Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἀνδρομάχη (1047-1084)

ΠΗ. Φθιώτιδες γυναῖκες, ἱστοροῦντί μοι
σημήνατ᾽· ᾐσθόμην γὰρ οὐ σαφῆ λόγον
ὡς δώματ᾽ ἐκλιποῦσα Μενέλεω κόρη
1050 φρούδη τάδ᾽· ἥκω δ᾽ ἐκμαθεῖν σπουδὴν ἔχων
εἰ ταῦτ᾽ ἀληθῆ· τῶν γὰρ ἐκδήμων φίλων
δεῖ τοὺς κατ᾽ οἶκον ὄντας ἐκπονεῖν τύχας.
ΧΟ. Πηλεῦ, σαφῶς ἤκουσας· οὐδ᾽ ἐμοὶ καλὸν
κρύπτειν ἐν οἷς παροῦσα τυγχάνω κακοῖς·
1055 βασίλεια γὰρ τῶνδ᾽ οἴχεται φυγὰς δόμων.
ΠΗ. τίνος φόβου τυχοῦσα; διαπέραινέ μοι.
ΧΟ. πόσιν τρέμουσα, μὴ δόμων νιν ἐκβάλῃ.
ΠΗ. μῶν ἀντὶ παιδὸς θανασίμων βουλευμάτων;
ΧΟ. ναί, καὶ γυναικὸς αἰχμαλωτίδος φόνῳ.
1060 ΠΗ. σὺν πατρὶ δ᾽ οἴκους ἢ τίνος λείπει μέτα;
ΧΟ. Ἀγαμέμνονός νιν παῖς βέβηκ᾽ ἄγων χθονός.
ΠΗ. ποίαν περαίνων ἐλπίδ᾽; ἦ γῆμαι θέλων;
ΧΟ. καὶ σῷ γε παιδὸς παιδὶ πορσύνων μόρον.
ΠΗ. κρυπτὸς καταστὰς ἢ κατ᾽ ὄμμ᾽ ἐλθὼν μάχῃ;
1065 ΧΟ. ἁγνοῖς ἐν ἱεροῖς Λοξίου Δελφῶν μέτα.
ΠΗ. οἴμοι· τόδ᾽ ἤδη δεινόν. οὐχ ὅσον τάχος
χωρήσεταί τις Πυθικὴν πρὸς ἑστίαν
καὶ τἀνθάδ᾽ ὄντα τοῖς ἐκεῖ λέξει φίλοις,
πρὶν παῖδ᾽ Ἀχιλλέως κατθανεῖν ἐχθρῶν ὕπο;
ΑΓΓΕΛΟΣ
ὤμοι μοι·
1070 οἵας ὁ τλήμων ἀγγελῶν ἥκω τύχας
σοί τ᾽, ὦ γεραιέ, καὶ φίλοισι δεσπότου.
ΠΗ. αἰαῖ· πρόμαντις θυμὸς ὥς τι προσδοκᾷ.
ΑΓ. οὐκ ἔστι σοι παῖς παιδός, ὡς μάθῃς, γέρον
Πηλεῦ· τοιάσδε φασγάνων πληγὰς ἔχει
1075 Δελφῶν ὑπ᾽ ἀνδρῶν καὶ Μυκηναίου ξένου.
ΧΟ. ἆ ἆ, τί δράσεις, ὦ γεραιέ; μὴ πέσῃς·
ἔπαιρε σαυτόν. ΠΗ. οὐδέν εἰμ᾽· ἀπωλόμην.
φρούδη μὲν αὐδή, φροῦδα δ᾽ ἄρθρα μου κάτω.
ΑΓ. ἄκουσον, εἰ καὶ σοῖς φίλοις ἀμυναθεῖν
1080 χρῄζεις, τὸ πραχθέν, σὸν κατορθώσας δέμας.
ΠΗ. ὦ μοῖρα, γήρως ἐσχάτοις πρὸς τέρμασιν
οἵα με τὸν δύστηνον ἀμφιβᾶσ᾽ ἔχεις.
πῶς δ᾽ οἴχεταί μοι παῖς μόνου παιδὸς μόνος;
σήμαιν᾽· ἀκοῦσαι δ᾽ οὐκ ἀκούσθ᾽ ὅμως θέλω.

***
(Έρχεται ο Πηλέας με ακολουθία.)
ΠΗΛΕΑΣ
Φθιώτισσες γυναίκες, σας ρωτάω να μάθω·
άκουσα κάτι λόγια, κάπως αόριστα,
πως έγινε άφαντη του Μενελάου η κόρη.
1050Τρέχοντας ήρθα γιατί θέλω να ξέρω
αν αληθεύουνε τα λόγια που ακουστήκανε.
Όταν αφήνουνε τα σπίτια τους οι φίλοι,
εμείς που μένουμε θα πρέπει να νοιαζόμαστε
για τα συμφέροντά τους.
ΧΟΡΟΣ
Είναι αληθινά
τα λόγια που άκουσες, Πηλέα. Και δεν είναι
σωστό για μένα ν᾽ αποκρύβω το κακό
που γίνηκε μπροστά στα μάτια μου.
Απ᾽ το παλάτι έφυγε η βασίλισσα.
ΠΗΛΕΑΣ
Μα τί φοβήθηκε λοιπόν; Γιά εξήγησέ μου.
ΧΟΡΟΣ
Τον άντρα της έτρεμε, μήπως τη διώξει.
ΠΗΛΕΑΣ
Μήπως γιατί μελέτησε να θανατώσει το παιδί;
ΧΟΡΟΣ
Ναι, κι απ᾽ τον φόβο της αιχμάλωτης μητέρας.
ΠΗΛΕΑΣ
1060Με τον πατέρα της έφυγε, ή με άλλον;
ΧΟΡΟΣ
Του Αγαμέμνονα ο γιος την πήρε από το σπίτι.
ΠΗΛΕΑΣ
Με ποιάν ελπίδα; Μήπως να την παντρευτεί;
ΧΟΡΟΣ
Και του εγγονού σου τον θάνατο ετοιμάζει.
ΠΗΛΕΑΣ
Θα του στήσει καρτέρι ή θα τονε χτυπήσει
στα φανερά;
ΧΟΡΟΣ
Στο ιερό του Απόλλωνα.
Άνθρωποι απ᾽ τους Δελφούς θα τον βοηθήσουν.
ΠΗΛΕΑΣ (Στους ακολούθους του.)
Αυτό κι αν είναι φοβερό.
Όσο πιο γρήγορα γίνεται,
πριν να σκοτώσουν οι εχθροί του το παιδί του Αχιλλέα,
να τρέξει κάποιος από σας στον Πυθικό βωμό
για να ιστορήσει στους ανθρώπους μας τα όσα συμβαίνουν.
(Φεύγει, αριστερά, ένας αγγελιαφόρος. Ένας άλλος έρχεται από τον ίδιο δρόμο.)

ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Αλίμονο!
Ποιό θλιβερό μαντάτο ήρθα να φέρω,
1070ο άμοιρος εγώ,
σ᾽ εσένα, γέροντα, και στους φίλους του αφέντη.
ΠΗΛΕΑΣ
Κακό προαίσθημα μου σφίγγει την καρδιά.
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Δεν ζει τ᾽ αγγόνι σου, γερο-Πηλέα. Τον τέλειωσαν
με τα σπαθιά τους
οι άνθρωποι των Δελφών κι ο ξένος που ᾽ρθε
απ᾽ τις Μυκήνες.
ΧΟΡΟΣ
Α, μην αφήνεσαι να πέσεις, γέροντα.
Κρατήσου ορθός.
ΠΗΛΕΑΣ
Είμαι πια ένας χαμένος.
Σβήνει η φωνή μου. Παραλύσανε τα πόδια μου.
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Κρατήσου, αν θες ακόμα να βοηθήσεις
1080εκείνους που αγαπάς, κι άκουσε τί έγινε.
ΠΗΛΕΑΣ
Ω μοίρα, τώρα στα στερνά μου γηρατειά
πόσο σκληρά με πολεμάς, τον δύστυχο.
Και πώς εχάθηκε ο μονάκριβος του μοναχογιού μου;
Πες μου, κι ας είναι το άκουσμα φριχτό,
θέλω ν᾽ ακούσω.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΣΙΠΡΟΙΤΗΣ

ΣΙΠΡΟΙΤΗΣ
(αλλαγή φύλου, από αγόρι σε κορίτσι)
 
Για τον Σιπροίτη γνωρίζουμε μόνο ότι ήταν Κρητικός που είχε την ατυχία, ενώ κυνηγούσε, να δει γυμνή την Άρτεμη να παίρνει το λουτρό της.
 
Κι εκείνη τον μεταμόρφωσε από άνδρα σε γυναίκα. (Αντ. Λιβερ., Μετ. 17)

Σεξ: η μελωδία της εγκεφαλικής ευτυχίας

Όπως ασφαλώς θα γνωρίζουν εξ ιδίας πείρας οι περισσότεροι αναγνώστες, ο σαρκικός έρωτας δεν είναι ποτέ αυτό που φαίνεται: ένα ανώδυνο βιολογικό παιχνίδι που στοχεύει στην αναπαραγωγή ή στην πρόσκαιρη σεξουαλική ικανοποίηση. Όποτε μάλιστα διαπιστώνουμε ότι σε μια «σχέση» απουσιάζουν τα γνώριμα πάθη και η οδύνη του έρωτα, τότε μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι πως, στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για ερωτική... σχέση.

Παρά τη συστηματική προπαγάνδα από τα ΜΜΕ για το αντίθετο, το σεξ δεν είναι απλώς και μόνο μια σωματική λειτουργία ή, έστω, μια βιολογική ανάγκη, αλλά μία από τις πιο ουσιαστικές και περίπλοκες βιοψυχολογικές εκδηλώσεις της ίδιας της ανθρώπινης φύσης.

Σήμερα, όταν γίνεται λόγος για τα επιτεύγματα της επιστήμης ή της τεχνολογίας, έχει επικρατήσει να βλέπουμε παντού «επαναστάσεις», ενώ στην πραγματικότητα έχει σημειωθεί μόνο κάποια μικρή πρόοδος. Εντούτοις, σε ό,τι αφορά την έρευνα των βιοχημικών και των νευρολογικών προϋποθέσεων της ερωτικής μας συμπεριφοράς, έχει όντως συντελεστεί μια μικρή επανάσταση κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Γεγονός που αναπόφευκτα θα οδηγήσει στη ριζική αναθεώρηση πολλών από τις σημερινές -ηθικά και ιδεολογικά βεβαρημένες- προκαταλήψεις μας γύρω από το σεξ.

Η φαινομενολογία της ερωτικής συμφωνίας

Αν ήθελε κάποιος να συνοψίσει τις πολυετείς επιστημονικές μελέτες και περιγραφές της ανθρώπινης ερωτικής συμπεριφοράς, θα μπορούσε, πολύ σχηματικά, να αναγνωρίσει τέσσερα βασικά μέρη ή πράξεις στην πανάρχαιη, αλλά κάθε άλλο παρά πασίγνωστη, ερωτική συμφωνία που εκτελείται όταν δύο άνθρωποι συναντιούνται ερωτικά.

Πρώτη πράξη: η ακαταμάχητη έλξη. Από την πρώτη στιγμή που τη ή τον βλέπουμε, ενεργοποιείται ο μέσος εγκέφαλός μας, το τμήμα κάτω από τον εγκεφαλικό φλοιό, το οποίο, μεταξύ άλλων, συντονίζει και ελέγχει τα οπτικά και ακουστικά μας αντανακλαστικά. Αρχίζει να εκκρίνει ντοπαμίνη, έναν νευροδιαβιβαστή που σχετίζεται άμεσα με τα αισθήματα ηδονής και ευφορίας που μας προκάλεσε η παρουσία του άλλου προσώπου.

Ερεθισμένος από την ντοπαμίνη, ο υποθάλαμος στέλνει εντολή στο σώμα να επιδείξει τις κατάλληλες σωματικές αντιδράσεις: οι κόρες των ματιών διαστέλλονται, η καρδιά χτυπά σαν τρελή στέλνοντας περισσότερο αίμα στο πρόσωπο που κοκκινίζει, ένα λεπτό στρώμα ιδρώτα καλύπτει το δέρμα μας καθιστώντας το πιο φωτεινό. Αν το αντικείμενο της ερωτικής επιθυμίας μας αντιδράσει θετικά σε αυτά τα ερωτικά σήματα που του στέλνουμε, τότε ενισχύονται τα νευρωνικά κυκλώματα που συνδέουν την παρουσία του/της με συναισθήματα ευχαρίστησης και ευφορίας.

Δεύτερη πράξη: η έκρηξη του πάθους. Κάθε νέα συνάντηση μαζί του/της ανεβάζει τα επίπεδα έκκρισης της ντοπαμίνης, ενισχύοντας περαιτέρω την επιθυμία μας για το πρόσωπό του/της, ενώ παράλληλα η ανάμνηση της ευχαρίστησης που μας γεννά η παρουσία της/του μεγαλώνει την επιθυμία μας να βρισκόμαστε μαζί της/του. Γεγονός που με τη σειρά του προκαλεί στον εγκέφαλό μας την έκκριση δύο νέων νευροδιαβιβαστών, της νοραδρεναλίνης και της φαινυλεθυλαμίνης.

Αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ προκαλεί στον εγκέφαλό μας μια κατάσταση έντονης διέγερσης και ελαφρού ιλίγγου, παρόμοιου με αυτόν που θα μας προκαλούσε η κατάποση μιας μικρής ποσότητας αμφεταμίνης. Ταυτόχρονα μειώνεται η παραγωγή ενός άλλου σημαντικού νευροδιαβιβαστή, της σεροτονίνης, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται το συναίσθημα της ερωτικής εμμονής.

Τρίτη πράξη: επιτέλους συνουσία! Οσο μεγαλώνει η οικειότητα τόσο περισσότερο ο υποθάλαμος διεγείρει την παραγωγή ενός άλλου σημαντικού νευροδιαβιβαστή, της ωκυτοκίνης, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στη γέννηση αισθημάτων έντονης τρυφερότητας και ενισχύει τους υποδοχείς των νευρωνικών κυκλωμάτων που εμπλέκονται στην ανάδυση άλλων συναφών ερωτικών συναισθημάτων. Φιλιά, χάδια και άλλες ερωτικές ενέργειες αυξάνουν περαιτέρω τα επίπεδα ωκυτοκίνης και βασοπρεσίνης, δημιουργώντας μια ακατάσχετη ανάγκη για ερωτική ολοκλήρωση.

Τέταρτη πράξη: για πάντα μαζί; Υστερα από 18 ή 30 μήνες από τη δημιουργία της σχέσης, ο εγκέφαλός μας έχει πια «μπουχτίσει» από το κοκτέιλ ορμονών με αποτέλεσμα να μην αντιδρά πια όπως πριν. Σε αυτή την αποφασιστική φάση κάθε ερωτικής σχέσης τα περισσότερα ζευγάρια χωρίζουν. Και τότε ο καθένας από το πρώην ζευγάρι αρχίζει να αναζητά νέο ερωτικό σύντροφο για να βιώσει εκ νέου τις τρεις πρώτες τόσο ερεθιστικές φάσεις στη δημιουργία μιας σχέσης. Ομως αυτό δεν είναι πάντα ο κανόνας. Αρκετά ζευγάρια καταφέρνουν να ξεπεράσουν αυτή τη δύσκολη φάση, μετατρέποντας την ορμονική «πλήξη» σε βαθύτερη ψυχοσωματική οικειότητα. Σε αυτήν την περίπτωση μένουν μαζί για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ίσως για πάντα.

Ποιες εγκεφαλικές δομές εμπλέκονται στην εκτέλεση αυτής της ερωτικής συμφωνίας και τι είναι αυτό που πυροδοτεί και ρυθμίζει την ακατάσχετη και ενίοτε μανιώδη επιθυμία μας για σεξ;

Εγκέφαλος: ο αόρατος συνθέτης

Οπως και τα περισσότερα πρωτεύοντα θηλαστικά, οι άνθρωποι αφιερώνουν πολύ χρόνο στην προετοιμασία και την ικανοποίηση των ερωτικών τους αναγκών, αφού αυτό αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχή αναπαραγωγή τους. Αν μάλιστα αυτή η βιολογική ανάγκη συσχετιστεί με τις ανώτερες νοητικές ικανότητες των ανθρώπων, τότε εξηγείται ικανοποιητικά η υπερβολική σπουδαιότητα που αποδίδουν οι άνθρωποι στο σεξ συγκριτικά με τα υπόλοιπα είδη. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το σεξ είναι κάτι παραπάνω από μια βιολογική λειτουργία.

Δεν πρέπει λοιπόν να μας προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πίσω από τις περίπλοκες και χρονοβόρες ερωτοτροπίες που καταλήγουν στην πολυπόθητη ερωτική συνεύρεση δύο ανθρώπων κρύβονται πάντα «ενδογενείς» βιολογικοί παράγοντες που χρειάστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια εξέλιξης για να διαμορφωθούν. Εκπληξη, αντίθετα, προκαλεί σήμερα το τεράστιο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να αναγνωρίσουμε και να αποδεχτούμε την πραγματική φύση των παραγόντων που, σε τελευταία ανάλυση, ρυθμίζουν τα ερωτικά μας ήθη.

Από τις μέχρι σήμερα νευροβιολογικές έρευνες προκύπτει ότι, κατά τη μακρά εξελικτική ιστορία του είδους μας, ο εγκέφαλός μας ανέπτυξε τρία διαφορετικά -τόσο από λειτουργική όσο και από ανατομική άποψη- ερωτικά συστήματα που διασφαλίζουν την ηδονή της σεξουαλικής πράξης και, μέσω αυτής, την επιτυχή αναπαραγωγή μας.

Το πρώτο εγκεφαλικό σύστημα σχετίζεται με τη σεξουαλική έλξη που μας ωθεί στο να ζευγαρώνουμε. Το δεύτερο ενισχύει την ανάδυση του «ρομαντικού έρωτα» και μας παρέχει βιοχημικά κίνητρα για να αφιερώνουμε πολύ χρόνο και ενέργεια στον ερωτικό μας σύντροφο. Το τρίτο εγκεφαλικό σύστημα, όταν ενεργοποιείται, ενισχύει και διασφαλίζει τη μακροβιότητα της σχέσης με τον ή τη σύντροφό μας.

Μάλιστα, έχει πολλαπλώς επιβεβαιωθεί το γεγονός ότι τόσο η ιδιαίτερη επίδραση όσο και η εξειδικευμένη λειτουργία αυτών των διαφορετικών εγκεφαλικών συστημάτων βασίζονται πάντα στη διαφοροποιημένη παραγωγή συγκεκριμένων εγκεφαλικών μορίων, κυρίως ορμονών και ειδικών νευροδιαβιβαστών (βλ. και ειδικό πλαίσιο).

Για παράδειγμα, σήμερα θεωρείται βέβαιο ότι η έντονη σεξουαλική έλξη που νιώθουμε για ένα άτομο συνδέεται στενά και εξαρτάται από την απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων τεστοστερόνης. Οσο για την ερωτική έκσταση που βιώνουμε όταν ερωτοτροπούμε με το άτομο αυτό, ρυθμίζεται κυρίως από την ποσότητα ντοπαμίνης που εκλύεται στον εγκέφαλό μας, σε συνδυασμό με τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης. Επίσης, η σταθερότητα και η «μονιμοποίηση» της ερωτικής σχέσης στον χρόνο εξαρτώνται από την αυξημένη παραγωγή μιας άλλης ορμόνης, της ωκυτοκίνης στις γυναίκες και της βασοπρεσίνης στους άνδρες.

Ενδέχεται, λοιπόν, σε λίγα χρόνια στο λήμμα «έρωτας» των ενημερωμένων λεξικών να διαβάζουμε: «Σφοδρή αλλαγή της εγκεφαλικής δραστηριότητας που προκαλείται από την έκλυση μεγάλης ποσότητας ειδικών νευροδιαβιβαστών (ντοπαμίνη, ωκυτοκίνη, βασοπρεσίνη) με άμεσο στόχο τη σεξουαλική ηδονή και απώτερο στόχο την προώθηση της αναπαραγωγικής λειτουργίας».

Βέβαια, σε κάποιους αυτός ο ορισμός μπορεί να φαίνεται κάπως «άχρωμος», υπερβολικά «πεζός» ή και «αντιποιητικός», αλλά σίγουρα όχι επιστημονικά ανακριβής! Επομένως, αν δεν ανήκετε στην κατηγορία των εκκεντρικών ανθρώπων που πιστεύουν (εντελώς αυθαίρετα!) ότι οι πρόσφατες ανακαλύψεις της νευροεπιστήμης σχετικά με το σεξ είναι ολότελα εσφαλμένες ή παραπλανητικές, τότε οφείλετε να παραδεχτείτε ότι αυτός ο «ψυχρός» ορισμός συνοψίζει ικανοποιητικά τις τρέχουσες επιστημονικές αντιλήψεις και δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, τουλάχιστον τη «στενή» αλλά «αντικειμενική» πραγματικότητα των επιστημών του εγκεφάλου.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι καμία ουσιαστική πρόοδος στην κατανόηση της ερωτικής ζωής των ανθρώπων δεν θα επιτευχθεί όσο επιμένουμε να αγνοούμε (ή να παραβλέπουμε σκοπίμως!) τις βιολογικές-εγκεφαλικές παραμέτρους που, μαζί με το κοινωνικο-πολιτισμικό περιβάλλον, συνδιαμορφώνουν τις ποικίλες εκδηλώσεις της ερωτικής μας συμπεριφοράς.

Πώς η βιοχημεία του σεξ επηρεάζει τον εγκέφαλο;

Όραση, όσφρηση, αφή, ακοή υπακούουν τυφλά στις γονιδιακές και τις εγκεφαλικές επιλογές «μας». 'Ολες μας οι αισθήσεις συνωμοτούν, κυριολεκτικά πίσω από την πλάτη μας, για να πέσουμε στην παγίδα του... έρωτα.

Ωστόσο, αν ρωτούσαμε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ανθρώπων «Ποιο θεωρείτε ότι είναι το πιο σεξουαλικό όργανο του σώματός μας;», θα παίρναμε ασφαλώς τις πιο διαφορετικές απαντήσεις, ανάλογα με τα γούστα και το φύλο αυτού που απαντά.

Μάλιστα, έχει διαπιστωθεί στατιστικά ότι το ενδιαφέρον των γυναικών επικεντρώνεται αρχικά στο πρόσωπο και κατόπιν στο σώμα, χωρίς βέβαια να παραλείπεται και η οπτική «αξιολόγηση» της περιοχής του ανδρικού καβάλου. Αντίθετα, οι περισσότεροι άνδρες εξερευνούν και επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στο στήθος, τις γάμπες και τα οπίσθια.

Το βέβαιο πάντως είναι πως σχεδόν κανείς, άνδρας ή γυναίκα, δεν θα σκεφτόταν να απαντήσει ότι το πιο σεξουαλικό όργανο του σώματός μας βρίσκεται κρυμμένο μέσα στο κεφάλι μας. Είναι δηλαδή ο εγκέφαλός μας. Όμως εδώ και αρκετό καιρό οι ειδικοί γνωρίζουν ότι όλα τα άλλα «ερωτικά μέλη» του ανθρώπινου σώματος, τα οποία έχουν εξελιχθεί ακριβώς για να προσελκύουν και να ξυπνούν το σεξουαλικό μας ενδιαφέρον, έχουν στόχο και τελικό αποδέκτη τον εγκέφαλο, την πραγματική μηχανή παραγωγής του σεξ και των ερωτικών μας αισθημάτων.

'Αραγε, τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν, μεταξύ όλων των ανθρώπων, επιλέγουμε τον συγκεκριμένο ερωτικό σύντροφο και όχι κάποιον άλλο; Ποια φυσικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά καθόρισαν αυτήν την επιλογή μας; Τα ερωτήματα αυτά απασχολούσαν ανέκαθεν τους ανθρώπους, χωρίς δυστυχώς να καταφέρουν να βρουν μία συγκεκριμένη απάντηση, πόσω δε μάλλον την οριστική απάντηση που θα ισχύει για όλους. Και έτσι, μέχρι σήμερα, το «μυστήριο» του έρωτα αντιστέκεται σθεναρά σε κάθε προσπάθεια αντικειμενικής ή, έστω, υποκειμενικής κατανόησης και εκλογίκευσής του.

Η χημεία της ερωτικής έλξης

Τα τελευταία χρόνια, όπως είδαμε, η επιστημονική έρευνα καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες για τη διερεύνηση της ερωτικής μας συμπεριφοράς: ανθρωπολόγοι, γενετιστές, ψυχολόγοι, νευροεπιστήμονες, εξελικτικοί βιολόγοι -για να μην αναφέρουμε τους ψυχαναλυτές, τους ψυχοθεραπευτές ή τους σεξολόγους- επιχειρούν να διαφωτίσουν ό,τι σκοτεινό έχει απομείνει από τη ρομαντική μας αντίληψη περί έρωτος.

Πάντως, όταν εξετάζονται σε «εργαστηριακές συνθήκες» τα ανθρώπινα όντα συμπεριφέρονται ερωτικά όπως περίπου και όλα τα άλλα ανώτερα θηλαστικά. Και το γεγονός ότι το είδος μας εξακολουθεί να υπάρχει σημαίνει, προφανώς, ότι η εξελικτική διαδικασία μάς έχει προικίσει με τα απαραίτητα «εργαλεία» για να επιλέγουμε τον ερωτικό μας σύντροφο με βάση το αναπαραγωγικό μας συμφέρον: για να κάνουμε δηλαδή μαζί του υγιή παιδιά.

Προφανώς, αυτό το αναπαραγωγικό κριτήριο θα πρέπει να υπερτερεί σαφώς και να βαραίνει περισσότερο από κάθε άλλο (π.χ. οικονομικά συμφέροντα, «τέλεια» εξωτερική εμφάνιση κ.ά.) στην επιλογή του ή της συντρόφου μας.

Αναζητώντας κάποια επιστημονική και πανανθρώπινη «εξήγηση» του πώς επιλέγουμε τον μόνιμο ερωτικό μας σύντροφο, οι ειδικοί υπέθεσαν ότι οι οσμές του σώματος μπορεί να είναι φορείς ειδικών χημικών σημάτων που επηρεάζουν τη σωματική μας κατάσταση και την ψυχολογική μας προδιάθεση. Έτσι, για παράδειγμα, διαπίστωσαν ότι οι φερομόνες επηρεάζουν την ερωτική συμπεριφορά μας καθορίζοντας την έλξη ή την απώθηση που νιώθουμε για τον/τη σύντροφό μας!

Τι είναι όμως οι φερομόνες (ή φερορμόνες); O όρος προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «φέρειν + ορμόνες» και αναφέρεται στους χημικούς αγγελιαφόρους που όταν εκκρίνονται από το δέρμα έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν αλλαγές τόσο στη φυσιολογία όσο και στη συμπεριφορά των ατόμων. Ας σημειωθεί ότι οι φερομόνες ασκούν την επιρροή τους χωρίς ο οργανισμός που τις εκκρίνει ή τις συλλαμβάνει να αντιλαμβάνεται συνειδητά την παρουσία ή τη δράση τους.

'Αραγε οι άνδρες και οι γυναίκες μπορούν -ή μήπως οφείλουν;- να εμπιστεύονται την όσφρησή τους για την επιλογή του ερωτικού τους συντρόφου; Τα πτηνά και τα έντομα (π.χ. οι μέλισσες), όπως και πολλά θηλαστικά, είναι βέβαιο πως το κάνουν. Γιατί οι άνθρωποι να αποτελούν εξαίρεση;

Μάσλοου: Κυριαρχικότητα

Ο Μάσλοου, περισσότερο γνωστός για τις θεωρίες του πάνω στην ιεράρχιση των ανθρωπίνων αναγκών, έγραψε ενδιαφέροντα πράγματα και για την έμφυτη κυριαρχικότητα των ανθρώπων. Ίσως οι θεωρίες του να ρίχνουν κάποιο φως στην ανεξέλεγκτη βία των τελευταίων ετών.

Η σημασία της κυριαρχικότητας στα ζώα, που είναι η βάση της κοινωνικής τους ιεραρχίας, αναγνωρίσθηκε σχετικά πρόσφατα από τους ζωολόγους, χάρη στις έρευνες και τις προσπάθειες βιολόγων και ζωολόγων όπως οι Λόρεντς, Τινμπεργκεν και Μόρις.

Παρατηρήθηκε αρχικά σε κοτέτσια και μετά σε όλα τα υπόλοιπα ζώα, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου. Η κυριαρχικότητα είναι ένα είδος αλυσίδας όπου ο καθένας μας κυριαρχεί πάνω σε κάποιον, αλλά κυριαρχείται από κάποιον άλλο. Σε αγέλες λεόντων, γοριλών και αρουραίων, παρατηρήθηκε ότι η κυριαρχία επιβάλλεται πολύ συχνά με μονομαχίες, όπου μόλις νικήσει κάποιο ζώο, η βία εξαφανίζεται και το ηττημένο ζώο αποδέχεται πρόθυμα τη μοίρα του και υποτάσσεται στο πιο κυριαρχικό.

Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι δεν θα φάει ή θα πιεί πρώτο, θα περιμένει να φάει πρώτα ο "ανώτερός" του, κλπ. Παρατηρείται όμως συχνά, ειδικά στους γορίλες που έχουν χάσει στη μονομαχία και είναι υποταγμένοι, ότι όταν ένα νέο μέλος προσπαθεί να μπει στη φυλή, του επιτίθενται με πρωτοφανή αγριότητα, λες και προσπαθούν να εκδικηθούν για την προηγούμενη χασούρα τους.

Πρωταθλητές βέβαια σε αυτό το σπορ εκδίκησης είναι οι άνθρωποι. Βλέπουμε πάντως ξεκάθαρα αυτή τη μάχη για εξουσία στις μάχες στα κόμματα όπου, από μια στιγμή και μετά σταματούν οι ίντριγκες κι οι καυγάδες, αναγνωρίζεται ο αρχηγός και όλοι εργάζονται στο εξής για το καλό της ομάδας. Είναι όμως αλήθεια ότι διψάμε όλοι, ή οι περισσότεροι, για εξουσία και αυτό εξηγεί εύκολα το γιατί οι άνθρωποι δεν θέλουν ποτέ να την αποχωριστούν.

Όπως συμβαίνει συχνά, μια επιστημονική παρατήρηση έγινε κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας. Οι Αμερικανοί δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί αποδρούσαν τόσο λίγοι φυλακισμένοι των Κινέζων και έστειλαν επιτελείο κατασκόπων και ψυχολόγων για να το ερευνήσουν. Το συμπέρασμα του επιτελείου έλεγε ότι οι Κινέζοι παρατηρούσαν προσεκτικά τους φυλακισμένους, διέκριναν ποιος ήταν κυριαρχικός και τον έβαζαν στο μπουντρούμι, μακριά από τους άλλους. Από τη στιγμή που είχαν μπει στην απομόνωση οι αρχηγοί, οι άλλοι δεν έκαναν την παραμικρή προσπάθεια να δραπετεύσουν.

Το αξιοσημείωτο ήταν ότι ο αριθμός των αρχηγών ήταν πάντα ο ίδιος, ένας στους είκοσι ή 5 τοις 100%. Στην πραγματικότητα, αυτή η γνώση είναι παλιά, πολλοί ισχυρίζονται εξάλλου ότι η ψυχολογία είναι η πιο παλιά επιστήμη. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ρωτήθηκε ο εξερευνητής Στάνλεϋ, από τον Μπέρναρ Σω, αν τύχαινε κι αρρώσταινε, πόσοι από τους άνδρες του ήταν έτοιμοι να αναλάβουν την αρχηγία, και ο Στάνλεϋ απάντησε αμέσως: Ένας στους είκοσι. Ο Σω θέλησε να μάθει αν ο αριθμός ήταν ακριβής ή στο περίπου και ο εξερευνητής τον διαβεβαίωσε ότι ο αριθμός ήταν ακριβής.

Ο Έϊμπραχαμ Μάσλου (1908-1970), που περιέγραψε πρώτος την ανθρώπινη Ιεράρχιση των Αναγκών, και έμεινε στην ιστορία, έκανε κάποιες σημαντικές παρατηρήσεις σχετικά με την κυριαρχικότητα.

Ήταν πολύ περίεργος γιατί, παρατηρώντας τη συμπεριφορά πιθήκων στο ζωολογικό κήπο του Μπρονξ, είδε παράξενα πράγματα. Οι πίθηκοι κατέφευγαν συνέχεια στο σεξ, πράγμα που δεν τον παραξένεψε ιδιαίτερα, αφού όλα τα ζώα σε αιχμαλωσία καταφεύγουν συνήθως σ' αυτό, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρχε μια ανωμαλία. Αρσενικοί καβαλούσαν αρσενικούς και θηλυκοί καβαλούσαν θηλυκούς. Δεν άργησε να καταλάβει ότι αυτή η συμπεριφορά δεν σήμαινε ότι οι πίθηκοι του Μπρονξ είχαν γίνει ξαφνικά ομοφυλόφιλοι, αλλά επειδή το σεξ σήμαινε κυριαρχικότητα, οι πίθηκοι ανακάλυπταν αυτό τον τρόπο για να την εκφράσουν.

Παρατήρησε στη συνέχεια αυτό που είχε παρατηρηθεί και στους γορίλες, αν εμφανιζόταν ένας νέος πίθηκος, οι υποταγμένοι ως τώρα πίθηκοι του επιτίθεντο με πολύ άγριες διαθέσεις, διεκδικούσαν τη χαμένη τους κυριαρχικότητα, διεκδικούσαν περισσότερα δικαιώματα.

Με όσα είχε ως τώρα στα χέρια του, άρχισε να παίρνει συνεντεύξεις από φοιτήτριες και νοικοκυρές πάνω στη σεξουαλική τους ζωή, πολλά χρόνια πριν από τις περίφημες έρευνες Κίνσεϋ.

Δεν εμπιστευόταν καθόλου τους άνδρες διότι έλεγαν συνέχεια ψέματα, εφευρίσκοντας ανύπαρκτα σεξουαλικά κατορθώματα. Οι γυναίκες ήταν πολύ πιο ειλικρινείς.

Ξαφνιάστηκε όταν είδε ότι οι άνθρωποι, όπως και τα ζώα, σχηματίζουν τρεις ομάδες κυριαρχικότητας. Την υψηλή, τη μέση και τη χαμηλή.

Στην ομάδα υψηλής κυριαρχικότητας ανήκε, με μαθηματική ακρίβεια, το 5%, πολύ μικρό ποσοστό, το υπόλοιπο 85% μοιραζόταν στις υπόλοιπες δύο ομάδες.

Τα συμπεράσματά του, που δημοσιεύθηκαν το 1939 και ξανά-συμπληρωμένα, το 1942, λένε τα εξής:

Οι γυναίκες μέσης κυριαρχικότητας μπορεί να έχουν έντονη σεξουαλική ζωή, αλλά συνήθως οι σεξουαλικές τους εμπειρίες είναι πολύ περιορισμένες, έχουν την τάση να είναι μονογαμικές, θέλουν να ανήκουν σε ένα και μόνο άνδρα.

Μια γυναίκα χαμηλής κυριαρχικότητας, που ήταν στείρα, απαγόρευσε εντελώς στο σύζυγό της τη σεξουαλική σχέση. Πολλές γυναίκες χαμηλής κυριαρχικότητας έχουν την τάση να πιστεύουν ότι το σεξ χρειάζεται μόνο για να γεννηθούν παιδιά.

Γυναίκες όλων των κατηγοριών μπορούν να έχουν δυνατή σεξουαλικότητα, αλλά η ποσότητα του σεξ που έχουν εξαρτάται άμεσα από την κυριαρχικότητά τους. Οι κυριαρχικές έχουν πλουσιότερη σεξουαλική ζωή από αυτές της μέσης κυριαρχικότητας και οι μέσης κυριαρχικότητας έχουν περισσότερο σεξ από αυτές της χαμηλής.

Οι γυναίκες μέσης κυριαρχικότητας έχουν συνήθως ρομαντική διάθεση προς το σεξ. Τους αρέσει να ερωτοτροπεί ο εραστής κάτω από το φως των κεριών, με απαλή μουσική και συνήθως επιλέγουν τον "λογιστή", κάποιο νοικοκυρεμένο άνθρωπο με σταθερή δουλειά, ίσως όχι τόσο όμορφο ή έξυπνο, αλλά που θα τους παρέχει την πολυπόθητη ασφάλεια.

Οι γυναίκες χαμηλής κυριαρχικότητας μοιάζουν να θεωρούν τη σεξουαλική πράξη αποκρουστική, σιχαμένη, και βρίσκουν ότι το ανδρικό σεξουαλικό όργανο είναι κακάσχημο, ενώ οι γυναίκες υψηλής κυριαρχικότητας το βρίσκουν πανέμορφο.

Οι γυναίκες υψηλής κυριαρχικότητας έκαναν περισσότερο σεξ από τις υπόλοιπες, είχαν πολύ περισσότερους εραστές, έκαν πιο εύκολα λεσβιακές σχέσεις και τους άρεσαν οι πειραματισμοί (στοματικός και πρωκτικός έρωτας, τρίγωνα, όργια).

Η σημαντική παρατήρηση όμως του Μάσλοου είναι ότι όλες οι γυναίκες, ανεξάρτητα από την ομάδα κυριαρχικότητάς τους, είχαν την τάση να προτιμούν άνδρες λίγο πιο κυριαρχικούς από τις ίδιες, αλλά πάντα εντός της ομάδας τους.

Οι χαμηλής κυριαρχικότητας προτιμούσαν τους άνδρες που τις λατρεύουν επί σειρά ετών, γράφουν ερωτικές επιστολές και ποιήματα, χωρίς να τις πιέζουν για να πάνε στο κρεβάτι.

Αυτές οι γυναίκες βρίσκουν τους άνδρες μέσης και υψηλής κυριαρχικότητας, εκφοβιστικούς, τους τρέμουν. Οι γυναίκες μέσης κυριαρχικότητας, βαριούνται πολύ με τον άνδρα χαμηλής, αλλά φοβούνται επίσης πολύ τους υψηλής, δεν αισθάνονται άνετα μαζί τους.

Μια γυναίκα υψηλής κυριαρχικότητας, περιγράφει ο Μάσλοου, έψαχνε για χρόνια να βρει έναν άνδρα λίγο πιο κυριαρχικό από την ίδια και όταν τον βρήκε, τον παντρεύτηκε και του παρέμεινε πιστή. Της άρεσε όμως να τον προκαλεί να καυγαδίσουν και ήθελε ο καυγάς τους να τελειώνει με άγριο σεξ.

Μια άλλη γυναίκα υψηλής κυριαρχικότητας, είπε στον Μάσλοου ότι μπορούσε να έρθει σε οργασμό, απλά κοιτάζοντας έναν άνδρα που της άρεσε. Τελευταία όμως δεν είχε οργασμό, με δύο συνεχόμενους εραστές, γιατί "ήταν πολύ αδύναμοι, δεν μπόρεσα να τους το δώσω"...

Οι άνθρωποι υψηλής κυριαρχικότητας σπάνια ενδιαφέρονται ερωτικά για άτομα που δεν ανήκουν στην "τάξη" τους. Μπορούν εύκολα να ενδώσουν και να κοιμηθούν με άτομα χαμηλής ή μέσης κυριαρχικότητας, αλλά αδυνατούν να ενδιαφερθούν προσωπικά γι' αυτά. Πάντως, μερικές φορές συνδέονται ερωτικά με άτομα χαμηλότερης κυριαρχικότητας, επειδή αισθάνονται μοναξιά ή μελαγχολία, παίρνει τρομερά πάνω του το ηθικό τους και το χρησιμοποιούν όπως ακριβώς άλλοι χρησιμοποιούν τα ναρκωτικά.

Αλλα τι λέω, από όσο ισχυρίζονται σύγχρονες έρευνες, το σεξ μπορεί εύκολα να γίνει ναρκωτικό. Σε ένα ισορροπημένο άτομο αυτό δεν συμβαίνει, να συνάπτει σχέση με άτομο εκτός της ομάδας κυριαρχικότητάς του, συμβαίνει όμως συχνά στον υπερφορτισμένο κυριαρχικό. Αυτός ο άνθρωπος γεννήθηκε έτσι, με περισσότερη ζωική ενέργεια από τους υπόλοιπους και πρέπει να επιβιώσει, να κάνει το δικό του.

Συνήθως όμως γεννιέται σε ένα κόσμο που έχει ήδη αρχηγούς και πρέπει να παλέψει για να καταφέρει αυτό που του τρώει τα σωθικά, να επιβάλλει την κυριαρχικότητά του, να δείξει τη μοναδικότητά του. Μπορεί να στραφεί στη βία, και πολύ συχνά το κάνει, αλλά μπορεί να στραφεί και προς τις επιστήμες ή τις τέχνες.

Από αυτή την άποψη, ο κυριαρχικός άνθρωπος βρίσκεται πολύ κοντά στον Βίαιο άνθρωπο του Βαν Βογκτ, που μελετήσαμε σε προηγούμενο άρθρο. Αν θυμηθούμε το παράδειγμα του Μπετόβεν, που θυμωμένος μια μέρα έχυσε ένα φλυτζλανι με καυτό καφέ στο πρόσωπο ενός σερβιτόρου, είναι εύκολο να αφήσεις το θυμό σου να ξεσπάσει πάνω σε κάποιο εξιλαστήριο θύμα. Αν όμως πατήσεις το ψυχικό σου φρένο, αν εξοικονομίσεις όλη την ενέργεια που χάνεις θυμώνοντας (απίστευτη ποσότητα), τότε μπορεί να τη διοχετεύσεις δημιουργικά και ν' ακούσεις τι σου λέει η κυρία έμπνευση. Ο Μπετόβεν προτίμησε να πατήσει το φρένο και να στραφεί προς τη δημιουργία... ευτυχώς.

Σε προηγούμενες περιόδους της ιστορίας, η κυριαρχικότητα έπαιζε ρόλο, αλλά δεν δημιουργούσε, μεγάλα τουλάχιστον, προβλήματα.

Ο Μάσλοου λέει ότι σε μια κοινωνία με αυστηρό διαχωρισμό ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, για παράδειγμα αριστοκρατία, πλούσιοι, λαός, όλα πάνε κατ' ευχήν. Ο κυριαρχικός χωρικός θα αισθανθεί καλά αν γίνει ο σιδεράς του χωριού ή πρόεδρος του χωριού. Δεν περιμένει να γίνει λόρδος ή καρδινάλιος και δεν μισεί τον λόρδο που είναι λιγότερο κυριαρχικός από τον ίδιο.

Ξέρει καλά τη θέση του μέσα στον κόσμο και τι να περιμένει από αυτόν. Αντίθετα, στην εποχή μας, όπου παιδιά της εργατικής τάξης, όπως οι Beatles, η Μαντόνα ή οι "αληταράδες" AC/DC και Ramones, καταφέρνουν να γίνουν είδωλα της μουσικής ή κινηματογραφικοί αστέρες, η κατάσταση αλλάζει.

Οι κυριαρχικοί νεαροί της εργατικής τάξης δεν βλέπουν κανένα λόγο να μη γίνουν οι ίδιοι είδωλα της ποπ, πλούσιοι και επιτυχημένοι. Θέλουν να έχουν την "πρωτιά" κάπου, να ξεχωρίζουν. Σε κάθε σχολείο με 500 παιδιά, υπάρχουν 25 υψηλής κυριαρχικότητας που κάνουν ό, τι μπορούν για να ξεχωρίσουν.

Μερικά από αυτά είναι καλοί μαθητές, άλλοι καλοί αθλητές, άλλοι όμως δεν έχουν κανένα ταλέντο, πέρα από την κυριαρχικότητα, την επιπλέον ενέργεια που τα υποχρεώνει να παλεύουν συνέχεια με τους συμμαθητές τους. Πώς είναι δυνατόν αυτά τα άτομα να μπορέσουν να εκφράσουν την κυριαρχικότητά τους; Με κάθε δυνατό τρόπο.

Αν είναι όμορφα, με το θαυμασμό του άλλου φύλου και τις πολυάριθμες ερωτικές κατακτήσεις, αν έχουν μυική δύναμη, με το να δέρνουν, όποτε βρουν ευκαιρία, τους άλλους, αν είναι έξυπνα, με το να γίνουν πρώτοι μαθητές.

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις και τις μελέτες του Μάσλου, πολλα πρόσωπα της ιστορίας που ξεχώρισαν για τη δημιουργικότητά και την ευφυία τους, όπως οι Πλάτωνας, Χέγκελ, Μαρξ, Βιτγκενστάιν, Πικάσο, Τζαρά, Ντεμπόρ, ανήκαν στην κατηγορία του 5%, της υψηλής κυριαρχικότητας. Σε αυτήν ανήκαν φυσικά και οι Μέγας Αλέξανδρος και Ναπολέων, Τσέγκις Χαν, Αττίλας, Χίτλερ, Στάλιν, Μάρκος, Πινοσέτ.

Όπως όμως επισημαίνει ο Colin Wilson, ο οποίος γνώρισε προσωπικα τον Μάσλοου και έγραψε τη βιογραφία του (New Pathways in Psychology, Maslow and the post-Freudian Revolution), οι πιο γνωστοί κατά συρροήν δολοφόνοι (Αλμπερτ ντε Σάλβο, ο στραγγαλιστής της Βοστώνης, Τεντ Μπάντι - ο δολοφόνος με το υψηλό IQ -, Αντρέι Τσικατίλο, ο Ρώσος κανίβαλος, Τσαρλς Μάνσον κλπ) ανήκουν κι αυτοί στην ίδια κατηγορία. Άλλοι συνάδελφοι είναι και οι ιντριγκαδόροι πολιτικοί, όπως οι Ταλεϋράνδος, Ρισελιέ, Κίσινγκερ, Νίξον, που διψάνε τόσο πολύ για εξουσία.

Η πιο σημαντική ίσως παρατήρηση του Μάσλοου πάνω στην κυριαρχικότητα (και τη μελέτησε, σε ζώα και ανθρώπους γύρω στα 30 χρόνια) είναι ότι όλες οι κατηγορίες έχουν την τάση να γίνουν πιο κυριαρχικές, όποτε βρίσκουν την ευκαιρία. Ο βίαιος νεαρός που πάει στο γήπεδο με το λοστό και κατατρομάζει τις γριούλες της γειτονιές, ο γνωστός μας βαρύμαγκας ή χούλιγκαν, συνήθως ανήκει στην κατηγορία της μέσης κυριαρχικότητας (που είναι και η πιο πολυπληθής) και προσπαθεί να ανέβει βαθμίδα με τον τσαμπουκά.

Οι παρατηρήσεις, τόσο του Λόρεντς όσο και του Τίνμπεργκεν, έδειξαν ότι αυτή η κατηγορία υψηλής κυριαρχικότητας, το 5%, ισχύει και σε όλα τα ζωικά είδη, ιδιαίτερα σε αυτά που ζουν σε αγέλη.

Ένας βιολόγος-ψυχολόγος, ο John B. Calhoun (1917-1995, περίφημος για τις θεωρίες του πάνω στην αναπόφευκτη βία που δημιουργεί ο υπερπληθυσμός), που έκανε πειράματα με αρουραίους, παρατήρησε ότι όταν δημιουργούσε τεχνητό υπερπληθυσμό στα κλουβιά των αρουραίων, το κυριαρχικό 5% μετατρεπόταν σε εγκληματικό 5%. Αυτοί οι αρουραίοι έδειξαν την κυριαρχικότητά τους πολύ διαφορετικά από όσο τη δείχνουν όταν είναι ελεύθεροι στη φύση., άρχισαν να βιάζουν αδιάκριτα και πέρασαν και στον κανιβαλισμό (κανένα σαρκοβόρο δεν τρώει ποτέ άλλο ζώο της ίδιας ράτσας).

Πέντε τοις εκατό μας κάνει 50.000 στο εκατομμύριο! Δεν μπορούμε να έχουμε 50.000 πρωθυπουργούς, ή προέδρους της δημοκρατίας, στρατηγούς, αρχιεπίσκοπους, πρωταθλητές... κάποια άτομα υψηλής κυριαρχικότητας είναι υποχρεωμένα να μείνουν έξω από τις πρωταγωνιστικές θέσεις τις οποίες θα καταλάβουν πιο ταλαντούχα μέλη της μέσης ή της χαμηλής κυριαρχικότητας.

Αυτό δημιουργεί συνήθως μεγάλη κοινωνική αναταραχή. Τον 18ο αιώνα, από το 1750 και μετά, στοχαστές όπως οι Ρουσώ, Τομ Πέιν, υποστήριξαν με πάθος ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στην ελευθερία. Στον εικοστό αιώνα, από το 1960 και μετά, υπήρχε η διάχυτη εντύπωση ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να γίνουν πλούσιοι και διάσημοι. Τι γίνεται τον 21ο αιώνα; Παρακολουθείτε reality shows και τηλεπαιχνίδια;

Γινόμαστε δυστυχείς κυνηγώντας την ευτυχία;

Μέσα στην παραζάλη της καθημερινότητας, η αναζήτηση της ευτυχίας γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Στην Αμερική έχουν χορηγηθεί τρία αναφαίρετα δικαιώματα στους πολίτες: η ζωή, η ελευθερία και η επιδίωξη της ευτυχίας. Τι γίνεται όμως, αν το κυνήγι της ευτυχίας, μας εμποδίζει τελικά να την βρούμε;

Πράγματι, υπάρχουν λόγοι που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αναζήτηση της ευτυχίας μπορεί να αποδειχτεί συνταγή για τη δυστυχία .

Μια σειρά από νέες μελέτες, που έγιναν με επικεφαλής τον ψυχολόγο Iris Mauss, έδειξαν ότι όσο μεγαλύτερη αξία αποδίδουμε στην ευτυχία, τόσο λιγότερο ευτυχείς γινόμαστε. Το είδα να συμβαίνει με ένα φίλο μου, ένα πολυμαθή που μιλάει πολλές ξένες γλώσσες, από την κινεζική μέχρι την ουαλική. Στο πανεπιστήμιο σπούδασε πληροφορική, αλλά τελικά διαπίστωσε ότι δεν τον ικανοποιούσε αυτή η επιστήμη.

Έχοντας εμμονή με την ευτυχία, λαχταρούσε μια καριέρα και μια κουλτούρα που θα συμβάδιζαν απόλυτα με τα ενδιαφέροντα και τις αξίες του. Εντός δύο ετών από την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο, είχε μετακινηθεί από την πρώτη του δουλειά στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών σε μια εταιρία με αντικείμενο το διαδίκτυο, στη συνέχεια εργάστηκε ως διευθυντής σούπερ μάρκετ, μετά ως σύμβουλος επιχειρήσεων, και τελικά περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες: Πουέρτο Ρίκο, Τρινιδάδ, Καναδά.

Οι δουλειές που έκανε και οι χώρες που πήγε, δεν τον γέμισαν. Μετά από ένα χρόνο, ξεκίνησε standup comedy, ενώ εξέταζε το ενδεχόμενο να μετακομίσει στο Λονδίνο για να παρακολουθήσει κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα για την εκπαίδευση, την φιλοσοφία της επιστήμης, ή την ψυχολογία. Αλλά τίποτα από αυτά δεν τον έκανε ευτυχισμένο.

Δυσαρεστημένος που δεν μπορούσε να κάνει πρόοδο στο κυνήγι της ευτυχίας, μετακόμισε στο Πεκίνο. Εκεί έμεινε δύο χρόνια, αλλά δεν ταίριαξε με την κουλτούρα των Κινέζων, οπότε μετακόμισε στη Γερμανία και εργάστηκε για μία ιστοσελίδα που είχε ως στόχο να βοηθήσει τα ζευγάρια να περνούν μαζί περισσότερο ποιοτικό χρόνο. Αλλά ούτε αυτό τον έκανε ευτυχισμένο, άλλαξε πλάνα και επέστρεψε στο Πεκίνο για να γίνει πωλητής επίπλων γραφείου. Ένα χρόνο αργότερα, εκμυστηρεύτηκε στους φίλους του ότι δεν μπορεί να βρει τι θέλει πραγματικά.

Ο φίλος μου έκανε τέσσερα λάθη που είναι πάρα πολύ συνηθισμένα στον δρόμο προς την ευτυχία.

Το πρώτο λάθος ήταν η ίδια η προσπάθεια να καταλάβει αν ήταν ευτυχής. Όταν επιδιώκουμε την ευτυχία, ο στόχος μας είναι να βιώσουμε περισσότερη χαρά και ικανοποίηση. Για να καταλάβουμε αν σημειώνουμε πρόοδο, θα πρέπει να συγκρίνουμε την ευτυχία που βιώναμε στο παρελθόν με την τρέχουσα ευτυχία μας. Αυτό δημιουργεί το εξής πρόβλημα: τη στιγμή που κάνουμε αυτή τη σύγκριση, περνάμε από την κατάσταση που βιώνουμε αυτά που μας συμβαίνουν, σε μια άλλη κατάσταση που προσπαθούμε ν' αξιολογήσουμε αυτά που μας συμβαίνουν.

Ο ψυχολόγος Mihaly Csikszentmihalyi έκανε έρευνα αρκετές δεκαετίες για τη "ροή", την κατάσταση πλήρους απορρόφησης σε μια δραστηριότητα. Σκεφτείτε όταν είστε απορροφημένοι σε ένα συναρπαστικό βιβλίο, όταν παίζετε ένα άθλημα που αγαπάτε , ή όταν βρίσκεστε με ένα καλό φίλο που δεν έχετε δει εδώ και χρόνια. Βρίσκεστε στη "ροή": είστε τόσο βυθισμένοι σ' αυτό που κάνετε, που χάνετε την αίσθηση του χρόνου και του έξω κόσμου.

Ο Csikszentmihalyi διαπίστωσε ότι όταν οι άνθρωποι βρίσκονται στην κατάσταση "ροής", δεν αναφέρουν ότι είναι ικανοποιημένοι, επειδή είναι πολύ απασχολημένοι και επικεντρωμένοι στη δραστηριότητα ή τη συζήτηση. Όμως μετά, κοιτάζοντας πίσω στο χρόνο, περιγράφουν τη κατάσταση της "ροής" ως τη βέλτιστη συναισθηματική εμπειρία.

Το λάθος που έκανε ο φίλος μου ήταν ότι ψάχνοντας παντού για την ευτυχία, μείωσε την ικανότητά του να βρει τη "ροή". Ήταν τόσο απασχολημένος με την αξιολόγηση της κάθε νέας θέσης εργασίας και της χώρας που μετακόμιζε, που ποτέ δεν ήταν αφοσιώθηκε πλήρως στα σχέδια και τις σχέσεις του. Αντιθέτως, έπαθε κατάθλιψη και μπήκε σ' ένα φαύλο κύκλο όπως αυτό τεκμηριώνεται από τους ψυχολόγους Katariina Salmela - Aro και Jari - Erik Nurmi: η κατάθλιψη οδηγεί τους ανθρώπους να αξιολογούν τις καθημερινές δραστηριότητες τους ως λιγότερο ευχάριστες, και προβληματιζόμενοι διαρκώς γιατί δεν περνάνε καλά, χειροτερεύουν κι' άλλο την κατάθλιψη.

Το δεύτερο σφάλμα ήταν η υπερεκτίμηση του αντίκτυπου των καταστάσεων της ζωής στην ευτυχία. Ο διάσημος ψυχολόγος Dan Gilbert αναφέρει ότι έχουμε την τάση να υπερεκτιμούμε το συναισθηματικό αντίκτυπο των θετικών γεγονότων της ζωής. Πιστεύουμε ότι ένας καλός συγκάτοικος ή μια σημαντική προαγωγή θα μας κάνει πιο ευτυχισμένους, παραβλέποντας το γεγονός ότι τελικά θα προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. Για παράδειγμα, μια κλασική παλιότερη μελέτη έδειξε ότι κερδίζοντας κάποιος το λαχείο δεν έχει μόνιμα κέρδη στην ευτυχία.

Το τρίτο λάθος έχει να κάνει αποκλειστικά με την επιδίωξη την ευτυχίας. Η ευτυχία είναι μια ατομική κατάσταση, έτσι ώστε όταν την αναζητούμε είναι φυσικό να επικεντρωνόμαστε στον εαυτό μας. Ωστόσο, μια πληθώρα στοιχείων δείχνει ότι όταν εστιάζουμε την προσοχή στον εαυτό μας, υπονομεύουμε την ευτυχία και προκαλούμε κατάθλιψη. Σε μία μελέτη, ο Mauss και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αξία που προσδίδουμε στην ευτυχία, τόσο περισσότερη μοναξιά αισθανόμαστε.

Σ' ένα άλλο πείραμα, που ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αξιολογήσουν την ευτυχία, διαπίστωσαν ότι αυτό είχε αρνητικό αντίκτυπο στους ίδιους: ανέφεραν ότι αισθάνονται πιο μοναχικά ενώ παρατηρήθηκε πτώση της προγεστερόνης στο σάλιο τους, μια ορμονική αντίδραση που συνδέεται με τη μοναξιά. Έτσι και ο φίλος μου, όταν άλλαζε θέσεις εργασίας και χώρες, άφηνε πίσω του ανθρώπους που τον έκαναν ευτυχισμένο.

Το τελευταίο λάθος ήταν η αναζήτηση του έντονων θετικών συναισθημάτων. Όταν θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι, ψάχνουμε για ισχυρά θετικά συναισθήματα όπως η χαρά, η αγαλλίαση και ο ενθουσιασμός. Δυστυχώς, η έρευνα δείχνει ότι αυτός δεν είναι ο καλύτερος δρόμος προς την ευτυχία. Ο ψυχολόγος Ed Diener διαπίστωσε ότι η ευτυχία διεγείρεται από τη συχνότητα και όχι την ένταση των θετικών συναισθημάτων. Όταν έχουμε ως στόχο τα έντονα θετικά συναισθήματα, αυτόματα ανεβάζουμε τον πήχη και αξιολογούμε τις εμπειρίες μας από ένα υψηλότερο επίπεδο, γεγονός που καθιστά ευκολότερο να αισθανθούμε απογοήτευση.

Πράγματι, ο Mauss και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν ότι όταν οι άνθρωποι είχαν ως αυτοσκοπό την αναζήτηση της ευτυχίας, βίωναν λιγότερη χαρά βλέποντας μια αθλήτρια του καλλιτεχνικού πατινάζ να κερδίζει χρυσό μετάλλιο. Απογοητεύονταν που το αθλητικό γεγονός δεν είχε ακόμη πιο μεγάλο ενδιαφέρον. Ακόμα κι αν οι ίδιοι είχαν κερδίσει το χρυσό μετάλλιο, πιθανότατα δεν θα βοηθούσε.

Οι μελέτες δείχνουν ότι μια έντονη θετική εμπειρία μας οδηγεί στο να αξιολογούμε συνηθισμένες εμπειρίες ως λιγότερο θετικές. Αν κερδίσουμε ένα χρυσό μετάλλιο η το λαχείο, θα είναι δύσκολο να αντλήσουμε ευχαρίστηση όταν βρίσκουμε μια καλή θέση στάθμευσης ή κερδίζουμε σ' ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Ο φίλος μου έψαχνε τόσο σκληρά για την τέλεια δουλειά και την ιδανικό χώρα που δεν μπορούσε να εκτιμήσει μια αξιόλογη εργασία ή ένα καλό εστιατόριο .

Σήμερα, για πρώτη φορά την τελευταία δεκαετία, ο φίλος μου φαίνεται να είναι πια ευτυχής. Αντί να επιδιώκει αποκλειστικά την ευτυχία, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε. Αντί να κυνηγάει καθημερινά την ευτυχία του και να αναζητάει τη δουλειά των ονείρων του, βρίσκει "ροή" και βιώνει καθημερινά την ικανοποίηση βοηθώντας τη γυναίκα του να στήσει μια νέα εταιρεία.

Στο βιβλίο "Obliquity", ο John Kay υποστηρίζει ότι τα καλύτερα πράγματα στη ζωή μπορούν να επιδιωχθούν μόνο έμμεσα. Πιστεύω ότι αυτό ισχύει πράγματι για την ευτυχία: αν πραγματικά θέλουμε να βιώσουμε χαρά ή νόημα στη ζωή μας, θα πρέπει να μετατοπίσουμε την προσοχή σας μακριά από τη χαρά ή την ευτυχία, και να προσανατολιστούμε προς δραστηριότητες και σχέσεις που φέρνουν χαρά και ευτυχία έμμεσα ως υποπροϊόντα.

Όπως είπε κάποτε ο μεγάλος φιλόσοφος John Stuart Mill: "Ευτυχισμένοι είναι μόνο αυτοί που έχουν στο μυαλό τους πράγματα άσχετα με τη δική τους ευτυχία."

Ο δύσκολος δρόμος προς την αυτογνωσία

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ επιλογεσΟ άνθρωπος αλλάζει καθημερινά. Δέχεται νέα ερεθίσματα, βιώνει νέες εμπειρίες... αφομοιώνει νέες πληροφορίες, σφυρηλατεί νέα χαρακτηριστικά προσωπικότητας ενώ αφήνει άλλα να εξασθενίσουν. Η αυτογνωσία δεν είναι ένα χαρακτηριστικό που κάποιος το κατέχει ή δεν το κατέχει, είναι κάτι που μέρα με τη μέρα το κατακτά, λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με τις προσωπικές του άμυνες και αντιστάσεις σε συνδυασμό με τις εξωτερικές συνθήκες.

Πέρα από τα παραπάνω, η αυτογνωσία δεν μπορεί να είναι ένα μετρήσιμο απόλυτο και αντικειμενικό χαρακτηριστικό γιατί αναφέρεται στην ανθρώπινη ύπαρξη που εξ ορισμού είναι υποκειμενική. Δηλαδή, όπως κάθε άνθρωπος βλέπει τη ζωή, το περιβάλλον και τον κόσμο μέσα από το προσωπικό, μοναδικό του βλέμμα, έτσι βλέπει και τον εαυτό του με τον προσωπικό μοναδικό του τρόπο.

Υπάρχουν ωστόσο, συγκεκριμένες δυσκολίες που εμποδίζουν κάποιον να δει τον υποκειμενικό του εαυτό.

Συγκεκριμένα:

Όροι αξίας

Οι όροι αξίας είναι επιταγές που παίρνουμε από το περιβάλλον μας για το πως πρέπει να είμαστε αν θέλουμε να είμαστε αρεστοί, αγαπητοί, επιτυχημένοι κλπ. Φράσεις όπως 'τα αγόρια δεν κλαίνε', «τα καλά κορίτσια δεν θυμώνουν», «οι καλοί φίλοι δεν μαλώνουν», που οι περισσότεροι από εμάς έχουμε δεχτεί κατά την παιδική μας ηλικία, στέλνουν το μήνυμα πως για να είναι κάποιος αποδεκτός πρέπει να μπλοκάρει κάποια κομμάτια των συναισθημάτων και των σκέψεών του.

Ο θυμός, η ζήλια η λύπη κ.α. είναι συναισθήματα που συχνά θεωρούνται πως δεν ταιριάζουν σε ένα «καλό παιδί» και το «καλό παιδί» μαθαίνει από νωρίς να μπλοκάρει και να φιμώνει τα συναισθήματά του και τα «θέλω» του.

Όταν κάποιος νιώθει πως τα συναισθήματά του ή τα «θέλω» του είναι σε αντίθεση με τους όρους αξίας που του έχουν επιβληθεί από το εξωτερικό του περιβάλλον βιώνει μια συναισθηματική σύγκρουση. Π.χ. Σε κάποιον δεν αρέσει η διασκέδαση των κέντρων διασκέδασης, στην παρέα του όμως αυτή είναι πολύ δημοφιλής. Το να αναγνωρίσει πως βαριέται στα κέντρα αυτά θα τον φέρει σε σύγκρουση με την ανάγκη του να ανήκει στην παρέα του.

Έτσι ασυνείδητα μπλοκάρει εκείνα τα συναισθήματα και τα κομμάτια της εμπειρίας του που του λένε πως δεν του αρέσει η διασκέδαση των clubs και πείθει τον εαυτό του πως εκεί όντως διασκεδάζει. Από την άλλη πλευρά, συχνά αυτά τα απωθημένα του συναισθήματα βρίσκουν τρόπο έκφρασης με άλλους έμμεσους τρόπους π.χ. με ψυχοσωματικά συμπτώματα, με κακή διάθεση, χωρίς να είναι σαφής ο λόγος της, με επιθετικότητα προς τους άλλους κλπ.

Κάποιος άνθρωπος που συχνά κάνει τέτοιες παραχωρήσεις, απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον εαυτό του, αλλοτριώνεται και η γνώση του πραγματικού του εαυτού συρρικνώνεται όλο και περισσότερο αφού γίνεται μέσα από τις συμπληγάδες πέτρες των όρων αξίας του περιβάλλοντός του και της ιδανικής εικόνας που θέλει να δείξει προς τα έξω.

Στην εποχή μας οι κοινωνικές επιταγές είναι πάρα πολλές και προέρχονται από πολλές και συχνά συγκρουόμενες πηγές με αποτέλεσμα οι άνθρωποι εύκολα να χάνουν το προσωπικό τους βλέμμα και κατά συνέπεια και την ικανότητά τους για αυτογνωσία.

Η διαδικασία διερεύνησης του πραγματικού εαυτού είναι αυτή που δίνει στον άνθρωπο την δυνατότητα να τον αγαπήσει να ζει μέσα από τις δικές του επιλογές, χωρίς να γίνεται πιόνι στα χέρια των άλλων, αλλά και να μην παρασύρεται από τη δικιά του θέληση για να δείξει μια «ιδανική», πλην όμως ψεύτικη, εικόνα προς το περιβάλλον του.

Η παιδεία είναι θέμα ανατροφής

Σ᾽ αυτό τον κόσμο οι άνθρωποι τείνουν να μπερδεύουν την εκπαίδευση με την παιδεία. Αν και τα δυο προέρχονται απ᾽ το ρήμα «παιδεύω», στην ουσία πρόκειται για δύο διαφορετικές έννοιες.

Η εκπαίδευση παρέχεται από τα σχολεία και πιστοποιείται με πτυχία, ενώ η παιδεία είναι αποτέλεσμα τόσο του περιβάλλοντος στο οποίο γαλουχήθηκες, όσο και προϊόν εσωτερικών ζυμώσεων του εκάστοτε ατόμου.

Η παιδεία είναι αυτή που σου μαθαίνει να ξεχωρίζεις το καλό απ᾽ το κακό. Σε διδάσκει τι είναι δικαιοσύνη και τι σεβασμός. Απ᾽ την άλλη, η εκπαίδευση επιτελεί το ρόλο του μορφωτικού αγαθού μέσω του οποίου αποκτάς γνώσεις, που με τη σειρά τους θ᾽ αποτελέσουν εφόδιο για ένα καλό βιοτικό επίπεδο.

Στις μέρες μας, εν αντιθέσει με τα παλαιότερα χρόνια, υπάρχει τέτοια πληθώρα εκπαιδευτικών μέσων και πτυχίων που φτάνουν να γεμίσεις έναν τοίχο. Στην ουσία, όμως, οι άνθρωποι είναι απαίδευτοι.

Οι παλιότεροι μπορεί να μην είχαν τη δυνατότητα να μορφωθούν, όμως, είχαν ιδιαίτερα αυξημένη την αίσθηση δικαίου. Τώρα γιατί εμείς χάσαμε την ουσία, είναι απορίας άξιο.

Προσποιούμαστε πώς γνωρίζουμε τα πάντα κι εκφράζουμε τη γνώμη μας επί παντός επιστητού. Μπορεί να μάθαμε να μιλάμε πολλές και διαφορετικές γλώσσες αλλά δε μιλάμε την κυριότερη: αυτή της πεπαιδευμένης αντίληψης.

Παιδεία: ένας τόσο ηχητικά εύκολος, μα τόσο δυσπρόσιτος στην πράξη όρος. Κανένας απ᾽ τους φιλοσόφους δεν όρισε τον όρο «εκπαίδευση» παρά μόνο τον όρο της παιδείας και ποτέ δεν έκανε το λάθος να τους ταυτίσει.

Ίσως γιατί ήξεραν ποιο απ᾽ τα δυο είναι ο θεμέλιος λίθος μιας υγιούς προσωπικότητας και κοινωνίας.

Εκπαίδευση χωρίς παιδεία μοιάζει με δέντρο χωρίς κορμό. Θα συναντήσεις πολλούς ανθρώπους με πτυχία, μα με παιδεία λίγους. Κι ας πιστεύουν λανθασμένα πως το ένα επιφέρει το άλλο.

Αν υπήρχε ουσιαστική παιδεία θα υπήρχε σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή. Θα υπήρχε δικαιοσύνη. Ο κόσμος θα έβλεπε όμορφες και άσπρες μέρες. Οι μαύρες και κόκκινες μέρες που ζούμε είναι προϊόν της εκπαίδευσης που χρησιμοποιείται απ᾽ τους μεγάλους για να χειραγωγήσουν τους λαούς.

Το χέρι του ανθρώπου που έχει γαλουχηθεί με τα ιδανικά της παιδείας δεν οπλίζεται ποτέ για να επιτεθεί. Ο άνθρωπος ο πεπαιδευμένος δίνει αξία στην ανθρώπινη ζωή, την τιμά, τη σέβεται και την υπερασπίζεται.

Σίγουρα η εκπαίδευση είναι ζωτικής σημασίας. Χωρίς αυτήν ο πολιτισμός μας δε θα είχε κάνει άλματα. Το πρόβλημα δεν είναι η εκπαίδευση ως μορφωτικό αγαθό, αλλά η έλλειψη της ουσιαστικής παιδείας ως βάση για να στηριχθεί και να ευοδώσει.

Κανένα βιβλίο και δε θα στη διδάξει. Η οικογένεια σου κι η ίδια η ζωή θα στη μάθουν, αρκεί να έχεις τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά να αφουγκραστείς τα γεγονότα γύρω σου.

Δυστυχώς στους τέσσερις μουντούς τοίχους του σχολείου η κριτική σκέψη αντικαθίσταται απ᾽ την παπαγαλία. Τα παιδιά μαθαίνουν για τις ιδέες της παιδείας χωρίς να μπορούν να τις αντιληφθούν πρακτικά.

Μα πώς θα μάθουμε να φερόμαστε σαν κοινωνικά όντα όταν μεγαλώνουμε σ᾽ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δε σέβεται τη διαφορετικότητα και προάγει ως την παπαγαλία αντί της κριτικής σκέψης;

Δεν ξέρω για εσάς, πάντως οραματίζομαι μια κοινωνία ανθρώπων για ανθρώπους. Μια κοινωνία που χαμογελά συχνότερα, που είναι αισιόδοξη και που δε λειτουργεί τυχοδιωκτικά για άτυπα χαρτιά πιστοποίησης ικανοτήτων.

Οφείλουμε να πλάσουμε έναν κόσμο ανθρωποκεντρικής συνείδησης κι όχι τεχνογνωσίας. Μια πραγματικότητα που δε θα φοβίζει τις νέες γενιές που θα ακολουθήσουν. Που θα τους μάθει να συνυπάρχουν αρμονικά και με σεβασμό προς τον συνάνθρωπο.

Η ελπίδα είναι σαν τον αέρα: Μόλις βρει μια μικρή χαραματιά στην ψυχή μας, ορμάει μέσα γυρεύοντας να γεμίσει το κενό που συνάντησε. Αρκεί να το πιστέψουμε!

Βολταίρος: Η γη βρίθει ανθρώπων oι οποίοι δεν αξίζουν ούτε να τους μιλά κανείς

Πάντοτε, εντούτοις, η αύξηση της ροπής για απομόνωση και μοναχικότητα είναι στον κάθε άνθρωπο άμεσα συναρτημένη με την διανοητική του άξια, καθώς ή ροπή αυτή -όπως ειπώθηκε- δεν είναι μία ροπή αμιγώς φυσική, προκληθείσα από την ανάγκη, αλλά απλώς το αιτιατό ορισμένων εμπειριών και του στοχασμού επ’ αυτών, συγκεκριμένα της διάγνωσης σχετικά με το άθλιο ποιόν, τόσο από ηθική όσο και από διανοητική άποψη, της συντριπτικής πλειονότητας των ανθρώπων. Της διάγνωσης, μάλιστα, -και τούτο είναι το χείριστο- ότι στο εκάστοτε άτομο τα ηθικά και τα διανοητικά ελαττώματα συνωμοτούν και αλληλοβοηθούνται, ούτως ώστε να προκύπτουν τα παντοειδή εκείνα βδελυρά φαινόμενα που καθιστούν την συναναστροφή με τους περισσότερους ανθρώπους δυσάρεστη, αν όχι ανυπόφορη.

Η κατάληξη είναι ότι, παρόλο που σ’ αυτόν τον κόσμο υπάρχουν ουκ ολίγα πολύ άσχημα πράγματα, το πλέον άσχημο είναι και παραμένει η ανθρώπινη κοινωνία, ώστε ο Βολταίρος, ο κοινωνικός αυτός Γάλλος, αναγκάσθηκε να πει: la terre est couverte de gens qui ne meritent pas qu’on leur parle.

«Η γή βρίθει ανθρώπων oι οποίοι δεν αξίζουν ούτε να τους μιλά κανείς»

[Επιστολή της 21.06.1762 στον Μ.le Cardinal de Bernis]

Τον ίδιο αυτό λόγο κατονομάζει, και ο Πετράρχης – ο πράος αυτός άνθρωπος που αγαπούσε τόσο σφοδρά κι επίμονα την μοναχικότητα – για τούτη την κλίση του:

Βίο μοναχικό πάντοτε αποζητούσα (τα ρυάκια το ξέρουν, η ύπαιθρος και τα δάση)
Εκείνους τους κουτούς, στρεβλούς και φαύλους ν’ αποφύγω
Που απ’ τον δρόμο για τον ουρανό έχουν ξεστρατίσει.
(Πετράρχης, Σονέττο 221)

Το μυαλό είναι ξυράφι

Όσο το ακονίζεις τόσο κόβει κι η κόψη του γίνεται «αθέρας» (λεπτότατη), κατά την παλιά έκφραση. Εδώ έγκειται και η διαφορά του έξυπνου από τον καλλιεργημένο· αρχικά μπορεί να διαθέτουν ανάλογη νοητική δωρεά, καταλήγουν όμως να απέχουν ποιοτικά.

Ο έξυπνος και ικανός μαθαίνει τα θεωρητικά και τα πρακτικά της δουλειάς του, παρακολουθεί τις εξελίξεις και αν δεν καταντήσει στυγνή χρηματομηχανή, είναι ευλογία να συνεργάζεσαι με κάποιον που δεν έχει μόνο Μάστερ αλλά και το μυαλό στη θέση του.

Ο καλλιεργημένος δεν περιορίστηκε στην ύλη των όποιων σπουδών του και τα χρηστικά για να κερδίσει χρήματα ή κοινωνικό κύρος, αλλά έκανε το μεγάλο ποιοτικό άλμα: ξέφυγε από το αναγκαίο.

Με πάθος, μελέτη και αγάπη «ψάχτηκε» εντός του και γύρω του και απόκτησε ευρύτερη παιδεία και «δική του» πρωτογενή σκέψη, ώστε να βλέπει κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, να εντοπίζει βαθύτερα αίτια. Γιατί η καλλιέργεια (κουλτούρα) δεν είναι συσσώρευση γνώσης, αλλά το απόσταγμά της ή, όπως το έθεσε ο Μαλρό, «είναι αυτό που μένει όταν ξεχάσεις όσα έμαθες».

ΗΘΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ

Υπάρχουν πολλά είδη ηθικής σύγκρουσης: 
         
α) σύγκρουση με τους άλλους.
β) σύγκρουση με τον εαυτό μας.
γ) σύγκρουση για το τι πρέπει να κάνουμε με τις άλλες απόψεις.
δ) σύγκρουση σχετικά με το ποιες από τις απόψεις των άλλων πρέπει να αποδεχόμαστε ή να απορρίπτουμε.

Τα διάφορα είδη ηθικής σύγκρουσης ανήκουν στην κατηγορία της σύγκρουσης καθηκόντων.

Παραδείγματα σύγκρουσης καθηκόντων:

α) να λέει κανείς την αλήθεια και να σώζει τη ζωή κάποιου ή να αποφεύγει να του προκαλέσει στενοχώρια.
β) να λέει κανείς ψέμα για να σώζει ζωές.
γ) πίστη στους φίλους ή στους ευεργέτες ή πίστη στην πατρίδα ή σε επαγγελματικούς κώδικες ή σε σημαντικές αναλήψεις υποχρεώσεων.

Λόγοι που μπορεί να προκαλούν τέτοιες συγκρούσεις:

α) ασυμβίβαστες ή μη πραγματοποιήσιμες υποσχέσεις.
β) λάθη επιλογής ή αδυναμίες.
γ) ελλιπής γνώση.
δ) κυρίως το γεγονός ότι δύο είδη ηθικών απαιτήσεων, που είναι ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν ταυτόχρονα ή σε μια συγκεκριμένη περίπτωση.

Οι σημασίες του «πρέπει»:

α) το «πρέπει» ως ηθικά απαιτούμενο.
β) το «πρέπει» με την έννοια ότι μπορεί ή δεν μπορεί να γίνει κάτι.
γ) το «πρέπει» με την έννοια ότι αποφασίζει κανείς να εκπληρώσει μια από δύο ή περισσότερες υπαρκτές υποχρεώσεις.
δ) το «πρέπει», χρησιμοποιούμενο ως «υποχρέωση» και «καθήκον» για δυο διαφορετικούς σκοπούς:
1. για να αναφέρουμε ή να εκφράσουμε ηθικές απόψεις ή απαιτήσεις της κοινωνίας.
2. για την εκφράσουμε προσωπική ηθική άποψη ή πεποίθηση.

Τρόποι αντιμετώπισης των ηθικών συγκρούσεων:

α) να γίνεται διάκριση ανάμεσα στα καθήκοντα που ανήκουν στην τάξη της υποχρέωσης, π.χ. να λέει κανείς την αλήθεια, να τηρεί τους νόμους κ.λ.π., και στα επιθυμητά καθήκοντα, π.χ. το ενδιαφέρον ή η επιθυμία κάποιου να γίνει πλούσιος κ.α.
β) τα υποχρεωτικά ή τέλεια καθήκοντα ή τα καθήκοντα της τέλειας υποχρέωσης έχουν μια γενική ισχύ και δεν οδηγούν σε συγκρούσεις, γιατί δεν υπάρχει προαίρεση. Μπορούμε να επιλέξουμε μόνο τον τρόπο επιτέλεσης αυτών των καθηκόντων.
γ) Τα πρώτα δεν επιδέχονται αναβολή ή ακύρωση σε αντίθεση με τα δεύτερα.
δ) Τα τέλεια καθήκοντα είναι καθορισμένα και συνεπάγονται αντίστοιχα δικαιώματα σε συγκεκριμένα άτομα.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1355a-1355b)

Ὅτι μὲν οὖν τὰ ἔξω τοῦ πράγματος οἱ ἄλλοι τεχνολογοῦσι, καὶ διότι μᾶλλον ἀπονενεύκασι πρὸς τὸ δικολογεῖν, φανερόν· χρήσιμος δέ ἐστιν ἡ ῥητορικὴ διά τε τὸ φύσει εἶναι κρείττω τἀληθῆ καὶ τὰ δίκαια τῶν ἐναντίων, ὥστε ἐὰν μὴ κατὰ τὸ προσῆκον αἱ κρίσεις γίγνωνται, ἀνάγκη δι᾽ αὑτῶν ἡττᾶσθαι, τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ἄξιον ἐπιτιμήσεως, ἔτι δὲ πρὸς ἐνίους οὐδ᾽ εἰ τὴν ἀκριβεστάτην ἔχοιμεν ἐπιστήμην, ῥᾴδιον ἀπ᾽ ἐκείνης πεῖσαι λέγοντας· διδασκαλίας γάρ ἐστιν ὁ κατὰ τὴν ἐπιστήμην λόγος, τοῦτο δὲ ἀδύνατον, ἀλλ᾽ ἀνάγκη διὰ τῶν κοινῶν ποιεῖσθαι τὰς πίστεις καὶ τοὺς λόγους, ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς Τοπικοῖς ἐλέγομεν περὶ τῆς πρὸς τοὺς πολλοὺς ἐντεύξεως. ἔτι δὲ τἀναντία δεῖ δύνασθαι πείθειν, καθάπερ καὶ ἐν τοῖς συλλογισμοῖς, οὐχ ὅπως ἀμφότερα πράττωμεν (οὐ γὰρ δεῖ τὰ φαῦλα πείθειν), ἀλλ᾽ ἵνα μὴ λανθάνῃ πῶς ἔχει, καὶ ὅπως ἄλλου χρωμένου τοῖς λόγοις μὴ δικαίως αὐτοὶ λύειν ἔχωμεν. τῶν μὲν οὖν ἄλλων τεχνῶν οὐδεμία τἀναντία συλλογίζεται, ἡ δὲ διαλεκτικὴ καὶ ἡ ῥητορικὴ μόναι τοῦτο ποιοῦσιν· ὁμοίως γάρ εἰσιν ἀμφότεραι τῶν ἐναντίων. τὰ μέντοι ὑποκείμενα πράγματα οὐχ ὁμοίως ἔχει, ἀλλ᾽ ἀεὶ τἀληθῆ καὶ τὰ βελτίω τῇ φύσει εὐσυλλογιστότερα καὶ πιθανώτερα ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν. πρὸς δὲ τούτοις ἄτοπον εἰ τῷ σώματι μὲν αἰσχρὸν μὴ δύνασθαι

[1355b] βοηθεῖν ἑαυτῷ, λόγῳ δ᾽ οὐκ αἰσχρόν· ὃ μᾶλλον ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου τῆς τοῦ σώματος χρείας. εἰ δ᾽ ὅτι μεγάλα βλάψειεν ἂν ὁ χρώμενος ἀδίκως τῇ τοιαύτῃ δυνάμει τῶν λόγων, τοῦτό γε κοινόν ἐστι κατὰ πάντων τῶν ἀγαθῶν πλὴν ἀρετῆς, καὶ μάλιστα κατὰ τῶν χρησιμωτάτων, οἷον ἰσχύος ὑγιείας πλούτου στρατηγίας· τούτοις γὰρ ἄν τις ὠφελήσειεν τὰ μέγιστα χρώμενος δικαίως καὶ βλάψειεν ἀδίκως.

Ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἔστιν οὐθενός τινος γένους ἀφωρισμένου ἡ ῥητορική, ἀλλὰ καθάπερ ἡ διαλεκτική, καὶ ὅτι χρήσιμος, φανερόν, καὶ ὅτι οὐ τὸ πεῖσαι ἔργον αὐτῆς, ἀλλὰ τὸ ἰδεῖν τὰ ὑπάρχοντα πιθανὰ περὶ ἕκαστον, καθάπερ καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις τέχναις πάσαις (οὐδὲ γὰρ ἰατρικῆς τὸ ὑγιᾶ ποιῆσαι, ἀλλὰ μέχρι οὗ ἐνδέχεται, μέχρι τούτου προαγαγεῖν· ἔστιν γὰρ καὶ τοὺς ἀδυνάτους μεταλαβεῖν ὑγιείας ὅμως θεραπεῦσαι καλῶς)· πρὸς δὲ τούτοις ὅτι τῆς αὐτῆς τό τε πιθανὸν καὶ τὸ φαινόμενον ἰδεῖν πιθανόν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῆς διαλεκτικῆς συλλογισμόν τε καὶ φαινόμενον συλλογισμόν· ἡ γὰρ σοφιστικὴ οὐκ ἐν τῇ δυνάμει ἀλλ᾽ ἐν τῇ προαιρέσει· πλὴν ἐνταῦθα μὲν ἔσται ὁ μὲν κατὰ τὴν ἐπιστήμην ὁ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσιν ῥήτωρ, ἐκεῖ δὲ σοφιστὴς μὲν κατὰ τὴν προαίρεσιν, διαλεκτικὸς δὲ οὐ κατὰ τὴν προαίρεσιν ἀλλὰ κατὰ τὴν δύναμιν. περὶ δὲ αὐτῆς ἤδη τῆς μεθόδου πειρώμεθα λέγειν, πῶς τε καὶ ἐκ τίνων δυνησόμεθα τυγχάνειν τῶν προκειμένων. πάλιν οὖν οἷον ἐξ ὑπαρχῆς ὁρισάμενοι αὐτὴν τίς ἐστι, λέγωμεν τὰ λοιπά.

***
Έγινε λοιπόν φανερό ότι όλοι ως τώρα οι συγγραφείς εγχειριδίων ρητορικής τέχνης μιλούν για πράγματα που είναι εκτός θέματος· έγινε επίσης φανερό για ποιόν λόγο έδειξαν μιαν ιδιαίτερη προτίμηση προς τον δικανικό λόγο. Η ρητορική, ωστόσο, είναι χρήσιμη πρώτα πρώτα γιατί η αλήθεια και το δίκαιο έχουν εκ φύσεως μεγαλύτερη δύναμη από τα αντίθετα τους· αν επομένως οι δικαστικές κρίσεις δεν γίνονται κατά τον προσήκοντα τρόπο, υποχρεωτικά η αλήθεια και το δίκαιο νικιούνται από τα αντίθετα τους — και αυτό είναι άξιο μομφής. Πέραν τούτου: Ακόμη και αν κατείχαμε την ακριβέστερη επιστημονική γνώση, ορισμένους ανθρώπους δεν θα ήταν εύκολο να τους πείσουμε διαμορφώνοντας με βάση αυτήν τον λόγο μας· κι αυτό γιατί ο επιστημονικός λόγος αποτελεί διαφωτιστική διδασκαλία, η διαφωτιστική όμως διδασκαλία είναι κάτι που αποκλείεται τελείως σε μια τέτοια περίπτωση: για τα επιχειρήματα και τους λόγους μας είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε τους κοινούς τόπους, όπως υποστηρίξαμε στα Τοπικά μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να απευθυνόμαστε στα πλήθη. Επίσης, ο ρήτορας πρέπει να είναι σε θέση να πείθει και για το αντίθετο, ακριβώς όπως και στους διαλεκτικούς συλλογισμούς — όχι, βέβαια, για να κάνουμε και τα δύο (κανείς δεν πρέπει να πείθει τον κόσμο να κάνει ευτελή πράγματα), αλλά για να μη μας διαφεύγει η πραγματική ουσία του θέματος και, σε περίπτωση που κάποιος άλλος επιχειρηματολογεί αντίθετα με το σωστό και δίκαιο, εμείς να μπορούμε να ανατρέπουμε τα επιχειρήματα του. Καμιά από τις άλλες τέχνες δεν συλλογίζεται προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις: μόνο η διαλεκτική και η ρητορική το κάνουν αυτό, γιατί και η μία και η άλλη ασχολούνται —το ίδιο— με αντίθετα μεταξύ τους πράγματα. Φυσικά, τα υποκείμενα πράγματα δεν είναι της ίδιας αξίας: τα αληθινά και καλύτερα πράγματα εκ φύσεως γεννούν πάντοτε —για να μιλήσουμε γενικά— καλύτερους συλλογισμούς και είναι πιο πειστικά. Εξάλλου, αν είναι ντροπή το να μη μπορεί κανείς

[1355b] να υπερασπιστεί τον εαυτό του με τη βοήθεια του σώματός του, θα ήταν άτοπο να μην είναι ντροπή το να μη μπορεί να κάνει το ίδιο αυτό πράγμα με τη βοήθεια του λόγου, ο οποίος μάλιστα αποτελεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό χαρακτηριστικό του ανθρώπου από ό,τι η χρήση του σώματός του. Και αν κανείς πει ότι ένας που κάνει άδικη χρήση αυτής της μεγάλης δύναμης του λόγου μπορεί να γίνει πρόξενος μεγάλου κακού, θα αντιτάξω, φυσικά, ότι, με εξαίρεση την αρετή, αυτό ισχύει για όλα τα αγαθά, και κατά κύριο λόγο για τα πιο χρήσιμα, όπως είναι η σωματική δύναμη, η υγεία, ο πλούτος, η αρχηγία στρατού: όπως η σωστή χρήση τους μπορεί να ωφελήσει τα μέγιστα, έτσι και η μη σωστή τους χρήση μπορεί να προκαλέσει τη μεγαλύτερη βλάβη.

Είναι λοιπόν πια τώρα φανερό ότι η ρητορική δεν ασχολείται με μια συγκεκριμένη ομάδα θεμάτων, αλλ᾽ ότι, επομένως, είναι κάτι σαν τη διαλεκτική· επίσης ότι είναι χρήσιμη· ακόμη ότι έργο της δεν είναι να επιτύχει να πείσει, αλλά να διακρίνει τα υπάρχοντα σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση μέσα πειθούς — ακριβώς όπως και σε όλες τις άλλες τέχνες, της ιατρικής π.χ. έργο δεν είναι να ξαναδώσει στον άρρωστο την υγεία του, αλλά να προωθήσει τη θεραπεία του ως εκεί που αυτό είναι εφικτό· απόδειξη ότι η ιατρική μπορεί να ασκήσει το θεραπευτικό της έργο με τον πρέποντα τρόπο ακόμη και σε αρρώστους που είναι αδύνατο να ξαναβρούν την υγεία τους). Πέρα από αυτά είναι επίσης φανερό ότι είναι έργο μιας και της αυτής τέχνης να επισημάνει το πραγματικά πειστικό αλλά και το φαινομενικά πειστικό — ακριβώς όπως έργο της διαλεκτικής είναι να επισημάνει τον πραγματικό αλλά και τον φαινομενικό συλλογισμό· γιατί η σοφιστική δεν έχει να κάνει με την ικανότητα του συλλογίζεσθαι, αλλά με τη θεληματική επιλογή κάποιου είδους συλλογισμών/επιχειρημάτων· ενώ, πάντως, στην περίπτωση της ρητορικής ρήτορας λέγεται και αυτός που ξεκινάει από την επιστημονική του σκευή αλλά και αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων, στην περίπτωση της διαλεκτικής αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων λέγεται σοφιστής, και λέγεται διαλεκτικός όχι αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων, αλλά αυτός που έχει γενικά την ικανότητα του συλλογίζεσθαι.

Ας προσπαθήσουμε όμως τώρα να πραγματευθούμε την ίδια τη μέθοδο: με ποιούς τρόπους και από ποιές αρχές ξεκινώντας θα μπορέσουμε να πετύχουμε τους σκοπούς που θέσαμε. Ας ξαναδώσουμε λοιπόν —σαν να αρχίζουμε τώρα τον λόγο μας— τον ορισμό της ρητορικής και ας περάσουμε ύστερα σε όλα τα υπόλοιπα.