Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἀγαμέμνων (1072-1089)

ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ
ὀτοτοτοτοῖ πόποι δᾶ. [στρ. α]
ὦπολλον ὦπολλον.
ΧΟ. τί ταῦτ᾽ ἀνωτότυξας ἀμφὶ Λοξίου;
1075 οὐ γὰρ τοιοῦτος ὥστε θρηνητοῦ τυχεῖν.

ΚΑ. ὀτοτοτοτοῖ πόποι δᾶ. [ἀντ. α]
ὦπολλον ὦπολλον.
ΧΟ. ἥδ᾽ αὖτε δυσφημοῦσα τὸν θεὸν καλεῖ
οὐδὲν προσήκοντ᾽ ἐν γόοις παραστατεῖν.

ΚΑ. Ἄπολλον· Ἄπολλον· [στρ. β] 1080
ἀγυιᾶτ᾽, ἀπόλλων ἐμός.
ἀπώλεσας γὰρ οὐ μόλις τὸ δεύτερον.
ΧΟ. χρήσειν ἔοικεν ἀμφὶ τῶν αὑτῆς κακῶν.
μένει τὸ θεῖον δουλίᾳ περ ἐν φρενί.

ΚΑ. Ἄπολλον· Ἄπολλον· [ἀντ. β] 1085
ἀγυιᾶτ᾽, ἀπόλλων ἐμός.
ἆ ποῖ ποτ᾽ ἤγαγές με; πρὸς ποίαν στέγην;
ΧΟ. πρὸς τὴν Ἀτρειδῶν· εἰ σὺ μὴ τόδ᾽ ἐννοεῖς,
ἐγὼ λέγω σοι· καὶ τάδ᾽ οὐκ ἐρεῖς ψύθη.

***
ΚΑΣΣΑΝΤΡΑ
Συμφορά μου, οϊμέ συμφορά,
Απόλλων, Απόλλων!
ΧΟΡΟΣ
Τί θέλουν τάχα οι θρήνοι αυτοί για το Λοξία;
δεν είναι τέτοιος να του πρέπουν μοιρολόγια.

ΚΑΣΣΑΝΤΡΑ
Συμφορά μου, οϊμέ συμφορά μου,
Απόλλων, Απόλλων!
ΧΟΡΟΣ
Πάλι με στόμα βλάστημο το θεό φωνάζει,
που σε γόους να παραστέκει δεν του πρέπει.

ΚΑΣΣΑΝΤΡΑ
1080 Απόλλων,
Απόλλων οδηγέ κι η απώλειά μου,
δεύτερη αυτή φορά και για καλά με χάνεις!
ΧΟΡΟΣ
Για τα δικά της πάθη, λέω, θα προφητέψει·
μένει το θείο το χάρισμα και στη σκλαβιά της.

ΚΑΣΣΑΝΤΡΑ
Απόλλων,
Απόλλων οδηγέ κι η απώλειά μου,
α, τάχα πού μ᾽ οδήγησες; και σε ποιά στέγη;
ΧΟΡΟΣ
Στων Ατρειδών τη στέγη· κι αν δεν το ᾽χεις νιώσει,
νά που σου λέω· και ψέμα δε θα πεις πως σου είπα.

Μάθε τη ζωή, να την κοιτάς με τα δικά σου μάτια

-Και με εκείνες τις μουντές μέρες τι γίνεται;
-Δεν ξέρω κανένας δεν μου μίλησε γι’ αυτές. Μάλλον κανένας δεν μου είπε πως να τις αντιμετωπίζω. Και έτσι ενσωματώθηκα με εκείνες.
-Και τις άφησες να σε καταπιούν; Έτσι, δίχως αντίσταση;
-Ναι, ήταν το πιο φυσιολογικό.
-Και τι πάει να πει ήταν το πιο φυσιολογικό; Ακούς τι λες; Άφησες τις μουντές μέρες, αυτές δίχως τον ήλιο και το χαμόγελο να γίνουν η καθημερινότητά σου.
-Και που το περίεργο. Έτσι δεν κάνουν όλοι;
Και εκείνο το ‘όλοι’ ήχησε στα αφτιά μου σαν χειροβομβίδα. Και τρόμαξα με την κατρακύλα που έβλεπα μπροστά μου.
Άκου εκεί, επειδή έτσι κάνουν όλοι. Τι γελοία δικαιολογία. Τι γελοία κάλυψη. Βολικό από την μία για κάποιους. Άβολο για μένα από την άλλη.
Επειδή επέλεξαν κάποιοι να αποδεχτούν το μαύρο στη ζωή τους, τι πάει να πει, πως πρέπει να το κάνουν όλοι. Δεν έχω θέμα με το χρώμα μαύρο, ίσα ίσα είναι και αρκετά σικ! Μα όχι δεν το μπορώ στη ζωή! Και αυτή η μιζέρια. Πω πω πω, άλλο πράγμα.
-Όλοι! Ωραία, δηλαδή , αν εκείνοι οι πολλοί, οι ‘σωστοί’, οι όλοι πάνε και πέσουν από τον γκρεμό, θα το κάνεις και εσύ;
-Όχι! Γιατί να το κάνω αυτό ; Τι ανόητη η ερώτησή σου.
-Ανόητη ερώτηση. Εσύ, δηλαδή δεν θα πήγαινες να πέσεις από το γκρεμό μαζί τους, αλλά επειδή ‘όλοι΄, ή τουλάχιστον οι περισσότεροι επιλέγουν την κατήφεια και την μαυρίλα, θα το επιλέξεις και εσύ. Ακούς τι λες;
-Μα…εγώ, δεν είπα…
– Τι δεν είπες; Τι; Επειδή σε βολεύει το κάνεις αυτό. Που να αντισταθείς. Που να πεις, πως πίσω από μια μουντή μέρα, εγώ βλέπω τις ηλιαχτίδες να παλεύουν με τα σύννεφα για να βγουν μπροστά και τελικά τα καταφέρνουν! Και μόνο από κάτι τόσο απλό, μπορώ να πάρω δύναμη για να συνεχίσω.
-Σταμάτα! Δεν είναι εύκολο. Σε ρημάζουν με την μαυρίλα τους. Σου κόβουν τα φτερά.
-Μάθε να τα ξανακολλάς. Μάθε να γεννάς κι’ άλλα εν ανάγκη! Μόνο μην πέσεις ποτέ σε αυτή την μαύρη τρύπα των δειλών, που λένε πως η ζωή δεν είναι ωραία. Και αν δεν σου έμαθαν πως να παλεύεις για να ξεφύγεις, είναι απλό. Ποτέ δεν τα παρατάς. Κοντράρεσαι μαζί τους, τους αφήνεις να λένε τα δικά τους και εσύ στο τέλος φεύγεις έχοντας αφήσει χρώμα στη ζωή τους με μια κουβέντα: Η ζωή δεν είναι έτσι όπως την λέτε. Μα δεν θα μπορέσετε και ποτέ να την δείτε αλλιώς. Κλείνετε τα παντζούρια στον ήλιο, στο φως της ζωής, ακόμα όμως και σε εκείνες τις μουντές μέρες, με τις χοντρές ψιχάλες που ξεπλένουν την πίκρα από μέσα σας και σε εκείνες πάλι τα κλείνετε! Μόνο που για να δεις τη ζωή την αληθινή θα πρέπει και να βραχείς και να καείς από τον ήλιο. Γιατί και τα δύο κάτι σου προσφέρουν!

Μάθε να βλέπεις με τα δικά σου μάτια τη ζωή και όχι με τα μάτια των άλλων! Μάθε όμως και σε εκείνους που την βλέπουν μαύρη, πόσο όμορφος είναι ο ήλιος στη ζωή!

Ν’ ακούει το μυαλό σου

Ας αρχίσουμε με την ανάλυση μίας λέξης. Τηλεπάθεια∙ ως ορισμός της δίνεται η άμεση μεταβίβαση σκέψης από ένα άτομο σε ένα άλλο χωρίς τη χρησιμοποίηση των συνηθισμένων αισθήσεων. Προέρχεται απ’ το «τηλέ» που σημαίνει μακριά και το «πάθος», δηλαδή τη λαχτάρα, την έντονη ψυχική φόρτιση. Μπαίνοντας στο mood του καλοκαιριού, ας φτιάξουμε ένα μεθυστικό cocktail. Διαβάζοντας ξανά τον ορισμό και προσθέτοντας τη χημεία που μπορεί να έχουν δύο κορμιά, αυτήν που απογειώνει τις αισθήσεις, τι προκύπτει; Μαγεία. Δύο απόλυτα συντονισμένα σώματα που συναντήθηκαν για να ξεκινήσουν μια κοινή πορεία, επιτυχημένη. Η απόλυτη σχέση.    

Να μπορεί ο άλλος να διαβάζει το μυαλό σου και τις σκέψεις σου. Εδώ κάπου, πριν προκύψουν λανθασμένα συμπεράσματα, καλό θα ήταν να διευκρινίσουμε μερικά πράγματα. Εξαιρούνται οποιεσδήποτε συνήθειες και στοιχεία της καθημερινότητας που αποκτά ένα ζευγάρι στην πορεία της σχέσης του.

Η ρουτίνα θα σας κάνει να έχετε κοινές συμπεριφορές και να μπορείτε, μέχρι ένα συγκεκριμένο βαθμό, να προβλέψετε τις ανάγκες του άλλου. Δηλαδή, αν προσπαθείτε να βρείτε τι θα φάτε και πείτε κι οι δύο κινέζικο ή θέλετε να δείτε την ίδια ταινία. Δε μιλάμε για τέτοιου είδους σχέσεις. Συνηθισμένες. Μιλάμε για αυτές τις σχέσεις, τις τύπου once in a lifetime.

Σκέψου να είσαι χιλιόμετρα μακριά, να σας χωρίζουν πόλεις, ακόμα και σύνορα χωρών και να νιώθεις τη σκέψη του άλλου σε κάθε σου κύτταρο. Να αισθάνεσαι ότι την ώρα εκείνη είσαι στο μυαλό του άλλου. Σκέψου κάθε φορά που κάνετε σεξ να γίνονται όλα με τέτοια αρμονία κι αλληλουχία, που να αναρωτιέστε αν υπήρχε κάπου, κάποιο σενάριο και το διαβάσατε πριν, να μην εξηγείται αλλιώς τέτοια επιτυχία. Απ’ το τι θες να ακούσεις, πού θέλεις να σε αγγίξει, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια που έχεις ανάγκη την ώρα εκείνη.

Ή εκεί που μοιράζεστε την ησυχία σας, κάνοντας πράγματα που γεμίζουν τον καθένα ξεχωριστά, να κοιτιέστε και να γελάτε γιατί σκεφτήκατε το ίδιο πράγμα. Να είστε χώρια και να αντιλαμβάνεται ο άλλος αν έχεις ζόρια ή αν κάποιος σου έριξε τη διάθεση κι εκείνη την ώρα να τηλεφωνεί για να στη φτιάξει. Όχι να μαντεύει ή να πετυχαίνει μια τέτοια στιγμή σου. Να την αισθάνεται.

Κι εκεί κάπου καταλαβαίνεις ότι η χημεία που μπορεί να έχεις συναντήσει μέχρι τώρα και θεωρούσες εξαιρετική ήταν ένα τίποτα. Ο πόθος που θεωρούσες ό,τι πιο έντονο έχεις ζήσει και κρατούσε το ενδιαφέρον σου σε άλλες σχέσεις σε εγρήγορση, παιδικός. Γιατί η εγκεφαλική χημεία μεταφράζεται κάπως έτσι. Και πολλές φορές δε χρειάζεται να εκτονωθεί η σεξουαλική ένταση για να το καταλάβεις, να νιώσεις το δέσιμο ή την ικανοποίηση. Η πληρότητα που σου προσφέρει μια τέτοια επικοινωνία δε συγκρίνεται με καμία σωματική εκτόνωση. Μπορεί να αρκεί ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα ή απολύτως τίποτα. Αρκεί να είσαι στον ίδιο χώρο με αυτόν τον άνθρωπο.

Τέτοιες σχέσεις, αν είσαι τυχερός και βρεθούν στο δρόμο σου, αναγκαστικά θα σε στιγματίσουν. Γιατί ενώ έχουν όλα τα εχέγγυα, τα οποία υποθετικά οδηγούν στην επιτυχία, οι περισσότεροι δεν μπορούν να τα διαχειριστούν και να τα χρησιμοποιήσουν εποικοδομητικά με σκοπό την προσωπική τους ολοκλήρωση. Αν μπορέσεις να κρατήσεις μια τέτοια σχέση στη ζωή σου, να θεωρείς τον εαυτό σου τυχερό κι αρκετά θαρραλέο.

Αν την έζησες και την έχασες, όμως, πρόσεξε πώς θα τη διαχειριστείς. Γιατί όσα πάθη και να ζήσεις μετά από αυτήν τη σχέση, αναπόφευκτα θα τα συγκρίνεις με αυτήν τη μία. Αυτήν που χωρίς κόπο μπήκε μέσα στη ζωή σου, κατακτώντας –όσες άμυνες κι αν πρόβαλες– τα δύο πολυτιμότερά σου αγαθά, την ψυχή και το μυαλό.

Μην την υποτιμάς. Προσπάθησε να μην την ξυπνήσεις απ’ το λήθαργό της γιατί θα θελήσει να σου αποδείξει τη δύναμή της. Και τότε θα βρεθείς αντιμέτωπος με ένα τέρας που όμοιό του δε θα έχεις ξαναδεί και με τη νίκη του προδιαγεγραμμένη. Θα είσαι εσύ αντιμέτωπος με τον ίδιο σου τον εαυτό.

Φόβος για το άγνωστο ή αναποφασιστικότητα;

“To fight or to fly” αναρωτούμαστε πολλές φορές στη ζωή μας… Αυτός είναι ένας όρος που συχνά απαντάται ακόμα και στον τομέα της βιολογίας. Να αλλάξω εγώ, να αλλάξω την κατάσταση ή τους άλλους; Ερωτήματα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι στην ζωή μας πάνω από μία φορά, ενίοτε χωρίς να το συνειδητοποιούμε καν. Τί γίνεται όμως όταν πρόκειται για μία απόφαση ζωής πιθανόν; Περιμένουμε παθητικά να δρομολογηθούν οι καταστάσεις μόνες τους ή ρισκάρουμε;

Ο φόβος ως συναίσθημα προκύπτει έπειτα από συνειδητοποίηση της έκθεσης του ατόμου σε κάποιο κίνδυνο (σωματικό ή ψυχολογικό, βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο) κι ενίοτε συγχέεται με την εκδήλωση αγχώδους διαταραχής. Δεν είναι ωστόσο δύσκολο να τα διαχωρίσουμε. Η διαφορά τους έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι ο φόβος δημιουργείται έστω κι αν την ενδεχόμενη «απειλή» μπορούμε να την αποφύγουμε ή να την αντιμετωπίσουμε έστω, σε αντίθεση με το άγχος όπου είναι μη «ελεγχόμενη». Ενίοτε συνυπάρχει με συναισθήματα άγχους, θλίψης, επιθετικής συμπεριφοράς και έχει την τάση να κλιμακώνεται, εφόσον δεν αντιμετωπιστεί με ενδεχόμενο κίνδυνο μετατροπής σε φοβία, ακόμα και σε παράνοια.
« Μία ζωή γεμάτη λάθη δεν είναι μόνο πιο σεβαστή, αλλά και με περισσότερο νόημα από τη ζωή κάποιου που δεν κάνει τίποτα» George Bernard Shaw
Αν και στα μάτια μας φαντάζει συχνά ως μία μέγγενη από την οποία δε μπορούμε να ξεφύγουμε, η ανασύνταξη των δυνάμεων και κατ’ επέκταση και του τρόπου σκέψης μας (ορθολογισμός, ρεαλισμός) θα μας βοηθήσουν να πάμε ένα βήμα παρακάτω και να πάρουμε την «σωστή» καθ’ εμάς απόφαση. Η ενασχόληση με τον αθλητισμό, μία εκδρομή, το να ξεφύγουμε για λίγο από την καθημερινότητα, η συζήτηση με τα αγαπημένα μας πρόσωπα ή το να αποταθούμε σε κάποιον ειδικό, μπορούν να μας δείξουν μία άλλη οπτική των πραγμάτων και στην καλύτερη των περιπτώσεων να διαλευκάνουν εντελώς το πεδίο. Είναι λοιπόν στο χέρι μας να πάρουμε την ζωή μας στα χέρια μας, κόντρα σε όσα φοβόμαστε κι όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα. Σύμφωνα με τον Bryan Tracy (Καναδός συγγραφέας αυτοβοήθειας) το κλειδί της επιτυχίας είναι να επικεντρώσουμε τη συνείδησή μας σε αυτά που θέλουμε, όχι σε αυτά που φοβόμαστε.
Να θυμάστε πως  η σπηλιά που φοβάσαι να μπεις, κρύβει το θησαυρό που ψάχνεις. Joseph Campbell
Η ευτυχία είναι απόφαση και αξίζει πάντα τον κόπο. Ας μην την καθυστερούμε αναίτια…
 
Πολλοί άνθρωποι είναι μπολιασμένοι με την πυρηνική πεποίθηση ότι δεν είναι ικανοί να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους και για αυτό μηχανικά, μέσω της αναβλητικότητας διαιωνίζουν έναν φαύλο κύκλο. Μία εύστοχη παρομοίωση του φαύλου κύκλου είναι το χαμστεράκι που τρέχει σε ένα τροχό μέσα στο κλουβί του. Σηματοδοτεί την επανάληψη η οποία με το πέρασμα του χρόνου γίνεται συνήθεια.
 
Για να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την αναποφασιστικότητα χρειάζεται να εστιάσουμε και να δώσουμε λίγο χώρο στις σκέψεις μας. Να τις αναγνωρίσουμε καταρχάς, να αναλογιστούμε ποιες είναι ωφέλιμες και ποιες όχι, να εστιάσουμε στην αίσθηση ή το συναίσθημα που μας προκαλεί η κάθε σκέψη. Επίσης είναι απαραίτητο να δεχτούμε ότι η περίπτωση να δράσουμε και να αποτύχουμε είναι στο πρόγραμμα… δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος πάνω στον πλανήτη που δεν κάνει λάθη. Εξάλλου το λάθος είναι ευλογία, ειδικά όταν είμαστε σε θέση να το παρατηρήσουμε αντί να ενοχοποιήσουμε τον εαυτό μας. Τα λάθη είναι η πηγή της γνώσης. Αναπόφευκτα τα λάθη οδηγούν στην επιλογή που επιθυμούμε.
 
Πώς θα ξεπεράσουμε την αναποφασιστικότητα
* Για να γίνουμε πιο αποφασιστικοί, πρέπει να γίνουμε λιγότερο τελειοθηρικοί και να σταματήσουμε να θεωρούμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε την καλύτερη επιλογή.
* Σημαντικό είναι επίσης να δουλέψουμε το κομμάτι της αυτοεκτίμησης και της πίστης στον εαυτό μας και να παραδειγματιζόμαστε από τους γύρω μας που αποφασίζουν και επιλέγουν με αυτοπεποίθηση και σιγουριά.
* Θα μας βοηθήσει να εκπαιδευτούμε στην αποφασιστικότητα το να ξεκινήσουμε από πιο μικρές και κατά μία έννοια πιο ασήμαντες επιλογές, ώστε να είμαστε σε θέση προοδευτικά να φτάσουμε και στις πιο δύσκολες και μεγαλύτερης βαρύτητας επιλογές. Είναι σημαντικό να μάθουμε να διαχωρίζουμε τις αποφάσεις που είναι δύσκολες και με βαρύνουσα σημασία από εκείνες που συνιστούν ασήμαντες και απλές καθημερινές επιλογές.
* Ένας καλός σύμμαχος για να γίνουμε πιο σίγουροι και πιο αποφασιστικοί είναι η εμπειρία που συσσωρεύουμε με το πέρασμα του χρόνου και μας βοηθά να αποφασίζουμε ευκολότερα και γρηγορότερα.
* Καθώς ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των αναποφάσιστων είναι ότι επηρεάζονται από τη γνώμη των άλλων, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μπορούμε μεν να ζητάμε τη γνώμη ενός τρίτου, αλλά όχι ενός οποιουδήποτε. Είναι καλό να ζητάμε κάθε φορά τη γνώμη εκείνων που είναι περισσότερο σχετικοί, ενδεχομένως και ειδικοί, με το ζήτημα για το οποίο πρέπει να πάρουμε μια απόφαση

Πως να καλλιεργήσετε ευγνωμοσύνη

Λόγω του ατομικισμού που κυριαρχεί στις μέρες μας οι βασικοί δεσμοί ατόμου και κοινωνίας ολοένα να συρρικνώνονται. Το άτομο μέσα σε αυτό το ασταθές περιβάλλον βλέπει  συχνά τις φιλοδοξίες, τις αξιώσεις και τα όνειρά του να ματαιώνονται. Οι γρήγοροι ρυθμοί της ζωής  που βιώνουμε και  το ανταγωνιστικό κλίμα που εισπράττει κανείς, κάνουν συχνά τον άνθρωπο να σκέφτεται πεσιμιστικά, αδυνατώντας να γευτεί  και να απολαύσει τη ζωή ξεχνώντας πως είναι ένα δώρο που του δόθηκε απλόχερα.
 
Σύμφωνα με έρευνα για την υγεία στην χώρα μας, προέκυψε ότι μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων πολιτών βιώνουν αρνητικά συναισθήματα,  ενώ η κατάθλιψη παρουσιάζει αύξηση  κατά  80%. 
 
Στον αντίποδα αυτής της έρευνας πολλές έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί από το πεδίο της Θετικής ψυχολογίας, όσον αφορά την ευγνωμοσύνη. Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών έδειξαν, πως η ευγνωμοσύνη αυξάνει το επίπεδο ευτυχίας και ικανοποίησης από τη ζωή και μειώνει σημαντικά τα συμπτώματα της κατάθλιψης.
 
Τι είναι όμως άραγε η ευγνωμοσύνη, είναι κάποιο συναίσθημα, από πού προέρχεται; Είναι κάτι επίκτητο που μπορεί κανείς να το καλλιεργήσει;
 
Σύμφωνα με τον George Simmel «Η ευγνωμοσύνη είναι η ηθική μνήμη της ανθρωπότητας» και κατά τον Ιμμάνουελ Καντ θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ευγνωμοσύνη πηγάζει από την ηθική και τον «ορθό λόγο»  και μας παρακινεί με τα εξής: «Πράττε έτσι ώστε να χρησιμοποιείς την ανθρωπότητα, τόσο στο πρόσωπο σου όσο και στο πρόσωπο κάθε άλλου ανθρώπου, πάντα ταυτόχρονα ως σκοπό και ποτέ μόνο ως μέσο.»
 
Μια απλουστευμένη ανάλυση της παραπάνω προσταγής προϋποθέτει ότι αντιμετωπίζουμε τους άλλους ανθρώπους αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό με ισότητα και σεβασμό. Οι αγαθοεργίες και οι καλές μας πράξεις πρέπει να είναι ανιδιοτελείς και να πηγάζουν από την καλή μας θέληση. Η σκέψη αυτή ότι «όλοι οι άνθρωποι είναι ισάξιοι και αυτόνομοι» υποδηλώνει αυτόματα ότι δεν προσβάλουμε την αξιοπρέπεια του ανθρώπου που βοηθάμε και άρα δεν επιχειρούμε να τον χειραγωγήσουμε αφού δεν τον χρησιμοποιούμε ως μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού.
 
Πράττουμε έτσι, όχι  γιατί κάποιο παροδικό συναίσθημα μας οδήγησε σε αυτό πχ όπως η λύπηση, αλλά δίνουμε την βοήθεια γιατί αυτό μας επιβάλει η ηθική μας, που προϋποθέτει την καλή μας θέληση, χωρίς καν να προσδοκούμε κάποιο όφελος από αυτήν μας την πράξη έστω και εάν αυτό είναι ένα απλό «ευχαριστώ».
 
Η καλή μας θέληση προάγει την ευγνωμοσύνη δηλαδή τα θετικά εκείνα συναισθήματα της εκπλήρωσης του σκοπού μας, έτσι μεταλαμπαδεύεται το κάλο από εμάς προς τους άλλους αλλά και αντιστρόφως. 
 
Αφήνοντας τώρα κατά μέρος την φιλοσοφία που έχει πολλά να πει πάνω στο ζήτημα, οι σύγχρονοι ερευνητές και κυρίως μια ομάδα αμερικάνων ψυχολόγων πιστεύουν πως η ευγνωμοσύνη μπορεί σε ένα βαθμό να καλλιεργηθεί και προτείνουν σε μικρούς και μεγάλους να καταγράφουν σε ένα ημερολόγιο καθημερινές στιγμές ευγνωμοσύνης.  Μελέτη που έγινε σε άτομα με προβλήματα που κυμαίνονται από την κατάθλιψη μέχρι διαταραχές διατροφής. Προέκυψε ότι το να καταγράφουμε και να εστιάζουμε στην ευγνωμοσύνη είναι μια διαδικασία που μπορεί να έχει αντίστοιχα οφέλη, όπως αυτά που αναζητά κάνεις στην ψυχοθεραπεία.
 
Ενεργοποιώντας λοιπόν, συνειδητά την αίσθηση της ευγνωμοσύνης στη καθημερινότητά μας, αυξάνουμε τα επίπεδα ευχαρίστησης, ικανοποίησης, αποδοχής και εκτίμησης.  Πέρα από τα προσωπικά οφέλη θα αντιληφθούμε πως η ευγνωμοσύνη  δυναμώνει τους κοινωνικούς δεσμούς καθώς καλλιεργεί την αίσθηση σύνδεσης του ατόμου με τους υπόλοιπους ανθρώπους.

O μεγαλύτερος πολεμιστής είναι αυτός που γνωρίζει καλά τον εαυτό του

Κάποτε υπήρχε ένας πολεμιστής που καυχιόταν για τις ικανότητές του. Μια μέρα, ένα μικρό παιδί τον σταμάτησε και του είπε: «Στη μέση της ζούγκλας, σε μια σπηλιά, βρίσκεται ένας άνδρας που είναι ο καλύτερος πολεμιστής».

Ο νεαρός άνδρας επισκέφθηκε τη σπηλιά για να αντικρίσει τον τρομερό πολεμιστή. Αυτό που αντίκρισε όμως ήταν απλώς ένας πολύ ηλικιωμένος άνδρας.

«Εσύ είσαι τάχα μου ο σπουδαίος πολεμιστής;»

«Ναι, εγώ είμαι».

«Μα εσύ είσαι ένας γέρος. Δεν θα σε πολεμήσω».

«Αν νομίζεις ότι είσαι σπουδαίος πολεμιστής, σε προκαλώ να μείνεις σε αυτή τη ζούγκλα για 3 χρόνια. Και τότε, θα δούμε ποιος είναι ο μεγαλύτερος πολεμιστής»

Ο νεαρός συμφώνησε και ο γέρος του είπε: «Για ένα χρόνο θα μάθεις να κυνηγάς».

Ο νεαρός πολεμιστής έγινε πράγματι ένας εξαιρετικός κυνηγός. Όταν πήγε ξανά στο γέρο, εκείνος του είπε: «Τώρα, θα χρησιμοποιήσεις τις κυνηγητικές σου ικανότητες για να αποκτήσεις γνώση».

Και έτσι, ο νεαρός έμαθε τα πάντα για τη φύση, τα αστέρια και τον κόσμο και ξεχείλιζε από υπερηφάνεια καθώς επέστρεψε στον γέροντα.

«Τώρα θα κυνηγήσεις τον εαυτό σου».

Και ο νεαρός άρχισε να κυνηγά τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του. Και με το πέρας του τρίτου χρόνου είχε μάθει πολλά για τον εαυτό του. Επιστρέφοντας όμως στον γέροντα, διαπίστωσε ότι είχε πεθάνει. Και τότε, συνειδητοποίησε ότι ο μεγαλύτερος πολεμιστής είναι αυτός που γνωρίζει καλά τον εαυτό του!

Είναι εύκολο να προσπαθείς να κατακτήσεις τον κόσμο… πραγματική δύναμη όμως είναι να κατακτάς τους φόβους σου!

Το σύνδρομο του Διχτυού Ασφαλείας

Η αυτοπεποίθηση είναι απλώς γνώση. Επιτρέψτε μου να σας το ξαναπώ: Για να έχετε αυτοπεποίθηση, αρκεί να έχετε πληροφόρηση. Δείτε το ως εξής: Αν κάνετε κάτι καλά πέντε χιλιάδες φορές, ξέρετε ότι μπορείτε να το κάνετε. Έτσι, έχετε αυτοπεποίθηση.

Αν δεν το έχετε ξανακάνει ποτέ, δεν ΞΕΡΕΤΕ. Χωρίς τη γνώση, αμφιβάλλετε. Αν θέλετε να έχετε αυτοπεποίθηση, τότε δώστε στον εαυτό σας την ευκαιρία να ανακαλύψει ποιες είναι οι ικανότητές σας.

Δοκιμάζοντας καινούρια πράγματα και παίρνοντας το ρίσκο να επεκτείνετε το επίπεδο των σημερινών ικανοτήτων σας, ανακαλύπτετε πως η προσπάθεια είναι το κλειδί. Συνειδητοποιείτε πως το ρίσκο δεν είναι το τέλος του κόσμου. Συνειδητοποιείτε πως η γαλήνη και η ηρεμία δεν είναι τα θεμέλια στα οποία χτίζεται η αυτοπεποίθηση.

Χωρίς τουλάχιστον να προσπαθήσετε, ξέρετε ότι ζείτε πολύ πιο κάτω από το επίπεδο των ικανοτήτων σας. Η αμφιβολία για τον εαυτό μας είναι μια χρόνια ασθένεια. Όταν αρνείστε να παίρνετε το ρίσκο και να δοκιμάζετε πρότζεκτ που χτίζουν την αυτοπεποίθησή σας, αρχίζετε να απορρίπτετε συστηματικά τις ευκαιρίες ανάπτυξης και αρκείστε στο δίχτυ ασφαλείας της ζωής.

Το μοτίβο είναι το σύνδρομο του διχτυού ασφαλείας. Αρνείστε να αφήσετε τη φωλιά σας. Δεν δοκιμάζετε τίποτα που απειλεί με οποιονδήποτε τρόπο την ασφάλειά σας. Πότε δοκιμάσατε τελευταία φορά κάτι που δεν είχατε ξανακάνει ποτέ; Πότε εκτεθήκατε τελευταία φορά σε κάποια ευκαιρία ανάπτυξης;

Παίρνοντας το ρίσκο και πετυχαίνοντας, δημιουργείτε ένα μοτίβο επέκτασης των ικανοτήτων σας και αύξησης της γνώσης σας σχετικά με το επίπεδο των ικανοτήτων σας. Τι είδους ρίσκα παίρνετε;

Δοκιμάστε πράγματα. Θα αποκτήσετε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Έχετε απίστευτες δυνατότητες. Γίνετε ό,τι μπορείτε να γίνετε!

Αν δεν έχετε αυτοπεποίθηση, είστε διπλά χαμένοι στον αγώνα της ζωής.

Με την αυτοπεποίθηση έχετε κερδίσει πριν καν ξεκινήσετε.

Μεγάλο μέρος του θάρρους είναι το θάρρος που σου δίνει το ότι
έχεις ξανακάνει κάτι συγκεκριμένο στο παρελθόν.

Κερδίζουμε δύναμη, θάρρος και αυτοπεποίθηση
μέσα από κάθε ευκαιρία στην οποία πραγματικά σταματάμε
και κοιτάμε τον φόβο στα μάτια…
Πρέπει να κάνουμε όσα θεωρούμε ότι δεν μπορούμε.

Όταν ένα παιδί έχει την τάση να ψεύδεται ή να αρνείται πεισματικά

Τι γίνεται όταν ένα παιδί λέει ψέματα ή όταν διαρκώς λέει όχι σε όλα; Γιατί γίνεται αυτό; Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς ως γονείς;

Αυτό που κάνουμε εμείς οι ενήλικες, το ίδιο ακριβώς κάνει και το παιδί. Ποιος από μας δεν λέει μερικές φορές ψέματα; Ποιος δεν άφησε, εν γνώσει του, στη σκιά ένα γεγονός; Ποιος δεν προσπάθησε να συγκαλύψει ένα λάθος, βλέποντας πως θα του κόστιζε ακριβά; Παρ’ όλο που συμφωνούμε με τα παραπάνω, όταν ψεύδεται το παιδί μας ή αρνείται πεισματικά κάτι, βγαίνουμε εκτός εαυτού.

Πρέπει, καταρχάς, να καταλάβετε πως η διαφορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, δεν μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτή από ένα παιδί και η διαδικασία αυτή απαιτεί χρόνια. Το μικρό παιδί «αντιλαμβάνεται τις επιθυμίες του ως πραγματικότητα». Αν διηγηθεί ένα ψέμα, νομίζει ότι αυτό μπορεί, με την επιμονή του, να γίνει πραγματικότητα.

Για παράδειγμα, η Δανάη, τεσσάρων χρονών, με τα χέρια και το πρόσωπο πασαλειμμένα, δηλώνει στη μαμά της «όχι δεν άνοιξα καθόλου τη σοκολάτα», μας διασκεδάζει και μας συγκινεί. Αντίθετα, σε ένα παιδί δέκα ετών, είναι εξοργιστικό! Το ζήτημα της σχέσης που έχουν τα παιδιά με την αλήθεια πρέπει να εξεταστεί με άξονα την ηλικία τους.

Με λίγα λόγια, η αντίληψη που έχουν τα παιδιά για την αλήθεια, εξελίσσεται με την ηλικία. Μέχρι τα τέσσερα χρόνια περίπου τα παιδιά έχουν ως στόχο να ευχαριστήσουν τους γονείς τους. Το καλό τα κάνει να χαίρονται και το κακό τα δυσαρεστεί.

Για παράδειγμα, αν το μικρό παιδάκι παραδεχτεί ότι δεν υπάκουσε την μαμά του και πήγε στην μεγάλη τσουλήθρα, τότε η μαμά θα δυσαρεστηθεί. Η λύση που επιβάλλεται είναι να της πει ψέματα διαβεβαιώνοντάς την ότι δεν πήγε στην μεγάλη τσουλήθρα. Το μικρό παιδί δίνει την απάντηση που θα ευχαριστήσει περισσότερο την μητέρα του.

Εν συνεχεία, μέχρι τα έξι χρόνια περίπου, το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να κάνει τη διάκριση ανάμεσα σε ένα γεγονός που προέρχεται από την πραγματικότητα και σε κάτι που προέρχεται από τη φαντασία. Στις τηλεοπτικές εκπομπές ή στα παραμύθια δεν μπορεί να ξεχωρίσει με ακρίβεια τι είναι αληθινό και τι δεν είναι (π.χ. του μιλάμε για τον Άγιο Βασίλη σαν να είναι πραγματικό πρόσωπο).

Αντί να θυμώνετε, είναι προτιμότερο να το βοηθήσετε μέσα από τα παιχνίδια και εμπειρίες που θα μοιραστείτε, να καταλάβει τη διαφορά του αληθινού και των υπολοίπων (π.χ. Ο λύκος που τρώει τη γιαγιά, τα τέρατα που είναι κρυμμένα μέσα στην ντουλάπα… δεν είναι αληθινά, υπάρχουν «στ’ αστεία». Αντίθετα, ο πόνος που νιώθει η αδερφή του που χτύπησε στο κεφάλι, είναι αληθινός).

Από τα έξι και ύστερα, στην ηλικία δηλαδή της λογικής, το παιδί γνωρίζει ότι ψεύδεται και πολλές φορές αισθάνεται άσχημα, όταν το κάνει αυτό. Έχει καλούς λόγους για να το κάνει αυτό. Ο κυριότερος είναι για να αποφύγει την τιμωρία ή την επίπληξη. Προτιμά να αρνείται να παραδεχτεί κάτι, ακόμη κι αν είναι ολοφάνερο ότι το έκανε αυτό ή κατηγορεί κάποιον άλλον για τις αταξίες, συνήθως κάποιος που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του (π.χ. τον μικρότερο αδερφό ή το κατοικίδιο).

Αυτή η συμπεριφορά είναι συνηθισμένη ακόμα και στα παιδιά που μεγαλώνουν με γονείς που δείχνουν τρυφερότητα και κατανόηση. Ακόμα και στα παιδιά των δέκα ή έντεκα ετών που είναι πιο ώριμα και δεν ανέχονται να τους λένε ψέματα.

Παρακάτω ακολουθούν κάποιες συμβουλές ως προς την στάση που πρέπει να τηρήσετε

1. Μην το οδηγείτε στο ψέμα. Μιλάμε για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες, όντας θυμωμένοι, ρωτάτε το παιδί αν φταίει: «Μην μου πεις ότι έσπασες κι άλλο ποτήρι!». Ακόμη και το πιο ειλικρινές και έντιμο παιδί θα προσπαθήσει να σας πείσει για το αντίθετο.

2. Μη θέτετε ερωτήσεις και αναφέρετε καλύτερα αυτό που έγινε και αυτό που θεωρείτε πως ισχύει: «Με ενοχλεί που έσπασε άλλο ένα ποτήρι και, πραγματικά, δεν νομίζω να το έκανε ο σκύλος και να πέταξε τα κομμάτια στον κάδο…».

3. Αγνοείστε τις αρνήσεις του, αλλά μην το στριμώχνετε. Μην το συνθλίβετε με τις αποδείξεις της λογικής. Ο σκοπός είναι να του δώσετε θάρρος, όχι να το ενοχοποιήσετε ακόμη περισσότερο.

4. Δώστε του διέξοδο: «Βλέπω ότι δεν έχουμε την ίδια άποψη γι’ αυτό που έγινε. Θα ξαναμιλήσουμε μία άλλη μέρα». Ή «Αφού δε θες να μου πεις τίποτα, μπορείς να μου γράψεις κάτι; Θα είμαι υπερήφανος για σένα αν το κάνεις».

5. Μην του επιβάλλετε υπερβολικές τιμωρίες για τις αταξίες του. Αν το κάνετε αυτό, με την άρνηση θα έχει περισσότερες πιθανότητες να αποφύγει την τιμωρία. Τα παιδιά είναι αδέξια, αλλά επιθυμούν πάντα να κάνουν το σωστό και να εξυπηρετήσουν. Αν κάνουν ζημιά δεν θα την έχουν κάνει επίτηδες. Μη δίνετε περισσότερη σημασία στα αντικείμενα απ’ ότι σε αυτόν που τα κατέστρεψε. Βρείτε καλύτερα μαζί του τον τρόπο να επανορθώσει.

Σπάσε τη “βιτρίνα” του κόσμου, αν θες να αντικρίσεις την αλήθεια του

Σπάσε τη “βιτρίνα” του κόσμου αν θες να αντικρίσεις την αλήθεια του.
Γιατί στην αλήθεια κρύβεται το τέλειο!

Η τέλεια εικόνα δεν έχει να κάνει με καμιά βιτρίνα, με τίποτα στημένο και προσποιητό.
Κάτι που μένει ακλόνητο μες στις δυσκολίες της ζωής, μην κάνεις το λάθος και το περάσεις για τέλειο.
Να ’σαι σίγουρος, δεν έχει καν διαμορφωθεί.

Η ζωή είναι γεμάτη εικόνες, καλές και κακές, ευχάριστες και δυσάρεστες.
Υπάρχουν στιγμές… τις μισές τις πνίγει το γέλιο και τις άλλες μισές τις πνίγει το δάκρυ.

Η τέλεια εικόνα είναι πολλά πράγματα μαζί… και κάποια μέρα όλοι το συνειδητοποιούν και καταλαβαίνουν πως τέλειο είναι το αληθινό, το πέρα για πέρα πραγματικό, όχι το ψεύτικο, όχι το φανταστικό.

Η ζωή είναι καθρέφτης και δείχνει αυτό που είμαστε.
Δείχνει την κάθε μας αντίδραση, το πρόσωπό μας, τη φωνή και τη σιωπή μας.

Το τέλειο είναι το αληθινό και δεν είναι άπιαστο, μπορούμε να το έχουμε όλοι…
Φανερώνεται όταν λειτουργούμε ανθρώπινα, όταν καταπίνουμε τον εγωισμό, όταν δείχνουμε κατανόηση, όταν είμαστε εμείς…

Τι πιο εύκολο… απ’ το να είσαι εσύ…
Γι’ αυτό κάνε τη ζωή σου τέλεια… είναι εφικτό!

Η επιστήμη λέει ότι ο θόρυβος πονάει ενώ η σιωπή θεραπεύει

Η αξία της σιωπής γίνεται αισθητή από όλους σε κάποιο σημείο της ζωής τους.

Η σιωπή είναι παρήγορη, θρεπτική και ζεστή. Μας ανοίγει για έμπνευση και νοστιμίζει το μυαλό, το σώμα και την ψυχή. Εν τω μεταξύ, η τρέλα του θορυβώδους κόσμου πνίγει τη δημιουργικότητά μας, την εσωτερική μας σύνδεση και εμποδίζει την αντοχή μας. Η επιστήμη δείχνει τώρα ότι η σιωπή μπορεί να είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε για να αναγεννήσουμε τους εξαντλημένους εγκεφάλους και τα σώματά μας.

Μελέτες δείχνουν ότι ο θόρυβος έχει ισχυρή φυσική επίδραση στους εγκεφάλους μας, προκαλώντας αυξημένα επίπεδα ορμονών στρες. Ο ήχος ταξιδεύει στον εγκέφαλο ως ηλεκτρικά σήματα μέσω του αυτιού. Ακόμη και όταν κοιμόμαστε αυτά τα ηχητικά κύματα προκαλούν το σώμα να αντιδράσει και να ενεργοποιήσει την αμυγδαλή, το μέρος του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη μνήμη και το συναίσθημα, οδηγώντας στην απελευθέρωση των ορμονών του στρες. Έτσι, ζώντας σε ένα συνεκτικά θορυβώδες περιβάλλον θα σας προκαλέσει την εμπειρία εξαιρετικά υψηλών επιπέδων αυτών των επιβλαβών ορμονών.

Είναι ενδιαφέρον ότι η λέξη θόρυβος λέγεται ότι προέρχεται από τη λατινική λέξη nausia (αηδία ή ναυτία) ή τη λατινική λέξη noxia, που σημαίνει κακό, βλάβη ή τραυματισμός. Ο θόρυβος έχει συνδεθεί με υψηλή αρτηριακή πίεση, καρδιακές παθήσεις, εμβοές και απώλεια ύπνου. Όλοι έχουμε βιώσει τις επιζήμιες επιπτώσεις της ηχορύπανσης. Ο υπερβολικός θόρυβος μπορεί να αποτελέσει σημαντική προσβολή στις φυσικές αισθήσεις και σήμερα όλο και περισσότεροι άνθρωποι αναγνωρίζονται ως ιδιαίτερα ευαίσθητοι και αδύναμοι να λειτουργούν σε χαοτικά και θορυβώδη περιβάλλοντα. Αλλά τώρα η επιστήμη έχει την απόδειξη όχι μόνο ότι ο θόρυβος πονάει, αλλά και αυτή η σιωπή θεραπεύει.

Μελέτες δείχνουν ότι ο θόρυβος προκαλεί την απελευθέρωση των ορμονών του στρες στον εγκέφαλο.

Οι επιπτώσεις της σιωπής

Το 2011, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εξέτασε και ποσοτικοποίησε την επιβάρυνσή του για την υγεία στην Ευρώπη. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα 340 εκατομμύρια κάτοικοι της Δυτικής Ευρώπης (για τον πληθυσμό των Ηνωμένων Πολιτειών) χάνουν εκατομμύρια χρόνια υγιεινής ζωής κάθε χρόνο λόγω του θορύβου. Ο ΠΟΥ δήλωσε επίσης ότι η κύρια αιτία θανάτων από 3.000 καρδιακές παθήσεις οφειλόταν σε υπερβολικό θόρυβο. Μια μελέτη του καθηγητή Gary W. Evans από το Πανεπιστήμιο Cornell, που δημοσιεύτηκε στο Psychological Science,χαρτογραφεί τις επιπτώσεις του θορύβου των αεροδρομίων στα παιδιά σχολείων κοντά στο αεροδρόμιο του Μονάχου. Η μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά που εκτέθηκαν σε θόρυβο ανέπτυξαν μια αντίδραση στρες, η οποία τους έκανε να αγνοήσουν τον θόρυβο. Διαπίστωσε ότι τα παιδιά αγνόησαν τόσο τον επιβλαβή θόρυβο του αεροδρομίου όσο και άλλους καθημερινούς θορύβους, όπως ο λόγος.

Η μελέτη αυτή συγκαταλέγεται στις ισχυρότερες, ίσως και την πιο οριστική απόδειξη ότι ο θόρυβος, ακόμη και σε επίπεδα που δεν προκαλεί βλάβες στην ακοή, προκαλεί άγχος και είναι επιβλαβής για τον άνθρωπο.

Οι επιστήμονες δεν έδειξαν ενεργά να μελετήσουν τις επιπτώσεις της σιωπής, αλλά αντίθετα ανακάλυψαν τα οφέλη της από ατύχημα. Η σιωπή αρχικά άρχισε να εμφανίζεται στην επιστημονική έρευνα ως έλεγχος ή βασική γραμμή, κατά την οποία οι επιστήμονες συγκρίνουν τις επιπτώσεις του θορύβου ή της μουσικής. Ο γιατρός Luciano Bernardi μελέτησε τις φυσιολογικές επιπτώσεις του θορύβου και της μουσικής το 2006, κάνοντας μια εκπληκτική ανακάλυψη. Όταν τα θέματα της μελέτης του εκτέθηκαν στις τυχαίες εκτάσεις σιωπής μεταξύ του θορύβου και της μουσικής, βίωσε ένα ισχυρό αποτέλεσμα. Οι δύο παύσεις ήταν πολύ πιο χαλαρωτικές για τον εγκέφαλο από τη χαλαρωτική μουσική ή την μακρύτερη σιωπή που υπήρχε πριν από την έναρξη του πειράματος. Στην πραγματικότητα, οι «άσχετες» κενές παύσεις του Bernardi έγιναν η πιο σημαντική πτυχή της μελέτης. Ένα από τα βασικά ευρήματά του ήταν ότι η σιωπή αυξάνεται από τις αντιθέσεις.

Ο εγκέφαλος αναγνωρίζει τη σιωπή και αντιδρά δυνατά.

Πολλοί δάσκαλοι και επαγγελματίες του διαλογισμού μπορούν να το επιβεβαιώσουν και οι πνευματικοί δάσκαλοι συμβουλεύουν τους μαθητές να κάνουν συχνές διαλογιστικές παύσεις καθ ‘όλη τη διάρκεια της ημέρας. Αν και μπορούμε να σκεφτούμε τη σιωπή ως έλλειψη εισροών, η επιστήμη λέει διαφορετικά. Ο εγκέφαλος αναγνωρίζει τη σιωπή και αντιδρά δυνατά. Η μεταγενέστερη έρευνα από έναν αναγεννητικό βιολόγο του πανεπιστημίου του Duke, Imke Kirste, ανακάλυψε ότι δύο ώρες σιωπής την ημέρα προκάλεσαν την ανάπτυξη κυττάρων στον ιππόκαμπο, στην περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη δημιουργία μνήμης, που περιλαμβάνει τις αισθήσεις.

Λήψη χρόνου να απενεργοποιηθεί

Σύμφωνα με τη Θεωρία Αποκατάστασης Προσοχής, όταν βρίσκεστε σε περιβάλλον με χαμηλότερα επίπεδα αισθητηριακής εισόδου, ο εγκέφαλος μπορεί να «ανακτήσει» μερικές από τις γνωστικές του ικανότητες. Με τον ψηφιακό μας κόσμο, οι εγκέφαλοί μας έχουν λιγότερο χρόνο για να κλείσουν. Επεξεργαζόμαστε συνεχώς τεράστιες ποσότητες πληροφοριών. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι συνεχείς απαιτήσεις προσοχής της σύγχρονης ζωής θέτουν πολλή έμφαση στον προμετωπιαίο φλοιό μας – το μέρος του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τη λήψη αποφάσεων, την επίλυση προβλημάτων και πολλά άλλα. Όταν ξοδεύουμε μόνοι μας χρόνο στη σιωπή, οι εγκέφαλοί μας είναι σε θέση να χαλαρώσουν και να απελευθερώσουν αυτή τη συνεχή εστίαση.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η σιωπή βοηθά τα νέα κύτταρα να διαφοροποιηθούν σε νευρώνες και να ενσωματωθούν στο σύστημα και ότι όταν βιώνουμε σιωπή, οι εγκέφαλοί μας μπορούν να εργαστούν για την καλύτερη κατανόηση του εσωτερικού και του εξωτερικού περιβάλλοντός μας. Μπορούμε να κατανοήσουμε τη ζωή μας και να αποκτήσουμε προοπτική, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για τη γενική ευημερία μας.

Ενώ ο θόρυβος δημιουργεί άγχος, η σιωπή ανακουφίζει από το στρες και την ένταση στον εγκέφαλο και στο σώμα. Η σιωπή αναπληρώνει και θρέφει τους γνωστικούς πόρους μας. Ο θόρυβος μας κάνει να χάσουμε τη συγκέντρωση, τις γνωστικές δυνάμεις μας και να μειώσουμε τα κίνητρα και τη λειτουργία του εγκεφάλου (όπως υποστηρίζεται από την έρευνα για τις επιπτώσεις του θορύβου), αλλά οι μελέτες δείχνουν ότι η δαπάνη κάποιου χρόνου στη σιωπή μπορεί να αποκαταστήσει εκπληκτικά αυτό που χάθηκε λόγω έκθεσης σε υπερβολικό θόρυβο.

Οι αρχαίοι πνευματικοί δάσκαλοι το έχουν γνωρίσει καθ ‘όλη τη διάρκεια. Η σιωπή θεραπεύει, η σιωπή μας οδηγεί βαθιά στον εαυτό μας και η σιωπή ισορροπεί το σώμα και το μυαλό. Τώρα η επιστήμη λέει το ίδιο πράγμα.

Τα θεραπευτικά οφέλη της φύσης και της ακινησίας είναι καλά τεκμηριωμένα, αλλά τώρα μπορούμε να προσθέσουμε σε αυτή την αναζήτηση για την υγεία και την ευημερία, την τροφή του εγκεφάλου μας. Η απλή όμως αρχική εμπειρία της σιωπής θα μπορούσε να είναι μόνο το θεραπευτικό βάλσαμο που χρειαζόμαστε για να καταπνίξουμε τον τρελό σύγχρονο τρόπο ζωής μας.

Η σιωπή είναι ένας κενός χώρος. Ο χώρος είναι η πατρίδα του αφυπνισμένου μυαλού - Βούδας

Η ιστορία των λέξεων Χρέος – Πάθος

Το «ζην κατά πάθος» διακρίνεται απ’ το «ζην κατά λόγον». Το «ζην κατά λόγον» εμπεριέχει το λεγόμενο χρέος. Χρέος και πάθος συνυπάρχουν μέσα μας. Τα ενώνει η αρετή. Χρέος λογικό· σκέψεις με έννοιες· με κρίσεις, με συλλογισμούς, με αφαιρέσεις.

Πάθος ά-λογο· παρορμήσεις· σκέψεις με εικόνες· με παραστάσεις, σκέψεις με τα σπλάχνα, σκέψεις με τους αδένες.

Χρέος και πάθος αντιπαλεύουν μέσα μας κάθε στιγμή. Το χρέος περιλαμβάνει όσα είναι αντίθετα στο πάθος και, αντι- στρόφως, το πάθος περιλαμβάνει όσα είναι αντίθετα στο χρέος. Απ’ την πάλη χρέους και πάθους πηγάζει στον καθένα μας η δυνατότητα της ελευθερίας, στο βαθμό που είμαστε ενάρετοι. Διότι η αρετή συναρμολογεί αυτά τα δύο, που είναι απ’ τη φύση τους αντίθετα. Μόνη η επιτέλεση του χρέους χωρίς την ικανοποίηση του πάθους είναι υποδούλωση στο χρέος. Μόνη η ικανοποίηση του πάθους χωρίς την επιτέλεση του χρέους είναι στον ίδιο βαθμό υποδούλωση.

Απ’ τη συνεχή πάλη, λοιπόν, αυτών των δύο όρων εξαρτώνται οι βαθμοί της προσωπικής μας ελευθερίας, η λεγόμενη απελευθέρωσή μας, που είναι το επίτευγμα της προσωπικής πάλης του καθενός από μας και η ηθική μας αξία: η αρετή μας.

Πάθος είναι «παν ό,τι πάσχει τις». Το πάσχω, απ’ τις *πάθ- σκω, *πάτ-σχω > *qunt-sko, είναι ομόρριζο του πένθους. Πένθος, η θλίψη, η λύπη, η δυστυχία της *quenthos. Πάθος, πένθος, λοιπόν, ομόρριζες, συνταιριάζουν το φόβο του θανάτου και την ερωτική επιθυμία, έρωτα και θάνατο.

Απ’ την άλλη πλευρά, υπάρχει το χρέος της *gher που έχει τη ριζική σημασία τού «άπτεσθαι, λαμβάνειν, πιάνειν». Απ’ την πολύ γόνιμη ρίζα *gher παράγονται μερικές κορυφαίες έννοιες, όπως χειρ, χέρι, χορός, χόρτος, χρόνος, το απρόσωπο χρη, που οι τύποι του προήλθαν από συνεκφορά και συγχώνευση με το ρήμα ειμί.

Χρη εστί, «είναι ανάγκη, πρέπει, αρμόζει»
Μετ. χρη ον =χρεών
ΧρηFιος: χρήσιμος
ΧρηFία: χρειά «χρήση»
Χρή-ζο-μαι: χρώμαι (= μεταχειρίζομαι) και απ’ αυτό το χρήμα (=χρήσιμο πράγμα), ο χρηστός.
Χρα-Fος, χρήως, χρέος, τέλος το καθήκον, το πρέπον.

Χρέος είναι αυτό που χρωστά κανείς σε άλλον,μτφ. η ηθική υπο-χρέωση.

Ποτέ από το χρέος δίκαιοι και ίδιοι σ’ όλες των τες πράξεις. (Κ. Καβάφης)

Αντίθετες στις λέξεις χρέος – χρώμαι – χρη – χρεία – χρηστός είναι οι λέξεις α-χρείος, ά-χρηστος.

Αντίθετη στις πάθος – πένθος είναι ο α-παθής.

Ο άνθρωπος που έχει ηθική αξία, αυτός που αυξάνει τους βαθμούς της ελευθερίας του, δεν είναι ούτε α-χρείος, ούτε ά-χρηστος. Ούτε μένει απαθής.

Αρκεσίλαος από την Πιτάνη

Τι χάρμα ο Αρκεσίλαος! Πειστικός στους λόγους του όσο κανείς άλλος, δαιμόνιος στην τέχνη της αναιρέσεως, δεξιοτέχνης στα επιχειρήματα, ευφυής στην πραγμάτευση των θεμάτων, ποτέ δεν ξεκινούσε με τις δικές του απόψεις και, σαν άκουγε τους άλλους, τους αντιπάλους του, με εκπληκτική ετοιμότητα και ευρηματικότητα τους αντέκρουε ακολουθώντας την μέθοδο του pro και contra, της in utramque partem disputare. Τι σημαίνει αυτό; Απλούστατα ότι αναιρούσε κάθε θέση, λέγοντας τα υπέρ και τα κατά. Και αν τύχαινε να τον δυσκολέψουν οι άλλοι, τότε τους ξέφευγε επικαλούμενος την “εποχή”. Επέχει, έλεγε. Και ήταν γι’ αυτόν η εποχή ό,τι το μελάνι που αφήνει πίσω της η σουπιά, για να ξεφύγει από τους διώκτες της.

Η Ακαδημία με αρχηγό τον Αρκεσίλαο βρήκε τις δόξες των παλαιών ημερών. Έκανε όμως τους γύρω του άνω – κάτω. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι τελικά υποστήριζε. Κατόρθωνε με τη διδασκαλία του το ακατόρθωτο. Δεν είναι πράγματι μικρό πράγμα να έχεις τις θέσεις του Πύρρωνος και να μην λέγεσαι ο ίδιος πυρρώνειος· να απομακρύνεσαι από τον Πλάτωνα και όμως να σε ονομάζουν ακαδημεικό και μάλιστα να διευθύνεις την Ακαδημία για 25 ολόκληρα χρόνια! Έντεχνη συγκάλυψη του πυρρωνισμού του; Εξαπάτηση των πολλών; Ειλικρινής και πιστός στον Πλάτωνα για τους ολίγους; Τις απαντήσεις θα τις δώσουμε· δεν θα είναι όμως δικές του, αφού κανένα γραπτό δεν άφησε. Στις μαρτυρίες από δεύτερο χέρι θα ακουμπήσουμε, τις πολύτιμες αλλά και όχι πάντα αξιόπιστες δοξογραφικές μαρτυρίες. Η πιο χτυπητή είναι εκείνη του Αρίστωνος, μαθητού του Ζήνωνος, που τον περιγράφει με λίγες λέξεις: πρόσθε Πλάτων, ὄπισθεν Πύρρων, μέσος Διόδωρος.

Ο Αρίστων εμπνέεται από το στίχο του Ομήρου στην Ιλιάδα όπου ζωγραφίζεται η Χίμαιρα με κεφάλι λιονταριού, ουρά δράκου και σώμα αιγός (Ι ΣΤ’ 181). Είναι φανερή η πρόθεση του Αρίστωνος να περιγράψει τον Αρκεσίλαο άστατο, χωρίς δηλαδή καθαρές θέσεις. Αντλεί από όλους τους φιλοσόφους. Είναι λίγο απ’ όλα. Θα δούμε ότι αυτό είναι και το βασικό γνώρισμα ενός εκλεκτικού φιλοσόφου: να προσπαθεί να συγκεράσει διάφορες απόψεις.

Πρέπει να το δεχτούμε· ήταν διαδεδομένη η εικόνα του ως φιλοσόφου χωρίς ξεκάθαρη φιλοσοφική ταυτότητα. Γι’ αυτό τους έκανε όλους να αναρωτιούνται: μα τι είναι, πυρρώνειος ή ακαδημεικός; Να λύσουμε άραγε εμείς το αίνιγμα; Για τον Νουμήνιο ήταν πυρρώνειος, αλλά δεν τον λέγανε πυρρώνειο· και δεν ήταν ακαδημεικός, αλλά του είχαν δώσει το όνομα:

ἦν μέν Πυρρώνειος, πλήν τοῦ ὀνόματος· Ἀκαδημαϊκός δ’ οὐκ ἦν, πλήν τοῦ λέγεσθαι.

Ήταν όμορφος ο Αρκεσίλαος. Γοήτευε με την χάρη του, το οξύ μυαλό, τον λόγο του. Και σαν τον είδε ο Κράντωρ, ένοιωσε συμπάθεια, αγάπη, για τον μαθητή που, γεμάτος ομορφιά και νιάτα, ήρθε στην Αθήνα να σπουδάσει. Τον υποδέχτηκε με έναν στίχο του Ευριπίδη:

ὦ νεαρέ, ἐάν σέ σώσω, θά μοῦ ἔχεις χάρη;”

Ευφυής, λοιπόν, ωραίος, πλούσιος ο Αρκεσίλαος είχε όλη την οξύνοια και την άνεση, για να επιδοθεί στην φιλοσοφία. Άλλωστε, σαν έφθανε στην Αθήνα από την Πιτάνη της Αιολίδος, είχε ήδη πίσω του μια μόρφωση που πλατιά άνοιγε τον δρόμο στις φιλοσοφικές σπουδές. Είχε σπουδάσει μαθηματικά στην πατρίδα του αλλά και στις Σάρδεις, κοντά στον αστρονόμο και μαθηματικό Αυτόλυκο, και μουσική με τον Ξάνθο τον Αθηναίο. Τις σπουδές στην γεωμετρία τις συνέχισε με τον Ιππόνικο. Στην Αθήνα εφοίτησε αρχικά κοντά στον Θεόφραστο και εκεί κατάδειξε και τον ξεχωριστό ζήλο για την διαλεκτική. Ήταν η δύναμή του. Εξοικειωμένος με την τέχνη των ερετρικών μπορούσε να αντικρούσει κάθε επιχείρημα. Είχε βέβαια επίγνωση πόσο η διαλεκτική φέρνει τα πάνω κάτω.

Γνώριζε όμως ο Αρκεσίλαος και την κακή δύναμη της διαλεκτικής και συμβούλευε τους μαθητές του να μην εγκλωβίζονται στα δίχτυα της, να την αποφεύγουν. Γιατί οι διαλεκτικοί είναι σαν αυτούς που παίζουν με τις ψήφους: εξαπατούν με χάρη.

Ἀρκεσίλαος ὁ φιλόσοφος ἔφη τούς διαλεκτικούς ἐοικέναι τοῖς ψηφοπαίκταις, οἵ τινες χαριέντως παραλογίζονται (Στοβαίου, Ἐκλογαί)

Πολλά και ωραία ήταν τα χρόνια που ο Αρκεσίλαος πέρασε στην Ακαδημία. Η συμπάθεια και η εύνοια του Κράντορος του επέτρεψαν να γνωρίσει από κοντά τον Πολέμωνα – τον άκουσε και εκείνον – τον Κράτηρα. Ήταν σπουδαίοι οι διάδοχοι αυτοί του Πλάτωνος. Τους εθαύμασε· ωσάν θεοί ή λείψανα από το χρυσό γένος φάνταζαν στα μάτια του:

θεοί τινες ἤ λείψανα τῶν ἐκ τοῦ χρυσοῦ γένους (Δ.Λ. IV 22)

Δεν απαρνιέται κανείς εύκολα ό,τι αγάπησε. Δεν απαρνήθηκε ο Αρκεσίλαος τα όσα έμαθε και άκουσε στην Ακαδημία. Να εξηγείται, άραγε, έτσι η προσπάθειά του να ξαναθυμηθούν οι μαθητές του την σωκρατική μέθοδο; Να θέλησε να ξαναζωντανέψει την τέχνη του ερωτάν και αποκρίνεσθαι; Να πίστευε ότι με την “απορητική” μέθοδο αντιμετώπιζε καλύτερα τον δογματισμό των στωικών;

Με τον Ζήνωνα τον στωικό, που για την ζωή του πληροφορεί ο Διογένης ο Λαέρτιος, άρχισε τον πόλεμο. Είχαν και οι δύο τον ίδιο δάσκαλο στην διαλεκτική, τον Διόδωρο Κρόνο, και την πλατωνική φιλοσοφία την διδάχθηκαν και οι δύο από τον Πολέμωνα.

Ήταν συμφοιτητές αλλά πόσο διαφορετικοί χαρακτήρες!

Καρτερικότατος ο Ζήνων, λιτότατος – έπινε λίγο κρασί – πάντα ντυμένος απλά και ελαφρά άντεχε το κρύο του χειμώνα. Συνήθιζε να λέγει ότι το ευ γίνεσθαι έρχεται λίγο – λίγο, δεν είναι όμως μικρό πράγμα:

τό εὖ γίνεσθαι παρά μικρόν, οὐ μήν μικρόν εἶναι (Δ.Λ. VII26)

Αυτόν τον ασκητικό Ζήνωνα αλλά και δεινό συνομιλητή, που βαθιά στοχάστηκε πάνω στον άνθρωπο και άφησε πίσω του το θαυμαστό οικοδόμημα της στωικής ηθικής, που τον τελευταίο Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Μάρκο Αυρήλιο, συγκίνησε τόσο, ώστε να μας αφήσει τα εκπληκτικά Εἰς ἑαυτόν, αυτόν τον Ζήνωνα επέλεξε ως αντίπαλο ο Αρκεσίλαος. Και οι δύο εγνώριζαν την φιλοσοφία του Πλάτωνος, και οι δύο εγνώριζαν καλά την τέχνη της διαλεκτικής· ήρθαν όμως σε σύγκρουση.

Ο πόλεμος με τους στωικούς πήρε, από το μέρος του Αρκεσιλάου, τέτοια μορφή ώστε η επιμονή του τελευταίου στην απορητική μέθοδο να εκβάλει σε μια διδασκαλία της ακαταληψίας, στην θέση δηλαδή ότι τα πράγματα είναι ακατάληπτα. Μακρύς βέβαια ο δρόμος από τη θεωρία των ιδεών στην ακαταληψία. Είναι τα δύο άκρα. Για να λυθεί το “αίνιγμα” του Αρκεσιλάου υπαινίχθησαν μια εσωτερική διδασκαλία, ότι δηλαδή στους πολλούς ο Αρκεσίλαος εδίδασκε την ακαταληψία, αλλά ότι με στενό κύκλο μαθητών συνέχιζε την πλατωνική φιλοσοφία. Φανερά ωστόσο κατηγορήθηκε ότι εγκατέλειψε την Παλαιά Ακαδημία και ότι στη θέση της έστησε μια νέα Ακαδημία. Έτσι πολιτογραφείται ο Αρκεσίλαος ως νεοακαδημεικός φιλόσοφος, ένας φιλόσοφος που εισάγει τον σκεπτικισμό στην σχολή του, αφού όπλο του πια γίνεται η εποχή. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα την είχε καταφύγιο που πολλοί είπαν ότι, προς το επέχειν, δεν έγραψε τίποτα.

Ας μείνουμε όμως ακόμη κοντά στον άνθρωπο Αρκεσίλαο.

Η ζωή του δεν ήταν κακή στην Αθήνα, όταν με τον θάνατο του Κράτηρος αναλαμβάνει αρχηγός της Μέσης Ακαδημίας. Θα φανταζόμαστε τον Αρκεσίλαο, που δεν άφηνε στιγμή τον Ζήνωνα ήσυχο με τις συνεχείς επιθέσεις του, έναν άνθρωπο κακό, αλαζονικό, εκδικητικό. Ήταν ακριβώς το αντίθετο.

Γενναιόδωρος από φύση του και ανοιχτός, βοηθούσε πάντα όσους είχαν ανάγκη. Τον Ιππόνικο, τον παλιό του δάσκαλο, για τον οποίο είχε κάποτε αστειευθεί* τον πήρε, όταν αρρώστησε, σπίτι του έως ότου έγινε καλά. Άλλη μια φορά, όταν ο Κτησίβιος, αρρώστησε, τον επισκέφθηκε, είδε σε τι ένδεια ζούσε και τότε του έβαλε κρυφά χρήματα κάτω από το μαξιλάρι, όταν έφευγε. Αθόρυβα και διακριτικά – πρόχειρος ἦν και λαθεῖν, την χάριν ἀτυφότατος – έκανε τις γενναιοδωρίες του: ούτε ζήτησε πίσω έναν ασημένιο δίσκο που είχε δανείσει σε κάποιον που έκανε τραπέζι σε φίλους του.

Μικρά, απλά περιστατικά – που αφηγείται ο Διογένης – ικανά όμως να φωτίσουν τον χαρακτήρα του. Γι’ αυτό ήταν αγαπητός όσο κανείς άλλος στους Αθηναίους. Δεν νοιαζότανε για χρήματα – είχε περιουσία στην Πιτάνη και ο μεγάλος αδερφός του, ο Πυλάδης, του έστελνε τα εισοδήματά του – και του άρεσε η καλή ζωή, το καλό φαγητό με φίλους, ωστόσο, που εκείνος ήθελε. Ιδιαίτερα όμως αγαπούσε το θέατρο.

Ως φιλόσοφος δεν είχε καμία έπαρση και συμβούλευε τους μαθητές να ακούνε και τα μαθήματα των άλλων. Δεν πήρε άλλωστε ο ίδιος από το χέρι έναν μαθητή, που του παραπονέθηκε για την διδασκαλία του, και τον πήγε στην σχολή του Ιερώνυμου του περιπατητικού;

Αξιοπρεπείς ο Αρκεσίλαος· σεβόταν τον εαυτό του. Ενώ είχε φίλο βασιλέα, τον Ευμένη, δεν έτρεχε να επισκεφτεί τον Αντίγονο τον Γονατά, παρόλες τις υποδείξεις του φίλου του Ιεροκλή που τον πίεζε να πηγαίνει να υποβάλλει τα σέβη του στον Αντίγονο, κάθε φορά που αυτός επισκεπτόταν την Αθήνα. Δεν πήγε ακόμη και όταν όλοι έτρεξαν να συγχαρούν και να τον κολακεύσουν για την νίκη στην ναυμαχία με τους Αιγύπτιους.

Αφιλαργυρώτατος, ατυφότατος, κοινωνικότατος, ευρεσιλογώτατος. Δεν παύει να μας τονίζει ο Διογένης τα χαρίσματά του: γενναιόδωρος σε ύψιστο βαθμό, σεμνότατος, κοινωνικότατος, εξυπνότατος.

Και πολλούς αιώνες αργότερα, πολύ κοντά σε εμάς, θα τα ξανακούσουμε: “Ωραίος, εύγλωττος, έξυπνος, ετοιμόλογος, είχε όλα τα απαραίτητα χαρίσματα για την αντιλογία και φάνηκε ότι ασχολήθηκε με αυτήν με ζήλο. Η στωική φιλοσοφία ήταν φυσικά εκείνη η οποία δέχτηκε το βάρος της επιθέσεως αφού από όλα τα φιλοσοφικά συστήματα παρουσιαζόταν το πιο φιλόδοξο και, φυσικά, και το πιο τρωτό· και ήταν τέτοια η τόλμη και η επιδεξιότητα του επιτιθέμενου ώστε οι αντίπαλοί του τον συνέκριναν πότε με τι Έμπουσες και πότε με την Λερναία Ύδρα της μυθολογίας. Στους τρόπους και στην διάθεση ερχόταν σε αντίθεση με τον ασκητικό Ζήνωνα. Φιλόφρων, γενναιόδωρος, ανοιχτόκαρδος, ήταν ένας άνθρωπος του κόσμου· του άρεσε η τέχνη και η λογοτεχνία.

Αυτός είναι ο σχολάρχης της Μέσης Ακαδημίας. Μυήθηκε στην πλατωνική φιλοσοφία από τους τρεις μεγάλους διαδόχους, τον Κράντορα, τον Πολέμωνα, τον Κράτητα. Και σ’ αυτήν την Ακαδημία που δεν την φώτιζαν πια, όπως παλαιότερα, οι προβολείς, στραμμένοι τώρα στη Στοά και στον Κήπο, τις μεγάλες φιλοσοφικές σχολές της ελληνιστικής εποχής, ο Αρκεσίλαος έδωσε και πάλι, εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τον Πλάτωνα, την παλιά της λάμψη. Ἤνθησεν ἡ Ἀκαδημία. Την έφερε στο προσκήνιο, με τον πόλεμο που ξεκίνησε με τους στωικούς.

Σέξτος ο Εμπειρικός, ΠΥΡΡΩΝΕΙΕΣ ΥΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ Α’, Β’

Ένα άστρο νετρονίων ή πάλσαρ «κατασπαράσσει» ένα καφέ νάνο άστρο

Αποτέλεσμα εικόνας για PSR B1957 + 20Καναδοί αστρονόμοι ανακοίνωσαν ότι έκαναν μια από τις πλέον υψηλής ανάλυσης παρατηρήσεις στην ιστορία της αστρονομίας, παρατηρώντας δύο περιοχές έντονης ακτινοβολίας, σε απόσταση 20 χιλιομέτρων η μία από την άλλη, σε ένα άστρο νετρονίων (πάλσαρ) σε απόσταση 6.500 ετών φωτός από τη Γη.

Το πάλσαρ PSR B1957 + 20 εμφανίζεται στο παρασκήνιο μέσω του νέφους αερίου που περιβάλλει το καφέ νάνο αστέρι του

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Ρόμπερτ Μέιν του Ινστιτούτου Αστρονομίας και Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο Nature, δήλωσαν ότι «η παρατήρηση είναι ισοδύναμη με το χρησιμοποιήσεις ένα γήινο τηλεσκόπιο για να δεις ένα ψύλλο πάνω στην επιφάνεια του Πλούτωνα».

Οι αστρονόμοι μελέτησαν το άστρο νετρονίων με την ονομασία PSR B1957+20, ένα από τα μεγαλύτερα που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα, το οποίο περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του σαν σβούρα, κάνοντας πάνω από 600 περιστροφές το δευτερόλεπτο.

Καθώς γυρνάει, εκπέμπει δέσμες ισχυρής ακτινοβολίας από δύο καυτά σημεία στην επιφάνειά του. Το πάλσαρ έχει -σε απόσταση μόνο δύο εκατομμυρίων χιλιομέτρων- ένα άλλο άστρο ως σύντροφο, ένα ψυχρό καφέ νάνο, με διάμετρο το ένα τρίτο του Ήλιου μας, που είναι βαρυτικά «κλειδωμένος» γύρω από το πάλσαρ, κάνοντας μια πλήρη περιφορά γύρω του κάθε εννέα ώρες.

Το άστρο αυτό, που βομβαρδίζεται από την ακτινοβολία του άστρου νετρονίων, έχει μια ουρά αερίων, η οποία θυμίζει κομήτη. Τα αέρια αυτά λειτουργούν ως μεγεθυντικός φακός μπροστά από το πάλσαρ, πράγμα που επέτρεψε την τόσο υψηλής ανάλυση παρατήρηση. Τα πάλσαρ σε τέτοιου είδους «ζευγάρια» λέγονται «μαύρες χήρες», όπως οι ομώνυμες αράχνες που τρώνε τους συντρόφους τους, επειδή σταδιακά το άστρο νετρονίων θα εξαερώσει τον καφέ νάνο. Εκτός από την υψηλής ανάλυσης παρατήρηση, που έγινε με το ραδιοτηλεσκόπιο Αρεσίμπο, η νέα μελέτη μπορεί να ρίξει φως και στις μυστηριώδεις «Γρήγορες Ραδιο-Εκλάμψεις» (FRBs)

Ο Αριστοτέλης και η φύση της εκούσιας και ακούσιας πράξης

Με δεδομένο ότι ως ακούσια ορίζεται η πράξη που οφείλεται είτε σε συνθήκες εξωτερικής βίας που ξεπερνούν την ανθρώπινη φύση είτε σε άγνοια γίνεται αντιληπτό ότι μια τέτοια πράξη δε θα μπορούσε να επισύρει ηθικούς χαρακτηρισμούς. Το άτομο που ενεργεί απαλλάσσεται από τις ευθύνες, αφού ή δε γνωρίζει τι πρέπει να κάνει ή κινείται ανεξέλεγκτα από δυνάμεις που υπερβαίνουν τα ανθρώπινα μέτρα. Για παράδειγμα, αν κάποιος που σκόνταψε, τη στιγμή της πτώσης τραυματίσει ένα παιδάκι που βρίσκεται δίπλα του, θα ήταν παράλογο να κατηγορηθεί, καθώς είναι απολύτως προφανές ότι δεν ήλεγχε το σώμα του.
 
Αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει «εξωτερική βία», που ο άνθρωπος αδυνατεί να ελέγξει, αφορά πρωτίστως παρόμοιες περιπτώσεις αδυναμίας διαχείρισης του σώματος, που μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα, κι όχι ενδεχόμενους ψυχολογικούς εκβιασμούς που εξαναγκάζουν την εκδήλωση μιας συμπεριφοράς. Για τον Αριστοτέλη οποιαδήποτε πράξη γίνεται με τη συγκατάθεση του σώματος και της λογικής είναι εκούσια, ακόμη κι αν κάποιος ενεργεί υποκύπτοντας στο χειρότερο εκβιασμό κι έχοντας τα αγνότερα κίνητρα. Ακόμη κι αν ενεργεί για να γλιτώσει το παιδί του από τον πιο επαίσχυντο τύραννο.
 
Το μέγεθος του εξαναγκασμού μπορεί να λειτουργεί ελαφρυντικά από την άποψη των ηθικών χαρακτηρισμών, αλλά δε ματαιώνει τη δυνατότητα της επιλογής. Φυσικά, η συντριπτική πλειοψηφία θα υπέκυπτε προκειμένου να σώσει το παιδί της. Κανείς δεν αμφισβητεί το μέγεθος του κινήτρου. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα το έκαναν όλοι.
 
Κάποιοι λίγοι ενδεχομένως να μην το έκαναν. Να προτιμούσαν να θυσιάσουν το παιδί τους. Το πώς θα χαρακτηρίσει κανείς τους πρώτους ή τους δεύτερους είναι μια άλλη υπόθεση. Εκείνο που αφορά το χαρακτηρισμό της πράξης ως ακούσια ή εκούσια είναι η δυνατότητα της επιλογής, η λήψη της τελικής απόφασης και η συμμετοχή του σώματος για την εκτέλεσή της. Από αυτή την άποψη είναι εκούσια.
 
Όσο για την άγνοια, τίθεται επίσης σε πολύ αυστηρά περιθώρια. Σημαίνει αποκλειστικά την έλλειψη γνώσης για το πώς να δράσει κανείς σε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Για παράδειγμα, κανείς δεν μπορεί κατηγορηθεί επειδή δεν είναι γιατρός και δεν κατάφερε να σώσει κάποιον που ένας γιατρός θα τον έσωζε. Κι αυτό είναι πολύ διαφορετικό από το να λέει κανείς ότι έκανε μια πράξη, επειδή δεν είχε συνειδητοποιήσει το μέγεθός της. Ούτε η οργή ούτε η έξαρση του ποτού μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογία ότι κάποιος βρισκόταν σε άγνοια.
 
Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «Το να κάνει κανείς μια πράξη από άγνοια φαίνεται, επίσης, ότι είναι διαφορετικό από το να την κάνει μη έχοντας συνείδηση του ότι την κάνει. Γιατί ο μεθυσμένος ή ο οργισμένος ό,τι κάνει δεν το κάνει από άγνοια, αλλά – έτσι το δεχόμαστε όλοι – για έναν από τους λόγους που είπαμε, μη έχοντας συνείδηση του τι κάνει, αλλά αγνοώντας το». (1110b 1, 27-30).
 
Η άγνοια που οδηγεί στο ακούσιο μιας πράξης δε σχετίζεται ούτε με την εκτίμηση του συμφέροντος ούτε με το γενικό πλαίσιο της σωστής συμπεριφοράς – αυτό όλοι πρέπει να το γνωρίζουν – αλλά με συγκεκριμένα-επιμέρους πράγματα στα οποία μπορεί να εμπλακεί κανείς άθελά του και να μη γνωρίζει πώς πρέπει να δράσει νιώθοντας σαν ψάρι εκτός νερού: «ο όρος “ακούσιο” δεν έχει την τάση να χρησιμοποιείται για την περίπτωση που κάποιος αγνοεί το πραγματικό του συμφέρον· γιατί η άγνοια κατά τη στιγμή της απόφασης δεν είναι αιτία του να ενεργεί κανείς ακούσια (αντίθετα, είναι αιτία της κακίας), ούτε επίσης είναι αιτία η άγνοια του γενικού (γι’ αυτήν, βέβαια, ψέγονται οι άνθρωποι), αλλά η άγνοια των συγκεκριμένων-επιμέρους πραγμάτων, των συνθηκών δηλαδή κάτω από τις οποίες έγινε η συγκεκριμένη πράξη και των πραγμάτων με τα οποία αυτή σχετιζόταν· γιατί από αυτά τα συγκεκριμένα-επιμέρους πράγματα εξαρτάται το αν θα βρει κανείς συμπόνια και κατανόηση, αφού αυτών των πραγμάτων η άγνοια είναι που τον κάνει να ενεργεί ακούσια». (1110b 1, 33-36 και 1111a 1, 1-3).
 
Και για να γίνει απολύτως σαφής, ο Αριστοτέλης θα φέρει και κάποια συγκεκριμένα παραδείγματα που φανερώνουν την άγνοια της πράξης: «λέει π.χ. ο κόσμος ότι “τους ξέφυγε καθώς μιλούσαν”, ή ότι “δεν ήξεραν πως είναι μυστικό” (όπως έκανε ο Αισχύλος εν σχέσει με τα Μυστήρια)». «Αναφορά στην αρχαία παράδοση ότι ο μεγάλος τραγικός ποιητής οδηγήθηκε στον Άρειο Πάγο με την κατηγορία ότι διέπραξε ασέβεια αποκαλύπτοντας τα μυστικά των Μυστηρίων, αθωώθηκε όμως λέγοντας στο δικαστήριο ότι είπε όσα είπε χωρίς να ξέρει ότι ήταν μυστικά», «ή ότι “απλώς ήθελε να δείξει πώς λειτουργεί κάτι και αυτό ξέφυγε από τον έλεγχό του” (όπως εκείνος με τον καταπέλτη)· μπορεί, επίσης, κανείς να φαντασθεί ότι ο γιος του είναι ένας εχθρός (όπως το έκανε η Μερόπη)» (πρόκειται για τη χαμένη τραγωδία του Ευριπίδη Κρεσφόντης), «ή ότι το μυτερό ακόντιο είχε αμβλυμένη την άκρη του με ένα κουμπί ή ότι η πέτρα που χρησιμοποίησε ήταν ελαφρόπετρα· θα μπορούσε, επίσης, να δώσει σε κάποιον κάτι να πιει για να τον σώσει, και με αυτό να τον σκοτώσει». (1111a 1, 10-16).
 
Οι περιπτώσεις αυτού του είδους δεν τελειώνουν, όπως είναι αναρίθμητα και τα ακούσια ατυχήματα που μπορεί να συμβούν. Το σίγουρο είναι ότι αυτό που ακολουθεί πάντα σε μια τέτοιου είδους ζημιογόνα ακούσια πράξη είναι η μεταμέλεια και η στενοχώρια: «Η άγνοια σε όλα αυτά που είπαμε αναφέρεται στις συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται η πράξη, και ο άνθρωπος που είχε άγνοια κάποιας από αυτές, θεωρείται ότι ενήργησε ακούσια, ιδίως αν η άγνοιά του αναφερόταν στα κυριότερα από αυτά τα σημεία· τέτοια είναι οι συνθήκες της πράξης και ο σκοπός της. Μια πράξη λοιπόν που λέγεται ακούσια επειδή γίνεται από τέτοιου είδους άγνοια, πρέπει, επιπλέον, να συνοδεύεται από στενοχώρια και από μεταμέλεια». (1111a 1, 17-23).
 
Κατόπιν αυτών είναι ξεκάθαρο ότι η άγνοια είναι αδύνατο να τεθεί ως δικαιολογία για πράξεις που σχετίζονται με την οργή ή την επιθυμία. Ο έντονος πόθος για κάτι (συνήθως τον πλούτο, τη δόξα ή ακόμη και τον έρωτα) είναι δυνατό να ωθήσει σε ενέργειες αντίθετες με την αρετή και η συχνότερη δικαιολογία για τέτοιου είδους πράξεις είναι το παράφορο των αισθημάτων που οδηγεί σε άγνοια των συνεπειών. Κάτι τέτοιο όμως κρίνεται μάλλον γελοίο, καθώς εξισώνει την επιθυμία με το ζωώδες.
 
Δεν είναι κακό να επιθυμεί κανείς κάτι. Είναι όμως κακό να ενεργεί έξω από τους νόμους της αρετής για να το πετύχει. Τα ζώα μπορούν να κάνουν τα πάντα γι’ αυτό που επιθυμούν. Και θα ήταν παράλογο να κατηγορηθούν γι’ αυτό. Η ηθική αρετή αφορά μόνο τους ανθρώπους.
 
Εξάλλου, κι αυτά που επιθυμεί κανείς είναι απόρροια της παιδείας και της αγωγής που τον διέπουν. Άλλο να επιθυμεί κανείς τη γνώση κι άλλο τις ευτελείς διασκεδάσεις. Κι αυτός είναι ο λόγος που η ακούσια πράξη είναι αδύνατο να συνδεθεί με την επιθυμία. Οι επιθυμίες είναι εκούσιες, γιατί είναι αντικείμενο επιλογής και προτίμησης. Διαμορφώνονται από την πνευματική και ηθική καλλιέργεια κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό υπάρχουν υψηλές κι ευτελείς επιθυμίες.
 
Όταν είναι σαφές ότι το αντικείμενο των επιθυμιών αφορά το σύνολο της ανθρώπινης προσωπικότητας είναι παράλογο να υποστηριχθεί ότι τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωσή τους κινούνται στο χώρο του ακούσιου: «Θα ήταν, ασφαλώς, παράξενο να αποδώσουμε το χαρακτηρισμό “ακούσια” σε πράγματα που οφείλουμε να επιθυμούμε· και πραγματικά οφείλουμε και να οργιζόμαστε για κάποια πράγματα και να επιθυμούμε κάποια, την υγεία π.χ. και τη μάθηση». (1111a 1, 32-34).
 
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά με δεδομένο το επιθυμητικό (λόγον – άλογον) μέρος της ψυχής είναι σαφές ότι ο άνθρωπος δεν κινείται μόνο από τη λογική αλλά και από το δίχως λογική κομμάτι του εαυτού του, που αφορά τις εκρήξεις του συναισθήματος. Κι εδώ βρίσκεται το μεγάλο του χρέος, που τον διαφοροποιεί από τα ζώα· να δαμάσει δηλαδή τις άλογες παρορμήσεις του κατακτώντας την ηθική αρετή, ώστε να μπορέσει να συνυπάρξει με τους άλλους.
 
Ο θυμός είναι συναίσθημα αλληλένδετο με τη φύση του ανθρώπου. Το αχαλιναγώγητο όμως που μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικές βίαιες πράξεις ξεπερνώντας κάθε έννοια μεσότητας είναι αδύνατο να δικαιολογηθεί ως κάτι ακούσιο που στηρίζεται στην άγνοια ή στο πέρας των ανθρώπινων δυνατοτήτων.
 
Αν κάτι τέτοιο γίνει δεκτό, τότε η προσπάθεια της κατάκτησης της ηθικής αρετής βρίσκεται πλήρως ματαιωμένη: «σε τι διαφέρουν από την άποψη του ακούσιου τα σφάλματα που έγιναν με υπολογισμό και σκέψη και αυτά που έγιναν από θυμό; Στην πραγματικότητα, και τα δύο πρέπει να τα αποφεύγουμε το ίδιο· και, πάντως, το άλογο προσιδιάζει στην ανθρώπινη φύση εξίσου με το λογικό, άρα και οι πράξεις που προέρχονται από την οργή και την επιθυμία. Είναι επομένως παράξενο να χαρακτηρίζουμε τις πράξεις αυτές ακούσιες». (1111a 1, 36-37 και 1111b 1-4).
 
Και βέβαια, μέσα στη σφαίρα του εκούσιου δεν μπορεί παρά να ενταχθεί και η έννοια της προαίρεσης: «Αφού ορίσαμε με ακρίβεια το περιεχόμενο των εννοιών “εκούσια πράξη” και “ακούσια πράξη”, το αμέσως επόμενο θέμα μας είναι η προαίρεση· γιατί θεωρείται ότι βρίσκεται σε πολύ στενή σχέση με την αρετή και βοηθάει στο να διακρίνεται ο χαρακτήρας των ανθρώπων περισσότερο από ό,τι το κάνουν οι πράξεις τους». (1111b 2, 5-8).
 
Κι αμέσως συμπληρώνεται: «Η προαίρεση λοιπόν φαίνεται ότι δηλώνει ότι το άτομο ενεργεί εκούσια, στην πραγματικότητα όμως οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται: το περιεχόμενο της έννοιας “εκούσιο” είναι ευρύτερο». (1111b 2, 8-9).
 
