Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Ταύροις (1379-1434)

Κἀν τῷδε —δεινὸς γὰρ κλύδων ὤκειλε ναῦν
1380 πρὸς γῆν, φόβος δ᾽ ἦν ‹παρθένῳ› τέγξαι πόδα—
λαβὼν Ὀρέστης ὦμον εἰς ἀριστερόν,
βὰς εἰς θάλασσαν κἀπὶ κλίμακος θορών,
ἔθηκ᾽ ἀδελφὴν ἐντὸς εὐσήμου νεὼς
τό τ᾽ οὐρανοῦ πέσημα, τῆς Διὸς κόρης
1385 ἄγαλμα. ναὸς ‹δ᾽› ἐκ μέσης ἐφθέγξατο
βοή τις· Ὦ γῆς Ἑλλάδος ναῦται, νεώς,
λάβεσθε κώπαις ῥόθιά τ᾽ ἐκλευκαίνετε·
ἔχομεν γὰρ ὧνπερ οὕνεκ᾽ ἄξενον πόρον
Συμπληγάδων ἔσωθεν εἰσεπλεύσαμεν.
1390 οἳ δὲ στεναγμὸν ἡδὺν ἐκβρυχώμενοι
ἔπαισαν ἅλμην. ναῦς δ᾽, ἕως μὲν ἐντὸς ἦν
λιμένος, ἐχώρει στόμια, διαπερῶσα δὲ
λάβρῳ κλύδωνι συμπεσοῦσ᾽ ἠπείγετο·
δεινὸς γὰρ ἐλθὼν ἄνεμος ἐξαίφνης νεὼς
1395 ὠθεῖ παλίμπρυμν᾽ ἱστί᾽· οἳ δ᾽ ἐκαρτέρουν
πρὸς κῦμα λακτίζοντες· ἐς δὲ γῆν πάλιν
κλύδων παλίρρους ἦγε ναῦν. σταθεῖσα δὲ
Ἀγαμέμνονος παῖς ηὔξατ᾽· Ὦ Λητοῦς κόρη,
σῷσόν με τὴν σὴν ἱερέαν πρὸς Ἑλλάδα
1400 ἐκ βαρβάρου γῆς καὶ κλοπαῖς σύγγνωθ᾽ ἐμαῖς.
φιλεῖς δὲ καὶ σὺ σὸν κασίγνητον, θεά·
φιλεῖν δὲ κἀμὲ τοὺς ὁμαίμονας δόκει.
ναῦται δ᾽ ἐπευφήμησαν εὐχαῖσιν κόρης
παιᾶνα, γυμνὰς ἐκ ‹πέπλων› ἐπωμίδας
1405 κώπῃ προσαρμόσαντες ἐκ κελεύσματος.
μᾶλλον δὲ μᾶλλον πρὸς πέτρας ᾔει σκάφος·
χὣ μέν τις εἰς θάλασσαν ὡρμήθη ποσίν,
ἄλλος δὲ πλεκτὰς ἐξανῆπτεν ἀγκύλας.
κἀγὼ μὲν εὐθὺς πρὸς σὲ δεῦρ᾽ ἀπεστάλην,
1410 σοὶ τὰς ἐκεῖθεν σημανῶν, ἄναξ, τύχας.
ἀλλ᾽ ἕρπε, δεσμὰ καὶ βρόχους λαβὼν χεροῖν·
εἰ μὴ γὰρ οἶδμα νήνεμον γενήσεται,
οὐκ ἔστιν ἐλπὶς τοῖς ξένοις σωτηρίας.
πόντου δ᾽ ἀνάκτωρ Ἴλιόν τ᾽ ἐπισκοπεῖ
1415 σεμνὸς Ποσειδῶν, Πελοπίδαις ἐναντίος,
καὶ νῦν παρέξει τὸν Ἀγαμέμνονος γόνον
σοὶ καὶ πολίταις, ὡς ἔοικεν, ἐν χεροῖν
λαβεῖν, ἀδελφήν θ᾽, ἣ φόνον τὸν Αὐλίδι
ἀμνημόνευτον θεᾷ προδοῦσ᾽ ἁλίσκεται.
1420 ΧΟ. ὦ τλῆμον Ἰφιγένεια, συγγόνου μέτα
θανῇ πάλιν μολοῦσα δεσποτῶν χέρας.
ΘΟ. ὦ πάντες ἀστοὶ τῆσδε βαρβάρου χθονός,
οὐκ εἶα πώλοις ἐμβαλόντες ἡνίας
παράκτιοι δραμεῖσθε κἀκβολὰς νεὼς
1425 Ἑλληνίδος δέξεσθε, σὺν δὲ τῇ θεῷ
σπεύδοντες ἄνδρας δυσσεβεῖς θηράσετε,
οἳ δ᾽ ὠκυπομποὺς ἕλξετ᾽ ἐς πόντον πλάτας;
ὡς ἐκ θαλάσσης ἔκ τε γῆς ἱππεύμασι
λαβόντες αὐτοὺς ἢ κατὰ στύφλου πέτρας
1430 ῥίψωμεν, ἢ σκόλοψι πήξωμεν δέμας.
ὑμᾶς δὲ τὰς τῶνδ᾽ ἴστορας βουλευμάτων,
γυναῖκες, αὖθις, ἡνίκ᾽ ἂν σχολὴν λάβω,
ποινασόμεσθα· νῦν δὲ τὴν προκειμένην
σπουδὴν ἔχοντες οὐ μενοῦμεν ἥσυχοι.

***
Και στ᾽ αναμεταξύ —επειδή άγριο κύμα
έριχνε στη στεριά το πλοίο, κι η κόρη
1380 φοβότανε το πόδι της να βάλει
μες στο νερό,— ο Ορέστης στο ζερβό του
αφού την κάθισε ώμο, μπήκε μέσα
στη θάλασσα, όρμησε ίσια πα στη σκάλα
και μέσα στ᾽ ωραιοσήμαδο καράβι
βάζει την αδερφή του και της Άρτεμης
την απ᾽ τον ουρανό πεσμένη εικόνα.
Κι ακούστηκε φωνή μέσ᾽ απ᾽ το σκάφος:
«Έλληνες ναύτες, κάντε το καράβι
να νιώσει τα κουπιά, κι αφρούς σηκώστε.
Όσα ζητούσαμε, όταν μες στον πόντο
τον αφιλόξενο ήρθαμε κι εδώθε
από τις Συμπληγάδες, τα ᾽χουμε όλα.»
1390 Μ᾽ ένα «αχ» βαθύ ανακούφισης εκείνοι
χτυπήσαν το αρμυρό νερό. Το πλοίο,
όσο ήταν στο λιμάνι, προχωρούσε
προς την μπασιά, μα σαν περνούσε για έξω,
βρήκε άγριο κύμα μπρος του και πιεζόταν·
του ᾽σπρωχνε τα πανιά κατά την πρύμη
άνεμος ξαφνικός· με πείσμα εκείνοι
πάλευαν με το κύμα· αλλά η φουρτούνα
προς τη στεριά ξανάφερνε το πλοίο.
Κι η κόρη του Αγαμέμνονα, όρθια, κάνει
μια δέηση: «Θυγατέρα της Λητώς,
σώσε με, εμένα τη δικιά σου ιέρεια,
από βάρβαρη χώρα στην Ελλάδα
1400 κι αυτή μου την κλεψιά συχώρεσέ την.
Ω θεά, αγαπάς τον αδερφό σου· δέξου
να ᾽χω κι εγώ για το δικό μου αγάπη.»
Τη δέηση της κοπέλας με παιάνα
συνόδεψαν οι ναύτες, και τα χέρια,
γυμνά ως τους ώμους, μ᾽ ένα πρόσταγμα όλοι,
τα ᾽βαλαν στα κουπιά. Μα προς τους βράχους
όλο και πιο πολύ το πλοίο κυλούσε·
κι εμείς... στη θάλασσα άλλοι μας πηδήξαν,
θηλιές πασκίζανε άλλοι να περάσουν.
Εγώ έτρεξα, σ᾽ εσένα, αφέντη, αμέσως,
1410 για να σου πω τί γίνεται εκεί κάτω.
Πάρε λοιπόν θηλιές, πάρε αλυσίδες
και τρέξε εκεί· το κύμα αν δεν καλμάρει,
δεν έχουν σωτηρίας ελπίδα οι ξένοι·
ο αφέντης του πελάγου, ο Ποσειδώνας
ο σεβαστός, και το Ίλιο προστατεύει,
τους Πελοπίδες πολεμάει, και τώρα
στων πολιτών και στα δικά σου χέρια
το γιο, θαρρώ, θα βάλει του Αγαμέμνονα,
μα και την αδερφή του, που, ξεχνώντας
πως πήγαν να τη σφάξουν στην Αυλίδα,
της θεάς μας αποδείχνεται απαρνήτρα.
1420 ΚΟΡ. Δόλια Ιφιγένεια, ο ρήγας αν σας πιάσει
πάει η ζωή σου, πάει και του αδερφού σου.
ΘΟ. Της γης αυτής, της βάρβαρης πολίτες!
Όλοι! Τ᾽ άλογα, μπρος, χαλιναρώστε
και τρέξτε στ᾽ ακρογιάλι, το ναυάγιο
το ελληνικό στα χέρια σας να πέσει·
και βιαστικά, με τη θεά βοηθό σας,
αθεόφοβους ανθρώπους κυνηγήστε·
ρίξτε άλλοι στο γιαλό γοργά καράβια,
για να τους πιάσουμε έτσι, και πελάγου
και στεριάς κυνηγώντας τους· και τότε
ή από τραχύ να γκρεμιστούνε βράχο
1430 ή να παλουκωθούνε τα κορμιά τους.
Κι εσείς, κυράδες, που τα σχέδια τούτα
τα ξέρατε, θα σας παιδέψω, μόλις
αδειάσω· τώρα βιαστική δουλειά
με καρτερεί κι έτσι ήσυχος δε μένω.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Οι ήχοι της γλώσσας

2.3.1 Κάποιοι φθόγγοι χάνονται καθώς οι γλώσσες αλλάζουν


Όπως λέγαμε στο Τμήμα 6 του πρώτου κεφαλαίου, οι γλώσσες αλλάζουν μέσα στον χρόνο. Κάποιοι φθόγγοι χάνονται και δημιουργούνται νέοι. Στα αρχαία ελληνικά υπήρχαν, όπως είδαμε λίγο πιο πριν, μακρά φωνήεντα. Αυτά χάθηκαν και έτσι στα νέα ελληνικά δεν έχουμε μακρά φωνήεντα. Στα αρχαία ελληνικά υπήρχε επίσης ένα σύμφωνο που έμοιαζε με το αγγλικό σύμφωνο [h], όπως στις λέξεις have'έχω', house'σπίτι', ή με αυτό που γράφουμε ως χ στο επιφώνημα ούχουου. Το σύμφωνο αυτό χάθηκε από τη γλώσσα αρκετά νωρίς, γύρω στον 2ο αιώνα μ.Χ. Εξακολούθησε όμως να συμβολίζεται στη γραφή με ένα σημάδι που λεγόταν δασεία. Έτσι, η λέξη απλός, που στα αρχαία ελληνικά προφερόταν [haplόs], γραφόταν μέχρι πολύ πρόσφατα, μέχρι την κατάργηση των πνευμάτων, ως ἁπλός. Το σημάδι ῾ δηλώνει το σύμφωνο [h] με το οποίο άρχιζε κάποτε αυτή η λέξη.

Στα αρχαία ελληνικά υπήρχε ακόμη ένα σύμφωνο που ονομαζόταν δίγαμμα, γιατί το γράμμα με το οποίο δηλωνόταν είχε τη μορφή Ƒ (έμοιαζε με διπλό κεφαλαίο γάμα). Με το σύμφωνο αυτό άρχιζε π.χ. η λέξη εργάζομαι: Ƒ εργάζομαι και η προφορά του Ƒ πλησίαζε την προφορά του w της αγγλικής (π.χ. was 'ήταν') ή στην προφορά του όχι σε ορισμένες διαλέκτους της νέας ελληνικής: ουόχι. Και αυτό το σύμφωνο χάθηκε και δεν υπάρχει πια στα ελληνικά που μιλάμε σήμερα. Έτσι, λοιπόν, η σημερινή λέξη εργάζομαι προφερόταν στα πολύ παλιά αρχαία ελληνικά ουεργάζομαι. Διαφορετικά, όμως, από τα νέα ελληνικά προφερόταν, όπως θα δούμε αργότερα, και το γ, το ζ και το αι.

Κάποιοι φθόγγοι αλλάζουν μέσα στον χρόνο

Δύο ακόμη παραδείγματα που δείχνουν την αλλαγή των φθόγγων μέσα στον χρόνο. Στα αρχαία ελληνικά κείμενα, όταν γίνεται λόγος για το βέλασμα των προβάτων, αυτό περιγράφεται ως βῆ βῆ (θυμηθείτε τί είπαμε για το σημάδι πάνω από το η, που ονομάζεται περισπωμένη). Όλοι ξέρουμε ότι ο ήχος που κάνουν τα πρόβατα όταν βελάζουν είναι μπέε μπέε. Τί συμβαίνει λοιπόν; Είτε τα πρόβατα στην αρχαιότητα βέλαζαν [vi vi], δηλαδή διαφορετικά απ' ό,τι σήμερα, είτε απλά μέσα στον χρόνο άλλαξε η προφορά του β και του η. Αυτό βέβαια είναι και το πιθανότερο.

Για την προφορά του η στα αρχαία Ελληνικά έχουμε ήδη μιλήσει. Είχαμε πει ότι εκείνη την εποχή προφερόταν ως ένα μακρό [e] (= [ee]) και όχι με τον ίδιο τρόπο όπως το σημερινό ι. Πώς το ξέρουμε; Το παράδειγμα του βῆ βῆ μιλάει μόνο του. Αν δεν κάνουμε την τρελή υπόθεση ότι τα πρόβατα βέλαζαν διαφορετικά στα αρχαία χρόνια, θα πρέπει να δεχθούμε ότι το η προφερόταν εκείνη την εποχή ως ένα μακρό [e] = [ee] και όχι όπως προφέρεται σήμερα. Γι' αυτό άλλωστε υπήρχε ένα ξεχωριστό γράμμα, το η, που το ξεχώριζε από το ι.

Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Αν τα πρόβατα κάνουν μπέε, αυτό σημαίνει ότι και το β του βῆ βῆ δεν προφερόταν όπως σήμερα, με τη συνάντηση χειλιών και δοντιών (χειλοδοντικό), αλλά με τη συνάντηση των χειλιών: μπ, ή [b] αν το γράψουμε με το λατινικό γράμμα. Ήταν ηχηρό διχειλικό. Οι φθόγγοι λοιπόν που γράφονται σήμερα με τα γράμματα β και η προφέρονταν διαφορετικά στην αρχαιότητα. Η προφορά άλλαξε, αλλά δεν άλλαξε η γραφή. Γι' αυτό ονομάζουμε την ορθογραφία της νέας ελληνικής ιστορική. Επειδή τα νέα ελληνικά γράφονται με τον τρόπο που γράφονταν τα αρχαία Ελληνικά.

Το τελευταίο μας παράδειγμα έχει πάλι να κάνει με τα ζώα. Το ρήμα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για το μουγκανητό των αγελάδων ήταν η λέξη μυκώμαι (θυμηθείτε πάλι τί είχαμε πει για την περισπωμένη). Η λέξη αυτή δείχνει ότι το υ στην αρχαιότητα προφερόταν διαφορετικά απ' ό,τι σήμερα, που προφέρεται ως [ι]. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι προφερόταν ως [u], αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε πάλι σε τρελή υπόθεση, ότι στην αρχαιότητα οι αγελάδες μουγκάνιζαν διαφορετικά. Η προφορά λοιπόν του υ στην αρχαιότητα ήταν [u]. Η προφορά άλλαξε, το υ (= [u]) έγινε [i], αλλά εξακολουθούμε να κρατάμε την παλιά γραφή, παρόλο που σήμερα δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα η, ι, υ.

Το ίδιο ισχύει και για τα ο και ω. Στην αρχαιότητα αντιπροσώπευαν δύο διαφορετικούς φθόγγους, το βραχύ και το μακρό [ο]. Σήμερα, αν και αντιπροσωπεύουν τον ίδιο ήχο [ο], αφού χάθηκε η διάκριση μακρών και βραχέων φωνηέντων, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται στη γραφή, διατηρώντας σε αυτή (και μόνο σε αυτή) την καταγραφή μιας παλιάς προφοράς, που έχει χαθεί.

Η φανταστική φυλακή

Εδώ και χιλιάδες χρόνια, άντρες και γυναίκες ζούμε κατά κάποιον τρόπο φυλακισμένοι μέσα στις ταυτότητές μας, στις κουλτούρες μας, στους περιορισμούς, στους φόβους και στις ενοχές μας.

Οι φυλακές που κλείνουν τις άκαμπτες προσωπικότητές μας δεν αποκαλούνται «φυλακές». Τις έχουμε βαφτίσει με πιο ωραία και απατηλά ονόματα: τις λέμε ναούς, θρησκεία, πολιτικά κόμματα, ιδεολογία, κουλτούρα, πολιτισμός, σχολές ψυχοθεραπείας, πετυχημένη επιχείρηση, φήμη, εξουσία και τιμές. Αλλά, κυρίως, τις αποκαλούμε «Ο δρόμος της επιτυχίας».

Είναι αλήθεια ότι, κάπου κάπου, δίνουμε στις φυλακές μας φρικτά ονόματα: τις αποκαλούμε ναρκωτικά, αλκοόλ, φοβίες, μανίες, ακολασία, τρέλα.

Όσο ωραίο όνομα κι αν έχει η φυλακή σου, κι όσο καλή ζωή κι αν κάνει κανείς φαινομενικά, όταν είσαι μέσα.. είσαι φυλακισμένος.

Ακόμα κι αν το κελί σου είναι πρώτης θέσης, ακόμα κι αν το προαύλιο είναι τόσο μεγάλο που η ματιά σου δεν φτάνει να δει τους τοίχους, ακόμα κι αν έχεις φυλακή με ανέσεις πέντε αστέρων, ακόμα κι αν σου τάζουν άδειες όλο και πιο συχνές, ακόμα κι αν οι δικές σου αλυσίδες είναι διάφανες και δε βαραίνουν πολύ σε σύγκριση με τις αλυσίδες άλλων, ακόμα κι αν την έχεις διαλέξει εσύ αυτή τη φυλακή, ακόμα κι αν μοιράζεσαι το κελί με τα πιο αγαπημένα σου πρόσωπα.. ακόμα κι αν δεν θέλεις να το ξέρεις…

Είσαι στη φυλακή.

Πάντως, μην τρομάζεις άδικα. Ποτέ δεν μπήκες φυλακή. Γεννήθηκες μέσα, και σε διέταξαν να μείνεις εκεί-όπως κι εμένα-, προτού αποκτήσεις συνείδηση (και ίσως κανείς απ’ τους δυο μας να μην την απόκτησε ακόμα).

Σε περιόρισαν (με περιόρισαν) για να σπουδάσεις, να δουλέψεις, να ερωτευτείς και να παντρευτείς μέσα στη φυλακή.

Σε προπόνησαν και σε υπνώτισαν (όπως κι εμένα) για να μην μπορείς να δεις τα κάγκελα.

Σ’ έσπρωξαν (και μ’ έσπρωξαν) να πιστέψεις ότι μόνο εκεί θα είσαι προστατευμένος.

Σου είπαν (και τους πιστέψαμε) ότι, τελικά, αυτό θα ήταν το καλύτερο που μπορούσες να ελπίζεις.

Τη μέρα που θα καταλάβεις που βρίσκεσαι και θα προσπαθήσεις να το φωνάξεις δυνατά, οι άλλοι, οι συγκρατούμενοι σου στη φυλακή, θα σου πουν ότι είναι ψέματα κι ότι η αληθινή φυλακή είναι έξω από αυτούς τους τοίχους. Θα θρηνούν και θα καταριούνται όλους εκείνους που προσπάθησαν να σου δείξουν την αλήθεια. Και θα σου πουν ότι ελευθερία δεν υπάρχει, κι ότι έξω είναι η κόλαση.

Θα σου δείχνουν ότι μέσα μπορείς να έχεις αληθινά ό,τι επιθυμείς (εκτός απ’ την ελευθερία σου, φυσικά). Θα προσπαθήσουν να σε δελεάσουν με βραβεία κι επευφημίες για να μείνεις, θα σου προσφέρουν χρήματα, σεξ, πολυτέλειες και «σπέσιαλ» συνθήκες, γιατί (θα σου λένε πως) είσαι και εσύ «σπέσιαλ».

Και για να σ’ εμποδίσουν να φύγεις, θα σε απειλούν με τιμωρίες και βασανιστήρια που θα υποστείς αν δεν δεχτείς την προσφορά τους.

Κι αν παρ’ όλα αυτά φύγεις, θέλω να ξέρεις ότι… θα βγουν να σε ψάξουν. Γιατί, έξω από τη φυλακή αποτελείς απειλή. Θα τρέξουν να σε φέρουν πίσω, εσένα ή το πτώμα σου, για ν’ αποδείξουν έτσι σε όλους ότι η ζωή είναι αδύνατη εκεί έξω.

Μην απελπίζεσαι όμως, και μην τρομάζεις… Απ’ τη στιγμή που θα είσαι ελεύθερος, κανένας πια δεν θα μπορεί να σε φυλακίσει αν δεν το θέλεις κι εσύ».

Τα ρόδα της μοναξιάς

Ο κόσμος στενεύει χωρίς τη ζωντάνια της ανθρώπινης επαφής, και η ζωή μέσα του τρομάζει από τη φθαρτότητα της σάρκας λαχταρώντας να ξεδιψάσει τις μικρές και μεγάλες επιθυμίες. Σ’ αυτήν την ανέγγιχτη αλλαγή των εποχών, τα ρόδα της μοναξιάς σκέπασαν απαλά τους κουρασμένους οδοιπόρους που σκιάχτηκαν από το βουβό δάσος.

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΕΧΕΙ ΠΟΛΛΑ ΠΡΟΣΩΠΑ, ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΕ ΤΡΟΜΑΞΕΙ, ΑΛΛΑ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΓΛΥΚΑ ΝΑ ΣΕ ΖΑΛΙΣΕΙ.

Οι άνθρωποι ωθούνται στη ζωή και προς την ζωή από μια θεμελιακή ανάγκη για δεσμούς, συναισθηματική εγγύτητα, οικειότητα και συντροφικότητα. Εάν αυτή η πρωταρχική ανάγκη δεν εκτονωθεί επαρκώς, τότε το ρόδο της πραγματικής μοναξιάς φύεται, ως μια τρομακτική συναισθηματική εμπειρία, με αγκάθια που πληγώνουν βαθιά. Συμβαίνει, όμως, οι άνθρωποι να έχουν την ανάγκη να περάσουν χρόνο μοναχικά, ως αναγκαία συνθήκη για περισυλλογή και αυτοσυντονισμό. Τότε το ρόδο της μοναχικότητας φύεται, ως πνευματική εμπειρία και δημιουργία. Λαμβάνει την σημασία της ιδιωτικότητας, μιας συνθήκης αυξημένης ελεύθερης επιλογής που πραγματώνεται χωρίς έξωθεν επιβολές και άλλα εξωτερικά εμπόδια.

Το ρόδο της μοναχικότητας

Το κεντρικό γνώρισμα της επιλογής για μοναχικό χρόνο ή μοναχικό βίο είναι η διαθεσιμότητα του εαυτού να μεταβεί σε ευφάνταστες πραγματικότητες διευρύνοντας τον ορίζοντα της αυτοκατανόησης και του αναστοχασμού. Το περιβάλλον μπορεί να μεταβληθεί δραστικά και να προκαλέσει συνθήκες απομόνωσης μειώνοντας τις εξωτερικές ρουτίνες και αυξάνοντας τα εσωτερικά ερεθίσματα. Οι καρποί αυτής της δημιουργικής μετάβασης συνήθως είναι καλλιτεχνικά και επιστημονικά έργα, ειδικές αποστολές εξερεύνησης στη γη ή το διάστημα. Οι επιστήμονες σε σταθμούς της Ανταρκτικής, οι μοναχοί-ερημίτες διάφορων θρησκευτικών πεποιθήσεων, οι συγγραφείς, οι επιστήμονες αποζητούν την μοναχικότητα έχοντας από νωρίς αναπτύξει την ικανότητα να μένουν μόνοι, ως το ψυχικό προαπαιτούμενο για την ανάδυση της πνευματικότητας. Σ’ αυτή την κατάσταση της μοναχικότητας, η απομάκρυνση από τους ανθρώπους και το κοινωνικό περιβάλλον είναι οικειοθελής, δεν θίγει τον ψυχισμό ούτε και τον κοινωνικό εαυτό. Οι εσωτερικές δεσμεύσεις και οι πνευματικές επιδιώξεις απορροφούν αλλά και ανατάσσουν την λανθάνουσα οικειότητα, όπως αυτή έχει ενδοβληθεί στο ιστορικό της ζωής ενός ανθρώπου από σημαντικά και καθοριστικά πρόσωπα.

Το ρόδο της μοναξιάς

Η σοβαρή μοναξιά βιώνεται όταν η επιθυμία και η πρωταρχική ανάγκη για δεσμό και επαφή δεν εκπληρώνεται. Είναι μια αποτυχία με μοιραίο αντίκτυπο στην ψυχική ζωή του ανθρώπου που μπορεί να τον οδηγήσει στην κατάρρευση, σε μοχθηρές όψεις του εαυτού, οριακές για την ύπαρξη του. Καθ’ όλη την ανάπτυξη του ανθρώπου, οι δεσμοί δημιουργούν τον εαυτό και τον κοινωνικό μας κόσμο, είναι το αναγκαίο συναισθηματικό οξυγόνο για την συνέχιση της ζωής. Όταν αυτή η θεμελιακή ανάγκη δεν ικανοποιείται, τότε ο άνθρωπος οδηγείται στην ψυχολογική ασφυξία. Τραυματικά γεγονότα, μοιραίες απώλειες αγαπημένων προσώπων, πρώιμη εγκατάλειψη, μια παρατεταμένη μη οικειοθελής απομόνωση μπορεί να τσακίσουν το συναισθηματικό ανάπτυγμα και να βυθίσουν το άτομο στην πραγματική μοναξιά, και την απόγνωση. Σ’ αυτήν την καταβύθιση, η μοναξιά μπορεί να κακοφορμίσει με απεχθή τρόπο προκαλώντας τη βίαιη αποκοπή από τον περιβάλλοντα κόσμο και τη ζωή μέσα του. Διάσημοι ψυχαναλυτές, έχουν ονομάσει αυτή την κατάσταση ως τη «γυμνή φρίκη», μια επώδυνη εμπειρία την οποία με όλα τα δυνατά μέσα, φαινομενικά και αμυντικά, οι άνθρωποι προσπαθούν να την αποφύγουν. Οι άνθρωποι που έχουν δει το πρόσωπο αυτής της μοναξιάς την περιγράφουν ως παγωνιά που πιρουνιάζει τον κάθε πόρο του σώματος, πληγώνοντας πιο πολύ την ψυχή που μένει ακίνητη, αδύναμη και γυμνή από φωνή.

Ο ώριμος έρωτας πρέπει να συνεπάγεται περισσότερη ενασχόληση με τον άλλο και λιγότερη ανησυχία

«Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΝΑ ΥΠΟΦΕΡΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΟΣΟ ΠΙΟ ΠΑΡΑΔΟΜΕΝΟΙ ΤΟΝ ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ, ΤΟΣΟ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ».

Ο Άγγλος ποιητής Άλφρεντ Τέννυσον είπε: «Καλύτερα να έχεις ερωτευτεί και να έχεις χάσει παρά να μην έχεις ερωτευτεί ποτέ».

Και το να γνωρίσεις τον έρωτα, ακόμα και με τον κίνδυνο να τον χάσεις ή να πονέσεις εξαιτίας του, είναι η πιο υπέροχη εμπειρία που μπορεί να βιώσει η ψυχή.

Όταν νιώθουμε ερωτευμένοι, η ψυχή μας ανοίγεται και τολμάμε πράγματα που πριν ούτε που τα ονειρευόμασταν.

Όπως είπε ο Πλάτων: «Δεν υπάρχει άνθρωπος τόσο δειλός, που να μη μπορεί να μεταμορφωθεί σε ήρωα χάρη στον έρωτα».

Ξαναγυρνώντας στον Σιντάρτα, στην αρχή της αναζήτησής του, είναι τόσο επικεντρωμένος στο να βρει τον Θεό και το νόημα της ύπαρξής του, που δε γνωρίζει την αληθινή αγάπη, παρόλο που έχει μοιραστεί το χρόνο του με την ωραία Καμάλα και την έχει ερωτευτεί.

Ωστόσο, στο τέλος του ταξιδιού του γνωρίζει τον γιο του και τότε ανακαλύπτει ένα συναίσθημα που αγνοούσε.

Βιώνει μια αγάπη που δεν προέρχεται από την επιθυμία ή την ανάγκη, μια αγάπη αγνή και απόλυτη, που τον ωθεί να φροντίζει και να προστατεύει το παιδί του. Αυτό το είδος αγάπης είναι ένα μεγάλο δώρο που μας γεμίζει την καρδιά, αλλά παράλληλα μπορεί να κουβαλάει και πόνο.

Κάθε σχέση γονέα-παιδιού συνεπάγεται ένα βαθμό πόνου και ανησυχίας.

Ανησυχούμε σημαίνει νοιαζόμαστε για κάτι προκαταβολικά, δηλαδή προτού αυτό συμβεί, ενδιαφερόμαστε να προλάβουμε τα γεγονότα, υποφέρουμε για κάτι που ακόμα δεν έχει συμβεί, αλλά που φοβόμαστε ότι μπορεί να συμβεί.

Το μόνο αντίδοτο στην ανησυχία είναι η ενασχόληση με κάτι.

Όταν δινόμαστε ενεργά σε κάτι, δε μένει πια καιρός ούτε χώρος για ανησυχία.

Ο ώριμος έρωτας πρέπει να συνεπάγεται περισσότερη ενασχόληση με τον άλλο και λιγότερη ανησυχία.

Να ζούμε τη σχέση και την αγάπη στο εδώ και στο τώρα.

Αν ασχολούμαστε με τον άλλο, αντί να ανησυχούμε, θα εξοικονομήσουμε πολύτιμη ενέργεια, που τη σπαταλάμε φτιάχνοντας καταστροφικά σενάρια.

Όταν έρθουν τα προβλήματα, αν έρθουν, τότε θα τα βάλουμε σε πρώτο πλάνο, όχι πριν.

Με την ανησυχία δεν αποτρέπονται ούτε ο δικός μας πόνος ούτε του άλλο.

Η ενασχόληση με τον άλλο είναι το μόνο χρήσιμο.

Πώς το «κοινό καλό» μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου

Αντιτιθέμενα στη λογική, στον ανοιχτό διάλογο, στην ελευθερία του λόγου και στα ατομικά δικαιώματα και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα πολιτικά συστήματα σε όλο τον κόσμο γίνονται ολοένα και πιο απολυταρχικά. Χρησιμοποιούνται απάτες, ψεύδη, χειραγώγηση και προπαγάνδα, καταστροφολογία και ψυχολογικά εργαλεία για να δικαιολογήσουν πολιτικές πράξεις και τακτικές που καταστρέφουν τη ζωή.

Πώς οι πολιτικοί συνεχίζουν να πείθουν τον κόσμο ώστε να συμβιβάζεται σταδιακά παραδίδοντας τις ελευθερίες του; Γιατί τόσο λίγοι άνθρωποι υπερασπίζονται την ελευθερία, ενώ ένας κόσμος χωρίς αυτή καθορίζεται πλήρως από τις κυβερνήσεις;

Λέγεται συχνά ότι δεν μπορούμε να επιλύσουμε ένα πρόβλημα αν δεν έχουμε γνώση αυτού, και αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που μειώνεται η ελευθερία με αυτούς τους ρυθμούς στον κόσμο μας. Πολλοί άνθρωποι ακόμα πιστεύουν ότι είναι πλήρως ελεύθεροι και όπως έγραψε ο Γκαίτε: «Κανείς δεν είναι πιο απελπισμένα υποδουλωμένος από αυτόν που πιστεύει λανθασμένα ότι είναι ελεύθερος». Όσοι θεωρούν ότι είναι ελεύθεροι, αγνοούν το γεγονός ότι συχνά κυβερνώνται με τα «όπλα» της παρακολούθησης, της κατασκοπίας, της κατεύθυνσης, της ρύθμισης, του ελέγχου, της λογοκρισίας.


Η αποδοχή της έλλειψης πλήρους ελευθερίας αποτελεί ένα απαραίτητο βήμα για να αντιστρέψουμε αυτή την ανεπιθύμητη συνθήκη. Γιατί όσο παραμένουμε σε άρνηση, δεν θα κάνουμε τίποτα για να βελτιώσουμε τη ζωή μας. Αλλά όταν αναγνωρίσουμε τις αλυσίδες μας, μπορούμε να αρχίσουμε να τις σπάμε μία προς μία, και στη διαδικασία θα δημιουργήσουμε έναν καλύτερο κόσμο.

Αλλά η άγνοια δεν είναι ο μόνος λόγος που μπορεί κανείς να χάσει το δικαίωμα της ελευθερίας του. Υπάρχει μια ιδέα επίσης που προάγει αυτή την στέρηση και προκαλεί παθητικότητα. Η ιδέα αυτή προωθείται συχνά από τους πολιτικούς και από τους θεσμούς μιας χώρας (το σχολείο για παράδειγμα). Η ιδέα είναι ότι το άτομο ζει για την κοινωνία και όχι το αντίθετο.

Το μότο που προωθείται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι «Το κοινό καλό πάνω από το ατομικό καλό». Πώς όμως η ιεράρχηση αυτή προκαλεί δυσάρεστα αποτελέσματα; Αυτή η πρακτική σε κάποιες περιπτώσεις συμπεριλαμβάνεται στην έννοια κολλεκτιβισμός. Με μια πρώτη ματιά, ο κολλεκτιβισμός μπορεί να είναι μια ευεργετική θέση για μια κοινωνία, αλλά με μια προσεκτικότερη διερεύνηση, αποκαλύπτεται ένα φιλοσοφικό λάθος που ονομάζεται πλάνη της παρατοποθέτησης του πραγματικού, η οποία διαφθείρει την πρακτική εφαρμογή αυτής της ιδεολογίας.

Στα πλαίσια του κολλεκτιβισμού αυτό σημαίνει ότι το άτομο πρέπει να θυσιάσει τα προσωπικά του συμφέροντα για χάρη της κοινωνίας· παίρνει αυτό που είναι απλώς μια έννοια «κοινωνία» και τη μεταχειρίζεται σαν να έχει συμπαγής ύπαρξη, αλλά ο Jung έχει γράψει ότι: «Η κοινωνία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας όρος, μια έννοια για τη συμβίωση μιας ομάδας ανθρώπων. Μία έννοια δεν είναι η βάση της ζωής».

Σε αντίθεση με το άτομο που έχει πραγματική ύπαρξη στον κόσμο, η κοινωνία είναι μια αφαίρεση που χρησιμοποιείται για να αναπαραστήσει μια ομάδα ανθρώπων που συνεχώς αλλάζει μορφή και αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς, δεν θα μπορέσει να βρει μια συμπαγής ολότητα που να ονομάζεται κοινωνία με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να αναγνωρίσει έναν άνθρωπο με σάρκα και οστά.

Και καθώς η κοινωνία είναι μία έννοια, δεν μπορεί να σκεφτεί, να δράσει, να μιλήσει ή να επιλέξει, και γι’ αυτό είναι ένα άτομο ή μια ομάδα ατόμων που παίρνουν το δικαίωμα να ορίσουν το λεγόμενο κοινό καλό και στη συνέχεια αυτά τα άτομα να αναγκάσουν τους υπόλοιπους να ζουν με τους όρους αυτού. Από την αρχή του πολιτισμού, υπήρχαν τάξεις που έχριζαν τον εαυτό τους κριτές του κοινού καλού, και ως εκ τούτου, αυτό το υποτιθέμενο «κοινό καλό» δεν είναι τίποτε άλλο από το συμφέρον εκείνων που βρίσκονταν στην εξουσία.

Σε αντίθεση με τις αρχές που προωθεί σε κάποιες περιπτώσεις η χρήση του «κολλεκτιβισμού», ούτε το κοινό καλό, ούτε η κοινωνία, αλλά ούτε και το έθνος, έννοιες που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τη συμβίωση των ανθρώπων είναι ανώτερα από τους πραγματικούς ανθρώπους, των οποίων οι αυθόρμητες πράξεις είναι η πραγματική, δημιουργική και παραγωγική δύναμη σε αυτό τον κόσμο.

Η ιδέα αυτή (ότι ο άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος) πηγάζει και από τον Διαφωτισμό του 17ου και 18ου αιώνα, ο οποίος οδήγησε στην ταχεία αφύπνιση και στην αναγνώριση της σύνδεσης ανάμεσα στην ελευθερία και στα θεμελιώδη δικαιώματα της ζωής, της ελευθερίας και της ιδιοκτησίας. Όσοι στηρίζουν τα ατομικά δικαιώματα δεν κινητοποιούνται από την αναισθησία απέναντι στον πόνο του άλλου, αλλά από την αναγνώριση ότι δίνοντας στον καθένα από εμάς ελευθερία, η κοινωνία αυτόματα θα ανθίσει και συνεπώς θα βελτιωθεί η ικανότητα να βοηθάμε ο ένας τον άλλο.

Ο καλύτερος τρόπος να προάγουμε την κοινωνική συνεργασία και την υγιή κοινωνία δεν είναι μέσω του κεντρικού ελέγχου από πάνω προς τα κάτω. Η λύση είναι να αφαιρέσουμε όλες τις δαγκάνες του ελέγχου και να επιτρέψουμε στα άτομα να κάνουν τις δικές τους επιλογές με σεβασμό στις ζωές όλων μας. Και αυτό είναι που επιτυγχάνει μια κοινωνία βασισμένα στα ανθρώπινα, ατομικά δικαιώματα.

Ξέρεις τι είναι το πιο όμορφο σε αυτή τη ζωή;

Το να συναντάς στο διάβα σου ανθρώπους που οι καρδιές σας να πάλλονται στον ίδιο ρυθμό…

Να παίζουν μαζί στην ίδια ορχήστρα της ζωής…
Να χορεύουν στην ίδια πίστα, να εναρμονίζονται και μαζί να δημιουργούν την τέλεια συγχορδία…

Πόσο υπέροχο είναι να βρεις ανθρώπους που να μιλάνε κατευθείαν στη ψυχή σου, που να αναδύονται με ευκολία όλο και περισσότερο στα πιο βαθιά της ψυχής σου αταξίδευτα νερά, χωρίς να χάνονται , χωρίς να παραπονιούνται, παρά μόνο να διψάνε και για άλλο βάθος. Να λαχταράνε να καταδυθούν στα πιο απομακρυσμένα, στα πιο φουρτουνιασμένα δικά σου νερά…και εσύ στα δικά τους.

Πόσο υπέροχο να βρεις ανθρώπους που να μιλάτε στην ίδια γλώσσα, στην ίδια συχνότητα, που να επικοινωνείτε με ένα βλέμμα, με ένα άγγιγμα.. Που να επικοινωνείτε κυρίως τηλεπαθητικά.

Και ξέρεις ποιο είναι το πιο μαγικό;

Πως όταν εσύ συντονιστείς με το μέσα σου, με την πιο βαθιά της ψυχής σου ουσία, με της καρδιάς σου τον ρυθμό… Όταν εσύ αποδεχτείς πλήρως την μοναξιά σου και την μετατρέψεις σε μοναχικότητα.. Τότε τσουπ…

…Κάπου εκεί αναπάντεχα, απροσδόκητα, λες και η ζωή σου φύλαγε ένα δώρο για όλα αυτά που κατάφερες, εμφανίζονται από το πουθενά σαν από μηχανής Θεοί οι άνθρωποι αυτοί.. Οι δικοί σου άνθρωποι.. Που πάλλεστε σε αυτή την ίδια συχνότητα, την δική σου συχνότητα, της καρδιάς σου, της καρδιάς σας… Ο απόλυτος συντονισμός και η πιο γλυκιά αρμονία, μελωδία στη ψυχή.

Και κάπου εκεί έρχεται και Εκείνος ο άνθρωπος που μαζί του ο χρόνος χάνεται, που νιώθεις ότι μια ζωή είναι πολύ λίγη για να χωρέσει όλα όσα έχετε να μοιραστείτε και να ζήσετε μαζί.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή αντιλαμβάνεσαι γιατί με τους άλλους χαθήκατε, γιατί έκλεισαν όλοι οι άλλοι κύκλοι…
Ναι, έκλεισαν για να κοιτάξεις μέσα σου…
Για να δεις εσένα…
Να ανακαλύψεις και να αγκαλιάσεις εσένα…
Της ψυχής σου το ολόκληρο και έτσι να ελκύσεις και άλλα ολόκληρα…

Γιατί όλοι μας ερχόμαστε και φεύγουμε ολόκληροι..
Οπόταν και η αναζήτηση του άλλου μισού είναι απλά ένας μύθος…

Να δίνουμε αξία σε αυτό που κάνουμε και να αντλούμε ευχαρίστηση από αυτό

Ποτέ δεν είμαστε ευχαριστημένοι με αυτά που έχουμε, πάντα ζητάμε περισσότερα και πάλι δεν μας αρκούν.

Κάθε μέρα μας γεννιούνται νέες επιθυμίες και ανάγκες και όταν τις αποκτήσουμε, πάλι κάτι μας λείπει. Δεν ευχαριστιόμαστε με τίποτα ακόμη και αν τα έχουμε όλα.

Πολλές φορές μάλιστα ζηλεύουμε και αυτά που έχουν οι άλλοι. Γινόμαστε αχάριστοι και ποτέ δεν σκεφτόμαστε ότι ακόμη και αυτά που αποκτήσαμε μέχρι στιγμής, οι στόχοι που θέσαμε και επιτεύχθηκαν, ήταν αποτέλεσμα σκληρής προσπάθειας και κόπου.

Δεν είμαστε ευχαριστημένοι λοιπόν και προσπαθούμε να φτάσουμε και να ξεπεράσουμε αυτά που έχει ο διπλανός μας. Ζηλεύουμε τις ζωές των άλλων, την ευτυχία τους, τα πλούτη τους και σπαταλάμε το χρόνο μας με το να μηχανευόμαστε τρόπους να τα αποκτήσουμε και εμείς και δεν εκτιμάμε τα καλά που μας έχουν δοθεί ή έχουμε αποκτήσει με τόσο μόχθο.

Το ίδιο συμβαίνει και με τον ελεύθερο χρόνο. Όταν έχουμε πολλές υποχρεώσεις «γκρινιάζουμε» ότι δεν έχουμε καθόλου χρόνο για τον εαυτό μας και δεν μπορούμε να διαθέσουμε χρόνο για άλλες δραστηριότητες πέρα από τη δουλειά.

Από την άλλη όταν έχουμε υπερβολικά ελεύθερο χρόνο δεν ξέρουμε πώς να τον αξιοποιήσουμε και πλήττουμε, βαριόμαστε δεν μας χωράει το σπίτι. Όταν πια βρούμε κάτι ενδιαφέρον να κάνουμε (π.χ. μια καινούρια δουλειά, μία δραστηριότητα κλπ.) στην αρχή ενθουσιαζόμαστε αλλά στην πορεία πάλι δεν είμαστε ευχαριστημένοι.

Βαριόμαστε, γκρινιάζουμε και θεωρούμε ότι σπαταλάμε το χρόνο μας με τα ίδια και τα ίδια και εξουθενωνόμαστε χωρίς κανένα ουσιαστικό λόγο. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Έχουμε ελεύθερο χρόνο και δεν ξέρουμε πώς να τον «γεμίσουμε» εποικοδομητικά, δεν έχουμε ελεύθερο χρόνο παραπονιόμαστε ότι δεν μπορούμε να ξεκουραστούμε.

Πώς μπορούμε όμως να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο; Η απάντηση είναι απλή, αν πάψουμε να σκεφτόμαστε αρνητικά. Μπορούμε να δίνουμε αξία σε αυτό που κάνουμε και να αντλούμε ευχαρίστηση από αυτό. Όποτε νιώσουμε ότι βαριόμαστε να σκεφτόμαστε τα θετικά που μπορούμε να αποκομίσουμε από αυτό που κάνουμε.

Επίσης, όταν αισθανόμαστε ότι έχουμε ελάχιστο ελεύθερο χρόνο τότε μπορούμε να βρούμε δραστηριότητες που θα μας κάνουν να αναμένουμε έστω και αυτόν τον ελάχιστο χρόνο. Αυτές οι λίγες ώρες ανάπαυσης θα είναι το «φάρμακο» της κουραστικής μέρας μας, θα τις περιμένουμε πως και πως για να αντλήσουμε ευχαρίστηση.

Αυτό που θα κάνουμε δεν χρειάζεται να είναι κάτι ξεχωριστό για να αρέσει στους άλλους. Θα είναι κάτι για τον εαυτό μας, κάτι που θα μας γαληνεύει και θα μας ξεκουράζει από τη ρουτίνα της δουλειάς, από τις υποχρεώσεις.

Αυθυποβολή: ένα πανίσχυρο εργαλείο

Μεταμορφώνοντας το υποσυνείδητο

Υποβολή είναι η σκέψη, η ιδέα, η εντύπωση ή κατάσταση που υποδόρια, ασυναίσθητα και αποτελεσματικά επιβάλλεται στον άνθρωπο από μια εξωτερική ή εσωτερική πηγή. Όλα γύρω μας δουλεύουν με την υποβολή, συνειδητά ή ασυνείδητα, για καλό ή κακό σκοπό. Οι γονείς, το σχολείο, οι φίλοι, τα πολιτικά κόμματα, οι αγαπημένοι και οι εχθροί μας, οι διαφημιστές, η κοινωνία στο σύνολό της είναι σε ένα διαρκές αλισβερίσι προβαλλόμενων προτύπων και ιδεών και αντίστοιχων ανταποκρίσεων. Πανίσχυρο εργαλείο η υποβολή γίνεται μηχανισμός ελέγχου, χειραγώγησης αλλά και βελτίωσης ή απελευθέρωσης αν χρησιμοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο. Σε αυτή την τελευταία διάσταση επιμένουν για χρόνια συγγραφείς, ψυχοθεραπευτές και ένας ολόκληρος στρατός ανθρώπων που υποστηρίζει το κίνημα της θετικής σκέψης. Στην ουσία, όλη η φιλοσοφία του “positive thinking” βασίζεται πάνω στην μετατροπή και αλλαγή της ψυχοσυναισθηματικής και διανοητικής κατάστασης του ατόμου μέσω των διαρκών, κατευθυνόμενων υποβολών. Αυτό είναι το κλειδί πίσω από τον ενεργητικό διαλογισμό της μεθόδου Silva, την επιτυχία των απλοϊκών αλλά αποτελεσματικών βιβλίων τύπου «το Μυστικό», τη δύναμη των χαπιών placebo.

Εδώ, οφείλεται μνεία και εύφημος αναφορά στον Emile Coué, τον Γάλλο ψυχοθεραπευτή που κυριολεκτικά εφηύρε συστηματοποιημένα την διαδικασία του placebo effect με την ανάπτυξη της αισιόδοξης, θεραπευτικής αυθυποβολής του. Ο Coué στις αρχές του προηγούμενου αιώνα γιάτρεψε εκατοντάδες ασθενείς από διάφορες, ήπιες και βαριές ασθένειες με έναν συνδυασμό ύπνωσης, φαντασιακής επιρροής και επανάληψης ενός θετικού μάντρα-φράσης. Η φράση του ήταν το απλούστατο «Κάθε μέρα, με κάθε τρόπο, γίνομαι καλύτερα, όλο και καλύτερα» που αφού την υπέβαλε στου ασθενείς τους, τους έβαζε να την λένε καθημερινά, σε τακτά διαστήματα επαναλήψεων. Το βιβλίο του «Αυτοκυριαρχία Μέσω της Ενσυνείδητης Αυθυποβολής» (Self Mastery Through Conscious Autosuggestion) είναι πλέον κλασσικό και ίσως ένα από τα καλύτερα, συγκροτημένα εγχειρίδια που μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος για την αυτοβελτίωσή του.

Που έγκειται η δύναμη των αυθυποβολών

Μιλώντας για υποβολή, στην συγκεκριμένη φάση, μιλάμε αποκλειστικά για αυθυποβολή, ιδίως την αυθυποβολή που επιχειρεί συνειδητά ένα άτομο στον εαυτό του για να πετύχει ένα ορισμένο θετικό αποτέλεσμα ή να διακόψει την δράση ενός αρνητικού. Αφήνουμε εντελώς απέξω, προς το παρόν, το θέμα της υποβολής άλλου προσώπου, με όσα ηθικά ζητήματα εγείρει.

Οι τρόποι και τα τρυκ για να πετύχει κάποιος μια επιθυμητή μεταστροφή της σκέψης και της συναισθηματικής του κατάστασης είναι πολλοί –στο τέλος αυτού του κειμένου θα σας δώσουμε έναν από τους πιο απλούς και αποτελεσματικούς- αλλά οι αρχές με τις οποίες λειτουργεί η αυθυποβολή είναι σταθερά οι ίδιες. Σε αυτές τις αρχές λειτουργούν τα μάντρα και οι προσευχές, οι τελετουργίες και το NLP (Neuro-Llinguistic Programming).

Η αρχή της επανάληψης

Όχι απλά μήτηρ μαθήσεως αλλά και δυναμικός μετατροπέας των σκέψεων, των συνηθειών και των στάσεών μας, η επανάληψη μπορεί να προκαλέσει βαθιά αλλαγή. Η επανάληψη εστιάζει το μυαλό προς τον επιδιωκόμενο στόχο, μετατρέπει το συναίσθημα, εμψυχώνει. Μια σειρά απλών θετικών προτάσεων/καταφάσεων που επαναλαμβάνεται, αυτόματα ή με αίσθημα, μπορεί κυριολεκτικά να αλλάξει τη διάθεση κάποιου μετατοπίζοντας το συναίσθημά του από τον αρνητικό στον θετικό πόλο. Η επανάληψη έχει αθροιστικό αποτέλεσμα.

Η γεωμετρική αύξηση της επενέργειας των αυθυποβολών

Έχει να κάνει με την μαγικής φύσεως ιδέα του «ενεργοποιημένου ενθουσιασμού», την οποία μπορεί να προκαλέσει ο άνθρωπος ανυψώνοντας συναισθηματικά κυρίως αλλά και διανοητικά και ενεργειακά τον εαυτό του. Οι επαναλαμβανόμενες ταυτόσημες σκέψεις αυξάνουν το αναμενόμενο ψυχικό αποτέλεσμα. Οι παραδόσεις όλων των θρησκειών επιβεβαιώνουν πως εξακολουθητικές προσευχές εισακούγονται καλύτερα από μία μόνο, ακριβώς γιατί τείνουν με την επανάληψη να ενισχύουν την προσμονή και την πίστη.

Η μεταβολή των κυρίαρχων σκέψεων

Το επιδιωκόμενο είναι να μεταβληθούν οι κυρίαρχες σκέψεις. Η αυθυποβολή όταν γίνεται για μακρό διάστημα και με σταθερότητα μπορεί να σπάσει τα όρια της προσωπικότητας μετατοπίζοντας την σκέψη – και κυρίως αυτό που επηρεάζει η σκέψη, το συναίσθημα- στην σωστή πλευρά, την πιο αποδοτική για τον άνθρωπο. Ο Charles Haanel έχει γράψει πως «η σκέψη χτίζει οργανικές δομές τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα» και πως «ορισμένες ενσυνείδητες διαδικασίες» όπως αυτή της αυθυποβολής, «θα παράγουν συγκεκριμένα φαινόμενα που τα αποτελέσματά τους θα είναι αδιακρίτως τα ίδια». Οι έρευνες του εγκεφάλου σήμερα από τις νευροεπιστήμες επιβεβαιώνουν αυτό που έλεγε ο Haanel σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα χωρίς μαγνητικές τομογραφίες και εγκεφαλογραφήματα στα χέρια του. Οι περισσότερες αρνητικές εγγραφές που υπάρχουν στον καθένα μας έχουν δημιουργηθεί ακριβώς μέσα από μια ατέλειωτη σειρά «αρνητικών εγγραφών». Με την υποκατάσταση μέσω «θετικών εγγραφών» τα δεδομένα μπορεί να αντιστραφούν.

Η δύναμη των καταφάσεων. Επαναπρογραμματισμός και αύξηση του ψυχικού δυναμικού

«Μια θετική σκέψη είναι χίλιες φορές ισχυρότερη από μια αρνητική.» Αυτή η στερεότυπη, new age φράση έχει αλήθεια μέσα της. Γνωρίζουμε όλοι εκ πείρας πως ένα ασήμαντο θετικό επεισόδιο ή μια μεταστροφή της σκέψης μας στη φωτεινή πλευρά της ζωής μπορεί να αλλάζει αλυσιδωτά την διάθεσή μας και τη μέρα μας. Η διαρκής αυθυποβολή λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής προσδοκίας μέσα από τις αντίστοιχα διαρκείς κρούσεις που κάνει στη φαντασία. Συστηματικά μπορεί να επαναπρογραμματίσει προδιάθεση, επιθυμία και προσδοκία εκεί που θέλουμε. «Πες το μέχρι να το πιστέψεις.» Ή όπως υποστηρίζει μια διάσημη ξένη φράση “Fake it until you make it!”, “Προσποιήσου μέχρι να το κάνεις αληθινό!” Στην πραγματικότητα αυτό που επηρεάζεται είναι το συναίσθημα αυξάνοντας το απόθεμα του ενδιάθετου ψυχικού δυναμικού. Η αυθυποβολή γίνεται έτσι ένα εργαλείο επίκλησης γι’ αυτό που μια σειρά από ψυχικούς ερευνητές ονομάζουν «ανώτερο εαυτό» του ανθρώπου. Ακόμα και η Τύχη, αυτή η τυφλή θεότητα δεν φαίνεται να είναι καθόλου κουφή. Ακούει τις επικλήσεις και ανταποκρίνεται. Η έννοια της τύχης ενσωματώνει την θετική εικόνα του εαυτού. Η υποβολή κάνει αυτή τη δουλειά.

Μια απλή, εύκολα εφαρμόσιμη μέθοδος

Ανάμεσα στις άπειρες μεθόδους που έχουν δουλευτεί από πολλούς ανθρώπους θα παρουσιάσουμε το απλό και αποτελεσματικό «τρυκ» που προτείνει ο Max Freedom Long στο βιβλίο του “Self-Suggestion and the new huna theory of Mesmerism and hypnotism”. Μελετητής και κύριος εισηγητής στη Δύση της φιλοσοφίας Huna, ο Long δείχνει πώς να επηρεάσεις τον υποσυνείδητο, κατώτερο εαυτό (αυτόν που μπλοκάρει με τις αναχαιτίσεις και τους φόβους του την υλοποίηση των επιθυμιών του ανθρώπου) με την απλή μέθοδο του «κομποσκοινιού». Το «σκοινί της προσευχής», εργαλείο για την συγκέντρωση του νου μέσα από την επανάληψη των προσευχών βρίσκεται σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Ο ορθόδοξος χριστιανισμός χρησιμοποιεί το κομποσκοίνι (με 33 συνήθως κόμπους), οι καθολικοί το ροζάριο, οι ινδουϊστές και βουδιστές το τζάπα μάλα (με 108 κόμπους), οι μουσουλμάνοι το tasbih και το κομπολόι.

Η προσευχή είναι επίκληση. Μια αυθυποβολή είναι επίσης επίκληση, σε αυτή την περίπτωση όμως στην καλύτερη όψη του δικού μας εαυτού. Η κατασκευή και η χρήση ενός «σκοινιού με κόμπους» είναι ένας τρόπος συνομιλίας –και πειθούς- του υποσυνείδητου εαυτού μας μέσω των επαναλήψεων μιας εστιασμένης φράσης-επίκλησης.

Διαλέγουμε αυτόν που μας μοιάζει

Μα γιατί ερωτευόμαστε;

-Συνήθως οι λόγοι που επικαλούμαστε για να εξηγήσουμε γιατί ερωτευτήκαμε ή και παντρευτήκαμε τον άνθρωπο που είναι δίπλα μας είναι προφανείς και κατανοητοί από το κοινωνικό πλαίσιο: ο χαρακτήρας, η μόρφωση, η εξωτερική εμφάνιση, η σεξουαλική επαφή, λόγοι οικονομικοί ή και κοινωνικοί.

Οι βαθύτεροι όμως λόγοι είναι καλά κρυμμένοι μέσα μας. Η επιλογή συντρόφου την οποία οι ψυχαναλυτές ονομάζουν ανακλητική είναι η ωριμότερη, αυτή που οδηγεί στο μικρό ποσοστό του 10 με 20% που είναι οι ευτυχισμένοι γάμοι.

Τι σημαίνει αυτό; Όταν έχουμε μια καλή μαμά και περάσουμε καλά, μαθαίνουμε να συγχωρούμε και τα ελαττώματά της, όπως ένας ώριμος άνθρωπος. Αποδεχόμαστε λοιπόν και τα ελαττώματα του συντρόφου μας και φτιάχνουμε μια καλή σχέση. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε περάσει ομαλά και το οιδιπόδειο, δεν έχουμε μεγάλο άγχος αποχωρισμού, προδοσίας.

Αποδεχόμαστε, π.χ., ότι η μαμά έκανε κι άλλο παιδί. Ή ξέρω ως παιδί ότι μ” αγαπάει, αλλά ανακάλυψα ότι αγαπά και τον μπαμπά, αλλά κι εγώ αγαπάω τον μπαμπά, άρα όλοι αγαπιόμαστε! Οπότε θα κάνω κι εγώ το ίδιο όταν μεγαλώσω με το σύντροφό μου. Οι λόγοι λοιπόν της επιλογής του ερωτικού συντρόφου βασίζονται στη σχέση με τη μητέρα και τον πατέρα, τη δική τους σχέση και τη σχέση μας μαζί τους.

Αναζητώντας τη ρίζα του προβλήματος

-Οι περισσότεροι μεγαλώνουμε με μαμάδες που δεν είναι επαρκείς, με μαμάδες που δεν έχουν μάθει να προσφέρουν αγάπη, να καταλαβαίνουν τις ανάγκες του μωρού. Και το μωρό επικοινωνεί με μη λεκτική συμπεριφορά για να ζητήσει αυτά που του λείπουν, κλαίει, αρρωσταίνει, γρατσουνάει, κλοτσάει κ.λπ.

Στα ζευγάρια είναι πολύ έντονη αυτή η μεταβίβαση της πρώτης σχέσης, των πρώτων μη λεκτικών φόβων και συναισθημάτων. Γι' αυτό και τα ζευγάρια μαλώνουν, ιδιαίτερα αν ο πρώτος χρόνος δεν ήταν καλός, αν ήταν στερημένος από ζεστασιά, χάδια, αγκαλιές. Ξέρετε ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να χαϊδέψουν τρυφερά ο ένας τον άλλο; Η επιλογή λοιπόν σε αυτές τις περιπτώσεις κουβαλά πάρα πολλά πράγματα που δεν έχουν λυθεί μέσα μας.

Στόχος η επιθυμητή μητέρα

Τα προβλήματα της πρώτης μας σχέσης με τη μητέρα δημιουργούν και τους προβληματικούς έρωτες. Περιμένεις τότε όχι μόνο να βρεις μια κανονική γυναίκα, έναν κανονικό άντρα, αλλά ένα σύντροφο που θα την αντικαταστήσει σε καλύτερη έκδοση, θέλεις την επιθυμητή μητέρα. Αυτό δημιουργεί τον έρωτα, τον πιο παθιασμένο. Όχι όμως τον πραγματικό έρωτα.

Γιατί σε αυτή την περίπτωση ψάχνουμε ένα ιδανικό που θα μας αγαπήσει, θα μας εκτιμήσει γι αυτό που είμαστε, όπως έπρεπε να το κάνει η μαμά. Κι όσο πιο πολύ περιμένει κανείς την επιθυμητή μητέρα, τόσο πιο πολύ την εξιδανικεύει. Είναι μια ναρκισσιστική ανάγκη. Όταν ακούσετε: Μια μόνο γυναίκα με έχει καταλάβει, εσύ, οι άλλες ήταν όλες… να καταλάβετε ότι πρέπει να απομακρυνθείτε γρήγορα απ αυτόν τον άνθρωπο! Σας βάζει στοιχεία που πιθανώς δεν έχετε!

Διαλέγουμε αυτόν που μας μοιάζει

Έχετε σκεφτεί γιατί παραπονιόμαστε ότι τραβάμε μόνο προβληματικές περιπτώσεις στην ερωτική μας ζωή; Μήπως δεν φταίνε μόνο οι άλλοι;

-Γιατί δεν τράβηξες κανέναν άλλο; θα ρωτούσα εγώ. Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να ταιριάξουμε με κάποιον ωριμότερο ψυχικά από εμάς. Δεν θα συντονιστούμε. Και δεν έχει να κάνει ούτε με την ευφυΐα ούτε με την ικανότητά μας σε άλλους τομείς όπως το εργασιακό. Εκεί μπορεί να διαπρέπουμε. Άλλο όμως είναι η συναισθηματική ωριμότητα!

Ο πραγματικός έρωτας!

-Ο έρωτας κρατάει το πολύ ένα χρόνο. Ο ανακλητικός έρωτας, ο πρώτος για τον οποίο μιλήσαμε, που δεν είναι τόσο έντονος αρχικά, ωριμάζει σιγά σιγά. Αρχίζει ο ένας να ερωτεύεται τον άλλο με το χρόνο που του αφιερώνει και τον γνωρίζει. Αυτόν λέω εγώ πραγματικό έρωτα. Αντιλαμβάνομαι ότι ο άλλος είναι κάτι εξαιρετικό για μένα, γιατί με έπεισε και τον έπεισα γι' αυτό.

Τα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης

-Για να έχεις μια καλή σχέση πρέπει να περάσεις τις ανάγκες του πρώτου έτους, τη μεγάλη εξάρτηση. Δεν πήρα πολλά από τη μάνα μου στον πρώτο χρόνο; Τότε ψάχνω μια γυναίκα – μαμά. Δεν δίνω και τόση σημασία στο σεξουαλικό. Κι αυτή η σχέση δεν πάει καλά γιατί διαλέγεις παρόμοιο τύπο συντρόφου. Στην αρχή φαίνεται ότι ο ένας θα φροντίσει τον άλλο και μετά και οι δυο περιμένουν τον άλλο να τους φροντίσει.

Στο δεύτερο έτος, το πρωκτικό στάδιο, το παιδί μαθαίνει με τη μάνα την αυτονομία, είναι η περίοδος της εναντίωσης. Αν δεν πάει καλά, αργότερα στη σχέση ο ένας θα προσπαθεί να επιβληθεί στον άλλο! Το τρίτο στάδιο είναι το φαλλικό, όπου το σεξ πηγαίνει στα γεννητικά όργανα. Αν πάει κάτι στραβά, διαλέγεις μια γυναίκα που σου αρέσει σεξουαλικά, αλλά αυτό εξαντλείται γρήγορα. Κι από εκεί και πέρα έχεις άλλες ανάγκες που δεν σου τις καλύπτει.

Ο τέταρτος χρόνος που πάλι δεν πάει καλά είναι ο οιδιποδειακός, στάδιο που στην ανάπτυξη αντιστοιχεί γύρω στα 5 χρόνια του παιδιού. Εκεί υπάρχει πρόβλημα γιατί δεν θέλεις πολύ ερωτικά το σύντροφό σου. Αν καταφέρεις και πάρεις κάποιον που σου θυμίζει τη μαμά (ή τον μπαμπά), έχεις προβλήματα σεξουαλικά: στύσης, πρόωρης εκσπερμάτισης κλπ.

Ζήτημα ισορροπίας

-Μια καλή σχέση προϋποθέτει ότι έχουμε περάσει σχετικά ομαλά αυτά τα στάδια: θέλεις να έχεις ένα μίνιμουμ εξάρτησης, να έχεις αυτονομία, αλλά δεν σου αρέσει να πατάς τον άλλο στο λαιμό. Θέλεις να κάνεις σεξ και να σου αρέσει, δεν ικανοποιείσαι όμως μόνο με αυτό. Τότε η σχέση εξελίσσεται σε αγάπη, σε έρωτα και μπορεί να κρατήσει. Δεν περιμένεις τόσο πολλά από τον άλλο, ενώνεις δυο ζωές, οι οποίες όμως δεν γίνονται ποτέ μια!

Και τώρα τι κάνουμε;

-Μπορεί να ακούγονται λίγο απαισιόδοξα όλα αυτά, αλλά είναι η πραγματικότητα. Το πρώτο πράγμα που λέω είναι να βρεις μια καλή μαμά, με την ψυχοθεραπεία, ατομικά ή σε ομάδες, που βοηθούν πάρα πολύ τους ανθρώπους. Λέω επίσης κι έχω παρεξηγηθεί γι' αυτό να μπορούν οι γυναίκες να είναι κοντά στο παιδί τους τον πρώτο χρόνο της ζωής του.

Προτείνω συχνά και κάτι που ακόμα μοιάζει ουτοπικό: να γίνονται μαθήματα ζωής από το δημοτικό στα σχολεία, υπό μορφή ομάδας με εκπαιδευμένους δασκάλους. Το άλλο βήμα είναι ο διάλογος, που είναι δύσκολο βέβαια. Πάντα είχαν οι άνθρωποι προβλήματα και πάντα έβρισκαν τρόπους να τα αντιμετωπίσουν. Πρέπει να είμαστε και λιγάκι αισιόδοξοι! ΄

Άλλο έρωτας, άλλο αγάπη

-Δυο άνθρωποι είναι καθρέφτης ο ένας για τον άλλο. Οι ερωτευμένοι κοιτάζονται και θαυμάζονται αυτό δεν είναι αγάπη! Είναι ένα πολύ ευχάριστο αίσθημα, που οδηγεί σχεδόν πάντα σε φασαρίες. Γιατί την επόμενη μέρα που θα τον/τη δείτε θα έχετε ήδη μια μικρή απογοήτευση. Στην πρώτη επαφή δεν ξέρουμε τίποτα για τον άλλο, όσο προχωρά η επαφή όμως αρχίζει η απο-εξιδανίκευση. Εκεί εμφανίζεται η εσωτερική παλινδρόμηση, που δηλώνει την τάση του ανθρώπου να υπαναχωρήσει φοβισμένος και να κλείσει τις πόρτες επικοινωνίας για τη νέα σχέση.

Πολλή γνώμη, λίγη γνώση

Λέγεται πως υπάρχουν περισσότερες γνώμες απ’ ότι άνθρωποι, κι αυτό είναι αλήθεια. Από αυτό θα επινοήθηκε η ψήφιση κατά πλειοψηφία, γιατί όταν υπάρχουν περισσότερα από τρία άτομα, η συναίνεση είναι σχεδόν αδύνατη: πάντα υπάρχει κάποιος που θα έχει διαφορετική γνώμη και που δε θα είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει.

Οι άνθρωποι συνηθίζουμε να έχουμε γνώμη για όλα.

Για ό,τι γνωρίζουμε με βεβαιότητα, για ό,τι πιστεύουμε με κλειστά μάτια, για ό,τι σκεφτόμαστε χωρίς να το στριφογυρνάμε και πολύ στο μυαλό, ακόμα και για κάτι που δεν του έχουμε αφιερώσει ούτε δύο σκέψεις.

Επειδή προτιμάμε να λέμε κάτι παρά να σωπαίνουμε και να δείχνουμε ότι δεν ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε.

Δεν είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε να σωπαίνουμε στην Ακαδημία του Πλάτωνα.

Όπως είπε ο Τζον Φ. Κέννεντυ στην εναρκτήρια ομιλία του:

Ο μεγάλος εχθρός της αλήθειας πολύ συχνά δεν είναι το ψέμα, αποφασισμένο, κατασκευασμένο και ανέντιμο, αλλά ο μύθος, επίμονος, πειστικός και εξωπραγματικός.
Πολύ συχνά γραπωνόμαστε από τα κλισέ των προγόνων μας. Υποτάσσουμε όλα τα γεγονότα σε ένα σετ προκατασκευασμένων ερμηνειών.
Απολαμβάνουμε το βόλεμα της γνώμης χωρίς το ξεβόλεμα της σκέψης.


Πρόσφατες μελέτες αποδεικνύουν ότι εξαρτιόμαστε όλο και περισσότερο από το τι λένε οι άλλοι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σε τέτοιο σημείο που ένα οποιοδήποτε σχόλιο μπορεί να κάνει κάποιον να περάσει όλη τη νύχτα ξάγρυπνος ή να πάθει κρίση άγχους.

Κι όλα αυτά γιατί είναι εύκολο να μιλάμε για να μιλάμε, να δίνουμε τη γνώμη μας και να προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους.

Αλλά, όπως τόνιζε ο Μπέρτραντ Ράσελ στα Σκεπτικιστικά δοκίμια:

Οι γνώμες που διατηρούνται με πάθος είναι πάντα αυτές που δεν έχουν μια καλή βάση. Το πάθος είναι το μέτρο εκείνων που δεν έχουν μια λογική πεποίθηση”.

Έτσι, λοιπόν, πρέπει να στεκόμαστε και να σκεφτόμαστε τη γνώμη μας και να έχουμε επίγνωση του ότι τα λόγια μας θα τα ακούσουν ή θα τα διαβάσουν και, προπαντός, θα τα θυμούνται.

Αυτά είναι το σήμα κατατεθέν μας και μας προσδιορίζουν ως ανθρώπους.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ: Δημαγωγούς ή ηγέτες;

Ποιος αλήθεια λογικός άνθρωπος, αν ήταν ξένος και δεν είχε προλάβει να διαφθαρεί κι αυτός μαζί μας, βλέποντάς μας δεν θα μας περνούσε για σχιζοφρενείς; Από τη μια επαιρόμαστε για τα κατορθώματα των προγόνων μας κι έχουμε την αξίωση να εκθειάζουν την πόλη μας για τα αλλοτινά της επιτεύγματα, κι από την άλλη κάνουμε τα εντελώς αντίθετα από εκείνους.

[Το πρόβλημα είναι ότι] Έχετε αποκτήσει την συνήθεια να απορρίπτετε τους πάντες – εκτός από εκείνους που συμβαδίζουν με τις επιθυμίες σας. Κάνετε έτσι τους ρήτορες να μην προβληματίζονται σχετικά με το τι συμφέρει την πόλη, αλλά να βγάζουν λόγους για να σας ευχαριστήσουν. Σε αυτό επιδίδονται οι περισσότεροι. Κι όμως, αν πράγματι θέλετε το συμφέρον της πόλης, περισσότερο πρέπει να δίνετε προσοχή σε εκείνους που σας εναντιώνονται, παρά σ’ εκείνους που σας χαρίζονται. Διότι όσοι σας λένε μόνο ό,τι θέλετε να ακούσετε μπορεί κάλλιστα να σας εξαπατούν – τα ευχάριστα λόγια επισκοτίζουν τη δυνατότητά σας να διακρίνετε το καλύτερο –, ενώ από όσους δεν σας συμβουλεύουν χαϊδεύοντάς σας τ’ αφτιά δεν κινδυνεύετε να πάθετε κάτι τέτοιο· γιατί ο μόνος τρόπος για να σας μεταπείσουν αυτοί είναι να σας καταδείξουν τι συμφέρει την πόλη. Άλλωστε, πως είναι δυνατόν οι πολίτες να κρίνουν τα περασμένα ή να σκεφθούν για τα μέλλοντα, αν δεν παραθέτουν τους λόγους των διαφωνούντων και δεν ακούνε και τους μεν και τους δε με την ίδια προσήλωση;

Φοβάμαι βέβαια μήπως ματαιοπονώ. Έχουμε εδώ και πολύ καιρό διαφθαρεί από ανθρώπους που σε τίποτε άλλο δεν είναι ικανοί απ’ το να μας απατούν και οι οποίοι τόσο περιφρονούν το λαό, ώστε και σε πόλεμο δεν θα διστάσουν να τον παρασύρουν προκειμένου να χρηματισθούν αυτοί.

Κι εκείνο που παρατηρώ είναι ότι η οργή σας στρέφεται περισσότερο εναντίον εκείνων που σας επικρίνουν παρά εναντίον εκείνων που έχουν γίνει αιτία των δεινών σας. Συνηθίζετε να μισείτε όχι τόσο τους υπαίτιους, όσο τους κατήγορους των σφαλμάτων. Και πραγματικά φοβούμαι μήπως προσπαθώντας να σας κάνω καλό με πληρώσετε με κανένα κακό! Θα ντρεπόμουν ωστόσο αν έδινα την εντύπωση ότι νοιάζομαι για την προσωπική μου φήμη κι όχι για την κοινή σωτηρία.

Χρέος και δικό μου και όλων όσοι πονούν την πόλη μας είναι να προτιμούμε όχι τους ευχάριστους, αλλά τους πιο ωφέλιμους λόγους. Να ξέρετε δε ότι, ενώ για τα νοσήματα του σώματος πολλές και διάφορες θεραπείες έχουν βρεθεί από τους γιατρούς, για τις ψυχές που είναι γεμάτες άγνοια και πονηρές επιθυμίες δεν υπάρχει άλλο φάρμακο από το λόγο που τολμά να επιπλήττει όσους σφάλουν. Μου φαίνεται μάλλον γελοίο να υπομένουμε τις καυτηριάσεις και τις τομές των γιατρών προκειμένου ν’ απαλλαγούμε από χειρότερους πόνους, και ν’ αποδοκιμάζουμε τους λόγους πριν δούμε αν έχουν τη δύναμη να ωφελήσουν τους ακούοντες.

Κι ωστόσο, οι περισσότεροι ρητορεύουν ενώπιον του λαού υπερασπιζόμενοι όχι τα συμφέροντα της πόλης, αλλά αυτά άποτα οποία κάτι προσδοκούν να κερδίσουν. Απορώ πραγματικά που δεν μπορείτε να διακρίνετε ότι καμία φάρα δεν είναι χειρότερη για το λαό από τους πονηρούς ρήτορες και δημαγωγούς, γιατί αυτοί επιδιώκουν να στερούμαστε τα αναγκαία της καθημερινής ζωής, επειδή βλέπουν ότι όσοι είναι αυτάρκεις ανήκουν στην πόλη και διατυπώνουν τις ορθότερες απόψεις· ενώ όσοι ζουν απ’ το δημόσιο είναι αναγκασμένοι για να μην περιπέσουν σε ανέχεια , να τελούν υπό την εξουσία τους. Σε πενία λοιπόν, για να τους εξουσιάζουν, θα έβλεπαν ευχαρίστως να περιέρχονται όλοι οι πολίτες. Τρανή απόδειξη: δεν κοιτούν με ποιο τρόπο θα παράσχουν τα προς το ζην σε όσους έχουν ανάγκη, αλλά πώς θα εξισώσουν τους θεωρούμενους πλούσιους με τους απόρους. Δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από το να ηγούνται οι χειρότεροι των καλύτερων και να προστάζουν οι πλέον ανόητοι τους φρονιμότερους. Οι ηγέτες εκείνοι που ανταποκρίνονται στα όσα πρέπει να πράξουν, οφείλουν να αγαπούν ταυτόχρονα τους πολίτες και την πόλη τους· διότι ούτε ίππους ούτε σκύλους ούτε ανθρώπους ούτε κανένα άλλο πράγμα εξουσιάζει κανείς καλά, αν δεν χαίρεται για αυτά που πρέπει να φροντίζει. Να μεριμνούν για το λαό και να θεωρούν πρωταρχικό να είναι ευχαριστημένος από τη διακυβέρνησή τους – δεδομένου ότι, από τα ολιγαρχικά και από όλα τα άλλα καθεστώτα, τα μακροβιότερα είναι όσα υπηρετούν καλύτερα το λαό.

Ο σωστός ηγέτης ούτε επιτρέπει να παρεκτρέπεται ο όχλος ούτε ανέχεται να εξευτελίζεται, αλλά επιδιώκει οι άριστοι να έχουν τα αξιώματα και οι άλλοι να μην αδικούνται καθόλου· διότι αυτά είναι τα πρωταρχικά και σπουδαιότερα στοιχεία ενός χρηστού πολιτεύματος.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

JAMES THURBER: Ο κόσμος εύκολα ξεγελιέται όταν κρίνει μόνο από αυτά που φαίνονται

Μια φορά κι έναν καιρό, μέσα στα άναστρα μεσάνυχτα μια κουκουβάγια καθόταν στο κλαδί μιας οξιάς. Δύο τυφλοπόντικες προσπάθησαν να περάσουν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. «Εσύ!» είπε η κουκουβάγια, «Ποιος;» φώναξαν τρέμοντας από το φόβο και την έκπληξη διότι δεν πίστευαν πως ήταν δυνατόν να τους δει κανείς μέσα στο μαύρο σκοτάδι. Εσείς οι δύο!» είπε η κουκουβάγια. Οι τυφλοπόντικες έφυγαν βιαστικά και είπαν και στα άλλα πλάσματα του αγρού και του δάσους ότι η κουκουβάγια ήταν το πιο σπουδαίο και το πιο σοφό απ’ όλα τα ζώα διότι μπορούσε να δει στο σκοτάδι και διότι μπορούσε ν’ απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση. «Θα το πουλί γραμματέας. «Για να το δούμε αυτό», είπε ένα πουλί γραμματέας και πέρασε από το μέρος που βρισκόταν η κουκουβάγια μια άλλη βραδιά που ήταν ξανά πολύ σκοτεινά. «Πόσα νύχια σου δείχνω; » είπε το πουλί γραμματέας. «Δύο», απάντησε η κουκουβάγια και είχε δίκιο. «Μπορείς να μου δώσεις μια συνώνυμη έκφραση των “δηλαδή” ή μ’ αυτό εννοώ;» «Ήτοι», είπε η κουκουβάγια. «Γιατί ένας εραστής καλεί την αγαπημένη του;» ρώτησε «Για να ερωτοτροπήσουν», είπε η κουκουβάγια. Το πουλί γραμματέας γύρισε βιαστικά για να συναντήσει τα άλλα πλάσματα και για να αναφέρει ότι η κουκουβάγια ήταν όντως το σπουδαιότερο και σοφότερο ζώο στον κόσμο διότι μπορούσε να δει στο σκοτάδι και διότι μπορούσε να απαντά σε οποιαδήποτε ερώτηση. «Μπορεί να δει και την ημέρα, επίσης;», ρώτησε η κόκκινη αλεπού. «Ναι», ρώτησαν ταυτόχρονα ένας τυφλοπόντικας και ένα κανίς. «Μπορεί να δει και την ημέρα, επίσης;».

Όλα τα άλλα πλάσματα γέλασαν δυνατά με αυτή την ανόητη ερώτηση και επιτέθηκαν στην κόκκινη αλεπού και στους φίλους της και τους έδιωξαν από την περιοχή. Μετά έστειλαν έναν αγγελιαφόρο στην κουκουβάγια και της ζήτησαν να γίνει ο αρχηγός τους. Όταν η κουκουβάγια εμφανίστηκε στα ζώα ήταν καταμεσήμερο και ο ήλιος έλαμπε, περπάτησε πολύ αργά και αυτό της προσέδωσε έναν αέρα μεγάλης αξιοπρέπειας και περιεργάστηκε τα πάντα γύρω της με τα μεγάλα, επίμονα μάτια της και αυτό της προσέδωσε έναν αέρα εκπληκτικής σπουδαιότητας. «Είναι Θεός», φώναξε μια κλώσα. Και όλα τα άλλα πλάσματα επανέλαβαν φωνάζοντας: «Είναι Θεός!» Κι έτσι την ακολούθησαν όπου και αν πήγαινε και όταν άρχισε να σκοντάφτει επάνω σε πράγματα, άρχισαν και αυτά να σκοντάφτουν επάνω σε πράγματα.

Τελικά, έφτασε σ’ ένα μεγάλο δρόμο και άρχισε να βαδίζει στο μέσο του και όλα τα άλλα πλάσματα άρχισαν να την ακολουθούν. Σε λίγο, ένα γεράκι που ήταν προπομπός παρατήρησε ένα φορτηγό που ερχόταν κατά πάνω τους με 50 μίλια την ώρα και το ανέφερε στο πουλί γραμματέα και το πουλί γραμματέας το ανέφερε στην κουκουβάγια. «Υπάρχει κίνδυνος μπροστά», είπε το πουλί γραμματέας. «Δηλαδή;» είπε η κουκουβάγια. Το πουλί γραμματέας της εξήγησε. «Δεν φοβάσαι;», ρώτησε. «Ποιον;» είπε ήρεμα η κουκουβάγια διότι δεν μπορούσε να δει το φορτηγό, «Είναι Θεός!» φώναξαν όλα μαζί ξανά και ακόμη φώναζαν «Είναι Θεός!» όταν το φορτηγό τα χτύπησε και τα πάτησε. Μερικά από τα ζώα τραυματίστηκαν μόνο, αλλά τα περισσότερα, συμπεριλαμβανομένης και της κουκουβάγιας, σκοτώθηκαν.

Ηθικό δίδαγμα: Ο κόσμος εύκολα ξεγελιέται όταν κρίνει μόνο από αυτά που φαίνονται.

ΘΕΡΜΠΕΡ TZEIMΣ (1894-1961), ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ

Φυσικοί εντοπίζουν ενδείξεις για μία περίεργη νέα φυσική στην ακτινοβολία του σύμπαντος

Σε όλο τον γνωστό διάστημα, ανάμεσα στα αστέρια και τους γαλαξίες, φτάνει μία πολύ αχνή λάμψη, ένα λείψανο ακτινοβολίας που έμεινε από την αυγή του Σύμπαντος. Αυτό είναι το κοσμικό υπόβαθρο μικροκυμάτων (CMB), το πρώτο φως που θα μπορούσε να ταξιδέψει μέσω του Σύμπαντος όταν αυτό ψύχθηκε αρκετά, περίπου 380.000 χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη, ώστε τα ιόντα και τα ηλεκτρόνια να συνδυαστούν σε άτομα.

Αλλά τώρα οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει κάτι περίεργο για την ακτινοβολία υποβάθρου CMB. Μια νέα τεχνική μέτρησης αποκάλυψε ενδείξεις μιας στροφής του επιπέδου πόλωσης στο φως αυτό – κάτι που θα μπορούσε να είναι ένδειξη παραβίασης της συμμετρίας ομοτιμίας, έναν υπαινιγμό φυσικής εκτός του Καθιερωμένου Μοντέλου.

Σύμφωνα με το Καθιερωμένο ή πρότυπο μοντέλο της φυσικής, εάν επρόκειτο να αναστρέψουμε το Σύμπαν σαν να ήταν κάτοπτρο του εαυτού του, οι νόμοι της φυσικής πρέπει να διατηρούνται σταθεροί. Οι υποατομικές αλληλεπιδράσεις θα πρέπει να εμφανίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στον καθρέφτη όπως και στο πραγματικό Σύμπαν. Αυτό ονομάζεται συμμετρία ομοτιμίας (parity).

Μέχρι τώρα υπάρχει μόνο μία θεμελιώδης αλληλεπίδραση που σπάει τη συμμετρία ομοτιμίας. Αυτή είναι η ασθενής αλληλεπίδραση μεταξύ σωματιδίων που είναι υπεύθυνη για τη ραδιενεργή διάσπαση. Αλλά βρίσκοντας ένα άλλο τόπο όπου σπάει η συμμετρία ομοτιμίας, αυτό θα μπορούσε δυνητικά να μας οδηγήσει σε μία νέα φυσική πέρα ​​από το πρότυπο μοντέλο

Και τώρα δύο φυσικοί – ο Yuto Minami και ο Eiichiro Komatsu πιστεύουν ότι έχουν βρει ενδείξεις για αυτό στη γωνία πόλωσης της ακτινοβολίας CMB.

Η πόλωση συμβαίνει όταν το φως σκεδάζεται, αναγκάζοντας το κύμα φως να διαδίδεται σε συγκεκριμένο προσανατολισμό.

Ανακλαστικές επιφάνειες όπως το γυαλί και το νερό πολώνουν το φως. Είστε πιθανώς εξοικειωμένοι με τα πολωτικά φίλτρα στα γυαλιά ηλίου, σχεδιασμένα να εμποδίζουν συγκεκριμένους προσανατολισμούς για να μειώσουν την ποσότητα φωτός που φτάνει στο μάτι.

Ακόμα και το νερό και τα σωματίδια στην ατμόσφαιρα μπορούν να διασκορπίσουν και να πολώσουν το φως. ένα ουράνιο τόξο είναι ένα καλό παράδειγμα αυτού.

Το πρώιμο Σύμπαν, για τα πρώτα 380.000 χρόνια, ήταν τόσο ζεστό και πυκνό που δεν μπορούσαν να υπάρξουν άτομα. Τα πρωτόνια και τα ηλεκτρόνια διασκορπίζονταν (κινούνταν) ως ιονισμένο πλάσμα, και το Σύμπαν ήταν αδιαφανές, σαν μια πυκνή καπνιστή ομίχλη χωρίς φως.

Μόνο όταν το Σύμπαν ψύχθηκε αρκετά ώστε αυτά τα πρωτόνια και τα ηλεκτρόνια να συνδυαστούν σε άτομα ουδέτερου αερίου υδρογόνου, ο χώρος έγινε καθαρός, επιτρέποντας στα φωτόνια να ταξιδεύουν ελεύθερα.

Καθώς το ιονισμένο πλάσμα μετατράπηκε σε ουδέτερο αέριο, τα φωτόνια διασκορπίστηκαν από ηλεκτρόνια, προκαλώντας την πολικότητα της CMB. Η πόλωση της CMB μπορεί να μας πει πολλά για το Σύμπαν. Ειδικά εάν στρέφεται υπό γωνία.

Αυτή η γωνία, που περιγράφεται ως β, θα μπορούσε να υποδηλώνει μια αλληλεπίδραση της CMB με τη σκοτεινή ύλη ή τη σκοτεινή ενέργεια , τις μυστηριώδεις ενέργειες που φαίνεται να κυριαρχούν στο Σύμπαν, αλλά τις οποίες δεν μπορούμε να εντοπίσουμε άμεσα.

“Εάν η σκοτεινή ύλη ή η σκοτεινή ενέργεια αλληλεπιδρούν με το φως του κοσμικού φόντου μικροκυμάτων με τρόπο που παραβιάζει τη συμμετρία ομοτιμίας, μπορούμε να βρούμε την υπογραφή της στα δεδομένα πόλωσης”, εξήγησε ο Minami.

Το πρόβλημα με την ταυτοποίηση του β με βεβαιότητα είναι στην τεχνολογία που χρησιμοποιούμε για την ανίχνευση της πόλωσης της CMB. Ο δορυφόρος της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος Planck , ο οποίος κυκλοφόρησε τις πιο ενημερωμένες παρατηρήσεις του για την CMB το 2018, είναι εξοπλισμένος με ανιχνευτές ευαίσθητους στην πόλωση.

Αλλά αν δεν γνωρίζετε ακριβώς πώς αυτοί οι ανιχνευτές είναι προσανατολισμένοι σε σχέση με τον ουρανό, είναι αδύνατο να πείτε αν αυτό που κοιτάτε είναι στην πραγματικότητα το β ή η περιστροφή στον ανιχνευτή που μοιάζει ακριβώς με β.

Η τεχνική της ομάδας βασίζεται στη μελέτη μιας διαφορετικής πηγής πολωμένου φωτός και στη σύγκριση των δύο για την εξαγωγή του ψευδούς σήματος.

“Αναπτύξαμε μια νέα μέθοδο για τον προσδιορισμό της τεχνητής περιστροφής χρησιμοποιώντας το πολωμένο φως που εκπέμπεται από τη σκόνη στον Γαλαξία μας”, δήλωσε ο Minami . “Με αυτήν τη μέθοδο, έχουμε επιτύχει μια ακρίβεια που είναι διπλάσια από αυτήν της προηγούμενης εργασίας και τελικά μπορούμε να μετρήσουμε το β.”

Οι πηγές ακτινοβολίας του Γαλαξία είναι πολύ πιο κοντά από την CMB, επομένως δεν επηρεάζονται από σκοτεινή ύλη ή σκοτεινή ενέργεια. Επομένως, οποιαδήποτε περιστροφή στην πόλωση πρέπει να είναι αποτέλεσμα περιστροφής στον ανιχνευτή.

Η CMB επηρεάζεται τόσο από το β όσο και από την τεχνητή περιστροφή – οπότε αν αφαιρέσετε την τεχνητή περιστροφή που παρατηρείται στις πηγές του Γαλαξία από τις παρατηρήσεις της CMB, θα πρέπει να μείνετε μόνο με το β.

Χρησιμοποιώντας αυτήν την τεχνική, η ομάδα διαπίστωσε ότι το β είναι διαφορετικό από το μηδέν, με βεβαιότητα 99,2%. Αυτό φαίνεται αρκετά υψηλό, αλλά εξακολουθεί να μην είναι αρκετό για να διεκδικήσει μια ανακάλυψη νέας φυσικής. Για αυτό, απαιτείται επίπεδο εμπιστοσύνης 99,99995 τοις εκατό.

Αλλά το εύρημα δείχνει σίγουρα ότι η CMB αξίζει να μελετηθεί πιο προσεκτικά.

“Είναι σαφές ότι δεν έχουμε βρει ακόμη οριστικά στοιχεία για τη νέα φυσική. Απαιτείται υψηλότερη στατιστική σημασία για την επιβεβαίωση αυτού του σήματος”, δήλωσε ο αστροφυσικός Eiichiro Komatsu του Ινστιτούτου Kavli για τη Φυσική και τα Μαθηματικά του Σύμπαντος.

«Αλλά είμαστε ενθουσιασμένοι γιατί η νέα μας μέθοδος μας επέτρεψε τελικά να κάνουμε αυτήν την« αδύνατη »μέτρηση, η οποία μπορεί να δείχνει τη νέα φυσική».

Τόμας Τζέφερσον: Είμαι και εγώ επικούρειος - Το γράμμα στον Αδαμάντιο Κοραή

«Η ισότητα μεταξύ των ανθρώπων και η ατομική ευδαιμονία αναγνωρίζονται τώρα ως οι μόνοι νόμιμοι αντικειμενικοί σκοποί μίας κυβερνήσεως».

Τόμας Τζέφερσον, γράμμα στον Αδαμάντιο Κοραή, 1823

Ο Τόμας Τζέφερσον, κατά την διάρκεια του πολιτικού του βίου, πάλεψε για την εφαρμογή των αξιών και των νόμων εκείνων που καθιστούν ένα κράτος ικανό να προσφέρει στους πολίτες την δυνατότητα επιδίωξης μιας ευτυχισμένης ζωής. Η παιδεία που είχε αποκτήσει μέσω των βιβλίων της κλασικής, ελληνιστικής και ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας και των άλλων φωτεινών διανοητών της εποχής του, ήταν οδηγός για την προσπάθεια αυτή. Πολλές από τις διδαχές του Επίκουρου ανιχνεύονται στις βασικές φιλοσοφικές του αρχές, οι οποίες αποτυπώθηκαν και στην πολιτική που άσκησε, όπως αυτές για την θέσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Η σχέση του με την πολιτική ήταν ιδιάζουσα. Ο Τζέφερσον ήταν περισσότερο φιλόσοφος που ήθελε να εφαρμόσει τις θέσεις του στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, παρά ο πολιτικός με την κλασική έννοια του όρου. Σε μια επιστολή του, στον Τζον Άνταμς στις 28 Φεβρουαρίου 1796, μόλις τέσσερα χρόνια πριν την προεδρία του, γράφει:

«Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω, κύριε, για την αποστολή του βιβλίου του κυρίου Ντ’ Ιβερνουά (D’ Ivernois) σχετικά με την Γαλλική επανάσταση. Λαμβάνω με σεβασμό οτιδήποτε προέρχεται από αυτόν. Αλλά το βιβλίο αυτό είναι σχετικό με την πολιτική, ένα θέμα που δεν αγαπούσα ποτέ και τώρα το μισώ».

Επιπρόσθετα, η διαπίστωση ότι η σχέση του με την πολιτική ήταν ιδιαίτερη, φαίνεται από την οδηγία που άφησε λίγο πριν πεθάνει, να αναγράφεται στο μνήμα του ότι ήταν ο συντάκτης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, του Νόμου για την Θρησκευτική Ελευθερία, ο ιδρυτής του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια και τίποτε άλλο. Ήθελε να τον θυμούνται οι επόμενες γενιές για αυτά τα έργα του και όχι για το γεγονός ότι υπήρξε για δύο τετραετίες Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όμως και άλλα γεγονότα οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα. Ο Τζέφερσον, αν εξαιρέσουμε την εποχή της επανάστασης, δεν επιθύμησε ο ίδιος να ηγηθεί πολιτικής ομάδας ή να καταλάβει συγκεκριμένη πολιτική εξουσία. Τα πολιτικά αξιώματα που κατέλαβε, όπως του Κυβερνήτη της Βιρτζίνια, του Πρεσβευτή, του Γραμματέα του Κράτους ή ακόμη και του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, οφείλονταν στην έντονη πίεση των φίλων του, οι οποίοι αναγνώριζαν ότι ήταν άριστος για να ηγηθεί στην προσπάθεια σύστασης του νέου Κράτους. Ακόμη και στην προεκλογική εκστρατεία, που τον οδήγησε στο αξίωμα του Προέδρου, δεν συμμετείχε ο ίδιος. Το διάστημα αυτό παρέμενε στο Μοντιτσέλλο και τις απαιτούμενες προεκλογικές δράσεις είχαν αναλάβει άλλα στελέχη του κόμματός του.

Τρεις φορές επιχείρησε να αποσυρθεί από την πολιτική για να ασχοληθεί αναπόσπαστος με το κτήμα του, τα βιβλία, την φιλοσοφία, την συγγραφή και την οικογένειά του. Το κατάφερνε όμως για μικρά χρονικά διαστήματα, διότι κάθε φορά του ανέθεταν νέους κρατικούς ρόλους που, εξ αιτίας της αγάπης του για την Πατρίδα και τον Άνθρωπο, αναγκαζόταν να δεχθεί. Όπως όταν του πρότειναν να γίνει Κυβερνήτης της Βιρτζίνια, πρόξενος στο Παρίσι, Γραμματέας του Κράτους και Πρόεδρος τελικά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ανάληψη των δημόσιων αξιωμάτων θυμίζει τις ανιδιοτελείς θέσεις περί πολιτικής του φιλόσοφου Επίκουρου, που τόσο πολύ ο ίδιος ο Τζέφερσον εκτιμούσε. Ο Ρωμαίος Σενέκας μας σώζει την σχετική θέση του Επίκουρου, που φαίνεται ότι ταιριάζει ακριβώς στην περίπτωση του Τόμας Τζέφερσον.

«Ο Επίκουρος είπε: ο σοφός δεν ασχολείται με την πολιτική,
εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι
».

Epicurus ait: Non accedet ad rem publicam sapiens,
nisi si quid intervenerit.

Σενέκας, Περί ησυχίας, 30.2

Ο Τζέφερσον, ως γνήσιος ανθρωπιστής επαναστάτης, ηγήθηκε της ανεξαρτησίας της χώρας του και έθεσε τις θεμελιώδεις αρχές για την δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών αποτυπώνοντας τις στην περίφημη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Στην πορεία έδωσε μάχες για την εφαρμογή των αρχών αυτών. Η ιστορία τον δικαίωσε, εφόσον το ισχυρό κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών δημιουργήθηκε πάνω σε αυτά τα ισχυρά θεμέλια για την θέσπιση των οποίων αγωνίστηκε ο ίδιος ως ηγέτης.

Σήμερα διαπιστώνουμε ότι η απόκλιση από αυτές τις αρχές έφερε την αστάθεια και την έλλειψη ευδαιμονίας σε ένα μεγάλο μέρος των πολιτών που αποτελούν την καρδιά αυτού του κράτους.

Βασικές πολιτικές απόψεις

Ο Τόμας Τζέφερσον ήταν πεπεισμένος ότι μια κοινωνία απαλλαγμένη από τα δεινά της θρησκείας (αλλά όχι της θρησκευτικής πίστης) και της καταδυνάστευσης του κεντρικού μηχανισμού εξουσίας μπορούσε να ικανοποιήσει τον άνθρωπο, αλλά και να του επιτρέψει να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει προς την πρόοδο και την ελευθερία. Κι αυτό διότι ο μηχανισμός εξουσίας επιβάλει αυθαίρετα ότι τον συμφέρει για την απλή και μόνο διατήρησή του, με σκοπό την ευτυχία των λίγων και «εκλεκτών». Κατά τον Τζέφερσον ο λαός θα έπρεπε να αποκτήσει ίσα δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις, μέσω δίκαιων νόμων που θα τον προστάτευαν και θα του πρόσφεραν επιπλέον την εγγύηση για μια ποιοτική ζωή με ασφάλεια. Σε μια επιστολή στον Τέιλορ στις 28 Μαΐου 1816 αναφέρει:

«Μπορούμε να πούμε στ’ αλήθεια και με νόημα ότι οι κυβερνήσεις είναι περισσότερο ή λιγότερο δημοκρατικές όταν έχουν στην σύνθεση τους περισσότερο ή λιγότερο το στοιχείο του εκλεγμένου λαού και του ελέγχου από αυτόν. Πιστεύω κι εγώ ότι η μάζα των πολιτών είναι ο ασφαλέστερος θεματοφύλακας των δικών τους δικαιωμάτων και ειδικότερα ότι τα κακά, που προέρχονται από τις πλάνες του λαού, είναι λιγότερο ζημιογόνα από εκείνα του εγωισμού των αντιπροσώπων τους, των πολιτικών. Είμαι φίλος στην σύνθεση μιας κυβέρνησης, η οποία έχει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του συστατικού».

Για τον Τζέφερσον οι νόμοι πρέπει να είναι δίκαιοι προς όλους τους πολίτες ώστε να είναι εύρυθμη η λειτουργία της κοινωνίας. Η οικονομία πρέπει να είναι ελεύθερη, στηριγμένη στην ατομική ιδιοκτησία και στην αυτάρκεια των πολιτών. Όλοι έχουν δικαίωμα να παράγουν πλούτο, αλλά πρέπει να πληρώνουν τους ανάλογους και δίκαιους φόρους, ώστε να έχουν το δικαίωμα στην πολυτελή ζωή. Κανείς δεν θα ζει πια εις βάρος των υπολοίπων.

Σε μια επιστολή προς τον Αδαμάντιο Κοραή το 1823, ο Τόμας Τζέφερσον συνοψίζει τις αρχές για ένα επιτυχημένο κράτος, με βάση την εμπειρία του από την εφαρμογή τους. Οι συμβουλές αυτές απευθύνονται μέσω του Κοραή σε εκείνους που έχτιζαν το νέο Ελληνικό κράτος, μετά την επανάσταση της ανεξαρτησίας του 1821. Γράφει στην επιστολή αυτή τα εξής:

«Όπως προανέφερα, τα Συντάγματα των διαφόρων πολιτειών μας έχουν μεγαλύτερες ή μικρότερες διαφορές σε ορισμένα τους σημεία. Εντούτοις, όλα διέπονται από κάποιες γενικές αρχές, οι οποίες θεωρούνται απαραίτητες για την προστασία της ζωής, της ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της ασφαλείας του πολίτη, δηλαδή:

  • Ανεξιθρησκία, περιοριζόμενη μόνον εις ό,τι αφορά πράξεις που καταπατούν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των άλλων.
  • Προσωπική ελευθερία, που εξασφαλίζει κάθε πρόσωπο από φυλάκιση ή άλλο σωματικό περιορισμό, πέραν των προβλεπόμενων από τους νόμους του κράτους. Αυτό πραγματοποιείται με τον γνωστό νόμο του Habeas Corpus.[1]
  • Εκδίκαση των υποθέσεων από μεικτά ορκωτά δικαστήρια για την καλύτερη δυνατή εξασφάλιση της αξιοπρέπειας, της ιδιοκτησίας και της φήμης κάθε ατόμου.
  • Διασφάλιση του αποκλειστικού δικαιώματος των αντιπροσώπων του λαού να νομοθετούν και να ρυθμίζουν τα ζητήματα φορολογίας.
  • Ελευθερία του Τύπου, που υπόκειται σε υποχρέωση αποζημιώσεως μόνον σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητος. Ο Τύπος αποτελεί τον φοβερό επικριτή των δημοσίων λειτουργών, τους οποίους εγκαλεί ενώπιον του «δικαστηρίου» της κοινής γνώμης. Επιφέρει δε μεταρρυθμίσεις με ειρηνικά μέσα, οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσαν να συντελεστούν μόνον με επανάσταση. Επίσης, είναι το καλύτερο όργανο για την πνευματική εξύψωση του ατόμου και για την πρόοδό του ως λογικού, ηθικού και κοινωνικού όντος».
-------------------------------
[1] Νόμος περί Προσωπικής Ασφάλειας (Habeas Corpus: να έχεις το σώμα σου). Πρόκειται για τον νόμο που προστατεύει τις ατομικές ελευθερίες και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Αγγλία το 1679. Σύμφωνα με το νόμο αυτόν όταν μια αρχή έχει ως κρατούμενο έναν ύποπτο για κάποιο έγκλημα, υποχρεούται ή να τον παρουσιάσει εντός τριών ημερών στο αρμόδιο δικαστήριο ή να τον απελευθερώσει.

Gadamer: Τι είναι η φιλοσοφική ερμηνευτική;

Χανς-Γκέοργκ Γκάνταμερ: 1900-2002

Φιλοσοφική Ερμηνευτική: Ενάντια στην παραμορφωμένη κατανόηση

§1

Η φιλοσοφική σκέψη του Χ.-Γκ. Γκάνταμερ είναι πλήρως συνυφασμένη με τη φιλοσοφική ερμηνευτική, έτσι όπως αποκρυσταλλώθηκε στη σύγχρονη εποχή. Ο Γκάνταμερ διατύπωσε θεμελιωδώς τη θεωρία του για τη φιλοσοφική ερμηνευτική στο βασικό φιλοσοφικό του έργο, το λεγόμενο opus magnus, με τίτλο: Αλήθεια και Μέθοδος (Wahrheit und Methode) 1960 και με υπότιτλο: Βασικά χαρακτηριστικά μιας φιλοσοφικής ερμηνευτικής (Grundzüge einer philosophischen Hermeneutik). Καθοριστικό ρόλο για τη συνολική φιλοσοφική του εξέλιξη στα θέματα της ερμηνευτικής θεωρίας και πράξης έπαιξε η γνωριμία του με το έργο του Αριστοτέλη, εν ἔτει 1923, όταν ως μαθητής του Heidegger παρακολουθούσε σχετικό σεμινάριο του δασκάλου του με θέμα: τα Ηθικά Νικομάχεια. Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για ένα έργο, που προσφέρει ικανή προπαιδεία γύρω από την κατανόηση και την ερμηνευτική. 

Η γενικότερη αριστοτελική επίδραση επί της σκέψης του Gadamer υπήρξε μοναδική. Από εδώ έλκουν την προέλευσή τους, υπό ένα ευρύτερο νόημα βασικές ιδέες της φιλοσοφικής ερμηνευτικής του Γερμανού φιλοσόφου, όπως το τι και το πώς του λόγου περί της αλήθειας της παράδοσης, η ερμηνευτική φιλοσοφία ως κληρονόμος της πρακτικής φιλοσοφίας της αρχαίας παραδόσεως, η συγχώνευση οριζόντων, η υπεροχή του πολιτικο-πρακτικού λόγου έναντι της απόλυτης κυριαρχίας της τεχνολογίας, ακόμη η δυναμική επίδραση της ιστορικής συνείδησης κ.λπ.

§2

Το συνολικό εγχείρημα της φιλοσοφικής ερμηνευτικής του Gadamer δεν αποτελεί ένα δομημένο Όλο από τεχνικούς κανόνες, που θα προορίζονταν να υπαγορεύουν στις πνευματικές επιστήμες τη μέθοδο ενέργειάς τους. Με άλλα λόγια δεν σχετίζεται με μια εισαγωγή έξωθεν, εργαλειακής υφής, μεθοδολογίας των εν λόγω επιστημών. Τούτο σημαίνει πως η φιλοσοφική ερμηνευτική δεν κινείται στην περιοχή του δέοντος ή των θεωρητικών προϋποθέσεων εργασίας των εν λόγω επιστημών, κατά τρόπο που τα γνωσιακά αποτελέσματα μιας τέτοιας εργασίας να έχουν ουσιαστική εφαρμοφή στην πράξη. Απεναντίας ενδιαφέρεται για «το τι συμβαίνει εκείθεν της βούλησης και της πράξης μας» (Wahrheit und Methode, σ. XVI). Υπ’ αυτή την οπτική προχωρεί πέρα από την παραδοσιακή ερμηνευτική ‒από την εποχή του Schleiermacher και ως την εποχή του Gadamer‒ που περιοριζόταν στη μελέτη της μεθοδολογίας, της σχετικής με την επιστημονική κατανόηση. Ένας τέτοιος περιορισμός απέκοπτε την ερμηνευτική μέθοδο από το γενικότερο ζήτημα της κατανόησης. Αντιμετωπίζοντας, από άποψη αρχής, την ερμηνευτική ως καθολικό φαινόμενο της φιλοσοφίας, ο Gadamer την τοποθετούσε [=την ερμηνευτική] στην περιοχή του Είναι, δηλαδή τη θεωρούσε οντολογικό πρόβλημα και όχι ένα απλώς μεθοδολογικό ζήτημα. Αφορά την ίδια την ύπαρξη και όχι απλώς τον έναν ή τον άλλο τρόπο μεθοδικής στάσης· έτσι ανάγει την ίδια την κατανοητική διεργασία σε υπρκτικο-οντολογικό τρόπο του Είναι αυτής τούτης της ουσίας ως υπόστασης.

§3

Έχοντας διέλθει μέσα και από τη χαϊντεγκεριανή σκέψη, ο Gadamer συνδέει τη φιλοσοφική ερμηνευτική με τον θεμελιώδη κινητικό και, υπό μια ορισμένη προοπτική, κινηματικό χαρακτήρα της ίδιας της ύπαρξης· μιας ύπαρξης που τελεί σε πλήρη αποξένωση και αλλοτρίωση: πολιτισμική/πνευματική και ιστορική. Να γιατί η φιλοσοφική ερμηνευτική καλείται, όσο ποτέ άλλοτε, να ασχοληθεί όχι μόνο με επί μέρους επιστημονικά ή επιστημολογικά προβλήματα μεθόδου, αλλά και με το σύνολο της υπαρκτικής εμπειρίας του κόσμου. Έτσι φέρνει στο κέντρο της ζωής και στο επίκεντρο του φιλοσοφικού λόγου την πράξη του κατανοείν ως μια συνολική και δυναμική πράξη που αγκαλιάζει όλες τις μορφές του ανθρώπινου ενεργείν και του αντίστοιχου βίου. Τούτο καθιστά ικανή την ερμηνευτική πράξη να συντελεί, ώστε να μας ομιλεί ό,τι είναι αποξενωμένο από μας ή βυθισμένο και εν πολλοίς ξεχασμένο μέσα σε μακρινές παραδόσεις ή παραμερισμένο για λόγους ιστορικούς, πολιτισμικούς κ.λπ. Ετούτη η συμβολή έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί απελευθερώνει τη σκέψη μας ‒επιστημονική, πολιτισμική, πολιτική κ.λπ.‒ αφενός από έναν στερεότυπο και νεκρό μεθοδολογισμό και αφετέρου από ύποπτες και ανυπόστατες προλήψεις για την ιστορική παράδοση του ανθρώπου, για την ιστορικότητά του δηλαδή, και για τον ίδιο τον άνθρωπο ως υπαρκτικό, ομιλητικό, διυποκειμενικό ον. 

Υπό μια πρώτη συνοπτική θεώρηση λοιπόν, η φιλοσοφική ερμηνευτική αντιμετωπίζει δυναμικά το ρήγμα, που παρατηρείται στον άνθρωπο, ως υποκειμενικό, διυποκειμενικό, κοινωνικο-πολιτικό και ιστορικό ον. Πρόκειται για το ρήγμα της συν-εννόησης/σχέσης-κατανόησης ανάμεσα στα ανθρώπινα υποκείμενα, ατομικά ή συλλογικά, στις γενεές ή στις διάφορες ιστορικές περιόδους. Η ερμηνευτική, ως εκ τούτου, προορίζεται να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στο οικείο και το ξένο, το σύνηθες και το ασύνηθες κ.λπ. Το φαινόμενο της κατανόησης, κατ’ αυτό το πνεύμα, αποδεικνύεται εν έργω ότι είναι οντολογικό φαινόμενο. Γι’ αυτό και σήμερα, που η παραμορφωμένη εικόνα της κατανόησης κυριαρχεί σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης ζωής ‒επιστημονικό, πολιτισμικό, πολιτικό κ.α.‒ η υπό συζήτηση φιλοσοφική ερμηνευτική είναι αναγκαία για ένα βίο άξιο του ανθρωπίνως υπάρχειν.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (534b-535c)

[534b] Ἀλλὰ μὴν ἔμοιγ᾽, ἔφη, τά γε ἄλλα, καθ᾽ ὅσον δύναμαι ἕπεσθαι, συνδοκεῖ.Ἦ καὶ διαλεκτικὸν καλεῖς τὸν λόγον ἑκάστου λαμβάνοντα τῆς οὐσίας; καὶ τὸν μὴ ἔχοντα, καθ᾽ ὅσον ἂν μὴ ἔχῃ λόγον αὑτῷ τε καὶ ἄλλῳ διδόναι, κατὰ τοσοῦτον νοῦν περὶ τούτου οὐ φήσεις ἔχειν;
Πῶς γὰρ ἄν, ἦ δ᾽ ὅς, φαίην;
Οὐκοῦν καὶ περὶ τοῦ ἀγαθοῦ ὡσαύτως· ὃς ἂν μὴ ἔχῃ διορίσασθαι τῷ λόγῳ ἀπὸ τῶν ἄλλων πάντων ἀφελὼν τὴν [534c] τοῦ ἀγαθοῦ ἰδέαν, καὶ ὥσπερ ἐν μάχῃ διὰ πάντων ἐλέγχων διεξιών, μὴ κατὰ δόξαν ἀλλὰ κατ᾽ οὐσίαν προθυμούμενος ἐλέγχειν, ἐν πᾶσι τούτοις ἀπτῶτι τῷ λόγῳ διαπορεύηται, οὔτε αὐτὸ τὸ ἀγαθὸν φήσεις εἰδέναι τὸν οὕτως ἔχοντα οὔτε ἄλλο ἀγαθὸν οὐδέν, ἀλλ᾽ εἴ πῃ εἰδώλου τινὸς ἐφάπτεται, δόξῃ, οὐκ ἐπιστήμῃ ἐφάπτεσθαι, καὶ τὸν νῦν βίον ὀνειροπολοῦντα καὶ ὑπνώττοντα, πρὶν ἐνθάδ᾽ ἐξεγρέσθαι, εἰς Ἅιδου [534d] πρότερον ἀφικόμενον τελέως ἐπικαταδαρθεῖν;
Νὴ τὸν Δία, ἦ δ᾽ ὅς, σφόδρα γε πάντα ταῦτα φήσω.
Ἀλλὰ μὴν τούς γε σαυτοῦ παῖδας, οὓς τῷ λόγῳ τρέφεις τε καὶ παιδεύεις, εἴ ποτε ἔργῳ τρέφοις, οὐκ ἂν ἐάσαις, ὡς ἐγᾦμαι, ἀλόγους ὄντας ὥσπερ γραμμάς, ἄρχοντας ἐν τῇ πόλει κυρίους τῶν μεγίστων εἶναι.
Οὐ γὰρ οὖν, ἔφη.
Νομοθετήσεις δὴ αὐτοῖς ταύτης μάλιστα τῆς παιδείας ἀντιλαμβάνεσθαι, ἐξ ἧς ἐρωτᾶν τε καὶ ἀποκρίνεσθαι ἐπιστημονέστατα οἷοί τ᾽ ἔσονται;
[534e] Νομοθετήσω, ἔφη, μετά γε σοῦ.
Ἆρ᾽ οὖν δοκεῖ σοι, ἔφην ἐγώ, ὥσπερ θριγκὸς τοῖς μαθήμασιν ἡ διαλεκτικὴ ἡμῖν ἐπάνω κεῖσθαι, καὶ οὐκέτ᾽ ἄλλο τούτου μάθημα ἀνωτέρω ὀρθῶς ἂν ἐπιτίθεσθαι, ἀλλ᾽ ἔχειν [535a] ἤδη τέλος τὰ τῶν μαθημάτων;
Ἔμοιγ᾽, ἔφη.
Διανομὴ τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, τὸ λοιπόν σοι, τίσιν ταῦτα τὰ μαθήματα δώσομεν καὶ τίνα τρόπον.
Δῆλον, ἔφη.
Μέμνησαι οὖν τὴν προτέραν ἐκλογὴν τῶν ἀρχόντων, οἵους ἐξελέξαμεν;
Πῶς γάρ, ἦ δ᾽ ὅς, οὔ;
Τὰ μὲν ἄλλα τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐκείνας τὰς φύσεις οἴου δεῖν ἐκλεκτέας εἶναι· τούς τε γὰρ βεβαιοτάτους καὶ τοὺς ἀνδρειοτάτους προαιρετέον, καὶ κατὰ δύναμιν τοὺς [535b] εὐειδεστάτους· πρὸς δὲ τούτοις ζητητέον μὴ μόνον γενναίους τε καὶ βλοσυροὺς τὰ ἤθη, ἀλλὰ καὶ ἃ τῇδε τῇ παιδείᾳ τῆς φύσεως πρόσφορα ἑκτέον αὐτοῖς.
Ποῖα δὴ διαστέλλῃ;
Δριμύτητα, ὦ μακάριε, ἔφην, δεῖ αὐτοῖς πρὸς τὰ μαθήματα ὑπάρχειν, καὶ μὴ χαλεπῶς μανθάνειν. πολὺ γάρ τοι μᾶλλον ἀποδειλιῶσι ψυχαὶ ἐν ἰσχυροῖς μαθήμασιν ἢ ἐν γυμνασίοις· οἰκειότερος γὰρ αὐταῖς ὁ πόνος, ἴδιος ἀλλ᾽ οὐ κοινὸς ὢν μετὰ τοῦ σώματος.
Ἀληθῆ, ἔφη.
[535c] Καὶ μνήμονα δὴ καὶ ἄρρατον καὶ πάντῃ φιλόπονον ζητητέον. ἢ τίνι τρόπῳ οἴει τά τε τοῦ σώματος ἐθελήσειν τινὰ διαπονεῖν καὶ τοσαύτην μάθησίν τε καὶ μελέτην ἐπιτελεῖν;
Οὐδένα, ἦ δ᾽ ὅς, ἐὰν μὴ παντάπασί γ᾽ ᾖ εὐφυής.
Τὸ γοῦν νῦν ἁμάρτημα, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ ἡ ἀτιμία φιλοσοφίᾳ διὰ ταῦτα προσπέπτωκεν, ὃ καὶ πρότερον εἴπομεν, ὅτι οὐ κατ᾽ ἀξίαν αὐτῆς ἅπτονται· οὐ γὰρ νόθους ἔδει ἅπτεσθαι, ἀλλὰ γνησίους.
Πῶς; ἔφη.

***
[534b] Μα εγώ, όσο για τ᾽ άλλα κι όσο τουλάχιστο μπορώ να σε παρακολουθήσω, είμαι σύμφωνος μαζί σου.
Δεν ονομάζεις λοιπόν διαλεκτικό εκείνον που μπορεί να γνωρίσει με το λογισμό την ουσία του κάθε πράγματος; Και δε θα πεις για έναν που δεν είναι ικανός να κάμει αυτό το λογισμό, ούτε με τον εαυτό του ούτε και με άλλον, πως δεν έχει νου γι᾽ αυτό το πράγμα;
Πώς θα μπορούσα βέβαια να μην το πω;
Το ίδιο λοιπόν και με το αγαθό, αν ένας που δεν είναι σε θέση να ορίσει με το λόγο, αφού τη χωρίσει απ᾽ όλα τ᾽ άλλα [534c] την ιδέα του αγαθού και να περάσει, όπως σε μάχη, μέσα απ᾽ όλους τους ελέγχους βάζοντας όλη του την προθυμία να στηρίζει τον έλεγχό του όχι στη δοξασία αλλά στην ουσία, και να τα βγάλει πέρα ως το τέλος με το λογισμό αδιάπτωτο, δε θα πεις βέβαια ποτέ για έναν τέτοιο πως είναι σε θέση να γνωρίζει το καθαυτό αγαθό, αλλά κι ούτε κανέν᾽ άλλο αγαθό· κι αν τύχει κάπου να ᾽γγίξει κάποιο φάντασμα του αγαθού, με τη δοξασία κι όχι με την επιστήμη το άγγιξε, κι αφού πέρασε τη ζωή του κοιμάμενος κι ονειρευάμενος, πριν να προφτάσει να ξυπνήσει εδώ, θα κατεβεί στον Άδη [534d] για να παραδοθεί στον τέλειο κι ατέλειωτον ύπνο.
Μά το Δία, και μ᾽ όλη μου τη δύναμη μάλιστα θα τα πω αυτά.
Τα δικά σου όμως τα παιδιά, που ανατρέφεις τώρα και εκπαιδεύεις με τα λόγια, ανίσως γίνει καμιά φορά να τ᾽ αναθρέψεις και πραγματικά, δε θα τ᾽ άφηνες, υποθέτω, ποτέ να γίνουν άρχοντες και να έχουν στο χέρι τους μεγαλύτερα συμφέροντα της πολιτείας, αν ήταν ό,τι είναι στη γεωμετρία οι άλογες γραμμές που λένε.
Όχι βέβαια.
Δε θα τους επιβάλεις λοιπόν νόμο αυτής προπάντων της παιδείας να γίνονται κάτοχοι, που με το μέσο της θα μπορούν να ρωτούν και ν᾽ αποκρίνονται επιστημονικότατα;
[534e] Μάλιστα θα βάλω ένα τέτοιο νόμο, με τη βοήθειά σου, εννοείται.
Δεν παραδέχεσαι λοιπόν τώρα πως η διαλεκτική είναι βαλμένη ψηλά στην κορφή σαν επιστέγασμα πάνω απ᾽ τ᾽ άλλα μαθήματα, και πως δεν υπάρχει άλλο μάθημα που θα μπορούσαμε σωστά να το τοποθετήσομε παραπάνω, και έτσι πήρε [535a] πια τέλος το ζήτημα για τα μαθήματα;
Μάλιστα.
Ώστε σου μένει τώρα το ζήτημα της διανομής, σε ποιούς θα επιβάλομε αυτά τα μαθήματα και με ποιό τρόπο.
Έτσι φαίνεται.

Ποιοί και πότε πρέπει να εκπαιδεύονται στα διάφορα μαθήματα
Θυμάσαι λοιπόν πρωτύτερα για την εκλογή των αρχόντων, τί λογής τους εκλέξαμε να είναι;
Πώς όχι;
Κατά τα άλλα λοιπόν πρέπει να παραδεχτείς πως είναι ανάγκη να εκλέξομε φύσεις σαν και κείνες· πρέπει δηλαδή να προτιμήσομε τους σταθερότερους και αντρειότερους και όσο είναι δυνατό και τους [535b] ωραιότερους· και έξω απ᾽ αυτά πρέπει να ζητούμε απ᾽ αυτούς όχι μόνο ευγενικό και επιβλητικό χαρακτήρα, αλλ᾽ ακόμα και να έχουν τις φυσικές προδιαθέσεις όσες χρειάζονται για την εκπαίδευση αυτή.
Και ποιές τέτοιες ξεχωρίζεις;
Οξύτατη αντίληψη, ευλογημένες μου, πρώτα πρέπει να υπάρχει, για να παίρνουν όχι με δυσκολία τα μαθήματα. Γιατί πολύ περισσότερο χάνουν το θάρρος των κι αποκάνουν οι ψυχές με τα δύσκολα μαθήματα παρά με τα σωματικά γυμνάσια· γιατί αυτός ο κόπος ανήκει πιο αποκλειστικά στην ψυχή, αφού είναι δικός της μονάχα κι όχι κοινός μαζί με το σώμα.
Αλήθεια.
[535c] Πρέπει λοιπόν να ζητούμε άνθρωπο με ισχυρή μνήμη, με ακατάβλητη θέληση και με φιλοπονία σε όλα. Γιατί αλλιώς πώς νομίζεις πως θα θελήσει κανείς να υποβάλλεται και στους σωματικούς κόπους και μαζί να επιβαρύνεται και με τόση μελέτη και μάθηση;
Κανείς βέβαια, αν δεν είναι ξεχωριστά προικισμένος από τη φύση.
Ώστε η σημερινή της αποτυχία και η περιφρόνηση έχει πέσει απάνω στη φιλοσοφία, όπως το ᾽λεγα και πριν, γι᾽ αυτό το λόγο: γιατί καταπιάνονται μ᾽ αυτήν άνθρωποι όχι με αξία· επειδή έπρεπε να καταγίνουνται μ᾽ αυτήν άνθρωποι όχι νόθοι, αλλά γνήσιοι.
Πώς;

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Ταύροις (1327-1378)

ΑΓΓ. ἐπεὶ πρὸς ἀκτὰς ἤλθομεν θαλασσίας,
οὗ ναῦς Ὀρέστου κρύφιος ἦν ὡρμισμένη,
ἡμᾶς μέν, οὓς σὺ δεσμὰ συμπέμπεις ξένων
1330 ἔχοντας, ἐξένευσ᾽ ἀποστῆναι πρόσω
Ἀγαμέμνονος παῖς, ὡς ἀπόρρητον φλόγα
θύουσα καὶ καθαρμὸν ὃν μετῴχετο,
αὐτὴ δ᾽ ὄπισθε δέσμ᾽ ἔχουσα τοῖν ξένοιν
ἔστειχε χερσί . καὶ τάδ᾽ ἦν ὕποπτα μέν,
1335 ἤρεσκε μέντοι σοῖσι προσπόλοις, ἄναξ.
χρόνῳ δ᾽, ἵν᾽ ἡμῖν δρᾶν τι δὴ δοκοῖ πλέον,
ἀνωλόλυξε καὶ κατῇδε βάρβαρα
μέλη μαγεύουσ᾽, ὡς φόνον νίζουσα δή.
ἐπεὶ δὲ δαρὸν ἦμεν ἥμενοι χρόνον,
1340 ἐσῆλθεν ἡμᾶς μὴ λυθέντες οἱ ξένοι
κτάνοιεν αὐτὴν δραπέται τ᾽ οἰχοίατο.
φόβῳ δ᾽ ἃ μὴ χρῆν εἰσορᾶν καθήμεθα
σιγῇ· τέλος δὲ πᾶσιν ἦν αὑτὸς λόγος
στείχειν ἵν᾽ ἦσαν, καίπερ οὐκ ἐωμένοις.
1345 κἀνταῦθ᾽ ὁρῶμεν Ἑλλάδος νεὼς σκάφος
ταρσῷ κατήρει, πίτυλον ἐπτερωμένον,
ναύτας τε πεντήκοντ᾽ ἐπὶ σκαλμῶν πλάτας
ἔχοντας, ἐκ δεσμῶν δὲ τοὺς νεανίας
ἐλευθέρους πρύμνηθεν ἑστῶτας νεώς.
1350 κοντοῖς δὲ πρῷραν εἶχον, οἳ δ᾽ ἐπωτίδων
ἄγκυραν ἐξανῆπτον, οἳ δέ, κλίμακας
σπεύδοντες, ἦγον διὰ χερῶν πρυμνήσια,
πόντῳ δὲ δόντες τοῖν ξένοιν καθίεσαν.
ἡμεῖς δ᾽ ἀφειδήσαντες, ὡς ἐσείδομεν
1355 δόλια τεχνήματ᾽, εἰχόμεσθα τῆς ξένης
πρυμνησίων τε, καὶ δι᾽ εὐθυντηρίας
οἴακας ἐξῃροῦμεν εὐπρύμνου νεώς.
λόγοι δ᾽ ἐχώρουν· Τίνι λόγῳ πορθμεύετε
κλέπτοντες ἐκ γῆς ξόανα καὶ θυηπόλους;
1360 τίνος τίς ὢν σὺ τήνδ᾽ ἀπεμπολᾷς χθονός;
ὁ δ᾽ εἶπ᾽· Ὀρέστης, τῆσδ᾽ ὅμαιμος, ὡς μάθῃς,
Ἀγαμέμνονος παῖς, τήνδ᾽ ἐμὴν κομίζομαι
λαβὼν ἀδελφήν, ἣν ἀπώλεσ᾽ ἐκ δόμων.
1365 ἀλλ᾽ οὐδὲν ἧσσον εἰχόμεσθα τῆς ξένης
καὶ πρὸς σ᾽ ἕπεσθαι διεβιαζόμεσθά νιν·
ὅθεν τὰ δεινὰ πλήγματ᾽ ἦν γενειάδων.
κεῖνοί τε γὰρ σίδηρον οὐκ εἶχον χεροῖν
ἡμεῖς τε· πυγμαί τ᾽ ἦσαν ἐγκροτούμεναι,
καὶ κῶλ᾽ ἀπ᾽ ἀμφοῖν τοῖν νεανίαιν ἅμα
1370 εἰς πλευρὰ καὶ πρὸς ἧπαρ ἠκοντίζετο,
ὡς τῷ ξυνάπτειν καὶ συναποκαμεῖν μέλη.
δεινοῖς δὲ σημάντροισιν ἐσφραγισμένοι
ἐφεύγομεν πρὸς κρημνόν, οἳ μὲν ἐν κάρᾳ
κάθαιμ᾽ ἔχοντες τραύμαθ᾽, οἳ δ᾽ ἐν ὄμμασιν·
1375 ὄχθοις δ᾽ ἐπισταθέντες εὐλαβεστέρως
ἐμαρνάμεσθα καὶ πέτρους ἐβάλλομεν.
ἀλλ᾽ εἶργον ἡμᾶς τοξόται πρύμνης ἔπι
σταθέντες ἰοῖς, ὥστ᾽ ἀναστεῖλαι πρόσω.

***
ΑΓΓ. Στην άκρη του γιαλού σα φτάσαμε, όπου
του Ορέστη είχε κρυφά το πλοίο αράξει,
σ᾽ εμάς, που συνοδούς μάς είχες στείλει
1330 για να κρατούμε τα δεσμά των ξένων,
τ᾽ Αγαμέμνονα η κόρη νόημα κάνει
πιο πέρα να σταθούμε, γιατί τάχα
θ᾽ άναβε φλόγα μυστικής θυσίας
για τον εξαγνισμό που ᾽χε στο νου της.
Και πίσω απ᾽ τους δυο ξένους, τα δεσμά τους
κρατώντας η ίδια, βάδιζε. Ύποπτο ήταν,
δεν είπαν όμως όχι οι άνθρωποί σου.
Για να θαρρούμε εμείς πως κάτι κάνει,
βγάζει τρανή φωνή, σαν πέρασε ώρα,
κι αλλόκοτα αρχινάει να τραγουδάει
ξόρκια, πως τάχα ξέπλενε το φόνο.
Ώρα πολλή προσμέναμε, και τότε
1340 μια ιδέα μάς μπήκε: μη λυθούν οι ξένοι,
σκοτώσουν την ιέρεια και το σκάσουν.
Μα σιωπηλοί καθόμαστε, απ᾽ το φόβο
μη δούμε όσα δεν πρέπει· τέλος όλοι
κρίναμε για σωστό ως εκεί να πάμε
που βρίσκονταν, κι ας το ᾽χε απαγορέψει.
Καράβι ελληνικό θωρούμε τότε
μ᾽ έτοιμα, σα φτερούγες, τα κουπιά του,
που τα κρατούσαν στους σκαρμούς πενήντα
ναύτες, και τους δυο νέους να στέκονται έξω,
στην πρύμη αντίκρυ, ελεύθεροι, λυμένοι.
1350 Την πλώρη συγκρατούσαν με κοντάρια,
την άγκυρα άλλοι δέναν στα καπόνια,
μια σκάλα άλλοι κρατώντας την πηγαίναν
στην πρύμη και γοργά την κατεβάζαν
μες στο νερό, για ν᾽ ανεβούν οι ξένοι.
Εμείς, χωρίς ανασκοπή, όταν τέτοια
είδαμε απάτη, πιάσαμε την ξένη
και τις πρυμάτσες, και τραβούσαμε έξω
απ᾽ της όμορφης πρύμης τους χαλκάδες
το τιμόνι. Κι αρχίνησαν τα λόγια:
«Με ποιό δικαίωμα κλέβετε απ᾽ τη χώρα
και φορτώνετε αγάλματα και ιέρειες;
Ποιός είσαι, τίνος είσ᾽ εσύ, και τούτη
1360 λαθραία την παίρνεις πέρα;» Κι είπε εκείνος:
«Ο Ορέστης, ο αδερφός της, για να ξέρεις,
τ᾽ Αγαμέμνονα ο γιος, την αδερφή μου,
που χάσαμε απ᾽ το σπίτι, παίρνω πίσω.»
Μα εμείς γερά κρατούσαμε την ξένη,
την πιέζαμε να ᾽ρθει μ᾽ εμάς σ᾽ εσένα·
και τότε νά γερές χτυπιές στα μούτρα·
γιατί ούτ᾽ αυτοί κρατούσανε μαχαίρι
ούτε κι εμείς· γροθιές μονάχα πέφταν
και κλοτσιές· μας τις τίναζαν κι οι δυο τους
1370 στα πλευρά, στο συκώτι· δεν αργήσαν
να παραλύσουν έτσι τα κορμιά μας.
Μ᾽ άσκημες μελανιές σημαδεμένοι
φεύγαμε στους γκρεμούς, με ματωμένα
άλλοι κεφάλια κι άλλοι μάτια· πάνω
στα υψώματα σταθήκαμε, κι εκείθε,
με πιότερη προφύλαξη, τη μάχη
κρατούσαμε και πέτρες ρίχναμε· όμως
στην πρύμη απάνω στάθηκαν τοξότες
και με σαϊτιές μάς έσπρωξαν πιο πέρα.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Οι ήχοι της γλώσσας

2.3 Η ποικιλία των ήχων της γλώσσας

Στις γλώσσες που μιλιούνται στον κόσμο εμφανίζεται μια τεράστια ποικιλία ήχων (φθόγγων). Κανένα ζώο δεν μπορεί να παραγάγει την ποικιλία των ήχων που βρίσκουμε στις ανθρώπινες γλώσσες. Βρίσκουμε περίπου διακόσια είδη φωνηέντων και εξακόσια είδη συμφώνων! Ήχοι που σε μια γλώσσα δεν λειτουργούν ως φθόγγοι (ως υλικό για την κατασκευή λέξεων) μπορεί να λειτουργούν με αυτό τον τρόπο σε μια άλλη γλώσσα. 

Έτσι, στα Ελληνικά ο ήχος που κάνουμε όταν καθαρίζουμε τον λαιμό μας δεν λειτουργεί ως φθόγγος, δεν φτιάχνουμε λέξεις με αυτού του είδους τον ήχο. Στα αραβικά τέτοιοι ήχοι (τους λέμε φαρυγγικούς γιατί ο φάρυγγας παίζει ρόλο στη δημιουργία τους) είναι φθόγγοι με τους οποίους δημιουργούνται λέξεις. Επίσης, στα Ελληνικά ο ήχος που παράγουμε για να δηλώσουμε άρνηση (tsk, το τσού που κάνουμε) δεν εμφανίζεται ως φθόγγος της γλώσσας μας. 

Αν προσέξτε πώς σχηματίζεται αυτός ο ήχος, θα δείτε ότι δημιουργείται με το «ρούφηγμα» του αέρα και όχι με την εξώθησή του, το βγάλσιμό του έξω από τη στοματική κοιλότητα. Τέτοιου είδους ήχοι είναι σπάνιοι, ως φθόγγοι, στις γλώσσες του κόσμου. 

Ωστόσο, σε κάποιες γλώσσες της Αφρικής υπάρχουν και λειτουργούν ως φθόγγοι. Για να δώσουμε ένα τελευταίο παράδειγμα, στα νέα ελληνικά που μιλάμε όλοι μας, στην κοινή νέα ελληνική, το παχύ σ που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να επιβάλουμε τη σιωπή (σσσσ!) δεν εμφανίζεται ως φθόγγος της γλώσσας. Σε πολλές όμως διαλέκτους της νέας Ελληνικής βρίσκουμε αυτό το παχύ σ να συμμετέχει στον σχηματισμό λέξεων.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: II ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 4. Από τα Κούναξα στη Χαιρώνεια

4.1. Βαδίζοντας εναντίον του Πέρση βασιλιά

Το 401 περίπου 13.000 Έλληνες στρατιώτες, που έμειναν γνωστοί ως Μύριοι (δηλαδή 10.000), βάδισαν προς τη Βαβυλώνα, με σκοπό να ανατρέψουν τον μεγάλο Πέρση βασιλιά. Ο Αρταξέρξης Β' Μνήμων (404-359) είχε διαδεχθεί ομαλά τον πατέρα του Δαρείο Β' λίγο πριν από το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου, αλλά σύντομα αμφισβητήθηκε από τον νεότερο αδελφό του Κύρο. Με σκοπό να υπερασπιστεί τον θρόνο του, συγκέντρωσε πολύ ισχυρό στράτευμα και περίμενε να αντιμετωπίσει τους εισβολείς κοντά στην πρωτεύουσά του. Ένα μικρό αλλά αξιόμαχο τμήμα των εχθρών του το αποτελούσαν Έλληνες, που υπηρετούσαν στον στρατό του Κύρου.

Έλληνες μισθοφόροι υπήρχαν διαθέσιμοι από πολύ παλιά. Όταν έμαθαν να πολεμούν βαριά οπλισμένοι στους σχηματισμούς της φάλαγγας, έγιναν περιζήτητοι. Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο τόσο οι Αθηναίοι όσο και οι Σπαρτιάτες κατέφυγαν αρκετές φορές στη μίσθωση ανδρών για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Το ίδιο έκαναν και οι εμπόλεμοι στη Σικελία. Επίσης, πολλοί Έλληνες στρατιώτες, ανάμεσά τους και Σπαρτιάτες, αναζητούσαν εργασία ως μισθοφόροι στην Περσική Αυτοκρατορία - με ή χωρίς τη συγκατάθεση της πόλης τους.

Οι Σπαρτιάτες και οι άλλοι Πελοποννήσιοι που υπηρετούσαν στον στρατό του Κύρου είχαν αρχηγό τον εξόριστο στρατηγό Κλέαρχο. Δραστήριος ήδη από την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Κλέαρχος ανέλαβε να αντιμετωπίσει τους Θράκες που παρενοχλούσαν τους Έλληνες στον Ελλήσποντο. Διαφώνησε ωστόσο με τους Σπαρτιάτες εφόρους και, καταδικασμένος σε θάνατο στην πόλη του, άρχισε να πραγματοποιεί τα σχέδια του με χρήματα του Κύρου. Όταν ο Κύρος τον χρειάστηκε, άφησε τον πόλεμο με τους Θράκες και έσπευσε να συνδράμει τον χρηματοδότη του. Στον στρατό του Πέρση πρίγκιπα κατατάχθηκαν και πολλοί Έλληνες από τη Θεσσαλία, καθώς και από διάφορες άλλες περιοχές, ακόμη και από τις Συρακούσες. Όπως ο Κλέαρχος, αρκετοί από αυτούς εγκατέλειπαν τις πόλεις τους εξαιτίας εσωτερικών προβλημάτων.

Οι Σπαρτιάτες και οι άλλοι Έλληνες στον στρατό του Κύρου δεν διέθεταν, καθώς φαίνεται, χάρτη της Περσικής Αυτοκρατορίας - όπως αυτόν που είχε προσκομίσει στην Ελλάδα έναν αιώνα νωρίτερα ο Αρισταγόρας, όταν σχεδίαζε εκστρατεία εναντίον των Περσών. Ούτε φαντάστηκαν άλλωστε ότι θα τον χρειάζονταν. Εξάλλου, οι χάρτες της εποχής ήταν πολύ γενικοί και δεν παρείχαν συγκεκριμένες πληροφορίες. Όλα πήγαιναν καλά, έως ότου έφτασαν στην Ταρσό της Κιλικίας. Εκεί στύλωσαν τα πόδια. Άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι πραγματικός στόχος της εκστρατείας ήταν ο μεγάλος βασιλιάς, κάτι που επίσημα γνώριζαν μόνο οι στρατηγοί τους. Αλλά αυτός δεν ήταν ο κύριος λόγος που αρνήθηκαν να συνεχίσουν. Με εξασφαλισμένο τον μισθό τους, ήταν συνήθως πρόθυμοι να αναλάβουν κάθε δύσκολη αποστολή. Το πραγματικό τους πρόβλημα ήταν ότι από εκείνο το σημείο θα άρχιζαν να κατευθύνονται στα ενδότερα της αυτοκρατορίας. (Όπως είχε εξηγήσει στον Αρισταγόρα ο βασιλιάς Κλεομένης, οι Σπαρτιάτες αρνούνταν να αναλάβουν επιχειρήσεις σε περιοχές που απείχαν μήνες δρόμο από τη θάλασσα.) Ο Κλέαρχος άρχισε να πιέζει τους άνδρες του, και αυτοί δεν δίστασαν να τον λιθοβολήσουν. Χρειάστηκαν όλων των ειδών τα τεχνάσματα και κυρίως μια αύξηση μισθού κατά 50%, για να παραμείνουν στον στρατό του Κύρου.

Εξόριστος από την πόλη του, ο Κλέαρχος έδινε την εντύπωση ότι ενεργούσε με δική του πρωτοβουλία. Οι Σπαρτιάτες, ωστόσο, παρακολουθούσαν προσεκτικά την πορεία του και φαίνεται ότι την ενέκριναν. Όταν μάλιστα δέχτηκαν πρόσκληση του Κύρου για συμπαράσταση, επειδή και αυτός τους είχε συνδράμει στον αγώνα τους εναντίον των Αθηναίων, αυτοί έσπευσαν να ανταποκριθούν. Έτσι, τη στιγμή που οι Έλληνες μισθοφόροι συμφώνησαν να συνεχίσουν την πορεία τους, κατέφθασαν ενισχύσεις με πλοία και οπλίτες από την Πελοπόννησο. Οι Σπαρτιάτες είχαν κάθε λόγο να ελπίζουν ότι, με τον Κύρο βασιλιά, η Περσία θα ήταν μόνιμα φιλική προς την πόλη τους.

Ο Κύρος ο νεότερος, που είχε το όνομα του μεγάλου θεμελιωτή της Περσικής Αυτοκρατορίας, συναισθανόταν πλήρως την κατάσταση του. Ενώ ο ίδιος ήταν διοικητής μιας περιφέρειας, ο αδελφός του κυβερνούσε μιαν αυτοκρατορία. Δεν μπορούσε να τον συναγωνιστεί ούτε στα πλούτη ούτε σε ανθρώπινο δυναμικό. Παρ᾽ όλα αυτά, διέθετε τρία πλεονεκτήματα που τον έκαναν να αισιοδοξεί. Το πρώτο ήταν ότι με τους στρατηγούς που τον ακολουθούσαν, Έλληνες και Πέρσες, είχε δεσμούς φιλίας. Από καιρό οικοδομούσε μαζί τους προσωπικές σχέσεις και δεν χρειαζόταν να τους επιβληθεί αποκλειστικά με χρήματα ή απειλές. Το δεύτερο πλεονέκτημα ήταν ο αξιόμαχος μισθοφορικός στρατός των Ελλήνων. Όπως είχαν δείξει καθαρά οι μάχες στον Μαραθώνα, τις Θερμοπύλες και τις Πλαταιές, οι Έλληνες οπλίτες διέθεταν υπέρτερη τεχνική και απαράμιλλο θάρρος. Το τρίτο πλεονέκτημα ήταν ο αιφνιδιασμός. Η Περσική Αυτοκρατορία ήταν πανίσχυρη, αλλά οι μεγάλες αποστάσεις και ο κατακερματισμός των στρατιωτικών δυνάμεων την καθιστούσαν τρωτή σε περίπτωση γρήγορης προέλασης του εχθρού.

Ο Αρταξέρξης είχε επίσης πιστούς φίλους. Ένας από αυτούς, ο σατράπης Τισσαφέρνης, τον προειδοποίησε εγκαίρως για τις προετοιμασίες του Κύρου και τον προφύλαξε από τον αιφνιδιασμό. Πρόλαβε λοιπόν να συγκεντρώσει έναν εξαιρετικά μεγάλο στρατό, πολλαπλάσιο της στρατιωτικής δύναμης του αδελφού του. Του απέμενε έτσι να αντιμετωπίσει ένα μόνο πλεονέκτημα του Κύρου: τους Έλληνες μισθοφόρους.

Η μεγάλη μάχη δόθηκε αρκετά κοντά στη Βαβυλώνα, σε έναν τόπο που ονομαζόταν Κούναξα, όπου ο Ευφράτης και ο Τίγρης πλησιάζουν περισσότερο ο ένας τον άλλο. Όταν συναντήθηκαν με τους Έλληνες, οι δυνάμεις του βασιλιά δεν όρμησαν εναντίον τους μαζικά και με κραυγές, όπως συνήθιζαν. Γνώριζαν πλέον καλά ότι δεν επρόκειτο να τους τρομάξουν. Απεναντίας επιτέθηκαν πειθαρχημένα και συντεταγμένα, επιχειρώντας να αποδυναμώσουν τους Έλληνες οπλίτες με δρεπανηφόρα άρματα.

Οι Σπαρτιάτες και οι άλλοι Έλληνες, παρά τις νέες τακτικές που δοκίμαζαν οι Πέρσες, κατάφεραν για μία ακόμη φορά να νικήσουν τους εχθρούς τους. Όταν πλησίασαν αρκετά, όρμησαν με τις φάλαγγές τους, κραυγάζοντας και τρέχοντας. Αυτή την τακτική είχαν μάθει να ακολουθούν όταν πολεμούσαν με τους Πέρσες, για να αποφεύγουν τα βέλη των τοξοτών. Ίσως μάλιστα κατόρθωσαν να πανικοβάλουν τα άλογα των δρεπανηφόρων αρμάτων, χτυπώντας δυνατά τα δόρατα πάνω στις ασπίδες τους. Ύστερα από σύντομη μάχη, οι άνδρες του βασιλιά τράπηκαν σε φυγή. Θεωρώντας πλέον τη νίκη εξασφαλισμένη, ο Κύρος αναζήτησε τον αδελφό του στο κέντρο των εχθρικών δυνάμεων. Αν τον σκότωνε, η υπόθεση θα τελείωνε. Τον εντόπισε και κατάφερε να τον τραυματίσει, αλλά μέσα στην αναταραχή σκοτώθηκε ο ίδιος, και έτσι η υπόθεση τελείωσε όπως επιθυμούσε ο Αρταξέρξης.

Χωρίς να έχουν ηττηθεί στο πεδίο της μάχης, οι Έλληνες αναζήτησαν τον δρόμο της επιστροφής. Τότε θα πρέπει να κατανόησαν την αξία που έχουν οι χάρτες - έστω και οι πολύ γενικοί που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή. Όταν μάλιστα ο Τισσαφέρνης συνέλαβε με δόλο όλους τους στρατηγούς τους, μαζί και τον Κλέαρχο, η διαφυγή μέσα από το περσικό έδαφος έγινε εφιαλτική. Ηγετικό ρόλο ανέλαβε ο Αθηναίος Ξενοφών, που γλίτωσε τη σφαγή επειδή ήταν χαμηλόβαθμος αξιωματικός. Ύστερα από μύριες ταλαιπωρίες, οι μισθοφόροι βρήκαν τον τρόπο να φτάσουν στον Εύξεινο Πόντο, στο ύψος της Τραπεζούντας. Μετρήθηκαν και διαπίστωσαν ότι είχαν επιβιώσει 8.600. Αυτό θεωρήθηκε θρίαμβος.

Ο Ξενοφών έζησε το φιλόδοξο εγχείρημα του Κύρου και τη μακρά πορεία ανάμεσα σε εχθρικούς λαούς ως μια συγκλονιστική περιπέτεια. Γεννημένος στο ξεκίνημα του Πελοποννησιακού Πολέμου, συμμετείχε στη δραματική του κατάληξη ως ώριμος άνδρας. Η καταγωγή του και η μαθητεία του στον Σωκράτη δεν τον έκαναν φιλικό προς τη δημοκρατία. Αλλά και οι ακρότητες της τυραννίας των Τριάκοντα, που είχαν επιβάλει οι Σπαρτιάτες νικητές, τον αποξένωσαν επίσης από τους πλέον συντηρητικούς κύκλους της Αθήνας. Η συμμετοχή του στον μισθοφορικό στρατό του Κύρου πρόσφερε λύση σε ένα προσωπικό αδιέξοδο. Με τη μόρφωση που διέθετε πάντως δεν ήταν ένας απλός στρατιώτης, ικανοποιημένος να λαμβάνει τον μισθό του και να επιβιώνει στις μάχες. Παρατηρούσε όσα συνέβαιναν γύρω του περισσότερο με τα μάτια ενός στοχαστή παρά ενός πολεμιστή. Καθώς η περιπλάνηση των Μυρίων ολοκληρωνόταν, εντάχθηκε μαζί με πολλούς άλλους στον σπαρτιατικό στρατό, που συνέχιζε τον αγώνα για την προστασία των ελληνικών πόλεων στη Μικρά Ασία. Όταν την ηγεσία του στρατού αυτού ανέλαβε ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αγησίλαος Β' (περ. 400-359), ο Ξενοφών βρήκε στο πρόσωπό του έναν πραγματικό φίλο.

Ο Ξενοφών επέστρεψε στην Ελλάδα το 394 και συνέχισε να πολεμά στον στρατό των Σπαρτιατών, ακόμη και όταν στο αντίπαλο στρατόπεδο βρέθηκαν μεταξύ άλλων οι Αθηναίοι. Τα επόμενα 23 χρόνια αναγκάστηκε να παραμείνει εξόριστος και να ζήσει, με την άδεια των Σπαρτιατών, στον Σκιλλούντα, πολύ κοντά στην Ολυμπία. Προς το τέλος της πολυτάραχης ζωής του ασχολήθηκε συστηματικά με το συγγραφικό έργο, πειραματιζόμενος με νέα γραμματειακά είδη. Μεταξύ άλλων τον απασχόλησε και η ιστορία. Μία από τις εργασίες που ανέλαβε ήταν να συνεχίσει το έργο του Θουκυδίδη, που είχε πεθάνει πριν ολοκληρώσει την αφήγηση του Πελοποννησιακού Πολέμου. Η συνέχεια αυτή πήρε τον χαρακτηριστικό τίτλο Ἑλληνικά. Σε ένα άλλο σύγγραμμα εξιστόρησε την Ανάβαση του Κύρου προς τη Βαβυλώνα και την Κάθοδο των Μυρίων προς τη θάλασσα.

Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος ήταν προφανής για έναν άνδρα που διέθετε την παιδεία του Ξενοφώντα και θαύμαζε τον Θουκυδίδη. Ο Ξενοφών ωστόσο δεν ήταν ο πρώτος που σκέφτηκε να αφηγηθεί τα δραματικά εκείνα γεγονότα. Πριν από αυτόν τα είχε καταγράψει ένας άλλος Έλληνας, που υπηρετούσε τον Αρταξέρξη. Ονομαζόταν Κτησίας και καταγόταν από την Κνίδο.

Ο Κτησίας βρέθηκε στην αυλή του Αρταξέρξη, στην αρχή ως αιχμάλωτος και στη συνέχεια ως ευνοούμενος και προσωπικός του γιατρός. Σπουδασμένος καθώς ήταν στην περίφημη σχολή της πατρίδας του, μπόρεσε να προσφέρει υπηρεσίες και στη μητέρα του βασιλιά, από το στόμα της οποίας συγκέντρωσε άφθονες πληροφορίες για τις αυλικές δολοπλοκίες και τον παρασκηνιακό ρόλο των ισχυρών γυναικών στην Περσία. Η τύχη ενός παλαιότερου γιατρού από την ανταγωνιστική σχολή της Κω, που βρέθηκε και αυτός στη βασιλική αυλή, τον έκανε ιδιαίτερα προσεκτικό. (Ο γιατρός από την Κω βασανίστηκε για δύο μήνες και θάφτηκε ζωντανός, επειδή εκμεταλλεύτηκε τη θέση του για να συνάψει ερωτικό δεσμό με τη θυγατέρα του Ξέρξη - κάτι που, έτσι κι αλλιώς, απαγόρευε αυστηρά ο ιπποκρατικός όρκος.)

Έχοντας χειριστεί διάφορες υποθέσεις ως έμπιστος του Αρταξέρξη, ο Κτησίας επέστρεψε στην πατρίδα του ύστερα από 17 χρόνια. Εκεί φαίνεται ότι ασχολήθηκε με το συγγραφικό έργο. Εκτός των άλλων, ισχυρίστηκε ότι είχε πρόσβαση στα περσικά αρχεία, όπου καταγράφονταν τα πεπραγμένα της αυτοκρατορίας. Από το έργο του σώζονται μια περίληψη και αρκετά αποσπάσματα. Ακόμη και έτσι, ωστόσο, πρόκειται για μία από τις σπάνιες περιπτώσεις στην αρχαία ιστορία που μας παρέχεται η δυνατότητα να διασταυρώσουμε πληροφορίες από αυτόπτες μάρτυρες δύο αντίπαλων στρατοπέδων. Η ίδια η ονομασία του τόπου όπου δόθηκε η μεγάλη μάχη, Κούναξα, παραδίδεται μόνο από τον Κτησία· αλλά και για τον τραυματισμό του βασιλιά, ο ίδιος ο Ξενοφών παραπέμπει σε αυτόν, που ανέλαβε άλλωστε και τη σχετική θεραπεία. Για το τέλος του Κλέαρχου, που θανατώθηκε με τους άλλους Έλληνες στρατηγούς, παρέχεται μια πολύ χαρακτηριστική πληροφορία. Πριν εκτελεστεί, ο Σπαρτιάτης στρατηγός ζήτησε από τον Κτησία, που του συμπαραστεκόταν με τη μεσολάβηση της βασιλομήτορος, ένα χτένι. Όπως όλοι οι γενναίοι Σπαρτιάτες πολεμιστές, ήθελε και αυτός να πεθάνει καλλωπισμένος.

Το 396 ο Αγησίλαος ανέλαβε αγώνα για την ανεξαρτησία των Ελλήνων στη Μικρά Ασία. Η επιτυχία των Μυρίων έδινε την εντύπωση ότι οι Πέρσες μπορούσαν να νικηθούν ακόμη και μέσα στην αυτοκρατορία τους. Πριν ξεκινήσει, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς πέρασε από την Αυλίδα όπου έκανε θυσίες - όπως ο Αγαμέμνων όταν αναχωρούσε για την Τροία. Ήθελε να δώσει στην επιχείρηση που ανέλαβε πανελλήνιο χαρακτήρα. Βρήκε όμως αντίθετους τους άρχοντες των Βοιωτών, που οργίστηκαν μαζί του τόσο, ώστε πέταξαν τα σφάγια από τον βωμό. Για τις θυσίες στον συγκεκριμένο τόπο οι Βοιωτοί είχαν τον δικό τους μάντη. Περισσότερο όμως ήθελαν να δείξουν ότι δεν συναινούσαν σε έναν γενικό πόλεμο εναντίον των Περσών.

Οι αντιδράσεις αυτές δεν πτόησαν τον Αγησίλαο, που σημείωσε αρκετές επιτυχίες στη Μικρά Ασία. Στάθηκε άλλωστε τυχερός, όταν ο Αρταξέρξης θεώρησε υπεύθυνο τον Τισσαφέρνη για τις ήττες των Περσών και τον θανάτωσε. Με τον σατράπη Φαρνάβαζο, που ανέλαβε να διαχειριστεί τις υποθέσεις των Ελλήνων, ο Αγησίλαος είχε κάποια περιθώρια συνεργασίας. Σύντομα όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τελείως τη Μικρά Ασία.

Για να αντιμετωπίσει τη Σπάρτη, που γινόταν διαρκώς απειλητικότερη, ο Αρταξέρξης αποφάσισε να ενισχύσει τους εχθρούς της. Ανέθεσε έτσι στον Φαρνάβαζο να συνεργαστεί με τον βασιλιά της Κύπρου Ευαγόρα και με τον Αθηναίο στρατηγό Κόνωνα, που είχε γλιτώσει από την ήττα στους Αιγός Ποταμούς και ζούσε εξόριστος. Το 394 η συμμαχία αυτή πέτυχε μεγάλη νίκη εναντίον των Σπαρτιατών σε ναυμαχία έξω από την Κνίδο. Επιπλέον, ο Πέρσης βασιλιάς έστειλε άφθονα χρήματα στη Θήβα, με την οποία διατηρούσε δεσμούς, στην Κόρινθο, το Άργος και την Αθήνα. Είχε πληροφορίες ότι όλες αυτές οι πόλεις αναζητούσαν ήδη τρόπους να μειώσουν τη δύναμη της Σπάρτης. Πολλοί Έλληνες ήταν άλλωστε έτοιμοι να συμπράξουν ακόμη και χωρίς περσικά χρήματα. Αντί για την αναμενόμενη ελευθερία από την τυραννία της Αθήνας, είδαν τον νικητή στρατηγό Λύσανδρο να εγκαθιδρύει στις πόλεις τους δεκαρχίας, που υπηρετούσαν τα συμφέροντα της Σπάρτης και σκληρών επιχώριων ολιγαρχιών.

Ο Αγησίλαος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα με μεγάλη σπουδή. Στον Βοιωτικό Πόλεμο που ξέσπασε σκοτώθηκε ο Λύσανδρος, και η Σπάρτη τού ανέθεσε τη γενική αρχηγία. Καθώς έφτανε η είδηση της ναυτικής ήττας στην Κνίδο, ο Αγησίλαος κατατρόπωνε στην Κορώνεια τους Βοιωτούς, πλάι στους οποίους πολεμούσαν Αθηναίοι, Αργείοι, Κορίνθιοι και άλλοι εχθροί της Σπάρτης. Παρά την ήττα της, η νέα αυτή συμμαχία δεν ήταν πρόθυμη να παραιτηθεί από τον αγώνα. Στην Κόρινθο, μάλιστα, μια επανάσταση των δημοκρατικών επιβεβαίωνε την εχθρότητα της πόλης προς τη Σπάρτη, με την οποία είχε συμπαραταχθεί για πολλά χρόνια. Όπως συνέβαινε συχνά, η εξωτερική πολιτική μιας πόλης ήταν σε άμεση συνάρτηση με τις εσωτερικές εξελίξεις. Ο πόλεμος, που συνεχίστηκε για οκτώ ακόμη χρόνια, ονομάστηκε Κορινθιακός, επειδή στο επίκεντρο βρέθηκε η Κόρινθος.

Η Αθήνα άρχισε πάλι να ασκεί ανεξάρτητη πολιτική. Δέχτηκε πίσω τον Κόνωνα με σαράντα πλοία που ο Φαρνάβαζος έστειλε ως δώρο και, με περσικά χρήματα, ξανάχτισε τα Μακρά Τείχη. Ακόμη και μέσα στην Πελοπόννησο σημείωνε επιτυχίες. Ο στρατηγός της Ιφικράτης διακρίθηκε όχι με τους οπλίτες αλλά με ευέλικτα, ελαφρά οπλισμένα σώματα πελταστών, που έκαναν επιθέσεις με ακόντια και υποχωρούσαν γοργά.

Οι Σπαρτιάτες παρακολουθούσαν με εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στη Δύση. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος τους είχε διδάξει ότι η Σικελία, και ιδιαιτέρως οι Συρακούσες, μπορούσαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στα ελληνικά πράγματα. Στάθηκαν έτσι σταθερά στο πλευρό του τυράννου Διονυσίου, όχι μόνο όταν το απαιτούσε ο πόλεμος με τους Καρχηδόνιους, αλλά και όταν κινδύνευε η θέση του από τα συνεχή δημοκρατικά κινήματα μέσα στην πόλη του.

Ο Διονύσιος ήξερε ότι ο πόλεμος με την Καρχηδόνα θα συνεχιζόταν σφοδρότερος και άρχισε να οικοδομεί οχυρά τείχη, να ναυπηγεί ισχυρό στόλο και να κατασκευάζει όπλα. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, που συγκέντρωσε τις πληροφορίες, ισχυρίζεται ότι μόνο στην πρώτη φάση των προετοιμασιών ναυπηγήθηκαν 200 νέα πλοία και κατασκευάστηκαν 140.000 ασπίδες, άλλα τόσα εγχειρίδια και ισάριθμες περικεφαλαίες. Επίσης χαλκεύτηκαν περισσότεροι από 14.000 θώρακες διαφόρων ειδών, κατάλληλοι για τους ιππείς. Μολονότι τύραννος, πριν κηρύξει τον πόλεμο ο Διονύσιος συγκάλεσε την Εκκλησία του Δήμου και ζήτησε τη συναίνεση των πολιτών. Αλλά η πρακτική αυτή εγκαταλείφθηκε, διότι οι πολίτες βρήκαν την ευκαιρία να εκδηλώσουν την αντίθεσή τους στην τυραννία του, ακόμη και σε συνθήκες πολέμου.

Ένα από τα μέτρα που αναγκάστηκε να λάβει συχνά ο Διονύσιος για τις ανάγκες του πολέμου ήταν η απελευθέρωση δούλων. Οι Έλληνες κατέφευγαν στη λύση αυτή μόνο σε ακραίες περιπτώσεις, παίρνοντας πάντα όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις. Ο Διονύσιος υπήρξε τολμηρότερος, διότι, σε μία τουλάχιστον περίπτωση, απέδωσε στους δούλους όχι μόνο την ελευθερία τους αλλά και δικαιώματα πολίτη, καθιστώντας τους νεοπολίτας. Ενδέχεται να επρόκειτο για άνδρες που προέρχονταν όχι από αγορά ή αιχμαλωσία αλλά από τους κατακτημένους πληθυσμούς της περιοχής. Σε άλλες περιπτώσεις υποσχόταν ελευθερία σε οικιακούς δούλους, αλλά όταν δεν υπήρχε πλέον ανάγκη αθετούσε την υπόσχεσή του. Ο πόλεμος απαιτούσε, άλλωστε, διαρκώς μεγάλο αριθμό Ελλήνων και ξένων μισθοφόρων, στους οποίους περιλαμβάνονταν και Λακεδαιμόνιοι.

Κύριοι αντίπαλοι του Διονυσίου ήταν οι Καρχηδόνιοι, με τους οποίους αναμετρήθηκε, με μικρά διαλείμματα, για σχεδόν σαράντα χρόνια, έως τον θάνατό του το 367. Συμμαχώντας συχνά με τους Καρχηδόνιους, εναντίον του Διονυσίου πολέμησαν οι αυτόχθονες πληθυσμοί της Σικελίας, που αγωνίζονταν να απελευθερώσουν τη γη των προγόνων τους. Με παρόμοια αισθήματα τον πολέμησαν, όταν χρειάστηκε, οι μη ελληνικοί πληθυσμοί της Κάτω Ιταλίας. Για να αντιμετωπίσει τους εχθρούς αυτούς, ο Διονύσιος θεώρησε ότι έπρεπε να γίνει κύριος όχι μόνο ολόκληρης της Σικελίας αλλά και των ελληνικών πόλεων στην Ιταλία. Στράφηκε ακόμη και προς την Αδριατική, διευρύνοντας τους ορίζοντες των επιχειρήσεών του. Επειδή πολλοί Έλληνες του αντιστάθηκαν, συμμαχώντας ακόμη και με τους Καρχηδόνιους, πολέμησε και εναντίον τους με όλες του τις δυνάμεις. Καθώς οι νίκες εναλλάσσονταν με ήττες, στα πεδία των μαχών σκοτώνονταν διαρκώς χιλιάδες στρατιώτες και στις θάλασσες χάνονταν δεκάδες πλοία με τους άνδρες τους. Σε μία μόνο μάχη μπορούσαν να μετρηθούν περισσότεροι από 10.000 νεκροί. Στις συχνές πολιορκίες αφανίζονταν ολόκληρες πόλεις και πλήθος άμαχοι εξανδραποδίζονταν.

Μέσα σε όλα αυτά ο Διονύσιος έβρισκε τον χρόνο να εκδηλώνει το ενδιαφέρον του για τις τέχνες και τα γράμματα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες έστελνε να διαγωνιστούν τέθριππα άρματα και ραψωδοί. Όταν όμως απαγγέλθηκαν στίχοι που είχε συνθέσει ο ίδιος, μόλις παρήλθε η καλή εντύπωση της ευφωνίας των ραψωδών, η αποδοκιμασία ήταν έντονη και οι αντιδράσεις χλευαστικές.

Ο πόλεμος υπήρξε ενδημικός στον Ελληνικό κόσμο. Η ειρήνη και η ανακωχή δεν ήταν παρά διαλείμματα ανάμεσα σε βίαιες αναμετρήσεις. Αλλά η περίοδος μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο είχε νέα χαρακτηριστικά. Οι συμμαχίες ήταν ασταθείς και μπορούσαν να διαλυθούν κάθε στιγμή. Οι συχνές μεταστροφές των Περσών ανέτρεπαν άλλωστε κάθε σχεδιασμό. Οι πολεμικές συγκρούσεις έπαιρναν έτσι διαρκώς διαφορετικές μορφές. Η φάλαγγα των οπλιτών έπαψε να είναι η αδιαφιλονίκητη επιλογή των εμπολέμων. Όλοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη σημασία του ιππικού για γρήγορη επέμβαση και καταδίωξη του εχθρού. Προστατευμένοι από το ιππικό και τους οπλίτες, οι πελταστές παρενοχλούσαν τους αντιπάλους τους με την ευελιξία τους και μπορούσαν να κρίνουν ακόμη και την έκβαση μιας μάχης. Την τεχνική των πελταστών ανέπτυξε ο Αθηναίος στρατηγός Ιφικράτης, εξοπλίζοντας ορισμένους πολεμιστές με μικρότερες ασπίδες αλλά δόρατα μακρύτερα από τα συνηθισμένα και ξίφη με διπλάσιο μήκος. Ακόμη και τα υποδήματα των πελταστών ήταν ελαφρά, επιτρέποντάς τους να τρέχουν γρήγορα.

Στη θάλασσα οι επινοήσεις νέων τεχνικών ήταν διαρκείς. Τα πλοία έπρεπε να κατασκευάζονται γρήγορα και να γίνονται ταχύτερα. Για πρώτη φορά έκαναν την εμφάνισή τους, μαζί με τις τριήρεις, τετρήρεις και πεντήρεις, πλοία με τέσσερις και πέντε σειρές κουπιών. Σημαντικές ναυτικές επιχειρήσεις αναλαμβάνονταν και τη νύχτα, με το φως της σελήνης. Μεγάλη ανάγκη υπήρχε επίσης για την εξέλιξη των πολιορκητικών μηχανών, καθώς οι συνήθεις πολιορκίες ήταν χρονοβόρες και συχνά αναποτελεσματικές. Υψώθηκαν έτσι εξαώροφοι τροχοφόροι πύργοι και επινοήθηκαν ὀξυβελεῖς, ένα είδος καταπέλτη.

Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις του πολέμου υποχρέωναν τις πόλεις να καταφεύγουν όλο και συχνότερα στην άσκηση μυστικής διπλωματίας και στην ανεπίσημη αποστολή στρατιωτών. Για πολλές επιχειρήσεις οι ιστορικοί που έζησαν τα γεγονότα δεν ήξεραν να πουν αν αναλαμβάνονταν με εντολή των πόλεων ή με πρωτοβουλία εξορισμένων και αυτοεξόριστων στρατηγών. Η Σπάρτη διατηρούσε φρουρές και άνδρες σε διάφορες απόμακρες περιοχές, χωρίς αυτό να είναι γενικότερα γνωστό. Ακόμη και στην αποκατεστημένη αθηναϊκή δημοκρατία λέγεται ότι η Βουλή, σε ακραίες περιπτώσεις, μπορούσε να λάβει στρατιωτικές πρωτοβουλίες χωρίς επίσημη έγκριση από την Εκκλησία του Δήμου.

Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της περιόδου ήταν η διαρκής εμπλοκή ολόκληρης της ανατολικής Μεσογείου. Ο Θουκυδίδης το είχε ήδη αντιληφθεί αυτό καθαρά πριν από την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στη σύγκρουση εκείνη όλοι οι Έλληνες, αλλά και ένα μέρος των βαρβάρων, ήταν υποχρεωμένοι να πάρουν θέση. Μετά το τέλος του πολέμου, οι πάντες διαπίστωναν ότι ήταν υποχρεωμένοι να παίρνουν διαρκώς θέση: από τον Εύξεινο Πόντο έως την Καρχηδόνα και από τη Χαλκιδική έως την Κύπρο και την Αίγυπτο. Στην πρώτη γραμμή βρίσκονταν, βεβαίως, τα μικρασιατικά παράλια, οι μεγάλες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας και η Σικελία.

Στις συνθήκες αυτές πολλοί αντιλαμβάνονταν την ανάγκη οικοδόμησης μόνιμων συνασπισμών και, αν ήταν εφικτό, συνένωσης πόλεων ή ολόκληρων περιοχών. Έως εκείνη την εποχή μόνο η Σπάρτη είχε διατηρήσει μια σταθερά ηγεμονική θέση σε μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου, και η Αθήνα, πριν από την ήττα της στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, μια σταθερά ηγεμονική θέση σε μεγάλο μέρος του Αιγαίου. Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο ο Διονύσιος προσπάθησε επίμονα να καταστεί άρχοντας ολόκληρης της Σικελίας και να επεκτείνει την κυριαρχία του στην Κάτω Ιταλία και την Αδριατική. Ο Ευαγόρας κατάφερε να επικρατήσει σε ολόκληρη την Κύπρο. Ο Λυκόφρων ο Φεραίος και ύστερα από αυτόν ο Ιάσων επιχείρησαν να ενώσουν τη Θεσσαλία. Ο Ιάσων μάλιστα είχε τη φιλοδοξία να ηγεμονεύσει σε όλη την Ελλάδα, αλλά δολοφονήθηκε πριν το επιχειρήσει. Στη Βοιωτία, όπου υπήρχε από παλιά μια ομοσπονδία, οι Θηβαίοι επέμεναν να δημιουργηθεί ένας ενιαίος πολιτικός σχηματισμός. Το Άργος έκανε μια προσπάθεια να συνενωθεί με την Κόρινθο. Οι Αθηναίοι, από την πλευρά τους, αγωνίζονταν να οικοδομήσουν και πάλι την παλαιά τους συμμαχία. Λίγο αργότερα, ο Λυκομήδης από τη Μαντινεία προχώρησε σε σοβαρές ενέργειες για την πολιτική ενοποίηση της Αρκαδίας.

Η Σπάρτη, που δυσκολευόταν να διατηρήσει την παλαιά της συμμαχία, βρέθηκε για μια ακόμη φορά πιεσμένη. Είχε υπερβεί τα περιθώρια συνεχούς παρουσίας στα εναλλασσόμενα θέατρα του πολέμου. Το βάρος που αναγκάστηκε να ρίξει στο ναυτικό και η εξάρτησή της από στρατηγούς που δεν ήταν βασιλείς ανέτρεπαν τις βάσεις του πολιτεύματός της. Οι μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό από τους μακροχρόνιους πολέμους ήταν σχεδόν αδύνατο να καλυφθούν, εφόσον το πολίτευμά της απέτρεπε την ανάδειξη νέων πολιτών από τις τάξεις των ειλώτων και των περιοίκων. Απεναντίας, ακόμη και πολίτες έχαναν τα πλήρη τους δικαιώματα, είτε επειδή δεν ήταν ανδρείοι στη μάχη (τρέσαντες) είτε επειδή δεν διέθεταν πλέον την απαραίτητη περιουσία. Μέσα στην ίδια την πόλη εξυφαίνονταν συνωμοσίες. Στις ανακρίσεις που διενεργήθηκαν όταν εκδηλώθηκαν ύποπτες κινήσεις, οι έφοροι πληροφορήθηκαν αυτό που έτσι κι αλλιώς γνώριζαν: οι είλωτες και οι απελευθερωμένοι είλωτες θα τους έτρωγαν ευχαρίστως ζωντανούς, αν τους δινόταν η ευκαιρία. Εκείνο που ίσως δεν γνώριζαν ή δεν ήθελαν να πιστέψουν ήταν ότι τα ίδια αισθήματα έτρεφαν πλέον και οι περίοικοι - ή πάντως πολλοί από αυτούς. Αλλά και μέσα στο σώμα των πολιτών κυκλοφορούσαν ανατρεπτικές ιδέες. Για τον ίδιο τον Λύσανδρο λεγόταν ότι σχεδίαζε τη ριζική αλλαγή του πολιτεύματος. Εάν το επιτύγχανε, το αξίωμα του βασιλιά δεν θα ήταν πλέον προνόμιο των δύο βασιλικών οίκων. Ακόμη και για την κυριαρχία της Σπάρτης στη Λακωνία ακούγονταν για πρώτη φορά αντιρρήσεις. Η ανάγκη να στραφεί και πάλι η πόλη στον Πέρση βασιλιά ήταν πιεστική.

Ο Αρταξέρξης δεν είχε αντίρρηση να βοηθήσει τους Σπαρτιάτες. Η πείρα τού είχε διδάξει, ωστόσο, ότι δεν αρκούσε να ενισχύει εναλλακτικά τους Έλληνες για να τους καθιστά ακίνδυνους. Έπρεπε να θέσει τρεις πολύ συγκεκριμένους όρους. Πρώτον, να του αναγνωριστεί η κυριαρχία στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, από όπου άλλωστε είχαν ξεκινήσει οι ελληνοπερσικές διαφορές. Δεύτερον, οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις να παραμείνουν αυτόνομες, χωρίς να συνάπτουν μεταξύ τους συμμαχίες, είτε μόνιμες είτε ευκαιριακές. Και τρίτον, να αποδεχθούν τη συμφωνία όχι μόνο οι Σπαρτιάτες, αλλά και οι άλλοι Έλληνες. Οι Σπαρτιάτες ανέλαβαν να πείσουν και τους υπόλοιπους, όπου χρειαζόταν με τη βία - λαμβάνοντας βεβαίως για τον σκοπό αυτό περσικά χρήματα. Στην προσπάθειά τους βρήκαν αρωγό και τον Διονύσιο των Συρακουσών, που τους ανταπέδιδε την υποχρέωση.

Το 386 αντιπρόσωποι από τις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις συναντήθηκαν με τον εκπρόσωπο του Πέρση βασιλιά στις Σάρδεις και ορκίστηκαν να τηρούν τους όρους της ειρήνης που τους επιβλήθηκε. Η συμφωνία αυτή έμεινε γνωστή ως Ειρήνη του Βασιλιά ή του Ανταλκίδα, από το όνομα του Σπαρτιάτη που διεκπεραίωσε με επιτυχία τις διαπραγματεύσεις. Έτσι κι αλλιώς, οι Σπαρτιάτες, που υποχρέωσαν τους πάντες να συμφωνήσουν, ανέλαβαν επισήμως και την «προστασία» της ειρήνης.