Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ποιητική (1453b-1454a)

[1453b] [XIV] Ἔστιν μὲν οὖν τὸ φοβερὸν καὶ ἐλεεινὸν ἐκ τῆς ὄψεως γίγνεσθαι, ἔστιν δὲ καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς συστάσεως τῶν πραγμάτων, ὅπερ ἐστὶ πρότερον καὶ ποιητοῦ ἀμείνονος. δεῖ γὰρ καὶ ἄνευ τοῦ ὁρᾶν οὕτω συνεστάναι τὸν μῦθον ὥστε τὸν ἀκούοντα τὰ πράγματα γινόμενα καὶ φρίττειν καὶ ἐλεεῖν ἐκ τῶν συμβαινόντων· ἅπερ ἂν πάθοι τις ἀκούων τὸν τοῦ Οἰδίπου μῦθον. τὸ δὲ διὰ τῆς ὄψεως τοῦτο παρασκευάζειν ἀτεχνότερον καὶ χορηγίας δεόμενόν ἐστιν. οἱ δὲ μὴ τὸ φοβερὸν διὰ τῆς ὄψεως ἀλλὰ τὸ τερατῶδες μόνον παρασκευάζοντες οὐδὲν τραγῳδίᾳ κοινωνοῦσιν· οὐ γὰρ πᾶσαν δεῖ ζητεῖν ἡδονὴν ἀπὸ τραγῳδίας ἀλλὰ τὴν οἰκείαν. ἐπεὶ δὲ τὴν ἀπὸ ἐλέου καὶ φόβου διὰ μιμήσεως δεῖ ἡδονὴν παρασκευάζειν τὸν ποιητήν, φανερὸν ὡς τοῦτο ἐν τοῖς πράγμασιν ἐμποιητέον. ποῖα οὖν δεινὰ ἢ ποῖα οἰκτρὰ φαίνεται τῶν συμπιπτόντων, λάβωμεν. ἀνάγκη δὴ ἢ φίλων εἶναι πρὸς ἀλλήλους τὰς τοιαύτας πράξεις ἢ ἐχθρῶν ἢ μηδετέρων. ἂν μὲν οὖν ἐχθρὸς ἐχθρόν, οὐδὲν ἐλεεινὸν οὔτε ποιῶν οὔτε μέλλων, πλὴν κατ᾽ αὐτὸ τὸ πάθος· οὐδ᾽ ἂν μηδετέρως ἔχοντες· ὅταν δ᾽ ἐν ταῖς φιλίαις ἐγγένηται τὰ πάθη, οἷον ἢ ἀδελφὸς ἀδελφὸν ἢ υἱὸς πατέρα ἢ μήτηρ υἱὸν ἢ υἱὸς μητέρα ἀποκτείνῃ ἢ μέλλῃ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον δρᾷ, ταῦτα ζητητέον. τοὺς μὲν οὖν παρειλημμένους μύθους λύειν οὐκ ἔστιν, λέγω δὲ οἷον τὴν Κλυταιμήστραν ἀποθανοῦσαν ὑπὸ τοῦ Ὀρέστου καὶ τὴν Ἐριφύλην ὑπὸ τοῦ Ἀλκμέωνος, αὐτὸν δὲ εὑρίσκειν δεῖ καὶ τοῖς παραδεδομένοις χρῆσθαι καλῶς. τὸ δὲ καλῶς τί λέγομεν, εἴπωμεν σαφέστερον. ἔστι μὲν γὰρ οὕτω γίνεσθαι τὴν πρᾶξιν, ὥσπερ οἱ παλαιοὶ ἐποίουν εἰδότας καὶ γιγνώσκοντας, καθάπερ καὶ Εὐριπίδης ἐποίησεν ἀποκτείνουσαν τοὺς παῖδας τὴν Μήδειαν· ἔστιν δὲ πρᾶξαι μέν, ἀγνοοῦντας δὲ πρᾶξαι τὸ δεινόν, εἶθ᾽ ὕστερον ἀναγνωρίσαι τὴν φιλίαν, ὥσπερ ὁ Σοφοκλέους Οἰδίπους· τοῦτο μὲν οὖν ἔξω τοῦ δράματος, ἐν δ᾽ αὐτῇ τῇ τραγῳδίᾳ οἷον ὁ Ἀλκμέων ὁ Ἀστυδάμαντος ἢ ὁ Τηλέγονος ὁ ἐν τῷ τραυματίᾳ Ὀδυσσεῖ. ἔτι δὲ τρίτον παρὰ ταῦτα τὸ μέλλοντα ποιεῖν τι τῶν ἀνηκέστων δι᾽ ἄγνοιαν ἀναγνωρίσαι πρὶν ποιῆσαι. καὶ παρὰ ταῦτα οὐκ ἔστιν ἄλλως. ἢ γὰρ πρᾶξαι ἀνάγκη ἢ μὴ καὶ εἰδότας ἢ μὴ εἰδότας. τούτων δὲ τὸ μὲν γινώσκοντα μελλῆσαι καὶ μὴ πρᾶξαι χείριστον· τό τε γὰρ μιαρὸν ἔχει, καὶ οὐ τραγικόν· ἀπαθὲς γάρ. διόπερ οὐδεὶς

[1454a] ποιεῖ ὁμοίως, εἰ μὴ ὀλιγάκις, οἷον ἐν Ἀντιγόνῃ τὸν Κρέοντα ὁ Αἵμων. τὸ δὲ πρᾶξαι δεύτερον. βέλτιον δὲ τὸ ἀγνοοῦντα μὲν πρᾶξαι, πράξαντα δὲ ἀναγνωρίσαι· τό τε γὰρ μιαρὸν οὐ πρόσεστιν καὶ ἡ ἀναγνώρισις ἐκπληκτικόν. κράτιστον δὲ τὸ τελευταῖον, λέγω δὲ οἷον ἐν τῷ Κρεσφόντῃ ἡ Μερόπη μέλλει τὸν υἱὸν ἀποκτείνειν, ἀποκτείνει δὲ οὔ, ἀλλ᾽ ἀνεγνώρισε, καὶ ἐν τῇ Ἰφιγενείᾳ ἡ ἀδελφὴ τὸν ἀδελφόν, καὶ ἐν τῇ Ἕλλῃ ὁ υἱὸς τὴν μητέρα ἐκδιδόναι μέλλων ἀνεγνώρισεν. διὰ γὰρ τοῦτο, ὅπερ πάλαι εἴρηται, οὐ περὶ πολλὰ γένη αἱ τραγῳδίαι εἰσίν. ζητοῦντες γὰρ οὐκ ἀπὸ τέχνης ἀλλ᾽ ἀπὸ τύχης εὗρον τὸ τοιοῦτον παρασκευάζειν ἐν τοῖς μύθοις· ἀναγκάζονται οὖν ἐπὶ ταύτας τὰς οἰκίας ἀπαντᾶν ὅσαις τὰ τοιαῦτα συμβέβηκε πάθη. περὶ μὲν οὖν τῆς τῶν πραγμάτων συστάσεως καὶ ποίους τινὰς εἶναι δεῖ τοὺς μύθους εἴρηται ἱκανῶς.

***
[1453b] [14] Ο φόβος λοιπόν και η συμπόνια μπορούν να γεννηθούν από τα θεαματικά στοιχεία της παράστασης, μπορούν όμως να γεννηθούν και από την ίδια την πλοκή των γεγονότων, πράγμα που είναι, βέβαια, καλύτερο και δείχνει καλύτερο ποιητή. Γιατί ο μύθος πρέπει να είναι με τέτοιον τρόπο πλεγμένος, ώστε αυτός που ακούει τα όσα συμβαίνουν να αισθάνεται —και δίχως να τα βλέπει— φρίκη και συμπόνια γι᾽ αυτά —αυτό δεν παθαίνουμε ακούοντας τον μύθο του Οιδίποδα; Να θέλεις όμως να δημιουργήσεις αυτό το αποτέλεσμα με τα θεαματικά στοιχεία της παράστασης, είναι κάτι που δεν έχει και τόση σχέση με την τέχνη και, πάντως, προϋποθέτει πολλά έξοδα. Εν πάση περιπτώσει, αυτοί που με τα θεαματικά στοιχεία της παράστασης προκαλούν όχι φόβο αλλά μόνο τρόμο και ανατριχίλα δεν έχουν καμιά σχέση με την τραγωδία: από την τραγωδία δεν πρέπει να ζητούμε κάθε λογής ηδονή, αλλά μόνο αυτήν που της ανήκει. Επειδή λοιπόν ο ποιητής πρέπει με τη μίμηση να προκαλεί την ηδονή που προέρχεται από τη συμπόνια και τον φόβο, είναι φανερό ότι αυτό πρέπει να το ενσωματώνει στα γεγονότα του μύθου του. Ας εξετάσουμε λοιπόν να δούμε ποια περιστατικά φαίνεται ότι προκαλούν τον φόβο και ποια τη συμπόνια.

Αυτού του είδους οι πράξεις δεν μπορεί παρά να γίνονται είτε μεταξύ φίλων, είτε μεταξύ εχθρών, είτε μεταξύ ανθρώπων που δεν είναι ούτε φίλοι ούτε εχθροί. Αν την πράξη την κάνει εχθρός σε εχθρό, δεν κινεί μέσα μας καμιά συμπόνια ούτε τη στιγμή που την κάνει ούτε όταν δείχνει ότι έχει την πρόθεση να την κάνει στο μέλλον, και έτσι μένει μόνο η συμπόνια για το πάθημα καθεαυτό. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των ανθρώπων που δεν είναι ούτε φίλοι ούτε εχθροί. Όταν όμως τέτοιου είδους παθήματα γίνονται μεταξύ ανθρώπων που συνδέονται με φιλική σχέση, όταν π.χ. αδερφός σκοτώνει ή πρόκειται να σκοτώσει ή κάνει κάτι παρόμοιο σε αδερφό, ή γιος σε πατέρα, ή μητέρα σε γιο, ή γιος σε μητέρα, αυτές είναι οι περιπτώσεις που πρέπει να επιζητεί ο ποιητής. Τους παραδεδομένους, βέβαια, μύθους δεν είναι δυνατό να τους μεταβάλει ο ποιητής (εννοώ περιπτώσεις σαν τον θάνατο της Κλυταιμήστρας από τον Ορέστη ή της Εριφύλης από τον Αλκμέωνα)· χρέος, πάντως, του ποιητή είναι να εφευρίσκει και ο ίδιος μύθους και τους παραδεδομένους μύθους να τους μεταχειρίζεται σωστά. Τι εννοώ με αυτό το «σωστά», θα το εξηγήσω τώρα με μεγαλύτερη σαφήνεια.

Μπορεί, δηλαδή, η πράξη να γίνεται με τον τρόπο που οι παλαιοί ποιητές παρουσίαζαν τα πρόσωπα να ενεργούν: με πλήρη συνείδηση και γνώση — όπως και ο Ευριπίδης παρουσίασε τη Μήδεια να σκοτώνει τα παιδιά της. Μπορεί όμως, επίσης, οι ήρωες της τραγωδίας να κάνουν κάτι το φοβερό, να το κάνουν όμως από άγνοια, και μόνο εκ των υστέρων να γίνεται η ανακάλυψη της συγγενικής σχέσης — όπως έγινε με τον Οιδίποδα του Σοφοκλή. Στον Οιδίποδα, βέβαια, του Σοφοκλή η πράξη έχει γίνει έξω από το δράμα, μπορεί όμως να γίνεται και μέσα στην ίδια την τραγωδία (είναι, π.χ., η περίπτωση του Αλκμέωνα του Αστυδάμαντα ή του Τηλέγονου στον Χτυπημένο Οδυσσέα). Τρίτη περίπτωση κοντά στις δύο προηγούμενες: ένας που είναι έτοιμος να πράξει από άγνοια κάτι το ανεπανόρθωτο μπορεί να ανακαλύπτει τη συγγενική σχέση προτού να εκτελέσει την πράξη. Άλλη περίπτωση πέρα από αυτές δεν υπάρχει. Γιατί δεν μπορεί παρά ή να εκτελέσει κανείς την ανεπανόρθωτη πράξη ή να μη την εκτελέσει, εν γνώσει του ή εν αγνοία.

Από τις περιπτώσεις αυτές η χειρότερη είναι όταν είναι κανείς έτοιμος —με πλήρη γνώση— να εκτελέσει την πράξη και τελικά δεν την εκτελεί. Γιατί αυτό και αποτρόπαιο είναι και δεν είναι τραγικό, αφού δεν υπάρχει τίποτε το ολέθριο. Αυτός είναι και ο λόγος που κανένας ποιητής

[1454a] δεν παρουσιάζει με αυτόν τον τρόπο τους ήρωές του (τέτοιου είδους περιπτώσεις υπάρχουν πολύ λίγες· τέτοια είναι π.χ. η περίπτωση Αίμονα-Κρέοντα στην Αντιγόνη). Δεύτερη στη σειρά έρχεται η περίπτωση που η πράξη εκτελείται. Ακόμη όμως καλύτερη είναι η περίπτωση που κανείς ενεργεί δίχως να γνωρίζει και η συγγενική σχέση ανακαλύπτεται μετά. Γιατί σ᾽ αυτή την περίπτωση και τίποτε το αποτρόπαιο δεν υπάρχει και η ανακάλυψη της συγγενικής σχέσης προκαλεί την έκπληξη.

Η καλύτερη από όλες τις περιπτώσεις είναι η τελευταία. Εννοώ κάτι σαν αυτό που γίνεται στον Κρεσφόντη: η Μερόπη πρόκειται να σκοτώσει τον γιο της, δεν τον σκοτώνει όμως, αλλά τον αναγνωρίζει. Σαν αυτό επίσης που γίνεται στην Ιφιγένεια, όπου η αδερφή πρόκειται να σκοτώσει τον αδερφό· και στην Έλλη, όπου ο γιος αναγνωρίζει τη μητέρα του ενώ ήταν έτοιμος να την παραδώσει σε εχθρικά χέρια. Αυτός είναι, πράγματι, και ο λόγος που οι τραγωδίες δεν αναφέρονται —όπως το είπαμε και λίγο παραπάνω— σε πολλές οικογένειες. Θέλω να πω ότι οι ποιητές ψάχνοντας όχι με τρόπο τεχνικά συστηματικό οδηγήθηκαν τυχαία στο να παρουσιάζουν τέτοιου είδους καταστάσεις στους μύθους τους. Αναγκάζονται λοιπόν να καταφεύγουν σ᾽ αυτές τις οικογένειες, στις οποίες συνέβησαν τέτοιου είδους παθήματα.

Ας θεωρηθούν λοιπόν αρκετά αυτά που είπαμε για την πλοκή των γεγονότων και για το τι λογής πρέπει να είναι οι μύθοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου