Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἱκέτιδες (1-39)

ΠΑΡΟΔΟΣ


ΧΟΡΟΣ ΔΑΝΑΪΔΩΝ
Ζεὺς μὲν ἀφίκτωρ ἐπίδοι προφρόνως
στόλον ἡμέτερον νάιον ἀρθέντ᾽
ἀπὸ προστομίων λεπτοψαμάθων
Νείλου. Δίαν δὲ λιποῦσαι
5 χθόνα σύγχορτον Συρίᾳ φεύγομεν,
οὔτιν᾽ ἐφ᾽ αἵματι δημηλασίαν
ψήφῳ πόλεως γνωσθεῖσαι,
ἀλλ᾽ αὐτογενεῖ φυξανορίᾳ,
γάμον Αἰγύπτου παίδων ἀσεβῆ τ᾽
10 ὀνοταζόμεναι ‹διάνοιαν›.
Δαναὸς δὲ πατὴρ καὶ βούλαρχος
καὶ στασίαρχος τάδε πεσσονομῶν
κύδιστ᾽ ἀχέων ἐπέκρινεν
φεύγειν ἀνέδην διὰ κῦμ᾽ ἅλιον,
15 κέλσαι δ᾽ Ἄργους γαῖαν, ὅθεν δὴ
γένος ἡμέτερον τῆς οἰστροδόνου
βοὸς ἐξ ἐπαφῆς κἀξ ἐπιπνοίας
Διὸς εὐχόμενον τετέλεσται.
τίν᾽ ἂν οὖν χώραν εὔφρονα μᾶλλον
20 τῆσδ᾽ ἀφικοίμεθα
σὺν τοῖσδ᾽ ἱκετῶν ἐγχειριδίοις,
ἐριοστέπτοισι κλάδοισιν;
ὦ πόλις, ὦ γῆ, καὶ λευκὸν ὕδωρ,
ὕπατοί τε θεοί, καὶ βαρύτιμοι
25 χθόνιοι θήκας κατέχοντες,
καὶ Ζεὺς σωτὴρ τρίτος, οἰκοφύλαξ
ὁσίων ἀνδρῶν, δέξασθ᾽ ἱκέτην
τὸν θηλυγενῆ στόλον αἰδοίῳ
πνεύματι χώρας· ἀρσενοπληθῆ δ᾽
30 ἑσμὸν ὑβριστὴν Αἰγυπτογενῆ,
πρὶν πόδα χέρσῳ τῇδ᾽ ἐν ἀσώδει
θεῖναι, ξὺν ὄχῳ ταχυήρει
πέμψατε πόντονδ᾽· ἔνθα δὲ λαίλαπι
χειμωνοτύπῳ, βροντῇ στεροπῇ τ᾽
35 ὀμβροφόροισίν τ᾽ ἀνέμοις ἀγρίας
ἁλὸς ἀντήσαντες ὄλοιντο,
πρίν ποτε λέκτρων, ὧν θέμις εἴργει,
σφετεριξάμενοι πατραδέλφειαν
τήνδ᾽ ἀκόντων ἐπιβῆναι.

***
ΧΟΡΟΣ ΙΚΕΤΙΔΩΝ
Των προσφύγων ο Δίας καλόβουλο
μάτι ας στρέψει σ᾽ αυτό το κοπάδι μας,
που απ᾽ του Νείλου τις ψιλαμμουδένιες
εκβολές στα πανιά ξεσηκώθηκε·
και την Άγια τη Χώρα – ομοσύνορη
της Συρίας – αφήνοντας φεύγομε,
όχι για αίμα χυμένον εξόριστες
με του λαού δημοψήφιστη απόφαση,
μ᾽ από αντρών συγγενών μας την έχθρητα
κι από φρίκη για γάμο παράνομο
10 με τους άθεους τους γιους του Αιγύπτου.
Και ο Δαναός ο πατέρας, που στάθηκε
ο αρχηγός της βουλής και ανταρσίας μας,
αφού εστάθμισεν όλα, αποφάσισε
πως το κάλλιο απ᾽ τα πάθη μας θα ᾽τανε,
δρόμο απάνω στο κύμα να πάρομε
και ν᾽ αράξομε στου Άργους τα χώματα,
εδ᾽ οπούθε καυχιέται η γενιά μας
πως κρατάει, από του Δία την εμπνοή
κι από τ᾽ αγίου χεριού του τ᾽ ακούμπισμα
στην οιστρόδιωχτη επάνω Αγελάδα.
20 Σε ποιά χώρα λοιπόν θενα φτάναμε
για μας, άλλη απ᾽ αυτή, πιο καλόδεχτη
μ᾽ αυτά της ικεσίας στα χέρια μας
τα κλαδιά με ταινίες ζωσμένα;
Μα ω συ πόλη, μα ω γη και καθάρια νερά
κι ω θεοί τ᾽ ουρανού και του κάτω του κόσμου,
που τους τρισέβαστους τάφους κατέχετε,
και συ τρίτος, ω Δία Σωτήρα μου,
που φυλάεις των δικαίων τα σπίτια,
το γυναίκειο δεχτείτε κοπάδι μας,
που προσπέφτουμε ικέτες σας,
με φιλέσπλαχνο πνέμα της χώρας.
Μα το σμάρι το αντρίκιο της άνομης
30 αιγυπτόσπορης φάρας, πρι βάλουνε
πόδι εδώ στ᾽ αμμουδένιο ακρογιάλι,
πίσω, δώστε τους μια, με το γρήγορο
το σκαρί τους να πάνε στο πέλαγος,
όπου αντάρα να βρουν χειμωνόδαρτη
με βροντές μ᾽ αστραπές μ᾽ άγριους δρόλαπες
και χαθούν μες στη λύσσα της θάλασσας,
πριν εμάς, ανιψιές του πατέρα των,
κάμουν σκλάβες, και δίχως να θέλουμε
σε κρεβάτια ανεβούν
που δε στρέγει κι ο θείος ο Νόμος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου