Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Βάκχαι (677-727)

ΑΓ. ἀγελαῖα μὲν βοσκήματ᾽ ἄρτι πρὸς λέπας
μόσχων ὑπεξήκριζον, ἡνίχ᾽ ἥλιος
ἀκτῖνας ἐξίησι θερμαίνων χθόνα.
680 ὁρῶ δὲ θιάσους τρεῖς γυναικείων χορῶν,
ὧν ἦρχ᾽ ἑνὸς μὲν Αὐτονόη, τοῦ δευτέρου
μήτηρ Ἀγαυὴ σή, τρίτου δ᾽ Ἰνὼ χοροῦ.
ηὗδον δὲ πᾶσαι σώμασιν παρειμέναι,
αἱ μὲν πρὸς ἐλάτης νῶτ᾽ ἐρείσασαι φόβην,
685 αἱ δ᾽ ἐν δρυὸς φύλλοισι πρὸς πέδωι κάρα
εἰκῆι βαλοῦσαι σωφρόνως, οὐχ ὡς σὺ φὴις
ὠινωμένας κρατῆρι καὶ λωτοῦ ψόφωι
θηρᾶν καθ᾽ ὕλην Κύπριν ἠρημωμένας.
ἡ σὴ δὲ μήτηρ ὠλόλυξεν ἐν μέσαις
690 σταθεῖσα βάκχαις ἐξ ὕπνου κινεῖν δέμας,
μυκήμαθ᾽ ὡς ἤκουσε κεροφόρων βοῶν.
αἱ δ᾽ ἀποβαλοῦσαι θαλερὸν ὀμμάτων ὕπνον
ἀνῆιξαν ὀρθαί, θαῦμ᾽ ἰδεῖν εὐκοσμίας,
νέαι παλαιαὶ παρθένοι τ᾽ ἔτ᾽ ἄζυγες.
695 καὶ πρῶτα μὲν καθεῖσαν εἰς ὤμους κόμας
νεβρίδας τ᾽ ἀνεστείλανθ᾽ ὅσαισιν ἁμμάτων
σύνδεσμ᾽ ἐλέλυτο, καὶ καταστίκτους δορὰς
ὄφεσι κατεζώσαντο λιχμῶσιν γένυν.
αἱ δ᾽ ἀγκάλαισι δορκάδ᾽ ἢ σκύμνους λύκων
700 ἀγρίους ἔχουσαι λευκὸν ἐδίδοσαν γάλα,
ὅσαις νεοτόκοις μαστὸς ἦν σπαργῶν ἔτι
βρέφη λιπούσαις· ἐπὶ δ᾽ ἔθεντο κισσίνους
στεφάνους δρυός τε μίλακός τ᾽ ἀνθεσφόρου.
θύρσον δέ τις λαβοῦσ᾽ ἔπαισεν ἐς πέτραν,
705 ὅθεν δροσώδης ὕδατος ἐκπηδᾶι νοτίς·
ἄλλη δὲ νάρθηκ᾽ ἐς πέδον καθῆκε γῆς
καὶ τῆιδε κρήνην ἐξανῆκ᾽ οἴνου θεός·
ὅσαις δὲ λευκοῦ πώματος πόθος παρῆν,
ἄκροισι δακτύλοισι διαμῶσαι χθόνα
710 γάλακτος ἑσμοὺς εἶχον· ἐκ δὲ κισσίνων
θύρσων γλυκεῖαι μέλιτος ἔσταζον ῥοαί.
ὥστ᾽, εἰ παρῆσθα, τὸν θεὸν τὸν νῦν ψέγεις
εὐχαῖσιν ἂν μετῆλθες εἰσιδὼν τάδε.
ξυνήλθομεν δὲ βουκόλοι καὶ ποιμένες
715 κοινῶν λόγων δώσοντες ἀλλήλοις ἔριν
[ὡς δεινὰ δρῶσι θαυμάτων τ᾽ ἐπάξια].
καί τις πλάνης κατ᾽ ἄστυ καὶ τρίβων λόγων
ἔλεξεν εἰς ἅπαντας· Ὦ σεμνὰς πλάκας
ναίοντες ὀρέων, θέλετε θηρασώμεθα
720 Πενθέως Ἀγαυὴν μητέρ᾽ ἐκ βακχευμάτων
χάριν τ᾽ ἄνακτι θώμεθ᾽; εὖ δ᾽ ἡμῖν λέγειν
ἔδοξε, θάμνων δ᾽ ἐλλοχίζομεν φόβαις
κρύψαντες αὑτούς. αἱ δὲ τὴν τεταγμένην
ὥραν ἐκίνουν θύρσον ἐς βακχεύματα,
725 Ἴακχον ἀθρόωι στόματι τὸν Διὸς γόνον
Βρόμιον καλοῦσαι· πᾶν δὲ συνεβάκχευ᾽ ὄρος
καὶ θῆρες, οὐδὲν δ᾽ ἦν ἀκίνητον δρόμωι.

***
ΑΓΓΕΛΟΣ Α’
Το κοπάδι των μόσχων μόλις ανέβαινε προς τους βράχους,
την ώρα που ο ήλιος στέλνει τις αχτίνες του να ζεστάνουν τη γη.
680 Άξαφνα βλέπω τρεις θιάσους γυναικείων χορών.
Κορυφαία στον πρώτο η Αυτονόη,
στο δεύτερο η μητέρα σου η Αγαύη,
στον τρίτο η Ινώ.
Όλες τους είχαν βυθιστεί στον ύπνο, τα κορμιά τους αφημένα.
Άλλες ακουμπούσαν με την πλάτη σε χαίτη ελάτου,
685 και άλλες είχαν γερμένο το κεφάλι τους στο χώμα
πάνω σε φύλλα δρυός,
όπως έτυχε, όμως σεμνά — όχι όπως λες εσύ,
πως μεθυσμένες από το κρασί και τον ήχο του αυλού
κυνηγούν την Αφροδίτη μέσα στις κρυφές ερημιές του δάσους.

Η μητέρα σου,
όταν άκουσε τους μυκηθμούς των κερασφόρων μόσχων,
εγέρθηκε στη μέση των βακχών και ύψωσε τον ιερό αλαλαγμό,
690 για να ελευθερώσουν τα κορμιά τους απ᾽ τον ύπνο.
Εκείνες τίναξαν από τα βλέφαρά τους τον θαλερό ύπνο
και πετάχτηκαν επάνω
—να βλέπεις την τάξη τους και να θαυμάζεις—
νέες, γριές και ανύπαντρα κορίτσια.
695 Άφησαν πρώτα τα μαλλιά τους να χυθούν στους ώμους,
έσφιξαν τα κατάστικτα δέρματα ελαφιών,
αν είχαν λυθεί οι κόμποι που τα έδεναν,
και τα έζωσαν με φίδια που τους έγλειφαν το μάγουλο.
Άλλες, που εγκατέλειψαν τα βρέφη τους νεότοκες
και το στήθος τους έσφυζε,
κρατούσαν στην αγκαλιά τους ζαρκάδι ή άγρια λυκόπουλα
700 και τους έδιναν άσπρο γάλα.
Έπειτα φόρεσαν στεφάνια από κισσό
και δρυ και ανθισμένη σμιλακιά.
Άδραξε μια τον θύρσο, χτυπάει στο βράχο
705 και αναβλύζει δροσερό νερό.
Άλλη βύθισε στο χώμα τη ράβδο του θύρσου
και ο θεός εκεί άνοιξε κρήνη οίνου.
Και όσες ένιωθαν τον πόθο του λευκού ποτού
με τ᾽ ακροδάχτυλά τους χάραζαν το χώμα
και ανέβαιναν βρύσες γάλα.
710 Από τους κισσοφόρους θύρσους έσταζαν
γλυκιές σταγόνες μέλι.
Ένα σου λέω:
Αν ήσουν εκεί, με προσευχές θα ικέτευες
τον θεό που τώρα ψέγεις,
αυτά μόνο να έβλεπες.

Μαζευτήκαμε βουκόλοι και ποιμένες
και αρχίσαμε να λέει ο ένας στον άλλον όσα είδαμε
715 και να μαλώνουμε.
Και κάποιος που περιφέρεται στην πόλη,
ένας λογοκόπος, είπε σε όλους μας:
«Εσείς που κατοικείτε τις ιερές κορυφές των βουνών,
θέλετε να πιάσουμε πάνω στη βακχεία την Αγαύη,
720 τη μητέρα του Πενθέα,
και να προσφέρουμε εκδούλευση στον βασιλιά μας;»
Μας εφάνη πως μίλησε σωστά
και κρυμμένοι μέσα στα φυλλώματα των θάμνων καραδοκούσαμε.
Εκείνες, στην ώρα τους, έσειαν τον θύρσο,
για να ξεκινήσει η βακχεία,
και όλες τους, μ᾽ ένα στόμα, επικαλούνταν τον Διόνυσο,
725 τον γιο του Διός, και τον έλεγαν Ίακχο.
Εβάκχευε μαζί τους όλο το βουνό και τ᾽ αγρίμια.
Τίποτα στο πέρασμά τους δεν έμενε ασάλευτο.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΦΙΛΟΜΗΛΟΣ

ΦΙΛΟΜΗΛΟΣ
(αστερισμός)
 
Τοῦτον δέ φασιν εἶναι Φιλόμηλον τὸν τῆς Δήμητρος παῖδα. τοῦ δὲ ἀδελφοῦ τοῦ Πλούτου μηδὲν μεταδίδοντος, ἐξ ὧν εἶχε πριάμενος δύο βοῦς καὶ ἅμαξαν, εἰργάζετο. ἡ δὲ Δήμητρα ἀποδεξαμένη κατηστέρισεν (αὐτόν). (Σχόλ. Άρατ. 91-95)
 
Ο Υγίνος διασώζει τον μύθο του Φιλόμηλου, όπως αυτός παραδίδεται από τον Πετελλίδη, ιστορικό από την Κνωσό (4ος ή 3ος αι. π.Χ.) και τον γραμματικό Έρμιππο (2ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με τον Έρμιππο, η Δήμητρα ενώθηκε με τον Ιασίωνα, και από την ένωσή τους, λέει ο Πετελλίδης, γεννήθηκαν δύο αγόρια, ο Πλούτος και ο Φιλόμηλος.
 
Τα δυο αδέλφια δεν είχαν καλές σχέσεις, ο πλούσιος Πλούτος δεν παραχωρούσε τίποτε από τον πλούτο του στον αδελφό του, ενώ αντίθετα ήταν γενναιόδωρος με άλλους κι εκείνος, από ανάγκη, αγόρασε δύο βόδια με ό, τι είχε και τα έζεψε μαζί σε μια άμαξα. Με αυτή του την εφεύρεση, και οργώνοντας και καλλιεργώντας, απέκτησε τον δικό του πλούτο, χωρίς να στηρίζεται σε κανένα.
 
Η μητέρα του θαύμασε την εφεύρεσή του, και για να βλέπουν οι άνθρωποι διαρκώς τη σημασία της, τον μεταμόρφωσε στον αστερισμό του Βοώτη* -βοωτεῖν γὰρ τὀ βουσὶν ἀκολουθεῖν. Από αυτόν λένε γεννήθηκε ο Παρίας, ο επώνυμος ήρωας της πόλης Πάριον στη Μυσία, της οποίας οι κάτοικοι ονομάστηκαν Παριανοί.
---------------------
*Αστερισμός του Βοώτη
 
<Π>ερὶ τούτου λέγεται ὅτι Ἀρκάς ἐστιν ὁ Καλλιστοῦς καὶ Διὸς γεγονώς, ᾤκησε δὲ περὶ τὸ Λύκαιον φθείραντος αὐτὴν Διός· οὗ προσποιησάμενος ὁ Λυκάων τὸν Δία ἐξένιζεν, ὥς φησιν Ἡσίοδος, καὶ τὸ βρέφος κατακόψας, παρέθηκεν ἐπὶ τὴν τράπεζαν· ὅθεν ἐκείνην μὲν ἀνατρέπει, ἀφ' οὗ ἡ Τραπεζοῦς καλεῖται πόλις, τὴν δὲ οἰκίαν ἐκεραύνωσε, τὸν δὲ Λυκάονα ἀπεθηρίωσε καὶ αὐτὸν λύκον ἐποίησε· τὸν δὲ Ἀρκάδα πάλιν ἀναπλάσας ἔθηκεν ἄρτιον· καὶ ἐτράφη παρ' αἰπόλῳ· νεανίσκος δ' ὢν ἤδη δοκεῖ καταδραμεῖν εἰς τὸ Λύκαιον καὶ ἀγνοήσας τὴν μητέρα γῆμαι· οἱ δὲ κατοικοῦντες τὸν τόπον ἀμφοτέρους κατὰ νόμον θύειν ἔμελλον· ὁ δὲ Ζεὺς ἐξελόμενος αὐτοὺς διὰ τὴν συγγένειαν εἰς τὰ ἄστρα ἀνήγαγεν.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1, 8

Αντί να γκρινιάζεις για το σκοτάδι, άναψε ένα κερί

ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑΜΕ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΜΕ ΜΙΑ ΠΟΛΗ. Βρεθήκαμε στο ίδιο μέρος, αλλά δε μάθαμε να ζούμε μαζί. Χωρίς εμπειρία αστικής ζωής, χωρίς παιδεία, χωρίς πολιτισμό, συγκρουόμαστε για να επιβιώσουμε και να κυριαρχήσουμε, μη δίνοντας δεκάρα για οτιδήποτε, «άρπαξε να φας, και κλέψε να ‘χεις».

ΕΙΝΑΙ Η ΡΙΖΙΚΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ, ο ατομικισμός μας και η απώλεια της ανθρωπιάς μας, που διαμόρφωσε το σημερινό τοπίο, με μηδενική ικανότητα στη συνύπαρξη, στην ανεκτικότητα, στο διάλογο. Εκπαιδευτήκαμε σαν λαός στο να καταριόμαστε και να μισούμε ό,τι δε μπορούμε να κατανοήσουμε -περιμένουμε το καλό από τους άλλους, σπαταλώντας τη ζωή μας με γκρίνια και αναθέματα που δεν υπάρχει το ένα, που δεν έχουμε το άλλο. Τα πράγματα ούτε υπάρχουν ούτε δεν υπάρχουν -ή τα κάνεις ή δεν τα κάνεις να υπάρχουν, λέμε.

ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΔΕΣΜΟΥΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ, δυο πράγματα άγνωστα στον Έλληνα, που φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του αρχοντοχωριάτη. Η κοινωνιολογία δε μας ενθαρρύνει. Δεν έχουν μπει ποτέ οι βάσεις, δεν έχουν γίνει οι μεταρρυθμίσεις, που με την εφαρμογή τους έρχεται μια σταδιακή αλλαγή νοοτροπίας. Άνθρωποι παραιτημένοι από την ίδια τους τη ζωή, δυστυχισμένοι, θυμώνουν και βρίζουν, ψάχνοντας υπεύθυνους και αποδίδοντας ευθύνες.

ΜΑ ΦΤΑΙΜΕ ΟΛΟΙ. «Ας αναγνωρίσουμε λοιπόν μια και καλή ότι τα λάθη είναι συλλογικά. Κι ας μη διανοηθούμε την ιδέα του εξιλασμού -στην πολιτική, άλλωστε, εξιλασμός δεν υπάρχει» (Αλμπέρ Καμύ).

ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΜΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ένα κράτος, με σλόγκαν «εμείς στα μέρη μας τον τίμιο τον λέμε και μα…κα». Περιμένουμε «σωτήρες» όλων των ειδών, αρνούμενοι ακόμα και τώρα οποιαδήποτε σοβαρή αυτοκριτική, πράγμα απαραίτητο για να ωριμάσει ένας λαός.

ΜΟΙΑΖΟΥΜΕ ΜΕ ΕΝΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ ΠΟΥ ΓΚΑΖΩΝΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΓΚΡΕΜΟ, ενώ μέσα οι επιβάτες τσακώνονται ποιος θα κάτσει στην καλύτερη θέση. Η πλήρης αποπολιτικοποίηση του Έλληνα είναι η πιο μεγάλη απόδειξη της αποσυναισθηματικοποίησής του και της αδιαφορίας του. Δεν πιστεύει ότι συμμετέχει στη διαμόρφωση της ζωής, έχασε την πολιτική του ιδιότητα, την ίδια του την ύπαρξη στην ουσία, και η καρδιά του στέγνωσε.

«ΔΕ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΛΥΣΕΙΣ ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ, χρησιμοποιώντας το ίδιο σκεπτικό που δημιούργησε το πρόβλημα» (Άλμπερτ Αϊνστάιν).

HΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΡΟΠΟ, Ο ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΣ ΠΕΘΑΝΕ, όλες οι επιστήμες επιβεβαιώνουν την παλιά σοφία. Το Εγώ δεν υπάρχει, το οποιοδήποτε μέλλον κρύβεται στο Εμείς. Δε χρειάζονται θαύματα και μεσσίες. Μικρά βηματάκια από όσους νιώθουν ακόμα. Να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας, την ελευθερία μας, να κάνουμε πράγματα που αγαπάμε, να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπειά μας, να εξεγερθούμε απέναντι στο άδικο.

ΔΕ ΒΛΕΠΩ ΠΟΙΑ ΑΛΛΗ ΔΥΝΑΜΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΠΑΕΙ ΠΑΡΑΚΑΤΩ, εκτός από τη δύναμη της καρδιάς μας. Την ιδιότητά μας να συναισθανόμαστε, να συγκινούμαστε, να συμπονάμε. Τη δύναμη της ενσυναίσθησης που μπορεί να απαντήσει εκεί που απέτυχαν τα νούμερα όλων των ειδών. Μπορούμε να επιχειρήσουμε ένα πνευματικό άλμα στο Εμείς, να μοιραστούμε, να ακούσουμε, να αποδεχτούμε, να αγαπήσουμε με την πολιτική διάσταση του όρου.

YΠΑΡΧΕΙ ΕΚΕΙ ΕΞΩ ΕΝΑΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ που μιλάει για τα κοινωνικά μαθηματικά, την κοινωνική επιχειρηματικότητα, τη φιλικότητα προς το περιβάλλον. Άπειρες μελέτες, προτάσεις για έναν κόσμο όπου ο παράγοντας Άνθρωπος θα σημαίνει κάτι στην οικονομία των αριθμών.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ και δε μπορούμε να λείπουμε. Ας αποφασίσουμε αν θέλουμε να ζήσουμε, και «ζω» δε σημαίνει «αναπνέω τη δυστυχία μου», σημαίνει «κάνω κάτι». Ας τελειώνουμε με τον ωχαδερφισμό και τη μεμψιμοιρία. Ας σταματήσουμε να είμαστε χαζοί κι ας αγαπήσουμε. Να κάνουμε ένα μικρό βήμα προς την ενηλικίωση της κοινωνίας μας, αλλιώς θα παρακμάσουμε ως τον πλήρη αφανισμό, μέσα στη δίνη της παγκοσμιοποίησης.

«ΑΝΤΙ ΝΑ ΓΚΡΙΝΙΑΖΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ, ΑΝΑΨΕ ΕΝΑ ΚΕΡΙ» είναι η καλύτερη συμβουλή που ξέρω. Ενώ ο κόσμος βράζει και εμείς κοιτάμε αποσβολωμένοι.

Αντικειμενική και υποκειμενική αλήθεια

Πώς μπορούμε να γνωρίζουμε αν οι αλήθειες μας είναι οι πραγματικές αλήθειες, ή αν η αλήθεια είναι απλά μια ψευδαίσθηση; Ποια είναι η διαφορά μεταξύ αντικειμενικής και υποκειμενικής αλήθειας;

Η αλήθεια μοιάζει με ένα συνεχές και συμβαίνει σε όλα τα μέρη, σε όλες τις καταστάσεις και ανά πάσα στιγμή. Ωστόσο, αυτό που πιστεύει ένα άτομο ότι είναι η αλήθεια μπορεί να μην ισχύει για κάποιον άλλον άνθρωπο. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και άλλες αλήθειες, οι οποίες είναι αποδεκτές από όλους.

Για παράδειγμα, είναι κοινώς αποδεκτή αλήθεια ότι το έτος έχει 12 μήνες ή ότι υπάρχει το διαδίκτυο. Σύμφωνα με αυτήν την παραδοχή, λοιπόν, προκύπτει ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη αλήθειας: η αντικειμενική και η υποκειμενική αλήθεια. Ωστόσο, υπάρχει ένα διάσημο ρητό που λέει ότι σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν τρεις αλήθειες: η αλήθεια μου, η αλήθεια του άλλου και η πραγματική αλήθεια. Αυτό το ρητό υποδεικνύει την απάντηση στο ερώτημα ποια είναι η διαφορά μεταξύ αντικειμενικής και υποκειμενικής αλήθειας.

Ας εξετάσουμε αυτά τα διαφορετικά είδη αλήθειας και τις αυταπάτες στις οποίες μπορεί να πιστεύουμε.

Ποια είναι η αντικειμενική αλήθεια;

Η αντικειμενική αλήθεια είναι κάτι που ισχύει για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τον πολιτισμό τους ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Αυτές οι αλήθειες είναι οι λεγόμενες θεμελιώδεις αλήθειες. Για παράδειγμα, δεν χρειάζεται να σας πω την ακριβή θερμοκρασία της φωτιάς για να σας πίσω ότι η φωτιά είναι ζεστή. Με τον ίδιο τρόπο, δεν θα αμφιβάλλετε αν σας πω ότι όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί χρειάζονται κάποιου είδους τροφή για να επιβιώσουν. Επομένως, οι αντικειμενικές αλήθειες αναγνωρίζονται από όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το αν το συνειδητοποιούν.

Ποια είναι η υποκειμενική αλήθεια;

Η υποκειμενική αλήθεια βασίζεται στις πεποιθήσεις ενός ατόμου και γι’ αυτό το λόγο δεν συμφωνούν όλοι με αυτήν την αλήθεια. Αυτό το είδος της αλήθειας υπάρχει σε πράγματα όπως η θρησκεία. Ένα άτομο μπορεί να πιστεύει ότι η ύπαρξη του Θεού είναι η αλήθεια, ενώ ένα άλλο άτομο όχι. Επίσης, οι άνθρωποι διαμορφώνουν τις δικές τους κρίσεις για την αλήθεια μιας κατάστασης βασιζόμενοι στις πληροφορίες που έχουν. Έτσι, η κρίση τους μπορεί να αλλάξει σε περίπτωση που λάβουν κάποια νέα στοιχεία. Για παράδειγμα, μπορεί να πιστεύω ότι ο φίλος μου δεν με έχει προσκαλέσει σε μια συνάντηση και να θυμώσω. Ωστόσο, όταν διαπιστώσω ότι απλά ξέχασε να μου στείλει την πρόσκληση, δεν είμαι πλέον θυμωμένη μαζί του, καθώς ήταν ένα απλό λάθος. Επομένως, η υποκειμενική αλήθεια είναι η αλήθεια μου.

Πώς αλληλεπιδρούν οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές αλήθειες;

Καταστάσεις όπως η παρακάτω αποδεικνύουν την ορθότητα του ρητού ότι υπάρχουν τρεις εκδοχές της αλήθειας. Όταν συνομιλώ με έναν φίλο, μπορεί εκείνος να παρερμηνεύσει αυτό που είπα. Ποιες είναι οι τρεις εκδοχές;

1. Η δική μου εκδοχή της αλήθειας που περιέχει την ερμηνεία αυτού που είπα (υποκειμενική αλήθεια μου).

2. Η εκδοχή της αλήθειας του φίλου μου η οποία περιέχει την δική του ερμηνεία σε αυτό που είπα (υποκειμενική αλήθεια του φίλου μου).

Η τρίτη εκδοχή της αλήθειας περιλαμβάνει αυτά που είπα, πώς αυτό σήμαινε για εμένα, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο το είπα, ο οποίος ευθύνεται για την παρερμηνεία του φίλου μου. Αυτή η τρίτη εκδοχή της αλήθειας είναι η πιο αντικειμενική αλήθεια.

Όσο περισσότερες πληροφορίες έχω σχετικά με μια κατάσταση ή τα σχετικά με αυτήν στοιχεία, τόσο πιο κοντά με φέρνουν στην αντικειμενική αλήθεια. Μέχρι να ξέρω ότι όλα είναι γνωστά για μια κατάσταση, δεν μπορώ να πω ότι γνωρίζω την αντικειμενική αλήθεια γι’ αυτήν την κατάσταση. Επομένως, οι μοναδικές αντικειμενικές αλήθειες που έχουμε πραγματικά είναι εκείνες οι θεμελιώδεις αλήθειες τις οποίες δεν αμφισβητεί κανείς κι οι οποίες δεν απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση.

Η ψευδαίσθηση της αλήθειας κι η επαναληψιμότητα

Η αλήθεια είναι πολύ σημαντική για εμάς γιατί συνήθως δεν θέλουμε να κάνουμε λάθος για κάτι. Ωστόσο, το μειονέκτημα αυτού είναι ότι αναζητούμε διαρκώς την αλήθεια. Αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε μια πλάνη της αλήθειας, όπου πιστεύουμε ότι κάτι είναι αληθινό ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι εγκέφαλοί μας είναι επιρρεπείς στο να πιστεύουμε ότι κάτι είναι αληθινό αν το ακούμε αρκετές φορές.

Αυτή η επανάληψη μας δίνει τη γνωστική ευκολία που παίζει σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή. Μας επιτρέπει να αισθανόμαστε πιο ασφαλείς σε αυτό που γνωρίζουμε και στις αλληλεπιδράσεις μας με τον κόσμο.

Για παράδειγμα, πολλοί πιστεύουν ότι το Σινικό Τείχος της Κίνας είναι ορατό από το διάστημα, επειδή το έχουν ακούσει πολλές φορές. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει. Άλλοι πιστεύουν ότι οι ταύροι μισούν το κόκκινο χρώμα κι ότι έχουμε μόνο πέντε αισθήσεις. Κανένα από αυτά δεν είναι αλήθεια, αλλά τα έχουμε ακούσει τόσες φορές που πιστεύουμε ότι είναι.

Ολοκληρώνοντας, θα λέγαμε ότι οι μοναδικές αλήθειες τις οποίες μπορεί κανείς να εμπιστευτεί πραγματικά είναι οι αντικειμενικές αλήθειες, αλλά αυτές χρειάζονται πολλή δουλειά για να βρεθούν. Διαρκώς μαθαίνουμε και η επιδίωξη της γνώσης είναι ζωτικής σημασίας για να κατανοήσουμε τη λεπτή γραμμή που υπάρχει ανάμεσα σε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι αληθινό και αυτό που είναι θεμελιωδώς αλήθεια.

Χειραγώγηση: Η πιο ύπουλη μορφή ελέγχου

Είναι πολύ σκληρό για κάθε ανθρώπινη ψυχή όταν ξαφνικά ανακαλύπτει ότι χειραγωγήθηκε συναισθηματικά. Σύμφωνα με το Wikipedia, χειραγώγηση είναι: Η συνειδητή ειδική προσπάθεια κάποιου να επηρεάσει ή να διαχειριστεί έξυπνα ή ύπουλα το συνάνθρωπό του με επιδέξιο τρόπο. Επίσης σύμφωνα με το λεξικό μου, χειραγωγώ σημαίνει «ασκώ σε κάποιον τέτοια επίδραση, που έχει σαν αποτέλεσμα να του αφαιρώ κάθε πρωτοβουλία και κάθε ανεξαρτησία στη σκέψη».

Πώς μπορούμε όμως να προστατευτούμε από ανθρώπους που προσπαθούν να μας χειραγωγήσουν για να μην “ξαναπέσουμε” στην ίδια παγίδα “αιχμαλωσίας”; Αρχικά χρειάζεται να αναγνωρίσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά και τις τακτικές ενός χειριστικού ατόμου. Οι χειριστικοί άνθρωποι είναι πολύ ικανοί και έχουν ιδιαίτερες επικοινωνιακές και πωλησιακές δεξιότητες. Συνήθως μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο που σκέφτεστε, τις πράξεις σας και τις επιθυμίες σας ώστε όλα όσα κάνετε να εξυπηρετούν μόνο τους δικούς τους σκοπούς.

Απίστευτο; Τρομαχτικό; Κι όμως γίνεται. Συνήθως ο χειριστικός άνθρωπος κάνει 2 κινήσεις:

Πρώτον, λέει πολλές και μεγάλες υποσχέσεις αλλά στο τέλος δεν κάνει τίποτα από αυτά που είπε.

Δεύτερον, χρησιμοποιεί ως εργαλείο αιχμαλωσίας το φόβο, τις ενοχές και την ντροπή.

Δυστυχώς, οι χειριστικοί άνθρωποι γνωρίζουν όλα τα ευάλωτα και αδύναμα σημεία σας, την έμφυτη ανάγκη σας για αναγνώριση, ευτυχία, αποδοχή και ασφάλεια και κάπως έτσι αρχίζουν να σας κάνουν να αισθάνεστε ξεχωριστοί. Μόλις αισθανθείτε ξεχωριστοί, είστε πλέον υπό τον έλεγχό τους. Είναι πρόθυμοι πάντα να σας βοηθήσουν σε μία δύσκολή σας στιγμή αλλά θα φροντίσουν να σας υπενθυμίζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα πόσο σας έχουν βοηθήσει και πόσο τεράστιο βάρος σηκώνουν για εσάς με στόχο πάντα να αισθάνεστε υποχρεωμένοι και φυσικά να τους χρωστάτε.

Και όσο εσείς θα δίνετε τον καλύτερό σας εαυτό για να τους ικανοποιήσετε και θα προσπαθείτε να ανταποδώσετε τη βοήθεια που λάβατε άλλο τόσο αυτοί θα είναι δυσαρεστημένοι με όλα όσα κάνετε. Στο τέλος, θα σας απομυζήσουν όλη σας την ενέργεια αφού ό,τι και αν κάνετε, ποτέ αυτό δεν θα είναι αρκετό για να τους ικανοποιήσει. Ο χειριστικός άνθρωπος δεν ικανοποιείται με τίποτα.

Αυτό που πιστεύατε ότι ξεκίνησε ως μία σχέση αγάπης και προσφοράς αρχίζει να γίνεται ο χειρότερος εφιάλτης σας αφού πλέον αντιλαμβάνεστε ότι η βοήθεια δεν ήταν από καρδιάς αλλά θα σας κοστίσει κάτι παραπάνω. Αν θέλετε να αναγνωρίσετε ένα χειριστικό άνθρωπο, κοιτάξτε τι λέει και τι κάνει. Λέει αυτό που χρειάζεται να ακούσεις αλλά τα λόγια του απέχουν πολύ από τις πράξεις του.

Μιλάει με ασάφεια και ανακρίβεια. Φυσικά, δεν θα απολογηθεί ποτέ για όσα είπε και για όσα δεν έκανε και ούτε φυσικά θα κάνει διορθωτική κίνηση, γιατί πολύ απλά δεν θα φταίει ποτέ ο ίδιος. Όταν εκτεθεί, θα επιρρίψει ευθύνες και θα ενοχοποιήσει κάποιον άλλο στο όνομα της ηθικής, της αγάπης, της φιλίας, του επαγγελματισμού, και θα αναλάβει τον ρόλο του θύματος.

Ο χειριστικός άνθρωπος γνωρίζει ότι λέει ψέματα και με στόχο να ξεφύγει ο ίδιος μπορεί να σε οδηγήσει να αμφισβητήσεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Διαστρεβλώνει γεγονότα και καταστάσεις και φροντίζει συνεχώς να δημιουργεί αντιπαλότητα και διαχωρισμό, ζήλια, ίντριγκα και ανταγωνισμό ανάμεσα σε ανθρώπους.

Τα δικά του θέματα θα είναι πάντα σε προτεραιότητα και σοβαρότερα από τα δικά σας, τα οποία του είναι παντελώς αδιάφορα. Ο χειριστικός άνθρωπος προβάλλει επάνω σας όλες τις δικές του αδυναμίες και την ανικανότητά του να αισθανθεί ευτυχισμένος, άσχετα με αυτό που δείχνει και το οποίο δεν έχει σχέση με την αλήθεια. Δεν θα παραδεχτεί ποτέ ότι σας χειρίζεται. Το πιθανότερο είναι να πιστεύετε κιόλας ότι έχετε να κάνετε με κάποιον που έχει επιρροή πάνω σε ανθρώπους, και ότι οι άνθρωποι τον σέβονται, τον αγαπούν και τον εμπιστεύονται.

Επιρροή και χειραγώγηση έχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ τους και εκεί ίσως μπερδεύονται πολλοί. Αυτός που σας χειραγωγεί, προσπαθεί να επηρεάσει τους άλλους με γνώμονα το δικό του συμφέρον ενώ σας κάνει να πιστεύετε το αντίθετο και παρουσιάζει τον εαυτό του ως αυτόν που γνωρίζει καλύτερα από όλους ποιο είναι το δικό σας καλό.

Εις το όνομα του δικού σας καλού αγγίζει ή ξεπερνά τα όρια της αλαζονείας και συνήθως φοβάστε να εκφραστείτε γιατί μπορεί και να «τιμωρηθείτε». Σε αντίθεση με αυτόν που έχει επιρροή πάνω στους ανθρώπους. Γεννήθηκε για να δίνει, για να προσφέρει για να εξελίσσει τους ανθρώπους στην καλύτερή τους έκδοση.

Είναι ένας αληθινός ηγέτης, ανοιχτός στην κριτική, και στα όρια που θέτει κάθε άνθρωπος για τον εαυτό του. Σέβεται τις διαφορετικές απόψεις και κάθε βοήθεια που δίνει δεν αντιστοιχεί σε κρυφό αντίτιμο γιατί απλά είναι αυτό και αυτό ήρθε να κάνει. Αναγνωρίζει πως κομμάτι από αυτό που είναι σήμερα, του το πρόσφερε με αγάπη απλόχερα ο κόσμος που τον αναγνώρισε, τον αποδέχθηκε και τον ακολούθησε.

Είναι αυτός που στοχεύει κάθε άνθρωπος να μπορεί να στέκεται αυτόνομος και αυτόφωτος χωρίς τις συμβουλές του. Ο χειραγωγός σε αιχμαλωτίζει και σε συκοφαντεί, δεν δέχεται ότι έλαβε καμία βοήθεια, και ο άνθρωπος που έχει επιρροή, σε οδηγεί στην ελευθερία. Χαίρεται για τη βοήθεια που σου έδωσε μέχρι το σημείο που εσύ ο ίδιος ήθελες να την δεχτείς, αναγνωρίζει, νιώθει ευγνωμοσύνη και αποδέχεται με χαρά τη βοήθεια που εσύ του πρόσφερες μέχρι εκεί που μπορούσες.

Είναι αυτός που έχει το σθένος να αποδεχτεί με χαρά την κριτική σου, γιατί γνωρίζει ότι δεν είναι τέλειος και ταυτόχρονα να την χρησιμοποιήσει προς όφελός του για να εξελιχθεί και ίδιος σε κάτι καλύτερο από αυτό που ήδη είναι. Ένας αληθινός ηγέτης που έχει προτεραιότητα το δικό σου καλό χαίρεται όταν επιλέγεις το δρόμο της ελευθερίας γιατί αυτός ήταν ο αρχικός του στόχος.

Αν έχεις καταλάβει ότι βρίσκεσαι δίπλα σε κάποιον που σε χειραγωγεί, μην παίξεις το παιχνίδι του, θα χάσεις. Απλά επικοινώνησέ του τις αλήθειες σου χωρίς να περιμένεις τίποτα και αποχώρησε, φύγε. Και σε εσένα που βάδισες αυτό το δύσκολο δρόμο, αλλά σήμερα είσαι ελεύθερος, ένα έχω να σου πω:

Συγχαρητήρια για τη δύναμη της ψυχής σου. Συνέχισε να ζεις ελεύθερος πέρα από κάθε περιορισμό και εξάρτηση. Πέρα από φυλακές σωτηρίας και υψίστης ασφαλείας. Γιατί όπως είπε και ο Γιάννης Ρίτσος:

«Τ’ αληθινό μπόι τ’ ανθρώπου μετριέται πάντα με το μέτρο της λευτεριάς»

Κλείσε μερικές πόρτες σήμερα, γιατί απλά δεν οδηγούν πουθενά

«Κλείσε μερικές πόρτες σήμερα. Όχι εξαιτίας της περηφάνιας σου, της ανικανότητάς σου ή της αλαζονείας σου, αλλά γιατί δεν οδηγούν πουθενά» – Paulo Coelho

Η λήψη μιας απόφασης συχνά μπορεί να είναι πολύ στρεσογόνα, συχνά μπορεί να μας δυσκολεύει και να νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να στηρίξουμε μία αλλαγή. Συχνά μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε ανίκανοι ή να μας βυθίζει στο άγχος και στην κατάθλιψη.

Μπορεί να είμαστε πάνω από ένα τηλέφωνο που ξέρουμε ότι δεν θα έπρεπε να χτυπήσει, αλλά να μην μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά και να απαντάμε. Μπορεί να επιχειρηματολογούμε και να εκλογικεύουμε και να γνωρίζουμε ότι η λήψη της απόφασης είναι απαραίτητη, αλλά εμείς να μην μπορούμε να το στηρίξουμε ψυχολογικά.

Και ακόμα κι αν γνωρίζουμε ότι μία σχέση δεν οδηγεί πουθενά, εμείς μπορεί να είμαστε ακόμα εκεί, παρόντες, με όποιον τρόπο μπορούμε, να προσπαθούμε να την σώσουμε ή να πείσουμε τον άλλον. Μπορεί ακόμα και να προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας, άλλες φορές να πάρει την απόφαση και άλλες φορές να αντέξει.

Και όχι γιατί δεν ξέρουμε την αλήθεια, μάλλον γιατί δεν μπορούμε να την στηρίξουμε. Ίσως γιατί νιώθουμε ανέτοιμοι. Να κλείσεις τις πόρτες λοιπόν. Να κλείσεις τις πόρτες που μπορεί να αποφεύγει να κλείσει ο άλλος, η άλλη.

Να κλείσεις τις πόρτες όχι από περηφάνια ή από ανικανότητα. Να τις κλείσεις γιατί θα θελήσεις να δώσεις στον εαυτό σου μια ευκαιρία. Να διεκδικήσεις την αξία που θέλεις να σου δίνουν οι άλλοι, γιατί μέσα σου ξέρεις την αξία σου, ακόμα και να δεν την βλέπεις ή αν δεν μπορείς να την δεις.

Να διεκδικήσεις την αλλαγή, ακόμα κι αν την φοβάσαι, γιατί η χρόνια παραμονή σου μπροστά σε πόρτες που θα έπρεπε να είχες κλείσει, θα σε φέρνουν αντιμέτωπο, αντιμέτωπη με την σκοτεινή σου πλευρά. Να κλείσεις τις πόρτες λοιπόν, και αν δεν μπορείς μόνος, αν δεν μπορείς μόνη, να έχεις συμμάχους στη ζωή σου, ανθρώπους που θα σε εξελίσσουν, ανθρώπους που θα είναι κοντά σου, θα σε ακούνε και θα σε στηρίζουν. Γιατί οι σύμμαχοι είναι πολύτιμοι στη ζωή μας.

Άλλαξε τις ξεβαμμένες μπογιές του παρελθόντος

Βλέπεις τα χρόνια να περνάνε και αναρωτιέσαι τι έχεις κάνει μέχρι τώρα; ήταν
λάθος ή σωστές οι αποφάσεις που πήρες, τι θα μπορούσες να κάνεις διαφορετικά.
Ένας καταιγισμός από αναπάντητα «γιατί» συσσωρεύονται στο μυαλό σου και
χάνεσαι στον ποταμό των σκέψεων.

Οι μέρες περνάνε, τα λεπτά περνάνε και εσύ στέκεσαι εκεί καθηλωμένος, όχι με το
σώμα απαραίτητα αλλά με την σκέψη, καρφωμένη στο παρελθόν, στο παρελθόν
που πλέον δεν υπάρχει. Ξέρω είναι δύσκολο να δεχτείς ότι αυτά που σκέφτεσαι
ανάγονται σε ένα χρόνο που έχει ξεβάψει όπως το χρώμα στους τοίχους και αυτό
ίσως σε πονάει και περισσότερο, δεν είσαι ο μόνος.

Αλήθεια αναρωτήθηκες ποτέ αν όλα αυτά που σκέφτεσαι είναι αλήθεια αυτή τη
στιγμή και όταν λέω αυτή τη στιγμή εννοώ στο εδώ και τώρα, στην παρούσα
στιγμή. Κοίταξε γύρο σου, που βρίσκεσαι, τι βλέπεις, παρατήρησε το σώμα σου,
την ανάσα σου, βγες λίγο έξω και εστίασε το βλέμμα σου στον ουρανό, υπάρχεις
είσαι εδώ, και όλα αυτά που με πόνο θυμάσαι δεν είναι τίποτα άλλο από
αναμνήσεις. Ο ήλιος όμως λάμπει κάθε μέρα, δεν έσβησε, είσαι εσύ, αναπνέεις και
ξέρεις κάτι είσαι υπέροχος, υπέροχος για ότι έχεις κάνει, λάθη και σωστά. Έτσι και
αλλιώς δεν υπάρχουν είναι όλα επιλογές. Διάλεξε τι επιλογή θέλεις να κάνεις
σήμερα, όχι τότε.

Γίνε η επιλογή, είσαι ήδη ο ήλιος, πάντα ήσουν.

Ο εγωκεντρισμός δεν είναι κάτι κακό, ενώ η εγωλατρία είναι κάτι αρρωστημένο

Η ενήλικη αγάπη, κατά την άποψή μου, αποκαλύπτεται τη στιγμή που κάποιος, μαθημένος να δίνει προτεραιότητα στον εαυτό του, απολαμβάνει οτιδήποτε κάνει για τον άνθρωπο που αγαπά.

Η μοναδική βοήθεια που δεν αφήνει πίσω της οφειλές, είναι αυτή που υποκινείται από τη χαρά να βοηθάς.

Αν θέλεις το πιστεύεις, αν δεν θέλεις δεν το πιστεύεις, πάντως, —με τις δικές μου γνώσεις και με τις δικές μου αναφορές, όπως στην ιστορία μας — στη ζωή σου δεν υπάρχει κανένας πιο σημαντικός από σένα. Θα Μπορούσε κάποιος να μου πει: “Μα τι λες… Και η αρετή; Κι αυτά που μας διδάσκει η κοινωνία, η εκκλησία, ο ιουδαϊσμός, το ισλάμ κι όλοι εκείνοι που από κάθε πλευρά μάς λένε: Αγάπα τον πλησίον σου ως σ΄ εαυτόν; Τι γίνεται μ’ αυτό το μήνυμα που συμμερίζονται όλα τα πνευματικά δόγματα και οι περισσότερες θρησκείες;” Παραδέχομαι ότι, ως υπόθεση της ιδανικής αγάπης, κάπως έτσι έχουν τα πράγματα. Πρόσεξε, όμως. Λένε: “Αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”, και όχι: “περισσότερο κι απ’ τον εαυτό σου”. Έτσι δεν είναι; Και ξέρεις γιατί δεν το λένε; Γιατί αυτή η άποψη —που παραπέμπει στην ιδέα της ανωτερότητας και της μεγίστης τελειότητας— περνάει μέσα από τη λαϊκή σοφία που μας πληροφορεί ότι στην καθημερινή ζωή, το να φτάσει κανείς ν’ αγαπάει τον άλλον όπως τον εαυτό του είναι ό,τι περισσότερο μπορεί να του ζητηθεί. Αυτό φαίνεται να είναι το μέτρο της ιδανικής αγάπης: το αν είναι ή όχι κάποιος ικανός να αγαπήσει τον εαυτό του. Κι αμέσως μετά, να κάνει ό,τι μπορεί για να δει αν θα τα καταφέρει ν’ αγαπήσει και τον άλλον όπως τον εαυτό του.

Κι αυτό μας φέρνει ξανά σε κάτι που είπες εσύ πριν: ότι ο εγωιστής πιστεύει πως είναι το μέτρο των πάντων και το κέντρο του κόσμου. Ο εγωιστής —υποστήριζες προηγουμένως— είναι εγωκεντρικός και… όσο κι αν μου κοστίζει… συμφωνώ! Να ξέρεις πως μ’ ενοχλεί απίστευτα να διαλύω μια βαθιά ριζωμένη διαφωνία μπροστά σε κάποια περιστασιακή συμφωνία… Γιατί, γενικά, το χαίρομαι πολύ να εναντιώνομαι, να πηγαίνω κόντρα στα λεγάμενα κάποιου, να διαφωνώ με την καλή έννοια — με καταλαβαίνεις…

«Καταλαβαίνω ότι είσαι πολύ κακός άνθρωπος…»

«Όχι, δεν είμαι κακός, αλλά εδώ που φτάσαμε είναι αναγκαίο να διαχωρίσουμε τον εγωκεντρισμό από την εγωλατρία. Εγωκεντρισμός είναι να αισθάνεσαι πως είσαι το κέντρο του κόσμου — και, πράγματι, ούτε αυτό θεωρώ πως είναι κακό. Γιατί ο άνθρωπος ΕΙΝΑΙ το κέντρο του κόσμου. Αλλά… ποιανού κόσμου; Προσοχή: του κόσμου που κατοικεί ο ίδιος: του ΔΙΚΟΥ ΤΟΥ κόσμου. Ας το καταλάβουμε έτσι: ο κόσμος που απαρτίζεται απ’ όλα τα πράγματα που γνωρίζω κι αγαπώ έχει επίκεντρο εμένα, και ο κόσμος όλων των ΔΙΚΩΝ ΣΟΥ πραγμάτων έχει κέντρο του ΕΣΕΝΑ.

Ο καθένας μας είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει, κι όλα όσα συμβαίνουν γύρω του περνάνε αναγκαστικά απ’ αυτόν.

Η εγωλατρία παραπέμπει αλλού: στο να νομίζει κάποιος πως είναι το κέντρο του κόσμου και της ζωής των άλλων. Κι εδώ είναι το μπέρδεμα. Το κακό, το αρρωστημένο και το φοβερό είναι η εγωλατρία κι όχι ο εγωκεντρισμός, γιατί ο εγωλάτρης (εγωλατρία σημαίνει θεοποίηση του εγώ) νομίζει πως είναι θεός- θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο ον. Άλλο είναι να ξέρω πως είμαι το κέντρο του κόσμου όπου ζω εγώ (και να δέχομαι ότι ο απέναντι είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει εκείνος, και η θυρωρός της πολυκατοικίας μου είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει αυτή, κι ο φίλος μου ο Π είναι “το κέντρο του κόσμου του Π”), κι άλλο, πολύ διαφορετικό, να νομίζω πως εγώ είμαι το κέντρο του κόσμου όπου ζουν όλοι αυτοί.

Αυτό είναι εγωλατρία, αυτό είναι ματαιοδοξία, αυτό είναι κάτι ανάξιο, όπως ανάξιο είναι να μειώνω τον εαυτό μου επιτρέποντας στους άλλους να θεωρούν πως αποτελούν εκείνοι το κέντρο της δικής μου ζωής.

Γιατί θρηνούμε όταν άνθρωποι που αγαπάμε απουσιάζουν από τη ζωή μας

Όταν πεθαίνουν άνθρωποι που αγαπάμε, ολόκληρα σύμπαντα πεθαίνουν μαζί τους. Όσοι από εμάς μένουμε πίσω δεν λυπόμαστε για αυτούς, λυπόμαστε για τους εαυτούς μας. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν ενσωματωμένοι στην ύπαρξή μας. Οι ζωές τους ήταν λάμπες που φώτιζαν τις δικές μας. Τους αγαπούσαμε και  μας αγαπούσαν και ξαφνικά νιώθουμε την αγάπη λιγότερο και νιώθουμε να μας αγαπούν λιγότερο. Αυτοί οι άνθρωποι  ήταν ήλιοι των οποίων τη θέρμη απολαμβάναμε και δεν έχουμε πια τις ακτίνες τους να μας ζεσταίνουν. Μας λείπει κάτι που δεν μπορεί να αντικατασταθεί. Αυτό που έχει χαθεί δεν είναι μόνο το άτομο, μα και η σχέση μας με το άτομο αυτό. ‘Έχουμε ακόμη τις αναμνήσεις μας, μα δεν έχουμε την άμεση συναισθηματική σύνδεση.

Διαφορετικοί άνθρωποι φέρνουν  στην επιφάνεια διαφορετικές πλευρές του χαρακτήρα μας. Μεγάλο μέρος του εαυτού μας είναι μια αντανάκλαση πάνω σε άλλους. Ο Ντεκάρτ παρέλειψε κάτι όταν συμπέρανε: «Σκέφτομαι,  άρα υπάρχω». Παρέλειψε την κοινωνική άποψη της ανθρώπινης ύπαρξης: «Άλλοι με σκέφτονται, άρα υπάρχω». Όταν κάποιος πεθαίνει, χάνουμε το αντίστοιχο κομμάτι του εαυτού μας, όσο και αυτόν που πεθαίνειΝιώθουνε ελαχιστοποιημένοι από την απουσία του ανθρώπου.   

Ο Χομπς έβλεπε τους ανθρώπους κυρίως ως εγωκεντρικούς και αυτά τα συναισθήματα της απώλειας το επιβεβαιώνουν. Η θλίψη μας είναι για τους εαυτούς μας, πρώτα και κύρια. Αυτό δεν είναι κακό. Μην το συγχέετε με απλό εγωισμό, ο οποίος παραβλέπει αυτά που απασχολούν άλλους προς όφελος του εαυτού μαςΜετά το θάνατο, δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει σε αυτό το πρόσωπο. ‘Έχουμε μια ποικιλία απόψεων για να μας παρέχουν απαντήσεις, μα κανείς δεν είναι σίγουρος. ‘Έτσι, αυτό που χρειαζόμαστε όταν κάποιος πεθάνει είναι να απεξαρτηθούμε από το άτομο αυτό, να ηρεμήσουμε τους εαυτούς μας και να διαφυλάξουμε τις αναμνήσεις μας.  

Το Τάο διδάσκει ότι καταλήγουμε να μαθαίνουμε τα πράγματα με τα συμπληρώματά τους, όπως με τη ζωή και το θάνατο. Αυτοί που έφτασαν πολύ κοντά, μας λένε ότι απολαμβάνουν τη ζωή περισσότερο επειδή κοίταξαν το θάνατο καταπρόσωπο. Οι περισσότεροι  από εμάς θεωρούμε τη ζωή δεδομένη. Εμπλεκόμαστε με την ικανοποίηση άμεσων αναγκών, την ολοκλήρωση μακροπρόθεσμων στόχων και με το να ονειροπολούμε στο ενδιάμεσο. Όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, ένας υπερκείμενος στόχος μπορεί να είναι το κλειδί για μια ικανοποιητική ζωή. Μα δεν είναι και το τέλος της ιστορίας. Η ενασχόληση με τη γενικότερη εικόνα της ζωής εξαφανίζει την αξία μιας απλής ημέρας ή έστω και μιας ώρας ζωής. Αυτοί που έχουν αντιμετωπίσει την άμεση προοπτική να μην έχουν άλλες απλές ημέρες ή ώρες καταλαβαίνουν αυτή την αξία με διαύγεια που λείπει από τους περισσότερους. 
 
Μια βουδιστική παραβολή μάς διδάσκει πώς να αντιμετωπίζουμε το θάνατο με ισορροπία. Ένας μοναχός είχε ένα φλιτζάνι τον τσαγιού δίπλα στο κρεβάτι του και κάθε βράδυ πριν πάει για ύπνο το γύριζε ανάποδα. Κάθε πρωί το γύριζε στη  σωστή θέση. Όταν ένας απορημένος μαθητευόμενος ρώτησε, ο μοναχός εξήγησε ότι άδειαζε συμβολικά το ποτήρι της ζωής κάθε βράδυ για να τονίσει την εξοικείωσή του με τη θνητότητα του. Η τελετουργία τού υπενθύμιζε ότι είχε κάνει τα πράγματα που χρειαζόταν να κάνει για τη συγκεκριμένη ημέρα και έτσι ήταν έτοιμος εάν θα ερχόταν ο θάνατος για αυτόν. Κάθε πρωί, λοιπόν, ξαναγύριζε το ποτήρι για να δεχτεί το δώρο μιας καινούριας ημέρας. Έπαιρνε τη ζωή ημέρα με την ημέρα, αναγνωρίζοντας το υπέροχο δώρο της ζωής κάθε αυγή, μα ήταν έτοιμος να το ξεχάσει στο τέλος κάθε ημέρας.

Οι επιστήμονες προσπαθούν με τα βαρυτικά κύματα να εξηγήσουν γιατί η ύλη κυριαρχεί επί της αντιύλης

Πολλοί κοσμολόγοι προσβλέπουν σε ένα μοντέλο που αποκαλείται μηχανισμός της τραμπάλας (seesaw mechanism) για να εξηγήσουν τόσο την υπεροχή της ύλης του σύμπαντος επί της αντιύλης, όσο και γιατί οι τρεις γεύσεις (είδη) των νετρίνων είναι τόσο αβαρείς. Ο μηχανισμός της τραμπάλας επιλύει αυτά τα μεγάλα ερωτήματα με την εισαγωγή ενός απαρατήρητου ακόμη σωμάτιου γνωστού ως στείρο νετρίνο, το οποίο είναι πολύ πιο μεγάλης μάζας από ότι τα γνωστά είδη νετρίνων. Σε μια νέα θεωρητική εργασία, ο Graham White του TRIUMF (TRI* University Meson Facility), στον Καναδά και οι συνεργάτες προτείνουν μια μέθοδο για να ελεγχθεί το μοντέλο έμμεσα χρησιμοποιώντας παρατηρητήρια βαρυτικών κυμάτων, λόγω της διασύνδεσής τους από την επόμενη δεκαετία και πέρα. Η άμεση παρατήρηση είναι αδύνατη προς το παρόν, καθώς η παραγωγή στείρων νετρίνων πειραματικά θα απαιτούσε ένα σωματιδιακό επιταχυντή πολλές τάξεις μεγέθους πιο ισχυρό από τον LHC (Large Hadron Collider) του CERN.

Αν τα στείρα νετρίνα συμπεριφέρονται όπως προβλέπεται θεωρητικά, ο λεπτονικός αριθμός δεν διατηρείται και τα στείρα νετρίνα που δημιουργήθηκαν στο πρώιμο σύμπαν θα μπορούσαν να έχουν διασπαστεί πιο εύκολα σε σωμάτια από ότι σε αντισωμάτια. Ένα επακόλουθο αυτού, όπως δείχνουν ο White και οι συνεργάτες του, είναι η διαμόρφωση δομών που αποκαλούνται κοσμικές χορδές ακριβώς πριν την περίοδο του κοσμικού πληθωρισμού. Οι δομές αυτές ουσιαστικά είναι τοπολογικές ατέλειες στο χωρόχρονο και καθώς εξελίσσονται, παράγουν βαρυτικά κύματα. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι τα παραγόμενα βαρυτικά κύματα θα είναι μεγέθους ανιχνεύσιμου από μελλοντικά παρατηρητήρια όπως το Square Kilometer Array, λόγω της διασύνδεσης στα μέσα της δεκαετίας του 2020 και το Laser Interferometer Space Antenna, που προγραμματίζεται να εκτοξευθεί το 2034. Η αναζήτηση των κυμάτων θα μπορούσε να συμπληρώσει άλλους προτεινόμενους έμμεσους ελέγχους του μηχανισμού της τραμπάλας, όπως η αναζήτηση για υψηλής ενέργειας νετρίνα που επίσης παράγονται από τις κοσμικές χορδές και ο προσδιορισμός με μεγαλύτερη ακρίβεια των μαζών των γνωστών νετρίνων.
-----------------------------
*Ιδρύθηκε το 1968 από τρία πανεπιστήμια τα: Simon Fraser University, University of British Columbia και University of Victoria

Ηράκλειτος-Hegel: ο άριστος και οι πολλοί

§1 Εισαγωγικές επισημάνσεις

Στις εποχές μας ζούμε την απόλυτη κυριαρχία του μαζικού και του βάρβαρου. Το ερώτημα που γεννιέται εδώ είναι: Το μαζικό είναι ταυτό με το βάρβαρο; Το μαζικό σχετίζεται με τη συμπεριφορά του λαού, όταν μετατρέπεται σε μάζα. Και η μαζική συμπεριφορά είναι πραγματικά βάρβαρη, γιατί ο λαός, ως πολιτεία, ως έθνος, οντολογικώς κατανοούμενος, μετατρέπεται σε μάζα, σε άβουλη δηλαδή ύλη, σε άγριο εκκρεμές ετεροκινούμενο, όταν έχει χάσει την υπόστασή του, την αυτοσυνειδησία του, την αυτοπροσδιοριστική του ικανότητα. Και πότε τα χάνει όλα ετούτα; Όταν αφήνεται να εξαπατηθεί, δηλαδή να ετεροκαθοριστεί. Γράφει πολύ διαφωτιστικά ο Hegel, ο κορυφαίος διαλεκτικός φιλόσοφος της νεωτερικής εποχής:

«Ένας λαός δεν αφήνει τον εαυτό του να εξαπατάται σχετικά με την υποστασιακή του βάση, την ουσία και τον προσδιορισμένο χαρακτήρα του πνεύματός του· εξαπατάται όμως από μόνος του σε ό,τι αφορά τον τρόπο, με τον οποίο αποκτά γνώση αυτού του χαρακτήρα και κρίνει τις πράξεις του, τα γεγονότα κ.λπ.» (Φιλοσοφία του Δικαίου § 317).

Εδώ μας λέει συνοπτικά ο Hegel πως ο λαός παύει ‒ή μπορεί‒ να είναι κυρίαρχος του εαυτού του, όταν δεν ανταλλάσσει την εαυτότητά του, την πνευματική του υπόσταση, η οποία κατανοείται πάντοτε ιστορικά, με μια φενακισμένη συνείδηση, που του επιφυλάσσουν κάθε στιγμή και κάθε ώρα οι ισχνές και αισχρές κυβερνητικές μειοψηφίες της πολιτικής. Για τον Hegel, καθώς και για τον Ηράκλειτο, η κοινωνικά ηθική και ικανή εαυτότητα είναι η μόνη αληθινή έκφραση της ανθρώπινης κοινότητας και καμιά μαζική τοιαύτη, με τον επίπλαστο μάλιστα επενδύτη της «δημοκρατίας», της «λαϊκής ετυμηγορίας», της «ισότητας» και παρόμοιων συνθημάτων, που στα χέρια των μετανεωτερικών νεοφασιστών της καθεστωτικής «αριστεράς» αποτελούν το πιο δοκιμασμένο όπιο για τον φενακισμό της συνείδησης του λαού και της μεταποίησής του σε άθυρμα, βδελυσσόμενο και το ίδιο τον εαυτό του.

§2 Ηράκλειτος

Β 49
εἶς ἐμοὶ μύριοι, ἐὰν ἄριστος ᾖ:
Ο Ένας: για μένα δέκα χιλιάδες, εάν είναι άριστος.

Ερμηνεία ‒ κατανόηση

εἶς ἐμοὶ μύριοι: ο Ηράκλειτος αξιολογεί τον ἕνα και τους μυρίους με βάση ποιοτικά κριτήρια και όχι αριθμητικά-ποσοτικά. Η αντίθεση, επομένως, μεταξύ τους δεν είναι απλώς ποσοτική αλλά κατ’ εξοχήν ποιοτική· γι’ αυτό εσωτερική και καμιά εξωτερική αντίθεση εντός του όλου της οντολογικής ύπαρξης του ανθρώπου: αντίθεση λοιπόν ανάμεσα στον άνθρωπο ως τον ἕνα, τον μοναδικό, ήτοι ως ιστορικά μεγάλη ατομικότητα, ήτοι εαυτότητα, ως μεγάλο άνδρα της ιστορίας, και στον άνθρωπο ως πολλαπλώς και πολλαχώς μαζική έκφραση, άμορφη μάζα. Πολλαπλώς και πολλαχώς σε ηθικό, κοινωνικό, πολιτικό, φιλοσοφικό, ήτοι πνευματικό επίπεδο· π.χ. ως όχλος, ως πολιτική ή κοινωνική συντεχνία, ως «πολυμαθής», ως ιδεολογικο-πολιτικός εκφραστής του μαζικού γούστου ή της μαζικής αρρυθμίας· γενικώς ως καθεύδουσες συνειδήσεις, χθαμαλές, που αγνοούν την αεί παρουσία του καθολικού λόγου. Με σημερινούς όρους, πρόκειται για το πλήθος των στείρων κομματικό –πολιτικών διανοουμένων, των επαγγελματιών πολιτικών, όλων γενικώς των μαζοποιημένων μονάδων και συνόλων, που εξωτερικά διεκδικούν ισότητα ως ποσοτικές οντότητες ή ολότητες μαζικής υφής· στην ουσία όμως, με τούτη τη διεκδίκηση, επιχειρούν να εξολοθρεύσουν το αξιότερο που τα υπερβαίνει και μοιραία τα κατατάσσει στην τάξη της μάζας, του όχλου. Ο εἶς, για τον Ηράκλειτο, χαρακτηρίζεται από την απογείωση προς την κορυφή του κατανοητικού λόγου και έργου σε αντίθεση με τους πολλούς που σπρώχνουν όλο και προς τα κάτω.

ἐὰν ἄριστος ᾖ:

Ι. γνωσιο-οντο-λογικά χαρακτηριστικά του άριστου σε αντίθεση με τους πολλούς: ακολουθεί τον καθολικό λόγο (Β2), αναζητεί στο ύψος του τελευταίου την ευδαιμονία και όχι στις σωματικές απολαύσεις (Β4), δεν βρίσκει ευχαρίστηση στο βόρβορο (Β13), παρά διανοίγεται στην αποκαλυπτικότητα του λόγου (Β17), ζει και πεθαίνει για όλο και πιο υψηλούς σκοπούς (Β25), είναι δοκιμασμένος γνώστης του καλού και δεν καταφεύγει στην κατασκευή ψευδών (Β28), προτιμά την αιώνια δόξα και όχι να χορταίνει, όπως οι πολλοί, σαν τα ζώα (Β29), κατασβήνει την έπαρση (Β43) και αντιμετωπίζει τα μέγιστα ζητήματα με φιλοσοφική διόραση (Β47). Όλα αυτά τα κατά Ηράκλειτο γνωρίσματα του μαζανθρώπου είναι κατ’ εξοχήν γνωρίσματα και των σημερινών βαρβάρων, εθνικών μειοδοτών του Πολιτικού.

ΙΙ. Ο ἄριστος λοιπόν, ως ξεχωριστή μονάδα από τους πολλούς, είναι ο πολεμιστής, κυριολεκτικά και μεταφορικά· γνωρίζει τον καθολικό χαρακτήρα του πολέμου και πως όλα συμβαίνουν κατ’ έριν ( Β80), ανα-γνωρίζει την αντιφατική πορεία των πραγμάτων και συγχρόνως αναζητεί τη φύση τους, δηλαδή το Είναι, και ενεργεί αντίστοιχα (Β112). Αντιμετωπίζει τη ζωή και τον θάνατο με τραγικό τρόπο: δεν επιλέγει το βόλεμα στη ζωή και δεν αποφεύγει τον θάνατο ως μη επιθυμητό· απεναντίας, ζωή και θάνατος αποτελούν για τη συνείδησή του μια αδιαίρετη ενότητα, υπό το έμβλημα της αρχής της ενότητας των αντιθέτων. Η ζωή και ο θάνατος, για παράδειγμα, ενός Αχιλλέα ή ενός Έκτορα αξίζουν περισσότερο απ’ ό,τι οι ζωές και οι θάνατοι μυρίων κοινών θνητών. Και χωρίς αυτόν τον τραγικό και μεγαλοπρεπή τους θάνατο δεν θα αποκτούσαν την αιώνια δόξα των θνητών.

ΙΙΙ. Αλλά η έννοια του ἀρίστου συμπεριλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την κατηγορία του πολιτικού ανδρός, αν κρίνουμε από τις αναφορές του Ηράκλειτου στον Βία και τον Ερμόδωρο. Ένας φωτισμένος πολιτικός με ορθή κρίση και υψηλή φρόνηση είναι πιο άξιος από την ποσότητα των ανθρώπων, που υποτίθεται ότι αποφασίζουν στο πλαίσιο λειτουργίας της δημοκρατίας, ενώ στην πράξη είναι άβουλα όντα, αγόμενα και φερόμενα από τα επί μέρους συμφέροντα παρά συντασσόμενα με το καθολικό συμφέρον.

εἶς ἐμοὶ μύριοι, ἄριστος: ποιος μπορεί να είναι εκείνος που κρίνει δίκαια για την αναλογία ανάμεσα στον έναν άριστο και τους πολλούς; Προφανώς είναι ο φιλόσοφος (Β35), που διέπεται από το μέτρο και είναι απόλυτα εξοικειωμένος με τον καθολικό λόγο· ως εκ τούτου είναι σε θέση να αναγιγνώσκει και τη συλλογική γλώσσα των καθολικών συμφερόντων στο συνδυασμό τους με το νόμο της πολιτείας και τα ιδιαίτερα συμφέροντα του καθενός. Στη συνάφεια τούτη κατανοείται και το πνεύμα που εκφράζει ο Ηράκλειτος με το: ἐμοὶ. Δεν σχετικοποιεί το όλο θέμα παρά δίνει έμφαση στην έννοια του φιλοσόφου ως του Ενός που προηγείται παντός άλλου στην αναζήτηση και αποκατάσταση της αλήθειας, στο πλαίσιο της φιλοσοφικής συνομιλίας. 

§3

Με ένα παρόμοιο τρόπο, ο Hegel αναγνωρίζει στο απόλυτο πνεύμα, απόλυτο με το νόημα της απαλλαγής του από τα βαρίδια της μαζικής, της αποξενωμένης του έκφρασης, τον νόμο του Μεγάλου, του μεγάλου ανδρός στην ιστορία και στη ζωή, που δρα τραγικά και τραγικά πραγματώνεται, τουτέστι αυτοπραγματώνεται:

Ι. «Ο νόμος γνωρίζει τον εαυτό του ως την απόλυτη δύναμη που είναι εξίσου πλούτος, ακόμη κι αν [αυτή] θυσιάζει τον γενικό πλούτο· που εξίσου προασπίζεται το δίκαιο, ως δικαιοσύνη και ρύθμιση/ρυθμιστική αρχή· που εξίσου προασπίζεται τη ζωή και τιμωρεί με τη ζωή, καθώς συγχωρεί το κακό και χαρίζει τη ζωή που είναι χαμένη [δηλαδή την αποστερημένη [λόγω του κακού] ζωή].‒ Έτσι, αυτό το πνεύμα είναι η απόλυτη ισχύς παντού, που ζει αφ’ εαυτής και τώρα [πρέπει] να δώσει στον εαυτό της την εποπτεία του ίδιου του εαυτού της ως τέτοιου, δηλαδή να καταστήσει τον εαυτό της σκοπό της» (Jenaer Systementwürfe III, 232).

ΙΙ. «Με αυτό τον τρόπο ιδρύθηκαν όλα τα κράτη/πολιτείες, δυνάμει της ευγενούς δύναμης/εξουσίας μεγάλων ανδρών· ‒δεν είναι ζήτημα σωματικής δύναμης, δεδομένου ότι οι πολλοί, από άποψη σωματικής δύναμης, είναι πιο δυνατοί από τον Έναν. Απεναντίας, …αυτό που κάνει τον μεγάλο άνδρα να ξεχωρίζει [από τους πολλούς] είναι: να γνωρίζει την απόλυτη βούληση και να την εκφράζει, έτσι ώστε όλοι να συγκεντρώνονται γύρω από το έμβλημά του [και] αυτός να είναι ο θεός τους» (ό.π. 235).

ΙΙΙ. «Αυτό το κράτος είναι το απλό απόλυτο πνεύμα, που είναι βέβαιο για τον εαυτό του και για το οποίο τίποτα το καθορισμένο δεν ισχύει πέρα από αυτό το ίδιο» (ό.π.).

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1368b-1369a)

Δικανικός λόγος: κεφ. 10-15

[1368b] [X] Περὶ δὲ κατηγορίας καὶ ἀπολογίας, ἐκ πόσων καὶ ποίων ποιεῖσθαι δεῖ τοὺς συλλογισμούς, ἐχόμενον ἂν εἴη λέγειν. δεῖ δὴ λαβεῖν τρία, ἓν μὲν τίνων καὶ πόσων ἕνεκα ἀδικοῦσι, δεύτερον δὲ πῶς αὐτοὶ διακείμενοι, τρίτον δὲ τοὺς ποίους καὶ πῶς ἔχοντας. διορισάμενοι οὖν τὸ ἀδικεῖν λέγωμεν ἑξῆς.

Ἔστω δὴ τὸ ἀδικεῖν τὸ βλάπτειν ἑκόντα παρὰ τὸν νόμον. νόμος δ᾽ ἐστὶν ὁ μὲν ἴδιος ὁ δὲ κοινός· λέγω δὲ ἴδιον μὲν καθ᾽ ὃν γεγραμμένον πολιτεύονται, κοινὸν δὲ ὅσα ἄγραφα παρὰ πᾶσιν ὁμολογεῖσθαι δοκεῖ. ἑκόντες δὲ ποιοῦσιν ὅσα εἰδότες καὶ μὴ ἀναγκαζόμενοι. ὅσα μὲν οὖν εἰδότες, οὐ πάντα προαιρούμενοι, ὅσα δὲ προαιρούμενοι, εἰδότες ἅπαντα· οὐδεὶς γὰρ ὃ προαιρεῖται ἀγνοεῖ.

Δι᾽ ἃ δὲ προαιροῦνται βλάπτειν καὶ φαῦλα ποιεῖν παρὰ τὸν νόμον κακία ἐστὶν καὶ ἀκρασία· ἐὰν γάρ τινες ἔχωσιν μοχθηρίαν ἢ μίαν ἢ πλείους, περὶ τοῦτο ὃ μοχθηροὶ τυγχάνουσιν ὄντες καὶ ἄδικοί εἰσιν· οἷον ὁ μὲν ἀνελεύθερος περὶ χρήματα, ὁ δ᾽ ἀκόλαστος περὶ τὰς τοῦ σώματος ἡδονάς, ὁ δὲ μαλακὸς περὶ τὰ ῥάθυμα, ὁ δὲ δειλὸς περὶ τοὺς κινδύνους (τοὺς γὰρ συγκινδυνεύοντας ἐγκαταλιμπάνουσι διὰ τὸν φόβον), ὁ δὲ φιλότιμος διὰ τιμήν, ὁ δ᾽ ὀξύθυμος δι᾽ ὀργήν, ὁ δὲ φιλόνικος διὰ νίκην, ὁ δὲ πικρὸς διὰ τιμωρίαν, ὁ δ᾽ ἄφρων διὰ τὸ ἀπατᾶσθαι περὶ τὸ δίκαιον καὶ ἄδικον, ὁ δ᾽ ἀναίσχυντος δι᾽ ὀλιγωρίαν δόξης· ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστος περὶ ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων.

Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων δῆλον, τὰ μὲν ἐκ τῶν περὶ τὰς ἀρετὰς εἰρημένων, τὰ δ᾽ ἐκ τῶν περὶ τὰ πάθη ῥηθησομένων· λοιπὸν δ᾽ εἰπεῖν τίνος ἕνεκα καὶ πῶς ἔχοντες ἀδικοῦσι καὶ τίνας.

Πρῶτον μὲν οὖν διελώμεθα τίνων ὀρεγόμενοι καὶ ποῖα φεύγοντες ἐγχειροῦσιν ἀδικεῖν· δῆλον γὰρ ὡς τῷ μὲν κατηγοροῦντι πόσα καὶ ποῖα τούτων ὑπάρχει τῷ ἀντιδίκῳ σκεπτέον, ὧν ἐφιέμενοι πάντες τοὺς πλησίον ἀδικοῦσι, τῷ δὲ ἀπολογουμένῳ ποῖα καὶ πόσα τούτων οὐχ ὑπάρχει. πάντες δὴ πάντα πράττουσι τὰ μὲν οὐ δι᾽ αὑτοὺς τὰ δὲ δι᾽ αὑτούς. τῶν μὲν οὖν μὴ δι᾽ αὑτοὺς τὰ μὲν διὰ τύχην πράττουσι τὰ δ᾽ ἐξ ἀνάγκης, τῶν δ᾽ ἐξ ἀνάγκης τὰ μὲν βίᾳ τὰ δὲ φύσει, ὥστε πάντα ὅσα μὴ δι᾽ αὑτοὺς πράττουσι, τὰ μὲν ἀπὸ τύχης τὰ δὲ φύσει τὰ δὲ βίᾳ. ὅσα δὲ δι᾽ αὑτούς, καὶ ὧν

[1369a] αὐτοὶ αἴτιοι, τὰ μὲν δι᾽ ἔθος τὰ δὲ δι᾽ ὄρεξιν, τὰ μὲν διὰ λογιστικὴν ὄρεξιν τὰ δὲ δι᾽ ἄλογον· ἔστιν δ᾽ ἡ μὲν βούλησις ἀγαθοῦ ὄρεξις (οὐδεὶς γὰρ βούλεται ἀλλ᾽ ἢ ὅταν οἰηθῇ εἶναι ἀγαθόν), ἄλογοι δ᾽ ὀρέξεις ὀργὴ καὶ ἐπιθυμία· ὥστε πάντα ὅσα πράττουσιν ἀνάγκη πράττειν δι᾽ αἰτίας ἑπτά, διὰ τύχην, διὰ φύσιν, διὰ βίαν, δι᾽ ἔθος, διὰ λογισμόν, διὰ θυμόν, δι᾽ ἐπιθυμίαν. τὸ δὲ προσδιαιρεῖσθαι καθ᾽ ἡλικίαν ἢ ἕξεις ἢ ἀλλ᾽ ἄττα τὰ πραττόμενα περίεργον· εἰ γὰρ συμβέβηκεν τοῖς νέοις ὀργίλοις εἶναι ἢ ἐπιθυμητικοῖς, οὐ διὰ τὴν νεότητα πράττουσι τὰ τοιαῦτα ἀλλὰ δι᾽ ὀργὴν καὶ ἐπιθυμίαν. οὐδὲ διὰ πλοῦτον καὶ πενίαν, ἀλλὰ συμβέβηκε τοῖς μὲν πένησι διὰ τὴν ἔνδειαν ἐπιθυμεῖν χρημάτων, τοῖς δὲ πλουσίοις διὰ τὴν ἐξουσίαν ἐπιθυμεῖν τῶν μὴ ἀναγκαίων ἡδονῶν· ἀλλὰ πράξουσι καὶ οὗτοι οὐ διὰ πλοῦτον καὶ πενίαν ἀλλὰ διὰ τὴν ἐπιθυμίαν. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ δίκαιοι καὶ οἱ ἄδικοι, καὶ οἱ ἄλλοι οἱ λεγόμενοι κατὰ τὰς ἕξεις πράττειν, διὰ ταῦτα πράξουσιν· ἢ γὰρ διὰ λογισμὸν ἢ διὰ πάθος· ἀλλ᾽ οἱ μὲν διὰ ἤθη καὶ πάθη χρηστά, οἱ δὲ διὰ τἀναντία. συμβαίνει μέντοι ταῖς μὲν τοιαύταις ἕξεσι τὰ τοιαῦτα ἀκολουθεῖν, ταῖς δὲ τοιαῖσδε τὰ τοιάδε· εὐθὺς γὰρ ἴσως τῷ μὲν σώφρονι διὰ τὸ σώφρονα εἶναι δόξαι τε καὶ ἐπιθυμίαι χρησταὶ ἐπακολουθοῦσι περὶ τῶν ἡδέων, τῷ δ᾽ ἀκολάστῳ αἱ ἐναντίαι περὶ τῶν αὐτῶν τούτων· διὸ τὰς μὲν τοιαύτας διαιρέσεις ἐατέον, σκεπτέον δὲ ποῖα ποίοις εἴωθεν ἕπεσθαι· εἰ μὲν γὰρ λευκὸς ἢ μέλας, ἢ μέγας ἢ μικρός, οὐδὲν τέτακται τῶν τοιούτων ἀκολουθεῖν, εἰ δὲ νέος ἢ πρεσβύτης, ἢ δίκαιος ἢ ἄδικος, ἤδη διαφέρει· καὶ ὅλως ὅσα τῶν συμβαινόντων ποιεῖ διαφέρειν τὰ ἤθη τῶν ἀνθρώπων, οἷον πλουτεῖν δοκῶν ἑαυτῷ ἢ πένεσθαι διοίσει τι, καὶ εὐτυχεῖν ἢ ἀτυχεῖν. ταῦτα μὲν οὖν ὕστερον ἐροῦμεν, νῦν δὲ περὶ τῶν λοιπῶν εἴπωμεν πρῶτον.

***
[1368b] [10] Σειρά έχει, λέω, τώρα να μιλήσουμε για την κατηγορία και την απολογία, για το πόσοι και ποιοί είναι οι τόποι από τους οποίους πρέπει να αντλούνται οι σχετικοί συλλογισμοί. Τρία πράγματα πρέπει να γίνουν αντικείμενο εξέτασης: πρώτον για ποιούς και για πόσους λόγους αδικούν οι άνθρωποι· δεύτερον σε ποιά κατάσταση βρίσκονται οι άνθρωποι που αδικούν· τρίτον τί είδους ανθρώπους αδικούν και σε ποιά κατάσταση βρίσκονται αυτοί οι (αδικούμενοι) άνθρωποι. Θα μιλήσουμε για όλα αυτά με τη σειρά, αφού πρώτα δώσουμε τον ορισμό της άδικης πράξης.

Ας δεχτούμε λοιπόν ότι άδικη πράξη είναι το να κάνει κανείς κακό σε κάποιον άλλον με τη θέλησή του, παραβαίνοντας τον νόμο. Ο νόμος είναι ή μερικός ή γενικός. «Μερικόν» ονομάζω τον γραπτό νόμο που ρυθμίζει τη ζωή των πολιτών στην πόλη, «γενικόν» αυτόν που, μολονότι άγραφος, φαίνεται ότι έχει καθολική αποδοχή. Λέμε ότι κάνουμε κάτι «με τη θέλησή μας» όταν το κάνουμε εν πλήρει συνειδήσει και δίχως εξαναγκασμό. Όλα όσα κάνουμε με τη θέλησή μας, δεν τα κάνουμε ύστερα από διαδικασία επιλογής και προτίμησης· όσα όμως κάνουμε ύστερα από επιλογή και προτίμηση, τα κάνουμε όλα εν πλήρει συνειδήσει· κανείς, πράγματι, δεν αγνοεί αυτό στο οποίο έχει δείξει την προτίμησή του.

Οι λόγοι που κάνουν τους ανθρώπους να θέλουν —αντίθετα με ό,τι προστάζει ο νόμος— να βλάψουν και να κάνουν το κακό, είναι η κακία και η έλλειψη αυτοελέγχου· γιατί αν ένας άνθρωπος έχει μία ή περισσότερες κακίες, κάνει και αδικίες σχετικές με την κακία που τυχαίνει να έχει· ο ανελεύθερος, π.χ., σχετικές με τα χρήματα, ο ακόλαστος σχετικές με τις σωματικές ηδονές, ο μαλθακός σχετικές με την καλοπέρασή του, ο δειλός σχετικές με τους κινδύνους (εγκαταλείπουν, πράγματι, από φόβο τους συντρόφους τους την ώρα του κινδύνου), ο φιλόδοξος για χάρη των τιμών, ο οξύθυμος πάνω στο θυμό του, ο παθιασμένος με τις νίκες για χάρη της νίκης, ο στυφός για να πάρει εκδίκηση, ο δίχως φρόνηση γιατί μπερδεύει το δίκαιο και το άδικο, ο ξεδιάντροπος από αδιαφορία για τη γνώμη των άλλων — παρόμοια και όλοι οι άλλοι, ο καθένας ενσχέσει με το είδος και το περιεχόμενο της ιδιαίτερης κακίας του.

Όλα όμως αυτά τα πράγματα είναι φανερά, ενμέρει από όσα έχουμε ήδη πει για τις αρετές και ενμέρει από όσα θα πούμε για τα πάθη. Εκείνο που μας μένει είναι να πούμε για ποιό λόγο αδικούν οι άνθρωποι, σε ποιά κατάσταση βρίσκονται τότε οι ίδιοι, και ποιούς αδικούν.

Πρώτα λοιπόν ας ξεκαθαρίσουμε τί ακριβώς ποθούν για τον εαυτό τους και τί κοιτάζουν να αποφύγουν οι άνθρωποι που διαπράττουν αδικία· γιατί είναι, βέβαια, φανερό ότι ο μεν κατήγορος πρέπει να ψάξει να βρει πόσα και ποιά από αυτά που όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν για τον εαυτό τους όταν αδικούν τον πλησίον τους υπάρχουν στον αντίδικό του, ο δε κατηγορούμενος πρέπει να δείξει στην απολογία του πόσα και ποιά από αυτά δεν υπάρχουν σ᾽ αυτόν. Όλες οι πράξεις των ανθρώπων έχουν την αρχή τους είτε σε λόγους που βρίσκονται έξω από τους ίδιους είτε σε λόγους που βρίσκονται μέσα τους. Στην περίπτωση που η αιτία της πράξης δεν βρίσκεται μέσα στο ίδιο το άτομο, η πράξη οφείλεται είτε στην τύχη είτε στην ανάγκη. Από τις πράξεις που οφείλονται στην ανάγκη άλλες οφείλονται σε άσκηση βίας και άλλες στη φύση. Επομένως όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι για λόγους που δεν βρίσκονται μέσα στους ίδιους οφείλονται στην τύχη, στη φύση ή στην άσκηση βίας, ενώ όσα κάνουν για λόγους που βρίσκονται μέσα στους ίδιους,

[1369a] όταν δηλαδή η αιτία γι᾽ αυτά είναι τα ίδια τα άτομα, οι πράξεις αυτές οφείλονται είτε σε συνήθεια είτε σε έντονη επιθυμία, η οποία άλλοτε ελέγχεται από τη λογική και άλλοτε όχι. Αυτό που λέμε «βούληση» είναι η επιθυμία για κάτι καλό (κανείς, πράγματι, δεν θέλει κάτι παρά μόνο αν πιστεύει πως είναι καλό)· μη ελεγχόμενες από τη λογική επιθυμίες είναι η οργή και ο πόθος. Όλες λοιπόν τις πράξεις τους οι άνθρωποι δεν μπορεί παρά να τις κάνουν για εφτά λόγους: τύχη, φύση, βία, συνήθεια, λογική, οργή, ζωηρή επιθυμία. Η παραπέρα διαίρεση των ανθρώπινων πράξεων με βάση την ηλικία, τις ιδιότητες του χαρακτήρα ή κάτι άλλο δεν έχει κανένα νόημα· γιατί αν οι νέοι συμβαίνει να είναι οργίλοι ή πλήρεις από επιθυμίες, δεν είναι η νεότητά τους η αιτία γι᾽ αυτού του είδους τις πράξεις τους, αλλά η οργή και η επιθυμία· ούτε είναι αιτία ο πλούτος ή η φτώχεια· στους φτωχούς μπορεί να συμβεί η επιθυμία να αποκτήσουν χρήματα λόγω της φτώχειας τους, στους πλούσιους η επιθυμία για περιττές ηδονές λόγω της δυνατότητας που έχουν να τις εξασφαλίσουν στον εαυτό τους· πάντως και αυτοί δεν θα ενεργήσουν όπως θα ενεργήσουν εξαιτίας του πλούτου και της φτώχειας, αλλά εξαιτίας της μεγάλης επιθυμίας τους. Έτσι και οι δίκαιοι και οι άδικοι, καθώς και όλοι αυτοί που λέμε ότι ενεργούν σύμφωνα με τις ιδιότητες του χαρακτήρα τους, θα πράξουν ό,τι πράξουν για τους λόγους που είπαμε, οδηγημένοι δηλαδή ή από τη λογική ή από το πάθος: οι μεν ξεκινώντας από καλά ήθη και πάθη, οι άλλοι από τα αντίθετα. Συμβαίνει, πάντως, οι έξεις αυτού και αυτού του είδους να έχουν αυτού και αυτού του είδους τα επακόλουθα, και, πάλι, αυτές και αυτές οι άλλες έξεις να έχουν αυτά και αυτά τα άλλα επακόλουθα· στον εγκρατή, επί παραδείγματι, άνθρωπο, ακριβώς γιατί είναι εγκρατής, τα ηδονικά πράγματα γεννούν καλές γνώμες και επιθυμίες, ενώ με τον ίδιο τρόπο στον ακόλαστο τα ίδια αυτά πράγματα γεννούν τις αντίθετες γνώμες και επιθυμίες. Γι᾽ αυτό, το σωστό είναι να αφήσουμε καταμέρος αυτές τις διακρίσεις, δεν πρέπει όμως να παραλείψουμε να εξετάσουμε τί λογής επακόλουθα έχουν κατά κανόνα οι συγκεκριμένες ιδιότητες των επιμέρους προσώπων ή πραγμάτων· γιατί αν κάποιος είναι ανοιχτόχρωμος ή σκουρόχρωμος, ψηλός ή κοντός, δεν υπάρχει κανόνας που να λέει ότι θα ακολουθήσει τότε κάποιο από τα επακόλουθα που είπαμε· αν όμως είναι νέος ή γέρος, δίκαιος ή άδικος, τότε πια υπάρχει διαφορά.

Γενικά, πρέπει να εξετάζουμε καθετί που κάνει τους χαρακτήρες των ανθρώπων να διαφέρουν· π.χ., το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του πλούσιο ή φτωχό θα προκαλέσει κάποια διαφορά, όπως επίσης το να θεωρεί τον εαυτό του καλότυχο ή κακότυχο. Θα μιλήσουμε για όλα αυτά αργότερα, τώρα όμως ας μιλήσουμε πρώτα για όσα υπολείπονται.