Τρίτη 21 Αυγούστου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἱκέτιδες (468-499)

ΒΑ. ἦ πολλαχῇ γε δυσπάλαιστα πράγματα,
κακῶν δὲ πλῆθος ποταμὸς ὣς ἐπέρχεται·
470 ἄτης δ᾽ ἄβυσσον πέλαγος οὐ μάλ᾽ εὔπορον
τόδ᾽ ἐσβέβηκα, κοὐδαμοῦ λιμὴν κακῶν.
εἰ μὲν γὰρ ὑμῖν μὴ τόδ᾽ ἐκπράξω χρέος,
μίασμ᾽ ἔλεξας οὐχ ὑπερτοξεύσιμον·
εἰ δ᾽ αὖθ᾽ ὁμαίμοις παισὶν Αἰγύπτου σέθεν
475 σταθεὶς πρὸ τειχέων διὰ μάχης ἥξω τέλους,
πῶς οὐχὶ τἀνάλωμα γίγνεται πικρόν,
ἄνδρας γυναικῶν οὕνεχ᾽ αἱμάξαι πέδον;
ὅμως δ᾽ ἀνάγκη Ζηνὸς αἰδεῖσθαι κότον
ἱκτῆρος· ὕψιστος γὰρ ἐν βροτοῖς φόβος.
480 σὺ μέν, πάτερ γεραιὲ τῶνδε παρθένων,
κλάδους τε τούτους αἶψ᾽ ἐν ἀγκάλαις λαβὼν
βωμοὺς ἐπ᾽ ἄλλους δαιμόνων ἐγχωρίων
θές, ὡς ἴδωσι τῆσδ᾽ ἀφίξεως τέκμαρ
πάντες πολῖται, μηδ᾽ ἀπορριφθῇ ψόγος
485 ἐμοῦ· κατ᾽ ἀρχῆς γὰρ φιλαίτιος λεώς.
καὶ γὰρ τάχ᾽ ἄν τις οἰκτίσας ἰδὼν τάδε
ὕβριν μὲν ἐχθήρειεν ἄρσενος στόλου,
ὑμῖν δ᾽ ἂν εἴη δῆμος εὐμενέστερος·
τοῖς ἥσσοσιν γὰρ πᾶς τις εὐνοίας φέρει.
490 ΔΑ. πολλῶν τάδ᾽ ἡμῖν ἐστιν ἠξιωμένα,
αἰδοῖον εὑρεθέντα πρόξενον λαβεῖν.
ὀπάονας δὲ φράστοράς τ᾽ ἐγχωρίων
ξύμπεμψον, ὡς ἂν τῶν πολισσούχων θεῶν
βωμοὺς προνάους καὶ † πολισσούχων ἕδρας
495 εὕρωμεν, ἀσφάλεια δ᾽ ᾖ δι᾽ ἄστεως
στείχουσι· μορφῆς δ᾽ οὐχ ὁμόστολος φύσις.
Νεῖλος γὰρ οὐχ ὅμοιον Ἰνάχῳ γένος
τρέφει. φύλαξαι μὴ θράσος τέκῃ φόβον·
καὶ δὴ φίλον τις ἔκταν᾽ ἀγνοίας ὕπο.

***


ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Παντούθε ανοικονόμητα πράματα με ηύραν·
το πλήθος των κακών σε ρέμα κατεβάζει
470 και μες σ᾽ αυτή την άβυσσο, που δεν περνιέται,
πελάγωσα της συμφοράς, δίχως να βλέπω
λιμάνι πουθενά· και πρώτα, α δε ξοφλήσω
το χρέος αυτό που μου ζητάς, μίασμα προλέγεις
τέτοιο, που δεν το ξεπερνά καμιά σαΐτα·
κι αν πάλι με τους γιους του Αιγύπτου, εξαδερφούς σου,
έξω σταθώ απ᾽ τα κάστρα μας, να ξεδιαλύνω
με τα όπλα τη διαφορά, πώς δε θενά ᾽ναι
πικρ᾽ η σπατάλη μ᾽ αντρών αίμα να ποτίσω
για το χατίρι γυναικών της γης το χώμα;
Αν σου κουρσέψουν τ᾽ αγαθά του σπιτικού σου,
μπορεί, πρώτα ο θεός, κι άλλα να κάμεις πάλι·
αν σου ξεφύγουν άπρεπα λόγια απ᾽ το στόμα,
μ᾽ άλλα γλυκόλογα μπορείς να τα γιατρέψεις·
μα για να μη χυθεί δικών σου ανθρώπων αίμα,
πολλές θυσίες χρειάζονται, πολλά σφαχτάρια
σε θεούς πολλούς, τη συμφορά για να ξορκίσεις.
Μα όμως ανάγκη την οργή του Δία, προστάτη
των ικετών, να ευλαβηθώ· γιατί άλλος φόβος
δεν είναι μεγαλύτερος μες στους ανθρώπους.
480 Σήκω λοιπόν και πάρε, γηραλέε πατέρα
των παρθένων αυτών, στην αγκαλιά σου ετούτα
τα κλαδιά, επάνω να τα πας και τ᾽ ακουμπήσεις
σ᾽ άλλους βωμούς των εγχωρίων των θεών μας,
που όλ᾽ οι πολίτες να ᾽χουνε να ιδούν σημάδια
της ικεσίας αυτής, μηδέ ριχτεί για μένα
λόγος κακός· γιατ᾽ αγαπά να βρίσκει πάντα
της αρχής φταίξιμ᾽ ο λαός· μα έτσι μπορεί ίσως,
όταν τα ιδεί, να κινηθεί σ᾽ έλεος και πάρει
από κακό τους άνομους άντρες εχθρούς σας
και πιο καλοπροαίρετα σε σας να κλίνει.


ΔΑΝΑΟΣ
490 Μεγάλη τύχ᾽ ήταν για μας ν᾽ αξιωθούμε
τέτοιο σεβάσμιο νά ᾽βρομε ξενοπροστάτη·
Μόνο μαζί μου συνοδειά στείλε από ντόπιους
να με οδηγήσουν, για να βρω των πολιούχων
θεών τους πρόναους τους βωμούς και τα ιερά των
κι ασφάλεια να ᾽χω όπως περνώ μες απ᾽ την πόλη·
γιατ᾽ είναι ξενοχάραγη η μορφή μας κι όμοια
δε θρέφει με τον Ίναχο βλαστάρια ο Νείλος.
κι έτσι φυλάξου μη γεννήσει η εμπιστοσύνη
φόβου αφορμή· κι έτυχ᾽ ως τώρα να σκοτώσει,
χωρίς να ξέρει, κι άνθρωπο κανείς δικό του.

ΟΙ ΔΗΜΗΓΟΡΙΕΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ

Αν ο Ηρόδοτος είναι, κατά τον Κικέρωνα, ο πατέρας της Ιστορίας, ο Θουκυδίδης (περ. 460-400 π.Χ.) είναι ο πρώτος, ο οποίος συνέγραψε επιστημονική ιστορία. Οι δημηγορίες του καλύπτουν συγκριτικά ένα μεγάλο μέρος του αξεπέραστου έργου του, το οποίο είναι αφιερωμένο στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Σ’ αυτές παρουσιάζονται όλες οι πτυχές των αιτίων που προσδιορίζουν τις πράξεις των αντιπάλων, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν δίδαγμα για κάθε ιστορικό ως προς τον τρόπο διάρθρωσης του λόγου, ώστε αυτός να αποκτά ενδιαφέρον και να αναλύει σε βάθος το ιστορικό γίγνεσθαι.


Είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς για ποιο λόγο ο Θουκυδίδης συνέθεσε τις δημηγορίες. Τι επιτυγχάνει παρουσιάζοντας σε πρώτο πρόσωπο την ανάλυση της αιτιολογίας των πράξεων δεδομένων ιστορικών στιγμών. Κατ' αρχάς, προσφέρει μια αμεσότητα στον λόγο, θέτοντας στα χείλη των πρωταγωνιστών τα κίνητρα που τους καθοδηγούν στις πράξεις τους. Κατ' αυτόν τον τρόπο, τους καθιστά υπεύθυνους και δικαιολογεί την κριτική, την οποία ασκεί απέναντι τους. Δεύτερον, χρωματίζει με έναν διαφορετικό ρυθμό το έργο του, καθιστώντας το περισσότερο ενδιαφέρον, πιο παραστατικό, εξασφαλίζοντας του ποικιλία. Η χρήση των δημηγοριών και η εκφορά τους σε πρώτο πρόσωπο προσδίδει χάρη στην παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων και ξεκουράζει τον αναγνώστη από τη συνεχή αφήγηση τους.
 
Από μια άλλη πλευρά, οι δημηγορίες του επιτρέπουν να χειρίζεται τον λόγο και την επιχειρηματολογία του με μεγαλύτερη άνεση, να κάνει παρεκβάσεις στο παρελθόν (μέσω των οποίων οι αγορητές υποστηρίζουν τις θέσεις τους), ψυχολογικές αναλύσεις (με τις οποίες οι ήρωες δικαιολογούν τα κίνητρα τους). Με λίγα λόγια οι δημηγορίες ενισχύουν την πληρότητα του έργου του. Ο συγγραφέας μάλιστα επιλέγει καίρια σημεία της ιστορίας του για να εισαγάγει τις δημηγορίες του, τις οποίες δεν παρεμβάλλει σε δευτερεύοντα γεγονότα. Έτσι αυτές καθίστανται τα πιο πυκνά, πιο επεξεργασμένα και πιο Βαθυστόχαστα μέρη του έργου.
 
Οι δημηγορίες άλλοτε είναι αυτοτελείς, ενώ άλλοτε λειτουργούν αντιθετικά, προκειμένου να ακουστούν δύο αντίθετες γνώμες, δύο αντίπαλοι με τα επιχειρήματα τους: πρέσβεις μιας πόλης, οι οποίοι αγορεύουν σε μία άλλη, αρχηγοί παρατάξεων που παρουσιάζονται ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου κάθε φορά που καλείται ο δήμος να λάβει απόφαση περί του πρακτέου, ή οι πολέμαρχοι, που επιδιώκουν να παροτρύνουν τους στρατιώτες τους. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι τρεις λόγοι του Περικλή, εκ των οποίων ο δεύτερος είναι ο Επιτάφιος, καθώς και η συνομιλία Αθηναίων - Μηλιών, η οποία παρατίθεται υπό μορφή διαλόγου.
 
Οι μεμονωμένες δημηγορίες προβάλλουν ιδέες. Οι αντιθετικές δημηγορίες αντιπαραθέτουν ιδέες, τις προσεγγίζουν εκ του σύνεγγυς, διερευνώντας έτσι εξαντλητικά όλες τις απόψεις που παρουσιάζονται σε μια κρίσιμη κατάσταση.
 
Κάνοντας χρήση των δημηγοριών ο Θουκυδίδης ακολουθούσε μια τάση πολύ γενική στην εποχή του, σύμφωνα με την οποία ο "άγων λόγων" (η ρητορική αγόρευση) είχε θέση σχεδόν παντού, από τα δικαστήρια μέχρι την τραγωδία.

Η ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΗΜΗΓΟΡΙΩΝ
Έχει απασχολήσει πολύ το ερώτημα κατά πόσον οι δημηγορίες απηχούν τα πραγματικά λόγια των ομιλητών ή πρόκειται για επινοήσεις του συγγραφέα. Ασφαλώς έγιναν αναρίθμητες παρεμβάσεις των ηρώων και εκφωνήθηκαν λόγοι για όλα τα εξιστορούμενα γεγονότα. Ο συγγραφέας αναφέρει επανειλημμένα σε πλάγιο λόγο ότι ο τάδε ήρωας έλαβε τον λόγο και είπε ότι... Μπορεί ο ήρωας να μίλησε κατ’ αυτόν τον τρόπο, ίσως όχι με τα ίδια λόγια, πιθανώς όμως αυτά εννοούσε ή επεδίωκε να πει. Ο Θουκυδίδης αντιμετωπίζει τον ομιλητή με την προοπτική του βάθους του χρόνου, σε ολόκληρο το έργο για τον Πελοποννησιακό πόλεμο, και όχι μόνο κατά τη δεδομένη στιγμή της ομιλίας. Σημασία έχει ότι παρέστησε τη γενική στάση του αγορητή ενώπιον του ερωτήματος «πόλεμος ή ειρήνη»; Τα υπόλοιπα στοιχεία, τα επιχειρήματα, είναι δευτερεύοντα και ενδέχεται να αποτελούν εφεύρημα του συγγραφέα. Μέσω της φωνής του ομιλητή η ιστορική συγκυρία αποκαλύπτει την κρυφή λογική που τη διέπει (όπως την είχε συλλάβει ο ιστορικός), τις αιτίες που την προκάλεσαν, τη δυναμική της, τις συνέπειες. Ασφαλώς κατά τη σύνθεση των δημηγοριών έπαιξε ρόλο και το αποτέλεσμα των επιχειρήσεων, το οποίο ήταν μεν γνωστό στον συγγραφέα, αλλά το αγνοούσε ο ομιλητής. Γι’ αυτό στις δημηγορίες απουσιάζουν οι περιττές ασημαντότητες που διακρίνει κανείς σε άλλους ιστορικούς: τα πάντα είναι μελετημένα και αναγκαία.
 
Είναι φανερό ότι ο Θουκυδίδης είδε και άκουσε τον Περικλή να αγορεύει. Στις περισσότερες όμως από τις άλλες περιπτώσεις - π.χ. στις Συρακούσες -δεν ήταν δυνατόν να παρίσταται.
 
Οι λόγοι των ομιλητών ίσως να μη παρέχουν μια πλήρη εικόνα της προσωπικότητας τους. Έτσι, όταν εντοπίζονται διαφορές ανάμεσα στη δημηγορία και στα γεγονότα που εκτίθενται στην αφήγηση, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι την αλήθεια θα τη διαπιστώσουμε στην αφήγηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κλέων ψέγει τον δήμο των Αθηναίων για τις παλινδρομήσεις του, είναι όμως γνωστό ότι ο ίδιος υπήρξε, τόσο υπαίτιος για πολλές χαμένες ευκαιρίες για την επίτευξη ειρήνης, όσο και ο πρώτος δημαγωγός.
 
Την απάντηση σε όλα τα προβλήματα, που ανακύπτουν ως προς τη συγγραφή και το περιεχόμενο των δημηγοριών, την παρέχει ο ίδιος ο συγγραφέας (1, 22): «όσο για τις αγορεύσεις που εκφωνήθηκαν από διαφόρους κατά τις παραμονές του πολέμου και κατά τη διάρκεια του, ήταν δύσκολο να τις αποδώσω με ακρίβεια, τόσο εκείνες που άκουσα ο ίδιος, όσο και εκείνες που άλλοι τις είχαν ακούσει και μου τις ανέφεραν. Γι' αυτό και τις έγραψα έχοντας υπ' όψη τι θα έπρεπε να είχαν πει οι ρήτορες, που να αρμόζει καλύτερα στην κάθε περίσταση και ακολουθώντας, όσο ήταν δυνατόν, τη γενική έννοια των όσων είπαν πραγματικά».
 
Άλλωστε κανένας από τους ρήτορες δεν θα ήταν σε θέση να εκτιμήσει τα πάντα τόσο τέλεια κατά τη στιγμή της ομιλίας. Αυτό το έργο θα μπορούσε να πραγματοποιήσει όποιος αφενός μεν είχε τη δυνατότητα να συντάξει μια δημηγορία συσχετίζοντας την με κάποιον άλλη, αφετέρου δε είχε όλο τον χρόνο να τη συντάξει, έστω ενδιάθετα.

ΟΙ ΔΗΜΗΓΟΡΙΕΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
Τα έπη του Ομήρου εμφορούνται γενικά από το πνεύμα των μακρών διαλόγων και αφηγήσεων μεταξύ θνητών και αθανάτων και στα πλαίσια τους το κείμενο του ίδιου του ποιητή λαμβάνει συνδετικό ρόλο. Αγορεύσεις απαντούν επίσης και στον Ηρόδοτο, ο οποίος όμως δεν επιτρέπει να εκδηλωθούν οι ενδιάθετες δυνάμεις των καταστάσεων. Έτσι, προβάλλονται γενικά οι ανθρώπινοι τρόποι συμπεριφοράς χωρίς εξατομικεύσεις. Αλλά και οι ήρωες των τραγωδιών επιδίδονται συστηματικά σε «αγώνες λόγων». Στον Θουκυδίδη ταιριάζει περισσότερο το πρότυπο των ηρώων, οι οποίοι αποτείνονται στη συνέλευση των αρχηγών και του στρατού. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό των δημοκρατικών ελληνικών πολιτειών ότι οι ηγέτες απευθύνονται σε ένα πλήθος κόσμου, για να εξηγήσουν τις θέσεις τους ή για να αποσπάσουν τη συγκατάθεση του.

ΟΙ ΔΗΜΗΓΟΡΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
Στα «Ελληνικά» του Ξενοφώντα (περ. 430-352 π.Χ.) απαντούν 16 δημηγορίες, Στις δημηγορίες αυτές (σε ορισμένες από τις οποίες διαφαίνεται επίδραση του Θουκυδίδη) είναι φανερή η έλλειψη ρητορικών αντιθέσεων, πολιτικού βάθους, επιχειρημάτων και κριτικής διάθεσης. Ο ρόλος τους είναι περισσότερο διακοσμητικός, ώστε να διακόπτουν τη μονοτονία της αφήγησης. Οι ρήτορες δεν διαφοροποιούνται μεταξύ τους.
 
Το σωζόμενο έργο του Πολύβιου (202-120 π.Χ.) είναι πολλαπλάσιο σε όγκο από αυτό του Θουκυδίδη. Οι δημηγορίες του είναι πολύ λίγες σε αριθμό και συναντώνται σε πολύ καίρια σημεία του έργου. Ο Πολύβιος κατηγορεί τον ιστορικό Τίμαιο τον Ταυρομενίτη, υποστηρίζοντας ότι «ό,τι αναφέρει δεν τα έγραψε όπως ειπώθηκαν αληθινά, αλλά όπως έπρεπε να ειπωθούν», «οὐ γάρ τά ρηθέντα γέγραφεν, οὐδ’ ὡς ἐρρήθη κατ’ ἀλήθειαν, αλλά προθέμενος ως δει ρηθήναι» (12, 25α, 5). Μεμφόμενος τον Τίμαιο ο Πολύβιος προσθέτει ότι «πρέπει να λαμβάνονται οι κατάλληλοι και καίριοι (λόγοι)», «τό δέ τούς ἁρμόζοντας καί καίριους ἀεί λαμβάνειν, τοῦτ’ ἀναγκαῖον» (12, 25ι, 5). Ο ίδιος δεν αποδοκιμάζει αυτόν τον τρόπο (36,1,3-7), αλλά επιμένει ότι πρέπει να λέγεται η αλήθεια των λόγων, «διά τῶν ἀληθινῶν ἔργων καί λόγων εἰς τόν πάντα χρόνον διδᾶξαι καί πεῖσαι τούς φιλομαθοῦντας» (2, 56,10), σε αντίθεση με τα «δέοντα» του Θουκυδίδη.
 
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (1ος αι. π.Χ.) καταδικάζει όσους παρεμβάλλουν μακρές δημηγορίες ή πυκνές ρητορείες στην ιστορία, επειδή έτσι διασπούν τη συνέχεια της διήγησης. Παρόλα αυτά, δέχεται να τις χρησιμοποιήσει όταν το απαιτεί η περίσταση ("ἀνάγκη προσλαμβάνεσθαι καί τούς τοιούτους λόγους, ὅταν τά τῆς περιστάσεως ἀπαιτῇ") (Ιστορική βιβλιοθήκη 20,1,1-2).

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΑ ΤΙΣ ΔΗΜΗΓΌΡΙΕΣ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
Οι μεταγενέστεροι έκριναν το ύφος του Θουκυδίδη με κριτήρια, τα οποία διαμορφώθηκαν σε άλλες εποχές. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς (1ος αι. π.Χ.) αν και κατηγορεί σε πολλά σημεία τον Θουκυδίδη, ωστόσο διαπιστώνει ότι υπάρχει ομοιομορφία τόσο στις δημηγορίες, όσο και στη διήγηση (Πομπήιος 3, 20). Συγκρίνοντάς τον με τον Ηρόδοτο, αναφέρει ότι υπερτερεί κατά τη συντομία, αλλά ότι κατά την ενάργεια διακρίνονται αμφότεροι (Περί μιμήσεως 3, 2). Τέλος, πιστεύει ότι οι δημηγορίες του δεν είναι δεκτικές προς μίμηση: «τό δημηγορικόν οὐχ ἅπαν εἰς μίμησιν ἐπιτήδειον εἶναι» (Θουκυδίδης 55, 4). Θεωρεί ότι το ύφος του «ἀρχαϊκόν δέ τι καί αὔθαδες ἐπιδείκνυται κάλλος» (Περί συνθέσεως ονομάτων, 22,35). Ο Ψευδολογγίνος (Περί ύψους, 22, 3) τον θεωρεί δεινό ως προς τα υπερβατά σχήματα, ενώ ο Δημήτριος (Περί ύφους, 40, 45) του αποδίδει μεγαλοπρέπεια.
 
Ο Κικέρων χαρακτηρίζει τις δημηγορίες του Θουκυδίδη «σκοτεινές και δυσνόητες» (obscuras abditasque), τις οποίες δύσκολα μπορεί κανείς να κατανοήσει, γεγονός που αποτελεί μεγάλο μειονέκτημα για έναν πολιτικό λόγο (vitium vel maximum) (Orator, 9,30).

ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΔΗΜΗΓΟΡΙΩΝ
Οι δημηγορίες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των Ιστοριών του Θουκυδίδη. Καταλαμβάνουν περίπου το 1/5 του συνολικού όγκου του έργου του. Κάθε βιβλίο περιέχει έναν μικρό ή μεγάλο αριθμό δημηγοριών, ανάλογα με τη σημασία των γεγονότων που περιγράφονται. Στο πρώτο 6ι6λίο υπάρχουν οκτώ δημηγορίες, στο δεύτερο εννέα, στο τρίτο έξι, στο τέταρτο επτά, στο πέμπτο δύο, στο έκτο δέκα, στο έβδομο τέσσερις, στο όγδοο καμία, γεγονός που συνιστά μία ακόμη ένδειξη για το ότι δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την επεξεργασία του έργου. Συνολικά οι δημηγορίες καταλαμβάνουν 194 παραγράφους από το σύνολο των 917 του έργου.
 
Στο πρώτο βιβλίο περιλαμβάνονται, στα πλαίσια του έτους 433, ο λόγος των Κερκυραίων ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου της Αθήνας (32-36) και η απάντηση των Κορινθίων (37-43). Το 432, στην Απέλλα της Σπάρτης παρευρέθηκαν οι αντιπροσωπείες των συμμάχων της. Σ’ αυτά τα πλαίσια παρατίθεται η δημηγορία των Κορινθίων (68-71), η απάντηση των Αθηναίων (73-79), ο λόγος του Αρχίδαμου προς τους Σπαρτιάτες υπέρ της ειρήνης (80-85) και του εφόρου Σθενελαΐδα υπέρ του πολέμου (86). Κατά τη Σύνοδο των συμμάχων στη Σπάρτη παρατίθεται ο λόγος των Κορινθίων υπέρ του πολέμου (120-124), όπως και ένας λόγος του Περικλή στην Εκκλησία του Δήμου (140-144).
 
Στο δεύτερο βιβλίο (έτος 431) περιέχεται η ομιλία του Βασιλιά Αρχίδαμου προς τους στρατηγούς των συμμάχων στην Κόρινθο (11). Ακολουθεί ο επιτάφιος του Περικλή για τους νεκρούς του πρώτου έτους του πολέμου (35-46). Το έτος 430 (δεύτερο έτος του πολέμου), ο Περικλής ενθαρρύνει τους Αθηναίους (60-64). Οι Λακεδαιμόνιοι πολιορκούν την Πλάταια (παράθεση σύντομων λόγων των Πλαταιέων (71), του Αρχίδαμου (72), των Πλαταιέων (73), επίκληση του Αρχίδαμου προς τους θεούς (74)). Το έτος 429 αναφέρεται ο παραινετικός λόγος των αρχηγών των Πελοποννησίων στο Ρίο προς τους στρατιώτες τους (87) και του Φορμίωνα προς τους Αθηναίους στρατιώτες (89).
 
Στο τρίτο βιβλίο (έτος 428), κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων στην Ολυμπία, καταγράφεται ο λόγος των πρέσβεων της Μυτιλήνης στη συνέλευση των Πελοποννησίων (9-14), το έτος 427 στο ΕμΒατο της Ερυθραίας (Μ. Ασία) ο λόγος του Ηλείου Τευτίαπλου (30) και στην Εκκλησία του Δήμου των Αθηνών η συζήτηση για την τύχη των Μυτιληναίων αιχμαλώτων (λόγοι του Κλέωνα (37-40) και του Διοδότου (42-48)). Κατά την παράδοση της Πλάταιας παρατίθεται ο λόγος των Πλαταιέων (53-59) και η απάντηση των Θηβαίων (61-67).
 
Στο τέταρτο βιβλίο (έτος 425), ο Αθηναίος στρατηγός Δημοσθένης παροτρύνει στη Σφακτηρία τους στρατιώτες του (10), ενώ στην Αθήνα οι Λακεδαιμόνιοι πρέσβεις προσφέρουν προτάσεις ειρήνης (17-20). Το έτος 424, στο συνέδριο των Σικελών στη Γέλα, ο Συρακούσιος Ερμοκράτης εκφωνεί ενωτικό λόγο (59-64), ενώ στη Χαλκιδική ο Σπαρτιάτης Βρασίδας παρακινεί τους Ακανθίους να αποστατήσουν από τους Αθηναίους (85-87). Στη μάχη του Δηλίου, ο Θηβαίος Βοιωτάρχης Παγώνδας ενθαρρύνει τους Βοιωτούς στρατιώτες (92) και ο Αθηναίος στρατηγός Ιπποκράτης τους δικούς του (95). Για το έτος 423 αναφέρεται ο παραινετικός λόγος του Βρασίδα προς τους στρατιώτες του κατά των Ιλλυριών (126).
 
Στο πέμπτο βιβλίο (έτος 422), ο Βρασίδας εκφωνεί έναν ακόμη λόγο στους στρατιώτες του κατά τη μάχη της Αμφίπολης (9), ενώ το έτος 416 καταγράφεται λεπτομερώς ο διάλογος Αθηναίων και Μηλιών (85-113).
 
Στο έκτο βιβλίο (έτος 415), πριν από την αναχώρηση για τη Σικελία, ο Νικίας εκφράζει τους προβληματισμούς του ενώπιον της Εκκλησίας του Δήμου των Αθηναίων (9-14), ο Αλκιβιάδης απαντά (16-18) και ακολουθεί η δευτερολογία του Νικία (20-23). Στην Εκκλησία του Δήμου των Συρακουσίων ομιλεί ο Ερμοκράτης (33-34), αντιλέγει ο Αθηναγόρας (36-40) και καταλήγει ένας Συρακούσιος στρατηγός (41). Παράλληλα στη Σικελία ο Νικίας εμψυχώνει τους στρατιώτες του (68). Στη συνέλευση των Καμαριναίων εκφωνεί λόγο ο Ερμοκράτης (76-81) και απαντά ο Αθηναίος πρέσβης Εύφημος (82-87). Τέλος, στη συνέλευση (Απέλλα) στη Σπάρτη ο Αλκιβιάδης συμβουλεύει τους Σπαρτιάτες (89-92).
 
Στο έβδομο βιβλίο (έτος 414), ο Νικίας εκθέτει σε μορφή επιστολής προς τους Αθηναίους από τη Σικελία πώς έχουν τα πράγματα (11-15). Εκείνος λίγο πριν από την τελική αναμέτρηση προτρέπει τους στρατιώτες του (61-64), ενώ ο Σπαρτιάτης Γύλιππος και οι Συρακούσιοι τους δικούς τους (66-68). Τις δημηγορίες ολοκληρώνει ένας τελευταίος λόγος του Νικία (77).
 
ΥΦΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΗΓΟΡΙΩΝ
Οι προ του Θουκυδίδη πεζογράφοι του 5ου αι. π.Χ. έγραφαν σε ιωνική διάλεκτο (όπως ο Ηρόδοτος) και σε ύφος απλό και συνεχές («ἡ εἰρομένη λέξις»), το οποίο ολοκληρώνεται μόνον όταν διατυπωθεί εξ ολοκλήρου η έννοια που εκφράζει ο λόγος. Οι μετά το 400 π.Χ. συγγραφείς έγραφαν όλοι στην αττική διάλεκτο και το ύφος τους συνίστατο από περιόδους («περιοδικό ή ρητορικό ύφος» «»η κατεστραμμένη λέξις»). Οι προτάσεις έχουν «αρχήν και τελευτήν αυτήν καθ’ αυτήν» και μέγεθος εύκολα κατανοητό (Αριστοτέλης, Ρητορική, 3,9,2-3). Η σαφήνεια και η συμμετρία χαρακτηρίζουν τις περιγραφές και τις δημηγορίες. Συχνά όμως η επίτευξη της συμμετρίας με τη συσσώρευση αντιθετικών εννοιών λειτουργεί εις βάρος της σαφήνειας. Στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγεί και η συμπύκνωση των δημηγοριών.
 
Όλες οι δημηγορίες του Θουκυδίδη έχουν το ίδιο γλωσσικό ύφος. Η βούληση του συγγραφέα να καθιερώσει ομοιομορφία στη δομή των λόγων, καθώς και στην επιχειρηματολογία, είναι φανερή.

ΡΗΤΟΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
Ο Αριστοτέλης (Ρητορική 1, 3,1-6) καθορίζει ότι ο ρητορικός λόγος σύγκειται από τρία μέρη: από τον ομιλητή, από το θέμα της ομιλίας και από το πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται. Έτσι τον επιμερίζει σε τρία είδη: στον συμβουλευτικό, στον δικανικό και στον επιδεικτικό. Οι δημηγορίες ανήκουν στο είδος του συμβουλευτικού λόγου, ο οποίος αποσκοπεί άλλοτε στην προτροπή και άλλοτε στην αποτροπή, όπως συμβαίνει στην Εκκλησία του Δήμου. Χρόνος του είναι ο μέλλων και σκοπός του το συμφέρον ή το βλαβερό. Οι δημηγορίες όμως περιέχουν και στοιχεία του δικανικού λόγου (των δικαστηρίων), σκοπός του οποίου είναι η παρουσίαση του δικαίου ή του αδίκου.
 
Κάθε ρητορικός λόγος απαρτίζεται συνήθως από τρία μέρη: α) το προοίμιο, β) την υπόθεση (ή διήγηση ή απόδειξη) και γ) τον επίλογο. Στο προοίμιο ο ρήτορας προετοιμάζει τους ακροατές για το θέμα που θα αναπτύξει, ενώ στη διήγηση (που είναι το κύριο και μεγαλύτερο μέρος) εκθέτει τις απόψεις του με σαφήνεια και συντομία. Στον επίλογο ανακεφαλαιώνει και καταλήγει με την προτροπή να πραγματοποιηθεί αυτό που προτείνει.
 
Η ρητορική αναπτύχθηκε κυρίως στην Αθήνα τον 5ο αι. π.Χ. και διαμορφώθηκε από δέκα Αττικούς ρήτορες, οι περισσότεροι από τους οποίους έδρασαν κατά τον 4ο αι., όπως και ο θεωρητικός εκφραστής της, ο Αριστοτέλης. Τον 5ο αι. οι ρητορικοί λόγοι ανέλυαν πολλά ζητήματα, ενώ τον 4ο αι. εξειδικεύονταν σε ένα, ειδικό θέμα.

ΑΝΤΙΘΕΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Στην αρχαία γραμματεία ο Θουκυδίδης θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος του αντιθετικού ύφους. Στον αντιθετικό λόγο οι ιδέες που εκφράζονται σε κάθε πρόταση δεν υποτάσσονται στην κύρια πρόταση της περιόδου, ώστε να κυριαρχούνται από αυτή, αλλά αντιπαρατίθενται σχεδόν ισότιμα, με αποτέλεσμα ο λόγος να αποκτά σαφήνεια και συμμετρία. Έτσι, ο πεζός λόγος ως έντεχνο εκφραστικό μέσο υψώνεται και πλησιάζει το ύφος της τραγωδίας.
 
Στον αντιθετικό τρόπο ο ένας λόγος συμπληρώνει τον άλλο. Με την παράθεση των αντίπαλων απόψεων ο συγγραφέας δεν αποσκοπεί στην υπερίσχυση μιας θέσης ή της αντίθετης της, αλλά στη διαλεκτική παρουσίαση των αντινομιών των πραγμάτων. Ετσι αναπτύσσονται τα θετικά και τα αρνητικά κάθε άποψης, τα οποία μας καθοδηγούν στην αποδοχή ή την απόρριψη μιας πλευράς, ανάλογα με τις συμπάθειες ή τα συμφέροντα μας. Αμφότερες οι απόψεις μπορούν να γίνουν αποδεκτές ανάλογα με το ποια πλευρά υποστηρίζουμε. Πρόκειται για μια σχέση αντιλογίας, συμφέροντος και δικαίου, η οποία αποκαλύπτεται ανάγλυφα στον διάλογο Αθηναίων και Μηλιών.
 
Σκοπός του συγγραφέα είναι να εντοπίσει τα αντίστροφα στοιχεία, να τα εκθέσει και να παρουσιάσει το πιο αδύνατο από τα δύο επιχειρήματα, κατά τρόπο που να δίνει την εντύπωση του πιο ισχυρού («τόν ἥττονα λόγον κρείττω ποιεῖν»), «γιατί αποτελεί ένα ψέμα και μια πιθανότητα όχι αληθινή αλλά φαινομενική» κατά τον Αριστοτέλη (Ρητορική, 2, 24, 11).

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΘΕΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ
Η σοφιστική είχε αξιοποιήσει τις αντιθέσεις που βρίσκονται πίσω από κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Ειδικότερα ο σοφιστής Πρωταγόρας (περ. 485-411 π.Χ.) τις αναπτύσσει στις «Αντιλογίες» του, όπου για κάθε θέμα εκφράζονται δύο αντίθετες επιχειρηματολογίες. Ο Διογένης Λαέρτιος (9, 51) αναφέρει ότι: «πρῶτος ἔφη (ο Πρωταγόρας) δύο λόγους εἶναι περί παντός πράγματος ἀντικειμένους ἀλλήλοις» και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (Στρωματείς 6, 65) συμπληρώνει ότι: «οι Έλληνες υποστηρίζουν, συμφωνώντας με τον Πρωταγόρα, πως σε κάθε λόγο υπάρχει κάποιος άλλος που του αντιτίθεται» («λόγον... ἀντικεῖσθαι»).
 
Στον ρήτορα Αντιφώντα, τον αρχαιότερο από τους δέκα ρήτορες του αττικού κανόνα (περ. 480-411 π.Χ.), βρίσκουμε σύντομους λόγους, γνωστούς ως Τετραλογίες. Πρόκειται για ρητορικά γυμνάσματα, προορισμένα να εκφωνηθούν σε υποθετικές δίκες. Το καθένα περιλαμβάνει τέσσερις ομιλίες, δύο για τον κατήγορο, δύο για τον κατηγορούμενο: κατηγορία -απολογία (πρωτολογία), κατηγορία -απολογία υστέρα (δευτερολογία). Σ' αυτές ο ρήτορας προσπαθεί να υποδείξει τον τρόπο, με τον οποίο κάθε αντίδικος καταρρίπτει τα επιχειρήματα του άλλου. Η έκβαση των υποθέσεων εξαρτάται όχι τόσο από τους μάρτυρες και τα αποδεικτικά στοιχεία, όσο από συλλογισμούς γενικής φύσης, βασισμένους σε γνωστά ή πιθανοφανή γεγονότα.
 
ΑΝΤΙΛΟΓΙΑ
Κατά τον Ηρόδοτο η ανταλλαγή γνωμών συνιστά την καλύτερη μέθοδο για να διακρίνουμε το σωστό (7, 10). Αλλά, σκοπός της αντιλογίας είναι η αντιπαράθεση δύο απόψεων. Η καλή χρήση αυτής της μεθόδου απαιτεί πάντοτε ένα τρίτο πρόσωπο, έναν ακροατή, έναν κριτή. Πρόκειται για μια μορφή λόγου αρκετά φυσική και χωρίς τεχνάσματα.
 
Οι δημηγορίες του Θουκυδίδη απευθύνονται εξ ορισμού σε αυτόν τον «τρίτο», στον διαιτητή, η παρουσία του οποίου είναι απαραίτητη για την αντιλογία. Αυτός ο τρόπος έκφρασης του έδινε τη δυνατότητα να ανταποκριθεί ταυτόχρονα και στις δύο προϋποθέσεις του έργου του: την αντικειμενικότητα και τον ορθολογισμό. Μη παρεμβαίνοντας ο ίδιος στα λεγόμενα των ομιλητών, σέβεται τον νόμο της ακρίβειας και της αμεροληψίας που οφείλει να τηρεί ένας ιστορικός, ενώ αντιπαραθέτοντας όλα τα επιχειρήματα διευκολύνει το έργο του διαιτητή.
 
Η αντιλογία απορρίφθηκε προοδευτικά από τη ρητορική και τη φιλοσοφία.
      
Ο Πλάτων καταγγέλλει τους κινδύνους που εγκυμονεί η μέθοδος της αντιλογίας, η οποία οδηγεί πάντοτε σε μια απατηλά αυστηρή ακρίβεια, στερημένη από κάθε εποικοδομητική αξία. Η πιο καθαρή κριτική ασκείται στον «Θρασύμαχο»; αν πρόκειται να αναζητήσουμε την αλήθεια, το πρόσωπο που μας ενδιαφέρει δεν είναι ο ακροατής αλλά ο συνομιλητής μας. Επομένως τον ρητορικό αγώνα διαδέχεται ο διάλογος, στον οποίο δεν υπάρχει θέση για απατηλά επιχειρήματα. Η υιοθεσία του διαλόγου οδηγεί στην εγκατάλειψη των σοφιστικών τεχνασμάτων. Και εδώ αντιπαρατίθεται η ρητορική (στην οποία ο ρήτορας προσπαθεί να μεταδώσει τη γνώση με τον μονομερή και συνεχή λόγο) με τη διαλεκτική, στην οποία κυριαρχεί ο διάλογος.
 
Ο Θουκυδίδης υιοθετεί την τεχνική του διαλόγου όταν αντιπαραθέτει τους Μηλίους και τους Αθηναίους, οπότε κάθε επιχείρημα εξετάζεται διαδοχικά από τους δύο συνομιλητές, προκειμένου να καταλήξουν σε ένα αποτέλεσμα.
 
Η χρήση της αντιλογίας αντιπαραβάλλει επίσης τη ρητορική με τη λογική. Δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε ότι η «ρητορική ἐστί πειθοῦς δημιουργός». Στις δημηγορίες κάθε φορά που πρόκειται να επινοηθεί ένα επιχείρημα ή να μεθοδευθεί μια αναίρεση, γίνεται επίκληση στη λογική. Έτσι όμως η λογική υποτάσσεται στους ωφελιμιστικούς σκοπούς, τους οποίους υπαγορεύει η άποψη του ρήτορα.
 
Η μέθοδος της συνεχούς αντιπαράθεσης των θετικών και των αρνητικών, με τη μορφή δύο διαδοχικών αγορεύσεων διαμετρικά αντίθετων μεταξύ τους, είναι επικίνδυνη, από την οπτική γωνία της λογικής, αφού μπορεί να χρησιμοποιηθεί υπό προϋποθέσεις τόσο για το καλό, όσο και για το κακό. Η τεχνική της αέναης συζήτησης, της αναίρεσης, της αναστροφής των επιχειρημάτων ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια της αίσθησης της αλήθειας. Ο Πλάτων το επισημαίνει στον «Φαίδωνα» (90b,c), όπου περιγράφει τον σκεπτικισμό που αναπτύσσουν όσοι ασχολούνται συστηματικά με τις αντιλογίες, παραλληλίζοντας τους με τα νερά του Ευρίπου που αλλάζουν συνεχώς κατεύθυνση.

ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΔΗΜΗΓΟΡΙΩΝ
Μια ομάδα δημηγοριών της Ιστορίας του Θουκυδίδη αποτελείται από ζεύγη ομιλητών, στα οποία ο πρώτος εκθέτει τα επιχειρήματα του και ο δεύτερος απαντά ακριβώς σε αυτά ή προσθέτει δικά του.
 
Ο ρόλος του δεύτερου ρήτορα έγκειται στην εξασθένιση μιας επιχειρηματολογίας με τη χρήση μιας άλλης, η οποία την αναιρεί ευθέως ή την αντισταθμίζει. Η δεύτερη επιχειρηματολογία πρέπει να επαναλάβει όσο το δυνατόν περισσότερα από τα γεγονότα, τις ιδέες, τις λέξεις που είχε χρησιμοποιήσει ο αντίπαλος σε διαφορετικά μέρη στη νέα δημηγορία.
 
Η ανατροπή των επιχειρημάτων παραμένει, όσο γίνεται, πλησιέστερη προς τα αντίπαλα επιχειρήματα, ενώ συγχρόνως καταλήγει σε αντίθετα συμπεράσματα. Ενώ, δηλαδή, εξετάζονται τα ίδια γεγονότα, μεταβάλλεται η οπτική γωνία.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΛΟΓΙΩΝ
Το πιο αποφασιστικό μέσο είναι η αντιστροφή του ίδιου του επιχειρήματος ενός αντιπάλου εναντίον του. Έτσι αποδεικνύεται ότι αυτό που ο αντίπαλος θεωρούσε ευνοϊκό γι’ αυτόν, στην πραγματικότητα είναι δυσμενές (ανατροπή), π.χ.: «Η δύναμη των Αθηναίων δεν έχει τίποτα το φοβερό αν είμαστε ενωμένοι. Αντίθετα, γίνεται φοβερή αν -όπως το επιδιώκουν αυτοί- διασπαστούμε» (ο Συρακούσιος Ερμοκράτης, 6, 79, 3).
 
Ο Βαθμός διαστροφής της αλήθειας, στον οποίο μπορεί να καταλήξει η αναστροφή, αποδεικνύεται στη δημηγορία των Θηβαίων, οι οποίοι δικαιολογούνται για τον μηδισμό τους κατά τους Περσικούς πολέμους: «Ναι, μόνο η ολιγαρχική κυβέρνηση ήταν υπεύθυνη για την πολιτική μας, που ο λαός δεν την υιοθέτησε καθόλου: και απόδειξη είναι η συμπεριφορά της πόλης κάθε φορά που η ελευθερία των Ελλήνων απειλείτο από τους Αθηναίους». Παράλληλα κατηγορούν τους Πλαταιείς: «Δεν εμηδίσατε, αλλά για ποιο λόγο; Επειδή ακολουθήσατε τους Αθηναίους και σε αυτή την περίσταση, όπως πάντοτε», οι οποίοι (Αθηναίοι) προσπαθούσαν να υποδουλώσουν την Ελλάδα» (3, 62, 2. 63,3).
 
Άλλα στοιχεία, τα οποία χρησιμοποιούνται στις δημηγορίες, είναι: α) οι συχνές αναφορές στο παρελθόν, ιδίως η προσφορά των Αθηναίων και των Πλαταιέων στα Μηδικά ως έπαινος, αλλά και ως ανακολουθία της παρούσας κατάστασης, ανάλογα με την προοπτική του ρήτορα, β) η αποτροπή ενδεχόμενου καταλογισμού μομφής, γ) η παρουσίαση στην απάντηση ενός νέου επιχειρήματος, το οποίο δεν έχει θίξει ο πρώτος αγορητής. Συνήθως οι αγορητές αρχίζουν με το στοιχείο που επιδιώκουν να τονίσουν. Οι χρονικές αναφορές με τα πρωθύστερα σχήματα δίνουν ρυθμό στη δημηγορία. Τέλος, οι λόγοι ολοκληρώνονται με μια τελική παραίνεση.

ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΙΓΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΔΗΜΗΓΟΡΙΕΣ
 
1. Φυσικό δίκαιο
Στο φυσικό δίκαιο, σε αντίθεση με το δίκαιο των νόμων της ανθρώπινης κοινωνίας, επικρατεί ο από κάθε άποψη θεωρούμενος ως ισχυρότερος. «Δικαιοσύνη δεν είναι τίποτε άλλο από το συμφέρον του ισχυρότερου», υποστηρίζει ο Θρασύμαχος στην Πολιτεία του Πλάτωνα (1,336b).
 
Ο πόλεμος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εφαρμογή του φυσικού δικαίου, στην πράξη, π.χ. όταν οι Αθηναίοι απευθύνονται προς τους Λακεδαιμονίους και τους συμμάχους τους: «Από πάντα υπάρχει η αρχή ότι ο αδύνατος υπακούει στη θέληση του δυνατού και εμείς έχουμε την πεποίθηση ότι το αξίζουμε. Ο ασθενέστερος πρέπει να υπακούει στον ισχυρότερο» (1,76,2).
 
Ομοίως, οι Αθηναίοι προς τους Μηλίους: «Ακολουθούν την πιο σωστή πολιτική όσοι απέναντι των ίσων δεν υποχωρούν, απέναντι των ισχυρότερων συμπεριφέρονται με φρόνηση και απέναντι των κατωτέρων είναι μετριοπαθείς».
 
2. Συμφέρον
Το συμφέρον είναι ο γνώμονας όλων των πράξεων. Ο Αθηναίος Εύφυμος αναφέρει χαρακτηριστικά στην Καμάρινα:
 
«Για μια πολιτεία που ασκεί ηγεμονία, τίποτα δεν είναι παράλογο αν είναι συμφέρον. Ανάλογα με τις περιστάσεις πρέπει να συμπεριφέρεται σαν φίλος ή σαν εχθρός» (6,85,1).
 
Η έννοια του συμφέροντος μεταξύ άνισων επίσης εκφράζεται παραστατικά στον διάλογο Αθηναίων-Μηλίων:
 
Αθηναίοι: «Ήλθαμε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας... Θέλουμε να σας υποτάξουμε χωρίς να υποβληθούμε σε κόπο και χωρίς να σας καταστρέψουμε, πράγμα που είναι κοινό μας συμφέρον».
 
Μήλιοι: «Πώς είναι δυνατόν να έχουμε εμείς το ίδιο συμφέρον να γίνουμε δούλοι σας όσο έχετε εσείς συμφέρον να μας υποτάξετε;»
 
Αθηναίοι: «Επειδή εσείς, αν υποταχθείτε, θα αποφύγετε την έσχατη καταστροφή και εμείς θα έχουμε κέρδος αν δεν σας καταστρέψουμε» (5, 91-93).
 
3. Αντιστροφή ευεργετημάτων
Οι μεγάλες πράξεις, αντί να εξιλεώνουν, καθιστούν την ενοχή μεγαλύτερη. Οι Θηβαίοι αναφέρουν τις παλαιές αρετές των Πλαταιέων, αλλά για να προβάλουν τον ισχυρισμό ότι οι ενάρετοι που κάνουν επαίσχυντες πράξεις πρέπει να τιμωρούνται τα διπλά («διπλασίας ζημίας»). Απευθυνόμενοι προς τους Λακεδαιμονίους, λένε:
 
«Μη τους λυπηθείτε ακούγοντας τα παλιά τους κατορθώματα -αν ποτέ έκαναν κατορθώματα!- Αυτά πρέπει να ωφελούν εκείνους που υποφέρουν, ενώ πρέπει να προκαλούν τη διπλή τιμωρία εκείνων που εγκληματούν, γιατί είναι αντίθετα προς τη φύση τους» (3, 67,1).
 
Αυτό το επιχείρημα το είχε ήδη χρησιμοποιήσει ο Σπαρτιάτης έφορος Σθενελαΐδας εναντίον των Αθηναίων: «Αν φάνηκαν ανδρείοι εναντίον των Μήδων και τώρα μας αδικούν, είναι άξιοι διπλής τιμωρίας, αφού άλλαξαν και από καλοί έγιναν βλαβεροί» (1, 86,1).

4. Επίκληση στους θεούς
Οι αντίπαλοι επικαλούνται και ελπίζουν στη βοήθεια των θεών.
      
Οι Κορίνθιοι προς Λακεδαιμονίους: «Ο θεός έδωσε χρησμό και υποσχέθηκε ότι θα σας βοηθήσει» (1,123, 2).
 
Μήλιοι: «Όσο για την τύχη δεν θα μας τη στερήσουν οι θεοί, γιατί είμαστε δίκαιοι και αντιμετωπίζουμε αδίκους».
 
Αθηναίοι: «Δεν θα μας λείψει η εύνοια των θεών... και οι θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν» (5,104-105).
 
5. Παραβίαση συνθηκών
Οι Κορίνθιοι προς τους Λακεδαιμονίους: «Δεν θα παραβιάσετε εσείς πρώτοι τις συνθήκες, αφού εγγυάται για αυτό η απόφαση του θεού. Έτσι θα προασπίσετε τον σεβασμό των συνθηκών εναντίον εκείνων που τις καταπατούν. Δεν παραβιάζουν τις συνθήκες εκείνοι που αμύνονται, αλλά εκείνοι που πρώτοι αρχίζουν την επίθεση» (1, 23, 3).
 
Περικλής: «Θα αποδώσουμε την ανεξαρτησία τους σε όσες πόλεις ήταν αυτόνομες όταν κάναμε τις σπονδές, υπό τον όρο ότι και οι Λακεδαιμόνιοι θα αποδώσουν στις εξαρτώμενες από αυτούς πόλεις αυτονομία. Σύμφωνα με τις συνθήκες, δεχόμαστε διαιτησία, ότι δεν θα επιτεθούμε πρώτοι αλλά ότι, αν μας επιτεθούν, θα αμυνθούμε» (1,144, 3).
 
6. Αφορισμοί-αξιώματα
Ο αφορισμός, τον οποίο χρησιμοποιεί διαρκώς ο Θουκυδίδης, παρουσιάζεται ως αναφορά σε κάτι γνωστό, σε ένα θεώρημα που έχει ήδη αποδειχθεί. Αποτελεί έναν κοινό τόπο, μια έτοιμη επιχειρηματολογία, η οποία θα μπορούσε να εφαρμοσθεί σε ποικίλες περιπτώσεις, προκειμένου να αποδείξει τα θετικά ή τα αρνητικά, π.χ.:
     
«Είναι πάντα ασφαλέστερη η ευτυχία που έρχεται με μέτρο στους ανθρώπους, παρά η απροσδόκητη ευημερία» (3, 39, 3).
 
«Στο γήρας, η μεγαλύτερη ευτυχία δεν είναι, όπως λένε, τα χρήματα, αλλά οι τιμές» (2,44,3).

Σαδισμός: Η τάση που οδηγεί τους «διψασμένους» για εκδίκηση

Τι είναι αυτό που οδηγεί κάποιους ανθρώπους στο να επιζητούν την εκδίκηση πιο έντονα από τους άλλους; Σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας έρευνας η τάση πίσω από αυτή τη συμπεριφορά είναι ο σαδισμός. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα, που διεξήχθη από το Commonwealth University της Βιρτζίνια με επικεφαλής τον καθηγητή David Chester, αναζήτησε το κύριο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας που οδηγεί έναν άνθρωπο να επιδιώξει με μεγαλύτερη ένταση την εκδίκηση.

Τα σαδιστικά άτομα νιώθουν ευχαρίστηση προκαλώντας πόνο και ταλαιπωρία σε κάποιο άλλο άτομο. Σύμφωνα με όσα προέκυψαν από την παραπάνω έρευνα διαπιστώθηκε ότι οι άνθρωποι που νιώθουν ικανοποίηση προκαλώντας πόνο στους άλλους  είναι πιθανότερο να προσπαθήσουν να εκδικηθούν όσους θεωρούν ότι τους αδίκησαν.

Η έρευνα ξεκίνησε με την εξής απλή ερώτηση:  «Ποια άτομα είναι περισσότερο εκδικητικά και ποιο το κίνητρό αυτών των ατόμων»; Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα πραγματοποιήθηκαν 3 διαφορετικά πειράματα με τη συμμετοχή 673 φοιτητών.

Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια που είχαν σχεδιαστεί για να διασαφηνίζουν την καθημερινή συμπεριφορά κάποιου που θεωρείται εκδικητικός. Για παράδειγμα, οι φοιτητές ρωτήθηκαν αν συμφωνούν ή διαφωνούν με εκφράσεις όπως: «Δεν θα μπορούσα να συνεχίσω τη ζωή μου αν δεν έπαιρνα εκδίκηση από κάποιον που με αδίκησε» ή «Όποιος με πειράξει αξίζει την τιμωρία μου».

«Πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ή τάσεις που δε είναι ηθικά και κοινωνικά αποδεκτές, έτσι θα πρέπει να τους ρωτήσεις με έναν πολύ ειδικό τρόπο», αναφέρει ο επικεφαλής καθηγητής.

Ο ίδιος ερωτήθηκε αν πιστεύει ότι υπάρχουν τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν έναν εκδικητικό άτομο να αλλάξει συμπεριφορά, εφόσον φυσικά το επιθυμεί το ίδιο. «Υπάρχουν κάποια πράγματα που μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα που τείνουν να παίρνουν ευχαρίστηση από την εκδίκηση», ανέφερε και συνέχισε: «Αυτά είναι:
  • Το να προσπαθήσει να εστιάσει σε κάποια άλλη ευχάριστη διέξοδο, που όμως δεν θα είναι επώδυνη για κάποιον άλλον.
  • Να προσεγγίσει τη «γλυκιά εκδίκηση» με πιο εποικοδομητικούς και όχι επώδυνους όρους. Για παράδειγμα, θα μπορούσε κανείς να δουλέψει με τον εαυτό τους ώστε να αποδείξει σε έναν πρώην σύντροφό ότι κακός διάλυσε τη σχέση.
  • Να προσπαθήσει μέσω την ενσυνειδητότητας (mindfulness) να αποσυνδέσει τα συναισθήματα που γεννά η εκδίκηση από τις εκδικητικές πράξεις».
Ο ίδιος βέβαια ξεκαθαρίζει ότι καμία από τις παραπάνω προσεγγίσεις δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι λειτουργεί στη μείωση της εκδικητικής συμπεριφοράς, ωστόσο πρόκειται για συστάσεις που ακολουθούν τους γενικούς ψυχολογικούς κανόνες σχετικά με τον έλεγχο των παρορμήσεων.

Να τη σέβεσαι τη ζωή, εκείνη ξέρει

Δεν χρωστάει η ζωή σε κανένα. Προχωράει αυτή ακάθεκτη και δεν ενδιαφέρεται ούτε καν για τη γνώμη σου. Μην την προγκίζεις. Εκείνη κρατάει τη μεγάλη εικόνα που ούτε με την πιο αχαλίνωτη φαντασία σου δεν μπορείς να τη δεις.

Να τη σέβεσαι όμως. Γιατί μέσα της μεγαλώνεις, μεγαλουργείς ή καταστρέφεσαι. Απαιτεί το σεβασμό σου και όχι την αλαζονεία και την απληστία σου. Να θυμάσαι ότι πάντα λειτουργεί με το νόμο του αίτιου και του αιτιατού. Μην ψάχνεις παραέξω άλλες ερμηνείες. Τι δίνεις για την αρμονία της, από αυτό θα εισπράξεις.

Αν νευριάσεις, εκείνη θα προσπεράσει. Αν κοκαλώσεις, εκείνη θα προχωρήσει. Αν δεν την ακούσεις, σίγουρα θα φροντίσει εκείνη να παραλάβεις το μήνυμά της. Αν δεν μπορέσεις σε κάτι να την αλλάξεις, τότε ακολούθησέ την αλλάζοντας εσύ την οπτική σου. Ξέρει καλύτερα, έχει το πάνω χέρι και θα φροντίσει πολύ όμορφα το σύνολο του εαυτού της.

Δεν χρωστάει η ζωή. Με τον ίδιο τρόπο όλοι μας ήρθαμε σε τούτον τον κόσμο, και με τον ίδιο τρόπο θα φύγουμε. Χωρίς εξαιρέσεις. Την έχει κάνει τη μοιρασιά της. Από τις πράξεις μας θα εξαρτηθεί μόνο ο χρόνος της παραμονής μας εδώ.

Η ζωή θα υπάρξει και χωρίς εμάς, ας το θυμόμαστε αυτό σε κάθε στιγμή έπαρσης του εαυτού μας. Ούτε ένας από εμάς, από αυτή τη μία μοναδική μονάδα που είμαστε, δεν δύναται να είναι υπεράνω του συνόλου της ζωής.

Ψυχική ανθεκτικότητα μέσα από τις δυσκολίες

Πολλές φορές συναντάμε άτομα να επιτυγχάνουν όσα επιθυμούν και να είναι ευτυχισμένα. Αυτό που πολλοί μπορεί να πιστεύουν είναι ότι αυτά τα άτομα δεν έχουν συναντήσει κάποια δυσκολία στην πορεία τους προς την επίτευξη των στόχων τους, ότι ο δικός τους δρόμος ήταν εύκολος.

Υπάρχουν, παρόλα αυτά, στιγμές που βλέπουμε άτομα τα οποία γνωρίζουμε ότι έχουν περάσει δύσκολες στιγμές στη ζωή τους, ίσως κάποια σοβαρά οικογενειακά θέματα ή κάποιο πρόβλημα υγείας, αλλά τα βλέπουμε πάντα να χαμογελούν και να συνεχίζουν κάθε φορά λίγο πιο δυνατοί. Τί διαφοροποιεί, όμως, αυτά τα άτομα, από εκείνα που θα αντιδρούσαν με αρνητισμό στις όποιες προκλήσεις τους, θα απογοητεύονταν και θα απομακρύνονταν από τους στόχους και τις επιθυμίες τους;

Τί είναι η ψυχική ανθεκτικότητα και η σημασία της

Ψυχική ανθεκτικότητα είναι η ικανότητα ενός ατόμου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις αντιξοότητες και τις προκλήσεις που έρχονται στη ζωή του και να εξελιχθεί θετικά, να βρει τις ισορροπίες στη ζωή του μετά από στρεσογόνες καταστάσεις και να βρει ξανά την ελπίδα του.

Η ψυχική ανθεκτικότητα δε συνεπάγεται απαραίτητα μια εύκολη ζωή

Το να έχει κάποιος ψυχική ανθεκτικότητα δε σημαίνει απαραίτητα ότι δεν έχει βιώσει δύσκολες καταστάσεις στη ζωή του. Επίσης, δε σημαίνει ότι δεν έχει χάσει ποτέ την ελπίδα του ή δεν έχει πονέσει. Αντιθέτως, σημαίνει ότι έχει βιώσει δύσκολες καταστάσεις αλλά έχει αναπτύξει εφόδια, έχει μάθει να αναγνωρίζει τα συναισθήματα του και έχει αναπτύξει αποτελεσματικές στρατηγικές αντιμετώπισης έτσι ώστε να μπορεί με μεγαλύτερη ευκολία να αντεπεξέλθει στις αντιξοότητες.

Πώς μπορώ να αναπτύξω ψυχική ανθεκτικότητα

Φαίνεται ότι το επίπεδο της ανθεκτικότητας μας εξαρτάται από τα άτομα με τα οποία περνούμε χρόνο. Δημιουργήστε πηγές στήριξης και συναναστραφείτε με άτομα που νοιάζονται για εσάς και μπορούν να σας βοηθήσουν πρακτικά ή συναισθηματικά κατά την περίοδο που αντιμετωπίζετε μια δυσκολία. Το να λαμβάνεις ή να δίνεις στήριξη και αγάπη φέρνει θετικά συναισθήματα.

Αποδεχθείτε την πραγματικότητα της κατάστασης, τα συναισθήματα και τους φόβους σας και εστιάστε στο πως μέσα από τη στρεσογόνα κατάσταση μπορείτε να γίνεται πιο λειτουργικοί.

Μια κατάσταση είναι αρνητική, μόνο αν εμείς την ορίσουμε ως τέτοια. Αποδεχθείτε ότι η κατάσταση σας έχει προκαλέσει κάποιες δυσκολίες, αλλά προσπαθήστε να δείτε και τη θετική της πλευρά.

Αποδεχθείτε τις απογοητεύσεις του παρελθόντος και εστιάστε στο πως μπορείτε να κρατήσετε τα μαθήματα που έχετε πάρει έτσι ώστε να έχετε ένα πιο ευτυχισμένο παρόν και μέλλον.

Θέστε στόχους, αυτό θα σας βοηθήσει βλέπετε τις δυσκολίες ως προκλήσεις και όχι σας προβλήματα εάν ξέρετε τι στόχους έχετε και εστιάζεστε στο πως να τους επιτύχετε.

Πιστέψτε στη δύναμη που κρύβετε μέσα σας. Το γεγονός ότι βιώνετε μια δύσκολη κατάσταση τώρα , ε σημαίνει ότι δεν έχετε τη δύναμη να το ξεπεράσετε. Αυτό που διαφοροποιεί τα ανθεκτικά άτομα είναι η ικανότητα τους να αντιλαμβάνονται ότι τώρα αντιμετωπίζουν μια δυσκολία, αλλά μπορούν να τη ξεπεράσουν και να πάρουν μαθήματα από αυτή, να απαγκιστρωθούν όντας ακόμα δυνατότεροι.

Αλλάξτε τον τρόπο σκέψης σας και τον τρόπο που αξιολογείτε τις καταστάσεις, έτσι ώστε να αναπτύξετε μια θετική στάση προς τη ζωή σας. Έρευνες έχουν δείξει ότι η πλειομότητα των ανθρώπων εστιάζει στα αρνητικά παρά στα θετικά συναισθήματα.

Τα οφέλη της γνωστικής εκπαίδευσης στη μάθηση

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένα όργανο με τεράστιες δυνατότητες. Χάρη σε αυτόν πραγματοποιείται όλη η πνευματική μας δραστηριότητα. Μας δίνει τη δυνατότητα να επεξεργαζόμαστε ερεθίσματα, ώστε, για παράδειγμα, να διαβάζουμε το παρόν κείμενο, να κατανοούμε και να εφαρμόζουμε τα μαθηματικά, να κατασκευάζουμε κτλ.
 

Εγκεφαλική λειτουργία και νευροπλαστικότητα

Κυτταρικές μελέτες κατέδειξαν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η νοητική δραστηριότητα. Έτσι, ενώ οι νευρώνες του νευρικού συστήματος όλων των ζώων είναι όμοιοι, αυτό που ξεχωρίζει τον έναν εγκέφαλο από τον άλλο είναι ο αριθμός των νευρώνων και ο τρόπος που συνδέονται μεταξύ τους. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, αποτελείται από 100-150 δισεκατομμύρια νευρώνες και καθένας από αυτούς είναι δυνατόν να συνδέεται με 10.000 άλλους νευρώνες. Καθώς αλληλεπιδρούμε με το περιβάλλον μας, αυτές οι συναπτικές συνδέσεις αρχίζουν να μεταβάλλονται. Δημιουργούνται νέες συνδέσεις, οι χρήσιμες ενισχύονται και οι συνδέσεις που σπάνια χρησιμοποιούνται αποδυναμώνονται ή ακόμη και καταργούνται για πάντα.

Σύγχρονες έρευνες έχουν δείξει ότι ο εγκέφαλος προσαρμόζεται και αναπτύσσει νέες ικανότητες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Αυτή την ικανότητα να αναδιοργανώνεται και να δημιουργεί νέα νευρωνικά «μονοπάτια» την ονομάζουμε νευροπλαστικότητα (neuroplasticity). Ο εγκέφαλος με άλλα λόγια α) συνεχίζει να δημιουργεί νέες νευρικές οδούς και β) τροποποιεί τις ήδη υπάρχουσες ,ώστε να προσαρμοστούν στις νέες εμπειρίες, να μάθουν νέες πληροφορίες και να δημιουργήσουν νέες αναμνήσεις. Βέβαια, δεν αλλάζει ο εγκέφαλος ως σύνολο, αλλά οι μεμονωμένοι νευρώνες τροποποιούνται για διάφορους λόγους, όπως κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης μας ή όταν μαθαίνουμε ή μετά από εγκεφαλική βλάβη, όπου προσπαθούν να ανακάμψουν τις λειτουργίες της τραυματισμένης περιοχής κ.τ.λ.

Επομένως, ο εγκέφαλος είναι έτσι διαμορφωμένος, ώστε να αναπτύσσεται, να προσαρμόζεται, να αναδιοργανώνεται. Χάρη σε αυτόν και τις λειτουργίες του, η νοητική δραστηριότητα και κατ' επέκταση η μάθηση είναι δια βίου διαδικασία
.

Είδη και χαρακτηριστικά της εργαζόμενης μνήμης

Το κλειδί στη μάθηση είναι η μνήμη εργασίας, δηλαδή, η ικανότητα που έχουμε να διατηρούμε τις πληροφορίες στο μυαλό μας για μικρή χρονική διάρκεια (δευτερόλεπτα) και να μπορούμε να τις χρησιμοποιούμε, ενώ σκεφτόμαστε, ώστε να μπορούμε να ολοκληρώνουμε μια εργασία, π.χ. να ακολουθήσουμε τις οδηγίες μιας διαδρομής. Μπορείτε να το φανταστείτε σαν ένα νοητικό μπλοκ σημειώσεων, όπου διατηρούμε και χειριζόμαστε μία πληροφορία μέχρι να τη χρειαστούμε. Υπάρχουν δυο είδη εργαζόμενης μνήμης: α) η ακουστική εργαζόμενη μνήμη, η οποία είναι υπεύθυνη για τις πληροφορίες που ακούμε και β) η οπτικοχωρική μνήμη, η οποία είναι υπεύθυνη για τις πληροφορίες που βλέπουμε.

Εγκεφαλικά, εντοπίζεται σε μεγάλο βαθμό στο μετωπιαίο, προμετωπιαίο και το βρεγματικό λοβό, για αυτό και συνδέεται στενά με την προσοχή μας, την ευελιξία στην κριτική μας σκέψη, την επίλυση προβλήματος, την ικανότητα της συγκέντρωσης μας. Οι δεξιότητες της εργαζομένης μνήμης μας βοηθούν να εστιάζουμε στις πληροφορίες που πρέπει να προσέξουμε. Σε μια άσκηση φυσικής, για παράδειγμα, ο μαθητής χρειάζεται την εργαζομένη μνήμη, για να συγκεντρωθεί και να ακολουθήσει όλα τα βήματα που θα χρειαστούν, προκειμένου να φτάσει οργανωμένα στη λύση.

Η εργαζόμενη μνήμη χρησιμοποιείται σε μια πληθώρα καταστάσεων, όπως να συγκεντρωνόμαστε σε μια εργασία χωρίς να αποσπάται η προσοχή μας από άσχετα ερεθίσματα, να συγκρατούμε τον παρορμητισμό μας, να συγκρατούμε στο μυαλό μας τις οδηγίες που μας έχουν δοθεί, για να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα (π.χ. μια συνταγή), να διατηρούμε στη μνήμη μας όλους τους αριθμούς, ενώ υπολογίζουμε, να διαβάζουμε και να θυμόμαστε όσα έχουμε διαβάσει κ.α. Για να μπορέσουμε, επομένως, να ανταπεξέλθουμε με επιτυχία σε τέτοιες καθημερινές καταστάσεις μας είναι απαραίτητη.

Έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο Karolinska Institute στη Στοκχόλμη της Σουηδίας έδειξαν ότι όσο πιο πολύ εκπαιδεύει κανείς τη μνήμη εργασίας του, τόσο περισσότερο ωφελεί την προσοχή του, έχει αυξημένο αυτοέλεγχο και περισσότερη αντοχή να πραγματοποιήσει εργασίες που είναι πνευματικώς απαιτητικές. Στη συγκεκριμένη έρευνα χρησιμοποίησαν την πλατφόρμα της CogMed, η οποία έχει δημιουργηθεί, για να εκπαιδεύει την εργαζόμενη μνήμη με συγκεκριμένες ασκήσεις στον υπολογιστή. Το πρόγραμμα αυτό έχει χρησιμοποιηθεί σε πλήθος ερευνών και η αποτελεσματικότητα του έχει καταδειχθεί σε διαταραχές της προσοχής όπως στο ADHD και στις εγκεφαλικές κακώσεις. Όπως και άλλες πλατφόρμες, έτσι και η CogMed, ανήκει στις μεθόδους γνωστικής αποκατάστασης ή αλλιώς γνωστικής εκπαίδευσης (cognitive training-brain training), οι οποίες τα τελευταία χρόνια τυγχάνουν μεγάλης αναγνώρισης και αποδοχής από την επιστημονική κοινότητα.

Η γνωστική εκπαίδευση ως αντίδοτο στις εγκεφαλικές διαταραχές

Η γνωστική εκπαίδευση είναι ένας σύγχρονος τρόπος παρέμβασης στη λειτουργία του εγκεφάλου, κυρίως στις αναπτυξιακές διαταραχές, όπως η ΔΕΠΥ, στις εγκεφαλικές βλάβες, στους όγκους, ή στις εκφυλιστικές νόσους, όπως η νόσος του Parkinson’s. Η επιστήμη πίσω από τη γνωστική εκπαίδευση είναι γνωστή ως Θεραπεία Γνωστικής/Νευροψυχολογική Αποκατάστασης (Cognitive rehabilitation-neuropsychological rehabilitation). Κρίνεται πολύ σημαντική γιατί οι γνωστικές δυσκολίες/ελλείμματα πολύ συχνά δυσχεραίνουν, π.χ. στην περίπτωση της ΔΕΠΥ, τη μάθηση, ή στην περίπτωση ενός εγκεφαλικού επεισοδίου, την ομαλή μετάβαση στην εργασία και συνεπώς επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής μας τόσο πρακτικά όσο και συναισθηματικά. Για παράδειγμα, αν αντιμετωπίζω δυσκολίες στη συγκέντρωση μου είναι πολύ πιθανό κάθε φορά που θα πρέπει να συγκεντρωθώ να αγχώνομαι για αυτό, το άγχος θα λειτουργήσει διασπαστικά και κατά συνέπεια η δυσκολία μου να συγκεντρωθώ θα είναι επιφορτισμένη με πολλή ένταση, γεγονός που θα την καταστήσει αδύνατη. Αυτό με τη σειρά του θα δώσει περισσότερη τροφή στο άγχος μου ή στη λύπη μου, θα αμφισβητώ για τις ικανότητες μου και σιγά σιγά θα αρχίσω να παραιτούμαι από ο,τιδήποτε απαιτεί συγκέντρωση.

Η θεραπεία γνωστικής αποκατάστασης χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους, όπως ασκήσεις στον υπολογιστή ή ασκήσεις σε χαρτί, και στόχος της είναι να βελτιώσει τον τομέα της μνήμης, της προσοχής, της αντίληψης, της επίλυσης προβλημάτων και άλλων τομέων των ανώτερων νοητικών λειτουργιών και στην ανάπτυξη των μετα-γνωστικών λειτουργιών, που χρησιμοποιούμε με στόχο την ενεργή παρακολούθηση, παρέμβαση, διόρθωση και συντονισμό των λειτουργιών ώστε να δρούμε αποτελεσματικά. Μερικές από τις αρχές της γνωστικής αποκατάστασης είναι οι ακόλουθες:

Η αποκατάσταση συνδυάζει θεραπεία και εκπαίδευση

Οι δομημένες δραστηριότητες και η ύπαρξη ενός σταθερού θεραπευτικού πλαισίου έχουν ως στόχο την καλύτερη συναισθηματική και κοινωνική προσαρμογή που παρατηρείται κατόπιν εγκεφαλικής βλάβης. Συνεχή και κατάλληλα προγράμματα διέγερσης των γνωστικών λειτουργιών οδηγούν σε καλύτερη αποκατάσταση, μιας και αυξάνουν το βάρος του εγκεφάλου, το μέγεθος των νευρώνων, την δημιουργική ανάπτυξη των δενδριτών και των αύξηση των γλοιϊκών κυττάρων.

Η ανάπτυξη αυτογνωσίας και η αποδοχή των δυνατοτήτων και αδυναμιών είναι ένα σημαντικό κομμάτι της διαδικασίας.
  • Η θεραπεία έχει σαν στόχο να επαναφέρει ικανότητες που αφορούν στην καθημερινότητα.
  • Η ενεργή συμμετοχή των μελών της οικογένειας στην διαδικασία της αποκατάστασης θα πρέπει να ενθαρρύνεται.
  • Η μακρόχρονη αποκατάσταση είναι απαραίτητη μετά την εγκεφαλική βλάβη.
  • Η γενίκευση των δεξιοτήτων συμβαίνει μετά από μια παρατεταμένη χρονική περίοδο.
Το πρόγραμμα της αποκατάστασης μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ετοιμότητα για παραγωγικές δραστηριότητες, ενίσχυση της προσωπικής ικανοποίησης, πιο παραγωγική χρήση του ελεύθερου χρόνου και βελτιωμένες κοινωνικές σχέσεις.

Επίσης, η γνωστική εκπαίδευση πλέον χρησιμοποιείται για την ενίσχυση της εγκεφαλικής λειτουργίας στις νευροεκφυλιστικές παθήσεις, όπως στην μετωποκροταφική άνοια, στην νόσο , με στόχο την καθυστέρηση ή πρόληψη των συμπτωμάτων.

Ερευνητικά αποτελέσματα δείχνουν τις αλλαγές που επιφέρει η εκπαίδευση στην επίδοση των συμμετεχόντων στις ασκήσεις του προγράμματος που χρησιμοποιείται κάθε φορά. Επίσης σε επίπεδο πρόληψης της νοητικής έκπτωσης η γνωστική εκπαίδευση φαίνεται να λειτουργεί εξίσου αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, στην Φινλανδική Μελέτη Γηριατρικής Παρέμβασης για την Πρόληψη της Γνωστικής Έκπτωσης και Αναπηρίας (FINGER), την πρώτη μεγάλης κλίμακας, μακροπρόθεσμη, τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική δοκιμή, Σουηδοί και Φιλανδοί επιστήμονες έδειξαν ότι μπορεί να επιτευχθεί καθυστέρηση της νοητικής έκπτωσης σε ηλικιωμένους που βρίσκονται σε ρίσκο να αναπτύξουν άνοια.

Οι σκανδιναβοί ερευνητές, αξιολόγησαν τις συνέπειες που θα επέφερε στην εγκεφαλική λειτουργία μια συμβουλευτική-θεραπευτική παρέμβαση με στόχο να αντιμετωπίσει αρκετούς από τους πιο σημαντικούς επιβαρυντικούς παράγοντες για την εκδήλωση της άνοιας στην Τρίτη ηλικία, όπως ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος και τα καρδιαγγειακά προβλήματα. Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό TheLancet, βασίζεται σε δεδομένα από 1260 άτομα από τη Φινλανδία μεταξύ 60-77 ετών.

Το κριτήριο της επιλογής πληθυσμού ήταν οι συμμετέχοντες να βρίσκονται σε ρίσκο για μελλοντική γνωστική έκπτωση. Έτσι, επιλέχθηκαν εκείνοι που είχαν σημειώσει σκορ από 6 και πάνω (σε μια κλίμακα από 0-15) στην κλίμακα προγνωστικού δείκτη για έναρξη άνοιας, που περιλάμβανε τις μεταβλητές ηλικία, φύλο, αρτηριακή πίεση, χοληστερίνη, δείκτη μάζας σώματος και φυσική άσκηση. Επίσης, επιλέχθηκαν εκείνοι που κατόπιν αξιολόγησης των ανώτερων νοητικών λειτουργιών τους με νευροψυχολογικές κλίμακες, είχαν σκορ στο μέσο όρο ή λίγο πιο χαμηλό από τους Φινλανδούς ανθρώπους της ηλικίας τους. Οι συμμετέχοντες, επομένως, δεν είχαν ακόμα παρουσιάσει ουσιαστικά προβλήματα μνήμης και ήταν αρκετά υγιείς.

Η παρέμβαση, η οποία περιελάμβανε τακτικές συναντήσεις για 2 χρόνια με επαγγελματίες υγείας επικεντρώθηκε σε 4 βασικούς τομείς:
  • Φυσική άσκηση υπό την καθοδήγηση φυσιοθεραπευτών στο γυμναστήριο, βασισμένη σε διεθνείς οδηγίες, η οποία περιλάμβανε εξατομικευμένα προγράμματα αερόβιας άσκησης (2-5 φορές την εβδομάδα) και προοδευτικής μυικής ενδυνάμωσης (1-3 φορές την εβδομάδα)
  • Οδηγίες για σωστή διατροφή από διατροφολόγους, βασισμένη στις οδηγίες της Εθνικής Εταιρείας Διατροφής της Φινλανδίας (3 ατομικές συνεδρίες και 7-9 ομαδικές συνεδρίες)
  • Γνωστική εκπαίδευση από ειδικευμένους ψυχολόγους (10 ομαδικές συνεδρίες και 72 ατομικές συνεδρίες για εκπαίδευση στον υπολογιστή με ειδικά προγράμματα νοητικής ενδυνάμωσης σε διάστημα 12 μηνών)
  • Διαχείριση των μεταβολικών και αγγειακών επιβαρυντικών παραγόντων, βασισμένη στις εθνικές οδηγίες, συμπεριλαμβανομένου και εργαστηριακών εξετάσεων.
Μετά από 2 χρόνια, οι συμμετέχοντες αξιολογήθηκαν με νευροψυχολογική κλίμακα αξιολόγησης νοητικών λειτουργιών, όπου το υψηλότερο αποτέλεσμα αντιστοιχούσε σε καλύτερη νοητική λειτουργία. Τα συνολικά αποτελέσματα της ομάδας στην οποία έγινε η παρέμβαση, ήταν 25% υψηλότερα από την ομάδα ελέγχου. Σε συγκεκριμένες δοκιμασίες της νευροψυχολογικής κλίμακας το σκορ ήταν ακόμα πιο υψηλό, για τις επιτελικές λειτουργίες (τη δυνατότητα του εγκεφάλου να οργανώνει τη σκέψη) τα αποτελέσματα ήταν 83% υψηλότερα στην ομάδα της παρέμβασης ενώ για την ταχύτητα επεξεργασίας της πληροφορίας 150% υψηλότερα.

Ο στόχος της συγγραφής του άρθρου αυτού ήταν να ενημερώσει ότι οι δυσκολίες που μπορεί ο καθένας μας να παρουσιάζει στη μάθηση δε σηματοδοτούν ταυτόχρονα και την παραίτηση μας από αυτή. Ο τομέας των νευροεπιστημών συνεχίζει να μας διδάσκει ότι ο εγκέφαλος μας μπορεί να εκπαιδευτεί, ακόμα και όταν αντιμετωπίζει ελλείμματα, όπως μια δυσλειτουργική εργαζόμενη μνήμη. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας πως οποιοδήποτε τύπου νοητικό έλλειμμα, για τον οποιοδήποτε λόγο υπάρχει, είναι σημαντικό να μην αντιμετωπίζεται σαν βλάβη, αλλά σαν μια δυσκολία η οποία ενδέχεται να έχει επηρεάσει και άλλες εκφάνσεις της καθημερινής ζωής μας, επομένως η αναζήτηση της κατάλληλης βοήθειας μπορεί να αποβεί εξαιρετικά αποτελεσματική για την ποιότητα της ζωής μας.

Η γνωστική εκπαίδευση είναι μια μέθοδος που μπορεί να προσφέρει σε συνδυασμό και με άλλες μεθόδους αποκατάστασης βελτίωση στην ποιότητα της ζωής μας γι' αυτό και ο ρόλος της διεπιστημονικής ομάδας είναι ουσιαστικός. Χρειάζεται εξατομικευμένη αρχικά αξιολόγηση των νοητικών λειτουργιών από εξειδικευμένο επαγγελματία και στη συνέχεια ανάλογα με το αίτημα και τους στόχους του θεραπευόμενου σχεδιάζεται συνεργατικά το θεραπευτικό πλάνο. Βέβαια, όπως και όλες οι θεραπευτικές παρεμβάσεις, έτσι και η γνωστική εκπαίδευση, έχει τους περιορισμούς της. Η επιτυχία της εξαρτάται κατά πολύ από το κίνητρο του θεραπευόμενου και την ενεργή του συμμετοχή. Επίσης, στοχεύει σε ένα νοητικό έλλειμμα, ως εκ τούτου κάθε φορά η διεπιστημονική προσέγγιση είναι απαραίτητη για επιμέρους δυσκολίες, όπως δυσκολίες στην επικοινωνία, στην κίνηση, ή συναισθηματικές δυσκολίες.

Η φωνή μέσα μου που λέει πόσο ανάξιος είμαι, δεν είναι δική μου

Πόσες φορές δεν ακούω μέσα μου αυτή τη φωνή που μου λέει πόσο ανάξιος, ανίκανος και άχρηστος είμαι. Μια φωνή που μου επισημαίνει συνεχώς τα λάθη μου και δεν μ’ αφήνει να χαρώ με αυτά που έχω στη ζωή μου, με αυτά που έχω καταφέρει. Μια φωνή που δεν μου επιτρέπει να νιώσω ότι είμαι καλά έτσι ακριβώς όπως είμαι.
 
Αυτή η φωνή είναι η φωνή των γονιών, των δασκάλων, των σημαντικών ανθρώπων στη ζωή μου που από μικρό παιδί προσπαθούσαν να με βάλουν στο σωστό δρόμο ώστε να γίνω καλός και χρήσιμος άνθρωπος όπως εκείνοι το εννοούσαν. Η πρόθεσή τους ήταν καλή, ήθελαν το καλό μου. Ήθελαν να προοδεύσω στη ζωή μου, να επιτύχω, και φυσικά να τους βγάλω ασπροπρόσωπους. Ο δρόμος όμως προς την κόλαση είναι γεμάτος καλές προθέσεις…
 
Αυτοί οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις δεν ήξεραν ότι όταν με διόρθωναν, με επέκριναν, μου επισήμαιναν συνεχώς τα λάθη μου όταν ήμουν ακόμα παιδί, θα δημιουργούσαν έναν άνθρωπο με κομμένα φτερά. Έναν άνθρωπο που δεν πιστεύει αρκετά στην αξία του, δεν εκτιμά όσο χρειάζεται τον εαυτό του και δυσκολεύεται να ξεδιπλώσει τις δυνατότητές του. Αυτοί οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις, δεν ήξεραν ότι αυτό που χρειαζόμουν είναι να μ’ εμπιστευτούν, να με ενθαρρύνουν, να πιστέψουν ότι θα τα καταφέρω. Να μ’ αφήσουν να κάνω λάθη, ώστε να δυναμώσω και να σταθώ στις δικές μου δυνάμεις. Να μ’ αφήσουν να ονειρευτώ και να κυνηγήσω τα όνειρά μου.
 
Αυτοί οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις, ήθελαν να με προστατέψουν απ’ αυτό που ήμουν. Τι ήμουν; Τίποτα το τρομακτικό… απλά διαφορετικός από εκείνους. Ένας ξεχωριστός άνθρωπος όπως όλοι μας. Έπρεπε όμως να τους μοιάσω, να θέλω αυτά που ήθελαν εκείνοι, να κάνω αυτά που θεωρούσαν εκείνοι σωστά, να ζήσω όπως εκείνοι επιθυμούσαν, μακριά απ’ τις δικές μου ανάγκες, αποξενωμένος απ’ τον εαυτό μου. Ήθελαν να με εξουσιάσουν, να με κάνουν μαριονέτα τους, να πάρουν αξία απ’ τις δικές μου επιτυχίες, να είναι περήφανοι γιατί το παιδί τους πέτυχε άρα ήταν κι αυτοί σωστοί γονείς και δάσκαλοι.
 
Κι εγώ μεγάλωσα πια, και δεν μπόρεσα να εκπληρώσω τα όνειρά τους. Κι ακούω τις φωνές τους να βγαίνουν μέσα απ’ το δικό μου μυαλό. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις να είναι πια γέροι, ή και να μην ζουν. Όμως εγώ τους έχω ζωντανούς μέσα μου να με ταλαιπωρούν κάθε μέρα υπενθυμίζοντάς μου πόσο αποτυχημένος και ανάξιος είμαι, αφού δεν έγινα αυτό που επιθυμούσαν.
 
Ακόμα κι αν είχα καταφέρει κάποια πράγματα που εκείνοι θεωρούσαν σημαντικά, εκείνοι πάντα κάτι θα έβρισκαν που θα τους άφηνε ανικανοποίητους. Πάντα θα εστίαζαν σ’ αυτό που δεν κατάφερα. Κι έτσι μένω κι εγώ ανικανοποίητος, όσο κι αν προσπαθώ να τους ευχαριστήσω, αυτούς τους ανθρώπους που βρίσκονται πια μέσα μου, σαν φαντάσματα απ’ το παρελθόν.
 
Κι αυτοί οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις, τα ίδια διδάχτηκαν απ’ τους δικούς τους γονείς και δασκάλους, με τον ίδιο τρόπο μεγάλωσαν και έζησαν. Το ίδιο υπέφεραν και έζησαν μια άλλη ζωή και όχι την δική τους. Δεν τους κατηγορώ, δεν θυμώνω μαζί τους, τους συγχωρώ γιατί έκαναν αυτό που μπορούσαν. Απλά εγώ θέλω να κάνω κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που μου δίδαξαν.
 
Καιρός λοιπόν να μεγαλώσω, να βρω τη δική μου φωνή που θ’ ακουστεί τρυφερή μα συγχρόνως δυνατή και θα επισκιάσει αυτές τις άψυχες φωνές των φαντασμάτων μου. Μια φωνή που με αγάπη θα μου λέει πόσο περήφανη είναι για μένα, απλά επειδή είμαι εγώ. Μια φωνή που θα μου λέει μπράβο τα κατάφερες, ή δεν πειράζει όλα θα πάνε καλά. Μια φωνή που θα μου δείχνει προς τα πού είναι ο δρόμος μου, και θα με ενθαρρύνει κάθε φορά που νιώθω έτοιμος να τα παρατήσω.
 
Αυτή η φωνή είναι η φωνή της ψυχής μου, του βαθύτερου και αληθινού εαυτού μου. Εκείνον που ξέχασα ή που ποτέ δεν γνώρισα ώστε να ικανοποιώ τις ανάγκες των άλλων. Τον εαυτό μου, το πολυτιμότερο που έχω σ’ αυτόν τον κόσμο, που ως τώρα μπορεί να ήταν και ο χειρότερός μου εχθρός μου. Με έμαθαν εκείνοι οι άνθρωποι με τις καλές προθέσεις να τον απαρνηθώ, να μην τον θέλω, να τον πολεμώ.
 
Καιρός όμως πια να τον αντικρίσω,, να τον γνωρίσω, να τον νιώσω ή μάλλον καλύτερα να τον αφουγκραστώ. Να δω ποιες είναι οι επιθυμίες του, οι ανάγκες του, πώς νιώθει, τι θέλει να μου πει. Να τον αφήσω να εκφραστεί. Πόσο καιρό έμεινε φιμωμένος, θυμωμένος, θλιμμένος… Ας κάνω κάτι γι’ αυτόν, ας τον φροντίσω, ας του ικανοποιήσω μια επιθυμία του. Θέλει χρόνο και πολύ προσπάθεια για να γίνουμε φίλοι.
 
Αξίζει όμως τον κόπο. Βρίσκοντας σιγά σιγά τον εαυτό μου, νιώθω τα κομμάτια μου να ενώνονται, νιώθω ζωντανός και ολόκληρος. Νιώθω γαλήνη και ηρεμία. Νιώθω εσωτερική ειρήνη. Και τότε αρχίζω να ακούω αυτή την τρυφερή και δυνατή φωνή μέσα μου που με στηρίζει, πιστεύει σε μένα και διώχνει μια για πάντα τις φωνές των φαντασμάτων που μου ‘κοβαν τα φτερά. Αυτή η φωνή με καθοδηγεί να βρω το δρόμο της ζωής που με κάνει ευτυχισμένο και ικανοποιημένο με ό,τι επιλέγω να κάνω. Και νιώθω πως είμαι ακριβώς αυτό που θα ‘ έπρεπε να είμαι, και ζω τη ζωή μου όπως ακριβώς επιθυμώ να την ζω.
 
Ποτέ δεν είναι αργά να βρω τον αληθινό μου εαυτό και να τον κάνω συνοδοιπόρο και σύντροφό μου στη ζωή. Ποτέ δεν είναι αργά να βρω το άλλο μου μισό…

Τι είναι πιο σημαντικό, το να αγαπάς ή το να αγαπιέσαι;

Τι είναι πιο σημαντικό, το να αγαπάς ή το να αγαπιέσαι;
…Είθισται να ρωτάμε. Και η επίσης πιο συνηθισμένη απάντηση που δίνεται τελικά είναι το να αγαπάς. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει μάλλον σωστό και λάθος σε τέτοιες περιπτώσεις. Πρόκειται για μια τόσο συναισθηματικής όσο και ψυχολογικής φύσεως ερώτηση, η οποία θυμίζει κατά πολύ το γνωστό «η κότα γέννησε το αβγό ή το αβγό την κότα». Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν να δώσουν τη φαινομενικά πιο ανιδιοτελή απάντηση είτε το εννοούν είτε γιατί πιστεύουν πως με τον τρόπο αυτόν ξορκίζουν τα σκοτάδια μέσα τους, αποφεύγοντας να ακουστούν κυνικοί.

Μια αλήθεια είναι πως ένας άνθρωπος ο οποίος – όπως λέμε – «ξέρει» να αγαπάει πιθανότατα είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος τα έχει βρει με τον εαυτό του, αγαπά πρώτα εκείνον, κι έπειτα με βάση αυτό κι έχοντας απόθεμα θετικών συναισθημάτων, είναι ικανός να εκφραστεί, να μοιραστεί, να νιώσει, να δώσει, να πάρει, να νοιαστεί, να δεθεί.

Όλα τα παραπάνω είναι όντως δείγματα αγάπης και μόνο κάποιος αρκετά ισορροπημένος συναισθηματικά άνθρωπος μπορεί να τα βιώσει άνευ όρων. Έχοντας καλύψει τα δικά σου κενά, είναι φυσικά πιο εύκολο να δώσεις αγάπη όχι απαραιτήτως επειδή την αποζητάς, αλλά επειδή όντως αγαπάς. Και τι πιο μεγαλειώδες από αυτό;

Αν εμβαθύνουμε, ωστόσο, λίγο περισσότερο θα καταλάβουμε πως για να καταφέρει κανείς να τα βρει με τον εαυτό του ώστε να μπορεί να δώσει αγάπη – κάτι που θεωρείται κι είναι όντως πολύ σπουδαίο – θα πρέπει κι ο ίδιος να έχει δεχτεί αυτού του είδους την αγάπη από τους γύρω του με πρώτους στη λίστα αυτών τους δικούς του ανθρώπους.

Όταν κάποιος αισθάνεται εξαιτίας του περιβάλλοντός του και με βάση αυτό παραμελημένος, αδικημένος, ανάξιος, αδιάφορος, δεν μπορεί παρά να μεγαλώσει έχοντας μέσα του ένα αδυσώπητο κενό. Ένα κενό το οποίο θα ρουφάει στη δίνη του όλα όσα ο ίδιος θα μπορούσε να αισθανθεί και να δώσει μα που κανείς δεν του καλλιέργησε ποτέ μιας και το μόνο που έλαβε στη ζωή του από τα πιο καθοριστικά σε αυτήν άτομα ήταν αρνητικά κι απορριπτικά συναισθήματα.

Πώς μπορεί να δώσει ειλικρινή αγάπη εκείνος που δεν την έχει δεχτεί ποτέ λοιπόν; Δεν είναι φυσικά αδύνατο να συμβεί. Και στις σπανιότερες εκείνες περιπτώσεις που όντως συμβαίνει, πρόκειται για αξιέπαινο κι αξιοθαύμαστο αποτέλεσμα πνευματικής και συναισθηματικής καλλιέργειας, η οποία επέρχεται συνήθως έπειτα από τεράστια προσωπική δουλειά. Μα είναι εν τέλει κατά κάποιον τρόπο κι ως έναν βαθμό δικαιολογημένος, όποιος νιώθοντας κενός ή ανεπανόρθωτα «ριγμένος» στέκεται ανίκανος να μοιραστεί κάποιου είδους θετικό συναίσθημα, πόσω μάλλον ανιδιοτελή αγάπη.

Όντας στο περιθώριο, υπάρχουν πολλοί δρόμοι να ακολουθήσει κανείς μα οι καλοί εξ’ αυτών είναι συγκριτικά λίγοι. Επιθετικότητα, αδιαπέραστες άμυνες, ενοχικότητα, σύνδρομο κατωτερότητας – όπως κι αν αυτό εκδηλώνεται – άρνηση να δεχτεί αγάπη έστω κι αν αυτό συμβαίνει υποσυνείδητα, τάσεις αυτοκαταστροφής κ.ο.κ είναι μερικά μόνο από τα σκοτεινά σημάδια της ψυχής κάποιου που έχει βιώσει κατά κύριο λόγο το σκληρό πρόσωπο της απόρριψης στη ζωή του.

Κάποια άλλα πιθανά χαρακτηριστικά ενός ατόμου τέτοιας ιδιοσυγκρασίας – η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος – θα μπορούσαν να είναι η διαρκής ανάγκη επιβεβαίωσης κι η προσκόλληση στον πρώτο άνθρωπο που θα δείξει – είτε ισχύει είτε όχι – να το δέχεται γι’ αυτό που θωρεί πως είναι στην πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια τάση δυνάμει θυματοποίησης.

Αυτά τα δεύτερα πιθανά χαρακτηριστικά, λοιπόν, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αυταπάτες κάποιου είδους αγάπης, όμως στην πραγματικότητα δε θα ήταν παρά απελπισμένη έκφραση αναγκών του ατόμου λόγω ακάλυπτων και πληγωμένων συναισθημάτων και κατ΄ επέκταση της ανάγκης του να αγαπηθεί. Δε θα μπορούσε με σιγουριά να πει λοιπόν κανείς υπό την επήρεια μιας τέτοιας κατάστασης πως αγαπάει ειλικρινά μιας και θα ήταν έτοιμος να νιώσει «αγάπη» για οποιονδήποτε έδειχνε ικανός να καλύψει τα κενά του.

Τα κατάλοιπά μας τα πληρώνουμε τόσο εμείς όσο κι οι γύρω μας. Κάπως έτσι διαιωνίζονται και μεταλαμπαδεύονται στις επόμενες γενιές αντί της γνώσης και της συναισθηματικής – στα μέτρα του δυνατού – πληρότητας.

Με δεδομένη την «τέλεια – ατελή» μας φύση τίποτε δεν μπορεί να εκληφθεί ως απόλυτο. Κλείνοντας όμως θα μπορούσαμε να πούμε ότι θα ήταν πιο ασφαλές να μιλάμε για αγάπη με την όσο πιο αληθινή έννοια γίνεται, όταν αυτή έχει καλλιεργηθεί όσο πιο ειλικρινά γίνεται. Δυστυχώς επιδιώκεις όσα σου έχουν μάθει πως αξίζεις και κάπως έτσι κινείται ο κόσμος σε κάθε επίπεδο. Και λέω δυστυχώς, διότι λίγες είναι οι φορές που όσα μας έχουν μάθει να επιδιώκουμε ανταποκρίνονται στην πραγματικότητά μας.

Τρέχα γύρευε, θα μπορούσε να πει κανείς για το τι συμβαίνει μέσα στην άβυσσο της ανθρώπινης ψυχής. Ακούγεται όμως πολύ πιο λογικό – ακόμη κι αν αποστασιοποιηθούμε κι από το ίδιο το συναίσθημα για το οποίο μιλάμε – ένας γεμάτος αγάπη άνθρωπος να ξέρει πού και πώς να τη δώσει όταν το αισθανθεί πραγματικά χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς κάτω κείμενα, χωρίς τα μελανά σημεία των κενών του να μπερδεύουν και να θολώνουν το μέσα του.

Γι’ αυτό και θα τολμήσω να πω ότι αν με ρωτούσαν τι θεωρώ πιο σημαντικό, τελικά θα απαντούσα – ίσως άπληστα για πολλούς – και τα δύο.

Λυγίζω… για να μάθω τελικά να ζω

Η ζωή σου. Ένα συνονθύλευμα αβύσσου, αβεβαιότητας, ακούσιας κυκλοθυμίας. Μία ανάμειξη γλυκόξινων γεύσεων, μια βαρετή αποτύπωση του παραλογισμού στη διακύμανση της διάθεσής σου. Μα είναι όμορφη, διάολε! Είναι όμορφη γιατί σου δίνει κάθε μέρα ακόμα μία ευκαιρία να ξυπνήσεις να παλέψεις. Κι ας τις εξάντλησες περιφρονητικά όλες τις άλλες ευκαιρίες κι αφορμές που κατά καιρούς σου προσφέρθηκαν, επιμένει. Επιμένει σε εκείνον τον άλλο κόσμο που φαντάζεσαι κι επίμονα υποστηρίζεις πως υπάρχει. Βλέπεις, έχετε κοινή αναφορά στα οράματα κι ας σε προκαλεί κάποτε σαν τον πιο επιστήθιο εχθρό σου.

Το ξέρω, λυγίζεις και πάλι. Το ξέρω πως έδωσες όρκο βαρύ να είσαι πάντα κύριος των περιστάσεων μα, κοίτα σε. Λύγισες μα, μαγκιά σου. Τουλάχιστον συνειδητοποίησες πως τελικά σπας, δεν είσαι ατσάλινος κι ας ήσουν πεπεισμένος για το αντίθετο. Σπας, ρε, υπάρχεις. Κοίτα σε με πόση γύμνια αντιμετώπισες ξανά την προδοσία, τις σιχαμερές συμπεριφορές που διόλου δεν θεωρείς πως ταιριάζουν στο μπόι του ανθρώπου. Μα κοίτα σε, αντέχεις τελικά, ακόμα.

Ελπίζω μόνο να ένιωσες βαθιά στο πετσί σου αυτή τη φορά, πως η δική σου ορθότητα δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ αρκετή. Όσο κι αν βελτιώνεσαι κάθε φορά, όσο κι αν βρίσκεσαι σε μεγαλύτερη συμβατότητα με την καλύτερη εκδοχή σου, δεν αρκεί. Ο άνθρωπος που κάνει κακό, τις περισσότερες φορές δεν το επιδιώκει. Ο άνθρωπος που προκαλεί πόνο είναι συχνά ριζωμένος σε μια σαθρή συγκρότηση του χαρακτήρα του. Σε πονάει και σε πληγώνει κι αυτός είναι ο φυσιολογικός προορισμός του εαυτού που διαμόρφωσε.

Πώς να αλλάξεις ένα καλούπι τόσο ισχυρά δημιουργημένο; Πώς να το μπολιάσεις με αγάπη και περισσότερο, πώς να την εκλάβει και να την νιώσει την αγάπη σου; Για έναν άνθρωπο που έχει κτίσει έναν γερό τοίχο ανάμεσα στην αλήθεια και την αγάπη, δεν μπορείς να κάνεις και πολλά, να ξέρεις. Γιατί η αλήθεια, η αγάπη και η δοτικότητα, ανέκαθεν πορεύονταν μαζί, μάτια μου.

Να περιμένεις τα πάντα, να προσδοκάς όσα οι καταστάσεις σου επιτρέπουν και παράλληλα να τα ζεις. Η ζωή σου δόθηκε άπαξ , γιατί μπορείς να την αντέξεις. Κι όσο σε χτυπά, άλλες τόσες ομορφιές σού επιφυλάσσει. Κι είναι αυτές τις ομορφιές που σε προκαλεί να γευτείς κάθε φορά που σε λυγίζει. Γι’ αυτό σε λυγίζει, σαν το δικό της καμπανάκι να σε ωθήσει να μετατοπίσεις αλλού το βλέμμα και τις προσδοκίες σου. Δεν θα σταματήσει ποτέ να σε εκπλήσσει κι αυτό είναι τελικά τόσο όμορφο.

Ανακαλύπτεις κάθε κρυμμένο χνάρι της ισχύς σου μέσα από τα εμπόδια, τις αναποδιές, τα μεγαλύτερα ζόρια. Μη φοβάσαι που λυγίζεις, να φοβηθείς μόνο τη μέρα που ο πόνος δεν θα σε διαπερνά πια. Κι όσο παλεύεις με ισχυρότατη αισιοδοξία και μια ατόφια θετικότητα, η συναισθηματική σου αναπηρία πάντα θα εμποδίζεται.

Άνθρωποι, καταστάσεις, απρόβλεπτες συγκυρίες, απανωτά χτυπήματα που κατά καιρούς θεώρησα ότι με αντιμετωπίσατε άδικα, είχα να ξέρετε, ισχυρό λάθος. Σας συγχωρώ ένα – ένα, όχι από ανωτερότητα, ποτέ δεν με περιέκλειε τέτοια ανάγκη. Είναι που τη δικαιοσύνη στη δική μου ζωή μόνο εγώ μπορώ τελικά να την ορίσω. Κι όσο η ζωή μου δίνει ευκαιρίες να αλλάζω, προτίθεμαι να μην αφήσω καμία τους αναξιοποίητη.

Για όλα τα χαστούκια που μας έθεσαν κατά καιρούς ανίκανους, για όλες τις φορές που σταθήκαμε κόντρα στην αναξιοπιστία του καιρού, για όλα εκείνα τα ζόρια που απέδειξαν πως «λυγίζω» μόνο για να έχω την ευκαιρία να μάθω τελικά, να ζω.

Δάσκαλος, ένας αιώνιος ενεργός μαθητής

Γεννιέσαι σε έναν κόσμο άγνωστο και από την ώρα μηδέν καλείσαι να μάθεις να λειτουργείς και να ανταποκρίνεται σωστά στα ερεθίσματα. Όσο ο χρόνος περνά, ο χρόνος σου για μάθηση λιγοστεύει.

Οι μεγάλοι λένε στους μικρούς, «θα μεγαλώσεις και θα μάθεις» μα όταν μεγαλώσεις σου λένε «τώρα πια μεγάλωσες, ό,τι έμαθες, έμαθες». Μα η μάθηση δεν τελειώνει ποτέ κι ο δάσκαλος είναι ένας αιώνιος ενεργός μαθητής. Όλοι μας δάσκαλοι μα κι όλοι μας μαθητές.

Πολλών ειδών οι μαθητές και πολλών ειδών οι δάσκαλοι, αφού οι δύο ρόλοι είναι αμφίδρομοι, η επικοινωνία της πληροφορίας από τον δάσκαλο γεννά ερωτήματα στο μαθητή και τα ερωτήματα αυτά ενεργοποιούν το δάσκαλο για να προχωρήσει τη σκέψη του. Ο δάσκαλος πρέπει να βάλει στην άκρη τον εγωισμό και να κατανοήσει – αντιληφθεί πως η γνώση δεν έχει όρια και μέσα από τις ερωτήσεις του μαθητή γίνεται κι ο ίδιος μαθητής του ίδιου του εαυτού.

Ο δάσκαλος είναι ένας αιώνιος ενεργός μαθητής και η ζωή μια παράσταση με θεατές, πρωταγωνιστές, 1ους, 2ους ρόλους, κομπάρσοους, backstage, μουσική, χορό, έκφραση, συναισθήματα, ανηδονία, κραυγή, σιωπή. Φώτα ανοίγουν, αυλαία ανεβαίνει, αυλαία πέφτει, φώτα σβήνουν.

Η ζωή είναι μια αέναη προσπάθεια να ανακαλύψεις, να μάθεις τα «γιατί» της, μέσα από τους ρόλους που καλείσαι να αναλάβεις. Του σκληρού, του απόλυτου, του παραδομένου, του μίζερου, του αγχώδους, του απελπισμένου, του δυνατού, του αισθηματία, του ουμανιστή, του αισιόδοξου, του νάρκισσου, της μούσας του, του κυρίαρχου, του υποτακτικού, του ευτυχισμένου, του μαθητή, του δασκάλου και για όσο υπάρχουν αισθήσεις και συναισθήματα, μέσα από αυτά ο άνθρωπος θα προσπαθεί να αυτοπροσδιορίζεται στη ζωή, ανακαλύπτοντάς τη.

Γεννιόμαστε με ποιότητες και υφές διαφορετικές στον καθένα. Κάποιοι από εμάς νιώθουμε την ανάγκη να ζητήσουμε να μας πλησιάσουν, να μας καταλάβουν, μα κάποιοι παλεύουμε να επικοινωνήσουμε μέσα από την απόσταση, απομακρυσμένοι ψάχνουμε τα «γιατί» της ζωής κι όλο αυτό είναι μια ατελείωτη διδασκαλία στις διαδρομές της. Αναζητούμε δασκάλους που ταιριάζουν στις ποιότητες αυτές και κάποιες φορές αποφεύγουμε να αντιμετωπίσουμε τους δαίμονές μας, απορρίπτοντας εκείνους τους δασκάλους, που δεν μας χαϊδεύουν τα αυτιά, με συνέπεια να αποφεύγουμε να γνωρίσουμε εμάς.

Δάσκαλος δεν είναι μόνο ο άνθρωπος πίσω από ένα έδρανο, μέσα σε μια αίθουσα. Έχε τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά, τις αισθήσεις σου σε εγρήγορση στους περαστικούς και στους συνοδοιπόρους της ζωής. Ο κάθε άνθρωπος βρίσκεται στη ζωή σου για να σου διδάξει, το ίδιο κι εσύ στη δική του. Δάσκαλοι είμαστε όλοι μα και μαθητές, κι αν δε δεχθείς πως ο ρόλος είναι αμφίδρομος, το μόνο που θα καταφέρεις είναι να στοιβάζεις γνώσεις στο μυαλό σου μόνο μέσα από βιβλία, ικανοποιώντας το Εγώ σου, αφήνοντας την ψυχή σου, άδεια και μόνη. Ακόμη και το να συνυπάρχεις με ανθρώπους που δεν σου ταιριάζουν, είναι ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα στη ζωή σου. Άνθρωπος χωρίς ψυχή, ήλιος χωρίς φως, διδασκαλία χωρίς μεταδοτικότητα.

Μαθαίνοντας και εφαρμόζοντας στην πράξη τις διδαχές του δασκάλου, τον εκτιμάς. Απαραίτητο στοιχείο στο δάσκαλο είναι η υπομονή. Ο μαθητής χρειάζεται χρόνο για να αντιληφθεί τη γνώση που του προσφέρει ο δάσκαλος, χρειάζεται να καλλιεργήσει τις κατάλληλες δεξιότητες ώστε η γνώση να εμπεδωθεί, να αλλάξει επίπεδο, να ανελιχθεί ο μαθητής σε επόμενα στάδια εκμάθησης. Η άγνοια οδηγεί σε απογοήτευση, στην απόρριψη του μαθητή για τον δάσκαλο, αφού ο άνθρωπος που δεν γνωρίζει, δεν μπορεί να καταλάβει τι να εκτιμήσει.

Μεγάλη η ευθύνη του δασκάλου να αναγνωρίζει μέχρι πού αντέχει ο εκάστοτε μαθητής να φτάσει, πώς να ξεκολλήσει τη σκέψη του κι αυτό είναι και το δικό του προσωπικό μάθημα. Αν ο ίδιος δεν καταφέρει να προχωρήσει τη δική του σκέψη, ποτέ δεν θα καταφέρει να προχωρήσει και του μαθητή του. Αν δεν γίνεις δάσκαλος του εαυτού σου, δεν μπορείς να μεταλαμπαδεύσεις τη γνώση σου στον άνθρωπο που θα σου τη ζητήσει, γι’ αυτό και ο δάσκαλος είναι ένας αιώνος ενεργός μαθητής.

Ο μαθητής πλησιάζει έναν δάσκαλο για να διδαχθεί μια γνώση και είναι στη δική του επιλογή το αν θέλει να γίνει επαγγελματίας σε αυτό ή να παραμείνει ερασιτέχνης. Δοκιμάζει και δοκιμάζεται. Δεν είναι όλες οι παραστάσεις της ζωής για να είμαστε πρωταγωνιστές και επαγγελματίες, ο κάθε ρόλος εξυπηρετεί τον δικό του σκοπό. Αν μια παράσταση ανεβαίνει και μόνο, για να νιώσουν κάποιοι άνθρωποι επαγγελματίες, σίγουρα αυτό είναι καταστροφικό, αφού γεννήθηκαν από επιλογή ερασιτέχνες.

Ο δάσκαλος καλείται στο δύσκολο έργο του, να επιλέξει ποιοι έχουν τις αρετές, τις ποιότητες και τις δεξιότητες να προχωρήσουν, να κατακτήσουν τη συγκεκριμένοι γνώση, να γίνουν επαγγελματίες. Οφείλει να προστατεύσει το μαθητή με εξηγήσεις εφ’ όλης της ύλης για τον συγκεκριμένο χώρο γνώσης, ώστε ο μαθητής να αναλάβει πλήρως το μερίδιο των ευθυνών του και έως εκεί που του αναλογεί. Οι επαγγελματίες να προχωρήσουν ως επαγγελματίες και οι ερασιτέχνες ως ερασιτέχνες, οι ρόλοι αυτοί δεν αλλάζουν όταν δεν υπάρχει πρόθεση να αλλάξουν.

Λάθη γίνονται και από τον δάσκαλο μα και από το μαθητή. Πάντοτε τα λάθη, μας κλονίζουν, αλλά και μας αλλάζουν, μα κυρίως μας επανατοποθετούν στο «κέντρο» μας, ακριβώς εκεί που ανήκουμε. Αυτό είναι το σημαντικότερο μάθημα που μπορεί να προσφέρει ένας δάσκαλος στους μαθητές του και να μην ξεχάσει κι ο ίδιος για εκείνον, να μην διασπείρεται, να μην αποδομείται αλλά να συσπειρώνει και να ενώνει τις δυνάμεις – γνώσεις του, έτσι αποκτά δύναμη.

Τα φώτα του θεάτρου της ζωής θα σβήσουν για όλους κάποια στιγμή, επαγγελματίες και ερασιτέχνες, δασκάλους και μαθητές. Αυτό που έχει σημασία είναι το φως εντός του καθενός να ανάψει μέσα από την γνώση, μα το πιο δύσκολο από όλα, είναι το να παραμείνει αναμμένο και πιο φωτεινό κι αυτό μπορεί να κατακτηθεί μόνο όταν κατανοήσουμε πως δάσκαλος είναι ένας αιώνιος ενεργός μαθητής.

Όσα προσδοκούσαν από τη ζωή τους, ήταν ακριβώς όλα εκείνα που τόσο αψήφιστα προσπέρασαν

Οι σκηνές της ζωής μας μοιάζουν με τις αναπαραστάσεις ενός μωσαϊκού` από κοντά δεν διακρίνονται καλά και πρέπει να τις εξετάσει κανείς από απόσταση για να αναδειχθεί η ομορφιά τους.

Γι’ αυτό και ανακαλύπτουμε πόσο μάταιη ήταν η επιθυμία μας όταν πια την έχουμε εκπληρώσει` ή, παρόλο που περνάμε τη ζωή μας προσβλέποντας σε κάτι καλύτερο, συχνά αναπολούμε ταυτόχρονα μετά λύπης το παρελθόν. Από την άλλη, αντιμετωπίζουμε το παρόν σαν κάτι προσωρινό, χρήσιμο μόνο ως μέσο για να φτάσουμε στον στόχο μας.

Γι’ αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι, αναλογιζόμενοι το παρελθόν, συνειδητοποιούν πως δεν έζησαν παρά με την αίσθηση του προσωρινού, και εκπλήσσονται όταν διαπιστώνουν πως η ζωή τους, και όσα προσδοκούσαν από τη ζωή τους, ήταν ακριβώς όλα εκείνα που τόσο αψήφιστα προσπέρασαν χωρίς να απολαύσουν.

Η ζωή παρουσιάζεται αρχικά ως μια αποστολή: η αποστολή να μπορεί κανείς να συντηρήσει τη ζωή του, de gagner sa vie (να κερδίσει τα προς το ζην). Εκπληρώνοντας κανείς τον συγκεκριμένο στόχο, αυτό που αποκομίζει είναι η αίσθηση ενός βάρους` και τότε εμφανίζεται ένας δεύτερος στόχος για τον άνθρωπο: να κάνει κάτι προκειμένου να διώξει την πλήξη που καραδοκεί σαν αρπακτικό δίπλα από κάθε ασφαλή ζωή. Επομένως, ο πρώτος στόχος είναι να κερδίσει κανείς κάτι, και ο δεύτερος να απαλλαγεί από την επίγνωση όσων έχει κερδίσει, για να αποφύγει να του γίνουν βάρος.

Το γεγονός ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ένα λάθος αποδεικνύεται επαρκώς από την απλή διαπίστωση πως ο άνθρωπος αποτελεί ένα συνονθύλευμα δύσκολα ικανοποιούμενων αναγκών` ότι η ικανοποίησή τους δεν επιφέρει τίποτε πέρα από μια ανώδυνη κατάσταση που τον παραδίδει στην πλήξη` και ότι η πλήξη – που δεν είναι τίποτε άλλο από το αίσθημα του κενού της ύπαρξης – αποτελεί άμεση απόδειξη πως η ύπαρξη καθεαυτή δεν έχει καμία αξία.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Η πιο πρόστυχη λέξη και το πιο χυδαίο γράμμα είναι καλύτερα και ευγενέστερα από τη σιωπή

Οι περισσότεροι ψυχολογικοί πόλεµοι ξεκινούν από αυτό που δεν ειπώνεται παρά από αυτό που έχει ειπωθεί. Ας φέρουµε στον νου µας την εξής σκηνή: Ο Α θύµωσε µε τον Β και του έκοψε την κουβέντα από τότε που ο τελευταίος ξέχασε να του ευχηθεί για τα γενέθλιά του. Αρχικά ο Α µπορεί να θέλησε να του πει «Άκου, µήπως δεν ξέρεις τι µέρα ήταν χτες;», όµως, καθώς η αµέλεια του Β τον πλήγωσε –στην πραγµατικότητα ήταν απλώς ένα κενό µνήµης–, αποφάσισε να τον πληρώσει µε το ίδιο νόµισµα: τη σιωπή. Ο Β τελικά θύµωσε µε τον Α επειδή έπαψε ξαφνικά να απαντάει στα τηλεφωνήµατά του, ενώ τη µοναδική φορά που κατάφερε να του µιλήσει έδειχνε δυσαρεστηµένος.

Είναι µια κατάσταση παιδαριώδης αλλά πολύ πιο συνηθισµένη απ’ ό,τι µπορεί να φανταστεί κανείς. Πόσα ζευγάρια θυµώνουν από παρεξηγήσεις που κάνουν µέρες ή µήνες να βγουν στο φως; Άραγε, δε βρίσκεται στην έλλειψη επικοινωνίας η ρίζα πολλών συγκρούσεων που προκαλούνται στη δουλειά; Το να µη λέµε τα πράγµατα εγκαίρως αποτελεί έναν σηµαντικό παράγοντα στρες για τους γύρω µας, καθώς δηµιουργεί πληθώρα ερµηνειών που καταλήγουν εναντίον µας. Ο Νίτσε, ο οποίος δεν ήταν βεβαίως από εκείνους που µάλλιαζε η γλώσσα τους, µας διδάσκει ότι είναι καλύτερα να εκφράζουµε αυτό που αισθανόµαστε –ακόµα κι αν δε βρίσκουµε τα κατάλληλα λόγια– παρά να προσβάλλουµε τον άλλον µε τη σιωπή µας.

Είμαστε ακριβώς αυτό που κάνουμε

Οι ηθικά αδύναμοι άνθρωποι προσπαθούν να υπερασπιστούν ή να εξηγήσουν τον χαρακτήρα και τις πράξεις τους στους άλλους. Αντί γι’ αυτό, πρέπει να αφήνουμε τις πράξεις μας να μιλάνε για μας. Μη λες «Δεν πρέπει να λέμε ψέματα» — ας είσαι απλώς ειλικρινής. Το να ζεις τη σοφία είναι σημαντικότερο από το να γνωρίζεις γι’ αυτήν. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να λέμε ωραία πράγματα και στο να κάνουμε ωραία πράγματα. Ας μη δίνουμε υπερβολικό βάρος στην πολυμάθεια και στην πολυπραγμοσύνη.

Είμαστε αυτό που κάνουμε, όχι αυτό που λέμε. Ο Ζαν Πολ Σαρτρ έλεγε ότι είμαστε καταδικασμένοι στην ελευθερία κι ότι κρινόμαστε από τις πράξεις μας για τις οποίες φέρουμε την αποκλειστική ευθύνη. Εξάλλου, η —συχνά εφιαλτική— κρίση των άλλων μόνο σε αυτές μπορεί να βασιστεί και όχι στις προθέσεις ενός ατόμου. Ως ιδανικό τίθεται η ελευθερία επιλογής της δράσης και η ανάληψη της ευθύνης που αναλογεί σε κάθε άνθρωπο. Το να δηλώνουμε ότι είμαστε σοφοί δεν πείθει κανέναν — αντιθέτως, οι σοφές μας πράξεις αργά ή γρήγορα θα εκτιμηθούν.

Λέει ο Επίκτητος: «Ο χτίστης δεν μας λέει: “Άκουσέ με, θα σου κάνω μια διάλεξη πάνω στο χτίσιμο”». Αναλαμβάνει την υποχρέωση να χτίσει ένα σπίτι και το χτίζει. Έτσι αποδεικνύει ότι ξέρει την τέχνη. Κάνε κι εσύ κάτι παρόμοιο: «φάε και πιες σαν άνθρωπος, περιποιήσου τον εαυτό σου, παντρέψου, κάνε παιδιά, ζήσε σαν πολίτης». Ζήσε με περιέργεια, χωρίς υπεροψία, χωρίς έπαρση και φλυαρία.

Αξίζει τον κόπο να πιεις απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι

Εγώ βλέπω τους γέρους σαν ταξιδιώτες σε ένα ταξίδι που δεν έχω κάνει ακόμα και που πρέπει να κάνω, και δεν μπορώ να τους ρωτήσω αν ο δρόμος είναι ίσιος κι εύκολος ή δύσκολος και κακοτράχαλος

Οι ανθρωπολόγοι διαβεβαιώνουν ότι, στην αρχαιότητα, φτάνοντας ακόμα και στα προϊστορικά χρόνια, οι γέροι – που τότε δεν ξεπερνούσαν τα είκοσι με τριάντα χρόνια – θεωρούνταν μια μεγάλη πηγή σοφίας, κι ήταν αυτοί που δίδασκαν του νέους και τους διαπαιδαγωγούσαν στον δρόμο προς την ενήλικη ζωή.

Και δικαίως, γιατί οι γέροι ήταν αυτοί που είχαν δει περισσότερα και μπορούσαν να μεταδώσουν τις γνώσεις τους σ’ εκείνους που δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει ακόμα τον κόσμο. Κι εξακολουθεί να είναι έτσι, μόνο που μερικές φορές το ξεχνάμε.

Σήμερα οι γέροι, πολλές φορές, και αδίκως, θεωρούνται άντρες και γυναίκες άλλης εποχής. Ίσως επειδή δεν ξέρουν να χρησιμοποιούν το τάμπλετ, ξεχνάμε ότι έχουν υπάρξει λαμπροί, σταθεροί, δυνατοί και ευφυείς κι ότι έχουν επιβιώσει μέσα σε μεγάλες αντιξοότητες και συγκεντρώνουν πείρα πολλών ετών.

Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά της σοφίας αυτής:
Αν περπατάνε αργά, είναι γιατί ξέρουν ότι δεν χρειάζεται να ζούνε βιαστικά.
Αν παίρνουν το χρόνο τους για να κάνουν τα πράγματα, είναι γιατί γνωρίζουν την ικανοποίηση του ν’ αφιερώνουν όλη τους την προσοχή σ’ αυτό που έχουν μέσα στα χέρια τους.
Αν γελάνε με την αρρώστια του έρωτά σου, είναι γιατί ξέρουν ότι μπορεί να υποφέρει κανείς στ’ αλήθεια, κι όχι εξαιτίας του αγαπημένου προσώπου.
Αν θέλουν να σου πουν τις ιστορίες τους, είναι γιατί ξέρουν πως υπάρχει ένα δίδαγμα για σένα πίσω από κάθε βίωμά τους.
Αν σε παροτρύνουν να φας και να ξαναφάς, είναι γιατί ξέρουν τι σημαίνει να περνάς πείνα.
Αν σε αγκαλιάζουν και σε φιλούν ασταμάτητα, είναι γιατί ξέρουν την τύχη που έχει εκείνος που μπορεί να μοιράζεται τη ζωή του με κάποιον.
Αν σε παραχαϊδεύουν, είναι γιατί ξέρουν ότι κάποια μέρα θα σου λείψει αυτή η αμέριστη αγάπη.

Υπάρχουν ακόμα πολιτισμοί που ενθρονίζουν τους γέρους τους και τους ακούν με αληθινή προσοχή. Αυτοί είναι που πληρούν τα κριτήρια των σοφών σε πολλούς λαούς, γιατί κατέχουν το πλεονέκτημα της πείρας.

Την επόμενη φορά που θα μιλήσεις με κάποιο γέρο, να θυμηθείς πως είναι φορέας γνώσης πολλών ετών.

Αξίζει τον κόπο να πιεις απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι.