Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλεῖδαι (55-72)

ΚΟΠΡΕΥΣ
55 ἦ που καθῆσθαι τήνδ᾽ ἕδραν καλὴν δοκεῖς
πόλιν τ᾽ ἀφῖχθαι σύμμαχον, κακῶς φρονῶν·
οὐ γάρ τις ἔστιν ὃς πάροιθ᾽ αἱρήσεται
τὴν σὴν ἀχρεῖον δύναμιν ἀντ᾽ Εὐρυσθέως.
χώρει· τί μοχθεῖς ταῦτ᾽; ἀνίστασθαί σε χρὴ
60 ἐς Ἄργος, οὗ σε λεύσιμος μένει δίκη.
ΙΟ. οὐ δῆτ᾽, ἐπεί μοι βωμὸς ἀρκέσει θεοῦ,
ἐλευθέρα τε γαῖ᾽ ἐν ἧι βεβήκαμεν.
ΚΟ. βούληι πόνον μοι τῆιδε προσθεῖναι χερί;
ΙΟ. οὔτοι βίαι γέ μ᾽ οὐδὲ τούσδ᾽ ἄξεις λαβών.
65 ΚΟ. γνώσηι σύ· μάντις δ᾽ ἦσθ᾽ ἄρ᾽ οὐ καλὸς τάδε.
ΙΟ. οὐκ ἂν γένοιτο τοῦτ᾽ ἐμοῦ ζῶντός ποτε.
ΚΟ. ἄπερρ᾽· ἐγὼ δὲ τούσδε, κἂν σὺ μὴ θέληις,
ἄξω νομίζων οὗπέρ εἰσ᾽ Εὐρυσθέως.
ΙΟ. ὦ τὰς Ἀθήνας δαρὸν οἰκοῦντες χρόνον,
70 ἀμύνεθ᾽· ἱκέται δ᾽ ὄντες ἀγοραίου Διὸς
βιαζόμεσθα καὶ στέφη μιαίνεται,
πόλει τ᾽ ὄνειδος καὶ θεῶν ἀτιμίαν.

***
ΚΟΠΡΕΥΣ
Θαρρείς πως έκατσες σε ασφαλισμένο μέρος
και σε πόλη φιλική; κακά το νομίζεις!
Γιατί κανείς δεν είν᾽ που αντίς τον Ευρυσθέα
τ᾽ ανώφελά σου γηρατειά να προτιμήσει.
Περπάτα! τί χάνεσαι μάταια; έρχου στο Άργος,
60 όπου πετροβόλημα σε προσμένει δίκαιο.
ΙΟΛ. Όχι, γιατί ο βωμός του θεού θα με βοηθήσει
κι η χώρ᾽ αυτή η ελεύθερη, που έχομεν έρθει.
ΚΟΠ. Κόπον θέλεις στο χέρι μου τούτο να δώσω;
ΙΟΛ. Με δυσκολία ούτε τα παιδιά ούτε εμέ θα πάρεις!
ΚΟΠ. Θα ιδείς ότι γι᾽ αυτό δεν ήσουν καλός μάντης!
ΙΟΛ. Όσο εγώ ζω, τούτο ποτές δεν θέλει γίνει!
ΚΟΠ. Σήκω απ᾽ εδώ. Εγώ τα παιδιά, κι αν δεν το θέλεις,
στον Ευρυσθέα θα τα οδηγήσω, που τα ορίζει.
ΙΟΛ. Ω κάτοικοι παλαιικοί εσείς της Αθήνας,
70 βοηθήστε μας! γιατί όντας του Αγοραίου Δία
ικέτες, πάνω μας απλώνουν και μολεύουν
τα στεφάνια τα ιερά μας, που για την πόλη
ντροπή ᾽ναι αυτό κι ατίμασμα των θεών είναι.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ανατολίζουσα περίοδος και η αρχή της μνημειακής τέχνης στην Ελλάδα

2.1. Οι επαφές των Ελλήνων με την Εγγύς Ανατολή: Εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές

Ήδη από τον 9ο αιώνα οι Έλληνες είχαν αναπτύξει στενές εμπορικές σχέσεις με την ακτή της Συρίας και της Παλαιστίνης. Μέσα από αυτό τον εμπορικό δρόμο σημαντικές και συχνά πολύτιμες πρώτες ύλες, αλλά και αξιόλογα έργα τέχνης από την Ανατολή, ιδιαίτερα από τη Συρία και τη Μεσοποταμία, άρχισαν να φθάνουν σε ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες στην Ελλάδα. Από το τέλος του 8ου αιώνα και έπειτα οι μαρτυρίες για εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ανατολή πυκνώνουν και γίνονται όλο και πιο συγκεκριμένες. Τα ποιήματα του Ησιόδου και ιδιαίτερα η Θεογονία είναι γεμάτα από στοιχεία που προέρχονται από τους μύθους και τη λογοτεχνία της Μεσοποταμίας και της Συρίας. Ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη του εμπορίου και γενικότερα των επαφών με την Ανατολή έπαιξαν επίσης οι Φοίνικες έμποροι, που ήδη από το τέλος της 2ης χιλιετίας π.Χ. είχαν φτάσει με τα πλοία τους ως τη δυτική άκρη της Μεσογείου· οι δραστηριότητές τους στην περιοχή του Αιγαίου και πέρα από αυτή περιγράφονται στην Οδύσσεια. Επιπλέον, η εγκατάσταση των Φοινίκων στην Κύπρο, στο Κίτιο και στη Σαλαμίνα τους έφερε σε ακόμη στενότερη επαφή με τους Έλληνες.
 
Ακόμη σαφέστερη είναι η εικόνα που μας προσφέρουν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σύνολο χάλκινων έργων που φανερώνει την άμεση επίδραση της τέχνης της Ανατολής στην Ελλάδα την εποχή αυτή προέρχεται από το Ιδαίον Άντρον της Κρήτης, δηλαδή την ιερή σπηλιά του βουνού Ίδα. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο, είχε κρύψει τον νεογέννητο Δία η μητέρα του για να τον σώσει από τον αδηφάγο πατέρα του, τον Κρόνο. Την προστασία του νεαρού θεού την είχαν αναλάβει οι Κορύβαντες, πολεμιστές που χτυπούσαν τις ασπίδες τους για να καλύψουν το κλάμα του βρέφους. Δεν πρέπει, επομένως, να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι τα περισσότερα χάλκινα από το Ιδαίον Άντρον είναι ασπίδες. Χαρακτηριστικό για τον μύθο και τη λατρεία είναι το παλαιότερο από τα ευρήματα: ένας χάλκινος δίσκος που χρησίμευε πιθανόν ως τύμπανο σε λατρευτικές τελετές. Τα έργα αυτά πρέπει να κατασκευάστηκαν στην Κρήτη ειδικά για το ιερό. Ωστόσο, το θεματολόγιο και η τεχνοτροπία των ανάγλυφων παραστάσεών τους έρχονται κατευθείαν από την Ανατολή. Οι φτερωτοί δαίμονες, τα άγρια ζώα, οι σκηνές κυνηγιού και μάχης έχουν τα πρότυπά τους στην τέχνη της Μεσοποταμίας και της Συρίας. Αυτό σημαίνει ότι οι τεχνίτες που τα κατασκεύασαν είτε κατάγονταν από τις περιοχές αυτές είτε είχαν μάθει εκεί την τέχνη τους. Ειδικά για τον δημιουργό του χάλκινου τυμπάνου, που χρονολογείται μάλλον στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. (η ακριβής χρονολόγησή του είναι προβληματική), μπορούμε να πούμε ότι καταγόταν πιθανότατα από τη Συρία. Ταφικά ευρήματα των χρόνων αυτών πιστοποιούν πράγματι την παρουσία στην Κρήτη μεταναστών από τον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Συρίας.
 
Στο πρώτο μισό του 7ου αιώνα π.Χ. τα δάνεια από τον πολιτισμό και ειδικότερα από την τέχνη της Συρίας και της Μεσοποταμίας πολλαπλασιάζονται, ταυτόχρονα όμως αφομοιώνονται, καθώς οι Έλληνες τεχνίτες τα προσαρμόζουν στις δικές τους αντιλήψεις και αισθητικές αρχές. Δημιουργείται έτσι και εξαπλώνεται γρήγορα σε όλη την Ελλάδα (με αρκετές τοπικές παραλλαγές) μια τεχνοτροπία που την ονομάζουμε ανατολίζουσα. Μετά τα μέσα του αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες σαφείς επιδράσεις από την αιγυπτιακή τέχνη. Ανάλογες εξελίξεις παρατηρούμε και σε άλλες περιοχές, ιδιαίτερα στην κεντρική Ιταλία, όπου κατοικούσαν οι Ετρούσκοι, λαός που είχε αναπτύξει στενές εμπορικές σχέσεις με την Ελλάδα και την ανατολική Μεσόγειο. Είναι φανερό ότι το εμπόριο και ο αποικισμός συνέτειναν στην ευρεία και γρήγορη διάδοση νέων καλλιτεχνικών τάσεων και ιδεών. Αλλά οι καινοτομίες δεν είναι μόνο αισθητικές. Οι καλλιτέχνες αναπτύσσουν παράλληλα νέες τεχνικές για την κατεργασία του λίθου και του χαλκού, οι οποίες τους δίνουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν έργα με μνημειακό χαρακτήρα. Τα πρότυπα είναι κατά κανόνα ανατολικά, δεν έχουμε όμως πάντοτε τη δυνατότητα να τα εντοπίσουμε, καθώς πολλά από αυτά δεν έχουν σωθεί. Ιδιαίτερα αισθητή είναι η απώλεια των πολυτελών υφασμάτων που οι Έλληνες και οι Φοίνικες έμποροι έφερναν από τις χώρες της Ανατολής.
 
Ενδεικτική για την επικράτηση των ανατολικών προτύπων είναι η εμφάνιση στα σημαντικότερα ιερά της Ελλάδας ενός νέου τόπου χάλκινου λέβητα, που έρχεται από τη βόρεια Συρία και αρχίζει να υποκαθιστά, ήδη από το τέλος του 8ου αιώνα π.Χ., τους τρίποδες της γεωμετρικής εποχής με τα πόδια καρφωμένα στο σώμα. Οι νέοι λέβητες δεν έχουν πόδια· τοποθετούνται επάνω σε ανεξάρτητες βάσεις, τριποδικές ή κωνικές από χάλκινο έλασμα, και διακοσμούνται με προτομές ζώων ή μυθικών όντων (κυρίως γρυπών) που χυτεύονται χωριστά και διατάσσονται γύρω από το στόμιο τους. Αξίζει να επισημάνουμε ότι στα παλαιότερα συριακά παραδείγματα τέτοιων λεβήτων οι προτομές είναι σφυρήλατες και όχι χυτευτές.

Υπερβατισμός & Μαγική Φιλοσοφία

Υπερβατισμός & Μαγική Φιλοσοφία: Κάθε Φιλοσοφία, δόγμα και πεποίθηση που έχει εμφανιστεί στην ανθρωπότητα εμπεριέχει τρεις ιδεολογικές παραμέτρους. Την υπερβατική, την Υλική και την Μαγική, παράμετροι που συνδέονται σχετικά μεταξύ τους.

Υπερβατισμός & Μαγική Φιλοσοφία

Ο Υπερβατισμός και Οι Υπερβατικές Φιλοσοφίες είναι στην βάση τους Θρησκευτικές και εκδηλώνονται μέσα από ένα φάσμα που αγγίζει τα όρια του Πρωτόγονου Πνευματισμού, του παγανιστικού Πολυθεϊσμού, μονοθεϊστικών θρησκειών αλλά και θεωρητικών Αθεϊστικών Συστημάτων (Βουδισμός και Ταοϊσμός). Σε κάθε περίπτωση πιστεύεται πως μία μορφή Συνειδητότητας δημιουργείται και διατηρεί το Σύμπαν και εμφυσάει στο Ανθρώπινο είδος και τους άλλους ζωντανούς οργανισμούς ένα μικρό κομμάτι αυτής της Πνευματικής Συνειδητότητας που βρίσκεται κάτω από το πέπλο της ύλης. Η ουσία του Υπερβατισμού είναι η πίστη σε ανώτερα πνευματικά όντα ή πνευματικές καταστάσεις ανώτερες από αυτές που βιώνει ο άνθρωπος τώρα. Η Ζωή στην Γη βιώνεται ως μία μορφή διαλόγου μεταξύ του ανθρώπου και των θεοτήτων στις οποίες πιστεύει, ή ακόμα και με κάποια απρόσωπη ανώτερη πνευματική μορφή. Ο Υλικός κόσμος είναι το θέατρο της ψυχής και της Συνειδητότητας που τον δημιούργησε. Το Πνεύμα είναι η υπέρτατη πραγματικότητα για τον Υπερβατικό άνθρωπο.
 
Κατά τον Υλισμό, το Σύμπαν πιστεύεται πως αποτελείται θεμελιωδώς και εξ’ ολοκλήρου από ύλη. Η ενέργεια δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία μορφή ύλης και μαζί υπόκεινται στον χώρο και τον χρόνο, έννοιες από τις οποίες πηγάζουν οι αλλαγές λόγω του αίτιου και του αιτιατού. Η Ανθρώπινη συμπεριφορά βασίζεται σε όρους Βιολογίας, η βιολογία βασίζεται σε όρους της Χημείας, η χημεία βασίζεται σε όρους Φυσικής που με τη σειρά της βασίζεται στα Μαθηματικά. Ο Νους και η Συνειδητότητα αποδίδονται έτσι ως ηλεκτροχημικές διαδικασίες στον εγκέφαλο και το πνεύμα είναι μία λέξη δίχως περιεχόμενο. Τα αίτια ορισμένων γεγονότων παραμένουν θολά, όμως υπάρχει μία πεποίθηση πως απαιτείται αρκετή ύλη για την ύπαρξη οποιουδήποτε γεγονότος. Κάθε ανθρώπινη πράξη μπορεί έτσι να κατηγοριοποιηθεί ώς η έκφραση της βιολογικής ανάγκης του ανθρώπου.
 
Η Μαγική Φιλοσοφία αναρρώνει από μία βαριά νόθευση της Υπερβατικής θεωρίας. Η Λέξη «Αιθέρας» χρησιμοποιείται για να περιγράψει την θεμελιώδη πραγματικότητα της Μαγικής Φιλοσοφίας. Ο Αιθέρας, σύμφωνα με την υλιστική περιγραφή είναι στην ουσία πληροφορία που δομεί την ύλη και από την οποία η ύλη μπορεί να αποστέλλει αλλά και να αποδέχεται πληροφορία. Με υπερβατικούς όρους ο Αιθέρας είναι μία μορφή Ζωτικής ενέργειας που βρίσκεται παρούσα (σε ορισμένο βαθμό) σε όλα τα όντα και μεταφέρει μέσα του την γνώση για τα γεγονότα αλλά και την δυνατότητα να επηρεάζει τις τύχες εν μέρει.
 
Τα Γεγονότα αυτά είτε δημιουργούνται αυθόρμητα, είτε ακολουθούν συγκεκριμένα μονοπάτια που επηρεάζονται από τα μοτίβα του Αιθέρα. Καθώς όλα τα πράγματα διαθέτουν ένα Αιθερικό κομμάτι, αυτομάτως θεωρούνται ζωντανά κατά μία έννοια. Έτσι μέσα από μία μαγική επιρροή τα γεγονότα μεγάλης κλίμακας του Σύμπαντος διαθέτουν ένα ισχυρό αιθερικό Μοτίβο που δημιουργείται απευθείας από την σκέψη. Ο Μύστες και οι Ερευνητές θεωρούν με τις πρακτικές τους πως συνεργάζονται με την Φύση και τους Νόμους της. Οι Υπερβατιστές αρέσκονται να θεωρούν πως κατά κάποιο τρόπο βρίσκονται πάνω από την Φύση. Οι Υλιστές αρέσκονται στο να προσπαθούν να την χειραγωγήσουν.
Αυτό το Σύμπαν έχει την μοναδική και παράξενη ιδιότητα να παρέχει αποδείξεις και επιβεβαιώσεις για το δόγμα που επιλέγει ο κάθε ένας από εμάς να πιστεύει. Και φαίνεται πως σε ένα βαθύτερο επίπεδο μάλλον υπάρχει μία κρυμμένη συμμετρία μεταξύ της Ύλης, του Αιθέρα και του Πνεύματος. Και αν ψάξεις θα είναι δύσκολο να βρείς κάποιο άνθρωπο ή πολιτισμό που να λειτουργεί μονάχα με μία από αυτές τις ιδιότητες, με τις άλλες να είναι παντελώς απούσες. Κανένα δόγμα που επικρατεί δεν είναι πάντα παρών, όχι όσο δυνατά τουλάχιστον εντυπώνονται στις συνειδήσεις μας οι Προκαταλήψεις και ο φόβος.
 
Σε κάθε μία από τις τρεις παραμέτρους που καταρτίζουν μία Φιλοσοφία ή ένα Μαγικό Σύστημα, η έννοια του χρόνου αλλά και του εαυτού αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Ο Υπερβατισμός αντιμετωπίζει τον χρόνο με αποκαλυπτικούς όρους. Ο Χρόνος θεωρείται πως διαθέτει μία προκαθορισμένη εκκίνηση και ένα προκαθορισμένο τέλος, που ενεργοποιούνται από τις δραστηριότητες των πνευματικών όντων και των πνευματικών δυνάμεων. Το τέλος του Χρόνου σε προσωπική και Κοσμική κλίμακα δεν θεωρείται τόσο ως μία παύση του ανθρώπου, μα ως μία αλλαγή από την υλική υπόσταση σε μία ανόργανη κατάσταση. Η Αρχή του Προσωπικού και Κοσμικού χρόνου θεωρείται εξίσου ως μία δημιουργική πράξη των πνευματικών δυνάμεων. Έτσι η αναπαραγωγική διαδικασία ελέγχεται με ταμπού και περιορισμούς σε θρησκευτικές κοινότητες και πολιτισμούς, καθώς υποδεικνύει σφετερισμό των δυνάμεων που κατέχουν οι Θεϊκές Οντότητες.
 
Ο Υπερβατισμός ενσωματώνει στοιχεία “Αποκαλυπτισμού”. Αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν πως οι «τελευταίες» μέρες του κόσμου θα επέλθουν μέσα από μία τιτάνια μάχη μεταξύ μοχθηρών πνευματικών οντοτήτων. Ο Υλιστικός χρόνος είναι γραμμικός αλλά αδέσμευτος. Ιδανικά επεκτείνεται σε άπειρη απόσταση από το παρόν. Για τον αυστηρό Υλιστή το τέλος ή η αρχή κάθε τέλους του χρόνου είναι αυταπόδεικτη, και δεν υπάρχει χώρος για φημολογία κάποιας μορφής ύπαρξης πριν την Γέννηση ή μετά τον Θάνατο. Ο Υλιστής μπορεί να φοβάται τον επίπονο ή τον πρώιμο θάνατο αλλά δεν θα λυπηθεί που θα αποβιώσει. Η Μαγική Οπτική του χρόνου θεωρεί πως ο χρόνος είναι κυκλικός και πως όλες οι διαδικασίες επαναλαμβάνονται. Ακόμα και κύκλοι που ξεκινούν ή τελειώνουν είναι στην πραγματικότητα μέρη μεγαλύτερων κύκλων. Έτσι κάθε τέλος, ακόμα και το τέλος του Χρόνου είναι συνώνυμο με την αρχή του χρόνου σε ένα άλλο Σύμπαν.
 
Η Μαγική αρχή θεωρεί πως όλα ανακυκλώνονται, κάτι που αποτυπώνεται στην θεωρία της Μετενσάρκωσης. Η ελκυστική αυτή ιδέα έχει υιοθετηθεί από τον Παγανισμό, μα και από μερικές Μονοθεϊστικές Παραδόσεις. Όμως οι Θρησκευτικές θεωρίες «μολύνουν» την αρχική ιδέα με πεποιθήσεις σχετικά με την προσωπική ψυχή. Από μία αυστηρά μαγική οπτική οι άνθρωποι είμαστε μία συσσωρευμένη προσωπικότητα παρά μία ξεδιπλωμένη ενότητα. Η Ψυχή δεν διαθέτει συγκεκριμένο κέντρο, καθότι είμαστε αποικιακά όντα, ένα πλούσιο κολάζ πολλαπλών εαυτών. Έτσι καθώς το σώμα μας περιέχει κομμάτια από αναρίθμητα προηγούμενα όντα, έτσι συμβαίνει και με την ψυχή μας. Όμως συγκεκριμένες Μαγικές παραδόσεις διατηρούν τεχνικές που επιτρέπουν στον ερευνητή τους να μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες της ψυχής αυτούσιες στην επόμενη Μετενσάρκωση...

Ποιότητα ζωής και (ψυχική) υγεία

Η αξία της υγείας ως το πολυτιμότερο ‘αγαθό’ αποτελεί κοινή παραδοχή, τείνουμε όμως να την ανακαλούμε όταν αυτή απειλείται ή πλήττεται. Τα πρόσφατα γεγονότα έχουν φέρει στην επιφάνεια την σημασία της υγείας και έχουν κλονίσει την αντίληψη αυτής ως δεδομένη, μετατρέποντάς την απροσδόκητα στο κέντρο της προσοχής, σε κοινωνικό και διαπροσωπικό επίπεδο. Με την υγεία (σωματική και ψυχική) να κλονίζεται και να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα για την πλειονότητα, παρά τον μόχθο για την διατήρησή της, δημιουργούνται ερωτηματικά για την φύση αυτής, τους παράγοντες που την επηρεάζουν, και τον τρόπο κατάκτησής της, στα οποία λίγη προσοχή αφιερώνεται, παρά το τεράστιο εύρος και την συχνότητα αναφορών στον όρο τελευταία. Παρά το ότι τα ερωτήματα μοιάζουν σχεδόν αυτονόητα, έχουν χαρακτήρα πολύπλευρο, ουσιώδη, και διαχρονικό (χωρίς να περιορίζεται στην παρούσα κατάσταση), με την πολυπλοκότητα να αυξάνεται όταν αναφερόμαστε στην ψυχική υγεία.
 
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) αρνείται την περιγραφή της υγείας ως απλά αντίθετη έννοια από την ασθένεια, μιας και κάτι τέτοιο είναι περιοριστικό, ελλιπές και έντονα ιατρό-κεντρικό, μα διευκρινίζει χαρακτηρίζοντας απλά και ξεκάθαρα την υγεία ως ‘μία ευρύτερη κατάσταση ευεξίας’! Ο ορισμός όμως, παρά τον άμεσο χαρακτήρα του, έχει ιδιαίτερα σημαντικές επεκτάσεις. Η υγεία γίνεται αντιληπτή ως πολύπλευρη, χωρίς να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ σωματικής και ψυχικής, μα με τις δύο πτυχές να βρίσκονται σε έντονη και διαρκή αλληλεπίδραση. Επιπλέον, η υγεία δεν θεωρείται αντίθετη της ασθένειας, με κάθε κατάσταση να έχει απόλυτο ή ‘ασπρόμαυρο’ χαρακτήρα, ενώ ο υποκειμενικός της χαρακτήρας έρχεται στην επιφάνεια. Κατ’ επέκταση, υπονοείται πως ακόμα και άτομα με κάποιας μορφής ψυχική ή σωματική πάθηση, μπορούν να βιώσουν ‘μία ευρύτερη κατάσταση ευεξίας’, έκαστος στα δικά του ‘μέτρα’, κάτι που είναι ιδιαίτερα και ουσιαστικά ελπιδοφόρο, μα και πραγματιστικό.
Η έννοια της υγείας σχετίζεται άμεσα με την έννοια της ποιότητας ζωής, της οποίας ο ορισμός έχει πανόμοιο ύφος.
Η ποιοτική ζωή αποτελεί το παράγωγο της αλληλεπίδρασης συνθηκών κοινωνικών, περιβαλλοντικών και υγείας, που επηρεάζουν την εξέλιξη του ατόμου και του συνόλου, και περιλαμβάνει την σωματική υγεία, την ψυχολογική κατάσταση, το επίπεδο αυτονομίας, τις κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις, τις πεποιθήσεις του ατόμου και την σχέση του με το ευρύτερο περιβάλλον του.
 
Συνδυαστικά, οι δύο όροι είναι πολύπλευροι και υποκειμενικοί, και όχι απόλυτοι: τόσο η υγεία όσο και η ποιότητα ζωής δεν είναι ‘αντίθετα’ με την ασθένεια ή την ‘κακή’ ζωή, παρά μπορούν να οπτικοποιηθούν ως τα δύο άκρα ενός συνεχούς. Η ‘ολοκληρωτική’ υγεία (κατάσταση μη ρεαλιστική, εκφερόμενη μεταφορικά) βρίσκεται στο ένα άκρο μιας νοητής ευθείας γραμμής, και η ‘ολοκληρωτική’ ασθένεια στο άλλο- παρόμοια και η ποιοτική ή μη ποιοτική ζωή. Κάθε ένας από εμάς βρίσκεται σε κάποιο σημείο του συνεχούς, μα δεν παραμένει εκεί στατικά- ανά φάσεις ζωής μετατοπίζεται προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση (συνήθως με μετατοπίσεις περιορισμένες σε ένα εύρος, μα με μεγάλες μετατοπίσεις να μην είναι απίθανες).
 
Συνδέοντας με το παρόν, και εφαρμόζοντας την ‘θεωρεία’ στην πράξη, οι δύο έννοιες και οι ορισμοί τους έχουν ιδιαίτερη σημασία και μπορούν να αποτελέσουν ρεαλιστικούς και συγκεκριμένους (αντί για αφηρημένους) στόχους για εμάς. Η διατήρηση της υγείας θα επιτευχθεί όταν αυτή στοχοποιηθεί πολύπλευρα- έτσι η παραμέληση κάποιας πτυχής, ταυτόχρονα με προσπάθειες απόκτησης άλλης δεν θα φέρει αποτέλεσμα (για παράδειγμα ο ακραίος και αλόγιστος περιορισμός κινήσεων και αλληλεπιδράσεων με στόχο την προφύλαξη μπορεί να μειώσει την ψυχική υγεία, η οποία με την σειρά της να επηρεάσει αρνητικά την σωματική). Μπορεί η ψυχική υγεία να μοιάζει αφηρημένη ή ακόμα και λιγότερο σημαντική, όμως χωρίς αυτή (ή χωρίς οποιαδήποτε άλλη πτυχή) η ‘ευρύτερη κατάσταση ευεξίας’ δεν θα επιτευχθεί. Επιπλέον, η αναγνώριση του σημείου επί του συνεχούς στο οποίο βρισκόμαστε στην εκάστοτε φάση, και η προώθηση της μετατόπισης προς την ‘θετική’ πλευρά μοιάζουν πολύπλοκες και μπορούν να αποτελέσουν πρόκληση. Ως ‘απλή λύση’ μπορεί να εφαρμοστεί το κριτήριο της λειτουργικότητας: παρατηρώντας τα επίπεδα λειτουργικότητάς μας (σωματικά, ψυχολογικά, κοινωνικά και επαγγελματικά) μπορούμε να διακρίνουμε τυχών ‘αρνητικές’ μετατοπίσεις, και χρησιμοποιώντας την αύξηση της λειτουργικότητας ως μέσο, μπορούμε να ωθηθούμε προς την ‘θετική’ πλευρά.
 
Τέλος, και πάνω από όλα, τόσο η υγεία όσο και η ποιοτική ζωή είναι καταστάσεις επιτεύξιμες από όλους, παρά τις προσωπικές διαφορές ή τις δυσκολίες και περιορισμούς που μπορεί κανείς να βιώνει, καθώς η έννοιες καθρεφτίζονται διαφορετικά σε κάθε άτομο. Στην παρούσα απρόσμενη κατάσταση, κληθήκαμε όλοι να αντιμετωπίσουμε προβλήματα και προβληματισμούς, που υπονόμευσαν την (σωματική και ψυχική) υγεία και ποιότητα ζωής του συνόλου, και των ατόμων. Εστιάζοντας στην ρεαλιστικά θετική χροιά των όρων, διακρίνουμε πως μπορούμε να διαχειριστούμε τα εμπόδια του απροσδόκητου παρόντος, διατηρώντας την υγεία και την ποιότητα ζωή μας.  

Επιλογική απόκρυψη της αλήθειας ή Ειλικρίνεια;

Στον κόσμο των επιχειρήσεων και της πολιτικής είναι πότε πότε ανάγκη να εφαρμόζεται η επιλογική απόκρυψη των γνωμών εκείνων που επιδιώκουν να εισδύσουν εύκολα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Αν οι άνθρωποι έλεγαν πάντα αυτά που σκέφτονται σε ζητήματα και μεγάλα και μικρά́, θα θεωρούνταν απείθαρχοι από τον μέσο προϊστάμενο, και απειλή για τον οργανισμό από την διεύθυνση. Θα αποκτούσαν τη φήμη του δύσκολου χαρακτήρα, θα κρίνονταν επιπλέον ανάξιοι της εμπιστοσύνης να εκπροσωπήσουν σωστά έναν οργανισμό. Απλούστατα, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αν ένας θέλει να είναι έστω και στο ελάχιστο αποτελεσματικός μέσα σε έναν οργανισμό, αυτός πρέπει μεροληπτικά να γίνει ένα «πρόσωπο του οργανισμού́», επιφυλακτικός στην έκφραση προσωπικών γνωμών, συγχωνεύοντας πότε πότε την προσωπική του ταυτότητα με εκείνην του οργανισμού́. Από το άλλο μέρος, αν κάποιος θεωρεί την αποτελεσματικότητά του σε έναν οργανισμό σαν το μόνο στόχο της επιχειρηματικής συμπεριφοράς, επιτρέποντας να εκφράζονται μόνο οι γνώμες που δεν προκαλούν ταλαντεύσεις στην επιχείρηση, τότε αυτός ο κάποιος θα έχει υιοθετήσει την αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και έτσι θα έχει χάσει την ατομική ακεραιότητα και ταυτότητά του, γινόμενος το τέλειο πρόσωπο του οργανισμού́. Ο δρόμος που ένας μεγάλος διευθυντής επιχείρησης πρέπει να βαδίσει ανάμεσα στη συντήρηση και στο χάσιμο της ταυτότητας και ακεραιότητάς του, είναι εξαιρετικά στενός και πολύ πολύ λίγοι τον διατρέχουν με επιτυχία. Πρόκειται για μια τεράστια δοκιμασία.

Έτσι, σ’ αυτές και σε πολλές άλλες περιστάσεις, η έκφραση γνωμών, ιδεών ακόμα και γνώσεων πρέπει πότε πότε να καταπνίγονται στην πορεία των ανθρώπινων υποθέσεων. Κι αφού έτσι έχουν τα πράγματα, ποιους κανόνες μπορεί ένας ν’ ακολουθήσει αν είναι αφοσιωμένος στην αλήθεια; Πρώτον, να μη λέει ποτέ ψέματα. Δεύτερο, να έχει πάντα στο νου ότι η απόκρυψη της αλήθειας είναι δυνάμει ένα ψέμα, και ότι σε κάθε περίπτωση όπου αποκρύπτεται μια αλήθεια προαπαιτείται μια σημαντική ηθική απόφαση. Τρίτον, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας δεν πρέπει ποτέ να βασίζεται σε προσωπικές ανάγκες, όπως η ανάγκη για εξουσία ή η ανάγκη να είναι κανείς αρεστός, ή η ανάγκη να προστατεύσει τον «χάρτη» του από την έρευνα. Τέταρτο, και αντίστροφα, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας πρέπει πάντα να βασίζεται εξ ολοκλήρου στις ανάγκες του προσώπου ή των ανθρώπων από τους οποίους αποκρύπτεται η αλήθεια. Πέμπτο, η εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου είναι μια πράξη ευθύνης τόσο πολυσύνθετη ώστε δεν μπορεί να διεξαχθεί σωστά παρά μόνον όταν αυτός που τη διεξάγει διέπεται από γνήσια αγάπη για τον άλλο. Έκτο, το πρωταρχικό στοιχείο στην εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου, είναι η εκτίμηση της ικανότητας αυτού του προσώπου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για τη δική του πνευματική ανάπτυξη. Τέλος, όταν προσπαθούμε να εκτιμήσουμε την ικανότητα ενός άλλου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για την προσωπική του πνευματική ανάπτυξη, πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη ότι η τάση μας είναι γενικά να υποτιμούμε μάλλον παρά να υπερτιμούμε αυτή την ικανότητα.

Όλα αυτά μπορεί να μας φαίνονται πελώριο έργο, που είναι αδύνατο να εκτελεστεί στην εντέλεια, ένα χρόνιο κι ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, μια σωστή τροχοπέδη. Και είναι πράγματι αυτό, το ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, που κάνει τους περισσότερους ανθρώπους να επιλέγουν μια ζωή περιορισμένης εντιμότητας και ειλικρίνειας και σχετικής κρυψίνοιας και κρυψιβουλίας απέναντι στους άλλους. Ο δρόμος αυτός είναι ευκολότερος. Ωστόσο, οι ανταμοιβές από τη δύσκολη ζωή της εντιμότητας και αφοσίωσης στην αλήθεια είναι περισσότερο από ανάλογες προς τις απαιτήσεις. Επειδή οι ειλικρινείς άνθρωποι έχουν την πραγματικότητά τους συνεχώς υπό εξέταση είναι, για το λόγο αυτό, άνθρωποι συνεχώς αναπτυσσόμενοι, χάρη στην ειλικρίνειά τους μπορούν να συνάπτουν και να διατηρούν στενές σχέσεις με μεγαλύτερη επιτυχία από τους πιο κλειστούς ανθρώπους. Επειδή δε λένε ποτέ ψέματα μπορούν να είναι ασφαλείς και περήφανοι γιατί ξέρουν ότι δεν έχουν κάνει τίποτα για να συμβάλουν στη σύγχυση που υπάρχει στον κόσμο, αλλά έχουν χρησιμεύσει ως πηγές διαφώτισης και διαύγασης.. Τελικά, είναι και νιώθουν τελείως ελεύθεροι. Δε βαρύνονται από καμιά ανάγκη να κρυφτούν. Δεν υποχρεώνονται να ξεγλιστρούν στις σκιές. Δεν είναι αναγκασμένοι να φτιάχνουν καινούργια ψέματα για να κρύψουν τα παλιά. Δεν έχουν ανάγκη να σπαταλούν χρόνο και κόπο να σκεπάζουν ίχνη ή να διατηρούν προσωπεία. Και, τελικά, βρίσκουν ότι η δύναμη που απαιτείται για την αυτοπειθαρχία της τιμιότητας είναι πολύ λιγότερη από την ενέργεια που απαιτείται για την κρυψίνοια. Όσο περισσότερο είναι κανείς τίμιος τόσο ευκολότερο είναι γι’ αυτόν να συνεχίσει να είναι τίμιος, όπως ακριβώς όσο περισσότερα ψέματα έχει πει ένας, τόσο περισσότερο του είναι αναγκαίο να πει ξανά ψέματα. Χάρη στην ειλικρίνειά τους, οι άνθρωποι που είναι αφοσιωμένοι στην αλήθεια ζουν στα φανερά, και μέσα από την εξάσκηση του θάρρους τους να ζουν στα φανερά, απαλλάσσονται από το φόβο.

Η «εμπλεγμένη» οικογένεια

Η «εμπλεγμένη» οικογένεια και οι δυσκολίες αυτονόμησης των μελών της. Ένα πλαίσιο αγχωτικής οικογένειας, ένα είδος ανασφαλούς προσκόλλησης, μία οικογένεια που χαρακτηρίζεται από άκαμπτα όρια με τον έξω κόσμο και εμπλοκής με τα μέλη της, αντιπροσωπεύει ένα πιθανό εμπόδιο για την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας απομάκρυνσης των μελών της και για την δημιουργία μιας υγιούς αυτοεκτίμησης.
 
Στο παιδί που μεταφέρεται συνεχώς το μήνυμα, ότι ο έξωκόσμος είναι επικίνδυνος, ότι μόνο στο σπίτι του υπάρχει ασφάλεια, ότι μόνο η οικογένειά του μπορεί να είναι ένα πολύτιμο σημείο αναφοράς, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτό το παιδί θα αναπτύξει κάποια χαρακτηριστικά εξάρτησης από τα πρόσωπα αναφοράς και ταυτόχρονα ένα αίσθημα ανασφάλειας που θα παγιδεύσουν τις ικανότητές του για αυτονόμηση, αρχίζοντας ήδη από την εφηβική περίοδο.
 
Αυτές οι δυσκολίες του, ανάλογα με την παρουσία ή απουσία παραγόντων αντιστάθμισης, μπορούν να συνεχιστούν, εάν δεν τις αντιμετωπίσει κατάλληλα, σε όλη την ενήλικη ζωή του.
 
Η κλινική πραγματικότητα αναφέρει όλο και πιο συχνά εφήβους που αντιμετωπίζουν τέτοιες αρνητικές επιπτώσεις, όταν π.χ. πρέπει να φύγουν για σπουδές σε μία άλλη πόλη ή χώρα ή όταν μπαίνουν για πρώτη φορά στον κόσμο της εργασίας ή όταν ακόμη θα χρειαστεί να αναμετρηθούν στις συναισθηματικές σχέσεις.
 
Όταν λοιπόν θα χρειαστεί να δοκιμαστούν σε άγνωστους και μη προστατευτικούς χώρους, θα αναδυθούν όλες εκείνες οι δυσκολίες που παρέμεναν σε λανθάνουσα μέχρι τότε μορφή και ορισμένες φορές με πολύ αρνητικές συνέπειες για την ψυχολογική τους ευημερία.
 
Αφορά άτομα στα οποία έχουν μεταφερθεί ειδικές «εντολές της οικογένειας» – μαζί με καθήκοντα, ρόλους και προσδοκίες που κάθε μέλος καλείται να καλύψει και να ικανοποιήσει- «εντολές» που είναι δεσμευτικές και περιοριστικές, στοχεύοντας να εμποδίσουν περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά, την απομάκρυνσή τους από την οικογενειακή εστία.
 
Αυτού του είδους η οικογένεια που την ονομάζω «εμπλεγμένη», δεν επιτρέπει στα μέλη της να εξερευνήσουν αυτόνομα τον κόσμο. Εφαρμόζει εκλεπτυσμένες στρατηγικές ελέγχου, περισσότερο ή λιγότερο σαφείς και ενεργεί πάνω στο αίσθημα ενοχής.
 
Τα όρια μεταξύ των μελών είναι πολύ ασταθή, όλοι εισβάλουν σε όλα, όλοι εξαρτώνται από όλους, καθένας υιοθετεί μια συμπεριφορά προκειμένου να αποφύγει τη μοναξιά, την απόρριψη και την εγκατάλειψη.
 
Στον γιο ή στην κόρη που δεν επιτρέπεται η ελευθερία της απομάκρυνσης, για να μην κινδυνεύσει να υποφέρει, να κάνει λάθη, δεν θα του δοθεί καν η ευκαιρία να μάθει να διαχειρίζεται τον πόνο του αποχωρισμού, να διορθώσει τα λάθη του και να σηκωθεί μετά από μία αποτυχία.

Αιτία του σνομπισμού είναι ο φόβος

Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε το πρόβλημα, το μόνο αίτιο που ανακύπτει διαρκώς είναι ο φόβος. Οι άνθρωποι που έχουν αυτοπεποίθηση δε χάνουν την ώρα τους μειώνοντας τους άλλους. Πίσω από την υπεροψία υπάρχει τρόμος. Θα πρέπει να φέρουμε βαρέως την κατωτερότητά μας για να δημιουργούμε στους άλλους την εντύπωση ότι δεν είναι αντάξιοί μας.

Ο φόβος αυτός μεταδίδεται ωσμωτικά από τη μια γενεά στην άλλη. Όπως είθισται στα πρότυπα βίαιης συμπεριφοράς, οι σνομπ παράγουν σνομπ. Ο πρώτος που βιώνει μειωτικά την ταπεινή κοινωνική του θέση μεταδίδει την αντίληψη αυτή στα παιδιά του, στερώντας τους το ψυχοσυναισθηματικό υπόβαθρο που θα τους παρείχε την εσωτερική ηρεμία, ώστε να διανοηθούν ότι η έλλειψη γοήτρου (η δική τους όσο και των άλλων) δεν ισοδυναμεί με ποταπότητα και ότι η υψηλή κοινωνική θέση δεν ταυτίζεται με την ανωτερότητα.

Σε μια γελοιογραφία που δημοσιεύθηκε το 1892 στο περιοδικό Punch, μια κόρη που ένα ανοιξιάτικο πρωινό κάνει περίπατο με τη μητέρα της στο Χάυντ Παρκ αναφωνεί: «Κοίτα, μαμά, οι Σπάισερ Ουίλκοξ! Έμαθα ότι λαχταρούν να μας γνωρίσουν. Πάμε να τους μιλήσουμε;».

«Ασφαλώς όχι, χρυσό μου» αποκρίνεται η μητέρα. «Αν λαχταρούν να μας γνωρίσουν, δεν αξίζει να τους γνωρίσουμε. Μόνο εκείνους που δε θέλουν να μας γνωρίσουν αξίζει να γνωρίζουμε».

Αν δε βρεθεί κάποιος να συντρέξει τη μαμά και να επουλώσει τα ψυχικά τραύματα που αναφαίνονται από τη συμπεριφορά της, δεν υπάρχει ελπίδα ότι η κυρία θα καταφέρει κάποτε να ενδιαφερθεί για τους Σπάισερ Ουίλκοξ – και ότι θα διακοπεί ο φαύλος κύκλος του σνομπισμού που απορρέει από το φόβο.

Η βαθιά γνώση είναι να αντιλαμβάνεσαι την αναταραχή προτού υπάρξει

Το Βιβλίο της Ισορροπίας και της Αρμονίας, ένα μεσαιωνικό ταοϊστικό έργο, λέει:

«Η βαθιά γνώση των αρχών ξέρει χωρίς να βλέπει, η δυνατή εφαρμογή του Δρόμου επιτυγχάνει χωρίς να προσπαθεί. Βαθιά γνώση είναι “να ξέρεις χωρίς να βγαίνεις από την πόρτα, να βλέπεις τον δρόμο του ουρανού χωρίς να κοιτάς έξω απ’ το παράθυρο”. Η δυνατή πράξη είναι να “γίνεσαι ακόμα πιο δυνατός και να προσαρμόζεσαι σε όλες τις περιστάσεις”».

Κι ακόμα:

«Η βαθιά γνώση είναι να αντιλαμβάνεσαι την αναταραχή προτού υπάρξει, ν’ αντιλαμβάνεσαι τον κίνδυνο προτού υπάρξει, ν’ αντιλαμβάνεσαι την καταστροφή προτού υπάρξει, ν’ αντιλαμβάνεσαι τη συμφορά προτού υπάρξει. Η δυνατή πράξη είναι ν’ ασκείς το σώμα χωρίς το σώμα να σε βαραίνει, ν’ ασκείς τον νου χωρίς ο νους να σε χρησιμοποιεί, να εργάζεσαι στον κόσμο χωρίς ο κόσμος να σ’ επηρεάζει, να εκτελείς τις αποστολές σου χωρίς οι αποστολές σου να σ’ εμποδίζουν. Με τη βαθιά γνώση των αρχών, μπορούμε να μετατρέψουμε την αναταραχή σε τάξη, να μετατρέψουμε τον κίνδυνο σε ασφάλεια, να μετατρέψουμε την καταστροφή σε επιβίωση, να μετατρέψουμε τη συμφορά σε τύχη. Με τη δυνατή εφαρμογή του Δρόμου, μπορούμε να φέρουμε το σώμα στο βασίλειο της μακροβιότητας, να φέρουμε τον νου στη σφαίρα του μυστηρίου, να φέρουμε τον κόσμο σε μεγάλη γαλήνη και να φέρουμε τις αποστολές σε μεγαλοπρεπή εκπλήρωση».

Και λίγο παρακάτω:

«Το να νιώθεις και να κατανοείς αφού πράξεις, δεν αξίζει να αποκαλείται κατανόηση. Το να επιτυγχάνεις ύστερα από κόπο, δεν αξίζει ν’ αποκαλείται επίτευξη. Το να ξέρεις αφού δεις, δεν αξίζει ν’ αποκαλείται γνώση. Αυτά τα τρία είναι πολύ μακριά από τον δρόμο της συναίσθησης και της ανταπόκρισης. Πράγματι, το να μπορείς να κάνεις κάτι προτού υπάρξει, το να συναισθανθείς κάτι προτού δράσει, το να δεις κάτι προτού προβάλει, είναι τρεις ικανότητες που αναπτύσσονται σε αλληλεξάρτηση. Τότε δεν διαισθάνεσαι τίποτα, αλλά κατανοείς· δεν αναλαμβάνεις τίποτα, αλλά ανταποκρίνεσαι· και δεν πας πουθενά χωρίς ωφέλεια».

SUN TZU, Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Μάλλον αμφιβάλλεις γι’ αυτό που επαναλαμβάνεις

Λες σε κάποιον «σ’ αγαπώ» και όσο περισσότερο το λες, τόσο περισσότερο χρειάζεσαι να το επαναλαμβάνεις. Φαίνεται ότι κατά βάθος αμφιβάλλεις.

Αν αγαπάς στ’ αλήθεια, δεν υπάρχει λόγος να το λες, επειδή τα λόγια δεν έχουν σημασία. Ολόκληρη η ύπαρξή σου θα δείχνει την αγάπη σου. Θα φαίνεται από τα μάτια σου. Δεν χρειάζεται να το λες, δεν χρειάζεται να το επαναλαμβάνεις συνεχώς.

Το επαναλαμβάνεις για να πείσεις τον άλλο και την ίδια στιγμή για να πείσεις και τον εαυτό σου-επειδή στο βάθος είναι κρυμμένη η ζήλια η κτητικότητα, η έχθρα, η ανάγκη να κυριαρχείς.

Παράτησέ το! Όποτε επαναλαμβάνεις κάτι πάρα πολλές φορές ,πήγαινε βαθιά μέσα σου. Μάλλον αμφιβάλλεις γι’ αυτό που επαναλαμβάνεις. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν μπορείς να το κρύψεις, γιατί θα φανεί στα μάτια σου.

Το έχεις παρατηρήσει; Πηγαίνεις στο σπίτι κάποιου και σε καλωσορίζει, χωρίς να υπάρχει καλωσόρισμα στην παρουσία του.

Λέει: «είμαι πολύ χαρούμενος που σε βλέπω», εσύ όμως δεν βλέπεις πουθενά καμιά χαρά. Στην πραγματικότητα, σε κοιτάζει ανήσυχα, φοβισμένα, με αγωνία. Σε κοιτάζει ενοχλημένος, σαν να μπήκε μπελάς στο σπίτι του.

Έχεις παρατηρήσει ανθρώπους που σου λένε «κάθισε όπου θέλεις» και αυθόρμητα σου δείχνουν μια συγκεκριμένη θέση για να καθίσεις; Αντιφάσκουν με τον ίδιο τους τον εαυτό.

Οι γονείς λένε στα παιδιά τους «Να είσαι ο εαυτός σου» και την ίδια στιγμή να διδάσκουν πως πρέπει να φέρονται. «Να είσαι ανεξάρτητος» και την ίδια στιγμή πιέζουν το παιδί να είναι υπάκουο.

Έχουν τη δική τους ιδέα για το πώς πρέπει να είναι το παιδί και όταν του λένε «να είσαι ο εαυτός σου,» εννοούν «να είσαι έτσι όπως σε θέλουμε να είσαι». Δεν εννοούν πραγματικά «να είσαι ο εαυτός σου».

Συνεχώς κάτι είναι εκεί παρόν κι εσύ δεν μπορείς να το διαστρεβλώσεις στ’ αλήθεια. Ο άνθρωπος όμως έχει γίνει πονηρός ακόμη κι εκεί. Δεν κοιταζόμαστε , γιατί τα μάτια δείχνουν την αλήθεια. Έτσι είναι ζήτημα καλών τρόπων το να αποφεύγουμε να κοιταζόμαστε στα μάτια.

Αν κοιτάζεις πολύ τα μάτια των άλλων, θα θεωρηθείς λίγο απολίτιστος. Τα μάτια είναι πολύ δύσκολο να σε ξεγελάσουν.

Η γλώσσα μπορεί να σε ξεγελάσει πολύ εύκολα, επειδή η γλώσσα είναι παράγωγο της κοινωνίας. Τα μάτια όμως ανήκουν στο είναι σου.

Λες κάτι και τα μάτια σου δείχνουν κάτι άλλο. Γι’ αυτό σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου, οι άνθρωποι αποφεύγουν να κοιτάζονται στα μάτια. Δεν θέλουν να το κάνουν, για να μην έρθουν αντιμέτωποι με την αλήθεια.

Μπορείς όμως να δεις αυτές τις αντιφάσεις στον ίδιο σου τον εαυτό και αυτό θα σε βοηθήσει πολύ.

Αν το μέσα σου δεν είναι σαν το έξω σου και το έξω σου σαν το μέσα σου, δεν θα ησυχάσεις ποτέ.

Οι έρωτες που αξίζουν δε φεύγουν, γίνονται αγάπες!

Αναρωτήθηκες ποτέ πού πάνε οι έρωτες όταν φεύγουν; Πού μαζεύονται όλες οι πεταλούδες που κάποτε πηγαινοέρχονταν στο στομάχι μας κι όλα τα χαμόγελα που φοράγαμε χωρίς να το ξέρουμε;

Πού πάνε οι φωνές τα μεσάνυχτα Σαββάτου και τα κυριακάτικα γέλια; Πού θα βρούμε όλα τα μέσα μας που καταθέτουμε σε κάθε έρωτα; Πού χάνονται όλα τα βαθιά μυστικά μας που μοιραζόμαστε νομίζοντας πως θα μείνουν για πάντα σφραγισμένα;

Οι έρωτες όταν φεύγουν, γίνονται αναμνήσεις που στοιχειώνουν το μυαλό μας. Γίνονται μαθήματα που κάποτε τα αφομοιώνουμε και κάποτε τα κρύβουμε βιαστικά πίσω-πίσω στη βιβλιοθήκη μπας και ξεχαστούν.

Γίνονται απωθημένα οι έρωτες, ιδίως αυτοί που έφυγαν νωρίς. Οι άλλοι γίνονται απορίες, ερωτηματικά. Λίστες με πράγματα που πρέπει να αποφύγεις οπωσδήποτε στο μέλλον.

Αφήνουν στόματα ερμητικά κλειστά που υπόσχονται να μην ξανανοίξουν, να μην ξαναπούν μεγάλα λόγια. Αφήνουν μεθυσμένα μηνύματα που δε στάλθηκαν ποτέ και μυρωδιές που παλεύουν να σβηστούν απ’ τη μνήμη. Οι έρωτες που φεύγουν γίνονται φωτογραφίες στο πάτωμα που σκίστηκαν βιαστικά πάνω στην τελευταία τζούρα. Γίνονται εικόνες και πρόσωπα που τα αγγίξαμε περισσότερες φορές στο μυαλό μας παρά στην πραγματικότητα.

Ξέρεις, συνήθως οι έρωτες που φεύγουν είναι τραβηγμένοι, κουρελιασμένοι, χωρίς άλλα περιθώρια. Έδωσαν όλα όσα μπορούσαν μα εμείς ήμασταν αχόρταγοι και μας άφησαν στα μισά. Φεύγουν κουρασμένοι και κάποτε δεν καταφέρνουν να πάνε μακριά. Αποτύχαμε να τους προστατέψουμε και τώρα μας ακολουθούν σαν σκιές. Τους αφήνουμε να ατροφήσουν λες και θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας, αλλά μετά σπάζουμε το κεφάλι μας να βρούμε πού πήγαν.

Μιλάμε για τους έρωτες που πόνεσαν και γενικεύουμε λες κι αυτή είναι η αληθινή τους ταυτότητα. Να πονάνε, να βασανίζουν και να φεύγουν, αλλά μου φαίνεται πως μας πουλάνε ψεύτικο παραμύθι. Ξέρεις γιατί; Γιατί οι έρωτες που αξίζουν τόση προσπάθεια, είναι εκείνοι που μένουν κοντά, αλλά είναι πια ακίνδυνοι. Είναι χαριτωμένοι, είναι ιστορίες που αξίζουν να γραφτούν σε τοίχο, που κολλάνε όμορφα σαν παζλ. Δεν έχουν πολύ δράμα ούτε θέλουν προσπάθεια και πολλά παρακάλια. Κυλάνε ακούραστα λες κι αυτή ήταν η ιδιότητά τους απ’ την αρχή.

Οι έρωτες που αξίζουν είναι εκείνοι που φεύγουν και μεταμφιέζονται σε αγάπες. Είναι οι έρωτες που εξημερώνονται στον χρόνο κι ησυχάζουν. Δεν είναι φωνακλάδες αυτοί, δε σε κρατάνε ξάγρυπνο τα βράδια μα σε ησυχάζουν όταν δεν μπορείς να κοιμηθείς.

Είναι οι έρωτες που μεταλλάσσονται σε τρυφερά φιλιά για καληνύχτα, σε χέρια που σε σκεπάζουν για να μην κρυώνεις, σε καρδιές που νιώθουν πιο περήφανες για σένα απ’ ό,τι εσύ ο ίδιος. Αυτοί που φωνάζουν υστερικά «μην καπνίζεις άλλο, γαμώτο» και δίνουν τα πάντα να μην πάθεις ποτέ κακό.

Οι έρωτες γίνονται αγάπες όταν φεύγουν και δε μένουν με τη στολή του πεισματάρικου παιδιού. Αλλάζουν, γίνονται ήσυχοι, καβγατζήδες κάποιες φορές μα ρομαντζάρουν και ρίχνουν πιάτα ταυτόχρονα. Είναι ανθρώπινοι, είναι απομυθοποιημένοι, έχουν μορφή, έχουν προσδοκίες κι υποσχέσεις που μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.

Δε σε κοροϊδεύουν, αντιθέτως σου πετάνε στα μούτρα την αληθινή, τη γυμνή μορφή της αγάπης και του έρωτα. Οι μεγάλοι έρωτες δεν ξεπερνιούνται ποτέ. Μα οι αληθινοί έρωτες που γίνονται αγάπες είναι αυτοί που θα σου μείνουν για πάντα. Αυτούς να προσέχεις.

Οι περιττοί αριθμοί δεν είναι καθόλου περιττοί

Μια κατάφωρη αδικία έχει συντελεστεί στο παρελθόν και εξακολουθεί να συντηρείται ανά τους αιώνες εις βάρος των μισών ακεραίων αριθμών. Ο λόγος για τους καλούμενους «περιττούς αριθμούς», τους αριθμούς δηλαδή που γράφονται στη μορφή 2n+1, με n φυσικό. Μη απαραίτητοι (περιττοί) στα ελληνικά, παράξενοι (odd) στα αγγλικά, οι αριθμοί αυτοί συνιστούν τη γνωστή σε όλους μας ακολουθία: 1, 3, 5, 7, κτλ. Στα επόμενα θα φανεί ότι οι αριθμοί αυτοί δεν είναι καθόλου περιττοί. Αντιθέτως, συγκεντρώνουν κάποιες εντυπωσιακές ιδιότητες, οι οποίες τους καθιστούν χρησιμότατους.

Οι αριθμοί αυτοί συμμετέχουν ήδη σε διάφορες γνωστές στους μαθηματικούς κύκλους ακολουθιακές σχέσεις όπως οι δύο παρακάτω:

 (Στις παρακάτω σχέσεις , στον πρώτο πίνακα οι αριθμοί 1,2,3 κλπ είναι υψωμένοι στην δύναμη 2 και στον δεύτερο στην δύναμη 3)

12=1
22=1+3
32=1+3+5
42=1+3+5+7
52=1+3+5+7+9
62=1+3+5+7+9+11
κτλ.

13=1
23=3+5
33=7+9+11
43=13+15+17+19
53=21+23+25+27+29
63=31+33+35+37+39+41
κτλ.
Στην πρώτη ακολουθία (των τετραγώνων) είναι φανερό ότι το k2 ισούται με το άθροισμα των πρώτων k διαδοχικών περιττών αριθμών. Αντίστοιχα, στη δεύτερη ακολουθία (των κύβων), το k3 ισούται με το άθροισμα των k διαδοχικών περιττών αριθμών, ξεκινώντας όμως αυτή τη φορά από εκεί που σταμάτησε ο προηγούμενος όρος της ακολουθίας. Σχηματικά, η ακολουθία των κύβων κατασκευάζεται ως εξής:
 
 
Πριν από λίγες μέρες σε μια προσπάθεια να γενικεύσω τα αποτελέσματα αυτά, ανακάλυψα τους επόμενους τύπους οι οποίοι όπως θα δούμε καταρρίπτουν αναντίλεκτα την «περιττότητα» των περιττών αριθμών.
 

Οι εκ πρώτης όψεως άχαροι αυτοί τύποι αναπτύσσονται κομψότερα στον Πίνακα 1. Στη διασταύρωση της n γραμμής με την k στήλη αντιστοιχεί η δύναμη kn.. Τα σύμβολα α→β σε κάθε κελί υποδηλώνουν τα εξής:

α: το πλήθος του συνόλου των διαδοχικών περιττών που πρέπει να παραλείψουμε, ξεκινώντας από το 1.
β: το πλήθος των διαδοχικών περιττών που πρέπει να προσθέσουμε, ξεκινώντας από τον περιττό που ακολουθεί τον τελευταίο περιττό του συνόλου των παραλειπόμενων που αναφέρεται στο α.
 

Για παράδειγμα, το στοιχείο 4→23 για n=7 και k=2, που αντιστοιχεί στη δύναμη 27, υποδηλώνει ότι παραλείπουμε τους 4 πρώτους περιττούς, δηλαδή τους 1,3,5 και 7 και προσθέτουμε τους επόμενους 23=8, δηλαδή 9+11+13+15+17+19+21+23. Αυτό μας κάνει 128 που είναι όντως το αποτέλεσμα της δύναμης 27. Φυσικά, όπου α=0, αυτό σημαίνει ότι δεν παραλείπεται κανείς περιττός. Π.χ. το 0→23 για n=6 και k=2 σημαίνει ότι αθροίζουμε τους 23=8 διαδοχικούς περιττούς ξεκινώντας από το 1, δηλαδή 1+3+5+7+9+11+13+15. Και πάλι, αυτό μας κάνει 64 το οποίο ισούται με 26. Από τα παραπάνω, εύκολα φαίνεται ότι οι ακολουθίες των τετραγώνων και των κύβων που ανεφέρθηκαν στην αρχή του άρθρου, αποτελούν ειδικές περιπτώσεις αυτού του γενικευμένου πίνακα, για n=2 και n=3 αντίστοιχα.

Κοιτάζοντας τον Πίνακα 1 πιο προσεκτικά, παρατηρούμε ότι στις δυνάμεις με άρτιο εκθέτη n, δεν παραλείπεται ποτέ κάποιος περιττός (α=0), ως εκ τούτου, τα αθροίσματα ξεκινούν πάντα με το 1. Από την άλλη πλευρά, για n περιττό κάνουμε τις εξής εντυπωσιακές παρατηρήσεις. Σαρώνοντας τον πίνακα οριζόντια, για n=3, οι περιττοί αριθμοί που παραλείπονται για τις διάφορες τιμές του k συνιστούν την εξής ακολουθία: 0,1,3,6,10 κτλ. Πιο συγκεκριμένα (βλ. Πίνακα 2):

ο 1ος όρος είναι το 0
ο 2ος όρος προκύπτει αν στον 1ο όρο προσθέσουμε το 1
ο 3ος όρος προκύπτει αν στον 2ο όρο προσθέσουμε το 2
ο 4ος όρος προκύπτει αν στον 3ο όρο προσθέσουμε το 3
ο 5ος όρος προκύπτει αν στον 4ο όρο προσθέσουμε το 4,
κ.ο.κ.
 


Στο αρχικό κομμάτι της ακολουθίας αυτής εμφανίζεται η γνωστή Πυθαγόρεια «τετρακτύς», το άθροισμα δηλαδή των πρώτων τεσσάρων φυσικών, 1+2+3+4, το οποίο ισούται με 10 (βλ. γραμμή n=3 στον Πίνακα 2). Για την ιστορία, η τετρακτύς αποτελούσε το ιερό σύμβολο της Πυθαγόρειας σχολής και είχε τεράστια σημασία για τα μέλη της. Για παράδειγμα, στη γεωμετρία, οι αριθμοί 1,2,3 και 4 της τετρακτύος αντιστοιχούν στις γεωμετρικές έννοιες σημείο, ευθεία, επίπεδο και χώρος, υπό την έννοια ότι ο αριθμός 1 παριστάνει το σημείο, 2 σημεία ορίζουν μια ευθεία, 3 σημεία ορίζουν ένα επίπεδο και 4 σημεία ορίζουν το χώρο. Επίσης, στη μουσική, οι αριθμοί της τετρακτύος ορίζουν τους θεμελιώδεις αρμονικούς λόγους της τετάρτης (4:3), της πέμπτης (3:2) και της οκτάβας (2:1) που λαμβάνουμε αν χωρίσουμε μια χορδή με χρήση των λόγων αυτών. Κλείνοντας αυτήν τη σύντομη ιστορική αναδρομή, αξίζει να σημειωθεί ότι μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων πιστεύει ότι ακόμη και το δεκαδικό σύστημα αρίθμησης έχει τη βάση του ακριβώς στην τετρακτίδα!

Επιστρέφοντας τώρα στην περιγραφή του πίνακα, οι παραλειπόμενοι περιττοί αριθμοί στη γραμμή που αντιστοιχεί στο n=5, προέρχονται από αυτούς που ανήκουν στην προαναφερθείσα ακολουθία (για n=3), με πολλαπλασιασμό επί k (βλ. Πίνακα 3). Πιο συγκεκριμένα, σαρώνοντας αυτή τη φορά τον πίνακα κάθετα, π.χ. για k=2, οι αριθμοί που παραλείπονται για τις διάφορες τιμές του εκθέτη nn, όπου nn περιττός, συνιστούν την εξής ακολουθία: 1,2,4,8 κτλ. Ο πρώτος όρος δηλαδή είναι το 11 και κάθε επόμενος όρος προκύπτει με πολλαπλασιασμό του προηγούμενου επί 2. Όμοια, για k=3, ο πρώτος όρος είναι το 3 και κάθε επόμενος όρος προκύπτει με πολλαπλασιασμό του προηγούμενου επί 3. Γενικότερα, για οποιοδήποτε k, ο πρώτος όρος ταυτίζεται με τον k-οστό όρο της οριζόντιας ακολουθίας για n=3 και κάθε επόμενος όρος προκύπτει με πολλαπλασιασμό του προηγούμενου επί k. Φυσικά γενικεύοντας, για k=1, ο πρώτος όρος είναι το 00 και κάθε επόμενος όρος προκύπτει με πολλαπλασιασμό του προηγούμενου επί 1, με άλλα λόγια, όλοι οι όροι ισούνται με 0, όπως άλλωστε φαίνεται και από τη στήλη k=1 του Πίνακα 3.
 
 
Το γενικό συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι με ένα μυστηριώδη τρόπο, οποιαδήποτε δύναμη φυσικού αριθμού με φυσικό εκθέτη μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα περιττών αριθμών. Θα μπορούσαμε λοιπόν με ασφάλεια να πούμε ότι οι περιττοί αριθμοί αποτελούν τα δομικά στοιχεία των δυνάμεων. Αριθμοί με μια τόσο σπουδαία ιδιότητα μόνο περιττοί δεν είναι…

ΠΝΕΥΜΑ – ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ – ΠΝΕΥΜΑΤΟΠΛΗΞΙΑ!

ΠΝΕΥΜΑ, Ετυμολογία: από το φυσάω, ρίζα φυ-, φυέω, φυνέω, φνέω, πνέω (φ σε π). Πνέω σημαίνει, φυσώ επί ανέμου και αύρας, επί των αυλητών και των αυλών, εκπέμπω οσμή, επί ζώων, αναπνέω, αναπνέω δυνατά ή βαθιά, ασθμαίνω, ζω, μέγα πνειν = μεγάλα φρονεί, υπερηφανεύεσθαι.

Ιστορική (χρονολογική) κατάταξη των σημασιών της έννοιας πνεύμα:

α) Από φυσική αντίληψη: κίνηση-ώθηση του αέρα, άνεμος, πνοή, η πνοή της ζωής, ζωή.

β) Από μεταφορική (ωστόσο φυσιολογική αίσθηση): γνώμη, βούληση, ευφυΐα, νοημοσύνη, εξυπνάδα, η ετοιμότητα προς απάντηση, η αγχίνοια (επιδόσεις του ‘ζωντανού’, υγιούς, δραστήριου και δημιουργικού ανθρώπου).

γ) Από τη οπτική γωνία του άρρωστου θεοφοβούμενου και δεισιδαίμονος ανθρώπου: η πνευματική, η ηθική υπόσταση σε αντίθεση με την σάρκα «ο Θεός των πνευμάτων και πάσης σαρκός», ομοίως, «το πνεύμα του Θεού – του Κυρίου – το Άγιο – της αληθείας – της ζωής – της Χάριτος», επί του διαβόλου: «πνεύμα δαιμονίου, πνεύμα ακάθαρτον – πονηρόν – άλαλον» (κατ’ εξοχήν ιουδαιοχριστιανική αντίληψη).

Τι εννοεί ο χριστιανός «πνεύμα δαιμονίου, πνεύμα ακάθαρτον – πονηρόν…»; Τίποτε περισσότερο απ’ αυτά: γνώμη, βούληση, ευφυΐα, νοημοσύνη, εξυπνάδα, η ετοιμότητα προς απάντηση, η αγχίνοια. Ότι δυναμώνει και προάγει τον άνθρωπο. Κοντολογίς προτιμά το «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» ( = ηλίθιοι και βλάκες).

Κάνετε λάθος, διευκρινίζει ο θεολόγος – αυτός ο αρχιψευταράς της οικουμένης των ανθρώπων. «Πτωχούς τω πνεύματι» εννοεί τους ταπεινόφρονες. Μάλιστα κύριε, συμφωνούμε. Εννοεί τους ταπεινόφρονες. Ε, μάθε το λοιπόν μια και καλή, κύριε θεολόγε: εμείς δεν περιφρονούμε καθόλου τους «πτωχούς τω πνεύματι», δηλαδή τους ηλίθιους και τους βλάκες. Εμείς περιφρονούμε τους ταπεινόφρονες. Ναι τους ταπεινόφρονες. Μάλιστα τους απεχθανόμαστε, για να ξέρεις.

Αυτούς τους χαμερπείς ταπεινόφρονες, οι οποίοι είναι διαποτισμένοι τόσο πολύ από την ταπεινοφροσύνη τους, που, εμάς όλους τους μη χριστιανούς, μας θεωρούν πεθαμένους και νεκρούς. Που μας θεωρούν ανθρώπινα σκουπίδια και χαμένα κορμιά. Αυτούς που μας έχουν ρίξει προκαταβολικά στο «πυρ το εξώτερον»!

Αυτοί οι ταπεινόφρονες βλέπουν όλους τους ετερόδοξους σαν σκουλήκια. Σαν «γουρούνια που κυλιούνται μέσα στις κοπριές τους» (Ι. Χρυσόστομος και κατά τη γνώμη των «γουρουνιών» Βρομόστομος).

Αυτοί, καλοί μου άνθρωποι, οι ταπεινόφρονες χριστιανοί, πρέπει να ξέρετε ότι, είναι όλοι τους πνευματικοί άνθρωποι! Διακατέχονται από πνεύμα θεού. Από τον θεό των πνευμάτων. Από το πνεύμα του Κυρίου, το Άγιο Πνεύμα, το πνεύμα της Χάριτος και της «ζωής». Αλλά μιας ζωής μαύρης. Μαύρης σαν τα ράσα τους. Πρόκειται γι’ αυτούς που μίσησαν τη ζωή. Ο Πατέρας της εκκλησίας είναι ένας υπάνθρωπος που ο μοναδικός του στόχος είναι η δολοφονία της ζωής (Βλ. τα σχετικά άρθρα στην παρούσα ιστοσελίδα, στην κατηγορία «θρησκεία»).

Συμβουλή, εκ πείρας: μακριά τα παιδιά σας από πνευματικούς ανθρώπους. Ο κατ’ εξοχήν πνευματικός άνθρωπος λέγεται εξομολογητής-πνευματικός. Υπάρχει και το τέλειο είδος της κατηγορίας αυτής, λέγεται εξομολογητής καλόγερος. Το έργο τους είναι η θανάσιμη δηλητηρίαση της ανθρώπινης υπόστασης. Οχιές που τσιμπούν κατ΄ ευθείαν στην καρδιά του ανθρώπου. Ο εξευτελισμός του αρσενικού κατινισμού.

Οι άνθρωποι αυτοί είναι όντως πνευματικοί. μόνο που η εκπνοή τους εκπέμπει δηλητηριώδη αέρια, κατά της ζωής. Αέρια που δηλητηριάζουν την αθώότητα με το μονοξείδιο του άνθρακα που λέγεται αμαρτία. Αυτοί βρίσκουν αμαρτίες εκεί που δεν υπάρχουν. Τοποθετούν αμαρτίες εκεί που θάλλει η ομορφιά και το κάλος. Ναρκοθετούν τον κήπο της χαράς και της υγείας με νάρκες κατά της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Κύριος στόχος του είναι η δολοφονία της παιδικής αθώας ψυχής.

Η δεξιοτεχνία τους είναι απαράμιλλη. Κτυπούν κατ’ ευθείαν στο ψαχνό. Τι είναι σίγουρο πως κάνουν όλα τα παιδιά; Ένα είναι το πιο σίγουρο απ΄ όλα, ότι αυτοϊκανοποιούνται, ότι αυνανίζονται, ότι μαλακίζονται. Επίθεση λοιπόν κατά μέτωπο: «Εφθάσαμεν τέλος πάντων και εις την κατάρατον μαλακία, ήτις την σήμερον αληθώς είναι η κοινή ψυχόλεθρος πανούκλα οπού φθείρει απολλύει τους περισσοτέρους ανθρώπους του κόσμου, και μάλιστα τους αθλίους νέους, κατά της οποίας όσα και αν ειπεί τινας, έχωντας σκοπόν να εκριζώσε από τον κόσμον τοιούτον φοβερόν και θεομίσητον κακόν, ποτέ δεν ήθελαν νομισθούν μάταια και περιττά». «ΠΗΔΑΛΙΟ» (εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Καρόλου Ντηλ 4, Θεσς/νίκη), (σελίδα 704 στην υποσημείωση (2)) το οποίο Πηδάλιο, κατά τον χριστιανικό κόσμο «είναι η Διαθήκη μετά την καινή και την παλαιά, η μετά τας αγίας Γραφάς αγία γραφή».

Άραγε αρκεί αυτή η δόση δηλητηρίου ή απαιτείται κι άλλη ποσότητα; Καλού κακού ας ρίξουμε ακόμα μια:

Σελ. 705: «η μαλακία όχι μόνον προξενεί ζημίαν αιώνιον εις την ψυχήν αλλά και εις την υγείαν του σώματος. Ζημίαν αιώνιον εις την ψηχήν, διατί την υστερεί της Βασιλείας των Ουρανών, και την καταδικάζει εις την παντοτεινήν τιμωρίαν, ως λέγει ο Παύλος (Α΄ Κορινθ. Στ΄ 9)». Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί όλοι οι καλόγεροι θεωρούσαν τον εαυτό τους αμαρτωλό και άξιο της αιωνίας κολάσεως. Να υπήρχε άραγε κανείς που να μην είχε υποπέσει στο αμάρτημα αυτό;

Και συνεχίζει «Μη πλανάσθε, ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, Βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσι». Μας εξηγεί δε ότι παρ’ όλο που μερικοί πατέρες άλλως ερμήνευσαν την λέξη μαλακοί ωστόσο, «πολλοί των δασκάλων και επί της εννοίας ταύτης τους μαλακούς εξέλαβον».

Όσο για τις ζημίες του σώματος απαριθμούνται αμέσως: «Α΄ κιτρινίζουσι, Β΄ αδυνατεί ο στόμαχός των και να χωνεύσουσι δέν ημπορούν, Γ΄ ασθενεί η όρασις των οφθαλμών τους, Δ΄ χάνουσιν την φωνήν, Ε΄ χάνουσι την ευφυΐαν και οξύτητα του νοός, ΣΤ΄ χάνουσι την μνήμην, Ζ΄ χάνουσι τον ύπνον, με κάποια ταραχώδη ενύπνια, Η΄ τρέμει το σώμα των, Θ΄ χάνουσιν όλην την ανδρείαν του σώματος και της ψυχής, και γίνονται άνανδροι ωσάν γυναίκες, Ι΄ ακολουθεί εις αυτούς η αποπληξία, ήτοι ταμπλάς, ΙΑ΄ ακολουθεί εις αυτούς συχνάκις η καθ’ ύπνους ρεύσις, πολλάκις δε και όταν ήναι έξυπνοι, δια το πολύ άνοιγμα των σπερματικών τους πόρων και ΙΒ΄ , τέλος πάντων γηράσκουσι ογλίγωρα και αποθνήσκουσι κακώς». Όλα τα συμπτώματα της άθλιας διαβίωσης των μοναχών.

Προσέξτε παρακαλώ την πανουργία αυτών των κακούργων. Πως μ’ ένα σμπάρο παίρνουν όχι μόνο δυο τρυγόνια αλλά τα πάντα.

Άρθρο πρώτο: όλος ο αρσενικός πληθυσμός καθίσταται αμαρτωλός, διότι άπαντες χρημάτισαν εραστές της «χείρας με τα πέντε ορφανά».

Μας ξέφυγαν άραγε τα κορίτσια; Αμ, δε: «Δεν πρέπει και τούτο να λανθάνη τους πνευματικούς πατέρας, ότι η κατάρατος μαλακία προχωρεί και εις τας γυναίκα. Δια τούτο και αυταί πρέπει να κανονίζονται ωσάν και οι άνδρες, ίνα μη λέγω και βαρύτερα». Δεν θέλει , όπως βλέπετε, να λησμονήσει ο άγιος και τα περί ισότητος των δύο φύλων, αφού λέει «ινα μη λέγω και βαρύτερα». Αυτά τα ολίγα περί της μαλακίας των γυναικών διότι λείπει η ανάλογη εμπειρία.

Άρθρο δεύτερο: δεν χάνει κανείς μόνο τη μέλλουσα ζωή, αλλά και την παρούσα γήινη, αφού όλες οι πληγές τις Αιγύπτου πρόκειται να επιπέσουν επάνω εις τον μαλακιζόμενον.

Ότι προάγει τον άνθρωπο και τον δυναμώνει, για τους πνευματικώς ανώμαλους και μισάνθρωπους πατέρες της εκκλησίας θεωρείται θανάσιμη αμαρτία. Η καθαριότητα του σώματος, η περιποίηση της εμφάνισής του, τα γράμματα οι τέχνες και οι επιστήμες, η ευφυΐα, η σωματική και πνευματική δύναμη, η εξυπνάδα.

Ας δούμε όμως τις περιπέτειες της έννοιας πνεύμα μέσα στην πορεία της ιστορίας. Όλα τα στοιχεία από την «ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ».

Κατ’ αρχάς, είναι όρος που χρησιμεύει για τον χαρακτηρισμό της ψυχής και των ψυχικών φαινομένων σε αντίθεση προς την ύλη και το σωματικό. Επί πλέον σημαίνει τον νου, τον λόγο, την αυτοσυνείδητη ενέργεια της ψυχής, σε αντίθεση με τον βίο που καθορίζεται από τις ορμές και τον μηχανισμό του συνειρμού των παραστάσεων.

Εντούτοις παρά την υφιστάμενη αυτή διάκριση μεταξύ ψυχής και ο πνεύματος, ο όρος εισήχθη πολύ αργότερα στην φιλοσοφική ορολογία.

Ο Πλάτων μιλάει περί λογικού μέρους της ψυχής, ο Αριστοτέλης περί ενεργού νου, οι μέσοι αιώνες και η Αναγέννηση περί νοήσεως, όπως αργότερα ο Καρτέσιος και ο Σπινόζα. Ο Καντ αποφεύγει τον όρο πνεύμα, μεταχειριζόμενος τον όρο λόγος, ίσως επειδή με εκείνον τον όρο ακούγεται κάτι το υπερβολικό, το μεταφυσικό και ξένο προς την καθαρώς γνωσιολογική έρευνα.

Από τον Καντ αρχίζει η χρήση του όρου πνεύμα, ο οποίος τελικά επικρατεί μάλιστα από τον Έγελο και δι’ αυτού. Συγχρόνως το περιεχόμενό του ευρύνεται σε μεταφυσικό και κοσμικό, ενώ προηγουμένως περιορίζονταν κυρίως και προπάντων στο ψυχολογικό και το ανθρωπολογικό.

Ήδη ο Πλάτων διέκρινε στην ψυχή κατώτερες και ανώτερες δυνάμεις. Αλλά η έννοια του πνεύματος του ανθρώπου ως κάτι διαφορετικό από τον απλώς ψυχικό βίο, που είναι κοινός προς τον ψυχικό βίο των ζώων, δημιουργείται κατ’ αρχάς από την χριστιανική ανθρωπολογία, δηλαδή από την εκτίμηση και ερμηνεία του ανθρώπου, την οποία εισήγαγε ο χριστιανισμός.

Δια του πνεύματος αυτού ο άνθρωπος είναι συγγενής προς το θείο πνεύμα. Μέσα στην περιοχή δε του πνεύματος αυτού βρίσκονται οι σκοποί και οι ύψιστες αξίες του ανθρώπου, δηλαδή ο τελικός προορισμός, προς τον οποίον πρέπει να τείνει. Κοντολογίς ο πνευματικός βίος τίθεται σαφώς σε ανώτερη βαθμίδα απ’ ότι ο κατά φύση ψυχικός. Την διάκριση αυτή συναντάμε προπάντων στον απόστολο Παύλο. Εντούτοις η διάκριση μεταξύ του ψυχικού και του πνευματικού παραμένει δυσχερής, η δε μεταξύ ψυχής και πνεύματος σημασιολογική διαφορά δεν κατορθώνεται να καθοριστεί σαφώς.

Οι ατέλειωτες θεωρίες και συζητήσεις των τελευταίων αιώνων περιστράφηκαν γύρω από τον εξής άξονα: η ψυχή διαθέτει ένα ενεργό κι ένα παθητικό στοιχείο, ατομικό και με καθολική ισχύ. Κατά το αίσθημα λ.χ. και την αντίληψη η ψυχή τελεί σε παθητική κατάσταση, εξ άλλου δε αυτά εμφανίζουν ατομικές διαφορές, ανάλογα με τις αποκλίσεις των ψυχοφυσικών οργανισμών. Αντιθέτως κατά τον σχηματισμό των εννοιών και την αφομοίωση των δεδομένων του εκτός κόσμου, η οποία επιτυγχάνεται δια των εννοιών εκείνων, εμφανίζει η ψυχή του ανθρώπου ενεργή δύναμη και υψώνεται από το ατομικό στο καθολικώς ισχύον. Για μεν το παθητικό και ατομικό εκείνο, λοιπόν, χρησιμοποιήθηκε ο όρος ψυχή, για δε το ενεργό και καθολικό ισχύον και ο όρος πνεύμα δίπλα στους όρους νους, νόηση, λόγος κ.ά.

Όμως η διαφορά αυτή, μεταξύ παθητικού και ενεργού μέρους, αναπτύχθηκε ενίοτε μέχρι την αντίθεση μεταξύ δύο εντελώς διακεκριμένων μεταξύ τους ουσιών.

Από κει και πέρα άρχισαν οι σχολαστικές αναλύσεις και συζητήσεις, οι οποίες ανακάτεψαν και μπέρδεψαν σε τέτοιο βαθμό το ψυχο-πνευματικό αυτό κουβάρι, που ούτε όλες οι μοδίστρες της ανθρωπότητας κι αν μαζευτούν, δεν θα μπορέσουν ποτέ να το ξετυλίξουν.

Όσο καιρό έπαιζε πάνω στο γυαλί του μικροσκοπίου η ψυχή μόνη της, κάτι μπορούσε να δει κανείς. Τσάκωνε ένα ψυχικό φαινόμενο από δω, μια ψυχολογική αντίδραση από κει, κι όλο και κάτι είχε να παρατηρήσει. Τώρα όμως με το πνεύμα τα πράγματα σκούραιναν εντελώς. Πού να το βρεις αυτό το αερικό τον πνεύμα, πού να το στριμώξεις και πώς να το δεις; Και για ότι δεν φαίνεται συνηθίζει ο άνθρωπος ν’ ανοίγει το στόμα του και να μη το κλείνει με καμμιά δύναμη. Μήπως τα ίδια δεν έκανε και με τον θεό; Εξάλλου λέει: «Πνεύμα ο θεός». Και μόλις το πει αυτό αρχίζει να τον περιγράφει, ο αθεόφοβος, μ’ όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, μηδενός εξαιρουμένου. Αυτό λοιπόν το μέγα Πνεύμα, το πνεύμα των πνευμάτων, το άϋλο, προσέξτε πώς το περιγράφει:

«… Και αλλαχού μεν αποδίδονται εις τον θεόν αισθήσεις, οίον όρασις δι’ ής τα πάντα εφορά (Α΄ Βασιλ. ΙΕ΄ 19, Ψαλμ. Θ΄ 14, Ησαΐου ΛΖ΄ 17 και πολλά άλλα), ακοή (Δευτερ. ΛΓ΄ 7, Ψαλμ. Ε΄ 2, Μιχ. Ζ΄ 7 και πολλά άλλα), όσφρησις (Γενες. Η΄ 21, Εφεσ. Ε΄ 2 και άλλα), αφή (Ιωβ ΙΘ΄ 21, Ιερεμ. Α΄ 9 και άλλα), αλλαχού δε μέλη του ανθρωπίνου σώματος, οίον στόμα δι’ ού λαλεί (Ησ. Α΄ 20, Ιερεμ. ΚΓ΄ 16), γλώσσα δίκην πυρός καταναλίσκοντος (Ησ. Λ΄ 27), χείρες δε και βραχίονες, δι’ ών τα πάντα δύναται (Ψαλ. ΙΣΤ΄ 14, Ησ. ΙΘ΄ 25, Ιερεμ. ΚΑ΄ 5, Αββακ. Β΄ 16 και άλλα), πρόσωπον (Ψαλμ. ΞΘ΄ 4), πόδες (Ησ. ΞΣΤ΄ 1 και άλλα), αλλαχού κινήσεις ανθρώπιναι (Ωσηέ ΙΑ΄ 3, Ησ. ΣΤ΄ 1, Αμως Ζ΄ 9, Γεν. ΙΑ΄ 7 και άλλα πολλά), αλλαχού δε αποδίδεται τω θεώ ψυχή (Εβρ. Ι΄ 38) μετά παθών ανθρωπίνων, οίον μίσους (Ησ. Α΄ 14), χαράς (Ησ. ΜΒ΄ 1), λύπης (Γεν. ΣΤ΄ 6), οργής (Ψαλμ. Β΄ 12), μετανοίας (Γεν. ΣΤ΄ 6), των τοιούτων ανθρωπομορφισμών λεγομένων και ανθρωποπαθισμών. Τέλος αποδίδονται τω θεώ εν τη Βίβλω διάφοροι ενέργειαι ή καταστάσεις διανοητκαί, οίον ανάμνησις (Τωβ. Γ΄ 3), πρόβλεψις (Δ΄ Βασιλ. ΙΘ΄ 27), διαλογισμός (Ιωνά Α΄ 6, Σοφ. Σολομ. Δ΄ 17), λήθη (Ψαλ. ΙΒ΄ 1)».

Και μάλλον από ευγενική διάθεση ο αγαθός καθηγητής, που έγραψε το κείμενο αυτό, παρέλειψε να αναφέρει ότι ο θεός αυτός κινδύνευε σχεδόν να πατήσει ακόμη και ανθρώπινα κόπρανα!!! Και για τους πιστούς και για τους άπιστους καταθέτουμε την απόδειξη: Δευτερονόμιο ΚΓ΄ 14-15 «και πάσσαλος έσται σοι επί της ζώνης σου, και έσται όταν διακαθιζάνεις έξω, και ορύξεις εν αυτώ και επαγαγών καλύψεις την ασχημοσύνην σου εν αυτώ. Ότι Κύριος ο θεός σου εμπεριπατεί εν τη παρεμβολή σου…»!!!

Σ’ όλες τις αποδόσεις στην νεοελληνική οι οποίες διαθέτουν τις εγκρίσεις της εκκλησίας της Ελλάδος, το προαναφερθέν χωρίο αποδίδεται ως εξής: «θα έχεις στη ζώνη σου τσαπί και όταν πηγαίνεις έξω προς σωματική σου ανάγκη να ανοίξεις λάκκο και μετά να σκεπάσεις τα κόπρανά σου».

Κι όλ’ αυτά διότι «ο Κύριος ο θεός σου πηγαινοέρχεται μέσα στο στρατόπεδό σου…». πρόκειται περί εντολής του Μωϋσή προς στρατωνισμένους Ισραηλίτες. Μια εντολή που δεν χρειάζεται να δώσει κανείς καν στις γάτες, φέρ’ ειπείν, διότι τα ζώα αυτά το πράττουν από μόνα τους και μάλιστα με εξαιρετική επιμέλεια.

Συμπέρασμα: δεν γίνεται με τίποτα να υπάρχει πνεύμα άνευ σώματος. Διότι όταν το πνεύμα των πνευμάτων, ο ίδιος ο θεός, είναι αδύνατο να περιγραφεί άνευ σωματικών μελών και ψυχολογικών αντιδράσεων, τι να πούμε μετά και για τα πνεύματα των ελεεινών ανθρώπων.

Πνεύμα όμως έχει και το πνεύμα. Ιδού: «Πνεύμα ο θεός». Έτσι λέει η Γραφή. Αυτό λοιπόν το πνεύμα έχει το πνεύμα του. Είναι το Άγιο Πνεύμα. Τι είναι το Άγιο Πνεύμα; Είναι το πνεύμα του θεού. Είναι το πνεύμα του πνεύματος.

Το άγιο πνεύμα εμφανίζεται ως τρίτο πρόσωπο, δίπλα στον πατέρα και το υιό στην καινή διαθήκη (Λουκ. 3, 2). Έχουν γραφή και γι’ αυτό τα χίλια μύρια. Έγινε όμως και η μεγάλη φασαρία για την αφεντιά του. Tο περίφημο filioque. Η ανατολική εκκλησία δέχεται ότι το άγιο πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του πατρός. Η δυτική επί πλέον και εκ του υιού (filioque). Προσέξτε την ποιότητα της αερολογίας: «τινές των Ελλήνων πατέρων και διδασκάλων δέχονται ότι το πνεύμα εκπορεύεται ή πρόεισιν εκ του πατρός δι’ υιού ή πέφηνε, προχέεται, εκλάμπει δι’ υιού. Το δι’ υιού όμως διαφέρει του εκ του υιού, κακώς δε οι δυτικοί και διαμαρτυρόμενοι νομίζουσιν ότι δηλοί το αυτό. Το δι’ υιού δεν αναφέρεται εις την υπερβατικήν Τριάδα, αλλ’ εις την οικονομικήν, δηλούν σχέσιν προς τον κόσμο οι δε δυτικοί και διαμαρτυρόμενοι, δεχόμενοι την εκ του υιού εκπόρευσιν, συγχέουσι και ταυτίζουσι την υπό του υιού πέμψιν του πνεύματος προς την εκπόρευσιν»!;

Αυτή η ακατανόητη, υφ’ ημών των ανοήτων απίστων, αερολογία, αποτέλεσε έναν από τους λόγους του σχίσματος μεταξύ της ανατολικής και δυτικής εκκλησίας! Έκτοτε η δογματική αυτή διαφορά έγινε αντικείμενο μακράς και επιπόνου συγγραφικής ερεύνης, όπου αναπτύχθηκε πλούσια πολεμική φιλολογία. Οι αρειανοί, οπαδοί του Άρειου, ονομάστηκαν πνευματομάχοι διότι πίστευαν ότι το άγιο πνεύμα ήταν κτίσμα. Αυτούς τους «τακτοποίησε» η δεύτερη οικουμενική σύνοδος, δια του ογδόου άρθρου του συμβόλου της πίστεως.

Επίσης πνεύμα έχει και ο οίνος. Λέγεται οινόπνευμα. Αυτό το πνεύμα του οίνου είναι εντελώς πραγματικό. Δεν έχει κανείς παρά να καταναλώσει αρκετό οίνο για να το αισθανθεί αμέσως τ’ αποτελέσματά του. Στην αρχή επιδρά ανεβάζοντας το πνεύμα στα ύψη της ευδαιμονίας και μετά το γκρεμίζει εντελώς αβοήθητο, στα βράχια της πνευματικής απώλειας. Συμπέρασμα: ακόμη και το πνεύμα του οίνου μπορεί να κάνει κακό. Άλλως πως, το πολύ πνεύμα κάνει κακό. Κοντολογίς όπου επικρατεί αποκλειστικά, έστω περισσότερο από τα υπόλοιπα, το πνεύμα, τότε ο άνθρωπος πάσχει σοβαρά. Η απόδειξη του δόγματος αυτού είναι η ανώμαλη συμπεριφορά κι ο αντιανθρωπισμός των μοναχών. Αυτών των κατ’ εξοχήν πνευματικών ανθρώπων. Το πνεύμα είναι το θανατηφόρο καρκίνωμα του ανθρώπινου όντος. Το πνεύμα μισεί το σώμα και τις λειτουργίες του. Θεωρεί το σώμα τάφο της ψυχής και του εαυτού του. Κι ό,τι μισεί το σώμα, ακόμα κι όταν δεν το σκοτώνει, το δηλητηριάζει θανατηφόρα.

Δεν γίνεται, σε καμμιά περίπτωση μια υγιής ψυχή, έστω ένα υγιές πνεύμα, να κατοικεί μέσα σ’ ένα άρρωστο σώμα. Κι όμως, οι ίδιοι αυτοί πνευματικοί άνθρωποι, αυτοί που μισούν το σώμα, ποτέ δεν τόλμησαν ν’ αμφισβητήσουν το «Νους υγιής εν σώματι υγιή».

Στο πνεύμα και στα πνεύματα όμως δεν πιστεύουν μόνο οι χριστιανοί. Πιστεύουν και οι πνευματιστές. Η θεωρία τους λέγεται πνευματισμός και ισχυρίζεται ότι υπάρχουν πνεύματα πέρα απ’ αυτόν τον κόσμο, τα οποία μπορούν να εκδηλωθούν και να επικοινωνήσουν μαζί μας, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Πρόκειται για παλιά ιστορία που έχει τις ρίζες του στις πρωτόγονες φυλές. Μάλλον οι πρώτες θρησκείες των ανθρώπων ξεκίνησαν από την πίστη στα πνεύματα. Μετά όπως είναι φυσικό, ανακαλύφθηκε και ο αρχηγός των πνευμάτων ο θεός. Έτσι δεν τον λένε ακόμα «ο θεός των πνευμάτων…».

Όπου υπάρχουν «απολίτιστες» πρωτόγονες φυλές, Γη του Πυρός, Τασμανία, Οττεντότοι – όχι ότι οι υπόλοιποι λαοί βρίσκονται ουσιαστικά σε καλύτερη θρησκευτική μοίρα – η θρησκευτικότητα συνίσταται στην πίστη ανθρωπόμορφων ή ζωόμορφων πνευμάτων που κατοικούν τα όρη, τους βράχους, τα σπήλαια κ.α. Μάλλον θα έπρεπε να θεωρήσουμε το στάδιο αυτό της θρησκευτικότητας ανώτερο από το σημερινό, εξαιτίας του σεβασμού προς τα στοιχεία της φύσης. Προς ολόκληρη τη φύση. Εκτός κι αν θεωρούμε ανώτερο στάδιο αυτό που καταστρέφει την φύση, όπως το σημερινό. Ποιος μας δίδαξε ότι η φύση και τα πλάσματά της έγιναν χάριν του ανθρώπου; Αναμφισβήτητα ο ιουδαιοχριστιανισμός.

Από την πίστη στα πνεύματα ξεκίνησε η πορεία των θρησκειών. Η επιθυμία για επικοινωνία μ’ αυτά, ο φόβος απέναντί τους και κατά συνέπεια η προσπάθεια εξευμενισμού τους δια δώρων και θυσιών, επέφερε την κατασκευή ναών, για να κατοικήσουν αυτά εκεί μέσα – «οίκος του θεού» λέγεται η χριστιανική εκκλησία. Έτσι ξεφύτρωσαν αναγκαστικά και οι τάξεις των ιερέων, των μάγων και των εξορκιστών.

Η ιστορία όμως του νεώτερου πνευματισμού άρχισε ξαφνικά το 1747 στην Hydesville της Αμερική, πλησίον της Νέας Υόρκης. Οι δυο θυγατέρες του Τζων Φοξ, ηλικίας 12 και 14 ετών άρχισαν να αντιλαμβάνονται κάποια παράδοξα φαινόμενα τα οποία επαναλαμβάνονταν συχνά. Μετακινήσεις επίπλων ανεξήγητοι κρότοι και επιψαύσεις αόρατων χεριών. Στη συνέχεια αντιλήφθηκαν ότι σε απευθυνόμενες ερωτήσεις οι κρότοι απαντούσαν κατάλληλα.

Άλλο που δεν ήθελε η αδηφάγος δεισιδαιμονική λάμια, που φωλιάζει στην ψυχή των ανθρώπων. Το φαινόμενο «πιστοποιήθηκε» και από άλλους που έσπευσαν εκεί και ο θόρυβος εξαπλώθηκε σε Αμερική και Ευρώπη. Δημιουργήθηκα εταιρείες ψυχικών ερευνών και ο θόρυβος της ιστορίας αυτής ακούγεται ευκρινώς μέχρι και σήμερα.

Φαίνεται ότι όταν εισέλθει αέρας (πνεύμα = φύσημα αέρα) στον ανθρώπινο εγκέφαλο, γίνεται αυτό που λένε «πήραν τα μυαλά του αέρα». Πράγματι υπάρχει η ασθένεια αυτή και λέγεται πνευματοκέφαλος. Να τι λέει η ιατρική γι’ αυτό: καλείται έτσι η είσοδος αέρα στις κοιλότητες του εγκεφάλου στις οποίες υπάρχει υγρό. Παρόμοια είναι και η πάθηση που λέγεται πνευματοκήλη. Ενώ όμως για τις δυο αυτές παθήσεις βρέθηκε λύση, που λέγεται πνευματοθεραπεία – συνίσταται στον εξαναγκασμό του πάσχοντος να διενεργεί εισπνοή εντός πεπιεσμένου αέρα και εκπνοή εντός αραιωμένου – για την πνευματο-πληξία δεν έχει βρεθεί ακόμη το παραμικρό φάρμακο.

Το κακό όμως δεν σταματάει εδώ. Μας προέκυψε και η πνευματοκρατία. Έτσι καλείται η ροπή εκείνη στην μεταφυσική κατά την οποία η ουσία των όντων είναι πνευματική ή καθόλου ψυχική και η οποία θεωρεί κατ’ ακολουθία την ύλη ως προϊόν ψυχικών παραγόντων, ως φαινόμενο του πνεύματος ή ως αισθητή αυτού υποστασίωση.

Τον πνευματοκρατικό αυτό χορό χορογράφησε πρώτος ο Λάιμπνιτς και μέσα στις πτυχές του μπλέχτηκαν οι Έρβαρτ, Λότσε, Σοπεγχάουερ, Φέχνερ, Βουντ, και οι γνωσιολόγοι Μπέρκλεϋ, Φίχτε και Σέλλινγκ.

Πνευματολατρεία, καλείται το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο απονέμεται τιμή και σεβασμός προς τα παντός είδους πνεύματα, από τα οποία ελπίζει ο άνθρωπος βοήθεια και αρωγή ή που φοβάται την επέμβασή τους. Αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στην Κίνα στην περί Ταό διδασκαλία.

Αξίζει τον κόπο ν’ αναφέρουμε και τα περί πνευματικής (ιατρικής) σχολής. Την ίδρυσαν κάποιοι από τους αρχαίους γιατρούς, οι οποίοι δεν ήταν ικανοποιημένοι από τα ισχύοντα τρία μεγάλα συστήματα των ιατρικών αιρέσεων, δηλαδή το δογματικό, το εμπειρικό και το μεθοδικό. Ιδρυθείσα υπό του ιατρού Αθηναίου του Ατταλέως είχε το χαρακτηριστικό της ιδιάζουσας συναρμογής της στωϊκής φιλοσοφίας με τα κύρια αξιώματα της δογματικής σχολής.

Κατά τις θεωρίες του ιδρυτή της παρεισάγεται στον οργανισμό του ανθρώπου και πέμπτο στοιχείο, το πνεύμα, από το οποίο, μόλις συναρμοστεί στο σώμα, όλα μέσα στον οργανισμό συνέχονται και διοικούνται. Η αλλοίωση του πνεύματος αυτού προκαλεί όλα τα νοσήματα.

Πράγματι είναι αξιοθαύμαστη η διαχρονική τάση του ανθρώπου να αναποδογυρίζει τις ανθρώπινες υποθέσεις και να τις βάζει να πορεύονται με το κεφάλι κάτω και προς τα πίσω. Γίνεται κουβέντα για πνεύμα, αλλά τι είδους πρέπει να είναι το πνεύμα αυτό δύσκολα γίνεται λόγος. Ας πούμε να γίνει λόγος για καλλιέργεια ενός συγκεκριμένου είδους πνεύματος. Σπανίως ακούει κανείς την έκφραση «πνευματική καλλιέργεια».

Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί πώς θα είχε διαμορφωθεί σήμερα το ανθρώπινο τοπίο εάν οι άνθρωποι, αντί να κατασπαταλούν τις πνευματικές τους δυνάμεις σε τέτοιες άκαρπες αερολογικές αναζητήσεις, είχαν το ενδιαφέρον να στρέψουν την προσοχή τους κυρίως στην αναζήτηση τρόπων και ανάπτυξης πνευματικών καλλιεργειών. Ας πούμε ενδιαφέρον για την παιδεία, τα γράμματα, τις τέχνες, την ιατρική, την κάθε επιστήμη και κυρίως για την χαρά της ζωής και γενικώς την απόλαυση ενός υγιούς βίου.

Και παρ’ όλο που οι λίγοι, υγιείς και χαρούμενοι άνθρωποι, κυνηγήθηκαν από τους πολλούς, δεισιδαίμονες και καθυστερημένους, αυτοί οι λίγοι κατόρθωσαν να προσφέρουν στην ανθρωπότητα τόσο πολλά και ανεκτίμητα αγαθά, με τους υπεράνθρωπους και ανιδιοτελείς κόπους τους.

Το ανόητο ανθρωπάκι, όταν τον σώζουν οι γιατροί, από βέβαιο θάνατο, σπεύδει στον άγιο να του ανάψει το κερί και να τον ευχαριστήσει για την σωτηρία του! Ο αχάριστος αυτός ουδέποτε πρόσεξε ότι ο αρχιεπίσκοπός του και ο ανώτερος κλήρος του, όταν αρρωσταίνουν προστρέχουν στους καλύτερους γιατρούς του κόσμου και γράφουν στα παλιά του τα παπούτσια τους αγίους και τα τάματα. Ούτε και πρόκειται ν’ αντιληφθεί ποτέ το μέγεθος τη ύβρεως του αρχιεπισκόπου του, ο οποίος δίχως ίχνος ντροπής, ομολόγησε δημοσίως ότι όταν οι γιατροί τον ενημέρωσαν πως πάσχει από καρκίνο, αυτός αναφώνησε προς τον θεό του την φράση «γιατί θεέ μου σε μένα κι όχι σε κάποιον άλλο;».

Και παρ’ όλο που δίδασκε αυτός ο αρχιερέας ότι ό,τι ζητά ο πιστός από τον θεό αυτός του το δίνει, ποτέ δεν πρόκειται να γίνει κατανοητό το γεγονός όπου, ενώ όλος ο ελληνικός λαός ζητούσε από τον θεό την σωτηρία του αρχιεπισκόπου του, ο θεός τους έγραψε κανονικά και απώλεσε τον βίο του αντιπροσώπου του επί γης.

Ο αρχιεπίσκοπος όμως αυτός, όπως κι όλη η συμμορία στην οποία ανήκε, διδάσκουν ότι αυτό που μετρά αποκλειστικά για τον άνθρωπο είναι η σωτηρία της ψυχής κι όχι η σωτηρία του σώματος. Μόλις όμως κινδυνεύει το σώματος τους πανικοβάλλονται σε τέτοιο βαθμό που καταντούν ελεεινοί. Πώς εξηγείται αυτή τους η συμπεριφορά; Οι άνθρωποι του πνεύματος, αυτοί οι πνευματικοί άνθρωποι γιατί τρέμουν την απώλεια του σώματος το οποίο υποτίθεται ότι περιφρονούν; Αυτό που πιστεύουν ότι κολάζει το σώμα, αυτή την πηγή κάθε αμαρτίας;

Ποιος είναι σε θέση να μετρήσει το μέγεθος της υποκρισίας αυτής; Τι είδους άνθρωποι αποτελούν το ποίμνιο των αρχι-υποκριτών αυτών; Για τα ζώα το ποίμνιο αποτελείται από πρόβατα. Για τους ανθρώπους το ποίμνιο από τι αποτελείται;

Ο τσομπάνης σχίζεται για την σωτηρία των προβάτων του. Οι άνθρωποι τι έπαθαν και έβαλαν στο κοπάδι των εαυτών τους, στη θέση των τσομπάνηδων, αυτό το ιερατείο των αχόρταγων λύκων;

Έπαθαν πνευματοκέφαλο και πνευματοκήλη: είσοδο αέρα στις κοιλότητες του εγκεφάλου. Η σωτηρία που υπόσχεται το παπαδαριό δεν είναι τίποτε άλλο από μια τρόμπα με την οποία φουσκώνει τα κεφάλια των πιστών με πνεύμα (πνεύμα = ροή αέρα). Κι όταν τα μυαλά πάρουν αέρα (πνεύμα) τότε πηγαίνουν προς τα εκεί που φυσάει κάθε στιγμή ο άνεμος. Του γεμίζει ο παπάς τον εγκέφαλο με αέρα και τον φυσά μετά προς το παγκάρι, προς το τάμα, προς την κληροδοσία της περιουσίας του στην εκκλησία ή στο μοναστήρι. Και μετά απορεί το αρνίον για το πώς βρέθηκε η εκκλησία του με τόσους παράδες και τόσα ακίνητα στην κατοχή της.

Τους έξυπνους μάλιστα ανθρώπους (που διαθέτουν πνεύμα) τους σέβονται οι πάντες. Να, προσέξετε τους Τούρκους πώς σεβάστηκαν το παπαδαριό, το οποίο επί των ημερών τους αύξησε την περιουσία του κατά γεωμετρική πρόοδο. Αυτό θα πει πρόοδος κι αφήστε αυτά που λένε πρόοδος στα γράμματα. Γι’ αυτό το παπαδαριό το μάστιζε και το μαστίζει ακόμα ο αναλφαβητισμός.

Το ιερατείο λοιπόν απέδειξε και αποδεικνύει, με το παραπάνω, ότι μπορεί κανείς κάλλιστα, διαχειριζόμενος την μεταφυσική και το πνεύμα, να υποτάσσει τις ανθρώπινες υπάρξεις. Ως προς την ανυπέρβλητη λοιπόν αυτή μαγκιά του θα ήταν δίκαιο να του φερόμαστε με τον ανάλογο θαυμασμό. Είναι όμως άδικο να σέβεται κανείς ανθρώπους μισαλλόδοξους, δηλαδή ανθρώπους που δεν σέβονται το οποιοδήποτε «πνεύμα» τυχαίνει να είναι διαφορετικό από το δικό τους.

Και μια «χρήσιμη» πληροφορία για τους Ιουδαιοχριστιανούς: Βρίστε ελεύθερα και... ατιμωριτί!
Ίσως θα έχετε παρατηρήσει, πως κατά κύριον λόγο, η βλασφημία των «θείων» γίνεται απ' αυτούς που θεωρούν εαυτούς, καλούς χριστιανούς, πιστούς, θρήσκους κ.ά. (προσωπικά, έχω ακούσει ιερέα να «κατεβάζει καντήλια» και μάλιστα ενώπιον παιδιών).

Οι άθεοι, άθρησκοι, αλλόθρησκοι κλπ., παρ' ότι είναι απελευθερωμένοι απ' αυτή τη «δέσμευση», σπανίως βάζουν στο στόμα τους εκφράσεις όπως «γαμώ τον Χριστό μου/σου», «γαμώ την Παναγία μου/σου», «γαμώ τον Σταυρό μου/σου» κλπ.

Απ' ότι φαίνεται λοιπόν, ακόμη και οι ίδιοι οι Εβραιοχριστιανοί δεν παίρνουν και στα πολύ σοβαρά την «δαμόκλειο σπάθη» της Κολάσεως που προτάσσει σαν μπαμπούλα η Εκκλησία. Υπάρχει όμως, μια μικρή λεπτομέρεια, η οποία κατά κάποιον τρόπο απενεχοποιεί τους βλάσφημους (αν και οι περισσότεροι απ' αυτούς, αν όχι όλοι, δεν γνωρίζουν): Σύμφωνα με την («θεόπνευστη») Αγία Γραφή, το αμάρτημα της βλασφημίας είναι συγχωρητέο...

Υπάρχει κι ένας αστερίσκος όμως... Δεν συγχωρούνται όλες οι βλασφημίες. Εξαιρείται η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, η οποία δεν πάει να 'χεις «μπάρμπα στον Παράδεισο», δεν συγχωρείται με «καμμία Παναγία». Είναι η απόλυτη βλασφημία. Ιδού και το αντίστοιχο απόσπασμα από την Αγία Γραφή, που τεκμηριώνει τα προαναγραφόμενα:

«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πάντα ἀφεθήσεται τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων τὰ ἁμαρτήματα καὶ αἱ βλασφημίαι ὅσας ἐὰν βλασφημήσωσιν· ὃς δ’ ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλ’ ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου κρίσεως».
«Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον» 3:28-29

Δηλαδή:
«Αλήθεια σας λέω ότι όλα θα συγχωρεθούν στους γιους των ανθρώπων, τα αμαρτήματα και οι βλασφημίες όσες κι αν βλασφημήσουν· όποιος όμως βλασφημήσει ενάντια στο Πνεύμα το άγιο, δεν θα συγχωρεθεί ποτέ, παρά είναι ένοχος αιώνιου αμαρτήματος».

Τα ίδια πάνω κάτω λένε και τα υπόλοιπα ευαγγέλια (επιτέλους, συμφωνούν και σε κάτι, ανάμεσα στις τόσες αντιφάσεις τους).

Ηθικό δίδαγμα; Ιουδαιοχριστιανοί, θρήσκοι και μη, «κατεβάστε καντήλια» άφοβα (έτσι κι αλλιώς, σχεδόν κανένας δεν βρίζει το Άγιο Πνεύμα). Ο δρόμος για τον Παράδεισο, δεν περνάει από κει. Η θρησκεία της «αγάπης» θα σας συγχωρέσει. Προσοχή όμως, μην το παραχέσετε κι ασχοληθείτε με το... «πουλί», γιατί τότε «την βάψατε»...

Πλάτων: Διαλεκτική και φιλοσοφία για τη ζωή

Πλάτων, Διά-λογος και Δια-λεκτική

Από το Έρεβος στο Φως

§1

Ο Πλάτων είναι ο πρώτος φιλόσοφος στην ελληνική αρχαιότητα που έχει να μας παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη θεωρία της διαλεκτικής. Ολοκληρωμένη υπό τον εξής ορίζοντα: πρώτον συνδυάζει Λόγο και διά-Λογο για να αναπτύξει ένα δια-λέγεσθαι, που φιλοδοξεί να προσεγγίσει την ουσία της αλήθειας, χωρίς να στρεψοδικεί και να παραπλανά. Ένα δια-λέγεσθαι τόσο αριστουργηματικά φιλοτεχνημένο, που δεν έχει όμοιό του στην ιστορία του πνευματικού μας πολιτισμού. Ως εκ τούτου, δεύτερον, ολοκληρωμένη υπό την έννοια της απαιτητικής οδού της αλήθειας: γόνιμη αξιοποίηση όλων των σχετικών στοιχείων της παράδοσης –μαζί με παλαιότερες διαλεκτικές συλλήψεις συν το υπαρκτό γλωσσικό και γλωσσολογικό υλικό– και απαιτητική ως προς το αψευδές του ερευνητικού της βλέμματος. Εάν αλήθεια είναι το Ἀγαθòν και τούτο είναι ο φιλοσοφικός Ἒρως για μια αυθεντική ζωή, για το ὄντως Ὄν, τότε οδός της αλήθειας είναι το κατά Λόγον εύτακτο εγχείρημα ανάβασης στην Ιδέα του Ἀγαθοῦ, η οδός που οδηγεί στην πρώτη οντολογική αρχή του ανθρώπου και τη διασφαλίζει ως τέτοια. Ολοκληρωμένη, τρίτον, ως εναρμονισμένη πλήρως με τις αναγκαιότητες της αρχαίας ελληνικής σκέψης και ως επαρκής για την καλύτερη οργάνωση του βίου της πολιτείας και των ανθρώπων. Ως μια τέτοια λοιπόν ολοκληρωμένη φιλοσοφική οδός της αλήθειας συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοείται και η νεότερη διαλεκτική, της οποίας αποκορύφωση είναι η εγελιανή διαλεκτική[1]. Τι είναι, πιο συγκεκριμένα η πλατωνική διαλεκτική; Στα πρώτα βήματα διαμόρφωσής της είναι η ίδια η σωκρατική δια-λεκτική: η τέχνη του δια-λόγου και της συν-ομιλίας. Κατά τη ρήση του Χάιντεγκερ, ήτοι του Χαίλντερλιν: «μια συν-ομιλία είμαστε και μπορούνε να ακούμε ο ένας τον άλλο». Μια συν-ομιλία δηλαδή στα χνάρια του πλατωνικού δια-λέγεσθαι.

§2

Ο Πλάτων ωστόσο δεν αρκείται σε μια απλή τέχνη του δια-λόγου και της συν-ομιλίας. Προχωρεί παραπέρα: δημιουργεί μια ιεραρχία αρχέτυπων Ιδεών, γενών και ανάγεται δι-αισθητικά στους αρχέγονους τύπους, στα ίδια τα αρχέ-τυπα, όπου συμ-μετέχουν τα όντα που συλλαμβάνει κανείς με την κατ’ αίσθηση αντίληψή του. Έτσι, Λόγος, διά-Λογος και δια-λεκτική συνιστούν γλωσσικά σήματα φωτός: εσωτερικότητας, κίνησης της ψυχής και του λογισμού. Εκκινώντας κανείς από το σωκρατικό διάλογο, στη Μοναδική του σημασία, ως οδό προσέγγισης του άλλου, ως δι-επικοινωνιακή διερεύνηση της αλήθειας, μπορεί εκ πρώτης όψεως να διαπιστώσει ότι ο διά-Λογος εισδύει ερμηνευτικά στα φαινόμενα, όχι για να μείνει σ’ αυτά, αλλά για να αναζητήσει μια κάποια αρχική τους ενότητα. Η περίφημη μέθ-οδος του ορισμού: τι εστί χ; Κατ’ αυτή τη φορά λοιπόν η διαλεκτική έχει να κάνει με τον Λόγο, με την κίνηση της σκέψης από τα πολλά [φαινόμενα] στο ένα, στο είδος. Ο Πλάτων προχωρεί πέρα από τις επί μέρους έννοιες, με τις οποίες ασχολήθηκαν κυρίως οι Σοφιστές και ο Σωκράτης. Τις θεωρεί έκτυπα –σε αντίθεση με τα αρχέτυπα– εικόνες των εφήμερων, φθαρτών όντων και ως τέτοιες είναι και αυτές κάτι το φθαρτό, το πεπερασμένο. Οι αληθινές έννοιες είναι οι Ιδέεςˑ αυτές εδώ αντιστοιχούν στα όντως όντα και βρίσκονται πάνω από κάθε σχετική αλήθεια. Ενώ για τις σχετικές προπλατωνικές αντιλήψεις, συμπεριλαμβανομένης και της σωκρατικής, ο αληθινός/πρωταρχικός τύπος της πραγματικότητας αναζητείται στα ορατά όντα του παρόντος κόσμου και με βάση αυτά δημιουργούνται και γίνονται επεξεργάσιμες οι αντίστοιχες ιδέες της φιλοσοφίας, της επιστήμης κ.λπ., για τον Πλάτωνα ετούτα τα καθέκαστα αντικείμενα του ορατού, αισθητού κόσμου αποτελούν απλώς ένα μέρος του όντως Όντος και ως τέτοια είναι είδωλα, σκιές[2].

§3

Απεναντίας, οι Ιδέες του νοητού κόσμου είναι καθολικοί τύποι, ανεξίτηλοι, ανεξάντλητοι, άφθαρτοι και ως εκ τούτου η μοναδική αδιάφθορη αλήθεια, που δεν μπορεί να κατασπαραχθεί από τους οπισθοδρομικούς παντός καιρού και παντός είδους. Ετούτοι, που είναι χωρίς καμιά φιλοσοφική γνώση ή επίγνωση, αλλά «άριστοι» υπηρέτες των διαφόρων προπαγανδιστικών ιδεολογιών, χαρακτηρίζουν τον Πλάτωνα «δογματικό», «ιδεαλιστή», «αντιδημοκράτη», «μοναρχικό», «ηθικολόγο» κ.λπ. Τίποτα από τούτα δεν είναι πιο ψευδές και αλλήθωρο. Τέτοιοι σκοταδιστές εχθρεύονται καθετί που υπερβαίνει τη δική τους ασημαντότητα και ανικανότητα, πόσο μάλλον εκείνη τη φιλοσοφία που ανυψώνει τη διαλεκτική στην ύπατη αρχή Λόγου και δια-Λόγου. Μια αρχή που είναι σε θέση,

«να επαναφέρει το ευγενέστερο τμήμα της ψυχής [από το υπόγειο κατοικητήριο των σκιών] στο φως του ήλιου και να το προσανατολίσει προς τη θέα εκείνου που μέσα στα όντα συνιστά το άριστο…Μόνο η δύναμη της διαλεκτικής [=ἡ τοῦ διαλέγεσθαι δύναμις] θα μπορούσε να το αποκαλύψει σε εκείνον που κατέχει τις επιστήμες που μόλις αναφέραμε και κανένας άλλος τρόπος Μόνο η διαλεκτική μέθοδος στρέφει τα μάτια της ψυχής από τον βαρβαρικό βούρκο [των σκιών] προς τον επάνω κόσμο [του φωτός]»[3].

Αυτοί που δεν βγαίνουν έξω από τον βαρβαρικό βούρκο των σκιών είναι τα παντοειδή παρασιτικά στοιχεία των ποικίλων συστημάτων εξουσίας, που τα συναντάμε συνήθως μέσα σε μορφωτικά ιδρύματα, σε θεσμικούς χώρους, στα κοινοβούλια, στους δήθεν πολιτικούς, πολιτιστικούς, επιστημονικούς, δημοσιογραφικούς, γενικώς συντεχνιακούς οργανισμούς και μηχανισμούς, σε περιοχές γενικώς, όπου ευδοκιμεί το μαζικό θέαμα. Αυτούς ο Νίτσε τους χαρακτηρίζει ως εξής με τον στιβαρό του λόγο:

«Αυτοί που μας έχουν προκαλέσει τη μεγαλύτερη αηδία ως τώρα είναι τα παράσιτα του πνεύματος: τα συναντάμε ήδη παντού στην αρρωστημένη μας Ευρώπη· και μάλιστα με την ηθική τους-συνείδηση ως την καλύτερη του κόσμου. Μπορεί να είναι λίγο τεθλιμμένοι … αλλά κυρίως είναι αδηφάγοι, βρομεροί, που σκορπίζουν παντού βρομιά, καταχθόνιοι, άνθρωποι που χώνονται παντού, που ρέπουν στην κλεψιά, πρόστυχοι. Ζουν σε βάρος των άλλων ανθρώπων που διαθέτουν πνεύμα και το μοιράζουν γενναιόδωρα: ξέρουν ότι ταιριάζει σ’ αυτή τούτη τη φύση του πλούσιου πνεύματος να ζει ανιδιοτελώς, χωρίς την παραμικρή/μικρόψυχη έγνοια για το αύριο, και να σπαταλά τον εαυτό του αφρόντιστα. Γιατί το πνεύμα είναι ένας κακός διαχειριστής και δεν προσέχει διόλου το γεγονός ότι τα πάντα ζουν και τρέφονται απ’ αυτό»[4].

Αυτό το νιτσεϊκό πνεύμα αποτυπώνει πλήρως το μίσος όλων των αντιφιλοσοφικών στοιχείων της κοινωνίας του θεάματος απέναντι στον φιλοσοφικό Λόγο. Αυτός ο βαρβαρικός βόρβορος κυριαρχεί σχεδόν παντού και περνάει για τις καθεύδουσες συνειδήσεις ως περισσή αλήθεια. Το ερώτημα λοιπόν για τον Πλάτωνα είναι τούτο: πώς μπορεί να ατενίσει η ανθρώπινη ψυχή τον αληθινό κόσμο των Ιδεών, να δει το φως που αυτός εκπέμπει και να συμμετάσχει και η ίδια στην τελειότητα που ο ίδιος υπόσχεται; Με τη διαλεκτική: ως οδό, μέθ-οδο κριτικής ανάβασης στους αναβαθμούς της γνώσης από την απλή εικασία στη δόξα, στη μαθηματική γνώση και τέλος στο ανυπόθετο. Τι είναι το ανυπόθετο; Εκείνο το από-λυτο [=το λυμένο/ απ-αλλαγμένο από περατούς δεσμούς], που δεν πνίγεται μέσα στην ετερότητα, στην αποξένωση, στον διασκορπισμό και τον σχετικισμό, αλλά γεμάτο φως δίνεται ή εκτίθεται στη θέα της ψυχής.

§4

Έτσι, η διαλεκτική είναι ψυχ-αγωγία, αγωγή δηλαδή της ψυχής, ώστε να καταστεί ικανή να φτάσει στη θέα του κόσμου των Ιδεών. Και όταν φτάσει ως εκεί, προχωρεί στο επόμενο στάδιο, όπου αναστρέφεται με τις τελευταίες, δια-λέγεται μαζί τους. Το δια-λέγεσθαι τούτο δεν είναι το γνωστό σωκρατικό διαλέγεσθαι ανάμεσα σε δυο πρόσωπα, αλλά πιο εσωτερικό, περισσότερο άρρητο, για το οποίο η ψυχή σχηματίζει Ιδέα με τα έργα της και έτσι τείνει να μετα-σχηματίζεται η ίδια σε ψυχή της Ιδέας. Η διαλεκτική είναι συνεπώς, με όρους του Πλάτωνα, Ερωτική Ανάβαση από τον κόσμο των αισθητών στον κόσμο των Ιδεών. Όχι σπάνια μέσα στα κείμενά του ο μεγάλος Έλληνας διαλεκτικός χρησιμοποιεί τη λέξη λόγους, όταν αναφέρεται στη διαλεκτική οργάνωση της σκέψης. Η ανάβαση ή άνοδος από τον έναν κόσμο στον άλλο δεν συνιστά μετάβαση από την πολλαπλότητα των αισθητών σε μια πολλαπλότητα των νοητών πραγμάτων, αλλά μέθεξη στη μια Ιδέα, στο ένα νοητό Ον. Π.χ. όταν μιλάμε για τα πολλά δίκαια, τα πολλά ωραία κ.λ.π., αναζητούμε την αλήθεια τους μέσα στη μια Ιδέα του δικαίου, του ωραίου κ.λπ. Πώς την αναζητούμε; Καταφεύγοντας στους λόγους ή στον λόγο, δηλαδή στη διαλεκτική. Στη συνάφεια με τούτη τη διαλεκτική, η εμπειρία δεν εκβάλλεται από τον πλατωνικό κόσμο των Ιδεών, αλλά αποτελεί τον τόπο, όπου συντελείται η ανάμνηση: π.χ. την Ιδέα του ωραίου δεν μας την δίνει ένα ωραίο πράγμα ή αντικείμενο ή πρόσωπο, που στέκεται αντίκρυ μας, αλλά την ενατενίζει η ψυχή, όταν θεάται τα ωραία πράγματα του αισθητού κόσμου. Χωρίς τη θέαση τούτη, η ψυχή παραμένει βυθισμένη μέσα στη λήθη. Στην Πολιτεία, στο Φαίδρο, στο Συμπόσιο και σε πολλά άλλα έργα του ο φιλόσοφος μας παρουσιάζει δια-λεκτικές παραστάσεις μιας τέτοιας ανοδικής πορείας της ψυχής στο νοητό τόπο: μετ-ουσίωση από τη λήθη στην αλήθεια, δηλαδή στην ανά-μνηση της προϋπάρχουσας αλήθειας της. Αυτή η ανοδική πορεία δεν είναι μια συσσώρευση πληροφοριακής γνώσης, αλλά επιδιωκόμενη ταύτιση [=κίνηση ταύτισης] του σκεπτόμενου υποκειμένου με το νοητό ζητούμενο.
--------------------------------------
[1] Βλ. Χέγκελ: τι είναι διαλεκτική;
[2] Πρόκειται για τον χαώδη και ψευδή κόσμο της αισθητής πραγματικότητας, όπως μοναδικά τον παριστά ο Πλάτων, στην Πολιτεία 514a κ.εξ., με την αλληγορία του σπηλαίου.
[3] Πλάτων: Πολιτεία 532c5-533d3.
[4] Fr. Nietzsche: Ο Ευρωπαϊκός Μηδενισός [Δύναμη καταστροφής και δημιουργίας], σσ. 150-51.

ΠΛΑΤΩΝ: Ἵππίας μείζων (281a-282a)

Εισαγωγική σκηνή

[281a] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἱππίας ὁ καλός τε καὶ σοφός· ὡς διὰ χρόνου ἡμῖν κατῆρας εἰς τὰς Ἀθήνας.
ΙΠΠΙΑΣ. Οὐ γὰρ σχολή, ὦ Σώκρατες. ἡ γὰρ Ἦλις ὅταν τι δέηται διαπράξασθαι πρός τινα τῶν πόλεων, ἀεὶ ἐπὶ πρῶτον ἐμὲ ἔρχεται τῶν πολιτῶν αἱρουμένη πρεσβευτήν, ἡγουμένη δικαστὴν καὶ ἄγγελον ἱκανώτατον εἶναι τῶν λόγων οἳ ἂν [281b] παρὰ τῶν πόλεων ἑκάστων λέγωνται. πολλάκις μὲν οὖν καὶ εἰς ἄλλας πόλεις ἐπρέσβευσα, πλεῖστα δὲ καὶ περὶ πλείστων καὶ μεγίστων εἰς τὴν Λακεδαίμονα· διὸ δή, ὃ σὺ ἐρωτᾷς, οὐ θαμίζω εἰς τούσδε τοὺς τόπους.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τοιοῦτον μέντοι, ὦ Ἱππία, ἔστι τὸ τῇ ἀληθείᾳ σοφόν τε καὶ τέλειον ἄνδρα εἶναι. σὺ γὰρ καὶ ἰδίᾳ ἱκανὸς εἶ παρὰ τῶν νέων πολλὰ χρήματα λαμβάνων ἔτι πλείω [281c] ὠφελεῖν ὧν λαμβάνεις, καὶ αὖ δημοσίᾳ τὴν σαυτοῦ πόλιν ἱκανὸς εὐεργετεῖν, ὥσπερ χρὴ τὸν μέλλοντα μὴ καταφρονήσεσθαι ἀλλ᾽ εὐδοκιμήσειν ἐν τοῖς πολλοῖς. ἀτάρ, ὦ Ἱππία, τί ποτε τὸ αἴτιον ὅτι οἱ παλαιοὶ ἐκεῖνοι, ὧν ὀνόματα μεγάλα λέγεται ἐπὶ σοφίᾳ, Πιττακοῦ τε καὶ Βίαντος καὶ τῶν ἀμφὶ τὸν Μιλήσιον Θαλῆν καὶ ἔτι τῶν ὕστερον μέχρι Ἀναξαγόρου, ὡς ἢ πάντες ἢ οἱ πολλοὶ αὐτῶν φαίνονται ἀπεχόμενοι τῶν πολιτικῶν πράξεων;
ΙΠΠΙΑΣ. Τί δ᾽ οἴει, ὦ Σώκρατες, ἄλλο γε ἢ ἀδύνατοι ἦσαν [281d] καὶ οὐχ ἱκανοὶ ἐξικνεῖσθαι φρονήσει ἐπ᾽ ἀμφότερα, τά τε κοινὰ καὶ τὰ ἴδια;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἆρ᾽ οὖν πρὸς Διός, ὥσπερ αἱ ἄλλαι τέχναι ἐπιδεδώκασι καὶ εἰσὶ παρὰ τοὺς νῦν δημιουργοὺς οἱ παλαιοὶ φαῦλοι, οὕτω καὶ τὴν ὑμετέραν τὴν τῶν σοφιστῶν τέχνην ἐπιδεδωκέναι φῶμεν καὶ εἶναι τῶν ἀρχαίων τοὺς περὶ τὴν σοφίαν φαύλους πρὸς ὑμᾶς;
ΙΠΠΙΑΣ. Πάνυ μὲν οὖν ὀρθῶς λέγεις.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Εἰ ἄρα νῦν ἡμῖν, ὦ Ἱππία, ὁ Βίας ἀναβιοίη, γέλωτ᾽ [282a] ἂν ὄφλοι πρὸς ὑμᾶς, ὥσπερ καὶ τὸν Δαίδαλόν φασιν οἱ ἀνδριαντοποιοί, νῦν εἰ γενόμενος τοιαῦτ᾽ ἐργάζοιτο οἷα ἦν ἀφ᾽ ὧν τοὔνομ᾽ ἔσχεν, καταγέλαστον ἂν εἶναι.
ΙΠΠΙΑΣ. Ἔστι μὲν ταῦτα, ὦ Σώκρατες, οὕτως ὡς σὺ λέγεις· εἴωθα μέντοι ἔγωγε τοὺς παλαιούς τε καὶ προτέρους ἡμῶν προτέρους τε καὶ μᾶλλον ἐγκωμιάζειν ἢ τοὺς νῦν, εὐλαβούμενος μὲν φθόνον τῶν ζώντων, φοβούμενος δὲ μῆνιν τῶν τετελευτηκότων.

***
Πρόλογος και αρχή της συζήτησης

[281a] ΣΩ. Α, ο Ιππίας ο όμορφος και σοφός! Πάει καιρός πολύς που έχεις να μας έρθεις στην Αθήνα!
ΙΠ. Mα δεν αδειάζω, Σωκράτη! Η Ήλιδα, όταν έχει να κανονίσει ένα ζήτημα με κάποιαν άλλη πολιτεία, σε μένα πρώτον έρχεται πάντα και εμένα προτιμάει για πρεσβευτή, γιατί έχει τη γνώμη πως είμαι ο πιο ικανός να κρίνω και να μεταφέρω τους λόγους, όσοι τυχόν [281b] λέγονται από τη μια και από την άλλη πολιτεία. Έτσι, πήγα πολλές φορές και σε άλλες πολιτείες πρεσβευτής, τις περισσότερες όμως και για τα περισσότερα και σπουδαιότερα ζητήματα στη Λακεδαίμονα. Αυτός είναι ο λόγος —για ν᾽ απαντήσω στην απορία σου— που δεν έρχομαι συχνά σε τούτα εδώ τα μέρη.
ΣΩ. Αυτό θα πει, Ιππία, να είναι κανείς αληθινά σοφός και ολοκληρωμένος άνθρωπος! Γιατί όχι μόνο στην ιδιωτική σου ζωή είσαι ικανός, παίρνοντας πολλά χρήματα από τους νέους, να τους δίνεις περισσότερη [281c] ωφέλεια από όση παίρνεις, αλλά και στη δημόσια είσαι ικανός να κάνεις καλό στην πολιτεία σου, όπως ταιριάζει σ᾽ έναν άνθρωπο που χαίρεται την τιμή του κόσμου και δεν τον παραπετούν. Ποιός όμως είναι ο λόγος, Ιππία, που οι παλιοί εκείνοι, όσοι έβγαλαν όνομα μεγάλο για τη σοφία τους, ο Πιττακός και ο Βίας και ο κύκλος του Θαλή του Μιλήσιου, ακόμα και οι υστερότεροι ως τον Αναξαγόρα — ότι είτε όλοι είτε οι περισσότεροί τους παρουσιάζονται να κρατιούνται μακριά από την πολιτική;
ΙΠ. Για ποιόν άλλο λόγο νομίζεις, Σωκράτη, αν όχι γιατί δεν είχαν τη δύναμη [281d] ούτε την ικανότητα να φτάσει το μυαλό τους και για τα δύο μαζί, τόσο για τα κοινά όσο και για τα ιδιωτικά;
ΣΩ. Για το όνομα του Δία, πρέπει λοιπόν να πούμε πως, όπως οι άλλες τέχνες έχουν προκόψει και δίπλα στους τωρινούς τεχνίτες οι παλιοί δεν αξίζουν και πολλά πράγματα, το ίδιο και η δική σας τέχνη, των σοφιστών, έχει προκόψει και πως οι αρχαίοι σοφοί μπροστά σε σας δεν αξίζουν και πολλά πράγματα;
ΙΠ. Πολύ σωστά μιλείς.
ΣΩ. Ώστε, αν τώρα, Ιππία, ο Βίας ξαναγύριζε στη ζωή ανάμεσά μας, ο κόσμος, αν τον σύγκρινε με σας, θα έβαζε μαζί του [282a] τα γέλια, το ίδιο όπως λένε οι ανδριαντοποιοί για τον Δαίδαλο πως, αν ζούσε τώρα και έκανε έργα σαν αυτά που τον δόξασαν, ο κόσμος θα γελούσε με την καρδιά του μαζί του.
ΙΠ. Έτσι είναι, Σωκράτη, όπως τα λες. Εγώ όμως συνηθίζω τους παλιούς και όσους έζησαν πιο μπροστά από μας να τους παινεύω και πιο πολύ από τους τωρινούς· έτσι φυλάγομαι από το φθόνο των ζωντανών και δεν έχω να φοβάμαι την οργή των νεκρών.