Πέμπτη 4 Ιουλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Νεφέλαι (757-803)

ΣΩ. εὖ γ᾽. ἀλλ᾽ ἕτερον αὖ σοι προβαλῶ τι δεξιόν.
εἴ σοι γράφοιτο πεντετάλαντός τις δίκη,
ὅπως ἂν αὐτὴν ἀφανίσειας εἰπέ μοι.
760 ΣΤ. ὅπως; ὅπως; οὐκ οἶδ᾽· ἀτὰρ ζητητέον.
ΣΩ. μή νυν περὶ σαυτὸν ἴλλε τὴν γνώμην ἀεί,
ἀλλ᾽ ἀποχάλα τὴν φροντίδ᾽ εἰς τὸν ἀέρα
λινόδετον ὥσπερ μηλολόνθην τοῦ ποδός.
ΣΤ. ηὕρηκ᾽ ἀφάνισιν τῆς δίκης σοφωτάτην,
765 ὥστ᾽ αὐτὸν ὁμολογεῖν σέ μοι. ΣΩ. ποίαν τινά;
ΣΤ. ἤδη παρὰ τοῖσι φαρμακοπώλαις τὴν λίθον
ταύτην ἑόρακας, τὴν καλήν, τὴν διαφανῆ,
ἀφ᾽ ἧς τὸ πῦρ ἅπτουσι; ΣΩ. τὴν ὕαλον λέγεις;
ΣΤ. ἔγωγε. φέρε, τί δῆτ᾽ ἄν, εἰ ταύτην λαβών,
770 ὁπότε γράφοιτο τὴν δίκην ὁ γραμματεύς,
ἀπωτέρω στὰς ὧδε πρὸς τὸν ἥλιον
τὰ γράμματ᾽ ἐκτήξαιμι τῆς ἐμῆς δίκης;
ΣΩ. σοφῶς γε, νὴ τὰς Χάριτας. ΣΤ. οἴμ᾽ ὡς ἥδομαι
ὅτι πεντετάλαντος διαγέγραπταί μοι δίκη.
775 ΣΩ. ἄγε δὴ ταχέως τουτὶ ξυνάρπασον. ΣΤ. τὸ τί;
ΣΩ. ὅπως ἀποστρέψαι᾽ ἂν ἀντιδικῶν δίκην
μέλλων ὀφλήσειν μὴ παρόντων μαρτύρων.
ΣΤ. φαυλότατα καὶ ῥᾷστ᾽. ΣΩ. εἰπὲ δή. ΣΤ. καὶ δὴ λέγω.
εἰ πρόσθεν ἔτι μιᾶς ἐνεστώσης δίκης,
780 πρὶν τὴν ἐμὴν καλεῖσθ᾽, ἀπαγξαίμην τρέχων.
ΣΩ. οὐδὲν λέγεις. ΣΤ. νὴ τοὺς θεοὺς ἔγωγ᾽, ἐπεὶ
οὐδεὶς κατ᾽ ἐμοῦ τεθνεῶτος εἰσάξει δίκην.
ΣΩ. ὑθλεῖς· ἄπερρ᾽, οὐκ ἂν διδάξαιμ᾽ ἄν σ᾽ ἔτι.
ΣΤ. ὁτιὴ τί; ναὶ πρὸς τῶν θεῶν, ὦ Σώκρατες.
785 ΣΩ. ἀλλ᾽ εὐθὺς ἐπιλήθει σύ γ᾽ ἅττ᾽ ἂν καὶ μάθῃς·
ἐπεὶ τί νυνδὴ πρῶτον ἐδιδάχθης; λέγε.
ΣΤ. φέρ᾽ ἴδω, τί μέντοι πρῶτον ἦν; τί πρῶτον ἦν;
τίς ἦν ἐν ᾗ ματτόμεθα μέντοι τἄλφιτα;
οἴμοι, τίς ἦν; ΣΩ. οὐκ ἐς κόρακας ἀποφθερεῖ,
790 ἐπιλησμότατον καὶ σκαιότατον γερόντιον;
ΣΤ. οἴμοι. τί οὖν δῆθ᾽ ὁ κακοδαίμων πείσομαι;
ἀπὸ γὰρ ὀλοῦμαι μὴ μαθὼν γλωττοστροφεῖν.
ἀλλ᾽, ὦ Νεφέλαι, χρηστόν τι συμβουλεύσατε.
ΧΟ. ἡμεῖς μέν, ὦ πρεσβῦτα, συμβουλεύομεν,
795 εἴ σοί τις υἱός ἐστιν ἐκτεθραμμένος,
πέμπειν ἐκεῖνον ἀντὶ σαυτοῦ μανθάνειν.
ΣΤ. ἀλλ᾽ ἔστι μοί γ᾽ υἱὸς καλός τε κἀγαθός·
ἀλλ᾽ οὐκ ἐθέλει γὰρ μανθάνειν. τί ἐγὼ πάθω;
ΧΟ. σὺ δ᾽ ἐπιτρέπεις; ΣΤ. εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ,
800 κἄστ᾽ ἐκ γυναικῶν εὐπτέρων τῶν Κοισύρας.
ἀτὰρ μέτειμί γ᾽ αὐτόν· ἢν δὲ μὴ ᾽θέλῃ,
οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως οὐκ ἐξελῶ ᾽κ τῆς οἰκίας.
ἀλλ᾽ ἐπανάμεινόν μ᾽ ὀλίγον εἰσελθὼν χρόνον.

***
ΣΩΚ. Καλά. Σου θέτω έν άλλο έξυπνο θέμα.
Για ένα ποσό μεγάλο αν σε μηνύσουν,
πώς τη μήνυση εσύ θα εξαφανίσεις;
760 ΣΤΡ. Πώς; Δεν το ξέρω· μα να ψάξω οφείλω.
ΣΩΚ. Να μην τυλίγεσαι όλο σε μια σκέψη,
το νου σου αμόλα σα χρυσό μαμούνι
με μια κλωστή δεμένο από το πόδι.
ΣΤΡ. Βρήκα έναν τρόπο πώς να εξαφανίσω
τη μήνυση· κι εσένα θα σ᾽ αρέσει.
ΣΩΚ. Σαν τί; ΣΤΡ. Οι φαρμακοπώλες δεν πουλούνε
μια πέτρα ωραία και διάφανη, που ανάβουν
μ᾽ αυτή φωτιά; Θα ξέρεις. ΣΩΚ. Το γυαλί;
ΣΤΡ. Ναι, αυτό. Λοιπόν εγώ γυαλί θα πάρω,
770 κι ο γραμματέας τη μήνυση όταν γράφει,
κατά τον ήλιο θα σταθώ, πιο πέρα,
κι αυτά που γράφει στο κερί θα λιώσω.
ΣΩΚ. Σοφό, ναι μά τις Χάριτες. ΣΤΡ. Ω γλύκες!
Η δίκη πάει· κι ήταν για τόσο χρήμα.
ΣΩΚ. Τσάκωσε τώρα έν᾽ άλλο, αμέσως. ΣΤΡ. Λέγε.
ΣΩΚ. Δικάζεσαι και μάρτυρες δεν έχεις·
υπόθεση χαμένη· τί θα κάμεις,
για να ξεφύγεις; ΣΤΡ. Ευκολότατο είναι. ΣΩΚ. Πώς;
ΣΤΡ. Άκου. Πριν η υπόθεσή μου
εκφωνηθεί —θα ᾽χει σειρά κάποια άλλη—
780 θα πάω να κρεμαστώ. ΣΩΚ. Βλακείες. ΣΤΡ. Καθόλου·
όταν πεθάνω, πώς θα με δικάσουν;
ΣΩΚ. Μωρίες· δε σε διδάσκω πια άλλο· φύγε.
ΣΤΡ. Για τ᾽ όνομα των θεών! Γιατί, Σωκράτη;
ΣΩΚ. Μα εσύ, ό,τι μάθεις, το ξεχνάς αμέσως·
νά, τώρα τί σε δίδαξα; Έλα πες μου.
ΣΤΡ. Ποιό ήταν το πρώτο; Γιά να δω! Βρε ποιό ήταν;
Που λέαμε πώς ζυμώνουμε τ᾽ αλεύρι;
Μα ποιό ήταν; ΣΩΚ. Στα τσακίσματα! Γκρεμίσου!
790 Άξεστο γεροντάκι, ξεχασιάρη.
ΣΤΡ. Αχ τί θα γίνω ο δόλιος; Αν δε μάθω
να ρητορεύω, πάει, είμαι χαμένος.
Δώστε μου εσείς μια συμβουλή, Νεφέλες.
ΚΟΡ. Νά η συμβουλή μας, γεροντάκο: Αν έχεις
γιο κάμποσο μεγάλο, να τον στείλεις
να γίνει μαθητής αντίς για σένα.
ΣΤΡ. Έχω ένα γιο τρισάξιο, μα δε θέλει
να γίνει μαθητής. Αχ τί να κάμω;
ΚΟΡ. Και τον αφήνεις; ΣΤΡ. Είναι, ξέρετε, ένας
κορμάτος και γερός· βαστά από μάνα
800 φαντασμένη, απ᾽ αυτές σαν την Κοισύρα.
Μα πάω να τον ζητήσω· κι αν δε θέλει,
θα τον διώξω απ᾽ το σπίτι, δεν έχει άλλο.
Στο Σωκράτη.
Εσύ έμπα και περίμενέ με λίγο.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΚΤΑΙΩΝ

ΑΚΤΑΙΩΝ
(ελάφι)
 
Για τον Ακταίωνα παραδίδεται η ιστορία της μεταμόρφωσής του σε ελάφι και του θανάτου που τον προκάλεσαν είτε ο Δίας είτε η Άρτεμη. Ο Απολλόδωρος παραδίδει την ιστορία και στις δύο εκδοχές:
 
Από την Αυτονόη [κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας] και τον Αρισταίο γεννήθηκε ένας γιος, ο Ακταίωνας, ο οποίος ανατράφηκε από τον Χείρωνα που του δίδαξε την τέχνη του κυνηγιού* [οι Νύμφες τον αποκαλούσαν «Αγραίο» (του αγρού) και «Νόμιο» (=βοσκό) και του δίδαξαν την καλλιέργεια της ελιάς, την παρασκευή του τυριού και τη μελισσοκομική τέχνη]· αργότερα όμως κατασπαράχθηκε στον Κιθαιρώνα από τα ίδια του τα σκυλιά. Και αυτός πέθανε με αυτόν τον τρόπο, όπως τουλάχιστον παραδίδει ο Ακουσίλαος, επειδή προκάλεσε την οργή του Δία, καθώς επιδίωξε την αγάπη της Σεμέλης, οι περισσότεροι όμως λένε ότι πέθανε επειδή είδε την Άρτεμη να παίρνει το λουτρό** της. Και λένε ότι η θεά άλλαξε αμέσως τη μορφή του σε ελαφιού και τα πενήντα σκυλιά του που τον ακολουθούσαν στο κυνήγι τα έκανε να λυσσάξουν. Και αυτά τον κατασπάραξαν*** χωρίς να τον αναγνωρίσουν. Όταν πέθανε ο Ακταίωνας, τα σκυλιά άρχισαν ν' αναζητούν τον κύριό τους και να ουρλιάζουν, και ψάχνοντάς τον έφτασαν στη σπηλιά του Χείρωνα που έφτιαξε ένα ομοίωμα του Ακταίωνα και μ' αυτό καταπράυνε τη λύπη τους. [Τα ονόματα των σκυλιών του Ακταίωνα από τα … έτσι
στάθηκαν λοιπόν γύρω από τ' όμορφο κορμί του, σαν να 'ταν αγρίμι,
το κατασπάραξαν οι σκύλοι οι ρωμαλέοι. Πρώτη πρώτη εκεί κοντά η Άρκενα
… ύστερα απ' αυτήν τα θεριωμένα της παιδιά
ο Λυκγέας και ο Βαλίος, ξακουστός στα πόδια, και ο [η] Αμάρυνθος
Αυτοί που έναν έναν με το όνομά τους όλο τους εφώναζε·
και πέθανε ο Ακταίωνας, γιατί το θέλησε ο Δίας.
Πρώτοι ήπιαν το μαύρο αίμα του αφέντη τους
Ο Σπαρτός και ο Ώμαγρος και ο γοργοπόδαρος Βορής.
Και πρώτοι έφαγαν κομμάτια από τη σάρκα του Ακταίωνα και έγλειψαν το
αίμα του.
Αχόρταγοι κατόπιν χύμηξαν οι άλλοι πίσω τους.
Ανακούφιση στους αφόρητους πόνους των ανθρώπων.]
(Απολλόδωρος 3.30-32)
 
Παραδίδεται ακόμη ότι ένα από τα πενήντα σκυλιά του Ακταίωνα ονομαζόταν Αύρα.
 
Η ιστορία του Ακταίωνα παρουσιάζει δομικές αναλογίες με ιστορίες άλλων. Καταρχάς μοιράζεται την ίδια μοίρα με τον ξάδελφό του Πενθέα: και οι δύο διαμελίζονται, ο πρώτος από τα σκυλιά του, ο δεύτερος από τις «σκύλες» μαινάδες· και τα δυο επεισόδια διαδραματίζονται σε περιβάλλοντα εκτός της πόλεως, στη φύση, όπου συνήθως συντελούνται ανατροπές των συνηθισμένων κοινωνικών συμπεριφορών, κυρίως από γυναίκες (Μαινάδες) αλλά και από άνδρες (Λυκούργος, Πενθέας κ.ά). Ακταίων και Τειρεσίας τιμωρούνται σε υγρά περιβάλλοντα για τον ίδιο λόγο -είδαν άθελά τους θεές να παίρνουν το λουτρό τους-, ενώ και ο Νάρκισσος εγκλωβίζεται στο υγρό περιβάλλον του χειμάρρου Δονακώνα, όπου αυτοθαμάζεται. Ο Παυσανίας μαρτυρεί ότι στη Βοιωτία, στον δρόμο για τα Μέγαρα, έδειχναν μια πηγή στην οποία ο Ακταίων είδε την Άρτεμη να λούζεται (Παυσ., 9.2.3).
 
Τον μύθο του Ακταίωνα αναφέρει και ο Παλαίφατος στο έργο του De Incredibilibus (4ος αι. π.Χ.) υποστηρίζοντας ότι ο Ακταίωνας δεν καταβροχθίστηκε καθόλου από τα σκυλιά του, αλλά καταστράφηκε από χρέη που είχαν ανακύψει από τα πολυτελή του κυνήγια. O Giordano Bruno, στον ψευδοπλατωνικό διάλογο Περί ηρωικού ενθουσιασμού (1585) ερμήνευσε τον μύθο της Άρτεμης και του Ακταίωνα αλληγορικά, αποδίδοντας μεγαλύτερη αξιοπρέπεια στην ύλη και υποστηρίζοντας ότι ο ηρωικός εραστής θα πρέπει πρόθυμα να δέχεται τη μοίρα του Ακταίωνα, να υφίσταται δηλαδή τον θάνατο που στην ουσία είναι αρχή ζωής, αφού αποτελεί την προϋπόθεση για την ταύτισή του με την Άρτεμη. Ο Bruno αντιδιαστέλλει τον κιρκικό, και επικρατούντα, τύπο γυναίκας προς τη γυναίκα τύπου Άρτεμης, που συσχετίζεται με την ανώτερη πλευρά της κοσμικής ψυχής. H διαφορά βέβαια ανάμεσα στον Παλαίφατο και τον Bruno είναι σαφής: για τον Παλαίφατο ο μύθος του Ακταίωνα λειτουργεί ως μια ηθική, όχι φυσική, αλληγορία.
 
Στην αναγεννησιακή τέχνη ο μύθος αξιοποιήθηκε από τους καλλιτέχνες σαν αφορμή και πρόσχημα για να δημιουργήσουν πίνακες υπαινικτικούς για σχέσεις ομοφυλοφιλικές, ηδονοβλεπτικούς αλλά και ηθικούς-διδακτικούς για τους κινδύνους που προκύπτουν από την ηδονοβλεψία, για το τι μπορεί να πάθει ένας γενναίος άνδρας βλέποντας μια γυμνή γυναίκα, καθώς αφήνεται να παρασυρθεί από ταπεινά πάθη.
------------------------
*Ο Ακταίων κυνηγός
 
«Όλα μας πήγαν σήμερα καλά, συντρόφοι μου, σαΐτες και κοντάρια,
τα δίχτυα, τα δοκάνια, οι παγανιές μουσκέψανε στων αγριμιών το αίμα.
Πρωί-πρωί, χαράματα γλυκά, με τις δροσιές της ρόδινης Αυγούλας
πιάνουμε το μεράκι μας ξανά. Τώρα μεσουρανεί ο Φοίβος ήλιος,
το μεσημέρι λαύρα και φωτιά, πυρώνει και αχνίζει γύρω ο τόπος.
Τέρμα προσώρας τούτη η δουλειά, μαζέψτε τα σφιχτόπλεχτά μας δίχτυα».
(Οβ., Μετ. 3. 148-153)
 
**Το λουτρό της Άρτεμης
 
Από δεξιά μια γάργαρη πηγή ανάβλυζε νεράκι που η συρμή του
κελάρυζε σε λάκκωμα πλατύ ζωσμένο ένα γύρο από γρασίδι.
Εδώ το 'χε συνήθειο η θεά των ρουμανιών, κατάκοπη απ' τη θήρα,
το άχραντο παρθενικό κορμί να λούζει στο κρυστάλλινο το νάμα.
Έφτασε, όπως πάντα, στην πηγή. Έδωσε ευθύς σε μιαν από τις νύμφες,
υπεύθυνη για την αραματωσιά, το δόρυ, τη φαρέτρα και το τόξο.
Απόθεσε το πέπλο της μετά στο απλωμένο μπράτσο κάποιας άλλης,
της λύσαν τα σαντάλια άλλες δυο, και η Κροκάλη, απ' όλες τους πιο άξια,
της Άρτεμης την κόμη που λυτή σκορπίζονταν στους ώμους και την πλάτη
τη μάζεψε σε κότσο - τα μαλλιά της ίδιας της Κροκάλης ήταν σκόρπια.
(Οβ., Μετ. 3. 161-170)
 
***Ο σπαραγμός του Ακταίωνα
 
Εκείνος [ο Ακταίων] τρέχει - θήραμα εκεί που κάποτε ο ίδιος κυνηγούσε,
πασχίζει να γλιτώσει απ' τα σκυλιά που κάποτε τον ήξεραν αφέντη.
Θέλει να τους φωνάξει «είμαι εγώ! γνωρίστε τον αφέντη σας! ο Ακταίων!»·
μα του λείπει η μιλιά, κι εκείνα ν' αλυχτάνε μες στ' αφτιά του.
Ο Μαυρομάλλης πήρε την πρωτιά και έμπηξε τα δόντια του στη ράχη,
του χύμηξε κατόπιν ο Φονιάς, στον ώμο του καρφώθηκε ο Βουνίτης.
όλα μαζί δαγκώνουν το κορμί του -
αδάγκωτη δεν έμεινε μεριά. Βογγάει αυτός· δεν έλεγες πως είναι
ανθρώπινο αυτό το βογγητό, κι ωστόσο δε βογγούσε σαν ελάφι·
στις ράχες που τις γνώριζε καλά αντιλαλούσε το παράπονό του,
πεσμένος με τα γόνατα στη γης, σαν κάποιος που προσεύχονταν, ικέτης,
γυρόφερνε το βλέμμα σιωπηλά λες κι άπλωνε τα χέρια στον εχθρό του.
(Οβ., Μετ. 3. 228-241)

Η μεγαλύτερη απάτη, είναι η προσδοκία σου από τους άλλους

Κάποια πράγματα είναι τόσο απλά, κι εμείς τα κάνουμε δύσκολα γιατί δεν θέλουμε να δούμε την αλήθεια.

Συναντάμε λογιών λογιών ανθρώπους κι επιμένουμε να τους δίνουμε άλλοθι για άθλιες συμπεριφορές. Δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα, την στιγμή που δεν μας έχουν δώσει ούτε έναν τόσο δα λόγο να στηρίξουμε τις προσδοκίες που έχουμε από αυτούς.

Γιατί στο τέλος, αυτό μας απογοητεύει. Οι προσδοκίες που είχαμε από εκείνους. Κι η προσδοκία είναι απάτη.

Είναι η πιο απατηλή στιγμή σου. Δημιουργείται από τον αντικατοπτρισμό σου. Κρίνεις εξ’ ιδίων και περιμένεις από τον άλλο, αυτό που θα έκανες κι εσύ για εκείνον.

Γι’αυτό και οι φράσεις σου ξεκινάνε με το “μα εγώ ποτέ δεν θα…”.
Ναι, καλά το λες. Εσύ, δεν θα έκανες ποτέ αυτό. Θα έκανες κάτι άλλο, καλύτερο ή χειρότερο δεν έχει σημασία.

Όμως αυτό, όχι, δεν θα το έκανες. Γιατί δεν είσαι ο “άλλος”.
Δεν είσαι τα βιώματά του, δεν είσαι τα χαρακτηριστικά και οι στιγμές του.

Είσαι εσύ, και ο μόνος τρόπος για να μην απογοητεύεσαι, για να μην πληγώνεσαι και να μην πονάς κάθε φορά, είναι να μην περιμένεις τίποτα, από κανέναν μέχρι να τον γνωρίσεις πραγματικά.
Μέχρι να τον δεις στις δύσκολες στιγμές του, μέχρι να περάσεις χρόνο μαζί του. Μέχρι να τον δεις πραγματικά ποιος είναι.

Και τους ανθρώπους τους μαθαίνεις, όταν ταξιδέψεις μαζί τους, όταν τσακωθείς μαζί τους, κι όταν μεθύσεις μαζί τους.

Μέχρι τότε, είναι απλά και μόνο οι προσδοκίες σου.

Η ευτυχία γεννιέται από ένα θετικό μυαλό

Στις μέρες μας, που μοιάζουμε να τα ‘χουμε όλα, αυτό που παρατηρούμε να μας λείπει περισσότερο είναι η θετικότητα. Όχι αυτή του τρελού ή του ονειροπαρμένου αλλά αυτή του γενναίου. Κοιτώντας τους ανθρώπους γύρω μας θα δούμε πάρα πολλούς καχύποπτους. Αυτή η καχυποψία κουράζει, φθείρει, δυσκολεύει τις ζωές μας. Αν τα βλέπαμε όλα πιο θετικά, θα ήμασταν όλοι πιο ευτυχισμένοι. Αν μπορούσαμε το γκρίζο να το δούμε λευκό ή γαλανό του ουρανού, θα ζούσαμε πιο φωτεινά. Μας λείπει αυτή η αισιοδοξία, απ’ τα πιο απλά μέχρι τα πιο σπουδαία γεγονότα της καθημερινότητάς μας.

Παρασυρμένοι απ’ τους φρενήρεις ρυθμούς μιας απαιτητικής ρουτίνας, σε μια εποχή που διέπεται από κρίση αξιών, πιάνουμε τους εαυτούς μας να σκέφτονται καχύποπτα. Δεν είναι λίγες οι φορές που η μιζέρια και το παράπονο μας κυριεύουν. Οι άσχημες σκέψεις για ανθρώπους και καταστάσεις εγκλωβίζονται στο μυαλό μας, φθείροντας έτσι το πνεύμα και την ψυχή μας. Κάποιοι άνθρωποι καταφέρνουν γρήγορα να απεγκλωβιστούν απ’ το σκοτεινό αυτό περιβάλλον που έχουν δημιουργήσει και κάποιοι άλλοι συνηθίζουν να ζουν σε αυτό το μαύρο τοπίο, με την ψευδαίσθηση μιας ασφάλειας, ενώ στην ουσία μόνο κακό τους κάνει.

Είναι πολλοί αυτοί που αναρωτιούνται και ψάχνουν να βρουν τον τρόπο ώστε να τα αντιμετωπίζουν όλα θετικά. Η θετικότητα, όμως, δεν έχει κανόνες. Είναι επιλογή και τρόπος ζωής. Είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρεις σήμερα. Μία απ’ τις σημαντικότερες αποφάσεις σου που θα σου προσφέρει, χωρίς καμία αμφιβολία, μια πιο ευτυχισμένη ζωή. Η χαρά κι η θετικότητα είναι μέσα μας. Ακόμα κι αν την έχουμε χάσει, είναι χρέος προς τον εαυτό μας να την αναζητήσουμε εσωτερικά κι αφού την βρούμε να την έχουμε οδηγό στην πορεία μας.

Η αισιοδοξία είναι δύναμη που σε κάνει ικανό να ξεπεράσεις τα πάντα. Κάθε αρνητικό και τοξικό συναίσθημα μπορεί αυτόματα να καταπολεμηθεί από έναν φωτεινό νου. Μόνο πλεονεκτήματα μπορεί να ‘χει ένας άνθρωπος με θετικό τρόπο σκέψης. Γιατί η θετική στάση ζωής και το χαμόγελο μπορούν να φτιάξουν τόσο τη δική σου διάθεση όσο και των συνανθρώπων σου. Επιπλέον, η μακροζωία κι η καλή υγεία είναι προνόμιο των αισιόδοξων ανθρώπων. Όλα γύρω μας έχουν ομορφιά, αρκεί να έχουμε τη θέληση να τη δούμε.

Μιας και βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού, ας υιοθετήσουμε όλοι έναν πιο λαμπερό, πιο θετικό τρόπο ζωής κι ας πορευτούμε με αυτόν στην υπόλοιπη ζωή μας. Χαρείτε, γελάστε, διώξτε σκοτούρες, δυναμώστε, κοιτάξτε τον ουρανό, γεμάτοι ελπίδα. Η ζωή είναι «λίγη» και «λήγει», όπως λέει κι ένας καλός μου φίλος. Αν επιλέξουμε, όμως, τον σωστό τρόπο για να τη ζήσουμε είναι υπεραρκετή.

Με ανοιχτή καρδιά, ωραία διάθεση και με ένα χαμόγελο, γίνετε το παράδειγμα για κάθε άνθρωπο. Ζήστε με αισιοδοξία και θετικότητα. Μην ψάχνετε την ευτυχία σε λάθος μέρη. Να θυμάστε πως «η ευτυχία γεννιέται από ένα θετικό μυαλό.»

Δεν είναι τα αισθήματα των ανθρώπων που γράφουν ιστορία, αλλά οι πράξεις τους

Δε ξέρω αν ποτέ σου σκέφτηκες πως θες να γράψεις ιστορία και αν τελικά το σκέφτηκες, το πέτυχες. Δε ξέρω καν τι ιστορία θα ήθελες να γράψεις και πώς. Με μολύβι, με στυλό, με λέξεις, ή με πράξεις.

Πολλές φορές σε φαντάζομαι να τα βάζεις με σένα για όλα όσα είπες και έκανες και ακόμα περισσότερες να βγαίνεις εκτός εαυτού για όλα όσα δεν είπες και… δεν έκανες. Όλα όσα έμειναν στις σκέψεις, στη θεωρία και στα χαρτιά γραμμένα και κλειδαμπαρωμένα στο κομοδίνο, ή σε ένα σκοτεινό μέρος του μυαλού σου… Αυτά είναι που πονάνε περισσότερο, το ξέρω.

Επίσης, σε φαντάζομαι να χαμογελάς και να δημιουργείς. Να αισθάνεσαι πραγματικά καλά με τον εαυτό σου και με τις σχέσεις που έως τώρα κατάφερες να χτίσεις. Ξέρεις, αυτές είναι που μας κρατάνε «ζωντανούς», μας διεγείρουν και μας κινητοποιούν. Το βλέμμα, η επαφή, η αγκαλιά, το άγγιγμα, το χαμόγελο. Είσαι όμορφος. Να σε αγαπάς!

Η αλήθεια είναι πως ο χρόνος πίσω δε γυρνάει και αυτό είναι κάτι εκπληκτικό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι πάσης φύσεως θεραπευτές ανά τον κόσμο μας παροτρύνουν να κοιτάξουμε το «τώρα», το «από εδώ και πέρα» και να αγκαλιάσουμε τον εαυτό μας σε όλα του τα επίπεδα ως έχει.

Το παρελθόν δεν αλλάζει. Δεν υπάρχει κουμπί Pause, Stop και τα συναφή. Υπάρχει μόνο Restart. Και υπάρχουν φορές που αν δεν το «πατήσεις», την πάτησες. Γιατί η ζωή είναι αλλαγή και όταν επιλέγεις να αλλάζεις, τότε μόνο ζεις. Συνειδητά. Και απολαμβάνεις και χορεύεις στη στιγμή και επιλέγεις να μην αναλώνεσαι σε καταστάσεις που σε φθείρουν εν καιρώ και επιλέγεις να ρισκάρεις κι ας μη σου βγει, με όποιο κόστος, γιατί απλά το είναι σου το θέλει και το επιλέγει.

Αν κάτι τρέμεις πιο πολύ στο τώρα είναι να μη ζήσεις. Ολόψυχα. Στιγμή προς στιγμή, λεπτό προς λεπτό. Ανάσα την ανάσα. Πλέον γνωρίζεις καλά πως: «Δεν είναι τα αισθήματα των ανθρώπων που γράφουν ιστορία, αλλά οι πράξεις τους», όπως πολύ σωστά είχε πει ο Νόρμαν Μέιλερ, – Αμερικανός συγγραφέας -. Πλέον ξέρεις καλά πως τα λόγια και η θεωρία είναι μεν γλυκά και χρειάζονται, μα μόνο οι πράξεις είναι αυτές που επιβεβαιώνουν πως όλα αυτά ανήκουν στο φάσμα της πραγματικότητας. Σαν το δώρο και το περιτύλιγμα ένα πράγμα.

Η όποια πραγματικότητα οραματίζεσαι πως θα ‘ναι για σένα ιδανική, συμβαίνει ήδη. Στη θεωρία και το μυαλό σου δουλεύει και αυτό είναι κάτι μοναδικό. Γιατί είναι η αρχή. Είναι στο χέρι σου να επιλέξεις την πορεία και τη συνέχειά σου. Είναι στο δικό σου χέρι, να γράψεις την ιστορία σου. Μια ιστορία γεμάτη πυροτεχνήματα και στιγμές που κόβουν την ανάσα, μια ιστορία μεθυσμένη, ή νηφάλια με χρώμα κόκκινο, λευκό, ή ροζ, μια ιστορία γεμάτη ταξίδια και αγκαλιές και μπύρες σε γρασίδια. Μια ιστορία δική σου.

Οι εκπτώσεις είναι μόνο για τα καταστήματα. Στη ζωή σου τελείωσαν γιατί επέλεξες να τελειώσουν. Δε σου βγήκε και μεταξύ μας δε θα τραβούσε και πολύ. Άλλωστε δε σου άξιζε. Ξέρεις, πολλοί νομίζουν ότι υπάρχουν «συνταγές ευτυχίας» για όλα τα παραπάνω και πως εμείς που απολαμβάνουμε να μιλάμε και να γράφουμε για αυτά το παίζουμε «γκουρού».

Η αλήθεια είναι πως το δεύτερο, ισχύει περισσότερο από το πρώτο. Οι συνταγές ευτυχίας τελείωσαν μαζί με τις εκπτώσεις, οι γκουρού πάσης φύσεως θα λένε πάντα τα δικά τους και όπως κρίνουν θα κριθούν και εσύ φρόντισε απλά να ακούς την καρδιά σου. Και να τη διατηρείς ανοιχτή και αναμμένη.

Στην επόμενη στροφή, κρύβεται μια ακόμα ευκαιρία. Στο επόμενο φανάρι, ο διπλανός σου θα κατεβάσει το τζάμι και θα χαμογελάσει γλυκά. Δεκαπέντε λεπτά τώρα πηγαίνετε «δίπλα-δίπλα» και η αλήθεια είναι πως είναι πολύ γοητευτικός. Θα ανταποκριθείς; Ίσως και να είναι ο «έρωτας». Στο επόμενο λεπτό θα χτυπήσει το τηλέφωνο και θα σου κάνουν μια επαγγελματική πρόταση που μήνες ονειρευόσουν. Αποδέχεσαι την πρόκληση; Η ζωή είναι γεμάτη από αυτές.

Φρόντισε να τις νιώθεις, να τις ακούς, να τις απολαμβάνεις, να τις ζεις εφόσον επιλέξεις και να είσαι στο κέντρο σου. Έτσι, με επίγνωση, θα έχουν άλλη γεύση. Αλλά ακόμα κι αν χάνεις τα «όρια» που και που, μη σπεύδεις για μαστίγιο κατευθείαν. Άνθρωποι είμαστε. Καμιά φορά χρειάζεται απλά να μη σκεφτόμαστε και πολύ. Δεν υπάρχει λόγος να “κουράζονται” υπερβολικά τα πράγματα. Ποιος ξέρει. Ίσως έτσι γράφονται οι πιο όμορφες ιστορίες.

Ο ρόλος του συναισθήματος της ντροπής στη ζωή μας

Τα πρώτα τρία πράγματα που χρειάζεται να γνωρίζεις για τη ντροπή είναι:

1. Όλοι τη νιώθουμε. Η ντροπή είναι παγκόσμια και είναι ένα από τα αρχέγονα ανθρώπινα συναισθήματα. Τα μόνα άτομα που δεν μπορούν να νιώσουν ντροπή είναι εκείνα που τους λείπει η ικανότητα για ενσυναίσθηση και ανθρώπινη σύνδεση.

2. Όλοι φοβόμαστε να μιλήσουμε για τη ντροπή.

3. Όσο λιγότερο μιλάμε για τη ντροπή, τόσο περισσότερο ελέγχει τη ζωή μας.

Βασικά, η ντροπή είναι ο φόβος μας μήπως δεν είμαστε αξιαγάπητοι – δηλαδή το εντελώς αντίθετο από το να αγκαλιάζουμε την ιστορία μας και να αισθανόμαστε ότι αξίζουμε. Μετά από την έρευνά μου, ο ορισμός που έδωσα για τη ντροπή είναι ο εξής:

Η ντροπή είναι η έντονα οδυνηρή αίσθηση ή το βίωμα που προέρχεται από την πεποίθηση ότι είμαστε ελαττωματικοί και επομένως ανάξιοι να αγαπηθούμε και να ανήκουμε. Η ντροπή κρατά μακριά την αίσθηση της αξίας μας, πείθοντάς μας ότι αν αγκαλιάσουμε την ιστορία μας θα κάνουμε τους άλλους να έχουν χειρότερη γνώμη για εμάς.

Έχει άμεση σχέση με το φόβο. Φοβόμαστε ότι οι άλλοι δεν θα μας συμπαθούσαν αν ήξεραν ποιοι αληθινά είμαστε, ποια είναι η πραγματική μας γνώμη και τα πιστεύω μας, πόσο αγωνιζόμαστε ή, αν θέλεις το πιστεύεις, πόσο υπέροχοι είμαστε όταν εκτοξευόμαστε στα ύψη (μερικές φορές, το να αγκαλιάσουμε τα δυνατά μας σημεία είναι εξίσου δύσκολο με το να αποδεχτούμε τις αδυναμίες μας).

Συχνά οι άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν ότι η ντροπή προορίζεται μόνο για εκείνους που έχουν επιβιώσει από φρικτά τραύματα, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Η ντροπή είναι κάτι που το βιώνουμε όλοι. Και ενώ μοιάζει να κρύβεται στις πιο σκοτεινές μας γωνιές, στην πραγματικότητα καιροφυλακτεί πίσω από τα πάντα: την εμφάνισή μας και την εικόνα που έχουμε για το σώμα μας, την οικογένεια, τον τρόπο που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, τη δουλειά και τα χρήματα, την υγεία, τους εθισμούς, το σεξ, τα γηρατειά και τη θρησκεία.

Να νιώθεις ντροπή σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Αφού η ντροπή είναι ο φόβος που έχουμε όλοι οι άνθρωποι ότι δεν αξίζουμε να αγαπηθούμε και να ανήκουμε, κι αφού όλοι οι άνθρωποι έχουμε την έμφυτη και αδιαμφισβήτητη ανάγκη να αγαπηθούμε και να ανήκουμε, τότε εύκολα καταλαβαίνουμε γιατί η ντροπή θεωρείται συχνά «το κυρίαρχο συναίσθημα».

Για να μας κάνει να παραλύσουμε, δεν χρειάζεται καν να τη νιώσουμε· ο φόβος ότι οι άλλοι θα μας θεωρήσουν ανάξιους είναι αρκετός για να μας αναγκάσει να σωπάσουμε και να μην πούμε την ιστορία μας.

Αφού όλοι βιώνουμε τη ντροπή, τα καλά νέα είναι ότι όλοι μπορούμε να γίνουμε ανθεκτικοί σ’ αυτήν. Η δύναμη απέναντι στη ντροπή είναι η ικανότητα να την αναγνωρίζουμε, να περνάμε από μέσα της εποικοδομητικά, διατηρώντας την αίσθηση της αξίας μας και την αυθεντικότητά μας και, ως αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας, να αναπτύξουμε περισσότερο το θάρρος, τη συμπόνια και τη σύνδεση με τους άλλους. Το πρώτο πράγμα που χρειάζεται να κατανοήσουμε σχετικά με αυτή τη διαδικασία είναι ότι όσο λιγότερο μιλάμε για τη ντροπή, τόσο περισσότερο τη νιώθουμε.

Υπέμεινα πράγματα, τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω. Αυτό ήταν μία ήττα

«Υπέμεινα πράγματα, τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μας ευγένειας ότι θα πίκραινα, ότι θα πείραζα, ότι θα αναστάτωνα των άλλων τη ζωή… Αυτό ήταν μία ήττα…Καθαρή ήττα» –Κική Δημουλά

Υπομονή, ανοχή, αντοχή, αποδοχή. Λέξεις δύσκολες, λέξεις που από πίσω κρύβουν συχνά μία υπερπροσπάθεια.

Μία προσπάθεια να διαχειριστούμε τον εαυτό μας.. Μία προσπάθεια να διαχειριστούμε τον εαυτό μας μέσα στις σχέσεις, τους άλλους, τις προσδοκίες μας, τους φόβους μας, την απώλεια, την απόρριψη, την εγκατάλειψη.

Η αλήθεια είναι ότι μέσα στις σχέσεις και οι δύο πρέπει να κάνουν βήματα πίσω, και οι δύο πρέπει να προσπαθήσουν. Και οι δύο πρέπει να κυνηγήσουν την ισορροπία, και οι δύο πρέπει να διεκδικήσουν, να μιλήσουν και να επικοινωνήσουν και όχι να σιωπήσουν.

Γιατί η σιωπή πονάει, η σιωπή μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι υπομείναμε πράγματα που δεν τα αξίζαμε. Πότε όμως η ισορροπία γίνεται ανοχή και πότε καταλήγουμε να λέμε ότι υπομένουμε πράγματα και συμπεριφορές;

Υπέμεινα πράγματα με το αιτιολογικό μιας ευγένειας ότι θα πίκραινα, ότι θα πείραζα, ότι θα αναστάτωνα. Κι εσύ όμως δεν πικράθηκες; Και εσύ δεν αναστατώθηκες; Κι εσύ δεν ένιωσες πληγωμένος, πληγωμένη, υποδεέστερος, υποδεέστερη;

Δεν μπορείς μόνιμα να κάνεις εσύ βήμα πίσω. Δεν μπορείς μόνιμα εσύ να υπομένεις. Γιατί αυτό θα φανεί. Θα φανεί στη σχέση, θα φανεί στην αυτo-εικόνα σου, θα φανεί στις μελλοντικές επιλογές σου, θα φανεί στα απωθημένα σου.

Να διεκδικείς λοιπόν. Να διεκδικείς την αξία που θέλεις οι άλλοι να σου δίνουν. Να την δίνεις όμως πρώτα εσύ στον εαυτό σου, γιατί αν δεν δώσεις εσύ αξία στον εαυτό σου, κανένας δεν θα σου δώσει. Και αν δεν ξέρεις πώς να το κάνεις, μην φοβάσαι να ζητήσεις βοήθεια. Γιατί οι σύμμαχοι είναι πολύτιμοι στη ζωή μας.

Ενσυναίσθηση σημαίνει αισθανόμαστε μαζί

Η έρευνα του εγκεφάλου μας αποκαλύπτει τρία είδη ενσυναίσθησης. Η γνωστική ενσυναίσθηση μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πώς σκέφτεται ο άλλος, να δούμε την οπτική του. Με τη συναισθηματική ενσυναίσθηση νιώθουμε αυτό που νιώθει ο άλλος. Η τρίτη, η ενσυναισθητική φροντίδα, βρίσκεται στην καρδιά της συμπόνιας.

Η λέξη ενσυναίσθηση μπήκε στη γλώσσας μα στις αρχές του 20ου αιώνα, ως μετάφραση της λέξης Einfϋhlung, που μπορεί να αποδοθεί ως «νιώθοντας μαζί». Η καθαρά γνωστική ενσυναίσθηση δεν εμπεριέχει αισθήματα συμπόνιας, με την έννοια του συμπάσχειν, ενώ το καθοριστικό σήμα της συναισθηματικής ενσυναίσθησης είναι το να νιώθεις στο δικό σου σώμα αυτό που φαίνεται να υποφέρει ο άλλος.

Αλλά αν αυτό που αισθανόμαστε μας ταράζει, πολύ συχνά η επόμενη αντίδρασή μας είναι να παύουμε να είμαστε συντονισμένοι. Έτσι νιώθουμε καλύτερα, αλλά μπλοκάρουμε τη συμπονετική δράση. Στο εργαστήριο, ένας τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται αυτό το ένστικτο απόσυρσης είναι να αποστρέφουν οι άνθρωποι τα μάτια τους από τις φωτογραφίες που δείχνουν έντονο πόνο – για παράδειγμα, από την εικόνα ενός ανθρώπους τόσο οδυνηρά καμένου που να έχει ξεφλουδίσει το δέρμα του. Παρομοίως, οι άστεγοι παραπονιούνται ότι γίνονται αόρατοι, καθώς οι περαστικοί τους αγνοούν, μια άλλη μορφή αποστροφής του βλέμματος από τον πόνο.

Με δεδομένο ότι η συμπόνια ξεκινά με την αποδοχή του τι συμβαίνει χωρίς την αποστροφή του βλέμματος – ουσιαστικό πρώτο βήμα για την ανάληψη δράσης προκειμένου να βοηθήσουμε κάποιον – θα μπορούσαν άραγε οι διάφορες μέθοδοι διαλογισμού που καλλιεργούν τη συμπόνια να αλλάξουν την ισορροπίας

Ερευνητές στο γερμανικό Ινστιτούτο Max Planck της Λειψίας δίδαξαν σε εθελοντές μια εκδοχή του διαλογισμού της στοργικής καλοσύνης. Οι εθελοντές εξασκήθηκαν στη δημιουργία στοργικής καλοσύνης με μία εξάωρη συνεδρία διδασκαλίας, και στη συνέχεια μόνοι τους στο σπίτι.

Πριν μάθουν αυτή τη μέθοδο στοργικής καλοσύνης, όταν έβλεπαν βίντεο ανθρώπων που υπέφεραν, δραστηριοποιούνταν μόνο τα αρνητικά κυκλώματα συναισθηματικής ενσυναίσθησης: ο εγκέφαλός τους αντικατόπτριζε την κατάσταση του πόνου των θυμάτων σαν να συνέβαινε στους ίδιους. Αυτό τους προκαλούσε ταραχή, μια συναισθηματική αντανάκλαση της αγωνίας που μεταφερόταν από τα θύματα προς τους ίδιους.

Στη συνέχεια, οι εθελοντές διδάχτηκαν να δείχνουν ενσυναίσθηση, να μοιράζονται τα συναισθήματα των ανθρώπων που έβλεπαν στα βίντεο. Όπως έδειξαν οι έρευνες με λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες (Fmri), αυτού του είδους η ενσυναίσθηση κινητοποιεί κυκλώματα που επικεντρώνονται σε μέρη της νήσου του εγκεφάλου, κυκλώματα που τίθενται σε λειτουργία όταν πονάμε εμείς οι ίδιοι. Η ενσυναίσθηση σήμαινε ότι οι εθελοντές ένιωθαν τον πόνο εκείνων που υπέφεραν.

Όταν, όμως, μια άλλη ομάδα διδάχτηκε τη συμπόνια, δηλαδή να νιώθει αγάπη για εκείνους που υποφέρουν, ο εγκέφαλός τους ενεργοποίησε ένα εντελώς διαφορετικό σύνολο κυκλωμάτων, τα κυκλώματα της αγάπης των γονιών για το παιδί τους. Τα σήματα του εγκεφάλου τους ήταν εντελώς διαφορετικά από εκείνων που είχαν διδαχτεί την ενσυναίσθηση.

Και αυτό έπειτα από μόλις οκτώ ώρες! Αυτή η θετική ματιά για ένα θύμα που πονάει σημαίνει ότι μπορούμε να ασχοληθούμε με το πρόβλημά του. Μας επιτρέπει να ακολουθήσουμε όλο το φάσμα, από το να παρατηρήσουμε το τι συμβαίνει μέχρι την κορύφωση, δηλαδή μέχρι να προσφέρουμε τη βοήθειά μας. Σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ασίας, το όνομα της Κουάν Γίν, συμβούλου της συμπονετικής αφύπνισης, μεταφράζεται ως «εκείνη που αφουγκράζεται και εισακούει τις φωνές του κόσμου, για να έρθει να βοηθήσει».

Το Θέμα Δεν Είναι Ποιος Έχει Δίκιο. Το Θέμα Είναι Να Ζούμε Καλά Μαζί

Καθένας μας έχει ορισμένες πεποιθήσεις, αξίες και σκέψεις που είναι θεμελιώδεις και απαράβατες για τον ίδιο. Πιστεύουμε ότι είναι αδιαμφισβήτητα σωστές και ότι όλοι θα τις εκτιμούσαν εάν μπορούσαν να τις καταλάβουν. Ωστόσο κάποιες φορές θα πρέπει να μοιραζόμαστε τον χρόνο μας και με άτομα που δεν ασπάζονται τις αντιλήψεις μας.

Διαφωνούμε πολλές φορές για ζητήματα πολιτικής, θρησκευτικές πεποιθήσεις ή αξίες ζωής. Όταν μία συζήτηση άπτεται αυτών των θεμάτων, δεν αποκλείεται πολύ σύντομα να υπάρξει αντιπαράθεση. Κανείς δεν εισπράττει εκτίμηση ή σεβασμό, κι αυτό που απομένει είναι ο θυμός, η σύγχυση κι ο πόνος.

Πρέπει να διερωτηθούμε εάν πραγματικά αξίζει να δυσαρεστούμε ή να πληγώνουμε ο ένας τον άλλο στον βωμό της προάσπισης των πεποιθήσεών μας. Αντί να ασχολούμαστε με την ιερότητα των αξιών μας, δεν θα έπρεπε να ενδιαφερόμαστε περισσότερο για το άτομο που βρίσκεται μπροστά μας; Δεν είναι προτιμότερο να είμαστε καλά μαζί από το να έχει δίκιο ένας μόνος του;

Η απόπειρα να πείσουμε κάποιον να υιοθετήσει τις απόψεις μας είναι κυρίως έργο του εγώ μας. Ακόμα κι αν αποδειχθεί ότι έχουμε δίκιο, το εγώ μας αναζητά νέα θέματα για να διαφωνήσει.

Η ωριμότητα έρχεται με την εμπειρία. Ένα μάθημα ωριμότητας είναι ότι δεν πρέπει να παίρνουμε τις σκέψεις μας και πολύ στα σοβαρά και ότι πρέπει να χαλιναγωγούμε το εγώ μας για να αποκτήσουμε μια συνολική εικόνα των πραγμάτων.

Το να έχουμε δίκιο δεν συγκρίνεται ούτε στο ελάχιστο με το να ζούμε καλά μαζί με τους άλλους.

Μυστηριώδες άστρο «φουντώνει» τις συζητήσεις

Σε αδιέξοδο βρίσκονται οι αστρονόμοι σχετικά με τη μελέτη του πιο παράξενου άστρου που έχουν παρατηρήσει ποτέ στον ουρανό, το οποίο κατά καιρούς μειώνει τη φωτεινότητά του, με εντελώς τυχαίο τρόπο και για άγνωστη -τουλάχιστον μέχρι στιγμής- αιτία.

Πρόκειται για το άστρο EPIC 249706694 ή HD 139139, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση περίπου 360 ετών φωτός από τη Γη και εμφάνισε 28 ανεξήγητες μειώσεις στη φωτεινότητά του μέσα σε διάστημα 87 ημερών.

Αυτό θα μπορούσε να οφείλεται στο ότι γύρω του περιφέρονται εξωπλανήτες, με τη σημαντική διαφορά όμως πως οι αυξομειώσεις της ακτινοβολίας του άστρου δεν εμφανίζουν περιοδικότητα (όπως θα περίμενε κανείς αν μπροστά του περνάνε πλανήτες), αλλά είναι τελείως τυχαίες.

Η αρχική παρατήρηση είχε γίνει από το διαστημικό τηλεσκόπιο Κέπλερ της NASA, προτού αυτό σταματήσει να λειτουργεί. Νεότερες παρατηρήσεις από αστρονόμους, με επικεφαλής τον Άντριου Βάντερμπουργκ του Πανεπιστημίου του Τέξας - Όστιν, σύμφωνα με το New Scientist, αποκαλύπτουν ότι ο χρονισμός των μειώσεων της φωτεινότητας είναι τυχαίος και συνεπώς δεν μπορεί να είναι πλανήτης αυτό που μπλοκάρει το φως του, γιατί τότε η μείωση της φωτεινότητας του άστρου θα γινόταν με ρυθμό ρολογιού.

«Κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει εδώ», δήλωσε ο Χιού Όσμπορν του Εργαστηρίου Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου της Μασσαλίας στη Γαλλία.

«Είναι η πρώτη φορά που βρήκαμε κάτι που μοιάζει με εξωπλανήτη σε τροχιά γύρω από άστρο, αλλά δεν έχει καμία εμφανή περιοδικότητα».

Οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι το πολύ τέσσερις από τις συνολικά 28 περιπτώσεις προσωρινής μείωσης της αστρικής φωτεινότητας θα μπορούσαν να έχουν προκληθεί από το ίδιο αντικείμενο σε τροχιά γύρω από το άστρο.

Αν όντως πρόκειται για εξωπλανήτες, τότε θα πρέπει να υπάρχουν πάρα πολλοί από αυτούς -περισσότεροι από κάθε άλλο αστρικό σύστημα που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα- για να εξηγούν τόσες πολλές τυχαίες αυξομειώσεις του φωτός του άστρου.

Μια εναλλακτική πιθανή εξήγηση είναι ότι το αστρικό φως «μπλοκάρεται» από τα μεγάλα συντρίμμια ενός διαλυόμενου πλανήτη ή από μια ομάδα αστεροειδών που περνάνε μπροστά από το άστρο.

Στην πρώτη περίπτωση όμως, πάλι θα έπρεπε να υπάρχει κάποια περιοδικότητα του αστρικού φωτός, ενώ στη δεύτερη οι αστεροειδείς θα έπρεπε να έχουν δημιουργήσει γύρω τους νέφη σκόνης, κάτι που δεν φαίνεται να συμβαίνει.

Δεν φαίνεται επίσης πιθανό οι αυξομειώσεις του φωτός να παράγονται από το ίδιο το άστρο, π.χ. από ηλιακές κηλίδες, γιατί αυτές θα έπρεπε να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται μέσα σε λίγες ώρες, ενώ στην περίπτωση αυτή οι μειώσεις της αστρικής ακτινοβολίας διαρκούν από μέρες έως μήνες - κάτι που θα προϋπόθετε ένα είδος σκοτεινής κηλίδας άγνωστο στους επιστήμονες.

Μετά από όλα αυτά, έρχεται αναπόφευκτα στο μυαλό ορισμένων έρχεται η πιθανότητα να περνάνε μπροστά από το άστρο τεράστια διαστημόπλοια ή άλλες κατασκευές εξωγήινων. Αν και είναι ένα ενδεχόμενο που δεν μπορεί να αποκλεισθεί, οι Βάντερμπουργκ και Όσμπορν το θεωρούν αρκετά απίθανο.

«Στην αστρονομία έχουμε μια μακρά ιστορία να μην κατανοούμε κάτι, να το αποδίδουμε στους εξωγήινους και στη συνέχεια να ανακαλύπτουμε ότι η αιτία είναι κάτι άλλο. Οι πιθανότητες είναι ξανά αρκετά μεγάλες πως και σε αυτή την περίπτωση η εξήγηση δεν θα είναι οι εξωγήινοι αλλά κάτι άλλο», δήλωσε ο Βάντερμπουργκ.

Μήπως Είσαι Ρομπότ;

Καλώς Ήλθατε στον Ρομποτόκοσμο.
 
Μιά φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας τρελλός επιστήμονας που κατασκεύαζε ρομπότς. Αυτά τα ρομπότς ήταν έξυπνα όσο και οι άνθρωποι. Μπορούσαν να παίξουν κρίκετ, να κάνουν πρόσθεση και αφαίρεση, να πλένουν τα πιάτα, να οδηγούν αυτοκίνητο, να βλέπουν τηλεόραση. Ο τρελλός επιστήμονας τα είχε εξοπλίσει με ρομποτικά μάτια και αυτιά και γενικά με ρομποτικά αισθητήρια όργανα, κι έτσι ήταν κανονικότατα ανθρωποειδή.
 
Υπήρχε παρ’ όλα αυτά μια διαφορά ανάμεσα στα ρομπότς και στους ανθρώπους. Τα ρομπότς δεν διαφωνούσαν ποτέ μεταξύ τους! Και δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί οι άνθρωποι διαφωνούσαν, μάλωναν και ανταγωνίζονταν, ακόμη και πάνω στα πιό απλά πράγματα.
 
«Πιστεύεις αυτό που βλέπεις κι αυτό είναι όλο». έλεγαν τα ρομπότς. «Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να βγούν εκεί έξω και να δούν τα στοιχεία, κι έπειτα να βάλουν ένα τέλος σ’ αυτή την ασταμάτητη διαφωνία;». Τα ρομπότς, βλέπετε, νόμιζαν πως οτιδήποτε ήξεραν οι άνθρωποι και τα ρομπότς, βασιζόταν πάνω στα στοιχεία που τους έδιναν οι αισθήσεις τους. Πίστευαν ότι οι αισθήσεις τους παρείχαν πλήρη αντίληψη του κόσμου. Αυτό που έβλεπαν ήταν αληθινό, κι αυτό που δεν έβλεπαν ή δεν μπορούσαν να δούν (υπό οποιεσδήποτε πιθανές συνθήκες) δεν ήταν αληθινό.
 
Έπειτα από λίγο καιρό, τα ρομπότς αποφάσισαν πως ήταν τόσο ανώτερα από τα ανθρώπινα όντα, για όλους αυτούς τους λόγους, που τελικά στράφηκαν ενάντια στον δημιουργό τους. Σκότωσαν τον τρελλό επιστήμονα και όλα τα άλλα ανθρώπινα όντα και κατέκτησαν όλο τον πλανήτη. Κι έτσι γεννήθηκε ο Ρομποτόκοσμος – ένας ολόκληρος πλανήτης κατοικημένος μόνο από ρομπότς.
 
Καθώς περνούσε ο καιρός, τα ρομπότς – αφού ήταν τόσο έξυπνα όσο και οι άνθρωποι – άρχισαν να ενδιαφέρονται για πράγματα που ενδιέφεραν και τους ανθρώπους: για την τέχνη, την ιστορία, την επιστήμη, την μουσική, και λοιπά. Παρ’ όλα αυτά, αυτό που τους ενδιέφερε πιό πολύ ήταν το πρόβλημα της αντίληψης. Βλέπετε, μόλις σκότωσαν τους ανθρώπους έκαναν μια εκπληκτική ανακάλυψη. Ο δημιουργός τους, όντως τρελλός επιστήμονας, τους είχε δώσει ένα σετ από ατελή αντιληπτικά όργανα (ίσως ακόμη και διεστραμένα).
 
Πιό συγκεκριμένα, είχε κανονίσει έτσι τα πράγματα ώστε, όταν τα ρομπότς αντίκρυζαν κάτι που οι άνθρωποι θα το θεωρούσαν ως ένα χρώμα, τα ρομπότς το αντιλαμβανόντουσαν ως ένα διαφορετικό χρώμα. Έτσι, για παράδειγμα, ενώ εγώ κι εσείς αντιλαμβανόμαστε το γρασίδι ως πράσινο, ένα από αυτά τα ρομπότς θα το αντιλαμβανόταν ως κόκκινο. Ακόμη χειρότερα, ένα άλλο θα το αντιλαμβανόταν ως κίτρινο, ή πορτοκαλί, ή μπλέ, ή ποιός ξέρει τι άλλο.
 
Και δεν ήταν μόνο με τα μάτια τους που ο τρελλός επιστήμονας τους είχε στήσει αυτό το τρικ, αλλά συνέβαινε με όλες τους τις αισθήσεις. Έτσι, παρ’ όλο που δυό ρομπότς συμφωνούσαν ότι το μέλι ήταν «γλυκό», διότι είχαν και τα δυό τους μάθει να συνδέουν την λέξη «γλυκό» με την εμπειρία του να γεύεσαι μέλι, το ένα μπορεί να γευόταν το μέλι ως ξυνό, και το άλλο ως αλμυρό. Και το ίδιο συνέβαινε και με την αφή, την οσμή και όλα τ’ άλλα. Ήταν φοβερό. Κάθε ρομπότ αντιλαμβανόταν τον κόσμο με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από όλα τα άλλα ρομπότς!
 
Τότε η λογική τους ακολούθησε την εξής γραμμή:
 
Αν ο κόσμος «εκεί έξω» ήταν αληθινός, τότε θα έπρεπε να έχει αληθινές ποιότητες. Το γρασίδι είναι στ’ αλήθεια «πράσινο» αν το γρασίδι είναι αληθινό, άρα αν το γρασίδι είναι στ’ αλήθεια «πράσινο» τότε είναι αληθινό, κι αν η «πρασινότητα» του γρασιδιού είναι αληθινή, τότε τα ρομπότς – ως ανώτερα όντα – θα έπρεπε και να βλέπουν πράσινο και να ξέρουν ότι βλέπουν πράσινο. Παρ’ όλα αυτά, όπως έδειχναν τα πράγματα, αν και συμφωνούσαν ότι η λέξη «πράσινο» ταίριαζε με το γρασίδι, κανένα δεν ήταν σίγουρο ότι το «πράσινο» που έβλεπε ήταν το «σωστό πράσινο» που σχετιζόταν με το γρασίδι. Γιατί, απ’ όσο ήξεραν, το «σωστό πράσινο» που ταίριαζε στο γρασίδι, ήταν το «κόκκινο».
 
Ακόμη χειρότερα, αν κάποιο τυχερό ρομπότ συνέβαινε να βλέπει το «σωστό πράσινο» δεν θα μπορούσε να ξέρει ότι βλέπει το «σωστό πράσινο». Έτσι, κανένα τους δεν μπορούσε να ξέρει τί ήταν το «πράσινο», ούτε τί σήμαινε για το καθένα το «πράσινο», αν και έπρεπε να παραδεχτούν ότι υπήρχε ένα «σωστό πράσινο», κι όμως, οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ τους ήταν μιά συγκατάβαση: έλεγαν ότι όλα τα πράγματα ήταν ίδια για όλους, («το δικό μου πράσινο είναι ίδιο με το δικό σου πράσινο») αλλά στην «πραγματικότητα» ήταν όλα διαφορετικά για όλους.
 
Γουάου! Τί μπέρδεμα!
 
Σ’ αυτό το σημείο ένα γέρικο «σοφό» ρομπότ πήρε τον λόγο: Είπε πως όλη η αυτή η συζήτηση ήταν ανόητη, γιατί το μόνο πράγμα που μετρούσε ήταν το ότι όλα τα ρομπότς συμφωνούσαν πως το γρασίδι ήταν «πράσινο», και δεν είχε σημασία αν το καθένα αντιλαμβανόταν το «πράσινο» τελείως διαφορετικά από τα άλλα ρομπότς. Το σημαντικό ήταν να χρησιμοποιούν όλα τα ρομπότ την ίδια λέξη με τον ίδιο τρόπο. Αν το έκαναν αυτό, όλοι θα ήξεραν για ποιό πράγμα όλοι μιλούν. Αλλά ο τρελλός επιστήμονας (χά!) είχε προβλέψει να το διαστρεβλώσει ακόμη κι αυτό. Δύο ρομπότς συμφωνούσαν ότι ένα πράγμα είχε ένα χρώμα, αλλά διαφωνούσαν στο ότι ένα άλλο πράγμα είχε το ίδιο χρώμα.
 
Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα, όταν μιά ομάδα ρομποτοεπιστημόνων ανακάλυψε ότι πολλά έντομα έβλεπαν χρώματα που κανένα ρομπότ δεν είχε δεί ποτέ του. Που σημαίνει ότι τα έντομα έβλεπαν όλα τα χρώματα, συν κάποιο άλλα χρώματα! Είναι αρκετά δύσκολο να φανταστείς έναν τελείως νέο συνδιασμό υπάρχοντων χρωμάτων, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ κάτι που δεν έχω αντιληφθεί ποτέ μου ή, ακόμη χειρότερα, ένα συνδιασμό από πράγματα που δεν έχω αντιληφθεί ποτέ μου! Μόνο να το σκεφτείς, ζαλίζεσαι!
 
Το χειρότερο απ’ όλα ήταν πως τα ρομπότς θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως τα πιό ανώτερα όντα που υπάρχουν, και ξαφνικά ήταν πολύ υποτιμητικό να ανακαλύπτουν πως άλλα όντα που τα θεωρούσαν πολύ κατώτερα, αντιλαμβάνονταν πράγματα για τα οποία τα ρομπότς δεν είχαν ιδέα!
 
Τότε, ένα νεαρό ρομπότ (άλλοι θα έλεγαν ίσως ένα μεγαλοφυές ρομπότ), δήλωσε πως πρέπει να γίνει ο διαχωρισμός μεταξύ πραγμάτων αναμφισβήτητα «νοητικών» και πραγμάτων που αναμφισβήτητα «είναι εδώ». Τα πράγματα που αντιλαμβανόντουσαν ως χρώματα σε ένα λιβάδι με λουλούδια, οι ήχοι που άκουγαν σε μιά συμφωνία του ρομποτοΜπετόβεν, το άρωμα του κρασιού, ήταν πράγματα «νοητικά». Και κάποια πράγματα ήταν αναμφισβήτητα «φυσικά» ήταν «στ’ αλήθεια» «εκεί έξω», φυσικά πράγματα όπως το μέγεθος, η μορφή και το βάρος.
 
Το μεγαλοφυές ρομπότ δήλωσε με ένα χαμόγελο θριάμβου: «Τα χρώματα δεν μπορούν να σε σκοτώσουν, αλλά αν σου πέσει στο κεφάλι ένα βάρος χιλίων κιλών θα σε σκοτώσει». Αυτό φάνηκε να λύνει το πρόβλημα: υπήρχαν κάποιες «βασικές ποιότητες» όπως το ύψος, το βάρος, κ.λπ. και κάποιες «δευτερεύουσες ποιότητες» όπως το χρώμα, η γεύση, η οσμή, κ.λπ. Οι βασικές ποιότητες ήταν «στ’ αλήθεια» «εκεί έξω», ενώ οι δευτερεύουσες ήταν απλά «μέσα στο κεφάλι». Κι αφού οι δευτερεύουσες ποιότητες ήταν «μέσα στο κεφάλι», δεν είχε σημασία που διαφορετικά ρομπότς – ή τα έντομα – τις αντιλαμβάνονταν διαφορετικά, γιατί τα πράγματα «μέσα στο κεφάλι» τους δεν ήταν «αληθινά».
 
Κάποια ρομπότς όμως είπαν πως όλο αυτό δεν ήταν παρά μιά ακόμη εφεύρεση, γιατί οι ιδιότητες όπως το ύψος, το σχήμα κ.λπ. μπορούν να αποκωδικοποιηθούν μόνο μέσα από τις δευτερεύουσες ποιότητες. Άρα, οι «βασικές ποιότητες» δεν πρέπει να νοούνται ως βασικές, γιατί παρεμβάλλονται από τις δευτερεύουσες, αν όχι γίνονται αντιληπτές κατ’ ευθείαν από τις δευτερεύουσες.
 
Για παράδειγμα, ένας ρομποτοΙστορικός της ρομποτοΤέχνης, επισήμανε ότι η σχολή που ήταν γνωστή ως ρομποτοΙμπρεσιονισμός πετύχαινε αισθητικά αποτελέσματα όχι ζωγραφίζοντας σχήματα ή μορφές, αλλά ζωγραφίζοντας ασαφείς κηλίδες χρώματος, βασιζόμενες μονάχα στο πως τις έβλεπαν τα μάτια. Έτσι, αν κάποιος έβλεπε από πολύ κοντά έναν ρομποτοΙμπρεσιονιστικό πίνακα βλέπει μονάχα κηλίδες χρώματος. Αλλά αν τον κοιτάξει από κάποια απόσταση βλέπει μορφές και σχήματα να ξεπροβάλλουν από τον πίνακα φτιάχνοντας μιά συγκεκριμένη εικόνα. Αλλά τα ρομπότς είχαν κουραστεί να διαφωνούν και τους είχε αρέσει η επισήμανση εκείνου του μεγαλοφυούς ρομπότ.

Τότε συνέβει κάτι που τα χάλασε όλα.
 
Τα ρομπότ ανακάλυψαν τις παραισθήσεις!
 
Ο τρελλός δημιουργός τους είχε πάλι κάνει τα κόλπα του και γι’ αυτό. Υπήρχαν σχήματα και συστήματα που μπορούσαν να ξεγελάσουν το μάτι ή τις υπόλοιπες αισθήσεις. Τα ρομπότς ανακάλυψαν ότι αυτό που αποκαλούσαν «βασικές ποιότητες» υπάκουαν στους ίδιους νόμους με τις «δευτερεύουσες ποιότητες». Τότε, αναγκάστηκαν να συμπεράνουν πως, αφού αυτές οι ποιότητες τελικά δεν διέφεραν αναμφισβήτητα μεταξύ τους, τότε όλα ήταν «μέσα στο κεφάλι». Τα ρομπότ δεν μπορούσαν να είναι σίγουρα για τίποτε απολύτως!
 
Κάποια ρομπότ είπαν πως αν έβλεπαν ένα οπτικό τρικ που έκανε δύο ίσες γραμμές να μοιάζουν πως έχουν διαφορετικό μήκος, αν τις μετρούσαμε με ένα χάρακα θα διαπιστώναμε πως ήταν ίσες. Μάταια! Κάποια άλλα ρομπότ είπαν: «Πρέπει να χρησιμοποιήσεις έναν χάρακα για να κάνεις τις μετρήσεις – ένα εργαλείο που εμείς επινοήσαμε για μετρικά συστήματα που εμείς επινοήσαμε – αλλά ακόμη κι έτσι, γιατί να εμπιστευτείς έναν χάρακα και να μην εμπιστευτείς τα μάτια σου;». Είχαν δίκιο, γιατί ακόμη και ο χάρακας υπάρχει διότι οι «δευτερεύουσες ποιότητες» «μέσα στο κεφάλι» σου λένε πως υπάρχει.
 
Για να ανακεφαλαιώσουμε όλη αυτή την μπερδεμένη κατάσταση, η λογική των ρομπότς είχε καταλήξει στα ακόλουθα συμπεράσματα:
 
1. Κάθε αντίληψη και εμπειρία του εξωτερικού κόσμου, του «εκεί έξω» δημιουργείται από τις αισθήσεις.
2. Οι αισθήσεις δεν είναι αξιόπιστες. Καμμιά αισθητική εντύπωση δεν είναι 100% σωστή.
3. Υπάρχει πάντοτε μιά σημαντική «εσωτερική» πτυχή σε κάθε αισθητική εντύπωση.
 
Απ’ αυτά, ήταν πιά αναπόφευκτο να συμπεράνουν και να καταλήξουν ότι όπως κι αν ήταν «στ’ αλήθεια» ο κόσμος «εκεί έξω», ήταν ένας τελείως διαφορετικός κόσμος από τον κόσμο που αντιλαμβάνονταν οι αισθήσεις τους. Σ’ αυτό κατέληξαν τα ρομπότς. Αλλά, έχοντας πάει τόσο μακριά, δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε τίποτε άλλο. Κι έτσι άρχισαν οι ατέλειωτες διαφωνίες, με το να προσπαθεί το κάθε ρομπότ – ή η κάθε ομάδα ρομπότς – να επιβάλλει την άποψη του στο άλλο. Και οι διαφωνίες ακόμη συνεχίζονται…

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Ἔργα καὶ Ἡμέραι (381-404)

Σοὶ δ᾽ εἰ πλούτου θυμὸς ἐέλδεται ἐν φρεσὶ ᾗσιν,
ὧδ᾽ ἔρδειν, καὶ ἔργον ἐπ᾽ ἔργῳ ἐργάζεσθαι.
Πληιάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων
ἄρχεσθ᾽ ἀμήτου, ἀρότοιο δὲ δυσομενάων.
385 αἳ δή τοι νύκτας τε καὶ ἤματα τεσσαράκοντα
κεκρύφαται, αὖτις δὲ περιπλομένου ἐνιαυτοῦ
φαίνονται τὰ πρῶτα χαρασσομένοιο σιδήρου.
οὗτός τοι πεδίων πέλεται νόμος, οἵ τε θαλάσσης
ἐγγύθι ναιετάουσ᾽ οἵ τ᾽ ἄγκεα βησσήεντα
390 πόντου κυμαίνοντος ἀπόπροθι, πίονα χῶρον,
ναίουσιν· γυμνὸν σπείρειν, γυμνὸν δὲ βοωτεῖν,
γυμνὸν δ᾽ ἀμάειν, εἴ χ᾽ ὥρια πάντ᾽ ἐθέλῃσθα
ἔργα κομίζεσθαι Δημήτερος, ὥς τοι ἕκαστα
ὥρι᾽ ἀέξηται, μή πως τὰ μέταζε χατίζων
395 πτώσσῃς ἀλλοτρίους οἴκους καὶ μηδὲν ἀνύσσεις.
ὡς καὶ νῦν ἐπ᾽ ἔμ᾽ ἦλθες· ἐγὼ δέ τοι οὐκ ἐπιδώσω
οὐδ᾽ ἐπιμετρήσω· ἐργάζεο, νήπιε Πέρση,
ἔργα τά τ᾽ ἀνθρώποισι θεοὶ διετεκμήραντο,
μή ποτε σὺν παίδεσσι γυναικί τε θυμὸν ἀχεύων
400 ζητεύῃς βίοτον κατὰ γείτονας, οἳ δ᾽ ἀμελέωσιν.
δὶς μὲν γὰρ καὶ τρὶς τάχα τεύξεαι· ἢν δ᾽ ἔτι λυπῇς,
χρῆμα μὲν οὐ πρήξεις, σὺ δ᾽ ἐτώσια πόλλ᾽ ἀγορεύσεις,
ἀχρεῖος δ᾽ ἔσται ἐπέων νομός. ἀλλά σ᾽ ἄνωγα
φράζεσθαι χρειῶν τε λύσιν λιμοῦ τ᾽ ἀλεωρήν.

***
Αν πλούτο επιθυμεί στα στήθη η καρδιά σου μέσα,
έτσι να κάνεις, και τη μια δουλειά πάνω στην άλλη εργάσου:
σαν ανατέλλουν του Άτλα οι κόρες, οι Πλειάδες,
κάνε αρχή στο θερισμό, στο όργωμα σαν δύουν.
Αυτές νύχτες σαράντα και ημέρες
είναι κρυμμένες και πάλι, όταν τον κύκλο του ο χρόνος συμπληρώνει,
για πρώτη φορά εμφανίζονται όταν ακονίζεται το σίδερο.
Τούτος των πεδιάδων είναι ο νόμος και γι᾽ αυτούς
που κατοικούν στη θάλασσα κοντά μα και για όσους στων δρυμών τις κοιλάδες,
390 μακριά από τα κύματα της θάλασσας, σε τόπο πλούσιο μένουν:
γυμνός να σπέρνεις, γυμνός να οργώνεις,
γυμνός να θερίζεις, αν θες της Δήμητρας τα έργα όλα
στον κατάλληλο καιρό να τα φροντίζεις και το καθετί
ν᾽ αυξάνει στον καιρό του. Μην τύχει και στο μέλλον στερημένος
σε ξένα σπίτια να επαιτείς ζαρώνοντας και να μην καταφέρνεις τίποτα.
Έτσι και τώρα σε μένα ήρθες. Όμως εγώ άλλο δε θα σου δώσω,
ούτε θα σου δανείσω. Δούλευε, ανόητε Πέρση,
τα έργα που οι θεοί όρισαν στους ανθρώπους,
μην τύχει και θλιμμένος στην καρδιά, μαζί με τα παιδιά και τη γυναίκα σου,
400 από τους γείτονες να ζητιανεύεις τ᾽ αναγκαία, εκείνοι όμως να μη νοιάζονται.
Δυο και τρεις φορές μπορεί και κάτι να πετύχεις. Αν όμως κι άλλο ενοχλείς,
τίποτα δε θα καταφέρεις, και λόγια μάταια πολλά θα αγορεύεις:
των λόγων σου το λιβάδι άχρηστο θα ᾽ναι. Μα εγώ σου παραγγέλλω
να σκεφτείς λύση για τις ανάγκες σου και διαφυγή απ᾽ την πείνα.