Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1363b-1364a)

[VII] Ἐπεὶ δὲ πολλάκις ὁμολογοῦντες ἄμφω συμφέρειν περὶ τοῦ μᾶλλον ἀμφισβητοῦσιν, ἐφεξῆς ἂν εἴη λεκτέον περὶ τοῦ μείζονος ἀγαθοῦ καὶ τοῦ μᾶλλον συμφέροντος. ἔστω δὴ ὑπερέχον μὲν τὸ τοσοῦτον καὶ ἔτι, ὑπερεχόμενον δὲ τὸ ἐνυπάρχον, καὶ μεῖζον μὲν ἀεὶ καὶ πλεῖον πρὸς ἔλαττον, μέγα δὲ καὶ μικρὸν καὶ πολὺ καὶ ὀλίγον πρὸς τὸ τῶν πολλῶν μέγεθος, καὶ ὑπερέχον μὲν τὸ μέγα, τὸ δὲ μικρὸν ἐλλεῖπον, καὶ πολὺ καὶ ὀλίγον ὡσαύτως.

Ἐπεὶ οὖν ἀγαθὸν λέγομεν τό τε αὐτὸ αὑτοῦ ἕνεκα καὶ μὴ ἄλλου αἱρετόν, καὶ οὗ πάντ᾽ ἐφίεται, καὶ ὃ νοῦν ἂν καὶ φρόνησιν λαβόντα ἕλοιτο, καὶ τὸ ποιητικὸν καὶ τὸ φυλακτικόν, ἢ ᾧ ἕπεται τὰ τοιαῦτα, τὸ δ᾽ οὗ ἕνεκα τὸ τέλος ἐστίν, τέλος δέ ἐστιν οὗ ἕνεκα τὰ ἄλλα, αὐτῷ δὲ ἀγαθὸν τὸ πρὸς αὐτὸν ταῦτα πεπονθός, ἀνάγκη τά γε πλείω τοῦ ἑνὸς καὶ τῶν ἐλαττόνων, συναριθμουμένου τοῦ ἑνὸς ἢ τῶν ἐλαττόνων, μεῖζον ἀγαθὸν εἶναι· ὑπερέχει γάρ, τὸ δὲ ἐνυπάρχον ὑπερέχεται.

Καὶ ἐὰν τὸ μέγιστον τοῦ μεγίστου ὑπερέχῃ, καὶ αὐτὰ αὐτῶν· καὶ ὅσα αὐτὰ αὐτῶν, καὶ τὸ μέγιστον τοῦ μεγίστου· οἷον εἰ ὁ μέγιστος ἀνὴρ γυναικὸς τῆς μεγίστης μείζων, καὶ ὅλως οἱ ἄνδρες τῶν γυναικῶν μείζους, καὶ εἰ οἱ ἄνδρες ὅλως τῶν γυναικῶν μείζους, καὶ ἀνὴρ ὁ μέγιστος τῆς μεγίστης γυναικὸς μείζων· ἀνάλογον γὰρ ἔχουσιν αἱ ὑπεροχαὶ τῶν γενῶν καὶ τῶν μεγίστων ἐν αὐτοῖς. καὶ ὅταν τόδε μὲν τῷδε ἕπηται, ἐκεῖνο δὲ τούτῳ μή, ἕπηται δὲ ἢ τῷ ἅμα ἢ τῷ ἐφεξῆς ἢ τῇ δυνάμει· ἐνυπάρχει γὰρ ἡ χρῆσις ἡ τοῦ ἑπομένου ἐν τῇ θατέρου. ἕπεται δὲ ἅμα μὲν τῷ ὑγιαίνειν τὸ ζῆν, τούτῳ δὲ ἐκεῖνο οὔ, ὕστερον δὲ τῷ μανθάνειν τὸ ἐπίστασθαι, δυνάμει δὲ τῷ ἱεροσυλεῖν τὸ ἀποστερεῖν· ὁ γὰρ ἱεροσυλήσας κἂν ἀποστερήσειεν.

Καὶ τὰ ὑπερέχοντα τοῦ αὐτοῦ μείζονι μείζω· ἀνάγκη γὰρ ὑπερέχειν καὶ τοῦ μείονι.

Καὶ τὰ μείζονος ἀγαθοῦ ποιητικὰ μείζω· τοῦτο γὰρ ἦν τὸ μείζονος ποιητικῷ εἶναι. καὶ οὗ τὸ ποιητικὸν μεῖζον, ὡσαύτως· εἰ γὰρ τὸ ὑγιεινὸν αἱρετώτερον τοῦ ἡδέος καὶ μεῖζον ἀγαθόν, καὶ ἡ ὑγίεια τῆς ἡδονῆς μείζων. καὶ

[1364a] αἱρετώτερον τὸ καθ᾽ αὑτὸ τοῦ μὴ καθ᾽ αὑτό, οἷον ἰσχὺς ὑγιεινοῦ· τὸ μὲν γὰρ οὐχ αὑτοῦ ἕνεκα, τὸ δὲ αὑτοῦ, ὅπερ ἦν τὸ ἀγαθόν. κἂν ᾖ τὸ μὲν τέλος, τὸ δὲ μὴ τέλος· τὸ μὲν γὰρ ἄλλου ἕνεκα, τὸ δὲ αὑτοῦ, οἷον τὸ γυμνάζεσθαι τοῦ εὖ ἔχειν τὸ σῶμα. καὶ τὸ ἧττον προσδεόμενον θατέρου ἢ ἑτέρων· αὐταρκέστερον γάρ· ἧττον δὲ προσδεῖται τὸ ἐλαττόνων ἢ ῥᾳόνων προσδεόμενον. καὶ ὅταν τόδε μὲν ἄνευ τοῦδε μὴ ᾖ, ἢ μὴ δυνατὸν ᾖ γενέσθαι, θάτερον δὲ ἄνευ τούτου, αὐταρκέστερον δὲ τὸ μὴ δεόμενον, ὥστε φαίνεται μεῖζον ἀγαθόν.

Κἂν ᾖ ἀρχή, τὸ δὲ μὴ ἀρχή, κἂν ᾖ αἴτιον, τὸ δ᾽ οὐκ αἴτιον, διὰ τὸ αὐτό· ἄνευ γὰρ αἰτίου καὶ ἀρχῆς ἀδύνατον εἶναι ἢ γενέσθαι. καὶ δυοῖν ἀρχαῖν τὸ ἀπὸ τῆς μείζονος ἀρχῆς μεῖζον, καὶ δυοῖν αἰτίοιν τὸ ἀπὸ τοῦ μείζονος αἰτίου μεῖζον. καὶ ἀνάπαλιν δὲ δυοῖν ἀρχαῖν ἡ τοῦ μείζονος ἀρχὴ μείζων, καὶ δυοῖν αἰτίοιν τὸ τοῦ μείζονος αἴτιον μεῖζον. δῆλον οὖν ἐκ τῶν εἰρημένων ὅτι ἀμφοτέρως μεῖζον ἔστιν φαίνεσθαι· καὶ γὰρ εἰ ἀρχή, τὸ δὲ μὴ ἀρχή, δόξει μεῖζον εἶναι, καὶ εἰ μὴ ἀρχή, τὸ δὲ ἀρχή· τὸ γὰρ τέλος μεῖζον καὶ οὐκ ἀρχή, ὥσπερ ὁ Λεωδάμας κατηγορῶν ἔφη Καλλιστράτου τὸν βουλεύσαντα τοῦ πράξαντος μᾶλλον ἀδικεῖν· οὐ γὰρ ἂν πραχθῆναι μὴ βουλεύσαντος· πάλιν δὲ καὶ Χαβρίου, τὸν πράξαντα τοῦ βουλεύσαντος· οὐ γὰρ ἂν γενέσθαι, εἰ μὴ ἦν ὁ πράξων· τούτου γὰρ ἕνεκα ἐπιβουλεύειν, ὅπως πράξωσιν. καὶ τὸ σπανιώτερον τοῦ ἀφθόνου, οἷον χρυσὸς σιδήρου, ἀχρηστότερος ὤν· μεῖζον γὰρ ἡ κτῆσις διὰ τὸ χαλεπωτέρα εἶναι. ἄλλον δὲ τρόπον τὸ ἄφθονον τοῦ σπανίου, ὅτι ἡ χρῆσις ὑπερέχει· τὸ γὰρ πολλάκις τοῦ ὀλιγάκις ὑπερέχει, ὅθεν λέγεται,

ἄριστον μὲν ὕδωρ.

Καὶ ὅλως τὸ χαλεπώτερον τοῦ ῥᾴονος· σπανιώτερον γάρ. ἄλλον δὲ τρόπον τὸ ῥᾷον τοῦ χαλεπωτέρου· ἔχει γὰρ ὡς βουλόμεθα.

***
[7] Επειδή πολλές φορές οι άνθρωποι, συζητώντας για δύο πράγματα, συμφωνούν ότι και τα δύο συμφέρουν, διαφωνούν όμως για το ποιό από τα δύο συμφέρει περισσότερο, θα πρέπει να μιλήσουμε στη συνέχεια για το πιο καλό και για το πιο συμφέρον. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι κατιτί υπερέχει από κάτι άλλο, αν είναι όσο εκείνο και κάτι παραπάνω· και, πάλι, ότι κατιτί υπερέχεται από κάτι άλλο, αν ολόκληρο περιέχεται μέσα σ᾽ εκείνο· επίσης ότι το «μεγαλύτερο» και το «περισσότερο» λέγονται συγκριτικά προς το «μικρότερο» («λιγότερο»)· ότι το «μεγάλο» και το «μικρό», το «πολύ» και το «λίγο» λέγονται συγκριτικά προς τον μέσο όρο του μεγέθους των πραγμάτων· «μεγάλο» είναι, τότε, αυτό που υπερέχει και «μικρό» αυτό που παρουσιάζει έλλειψη — το ίδιο και με το «πολύ» και το «λίγο».

Αφού λοιπόν καλό λέμε ότι είναι αυτό που το επιλέγουμε και το προτιμούμε γι᾽ αυτό που είναι το ίδιο και όχι για κάποιο άλλο πράγμα· επίσης αυτό που επιθυμούν και επιδιώκουν όλα τα όντα, καθώς και αυτό που θα το επιθυμούσαν και θα το επιδίωκαν όλα τα όντα αν αποκτούσαν νου και φρόνηση· ακόμη αυτό που παράγει και συντηρεί το καλό, ή αυτό που έχει ως επακόλουθό του καλά πράγματα· αφού αυτό που για χάρη του γίνεται ό,τι γίνεται είναι αυτό που λέμε «τελικός σκοπός», και «τελικός σκοπός» είναι αυτό που για χάρη του γίνονται κάποια άλλα πράγματα· αφού καλό για ένα συγκεκριμένο άτομο είναι ό,τι έχει αυτά τα χαρακτηριστικά ενσχέσει με αυτό το άτομο, υποχρεωτικά ο μεγαλύτερος αριθμός καλών πραγμάτων είναι ένα καλό μεγαλύτερο από το ένα καλό πράγμα ή από τα λίγα, με τον όρο βέβαια ότι το ένα ή τα λίγα αυτά καλά πράγματα συμπεριλαμβάνονται μέσα στον μεγαλύτερο αριθμό· ο λόγος είναι ότι ο μεγαλύτερος αυτός αριθμός υπερέχει, και αυτό που εμπεριέχεται υπερέχεται από αυτόν.

Επίσης: Αν αυτό που είναι το πιο μεγάλο σε μια κατηγορία πραγμάτων υπερέχει από αυτό που είναι το πιο μεγάλο σε μιαν άλλη κατηγορία πραγμάτων, τότε και η πρώτη κατηγορία υπερέχει από τη δεύτερη. Και αντίστροφα: Αν μια κατηγορία πραγμάτων υπερέχει από μιαν άλλη, τότε και το πιο μεγάλο αυτής της κατηγορίας υπερέχει από το πιο μεγάλο της άλλης κατηγορίας. Παράδειγμα: Αν ο μεγαλύτερος άντρας είναι πιο μεγάλος από τη μεγαλύτερη γυναίκα, τότε γενικά οι άντρες είναι μεγαλύτεροι από τις γυναίκες. Και: αν οι άντρες είναι γενικά μεγαλύτεροι από τις γυναίκες, τότε και ο μεγαλύτερος άντρας θα είναι πιο μεγάλος από τη μεγαλύτερη γυναίκα· γιατί η υπεροχή των κατηγοριών και η υπεροχή των μεγαλύτερων μέσα σ᾽ αυτές τις κατηγορίες βρίσκονται σε αναλογική σχέση.

Επίσης: Όταν αυτό εδώ ακολουθεί εκείνο, εκείνο όμως δεν ακολουθεί αυτό εδώ (το «ακολουθεί» με το νόημα: είναι συνέπεια εκείνου είτε ταυτόχρονα είτε στη συνέχεια είτε ως ενδεχόμενο)· γιατί η ωφέλεια από αυτό που ακολουθεί ενυπάρχει μέσα στην ωφέλεια από το άλλο. Έτσι: η ζωή «ακολουθεί» την υγεία ταυτόχρονα, όχι όμως και η υγεία τη ζωή· η γνώση «ακολουθεί» τη μάθηση ως συνέχεια· η κλεψιά «ακολουθεί» την ιεροσυλία ως ενδεχόμενο· γιατί ο ιερόσυλος μπορεί και να κλέψει.

Επίσης: Από δύο πράγματα που υπερέχουν από ένα άλλο, μεγαλύτερο είναι αυτό που υπερέχει περισσότερο, αφού υποχρεωτικά υπερέχει και από το άλλο «μεγαλύτερο».

Τα πράγματα, επίσης, που παράγουν μεγαλύτερο καλό είναι μεγαλύτερα· αυτό εννοούσαμε όταν μιλούσαμε γι᾽ αυτό που παράγει το μεγαλύτερο. Παρόμοια, επίσης, αυτό που το παρήγαγε μεγαλύτερο καλό· γιατί αν αυτό που παράγει υγεία είναι προτιμότερο από αυτό που παράγει ηδονή, και είναι μεγαλύτερο καλό, τότε και η υγεία είναι μεγαλύτερο καλό από την ηδονή.

[1364a] Επίσης αυτό που το προτιμούμε καθεαυτό είναι μεγαλύτερο καλό από αυτό που δεν το προτιμούμε καθεαυτό, π.χ. η σωματική δύναμη παρά αυτό που παράγει υγεία· ο λόγος είναι ότι το δεύτερο δεν το προτιμούμε καθεαυτό, ενώ το πρώτο το προτιμούμε καθεαυτό — και αυτό, βέβαια, λέγαμε ότι είναι το καλό. Επίσης αν ένα πράγμα είναι τελικός σκοπός, ενώ ένα άλλο δεν είναι· γιατί το δεύτερο το επιλέγουμε και το προτιμούμε για χάρη κάποιου άλλου πράγματος, ενώ το πρώτο για χάρη του ίδιου· τις γυμναστικές ασκήσεις π.χ. τις κάνουμε για χάρη της ευεξίας του σώματός μας. Επίσης αυτό που έχει σε μικρότερο βαθμό ανάγκη από τη βοήθεια του άλλου ή άλλων πραγμάτων· γιατί αυτό έχει μεγαλύτερη αυτάρκεια. (Όταν λέμε «έχει σε μικρότερο βαθμό ανάγκη» εννοούμε ότι χρειάζεται λιγότερα πράγματα ή πράγματα πιο εύκολα.) Επίσης: όταν κατιτί δεν υπάρχει ή δεν μπορεί να υπάρξει δίχως κάποιο άλλο, ενώ αυτό το δεύτερο μπορεί να υπάρχει ή να υπάρξει χωρίς το πρώτο· μεγαλύτερη αυτάρκεια έχει βέβαια αυτό που δεν χρειάζεται τίποτε, άρα ολοφάνερα είναι μεγαλύτερο καλό.

Επίσης: Αν ένα πράγμα είναι η πρωταρχή και ένα άλλο δεν είναι· αν ένα πράγμα είναι η αιτία για κάτι και ένα άλλο δεν είναι μια τέτοια αιτία, — για τον ίδιο, βέβαια, λόγο· γιατί χωρίς αιτία και χωρίς μια πρωταρχή τίποτε δεν μπορεί να υπάρχει ή να υπάρξει. Στην περίπτωση, πάλι, που υπάρχουν δύο αρχές, αυτό που προκύπτει από τη μεγαλύτερη αρχή είναι μεγαλύτερο, και αν υπάρχουν δύο αιτίες, αυτό που προκύπτει από τη μεγαλύτερη αιτία είναι μεγαλύτερο· και αντίστροφα: ανάμεσα σε δύο αρχές μεγαλύτερη είναι εκείνη από την οποία προκύπτει το μεγαλύτερο, και αν υπάρχουν δύο αιτίες, μεγαλύτερη είναι εκείνη από την οποία προκύπτει το μεγαλύτερο. Είναι λοιπόν φανερό από αυτά που είπαμε ότι ένα πράγμα μπορεί με δύο τρόπους να φανεί ότι είναι μεγαλύτερο· αν δηλαδή ένα πράγμα είναι μια πρωταρχή και ένα άλλο δεν είναι, το πρώτο θα φανεί πως είναι μεγαλύτερο· επίσης αν το ένα δεν είναι πρωταρχή και το άλλο είναι· γιατί το τέλος είναι μεγαλύτερο και δεν είναι αρχή. Έτσι ο Λεωδάμας κατηγορώντας τον Καλλίστρατο είπε ότι αυτός που έδωσε τη συμβουλή έκανε μεγαλύτερο αδίκημα από αυτόν που την εκτέλεσε, γιατί η πράξη δεν θα είχε γίνει, αν εκείνος δεν είχε δώσει τη συμβουλή· και ανάποδα: όταν κατηγορούσε τον Χαβρία, είπε ότι αυτός που εκτέλεσε την πράξη έκανε μεγαλύτερο αδίκημα από αυτόν που έδωσε τη συμβουλή· γιατί δεν θα υπήρχε πράξη, αν δεν βρισκόταν ο άνθρωπος που θα την έπραττε: στην ουσία τα επίβουλα σχέδια καταστρώνονται, λέει, για να γίνουν πράξη.

Επίσης: Το σπανιότερο είναι μεγαλύτερο καλό σε σύγκριση με αυτό που υπάρχει σε αφθονία, ο χρυσός π.χ. σε σύγκριση με τον σίδηρο, κι ας είναι λιγότερο χρήσιμος: η κτήση του, καθώς είναι δυσκολότερη, είναι μεγαλύτερο καλό. Από μιαν άλλη άποψη το άφθονο είναι μεγαλύτερο καλό από το σπάνιο, επειδή υπερέχει στη χρήση· γιατί το «συχνά» υπερέχει από το «σπάνια»· εξού και ο λόγος,

 Το πιο καλό απ᾽ όλα το νερό.

Γενικά το πιο δύσκολο είναι μεγαλύτερο καλό από το πιο εύκολο — ως πιο σπάνιο. Από μιαν άλλη όμως άποψη το πιο εύκολο είναι μεγαλύτερο καλό από το πιο δύσκολο, επειδή ανταποκρίνεται σ᾽ αυτό που θέλουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου