Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2019

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ποιητική (1449b-1450b)

2. Λόγος για την τραγωδία

[VI] Περὶ μὲν οὖν τῆς ἐν ἑξαμέτροις μιμητικῆς καὶ περὶ κωμῳδίας ὕστερον ἐροῦμεν· περὶ δὲ τραγῳδίας λέγωμεν ἀναλαβόντες αὐτῆς ἐκ τῶν εἰρημένων τὸν γινόμενον ὅρον τῆς οὐσίας. ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι᾽ ἀπαγγελίας, δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν [καὶ μέλος], τὸ δὲ χωρὶς τοῖς εἴδεσι τὸ διὰ μέτρων ἔνια μόνον περαίνεσθαι καὶ πάλιν ἕτερα διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν, πρῶτον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς ὄψεως κόσμος· εἶτα μελοποιία καὶ λέξις, ἐν τούτοις γὰρ ποιοῦνται τὴν μίμησιν. λέγω δὲ λέξιν μὲν αὐτὴν τὴν τῶν μέτρων σύνθεσιν, μελοποιίαν δὲ ὃ τὴν δύναμιν φανερὰν ἔχει πᾶσαν. ἐπεὶ δὲ πράξεώς ἐστι μίμησις, πράττεται δὲ ὑπὸ τινῶν πραττόντων, οὓς ἀνάγκη ποιούς τινας εἶναι κατά τε τὸ ἦθος καὶ τὴν διάνοιαν (διὰ γὰρ τούτων καὶ τὰς

[1450a] πράξεις εἶναί φαμεν ποιάς τινας [πέφυκεν αἴτια δύο τῶν πράξεων εἶναι, διάνοια καὶ ἦθος] καὶ κατὰ ταύτας καὶ τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι πάντες), ἔστιν δὲ τῆς μὲν πράξεως ὁ μῦθος ἡ μίμησις, λέγω γὰρ μῦθον τοῦτον τὴν σύνθεσιν τῶν πραγμάτων, τὰ δὲ ἤθη, καθ᾽ ὃ ποιούς τινας εἶναί φαμεν τοὺς πράττοντας, διάνοιαν δέ, ἐν ὅσοις λέγοντες ἀποδεικνύασίν τι ἢ καὶ ἀποφαίνονται γνώμην — ἀνάγκη οὖν πάσης τῆς τραγῳδίας μέρη εἶναι ἕξ, καθ᾽ ὃ ποιά τις ἐστὶν ἡ τραγῳδία· ταῦτα δ᾽ ἐστὶ μῦθος καὶ ἤθη καὶ λέξις καὶ διάνοια καὶ ὄψις καὶ μελοποιία. οἷς μὲν γὰρ μιμοῦνται, δύο μέρη ἐστίν, ὡς δὲ μιμοῦνται, ἕν, ἃ δὲ μιμοῦνται, τρία, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν. τούτοις μὲν οὖν οὐκ ὀλίγοι ὡς εἰπεῖν κέχρηνται τοῖς εἴδεσιν· καὶ γὰρ ὄψιν ἔχει πᾶν καὶ ἦθος καὶ μῦθον καὶ λέξιν καὶ μέλος καὶ διάνοιαν ὡσαύτως. μέγιστον δὲ τούτων ἐστὶν ἡ τῶν πραγμάτων σύστασις. ἡ γὰρ τραγῳδία μίμησίς ἐστιν οὐκ ἀνθρώπων ἀλλὰ πράξεων καὶ βίου καὶ εὐδαιμονίας καὶ κακοδαιμονίας· ἡ δὲ εὐδαιμονία καὶ ἡ κακοδαιμονία ἐν πράξει ἐστίν, καὶ τὸ τέλος πρᾶξίς τις ἐστίν, οὐ ποιότης· εἰσὶν δὲ κατὰ μὲν τὰ ἤθη ποιοί τινες, κατὰ δὲ τὰς πράξεις εὐδαίμονες ἢ τοὐναντίον· οὔκουν ὅπως τὰ ἤθη μιμήσωνται πράττουσιν, ἀλλὰ τὰ ἤθη συμπεριλαμβάνουσιν διὰ τὰς πράξεις· ὥστε τὰ πράγματα καὶ ὁ μῦθος τέλος τῆς τραγῳδίας, τὸ δὲ τέλος μέγιστον ἁπάντων. ἔτι ἄνευ μὲν πράξεως οὐκ ἂν γένοιτο τραγῳδία, ἄνευ δὲ ἠθῶν γένοιτ᾽ ἄν· αἱ γὰρ τῶν νέων τῶν πλείστων ἀήθεις τραγῳδίαι εἰσίν, καὶ ὅλως ποιηταὶ πολλοὶ τοιοῦτοι, οἷον καὶ τῶν γραφέων Ζεῦξις πρὸς Πολύγνωτον πέπονθεν· ὁ μὲν γὰρ Πολύγνωτος ἀγαθὸς ἠθογράφος, ἡ δὲ Ζεύξιδος γραφὴ οὐδὲν ἔχει ἦθος. ἔτι ἐάν τις ἐφεξῆς θῇ ῥήσεις ἠθικὰς καὶ λέξει καὶ διανοίᾳ εὖ πεποιημένας, οὐ ποιήσει ὃ ἦν τῆς τραγῳδίας ἔργον, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἡ καταδεεστέροις τούτοις κεχρημένη τραγῳδία, ἔχουσα δὲ μῦθον καὶ σύστασιν πραγμάτων. πρὸς δὲ τούτοις τὰ μέγιστα οἷς ψυχαγωγεῖ ἡ τραγῳδία τοῦ μύθου μέρη ἐστίν, αἵ τε περιπέτειαι καὶ ἀναγνωρίσεις. ἔτι σημεῖον ὅτι καὶ οἱ ἐγχειροῦντες ποιεῖν πρότερον δύνανται τῇ λέξει καὶ τοῖς ἤθεσιν ἀκριβοῦν ἢ τὰ πράγματα συνίστασθαι, οἷον καὶ οἱ πρῶτοι ποιηταὶ σχεδὸν ἅπαντες. ἀρχὴ μὲν οὖν καὶ οἷον ψυχὴ ὁ μῦθος τῆς τραγῳδίας, δεύτερον δὲ τὰ ἤθη (παραπλήσιον γάρ ἐστιν καὶ

[1450b] ἐπὶ τῆς γραφικῆς· εἰ γάρ τις ἐναλείψειε τοῖς καλλίστοις φαρμάκοις χύδην, οὐκ ἂν ὁμοίως εὐφράνειεν καὶ λευκογραφήσας εἰκόνα)· ἔστιν τε μίμησις πράξεως καὶ διὰ ταύτην μάλιστα τῶν πραττόντων. τρίτον δὲ ἡ διάνοια· τοῦτο δέ ἐστιν τὸ λέγειν δύνασθαι τὰ ἐνόντα καὶ τὰ ἁρμόττοντα, ὅπερ ἐπὶ τῶν λόγων τῆς πολιτικῆς καὶ ῥητορικῆς ἔργον ἐστίν· οἱ μὲν γὰρ ἀρχαῖοι πολιτικῶς ἐποίουν λέγοντας, οἱ δὲ νῦν ῥητορικῶς. ἔστιν δὲ ἦθος μὲν τὸ τοιοῦτον ὃ δηλοῖ τὴν προαίρεσιν, ὁποῖά τις (ἐν οἷς οὐκ ἔστι δῆλον) ἢ προαιρεῖται ἢ φεύγει· διόπερ οὐκ ἔχουσιν ἦθος τῶν λόγων ἐν οἷς μηδ᾽ ὅλως ἔστιν ὅ τι προαιρεῖται ἢ φεύγει ὁ λέγων. διάνοια δὲ ἐν οἷς ἀποδεικνύουσί τι ὡς ἔστιν ἢ ὡς οὐκ ἔστιν ἢ καθόλου τι ἀποφαίνονται. τέταρτον δὲ †τῶν μὲν λόγων† ἡ λέξις· λέγω δέ, ὥσπερ πρότερον εἴρηται, λέξιν εἶναι τὴν διὰ τῆς ὀνομασίας ἑρμηνείαν, ὃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐμμέτρων καὶ ἐπὶ τῶν λόγων ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν. τῶν δὲ λοιπῶν ἡ μελοποιία μέγιστον τῶν ἡδυσμάτων, ἡ δὲ ὄψις ψυχαγωγικὸν μέν, ἀτεχνότατον δὲ καὶ ἥκιστα οἰκεῖον τῆς ποιητικῆς· ἡ γὰρ τῆς τραγῳδίας δύναμις καὶ ἄνευ ἀγῶνος καὶ ὑποκριτῶν ἔστιν, ἔτι δὲ κυριωτέρα περὶ τὴν ἀπεργασίαν τῶν ὄψεων ἡ τοῦ σκευοποιοῦ τέχνη τῆς τῶν ποιητῶν ἐστιν.

***
[6] Για την τέχνη λοιπόν που κάνει τη μίμησή της με (δακτυλικούς) εξάμετρους στίχους, αλλά και για την κωμωδία, θα μιλήσουμε υστερότερα. Τώρα ας μιλήσουμε για την τραγωδία, αφού πρώτα συναγάγουμε από αυτά που έχουμε πει τον ορισμό της ουσίας της.

Η τραγωδία λοιπόν είναι μίμηση πράξεως σοβαρής και αξιόλογης, πράξεως ολοκληρωμένης, που έχει και κάποιο μέγεθος. Ο λόγος της τραγωδίας είναι λόγος εμπλουτισμένος με διάφορα «καρυκεύματα που τον νοστιμίζουν»· το κάθε, πάντως, είδος αυτών των «καρυκευμάτων» χρησιμοποιείται χωριστά στα διάφορα μέρη της. Η μίμηση δεν γίνεται στην τραγωδία με απαγγελία, αλλά με το να παρουσιάζονται οι άνθρωποι που είναι το αντικείμενο της μίμησης σαν να δρουν οι ίδιοι. Διεγείροντας τα ψυχικά πάθη της συμπόνιας και του φόβου η τραγωδία φέρει εις πέρας την κάθαρση των τάδε τάδε συγκεκριμένων πράξεων-παθημάτων. Όταν λέω «λόγος εμπλουτισμένος με διάφορα καρυκεύματα που τον νοστιμίζουν», εννοώ τον λόγο που έχει ρυθμό, αρμονία και μέλος. Και όταν, πάλι, λέω «με τα διάφορα είδη καρυκευμάτων να χρησιμοποιούνται χωριστά», εννοώ ότι κάποια μέρη της διεκπεραιώνονται μόνο με έμμετρους στίχους, ενώ κάποια άλλα με λόγο συνοδευμένο από μουσική.

Επειδή, τώρα, τη μίμηση την κάνουν με δράση, υποχρεωτικά ένα πρώτο μέρος της τραγωδίας θα είναι τα στοιχεία της παράστασης που ικανοποιούν το μάτι· ύστερα έρχεται η μουσική και το ύφος του λόγου: αυτά είναι τα μέσα με τα οποία κάνουν τη μίμηση. Με το «ύφος του λόγου» δεν εννοώ παρά τη σύν-θεση των λέξεων στους στίχους, ενώ με τη «μουσική» εννοώ αυτό που η λέξη δηλώνει φανερά ολοφάνερα. Δεδομένου, τώρα, ότι πρόκειται για μίμηση πράξεως, και δεδομένου ότι η πράξη πράττεται από κάποιους πράττοντες, που πρέπει υποχρεωτικά να έχουν κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες από την πλευρά του χαρακτήρα και της διανοητικής τους ικανότητας (γιατί από αυτές τις ιδιότητες

[1450a] ξεκινώντας λέμε ότι και οι πράξεις έχουν κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες), είναι φυσικό να είναι δύο τα αίτια των πράξεων, η σκέψη και ο χαρακτήρας, και κατά συνέπειαν με αυτές τις πράξεις τους οι άνθρωποι πετυχαίνουν ή αποτυχαίνουν στη ζωή τους. Η μίμηση της πράξεως είναι ο μύθος. Λέγοντας, δηλαδή, εδώ μύθο εννοώ τη σύνθεση των διάφορων επιμέρους γεγονότων. Λέγοντας ήθος εννοώ αυτό που μας κάνει να λέμε ότι οι πράττοντες έχουν κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες. Λέγοντας, πάλι, διάνοια εννοώ αυτά που λένε για να υποστηρίξουν αποδεικτικά κάτι ή για να διατυπώσουν μια γενική και καθολική γνωμική απόφανση.

Υποχρεωτικά λοιπόν τα μέρη κάθε τραγωδίας είναι έξι, και από αυτά προσδιορίζεται το τι λογής θα είναι γενικά η κάθε τραγωδία. Αυτά είναι: ο μύθος, το ήθος, το ύφος του λόγου, η διάνοια, τα θεαματικά στοιχεία της παράστασης και το μουσικό στοιχείο. Δύο από τα μέρη αυτά αποτελούν τα μέσα με τα οποία γίνεται η μίμηση, ένα τους αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η μίμηση, και τα άλλα τρία είναι τα αντικείμενα της μίμησης. Πέρα από αυτά δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Όχι λίγοι ποιητές χρησιμοποιούν, στην πράξη, όλα αυτά τα είδη, αφού κάθε τραγικό ποίημα έχει, παρόμοια, και όψιν και ήθος και μύθον και λέξιν και μέλος και διάνοιαν. Το σημαντικότερο όμως από όλα αυτά είναι η πλοκή των γεγονότων· γιατί η τραγωδία είναι μίμηση όχι ανθρώπων αλλά πράξεων και ζωής, ευτυχίας και δυστυχίας. Η ευτυχία και η δυστυχία των ανθρώπων βρίσκονται σε απόλυτη σχέση προς την πράξη, και ο στόχος είναι, βέβαια, μια πράξη, όχι μια ιδιότητα. Από την άποψη του χαρακτήρα οι άνθρωποι είναι τέτοιας ή τέτοιας λογής, ευτυχείς όμως ή το αντίθετο είναι από τις πράξεις τους.

Αυτοί λοιπόν που κάνουν τη μίμηση μιας πράξεως δεν την κάνουν για να μιμηθούν τους χαρακτήρες, αλλά συμπεριλαμβάνουν και τους χαρακτήρες για χάρη των πράξεων. Συμπέρασμα: Τα γεγονότα και ο μύθος είναι ο τελικός στόχος της τραγωδίας, και φυσικά αυτός είναι το πιο σημαντικό από όλα. Επίσης: Χωρίς πράξη δεν μπορεί να γίνει τραγωδία, ενώ χωρίς χαρακτήρες μπορεί. Οι τραγωδίες, επιπαραδείγματι, πάρα πολλών νέων ποιητών είναι ελλιπείς σε χαρακτήρες, και γενικά υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ποιητές — κάτι σαν αυτό που έγινε, στον χώρο των ζωγράφων, με τον Ζεύξη σε σύγκριση προς τον Πολύγνωτο· γιατί, ενώ ο Πολύγνωτος είναι ένας ζωγράφος που ξέρει καλά να απεικονίζει χαρακτήρες, η ζωγραφική του Ζεύξη δεν διαγράφει καθόλου χαρακτήρες. Επίσης: Εάν κανείς βάλει τη μια μετά την άλλη διάφορες ομιλίες των ηρώων μιμητικές χαρακτήρων, δεν θα επιτελέσει αυτό που είπαμε ότι είναι το έργο της τραγωδίας, έστω και αν οι ομιλίες είναι καλοδουλεμένες από την άποψη του ύφους και των σκέψεων· αντίθετα, θα το επιτελέσει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό η τραγωδία που, έστω και αν είναι κατώτερη ως προς αυτές τις απόψεις, έχει μύθο και πλοκή των γεγονότων. Πέρα από αυτά: Τα πιο σπουδαία από τα μέσα με τα οποία η τραγωδία συγκινεί την ψυχή είναι μέρη του μύθου· εννοώ τις περιπέτειες και τις αναγνωρίσεις. Μια επιπλέον απόδειξη είναι το ότι οι αρχάριοι, στην προσπάθεια να γράψουν τραγωδίες, πετυχαίνουν μεγαλύτερη ακρίβεια πρώτα στο ύφος και στους χαρακτήρες παρά στην πλοκή των γεγονότων, όπως και όλοι σχεδόν οι παλαιότεροι ποιητές. Βάση λοιπόν και κάτι σαν ψυχή της τραγωδίας είναι ο μύθος· μετά έρχονται τα ήθη. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και

[1450b] στη ζωγραφική: Αν μέσα σε ιχνογραφημένο σχέδιο απλώσει κανείς ανάκατα τα πιο ωραία χρώματα, δεν θα προκαλέσει τόση ευχαρίστηση όση αν ζωγραφίσει ένα απλό σχέδιο πάνω σε άσπρο φόντο. Ας το ξαναπούμε: Η τραγωδία είναι μίμηση πράξεως, και μέσω αυτής κυρίως είναι μίμηση πραττόντων ανθρώπων. Τρίτο έρχεται το στοιχείο της διάνοιας, και αυτό είναι το να μπορεί ένα πρόσωπο να λέει όσα ενυπάρχουν στο θέμα και όσα ταιριάζουν στην περίσταση, κάτι που στην περίπτωση των λόγων λειτουργεί με τους κανόνες της πολιτικής και της ρητορικής: οι παλαιοί ποιητές έβαζαν τα πρόσωπα των έργων τους να μιλούν πολιτικά, ενώ οι σημερινοί ρητορικά.

Ήθος είναι αυτό που φανερώνει την επιλογή και προτίμηση του πράττοντος προσώπου, ποια πράγματα δηλαδή προτιμάει και ποια αποφεύγει, εκεί όπου αυτό δεν είναι φανερό από μόνο του. Γι᾽ αυτό και δεν έχουν ήθος εκείνοι οι λόγοι στους οποίους δεν υπάρχει τίποτε που ο ομιλητής να το προτιμάει ή να το αποφεύγει. Διάνοια, από την άλλη, είναι αυτά με τα οποία οι ομιλητές αποδεικνύουν ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει κάτι, ή με τα οποία διατυπώνουν μια γενικού και καθολικού περιεχομένου κρίση.

Τέταρτο λεκτικό στοιχείο είναι το ύφος, και, όπως το είπαμε και πρωτύτερα, λέγοντας «ύφος του λόγου» εννοώ την έκφραση και διατύπωση των διανοημάτων με τη χρησιμοποίηση των κατάλληλων λέξεων — κάτι που λειτουργεί, βέβαια, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και στους έμμετρους και στους πεζούς λόγους.

Από αυτά που υπολείπονται πέμπτο στη σειρά έρχεται το στοιχείο της μουσικής, το πιο σημαντικό από όλα τα «καρυκεύματα που νοστιμίζουν τον λόγο της τραγωδίας». Όσο για τα στοιχεία της παράστασης που ικανοποιούν το μάτι, ασκούν, βέβαια, θελκτική επίδραση στην ψυχή, είναι όμως κάτι που ελάχιστη σχέση έχει με τους κανόνες της τέχνης και την ουσία της ποίησης. Γιατί η δύναμη της τραγωδίας υπάρχει και χωρίς παράσταση και χωρίς ηθοποιούς. Έπειτα, τα στοιχεία της παράστασης που ικανοποιούν το μάτι έχουν να κάνουν πιο πολύ με την τέχνη του σκευοποιού παρά με την τέχνη των ποιητών.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου