Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Μόνωση συναισθήματος: Η ασπίδα του Εγώ έναντι του πόνου

Φανταστείτε ένα άτομο να μιλάει εντελώς ψύχραιμα μια επίθεση, που δέχτηκε από έναν άγνωστο στο δρόμο, λες και περιγράφει απλώς ένα αντικείμενο. Περιγράφει απλά τα γεγονότα χωρίς καμία συναισθηματική έκφραση και η αντίδρασή του φαίνεται τελείως αφύσικη. Τι μπορεί να συμβαίνει σε αυτό το άτομο;

Μια από τις στρατηγικές που έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για την αντιμετώπιση των αγχογόνων και άλλων οδυνηρών καταστάσεων, είναι η «μόνωση του συναισθήματος» από το γνωστικό περιεχόμενο μιας κατάστασης. Με πιο τεχνικούς όρους συναισθηματικό στοιχείο μιας εμπειρίας η μιας ιδέας είναι δυνατόν να διαχωριστεί από τη γνωστική του διάσταση. Η μόνωση του συναισθήματος ως άμυνα, έχει μεγάλη αξία: οι χειρουργοί δεν θα ήταν σε θέση να εργάζονται αποδοτικά εάν διαρκώς τους απασχολούσε η αγωνία των ασθενών τους, η προσωπική τους αποστροφή, η δυσφορία ή ο σαδισμός τους την ώρα που χειρουργούν κάποιον ασθενή. Ούτε στρατηγοί θα ήταν σε θέση να σχεδιάσουν μια μάχη εάν τους απασχολούσε διαρκώς η φρίκη του πολέμου, ούτε όμως και οι αστυνομικοί θα μπορούσαν να διερευνούν βίαια εγκλήματα χωρίς να καταρρακώνονται ψυχικά.

Σε κοινωνικό επίπεδο η λειτουργία της μόνωσης του συναισθήματος αποδίδεται με τον όρο «ψυχικό μούδιασμα» (psychic numbing), που επινόησε ο Lifton (1968). Με τον όρο αυτόν επεξηγείται η συνέπεια μιας καταστροφής που υφίσταται το άτομο. Οι θεραπευτές που εργάστηκαν με επιζήσαντες του ολοκαυτώματος αναφέρουν ότι έμειναν άναυδοι από τον ξύλινο λόγο που χρησιμοποιούσαν αυτοί οι άνθρωποι όταν περιέγραφαν τις φρικαλεότητες που είχαν υποστεί και οι οποίες ξεπερνούσαν κάθε φαντασία. Ο πολιτικός επιστήμονας Herman Kahn (1962) έγραψε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο για τα πιθανά αποτελέσματα μιας πυρηνικής καταστροφής.

Εκείνο που προκαλεί εντύπωση, είναι ότι οι πιο φρικτές συνέπειες της ατομικής καταστροφής περιγράφονται λεπτομερώς με έναν αποστασιοποιημένο, σχεδόν κεφάτο τρόπο. Αν και σε ακραίες καταστάσεις η μόνωση έχει μια πραγματικά προσαρμοστική αξία για το άτομο, η άμυνα αυτή βρίσκεται ένα βαθμό πιο πάνω από τη διάσχιση: η οδυνηρή εμπειρία δεν εξαλείφεται εξ ολοκλήρου από τη συνείδηση, αποκόπτεται όμως από το συναισθηματικό της νόημα.

Η μόνωση μπορεί επίσης να γίνει μια κεντρική άμυνα του ατόμου ακόμη και χωρίς προηγούμενα τραυματικά γεγονότα, μέσω κάποιας συγκεκριμένης ανατροφής που δέχεται το παιδί σε συνδυασμό με την ιδιοσυγκρασία του. Όλοι έχουμε γνωρίσει μερικούς ανθρώπους οι οποίοι ισχυρίζονται ότι δεν έχουν συναισθηματικές αντιδράσεις απέναντι σε πράγματα που οι υπόλοιποι από εμάς αντιδρούμε με έντονα συναισθήματα.

Αυτοί οι άνθρωποι μερικές φορές θεωρούν την κατάσταση τους πλεονέκτημα και εξιδανικεύουν την αποκλειστική έκφραση λογικών σκέψεων από μέρους τους. Ο θαυμασμός του πολιτισμού μας για αυτή την ικανότητα διαχωρισμού του συναισθήματος από τη λογική φαίνεται στη πραγματική αφοσίωση του τηλεοπτικού κοινού στο «Star Trek» και ειδικότερα στον χαρακτήρα του Spock. Το γεγονός ότι η μόνωση θεωρείται μια μάλλον αμυντική και όχι φυσική διάθεση φαίνεται από την απόφαση των συγγραφέων της σειράς να προσδώσουν στον mr. Spock, μια λανθάνουσα συναισθηματική πλευρά, οι καταβολές της οποίας εντοπίζονται στη γήινη μητέρα του.

Σύμφωνα με τους ψυχαναλυτικούς στοχαστές, η μόνωση είναι η πιο πρωτόγονη «διανοητική» άμυνα και το βασικό στοιχείο της ψυχολογικής λειτουργιάς, μηχανισμών όπως η διανοητικοποίηση, η εκλογίκευση και η ηθικοποίηση… Το κοινό χαρακτηριστικό τους όμως είναι η αποπομπή στο ασυνείδητο των προσωπικών συναισθηματικών επιπτώσεων κάθε κατάστασης, ιδέας ή γεγονότος. Όταν η βασική άμυνα ενός ατόμου είναι η μόνωση και το πρότυπο ζωής του αντανακλά την υπερεκτίμηση της σκέψης και την υποτίμηση του συναισθήματος, τότε ο χαρακτήρας του αποκαλείται ψυχαναγκαστικός.

Διανοητικοποίηση είναι ο όρος που χαρακτηρίζει μια πιο εξελιγμένη παραλλαγή της μόνωσης του συναισθήματος από τη νόηση. Η τυπική δήλωση ενός ατόμου που χρησιμοποιεί τη μόνωση είναι ότι δεν έχει συναισθήματα, ενώ το άτομο που χρησιμοποιεί τη διανοητικοποίηση κάνει μεν λόγο για συναισθήματα αλλά με έναν τρόπο ο οποίος μοιάζει να στερείται συναισθήματος.

Για παράδειγμα, το σχόλιο «όπως είναι φυσικό, λοιπόν, έχω θυμώσει για αυτό…», ειπωμένο με έναν ανέμελο αποστασιοποιημένο τόνο, αποκαλύπτει ουσιαστικά ότι, παρόλο που η ιδέα της βίωσης ενός συναισθήματος του θυμού γίνεται θεωρητικά αποδεκτή από το άτομο, η πραγματική έκφραση αυτού του συναισθήματος συνεχίζει να εμποδίζεται. Όταν κατά τη διάρκεια της ψυχανάλυσης οι ασθενείς προσχωρούν σε διανοητικοποιήσεις για τη θεραπεία τους, έχουν τη τάση να αναφέρουν τις εμπειρίες τους από αυτήν τη θεραπεία, με έναν τόνο που μοιάζει περισσότερο με μετάδοση μετεωρολογικού δελτίου της ψυχής τους παρά με αποκάλυψη κάποιου σημαντικού γεγονότος με συναισθηματική απήχηση.

H διανοητικοποίηση χειρίζεται τη συνηθισμένη συναισθηματική υπερφόρτωση με τον ίδιο τρόπο που η μόνωση χειρίζεται την τραυματική υπερδιέγερση. Η ικανότητα ενός ατόμου να μπορεί να σκέπτεται λογικά σε μια συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση είναι ενδεικτική της ύπαρξης ενός ισχυρού Εγώ, και στον βαθμό που οι συναισθηματικές πτυχές της κατάστασης υφίστανται τελικά επεξεργασία και καταλήγουν σε συναισθηματική αναγνώριση, η εν λόγω άμυνα λειτούργει εποικοδομητικά. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι έχουν κάνει ένα άλμα στην ωρίμανση της προσωπικότητας τους όταν βλέπουν ότι κάτω από ψυχοπιεστικές καταστάσεις είναι ικανοί να αντιδρούν με διανοητικοποίηση και όχι με μια παρορμητική, αντανακλαστική αντίδραση.

Όταν όμως ένα άτομο φαίνεται ότι δεν έχει την ικανότητα να απομακρυνθεί από μια αμυντική, χωρίς συναίσθημα θέση, τότε οι άλλοι διαισθάνονται ότι δεν είναι ειλικρινές. Το σεξ, ο αστειϊσμος, η καλλιτεχνική έκφραση και άλλες ευχάριστες μορφές παιχνιδιού των ενηλίκων μπορεί να απουσιάζουν χωρίς λόγο σε ένα άτομο που έχει μάθει να εξαρτάται από τη διανοητικοποίηση για να αντιμετωπίζει τη ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου