Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ - Τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον (Ἠθικὰ 154f-155e)

[12] Τέλος δὲ καὶ τούτου τοῦ λόγου λαβόντος ἠξίουν ἐγὼ καὶ περὶ οἴκου ᾗ χρηστέον εἰπεῖν τοὺς ἄνδρας ἡμῖν· «βασιλείας μὲν γὰρ καὶ πόλεις ὀλίγοι κυβερνῶσιν, ἑστίας δὲ πᾶσιν ἡμῖν καὶ οἴκου μέτεστι.»
Γελάσας οὖν ὁ Αἴσωπος, «οὔκ, εἴγε τῶν πάντων,»

[155a] ἔφη, «καὶ Ἀνάχαρσιν ἀριθμεῖς· τούτῳ γὰρ οἶκος οὐκ ἔστιν, ἀλλὰ καὶ σεμνύνεται τῷ ἄοικος εἶναι, χρῆσθαι δ᾽ ἁμάξῃ, καθάπερ τὸν ἥλιον ἐν ἅρματι λέγουσι περιπολεῖν, ἄλλοτ᾽ ἄλλην ἐπινεμόμενον τοῦ οὐρανοῦ χώραν.»
Καὶ ὁ Ἀνάχαρσις, «διὰ τοῦτό τοι,» εἶπεν, «ἢ μόνος ἢ μάλιστα τῶν θεῶν ἐλεύθερός ἐστι καὶ αὐτόνομος, καὶ κρατεῖ πάντων, κρατεῖται δ᾽ ὑπ᾽ οὐδενός, ἀλλὰ βασιλεύει καὶ ἡνιοχεῖ. πλὴν σέ γε τὸ ἅρμα λέληθεν αὐτοῦ, ὡς ὑπερφυὲς κάλλει καὶ

[155b] μεγέθει θαυμάσιόν ἐστιν· οὐ γὰρ ἂν παίζων ἐπὶ γέλωτι παρέβαλες ἐκεῖνο τοῖς ἡμετέροις. οἶκον δέ μοι δοκεῖς, ὦ Αἴσωπε, ταυτὶ τὰ πήλινα καὶ ξύλινα καὶ κεραμεᾶ στεγάσματα νομίζειν, ὥσπερ εἰ κοχλίαν ἡγοῖο τὸ κέλυφος, ἀλλὰ μὴ τὸ ζῷον. εἰκότως οὖν σοι γέλωτα παρέσχεν ὁ Σόλων, ὅτι τοῦ Κροίσου τὴν οἰκίαν κεκοσμημένην πολυτελῶς θεασάμενος οὐκ εὐθὺς ἀπεφήνατο τὸν κεκτημένον εὐδαιμόνως οἰκεῖν καὶ μακαρίως, ἅτε δὴ τῶν ἐν αὐτῷ μᾶλλον ἀγαθῶν ἢ τῶν παρ᾽ αὐτῷ βουλόμενος γενέσθαι θεατής· σὺ δ᾽ ἔοικας οὐδὲ τῆς σεαυτοῦ μνημονεύειν ἀλώπεκος. ἐκείνη μὲν γὰρ εἰς ἀγῶνα ποικιλίας καταστᾶσα πρὸς τὴν πάρδαλιν ἠξίου τὰ ἐντὸς αὐτῆς καταμαθεῖν τὸν δικαστήν,

[155c] ποικιλωτέρα γὰρ ἐκεῖθεν φανεῖσθαι· σὺ δὲ τὰ τεκτόνων καὶ λιθοξόων ἔργα περινοστεῖς, οἶκον ἡγούμενος, οὐ τὰ ἐντὸς ἑκάστου καὶ οἰκεῖα, παῖδας καὶ γάμον καὶ φίλους καὶ θεράποντας, οἷς κἂν ἐν μυρμηκιᾷ τις ἢ νεοττιᾷ νοῦν ἔχουσι καὶ σωφρονοῦσι κοινωνῇ τῶν ὑπαρχόντων, χρηστὸν οἶκον οἰκεῖ καὶ μακάριον. ἐγὼ μὲν οὖν,» ἔφη, «ταῦτα καὶ πρὸς Αἴσωπον ἀποκρίνομαι καὶ Διοκλεῖ συμβάλλομαι· τῶν δ᾽ ἄλλων ἕκαστος ἀποφαίνεσθαι δίκαιός ἐστι τὴν ἑαυτοῦ γνώμην.»
Τοῦτον οὖν ἄριστον ὁ Σόλων εἶπεν αὑτῷ δοκεῖν οἶκον, ὅπου τὰ χρήματα μήτε κτωμένοις ἀδικία

[155d] μήτε φυλάττουσιν ἀπιστία μήτε δαπανῶσι μετάνοια πρόσεστιν.
Ὁ δὲ Βίας ἐν ᾧ τοιοῦτός ἐστιν ὁ δεσπότης δι᾽ αὑτὸν οἷος ἔξω διὰ τὸν νόμον.
Ὁ δὲ Θαλῆς ἐν ᾧ πλείστην ἄγειν τῷ δεσπότῃ σχολὴν ἔξεστιν.
Ὁ δὲ Κλεόβουλος εἰ πλείονας ἔχοι τῶν φοβουμένων αὐτὸν τοὺς φιλοῦντας ὁ δεσπότης.
Ὁ δὲ Πιττακὸς εἶπεν ὡς ἄριστος οἶκός ἐστιν ὁ τῶν περιττῶν μηδενὸς δεόμενος καὶ τῶν ἀναγκαίων μηδενὸς ἐνδεόμενος.
Ὁ δὲ Χίλων ἔφη δεῖν μάλιστα βασιλευομένῃ πόλει προσεοικέναι τὸν οἶκον. εἶτα προσεπεῖπεν ὅτι καὶ Λυκοῦργος πρὸς τὸν κελεύοντα δημοκρατίαν

[155e] ἐν τῇ πόλει καταστῆσαι, «πρῶτος,» ἔφη, «ποίησον ἐν τῇ οἰκίᾳ σου δημοκρατίαν.»

***
[12] Όταν τελείωσε και αυτή η συζήτηση, εγώ είπα ότι το θεωρώ σωστό οι άνδρες αυτοί να μας μιλήσουν για το πώς πρέπει να κυβερνιέται ένα σπιτικό: «Βασίλεια και πόλεις κυβερνιούνται από λίγους, με εστίες όμως και σπίτια έχουμε σχέση όλοι μας».
Γέλασε λοιπόν ο Αίσωπος και είπε: «Όχι φυσικά, αν, λέγοντας “όλοι”,

[155a] βάζεις μέσα και τον Ανάχαρση· γιατί αυτός όχι μόνο δεν έχει σπίτι, αλλά και υπερηφανεύεται πως είναι άστεγος και πως ζει σε αμάξι, όπως λένε και για τον ήλιο ότι κάνει τους γύρους του μέσα σε ένα άρμα, καταλαμβάνοντας τη μια φορά αυτόν και άλλοτε πάλι έναν άλλο τόπο στον ουρανό».
«Αυτός όμως ακριβώς είναι και ο λόγος», είπε ο Ανάχαρσης, «που μόνος αυτός απ᾽ όλους τους θεούς ή περισσότερο αυτός από όλους τους είναι ελεύθερος και ανεξάρτητος και εξουσιάζει τα πάντα χωρίς να εξουσιάζεται από τίποτε: είναι βασιλιάς και είναι κυβερνήτης του άρματός του. Εσύ όμως, Αίσωπε, δεν έχεις, φαίνεται, ιδέα τί εξαιρετική ομορφιά έχει το άρμα του και

[155b] πόσο θαυμαστό είναι το μέγεθός του· αλλιώς δεν θα προχωρούσες σε σύγκριση ανάμεσα σ᾽ αυτό και στα δικά μας, κάνοντας αστεία για να προκαλέσεις το γέλιο. Φαίνεται ότι εσύ θεωρείς σπίτι αυτά εδώ τα στεγάσματα από λάσπη, ξύλα και κεραμίδια — ακριβώς σαν να θεωρούσες σαλιγκάρι το κέλυφος και όχι το ίδιο το ζώο. Ήταν λοιπόν πολύ φυσικό που ο Σόλωνας σε έκανε να γελάσεις, τότε που αυτός, βλέποντας το σπίτι του Κροίσου στολισμένο με μεγάλη πολυτέλεια, δεν έσπευσε να πει ότι ο ιδιοκτήτης του ζει εκεί μέσα ευτυχισμένος και μακάριος, προφανώς γιατί ήθελε πιο πολύ να δει τα αγαθά που υπήρχαν μέσα στον Κροίσο παρά τριγύρω του. Εσύ όμως φαίνεται πως δεν θυμάσαι ούτε την αλεπού σου, αυτήν που, όταν κάποτε συναγωνιζόταν τη λεοπάρδαλη ποιά ήταν πιο ωραία στολισμένη, ζητούσε από το δικαστή να δώσει προσοχή στα καλά που είχε μέσα της·

[155c] γιατί τότε θα φαινόταν στολισμένη ωραιότερα. Εσύ όμως τριγυρνάς και χαζεύεις τα έργα των ξυλουργών και των λιθοξόων, και θεωρείς ότι αυτά είναι το σπίτι και όχι όσα έχει μέσα του ο καθένας και είναι δικά του: τα παιδιά του, τη σύντροφό του, τους φίλους και τους δούλους του, που με όλους αυτούς —φτάνει να έχουν μυαλό και φρόνηση— και σε μυρμηγκοφωλιά ακόμη να ζει ή σε φωλιά πουλιών και να μοιράζεται μαζί τους τα υπάρχοντά του, ζει, στην πραγματικότητα, σε ένα ωραίο και ευτυχισμένο σπίτι. Αυτή λοιπόν», είπε, «είναι η απάντησή μου στον Αίσωπο και η συμβολή μου στον Διοκλή. Το σωστό όμως είναι τώρα να πει και ο καθένας από τους υπόλοιπους τη δική του γνώμη».
Ο Σόλωνας λοιπόν είπε τότε ότι άριστο, κατά τη γνώμη του, είναι το σπιτικό στο οποίο η απόκτηση της περιουσίας δεν συνοδεύεται από αδικία,

[155d] η διαφύλαξή της δεν συνοδεύεται από έλλειψη εμπιστοσύνης και το ξόδεμά της δεν συνοδεύεται από μεταμέλεια.
Ο Βίαντας είπε ότι άριστο είναι το σπίτι στο οποίο ο οικοδεσπότης συμπεριφέρεται, από δική του προσωπική επιλογή, με τον τρόπο που συμπεριφέρεται έξω από αυτό κάτω από την επιταγή του νόμου.
Ο Θαλής είπε ότι άριστο είναι το σπίτι που επιτρέπει στον οικοδεσπότη να έχει τον μεγαλύτερο δυνατό ελεύθερο χρόνο.
Ο Κλεόβουλος είπε ότι είναι εκείνο στο οποίο ο οικοδεσπότης έχει πιο πολλούς που να τον αγαπούν παρά να τον φοβούνται.
Ο Πιττακός είπε ότι άριστο, κατά τη γνώμη του, είναι το σπίτι που δεν χρειάζεται τίποτε το περιττό και δεν του λείπει τίποτε από τα απαραίτητα.
Ο Χίλωνας είπε ότι το σπίτι πρέπει να μοιάζει όσο γίνεται πιο πολύ με μια βασιλευόμενη πόλη, και πρόσθεσε ότι ο Λυκούργος, όταν κάποιος τον πρότρεπε κάποτε να εγκαταστήσει δημοκρατία

[155e] στην πόλη, του είπε: «Κάνε πρώτα εσύ δημοκρατία στο σπίτι σου».

Η ψυχή μέσα απ’ τον πόνο μαθαίνει να στέκεται όρθια

Είναι προτιμότερο να μιλάμε ανοιχτά για κάθε συναίσθημα. Δεν υπάρχει λόγος να κρύβουμε τον πόνο που μας αγγίζει ως το μεδούλι. Ο πόνος είναι ένας παρεξηγημένος τρόπος συνομιλίας με τον εαυτό μας. Είναι ένας κώδικας επικοινωνίας με το «εγώ», που κανένας δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει παρά μόνο εμείς.

Πόσες φορές αφήσαμε τη συζήτηση στη μέση γιατί ψυχολογικά μάς πονάει; Αν συνεχίζαμε να μιλάμε, το πιο πιθανό θα ήταν να έτρεχαν δάκρυα, να έτρεμε η φωνή και το σώμα να έμενε άκαμπτο. Όλοι πιστεύω το έχουμε νιώσει ο καθένας, βέβαια, με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο.

Πόσες φορές το σώμα μάς εγκατέλειψε πάνω στη μάχη; Μετά τη δουλειά ή μετά από βόλτα; Και αυτός είναι πόνος που σφίγγει το σώμα.

Επιβεβαιώνει πως έζησες, έτρεξες δρόμο στην κάθε σου μέρα και έκανες πράγματα που ξεπερνούν τον εαυτό σου.

Μέσα απ’ τον πόνο μαθαίνεις να ζεις. Από τις φούσκες που έχεις στα χέρια, ξέρεις πως έκοψες τόσα τριαντάφυλλα στο δρόμο σου με τόσα αγκάθια. Από το σπυράκι που έχεις στη γλώσσα, ξέρεις πως έφαγες τόσα γλυκά μέχρι να σκάσεις και να μη θες παραπάνω. Από τους κάλους που έχεις στα πόδια, ξέρεις πως περπάτησες τόσο πολύ μέχρι να νιώσεις κομμάτια και να θες μια ζεστή σοκολάτα πλάι στο τζάκι.

Δε μπορείς να αρνηθείς ότι ο πόνος είναι πάντα συντροφιά μας, για να μας υπενθυμίζει ακριβώς το ποιοι είμαστε σε κάθε μας βήμα. Δε γίνεται να κρύψουμε τον εαυτό μας μονάχα πίσω από ευχάριστες αναμνήσεις. Με αυτό τον τρόπο δεν θα είμαστε εμείς. Θα είναι μια σαπουνόπερα, ένα θέατρο που τις περισσότερες φορές έχει αίσιο τέλος στο δράμα. Όμως δεν είναι έτσι…

Η ψυχή μας μέσα απ’ τον πόνο μαθαίνει να στέκεται όρθια, κόντρα στον άνεμο, κόντρα στο κύμα. Στην αρχή θα λυγίσεις, θα τον αφήσεις να σ’ αγκαλιάσει μέχρι τα πόδια. Δε θα μπορείς να σηκωθείς, δε θα θες να σηκωθείς από κάτω. Το σώμα σου σαν να μην είναι δικό σου, σαν να έζησες μια πλάνη του μυαλού σου, δε μπορείς να ανεχτείς την αλήθεια.

Ύστερα, όμως, το έχεις ανάγκη να πατήσεις και πάλι στα πόδια, σε έχουν ανάγκη οι φίλοι σου και η οικογένειά σου. Το χρωστάς πρώτα σε σένα και μετά στους άλλους. Κι εδώ είναι που γίνεσαι πιο δυνατός, πιο μάχιμος. Ο πόνος συγκατοικεί με την καρδιά σου. Ο κόσμος δεν σε αγγίζει, γίνεσαι πιο σκληρός σαν το ατσάλι, για να προστατέψεις ό,τι απέμεινε απ’ τη μάχη μέσα σου.

Δε μας κατηγορώ που μισούμε τον πόνο. Ό,τι πιο άσχημο το φέρνει μπροστά μας. Ο πιο σκληρός φόβος παίρνει σάρκα και οστά απέναντί μας. Όμως για δες παραπέρα. Ο πόνος είναι κομμάτι μας και κάθε μέρα μάς βοηθάει να δούμε τον κόσμο με άλλη ματιά, μέσα από νίκες και ήττες, πάθη και θλίψη.

Ισορροπία γύρω από την ίδια θέση ή μια διαρκής μετακίνηση θέσης με κατεύθυνση τον Εαυτό;

Πολλές φορές αναρωτιέμαι πως επιτυγχάνεται η πολυπόθητη ισορροπία στην ζωή. Και λέγοντας ισορροπία εννοώ την κατάσταση εκείνη που το πνεύμα, ο ψυχισμός και η υλική μας υπόσταση -οι συμπεριφορές μας, τα τρία επίπεδα δηλαδή που αποτελούν την ύπαρξη μας, βρίσκονται σε αρμονία και ευθυγράμμιση.

Μια τέτοια ισορροπία που το κάθε μας κύτταρο νιώθει την ησυχία του μυαλού, την ευτυχία της καρδιάς και την αβίαστη ροή της ζωής διαρκώς, παρά τις δυσκολίες της καθημερινότητας.

Τι είναι όμως ισορροπία για τον καθένα και ποιο το σημείο ισορροπίας του;
 
Γεννηθήκαμε και μάθαμε να σκεφτόμαστε, να νιώθουμε και να δρούμε έξω από εμάς, έξω από τον εαυτό μας. Να πιστεύουμε ότι είμαστε ισορροπημένοι και ευτυχισμένοι όταν «έχουμε». Έχουμε μια σταθερή δουλειά, ένα σταθερό εισόδημα, παιδιά, σύντροφο, φίλους, όταν έχουμε σταθερά πιστεύω, συνήθειες, επαναλήψεις «σωστών» συμπεριφορών και πολλά μα πολλά πρέπει.

Οτιδήποτε μας κρατά και μας εδραιώνει σε μια «ισορροπημένη θέση». Και έτσι δημιουργήσαμε σημεία ισορροπίας τα παιδιά μας, τους συντρόφους μας, την δουλειά μας, τις πεποιθήσεις και τα πρέπει μας και όλα τα παραπάνω και άλλα τόσα. Και που και που ακούμε και μια εσωτερική φωνή που ψιθυρίζει δεν νιώθω ευτυχία και ικανοποίηση στην ζωή μου, δεν αντέχω άλλο.

Αλλά για να μην χάσουμε το σημείο ισορροπίας μας, κάνουμε μια συνεχής μηχανική ταλάντωση γύρω από την ίδια θέση και αυτό το ονομάζουμε αλλαγή, εξέλιξη και ισορροπία. Η Φυσική αυτό το ονομάζει μηχανική ταλάντωση και σαν τέλειο παράδειγμα μηχανικής ταλάντωσης είναι το εκκρεμές.

Θέλω ειλικρινά να ζω στατικά σαν εκκρεμές και να κινούμαι εξαρτημένος από το σημείο ισορροπίας μου;
 
Σχεδόν όλοι ανησυχούμε και φοβόμαστε λίγο ή πολύ τις αλλαγές. Μας ανησυχεί το άγνωστο, αν όλα θα πάνε καλά, αν θα τα καταφέρουμε, αν είμαστε ικανοί, αν θα χάσουμε κάτι ή αν θα κερδίσουμε. Με όλα αυτά αντί να προσεγγίζουμε την εσωτερική ισορροπία, δημιουργούμε εσωτερική αναταραχή και σύγκρουση.

Πως αποφασίζουμε λοιπόν; με γνώμονα τον φόβο ή την αγάπη; Χωρίς να το συνειδητοποιούμε ακυρώνουμε, απορρίπτουμε και αρνούμαστε κάθε μέρα στον εαυτό μας την ελευθερία επιλογής να εκφράσει, να ζήσει, να νιώσει, να κάνει αυτό που θέλει. Και όλο αυτό γιατί νομίζουμε ότι οι λόγοι που μας προβάλει ο φόβος είναι πιο ισχυροί και γιατί δεν έχουμε μάθει να αγαπάμε και να σεβόμαστε εμάς.

Η πρόταση μου είναι ότι το σημείο ισορροπίας μας δεν μπορεί να βρίσκεται έξω από εμάς! Και για να το βρω χρειάζεται να πάω προς τα μέσα, στο βάθος του εαυτού μου. Χρειάζεται να με γνωρίσω, να με κατανοήσω, να με αποδεχθώ, να με αγαπήσω. Να συνδεθώ με μένα και να ανακαλύψω τι χρειάζομαι για να νιώθω ισορροπία και ευτυχία.

Και πως γίνεται αυτό; Με διαρκής μετακίνηση θέσης με κατεύθυνση το κέντρο του εαυτού μας. Αυτή η μεταβολή θέσης είναι στην ουσία απόφαση δράσης προς τα εκεί που θέλω να πάω. Είναι μια φαινομενική αποσταθεροποίηση αλλά μια ουσιαστική απόφαση μετακίνησης. Είναι μια αέναη κίνηση εξέλιξης προς τον εαυτό μας και διεύρυνσης μας μέσω του εαυτού μας.

Το βασικό ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν μπορώ να επιτύχω την ισορροπία, ούτε το πότε και πώς θα την προσεγγίσω. Το βασικό ερώτημα είναι:

Να τολμήσω να δω τις άπειρες δυνατότητες και ικανότητες μου, που θα με οδηγήσουν σε μια κατάσταση αρμονίας, ευτυχίας και ισορροπίας ή όχι;
 
Αν η απόφαση στο ερώτημα είναι «ναι τολμώ!», σκέψου, νιώσε και δράσε προς εσένα, για εσένα. Η διαδικασία αυτή είναι η ανταμοιβή σου.

Επίγνωση

Έχεις επίγνωση για το ποια είναι τα πράγματα που ξέρεις; Έχεις επίγνωση για το ποια είναι τα πράγματα που δεν ξέρεις; Υπάρχει κάτι σημαντικό. Κάτι το οποίο πραγματικά μπορεί να καθορίσει όλη σου την ζωή. Μπορεί να καθορίσει τα αποτελέσματα σου. Πρόσεξε όμως: Όχι και τα αποτελέσματα τα οποία θέλεις και αξίζεις.

Φαντάσου λοιπόν ότι προχωράς στον δρόμο. Και έτσι όπως προχωράς ξαφνικά βλέπεις μπροστά σου μία λακκούβα. Τι κάνεις; Ή πηδάς από πάνω της αν είναι μικρή ή μετακινείσαι λίγο δεξιά ή λίγο αριστερά ή αν θέλεις να παίξεις μπορείς να πατήσεις με προσοχή μέσα και να συνεχίσεις. Έτσι δεν είναι; Ωραία!

Ας πάρουμε τώρα μία άλλη εκδοχή στην ίδια περίπτωση. Βρέχει πάρα πολύ και προχωράς. Καθώς προχωράς υπάρχει μία λακκούβα κάτω από το νερό η οποία δεν φαίνεται γιατί έχει πλημμυρίσει ο δρόμος με νερό. Τι συμβαίνει; Δεν αυξάνονται οι πιθανότητες να σκοντάψεις, να πέσεις μέσα και να χτυπήσεις;

Για την ακρίβεια εάν αυτή η λακκούβα είναι στον δρόμο σου, σίγουρα θα σκοντάψεις, θα πέσεις μέσα και θα χτυπήσεις με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για την συνέχεια της ημέρας σου.
Αυτό που θέλω λοιπόν να σου πω είναι ότι οι άνθρωποι στην ζωή μας δεν κινδυνεύουμε από αυτά που ξέρουμε, ούτε από αυτά που γνωρίζουμε ότι δεν ξέρουμε. Οι άνθρωποι κινδυνεύουμε από αυτά που δεν γνωρίζουμε ότι δεν ξέρουμε. Τι σημαίνει αυτό; Υπάρχουν τρία γνωστικά επίπεδα. Ας τα δούμε:

Τα τρία γνωστικά επίπεδα
 

Το πρώτο γνωστικό επίπεδο είναι αυτό που γνωρίζω ότι ξέρω

Γνωρίζω ότι ξέρω να μαγειρέψω ένα φαγητό. Γνωρίζω ότι ξέρω να οδηγήσω ένα μηχανάκι. Γνωρίζω ότι ξέρω να οδηγήσω ένα αμάξι. Γνωρίζω ότι ξέρω να μιλάω, να περπατάω, να ανοίγω έναν υπολογιστή και να κλείνω έναν υπολογιστή.

Το δεύτερο γνωστικό επίπεδο είναι αυτό που γνωρίζω ότι δεν ξέρω

Δεν ξέρω να οδηγώ αεροπλάνο. Δεν ξέρω να οδηγώ καράβι. Δεν ξέρω πυρηνική φυσική. Δεν ξέρω το πως να φτιάξω μουσακά. Το σημαντικό εδώ είναι ότι γνωρίζω ότι αυτά δεν τα ξέρω.
Ως εδώ λοιπόν όλα είναι υπέροχα γιατί μπορώ να τα διαχειριστώ. Είναι στο γνωστικό πεδίο των γνώσεων μου και αυτών που γνωρίζω ότι δεν ξέρω. Πάμε λοιπόν παρακάτω.

Το τρίτο γνωστικό επίπεδο είναι αυτό που δεν γνωρίζω ότι δεν ξέρω

Δεν γνωρίζω καν ότι υπάρχει κάτι για να ψάξω περισσότερες πληροφορίες ή να το προσπεράσω. Αυτό το γνωστικό επίπεδο είναι που καθορίζει την ζωή μας. Όχι όμως και την ζωή που θέλουμε και αξίζουμε. Για ποιον λόγο; Γιατί είναι σαν την λακκούβα που είναι κρυμμένη κάτω από το νερό. Προχωράμε, δεν φανταζόμαστε τίποτα και ξαφνικά σκοντάφτουμε, πέφτουμε μέσα, χτυπάμε.

Έτσι λοιπόν, είτε έχεις επιχείρηση, είτε θέλεις να κάνεις επιχείρηση, είτε είσαι εργαζόμενος, είτε έχεις δουλειά ή δεν έχεις δουλειά, είτε έχεις σχέση ή δεν έχεις σχέση, ότι και να συμβαίνει στην ζωή σου, θέλω να αρχίσεις να ψάχνεις αυτά που δεν γνωρίζεις ότι δεν ξέρεις. Και τώρα θα μου πεις “Μάνο έχεις τρελαθεί; Πώς θα ψάξω αυτά που δεν γνωρίζω καν ότι υπάρχουν;”

Όταν κάτι στην ζωή σου δεν πηγαίνει καλά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τότε άρχισε να αναρωτιέσαι τι άλλο μπορεί να υπάρχει το οποίο έως τώρα δεν το ήξερες; Άρχισε να ρωτάς ανθρώπους. Όχι τον καθένα. Ανθρώπους που ξέρουν ή έχουν τα αποτελέσματα που θέλεις χωρίς όμως να έχουν δόλο προς εσένα.

Άρχισε να ψάχνεις στο internet. Με σύνεση όμως γιατί στο internet θα βρεις πολλά πράγματα. Άλλα είναι σωστά, άλλα είναι λάθος. Γιατί ο καθένας μπορεί να γράψει ότι θέλει στο internet.

Έτσι λοιπόν άρχισε να κάνεις την έρευνα σου και πάνω απ’ όλα καθώς παίρνεις πληροφορίες άρχισε να κάνεις τις κατάλληλες ερωτήσεις στον εγκέφαλο σου. Αυτός από μόνος του θα αρχίσει να συνθέτει τις πληροφορίες και επειδή μέσα σου, όταν μάθεις να χρησιμοποιείς εξαιρετικά τον εγκέφαλο σου, θα αρχίσεις να παρατηρείς ότι υπάρχει μια απεριόριστη σοφία, τότε θα μπορείς να βρεις λύσεις σε ότι επιθυμείς.

Άρα λοιπόν να θυμάσαι ότι η ζωή σου δεν καθορίζεται ούτε από αυτά που ξέρεις ούτε από αυτά που γνωρίζεις ότι δεν ξέρεις. Καθορίζεται από αυτά που δεν γνωρίζεις ότι υπάρχουν σε αυτόν τον πλανήτη Γη και αυτά τα πράγματα καλείσαι να ανακαλύψεις. Καλείσαι να φωτίσεις. Όχι μόνο εσύ, κι εγώ και όλοι μας.

Όσο πιο πολλές σκοτεινές πτυχές φωτίσουμε τόσες πιο πολλές είναι οι πιθανότητες να ζήσουμε μια εξαιρετική ζωή σε προσωπικό, συναισθηματικό και οικονομικό επίπεδο. Και γιατί πάντα βάζουμε και τους τρεις τομείς; Γιατί όποιος από τους τρεις αυτούς τομείς δεν δουλεύει σωστά τότε η ζωή σου μοιάζει με ένα αμάξι που κινείται με τρεις ρόδες αντί για τέσσερις.

Σε μια τέτοια περίπτωση διαπιστώνουμε ότι κάτι δεν πάει καλά. Υπάρχει μια δυσλειτουργία. Χρειάζεται όλοι οι τομείς να δουλεύουν σε ένα πολύ δυνατό σημείο. Το σημείο που πραγματικά μπορείς να είσαι.

Θα ήθελα να σου πω ότι είναι ωραία η γνώση αλλά μόνο όταν την εφαρμόσεις είναι αποτελεσματική. Άρα λοιπόν παρατήρησε τώρα και βρες ποιος τομέας της ζωής σου θέλει βελτίωση.

Παρατήρησε πόσο καιρό έχεις προσπαθήσει, τι έχει δουλέψει, τι δεν έχει δουλέψει, και άρχισε να ψάχνεις τι είναι αυτό το οποίο έως τώρα δεν πήγαινε καν το μυαλό σου ότι μπορεί να επηρεάζει αυτόν τον τομέα.

Να Αγαπάς τον Εαυτό σου και να Ζεις με Πάθος!

Παρά τους κομπασμούς τους για τα πολλά που τάχα γνώριζαν

Ίσως ένας ανάλγητος δαίμονας δεν θα’ χε τίποτα περισσότερο να πει για τη λεγόμενη «παγκόσμια Ιστορία», την «αλήθεια», τη «δόξα», κι όλες τις μεγαλειώδεις μας αλληγορίες, πέρ’ από τούτα τα λόγια:

«Σε κάποιαν απόμερη γωνιά του Σύμπαντος που ξεχύθηκε αστραποβολώντας σε αναρίθμητα ηλιακά συστήματα, ήταν μια φορά κ’ έναν καιρό έν’ άστρο. Στο άστρο αυτό ζούσαν κάτι έξυπνα ζώα που μηχανεύτηκαν το γιγνώσκειν. Η πιο αλαζονική και πλανερή στιγμή της παγκόσμιας Ιστορίας – όμως μονάχα μια στιγμή! Μετά από λίγες εισπνοές-εκπνοές της Φύσης, το άστρο πάγωσε και τα έξυπνα ζώα έπρεπε να πεθάνουν. H ώρα είχε σίγουρα φτάσει: παρά τους κομπασμούς τους για τα πολλά που τάχα γνώριζαν, προς μεγάλη τους δυσαρέσκεια ανακάλυψαν πως όλα ήταν λάθος. Πέθαναν και χάθηκαν μαζί με την Αλήθεια. Αυτή ήταν η τύχη, λοιπόν, των απεγνωσμένων εκείνων ζώων, που είχαν επινοήσει το γιγνώσκειν.»

Τούτος κι ο κλήρος του ανθρώπου -αν ήταν πράγματι κάτι περισσότερο από ένα ζώο με κάποιαν έφεση για γνώση. H Αλήθεια θα τον έσπρωχνε στην απόγνωση, στο μηδέν – θα του ‘δείχνε πώς είν’ αιώνια καταδικασμένος στη Μη Αλήθεια, η Αλήθεια… Όμως ο άνθρωπος θέλει να πιστεύει σε μια προσιτή Αλήθεια, σε μια κοντινή του Ψευδαίσθηση που του εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη. Μήπως δε ζει τάχα χάρη σε μια διαρκή αυταπάτη; Μήπως δεν του αποκρύπτει τάχα η Φύση τα περισσότερα – ίσα-ίσα τα πιο κοντινά του, λόγου χάρη, το ίδιο του το σώμα, που διαθέτει μόνο μια γητεύτρα «συνείδηση»; Σ’ αυτή τη συνείδηση κλείστηκε, κ’ η Φύση πέταξε μακριά το κλειδί. Ω, την ολέθρια περιέργεια του φιλοσόφου, να θέλει, σώνει και καλά, να βρει μια σχισμή στο κελί της συνείδησής του, να δει έστω μια φορά τι υπάρχει παραέξω! Ίσως να διαισθάνθηκε μετά, ότι ο άνθρωπος, ζώντας μες στην αδιαφορία της άγνοιάς του, δε στηρίζεται παρά πάνω σε αδηφάγες, άπληστες, βδελυρές, άσπλαχνες, δολοφονικές ροπές, κι ονειροπολεί, ούτως ειπείν, πάνω στη ράχη ενός τίγρη…

Έχει μεγάλη σημασία να μάθουμε ότι ζήσαν, κάποτε τέτοιοι άνθρωποι. Η ροπή για γνώση μοιάζει απ’ τη φύση της ανικανοποίητη αλλ’ ούτε και ικανοποιεί· ποιος, λοιπόν, θα πίστευε -παρεκτός κι αν τον έχει ειδοποιήσει σχετικώς η Ιστορία – πως υπήρξε άνθρωπος σαν τον σοφό Ηράκλειτο, τόσο αυτοκρατορικά μεγαλοπρεπής και μεγαλόφρων, με την απόλυτη βεβαιότητα ότι αυτός είναι ο εκλεκτός μνηστήρας της Αλήθειας! Τέτοιοι άνθρωποι ζουν στο δικό τούς ηλιακό σύστημα, και μόνον εκεί πρέπει κανείς να τους γυρέψει. Ένας Πυθαγόρας ή ένας Εμπεδοκλής έδειχναν υπέρ-ανθρώπινο σεβασμό προς τον εαυτό τους, ένα δέος σχεδόν θρησκευτικό· όμως, εξαιτίας της πίστης τους στη μετεμψύχωση και την ενότητα όλων των εμβίων, τους κατέκλυζε συμπόνια – τους τραβούσε, σα χαλκάς, ξανά πίσω, στους άλλους ανθρώπους, για τη σωτηρία τους. Όσο για τη μοναξιά του Εφέσιου αναχωρητή του ναού της Αρτέμιδος, μονάχα στα όρη της πιο άγριας ερημιάς,παραλυμένος άπ’ την παγωνιά, μπορεί κανείς κάπως να τη νοιώσει. Αυτός δεν εκπέμπει τη θέρμη καμμιάς συμπόνιας, καμμιάς λαχτάρας να «βοηθήσει» και να «σώσει»: μοιάζει μ’ άστρο χωρίς ατμόσφαιρα. Το μάτι του γυρνάει, φλεγόμενο, προς τα μέσα, θωρώντας σβησμένο και παγερό, σαν ψεύτικο, τον έξω κόσμο. Ολόγυρά του, στο φρούριο της περηφάνιας του, σκάνε τα κύματα της πλάνης και της παραζάλης· αηδιασμένος αποστρέφει το πρόσωπο… Βέβαια, ένα τέτοιο τραγικό προσωπείο το αποφεύγουν οι «ευαίσθητες» ψυχές· τούτη η μορφή θα ταίριαζε μάλλον ανάμεσα σ’ αγάλματα θεών, σε κάποιο απόμακρο Ιερό ψυχρής, μεγαλόπρεπης αρχιτεκτονικής…

Ανάμεσα σ’ ανθρώπους, τώρα, ως άνθρωπος, ο Ηράκλειτος: απίστευτος! Σαν τον είδαν, λέει, να μελετά το θορυβώδες παιγνίδι των παιδιών, στοχάζονταν ό,τι ποτέ δε στοχάστηκε θνητός εξ αφορμής τέτοιου θεάματος: το παιγνίδι τού Μεγάλου Παιδιού-Κόσμου, του Δία, που γελώντας αιώνια χτίζει και γκρεμίζει κόσμους. Δε χρειαζόταν τους ανθρώπους – ούτε κ’ η γνώση του εξαρτιόταν από δαύτους· όσα θα μάθαινε τάχα από άλλους η όσα ερευνούσαν παλιότεροι σοφοί, που ‘ξεραν να ρωτούν και να μαθαίνουν, τον άφηναν αδιάφορο. «Tοv εαυτό μου γύρεψα κ’ ερεύνησα», είπε χρησιμοποιώντας μια λέξη – κλειδί για τη νοηματική διερεύνηση ενός χρησμού: σα να ‘ταν αυτός ο απόλυτος τηρητής κ’ εκτελεστής της περίφημης δελφικής ρήσης «γνώθι σαυτόν» – και κανείς άλλος!..

Οι φιλόσοφοι χρειάζονται πάνω απ’ όλα: ελευθερία από καταναγκασμούς, οχλήσεις, θορύβους, από κάθε λογής πάρε–δώσε, καθήκοντα, έγνιες: χρειάζονται διαύγεια· σκέψεις που να χορεύουν, να πηδάν, να πετάνε· αέρα καθαρό, ελαφρύ, ελεύθερο, ξηρό, όπως είν’ ο αέρας στα ψηλά, εκεί που κάθε ζωντανό πλάσμα γίνεται πνενματικότερο κι αποκτάει φτερά· ηρεμία σ’ όλα τα υπόγεια· όλα τα σκυλιά όμορφα–όμορφα με τις αλυσίδες τους· κανένα εχθρικό γάβγισμα, καμμιά «σκυλίσια» μνησικακία κανένα σκουλήκι πληγωμένης φιλοδοξίας να κατατρώει τα σωθικά· διακριτικά και υπάκουα σπλάχνα, εργατικά σα μυλόπετρες, αλλά σ’ απόσταση· η καρδιά να ‘ναι ξένη, στην αντί πέρα κιόλας όχθη, στο μέλλον, στο μετά θάνατον… το ασκητικό ιδεώδες στην πιο χαρούμενη μορφή του!..

Την έρημο όπου αποτραβιούνται και αυτοσυγκεντρώνονται τα ρωμαλέα, τ’ ανεξάρτητα πνεύματα.. – α, πόσο διαφορετική τη φαντάζονται οι μορφωμένοι κ’ οι τσαρλατάνοι τού πνεύματος! Πάει καιρός που δε μπορούν ούτε δευτερόλεπτο να ζήσουν εκεί! δεν τούς είναι πια αρκετά ρομαντική, συριακή, θεατρινίστικη, μόλο που έχει και παραέχει καμήλες! – μα ως εδώ η ομοιότητα… «Έρημος» εν προκειμένω είν’ ίσως μια θεληματική σκοτεινιά· ένας παραμερισμός μπροστά στον εαυτό· συστολή μπροστά σε θορύβους, εκδηλώσεις λατρείας, εφημερίδες, επιρροές ένα μικροεπάγγελμα, μια καθημερινή ρουτίνα, κάτι που περισσότερα κρύβει παρά φανερώνει· συναναστροφή με άκακα χαρούμενα ζώα και πουλιά, που η όψη τους αναζωογονεί· ένα βουνό για συντροφιά, διόλου νεκρή συντροφιά, με μάτια (παναπεί: λίμνες)· ως κ’ ένα δωμάτιο σε πολυσύχναστο πανδοχείο, όπου μπορεί κανείς να περνά απαρατήρητος και να κουβεντιάζει ατιμώρητα με τον καθένα,.. αυτά είν’ «έρημος»: ώ, κ είν’ αρκετά έρημη, πιστέψτε με! Βέβαια, να κ’ η περίπτωση του Ηρακλείτου, που αποτραβήχτηχε στις ελεύθερες εκτάσεις και στα περιστύλια του τεράστιου ναού της ‘Αρτέμιδας: τούτη η «έρημος» ήταν, οπωσδήποτε, πιο άξια — τ’ ομολογώ! Γιατί να μην υπάρχουν και για μας τέτοιοι ναοί; (…Χμ, ίσως και να υπάρχουν. Να μου έρχεται τώρα δα στο νου το ωραιότερο δωμάτιο εργασίας που είχα ποτέ, στην Piazza di san Marco, άνοιξη, δέκα με δώδεκα το πρωί…) Ωστόσο, κι o Ηράκλειτος απέφευγε αυτό που εμείς αποφεύγουμε σήμερα: το θόρυβο και τη φλυαρία των Εφεσίων, όλη τη βρομερή πραμάτεια τού «σήμερα»,.. γιατί εμείς οι φιλόσοφοι χρειαζόμαστε πάνω απ όλα μια συγκεκριμένη ησυχία: χρειαζόμαστε ανάπαυση απ’ το «σήμερα».

Φρ. Νίτσε, ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

ΧΑΡΩΝ Ή ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΝΤΕΣ

Σχετική εικόναΕΡΜΗΣ
Γιατί γελάς, Χάροντα; Και γιατί εγκατέλειψες το καράβι σου και ανέβηκες εδώ πέρα στον τόπο μας, ενώ δεν συνηθίζεις να απασχολείσαι συχνά με τις υποθέσεις του απάνω κόσμου;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Πεθύμησα, Ερμή, να δω τι λογής είναι αυτά που διαδραματίζονται στη ζωή και τι κάνουν οι άνθρωποι όσο ζούνε, και τι επιτέλους στερούνται και θρηνούν, όταν κατεβαίνουν σ’ εμάς· γιατί κανένας τους δεν πέρασε με το πλεούμενο απέναντι χωρίς να κλαίει.
Ζήτησα λοιπόν από τον Άδη να αφήσω για μια μέρα τις υποχρεώσεις μου στο καράβι, και ανέβηκα στο φως, και μου φαίνεται πως σε συνάντησα τη στιγμή που έπρεπε. Γιατί, το ξέρω καλά, θα έρθεις να τριγυρίσουμε μαζί, και θα με ξεναγήσεις και θα μου δείξεις το καθετί, μια και τα ξέρεις όλα.

ΕΡΜΗΣ
Αυτή εδώ η υπόθεση θα γίνει αιτία να με δείρουνε. Ήδη προβλέπω ότι τον μισθό της περιήγησης δεν θα τον πάρω χωρίς καθόλου γρονθοκοπήματα. Παρόλα αυτά πρέπει να σε εξυπηρετήσω. Τι τάχα μπορεί κανείς να κάνει, όταν ένας καλός του φίλος τον πιέζει;
Να τα δεις λοιπόν όλα, περαματάρη, το καθένα χωριστά, είναι εντελώς αδύνατο.
Η διαδικασία θα διαρκούσε πολλά χρόνια. Έπειτα για μένα θα χρειαζόταν να βγάλει προκήρυξη ο Δίας, σαν να έχω δραπετεύσει, κι εσύ ο ίδιος δεν θα μπορούσες να εκτελείς τα έργα του Θανάτου και θα ζημίωνες το βασίλειο του Πλούτωνα, καθώς δεν θα μετέφερες τους νεκρούς για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και μετά ο τελώνης ο Αιακός θα αγανακτούσε που δεν θα κέρδιζε ούτε έναν οβολό.
Αυτό λοιπόν που πρέπει να σκεφτούμε είναι πώς θα μπορέσεις να δεις τα σημαντικότερα απ’ όσα γίνονται.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Εσύ ο ίδιος, Ερμή, να σκεφτείς το καλύτερο σχέδιο. Εγώ δεν γνωρίζω τίποτε απ’ όσα γίνονται πάνω στη γη, μια και είμαι ξένος.

ΕΡΜΗΣ
Πρώτα απ’ όλα, Χάροντα, θα μας χρειαστεί ένα υπερυψωμένο σημείο, ώστε από κει να τα δεις όλα. Αν σου ήταν δυνατό να ανέβεις στον ουρανό, δεν θα ταλαιπωρούμασταν καθόλου· θα τα έβλεπες όλα εντελώς ξεκάθαρα από πανοραμική θέση. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται εσύ, που συναναστρέφεσαι συνεχώς με φαντάσματα νεκρών, να έχεις πρόσβαση στα ανάκτορα του Δία, θα πρέπει να αναζητήσουμε ένα ψηλό βουνό.
Άραγε ο Καύκασος είναι κατάλληλος ή ο Παρνασσός, ή είναι ψηλότερος και από τους δυο εκείνος εκεί ο Όλυμπος; Ωστόσο δεν είναι κι άσχημο αυτό που θυμήθηκα κοιτάζοντας τον Όλυμπο.
Κρατήσου λοιπόν από το δεξί μου χέρι και πρόσεχε να μην πατάς εκεί που γλιστράει. Μπράβο, ανέβηκες κι εσύ. Τώρα λοιπόν στρέψε το βλέμμα σου γύρω τριγύρω και επιθεώρησε τα πάντα.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Βλέπω ξηρά πολλή και μια μεγάλη λίμνη, η οποία την περιβάλλει, και βουνά και ποτάμια μεγαλύτερα από τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα, και ανθρώπους πάρα πολύ μικρούς, και κάποιες φωλιές τους.

ΕΡΜΗΣ
Πόλεις είναι εκείνες που νόμισες ότι είναι φωλιές.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τίποτε ξεκάθαρο δεν βλέπω εγώ τουλάχιστον από τόσο ψηλά. Και θα ήθελα να δω όχι μόνο αυτό, δηλαδή πόλεις και βουνά, όπως στις ζωγραφιές, αλλά τους ίδιους τους ανθρώπους και τι κάνουν και τι λογής πράγματα λένε. Όπως ακριβώς τη στιγμή που με συνάντησες, που με είδες να γελάω και με ρώτησες για ποιο λόγο γελώ. Είχα ακούσει κάτι και το καταευχαριστήθηκα.

ΕΡΜΗΣ
Και τι ήταν αυτό;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Κάποιος προσκλήθηκε σε δείπνο, υποθέτω, από κάποιον φίλο του για την επόμενη μέρα και είπε “Θα έρθω οπωσδήποτε”. Κι ενώ έλεγε αυτό έπεσε πάνω του ένα κεραμίδι από τη στέγη – δεν ξέρω ποιος το μετακίνησε – και τον σκότωσε.
Γέλασα λοιπόν, επειδή δεν μπόρεσε να εκτελέσει την υπόσχεσή του.
Μου φαίνεται λοιπόν ότι και τώρα θα κατέβω κάτω, για να βλέπω και να ακούω καλύτερα.

ΕΡΜΗΣ
Μείνε εκεί που είσαι. Εγώ κι αυτό θα στο γιατρέψω, και θα σε κάνω ταχύτατα να έχεις τέλεια όραση.
Τι συμβαίνει; Βλέπεις κιόλας;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και μάλιστα εξαιρετικά. Έπειτα λοιπόν απ’ αυτό εσύ άρχισε να με διδάσκεις και να μου απαντάς σε ό,τι σε ρωτάω.
Πες μου όμως· Ποιος είναι αυτός ο παχουλός, ψηλός, γενναίος άνδρας, ξεχωριστός στην κεφαλή και στους πλατιούς ώμους;

ΕΡΜΗΣ
Ο Μίλωνας είναι, ο αθλητής από τον Κρότωνα.
Οι Έλληνες τον χειροκροτούν, επειδή φορτώθηκε τον ταύρο και διασχίζει το στάδιο κουβαλώντας τον.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Κι έπειτα θρηνεί κάτω σ’ εμάς, καθώς φυσικά θα θυμάται αυτά τα στεφάνια και τα χειροκροτήματα.
Τώρα όμως έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, επειδή τον θαυμάζουν για το κουβάλημα του ταύρου. Τι λοιπόν; Να υποθέσουμε ότι τάχα σκέφτεται πως κάποτε θα πεθάνει;

ΕΡΜΗΣ
Από πού κι ως πού να θυμηθεί τον θάνατο σε τόσο μεγάλο αποκορύφωμα δόξας;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Άφησέ τον· σε λίγο θα μας κάνει να γελάμε, όταν θα βρίσκεται στο καράβι, χωρίς να μπορεί πια να σηκώσει όχι ταύρο, αλλά ούτε καν κουνούπι.
Εσύ πες μου κι αυτό:
Ποιος είναι τάχα κείνος κει ο σεβαστός ο άνδρας;
Δεν είναι Έλληνας, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τα ρούχα του.

ΕΡΜΗΣ
Είναι ο Κύρος, Χάροντα, ο γιος του Καμβύση, που κατάφερε να φέρει τώρα στα χέρια των Περσών την εξουσία που είχαν παλαιότερα οι Μήδοι.
Επιπλέον νίκησε πρόσφατα τους Ασσυρίους και υπέταξε τη Βαβυλώνα, και τώρα φαίνεται να επιθυμεί να εκστρατεύσει εναντίον της Λυδίας, ώστε να καθαιρέσει τον Κροίσο και να εξουσιάζει αυτός σε όλους.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και ο Κροίσος πού να είναι άραγε κι εκείνος;

ΕΡΜΗΣ
Κοίτα προς τα εκεί, στη μεγάλη ακρόπολη, αυτήν με το τριπλό τείχος. Είναι οι Σάρδεις εκείνες, και ήδη βλέπεις τον ίδιο τον Κροίσο να κάθεται σε χρυσό κρεβάτι και να συζητάει με τον Σόλωνα τον Αθηναίο. Θέλεις να τους ακούσουμε, τι λένε;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Βεβαιότατα.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Φιλοξενούμενέ μου Αθηναίε, μια και είδες τον πλούτο μου και τους θησαυρούς μου και πόσες ράβδους χρυσάφι έχω και όλη την υπόλοιπη πολυτέλεια, πες μου, ποιον από όλους τους ανθρώπους θεωρείς τον πιο ευτυχισμένο;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Είναι λίγοι βέβαια οι ευτυχισμένοι, Κροίσε.
Από αυτούς πάντως που εγώ ξέρω, θεωρώ πως οι πιο ευτυχισμένοι ήταν ο Κλέοβης και ο Βίτωνας.

ΕΡΜΗΣ
Εννοεί τα παιδιά της ιέρειας από το Άργος, που πρόσφατα πέθαναν μαζί, αφού ζεύτηκαν στην άμαξα και την έσυραν, με τη μητέρα τους επάνω, μέχρι το ιερό.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Έστω· ας έχουν εκείνοι τα πρωτεία της ευτυχίας.
Δεύτερος όμως ποιος θα ήταν;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Ο Τέλλος ο Αθηναίος, που και έζησε καλά και σκοτώθηκε για την πατρίδα του.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Κι εγώ, κάθαρμα, δεν σου φαίνομαι να είμαι ευτυχισμένος;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Δεν το ξέρω ακόμη, Κροίσε, αν δεν φτάσεις στο τέλος της ζωής σου, μια και ο θάνατος είναι ο ακριβής έλεγχος σε τέτοιες υποθέσεις, και το να ζήσει κανείς ευτυχισμένος μέχρι το τέλος.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Πολύ ωραία, Σόλωνα· δεν μας ξεχνάς, αλλά ζητάς να γίνει η κρίση για τέτοια ζητήματα κοντά στο ίδιο το καράβι του κάτω κόσμου. Αλλά ποιους ξεπροβοδίζει ο Κροίσος, και τι κουβαλάνε στους ώμους τους;

ΕΡΜΗΣ
Αφιερώνει στον Πύθιο Απόλλωνα χρυσά πλιθιά, ως πληρωμή για τους χρησμούς από τους οποίους και θα καταστραφεί λίγο αργότερα.
Ο άνθρωπος είναι υπερβολικά φιλόμαντης.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Εκείνο εκεί λοιπόν είναι το χρυσάφι, το λαμπερό που αστράφτει, το κιτρινωπό που κοκκινίζει;
Τώρα το είδα για πρώτη φορά, ενώ πάντα άκουγα γι’ αυτό.

ΕΡΜΗΣ
Εκείνο, Χάροντα, το όνομα για το οποίο κάθε τόσο τραγουδούν και πολεμάνε.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Ωστόσο δεν μπορώ να δω τι το καλό έχει, εκτός από ένα και μόνο, ότι βαραίνει αυτούς που το μεταφέρουνε.

ΕΡΜΗΣ
Δεν ξέρεις πόσοι πόλεμοι έγιναν γι’ αυτό, και συνωμοσίες και ληστείες και επιορκίες και φθόνοι και φυλακίσεις και εμπορικά ταξίδια και υποδουλώσεις;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Γι’ αυτό εδώ, Ερμή, που δεν διαφέρει και πολύ από τον χαλκό;
Γνωρίζω τον χαλκό, όπως ξέρεις εισπράττω οβολό από τον καθένα που κατεβαίνει κάτω με το καράβι.

ΕΡΜΗΣ
Ναι, αλλά ο χαλκός είναι πολύς, ώστε δεν του δίνουν και μεγάλη σημασία, ενώ αυτόν οι μεταλλωρύχοι τον εξορύττουν σε μικρή ποσότητα και από μεγάλο βάθος. Πάντως από τη γη βγαίνει κι αυτός, όπως ο μόλυβδος και τα άλλα.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Μου λες λοιπόν ότι είναι φοβερή ανοησία των ανθρώπων, που ερωτεύονται με τέτοιον έρωτα ένα χλωμό και βαρύ απόκτημα.

ΕΡΜΗΣ
Αλλά τουλάχιστον ο Σόλωνας εκείνος, Χάροντα, δεν φαίνεται να είναι ερωτευμένος μ’ αυτό, γιατί, όπως βλέπεις, γελάει με τον Κροίσο και την καυχησιολογία του βαρβάρου, και μου φαίνεται ότι θέλει να τον ρωτήσει κάτι.
Ας ακούσουμε λοιπόν προσεκτικά.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Πες μου, Κροίσε, νομίζεις ότι ο Πύθιος χρειάζεται σε κάτι όλα αυτά τα πλιθιά;

ΚΡΟΙΣΟΣ
Ναι, μα τον Δία· γιατί δεν έχει στους Δελφούς κανένα τέτοιο αφιέρωμα.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Δηλαδή νομίζεις ότι θα κάνεις τον θεό ευτυχισμένο, αν αποκτήσει, μαζί με όλα τα άλλα, και χρυσά πλιθιά;

ΚΡΟΙΣΟΣ
Και γιατί όχι;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Μου λες δηλαδή, Κροίσε, ότι υπάρχει μεγάλη φτώχεια στον ουρανό, αν χρειάζεται να παραγγείλουνε να τους στείλουν το χρυσάφι από τη Λυδία, όταν το επιθυμήσουνε.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Και που αλλού μπορεί να υπάρξει τόσο πολύ χρυσάφι όσο σ’ εμάς;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Πες μου, στο υπέδαφος της Λυδίας υπάρχει σίδηρος;

ΚΡΟΙΣΟΣ
Όχι ιδιαίτερα.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Άρα σας λείπει το καλύτερο.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Και πώς είναι καλύτερος ο σίδηρος από το χρυσάφι;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Αν μου απαντάς, χωρίς να αγανακτείς, θα καταλάβεις.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Ρώτα, Σόλωνα.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Ποιοι είναι καλύτεροι, αυτοί που σώζουν κάποιους ή αυτοί που σώζονται από κάποιους;

ΚΡΟΙΣΟΣ
Αυτοί που σώζουν ασφαλώς.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Άρα λοιπόν, αν ο Κύρος, όπως διαδίδουν κάποιοι, επιτεθεί στους Λυδούς, θα κατασκευάσεις εσύ χρυσά ξίφη για τον στρατό σου ή θα σου είναι τότε απαραίτητος ο σίδηρος;

ΚΡΟΙΣΟΣ
Ο σίδηρος βέβαια· είναι ολοφάνερο.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Κι αν δεν τον προμηθευτείς αυτόν, θα σου φύγει το χρυσάφι αιχμάλωτο στους Πέρσες.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Μη λες τέτοια πράγματα, άνθρωπέ μου.

ΣΟΛΩΝΑΣ
Μακάρι να μη γίνουν έτσι τα πράγματα. Είναι όμως φανερό ότι συμφωνείς πως ο σίδηρος είναι καλύτερος από το χρυσάφι.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Δηλαδή με συμβουλεύεις να αφιερώσω και στο θεό σιδερένια πλιθιά, και να παραγγείλω να φέρουν πάλι πίσω το χρυσάφι;

ΣΟΛΩΝΑΣ
Δεν πρόκειται αυτός να χρειαστεί ούτε τον σίδηρο. Αλλά είτε χαλκό είτε χρυσάφι αφιερώσεις, για άλλους θα αποτελέσει το αφιέρωμά σου περιουσία και θεϊκή ευεργεσία, για τους Φωκείς ή τους Βοιωτούς ή τους ίδιους τους κατοίκους των Δελφών ή για κάποιον τύραννο ή ληστή, ενώ τον θεό λίγο τον νοιάζουν τα δικά σου χρυσοκατασκευάσματα.

ΚΡΟΙΣΟΣ
Εσύ πάντοτε μου πολεμάς τον πλούτο μου και τον ζηλεύεις.

ΕΡΜΗΣ
Δεν ανέχεται ο Λυδός, Χάροντα, την ευθύτητα και την αλήθεια των λόγων, αλλά του φαίνεται παράξενο το γεγονός, ένας φτωχός άνθρωπος να μη συστέλλεται, αλλά να λέει ελεύθερα αυτό που σκέφτεται. Ωστόσο θα θυμηθεί λίγο αργότερα τον Σόλωνα, όταν θα πρέπει να συλληφθεί και να τοποθετηθεί από τον Κύρο πάνω στην πυρά.
Άκουσα, ξέρεις, την Κλωθώ να διαβάζει προηγουμένως όσα είναι κλωσμένα με το νήμα του καθενός, μεταξύ των οποίων ήταν γραμμένα και αυτά, ότι ο Κροίσος θα συλληφθεί από τον Κύρο, ενώ ο ίδιος ο Κύρος θα σκοτωθεί από εκείνην εκεί τη Μασσαγέτιδα.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τι πολύ γέλιο! Αλλά τώρα ποιος τολμά να στρέψει το βλέμμα πάνω τους, έτσι που περιφρονούν τους άλλους; Και ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι έπειτα από λίγο ο ένας θα πιαστεί αιχμάλωτος και ο άλλος θα έχει το κεφάλι του ριγμένο μέσα σε ασκί με αίμα;
Κι εκείνος ποιος είναι, Ερμή, που έχει πιασμένη πάνω του με πόρπη την πορφυρή χλαμύδα, αυτός με το διάδημα, στον οποίο ο μάγειρας δίνει ένα δαχτυλίδι, αφού άνοιξε την κοιλιά του ψαριού, σε ζωσμένο από νερό νησί; Για βασιλιάς περνιέται.

ΕΡΜΗΣ
Ωραία τα παρωδείς, Χάροντα. Αυτός που βλέπεις είναι ο Πολυκράτης, ο τύραννος της Σάμου, που θεωρεί τον εαυτό του τρισευτυχισμένο.
Ωστόσο και αυτός θα προδοθεί από τον υπηρέτη του τον Μαιάνδριο, που στέκεται τώρα δίπλα του, στον Οροίτη τον σατράπη, και θα διαπεραστεί με αιχμηρό πάσσαλο ο δύστυχος, ξεπέφτοντας από την ευτυχία του μέσα σε μια στιγμή.
Κι αυτά τα άκουσα να τα διαβάζει η Κλωθώ.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τη χαίρομαι τη λεβέντισσα την Κλωθώ.
Καίγε τους, υπέροχη, και κόβε τους τα κεφάλια και κάρφωνέ τους σε πασσάλους, για να καταλάβουν ότι είναι άνθρωποι. Και ας υψώνονται τόσο πολύ, όσο χρειάζεται για να γκρεμοτσακιστούν ακόμη πιο οδυνηρά, πέφτοντας από ψηλότερα. Κι εγώ θα γελάω τότε, αναγνωρίζοντας τον καθένα απ’ αυτούς γυμνό μέσα στο καραβάκι μου, χωρίς να κουβαλάνε ούτε το πορφυρό ένδυμα ούτε τιάρα ή χρυσό κρεβάτι.

ΕΡΜΗΣ
Οι υποθέσεις αυτών εδώ ασφαλώς έτσι θα εξελιχθούν. Βλέπεις όμως, Χάροντα, και τον όχλο, αυτούς που ταξιδεύουν με πλοία, που πολεμούν, που προσφεύγουν στα δικαστήρια, που καλλιεργούν τη γη, που δανείζουν, που ζητιανεύουν;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Βλέπω πολυποίκιλες δραστηριότητες και τη ζωή γεμάτη αναταραχή και τις πόλεις να μοιάζουν με σμήνη, στα οποία ο καθένας έχει ένα δικό του κεντρί και τσιμπά το διπλανό του, και κάποιοι λίγοι σαν σφήκες λεηλατούν και ρημάζουν τους κατώτερούς τους.
Κι αυτό το πλήθος που πετάει αθέατο τριγύρω τους, ποιοι είναι;

ΕΡΜΗΣ
Ελπίδες, Χάροντα, και φόβοι και άγνοιες και ηδονές και φιλαργυρίες και θυμοί και μίση και τα παρόμοια. Από αυτά η άγνοια χώνεται ανάμεσά τους κάτω στη γη και τους συντροφεύει σαν συμπολίτης τους, καθώς και το μίσος, μα τον Δία, και ο θυμός και η ζηλοφθονία και η αμάθεια και η αμηχανία και η φιλαργυρία, ενώ ο φόβος και οι ελπίδες πετούν από πάνω τους, και ο πρώτος τους ταράζει πέφτοντας μερικές φορές πάνω τους και τους κάνει να ζαρώνουν, ενώ οι ελπίδες αιωρούνται πάνω από το κεφάλι τους και , τη στιγμή ακριβώς που νομίζει κάποιος ότι θα τις πιάσει, φεύγουν πετώντας και τους αφήνουν με ανοιχτό το στόμα, όπως ακριβώς βλέπεις να παθαίνει ο Τάνταλος από το νερό στον κάτω κόσμο.
Κι αν κοιτάξεις προσεχτικά, θα δεις τις Μοίρες από πάνω να κλώθουν για τον καθένα στο αδράχτι, από το οποίο τυχαίνει να κρέμονται όλοι με λεπτά νήματα.
Τα βλέπεις που κατεβαίνουν σαν νήματα αράχνης από τα αδράχτια στον καθένα;

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Βλέπω για τον καθένα ένα εξαιρετικά λεπτό νήμα, μπερδεμένο τις περισσότερες φορές, αυτό με εκείνο, κι εκείνο με το άλλο.

ΕΡΜΗΣ
Είναι φυσικό, περαματάρη. Είναι γραφτό εκείνος να σκοτωθεί από αυτόν, αυτός από κάποιον άλλον, και αυτός βέβαια να κληρονομήσει εκείνον, όποιου το νήμα τυχαίνει να είναι μικρότερο, κι εκείνος πάλι αυτόν· κάτι τέτοιο δηλώνει το μπέρδεμα.
Βλέπεις λοιπόν ότι όλοι είναι κρεμασμένοι από λεπτά νήματα. Και αυτόν εδώ τον τράβηξαν επάνω και είναι υπερυψωμένος, και όταν μετά από λίγο θα πέσει, μια και θα σπάσει η λινή κλωστή, καθώς δεν θα αντέχει πια το βάρος, θα προξενήσει πολύ μεγάλο θόρυβο, ενώ αυτός εκεί, που κρέμεται λίγο πάνω από το έδαφος, κι αν πέσει, θα σωριαστεί χωρίς θόρυβο, και το πέσιμό του μόλις που θα ακουστεί, ακόμη και στους γείτονες.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Αυτά είναι πάρα πολύ διασκεδαστικά, Ερμή.

ΕΡΜΗΣ
Και μάλιστα δεν μπορείς να βρεις λόγια, Χάροντα, για να περιγράψεις όπως πρέπει πόσο γελοία είναι, και ιδιαίτερα οι υπερβολικές φροντίδες τους, και το γεγονός ότι, εκεί που ελπίζουν για κάτι, φεύγουν και χάνονται, καθώς τους αρπάζει ο λεβέντης ο Θάνατος.
Οι αγγελιοφόροι και οι υπηρέτες του είναι πάρα πολλοί, όπως βλέπεις ρίγη και πυρετοί και μαρασμοί και πνευμονίες και σπαθιά και ληστείες και κώνεια και δικαστές και τύραννοι. Κι απ’ όλα αυτά τίποτε δεν περνάει από το μυαλό τους, όσο καλοπερνάνε, όταν όμως αναποδογυρίσουν τα πράγματα, τότε ακούγονται πολλά “τρισαλίμονο” και “συμφορά μου” και “αχ, τι έπαθα”.
Αν όμως από την αρχή σκέφτονταν πρώτα απ’ όλα ότι και οι ίδιοι είναι θνητοί και ότι, αφού παραμείνουν για αυτόν τον λίγο χρόνο στη ζωή, φεύγουν σαν σε όνειρο, αφήνοντας πάνω στη γη τα πάντα, και πιο συνετά θα ζούσαν και λιγότερο θα στεναχωριούνταν πεθαίνοντας.
Τώρα όμως, επειδή φαντάζονται ότι θα μπορούν πάντοτε να ρυθμίζουν τη ζωή τους, όταν εμφανίζεται ο υπηρέτης και τους καλεί και τους παίρνει μαζί του, δένοντάς τους με τον πυρετό ή τον μαρασμό, αγανακτούνε για την μετακόμιση, μια και ποτέ δεν περίμεναν ότι κάποιος θα τους απομάκρυνε από τις υποθέσεις τους. Γιατί αλλιώς τι δεν θα έκανε εκείνος που χτίζει βιαστικά το σπίτι του και πιέζει τους εργάτες να κάνουνε γρήγορα, αν ήξερε ότι το σπίτι βέβαια θα τελειώσει, ο ίδιος όμως αμέσως μόλις φτιάξει τη στέγη, θα φύγει, αφήνοντας τον κληρονόμο του να το χαρεί, ενώ ο ίδιος δεν θα προλάβει ούτε καν να δειπνήσει ο δύστυχος μέσα στο σπίτι;
Βλέπεις και πόσοι είναι αυτοί που μαλώνουνε για τα σύνορα της γης τους, και αυτοί που μαζεύουνε χρήματα, κι έπειτα, πριν τα χαρούνε, τους καλούν οι αγγελιοφόροι και οι υπηρέτες για τους οποίους έκανα λόγο.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τα βλέπω όλα αυτά και αναρωτιέμαι ποιο είναι τελικά το ευχάριστο γι’ αυτούς στη ζωή, ή ποιο είναι εκείνο για το οποίο στεναχωριούνται, όταν το στερούνται.
Αν τουλάχιστον δει κανείς τους βασιλιάδες τους, που θεωρούνται ότι είναι οι πιο ευτυχισμένοι, εκτός από την αβεβαιότητα, όπως λες, και την αστάθεια της τύχης, θα διαπιστώσει ότι είναι περισσότερα από τα ευχάριστα τα δυσάρεστα που αντιμετωπίζουν, οι φόβοι και οι αναστατώσεις και τα μίση και οι συνωμοσίες και οι θυμοί και οι κολακείες· γιατί με αυτά συναναστρέφονται όλοι.
Αφήνω τις καταστάσεις πένθους και τις αρρώστιες και τα πάθη που εξουσιάζουν επάνω τους με τους ίδιους όρους. Αν λοιπόν είναι δυσάρεστη η ζωή αυτών, μπορεί κανείς να αναλογιστεί τι λογής θα είναι η ζωή των απλών ανθρώπων.
Θα ήθελα λοιπόν, Ερμή, να σου πω με τι μου φάνηκε πως μοιάζουν οι άνθρωποι και ολόκληρη η ζωή τους.
Έχεις δει ποτέ τις φούσκες που βγαίνουν όταν αναβλύζει μια πηγή και το νερό πέφτει από ψηλά; Εννοώ τις φυσαλίδες, από τις οποίες σχηματίζεται ο αφρός. Μερικές λοιπόν από κείνες είναι μικρές και αμέσως σκάνε κι εξαφανίζονται,άλλες όμως διαρκούνε περισσότερο· και καθώς συνενώνονται μ’ αυτές οι άλλες, φουσκώνουν παραπάνω και ο όγκος τους μεγαλώνει εξαιρετικά, έπειτα όμως κι εκείνες κάποτε σκάνουν, μια και δεν είναι δυνατό να γίνει αλλιώς.
Αυτή είναι η ζωή του ανθρώπου. Όλοι είναι φουσκωμένοι με αέρα, και γίνονται άλλοι μεγαλύτεροι κι άλλοι μικρότεροι. Κι άλλοι έχουνε το φούσκωμά τους με μικρή διάρκεια και με γρήγορο τέλος, κι άλλοι πάλι εξαφανίζονται πριν καλά καλά σχηματιστούν.
Πάντως είναι αναπόφευκτο για όλους κάποτε να σκάσουν.

ΕΡΜΗΣ
Δεν έκανες, Χάροντα, καθόλου χειρότερη παρομοίωση από τον Όμηρο, που παρομοιάζει τη γενιά τους με φύλλα.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και ενώ είναι τέτοιοι, Ερμή, βλέπεις τι κάνουν και πως ανταγωνίζονται μεταξύ τους διεκδικώντας ο ένας από τον άλλο εξουσίες και τιμές και περιουσίες, πράγματα που θα χρειαστεί να τα εγκαταλείψουν όλα και να έρθουνε σ’ εμάς έχοντας μόνο ένα οβολό. Θέλεις λοιπόν, μια και είμαστε εδώ ψηλά, να φωνάξω με όλη μου τη δύναμη και να τους προτρέψω να παρατήσουν αυτούς τους μάταιους κόπους, και να ζήσουν έχοντας πάντα μπροστά στα μάτια τους το θάνατο, λέγοντας: \
“Ανόητοι, γιατί ασχολείστε μ’ αυτά; Σταματήστε να κουράζεστε· δεν πρόκειται να ζήσετε για πάντα. Τίποτε απ’ αυτά που εδώ θεωρείται αξιόλογο δεν είναι αιώνιο, ούτε μπορεί κανείς να πάρει μαζί του πεθαίνοντας κάτι απ’ όλα αυτά, αλλά είναι απαραίτητο ο άνθρωπος να φεύγει γυμνός, ενώ το σπίτι και το χωράφι και το χρυσάφι του θα καταλήγουνε πάντοτε σε κάποιους άλλους και θα αλλάζουνε συνεχώς αφεντικά”.
Αν τους τα φωνάξω αυτά κι άλλα παρόμοια, για να τ’ ακούσουν όλοι, δεν νομίζεις ότι η ζωή τους θα ωφεληθεί πολύ και ότι θα γίνουν πολύ πιο συνετοί;

ΕΡΜΗΣ
Αγαπητέ μου, δεν ξέρεις πως τους έχουν κάνει η άγνοια και η απάτη, ώστε ούτε καν με τρυπάνι δεν μπορούν να ανοίξουν τα αυτιά τους· τα βούλωσαν με τόσο πολύ κερί, όπως ακριβώς έκανε ο Οδυσσέας στους συντρόφους του από φόβο μήπως ακούσουν τις Σειρήνες.
Από πού κι ως πού λοιπόν θα μπορέσουν εκείνοι να ακούσουν, ακόμη κι αν εσύ σκάσεις κραυγάζοντας;
Αυτό ακριβώς που καταφέρνει σ’ εμάς η Λησμονιά, αυτό εδώ πέρα το πετυχαίνει η άγνοια. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι λίγοι που δεν αποδέχτηκαν το κερί στα αυτιά τους, αλλά είναι στραμμένοι στην αλήθεια, βλέπουν ξεκάθαρα τα πράγματα και γνωρίζουν πολύ καλά τι λογής είναι.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Λοιπόν, να φωνάξουμε τουλάχιστον σ’ εκείνους.

ΕΡΜΗΣ
Κι αυτό είναι περιττό, να τους πούμε πράγματα που τα ξέρουν.
Βλέπεις πως διαχώρισαν τη θέση τους από τον πολύ κόσμο, και κοροϊδεύουν όσα γίνονται, και δεν τους αρέσουν αυτά καθόλου και με κανέναν τρόπο, αλλά είναι φανερό ότι σχεδιάζουν ήδη να δραπετεύσουν από τη ζωή και να έρθουν σ’ εμάς.
Και επιπλέον είναι μισητοί, επειδή ξεσκεπάζουν τις ανοησίες των υπολοίπων.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Αλλά μια και συζητάμε, ποιοι είναι εκείνοι εκεί που πολεμούν, και για ποιο λόγο αλληλοσκοτώνονται;

ΕΡΜΗΣ
Τους Αργείους βλέπεις, Χάροντα, και τους Σπαρτιάτες, και εκείνον τον ετοιμοθάνατο στρατηγό τους τον Οθρυάδη, που γράφει πάνω στο μνημείο της νίκης με το ίδιο του το αίμα.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Και για ποιο λόγο, Ερμή, κάνουνε τον πόλεμο;

ΕΡΜΗΣ
Για την ίδια αυτή πεδιάδα, στην οποία τώρα πολεμάνε.

ΧΑΡΟΝΤΑΣ
Τι παραλογισμός! Καλά, δεν ξέρουν ότι, κι αν ακόμη ο καθένας απ’ αυτούς αποκτήσει ολόκληρη την Πελοπόννησο, τελικά θα πάρει από τον Αιακό μόλις και μετά βίας τόπο ενός ποδιού;
Και την πεδιάδα αυτήν άλλοτε άλλοι θα την καλλιεργήσουνε ξανά και ξανά, ξηλώνοντας με το αλέτρι τους από τη βάση του το μνημείο της νίκης.
Καλά τα κατάφερες, Ερμή. Θα είσαι γραμμένος πάντοτε ανάμεσα στους ευεργέτες μου, γιατί εξαιτίας σου ωφελήθηκα σε κάτι από αυτό το ταξίδι μακριά απ’ τον τόπο μου.
Τι λογής είναι οι υποθέσεις των κακόμοιρων των ανθρώπων – βασιλιάδες, χρυσά πλιθιά, εκατόμβες, μάχες.
Και για τον Χάροντα κανένας λόγος.

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, Σάτιρα θανάτου και κάτω κόσμου

Microsoft: αποθήκευση ενός δισεκατομμυρίου TB σε ένα γραμμάριο DNA

Γνωρίζατε ότι σε ένα γραμμάριο DNA είναι δυνατή η αποθήκευση 1.000.000.000 Terabyte δεδομένων για 1000 χρόνια;

Η Microsoft φέρεται να έχει αγοράσει 10 εκατομμύρια κλώνους συνθετικού DNA, (ονομάζονται Oligonucleotides ή ολιγονουκλεοτίδια γνωστά και ως μόρια DNΑ), από τη startup Twist και συνεργάστηκε με ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Washington για να εξερευνήσει την ιδέα της χρησιμοποίησης συνθετικών DNA στην αποθήκευση δεδομένων.

Η Microsoft σχεδιάζει να αλλάξει δραστικά το μέλλον της τεχνολογίας αποθήκευσης δεδομένων, όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.

Ο όγκος και ο ρυθμός δημιουργίας δεδομένων που παράγονται και αποθηκεύονται κάθε μέρα είναι τόσο γρήγορος, που οι διακομιστές και σκληροί δίσκοι πρέπει να αντικαθίστανται περιοδικά, αυξάνοντας ενδεχομένως τον κίνδυνο φθοράς και την απώλεια δεδομένων.

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, σήμερα στον κόσμο κυκλοφορούν και διατίθενται 5,4 zettabytes (4.400 δισεκατομμύρια gigabytes) ψηφιακών δεδομένων. Τα δεδομένα αυτά δημιουργήθηκαν μέχρι το 2015, και θα αυξηθούν κατακόρυφα στα 54 zettabytes (ZB) μέχρι το 2020.

Για το λόγο αυτό, η Microsoft άρχισε συνεργασίες με επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Washington που αποσκοπούν στην χρήση του DNΑ σαν μέσο αποθήκευσης δεδομένων.
Η πυκνότητα αποθήκευσης δεδομένων του DNΑ είναι πάρα πολύ υψηλότερη από ότι στα συμβατικά συστήματα αποθήκευσης, καθώς μόλις 1 γραμμάριο DNΑ μπορεί να αποθηκεύσει περίπου 1 δισεκατομμύριο terabytes δεδομένων.

Εκτός από αυτό, το DNΑ είναι αξιοσημείωτα ισχυρό, πράγμα που σημαίνει ότι τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο DNΑ μπορεί να παραμείνουν άθικτα και αναγνώσιμα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα (από 1000 έως και 10.000 χρόνια).

Σύμφωνα με την Twist, όλα τα ψηφιακά δεδομένα που υπάρχουν σήμερα θα μπορούσαν να αποθηκευτούν σε λιγότερα από 20 γραμμάρια DNΑ.

Αν και η τεχνολογία είναι ακόμα πολύ μακριά από τα ράφια της αγοράς (δεν θα δείτε κάποιο DNΑ smartphone σύντομα), οι αρχικές δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν το περασμένο φθινόπωρο αποδεικνύουν ότι θα μπορούσε να ανακτηθεί το 100% των ψηφιακών δεδομένων που κωδικοποιούνται στο DNΑ, όπως ανακοίνωσε ο Doug Carmean της Microsoft Research σε ένα δελτίο τύπου.

Πρόσφατα, η American Chemical Society ανέφερε ότι η αποθήκευση δεδομένων στο DNΑ θα μπορούσε να διαρκέσει έως και 2.000 χρόνια χωρίς κάποιο κίνδυνο φθοράς.

Η NASA μας δείχνει πώς είναι ο Ερμής

Πριν από λίγες μέρες, η NASA δημοσίευσε ένα πλήρες ψηφιακό μοντέλο που παρουσιάζει τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά του μικρότερου πλανήτη του Ηλιακού μας συστήματος.

Το έργο των επιστημόνων της αμερικανικής υπηρεσίας παρουσιάζει την παραμικρή λεπτομέρεια για τον Ερμή, αποκαλύπτοντας ένα πολύ μεγάλο μέρος από το γεωλογικό του παρελθόν.

Τα στοιχεία για την δημιουργία του χάρτη συλλέχθηκαν από το διαστημικό σκάφος MESSENGER της NASA, το οποίο ήταν σε τροχιά γύρω από τον Ερμή από το 2011 μέχρι και το 2015. Στο διάστημα αυτό, το ρομποτικό σκάφος τράβηξε έναν τεράστιο αριθμό φωτογραφιών, με τους επιστήμονες να χρησιμοποιούν περισσότερες από 100.000 για να καταλήξουν στην χαρτογράφηση του πλανήτη.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ανάλυση των τοπογραφικών χαρακτηριστικών του Ερμή πρόκειται να οδηγήσει σε πολύ σημαντικές ανακαλύψεις μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Αυτό φαντάζει λογικό, αφού πλέον οι ερευνητές έχουν στα χέρια τους ένα πληρέστατο χάρτη, με όλα τα δεδομένα που χρειάζονται για να μελετήσουν εις βάθος της περιοχές του πλανήτη.

«Έχουμε στα χέρια μας έναν θησαυρό από στοιχεία για τον Ερμή, χάρις στην επιτυχημένη αποστολή του MESSENGER. Αυτό έχει ήδη οδηγήσει σε σημαντικές ανακαλύψεις, ενώ τα επόμενα χρόνια αναμένονται ακόμα πιο σπουδαίες μελέτες γύρω από τον πλανήτη» τόνισε η Susan Ensor, από το τμήμα της εφαρμοσμένης φυσικής του πανεπιστημίου John Hopkins.

Στα στοιχεία που παρουσίασε η NASA υπάρχουν πολλές σημαντικές πληροφορίες για τον Ερμή, όπως το υψηλότερο και το χαμηλότερο σημείο του. Η υψηλότερη κορυφή του βρίσκεται στα 4.48 χιλιόμετρα πάνω από το μέσο υψόμετρο, ενώ το βαθύτερο σημείο του είναι «βυθισμένο» στα 5.38 χιλιόμετρα. Μάλιστα εκτιμάται ότι στη τελευταία περιοχή συνέβησαν κάποιες από τις πιο πρόσφατες ηφαιστειακές δραστηριότητες στον πλανήτη.

Παρότι πολλές περιοχές εμφανίζονταν πολύ σκοτεινές, λόγω της κοντινής απόστασης του πλανήτη από τον Ηλιο, το MESSENGER μετά από πολύ προσπάθεια και αμέτρητες φωτογραφίες κατάφερε να συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την εκτενή ανάλυση των γεωλογικών χαρακτηριστικών του Ερμή.


Η τεράστια διαστημική φυσαλίδα που ανακάλυψε το Hubble

Το νεφέλωμα της της Φυσαλίδας, μια τεράστια διαστημική φούσκα που σχηματίζεται γύρω από ένα διάπυρο άστρο, παρουσίασε η NASA γιορτάζοντας τα 26α γενέθλια του διαστημικού τηλεσκοπίου Hubble.

Αυτή η διαστημική φούσκα, υπολογίζεται ότι έχει διάμετρο επτά έτη φωτός και βρίσκεται σε απόσταση 7.100 έτη φωτός από τη Γη.

Μέσα στην φυσαλίδα, βρίσκεται ένα άστρο με μάζα 45 φορές μεγαλύτερη από τη μάζα του δικού μας Ήλιου.

Αυτό το άστρο εκπέμπει σωματίδια διαρκώς και προς όλες τις κατευθύνσεις, δημιουργώντας έναν αστρικό άνεμο, ο οποίος σε συνδυασμό με παγωμένο αστρικό αέριο δημιουργεί αυτό το φαινόμενο της φυσαλίδας.


Αριστοφάνης εναντίον Σωκράτη – Μια παρεξηγημένη επίθεση

Αριστοφάνης: «Λόγια, λόγια, λόγια! Σας βαρέθηκα πια εσάς τους φιλοσόφους».
Σωκράτης: «Καλύτερα τα λόγια απ’ τα φούμαρα που πουλάτε εσείς οι κωμωδιογράφοι».
Αριστοφάνης – Νεφέλαι
 
Σαν συντηρητικός που ήταν, ο Αριστοφάνης έβλεπε με κακό μάτι την εισβολή των πνευματικών ανθρώπων από τις ελληνικές αποικίες που ακολούθησε την ναυτική συμμαχία υπό την ηγεμονία της Αθήνας. Το ανανεωτικό κίνημα των καλλιτεχνών, ποιητών και σοφιστών* που απειλούσε τις παραδοσιακές αθηναϊκές αξίες βρήκε τόσους αντιπάλους όσοι ήταν και οι θιασώτες του. Ο Σωκράτης βρέθηκε κάπου ενδιάμεσα, αφού στα έργα του Ξενοφώντα και του Πλάτωνα τον βλέπουμε να εναντιώνεται στους σοφιστές, αλλά και να αμφισβητεί τις αρετές των συμπολιτών του, εισάγοντας νέες, αντιδιαισθητικές, αξίες (τα λεγόμενα σωκρατικά παράδοξα). Στα μάτια όμως του μέσου Αθηναίου η διαφορά μεταξύ του Σωκράτη και των σοφιστών δεν πρέπει να ήταν καθόλου προφανής, με τον Αριστοφάνη να δυσκολεύεται πραγματικά να διακρίνει τη διδασκαλία του από την ανήθικη σοφιστική.
 
Ο Σωκράτης ήταν το κατάλληλο θύμα για την ενσάρκωση όλων των ανησυχιών του Αριστοφάνη. Εν μέσω του Πελοποννησιακού Πολέμου, ανησυχούσε για την παρακμή των παραδοσιακών αξιών και την υποβάθμιση των ηθικών κριτηρίων των πολιτών. Κάθε φορά που κάποιος επιφανής σοφιστής εμφανιζόταν στην Αθήνα, ο Σωκράτης έσπευδε να τον συναντήσει, ενώ άλλοτε συγκέντρωνε νέους και τους έβαζε να μιλούν για τα πάντα, αμφισβητώντας κάθε τι που ήξεραν. Το ότι ήταν Αθηναίος ο ίδιος, σίγουρα έκανε πιο καχύποπτο τον Αριστοφάνη, αφού έτσι δεν συμβόλιζε μόνο την βαρβαρική επίθεση, αλλά και την προδοτική παράδοση εκ των έσω. Οι κατηγορίες που απόδωσε στον Σωκράτη στο έργο του ήταν αυτές του σοφιστή που μαθαίνει κάποιον να πείθει κάνοντας το κακό να μοιάζει με καλό, του άθεου φυσικού φιλοσόφου που προσπαθώντας να λύσει τα αινίγματα της φύσης αμφισβητούσε τους θεούς, και του ασκητικού ηθικοδιδάσκαλου που από την αδιαφορία του για τα υλικά αγαθά περιφερόταν πειναλέος και βρώμικος.
 
Στις Νεφέλες** του, ο Αριστοφάνης επιτίθεται σε αυτό ακριβώς το (εν πολλοίς, «ξενόφερτο») νεωτεριστικό πνευματικό κίνημα. Οι καινούργιοι «φροντιστές» με τις καινούργιες διδασκαλίες τους προσφέρουν την ικανότητα στους νέους να αντικρούουν αποτελεσματικά το δίκιο, μαθαίνοντάς τους τον «άδικο λόγο». Ο έμπορος Στρεψιάδης έχοντας πνιγεί στα χρέη, καταφεύγει σαν τελευταία λύση στη σχολή («φροντιστήριον») που ίδρυσε ο Σωκράτης, για να του μάθει πώς να ακυρώσει τα δάνεια που δεν μπορεί να πληρώσει, μόνο με τη χρήση των λόγων του. Πιστεύει πως η σχολή του Σωκράτη θα τον κάνει άξιο στον λόγο και ικανό να νικάει είτε έχει δίκιο είτε όχι.
 
Ο Σωκράτης όμως εμφανίζεται λίγο πιο απαιτητικός από ό,τι περίμενε, επιμένοντας να του μάθει αρχικά ένα σωρό πράματα, από το σωστό γένος κάθε λέξης μέχρι το πώς εξηγούνται φυσικά φαινόμενα όπως η αστραπή και η βροντή. Ο ανόητος έμπορος δεν μπορεί να ανταπεξέρθει («ευθύς ξεχνάς ό,τι κι αν μάθεις…Να πας στο διάβολο, λησμονιάρη και άξεστε γερο-μπουμπούνα»780-790), και στέλνει τον γιο του Φειδιππίδη που είναι «φύσει έξυπνος». Αυτός σίγουρα θα τα καταφέρει και θα σώσει τον οίκο του από τα χρέη.
 
Ο Άδικος Λόγος και ο Δίκαιος Λόγος προσωποποιημένοι προσπαθούν ο καθένας να πείσει τον Φειδιππίδη να επιλέξει από ποιον θα διδαχτεί τον τρόπο αντιμετώπισης των δανειστών890-1110***. Για να πάρει τον Φειδιππίδη με το μέρος του, ο Άδικος Λόγος υποστηρίζει ότι θα του μάθει «νέες ιδέες» και πώς να αναστρέφει το δίκιο. Εξ άλλου «το δίκιο δεν υπάρχει»902 αφού, όπως υποστήριζε ο σοφιστής Πρωταγόρας, ό,τι πιστεύει κάποιος είναι και αλήθεια. Και τι καλύτερο υπάρχει από το να λες τα αντίθετα από τους νόμους, «να υποστηρίζεις το άδικο, και όμως να κερδίζεις»1042; «Είδες εσύ ποτέ κανέναν να προκόβει με την ηθική;»1062 Η ηθική θα του αποστερήσει όλες τις ηδονές. Μαζί του όμως θα μπορεί να γελάει, να πηδάει, να τρώει και να διασκεδάζει χωρίς ντροπή. Αν τον πιάσουν με παντρεμένη θα του μάθει να αποδεικνύει ότι δεν είναι αδικία, αφού κι ο Δίας τέτοια έκανε -πώς λοιπόν να φανεί δυνατότερος από τον Δία ένας θνητός; (Η ανυπαρξία του Δία που κήρυττε ο Άδικος Λόγος αγνοείται στην περίπτωση που τον συμφέρει). «Γιατί να ζεις, αν’ όλα αυτά τα χάσεις;»1074
 
Η ρητορική εδώ παρουσιάζεται με το πιο χυδαίο της πρόσωπο, προσφέροντας τα πιο κοινά οφέλη που θα προσελκύσουν έναν νέο, προτείνοντας τη χρήση του λόγου όχι για να υπερασπίζεται την αλήθεια αλλά μόνο για το ατομικό του συμφέρον. Είναι η ανήθικη ρητορική, που αρνείται τους θεούς και παριστάνει ότι μπορεί να εξηγήσει τη φύση, που δίνει τη δύναμη στον μυημένο να ελιχθεί στον δημόσιο βίο και να ανελιχτεί σε αξιώματα που ανήκουν δικαιωματικά σε άλλους.
 
Η απάντηση του Δίκαιου Λόγου ακούγεται παρωχημένη απέναντι στα θέλγητρα του Άδικου. Ο Δίκαιος παρουσιάζεται θιασώτης της παλιάς, δοκιμασμένης παιδαγωγίας που προσφέρει μια ολοκληρωμένη, και προφανώς ηθική, διδασκαλία. Αν ο Φειδιππίδης διαλέξει αυτόν, θα μάθει κιθαριστική, χορούς και τραγούδια (η μουσική ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την παιδαγωγία), θα φέρεται με κοσμιότητα και θα γυμναστεί με τη βοήθεια παιδοτρίβη ώστε να «λάμπει ανθηρός στα γυμναστήρια μέσα»1002. Η δικιά του διδασκαλία ανέθρεψε Μαραθωνομάχους –γιατί να μην αρκέσει για τον Φειδιππίδη; Κατηγορεί τον Άδικο Λόγο για αναίδεια, ότι κάνει κακό στα παιδιά, ότι προωθεί τον αθεϊσμό.
 
Όπως ήταν μάλλον επόμενο, ο Φειδιππίδης πείθεται από τον Άδικο Λόγο. Εκεί που ο Στρεψιάδης όμως ελπίζει να σωθεί από τους δανειστές του, ο γιος του τον δέρνει, γιατί τόλμησε να μην παραδεχτεί τον Ευριπίδη για σοφό (ο Αριστοφάνης εκτός από τον Σωκράτη τα είχε και με τον Ευριπίδη – στους Βάτραχους επιτίθεται κατά της μοντέρνας ποίησης). Το να δέρνει όμως κανείς τον πατέρα του θεωρείται σοβαρό αδίκημα στην αρχαία Αθήνα, που τιμωρείται με στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, και ο Στρεψιάδης παραπονιέται και απειλεί. Ο Φειδιππίδης λοιπόν κάνει άμεσα επίδειξη των καινούργιων ρητορικών του δυνατοτήτων. Όπως όταν ο ίδιος ήταν μικρός, ο Στρεψιάδης τον έδερνε για το καλό του, («γιατί σ’ αγαπούσα και νοιαζόμουνα»1409) έτσι κι ο γιος τώρα δέρνει τον πατέρα για το δικό του καλό˙ είναι μάλιστα πιο φυσικό να δέρνεις τους γέροντες παρά τους νέους αφού είναι ασυγχώρητο οι γέροι να κάνουν σφάλματα. Ενώ λοιπόν ο Στρεψιάδης έστειλε τον γιο του να μάθει να παρακάμπτει τους νόμους για να τον γλιτώσει τα δάνειά του, ο γιος του χρησιμοποίησε τις νέες του ικανότητες για να τον χτυπήσει ατιμωρητί, και δεν τον γλίτωσε κι από τα δάνεια.
 
Ο Αριστοφάνης προειδοποιεί τους Αθηναίους να μην εμπιστευτούν τα παιδιά τους στους σοφιστές, όσο ελκυστική και να φαίνεται η διδασκαλία τους, όσο κι αν υπόσχονται μεγάλα κέρδη και αξιώματα σε αυτούς που θα διδάξουν. Η ικανότητα να πείσουν για το άδικο θα γυρίσει εναντίον τους, οι ασέβειες των νεωτερισμών τους θα συμπαρασύρει τον σεβασμό στους γονείς και οι ενασχολήσεις με την εξήγηση της φύσης κρύβουν την βλασφημία ενάντια στους θεούς της πόλης.
 
Οι μαθητές του Σωκράτη δεν είναι οι πολλά υποσχόμενοι φιλόσοφοι που φαντάζονται οι θιασώτες των νεόφερτων «σοφών». Είναι ψευτοφιλόσοφοι, την προσοχή των οποίων μπορείς να αποσπάσεις με ένα χτύπημα στην εξώπορτα της σχολής. Ο ίδιος ο Σωκράτης είναι τόσο αργόσχολος που ασχολείται, κυριολεκτικά, με του ψύλλου το πήδημα, αλείφοντας κερί στα πόδια ψύλλου για να αφήσει ίχνη και να μετρήσει πόσο μακριά φτάνει το άλμα του. Όταν ο Χαιρεφώντας τον ρώτησε αν τα κουνούπια σφυρίζουν από το στόμα ή το κωλάντερο, ο Σωκράτης σκαρφίστηκε πως το έντερο είναι λεπτό ενώ «ο κώλος, σαν κοίλος μπροστά στο στενό ηχεί από τη δύναμη του αέρα»161-163. Μόνο ανόητοι σαν τον Στρεψιάδη εντυπωσιάζονται με τις ικανότητές του, που πίστεψε πως σίγουρα θα γλίτωνε κανείς την καταδίκη αν ήξερε ακόμα και για το κωλάντερο του κουνουπιού -«Ω! τρισευτυχισμένε ερευνητή του κώλου»166. Οι μαθητές του λούζονται από τον Αριστοφάνη με πλήθος χαρακτηρισμών: πονηροί, ψωροπερήφανοι, κιτρινιάρηδες και ξυπόλητοι, ενώ και στις Όρνιθές του περιγράφει με περιφρονητικό ύφος κάποιους ενοχλητικούς τύπους: «άφηναν μακριά μαλλιά, δεν πλένονταν, έκαναν δίαιτα, σωκρατοφέρονταν»1282-1283.
 
Ο Σωκράτης του Αριστοφάνη, που «αεροβατεί και εξετάζει τον ήλιο»25, είναι αγνώριστος. Όπως τον ξέρουμε από τον Ξενοφώντα και, κυρίως, από τον Πλάτωνα, η ενασχόλησή του με τη φυσική φιλοσοφία, ο αθεϊσμός του, ο αυτοπροσδιορισμός του ως δάσκαλος, το να έχει σχολή και να πληρώνεται είναι πράγματα που μας ξενίζουν. Ο Αριστοφάνης τον δείχνει να ασχολείται με αστρονομία, γεωμετρία, αριθμητική, γεωγραφία και δικηγορική, ενώ από αλλού τον ξέρουμε αποκλειστικά ως ηθικό φιλόσοφο. Και ενώ οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις ήταν όντως καινοτόμες, δεν μπορούμε να φανταστούμε τον πλατωνικό Σωκράτη να λέει: «Βρε ποιος Δίας; Μη λες φούμαρα. Δεν υπάρχει Δίας»65. Η ιδιαιτερότητα του θρησκευτικού αισθήματος του Σωκράτη δεν είχε φτάσει στο σημείο να αρνείται την ύπαρξη θεών. Το μόνο ιστορικό γεγονός που μπορούμε να συνάγουμε από τις Νεφέλες είναι ότι ο Σωκράτης πρέπει να έγινε γρήγορα διάσημος, αφού το 423π.Χ. που ανέβηκε στο θέατρο το έργο, ήταν 47 χρόνων.
 
Ο Σωκράτης του Αριστοφάνη μοιάζει τόσο στον φυσικό φιλόσοφο Αναξαγόρα, ο οποίος αναζητούσε τις αρχές που συνθέτουν τη φύση του σύμπαντος****, όσο και στον Πρωταγόρα, διακεκριμένο πρωταγωνιστή της σοφιστικής διδασκαλίας, ο οποίος θα υποστεί, δώδεκα χρόνια αργότερα, το 411, μία καταδίκη για ασέβεια ή αθεϊσμό. Ο Σωκράτης είναι ένα πρόσωπο εκατό τοις εκατό επιβαρυμένο με τον εκνευρισμό του ποιητή που στρέφεται ενάντια σε κάθε καινοτομία, η οποία αυτομάτως εξομοιώνεται με το ριζικό κακό.
 
Ο Σωκράτης στην Απολογία εντοπίζει την πραγματική αιτία των κατηγοριών εναντίον του στην κακή του φήμη και τις συκοφαντίες εναντίον του. Δεν τον είχε διακωμωδήσει μόνο ο Αριστοφάνης αλλά και ο Καλλίας, ο Αμειψίας, ο Εύπολις και ο Τηλεκλείδης, σε κείμενα που σήμερα είναι χαμένα*****. Κατονόμασε όμως τον Αριστοφάνη συγκεκριμένα στο δικαστήριο. Είναι όντως ανησυχητικό το γεγονός ότι και οι τρεις κατηγορίες ενυπάρχουν στις Νεφέλες, με τον εικονιζόμενο Σωκράτη να διαφθείρει τους νέους και να κάνει βλάσφημες και αθεϊστικές δηλώσεις. Είναι όμως αξιόλογο και να παρατηρήσουμε ότι στο πλατωνικό Συμπόσιο, που διαδραματίζεται μετά την παράσταση των Νεφελών, Αριστοφάνης και Σωκράτης βρίσκονται να συνομιλούν σε φιλικό πνεύμα.
Σύμφωνα με ανεκδοτολογική αφήγηση του Πλούταρχου, όταν ρώτησαν τον Σωκράτη αν είχε θυμώσει με την εικόνα του στις Νεφέλες απάντησε: «Για όνομα του θεού όχι. Με κορόιδεψε στο θέατρο σαν σε μια μεγάλη φιλική συγκέντρωση». Ο Διογένης Λαέρτιος τον εμφανίζει να υποστηρίζει ότι πρέπει να παραδίδεται κανείς στην κωμωδία, γιατί αν αυτή υποδεικνύει πραγματικά λάθη μας, θα συμβάλλει στη βελτίωσή μας. Αν όχι, δεν μας αφορά. Σύμφωνα με τον Στοβαίο μάλιστα, μετά την παράσταση συνάντησε τον Αριστοφάνη και τον ρώτησε ήρεμα αν θέλει να τον χρησιμοποιήσει για άλλο παρόμοιο ρόλο. Υπάρχει και μια αφήγηση με τον Σωκράτη να είναι παρών σε παράσταση του έργου, όπου σηκώθηκε από τη θέση του και έμεινε όρθιος σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, για να τον δουν όλοι και να συγκρίνουν την ομοιότητα στην εμφάνισή του και στην ασχήμια της μάσκας του ηθοποιού (Αιλιανός – Varia Historia*****). Η αλήθεια είναι ότι το 423 κανένας δεν σκεφτόταν να μηνύσει τον Σωκράτη. Μετά τον θάνατό του, οι Αθηναίοι μετάνιωσαν για τη συμπεριφορά τους και, εκτός από τους κατήγορούς του που τιμωρήθηκαν, επίθεση δέχτηκε κι ο Αριστοφάνης εξαιτίας της επικριτικής εικόνας του για τον φιλόσοφο.
 
Οι αφηγήσεις της τελευταίας παραγράφου δεν είναι επαληθεύσιμες (αφού οι πηγές τους χωρίζονται από τον Σωκράτη με αιώνες) και μας είναι αδύνατο να μάθουμε πώς πραγματικά προσέλαβε ο Σωκράτης την επίθεση του Αριστοφάνη. Στον Σωκράτη όμως δεν ταιριάζει η μικροπρέπεια. Όπως διαβάζουμε στον Ευθύδημο, αφού συμφωνεί με τον φίλο του Κρίτωνα πως σε κάθε ασχολία υπάρχουν πολλοί φαύλοι και λίγοι σπουδαίοι, του λέει: «Μην κάνεις λοιπόν κάτι που δεν πρέπει, Κρίτωνα. Άφησε να χαίρονται όσοι ασχολούνται με τη φιλοσοφία, είτε είναι χρηστοί είτε φαύλοι, και αφού το βασανίσεις το πράγμα καλά και σωστά, αν το κρίνεις φαύλο, να αποτρέψεις όλους τους ανθρώπους, όχι μόνο τους γιους σου˙ αν τώρα κρίνεις πως είναι ό,τι νομίζω εγώ πως είναι, να την επιδιώξεις και να την αποκτήσεις με θάρρος, όπως λένε, και εσύ και τα παιδιά σου»307c.
 
Δεν μπορούμε εξ άλλου να έχουμε κάποια αμφιβολία για το αν ο Αριστοφάνης είχε δίκιο γι’ αυτόν. Γιατί μπορεί ο Σωκράτης να ανήκε γενικά στο ίδιο ανανεωτικό κίνημα με τους σοφιστές, αλλά με τον θάνατό του αντιπαρέβαλε έμπρακτα την δικιά του ηθική στάση στον δικό τους αμοραλισμό.
-----------------
* Η λέξη σοφιστής αρχικά σήμαινε τον σοφό. Πρώτη φορά στις Νεφέλες συναντούμε την αρνητική σημασία του δασκάλου ανήθικων πραγμάτων, ενώ η καθιέρωση της ιδέας πως οι σοφιστές ήταν ένας χαρακτηριστικός τύπος ανθρώπου προέρχεται από το πλατωνικό έργο, και κυρίως από τον Σοφιστή. Στην πραγματικότητα κάθε σοφιστής ήταν διαφορετικός από τους άλλους, και ο Σωκράτης διαφορετικός από όλους τους.
** Η πρώτη έκδοση των Νεφελών παρουσιάστηκε το 423, αλλά ο Αριστοφάνης απογοητεύτηκε που δεν πήρε το πρώτο βραβείο, αφού το θεωρούσε το καλύτερό του έργο. Το ξαναδούλεψε σε νέα έκδοση, αυτήν που έχουμε σήμερα, που χρονολογείται στο 421 με 418. Οι «Νεφέλες» του τίτλου είναι οι «μούσες»  καλλιτεχνών και άλλων πνευματικών ανθρώπων.
*** Το γεγονός ότι και οι δύο διδάσκονται στην σχολή του Σωκράτη τον αποποιεί εν μέρει από την ευθύνη της ηθικής ή ανήθικης συμπεριφοράς των μαθητών. Η μέθοδος της σοφιστικής δεν οδηγεί αποκλειστικά στην ανήθικη ρητορεία αλλά μένει και στην κρίση του μαθητή το πώς θα την χρησιμοποιήσει.
**** Η φράση «[τον Δία] τον πέταξε η Δίνη και βασιλεύει τώρα αυτή», είναι σαφής αναφορά στην κοσμική δύναμη «δίνη» στην οποία πίστευε ο Αναξαγόρας.
***** Ο Αμειψίας π.χ. λέει στον Κόννο ότι ο Σωκράτης μπορεί να ήταν ανόητος, πειναλέος, φτωχοντυμένος και «γεννημένος να εξοργίζει τους παπουτσήδες» (επειδή ποτέ δεν φορούσε παπούτσια), αλλά διέθετε μεγάλη καρτερία και ποτέ δεν ξέπεφτε στην κολακεία (Guthrie).
****** Ο Αιλιανός λέει επίσης ότι ο Αριστοφάνης χρηματίστηκε για τις κατηγορίες των Νεφελών.
-----------------
Πηγές:
Αριστοφάνης – Νεφέλαι