονότα. Καλλιεργώντας την επαγρύπνηση σχετικά με το είδος του αντίκτυπου που έχει μια αφήγηση, μπορούμε να την αντικαταστήσουμε με κάποια άλλη ή να την επανεξετάσουμε για να διαπιστώσουμε αν ταυτίζεται με τη δική μας εμπειρία. Ζούμε σε έναν κόσμο έμπλεο αφηγήσεων – που φτάνουν σε μας μέσω της οθόνης, του χαρτιού, των παραστατικών τεχνών και της μουσικής – και σήμερα, πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε όλοι τους τρόπους με τους οποίους ηγέτες και οργανισμοί προσπαθούν να μας χειραγωγήσουν ώστε να πιστέψουμε εκείνο που επιθυμούν.

Η ψυχοθεραπεία στις μέρες μας, επιδιώκει όλο και περισσότερο να στρέψει το ενδιαφέρον των ανθρώπων στις ιστορίες που αφηγούνται στους εαυτούς τους. Στο θεραπευτικό πλαίσιο, μας ενθαρρύνουν να αναρωτηθούμε: Αφηγούμαι στον εαυτό μου μια ιστορία που με βοηθάει να αναπτυχθώ και να προοδεύσω ή επιλέγω μια που περιορίζει τις δυνατότητές μου; Είναι αναγκαίο να κάνουμε το ίδιο και με τις ιστορίες που μας αφηγούνται οι άλλοι.

Επιπλέον, χρειάζεται να αναλογιστούμε τις δικές μας ευθύνες για την ευζωία των άλλων και να καλλιεργήσουμε την επίγνωση του αντίκτυπου των δικών μας ιστοριών και της εξουσίας που ασκούν στα σώματα των άλλων ανθρώπων. Ποιες είναι οι προθέσεις μας όταν αφηγούμαστε ιστορίες; Χρησιμοποιούμε τις δυνάμεις μας για να ενδυναμώσουμε τους ανθρώπους ώστε να τους βοηθήσουμε να βρουν λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ατομικά ή και ως ομάδες; Ή χρησιμοποιούμε τις δυνάμεις μας για να αποκαλύψουμε το χειρότερό μας εαυτό στους άλλους και με αυτό τον τρόπο να στρέψουμε τον ένα εναντίον του άλλου; Επικοινωνούμε τις πληροφορίες που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά για τον εαυτό μας ή εκείνες που μας αποδυναμώνουν;

Οι ιστορίες μπορούν να μας ενώσουν αλλά και να μας διχάσουν. Μπορούν να μας φέρουν χαρά αλλά και να προξενήσουν μίσος. Όλοι έχουμε γεννηθεί με την ικανότητα να αφηγούμαστε ιστορίες. Είναι μια δύναμη που χρειάζεται να μάθουμε να χρησιμοποιούμε με σύνεση και σοφία.

Η αναλυτική σκέψη προάγει σκεπτικισμό & αθεΐα

Η αναλυτική σκέψη μπορεί να μειώσει τη θρησκευτική και μεταφυσική πίστη ακόμα και σε αφοσιωμένους πιστούς, σύμφωνα με νέα έρευνα Καναδών ψυχολόγων, η οποία επιβεβαιώνει ότι ο λογικός τρόπος σκέψης υποσκάπτει τη θρησκευτικότητα και προάγει τον σκεπτικισμό και την αθεΐα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή κοινωνικής ψυχολογίας Άρα Νορενζαγιάν του Τμήματος Ψυχολογίας του πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό «Science», ανέφεραν ότι πολλοί παράγοντες επηρεάζουν την πνευματικότητα του καθενός και η τάση για περισσότερη ή λιγότερη αναλυτική σκέψη είναι ένας από αυτούς.

Οι ψυχολόγοι έκαναν διάφορα τεστ και πειράματα με 650 εθελοντές, συσχετίζοντας τον βαθμό αναλυτικής σκέψης του καθενός με την ένταση των θρησκευτικών και άλλων μεταφυσικών πεποιθήσεών του (π.χ. πίστη σε αγγέλους), διαπιστώνοντας ότι αυτά τα δύο πράγματα είναι γενικά αντιστρόφως ανάλογα. Όσο περισσότερο οι εθελοντές ανέπτυσσαν αναλυτικούς συλλογισμούς και έκαναν λογικές σκέψεις, τόσο έτεινε να μειώνεται η θρησκευτική πίστη τους και, αντίθετα, αυξανόταν ο αθεϊσμός ή έστω ο αγνωστικισμός και ο σκεπτικισμός τους σχετικά με τα θρησκευτικά ζητήματα.

Η έρευνα δείχνει ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις σχετίζονται όχι τόσο με το πιο αργό και αναλυτικό σύστημα λειτουργίας του νου, όσο με το διαισθητικό – συναισθηματικό, που είναι πιο γρήγορο και αυτόματο. Όταν ενεργοποιείται περισσότερο το αναλυτικό σύστημα, τότε «σκεπάζει» το διαισθητικό και αντίστροφα. Αυτό εξηγεί γιατί οι περισσότεροι (αν και όχι όλοι) επιστήμονες, που καλλιεργούν την αναλυτική σκέψη, τείνουν να είναι άθεοι ή αγνωστικιστές.

Με πιο απλά λόγια, όσοι άνθρωποι τείνουν να λειτουργούν ενστικτωδώς, είναι πιο πιθανό να πιστεύουν στον Θεό, σε σχέση με όσους σκέφτονται πιο πολύ και είναι λιγότερο ενστικτώδεις και αυτό γιατί η πίστη είναι περισσότερο συναίσθημα παρά σκέψη.

Μελλοντικές έρευνες από τους ίδιους ψυχολόγους θα μελετήσουν κατά πόσον είναι πρόσκαιρη, ή διαρκής, η επίδραση της αναλυτικής σκέψης στη θρησκευτική πίστη και αν αυτή η επίδραση ισχύει σε όλους τους πολιτισμούς της Γης και όχι μόνο στη Δύση.

Οι πιο πρόσφατες έρευνες της κοινής γνώμης αποκαλύπτουν ότι η μεγάλη πλειονότητα της ανθρωπότητας πιστεύει στον Θεό, αν και οι αγνωστικιστές και οι άθεοι είναι αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια.

Οι ερευνητές ξεκαθάρισαν, πάντως, ότι δεν αρκεί η αναλυτική σκέψη για να μετατρέψει έναν πιστό σε άπιστο. Άλλοι ισχυροί υποσυνείδητοι παράγοντες, όπως ο φόβος του θανάτου και η επιθυμία για διαιώνιση της ζωής, παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανατροφοδότηση της πίστης στη θρησκεία και σε άλλες πνευματικές παραδόσεις.

Οι ερευνητές, επίσης, φρόντισαν να διευκρινίσουν ότι η μελέτη τους δεν έχει να κάνει με την ίδια την αξία της θρησκείας, αλλά με τους γνωσιακούς – νοητικούς μηχανισμούς, που την υποσκάπτουν ή την ενισχύουν.

Ο διάσημος νομπελίστας ψυχολόγος Ντάνιελ Κάνεμαν, του πανεπιστημίου Πρίνστον, δήλωσε ότι «αυτό ουσιαστικά που δείχνει η νέα έρευνα, είναι πως όταν κανείς σκέφτεται με πιο κριτικό τρόπο, απορρίπτει πεποιθήσεις που αλλιώς θα τις υιοθετούσε. Δείχνει ότι υπάρχουν ορισμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις που οι άνθρωποι πιστεύουν και τις οποίες δεν θα υιοθετούσαν, αν σκέφτονταν πιο κριτικά».
 

Βαρβαρότητα ή ανία;

«Δεν υπάρχει μέση οδός; Πρέπει να είναι μόνο ή βαρβαρότητα ή ανία;» Ο κύριος Γκρι διαμαρτύρεται, αλλά φταίει και αυτός. Γαλλομαθής ων –σε θλιβερή αντίθεση με μένα–, απέστειλε ένα μέιλ με μια γαλλική φράση: «Plutot la barbarie que l’ ennui!» (καλύτερα η βαρβαρότητα παρά η ανία). Λείπουν κάποιοι ειδικοί τονισμοί από τη γαλλική φράση που μόλις παρέθεσα, αλλά αυτά έχουν οι «αγγλοθρεμμένοι» υπολογιστές…

Η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Γάλλο συγγραφέα του 19ου αιώνα Θεόφιλο Γκοτιέ και την παραθέτει ο Τζορτζ Στάινερ στη μελέτη του «Ο πύργος του Κυανοπώγωνα» (μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Scripta), θεωρώντας την την «πιο προφητική κραυγή αγανάκτησης» του αιώνα εκείνου: «Καλύτερα η βαρβαρότητα παρά η ανία: αν καταφέρουμε να κατανοήσουμε τις πηγές αυτού του διεστραμμένου ίμερου, αυτού του πόθου για χάος», γράφει ο Στάινερ, «θα έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τη δική μας θέση και τη σχέση της σημερινής μας συνθήκης με το επιτιμητικό ιδανικό του παρελθόντος».

Ο Στάινερ κάνει αυτές τις σκέψεις το 1970-71, μετά τον Μάιο του 1968, τις αιματηρές ταραχές στο πανεπιστήμιο Κεντ της Αμερικής, τις θηριωδίες της ομάδας του Τσαρλς Μάνσον στην Καλιφόρνια και των Αμερικανών στρατιωτών στο βιετναμέζικο Μάι Λάι – μετά τη μαγεία του Γούντστοκ και της προσσελήνωσης, αλλά εν μέσω διαφόρων δικτατοριών ανά τον κόσμο (μέσα σε αυτές και εκείνης των Ελλήνων συνταγματαρχών).

«Γιατί τότε αυτές οι σκέψεις ηχούν αλλόκοτα σημερινές;», αναρωτήθηκε ο κύριος Γκρι, ο οποίος τραβάει το ερώτημα παραπέρα, όταν με το κινητό του φωτογραφίζει συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας: ανώνυμοι «συγγραφείς» μιλούν με πόθο που ξεχειλίζει για την «καταστροφή του πολιτισμού» σε διάφορες παραλλαγές.

Η «ανία» του Γκοτιέ είναι βέβαια απότοκος της καταθλιπτικής ανίας του Μποντλέρ, όπως την εξέφρασε στα «Άνθη του κακού». «Η ανία, καρπός της βαθιάς αδιαφορίας/ Παίρνει τις διαστάσεις της αθανασίας./ Ναρκωμένος στο βάθος της ανταριασμένης Σαχάρας» κτλ., κτλ. «Για κάθε κείμενο όπου δηλώνεται μια αυτοπεποίθηση τύπου Μπένθαμ, μια υπερήφανη “βελτιοδοξία”, υπάρχει η αντιστρόφως ανάλογη δήλωση περί νευρικής κόπωσης. Η σύνδεση του τεράστιου οικονομικοτεχνικού δυναμισμού με μία ως επί το πλείστον επιβεβλημένη κοινωνική ακινησία, μια σύνδεση πάνω στην οποία χτίστηκε ο φιλελεύθερος, αστικός πολιτισμός ολόκληρου αιώνα, δημιούργησε ένα εκρηκτικό μείγμα. Στη ζωή της τέχνης και της διανόησης προκάλεσε ορισμένες ιδιαίτερες και εντέλει καταστροφικές αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, το νόημα καθαυτό του Ρομαντισμού. Από αυτές θα γεννηθεί η νοσταλγία για την καταστροφή». Από αυτήν τη ρομαντική αντίδραση θα γεννηθούν, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο απόλυτος ολοκληρωτισμός, ο ολοκληρωτικός πόλεμος, ο ολοκληρωτικός αφανισμός, η γενοκτονία, τα γκουλάγκ. Και ο Στάινερ αναρωτιέται: «Αραγε είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάθε υψηλός πολιτισμός αναπτύσσει ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις;».

Στα δικά μας τώρα: τόσο μεγάλη ανία έφερε η ευμάρεια των προηγούμενων ετών ώστε σήμερα, εν μέσω της βαρβαρότητας των ανέργων και των αστέγων, ανώνυμοι του πλήθους μα και επώνυμοι πολιτευτές να ορέγονται αγχόνες, εμπρησμούς και βανδαλισμούς; Φτάσαμε σε τόσο υψηλό πολιτισμικό δείκτη ώστε να αναπτύξουμε «ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις»;

Μήπως όμως δεν φτάσαμε σε «υψηλό πολιτισμό», αλλά συρθήκαμε απλώς σε μια μεθυστική μείξη ανίας και βαρβαρότητας πολύ πριν η κρίση μάς χτυπήσει την πόρτα; Μήπως τώρα μας παρασύρει στη δίνη των «αυτοκαταστροφικών του παρορμήσεων» ένας όντως υψηλός πολιτισμός, ο δυτικός, αλλά εμείς, από μόνοι μας, συρθήκαμε σε τέλμα βαρβαρότητας και ανίας εν μέσω μιας επίπλαστης αφθονίας; Αν ναι, μια αντίσταση ίσως να είναι η επίμονη αγωνία του κυρίου Γκρι: η αναζήτηση μιας δημιουργικής μέσης οδού. Ούτε βαρβαρότητα ούτε ανία.

Διάσημοι επιστήμονες που πίστευαν στο υπερφυσικό

Οι διασημότεροι επιστήμονες της ιστορίας συχνά θεωρούνται άνθρωποι με αυστηρή ιδεολογία και χαρακτήρα παρόμοιο με τις επιστημονικές τους μεθόδους, σοβαρό και μετρημένο. Όμως φαίνεται πως υπήρξαν μία σειρά από ιδιαίτερους ανθρώπους με τεράστια συμβολή στην ανθρωπότητα, που πίστευαν στο υπερφυσικό και τις μεταφυσικές επιστήμες, συνδυάζοντας το όνομά τους με την απόκρυφη επιστήμη.

Διάσημοι επιστήμονες που πίστευαν στο υπερφυσικό

Βοήθησε άραγε το σοβαρό ενδιαφέρον τους για το υπερφυσικό και τον Μυστικισμό στην εξαιρετική φύση του μυαλού τους αλλά και τις πρωτοποριακές τους ανακαλύψεις; Για αρκετούς η απάντηση είναι ναι, αν και μερικές φορές η αναζήτηση του Εσωτερισμού από εκείνους σήκωσε εμπόδια στο επιστημονικό τους έργο.

Ισαάκ Νεύτων

Η κύρια εμμονή το Νεύτωνα σχετικά με το απόκρυφο και τις μυστικιστικές επιστήμες ήταν η Αλχημεία. Ο ίδιος ήταν πεπεισμένος πως υπήρχε κάποια μέθοδος ώστε να ανακαλυφθεί η περίφημη Αλχημική Φιλοσοφική Λίθος, η ουσία δηλαδή που θα μετέτρεπε οποιοδήποτε μέταλλο σε χρυσό. Ο Ισαάκ Νεύτων έγραψε ένα χειρόγραφο με τις προσπάθειες που κατέβαλλε ώστε να δημιουργήσει διάφορα αλχημικά στοιχεία, ενώ πίστευε τόσο πολύ στην Αλχημεία που δεν την ξεχώριζε απο τις άλλες επιστημονικές του αναζητήσεις. Αρκετοί είναι εκείνοι που θεώρησαν πως ήταν το σκαλοπάτι που τον οδήγησε στις διάσημες μαθηματικές του ανακαλύψεις.

Ο Νεύτων ήταν επίσης κατά κάποιο τρόπο ιστορικός, με το βιβλίο του The Chronology of Ancient Kingdoms, που βασίστηκε στο έργο αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων και ανθρώπων της Διανόησης όπως ο Πλάτων και ο Όμηρος. Σε αυτό το χρονολόγιο ο Νεύτων ανέφερε χαρακτηριστικά την πίστη του στην ύπαρξη της Ατλαντίδας.

Jack Parsons

Ο Parsons είναι μία από τις πιο extreme περιπτώσεις αυτών των ανθρώπων, αφού συνδέθηκε με τον Άλιστερ Κρόουλι και τον Ρον Χάμπαρντ. Ο Parsons κατείχε μονάχα απολυτήριο Λυκείου, όμως το πάθος του για την επιστήμη των πυραύλων κέρδισε τον σεβασμό των Πανεπιστημιακών καθηγητών, παρά το γεγονός πως αυτή η τεχνολογία θεωρούταν επιστημονική φαντασία εκείνη την εποχή. Η Προσπάθειά του να δημιουργήσει καύσιμα για τους πυραύλους τον οδήγησε σε μία επιτυχημένη καριέρα στην επιστήμη αυτή, που κατέληξε όμως στον θάνατό του από έκρηξη τριάντα χρόνια αργότερα.

Κατά την διάρκεια της καριέρας του ο Parsons απέκτησε εμμονή με το υπερφυσικό και το απόκρυφο, αφού ακολουθούσε τον Κρόουλι στο τάγμα Ordo Templi Orientis, με τα σκοτεινά τελετουργικά και τις πρακτικές. Ο ίδιος έψελνε ύμνους του Κρόουλι πριν τις απογειώσεις των πυραύλων και ήταν γνωστός στους επιστημονικούς κύκλους για τις απόκρυφες πεποιθήσεις του, τις οποίες οι επιστήμονες θεωρούσαν χαζές.

Ο Parsons συχνά έκανε στην οικεία του σεξομαγικά πάρτι γεμάτα με ναρκωτικές ουσίες, τα οποία φιλοξενούσαν Φυσικούς αλλά και λάτρεις του Αποκρυφισμού. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν ο Ρον Χάμπαρντ, που εκείνη την εποχή ήταν Συγγραφέας του Φανταστικού και αργότερα μετατράπηκε στον Ιδρυτή της Σαιεντολογίας. Δυστυχώς ο Χάμπαρντ πρόδωσε τον Parsons, ο οποίος δεν είχε ακούσει τις προειδοποιήσεις του Κρόουλι, αφού έκλεψε την τότε κοπέλα του και ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.

Pierre και Marie Curie

Το ζεύγος Κιουρί που είναι πασίγνωστο για την εργασία του πάνω στην Χημεία και την Φυσική, ήταν γνωστοί λάτρεις του παραφυσικού. Συχνά λάμβαναν μέρος σε συνεδρίες επικλήσεων πνευμάτων, τις οποίες πραγματοποιούσε η φίλη τους και Διάμεσο Eusapia Palladino. Παρά το επιστημονικό τους υπόβαθρο, οι Κιουρί πίστευαν ακράδαντα στις υπερφυσικές τεχνικές της Palladino, ενώ έχει αναφερθεί πως κατά την διάρκεια των συνεδριών τα τραπέζια αιωρούνταν και τα πνεύματα επικοινωνούσαν αυξάνοντας την παραφυσική δραστηριότητα στον χώρο.

Παρά το γεγονός πως το ζεύγος Κιουρί πραγματοποίησε μία σειρά από εξαιρετικά επιστημονικά επιτεύγματα και κέρδισε βραβεία Νόμπελ, δεν μπόρεσε ποτέ να εξηγήσει το υπερφυσικό υπόβαθρο στις συνεδρίες της Palladino, και τελικά το ζευγάρι απέδωσε τις δραστηριότητες αυτές στην Μαγεία και το παραφυσικό, αφού πρώτα υπέβαλλαν την φίλη τους σε ελεγχόμενα δωμάτια (όπως το Ινστιτούτο Ψυχολογίας του Παρισιού) ώστε να διαπιστώσουν αν υπάρχει απάτη στις συνεδρίες. Όμως οι μυστηριώδεις δυνάμεις της Palladino παρείχαν στο ζεύγος κιουρί ατράνταχτες αποδείξεις για την ύπαρξη του υπερφυσικού, παρά τις όποιες προσπάθειες απόδειξης του αντιθέτου.

Carl Jung

Αν και δεν ήταν επιστήμονας με την στενή έννοια του όρου, οι θεωρίες του πάνω στην ανθρώπινη ψυχολογία είναι ευρέως γνωστές και έχουν μελετηθεί πάρα πολύ, Ο Jung αλλά και ο Φρόιντ, ειδικότερα αφού ήταν άνθρωποι που εξέτασαν διεξοδικά τον συνειδητό αλλά και τον ασυνείδητο Νου, πίστευαν στην Τηλεπάθεια και τα Ψυχικά φαινόμενα. Βέβαια ο Φρόιντ δεν επιθυμούσε να μιλά για αυτές τις πεποιθήσεις του, όμως ο Jung είχε εντυπωσιαστεί από τα φαινόμενα συγχρονικότητας και την Τηλεπάθεια.

Συχνά μάλιστα επικοινωνούσε και συζητούσε σχετικά με τα ζητήματα αυτά, με τον ΚβαντοΦυσικό Βολφγκανγκ Πάουλι, ο οποίος λέγεται πως πίστευε πως η Τηλεπάθεια είναι αποτέλεσμα της Κβαντικής Φυσικής – θεωρία που εξακολουθεί να υποστηρίζεται ακόμα και σήμερα. Η Πίστη του Jung στο υπερφυσικό συμπεριελάμβανε τις επιθανάτιες εμπειρίες, την αστρική προβολή και πολλά ακόμη.

Νικολά Τέσλα

Ο Νίκολα Τέσλα, που ήταν ένας πασίννωστος εκκεντρικός επιστήμονας, αφιέρωσε ολόκληρη την ζωή του στην δημιουργία απίστευτων εφευρέσεων και τεχνολογικών θαυμάτων. Στις ημέρες μας χρησιμοποιούμε πάρα πολλές από τις δικές του εφευρέσεις, ενώ λέγεται πως δημιούργησε υπερόπλα, τα οποία και χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις, όπως η “Ακτίνα Θανάτου” και η μηχανή δημιουργίας σεισμών. Ο Τέσλα είχε εμμονή με τις εφευρέσεις που πιθανόν θα παρείχαν ελεύθερη ενέργεια στον κόσμο.

Επίσης φημολογείται πως ο Τέσλα είχε κατορθώσει να λάβει ραδιοκύματα από μία εξωγήινη πηγή, υποστηρίζοντας πως άκουσε κάτι σαν συζήτηση, ενώ πίστευε πως αυτές οι αναμεταδόσεις προέρχονταν από μία εξωγήινη φυλή στον Άρη, τις οποίες και απέστειλαν με την μορφή αριθμών που είναι η Συμπαντική γλώσσα.

Όταν σε καλεί η αγάπη ακολούθησέ την

Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την, μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά και απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει. Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψέ την, μόλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρα σου σαν το βοριά, που ερημώνει τον κήπο.

Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου. Κι όπως ανεβαίνει ως την κορυφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου, που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο, έτσι κατεβαίνει και ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.

Σαν δέματα σταριού σε μαζεύει κοντά της. Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχυάσει. Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου. Σε αλέθει για να σε λευκάνει. Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός. Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.

Όλα αυτά σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.

Αλλά αν από φόβο σου γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης, τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις την γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. Και να σταθείς στο χωρίς εποχές κόσμο, όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου, και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.

Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της, και δεν παίρνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.

Η αγάπη δεν είναι καμιά άλλη επιτυχία εκτός από την εκπλήρωση της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου:

Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στην νύχτα. Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας. Να πληγωθείς από την ίδια την γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.

Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρει ευχαριστίες για μια ακόμη μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης. Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο μ’ ευγνωμοσύνη στην καρδιά.

Και ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.

Συγχρονικότητα, η χαμένη ψυχή της ψυχολογίας και ψυχιατρικής

Η συγχρονικότητα σχετίζεται με τις βαρυσήμαντες συμπτώσεις που συμβαίνουν με μυστηριώδη τρόπο και φαίνονται να πηγαίνουν καλά πέρα από την τύχη. Στους αμύητους, αυτό μπορεί να είναι ως αποτέλεσμα σε κάποιον που ψάχνει συμπτώσεις ή απλώς η ανταπόκριση στην ανθρώπινη τάση για την εύρεση μοτίβων των οποίων λαμβάνουμε.

Σε αυτούς που έχουν βιώσει την συγχρονικότητα σε αμέτρητες περιστάσεις, γίνεται τελικά γιατί κάποιες συμπτώσεις συμβαίνουν με μυστηριώδεις τρόπους, οι οποίες αντικειμενικά υπερβαίνουν την τύχη. Η κύρια ψυχολογία που βασίζεται σε μια επιστημονική προσέγγιση, δέχεται μια υπόθεση ως έγκυρη εάν υποστηρίζεται από αποτελέσματα ερευνών τα οποία έχουν λιγότερη από 1 στις 20 πιθανότητα να ληφθούν τυχαία. Κάποιες εμπειρίες συγχρονικότητας, συμπεριλαμβανομένου και των ψυχικών προβλέψεων που έχουν αποδειχθεί ακριβής, συμβαίνουν με πιθανότητα λιγότερη από 1 στο δισεκατομμύριο σύμφωνα με τους επιστήμονες, μεταξύ των οποίων και του Dean Radin που δούλευε στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για την εξερεύνηση τέτοιων φαινομένων. Αυτό έχει επίσης αποδειχθεί στα πειράματα του JW Rhine, που αναφέρεται από τον Καρλ Γιουνγκ και την πιο πρόσφατη δουλειά του αξιότιμου ψυχολόγου Darryl Bem.

Η ανάπτυξη της ικανότητας του να βιώνουμε την συγχρονικότητα σε καθημερινή βάση σχετίζεται όχι τόσο με τις προλήψεις ή με την ευπιστία όπως κάποιοι υποθέτουν, αλλά από την διαδικασία διαφώτισης σε πιο προχωρημένα επίπεδα της ανθρώπινης ανάπτυξης. Η κύρια ψυχολογία αποτυγχάνει στο να αναγνωρίσει αυτό που οφείλει στην γενική έλλειψη ικανότητας να εκτιμήσει πνευματικά ή διασωματικά φαινόμενα, ως αποτέλεσμα των υπερβολικά περιορισμένων παραδειγμάτων της. Αυτό συμβαίνει με το κόστος του. Ο όρος “ψυχολογία” ετυμολογικά σημαίνει “η μελέτη της ψυχής”. Δεν υπάρχει αυτή η ψυχή στην κύρια ψυχολογία και ακόμα λιγότερη στην μοντέρνα ψυχιατρική, ένα πεδίο ακόμα πιο περιορισμένο.

Είναι μια βασική αποτυχία αυτών των κλάδων. Πάρα πολλοί άνθρωποι θεωρούν τις έννοιες της ψυχής πως είναι εξίσου σημαντικές με κάθε άλλη έννοια όταν σκεφτόμαστε τη ζωή του συνόλου ή βγάζοντας νόημα από το μονοπάτι της ζωής κάποιου. Αν η κύρια ψυχολογία και η ψυχιατρική φιλοδοξούν στο να είναι οι βασικοί κλάδοι στην κατανόηση του ανθρώπινου μυαλού, τότε πως μπορούν να αποκλείουν τις αντιλήψεις της ψυχής; Πιστεύω πως η μοντέρνα αποσύνδεση της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής από τις ετυμολογικές τους ρίζες συμβάλλει στις διαταραχές αίσθησης σύνδεσης πολλών ανθρώπων με τους άλλους και με τους εαυτούς τους σε ένα βαθύτερο πνευματικό επίπεδο. Πριν από περίπου 100 χρόνια, ο Γιουνγκ πρότεινε πως η νεύρωση συχνά έχει ως αποτέλεσμα την απόσπαση από την πνευματική εμπειρία. Του ήταν οδυνηρό αυτό, ειδικότερα αφού πίστευε πως δε θα έπρεπε οι διαπροσωπικές πεποιθήσεις να γίνονται ακαδημαϊκές, όπως προοπτικές που ήταν περισσότερο συνεπής με την μοντέρνα φυσική από τις αντιλήψεις που απέκλειαν τις έννοιες σύνδεσης μεταξύ εσωτερικής συνείδησης και εξωτερικής ύλης.

Όταν είχε να κάνει με τις πολύπλοκες και ισχυρές συνδέσεις μεταξύ της εσωτερικής και εξωτερικής πραγματικότητας, ο Γιουνγκ ένιωσε αυτόν τον τρόπο πιο αποκαλυπτικό σχετικά με το φαινόμενο της συγχρονικότητας.

Τι διακυβευόταν όταν οι Αθηναίοι ψήφισαν να εμπλακούν σε πόλεμο εναντίον της Σπάρτης

Η διήγηση που ακολουθεί βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αφήγηση του Θουκυδίδη στο 1ο Βιβλίο της Ιστορίας.

Τα πρώτα σκιρτήματα των επεκτατικών τάσεων της Αθήνας μπορούν να εντοπιστούν αμέσως μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη περίπου το 508 π.Χ., με τις οποίες ιδρύθηκαν οι βασικές δομές και θεσμοί της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ύστερα από μια στρατιωτική νίκη στο γειτονικό νησί της Εύβοιας το 506 π.Χ., οι Αθηναίοι έστειλαν οικιστές για να ιδρύσουν την πρώτη κληρουχία της πόλης -ένα είδος αποικίας όπου οι οικιστές ήταν κάτοχοι της γης, αλλά διατηρούσαν το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη- στη Χαλκίδα. Εκείνη την περίοδο η Αθήνα ήταν ακόμη πολιτικά ασήμαντη. Ο Ηρόδοτος στο έργο του Ιστορίαι (τέλη 5ου αιώνα π.Χ.) αναφέρει πως όταν, τα πρώτα έτη του 5ου αιώνα π.Χ., οι στρατιωτικές δυνάμεις της Αθήνας κατέπλευσαν για να βοηθήσουν τις πόλεις της Ιωνίας στην εξέγερσή τους εναντίον της περσικής κυριαρχίας (οι Αθηναίοι από εθνολογική άποψη ήταν Ίωνες), ο Πέρσης βασιλιάς Δαρείος αναγκάστηκε να ρωτήσει ποιοι ήταν (Ηρ. 5.105). Ανεξάρτητα από την ιστορική της ακρίβεια, η ανεκδοτολογική ιστορία υποδηλώνει ότι η επερχόμενη ακμή της Αθήνας θεωρούταν ταχύτατη.

Η πραγματική ηγεμονία της Αθήνας στην περιοχή του Αιγαίου φαίνεται ότι ξεκίνησε αμέσως μετά τις δύο αποτυχημένες περσικές εισβολές στην Ελλάδα, η πρώτη με επικεφαλής τον βασιλιά Δαρείο και η δεύτερη με επικεφαλής τον γιο του, τον Ξέρξη. Οι αποφασιστικές νίκες των Ελλήνων το έτος 479 π.Χ. στις μάχες των Πλαταιών (στη Βοιωτία της ηπειρωτικής Ελλάδας) και της Μυκάλης (στα μικρασιατικά παράλια, απέναντι από το νησί της Σάμου) ουσιαστικά έθεσαν ένα τέλος στη δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα, εξασφάλισαν την απελευθέρωση των ελληνικών ιωνικών πόλεων και έστρεψαν τον ρου του πολέμου υπέρ της συμμαχίας των Ελλήνων. Η συμμαχία αυτή, η Ελληνική Συμμαχία, είχε συναφθεί σε μια σύνοδο κορυφής στην Κόρινθο δύο χρόνια νωρίτερα, ακριβώς πριν από τη δεύτερη επίθεση των Περσών στην Ελλάδα με επικεφαλής τον Ξέρξη.

Μετά τη νίκη στη Μυκάλη, οι Σπαρτιάτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, ενώ οι Αθηναίοι και άλλα μέλη της συμμαχίας συνέχισαν να μάχονται εναντίον των Περσών. Στην Αθήνα, άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης της πόλης, την οποία ο Ξέρξης και οι δυνάμεις του είχαν καταστρέψει αμέσως μετά τη νίκη τους στη Μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. Παρά τις διαμαρτυρίες των Σπαρτιατών, οι Αθηναίοι ανοικοδόμησαν ταχύτατα και επέκτειναν τα τείχη της πόλης τους, ενώ ολοκλήρωσαν και την οχύρωση στο λιμάνι του Πειραιά. Ο Θουκυδίδης πιστώνει αυτές τις πρωτοβουλίες στον στρατηγό Θεμιστοκλή, τον αρχιτέκτονα της ελληνικής νίκης στη Σαλαμίνα, ο οποίος «έθεσε τα θεμέλια της αθηναϊκής ηγεμονίας» ενθαρρύνοντας τους συμπατριώτες του να συνεχίσουν να επενδύουν στην άνευ προηγουμένου ναυτική υπεροχή τους (1.93).

Το 478 π.Χ., οι Σπαρτιάτες έστειλαν τον στρατηγό Παυσανία, που είχε οδηγήσει τους Έλληνες στη νίκη των Πλαταιών, να διοικήσει τις δυνάμεις των Ελλήνων, ενωμένες ακόμη, σε επιθέσεις ενάντια στην Κύπρο και το Βυζάντιο, μια πόλη στη θέση της σημερινής Κωνσταντινούπολης. Ο Παυσανίας είχε προκαλέσει υποψίες ότι οι Πέρσες έτρεφαν συμπάθεια απέναντι στο πρόσωπό του και, σύμφωνα με του Θουκυδίδη, έχασε την εύνοια των Ελλήνων της Ιωνίας «γιατί ήταν βίαιος». Μόλις οι σύμμαχοι ζήτησαν από την Αθήνα να αναλάβει την ηγεσία, ο Παυσανίας ανακλήθηκε στη Σπάρτη για απολογία «καθώς φερόταν μάλλον ως τύραννος παρά ως στρατηγός». Οι Σπαρτιάτες απέστειλαν άλλον στρατηγό προς αντικατάστασή του, αλλά όταν εκείνος έφτασε στον προορισμό του, διαπίστωσε ότι οι Αθηναίοι είχαν ήδη αναλάβει την αρχηγία. Ο Θουκυδίδης εξηγεί ότι, εκείνη τη στιγμή, οι Σπαρτιάτες ήταν ικανοποιημένοι και μόνο με το γεγονός ότι θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους, καθώς επιθυμούσαν «να τελειώνουν με τον πόλεμο εναντίον της Περσίας και σκέφτηκαν ότι οι Αθηναίοι ήταν απολύτως κατάλληλοι να αναλάβουν την αρχηγία, κι εκείνη τη στιγμή διατηρούσαν καλές σχέσεις» (1.95).

Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, στους Αθηναίους, λοιπόν, «ανατέθηκε η ηγεμονία κατόπιν ελεύθερης βούλησης των συμμάχων». Αυτό σηματοδότησε τη γένεση της γνωστής Δηλιακής Συμμαχίας, ενός σύγχρονου όρου για κάτι που αρχικά ήταν μια ομοσπονδία υπό την ηγεσία της Αθήνας. Ως επικεφαλής της συμμαχίας, οι Αθηναίοι θέσπισαν το αξίωμα των δέκα «Ελληνοταμιών», οι οποίοι συνέλεγαν φόρους από τους συμμάχους για να χρηματοδοτήσουν τον καταστατικό σκοπό της συμμαχίας, που αφορούσε «την εκδίκηση για ό,τι είχαν υποστεί καταστρέφοντας ολοσχερώς τη γη του βασιλιά» της Περσίας (1.96). Αυτά τα χρήματα αρχικά φυλάσσονταν στο νησί της Δήλου, σ’ ένα ιωνικό ιερό αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα, όπου πραγματοποιούνταν οι συνελεύσεις της συμμαχίας. Κάποια ισχυρότερα νησιά (Χίος, Λέσβος και Σάμος) συνεισέφεραν με πλοία αντί για φόρο σε χρήμα.

Μέσα σε μια περίπου δεκαετία, η συμμαχία αριθμούσε περί τα διακόσια μέλη. Ο αριθμός αυτός έμελλε να αυξηθεί κατά το ήμισυ. Με επικεφαλής τον Κίμωνα, Αθηναίο στρατηγό και πολιτικό, η συμμαχία γινόταν όλο και πιο επιθετική στην επιδίωξη του ιδρυτικού τους στόχου, που αφορούσε την επίθεση εναντίον των Περσών. Με την υποστήριξη των συμμάχων τους, οι Αθηναίοι απέκτησαν πλήρη έλεγχο του Αιγαίου Πελάγους. Ωστόσο, καθώς παγιωνόταν η αθηναϊκή εξουσία, μεταξύ άλλων μελών της συμμαχίας άρχισε να αυξάνει η δυσαρέσκεια. Οι σύμμαχοι μπορεί να είχαν προσέλθει οικειοθελώς σε μια συμμαχία με την Αθήνα, αλλά η αποχώρησή τους ήταν ένα τελείως διαφορετικό ζήτημα. Όταν τα νησιά της Νάξου και της  Θάσου επιχείρησαν να ανακτήσουν την ελευθερία τους τη δεκαετία του 460 π.Χ., η Αθήνα κατέστειλε βίαια τις εξεγέρσεις — εγκαινιάζοντας έναν τρόπο μεταχείρισης των «συμμάχων» της που θα υιοθετούσε τις επόμενες δεκαετίες (1.98-101).

Ο αθηναϊκός επεκτατισμός προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Σπάρτης, και ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ένα σχέδιο της Σπάρτης για εισβολή στην Αθήνα τελικά ματαιώθηκε από έναν ισχυρό σεισμό το 464 π.Χ. (1.101). Ο συγκεκριμένος σεισμός προκάλεσε εξέγερση στις τάξεις των δούλων της Σπάρτης, στους είλωτες, και όταν η Σπάρτη περιφρόνησε την προσφορά βοήθειας από τους Αθηναίους για την καταστολή της εξέγερσης, οι εντάσεις άρχισαν να κορυφώνονται. Το 460 π.Χ., η Αθήνα και οι σύμμαχοί της είχαν εμπλακεί σε πόλεμο εναντίον της Σπάρτης και της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, η οποία είχε ιδρυθεί τον προηγούμενο αιώνα. Κατά τις εκστρατείες αυτού τον Α’ Πελοποννησιακού Πολέμου (460-446 π.Χ.), οι Αθηναίοι εξακολούθησαν να κινούνται εναντίον της Περσίας σε απομακρυσμένα θέατρα επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, όπου τους είχε ζητηθεί να βοηθήσουν τους Αιγύπτιους να εξεγερθούν εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας. Οι Πέρσες, ωστόσο, κατάφεραν να καταστείλουν εκείνη την εξέγερση και να καταστρέψουν το μεγαλύτερο μέρος του αθηναϊκού στόλου.

Οι εχθροπραξίες μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης συνεχίστηκαν παρά την ορκισμένη πενταετή ανακωχή του 451 π.Χ. Τελικά, το 446 π.Χ. η Αθήνα συμφώνησε να παραχωρήσει εκ νέου ένα μέρος των εδαφών της στη Σπάρτη, και οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ειρήνη των Τριακονταετών Σπονδών. Ωστόσο, η Αθήνα εξακολούθησε να συγκρούεται με τους συμμάχους της, και το 440 π.Χ. μια φατρία από το νησί της Σάμου επιχείρησε να εξεγερθεί εναντίον της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το  παράδειγμα της Σάμου ακολούθησε και το Βυζάντιο. Η εξέγερση των Σαμίων κατεστάλη ύστερα από εννιάμηνη πολιορκία των Αθηναίων, και τόσο η Σάμος όσο και το Βυζάντιο επέστρεψαν ως υποτελείς πόλεις-κράτη σε αυτό που ήταν πλέον η αθηναϊκή ηγεμονία, στα αρχαία ελληνικά αρχή.

Περίπου το 454 π.Χ., οι Αθηναίοι μετέφεραν τον θησαυρό της Δηλιακής Συμμαχίας από τη Δήλο στην Αθήνα, και στο εξής το ένα εξηκοστό του φόρου κάθε πόλης-κράτους αφιερωνόταν στη θεά Αθηνά. Τα εν λόγω ποσά καταγράφονταν, δημόσια σε στήλες, οι οποίες ήταν μεγάλες λίθινες πινακίδες γνωστές ως «αθηναϊκοί φορολογικοί κατάλογοι», σημαντικά τμήματα των οποίων έχουν σωθεί ως τις μέρες μας.

Ο φόρος συλλεγόταν σε ετήσια βάση τις μέρες πριν από τα Εν Άστει Διονύσια, τη μεγαλύτερη γιορτή των Αθηνών κατά την οποία παρουσιάζονταν οι πρεμιέρες των περισσότερων αρχαιοελληνικών θεατρικών έργων που σώζονται έως σήμερα. Οι σύμμαχοι, επίσης, ήταν υποχρεωμένοι να στέλνουν προσφορές στην αθηναϊκή γιορτή των Μεγάλων Παναθηναίων, κατά την οποία εορταζόταν η προστάτιδα θεά της πόλης.

Στην Ιστορία, τόσο ο Περικλής όσο και ο Κλέωνας (στα κεφάλαια «Η διατήρηση σταθερής πορείας: η τελευταία δημηγορία του Περικλή» και «Ο πολιτικός ρεαλισμός (Realpolitik): ο διάλογος για τους Μυτιληναίους») αναφέρονται ρητά στην αθηναϊκή ηγεμονία ως «τυραννία», μια έννοια που επίσης ενίοτε δραματοποιούνταν με ευφάνταστο τρόπο στην α0ηνάίκή κωμική σκηνή (για παράδειγμα, στην κωμωδία του Αριστοφάνη Ιππής και στη χαμένη κωμωδία τον Εύπολη Δήμοι).

Η Αθήνα επιχείρησε να διατηρήσει τον έλεγχο επί των υποτελών της πόλεων-κρατών με διάφορούς τρόπούς. Τελικά, απαίτησε όλες οι μείζονες δίκες να πραγματοποιούνται στην Αθήνα, όπου το 461 π.Χ. το δικαστικό σύστημα είχε αναθεωρηθεί πλήρως και είχε διευρυνθεί με τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη. Κάποια στιγμή, μεταξύ των δεκαετιών τον 440 και τον 420 π.Χ. (οι γνώμες των μελετητών διίστανται), η πόλη πέρασε επίσης ένα ψήφισμα που έθετε εκτός νόμου τη χρήση, σε όλη την έκταση της ηγεμονίας, οποιουδήποτε αργυρού νομίσματος εκτός από το αθηναϊκό τετράδραχμο (ωστόσο, η αποτελεσματικότητα του διατάγματος αμφισβητείται). Οι κληρουχίες εξακολούθησαν να ιδρύονται σε κατεκτημένα εδάφη ακόμα και την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου.

Η ηγεμονία, επίσης, χρησιμοποιήθηκε ως μέσο διάδοσης του αθηναϊκού πολιτισμού. Σε τακτική βάση, οι Αθηναίοι επέβαλλαν δημοκρατικά καθεστώτα στις συμμαχικές τους πόλεις-κράτη, τα οποία, επίσης σύμφωνα με ποικίλα διατάγματα, υιοθετούσαν συγκεκριμένες αθηναϊκές θρησκευτικές και πολιτιστικές πρακτικές. Μάρτυρας της «ήπιας εξουσίας» της Αθήνας κατά τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν η ταχύτατη διάδοση του ενθουσιασμού για το αθηναϊκό θέατρο στην ευρύτερη Μεσόγειο, ακόμα και πέρα από τις επικράτειες της ηγεμονίας. Η μεγάλη έκταση και πολυπλοκότητα της ηγεμονίας -και των αθηναϊκών μεθόδων διοίκησής της- οδήγησε σε μια τεράστια γραφειοκρατία, μεγάλο μέρος της οποίας διεκπεραιωνόταν από «δημόσιους» δούλους υψηλής εξειδίκευσης.

Η μορφή που κυριάρχησε στην Αθήνα κατά τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. ήταν ο Περικλής, ένας αριστοκράτης, πολιτικός και εξαιρετικά επιτυχημένος στρατηγός. Η εκτίμηση του Θουκυδίδη για τα χαρίσματα τον Περικλή ως πολιτικού είναι σαφής στον λεγόμενο «Επιτάφιο» για τον ίδιο στο 2ο Βιβλίο της Ιστορίας (βλ. την εισαγωγή στο κεφάλαιο «Η διατήρηση σταθερής πορείας: η τελευταία δημηγορία του Περικλή»), όπου σημειώνει πως, υπό την ηγεσία τον Περικλή, η πόλη έγινε «μια δημοκρατία κατ’ όνομα, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ενός ανδρός αρχή» (2.65). Εκεί ο Θουκυδίδης, επίσης, αποδίδει την τελική πολεμική ήττα της Αθήνας στα σφάλματα των διαδόχων του Περικλή, οι οποίοι επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους όχι στα συμφέροντα της πόλης, αλλά στη δική τους ατομική προώθηση λαϊκίστικου τύπου. Κείμενα από μεταγενέστερες δεκαετίες, ειδικά οι σωκρατικοί διάλογοι του Πλάτωνα, ασκούν πιο φανερή κριτική στον Περικλή, αλλά ομόφωνα αναγνωρίζουν τις ικανότητές του ως δημόσιού ρήτορα.

Ο Περικλής πιστώνεται το μεγαλεπήβολο πρόγραμμα ανοικοδόμησης της πόλης κατά τις δεκαετίες του 440 και του 430 π.Χ., σχετικά με το οποίο ο Θουκυδίδης παραμένει απόλυτα σιωπηλός. Συχνά έχει υπονοηθεί ότι στο πρόγραμμα αυτό χρησιμοποιήθηκαν τα χρήματα της Δηλιακής Συμμαχίας, αν και αυτή η άποψη έχει πρόσφατα αμφισβητηθεί. Ανεξάρτητα από την πραγματική πηγή χρηματοδότησης, αυτά τα πολυτελή οικοδομήματα -μεταξύ αυτών και ο Παρθενώνας- χρησιμοποιήθηκαν για να αναδείξουν το κύρος της Αθήνας ως ηγεμονικής πόλης. Η Σπάρτη, από την άλλη πλευρά, παρέμεινε ένα ατείχιστο σύμπλεγμα μικρών οικισμών σε όλη τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. Στην αρχή της Ιστορίας του ο Θουκυδίδης ισχυρίζεται ότι, αν εξαφανιζόταν η Σπάρτη, οι επερχόμενες γενιές θα ξεχνούσαν πόσο ισχυρή υπήρξε. «Αλλά αν αυτό συνέβαινε στην Αθήνα», συνεχίζει, «η μεγαλειώδης θέα των [ερειπίων] θα έδινε την εντύπωση ότι η ισχύς της πόλης θα ήταν διπλάσια από την πραγματική» (1.10). Ωστόσο, σε ό,τι η Σπάρτη υστερούσε όσον αφορά το μέγεθος της πόλης υπήρχε ως αντιστάθμισμα η σταθερότητα και η αρτιότητα των συνταγματικών βάσεών της. Την εποχή του Θουκυδίδη η πόλη λειτουργούσε με βάση το ίδιο σύνταγμα για τέσσερις και πλέον αιώνες (1.18). Στην Ιστορία η σπαρτιατική εγκράτεια, η προσκόλληση στην παράδοση και η ευτυχία μέσω της σιωπηλής γαλήνης περιγράφονται στον αντίποδα της εικόνας που δίνει ο Θουκυδίδης για την αθηναϊκή βιασύνη, την καινοτομία και την ανησυχία.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος

Ο Θουκυδίδης θεωρεί «αληθέστατη» αλλά λιγότερο δημόσια γνωστή αιτία για το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού Πολέμου το 431 πΧ το γεγονός «ότι η Αθήνα είχε γίνει ισχυρή και αυτό προκαλούσε φόβο στη Σπάρτη» (1.23). Επομένως, αναγνωρίζει ότι η ανησυχία της Σπάρτης σχετικά με την ισχυροποίηση της Αθήνας ήταν η «βασική» αιτία του πολέμου, αλλά παράλληλα διαπραγματεύεται μια σειρά από «άμεσα» αίτια. Το πρώτο ήταν μια σύγκρουση που αναζωπυρώθηκε το 435 π.Χ. Εκείνο το έτος μια δημοκρατική επανάσταση ώθησε τους αριστοκράτες της Επιδάμνου (στα δυτικά της σύγχρονης πόλης των Τιράνων στην Αλβανία) να αναζητήσουν βοήθεια από τη «μητρόπολή» τους, την Κέρκυρα. Όταν αυτή η έκκληση για βοήθεια δεν βρήκε ανταπόκριση, οι Επιδάμνιοι στράφηκαν στην Κόρινθο, τη μητρόπολη της Κέρκυρας. Οι Κορίνθιοι, στο πλευρό της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία, ισχυρίστηκαν ότι είχαν υποχρεώσεις απέναντι στους Επιδαμνίους και δυσαρεστήθηκαν με την προφανή απαξιωτική στάση της Κέρκυρας. Όταν η Κόρινθος έστειλε στρατιωτική δύναμη στην Επίδαμνο, οι Κερκυραίοι ζήτησαν βοήθεια από την Αθήνα, η οποία συμφώνησε να ταχθεί μαζί τους στο πλαίσιο μιας αμυντικής συμμαχίας.- Η κορύφωση των «Κερκυραϊκών» (1.24-55) αφορούσε μια ναυμαχία μεταξύ Κορίνθου και Κέρκυρας. Οι Κορίνθιοι επικράτησαν αρχικά, αλλά υποχώρησαν όταν κατέφθασαν τριάντα αθηναϊκά πλοία προς υπεράσπιση της Κέρκυρας.

Σχετικά σύντομα, οι Αθηναίοι άρχισαν να πολιορκούν την Ποτίδαια, μια πόλη της χερσονήσου της, Παλλήνης (το πρώτο «πόδι» της Χαλκιδικής) στη βορειοανατολική Ελλάδα. Η Ποτίδαια ήταν υποτελής σύμμαχος της Αθήνας, αλλά διατηρούσε δεσμούς με την Κόρινθο, η οποία ήταν μητρόπολή της. Κατόπιν παροτρύνσεων της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, η Ποτίδαια εξεγέρθηκε κατά της Δηλιακής Συμμαχίας το 433/2 π.Χ. Η Αθήνα απάντησε πολιορκώντας την πόλη. Κατά συνέπεια, οι σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Πελοποννησιακής Συμμαχίας συνέχισαν να επιδεινώνονται και, ύστερα από επιμονή των Κορινθίων, το επόμενο έτος η Σπάρτη ψήφισε να προχωρήσει σε επίσημη ανακοίνωση ότι η Αθήνα είχε παραβιάσει τη συνθήκη ειρήνης (1.87). Οι Σπαρτιάτες, στη συνέχεια, απείλησαν την Αθήνα με πόλεμο αν δεν συμμορφωνόταν με μια σειρά αιτημάτων: να σταματήσει την πολιορκία της Ποτίδαιας, να επιτρέψει την ανεξαρτησία στο νησί της Αίγινας και να άρει τις οικονομικές κυρώσεις που είχε διατάξει εναντίον των Μεγάρων, ενός μέλους της Πελοποννησιακής Συμμαχίας στα βορειοδυτικά της Αθήνας.’ Όταν οι Αθηναίοι αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με οποιαδήποτε από αυτές τις απαιτήσεις, οι απεσταλμένοι από τη Σπάρτη εξέδωσαν ένα τελευταίο τελεσίγραφο: «Οι Σπαρτιάτες επιθυμούν να συνεχιστεί η ειρήνη, αν εσείς είστε πρόθυμοι να επιτρέψετε στους ‘Έλληνες την αυτονομία τους» (1.139). Στην Εκκλησία του Δήμου που συγκλήθηκε στην Αθήνα για να αποφασιστεί η επόμενη κίνηση της πόλης, ο Περικλής ενθάρρυνε τους συμπατριώτες τον να μείνουν ακλόνητοι στις θέσεις τους (βλ. κεφάλαιο «Η αιτιολόγηση ενός πολέμου: η πρώτη πολεμική δημηγορία τον Περικλή»), και οι Αθηναίοι ψήφισαν να εμπλακούν σε πόλεμο. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε πλευρά θεωρούσε την αντίθετη επιτιθέμενη.

Η σύγκρουση που έμεινε γνωστή ως «Πελοποννησιακός Πόλεμος» έσπασε στη μέση της ειρήνης των Τριακονταετών Σπονδών που είχε συναφθεί το 446 π.Χ. και εκτυλίχθηκε σε τουλάχιστον τρεις διακριτές φάσεις, αν και ο Θουκυδίδης θεωρεί ότι η Ιστορία του είναι η εξιστόρηση ενός ενιαίου πολέμου και, αναφερόμενος σε αυτόν ως σύνολο, ισχυρίζεται στην έναρξη του έργου του ότι άρχισε να τον καταγράφει «πιστεύοντας ότι θα ήταν μεγάλος και πιο άξιος λόγου απ’ ό,τι όσοι είχαν προηγηθεί». Επίσης, σημειώνει ότι, πριν από τη λήξη τον πολέμου, όλη η Ελλάδα είχε αναγκαστεί να συνταχθεί με κάποια από τις δύο πλευρές.

Οι φάσεις του πολέμου συνήθως περιγράφονται ως εξής…

Οι φάσεις του πολέμου συνήθως περιγράφονται ως εξής:
  1. Ο Αρχιδάμειος Πόλεμος, που ονομάστηκε έτσι από τον Αρχίδαμο Β’, βασιλιά και στρατηγό της Σπάρτης, και είναι γνωστός στον Θουκυδίδη ως Δεκαετής Πόλεμος (431-421 π.Χ.). Αυτή η φάση έληξε με μια ασαφή νίκη της Αθήνας και με τnν ασταθή Νικίειο Ειρήνη.
  2. Η Σικελική Εκστρατεία (415-413 π.Χ.), η οποία ήταν καταστροφή για την Αθήνα.
  3. Ο Δεκελεικός Πόλεμος, που ονομάστηκε έτσι από το εχθρικό οχυρό των Λακεδαιμονίων στη Δεκέλεια Αττικής και ήταν γνωστός στον Θουκυδίδη ως Ιωνικός Πόλεμος (413-404 π.Χ.). Αυτή η φάση έληξε με την οριστική συνθηκολόγηση της Αθήνας.
Ο Θουκυδίδης ζούσε ακόμη όταν τελείωσε ο πόλεμος (βλ. παρακάτω, «Ο Θουκυδίδης και η Ιστορία του»), αλλά η αφήγησή του διακόπτεται στο 411 π.Χ. (οι μεταγενέστεροι αρχαίοι ιστοριογράφοι του πολέμου είχαν την τάση να αρχίζουν τη δική τους αφήγηση από το σημείο όπου σταμάτησε εκείνος). Ωστόσο, εκφράζει την άποψη ότι η αρχή του τέλους του πολέμου ήταν η λανθασμένη εισβολή της Αθήνας στη Σικελία, η λεγόμενη Σικελική Εκστρατεία (βλ. κεφάλαιο «Η εισβολή στο εξωτερικό: ο διάλογος για τη Σικελική Εκστρατεία»). Οι σπαρτιατικές ενισχύσεις προς υποστήριξη των σικελικών στρατευμάτων άλλαξαν τον ρου εκείνον τον πολέμου στην «ελληνική Δύση» και σφράγισαν την ήττα των Αθηναίων. Από τούς χιλιάδες στρατιώτες που είχε επιστρατεύσει η Αθήνα, «ελάχιστοι κατάφεραν να επιστρέψουν ζωντανοί στην πατρίδα τους» (7.87).

Παρά το μέγεθος του ολέθρου που υπέστη η Αθήνα στη Σικελία, τόσο η Αθήνα όσο και η Σπάρτη ανυπομονούσαν να αρχίσουν προετοιμασίες για να εμπλακούν εκ νέου σε πόλεμο μεταξύ τους. Το 412 π.Χ., η Σπάρτη συνήψε συμμαχία με την Περσία, στρέφοντας τον ρου του πολέμου υπέρ των Πελοποννησίων. Οι σύμμαχοι της Αθήνας θεώρησαν ότι η αποδυναμωμένη της θέση ήταν ευκαιρία για να εξεγερθούν κατά της αθηναϊκής ηγεμονίας. Η τελική μεγάλη μάχη του πολέμου διεξήχθη στον Ελλήσποντο στο τέλος του καλοκαιριού το 405 π.Χ. Με επικεφαλής τον στρατηγό τους, τον Λύσανδρο, οι Σπαρτιάτες κατέστρεψαν τον αθηναϊκό πολεμικό στόλο στη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς. Σε ένα περίφημο χωρίο των Ελληνικών του, ο Αθηναίος ιστορικός Ξενοφώντας, νεότερος του Θουκυδίδη και σύγχρονός του, περιγράφει τον τρόμο που σκόρπισε η είδηση σχετικά με τους Αιγός Ποταμούς όταν έφτασε στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι, όπως αφηγείται, πέρασαν ολόκληρη εκείνη τη νύχτα μοιρολογώντας τους νεκρούς τους, αλλά και «Θρηνώντας περισσότερο για τον εαυτό τούς, καθώς ανησυχούσαν ότι θα υφίσταντο τα δεινά που οι ίδιοι είχαν προκαλέσει στους Μήλιους και στους κατοίκους της Ιστιαίας, της Σκιώνης, της Τορώνης, της Αίγινας, και σε πολλούς άλλους Έλληνες» (Ξεν. Ελληνικά, 2.2.3).

Με μοναδική σύμμαχο τη Σάμο, οι πεινασμένοι Αθηναίοι τελικά παραδόθηκαν στον Λύσανδρο την άνοιξη τον 404 π.Χ. Οι σύμμαχοι των Σπαρτιατών ανυπομονούσαν να δουν την Αθήνα να υφίσταται το πεπρωμένο που οι ίδιοι φοβόνταν ότι θα τους αφορούσε αμέσως μετά τη μάχη στους Αιγός Ποταμούς. Ωστόσο, ο Ξενοφώντας περιγράφει ότι, τελείως απροσδόκητα, οι Σπαρτιάτες αρνήθηκαν να καταστρέψουν την πόλη με το αιτιολογικό ότι δεν μπορούσαν «να υποδουλώσουν μια ελληνική πόλη που είχε κάνει τόσα καλά όταν η Ελλάδα είχε εκτεθεί σε μέγιστους κινδύνους», μια αναφορά στους Περσικούς Πολέμους. Οι όροι που υπαγόρευσαν, τελικά, απαιτούσαν η Αθήνα να γκρεμίσει τα τείχη της να παραδώσει όλο τον στόλο της, εκτός από δώδεκα πλοία, να επιτρέψει στους εξόριστούς πολίτες να επιστρέψουν, να έχει τούς ίδιους φίλούς και εχθρούς με τη Σπάρτη και «να ακολουθεί τούς Σπαρτιάτες σε στεριά και θάλασσα, όπου κι αν τους οδηγήσουν» (Ξεν. Ελληνικά, 2.2.20). Όταν η αντιπροσωπεία των Αθηναίων ενημέρωσε την αθηναϊκή Εκκλησία τον Δήμου σχετικά με αυτούς τους όρους, ο λαός ψήφισε την αποδοχή τούς. Οι Πελοποννήσιοι λέγεται ότι γκρέμισαν τα τείχη της Αθήνας με επευφημίες και με τη συνοδεία αυλών, «Θεωρώντας ότι εκείνη η μέρα σηματοδοτούσε την έναρξη της ελευθερίας για την Ελλάδα» (Ξεν. Ελληνικά, 2.20.23).

Πώς να μην σας πάρει από κάτω

«Η ευτυχία θεραπεύει το σώμα, μόνο» είχε πει ο Προυστ ενώ «η θλίψη αναπτύσσει τη δύναμη του νου». Φράση που ίσως ακούγεται βαρύγδουπη, μπορεί και ακατανόητη, αλλά στο βάθος της συγκεντρώνει μία σοφία που, αν την εμπεδώσουμε, μπορεί και να μας φτάσει μακριά.

«Όλα πηγαίνουν στραβά, δεν αντέχω άλλο!»

Ο πόνος, η θλίψη ή ακόμα κι αυτή η γλυκιά μελαγχολία των ανεκπλήρωτων επιθυμιών είναι συναισθήματα που, αν τους δώσουμε φωνή, μας διηγούνται ιστορίες για να γίνουμε λίγο πιο σοφοί και δυνατοί. Πολλές φορές η ζωή μοιάζει να μας φέρεται σκληρά και οι αναποδιές, μεγάλες και μικρές, μας επισκέπτονται διαδοχικά. Είναι εκείνες οι στιγμές που ακουμπάς το πρόσωπο στα χέρια σου μονολογώντας με απόγνωση: «Γιατί όλα να πηγαίνουνε στραβά;».

Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να δικαιολογήσουμε τα στραβά και τα ανάποδα, ούτε θα επικεντρωθούμε στις ρήσεις του Κοέλιο που δίνει νόημα και λόγο σε καθετί που μας συμβαίνει. Δεν θα σας πούμε να «διώξετε τις αρνητικές σκέψεις» λες και είναι εύκολο, ούτε να κάνετε ένα διάλειμμα λες και είναι εφικτό με δυο παιδιά.

Θα εστιάσουμε, όμως, σε εσάς, στους εαυτούς σας. Σε όλα εκείνα που θέλουν να σας υπενθυμίσουν οι αναποδιές μέχρι να τις μετατρέψετε σε εφόδια για μια ζωή πιο όμορφη, πιο ίσια, πιο υπεύθυνη.

Μην αγνοείτε τον πόνο και τη θλίψη σας

Όταν ο πόνος και η θλίψη σας χτυπούν την πόρτα, ανοίξτε τους! Βολέψτε τους στον καναπέ, κεράστε τους απ΄ το καλύτερο γλυκό σας κι αφήστε τους εκεί μέχρι να σας μιλήσουν. Και πιστέψτε μας, έχουν τόσα να σας πουν! Καθίστε δίπλα τους, κρατήστε τους να δείτε ότι είναι αληθινοί και αφεθείτε στα χέρια τους μ’ εμπιστοσύνη.

Η μάσκα του «είμαι καλά» δεν είναι χρήσιμη σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Το να είμαστε κάποιες φορές κακόκεφοι είναι πολύ καλύτερο απ’ το να αφήνουμε συνέχεια τον κρυμμένο πόνο και τη θλίψη να μας ρουφάν το κέφι και τη δημιουργικότητά μας. Το πρώτο βήμα, λοιπόν, για να μην μας καταβάλλουν τα αρνητικά συναισθήματα, για να μην μας πάρει από κάτω, είναι η αποδοχή πως… ναι, είμαστε κάτω. Αλλά για λίγο.

Δώστε φωνή στην θλίψη σας

Όταν πονάμε νομίζουμε, συχνά, πως καταρρέουμε, πως γονατίζουμε κάτω απ’ το βάρος μιας κατάστασης που είναι ασήκωτη. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που την βαραίνει επιπλέον είναι πως την αφήνουμε μέσα μας χωρίς να την εκφράζουμε. Την ακουμπάμε σε μια μεριά που μας βολεύει και την αφήνουμε ν’ απλώνεται σιγά σιγά παντού. Δοκιμάστε, λοιπόν, να την ξεβολέψετε! Δώστε της φωνή κι αφήστε την να σας συστηθεί και να σας πει αυτά που θέλει. Αργά ή γρήγορα, θα ανακαλύψετε το πραγματικό αίτιο της θλίψης σας το οποίο, πιστέψτε μας, μάλλον θα σας ξαφνιάσει!

Ακόμα κι αν θεωρείτε υπαίτιο της οργής σας τον προϊστάμενό σας που σας μιλάει άσχημα, για παράδειγμα, σύντομα μπορεί να ανακαλύψετε πως αυτό που σας στεναχωρεί είναι η ίδια η φύση της δουλειάς, η οποία απέχει παρασάγγας από το παιδικό σας όνειρό. Δοκιμάστε να γράψετε σ’ ένα χαρτί αυτά που μοιάζουν να σας ενοχλούν ακόμα κι αν μοιάζουν με ανοησίες. Δοκιμάστε να τα πείτε σε μια φίλη αφιλτράριστα, χωρίς να εκλογικεύετε το κάθε σας συναίσθημα. Δοκιμάστε να το ζωγραφίσετε, να το χορέψετε, να κλάψετε ή να φωνάξετε. Μόνο εκφράστε το, πείτε το δυνατά!

Αλλάξτε αυτό που σας προκαλεί θλίψη

Εάν επιμείνετε, ακόμα κι αν χρειαστεί καιρός, θα ανακαλύψετε την πηγή της θλίψης σας. Μπορεί να είναι ο λίγος χρόνος για τον εαυτό σας, η κούραση, η δουλειά, οι σχέσεις σας, μία απώλεια ή μία λάθος κίνηση. Μπορεί να είναι χίλια δυο μα, ό,τι κι αν είναι, όταν το γνωρίζετε μπορείτε να το αντιμετωπίσετε ώστε να μην σας καταβάλλει.

Βάλτε μικρούς στόχους και προσπαθήστε να αλλάξετε όλα εκείνα που σας πνίγουν. Μπορείτε να διαμορφώσετε τη ζωή σας έτσι ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο εύκολη και όμορφη κι αυτό δεν είναι θεωρεία, γίνεται! Μπορείτε, για παράδειγμα, να βελτιώσετε σταδιακά τις διαπροσωπικές σας σχέσεις θέτοντας νέους όρους και όρια. Μπορείτε να αλλάξετε δουλειά, ακόμα κι αν τα χρήματα είναι λιγότερα. Η ψυχική υγεία μας δεν εξαγοράζεται κι αυτό είναι κάτι που το ξεχνάμε πολύ συχνά.

Ακόμα, όμως, κι αν αυτό που σας προκαλεί τη θλίψη και τον πόνο είναι μία κατάσταση που δεν αλλάζει, εκτονώστε το κι αφήστε το εκφραστεί με όποιον τρόπο επιλέξετε. Αποδεχτείτε το και προχωρήστε παρακάτω. Μπορεί να ακούγεται σκληρό κι απόλυτο, αλλά είναι ο μόνος τρόπος…

Όλως Παραδόξως Πληγώνουμε Αυτούς Που Αγαπάμε

Αποτελεί ένα από τα παράδοξα της αγάπης το ότι συχνά πληγώνουμε περισσότερο αυτούς που αγαπάμε περισσότερο. Επισημαίνουμε συνεχώς τα λάθη τους, επικρίνουμε τις αποφάσεις τους, αμφισβητούμε τα συμπεράσματά τους.

Κάποιες φορές, βάζουμε σ’ εκείνους πιο υψηλά στάνταρ απ’ ότι στον εαυτό μας. Δεν είναι κακό να θέλουμε τα πρόσωπα που αγαπάμε να κάνουν το καλύτερο που μπορούν, αλλά αυτό δε θα το πετύχουμε ποτέ με τις επικρίσεις και τα αρνητικά σχόλια.

Η κριτική είναι μια σύνθετη και δύσκολη τέχνη, που δεν πρέπει να γίνεται με ελαφριά καρδιά. Μπορεί να είναι εποικοδομητική, αλλά μπορεί να είναι και ισοπεδωτική.

Την επόμενη φορά που θα μπούμε στον πειρασμό να πούμε «Το πρόβλημα με σένα είναι ότι…» θα πρέπει ίσως να το ξανασκεφτούμε και να αναρωτηθούμε γιατί το κάνουμε!

Το σχόλιό μας θα έχει πραγματικά κάποιο θετικό αποτέλεσμα ή μήπως είναι καλύτερα να σωπάσουμε; Θα ωφελήσει αν μιλήσουμε ή θα μειώσουμε ένα ανθρώπινο πλάσμα; Ή μήπως έτσι θα χάσουμε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο;

Μύκητας που απορροφά ακτινοβολία του Τσερνόμπιλ, ίσως προστατεύει τους αστροναύτες στον Άρη

Ο Άρης παραμένει μυστήριο για τους επιστήμονες και μια νέα μελέτη προτείνει πως ένας που μύκητας που εντοπίστηκε στο Τσερνόμπιλ, ίσως βοηθά στην προστασία από την ακτινοβολία του «κόκκινου πλανήτη».

Ανατρεπτικά είναι τα δεδομένα μελέτης, που επικαλείται το «New Scientist» σύμφωνα με την οποία μύκητας που εντοπίστηκε στο Τσερνόμπιλ, εκεί όπου έγινε η πυρηνική καταστροφή, ίσως βοηθά στην προστασία των αστροναυτών στον Άρη.

Συγκεκριμένα, Αμερικανοί επιστήμονες προτείνουν τη χρήση ασπίδων ακτινοβολίας από μύκητα που ανακαλύφθηκε ότι αναπτύσσεται στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνόμπιλ, το 1991μ και ο οποίος εμφανίζει προφανώς ικανότητα αποκλεισμού και απορρόφησης κοσμικής ακτινοβολίας.

Μάλιστα, ο Νιλς Άβερες, καθηγητής στο Στάνφορντ και ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης επισημαίνει:

«Αυτό που κάνει τον μύκητα υπέροχο είναι ότι χρειάζεστε μόνο λίγα γραμμάρια για να αρχίσετε. Πολλαπλασιάζεται μόνος του και αυτο-θεραπεύεται, επομένως ακόμα και αν ακόμα και αν υπάρχει ηλιακή έκλαμψη που καταστρέφει σημαντικά την ασπίδα ακτινοβολίας, θα μπορέσει να αναπτυχθεί ξανά σε λίγες ημέρες».

Οι ερευνητές υποστηρίζουν, ακόμα, ότι ένα στρώμα μύκητα πάχους περίπου 21 εκατοστών θα μπορούσε «να αναιρέσει σε μεγάλο βαθμό το ισοδύναμο δόσης της ακτινοβολίας του περιβάλλοντος στην επιφάνεια του Άρη».

Προηγουμένως, ο Δρ. Καστούρι Βενκατεσβαράν, ανώτερος ερευνητής σε εργαστήριο της NASA, ο οποίος πραγματοποίησε επίσης πειράματα στον μύκητα, πρότεινε η δύναμη απορρόφησης της ακτινοβολίας του οργανισμού να εξαχθεί και να συντεθεί ακόμα και σε μορφή φαρμάκου.

Εγκέφαλος ο 11διάστατος

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος χτίζει δομές σε 11 διαστάσεις, «ανακαλύπτουν» οι επιστήμονες.
'Ερευνα διαπιστώνει ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος δημιουργεί πολυδιάστατες νευρικές δομές.
 
Ο εγκέφαλος συνεχίζει να μας εκπλήσσει με την υπέροχη πολυπλοκότητά του. Πρωτοποριακή έρευνα που συνδυάζει νευροεπιστήμες με μαθηματικά, λέει ότι ο εγκέφαλός μας δημιουργεί νευρικές δομές με έως και 11 διαστάσεις όταν επεξεργάζεται πληροφορίες. Με τον όρο «διαστάσεις», εννοούμε αφηρημένους μαθηματικούς χώρους, όχι άλλες φυσικές πραγματικότητες. Ακόμα, οι ερευνητές «βρήκαν έναν κόσμο που δεν είχαμε φανταστεί ποτέ», είπε ο Henry Markram, διευθυντής του Blue Brain Project (προγράμματος μπλε εγκεφάλου), το οποίο έκανε την ανακάλυψη.
 
Ο στόχος του Blue Brain Project το οποίο εδρεύει στην Ελβετία, είναι να δημιουργήσει ψηφιακά μια «βιολογικά λεπτομερή» προσομοίωση του ανθρώπινου εγκεφάλου. Δημιουργώντας ψηφιακούς εγκεφάλους με ένα «άνευ προηγουμένου» επίπεδο βιολογικών πληροφοριών, οι επιστήμονες στοχεύουν στην προώθηση της κατανόησις μας για τον απίστευτα περίπλοκο ανθρώπινο εγκέφαλο, ο οποίος έχει περίπου 86 δισεκατομμύρια νευρώνες.
 
Για να έχουμε ένα σαφέστερο όραμα για το πώς λειτουργεί ένα τόσο τεράστιο δίκτυο για να σχηματίσει τις σκέψεις και τις δράσεις μας, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν υπέρ-υπολογιστές και έναν ιδιόμορφο κλάδο των μαθηματικών. Η ομάδα βάσισε την τρέχουσα έρευνά της, στο ψηφιακό μοντέλο του νεοφλοιού που ολοκλήρωσε το 2015. Εξέτασαν τον τρόπο με τον οποίο αυτός ο ψηφιακός νεοφλοιός αντιδρούσε, χρησιμοποιώντας το μαθηματικό σύστημα της αλγεβρικής τοπολογίας.
 
Καθόρισαν λοιπόν, ότι ο εγκέφαλός μας δημιουργεί συνεχώς πολύ περίπλοκα πολυδιάστατα γεωμετρικά σχήματα και χώρους που μοιάζουν με «κάστρα άμμου».
 
Χωρίς την χρήση αλγεβρικής τοπολογίας, ένας κλάδος των μαθηματικών που περιγράφει συστήματα με οποιονδήποτε αριθμό διαστάσεων, η απεικόνιση του πολυδιάστατου δικτύου θα ήταν αδύνατη.
 
Χρησιμοποιώντας την νέα μαθηματική προσέγγιση, οι ερευνητές ήταν σε θέση να δουν τον υψηλό βαθμό οργάνωσης σε αυτό που προηγουμένως φαινόταν σαν «χαοτικά» μοτίβα των νευρώνων.
 
«Η αλγεβρική τοπολογία είναι σαν ένα τηλεσκόπιο και μικροσκόπιο ταυτόχρονα. Μπορεί να μεγεθύνει σε δίκτυα για να βρει κρυφές δομές -τα δέντρα στο δάσος- και να δει τους κενούς χώρους -τα ξέφωτα- όλα αυτά ταυτόχρονα», δήλωσε η συντάκτης της μελέτης, Κάθριν Χές.
 
Οι επιστήμονες πραγματοποίησαν πρώτα δοκιμές στον εικονικό εγκεφαλικό ιστό που δημιούργησαν και στην συνέχεια επιβεβαίωσαν τα αποτελέσματα κάνοντας τα ίδια πειράματα σε πραγματικό εγκεφαλικό ιστό, από αρουραίους.
 
Όταν διεγείρονται, οι εικονικοί νευρώνες σχηματίζουν μια κλίκα, με κάθε νευρώνα να συνδέεται με έναν άλλο με τέτοιον τρόπο όπου σχηματίζεται ένα συγκεκριμένο γεωμετρικό αντικείμενο. 'Ενας μεγάλος αριθμός νευρώνων προσθέτουν περισσότερες διαστάσεις, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις έφταναν τις 11. Οι δομές οργανώθηκαν γύρω από μια υψηλής διαστάσεων τρύπα που οι ερευνητές ονομάζουν «κοιλότητα». Και αφού ο εγκέφαλος επεξεργάστηκε τις πληροφορίες, η κλίκα και η κοιλότητα εξαφανίστηκαν.

Ο ερευνητής Ran Levi εξηγεί λεπτομερώς αυτήν την διαδικασία:
 
«Η εμφάνιση των υψηλών διαστάσεων κοιλοτήτων, όταν ο εγκέφαλος επεξεργάζεται πληροφορίες, σημαίνει ότι οι νευρώνες στο δίκτυο αντιδρούν σε ερεθίσματα με εξαιρετικά οργανωμένο τρόπο.
 
Είναι σαν ο εγκέφαλος να αντιδρά σε ένα ερέθισμα οικοδομώντας και στην συνέχεια  ισοπεδώνοντας, έναν πύργο πολυδιάστατων μπλοκς, ξεκινώντας με ράβδους (1D), στην συνέχεια με σανίδες (2D), τότε κύβους (3D) και στην συνέχεια με πολυπλοκότερες γεωμετρίες σε 4D, 5D, κλπ. Η εξέλιξη της δραστηριότητας μέσω του εγκεφάλου, μοιάζει με ένα πολυδιάστατο κάστρο άμμου που υλοποιείται από άμμο και στην συνέχεια αποσυντίθεται.»
 
Η σημασία της ανακάλυψης έγκειται στο να μας επιτρέψει μεγαλύτερη κατανόηση σε «ένα από τα θεμελιώδη μυστήρια της νευροεπιστήμης – η σύνδεση μεταξύ της δομής του εγκεφάλου και του πώς επεξεργάζεται τις πληροφορίες,» δήλωσε η Kathryn Hess σε μια συνέντευξη στο Newsweek.
 
Οι επιστήμονες κοιτούν να χρησιμοποιήσουν την αλγεβρική τοπογραφία για να μελετήσουν τον ρόλο της «πλαστικότητας» που είναι η διαδικασία της ενίσχυσης και της αποδυνάμωσης των νευρικών συνδέσεων όταν αυτές διεγείρονται – ένα βασικό συστατικό στο πώς οι εγκέφαλοι μας «μαθαίνουν». Βλέπουν την περαιτέρω εφαρμογή των ευρημάτων τους, στην μελέτη της ανθρώπινης νοημοσύνης και του σχηματισμού των αναμνήσεων.
 
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στα Σύνορα στην Υπολογιστική Νευροεπιστήμη (Frontiers in Computational Neuroscience).
 
Το ότι ο εγκέφαλος δημιουργεί την πραγματικότητα που ζούμε είναι γνωστό, και γι΄ αυτό τα εξουσιαστικά ιερατεία κάθε είδους κάνουν τόσο μεγάλες προσπάθειες για να τον ελέγξουν, θέλουν την πραγματικότητα όπως βολεύει την δική τους ατζέντα κι όχι προς όφελος του αγελαίου ανθρωπόζωου.
 
Είναι καθήκον σου και η ΜΟΝΑΔΙΚΗ σου ευθύνη, να ελέγχεις εσύ τον Νου σου και να ζεις στην δική σου πραγματικότητα.
 
Εκτός κι αν ανήκεις σε κάποια αγέλη (sic) οπότε … ΚΑΛΟΦΑΓΩΤΟΣ.-

B. Brecht: Η έννοια της αλλαγής στη ζωή μας

Bertolt Brecht: 1898-1956

Πώς φιλοσοφείται η αλλαγή;

§1 Ένα ποίημα:


ΟΛΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ

Όλα αλλάζουν.

Να ξαναρχίσεις μπορείς και με την τελευταία σου πνοή.

Μα ό,τι έγινε έγινε.

Και το νερό που έριξες στο κρασί σου

δεν μπορείς να το ξαναβγάλεις.   



Ό,τι έγινε έγινε. Το νερό που έριξες στο κρασί σου

δεν μπορείς να το ξαναβγάλεις·

όλα όμως αλλάζουν.

Να ξαναρχίσεις

Μπορείς και με την τελευταία σου πνοή.


§2 Ένα σχόλιο

Ι. Το ποίημα είναι από τα πιο γνωστά του Μπ. Μπρεχτ και γράφτηκε γύρω στο 1944. Για θέμα του έχει την καθολική αλλαγή. Δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να μην υπόκειται σε αλλαγή. Η αλλαγή δεν συνιστά κάποιο εξωτερικό χαρακτηριστικό της πραγματικότητας αλλά το πιο εσωτερικό της στοιχείο, που την καθιστά ενεργό πραγματικότητα. Το ζητούμενο είναι πώς το ανθρώπινο υποκείμενο μπορεί να αποκτήσει συνείδηση αυτής της αλλαγής και να συντονίσει αντίστοιχα την ενεργό του στάση με την ενέργεια της πραγματικότητας.

ΙΙ. Ως προς την αρχιτεκτονική του ποιήματος ο Μπ. Μπρεχτ χρησιμοποιεί τις ίδιες διατυπώσεις και στις δυο στροφές, αλλά τις διατάσσει διαφορετικά και έτσι επιτυγχάνει αλλαγή του περιεχομένου.

ΙΙΙ. Ως προς την αναλυτική του περιεχομένου: στους στίχους βρίσκουμε να θεματοποιούνται δυο φαινόμενα: πρώτα πρώτα, αρχίζοντας ήδη από τον δεύτερο στίχο, ο ποιητής τονίζει με έμφαση πως πρέπει να ακολουθούμε το ρυθμό της αλλαγής και να δίνουμε προς τούτο όλο μας το Είναι έως και την τελευταία μας πνοή. Ως υπαρκτικές οντότητες δεν μπορούμε και δεν αξίζει να ακινητοποιούμαστε εντός των ορίων του παρελθόντος, εντός του πλαισίου των ανύπαρκτων δυνατοτήτων, όπου μας κρατάει χειραγωγημένους και αδύναμους για δράση ό,τι έχει συμβεί. Έτσι θέτει την αναγκαιότητα ενεργοποίησης του υποκειμένου με βάση τις επιταγές της πραγματικότητας, στην οποία είναι εκτεθειμένο το πεπρωμένο μας.

IV. Δεύτερον, αναφέρεται άμεσα στην αδυναμία μας να επηρεάσουμε το παρελθόν: ό,τι έχει γίνει, έχει γίνει και δεν αλλάζει. Αυτό που αλλάζει είναι μόνο το παρόν και συναφώς το μέλλον.

V. Ενώ στην πρώτη στροφή ο Μπ. Μπρεχτ μιλάει πρώτα για τη δυνατότητα αλλαγής και μετά για το γεγονός: «ό,τι συμβαίνει, συμβαίνει και δεν γυρίζει πίσω», στη δεύτερη στροφή ξεκινάει αντίστροφα. Κατ’ αυτό τον τρόπο δεν αφήνει περιθώρια για μερική πραγμάτευση του θέματος ούτε για οποιαδήποτε μορφή συμβιβασμού και υποχώρησης ή παραίτησης από το αγωνιστικό πνεύμα της ζωής, όπως μας έχει διδάσκει ο Ηράκλειτος: «πόλεμος πατήρ πάντων …».

ΠΛΑΤΩΝ: Λύσις (216c-218c)

[216c] Ἔτι δὲ καὶ τόδε σκεψώμεθα, μὴ ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς λανθάνει τὸ φίλον ὡς ἀληθῶς οὐδὲν τούτων ὄν, ἀλλὰ τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακὸν φίλον οὕτω ποτὲ γιγνόμενον τοῦ ἀγαθοῦ. ―Πῶς, ἦ δ᾽ ὅς, λέγεις; ―Ἀλλὰ μὰ Δία, ἦν δ᾽ ἐγώ, οὐκ οἶδα, ἀλλὰ τῷ ὄντι αὐτὸς εἰλιγγιῶ ὑπὸ τῆς τοῦ λόγου ἀπορίας, καὶ κινδυνεύει κατὰ τὴν ἀρχαίαν παροιμίαν τὸ καλὸν φίλον εἶναι. ἔοικε γοῦν μαλακῷ τινι καὶ λείῳ καὶ λιπαρῷ· [216d] διὸ καὶ ἴσως ῥᾳδίως διολισθαίνει καὶ διαδύεται ἡμᾶς, ἅτε τοιοῦτον ὄν. λέγω γὰρ τἀγαθὸν καλὸν εἶναι· σὺ δ᾽ οὐκ οἴει; ―Ἔγωγε. ―Λέγω τοίνυν ἀπομαντευόμενος, τοῦ καλοῦ τε καὶ ἀγαθοῦ φίλον εἶναι τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακόν· πρὸς ἃ δὲ λέγων μαντεύομαι, ἄκουσον. δοκεῖ μοι ὡσπερεὶ τρία ἄττα εἶναι γένη, τὸ μὲν ἀγαθόν, τὸ δὲ κακόν, τὸ δ᾽ οὔτ᾽ ἀγαθὸν οὔτε κακόν· τί δὲ σοί; ―Καὶ ἐμοί, ἔφη. ―Καὶ οὔτε τἀγαθὸν τἀγαθῷ οὔτε τὸ κακὸν τῷ κακῷ οὔτε τἀγαθὸν τῷ [216e] κακῷ φίλον εἶναι, ὥσπερ οὐδ᾽ ὁ ἔμπροσθεν λόγος ἐᾷ· λείπεται δή, εἴπερ τῴ τί ἐστιν φίλον, τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακὸν φίλον εἶναι ἢ τοῦ ἀγαθοῦ ἢ τοῦ τοιούτου οἷον αὐτό ἐστιν. οὐ γὰρ ἄν που τῷ κακῷ φίλον ἄν τι γένοιτο. ―Ἀληθῆ. ―Οὐδὲ μὴν τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ ἔφαμεν ἄρτι· ἦ γάρ; ―Ναί. ―Οὐκ ἄρα ἔσται τῷ μήτε ἀγαθῷ μήτε κακῷ τὸ τοιοῦτον φίλον οἷον αὐτό. ―Οὐ φαίνεται. ―Τῷ ἀγαθῷ ἄρα [217a] τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακὸν μόνῳ μόνον συμβαίνει γίγνεσθαι φίλον. ―Ἀνάγκη, ὡς ἔοικεν.
Ἆρ᾽ οὖν καὶ καλῶς, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ παῖδες, ὑφηγεῖται ἡμῖν τὸ νῦν λεγόμενον; εἰ γοῦν θέλοιμεν ἐννοῆσαι τὸ ὑγιαῖνον σῶμα, οὐδὲν ἰατρικῆς δεῖται οὐδὲ ὠφελίας· ἱκανῶς γὰρ ἔχει, ὥστε ὑγιαίνων οὐδεὶς ἰατρῷ φίλος διὰ τὴν ὑγίειαν. ἦ γάρ; ―Οὐδείς. ―Ἀλλ᾽ ὁ κάμνων οἶμαι διὰ τὴν νόσον. ―Πῶς γὰρ [217b] οὔ; ―Νόσος μὲν δὴ κακόν, ἰατρικὴ δὲ ὠφέλιμον καὶ ἀγαθόν. ―Ναί. ―Σῶμα δέ γέ που κατὰ τὸ σῶμα εἶναι οὔτε ἀγαθὸν οὔτε κακόν. ―Οὕτως. ―Ἀναγκάζεται δέ γε σῶμα διὰ νόσον ἰατρικὴν ἀσπάζεσθαι καὶ φιλεῖν. ―Δοκεῖ μοι. ―Τὸ μήτε κακὸν ἄρα μήτ᾽ ἀγαθὸν φίλον γίγνεται τοῦ ἀγαθοῦ διὰ κακοῦ παρουσίαν. ―Ἔοικεν. ―Δῆλον δέ γε ὅτι πρὶν γενέσθαι αὐτὸ κακὸν ὑπὸ τοῦ κακοῦ οὗ ἔχει. οὐ γὰρ δή γε κακὸν γεγονὸς [217c] ἔτι ἄν τι τοῦ ἀγαθοῦ [οὗ] ἐπιθυμοῖ καὶ φίλον εἴη· ἀδύνατον γὰρ ἔφαμεν κακὸν ἀγαθῷ φίλον εἶναι. ―Ἀδύνατον γάρ. ―Σκέψασθε δὴ ὃ λέγω. λέγω γὰρ ὅτι ἔνια μέν, οἷον ἂν ᾖ τὸ παρόν, τοιαῦτά ἐστι καὶ αὐτά, ἔνια δὲ οὔ. ὥσπερ εἰ ἐθέλοι τις χρώματί τῳ ὁτιοῦν [τι] ἀλεῖψαι, πάρεστίν που τῷ ἀλειφθέντι τὸ ἐπαλειφθέν. ―Πάνυ γε. ―Ἆρ᾽ οὖν καὶ ἔστιν τότε τοιοῦτον τὴν χρόαν τὸ ἀλειφθέν, οἷον τὸ ἐπόν; [217d] ―Οὐ μανθάνω, ἦ δ᾽ ὅς. ―Ἀλλ᾽ ὧδε, ἦν δ᾽ ἐγώ. εἴ τίς σου ξανθὰς οὔσας τὰς τρίχας ψιμυθίῳ ἀλείψειεν, πότερον τότε λευκαὶ εἶεν ἢ φαίνοιντ᾽ ἄν; ―Φαίνοιντ᾽ ἄν, ἦ δ᾽ ὅς. ―Καὶ μὴν παρείη γ᾽ ἂν αὐταῖς λευκότης. ―Ναί. ―Ἀλλ᾽ ὅμως οὐδέν τι μᾶλλον ἂν εἶεν λευκαί πω, ἀλλὰ παρούσης λευκότητος οὔτε τι λευκαὶ οὔτε μέλαιναί εἰσιν. ―Ἀληθῆ. ―Ἀλλ᾽ ὅταν δή, ὦ φίλε, τὸ γῆρας αὐταῖς ταὐτὸν τοῦτο χρῶμα ἐπαγάγῃ, τότε ἐγένοντο οἷόνπερ τὸ παρόν, λευκοῦ παρουσίᾳ [217e] λευκαί. ―Πῶς γὰρ οὔ; ―Τοῦτο τοίνυν ἐρωτῶ νῦν δή, εἰ ᾧ ἄν τι παρῇ, τοιοῦτον ἔσται τὸ ἔχον οἷον τὸ παρόν· ἢ ἐὰν μὲν κατά τινα τρόπον παρῇ, ἔσται, ἐὰν δὲ μή, οὔ; ―Οὕτω μᾶλλον, ἔφη. ―Καὶ τὸ μήτε κακὸν ἄρα μήτ᾽ ἀγαθὸν ἐνίοτε κακοῦ παρόντος οὔπω κακόν ἐστιν, ἔστιν δ᾽ ὅτε ἤδη τὸ τοιοῦτον γέγονεν. ―Πάνυ γε. ―Οὐκοῦν ὅταν μήπω κακὸν ᾖ κακοῦ παρόντος, αὕτη μὲν ἡ παρουσία ἀγαθοῦ αὐτὸ ποιεῖ ἐπιθυμεῖν· ἡ δὲ κακὸν ποιοῦσα ἀποστερεῖ αὐτὸ τῆς τε ἐπιθυμίας ἅμα καὶ τῆς φιλίας τοῦ ἀγαθοῦ. οὐ γὰρ ἔτι ἐστὶν [218a] οὔτε κακὸν οὔτε ἀγαθόν, ἀλλὰ κακόν· φίλον δὲ ἀγαθῷ κακὸν οὐκ ἦν. ―Οὐ γὰρ οὖν. ―Διὰ ταῦτα δὴ φαῖμεν ἂν καὶ τοὺς ἤδη σοφοὺς μηκέτι φιλοσοφεῖν, εἴτε θεοὶ εἴτε ἄνθρωποί εἰσιν οὗτοι· οὐδ᾽ αὖ ἐκείνους φιλοσοφεῖν τοὺς οὕτως ἄγνοιαν ἔχοντας ὥστε κακοὺς εἶναι· κακὸν γὰρ καὶ ἀμαθῆ οὐδένα φιλοσοφεῖν. λείπονται δὴ οἱ ἔχοντες μὲν τὸ κακὸν τοῦτο, τὴν ἄγνοιαν, μήπω δὲ ὑπ᾽ αὐτοῦ ὄντες ἀγνώμονες μηδὲ [218b] ἀμαθεῖς, ἀλλ᾽ ἔτι ἡγούμενοι μὴ εἰδέναι ἃ μὴ ἴσασιν. διὸ δὴ καὶ φιλοσοφοῦσιν οἱ οὔτε ἀγαθοὶ οὔτε κακοί πω ὄντες, ὅσοι δὲ κακοὶ οὐ φιλοσοφοῦσιν, οὐδὲ οἱ ἀγαθοί· οὔτε γὰρ τὸ ἐναντίον τοῦ ἐναντίου οὔτε τὸ ὅμοιον τοῦ ὁμοίου φίλον ἡμῖν ἐφάνη ἐν τοῖς ἔμπροσθεν λόγοις. ἢ οὐ μέμνησθε; ―Πάνυ γε, ἐφάτην. ―Νῦν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Λύσι τε καὶ Μενέξενε, παντὸς μᾶλλον ἐξηυρήκαμεν ὃ ἔστιν τὸ φίλον καὶ οὔ. φαμὲν γὰρ αὐτό, καὶ κατὰ τὴν ψυχὴν καὶ κατὰ τὸ [218c] σῶμα καὶ πανταχοῦ, τὸ μήτε κακὸν μήτε ἀγαθὸν διὰ κακοῦ παρουσίαν τοῦ ἀγαθοῦ φίλον εἶναι. ―Παντάπασιν ἐφάτην τε καὶ συνεχωρείτην οὕτω τοῦτ᾽ ἔχειν.

***
[216c] Ας εξετάσουμε ακόμη και τούτο, μια και είναι πιθανό ότι το φιλικό εξακολουθεί να μας διαφεύγει και ουσιαστικά δεν είναι τίποτε απ᾽ όσα έχουμε αναφέρει ως τώρα. Ίσως η φιλική σχέση αναπτύσσεται βασικά ανάμεσα στο αγαθό και σ᾽ αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. ―Πώς, είπε, το εννοείς αυτό; ―Μά το θεό, απάντησα, ούτε κι εγώ ξέρω· πραγματικά μου φέρνουν ίλιγγο οι δυσκολίες που υπάρχουν σ᾽ αυτή την πρόταση. Φαίνεται πως είναι σωστή εκείνη η παλαιά παροιμία που λέει ότι φιλικό είναι το όμορφο· έτσι κι αλλιώς μοιάζει με κάτι απαλό, λείο, στιλπνό. [216d] Κι ίσως γι᾽ αυτό ξεγλιστράει εύκολα και το χάνουμε απ᾽ τα μάτια μας, επειδή, υποθέτω, έχει αυτές ακριβώς τις ιδιότητες. Υποστηρίζω, δηλαδή, ότι το αγαθό είναι ωραίο. Δεν το νομίζεις κι εσύ; ―Συμφωνώ. ―Λέγω λοιπόν —και βασίζομαι σε κάποια διαίσθησή μου— ότι το αγαθό και το ωραίο πρέπει να είναι φιλικό με αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. Κι άκουσε πού βασίζω την εικασία μου. Νομίζω ότι κατά βάση υπάρχουν τρία είδη: το αγαθό, το κακό, κι αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. Εσύ τί νομίζεις; ―Κι εγώ το ίδιο, είπε. ―Νομίζω επίσης ότι δεν μπορεί να υπάρξει φιλική σχέση ούτε ανάμεσα σε δύο αγαθά, ούτε ανάμεσα σε δύο κακά, ούτε ανάμεσα στο αγαθό και [216e] στο κακό· σύμφωνα με την εξέταση που κάναμε προηγουμένως αποκλείονται και οι τρεις αυτές περιπτώσεις. Απομένει λοιπόν, η εξής περίπτωση, εφόσον, βέβαια, δεχτούμε ότι το φιλικό είναι κάτι υπαρκτό: Αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό είναι φιλικό ή με το αγαθό ή με κάτι που και αυτό δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. Κι όσο για το κακό, με τούτο δεν θα γινόταν κανένας φίλος. ―Σωστά. ―Ούτε όμως και το όμοιο με το όμοιο, όπως άλλωστε είπαμε και μόλις πριν λίγο. Δεν είναι έτσι; ―Ναι. ―Επομένως, δεν είναι δυνατό αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό να είναι φιλικό με αυτό που επίσης δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. ―Ασφαλώς όχι. ―Κατά συνέπεια η μόνη δυνατή περίπτωση είναι το αγαθό να γίνει [217a] φιλικό με αυτό που δεν είναι ούτε κακό ούτε αγαθό, και μόνο με αυτό. ―Αναγκαστικά, καθώς φαίνεται.
Άραγε παιδιά, μπορούμε να βασιστούμε στο συμπέρασμα μας αυτό; Ας πάρουμε για παράδειγμα το σώμα. Όταν είναι γερό δεν έχει απολύτως καμία ανάγκη από ιατρική βοήθεια, λειτουργεί κανονικά και κανένας άνθρωπος, όσο είναι υγιής, δεν γίνεται φίλος του γιατρού για χάρη της υγείας του. Δεν είναι έτσι; ―Κανένας. ―Ο άρρωστος όμως θα γίνει φίλος του γιατρού εξαιτίας της αρρώστιας του. ―Ασφαλώς. [217b] ―Και η αρρώστια, είναι οπωσδήποτε κάτι κακό, ενώ η ιατρική κάτι ωφέλιμο και καλό. ―Ναι. ―Το σώμα όμως καθαυτό δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό. ―Πραγματικά. ―Και αναγκάζεται το σώμα να δέχεται και να αγαπάει την ιατρική εξαιτίας της αρρώστιας. ―Μάλιστα. ―Συνεπώς αυτό που δεν είναι ούτε κακό ούτε αγαθό γίνεται φίλο του αγαθού λόγω της παρουσίας κάποιου κακού. ―Έτσι φαίνεται. ―Είναι όμως φανερό, ότι τούτο συμβαίνει πριν η παρουσία του κακού προλάβει και το κάνει κι αυτό το ίδιο κακό. Γιατί αν τύχει να γίνει κακό, [217c] δεν θα μπορεί πια να αισθάνεται επιθυμία και αγάπη για το αγαθό, αφού, όπως έχουμε ήδη πει, το κακό δεν μπορεί να είναι φίλο του αγαθού. ―Πραγματικά είναι αδύνατο. ―Προσέξτε τώρα τί λέω. Υποστηρίζω δηλαδή ότι σε ορισμένες περιπτώσεις που κάποιο πράγμα χαρακτηρίζεται από την παρουσία κάτινος άλλου το πράγμα εκείνο άλλοτε είναι όμοιο με αυτό που υπάρχει μαζί του κι άλλοτε όχι. Όταν λ.χ. αλείψουμε ένα οποιοδήποτε πράγμα με κάποιο χρώμα, αυτό το χρώμα κατά κάποιο τρόπο υπάρχει επάνω στο αντικείμενο που αλείφτηκε. ―Βέβαια. ―Δεν είναι λοιπόν το αντικείμενο αυτό όμοιο ως προς το χρώμα με ό,τι του βάλαμε επάνω του; [217d] ―Δεν καταλαβαίνω τί εννοείς, είπε εκείνος. ―Ας το πω τότε διαφορετικά. Αν αλείψει κάποιος τα ξανθά μαλλιά σου με άσπρη βαφή, τότε τί από τα δυο θα συμβεί: τα μαλλιά σου θα είναι ή θα φαίνονται λευκά; ―Θα φαίνονται, είπε αυτός. ―Κι όμως θα υπάρχει επάνω τους λευκός χρωματισμός. ―Ναι. ―Παρόλο τούτο όμως τα μαλλιά σου δεν θα είναι δυνατό με κανένα τρόπο να χαρακτηριστούν λευκά, αλλά παρά την παρουσία του λευκού χρώματος θα είναι τόσο λίγο λευκά όσο και μαύρα. ―Πραγματικά. ―Όταν όμως φίλε μου έρθουν τα γερατειά και σου τα ασπρίσουν, τότε τα μαλλιά σου θα γίνουν σαν κι αυτό που υπάρχει επάνω τους, δηλαδή λευκά λόγω της παρουσίας [217e] του λευκού χρώματος. ―Ασφαλώς. ―Νά λοιπόν ποιό είναι το ερώτημά μου: Όταν σε κάποιο πράγμα υπάρχει και κάτι άλλο, το πράγμα εκείνο γίνεται όμοιο με αυτό το άλλο; ή εξαρτάται από τον τρόπο της παρουσίας του άλλου, με αποτέλεσμα άλλοτε να είναι όμοιο και άλλοτε όχι; ―Μάλλον το δεύτερο συμβαίνει, είπε. ―Επομένως κι αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό, όταν βρίσκεται μαζί με κάτι κακό, άλλοτε δεν γίνεται και το ίδιο κακό, άλλοτε όμως γίνεται. ―Βέβαια. ―Όταν λοιπόν, παρά την παρουσία κάποιου κακού, δεν έχει γίνει ακόμη κακό, αισθάνεται επιθυμία για το αγαθό ακριβώς λόγω της παρουσίας του κακού. Όταν όμως η παρουσία του κακού έχει αποτέλεσμα να το κάνει και αυτό κακό, χάνει την επιθυμία και την αγάπη για το αγαθό. Γιατί τώρα πια δεν είναι [218a] «ούτε αγαθό ούτε κακό» αλλά κακό. Και, όπως είδαμε, το κακό δεν μπορεί να αισθανθεί φιλία για το αγαθό. ―Πραγματικά δεν μπορεί. ―Γι᾽ αυτό ακριβώς μπορούμε τώρα να πούμε ότι οι σοφοί, είτε θεοί είτε άνθρωποι, δεν αισθάνονται πια φιλία για τη σοφία· όπως επίσης δεν αισθάνονται φιλία γι᾽ αυτήν και όσοι εξαιτίας της μεγάλης αμάθειάς τους, είναι δυνατό να χαρακτηριστούν κακοί. Γιατί πραγματικά, κανένας κακός και αμαθής δεν αγαπά τη σοφία. Μένουν, λοιπόν, μόνο όσοι ενώ έχουν τούτο το κακό, δηλαδή την έλλειψη γνώσεων, ωστόσο δεν έχουν γίνει ακόμη εντελώς αλόγιστοι και [218b] μωροί εξαιτίας του, αλλά εξακολουθούν να έχουν επίγνωση της άγνοιάς τους. Έτσι, λοιπόν, αγάπη για τη σοφία έχουν μόνο όσοι είναι «ούτε αγαθοί ούτε κακοί»· γιατί, καθώς φάνηκε από τη συζήτηση που προηγήθηκε, ούτε το όμοιο μπορεί να είναι φίλο με το όμοιό του ούτε το αντίθετο με το αντίθετό του. Το θυμόσαστε, έτσι δεν είναι; ―Βέβαια, είπαν και οι δύο. ―Επομένως, Λύσι και Μενέξενε, τώρα πια έχουμε βρει ποιό είναι το φιλικό και ποιό δεν είναι: Μπορούμε να πούμε ότι σχετικά και με την ψυχή και με το [218c] σώμα αλλά και γενικά παντού, εκείνο που δεν είναι ούτε κακό ούτε αγαθό είναι φιλικό με το αγαθό εξαιτίας της παρουσίας κάποιου κακού. ―Παντού και πάντοτε, είπαν και οι δύο, και παραδέχτηκαν ότι έτσι έχουν τα πράγματα.