Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

Νίτσε: Αχ, πόσο βαρέθηκα τους ποιητές

Για τους ποιητές

«Από τότε που γνώρισα καλύτερα το σώμα — είπε ο Ζαρατούστρα σ' έναν από τους μαθητές του — το πνεύμα είναι για μένα μόνο ούτως ειπείν πνεύμα. και καθετί "άφθαρτο"— είναι μόνο μια παραβολή́.»

«Σ' έχω ακούσει κι άλλοτε να το λες αυτό́, απάντησε ο μαθητής και είχες προσθέσει "αλλά οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά́." Γιατί είπες λοι­πόν ότι οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά́;»

«Γιατί́; απάντησε ο Ζαρατούστρα. Ρωτάς γιατί́; Δεν ανήκω σ' εκεί­ νους που έχει κανείς το δικαίωμα να ρωτά το γιατί τους.

Είναι λοιπόν το βιώμά μου του χτες; Πάει πολύς καιρός που βίωσα τις αιτίες των γνωμών μου.

Δεν θα έπρεπε να είμαι ένα βαρέλι μνήμης, αν ήθελα να έχω τις αιτίες μου μαζί μου;

Είναι ήδη πολύ για μένα να διατηρώ τις γνώμες μου. και όλο και κά­ ποιο πουλί θα μου φύγει.

Και μερικές φορές βρίσκω στον περιστερεώνα μου ένα ζώο τρυπωμένο εκεί́, που μού είναι ξένο και που τρέμει όταν ακουμπώ το χέρι μου πάνω του.

Τι σου είπε λοιπόν κάποτε ο Ζαρατούστρα; Ότι οι ποιητές ψεύδονται υπερβολικά́; — Και ο Ζαρατούστρα όμως είναι ποιητής.

Πιστεύεις πως είπε εδώ την αλήθεια; Γιατί την πιστεύεις;»

Ο μαθητής απάντησε: «πιστεύω στον Ζαρατούστρα».

Ο Ζαρατούστρα όμως κούνησε το κεφάλι και χαμογέλασε.

«Η πίστη δεν με κάνει μακάριο, είπε, τουλάχιστον η πίστη σε μένα.

Αν υποτεθεί όμως πως κάποιος είπε με κάθε σοβαρότητα πως οι ποιη­τές ψεύδονται υπερβολικά́: έχει δίκιο — ψευδόμαστε υπερβολικά́.

Ξέρουμε επίσης πολύ λίγα και μαθαίνουμε δύσκολα: γι' αυτό πρέπει να λέμε ψέματα.

Και ποιος από μας τους ποιητές δεν θα νόθευε το κρασί του; Πολλά δηλητηριώδη μείγματα έγιναν στα κελάρια μας, πολλά απερίγραπτα πρά­γματα ετοιμάστηκαν.

Κι επειδή ξέρουμε λίγα, μας αρέσουν οι πτωχοί τω πνεύματι, ιδιαίτερα όταν είναι νεαρές γυναικούλες!

Και είμαστε άπληστοι και για τα πράγματα που διηγούνται οι γριού­λες τα βράδια. Αυτό το ονομάζουμε μέσα μας αιώνιο θήλυ.

Και σαν να υπήρχε ένα ιδιαίτερο κρυφό πέρασμα για τη γνώση, πέρασμα που θάβεται για εκείνους που μαθαίνουν κάτι, πιστεύουμε στο λαό και στη "σοφία" του.

Αυτό όμως πιστεύουν όλοι οι ποιητές: ότι όποιος στήνει αφτί ξαπλωμέ­νος στο χορτάρι ή σε μοναχική πλαγιά́, μαθαίνει κάτι από τα πράγματα που βρίσκονται μεταξύ ουρανού και γης.

Κι αν τους έρχονται τρυφερές συγκινήσεις, οι ποιητές πιστεύουν πάντα ότι η ίδια η φύση είναι ερωτευμένη μαζί τους: και ότι γλιστράει στο αφτί τους για να τους πει μυστικά πράγματα και ερωτιάρικα κολακευτικά λόγια: γι' αυτό φουσκώνουν το στήθος τους και περηφανεύονται μπροστά σ' όλους τους θνητούς!

Αχ, υπάρχουν τόσο πολλά πράγματα μεταξύ ουρανού και γης, τα ο­ποία έχουν ονειρευτεί μόνον οι ποιητές!

Και ιδίως πάνω από τον ουρανό: γιατί όλοι οι θεοί είναι παραβολές και μαγειρέματα των ποιητών!

Αληθινά́, πάντα κάτι μας τραβά — δηλαδή́, προς το βασίλειο των σύν­νεφων: πάνω σ' αυτά αποθέτουμε τα πολύχρωμα τομάρια μας και τα ονο­μάζουμε κατόπιν θεούς και υπεράνθρωπους:

Είναι βέβαια αρκετά ελαφριοί για αυτές τις καρέκλες! — όλοι αυτοί οι θεοί και οι υπεράνθρωποι.

Αχ, πόσο βαρέθηκα όλα τα ανεπαρκή πράγματα που θέλουν με το ζόρι να είναι γεγονότα!

Αχ, πόσο βαρέθηκα τους ποιητές!»

Φρίντιχ Νίτσε, Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου