Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

Οι ρόλοι που παίζουμε προκειμένου να ακούσουμε “Μπράβο”

Στην εφηβεία, όταν οι ανασφάλειες και η πίεση να γίνουμε αποδεκτοί από το περιβάλλον μας βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους, απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από την πραγματική μας φύση και πλησιάζουμε στη φύση που αποδέχεται ο κύκλος μας. Αν, για παράδειγμα, το να κάνεις σεξ στα δεκατέσσερα κάνει τους συνομηλίκους μας να μας αποδεχτούν, τότε πολλοί από μας θα σπεύσουν. Μπράβο. Αν το να παίζεις ποδόσφαιρο είναι πιο κουλ από το να γίνεις μέλος στην επιστημονική λέσχη, τότε ξέχνα την επιστημονική λέσχη. Μπράβο. Και αν το να μείνεις μακριά από τσιγάρα, ναρκωτικά και ποτά μάς κάνει μαμόθρεφτους, τότε φέρτε ό,τι μπορείτε. Μπράβο.

Και έπειτα η ενηλικίωση. Πηγαίνουμε στη δουλειά, ντυνόμαστε με ωραία ρούχα και επαναλαμβάνουμε ανούσιες λέξεις: συνέργεια, χάσμα, οικοσύστημα και πιες το Kool-Aid. Τι είδους γλώσσα είναι αυτή; Τη χρησιμοποιούμε γιατί μας κάνει αποδεκτούς. Σοβαρεύουμε και φροντίζουμε να μη δείχνουμε τα συναισθήματά μας στη δουλειά. Κάποιοι από μας μαθαίνουμε γκολφ, πηγαίνουμε σε επαγγελματικά δείπνα και παρευρισκόμαστε στο πάρτι του γραφείου. Προσαρμοζόμαστε στο περιβάλλον. Μπράβο. Καθώς προχωράμε, κάποιοι από μας επενδύουν σε ακριβές μάρκες ρούχων ή σε ακριβά αυτοκίνητα για να ενισχύσουμε τη δημόσια εικόνα μας. Οτιδήποτε κερδίζουμε από την εικόνα αυτή, το ξοδεύουμε για να τη διατηρήσουμε, αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν μας κάνει πραγματικά ευτυχισμένους. Κι όμως, δεν σταματάμε ποτέ για να σκεφτούμε τι κάνουμε, αρκεί να παραμένει απρόσβλητο το εγώ μας.

Από τη στιγμή που θα αρχίσουμε να φοράμε μάσκες για να ενισχύσουμε το εγώ μας, περνάμε την υπόλοιπη ζωή μας παίζοντας ρόλους. Υπάρχει ο ρόλος του ισχυρού στελέχους: επαγγελματίας, καλοντυμένος, συγκροτημένος, άκαρδος. Ο ρόλος της μαμάς: μιλάει με τα παιδιά της χρησιμοποιώντας μωρουδιακή γλώσσα, φοράει αθλητικά και πίνε, καφέ με άλλες μαμάδες τα πρωινά. Ο ρόλος του καλλιτέχνη: εκκεντρικό στιλ, επαναστατικός και μυστηριώδης. Ο ρόλος του πατριώτη: περήφανος και πρόθυμος να σκοτώσει τον εχθρό. Ο ρόλος ενός σοφιστικέ τζέντλεμαν: πάντα επικριτικός, φαινομενικά γνώστης της τέχνης, κάνει μικρές παύσεις σιωπής και περισυλλογής κάθε δύο προτάσεις. Ο ρόλος της σαγηνεύτριας: σέξι φόρεμα, ψηλά τακούνια και μαγευτική φωνή. Ο ρόλος του κακού παιδιού: τατουάζ, αυτοπεποίθηση και ένα χαλαρό, υποτιμητικό βλέμμα.

Κάθε ταυτότητα μετατρέπεται σε ρόλο, ακόμα και οι πιο βασικές. Αγόρι ή κορίτσι, ας πούμε. Και ξεκινά μια ολόκληρη ζωή γεμάτη συμπεριφορές που βασίζονται στις κοινωνικές προσδοκίες. Ροζ ή γαλάζιο, κούκλες αντί για μπάλες ποδοσφαίρου, φούστες αντί για παντελόνια. Ο ρόλος γίνεται η εικόνα που περιμένουν οι άλλοι από εσάς, κι αν νιώθετε διαφορετικοί από αυτό περιμένει η αγέλη, η ζωή μπορεί να γίνει πολύ δύσκολη.

Υπάρχουν ρόλοι για τους νέους και ρόλοι για τους μεγαλυτέρους, οι οποίοι καθορίζονται από τις κοινωνικές προσδοκίες. Όσο μεγαλώνουμε, πρέπει να φερόμαστε διαφορετικοί από όταν ήμασταν νέοι και ζωηροί. Όταν έρχεται η ώρα για να αντιμετωπίσουν τα παιδιά τον «πραγματικό κόσμο», όλοι απαιτούν να «σοβαρευτούν». Τους ζητάμε να κάθονται για ώρες ακίνητα στο σχολείο να μη μιλάνε, να μην κινούνται και να μην παίζουν. Θέτουμε το διάβασμα ως προτεραιότητα, πάνω από την εξερεύνηση περιπέτεια. Περιμένουμε από τα παιδιά να πάψουν να είναι ανέμελα και να αρχίσουν να είναι συνεπή και συγκαταβατικά.

Κάποιοι αντιστέκονται για λίγο, αλλά αργά ή γρήγορα οι περισσότεροι συμμορφωνόμαστε.

Τι θα συνέβαινε αν όλοι βγάζαμε τις μάσκες και κάναμε την καλύτερη δουλειά που μπορούσαμε χωρίς να προσποιούμαστε ότι είμαστε κάτι άλλο; Θα κλείναμε λιγότερες συμφωνίες ή θα εφευρίσκαμε λιγότερα πράγματα; Δεν νομίζω. Η δουλειά που κάνουμε, όχι οι μάσκες που φοράμε, είναι αυτό που μας σπρώχνει να πάμε μπροστά. Σε έναν κόσμο χωρίς εγώ, όπου δεν θα είχε σημασία πώς μας βλέπουν οι άλλοι, θα επικεντρωνόμασταν στο να κάνουμε το καλύτερο και θα στοχεύαμε στα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, ανεξάρτητα από τη γνώμη των άλλων για μας. Ενώ το εγώ ενός επαγγελματία χτίζεται πάνω στη δημιουργία της αντίληψης ότι δουλεύει σκληρά, συχνά τα καλύτερα αποτελέσματα προκύπτουν κάνοντας ελάχιστα πράγματα. Οι καλύτεροι διευθυντές, για παράδειγμα, προσλαμβάνουν ικανούς εργαζόμενους και ασκούν έλεγχο με μέτρο. Όταν απαλλαγούν από την ανάγκη να προσποιούνται, καλύτεροι επαγγελματίες συχνά αποδεικνύονται αυτοί που δεν παίζουν καν αυτό τον ρόλο.

Για κάθε ρόλο υπάρχει μια εμφάνιση, ένας ενδυματολογικός κώδικας, ένα λεξιλόγιο, μια ομάδα ανθρώπων, ένας εχθρός, συγκεκριμένα θέματα για συζήτηση, εκφράσεις ίου προσώπου και κοινά προβλήματα. Είναι εύκολο να μάθεις την εικόνα. Είναι κάθε μέρα στην τηλεόραση. «Copy-paste», και γινόμαστε όλοι ηθοποιοί. Φοράμε διάφορες μάσκες και κρύβουμε την πραγματικότητά μας απ’ όλους, συμπεριλαμβανομένων και των εαυτών μας.

Οι υποτιθέμενες ταυτότητές μας γίνονται οι ζωές μας, και αρχίζουμε να τις πιστεύουμε- περισσότερο ακόμα κι από τους άλλους.

Όταν η αυτοεικόνα μας δέχεται κάποια επίθεση ή αντιμετωπίζει μια απειλή, το ένστικτό μας αναλαμβάνει να προστατεύσει το εγώ μας. Η ενστικτώδης αντίδρασή μας μας κάνει να μαλώνουμε, και στη συνέχεια να απομονωνόμαστε και να χαλάει η διάθεσή μας. Αυτά τα πρωτόγονα εργαλεία έχουν εξελιχτεί για να ταιριάζουν με τον σύγχρονο κόσμο του εγώ. Το δόρυ μετατράπηκε σε επώνυμα ρούχα και ακριβά αυτοκίνητα. Οι χειρονομίες του κυνηγού έγιναν αργκό, και το καλύτερο καμουφλάζ για να ταιριάξουμε στο περιβάλλον μας είναι πια τα Likes στο Facebook. Οι προσδοκίες μας ότι οι άλλοι θα πιστέψουν την ψεύτικη εικόνα μας δεν ικανοποιούνται ποτέ – και νιώθουμε δυστυχισμένοι.

Το ξέρω πολύ καλά. Βίωσα αυτή την εμπειρία στο αποκορύφωμα της κατάθλιψής μου. Επί χρόνια είχα εμμονή με τα αυτοκίνητα. Η μηχανολογία τους με γοήτευε, αλλά, κυρίους, εξυπηρετούσαν το εγώ μου. Επέλεξα τη δημόσια εικόνα ενός επιτυχημένου, σοφιστικέ συλλέκτη και ήμουν δυστυχισμένος όσο τη ζούσα. Ενώ αγαπώ ακόμα τα αυτοκίνητα, έχω χάσει την επιθυμία να τα αποκτώ. Συνειδητοποίησα ότι το πάθος μου μολυνόταν από την τάση μου να ικανοποιώ το εγώ μου. Πριν γίνω πετυχημένος, τα αυτοκίνητα που αγόραζα ήταν ένα ψέμα για να καλύψω το γεγονός ότι ακόμα δεν τα είχα καταφέρει. Κι όταν τελικά πέτυχα, δεν χρειαζόμουν αυτοκίνητο για να το αποδείξω. Και στις δύο περιπτώσεις, τα αυτοκίνητα δεν με έκαναν ευτυχισμένο. Δεν θα τα καταφέρει ποτέ κανένα τέτοιο κόλπο αντί για το εγώ μας.

Ο λαϊκός αραβικός πολιτισμός μάς λέει την ιστορία ενός παλιού δασκάλου τον οποίο επισκέπτονται πολλοί μαθητές του αφού αποφοίτησαν από την τάξη του. Μιλάνε για το πόσο πέτυχαν στη ζωή και δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους στον δάσκαλό τους. Έπειτα αρχίζουν όλοι να μιλάνε για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και το άγχος που νιώθουν για να ανταποκριθούν σε προσδοκίες. Η επιτυχία δεν τους κάνει ευτυχισμένους.

Ο δάσκαλος σηκώνεται για να ετοιμάσει μια μεγάλη κανάτα με καφέ και επιστρέφει με έναν δίσκο που περιέχει πολλά διαφορετικά φλιτζάνια. Κάποια είναι από κρύσταλλο, άλλα ασημένια και κάποια είναι φτιαγμένα από φτηνό πλαστικό. Ζητάει από τους μαθητές του να βάλουν μόνοι τους καφέ. Όλοι προσπαθούν να πάρουν το πιο όμορφο και πιο ακριβό φλιτζάνι που υπάρχει.

Όταν ξανακάθονται, ο δάσκαλος αναγνωρίζει τα ωραιότερα φλιτζάνια, αλλά τους επισημαίνει ότι το μόνο που ήθελαν στην πραγματικότητα ήταν καφές. Ανεξαρτήτως δοχείου, ο καφές ήταν ο ίδιος. Αν το κοινωνικό στάτους, η μόδα, η εικόνα, τα υπάρχοντα και η κοινωνική αποδοχή είναι το φλιτζάνι, λέει, τότε η ζωή είναι ο καφές. Γιατί προσπαθούμε τόσο σκληρά να πιούμε από ένα φανταχτερό φλιτζάνι, ενώ το μόνο που θέλουμε είναι λίγος καλός καφές; Αν θέλετε να ζήσετε μια ζωή χωρίς στρες, αγνοήστε το φλιτζάνι και απλώς:

Απολαύστε τον καφέ.

MO GAWDAT, Η εξίσωση της ευτυχίας

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου