Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Θρησκοϊστορία

Η πίστη κάθε ανθρώπου εμπεριέχει μια προνοητική δικλείδα ασφαλείας. Ως αυστηρό και άτεγκτο σύστημα αυτοεκπληρούμενης προφητείας μάς βγάζει από τον κόπο να ζητάμε αποδείξεις. Δεν έχει νόημα να ψάχνουμε ούτε για απολιθώματα του Τριαδικού Θεού ούτε για εξισώσεις που επαληθεύουν την ανάσταση του Λαζάρου. Take it or leave it. Η βολική αυτή διευθέτηση έχει επιβάλει και μια εξίσου βολική συνύπαρξη, ένα modus vivendi μεταξύ θρησκείας και επιστήμης, από τη στιγμή που δεν μπαίνει η μία στα χωράφια της άλλης. Όταν μπαίνει στα χωράφια, ιδίως με πρωτοβουλία της θρησκείας, αφήστε καλύτερα: αρχίζουν τα προβλήματα και οι αποκεφαλισμοί.
 
Όπως ακριβώς οι φονταμενταλιστές της θρησκείας, έτσι και οι φονταμενταλιστές της ιστορίας προσεγγίζουν τις πρωτογενείς πηγές με δέος. Τα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη, λόγου χάριν, ή τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη καθαγιάζονται και κάθε τους λέξη εκλαμβάνεται ως απόσταγμα αδήριτης αληθείας. Αφαιρούνται χωρίς τύψεις οι ενοχλητικές ακίδες. Τι γνώμη είχε φερειπείν ο Κολοκοτρώνης για τον Μακρυγιάννη και προς την πλευρά ποιανού πρέπει να γείρει η ιστορική πλάστιγγα, τον καιρό που ο πρώτος προσπαθούσε να σκοτώσει τον δεύτερο και τούμπαλιν; Φανταστείτε εξάλλου μια ιστορική αποτίμηση της Ιεράς Συμμαχίας που θα βασιστεί αποκλειστικά στις επιστολές του Μέτερνιχ. Ο ιστορικός συλλέγει, εξετάζει και αντιπαραβάλλει με σεβασμό τις πρωτογενείς πηγές (μεγάλο μέρος της δουλειάς του συνίσταται στο να εντοπίσει καινούργιες) αλλά σε καμία περίπτωση δεν τις αντιμετωπίζει ως φετίχ.
 
Κάθε έθνος παγώνει τον ιστορικό του χρόνο στην εποχή που γνώρισε τη μεγίστη πολιτική, πολιτιστική και γεωγραφική επέκταση – και σε αυτήν διαρκώς ανατρέχει ως αθεράπευτος νοσταλγός. Προσπερνάει τις ήττες του σφυρίζοντας κλέφτικα και συνήθως αποσιωπά πλήρως τα εγκλήματά του. Δεν διστάζει να καταφύγει και στα πιο εξωφρενικά ψέματα για να οικοδομήσει την εθνική του μυθολογία, ακόμη και αν χρειαστεί να πυροβολήσει κατακέφαλα την κοινή λογική. Κατά τη δεκαετία του 1920, την περίοδο της σύγχρονης τουρκικής εθνογένεσης, στα σχολεία του Κεμάλ Ατατούρκ οι μαθητές διδάσκονταν ότι η τουρκική ήταν η πρώτη γλώσσα που μίλησε το ανθρώπινο γένος. Αυτός ο ισχυρισμός, εκτός από εξωφρενικός, ηχεί σήμερα και παρανοϊκά γελοίος – δύσκολα όμως θα τον κατατάξουμε σε δυσμενέστερη κατηγορία από οποιοδήποτε δόγμα οποιασδήποτε θρησκείας. Πάντοτε, μπροστά στο περίστροφο της πίστης, ο ορθολογισμός σήκωνε ψηλά τα χέρια.
 
Γιατί τα σκαλίζουμε; Τόσο πολύ μας ενοχλεί ένα έθνος να πιστεύει σε μια σειρά από ζωτικά ψεύδη, αν η πίστη αυτή ενισχύει τη συνεκτικότητά του και ατσαλώνει τη θέλησή του να επιβιώσει; ΄Εχουμε αναλογιστεί σε τι εφιαλτική κατατονία θα ρίχναμε ένα λαό που όλα τα γνωρίζει, όλα τα θυμάται, όλα τα συγκρίνει και όλα τα κατακρίνει; Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει εύκολη και κυρίως ανώδυνη απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Προϋποθέτει βεβαίως ότι αντιμετωπίζεις τα έθνη ως αιώνια νήπια, καταδικασμένα να μη μεγαλώσουν ποτέ. Και στην τελική, ανεξάρτητα από τις αγαθές ή δόλιες δικές σου προθέσεις, δεν έχει σημασία αν θέλεις εσύ να μεγαλώσουν. Σημασία έχει αν θέλουν να μεγαλώσουν τα ίδια τα νήπια ή να ακολουθήσουν μακάρια τον Πίτερ Παν στη Χώρα του Ποτέ-Ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου