Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Βάτραχοι (642-673)

ΞΑ. πῶς οὖν βασανιεῖς νὼ δικαίως; ΑΙ. ῥᾳδίως·
πληγὴν παρὰ πληγὴν ἑκάτερον. ΞΑ. καλῶς λέγεις.
ἰδού· σκόπει νυν ἤν μ᾽ ὑποκινήσαντ᾽ ἴδῃς.
645 ἤδη ᾽πάταξας; ΑΙ. οὐ μὰ Δί᾽. ΞΑ. οὐδ᾽ ἐμοὶ δοκεῖς.
ΑΙ. ἀλλ᾽ εἶμ᾽ ἐπὶ τονδὶ καὶ πατάξω. ΔΙ. πηνίκα;
ΑΙ. καὶ δὴ ᾽πάταξα. ΔΙ. κᾆτα πῶς οὐκ ἔπταρον;
ΑΙ. οὐκ οἶδα· τουδὶ δ᾽ αὖθις ἀποπειράσομαι.
ΞΑ. οὔκουν ἁνύσεις; ἰατταταῖ. ΑΙ. τί τἀτταταῖ;
650 μῶν ὠδυνήθης; ΞΑ. οὐ μὰ Δί᾽ ἀλλ᾽ ἐφρόντισα
ὁπόθ᾽ Ἡράκλεια τἀν Διομείοις γίγνεται.
ΑΙ. ἅνθρωπος ἱερός. δεῦρο πάλιν βαδιστέον.
ΔΙ. ἰοὺ ἰού. ΑΙ. τί ἐστιν; ΔΙ. ἱππέας ὁρῶ.
ΑΙ. τί δῆτα κλάεις; ΔΙ. κρομμύων ὀσφραίνομαι.
655 ΑΙ. ἐπεὶ προτιμᾷς γ᾽ οὐδέν; ΔΙ. οὐδέν μοι μέλει.
ΑΙ. βαδιστέον τἄρ᾽ ἐστὶν ἐπὶ τονδὶ πάλιν.
ΞΑ. οἴμοι. ΑΙ. τί ἐστι; ΞΑ. τὴν ἄκανθαν ἔξελε.
ΑΙ. τί τὸ πρᾶγμα τουτί; δεῦρο πάλιν βαδιστέον.
ΔΙ. Ἄπολλον,— ὅς που Δῆλον ἢ Πυθῶν᾽ ἔχεις.
660 ΞΑ. ἤλγησεν· οὐκ ἤκουσας; ΔΙ. οὐκ ἔγωγ᾽, ἐπεὶ
ἴαμβον Ἱππώνακτος ἀνεμιμνῃσκόμην.
ΞΑ. οὐδὲν ποεῖς γάρ· ἀλλὰ τὰς λαγόνας σπόδει.
ΑΙ. μὰ τὸν Δί᾽, ἀλλ᾽ ἤδη πάρεχε τὴν γαστέρα.
ΔΙ. Πόσειδον,— ΞΑ. ἤλγησέν τις. ΔΙ. ἁλὸς ἐν βένθεσιν
665 ὃς Αἰγαίου πρωνὸς ἢ γλαυκᾶς μέδεις—
668 ΑΙ. οὔ τοι μὰ τὴν Δήμητρα δύναμαι ᾽γὼ μαθεῖν
ὁπότερος ὑμῶν ἐστι θεός. ἀλλ᾽ εἴσιτον·
670 ὁ δεσπότης γὰρ αὐτὸς ὑμᾶς γνώσεται
χἠ Φερρέφατθ᾽, ἅτ᾽ ὄντε κἀκείνω θεώ.
ΔΙ. ὀρθῶς λέγεις· ἐβουλόμην δ᾽ ἂν τοῦτό σε
πρότερον νοῆσαι, πρὶν ἐμὲ τὰς πληγὰς λαβεῖν.

***
ΞΑΝ. Πώς θα μας δοκιμάσεις δίκια; ΑΙΑ. Μα είναι
εύκολο· μια και μια οι ξυλιές. ΞΑΝ. Ωραία.
Εμπρός! Και να κοιτάς αν θα σαλέψω.
Χτύπησες; ΑΙΑ. Όχι.

Τον χτυπά· ο Ξανθίας κάνει πως δεν το κατάλαβε.

ΞΑΝ. Αυτό κι εγώ νομίζω.
ΑΙΑ. Θα πάω τον άλλον να χτυπήσω.

Χτυπά το Διόνυσο· αυτός κάνει τον αδιάφορο.

ΔΙΟ. Πότε;
ΑΙΑ. Σε χτύπησα. ΔΙΟ. Πώς τότε δε φταρνίστηκα;
ΑΙΑ. Δεν ξέρω· ας δοκιμάσω πάλι ετούτον.
ΞΑΝ. Τί κάθεσαι;

Ο Αιακός χτυπά τον Ξανθία.

Τα τα τα. ΑΙΑ. Τί ᾽ν᾽ το τάτα;
650 Μην πόνεσες; ΞΑΝ. Καθόλου· αναρωτιόμουν
πότε η γιορτή ᾽ναι του Ηρακλή στα Διόμεια.
ΑΙΑ. Σωστό θηρίο. Στον άλλον πάλι ας πάω.

Χτυπά το Διόνυσο.

ΔΙΟ. Έι! ΑΙΑ. Τί ᾽ναι; ΔΙΟ. Καβαλάρηδες περνούνε.
ΑΙΑ. Και γιατί κλαις; ΔΙΟ. Μου μύρισαν κρεμμύδια.
ΑΙΑ. Και τίποτα δε νιώθεις; ΔΙΟ. Τίποτα, όχι.
ΑΙΑ. Τότε ξανά πρέπει να πάω στον άλλον.

Χτυπά τον Ξανθία.

ΞΑΝ. Οχ. ΑΙΑ. Τί είναι; ΞΑΝ. Βγάλε μου τ᾽ αγκάθι.
Σηκώνει το πόδι του, σα να πάτησε τάχα αγκάθι.
ΑΙΑ. Βρε τί ᾽ναι τούτο; Πίσω για τον άλλον.

Χτυπά το Διόνυσο.

ΔΙΟ. Απόλλωνα…

Έπειτ᾽ από την κραυγή αυτή του πόνου, συγκρατείται και συνεχίζει ήρεμα.

Δελφών και Δήλου αφέντη.
660 ΞΑΝ. Πόνεσε· δεν τον άκουσες; ΔΙΟ. Καθόλου·
του Ιππώναχτα θυμήθηκα ένα στίχο.

ΞΑΝ., στον Αιακό.

Δεν κάνεις τίποτα έτσι. Στα παΐδια!
ΑΙΑ. Βρε τί παΐδια; (Στο Διόνυσο.) Την κοιλιά σου δώθε!
Τον χτυπά.

ΔΙΟ., κραυγάζοντας από τον πόνο.

Ποσειδώνα μου,… ΞΑΝ. Πόνεσε.
ΔΙΟ., συνεχίζοντας ήρεμα. που, μέσα
απ᾽ τους βυθούς, στου Αιγαίου ψηλά τον κάβο
και στο γαλάζιο πέλαγο αφεντεύεις…
ΑΙΑ. Δε βρίσκω, μα τη Δήμητρα, ποιός είναι
θεός από τους δυο σας. Μπείτε μέσα·
670 το αφεντικό κι η Περσεφόνη, που είναι
κι αυτοί θεοί, θα τό ᾽βρουν δίχως άλλο.
ΔΙΟ. Σωστά το λες· θα προτιμούσα ωστόσο
να το σκεφτόσουν πριν να φάω το ξύλο.

Μπαίνουν όλοι μέσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου