Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἱκέτιδες (176-203)

ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ


ΔΑΝΑΟΣ
παῖδες, φρονεῖν χρή· ξὺν φρονοῦντι δ᾽ ἥκετε
πιστῷ γέροντι τῷδε ναυκλήρῳ πατρί.
καὶ τἀπὶ χέρσου νῦν προμηθίαν λαβεῖν
αἰνῶ φυλάξαι θ᾽ ἅμ᾽ ἔπη δελτουμένας.
180 ὁρῶ κόνιν, ἄναυδον ἄγγελον στρατοῦ·
σύριγγες οὐ σιγῶσιν ἀξονήλατοι·
ὄχλον δ᾽ ὑπασπιστῆρα καὶ δορυσσόον
λεύσσω, ξὺν ἵπποις καμπύλοις τ᾽ ὀχήμασιν·
τάχ᾽ ἂν πρὸς ἡμᾶς τῆσδε γῆς ἀρχηγέται
185 ὀπτῆρας εἷεν ἀγγέλων πεπυσμένοι.
ἀλλ᾽ εἴτ᾽ ἀπήμων εἴτε καὶ τεθηγμένος
ὠμῇ ξὺν ὀργῇ τῶνδ᾽ ἐπόρνυται στόλος,
ἄμεινόν ἐστι παντὸς εἵνεκ᾽, ὦ κόραι,
πάγον προσίζειν τόνδ᾽ ἀγωνίων θεῶν.
190 κρεῖσσον δὲ πύργου βωμός, ἄρρηκτον σάκος.
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστα βᾶτε, καὶ λευκοστεφεῖς
ἱκτηρίας, ἀγάλματ᾽ αἰδοίου Διός,
σεμνῶς ἔχουσαι διὰ χερῶν εὐωνύμων,
αἰδοῖα καὶ γοεδνὰ καὶ ζαχρεῖ᾽ ἔπη
195 ξένους ἀμείβεσθ᾽, ὡς ἐπήλυδας πρέπει,
τορῶς λέγουσαι τάσδ᾽ ἀναιμάκτους φυγάς.
φθογγῇ δ᾽ ἑπέσθω πρῶτα μὲν τὸ μὴ θρασύ,
τὸ μὴ μάταιον δ᾽ ἐκ † μετώ πω σωφρονῶν
ἴτω προσώπων ὄμματος παρ᾽ ἡσύχου.
200 καὶ μὴ πρόλεσχος μηδ᾽ ἐφολκὸς ἐν λόγῳ
γένῃ· τὸ τῇδε κάρτ᾽ ἐπίφθονον γένος.
μέμνησο δ᾽ εἴκειν· χρεῖος εἶ ξένη φυγάς.
θρασυστομεῖν γὰρ οὐ πρέπει τοὺς ήσσονας.

***
ΔΑΝΑΟΣ
Κόρες μου, εδώ χρειάζεται νους, όπως είχε
νου κι ο πιστός σας γέροντας αυτός πατέρας,
που σας οδήγησεν εδώ καραβοκύρης·
τώρ᾽ άγρυπνος και στη στεριά, σας συμβουλεύω
να γράψετε τα λόγια μου μέσα στο νου σας:
Βλέπω εκεί κάτω κορνιαχτό, βουβό σημάδι
180 κάποιου ερχομού· νά, και πλήθος ξεχωρίζω
μ᾽ ασπίδες και κοντάρια που ᾽ρχονται καβάλα,
κι άλλοι πάνω σ᾽ αμάξια· θα ᾽ναι δίχως άλλο
αυτής της χώρας οι άρχοντες, που θα ᾽χουν μάθει
τον ερχομό μας κι έρχονται να δουν και μόνοι.
Μα είτε χωρίς κακό σκοπόν, είτε και μ᾽ άγρια
κατά μας έχει οργή ξεσηκωθεί ο στρατός των,
για κάθε, λέω, περίσταση πιο καλό θα ᾽ναι
να μαζευθείτε δίπλα εδώ πάνω στις έδρες
των αγωνίων θεών, γιατ᾽ από κάθε πύργο
190 πιο δυνατός είν᾽ ο βωμός κι άθραυστη ασπίδα.
Λοιπόν βιαστείτε και στ᾽ αριστερά σας χέρια
σεμνά κρατώντας τα κλαδιά της ικεσίας
– του Δία καμάρι – ν᾽ αποκρίνεστε στους ξένους
ταπεινά και κλαυτά κι όπως το θέλ᾽ η ανάγκη
σαν πρόσφυγες οπού είμαστε, και να τους πείτε
να μάθουν καθαρά πως καθαρός από αίμα
είν᾽ ο ερχομός μας· και θυμάστε πρώτ᾽ απ᾽ όλα
όχι πολύ ξεθαρρετή να ᾽ναι η φωνή σας,
μα η όψη σεμνοπρόσωπη με ήσυχο βλέμμα
την άδολή σας να μηνά την ειλικρίνεια·
200 κι ούτε ας προτρέχει η γλώσσα σου κι ούτε του μάκρου
να ξεσέρνεις τα λόγια σου, γιατ᾽ είναι, μάθε,
πάρα πολύ του τόπου εδώ δύσκολοι οι ανθρώποι·
θύμας να υποχωρείς, αφού είσαι της ανάγκης,
ξένη κι αποδιωγμένη και ποτέ δεν πρέπει
να ᾽χουν οι πιο μικροί τη γλώσσα τους μεγάλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου