Τρίτη 16 Ιουλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Νεφέλαι (1171-1213)

ὡς ἥδομαί σου πρῶτα τὴν χροιὰν ἰδών.
νῦν μέν γ᾽ ἰδεῖν εἶ πρῶτον ἐξαρνητικὸς
κἀντιλογικός, καὶ τοῦτο τοὐπιχώριον
ἀτεχνῶς ἐπανθεῖ, τὸ «τί λέγεις σύ;» καὶ δοκεῖν
1175 ἀδικοῦντ᾽ ἀδικεῖσθαι καὶ κακουργοῦντ᾽ οἶδ᾽ ὅτι·
ἐπὶ τοῦ προσώπου τ᾽ ἐστὶ τἀττικὸν βλέπος.
νῦν οὖν ὅπως σώσεις μ᾽, ἐπεὶ κἀπώλεσας.
ΦΕ. φοβεῖ δὲ δὴ τί; ΣΤ. τὴν ἕνην τε καὶ νέαν.
ΦΕ. ἕνη γάρ ἐστι καὶ νέα τις ἡμέρα;
1180 ΣΤ. εἰς ἥν γε θήσειν τὰ πρυτανεῖά φασί μοι.
ΦΕ. ἀπολοῦσ᾽ ἄρ᾽ αὔθ᾽ οἱ θέντες· οὐ γάρ ἐσθ᾽ ὅπως
μί᾽ ἡμέρα γένοιτ᾽ ἂν ἡμέραι δύο.
ΣΤ. οὐκ ἂν γένοιτο; ΦΕ. πῶς γάρ; εἰ μή πέρ γ᾽ ἅμα
αὑτὴ γένοιτ᾽ ἂν γραῦς τε καὶ νέα γυνή.
1185 ΣΤ. καὶ μὴν νενόμισταί γ᾽. ΦΕ. οὐ γάρ, οἶμαι, τὸν νόμον
ἴσασιν ὀρθῶς ὅ τι νοεῖ. ΣΤ. νοεῖ δὲ τί;
ΦΕ. ὁ Σόλων ὁ παλαιὸς ἦν φιλόδημος τὴν φύσιν.
ΣΤ. τουτὶ μὲν οὐδέν πω πρὸς ἕνην τε καὶ νέαν.
ΦΕ. ἐκεῖνος οὖν τὴν κλῆσιν εἰς δύ᾽ ἡμέρας
1190 ἔθηκεν, εἴς γε τὴν ἕνην τε καὶ νέαν,
ἵν᾽ αἱ θέσεις γίγνοιντο τῇ νουμηνίᾳ.
ΣΤ. ἵνα δὴ τί τὴν ἕνην προσέθηκεν; ΦΕ. ἵν᾽, ὦ μέλε,
παρόντες οἱ φεύγοντες ἡμέρᾳ μιᾷ
πρότερον ἀπαλλάττοινθ᾽ ἑκόντες, εἰ δὲ μή,
1195 ἕωθεν ὑπανιῷντο τῇ νουμηνίᾳ.
ΣΤ. πῶς οὐ δέχονται δῆτα τῇ νουμηνίᾳ
ἁρχαὶ τὰ πρυτανεῖ᾽, ἀλλ᾽ ἕνῃ τε καὶ νέᾳ;
ΦΕ. ὅπερ οἱ προτένθαι γὰρ δοκοῦσί μοι παθεῖν·
ὅπως τάχιστα τὰ πρυτανεῖ᾽ ὑφελοίατο,
1200 διὰ τοῦτο προὐτένθευσαν ἡμέρᾳ μιᾷ.
ΣΤ. εὖ γ᾽. ὦ κακοδαίμονες, τί κάθησθ᾽ ἀβέλτεροι,
ἡμέτερα κέρδη τῶν σοφῶν, ὄντες λίθοι,
ἀριθμός, πρόβατ᾽ ἄλλως, ἀμφορῆς νενησμένοι;
ὥστ᾽ εἰς ἐμαυτὸν καὶ τὸν υἱὸν τουτονὶ
1205 ἐπ᾽ εὐτυχίαισιν ᾀστέον μοὐγκώμιον.
«μάκαρ ὦ Στρεψίαδες,
αὐτός τ᾽ ἔφυς ὡς σοφὸς
χοἶον τὸν υἱὸν τρέφεις»,
φήσουσι δή μ᾽ οἱ φίλοι
1210 χοἰ δημόται
ζηλοῦντες ἡνίκ᾽ ἂν σὺ νικᾷς λέγων τὰς δίκας.
ἀλλ᾽ εἰσάγων σε βούλομαι πρῶτον ἑστιᾶσαι.

***
Αφού ο Σωκράτης παράδωσε το Φειδιππίδη στον πατέρα του και μπήκε στο σπουδαστήριο, ο Στρεψιάδης συνεχίζει. Πρώτη χαρά μου, αυτό το χρώμα που έχεις.
Το δείχνει αμέσως η όψη σου πως είσαι
της άρνησης, του αντίλογου τεχνίτης·
πάνω σου ανθίζει αυτό το ντόπιο «Εσύ
τί λες;» και το άλλο: ενώ αδικείς και βλάφτεις
τον άλλον, να ᾽χεις όψη αδικημένου·
κι έχεις τον αττικό στο μούτρο αέρα.
Έλα λοιπόν και σώσε με, αφού μ᾽ έχεις
χαντακωμένο εσύ. ΦΕΙ. Και τί φοβάσαι;
ΣΤΡ. Την πρώτη και στερνή. ΦΕΙ. Μα υπάρχει μέρα
και πρώτη και στερνή; ΣΤΡ. Του παραβόλου·
1180 καταθέτουν και μήνυση σου κάνουν.
ΦΕΙ.Μα τότε οι καταθέτες θα το χάσουν·
μια μέρα δεν μπορεί να γίνει δύο.
ΣΤΡ. Δεν μπορεί; ΦΕΙ. Φυσικά· πώς μια γυναίκα
θα ᾽ναι και γριά και νια; Κι η μέρα το ίδιο.
ΣΤΡ. Κι όμως ο νόμος… ΦΕΙ. Δεν τον ερμηνεύουν
σωστά· γι᾽ αυτό. ΣΤΡ. Και ποιά η σωστή ερμηνεία;
ΦΕΙ. Ο Σόλωνας, ο αρχαίος μας νομοθέτης,
αγάπαε το λαό. ΣΤΡ. Δε βλέπω να ᾽χει
μια σχέση αυτό με τη στερνή και πρώτη.
ΦΕΙ. Δυο μέρες για τη μήνυση έχει ορίσει,
1190 τη στερνή και την πρώτη, ώστε να κάνουν
τις καταθέσεις με το νιο φεγγάρι.
ΣΤΡ. Και τη στερνή γιατί να την προσθέσει;
ΦΕΙ. Για να μην πηγαίνουν να εξοφλούν το χρέος
μια μέρα πριν, αν θέλουν, οι οφειλέτες·
αλλιώς, πρωί πρωί την άλλη μέρα,
να τους οχλούνε με το νιο φεγγάρι.
ΣΤΡ. Αλλά οι αρχές, σαν είναι νιο φεγγάρι,
δε δέχονται παράβολα· τα θέλουν
τη στερνόπρωτη μέρα· ποιός ο λόγος;
ΦΕΙ. Το κάνουν σαν αυτούς που δοκιμάζουν
τα φαγητά της αυριανής γιορτής·
βιάζονται τα παράβολα ν᾽ αρπάξουν
1200 κι έτσι μια μέρα πριν τα δοκιμάζουν.
ΣΤΡ. Αυτό ᾽ναι, αυτό. Τί κάθεστε, κουτάβια,
δυστυχισμένοι, λεία για μας τους ξύπνιους;
Βρε, που είστε τούβλα, νούμερα, κοπάδια
πρόβατα, και τσουκάλια στην αράδα.
Για τις καλοτυχίες μου θα τονίσω
εγκώμιο στον εαυτό μου και στο γιο μου.
«Ω καλότυχε Στρεψιάδη,
που κι εσύ φωστήρας είσαι
κι έκαμες και γιο σπουδαίο!»
Έτσι θα μου λένε οι φίλοι,
έτσι κι όλοι οι χωριανοί
1210 και θα ζηλεύουν που όλες πια τις δίκες θα κερδίζεις.
Μα πάμε, γιε μου, σπίτι μας, τραπέζι να σου στρώσω.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΝΔΡΟΜΕΔΑ

ΑΝΔΡΟΜΕΔΑ
(αστερισμός)
 
Η Ανδρομέδα δεν μεταμορφώθηκε σε αστερισμό. Ωστόσο, ήδη από την αρχαιότητα υφίσταται στον ουρανό ως αστερισμός*, όπως και ο σύζυγός της Περσέας, μαζί με τους μεταμορφωμένους στον μύθο γονείς της, τον Κηφέα και την Κασσιόπη.
 
Η καταγωγή των γονιών της τη συνδέει με την Αραβία, την Αιθιοπία, όπου βασίλευε ο πατέρας της, και την Αίγυπτο. Η μητέρα της Κασσιόπεια τόλμησε να παινευτεί για την ομορφιά της και να συναγωνιστεί τις Νηρηίδες, καυχήθηκε μάλιστα ότι ήταν η ωραιότερη απ' όλες. Αυτό προκάλεσε την οργή των Νηρηίδων, αλλά και του Ποσειδώνα που τις συμμερίστηκε. Για τιμωρία πλημμύρισε τη χώρα και έστειλε ένα κήτος που τη ρήμαζε. Και επειδή ο Άμμωνας χρησμοδότησε ότι η χώρα θα σωθεί από τη συμφορά αν η κόρη του βασιλικού ζεύγους Ανδρομέδα δοθεί στο κήτος βορά, ο Κηφέας αναγκάσθηκε από τους Αιθίοπες να το πράξει και έδεσε την κόρη του σε βράχο. Εκείνη την εποχή έφτασε ο Περσέας στην Αιθιοπία, είδε τη δεμένη κόρη, την ερωτεύτηκε και συμφώνησε με τον Κηφέα να σκοτώσει το κήτος και να πάρει για γυναίκα του την Ανδρομέδα. Οι δυο άνδρες αντάλλαξαν όρκους ότι θα τηρήσουν τη συμφωνία, πόσο μάλλον που ο Κηφέας είχε υποσχεθεί την κόρη του στον αδελφό του Φινέα. Τελικά, ο Περσέας σκότωσε το κήτος, απελευθέρωσε την Ανδρομέδα και αντιμετώπισε τον Φινέα και τους άλλους συνωμότες που κινήθηκαν εναντίον του -τους πέτρωσε δείχνοντάς τους το κεφάλι της Μέδουσας (Απολλόδ. 2.4). Το ζευγάρι έφυγε από την Αιθιοπία και κατευθύνθηκαν προς την Τίρυνθα. Εκεί απέκτησαν πολλούς γιους και μια κόρη. Στο μεταξύ η Κασσιόπεια μεταμορφώθηκε σε αστερισμό και το ίδιο και ο Κηφέας, ύστερα από πρόταση της Αθηνάς (Ερατοσθ., Καταστ. 15.36). Η κόρη τους, η Κηφηίδα Ανδρομέδα, παριστάνεται αλυσοδεμένη στους ουράνιους χάρτες ως θυσία στο κήτος -δεσμὰ δέ οἱ κεῖται καὶ ἐν οὐρανῷ (Άρατος, Φαιν. 1.203)- και ο περιμήκετος, όπως τον ονομάζει ο Άρατος (3ος αι. π.Χ), ο Περσέας** απλώνεται από την Ανδρομέδα σχεδόν ως τις Πλειάδες***. Εκεί είναι και το κήτος που έστειλε ο Ποσειδώνας (αστερισμός του Δράκοντος).
 
Ο μυθογράφος Κόνωνας έδωσε μια ορθολογική ερμηνεία στον μύθο (Διηγ. 40), που προφανώς βασίζεται στην αντίδραση του ανθρώπου όταν βρίσκεται σε κατάσταση σύγχυσης ή τρόμου, παγώνει, πετρώνει, στέκεται σαν απολιθωμένος. Πιο συγκεκριμένα: Ο Κηφέας βασίλευε στην αρχαία Ιόππη που εκτεινόταν από τη Μεσόγειο μέχρι την Αραβία και την Ερυθρά θάλασσα. Την κόρη του Ανδρομέδα ήθελαν για σύζυγο ο επώνυμος ήρωας της Φοινίκης Φοίνικας και ο αδελφός του βασιλιά, ο θείος της Ανδρομέδας, Φινέας. Ο Κηφέας προέκρινε τον Φοίνικα αλλά χρειάστηκε να κρατήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στους δύο άνδρες· γι' αυτό σκηνοθέτησε μια αρπαγή. Θα άρπαζαν την Ανδρομέδα από ένα νησάκι, όπου η κόρη συνήθιζε να θυσιάζει στην Αφροδίτη, χωρίς όμως εκείνη να γνωρίζει τα σχέδιά τους. Έτσι, όταν το πλοίο του Φοίνικα, που το είχε ονομάσει Φάλαινα, άραξε στο νησί και ο Φοίνικας πήγε να την αρπάξει, η Ανδρομέδα άρχισε να φωνάζει δυνατά καλώντας σε βοήθεια. Από εκεί περνούσε τυχαία ο Περσέας που είδε τη σκηνή και έσπευσε να βοηθήσει την κόρη, που την ερωτεύτηκε ακαριαία. Αναποδογύρισε το πλοίο αφήνοντας άναυδους και πετρωμένους τους ναύτες από τη σύγχυση, πήρε μαζί του το κορίτσι και το παντρεύτηκε. Ύστερα βασίλεψαν ειρηνικά στο Άργος.
------------------------------------
*Αστερισμός της Ανδρομέδας
 
Αὕτη κεῖται ἐν τοῖς ἄστροις διὰ τὴν Ἀθηνᾶν, τῶν Περσέως ἄθλων ὑπόμνημα, διατεταμένη τὰς χεῖρας, ὡς καὶ προετέθη τῷ κήτει· ἀνθ' ὧν σωθεῖσα ὑπὸ τοῦ Περσέως οὐχ εἵλετο τῷ πατρὶ συμμένειν οὐδὲ τῇ μητρί, ἀλλ' αὐθαίρετος εἰς τὸ Ἂργος ἀπῆλθε μετ' ἐκείνου, εὐγενές τι φρονήσασα. λέγει δὲ καὶ Εὐριπίδης σαφῶς ἐν τῷ περὶ αὐτῆς γεγραμμένῳ δράματι.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1, 17
 
**Αστερισμός του Περσέα
 
Περὶ τούτου ἱστορεῖται ὅτι ἐν τοῖς ἄστροις ἐτέθη διὰ τὴν δόξαν· τῇ γὰρ Δανάῃ ὡς χρυσὸς μιγεὶς ὁ Ζεὺς ἐγέννησεν αὐτόν· ὑπὸ δὲ τοῦ Πολυδέκτου πεμφθεὶς ἐπὶ τὰς Γοργόνας τήν τε κυνῆν ἔλαβε παρ' ῾Ερμοῦ καὶ τὰ πέδιλα, ἐν οἷς διὰ τοῦ ἀέρος ἐποιεῖτο τὴν πορείαν· δοκεῖ δὲ καὶ ἅρπην παρ' Ἡφαίστου λαβεῖν ἐξ ἀδάμαντος· ὡς δὲ Αἰσχύλος φησὶν ὁ τῶν τραγῳδιῶν ποιητὴς ἐν Φορκίσιν, Γραίας εἶχον προφύλακας αἱ Γοργόνες· αὗται δὲ ἕνα εἶχον ὀφθαλμὸν καὶ τοῦτον ἀλλήλαις παρεδίδοσαν κατὰ φυλακήν· τηρήσας δ' ὁ Περσεὺς ἐν τῇ παραδόσει, λαβὼν ἔρριψεν αὐτὸν εἰς τὴν Τριτωνίδα λίμνην, καὶ οὕτως ἐλθὼν ἐπὶ τὰς Γοργόνας ὑπνωκυίας ἀφείλετο τῆς Μεδούσης τὴν κεφαλήν, ἣν ἡ Ἀθηνᾶ περὶ τὰ στήθη ἔθηκεν αὑτῆς, τῷ δὲ Περσεῖ τὴν εἰς τὰ ἄστρα θέσιν ἐποίησεν, ὅθεν ἔχων θεωρεῖται καὶ τὴν Γοργόνος κεφαλήν.
Ερατοσθένης, Καταστερισμοί, 1,22
 
***Ο ουράνιος Περσέας σε παλαιές παραστάσεις παρουσιάζεται ως νεαρός που φοράει τα φτερωτά πέδιλα και στα χέρια του κρατάει το «Γοργόνιον», το κεφάλι της Μέδουσας, και ένα σπαθί, που του προσφέρει από ψηλά το βαμμένο με χένα χέρι της Κασσιόπης. Η «λαβή του σπαθιού» αντιπροσωπεύεται στον ουρανό από δύο ανοικτά σμήνη αστεριών. Οι Αραβες αποκαλούν τον αστερισμό «Χαμάλ Ρας αλ-Γκουλ», που σημαίνει «Αυτός που κουβαλάει το κεφάλι του Δαίμονα». Σε βιβλικές και χριστιανικές εκδοχές ο αστερισμός του Περσέα γίνεται ο Δαυΐδ που κρατάει το κεφάλι τού Γολιάθ ή ο Απόστολος Παύλος με σπάθα και Αγία Γραφή στα χέρια του.

Η απόρριψη δεν είναι ένα εμπόδιο, αλλά ένα σκαλοπάτι που μας βοηθά να ανέβουμε ψηλότερα

Όλοι έχουμε νιώσει σε κάποιο επίπεδο το επώδυνο κεντρί της απόρριψης, έναν πόνο τόσο οξύ σαν τα ίδια τα κύματα του ωκεανού να μας χτυπούν ξεβράζοντάς μας στην ακτή. Και δεν βοηθά καθόλου το γεγονός ότι ως άνθρωποι, συνεχώς επιθυμούμε πράγματα που μας δίνουν μόνο άνεση. Και αυτό δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα.

Η απόρριψη είναι πιθανότατα ένα από τα πικρότερα χάπια που θα χρειαστεί ποτέ να καταπιούμε. Είτε προέρχεται από ένα οικογενειακό μέλος, έναν φίλο, έναν εραστή, είτε ακόμα και από την τύχη, τη ροή των πραγμάτων, η απόρριψη θα μας συναντήσει σε διάφορα σταυροδρόμια της ζωής. Αλλά το μυστικό είναι ότι δεν είναι πάντα ο εχθρός.

Ως άνθρωποι, είναι φυσικό να παίρνουμε σοβαρά την απόρριψη. Να νιώθουμε σαν οι άνθρωποι που αγαπάμε να μας γυρνούν την πλάτη ή ότι δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες κάποιου. Σε κανέναν δεν αρέσει να νιώθει ότι δεν είναι αρκετός. Όμως η αλήθεια είναι πως είστε (και πάντα θα είστε) αρκετοί.

Χρειάζεται να μάθετε ότι όταν η απόρριψη κάνει την εμφάνισή της, δεν προσπαθεί πάντα να είναι το εμπόδιό σας, αλλά μερικές φορές περισσότερο ένα σκαλοπάτι. Η απόρριψη έρχεται συχνά πριν από μια αύξηση ή προαγωγή.

Συχνότερα η απόρριψη είναι απλά ένα τεστ για να επιβεβαιώσουμε τους στόχους και τις επιθυμίες μας, αλλά και να τεστάρουμε τα όριά μας. Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, πώς θα μπορούσαμε να χειριστούμε περισσότερα, αν δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με τα λίγα;

Είναι αλήθεια, αυτά τα τεστ είναι απαίσια. Αλλά προτιμώ να τα περνώ και να τα αντιμετωπίζω κατά μέτωπο, παρά να τα αποφεύγω και αυτά να πρέπει να επαναλαμβάνονται. Προτιμώ να γνωρίζω ότι μια καταιγίδα, όπως η απόρριψη, καταφτάνει για να με βοηθήσει να εξελιχθώ, για να αποδείξω όχι μόνο στους εχθρούς μου, αλλά επίσης στον εαυτό μου, πόσες ικανότητες και δύναμη έχω.

Η απόρριψη δεν έχει να κάνει πάντα με εσένα. Στο τέλος της ημέρας, είμαστε όλοι άνθρωποι. Τα λάθη είναι εγγεγραμμένα στο DNA μας. Αλλά υπάρχει ένα μέρος εκεί έξω που μόνο εσείς μπορείτε να συμπληρώσετε.

Χρειάζεται να μάθετε πως όταν έρχεστε αντιμέτωποι με την απόρριψη, σημαίνει ότι είστε ζωντανοί και ότι υπάρχουν πολλά ακόμα εκεί έξω για τα οποία χρειάζεται να συνεχίσετε να προσπαθείτε.

Αν πάρεις στα σοβαρά τον κόσμο, οδηγείσαι με μαθηματική ακρίβεια στην κατάθλιψη

Παρατηρώντας και ζώντας σ’ αυτό τον κόσμο, τα συμπεράσματα που βγάζεις παίρνοντας τον στα σοβαρά, σε οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη κατάθλιψη. Βιωματικά και πρακτικά και όχι θεωρητικά, κατανοεί ο καθένας μας πως το απόφθεγμα ¨Γνώρισα τους ανθρώπους και αγάπησα τα ζώα¨ είναι η κοντινότερη προσέγγιση της εποχής.
Την κατάντια του ανθρώπινου είδους τη βλέπεις σε πάρα πολλές πτυχές της κοινωνίας, από το ότι δεν υπάρχει κανένας δισταγμός στο να θανατώσει άνθρωπος άνθρωπο, μέχρι τις διαπροσωπικές σχέσεις στις οποίες δεν υπάρχει βάθος ούτε κατά διάνοια. Οι σχέσεις είτε στηρίζονται στη χρόνια εξάρτηση είτε στο συμφέρον. Η φιλία είναι ένα σπάνιο είδος, πόσο μάλλον η ερωτική σχέση που περιέχει μέσα και τεράστιες δόσεις εγωισμού.

Για την πρώτη πτυχή του ¨ανθρώπου¨ που αφορά δολοφονίες (είτε με τη πρόφαση του πολέμου, της ομάδας, της θρησκείας κλπ) είναι κάτι που όσο και να μεγαλώσω, όση περισσότερη σοφία και να αποκτήσω, ποτέ δεν θα πάψει να μου προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως αντί ο κόσμος τα 60-70 χρόνια της ζωής του να τα περνάει όμορφα γαλήνια στον πιο γεμάτο πλανήτη (απ’ όλες τις απόψεις) προτιμά να σκορπά το θάνατο, να καταστρέφει τη φύση, να δολοφονεί ζώα. Για ποιο λόγο; Ποτέ δε θα μάθω πραγματικά τι ψυχικά τραύματα επουλώνει ο καθένας απ’ αυτούς, κάνοντας ανεπανόρθωτο κακό στο συνάνθρωπο. 

Η δεύτερη πτυχή που σίγουρα είναι πιο βαριάς μορφής γιατί τη βιώνουμε καθημερινά στον κύκλο μας και δεν τη βλέπουμε απλά στην τηλεόραση, είναι αυτή των διαπροσωπικών σχέσεων. Η αλήθεια είναι πως με το πέρας των χρόνων, μετά από συλλογή εμπειριών καταλήγεις στο συμπέρασμα πως ουσιαστικές και βαθιές ανθρώπινες σχέσεις δεν υπάρχουν. Σιγά σιγά βλέπεις γύρω σου την απαξίωση πολλών εννοιών, όπως της φιλίας, της συντροφικότητας ή της συνεργασίας. Ο άνθρωπος μεγαλώνει, αλλάζει και χάνεται. Πράγματα που ένωναν δύο ανθρώπους στο παρελθόν πλέον όχι απλά έχουν ξεθωριάσει, αλλά έχουν διαγραφεί εντελώς. Έτσι μένει μόνο η συνήθεια η οποία κάποια στιγμή θα ξεπεραστεί και αυτή.

Το πρόβλημα σ’ αυτή τη περίπτωση είναι πως μεγαλώνοντας δυσκολεύεσαι ολοένα και περισσότερο να βάλεις καινούρια άτομα στην καθημερινότητα σου. Μπορεί να διευρύνονται οι ορίζοντες σου και να γίνεσαι διαλλακτικότερος στα στραβά της εποχής και των γύρω σου, αλλά πολύ δύσκολα συνυπάρχεις μαζί τους.

Ευτυχώς που στα δικά μου μάτια υπάρχουν δύο πολύ σημαντικοί παράγοντες που μας δίνουν πνοή κι ενέργεια και μας γλυτώνουν από τη ματαιότητα. Το ένα είναι η τέχνη και το άλλο ο έρωτας. Βέβαια τώρα που το ξανασκέφτομαι ο έρωτας αφορά κυρίως τους νέους ανθρώπους. Όσο μεγαλώνεις συνειδητοποιείς πως κι αυτός είναι εγωιστικός και υπερτιμημένος. Οπότε μένει μόνο η τέχνη, η οποία έχει τόσες πολλές μορφές, που είναι αδύνατον να μη βρεις κάτι να σε εκφράζει και να σε γεμίζει ενέργεια και ζωή. Μουσική, θέατρο, κινηματογράφος, ποίηση, ζωγραφική, φωτογραφία και φύση (κι αυτή τέχνη είναι).

Όλα είναι πράγματα που καθαρίζουν τελείως τον εγκέφαλο και σε κάνουν να δεις τη ζωή όμορφη (κι ας μην είναι). Χωρίς την ανάγκη αναγκαστικής συντροφιάς από ανθρώπους που δεν εκτιμάς ή δεν σε συνδέει τίποτα πλέον. Δεν είναι άσχημο πράγμα η μοναχικότητα όταν έχεις για φίλο τη μαγεία της τέχνης, ανακαλύπτεις στον εαυτό σου κρυμμένες γωνίες που δεν γνώριζες καν την ύπαρξη τους.
Βέβαια αν υπάρξει η σπάνια περίπτωση του να βρεθεί ένας άνθρωπος που θα έχετε πνευματική και συναισθηματική ταύτιση τόσο δυνατή που να περάσετε όλα τα παραπάνω μαζί, νομίζω πως θα είστε πολύ κοντά στο να αγγίξετε το άπειρο.

Στενεύουν τα περάσματα
οι φίλοι μου φαντάσματα 
κι η πόλη μοιάζει γενικώς
τάφος οικογενειακός

Η καλή διάθεση είναι επιλογή

«Δεν μας ενοχλεί το τι μας συμβαίνει, αλλά το τι θεωρούμε ότι μας συμβαίνει…» αναφέρει στο έργο του ο Έλληνας στωικός φιλόσοφος Επίκτητος.

Η διαδικασία της αντίδρασης στα ερεθίσματα που δεχόμαστε καθορίζει τη διάθεση μας και είναι διαφορετική σε κάθε άνθρωπο. Για αυτό και κάποιοι μπορεί να βλέπουν ένα ποτήρι μισογεμάτο, άλλοι μισοάδειο και… κάποιοι άλλοι, όπως λέγεται χιουμοριστικά, κοιτούν αν έχει δαχτυλιές το ποτήρι…

Οι άνθρωποι αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο στο ίδιο ερέθισμα, ή πολλές φορές μπορεί ο ίδιος άνθρωπος έχει άλλη αντίδραση στο ίδιο «πρόβλημα» και αυτό συμβαίνει γιατί η συναισθηματική μας διάθεση, επηρεάζεται από τα γεγονότα ανάλογα με το πώς αντιλαμβανόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό τη δεδομένη στιγμή. Αυτό μας κάνει να δίνουμε διαφορετικές «διαστάσεις» στα θέματα που μας απασχολούν και όχι αυτές που ρεαλιστικά τους αναλογούν και δυστυχώς αυτή η διαδικασία γίνεται βαρόμετρο της διάθεσης μας.

Επιρροές στη διάθεση


Η συναισθηματική μας διάθεση, το πότε και το πόσο συχνά νιώθουμε μέσα σε μια μέρα χαρά, λύπη ή ανησυχία επηρεάζεται από δύο παράγοντες, αφενός τα γεγονότα που συμβαίνουν στο περιβάλλον μας και κυρίως τις σκέψεις που κάνουμε συνεχώς για τα γεγονότα. Αυτές οι σκέψεις γίνονται μέσα από το πρίσμα του πως «αντιλαμβανόμαστε» εμείς τον εαυτό μας και αυτό αλλάζει με το πέρασμα των χρόνων και την… συλλογή εμπειριών που έχουμε.

Η αλήθεια είναι ότι πέρα από τα πρώιμα παιδικά μας χρόνια, κάθε γεγονός που συμβαίνει, η μνήμη μας το «ερμηνεύει» αλιεύοντας παλαιότερα όμοια γεγονότα και σύμφωνα με τις πεποιθήσεις και την «εικόνα» που έχουμε για εμάς. Επί παραδείγματι, ένα διαγώνισμα στο σχολείο, μπορεί για κάποιους να φαντάζει με παιχνίδι, ενώ για άλλους σημαίνει ένα τεστ δοκιμασίας της προσωπικής τους αξίας.

Είναι θετικό το γεγονός ότι δε γεννιόμαστε αισιόδοξοι ή απαισιόδοξοι, εσωστρεφείς ή εξωστρεφείς, τολμηροί ή διστακτικοί. Αυτά τα χαρακτηριστικά τα «υιοθετούμε» μέσα από τις εμπειρίες μας στα πρώτα χρόνια της ζωής μας αλλά δεν μένουν πάνω μας σαν «σφραγίδα» αφού γνωρίζουμε πλέον και μέσα από την πρόοδο των νευροεπιστημών, ότι ο ασυνείδητος τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας και επομένως το περιβάλλον, μπορεί να αλλάξει, αρκεί να τον επεξεργαστούμε με τη σκέψη μας και να τον κάνουμε συνειδητό.

Το συναισθηματικό και το λογικό μυαλό


Το ανθρώπινο μυαλό, λειτουργεί σχεδόν όπως ένας πολύπλοκος ηλεκτρονικός υπολογιστής. Βέβαια υπάρχουν βασικές ομοιότητες και διαφορές με τα άψυχα μηχανήματα.

Μια ομοιότητα είναι πως το μυαλό όλων μας είναι «σχεδιασμένο» πάνω στο ίδιο βασικό σχέδιο. Υπάρχει για παράδειγμα πάντοτε ο «συναισθηματικός» και ο «λογικός» εγκέφαλος, οι οποίοι «συνεργάζονται» αρμονικά και συνέχεια.

Δεύτερη ομοιότητα είναι πως υπάρχουν πολλές «προσχεδιασμένες διαδικασίες» στον τρόπο λειτουργίας του μυαλού μας, οι οποίες «παράγουν» χημικές ουσίες (νευροδιαβιβαστές), απαραίτητες, προκειμένου να διατηρούμε μία καλή συναισθηματική διάθεση. Ο συναισθηματικός εγκέφαλος προηγείται στη λήψη διαφόρων αποφάσεων διότι θα ήταν μοιραία χρονοβόρο, αν μπροστά σε έναν μεγάλο κίνδυνο δε νιώθαμε φόβο και καθόμασταν με τη λογική να τον επεξεργαστούμε. Οι υπολογιστές δε νιώθουν χαρά, φόβο ή άλλα συναισθήματα αλλά ευτυχώς εμείς, όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι.

Τρίτον, ο «δικός μας» υπολογιστής κινείται με στόχο τη συναισθηματική ικανοποίηση και όχι με μαθηματική λογική. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ερμηνεύονται οι συνήθειες, σε σχέσεις, πρόσωπα και καταστάσεις, που ενώ με «μαθηματικό» υπολογισμό μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες, οι άνθρωποι προσκολλούνται σε αυτές λόγω του φόβου να ξεφύγουν και να προχωρήσουν δοκιμάζοντας κάτι καινούριο αλλά άγνωστο.

Τέταρτον, παρότι όλοι διαθέτουμε έναν παρόμοιο υπολογιστή φτιαγμένο από το ίδιο υλικό και «καλωδιωμένο» κατά το ίδιο πρότυπο (όπως η αντίδραση του φόβου απέναντι σε ότι θεωρείται απειλή για την επιβίωση), οι εμπειρίες που αποκτούνται κυρίως στα πρώιμα χρόνια της ζωής, επιδρούν πρόσθετα σε αυτή την καλωδίωση του υπολογιστή. Οι εμπειρίες αυτές μπορούν να διαμορφώσουν πεποιθήσεις, αξίες, συναισθηματικές αντιδράσεις, ακόμη και το αν κοιτάζοντας ένα ποτήρι το βλέπουμε μισογεμάτο ή μισοάδειο, μεταφορικά μιλώντας δηλαδή, τον υποκειμενικό τρόπο αντίληψης του περιβάλλοντος.

Όταν επομένως γράφεται ένα κείμενο ψυχολογίας, μπορεί να απευθύνεται γενικά, διότι το μυαλό όλων μας έχει τις ίδιες βασικές ανάγκες, αλλά δεν μπορεί να απευθύνεται ειδικά, καθώς οι ξεχωριστές εμπειρίες κάθε ανθρώπου έχουν δημιουργήσει έναν υπολογιστή με τη δική του, μοναδική σε διάφορα σημεία «καλωδίωση».

«Προσχεδιασμένες διαδικασίες» προκειμένου να διατηρούμε μία καλή συναισθηματική διάθεση

Από τη φύση μας είμαστε φτιαγμένοι να έχουμε κάποιες βασικές ανάγκες, οι οποίες όταν ικανοποιούνται, εκκρίνονται «θετικές» χημικές ουσίες, που μας κάνουν να νιώθουμε ευχάριστα, ακόμη και ευτυχισμένοι. Μέσα σε αυτές τις ανάγκες πέρα από την πείνα και τη δίψα, είναι και το σ3ξουαλικό ένστικτο. Τα συναισθήματα συντροφικότητας γεννιούνται χάρη στις χημικές ουσίες που παράγονται στο ανθρώπινο μυαλό κατά τη διάρκεια του σεξ.

Η κινητική ορμή…


«Προερχόμαστε» από τη φύση και όπως σε άλλα έμβια όντα, το παιχνίδι και η κίνηση αποτελεί ενστικτώδη εκδήλωση της εσωτερικής έκφρασης του ανθρώπου, που φανερώνεται με μια ποικιλία κινήσεων και αισθήσεων. Το παιχνίδι είναι μια γενική ένδειξη ζωής, γιατί δεν παίζουν μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα. Στον άνθρωπο όμως συνδυάζεται η ενστικτώδης ορμή για κίνηση και χαρά με την ανάγκη για δημιουργία.

Καθώς το μυαλό μας λειτουργεί πρώτα με το συναίσθημα, ο άνθρωπος δεν μπορεί να «αντέξει» την επανάληψη μιας καθημερινής επαναλαμβανόμενης ρουτίνας περιμένοντας μία φορά το χρόνο να ξεφύγει σε κάποιες διακοπές. Όταν η επανάληψη της ίδιας καθημερινότητας «φθείρει» τη συναισθηματική διάθεση, το μυαλό μας χρειάζεται να προσμένει στο άμεσο μέλλον κάτι ευχάριστο, μέσα στην ίδια εβδομάδα έστω, προκειμένου να διατηρήσει την καλή διάθεση.

«Η ευτυχία δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από τη σταθερά καλή διάθεση, αυτή που βιώνεις μόνιμα και όχι παροδικά. Διότι το μεγάλο πρόβλημα είναι η διάρκεια, το θέμα είναι (και είναι εφικτό) να διατηρείς τη διάθεσή σου ακμαία κάθε μέρα», υπογράμμιζε ο Επίκουρος.

Βρείτε ενδιαφέρονται και το γέλιο σας μέσα από την επαφή


Το μυαλό έχει ανάγκη μία ποικιλία ερεθισμάτων μέσω των αισθήσεων. Η εξερεύνηση του φυσικού περιβάλλοντος, τα διάφορα ενδιαφέροντα και χόμπυ που φέρνουν πραγματική επαφή, επικοινωνία και κυρίως το γέλιο, βοηθούν το μυαλό να «παράγει» τις χημικές ουσίες που φέρνουν καλή διάθεση.

Η ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία είναι «γραμμένη στα γονίδιά» μας ως φυσικό αντικαταθλιπτικό. Όχι, όμως μέσω του γραπτού λόγου, με τον οποίο γίνεται μεγάλο μέρος της επικοινωνίας σήμερα καθότι οι αισθήσεις και ο εγκέφαλος στερούνται με αυτόν τον απρόσωπο τρόπο και χάνουν αμέτρητα ερεθίσματα πληροφοριών, όπως η χροιά της φωνής, το βλέμμα των οικείων μας, η ανάγκη να αναγνωρίζεται η αξία μας και να λαμβάνουμε αποδοχή.

Όλοι κρυβόμαστε πίσω από τα προβλήματα μας και «βαριόμαστε» να αλλάξουμε. Υπάρχει ένας φαύλος κύκλος δικαιολογιών και μεταφοράς ευθυνών στον… άλλον, αλλά δυστυχώς με αυτόν τον τρόπο επιλέγουμε ουσιαστικά την απομόνωση και την απομάκρυνση και κανείς δεν κάνει την αρχή της επαφής υπό τον φόβο της αλλαγής και της έκθεσης του εαυτού μας. Ένας μεγάλος εγωισμός συνήθως κρύβει φόβο να δείξουμε τις ευάλωτες πλευρές μας. Ταυτόχρονα όμως είναι και μία αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι έχουμε πολλές ευάλωτες πλευρές. Αυτές, όμως εκλείπουν μόνο όταν εξασκούμαστε και εξοικειωνόμαστε με αυτό που φοβόμαστε.

Η συναισθηματική διάθεση αυξάνει σταδιακά


Όταν η συναισθηματική μας διάθεση είναι μέτρια, για λόγους βιολογικούς, η συγκέντρωση της προσοχής μας είναι πιο δύσκολη. Το να προσπαθήσουμε, για παράδειγμα, να διαβάσουμε σε μία τέτοια στιγμή ένα βιβλίο, το οποίο απαιτεί μεγαλύτερη συγκέντρωση, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Έτσι συνήθως κάνουμε την «λάθος» επιλογή δηλαδή προτιμάμε την αλληλεπίδραση με μία οθόνη, η οποία όμως δεν «παράγει» κανένα χημικό της καλής διάθεσης. Το μυαλό όμως δε ξεγελιέται, αντιλαμβάνεται ότι δεν αλληλοεπιδρούμε πραγματικά, καθώς γνωρίζει ότι απλά κοιτάμε μία οθόνη.

Πολλοί άνθρωποι μπορεί λόγω μέτριας διάθεσης να αποφεύγουν να βρεθούν με οικεία πρόσωπα νιώθοντας ότι μπορεί να ακούσουν προβλήματα άλλων και να δαπανήσουν «αρκετή ενέργεια» που πιστεύουν ότι δε διαθέτουν. Οι άνθρωποι που διατηρούν μία σταθερά καλή διάθεση όμως, προσπαθούν να κάνουν τους οικείους τους να γελάσουν, ώστε να «επωφεληθούν» από την ευχάριστη ατμόσφαιρα, που οι ίδιοι δημιουργούν.

Ακόμη και το γέλιο των άλλων συμβολίζει την αναγνώριση και την αποδοχή του εαυτού μας από τους άλλους, κάτι που είναι βασική μας ανάγκη, και βοηθά στο να «παραχθούν» τα φυσικά αντικαταθλιπτικά του μυαλού. Ο Αμερικανός συγγραφέας Μαρκ Τουαίην, φαίνεται να είχε συνειδητοποιήσει το γεγονός αυτό λέγοντας, «ο καλύτερος τρόπος να δίνεις κουράγιο στον εαυτό σου είναι να δίνεις κουράγιο στους άλλους». Μόνο όταν επιτύχουμε ένα επίπεδο καλής διάθεσης, μπορούμε να δοκιμάσουμε κάτι που απαιτεί πιο «ισχυρή» καλή διάθεση και περισσότερη συγκέντρωση, όπως το διάβασμα ενός βιβλίου ή ένα ενδιαφέρον που απαιτεί περισσότερη ενέργεια όπως η άθληση.

Η καλή διάθεση είναι μέσα σου και είναι επιλογή


Ακόμη και η καλή διάθεση έχει επίπεδα και μοιάζει περισσότερο με σκαλοπάτια που ανεβαίνουμε σταδιακά. Χρειάζεται κάποιες φορές με τη λογική να ωθήσουμε τον εαυτό μας, ίσως και να τον πιέσουμε, να ανέβει ένα σκαλοπάτι το οποίο μπορεί να μην έχει τη διάθεση να το κάνει. Μόλις όμως ανεβούμε ένα, αποκτούμε τη δύναμη για ακόμη ένα ψηλότερο σκαλοπάτι. Έτσι, σύντομα, αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι …η διάθεση μας είναι σαν μία σκάλα η οποία μπορεί να φτάσει πραγματικά πολύ ψηλά.

Είναι ακριβώς αυτό που εννοούσε ο Πυθαγόρας, έχοντας κατανοήσει τον τρόπο που φιλτράρει το μυαλό τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και τον τρόπο που η λογική μπορεί να μας κινητοποιήσει να αναζητήσουμε πράγματα που θα μας δημιουργήσουν θετικά συναισθήματα, λέγοντας, «Μην ψάχνεις την ευτυχία είναι πάντα μέσα σου».

Και όταν ο Γάλλος φιλόσοφος Michel de Montaigne έλεγε ότι, «Η αδιαμφισβήτητη απόδειξη σοφίας είναι η συνεχώς καλή διάθεση», εννοούσε ότι όταν ξέρουμε αυτό που πάντοτε συμβαίνει, ότι κάθε εξωτερικό ερέθισμα αγγίζει συναισθηματικά, κάτι που υπάρχει ήδη στο μυαλό μας, τότε μπορούμε με τη σκέψη μας να το αγνοήσουμε ή να επιλέξουμε να του δώσουμε την σημασία που του αναλογεί, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Οι Στωικοί βρίσκονταν σε δριμεία αντιπαράθεση με τους Επικούρειους

Οι Στωικοί βρίσκονταν σε δριμεία αντιπαράθεση με τους Επικούρειους. Ο Επίκτητος αποκάλεσε κιναιδολόγον τον Επίκουρο, ο δε Κικέρωνας χλεύαζε τις απόψεις του για τη φύση των θεών. Ο χριστιανός Κλήμης ο Αλεξανδρεύς τον αποκαλούσε «Πρίγκιπα της αθεΐας», και ο Τιμοκράτης στο έργο Ευφρανταί ισχυριζόταν ότι ο Επίκουρος έκανε σκόπιμα εμετό δύο φορές τη μέρα, για να συνεχίσει την απόλαυση του φαγητού. Ο θιγόμενος πάλι, απαντώντας στο Ναυσιφάνη που του είχε φέρει ναυτία με τις ύβρεις του, τον αποκάλεσε «σουπιά και αγράμματο κι απατεώνα και πόρνο» – και ακόμα δεν είχε πάρει μπροστά.

Μερικοί άλλοι Στωικοί είχαν πιο συμβιβαστική διάθεση, όπως ο Σενέκας, που γράφει στο Για μια ευτυχισμένη ζωή ότι δεν του αρμόζουν όλα όσα του καταλογίζονται. Το καταπληκτικό όμως είναι ότι και ο Διογένης Λαέρτιος, που δε φοβόταν καθόλου τον κιτρινισμό και τα διογκωμένα ρεπορτάζ, αναλώνει μεγάλη προσπάθεια και πολύ χώρο στην υπεράσπιση του Επίκουρου. «Είναι τρελοί πέρα για πέρα» λέει για τους επικριτές του, και του αφιερώνει ολόκληρο το δέκατο βιβλίο της Συναγωγής, όπου τον πραγματεύεται τόσο διεξοδικά όσο κανέναν άλλον.

Ο Επίκουρος ήταν πολυγραφότατος, και η βασική πραγματεία του περί φυσικής φιλοσοφίας έφτανε τον δυσθεώρητο όγκο των 37 τόμων. Το μόνο που σώζεται από όλο το έργο του είναι τέσσερις επιστολές -και κάποια σκόρπια αποσπάσματα και μαρτυρίες, τα οποία διέσωσε ο Διογένης Λαέρτιος, λέγοντας γι' αυτόν: «Η καλοσύνη του αποδεικνυόταν με κάθε λογής τρόπο».

Ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος με τον Επίκουρο είναι οι συνεκδοχές που μας φέρνει στο νου το επίθετο «επικούρειος». Όπως είδαμε νωρίτερα, οι Κυνικοί δεν ήταν κυνικοί με τη σύγχρονη έννοια. Έτσι κι ο Επίκουρος, όχι μόνο δεν έκανε επικούρεια ζωή αλλά προάσπιζε την ολιγάρκεια στα πάντα. Έλεγε ότι θα ήταν πιο ευτυχισμένος κι από το Δία όσο θα είχε λίγο κριθαρένιο ψωμί και νερό. Και συμπλήρωνε: «Στείλτε μου κι ένα μικρό κιούπι με τυρί, και θα μπορώ να τρώω σαν να είναι γιορτή». Η φιλοσοφία του παρέχει μια αγωγή για την επίτευξη της ευτυχίας, την οποία ταυτίζει με μια κατάσταση μακαριότητας που συνοδεύει κάθε ζωή χωρίς ανάγκες, έγνοιες και, πάνω απ’ όλα, άγχη. Κανείς δεν μπορεί να είναι ευτυχής όσο αγχώνεται για ό,τι δεν έχει. Όταν ζούμε χωρίς το άγχος αυτό, απολαμβάνουμε την ευδαιμονία των θεών.

Ο Επικουρισμός λοιπόν δεν είχε σχέση με την έξαλλη ζωή, με το να πίνεις και να γλεντάς, με το να χαίρεσαι τ αγόρια και τις γυναίκες, με το να γεύεσαι τα ψάρια και τις άλλες λιχουδιές. Αφορά τη φρόνηση στα πάντα. Ο συνετός Επικούρειος δεν παντρεύεται, δεν κάνει οικογένεια και ποτέ δε μεθάει τόσο ώστε να χάνει τα λόγια του. Όσο για το σεξ, ο Επίκουρος λέει ότι δεν ωφέλησε κανέναν που το παράκανε. Βέβαια, με μια τόσο ασκητική στάση προς τις ηδονές, είναι απορίας άξιο γιατί να θέλει κανείς να γίνει ηδονιστής με την επικούρεια έννοια. Οι Επικούρειοι ζούσαν σε μικρές κοινότητες με πρότυπο τον «Κήπο», που είχε ιδρυθεί από τον ίδιο στα περίχωρα της Αθήνας. Για τη ζωή στις κοινότητες αυτές γνωρίζουμε μόνο ότι εκχωρούσε ίσα δικαιώματα τόσο στις γυναίκες όσο και στους υπηρέτες των σπιτιών, ενώ έδινε και τεράστια αξία στη φιλία. Ο Επίκουρος λέει πως είναι ύψιστη ευλογία στη ζωή του ανθρώπου να έχει φίλους και ότι ο σοφός «καμιά φορά πεθαίνει για ένα φίλο».

Η οδυνηρή αλήθεια για τη δήθεν ηδονοθηρία του Επίκουρου διακρίνεται καλύτερα αν δούμε το δικό του δεινοπάθημα, εφτά περίπου χρόνια μετά το θάνατο του Πλάτωνα. Από πολύ νωρίτερα είχε βγάλει όνομα ως φιλάσθενος, σε σημείο ώστε ο μαθητής του Μητρόδωρος να γράψει και βιβλίο με τίτλο Περί Επικούρου ασθένειας. Πέθανε λοιπόν με βασανιστικούς πόνους από νεφρική ανεπάρκεια και αφού επί δύο εβδομάδες δεν μπορούσε ούτε να σταθεί από το μαρτύριο που του προξενούσαν οι πέτρες στα νεφρά. Κι όμως εξέπνευσε χαρούμενος ανάμεσα στους φίλους και μαθητές του. Η αποχαιρετιστήρια επιστολή του προς τον Ιδομενέα ξεκίνα ως έξης:

Σου γράφω στην πιο ευτυχισμένη και τελευταία ημέρα της ζωής μου, ενώ υποφέρω από βαρύτατες ασθένειες της κύστης και των εντοσθιών.

Αλλά συνεχίζει με το εξής θαυμαστό:

Όλα αυτά όμως αντισταθμίζονται από τη χαρά της ψυχής μου, καθώς αναθυμάμαι εκείνα που εμείς οι δύο συζητούσαμε και ερευνούσαμε μαζί.

Μια νέα θεωρία – Χαμελέον – θα μπορούσε να αλλάξει τις θεωρήσεις μας για τη βαρύτητα;

Η θεωρία της Γενικής Σχετικότητας του Einstein είναι διάσημη σε όλο τον κόσμο – όμως μπορεί να μην είναι ο μόνος τρόπος για να εξηγηθεί το πώς λειτουργεί η βαρύτητα και πώς διαμορφώνονται οι γαλαξίες. Φυσικοί στο Πανεπιστήμιο του Durham δημιούργησαν σε υπερυπολογιστή μια τεράστια προσομοίωση του σύμπαντος για να ελέγξουν μια εναλλακτική θεωρία. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου βρήκαν ότι το  – αποκαλούμενη Θεωρία Χαμελέον – θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει τον σχηματισμό των κοσμικών δομών και να αφήσει υπογραφές που μπορούν να παρατηρηθούν σε μεγάλες κλίμακες.

Οι προσομοιώσεις έδειξαν ότι δίσκοι σπειροειδών γαλαξιών, όπως ο δικός μας Γαλαξίας, διαμορφώνονται ακόμη και αν εφαρμόζεται ένας διαφορετικός νόμος της βαρύτητας. Οι επιστήμονες ήδη γνωρίζουν ότι το f(R)-gravity μπορεί να αναπαραγάγει την επιτυχία της Γενικής Σχετικότητας στο να δείξει την εξέλιξη του δικούς μας Ηλιακού Συστήματος. Όμως η νέα έρευνα των φυσικών του Πανεπιστημίου τώρα δείχνει ότι η θεωρία αυτή μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για το σχηματισμό γαλαξία σε πολύ μεγάλες κοσμολογικές κλίμακες.

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Einstein είχε λάθος. Αντίθετα, δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι από έναν τρόποι για να εξηγηθεί ο ρόλος της βαρύτητας στην εξέλιξη του σύμπαντος. Η Γενική Σχετικότητα αναπτύχθηκε από τον Einstein στις αρχές του 20ου αιώνα για να εξηγήσει την βαρυτική επίδραση των μεγάλων αντικειμένων στο διάστημα.

Έχει επίσης συνέπειες για την κατανόηση της επιταχυνόμενης διεύρυνσης του σύμπαντος, η οποία θεωρείται ότι οδηγείται από μια μυστηριώδη ουσία που ονομάζεται σκοτεινή ενέργεια. Ωστόσο, μοντέλα όπως το f(R)-gravity μπορούν επίσης να εξηγήσουν τη γρήγορη ανάπτυξη του σύμπαντος και οι ερευνητές του Πανεπιστημίου αναφέρουν ότι η εργασία τους θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα μικρό βήμα προς την κατεύθυνση του προσδιορισμού του τι είναι η σκοτεινή ενέργεια.

Οι αστρονόμοι και οι κοσμολόγοι του Πανεπιστημίου του Durham θεωρούνται ότι βρίσκονται μεταξύ των καλύτερων του κόσμου και συνεισφέρουν κατά πολύ στην επιστήμη του σύμπαντος. Την προηγούμενη χρονιά είχαν επίσης δείξει πώς οι υπερμεγέθεις μαύρες τρύπες μπορούν να μετρήσουν την επέκταση του πρώιμου σύμπαντος, πώς ο Γαλαξίας μας είναι σε καταστροφική πορεία σύγκρουσης με έναν γειτονικό γαλαξία και γιατί ο Ουρανός είναι γερμένος στην μεριά του. Συμβάλουν επίσης στην κατασκευή του Εξαιρετικά Μεγάλου Τηλεσκοπίου – του μεγαλύτερου τηλεσκοπίου του κόσμου.

H πρώτη φωτογραφία που απεικονίζει την κβαντική σύζευξη δύο φωτονίων

Για πρώτη φορά στην ιστορία έχουμε μπροστά μας μια φωτογραφία που απεικονίζει τον κβαντικό εναγκαλισμό (κβαντική διεμπλοκή ή σύζευξη), χάριν στους ερευνητές του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης. Στη φωτογραφία βλέπουμε δύο φωτόνια να αλληλεπιδρούν και να μοιράζονται τη φυσική κατάσταση τους, ένα φαινόμενο που συμβαίνει στο Σύμπαν ανεξάρτητα από την απόσταση που έχουν τα δύο σωματίδια μεταξύ τους. Κατά μια έννοια, αυτό αποτελεί την απόδειξη ότι τα πάντα συνδέονται μεταξύ τους στον κόσμο μας.

Κβαντική σύζευξη δύο σωματιδίων που αλληλεπιδρούν συνενώνοντας τις κυματοσυναρτήσεις τους και μένουν σε κατάσταση διεμπλοκής μεταξύ τους, ασχέτως του χώρου που μεσολαβεί πλέον από το ένα στο άλλο.
 
Η κβαντική διεμπλοκή είναι το φαινόμενο, κατά το οποίο δύο σωματίδια ή ομάδες σωματιδίων που δημιουργούνται μαζί ή αλληλεπιδρούν συνενώνοντας τις κυματοσυναρτήσεις τους και μένουν σε κατάσταση διεμπλοκής μεταξύ τους, ασχέτως του χώρου που μεσολαβεί πλέον από το ένα στο άλλο. Αν σταλεί το ένα από τα δύο στο άλλο άκρο του σύμπαντος και συμβεί κάτι σε οποιοδήποτε από τα δύο, το άλλο αντιδρά ακαριαία. Έτσι, φαίνεται είτε πως η πληροφορία μπορεί να ταξιδέψει με άπειρη ταχύτητα, είτε πως στην πραγματικότητα τα δύο αντικείμενα βρίσκονται ακόμα σε «επαφή», σε σύνδεση μεταξύ τους, σε κατάσταση διεμπλοκής.

Για να επιτύχουν τη σύζευξη, οι ερευνητές δημιούργησαν μια διάταξη που εκπέμπει ροή συζευγμένων φωτονίων από μια κβαντική πηγή φωτός. Αυτά τα σωματίδια απεικονίζονται επάνω σε υγρούς κρυστάλλους που αλλάζουν τη φάση των φωτονίων καθώς αυτά τους διαπερνούν. Στο τέλος της διάταξης έχει τοποθετηθεί ειδική κάμερα που κατάφερε να «συλλάβει» αυτό το ζεύγος φωτονίων που βλέπουμε στη φωτογραφία.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο κβαντικός εναγκαλισμός αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές της Κβαντομηχανικής και βρίσκει εφαρμογή σε πολλά γνωστά πεδία, όπως οι κβαντικοί υπολογιστές και η κρυπτογράφηση, αλλά μέχρι σήμερα κανένας δεν είχε καταφέρει να τον απεικονίσει. Πεποίθηση τους είναι ότι με αυτό το project θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην εξέλιξη των κβαντικών υπολογιστών και ίσως να δούμε νέους τύπους απεικόνισης.

Μύθος: Η Αληθινή Ιερή Ιστορία

«Το υποσυνείδητο προμηθεύει ασταμάτητα το σύγχρονο άνθρωπο με αμέτρητα σύμβολα και κάθε σύμβολο έχει να μεταφέρει ένα συγκεκριμένο μήνυμα, να φέρει εις πέρας μια συγκεκριμένη αποστολή, η οποία σκοπεύει στο να προστατεύσει ή να επαναφέρει την ψυχική του ισορροπία. Το σύμβολο δεν καθιστά μόνο τον κόσμο “ανοικτό”, αλλά εγγυάται στον άνθρωπο και την πρόσβασή του στο σύμπαν.
 
Τα σύμβολα ξυπνούν το προσωπικό βίωμα και το μετατρέπουν σε πνευματική πράξη, σε μια μεταφυσική αντίληψη του κόσμου. Μπροστά από ένα οποιοδήποτε φανερό σύμβολο του κοσμικού χώρου και της κοσμολογικής ζωής, ένας άνθρωπος βρίσκει την πρόσβαση στην ύψιστη πνευματικότητα, επειδή κατανοώντας το σύμβολο είναι σε θέση να ζήσει το παγκόσμιο. Η θρησκευτική θεώρηση του κόσμου και η ιδεολογία της, επιτρέπουν στον άνθρωπο να αξιολογήσει όλο αυτό το προσωπικό του βίωμα και να το ‘ανοίξει’ προς το παγκόσμιο.»
 
«Ο μύθος συνδέει τις πράξεις των υπερανθρώπινων οντοτήτων με την εκδήλωση των ιερών δυνάμεων που αντιπροσωπεύουν, οπότε αποτελεί ένα εξαιρετικό μοντέλο έρευνας για όλες τις σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες».
 
Ο Μίρτσεα Ελιάντε (13 Μαρτίου 1907 – 22 Απριλίου 1986) ήταν Ρουμάνος ιστορικός της θρησκείας, λογοτέχνης, φιλόσοφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Γεννήθηκε στη Βουκουρέστι της Ρουμανίας και σπούδασε ιστορία (1925-1928). Στο διάστημα 1928-1932 ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Καλκούτα στο αντικείμενο της θρησκειολογίας, όπου μελέτησε και τα σανσκριτικά. Το 1933 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του με μια εργασία στην πρακτική της Γιόγκα, η οποία μόλις τρία χρόνια μετά, θα μεταφραζόταν στη Γαλλική προκαλώντας μεγάλο αντίκτυπο στους ευρωπαϊκούς ακαδημαϊκούς κύκλους.
 
Μετά από αυτό αρχίζει την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία, ενώ λόγω του παγκοσμίου πολέμου την διακόπτει για να διοριστεί μορφωτικός ακόλουθος στο Λονδίνο (1940-1941) και στη Λισσαβόνα (1941-1945). Διορίζεται καθηγητής θρησκειολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (1945-1956) και το 1956 το Πανεπιστήμιο του Σικάγο τον προσκαλεί για να διδάξει σε αυτό. Πέθανε στις 23 Απριλίου του 1986. Ο Mιρτσέα Ελιάντε υπήρξε διευθυντής τριών θρησκειολογικών περιοδικών, ”ΆZalmoxis”, ”Antaios”, ”History of Religions” και εκδότης της δεκαεξάτομης ”Encyclopedia of Religion”.
 
Ο Ρούντολφ Όττο και η απριορική προσέγγιση του ”ιερού” επηρεάζει τη σκέψη του Mιρτσέα Ελιάντε. Προκειμένου να ερευνήσει το θρησκευτικό φαινόμενο συνδυάζει δύο μεθόδους, τη μορφολογική και την ιστορική. Την πρώτη την εμπνέεται από τον Γκαίτε και με αυτήν εντοπίζει ορισμένες ”κοσμικές” (τοπικές ή βιολογικές, δηλαδή ουρανός, νερό, γη, λίθοι, αλλά και εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής) ιεροφάνειες, εμφανίσεις του ιερού και του αγίου.
 
Τα πράγματα του φυσικού κόσμου και οι ανθρώπινες πράξεις δεν είναι αυτόνομα αλλά συνιστούν ιεροφάνειες στο βαθμό που μετέχουν σε μια υπερβατική πραγματικότητα. Το βασικό θρησκευτικό φαινόμενο του ιερού δεν είναι προϊόν εξέλιξης, αλλά σταθερό στοιχείο της ανθρώπινης συνείδησης, λέει ο Ελιάντε. Η θρησκεία έχει δύο διαστάσεις, μια ”εμπειρική” και μια ”υπερβατική”. Η πρώτη ερμηνεύεται φαινομενολογικά και ιστορικά, η δεύτερη είναι απροσπέλαστη και μόνο ”θεολογικά” κατανοημένη.
 
Η άποψη ότι οι μύθοι αποτελούν βαθιά κρυμμένες αλήθειες εξηγείται προγραμματικά στο έργο του και κυριαρχεί σε μεγάλο ποσοστό στη σύγχρονη μελέτη της θρησκείας. Το έργο του άσκησε ιδιαίτερη επίδραση στο λεξιλόγιο της συγκριτικής θρησκειολογίας. Έκανε προγραμματική χρήση των εννοιών ”κόσμος” και ”χρόνος” ως εργαλείων της ιστορίας και της φαινομενολογίας της θρησκείας. Πέτυχε να προσδιορίσει τη ριζική τομή μεταξύ εκκλησίας και θρησκείας, ιουδαιοχριστιανικής πίστης και θρησκευτικότητας.
 
Στα μειονεκτήματα που του προσάπτουν ανθρωπολόγοι και θρησκειολόγοι είναι η ανδροκεντρική προκατάληψη στο έργο του, οι πρακτικές της απομόνωσης και αποϊστορικοποίησης των μυθολογικών και θρησκευτικών φαινομένων που μελετά. Ο μη αναγωγισμός που υιοθετεί, δηλώνεται κι από τον ίδιο, «Ένα θρησκευτικό φαινόμενο θα αναγνωριστεί ως τέτοιο μόνο εάν συλληφθεί στο δικό του επίπεδο, δηλαδή αν μελετηθεί ως κάτι θρησκευτικό. Το να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε την ουσία ενός τέτοιου φαινομένου με τα μέσα της φυσιολογίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, των οικονομικών, της γλωσσολογίας, της τέχνης ή οποιασδήποτε άλλης επιστήμης, είναι λάθος. Χάνει το μοναδικό και μη αναγώγιμο στοιχείο -το στοιχείο του ιερού.»
 
Μυθολογία του αρχαίου ήρωα

Γιά τους αρχαίους Έλληνες, μύθος σήμαινε «παραμύθι» «θρύλος» «φαντασιακή διήγηση» «ομιλία» και τελικά κατέληξε να σημαίνει «κάτι φανταστικό που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει».
 
Οι πρώτοι Έλληνες Φιλόσοφοι είχαν κατακρίνει και απορρίψει τους Ομηρικούς ύμνους ως φανταστικές επινοήσεις και μυθεύματα. Ο Ξενοφάνης [6ος-5ος αιώνας π.κ.ε.] απέρριψε την αθανασία των Θεών όπως περιγράφεται από τον Όμηρο και τον Ησίοδο. Επιπλέον επέκρινε την ανθρωπομορφική απεικόνιση των Θεών [Ανθρωπομορφισμός]. «Εάν τα βοοειδή, τα άλογα ή τα λιοντάρια είχαν χέρια, και ήταν ικανά να ζωγραφίσουν με τα χέρια τους και να κάνουν δουλειές όπως ο άνθρωπος, τα άλογα θα ζωγράφιζαν τους θεούς με μορφή αλόγου, ομοίως τα βοοειδή και θα έκαναν τα σώματά των θεών με μορφή που να μοιάζει στα ίδια».
 
Σε αυτή την κριτική της Ομηρικής μυθολογίας εκείνο που φανερώνεται είναι η προσπάθεια να αποδεσμευτεί η έννοια της Θεότητας από την ανθρωπομορφική της απεικόνιση που γίνεται ποιητική αδεία. Ωστόσο, η μυθολογία του Ομήρου και του Ησιόδου συνέχισαν να ενδιαφέρουν την ελίτ σε όλα τα μέρη του Ελληνιστικού κόσμου. Δεν λαμβάνονταν όμως οι μύθοι αυτολεξεί, αυτό που ανιχνευόταν πλέον ήταν σημασία «των κρυφών τους νοημάτων». Οι Στωικοί ανέπτυξαν την αλληγορική ερμηνεία της Ομηρικής μυθολογίας και γενικά όλων των θρησκευτικών παραδόσεων.
 
Για παράδειγμα, όταν ο μύθος αναφέρει ότι ο Ζευς δέσμευσε την Ήρα, αυτό κατά την αλληγορική ερμηνεία σημαίνει ότι ο αιθέρας είναι το όριο του αέρα και ούτω καθεξής. Μια άλλη πολύ επιτυχής ερμηνεία ήταν ο ευημερισμός, που ονομάστηκε έτσι από τον Ευήμερο το Μεσσήνιο [Αρχές του 3ο αιώνα π.κ.ε.]: ο οποίος απέδειξε ότι οι Θεοί ήταν αρχαίοι βασιλείς που είχαν Θεοποιηθεί. Κατά συνέπεια οι μύθοι αντιπροσώπευαν κάποια συγκεχυμένη μνήμη ή μία φανταστική μεταμόρφωση κατορθωμάτων αρχέγονων βασιλέων. Οι χριστιανοί απολογητές [χριστιανοί συγγραφείς που προσπάθησαν να υπερασπιστούν το χριστιανισμό από τις επικρίσεις του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού] δανείστηκαν [τους βόλευε άλλωστε] αυτήν την Ελληνιστική ερμηνεία της μυθολογίας. Γι’ αυτούς οι μύθοι ήταν φανταστικές ιστορίες, γεμάτες ψεύδη και παραλογισμούς κι έπρεπε να απορριφθούν ως απεχθείς. [σε αντίθεση με την ιερά Βίβλο, που είναι γεμάτη γεγονότα!! ανθρωποθυσίες, αιμομιξίες, κτηνοβασίες, κοπρολαγνείες και λοιπά “ηρωικά ανδραγαθήματα” !!]
 
Μόλις πριν το 1985 οι Δυτικοί λόγιοι ανακάλυψαν την πρωταρχική, αληθινή έννοια του μύθου. Η επιστημονική μελέτη της μυθολογίας ήταν ήδη δημοφιλής το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ιδιαίτερα μέσα από τα έργα των Max Muller, του Andrew Lang και του Sir James Frazer. Για τον Muller η μυθολογία ήταν μια «ασθένεια της γλώσσας». Ο Lang ισχυρίστηκε ότι οι μύθοι απορρέουν από μία προσωποποίηση των φυσικών δυνάμεων ή φαινομένων, μια νοητική διαδικασία χαρακτηριστική του ανιμιστικού σταδίου του πολιτισμού. Ο Frazer αντιμετώπιζε τους μύθους ως παρερμηνείες ανθρώπινων ή φυσικών φαινομένων. Στην αρχή του αιώνα [εννοεί τον 20ο αι.] ο Φρόιντ και ο Γιουνγκ έδωσαν μια νέα ώθηση στη μελέτη των μύθων εντοπίζοντας και τονίζοντας τις εντυπωσιακές ομοιότητες των μύθων με τον κόσμο του υποσυνείδητου.

Μύθος -μια Αληθινή Ιστορία
 
Η νέα, καλοπροαίρετη προσέγγιση του μύθου χρωστά πολλά στα αποτελέσματα της σύγχρονης εθνολογίας. Η επιστημονική μελέτη των αρχαϊκών κοινωνιών για τις οποίες η μυθολογία είναι ή ήταν μέχρι πρόσφατα ζωντανή, έχει αποκαλύψει ότι ο μύθος για τον Αρχέγονο Άνθρωπο είναι μια Αληθινή Ιστορία και πέρα από αυτό, μια ιστορία που αντιμετωπίζει ως πολυτιμότατο θησαυρό, επειδή θεωρεί ιερή, υποδειγματική και σημαντική.
 
Κάτω από αυτή τη νέα αξία που έχει πάρει ο όρος «μύθος» στη σύγχρονη γλώσσα, αποκτά διφορούμενη σημασία. Η λέξη χρησιμοποιείται αφενός με την παλιά έννοια την κληρονομημένη από τους Έλληνες που σημαίνει «φαντασία» ή «πλάνη» και αφετέρου με το νόημα που είναι οικείο στους ιστορικούς των θρησκειών, εκείνο της «ιερής παράδοσης, αρχέγονης αποκάλυψης, υποδειγματικού μοντέλου».
 
Γενικά μπορεί να πει κανείς ότι σε κάθε περίπτωση που έχουμε πρόσβαση σε μία παράδοση που παραμένει ακόμα ζωντανή, ο οποιοσδήποτε μύθος της εξιστορεί τον τρόπο με τον οποίο κάτι ήρθε σε ύπαρξη. Αυτό το «κάτι» μπορεί να είναι ο κόσμος ή ο άνθρωπος ή ένα είδος ζώου ή ένας κοινωνικός θεσμός. Ο μύθος τότε είναι πάντα η αναφορά μιας «δημιουργίας», το πώς παράχθηκε κάτι και πώς άρχισε να υπάρχει. Ο μύθος περιγράφει μόνο εκείνο το οποίο πραγματικά συνέβη. Αυτοί που δρουν στους μύθους είναι υπερφυσικά όντα.
 
Είναι γνωστοί αρχικά από αυτό που έκαναν στις απαρχές του χρόνου. Ως εκ τούτου οι μύθοι φανερώνουν τη δημιουργική τους δραστηριότητα και αποκαλύπτουν την ιερότητα (ή απλά την υπερφυσικότητα) των έργων τους. Η παρέμβαση των υπερφυσικών όντων είναι που έκανε τον κόσμο αυτό που είναι σήμερα. Ο μύθος θεωρείται ιερή ιστορία και ως εκ τούτου αληθινή ιστορία, επειδή πάντα ασχολείται με πραγματικότητες. Ο μύθος ο οποίος μας λέει πώς φτιάχτηκε ο κόσμος είναι ΑΛΗΘΙΝΟΣ, επειδή η ύπαρξη του κόσμου είναι εκεί για να το αποδείξει, ο μύθος της καταγωγής του θανάτου είναι εξίσου ΑΛΗΘΙΝΟΣ, επειδή η θνητότητα του ανθρώπου τον αποδεικνύει, και ούτω καθεξής.
 
Επειδή ο μύθος σχετίζει πράξεις υπερφυσικών όντων με την εκδήλωση των ιερών τους δυνάμεων, γίνεται μιμητικό πρότυπο για όλες τις σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες. «Πρέπει να κάνουμε ότι έκαναν και οι Θεοί στην αρχή», διακηρύσσει ένα πασίγνωστο Βραχμανικό κείμενο. «Ήταν έτσι που οι (Μυθικοί Ηρωες) Πρόγονοι έκαναν, και εμείς κάνουμε το ίδιο», δηλώνουν οι Κάι της Νέας Γουινέας.
 
Όσα συνέβησαν αρχικά, μπορούν να επαναληφθούν με τη δύναμη των τελετουργιών. Γι’ αυτό είναι ουσιαστική η γνώση των μύθων. Ενθυμούμενοι τους μύθους, διαπράττοντας τους ξανά συμβολικά, ο άνθρωπος των αρχαϊκών κοινωνιών επαναλαμβάνει ουσιαστικά τη δράση των Θεών, των Ηρώων ή των Προγόνων στην απαρχή του χρόνου. Να παραθέσω μόνο ένα παράδειγμα: Μια ορισμένη φυλή ζει ψαρεύοντας επειδή στους μυθικούς καιρούς ένα Υπερφυσικό Ον δίδαξε τους προγόνους τους να πιάνουν και να μαγειρεύουν ψάρια. Ο μύθος λέει την ιστορία του πρώτου ψαρέματος και έτσι, αποκαλύπτει μιαν υπερανθρώπινη δράση, διδάσκει τους ανθρώπους τον τρόπο να την εκτελέσουν και τελικά εξηγεί γιατί αυτή η ιδιαίτερη φυλή πρέπει να προμηθεύεται την τροφή της με αυτόν τον τρόπο. Για τον αρχαϊκό άνθρωπο, [κι όχι για το εκφυλισμένο ανθρώπινο ζώο των τσιμεντουπόλεων] ο μύθος είναι ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, τον αφορά άμεσα στην ύπαρξή του πάνω στη γη.
 
Τα Μεγάλα Θέματα
 
Αυτή η υπαρξιακή λειτουργία του μύθου εξηγεί γιατί ένα πλήθος σημαντικών θεμάτων είναι κοινά σε διάφορες μυθολογίες. Οι κοσμογονικοί μύθοι (που περιγράφουν τη δημιουργία του σύμπαντος) και οι μύθοι της καταγωγής για παράδειγμα βρίσκονται παντού. Ομοίως είναι πολύ διαδεδομένο θέμα η καταστροφή ενός παλαιού κόσμου και η δημιουργία ενός νέου. Παγκοσμίως εμφανίζονται μύθοι δημιουργίας της ανθρωπότητας, αν και η επιμέρους ιστορία μπορεί να ποικίλλει: Οι πρώτοι άνθρωποι δημιουργήθηκαν από τη Μάνα Γη και τον Πατέρα Ουρανό ή από μία αμφίφυλη Θεότητα ή πλάσθηκαν από τη γη ή από ένα δημιουργό και ούτω καθεξής.
 
Το Κτήνος από τις 20.000 οργιές: “Η αντικρουόμενη αντίδραση προς τις δυνάμεις του χάους και της αταξίας, οι οποίες είναι εξίσου τρομακτικές όσο και αξιοθαύμαστες.

Ένας από τους παλαιότερους και ισχυρότερους ανθρώπινους εφιάλτες:
ο δράκοντας της αβύσσου, το τέρας του χάους που αναδύεται από τα βαθιά
για να απειλήσει τάξη και ειρήνη, σύγχρονη εκδοχή σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας”

Αλλά κάθε μυθική αναφορά οποιασδήποτε καταγωγής προϋποθέτει και συνεχίζει την Κοσμογονία – την ιστορία της δημιουργίας του κόσμου. Η δημιουργία του κόσμου, η Κοσμογονία, είναι η υπέρτατη δημιουργία οπότε στέκει ως υποδειγματικό πρότυπο για κάθε είδους δημιουργία. Αυτός είναι κι ο λόγος που η υπέροχη ιστορία των δυναστειών στο Θιβέτ ξεκινάει επαναλαμβάνοντας για άλλη μια φορά τη γέννηση του κόσμου από ένα αυγό. Αντίστοιχα και οι Πολυνησιακές γενεαλογικές ψαλμωδίες αρχίζουν με τον ίδιο τρόπο.
 
Οι τελετουργικές αυτές ψαλμωδίες συντίθενται από τους βάρδους όταν η πριγκίπισσα είναι έγκυος και δίνονται στους χορευτές χούλα να τις μάθουν απέξω. Οι χορευτές, άντρες και γυναίκες, χορεύουν και απαγγέλλουν την ψαλμωδία συνεχώς μέχρι να γεννηθεί το παιδί. Έτσι η εμβρυολογική ανάπτυξη του μελλοντικού αρχηγού μοιάζει να συνοδεύεται από μια ανακεφαλαίωση της κοσμογονίας, την ιστορία του κόσμου, την ιστορία της φυλής. Η κυοφορία ενός μελλοντικού αρχηγού στέκει αφορμή για μια συμβολική αναδημιουργία του κόσμου.
 
Η περιοδική ανανέωση του κόσμου μέσω συμβολικής επανάληψης της κοσμογονίας συναντιέται σε πολλούς πρωτόγονους κι αρχαϊκούς λαούς. Στη Μεσοποταμία η δημιουργία του κόσμου επαναλαμβανόταν τελετουργικά κατά τη διάρκεια της γιορτής του Νέου Έτους. Μια σειρά από τελετές αναπαριστούσαν τη μάχη μεταξύ του Θεού Μαρντούκ και της Τιαμάτ, τη νίκη του Θεού, και τις εργασίες του για τη δημιουργία του Κόσμου. Το «Ποίημα της Δημιουργίας»[Enuma elish] απαγγελλόταν μέσα στο ναό. Παρόμοια η κοσμογονία επαναλαμβανόταν συμβολικά και αλλού σε σημαντικές ή κρίσιμες στιγμές, όπως για παράδειγμα στην Αίγυπτο και στα Φίτζι κατά τη διαδικασία της προετοιμασίας και ανακήρυξης ενός νέου ηγεμόνα.
 
Το Τέλος του Κόσμου
 
Οι μύθοι των κατακλυσμών του κόσμου είναι εξαιρετικά διαδεδομένοι μεταξύ των αρχέγονων λαών. Διηγούνται την καταστροφή του κόσμου και την εξόντωση της ανθρωπότητας εκτός από ένα μοναδικό ζευγάρι ή ελάχιστους επιζώντες. Αυτοί οι μύθοι υπαινίσσονται, άλλοτε με καθαρό κι άλλες φορές πιο σκιώδη τρόπο, την αναγκαιότητα για την ανανέωση του σύμπαντος κι εκφράζουν την αρχαϊκή, παγκόσμια ιδέα του σταδιακού εκφυλισμού του κόσμου που για αυτό χρειάζεται περιοδική καταστροφή κι αναδημιουργία.
 
Ο μύθος του τέλους του κόσμου είναι δημοφιλής στην αρχαία Ινδία, τη Μεσοποταμία, την Περσία και την Ελλάδα. Στην ιουδαιοχριστιανική θεωρία το τέλος του κόσμου θα συμβεί μόνο μία φορά, ακριβώς όπως η κοσμογονία συνέβη μόνο μια φορά. Ο κόσμος που θα επανεμφανιστεί μετά την καταστροφή θα είναι και πάλι ο κόσμος που δημιούργησε ο ίδιος ο Θεός στην απαρχή του χρόνου, όμως εξαγνισμένος, αναγεννημένος και αποκαταστημένος στην αρχική του δόξα. Αυτός ο επίγειος παράδεισος δε θα καταστραφεί ποτέ ξανά ούτε θα έχει τέλος.
 
Επαναποκτημένος Παράδεισος
 
Ειδικά αυτός ο τύπος μύθου -της καταστροφής του Κόσμου- είναι που αναδεικνύει πόσο αναγκαία είναι η μυθολογία για τους ανθρώπους της σύγχρονης εποχής. Οι μύθοι της εσχατολογίας είναι στο κέντρο αμέτρητων «κοινοτήτων»-κινήσεων που πιστεύουν σε δόγματα προφητικού χαρακτήρα μια από τις οποίες είναι η δημοφιλής “Oceanian Cargo Cult” [Στα νησιά Της Μελανησίας ανατολικά από την Αυστραλία]. Αυτές οι κοινότητες προαναγγέλλουν την καταστροφή του κόσμου και την επανάκτηση από τη φυλή ένος είδος παραδείσου: Οι νεκροί θα αναστηθούν, δε θα υπάρχει ούτε θάνατος ούτε αρρώστια. Αλλά πριν από αυτήν τη νέα δημιουργία -ή επανόρθωση του παραδείσου- θα προηγηθεί σειρά κοσμικών καταστροφών. Η γη θα συγκλονίζεται από σεισμούς, θα πέφτουν πύρινες βροχές, τα βουνά θα γκρεμίστούν γεμίζοντας τις κοιλάδες, λευκοί και όσοι αυτόχθονες δεν έχουν προσχωρήσει στη λατρεία θα εξοντωθούν.
 
Σε αυτό το πνεύμα το 1923 ο προφήτης Ρονοβούρο της νήσου Εσπιρίτο Σάντο [Νήσος Αγίου Πνεύματος στις Νέες Εβρίδες] προφήτευε μια καταστροφική πλημμύρα που θα γίνει πριν την επιστροφή των νεκρών οι οποίοι θα καταφθάσουν με φορτηγά πλοία που επιπλέον θα φέρουν μαζί τους ρύζι και άλλα τρόφιμα. Το 1933, στην κοιλάδα του Μάρκχαμ στη Νέα Γουινέα ένας άντρας ονόματι Μαραφί διακήρυσσε ότι πριν την επιστροφή των νεκρών θα γίνει κοσμικός κατακλυσμός κι ότι την επόμενη ημέρα θα διαπιστωθεί ότι οι νεκροί έχουν έρθει φέρνοντας πλούσια δώρα ώστε να μην υπάρχει ανάγκη για τους ανθρώπους να δουλέψουν ποτέ ξανά.
 
Παρόμοιες προφητείες εμφανίστηκαν στο Κονγκό το 1960 όταν η χώρα ανεξαρτητοποιήθηκε. Σε μερικά χωριά οι κάτοικοι ρίξανε τις στέγες από τις καλύβες τους ώστε να περάσει ο χρυσός που οι πρόγονοι θα έστελναν ως βροχή. Αλλού επιτράπηκε η καταστροφή κάθε δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, εκτός από τους δρόμους προς το κοιμητήριο, γιατί από αυτούς θα περνούσαν οι πρόγονοι που θα κατευθύνονταν προς το χωριό. Ακόμη και οργιαστικές υπερβολές απέκτησαν νόημα μιας και σύμφωνα με το μύθο, από την αυγή της Νέας Εποχής όλες οι γυναίκες θα είναι από κοινού ζευγάρια με όλους τους άντρες.
 
Σενάριο Σούπερ Ηρώων
 
Ένα ακόμη παράδειγμα του ρόλου της μυθολογίας για το σύγχρονο άνθρωπο είναι το εξαιρετικά διαδεδομένο μοτίβο του μύθου του Ήρωα. Σύμφωνα με αυτό ο Ήρωας εγκαταλείπεται αμέσως μετά τη γέννησή του διότι μια προφητεία αναφέρει ότι το βρέφος αποτελεί κίνδυνο για τον πατέρα του που συνήθως πρόκειται για βασιλιά. Το παιδί σώζεται από ζώα ή βοσκούς και το βυζαίνει ένα θηλυκό ζώο ή μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής. Όταν μεγαλώνει επιχειρεί ασυνήθιστες περιπέτειες -σκοτώνει τέρατα, υπερνικά το θάνατο, και ούτω καθεξής-. Αργότερα βρίσκει τους γονείς του, εκδικείται εναντίον του πατέρα ή του θείου που τον εκδίωξε και τελικά αναγνωρίζεται, επιτυγχάνει κοινωνική θέση και φόρο τιμής. Οι κίνδυνοι και οι δοκιμασίες του Ήρωα (τέρατα και δαίμονες, καθόδος στην κόλαση, κ.τ.λ.) που αντιμετώπισε έχουν χαρακτήρα μυητικό. Υπερπηδώντας όλα τα εμπόδια ο νέος άντρας αποδεικνύει ότι έχει ξεπεράσει την ανθρώπινη υπόσταση και ανήκει στο εξής σε μία τάξη ημιθεϊκών υπάρξεων.
 
Πολλοί επικοί θρύλοι και λαϊκοί μύθοι χρησιμοποιούν και επαναυϊοθετούν τα υψηλά δραματικά σενάρια της μύησης του Ήρωα (όπως, ο Ζίγκφριντ, ο Αρθούρος, ο Ρομπέν των Δασών). Επιπλέον ο μύθος του Ήρωα επιβιώνει στους θρύλους πολλών μεσαιωνικών βασιλέων αλλά και στην αύρα του Αναμορφωτή, του Επαναστάτη, του Πολιτικού Μάρτυρα, του Αρχηγού Κόμματος. Ακόμη στις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες αναγνωρίζει κανείς τη νοσταλγία για Ήρωες και ηρωικά ανδραγαθήματα για παράδειγμα στον «Σούπερμαν» ή στην τεράστια δημοτικότητα των αστυνομικών μυθιστορημάτων με την παραδειγματική μάχη μεταξύ Καλού και Κακού, μεταξύ Ήρωα (πχ. του Ντετέκτιβ) και κακοποιού ο οποίος είναι η σύγχρονη ενσάρκωση του Δαίμονα.
 
Τι είναι το Ιερό
 
«Ιερό» για την θρησκευτική σκέψη είναι το σημείο ή το αντικείμενο στο οποίο κάποια δεδομένη στιγμή εκδηλώθηκε η παρουσία του μεταφυσικού, της θεότητας, καθαγιάζοντας το και καθιστώντας το «σημείο επαφής» του Θεϊκού με το Κοσμικό. Με άλλα λόγια το «Ιερό» είναι το «ρήγμα» και η «είσοδος» του μεταφυσικού στο φυσικό κόσμο, το σημείο ή το αντικείμενο εκείνο το οποίο εμφορείται από την «δύναμη» του «θεϊκού» που το κατοίκησε και το κατοικεί. Κάποια στιγμή η θεότητα, το «θεϊκό», εμφανίζεται σε ένα σημείο και εκείνο το σημείο αποτελεί πλέον για τους πιστούς «Ιερό» χώρο, «Ιερό» αντικείμενο κ.α. έως ότου κάτω από κάποιες ορισμένες συνθήκες αποιεροποιηθεί.
 
Πρέπει μάλιστα το «Ιερό» σαν συναίσθημα αλλά και σαν μια από τις πλέον σημαντικές ενέργειες της ανθρώπινης ψυχής υφίσταται «μεταβιβάσεις» από το ένα αντικείμενο στο άλλο, όπως ο ανθρώπινος έρωτας. Ένα οποιοδήποτε αντικείμενο μπορεί να είναι «ιερό» για την ανθρώπινη ψυχή, για παράδειγμα ένα δένδρο, μια πηγή, ένα μέρος, μια πέτρα, και κατόπιν, για άγνωστες αιτίες, το συγκεκριμένο αντικείμενο να υποστεί μια αποιεροποίηση.
 
Μ’ όλα ταύτα το συναίσθημα του «ιερού» δεν χάνεται από την ψυχή αλλά υπόκειται σε μια μεταβολή ή μετάθεση επάνω σε ένα άλλο αντικείμενο. Όταν και αυτό το αντικείμενο με την σειρά του αποιεροποιηθεί τότε το συναίσθημα του «Ιερού» μπορεί να υποστεί μια νέα μεταφορά επάνω σε ένα άλλο αντικείμενο, για παράδειγμα στον Θεό, ή στην απρόσωπη αρχή του Βραχμανισμού ή στο μεταφυσικό κενό του Βουδισμού.
 
Αλλά και τέτοιου είδους αντικείμενα μπορούν να αποιεροποιηθούν, και τότε το συναίσθημα του «Ιερού» περνά ξανά επάνω σε άλλα αντικείμενα, τα οποία μπορεί να είναι η ηθική συνείδηση, τα ιδανικά της ανθρωπότητας και άλλα. Αυτή η «διαδικασία μετάθεσης», μολονότι δεν ακολουθεί πάντοτε την σειρά των παραδειγμάτων που αναφέραμε, ωστόσο συμβαίνει πάντοτε έτσι ώστε να ο άνθρωπος να μην μπορεί να ζήσει χωρίς ιερά αντικείμενα.
 
Το συναίσθημα του «ιερού» εμφανίζει μια ενέργεια όπως και ο έρωτας και υπόκειται όπως και αυτός στην μεταβίβαση από το ένα αντικείμενο στο άλλο. Εμφανίζει μια ενέργεια από την οποία ο άνθρωπος κυριαρχείται. Λίγο τολμηρά θα μπορούσαμε να πούμε ότι το συναίσθημα του «Ιερού» που εδράζεται στην ανθρώπινη οντότητα και γίνεται φανερό ως μυστήριο και αποκάλυψη παίζει σχεδόν τον ίδιο ρόλο για την ύπαρξη του ανθρώπου που παίζει και ο έρωτας για την ευτυχία του.
 
Γι’ αυτό τον λόγο, σύμφωνα μάλιστα με την γνώμη των περισσοτέρων μελετητών, το αίσθημα του «Ιερού» εμφανίζεται από τις αρχές της ανθρώπινης θρησκευτικότητας και αποτελεί ένα από τα πιο σταθερά στοιχεία της. Πρόκειται ίσως για το αρχαιότερο στοιχείο της θρησκευτικής ζωής και για κάποιους μελετητές όπως ο Ρούντολφ Όττο έφτασε να θεωρείται -τραβηγμένα βέβαια-  ως ο πυρήνας της οποιαδήποτε θρησκευτικότητας μέσα στους αιώνες.
 
Κάθε φανέρωση του «ιερού» στον άνθρωπο αποτελεί μια ιεροφάνεια. Στην ιστορία της θρησκευτικής σκέψης του ανθρώπου μπορούμε να βρούμε πάρα πολλές ιεροφάνειες σε αντικείμενα που αποτελούν στοιχεία του φυσικού μας χώρου, όπως για παράδειγμα πέτρες, δένδρα, βουνά, πηγές, ποτάμια, τοποθεσίες κ.λ.π. Μόλις όμως εκδηλωθεί το «Ιερό» σε κάποιο αντικείμενο, μολονότι εκείνο φαινομενικά συνεχίζει να διατηρεί την αρχική φυσική του μορφή (της πέτρας ή του δένδρου για παράδειγμα), για τον πιστό, για τον άνθρωπο στον οποίο αποκαλύπτεται αυτή η ιεροφάνεια, το συγκεκριμένο αντικείμενο αποκτά μια «κοσμική ιερότητα» γίνεται κάτι το «εντελώς άλλο» μεταβαλλόμενο σε μια «υπερφυσική πραγματικότητα».
 
Έτσι ο πιστός [αμόρφωτος και ενεργούμενος] που έχει δεχθεί, δηλ. έχει ΣΥΜΦΩΝΗΣΕΙ την αποκάλυψη της ιερόφανειας προσπαθεί να έρθει σε επαφή και μάλιστα λατρευτική με το αντικείμενο στο οποίο εκδηλώθηκε η μεταφυσική δύναμη προκειμένου να γίνει και ο ίδιος κοινωνός αυτής της δύναμης που πιστεύει [δεν γνωρίζει] πως είναι θεϊκή. Προσκυνά και λατρεύει λοιπόν την πέτρα ή το δέντρο σαν στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, ψάχνοντας το θεϊκό που εκδηλώθηκε σε αυτά και τα «ιεροποίησε». [πιασ’ τ’αυγό και κούρευτο και κάν ‘του και χωρίστρα]
 
Θέα του «ιερού» και «ιερό ρίγος»
 
Προκειμένου τώρα να πλησιάσει ο αμαθής κι ανίδεος άνθρωπος τον ιερό χώρο ή το ιερό αντικείμενο απαιτείται εκ μέρους του μια ιδιαίτερη προετοιμασία. Αυτό οφείλεται στο ότι το «Ιερό» το ίδιο προκαλεί μια ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση, όπως εκείνη που αισθάνεται ο άνθρωπος όσες φορές πιστεύει ότι βρίσκεται ενώπιον μιας θεϊκής παρουσίας. Στην παρουσία του ιερού αντικειμένου ο άνθρωπος αισθάνεται να διαπερνάται από ένα συναίσθημα ανατριχίλας και υποτίμησης της ίδιας του της υπάρξεως. Αυτό το συναίσθημα του «ιερού ρίγους» έχει το δυνατότητα να τον θέτει, ή τουλάχιστον να τον κάνει να νιώθει ότι βρίσκεται, σε αληθινή σχέση με μια θεϊκή πραγματικότητα.
 
Αυτό το αίσθημα του ιερού ή του θεϊκού μπορεί να γίνει αισθητό από την πλειονότητα των ανθρώπων, περισσότερο από κάποιους και λιγότερο απο κάποιους άλλους, ανάλογα με την ψυχοσύνθεση του καθενός. Ας δούμε τις ψυχικές καταστάσεις, τις οποίες το «Ιερό» αντικείμενο προκαλεί στον άνθρωπο. Για την ανθρώπινη ψυχή το «Ιερό» είναι «trementum», δηλαδή τρομερό, παράδοξο. Ο τρόμος που προκαλείται στον άνθρωπο από το ιερό αντικείμενο είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα, το οποίο μπορεί να έχει τις δικές του διαβαθμίσεις και αποχρώσεις, αλλά είναι ισόβαθμο με τα άλλα συναισθήματα.
 
Ο ιερός τρόμος είναι αισθητός κυρίως στις δαιμονικές μορφές της θρησκείας, αλλά ούτε οι πιο υψηλές πίστεις, στους Θεούς, δεν στερούνται του συναισθήματος του ειδεχθούς και του φοβερού. Το αίσθημα του ιερού τρόμου εξευγενίζεται μόνον στις ανώτερες θρησκείες, αλλά δεν εξαφανίζεται. Το ιερό αντικείμενο είναι επίσης μεγαλοπρεπές, με την έννοια ότι εν τη παρουσία του ο άνθρωπος αισθάνεται ένα απόλυτο τίποτα, μειωμένος και σχεδόν εξουθενωμένος. Στο «Ιερό» αποδίδεται και μια ιδιαίτερη ενέργεια, εντελώς εξαιρετική και συνάμα ανύπαρκτη. Κάποιες φορές αυτή η ενέργεια έχει μια μοναδική ορμητικότητα: οι μυστικιστές μιλούν για παράδειγμα περί μιας αλλοίωσης εκ μέρους του Θεού.
 
Αισθάνονται ως αναλωμένοι και φλεγόμενοι από την αγάπη του Θεού. Κατά τον ίδιο τρόπο το «Ιερό» συνοδεύεται επίσης και από συναισθήματα έκπληξης, θαυμασμού και απορίας, από το συναίσθημα ότι είναι θαυμάσιο και θελκτικό. Αυτό το περιγραφόμενο ως πολύ περίπλοκο συναίσθημα του «Ιερού», φέρνει πραγματικά σε επαφή με μια ιερά πραγματικότητα. Το «Ιερό» αποτελεί μια ιδιαίτερη κατηγορία, εξαιρετικά υπερβατικής φύσης, μια κατηγορία η οποία με την μεσολάβηση του συναισθήματος θέτει ενώπιον μιας ιεράς πραγματικότητας.
 
Εξαιτίας αυτού αλλά κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι συναντάται σε κάθε μορφή θρησκευτικότητας ορισμένοι θρησκειολόγοι έφτασαν να υποστηρίξουν, ότι το «Ιερό» είναι ο ίδιος ο πυρήνας ή η ουσία της θρησκευτικότητας. Παρότι το «Ιερό» αποτελεί ένα από τα πλέον σταθερά και αμετάβλητα στοιχεία της ανθρώπινης θρησκευτικότητας, ωστόσο η ουσία της θρησκείας είναι υπεράνω από την ενδεχόμενη μεταβλητότητα ακόμα και όλων των στοιχείων τα οποία την απαρτίζουν.
 
Στην πραγματικότητα η ουσία της θρησκείας δεν συνίσταται σε ένα από τα στοιχεία της, που πιθανώς να βρισκόταν και μεταξύ των μεταβλητών, αλλά σε μια σταθερή σχέση μεταξύ των διαφόρων στοιχείων, επειδή όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία μπορούν να είναι μεταβλητά. Είναι προφανές μάλιστα ότι όλα τα στοιχεία τα οποία συμμετέχουν στην θρησκευτική συγκρότηση μπορούν να είναι μεταβλητά διότι οι αντιδράσεις του ανθρώπου απέναντι στην φύση εξαρτώνται συχνά περισσότερο από οικονομικές, πολιτιστικές και κοινωνικές διαφορές δηλαδή από την ιστορία και επειδή το ανθρώπινο πνεύμα δεν αντιδρά προς τα φυσικά φαινόμενα πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Η ουσία ωστόσο ενός σύνθετου φαινομένου, όπως η θρησκεία που υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές, δεν είναι απαραιτήτως ταυτόσημη με ένα από τα στοιχεία της, ούτε καν του «Ιερού» που φέρεται ως το πλέον σταθερό.
 
Αναγνωρίζουμε ότι το «Ιερό» είναι ένα από τα λιγότερα μεταβαλλόμενα στοιχεία των θρησκειών, [δηλ. παγιωμένο κι άρα ΝΕΚΡΟ] ή ακόμα και ένα στοιχείο το οποίο προκύπτει πάντοτε ως συνθετικό της θρησκείας. Αλλά εάν η ουσία της θρησκείας περιορίζεται σε αυτό το στοιχείο, τότε οι πιο πραγματικές θρησκείες θα πρέπει να ήσαν εκείνες στις οποίες το συναίσθημα του «ιερού» εμφανίζεται καταθλιπτικά με την πλέον πρωτόγονη και τρομακτική έννοια αυτού του όρου.
 
Εάν η ουσία της θρησκείας θα συνέπιπτε απόλυτα με το στοιχείο του «Ιερού», θα είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε ότι όλες οι θρησκείες διέπονται από υψηλά μεταφυσικά και ηθικά μοτίβα, ακόμα και εκείνες που κατέχουν το «Ιερό» μόνο σε μια μορφή υποτονική. Εάν δεχθούμε το «ιερό» ως πυρήνα της θρησκευτικότητας υποχρεωνόμαστε να προσεγγίσουμε τις θρησκείες αποκλειστικά με την προοπτική του «Ιερού», και οι συνέπειες είναι καταστροφικές. Όλες οι μεγάλες θρησκείες ή η κατεξοχήν μεταφυσική θρησκευτικότητα θα έπρεπε αναπόφευκτα να υποστεί μια σοβαρή υποτίμηση. Το «Ιερό» δεν μπορεί λοιπόν να λογαριάζεται ως η ουσία ή ως ο πυρήνας της θρησκείας. Στην καλύτερη περίπτωση είναι ένα από τα πιο σταθερά και αμετάβλητα στοιχεία του θρησκευτικού φαινομένου.

Το «Ιερό» ως μαγικό
 
Αν εξετάσουμε το «Ιερό» με την μη προσιτή στο λογικό πλευρά της θρησκείας αφήνοντας κατά μέρος το ορθολογικό και θεωρητικό στοιχείο της τότε πρέπει να το ταυτίσουμε στην πραγματικότητα με το μαγικό και με κάποιες άλλες αποχρώσεις πιο υποτονικές αυτού. Κατά συνέπεια η πιο αυθεντική θρησκευτική ζωή θα βρισκόταν μεταξύ εκείνων των ανθρώπων που κυριαρχούνταν κατά τρόπο βασανιστικό από την μαγική νοοτροπία.
 
Είναι φανερό όμως ότι το «Ιερό» είναι μια παραλλαγή, μια υποτονική εκδοχή του μαγικού. Στις διάφορες θρησκείες μάλιστα συνδυάζεται και με στοιχεία πιο λογικά και πιο ηθικά. (εάν βέβαια το «Ιερό» αποτελούσε τον πυρήνα της θρησκείας τότε αυτός ο συνδυασμός θα νόθευε την θρησκεία ακριβώς στην ουσία της.) Δεν αμφισβητούμε ότι στην ψυχή των πρωτογόνων που είναι ολοκληρωτικά κυριευμένη από την μαγική νοοτροπία, το συναίσθημα του «Ιερού» έχει μια δύναμη πρωταρχική. Αλλά σε θρησκείες όπως αυτές το μαγικό (ιερό) δεν εισέρχεται ως ένα στοιχείο περιβεβλημένο με αυτόνομες δυνάμεις.
 
Το μαγικό (ιερό) εμφανίζεται στην θρησκεία, σε κάθε θρησκεία, σαν ένα συνθετικό στοιχείο ενός ολοκλήρου συμπλέγματος από δημιουργήματα μεταφυσικά και μυθολογικά μιας ιδιαίτερης μορφής. Η θρησκευτικότητα διαχωρίζεται από το «μαγικό» συναίσθημα. Το «Ιερό», αντίθετα ως συστατικό της θρησκείας ανυψώνεται ως συνθετικός παράγοντας σε μια σύνθεση από πνευματικά δημιουργήματα, τα οποία επιδιώκουν να αποτελέσουν μια μεγαλειώδης αποκάλυψη του κοσμικού μυστηρίου.
 
Με άλλα λόγια το «Ιερό», όσο σταθερό να είναι σαν παράγοντας, καταλαμβάνει χώρο σε κάθε θρησκεία μόνο σαν στοιχείο ενσωματωμένο σε ένα στυλ, ένα όραμα, και υποκείμενο εξ’ αιτίας αυτού σε νοηματικές τροποποιήσεις. Μεταξύ του μαγικού, από το οποίο κυριαρχείται η πρωτόγονη νοοτροπία, και του «Ιερού» που εισέρχεται σαν ένα εξαρτώμενο στοιχείο στο –πνευματικό σύμπλεγμα μιας θρησκείας η διαφορά είναι ολοφάνερη. Όπως ακριβώς στην περίπτωση που κάποια όμορφη εικόνα από την φυσική τάξη των πραγμάτων περνά ζωγραφιζόμενο στην αισθητική τάξη των έργων τέχνης. Τα στοιχεία της φυσικής ομορφιάς δεν περνούν ποτέ tale quale σε ένα πραγματικό έργο τέχνης, αλλά υποβάλλονται σε αληθινή μεταβολή όσον αφορά την σημασία, την έννοια και τον ρόλο τους, αφομοιώνονται δηλαδή σε ένα ορισμένο στυλ, κάτι που αποτυπώνεται στα πνευματικά δημιουργήματα.
 
Το «Ιερό» ως «οντολογικό κέντρο»
 
Μολονότι για τον θρησκευόμενο άνθρωπο όλος ο κόσμος μέσα στον οποίον ζει αποτελεί έναν καθαγιασμένο χώρο, (και κατά συνέπεια όλες οι πράξεις του σχετίζονται με την ιερότητα του χώρου), ωστόσο σε αυτόν τον κόσμο υπάρχουν ορισμένα μέρη τα οποία έχουν δεχθεί την εκδήλωση της θεϊκής δύναμης, δηλαδή την «ιεροφάνεια», και τα οποία ονομάζονται «ιερά». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Παλαιάς Διαθήκης όπου ο Θεός προστάζει τον Μωυσή να μην πλησιάσει άλλο το μέρος και να βγάλει τα σανδάλια του «γιατί ο τόπος όπου στέκεσαι είναι ιερός» (3 Έξοδος, 3,5).
 
Το «Ιερό» που εκδηλώνεται μέσω της ιεροφάνειας αποτελεί για την ανθρώπινη σκέψη την απόλυτη πραγματικότητα, το οντολογικό κέντρο του κόσμου. Δεν επιλέγει ο άνθρωπος αυτόν τον χώρο αλλά το θεϊκό εμφανίζεται σε αυτόν και τον ιεροποιεί τον καθιστά δηλαδή «ιερό» μέσω της συνεχούς παρουσίας του. Το «ιερό» αποτελεί για τον θρησκευόμενο άνθρωποι το σημείο που μπορεί να έλθει σε επαφή με το μεταφυσικό και να μεταβεί από το κοσμικό στο ιερό σύμπαν.
 
Είναι ο χώρος που έχει εισβάλει το ιερό στην κοσμική πραγματικότητα, η «κλίμακα μεταξύ ουρανού και γης», μεταξύ θεϊκού και ανθρώπινου. Η χριστιανική εκκλησία είχε πάντοτε αυτήν την αντίληψη και όχι άδικα. Πόσοι άραγε δεν έχουν νιώσει τέτοια συναισθήματα, έστω υποσυνείδητα, την στιγμή που λοξοδρομούν από το πολυάνθρωπο και πολύβουο πεζοδρόμιο κάποιας κεντρικής λεωφόρου και μπαίνουν σε έναν ναό. Ακόμα και σε έναν εντελώς άθρησκο άνθρωπο αλλάζει ασυνείδητα η διάθεση του και νιώθει με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο την «ιερότητα» ή έστω την ιδιαιτερότητα του χώρου. Με άλλα λόγια νιώθει ότι μπήκε «κάπου αλλού», σίγουρα σε ένα μέρος που μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου του γεννά διαφορετικά συναισθήματα από αυτά που ένιωθε έως εκείνη την στιγμή. [αυτό το ‘κάπου αλλού’ δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι κάτι προς το συμφέρον του ή κάτι καλό]
 
Το «Ιερό» ως χώρος «ιεροφάνειας» αποτελεί για τον θρησκευόμενο άνθρωπο μνήμη και αίσθηση του «χαμένου παραδείσου» για να χρησιμοποιήσουμε την χριστιανική ορολογία. Νοσταλγώντας να ζήσει σε ένα κόσμο που να είναι καθαρός και άγιος, όπως όταν βγήκε από τα χέρια του Δημιουργού, όπως ήταν ο παράδεισος από τον οποίο εκδιώχθηκε και ζητώντας ταυτόχρονα την προστασία του θεϊκού φροντίζει να κτίζει την κατοικία του γύρω και κοντά στο σημείο της ιεροφάνειας, στο «ιερό».
 
Επιλέγοντας να διαμένει κοντά στο «ιερό» εκδηλώνει επίσης και την επιθυμία του να βρίσκεται σε επαφή μαζί του. Στο σημείο όπου συναντάται το θεϊκό με το κοσμικό, στο κέντρο, βρίσκεται πάντοτε για την θρησκευόμενο άνθρωπο ο κόσμος. Το «ιερό» είναι το κέντρο του κόσμου και εκείνος επιζητεί να βρίσκεται όσο το δυνατόν πιο κοντά στο κέντρο του κόσμου. Η κατοικία του ανθρώπου είναι πάντοτε ιερή και αποτελεί μια απεικόνιση του κόσμου που είναι θεϊκή δημιουργία. Προκειμένου μάλιστα να έχει χρονική διάρκεια η κατοικία του και να μην ερημωθεί ή καταστραφεί πρέπει να αποκτήσει πνεύμα, ψυχή. Έτσι λοιπόν θυσιάζει στα θεμέλια του οικοδομήματος μια ζωντανή ύπαρξη με σκοπό η ψυχή, το πνεύμα του θυσίου, να περάσει στο οικοδόμημα ζωντανεύοντας το. Ο άνθρωπος χτίζει το δικό του σύμπαν μιμούμενος την θεϊκή κοσμογονία. Έτσι το «Ιερό» γίνεται ένας υπαρξιακός και όχι απλώς γεωμετρικό χώρος, ένας χώρος που επιτρέπει επαφές με το μεταφυσικό. [άλλωστε εκπορεύεται από τον ΑΕΤΟ – ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ]
 
Όλα τα σύμβολα και τα τυπικά που συνδέονται με τον ναό την πόλη και το σπίτι σχετίζονται τελικά με το αρχικό βίωμα του ιερού χώρου. Έτσι κάθε οικισμός και κάθε πόλη έχει τα ιερά της, τους τόπους Θεοφανείας της, τα μέρη που το Θεϊκό εισήλθε στο Κοσμικό. Κάθε τοπική Ιεροφάνεια και κάθε καθαγιασμός του χώρου ισούται με μια κοσμογονία. Σε αρχαιότερους ή σε πιο φυσιολογικούς λαούς το «ιερό» μπορεί να είναι ένα βουνό, μια πηγή, ένα δένδρο, ένας πάσσαλος, ένα μενχίρ ή ένα τοτέμ.
 
Σε πιο εκφυλισμένους μη φυσιολογικούς λαούς ο «άξονας του κόσμου» παρουσιάζεται ως ναός, ως ιερός χώρος και τόπος λατρείας. Ωστόσο ο συμβολισμός παραμένει ο ίδιος. Σύμφωνα με τον θρύλο άγγελοι [ποιός ήρθε;] ορίζουν το μέρος στο οποίο πρέπει να χτιστεί η Αγία Σοφία και οι Βυζαντινοί έχοντας την ως κέντρο αναφοράς δημιουργούν γύρω της τον κόσμο τους. Ο ναός ως απεικόνιση του ουράνιου αρχέτυπου της «ουρανίου Ιερουσαλήμ» και ως ιερός χώρος καθαγιάζει συνέχεια την Πόλη, την αυτοκρατορία αλλά και ολόκληρη την χριστιανική οικουμένη. Μέσα σε αυτόν προσφέρεται η χάρη στους πιστούς και ο ίδιος ο ναός απαλλαγμένος από κάθε γήινη φθορά ως «ιερό» προσφέρει την προστασία του στους πιστούς.
 
Και όταν η πόλη πέφτει στα χέρια των εχθρών οι κάτοικοι πάντα ζητούν καταφύγιο μέσα στον ναό της Αγίας Σοφίας. Κάλλιστα θα σκεφτεί κάποιος, τι θα μπορούσε άραγε να σταματήσει τον βάρβαρο επιδρομέα μπροστά στις πύλες της εκκλησίας και βάση ποιας λογικής χιλιάδες κόσμου συγκεντρώνεται αυθόρμητα εκεί επιζητώντας την σωτηρία του από την σφαγή. Η μόνη απάντηση είναι η βαθιά συναίσθηση του «Ιερού χώρου» και η αναζήτηση εκεί της μεταφυσικής, της θεϊκής προστασίας. Ο βυζαντινός πιστός καταφεύγει στο κέντρο αναφοράς του στην σημείο επαφής του με το Θείο. Εκεί που ο Θεός φανερώθηκε, στον ιερό του χώρο.
 
Δυστυχώς όμως, για τον ασιάτη κατακτητή ο χώρος εκείνος είναι ήδη αποιεροποιημένος και τον κατακτά μέσω της ημισελήνου, του δικού του ιερού συμβόλου, αποδίδοντας τον στον Αλλάχ. Με άλλα λόγια μετατρέπει την περιοχή σε «δική του», «δημιουργώντας την εκ νέου», δηλαδή «καθαγιάζοντας» την με τα δικά του σύμβολα στο όνομα του δικού του Θεού. Σύμφωνα με τον Ελιάντε με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος έστω ασυνείδητα μιμείται την θεϊκή πράξη της κοσμογονίας θέλοντας να ορίσει τον δικό του χώρο. Χρησιμοποιεί μάλιστα ως «Ιερό» και «άνοιγμα προς το υπερβατικό» το ιερό του προηγούμενου κατοίκου το οποίο καθιερώνει εκ νέου στον δικό του Θεό. [τι ‘χες Γιάννη, τι ‘χα πάντα]
 
Το «Ιερό» και κοσμικό
 
Η θρησκεία αποτελεί μια ανθρώπινη πολιτισμική εκδήλωση του ανθρωπίνου φαντασιακού και πηγάζει από την τάση της ανθρώπινης ύπαρξης να ανακαλύψει τα μυστήρια, στον ορίζοντα των οποίων ο άνθρωπος τοποθετείται με την δύναμη και την κλίση του πεπρωμένου. Αυτή η τάση προέρχεται από την φύση του ανθρώπινου όντος και συνεπώς είναι αδιαχώριστη από αυτό. Ο άνθρωπος αυτοπραγματώνεται μόνο όταν ακολουθήσει το φυσικό του πεπρωμένο, με το οποίο είναι πλήρως αλληλέγγυος και βρίσκεται ΜΑΚΡΥΑ από τις οργανωμένες θρησκείες.
 
Η θρησκεία εκκοσμικεύεται κι εκφυλίζεται σε τέτοιο σημείο που χάνει κάθε μυστήριο. Γίνεται μια απλή ιδεοληψία ή ηθικολογία που δεν έχει καμία σχέση με την φυσική αρχέγονη θρησκεία που έχει ως βασικό συνθετικό της στοιχείο το «Ιερό». Τότε ο Θεός του αμόρφωτου πιστού διαχωρίζεται από τον αφηρημένο Θεό των φιλοσόφων που είναι πιο πολύ μια έννοια ή μια φυσική αλληγορία. Ο Θεός του πιστού είναι μια φοβερή δύναμη που τον ταπεινώνει και τον φέρνει στο επίπεδο του δούλου, η οποία εκδηλώνεται μέσω του «Ιερού».
 
Όλες οι αποκαλύψεις του «Ιερού» συνιστούν το Θεϊκό το οποίο είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό από την φυσική πραγματικότητα και μπροστά στο οποίο ο άνθρωπος νιώθει εκμηδενισμένος, νιώθει «στάχτη και σκόνη» όπως έλεγε ο Αβραάμ στον Θεό. Το «Ιερό» δηλαδή αποτελεί την αντίθεση του κοσμικού.  Πάντα θα υπάρχουν «ιερά αντικείμενα» και «ιεροί τόποι», σημεία όπου έγιναν «ιεροφάνειες» και τα κατοίκησε η υπέρτατη δύναμη του Θεϊκού αποκαλυπτόμενη στους ανθρώπους.
 
Σήμερα ο άνθρωπος είναι αποϊεροποιημένος και στην συνείδηση του έχει αποιεροποιήσει ολόκληρο το σύμπαν. Ούτε οι πράξεις του αλλά ούτε και η σκέψη του έχουν καμιά μεταφυσική αναφορά πλέον. Ο αποϊερωποιημένος άνθρωπος παρουσιάζει στοιχεία θρησκευτικής αξιολόγησης του κόσμου. Περιοχές όπως η πατρίδα, το τοπίο της πρώτης αγάπης κ.α. αποτελούν για τον πλήρως άθρησκο άνθρωπο τους «ιερούς τόπους» του προσωπικού του σύμπαντος. Το «ιερό» έστω και με αυτόν τον τρόπο συνεχίζει να εκδηλώνεται σε μια εποχή που έχει αρνηθεί την μεταφυσική. Όπως πολύ σωστά λέει ο Μίρτσεα Ελιάντε, η ανθρώπινη ύπαρξη είναι προσανατολισμένη προς το μυστήριο και προς το ιερό και ακόμα και ο φανερά άθρησκος άνθρωπος διατηρεί στο βάθος της ύπαρξης του μια θρησκευτικά μεταφυσική προσανατολισμένη συμπεριφορά, αρκεί να βρίσεται μακριά από τις οργανωμένες εκκλησίες.
 
Οι αντιδράσεις του ανθρώπινου ζώου απέναντι στην ΦΥΣΗ, εξαρτώνται από τον πολιτισμό του, από οικονομικές, πολιτιστικές και κοινωνικές ιδεοληψίες, είναι γνωστό ότι το ανθρώπινο ζώο με την αρρώστια της εγωπάθειας και του ανθρωποκεντρισμού του, θεωρεί ότι η Φύση είναι προέκταση του ασήμαντου εαυτού του και της απύθμενης άγνοιας του, με ολέθρια αποτελέσματα για τον -όποιο- πολιτισμό καταφέρνει να φτιάξει.
 
Βρισκόμαστε ένα κλικ πριν τον Τελικό Ολεθρο.

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Ἔργα καὶ Ἡμέραι (724-764)

μηδέ ποτ᾽ ἐξ ἠοῦς Διὶ λείβειν αἴθοπα οἶνον
725 χερσὶν ἀνίπτοισιν μηδ᾽ ἄλλοις ἀθανάτοισιν·
οὐ γὰρ τοί γε κλύουσιν, ἀποπτύουσι δέ τ᾽ ἀράς.
μηδ᾽ ἄντ᾽ ἠελίου τετραμμένος ὀρθὸς ὀμείχειν·
αὐτὰρ ἐπεί κε δύῃ, μεμνημένος, ἔς τ᾽ ἀνιόντα,
μήτ᾽ ἐν ὁδῷ μήτ᾽ ἐκτὸς ὁδοῦ προβάδην οὐρήσῃς
730 μὴδ᾽ ἀπογυμνωθείς· μακάρων τοι νύκτες ἔασιν.
ἑζόμενος δ᾽ ὅ γε θεῖος ἀνήρ, πεπνυμένα εἰδώς,
ἠ᾽ ὅ γε πρὸς τοῖχον πελάσας εὐερκέος αὐλῆς.
μηδ᾽ αἰδοῖα γονῇ πεπαλαγμένος ἔνδοθι οἴκου
ἱστίῃ ἐμπελαδὸν παραφαινέμεν, ἀλλ᾽ ἀλέασθαι.
735 μηδ᾽ ἀπὸ δυσφήμοιο τάφου ἀπονοστήσαντα
736 σπερμαίνειν γενεήν, ἀλλ᾽ ἀθανάτων ἀπὸ δαιτός.
757 μηδέ ποτ᾽ ἐν προχοῇς ποταμῶν ἅλαδε προρεόντων
758 μηδ᾽ ἐπὶ κρηνάων οὐρεῖν, μάλα δ᾽ ἐξαλέασθαι·
759 μηδ᾽ ἐναποψύχειν· τὸ γὰρ οὔ τοι λώιόν ἐστιν.
737 μηδέ ποτ᾽ ἀενάων ποταμῶν καλλίρροον ὕδωρ
ποσσὶ περᾶν πρίν γ᾽ εὔξῃ ἰδὼν ἐς καλὰ ῥέεθρα
χεῖρας νιψάμενος πολυηράτῳ ὕδατι λευκῷ.
740 ὃς ποταμὸν διαβῇ κακότητ᾽ ἰδὲ χεῖρας ἄνιπτος,
τῷ δὲ θεοὶ νεμεσῶσι καὶ ἄλγεα δῶκαν ὀπίσσω.
μηδ᾽ ἀπὸ πεντόζοιο θεῶν ἐν δαιτὶ θαλείῃ
αὖον ἀπὸ χλωροῦ τάμνειν αἴθωνι σιδήρῳ.
μηδέ ποτ᾽ οἰνοχόην τιθέμεν κρητῆρος ὕπερθεν
745 πινόντων· ὀλοὴ γὰρ ἐπ᾽ αὐτῷ μοῖρα τέτυκται.
μηδὲ δόμον ποιῶν ἀνεπίξεστον καταλείπειν,
μή τοι ἐφεζομένη κρώξῃ λακέρυζα κορώνη.
μηδ᾽ ἀπὸ χυτροπόδων ἀνεπιρρέκτων ἀνελόντα
ἔσθειν μηδὲ λόεσθαι· ἐπεὶ καὶ τοῖς ἔπι ποινή.
750 μηδ᾽ ἐπ᾽ ἀκινήτοισι καθίζειν, οὐ γὰρ ἄμεινον,
παῖδα δυωδεκαταῖον, ὅ τ᾽ ἀνέρ᾽ ἀνήνορα ποιεῖ,
μηδὲ δυωδεκάμηνον· ἴσον καὶ τοῦτο τέτυκται.
μηδὲ γυναικείῳ λουτρῷ χρόα φαιδρύνεσθαι
ἀνέρα· λευγαλέη γὰρ ἐπὶ χρόνον ἔστ᾽ ἐπὶ καὶ τῷ
ποινή. μηδ᾽ ἱεροῖσιν ἐπ᾽ αἰθομένοισι κυρήσας
756 μωμεύειν ἀίδηλα· θεός νύ τι καὶ τὰ νεμεσσᾷ.
760 ὧδ᾽ ἔρδειν· δεινὴν δὲ βροτῶν ὑπαλεύεο φήμην·
φήμη γάρ τε κακὴ πέλεται κούφη μὲν ἀεῖραι
ῥεῖα μάλ᾽, ἀργαλέη δὲ φέρειν, χαλεπὴ δ᾽ ἀποθέσθαι.
φήμη δ᾽ οὔ τις πάμπαν ἀπόλλυται, ἥντινα πολλοὶ
λαοὶ φημίξουσι· θεός νύ τίς ἐστι καὶ αὐτή.

***
Ούτε ποτέ με την αυγή να κάνεις σπονδή στο Δία λαμπερό κρασίμε χέρια άνιφτα, ούτε στους άλλους αθανάτους.Γιατί βέβαια τότε δε σ᾽ ακούν και τις ευχές σου αποστρέφονται.Μήτε στραμμένος προς τον ήλιο όρθιος να ουρείς.Κι απ᾽ τη στιγμή που δύει —να το θυμάσαι— μέχρι ν᾽ ανατείλει,ούτε στο δρόμο επάνω ούτε έξω από το δρόμο, όταν περπατάς, να ουρείς,730 μήτε ξεγυμνωμένος: είναι των μακάριων θεών και οι νύχτες.Ο θεϊκός ο άνθρωπος, με το μυαλό το φρόνιμο, καθισμένος κατουράή πλησιάζοντας στον τοίχο μιας αυλής καλοφραγμένης.Κι ούτε το αιδοίο σου από σπέρμα μολυσμένον᾽ αφήνεις να φαίνεται μες στο σπίτι, στην εστία κοντά, αλλά να τ᾽ αποφεύγεις.Μήτε γυρίζοντας από ταφή δυσοίωνηνα σπέρνεις απογόνους, μα από ευωχία των αθανάτων επιστρέφοντας.Κι ούτε στα νερά των ποταμών να κατουράς που ρέουν προς τη θάλασσα,ούτε στις κρήνες. Αυτό πολύ να τ᾽ αποφεύγεις.Μήτε και να αποπατείς. Δεν είναι τούτο το καλύτερο.Κι ούτε ποτέ των αέναων ποταμών το καλλίροο νερόμε τα πόδια να περάσεις, προτού προσευχηθείς κοιτάζοντας στα ωραία ρείθρα,αφού τα χέρια σου ένιψες με το νερό το καθαρό, το πολυέραστο.740 Όποιος διαβεί ποτάμι δίχως να ᾽χει ξεπλύνει την αθλιότητα και τα χέρια του,αυτόν θα τον μισήσουν οι θεοί και λύπες κατόπιν θα του δώσουν.Σε πλούσιο των θεών συμπόσιο απ᾽ το πεντόκλαδο να μην κόβειςτο ξερό απ᾽ το χλωρό με σίδερο που αστράφτει.Ούτε ποτέ να βάζεις την οινοχόη επάνω απ᾽ τον κρατήρατην ώρα που πίνουν. Μοίρα ολέθρια σ᾽ αυτή την πράξη υπάρχει.Μήτε σαν φτιάχνεις σπίτι να το αφήσεις ατελές,μήπως και πάει να κάτσει κρώζοντας καμιά κουρούνα που πολύ κραυγάζει.Από μια χύτρα με πόδια που σε θυσία δε χρησιμοποίησες μην πάρειςγια να φας, μήτε να λουστείς. Υπάρχει και για τούτη την πράξη τιμωρία.750 Μη βάζεις να καθίσει πάνω σε μέρη ιερά, καλό δεν είναι,δωδεκάμερο παιδί — αυτό τον άνδρα τον κάνει άνανδρο—ούτε δωδεκάμηνο. Το ίδιο ολέθρια και τούτη η πράξη είναι.Μήτε ο άντρας το σώμα του με γυναικείο λουτρόνα καθαρίζει. Γιατί κι εδώ θα ᾽ρθει εν καιρώ ολέθρια τιμωρία.Ούτε αν τύχει να βρεθείς σε θυσίες που καίγονταινα βλασφημείς ολέθρια. Και γι᾽ αυτό ο θεός οργίζεται
760 Έτσι να πράττεις. Κι απ᾽ την κακή τη φήμη των ανθρώπων να φυλάγεσαι.Γιατί η κακοφημία είναι άσχημη, κι ελαφριά που να μπορείς να τη σηκώσεις εύκολα πολύ, μα να την κουβαλάς βαριά, και δύσκολη να την αποτινάξεις.Φήμη καμιά δε χάνεται ολότελα που άνθρωποι πολλοίτη διαδώσουν. Μία θεά είναι κι αυτή επίσης.