Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - Περὶ τοῦ στεφάνου (257-264)

Σχετική εικόνα[257] Ἐμοὶ μὲν τοίνυν ὑπῆρξεν, Αἰσχίνη, παιδὶ μὲν ὄντι φοιτᾶν εἰς τὰ προσήκοντα διδασκαλεῖα, καὶ ἔχειν ὅσα χρὴ τὸν μηδὲν αἰσχρὸν ποιήσοντα δι᾽ ἔνδειαν, ἐξελθόντι δ᾽ ἐκ παίδων ἀκόλουθα τούτοις πράττειν, χορηγεῖν, τριηραρχεῖν, εἰσφέρειν, μηδεμιᾶς φιλοτιμίας μήτ᾽ ἰδίας μήτε δημοσίας ἀπολείπεσθαι, ἀλλὰ καὶ τῇ πόλει καὶ τοῖς φίλοις χρήσιμον εἶναι, ἐπειδὴ δὲ πρὸς τὰ κοινὰ προσελθεῖν ἔδοξέ μοι, τοιαῦτα πολιτεύμαθ᾽ ἑλέσθαι ὥστε καὶ ὑπὸ τῆς πατρίδος καὶ ὑπ᾽ ἄλλων Ἑλλήνων πολλῶν πολλάκις ἐστεφανῶσθαι, καὶ μηδὲ τοὺς ἐχθροὺς ὑμᾶς, ὡς οὐ καλά γ᾽ ἦν ἃ προειλόμην, ἐπιχειρεῖν λέγειν.

[258] ἐγὼ μὲν δὴ τοιαύτῃ συμβεβίωκα τύχῃ, καὶ πόλλ᾽ ἂν ἔχων ἕτερ᾽ εἰπεῖν περὶ αὐτῆς παραλείπω, φυλαττόμενος τὸ λυπῆσαί τιν᾽ ἐν οἷς σεμνύνομαι. σὺ δ᾽ ὁ σεμνὸς ἀνὴρ καὶ διαπτύων τοὺς ἄλλους σκόπει πρὸς ταύτην ποίᾳ τινὶ κέχρησαι τύχῃ, δι᾽ ἣν παῖς μὲν ὢν μετὰ πολλῆς τῆς ἐνδείας ἐτράφης, ἅμα τῷ πατρὶ πρὸς τῷ διδασκαλείῳ προσεδρεύων, τὸ μέλαν τρίβων καὶ τὰ βάθρα σπογγίζων καὶ τὸ παιδαγωγεῖον κορῶν, οἰκέτου τάξιν, οὐκ ἐλευθέρου παιδὸς ἔχων,

[259] ἀνὴρ δὲ γενόμενος τῇ μητρὶ τελούσῃ τὰς βίβλους ἀνεγίγνωσκες καὶ τἄλλα συνεσκευωροῦ, τὴν μὲν νύκτα νεβρίζων καὶ κρατηρίζων καὶ καθαίρων τοὺς τελουμένους καὶ ἀπομάττων τῷ πηλῷ καὶ τοῖς πιτύροις, καὶ ἀνιστὰς ἀπὸ τοῦ καθαρμοῦ κελεύων λέγειν «ἔφυγον κακόν, εὗρον ἄμεινον», ἐπὶ τῷ μηδένα πώποτε τηλικοῦτ᾽ ὀλολύξαι σεμνυνόμενος (καὶ ἔγωγε νομίζω· μὴ γὰρ οἴεσθ᾽ αὐτὸν φθέγγεσθαι μὲν οὕτω μέγα, ὀλολύζειν δ᾽ οὐχ ὑπέρλαμπρον),

[260] ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις τοὺς καλοὺς θιάσους ἄγων διὰ τῶν ὁδῶν, τοὺς ἐστεφανωμένους τῷ μαράθῳ καὶ τῇ λεύκῃ, τοὺς ὄφεις τοὺς παρείας θλίβων καὶ ὑπὲρ τῆς κεφαλῆς αἰωρῶν, καὶ βοῶν «εὐοῖ σαβοῖ», καὶ ἐπορχούμενος «ὑῆς ἄττης ἄττης ὑῆς», ἔξαρχος καὶ προηγεμὼν καὶ κιττοφόρος καὶ λικνοφόρος καὶ τοιαῦθ᾽ ὑπὸ τῶν γρᾳδίων προσαγορευόμενος, μισθὸν λαμβάνων τούτων ἔνθρυπτα καὶ στρεπτοὺς καὶ νεήλατα, ἐφ᾽ οἷς τίς οὐκ ἂν ὡς ἀληθῶς αὑτὸν εὐδαιμονίσειε καὶ τὴν αὑτοῦ τύχην;

[261] ἐπειδὴ δ᾽ εἰς τοὺς δημότας ἐνεγράφης ὁπωσδήποτε, (ἐῶ γὰρ τοῦτο,) ἐπειδή γ᾽ ἐνεγράφης, εὐθέως τὸ κάλλιστον ἐξελέξω τῶν ἔργων, γραμματεύειν καὶ ὑπηρετεῖν τοῖς ἀρχιδίοις. ὡς δ᾽ ἀπηλλάγης ποτὲ καὶ τούτου, πάνθ᾽ ἃ τῶν ἄλλων κατηγορεῖς αὐτὸς ποιήσας, οὐ κατῄσχυνας μὰ Δί᾽ οὐδὲν τῶν προϋπηργμένων τῷ μετὰ ταῦτα βίῳ,

[262] ἀλλὰ μισθώσας σαυτὸν τοῖς βαρυστόνοις ἐπικαλουμένοις [ἐκείνοις] ὑποκριταῖς Σιμύκᾳ καὶ Σωκράτει, ἐτριταγωνίστεις, σῦκα καὶ βότρυς καὶ ἐλάας συλλέγων ὥσπερ ὀπωρώνης ἐκ τῶν ἀλλοτρίων χωρίων, πλείω λαμβάνων ἀπὸ τούτων ἢ τῶν ἀγώνων, οὓς ὑμεῖς περὶ τῆς ψυχῆς ἠγωνίζεσθε· ἦν γὰρ ἄσπονδος καὶ ἀκήρυκτος ὑμῖν πρὸς τοὺς θεατὰς πόλεμος, ὑφ᾽ ὧν πολλὰ τραύματ᾽ εἰληφὼς εἰκότως τοὺς ἀπείρους τῶν τοιούτων κινδύνων ὡς δειλοὺς σκώπτεις.

[263] ἀλλὰ γὰρ παρεὶς ὧν τὴν πενίαν αἰτιάσαιτ᾽ ἄν τις, πρὸς αὐτὰ τὰ τοῦ τρόπου σου βαδιοῦμαι κατηγορήματα. τοιαύτην γὰρ εἵλου πολιτείαν, ἐπειδή ποτε καὶ τοῦτ᾽ ἐπῆλθέ σοι ποιῆσαι, δι᾽ ἣν εὐτυχούσης μὲν τῆς πατρίδος λαγὼ βίον ἔζης δεδιὼς καὶ τρέμων καὶ ἀεὶ πληγήσεσθαι προσδοκῶν ἐφ᾽ οἷς σαυτῷ συνῄδεις ἀδικοῦντι, ἐν οἷς δ᾽ ἠτύχησαν οἱ ἄλλοι, θρασὺς ὢν ὑφ᾽ ἁπάντων ὦψαι.

[264] καίτοι ὅστις χιλίων πολιτῶν ἀποθανόντων ἐθάρρησε, τί οὗτος παθεῖν ὑπὸ τῶν ζώντων δίκαιός ἐστιν; πολλὰ τοίνυν ἕτερ᾽ εἰπεῖν ἔχων περὶ αὐτοῦ παραλείψω· οὐ γὰρ ὅσ᾽ ἂν δείξαιμι προσόντ᾽ αἰσχρὰ τούτῳ καὶ ὀνείδη, πάντ᾽ οἶμαι δεῖν εὐχερῶς λέγειν, ἀλλ᾽ ὅσα μηδὲν αἰσχρόν ἐστιν εἰπεῖν ἐμοί.

***
[257] Εγώ λοιπόν, Αισχίνη, όταν ήμουν παιδί, είχα τη δυνατότητα (την τύχη) να φοιτώ στα κατάλληλα σχολεία και να έχω όσα πρέπει να έχει αυτός που δεν θα αναγκαστεί από φτώχεια να κάνει κάτι ταπεινό. Όταν ενηλικιώθηκα, οι ενέργειές μου ήταν ανάλογες με την οικονομική μου κατάσταση, μπορούσα δηλαδή να γίνω χορηγός, τριήραρχος, να δίνω εισφορές, να μην απέχω από καμιά γενναιόδωρη δαπάνη, είτε στην ιδιωτική είτε στη δημόσια ζωή, αλλά να είμαι χρήσιμος και στην πόλη και στους φίλους. Και όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με τα κοινά, η πολιτική που επέλεξα ήταν τέτοια, ώστε να τιμηθώ με στεφάνι πολλές φορές από την πατρίδα και από πολλούς άλλους Έλληνες· και ούτε εσείς οι εχθροί μου ακόμη να επιχειρήσετε να πείτε ότι η πολιτική που επέλεξα δεν ήταν η ενδεδειγμένη.

[258] Τέτοια λοιπόν ήταν η τύχη μου που με συνόδευε σε όλη τη ζωή. Θα μπορούσα να αναφέρω και πολλά άλλα σχετικά με αυτήν· τα παραλείπω όμως από τον φόβο μην ενοχλήσω κάποιον με αυτά για τα οποία περηφανεύομαι. Συ όμως, ο σοβαρός άνθρωπος που φτύνεις τους άλλους, πρόσεξε ποιά ήταν η δική σου τύχη συγκρίνοντάς την με τη δική μου. Στα παιδικά σου χρόνια, εξαιτίας της ανατράφηκες με μεγάλες στερήσεις βοηθώντας στο σχολείο τον πατέρα σου, τρίβοντας το μελάνι, καθαρίζοντας τα θρανία, σκουπίζοντας την αίθουσα, δουλειές δούλου, όχι ελεύθερου παιδιού.

[259] Όταν ενηλικιώθηκες, διάβαζες τα βιβλία με τις ευχές, όσο η μητέρα σου τελούσε το τελετουργικό της μύησης, και τη βοηθούσες να τακτοποιήσει τα διάφορα σκεύη· τη νύχτα, ντύνοντας με δέρμα ελαφιού τους κατηχουμένους, κάνοντας αναμίξεις στον κρατήρα, καθαρίζοντας και τρίβοντας τα σώματά τους με λάσπη και πίτουρα, σηκώνοντάς τους όρθιους μετά τον καθαρμό, βάζοντάς τους να λένε «γλίτωσα από το κακό, βρήκα το καλό», καυχώμενος που κανένας μέχρι τώρα δεν ούρλιαξε τόσο δυνατά όσο εσύ (και εγώ το πιστεύω· γιατί μη φαντάζεστε ότι μιλάει δυνατά, αλλά δεν ουρλιάζει ακόμη πιο υπέροχα).

[260] Την ημέρα πάλι περιέφερες στους δρόμους τους ωραίους θιάσους, τους στεφανωμένους με μάραθο και λεύκα, σφίγγοντας τα φίδια του Ασκληπιού και κουνώντας τα πάνω από το κεφάλι σου φωνάζοντας «ευοί σαβοί» και χορεύοντας στον ρυθμό τού «υής άττης, άττης υής». Οι γριούλες σε αποκαλούσαν κορυφαίο του χορού, πρωτοστάτη, κισσοφόρο και λικνοφόρο και όλα τα παρόμοια· έπαιρνες ως αμοιβή γι᾽ αυτά ψωμιά βρεγμένα με κρασί, κουλούρια και αρτοσκευάσματα, για τα οποία ποιός στ᾽ αλήθεια δεν θα μακάριζε τον εαυτό του και την τύχη του;

[261] Όταν γράφτηκες στα μητρώα των δημοτών με κάθε δυνατό τρόπο (το αφήνω όμως αυτό), όταν λοιπόν γράφτηκες, διάλεξες το καλύτερο επάγγελμα, έγινες γραφιάς και κλητήρας, ένας κατώτερος δημόσιος υπάλληλος. Μόλις άφησες κάποια στιγμή αυτή τη θέση, αφού έκανες ο ίδιος όλα αυτά για τα οποία κατηγορείς τους άλλους, με τη μετέπειτα συμπεριφορά σου δεν ντρόπιασες, μά τον Δία, κανένα από τα προηγούμενα επαγγέλματά σου.

[262] Δέχτηκες να δουλεύεις με μισθό για τους υποκριτές Σιμύκα και Σωκράτη, τους αποκαλουμένους βαριαναστενάρηδες, και έπαιζες ρόλους τρίτης κατηγορίας, μαζεύοντας σύκα, σταφύλια και ελιές από ξένα κτήματα, σαν πλανόδιος μανάβης. Από αυτά κέρδιζες περισσότερα από ό,τι από τις παραστάσεις που δίνατε εσείς διακινδυνεύοντας τη ζωή σας. Γιατί ανάμεσα σε σας και τους θεατές υπήρχε άγριος και ακήρυχτος πόλεμος· από αυτούς εσύ έχεις δεχτεί πολλά τραύματα, και δικαιολογημένα κοροϊδεύεις ως δειλούς όσους δεν δοκίμασαν τέτοιους κινδύνους.

[263] Τέλος πάντων, θα αφήσω πράγματα για τα οποία θα μπορούσε κάποιος να αποδώσει την ευθύνη στη φτώχεια σου, και θα προχωρήσω στις κατηγορίες για τον χαρακτήρα σου. Η πολιτική που επέλεξες, όταν σε κάποια στιγμή σού κατέβηκε να κάνεις και αυτό, ήταν τέτοια, ώστε, όσο καιρό ευτυχούσε η πατρίδα, ζούσες σαν λαγός, τρέμοντας από τον φόβο σου και περιμένοντας συνεχώς να ξυλοκοπηθείς για όσες αδικίες βάραιναν τη συνείδησή σου· στις δυστυχίες όμως των άλλων, η θρασύτητά σου είχε γίνει φανερή σε όλους.

[264] Αλήθεια, τί αξίζει να πάθει από τους ζωντανούς εκείνος που αναθάρρησε από τον θάνατο χίλιων συμπολιτών του; Αν και έχω πολλά να πω γι᾽ αυτόν, θα τα παραλείψω· γιατί νομίζω ότι δεν πρέπει να αναφέρω χωρίς ενδοιασμό όσα αίσχη και ντροπές θα μπορούσα να αποδείξω ότι του ταιριάζουν αλλά μόνο όσα δεν ντρέπομαι καθόλου να τα πω.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Έχει ειπωθεί ότι η δημοκρατία είναι η χειρότερη μορφή διακυβέρνησης, με εξαίρεση όλες τις άλλες μορφές που δοκιμάστηκαν από καιρό σε καιρό.        
ΟΥΙΝΣΤΟΝ ΤΣΟΡΤΣΙΛ        

Ζούμε σε μια εποχή στην οποία μπορούμε να συζητούμε για τα πάντα, αλλά κατά παράξενο τρόπο υπάρχει ένα θέμα που δε συζητείται, και αυτό είναι η δημοκρατία.
ΖΟΖΕ ΣΑΡΑΜΑΓΚΟΥ
 

Μετά τη θέση και την αντίθεση, τι άλλο απομένει εκτός από τη σύνθεση; Αν υπάρχει ένα βαθύτερο θέμα που διατρέχει ολόκληρο το βιβλίο, αυτό είναι η διαφορά - ή, μάλλον, η ετερότητα - της ελληνικής πόλης. Ό, τι και αν ήταν η αρχαία ελληνική πόλις και η πολιτική της, σίγουρα δεν ήταν «φιλελεύθερη», όπως ο όρος αυτός γίνεται σήμερα κατανοητός στην επικρατούσα δυτική πολιτική θεωρία. Οποιαδήποτε προσπάθεια να εντοπίσουμε έστω και έναν οιονεί μεταφορικό «φιλελεύθερο χαρακτήρα» στην ελληνική πολιτική είναι εντελώς άστοχη (Havelock 1957· πρβλ. Brunt 1993: 389-94). Κάτι τέτοιο όμως συνεπάγεται αναπόφευκτα ότι η αρχαία ελληνική πολιτική εμπειρία δεν έχει να μας διδάξει τίποτα σήμερα;
 
Μια ανάγνωση του Νίτσε με νηφάλια διάθεση θα οδηγούσε στο εξής συμπέρασμα: «Ο κλασικιστής είναι ο μεγάλος σκεπτικιστής στις δικές μας πολιτιστικές και μορφωτικές συνθήκες», αφού «αν κατανοούμε την ελληνική κουλτούρα, βλέπουμε ότι αποτελεί πια παρελθόν» («Εμείς οι Φιλόλογοι», όπως παρατίθεται από Williams 1993: 171 αρ. 10, με έμφαση στο πρωτότυπο). Ούτε ο σκεπτικιστής Νίτσε όμως δεν απέκλεισε κάθε διάλογο ανάμεσα στους αρχαίους και τους σύγχρονους, παρότι προτιμούσε μια πολύ πιο απειλητική, ομηρικής προέλευσης εικόνα από εκείνη της απλής ανταλλαγής λέξεων. «Μόνο αν δώσουμε σε αυτά [στα έργα των αρχαίων χρόνων] την ψυχή μας, θα μπορέσουν να συνεχίσουν να ζουν: είναι το δικό μας αίμα αυτό που τα κάνει να μας μιλούν» (αρ. Williams 1993:174-5 αρ. 36, με έμφαση στο πρωτότυπο). Επιπλέον, όπως σωστά παρατήρησε ο Μπέρναρντ Ουίλιαμς, δίνοντας έμφαση στην ισχύ και όχι στην ηθική, «Έχουμε ανάγκη από μια πολιτική, με την έννοια ενός συνεκτικού συνόλου απόψεων σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους θα έπρεπε να ασκείται η εξουσία στις σύγχρονες κοινωνίες, με ποιους περιορισμούς και για ποιους σκοπούς» (10-11).
 
Ακόμα και αν όλη η δυτική φιλοσοφία δεν είναι παρά μια σειρά υποσημειώσεων στον Πλάτωνα, οι αρχαίοι Έλληνες πολιτικοί στοχαστές και θεωρητικοί έχουν ακόμα πολλά να μας διδάξουν. Πράγματι, στην παρούσα κρίση νομιμότητας που αντιμετωπίζει η δυτική δημοκρατία, κυρίως εξαιτίας ενός ολοένα διευρυνόμενου χάσματος ανάμεσα στα τυπικά κυρίαρχα εκλογικά σώματα και τη μη υπόλογη εκτελεστική εξουσία, όλο και περισσότεροι θεωρούν ότι οι Έλληνες μπορεί να έχουν κάτι να μας διδάξουν, ακόμα και για τα πρακτικά ζητήματα της δημοκρατικής αυτοδιακυβέρνησης. Σε μια λαμπρή ανάλυση της δυτικής πολιτικής θεω­ρίας, που διεξήχθη με το βλέμμα στραμμένο προς το μέλλον της δυτικής πολιτικής, ο Τζον Νταν σχολίασε το πόσο ειρωνικό είναι ότι σήμερα όλοι φαινόμαστε να είμαστε δημοκράτες: «Αν σήμερα είμαστε όλοι δημοκράτες, αυτή δεν είναι μια πολύ ευχάριστη κοινή μοίρα. Σήμερα, στην πολιτική, δημοκρατία είναι το όνομα αυτού που δεν μπορούμε να έχουμε - κι όμως δεν μπορούμε να πάψουμε να αναζητάμε» (Dunn 1993: 28).
 
Αυτή είναι σίγουρα μια πολύ απαισιόδοξη άποψη. Ο Νταν, εξοικειωμένος καθώς είναι θεωρητικά με τον κόσμο της αρχαιοελληνικής δημοκρατικής πολιτείας, βλέπει ορθά ότι τα δύο στοιχεία-κλειδιά στη σύγχρονη εξίσωση της δημοκρατίας είναι η λαϊκή συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων σε εθνικό ή κεντρικό καθώς και σε τοπικό επίπεδο και η ευθύνη όσων κατέχουν αξιώματα απέναντι σε αυτούς που ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν. Σωστά, επίσης, απορρίπτει τη σύγχρονη δυτική δημοκρατική αντιπροσωπευτική πολιτική ως προς την εκλογική πλευρά της («μίας ημέρας εξουσία κάθε τέσσερα χρόνια»), επειδή μοιάζει «πάρα πολύ με εικονικό φάρμακο - ή, στην καλύτερη περίπτωση, με σύγχρονα Σατουρνάλια» (Dunn 1993: 17, 28 αρ. 69· βλ. επίσης Dunn 1992a: 239-66). Αντί, όμως, να πιέζει για ισχυρή δημοκρατία και στο κέντρο, ο Νταν απλά συνηγορεί, υποτίθεται για ρεαλιστικούς λόγους, υπέρ της εισδοχής στοιχείων της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας στο τοπικό επίπεδο. Άλλοι είναι έτοιμοι να προχωρήσουν ακόμα πιο πέρα, ιδίως όσοι θεωρουν τη νέα τεχνολογία ως έναν εν δυνάμει φίλο παρά εχθρό στη διαδικασία πιο ριζοσπαστικού εκδημοκρατισμού (π.χ. Chadwick 2006 και McLean 1989).
 
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η έλευση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, ιδίως η διείσδυση τηλεοπτικών εικόνων στην καρδιά και την εστία της ιδιωτικής οικίας των ψηφοφόρων, μεταμόρφωσε τον πολιτικό πολιτισμό μας, πιθανώς αμετάκλητα. Οι πολιτικοί χρειάστηκε να αλλάξουν το στιλ τους ακόμα περισσότερο και από το περιεχόμενο του λόγου τους προκειμένου να εκμεταλλευτούν αυτή την επανάσταση στην επικοινωνία, καταφεύγοντας στη διεξαγωγή εκστρατειών μέσω τηλεοπτικών συζητήσεων και στη φωτογράφησή τους σε κάθε ευκαιρία το ίδιο επίμονα όσο και στην παλιομοδίτικη πολιτική ομιλία. Είναι όμως αυτές κατ’ ανάγκη άσχημες ειδήσεις; Γιατί τα μέσα - όχι μόνο η τηλεόραση, αλλά και τα διαδραστικά δίκτυα των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο σπίτι ή στον τόπο εργασίας- να μη χρησιμοποιούνται περισσότερο, ώστε να προκύπτει αυθεντικός διάλογος ανάμεσα σε κυβερνώντες και κυβερνώμενους; Γιατί η συμμετοχική πολιτική να περιορίζεται μόνο στην εκλογική πολιτική ή στην τοπική αυτοδιοίκηση; Γιατί να μην επεκτείνουμε «την ευθύνη λήψης αποφάσεων» -την καλύτερη ευκαιρία για σκέψη και συζήτηση μαζί με άλλους σχετικά με τις σημαντικές επιλογές που αντιμετωπίζουν- όσο περισσότερο είναι εφικτό από τεχνολογική άποψη, έτσι ώστε να προωθήσουμε την ικανοποίηση των αναγκών και την υλοποίηση των σχεδίων των λιγότερο προνομιούχων καθώς και των περισσότερο προνομιούχων πολιτών, και έτσι να κινηθούμε προς τη διασφάλιση της αναγνώρισης όλων ως πολιτικά ίσων (βλ. Beitz 1991); Ο Λένιν έλεγε ότι ο κομουνισμός είναι ένας συνδυασμός της πιο προηγμένης τεχνολογίας εξηλεκτρισμού και του πιο προηγμένου θεσμού δημοκρατικής (όπως την αντιλαμβανόταν) λήψης αποφάσεων, δη­λαδή των σοβιέτ εργατών και αγροτών: δε θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε, τηρούμενων των αναλογιών, ότι η δημοκρατία θα έπρεπε να είναι το άθροισμα των μέσων μαζικής επικοινωνίας συν ένα ίσο δικαίωμα έκφρασης γνώμης για όλους τους πολίτες;
 
Έρχονται αμέσως στο μυαλό ενστάσεις και εμπόδια. Τα κυριότερα είναι δυο ειδών. Το πρώτο, όπως ένας αρχαίος Έλληνας ολιγαρχικός θα έσπευδε να μας πει, αφορά την εκπαίδευση: προκειμένου να γίνει εφικτή μια τόσο εμπλουτισμένη συμμετοχική δημοκρατία, πρέπει να επιτραπεί και να δοθεί η δυνατότητα στον «προηγουμένως περιφρονημένο δήμο (φράση του Ηρόδοτου, 5.69.2, που αποδίδεται στους οπαδούς του Κλεισθένη πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια) να απολαύσει τους καρπούς της πιο ευρύτερης δυνατής κριτικής παιδείας, η οποία να κατευθύνεται προς ηθικούς σκοπούς καθώς και προς τεχνικά μέσα (βλ. Euben, Wallach and Ober 1994). Χωρίς αυτή την παιδεία, το είδος της ηλεκτρονικής «ψηφοφορίας» που έχει γίνει κοινός τόπος στις τηλεοπτικές εκπομπές «ριάλιτι» (εντοπισμού ταλέντων) δεν μπορεί να υποκαταστήσει - ή να προαναγγείλει - ένα πιο λαμπρό πολιτικό μέλλον. Οι πρακτικές δυσκολίες πρέπει να συζητούνται φιλοσοφικά, αφού τα φιλοσοφικά επιχειρήματα μπορεί να οδηγούν σε πρακτικά συμπεράσματα. Τότε, αν γίνουν λάθη, όπως και θα γίνουν, τουλάχιστον δε θα οφείλονται σε πλήρη άγνοια των δεδομένων ή σε απειρία ως προς την αξιολόγηση (βλ. περαιτέρω, σχετικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στη δημοκρατία, Gutmann and Thompson 2004).
 
Η δεύτερη ένσταση ή εμπόδιο είναι τόσο χρονολογικού όσο και χρονικού τύπου: η συμμετοχική πολιτική απαιτεί -ή, μάλλον, καταναλώνει- χρόνο. «Το τίμημα της ελευθερίας», όπως σωστά έχει ειπωθεί (Crick 1992: 272), είναι «η αιώνια προσήλωση στην πολιτική δραστηριότητα». Ωστόσο, ακόμα και αν ένας μεγάλος αριθμός συγχρόνων πολιτών είναι διατεθειμένος να πληρώσει αυτό το τίμημα, θα χρειαστεί να γίνει, πέρα και πάνω από κάποιου είδους λίγο ως πολύ ίσης κατανομής του κοινωνικού πλούτου, μια σοβαρή αλλαγή στην πολιτική συμπεριφορά του λαού. Η αλλαγή αυτή θα συνιστούσε όχι μια μικρής σημασίας αναδιαρρύθμιση, αλλά μια μεγάλης κλίμακας δομική αλλαγή των συστημάτων δημοκρατικής πολιτικής που είναι διαθέσιμα σήμερα.
 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ;
 
Ένα τρίτο εμπόδιο είναι ιστορικού τύπου. Η κυρίαρχη παράδοση της δυτικής πολιτικής σκέψης ή θεωρίας από τον Πλάτωνα και στο εξής, τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, υπήρξε αντιδημοκρατική (Roberts 1994). Πιο πάνω σκιαγράφησα τη δυστυχή μοίρα της (λέξης) «δημοκρατία» (βλ. το τέλος του κεφαλαίου 10). Ρεαλιστικά μιλώντας, η σχετικά πρόσφατα ιδρυμένη πόλη της Ρόδου (408 π.Χ.) λειτουργούσε ίσως ως γνήσια δημοκρατία μέχρι το δεύτερο αιώνα π.Χ., αλλά από εκεί κι έπειτα, όποτε χρησιμοποιείται ο όρος, αποδίδεται καλύτερα στα αγγλικά ως «republic»*. Τα σημαντικότερα φιλοσοφικά ρεύματα της ελληνιστικής εποχής (των τελευταίων τριών αιώνων προ Χρίστου) ως επί το πλείστον έπαψαν να δίνουν σημαντική έμφαση στην πολιτική: μετά το 300 π.Χ. «οι ίδιες οι σχολές ουσιαστικά έπαψαν να συζητούν πολιτικά ζητήματα» (Brunt 1993: 300). Αυτό ήταν αρκετά λογικό, καθώς «όταν έγινε σαφές ότι η πόλις ήταν ξεπερασμένη στην πράξη», η πολιτική θεωρία προχώρησε πέρα από τα σχετικά στενά όρια της πόλεως (Brunt 1993: 393· βλ. και Walbank 1944). Έστω κι έτσι, αρκετοί άνθρωποι της δράσης (π.χ. ο Περσαίος) ήταν και Στωικοί και συγγραφείς, ενώ ένας αριθμός Στωικών φιλοσόφων φαίνεται ότι επιχείρησε να επηρεάσει το ρου των πρακτικών ζητημάτων, με σημαντικότερο τον Σφαίρο (κεφάλαιο 10· βλ. Vatai 1984 και Erskine 1990).
 
Η ελληνιστική και κατόπιν η με ελληνικές επιρροές ρωμαϊκή πολιτική φιλοσοφία σίγουρα δεν ήταν δημοκρατική. Για την ακρίβεια, εκδηλωνόταν κυρίως ως μοναρχική, αν όχι απολυταρχική - παρά τις λίγες μεμονωμένες κινήσεις προς τη (μη οικονομική) ισονομία. Επιπλέον, ακόμα και οι πιο πολιτικοποιημένες παραλλαγές είχαν την τάση να συμμερίζονται τη γενική νεοπλατωνική μετατόπιση της έμφασης από τη δημόσια ηθική στην ιδιωτική ηθική της ψυχής. Μπορεί κανείς να σημειώσει, για παράδειγμα, την άποψη των Στωικών ότι κάθε κακός άνθρωπος είναι δούλος - η οποία κατόρθωνε τόσο να καταρρίψει την καίρια, πραγματική νομική διάκριση μεταξύ δούλου και ελεύθερου ανθρώπου, όσο και να εκμηδενίσει το σημαντικό ρόλο που έπαιζε μέχρι τότε η δουλεία στο φαντασιακό των Ελλήνων πολιτών (βλ. Cartledge 1993 και De Ste. Croix 2004: 347).
 
Η επακόλουθη άνοδος διάφορων μορφών χριστιανισμού ενίσχυσε τη θεωρητική επικέντρωση πάνω στην (τώρα εξ υποθέσεως αθάνατη) ψυχή με δυο τρόπους. Πρώτον, η ζωή από εδώ και πέρα -η αιώνια ζωή, όπως αντιμετωπιζόταν αισιόδοξα- άρχισε να θεωρείται πολύ πιο σημαντική από την επίγεια ζωή μέσα σε τούτο το θλιβερό κόσμο των δακρύων. Όπως εύλογα ρώτησε ο Τερτυλλιανός τον τρίτο αιώνα, τι σχέση έχει η Αθήνα με την Ιερουσαλήμ; Δεύτερον, η εντολή που αποδίδεται στον ίδιο τον Ιησού - «Να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» - προανήγγειλε τη θεσμοποιημένη διάκριση Εκκλησίας και Κράτους και το θρίαμβο της Εκκλησίας (ή, μάλλον, του ιδιαίτερα ευνοημένου ορθόδοξου δόγματος) στα χρόνια του πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα, του Κωνσταντίνου. Όπως σωστά παρατήρησε ο Τζέφρι ντε Σεντ Κρουά (1983), παρότι ο χριστιανισμός είχε πολλά να πει για τις σχέσεις ανάμεσα σε δυο ανθρώπους, ελάχιστα είχε να πει - και αυτά όχι πολύ δια φωτιστικά - για τις σχέσεις ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους.
 
Παρ’ όλα αυτά, η μεταλαμπάδευση του ελληνικού πολιτικού λόγου είναι γεγονός: από τη χριστιανική ύστερη αρχαιότητα, μέσω του μεσαιωνικού Βυζαντίου και μέχρι την πρόσληψή του από την Αναγέννηση της νότιας Ευρώπης, ιδίως στη δημοκρατία της Βενετίας. Η μετάδοση και πρόσληψη διευκολύνθηκαν κάπως από το ρεπουμπλικανισμό που επικράτησε κατά διαστήματα σε ορισμένες μεσαιωνικές πόλεις-κράτη, με κυριότερη, πάλι, τη Βενετία- αν και δε θα λέγαμε (pace Nelson 2005) ότι χαρακτηριζόταν από οποιοδήποτε έντονα ελληνικό στοιχείο. Στις απαρχές της σύγχρονης εποχής, κυριάρχησαν δύο αντίθετες απόψεις. Από τη μια πλευρά, αναπτύχτηκε η παράδοση του «αστικού ρεπουμπλικανισμού» από τον Μακιαβέλι και μετά, ο οποίος είχε αρχαίες επιρροές ως προς τις φιλοδοξίες και την έμπνευσή του, αλλά ήταν (και πάλι pace Nelson 2005) περισσότερο ρωμαϊκός παρά ελληνικός. Από την άλλη, υπήρχε ο φιλελεύθερος, βασισμένος στο κράτος, ρεπουμπλικανισμός του Τζον Λοκ, ο οποίος φτάνει, περισσότερο ή λιγότερο άμεσα, μέχρι την Αμερικανική επανάσταση. Η δεύτερη τάση επέφερε μια συρρίκνωση - και υποβάθμιση - του πολίτικου και αστικού υπέρ του κοινωνικού και, ιδίως, του οικονομικού/εμπορικού (Rahe 1992).
 
Και οι δύο παραδόσεις απέρριπταν την τριμερή τυπολογία καθεστώτων που μας κληροδότησε ο Ηρόδοτος (3.80-2: μοναρχία, αριστοκρατία, δημοκρατία), γιατί υπήρχε η αίσθηση ότι δεν άρμοζε στον κόσμο του δέκατου έβδομου/δέκατου όγδοου αιώνα. Έτσι, το σχήμα του Μοντεσκιέ περιλάμβανε τη δεσποτεία, τη συνταγματική μοναρχία και την αβασίλευτη δημοκρατία (Rahe 1992: 722), αντανακλώντας την ανάδυση της Γαλλίας από την απολυταρχία ηγεμόνων όπως ο Λουδοβίκος ΙΣΤ'. Ο Μοντεσκιέ επιδοκίμασε επίσης τη Βρετανική Ένδοξη Επανάσταση του 1688 (βλ. Rahe 1992:1056 αρ. 55, για τον Jeremy Bentham), αλλά οι πιο «προοδευτικοί» στοχαστές ευνοούσαν εκδοχές μη μοναρχικής - αλλά όχι δημοκρατικής - διακυβέρνησης. Ο Άγγλος Τομ Πέιν, που πήρε μέρος τόσο στην Αμερικανική όσο και στη Γαλλική επανάσταση, δεν ήταν ο μόνος που κατήγγειλε «την τερατώδη αριστοκρατία». Το ερώτημα πάντως παρέμενε: Τι θα έπαιρνε τη θέση της ή τη θέση της απολυταρχίας;
 
Μια απάντηση, όπως αποκαλύφθηκε από την Αμερικανική επανάσταση μετά από πολλά λάθη, δοκιμές αλλά και λίγη θεωρία, ήταν ένας συνδυασμός «αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας» και ομοσπονδιακού συστήματος. Η θεωρία ήταν κυρίως του Χάμιλτον (Rahe ; 1992: 1049 αρ. 9 - «δημοκρατία», 1055 αρ. 51 - αντιπροσώπευση, ί1056 αρ. 55 - Χάμιλτον), ο οποίος ήταν επίσης αυτός που απέρριψε ρητά το μοντέλο της αθηναϊκής δημοκρατίας της κλασικής εποχής και αντιπαρέθεσε το σύγχρονο αμερικανικό ομοσπονδιακό σύστημα και την αντιπροσώπευση στις «κοινοπολιτείες της Ελλάδας». Μια άλλη απάντηση, που προέκυψε από τη Γαλλική επανάσταση, ήταν η ανακάλυψη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη· αυτό, στην πρωτο-δημοκρατική, ιακωβίνικη μορφή του, ασπαζόταν ένα μοντέλο που βρισκόταν πολΰ πιο κοντά απ’ ό, τι η Αμερικανική επανάσταση στην αρχαιοελληνική δημοκρατική σκέψη και πράξη, ωστόσο το χώριζαν ακόμα από αυτή σημαντικά φαντασιακά και θεσμικά χάσματα (Cartledge και Edge 2009). Παρ’ όλα αυτά, το γαλλικό μοντέλο απέτυχε στην πολιτική πρακτική και σύντομα ο Μπενζαμέν Κονστάν ντε Ρεμπέκ αντιπαρέθεσε σ’ αυτό τη διανοητικά πειστική (αν και εμπειρικά σαθρή) διάκριση ανάμεσα σε αρχαία και σύγχρονη ελευθερία (Constant 1819 [1988]).
 
Μια βασική συνέπεια της ριζοσπαστικής διάκρισης «αρχαίου» και «σύγχρονου» ήταν ότι η δημοκρατία έγινε και πάλι αποδεκτή κατ’ αρχήν, παρότι οι «ριζοσπαστικές» εκδοχές που υποστήριζαν ο Τζορτζ Γκρόουτ και ο Τζον Στιούαρτ Μιλ περιείχαν λιγότερη εύνοια και υποστήριξη από τις υποταγμένες μορφές δημοκρατίας, οι οποίες ήταν ασφαλείς για το Κράτος και το κόμμα και τελικά θεσμοθετήθηκαν από το τρίτο τέταρτο του δέκατου ένατου αιώνα και μετά και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Αυτός ο προοδευτικός - ή, μάλλον, οπισθοδρομικός - μαρασμός της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας στην πράξη αντισταθμίστηκε στη θεωρία από ιστορικούς και στοχαστές διαφόρων ειδών (π.χ. Williams 1993), οι οποίοι ισχυρίζονται ότι βλέπουν πλεονεκτήματα, και μάλιστα ανώτερα πλεονεκτήματα, σε κάποια ελληνική ηθικοπολιτική θεωρία, ιδιαίτερα στο βαθμό που η σύγχρονη ηθικοπολιτική θεωρία αποκτά χριστιανική διάσταση. Άλλοι ιστορικοί, ιστορικοί της φιλοσοφίας και πολιτικοί θεωρητικοί με «σταυροφορικές» τάσεις (ιδιαίτερα Barber 1984) διαβλέπουν πρα­κτική αξία στην αναδρομή ατούς αρχαίους Έλληνες προκειμένου να αναζωογονηθεί η κουρασμένη σύγχρονη «δημοκρατία». Προδίδουν έτσι μια έντονη επιθυμία για «ισχυρή» -δηλαδή αναδομημένη και συμμετοχική- δημοκρατία, μια δημοκρατία όμως που περικλείει αντί να αποκλείει (τις γυναίκες και άλλες μειονότητες).
 
Γι’ αυτούς, η επίλυση των μείζονος σημασίας εθνικών και τοπικών ζητημάτων με διάλογο στο εσωτερικό της κοινότητας είναι κάτι το ευκταίο, σε αντιδιαστολή με την κυρίαρχη εμμονή στη «λογική» των λεγόμενων ειδικών, που υποστηρίζουν τεχνοκρατικές λύσεις για όλα τα κοινωνικά προβλήματα και δίνουν προτεραιότητα στην οικονομικά μετρήσιμη αποτελεσματικότητα παρά στην ποιοτική ηθική κρίση. Όχι ότι η προηγμένη τεχνολογία και η δημοκρατία είναι ασύμβατες - κατ’ αρχήν: το πρόβλημα, όπως σημειώνεται πιο πάνω, είναι πρόβλημα πολιτισμού και μόρφωσης. Ένα ελπιδοφόρο σημάδι των καιρών είναι ίσως μια πρόσφατη πραγματεία με τίτλο A People's Parliament: A (Revised) Blueprint for a Very English Revolution (Sutherland 2008).
 
Για να είμαστε ρεαλιστές ωστόσο, πρέπει να ολοκληρώσουμε με μια αντίθεση, έτσι όπως αρχίσαμε. Στον κόσμο των κυριαρχούμενων από τους άνδρες, μικρού μεγέθους πολιτειών της αρχαίας Ελλάδας, ο Σιμωνίδης μπορούσε με ακρίβεια και λακωνικότητα να παρατηρήσει ότι «πόλις άνδρα διδάσκει», δηλαδή τον (αρσενικό γένος) διδάσκει πώς να γίνει πολίτης. Μέσα στα όρια της διευρυμένης πολιτικής οπτικής που σκιαγραφήθηκε πιο πάνω, ο πολίτης του μέλλοντος -γυναίκα τώρα, βέβαια, καθώς και άνδρας- θα πρέπει να διδαχτεί πώς να γίνει ένα διαφορετικό είδος πολιτικού ζώου, περιβαλλοντικά προσαρμοσμένο στη νέα οικολογία μιας περισσότερο ή λιγότερο παγκόσμιας δημοκρατικής πολιτικής.
----------------------------- 
* Η διάκριση μεταξύ νομιμοποιημένης πολιτείας και δημοκρατίας, που εισάγε- ται για πρώτη φορά από τον Ρουσό και την ξαναβρίσκουμε αργότερα στη γερμανική θεωρία του κράτους δικαίου, δυστυχώς δεν αποδίδεται από τις ελληνικές μεταφράσεις. Η έννοια της νομιμοποιημένης πολιτείας, της res publka, αποδίδεται με τον όρο republic και χαρακτηρίζεται από τη διακυβέρνηση εκείνη που οι πράξεις της διέπονται από γενικούς νόμους ανεξάρτητα από τη διοικητική της μορφή, αν είναι δηλαδή μοναρχική, αριστοκρατική ή δημοκρατική. Η δημοκρατία δεν ταυτίζεται με τη republic, αλλά ορίζεται ως προς τη μορφή κυβέρνησης/διοίκησης, ως προς τον αριθμό δηλαδή των αρχόντων. Το κατά πόσο πραγματώνονται σ’ αυτή τα ιδεώδη της republic είναι κάτι που δεν περιέχεται αναγκαστικά στην έννοια της δημοκρατίας.

Όταν επικρίνουμε κάποιον άλλον δεν καθορίζουμε εκείνον αλλά τον εαυτό μας

Όταν επικρίνουμε κάποιον άλλο, η πράξη μας αυτή δεν υποδηλώνει κάτι για το άτομο που υφίσταται την κριτική. Αντίθετα, λέει κάτι για τη δική μας ανάγκη να είμαστε επικριτικοί.

Αν παραστείτε σε μια συγκέντρωση και παρακολουθήσετε όλη την κριτική που συνήθως ανταλλάσσεται μεταξύ των παρευρισκομένων και έπειτα πάτε στο σπίτι σας και σκεφτείτε κατά πόσο στην πραγματικότητα όλη αυτή η κριτική συνέβαλε στο να γίνει ο κόσμος μας καλύτερος, μάλλον θα καταλήξετε στο ίδιο συμπέρασμα με εμένα: Καθόλου! Δεν έκανε τίποτα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Όταν είστε επικριτικοί απέναντι στους άλλους, όχι μόνο δεν λύνετε τίποτα, αλλά συνεισφέρετε στον θυμό και στην έλλειψη εμπιστοσύνης που υπάρχει στη ζωή μας. Στο κάτω κάτω, σε κανέναν μας δεν αρέσει να τον επικρίνουν. Η συνήθης αντίδρασή μας είναι να αμυνόμαστε ή να απομακρυνόμαστε από τον άλλο. Ένα άτομο που νιώθει ότι του επιτίθενται, τις περισσότερες φορές, θα κάνει κάτι από τα δύο: είτε θα υποχωρήσει από φόβο ή ντροπή, είτε θα αντεπιτεθεί και θα θυμώσει.

Πόσες φορές έχετε ασκήσει σε κάποιον αρνητική κριτική και σας έχει απαντήσει: «Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ που μου έδειξες το λάθος μου, πραγματικά το εκτιμώ»; Η επίκριση δεν είναι στην πραγματικότητα τίποτα παραπάνω από μια κακιά συνήθεια. Είναι κάτι που έχουμε συνηθίσει να κάνουμε και γνωρίζουμε τα συναισθήματα που προκαλεί. Μας κρατάει απασχολημένους και μας δίνει ένα θέμα συζήτησης.

Αν, παρ’ όλα αυτά, εξετάσετε πώς νιώθετε αμέσως μετά τη στιγμή που επικρίνατε κάποιον, θα δείτε ότι το πάθος σας έχει ξεφουσκώσει και νιώθετε κάποια ντροπή, σχεδόν σαν να υπήρξατε εσείς το θύμα της επίθεσης. Η πραγματική αιτία γι’ αυτά σας τα συναισθήματα είναι ότι κάθε φορά που ασκείτε σε κάποιον κριτική, είναι σαν δηλώνετε στον κόσμο και στον εαυτό σας: «Έχω ανάγκη να λειτουργήσω επικριτικά». Και αυτό δεν είναι κάτι για το οποίο συνήθως νιώθουμε περήφανοι.

Η λύση είναι να συγκρατήσετε τον εαυτό σας κάθε φορά που πάει να γίνει επικριτικός. Παρατηρήστε πόσο συχνά το κάνετε και πόσο άσχημα σας κάνει να νιώθετε. Εμένα μου αρέσει να το βλέπω σαν παιχνίδι. Ακόμα πιάνω τον εαυτό μου να γίνεται επικριτικός, αλλά τη στιγμή που φουντώνει μέσα μου αυτή η διάθεση, σκέφτομαι: «Πάλι τα ίδια». Ευτυχώς, τις περισσότερες φορές μπορώ να μετατρέψω την κριτική μου διάθεση σε ανοχή και σεβασμό για τους γύρω μου. Δοκιμάστε το κι εσείς.

Aσφυκτικά εξαρτητική σχέση

Αποτέλεσμα εικόνας για девушка держит парня за ногуΟι περισσότεροι από εμάς έχουμε γίνει ακροατές διαφόρων ερωτικών ιστοριών που κατέληξαν άδοξα. Οι πρωταγωνιστές συνήθως, υποτιμούν τον πρώην σύντροφο τους, παραπονιούνται οτι είχαν χάσει τον εαυτό τους και περιγράφουν την σχέση ως «ασφυκτικά εξαρτητική».
 
Πώς όμως θα μπορούσαμε να δικαιολογήσουμε τη συνύπαρξη των παραπάνω προβλημάτων στις περισσότερες «προβληματικές» σχέσεις;
 
Η εξήγηση του παραπάνω φαινομένου θα μπορούσε να συνοψιστεί περιεκτικά, περιγράφοντας τον μηχανισμό της προβολικής ταύτισης. Τι είναι λοιπόν αυτός ο μηχανισμός;
 
Οι άνθρωποι έχουμε μια πολύ ισχυρή τάση να επαναλαμβάνουμε στο εδώ και το τώρα το τραυματικό αλλά υπερβολικά οικείο σενάριο του παρελθόντος μας. Αυτό επιτυγχάνεται με τον ασυνείδητο μηχανισμό άμυνας της προβολικής ταύτισης. Η συγκεκριμένη ψυχολογική διεργασία ενεργοποιείται μεταξύ ατόμων που ανταλλάσσουν έντονα συναισθήματα, πράγμα το οποίο συμβαίνει στα ζευγάρια. Κατα τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, ο ένας προβάλλει στον άλλον τμήματα του εαυτού του τα οποία έχει απορρίψει/αρνηθεί. Τα προβαλλόμενα τμήματα του εαυτού είναι συνήθως αποκρουστικά/ ανεπιθύμητα και σχετίζονται με κάποιες αρνητικές συναισθηματικές αναμνήσεις φόβου, θλίψης ή οργής του παρελθόντος.

Όταν η προβολική ταύτιση ενεργοποιηθεί, τότε ο άνθρωπος ο οποίος έχει «επωμιστεί» το παραπάνω υλικό θεωρείται κάτοχος αυτών των χαρακτηριστικών/συναισθημάτων. Το παράδοξο όμως αυτής της διαδικασίας είναι οτι ο «ξενιστής» δέχεται το προβαλλόμενο υλικό, καθώς του ασκείται μακροχρόνια πίεση προκειμένου να το δεχτεί αλλά και επειδή το υλικό αυτό του είναι τελικά οικείο και ταιριάζει με το τραυματικό του παρελθόν.
 
Ποια είναι όμως τα αποτελέσματα της προβολικής ταύτισης στην δυναμική των ζευγαριών;
 
• Δεν σχετίζονται με την πραγματική υπόσταση των συντρόφων τους αλλά με τα προβαλλόμενα τμήματα του εαυτού τους, δηλαδή με τον ίδιο τους τον εαυτό! Αυτό τους κάνει να αγνοούν τα πραγματικά χαρακτηριστικά των αγαπημένων τους προσδίδοντας στην σχέση τους ισχυρά ναρκισσιστικά στοιχεία.
• Εξαφανίζονται τα όρια μεταξύ του εαυτού και του συντρόφου. Δηλαδή, τα άτομα αυτά προβάλλοντας ένα τμήμα του εαυτού τους δεν κατανοούν που σταματάει η δική τους υπόσταση και που του συντροφου τους.
• Δημιουργείται έντονη εξάρτηση. Αυτό συμβαίνει διότι τα άτομα που προβάλλουν τμήματα του εαυτού τους στους συντρόφους τους δεν μπορούν να συλλάβουν την ύπαρξή τους χωρίς ακόμη και το «ανεπιθύμητο» τμήμα της υπόστασης τους.

Υπάρχει όμως λύση για τα ζευγάρια που επιθυμούν να βγουν από αυτον τον «φαύλο κύκλο»;
 
Tα άτομα αυτά μπορούν να μπουν σε «μια τροχιά αλλαγής». Αυτό θα συμβεί όταν και οι δυο πλευρές μπουν σε μια διαδικασία να αναγνωρίσουν, αποδεχτούν και εκφράσσουν έγκαιρα όλα τους τα συναισθήματα αλλά και όταν αποφασίσουν να αναλάβουν την ευθύνη αυτών. Έτσι, δεν θα επιθυμήσουν να μεταφέρουν το «βαρύ φορτίο» των αρνητικών συναισθημάτων που πηγάζουν από το «μη αποδεκτό εαυτό τους».

Η δικαίωση στο πλήρωμα του χρόνου έρχεται για αυτόν που ξέρει να περιμένει

Είναι και κάποιες στιγμές που φουσκώνεις από περηφάνεια.Όχι για τους άλλους, αλλά για σένα. Εγωιστικό μπορεί να ακουστεί, ίσως και δείγμα ψωνισμού.
Για τους άλλους, όχι για σένα.
Εσύ ξέρεις τι πέρασες και πώς.
Ξέρεις εκείνα τα ατέλειωτα μερόνυχτα που βουτηγμένος στα σκατά αναρωτιόσουν αν υπάρχει εν τέλει πάτος ή αν η δική σου κόλαση είναι μια αιώνια βύθιση.
Δίχως τέλος, δίχως έλεος.
Ξέρεις πόσο προσπάθησες. Πόσα αρνήθηκες από αυτά που σου προσέφεραν γιατί απλούστατα δεν ήσουν εσύ.

Θυμάσαι δάκρυα, θυμάσαι πίκρες. Νιώθεις ακόμη την αλμύρα τους να σου καίει το δέρμα.
Θυμάσαι να φλερτάρεις με ανοιχτές μπαλκονόπορτες στις πολύ μαύρες σου, θυμάσαι τις τάσεις φυγής σου, θυμάσαι τις κρίσεις πανικού.
Θυμάσαι την αμφισβήτηση και τις γυρισμένες πλάτες. Θυμάσαι τις προσβολές, την αδιαφορία κι ενίοτε την ταπείνωση.
Εύκολη ζωή δεν τη λες. Έφταιξες σε πολλά, δεν αρνιέσαι τα λάθη σου. Αλλά όχι όλα.
Και τώρα;
Τώρα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Κι έφερε μαζί του τη δικαίωση. Μια δικαίωση που που πάντα θα φανεί σ’εκείνον που ξέρει να περιμένει.
Ήρθε και σε βρήκε έτοιμο από καιρό. Σε τράβηξε από τα σκατά και σε έκανε να αναπνεύσεις επιτέλους καθαρό αέρα.
Σου έδωσε αυτά για τα οποία πάλευες καιρό: αναγνώριση, σεβασμό, επιτυχία.
Δε στα χάρισε. Πάλεψες για δαύτα. Πάλεψες σκληρά, πάλεψες όταν όλοι οι υπόλοιποι σε είχαν για χαμένη υπόθεση.
Κι εσύ τους απέδειξες ότι δεν ήσουν χαμένη υπόθεση. Τους έδειξες τι αξίζεις, τι μπορείς να καταφέρεις.
Δεν εκδικείσαι. Δε σε νοιάζει να κάνεις κάτι τέτοιο. Άλλωστε από καιρό ξέρεις πως η καλύτερη εκδίκηση είναι η αναμονή.
Αλλά δε σε ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Αυτό που σε νοιάζει είναι το πώς ήσουν κάποτε και το πώς είσαι τώρα.

Θυμάσαι τα άσχημα και παίρνεις δύναμη για τα όμορφα που ήρθαν.
Κι όσο γι’αυτούς που σε αρνήθηκαν, γι’αυτούς που σε πρόσβαλλαν, σε πρόδωσαν, σε αμφισβήτησαν, τους αφήνεις στη μιζέρια τους. Τι νόημα έχει πια για σένα να ασχολείσαι; Τι νόημα έχει να προσπαθείς να τους κάνεις να καταλάβουν ποιος είσαι και τι μπορείς να κάνεις; Το ξέρουν κι ας μην το παραδεχτούν ποτέ. Κι αυτή η άρνησή τους να σε παραδεχτούν είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία σου, είναι η ατράνταχτη απόδειξη ότι τα έχεις καταφέρει. Και προχωράς.
Έχεις μια ζωή που σου ανήκει. Τη διεκδίκησες και την κέρδισες. Κι έχεις κι άλλο δρόμο ακόμη. Έχεις μέλλον. Και θα παλέψεις για τα καλύτερα.
Θα παλέψεις με πείσμα, με αγάπη, με όνειρα.
Και ξέρεις όσο κανείς να κάνεις όνειρα. Βλέπεις εκεί, στα σκατά που ήσουν για χρόνια, έμαθες πώς δεν αναπνέεις με οξυγόνο. Δεν έχει οξυγόνο στον πάτο. Αναπνέεις μόνο με όνειρα, με πείσμα και με ελπίδα. Και με αυτά δίνεις ώθηση κι ανεβαίνεις.
Μόνο ανεβαίνεις…
Κι όταν πια ανέβεις, μπορείς και να καμαρώνεις.
Για την ακρίβεια μπορείς να ξεχειλίζεις από καμάρι.

Που να πάρει και να σηκώσει, το δικαιούσαι!

Στρες: Δεν βρίσκεται μόνο στο κεφάλι μας, αλλά σε όλο το νευρικό μας σύστημα

Σας έχουν πει ποτέ, όταν είστε αγχωμένοι, να σταματήσετε να ανησυχείτε και απλά να χαλαρώσετε; Ότι όλα είναι στο κεφάλι σας; Θα ήταν ωραίο αν ήταν όλα τόσο απλά. Αλλά δεν είναι.

Έρευνες στον τομέα της φυσιολογίας τώρα πια υποδεικνύουν ότι η μνήμη απόκρισης στο στρες εδράζεται στο νευρικό σας σύστημα. Πάρτε για παράδειγμα την έκθεση σε ένα στρεσογόνο γεγονός. Σε κάποιο που σας κάνει νιώθετε μουδιασμένοι, απεγνωσμένοι και ανίκανοι να έχετε τον έλεγχο. Σε μια τέτοια περίπτωση εμπλέκεται το αυτόνομο νευρικό σύστημα (ΑΝΣ). Πρόκειται για το μέρος εκείνο του νευρικού συστήματος που είναι υπεύθυνο για τον έλεγχο των ανακλαστικών σωματικών ενεργειών, όπως η αναπνοή. Για να είμαστε πιο ακριβείς, είναι το συμπαθητικό νευρικό σύστημα (μάχης ή φυγής) του ΑΝΣ που αντιδρά, όταν νιώθετε σφιγμένοι. Επιπλέον, πυροδοτείται ο άξονας υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, στο οποίο ένα σήμα από τον υποθάλαμό σας στέλνει ένα ορμονικό μήνυμα στην υπόφυσή σας που ενεργοποιεί τα επινεφρίδια.

Για την ενεργοποίηση της απόκρισης μάχης-φυγής, ορμόνες του στρες, όπως η κορτιζόλης και η αδρεναλίνη απελευθερώνονται από τα επινεφρίδια. Βοηθούν το σώμα μας να κινητοποιηθεί άμεσα, με σκοπό να ξεφύγει από έναν κίνδυνο. Σύμφωνα με τον Peter A. Levine, ειδικός στο τραύμα στο πεδίο της ψυχοθεραπείας, το τραύμα συμβαίνει όταν αυτή η βιολογική διαδικασία υπερφορτώνεται και το άτομο είναι ανίκανο να απελευθερώσει και να επεξεργαστεί το στρεσογόνο γεγονός. Είναι δυνατό να αποφύγουμε μια τραυματική απόκριση, αφήνοντας ελεύθερη την παραγόμενη ενέργεια. Για παράδειγμα, το τρέμουλο, το κλάμα και οι κραυγές επιτρέπουν στο άτομο να επεξεργαστεί σωματικά το στρες.

Ωστόσο, αν το στρες δε μεταβολιστεί, παραμένει στους ιστούς του οργανισμού μας. Όταν μεταγενέστερα συμβεί ένα στρεσογόνο γεγονός που δεν μας θέτει όμως σε σοβαρή απειλή, η τραυματική μνήμη ανακαλείται. Μια μεγάλη ποσότητα ορμονών του στρες απελευθερώνεται. Η πίεση του αίματος ανεβαίνει απότομα, οι κόρες των ματιών μας διαστέλλονται, ο μυϊκός τόνος αυξάνεται και εμφανίζεται ως ένταση, η αναπνοή ο ίδιο, οι καρδιακοί παλμοί γίνονται εντονότεροι και εμφανίζεται ιδρώτας. Έτσι, το νευρικό σύστημα αντιδρά σαν αυτό το μικρό γεγονός να είναι σοβαρό και απειλητικό για εμάς.

Αυτή η βιολογική απόκριση βρίσκεται ξεκάθαρα πέρα από την ικανότητα του λογικού, συνειδητού ελέγχου. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε μέσω της λογικής απλά σκέψης. Το χρόνιο στρες οδηγεί σε αποσύνδεση ή καθήλωση, μια κατάσταση συνεχούς φόρτισης του συμπαθητικού συστήματος και απελευθέρωσης ορμονών, που προκαλούν προβλήματα στην υγεία. Το εγκεφαλικό στέλεχος (το πρωτόγονο μέρος του εγκεφάλου μας) κυβερνά τη συναισθηματική εμπειρία και τη βιολογική απόκριση. Όταν αυτό ενεργοποιείται από την απόκριση μάχης/ φυγής, υπερέχει του μετωπιαίου λοβού. Γι’ αυτό και δεν γίνεται να είμαστε σε κατάσταση μάχης/ φυγής, αλλά ταυτόχρονα να μπορούμε να σκεφτούμε λογικά και κριτικά (κάτι που θα έκανε για εμάς ο προμετωπιαίος φλοιός).

Το ανεπεξέργαστο στρες μετατρέπεται σε τραυματική μνήμη που βρίσκεται σε αδρανή κατάσταση στο σώμα μας. Ένα ερέθισμα μπορεί να επαναφέρει στην επιφάνεια την αποθηκευμένη μνήμη. Αν όμως μάθουμε τον τρόπο που το σώμα μας αντιδρά έτσι, θα οδηγηθούμε στην ενδυνάμωση και στην επίγνωση του εαυτού μας. Θα κινηθούμε πέρα από τη ζώνη της απομόνωσης και του φόβου. Φροντίζοντας τον οργανισμό μας και κατανοώντας τις προστατευτικές αποκρίσεις του, μπορούμε να απελευθερώσουμε το στρες και το αίσθημα της ντροπής.

Όταν καταλάβουμε βαθύτερα τη διαδικασία αυτή, η οποία επιχειρεί να μας κρατήσει ασφαλείς από μια παλαιότερη μνήμη ή τραύμα, μπορούμε να την αντικαταστήσουμε με κάτι πιο ευχάριστο. Με αυτό τον τρόπο, η αγάπη προς τον εαυτό μας ενισχύεται. Η απόκριση του στρες μπορεί να μας εξυπηρέτησε στο παρελθόν, αλλά δεν θα μας βοηθήσει σε μελλοντικές καταστάσεις.

Η δουλειά μας εδώ λοιπόν είναι η επανεκπαίδευση του οργανισμού μας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω πρακτικών, όπως, οι βαθιές, συγκεντρωμένες αναπνοές, ο χορός, η άσκηση, κάποια μορφή τέχνης ή η μουσική, ο ποιοτικός χρόνος στη φύση, η πεζοπορία. Ή απλά με μια αγκαλιά από ένα αγαπημένο μας πρόσωπο, η οποία απελευθερώνει οξυτοκίνη, μια φυσική ορμόνη, που παράγεται από την υπόφυση και προωθεί το δέσιμο και τη σύνδεση.

Όλα αυτά λοιπόν πρόκειται για εργαλεία που απενεργοποιούν την απόκριση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και ενεργοποιούν αντιθέτως το παρασυμπαθητικό, που πυροδοτεί τη χαλάρωση. Ο στόχος είναι να νιώσετε ασφαλείς, να ρυθμίσετε την αναπνοή σας, τον καρδιακό σας παλμό. Αυτές οι ενδυναμωτικές πρακτικές αλλάζουν τη φυσιολογία μας και επηρεάζουν θετικά τη διάθεσή μας. Την επόμενη φορά που κάποιος θα σας πει ότι όλα είναι στο κεφάλι σας, εσείς θα έχετε τώρα πια μια διαφορετική απάντηση να του δώσετε.

Ξεκινώντας το Δημοτικό Σχολείο

Πώς να βοηθήσετε το παιδί σας να πετύχει

Εάν το παιδί σας ξεκινά το δημοτικό σχολείο, θα νιώθετε φυσικά κάποια ανησυχία. Αγαπάτε το παιδί σας περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο και θέλετε να πετύχει σ’ αυτό το νέο κύκλο που ανοίγει.

Αν αυτό είναι το πρώτο σας παιδί, μπορεί να είστε ακόμα πιο ανήσυχος/η. Ποτέ δεν μεγαλώσατε ένα παιδί πριν, και δεν είστε σίγουροι για το πώς μπορείτε να χειριστείτε τις εργασίες ή τα τεστ, ή τι πρέπει να κάνετε για να βεβαιωθείτε ότι το παιδί σας είναι ευχαριστημένο και τα πηγαίνει καλά.

Ο καλύτερος τρόπος για να βοηθήσετε το παιδί σας να πετύχει στο σχολείο, είναι να το βοηθήσετε να οικοδομήσει τη χαρά της μάθησης και το να αντλεί ευχαρίστηση και δύναμη από τις ικανότητές του. Το σχολείο θα πρέπει να γίνει ένας τόπος που να ενισχύει την αυτοεκτίμησή του. Πρέπει να μάθει ότι είστε σταθερά εκεί ότι κι αν συμβεί, ότι το αγαπάτε άνευ όρων και ότι θα το βοηθήσετε, αν υπάρξει κάποιο πρόβλημα. Η προσέγγιση αυτή θα το βοηθήσει να απολαύσει την διαδικασία της μάθησης και να αισθάνεται αυτοπεποίθηση. Παρακάτω δίνουμε μερικές ιδέες για το πώς μπορείτε να πετύχετε αυτούς τους σημαντικούς στόχους.

Επίδειξτε μια θετική στάση απέναντι στο σχολείο. Αν δείξετε ενθουσιασμό για την εκμάθηση ανάγνωσης, γραφής, μαθηματικών, το παιδί θα δείξει κι εκείνο ενδιαφέρον. Αντίθετα, αν μεταφέρετε το άγχος σας, ίσως φοβηθεί.

Ενδιαφερθείτε με ενθουσιασμό για όλα τα νέα πράγματα που μαθαίνει, για τις νές εμπειρίες με το να συζητάτε μαζί του, ακούγοντάς το αλλά και με το να συμμετέχετε με τη βοήθειά σας στα σχολικά μαθήματα ή με το να πάτε σε κάποιο αρχαιολογικό χώρο, βιβλιοθήκη ή σε μουσεία για να πάρετε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με ένα θέμα ή ακόμα και για του αυξήσετε το ενδιαφέρον για τη μάθηση.

Βοηθήστε το να δημιουργήσει ένα χώρο μελέτης και μια ρουτίνα για το σπίτι. Μερικοί γονείς λένε στο παιδί τους να κάνουν τα μαθηματά τους αμέσως μετά το σχολείο και στη συνέχεια να παίξουν με τους φίλους τους. Αν κρατηθεί μια ρουτίνα, θα μειώθουν οι διαφωνίες σχετικά με τις σχολικές εργασίες. Θέστε ένα όριο στο πόση τηλεόραση και πόση χρήση ηλεκτρονικών μπορούν να κάνουν. Μερικοί γονείς δεν επιτρέπουν την τηλεόραση ή το iPad κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Όσον αφορά το Σαββατοκύριακο θα πρέπει να έχουν έναν σταθερό κανόνα ότι το παιδί πρέπει πρώτα να ολοκληρωσει τις σχολικές εργασίες, πριν βγείτε έξω για μια βόλτα.

Αποφύγετε να πιέζετε το παιδί σας. Αν πείτε στο παιδί σας, «Τι; Γιατί δεν το καταλαβαίνεις; Τι συνέβη και δεν πήρες άριστα; Αφού τα είχαμε κάνει, τα είχαμε διαβάσει», το παιδί σας θα αισθάνεται ότι πρέπει να είναι τέλειο. Μπορεί ακόμα να σκεφτεί ότι δεν έχει σημασία όσο καλά κι αν τα κάνει, ποτέ δεν θα μετρήσει αρκετά. Μερικά παιδιά μπορεί ακόμη και να εγκαταλείψουν την προσπάθεια. Είναι καλύτερο να ενθαρρύνετε το παιδί σας να αναλάβει τη φροντίδα των ευθυνών του στο σχολείο, και να κάνει το καλύτερο που μπορεί.

Επαινέστε το παιδί σας για τα επιτεύγματά του, και θα αισθάνεται αυτοπεποίθηση, κίνητρο, και θα έχετε επιτύχει περισσότερα.

Αποφύγετε την αντίδραση με αρνητικό τρόπο αν παίρνει μια κακή βαθμολογία. Αν βρείτε ένα έγγραφο με αρνητικό σχόλιο από την δασκάλα/ο στο τετράδιό του, σκεφτείτε ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν πολλές εξηγήσεις γι’ αυτό, και σκεφτείτε ότι μπορείτε να τον βοηθήσετε να τα κάνει καλύτερα την επόμενη φορά. Ρωτήστε το παιδί σας τι σκέφτεται, τι συνέβη, και να είστε έτοιμοι να βοηθήσετε. Μπορείτε να ρωτήσετε, «Πιστεέυεις ότι έχεις διαβάσει αρκετά; Θα θελες να σε βοηθήσω;»

Πάντα να στηρίζετε το παιδί σας όταν υπάρχει πρόβλημα. Αν έρχεται στο σπίτι αναστατωμένο επειδή ο δάσκαλος του φώναξε, προτιμείστε να πείτε, «είμαι σίγουρη/ος ότι δεν αισθάνεσαι καλά που σου φώναξε/μάλωσε ο δάσκαλος. Έλα να καταλάβουμε τι συνέβη και να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να το διορθώσουμε.» Αποφύγετε να συμφωνήσετε αμέσως με το δάσκαλο.

Η αυτο-ανάλυση είναι ζωτικής σημασίας. Εάν εξετάσετε τα δικά σας συναισθήματα για το σχολείο, θα είστε σε θέση να παρακολουθείσετε τις αντιδράσεις σας πιο αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, αν οι γονείς σας σας τιμώρησαν για κάποια αποτυχία που είχατε, πάτε ένα βήμα πίσω και σκεφτείτε πώς αισθανθήκατε. Τι ήθελαν οι γονείς σας να κάνετε; Πιθανόν να θέλατε την υποστήριξη και τη βοήθειά τους. Στη συνέχεια, αν το παιδί σας αποτύχει, ανακαλέστε και προσπαθήστε να επιλέξετε ένα πιο θετικό τρόπο για να απαντήσετε.

Παρέχετε αισιοδοξία. Διαβεβαιώστε το ότι κάθε παιδί έχει πρόβλημα στο σχολείο κατά καιρούς. Μεταφέρετε στο παιδί σας ότι πιστεύετε ότι όλα μπορεί να πάνε καλύτερα.

Είναι πολύ σημαντικό να μεταφέρετε τα ακόλουθα μηνύματα στο παιδί σας: Δεν χρειάζεται να είναι τέλειο, αλλά είναι σημαντικό να δουλέψει σκληρά στο σχολείο. Αν έχει κάποιο πρόβλημα ότι μπορεί να έρθει σε εσάς. Ότι θα προσπαθήσετε πάντα να βοηθήσετε. Ότι πιστεύετε στο παιδί σας και ότι έχει την άνευ όρων αγάπη σας. Ρυθμίζοντας αυτή τη βασική προσέγγιση, θα διαπιστώσετε ότι το παιδί σας θα απολαμβάνει το σχολείο και θα πετύχει.

Η αγάπη είναι πολύ καλύτερος δάσκαλος από την βία

Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο σε όλους τους ανθρώπους που νομίζουν ότι ΄ μια καλή ξυλιά είναι ότι χρειάζεται ένα παιδί για να σταματήσει να φέρεται ανόητα΄. Το λέω με την λαϊκή έκφραση που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι στον δρόμο επειδή έτσι την ακούω σε σχολεία, παιδικές χαρές, πάρκα και σε κοινωνικά δίκτυα. Το λέω με αυτόν τον τρόπο γιατί πιστεύω πως έτσι αντανακλά το πόσο λυπητερό είναι.

Προερχόμαστε από ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο τα παιδιά απαγορεύεται να ανοίξουν το στόμα τους, σε ένα μίγμα συστημάτων το οποίο αποπροσανατολίζει τους γονείς και δημιουργεί χάος στις σχέσεις των παιδιών. Μια μορφή του Πύργου της Βαβέλ όπου κυριαρχεί ο σχετικισμός. Όλα μπορεί να είναι καλά και όλα μπορεί να είναι κακά. Όλα εξαρτώνται.

Δεν είναι όλα αμφισβητήσιμα. Όπως σε κάθε περιβάλλον, στην εκπαίδευση υπάρχουν κόκκινες γραμμές οι οποίες δεν πρέπει να περαστούν. Μία από αυτές είναι η βία.

Μια “ξυλιά” είναι βία
«Δεν χτυπάω το παιδί μου. Μόνο του δίνω μια ξυλιά μια στο τόσο ώστε να συμπεριφέρεται σωστά και να μην ξεχνάει ποιος κάνει κουμάντο.» «Στην πραγματικότητα πονάω περισσότερο εγώ από ότι εκείνο.» «Δε μου αρέσει, αλλά κάποιες φορές δεν έχω επιλογή.» Λοιπόν, πρώτα από όλα αν διδάξουμε σε ένα παιδί πως η βία ανεξάρτητα από το είδος της εξυπηρετεί στην επίτευξη ενός σκοπού, αυτό θα μάθει.

Να έχετε στο μυαλό σας πως οι πράξεις είναι αυτές που εκπαιδεύουν περισσότερο τους μικρούς. Δεν υπάρχει τίποτα που να διδάσκει γρηγορότερα ή καλύτερα από τα παραδείγματα που τους δίνετε.

Επίσης, πιθανόν είναι να μην τους αρέσει να χτυπάνε τους συνεργάτες τους αργότερα, αλλά θα σκεφτούν πως οι εκπαιδευτές τους, οι γονείς ή οι δάσκαλοι επίσης το έκαναν. Στην πραγματικότητα το έκαναν αυτό , παρόλο που τους αγαπούσαν πολύ. Τότε, αυτός είναι ένας λόγος να το χρησιμοποιήσουν σε ανθρώπους που δεν συμπαθούν και πολύ, σωστά;

«Κάποιες φορές δεν έχω επιλογή.» Αυτή η φράση συνδέει την βία με την απογοήτευση. Σε αυτή την ξυλιά, ο γονιός βλέπει την απογοήτευση στον σκοπό που δεν κατάφερε να πετύχει με άλλα μέσα. Σε πολλές περιπτώσεις, οργή είναι κρυμμένη μέσα σε αυτή την πράξη λόγω της ανάγκης να περάσει κάτι δυσάρεστο. Ένα συναίσθημα που χρειάζεται περισσότερη ενέργεια για την απελευθέρωση του και επομένως ένα δυνατότερο χτύπημα.

Μια “ξυλιά” είναι λυπητερή.
Είναι λυπητερή, επειδή προκαλεί πόνο. Είναι λυπητερή επειδή παράγει φόβο. Λυπητερή επειδή προκαλεί δάκρυα. Μπορεί ακόμα να προκαλέσει όλα τα παραπάνω ταυτόχρονα, χωρίς να αφήσει κανένα μάθημα. Αυτή η τιμωρία, όπως όλες οι τιμωρίες, εστιάζει στην αρνητικότητα, κάτι το οποίο υποτίθεται ότι δεν πρέπει να κάνετε. Ένα χτύπημα δεν προκαλεί εναλλακτική συμπεριφορά. Μπορεί να δηλώνει πως δεν πρέπει να χτυπούν τους συμμαθητές ή τους φίλους, αλλά δεν διδάσκει στα παιδιά πώς να αντιμετωπίσουν μια κριτική ή ένα αρνητικό σχόλιο.

Με αυτό τον τρόπο, το παιδί μπορεί να φτάσει από το να χτυπά στο να απειλεί, να κάνει διακρίσεις, να απομονώνει ή να προσβάλλει τους άλλους. Επίσης, θα λάβει φωνές, ξυλιές ή χτυπήματα για τις παραπάνω συμπεριφορές και θα συνεχίσει να μην ξέρει πώς να συμπεριφερθεί στον κόσμο.

Δικαιολογώντας την βία με την “εμπειρία”
Άλλο συνηθισμένο σχόλιο είναι «Με χτύπησαν και αποδείχθηκε εντάξει.» Ευτυχώς, κάποιες φορές οι άνθρωποι είναι εντάξει “παρόλο” κάποιων συγκεκριμένων συμπεριφορών αντί “χάρη σε αυτών.” Υπήρξε μάλλον κάποιος που τους δίδαξε ή κάποιος που θα μπορούσαν να παρατηρήσουν για να μάθουν πως πετυχαίνονται τα πράγματα. Πώς να μην χρησιμοποιούν την βία ως μορφή διαπραγμάτευσης.

Να έχετε στο μυαλό σας πως αυτό είναι το θέμα, τίποτα άλλο. Ευτυχώς, είναι πολύ σπάνιο να έχει κάποιος τραύμα από ένα χτύπημα. Αλλά αυτό που προσπαθώ να πω είναι πως μπορείτε να εκπαιδεύσετε ένα παιδί σωστά χωρίς βία. Ωστόσο, απαιτεί περισσότερη προσπάθεια, περισσότερη υπομονή, περισσότερη σκέψη και χρόνο που πρέπει να μοιραστείτε με το παιδί. Ποιοτικό χρόνο, όχι μόνο τον χρόνο που σας μένει μετά την δουλειά, μετά από τον καθαρισμό του σπιτιού, μετά το σιδέρωμα ή μετά από τα ψώνια.

Απαιτεί να δώσετε προσοχή στο τι κάνουν, όχι μόνο σε αυτά που υπερβαίνουν τα όρια της ευαισθησίας και σας ενοχλούν. Αυτά που τους λέτε όχι μόνο όταν δεν συμπεριφέρονται σωστά ή όταν εξαντλούν την υπομονή σας.

Αν το κάνετε αυτό, οι ξυλιές θα εξαφανιστούν, επειδή δεν θα είναι αναγκαίες. Δεν θα χρειάζεστε τόσο δραστικά μέτρα ώστε να ισιώσετε τον κορμό ενός δέντρου που έχει λυγίσει πάρα πολύ. Αντιθέτως, θα το έχετε κάνει με αγάπη, σε κάθε ίντσα του που έχει μεγαλώσει.

Αυτό δεν θα πληγώνει κανέναν. Σκεφτείτε, υπάρχει κάτι πιο όμορφο από αυτό; Επιπλέον, τα παιδιά έχουν και αυτά τις δικές τους σημαντικές υποθέσεις…

Χωρίς την επιλογή της κόλασης, ο παράδεισος θα είναι σκέτη κόλαση

Για μένα, το μόνο που χρειάζεται να επιτευχθεί είναι το να είσαι αθώος. Να είσαι αθώος και το θεϊκό κυλάει σ’εσένα, γεμάτο ευδαιμονία. Αθωότητα είναι η ικανότητα να παίρνεις, είναι η ικανότητα να είσαι τού θεϊκού. Να είσαι αθώος και ο επισκέπτης βρίσκεται εκεί. Εσύ γίνε ο οικοδεσπότης.

Αυτή η αθωότητα δεν μπορεί να καλλιεργηθεί, επειδή η καλλιέργεια είναι πάντοτε μια επινόηση, είναι υπολογισμένη. Η αθωότητα δεν μπορεί ποτέ να είναι υπολογισμένη. Αυτό είναι αδύνατον!

Η αθωότητα είναι θρησκευτικότητα. Τo να είσαι αθώος είναι η κορύφωση της αληθινής πραγμάτωσης.

H αληθινή αθωότητα όμως έρχεται μόνο μέσα από μια συνειδητή επανάσταση. Δεν είναι δυνατόν να έρθει μέσα από οποιαδήποτε ασυνείδητη, συλλογική εξέλιξη. O άνθρωπος είναι μόνος. Είναι ελεύθερος να επιλέξει τον παράδεισο ή την κόλαση, τη ζωή ή το θάνατο, την έκσταση της πραγμάτωσης ή τη δυστυχία της λεγόμενης ζωής.

O Σαρτρ λέει κάπου: «Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος.» Μπορείς να επιλέξεις είτε τον παράδεισο είτε την κόλαση. Ελευθερία σημαίνει ότι μπορείς να επιλέξεις είτε το ένα είτε άλλο.

Αν μπορείς να επιλέξεις μόνο τον παράδεισο, τότε δεν υπάρχει επιλογή. Χωρίς την επιλογή της κόλασης, ο παράδεισος θα είναι σκέτη κόλαση. Επιλογή σημαίνει πάντοτε είτε αυτό είτε το άλλο. Δεν σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος να επιλέξεις μόνο το καλό. Τότε, δεν θα υπήρχε ελευθερία.

Αν επιλέξεις λάθος η ελευθερία γίνεται καταδίκη. Αν όμως επιλέξεις σωστά, τότε γίνεται ευδαιμονία. Εξαρτάται από σένα το αν η επιλογή σου μετατρέψει την ελευθερία σου σε καταδίκη ή σε ευδαιμονία. Η επιλογή είναι απολύτως δική σου ευθύνη.

Αν είσαι έτοιμος, τόνε μπορεί να αρχίσει από τα βάθη σου μια καινούργια διάσταση – η διάσταση της επανάστασης. Τώρα χρειάζεται μια επανάσταση, να σου ανοίξει καινούργιους ορίζοντες σ’ αυτό που βρίσκεται πιο πέρα.

Είναι μια ατομική επανάσταση,
μια εσωτερική επανάσταση.

Σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας: Γιατί αργούμε συστηματικά στα ραντεβού, στην εργασία, στα ταξίδια;

Ο Σκωτσέζος Jim Dunbar διαγνώσθηκε με σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας.

Άργησε ακόμη και στο ραντεβού με τους γιατρούς που του έκαναν τη διάγνωση.

Οι γιατροί ανέφεραν ότι το πρόβλημα του προκαλείται από το ίδιο τμήμα του εγκεφάλου, που ευθύνεται για τη διάσπαση προσοχής και την υπερκινητικότητα. (ADHD).

Όπως εξηγούν οι ειδικοί, οι αργοπορημένοι αδυνατούν να υπολογίσουν το χρόνο που χρειάζονται για κάθε δραστηριότητα.

Αυτό συμβαίνει γιατί αντιλαμβάνονται το χρόνο διαφορετικά.

Η συγγραφέας του βιβλίου Never Be Late Again καθηγήτρια Diana DeLonzo, έκανε ένα τεστ για να δει πώς αντιλαμβάνονται τον χρόνο όσοι αργούν και όσοι είναι συνεπείς.

Ζήτησε από τους συμμετέχοντες να διαβάσουν απόσπασμα από ένα βιβλίο και όταν θεωρήσουν ότι έχουν περάσει 90 δευτερόλεπτα να σταματήσουν.

Οι «αργοπορημένοι» συνέχιζαν να διαβάζουν ενώ οι συνεπείς είχαν σταματήσει σχετικά κοντά στα 90 δευτερόλεπτα.

Μελέτη του Πανεπιστημίου του Σαν Φρανσίσκο, στην οποία συμμετείχαν 225 άτομα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι περίπου το 17% των ανθρώπων πάσχει από το σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας, καθώς δεν ελέγχει σωστά το χρόνο, τις προτεραιότητες, τις ειδικές συνθήκες και φυσικά οι περισσότεροι από αυτούς είναι ιδιαίτερα αγχωτικοί.

«Οι άνθρωποι με σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας παλεύουν με το άγχος, την διάσπαση προσοχής, την αμφιθυμία ή άλλες εσωτερικές ψυχολογικές καταστάσεις», ανέφερε η Pauline Wallin, ψυχολόγος στο Camp Hill, Pennsylvania.

Η επικεφαλής της έρευνας Diana DeLonzo χώρισε τους ανθρώπους που αργούν σε τέσσερις κατηγορίες.

-Ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων εξιτάρεται από το γεγονός ότι κάνουν κάτι την τελευταία στιγμή. Ανεβαίνει η αδρεναλίνη τους, κάτι που τους δίνει κίνητρο να ενεργήσουν.
-Άλλοι προγραμματίζουν πολλές δραστηριότητες σε μικρό χρονικό διάστημα και έτσι δεν τις προλαβαίνουν όλες.
- Κάποιοι αφαιρούνται πολύ εύκολα και σπαταλάν το χρόνο,
-και τέλος κάποιοι ικανοποιούνται όταν «στήνουν» τους άλλους.

Επίσης σε έρευνα του Πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο στις ΗΠΑ, διαπιστώθηκε ότι όσοι κάνουν πολλές εργασίες συνήθως καθυστερούν εξαιτίας των πολλών υποχρεώσεων. Λογικό.

Ωστόσο η «καθυστέρηση» μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις ακόμη και στην οικονομία. Σύμφωνα με στοιχεία του ABC news, ετησίως χάνονται από την παραγωγική διαδικασία 90 δισεκατομμύρια δολάρια εξαιτίας της καθυστέρησης των εργαζομένων.

Παρ’ όλα αυτά τα σύνδρομο δεν έχει γίνει ακόμα αποδεκτό ως ασθένεια. «Η χρόνια αργοπορία, δεν έχει ενταχθεί στον Οδηγό Ψυχικών Νόσων της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, συνεπώς δεν είμαι σίγουρη αν στα αλήθεια συνιστά ιατρικό πρόβλημα ή απλώς μια κακή συνήθεια», εξήγησε η ψυχοθεραπεύτρια Σέρι Τζέικομπσον, διευθύντρια στην Κλινική Ψυχοθεραπείας Harley, στο Λονδίνο.

Προφανώς δε αντιλαμβάνεται ότι και αυτή, καθυστερεί να την αναγνωρίσει ως ασθένεια που χρειάζεται κάποιου είδους θεραπεία.

Γιατί δεν μπορούμε να φανταστούμε το θάνατό μας;

Σχεδόν καθένας έχει την τάση να φαντάζεται ότι ο νους θα εξακολουθεί να υπάρχει μετά τον θάνατο του σώματος. Ακόμα και οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι ο νους παύει να υπάρχει κατά τον θάνατο, εμφανίζουν αυτού του τύπου τη δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέχεια όπως δείχνουν κάποιες έρευνες. Εκτός από το να είναι ένα παραπροϊόν της θρησκείας ή ένα καταφύγιο ψυχολογικής ασφάλειας, τέτοιες πεποιθήσεις προέρχονται από την βαθύτερη φύση της συνείδησής μας.

Καθένας αναρωτιέται πως και από πού προήλθε.

Καθένας αναρωτιέται για το που θα πάει όταν όλα θα τελειώσουν.
Αλλά κανένας δεν ξέρει στα σίγουρα και έτσι όλα είναι το ίδιο για μένα.
Νομίζω, θα αφήσω απλά το μυστήριο να υπάρχει.

Everybody’s wonderin’ what and where they all came from.
Everybody’s worryin’ ’bout where they’re gonna go when the whole thing’s done.
But no one knows for certain and so it’s all the same to me.
I think I’ll just let the mystery be.


Θα μας φαίνεται ίσως το ίδιο αλλόκοτο το ότι νιώθουμε προδιατεθειμένοι να γείρουμε το κεφάλι μας συμφωνώντας στον πικρόγλυκο υπαινιγμό που εκφράζουν τα λόγια του παραπάνω ιρλανδικού τραγουδιού, του ταπεινού αυτού παιάνα για το μεταθανάτιο μυστήριο.

Στην πραγματικότητα, το πραγματικό μυστήριο είναι το γιατί είμαστε τόσο πεπεισμένοι για το ότι η ερώτησή μας, που θα πάμε ‘όταν όλα θα τελειώσουν’, αποτελεί ένα μυστήριο. Άλλωστε, ο εγκέφαλος είναι σαν οποιοδήποτε άλλο όργανο: ένα τμήμα του φυσικού μας σώματος. Και ο νους είναι η λειτουργία που επιτελεί ο εγκέφαλος, είναι πιο πολύ ένα ρήμα παρά ένα ουσιαστικό. Γιατί λοιπόν αναρωτιόμαστε για το που θα πάει ο νους μας όταν το σώμα θα πεθάνει; Δεν θα έπρεπε να μας είναι προφανές ότι και ο νους θα πεθάνει;

Υπάρχουν ωστόσο άνθρωποι σε κάθε πολιτισμό που πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή κάποιου είδους, ή το λιγότερο, δεν είναι καθόλου σίγουροι για το τι συμβαίνει με το νου μετά τον θάνατο. Και τέτοιες μη λογικές πεποιθήσεις, αντί ή εκτός από το να είναι προϊόντα της θρησκείας ή να μας προφυλάσσουν από τον τρόμο της ανυπαρξίας, αποτελούν ένα αναπόφευκτο παραπροϊόν της αυτοσυνείδησης. Γιατί δεν έχουμε ποτέ βιώσει το να μην έχουμε συνείδηση, εφόσον η συνείδηση προϋποθέτει το να βιώνει κανείς κάτι, δεν μπορούμε να φανταστούμε πως μοιάζει το να είναι κανείς πεθαμένος. Κι εκεί βρίσκεται το πρόβλημα.

Η κοινή θέαση για τον θάνατο ως ένα μεγάλο μυστήριο συνήθως αψηφάται σαν μια συναισθηματικά φορτισμένη επιθυμία να πιστέψουμε ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος της πορείας μας. Και πράγματι, μια διαπρεπής σχολή έρευνας στην κοινωνική ψυχολογία που καλείται Θεωρία Διαχείρισης Τρόμου (Terror Management Theory) ισχυρίζεται πως οι μεταθανάτιες πεποιθήσεις, όπως επίσης λιγότερο προφανείς πεποιθήσεις, συμπεριφορές και νοοτροπίες, υπάρχουν για να κατευνάσουν αυτό που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν παραλυτικό άγχος για την ανυπαρξία του εγώ.

Για τους συνηγόρους αυτής της θεωρίας, διαθέτουμε ένα μυστικό οπλοστάσιο ψυχολογικών αμυνών που είναι σχεδιασμένες να κρατούν κρυφό στο ντουλάπι το άγχος που έχουμε για τον θάνατο. Ακόμα και το παρόν άρθρο θα μπορούσε να θεωρηθεί από τους θιασώτες αυτής της θεωρίας ως μια άσκηση συμβολικής αθανασίας, για να διατηρηθούν οι ιδέες που εκφράζει στην αιωνιότητα ως υποκατάστατο της αθανασίας του βιολογικού οργανισμού που το συνέθεσε.

Ωστόσο, ένας μικρός αριθμός από ερευνητές επιχειρηματολογούν ότι η εξέλιξη της αυτοσυνείδησης έχει θέσει ένα διαφορετικού είδους πρόβλημα στο σύνολό του. Σύμφωνα με τη θέση αυτή, οι πρόγονοί μας υπέφεραν από την ακλόνητη ψευδαίσθηση ότι οι νόες τους ήταν αθάνατοι και ακριβώς αυτόν τον τεράστιο παραλογισμό έχουμε κληρονομήσει από εκείνους. Κάθε ξεχωριστό ανθρώπινο ον, εξαιτίας της εξελιγμένης γνωσιακής του αρχιτεκτονικής, έχει πρόβλημα στο να συλλάβει εννοιολογικά την ψυχολογική του ανυπαρξία.

Περίεργα αθάνατος

Το πρόβλημα ισχύει ακόμα και σε εκείνους που ισχυρίζονται ότι δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή. Όπως έγραψε ο φιλόσοφος και ιδρυτής του Κέντρου για τον Νατουραλισμό (Center for Naturalism) Thomas W. Clark σε άρθρο του για το περιοδικό Humanist το 1994:

Εδώ… είναι το πώς βλέπουμε το όλο ζήτημα: Όταν πεθαίνουμε, αυτό που έπεται είναι το τίποτα. Ο θάνατος είναι μια άβυσσος, μια μαύρη τρύπα, το τέλος της εμπειρίας. Είναι μια αιώνια ανυπαρξία, η οριστική εξάλειψη της ύπαρξης. Κι εδώ, σε ένα καρυδότσουφλο, βρίσκεται το λάθος που περιλαμβάνεται στη θέαση αυτή: το ότι την αφαίρεση της ανυπαρξίας, την κάνουμε μια θετική κατάσταση ή ποιότητα (για παράδειγμα, αυτή της ‘μαυρότητας’) και μετά τοποθετούμε το άτομο μέσα σ’ αυτήν μετά τον θάνατο, έτσι ώστε με κάποιον τρόπο να πέσουμε στην ανυπαρξία και να παραμείνουμε εκεί αιώνια.

Λάβετε υπόψη το κάπως μακάβριο γεγονός, πως ποτέ δε θα μάθετε ότι είσαστε πεθαμένος. Μπορεί να νιώσετε τον εαυτό σας να γλιστράει μακριά, αλλά δεν μοιάζει σαν να πρόκειται να υπάρχει ένα ‘εγώ’ εκεί γύρω που θα έχει τη δυνατότητα να εξακριβώσει όλα όσα συμβαίνουν με την ανυπαρξία σας. Ας υπενθυμίσουμε εδώ, πως χρειάζεται ένας εν λειτουργία εγκεφαλικός φλοιός για να φιλοξενήσει οποιουδήποτε είδους γνωσιακή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου και του γεγονότος ότι έχετε πεθάνει και εφόσον θα έχετε πεθάνει ο φυσικός σας εγκέφαλος δεν μπορεί να παράγει τίποτε. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2007 στο περιοδικό Synthese, ο φιλόσοφος του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, Shaun Nichols το έθεσε κάπως έτσι: Όταν προσπαθώ να φανταστώ την ατομική μου μη ύπαρξη πρέπει να φανταστώ πως αντιλαμβάνομαι ή γνωρίζω για τη μη ύπαρξή μου. Καθόλου περίεργο το ότι εδώ υπάρχει ένα πρόσκομμα!

Αυτή η παρατήρηση ίσως να μην ακούγεται σαν κάποια μεγάλη αποκάλυψη, αλλά ίσως αυτό ισχύει για όποιον δεν έχει σκεφτεί τι πραγματικά σημαίνει, το οποίο είναι πως η θνητότητα του καθενός από εμάς είναι ένα γεγονός που αναφέρεται και αφορά σε πρώτο πρόσωπο, είναι δηλαδή ένα συμβάν που αφορά στο υποκείμενο. Αυτό είναι το πρόσκομμα που έκανε τον συγγραφέα Wolfgang von Goethe να σημειώσει, όπως λέγεται, ότι καθένας κουβαλάει την απόδειξη της δικής του αθανασίας μέσα στον εαυτό του.

Ακόμα και όταν θέλουμε να πιστέψουμε ότι ο νους μας τελειώνει με τον θάνατο, είναι πραγματικά δύσκολο να το σκεφτούμε με αυτόν τον τρόπο. Μια έρευνα που δημοσίευσε ο συγγραφέας του παρόντος άρθρου (Jesse Bering) το 2002 στο περιοδικό ‘Journal of Cognition and Culture’ (Περιοδικό για τη Νόηση και τον Πολιτισμό) αποκαλύπτει ότι η ψευδαίσθηση της αθανασίας λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό στους νόες των προπτυχιακών φοιτητών που ρωτήθηκαν μια σειρά από ερωτήσεις αναφορικά με τα ψυχολογικά χαρίσματα ενός πεθαμένου ατόμου.

Ο Richard, είπε ο Jesse Bering στους φοιτητές, σκοτώθηκε ακαριαία όταν το όχημά του σφηνώθηκε σε έναν στύλο. Οι συμμετέχοντες διάβασαν μια διήγηση που αφορούσε τη νοητική κατάσταση του Richard ακριβώς πριν γίνει το ατύχημα και στη συνέχεια ρωτήθηκαν για το εάν ο άντρας, τώρα που ήταν νεκρός, διατηρούσε την δυνατότητα να βιώνει νοητικές καταστάσεις. Εξακολουθεί ο Richard να σκέφτεται τη γυναίκα του; ρώτησε τους φοιτητές. Εξακολουθεί να νιώθει τη γεύση της μέντας που έτρωγε ακριβώς λίγο πριν πεθάνει; Θέλει να είναι ζωντανός;

Τα βλέμματα που εισέπραξε ο ερευνητής ήταν περίεργα, εφόσον προφανώς δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι που σταματούν για να σκεφτούν αν οι ψυχές σιχαίνονται τις άσχημες γεύσεις, αν νιώθουν πόθο ή αν παθαίνουν πονοκέφαλο. Ωστόσο, οι περισσότεροι έδωσαν απαντήσεις που είναι ενδεικτικές της πεποίθησης και δικαιολόγησης για ψυχολογική συνέχεια, στις οποίες φαντάστηκαν τον νου του Richard να εξακολουθεί να λειτουργεί παρά τον θάνατό του. Το εύρημα αυτό δεν προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη δεδομένου ότι, σε μια ξεχωριστή κλίμακα, οι περισσότεροι συμμετέχοντες έθεσαν τον εαυτό τους στην κατηγορία αυτών που έχουν πίστη για κάποιου είδους μεταθανάτιο ζωή.

Αυτό όμως που ήταν εντυπωσιακό ήταν το ότι πολλοί συμμετέχοντες που είχαν ταυτοποιήσει τους εαυτούς τους ως έχοντες ‘εξαλειπτικές’ πεποιθήσεις (είχανε σημειώσει το κουτάκι που έγραφε Αυτό που πιστεύουμε ως ‘η ψυχή’ ή η συνειδητή προσωπικότητα ενός ατόμου, παύει οριστικά όταν το σώμα πεθαίνει) περιστασιακά έδωσαν απαντήσεις που ήταν σύμφωνες με την ψυχολογική συνέχεια. Το τριάντα τρία τοις εκατό των απαντήσεων των οπαδών του εξαλειπτικού υλισμού πρόδωσε τις κρυμμένες τους δικαιολογήσεις για το ότι τα συναισθήματα και οι επιθυμίες επιβιώνουν μετά τον θάνατο. Ένα ακόμα τριάντα έξι τοις εκατό από τις απαντήσεις τους που δικαιολογούσε την ψυχολογική συνέχεια, σχετιζόταν με νοητικές καταστάσεις αναφορικά με τη γνώση, όπως η ικανότητα για μνήμες, πεποιθήσεις ή γνώσεις. Ένας ιδιαίτερα παθιασμένος θιασώτης του εξαλειπτικού υλισμού σκέφτηκε πως όλες οι ερωτήσεις ήταν γελοίες, το ίδιο και εκείνος που τις έθεσε. Ωστόσο, τόνισε ότι και βέβαια ο Richard γνωρίζει ότι έχει πεθάνει γιατί δεν υπάρχει μεταθανάτια ζωή και ο Richard το συνειδητοποίησε με τον θάνατό του.

Γιατί είναι λοιπόν τόσο δύσκολο να συλλάβουμε την ανυπαρξία; Σύμφωνα με τη γνώμη του συγγραφέα, που την ονομάζει ‘υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης’ (simulation constraint hypothesis), στην προσπάθειά μας να φανταστούμε πως είναι το να είμαστε πεθαμένοι επικαλούμαστε το υπόβαθρο που έχουμε από τα συνειδητά βιώματά μας, γιατί έτσι προσεγγίζουμε τα περισσότερα νοητικά πειράματα. Αλλά ο θάνατος δεν μοιάζει με τίποτε από όσα έχουμε ποτέ βιώσει. Γιατί ποτέ δεν έχουμε υπάρξει συνειδητά χωρίς συνείδηση, ακόμα και οι καλύτερες προσομοιώσεις που κάνουμε για την πραγματική ανυπαρξία δεν είναι αρκετά καλές.

Ακόμα και για όσους δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή, μοιάζει σα να κοιτάνε σε ένα δωμάτιο γεμάτο με καθρέφτες, αλλά αντί να γίνονται μάρτυρες ενός οπτικού τρυκ, έρχονται αντιμέτωποι με νοητικές αντηχήσεις της υποκειμενικής εμπειρίας. Στην ομιλία του ισπανού φιλόσοφου Miguel de Unamuno το 1913 με τίτλο ‘Η τραγική Έννοια της Ζωής’ (The Tragic Sense of Life), μπορεί κανείς σχεδόν να δει τον συγγραφέα να τραβάει τα μαλλιά του με προσήλωση σ’ αυτό ακριβώς το γεγονός. Προσπάθησε να νιώσεις τη συνείδησή σου με την αναπαράσταση της μη συνείδησης, γράφει, και θα αντιληφθείς το πόσο απίθανο είναι αυτό. Η προσπάθεια να κατανοήσεις κάτι τέτοιο προκαλεί την πιο ζαλιστική ναυτία.

Ίσως απαντήσετε, για στάσου. Μήπως ο Unamuno ξεχνάει κάτι; Σίγουρα έχουμε εμπειρία της ανυπαρξίας. Κάθε νύχτα, όταν βρισκόμαστε σε ύπνο δίχως όνειρα. Αλλά θα κάνατε λάθος σ’ αυτήν την υπόθεση. Ο Thomas W. Clark το θέτει κάπως έτσι: Μπορεί περιστασιακά να έχουμε την εντύπωση του ότι βιώνουμε ή υφιστάμεθα μια περίοδο μη συνειδητότητας, αλλά, βέβαια, αυτό είναι απίθανο. Αυτή η ανυπαρξία της συνείδησης δεν μπορεί να είναι μια πραγματικότητα που έχει βιωθεί.

Εάν η ψυχολογική αθανασία αναπαριστά τον διαισθητικό και φυσικό τρόπο για να σκεφτόμαστε για τον θάνατο, τότε πιθανότατα θα έπρεπε να περιμένουμε τα νεαρά παιδιά να είναι προδιατεθειμένα να σκέφτονται με τη λογική αυτή. Πολλά παιδιά σε μικρή ηλικία μπορεί να έχουν δει το αγαπημένο τους κατοικίδιο να έχει πεθάνει και θα το έχουν ίσως θάψει σε κάποιο σημείο στον κήπο. Μπορεί να σκέφτονται πως το ζωάκι μπορεί να σκεφτεί και καταλαβαίνει πόσο το αγαπούσανε και το ότι εξακολουθεί να υπάρχει δεν είναι κάτι που το έμαθαν από τους γονείς τους. Ο Gerald P. Koocher, τέως πρόεδρος της Αμερικάνικης Ψυχολογικής Ένωσης (American Psychological Association APA) είχε ρωτήσει σε μια έρευνα το 1973, που δημοσιεύτηκε στο Developmental Psychology, παιδιά με ηλικία μεταξύ έξι και δεκαπέντε ετών, σχετικά με το τι συμβαίνει όταν κάποιος πεθαίνει. Πολλές από τις απαντήσεις που πήρε βασιζόντουσαν στις καθημερινές εμπειρίες για να περιγράψουν τον θάνατο, με αναφορές στον ύπνο, στην αίσθηση γαλήνης, ή απλά στο να είναι κάποιος πολύ ζαλισμένος.

Αποσύνδεση νου και σώματος

Αλλά η έρευνα του Koocher δεν αναφέρει για το από πού προέρχονται τέτοιες ιδέες. Η υπόθεση Simulation Constraint θεωρεί πως αυτού του είδους η σκέψη είναι έμφυτη και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης. Ευτυχώς, αυτή η υπόθεση είναι διαψεύσιμη (σύμφωνα με τον φιλόσοφο της επιστήμης Carl Popper, μια υπόθεση, πρόταση ή θεωρία είναι επιστημονική, μονάχα εφόσον είναι διαψεύσιμη, δηλαδή είναι δυνατόν να διαψευσθεί από κάποια παρατήρηση ή πείραμα). Εάν οι πεποιθήσεις για τη μεταθανάτιο ζωή αποτελούν ένα προϊόν πολιτισμικής κατήχησης, με τα παιδιά να προσλαμβάνουν τις ιδέες αυτές μέσα από τις θρησκευτικές διδασκαλίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή να πληροφορούνται από την οικογένεια και τους φίλους τους, τότε κάποιος θα προέβλεπε λογικά πως η λογική της ψυχολογικής συνέχειας θα μειωνόταν με το πέρασμα του χρόνου. Εκτός από το να γίνονται πιο ενήμερα για τη δική τους θνητότητα, τα μεγαλύτερα παιδιά έχουν μια μεγαλύτερη περίοδο έκθεσης στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής.

Στην πραγματικότητα, πρόσφατες έρευνες δείχνουν το αντίθετο μοτίβο ανάπτυξης. Σε μια έρευνα του 2004 που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αναπτυξιακή Ψυχολογία (Developmental Psychology), ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου Atlantic της Φλόριντα, David F. Bjorklund και ο Jesse Bering παρουσίασαν ένα θέατρο με κούκλες σε 200 παιδιά με ηλικίες από τριών μέχρι δώδεκα ετών. Κάθε παιδί παρακολούθησε την ιστορία ενός μικρού ποντικιού, του Baby Mouse, που περιφερόταν ανέμελα στο δάσος. Και τότε, σύμφωνα με την ιστορία, ο ποντικός πρόσεξε κάτι πολύ περίεργο. Οι θάμνοι άρχισαν να κινούνται! Ένας αλιγάτορας πηδάει μέσα από τους θάμνους και τον καταβρόχθισε ολόκληρο. Ο Baby Mouse δεν είναι πλέον ζωντανός.

Aκριβώς όπως οι ενήλικοι από την προαναφερόμενη έρευνα, τα παιδιά ρωτήθηκαν σχετικά με τις ψυχολογικές λειτουργίες του πεθαμένου Baby Mouse. Θέλει ακόμα ο Baby Mouse να γυρίσει σπίτι του; ρωτήθηκαν τα παιδιά. Νιώθει ακόμα άρρωστος; Μπορεί ακόμα να μυρίσει τα λουλούδια; Τα νεαρότερα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα, αυτά που ήταν από τριών έως πέντε ετών, ήταν πολύ πιο πιθανό να δώσουν απαντήσεις που σχετιζόντουσαν με την ψυχολογική συνέχεια απ’ ότι τα παιδιά που άνηκαν σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.

Αλλά εδώ βρίσκεται εάν πραγματικά περίεργο σημείο. Ακόμα και τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας είχαν μια στέρεη αντίληψη της βιολογικής παύσης. Γνώριζαν, για παράδειγμα, πως ο νεκρός Baby Mouse δε χρειαζόταν πλέον νερό και τροφή. Γνώριζαν πως δε θα μεγάλωνε για να γίνει ένα ενήλικο ποντίκι. Το 85 τοις εκατό από τα νεαρότερα παιδιά είπαν ακόμα πως ο εγκέφαλος του ποντικού είχε πάψει να λειτουργεί. Ωστόσο, τα περισσότερα από αυτά τα πολύ μικρά σε ηλικία παιδιά δήλωσαν στη συνέχεια πως ο νεκρός Baby Mouse πεινούσε ή διψούσε, πως ένιωθε καλύτερα ή ακόμα πως εξακολουθούσε να είναι θυμωμένος με τον αδελφό του.

Δε θα μπορούσε να πει κανείς πως τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας δεν κατείχαν την έννοια του θανάτου, γιατί σχεδόν όλα τα παιδιά αντιλήφθηκαν πως οι βιολογικές προσταγές έπαψαν να υφίστανται μετά τον θάνατο. Μάλλον, φαίνεται πως είχαν πρόβλημα στο να χρησιμοποιήσουν αυτή τους τη γνώση για να βγάλουν θεωρητικά πορίσματα σχετικά με τις νοητικές λειτουργίες.

Από μια εξελικτική σκοπιά, μια συνεπής θεωρία αναφορικά με τον ψυχολογικό θάνατο δεν είναι αναγκαία βιώσιμη. Ο ανθρωπολόγος H. Clark Barrett του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, πιστεύει αντ’αυτού πως η κατανόηση της βιολογικής παύσης (για παράδειγμα, πως ένα νεκρό πλάσμα δεν πρόκειται ξαφνικά να σηκωθεί και να σε δαγκώσει) είναι πιθανότατα αυτό που έσωσε ζωές και πέρασε στα γονίδια. Σύμφωνα με τον Barrett, η αντίληψη της παύσης του νου, από την άλλη μεριά, δεν είναι από εξελικτικής απόψεως αναγκαία.

Σε μια έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cognition, ο Barrett και η ψυχολόγος Tanya Behne από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στην Αγγλία ανέφεραν πως τετράχρονα παιδιά που ανατράφηκαν στην πόλη του Βερολίνου ήταν το ίδιο καλά στο να διακρίνουν τα κοιμισμένα από τα νεκρά ζώα όσο καλά ήταν τα παιδιά κυνηγοί που προερχόντουσαν από την περιοχή Shuar του Εκουαδόρ. Ακόμα και τα σύγχρονα παιδιά φαίνονται πως είναι καλά συντονισμένα με τα αντιληπτικά σημεία που σηματοδοτούν τον θάνατο.

Ο πολιτισμικός παράγοντας

Από τη μια μεριά, σε μια πολύ νεαρή ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται πως τα νεκρά σώματα δεν πρόκειται να επανέλθουν στη ζωή. Από την άλλη μεριά, επίσης σε πολύ νεαρή ηλικία, τα παιδιά συνδέουν τον θάνατο με συνεχιζόμενες ψυχολογικές λειτουργίες. Που λοιπόν συναντούνται οι πολιτισμικές καταβολές και οι θρησκευτικές διδαχές;

Στην πραγματικότητα, η έκθεση στην έννοια της μεταθανάτιας ζωής παίζει έναν σημαντικό ρόλο στον εμπλουτισμό και στην επεξεργασία της φυσικής γνωσιακής υπόθεσης, είναι κάτι σαν μια σκαλωσιά για αρχιτέκτονες όπου οι πολιτισμικές καταβολές αναπτύσσουν και διακοσμούν τους ενδογενείς ψυχολογικούς δομικούς λίθους των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Το τελικό προϊόν μπορεί να είναι όσο φανταχτερό ή ασκητικό θέλει κανείς, από τις πεποιθήσεις για τη μετενσάρκωση των οπαδών του Βουδισμού μέχρι κάποιου απλού ανθρώπου που πιστεύει ότι απλά υπάρχει κάτι μετά από τον θάνατο.

Για να υποστηρίξουν την ιδέα για πολιτισμικές επιδράσεις στη φυσική τάση σχετικά με την άρνηση του θανάτου του νου ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Harvard Paul Harris και η ερευνήτρια Marta Gimenez του Εθνικού Πανεπιστημίου Εκπαίδευσης από Απόσταση της Ισπανίας, έδειξαν πως όταν η διατύπωση σε συνεντεύξεις μετατρέπεται με τρόπο ώστε να περιλαμβάνει ιατρικούς ή επιστημονικούς όρους, η δικαιολόγηση για ψυχολογική συνέπεια μειώνεται. Σ’ αυτήν την έρευνα που έγινε το 2005 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Cognition and Culture, παιδιά με ηλικία από επτά μέχρι και ένδεκα ετών που προέρχονταν από τη Μαδρίτη, άκουσαν μια ιστορία σχετικά με έναν παπά που είπε σ’ ένα παιδί ότι η πεθαμένη γιαγιά του είναι παρέα με τον Θεό. Τα παιδιά αυτά ήταν περισσότερο πιθανό να αποδώσουν συνεχιζόμενες νοητικές καταστάσεις σε αυτούς που είχαν πεθάνει από μια άλλη ομάδα παιδιών που άκουσαν μια πανομοιότυπη ιστορία η οποία αντί για έναν παπά είχε έναν γιατρό ο οποίος έλεγε στο παιδί πως ο παππούς του ήταν νεκρός και είχε θαφτεί.

Και σε μια επανάληψη του πειράματος με τον Baby Mouse που έγινε το 2005 και που δημοσιεύτηκε στο British Journal of Developmental Psychology, ο ψυχολόγος David Bjorklund και ο συγγραφέας συνεργάστηκαν με τον ψυχολόγο Carlos Hermandez Blasi από το Πανεπιστήμιο Jaume I της Ισπανίας για να συγκρίνουν παιδιά από ένα καθολικό σχολείο με παιδιά που παρακολουθούσαν ένα δημόσιο κανονικό σχολείο στο Castellon της Ισπανίας.

Όπως και με την προηγούμενη έρευνα, μια μεγάλη πλειοψηφία από τα νεαρότερα παιδιά, δηλαδή αυτά που ήταν πέντε ως έξι χρονών, που προέρχονταν και από τα δυο εκπαιδευτικά υπόβαθρα, έδωσαν απαντήσεις για το ότι οι νοητικές καταστάσεις του νεκρού Baby Mouse επιβίωναν μετά τον θάνατο. Το είδος των μαθημάτων, οι συνήθειες στο σχολείο ή η θρησκεία δεν έδειξαν κάποια διαφορά. Όσο μεγαλύτερα ήταν ωστόσο τα παιδιά, οι πολιτισμικές καταβολές άρχιζαν να επιδρούν σε μεγαλύτερο βαθμό κι έτσι τα παιδιά από το καθολικό σχολείο έτειναν περισσότερο να δώσουν δικαιολογήσεις ψυχολογικής συνέχειας απ’ ότι τα παιδιά που προερχόντουσαν από κανονικό σχολείο. Υπήρχαν ακόμα και κάποια παιδιά με ιδέες παρόμοιες με τον εξαλειπτικό υλισμό, στην ομάδα των παιδιών που προερχόντουσαν από το κανονικό σχολείο.

Ελεύθερα πνεύματα

Το είδος των γνωσιακών περιορισμών που συζητήθηκαν νωρίτερα μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την έμφυτη αίσθηση που έχουμε για την αθανασία. Αλλά παρόλο που η ‘υπόθεση της περιορισμένης προσομοίωσης’ βοηθάει στο να εξηγηθεί το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν σε κάτι το τόσο φανταστικά παράλογο όσο η μεταθανάτια ζωή, δεν εξηγεί γιατί οι άνθρωποι βλέπουν την ψυχή να αποκολλάται από το σώμα και να επιπλέει σαν ένα αόρατο μπαλόνι γεμισμένο με ήλιο κατευθυνόμενη στο βασίλειο της αιωνιότητας. Άλλωστε, δεν υπάρχει κάτι που μας περιορίζει στο να συνεχίζουμε να έχουμε τις πεποιθήσεις μας για μεταθανάτιο ζωή συμπεριλαμβάνοντας στις πεποιθήσεις αυτές την ιδέα ότι ο νους συνεχίζει να κατοικεί στο ενταφιασμένο κρανίο και κείτεται εκεί σε μια αιώνια μακάρια ευτυχία. Αλλά σχεδόν κανένας δεν βλέπει την συνέχεια της ύπαρξης του νου με τον τρόπο αυτό.

Όταν ήμασταν ακόμα βρέφη, μάθαμε πως οι άνθρωποι δεν σταματούν να υπάρχουν απλά επειδή δεν μπορούμε να τους δούμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, τα παιδιά σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξής τους μαθαίνουν πως τα αντικείμενα διατηρούνται κι έτσι μπορεί να παίξει κανείς μαζί τους κρύβοντας αντικείμενα τα οποία τα παιδάκια στη συνέχεια τα ψάχνουν εφόσον αντιλαμβάνονται ότι συνεχίζουν να υπάρχουν. Αυτή η ψυχολογική λειτουργία μας οδηγεί στο να υποθέτουμε πως οι άνθρωποι που γνωρίζουμε βρίσκονται κάπου και κάνουν κάτι και δεν εξαφανίζονται όταν δεν είμαστε σε επαφή μαζί τους.

Για τους ανθρώπους είναι λοιπόν δύσκολο να σβήσουν αυτήν την ψυχολογική αντίληψη της διατήρησης και διάρκειας των ατόμων απλά και μόνο επειδή κάποιος ξαφνικά πεθαίνει. Αυτή η δυσκολία είναι ακόμα πιο έντονη για τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας και τους οποίους φανταζόμαστε σε συχνή βάση να εμπλέκονται σε διάφορες καθημερινές δραστηριότητες ακόμα και όταν δεν τους βλέπουμε. Έτσι, η έννοια της διατήρησης μπορεί να είναι το τελικό γνωσιακό μας εμπόδιο που δε μας αφήνει να αντιληφθούμε τον θάνατο ως κάτι το τελειωτικό. Αντίθετα, είναι πολύ πιο φυσικό να φανταζόμαστε όσους έχουν απεβιώσει σα να συνεχίζουν να υπάρχουν με κάποιον ασαφή τρόπο, σε κάποιον τόπο χωρίς να μπορούμε να τους παρατηρήσουμε, ζώντας κανονικά τις νεκρές τους ζωές.

Έρευνα: Ο ύπνος κάνει καλό στις σχέσεις

Σύμφωνα με το πανεπιστήμιο του Οχάιο αν τσακώνεστε συχνά με το ταίρι σας δοκιμάστε να κοιμηθείτε περισσότερο… 

Τα περισσότερα ζευγάρια ανά τον κόσμο συνηθίζουν να διαφωνούν και να τσακώνονται, για διάφορα θέματα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα... κάποια λίγο πιο συχνά και κάποια λίγο πιο σπάνια.

Αυτό που πολλοί δε γνωρίζουμε είναι ότι τα ζευγάρια που συνηθίζουν να τσακώνονται περισσότερο, ίσως, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό.
Την έλλειψη ύπνου!
Η αντίληψη ότι ένας καλύτερος ύπνος μπορεί να συμβάλει σ' έναν καλύτερο γάμο και μία καλύτερη σχέση δεν είναι κάτι καινούριο.

Έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που στερούνται τον ύπνο είναι πιο κακόκεφοι ενώ οι κοινωνικές τους αλληλεπιδράσεις είναι, συνήθως, πιο εχθρικές, από αυτούς που ο ύπνος τους είναι πιο επαρκής.

Οι άνθρωποι τείνουν να χρησιμοποιούν περισσότερες αρνητικές λέξεις όταν στερούνται του ύπνου. Μια μελέτη του 2014, μάλιστα, διαπίστωσε ότι οι άνδρες είχαν περισσότερες πιθανότητες να καυγαδίσουν με τις γυναίκες τους μετά από μια νύχτα διαταραγμένου ύπνου.

Ενώ μια μελέτη του 2017, έδειξε, ότι τα ζευγάρια που ανέφεραν ότι είχαν έναν κακό ύπνο, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου, στη συνέχεια υποστήριζαν ότι είχαν περισσότερους τσακωμούς, ημερησίως, από εκείνους που είχαν έναν καλύτερο ύπνο.

Αλλά η μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Οχάιο «προχώρησε» ένα βήμα παραπέρα και εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο οι συζυγικοί καυγάδες σε συνδυασμό με τη στέρηση του ύπνου μπορούν να γίνουν τοξικοί για την υγεία ενός ατόμου.

Πιο συγκεκριμένα, το ζευγάρι έδωσε δείγματα αίματος πριν και μετά τον τσακωμό.

Οι ειδικοί μέτρησαν τους δείκτες φλεγμονής, οι οποίοι συνδέονται με καρδιακές παθήσεις, καρκίνο και άλλα προβλήματα υγείας.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι έγγαμοι σύντροφοι που είχαν λιγότερο ύπνο, δεν ήταν μόνο πιο πιθανό να έχουν συγκρούσεις με το/τη σύντροφό τους, αλλά είχαν επίσης και υψηλότερα επίπεδα φλεγμονωδών πρωτεϊνών στο αίμα τους, έπειτα από αυτές τις συγκρούσεις.

Με λίγα λόγια, οι συζυγικοί τσακωμοί είναι πιο τοξικοί για το σώμα σας, όταν δεν έχετε κοιμηθεί αρκετά.

Η επικεφαλής της μελέτης, Dr. Kiecolt-Glaser αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Η έλλειψη ύπνου δεν βλάπτει μόνο τη σχέση» και συμπληρώνει «η σύγκρουση είναι σκληρή και για το σώμα».

Παρουσιάστηκε ο μεγαλύτερος και πιο λεπτομερής «χάρτης» ύλης και ενέργειας του σύμπαντος

Ένα νέο και πιο ακριβή από κάθε προηγούμενο χάρτη της ύλης του σύμπαντος δημιούργησαν οι επιστήμονες. Ο νέος χάρτης επιβεβαιώνει την ορθότητα των έως τώρα βασικών θεωριών της κοσμολογίας για την εξέλιξη του σύμπαντος, δηλαδή του μοντέλου ΛCDM ή Lambda-CDM, όπου Λάμδα είναι η κοσμολογική σταθερά με την οποία επεκτείνεται συνεχώς το σύμπαν και CDM-Cold Dark Matter είναι η κρύα σκοτεινή ύλη.
 
Σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια το 96% του σύμπαντος

Ο χάρτης (Dark Energy Survey), που παρουσιάσθηκε από τη μεγάλη διεθνή ερευνητική κοινοπραξία Dark Energy Consortium (DES) σε συνέδριο της Αμερικανικής Φυσικής Εταιρείας στο Εργαστήριο Fermilab, σύμφωνα με το BBC και το «Nature», βασίσθηκε στη μελέτη άνω των 26 εκατομμυρίων γαλαξιών του ουρανού του νοτίου ημισφαιρίου της Γης, περισσότερων από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν. Μεταξύ άλλων, δείχνει πώς η κατανομή των γαλαξιών στο σύμπαν έχει αλλάξει κατά τα τελευταία επτά περίπου δισεκατομμύρια χρόνια (σχεδόν η μισή ηλικία του σύμπαντος).
 
Η κατανομή της ύλης προκύπτει από τον τρόπο που η μάζα καμπυλώνει το φως, σύμφωνα με τη γενική θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν. Η ύλη δεν κατανέμεται ομοιόμορφα στο σύμπαν, αλλά υπό την επίδραση της βαρύτητας συγκεντρώνεται σε ορισμένες περιοχές, ενώ άλλες τεράστιες περιοχές του σύμπαντος μένουν κενές. Οι γαλαξίες, τα σμήνη γαλαξιών, τα μοριακά νέφη και άλλες κοσμικές δομές αποτελούν τις μεγαλύτερες συσσωματώσεις ύλης (ορατής και αόρατης) στο σύμπαν.
 
Ο νέος χάρτης κατανομής της συμπαντικής ύλης σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τις παρατηρήσεις του ευρωπαϊκού δορυφόρου «Πλανκ» για την κατανομή της κοσμικής μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου (του «αποτυπώματος» της αρχικής Μεγάλης Έκρηξης). Ο χάρτης θα βοηθήσει τους επιστήμονες να καταλάβουν καλύτερα τη φύση της μυστηριώδους σκοτεινής ύλης και της ακόμα πιο μυστηριώδους σκοτεινής ενέργειας, που συναπαρτίζουν το σύμπαν μαζί με την ορατή ύλη.
 
Η κίνηση των άστρων και των γαλαξιών «προδίδει» ότι στο σύμπαν υπάρχει μια κρύα αόρατη ύλη πολύ περισσότερη από την ορατή, αλλά κανείς μέχρι στιγμής δεν έχει ιδέα από τι αποτελείται αυτή η σκοτεινή ύλη. Από την άλλη, η ολοένα επιταχυνόμενη επέκταση του σύμπαντος αποδίδεται στη λεγόμενη σκοτεινή ενέργεια, για την οποία οι επιστήμονες έχουν επίσης…μαύρα μεσάνυχτα.
 
Από κοινού, η σκοτεινή ύλη και η σκοτεινή ενέργεια εκτιμάται ότι αποτελούν το 96% περίπου του σύμπαντος, με την ορατή ύλη – δηλαδή το ορατό σύμπαν- να είναι μόνο το 4%.
 
Η κοινοπραξία DES που έφτιαξε το νέο συμπαντικό χάρτη, ξεκίνησε να εργάζεται το 2004 και αποτελείται από 400 περίπου επιστήμονες από επτά χώρες. Για την μελέτη του σύμπαντος, χρησιμοποιεί το διαμέτρου τεσσάρων μέτρων τηλεσκόπιο «Βίκτορ Μπλάνκο» στη Χιλή, στο οποίο έχει τοποθετηθεί μία από τις πιο ευαίσθητες κάμερες που έχουν ποτέ κατασκευασθεί, η DECam με ανάλυση 570 μεγαπίξελ, η οποία είναι ικανή να συλλαμβάνει αμυδρό φως από γαλαξίες σε απόσταση έως οκτώ δισεκατομμυρίων ετών φωτός.
 
Οι επιστήμονες υπολόγισαν τον τρόπο που κατανέμεται η σκοτεινή ύλη στο χώρο, αλλά και τον τρόπο που αυτή η κατανομή μεταβάλλεται με το χρόνο, πράγμα που τους επιτρέπει να βγάλουν συμπεράσματα και για την επίδραση της σκοτεινής ενέργειας.
 
Ανάλογα με τον τρόπο που οι γαλαξίες είναι διασκορπισμένοι στο σύμπαν και την πυκνότητά τους, οι ερευνητές είναι σε θέση να κάνουν εκτιμήσεις για τη σκοτεινή ύλη και ενέργεια. Ο νέος χάρτης επιβεβαιώνει προηγούμενες εκτιμήσεις ότι το σύμπαν έχει χονδρικά 4% ορατή ύλη, 26% σκοτεινή ύλη και 70% σκοτεινή ενέργεια.
 
Ο πρώτος χάρτης DES είχε παρουσιασθεί το 2015 και ο νέος χάρτης είναι τριπλάσιος από εκείνον. Ο τελικός χάρτης, που θα περιλαμβάνει περίπου το ένα δέκατο του ουρανού, θα είναι πολύ καλύτερος, καθώς θα λαμβάνει υπόψη του περίπου 300 εκατομμύρια γαλαξίες.
 
Αναμένεται να παρουσιασθεί εντός του 2020.
Ένα θέμα που απασχολεί ορισμένους επιστήμονες είναι ότι οι δύο διαφορετικοί τρόποι «χαρτογράφησης» της εξέλιξης του σύμπαντος και ελέγχου της αξιοπιστίας του κυρίαρχου κοσμολογικού μοντέλου- δηλαδή οι μετρήσεις της μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου από τον «Πλανκ» και ο γαλαξιακός χάρτης DES- εμφανίζουν όχι αμελητέες αποκλίσεις.
 
Ο «Πλανκ» υπολογίζει σε 29% τη σκοτεινή ύλη του σύμπαντος (έναντι 26% του νέου χάρτη DES). Επίσης η κατά τόπους συγκέντρωση της συμπαντικής ύλης φαίνεται να είναι 7% μικρότερη με βάση τον χάρτη DES σε σχέση με τον «Πλανκ». Αν αυτό όντως ισχύει, τότε η μάζα του σύμπαντος τείνει να συσσωματωθεί διαχρονικά με αργότερο ρυθμό από ό,τι προβλέπει το κοσμολογικό μοντέλο που βασίζεται στις μετρήσεις του δορυφόρου «Πλανκ».
 
Επιπλέον -και ίσως ακόμη σημαντικότερο- οι γαλαξιακές παρατηρήσεις οδηγούν στον υπολογισμό μιας μεγαλύτερης κοσμολογικής σταθεράς (δηλαδή μιας ταχύτερης επέκτασης του σύμπαντος λόγω της σκοτεινής ενέργειας), από ό,τι προβλέπουν οι παρατηρήσεις του «Πλανκ». Ίσως όμως αυτές οι αποκλίσεις να μειωθούν ή και να εξαφανισθούν, όταν ο χάρτης DES συμπεριλάβει πολύ περισσότερους γαλαξίες και αποκτήσει την τελική μορφή του.