Ο Αριστοτέλης θα επιμείνει πολύ στην έννοια της προαίρεσης. Στα σχόλια εξηγεί τη μεγάλη δυσκολία που έγκειται στο να αποδώσει κανείς την ακριβή μετάφραση αυτής της λέξης: «Δεν είναι μόνο οι ξένοι μελετητές του Αριστοτέλη που το βρίσκουν πολύ δύσκολο να αποδώσουν στη γλώσσα τους την αριστοτελική αυτή λέξη (έχουν δοκιμαστεί λέξεις όπως – δείγματος χάριν – βούληση, πρόθεση, σκοπός, απόφαση, επιλογή). Μεταφραστικές δυσκολίες γεννάει η λέξη και στους Έλληνες μελετητές: μερικοί χρησιμοποιούν μια από τις λέξεις που μόλις είπαμε, μεταφράζοντας, στην πραγματικότητα, μια από τις ξένες λέξεις με τις οποίες δοκιμάστηκε εκεί να αποδοθεί η αριστοτελική λέξη. Παράγωγο από το ρήμα προαιρούμαι (= “ύστερα από σκέψη προτιμώ κάτι από κάτι άλλο”) το ουσιαστικό προαίρεσις σήμαινε την ύστερα από σκέψη επιλογή και προτίμηση: έτσι απέδωσα ο ίδιος – αρκετές φορές ως τώρα – την αριστοτελική αυτή λέξη στο νεοελληνικό μας λόγο».
 
Το σίγουρο είναι ότι η προαίρεση εμπεριέχει το εκούσιο μιας πράξης, αλλά δεν πρέπει να εξισώνεται μ’ αυτό, καθώς το εκούσιο είναι έννοια σφαιρικότερη, που απευθύνεται ακόμη και στα ζώα, ενώ η προαίρεση όχι: «Πραγματικά, το εκούσιο υπάρχει και στα παιδιά και, γενικά, στα ζώα, η προαίρεση όμως όχι· έπειτα, ενώ για τις πράξεις που τις κάνουμε ξαφνικά, κάτω από την επιβολή της στιγμής, λέμε ότι τις κάνουμε εκούσια, δε λέμε ότι είναι αποτέλεσμα διαδικασίας επιλογής και προτίμησης». (1111b 2, 10-12).
 
Η προαίρεση δεν έχει να κάνει μόνο με το εκούσιο, αλλά και με τη συνείδηση μιας πράξης. Τα ζώα ή τα μικρά παιδιά μπορεί να δρουν εκουσίως, μπορεί δηλαδή πράγματι να επιθυμούν αυτό που κάνουν, αλλά δεν μπορούν να έχουν συνείδηση των πράξεών τους. Η επιθυμία τους λειτουργεί αντανακλαστικά, γι’ αυτό και είναι αφιλτράριστη. Το ίδιο και η παρόρμηση για έναν ενήλικα, που αποφασίζει ακαριαία να κάνει κάτι (από ενθουσιασμό ή επιπολαιότητα), χωρίς όμως να συνειδητοποιεί (θα λέγαμε να έχει πλήρη επίγνωση) τις συνέπειες που θα μπορούσαν να επέλθουν.
 
Γι’ αυτό ο Αριστοτέλης λέει ότι τέτοιου είδους πράξεις δεν ανήκουν στην προαίρεση, γιατί όσο εκούσιες κι αν είναι δεν έχουν εξεταστεί επαρκώς, ώστε να αποτελούν διαδικασία επιλογής και προτίμησης. Και βέβαια η ηθική ευθύνη που βαραίνει την ενήλικη απερισκεψία είναι απείρως μεγαλύτερη από εκείνη της παιδικής πράξης. Γιατί ο μεγάλος είναι σε θέση να προνοεί, ενώ το παιδί όχι. Σε τελική ανάλυση, ο μεγάλος έχει την ευθύνη και για το παιδί, το οποίο οφείλει να προσέχει.
 
Από αυτή την άποψη, γίνεται αντιληπτό ότι άλλο η επιθυμία κι άλλο η προαίρεση. Η επιθυμία, κυρίως όταν προέρχεται από το άλογο μέρος της ψυχής, μπορεί να έχει καθαρά αρνητικό περιεχόμενο. Η προαίρεση, ως επανεξέταση της επιθυμίας με βάση τη λογική, οφείλει να τιθασεύσει τέτοιες επιθυμίες δίνοντας την οπτική της συνείδησης που ενεργοποιεί την ευθύνη: «Η επιθυμία μπορεί να είναι αντίθετη με την προαίρεση, επιθυμία όμως με επιθυμία όχι. Ακόμη: Η επιθυμία σχετίζεται με το ευχάριστο και το δυσάρεστο, ενώ η προαίρεση ούτε με το δυσάρεστο ούτε με το ευχάριστο». (1111b 2, 18-20).
 
Η προαίρεση εμπεριέχει και το καθήκον ή την ανάληψη ενός μόχθου, ακόμη και δυσάρεστου, προκειμένου να εκπληρωθούν συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Γι’ αυτό δεν είναι πάντα ευχάριστη. Η επιθυμία έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το συναίσθημα. Η ταύτιση της προαίρεσης με την επιθυμία μπορεί να συμβεί μόνο εφόσον η επιθυμία εκπληρώνει τις απαιτήσεις της λογικής· όταν δηλαδή το συναίσθημα συμπλέει με τη λογική. Κι αυτό είναι η ύψιστη μορφή ευτυχίας.
 
Γι’ αυτό και είναι αδύνατο να συσχετιστεί η προαίρεση με συναισθήματα όπως ο θυμός ή η χαρά της έντονης επιθυμίας: «… όλοι αυτοί που λένε ότι η προαίρεση είναι επιθυμία ή θυμός ή βούληση ή ένα είδος γνώμης δε φαίνεται να έχουν δίκαιο, γιατί η προαίρεση δεν είναι κάτι που το μοιράζονται με τον άνθρωπο τα διάφορα άλογα όντα, ενώ είναι κοινά στον άνθρωπο και σ’ αυτά τα όντα η επιθυμία και ο θυμός». (1111b 2, 12-15).
 
Ειδικά για το θυμό ο Αριστοτέλης είναι ανυποχώρητος: «Πολύ λιγότερο μπορεί η προαίρεση να είναι θυμός· κατά την κοινή, πράγματι, αντίληψη τίποτε δεν έχει τόσο λίγη σχέση με την προαίρεση όσο οι πράξεις που οφείλονται στο θυμό». (1111b 2, 21-22).
 
Ο θυμός, ως συναίσθημα που αντίκειται στη συνείδηση καταδεικνύει ότι η προαίρεση είναι η απόφαση που θα παρθεί μετά τη συναισθηματική αποφόρτιση. Οι αποφάσεις εν βρασμώ ψυχής δεν έχουν να κάνουν με την προαίρεση. Κι αυτή ίσως είναι η διαφορά ανάμεσα στον ακρατή κι εκείνον που ξέρει να δείχνει εγκράτεια: «Ο ακρατής άνθρωπος ενεργεί με την επιθυμία του, ενώ, αντίθετα, εγκρατής ενεργεί με την προαίρεσή του, όχι με την επιθυμία του». (1111b 2, 16-18).
 
Η βούληση μπορεί να βρίσκεται κοντά στην προαίρεση, όμως και πάλι δε θα ταυτιστεί, γιατί η προαίρεση, ως επιταγή της λογικής, κινείται αποκλειστικά στο χώρο του εφικτού, ενώ η βούληση όχι: «ούτε και η βούληση μπορεί να είναι προαίρεση, παρόλο ότι φαίνεται να βρίσκεται πολύ κοντά της: η προαίρεση δεν έχει καμία σχέση με τα αδύνατα, και αν βρισκόταν κανείς να πει ότι επιλέγει και προτιμάει τα αδύνατα, θα τον θεωρούσαμε ανόητο· βούληση όμως έχουμε και για τα αδύνατα, π.χ. για την αθανασία». (1111b 2, 23-27).
 
Κι αυτός είναι ο λόγος που όλοι οφείλουν να προσαρμόζουν την προαίρεσή τους σύμφωνα με τις πραγματικές τους δυνατότητες. Η αυτογνωσία αποδεικνύεται αναπόσπαστο στοιχείο της προαίρεσης, καθώς η δίχως αυτογνωσία βούληση (ας πούμε η θέληση του παράφωνου να γίνει τραγουδιστής) κατευθύνει στο μη εφικτό αναιρώντας τη συνθήκη της προσγειωμένης λογικής που απαιτεί η προαίρεση.
 
Ο Αριστοτέλης προσθέτει διευκρινιστικά: «Η βούληση σχετίζεται πιο πολύ με το τέλος, ενώ η προαίρεση με τα μέσα που οδηγούν στο τέλος· π.χ. η βούλησή μας είναι να είμαστε υγιείς, η προαίρεσή μας όμως αναφέρεται στα μέσα που θα μας κάνουν υγιείς». (1111b 2, 31-34).
 
Τέλος, πρέπει να αποκλειστεί ο συσχετισμός της προαίρεσης με τη γνώμη, αφού η γνώμη (με την έννοια της άποψης για κάτι) δεν έχει κατ’ ανάγκη ηθικό περιεχόμενο. Κι ο πιο ενάρετος άνθρωπος, κι ο πιο εγκρατής είναι δυνατό να έχει εσφαλμένη γνώμη σε κάποιο θέμα: «Κανείς επίσης, θαρρώ, δε λέει ότι η προαίρεση ταυτίζεται γενικά με τη γνώμη. Δεν ταυτίζεται, επίσης, με κάποιο επιμέρους είδους γνώμης· απόδειξη: επιλέγοντας και προτιμώντας τα καλά ή τα κακά, είμαστε άτομα με μια ορισμένη ποιότητα χαρακτήρα, κάτι που δε συμβαίνει, αν το κριτήριο είναι οι γνώμες που έχουμε». (1112a 2, 1-3).
 
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά μπορεί το ίδιο άτομο που έχει τις καλύτερες απόψεις να ακολουθεί τις χειρότερες προαιρέσεις, καθώς η άποψη έχει να κάνει με την αντίληψη των καταστάσεων (ή των αφηρημένων ιδεών) που τίθενται, ενώ η προαίρεση την ποιότητα του χαρακτήρα: «Όλοι, τέλος, δέχονται ότι οι καλύτερες προαιρέσεις και οι καλύτερες γνώμες δε συνυπάρχουν στα ίδια πρόσωπα, αλλά ότι υπάρχουν άνθρωποι που εκφράζουν τις καλύτερες γνώμες, λόγω του κακού τους όμως χαρακτήρα επιλέγουν και προτιμούν να κάνουν πράγματα που δεν πρέπει». (1112a 2, 10-12).
 
Εξάλλου, άλλο η άποψη κι άλλο η πράξη. Η προαίρεση είναι αλληλένδετη με την πράξη, ενώ η γνώμη όχι. Σε τελική ανάλυση, ο καθένας κρίνεται πρωτίστως από αυτά που πράττει και δευτερευόντως από αυτά που έχει στο μυαλό του: «στη μια περίπτωση “επιλέγουμε και προτιμούμε” να κάνουμε ή να αποφύγουμε κάτι καλό ή κάτι κακό, ενώ στη δεύτερη “έχουμε τη γνώμη” ότι το τάδε πράγμα είναι έτσι ή έτσι, ότι συμφέρει στον τάδε ή τον συμφέρει με τον εξής τρόπο – καθόλου όμως δεν αποτελεί αντικείμενο της γνώμης η επιτέλεση ή η αποφυγή ενός πράγματος». (1112a 2, 4-6).
 
Το κατά πόσο έχει σημασία αν η γνώση προηγείται της προαίρεσης ή το αντίθετο για τον Αριστοτέλη δεν έχει καμία σημασία, αφού η παράμετρος αυτή δεν επηρεάζει την ουσία των συλλογισμών του: «Αν, τώρα, μια γνώμη προηγείται από την προαίρεση ή την ακολουθεί, αυτό δεν έχει για μας καμιά σημασία: δεν είναι αυτό το θέμα μας, αλλά το αν η προαίρεση ταυτίζεται με κάποιο είδος γνώμης». (1112a 2, 12-14).
 
Αυτό που ενδιαφέρει τον Αριστοτέλη είναι να καταδειχθεί με τον πληρέστερο δυνατό τρόπο η έννοια της προαίρεσης. Γι’ αυτό και κλείνει συνοψίζοντας: «Φαίνεται λοιπόν ότι είναι» (η προαίρεση εννοείται) «κάτι το εκούσιο, καθετί όμως το εκούσιο δεν είναι αντικείμενο προαίρεσης. Μήπως είναι λοιπόν η εκούσια ενέργεια που επιλέχθηκε και προτιμήθηκε ύστερα από σκέψη; Και βέβαια, αφού η προαίρεση προϋποθέτει λόγο και σκέψη. Και η ίδια η λέξη φαίνεται να το υποδηλώνει: είναι κάτι που επιλέγεται και προτιμάται πριν από άλλα». (1112a 2, 16-20).
 
Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια