Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Νεφέλαι (263-297)

ΣΩ. εὐφημεῖν χρὴ τὸν πρεσβύτην καὶ τῆς εὐχῆς ἐπακούειν.
ὦ δέσποτ᾽ ἄναξ, ἀμέτρητ᾽ Ἀήρ, ὃς ἔχεις τὴν γῆν μετέωρον,
265 λαμπρός τ᾽ Αἰθὴρ σεμναί τε θεαὶ Νεφέλαι βροντησικέραυνοι,
ἄρθητε, φάνητ᾽, ὦ δέσποιναι, τῷ φροντιστῇ μετέωροι.
ΣΤ. μήπω, μήπω γε, πρὶν ἂν τουτὶ πτύξωμαι, μὴ καταβρεχθῶ.
τὸ δὲ μηδὲ κυνῆν οἴκοθεν ἐλθεῖν ἐμὲ τὸν κακοδαίμον᾽ ἔχοντα.
ΣΩ. ἔλθετε δῆτ᾽, ὦ πολυτίμητοι Νεφέλαι, τῷδ᾽ εἰς ἐπίδειξιν·
270 εἴτ᾽ ἐπ᾽ Ὀλύμπου κορυφαῖς ἱεραῖς χιονοβλήτοισι κάθησθε,
εἴτ᾽ Ὠκεανοῦ πατρὸς ἐν κήποις ἱερὸν χορὸν ἵστατε Νύμφαις,
εἴτ᾽ ἄρα Νείλου προχοαῖς ὑδάτων χρυσέαις ἀρύτεσθε πρόχοισιν,
ἢ Μαιῶτιν λίμνην ἔχετ᾽ ἢ σκόπελον νιφόεντα Μίμαντος·
ὑπακούσατε δεξάμεναι θυσίαν καὶ τοῖς ἱεροῖσι χαρεῖσαι.

ΧΟΡΟΣ
275 ἀέναοι Νεφέλαι, [στρ.]
ἀρθῶμεν φανεραὶ δροσερὰν φύσιν εὐάγητον,
πατρὸς ἀπ᾽ Ὠκεανοῦ βαρυαχέος
ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς ἔπι
280 δενδροκόμους, ἵνα
τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα,
καρπούς τ᾽ ἀρδομέναν θ᾽ ἱερὰν χθόνα,
καὶ ποταμῶν ζαθέων κελαδήματα,
καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον·
285 ὄμμα γὰρ αἰθέρος ἀκάματον σελαγεῖται
μαρμαρέαισιν αὐγαῖς.
ἀλλ᾽ ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον
ἀθανάτας ἰδέας ἐπιδώμεθα
290 τηλεσκόπῳ ὄμματι γαῖαν.

ΣΩ. ὦ μέγα σεμναὶ Νεφέλαι, φανερῶς ἠκούσατέ μου καλέσαντος.
ᾔσθου φωνῆς ἅμα καὶ βροντῆς μυκησαμένης θεοσέπτου;
ΣΤ. καὶ σέβομαί γ᾽, ὦ πολυτίμητοι, καὶ βούλομαι ἀνταποπαρδεῖν
πρὸς τὰς βροντάς· οὕτως αὐτὰς τετρεμαίνω καὶ πεφόβημαι·
295 κεἰ θέμις ἐστίν, νυνί γ᾽ ἤδη, κεἰ μὴ θέμις ἐστί, χεσείω.
ΣΩ. οὐ μὴ σκώψεις μηδὲ ποήσεις ἅπερ οἱ τρυγοδαίμονες οὗτοι,
ἀλλ᾽ εὐφήμει· μέγα γάρ τι θεῶν κινεῖται σμῆνος ἀοιδαῖς.

***
Ο Σωκράτης παίρνει στάση επίσημη, ιερατική.
ΣΩΚ. Πρέπει ο γέρος ιερή να κρατήσει σιωπή
και τη δέηση που κάνω ν᾽ ακούσει.
Απροσμέτρητε Αέρα, ω αφέντη τρανέ,
που τη γη μας ανάερη σηκώνεις,
κι εσύ, Αιθέρα λαμπρέ, και σεβάσμιες θεές
αστραπών και βροντών, ω Νεφέλες,
σηκωθείτε και δείξτε, κυράδες μου εσείς,
στο σοφό ερευνητή τη θωριά σας.
ΣΤΡ. Μια στιγμή, μια στιγμούλα· όχι πριν τυλιχτώ
στο σκουτί μου, μη γίνω μουσκίδι.
Και να δεις που ο κακότυχος ήρθα, χωρίς
ένα σκούφο να πάρω απ᾽ το σπίτι.
ΣΩΚ. Τιμημένες Νεφέλες, ελάτε ως εδώ
και δειχτείτε στον άνθρωπο τούτο·
270 κι αν στου Ολύμπου, ω θεές, τις ιερές κορυφές
τις χιονόδαρτες κάθεστε επάνω,
κι αν με Νύμφες ιερός σας ευφραίνει χορός
στου Ωκεανού του γονιού σας τους κήπους,
κι αν, στις άκρες που χύνεται ο Νείλος, νερό
με χρυσές ανασέρνετε στάμνες,
κι αν στο βράχο, όλο χιόνια, του Μίμαντα, κι αν
στη Μαιώτιδα βρίσκεστε λίμνη,
με χαρά τη θυσία που προσφέρνω κι αυτά
τα ιερά μου δεχτείτε κι ελάτε.

Ακούγεται των αθέατων ακόμη Νεφελών το τραγούδι να σιμώνει σιγά σιγά, συνοδεμένο από αστραπές και βροντές.
Ο ΧΟΡΟΣ
Την αγκαλιά του πατέρα μας,
του Ωκεανού του βαρύβροντου, αφήνοντας
οι δροσερές, φευγαλέες, οι αστέρευτες
ας ανεβούμε Νεφέλες εμείς
280 στις δασωμένες κορφές των βουνών·
τα μακροθώρητα κείθε να δούμε ψηλώματα,
την ποτιζάμενη γη και της γης τα γεννήματα
και τα θεϊκά της ποτάμια τα γάργαρα
και το βαρύβροντο πέλαο· γιατί
μέσα σε λάμψες
αχτιδοβόλες ακούραστο λάμπει του αιθέρα το μάτι.
Απ᾽ τα κορμιά μας, Νεφέλες, τ᾽ αθάνατα
τη βροχερή την αντάρα ας τινάξουμε
290 και τις ματιές μας στον κόσμο ας τις ρίξουμε πέρα.

ΣΩΚ. Ω που μόλις σας κάλεσα, νά, φανερά,
σεβαστές μου Νεφέλες, μ᾽ ακούτε.
Στο Στρεψιάδη.
Τη φωνή και μαζί τη θεϊκή τη βροντή
που μπουμπούνισε, πες μου, έχεις νιώσει;
ΣΤΡ. Ναι· κι εσάς, σεβαστές μου, βαθιά προσκυνώ·
στις βροντές σας ποθώ ν᾽ απαντήσω
με πορδές, γιατί μ᾽ έπιασε —τί να σας πω;—
φριχτός φόβος, μεγάλη τρεμούλα·
α, κι αν είναι πρεπούμενο, αυτή τη στιγμή,
κι αν είν᾽ άπρεπο, εγώ θα τα κάμω.
ΣΩΚ. Άσ᾽ τ᾽ αστεία και μην κάνεις αυτά που ποιητές
κωμικοί κακομοίρηδες κάνουν·
σιγή κράτα ιερή· γιατί, νά, ένα τρανό
σμάρι θεών τραγουδώντας σαλεύει.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΑΝΤΕΙΣ - ΩΚΥΡΡΟΗ

Η Ωκυρρόη, κόρη του Κένταυρου Χείρωνα και της Νύμφης Χαρικλώς, ονομάστηκε από τον τόπο όπου γεννήθηκε —στην όχθη ενός ρυακιού με γρήγορα νερά (ὠκὺς = γρήγορος, ορμητικός, ταχυκίνητος).

Μόλις γεννήθηκε της δόθηκε το χάρισμα της μαντικής, όμως το χρησιμοποίησε άσκεπτα, καθώς αποκάλυψε στον πατέρα της και στον μικρό προστατευόμενο και μαθητευόμενό του Ασκληπιό τη μυστική ιστορία των θεών παρά τη σχετική απαγόρευση.

Οι θεοί την τιμώρησαν μεταμορφώνοντάς την σε φοράδα. Από τότε ονομάστηκε Ιππώ. Την εκδοχή αυτή του μύθου παραδίδει ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του (2.635 κ.ε.). Η Ωκυρρόη ταυτίζεται πολλές φορές με την Ίππη.

Το υποσυνείδητο λειτουργεί όπως το εκπαιδεύσεις

Υποσυνείδητο: «Είναι το μέρος του συνειδητού το οποίο ενεργεί έξω από το πλαίσιο της άμεσης αντίληψης. Στην ψυχανάλυση, λειτουργεί ως μια αποθήκη πληροφοριών, αντιλήψεων, επιθυμιών και παρορμήσεων, τα οποία δύνανται να επανέλθουν στη συνείδηση και επηρεάζει τη συμπεριφορά του ατόμου».

Το υποσυνείδητο, λοιπόν, είναι η έδρα όσων δυνητικά θα μπορούσαμε να είμαστε αρκεί να το πείσουμε για αυτό. Δεν είμαστε όσα υπάρχουν αποθηκευμένα στον υποσυνείδητο νου μας, πολύ απλά γιατί αν τον προγραμματίσουμε να αντικαταστήσει την ιδέα του για εμάς σε κάποιον τομέα με την ακριβώς αντίθετή της, θα το κάνει. Απλούστερα, αν σκέφτεσαι αρνητικά για εσένα θα σου επιστραφεί σαν ιδέα από το υποσυνείδητό σου όποτε τον χρειαστείς και θα σε πείσει πως είσαι αυτό που σου λέει γιατί είναι μια πληροφορία που εσύ ο ίδιος φύτεψες εκεί μέσα. Αντίστοιχα, αν σκέφτεσαι θετικά θα εκπαιδεύσεις τον υποσυνείδητο νου σου να σου επιστρέφει μόνο αυτή την πληροφορία. Τόσο απλά όπως το copy-paste.

Το υποσυνείδητο είναι πάντοτε «ενεργό», ελέγχει όχι μόνο όλες τις διαδικασίες του σώματος, αλλά έχει και τις απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα. Είναι μια δυναμική του ανθρώπινου εγκεφάλου που δυσκολευόμαστε να ελέγξουμε και είναι η πηγή πολλών καθημερινών μας προβλημάτων καθώς δεν την εκμεταλλευόμαστε προς όφελός μας, αλλά την αφήνουμε να μας τσακίζει. Η βάση των ενστίκτων, της μνήμης, της φαντασίας, των συνηθειών βρίσκεται εκεί. Ενώ, οι απλές διεργασίες -οι μαθηματικές πράξεις κι ό,τι αφορά στην πρακτική των hard sciences- συμβαίνουν στο συνειδητό. Είναι έμφυτο και ευεπηρέαστο από το υποσυνείδητο, θα λέγαμε ακόμα και άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει να μάθουμε να εκπαιδεύουμε το ένα μέρος της σκέψης να επηρεάζει το άλλο. Αφού ήδη οι πληροφορίες που λαμβάνουμε από τον υποσυνείδητο νου επηρεάζουν το συνειδητό, αλλά ταυτόχρονα ό,τι σκεφτόμαστε στο συνειδητό αποθηκεύεται στο υποσυνείδητο και γίνεται κτήμα του. Από μικροί, λοιπόν, μαθαίνουμε στον υποσυνείδητό νου να παίρνει τη μορφή όσων του λέμε. Όλοι οι συνειρμοί μας αποθηκεύονται εκεί. Αν αυτοί οι συνειρμοί είναι αρνητικοί, μόλις ξανασκεφτείς κάτι στο οποίο εφάπτονται έστω και λίγο, τους έχεις επαναφέρει στη σκέψη σου, πράγμα που συνεπάγεται αντίστοιχων αποτελεσμάτων.

Αν σκεφτείς πόσο κακός είσαι σε κάτι, την επόμενη φορά που θα το επιχειρήσεις να το κάνεις ο συνειρμός θα ανακληθεί και θα σε αποτρέψει απ’ το να το κάνεις, γιατί έμαθες στον εαυτό σου να σε θεωρεί κακό σε αυτό. Συνεπώς, προγραμματίζεις την αποτυχία σου αν προγραμματίζεις το υποσυνείδητό σου με τις λάθος λέξεις. Αυτό το κοινότυπο με τις «θετικές σκέψεις» έχει τις βάσεις του ακριβώς εκεί, απλώς επειδή έχει γίνει τόσο cliché το απαξιούμε.

Αποδέξου την ύπαρξη του υποσυνείδητου νου και συμφιλιώσου μαζί του, γιατί αποτελεί το 88% του εαυτού σου. Το συνειδητό είναι η κορυφή του παγόβουνου που αποκαλείται εαυτός κι αυτό του οποίου η ύπαρξη είναι άμεσα αισθητή, κάτω από την επιφάνεια του νερού όμως υπάρχει ένα πολύ μεγαλύτερο κομμάτι -υποσυνείδητο- που δεν είναι άμεσα ορατό, αλλά υποστηρίζει και συγκρατεί την κορυφή στην επιφάνεια.

Ο υποσυνείδητος νους ακούει και μεταβάλλεται βάση των όσων του λέμε. Πρόσεχε πώς μιλάς για τον εαυτό σου, στον εαυτό σου.

Μπέρτραντ Ράσελ: Ο Μπέρκλεϋ, ο Χιουμ, ο Καντ κι η ..."κατηφορική προστακτική"

Μια νέα μέθοδο απολογητικής επινόησε o συμπαθέστατος Επίσκοπος Μπέρκλεϋ. Επιτέθηκε κατά των υλιστών της Εποχής του, με επιχειρήματα που ξανά ζωντάνεψε στις μέρες μας ο σερ Τζαίημς Τζήνς. Ό σκοπός του ήταν διπλός: πρώτο, ν' αποδείξει ότι δεν μπορεί να υπάρχει αυτό που ονομάζεται ύλη δεύτερο, να συναγάγει απ’ την αρνητική αυτή πρόταση την απαραίτητη ύπαρξη θεού.

Στο πρώτο ζήτημα, οι ισχυρισμοί του δεν βρήκαν καμιά ανταπόκριση. Αμφιβάλλω όμως ότι θα έκανε τον κόπο να τους διατυπώσει, αν δεν πίστευε ότι έδιναν υποστήριξη στη θεολογική ορθοδοξία.

Όταν νομίζετε ότι βλέπετε ένα δέντρο, λέει ο Μπέρκλεϋ, εκείνο που γίνεται γνώση σας είναι όχι ένα αντικείμενο του εξωτερικού κόσμου, αλλά μια τροποποίηση του εαυτού σας, ένα συναίσθημα η, όπως το ονομάζει ο ίδιος, μια «ιδέα». Αυτή η γνώση, η μόνη που αποκτάτε άμεσα, παύει μόλις κλείσετε τα μάτια. οτιδήποτε μπορείτε ν’ αντιληφθείτε, βρίσκεται από πριν στη νόησή σας, δεν είναι ένα εξωτερικό υλικό αντικείμενο. Ή ύπαρξη ύλης, επομένως, είναι μια περιττή υπόθεση. Εκείνο που είναι πραγματικό σχετικά με το δέντρο, είναι οι εντυπώσεις των αισθήσεων εκείνων που υποτίθεται ότι το «βλέπουν». Όλα τα άλλα δεν είναι παρά άχρηστη μεταφυσική.

Ως εδώ, η επιχειρηματολογία του Μπέρκλεϋ είναι αξιόλογη και σε μεγάλο μέρος της έγκυρη. Αλλά τώρα, ξαφνικά, αλλάζει τόνο και, αφού διατυπώσει μια τολμηρή παραδοξολογία, γλιστρά στις προκαταλήψεις του αφιλοσόφητου, που αποτελούν τη βάση για την επόμενη θέση του. Βρίσκει άτοπο το να υποθέσουμε ότι τα δέντρα και τα σπίτια, τα βουνά και τα ποτάμια, ο ήλιος και η σελήνη και τ’ αστέρια, υπάρχουν μόνο τη στιγμή που τα κοιτάζουμε, ότι δηλαδή υποστήριζε με τους προηγούμενους ισχυρισμούς του. Πρέπει, λέει, να υπάρχει κάτι το μόνιμο στα φυσικά αντικείμενα και κάποια ανεξαρτητοποίηση από τ’ ανθρώπινα όντα. Αυτό το θεμελιώνει, κάνοντας την υπόθεση, ότι το δέντρο είναι πραγματικά μια ιδέα στη διάνοια του θεού και επομένως εξακολουθεί να υπάρχει και όταν κανένα ανθρώπινο ον δεν το κοιτάζει. Οι συνέπειες της ίδιας του της παραδοξολογίας, αν τις αναγνώριζε με ειλικρίνεια, θα του φαίνονταν τρομερές. Αλλά, με μιαν απότομη στροφή, διασώζει την ορθοδοξία και μαζί της μερικά «κομμάτια» του κοινού νου.

Την ίδια ατολμία παραδοχής των συνεπειών των σκεπτικιστικών επιχειρημάτων του έδειξαν και όλοι οι οπαδοί του, εκτός απ’ τον Χιουμ. Οι πιο σύγχρονοι μαθητές του δεν έχουν σημειώσει ούτε ένα βήμα πιο πέρα, στο ζήτημα αυτό. Κανένας τους δεν τολμά να παραδεχτεί ότι αφού γνωρίζω μόνο «ιδέες», δεν γνωρίζω παρά μόνο τις δικές μου ιδέες και επομένως, δεν μπορεί να έχω λόγο να πιστεύω, ότι υπάρχει οτιδήποτε άλλο εκτός απ’ τις διάφορες καταστάσεις της διάνοιάς μου. Όσοι δέχτηκαν σαν έγκυρο αυτό το τόσο απλοϊκό επιχείρημα δεν ήταν μαθητές του Μπέρκλευ, αφού βρήκαν ένα τέτοιο συμπέρασμα ανυπόφορο. Υποστήριξαν, λοιπόν, ότι δεν είναι μόνο «οι ιδέες» εκείνο που γνωρίζουμε.

Ο Χιουμ, το «τρομερό παιδί» της φιλοσοφίας, παρουσίαζε το ιδιαίτερο, ότι δεν είχε βαθύτερα μεταφυσικά κίνητρα. Ήταν όχι μόνο φιλόσοφος, άλλα και ιστορικός και δοκιμιογράφος, είχε ατάραχη ιδιοσυγκρασία και έβρισκε ίσως τόση ευχαρίστηση στο να πειράζει τους φιλόσοφους για τις γκάφες τους, όση θα έβρισκε κι αν τους τις σκάρωνε ο ίδιος. Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτής της δραστηριότητάς του ήταν να παροτρύνει σε γκάφες δύο ολόκληρες σχολές, μια στην Αγγλία και μια στη Γερμανία. Ή γερμανική παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Ο πρώτος Γερμανός που πρόσεξε τον Χιουμ ήταν ο Ιμμανουέλ Καντ, που, ως τα σαρανταπέντε του χρόνια, έμενε ευχαριστημένος με τη δογματική παράδοση που ξεκινούσε απ’ τον Λάϊμπνιτς. Τότε, όπως λέει ο ίδιος, ο Χιουμ τον «αφύπνισε απ’ τη δογματική νάρκη». Αφού βυθίστηκε σε στοχασμούς δώδεκα ολόκληρα χρόνια, έφερε στο φως το μεγάλο του έργο, την Κριτική του Καθαρού Λόγου. Εφτά χρόνια αργότερα, στα εξήντα τέσσερα χρόνια του, έδωκε την Κριτική του Πρακτικού Λόγου, όπου ξαναβυθίζεται στη δογματική του νάρκη, ύστερα από είκοσι σχεδόν χρόνια ταραγμένης αγρύπνιας.

Οι βασικές του επιθυμίες ήταν δύο: ήθελε να είναι βέβαιος για το αμετάβλητο της καθημερινής πραγματικότητας και ήθελε να πιστέψει στα ηθικά αξιώματα πού είχε μάθει στη νηπιακή του ηλικία.

Ό Χιουμ τον αναστάτωσε και στις δύο αυτές πεποιθήσεις του υποστηρίζοντας ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε το νόμο της αιτιότητας και προκαλώντας την αμφιβολία για την ύπαρξη μέλλουσας ζωής, το καλό δεν ήταν βέβαιο ότι θα έβρισκε ανταμοιβή στον ουρανό. Τα πρώτα δώδεκα χρόνια των στοχασμών του πάνω στον Χιουμ, ο Καντ τα αφιέρωσε στο νόμο της αιτιότητας και βρήκε τελικά μια αξιόλογη λύση. Ναι είπε, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν υπάρχουν αίτια στον πραγματικό κόσμο, αλλά, τότε δεν μπορούμε και να ξέρουμε τίποτα για τον πραγματικό κόσμο. Ο κόσμος των φαινομένων, ο μόνος τον όποιο μπορούμε να αντιληφτούμε, έχει όλες τις ιδιότητες που του αποδίδουμε, όπως ακριβώς, όταν κάποιος φοράει πράσινα γυαλιά, που δεν μπορεί να τα βγάλει, είναι βέβαιος ότι βλέπει τα πράγματα πράσινα. Τα φαινόμενα που αντιλαμβανόμαστε με την εμπειρία έχουν αιτίες, που είναι κι αυτές άλλα φαινόμενα. Δεν υπάρχει λόγος ν’ ανησυχούμε αν υπάρχει ή όχι αιτιότητα στην πραγματικότητα που βρίσκεται πίσω απ’ τα φαινόμενα, αφού δεν μπορούμε να την αντιληφτούμε εμπειρικά.

Ο Καντ έβγαινε περίπατο την ιδία ακριβώς ώρα καθημερινά κι ο υπηρέτης του τον ακολουθούσε κρατώντας την ομπρέλα του. Τα δώδεκα χρόνια που χρειάστηκαν για την «Κριτική του Καθαρού Λόγου» έπεισαν τελικά το γέρο - φιλόσοφο ότι, αν τύχαινε να βρέξει, η ομπρέλα θα τον προστάτευε απ’ το να αισθάνεται βρεγμένος, κι ας έλεγε ότι ήθελε ο Χιουμ για τις πραγματικές ψιχάλες.

Αυτό ήταν παρήγορο, αλλά την παρηγοριά αυτή την πλήρωσε πανάκριβα. Ο χώρος κι ο χρόνος, όπου συμβαίνουν τα φαινόμενα, είναι μη πραγματικοί: τους είχε κατασκευάσει ο ψυχικός μηχανισμός του Καντ. Για το χώρο δεν ήξερε πολλά πράγματα, αφού ποτέ του δεν είχε ταξιδέψει περισσότερο από δέκα μίλια πέρα απ’ την Καινιξβέργη. Ίσως, αν είχε ταξιδέψει, να αμφέβαλλε για το εάν η υποκειμενική του επινοητικότητα ήταν ικανή να συλλάβει νοερά τη γεωγραφία όλων των τόπων που θα είχε δει. Ήταν ευχάριστο πράγμα, ωστόσο, το ότι ήταν βέβαιος για την αλήθεια της γεωμετρίας, επειδή, έχοντας επινοήσει ο ίδιος τον χώρο, ήταν απόλυτα σίγουρος ότι τον είχε κατασκευάσει όπως θα τον ήθελε ο Ευκλείδης — και ήταν σίγουρος γι’ αυτό, χωρίς να ρίξει ούτε μια ματιά έξω απ’ τον εαυτό του. Με τον τρόπο αυτό, τα μαθηματικά ήταν ασφαλισμένα κάτω απ’ την ομπρέλα.

Αν όμως τα μαθηματικά ήταν ασφαλισμένα, η ηθική εξακολουθούσε να βρίσκεται σε κίνδυνο. Στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου», ο Καντ δίδαξε, ότι ο καθαρός λόγος δεν είναι ικανός να αποδείξει την ύπαρξη μέλλουσας ζωής η την ύπαρξη θεού. Δεν μπορεί επομένως να μας διαβεβαιώσει, ότι υπάρχει δικαιοσύνη στον κόσμο. Και υπήρχε και μια άλλη ακόμα δυσκολία, αναφορικά με την ελεύθερη βούληση. Οι πράξεις μου, ως το βαθμό που μπορώ να τις αντιληφθώ με την παρατήρηση, είναι φαινόμενα και, σαν τέτοια, έχουν αιτίες. Όσο για το τι είναι οι πράξεις μου «καθεαυτές», ο καθαρός λόγος δεν έχει τίποτα να μου πει κι έτσι δεν ξέρω αν είναι «ελεύθερες» ή όχι.

Ωστόσο, Ο «καθαρός» λόγος δεν είναι ο μοναδικός. Υπάρχει κι ένας άλλος — όχι «μη καθαρός», όπως ίσως θα υπέθετε κανείς, αλλά «πρακτικός». Αυτός αρχίζει με την πρόταση, ότι όλα τα ηθικά διδάγματα που έμαθε ο Καντ στα παιδικά του χρόνια είναι αλήθειες. (Μια τέτοια πρόταση, φυσικά, χρειάζεται κάποια μεταμφίεση. Εισάγεται λοιπόν στη φιλοσοφική κοινωνία με το όνομα «κατηφορική προστακτική»). Απ’ αυτό συνάγεται, ότι η βούληση είναι ελεύθερη, γιατί θα ήταν άτοπο να λέμε «πρέπει να κάνεις αυτό κι’ εκείνο», αν δεν μπορείς να το κάνεις. Συνάγεται, επίσης, ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή, γιατί, διαφορετικά, το καλό δεν θα έβρισκε αρκετή ανταμοιβή, ούτε το κακό αρκετή τιμωρία. Συνάγεται, ακόμα, ότι πρέπει να υπάρχει ένας Θεός, για να τα κανονίζει όλα αυτά. Ό Χιουμ μπορεί να θεμελίωσε τον «καθαρό» λόγο, αλλά ο ηθικός νόμος, τελικά, ξανάδωσε τη νίκη στους μεταφυσικούς. Κι έτσι, ο Καντ πέθανε ευτυχισμένος και τον τιμούν οι γενεές από τότε.
 
Μπέρτραντ Ράσελ, Αντιδημοφιλή δοκίμια

Σενέκας: Η ζωή προχωρά ακάθεκτη. Κανείς δεν πρόκειται να σου αποκαταστήσει τα χρόνια σου

Η ζωή μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις περιόδους. Από αυτές, εκείνη που ζούμε τώρα έχει ήδη φύγει, εκείνη που θα ζήσουμε επαφίεται στο τυχαίο, και η μόνη σίγουρη είναι εκείνη που έχουμε ήδη ζήσει»

«Δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα πιο ανόητο από την άποψη αυτών που καυχώνται για την προνοητικότητά τους. Μένουν εξαντλητικά απασχολημένοι προκειμένου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να ζήσουν καλύτερα. Περνούν τη ζωή τους με το να ετοιμάζονται να ζήσουν!».

«Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας το περνάμε κάνοντας κακές πράξεις, ένα μεγάλο μέρος μην κάνοντας τίποτα, και όλη μας τη ζωή χωρίς να σκεπτόμαστε τι κάνουμε».

«Κανείς δεν πρόκειται να σου αποκαταστήσει τα χρόνια σου, κανείς δεν θα σου τα επιστρέψει. Η ζωή θα ακολουθήσει το δρόμο που άρχισε και δεν πρόκειται ούτε να αναστρέψει, αλλ’ ούτε και να περιορίσει την πορεία της.

Δεν θα κάνει θόρυβο, δεν θα σου θυμίσει πόσο γρήγορη είναι. Θα γλιστρήσει σιωπηλή, δεν πρόκειται να γίνει μεγαλύτερη με βασιλικές διαταγές ή λαϊκές επιδοκιμασίες. Όπως άρχισε την πρώτη μέρα, έτσι θα εξακολουθήσει, πουθενά δεν θα αλλάξει τη διαδρομή της, πουθενά δεν θα καθυστερήσει.

Και τελικά ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Εσύ θα έχεις απορροφηθεί από τις ασχολίες σου και η ζωή θα προχωρεί ακάθεκτη και κάπου στο μεταξύ θα έρθει ο θάνατος, για τον οποίο, είτε το θέλεις είτε όχι, θα πρέπει να βρεις κάποιον ελεύθερο χρόνο».
 
Σενέκας*, Περί της συντομίας της ζωής
---------------------
Λούκιος ή Λεύκιος Ανναίος Σενέκας (Lucius Anneus Seneca), γνωστός ως Σενέκας ο Νεότερος ή απλώς Σενέκας (περίπου 4 π.Χ.-65 μ.Χ.), ήταν Ρωμαίος πολιτικός, ρήτορας, δραματουργός και στωικός φιλόσοφος. Ήταν γιος του Σενέκα του Πρεσβύτερου, φιλοσόφου, τραγωδού και διδασκάλου του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Νέρωνα. Καταγόταν από την Κόρδοβα της ρωμαϊκής επαρχίας της Ισπανίας. Η ηθική πραγματεία «Για μια ευτυχισμένη ζωή» (De vita beata), που δεν σώζεται πλήρης, έχει γραφτεί στα τέλη της δεκαετίας του 50 μ.Χ. και απευθύνεται στον αδερφό του Σενέκα, Νοβάτο, που τώρα φέρει το καινούριο όνομα Γαλλίων, Γαλλίωνας. Το έργο έχει τη μορφή απολογίας για τον τρόπο ζωής του φιλοσόφου -ασυνεπή, σύμφωνα με τις κατηγορίες πολλών. Ο κύριος όγκος του πεζού έργου του Σενέκα έχει καθαρή φιλοσοφική χροιά και, όσο κι αν ήταν μεγάλη η επίδραση των Πυθαγορείων στη σκέψη του, το έργο του αποτελεί σπουδαιότατη πηγή της ιστορίας του στωικισμού, στον οποίο ο συγγραφέας έδωσε πνευματικότερη μορφή και τον οποίο έκανε πολύ πιο ανθρώπινο.

Να έχεις προσδοκίες από ανθρώπους που θέλουν και μπορούν

“When people treat you like they don’t care, believe them” (όταν οι άνθρωποι σου συμπεριφέρονται σαν να μην ενδιαφέρονται, πίστεψέ τους). Και η αλήθεια είναι ότι είναι τόσο σωστό.

Οι άνθρωποι συχνά προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε, να καταλάβουμε, να σώσουμε, να διαχειριστούμε. Αυτό συχνά έχει σαν συνέπεια να χάνουμε κομμάτια του εαυτού μας, να αλλάζουμε εμείς τις συμπεριφορές μας, να νιώθουμε ενοχές, να δίνουμε μόνιμα ευκαιρίες σε σχέσεις που μπορεί να μην αξίζουν, σε ανθρώπους για τους οποίους μπορεί να είμαστε μία δεύτερη επιλογή.

Αλήθεια, γιατί να το κάνεις αυτό στον εαυτό σου; Γιατί να μην δώσεις στον εαυτό σου την ευκαιρία να είσαι για κάποιον προτεραιότητα; Γιατί να μην δώσεις στον εαυτό σου την δυνατότητα να απολαύσει;

Τις περισσότερες φορές δικαιολογούμε τη στάση μας, άλλες φορές δεν την αντιλαμβανόμαστε και άλλες φορές αγγίζουμε τα όριά μας. Και πάλι παραμένουμε. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι για τον άλλον δεν είμαστε η πρώτη του επιλογή, αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι ο άλλος δεν μας δίνει την ευκαιρία που αξίζουμε.

Κι όμως… Αντί να φύγουμε, εμείς μένουμε. Γιατί έχουμε συναισθήματα, γιατί πιστεύουμε ότι ο άλλος θα αλλάξει, γιατί λέμε ότι δίνουμε ευκαιρία στη σχέση μας, γιατί φοβόμαστε, γιατί δεν μπορούμε να το πάρουμε απόφαση.

Αλήθεια όμως, με αυτό τον τρόπο δεν υποβιβάζουμε τον εαυτό μας; Με αυτό τον τρόπο δεν ανεχόμαστε; Με αυτό τον τρόπο δεν υποτιμάμε τον εαυτό μας και τον μαθαίνουμε να δέχεται συμπεριφορές που μας πληγώνουν; Γιατί να μην μάθουμε να διεκδικούμε αυτό που λέμε ότι μας αξίζει;

Γιατί να μην πιστέψουμε σε μας και να δώσουμε μία ευκαιρία στον εαυτό μας να του δώσουν αυτά που θέλει να δώσει; Να τον φροντίζεις τον εαυτό σου και να διεκδικείς να σε φροντίζουν και εσένα.

Ένας άνθρωπος για τον οποίο δεν θα γίνεις ποτέ προτεραιότητα, δεν θα αλλάξει και ίσως δεν θα μπορέσει να καταλάβει τον τρόπο που σκέφτεσαι, γιατί πάντα θα ακούει μόνο τα δικά του θέλω, θα συμπεριφέρεται εγωιστικά και δεν θα μπορέσει να μπει στη θέση σου.

Αυτός ο άνθρωπος, ποτέ δεν θα νιώσει πραγματικά τα συναισθήματά σου, γιατί έτσι έχει μάθει. Και εάν το κάνει, θα το κάνει μόνο με τον δικό του τρόπο, μόνο με τους δικούς του όρους, μόνο τις δικές του προϋποθέσεις. Μήπως όμως αυτό θα είναι πάντα τελικά για σένα λίγο;

Εντοπίστηκαν δύο πλανήτες σαν τη Γη γύρω από ένα κοντινό άστρο

Φαίνεται πως υπάρχουν πολλοί περισσότεροι πλανήτες κοντά στη Γη, οι οποίοι θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν ζωή από ότι αρχικά φανταζόμασταν. Μια ομάδα επιστημόνων ανακάλυψε δύο πλανήτες οι οποίοι βρίσκονται στην κατάλληλη απόσταση από τα δικά τους γονικά άστρα, στη «Ζώνη της Ζωής (ή τη ζώνη της Χρυσομαλλούσας – Goldlocks Zone)» όπως αποκαλείται,  ώστε να μπορεί να διατηρηθεί στην επιφάνειά τους νερό σε υγρή μορφή χωρίς να εξατμιστεί ή να παγώσει. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως σε εκείνα τα αστέρια θα μπορούσε -υπό προϋποθέσεις- να αναπτυχθεί ζωή.
 
Οι δύο πλανήτες περιστρέφονται γύρω από έναν ήλιο, γνωστό ως «αστέρι του Teegarden», ο οποίος απέχει μόλις 12,5 έτη φωτός από τη Γη (ένα έτος φωτός είναι 10 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα). Οι ειδικοί βρίσκουν πολλές ομοιότητες ανάμεσα στη Γη και τους δύο συγκεκριμένους πλανήτες.
 
Η συγκεκριμένη ανακάλυψη έγινε στα πλαίσια του προγράμματος CARMENES, όπου βρέθηκε πως οι δύο πλανήτες γυρίζουν με πολύ μεγάλη ταχύτητα γύρω από τον δικό τους ήλιο (πραγματοποιούν έναν ολοκληρωμένο κύκλο σε 5 και 11 μέρες αντίστοιχα). Στο δικό μας ηλιακό σύστημα, ακόμα και ο Ερμής χρειάζεται 88 ημέρες για να πραγματοποιήσει μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον Ήλιο.
 
Το άστρο Teegarden είναι ένας νάνος Μ – ένας τύπος αστέρα που παράγει λιγότερο φως και ενέργεια από τον δικό μας ήλιο. Οποιοσδήποτε δυνητικά κατοικήσιμος κόσμος θα ήταν πιο κοντά σε αυτό το αστέρι από ό, τι είναι η Γη είναι στον ήλιο, αλλιώς το νερό θα παγώσει. Έτσι, οι κίνηση τους θα ήταν ταχύτερη.
 
Μάλιστα, οι ειδικοί αναφέρουν πως είναι πιθανό ακόμα περισσότεροι πλανήτες από το ηλιακό σύστημα του ήλιου Teegarden να διατηρούν τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη ζωής, καθώς πολλά από τα άστρα που υπάρχουν εκεί έχουν δύο ή και περισσότερους δορυφόρους.
 
«Οι δύο πλανήτες μοιάζουν με τους εσωτερικούς πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος», δήλωσε ο επικεφαλής της δημοσίευσης Mathias Zechmeister, ερευνητής στο Ινστιτούτο Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου του Göttingen στη Γερμανία . «Είναι μόνο ελαφρώς βαρύτεροι από τη Γη και βρίσκονται στη λεγόμενη κατοικήσιμη ζώνη, όπου το νερό μπορεί να είναι σε υγρή μορφή».

Κατανοώντας τη βαρύτητα: Η αναζήτηση για επιπλέον διαστάσεις σε νανοκλίμακα

Το σύμπαν μας έχει τρεις χωρικές διαστάσεις – ή μάλλον, τρεις που οι ανθρώπινες αισθήσεις μας μπορούν να αντιληφθούν ενεργά. Μερικές θεωρίες υποδεικνύουν ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλές ακόμα διαστάσεις που δεν γνωρίζουμε, κυρίως επειδή είναι ανεπαίσθητα μικροσκοπικές. Τώρα, Ιάπωνες ερευνητές έκαναν αναζήτηση για επιπλέον διαστάσεις κάτω από τη νανοκλίμακα, χρησιμοποιώντας μια δέσμη νετρονίων για να μελετήσουν την βαρυτική δύναμη με τη μεγαλύτερη ακρίβεια που έγινε ποτέ.

Αρχή της πειραματικής δοκιμής του νόμου του αντιστρόφου τετραγώνου της βαρύτητας σε κλίμακα νανομέτρων μέσω της σκέδασης των νετρονίων. Η απόκλιση από το νόμο του αντιστρόφου του τετραγώνου θα παρατηρηθεί σαν την τροποποίηση στη γωνιακή κατανομή των σκεδασμένων νετρονίων.
 
Σύμφωνα με το Καθιερωμένο Μοντέλο της Φυσικής των σωματιδίων, ο κόσμος κυβερνάται από τέσσερις θεμελιώδεις δυνάμεις: τη βαρύτητα, τον ηλεκτρομαγνητισμό, την ασθενή και την ισχυρή πυρηνική δύναμη. Παρόλο που τα πράγματα είναι λίγο «τρομακτικά» κάτω από το κβαντικό επίπεδο, η επιστήμη έχει καταφέρει γενικά να περιγράψει όλες αυτές τις δυνάμεις τόσο σε μακροσκοπικές όσο και σε κβαντικές κλίμακες – εκτός από τη βαρύτητα.
 
Ο νόμος της παγκόσμιας βαρύτητας του Νεύτωνα λέει ότι η βαρυτική δύναμη μεταξύ δύο αντικειμένων γίνεται ισχυρότερη, καθώς η μάζα τους μεγαλώνει και πιο ασθενής όσο πιο μακριά βρίσκονται αυτά τα αντικείμενα. Αλλά είναι πραγματικά έτσι μόνο μέχρι την κλίμακα υπο-χιλιοστού (submillimeter), η οποία είναι ακόμα για αυτό το νόμο «μακρο». Σύμφωνα με ορισμένες θεωρίες της κβαντικής βαρύτητας, σε μικρότερα επίπεδα ο νόμος μπορεί να καταρρεύσει.
 
Η βαρύτητα είναι η ασθενέστερη από τις θεμελιώδεις δυνάμεις και έχει προταθεί ότι αυτό συμβαίνει επειδή μερικά γκραβιτόνια – τα υποθετικά σωματίδια που μεταφέρουν τη βαρυτική δύναμη – τείνουν να διαφεύγουν στις υποθετικές πρόσθετες διαστάσεις. Ενώ δεν είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουν περισσότερες από τις τρεις χωρικές διαστάσεις που συνηθίζαμε, η θεωρία M (ένας από τους σημερινούς κορυφαίους υποψήφιους για μια θεωρία των πάντων ) λαμβάνει χώρα σε 11 διαστάσεις.
 
Αν είναι δύσκολο να καταλάβουμε πού κρύβονται αυτές οι άλλες διαστάσεις, ο καθηγητής Matt Strassler χρησιμοποιεί την εξαιρετική αναλογία των αγγείων σε ένα κανάλι. Ένα υποβρύχιο θα μπορούσε να κινηθεί μέσα από το κανάλι σε τρεις διαστάσεις, αλλά μια μικρή βάρκα στην επιφάνεια περιορίζεται σε δύο – δεν μπορεί να κινηθεί πάνω-κάτω. Εν τω μεταξύ ένα μεγάλο πλοίο θα βιώσει το κανάλι ως μονοδιάστατο, αφού μπορεί μόνο να κινηθεί προς τα εμπρός ή προς τα πίσω. Σε αυτή την αναλογία, εμείς οι άνθρωποι είμαστε αυτό το πλοίο – είμαστε απλά πάρα πολύ μεγάλοι για να ταξιδέψουμε ή να παρατηρήσουμε αυτές τις άλλες διαστάσεις.
 
Έτσι, για να μελετήσουν εάν αυτές οι επιπλέον διαστάσεις κρύβονται σε εξαιρετικά μικροσκοπικούς χώρους, οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια της Οζάκα, του Πανεπιστημίου Kyushu και της Nagoya έθεσαν ως στόχο τη δοκιμή της βαρύτητας στην κλίμακα των νανο-μέτρων. Για να την εκτελέσουν, χρησιμοποίησαν μια δέσμη νετρονίων με την υψηλότερη ένταση στον κόσμο, η οποία στεγάζεται στο ερευνητικό συγκρότημα Ιαπωνικών Πρωτοποριακών Επιταχυντών (J-PARC).
 
Τα πειράματα αφορούσαν τη φωτογράφηση των παλμών των νετρονίων σε ένα θάλαμο γεμάτο με αέριο ξένον ή ήλιο και την παρατήρηση του χρόνου που χρειάζονταν τα νετρόνια για να κινηθούν μέσα στο θάλαμο, καθώς και των γωνιών σκέδασης τους. Επειδή τα νετρόνια δεν έχουν φορτίο, δεν επηρεάζονται από το ηλεκτρομαγνητικό υπόβαθρο που μπορεί να παρεμβαίνει σε παρόμοια πειράματα.
 
Η ομάδα διαπίστωσε ότι τα αποτελέσματα αντιστοιχούσαν σε προβλέψεις με βάση τους γνωστούς νόμους της φυσικής, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο νόμος του Νεύτωνα εξακολουθεί να ισχύει όπως αναμενόταν σε μια κλίμακα μικρότερη από 0,1 νανόμετρα. Δεν υπάρχει ανεξήγητη δύναμη – δηλαδή, άλλη διάσταση – που να ενεργεί σε αυτά τα σωματίδια σε αυτή την κλίμακα.
 
Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι επιπλέον διαστάσεις δεν είναι εκεί, απλά ότι μπορεί να κρύβονται ακόμη και σε ακόμα μικρότερες κλίμακες. Οι ερευνητές εργάζονται επί του παρόντος για να βελτιώσουν περαιτέρω την ευαισθησία του εξοπλισμού, κάτι που μπορεί να τους βοηθήσει να δοκιμάσουν αυτούς τους μικροσκοπικούς χώρους.

«Καθώς θα βελτιώνονται οι επιδόσεις των ισχυρότερων δεσμών σωματιδίων στον κόσμο, θα είμαστε σε θέση να ενισχύσουμε σημαντικά τη γνώση και την κατανόησή μας βήμα βήμα,» λέει ο Tamaki Yoshioka, συγγραφέας της μελέτης. «Τέτοιες επαναληπτικές βελτιώσεις μπορούν να είναι πολύ αποκαλυπτικές. Στην περίπτωση των βαρυτικών αλληλεπιδράσεων έχουμε κάνει σημαντικά βήματα προς την κατανόηση των διαστάσεων του χώρου γύρω μας.»
 
Ελπίζεται ότι η μελέτη, μαζί με τις μελλοντικές εργασίες για τη βελτίωση της ευαισθησίας ακόμη περισσότερο, θα βοηθήσει να διαφωτιστεί εάν ο χώρος στον οποίο ζούμε περιορίζεται σε τρεις διαστάσεις.

Η «σιωπή του θεού»

Η «σιωπή του θεού» και η προπαγάνδα της πίστης
 
Ο θεός σιωπά.
 
Η «σιωπή του θεού» είναι το βασικό μοτίβο όλης της υπαρξιακής φιλοσοφίας – αλλά και θεολογίας – του περασμένου αιώνα. Ο θεός σώπασε στο Άουσβιτς και στην Ρουάντα, στην Καμπότζη και την Σερμπρένιτσα. Άφησε να εκτυλιχτούν απύθμενες βαρβαρότητες, χωρίς ποτέ να μας δώσει ούτε «ένα σημείον».
 
Ο θεός σωπαίνει όχι μόνο στις μεγάλες δημόσιες τραγωδίες αλλά και στις μικρές ιδιωτικές. Η μάνα που σπαράζει για τον χαμό του παιδιού της δεν παίρνει απάντηση.
 
Ο θεός σωπαίνει – είτε λέγεται θεός, είτε Αλλάχ, είτε Ιεχωβά, είτε αποκαλείται με άλλο όνομα από τα πολλά που του δίνουν οι άνθρωποι. Βλέπει το κακό να συμβαίνει και όχι μόνο δεν το σταματάει (αυτός ο παντοδύναμος) αλλά ούτε καν αντιδρά είτε για να το δικαιολογήσει είτε για να εκφράζει την συμπαράστασή του. Κι όμως στην χριστιανική θρησκεία τα κύρια επίθετα του θεού της, είναι πανάγαθος, ελεήμων και φιλάνθρωπος και στην μουσουλμανική «Αλ Ραχμάν» (ο οικτίρμων) και Αλ Ραχίμ (ο συμπονετικός).
 
Αντίθετα με τον θεό που σιωπά, οι προπαγανδιστές και απολογητές του υπήρξαν ανέκαθεν λαλίστατοι. Ιδρυτές θρησκειών, απόστολοι, προφήτες, ιερείς και αρχιερείς, μοναχοί και θεολόγοι, μας έχουν φιλοδωρήσει με χιλιάδες – ίσως και εκατομμύρια σελίδες κειμένων.
 
Κοινό στοιχείο όλων αυτών των λόγων είναι η προσπάθεια «να δικαιολογήσουν τους τρόπους του θεού τους, στους ανθρώπους» για να χρησιμοποιήσω τον περίφημο στίχο του Μίλτωνα: «to justify the ways of God to Men».
 
Ισχυρίζονται μερικοί ότι η τέχνη (και τεχνική) της προπαγάνδας, δημιουργήθηκε και άκμασε στον εικοστό αιώνα. Ξεχνώντας ότι η καταγωγή της λέξης είναι από τα εκκλησιαστικά λατινικά, και ότι επιτροπή «για την προπαγάνδα (διάδοση) της πίστης» (de propaganda fide) υπήρχε στην καθολική εκκλησία εδώ και πολλούς αιώνες.
 
Πραγματικά οι πρώτοι, πιο συστηματικοί – αλλά και πιο αποτελεσματικοί – προπαγανδιστές ήταν, από καταβολής κόσμου, οι ιδρυτές, ιερείς και απολογητές των θρησκειών. Η δουλειά τους ήταν δυσχερής και πολυσύνθετη. Απαιτούσε ευρηματικότητα, ευστροφία σχεδόν σοφιστική, φαντασία και ατέλειωτη πειθώ. Διότι είναι πολύ πιο εύκολο να διαδόσεις και να εξαπλώσεις μία ιδεολογία – παρά μία, αρκετά περίπλοκη, και σε πολλά σημεία απάνθρωπα σκληρή, θρησκευτική πίστη.
 
Είναι πιο απλό να προβάλλεις μία ευνοϊκή εικόνα για έναν ηγεμόνα ή πολιτικό αρχηγό – παρά να πείσεις δισεκατομμύρια ανθρώπους για την ύπαρξη ενός αόρατου (αλλά παντοδύναμου και πανάγαθου) πατέρα. Είναι πολύ πιο ευχερές να δικαιολογήσεις ή να συγκαλύψεις τις ατέλειες και τα εγκλήματα μίας διακυβέρνησης (ακόμα κι αν είναι του Χίτλερ ή του Στάλιν, του Λεοπόλδου ή των Αγγλοσαξονικών ερπετών) παρά να καταφέρεις το γένος των ανθρώπων να ξεχάσει τον πόνο, την αρρώστια, την φθορά, τον θάνατο και όλα τα βάσανα που περιέχει η ύπαρξή του – και επιπλέον να δοξολογεί κάποιον αόρατο ύψιστο επειδή «τα πάντα εν σοφία εποίησεν».
 
Τα πάντα εν σοφία… αλλά ποια σοφία;
 
Και ΤΙΝΟΣ ΤΗΝ ΣΟΦΙΑ;
 
Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί πως πρόκειται για την ατέρμονη σοφία κάποιου-όποιου θεού. Μόνο μέσα από αυτή, την επουράνια οπτική γωνία, φαίνονται στον κόσμο όλα τέλεια. Αυτή όμως δεν την διαθέτει κανένας άνθρωπος – ούτε φυσικά κι εσύ. Έτσι θα αναλύσω αυτή την πρόταση (και τα παρεπόμενά της) με βάση την μόνη σοφία που μου βρίσκεται πρόχειρη, την ανθρώπινη.
 
Ας ξεκαθαρίσω από την αρχή, πως το κείμενο αυτό δεν πραγματεύεται το πρόβλημα της ύπαρξης του θεού. Όπως έδειξε ο Καντ, (και πολλοί μετά από αυτόν) δεν υφίσταται λογική δυνατότητα για απόδειξη. Έτσι που έχει διαμορφωθεί η έννοια του θεού, από την προπαγάνδα του Βατικανού και των συν αυτώ, βρίσκεται έξω από κάθε είδους λογική απόδειξη ή διάψευση. Και όπως τόσο σωστά είπε ο Πρωταγόρας: «Περί μεν θεών ουκ έχω ειδέναι, ουθ’ ως εισίν, ουθ’ ως ουκ εισίν ουθ οποίοι τίνες ιδέαν• πολλά γαρ τα κωλύοντα ειδέναι η τ’ αδηλότης και βραχύς ων ο βίος του ανθρώπου».
 
Άλλωστε η ύπαρξη – η μη – του θεού, δεν επηρεάζει καθόλου την ανάλυση αυτή. Εξετάζω την θρησκεία ως ανθρώπινο δημιούργημα, ως ένα στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού. Θέμα μου είναι δεν είναι ο θεός, αλλά ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι προσλαμβάνουν τον θεό και η σχέση τους με αυτόν – όπως διαμορφώθηκε από τους ιδιοφυείς προπαγανδιστές και απολογητές όλων των θρησκειών. Φυσικό είναι βέβαια τα περισσότερα παραδείγματά μου να προέρχονται από τον χώρο της χριστιανικής θρησκείας, απλά και μόνο επειδή μας είναι πιο οικεία.
 
Ο θεός σιωπά.
 
Ο Albert Camus το είπε με άλλα λόγια: «Ο άνθρωπος ρωτάει, ο κόσμος δεν απαντάει». Από την δυσαρμονία αυτή, εκλύεται το absurde – που εμείς, λανθασμένα, μεταφράζουμε με την λέξη παράλογο. Δεν πρόκειται τόσο για την έλλειψη λογικής όσο για την έλλειψη νοήματος. Η κοσμική σιωπή στερεί τον κόσμο από νόημα.
 
Τόσους αιώνες οι άνθρωποι προσπαθούσαν μέσα από τη θρησκεία να δώσουν νόημα στην ζωή τους και στον κόσμο τους. Ώσπου, πριν εκατόν είκοσι χρόνια ο Ζαρατούστρας του Nietzsche αφού μίλησε με έναν ασκητή, αναρωτήθηκε: «Είναι δυνατόν! Αυτός ο γέροντας άγιος στο δάσος του, δεν άκουσε ακόμα τίποτα για το ότι ο θεός είναι νεκρός!».
 
Φυσικά δεν είχε πεθάνει ο θεός (γιατί ένας θεός εξ ορισμού δεν πεθαίνει – μπορεί να μην υπάρχει, αλλά δεν μπορεί να πεθάνει). Είχε πεθάνει το νόημα που έδινε στον κόσμο η πίστη στο θεό. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που θα το δέχονταν οι απανταχού εκπρόσωποι, απολογητές και προπαγανδιστές του.
 
Τελευταία συνάντησα δύο εντυπωσιακές εκδηλώσεις της ευρηματικότητας τους. Διαπρεπής Γάλλος θεολόγος, ο καθηγητής Bernard Sesboüé, σε μελέτη του για την σιωπή του θεού, αφού αναλύσει διεξοδικά όλες της περιπτώσεις όπου ο θεός παρέμεινε απών, καταλήγει στο εξής: είναι πλάνη να θεωρούμε ότι ο θεός σιωπά – διότι ο θεός μίλησε, άπαξ και δια παντός, όταν έστειλε το γιο του να σταυρωθεί και να υποφέρει για μας. Μέσα από την σταύρωση συμμετέχει στα πάθη μας – και άρα είναι παρών. (sic)
 
Δεν ξέρω αν, το γεγονός ότι πριν δύο χιλιάδες χρόνια σταυρώθηκε κάποιος και που μετά όμως αναστήθηκε -όπως λέει η χριστιανική προπαγάνδα- κάνει κατανοητό και υποφερτό το σημερινό συλλογικό ή και ατομικό μαρτύριο των ανθρώπων. Δεν γνωρίζω πόσο το δικαιολογεί. Τα υπόλοιπα ποιητικά που αναφέρει ο καθηγητής Sesboüé ότι, π. χ. η σιωπή του θεού βοηθάει τους ανθρώπους να τον νιώσουν μέσα στην δική τους σιωπή …και λοιπές γραφικότητες, δεν τα σχολιάζω γιατί δεν τα θεωρώ σοβαρά.
 
Ούτε το δεύτερό μου πρόσφατο παράδειγμα προπαγάνδας με βοηθάει να κατανοήσω την λογική της. Γνωστός έλληνας κληρικός, με υψηλή εξω-θεολογική πανεπιστημιακή παιδεία, μίλησε πριν από καιρό σε καρκινοπαθή παιδιά και τους γονείς τους. Θέμα: «θεέ μου, γιατί σε μένα;». Φυσικά η ομιλία δεν απαντούσε στο ερώτημα, ίσα-ίσα που κατέληγε στην αδυναμία όλων μας να κατανοήσουμε τους τρόπους του θεού. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο ιερωμένος είχε την δύναμη να αντιμετωπίσει το ερώτημα, θαυμάστηκε από πολλούς ως ένδειξη θάρρους και φωτισμένης σκέψης.
 
Θα με συγχωρήσετε, αλλά εμένα δεν μου φαίνεται ένδειξη τόσο θάρρους όσο θράσους κι αλαζονίας. Μπορεί να μοιάζει με εκδήλωση συμπαράστασης, αλλά μπορείτε να το δείτε και αλλιώς: εκπρόσωπος ενός παντοδύναμου μιλάει στα καταδικασμένα σε μαρτύριο και πρόωρο θάνατο παιδιά – όπως ένας εκπρόσωπος των Ναζί θα μιλούσε στους έγκλειστους του Άουσβιτς, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την εξόντωσή τους. lol
 
Η θεοδικία (δικαιολόγηση του θεού) είναι βασικός κλάδος της θεολογίας.
 
Πρόκειται για μία από τις πρώτες και πιο σύνθετες νοητικές ασκήσεις που συνέλαβε ο άνθρωπος. Κάθε θεοδικία απαιτεί απέραντη στρεψοδικία. Για να καλύψεις π. χ. τον καθημερινό θάνατο χιλιάδων αθώων παιδιών, πρέπει να εφεύρεις μέλλουσα ζωή, δεύτερη παρουσία, το επιχείρημα της «δοκιμασίας», το προπατορικό αμάρτημα, για να οδηγηθείς, κάποτε στο τέλος, στην παράθεση δύο εντελώς αντιφατικών φράσεων: «Τα πάντα εν σοφία εποίησεν» και «Ανεξερεύνητοι αι βουλαί του υψίστου» και κάμποσες αναλόγου κάλλους μαλακίες.
 
Ότι «σοφία» ενυπάρχει μέσα στην οργάνωση και την δομή των όντων, από το απλό λουλούδι μέχρι τον περίπλοκο ανθρώπινο εγκέφαλο, είναι αναμφισβήτητο. Δεν γνωρίζουμε αν είναι η συνειδητή σοφία ενός δημιουργού, σχεδιαστή (οι τέκτονες τον ονομάζουν μέγα αρχιτέκτονα του σύμπαντος) ή η αυτόματη (με την μέθοδο της δοκιμής και του λάθους) εξελικτική μηχανική ευφυΐα των δαρβινιστών. Σίγουρα όμως αυτή η σοφία δεν φαίνεται να είναι διαποτισμένη με παναγαθότητα.
 
Τίποτα μέσα στην Φύση δεν δείχνει καλοσύνη ή ηθική βούληση.
 
Αντίθετα κυριαρχεί ο πόλεμος πάντων εναντίον πάντων.
 
Η ύπαρξη του πόνου και του κακού στον κόσμο δεν συμβιβάζεται με την παρουσία ενός πανάγαθου και παντοδύναμου θεού. Η αρχαία διάζευξη (αν δεν μπορεί να εκριζώσει το κακό δεν είναι παντοδύναμος – αν δεν το θέλει, δεν είναι πανάγαθος) ισχύει πάντα. Οι διάφορες (εκατοντάδες) προσπάθειες των απολογητών δεν λύνουν το πρόβλημα. Οι αφελείς θεωρίες ότι ο θεός έδωσε στον άνθρωπο την ελευθερία να πράττει και άρα δεν είναι υπεύθυνος γι αυτόν (είμαι άραγε ελεύθερος να μην πονώ και να μην πεθάνω;) ή ότι άφησε το κακό στον κόσμο για να μας δοκιμάσει (τι – και τα βρέφη; Θεός βασανιστής;) δεν πείθουν κανέναν, παρά μόνον όσους παραιτούνται από την λογική. Η τελευταία καταφυγή: το Credo quia absurdum (πιστεύω διότι είναι παράλογο) του Τερτουλιανού. Αλλά, αν ανοίξω την πόρτα στο παράλογο, κανείς δεν θα με εμποδίσει να πιστεύω και στον Εκατόγχειρα και στον Άργος τον Πανόπτη.
 
Στην ελληνική μυθολογία οι Εκατόγχειρες ήταν τέρατα, παιδιά του Ουρανού και της Γαίας. Οι Εκατόγχειρες ήταν τρεις: ο Βριάρεως ή Αιγαίων, ο Κόττος και ο Γύγης. Το όνομά τους οφείλεται στο ότι είχαν εκατό χέρια ο καθένας. Επιπλέον, ο κάθε Εκατόγχειρας είχε 50 κεφάλια και ήταν γιγαντόσωμος. Η δύναμή τους ήταν υπερφυσική. Μόλις γεννήθηκαν οι Εκατόγχειρες, ο πατέρας τους τους έκλεισε στα βάθη της γης. Από εκεί τους ελευθέρωσε ο Δίας για να τον βοηθήσουν κατά την Τιτανομαχία. Αφού οι Τιτάνες νικήθηκαν, ο Δίας τους έκλεισε στα Τάρταρα και έβαλε τους Εκατόγχειρες να τους φυλάγουν. Τα τεράστια αυτά όντα με τη μεγάλη δύναμη ήταν προσωποποιήσεις των βίαιων φυσικών φαινομένων.
 
Ο Άργος ο Πανόπτης στην αρχαία ελληνική μυθιστορία, ήταν τερατόμορφος γίγαντας, απόγονος (όχι όμως ο γιος) του ομώνυμου ιδρυτή του Άργους, γιος του Ινάχου ή του Αγήνορα ή του Αρέστορα και της κόρης του Ασωπού ή του Ινάχου Ισμήνης. Θρυλικός φρουρός της ερωμένης του Δία Ιούς, την οποία ο Δίας είχε μεταμορφώσει σε αγελάδα για να αποφύγει τις σκηνές ζηλοτυπίας της Ήρας (κατ’ άλλους η μεταμόρφωση έγινε από τη ζηλιάρα Ήρα), ο Άργος αυτός ανήκει στα ισχυρότερα και φοβερότερα τέρατα της ελληνικής μυθολογίας: ήταν γνωστός ως πανόπτης ή μυριωπός γιατί είχε εκατό μάτια διάσπαρτα σε όλο του το σώμα. Μόνο μερικά από τα μάτια «κοιμούνταν» σε κάθε στιγμή, ενώ πάντα υπήρχαν κάποια που έμεναν ανοικτά. Σε αγγειογραφίες εμφανίζεται ως διπρόσωπος και με σώμα γεμάτο από μάτια.
 
Ο Άργος ήταν υπηρέτης της Ήρας και φρουρούσε την Ιώ μετά από εντολή της. Η μεγαλύτερη υπηρεσία του στους Ολύμπιους Θεούς ήταν η σφαγή του χθόνιου ερπετόμορφου τέρατος, της Έχιδνας, καθώς αυτή κοιμόταν στη σπηλιά της. Τον Άργο σκότωσε, εκτελώντας διαταγή του Δία, ο Θεός Ερμής με πέτρα ή ξίφος ή δηλητήριο, αφού πρώτα, μεταμφιεσμένος σε βοσκό, τον αποκοίμισε με τη μουσική του. Η Ήρα, για να τιμήσει τον άγρυπνο φύλακα, διατήρησε για πάντα τα εκατό του μάτια στην ουρά των παγωνιών, των ιερών της πουλιών. Ο θάνατος του Άργου ελευθέρωσε την Ιώ, που άρχισε να τρέχει σε όλη τη γη κεντριζόμενη από τον Οίστρο, αλογόμυγα που της έστειλε η Ήρα.
 
Κι όμως, αυτό που δεν λύνεται λογικά και δεν αντέχεται βιωματικά, συσκοτίζεται και μεταμορφώνεται προπαγανδιστικά. Μπροστά στην δεξιοτεχνία των απολογητών θεολόγων, ακόμα και ένας Γκαίμπελς φαντάζει αφελής και πρωτόγονος. Ένας απόλυτα παρθένος παρατηρητής (εξωγήινος;) που θα μελετούσε τον κόσμο μας, θα έβλεπε μία γιγάντια συσσώρευση οδύνης η οποία ξεκινάει από τα κατώτερα ζωικά είδη (που αλληλοσπαράσσονται για να επιβιώσουν) και φτάνει μέχρι τον άνθρωπο – το αποκορύφωμα μίας εντελώς σαδιστικής δημιουργίας.
 
Ο άνθρωπος πλάστηκε (από κάποιους θεούς ή την τύχη – αδιάφορο) με δύναμη ζωής, ένστικτο αυτοσυντήρησης, αίσθηση ανεπανάληπτης ατομικότητας, ανάγκη διάρκειας – ενώ η μοίρα του είναι να φθαρεί, να γεράσει και να πεθάνει. Η ατομικότητά του, η γνώση και η εμπειρία που συσσωρεύει όλη του τη ζωή – όλα αυτά είναι αναλώσιμα και αδιάφορα. Αρκεί να αναπαράγεται για να συντηρείται το είδος – σαν να είναι αμοιβάδα.
 
Αν ο δημιουργός μιας τέτοιας εκρηκτικής αντίφασης δεν είναι η τυφλή εξέλιξη – τότε πρέπει να είναι ένας ιδιοφυής σαδιστής.
 
Από την αρχή της ιστορίας, οι απολογητές των θρησκειών πάσχιζαν – όπως ο Γκαίμπελς και οι ομότεχνοί του – να οδηγήσουν τον κόσμο στην αποδοχή αυτού του παραλογισμού, σε παραίτηση, και υποταγή. Να τον κάνουν να δέχεται την μοίρα του, με υπομονή και καρτερία. Η λογική της προπαγάνδας είναι ίδια, είτε ενεργείς για λογαριασμό του υποτιθέμενου ηγεμόνα των ουρανών, είτε κάποιου επίγειου. Άλλωστε η οργανωμένη θρησκεία υπήρξε πάντα εξουσία, που συνήθως συμπορευόταν με την κοσμική. Το συμφέρον και των δύο είναι ένα «πλήρωμα» από πρόβατα (εξ ου και η παρομοίωση του «ποιμένα»). Δηλαδή άνθρωποι ταπεινοί, υποταγμένοι «υπήκοοι» που δεν αμφισβητούν, δεν ρωτάνε και δεν επαναστατούν.
 
Ο ιδεώδης πιστός είναι ακριβές αντίγραφο του ιδανικού υπηκόου.
 
Το newspeak (νεογλώσσα) και το doublethink (διπλοσκέψη) δεν είναι εφεύρεση του Όργουελ. Πριν από τα συνθήματα: «ο πόλεμος είναι ειρήνη, η ελευθερία είναι σκλαβιά» κλπ. του «1984», η πρώτη αποκορύφωση του προπαγανδιστικού ψεύδους ήταν το σλόγκαν: «Τα πάντα εν σοφία εποίησεν». Μια απλή ματιά γύρω μας αρκεί για να διαψευσθεί σε δευτερόλεπτα αυτή η ρήση.
 
Κι όμως υπάρχουν εκατοντάδες εκατομμύρια πιστοί στον κόσμο που την αποδέχονται. Τίποτα δεν θα μπορούσε να δείξει περισσότερο την αφέλεια και την απελπισία των ανθρώπων, αλλά και την δεινότητα των προπαγανδιστών, από αυτό το γεγονός. Το μέγιστον ψεύδος βαφτίζεται αλήθεια και επάνω του θεμελιώνονται τεράστια εξουσιαστικά οικοδομήματα – οι εκκλησίες.
 
Ακόμα και οι άνθρωποι που πολέμησαν αυτό το ψεύδος, έπεσαν θύματα ευφυών προπαγανδιστών οι οποίοι είτε τους εξαφάνισαν, είτε -το χειρότερο- διαστρέβλωσαν σε τέτοιο βαθμό τις απόψεις τους, ώστε να τους εντάξουν μέσα στο σύστημα. Ένας τέτοιος ήταν ο Βούδας. Από άθεος παρηγορητής όπου η διδασκαλία του ήταν απλά μία μέθοδος για το ξεπέρασμα της οδύνης, μετετράπη -με την βοήθεια προπαγανδιστών- σε ιδρυτή θρησκείας, με χιλιάδες τεμένη και μυριάδες αγάλματα ενώ ο ίδιος είχε απαγορεύσει τις απεικονίσεις. Ένας άλλος ήταν ο Ιησούς. Η διδασκαλία του, που είναι φάρμακο κατά της ατέλειας ενός άδικου και άπονου κόσμου, χρησιμεύει τώρα για να ασκεί εξουσία ένα τεράστιο και πάμπλουτο ιερατείο.
 
Αλλά η μεγαλύτερη διαστρέβλωση κάθε λογικής ήταν η ιουδαϊκή και μετέπειτα χριστιανική θεωρία της πτώσης. Σύμφωνα με αυτήν, εμείς φταίμε για τα χάλια του κόσμου. Ο θεός είχε φτιάξει ένα κόσμο τέλειο – χωρίς πόνο, φθορά, κακία και θάνατο. Δηλαδή ένα παράδεισο. Αυτόν τον χάσαμε από σφάλμα δικό μας. Ο θεός είναι απόλυτα ανεύθυνος για τα δεινά της ζωής. Εμείς, από αθάνατοι και όλβιοι πρωτόπλαστοι, γίναμε όντα που τρώνε τον άρτο τους με τον ιδρώτα του προσώπου τους, για να φθαρούν, να γεράσουν και να πεθάνουν.
 
Η, όπως το είπε ο Μίλτων στους πρώτους στίχους του Paradise Lost, του «Απολεσθέντος Παραδείσου»:
 
Of Mans First Disobedience, and the Fruit
Of that Forbidden Tree, whose mortal taste
Brought Death into the World, and all our woe,
(Για την πρώτη ανυπακοή του ανθρώπου
και τον καρπό του απαγορευμένου δέντρου
του οποίοι η θνητή γεύση
έφερε τον θάνατο στον κόσμο και όλες μας τις συμφορές). lol
 
Κατά την παραδοσιακή λοιπόν χριστιανική θεολογία, ο σημερινός μας κόσμος δεν είναι δημιούργημα του θεού -αλλά των ανθρώπων. Προέκυψε από την ανυπακοή των πρωτοπλάστων κι εμείς πληρώνουμε ακόμα το προπατορικό αμάρτημα. Με αυτό τον τρόπο δικαιολογείται και η παρουσία του κακού μέσα στον κόσμο.
 
Αλλά είναι συμβατή η ύπαρξη αυτού του πρώτου κόσμου με την σημερινή μας γνωστική εμπειρία; Δεν θα πρέπει να άφησε πίσω του ίχνη ανιχνεύσιμα; Η επιστήμη γνωρίζει πως από την αρχή της ζωής, την συνόδευε ο θάνατος. Αν ο παραδείσιος κόσμος υπήρξε πραγματικά – και οι πατέρες της εκκλησίας ισχυρίζονται πως, ναι – θα έπρεπε να έχουμε βρει κάποια ένδειξη.
 
Όμως το τερατωδώς παράλογο σε αυτή την ιστορία, είναι η σύλληψη του προπατορικού αμαρτήματος. Που μας βαρύνει όλους, από την γέννησή μας. Είναι η απόλυτα τρομοκρατική παγίδα. Όλοι ένοχοι, όλοι υπαίτιοι και ο παντοδύναμος ανεύθυνος. Μα αυτός δεν μας έφτιαξε; Είναι δυνατόν ο πλάστης να μην ευθύνεται για το πλάσμα, ο κατασκευαστής για το κατασκεύασμά του; Ακόμα και για τις δυσλειτουργίες του;
 
Υπάρχουν ευτυχώς και έντιμοι χριστιανοί θεολόγοι που ομολογούν αδυναμία να αιτιολογήσουν την παρουσία του κακού στον κόσμο. Ο Χρήστος Γιανναράς γράφει: «Δεν έχουμε πειστική ερμηνεία για τον παραλογισμό του κακού που κυριαρχεί στην ανθρώπινη επίγεια βιοτή και ιστορία, με καμία από τις γνωστικές μας δυνατότητες δεν μπορούμε να συνάγουμε αιτία ή σκοπό του κακού, κάθε δικανική ερμηνεία που θέλει να το αποδώσει σε απρόσωπες συλλογικές ενοχές και προπατορικές παραβάσεις εντολών καταντάει αφελής στην θλιβερή ανεπάρκειά της».
 
Ακόμα και ένας τόσο πιστός χριστιανός δεν μπορεί να αποδεχθεί ένα κραυγαλέο παραλογισμό, τόσο γνωστικό, όσο και ηθικό. Διότι δεν είναι ηθικά αποδεκτό με οποιαδήποτε ηθικά κριτήρια (σκεφθείτε τα ανθρώπινα δικαιώματα) να τιμωρούνται παιδιά και αμέτοχοι άνθρωποι για μία παλαιολιθική αμαρτία άλλων; Και τι αμαρτία! Απλή ανυπακοή σε μία παράλογη εντολή. Γιατί να μην δοκιμάσουν το καρπό του Δέντρου της Γνώσης; Τι τότε τους έδωσε την γνωστική και την κριτική ικανότητα ο πανάγαθος; Πρόκειται ξεκάθαρα για μέθοδο τρομοκράτησης που θέλει να υποτάξει όλους στην ενοχή.
 
Δεν είναι τυχαίο πως ένα από τα βασικά ρητά των χριστιανών προπαγανδιστών είναι το «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου» (Initio sapientiae, timor Domini). Άλλο ένα doublethink, που σημαίνει το αντίθετο από αυτό που δηλώνει. Όσο οι ερευνητές είχαν τον φόβο του θεού τους, δεν κατάφεραν να προωθήσουν τις γνώσεις μας ούτε μία αράδα. Έπρεπε να περάσει ο Μεσαίωνας για να ανοιχτούν οι προοπτικές μίας κάποιοας γνώσης πέρα από τον φόβο.
 
Ωστόσο ο φόβος είναι λέξη κλειδί. Σε αυτόν στηρίζεται όλο το θρησκευτικό ψεύδος. Στο δέος του θανάτου εδράζεται το θρησκευτικό φαινόμενο. Στο δέος που οφείλεται στην άγνοια και – νομοτελειακά – οδηγεί και πάλι σε αυτή. Όχι βέβαια στην σοφία.
 
Αλλά οι προπαγανδιστές είναι μάστορες στο doublethink. Έτσι και την άγνοια την έβγαλαν πάνω από την γνώση, τους συμφέρει. Θεία άγνοια την είπαν «θείος γνόφος» και ευλογημένη. Πολέμησαν την γνώση όσο κανείς άλλος στην ιστορία. Γιατί η γνώση ελευθερώνει, δίνει δύναμη και ανεξαρτησία. Και η θρησκεία πάνω από όλα μας θέλει δέσμιους, ένοχους και εξαρτημένους.
 
Όχι μόνο η γνώση, ακόμα και η αλήθεια, αν αντιπαρατεθεί στην πίστη, οφείλει να υποχωρήσει. Είναι πασίγνωστη η φράση που είπε ο Ντοστογιέφσκι το 1850: «Αν κάποιος μου έδινε την απόδειξη πως ο Χριστός είναι έξω από την αλήθεια και πράγματι ήταν γεγονός ότι η αλήθεια είναι εκτός Χριστού, εγώ θα έμενα με τον Χριστό και όχι με την αλήθεια». Από ένα αξιόλογο ποιητή – μία επώδυνη δήλωση σκοταδισμού.
 
Προς μεγάλη δόξα των προπαγανδιστών, οι περισσότεροι άνθρωποι εκχωρούν την κρίση, την αυτονομία, την ελευθερία τους και παραμένουν όλοι τους την ζωή «δούλοι» του θεού (τι έκφραση!). Σε αντίθεση με τη φράση του Αντρέ Μπρετόν που γράφει στα 1928 «Πάντοτε στοιχημάτιζα εναντίον του θεού και θεωρώ το λίγο που κέρδισα σε αυτόν τον κόσμο ως το αποτέλεσμα αυτού του στοιχήματος. Όσο κι ήταν ασήμαντο το διακύβευμα (η ζωή μου) έχω την συνείδηση ότι κέρδισα τα πάντα».
 
Η κατάσταση στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα δείχνει τον άνθρωπο να χειραφετείται από τους ηγεμόνες, τους βασιλιάδες και τους δικτάτορες που τον ήθελαν σκλάβο ή έστω υπήκοο δηλαδή υπάκουο. Πριν χίλια χρόνια δεν υπήρχε στον πλανήτη ούτε ένας ελεύθερος άνθρωπος. Κι όσους δεν καταπίεζαν οι ηγεμόνες και οι άρχοντες, τους καταδυνάστευαν ο φόβος και η δεισιδαιμονία. Πριν εκατό χρόνια υπήρχαν μόνο έξη δημοκρατικά κράτη και χωρίς ψήφο γυναικών. Το 2000 ήταν 117 που κάλυπταν το 54% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ατελείς δημοκρατίες πολλές από αυτές, αλλά καλύτερες κι από τις πιο «φωτισμένες» απολυταρχίες.
 
Ωστόσο, στον τομέα της θρησκείας, οι προπαγανδιστές έχουν κάνει τόσο καλά την δουλειά τους, ώστε η χειραφέτηση δεν είναι καν ακόμα στο ξεκίνημα. Οι άνθρωποι, που δεν υποκύπτουν στην θρησκευτική προπαγάνδα, είναι μειοψηφίες και στα πιο προηγμένα κράτη. Οι πλειοψηφίες δεν πολυπιστεύουν μεν, ούτε ασκούν ενεργά την θρησκεία, ούτε υπακούουν στις ηθικές εντολές της – αλλά (αχ! ο καταραμένος ο φόβος) κοιτάνε να τα έχουν καλά με το επουράνιο αφεντικό και τους εκπροσώπους του επί γης. Που ξέρεις τι γίνεται – κι αν υπάρχουν τα καζάνια;
 
Οι προπαγανδιστές έχουν μάλιστα καταφέρει να δώσουν μία αρνητική χροιά στην λέξη άθεος. Ακόμα και ο ορθολογιστής, ο άθρησκος, ή ο αγνωστικιστής, ταυτίζονται με τα κακοποιά στοιχεία της αστικής μυθολογίας: τον αναρχικό, τον ανατροπέα, τον ελευθεριάζοντα. Σε τρία αμερικάνικα λεξικά που κοίταξα, στο λήμμα «άθεος» υπάρχει, ως δευτερεύων ορισμός, το «ανήθικος». Αλλά και ο δικός μας λαός μιλάει για αυτόν που «δεν έχει τον θεό του» εννοώντας άτομο ανήθικο και ικανό για όλα.
 
Αυτό είναι το άλλο εφεύρημα των προπαγανδιστών: ότι οι μόνες ηθικές αξίες με απόλυτη ισχύ προέρχονται από τον θεό, δηλαδή τους ερμηνευτές του (ιερατεία) και ότι η πίστη είναι προϋπόθεση για μία ηθική ζωή. «Αν δεν υπάρχει Θεός είναι όλα δυνατά», έγραψε ο Ντοστογιέφσκι. (sic)
 
Η θέση αυτή μου θυμίζει τον ισχυρισμό των βασιλοφρόνων ότι μόνον ένας Βασιλιάς μπορεί να είναι εγγυητής του πολιτεύματος. Και οι Βασιλείς από τον θεό έπαιρναν την νομιμοποίησή τους – «ελέω Θεού» μονάρχες. Ότι χωρίς Βασιλέα η πολιτική ζωή μετατρέπεται σε αναρχικό χάος.
 
Θαυμάσια μπορεί να υπάρχει και ηθική και πολιτική τάξη χωρίς θεϊκή (ή βασιλική) παρουσία. Οι χειραφετημένοι άνθρωποι είναι σε θέση να θεσπίσουν νόμους και κανόνες με βάση τις αρχές του σεβασμού της ελευθερίας του άλλου. Να γιατί η Εκκλησία σας και οι θεολόγοι της μισούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν χρειάζονται μύθοι και παραμυθιάσματα για να ζήσουν οι άνθρωποι σωστά μεταξύ τους.
 
Η θρησκεία έχει τις ρίζες της στον φόβο και την δεισιδαιμονία του πρωτόγονου ανθρώπου. Με την έρευνα και την γνώση οι θεοί άρχισαν να λιγοστεύουν, τα φυσικά φαινόμενα – βροντές, κεραυνοί, εκλείψεις – εξηγήθηκαν και έπαψαν να είναι ένθεα. Κάποια στιγμή μάλιστα ο Ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος, υμνώντας τον δάσκαλό του τον Επίκουρο, δήλωσε ότι religio obteritur (η θρησκεία συνετρίβη).
 
Αξίζει να θυμηθούμε τους στίχους από το De Rerum Natura: «Όταν η ανθρώπινη ζωή επάνω στην γη κείτονταν συντριμμένη κάτω από το φοβερό βάρος της θρησκείας (opressa gravi sub religione) όταν η θρησκεία έδειχνε το φοβερό της πρόσωπο από τους ουρανούς ψηλά τρομοκρατώντας τους θνητούς, ήταν ένας έλληνας που τόλμησε να σηκώσει τα θνητά του μάτια επάνω της και να της αντισταθεί. Ούτε οι μύθοι περί θεών, ούτε οι κεραυνοί τον τρόμαζαν ούτε ο απειλητικός ψίθυρος των ουρανών».
 
Από τότε που ο Λουκρήτιος ανήγγειλε θριαμβευτικά τον θάνατο της θρησκείας, έχουν περάσει δυο χιλιάδες και εβδομήντα χρόνια. Πενήντα πέντε χρόνια μετά τον δικό του θάνατο γεννήθηκε ο ιδρυτής της μεγαλύτερης θρησκείας και οι εποχές του μεγάλου θρησκευτικού φανατισμού δεν είχαν ακόμα αρχίσει.
 
Η επιστήμη βέβαια, την οποία υμνούσε ο Λουκρήτιος, άνοιξε ακόμα πιο πολύ τις θύρες της φύσης (naturae portarum claustra cupiret), έλυσε τα περισσότερα μυστήρια που προκαλούσαν δέος και τρόμο, τροφοδοτώντας την δεισιδαιμονία και την πίστη. Αλλά ακόμα μένουν άλυτα πολλά – με πρώτο το πρόβλημα του θανάτου. Και επιπλέον η επιστήμη είναι πάντα ο χώρος των πιθανοτήτων, ενώ ο άνθρωπος χρειάζεται σιγουριά. Η ανάγκη του να ακουμπάει σε βεβαιότητες, να πιστεύει στο απόλυτο, να παρηγορείται με μύθους, παραμένει ίδια εδώ και χιλιάδες χρόνια. Και οι προπαγανδιστές της πίστης την εκμεταλλεύονται με την ίδια δεξιοτεχνία που οι διαφημιστές εκμεταλλεύονται την ανάγκη του να αρέσεις ή να διακρίνεσαι.
 
Μετά τον Διαφωτισμό, που ξεκαθάρισε μερικά πράγματα, η ανθρωπότητα δεν προχώρησε σε μία νοητική χειραφέτηση. Για κάποιο διάστημα υποκατέστησε τις θρησκείες με ομοειδείς ιδεολογίες (είχαν κι αυτές δόγμα, προφήτες, ιερατείο και υπόσχεση παραδείσου) αλλά όταν αυτές κατέρρευσαν, οι θρησκείες επανήλθαν δριμύτερες. Μπορεί ο Νίτσε να κήρυξε το θάνατο του θεού αλλά, έστω και αν ο θεός έχει πεθάνει, οι θρησκείες ζουν και βασιλεύουν.
 
Φυσικά οι πραγματικοί πιστοί παραμένουν μικρές (αλλά δυναμικές) μειονότητες – όμως οι μεγάλες μάζες είναι αδρανείς ή και συμπαθούσες μπροστά στην άσκηση της ιδεολογικής και εξουσιαστικής πίεσης των εκκλησιών. Ιδιαίτερα στην χώρα μας όπου η εκκλησία έχει περιβληθεί με άλλον ένα μύθο –ότι είναι το βασικό συστατικό της εθνικής μας ταυτότητας. Το χαρακτηριστικό δείγμα του εθνικού ποιμνίου είναι ο βολεψάκιας μεσο- και μικροαστός, που χωρίς να εκκλησιάζεται συχνά και χωρίς να ασκεί τις χριστιανικές αρετές, παραμένει «πιστός», πρόσωπο αξιοσέβαστο, όσο κι αν καθημερινά παραβιάζει πολλές ηθικές επιταγές. Όπως δείχνουν οι έρευνες, αποτελεί την συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
 
Έτσι με λίγους φανατικούς και πολλούς αδιάφορους, οι θρησκείες επιβιώνουν, πλουτίζουν και καταδυναστεύουν τον άνθρωπο.
 
Καταδυναστεύουν; Εδώ μπορεί να αντιπαρατεθεί ένα βασικό επιχείρημα πολλών μη-πιστών που υπερασπίζονται τις θρησκείες: Ότι με αυτό τον τρόπο οι άνθρωποι νιώθουν ευτυχέστεροι, ή, έστω, λιγότερο δυστυχείς. Πως η πίστη σε κάτι, ακόμα και αναληθής, τους παρηγορεί για τις δυστυχίες του βίου. Ζωτικόν ψεύδος.
 
Αναρωτιέμαι αν θα χρησιμοποιούσαν το ίδιο επιχείρημα για να υπερασπιστούν τις επίγειες απολυταρχίες… Ας υποθέσουμε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν μέσα στο ψέμα του υπαρκτού σοσιαλισμού ήταν ευτυχέστεροι στην ανελευθερία τους (πράγμα που αμφισβητείται) αποτελεί αυτό δικαιολογία για να παραταθεί το ψέμα;
 
Αλλά πέρα από όλα αυτά, το επιχείρημα είναι έωλο: οι θρησκείες, που επανήλθαν τόσο δυναμικά τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο δεν συνέβαλαν στην ευτυχία των ανθρώπων, αλλά τους οδηγούν στον όλεθρο. Από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας μέχρι σήμερα, εκατοντάδες εκατομμύρια έχουν σκοτωθεί σε θρησκευτικές διαμάχες και πολέμους. Είναι, βεβαιωμένα, η πρώτη αιτία βίαιου θανάτου στην ιστορία. Και ο πρόξενος άφατης οδύνης σε όλο τον κόσμο – όπως αποκαλύπτει η ανάγνωση της καθημερινής εφημερίδας. Ο θρησκευτικός φανατισμός και φονταμενταλισμός αποτελεί το πρώτο μας πρόβλημα σήμερα.
 
Προσωπικά, ως φιλελεύθερος άνθρωπος, δεν έχω, ούτε μπορώ να έχω, καμία αντίρρηση στο να πιστεύει ο κάθε άνθρωπος ό,τι θέλει, στο να ασκεί ελεύθερα την πίστη του, να λατρεύει όπως θέλει το θεό του και να ζει σύμφωνα με τις εντολές της θρησκείας του. Φτάνει να μην επιβάλει την πίστη του στους άλλους, και να μην επεμβαίνει θετικά η αρνητικά στη ζωή τους.
 
Και επίσης ως ελεύθερα σκεπτόμενος άνθρωπος, επιφυλάσσω στον εαυτό μου το δικαίωμα να πάρω την δική μου στάση απέναντι στο υπαρκτό μυστήριο του κόσμου. Να μην το οριοθετήσω, να μην του δώσω αυθαίρετα όνομα και υπόσταση, να μην το υποτάξω στην λογική και την εξουσία των προπαγανδιστών. Αρνούμαι να νιώθω ενοχές για πράγματα που δεν έκανα, να δοξολογώ αντί να θρηνώ, να ικετεύω αντί να σκέπτομαι.
 
Ενώ έγραφα το κείμενο αυτό, φανατικοί ισλαμιστές μπήκαν σε χριστιανικό νοσοκομείο στο Πακιστάν δολοφονώντας νοσοκόμες σε ένα παρεκκλήσιο…
 
Πράγματι, σκέπτομαι, «τα πάντα εν σοφία εποίησεν»…
 
Το παράδοξο του θεού
 
Θέλει ο θεός να αποτρέψει το κακό και δεν μπορεί;
Τότε δεν είναι παντοδύναμος…
Μπορεί, αλλά δεν το επιθυμεί;
Τότε είναι κακός.
Είναι και ικανός και το επιθυμεί;
Τότε από πού προέρχεται το κακό;
Μήπως είναι και ανίκανος και δεν το θέλει;
Τότε γιατί τον αποκαλούμε θεό;

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Ἔργα καὶ Ἡμέραι (47-82)

Οι μύθοι της Πανδώρας και των πέντε ανθρωπίνων γενών

ἀλλὰ Ζεὺς ἔκρυψε, χολωσάμενος φρεσὶ ᾗσιν,
ὅττι μιν ἐξαπάτησε Προμηθεὺς ἀγκυλομήτης·
τοὔνεκ᾽ ἄρ᾽ ἀνθρώποισιν ἐμήσατο κήδεα λυγρά,
50 κρύψε δὲ πῦρ· τὸ μὲν αὖτις ἐὺς πάις Ἰαπετοῖο
ἔκλεψ᾽ ἀνθρώποισι Διὸς παρὰ μητιόεντος
ἐν κοίλῳ νάρθηκι, λαθὼν Δία τερπικέραυνον.
τὸν δὲ χολωσάμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
«Ἰαπετιονίδη, πάντων πέρι μήδεα εἰδώς,
55 χαίρεις πῦρ κλέψας καὶ ἐμὰς φρένας ἠπεροπεύσας,
σοί τ᾽ αὐτῷ μέγα πῆμα καὶ ἀνδράσιν ἐσσομένοισιν.
τοῖς δ᾽ ἐγὼ ἀντὶ πυρὸς δώσω κακόν, ᾧ κεν ἅπαντες
τέρπωνται κατὰ θυμὸν ἑὸν κακὸν ἀμφαγαπῶντες.»
Ὣς ἔφατ᾽, ἐκ δ᾽ ἐγέλασσε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε·
60 Ἥφαιστον δ᾽ ἐκέλευσε περικλυτὸν ὅττι τάχιστα
γαῖαν ὕδει φύρειν, ἐν δ᾽ ἀνθρώπου θέμεν αὐδὴν
καὶ σθένος, ἀθανάτῃς δὲ θεῇς εἰς ὦπα ἐίσκειν
παρθενικῆς καλὸν εἶδος ἐπήρατον· αὐτὰρ Ἀθήνην
ἔργα διδασκῆσαι, πολυδαίδαλον ἱστὸν ὑφαίνειν·
65 καὶ χάριν ἀμφιχέαι κεφαλῇ χρυσῆν Ἀφροδίτην
καὶ πόθον ἀργαλέον καὶ γυιοβόρους μελεδώνας·
ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος
Ἑρμείην ἤνωγε διάκτορον Ἀργειφόντην.
Ὣς ἔφαθ᾽, οἳ δ᾽ ἐπίθοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι.
70 αὐτίκα δ᾽ ἐκ γαίης πλάσσε κλυτὸς Ἀμφιγυήεις
παρθένῳ αἰδοίῃ ἴκελον Κρονίδεω διὰ βουλάς·
ζῶσε δὲ καὶ κόσμησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
ἀμφὶ δέ οἱ Χάριτές τε θεαὶ καὶ πότνια Πειθὼ
ὅρμους χρυσείους ἔθεσαν χροΐ, ἀμφὶ δὲ τήν γε
75 Ὧραι καλλίκομοι στέφον ἄνθεσι εἰαρινοῖσιν·
πάντα δέ οἱ χροῒ κόσμον ἐφήρμοσε Παλλὰς Ἀθήνη·
ἐν δ᾽ ἄρα οἱ στήθεσσι διάκτορος Ἀργειφόντης
ψεύδεά θ᾽ αἱμυλίους τε λόγους καὶ ἐπίκλοπον ἦθος
τεῦξε Διὸς βουλῇσι βαρυκτύπου· ἐν δ᾽ ἄρα φωνὴν
80 θῆκε θεῶν κῆρυξ, ὀνόμηνε δὲ τήνδε γυναῖκα
Πανδώρην, ὅτι πάντες Ὀλύμπια δώματ᾽ ἔχοντες
δῶρον ἐδώρησαν, πῆμ᾽ ἀνδράσιν ἀλφηστῇσιν.

***
Μα ο Δίας τα ᾽κρυψε έχοντας στην καρδιά του οργιστεί,γιατί τον εξαπάτησε ο πανούργος Προμηθέας.Έτσι σχεδίασε για τους ανθρώπους ολέθριες θλίψεις:50έκρυψε τη φωτιά. Και πάλι αυτήν ο γενναίος ο γιος του Ιαπετούτην έκλεψε για χάρη των ανθρώπων από το συνετό το Δίασε κούφιο καλάμι μέσα, αφού από την προσοχή του κεραυνόχαρου Δία ξέφυγε.Κι ο Δίας ο συννεφοσυνάχτης οργισμένος του ᾽πε:«Γιε του Ιαπετού, που πιότερο απ᾽ όλους ξέρεις από πανουργίες,χαίρεσαι που ᾽κλεψες τη φωτιά και το νου μου εξαπάτησες,μεγάλη συμφορά για σε τον ίδιο και τους μελλοντικούς ανθρώπους.Αντί φωτιά κακό εγώ σ᾽ αυτούς θα δώσω: μ᾽ αυτό θα χαίρονται όλοι τουςμες στην καρδιά, καθώς θ᾽ αγκαλιάζουν με στοργή την ίδια τους τη συμφορά.Έτσι είπε και γέλασε ηχηρά ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων.60Και πρόσταξε τον Ήφαιστο τον ξακουστό όσο πιο γρήγορανα σμίξει χώμα με νερό, μέσα να βάλει λαλιά και ανθρώπου δύναμη,να μοιάζει στην όψη με τις αθάνατες θεές η κοπελιάμε την ωραία, τη λαχταριστή μορφή. Κι έπειτα έβαλε την Αθηνάνα της διδάξει τέχνες, τον πολυποίκιλτο ιστό να υφαίνει.Την Αφροδίτη τη χρυσή να περιχύσει το κεφάλι της με χάρη,πόθο σκληρό, φροντίδες που κατατρών τα μέλη.Και τον Ερμή, τον υπηρέτη των θεών, του Άργου το φονιά,τον πρόσταξε να βάλει μέσα της μυαλό αναίσχυντο και δόλιο χαρακτήρα.Έτσι είπε κι εκείνοι υπάκουσαν στο Δία, τον άνακτα, το γιο του Κρόνου.70Κι αμέσως έπλασε από χώμα ο ξακουστός Χωλόςμε τη βουλή του Δία πλάσμα που ᾽μοιαζε παρθένα σεβαστή.Την έζωσε και τη στόλισε η θεά Αθηνά η αστραπομάτα.Οι Χάριτες, οι θεές, και η σεβαστή Πειθώ γύρω στο δέρμα τηςτης έβαλαν περιδέραια χρυσά. Κι από τριγύρωοι Ώρες οι καλλίκομες τη στέφανε με άνθη εαρινά.Και τα στολίδια όλα της τα ταίριαξε στο κορμί η Αθηνά Παλλάδα.Μέσα στα στήθη της ο υπηρέτης των θεών, του Άργου ο φονιάς,ψεύδη, θωπείας λόγια και δόλιο χαρακτήραετοίμασε με τη βουλή του Δία του βαρύβροντου. Και μέσα της80φωνή τής έβαλε των θεών ο κήρυκας κι ονόμασε τούτη τη γυναίκαΠανδώρα, μια κι όλοι οι θεοί που κατοικούν στα Ολύμπια δώματαδώρο τη δώρισαν, συμφορά για τους σιτοφάγους τούς ανθρώπους.