Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Εἰρήνη (301-345)

ΧΟΡΟΣ
δεῦρο πᾶς χώρει προθύμως εὐθὺ τῆς σωτηρίας.
ὦ Πανέλληνες, βοηθήσωμεν, εἴπερ πώποτε,
τάξεων ἀπαλλαγέντες καὶ κακῶν φοινικίδων·
ἡμέρα γὰρ ἐξέλαμψεν ἥδε μισολάμαχος.
305 πρὸς τάδ᾽ ἡμῖν, εἴ τι χρὴ δρᾶν, φράζε κἀρχιτεκτόνει·
οὐ γὰρ ἔσθ᾽ ὅπως ἀπειπεῖν ἂν δοκῶ μοι τήμερον,
πρὶν μοχλοῖς καὶ μηχαναῖσιν εἰς τὸ φῶς ἀνελκύσαι
τὴν θεῶν πασῶν μεγίστην καὶ φιλαμπελωτάτην.
ΤΡ. οὐ σιωπήσεσθ᾽, ὅπως μὴ περιχαρεῖς τῷ πράγματι
310 τὸν Πόλεμον ἐκζωπυρήσετ᾽ ἔνδοθεν κεκραγότες;
ΧΟ. ἀλλ᾽ ἀκούσαντες τοιούτου χαίρομεν κηρύγματος·
οὐ γὰρ ἦν ἔχοντας ἥκειν σιτί᾽ ἡμερῶν τριῶν.
ΤΡ. εὐλαβεῖσθέ νυν ἐκεῖνον τὸν κάτωθεν Κέρβερον,
μὴ παφλάζων ‹καὶ› κεκραγὼς ὥσπερ ἡνίκ᾽ ἐνθάδ᾽ ἦν,
315 ἐμποδὼν ἡμῖν γένηται τὴν θεὸν μὴ ᾽ξελκύσαι.
ΧΟ. οὔτι καὶ νῦν ἔστιν αὐτὴν ὅστις ἐξαιρήσεται,
ἢν ἅπαξ εἰς χεῖρας ἔλθῃ τὰς ἐμάς. ἰοῦ ἰοῦ.
ΤΡ. ἐξολεῖτέ μ᾽, ὦνδρες, εἰ μὴ τῆς βοῆς ἀνήσετε·
ἐκδραμὼν γὰρ πάντα ταυτὶ συνταράξει τοῖν ποδοῖν.
320 ΧΟ. ὡς κυκάτω καὶ πατείτω πάντα καὶ ταραττέτω·
οὐ γὰρ ἂν χαίροντες ἡμεῖς τήμερον παυσαίμεθ᾽ ἄν.
ΤΡ. τί τὸ κακόν; τί πάσχετ᾽, ὦνδρες; μηδαμῶς, πρὸς τῶν θεῶν,
πρᾶγμα κάλλιστον διαφθείρητε διὰ τὰ σχήματα.
ΧΟ. ἀλλ᾽ ἔγωγ᾽ οὐ σχηματίζειν βούλομ᾽, ἀλλ᾽ ὑφ᾽ ἡδονῆς
325 οὐκ ἐμοῦ κινοῦντος αὐτὼ τὼ σκέλει χορεύετον.
ΤΡ. μή τι καὶ νυνί γ᾽ ἔτ᾽, ἀλλὰ παῦε παῦ᾽ ὀρχούμενος.
ΧΟ. ἢν ἰδού, καὶ δὴ πέπαυμαι. ΤΡ. φῄς γε, παύει δ᾽ οὐδέπω.
ΧΟ. ἓν μὲν οὖν τουτί μ᾽ ἔασον ἑλκύσαι, καὶ μηκέτι.
ΤΡ. τοῦτό νυν, καὶ μηκέτ᾽ ἄλλο μηδὲν ὀρχήσησθέ τι.
330 ΧΟ. οὐκ ἂν ὀρχησαίμεθ᾽, εἴπερ ὠφελήσαιμέν τί σε.
ΤΡ. ἀλλ᾽, ὁρᾶτ᾽, οὔπω πέπαυσθε. ΧΟ. τουτογὶ νὴ τὸν Δία
τὸ σκέλος ῥίψαντες ἤδη λήγομεν τὸ δεξιόν.
ΤΡ. ἐπιδίδωμι τοῦτό γ᾽ ὑμῖν, ὥστε μὴ λυπεῖν ἔτι.
ΧΟ. ἀλλὰ καὶ τἀριστερόν τοί μ᾽ ἔστ᾽ ἀναγκαίως ἔχον.
335 ἥδομαι γὰρ καὶ γέγηθα καὶ πέπορδα καὶ γελῶ
μᾶλλον ἢ τὸ γῆρας ἐκδὺς ἐκφυγὼν τὴν ἀσπίδα.
ΤΡ. μή τι καὶ νυνί γε χαίρετ᾽· οὐ γὰρ ἴστε πω σαφῶς·
ἀλλ᾽ ὅταν λάβωμεν αὐτήν, τηνικαῦτα χαίρετε
καὶ βοᾶτε καὶ γελᾶτ᾽· ἤ-
340 δη γὰρ ἐξέσται τόθ᾽ ὑμῖν
πλεῖν, μένειν, κινεῖν, καθεύδειν,
εἰς πανηγύρεις θεωρεῖν,
ἑστιᾶσθαι, κοτταβίζειν,
συβαριάζειν,
345 ἰοῦ ἰοῦ κεκραγέναι.

***
Έρχεται ο Χορός· Αθηναίοι γεωργοί οι περισσότεροι, αλλά και μερικοί άλλοι Έλληνες.
Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ
Όλοι εδώ με προθυμία! Μπρος, να δούμε λυτρωμό!
Όλοι οι Έλληνες αντάμα, δώστε χέρι, όσο ποτέ·
όχι πια θητείες και λόχοι και στολές στρατιωτικές·
έλαμψε, έλαμψε μια μέρα τώρα αντιλαμαχική.
Στον Τρυγαίο.
Πες μας τί είναι για να γίνει, κάνε εσύ τον αρχηγό·
σήμερα κανέναν κόπο δεν αρνιέμαι ούτε δουλειά·
με λοστούς, με κάθε τρόπο νά ᾽βγει εδώ στο φως η θεά
που τ᾽ αμπέλια διαφεντεύει κι είναι απ᾽ όλες πιο τρανή.
ΤΡΥ. Πάψτε, πάψτε· απ᾽ τη χαρά σας τέτοιες βγάζετε φωνές,
310 που μπορεί ν᾽ ανάψει πάλι κι έξω να ᾽βγει ο Πόλεμος.
ΚΟΡ. Ναι, χαρούμενο μαντάτο τώρα ακούμε· δε μας λεν,
όπως πριν, «παρουσιαστείτε με τροφές για μέρες τρεις».
ΤΡΥ. Φυλαχτείτε μήπως του Άδη ο Κέρβερος, με παφλασμούς
και φωνάρες, όπως τότε που ήταν ζωντανός στη γη,
μας μποδίσει τη θεά μας να τραβήξουμε στο φως.
ΚΟΡ. Ας τη βάλω μια στο χέρι, και δε θα βρεθεί κανείς
που να μου την ξεκολλήσει πίσω πάλι. Τραλαλά!
ΤΡΥ. Χαμηλώστε τις φωνές σας· με πεθαίνετε· θα βγει
να τσαλαπατήσει ο άλλος τούτα που ετοιμάζουμε.
320 ΚΟΡ. Ας πατά, ας ανακατεύει κι όλα ας τα ταράζει αυτός·
στη χαρά μας δε θα βάλει τέρμα σήμερα κανείς.
ΤΡΥ. Τί κακό είναι τούτο, φίλοι; Τρελαθήκατε; Δουλειά
τόσο ωραία μου τη χαλάτε για φιγούρες του χορού.
ΚΟΡ. Μπα, δεν κάνω εγώ φιγούρες, δεν κουνώ τα πόδια μου·
έτσι μόνα τους χορεύουν από την πολλή χαρά.
ΤΡΥ. Όμως τώρα ας μην το κάνουν· για σταμάτα το χορό.
ΚΟΡ. Έχω σταματήσει, ορίστε. ΤΡΥ. Λες, αλλά δε σταματάς.
ΚΟΡ. Ένα βηματάκι μόνο, τούτο δα, κι όχι άλλο πια.
ΤΡΥ. Κάν᾽ το, μα από εκεί και πέρα βάλτε τέρμα στο χορό.
330 ΚΟΡ. Αν αυτό θα σ᾽ ωφελήσει, δε χορεύουμε· καλά.
ΤΡΥ. Κι όμως δεν τον σταματάτε. ΚΟΡ. Μα το Δία, μονάχα αυτό·
το δεξί μας μόνο πόδι ας πάει ψηλά, κι όχι άλλο πια.
ΤΡΥ. Έλα, ας γίνει, το επιτρέπω, μα άλλη ενόχληση όχι πια.
ΚΟΡ. Τώρα ανάγκη αυτό να γίνει βέβαια και για το ζερβό.
Πάει η ασπίδα· αναγαλλιάζω, κλάνω, χαίρομαι, γελώ,
πιο πολύ παρά αν πετούσα τα γεράματα μακριά.
ΤΡΥ. Σίγουρο δεν είναι ακόμα, συγκρατήστε τη χαρά·
σαν την κάμουμε δική μας, τότε, ναι, ξεσπάτε πια,
ξεφωνίζετε, γελάτε·
340 τότε ελεύθερα όλα θα ᾽ναι,
ύπνος, έρωτας, ταξίδια,
καθισιό και πανηγύρια,
κότταβοι και φαγοπότια
και γλυκιά ζωή· θα λέτε
τότε πια όλοι τραλαλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου