Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Θεογονία (53-115)

τὰς ἐν Πιερίῃ Κρονίδῃ τέκε πατρὶ μιγεῖσα
Μνημοσύνη, γουνοῖσιν Ἐλευθῆρος μεδέουσα,
55 λησμοσύνην τε κακῶν ἄμπαυμά τε μερμηράων.
ἐννέα γάρ οἱ νύκτας ἐμίσγετο μητίετα Ζεὺς
νόσφιν ἀπ᾽ ἀθανάτων ἱερὸν λέχος εἰσαναβαίνων·
ἀλλ᾽ ὅτε δή ῥ᾽ ἐνιαυτὸς ἔην, περὶ δ᾽ ἔτραπον ὧραι
μηνῶν φθινόντων, περὶ δ᾽ ἤματα πόλλ᾽ ἐτελέσθη,
60 ἡ δ᾽ ἔτεκ᾽ ἐννέα κούρας, ὁμόφρονας, ᾗσιν ἀοιδὴ
μέμβλεται ἐν στήθεσσιν, ἀκηδέα θυμὸν ἐχούσαις,
τυτθὸν ἀπ᾽ ἀκροτάτης κορυφῆς νιφόεντος Ὀλύμπου·
ἔνθά σφιν λιπαροί τε χοροὶ καὶ δώματα καλά,
πὰρ δ᾽ αὐτῇς Χάριτές τε καὶ Ἵμερος οἰκί᾽ ἔχουσιν
65 ἐν θαλίῃς· ἐρατὴν δὲ διὰ στόμα ὄσσαν ἱεῖσαι
μέλπονται, πάντων τε νόμους καὶ ἤθεα κεδνὰ
ἀθανάτων κλείουσιν, ἐπήρατον ὄσσαν ἱεῖσαι.
αἳ τότ᾽ ἴσαν πρὸς Ὄλυμπον, ἀγαλλόμεναι ὀπὶ καλῇ,
ἀμβροσίῃ μολπῇ· περὶ δ᾽ ἴαχε γαῖα μέλαινα
70 ὑμνεύσαις, ἐρατὸς δὲ ποδῶν ὕπο δοῦπος ὀρώρει
νισομένων πατέρ᾽ εἰς ὅν· ὁ δ᾽ οὐρανῷ ἐμβασιλεύει,
αὐτὸς ἔχων βροντὴν ἠδ᾽ αἰθαλόεντα κεραυνόν,
κάρτει νικήσας πατέρα Κρόνον· εὖ δὲ ἕκαστα
ἀθανάτοις διέταξε νόμους καὶ ἐπέφραδε τιμάς.
75 ταῦτ᾽ ἄρα Μοῦσαι ἄειδον Ὀλύμπια δώματ᾽ ἔχουσαι,
ἐννέα θυγατέρες μεγάλου Διὸς ἐκγεγαυῖαι,
Κλειώ τ᾽ Εὐτέρπη τε Θάλειά τε Μελπομένη τε
Τερψιχόρη τ᾽ Ἐρατώ τε Πολύμνιά τ᾽ Οὐρανίη τε
Καλλιόπη θ᾽· ἡ δὲ προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων.
80 ἡ γὰρ καὶ βασιλεῦσιν ἅμ᾽ αἰδοίοισιν ὀπηδεῖ.
ὅντινα τιμήσουσι Διὸς κοῦραι μεγάλοιο
γεινόμενόν τε ἴδωσι διοτρεφέων βασιλήων,
τῷ μὲν ἐπὶ γλώσσῃ γλυκερὴν χείουσιν ἐέρσην,
τοῦ δ᾽ ἔπε᾽ ἐκ στόματος ῥεῖ μείλιχα· οἱ δέ νυ λαοὶ
85 πάντες ἐς αὐτὸν ὁρῶσι διακρίνοντα θέμιστας
ἰθείῃσι δίκῃσιν· ὁ δ᾽ ἀσφαλέως ἀγορεύων
αἶψά τι καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε·
τούνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες, οὕνεκα λαοῖς
βλαπτομένοις ἀγορῆφι μετάτροπα ἔργα τελεῦσι
90 ῥηιδίως, μαλακοῖσι παραιφάμενοι ἐπέεσσιν·
ἐρχόμενον δ᾽ ἀν᾽ ἀγῶνα θεὸν ὣς ἱλάσκονται
αἰδοῖ μειλιχίῃ, μετὰ δὲ πρέπει ἀγρομένοισι.
τοίη Μουσάων ἱερὴ δόσις ἀνθρώποισιν.
ἐκ γάρ τοι Μουσέων καὶ ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
95 ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ χθόνα καὶ κιθαρισταί,
ἐκ δὲ Διὸς βασιλῆες· ὁ δ᾽ ὄλβιος, ὅντινα Μοῦσαι
φίλωνται· γλυκερή οἱ ἀπὸ στόματος ῥέει αὐδή.
εἰ γάρ τις καὶ πένθος ἔχων νεοκηδέι θυμῷ
ἄζηται κραδίην ἀκαχήμενος, αὐτὰρ ἀοιδὸς
100 Μουσάων θεράπων κλεῖα προτέρων ἀνθρώπων
ὑμνήσει μάκαράς τε θεοὺς οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν,
αἶψ᾽ ὅ γε δυσφροσυνέων ἐπιλήθεται οὐδέ τι κηδέων
μέμνηται· ταχέως δὲ παρέτραπε δῶρα θεάων.
χαίρετε τέκνα Διός, δότε δ᾽ ἱμερόεσσαν ἀοιδήν·
105 κλείετε δ᾽ ἀθανάτων ἱερὸν γένος αἰὲν ἐόντων,
οἳ Γῆς ἐξεγένοντο καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος,
Νυκτός τε δνοφερῆς, οὕς θ᾽ ἁλμυρὸς ἔτρεφε Πόντος.
εἴπατε δ᾽ ὡς τὰ πρῶτα θεοὶ καὶ γαῖα γένοντο
καὶ ποταμοὶ καὶ πόντος ἀπείριτος οἴδματι θυίων
110 ἄστρά τε λαμπετόωντα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθεν·
[οἵ τ᾽ ἐκ τῶν ἐγένοντο, θεοὶ δωτῆρες ἐάων·]
ὥς τ᾽ ἄφενος δάσσαντο καὶ ὡς τιμὰς διέλοντο,
ἠδὲ καὶ ὡς τὰ πρῶτα πολύπτυχον ἔσχον Ὄλυμπον.
ταῦτά μοι ἔσπετε Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ᾽ ἔχουσαι
115 ἐξ ἀρχῆς, καὶ εἴπαθ᾽, ὅτι πρῶτον γένετ᾽ αὐτῶν.

***
Αυτές η Μνημοσύνη, που διαφεντεύει του Ελευθήρα τα υψώματα,
σαν έσμιξε με το γιο του Κρόνου, τον πατέρα, στην Πιερία γέννησε
λησμονιά απ᾽ τις συμφορές κι ανάπαυση απ᾽ τις έγνοιες.
Εννιά μαζί της νύχτες έσμιγε ο συνετός ο Δίας,
μακριά από τους αθανάτους, στην ιερή ανεβαίνοντας την κλίνη της.
Μα όταν συμπληρώθηκε ο καιρός κι έκαναν κύκλο οι εποχές
με των μηνών το σβήσιμο, και μέρες συμπληρώθηκαν πολλές,
60 γέννησε αυτή κόρες εννιά, ομόνοες, που μες στα στήθια τους
τις νοιάζει το τραγούδι, κι έχουνε ξέγνοιαστη ψυχή
λίγο πιο κάτω απ᾽ την ακρότατη κορφή του χιονισμένου Ολύμπου.
Κι έχουνε χοροστάσι εκεί λαμπρό και δώματα ωραία
και δίπλα τους οι Χάριτες κι ο Ίμερος σπίτι έχουν
στις ευωχίες μέσα. Και τραγουδούν, φωνή απ᾽ το στόμα αφήνουνε
εράσμια, και υμνούν των αθανάτων όλων τις συνήθειες
και τ᾽ αγαθά τα ήθη, ευφρόσυνη βγάζοντας φωνή.
Τότε πορεύθηκαν στον Όλυμπο με το τραγούδι τους το αθάνατο
κι αγαλλιάζανε με την ωραία τους φωνή. Κι αντιλαλούσε με τον ύμνο τους ολόγυρα
70 η μαύρη γη κι εράσμιος χτύπος απ᾽ τα πόδια τους σηκώνονταν,
καθώς πορεύονταν προς τον πατέρα τους. Εκείνος είναι βασιλιάς στον ουρανό,
γιατί κατέχει ο ίδιος τη βροντή και τον πυρώδη κεραυνό,
αφού τον Κρόνο, τον πατέρα του, νίκησε στη δύναμη. Κι όλους ωραία
τους νόμους διευθέτησε για τους αθανάτους κι όρισε προνόμια.
Αυτά οι Μούσες έψελναν που στα Ολύμπια κατοικούνε δώματα,
οι εννέα κόρες που γεννήθηκαν απ᾽ το μεγάλο Δία,
η Κλειώ, η Ευτέρπη, η Θάλεια, η Μελπομένη,
η Τερψιχόρη, η Ερατώ, η Ουρανία, η Πολύμνια,
κι η Καλλιόπη: αυτή η εξοχότατη απ᾽ όλες είναι.
80 Γιατί αυτή τους σεβαστούς τους βασιλιάδες συνοδεύει.
Όποιον απ᾽ τους θεόθρεφτους τους βασιλείς προσέξουν σαν γεννιέται
και τον τιμήσουνε του Δία του μεγάλου οι κόρες,
γλυκιά δροσιά τού χύνουνε στη γλώσσα του επάνω
και ρέουνε μειλίχια τα λόγια του απ᾽ το στόμα. Κι όλος ο κόσμος
στρέφει το βλέμμα του σ᾽ αυτόν και κρίνει τις διαφορές
με δίκαιη κρίση. Αυτός σαν αγορεύει αλάθητα
γοργά κι επισταμένα καταπαύει ακόμη και φιλονικία μεγάλη:
γι᾽ αυτό υπάρχουνε οι βασιλείς οι εχέφρονες, για να προσφέρουνε
στην αγορά με ευκολία στον κόσμο που αδικείται εκδίκηση,
90 αφού τον κατευνάσουν με λόγια μαλακά.
Αυτός στη σύναξη σαν έρχεται τον εξευμενίζουν σαν θεό
με σεβασμό μειλίχιο κι ανάμεσα στους μαζεμένους διαπρέπει.
Τέτοιο το ιερό δώρο των Μουσών για τους ανθρώπους είναι.
Γιατί απ᾽ τις Μούσες κι απ᾽ τον Απόλλωνα που μακριά τοξεύει
γίνονται οι τραγουδιστές και οι κιθαριστές πάνω στη γη,
από το Δία όμως οι βασιλιάδες. Μακάριος αυτός που αγαπούν οι Μούσες.
Γλυκιά απ᾽ το στόμα του κυλά η φωνή.
Ακόμη κι αν κανείς έχει ένα πένθος στην ψυχή που τώρα δα πληγώθηκε
και με θλιμμένη την καρδιά μαραίνεται, μόλις ο αοιδός,
100 ο υπηρέτης των Μουσών, τη δόξα των παλιών υμνήσει ανθρώπων
και τους μακάριους που τον Όλυμπο κατέχουνε θεούς,
αμέσως εκείνος λησμονεί τις θλίψεις του κι ούτε καθόλου τις έγνοιες του
θυμάται. Γοργά τον μεταβάλλουνε των θεαινών τα δώρα.
Του Δία τέκνα χαίρετε και θελκτικό τραγούδι δώστε.
Το ιερό υμνείτε των αθανάτων γένος των αιώνιων
που από τη Γη γεννήθηκαν κι από τον Ουρανό που ᾽ναι γεμάτος άστρα,
από τη ζοφερή τη Νύχτα, κι όσους μεγάλωσε ο αλμυρός ο Πόντος.
Πέστε πώς έγιναν στην αρχή οι θεοί και η γη
και οι ποταμοί κι ο πόντος ο απέραντος που ορμάει με το κύμα,
110 τ᾽ άστρα που λάμπουν κι ο πλατύς ο ουρανός επάνω.
[Κι όσοι απ᾽ αυτούς θεοί, των αγαθών οι χορηγοί, γεννήθηκαν.]
Και πώς μοιράστηκαν τα πλούτη τους και τ᾽ αξιώματα χωρίσανε.
Αλλά και πώς πήραν στην αρχή τον Όλυμπο με τα πολλά φαράγγια.
Αυτά πέστε μου Μούσες που κατοικείτε τα Ολύμπια δώματα,
απ᾽ την αρχή, και πέστε ποιό απ᾽ αυτά έγινε πρώτο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου