Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Πλοῦτος (771-801)

ΠΛ. καὶ προσκυνῶ γε πρῶτα μὲν τὸν ἥλιον,
ἔπειτα σεμνῆς Παλλάδος κλεινὸν πέδον
χώραν τε πᾶσαν Κέκροπος ἥ μ᾽ ἐδέξατο.
αἰσχύνομαι δὲ τὰς ἐμαυτοῦ συμφοράς,
775 οἵοις ἄρ᾽ ἀνθρώποις ξυνὼν ἐλάνθανον,
τοὺς ἀξίους δὲ τῆς ἐμῆς ὁμιλίας
ἔφευγον, εἰδὼς οὐδέν. ὦ τλήμων ἐγώ,
ὡς οὔτ᾽ ἐκεῖν᾽ ἄρ᾽ οὔτε ταῦτ᾽ ὀρθῶς ἔδρων.
ἀλλ᾽ αὖ τὰ πάντα πάλιν ἀναστρέψας ἐγὼ
780 δείξω τὸ λοιπὸν πᾶσιν ἀνθρώποις ὅτι
ἄκων ἐμαυτὸν τοῖς πονηροῖς ἐπεδίδουν.
ΧΡ. βάλλ᾽ ἐς κόρακας. ὡς χαλεπόν εἰσιν οἱ φίλοι
οἱ φαινόμενοι παραχρῆμ᾽ ὅταν πράττῃ τις εὖ.
νύττουσι γὰρ καὶ φλῶσι τἀντικνήμια,
785 ἐνδεικνύμενος ἕκαστος εὔνοιάν τινα.
ἐμὲ γὰρ τίς οὐ προσεῖπε; ποῖος οὐκ ὄχλος
περιεστεφάνωσεν ἐν ἀγορᾷ πρεσβυτικός;
ΓΥ. ὦ φίλτατ᾽ ἀνδρῶν, καὶ σὺ καὶ σύ, χαίρετον.
φέρε νυν, —νόμος γάρ ἐστι—, τὰ καταχύσματα
790 ταυτὶ καταχέω σου λαβοῦσα. ΠΛ. μηδαμῶς.
ἐμοῦ γὰρ εἰσιόντος εἰς τὴν οἰκίαν
πρώτιστ᾽ ἀναβλέψαντος οὐδὲν ἐκφέρειν
πρεπῶδές ἐστιν, ἀλλὰ μᾶλλον εἰσφέρειν.
ΓΥ. εἶτ᾽ οὐχὶ δέξει δῆτα τὰ καταχύσματα;
795 ΠΛ. ἔνδον γε παρὰ τὴν ἑστίαν, ὥσπερ νόμος.
ἔπειτα καὶ τὸν φόρτον ἐκφύγοιμεν ἄν.
οὐ γὰρ πρεπῶδές ἐστι τῷ διδασκάλῳ
ἰσχάδια καὶ τρωγάλια τοῖς θεωμένοις
προβαλόντ᾽, ἐπὶ τούτοις εἶτ᾽ ἀναγκάζειν γελᾶν.
800 ΓΥ. εὖ πάνυ λέγεις· ὡς Δεξίνικός γ᾽ οὑτοσὶ
ἀνίσταθ᾽ ὡς ἁρπασόμενος τὰς ἰσχάδας.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΚΑΡΥΑ

ΚΑΡΥΑ
(καρυδιά)
 
Η ιστορία της μεταμόρφωσης της Καρύας και των αδελφών της εκτυλίσσεται στη Λακωνία και είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας δύο θεών, του Διόνυσου και του Απόλλωνα.
 
Η Καρύα ήταν κόρη του Λάκωνα βασιλιά Δίωνα και της Αμφιθέας, κόρης του Πρώνακτα, αδελφή της Όρφης και της Λυκώς. Ο Σέρβιος παραδίδει ότι ο Απόλλωνας, όταν πέρασε από τη Λακωνία, έδωσε τη μαντική ικανότητα στις τρεις αδελφές ως αντάλλαγμα για τη φιλοξενία που του πρόσφεραν οι γονείς τους, με την προϋπόθεση ότι δεν θα πρόδιδαν ποτέ τους θεούς και δεν θα ζητούσαν να μάθουν αυτό που δεν τις αφορά.
 
Το βασιλικό ζεύγος φιλοξένησε αργότερα και τον θεό Διόνυσο στο πέρασμά του από τη Σπάρτη κατά το ταξίδι του στη γη. Εκεί, ο θεός ερωτεύτηκε την Καρύα, που ανταπόδωσε τον έρωτά του.
 
Ολοκληρώνοντας το ταξίδι του στη γη ο Διόνυσος, ξαναπέρασε από τη Σπάρτη, για να συναντήσει ακόμη μια φορά την αγαπημένη του Καρύα.
 
Οι αδελφές της, παραβιάζοντας τον όρκο τους στον Απόλλωνα, κατασκόπευσαν το ζευγάρι θέλοντας να μάθουν τα του θεού, κάτι που συνέχισαν να κάνουν παρά τις προειδοποιήσεις τόσο του Απόλλωνα όσο και του Διόνυσου.
 
Τις μεταμόρφωσαν, λοιπόν, σε πέτρες στον Ταΰγετο, όμως την αγαπημένη του ο Διόνυσος τη μεταμόρφωσε σε κάτι καρπερό, σε καρυδιά. Η Άρτεμη δίδαξε τον μύθο και οι Σπαρτιάτες ίδρυσαν το ιερό* της, όπου λατρευόταν με το όνομα Ἂρτεμις Καρυᾶτις** (Σέρβ. στον Βιργ., Εκλ. 8, 29). Με αυτό το όνομα η θεά του κυνηγιού συνδέεται με τη λατρεία του Διόνυσου***.
------------------------------
*Καρυάτιδες
 
Ο Λακτάντιος στα σχόλιά του στη Θηβαΐδα του Στάτιου (ρωμαίος ποιητής του 1ου αι. μ.Χ.) αναφέρει ότι τα κορίτσια που χόρευαν στις Καρύες για την Άρτεμη, αυτοκτόνησαν κάποια στιγμή από φόβο μήπως τους συμβεί κάτι -κρεμάστηκαν από κλαδί παρακείμενης καρυδιάς. Η αφήγηση του Λακτάντιου αφορμάται ίσως από ένα περιστατικό που αναφέρει ο Παυσανίας και το οποίο διαδραματίστηκε κατά τον Β' Μεσσηνιακό πόλεμο (685-668 π.Χ.). Στις Καρυές, στον δρόμο από τη Σπάρτη στην Τεγέα, υπήρχε υπαίθριο ιερό αφιερωμένο στην Άρτεμη και τις Νύμφες. Εκεί τελούνταν θυσία ή γιορτή με χορούς από τα κορίτσια της Λακωνίας. Ο Αριστομένης (μορφή των αρχών του 5ου αι. π.Χ.), πρωταγωνιστής της εξέγερσης των Μεσσηνίων εναντίον των Σπαρτιατών εισβολέων έστησε ενέδρα στο ιερό και απήγαγε τις Καρυάτιδες, τις οποίες οι στρατιώτες του προσπάθησαν να βιάσουν προφανώς κάτω από την επίδραση κρασιού:
 
στην πρόθεσή του [του Αριστομένη] να εισβάλει νύχτα στη Σπάρτη εμποδίστηκε από τα φαντάσματα της Ελένης και των Διοσκούρων. Όμως, μια μέρα μετά έστησε ενέδρα και συνέλαβε από τις παρθένες που χόρευαν στις Καρυές προς τιμή της Άρτεμης εκείνες που οι πατεράδες τους υπερείχαν στον πλούτο και τα αξιώματα. Τις κουβάλησε σε μια μεσσηνιακή πολίχνη και έπειτα ξεκουραζόταν, αφού εμπιστεύτηκε τη φύλαξή τους σε άνδρες του λόχου του. Τότε, οι νεότεροί τους, μεθυσμένοι, όπως πιστεύω, και απερίσκεπτοι οπωσδήποτε, προσπάθησαν να βιάσουν τις παρθένες και δεν έδιναν καμιά σημασία στον Αριστομένη που προσπαθούσε να τους εμποδίσει, γιατί επιχειρούσαν πράξη εντελώς ασυνήθιστη στους Έλληνες. Έτσι, αναγκάστηκε να σκοτώσει ο ίδιος τους πιο μεθυσμένους από αυτούς. Τις αιχμάλωτες τις ανέλαβε προσωπικά και τις απελευθέρωσε παρθένες, όπως ήταν πριν τις αιχμαλωτίσει. (Παυσ. 4.16.9).
 
Δεν αποκλείεται στη διήγηση του ιστορικού γεγονότος να παρεισέφρησαν στοιχεία που ανήκουν στον ιδρυτικό μύθο της λατρείας. Επεισόδια που συγκροτούν τους ιδρυτικούς μύθους εφηβικών τελετουργιών, η αρπαγή και ο βιασμός, μπορούν να ενταχθούν σε μια παραϊστορική διήγηση, που σκοπός της είναι η ιδεολογική υπεράσπιση μιας πολιτικής ενέργειας. Ιστορικά γεγονότα συμπλέκονται με μυθικά συμβάντα και τελετουργίες μύησης των εφήβων σε μια ιδεολογική αποτίμηση. Όσο για τη συσχέτιση των Καρυάτιδων με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία στήριξης του θριγκού ενός οικοδομήματος μπορεί να οφείλεται στη φήμη που είχαν οι νεαρές Σπαρτιάτισσες.
 
**Καρυᾶτις και καρυατίζω
 
Η λέξη καρυᾶτις, πέρα από το να είναι ένα επίθετο για την Άρτεμη (Παυσ. 3.10.7), δηλώνει και το λακωνικό όρχημα προς τιμή της Άρτεμης (Πολυδ. 4. 104). Αντίστοιχα, το ρήμα καρυατίζω σημαίνει ορχούμαι το συγκεκριμένο όρχημα:
 
10. Οι Λακεδαιμόνιοι, οίτινες θεωρούνται ως οι ανδρειότεροι των Ελλήνων, εδιδάχθησαν παρά του Πολυδεύκους και Κάστορος να καρυατίζουν - είνε δε τούτο είδος ορχήσεως, το οποίον χορεύεται εις τας Καρύας της Λακωνικής - και πράττουν τα πάντα ρυθμικώς· και εις αυτόν ακόμη τον πόλεμον πορεύονται με ρυθμόν και κανονίζουν το βήμα των κατά τον ήχον του αυλού, ο οποίος δίδει και το πρώτον σύνθημα προς την μάχην. Κατώρθωναν δε να νικούν πάντοτε, οδηγούμενοι υπό της μουσικής και της ευρυθμίας.Αλλά και τώρα ακόμη δύνασαι να ίδης τους εφήβους των να εξασκούνται περισσότερον εις τον χορόν παρά εις την οπλομαχητικήν. Όταν παύσουν αγωνιζόμενοι εις το παγκράτιον και αλληλοκτυπούμενοι, αι ασκήσεις των τελειώνουν εις χορόν. Ο αυλητής κάθηται εις το μέσον αυτών και αυλεί και κροτεί με τον πόδα, οι δε νέοι ακολουθούν αλλήλους εις γραμμήν και χορεύοντες λαμβάνουν διαφόρους στάσεις κινούμενοι ρυθμικώς, άλλοτε μεν πολεμικάς, άλλοτε δε ερωτικάς και βακχικάς. 11. Και το άσμα, με το οποίον συνοδεύουν την όρχησιν, είνε επίκλησις προς την Αφροδίτην και τους Έρωτας, τους οποίους καλούν να λάβουν μέρος εις το άσμα και την όρχησιν αυτών, το δε άλλο άσμα - διότι δύο άσματα τραγουδούν - διδάσκει και πώς πρέπει να χορεύουν· εμπρός παιδιά το πόδι, λέγει το τραγούδι, κι' ας βράση ο χορός.
(Λουκιανός, περί Ορχήσεως 10-11)
 
***Οι δύο θεοί συνδέονται και από την άποψη της γένεσης του θεάτρου. Η λατρεία της Άρτεμης Ορθίας στη Σπάρτη ήταν για την πρώιμη ιστορία της δραματικής ποίησης των Ελλήνων τόσο σημαντική όσο και η λατρεία του Διονύσου στην Αθήνα. Τα χορικά άσματα του Αλκμάνα προς τιμή της Άρτεμης, στα οποία υπαινίσσεται μια γιορτή διονυσιακού χαρακτήρα, ήταν οι πρόδρομοι των χορικών της αττικής τραγωδίας, στα οποία διατηρήθηκε η δωρική διάλεκτος σε ανάμνηση της σπαρτιατικής τους καταγωγής. Εξάλλου, η λατρεία της θεάς στη Λακωνία προϋποθέτει τη συμμετοχή μασκοφόρων, όπως του Διόνυσου στην Αττική.

ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ ΜΑΞΙΜΙΛΙΑΝΟΣ (Maximilien Francois Marie Isidore de Robespierre)

Η ΓΑΛΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1789

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Η Γαλλική κοινωνία του 18ου αιώνα ήταν οργανωμένη σε τρεις θεσμοθετημένες τάξεις (οι άνθρωποι κατατάσσονταν σε αυτές με κριτήριο την καταγωγή τους και τα προνόμια που τους είχαν απονεμηθεί από τον ηγεμόνα): τον κλήρο (0,5% του πληθυσμού), τους ευγενείς (1,5% του πληθυσμού) και την τρίτη τάξη (98% του πληθυσμού), που την αποτελούσαν όλοι όσοι δεν ανήκαν στις δύο προηγούμενες τάξεις, δηλαδή οι αστοί, οι αγρότες και οι εργάτες. Ο κλήρος και οι ευγενείς είχαν προνόμια, ενώ η τρίτη τάξη είχε μόνο υποχρεώσεις (πλήρωνε το σύνολο των φόρων, τη στιγμή που οι άλλες τάξεις δεν φορολογούνταν)…

Η κατάσταση αυτή, το παλαιό καθεστώς, γεννούσε τη δυσαρέσκεια, ιδίως της αστικής τάξης (του ανώτερου στρώματος της τρίτης τάξης), η οποία, αν και δέσποζε στην οικονομία, ήταν αποκλεισμένη από τη λήψη των πολιτικών αποφάσεων. Παράλληλα, η δυσφορία εξαπλωνόταν στο σύνολο της τρίτης τάξης, καθώς, από τα μέσα του 18ου αιώνα, οι συνθήκες ζωής επιδεινώνονταν διαρκώς. Μάλιστα, κατά τον φοβερό χειμώνα του 1788 - 1789, η πείνα οδήγησε τον λαό σε λεηλασίες πλούσιων σπιτιών και κρατικών αποθηκών.

Τελικό χτύπημα στην οικονομία αποτέλεσε η νίκη κατά της Αγγλίας στον Αμερικανικό πόλεμο της ανεξαρτησίας οπού και αναμίχτηκε η Γαλλία. ο πόλεμος και το χρέος γονάτισε τελικά την μοναρχία. Την οικονομική και συνάμα πολιτική κρίση εκμεταλλεύτηκε η αριστοκρατία και τα πολιτικά συμβούλια που αξίωναν επέκταση των προνομίων τους. Έτσι το 1787 συγκλήθηκε η πρώτη επαναστατική συνέλευση «ευγενών». Η επανάσταση λοιπόν άρχισε ως απόπειρα της αριστοκρατίας να ανακαταλάβει το κράτος. 

Ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ’ συγκάλεσε την συνέλευση των τάξεων στο ανάκτορο των Βερσαλλιών (5 Μαΐου 1789). Εκεί, οι αντιπρόσωποι της τρίτης τάξης απαίτησαν μεταρρυθμίσεις, αλλά ο βασιλιάς ζήτησε να επιβληθούν νέοι φόροι που θα πλήρωναν αποκλειστικά τα μέλη της τρίτης τάξης. Οι αντιπρόσωποι της τρίτης τάξης αντέδρασαν και, με το επιχείρημα ότι εκπροσωπούσαν το 98% των Γάλλων, αυτοανακηρύχθηκαν Εθνική συνέλευση. Ο βασιλιάς, ωστόσο, δεν τους αναγνώρισε και διέταξε να κλείσει η αίθουσα όπου συνεδρίαζαν οι τάξεις. 

Τότε, οι αντιπρόσωποι της τρίτης τάξης συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα του σφαιριστηρίου, όπου ορκίστηκαν ότι θα συντάξουν σύνταγμα (20 Ιουνίου 1789). Στο πλευρό τους τάχθηκαν ορισμένοι κληρικοί και ευγενείς. Ο βασιλιάς αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Η Εθνοσυνέλευση αυτοανακηρύχθηκε Συντακτική συνέλευση (9 Ιουλίου 1789), με σκοπό να δώσει στη Γαλλία σύνταγμα. Η υποχώρηση του Λουδοβίκου ΙΣΤ’, ωστόσο, δεν ήταν παρά μια κίνηση τακτικής, καθώς την ίδια στιγμή συγκέντρωνε, κρυφά, στρατό για να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση.

Το πιο συγκλονιστικό αποτέλεσμα της επανάστασης μέχρι τότε ήταν η άλωση της Βαστίλης, μιας κρατικής φυλακής που συμβόλιζε την κρατική εξουσία όπου οι επαναστάτες περίμεναν να βρουν όπλα (14 Ιουλίου 1789), που δίκαια σήμερα τιμάτε από τους Γάλλους ως εθνική εορτή καθώς σήμανε επίσημα την πτώση του δεσποτισμού. Ως το τέλος του Αυγούστου η επανάσταση είχε ήδη αποκτήσει το επίσημο μανιφέστο της (την διακήρυξη των δικαιωμάτων του πολίτη). Η ιδιομορφία της Γαλλικής επανάστασης είναι ότι ένα τμήμα της φιλελεύθερης μεσαίας τάξης ήταν πρόθυμο να παραμείνει επαναστατικό ως τα όρια της αντιαστικής επανάστασης. 

Αυτό το τμήμα είναι οι Ιακωβίνοι που το όνομα τους έφτασε να ταυτίζεται με την ριζοσπαστική επανάσταση. Η μόνη εναλλακτική λύση στον αστικό ριζοσπαστισμό των Ιακωβίνων ήταν η άκρως δημοκρατική ή Ξεβράκωτοι ή Σανκιλότ (sans- cullotes) ένα άμορφο κίνημα κυρίως των φτωχών εργατών των πόλεων, μικροτεχνιτών, βιοτεχνών, μικροεπιχειρηματιών και άλλα παρόμοια. Οι Ξεβράκωτοι ήταν οργανωμένοι στις συνοικίες του Παρισιού και αποτελούσε την κύρια δύναμη κρούσης της επανάστασης.

ΟΙ ΛΕΣΧΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Η πολιτική ζωή στην επαναστατημένη Γαλλία παρουσίαζε αρκετές ιδιορρυθμίες, οι λέσχες και οι εταιρίες, εμβρυϊκές μορφές κομμάτων αποτελούσαν μια από τις ιδιομορφίες αυτές. Συχνά έπαιζαν κύριο ρόλο στην πολιτική ζωή. Η πιο γνωστή είναι η λέσχη των Ιακωβίνων που ονομάστηκε έτσι επειδή είχε έδρα την άλλοτε μονή του Άγιου Ιακώβου. Προέρχονταν από την λέσχη της Βρετάνης που ιδρύθηκε το 1789 και έπειτα μετατράπηκε σε « εταιρία των φίλων του Συντάγματος» με μέλη της γνωστούς Ιακωβίνους.

ΔΕΣ: ΙΑΚΩΒΙΝΟΙ - ΙΑΚΩΒΙΝΙΣΜΟΣ

Ως το 1791 - 1792 η ομάδα αυτή ήταν μετριοπαθής αλλά μετά την εκδίωξη των Φεγιάν πρώτα και των Γιρονδίνων αργότερα γίνεται ριζοσπαστική και περιέρχεται υπό την άμεση επιρροή του Ροβεσπιέρου. Το 1974 η λέσχη αποτελεί πια την σπονδυλική στήλη της δικτατορίας Κοινής σωτηρίας. Πιο ανοιχτή στα λαϊκά στρώματα είναι η «Λέσχη των Κορδιλιέρων», η εταιρία των φίλων των δικαιωμάτων του ανθρώπου. η λέσχη αυτή που διευθύνονταν από τον Δαντών, διασπάστηκε τελικά σε μια εξτρεμιστική πτέρυγα τους « Λυσσασμένους» της Ρού και σε μία μετριοπαθή τους Ανεκτικούς ή Συγκαταβατικούς με αρχηγούς των Δαντών και τον Ντεμουλέν. 

Σύντομη ζωή έχουν μερικές υπερμετριοπαθείς λέσχες όπως «Η λέσχη 89 » ή φανερά πιο αντιδραστικές όπως η λσχη των φίλων του Μοναρχικού Συντάγματος του Μουνιέ. Οι Γιρονδίνοι χαρακτηρίζονταν περισσότερο ως αληθινή κοινοβουλευτική ομάδα παρά ως ιδρυτές λέσχης. Αν οι λέσχες ιδρύθηκαν με πρωτοβουλία κοινοβουλευτικών ανδρών και σε συνάρτηση με τους κοινοβουλευτικούς αγώνες οι λαϊκές εταιρίες έκαναν την εμφάνιση τους με την πολιτικοποίηση των λαϊκών στρωμάτων.


Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΓΙΡΟΝΔΙΝΩΝ

Στην περίοδο 1789 - 1791 οι νικητές μετριοπαθείς αστοί μέσω της συντακτικής συνέλευσης άρχισαν να υλοποιούν την γιγαντιαία προσπάθεια ορθολογικής οργάνωσης και αναμόρφωσης της Γαλλίας. Από οικονομικής ματιάς οι προοπτικές της συντακτικής συνέλευσης ήταν καθαρά φιλελεύθερες. Πολιτική γραμμή της για την αγροτική τάξη ήταν η περίφραξη των αγροτικών εκτάσεων και η ενθάρρυνση των επιχειρηματιών της υπαίθρου. Για την εργατική τάξη η απαγόρευση των συνδικαλιστικών ενώσεων και για τους βιοτέχνες η κατάργηση των συντεχνιών και σωματίων. 

Καθώς η ικανοποίηση που πρόσφερε στον λαό ήταν περιορισμένη, με εξαίρεση το μέτρο για την εκποίηση και την μεταβίβαση τους στην πολιτεία των εκκλησιαστικών γεωργικών εκτάσεων, που πρώτων αποδυνάμωσε την κληρικοκρατία δεύτερον ενίσχυσε τον επαρχιώτη αγρότη και επιχειρηματία και τρίτον αντάμειψε με απτό τρόπο πολλούς αγρότες για την επαναστατική τους δραστηριότητα. 

Το νέο μοντέλο που υιοθέτησε η Νομοθετική Συνέλευση, ήταν η έκρηξη της συστηματικής επιθετικότητας με συνεχής πολέμους οι οποίοι έλπιζαν ότι θα τους προσφέρουν μεγάλα οικονομικά κέρδη ακλουθώντας το Βρετανικό μοντέλο του 17  -18 αιώνα με εξαίρεση μια μικρή δεξιά και μια αριστερά πτέρυγα υπό τον Ροβεσπιέρο που δεν προπαγάνδιζαν τον πόλεμο. Ο πόλεμος κηρύχτηκε τον Απρίλιο του 1792, την ήττα ο λαός την απέδωσε στην βασιλική δολιοφθορά και προδοσία η οποία έφερε την στροφή προς τον ριζοσπαστισμό. 

Στα τέλη Αυγούστου αρχές Σεπτεμβρίου η μοναρχία ανατράπηκε εγκαθιδρύθηκε η μια και αδιαίρετη Δημοκρατία, κηρύχτηκε η νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας με την καθιέρωση του Έτους Ι του επαναστατικού ημερολογίου, όλα αυτά με την ένοπλη δράση των «ξεβράκωτων» μαζών του Παρισιού. Οι επαναστατικοί πόλεμοι επιβάλουν τη δική τους λογική το κόμμα που δέσποζε στη νέα Συνέλευση ήταν οι Γιρονδίνοι, πολεμοχαρείς στο εξωτερικό και μετριοπαθείς στο εσωτερικό. 

Οι ξεβράκωτοι επιδοκίμασαν την επαναστατική πολεμική κυβέρνηση όχι μόνο διότι, δικαιολογημένα, υποστήριζαν ότι έτσι θα νικούσαν την αντεπανάσταση και την ξένη επέμβαση αλλά και επειδή οι μέθοδοι της κινητοποιούσαν το λαό και έφερναν πιο κοντά το όραμα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι Γιρονδίνοι, από την άλλη μεριά, έτρεμαν τις πολιτικές συνέπειες του συνδυασμού της μαζικής επανάστασης και του πολέμου που οι ίδιοι είχαν εξαπολύσει. Από την άλλη μεριά ήθελαν πράγματι να επεκτείνουν τον πόλεμο ώστε να πάρει διαστάσεις γενικής ιδεολογικής σταυροφορίας απελευθέρωσης και άμεσης πρόκλησης για τον μεγάλο οικονομικό ανταγωνιστής, τη Βρετανία.

Ως τον Μάρτιο του 1793 η Γαλλία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση με το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Η επέκταση του πολέμου και πολύ περισσότερο το γεγονός ότι δεν είχε καλή εξέλιξη δυνάμωνε την αριστερά η οποία ήταν και η μόνη που μπορούσε να τον κερδίσει. Υποχωρώντας νικημένοι οι Γιρονδίνοι οδηγήθηκαν τελικά σε κακά υπολογισμένες επιθέσεις κατά της αριστεράς που σύντομα μεταβλήθηκε σε οργανωμένη εξέγερση της επαρχίας κατά του Παρισιού ένα αιφνίδιο χτύπημα των Ξεβράκωτων την κατάπνιξε στις 2 Ιουνίου 1793. Η ώρα της Δημοκρατίας των Ιακωβίνων είχε σημάνει.

Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΙΑΚΩΒΙΝΩΝ

Το πρώτο μέλημα του καθεστώτος των Ιακωβίνων ήταν να κινητοποιήσουν μαζική υποστήριξη ενάντια στους διαφωνούντες Γιρονδίνους και τους επαρχιώτες προύχοντες, καθώς και να διατηρήσουν την ήδη κινητοποιούμενη υποστήριξη των Παριζιάνων ξεβράκωτων που μερικά από τα αιτήματα τους για επαναστατικό πόλεμο: γενική στρατολογία, τρομοκρατία ενάντια στους προδότες και γενικός έλεγχος των τιμών. Τα αιτήματα αυτά συνέπιπταν με την νοοτροπία των Ιακωβίνων. 

Αυτό αποτέλεσε το πρώτο γνήσιο δημοκρατικό σύνταγμα που θεσπίζονταν από ένα σύγχρονο κράτος πιο συγκεκριμένα οι Ιακωβίνοι κατήργησαν χωρίς αποζημίωση όλα τα φεουδαλικά δικαιώματα που είχαν απομείνει, βελτίωσαν τις ευκαιρίες των μικροαγωραστών να αγοράσουν τη δημευμένη Γή των Εμιγκρέδων και λίγους μίνες αργότερα κατήργησαν τη δουλεία στις Γαλλικές αποικίες για να ενθαρρύνουν τους νέγρους του San Domingo να πολεμήσουν για την δημοκρατία ενάντια στους Άγγλους. 

Όλα αυτά όμως δημιούργησαν ένα προπύργιο των μικρομεσαίων αγροτών - ιδιοκτητών, μικροτεχνιτών και καταστηματαρχών οικονομικά οπισθοδρομικών αλλά, αφοσιωμένων με πάθος στην επανάσταση και την δημοκρατία που κυριάρχησε στην ζωή της χώρας. Ο καπιταλιστικός μετασχηματισμός της γεωργίας και των μικρών επιχειρήσεων, βασικός όρος για την ταχεία οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε σε ρυθμό «σημειωτόν» καθώς και η επέκταση της εσωτερικής αγοράς ο πολλαπλασιασμός της εργατικής τάξης και κατά συνέπεια η πρόοδος της προλεταριακής επανάστασης.

Τόσο οι μεγάλες επιχειρήσεις όσο και το εργατικό κίνημα ήταν καταδικασμένα να παραμείνουν φαινόμενα μειοψηφίας στην Γαλλία. το κέντρο βάρους της νέας κυβέρνησης που αντιπροσώπευε τη συμμαχία Ιακωβίνων και ξεβράκωτων, μετατοπίστηκε συνεπώς με οξυδέρκεια προς τα αριστερά. Η μετατόπιση αυτή απεικονιστικέ στην ανασύσταση της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας που γρήγορα έγινε το πραγματικό πολεμικό συμβούλιο της Γαλλίας. 

Έχασε τον Danton έναν ισχυρό, άσωτο, διαφθαρμένο αλλά εξαιρετικά ταλαντούχο άντρα πιο μετριοπαθή από ότι φαίνονταν αφού είχε διατελέσει υπουργός στην τελευταία βασιλική κυβέρνηση και κέρδισε τον Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο που έγινε το πιο σημαντικό μέλος της. Η δημοκρατία των Ιακωβίνων δεν ήταν ένα εργαλείο που θα κέρδιζε πολέμους, αλλά ένα ιδεώδες, η τρομερή και ένδοξη βασιλεία της δικαιοσύνης και της αρετής όπου όλοι οι κάλοι πολίτες ήταν ίσοι στα μάτια του έθνους.

Το πολίτευμα ήταν μια συμμαχία της μεσαίας τάξης με τις εργαζόμενες μάζες, αλλά για τους Ιακωβίνους της μεσαίας τάξης οι παραχωρήσεις στους ξεβράκωτους ήταν ανεκτές μόνο εφόσον κρατούσαν τις μάζες αφοσιωμένες στο καθεστώς, χωρίς να τρομοκρατούνται οι ιδιοκτήτες. Τέλος οι οικονομικές ανάγκες του πολέμου αποξένωσαν το λαό. Στις πόλεις, ο έλεγχο των τιμών και το δελτίο στα τρόφιμα ωφέλησαν τις μάζες αλλά τις ζημίωνε το αντίστοιχο πάγωμα των ημερομισθίων. 

Στην ύπαιθρο, η συστηματική επίταξη τροφίμων που πρώτοι υποστήριξαν οι αβράκωτοι αποξένωσαν την αγροτιά. Οι μάζες, συνεπώς αποτραβήχτηκαν με δυσαρέσκεια, η απορημένες και πέρασαν στην παθητικότητα ιδίως μετά την άδικη εκτέλεση του Έμπερ τον βασικότερο εκπρόσωπο των Αβράκωτων. Αυτό ίσως είναι και το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος του Ροβεσπιέρου που θα τον οδηγήσει στην απομόνωση και τελικά στην λαιμητόμο.

Ο ΕΜΠΕΡ ΚΑΙ Ο ΔΑΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΓΚΙΛΟΤΙΝΑ

Στην περίοδο από το Φθινόπωρο του 1793 ως το Χειμώνα του 1794 η Ροβεσπιερική Επαναστατική κυβέρνηση πλέει επικίνδυνα ανάμεσα σε δυο σκοπέλους. Αριστερά της ο Έμπερ με τους Αβράκωτους και οι «Λυσσασμένοι» Κορδελιέροι του που βρίσκονταν στην κορυφή του κύματος, αντικατοπτρίζουν την απελπισία των λαϊκών μαζών που είχαν δεχτεί βαρύ πλήγμα από την ακρίβεια της ζωής και την έλλειψη τροφίμων και ζητούν να αποχωρίσει πιο βαθιά η επαναστατική κοινωνική τρομοκρατία. 

Και δεξιά έχει τον Δαντών που εκπροσωπούσε τους μετριοπαθείς ή συγκαταβατικούς που ήθελαν τον τερματισμό της τρομοκρατίας και μια οικονομική πολιτική λιγότερο «διευθηνόμενη» να μπορεί το κράτος δηλαδή να επεμβαίνει το κράτος στην οικονομική πολιτική. Στα τέλη του 1973 αρχές του 1974 ξεσπούν ορισμένα σκάνδαλα στην « συνομωσία των ξένων» φαίνεται ότι είναι αναμεμιγμένοι μερικοί φίλοι του Έμπερ που διατηρούν ύποπτες σχέσεις με ξένους κερδοσκόπους. Στο σκάνδαλο ήταν αναμεμιγμένοι και κάποιοι φίλοι του Δαντών.

Ο αγώνας ήταν σκληρός ανάμεσα στις δυο αυτές ομάδες. Η επιτροπή κοινής σωτηρίας περιορίζονταν στον ρόλο του παρατηρητή, είχε συμφέρων να αφήσει τους αντιπάλους τις να φθείρονται από τις διενέξεις τους. Ωστόσο κρύβει μια προτίμηση για τον Δαντών ή τουλάχιστον μια πιο έκδηλη απέχθεια για τον Έμπερ. Ο πόλεμος των δύο αυτών των φατριών κόντευε να παρασύρει την ίδια την Επαναστατική κυβέρνηση και στο σημείο αυτό είναι που ο Ροβεσπιέρος χτυπά Αριστερά. Στις 11 Μαρτίου του 1794 ο Έμπερ, ο Ρονσεν. Ο Βενσάν και άλλοι ηγέτες των κορδιλιέρων συλλαμβάνονται. 

Ο θάνατος του Έμπερ ήταν σκληρό πλήγμα για τους Παριζιάνους αβράκωτους που χάνουν τον προσανατολισμό τους και αποδιοργανώνονται. Αντίθετα αυτοί που χαίρονταν ήταν οι «συγκαταβατικοί» που πιστεύουν πως με τον θάνατο του Έμπερ θα τελείωνε και η τρομοκρατία και θα έπεφτε η κυβέρνηση των Ιακωβίνων. Η χαρά τους όμως δεν θα κρατήσει πολύ, στις 5 Απριλίου του 1794 ο Δαντών, ο Ντεμουλέν και οι άλλοι «συγκαταβατικοί» παίρνουν τον δρόμο για την λαιμητόμο.

ΜΑΞΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ

Maximilien Francois Marie Isidore de Robespierre (6 Μαϊου 1758 – 28 Ιουλίου 1794)

Ο Ροβεσπιέρος μνημονεύεται συνήθως για τον απόλυτο τρόμο που έφερε στα Γαλλικά εδάφη, οδηγώντας στη λαιμητόμο χιλιάδες πολίτες που θεωρήθηκαν εχθροί της επανάστασης. Ο ριζοσπάστης ηγέτης των Ιακωβίνων και διαπρεπής φιγούρα της Γαλλικής Επανάστασης εγκαινίασε το 1793 τη διαβόητη «Βασιλεία του Τρόμου», ρίχνοντας τη σκιά της θηριωδίας στην πολιτική εξέγερση του γαλλικού λαού.

Όσο κι αν ο ίδιος ήταν αδέκαστος, «Αδιάφθορο» τον αποκαλούσαν οι οπαδοί του, η καταστροφή που επέφερε στην καθημερινότητα του λαού με λίγα ιστορικά παραδείγματα μπορεί να συγκριθεί, ενώ και ο ίδιος από είδωλο του κόσμου έμελλε να μετατραπεί σύντομα στον Νο 1 εχθρό του. Κι όταν οδηγήθηκε τελικά και ο ίδιος στην γκιλοτίνα το 1794, δεν ήταν και πολλοί αυτοί που θρήνησαν τον χαμό του. Η ισχυρότερη προσωπικότητα της Γαλλικής Επανάστασης (όπως τονίζει ο Claude Mazauric στο σχετικό λήμμα του «Dictionnaire historique de la Revolution francaise» του Soboul), ένας από τους ηγέτες των Ιακωβίνων και του κόμματος των «Ορεινών». 

Το 1789 εξελέγη αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων στην οποία δεν έτυχε αρχικώς καμίας διάκρισης και ιδιαίτερης προσοχής. Ο Μιραμπώ μόνο, ο οποίος παρακολουθούσε τις σχολαστικές αγορεύσεις του Ροβεσπιέρου είπε ότι: "Αυτός ο νέος θα πάει μπροστά γιατί πιστεύει σε όσα λέει". Τότε ο Ροβεσπιέρος ήταν ακόμη μετριοπαθής και υπέρ της βασιλείας, είχε δε προτείνει και την κατάργηση της θανατικής ποινής.


Μετά την άλωση της Βαστίλης, ο Ροβεσπιέρος ετέθη επικεφαλής το 1790 των Ιακωβίνων. Όταν οι Ορεινοί (οι Ιακωβίνοι δηλαδή, από τη θέση που καταλάμβαναν στα ορεινά έδρανα της Συνέλευσης ονομάστηκαν Ορεινοί) κατέλαβαν την εξουσία το 1793, ο Ροβεσπιέρος έγινε ουσιαστικός αρχηγός της Γαλλίας. Ετέθη επικεφαλής της Κομμούνας και στη Συμβατική Συνέλευση εισήλθε ως αντιπρόσωπος του λαού του Παρισιού. Ψήφισε το θάνατο του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ και υπέρ της κατάργησης της Βασιλείας.

Για να στερεώσει την εξουσία του απέκρουσε τις κατηγορίες των Γιρονδίνων ότι επεδίωκε την επιβολή δικτατορίας. Εισερχόμενος δε στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας και διευθύνοντας πλέον τους τομείς της Δημόσιας Aσφάλειας και της Δικαιοσύνης, προχώρησε σε προγραφές εναντίον των Γιρονδίνων, για τους οποίους πέτυχε να τεθούν εκτός νόμου, στην εξόντωση των αρχηγών τους, αλλά και τη φυσική εξόντωση πολλών συντρόφων του, όπως του Δαντών, τον οποίο μισούσε θεωρώντας τον βαθύτατα διεφθαρμένο, στέλνοντάς τους στη λαιμητόμο, κάτι που έκανε στη συνέχεια και με τους Εμπερτιστές.

Στην περίοδο της κυριαρχίας του Ροβεσπιέρου επικρατούσε απόλυτη Τρομοκρατία, στηριζόμενη στα Επαναστατικά Δικαστήρια και στην περίφημη Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας. Παρότι, λόγω της προσωπικής του εντιμότητας, του ανεπίληπτου ιδιωτικού του βίου και του αδέκαστου χαρακτήρα του, είχε επονομασθεί από τους ομοϊδεάτες του "αδιάφθορος", δε δίστασε για την εδραίωση του καθεστώτος του, να στέλνει καθημερινά διά του Επαναστατικού Δικαστηρίου στη λαιμητόμο κατά δεκάδες και εκατοντάδες Γάλλους πολίτες αντιφρονούντες, βασιλόφρονες, μετριοπαθείς, αναρχικούς, κλέφτες, ύποπτους, άνδρες, γυναίκες, ακόμη και παιδιά καταδικασθέντες με συνοπτικές διαδικασίες.

Παραλλήλως, προσπάθησε να επαναφέρει ως συστατικό στοιχείο του κράτους, το πρότυπο των αρχαίων Ελληνικών πόλεων (πολιτειών), με ιθύνουσα αρχή την ενότητα και την αρετή, προχωρώντας για το σκοπό αυτό σε αλλαγές στο ημερολόγιο και στη θρησκεία, καθιερώνοντας τη λατρεία του Υπέρτατου Όντος ως θεότητα του Ορθού Λόγου, λατρεία της οποίας ανακηρύχθηκε Μέγας Ποντίφικας σε μεγαλοπρεπή τελετή (16 Νοεμβρίου 1793).

Η Τρομοκρατία, όπως αποκλήθηκε η θηριώδης αυτή περίοδος τριών μηνών, τελείωσε με το πραξικόπημα της 9ης Θερμιδόρ (27 Ιουλίου 1794) το οποίο έγινε από τους ίδιους τους συντρόφους του, όταν συνασπισθέντες οι εχθροί τους στη Συνέλευση εισήγαγαν ψήφισμα να κηρυχθεί αυτός και οι φίλοι του εκτός νόμου. Και ενώ σκόπευαν να τον συλλάβουν και μεταφέρουν από την Εθνοσυνέλευση στις φυλακές του κάστρου του Λουξεμβούργου, οπαδοί του τον φυγάδευσαν και ο Ροβεσπιέρος έσπευσε ως θριαμβευτής στο Δημαρχείο του Παρισιού προσπαθώντας να εξεγείρει τον λαό σε στάση.

Τον πρόλαβαν όμως οι εχθροί του και τον πολιόρκησαν. Τραυματισμένος ο Ροβεσπιέρος προσπάθησε ν' αυτοκτονήσει. Συνελήφθη όμως μαζί με τον αδελφό του Αυγουστίνο, τον Σαιν Ζυστ, τον Κουτόν και άλλους οπαδούς του. Την επόμενη ημέρα (28 Ιουλίου), ο Ροβεσπιέρος οδηγήθηκε στη λαιμητόμο χωρίς δίκη. Μαζί του εκτελέστηκαν οι στενοί του συνεργάτες, Σαιν Ζυστ και Κουτόν, αλλά και ο αδερφός του, Αυγουστίνος, υπό τα χειροκροτήματα του λαού του Παρισιού του οποίου μόλις λίγο καιρό πριν υπήρξε είδωλο. Την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου ακολούθησαν εκτελέσεις 120 περίπου Ιακωβίνων και η διάλυση της λέσχης τους το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς.

Πρώτα Χρόνια

Γεννήθηκε το 1758 στο Άρρας του Αρτουά, τέσσερις μήνες μετά το γάμο του πατέρα του, δικηγόρου με τη κόρη ενός ζυθοπώλη. Η μητέρα του πεθαίνει στη γέννα το 1764. Ο πατέρας του αρχίζει να ταξιδεύει ώσπου το 1778 χάνονται κάποια στιγμή τα ίχνη του. Ο Μαξιμιλιανός βρίσκει καταφύγιο και παρηγοριά στις σπουδές. Καταβροχθίζει κυριολεκτικά του Έλληνες και Λατίνους κλασσικούς και γοητεύεται ιδιαίτερα από το Πλούταρχο. Περισσότερο όμως από τους κλασσικούς, διαμορφώνουν τη πνευματική του προσωπικότητα οι νέες ιδέες της σύγχρονης ιντελιγκέντσιας , που έχουν εισχωρήσει στο ιδιαιτέρα επιδεκτικό περιβάλλον του κολεγίου.

Ο Ροβεσπιέρος έχει εντυπωσιαστεί βαθιά από τις επαναστατικές θέσεις του Μαμπλύ και ακόμα περισσότερο του Ρουσσώ και ιδιαίτερα εμπνέεται από το «κοινωνικό συμβόλαιο». Γεννήθηκε στην πόλη Αρράς στις 6 Μαΐου 1758 και καρατομήθηκε στο Παρίσι στις 28 Ιουλίου 1794. Έζησε πολύ δύσκολα και φτωχικά παιδικά χρόνια, κατόρθωσε όμως να σπουδάσει Νομικά στο Παρίσι και επανερχόμενος στη γενέτειρά του άσκησε τη δικηγορία επιδιδόμενος συγχρόνως στη ποίηση, στη φιλολογία και στη μουσική τέχνη, εκλεγόμενος μέλος της Ακαδημίας του Αρράς.

Καταγόταν από φτωχική οικογένεια του Αρράς, είχε Ιρλανδική καταγωγή (κάποιον μακρινό πρόγονο), ορφάνεψε μάλιστα σε ηλικία 9 ετών από μητέρα. Βλέποντας ότι ο Μαξιμιλιανός δεν ήθελε να φτιάχνει μπίρες, ο παππούς του τον βοήθησε να σπουδάσει στο Κολέγιο "Λουί Λε Γκραν", στο Παρίσι. Αυτό έγινε με υποτροφία και αναφέρεται ότι ακόμα και τα υποδήματα που φορούσε ο φτωχός φοιτητής ήταν τρύπια. Στο Ροβεσπιέρο έτυχε να καλωσορίσει το Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ΄, όταν είχε επισκεφθεί το κολέγιο. Έτσι, και μάλιστα υπό δυνατή βροχή, ο νεαρός φοιτητής τού απήγγειλε επαίνους, ενώ αργότερα θα συναντώνταν ξανά υπό άλλες συνθήκες. 

Παρά τη φτώχεια και την εξαθλίωση, ο παππούς του καταφέρνει να τον στείλει για σπουδές στο Παρίσι, απ' όπου αποφοιτεί το 1781 με πτυχίο στα νομικά, με την βοήθεια σκληρής μελέτης και υποτροφιών. Επιστρέφοντας ο νεαρός Ροβεσπιέρος στη γενέτειρά του, ασκεί τη δικηγορία και σύντομα θα καταφέρει να σταντάρει ένα καλό εισόδημα, («ασχολήθηκε επίμονα με την καλλιέργεια της σκέψης του, η μελέτη ήταν ο Θεός του» σημείωσε ο Στάνλεϋ Λούμις στο «Paris in the Terror).
 
 
Στο Παρίσι, μια από τις πρώτες του δικαστικές επιτυχίες ήταν η υπεράσπιση ενός πολίτη στον οποίο είχε κάνει μήνυση ο γείτονάς του καθώς θεωρούσε το αλεξικέραυνο που είχε στη στέγη του σπιτιού του ως διαβολικό κατασκεύασμα. Η εφεύρεση ήταν νέα για την εποχή και ήταν φυσικό να τρόμαζε τους δεισιδαίμονες στη Γαλλία. Ο Ροβεσπιέρος κέρδισε τη δίκη και έγινε πια διάσημος. Το 1781 ξαναπαίρνει το δρόμο του Αρράς έχοντας μαζί του έναν δικηγορικό τίτλο ένα χρηματικό έπαθλο και την σιδερένια απόφαση του να πάει μπροστά.

Θεωρεί το επάγγελμα του σαν ιεραποστολή, σαν τον μοναδικό τρόπο να πραγματοποιήσει, έστω και κατά ένα μέρος, τα ανθρωπιστικά ιδανικά του. Ασχολείται επίσης με την φιλοσοφία, την ηθική και την φιλολογία. Η φήμη που απολάμβανε ως δικηγόρος θα τον οδηγούσε πίσω στο Παρίσι, όπου θα αρχίσει προοδευτικά να αρθρώνει δημόσιο λόγο, καλώντας για πολιτική αλλαγή στη Γαλλία και κατάργηση της μοναρχίας. Και σαν από καπρίτσιο της μοίρας, ο μετριοπαθής Ροβεσπιέρος καταφέρεται κατά της θανατικής ποινής, την ίδια ώρα που ενστερνίζεται την προωθημένη για την εποχή κοινωνική φιλοσοφία του Ζαν-Ζακ Ρουσό.

Οι αυστηροί ηθικοί κανόνες που ακολουθεί και ο ενάρετος βίος του σύντομα θα του φέρουν το παρατσούκλι «Αδιάφθορος», με τον ίδιο να εκτοξεύει τη φήμη του υπερασπιζόμενος τους φτωχούς και εξαθλιωμένους. Από παιδί φάνηκε ήπιος, ευαίσθητος, πονόψυχος και ιδιαίτερα φιλομαθής, ιδιότητες που διογκώθηκαν αργότερα, όταν διάβασε το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» του Ρουσσώ (Jean – Jacques Rousseau), το οποίο τον βοήθησε να στερεώσει μία υψηλής ποιότητας συνείδηση, βασισμένη σε αρχαίες αρετές όπως το καθήκον, η δικαιοσύνη και η φιλοπατρία. Τις αρετές εκείνες εξέφραζε από πολύ νωρίς με απόλυτο τρόπο.

Σαν ένας καινούργιος Κάτων ο Νεώτερος, με αποτέλεσμα να προκαλεί συχνότατα την αντιπάθεια των ανθρώπων που είχαν ελαστικές συνειδήσεις ή ανύπαρκτες ηθικές αξίες και φυσικά έσπευδαν να τον απομονώσουν για να μην τους ενοχλεί η αυστηρή του παρουσία. Για κάτι τέτοιο οι δικαιολογίες που μπορούσαν να εφευρεθούν ήσαν φυσικά άπειρες, από το δήθεν «παγερό ή θυμωμένο βλέμμα γάτου» που γεννούσαν τα πράσινα μάτια του, έως τον δήθεν «τυραννικό» του χαρακτήρα, τον οποίο εφηύραν και χρησιμοποίησαν με τον πιο αισχρό τρόπο οι εναντίον του συνωμότες και δολοφόνοι του, τον μήνα Θερμιδόρ του έτους 2.

Περιγράφεται από τους περισσότερους ως ένας μορφωμένος, ηθικότατος, εντιμότατος και ικανότατος άνθρωπος με υπερανεπτυγμένο το αίσθημα της δικαιοσύνης (ως μεγάλο δημοκράτη, ανθρωπιστή και υπόδειγμα αρετής τον χαιρετίζουν ανενδοίαστα οι Lefevre, Hamel, Mazauric, Mathiez, κ.ά.), ένας άνθρωπος που «ενσάρκωσε» όλη την Επανάσταση με τίμημα από το 1789 μέχρι την καρατόμησή του να μην έχει καθόλου μα καθόλου προσωπική ζωή (Francois Furet, Patrice Gueniffey στο «Dictionnaire critique de la Revolution francaise», κ.ά.), καθώς και ένας ικανότατος ρήτορας, σύμφωνα με τον μαρξιστή ιστορικό George Rude. 

Συνέταξε και εκφώνησε περίπου 900 λόγους, αν και ο Ταίν θέλει να τον περιγράφει ως έναν «χαμένο σε ρεμβασμούς σχολαστικό». Παρά το γεγονός ότι εκείνοι που τον αντιπαθούν, και τον αντιπαθούν έντονα, τον περιγράφουν ως «την πιο μισητή φιγούρα ολόκληρης της Ιστορίας» (o γνωστός Θρήσκος Ρωμαιοκαθολικός λόρδος Lord Emerich Edward Dalberg Acton, 1910), «έναν αδέξιο, μυγιάγγιχτο, βαρετό, καλοπερασάκια, αόριστα γελοίο και αντιπαθητικό ανθρωπάκο» (ο Άγγλος ιστορικός Richard Cobb) ή «ανίκανο να αγγίξει την πραγματικότητα, περιορισμένο στης αφηρημένες έννοιες, πανούργο, υποκριτή και αλαζόνα» (ο Γουσταύος Λε Μπον).

Συνεπείς με τις αντιλήψεις του, ο Ροβεσπιέρος αγωνίζεται για την πραγματοποίηση της πληρέστερης πολιτικής δημοκρατίας: υποστηρίζει την ελευθερία του τύπου, την ελευθερία του λόγου, το δικαίωμα ψήφου στους έγχρωμους, τους Εβραίους και τους ηθοποιούς. Αντιτίθεται στο δικαίωμα αρνησικυρίας του βασιλιά, αναλαμβάνει την υπερασπίσει του λάου που έκαψε τους πύργους της Βαστίλης και των στρατιωτών του Νανσύ που ξεσηκώθηκαν εναντίον των αξιωματικών τους. Σε κάθε σημαντικό θέμα θα επέμβει για να προτείνει ριζοσπαστικές λύσεις.

Τα 6 χρόνια της διαμονής του στο Παρίσι δεν φαίνεται να άλλαξε σε τίποτα τον δικηγόρο του Αρράς. Προσκολλημένος στο ιδεώδες του της λιτότητας, στην αντίληψη για το σωστό μέτρο, συνεχίζει μια φτωχή ιδιωτική ζωή, αποφεύγει τις κοσμικότητες. Δεν συχνάζει στα επαναστατικά σαλόνια, κρατάει τις παλιές του συνήθειες. Ακόμα και στο ντύσιμο δεν πείστηκε να φορέσει έστω και για μια στιγμή, τον Φριγικό σκούφο, θεαματικό σύμβολο του επαναστατικού κινήματος. Ακόμα και η αισθηματική του ζωή δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον, είναι σχεδόν ανύπαρκτη.

Ο Ροβεσπιέρος υπήρξε στην πραγματικότητα υπερβολικά έντιμος (γι’ αυτό και τον απεκάλεσαν «Αδιάφθορο») και χαρισματικός, ώστε η επιρροή του στο κοινό της Επανάστασης υπήρξε ισχυρότατη, σε σημείο που ο ίδιος παραπάνω εχθρός του, ο Λε Μπον, να ομολογήσει ότι «τις ημέρες που αγόρευε, τα περάσματα φράσσονταν από γυναίκες, επτακόσιες ή οκτακόσιες ήσαν στα θεωρεία και τον χειροκροτούσαν με παραφορά, από τους Ιακωβίνους ακούγονταν λυγμοί όταν μιλούσε, κραυγές, κτυπήματα ποδιών ικανά να καταστρέψουν την αίθουσα».

Αντίθετα από τον απολύτως εχθρικό προς αυτόν Γαλλο-Εβραίο ακαδημαϊκό Αντρέ Μωρουά, που έχει φροντίσει να συμπεριλάβει και τον χαρακτηρισμό «μισογύνης» (sic) στην πυκνή βροχή από απίθανους υβριστικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς, με την οποία η Ακαδημαϊκή μεγαλειότης του έχει περιλούσει τον μεγάλο επαναστάτη, η επίσης όχι θετικά διακείμενη ιστορικός Ρουθ Σκαρ (Ruth Scurr) κάνει τουλάχιστον μία σοβαρότερη ανάλυση (επικεντρωμένη σωστά στον συνδυασμό δύναμης και ευαισθησίας που απέπνεε η προσωπικότητά του) της έντονης έλξης που ένοιωθαν οι πάμπολλες θαυμάστριές του «που τον αγάπησαν στην διάρκεια της σύντομης ζωής του».


«Υπήρξε ο δικηγόρος των αδικημένων», γράφει επίσης η Χίλαρυ Μαντέλ (Hilary Mantel) στο «London Review of Books» και συνεχίζει, «έβαζε τις αρχές πριν από το προσωπικό κέρδος, πριν ακόμα και από την προσωπική φιλία, έτοιμος πάντοτε να δεχθεί προσβολές όσο και έτοιμος να δώσει. Σε ένα πρώϊμο ποίημά του λέει ότι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε έναν δίκαιο άνθρωπο είναι να γνωρίσει, όταν αποχωρεί από την ζωή, ''το μίσος εκείνων για τους οποίους πρόσφερε την ζωή του''», πράγμα που δυστυχώς του συνέβη. Ο αντικειμενικότερος Μινιέ, από την άλλη, τον περιγράφει με τα εξής λόγια:

«Ναι, είχε πραγματικές αρετές. Σοβαρός, ψυχρός, σταθερός, αμετάβλητος, ντυμένος πάντα με τον ίδιον τρόπο, μιλούσε στερεότυπα και έδειχνε συμπεριφορά ορισμένη. Περιφρονούσε το χρήμα και θεωρούσε τον εαυτό του τόσο αγνό, ώστε του επέτρεπε ακόμα και την σκληρότερη πράξη. Απέδειξε ότι ήταν αξιόλογος οργανωτής και ότι διέθετε διοικητικές ικανότητες. Όταν πήρε στα χέρια του την εξουσία, βρήκε την Ευρώπη ολόκληρη εχθρό της Γαλλίας, τα 2/3 της Γαλλίας εχθρούς της Δημοκρατίας και σε 6 μόνο μήνες κατόρθωσε να αποκαταστήσει την τάξη. Διεκήρυσσε ότι προς χάρη της πατρίδας και των αξιών, έπρεπε να εκλείψει ολότελα ο ατομισμός». 

Είσοδος στην Πολιτική 

Το 1788, σε ηλικία 30 ετών, ο Ροβεσπιέρος εκλέγεται αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων και αποκτά νέα φήμη και λαϊκό έρεισμα τόσο από τις σφοδρές επιθέσεις που εξαπολύει κατά της Γαλλικής μοναρχίας όσο και από τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που προωθεί. Ο ίδιος είναι κάθετα αντίθετος τόσο με τη θανατική ποινή όσο και με τον θεσμό της δουλείας, γεγονός που κάνει τμήματα του λαού να συνταχθούν μαζί του. Το 1789, όταν ακόμα ήταν εναντίον της θανατικής ποινής, ο Ροβεσπιέρος εξελέγη αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων. Λίγο μετά ξεσπάει η Γαλλική Επανάσταση. 

Ο φίλος του Καμίλ Ντεμουλέν, δυναμικός νεαρός φοιτητής (που καρατομήθηκε αργότερα κατ' εντολή του Ροβεσπιέρου) θα ηγηθεί αυτών που θα φωνάξουν πρώτοι "Στη Βαστίλη" και ο λαός θα καταλάβει το σύμβολο της απολυταρχίας, τις φυλακές της Βαστίλης, στις 14 Ιουλίου 1789. Τον επόμενο χρόνο (1790) ο Ροβεσπιέρος εξελέγη Πρόεδρος της αριστερής πτέρυγας των Ιακωβίνων. Μετά το 1791, ο "Αδιάφθορος", όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν, δεν έχει πλέον καμία αμφιβολία για την ενοχή του Βασιλιά.

Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ δικάζεται και ο Ροβεσπιέρος έμελλε να πει για την καταδίκη του: "Ο μεγαλύτερος εγκληματίας του κόσμου δεν πρέπει να δικαστεί, είναι ήδη καταδικασμένος". Η θανατική καταδίκη του Βασιλιά είναι γεγονός και ο Λουδοβίκος εκτελείται στη γκιλοτίνα στις 21 Ιανουαρίου του 1793. Στις 2 Ιουνίου, με τον Ροβεσπιέρο να ελέγχει και τη Συμβατική Συνέλευση, οι Ιακωβίνοι θέτουν εκτός νόμου τους αντιπάλους τους, Γιρονδίνους, και αναλαμβάνουν πλήρως την εξουσία.

Η άρνησή του ωστόσο να συμβιβαστεί με την πολιτική πραγματικότητα και η άκαμπτη στάση του ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας σύντομα θα τον φέρουν εκτός νομοθετικού σώματος, παρά το ενδιάμεσο ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης (1789), με τον ίδιο να επιδιώκει πλέον τους σκοπούς του εκτός κυβέρνησης. Με την φήμη του επιτυχημένου δικηγόρου και του αγωνιστή κατά της θανατικής ποινής, ο Ροβεσπιέρος εξελέγη το 1789 αντιπρόσωπος στην Συνέλευση των Τάξεων και το 1790 οι Ιακωβίνοι του Παρισιού τον εξέλεξαν πρόεδρό τους.

Όπως όλοι οι Ιακωβίνοι, ο Ροβεσπιέρος ήταν οπαδός της γενικής και ισότιμης παιδείας για όλον τον λαό, ως όργανο δημιουργίας της λεγόμενης «λαϊκής συνείδησης», η οποία κρινόταν ως η απαραίτητη προϋπόθεση για ένα δημοκρατικό καθεστώς. Στον οικονομικό τομέα κατήγγειλε τον υπερβολικό πλουτισμό των ολίγων πλουτοκρατών και ζητούσε μία ισότητα δικαιωμάτων και ευδαιμονίας μέσα από την γενίκευση της ιδιοκτησίας επάνω στην αρχή «η ιδιοκτησία του κάθε πολίτη δεν θα πρέπει να είναι επιζήμια για τους άλλους, για την ελευθερία τους, την ασφάλειά τους και την δική τους ιδιοκτησία».

Ο Ροβεσπιέρος υπήρξε ένας χαρισματικός όσο και αυστηρός επαναστάτης, με σπανιότατες προσωπικές αρετές, θάρρος, ψυχραιμία, οργανωτική ικανότητα ανίκητη ευγλωττία και υποδειγματική ανιδιοτέλεια, για τον οποίο ο Κοντορσέ, πολιτικός εχθρός του (Γιρονδίνος) θα γράψει: Απορούν όλοι γιατί τόσες πολλές γυναίκες ακολουθούν τον Ροβεσπιέρο παντού, στο σπίτι του, στην Λέσχη των Ιακωβίνων, στην Συνέλευση, στην Λέσχη των Κορδελιέρων. Ο λόγος είναι απλός: η Επανάσταση δεν διαφέρει από Θρησκεία και εκείνος, ως μέγας αρχιερέας της, έχει τους αφοσιωμένους του, κηρύσσει, διαφωτίζει, οργίζεται, μελαγχολεί και είναι αυστηρός στα έργα του όσο και στα λόγια του. 

Εξαπολύει κεραυνούς ενάντια στους πλουτοκράτες και τους ισχυρούς, δαπανά ελάχιστα και οι ανάγκες του είναι μηδαμινές. Η αποστολή του αναπτύσσεται μέσα από τις ομιλίες του και σχεδόν πάντοτε ομιλεί. Έχει μαθητές που τον φρουρούν, δεν μοιάζει όμως με ιδρυτή Θρησκείας, αλλά περισσότερο με αιρεσιάρχη. Έχει πάντα στα χείλη του την θεότητα και την Πρόνοια και στέκει ως πρόμαχος των φτωχών και των αδυνάτων, έχοντας απεριόριστη επιρροή στις γυναίκες και στις παιδικές καρδιές, ενώ την τιμή και τον σεβασμό που του δείχνουν, τα δέχεται πάντοτε με ύφος σοβαρό.

Ο Ροβεσπιέρος και οι άμεσοι συνεργάτες του, πίστευαν ότι η Δημοκρατία, μέσω της παιδείας αλλά και της πολιτικής ισχύος, μπορούσε να αλλάξει τις συνήθειες και τις κατεστημένες αντιλήψεις των ανθρώπων, καθώς και να εξαφανίσει την αχρειοσύνη, την απληστία και την ματαιοδοξία: «επιθυμούμε να αντικατασταθεί στην πατρίδα μας ο εγωϊσμός από το ήθος, η φιλοδοξία από την μετριοφροσύνη, οι συνήθειες από ένα σύστημα αξιών, η φιλανθρωπία από το καθήκον, η τυραννία από την κυριαρχία της Λογικής, η αποστροφή για την δυστυχία από την αποστροφή για την αδικία, η μικρότητα από την μεγαλοψυχία» (δήλωνε ο Ροβεσπιέρος, όπως διασώζεται από τον Μπουοναρόττι).


Ο Ροβεσπιέρος στάθηκε αρνητικά απέναντι στην από τους Γιρονδίνους εμπλοκή της επαναστατημένης Γαλλίας σε πόλεμο με τις ξένες μοναρχίες και τόνιζε ξανά και ξανά ότι «ίσως προδοθούμε και κατά συνέπεια ηττηθούμε, μα εάν νικήσουμε, ο νικητής στρατηγός θα γίνει ο νέος εχθρός του λαού», μία πρόβλεψη που δυστυχώς επιβεβαιώθηκε αργότερα με την περίπτωση του Βοναπάρτη. Ωστόσο, «την περίοδο που κυβερνούσε ο Ροβεσπιέρος, η Γαλλία απέκτησε τεράστιο στρατιωτικό γόητρο, έχοντας τον μεγαλύτερο στρατό της Ευρώπης, πάνω από 800.000 καλά γυμνασμένους άνδρες, που πετούσαν από νίκη σε νίκη» (Μινιέ). 

Παρά την αστική του καταγωγή, στάθηκε επίσης αρνητικά απέναντι στην άνοδο της αστικής τάξης, την οποία είχε καταγγείλει ως αριστοκρατία των πλουσίων υψωμένη επάνω στα ερείπια της αριστοκρατίας των φεουδαρχών «εγώ δεν βλέπω να κερδίζει απολύτως τίποτε ο λαός από μία τέτοια αλλαγή και τακτοποίηση», αντιπροτείνοντας μόνον την εγκαθίδρυση της απόλυτης ισονομίας όλων των τάξεων και όλων των πολιτών. Το 1790 ο Ροβεσπιέρος εκλέγεται πρόεδρος του πανίσχυρου πολιτικού σχηματισμού των Ιακωβίνων, ενώ τον επόμενο χρόνο θα πάρει μέρος στη συγγραφή του επαναστατικού γαλλικού Συντάγματος (Διακήρυξη των Δικαιωμάτων). 

Με τον λαό να έχει ήδη εξεγερθεί κατά του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΣΤ', ο Ροβεσπιέρος μετατρέπεται σε ισχυρό πολέμιο κατά της βασιλείας, ζητώντας την παραδειγματική του τιμωρία. Ταυτοχρόνως, ενθαρρύνει τον λαό να κλιμακώσει την αντίθεσή του κατά της αριστοκρατίας. Κι όταν ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' θα εκτελεστεί τον Ιανουάριο του 1793, ο Ροβεσπιέρος θα νιώσει δικαιωμένος. Είναι πλέον ιδιαιτέρως λαοφιλής και απολαμβάνει μεγάλη δημοτικότητα, όλα όμως έμελλε να αλλάξουν το καλοκαίρι αυτής της χρονιάς, όταν ο Μαξιμιλιανός θα φτάσει να ελέγξει όλη τη Συμβατική Συνέλευση, μετατρέποντας τον δημοκρατικό θεσμό σε απόλυτη δικτατορία.

Μετά την δολοφονία του Μαρά τον Ιούνιο του 1793 και όντας ήδη ο αρχηγός όχι μόνο των Ιακωβίνων αλλά και της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης, ο Ροβεσπιέρος, που είχε ανάμεσα σε άλλα και το όνειρο να φτιάξει ένα κοινοβούλιο με θέσεις για 10.000 θεατές, ώστε οι συνελεύσεις να μορφώνουν πολιτικά τους πολίτες, οργάνωσε μαζί με τους Σαιν Ζυστ και Κουτόν την επαναστατική κυβέρνηση αποκλειστικά γύρω από την Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας, την Κομμούνα και τα επαναστατικά όργανα του λαού του Παρισιού. 

Τρομοκρατία και Νέα Μέτρα

Ο Ροβεσπιέρος κυβέρνησε για τους επόμενους μήνες σχεδόν δικτατορικά, στηριζόμενος σε νέα όργανα, όπως τα Επαναστατικά Δικαστήρια, τα οποία δίκαζαν και έστελναν στη γκιλοτίνα με συνοπτικές διαδικασίες τους αποκαλούμενους και "εχθρούς του λαού", και την πανίσχυρη Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας. Αποτελούσε την "Τριανδρία" (της οποίας ήταν η ηγετική μορφή) μαζί με τους στενούς συνεργάτες του Σαιν Ζυστ και Κουτόν. Ήδη από το 1791 ήταν πολύ λαοφιλής. Ταυτοχρόνως, προέβη σε σειρά μέτρων για την αναμόρφωση της κοινωνικής και θρησκευτικής πραγματικότητας. Από τα σημαντικότερα μέτρα που έλαβε ήταν:

  • Εκκαθάριση του στρατού από τους παλιούς στρατηγούς. Υπήρχαν πλέον, με την αποχώρηση των παλαιών στρατηγών, στρατηγοί ηλικίας ακόμα και 25 ετών.
  • Αναμόρφωση του ημερολογίου. Διαγράφηκε η Κυριακή και ορίστηκαν νέα ονόματα για τους μήνες. Το έτος 1 της επανάστασης (1793) ορίστηκε ως αρχή του ημερολογίου. Επίσης, κρατικοποιήθηκε η περιουσία των μοναστηριών και μειώθηκαν τα προνόμια του κλήρου.

Κατασκευάστηκαν όπλα από το λιώσιμο των μετάλλων των σημάντρων των εκκλησιών (η Γαλλία ήταν τότε υπό πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση) και καθιερώθηκε η λατρεία του Υπέρτατου Όντος. Ολοκληρώθηκε έτσι τυπικά η αποχριστιανοποίηση του κράτους. Η λατρεία τουΥπέρτατου Όντος εγκαθιδρύθηκε από τον Ροβεσπιέρο σε αντιπαράθεση προς τον Καθολικό Χριστιανισμό αφενός και τον αθεϊσμό του Ζακ Ρενέ Εμπέρ (Jacques René Hébert-Εμπερτιστές) αφετέρου.

Εφαρμόστηκε η Τρομοκρατία, με βάση την ιδέα του συνεργάτη του, Ζωρζ Κουτόν. Πρώτα εκτελέστηκαν οι μετριοπαθείς Γιρονδίνοι (Οκτώβριος 1793) και στη συνέχεια άλλοι πολιτικοί, θεωρούμενοι ως ακραίοι, όπως και μεγάλος αριθμός στρατιωτικών και ευγενών. Δεν ξέφυγαν από την εκτέλεση ούτε οι πρώην στενοί του συνεργάτες, Δαντών (Νταντόν) και Ντεμουλέν, επειδή διαφωνούσαν με τα τρομοκρατικά μέτρα, θεωρώντας τον υπερβολικό ιδεαλιστικό φανατισμό του Ροβεσπιέρου εξαιρετικά επικίνδυνο.

Με το νόμο της 10ης Ιουνίου του 1794 (22 Πραιριάλ) αφαιρέθηκε από τους κατηγορουμένους το δικαίωμα της υπεράσπισης, προκρίνοντας ως πρόσχημα την κρισιμότητα των στιγμών (εδραίωση της επανάστασης), η οποία εδύνατο να βλαφτεί από χρονοβόρες διαδικασίες (θύμα του οποίου νόμου έπεσε αργότερα και ο ίδιος ο εμπνευστής του). Έτσι, μέσα σε 6 εβδομάδες, πάνω από 1.400 άτομα οδηγήθηκαν στη λαιμητόμο, μόνο στο Παρίσι, ενώ την ίδια ώρα εκτελέσεις γίνονταν σε αρκετές άλλες πόλεις. Ανάμεσα στα θύματα και πολλοί αδίκως καταδικασθέντες, λόγω συνωνυμίας ή λανθασμένων πληροφοριών.

Η περίοδος αυτή ονομάστηκε Μεγάλη Τρομοκρατία και στιγμάτισε το κοσμοϊστορικό γεγονός της Γαλλικής Επανάστασης. Μέσα στο χάος που επικρατούσε κανένας δεν ήξερε αν θα ήταν το επόμενο θύμα στη γκιλοτίνα, μέσα σε ένα περιβάλλον άκρατων μηχανορραφιών, συκοφαντιών και πολιτικής ίντριγκας. Ο τρόμος είχε απλωθεί για τα καλά πάνω από τη Γαλλική πρωτεύουσα. Αντιμέτωπος με πιέσεις και πολιτικές έριδες τόσο από τους ανταγωνιστές όσο και στο εσωτερικό του σχηματισμού του, ο Ροβεσπιέρος και η επαναστατική του κυβέρνηση εγκαινιάζουν τη «Βασιλεία του Τρόμου» τον Σεπτέμβριο του 1793.
 

Στους επόμενους 11 μήνες, 300.000 εχθροί της Επανάστασης και πολιτικοί αντιφρονούντες συλλαμβάνονται και περισσότεροι από 17.000 οδηγούνται με συνοπτικές διαδικασίες στην γκιλοτίνα, μέσω των Επαναστατικών Δικαστηρίων που ίδρυσε ο Ροβεσπιέρος, στα οποία λόγω του επαναστατικού «επείγοντος» ο κατηγορούμενος δεν είχε δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Σε αυτό το πρωτοφανές όργιο αιματοχυσίας, ο Ροβεσπιέρος εξοντώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους, τους Γιρονδίνους, ενώ από το μακελειό δεν γλιτώνει κανείς που θα βάλει στο στόχαστρο ο «Αδιάφθορος», ακόμα και παιδιά.

Εκτελούνται ευγενείς και αριστοκράτες, ένθεοι και άθεοι, ακραίοι και μετριοπαθείς πολιτικοί και λαός, βασιλόφρονες, άντρες, γυναίκες και παιδιά, σε ένα μπαράζ φρίκης, ίντριγκας και συνωμοσίας που εγκαθίδρυσε για τα καλά τον τρόμο στη Γαλλική καθημερινότητα. Πέρα από το κύμα καταστροφής που επέφερε στην καθημερινότητα, ο Ροβεσπιέρος εισήγαγε και βαθιές τομές σε επίπεδο κοινωνικής οργάνωσης, προσπαθώντας να περιορίσει τη δύναμη του κλήρου και να οργανώσει εκ νέου τη δομή του στρατού.

Δημεύει την εκκλησιαστική περιουσία, μειώνει τα προνόμια του κλήρου και καθιερώνει επισήμως τη λατρεία του Υπέρτατου Όντος (του Ορθού Λόγου δηλαδή), αποδυναμώνοντας καθοριστικά την επίδραση του καθολικισμού. Ταυτοχρόνως, αλλάζει το ημερολόγιο και κάνει το 1793 το 1ο έτος του νέου ημερολογίου του, στο οποίο ωστόσο δεν υπάρχουν πουθενά Κυριακές. Αλλάζει μέχρι και τα ονόματα των μηνών. Ο ίδιος μοιάζει μεθυσμένος από την αχαλίνωτη εξουσία και καλεί σε νέους διωγμούς και εκτελέσεις.

Δίχως την παραμικρή στρατιωτική στήριξη, υποχρεωμένη να επαφίεται μόνο στην εγνωσμένη δειλία των αρκετών πολιτικών της αντιπάλων στην Εθνοσυνέλευση και βεβαίως περικυκλωμένη από πάμπολλους εχθρούς και συνωμότες με τα μέλη της να μην τολμούν στο τέλος να κοιμηθούν στα σπίτια τους ή να προσέλθουν στις συνελεύσεις, η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας αναγκάστηκε να επιβάλει επί 9 μήνες, από τον Οκτώβριο του 1793 έως τον Ιούλιο του 1794, μία επαναστατική δικτατορία, τον λεγόμενο «Τρόμο» («La Τerreur», που ουσιαστικά σήμαινε όχι «Τρομοκρατία».

Όπως από άγνοια ή από κακοήθεια μεταφράζεται επί λέξει, αλλά αμείλικτη εφαρμογή της Δικαιοσύνης κατά τα λόγια του ίδιου του Ροβεσπιέρου: «La Τerreur n' est autre chose que la justice prompte, severe, inflexible»), για να σώσει από την μία την Δημοκρατία από στρατιωτική πανωλεθρία και να την φέρει από την άλλη στην ασφαλή και οριστική πραγμάτωσή της. Στην διάρκεια του λεγόμενου «Τρόμου», η Επιτροπή καρατόμησε πάμπολλους αντεπαναστάτες αλλά και πολιτικούς αντιπάλους της, εξτρεμιστές όσο και συμβιβασμένους πρώην συναγωνιστές της και ψήφισε λίγο πριν το τέλος της έναν «συνοπτικό» νόμο.

Ο οποίος νόμος, επέτρεπε να εκτελούνται οι ύποπτοι δίχως να προηγηθεί δίκη, ενώ, από ένα σημείο και μετά, υποχρεώθηκε σε επιχειρήσεις ελέγχου της Κομμούνας και των άλλων λαϊκών οργάνων. «Για τον ίδιον τον Ροβεσπιέρο όσο και για την Ιστορία», γράφει ο Ε. Χόμπσμπαουμ (E. J. Hobsbawm) στο βιβλίο του «Η Εποχή των Επαναστάσεων, 1789 - 1848», «η Δημοκρατία των Ιακωβίνων δεν ήταν ένα επινόημα για να κερδίζονται οι πόλεμοι, αλλά ένα ιδεώδες, η τρομερή και ένδοξη βασιλεία της Δικαιοσύνης και της Αρετής, όπου όλοι οι καλοί πολίτες ήσαν ίσοι στα μάτια του έθνους και ο λαός συνέτριβε τους προδότες».

Η περίοδος της κυριαρχίας του Ροβεσπιέρου απετέλεσε τον θρίαμβο της Άτεγκτης Δικαιοσύνης και της Αρετής «δίχως την οποία ο Τρόμος είναι ολέθριος» στον ίδιο βαθμό που «η Αρετή δίχως τον Τρομο είναι ανίσχυρη». Όπως τονίζει ο Μινιέ, η φαινομενικά «ωμή» αλλά στην ουσία πέρα για πέρα αναγκαία τακτική του («όποιος περιμένει πάρα πολλά από τους ανθρώπους, είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένος να σκοτώσει αρκετούς»), απέβλεπε στο να εγκαθιδρύσει την κυριαρχία μίας «Αιώνιας Δικαιοσύνης» στις κοινωνίες των ανθρώπων, σε έμπρακτη εφαρμογή των έως τότε θεωρητικών μόνο διατυπώσεων των αρχαίων φιλοσόφων και των ευρωπαίων Διαφωτιστών.

Ο Ροβεσπιέρος είχε ιδιαίτερη απέχθεια για εκείνους που αποκαλούσε «fripons», δηλαδή τους έμπειρους, πανούργους αλλά και αμείλικτους παλιανθρώπους, τους οποίους θεωρούσε «τα κατ' εξοχήν αντιπολιτικά, απολιτικά ή μη-πολιτικά ζώα, τρωκτικά που έχουν το κεφάλι βυθισμένο σε μια γούρνα με λεφτά και τρώνε, τρώνε, τρώνε και σταματημό δεν έχουν». Για εκείνον, η Αρετή ως ήθος, τόλμη και σταθερή συμπεριφορά στην υπηρεσία της Ελευθερίας είναι το αντίδοτο στην απάτη. Έτσι ορισμένη, η Αρετή δεν αποτελεί ούτε προσωπικό ούτε ψυχολογικό ούτε ηθικολογικό γνώρισμα.

Στα μάτια του Ροβεσπιέρου η Αρετή έχει βαθιά πολιτικό και δημοκρατικό χαρακτήρα. Οι αντεπαναστάτες και οι έκτοτε ομοϊδεάτες τους, μίλησαν φυσικά και εξακολουθούν να κάνουν λόγο για «Βασιλεία της Τρομοκρατίας» (διαστρέφοντας όπως προείπαμε το πραγματικό νόημα του όρου «La Τerreur» εκείνης της εποχής), όταν περιγράφουν την εποποιία εκείνης της 9μηνης επαναστατικής διακυβέρνησης, μη έχοντας ωστόσο πειστική απάντηση να δώσουν ούτε στην ερώτηση τι θα έπρεπε κατά την γνώμη τους να πράξει η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας εν μέσω αλλεπάλληλων και από παντού επιθέσεων.  

Ούτε στην ακόμα πιο αδυσώπητη ερώτηση εάν τελικά δικαιολογεί ο αριθμός των θυμάτων έναν τόσο βαρύγδουπα αρνητικό (έστω και εξ εσκεμμένης παρερμηνείας) χαρακτηρισμό: από τον Σεπτέμβριο του 1793 έως τον Φεβρουάριο του 1794 είχαν καρατομηθεί εν μέσω πολύ άγριων καιρών μόνον 238 άνδρες και 31 γυναίκες, την ίδια ώρα που είχαν δικαστεί αλλά αθωωθεί περίπου 200 άτομα, ο δε τελικός συνολικός 9μηνος απολογισμός δεν ξεπέρασε τελικά όσους θανάτωναν οι διάφορες παρατάξεις του Χριστιανισμού στους αιώνες της παντοδυναμίας του, κατά την διάρκεια μίας και μόνον ημέρας.


Oι ιστορικές συγκυρίες και οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις το θέλησαν έτσι ώστε στο διάστημα αυτό η Γαλλία να ζήσει την εμπειρία μιας επαναστατικής διακυβέρνησης. Ενάντια στον "δεσποτισμό των βασιλιάδων", ο δολοφονημένος από τις δυνάμεις της αντίδρασης Zαν - Πωλ Mαρά είχε προτείνει τον "δεσποτισμό της Λευτεριάς", πράγμα που προσπάθησε με χίλιους αγώνες να υλοποιήσει η "Mεγάλη" Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, κάτω από την καθοδήγηση του "αδιάφθορου" Pοβεσπιέρου και του φλογερού Σαιν Zυστ.

Kατά την περίοδο αυτήν έπεσαν βέβαια αρκετά κεφάλια αντεπαναστατών, αλλά ο λαός χόρτασε ψωμί, όπως αποδεικνύουν οι σχετικές αναφορές και μαρτυρίες, οι καταχρήσεις περιορίστηκαν, ο πληθωρισμός σταμάτησε και στα μέτωπα του πολέμου σημειώθηκαν οι πρώτες επιτυχίες. Δυστυχώς, η περίοδος αυτή έληξε σύντομα, και την πλήρωσαν οικτρά τόσο οι πρωταγωνιστές της όσο και οι εξαθλιωμένες λαϊκές μάζες. Αλλά η λάμψη της παραμένει. Γι' αυτόν το λόγο απαιτεί και την προσοχή, επειδή η κατασυκοφάντησή της συνεχίζεται και σήμερα.

Ο ίδιος πάντως ο Ροβεσπιέρος (που «δίχως αμφιβολία ο ίδιος δεν έβλεπε με ικανοποίηση τα σκληρά μέτρα και τους ατελείωτους αποκεφαλισμούς», όπως τονίζει ο Μινιέ), στην ομιλία του της 5ης Φεβρουαρίου 1794 προς την Συντακτική, θα εξηγήσει με πλήρη λογικότητα την αναγκαία καταφυγή – εγκλωβισμό της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας στην βία κατά των αντεπαναστατών και των προδοτών: ''Επιείκεια για τους μοναρχικούς, φωνάζουν κάποιοι, έλεος για τους εγκληματίες! Όχι! Έλεος υπάρχει για τους αθώους, υπάρχει για τους αδύναμους, υπάρχει για τους άτυχους, υπάρχει για την ανθρωπότητα.

Η κοινωνία χρωστάει ασφάλεια μόνον στους σωστούς πολίτες, και τέτοιοι στην Δημοκρατία είναι μόνον οι δημοκρατικοί. Για την Δημοκρατία, οι μοναρχικοί και οι συνωμότες δεν είναι παρά ξένοι προς αυτήν, ή, σωστότερα, εχθροί της. Δεν είναι ο σκληρός αγώνας της Ελευθερίας κατά της τυραννίας συγκεκριμένος και αδιαίρετος; Δεν είναι οι ανάμεσά μας εχθροί σύμμαχοι όλων εκείνων των άλλων που επιτίθενται απέξω;

Οι δολοφόνοι που διαλύουν την χώρα μας, οι συνομωσίες που εξαγοράζουν συνειδήσεις για να ακυρώσουν τις λαϊκές επιταγές, οι προδότες που τις πουλάνε, οι μισθοφόροι συντάκτες προκηρύξεων που στοχεύουν στο να εξευτελίσουν την λαϊκή υπόθεση, να σκοτώσουν την δημόσια αρετή, να υποδαυλίσουν την πυρά της ανταρσίας και να προετοιμάσουν την πολιτική αντεπανάσταση μέσα από την ηθική αντεπανάσταση, είναι άραγε λιγότερο ένοχοι ή λιγότερο επικίνδυνοι από τους τυράννους τους οποίους υπηρετούν;''.

Όπως τονίζει η Σκαρ, με εξαίρεση την ομιλία του της 8ης Θερμιδόρ που έχει διασωθεί στο χειρόγραφο πρωτότυπό της, οι υπόλοιποι πολιτικοί λόγοι του Ροβεσπιέρου, που έχουν συγκεντρωθεί στους 10 τόμους του «Oeuvres compltes» (1910 - 1967) της Παρισινής «Εταιρείας Ροβεσπιερικών Σπουδών» («Societe des Studes Robespierristes») του Albert Mathiez (1874 - 1932), έχουν διασωθεί μέσα από τις εφημερίδες της εποχής, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται εκεί κάποιες αλλοιώσεις.

Την ημέρα που τον συνέλαβαν, η αγαπημένη του Ελεωνόρα Ντυπλαί (την οποία οι φήμες ήθελαν να έχει παντρευτεί μυστικά τον Ροβεσπιέρο με πολιτικό μάρτυρα τον Σαιν Ζυστ, γι’ αυτό και την αποκαλούσαν αργότερα «χήρα Ροβεσπιέρου», έκρυψε τα περισσότερα από τα χειρόγραφά του, τα οποία όμως πολύ αργότερα, το έτος 1815, τα έκαψε ένα φοβικό μέλος της οικογένειας προληπτικά, προς αποφυγή μπελάδων. Ένα τμήμα πάντως των πολυάριθμων χειρογράφων του έπεσε στα χέρια των Θερμιδοριανών και παραδόθηκαν στον E. B. Courtois για να τα εξετάσει και να κάνει σχετική αναφορά στην Συμβατική.

Πράγμα που και έκανε το 1795, αποκρύπτοντας ωστόσο αρκετά αποσπάσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν πολύ αργότερα στο 3τομο «Papiers in e dits trouves chez Robespierre, Saint Just, Payan, etc supprimes ou omis par Courtois» (Paris 1828). Μέχρι το καλοκαίρι του 1794 ωστόσο δεν ήταν λίγοι οι οπαδοί του που άρχισαν να αμφισβητούν τις μεθόδους του, καθώς δεν υπήρχε πλέον ορατός εξωτερικός εχθρός που να απειλεί το μέλλον της Επανάστασης. Ο εχθρός της Επανάστασης ήταν πλέον ο ίδιος ο Ροβεσπιέρος.

Λόγω του ασύλληπτου τρόμου που είχε επιφέρει, σύμμαχοι και αντίπαλοι άρχισαν να φοβούνται για τη ζωή τους. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, δεν θα ήταν καθόλου δύσκολο να δημιουργηθεί ένας περίεργος συνασπισμός μετριοπαθών και επαναστατών για να αντιπαρατεθούν αποφασιστικά (αν και συνωμοτικά) με τον Ροβεσπιέρο και τους ακολούθους του. Μέχρι και παλιοί του σύντροφοι προσχώρησαν στο αντι-ροβεσπιεριανό μέτωπο, τέτοιος ήταν ο φόβος για τη ζωή τους. 

Πραξικόπημα 9ης Θερμιδόρ και η Πτώση του Αδιάφθορου

Προσπαθώντας τον Απρίλιο του 1794 να αποδυναμώσει τις προχωρημένες προτάσεις των εξτρεμιστών άθεων για μετωπική σύγκρουση με την «Θρησκεία των καταπιεστών» (δηλαδή με τον Χριστιανισμό) και για διάδοση του Αθεϊσμού μέσα από μία έλλογη Θρησκεία του Ορθού Λόγου («Λατρεία της Λογικής»), καθώς και μέσα από την διοργάνωση τελετών προς τιμή της Ελευθερίας, της Αλήθειας και της Αρετής, που προκαλούσαν τις εντός και εκτός Γαλλίας αντιδραστικές Χριστιανικές δυνάμεις.


Ο Ροβεσπιέρος, «έχοντας την ευλογία ή την κατάρα να βλέπει μπροστά» όπως επιτυχημένα το έγραψε η Μαντέλ, καθιέρωσε ως επίσημη πολιτειακή λατρεία την «Λατρεία του Υπερτάτου Όντος» (Culte de l’ Etre Supreme), η οποία μπορούσε πλέον να συμπλέει με τον «Ντεϊσμό» του Ρουσώ και των «Εγκυκλοπαιδιστών», που κυριαρχούσε στους μη αθεϊστικούς κύκλους των επαναστατών. Η νέα αυτή λατρεία, δεν ήλθε βεβαίως ευκαιριακά, μόνο για να αποδυναμώσει την «Λατρεία της Λογικής» των ακροαριστερών, αφού η ιδεολογική βάση του Ροβεσπιέρου δεν υπήρξε πρωτίστως πολιτική, όπως νομίζουν οι περισσότεροι, αλλά κατά κύριο λόγο φιλοσοφικο-θρησκευτική.

Εξελίσσοντας την Θρησκεία των Εγκυκλοπαιδιστών, ο Ροβεσπιέρος θεωρούσε ότι η θεότητα, το Αιώνιο Ον, επιθυμούσε την τελική εγκαθίδρυση στην ανθρωπότητα μίας βασιλείας της Αρετής, για την οποία προίκιζε συγκεκριμένους ανθρώπους ως απεσταλμένους αγωνιστές και εργάτες της: «Γάλλοι, πολεμάτε ενάντια σε βασιλιάδες, άρα είστε άξιοι να τιμήσετε την Θεότητα, το Ον των Όντων, τον Σχεδιαστή της Φύσης. Στις καρδιές μας συνυπάρχουν από την μία το μίσος για την ψεύτικη πίστη και την τυραννία και από την άλλη η αγάπη για την δικαιοσύνη και την πατρίδα. Το αίμα μας ρέει στην υπηρεσία της ανθρωπότητας.

Η Θεότητα θα εισακούσει τις προσευχές μας, θα κάνει δεκτές τις θυσίες μας, θα ανταποκριθεί στην λατρεία μας». Μη μπαίνοντας ποτέ στον κόπο να εξετάσουν την κοσμοαντίληψή του, την οποία κατόρθωσε να περάσει στους στενούς συνεργάτες του και την μετέτρεπε σε πράξη με τόσο θεαματικά αποτελέσματα, οι κριτές και επικριτές του απορούν για την καθολική επικράτηση του Ροβεσπιέρου σε όλες τις επαναστατικές διεργασίες των ετών 1793 και 1794 «δεν έχουμε στην πραγματικότητα καμία παραδεκτή εξήγηση πώς ο δικτάτορας απέκτησε τόση επιβολή».

Γράφει ο Λε Μπον και πιθανολογεί αορίστως «την ύπαρξη ίσως σε αυτόν ενός είδους προσωπικής γοητείας, που μας διαφεύγει σήμερα» (sic), ο δε συναγωνιστής του αλλά από ένα σημείο και μετά φανατικός εχθρός του Μπιγιό Βαρέν είχε σημειώσει: «αυτό που βλέπουμε είναι ένας δικηγορίσκος, πριν από όλα άνθρωπος των γραμμάτων, ένας τίμιος και αυστηρός άνθρωπος, αλλά με όψη χωρίς ιδιαιτερότητα, με ένα άχρωμο ταλέντο, ο οποίος ένα πρωί βρίσκεται ανυψωμένος, παρασυρμένος από δεν ξέρω ποιον σίφουνα». 

Στις 27 Ιουλίου 1794 λοιπόν, όταν ο Ροβεσπιέρος ανακοίνωσε στη Συνέλευση ότι ήταν έτοιμος να εκτελέσει και άλλους συνωμότες, κάποιοι από τους οποίους μάλιστα κάθονταν στα έδρανα της Βουλής, ήταν η αφορμή που περίμεναν οι πραξικοπηματίες: τον κατηγορούν ως εχθρό της λαϊκής ενότητας και τον συλλαμβάνουν, δίνοντας ουσιαστικά τέλος στην τυραννία του Ροβεσπιέρου και τη «Βασιλεία του Τρόμου». 

Τα νέα μέτρα προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις. Την 9η Θερμιδόρ του έτους 2 της Επανάστασης, δηλαδή στις 27 Ιουλίου 1794, ο Ροβεσπιέρος εμφανίστηκε στη Συμβατική Συνέλευση και ανέφερε ότι είχε στην κατοχή του κατάλογο με εχθρούς του λαού, ανάμεσά τους και μέλη της Συνέλευσης, τους οποίους όμως δεν ανέφερε. Αυτό σήμαινε σύλληψη και εκτέλεσή τους με συνοπτικές διαδικασίες. Φοβούμενοι ότι μπορεί να είναι κι αυτοί στη λίστα, τα περισσότερα μέλη - βουλευτές της Συμβατικής προκάλεσαν πανδαιμόνιο και δεν άφησαν το δικηγόρο από το Αρράς να μιλήσει.

Ούτε ο φίλος του, Σαιν-Ζυστ, εξέχων ρήτορας που παρέσυρε τα πλήθη, μπόρεσε να πει κάτι. Αντιθέτως, ένα μέλος της Εθνοσυνέλευσης τον προκάλεσε να πει τα ονόματα, αναγκάζοντας τον Ροβεσπιέρο να αιφνιδιαστεί και να ψελλίσει διάφορες δικαιολογίες, κατόπιν των οποίων πολλά μέλη απαίτησαν τη σύλληψή του ως εχθρού της ενότητας του λαού. Επρόκειτο για καλά οργανωμένη συνωμοσία, που μέσα σε λίγες στιγμές αποκαθήλωσε τον μόλις πριν λίγο πανίσχυρο τύραννο. Ο Ροβεσπιέρος και οι φίλοι του, αντιλαμβανόμενοι το δυσμενές για αυτούς κλίμα, θα φύγουν με δυσκολία από το χώρο της Συμβατικής Συνέλευσης και θα πάνε στο δημαρχείο.

Δυστυχώς όμως γι' αυτούς, φάνηκαν αδύναμοι την κρίσιμη εκείνη στιγμή καθώς και εξαιρετικά άτυχοι. Αντί να προστρέξει σε στρατιωτικές δυνάμεις που ακόμα ήλεγχε, ο Ροβεσπιέρος κατέφυγε στο δημαρχείο, όπου δεν υπήρχαν στρατιωτικές δυνάμεις. Επίσης, ο αρχηγός του σώματος που έτρεξε προς βοήθειά του ήταν, αν και γενναίος αξιωματικός, μέθυσος και ανεύθυνος, με αποτέλεσμα η βοήθεια να καθυστερήσει την ώρα που οι πιο πολλές μονάδες ήταν πιστές στο Ροβεσπιέρο και μπορούσε ακόμα να ελέγξει τα γεγονότα.

Τελικώς, η χωροφυλακή πραγματοποίησε έφοδο στο Δημαρχείο για να τον συλλάβει, όπου, σύμφωνα με μία εκδοχή, ένας νεαρός χωροφύλακας, ονόματι Μερντά, θα τσακίσει με μια πιστολιά το σαγόνι του Ροβεσπιέρου. Επικρατέστερη όμως είναι η εκδοχή ότι ο Ροβεσπιέρος αυτοτραυματίστηκε. Όπως και να έχει, μόλις τσακίστηκε το πηγούνι του "Αδιάφθορου", ο Σαιν-Ζυστ δεν έφερε επιπλέον αντίσταση, ο Κουτόν κύλησε με το αναπηρικό του καροτσάκι να ξεφύγει και κόντεψε να σκοτωθεί γλυστρώντας στις σκάλες.

Ο Λε Μπα αυτοκτόνησε ενώ ο αδελφός του, Αυγουστίνος Ροβεσπιέρος, τραυματίστηκε προσπαθώντας να διαφύγει από το μπαλκόνι του δημαρχείου πηδώντας από αρκετό ύψος στο πλακόστρωτο (δε σκοτώθηκε, γιατί έπεσε επάνω σε δύο ανθρώπους), την ώρα που ο λαός παρακολουθούσε τα δραματικά τεκταινόμενα παγωμένος. Πολλοί άνθρωποι, υποστηρικτές του Ροβεσπιέρου, ξεσηκώθηκαν και ζήτησαν την αποφυλάκισή του, ενώ ο ίδιος έμοιαζε πλέον με λαβωμένο αγρίμι, αιφνιδιασμένος καθώς ήταν από την απρόσμενη τροπή των γεγονότων, καταματωμένος, με σκισμένα ρούχα.


Τελικώς, φυλακίστηκε στην Κονσιερζερί, δίπλα από το κελί όπου είχε φυλακιστεί παλαιότερα η Μαρία Αντουανέτα. Από εκεί έβγαινε κανείς μόνο για καρατόμηση. Το μόνο πράγμα για το οποίο μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τον Ροβεσπιέρο, τον οποίο σωστά απεκάλεσε ο E. Hamel «έναν από τους πιο μεγάλους ανθρώπους που μόχθησαν για το Αγαθό επάνω στην γη», ήταν η διπλή «αφέλειά» του να θεωρεί εφικτή την ηθικοποίηση του συνόλου των ανθρώπων, αντικαθιστώντας τα αμέτρητα προσωπικά ελαττώματα με μερικές μετρημένες στο χέρι πολιτικές και κοινωνικές αρετές και να αποδεχθεί τον ρόλο - παγίδα, που ο ανεύθυνος λαός τού είχε με το ζόρι επιβάλει.

Δηλαδή τον ρόλο εκείνου που ενσαρκώνει την Επανάσταση για να θανατωθεί μαζί της. Υπέβαλε συνέχεια τον εαυτό του στον ψυχικό πόνο να υπογράφει αναγκαίες θανατικές καταδίκες με την ελπίδα να λήξει το συντομότερο η μακρά αιματοχυσία, ονειρευόταν (όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί στον Νταβίντ, λίγο πριν ανατραπεί) την ίδρυση κοινωφελών ιδρυμάτων και την δια νόμου κατάργηση της θανατικής πηγής (Μινιέ) και το μόνο που εισέπραξε τελικά από εκείνους για τους οποίους αγωνιζόταν ήταν η συκοφαντία, η συνωμοσία, η προδοσία και ο θάνατος.

Λίγα μόλις βήματα πριν την κατάκτηση της δυνατότητας «η ηθική ν’ αντικαταστήσει τον εγωϊσμό, οι αξίες να πάρουν την θέση των συνηθειών, το καθήκον την θέση της απόλαυσης, η αγάπη για την δόξα την θέση της αγάπης για τον πλούτο», η φονική αχρειότητα, την οποία είχε την αφέλεια να νομίζει ότι μπορεί να κατανικήσει με μόνο όπλο του την καθαρότητα της Αρετής, κατόρθωσε να του κόψει αποφασιστικά και απότομα τον δρόμο, στις 9 του ζεστού μήνα Θερμιδόρ. 

Ο Ροβεσπιέρος και πολλοί από τους πιστούς οπαδούς του οδηγήθηκαν στη φυλακή, ο ίδιος κατάφερε ωστόσο να αποδράσει και βρήκε καταφύγιο στο Δημαρχείο του Παρισιού. Εκεί έμαθε τα συγκλονιστικά νέα, ότι η Συνέλευση τον είχε κηρύξει παράνομο, και προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή του, το μόνο που κατάφερε ωστόσο ήταν να τραυματιστεί στο σαγόνι. Λίγο αργότερα, οι επαναστατικές δυνάμεις θα ορμούσαν στο κτίριο και θα έπιαναν τον Ροβεσπιέρο. Ο ίδιος, τραυματισμένος, απογοητευμένος και σε κακή κατάσταση, δεν θα φέρει άλλη αντίσταση καθώς οδηγείται στο κελί του.

Παρά την Περίοδο της Τρομοκρατίας που είχε εγκαινιάσει στη Γαλλία, ένα μεγάλο τμήμα του λαού καλεί για άμεση αποφυλάκισή του. Την επόμενη μέρα, 28η Ιουλίου 1794, ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος και 21 οπαδοί του οδηγούνται με συνοπτικές διαδικασίες στην γκιλοτίνα, πληρώνοντας κι αυτός το τίμημα των δικών-παρωδία που ο ίδιος είχε σκαρφιστεί. Ως ειρωνικό λες επακόλουθο της εκτέλεσης του Ροβεσπιέρου, η Συνέλευση θα έχανε σύντομα την αξιοπιστία της και η Γαλλική Επανάσταση θα γινόταν προοδευτικά όλο και λιγότερο επαναστατική.

Η Γαλλία δεν άργησε να δει την επιστροφή των αστικών αξιών, της διαφθοράς και της περαιτέρω στρατιωτικής αποτυχίας, γεγονός που θα κλιμακωνόταν το 1799, με το πραξικόπημα του Βοναπάρτη που θα έδινε οριστικά τέλος στο όνειρο του λαού για δημοκρατία: το 1804 ο Ναπολέων αναγορεύτηκε αυτοκράτορας της Γαλλίας. Αμέσως μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου, πάμπολλοι αντεπαναστάτες αλλά και πρώην ομοϊδεάτες του βγήκαν εκ του ασφαλούς να μαγαρίσουν την μνήμη εκείνου που έτρεμαν μπροστά του όταν ζούσε, όπως μαγάρισε και ο κινητοποιημένος από τους συνωμότες όχλος το φτωχικό σπίτι όπου κατοικούσε, χύνοντας κουβάδες αγελαδινού αίματος στην πρόσοψή του.

Παρά την δηλωμένη εχθρότητά του για τον Ροβεσπιέρο, τον αποκαλεί «χλωμό, δηλητηριώδη και μέτριο», αλλά και για την ίδια την Γαλλική Επανάσταση. Ο συγγραφέας Γουσταύος Λε Μπον θα γράψει το 1908: «Τίποτε δεν είναι τρομερότερο από τους ανθρώπους που φοβούνταν και τώρα πια δεν φοβούνται. Οι Πεδινοί εκδικήθηκαν το ότι είχαν τρομοκρατηθεί από τους Ορεινούς, τρομοκρατώντας τους με την σειρά τους. Από την άλλη, η δουλικότητα των πρώην συντρόφων του Ροβεσπιέρου προς την Εθνοσυνέλευση δεν οφείλετο καθόλου σε αισθήματα συμπάθειας προς αυτήν.

Ο Ροβεσπιέρος τούς ενέπνεε έναν αξεπέραστο φόβο, αλλά πίσω από τα άφθονα δείγματα θαυμασμού και ενθουσιασμού που του έδιναν εξαιτίας αυτού ακριβώς του φόβου κρυβόταν ένα βαθύ μίσος. Το αντιλαμβανόμαστε διαβάζοντας τις αναφορές που καταχωρήθηκαν μετά τον θάνατό του στον Μηνύτορα της 11ης, 15ης και 29ης Αυγούστου 1794. Ποτέ σκλάβοι δεν έβρισαν περισσότερο τον κύριό τους μετά την πτώση του». 

Διεισδυτική πάντως αναλύτριά του αποδείχθηκε η προαναφερθείσα Μαντέλ, αν και εν τάχει, όταν ρώτησε και απάντησε η ίδια σχετικά με αυτόν στο «London Review of Books», «Γιατί άραγε η καθαρότητά του αποδείχθηκε θανάσιμη; Γιατί έδειχνε να είναι μια καθαρότητα απόλυτη. Κανείς δεν μπορούσε να τον εξαγοράσει. Κανείς δεν μπορούσε να τον εντυπωσιάσει. Κανείς δεν μπορούσε να τον τρομάξει. Και κανείς δεν μπορούσε να τον διεκδικήσει». 

Η ιστορική έριδα για την προσωπικότητα του Ροβεσπιέρου δεν έχει καταλαγιάσει ακόμα, την ώρα που η συνήθης αναπαράστασή του είναι αυτή του αιμοσταγούς και βάρβαρου τυράννου, η ηθικότητα και ακεραιότητα του χαρακτήρα του δεν έχουν αμφισβητηθεί από κανέναν. Ο ίδιος ένιωσε ότι η χώρα έπρεπε να απαλλαγεί πρώτα από τη διαφθορά για να πετύχει η επανάσταση, επέλεξε ωστόσο την τραγικά λάθος μέθοδο. Και βέβαια ο ίδιος δεν θα γλίτωνε από το αποτρόπαιο δημιούργημά του, τη «Βασιλεία του Τρόμου», αποτελώντας το τελευταίο της θύμα.
 

Ο ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΡΕΤΗ

Ο Χέγκελ φαίνεται να ανήκει στους φιλοσόφους που δεν αστοχούν συχνά στις ιστορικές τους εκτιμήσεις· πάντως δεν έπεσε έξω όταν έκρινε ότι ο Ροβεσπιέρος θεώρησε την αρχή της αρετής το υπέρτατο αγαθό, «σε σημείο που μπορούμε να πούμε ότι αυτός ο άνθρωπος πήρε την αρετή στα σοβαρά». Στην προκειμένη περίπτωση, εξάλλου, η κρίση του φιλοσόφου συμφωνεί με το κοινό αίσθημα που ονόμασε τον γάλλο πολιτικό αδιάφθορο. Πώς καταλάβαινε ο Ροβεσπιέρος την αρετή; Ποιους θεωρούσε αντιπάλους της; Γιατί την όριζε ως αρχή;

Οι ανησυχίες αυτές έχουν ιστορικό ενδιαφέρον, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ελκύσει την προσοχή των πρακτικών και αποτελεσματικών ανθρώπων που απαιτούν οι μοντέρνοι καιροί. Ας είναι· έστω ως απολίθωμα, τι σήμαινε γι' αυτόν τον σημαντικό ηγέτη της αστικής επανάστασης η αρετή; Πολύ συχνά ­ και πολύ πριν από την επανάσταση ­ ο Ροβεσπιέρος εντοπίζει τον βασικό του αντίπαλο σ' αυτό που ονομάζει προκαταλήψεις. Εναντίον τους αποφασίζει ότι υπάρχουν δύο κυρίως όπλα, τα οποία και χρησιμοποιεί σε κάθε ευκαιρία: ο ορθός λόγος και η ευγλωττία. Αυτή η τελευταία χρειάζεται κάποιες εξηγήσεις γιατί κινδυνεύει να παρεξηγηθεί.

Με τον όρο «ευγλωττία» ο Ροβεσπιέρος δεν εννοεί την καλλιέπεια του λόγου αλλά την ευστοχία του. Εύγλωττος είναι αυτός που βρίσκει τις σωστές λέξεις για να ονομάσει το πράγμα που σκοπεύει. Παράδειγμα ευγλωττίας είναι ακριβώς η λέξη που επιλέγει ο Γάλλος επαναστάτης για να χαρακτηρίσει τους εχθρούς της αρετής. Τους ονομάζει fripons. Η λέξη σημαίνει «κλέφτης», «απατεώνας» αλλά με την ιδιαίτερη κλίση του επιτήδειου απατεώνα, εκείνου δηλαδή που ξέρει καλά τη δουλειά του και είναι επιτυχημένος επαγγελματίας στον κλάδο του.

Όπως το λέγει ο Βολταίρος, από τον οποίον ίσως ο Ροβεσπιέρος αλιεύει τη λέξη, τούτος 'δώ ο απατεώνας κλέβει με ευστροφία, πονηριά και κυρίως χωρίς ενδοιασμούς. Στις σημασίες αυτές πρέπει να προστεθεί και η ετυμολογική, καθώς η λέξη προέρχεται από ένα ρήμα που σημαίνει στη ρίζα του «τρώω με βουλιμία». Αυτό είναι λοιπόν το πρώτο ορατό σχήμα που παίρνει η μάζα των εχθρών της αρετής, οι επιτήδειοι απατεώνες-τρωκτικά. Το περίεργο είναι ότι το σχήμα αυτό ο Ροβεσπιέρος επιμένει να το αναγνωρίζει όχι μόνο ­ και κυρίως όχι τόσο ­ στους αντιπάλους και στους εχθρούς της επανάστασης όσο στους όψιμους οπαδούς και στους κραυγαλέους φίλους της.

Έτσι, μόλις πέντε χρόνια μετά την επαναστατική έκρηξη, το 1794, ο Ροβεσπιέρος καταγγέλλει ονομαστικά επώνυμους «κρατικούς διαχειριστές του δημόσιου χρήματος», τους οποίους ονομάζει ακριβώς fripons. Επισημαίνει ότι η καταπολέμησή τους δεν είναι εύκολο πράγμα γιατί η ευκινησία τους είναι τέτοια ώστε, «όταν διώξεις έναν απατεώνα από μια δημόσια υπηρεσία, σίγουρα αυτός θα τρυπώσει σε μιαν άλλη». Η κατάσταση παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις γιατί «πολλά λειτουργήματα και πολλές δημόσιες θέσεις έχουν καταληφθεί από ανθρώπους που πλούτισαν ως φίλοι της ελευθερίας και από κρατικούς λειτουργούς που πολεμούν τη δικαιοσύνη».

Από τις προηγούμενες διαπιστώσεις ο Ροβεσπιέρος συνάγει, σε συμφωνία με τον φίλο του Σεν Ζυστ, ένα συμπέρασμα και παίρνει μόνος του μια απόφαση. Το συμπέρασμα λέει ότι «όσο περισσότερο οι κρατικοί λειτουργοί υποκαθιστούν τον λαό τόσο λιγότερο δημοκρατία υπάρχει». Και η απόφαση, που συνοδεύεται από την προφητική επίγνωση των επιπτώσεών της, στον τελευταίο λόγο του Αδιάφθορου από το βήμα της Εθνοσυνέλευσης:

«Έχω γίνει για να πολεμώ το έγκλημα και όχι να το κυβερνώ. Δεν έφτασε η στιγμή που οι άνθρωποι του καλού μπορούν ατιμωρητί να υπηρετήσουν την πατρίδα· οι υπερασπιστές της ελευθερίας θα είναι αποδιοπομπαίοι όσο θα κυριαρχούν οι ορδές των απατεώνων». Η αρετή ως ήθος, τόλμη και σταθερή συμπεριφορά στην υπηρεσία της ελευθερίας είναι το αντίδοτο στην απάτη. Ετσι ορισμένη, η αρετή δεν αποτελεί ούτε προσωπικό ούτε ψυχολογικό ούτε ηθικολογικό γνώρισμα. Στα μάτια του Ροβεσπιέρου η αρετή έχει βαθιά πολιτικό και δημοκρατικό χαρακτήρα.

Στην προκειμένη περίπτωση ο επαναστάτης πολιτικός ακολουθεί το πρότυπο του αριστοκράτη θεωρητικού: «Το κεντρικό ελατήριο των δημοκρατιών είναι η αρετή, όπως το απέδειξε ο συγγραφέας του Πνεύματος των νόμων,δηλαδή η πολιτική αρετή, που δεν είναι άλλο πράγμα από την αγάπη των νόμων και της πατρίδας. Η ίδια η σύσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος απαιτεί τη διαρκή υποχώρηση όλων των επί μέρους συμφερόντων, όλων των διαπροσωπικών σχέσεων μπροστά στο γενικό καλό».

ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ Ο ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ

Ο Ροβεσπιέρος είχε σταθερό χαρακτήρα, θέληση δυνατή και μία ακλόνητη πεποίθηση. Την ψυχική του ευαισθησία ισοφάριζε και μάλιστα ίσως ξεπερνούσε η ακαμψία των αρχών του. Χωρίς αμφιβολία γίνονταν μέσα του τρομερές μάχες, όταν το καλό του λαού ερχόταν σε αντίθεση με την κλίση της καρδιάς του προς την ηπιότητα και το έλεος. Χίλιες περιπτώσεις στην ζωή του υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό. Πόσες φορές δεν τον είδαμε, στο πιο κρίσιμο σημείο της «τρομοκρατίας», να παίρνει το μέρος ενός υπόπτου που τον κατήγγειλαν στην «Επιτροπή της Δημόσιας Σωτηρίας» (Comite de Salut Public), να τον δικαιολογεί, να του δίδει τα μέσα για την υπεράσπισή του, ή ακόμα και τελικά να τον σώζει;

Ο Ροβεσπιέρος είχε κατανοήσει όλο το εύρος της εντολής που είχε λάβει. Είχε κατανοήσει ότι όχι μόνο έπρεπε να φιμώσει την μοναρχία και να κόψει τα νύχια της Εκκλησίας και των ευγενών αλλά να τους αντικαταστήσει παντού με την μεσαία τάξη. Είχε κατανοήσει ότι έπρεπε να καλέσει την μεσαία και την κατώτερη τάξη, δηλαδή όλον τον λαό, να συμμετάσχει στην εθνική κυριαρχία. Για τον Ροβεσπιέρο, η κυριαρχία του λαού θα ήταν απατηλή εάν η ψηφοφορία δεν είναι καθολική και οι βουλευτές, οι δικαστές, οι νομάρχες και οι δημόσιοι ανώτεροι υπάλληλοι δεν εκλέγονταν από ενήλικες πολίτες που δεν είχαν απολέσει τα πολιτικά τους δικαιώματα.


Εάν οι πολίτες δεν είχαν το δικαίωμα να εκφράζουν την γνώμη τους και να συνδέονται, να συνεταιρίζονται, όπως εκείνοι κρίνουν, και εάν ένα πρόσωπο που λέγεται βασιλιάς ήταν κάτοχος της ανώτατης εξουσίας και μπορούσε όπως εκείνος ήθελε να περιορίζει τις πολιτικές ελευθερίες και να εκμεταλλεύεται τριάντα εκατομμύρια ανθρώπους κάτω από την δεσποτική του θέληση, όσο θα υπήρχαν μονοπώλια, όσο θα υπήρχαν στην Γαλλία από την μία οι εκλεκτοί, παπάδες και ευγενείς, και από την άλλη οι διάφοροι αποκλεισμένοι, τότε η κυριαρχία του λαού θα ήταν απατηλή.

Με την καρδιά γεμάτη από αυτές τις ιδέες, έφτασε λοιπόν στο Παρίσι για να λάβει μέρος στην Γενική Συνέλευση. Είχε μελετήσει σε βάθος την Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία. Είχε την υπερηφάνεια ενός Ρωμαίου και το φρόνημα ενός Σπαρτιάτη. Δυστυχώς δεν είχε μελετήσει αρκετά για την εποχή που ζούσε και για το έθνος που ήθελε να αναμορφώσει. Έκανε το λάθος όλων όσων απομονώνονται και ζουν περισσότερο με τα βιβλία τους παρά με τους σύγχρονούς τους ανθρώπους.

Το αποτέλεσμα ήταν, όταν θέλησε να εφαρμόσει έμπρακτα τις θεωρίες που συνέλαβε μέσα στο αναγνωστήριό του, να συναντήσει σφοδρές αντιδράσεις, οπότε υποχρεώθηκε να μεταχειριστεί ακραία μέσα. Θα μπορούσε να είχε αντιμετωπίσει ευκολότερα εκείνες τις αντιδράσεις εάν οι θεωρίες του ήσαν συμβιβασμένες με τα ήθη και τα έθιμα ή τις προκαταλήψεις του Γαλλικού Έθνους. Δεν υπάρχει κανένα έθνος σαν τον ακατέργαστο χρυσό τον οποίο ρίχνεις μέσα στην χοάνη για να τον καθαρίσεις, αλλά αργά - αργά, δια μέσου σταδιακών, συνετών αλλαγών στα διάφορα επίπεδα των θεσμών κατορθώνουμε να αφαιρέσουμε την διαφθορά και τα λάθη του λαού.

Μόνο συνηθίζοντας τον λαό σιγά - σιγά στο καθεστώς της ελευθερίας τον κάνουμε τελικά άξιο να ζήσει ελεύθερος. Δέχομαι ωστόσο και συμμερίζομαι τις πολιτικές απόψεις του Ροβεσπιέρου. Απορρέουν από την Φύση. Οι πηγές τους είναι μέσα στην δικαιοσύνη, την αγάπη προς την ανθρωπότητα, πράγματα τα οποία επικρίνω διότι είναι απόλυτες αξίες και για να εφαρμοσθούν οδηγούν στην άμεση καταστροφή όλων όσων εναντιώνονται».

Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΕΚΦΩΝΗΣΕ ΤΟΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ ΤΟΥ 1794

Η ιστορία έχει συχνά απεικονίσει τον Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο είτε ως κυνικό αστό είτε ως αιμοδιψή εγκληματία. Επιπλέον, του προσάπτει ότι απέκτησε σχεδόν δικτατορική ισχύ κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας της Γαλλικής Επανάστασης, ενώ είναι αμφίβολο ότι ο Ροβεσπιέρος πράγματι κατόρθωσε ποτέ να γίνει τόσο ισχυρός. Μετά την εκτέλεσή του στη λαιμητόμο, η μνήμη του έγινε στόχος αναρίθμητων επιθέσεων, ενώ πολλά από τα υπάρχοντά του, τα αρχεία του και τα έγγραφά του καταστράφηκαν.

Σήμερα η άποψη της Ιστορίας είναι πιο μετριοπαθής: μολονότι ο Ροβεσπιέρος ήταν αναμφισβήτητα ο κυριότερος πρωταγωνιστής της τρομοκρατίας, όπως προκύπτει και από τον λόγο που εκφώνησε τον Φεβρουάριο του 1794, ήταν επίσης φλογερός πατριώτης και οπαδός της ισότητας στον πλούτο, στην εργασία και στην εκπαίδευση.

" Πολίτες, αντιπρόσωποι του λαού, πριν από λίγο καιρό σας παρουσιάσαμε τις αρχές της εξωτερικής μας πολιτικής. Τώρα ερχόμαστε να αναπτύξουμε τις αρχές της πολιτικής ηθικής με τις οποίες θα κυβερνήσουμε το εσωτερικό της χώρας. Έχοντας για πολύ καιρό ακολουθήσει τον δρόμο που τους υπέδειξε η τύχη, παρασυρμένοι κατά κάποιο τρόπο από τις προσπάθειες καταπολέμησης των αντιπαραθέσεων, οι αντιπρόσωποι του λαού απέκτησαν τελικά ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα και παρήγαγαν ένα συγκεκριμένο είδος διακυβέρνησης. 

Μια ξαφνική αλλαγή στην επιτυχία του έθνους έκανε γνωστή στην Ευρώπη την αναγέννηση που συντελέστηκε στην εθνική αντιπροσωπεία. Ως αυτή τη στιγμή, όμως, ακόμη και τώρα που σας απευθύνομαι, πρέπει να αναγνωριστεί πως έχουμε παρασυρθεί μέσα στη θύελλα της επανάστασης περισσότερο από μια αγάπη προς το δίκαιο και μια αίσθηση των αναγκών της πατρίδας μας παρά από μια συγκεκριμένη θεωρία και συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς, τους οποίους δεν βρήκαμε ούτε τον χρόνο στοιχειωδώς να σχεδιάσουμε.

Είναι καιρός να καθορίσουμε ξεκάθαρα τους σκοπούς της επανάστασης και το σημείο που επιθυμούμε να φτάσουμε. Είναι καιρός να αναρωτηθούμε για τα εμπόδια που υπάρχουν ακόμη ανάμεσά μας και τις επιθυμίες μας, και για τα πιο ενδεδειγμένα μέσα για να τις πραγματοποιήσουμε. Μια σκέψη απλή και σημαντική που μοιάζει να μην έχει ακόμη προβλεφθεί. Πράγματι, πώς μια χυδαία και διεφθαρμένη κυβέρνηση μπόρεσε να τολμήσει να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη της πολιτικής εντιμότητας; Ένας βασιλιάς, μια υπερήφανη σύγκλητος, ένας Καίσαρας, ένας Κρόμγουελ. 

Η πρώτη φροντίδα καθενός από αυτούς υπήρξε η κάλυψη των σκοτεινών σχεδίων τους κάτω από τον μανδύα της θρησκείας, η συμβολή σε κάθε βίτσιο, το χάιδεμα κάθε κόμματος, η καταστροφή εντίμων ανδρών, η καταπίεση και η εξαπάτηση του λαού προκειμένου να επιτύχουν τους σκοπούς της δόλιας φιλοδοξίας τους. Αν δεν είχαμε να εκπληρώσουμε ένα καθήκον μεγάλης σπουδαιότητας, αν όλη μας η ανησυχία ήταν να ιδρύσουμε ένα κόμμα ή να δημιουργήσουμε μια νέα αριστοκρατία, ίσως να είχαμε πιστέψει, όπως κάποιοι συγγραφείς, περισσότερο αδαείς παρά κακοήθεις, υποστήριξαν ότι το σχέδιο της Γαλλικής Επανάστασης θα βρισκόταν γραμμένο στα έργα του Τάκιτου και του Μακιαβέλι. 


Ίσως να είχαμε αναζητήσει τα καθήκοντα των αντιπροσώπων του λαού στην ιστορία του Αυγούστου, του Τιβέριου ή του Βεσπασιανού, ή ακόμη σε αυτήν ορισμένων Γάλλων νομοθετών. Γιατί οι τύραννοι είναι ουσιαστικά ίδιοι, διαφέροντας μόνο στις αποχρώσεις της δολιότητας και της απανθρωπιάς. Εμείς από τη μεριά μας ερχόμαστε τώρα να κάνουμε όλον τον κόσμο συμμέτοχο στα πολιτικά μυστικά σας, με σκοπό όλοι οι φίλοι της χώρας να μπορούν να ενωθούν με τη φωνή της λογικής και του κοινού συμφέροντος, και το γαλλικό έθνος και οι αντιπρόσωποί του να γίνονται σεβαστοί σε όλα τα έθνη που λαμβάνουν γνώση των πραγματικών τους αρχών. 

Και οι μηχανορράφοι, που πάντα αναζητούν να υποσκελίσουν άλλους μηχανορράφους, να μπορούν να κρίνονται από την κοινή γνώμη με βάση καθορισμένες και ξεκάθαρες αρχές. Κάθε προληπτικό μέτρο πρέπει να χρησιμοποιηθεί νωρίς για να τοποθετήσει τα συμφέροντα της ελευθερίας στα χέρια της αλήθειας, η οποία είναι αιώνια, παρά σε αυτά των ανθρώπων που αλλάζουν, έτσι ώστε αν η κυβέρνηση ξεχάσει τα συμφέροντα του λαού ή πέσει στα χέρια διεφθαρμένων ανδρών, σύμφωνα με τη φυσική πορεία των πραγμάτων, το φως των αναγνωρισμένων αρχών να αποκαλύψει τις προδοσίες τους και κάθε νέα κλίκα να γνωρίζει τον θάνατό της και μόνο στη σκέψη ενός εγκλήματος.

Είναι ευτυχισμένος ο λαός που πετυχαίνει αυτόν τον σκοπό. Γιατί, όποιες και αν είναι οι ραδιουργίες που εξυφαίνονται ενάντια στην ελευθερία του, τι επινοητικότητα επιδεικνύει η κοινή λογική όταν πρόκειται για την εγγύηση της ελευθερίας. Ποια είναι η κατάληξη της επανάστασής μας; Η γαλήνια απόλαυση της ελευθερίας και της ισότητας. Η βασιλεία αυτής της αιώνιας δικαιοσύνης, οι νόμοι της οποίας είναι χαραγμένοι όχι σε μάρμαρο ή πέτρα αλλά στις καρδιές των ανθρώπων, ακόμη και στην καρδιά του σκλάβου που τους έχει ξεχάσει και σε αυτήν του τύραννου που τους απαρνιέται.

Επιθυμούμε αυτή την τάξη πραγμάτων όπου όλα τα ταπεινά και απάνθρωπα πάθη να είναι αλυσοδεμένα, όλα τα αγαθοποιά και γενναιόδωρα πάθη αφυπνισμένα από τους νόμους· όπου η φιλοδοξία συντηρείται από μια επιθυμία να αξίζει κάποιος τη δόξα και να υπηρετεί τη χώρα του· όπου οι διακρίσεις αναπτύσσονται εκτός του συστήματος της ισότητας, όπου ο πολίτης υποτάσσεται στην εξουσία του δικαστή, ο δικαστής υπακούει σε αυτήν του λαού και ο λαός διέπεται από αγάπη για δικαιοσύνη. 

Όπου η χώρα διασφαλίζει την άνεση του κάθε ατόμου και όπου κάθε άτομο υπερηφανεύεται για την ευημερία και τη δόξα της πατρίδας του· όπου κάθε ψυχή διογκώνεται από μια ελεύθερη επικοινωνία των δημοκρατικών αισθημάτων και από την αναγκαιότητά του να αξίζει την εκτίμηση ενός σπουδαίου λαού· όπου οι τέχνες χρησιμεύουν για να διακοσμήσουν αυτή την ελευθερία που τους δίνει αξία και στήριξη, και το εμπόριο είναι πηγή δημόσιου πλούτου και όχι μόνο η συγκέντρωση απέραντου πλούτου από λίγα άτομα.

Επιθυμούμε στην πατρίδα μας η ηθική να αντικαταστήσει την έπαρση, η εντιμότητα την ατιμία, οι αρχές τα έθιμα, τα καθήκοντα τους καλούς τρόπους, η αυτοκρατορία της λογικής την τυραννία της υψηλής κοινωνίας, η περιφρόνηση της ανηθικότητας την περιφρόνηση της ατυχίας, η υπερηφάνεια τη θρασύτητα, η μεγαλοψυχία τη ματαιοδοξία, η αγάπη για δόξα την αγάπη για τα χρήματα, οι καλοί άνθρωποι την καλή παρέα, η αξία τη ραδιουργία, η ευφυΐα το πνεύμα, η αλήθεια τη φανταχτερή επίδειξη, τα θέλγητρα της ευτυχίας τη βαρεμάρα του αισθησιασμού, το μεγαλείο του ανθρώπου τη μικρότητα του μεγαλείου, ένας λαός μεγαλόψυχος, ισχυρός, ευτυχισμένος έναν λαό αξιαγάπητο, επιπόλαιο και μίζερο. 

Με μια λέξη, όλες οι αρετές και τα θαύματα μιας δημοκρατίας αντί όλων των ανηθικοτήτων και των παραλογισμών μιας μοναρχίας. Επιθυμούμε, με μια λέξη, να εκπληρώσουμε τις προθέσεις της φύσης και το πεπρωμένο του ανθρώπου, να πραγματοποιήσουμε τις υποσχέσεις της φιλοσοφίας και να απαλλάξουμε την οικονομία από μια μακρά βασιλεία εγκλήματος και τυραννίας. 

Αυτή η Γαλλία, κάποτε επιφανής μεταξύ των σκλαβωμένων εθνών, μπορεί επισκιάζοντας τη δόξα όλων των ελεύθερων χωρών που υπήρξαν ποτέ να γίνει υπόδειγμα για τα έθνη, τρόμος για τους καταπιεστές, παρηγοριά για τους καταπιεσμένους, ένα στολίδι του σύμπαντος· και σφραγίζοντας το έργο με το αίμα μας ίσως μπορέσουμε τουλάχιστον να γίνουμε μάρτυρες της αυγής της λαμπρής ημέρας της παγκόσμιας ευτυχίας. Αυτή είναι η φιλοδοξία μας, αυτός είναι ο σκοπός των προσπαθειών μας.

Από τη στιγμή που η αρετή και η ισότητα είναι η ψυχή της δημοκρατίας, και που ο στόχος σας είναι να ιδρύσετε, να ενδυναμώσετε τη δημοκρατία, συνεπάγεται ότι ο πρώτος κανόνας της πολιτικής σας συμπεριφοράς πρέπει να είναι το να επιτρέψετε σε όλα σας τα μέτρα την τάση να διατηρούν την ισότητα και να ενθαρρύνουν την αρετή, γιατί η πρώτη φροντίδα του νομοθέτη πρέπει να είναι η ενδυνάμωση των αρχών πάνω στις οποίες βασίζεται η διακυβέρνηση. 

Από εδώ και στο εξής πρέπει να υιοθετείτε και να στηρίζετε όλα αυτά που τείνουν να προκαλούν αγάπη για τη χώρα, που εξαγνίζουν τους τρόπους, που εξυψώνουν το μυαλό, που κατευθύνουν τα πάθη της ανθρώπινης καρδιάς προς το κοινό καλό. Όλα αυτά που τείνουν να τα ταπεινώσουν, μετατρέποντάς τα σε εγωισμό, να ξυπνήσουν μια τρέλα για μικρότητα και μια περιφρόνηση για το μεγαλείο, αυτά πρέπει να τα απορρίψετε ή να τα καταπνίξετε. Στο σύστημα της Γαλλικής Επανάστασης αυτό που είναι ανήθικο είναι ασύμφορο και ό,τι τείνει να διαφθείρει είναι αντεπαναστατικό. 


Αδυναμίες, ανηθικότητες, προκαταλήψεις αποτελούν τον δρόμο προς τη μοναρχία. Παρασυρμένοι, πολύ συχνά ίσως, από τη δύναμη παλαιών συνηθειών, όπως επίσης από την έμφυτη ατέλεια της ανθρώπινης φύσης, σε λανθασμένες ιδέες και μικρόψυχα συναισθήματα, έχουμε περισσότερα να φοβηθούμε από τις υπερβολές της αδυναμίας, παρά από τις υπερβολές της ενέργειας. Η θέρμη του ζήλου ίσως δεν είναι ο πιο επικίνδυνος βράχος που πρέπει να παρακάμψουμε, αλλά περισσότερο αυτή η ατονία που παράγει η ευκολία και μια δυσπιστία για το ίδιο μας το θάρρος. 

Επομένως, συνεχώς κουρδίζετε το ιερό ελατήριο της δημοκρατικής διακυβέρνησης και μην το αφήνετε να ξεκουρδιστεί. Δεν χρειάζεται να πω ότι δεν είμαι εδώ για να δικαιολογήσω καμία υπερβολή. Και οι πιο ιερές αρχές μπορούν να γίνουν αντικείμενο κατάχρησης: η σοφία μιας κυβέρνησης πρέπει να καθοδηγήσει τους χειρισμούς της σύμφωνα με τις περιστάσεις, πρέπει να ρυθμίσει τα όριά της, να επιλέξει τα μέσα της. Γιατί ο τρόπος που προκαλούνται τα σημαντικά πράγματα είναι ένα ουσιαστικό κομμάτι του ταλέντου της παραγωγής τους, όπως ακριβώς η σοφία είναι μια απαραίτητη ιδιότητα της αρετής...

Δεν είναι απαραίτητο να περιγράψω λεπτομερώς τις φυσικές συνέπειες της αρχής της δημοκρατίας, είναι η ίδια η αρχή, απλή και όμως πλούσια, που αξίζει να αναπτυχθεί. Η δημοκρατική αρετή μπορεί να ληφθεί υπόψη καθώς σέβεται τον λαό και την κυβέρνηση. Είναι αναγκαία και στις δύο περιπτώσεις. Οταν ωστόσο η κυβέρνηση απλά την επιθυμεί, τότε υπάρχει διέξοδος σε αυτή του λαού, όταν όμως ο ίδιος ο λαός είναι διεφθαρμένος, τότε η ελευθερία είναι ήδη χαμένη. Ευτυχώς η αρετή είναι στη φύση του ανθρώπου, παρά τις αριστοκρατικές προκαταλήψεις. 

Ένα έθνος είναι πράγματι διεφθαρμένο όταν, έχοντας σιγά σιγά χάσει τον χαρακτήρα και την ελευθερία του, γλιστρά από τη δημοκρατία στην αριστοκρατία ή στη μοναρχία. Αυτός είναι ο θάνατος του πολιτικού σώματος από βαθιά γηρατειά. Όταν όμως από θαυμαστά αποτελέσματα θάρρους και λογικής, ένας ολόκληρος λαός κάνει κομμάτια τις αλυσίδες του δεσποτισμού προκειμένου να φτιάξει από τα κομμάτια τους τρόπαια στην ελευθερία, όταν, από την έμφυτη δύναμή του, ξεφεύγει κατά κάποιον τρόπο από τα χέρια του θανάτου για να ξαναποκτήσει όλη τη δύναμη της νεότητας. 

Όταν εκ περιτροπής είναι επιεικής και αμείλικτος, ατρόμητος και υπάκουος, δεν μπορεί να εμποδιστεί από απόρθητες επάλξεις ούτε από τις αμέτρητες στρατιές που οι τύραννοι στέλνουν εναντίον του, αλλά από μόνος του ακούγοντας τη φωνή του νόμου. Αν τότε δεν φτάσει στα ύψη του πεπρωμένου του, δεν μπορεί να είναι λάθος κανενός παρά αυτών που κυβερνούν. Ακόμη, μπορεί να ειπωθεί ότι για να αγαπήσει τη δικαιοσύνη και την ισότητα ο λαός δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια αρετής. Είναι αρκετό το να αγαπά τον εαυτό του.

Αν η αρετή είναι το ελατήριο μιας λαϊκής διακυβέρνησης σε καιρό ειρήνης, το ελατήριο αυτής της διακυβέρνησης κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης είναι η αρετή συνδυασμένη με τρόμο: αρετή, χωρίς την οποία ο τρόμος είναι καταστροφικός. Τρόμος, χωρίς τον οποίο η αρετή είναι ανίκανη. Ο τρόμος είναι μόνο γρήγορη δικαιοσύνη, αυστηρή και άκαμπτη. Πρόκειται τότε για μια απόρροια της αρετής. Είναι λιγότερο μια διακριτή αρχή παρά μια φυσική συνέπεια της γενικής αρχής της δημοκρατίας, εφαρμοσμένη στις πιο πιεστικές ανάγκες της χώρας. Έχει ειπωθεί ότι ο τρόμος είναι το ελατήριο της δεσποτικής κυβέρνησης. 

Μοιάζει τότε η δική σας με τέτοια; Ναι, όπως το ατσάλι που λαμποκοπά στα χέρια των ηρώων της ελευθερίας μοιάζει με το ξίφος με το οποίο οι δορυφόροι της τυραννίας είναι οπλισμένοι. Αφήστε τον δεσπότη να κυβερνήσει με τον τρόμο τους εξευτελισμένους υπηκόους του. Πράττει σωστά ως δεσπότης. Νικήστε με τον τρόμο τους εχθρούς της ελευθερίας και θα πράξετε σωστά σαν ιδρυτές της δημοκρατίας. Η κυβέρνηση σε μια επανάσταση είναι ο δεσποτισμός της ελευθερίας εναντίον της τυραννίας. Σκοπό η δύναμη έχει μόνο την προστασία του εγκλήματος; Δεν είναι φτιαγμένος ο κεραυνός του ουρανού επίσης για να διαλύει την ανηθικότητα;

Ο νόμος της αυτοσυντήρησης, για κάθε ον φυσικό ή ηθικό, είναι ο πρώτος νόμος της φύσης. Το έγκλημα σφαγιάζει τη δικαιοσύνη για την εξασφάλιση ενός θρόνου, και η αθωότητα παλεύει με όλη τη δύναμή της ενάντια στις απόπειρες του εγκλήματος. Αν η τυραννία βασίλευε μία μόνο μέρα ούτε ένας πατριώτης δεν θα επιβίωνε. Για πόσο ακόμη η τρέλα των δεσποτών θα ονομάζεται δικαιοσύνη, και η δικαιοσύνη του λαού βαρβαρότητα ή εξέγερση; Πόσο τρυφερά αντιμετωπίζονται οι καταπιεστές και πόσο αυστηρά οι καταπιεζόμενοι. 

Τίποτε πιο φυσιολογικό: όποιος δεν απεχθάνεται το έγκλημα δεν μπορεί να αγαπήσει την αρετή. Ωστόσο ή το ένα ή το άλλο πρέπει να συντριβεί. Ας δείξουμε έλεος στους μοναρχικούς, λένε κάποιοι. Συγχωρήστε τους κακούργους. Οχι. Να δείχνετε έλεος στην αθωότητα, συγχωρήστε τους ατυχείς, δείξτε συμπόνια στην ανθρώπινη αδυναμία. Η προστασία της κυβέρνησης αρμόζει μόνο σε φιλήσυχους πολίτες. Και όλοι οι πολίτες στη δημοκρατία είναι δημοκρατικοί. Οι μοναρχικοί, οι συνωμότες, είναι ξένοι ή καλύτερα εχθροί. Δεν είναι αυτή η τρομερή πάλη, που η ελευθερία συντηρεί ενάντια στην τυραννία, αδιαίρετη; 

Δεν είναι οι εσωτερικοί εχθροί οι σύμμαχοι αυτών του εξωτερικού; Οι δολοφόνοι που απομένουν φθείρουν το εσωτερικό. Οι δολοπλόκοι που αγοράζουν τις συνειδήσεις των αντιπροσώπων του λαού: οι προδότες που τον ξεπουλούν, οι μισθοφόροι λιβελογράφοι που πληρώνονται για να ατιμάσουν τον αγώνα του λαού, να απαλύνουν τη δημόσια αρετή, να ανάψουν τη φλόγα της πολιτικής διχόνοιας και να δημιουργήσουν μια πολιτική αντεπανάσταση με τη βοήθεια μιας αντίστοιχης ηθικής. Όλοι αυτοί οι άντρες είναι λιγότερο ένοχοι ή λιγότερο επικίνδυνοι από τους τυράννους που υπηρετούν;


Να τιμωρείς τους καταπιεστές της ανθρωπότητας είναι επιείκεια. Το να τους συγχωρείς είναι απανθρωπιά. Η αυστηρότητα των τυράννων έχει σαν αρχή της τη βαρβαρότητα. Αυτή μιας δημοκρατικής κυβέρνησης είναι θεμελιωμένη στην αγαθοεργία. Επομένως ας φυλάγεται αυτός που θα έπρεπε να τολμά να επηρεάζει τον λαό με αυτόν τον τρόμο που είναι φτιαγμένος μόνο για τους εχθρούς του. 

Ας φυλάγεται αυτός που, βλέποντας τα αναπόφευκτα λάθη της δημοκρατίας κάτω από το ίδιο πρίσμα με τα προμελετημένα εγκλήματα της δολερότητας ή τις απόπειρες των συνωμοτών, επιτρέπει στον δολοπλόκο να ξεφύγει και καταδιώκει τον φιλήσυχο πολίτη. Θάνατος στον εγκληματία που τολμά να καταχράται το ιερό όνομα της ελευθερίας ή τα ισχυρά όπλα που σκοπεύουν στην υπεράσπισή της, για να φέρει θρήνο ή θάνατο στις πατριωτικές καρδιές."

Ο ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΜΟΙ

«Ο οίκτος είναι προδοσία». Το είπε, το πίστευε, το έκανε. Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος δεν έδειχνε οίκτο ούτε στους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά ούτε και στους πρώην συντρόφους του. Στα χρόνια του όλοι οι δρόμοι οδηγούσαν στη λαιμητόμο. Υπήρξε μια από τις πιο αμφιλεγόμενες ηγετικές φυσιογνωμίες της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1793 τέθηκε επικεφαλής της Επαναστατικής Κυβέρνησης ως αρχηγός των Ριζοσπαστικών Ιακωβίνων. Η περίοδος του Ροβεσπιέρου στο τιμόνι της Γαλλίας κράτησε λίγους μήνες και είναι γνωστή ως «η Μεγάλη Τρομοκρατία».

ΔΕΣ: Η ΜΕΓΑΛΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1789

Η ονομασία είναι χαρακτηριστική του βίαιου κλίματος που επέβαλε στη χώρα και του αδιάλλακτου και μάλλον «δικτατορικού» τρόπου, με τον οποίο κυβέρνησε. Η μεγάλη του δύναμη στηρίχτηκε στα Επαναστατικά Δικαστήρια και στην Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας, δύο νέα όργανα που έλεγχε και είχαν στόχο την πρόληψη και καταστολή των αντεπαναστατικών εξεγέρσεων. Τουλάχιστον, αυτή ήταν η αρχική σκέψη. Αν και είχε λάβει το προσωνύμιο «ο Αδιάφθορος» για τον αδέκαστο χαρακτήρα του, δεν δίστασε να οδηγήσει στη γκιλοτίνα οποιονδήποτε θεωρούσε απειλή για τον ίδιο.

Στα χρόνια του κυριαρχούσαν οι μηχανορραφίες, οι συκοφαντίες και η πολιτική ίντριγκα. Με συνοπτικές διαδικασίες ο καθένας μπορούσε να κατηγορηθεί ενώπιον του Επαναστατικού Δικαστηρίου ως «εχθρός του λαού» και της Επανάστασης και να οδηγηθεί στη γκιλοτίνα. Πολλές φορές οι πληροφορίες για το κατηγορητήριο ήταν αβάσιμες ή κάποιος απλά ήταν θύμα συνωνυμίας. Σε διάστημα μόλις έξι εβδομάδων, μόνο στο Παρίσι, τη λαιμητόμο αντίκρισαν περισσότερα από 1.400 άτομα! Συνολικά θανατώθηκαν περισσότεροι από 35.000 άνθρωποι.

Μεταξύ αυτών ευγενείς, στρατιωτικοί, αντιφρονούντες, βασιλόφρονες, κλέφτες και αναρχικοί, καθώς και όσοι κρίνονταν ύποπτοι, ακόμη και μικρά παιδιά. Το περίεργο είναι πως το 1789, οπότε και εξελέγη αντιπρόσωπος στη Συνέλευση των Τάξεων, υπήρξε μετριοπαθής και υποστήριζε την κατάργηση της θανατικής ποινής. Τότε μάλιστα, τάσσονταν υπέρ της Βασιλείας. Τέσσερα χρόνια μετά, το 1793 ψήφισε τον θάνατο του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄ και υπέρ της κατάργησης της Βασιλείας. «Ο μεγαλύτερος εγκληματίας του κόσμου δεν πρέπει να δικαστεί, είναι ήδη καταδικασμένος», είπε για τον Γάλλο Μονάρχη.

Τόσο ο Λουδοβίκος όσο και η σύζυγός του Αντουανέτα οδηγήθηκαν στη γκιλοτίνα. Στη λίστα του ακολούθησαν οι μετριοπαθείς πολιτικοί του εχθροί, οι Γιρονδίνοι. Ο Ροβεσπιέρος κατάφερε να τους θέσει εκτός νόμου και στη συνέχεια εκτέλεσε τους αρχηγούς τους. Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Εξόντωσε και πολλούς συντρόφους του, μεταξύ αυτών και τον Δαντόν, τον οποίο θεωρούσε διεφθαρμένο λόγω της μετριοπάθειάς του, καθώς και τον πρώην φίλο του Ντεμουλέν, που διαφωνούσε με τα τρομοκρατικά μέτρα του Ροβεσπιέρου. Θύμα του σκληρού νόμου που ο ίδιος ψήφισε.

Το 1794 τέθηκε σε εφαρμογή «ο νόμος της 22ας Πραιριάλ». Ήταν ένας «Ροβεσπιερικός» νόμος που αφαιρούσε από τους κατηγορούμενους το δικαίωμα της υπεράσπισης, με πρόσχημα την κρισιμότητα της κατάστασης για το μέλλον και την εδραίωση της Επανάστασης. Ακολούθησε φόβος και χάος, καθώς ο κόσμος συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν με συνοπτικές διαδικασίες. Στις 27 Ιουλίου του 1794 διενεργήθηκε το πραξικόπημα της 9ης Θερμιδόρ εις βάρος του. Η Συμβατική Συνέλευση απαίτησε η σύλληψη του Ροβεσπιέρου ως εχθρού της ενότητας του λαού. Προσωρινά κατάφερε να διαφύγει βρίσκοντας καταφύγιο στο Δημαρχείο του Παρισιού.

Εκεί προσπάθησε να εξεγείρει το λαό σε στάση. Οι εχθροί του τον πολιόρκησαν και ο Ροβεσπιέρος τραυματίστηκε στο πιγούνι. Επιχείρησε να αυτοκτονήσει για να μη πιαστεί, συνελήφθη όμως μαζί με άλλους οπαδούς του. Την επόμενη ημέρα, στις 28 Ιουλίου, οδηγήθηκε στη λαιμητόμο. Κατ’ εφαρμογή του νόμου Πραιριάλ, δεν υπήρξε δίκη. Το κεφάλι του είχε την ίδια μοίρα με χιλιάδες άλλα που κόπηκαν την εποχή της παντοδυναμίας του.


ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΥ

Οι δημοκρατικοί επαναστάτες αντιμετωπίζουν πάντα το ίδιο πρόβλημα: πώς να αντικαταστήσουν την παλιά τάξη χωρίς, όμως, να αναπαράγουν τα λάθη της. Μια νέα βιογραφία του Γάλλου επαναστάτη Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου αποκαλύπτει ότι οι σημερινοί ριζοσπάστες θα μπορούσαν να μάθουν από την αποτυχία του Ροβεσπιέρου να επιλύσει αυτό το πρόβλημα. Η επαναστατική Γαλλία το 1794 ήταν ένα χωνευτήρι, που συνδύαζε όλα τα στοιχεία τα οποία θα ενσωματώνονταν στην δυτική πολιτική κατά τον δέκατο ένατο και τον εικοστό αιώνα. Όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στο Παρίσι.

Ανάλογα με το ποιος το μελετούσε, ο Ροβεσπιέρος ήταν είτε ένας ήρωας είτε ένας κακοποιός. Ο Ροβεσπιέρος, αρχικά ένας αφανής δικηγόρος από τη βόρεια Γαλλία, μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια μεταμορφώθηκε, ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν, στον επικεφαλής αρχιτέκτονα της μετάβασης από το παλαιό μισητό καθεστώς σε μια αβέβαιη νέα τάξη πραγμάτων. Αυτή η νέα τάξη απειλήθηκε από την εισβολή στρατών από τις γειτονικές χώρες, από αντεπαναστάτες στην περιοχή Vendée και από έντονες διαφορές εντός των τάξεων των επαναστατών, συμπεριλαμβανομένης της φατρίας των Ιακωβίνων στην οποία ανήκε ο Ροβεσπιέρος.

Η Καθολική και συντηρητική Δεξιά φοβήθηκε την ιδέα μιας δημοκρατίας και επιθυμούσε την επάνοδο στη σταθερότητα. Η Αριστερά ήθελε να δημιουργήσει μια ενάρετη κοινωνία - αλλά απλώς ήθελε και περισσότερο ψωμί. Καλώς ήρθατε στη σύγχρονη πολιτική. Αδυσώπητος στις επιθέσεις του εναντίον όλων εκείνων τους οποίους κατηγόρησε ότι θέλησαν να σταματήσουν την επανάσταση και ατρόμητος στις καταγγελίες του κατά της διαφθοράς, ο Ροβεσπιέρος εξασφάλισε μια θέση στην 12μελή Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας η οποία χρησίμευσε ως η εκτελεστική εξουσία της κυβέρνησης από το 1793 ως το 1794.

Από τη θέση αυτή ασκούσε τεράστια εξουσία. Αλλά το περιθώριο των ελιγμών του ήταν, στην πραγματικότητα, αρκετά στενό. Ο Ροβεσπιέρος αντιμετώπιζε τα ίδια διλήμματα που έχουν προβληματίσει όλους τους δημοκρατικούς επαναστάτες έκτοτε: πώς να υπερασπιστεί τις υπάρχουσες περιουσίες και παράλληλα να επιδιώκει, επίσης, τα οικουμενικά δικαιώματα, πώς να εξισορροπήσει τα ατομικά δικαιώματα με εκείνα της ευρύτερης κοινότητας και πώς μπορεί να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα σύμφωνο με τα επαναστατικά ιδανικά χωρίς να χρειαστεί η προσφυγή σε μέσα που θα αναπαράξουν τις αμαρτίες της παλιάς τάξης πραγμάτων.

Μοιραία, ο Ροβεσπιέρος επέλεξε να επιλύσει αυτό το πρόβλημα με το να προσπαθήσει να επιβάλει την ενάρετη πολιτική ζωή στη Γαλλική κοινωνία με τη βία. Η απάντηση του Ροβεσπιέρου στην (πραγματική ή φανταστική) αντίσταση ήταν, σύμφωνα με την διατύπωση του Χέγκελ να κόψουν κεφάλια, σαν να ήταν λάχανα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου της Τρομοκρατίας, περίπου 17.000 άνθρωποι καταδικάστηκαν σε θάνατο στην γκιλοτίνα. Δεκάδες χιλιάδες φυλακίστηκαν.

Και για να ειπωθούν όλα, εκατοντάδες χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων που ακολούθησαν την επανάσταση και οι οποίοι έληξαν μόνο με την άνοδο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στην εξουσία το 1799. Γιατί ο Ροβεσπιέρος ακολούθησε τον δρόμο του τρόμου (ή της «Τρομοκρατίας», ενός όρου που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε πολιτικό πλαίσιο από τους εχθρούς του Ροβεσπιέρου για να περιγράψουν τις μεθόδους του); Η νέα βιογραφία από τον Peter Mc Phee έχει ως στόχο να ξεμπερδέψει τα προσωπικά και τα ψυχολογικά κίνητρα που σχηματοποίησαν τις πράξεις του Ροβεσπιέρου.

Αλλά υπενθυμίζει επίσης στους αναγνώστες ότι ο Τρόμος προέκυψε από τα ερωτήματα που αντιμετωπίζουν όλοι οι επαναστάτες - συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προσπαθούν να φτιάξουν τον καινούργιο κόσμο σήμερα. Για να καταλάβει τον Ροβεσπιέρο, πρέπει κανείς να δει την Γαλλική Επανάσταση με τραγικούς όρους. Η επανάσταση δεν διολίσθησε στην Τρομοκρατία λόγω του ζήλου των επαναστατών στην επιδίωξη της «Ελευθερία, Ισότητας και Αδελφοσύνης» (liberté, égalité, fraternité, όπως ήταν το βασικό σύνθημα των επαναστατών).

Αντίθετα: διολίσθησε επειδή μέχρι τον Ιούλιο του 1794 η συντριπτική πλειοψηφία των επαναστατών δεν ήθελε πλέον να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, των οποίων οι άμεσες συνέπειες για τους ίδιους, όπως φοβούνταν, μπορεί να ήταν η δήμευση της περιουσίας τους ή η γκιλοτίνα ή και τα δύο. Πράγματι, από την στιγμή που κατέλαβαν την εξουσία, οι Ιακωβίνοι αποδείχθηκαν εντελώς ανίκανοι να επιλύσουν τις αντιφάσεις του δικού τους επαναστατικού προγράμματος. Αλλά είναι επίσης αλήθεια ότι η επανάσταση είχε επηρεαστεί από τις εσωτερικές συγκρούσεις του Ροβεσπιέρου.

Ο Ροβεσπιέρος απεχθανόταν τη βία και ήταν αντίθετος με τη θανατική ποινή. Ωστόσο, ο ίδιος επέμενε, ενάντια σε όλες τις ενδείξεις, να πιστεύει ότι τσακίζοντας τις αόρατες (και συνήθως φανταστικές) συνωμοσίες και εκτελώντας τους αντιπάλους του θα λύσει τα προβλήματά του και εκείνα της επανάστασης. Ο McPhee παραδέχεται ότι ο Ροβεσπιέρος ήταν τελικά παρανοϊκός και έκανε σοβαρά λάθη όταν έκρινε τα πράγματα.

Δεν ήταν, όμως, «το συναισθηματικά καχεκτικό, αυστηρά πουριτανικό και παγερά σκληρό τέρας της ιστορίας και της λογοτεχνίας». Για τον McPhee, δεν ήταν ο Ροβεσπιέρος που κατέστρεψε τη Γαλλική Επανάσταση: ήταν η επανάσταση που έφερε έναν αξιοπρεπή, ειλικρινή και σκληρά εργαζόμενο δημοκράτη στην καταστροφή του.


ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΡΑΤΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΥ

Στις 28 Ιουλίου 1794, ή σύμφωνα με το νέο επαναστατικό ημερολόγιο την 10η Θερμιδόρ του Έτους 2 (η νέα χρονολογία ξεκίνησε από το 1793 – τη χρονιά της Επανάστασης μέσα στην Επανάσταση), ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος μαζί με τον Σαιν Ζυστ και 20 ακόμη συντρόφους τους θα οδηγηθούν στη λαιμητόμο. Είχαν συλληφθεί μόλις την προηγουμένη, με το αποκαλούμενο «Πραξικόπημα της 9ης Θερμιδόρ».

Σημειωτέον ότι με το νόμο της 10ης Ιουνίου του 1794 (22 Πραιριάλ, του επαναστατικού ημερολογίου) είχε αφαιρεθεί από τους κατηγορουμένους το δικαίωμα της προσωπικής τους υπεράσπισης, στο όνομα της υπεράσπισης της Eπανάστασης, η οποία θεωρήθηκε ότι μπορούσε να βλαφτεί από χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες. Έτσι, ο νόμος αυτός οδήγησε τελικά στη γκιλοτίνα, χωρίς δίκη, τους ίδιους τους εμπνευστές του.

Στις 10 Θερμιδώρ του 1794 μετά από ώρες ταραχών οι Θερμιδωριανοί θέτουν εκτός νόμου τους Ιακωβίνους ως προδότες. Οι Ιακωβίνοι έχουν κλιστεί στο δημαρχείο μέχρι την στιγμή που η πόρτα ανοίγει και μέσα ορμούν ο Μπουρτόν και οι άντρες του με τα όπλα τους παρατεταμένα, ζητώντας τους να παραδοθούν. Ο Λεμπά αυτοκτονεί ο Ροβεσπιέρος προσπαθεί να αυτοκτονήσει αλλά το μόνο που καταφέρνει είναι να σπμαραλίασει το σαγόνι του ο αδερφός του πηδά από το παράθυρο αλλά σπάει μόνο το πόδι του. Ο ένας μετά των άλλων οι Ιακωβίνοι Ηγέτες πέφτουν στα χέρια των Θερμιδωριανών αντεπαναστατών.

Μετά την εκτέλεση των 22, ακολουθούν και άλλες εκτελέσεις Ιακωβίνων και λίγους μήνες μετά, τον Νοέμβριο του 1794, διαλύεται και η ίδια η Λέσχη των Ιακωβίνων. Μ’ αυτό το τρόπο έληξε η Περίοδος της Τρομοκρατίας (έτσι αποκαλείται ιδίως η περίοδος Νοεμβρίου 1793 – Ιουλίου 1794) της Γαλλικής Επανάστασης, που ονομάστηκε έτσι λόγω των ακραίων κατασταλτικών μέτρων που ακολούθησε για να επιβληθεί. Πάντα στο όνομα της Δημοκρατίας και της Κοινής Σωτηρίας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι και ο ίδιος ο Ροβεσπιέρος αποδέχθηκε την ονομασία «Τρόμος» γι’ αυτή την Ιακωβίνικη δικτατορική κυριαρχία και χαρακτηριστικά προσπαθώντας να ορίσει τον Τρόμο θετικά έλεγε: «Ο Τρόμος δεν είναι τίποτα άλλο παρά η άμεση, αυστηρή και ανελαστική Δικαιοσύνη». Επίσης υποστήριζε ότι ο «οίκτος για τους εχθρούς της Δημοκρατίας ισοδυναμεί με προδοσία της Δημοκρατίας». Ο Ροβεσπιέρος, οι Ιακωβίνοι και η Τρομοκρατία, δίχασαν έκτοτε την νεωτερική επαναστατική παράδοση, με δύο αντίθετες τάσεις:

Την Ιακωβίνικη που τελικά την ενστερνίστηκαν ο επαναστατικός Μαρξισμός, οι Μπολσεβίκοι και γενικότερα ο αποκαλούμενος Μαρξισμός – Λενινισμός και κατά δεύτερον την αντιαυταρχική επαναστατική παράδοση. Στην δεύτερη ανήκει και ο αναρχισμός. Οι λεγόμενοι κλασικοί του Αναρχισμού – Προυντόν, Μπακούνιν, Κροπότκιν – κατήγγειλαν επανειλημμένα την Ιακωβίνικη αφήγηση και μάλιστα ο Προυντόν, από ένα σημείο και μετά και πάντως ήδη πριν το 1848, τάσσεται καθαρά εναντίον της βίας και της επανάστασης νοούμενης σαν ένα αιφνίδιο βίαιο γεγονός.

Στις 28 Ιουλίου 1794, ημέρα Δευτέρα, ο Ροβεσπιέρος, με τραυματισμένο και δεμένο το πηγούνι, από την προηγηθείσα κατά τη σύλληψη του απόπειρα αυτοκτονίας του, οδηγήθηκε στη λαιμητόμο, μαζί με 21 ακόμα συνεργάτες του. Η διαδρομή με το κάρο στο οποίο ήταν δεμένος, ήταν εξουθενωτική. Παιδιά έριχναν αίμα βοδιού στο σπίτι όπου έμενε, ένα φτωχικό σπίτι ενός ξυλουργού. Η πλατεία όπου είχε στηθεί η γκιλοτίνα, στο κέντρο του Παρισιού, ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο. Πρώτος εκτελέστηκε ο Σαιν Ζυστ, ανεβαίνοντας αγέρωχα και αμίλητος τα σκαλιά.

Μόλις ήρθε η σειρά του Ροβεσπιέρου, ο δήμιος θέλησε να κολακεύσει το μαινόμενο πλήθος, ταλαιπωρώντας το μισητό πλέον τύραννο, αφαίρεσε με δύναμη τον επίδεσμο που συγκρατούσε την κάτω σιαγόνα του Ροβεσπιέρου. Τότε εκείνος έβγαλε μια κραυγή από τον ανυπόφορο πόνο του διαλυμένου του σαγονιού. Έπειτα, έλαβε χώρα η εκτέλεση. Απόλυτη σιγή απλώθηκε στο συγκεντρωμένο πλήθος. Ο συριγμός της γκιλοτίνας διαπέρασε σαν ψίθυρος το ψυχρό παρισινό δειλινό.

Το κεφάλι του Ροβεσπιέρου είχε πέσει και μαζί του ο άνθρωπος που ενσάρκωσε ό,τι πιο ηθικό ανέδειξε η επαναστατημένη Γαλλία, τόσο ηθικό όμως που ο φανατισμός που το περιέβαλε τον οδήγησε σε ακραίες πράξεις. Ο Ροβεσπιέρος απέτυχε να καταλάβει ότι η Γαλλία είχε πια ανάγκη από μια πολιτική συνθέσεων και συμφιλίωσης και όχι κατατμήσεων και αντιθέσεων, έστω κι αν αυτό θα έδινε τη δυνατότητα σε πολλούς διεφθαρμένους να συνεχίσουν τον πολιτικό τους βίο. Απέτυχε να καταλάβει ότι η δημοκρατία, ακόμα κι αν περιελάμβανε έναν αριθμό διεφθαρμένων πολιτικών, ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος για την ανόρθωση της πολύπαθης Γαλλικής γης.


Ο ''ΑΔΙΑΦΘΟΡΟΣ'' ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ

O Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος ήταν το σημαντικότερο πρόσωπο που ανέδειξε η Γαλλική επανάσταση. Ο λόγος του είχε μεγάλη επιρροή, παρόλα αυτά δεν αποφάσιζε μόνος του. Οι επιθέσεις που δέχεται ακόμα και σήμερα ο Ροβεσπιέρος, ότι ήταν δικτάτορας και ότι δίψαγε για αίμα, δεν βρίσκουν καμία ανταπόκριση στην αλήθεια. Η τρομοκρατία του, και η δικτατορία του ήταν η δικτατορία και η τρομοκρατία του ίδιου του λαού και όταν ο λαός τον εγκατέλειψε τότε έπεσε και αυτός.

Για να καταλάβουμε εκείνη την περίοδο με τις συνθήκες στις οποίες ζούμε είναι πολύ δύσκολο, τότε η βιαιότητα ήταν σε άλλο επίπεδο, σήμερα εμείς το βλέπουμε ως ακρότητες και αποτρόπαιες πράξεις, για εκείνον όμως τον επαναστατημένο λαό ήταν καθημερινότητα. Ο Ροβεσπιέρος μέχρι και σήμερα κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει για διαφθορά ή εξυπηρέτηση ξένων συμφερόντων. Έμεινε πιστός στις ιδέες του μέχρι τέλους υπερασπιζόμενος τον λαό και την επανάσταση.

Μια επανάσταση που άλλαξε τον κόσμο, μια επανάσταση σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας από την δημιουργία ενός καινούριου επαναστατικού ημερολογίου έως την δημιουργία μια δημοκρατικής θρησκείας. Ο Αδιάφθορος λοιπόν όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν αν και δεν διέπραξε αντεπαναστατικές πράξεις, υπάρχουν σημεία που μπορούμε να τον κρίνουμε και αυτά τα σημεία είναι τα πολιτικά λάθη που έκανε τότε. Λάθη όπως η εκτέλεση του αριστερού εξτρεμιστή Εμπερ, τον εκπρόσωπο των αβράκωτων.

Αυτό δημιούργησε στον λαό ανάμεικτα συναισθήματα, η Γκιλοτίνα πια θα έκοβε κεφάλια και επαναστατών, αυτό σίγουρα άρχιζε να τον απομονώνει σιγά σιγά από πολλά κομμάτια της κοινωνίας. ένα ακόμα λάθος ήταν η δημιουργία νέας θρησκείας και η ποινικοποίηση της Αθεΐας, αν σκεφτούμε ότι εκείνη την περίοδο οι επαναστάτες Αβράκωτοι έκαναν εκστρατείες αποχριστιανισμού, η άποψη του Ροβεσπιέρου αν μη τη άλλο ερχόταν σε αντίθεση με την επαναστατική διεργασία.

Η Αστική επανάσταση στην Γαλλία εναντίον του φεουδαρχισμού και του Λουδοβίκου παρά τα λάθη, την βιαιότητα, τις ακρότητες έδωσε στον κόσμο το καινούριο, αυτό που μέχρι τότε δεν υπήρχε, ελευθερία σε όλα τα επίπεδα. Πολλές χώρες εμπνεύστηκαν από αυτή όπως και η Ελλάδα το 1821. Όπως έλεγαν και οι ίδιοι οι επαναστάτες, το 1792 σηματοδοτούσε το έτος Ι, μια καινούρια αρχή για την οργάνωση των κοινωνιών και την χειραφέτηση των καταπιεσμένων στρωμάτων της κοινωνίας.

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΥ 

  • Η αρετή χωρίς τρομοκρατία είναι ανίσχυρη, η τρομοκρατία χωρίς αρετή είναι ανήθικη.
  • Η δυσπιστία είναι η βασική αρετή ενός πολίτη.
  • Η κυβέρνηση σε μια επανάσταση είναι ο δεσποτισμός της ελευθερίας απέναντι στην τυραννία.(Συμβατική συνέλευση 5 Φεβρουαρίου 1794).
  • Κάθε μεγάλη επανάσταση δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από ένα θορυβώδες έγκλημα που καταστρέφει ένα προηγούμενο έγκλημα.
  • Όταν η κυβέρνηση παραβιάζει τα δικαιώματα του λαού, η επανάσταση είναι για το λαό, και για κάθε μερίδα του, το πιο ιερό κι αναγκαίο καθήκον. (Ομιλία για τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη 24 Απρίλιος 1793).
  • Ο οίκτος είναι προδοσία.
  • Ο σκοπός της συνταγματικής κυβέρνησης είναι να διατηρήσει τη δημοκρατία, της επαναστατικής να θέσει τα θεμέλιά της. (25 Δεκεμβρίου 1793).
  • Πνίγοντας το έργο μας στο αίμα μπορούμε τουλάχιστον να δούμε τη λαμπρή αυγή της καθολικής ευτυχίας.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ


(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)