Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2017

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΟΣΧΟΣ - Εὐρώπη (153-166)

Σχετική εικόναὫς φάτο· τὴν δ᾽ ὧδε προσεφώνεεν ἠύκερως βοῦς·
«θάρσει παρθενική, μὴ δείδιθι πόντιον οἶδμα.
155αὐτός τοι Ζεύς εἰμι, κεἰ ἐγγύθεν εἴδομαι εἶναι
ταῦρος· ἐπεὶ δύναμαί γε φανήμεναι ὅττι θέλοιμι.
σὸς δὲ πόθος μ᾽ ἀνέηκε τόσην ἅλα μετρήσασθαι
ταύρῳ ἐειδόμενον· Κρήτη δέ σε δέξεται ἤδη,
ἥ μ᾽ ἔθρεψε καὶ αὐτόν, ὅπῃ νυμφήϊα σεῖο
160ἔσσεται. ἐξ ἐμέθεν δὲ κλυτοὺς φιτύσεαι υἷας,
οἳ σκηπτοῦχοι ἅπαντες ἐπιχθονίοισιν ἔσονται.»
Ὣς φάτο· καὶ τετέλεστο τά περ φάτο. φαίνετο μὲν δή
Κρήτη, Ζεὺς δὲ πάλιν σφετέρην ἀνελάζετο μορφήν,
λῦσε δέ οἱ μίτρην, καί οἱ λέχος ἔντυον Ὧραι·
165ἡ δὲ πάρος κούρη Ζηνὸς γένετ᾽ αὐτίκα νύμφη
καὶ Κρονίδῃ τέκνα τίκτε καὶ αὐτίκα γίνετο μήτηρ.

***
Έτσι είπε, κι ο ωριοκέρικος απηλογήθη ταύρος:«Θάρρος, καλή, της θάλασσας μη σκιάζεσαι το κύμα.155Ο Δίας ο ίδιος είμ᾽ εγώ, κι ας έχω αυτή την όψη·μπορώ και παίρνω όποιαν ειδή θελήσω. Ο έρωτάς σουμε ταύρου μ᾽ έσπρωξε μορφή να κάμω τόσο δρόμοστη θάλασσα· και τώρα εσέ θα σε δεχτεί πια η Κρήτη·κι εμένα αυτή μ᾽ ανάθρεψε· θα γίνει η νυφικιά σου160κλίνη, και δοξασμένων γιων μητέρα θα σε κάμω,που βασιλιάδες θα σταθούν με σκήπτρο αυτοί στον κόσμο.»Είπε, κι όσα είπε γίνηκαν. Φάνηκε κιόλα η Κρήτη.Και πήρε την αληθινή μορφή του ο Δίας· της λύνειτη ζώνη, και τους στρώνουνε του γάμου κλίνη οι Ώρες·165παρθένα ώς τότε, γίνηκε του Δία γυναίκα, κι ότανήρθε ο καιρός, μάνα παιδιών από το γιο του Κρόνου.

Η εξέλιξη της έννοιας του θείου στην πρώιμη ελληνική φιλοσοφία

Ενάντια στο μυθικό βασίλειο της αυθαιρεσίας και του φόβου, οι πρώτοι στοχαστές αντέταξαν λογικές εξηγήσεις. Η μετάβαση σ’ έναν τρόπο σκέψης που πλησιάζει στη φιλοσοφία οφείλεται, σε σημαντικό βαθμό, στην υιοθέτηση μιας διαφορετικής κοσμοαντίληψης, πιο άμεσης, λιγότερο συμβολικής και λιγότερο ανθρωπομορφικής. Η μετάβαση αυτή γίνεται σταδιακά και προϋποθέτει ευρύτερες αλλαγές, που στην περίπτωση της Ελλάδας συμπορεύονται με την εξέλιξη των πόλεων και το πέρασμα από μια κλειστή αριστοκρατική κοινωνία σε μια κοινωνία με περισσότερο ανοιχτές δομές, καθώς και με την εμφάνιση μιας παραμέτρου που θα μεταβάλλει ριζικά τον πνευματικό πολιτισμό: την διάδοση της αλφαβητικής γραφής.
 
Η πρωτόγονη θρησκεία ήταν συνυφασμένη με τη φυλή και λειτουργούσε περισσότερο σε σχέση με αυτή και λιγότερο σε προσωπικό επίπεδο, όπως ίσως βιώνει κανείς το θρησκευτικό συναίσθημα σήμερα. Βασιζόταν στο μύθο και εκφραζόταν με ορισμένες τελετουργίες που αποσκοπούσαν κυρίως στο να προαγάγουν τους συλλογικούς μηχανισμούς σε ότι αφορά τη φυτική, τη ζωική και την ανθρώπινη γονιμότητα. Τα μυθικά σχήματα που χρησιμοποιούσε σκοπό είχαν να δείξουν πως ξεκίνησε και πως λειτουργεί ο κόσμος και, οσοδήποτε απλοϊκά και αφελή κι αν τα χαρακτηρίσει κανείς σήμερα, μπορεί παράλληλα να διακρίνει πως αν και εκφράζονται με τη γλώσσα και τα πρόσωπα του μύθου, έχουν ωστόσο στοιχεία ενός άμεσου, εμπειρικού και πρακτικού τρόπου σκέψης. Από μία άποψη, επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε ότι σημειώνουν τα απαραίτητα βήματα για τη δημιουργία εικόνων για τον κόσμο, όπως εκείνες που είχαν αργότερα οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι. 
 
Οι έλληνες (αλλά και άλλοι λαοί, όπως φαίνεται από τις μυθολογικές αφηγήσεις των μεγάλων πολιτισμών της Εγγύς Ανατολής) [1] φαντάζονταν απλοϊκά και με τρόπο ανθρωπομορφικό την αρχική κατάσταση του κόσμου, πως προέκυψε δηλαδή από ένα γονέα ή ένα ζεύγος γονέων.[2] Ανθρωποκεντρικά και ασφαλώς κοινωνικόμορφα μοντέλα σκέψης διαφαίνονται μέσα από τα ομηρικά έπη, παρ’ ότι η οπτική τους σε σχέση με τη μορφή και τον κόσμο των θεών στηρίζεται σε δοξασίες και εκφράζεται και εδώ με μυθολογικούς όρους. Προβάλλουν το κύρος μιας κατακτητικής αριστοκρατίας, μέσω θεών που είναι πολύ ανθρώπινοι, αν εξαιρεθεί το γεγονός ότι είναι αθάνατοι και έχουν υπεράνθρωπες δυνάμεις. Ο Δίας, για παράδειγμα, είναι ένας μονάρχης τόσο για τους θεούς όσο και για τους ανθρώπους. Έχει όμως τη δυνατότητα συχνά να καταστρατηγεί την παγκόσμια τάξη κατά τη βούλησή του. Μπορεί (όπως μας λέει ο Αρχίλοχος),[3] να επέμβει στο φυσικό νόμο κάνοντας, ενώ είναι μέρα, τον ήλιο να κρυφτεί και να μετατραπεί σε νύχτα.
 
Ενάντια σ’ αυτό το μυθικό βασίλειο της αυθαιρεσίας και του φόβου που προκαλούσε, οι πρώτοι στοχαστές αντέταξαν λογικές εξηγήσεις. Η μετάβαση σ’ έναν τρόπο σκέψης που πλησιάζει στη φιλοσοφία οφείλεται, σε σημαντικό βαθμό, στην υιοθέτηση μιας διαφορετικής κοσμοαντίληψης, πιο άμεσης, λιγότερο συμβολικής και λιγότερο ανθρωπομορφικής.[4] Σημειώνεται ωστόσο, ότι στην κοινωνία της αρχαίας Ελλάδας της εποχής του Ομήρου, όπως μαρτυρεί η οργάνωση αλλά και η λογοτεχνική της αισθητική, υπάρχουν, ασφαλώς, ψυχολογικές και ορθολογιστικές τάσεις και αναζητήσεις. Εξάλλου, η μετάβαση από ένα σύστημα σκέψης σ’ ένα άλλο γίνεται πάντοτε σταδιακά και προϋποθέτει ευρύτερες αλλαγές, που στην περίπτωση της Ελλάδας συμπορεύονται με την εξέλιξη των πόλεων και το πέρασμα από μια κλειστή αριστοκρατική κοινωνία σε μια κοινωνία με περισσότερο ανοιχτές δομές, καθώς και με την εμφάνιση μιας παραμέτρου που θα μεταβάλλει ριζικά τον πνευματικό πολιτισμό: την διάδοση της αλφαβητικής γραφής. 
 
Στις ιωνικές πόλεις, αρχικά (6ος αι. π.Χ.), που άκμαζαν εμπορικά, είχαν περάσει από σημαντικές πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις και ευνοούσαν τη θεωρητική σκέψη, πολλά από τα στοιχεία του παρελθόντος, χωρίς να έρθουν σε άμεση ρήξη με την κατεστημένη θρησκεία, προσαρμόστηκαν σε μια ευφυέστερη και απροκατάληπτη μορφή ορθολογικής σκέψης. Το πρώτο φιλοσοφικό ρεύμα που διαμορφώθηκε είναι εκείνο που λέγεται Σχολή της Μιλήτου. Οι εκπρόσωποί της (Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης) κατέληξαν σε ορισμένα γενικά συμπεράσματα για τη γέννηση, τη δομή και τη λειτουργία του κόσμου με βάση τις παρατηρήσεις τους πάνω σε φυσικά φαινόμενα.[5] Καθένας απ’ αυτούς επιχειρεί να συλλάβει ως πρώτη αρχή του κόσμου ένα ορισμένο στοιχείο, η απομόνωση του οποίου ήταν το σημαντικότερο βήμα για μια συστηματική περιγραφή της πραγματικότητας. Η θεότητα ταυτίζεται τώρα με τη φύση∙ συνεπώς, διερευνώντας τη φύση θα ανακαλύψουμε και τους νόμους που διέπουν το θείο.
 
Σε αυτό το πνεύμα, αν και στοχάστηκε στη Δυτική Ελλάδα, ο Ξενοφάνης καταφέρεται κατά των ιδεών του Ομήρου και του Ησίοδου, που απέδιδαν στους θεούς ιδιότητες των ανθρώπων. Η κριτική αυτή γίνεται σε δύο επίπεδα: στο πρώτο απορρίπτεται η ηθικά απαράδεκτη στάση και συμπεριφορά των θεών:
 
«[…]Ο Όμηρος και ο Ησίοδος απέδωσαν στους θεούς όλα όσα είναι επαίσχυντα και αξιοκατάκριτα στους ανθρώπους: την κλοπή, τη μοιχεία και την απάτη μεταξύ τους[…]». [6]
 
Στο δεύτερο, κυριαρχεί το στοιχείο της απόρριψης της σωματικότητας του θεού και γενικά της ιδέας του ανθρωπομορφισμού:
 
«[…]Ένας θεός, ο μέγιστος ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους, καθόλου όμοιος με τους θνητούς στο σώμα ή στο πνεύμα[…]».[7]
 
Ο θεός δεν πρέπει να είναι όμοιος με τον άνθρωπο ούτε ως προς το σώμα ούτε ως προς το πνεύμα. (Παρά ταύτα ο Ξενοφάνης αποδίδει στο θεό τα δύο βασικά στοιχεία του ανθρώπου, το σώμα και το πνεύμα, όσο διαφορετικά κι αν τα φαντάζεται). Ούτε βέβαια είναι δυνατό να έχει ο θεός τα επιμέρους αισθητήρια όργανα και την αίσθηση του ανθρώπου:
 
«[…]Βλέπει, σκέφτεται και ακούει ολόκληρος[…]»[8],
 
            πράγμα που υπογραμμίζει την αυστηρή οντολογική ενότητα του είναι του.
 
Η φύση του σώματος και του πνεύματος του θεού, όμως, δεν προσδιορίζεται από τον Ξενοφάνη. Το θείο είναι ενιαίο, αδιαφοροποίητο και απεριόριστο, αλλά την αληθινή του φύση δεν μπορεί να την γνωρίσει κανείς. Εντούτοις, σύμφωνα με τις έμμεσες περί της διδασκαλίας του Ξενοφάνη μαρτυρίες ο θεός είναι σφαιροειδής.[9] Μόνο με τη σκέψη του που εκφράζει τη βούλησή του κυβερνάει τον κόσμο, ο οποίος είναι κινητός, ενώ ο ίδιος ο θεός ακίνητος, χωρίς κόπο (απάνευθε πόνοιο), «σείει τα πάντα με τη δραστήρια θέληση που πηγάζει από τη διορατικότητά του».[10] Επομένως όχι μόνο γνωρίζει τα πάντα, αλλά τα ελέγχει και τα κατευθύνει. Είναι λοιπόν δυνατό, ως ένα βαθμό, να συσχετίσουμε το θεό του Ξενοφάνη με την ιδέα των Μηλισίων ότι υπάρχει μια θεία ουσία που, (στην περίπτωση του Θαλή και του Αναξιμένη)[11], διαποτίζει τα αντικείμενα αυτού του κόσμου και τους δίνει ζωή και κίνηση. Ο θεός του Ξενοφάνη, με τη φιλοσοφική του διάσταση μπορεί να αποτελέσει επίσης μια ιστορική γέφυρα που μας περνά στον Ηράκλειτο.
 
Και εκείνος συνέχισε κατά κάποιον τρόπο τη σκέψη των Μιλησίων (Αναξίμανδρου και Αναξιμένη) ξεπερνώντας όμως τον Ξενοφάνη σε πρωτοτυπία και σε δημιουργική δύναμη.[12] Φαίνεται πως θεωρούσε ότι ο θεός ενυπάρχει στα πράγματα ή στο συνολικό άθροισμα των πραγμάτων:
 
[…]Ο θεός είναι μέρα και νύχτα, χειμώνας και καλοκαίρι, χόρταση και πείνα (όλα τα αντίθετα αυτό είναι το νόημα)∙ αλλάζει όπως η φωτιά, όταν ανακατεύεται με διάφορα μυρωδικά, ονομάζεται ανάλογα με τη μυρουδιά καθενός από αυτά[…].[13]
 
Η άποψη του Ηράκλειτου είναι πως τα αντίθετα αποτελούν ενότητα, μιας και το ένα διαδέχεται το άλλο. Κάθε αντίθετο μπορεί να εκφραστεί με όρους που αναφέρονται στο θεό, καθώς διαποτίζεται εξίσου από το κατευθυντήριο και ενωτικό συστατικό που σύμφωνα με ένα κοινό μέτρο διέπει όλα τα πράγματα, παρόλο που μπορεί φαινομενικά διαφέρουν και είναι ξεχωριστά το ένα από το άλλο. Ο παράγοντας που συνιστά την ενότητα όλων των αντιθέτων ονομάζεται θεός. Ο θεός όμως ταυτίζεται με τον Λόγο, διότι σε αυτόν ενσαρκώνεται το θεϊκό μήνυμα. Για τον Ηράκλειτο, λόγος σημαίνει ταυτόχρονα το νόμο του κόσμου, τη λογική που τον συνέχει, και το χρησμοδοτικό λόγο που τον διατυπώνει και τον αποκαλύπτει:
 
[…]Έχοντας ακούσει όχι εμένα, αλλά το Λόγο, είναι φρόνιμο να παραδεχθείτε ότι τα πάντα είναι ένα[…].[14]
 
Στην υλική του μορφή, λόγος είναι και το φως, η φωτιά του Δία και του Απόλλωνα, που γεννούν και εμφυσούν τη ζωή.[15] Στον Ηράκλειτο η φωτιά δεν μπορεί να είναι πρωταρχική ουσία (με τον τρόπο που ήταν το νερό για τον Θαλή ή ο αέρας για τον Αναξιμένη), ωστόσο είναι η αστείρευτη πηγή των φυσικών διαδικασιών. Χάρη στην κανονικότητα με την οποία απορροφά καύσιμη ύλη και εκπέμπει καπνό, διατηρώντας ένα είδος ισορροπίας ανάμεσά τους, υποδεικνύει τον κανόνα του μέτρου στην αλλαγή, κανόνα που ενυπάρχει στην παγκόσμια διαδικασία και έκφρασή του αποτελεί ο Λόγος.[16]
 
[…]Αυτόν τον κόσμο [που είναι ένας στην ολότητά του] δεν τον έπλασε κανένας θεός ή άνθρωπος παρά υπήρχε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει: μια αιώνια, ζωντανή φωτιά που υπάρχει με μέτρο και σβήνει με μέτρο[…].[17]
 
Στον Ηράκλειτο η σχέση θεού και ανθρώπου προσδιορίζεται τόσο μέσα από την αντίθεση όσο και μέσα από την ένωση. Όλοι οι άνθρωποι και οι ανθρώπινοι νόμοι υπόκεινται στον ένα νόμο, τον θεϊκό.[18] Ο άνθρωπος συμπορεύεται με τον θεό και αναπτύσσει τη θεϊκή του φύση απ’ τη στιγμή που βρίσκεται σε επικοινωνία με τον κοινό Λόγο.
 
Η αντίθεση θείου και ανθρώπινου χαρακτηρίζεται από τις διακρίσεις που κάνουν οι άνθρωποι σε σχέση με το καλό, το άσχημο, το ωραίο∙ διακρίσεις που δεν έχουν κανένα νόημα για τον θεό και ασφαλώς σε καμία περίπτωση δεν τον δεσμεύουν.
 
[…]Για το θεό όλα είναι όμορφα και καλά και δίκαια. Αλλά οι άνθρωποι άλλα τα έχουν θεωρήσει άδικα και άλλα δίκαια[…].[19]
 
[…]Ένα πράγμα, το μόνο αληθινά σοφό, θέλει και δεν θέλει να αποκαλείται με το όνομα του Δία[…].[20]
 
Δεν είναι όμως ο άνθρωπος ως φύση που αντιτίθεται προς το θεό, αλλά μόνον ο άνθρωπος που δεν βρίσκεται σε συμφωνία με τον θεϊκό λόγο ή το σοφόν. Με την προϋπόθεση της συμφωνίας ο άνθρωπος συγγενεύει με το θεό και η ζωή του συνδέεται αναπόσπαστα με ολόκληρο τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η σοφία όμως συνίσταται στην κατανόηση του Λόγου, την οποία σε απόλυτο βαθμό μπορεί να πετύχει μόνο ο θεός. Από μία άποψη, ο θεός αυτός μοιάζει με το Δία της παραδοσιακής θρησκείας ως «το μόνο ον που είναι τέλεια σοφό», αν εξαιρέσουμε φυσικά την ανθρωπομορφική του εικόνα και τις λατρευτικές τελετουργίες εκείνων που «προσεύχονται σε τούτα δω τα αγάλματα, σαν τον άνθρωπο που λέει φλυαρίες σ’ ανθρώπινα κτίσματα, χωρίς να ξέρει τίποτε τι είναι οι θεοί και τι οι ήρωες».[21] 
 
Μετά το 494, το χρόνο που καταστράφηκε η Μίλητος, ο πρώτος ιωνικός στοχασμός φτάνει πια σ’ ένα τέλος. Η φιλοσοφική σκηνή μεταφέρεται στις ακμάζουσες αποικίες της κάτω Ιταλίας και Σικελίας, γεγονός που σηματοδοτεί ιδιαίτερα η μετανάστευση του Πυθαγόρα του Σάμιου στη Μεγάλη Ελλάδα. Η σκέψη του προβάλλεται καλύτερα με βάση κοινά προβλήματα που ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του εξέτασαν και συζήτησαν. Φαίνεται πως οι Πυθαγόρειοι υποδεικνύουν μια φιλοσοφική κατεύθυνση περισσότερο μυστικιστική, σε αντίθεση με την περισσότερο ορθολογική του Ηράκλειτου. 
 
Είναι πιθανό, ότι ο ίδιος ο Πυθαγόρας διατύπωσε το δόγμα της μετενσάρκωσης χρησιμοποιώντας τον όρο ψυχή.[22] Ο Δικαίαρχος μας πληροφορεί πως ο Πυθαγόρας δίδαξε ότι «η ψυχή είναι κάτι αθάνατο κι ότι μεταμορφώνεται σε άλλα είδη έμψυχων όντων∙ επίσης ο,τιδήποτε έρχεται στη ζωή ξαναγεννιέται χάρη στις περιδινήσεις κάποιου κύκλου, γιατί τίποτε δεν είναι απολύτως νέο∙ κι ότι όλα τα πράγματα που γεννήθηκαν με ζωή μέσα τους θα έπρεπε να θεωρούνται συγγενή».[23] Κάθε αξία αποδίδεται στην αθέατη ενότητα του θεού και ο ορατός κόσμος καταδικάζεται ως ψευδής και απατηλός. Η αρμονία έχει για τους Πυθαγόρειους ιδιαίτερη σημασία. Στον Αριστοτέλη αναφέρεται σαν «ουράνια» και παρουσιάζεται με τη σπουδαιότητα μιας θεμελιακής ιδέας.[24] Ο αριθμός είναι η συστατική αρχή και η πηγή της θεϊκής τάξης του κόσμου, καθώς η φύση συντίθεται με όμοιο τρόπο όπως και οι αριθμοί. Γι αυτό και οι αρχές των μαθηματικών θεωρούνται συστατικά στοιχεία των όντων.[25] Το σώμα είναι φυλακή της ψυχής. Ωστόσο, είμαστε δούλοι του Θεού, που είναι ο ποιμένας μας, και χωρίς τη διαταγή του δεν έχουμε το δικαίωμα να δραπετεύσουμε.[26] Κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής πρέπει το σώμα να απέχει όσο είναι δυνατό από τη μιαρότητα, και αυτό επιτυγχάνεται με την τήρηση μιας σειράς κανόνων (όπως το να μην τρώει κανείς κρέας και κουκιά, να μην φοράει δαχτυλίδια κ.λ.π.). Σκοπός είναι η κάθαρση της ψυχής και η απελευθέρωσή της τελικά από τον κύκλο της μετεμψύχωσης, ώστε να μπορέσει να φτάσει στην θεότητα από την οποία και προέρχεται. Η ενοποιός αρχή του κόσμου «άπαξ συλληφθείσα»[27] θα προμηθεύσει το πρότυπο, βάσει του οποίου η ανθρώπινη κοινωνία θα μπορέσει να χτίσει τη δική της αρμονία. 
 
Από τα Πυθαγόρεια πρότυπα αντλεί ο Εμπεδοκλής τη σύλληψη της ψυχής ως θεϊκού δαίμονα που έχει καταδικαστεί εξαιτίας ενός αρχέγονου παραπτώματος να μεταναστεύει για πάντα σε διαφορετικά σώματα, ώσπου η άνοδός της σε ανώτερες μορφές ζωής να την οδηγήσει στην επιστροφή της στη θεία μακαριότητα. Ο θεός για τον Εμπεδοκλή είναι νους. Ένας νους ιερός, άγιος και τόσο μεγαλειώδης και διαφορετικός από τον ανθρώπινο, ώστε να μην είναι δυνατόν να νοηθεί και προπάντων να εκφραστεί μέσα από σχήματα ανθρώπινης γλώσσας, αφού είναι αθέσφατος:
 
[…]Γιατί δεν έχει κεφάλι ανθρώπινο πάνω σε μέλη,
ούτε φυτρώνουν δυο κλαδιά απ’ τη ράχη του
Δεν έχει πόδια ούτε σβέλτα γόνατα, ούτε γεννητικά μόρια μαλλιαρά,
Παρά είναι μόνο νους, ιερός και υπερμέγιστος,
Που με γοργές σκέψεις διασχίζει όλο τον κόσμο. […]
 
Η ασώματη φύση του θείου έχει ως συνέπεια την αδυναμία του ανθρώπου να το φέρει κοντά του ή να το δει. Έτσι, το θείο στον Εμπεδοκλή φαίνεται να αποτελεί υπέρβαση όλων των ανθρωπόμορφων θεών της λαϊκής θρησκείας. Ως πρωταρχικά στοιχεία του κόσμου θεωρεί τέσσερα υλικά ριζώματα που είναι αιώνια: το νερό, τον αέρα, τη γη και τη φωτιά. Κάθε αντικείμενο του κόσμου προέρχεται από τη σύνθεση αυτών των στοιχείων κατά διάφορες αναλογίες. Η φιλότητα προκαλεί τον συνδυασμό τους και το νείκος τον χωρισμό τους. Όταν τα στοιχεία μειχθούν πλήρως από τη φιλότητα, το νείκος τα διαχωρίζει πάλι βαθμιαία, και αντιστρόφως. Έτσι κάθε συμμιγής ουσία που προκύπτει είναι πρόσκαιρη:
 
[…]Κι αυτή η εναλλαγή δεν έχει τελειωμό: άλλοτε
η αγάπη ενώνει τα πράγματα και τα κάνει ένα
κι άλλοτε η έχθρα της φιλονικίας τα χωρίζει.
Έτσι λοιπόν όσο έχουν μάθει να γίνονται ένα από πολλά,
Τόσο γεννιούνται και δεν έχουν σταθερή ζωή∙
Όσο όμως δεν τελειώνει η αδιάκοπη εναλλαγή τους,
Τόσο υπάρχουν πάντα απαράλλαχτα στου κύκλου την πορεία […] [28].
 
Κατά την πλήρη ένωση των ριζωμάτων σχηματίζεται ο Σφαίρος, που (όπως λέει ο Σιμπλίκιος, Περί Ψυχής, 70, 17) ο Εμπεδοκλής τον «υμνεί ως θεό».[29] Ο Σφαίρος είναι ίσος από παντού με τον εαυτό του και άπειρος. Εμφανίζεται ως θεότητα, όπως άλλωστε και τα τέσσερα ριζώματα και οι κοσμικές δυνάμεις της φιλότητας και του νείκους∙ περισσότερο όμως στη συνείδηση του Εμπεδοκλή έχουν θέση οριακών εννοιών ή πραγματικοτήτων.[30] Θα μπορούσαν να ιδωθούν ακόμη, ως κοσμολογικές προβολές καταστάσεων που πραγματοποιούνται σε κάθε ψυχή και σε κάθε πόλη∙ διευρύνοντας έτσι τη σημασία τους σε κοινωνικό και ηθικό επίπεδο. 
 
Η γνώση που ενώνει τον άνθρωπο με τη φύση και τον καθιστά ικανό να κατανοήσει τα ριζώματά της και τους νόμους της, είναι μια πράξη φιλότητας που τείνει στην υπέρβαση της κατάστασης της κατάτμησης.[31] Η θρησκευτική τελετουργία, η κάθαρση, μπορεί να λυτρώσει τις ψυχές (δαίμονες) από το αρχέγονο αμάρτημά τους,[32] εξαιτίας του οποίου εκπίπτουν από τη «θεία χάρη»,[33] και έπειτα από έναν κύκλο ενσαρκώσεων να τις επανασυνδέσει με τους θεούς και την αθανασία. Η θεολογική σκέψη του Εμπεδοκλή κινείται ανάμεσα σε δύο πόλους: ο ένας είναι ο μονοθεϊσμός ο οποίος εκφράζεται με την ιερή φρένα και τον Σφαίρο και ο άλλος είναι ο πολυθεϊσμός, που αντιπροσωπεύεται σε κοσμολογικό επίπεδο από τα τέσσερα ριζώματα και, σε ανθρωπολογικό επίπεδο, εκφράζει την πολυμέρεια και τον πολυδυναμισμό του ανθρώπου. 
 
Πλησιάζουμε τώρα το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. Η Αθήνα έχει γίνει ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του ελληνικού κόσμου στον πνευματικό τομέα και σε άλλους. Είναι η εποχή που αρχίζει η «επανάσταση του κοινού νου κατά του απόμακρου και ακατανόητου κόσμου που παρουσίαζαν οι φυσικοί φιλόσοφοι».[34] Η αντίδραση αυτή και η στροφή προς τον ανθρωποκεντρισμό συνδυάζεται με την άνοδο μιας νέας τάξης, των σοφιστών. Εφαρμόζουν μια νέα μέθοδο ανοιχτής διδασκαλίας και εμφανίζονται περιστοιχισμένοι από μαθητές, των οποίων έχουν αναλάβει συνολικά τη μόρφωση.[35] Στην πραγματικότητα, προεκτείνουν τη συζήτηση που είχε προηγηθεί,[36] πάνω στις ίδιες γραμμές, αν και της δίνουν περισσότερο πρακτικό χαρακτήρα. Ο Πρωταγόρας στο βιβλίο του Περί Θεών αρχίζει:
 
[…]Σχετικά με τους θεούς δεν είμαι βέβαιος αν υπάρχουν ή αν δεν υπάρχουν, ούτε ποια η όψη τους είναι∙ γιατί πολλά πράγματα παρακωλύουν την ασφαλή γνώση, η σκοτεινότητα του θέματος και η βραχύτης του ανθρώπινου βίου[…].[37]
 
Όπως δεν υπάρχει αντικειμενική και απόλυτη γνώση της πραγματικότητας, έτσι δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια γνώση και για το ζήτημα των θεών. Το ζήτημα του θείου τοποθετείται στη σφαίρα των υποκειμενικών απόψεων. Ο Κριτίας ερμηνεύει τη θρησκεία πολιτικά:
 
[…]Οι θεοί δεν είναι τίποτε άλλο παρά επινόηση των κυβερνώντων, οι οποίοι, αδυνατώντας να καταστείλουν με άμεση βία κάθε αντίθετη ενέργεια των υποτελών τους, τους ώθησαν να πιστέψουν στην ύπαρξη μιας αόρατης θεότητας, που γνωρίζει και τιμωρεί τις πράξεις που απαγορεύουν οι κυβερνώντες μέσω των νόμων[…].[38]
 
Ο νόμος δεν αποτελούσε καμία έκφραση θείας βούλησης, ούτε λειτουργούσε βάσει κάποιου σχεδίου θείας πρόνοιας, αλλά είχε καταγωγή ανθρώπινη και ατελή. Ο ίδιος ο Πρωταγόρας είπε ότι οι νόμοι δημιουργήθηκαν γιατί ήταν απαραίτητοι.[39] Αντιμετωπίζει τη θρησκεία ως θετικό ανθρώπινο φαινόμενο που έχει να διαδραματίσει πολύτιμο ρόλο στις κοινωνίες. Κοινωνιολογική είναι και η προσέγγιση της θρησκείας από τον Πρόδικο που είπε πως τα πρώτα πράγματα που θεωρήθηκαν θεοί και τιμήθηκαν ήταν αυτά που συντηρούν και ωφελούν την ανθρώπινη ζωή.[40] Ο Γοργίας, φτάνοντας στο άλλο άκρο, υποστήριζε πως δεν υπάρχει τίποτε.
 
[…]κι αν υπάρχει κάτι δεν είναι δυνατόν να γνωσθεί∙ αλλά κι αν ακόμη υποτεθεί πως υπήρχε και πως ήταν δυνατό να γνωσθεί από κάποιον άνθρωπο, ουδέποτε θα μπορούσε να το γνωστοποιήσει και στους άλλους. [41]
 
Αυτή η θέση θα μπορούσε ίσως να εκληφθεί ως μια «ολοκληρωμένη και προσεκτικά ενορχηστρωμένη επίθεση»[42] κατά των φιλοσοφικών δογμάτων ορισμένων φιλοσόφων μεταξύ των Προσωκρατικών. Ωστόσο με τον τρόπο αυτό εντάσσεται και ο Γοργίας στο κύριο ρεύμα της ιστορίας της φιλοσοφίας που ασχολείται με τα προβλήματα που τίθενται από τη σχέση του ανθρώπου με τον θεό, και του θεού με τον άνθρωπο[…].
 
Θεϊκό ήταν καθετί που βρισκόταν πέρα από τη γνώριμη γη των ανθρώπων. Οι θεοί ήταν άνθρωποι σε «υπερθετικό βαθμό» και η σχέση τους με τους ανθρώπους αμφίσημη. Ο ατομικός τους χαρακτήρας μέσω του μύθου μπορούσε να οδηγηθεί πολύ πιο μακριά από τα όρια της ευσέβειας και της πίστης. 
 
Η θρησκεία αυτή γκρεμίστηκε από τη φυσική φιλοσοφία. Οι Προσωκρατικοί επανειλημμένα επιδίωξαν να ταυτίσουν το θείο με οτιδήποτε ο καθένας απ’ αυτούς αναγνώριζε ως την απώτατη πηγή δύναμης στο σύμπαν. Βεβαίως, αυτό συντελέστηκε μέσα από πολλούς και, κατά κάποιον τρόπο, διαφορετικούς δρόμους. Ο Ξενοφάνης προσπάθησε να διαμορφώσει μια «καθαρή» παράσταση για το θεό. Έθεσε το ζήτημα της ανθρώπινης μορφής των θεών προβάλλοντας την ιδέα μιας μορφής ριζικά διαφορετικής, ή και την έλλειψη μορφής, αξιώνοντας επιπλέον την αιωνιότητα. Η κοσμική εναλλαγή συντελείται μέσα σε σταθερά όρια και είναι η αρχέτυπη εικόνα κάθε τάξης – άποψη του Ηράκλειτου. Η σφαιρική μορφή του Εμπεδοκλή, που αντιπροσωπεύει το θείο, έχει υπαχθεί στη φωτιά και στο πνεύμα, και δύναται να εκληφθεί ως ο συμβολισμός της ενότητας του κόσμου, της ανθρώπινης φύσης και του ανθρώπου, που είναι ταυτόχρονα και νόμος της σκέψης και των πράξεών του. Ώσπου με τους Σοφιστές, η έντονη διανοητική δραστηριότητα να δώσει τη θέση της σε μια προτίμηση για τις γήινες απολαύσεις και να υποστηριχθεί πως η σοφία δεν είναι θέμα αλήθειας διακρινόμενης από το ψέμα.
 
Το να αντιλαμβάνεται κανείς το θεό και το σύμπαν ανάλογα με το καθένα από τα συστήματα αυτά, και αν ακόμη καμιά από τις υποθέσεις αυτές δεν θα ήταν δυνατό να επαληθευτεί, είναι πραγματικά σπουδή για τη φαντασία μας, ιδιαίτερα στη σύγχρονή μας εποχή, και αντίδοτο κατά του δογματισμού.
-------------------
Σημειώσεις-παραπομπές
 
[1] Βλ. περισσότερα στο κεφ. «Ο χωρισμός σε μη Ελληνικές πηγές» στο: G. S. Kirk – J. E. Raven – M. Schofield, Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1990, σ.57 κ.ε.
[2] Ωκεανός στην Ιλιάδα, Ξ 201, 244-7, Ουρανός και Γη στον Ησίοδο, Θεογ. 116 κ.ε. «…Δηλαδή κάποτε ουρανός και γη ήταν ένα∙ και όταν χωρίστηκαν μεταξύ τους γέννησαν τα πάντα…» Ευριπίδης απ. 484 (Μελανίπη). Βλ. και στο: G. S. Kirk κ. ά., ό.π., σ. 56.
[3] Θεόφιλος Βέικος, Οι Προσωκρατικοί, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1985, σ. 21.
[4]G. S. Kirk, ό.π., σ. 83.
[5]Η μαρτυρία του Αριστοτέλη ότι ο Θαλής υπήρξε ο αρχηγός της πρώτης φυσικής φιλοσοφίας έχει μεν καθιερωθεί, παραμένει όμως προβληματική. Βλ. στο: Θ. Βέικος, ό.π., σ. 35 κ.ε.
[6]Απ. 11, Σέξτος, Προς Μαθηματικούς ΙΧ, 193. Για τα αποσπάσματα και τη μετάφρασή τους χρησιμοποιείται εδώ και στο εξής το βιβλίο των G. S. Kirk – J. E. Raven – M. Schofield, ό.π., εκτός από τις περιπτώσεις για τις οποίες αναφέρεται διαφορετικά.
[7]Απ. 23, Κλήμης, Στρωμ. V, 109, 1.
[8]Απ. 24 Σέξτος, Προς Μαθηματικούς, ΙΧ, 144.
[9]Δημήτρης Παπαδής, Η ανθρωπολογία των Προσωκρατικών, Παπαδήμας, Αθήνα 1996, σ. 39.
[10]Απ. 26+25, Σιμπλίκιος, εις Φυσ. 23, 11+23, 20.
[11]G. S. Kirk, ό.π., σ.180.
[12]Θ. Βέικος, ό. π., σ.73.
[13]Απ. 67, Ιππόλύτος, Έλ. ΙΧ, 10, 8.
[14]Απ. 50, Ιππόλυτος, Έλ. ΙΧ, 9, 1.
[15]Mario Vegetti, Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, Π. Τραυλός, Αθήνα 2000, σ.89.
[16]G. S. Kirk, ό.π., σ. 206.
[17]Απ. 30, Κλήμης, Στρωμ. V, 104, 3.
[18]Aπ. Β114. Στο: Θ. Βέικος, ό.π., σ. 92.
[19]Απ. Β 102. Στο ίδιο, σ. 91.
[20]Απ. 32, Κλήμης, Στρωμ. V, 115, 1.
[21]Bertrand Russel, Οι Προσωκρατικοί, Αρσενίδη, Αθήνα 1982, σ. 95.
[22]G. S. Kirk, ό.π., σ.227.
[23]F. M. Cornford, “From Religion to Philosophy”, στο: Bertrand Russel, Οι Προσωκρατικοί, Αρσενίδη, Αθήνα 1982, σ.77.
[24]Μ τ Φ Α 5, 985 b 23 κ.ε., στο: Θ. Βέικος, ό.π., σ.138.
[25]Η αληθινή πηγή της σοφίας είναι η τετρακτύς, δηλαδή οι τέσσερις πρώτοι φυσικοί αριθμοί που θεωρείται ότι συνδέονται μεταξύ τους με διάφορες σχέσεις. Βλ. περ. στο: G. S. Kirk, ό.π., σ. 239.
[26]B. Russel, ό.π., σ.78.
[27]J. S. Morrison, Πυθαγόρας ο Σάμιος, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1983, σ.51.
[28]Απ. 17, 1-13, Σιμπλίκιος, εις Φυσικά 158, 1.
[29]G. S. Kirk, ό.π., σ.303.
[30]Δημήτρης Παπαδής, Η ανθρωπολογία των Προσωκρατικών, Παπαδήμας, Αθήνα 1996, σ. 46.
[31]Mario Vegetti, ό.π., σ. 105-6.
[32]Το «προπατορικό» αμάρτημα που οδήγησε στην πτώση του ανθρώπου ήταν πόλεμος εναντίον όλων, γενική αιματοχυσία και κρεατοφαγία. Βλ. περ. και για τα στάδια του κύκλου της ψυχής στο: Θ. Βέϊκος, ό.π., σ. 180-182.
[33]G. S. Kirk, ό.π., σ. 323.
[34]W. K. Guthrie, Οι έλληνες φιλόσοφοι, Παπαδήμα, Αθήνα 1987, σ. 67.
[35]Μ. Βενέτη, Η διδασκαλία της φιλοσοφίας, Παπαδήμα, Αθήνα 2001, σ.225.
[36]Ο Πρωταγόρας, για παράδειγμα, φαίνεται πως ακολουθεί τον Ηράκλειτο. Εάν τα πράγματα συνεχώς γεννώνται, τότε βρίσκονται σε μια κατάσταση διαρκούς ροής και δεν είναι τα ίδια σε δύο διαφορετικές στιγμές της υπάρξεώς τους, ούτε όταν βλέπονται από διαφορετική οπτική γωνία. Επομένως η αντικειμενική αλήθεια καταστρέφεται.
[37]B. Russel, ό.π., σ.149.
[38]M. Vegetti, ό.π., σ.134.
[39]W. K. C. Guthrie, ό.π., σ. 74.
[40]G. B. Kerferd, Η Σοφιστική κίνηση, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1999, σ. 260.
[41]B. Russel, ό.π., σ. 152.
[42]G. B. Kerferd, ό.π., σ. 147.
 -----------------
Βιβλιογραφία
 
Βέικος Θ., Οι Προσωκρατικοί, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1985.
Βενέτη Μ., Η διδασκαλία της φιλοσοφίας, Παπαδήμα, Αθήνα, 2001.
Guthrie W. K., Οι έλληνες φιλόσοφοι, Παπαδήμα, Αθήνα, 1987.
Kerferd G. B., Η Σοφιστική κίνηση, Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1999.
Kirk G. S. – J. E. Raven – M. Schofield, Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1999.
Morrison J. S., Πυθαγόρας ο Σάμιος, Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1983.
Παπαδής Δ., Η ανθρωπολογία των Προσωκρατικών, Παπαδήμας, Αθήνα, 1996.
Bertrand R., Οι Προσωκρατικοί, Αρσενίδη, Αθήνα, 1982.
Vegetti M., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, Π. Τραυλός, Αθήνα, 2000.

Ημερεύει ο άνθρωπος όταν αγαπιέται

Όλοι μεσοπέλαγα αρμενίζουμε. Ο καθένας μας παλεύει με τον δικό του καιρό, με τη δική του θάλασσα.

Πότε δαμάζει τα κύματα και πότε αυτά τον καταπίνουν. Σημάδι των καιρών.

Όλοι, όμως, παλεύουμε να φτάσουμε στη δική μας στεριά, σαν τον Οδυσσέα που λαχταρά τα αγαπημένα χώματα.
Κι αυτό είναι σημάδι της ζωής.

Ο Οδυσσέας, όμως, αγαπήθηκε πολύ. Όχι μόνο η αγάπη που τον καρτερούσε, αλλά και η αγάπη που βρέθηκε στο δρόμο του, του έδωσαν τη δύναμη ν’ αντέξει την σκληράδα της ζωής του.

Ημερεύει ο άνθρωπος όταν αγαπιέται.

Γαληνεύει η ματιά του. Γλυκαίνει το χαμόγελό του.

Η ζωή του δεν έχει αλλάξει, έχει αλλάξει ο τρόπος που βλέπει τις στιγμές του. Νιώθει πιο δυνατός, νιώθει πιο ανθρώπινος.

Ας το θυμόμαστε αυτό κάθε φορά που βλέπουμε το πρόσωπό μας στον καθρέφτη.

Κι αντί να προσπαθούμε να εντοπίσουμε τα λάθη στους άλλους, ας ακούσουμε το δικό μας αγρίμι που ουρλιάζει μέσα μας.

Η πικροχολιά και το θυμωμένο παράπονο δεν είναι παρά η απουσία της αγάπης. Η αγένεια και η προσβλητική συμπεριφορά δείχνουν την απουσία της αγάπης. Η απογοήτευση και η ανασφάλεια έχουν ανάγκη από την αγάπη.

Γιατί ο άνθρωπος που αγαπιέται είναι γεμάτος φως. Είναι γεμάτος καλοσύνη. Είναι γεμάτος ελπίδα.

Ναι, ημερεύει ο άνθρωπος όταν αγαπιέται.

Αγαπηθείτε! Μόνο τότε θα φύγει το αγρίμι από μέσα μας!

Γίνεται φιλία ο έρωτας;

%ce%b3%ce%af%ce%bd%ce%b5%cf%84%ce%b1%ce%b9-%cf%86%ce%b9%ce%bb%ce%af%ce%b1-%ce%bf-%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b1%cf%82-%ce%bc-%ce%b2%ce%b1%ce%bc%ce%b2%ce%bf%cf%85%ce%bd%ce%ac%ce%ba%ce%b7
«Είχαμε ερωτική σχέση για χρόνια. Κάθε πράγμα όμως έχει την ημερομηνία λήξης του. Κάποτε χωρίσαμε, αλλά παραμείναμε φίλοι. Μιλάμε κάθε τόσο στο τηλέφωνο, τα λέμε όλα. Πότε πότε μάλιστα βγαίνουμε με τους τωρινούς μας συντρόφους για φαγητό ή για σινεμά. Κανένα πρόβλημα!»
 
Όλοι μας ακούμε γύρω μας τέτοια λόγια. Και πως «κανένα πρόβλημα!» Εκείνος ή εκείνη, μάλιστα, που μας το ανακοινώνει, μας κοιτάζει συνήθως με πρόσωπο αυτάρεσκο που δείχνει να περιμένει και συγχαρητήρια. Συγχαρητήρια γιατί έχει τόση ανωτερότητα, ανεξικακία, άνεση, ψυχική υγεία. Μπορεί και ζει τόσο προχωρημένα, τόσο πολιτισμένα, όπως ακούγαμε κάποτε ότι συμπεριφέρονται οι Σκανδιναβοί.
 
Όταν και σ’ εμένα διηγούνται κάτι τέτοια, αισθάνομαι, θα έλεγα, αμήχανος. Για τον άλλον αμήχανος; Για τον εαυτό μου; Μπερδεύομαι. Εκείνο που θέλω και αυτό που αισθάνομαι, που μάλλον οφείλω να αισθανθώ, πολεμούν μέσα στο μυαλό χωρίς να καταλήγουν στο ποιο θα επικρατήσει. Τι να νιώσω τώρα; Θαυμασμό για τον πολιτισμένο τρόπο ζωής του άλλου ή ντροπή για τον δικό μου βάρβαρο ψυχισμό που δεν μπόρεσε ποτέ να πετύχει κάτι τέτοιο;
 
Η βαθιά μου γνώμη δεν μπορεί να αλλάξει. Οι έρωτες που μας σημάδεψαν δεν ήταν σχέσεις κοινωνικές, δεν ήταν συναναστροφές κοσμικές, ούτε για να «περνάμε καλά». Τι φτηνό αυτό το «περνάω»! Σαν «ξεπετάω». Οι σχέσεις που έχτισαν και καταστράφηκαν πάντα θα είναι το κτίσμα μας και η κατεδάφισή μας, και καμιά σχέση δεν έχουν με φιλία αυτά που έγιναν. Δεν μπορούν να προσποιηθούν – δεν επιτρέπεται – την αεράτη άνεση της χαρωπής φιλίας. Είναι πάντα πληγωμένες και πάντα θυμωμένες. Έτσι πρέπει. Ο έρωτας είναι απολίτιστος, όχι πολιτισμένος, δεν πίνεις μαζί του ένα καφέ για να πεις τα νέα σου, για να δώσεις μετά φιλάκι στον αέρα και να πετάξεις ένα βάναυσα ανάλαφρο: «Να μη χαθούμε…» ή «Τα λέμε…»
 
Μόνο που ένας έρωτας αληθινός, κι αν χώρισε, δεν αλλάζει. Μένει εκεί, μνημείο του βίου και της πολιτείας μας, ακίνητο σύμβολο μιας απόπειρας για αιωνιότητα που πληρώθηκε ακριβά. Δε γίνεται να εξελίξεις μια τέτοια ιστορία μετά το χωρισμό. Είναι πικρό, είναι ιερόσυλο. Πρέπει να εκτιμάμε όσα μας έφτασαν σε ακραία χαρά, σε ακραία ελπίδα, σε ακραίο πόνο. Δεν ξαναγγίζεται αυτό.
 
Οι έρωτές μας οι αληθινοί, ακόμη κι αν τέλειωσαν, όσο άγαρμπα κι αν τέλειωσαν, είναι ιεροί. Ένα δικό μας κομμάτι, αιώνια παραδομένο στον πρώην αγαπημένο. Οι γνήσιες συναντήσεις μας, ιδίως οι έρωτές μας, θα παραμένουν ισόβια συγκριτικά στοιχεία στη συναισθηματική διαδρομή μας. Αν τότε αντί για εκείνο έλεγα τούτο; Αν αυτός δεν αντιδρούσε τόσο γρήγορα; Αν έκανα υπομονή; Θα μπορούσαμε να είμαστε ευτυχισμένοι ακόμη; Εκείνο το τρομερό δέσιμο τι απέγινε; Πόσο μοιάζει αυτό που ένιωθα τότε με αυτό που τώρα νιώθω με έναν άλλο;
 
Μετρήσεις επιστημόνων έχουν δείξει πως ο ψυχικός πόνος του ερωτικού χωρισμού έρχεται σε οξύτητα αμέσως μετά τον ψυχικό πόνο που βιώνουμε από το θάνατο αγαπημένου προσώπου. Τι τον κάνεις, λοιπόν, τούτο τον αβάσταχτο πόνο, προκειμένου να ξεκινήσεις μια γελαστή, αθώα φιλία; Ακόμη κι όταν ο ίδιος ο πόνος υποχωρήσει, η θύμηση του πόνου παραμένει εκεί. Τι κάνεις το βάρος, το παράπονο, την οργή, τη ματαίωση, την απογοήτευση, το κενό, την τρέλα που συνοδεύουν κάθε χωρισμό; Πώς τα βγάζεις πέρα με την ανάμνησή τους, την αυτόματη αναβίωση, τους συναισθηματικούς συνειρμούς που ανασταίνονται, όταν το βλέμμα σου ξανασυναντά το βλέμμα που τα προξένησε, όταν ο ήχος της φωνής του σε ναυαγεί στις μεγάλες σας στιγμές, όταν ο μαγνητισμός ξανατυλίγει κορμιά που κάποτε αληθινά σμίξανε; Πώς ξεπερνιέται τούτο το «Τρίγωνο των Βερμούδων»;

H παγίδα της μειονεξίας

Η μειονεξία είναι ένα γενικευμένο συναίσθημα. Όσοι υποφέρουν από αυτό νιώθουν ανεπαρκείς και ανάξιοι να αγαπηθούν. Επειδή αφορά μια εσωτερική κατάσταση χωρίς πολλές φορές εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Τα περισσότερα άτομα νιώθουν ντροπή για αυτό το συναίσθημα τους και κατά συνέπεια υποφέρουν και από το φόβο να μην ανακαλύψουν οι άλλοι ότι νιώθουν μειονεκτικά. Όσοι βιώνουν αυτό το συναίσθημα δεν αντιδρούν πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Ορισμένοι δεν έχουν αυτοπεποίθηση και αισθάνονται ανασφαλείς, άλλοι φαίνονται φυσιολογικοί και άλλοι φαίνονται να είναι τόσο καλά που κανένας δεν μπορεί να πιστέψει ότι υποφέρουν.

Αιτίες δημιουργίας της μειονεξίας.
1) Επικριτικό ή τιμωρητικό οικογενειακό περιβάλλον
2) Απόρριψη και συναισθηματική αστάθεια από τον ένα ή και τους δυο γονείς
3) Ψυχολογική , συναισθηματική και σωματική κακοποίηση από ένα μέλος της οικογένειας
4) Συνεχείς συγκρίσεις και διακρίσεις σε σχέση με τα αδέρφια από την πλευρά των γονιών
5) Εγκατάλειψη της οικογένειας από τον ένα γονέα και δημιουργία ενοχών για το γεγονός αυτό
Πολλοί άνθρωποί οι οποίοι ένιωθαν μειονεκτικά κατά την παιδική τους ηλικία εξαιτίας της επικριτικότητας και των προσβολών των γονιών τους προσπαθούν να υπεραναπληρώσουν αυτό το συναίσθημα με το να θέτουν πολύ υψηλούς στόχους. Αγωνίζονται για την κοινωνική καταξίωση και την οικονομική επιτυχία γιατί θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο θα ξεπεράσουν το πρόβλημα τους. Πολλές φορές και οι γονείς που αντιμετωπίζουν και οι ίδιοι προβλήματα μειονεκτικότητας τα μεταδίδουν στα παιδιά τους με το να τα υποτιμούν συνεχώς , να τα απορρίπτουν και να επιδεικνύουν τις προσωπικές του επιτυχίες, με αποτέλεσμα να τους κάνουν να νιώθουν άχρηστοι και λίγοι.

Μειονεξία και ανάπτυξη ερωτικών σχέσεων

Το άτομο που υποφέρει από αυτό το συναίσθημα εμφανίζει κυρίως τα εξής χαρακτηριστικά στο τομέα των ερωτικών σχέσεων.
1) Αποφεύγει τις μακροχρόνιες σταθερές σχέσεις γιατί πιστεύει ότι έτσι δεν θα έρθει κάποιος τόσο κοντά του ώστε να διακρίνει τα ελαττώματα του.
2) Επιλέγει επικριτικούς συντρόφους που μπορεί να τον/ την κακομεταχειρίζονται συναισθηματικά, ψυχολογικά ή σωματικά γιατί νιώθουν ότι αυτού του είδους οι σχέσεις τους αξίζουν.
3) Δημιουργεί σχέσεις με ανθρώπους που θεωρεί κατώτερους και δεν τους αγαπάει για να μην χρειάζεται να ανησυχεί για το αν θα τον κρίνουν ή θα τον απορρίψουν
4) Προσελκύονται από συντρόφους που δεν μπορούν να τους δημιουργήσουν συναισθηματική ασφάλεια και μια σταθερή σχέση είτε γιατί ζουν σε άλλη πόλη, είτε γιατί είναι παντρεμένοι είτε λόγω άλλων αντικειμενικών δυσκολιών.

Έχει μεγάλη σημασία να συνειδητοποιήσει το άτομο ότι η μειονεξία την όποια αισθάνεται δεν βασίζεται συνήθως σε ένα πραγματικό ελάττωμα. Καθοριστικός παράγοντας δεν είναι η τυχόν ύπαρξη έστω και κάποιου ελαττώματος αλλά ο τρόπος με τον οποίο τον αντιμετώπιζαν οι γονείς του και άλλα μέλη της οικογένειας του. Αν τον αγαπούσαν , τον εκτιμούσαν και τον αποδέχονταν για αυτό που πραγματικά είναι με τα προτερήματα αλλά και τις αδυναμίες του, είναι σίγουρο ότι δεν θα ένιωθε ανάξιος. Η απαλλαγή από το συναίσθημα της μειονεξίας δεν είναι εύκολη διαδικασία καθώς όσο μεγαλύτερη ήταν η απόρριψη και η επίκριση από το οικογενειακό περιβάλλον τόσο πιο δύσκολη είναι και η αλλαγή. Μέσα από την ψυχοθεραπεία οι ασθενείς νιώθουν σιγα σιγά καλύτερα με τον εαυτό τους, αναγνωρίζουν την αξία τους και αρχίζουν να πιστεύουν ότι και οι άλλοι τους εκτιμούν και τους αγαπούν. Γίνονται λιγότερο επιθετικοί και περισσότερο δεκτικοί στο να δεχτούν την αγάπη.

Μόλις το άτομο συνειδητοποιήσει ότι η μειονεξία που νιώθει δεν αποτελεί ένα πραγματικό γεγονός αλλά είναι μια κατάσταση που του καλλιέργησαν οι γονείς με την αυστηρότητα και την επικριτικότητα τους τότε και η θεραπευτική του πορεία θα είναι αποτελεσματική.

Λίγο πριν από τα 50 έμαθα να ζω πραγματικά

Λίγο πριν από τα 50 έμαθα να αγαπώ κάθε μου κύτταρο...

Να ισορροπώ ανάμεσα στα πρέπει και στα θέλω μου χωρίς να ταλαντεύομαι.
Να έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου χωρίς την επιβεβαίωση κανενός.
Να με αποδέχομαι με τα σωστά και τα λάθη μου.
Να κάνω τις δικές μου επιλογές χωρίς ξένες παρεμβάσεις.

Έμαθα να ονειρεύομαι χωρίς να φοβάμαι.
Να ελπίζω χωρίς να δειλιάζω.
Να δίνομαι χωρίς να ξοδεύομαι.

Έμαθα πως οι μεγαλύτερες αξίες της ζωής μας είναι κρυμμένες στα πιο μικρά και καθημερινά πράγματα. Οι ομορφότερες στιγμές μοιράζονται με ανθρώπους που τις αξίζουν. Οι πιο σημαντικές είναι εκείνες που έχουν κάτι από την ψυχή μας. Και οι ωραιότερες εκείνες που χάραξαν την ύπαρξη μας.

Λίγο πριν τα 50 έμαθα να μετρώ τους ανθρώπους με πράξεις και όχι με λόγια.
Να τους υπολογίζω όλους στο τέλος και όχι στην αρχή της γνωριμίας μας. Να τους αποδέχομαι όπως είναι και να μην προσπαθώ να τους αλλάξω.
Επιλέγω πλέον ποιοι θα είναι δίπλα μου και ποιοι αξίζουν την αδιαφορία μου. Διαλέγω σε ποιους θα καταθέσω την ψυχή μου και ποιοι θα χαθούν από την ζωή μου.

Δεν έχω πια χρόνο για τα άσχημα αυτού του κόσμου. Αρνούμαι να φθείρω την ύπαρξη μου σε μικρότητες. Δεν στέκομαι πάνω από λιποψυχίες και συκοφαντίες. Δεν με αγγίζουν οι μικροαστικές συμπεριφορές. Αποφεύγω τις άσκοπες και ανούσιες συναναστροφές.
Δίνω σημασία στην ουσία και όχι στην επιφάνεια. Με αφορά η αξία των ανθρώπων και όχι η εικόνα τους.

Μιλάω λίγο και σκέφτομαι περισσότερο.
Ακούω χωρίς να κρίνω.
Εκφράζομαι χωρίς φόβο.
Απολαμβάνω την μοναχικότητά μου.

Διασκεδάζω τις λύπες μου. Συνυπάρχω αρμονικά με τους φόβους και τις αδυναμίες μου.
Δίνομαι χωρίς όρους. Αγαπάω χωρίς περιορισμούς. Νιώθω χωρίς φραγμούς και όρια.
Εμπιστεύομαι χωρίς αμφιβολίες.

Έμαθα πως τα λάθη είναι ανθρώπινες αδυναμίες και η ‘’συγνώμη’’ μεγάλη δύναμη. Πως ο μεγαλύτερος πλούτος σ ‘αυτή τη γη βρίσκεται μέσα μας. Ότι οι πιο πληγωμένοι άνθρωποι είναι αυτοί με το πιο υπέροχο χαμόγελο.
Οι πιο αξιοπρεπείς είναι εκείνοι που κρύβουν τα δάκρυα τους στο πιο λαμπερό τους βλέμμα. Και οι πιο ευτυχισμένοι αυτοί που ανακάλυψαν τον εαυτό τους.

Τα μεγαλύτερα μαθήματα τα έχουμε διδαχθεί από τους ανθρώπους που έχουν περάσει από την ζωή μας. Τις πιο όμορφες γνώσεις μας τις έχουν δώσει οι εμπειρίες μας. Κάθε πληγή μας είναι και ένα παράσημο σοφίας. Κάθε μας πόνος κι ένα βραβείο ανδρείας και αντοχής.

Κάθε νέα μας μέρα ένα δώρο και μία μεγάλη ευλογία.

Έμαθα, να λέω ΌΧΙ στους άλλους εκεί που πρέπει να λέω ΝΑΙ σε μένα.

Να αποχωρώ αξιοπρεπώς από εκεί που περισσεύω. Να μην επιδέχομαι μειώσεις στο ήθος και στην αξιοπρέπεια μου. Να διατηρώ την ψυχική μου ηρεμία. Να φροντίζω την σωματική μου υγεία.
Χρωματίζω τον πίνακα της ζωής μου με όμορφα χρώματα που ζεσταίνουν την ύπαρξη μου. Αναγνωρίζω τα όρια μου. Δαμάζω την υπομονή μου. Κρατάω την ψυχραιμία μου. Αναθεωρώ καθημερινά τις απόψεις μου και σέβομαι τις απόψεις των άλλων.

Εκτιμώ την αυθεντικότητα. Δε με γεμίζει η απομίμηση πια. Δεν αναζητώ την επικρότηση. Δεν ψάχνω άλλο για επιβεβαίωση. Δεν με αφορούν οι πρόσκαιρες απολαύσεις. Δεν σεργιανάω άσκοπα στις γειτονιές του κόσμου.

Διαβάζω το νόημα πίσω από τις λέξεις.
Κοιτάω πίσω από τα θλιμμένα βλέματα.
Παρατηρώ πίσω από τα κλειστά παντζούρια.
Ακούω πίσω από φραγμένες σιωπές.

Λίγο πριν τα 50 έμαθα… πως είναι ένα όμορφο και σύντομο ταξίδι η ζωή μας με υπέροχη θέα. Φτάνει να ανοίγεις τα παράθυρα της ψυχής σου και να αντικρίζεις καθημερινά τον κόσμο.

Γιατί η ευτυχία είναι στάση

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ - ΧΑΡΤΟΥΜ (1885)

ΣΟΥΔΑΝ

Εισαγωγή - Γεωγραφία 

Η δημοκρατία του Σουδάν είναι ανεξάρτητο κράτος της Ανατολικής Αφρικής. Εκτείνεται στο ανατολικό τμήμα της γεωγραφικής περιοχής του Σουδάν και είναι η μεγαλύτερη σε μέγεθος χώρα της Αφρικής με έκταση 2.505.813 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το Σουδάν καταλαμβάνει περίπου το 8,3 % του εδάφους της Αφρικανικής ηπείρου και είναι κατά 19 φορές μεγαλύτερο από την Ελλάδα. Πρωτεύουσά του είναι το Χαρτούμ. Η χώρα καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της Ανατολικής και Κεντροανατολικής Αφρικής και ορίζεται από τις γεωγραφικές συντεταγμένες 22° ως 3° 36΄ βόρειο πλάτος και 21° 49΄ ως 38° 36΄ ανατολικό μήκος. Εκτείνεται από τον Ατλαντικό ωκεανό ως την Ερυθρά θάλασσα στα βορειοανατολικά, από την οποία βρέχεται σε μήκος 870 χλμ., και από την έρημο της Σαχάρας ως την περιοχή της Γουινέας. Έχει χερσαία σύνορα με εννέα χώρες. Συγκεκριμένα, έχει βόρεια σύνορα μήκους 1.260 χλμ. με την Αίγυπτο, βορειοδυτικά σύνορα μήκους 380 χλμ. με τη Λιβύη και δυτικά σύνορα μήκους 1.300 χλμ. με το Τσαντ...

Ακόμη συνορεύει νοτιοδυτικά με τη Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής (σε μήκος 1.070 χλμ. νότια με το Ζαΐρ (σε μήκος 660 χλμ.) με την Ουγκάντα (σε μήκος 460 χλμ.) και με την Κένυα (240 χλμ.). Δυτικά συνορεύει με την Αιθιοπία και την Ερυθραία (συνολικό μήκος συνόρων 2.210 χλμ.).

Αποτελεί τη τρίτη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της Αφρικανικής ηπείρου, τη δεύτερη μεγαλύτερη Αραβική και η δέκατη έκτη μεγαλύτερη χώρα παγκοσμίως. Συνορεύει με την Αίγυπτο (Βόρεια), την Ερυθραία και την Αιθιοπία (Ανατολικά), το Νότιο Σουδάν (Νότια) και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (Νοτιοδυτικά), το Τσαντ (Δυτικά) και την Λιβύη (Βορειοδυτικά) ενώ βρέχεται και από την Ερυθρά θάλασσα.

Ιστορία του Σουδάν Μέχρι τον 20ο Αιώνα

Τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα της χώρας ανάγονται στη λίθινη εποχή και από το 4.000 π.Χ. η χώρα ήρθε σε επαφή με την Αίγυπτο με προσαρτήσεις εδαφών της Νουβίας (βόρειο Σουδάν) από τους Αιγυπτίους, που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην περιοχή μέχρι τον 8ο - 7ο π.Χ. αιώνα. Τον 6ο π.Χ. αιώνα η Μερόη αναδεικνύεται σε πρωτεύουσα των Νούβιων (κράτος του Κους η Χους) αλλά τον 4ο μ.Χ. αιώνα καταστράφηκε από το Αιθιοπικό κράτος της Αξώμης στο οποίο και υποτάχθηκε. Αργότερα σχηματίστηκαν τα χριστιανικά βασίλεια της Νοβατίας (βόρειο Σουδάν, πρωτεύουσα Φαράς), της Μακουρίας (νότιο Σουδάν, πρωτεύουσα Ντόνγκολα) και της Αλόα (ακραίο νότιο Σουδάν, πρωτεύουσα Σόμπα) τον 7ο - 14ο μ.Χ. αιώνα, που περιόρισαν την επέκταση του Ισλάμ στο νότο της Αφρικής.

Το 16ο αιώνα το Ισλάμ επικράτησε και αναπτύχθηκαν τα τοπικά, Ισλαμικά σουλτανάτα του Νταρφούρ, του Φουνγκ και του Κορντοφάν. Από τα τέλη του 18ου ως το 1821 - 1822 η Αίγυπτος (που ήταν επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) κυριάρχησε στο Σουδάν, το οποίο τυπικά αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε άρχισε η γέννηση της "εθνικής" συνείδησης στις ετερογενείς Σουδανικές φυλές, που συνεχίστηκε και στο β΄ μισό του 19ου αιώνα οπότε οι Άγγλοι κυριάρχησαν στη χώρα. Ο Μωχάμετ Αχμέτ ή Μαχντί (μεσσίας) ξεκίνησε απελευθερωτικό αγώνα εναντίον των Άγγλων το 1881 που ολοκληρώθηκε το 1885 με την άλωση του Χαρτούμ από το Βρετανό διοικητή Τσάρλς Τζωρτζ Γκόρντον.

Μετά το θάνατο του Μαχντί (1885) ξεκίνησαν εμφύλιες διαμάχες των πολέμαρχων και μετά την αγγλική νικηφόρα εκστρατεία του 1898 (Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ OMDURMAN (1898)) και το Αγγλοαιγυπτιακό σύμφωνο του 1899 προέκυψε το Αγγλοαιγυπτιακό Σουδάν.

Νεότερη Ιστορία του Σουδάν

Το Σουδάν διαπλέει ο ποταμός Νείλος. Πρωτεύουσά του είναι η πόλη Χαρτούμ. Το Σουδάν έχει υποστεί δύο εμφυλίους πολέμους το 1955 έως το 1972 ο πρώτος και το 1983 έως το 2005 ο δεύτερος, μεταξύ βορρά και νότου, που οδήγησε τελικά στην ανεξαρτητοποίηση του νότιου μέρους της χώρας το 2011. Επίσης, τόσο στα ανατολικά του όσο και στα δυτικά του έχει ανοιχτά μέτωπα. Συγκεκριμένα, πολύ γνωστό λόγω της τραγικής κατάστασης που επικρατεί είναι το Νταρφούρ. Εκτιμάται ότι στην περιοχή Νταρφούρ του Σουδάν υπάρχουν 1,2 εκατομμύρια εκτοπισμένοι άνθρωποι, ενώ περίπου 2 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάζονται επειγόντως τρόφιμα.

Στην περιοχή βρίσκονται διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις με στόχο να απαλύνουν τον πόνο των προσφύγων και των κατοίκων. Η επαφή μεταξύ Ελλάδας και Σουδάν είναι γνωστή. Από τα αρχεία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφέρεται ότι η Ελληνική παρουσία στο Σουδάν χρονολογείται περίπου από τις αρχές του 20ου αιώνα και σήμερα περί τα 250 άτομα δραστηριοποιούνται κυρίως στο βιομηχανικό και εμπορικό τομέα. Το Σουδάν μέχρι την ανεξαρτητοποίησή του ήταν υπό την κατοχή της Αιγύπτου και Βρετανική αποικία. Η ανεξαρτησία του δόθηκε και εγγυήθηκε ταυτόχρονα από τις δυο χώρες όταν η Αίγυπτος παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της το 1954.

Ωστόσο, οι διαφορές ανάμεσα στον Ισλαμικό Βορρά και τον κατοικημένο από Ανιμιστές και Χριστιανούς Νότο, έρμαιο διαφόρων επιρροών, ήταν βαθιές και έγινε γρήγορα ορατή η προσπάθεια του Ισλαμικού στοιχείου να αναδειχθεί σε ρυθμιστή της κατάστασης. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ξέσπασαν οι πρώτες βίαιες συγκρούσεις, λίγο μετά την απόφαση για την ανεξαρτησία του Σουδάν, με το τελευταίο να αποκτά επίσημα την ανεξαρτησία του το 1956. Οι πρώτες συμπλοκές έγιναν μεταξύ στασιαστών στις πόλεις του νότου και των δυνάμεων της Βρετανικής διοίκησης.

Η ανατροπή του στρατιωτικού καθεστώτος του προέδρου Αμπούντ στις 21 Οκτωβρίου του 1964 δεν οδήγησε σε εξομάλυνση της κατάστασης, αφού οι δύο πολιτικές κυβερνήσεις συνασπισμού υπό τον Καλίφα κατέρρευσαν λόγω ασυμφωνίας μεταξύ συντηρητικών κομμάτων και Μουσουλμανικής Αδελφότητας από τη μία πλευρά, κομμουνιστών και φιλονασερικών από την άλλη, σε ό,τι αφορά κυρίως στους χειρισμούς στο νότιο Σουδάν. Τελικά, τον Απρίλιο του 1965 διεξήχθησαν εκλογές, στις οποίες νικητής, χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, αναδείχθηκε το δεξιό κόμμα ΟΥΜΑ. Η εκλογική διαδικασία σφραγίστηκε από την προσπάθεια του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος να παρεμποδίσει την ψηφοφορία.

Γεγονός που έγινε αιτία να σκοτωθούν 15 άτομα στα τέλη Απριλίου σε συγκρούσεις με την αστυνομία, σε πόλη κοντά στη μεθόριο με την Αιθιοπία. Τον Ιούνιο σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Μωχάμεντ Αχμέντ Μαχγκούμπ, η οποία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη δράση της αυτονομιστικής οργάνωσης Άνια Νία στο Νότο. Τον Ιούλιο άρχισαν οι εχθροπραξίες μεταξύ κυβερνητικών στρατευμάτων και ανταρτών (Πρώτος Σουδανικός Εμφύλιος Πόλεμος) με αποτέλεσμα, εκτός από τις βαριές απώλειες, οι κάτοικοι των περιοχών να υποφέρουν από λιμό και επιδημίες. Προάγγελοι μελλοντικών καταστάσεων, 20.000 οπαδοί Μουσουλμανικής σέκτας, προερχόμενοι από απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.


Πραγματοποίησαν πορεία στο Χαρτούμ με το σύνθημα "Ο κομμουνισμός είναι ο μοναδικός εχθρός του Ισλάμ", ύστερα από έκκληση του ιμάμη Αλ Μόχντι "να προασπίσουν τα κεκτημένα της επανάστασης της 21ης Οκτωβρίου του 1964". Η διαμάχη ανάμεσα στο βόρειο και το νότιο τμήμα του Σουδάν έληξε τον Μάρτιο του 1972, με την Ειρηνευτική Συνθήκη της Αντίς Αμπέμπα, ενώ υπολογίζεται πως στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 500.000 ανθρώπους. Το 1983 ξεσπούν νέες διαμάχες μεταξύ του βόρειου και του νότιου τμήματος της χώρας (Δεύτερος Σουδανικός Εμφύλιος Πόλεμος).

Την εποχή αυτή ιδρύθηκε στην περιοχή ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός του Σουδάν (Sudan People's Liberation Army - SPLA και το πολιτικό του τμήμα Λαϊκό Απελευθερωτικό Κίνημα του Σουδάν, Sudan People's Liberation Movement - SPLM). Οι διαμάχες μεταξύ του Στρατού της Κυβέρνησης του Σουδάν και του SPLA θα κρατήσουν τελικά μέχρι το 2005, όταν οι δυο πλευρές θα υπογράψουν στην Κένυα στις 9 Ιουλίου τη Συνολική Ειρηνευτική Συμφωνία (Comprehensive Peace Agreement - CPA, γνωστή και ως Συμφωνία της Ναϊβάσα). Τα θύματα αυτού του δεύτερου πολέμου υπολογίζονται γύρω στα 2 εκατομμύρια, ενώ περίπου 4 εκατομμύρια κάτοικοι της περιοχής υπολογίζεται πως αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν.

Η εν λόγω ένοπλη σύρραξη ήταν ο εμφύλιος πόλεμος με την μεγαλύτερη διάρκεια στην Αφρικανική Ιστορία. Από το 2003 στο δυτικό Σουδάν, στην περιοχή του Νταρφούρ, μαίνεται διαμάχη μεταξύ των ντόπιων Αφρικανών κατοίκων και Αράβων νομάδων βορινότερων περιοχών. Λόγω της μείωσης των εδαφών των βοσκότοπων στις βόρειες περιοχές, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, μεγάλος αριθμός νομάδων, υπό την προστασία της κυβέρνησης του Σουδάν, αποφάσισε να μετακινηθούν προς το Νταρφούρ, εκτοπίζοντας με τη βία τους ντόπιους. Η αντίδραση των κατοίκων ήρθε με τη δημιουργία ένοπλων αντάρτικων ομάδων.

Στις 5 Μαΐου του 2006, μια ομάδα ενός από τα μεγαλύτερα τότε αντάρτικα σώματα της περιοχής, του «Σουδανικού Απελευθερωτικού Στρατού» (SLA), που βρισκόταν υπό την ηγεσία του Μίνι Μινάουι υπέγραψε ειρηνευτική συμφωνία με την κυβέρνηση του Χαρτούμ στην πρωτεύουσα της Νιγηρίας Αμπούτζα, η οποία έμεινε γνωστή ως Συμφωνία του Μαΐου. Κανένα άλλο από τα αντάρτικα σώματα του Νταρφούρ δεν προχώρησε σε συμφωνία ειρήνευσης, ενώ και ο ίδιος ο Μινάουι το 2011 δήλωσε πως η Συμφωνία απέτυχε πλήρως και ξεκίνησε ξανά νέες μάχες κατά της Κυβέρνησης.

Το Μάιο του 2008 το Σουδάν διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με το Τσαντ, κατηγορώντας το ότι προσέφερε βοήθεια στους αντάρτες του «Κινήματος για την Ισότητα και τη Δικαιοσύνη» (JEM) της περιοχής του Νταρφούρ να εξαπολύσουν επίθεση εναντίον του Χαρτούμ (11 Μαΐου 2008). Οι δυο χώρες υπέγραψαν στις 3 Μαΐου του 2009 στην Ντόχα συμφωνία συμφιλίωσης, η οποία προβλέπει ανάμεσα στα άλλα τον έλεγχο των συνόρων, ώστε να εμποδιστεί η διείσδυση ανταρτών του Τσαντ προερχομένων από το Σουδάν και Σουδανών ανταρτών προερχομένων από το Τσαντ. Οι συνομιλίες διεξήχθησαν με πρωτοβουλία της Λιβύης και του Κατάρ.

Οι φυλετικές συγκρούσεις στο Νταρφούρ συνεχίστηκαν και στο τέλος του 2008, παρά την παρουσία των ειρηνευτικών δυνάμεων. Το Μάρτιο του 2009 βρήκαν το θάνατο 750 άνθρωποι σε φυλετικές συγκρούσεις ανάμεσα στις φυλές Νουέρ και Μούρλε στο κρατίδιο Τζονγλέι ύστερα από επιδρομές ενόπλων σε χωριά με στόχο να κλέψουν βοοειδή. Με βάση την Συμφωνία της Ναϊβάσα, τον Ιανουάριο του 2011 διενεργήθηκε δημοψήφισμα με το οποίο οι πολίτες του νοτίου Σουδάν αποφάσισαν την ανεξαρτητοποίησή τους από την Δημοκρατία του Σουδάν. Στις 9 Ιουλίου 2011 το Νότιο Σουδάν αποσπάστηκε και έγινε ανεξάρτητη χώρα .

Ο Γαλάζιος Νείλος

Κοντά στο Χαρτούμ, την πρωτεύουσα του Σουδάν, ενώνονται οι δύο ποταμοί που σχηματίζουν τον ποταμό Νείλο: οΓαλάζιος Νείλος (στην Αμχαρική γλώσσα ονομάζεται Αμπάι και στην Αραβική γλώσσα النيل الأزرق an-Nīl al-Azraq) και ο Λευκός Νείλος. Ο Γαλάζιος Νείλος έχει μήκος 1.450 χιλ. και έχει πάρει το όνομα αυτό επειδή κατά την περίοδο των πλημμυρών, που ανεβαίνει πολύ η στάθμη του, το χρώμα του είναι πολύ σκούρο εξαιτίας της λάσπης που κατεβάζει. Πηγάζει από την Λίμνη Τάνα στην Αιθιοπία. Αρχικά κυλά νότια και νοτιοανατολικά και στη συνέχεια γυρίζει δυτικά και βορειοδυτικά.

Από τα 1.450 χιλ. που είναι το συνολικό του μήκος, τα 800 χιλ. είναι μέσα στην Αιθιοπία ενώ τα υπόλοιπα είναι εντός του Σουδάν. Περίπου 30 χιλ. από την Λίμνη Τάνα ο ποταμός μπαίνει σε ένα φαράγγι 400 χιλ., σε κάποιο σημείο του οποίου σχηματίζονται οι Καταρράκτες του Γαλάζιου Νείλου (ή Tis Abay στην Αμχαρική γλώσσα) που έχουν 45 μ. ύψος.

ΧΑΡΤΟΥΜ

Η πόλη Χαρτούμ (Khartoum) είναι η πρωτεύουσα του Σουδάν. Βρίσκεται στη συμβολή του Λευκού και Γαλάζιου Νείλου, στο βορειοκεντρικό Σουδάν. Το 1947 αριθμούσε 68.250 κατοίκους, ενώ το 1993 έφθασε τους 924.000 κατοίκους. Γενικά η πόλη βρίσκεται σε μια ημιάγονη περιοχή όπου το μεν καλοκαίρι είναι εξαιρετικά θερμό ενώ ο χειμώνας δεν παύει να είναι και αυτός θερμός. Την άνοιξη είναι πολύ συχνές οι αμμοθύελλες που στη τοπική γλώσσα ονομάζονται «ελ χαμπούμπ». Το Χαρτούμ αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο διοικητικό, εμπορικό και συγκοινωνιακό κέντρο της χώρας με πλήθος εργοστασίων κυρίως χρωμάτων, τροφίμων, υφασμάτων και υαλουργίας.

Ως παραποτάμια πόλη έχει σημαντικό λιμένα που συνδέεται με ατμόπλοια με την Ουάντι Χάλφα, προς βορρά, και με την Μεσα-έρ Ρεγκ, προς νότο, και σιδηροδρομικά με το Πορτ Σουδάν, στην Ερυθρά θάλασσα, την Ουάντι Χάλφα και την Ελ Ομπέιντ, πρωτεύουσα της επαρχίας Κορτοφάν. Δύο γέφυρες συνδέουν την παλιά πόλη με τη Βόρεια Χαρτούμ στη βόρεια όχθη του Κυανού Νείλου και με την Ομντουρμάν, την παλιά πόλη των Ντερβίς στη δυτική όχθη του Λευκού Νείλου.


Ανώτερο εκπαιδευτικό Ίδρυμα του Σουδάν ήταν για πολλά χρόνια το Κολέγιο Γκόρντον στο Χαρτούμ που το όνομά του οφείλεται στον στρατηγό Κάρολο Γκόρντον που είχε σταλεί στη περιοχή προς ρύθμιση του ζητήματος της εκκένωσης του Σουδάν από τους Αιγυπτίους, μετά την εξέγερση των Μαχδιστών το 1884, όπου και φονεύθηκε το 1885. Σημαντικότερα άλλα κτίρια είναι το Πανεπιστήμιο της Χαρτούμ που ιδρύθηκε το 1956, καθώς και ένας μεγάλος σχετικά αριθμός τεχνικών σχολών, το Εθνικό Μουσείο του Σουδάν, το Εθνικό λαογραφικό μουσείο, το άλλοτε διοικητικό μέγαρο και πολλά κυβερνητικά κτίρια.

Η Αρχαία Νουβία

Παλαιότερα Νουβία ονομαζόταν η προς Νότο της Αιγύπτου χώρα, μετά το Ασσουάν μέχρι τη συμβολή των δύο Νείλων, όπου βρίσκεται το Χαρτούμ. Το Σουδάν θεωρείται η κοιτίδα των Νειλωτικών νέγρων που η γενέτειρά τους εντοπίζεται πλησίον της Μεγάλης Λίμνης, απ’ όπου και διεσπάρησαν. Από τα αρχαιολογικά ευρήματα βεβαιώνεται η ύπαρξη ικανών εγκαταστάσεών τους στο ευρύτερο Αιγυπτιακό πεδίο, ενώ δημιουργήθηκε και σειρά Χριστιανικών πόλεων. Πρόκειται για τη γνωστή στους αρχαίους χώρα ως ''Υπέρ Αίγυπτον''. Κατά τον 5ο μ.Χ. αιώνα οι Νούβιοι συνέστησαν το Βόρειο Βασίλειο με έδρα τη Δόγκολα και το Νότιο με έδρα τη Σόμπα, νότια του Χαρτούμ.

Ασπάστηκαν το Χριστιανισμό γύρω στο 542 ή 543 μ.Χ. και υπάγονταν στην Ελληνική (Μελχιτική) Εκκλησία. Ωστόσο γύρω στο 700 μ.Χ. υπερίσχησε στη Νουβία ο Μονοφυσιτισμός και η περιοχή εισήλθε στη κυριαρχία της Κοπτικής Εκκλησίας. Παρά τις συνεχείς διώξεις των Μουσουλμάνων οι Νούβιοι κράτησαν τη Χριστιανική πίστη μέχρι και το 17ο αιώνα. Όμως οι συχνές προσβολές και επιρροές από τις Μουσουλμανικές φυλές της ερήμου στα βόρεια εξανάγκασαν τους Νούβιους του Βορρά να εξισλαμιστούν και να εξαραβιστούν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους. Στα νότια του Σουδάν αντίθετα ο Χριστιανικός και Νειλωτικός νέγρικος χαρακτήρας διασώζεται μέχρι σήμερα.

Ο εξισλαμισμός του Σουδάν ολοκληρώθηκε μεταξύ 1818 και 1823 όταν οι βασιλίσκοι των Νουβίων υποτάχθηκαν στον Πασά της Αιγύπτου Ισμαήλ.

Ιστορία του Χαρτούμ

Το 1821 μια στρατιωτική μονάδα των Αιγυπτίων εγκαθίσταται εκεί για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Δύο χρόνια αργότερα, το 1823, ο Μωχάμετ Άλι της Αιγύπτου κτίζει τη Χαρτούμ, η οποία εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο στη δεκαετία του 1880. Το 1884 - 1885, όταν η περιοχή περιήλθε στην Αγγλοαιγυπτιακή διοίκηση η πόλη σχεδόν καταστράφηκε κατά την επανάσταση των Μαχδιστών (οπαδών του Μοχάμεντ Άχμαντ, γνωστότερου ως Μάχδι), που για δέκα μήνες κυριάρχησαν στην περιοχή. Ξανακτίστηκε από τον λόρδο Κίτσενερ το 1898. Οι κύριοι δρόμοι της πόλης, στη νέα ρυμοτόμηση, χαράχθηκαν κατά το σχήμα των διασταυρουμένων ταινιών της Αγγλικής σημαίας.

Η Χαρτούμ ήταν αρχικά πρωτεύουσα του Αγγλο-Αιγυπτιακού Σουδάν από το 1899 μέχρι την Ανεξαρτησία της χώρας, το 1956. Με την ανεξαρτησία του Σουδάν, η Χαρτούμ έγινε πρωτεύουσα του κράτους. Τον Μάρτιο του 1973 η πόλη γνώρισε σοβαρές αναταραχές μετά την επίθεση της οργάνωσης Μαύρος Σεπτέμβρης στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας, κατά την οποία ένοπλα μέλη της οργάνωσης εισέβαλαν στο κτήριο και κράτησαν 10 ομήρους (5 από τους οποίους ήταν διπλωμάτες), με σκοπό την απελευθέρωση κρατουμένων από φυλακές της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ. Τρεις από τους ομήρους σκοτώθηκαν. Οι δύο από αυτούς ήταν Αμερικανοί ενώ ένας ήταν Βέλγος.

Τον Μάιο του 2008 η πόλη δέχθηκε επίθεση από μια από τις μεγαλύτερες ομάδες ανταρτών του Νταρφούρ, το «Κίνημα για την Ισότητα και τη Δικαιοσύνη» (JEM) του Χαλίλ Ιμπραήμ, με σκοπό την ανατροπή του Ομάρ ελ-Μπεσίρ. Στις συμπλοκές που ακολούθησαν εικάζεται πως σκοτώθηκαν περισσότεροι από 200 πολίτες.

Η Ελληνική Παροικία του Σουδάν

Η Ελληνική παροικία του Σουδάν εμφανίζεται ακόμη από την εποχή της Αιγυπτιακής κατοχής (1821 - 1885), με την εγκατάσταση των πρώτων Ελλήνων στην περιοχή του Χαρτούμ, για να αυξηθεί στα τέλη του 19ου αιώνα και να φτάσει τα 800 άτομα που κυρίως ζούσαν στις όμορες πόλεις Χαρτούμ και Οντουρμάν. Μόνο στο Χαρτούμ αναφέρεται ότι ζούσαν ήδη πάνω από 135 Έλληνες. Όταν τον Ιανουάριο του 1885 αλώθηκε το Χαρτούμ από τα σώματα των Σουδανών Δερβίσηδων, υπό την ηγεσία του θρησκευτικού ηγέτη αλ-Μάχντι, 56 Έλληνες βρέθηκαν στην πολιορκημένη πόλη, ενώ μαζί τους ήταν και ο εκεί επίτιμος πρόξενος της Ελλάδος, Νικόλαος Λεονταρίδης.

Ο επικεφαλής της Αιγυπτιακής άμυνας, Βρετανός μισθοφόρος Τσαρλς Γκόρντον, όταν άρχισε να γίνεται απελπιστική η κατάσταση στην πολιορκημένη πόλη, έστειλε ένα ποταμόπλοιο για να φέρει βοήθεια, τοποθετώντας μεταξύ των μελών του πληρώματος και 19 Έλληνες. Όμως το πλοίο εξόκειλε και τα περισσότερα μέλη του πληρώματος μαζί με τους επιβάτες που συνελήφθησαν από τους επαναστάτες, κατακρεουργήθηκαν. Ελάχιστοι Έλληνες γλίτωσαν τη σφαγή και μεταξύ αυτών ο Γεώργιος Καλαματιανός, τον οποίο στη συνέχεια απέστειλε ο αλ-Μάχντι ως αγγελιοφόρο στον Γκόρντον, ζητώντας του να παραδοθεί.

Τελικά, όταν οι δυνάμεις των επαναστατημένων δερβίσηδων εισέβαλαν στην πόλη, σκοτώθηκαν αρκετοί Έλληνες και μεταξύ αυτών και ο καταγόμενος από τη Λέρο επίτιμος πρόξενος Λεονταρίδης. Οι ομογενείς που απέμειναν, πέρασαν πολύ δύσκολες καταστάσεις ως την εισβολή στο Σουδάν, το 1898, αγγλικών και αιγυπτιακών στρατευμάτων, υπό τον στρατηγό Κίτσενερ, το στρατό του οποίου συνόδευαν και εφοδίαζαν Έλληνες από την Αίγυπτο. Στα μέσα του 18ου αιώνα εντοπίζονται Έλληνες στο Σουδάν με πρώτον τον καταγόμενο από την Ζάκυνθο Γιάννη Γαέτη που μαζί με τα δύο αδέρφια του πήγαν στην Αίγυπτο αρχικά, αλλαξοπίστησαν, και από τον ηγεμόνα της Αιγύπτου στάλθηκαν ως πρέσβεις στο βασίλειο του Νταρφούρ, στο δυτικό Σουδάν.

Πάντως η πρώτη ομαδική παρουσία Ελλήνων εντοπίζεται στο Σουδάν το 1821 όταν τα Τουρκο-Αιγυπτιακά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα. Αρχίατρος του Ισμαήλ-Πασά, διοικητή των Αιγυπτιακών στρατευμάτων, ήταν ο Δημήτριος Μπότσαρης, που σκοτώθηκε μαζί του από Σουδανούς το 1822. Έλληνες γιατροί και φαρμακοποιοί εμφανίζονταν να υπηρετούν στον Αιγυπτιακό στρατό σε όλη τη διάρκεια της κατοχής του Σουδάν που διήρκεσε από το 1821 έως 1885. Όταν το 1839 ο ηγεμόνας της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλυ επισκέφθηκε το Σουδάν στην ακολουθία του, μετείχε και ο παιδικός του φίλος Μιχάλης Τοσίτσας που ήταν μαζί του από την εποχή που ζούσαν και οι δύο στην Καβάλα.

Ο Τοσίτσας είχε ακολουθήσει τον Άλυ στην Αίγυπτο όπου και απέκτησε μεγάλη περιουσία. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ένας από τους πρώτους Έλληνες που πήγαν την περίοδο εκείνη στην περιοχή, ήταν ο Κυπριακής καταγωγής Νικόλαος Λοίζος, στον οποίο ο στρατηγός Κιτσενέρ αναγνωρίζοντας τις υπηρεσίες του, πρόσφερε πολύτιμη καρφίτσα. Τα επόμενα χρόνια, μεγάλος αριθμός Ελλήνων εμπόρων, γιατρών, μηχανικών, τεχνιτών καταφθάνει στη χώρα, με συνέπεια το 1902 να δημιουργηθεί η πρώτη Ελληνική κοινότητα στο Χαρτούμ, όπου ιδρύθηκε το 1905 Ελληνικό δημοτικό σχολείο, ενώ το 1908, ολοκληρώθηκε η ανέγερση του Ελληνορθόδοξου ιερού ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.


Ελληνικές κοινότητες εκτός από το Χαρτούμ, ιδρύθηκαν στις πόλεις Πορτ Σουδάν, Ουάντ Μεντάνι, Ελ Ομπέϊτ, Γκεντάρεφ, Ουάου, Τζούμπας κ.α. Με πρωτοβουλία των κοινοτήτων δημιουργήθηκαν πολλοί σύλλογοι καθώς και η Ελληνική Λέσχη, το 1904, ο Σκοπευτικός Σύλλογος το 1907 και ο Ελληνικός Γυμναστικός Σύλλογος το 1908. Μεταξύ των διαφόρων συλλόγων και σωματείων που ιδρύθηκαν με πρωτοβουλία κυρίως των κοινοτήτων, ήταν η Λεσβιακή Αδελφότητα, ο Φιλεκπαιδευτικός Καρπαθιακός Σύλλογος «Ομόνοια», η Ηπειρωτική Αδελφότητα και ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος, οι οποίοι όμως δεν κατόρθωσαν να διατηρηθούν για πολλά χρόνια.

Η Ελληνική παροικία συνέχισε να αυξάνεται για να γίνει στη συνέχεια η μεγαλύτερη κοινότητα αλλοδαπών στο Σουδάν. Μάλιστα όταν το 1956 το Σουδάν έγινε ανεξάρτητο κράτος ζούσαν σ’ αυτή τη χώρα περίπου 7.000 Έλληνες, από τους οποίους οι 1.000 Κύπριοι. Η Ελληνική παρουσία ήταν ιδιαίτερη έντονη στην πρωτεύουσα Χαρτούμ, όπου όλα τα εστιατόρια, καφενεία, ξενοδοχεία, κινηματογράφοι και τα περισσότερα εμπορικά καταστήματα ήταν Ελληνικά. Στην περίοδο του μεσοπολέμου η μία από τις τρεις εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στο Σουδάν ήταν η Ελληνική «Σουδανικός Κήρυξ» που ιδρύθηκε το 1910.

Το 1992, είχαν απομείνει στο Σουδάν περίπου 500 Έλληνες και σήμερα ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τους 350 - 360, από τους οποίους οι 300 ζουν στην πρωτεύουσα Χαρτούμ. Οι περισσότεροι ομογενείς μας ασχολούνται με το εμπόριο ενώ μόνο ένας μικρός αριθμός εργάζονται ως υπάλληλοι. Σε Ελληνικά χέρια, ανήκουν 8 - 10 εργοστάσια μεσαίου ή μικρού μεγέθους.

Η Εξέγερση του Μάχντι η Αρχή ενός Δράματος για την Ελληνική Παροικία

Στα 1881, αίφνης ως θύελλα της ερήμου, θα εμφανιστεί στο προσκήνιο, ένας μυστηριώδης μυστικιστής Σουδανός Ισλαμιστής πολέμαρχος, ο Ντανκαλαβί Μοχαμάτ Αχμάντ Μπεν Αμπνταλάχ, γνωστός στην Ιστορία ως ''Μάχντι''. Ο Μοχάματ Αχμάντ ήταν θρησκευτικός ηγέτης του Σουφικού Ισλαμικού Τάγματος Σαμανίγια στο Σουδάν, που ισχυριζόταν πως καταγόταν από τον ίδιο τον Προφήτη Μωάμεθ. Στις 29 Ιουνίου 1881 αυτοανακηρύχθηκε ''Μάχντι'', δηλαδή ο Μεσσιανικός λυτρωτής της Ισλαμικής θρησκείας. Η ανακήρυξή του αυτή ήλθε σε μια εποχή καταπίεσης και γενικευμένης απογοήτευσης του Σουδανικού λαού από τις Τουρκο-Αιγυπτιακές αρχές, κάτι που εκμεταλλεύτηκε ο Μάχντι.

Τιθέμενος επικεφαλής ενός εθνικού και θρησκευτικού κινήματος, που φιλοδοξούσε να φέρει την ''κάθαρση'' στον Ισλαμικό κόσμο από την την επιβολή Ευρωπαϊκών κανόνων και τρόπων ζωής που προωθούσε η ''αμαρτωλή, άθεη και διεφθαρμένη'' Τουρκο-Αιγυπτιακή διακυβέρνηση, που είχε καταστεί προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας. Κηρύσσοντας ''Ιερό Πόλεμο'' (Τζιχάντ) ο Μάχντι οδήγησε επιτυχώς τις τρισβάρβαρες, φανατικές φυλές της ερήμου του Σουδάν από νίκη σε νίκη κατά των Τουρκο-Αιγυπτίων, αυξάνοντας τον αριθμό των οπαδών του (τους δερβίσηδες) και την έκταση της επικράτειας που ήλεγχε το φανατικό Μουσουλμανικό καθεστώς του (Μαχντίγια) καταλαμβάνοντας διάφορες πόλεις και περιοχές του Σουδάν.

Το 1883 στην κορύφωση του πολέμου και των επιτυχιών του, ο Μάχντι θ’ αρχίσει ν’ απειλεί και την ίδια την πρωτεύουσα του Σουδάν, το Χαρτούμ, όπου και υπήρχε η ακμάζουσα Ελληνική Παροικία. Η Βρετανική Κυβέρνηση, τότε φοβούμενη την επικίνδυνη κλιμάκωση του πολέμου και την απειλή που διαφαινόταν για τα ζωτικά της συμφέροντα στη Διώρυγα του Σουέζ, διέταξε τους Αιγύπτιους το Δεκέμβριο του 1883, να εκκενώσουν στρατιωτικά το Σουδάν και το οπλοστάσιο του Χαρτούμ, αναθέτοντας το δύσκολο έργο αυτό στον έμπειρο γνώστη της περιοχής, Βρετανό Στρατηγό Τσαρλς Τζωρτζ Γκόρντον, τον οποίο ο Χεδίβης της Αιγύπτου διόρισε Γενικό Κυβερνήτη του Σουδάν.

Ο Στρατηγός Γκόρντον ήταν γνωστός και ως ''Κινέζος Γκόρντον'' γιατί στο παρελθόν είχε υπηρετήσει με επιτυχία ως στρατιωτικός σύμβουλος του Αυτοκράτορα της Κίνας, στον αιματηρό πόλεμο της ''Εξέγερσης των Ταϊπίνγκ'' (1850 - 1864). Στο παρελθόν μάλιστα χρημάτισε ξανά για ένα διάστημα Κυβερνήτης του Σουδάν, τερματίζοντας το δουλεμπόριο και λαμβάνοντας τον τίτλο του Πασά (Γκόρντον Πασάς) και τότε ήταν άλλωστε που ο (άγνωστος στην Ελλάδα δυστυχώς) Έλληνας εξερευνητής Παναγιώτης Ποταγός (1838 - 1904), ιατρός από την Βυτίνα της Αρκαδίας, (αδιαμφισβήτητα ο σημαντικότερος Έλληνας περιηγητής των νεωτέρων χρόνων και ο μόνος που δικαιούται τον χαρακτηρισμό του εξερευνητή).

Πραγματοποίησε εξερευνητικά ταξίδια στην κεντρο-ανατολική Αφρική, αναφέροντας στα 1877 τα ευρήματά του στον Κυβερνήτη Γκόρτντον Πασά, τα οποία και περιέλαβε στο μνημειώδες έργο του ''Dix années de voyages dans l’Asie centrale et l’Afrique equatoriale'' (Ernest Leroux Editeur Paris 1885). Εν τω μεταξύ τον Ιανουάριο του 1883 ο Μάχντι είχε καταλάβει μετά από πολιορκία την πόλη του Ελ Ομπεΐντ. Η Αιγυπτιακή φρουρά σφαγιάστηκε ανηλεώς και οι Έλληνες της πόλης που συνελήφθησαν υποχρεώθηκαν να αλλαξοπιστήσουν, με απειλή θανάτου, ενώ το ίδιο συνέβη και με έξι Ιταλίδες καθολικές καλόγριες. Οι Έλληνες αυτοί που έγιναν δια της βίας Μωαμεθανοί θα υπηρετήσουν στο στρατό του Μάχντι κυρίως ως μηχανικοί του πυροβολικού.

Ο Μάχντι μάλιστα τους υποχρέωσε να παντρευτούν Σουδανές ή τις εξισλαμισθείσες καθολικές Ιταλίδες. Ο Γκόρντον σχολιάζοντας ειρωνικά το γεγονός, θα γράψει αργότερα στην αναφορά του: ''Ο Πάπας θα πει για τις καλόγριες που παντρεύτηκαν τους Έλληνες: Έγινε η Ένωση της Ελληνικής με τη Λατινική Εκκλησία''. Ένας από αυτούς τους εξισλαμισθέντες Έλληνες ήταν και ο εμπειρότατος μηχανικός και χειριστής του πυροβολικού Παναγιώτης Τράμπας που κέρδισε την εμπιστοσύνη του Μάχντι, και στον οποίο μετά τη πτώση του Χαρτούμ, σε αντάλλαγμα για τις ''υπηρεσίες'' του, δώρισε μια μεγάλη έκταση κοντά στο κυβερνητικό ανάκτορο.

Την έκταση αυτή η Ιταλίδα καλόγρια - γυναίκα του αργότερα την δώρισε στο Βατικανό, αφού επανήλθε στο Καθολικισμό, και επ’ αυτής οικοδομήθηκε ο σημερινός εντυπωσιακός Ρωμαιοκαθολικός καθεδρικός ναός του Χαρτούμ. Τελικά στις 18 Μαρτίου 1884 οι δυνάμεις του Μάχντι ξεκινούν την πολιορκία του Χαρτούμ και ο Στρατηγός Γκόρτντον τίθεται επικεφαλής της αιγυπτιακής άμυνας της πόλης. Ο Γκόρντον όταν άρχισε να γίνεται απελπιστική η κατάσταση στην πολιορκημένη πόλη, έστειλε ένα ποταμόπλοιο στο Νείλο, το Abbas, για να φέρει βοήθεια με τον υπασπιστή του Σ/χη John Donald Hamill Stewart επικεφαλής. Εντός του ποταμόπλοιου επέβαιναν Αιγύπτιοι, Σύριοι και 19 Έλληνες.


Όμως το πλοίο εξώκειλε και ο Stewart μαζί με τα περισσότερα μέλη του πληρώματος και τους επιβάτες που συνελήφθησαν από τους επαναστάτες, κατακρεουργήθηκαν. Ελάχιστοι Έλληνες γλίτωσαν τη σφαγή και μεταξύ αυτών ο Γεώργιος Καλαματιανός, που ασπάστηκε το Ισλάμ για να σωθεί, και έγινε ο αγγελιαφόρος του Μάχντι, ο οποίος και ήταν αυτός που εστάλη στο Χαρτούμ μεταφέροντας το περίφημο μήνυμα του Μάχντι στον Γκόρντον, να παραδοθεί και να αλλαξοπιστήσει για να σωθεί. Ο Γκόρντον αρνήθηκε αξιοπρεπώς, προτιμώντας το θάνατο. Τον Ιανουάριο του 1885, 56 Έλληνες (επί συνόλω 135 ξένων) βρέθηκαν εντός της πολιορκημένης πόλης, ενώ μαζί τους ήταν και ο εκεί επίτιμος πρόξενος της Ελλάδος, Νικόλαος Λεονταρίδης, που οργάνωσε την άμυνα του Χαρτούμ μαζί με τον Γκόρντον.

Τα ξημερώματα της 26ης Ιανουαρίου 1885, 50.000 δερβίσηδες, επιτέθηκαν στην πόλη, εκμεταλλευόμενοι την πολύ χαμηλή στάθμη του Νείλου. Η άμυνα των 7.000 περίπου εξαντλημένων απ’ την πολιορκία και ηθικά καταρρακωμένων Αιγυπτίων κατέρρευσε σχεδόν αμέσως και η πόλη καταλήφθηκε από τους άνδρες του Μάχντι, που επιδόθηκαν σε μια άγρια σφαγή 4.000 κατοίκων, ενώ χιλιάδες άλλοι οδηγήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα. Θύματα της σφαγής ήταν και ο καταγόμενος από τη Λέρο, Έλληνας Πρόξενος Λεονταρίδης, που πέθανε μαχόμενος ηρωικά, αλλά και ο ίδιος ο Στρατηγός Γκόρντον που πέθανε ηρωικά με το ξίφος στο χέρι. Οι δερβίσηδες μάλιστα του κόψαν το κεφάλι, το καρφώσαν σε ένα κοντάρι και το περιέφεραν στην πόλη για να το καρφώσουν εντέλει μπροστά στη σκηνή του Μάχντι ως τρόπαιο.

Η άλωση του Χαρτούμ και ο φόνος του Γκόρντον, σήμανε το τέλος και στην μοίρα των Ελλήνων της πόλης. Οι 54 διασωθέντες Έλληνες του Χαρτούμ, που συνελήφθησαν από τις δυνάμεις του Μάχντι, υποχρεώθηκαν να μεταστραφούν στον Ισλαμισμό, αναγκαζόμενοι να υποστούν δημόσια περιτομή. Στους εξωμότες επιτράπηκε να έχουν έναν Έλληνα Εμίρη και εξελέγη ο Αμπντουλάχ, ο παλαιότερα ονομαζόμενος Δημήτριος, που αναγνωρίστηκε ως ο πολιτικός και θρησκευτικός εκπρόσωπος των Ελλήνων ομογενών του, υποκείμενος στο Μάχντι (και μετά στο Χαλίφη). Ωστόσο 7 Έλληνες αρνήθηκαν ν’ αλλαξοπιστήσουν, προτιμώντας το θάνατο από το να προδώσουν την Χριστιανική Ορθόδοξη Πίστη.

Οι αφηνιασμένοι δερβίσηδες τους μετέφεραν στον αυλόγυρο του Ελληνορθόδοξου Ναού του Χαρτούμ (που μετατράπηκε σε τέμενος) και τους αποκεφάλισαν. Αυτοί είναι οι Άγιοι Μάρτυρες του Χαρτούμ. Προς τιμή τους αργότερα ανεγέρθη μνημείο στον τόπο του Μαρτυρίου τους. Οι ενισχύσεις που οι Βρετανοί και οι Αιγύπτιοι έστειλαν για να λύσουν την πολιορκία, έφτασαν εντέλει μόλις 2 ημέρες μετά την άλωση, και ενώ όλα είχαν τελειώσει. Ο τραγικός θάνατος του ''Γκόρντον του Χαρτούμ'' προκάλεσε παγκόσμια συγκίνηση αλλά και πολιτική αναταραχή στη Βρετανία, όπου ο φιλέλληνας Πρωθυπουργός Γουίλιαμ Γκλάντστοουν (ή Γλάνδστων) αναγκάστηκε να παραιτηθεί δεχόμενος έντονη κριτική για την αποτυχία της λύσης της πολιορκίας και της σωτηρίας του Γκόρντον.

Ο Μάχντι πέθανε μυστηριωδώς μετά από 6 μήνες και τον διαδέχθηκε ο πρώτος του Χαλίφης Αμπντουλάχ Αλ - Τααίσσα. Η επικράτεια της Μαχντίγια ή του χαλιφάτου των δερβίσηδων εκυβερνάτο με την πιο αυστηρή γραμματική ερμηνεία της σαρία. Η τήρηση του Ισλαμικού νόμου επιβαλλόταν με σιδηρά πυγμή και με εφαρμογή ανελέητων ποινών για τους παραβάτες, όπως ακρωτηριασμοί, μαστιγώματα και αποκεφαλισμοί. Καμία άλλη λατρεία δεν επιτρεπόταν να εξασκείται εντός του χαλιφάτου πλην της Μουσουλμανικής, επί ποινή θανάτου. Η Μεγάλη Βρετανία για να καταστείλει την εξέγερση ξεκίνησε έναν δωδεκαετή αιματηρότατο και δαπανηρότατο πόλεμο εναντίον των οπαδών του Μάχντι για την ανακατάληψη του Σουδάν.

Το 1896 επικεφαλής της εκστρατείας των Αγγλο-Αιγυπτιακών στρατευμάτων τέθηκε ο Βρετανός Στρατηγός Κίτσενερ που εντέλει και νίκησε τον Χαλίφη και τους Δερβίσηδες στη μάχη του Ομντουρμάν το 1898 (στην οποία συμμετείχε και ο νεαρός τότε Ουίνστον Τσόρτσιλ). Το Χαρτούμ ανακαταλήφθηκε από τον Κίτσενερ και πολλές γαίες δόθηκαν στην Ελληνική Κοινότητα σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών πολλών Ελλήνων που υπηρέτησαν στον Αγγλο-Αιγυπτιακό στρατό ως μηχανικοί και οδηγοί ποταμοπλοίων, αλλά και σε αναγνώριση της θυσίας των Ελλήνων πεσόντων και Μαρτύρων κατά την άλωση του Χαρτούμ. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ένας από τους πρώτους Έλληνες που πήγαν την περίοδο εκείνη στην περιοχή, ήταν ο Κυπριακής καταγωγής Νικόλαος Λοΐζος..

Επίσης αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του Έλληνα εμπόρου συγκέντρωσης γόμμας στη δυτική όχθη του Λευκού Νείλου, του Πελοποννήσιου Κωστή Μουρίνη, τον οποίο συνάντησε και στρατολόγησε ως πληροφοριοδότη ο Κίτσενερ προχωρώντας στην εκστρατεία του και προς τιμήν του οποίου πήρε το χωριό Κωστή (απέχει σιδηροδρομικώς 237 μίλια από το Χαρτούμ) το όνομά του. Απ’ όσους εξωμότησαν, σχεδόν όλοι ξαναβαπτίστηκαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, όντες κρυπτοχριστιανοί καθόλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Σουδάν από τους δερβίσηδες, εκτός από ελάχιστους που είχαν νυμφευθεί Σουδανές και προτίμησαν να ζήσουν στο Ομντουρμάν.

KHARTOUM 1885

1η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ (1884 - 1885) - ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η πολιορκία του Χαρτούμ και ο θάνατος του στρατηγού Gordon σημάδεψαν τη στρατιωτική ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας τον 19ο αιώνα. Παρακάτω, περιγράφονται με γλαφυρό τρόπο οι μάχες που έδωσαν τα Βρετανικά στρατεύματα στο Σουδάν τη διετία 1884 - 1885 στην προσπάθεια τους να απελευθερώσουν το Χαρτούμ και να σώσουν τον στρατηγό Gordon. Επίσης Θα δούμε τα γεγονότα που οδήγησαν στην άνοδο του Mahdi, τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στην εκστρατεία και σύντομες βιογραφίες των Βρετανών αξιωματικών που συμμετείχαν σε αυτή.

ΤΑ ΟΠΛΑ

Τα Όπλα των Βρετανών στο Σουδάν 1884 - 1885

1) Πολυβόλο Gatling. Δημιούργημα του Dr Richard Gatling το 1861. Χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τους Βρετανούς στον πόλεμο των Ζουλού και στο Αφγανιστάν το 1879. Έμεινε σε υπηρεσία μέχρι την εμφάνιση του πολυβόλου Maxim τη δεκαετία του 1890.

2) Πολυβόλο Gardner. Χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα από τους άντρες της Ναυτικής ταξιαρχίας. Δημιούργημα του William Gardner το 1870, ενός βετεράνου του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου. Το Βασιλικό Ναυτικό της Μ. Βρετανίας εισήγαγε το Gardner σε υπηρεσία το 1881.

3) Τυφέκιο Martini-Henry μοντέλο 1871. Σχεδιάστηκε από τον Ελβετό Friedrich von Martini και τον Σκωτσέζο Alexander Henry. Ήταν το βασικό όπλο του Βρετανού στρατιώτη για περισσότερο από 30 χρόνια.

4) Πολυβόλο Nordenfelt μοντέλο 1883. Δημιούργημα του Σουηδού μηχανικού Helge Palmcrantz το 1873. Η παραγωγή του όπλου έγινε από τον Σουηδό Thorsten Nordenfelt, ο οποίος εργάζονταν στο Λονδίνο. Το πολυβόλο υιοθετήθηκε από το Βασιλικό Ναυτικό ταυτόχρονα με τα πολυβόλα Gatling και Gardner. Έμεινε σε χρήση μέχρι το 1888.


Τα Όπλα των Σουδανών 1884 - 1885

Τυφέκιο Remington μοντέλο 1870. Δημιούργημα του Eliphalet Remington το 1860. Χρησιμοποιήθηκε από πολλούς στρατούς έως το 1918. Ήταν το βασικό όπλο του Αιγυπτιακού στρατού. Η επανάσταση του Mahdi και οι απανωτές ήττες του Αιγυπτιακού στρατού στο Σουδάν έφεραν πολλά τυφέκια Remington στο οπλοστάσιο των Ansar. Ansar είναι Αραβική λέξη που σημαίνει "ακόλουθος". Στο Κοράνι χρησιμοποιείται για να δηλώσει τους ακόλουθους του Προφήτη Μωάμεθ.

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ

Οι μάχες που έδωσαν τα Βρετανικά στρατεύματα στο Σουδάν κατά την εκστρατεία του 1884 - 1885 ήταν πέντε.

1) Μάχη του El Teb (29 / 2 / 1884)

2) Μάχη του Tamai (13 / 3 / 1884)

3) Μάχη του Abu Klea (17 / 1 / 1885)

4) Μάχη του Kirbekan (11 / 2 / 1885)

5) Μάχη του Hashin (21 / 3 / 1885)

Η ΒΙΚΤΩΡΙΑΝΗ ΑΓΓΛΙΑ ΤΟΥ 1885 

Τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου του 1885 η Βικτωριανή Αγγλία έμαθε, με μικρή καθυστέρηση, την άλωση του Χαρτούμ, της πρωτεύουσας του Σουδάν, από τις δυνάμεις του Ισλαμιστή πολέμαρχου Ντανκαλαβί Μοχαμάτ Αχμάντ Μπεν Αμπταλάχ, του επονομαζόμενου Μαχντί. Ο Βρετανός επιτετραμμένος στην πόλη, ο περίφημος Γκόρντον, σκοτώθηκε στη μάχη, στα σκαλοπάτια του ανακτόρου του και μαζί του χάθηκαν οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους που βρέθηκαν εκεί (ανάμεσά τους και μερικοί Έλληνες - Κεφαλλονίτες). Η ήττα δεν ήταν καθαρά Ευρωπαϊκή. Ο Σουδανικός Ισλαμισμός του Μαχντί είχε μάλλον αφυπνιστεί από την -Ευρωπαϊκή στις προθέσεις μόνο- Αιγυπτιακή επέκταση προς τα νότια και τη συνεπακόλουθη ταραχή που προκαλούσε.

Η όλη όμως υπόθεση αφορούσε την επιβολή Ευρωπαϊκών κανόνων και τρόπων ζωής, ενώ η συμμετοχή Βρετανικών αποσπασμάτων, η παρουσία και η προγενέστερη δράση του θρυλικού Γκόρντoν στην περιοχή προσέδωσαν στη μακρινή αυτή υπόθεση διαστάσεις δυσανάλογες προς το πραγματικό της μέγεθος. Η ήττα εγγράφηκε ως ήττα του πολιτισμού, της Δύσης, στην αδυσώπητη μάχη που η τελευταία θεωρούσε ότι έδινε για την προάσπιση των δυτικών αξιών, των μόνων που άξιζε να εκπροσωπούν την ανθρωπότητα. Αξίες πάνω στις οποίες στηριζόταν ο αποικισμός εξάλλου. Η αποτυχία μπροστά σε τρισβάρβαρες, φανατικές φυλές της ερήμου δεν ήταν επιτρεπτή για τους τότε τοποτηρητές του πολιτισμού και κυρίαρχους του κόσμου.

Για το λόγο αυτόν, στη μακρινή Αγγλία η συγκίνηση και η οργή ξεχείλισε σε όλες τις γωνιές - από τα βασιλικά ανάκτορα της Βικτωρίας έως τις απόμερες φτωχογειτονιές του Λονδίνου. Αυτό που θεωρήθηκε τότε σύγκρουση αξιών και πολιτισμών, στην πράξη είχε συγκεκριμένες ρίζες. Οι διαφορές ήσαν μάλλον υλικές και χειροπιαστές. Η, διαμέσου των Αιγυπτίων, επέκταση των Ευρωπαϊκών αξιών στις ερημικές εκτάσεις του Σουδάν, από τον Νείλο ως την Ερυθρά Θάλασσα, ανέτρεπε με συνοπτικές και βίαιες διαδικασίες την έως τότε τάξη των εκεί κοινωνιών.

Η απαγόρευση του δουλεμπορίου και της δουλείας και η καταδίωξη των δουλεμπόρων, πρωτοβουλίες που θεωρούνταν ηθικές και θεάρεστες στη βιομηχανική και αποικιοκρατική δυτική Ευρώπη, κλόνιζαν την παραγωγική βάση και την κοινωνική οργάνωση σε εκτεταμένες περιοχές του πλανήτη. Δεν ήταν το κεφάλαιο και η μισθωτή εργασία που μπορούσε να αναπληρώσει τα κενά. Για το Λονδίνο ο Γκόρντον, ακούραστος διώκτης των δουλεμπόρων της Αφρικής και των «διεφθαρμένων» αρχόντων της Κίνας, ήταν ένα είδος Αρχαγγέλου του σύγχρονου κόσμου και της ηθικής του. Στο Σουδάν, όπως και στην Κίνα, η εικόνα του μάλλον ήταν αρκετά διαφορετική.

Στον δέκατο ένατο αιώνα, μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων, η Βρετανία βρέθηκε να είναι το ισχυρότερο κράτος στη γη. Η δύναμή της στηριζόταν στην κυριαρχία των θαλασσών. Κυριαρχούσε σε κάθε θαλάσσια γωνιά του πλανήτη, σε κάθε ωκεανό και αρχιπέλαγος, χωρίς να απειλεί τη βασιλεία της αυτή, στο παρόν και στο ορατό μέλλον, καμία από τις άλλες δυνάμεις της γης. Δεν ήταν μόνο ο αριθμός των καραβιών που εξασφάλιζε την απόλυτη κυριαρχία. Ένα πυκνό πλέγμα παραγόντων πιστοποιούσε και εξασφάλιζε αυτή την ανωτερότητα. Η χώρα είχε την τεχνογνωσία, τα μέσα και τους ανθρώπους, για να προλάβει κάθε πιθανή αμφισβήτηση αυτής της κυριαρχίας.

Μπορούσε να κατασκευάσει στόλους πιο γρήγορα από οποιονδήποτε άλλον και, χάρη στη βιομηχανική της ανωτερότητα, να ενσωματώσει σε αυτούς κάθε τεχνολογική πρόοδο, ακόμα και όταν η αρχική ιδέα, η εφεύρεση, προερχόταν από αλλού. Διατηρούσε τον έλεγχο του θαλάσσιου εμπορίου, που, αντιπροσώπευε το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό του παγκόσμιου εμπορίου της εποχής. Μπορούσε να ελέγχει τους θαλάσσιους δρόμους χάρις στο πυκνό πλέγμα των αποικιών, των λιμανιών, των βάσεων που της ανήκαν, στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ή εκείνων που η ισχύ της κρατούσε ανοικτά και ασφαλή. Σε αυτή είχαν συγκεντρωθεί τα οικονομικά μέσα που στήριζαν τα σύνθετα πλέγματα του θαλάσσιου εμπορίου ή και της ισχύος στους ωκεανούς και τις ακτές του κόσμου.

Στο κάτω κάτω, όλοι οι πιθανοί της αντίπαλοι, στην Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική, βρίσκονταν απασχολημένοι με δικά τους προβλήματα και κανείς δεν σκεφτόταν την αμφισβήτηση της επί των κυμάτων μονοκρατορίας. Η Αυτοκρατορία ήταν τόσο ισχυρή ώστε δεν χρειαζόταν συμμάχους. Οι παρεμβάσεις της στη διεθνή σκηνή βασίζονταν συνήθως στο κύρος και την οικονομική ισχύ, σε εποχές που άλλες δυνάμεις έπρεπε να κινητοποιήσουν επιβλητικούς στρατούς για να γίνουν πιστευτές οι προθέσεις τους. Η Αυτοκρατορία είχε τόση αυτοπεποίθηση και πίστη στην ολόπλευρή της ανωτερότητα, ώστε δεν φοβόταν ανταγωνιστές - όσο αυτοί αποδέχονταν τις κυρίαρχες διαδικασίες: το ελεύθερο εμπόριο, την ανοικτή αγορά, τους νόμους της αγοράς και του καπιταλισμού.


Σε πλήρη αντίθεση με τις πρακτικές των παλαιότερων Πορτογάλων, Ισπανών ή Ολλανδών θαλασσοπόρων, το Βρετανικό Ναυαρχείο αποτύπωνε σε λεπτομερείς χάρτες όλους τους θαλάσσιους δρόμους του πλανήτη και τους διέθετε πρόθυμα σε οποιονδήποτε ήθελε να δοκιμάσει την τύχη του σε αυτούς. Παρ' όλη την εξωτερική λαμπρότητα, την πανίσχυρη αυτή Αυτοκρατορία την καταδίωκε σταθερά και αδυσώπητα ένας εφιάλτης. Εφιάλτης που πολλές φορές μετατρεπόταν σε διάχυτη φοβία, στα όρια σχεδόν της μαζικής υστερίας, που εύκολα αγκάλιαζε ολόκληρο το έθνος -τους άρχοντες, τους εμπόρους, τους βιομηχάνους και τους προλετάριους-, όσους δηλαδή επωφελούνταν ή νόμιζαν ότι επωφελούνται από την κυριαρχία του κόσμου.

Δεν ήταν η επανάσταση αυτός ο φόβος όπως συνέβαινε σε άλλα κράτη της Ευρώπης. Ήταν εδώ, ο φόβος του αγνώστου, των δυνάμεων που έρπουν αθέατες μέσα στις υποδεέστερες κοινωνίες που κυβερνούσε το Στέμμα. Η «Μεγάλη Ανταρσία» των Ινδικών στρατευμάτων στα 1857, με τα θύματα και τις συμφορές που προκάλεσε, παρέμεινε ανεξήγητη για τον Βρετανικό αποικιακό ορθολογισμό. Ουδείς μπορούσε να φανταστεί ότι η πιθανολογούμενη χρήση χοιρινού λίπους για τη λίπανση των όπλων μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο μακελειό. Ένας από τους πλέον διάχυτους ναυτικούς μύθους της εποχής ήταν επίσης μέρος του εφιάλτη.

Η ανταρσία του «Μπάουντι», στα 1806, υπενθύμιζε το φόβο για τις συνέπειες που μπορούσε να έχει η επαφή των πειθαρχημένων και ηθικών λευκών με τις παραδεισένιες, όσο και «ανήθικες» κοινωνίες των ατολλών του Ειρηνικού. Δεν ήταν η τυχόν απώλεια του Σουδάν, ως χώρου ζωτικού, οικονομικού ή στρατηγικού, που προκάλεσε τη βαθιά συγκίνηση στην Αγγλία του 1885. Δεν ήταν ο θάνατος των μετοίκων από την Κεφαλλονιά ή του Τσαρλς Τζορτζ Γκόρντον, που οδήγησε σε πολυέξοδη εκστρατεία τον Λόρδο Κίτσενερ, στα βάθη της ερήμου, δέκα χρόνια αργότερα, ενάντια σε φυλές αδιάφορες ως προς τις γεωπολιτικές ή οικονομικές ισορροπίες του κόσμου.

Για να προσμετρήσουμε τα γεγονότα, για να κατανοήσουμε τον παράξενο αυτό πόλεμο, είναι μάλλον αναγκαίο να ανατρέξουμε σε αυτό το απροσδιόριστο, όσο και ισχυρό αίσθημα του φόβου, της ανησυχίας που διέτρεχε την κυρίαρχη Αυτοκρατορία και σηματοδοτούσε τις σχέσεις της με τους υποτελείς και «υποδεέστερους». Ο φόβος του γαιοκτήμονα της Καραϊβικής, θα λέγαμε, απέναντι στις ανεξιχνίαστες νυχτερινές τελετές των δούλων του και στη μυστηριώδη δύναμη του «βουντού». Αυτός ο φόβος τότε πολλαπλασίαζε τη σημασία και τη δυναμική κάθε πλήγματος που η Αυτοκρατορία θεωρούσε ότι δεχόταν από τον σκοτεινό κόσμο των υποδεέστερων.

ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ MAHDI ΣΤΟ ΣΟΥΔΑΝ

Για δυο δεκαετίες περίπου, η Μεγάλη Βρετανία ήταν μπλεγμένη άμεσα και έμμεσα στις στρατιωτικές υποθέσεις του Σουδάν, του οποίου η ιστορία κατά το τέλος του 19ου αιώνα μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις περιόδους :

α) 1881 - 1888: Η άνοδος και επικράτηση του Mahdi

β) 1881 - 1883: Η ήττα του Αιγυπτιακού στρατού

γ) 1884 - 1885: Η πρώτη Βρετανική εμπλοκή

δ) 1896 - 1888: Η ανακατάληψη του Σουδάν

Το Σουδάν

Το Αραβικό όνομα για το Σουδάν είναι Baled-el-Sudan δηλ. «Γη των Μαύρων». Τα γεγονότα που περιγράφονται συνέβησαν στο ανατολικό (Άγγλο-Αιγυπτιακό) μέρος της χώρας, το οποίο απλώνεται σε έκταση περίπου 1.400 μιλίων από τα νότια σύνορα της Αιγύπτου προς Ουγκάντα και Κογκό, και από την Ερυθρά θάλασσα προς Wadia. H πρωτεύουσα ήταν το Χαρτούμ και μετά την κατάκτηση του από τον Mahdi το 1885, έγινε το Omdurman. Το βόρειο μέρος της χώρας είναι ξερό, αποτελούμενο από άγρια έρημο, πέτρες, ρέματα και σαβάνες. Τα δέντρα διακρίνονται σε ακακίες και μιμόζα. Το νότιο τμήμα της χώρας αποτελείται από ζούγκλα και έλη.

Το κυριότερο χαρακτηριστικό του Σουδάν είναι ο δυνατός και επικίνδυνος ποταμός Νείλος με έξι αδιάβατους καταρράκτες μεταξύ Αιγύπτου και Χαρτούμ. Πολύ ζεστή χώρα, με το κλίμα να είναι μεταβλητό και τις θερμοκρασίες να πέφτουν πολύ χαμηλά τη νύκτα.

Ο Λαός του Σουδάν

Στο βορρά ήταν οι Χαμίτες Άραβες και στο νότο οι Νέγροι. Όλοι ήταν διαιρεμένοι σε διάφορες κοινότητες. Οι Beja στην περιοχή γύρω από το Σουακίμ, οι Ababdeha στο βορρά και οι Bisharin νότια του Wadi Halfa. Βόρεια της Debba βρίσκονταν οι Kababish και οι Hassaniyeh. Οι Shaguyeh ήταν κοντά στο Χαρτούμ. Νότια της πόλης βρίσκονταν οι Baggara, ενώ οι Amara ήταν η κύρια φυλή στην περιοχή του Abu Hamed. Ο λαός του Σουδάν ήταν διαιρεμένος σε πολλές φυλές. Οι Hadendowa ήταν μέρος των Beja και οι Taaisha των Baggara.

Υπήρχαν οι Beja-Hadendowa, οι BaggaraTaaisha, οι Jaalin, Danaqla, Batashin, Berberin, οι Barabra, οι Allanga, οι Duguaim, οι Kenana, οι Awadiyeh, οι Hamr-Kordofan, οι Darfureh, Monassir, Sowarab, οι Hauhauhin, οι Robatab, οι Base καθώς και οι Shukreeyeh. Δηλαδή, η βάση των πολεμιστών του Mahdi ήταν ολόκληρος ο λαός του Σουδάν.

Ιστορία του Σουδάν στα Τέλη του 19ου Αιώνα 

Αυτή η απέραντη και αφιλόξενη χώρα, που διασχίζεται από τον ποταμό Νείλο, βρισκόταν υπό τη σκληρή κατοχή της Αιγύπτου. Σε οκτώ κύριες φρουρές και πολλά άλλα μικρότερα φυλάκια, 40.000 στρατιώτες του Αιγυπτιακού στρατού κρατούσαν τη χώρα υπό έλεγχο, ενισχύοντας το μίσος του λαού, το οποίο θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε μια επανάσταση. Στις αρχές του 1881, η αναταραχή άρχισε να αποκρυσταλλώνεται γύρω από το όνομα ενός μυστηριώδους ανθρώπου της θρησκείας, του Mohammed Ibn Ahmed el-Sayyid Abdullah, κατά τη φυγή του στο νησί Abba στο Νείλο, 150 μίλια περίπου από το Χαρτούμ.


Προβάλλοντας τον εαυτό του, ότι είναι ο Mahdi, δηλαδή ο Μεσσίας, κήρυττε ότι το Σουδάν έπρεπε να απαλλαγεί από τους Αιγύπτιους τυράννους και ο λαός του να ξαναβρεί την αγνότητα της αληθινής πίστης. Η Αιγυπτιακή κυβέρνηση, υποτελής στους Βρετανούς μετά την εξέγερση του Arabi Pasha το 1882, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση να διατηρήσει την εξουσία της στο Σουδάν. Ύστερα από μερικές ανεπιτυχείς επιχειρήσεις κατά του Mahdi, κατείχε πλέον λίγα απομονωμένα φυλάκια στο Sennar, Tokar, Donagla και Berber. Η πρώτη νικηφόρα μάχη του Mahdi ήταν τον Αύγουστο του 1881 στο νησί Abba, όπου 311 οπλισμένοι Άραβες συνέτριψαν μια πολύ μεγαλύτερη Αιγυπτιακή δύναμη.

Τον Οκτώβριο ο Rashid Bey προέλαυσε προς το Khur Maraj με 1.200 άντρες και ηττήθηκε από μια δύναμη 8.000 πολεμιστών. Στις 29 Μαΐου 1882 μια άλλη Αιγυπτιακή δύναμη, κινούμενη προς Jebel Jarrada, διαλύθηκε μέσα στον καταυλισμό της από 15.000 άντρες του Mahdi. Ο επόμενος αντικειμενικός στόχος ήταν το El Obeid, πλούσια πρωτεύουσα του Kordofan, που την υπεράσπιζαν 6.000 Αιγύπτιοι στρατιώτες, των οποίων ο διοικητής, Mohammed Sayyid, την 1 Σεπτεμβρίου 1882, κρέμασε τους αγγελιαφόρους του Mahdi, οι οποίοι ανακοίνωσαν επαχθείς όρους παράδοσης.

Αριθμώντας τώρα 5.000 ιππείς και 50.680 πεζούς, ο Mahdi επιτέθηκε στην πόλη, αλλά υποχώρησε με βαριές απώλειες από τις πειθαρχημένες και συγκεντρωτικές βολές των Αιγυπτίων, που ήταν οπλισμένοι με τυφέκια Remington. Μετά από αυτή τη βαριά ήττα ο Mahdi επέτρεψε τη χρήση τυφεκίων στο στρατό του. Πολιόρκησε ξανά το El Obeid, το οποίο έπεσε στις 17 Ιανουαρίου 1883. Όλοι οι αξιωματικοί εκτελέστηκαν, ενώ οι επιζήσαντες μπήκαν στην υπηρεσία του Mahdi. Η επανάσταση έπαιρνε τεράστιες διαστάσεις. Από την επαρχία του Kordofan, όπου η επιρροή του ήταν μεγάλη, ο Mahdi κατάφερε να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του δυτικού Σουδάν.

Την ίδια στιγμή, ο κυριότερος αξιωματικός του, ο Osman Digna, δρούσε με επιτυχία στις ακτές της Ερυθράς θάλασσας και το φθινόπωρο του 1883, πολιόρκησε τις Αιγυπτιακές φρουρές. Η πτώση του Kordofan, της πλουσιότερης επαρχίας του Σουδάν, ανάγκασε την Αιγυπτιακή κυβέρνηση να οργανώσει μια αποστολή με σκοπό να καταπνίξει την επανάσταση, αλλά οι Βρετανοί φαίνονταν απρόθυμοι να συνεργαστούν. Στα τέλη Ιανουαρίου 1883, ο Abd el Kader, νέος Κυβερνήτης - Στρατηγός του Σουδάν, διόρισε έναν συνταξιούχο αξιωματικό του Ινδικού στρατού, τον συνταγματάρχη William Hicks, στη θέση του επιτελάρχη.

Η Καταστροφή του Hicks Pasha

Ο συνταγματάρχης William Hicks υπηρέτησε το 1849 στη Βομβάη, πολέμησε στη Ανταρσία του Ινδικού στρατού το 1857 και στην Αβησσυνία με τον Νάπιερ το 1868. Θαρραλέος και δραστήριος με μικρή διοικητική εμπειρία, 52 ετών, άρχισε να οργανώνει τα διαθέσιμα σε αυτόν στρατεύματα για την αποστολή στο Σουδάν. Τον Απρίλιο του 1883 τέθηκε επικεφαλής μιας δύναμης από 4,5 τάγματα πεζικού, μερικούς έφιππους μισθοφόρους Σουδανούς Bashi Bazouk και τέσσερα πυροβόλα Nordenfelt. Στις 29 Απριλίου στο Jebel Ain, συγκρούστηκε με μια μεγάλη δύναμη ιππέων του Mahdi. Σε σχηματισμό τετραγώνου, με σωλήνες ρουκετών, ολμοβόλα και τα πολυβόλα Nordenfelt απέκρουσε την επίθεση με κόστος επτά νεκρούς.

Ο εχθρός άφησε περισσότερους από 500 νεκρούς και τον διοικητή τους Amr-el-Makachef. Ενθουσιασμένη με τη νίκη αυτή, η Αιγυπτιακή κυβέρνηση άρχιζε να μελετά τη γρήγορη ανακατάληψη του Kordofan, αλλά ο William Hicks είχε τις αμφιβολίες του. Ο Αιγυπτιακός στρατός στο Σουδάν δεν ήταν αξιόμαχος. Θέλοντας να βελτιώσει την ποιότητα των στρατευμάτων του, ο Hicks ζήτησε καινούργια στρατεύματα. Αρνούμενο την αίτηση του, το Κάιρο έστειλε σε αυτόν 3.000 στρατιώτες χαμηλής μαχητικότητας. Κάποιοι από αυτούς ήταν απορριφθέντες του «νέου» Αιγυπτιακού στρατού και 1.800 ήταν στασιαστές του Arabi Pasha.

Προς τα τέλη Αυγούστου η αποστολή ενισχύθηκε με 4.000 καμήλες και μερικούς ιππείς. Στις 9 Σεπτεμβρίου η αποστολή του Hicks ξεκίνησε από το Omdurman με κατεύθυνση το Duem σε απόσταση 110 μιλίων. Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν η ανακατάληψη του El Obeid στην καρδιά του επαναστατημένου Kordofan. Η δύναμη περιλάμβανε:
  • 7.000 τακτικό ιππικό
  • 500 άτακτο ιππικό
  • 400 έφιππους Bashi Bazouks
  • 100 έφιππους θωρακοφόρους
  • 4 πεδινά πυροβόλα Krupp
  • 10 ορεινά πυροβόλα
  • 6 πολυβόλα Nordenfelt
  • 5.500 καμήλες
  • 500 άλογα
Για περισσότερους από δυο μήνες η αποστολή υπέφερε από τη ζέστη, τη δίψα και την αδιάκοπη παρενόχληση των αντρών του Mahdi, καθώς και με διαμάχες μεταξύ των αξιωματικών. Εφαρμόζοντας εμπνευσμένη τακτική και παίζοντας το τελευταίο του χαρτί, ο Mahdi έστειλε τον Abd al Qadir με 1.000 ιππείς να καταλάβουν τις λιμνούλες της al Birka, ούτως ώστε ο Hicks να προχωρήσει διαμέσου των πυκνών δασών του Shaykan. Εν τω μεταξύ, ο Mahdi αξιοποιούσε το χρόνο για να εκπαιδεύσει το στρατό του για να δώσει μια αποφασιστική μάχη σε μέρος της δικής του επιλογής.


Μετά την πτώση του El Obeid, o στρατός του Mahdi στο Kordofan αριθμούσε πιθανώς 40.000 - 50.000 άντρες, συμπεριλαμβανομένων 3.000 - 4.000 ιππέων και 5.000 - 7.000 εκπαιδευμένων τυφεκιοφόρων (Σουδανοί του Αιγυπτιακού στρατού). Οι υπόλοιποι ήταν σπαθοφόροι και λογχοφόροι. Πέντε μικρά ορειχάλκινα ορεινά πυροβόλα και περίπου 14.000 τυφέκια Remington χρησιμοποιήθηκαν κατά του Hicks. Η φάλαγγα του κόλλησε στα αδιαπέραστα αγκαθωτά δέντρα του δάσους στο Shaykan. Στις 3 Νοεμβρίου ο στρατός απομονώθηκε στην άγρια ενδοχώρα χωρίς να έχει μια ασφαλή γραμμή υποχώρησης προς το Νείλο.

Στις 5 Νοεμβρίου ο Hicks οργάνωσε το στρατό του σε τετράγωνο, το οποίο διαλύθηκε γρήγορα, με συνέπεια ο Hicks και όλοι οι στρατιώτες να βρουν τραγικό τέλος. Η ήττα της αποστολής του Hicks δεν έφερε μόνο στον Mahdi πυροβόλα Krupp, Nordenfelt και χιλιάδες τυφέκια Remington. Ισχυροποίησε την εξουσία του και αύξησε κατά χιλιάδες τους ακόλουθους του.

Ο Νικητής Mahdi

Η επανάσταση του Mahdi ήταν πολύ ισχυρή και έτσι μετατράπηκε σε jihad, δηλαδή σε ένα φοβερό Ισλαμικό ιερό πόλεμο, στον οποίο συμμετείχαν οι ορεινές φυλές, οι ποιμένες Beja, οι άγριοι ιππείς Donagla και οι πολεμιστές Baggara από την έρημο. Οι Amir του Mahdi τριγύριζαν παντού στο Σουδάν, τρομοκρατώντας τους ανήσυχους αρχηγούς διαφόρων φυλών με σκοπό να τους φέρουν με το μέρος τους. Οι Amir από το μακρινό Darfur, μια ερημική νότια περιοχή του Σουδάν, στρατολόγησαν πολλούς πολεμιστές και μπήκαν στην υπηρεσία του Mahdi. Ο Slatin Pasha, Κυβερνήτης του Darfur, αναγκάστηκε να παραδοθεί.

Μετά την πτώση του El Obeid, ο Osman Digna, ένας σημαντικός και ισχυρός Σουδανός ηγέτης, δήλωσε την υποταγή της φυλής των Hadendowa στον Mahdi. Οι Hadendowa ήταν οι «Fuzzy-Wuzzies» των ποιημάτων του Κίπλινγκ. Το ανατολικό Σουδάν, δηλαδή η περιοχή ανάμεσα στο Νείλο και την Ερυθρά θάλασσα, έγινε εχθρική προς την Αίγυπτο και οι κύριοι δρόμοι καραβανιών μεταξύ του Σουακίμ (στην Ερυθρά θάλασσα) και του Berber (στο Νείλο) δεν ήταν ασφαλείς. Οι Αιγυπτιακές φρουρές του Tokar και Sinkat πολιορκήθηκαν από τον Osman Digna, την ίδια χρονική στιγμή που η αποστολή του Hicks καταστρεφόταν.

Άφιξη του Gordon στο Χαρτούμ

Η εκμηδένιση της φάλαγγας του Hicks αναστάτωσε τα επιτελεία σε Κάιρο, Χαρτούμ και Λονδίνο. Στις 4 Ιανουαρίου 1884, η Βρετανική κυβέρνηση εισηγήθηκε στην Αιγυπτιακή την αποχώρηση όλων των Αιγυπτιακών φρουρών από τη χώρα και την εγκατάλειψη του Σουδάν. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή από την Αιγυπτιακή κυβέρνηση, η οποία παραιτήθηκε. Το Λονδίνο τότε αποφάσισε να θέσει τον στρατηγό Charles Gordon υπεύθυνο του σχεδίου εκκένωσης, επειδή γνώριζε την περιοχή και τους κατοίκους της, αφού ήταν διοικητής εκεί την εποχή της διακυβέρνησης του Χεδίβη Ismail. Η απόφαση να σταλεί ο στρατηγός Gordon στο Χαρτούμ έγινε δεκτή μεταξύ των Βρετανών υπό την πίεση του αγγλικού τύπου και τη θετική γνώμη των Βρετανών πολιτών.

Σε δυο περιπτώσεις, με την τελευταία στις 10 Ιανουαρίου 1884, η πρόταση απορρίφτηκε από τον Sir Evelyn Baring, τον Βρετανό απεσταλμένο στο Κάιρο, ο οποίος θεωρούσε, ότι ο Gordon δεν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για αυτή την αποστολή. Στις 15 Ιανουαρίου ο Gordon συνάντησε τον λόρδο Wolseley και συμφώνησε να πάει στο Σουακίμ για να εκτιμήσει τη στρατιωτική κατάσταση στο Σουδάν. Ο Baring συμφώνησε, αφού πιέστηκε από την Βρετανική κυβέρνηση. Οι κυβερνήσεις Αιγύπτου και Αγγλίας ανάθεσαν στο στρατηγό Gordon αντικρουόμενους ρόλους. Η αρχική απόφαση του Λονδίνου ήταν για ένα σύμβουλο, ο οποίος θα πρότεινε τις καλύτερες μεθόδους της εκκένωσης. Οι Αιγύπτιοι τον διόρισαν Κυβερνήτη - Στρατηγό.

Ο Gordon σχεδίαζε, κατά την άφιξη του στο Χαρτούμ, να εκκενώσει την πόλη από τα Αιγυπτιακά στρατεύματα και κάθε πολίτη που επιθυμούσε να φύγει από το Σουδάν. Η επιλογή του Gordon στηρίχτηκε στα προσόντα του, την προσήλωση του στο καθήκον και τη μοναδική εμπειρία που είχε ως γνώστης της περιοχής, αφού είχε δια- τελέσει Κυβερνήτης-Στρατηγός του Σουδάν από το 1877 έως το 1880. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ήταν αντίθετος στο δουλεμπόριο και ήταν αρεστός από το λαό, ο οποίος έδειχνε μεγάλο σεβασμό στην εξουσία και τη σοφία του. Είχε αναλώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ως στρατιώτης στους αποικιακούς πολέμους.

Ήταν γνωστός ως «Κινέζος» Gordon, ένα παρατσούκλι που απόκτησε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στα χρόνια της εξέγερσης των Taiping στην Κίνα το 1863 - 1864. Είχε επίσης υπηρετήσει στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου το 1854 - 1855. Ο Gordon ήταν βαθιά θρησκευόμενος και βάσιζε τα πιστεύω και τις πράξεις του στα διδάγματα της Βίβλου. Ο ανορθόδοξος χαρακτήρας και οι μέθοδοι του, καθώς και η φιλανθρωπική του δράση για τους άπορους νέους, τον καθιστούσαν προσφιλή στο θρησκευόμενο Βρετανικό κοινό.

Η μεγάλη αφοσίωση του στο έργο που αναλάμβανε κάθε φορά, εντυπωσίαζε εκείνους που εργάζονταν μαζί του, οι οποίοι τον χαρακτήριζαν πολυμήχανο και ορμητικό. Έφυγε από το Λονδίνο στις 18 Ιανουαρίου 1884, ύστερα από τη συνάντηση με το υπουργικό συμβούλιο. Με τον αντισυνταγματάρχη J.D.H. Stewart του 11ου συντάγματος Ουσάρων, έφτασε στο Κάιρο στις 25 του μηνός. Έφυγε από εκεί στις 28 και έφτασε στο Χαρτούμ στις 18 Φεβρουαρίου 1884.


Αποτυχία του Baker Pasha να Ελευθερώσει το Tokar

Έχοντας υπόψη την τρομερή κατάσταση γύρω από το Σουακίμ, ο Αιγυπτιακός στρατός επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει καινούργια στρατεύματα στην περιοχή. Αλλά, έπειτα από την άρνηση των Βρετανών, οργάνωσε μια δύναμη από μαύρους εθελοντές και χωροφύλακες υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Valentine Baker. Ο Baker ήταν ένας σκληρός Βρετανός αξιωματικός του ιππικού, που πολέμησε στη Νότια Αφρική και στην Κριμαία. Αργότερα πολέμησε για την Τουρκία στον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και ανέλαβε στο Κάιρο το 1882 τη διοίκηση του νέου σώματος χωροφυλακής. Το νέο σώμα συγκεντρώθηκε στο Σουακίμ στα τέλη Δεκεμβρίου του 1883 και στις 26 - 27 Ιανουαρίου 1884 μεταφέρθηκε μέσω θαλάσσης στο Trinkatat, από όπου ξεκίνησε για το Tokar.

Η δύναμη αποτελούνταν από 1.200 χωροφύλακες, 300 μαύρους Massowa, 800 εθελοντές μαύρους στρατιώτες, 300 Τούρκους Bashi Bazouk, 400 Αιγύπτιους ιππείς, τέσσερα κανόνια και δυο πολυβόλα Gatling. Στις 4 Φεβρουαρίου ο Baker και οι επιτελείς του δεν αντιλήφθηκαν, ότι οι άντρες τους δε βάδιζαν πειθαρχημένα σε σχηματισμό τετραγώνου, αλλά σαν όχλος που ήταν εύκολος στόχος για τους Άραβες. Σε μια σκηνή απόλυτου χάους, η δύναμη του εκμηδενίστηκε. Κόβοντας δρόμο μέσα από τους πολυάριθμους εχθρούς, ο Baker μαζί με τους επιτελείς του και ό,τι είχε απομείνει από το Τουρκικό ιππικό, υποχώρησε 5 μίλια προς την παραλία, ενώ οι Άραβες δεν τους ακολούθησαν υπό τον φόβο των πυροβόλων των πλοίων που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από την ακτή.

Αφήνοντας 96 αξιωματικούς και 2.250 άντρες νεκρούς στο πεδίο της μάχης, ο Baker και οι επιζώντες επέστρεψαν στο Σουακίμ. Διαπιστώνοντας, ότι η απελευθέρωση του ήταν αδύνατη, ο Muhammad Tawfiq, διοικητής στο Sinkat, επιχείρησε μια σύμπτυξη, βαδίζοντας σε ένα πελώριο τετράγωνο με τις γυναίκες και τα παιδιά στο κέντρο. Μετά από πορεία ενός μιλίου, οι δυνάμεις του Osman Digna επιτέθηκαν στις 8 Φεβρουαρίου και τους έσφαξαν. Το Tokar παραδόθηκε δεκαπέντε μέρες αργότερα.

Η Είσοδος της Βρετανίας στον Πόλεμο

Στη Βρετανία, οι πολιτικοί τόνοι μετά από τις ήττες του Hicks και του Baker ανέβηκαν, καθώς έγινε φανερό, ότι μόνο η εμπλοκή των Βρετανικών στρατευμάτων μπορούσε να ρυθμίσει την τάξη στο Σουδάν και να εμποδίσει την κατάρρευση της Αιγυπτιακής εξουσίας στην Ανατολή. Η βασίλισσα Βικτωρία ήταν της γνώμης να σταλεί μια αποστολή και έτσι δόθηκε εντολή στον ναύαρχο Hewitt στο Σουακίμ, να οργανώσει μια μικρή εκστρατεία. Το Σουακίμ προστατεύονταν από τα πυροβόλα των HMMS Ranger, της κανονιοφόρου Coquette και της κορβέτας Euryalus. Από αυτή τη δύναμη στην Ερυθρά θάλασσα του στόλου της Μεσογείου αποβιβάστηκαν στις 6 Φεβρουαρίου 150 ναύτες και πεζοναύτες καθώς και δυο πολυβόλα Gatling.

Άλλοι 120 πεζοναύτες έφτασαν με το μεταφορικό Orontes και ακόμα 280 ήρθαν από την Αίγυπτο στην κορβέτα HMMS Carysfort και το τορπιλλοφόρο πλοίο Hecla. Στις 12 Φεβρουαρίου δόθηκαν εντολές για μια εκστρατεία να ελευθερωθεί το Tokar και την επόμενη μέρα ο στρατός άρχισε να μπαρκάρει για το Σουακίμ. Ήρθαν άντρες από τις φρουρές στην Αίγυπτο, στο Aden και την Ινδία υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Sir Gerald Graham, ο οποίος έφυγε από την Αίγυπτο μαζί με τον συνταγματάρχη H. Stewart που διοικούσε το ιππικό και τον Sir Redvers Buller της ταξιαρχίας πεζικού.

Μαθαίνοντας την πτώση του Tokar, ο Graham συνειδητοποίησε, ότι τα σχέδια είχαν αλλάξει και έπρεπε να περάσει στην επίθεση. Στο Trinkatat από τις 26 έως τις 28 Φεβρουαρίου 1884 συγκεντρώθηκε η δύναμη που φαίνεται στον παρακάτω πίνακα.


ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ

Οι Βρετανοί Διοικητές

Ο στρατηγός λόρδος Wolseley (Sir Garnet), ήταν το αρχέτυπο του Βρετανού στρατηγού της Βικτωριανής εποχής και ένας πασίγνωστος «ειρηνοποιός», ο οποίος πολέμησε σε όλες τις γωνιές της Αυτοκρατορίας. Γεννημένος το 1833, υπηρέτησε στη Βιρμανία, Κριμαία, Ινδική Στάση και ήταν παρών στην έφοδο στο οχυρό Τaku στην Κίνα το 1860. Διοίκησε την αποστολή του Κόκκινου Ποταμού στον Καναδά το 1870. Έγινε υποστράτηγος και ηγήθηκε μιας επιτυχημένης εκστρατείας αντιποίνων στο Kumasi της Αυτοκρατορίας των Ashanti το 1873. Το 1882 εισέβαλε στην Αίγυπτο και νίκησε το στρατό του Arabi Pasha στη μάχη του Tel-el-Kebir στις 13 Σεπτεμβρίου 1882.

Η νίκη αυτή σήμανε τη δημιουργία προτεκτοράτου στην Αίγυπτο και όταν, τον επόμενο χρόνο ξέσπασε στο Σουδάν επανάσταση, που αποκορυφώθηκε με την παγίδευση του Gordon στο Χαρτούμ, ο Wolseley ήταν αυτός που ανέλαβε την απελευθέρωση του. Ο αντιστράτηγος Sir Gerald Graham, ο οποίος διοικούσε τη Βρετανική δύναμη που θα αντιμετώπιζε πρώτη τους Ansar στην περιοχή του Σουακίμ, ήταν ο λαμπρός στρατιώτης, ο οποίος είχε κερδίσει το Σταυρό της Βικτωρίας για την επίθεση του στο οχυρό Redan της Σεβαστούπολης στον πόλεμο της Κριμαίας στις 18 Ιουνίου 1855. Συμμετείχε στην κατάληψη του οχυρού Taku στον Κινεζικό πόλεμο του 1860.

Έγινε υποστράτηγος το 1881 στην ηλικία των 50 και επιλέχτηκε από τον προσωπικό του φίλο λόρδο Wolseley να διοικήσει μια ταξιαρχία κατά τη διάρκεια του Αιγυπτιακού πολέμου το 1882. Δέχτηκε κριτική για την τακτική του στη μάχη του Tamai, όπου διέταξε τους Black Watch να επιτεθούν και για την απόφαση να κινηθεί με την ταξιαρχία του πολύ κοντά στο φαράγγι. Ο υποστράτηγος Sir Herbert Stewart γεννήθηκε το 1843 και έγινε διοικητής στο 37ο σύνταγμα (Hampshires) το 1863. Έπειτα υπηρέτησε στη Φρουρά των Δραγόνων το 1873. Συμμετείχε στον πόλεμο των Zulu το 1879 και στον πόλεμο του Transvaal το 1881. Ήταν επικεφαλής της μεραρχίας ιππικού στον Αιγυπτιακό πόλεμο του 1882 και διακρίθηκε στη μάχη του Tel-el-Kebir.

Έφτασε μαζί με τον στρατηγό Graham στο Σουακίμ και στη μάχη του Tamai φανέρωσε τις στρατιωτικές ικανότητες του. Το ιππικό του κράτησε το μέτωπο, όταν το πρώτο τετράγωνο λύγισε κάτω από την πίεση της επίθεσης των Αράβων. Ο συνταγματάρχης Sir Charles Wilson ανέλαβε τη διοίκηση της Φάλαγγας Ερήμου, ύστερα από τον τραυματισμό του στρατηγού Stewart και το θάνατο του συνταγματάρχη Fred Burnaby στη μάχη του Abu Klea. Με ένα ατμόπλοιο κατευθύνθηκε προς το Χαρτούμ για να σώσει τον Gordon, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Ο υποστράτηγος William Earle ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία υποστράτηγος στην Αίγυπτο και διοίκησε τη Φάλαγγα Νείλου.

Γεννήθηκε το 1833 και υπηρέτησε με το 49ο σύνταγμα στις μάχες της Alma και του Inkerman στην Κριμαία το 1854. Η καριέρα του συνεχίστηκε στη Φρουρά των Γρεναδιέρων και κατά την έναρξη των επιχειρήσεων στο Σουδάν, ήταν διοικητής της φρουράς στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Έγινε υποστράτηγος τον Οκτώβριο του 1880. Σκοτώθηκε στη μάχη του Kirbekan στις 10 Φεβρουαρίου 1885. Ο υποστράτηγος Redvers Buller μαζί με τον λόρδο Wolseley, διακρίθηκε στις περισσότερες συμπλοκές της Αυτοκρατορίας. Κίνα 1860, Αποστολή Κόκκινου Ποταμού 1870, Πόλεμος Ashanti 1873, Πόλεμος Kaffir 1878 και τον πόλεμο των Zulu 1879, όπου κέρδισε τον Σταυρό της Βικτωρίας για τα ανδραγαθήματα του στο βουνό Hlobane.


Δε διακρίθηκε ως αρχιστράτηγος στην Νότια Αφρική εναντίον των Boers το 1899. Διοίκησε την 1η ταξιαρχία στη δύναμη του Graham και ήταν υπαρχηγός του. Ο στρατηγός Davis ήταν διοικητής της 2ης ταξιαρχίας στις μάχες του El Teb και Tamai. Ο υποστράτηγος Sir John McNeill, του οποίου ο καταυλισμός στο Tofrik κατά τις τελευταίες φάσεις της εκστρατείας, δέχτηκε λυσσαλέες επιθέσεις, υπηρέτησε στην Ινδία και στη Νέα Ζηλανδία. Ήταν στη διοίκηση της 2ης ταξιαρχίας στο Σουακίμ υπό τον στρατηγό Graham. Ο αντισυνταγματάρχης J.D.H. Stewart του 11ου Ουσάρων συνόδευσε τον Gordon στο Χαρτούμ και έπειτα δολοφονήθηκε από Άραβες, όταν το ατμόπλοιο του, εξόκειλε.

Ο Πλοίαρχος του Βασιλικού Ναυτικού λόρδος Charles Beresford ήταν διοικητής της Ναυτικής Ταξιαρχίας στην εκστρατεία του Σουδάν. Ήταν ένας θαρραλέος αξιωματικός, που διακρίθηκε στον βομβαρδισμό της πόλης της Αλεξάνδρειας με την κανονιοφόρο Condor. Ο αντισυνταγματάρχης Fred Burnaby, που σκοτώθηκε στη μάχη του Abu Klea, ήταν μια πασίγνωστη και αγαπητή προσωπικότητα της Βικτωριανής εποχής. Διακρίθηκε σε μια επιδρομή στην Khiva στο Ουζμπεκιστάν και πήρε μέρος στο Ρώσο-Τουρκικό πόλεμο του 1877. Κατά την εκστρατεία στο Σουδάν ήταν διοικητής των Blues.

Οι Ηγέτες των Ansar

Ο Mahdi είχε κάποιες γνώσεις στρατιωτικών θεμάτων. Τις απέκτησε από τη μελέτη της Ισλαμικής στρατιωτικής ιστορίας. Ουσιαστικά, όπως κάθε μαθητής του πρώιμου Ισλάμ, μελετούσε τη στρατιωτική τακτική που ήταν κατάλληλη για τον τύπο του πολέμου, στον οποίο εμπλέκονταν. Οι ιδέες του αντλήθηκαν από τα διδάγματα των θρησκευτικών σχολών και αιρέσεων, από τα οποία απέκτησε την ικανότητα να είναι υπομονετικός και να περιμένει την ευνοϊκή στιγμή να χτυπήσει τον εχθρό. Ήταν αυταρχικός ηγέτης. Οι τιμωρίες και φρικαλεότητες διαπράττονταν στο όνομα του Θεού. Μετά την πτώση του El Obeid, ο Mahdi εξέδωσε μανιφέστο σχετικά με τον τρόπο ζωής, που έπρεπε να τηρείται από όλους τους οπαδούς του.

Η μη τήρηση του τιμωρούνταν με μαστίγωση σε θάνατο ή επιεικέστερα με ακρωτηριασμό των άκρων. Η κατανάλωση αλκοόλ τιμωρούνταν επίσης με θάνατο. Υπήρχε μόνο ένας τρόπος για να πεθάνεις τίμια και αυτός ήταν στη μάχη στην ιερή υπηρεσία του Mahdi.

Οι Στρατηγοί του Mahdi

Πριν από την επανάσταση, ένας απλός έμπορος, ο al Zubayr wad Rahmah, οργάνωσε έναν στρατό από 15.000 άντρες περίπου. Στις τάξεις αυτού του στρατού ήταν και διάφοροι μελλοντικοί αρχηγοί, όπως ο al Zaki Yamal, Hamdan Abu Anja και ο al Nur Anqara. Μετά την κατάκτηση του Darfur, ο al Zubayr συνελήφθη στην Αίγυπτο όπου επρόκειτο να συναντήσει το Χεδίβη. Ίσως ο πιο δραστήριος διοικητής στο πεδίο της μάχης ήταν ο Osman Digna, ένας πρώην δουλέμπορος, ο οποίος είχε αρκετούς ακόλουθους ανάμεσα στις φυλές της περιοχής του Σουακίμ και παρέμεινε ψηλά στην ιεραρχία των Ansar μέχρι το Omdurman το 1898. Έγινε πρώτος τη τάξει Amir μετά το θάνατο του Abd al Rahman Mujumi.

Στο ανατολικό Σουδάν το 1884, διοικούσε έναν στρατό 20.000 αντρών, από τους οποίους οι 1.200 ήταν οπλισμένοι με τυφέκια Remington. Ανάμεσα τους υπήρχαν και Άραβες Bishareen, οι οποίοι έδειχναν έναν φανατισμό που τους έκανε τρομερούς αντιπάλους. Ο Khalifa Abdallahi στρατολόγησε Άραβες πολεμιστές της φυλής Baggara γύρω από τη μαύρη σημαία του. Η κόκκινη σημαία του Khalifa al-Sharif διέθετε πολεμιστές από τις φυλές που βρίσκονταν βόρεια του Χαρτούμ, συμπεριλαμβανομένων των Ja'aliyin και των Donagla. Η πράσινη σημαία του Khalifa Ali wad Hilu είχε πολεμιστές από τους Άραβες Dighaym, Kianan και al-Lahiwiyin της επαρχίας Gezira μεταξύ του Μπλε και Λευκού Νείλου.

Ο Abdal Rahmam wad al Mujumi διοίκησε τη δύναμη που εκμηδένισε τον Hicks και ήταν επικεφαλής των στρατευμάτων κατά την πολιορκία του Χαρτούμ. Με αυτόν ήταν ο Abu Qafra, ο οποίος διοικούσε τους έφιππους. Αυτοί οι δυο μαζί με τον Muhammad wad Nubawi, τον Muhammad al Karim και τον Mahdi, αποφάσισαν την επίθεση για να κυριεύσουν το Χαρτούμ. Οι πολεμιστές Jihadiya διοικούνταν από τον Hamdan Abu Anja και ο Yunus al Dinkhaim ήταν ένας άλλος διαπρεπής στρατηγός του Mahdi. Οι Άραβες ηγέτες στη μάχη του Abu Klea ήταν ο Muhammad al Khair και Musa wad Hilu, ο οποίος σκοτώθηκε. Στη μάχη του Kirbekan οι τρεις Άραβες ηγέτες, Moussa wad Abuhegel, Ali wad Hussein και Hamid wad Lekalik, έχασαν τις ζωές τους.

ΑΝΤΙΠΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Οι Βρετανικές Δυνάμεις 1884 - 1885

Τα Βρετανικά στρατεύματα, που συμμετείχαν στην εκστρατεία του Σουδάν ήταν μικρά εκστρατευτικά σώματα, οργανωμένα σε ταξιαρχίες και επιφορτισμένα με περιορισμένους αντικειμενικούς στόχους. Ήταν εντελώς ανεπαρκή σε δυνατότητες για να αντιμετωπίσουν την πλήρη δύναμη του Mahdi. Οι δύο εκστρατείες στο ανατολικό Σουδάν γύρω από το Σουακίμ, δεν παρουσίαζαν υπερβολικά προβλήματα εφοδιασμού. Αντίθετα, οι δυο Φάλαγγες Ερήμου και Νείλου έπρεπε να διασχίσουν ολόκληρη τη χώρα από τα Αιγυπτιακά σύνορα μέχρι το Χαρτούμ, με συνέπεια την επιμήκυνση των γραμμών ανεφοδιασμού του στρατού.

Οργάνωση των Μονάδων

Τα συντάγματα του Βρετανικού πεζικού διαιρούνταν σε τάγματα καθένα από τα οποία είχε 8 λόχους των 120 αντρών. Κάθε σύνταγμα ιππικού είχε 4 ίλες των 160 αντρών. Μια πυροβολαρχία είχε 6 πυροβόλα με 113 άντρες, ενώ οι ιππήλατες είχαν 137 άντρες. Ήταν σπάνιο για λόχους, τάγματα ή συντάγματα να εκστρατεύουν με πλήρη δύναμη αντρών.

Έφιππο Πεζικό - Συντάγματα Καμήλων

Υπήρχε ένας ειδικός λόχος Έφιππου Πεζικού, σχηματισμένος από άντρες από τα συντάγματα των Royal Sussex, Black Watch, Gordon Highlanders και το Βασιλικό Σώμα Τυφεκιοφόρων. Καθένα από αυτά τα συντάγματα συνεισέφερε ένα απόσπασμα αποτελούμενο από έναν αξιωματικό, ένα λοχία, ένα δεκανέα, ένα σαλπιγκτή και 27 άντρες. Έτσι η συνολική δύναμη του Έφιππου Πεζικού ήταν 130 άντρες. Το Έφιππο Πεζικό μεταφέρθηκε σιδηροδρομικώς στο Trinkatat. Ένα σώμα καμήλων δημιουργήθηκε με εθελοντές από 14 συντάγματα σε Αγγλία και Αίγυπτο. Συνολικά υπήρχαν 20 συντάγματα με δύναμη 500 αξιωματικών και αντρών που σχημάτισαν το Σύνταγμα Καμήλων Έφιππου Πεζικού.

Η Φρουρά - τα Βαριά και Ελαφρά Συντάγματα Καμήλων

Τα συντάγματα αυτά διακρίνονταν από τις άλλες μονάδες καμήλων, καθώς ήταν σχηματισμένα από μονάδες ιππικού και πεζικού. Στο Σύνταγμα Καμήλων της Φρουράς υπήρχαν άντρες από τα 1ο, 2ο και 3ο τάγματα των Coldstream Guards, καθώς και από τα 1ο και 2ο τάγματα των Scots Guards και των Royal Marines. Το Βαρύ Σύνταγμα Καμήλων σχηματίστηκε με επίλεκτους άντρες από τα 1ο και 2ο τάγματα του Σώματος Ιππέων της Βασιλικής Φρουράς (Life Guards), των Blues, των Bays, 4o και 5ο τάγματα της Φρουράς των Δραγόνων, των Royals, των Scots Greys, 5ο και 16ο τάγματα των Λογχοφόρων. Από κάθε μονάδα υπήρχαν δυο αξιωματικοί, δυο λοχίες, δυο δεκανείς, ένας σαλπιγκτής ή τρομπετίστας και 38 άντρες.


Το Ελαφρύ Σύνταγμα Καμήλων σχηματίστηκε από τα 3ο, 4ο, 7ο, 10ο, 11ο, 15ο, 18ο, 20ο και 21ο τάγματα των Ουσάρων. Η δύναμη τους ήταν 17 αξιωματικοί και 302 άντρες. Το Βαρύ Σύνταγμα Καμήλων είχε δέκα αποσπάσματα αποτελούμενα από 23 αξιωματικούς και 438 άντρες. Το Ελαφρύ σύνταγμα είχε εννέα αποσπάσματα αποτελούμενα από 21 αξιωματικούς και 388 άντρες. Φορούσαν μπλούζα κόκκινου χρώματος, γκέτες χρώματος σκούρο μπλε και ένα άσπρο κράνος. Ήταν εξοπλισμένοι με ένα τυφέκιο, μια ξιφολόγχη, καφέ ζώνη, σάκους, φυσιγγιοθήκη καφέ χρώματος φορεμένη στον αριστερό ώμο με 50 φυσίγγια, σακίδιο, παγούρι και καφέ μπότες.

Στολές

Αν εξαιρέσουμε τις μάχες του Kirbekan και Ginnis όπου φορούσαν κόκκινα σακάκια, τα Βρετανικά στρατεύματα στο Σουδάν φορούσαν χακί στολή. Το πεζικό μερικές φορές φορούσε γκέτες ή τα παντελόνια ήταν μακριά ως τις μπότες. Το 60ο σύνταγμα (Βασιλικό Σώμα Τυφεκιοφόρων) φορούσε πιθανώς ένα πράσινο σακάκι με κόκκινο κολάρο, μαύρα παντελόνια και άσπρο κράνος. Οι Highlanders μπορεί να είχαν άσπρες γκέτες. Οι άντρες του Βασιλικού Πυροβολικού φορούσαν μια μπλε μπλούζα με κόκκινο κολάρο, χακί κράνος, χακί παντελόνια και μπλε γκέτες. Οι άντρες του Βασιλικού Σώματος Μηχανικού φορούσαν χακί, αν και ο πίνακας της μάχης του El Teb δείχνει να φορούν μια κόκκινη μπλούζα με μαύρο κολάρο, μπλε παντελόνια με κόκκινες ραβδώσεις, μαύρες γκέτες και άσπρο κράνος.

Οι ζώνες και το κράνος ήταν είτε μουντό κίτρινο ή άσπρο. Οι άντρες του Σώματος Πεζοναυτών φορούσαν μια γκρι / χακί μπλούζα με πέντε κουμπιά, παντελόνια χωρίς γκέτες, κράνος σε μουντό κίτρινο, ζώνες μέσης σε μουντό κίτρινο, φυσιγγιοθήκες και λουρί τυφεκίου, άσπρο σακίδιο, μαύρες μπότες, μαύρη θήκη ξιφολόγχης και το ασημένιο σήμα του συντάγματος στον ώμο. Οι άντρες της Ναυτικής ταξιαρχίας φορούσαν σακάκια και παντελόνια σε μπλε και λευκό, ψάθινο καπέλο, άσπρο γυριστό καπέλο ή κράνος ηλίου. Οι περικνημίδες ήταν είτε λινάτσα ή μαύρο δέρμα. Το 10ο Ουσάρων φορούσε χακί στολή και γκέτες και κράνος ινδικού τύπου.

Το 19ο Ουσάρων φορούσε μια μπλε μπλούζα, μπλε ή χακί παντελόνια με μπλε γκέτες, άσπρο ή χακί κράνος. Το Έφιππο Πεζικό φορούσε χακί στολή με γκέτες σκούρας απόχρωσης.

Τα Όπλα της Εκστρατείας

Από το 1871 μέχρι την έλευση της άκαπνης πυρίτιδας, ο Βρετανός στρατιώτης ήταν οπλισμένος με το τυφέκιο απλής βολής Martini-Henry. Οι ομοβροντίες των ταγμάτων εναντίον μαζικών στόχων άνοιγαν συχνά στις 600 - 800 γιάρδες και ένας δεινός σκοπευτής μπορούσε να χτυπήσει στόχους στις 300 - 400 γιάρδες. Η μαλακή μολυβένια σφαίρα του έσπαγε κόκκαλο και χόνδρους και άφηνε φοβερές πληγές. Με το μικρό διαμέτρημα και τη μεγάλη ακρίβεια του ήταν μακράν το καλύτερο όπλο, που είχε χρησιμοποιήσει έως τότε ο Βρετανός στρατιώτης. Με σταθερή ξιφολόγχη, το τυφέκιο είχε μήκος 5 πόδια και 11,5 ίντσες (49,5 ίντσες χωρίς τη ξιφολόγχη) και ζύγιζε 9 κιλά.

Στη μάχη του Abu Klea το 1885, το Martini-Henry συν μερικά πολυβόλα Gardner στα χέρια των 1.000 αντρών του Stewart, σκόρπισαν το θάνατο σε 1.100 Δερβίσηδες.

Πολυβόλα Gatling και Gardner

Το πρώιμο πολυβόλο Gatling, αποτελούνταν από πολλές κάννες, οι οποίες γύριζαν γύρω από έναν άξονα. Ο γεμιστήρας ήταν μια χοάνη πάνω από τις κάννες, μέσα στην οποία έβαζαν τις σφαίρες. Γυρίζοντας ένα μοχλό, οι κάννες περιστρέφονταν και έριχναν εναλλάξ. Η μεγάλου διαμετρήματος σφαίρα, η μεγάλη συγκέντρωση πυρός και ο τρόμος που προκαλούσε, έκαναν το Gatling ένα ιδανικό όπλο για αποικιακούς πολέμους όπως αυτός του Σουδάν. Στα μέσα της δεκαετίας του 1870 το Βασιλικό Ναυτικό διάλεξε το Gardner για να αντικαταστήσει το Gatling. Το Gardner είχε πέντε κάννες. Ομάδες από 45άρια φυσίγγια τροφοδοτούνταν κατακόρυφα μέσα στο όπλο, το οποίο λειτουργούσε με στρόφαλο.

Ο ρυθμός βολής μπορούσε να είναι πάνω από 120 βολές ανά λεπτό. Το πολυβόλο χρησιμοποιήθηκε από τη Ναυτική ταξιαρχία στο Σουδάν.

Πυροβολικό

Το πυροβολικό που χρησιμοποιήθηκε στην εκστρατεία προέρχονταν συνήθως από το Βασιλικό Ναυτικό. Υπήρχαν πυροβόλα διαμετρήματος 7pdr και 9pdr. Αυτά των 7pdr μεταφέρονταν σε αιγυπτιακές καμήλες. Όμως το μικρό διαμέτρημα τους και η έλλειψη βολιδοφόρου βλήματος, τα έκαναν μη αποτελεσματικά. Πυροβόλα Krupp καθώς και μπρούντζινα έδρασαν στις καταστροφικές αποστολές των Hicks και Baker Pasha και χρησιμοποιούνταν εναντίον των Βρετανών, από Αιγύπτιους πυροβολητές που είχαν συλληφθεί από τον Mahdi.

Τακτική Μάχης

Στο Σουδάν η Βρετανική τακτική μάχης ήταν απλή και κατάλληλη να αποκρούει τις ξαφνικές και άγριες επιθέσεις ενός εχθρού, ο οποίος είχε αριθμητική υπεροχή. Οι Βρετανοί στρατιώτες πολεμούσαν σε σχηματισμό τετραγώνου. Είτε σε ένα μεγάλο τετράγωνο ή σε δυο μικρότερα, παράλληλα μεταξύ τους, που το καθένα κάλυπτε το πλευρό του άλλου. Το πυροβολικό και τα πολυβόλα (Gatling και Gardner) βρίσκονταν συνήθως στις γωνίες του τετραγώνου και ήταν τρωτά σε μια ξαφνική επίθεση. Επίσης δεν μπορούσαν να συγχρονίσουν την κίνηση τους με το πεζικό, αν αυτό επιτίθονταν ή οπισθοχωρούσε.

Οι Βρετανοί πολέμησαν σε παράταξη στη μάχη του Kirbekan (Φάλαγγα Νείλου), ενώ στο Hashin στο ανατολικό Σουδάν και στη μάχη του Ginnis ήταν οι επιτιθέμενοι. Οι εμπειρίες του Graham κατά τη διάρκεια της πρώτης εκστρατείας από το Σουακίμ αποκαλύπτουν μερικές αδυναμίες της τακτικής αυτής, όπως την τρωτότητα των πολυβόλων στις γωνίες των τετραγώνων και ολόκληρου του τετραγώνου, όταν το έφιππο πεζικό επιτίθονταν μέσα από αυτό. Στη μάχη του El Teb, η επίθεση του 65ου συντάγματος άνοιξε μια μικρή ρωγμή στο σχηματισμό, ενώ στη μάχη του Tamai, οι Black Watch επιτέθηκαν τόσο γρήγορα, ώστε δημιουργήθηκε ένα μεγάλο κενό στη διάταξη του τετραγώνου, μέσα στο οποίο, κρυμμένοι από τον καπνό και την σκόνη, όρμησαν οι Ansar.

Καταυλισμοί (Zarebas)

Οι καταυλισμοί φτιάχνονταν συνήθως τη νύκτα και όταν δεν γίνονταν στρατιωτικές επιχειρήσεις. Αποτελούνταν από αγκαθωτούς θάμνους σαν περίφραξη, χαρακτηριστικό στο Σουδάν, αλλά μερικές φορές είχαν χαμηλούς τοίχους από λάσπη. Οι καταυλισμοί ήταν δυνατόν να οργανωθούν ως σημεία ανεφοδιασμού και φρούρια, προστατεύοντας τις γραμμές επικοινωνίας του στρατού κατά την προέλαση του και εξασφαλίζοντας μια οχυρωμένη θέση σε περίπτωση υποχώρησης.

Η Τακτική των Έφιππων

Η τακτική του ιππικού ήταν εξίσου σημαντική. Η σκληρή εμπειρία στη μάχη του El Teb έδειξε, ότι η πυκνή επίθεση δεν ήταν αποτελεσματική εναντίον αραιών σχηματισμών των Σουδανών πολεμιστών. Το ιππικό έκανε το λάθος να επιτεθεί στους Ansar, όταν αυτοί είχαν υποχωρήσει. Η φύση του εδάφους με τις πετρώδεις κοιλότητες και τους πυκνούς αγκαθωτούς θάμνους ήταν προς όφελος του εχθρού. Το Βρετανικό ιππικό, όταν επιτίθονταν κατά του πεζικού των Ansar είχε μεγαλύτερες απώλειες, ενώ αντίθετα μπορούσε να αντιμετωπίσει επιτυχώς τους ιππείς. Το ιππικό χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε ανιχνευτικό ρόλο και για να αναγκάζει τον εχθρό σε υποχώρηση ή να τον εμποδίζει να ανασυνταχτεί.


Σε άλλες περιπτώσεις οι ιππείς αφίππευαν και, χρησιμοποιώντας την καραμπίνα, γίνονταν ακροβολιστές ή πολεμούσαν μαζί με το Έφιππο πεζικό, όπως έκανε το 10ο Ουσάρων στη μάχη του Tamai. Το Έφιππο πεζικό στελνόταν συνήθως μπροστά από το ιππικό για να έρθει σε επαφή με τον εχθρό. Με τα τυφέκια του να είναι μεγαλύτερης εμβέλειας από τις καραμπίνες, χρησιμοποιούνταν σε ρόλο ανιχνευτή ή ως ακροβολιστές.

Ο Στρατός του Mahdi - οι Ansar

Από το 1880 έως το 1884 ο Mahdi και οι οπαδοί του ένωσαν την πλειονότητα των νομαδικών και ποιμενικών φυλών, που κατοικούσαν στις εκτεταμένες ερημικές εκτάσεις νότια και δυτικά της Άνω Αιγύπτου. Όλες αυτές οι φυλές αποτέλεσαν το στρατό του Mahdi, τους Ansar, μια Αραβική λέξη που σημαίνει «ακόλουθος» ή «Βοηθός». Χρησιμοποιούνταν στο Κοράνι για να περιγράψει τους οπαδούς του προφήτη Μωάμεθ. Οι Βρετανοί, Αιγύπτιοι και Τούρκοι τους ήξεραν με τη λέξη «Δερβίσηδες», που ήταν ένας ιδιωματικός όρος Περσικής προέλευσης, κοινός σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο και Βόρεια Αφρική και αφορούσε πλανόδιους καλόγερους και επαίτες, οι οποίοι έκαναν λαϊκές μαγικές ιεροτελεστίες και επιδείξεις στις αγορές.

Από τη στιγμή εκείνη που στρατολόγησε 311 άντρες από τοπικές φυλές και τους όπλισε με ακόντια και ραβδιά για να καταδιώξουν την Αιγυπτιακή δύναμη του Abu Su'ud's που πλησίαζε την Abba, ο στρατός του Mahdi πολλαπλασιαζόταν καθημερινά. Τα νέα της νίκης του έφερναν κάτω από το λάβαρο του κι άλλες φυλές, οι οποίες τον λάτρευαν και ήταν έτοιμες να πεθάνουν για αυτόν. Απαίτησε από τους οπαδούς του να είναι πιστοί στο καθήκον τους και πειθαρχημένοι. Η ήττα του Hicks στο Shaykan ήταν η αρχή της δημιουργίας ενός στρατού, που θα ήταν ικανός στην τακτική και στους ελιγμούς. Η σωστή εκμετάλλευση του εδάφους ήταν βασικός παράγοντας τακτικής, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τις απώλειες από τις μαζικές βολές των Βρετανικών τετραγώνων.

Έχοντας δει τα αποτελέσματα τέτοιων μαζικών βολών κατά τη διάρκεια της πρώτης ανεπιτυχούς επίθεσης στο El Obeid, ο Mahdi άρχισε να εξοπλίζει επίλεκτα τμήματα με τα τυφέκια που πήρε από τους Αιγύπτιους. Στις 28 Δεκεμβρίου 1881, σε μια νυκτερινή επίθεση, οι δυνάμεις του Mahdi κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την Αιγυπτιακή φάλαγγα 1.300 αντρών του Bashid Bey's από τη Fashoda. 8.000 μαχητές του Mahdi προέλαυσαν σε ένα σχηματισμό μάχης, που θύμιζε μια πρώιμη Ισλαμική παράταξη, με τις γραμμές πεζικού να μοιάζουν στις σειρές των αντρών κατά την προσευχή και τους ιππείς στις πτέρυγες. Αυτή η νίκη αύξησε τον αριθμό των πιστών του Mahdi και από τότε, η οργάνωση των μονάδων ξεκίνησε στη στρατιωτική βάση του Qadir.

Οργάνωση του Στρατού του Mahdi

Ο στρατός του Mahdi ήταν διαιρεμένος σε Ομάδες, που καθεμιά βρισκόταν υπό τη διοίκηση ενός Khalifa.

1) Υπήρχαν έφιππες ομάδες αναγνώρισης με σκοπό να κόβουν τις γραμμές ανεφοδιασμού του εχθρού, να συλλέγουν πληροφορίες, να διεξάγουν αψιμαχίες σε μεγάλη απόσταση για να μειώσουν το ηθικό του, να διαδίδουν ψεύτικες ειδήσεις και να δηλητηριάζουν τις πηγές του νερού.

2) Υπήρχαν 50.000 πολεμιστές, οπλισμένοι με σπαθιά και λόγχες με την υποστήριξη ιππικού.

3) Υπήρχαν οι Jihadiyya (τυφεκιοφόροι). Σουδανοί από το νότιο Σουδάν, τα βουνά Nuba και το Darfur στα δυτικά, οπλισμένοι με τυφέκια Remington, που πήραν από τους Αιγυπτίους. Υπήρχαν περίπου 7.000 τέτοιοι στρατιώτες σε μονάδες των είκοσι αντρών και συγκεντρωμένων σε ομάδες των εκατό με ηγέτες τους Amir. Αυτοί θα αποτελούσαν το μελλοντικό σκληρό πυρήνα του νέου στρατού.

Κάτω από τη διοίκηση των τριών Khalifa, ο στρατός των Ansar ήταν διαιρεμένος σε «σημαίες» (rayya): Οι άντρες της Μαύρης Σημαίας του Khalifa Abdullahi (al-rayyaal-zarqa) προέρχονταν από το δυτικό Σουδάν και ήταν Baggara του Kordofan και του Darfur και οι περισσότεροι από τους μαύρους τυφεκιοφόρους. Οι άντρες της Κόκκινης Σημαίας (al-rayya-al-hamra) του Khalifa Muhammad al Sharif προέρχονταν από τους παραποτάμιους λαούς βόρεια του Χαρτούμ. Η Πράσινη Σημαία (al-rayya-al-khadra) του Khalifa Ali-an-Hilu είχε Άραβες από την περιοχή της Gezira μεταξύ του Γαλάζιου και Λευκού Νείλου, νότια του Χαρτούμ.

Κάτω από τη γενική εποπτεία του Mahdi, καθεμία από τις «σημαίες» ήταν οργανωμένη σε rubs, που είχαν συνήθως 800 έως 1.200 άντρες. Τα rubs ήταν διαιρεμένα σε τρεις μονάδες μάχης και μία διοίκησης. Η πρώτη μονάδα μάχης αποτελούνταν από ακοντιστές. Μετά υπήρχαν οι Jihadiyya (τυφεκιοφόροι) σε ομάδες των 100 αντρών περίπου η καθεμία και το ιππικό, συνήθως Baggara, που ήταν οπλισμένο με μακρές λόγχες και σπαθιά, αλλά όταν βρίσκονταν σε αποστολές αναγνώρισης ή συνοριακές επιδρομές ήταν οπλισμένο με τυφέκια. Κάθε ομάδα ήταν υποδιαιρεμένη σε «εκατοντάδες», υπό τη διοίκηση ενός εκατόνταρχου και σε muqaddamiyya των 25 αντρών υπό τη διοίκηση του muqaddam.

Υπήρχαν επίσης σταθερές φρουρές που έμεναν σε στρατώνες (συνήθως Αφρικανοί τυφεκιοφόροι και Άραβες ακοντιστές), καθώς και εθελοντές από τις γύρω περιοχές. Όλοι αυτοί οι σχηματισμοί ήταν οργανωμένοι και διαιρεμένοι με τον ίδιο τρόπο όπως οι «σημαίες». Οι Amir ηγούνταν των μεγαλύτερων σωμάτων, ενώ οι μικρότερες μονάδες διοικούνταν από τοπικούς σεΐχηδες. Πολλοί από τους Amir φορούσαν πανοπλίες και υ- ψηλά κωνικά κράνη με μισοφέγγαρο και ήταν οπλισμένοι με λόγχες, κυρτά σπαθιά και έφεραν μεταλλικές ασπίδες.

Η Στολή των Ansar

Μετά την πτώση του El Obeid, ο Mahdi έβγαλε φιρμάνι σχετικά με το ντύσιμο των πολεμιστών του. Έπρεπε να φορούν μια βαμβακερή μπλούζα, τη jibbah, που ήταν μπαλωμένη σε πολλά σημεία. Επίσης λευκά παντελόνια (siraval), σανδάλια (sayidan), ζώνη (karaba), σκούφο (taggia) και τουρμπάνια. Η jibbah έφτανε ως τα γόνατα και αποτελούνταν από χρωματιστά μπαλώματα ίδιου σχήματος μπροστά και πίσω. Τα μπαλώματα βρίσκονταν συνήθως στα χέρια, στην πλάτη, γύρω από το λαιμό και στο στρίφωμα του ρούχου. Τα χρώματα τους ήταν μέχρι το 1885 το κόκκινο και το σκούρο μπλε. Αργότερα προστέθηκαν και άλλα χρώματα, όπως το μαύρο, το καφέ ή το πράσινο. Τα μπαλώματα ήταν λεπτομερώς σχεδιασμένα και συμμετρικά.


Στις μάχες του Abu Klea και Abu Kru, οι περισσότεροι Ansar φορούσαν μια λευκή ρόμπα τυλιγμένη στη μέση με τη μια άκρη της να ήταν περασμένη πάνω από τον αριστερό ώμο. Είχαν ξυρισμένο κεφάλι και φορούσαν ένα μικρό άσπρο σκούφο. Η jibbah πήρε οριστική μορφή στα τέλη του 1885 στη μάχη του Ginnis (30 Δεκεμβρίου 1885). Οι Beja, Bisharin και πολλοί Baggara πολεμιστές φορούσαν άσπρα βαμβακερά παντελόνια. Για να δηλώνουν την πίστη τους στον Mahdi, έραβαν μπαλώματα κόκκινου ή μπλε χρώματος. Τα μαλλιά τους ήταν κατσαρά και σκληρά. Έπεφταν μέχρι τους ώμους και έβαζαν ένα μικρό κομμάτι ξύλου στην κορυφή του κεφαλιού τους. Όταν οι Beja φόρεσαν την jibbah, ξύρισαν το κεφάλι τους και φόρεσαν ένα σκούφο.

Ακολουθώντας τη συνήθεια των Beja, οι πολεμιστές Hadendowa και άλλοι «Fuzzy-Wuzzies» του ανατολικού Σουδάν, δεν ξύρισαν το κεφάλι του ή φόρεσαν την jibbah. Το φέσι ήταν αυστηρά απαγορευμένο. Κάποιοι Amir φορούσαν ένα κόκκινο τουρμπάνι, τυλιγμένο γύρω από το κεφάλι και με τη μια άκρη του να πέφτει πίσω από το αριστερό αυτί τους. Το υπόλοιπο ήταν τυλιγμένο με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε σχημάτιζε ένα V μπροστά. Έμοιαζε πολύ με το τουρμπάνι των Σιχ.

Τα Όπλα των Ansar

Κατά τη διάρκεια των πρώτων φάσεων της επανάστασης οι ακόλουθοι του Mahdi δεν ήταν καλά εξοπλισμένοι. Οι νίκες έφεραν περισσότερους ακόλουθους ενώ τα τυφέκια Remington συμπλήρωναν τα ακόντια, τα σπαθιά και τα μαχαίρια. Οι περισσότεροι από τους Ansar ήταν εξοπλισμένοι με ένα ακόντιο 10 πόδια μακρύ και με φαρδιά λεπίδα, τρία κοντύτερα ακόντια και ένα σπαθί, συνήθως τοποθετημένο σε μια κόκκινη δερμάτινη θήκη που κρέμονταν από τον αριστερό ώμο κάτω από τη μασχάλη κοντά στο σώμα. Οι περισσότεροι πολεμιστές είχαν ένα κοντό μαχαίρι, κυρτωμένο ή ίσιο, τοποθετημένο σε μια κόκκινη δερμάτινη θήκη στερεωμένη στο αριστερό χέρι.

Οι Beja και οι Bisharin μετέφεραν μερικές φορές ένα μαχαίρι με πλατύτερη λεπίδα στην άκρη και μια ξύλινη βέργα με την οποία έσπαγαν τα πόδια των αλόγων και καμήλων, για να τα ανατρέψουν. Οι ασπίδες ήταν κυκλικές με ένα μεγάλο κωνικό κέντρο, φτιαγμένες από δέρμα ρινόκερου, κροκόδειλου και ελέφαντα. Μπορούσαν να εξοστρακίσουν μια σφαίρα, αλλά σπανίως μεταφέρονταν εκτός από τους Beja. Όταν μεταφέρονταν από άλλες φυλές, ήταν τύπου Baggara, δηλαδή ελλειπτικές. Περιστασιακά, χρησιμοποιήθηκαν και ορθογώνιες ασπίδες. Η σιδερένια πανοπλία δεν βρίσκονταν σε χρήση. Περισσότερα από 21.000 τυφέκια με πυρομαχικά είχαν βρεθεί στις ηττημένες Αιγυπτιακές δυνάμεις.

Πιο πολλά ήταν τα τυφέκια Remington, ένα ξεπερασμένο αλλά επαναστατικό όπλο όταν εμφανίστηκε το 1865. Ο Αιγυπτιακός στρατός το εισήγαγε σε υπηρεσία το 1870. Το Remington μπορούσε να ρίξει δεκαεπτά βολές το λεπτό. Ένας Δερβίσης πολεμιστής είχε ένα τυφέκιο, μια ή δυο φυσιγγιοθήκες, με τις περισσότερες να είναι φτιαγμένες από κόκκινο μαρκαρισμένο δέρμα. Το ιππικό που εκτελούσε καθήκοντα αναγνώρισης ή έκανε επιδρομή, είχε συνήθως ένα τυφέκιο. Ο βαρύς οπλισμός των Ansar περιοριζόταν σε ό,τι είχε βρεθεί από τους ηττημένους Αιγυπτίους. Στην περιοχή του Σουακίμ το 1884 πιστεύεται, ότι οι Άραβες απέκτησαν 4.000 τυφέκια Remington, 5 πεδινά πυροβόλα Krupp, δυο Gatling, δυο τορπιλοσωλήνες και άφθονα πυρομαχικά.

Από άλλες συμπλοκές, πήραν μερικά μπρούντζινα ορεινά ολμοβόλα, πυροβόλα Krupp και λίγα Nordenfelt. Είχαν επίσης μερικά παλιά και σαραβαλιασμένα ποταμόπλοια. Παρά την ύπαρξη πολλών σύγχρονων όπλων και πολυβόλων με χειριστές εκπαιδευμένους, οι Ansar δεν έκαναν αποτελεσματική χρήση αυτών. Σε μερικές περιπτώσεις, τα πυροβόλα τοποθετήθηκαν σε ατμόπλοια ή σε μικρά φρούρια και οχυρά για άμυνα. Το 1885, τέτοιες θέσεις κατά μήκος του Νείλου, προκάλεσαν ζημιές σε ατμόπλοια.

Σημαίες

Οι υποδιαιρέσεις στο στρατό αναγνωρίζονταν από τις σημαίες, που κάθε Amir είχε στην κατοχή του και όριζαν τη διοικητική του ευθύνη. Κάθε Amir και ra's mi'a (εκατόνταρχος) είχε τη δική του σημαία. Οι σημαίες ήταν ορθογώνιες, με διαστάσεις τέσσερα πόδια επί τρία πόδια. Παράγονταν στο Omdurman και όταν δε χρησιμοποιούνταν αποθηκεύονταν στο οπλοστάσιο. Ήταν διακοσμημένες στη μια πλευρά μόνο και έφεραν στίχους από το Κοράνι σε άσπρο φόντο με έγχρωμα άκρα. Υπήρχαν σημαίες σε μπλε, κόκκινο ή πράσινο χρώμα με γράμματα σε κόκκινο, μπλε, μαύρο, πράσινο ή άσπρο χρώμα. Τα κοντάρια ήταν στολισμένα με μπρούντζινες μπάλες, σφαίρες ή μισοφέγγαρα.

Η Τακτική Μάχης των Ansar

Κατά τις πρώτες μάχες εναντίον των Αιγυπτίων, η τακτική των Ansar ήταν σχετικά απλή. Εκμεταλλεύονταν τις γνωστές συνήθειες των Αιγυπτίων στρατιωτών, οι οποίοι, όταν έφτιαχναν καταυλισμούς τη νύχτα δεν έπαιρναν τις στοιχειώδεις προφυλάξεις, δηλαδή να έχουν ανιχνευτές ή παρατηρητήρια. Αφού περίμεναν όλοι οι Αιγύπτιοι να είναι απασχολημένοι σε διάφορες εργασίες εντός του στρατοπέδου, επιτίθονταν σε πυκνό σχηματισμό γρήγορα και αιφνιδιαστικά. Η συνήθεια των Αιγυπτίων να ενσωματώνουν στις αποστολές τους υπηρέτες και τις συζύγους τους, τους έκανε εύκολο στόχο.

Οι πρωταρχικοί παράγοντες στην τακτική των Ansar ήταν ο αιφνιδιασμός και η κρούση, που βασίζονταν κυρίως στην περικύκλωση και στις επιθέσεις από δυο κατευθύνσεις ή σε μια αιφνιδιαστική επίθεση κατά μήκος της γραμμής προέλασης του εχθρού, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να συντρίψουν τον αντίπαλο έχοντας αριθμητική υπεροχή. Ήταν γνωστό για τους τυφεκιοφόρους που βρίσκονταν σε θέσεις κοντά στον εχθρό να καλύπτουν τους σπαθοφόρους και ακοντιστές, πριν την τελική επίθεση. Οι πολεμιστές πλησίαζαν «αόρατοι» κοντά στον εχθρό, πριν εξαπολύσουν την επίθεση τους. Οι θαρραλέοι πολεμιστές κινούνταν γρηγορότερα και έφταναν πρώτοι στο μέτωπο του εχθρού.


Οι επιθέσεις συχνά είχαν μορφή σφήνας. Έβαζαν τους καλύτερους άντρες μπροστά με μερικούς στην εφεδρεία με τη διαταγή να χτυπούν τον εχθρό, όταν αυτός κατέρρεε. Αυτό το μεγάλο πλήθος πολεμιστών σηκώνονταν ξαφνικά από τους θάμνους ή μια κοιλότητα στο έδαφος και επιτίθονταν γρήγορα. Καθεμία από τις μεγάλες φάλαγγες τους καθοδηγούνταν από έναν έφιππο Amir, τους σημαιοφόρους και τους ακόλουθους του. Τύμπανα από τις τελευταίες γραμμές, έδιναν το ρυθμό στην επίθεση. Οι Amir με Ισλαμικά συνθήματα και προσευχές, κρατούσαν υψηλά το φρόνημα των μαχητών.

Οι Ansar ήταν επίσης ικανοί να βαδίζουν γρήγορα σε μεγάλες αποστάσεις για να πλησιάσουν τις γραμμές του εχθρό. Οι πεζοί πολεμιστές ήταν έφιπποι σε καμήλες και άλογα. Στην πορεία και στη μάχη τα σινιάλα δίνονταν με τύμπανα και κόρνες.

Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ GRAHAM ΑΠΟ ΤΟ ΣΟΥΑΚΙΜ

Στις 29 Φεβρουαρίου 1884, η δύναμη του Graham έφυγε από το Trinkatat. Το πεζικό βάδισε σε σχηματισμό τετραγώνου με επικεφαλής το Έφιππο πεζικό, ενώ μια ίλη του 10ου Ουσάρων κάλυπτε το μέτωπο και το υπόλοιπο του ιππικού τα νώτα. Στο μέτωπο του τετραγώνου βρίσκονταν οι Gordons και πίσω οι Black Watch. Και οι δυο προχωρούσαν σε φάλαγγες βάθους τεσσάρων αντρών. Με το Βασιλικό Σώμα Μηχανικού σε υποστήριξη, στην αριστερή γωνία του τετραγώνου υπήρχαν δυο Gatling και ένα Gardner, στη δεξιά ένα Gatling και δυο Gardner. Υπήρχαν τέσσερα 7pdrs του Βασιλικού Πυροβολικού σε κάθε γωνιά στα νώτα του σχηματισμού.

Στη δεξιά πλευρά βάδιζαν το 89ο σύνταγμα με τμήμα των τεσσάρων λόχων του Βασιλικού Σώματος Τυφεκιοφόρων. Το 65ο σύνταγμα βρισκόταν στην αριστερή πλευρά με το Ελαφρύ Πεζικό του Βασιλικού Ναυτικού σε υποστήριξη. Οι καμήλες μεταφοράς με τα πυρομαχικά και τις ιατρικές προμήθειες βρίσκονταν στο κέντρο του τετραγώνου.

Η Μάχη του El Teb

Όταν έμαθε την αποβίβαση της δύναμης του Graham, ο Osman Digna έστειλε τον ανιψιό του Madani ibn Ali να ενισχύσει τον Abdallah ibn Hasid και οχύρωσαν ένα εγκαταλελειμμένο διυλιστήριο ζάχαρης δίπλα στο παλιό πεδίο μάχης του Baker στο El Teb. Διέθεταν περίπου 6.000 άντρες, 4 πυροβόλα Krupp, δυο μπρούντζινα κανόνια και ένα Gatling. Μερικοί τυφεκιοφόροι ήταν οπλισμένοι με Remington. Η δύναμη των Ansar αποτελούνταν από άντρες των φυλών Hadendowa, Senilab, Ashraf, Arteiga και Hassanab. Περίπου 2.500 - 3.000 πεζοί πολεμιστές θα συμμετείχαν στην κύρια επίθεση.

Το πελώριο Βρετανικό τετράγωνο προχωρούσε πάνω στο ζεστό και άγονο αμμώδες έδαφος μέχρι που συνάντησε τον εχθρό στο El Teb δίπλα στο σωρό των ακρωτηριασμένων και σαπισμένων πτωμάτων του ηττημένου στρατού του Baker. Οι Ansar βρίσκονταν πίσω από αναχώματα και σε ένα οχυρωμένο κτίριο μπροστά από το χωριό και τα πηγάδια του El Teb. Οι σάλπιγγες ηχούσαν, καθώς ο Graham κίνησε το τετράγωνο του με σκοπό να υπερκεράσει το αριστερό του εχθρού. Σιγά σιγά ο σχηματισμός προχώρησε ακόμα 1.000 γιάρδες περίπου μέσα σε μια κόλαση πυρός από τα πυροβόλα της αποστολής του Baker Pasha, τα οποία χειρίζονταν οι πυροβολητές που είχε συλλάβει ο Mahdi στην πτώση του Tokar.

Το τετράγωνο σταμάτησε και ο Graham διέταξε τα πυροβόλα του να βάλλουν από απόσταση 900 γιαρδών περίπου. Δεν πήρε πολύ χρόνο στο πυροβολικό και στα Gatling και Gardner να σιγήσουν τα πυροβόλα Krupp απωθώντας τους πυροβολητές τους μακριά. Το τετράγωνο συνέχισε την κίνηση του. Η διάταξη των μονάδων άλλαξε. Το 65ο σύνταγμα μπήκε στην πρώτη γραμμή του σχηματισμού και υποστηρίζονταν από το Ελαφρύ Πεζικό του Βασιλικού Ναυτικού, ενώ οι Gordons και οι Black Watch βρίσκονταν στις πλευρές του. Το Βασιλικό Σώμα Τυφεκιοφόρων και οι Ιρλανδοί Τυφεκιοφόροι βρίσκονταν στα νώτα. Το πεζικό προέλαυσε σε μια ώμο με ώμο περιστροφική κίνηση χωρίς να χάσει τη συνοχή του προς την αριστερή πλευρά του εχθρού.

Περίπου 2.000 πολεμιστές Ansar βρίσκονταν μπροστά τους σε όλο το μήκος του μετώπου. Το πεζικό του Graham άνοιξε πυρ σε ομοβροντίες, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να τους σταματήσουν, οι οποίοι σε απόσταση 200 γιαρδών, χώρισαν τις δυνάμεις τους και επιτέθηκαν κραδαίνοντας τις λόγχες και τα σπαθιά τους. Οι Yorks και Lancs οπισθοχώρησαν περίπου 30 - 40 γιάρδες, ανοίγοντας μια ρωγμή στο Βρετανικό σχηματισμό, μέσα στη οποία εισχώρησαν κάποιοι από τους εχθρούς. Μια δεύτερη επίθεση εκδηλώθηκε σε όλο το τετράγωνο, η οποία, σύντομα, εξελίχτηκε σε μια μάχη σώμα με σώμα, αφού ο εχθρός επιτέθηκε σαν σμήνος από μέλισσες πάνω στις ξιφολόγχες των Βρετανών και τα συγκεντρωτικά πυρά των τυφεκίων Martini-Henry.

Η δεύτερη επίθεση αποκρούστηκε, ενώ οι Yorks με τους Lancs και τους Πεζοναύτες, όρμησαν και κατέλαβαν το οχυρό μαζί με όλα τα πυροβόλα που είχε. Οι Σουδανοί τότε αποσύρθηκαν διατεταγμένα στις προετοιμασμένες θέσεις τους μέσα και γύρω από το διυλιστήριο και μέσα στο χωριό. Κάνοντας το λάθος να θεωρήσει τη σύμπτυξη για υποχώρηση, ο Stewart διέταξε το ιππικό του να επιτεθεί στο ανώμαλο, γεμάτο θάμνους, έδαφος. Οι Ansar κράτησαν τις θέσεις τους και έριχναν στα πόδια των αλόγων μπούμερανγκ από ξύλο μιμόζας, προσπαθώντας να κόψουν τα γόνατα τους. Τριάντα Άραβες ιππείς, ιππεύοντας ξεσέλωτοι και κραδαίνοντας μεγάλα σπαθιά, επιτέθηκαν εναντίον μιας ολόκληρης ίλης προκαλώντας της μεγάλες απώλειες.

Το πεζικό προέλαυσε στα νώτα των Ansar γύρω από το διυλιστήριο και τα πηγάδια. Οι άντρες του Βασιλικού Ναυτικού, που επάνδρωναν τα Krupp και τα μπρούντζινα πυροβόλα, έριξαν μερικές ομοβροντίες στους επίμονους Άραβες, που κρατούσαν το μύλο ζάχαρης και τις γύρω οχυρώσεις. Στις 2 μ.μ. η μάχη είχε τελειώσει. Οι Ansar υποχώρησαν έχοντας 1.500 νεκρούς και τραυματίες. Ανάμεσα τους ήταν οι Amir Abdallah ibn Hasid, Madani ibn Ali, al-Timar ibn alHajj, Una Gamar al-Din al-Majdhub και Musa Qilay. Οι Βρετανοί είχαν τις απώλειες που φαίνονται στον παρακάτω πίνακα. Αφήνοντας τους Black Watch στο El Teb, η δύναμη του Graham έφτασε στο Tokar στις 3 Μαρτίου. Παίρνοντας ορισμένους επιζώντες επέστρεψε στο Σουακίμ στις 5 του μηνός.


Η Μάχη του Tamai

Στις 10 Μαρτίου, ενήμερος για την ύπαρξη μιας μεγάλης εχθρικής δύναμης στο Tamai, 16 μίλια νοτιοδυτικά του Σουακίμ, ο Graham έστειλε τους Black Watch (623 αξιωματικούς και άντρες) να στήσουν έναν καταυλισμό (zareba) 8,5 μίλια έξω από το Σουακίμ στο δρόμο προς το Sinkat. Το απόγευμα της επόμενης μέρας, η υπόλοιπη δύναμη συν μια νέα πυροβολαρχία 9pdr του Βασιλικού Ναυτικού ενώθηκε μαζί τους. Στις 12 Μαρτίου, έφυγαν από τον καταυλισμό έχοντας σχηματίσει δυο τετράγωνα, περιτριγυρισμένα από ανιχνευτές ιππικού. Τα πυροβόλα και το Βασιλικό Σώμα Μηχανικών βρίσκονταν ανάμεσα στα συντάγματα, σχηματίζοντας το μέτωπο κάθε τετραγώνου.


Όπως και στο El Teb, τα πυροβόλα τραβιούνταν με σκοινιά από τους άντρες της Ναυτικής ταξιαρχίας. Το επόμενο πρωί, η δύναμη ξεκίνησε πάλι την προέλαση της με τα δυο τετράγωνα διαγώνια (in echelon) το ένα με το άλλο, με τη 2η ταξιαρχία του Davis επικεφαλής και την 1η ταξιαρχία του Buller πίσω δεξιά. Κάθε τετράγωνο είχε μέτωπο 200 γιάρδες και πλευρά 100 γιάρδες και η απόσταση μεταξύ τους ήταν 600 - 900 γιάρδες περίπου. Υπήρχαν αποσπάσματα ιππικού μπροστά, ενώ το υπόλοιπο ιππικό βρίσκονταν διαγωνίως πίσω από την αριστερή πλευρά της 2ης ταξιαρχίας. Η σύνθεση και η ισχύς της δύναμης ήταν περίπου η ίδια όπως και στη μάχη του El Teb, συν μια καινούργια πυροβολαρχία του Βασιλικού Πυροβολικού.

Υπήρχαν επίσης 66 καμήλες που μετέφεραν 96 βλήματα για κάθε πυροβόλο και 107 Αιγύπτιοι πυροβολητές ως οδηγοί καμήλων. Η Σκωτσέζικη μεραρχία του Βασιλικού Πυροβολικού είχε 52 μουλάρια που μετέφεραν 86 βλήματα για κάθε όπλο. Οι δυνάμεις των Ansar, που διοικούνταν από τον ξάδερφο του Osman Digna Mahsud Musa, αριθμούσαν 9.000 - 12.000 άντρες. Μερικοί βρίσκονταν σε μια μεγάλη χαράδρα και μερικοί ήταν κρυμμένοι στους θάμνους στα δεξιά των Βρετανικών τετραγώνων. Είχαν επίσης στις τάξεις τους 150 τυφεκιοφόρους ανεκπαίδευτους και αναποτελεσματικούς.

Ολόκληρη η δύναμη βρίσκονταν έξω από το οπτικό πεδίο του Βρετανικού ιππικού και των Αβησσυνών ανιχνευτών του Graham και όταν το πρώτο τετράγωνο βρέθηκε σε απόσταση περίπου 200 γιαρδών από τη χαράδρα, δέχτηκε ξαφνικά επίθεση. Το πεζικό άνοιξε αμέσως πυρ, αλλά τα πυκνά σύννεφα καπνού, επέτρεψαν στον εχθρό να γλιστρήσει κοντά του αθέατος. Οι Black Watch έλαβαν διαταγή να επιτεθούν στη χαράδρα και όρμησαν μπροστά, πυροβολώντας δεξιά και αριστερά. Ένα τμήμα από το 65ο σύνταγμα τους ακολούθησε, προκαλώντας ρήγμα στο τετράγωνο και αφήνοντας τα Gatling και Gardner ανυπεράσπιστα. Κάτω από την κάλυψη του καπνού μεγάλες ομάδες του εχθρού χτύ- πησαν τους Black Watch από τα πλάγια.

Οι Πεζοναύτες χτυπήθηκαν και ολόκληρο το τετράγωνο οπισθοχώρησε 800 γιάρδες. Μικρές ομάδες στρατιωτών πολεμούσαν αδιάκοπα και υποχωρούσαν συντεταγμένα υπό τις οδηγίες των διοικητών τους. Την ίδια στιγμή, 500 γιάρδες μακρύτερα στα δεξιά, το τετράγωνο του Buller δέχονταν τρομερή και άγρια επίθεση από τους Ansar, τους οποίους κατάφεραν να απωθήσουν. Έπειτα κατεύθυναν τις βολές τους προς αυτούς, που επιτίθονταν στο τετράγωνο του David. Το ιππικό, καλπάζοντας γύρω από την αριστερή πλευρά του τετραγώνου του David, αφίππευσε και άνοιξε πυρ με καραμπίνες, έχοντας πλέον τον εχθρό σε διασταυρούμενα πυρά.

Μετά από 20 λεπτά περίπου οι επιθέσεις είχαν αποκρουστεί και η 2η ταξιαρχία ανασυγκροτήθηκε με τους Πεζοναύτες στα δεξιά, το 65ο σύνταγμα στο κέντρο και τους Black Watch στα αριστερά. Η Ναυτική ταξιαρχία τοποθετήθηκε στα νώτα. Ύστερα από 15 λεπτά, ο Graham διέταξε τη δύναμη του να προχωρήσει, με την 1η ταξιαρχία στα δεξιά, ανακαταλαμβάνοντας το χαμένο έδαφος και τα πυροβόλα. Προχωρώντας μεταξύ τραυματισμένων αντιπάλων, που κείτονταν στους πυκνούς θάμνους, η 2η ταξιαρχία κατέλαβε την κορυφογραμμή πάνω από το χωριό του Tamai και η μάχη τελείωσε. Οι απώλειες του Graham φαίνονται στον πίνακα, ενώ οι Ansar είχαν περίπου 2.000 νεκρούς και τον ίδιο αριθμό πληγωμένων.

Στις δυο μάχες του El Teb και Tamai οι Βρετανοί δεν είχαν εδαφικά κέρδη, ενώ οι Ansar διατήρησαν τα κεκτημένα. Αργότερα, ένας ιστορικός για τον Mahdi έγραψε: «Η Βρετανική διαμεσολάβηση αποδείχτηκε αναποτελεσματική. Ο Osman Digna διατήρησε στην κατοχή του το Sinkat και το Tokar, ενώ ο δρόμος Σουακίμ - Berber ελεγχόταν από τους Ansar». Στις 28 Μαρτίου ο Graham έλαβε εντολή να δώσει τέλος στην εκστρατεία. Αφήνοντας δυο Βρετανικά τάγματα για φρουρά στο Σουακίμ, επιβιβάστηκε με την υπόλοιπη δύναμη στα πλοία και στις 3 Απριλίου απέπλευσε για Αίγυπτο. Οι δυο πύρρειες νίκες είχαν μικρή αξία, αλλά κέρδισαν την αποθέωση και το σεβασμό στην πατρίδα.

Το μετάλλιο «Αίγυπτος 1884» απονεμήθηκε στα 10ο και 19ο Ουσάρων, στους Black Watch, στα συντάγματα York και Lancaster καθώς και στους Gordon Highlanders.


ΧΑΡΤΟΥΜ

Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 το Χαρτούμ ήταν η πρωτεύουσα του Σουδάν. Το Σουδάν ήταν Αιγυπτιακή αποικία από το 1820. Είχε μικτό πληθυσμό 50.000 κατοίκων περίπου, από τους οποίους οι 30.000 ήταν σκλάβοι. Υπήρχε μια πλούσια τάξη Αιγυπτίων εμπόρων και αξιωματούχων, Έλληνες, Αυστριακοί, Ιταλοί, μερικοί Βρετανοί, λίγοι Ινδοί, Εβραίοι, Σύριοι, Αλγερινοί και Αβησσυνοί. Η επαφή με τον έξω κόσμο γινόταν διαμέσου του ποταμού Νείλου, που ένωνε το Σουδάν με την Αίγυπτο. Στις 10 Φεβρουαρίου ο Gordon έστειλε στον Mahdi ένα κόκκινο σκοινί της τιμής και ένα φέσι, συνοδευόμενα από ένα γράμμα, με το οποίο του πρόσφερε το σουλτανάτο του Kordofan.

Ο Mahdi, στην απαντητική επιστολή που έστειλε στις 22 Μαρτίου, αρνούνταν την προσφορά και επέστρεφε τα δώρα. Πρόσφερε μια jibbah (βαμβακερή μπλούζα), προσκαλώντας τον Gordon να γίνει ακόλουθος του. Η κίνηση αυτή του Mahdi άλλαξε ριζικά την ιδέα που είχε ο Gordon για αυτόν και το κίνημα του. Μολονότι που, κατά την άφιξη του, ξεκίνησε να εφαρμόζει τα σχέδια για μια οργανωμένη εκκένωση, συνειδητοποίησε ότι ήταν υπερβολικά δύσκολο έως αδύνατο να την πραγματοποιήσει. Σκόπευε να εγκαθιδρύσει μια ανταγωνιστική κυβέρνηση έναντι αυτής του Mahdi. Μένοντας σε επαφή με τις κυβερνήσεις στο Λονδίνο και Κάιρο, πρότεινε την καθυστέρηση της εκκένωσης και την αποστολή Βρετανικών και Ινδικών στρατευμάτων στο Wadi Halfa και στο Berber, ισχυριζόμενος ότι ο Mahdi μπορούσε να ηττηθεί.

Πίστευε δηλαδή, ότι η εκκένωση δε θα απέτρεπε την εμπλοκή των Βρετανών με στρατιωτικές δυνάμεις στο Σουδάν. Ο Gladstone όμως και η κυβέρνηση στο Λονδίνο απέρριψαν αυτά τα σχέδια και τις υποθέσεις. Η τηλεγραφική σύνδεση με το Κάιρο είχε διακοπεί στις 13 Μαρτίου και ο Gordon ήταν αποκλεισμένος, καθώς ο Mahdi ξεσήκωσε τις τοπικές φυλές και έστειλε μια δύναμη να πολιορκήσει την πόλη. Από τα μέσα Μαΐου όλη η περιοχή γύρω από το Χαρτούμ ήταν στα χέρια του Μahdi. Μέχρι τώρα ο Gordon είχε καταλάβει πολύ καθαρά, ότι δεν υπήρχαν πολιτικές εναλλακτικές λύσεις σε μια εκκένωση και, όταν έμαθε την πτώση του Berber, μόνο μια στρατιωτική λύση ήταν δυνατή.

Είτε έπρεπε να νικήσει ο ίδιος τον Mahdi είτε να κρατήσει το Χαρτούμ με κάθε κόστος, έως ότου η Βρετανική κυβέρνηση αποφάσιζε να στείλει μια στρατιωτική αποστολή για την απελευθέρωση του. Οι στρατιωτικές δυνάμεις που είχε στη διάθεση του περιλάμβαναν μια φρουρά από 2.500 τακτικά Αιγυπτιακά και Σουδανικά στρατεύματα και 5.000 άτακτους, από τους οποίους το μεγαλύτερο μέρος ήταν οπλισμένο με τυφέκια Remington. Υπήρχαν δυο Krupp 20pdr, έντεκα 7pdr ορειχάλκινα ορεινά πυροβόλα και δέκα άλλα μικρότερα κανόνια και ολμοβόλα διαφόρων ειδών και βάρους. Υπήρχαν επίσης λίγα πολυβόλα Gardner και Nordenfelt, καθώς και άφθονα αποθέματα σε πυρομαχικά. Το Χαρτούμ δεν ήταν τελείως απροστάτευτο.


Προφυλάσσονταν στα βόρεια και δυτικά από το Λευκό και Γαλάζιο Νείλο αντίστοιχα και στα νότια και ανατολικά με μια σειρά οχυρώσεων, που εκτείνονταν από ποτάμι σε ποτάμι. Είχαν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί από τον Abd el Kader Pasha, τον δυναμικό κυβερνήτη - στρατηγό, ο οποίος αντικατέστησε τον αναποτελεσματικό Rauf Pasha την άνοιξη του 1882. Όταν ήρθαν τα νέα για την Αραβική επανάσταση στην Αίγυπτο και για τις πρόσφατες νίκες του Mahdi στο Σουδάν, ο Gordon άρχισε άμεσα να ενισχύει την άμυνα του Χαρτούμ. Η οχυρωματική γραμμή του, σε απόσταση περίπου ένα μίλι από την πόλη, σχημάτιζε ένα τόξο, που προστάτευε την πόλη στα ανατολικά και δυτικά και περιλάμβανε μια τάφρο με προμαχώνες.

Δυστυχώς η γραμμή ήταν μεγάλη σε μήκος για να κρατηθεί αποτελεσματικά από τα διαθέσιμα στρατεύματα και δεν υπήρχε χρόνος να σχηματιστεί μια νέα γραμμή πιο κοντά στην πόλη. Έτσι ο Gordon αναγκάστηκε να βελτιώσει την υπάρχουσα. Επίσης σχεδίασε ανορθόδοξους τρόπους άμυνας και έτσι τοποθέτησε συρματόπλεγμα, σπασμένα μπουκάλια και γυαλιά καθώς και κουτιά μπισκότα γεμάτα με καρφιά. Η άμυνα του Χαρτούμ ήταν καλά οργανωμένη και σχεδιασμένη. Τα πυροβόλα ήταν μοιρασμένα για να πετύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στη μάχη και αυτό απέτρεψε τους πολεμιστές του Mahdi να επιτεθούν, μέχρι που ο ύπουλος Νείλος τους διευκόλυνε.

Η Αποστολή για την Απελευθέρωση του Gordon

Ανησυχώντας για την ολοένα και δυσκολότερη κατάσταση στο Χαρτούμ, η Βρετανική κοινή γνώμη ήταν αμείλικτη απέναντι στον Gladstone και την κυβέρνηση του. Στις 5 Αυγούστου 1884 και κάτω από την πίεση του κόσμου, η Βουλή ενέκρινε κεφάλαια για τον σχηματισμό μιας αποστολής υπό τη διοίκηση του στρατηγού Sir Garnet Wolseley για την απελευθέρωση του Gordon. Ο Wolseley έφτασε στο Κάιρο στις 9 Σεπτεμβρίου και άρχισε την οργάνωση των δυνάμεων του. Ο Gordon έλαβε νέα της αποστολής στις 20 Σεπτεμβρίου. Οι μονάδες που πλαισίωσαν αυτή τη Βρετανική δύναμη προέρχονταν από την Βρετανία και την Ινδία, καθώς και από φρουρές στο Γιβραλτάρ και τη Μάλτα.

Εκείνες στην Αγγλία κινητοποιήθηκαν στο Aldershot, απέπλευσαν από το Portsmuth για την Αλεξάνδρεια και χρησιμοποίησαν το νέο σιδηρόδρομο για Κάιρο, όπου έφτασαν στις αρχές Οκτωβρίου. Σχηματίστηκαν συντάγματα καμήλων. Η Φρουρά και τα Ελαφρά Συντάγματα Καμήλων με αποσπάσματα από το σύνταγμα του South Staffordshire και από το Βασιλικό Σώμα Μηχανικού στάλθηκαν στο Korti και εγκατέστησαν ένα στρατόπεδο στις όχθες του Νείλου υπό τη διοίκηση του στρατηγού Sir Herbert Stewart. Στις 16 Δεκεμβρίου ο Wolseley έφτασε στο στρατόπεδο και μέχρι το τέλος του μήνα, νέες μονάδες έφταναν καθημερινά από τη στεριά ή το ποτάμι.

Καναδοί Περιηγητές στο Νείλο

Το μεγαλύτερο και πιεστικότερο πρόβλημα του Wolseley ήταν πως να στείλει 7.000 άντρες και εφόδια μέσω του Νείλου προς το Χαρτούμ, το οποίο απείχε 1.629 μίλια από το Κάιρο. Το ταξίδι γινόταν μέσω Wadi Halfa 793 μίλια νότια του Καΐρου και μετά μέσω της Dongola για άλλα 450 μίλια περίπου. Από το δεύτερο καταρράκτη στο Wadi Halfa και μετά υπήρχαν έξι μεγάλοι καταρράκτες και μερικοί μικρότεροι. Το σχετικά εύκολο ταξίδι έως το δεύτερο καταρράκτη έγινε με μια μεγάλη ομάδα από ατμόπλοια, που μετέφεραν το στρατό του Wolseley. Έπειτα έπρεπε να βρει άλλους τρόπους μεταφοράς μέχρι το στρατόπεδο στο Korti.

Με το μυαλό του στην αποστολή του Κόκκινου Ποταμού δέκα χρόνια νωρίτερα, ο Wolseley πίστευε ότι τα στρατεύματα του μπορούσαν να πλεύσουν το Νείλο σε μικρά ιστιοφόρα και βάρκες, επανδρωμένα από έμπειρους άντρες, τους Καναδούς ταξιδιώτες. 386 απ' αυτούς στρατολογήθηκαν στον Καναδά και έφτασαν στην Αίγυπτο. Ντυμένοι με σκούρο γκρι μάλλινο jacket, τύπου Norfolk, μπλε μπλούζες, γκρι παντελόνια και άσπρα κράνη, ανέλαβαν το πηδάλιο κάθε βάρκας. Στα τέλη Αυγούστου 1884, 47 Βρετανικές εταιρίες ανέλαβαν με συμβόλαιο, την κατασκευή 800 λέμβων. Οι πρώτες 400 πέρασαν δοκιμασίες καταλληλότητας και ήταν έτοιμες στις αρχές Σεπτεμβρίου.

Οι βάρκες είχαν 30 πόδια μήκος και πλάτος 6 πόδια και 6 ίντσες. Ήταν ξύλινης κατασκευής και καθεμία είχε καθαρό βάρος 600-700 κιλά. Μπορούσε να μεταφέρει δέκα πλήρως εξοπλισμένους στρατιώτες συν το πλήρωμα από δυο ναύτες ή ένα ναύτη και ένα ταξιδιώτη. Οι βάρκες ρυμουλκήθηκαν προς Wadi Halfa από ατμόπλοια.

Η Έναρξη της Αποστολής - Φάλαγγα Ερήμου

Οι ζέστες πλησίαζαν και η θηλιά έσφιγγε γύρω από το λαιμό του Gordon. Έτσι ο Wolseley σχεδίασε μια εκστρατεία που συνεπαγόταν τη διαίρεση της δύναμης του. Μια ευκίνητη Φάλαγγα Ερήμου, έφιππη σε καμήλες, θα διέσχιζε την έρημο Bayuda προς Metammeh, θα κατακτούσε τις οάσεις του Gakdul και του Abu Klea και θα αποκτούσε επαφή με τα ατμόπλοια του Gordon στο τέλος της πορείας της. Μια Φάλαγγα Ποταμού, κινούμενη μέσω του Νείλου, θα κατακτούσε το Abu Hamed, θα άνοιγε το δρόμο προς Korosko, θα απωθούσε τους επαναστάτες από το Berber και θα ενωνόταν με τη Φάλαγγα Ερήμου στο Metammeh. Στις 30 Δεκεμβρίου 1884 ο Sir Herbert Stewart ξεκίνησε από το Korti επικεφαλής της Φάλαγγας Ερήμου.

Ήταν συνολικά 1.100 αξιωματικοί και άντρες. Έφτασε στα πηγάδια του Gakdul στις 2 Ιανουαρίου 1885, έχοντας καλύψει 100 μίλια και βρίσκονταν στα μισά της ερήμου Bayuda. Αφήνοντας το Σύνταγμα Καμήλων και το Βασιλικό Σώμα Μηχανικού στο Gakdul, επέστρεψε στο Korti με το υπόλοιπο της δύναμης για να μεταφέρει στο Gakdul τις προμήθειες που ήταν απαραίτητες. Άφησε το Korti στις 8 Ιανουαρίου με 2.000 περίπου αξιωματικούς και άντρες και έφτασε στο Gakdul στις 12 Ιανουαρίου, συνοδευόμενος από τον Sir Charles Wilson, τον αξιωματικό Πληροφοριών. Εν τω μεταξύ, οι Black Watch είχαν φτάσει στο Korti την 1η Ιανουαρίου και στις 3 του μηνός ο στρατηγός Earle, διοικητής της Φάλαγγας Ποταμού, ξεκίνησε τη δική του πορεία με τα ατμόπλοια και στις βάρκες.

Στις 5 Ιανουαρίου ο Πλοίαρχος Λόρδος Charles Beresford του Βασιλικού Ναυτικού, έφτασε στο Korti με την πρώτη μεραρχία της Ναυτικής ταξιαρχίας, φέρνοντας και ένα πυροβόλο Gardner. Στις 14 Ιανουαρίου, ο Stewart ξεκίνησε την πορεία του προς το Abu Klea και στις 16 Ιανουαρίου κατασκήνωσε σε απόσταση τριών μιλίων από τα πηγάδια, καλύπτοντας περισσότερα από 50 μίλια σε δυο μέρες.


Η Μάχη του Abu Klea

Έπειτα από την αναφορά των ανιχνευτών ιππικού για την παρουσία μιας ισχυρής δύναμης των Ansar κοντά στα πηγάδια του Abu Klea, ο Stewart και οι άντρες του έστησαν έναν καταυλισμό για να διανυκτερεύσουν. Το νερό λιγόστευε και ήταν απαραίτητο να φτάσουν στα πηγάδια όσο το δυνατόν σύντομα. Ο Stewart πίστευε, ότι ο εχθρός σκόπευε να επιβραδύνει την προέλαση του και ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσει το πολύτιμο νερό, ήταν να αφήσει τη ασφάλεια του καταυλισμού και να προχωρήσει. Στις 10 π.μ. αφήνοντας μια μικρή φρουρά στον καταυλισμό για να προστατεύει τις αποσκευές, η φάλαγγα ξεκίνησε την πορεία της σε ένα πελώριο τετράγωνο πάνω στο ανώμαλο και σκληρό έδαφος.


Στο μέτωπο του τετραγώνου παρατάσσονταν το Σύνταγμα Καμήλων της Φρουράς και το Σύνταγμα Καμήλων του Έφιππου πεζικού. Το Βαρύ Σύνταγμα Καμήλων και οι Λογχοφόροι σχημάτιζαν την αριστερή πλευρά του τετραγώνου. Οι Scots Greys, η Βασιλική Φρουρά των Δραγόνων, μερικοί άντρες της Ναυτικής Ταξιαρχίας, Ιππείς της Βασιλικής Φρουράς, οι Bays, οι Life Guards, οι Πεζοναύτες καθώς και το σύνταγμα του Sussex παρατάσσονταν στη δεξιά και πίσω πλευρά του τετραγώνου. Οι μονάδες παρατάσσονταν σε φάλαγγες βάθους τεσσάρων αντρών, με τα τρία πυροβόλα των 2,5 ιντσών (7pdrs) στο κέντρο. Υπήρχαν περίπου 350 άντρες στο μέτωπο του τετραγώνου, 300 στην αριστερή και δεξιά πλευρά και άλλοι 300 στην πίσω πλευρά.

Το πολυβόλο Gardner της Ναυτικής Ταξιαρχίας βρίσκονταν πίσω από τις καμήλες, δίπλα στην αριστερή γωνία του τετραγώνου. Μερικές μονάδες Έφιππου πεζικού βρίσκονταν έξω από το σχηματισμό σε ρόλο ακροβολιστή. Η δύναμη βάδισε με αργό ρυθμό πάνω σε ένα μικρό ύψωμα από σκληρή χαλικοστρωμένη επιφάνεια, διακόπτοντας κατά διαστήματα την πορεία της, για να επιτρέπει στους γιατρούς να παρακολουθούν τους άντρες που πληγώνονταν και για να προσαρμόζει το σχηματισμό της στο ιδιαίτερα δύσκολο έδαφος. Φτάνοντας σε απόσταση 200 γιαρδών από την παράταξη των Ansar, το τετράγωνο σταμάτησε για αναδιοργάνωση. Τότε οι Ansar επιτέθηκαν.

Ο καυτός αέρας της ερήμου γέμισε από κραυγές, ουρλιαχτά, τους χτύπους των τυμπάνων και το σφύριγμα των σφαιρών. Όλη αυτή τη βοή διαδέχτηκε ο ήχος από το πυρ των Βρετανικών τυφεκίων Martini-Henry, καθώς η πελώρια μάζα του εχθρού κινούνταν μπροστά σε μεγάλες φάλαγγες, κάθε μια υπό την ηγεσία ενός Amir. Η πελώρια μάζα συνέχιζε να προχωρά σιγά σιγά υπό το χτύπο των τυμπάνων και το θόρυβο των αλόγων, που κάλπαζαν με μεγάλη ταχύτητα. Παρά το σφοδρό πυρ και τις πολλές απώλειες τους, οι Ansar δε δίστασαν και συνέχισαν την ορμητική κίνηση τους εμπρός, ενώ άλλοι σταματούσαν έχοντας τραυματιστεί στο γόνατο από σφαίρα.

Σε απόσταση 80 περίπου γιαρδών από το τετράγωνο, οι εχθρικές γραμμές άρχισαν να διαλύονται από τα πειθαρχημένα και αποτελεσματικά πυρά των αντρών της Φρουράς και του Έφιππου πεζικού. Ξαφνικά, οι Δερβίσηδες άλλαξαν κατεύθυνση. Υπερφαλάγγισαν την αριστερή γωνία του τετραγώνου και επιτέθηκαν στα νώτα. Τότε οι άντρες στην αριστερή πλευρά έδωσαν χώρο στο Gardner της Ναυτικής Ταξιαρχίας να βάλλει. Μετά από μερικές βολές, το πολυβόλο μπλόκαρε. Οι ναύτες, απεγνωσμένα, προσπαθούσαν να το καθαρίσουν και δέχτηκαν επίθεση από μια ομάδα Ansar. Ο λόρδος Charles Beresford έπεσε στο έδαφος αλλά δεν τραυματίστηκε. Ο συνταγματάρχης Burnaby των Blues προσπάθησε να φέρει τον 3ο λόχο και το Βαρύ Σύνταγμα Καμήλων σε βοήθεια τους.

Το άλογο του έπεσε, ο Burnaby πολέμησε μανιωδώς εναντίον πολυάριθμων εχθρών και τελικά σκοτώθηκε, όπως και πολλοί από τους ακροβολιστές. Το συνεχές πυρ είχε σαν αιτία πολλά τυφέκια να υπερθερμανθούν και να φρακάρουν, αφήνοντας τους άντρες να πολεμούν με τις ξιφολόγχες και τα κοντάκια τους. Οι Ansar εισχώρησαν στο κέντρο του τετραγώνου από τη θέση του Gardner και όρμησαν άγρια στις αφηνιασμένες καμήλες στο κέντρο. Ο αρχηγός τους, ο Abu Saleh, έστησε το λάβαρο του στο μέσο της μάχης και σχεδόν αμέσως σκοτώθηκε. Οι Royals, Greys και οι Λογχοφόροι, δέχτηκαν επίθεση από πίσω. Τότε, οι μονάδες της μπροστινής πλευράς του τετραγώνου έστρεψαν και άνοιξαν πυρ για να τρομάξουν τις καμήλες να τρέξουν πάνω στους επιτιθέμενους.

Έτσι, οι καμήλες σχημάτισαν μια ζωντανή αλυσίδα, πάνω στην οποία έσπασε η ορμή των Αράβων και έδωσε στους αμυνόμενους χρόνο να ανασυνταχτούν. Ο εχθρός άρχισε να κλονίζεται και η επίθεση έπαυσε ξαφνικά με ένα σινιάλο. Οι Δερβίσηδες με μεγάλη αξιοπρέπεια, γύρισαν την πλάτη στο τετράγωνο και περπάτησαν αργά μακριά, αφήνοντας πολυάριθμους νεκρούς πίσω τους. Δεν ακολούθησαν άλλες επιθέσεις. Οι ακροβολιστές βρίσκονταν γύρω από το τετράγωνο και οι τραυματισμένοι Ansar, έχοντας προσποιηθεί ότι ήταν νεκροί, σηκώνονταν και χτυπούσαν τους κοντινότερους στρατιώτες. Άμεσα ο Stewart διέταξε το τετράγωνο να ανασυνταχθεί και να κινηθεί σε υψηλότερο έδαφος.

Όταν όλα ήταν ήσυχα, μικρές ομάδες στρατιωτών άφησαν τις γραμμές τους και έψαξαν για ασκιά με νερό και πυρομαχικά από τις νεκρές καμήλες. Εννέα αξιωματικοί και 72 στρατιώτες είχαν σκοτωθεί, οκτώ αξιωματικοί και 112 στρατιώτες ήταν τραυματίες. Μέσα σε πέντε λεπτά, 1.100 Δερβίσηδες σωριάστηκαν στο έδαφος δίπλα στο τετράγωνο από μια συνολική δύναμη 11.500 αντρών συμπεριλαμβανομένων 2.000 πολεμιστών Ababdeh, Bisharin και άλλων Αράβων από το Berber υπό τον ανιψιό του Amir του Berber Abd el Majid, 2.000 Αράβων από το Metammeh υπό τον Ali wad Saad, τον Amir του Metammeh, 1.000 αντρών από τον προσωπικό στρατό του Mahdi με 400 τυφέκια.

4.000 - 6.000 Αράβων του Kordofan υπό τον σεΐχη Musa, Amir των Αράβων Hamr και 60 στρατιωτών του παλιού Αιγυπτιακού στρατού από το Berber. Οι φυλές που πήραν μέρος στην επίθεση ήταν οι Duguaim, Kenana και οι Άραβες Hamr από το Kordofan. Οι Ja'alin και οι πολεμιστές από το Metammeh ήταν εφεδρεία.


Η Δράση στο Abu Kru και η Επίθεση του Wilson στο Metammeh

Στο Abu Klea, το 19ο Ουσάρων, που ήταν ακροβολισμένο στα δεξιά και αριστερά του τετραγώνου, απασχολώντας ένα μεγάλο τμήμα του εχθρικού ιππικού, όρμησε στα πηγάδια, που βρίσκονταν τέσσερα περίπου μίλια από το πεδίο της μάχης. Με το Έφιππο πεζικό ακροβολισμένο, το ανασυνταγμένο τετράγωνο κινήθηκε και κατέλαβε τα πηγάδια. Όλες οι μονάδες γέμισαν τα μπουκάλια και τα ασκιά και εξασφάλισαν για τις καμήλες τους μια επαρκή ποσότητα νερού. Το επόμενο πρωί, στις 18 Ιανουαρίου 1885, η δύναμη ξεκίνησε με το 19ο Ουσάρων μπροστά, ακολουθούμενο από το Σύνταγμα Καμήλων της Φρουράς, πιο πίσω τις αποσκευές και τα πυρομαχικά, το Βαρύ Σύνταγμα Καμήλων και το Έφιππο πεζικό.

Η φάλαγγα προχωρούσε και τη νύκτα. Νωρίς το πρωί στις 19 Ιανουαρίου, οι ανιχνευτές ιππείς ανακάλυψαν μια εχθρική δύναμη σε απόσταση 1,5 μιλίου κοντά στο Metammeh. Ο Stewart οργάνωσε μια zareba κοντά στο Abu Kru, τέσσερα μίλια μακριά από το ποτάμι. Οι Ansar επιτέθηκαν, προξενώντας πολλές απώλειες στους Βρετανούς, συμπεριλαμβανομένου και του Stewart, που πληγώθηκε θανάσιμα. Ο Sir Charles Wilson ανέλαβε τη διοίκηση και πήρε την απόφαση να προχωρήσει με τη φάλαγγα σε σχηματισμό τετραγώνου, σκοπεύοντας να φτάσει στο Νείλο και να οχυρωθεί στην όχθη. Άφησε πίσω στον καταυλισμό 300 άντρες με ένα πυροβόλο και τις αποσκευές.

Έχοντας υποστήριξη τα πυρά του πυροβολικού από τον καταυλισμό, η φάλαγγα κάλυψε σε δυο ώρες μόνο 1,5 μίλι. Τότε ο εχθρός πραγματοποίησε δυο επιθέσεις αριστερά και κατά μέτωπο. Όπως και στη μάχη του Abu Klea δυο μέρες πριν, τα θανατηφόρα πυρά των στρατιωτών προξένησαν μεγάλες απώλειες στους Δερβίσηδες. Οι επιθέσεις σταμάτησαν και ο εχθρός υποχώρησε. Η δύναμη έχασε δυο αξιωματικούς και 22 στρατιώτες, ενώ εννέα αξιωματικοί και 92 στρατιώτες τραυματίστηκαν. Η φάλαγγα έφτασε στο Gubat αργά τη νύκτα και οι άντρες, διψασμένοι, έπεσαν μέσα στο λασπώδες νερό του ποταμού. Το Gubat κυριεύτηκε και τα κτίρια του έγιναν πολεμίστρες για την προστασία των πληγωμένων και των προμηθειών.


Στις 21 Ιανουαρίου, ο Wilson με 1.000 άντρες κινήθηκε κατευθείαν προς το Metammeh, τέσσερα μίλια μακριά. Επιτέθηκε, αλλά η παρουσία ισχυρής εχθρικής δύναμης στην πόλη, τον απέτρεψε να συνεχίσει και η δύναμη επέστρεψε στο Gubat.

Η Πτώση του Χαρτούμ

Κατά τη διάρκεια των επόμενων οκτώ μηνών, η έλλειψη αγαθών οδήγησε τον πληθυσμό της πόλης στη λιμοκτονία και στην απόγνωση, καθώς από τον Μάιο ως τον Ιούνιο, οι ορδές του Mahdi έσφιγγαν την πολιορκία γύρω από την πόλη. Τον Αύγουστο, ένας από τους πιο ικανούς στρατιώτες του Gordon, ο Muhammad Ali Pasha Husayn, προσπάθησε μια ανεπιτυχή έξοδο από την πόλη και στις αρχές Σεπτεμβρίου, 20 μίλια από το Χαρτούμ στο al Aylafuh, η δύναμη του διαλύθηκε χάνοντας 1.000 τυφέκια Remington. Ο Gordon αποφάσισε να επωφεληθεί από την υψηλή στάθμη των νερών του Νείλου και έστειλε το ατμόπλοιο Abbas, που μετέφερε τον συνταγματάρχη Stewart και τον Frank Power, ανταποκριτή των Times, για να γνωστοποιήσουν στον υπόλοιπο κόσμο τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Το Abbas όμως κατελήφθη μεταξύ του Abu Hamed και της Μερόβης και οι δυο επιβαίνοντες δολοφονήθηκαν από τους Άραβες. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Gordon έκοψε τις γραμμές επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, στέλνοντας όλα τα μεγάλα ατμόπλοια του στο Shendi, για να συναντήσουν την αποστολή που βρισκόταν καθοδόν. Στις 14 Δεκεμβρίου, έστειλε το τελευταίο μήνυμα από την πολιορκούμενη πόλη, λέγοντας ότι μπορούσε να αντέξει δέκα μέρες ακόμα. Στην πραγματικότητα άντεξε έξι εβδομάδες. Καθώς η στάθμη του ποταμού Νείλου υποχωρούσε, η κατάσταση χειροτέρευε. Στις 5 Ιανουαρίου 1885 το φρούριο Omdurman στη δυτική όχθη συνθηκολόγησε, ύστερα από πολιορκία δυο μηνών.

Αυτό επέτρεψε στους Ansar να στήσουν πυροβόλα στην αριστερή όχθη του Λευκού Νείλου και να προσβάλλουν το δυτικό μέρος των οχυρώσεων του Gordon. Με την πτώση της στάθμης του ποταμού, το έδαφος έγινε λασπώδες και κατέστρεψε τις τάφρους και τις οχυρώσεις γύρω από την πόλη. Σύντομα, τα μεσάνυχτα της 26ης Ιανουαρίου, η επίθεση ξεκίνησε κάτω από την κάλυψη ενός γενικού βομβαρδισμού και οι επιτιθέμενοι όρμησαν κατά της οχυρωματικής γραμμής. Συντρίβοντας κάθε αντίσταση και τρέχοντας μέσα στην πόλη για να πάρουν λάφυρα και να επιδοθούν σε ανηλεείς σφαγές.

Μερικοί από αυτούς εισήλθαν στο παλάτι, στο αρχηγείο του Gordon, όπου βγήκε να τους συναντήσει στην κορυφή της σκάλας. Τον χτύπησαν, έπεσε κάτω και το κομμένο κεφάλι του στάλθηκε αμέσως στον Mahdi. Ένας από τους πιο αξιόλογους άντρες της Βικτωριανής εποχής, ο Charles Gordon, ήταν νεκρός.

Η Εξόρμηση των Ατμόπλοιων για το Χαρτούμ

Την ίδια περίπου στιγμή, που ο Wilson ανακαλούσε την επίθεση του στο Metammeh, τα τέσσερα ατμόπλοια που είχε στείλει ο Gordon, φάνηκαν στο Νείλο. Η κατάσταση στην πολιορκούμενη πόλη ήταν πια οριακή και ο Wilson αποφάσισε να χρησιμοποιήσει δυο από αυτά και να κάνει μια εξόρμηση προς το Χαρτούμ να σώσει τον Gordon. Χρειάστηκε περίπου τρεις μέρες για να τα επισκευάσει, να προσθέσει προστατευτική θωράκιση και να ορίσει τα πληρώματα. Ο λόρδος Charles Beresford ήταν στο νοσοκομείο και η Ναυτική ταξιαρχία του εξαντλημένη και έτσι τα πληρώματα σχηματίστηκαν από Σουδανούς.

Το πρωί της 24ης Ιανουαρίου, μεταφέροντας 240 Αιγύπτιους και Σουδανούς στρατιώτες συν 20 άντρες από το σύνταγμα Royal Sussex με κόκκινους χιτώνες για να εντυπωσιάσουν τους πολιορκητές, το Bordein με τον Wilson και το Telahwiya, ρυμουλκώντας μια φορτηγίδα με δημητριακά, ξεκίνησαν από το Gubat. Για τρεις ημέρες και μόνο με το φως της ημέρας, τα μικρά σκάφη έπλεαν στο ποτάμι που είχε χαμηλή στάθμη και συχνά εξόκειλαν και μπλέκονταν σε ανταλλαγές πυρών με τους ντόπιους στην ακτή. Ήταν απαραίτητο όμως να σταματούν και να κατεδαφίζουν τα ξύλινα σπίτια για να χρησιμοποιήσουν το ξύλο ως καύσιμο. Στις 28 Ιανουαρίου η πόλη ήταν ορατή από το νησί Tutti.

Στη συμβολή του Λευκού με τον Γαλάζιο Νείλο, δέχτηκαν πυρά από τους εκατοντάδες Ansar που βρίσκονταν στην όχθη. Ήταν φανερό ότι η πόλη είχε πέσει. Ο Wilson έδωσε εντολή να επιστρέψουν. Έπειτα από πολλές ώρες μάχης, απομακρύνθηκαν από την ακτίνα βολής των πυροβόλων των Ansar. Στις 29 Ιανουαρίου, πλησιάζοντας τον 6ο καταρράκτη, το Telahwiya χτύπησε σε ένα βράχο και βυθίστηκε στο Jebel Rowiyan. Το πλήρωμα μεταφέρθηκε ασφαλές στο Bordein. Στις 31 Ιανουαρίου το Bordein προσάραξε στο νησί Mirnat 40 μίλια πριν από το Gubat. Ο Wilson και το απόσπασμα του βρήκαν καταφύγιο στο νησί, ενώ μια μικρή βάρκα διέσχισε το ποτάμι προς το Gubat για βοήθεια, φτάνοντας εκεί στις 1 Φεβρουαρίου.

Μέσα σε λίγες ώρες, ο λόρδος Charles Beresford ξεκίνησε με το μικρό ατμόπλοιο Safieh και με ένα πλήρωμα από είκοσι δεινούς σκοπευτές του Σώματος Τυφεκιοφόρων, δυο Gardner και δυο 4pdr. Την τρίτη μέρα, το Safieh πέρασε ανάμεσα από τις γραμμές των Αράβων στο Wadi Habashi σε απόσταση 80 γιαρδών, ρίχνοντας χαλάζι από σφαίρες και οβίδες εναντίον τους. Οι Άραβες δεν απάντησαν στα πυρά μέχρι που το ατμόπλοιο απομακρύνθηκε. Τότε μια οβίδα από ένα Αραβικό κανόνι χτύπησε την πρύμνη και ένα από τα καζάνια. Ο Beresford αναγκάστηκε να αγκυροβολήσει σε απόσταση περίπου 500 γιάρδες από τον εχθρό. Ολόκληρη την ημέρα και καθώς τα επισκευαστικά τμήματα εργάζονταν μανιωδώς, σημειώθηκαν μικρές αψιμαχίες.

Το επόμενο πρωί και αφού το καζάνι είχε επισκευαστεί, ο Beresford ήταν σε θέση να παραλάβει τον Wilson και την ομάδα του, που βρίσκονταν στη δεξιά όχθη. Χωρίς άλλα προβλήματα, το Safieh έφτασε στο στρατόπεδο της Φάλαγγας Ερήμου το απόγευμα της 6ης Φεβρουαρίου. Την ίδια μέρα, η Φάλαγγα κινήθηκε διαμέσου της ερήμου, μεταφέροντας τους τραυματίες της συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Stewart (ο οποίος πέθανε στις 16 Φεβρουαρίου) και έφτασε στο Korti στις αρχές Μαρτίου. Ο Mahdi ήταν κυρίαρχος από την έρημο της Bayuda μέχρι το νότο και από την Ερυθρά θάλασσα στο Darfur.

Η Φάλαγγα Νείλου

Ενώ η Φάλαγγα της Ερήμου προχωρούσε προς το Gubat, η Φάλαγγα του Νείλου υπό τον υποστράτηγο William Earle, ξεκίνησε από το Korti προς το Abu Hamed στις 28 Δεκεμβρίου 1884, με το πεζικό να βρίσκεται σε 200 βάρκες και τα έφιππα στρατεύματα να κινούνται κατά μήκος των ακτών του Νείλου. Η Φάλαγγα χρειάστηκε τέσσερις μέρες να καλύψει επτά μίλια καταρρακτών. Προχωρώντας με αργούς ρυθμούς, πέρασε από τη Μερόβη και μετά σταμάτησε στο Hamdah από τις 3 έως τις 24 Ιανουαρίου. Αφού πέρασε και τον τέταρτο καταρράκτη, έφτασε στο Berti όπου, στις 4 Φεβρουαρίου 1885, ο Earle πληροφορήθηκε την πτώση του Χαρτούμ και έλαβε διαταγή να σταματήσει. Στις 8 Φεβρουαρίου έλαβε εκ νέου διαταγή να συνεχίσει την πορεία του.


Η Μάχη του Kirbekan

Αφήνοντας προσωρινά τις βάρκες του, ο Earle προέλασε με το στρατό του μέσω της ερήμου προς το Abu Hamed, αλλά στις 10 Φεβρουαρίου συνάντησε 2.000 Ansar σε μια κορυφογραμμή στο Kirbekan να εμποδίζουν την προέλαση του. Ήταν μια μικτή δύναμη και περιλάμβανε άντρες από τη φυλή των Monassir, μερικούς Robatat και μια ομάδα Δερβίσηδων από το Berber, υπό τη διοίκηση των Moussa wad Abuhegel, Ali wad Hussein και Hamid wad Lekalik. Ο Earle σχεδίασε μια προσποιητή μετωπική επίθεση, ενώ ταυτόχρονα θα έστελνε έξι λόχους από το σύνταγμα South Stafford και τους Black Watch μαζί με τους Ουσάρους γύρω από την αριστερή πλευρά του εχθρού και να επιτεθεί από πίσω του.


Ο ίδιος ο Earle ήταν σε αυτό το απόσπασμα το οποίο, αν και βρισκόταν κάτω από συνεχή πυρά, κατάφερε να υπερφαλαγγίσει τον εχθρό και να επιτεθεί στο δεξιό του. Ψάχνοντας την κορυφογραμμή για κρυψώνες Αράβων, επιτέθηκαν σε ένα πέτρινο παράπηγμα, από το οποίο ένας τυφεκιοφόρος πυροβόλησε και σκότωσε τον στρατηγό Earle. Καθώς η μάχη συνεχιζόταν, το πυρ από τα πυροβόλα της ψεύτικης μετωπικής επίθεσης έγινε αντιληπτό από το πεζικό που καταλάμβανε εξ εφόδου τα υψώματα με τη συνοδεία ήχων από τις πίπιζες των Highlanders. Οι Ουσάροι έπειτα κινήθηκαν για να κυριεύσουν το εχθρικό στρατόπεδο που βρισκόταν κοντά στην είσοδο του περάσματος του Shukool.

Η επίθεση στο Kirbekan κόστισε τη ζωή σε τρεις αξιωματικούς και εννέα άντρες, ενώ τέσσερις αξιωματικοί και 43 άντρες τραυματίστηκαν. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο στρατηγός Earle, ο διοικητής της Φάλαγγας, καθώς και οι διοικητές των δυο συνταγμάτων πεζικού.



Το Τέλος της Φάλαγγας Νείλου

Διοικητής της Φάλαγγας ανέλαβε o στρατηγός H. Brackenbury, ο οποίος συνέχισε την επόμενη μέρα την προέλαση. Στις 17 Φεβρουαρίου έφτασε στο Es Salamat και στις 20 στο El Hebba κοντά στο σημείο, όπου δολοφονήθηκαν ο συνταγματάρχης Stewart και ο Powers από το Χαρτούμ. Το ναυάγιο του ατμόπλοιου Abbas κείτονταν σε ένα βράχο και υπολείμματα των νεκρών θυμάτων βρέθηκαν σε ένα σπίτι. Τα έφιππα στρατεύματα και η Φάλαγγα διέσχισαν το ποτάμι μέχρι που, το απόγευμα της 23ης Φεβρουαρίου, έφτασαν σε απόσταση 26 μιλίων από το Abu Hamed, το οποίο μπορούσαν να είχαν κυριεύσει μαζί με το Berber, αν ο στρατηγός Wolseley δεν διέταζε την επιστροφή τους στη Μερόβη.

Φτάνοντας στη Μερόβη στις 5 Μαρτίου, η Φάλαγγα έπλευσε μέσω του Νείλου και έφτασε στο Korti στις 8 Μαρτίου, όπου ενώθηκε με τη Φάλαγγα της Ερήμου. Πριν γίνει γνωστή η πτώση του Χαρτούμ, το σχέδιο ήταν, να προχωρήσει ο Buller με τη Φάλαγγα Ερήμου κατά μήκος του Νείλου για να συναντήσει τη Φάλαγγα του Νείλου, ενώ ενισχύσεις από την Αγγλία θα αποβιβάζονταν στο Σουακίμ και θα προέλαυναν για να ενωθούν μαζί τους. Αλλά η Φάλαγγα Ερήμου είχε εγκαταλείψει τη θέση της στο Metammeh και βαδίζοντας σε σχηματισμό τετραγώνου κάτω από συνεχείς μικρές επιθέσεις των Αράβων, έφτασε στο Korti στις 16 Μαρτίου 1885. Ο Gordon ήταν νεκρός και το Χαρτούμ είχε πέσει.

Στο Korti στις 22 Μαρτίου η εκστρατευτική δύναμη διαλύθηκε και στάλθηκε πίσω στο Κάιρο, ενώ μια συμβολική δύναμη, έμεινε στο Tani, λίγα μίλια βόρεια του Ambukol στο Νείλο. Αυτή η δύναμη έφτασε στο Κάιρο στα μέσα Ιουλίου.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΟΥΑΚΙΜ (ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ - ΜΑΙΟΣ 1885)

Ύστερα από την απόσυρση των Φαλάγγων Ερήμου και Νείλου, ξεκίνησε ένας νέος γύρος στρατιωτικών επιχειρήσεων, με την άφιξη στο Σουακίμ στις 12 Μαρτίου 1885, ύστερα από εντολή του Wolseley, μιας εκστρατευτικής δύναμης, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Sir Gerald Graham, με σκοπό την προστασία της κατασκευής ενός στρατιωτικού σιδηροδρόμου από το Σουακίμ στο Berber. Ήταν μια καλύτερα προετοιμασμένη εκστρατεία, με διπλάσια σε αριθμό στρατεύματα, τάγματα και αποικιακά αποσπάσματα από την Ινδία και Αυστραλία. Συνολικά η δύναμη ανερχόταν σε 13.000 άντρες.

Στο λιμάνι του Σουακίμ βρίσκονταν πλοία κάθε είδους, όπως οπλιταγωγά, μεταφορικά και νοσοκομειακά, καθώς και ειδικά σκάφη που παρείχαν στη δύναμη 85.000 γαλόνια νερού κάθε μέρα. Από το Aden, την Αίγυπτο και την Ινδία συγκεντρώθηκαν 6.000 αποσκευές και 500 καμήλες με τους οδηγούς τους. Τα μουλάρια ήταν από την Κύπρο, το Γιβραλτάρ και τη Μάλτα.


Η Μάχη του Hashin

Το πρώτο μέλημα του Graham ήταν να βρει και να καταστρέψει τη δύναμη του Osman Digna από 10.000 άντρες περίπου στην περιοχή Hashin-Tamai. Ξεκίνησε την προέλαση του στις 20 Μαρτίου 1885 και έφτασε σε ένα χωριό, όπου στρατοπέδευσε για τη νύκτα. Το επόμενο πρωί στις 5 τα στρατεύματα αναπτύχθηκαν σε ένα ανοικτό τετράγωνο με τη Φρουρά να σχηματίζει τη δεξιά πλευρά του. Η 2η ταξιαρχία τάχθηκε μπροστά, οι Ινδοί στην αριστερή πλευρά με τα πυροβόλα, τις πρώτες βοήθειες και τα μεταφορικά στο κέντρο. Το ιππικό και το έφιππο πεζικό προπορεύονταν του τετραγώνου. Το 53ο (Shropshires) έμεινε πίσω σαν φρουρά του στρατοπέδου.

Στις 21 Μαρτίου, μια πολύ ζεστή μέρα, βαδίζοντας πάνω σε σκληρό έδαφος από βότσαλα και αγκαθωτό γρασίδι από μιμόζα, η δύναμη έδωσε μάχη για 9,5 ώρες. Οι Berkshires και οι Πεζοναύτες έδιωξαν τον εχθρό από το λόφο Dihilbat. Οι Ινδοί Λογχοφόροι επιτέθηκαν στους Δερβίσηδες και υπέστησαν σημαντικές απώλειες, όπως και το βρετανικό ιππικό στο El Teb, από τους Ansar που ήταν ξαπλωμένοι στο έδαφος και χτυπούσαν τα πόδια των αλόγων. Το Ινδικό πεζικό σε σχηματισμό τετραγώνου με τη Φρουρά προκάλεσαν βαριές απώλειες στον εχθρό και απώθησαν πολλές από τις επιθέσεις του. Οι εκτιμήσεις για τις απώλειες του ποικίλλουν από 250 έως 1000 νεκρούς.

Όταν η δύναμη του Graham επέστρεψε στον καταυλισμό, οι απώλειες της υπολογίστηκαν σε 22 αξιωματικούς και άντρες νεκρούς και σε 43 τραυματίες.

Ο Καταυλισμός του McNeill στο Tofrik (22 Μαρτίου 1885)

Την επόμενη μέρα, ο στρατηγός Graham διέταξε τον στρατηγό McNeill να οργανώσει δυο καταυλισμούς ως ενδιάμεσα σημεία ανεφοδιασμού μεταξύ Hashin και Tamai. Η δύναμη του McNeill, αποτελούμενη από δυο τετράγωνα, προχωρούσε αργά διαμέσου πυκνών θάμνων από μιμόζα και κατά το μεσημέρι είχε φτάσει μόνο στο Tofrik, έξι μίλια από το Σουακίμ, όπου ο McNeill αποφάσισε να χτίσει τον πρώτο καταυλισμό. Αποτελούνταν από τρεις μικρότερους. Ο κεντρικός ήταν για τα ζώα και τις προμήθειες, ενώ οι άλλοι δυο για τους άντρες και τα πυροβόλα Gardner. Το 5ο σύνταγμα Λογχοφόρων βρίσκονταν έξω σε ρόλο ανιχνευτή. Ήταν ένα καινούργιο σύνταγμα και δεν είχε την εμπειρία των πολέμων της ερήμου.

Στο βόρειο τμήμα του καταυλισμού βρίσκονταν οι Πεζοναύτες με δυο πυροβόλα Gardner και οι Berkshires με δυο πυροβόλα Gardner επίσης ήταν στο νότιο τμήμα. Στις 2 το μεσημέρι, την ώρα του γεύματος, δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμα η κατασκευή του καταυλισμού. Οι μονάδες από την Ινδία βρίσκονταν στο κεντρικό τομέα, όπου αργότερα συγκεντρώθηκαν οι καμήλες και τα μουλάρια. Στις 2.30 μ.μ., ένας ιππέας ανέφερε ότι ο εχθρός πλησίαζε γρήγορα. Χιλιάδες πολεμιστές Hadendowa φάνηκαν στα γύρω υψώματα, ουρλιάζοντας. Οι άντρες έτρεξαν αμέσως να πάρουν θέσεις μάχης. Οι άντρες του 17ου συντάγματος πεζικού της Βεγγάλης έριξαν μια ομοβροντία και έτρεξαν να καλυφτούν στο κεντρικό τμήμα του καταυλισμού.


Ο στρατηγός McNeill ήταν τυχερός που δε σκοτώθηκε, όταν η κύρια επίθεση των Ansar χτύπησε τον τομέα των Berkshires. Μερικοί άντρες απ' αυτό το σύνταγμα σχημάτισαν ένα νέο τετράγωνο έξω από τον καταυλισμό και άνοιξαν πυρ σε απόσταση 30 γιαρδών από τον εχθρό. Η ομοβροντία θέρισε τους ιθαγενείς και οι άντρες οπισθοχώρησαν σιγά σιγά στη zareba των Πεζοναυτών, ρίχνοντας συχνές ομοβροντίες. Στην πρώτη επίθεση, περίπου 60 Ansar εισχώρησαν στο τετράγωνο των Πεζοναυτών και σκοτώθηκαν αμέσως. Μια δεύτερη επίθεση έτρεψε σε φυγή το Ινδικό πεζικό, το προσωπικό και τα τρομοκρατημένα ζώα.

Οι Ansar βρίσκονταν τώρα στο κέντρο του καταυλισμού. Οι Berkshires και οι Πεζοναύτες έριξαν τις ομοβροντίες τους κατά των Ansar και ολόκληρη η περιοχή έμοιαζε με εφιάλτη, με ακρωτηριασμένα πτώματα, τρομαγμένες καμήλες και αφηνιασμένα μουλάρια. Το 15ο σύνταγμα Sikhs και το 28ο σύνταγμα πεζικού της Βομβάης απώθησαν πολλές επιθέσεις των Ansar, οι οποίοι στο τέλος αποχώρησαν. Η μάχη κράτησε μόνο είκοσι λεπτά και ήταν γεμάτη από πράξεις ηρωισμού και φανατισμού. Καθώς η ατμόσφαιρα καθάριζε από τη σκόνη, οι άντρες κοίταξαν γύρω τους τη σωρό των πτωμάτων που κείτονταν γύρω τους. Περισσότεροι από 100 Βρετανοί και Ινδοί στρατιώτες σκοτώθηκαν και περίπου 140 τραυματίστηκαν.

Οι Σουδανοί είχαν περισσότερους από 1.000 νεκρούς. Πολέμησαν με εκπληκτικό φανατισμό και έδειξαν αδιαφορία στο θάνατο. Η μάχη αυτή ήταν τόσο αιματηρή, έτσι ώστε άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στον Osman Digna, ο οποίος τους είχε πει ότι οι Βρετανικές σφαίρες ήταν φτιαγμένες από νερό και δεν μπορούσαν να τους κάνουν κακό.


Το Τέλος της Εκστρατείας

Μετά τη μάχη στο Tofrik, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις περιορίστηκαν σε συνοδείες εφοδιοπομπών και αψιμαχίες με συμμορίες Αράβων. Στις 2 Απριλίου 1885 ο Graham ξεκίνησε με μια ισχυρή δύναμη από το Σουακίμ για να επιτεθεί στον Osman Digna στο Tamai. Φτάνοντας εκεί την επόμενη μέρα, βρήκε το μέρος ερημωμένο και τα πηγάδια χωρίς νερό. Οι περισσότερες φυλές είχαν αποσύρει την υποστήριξη τους στον Osman Digna και αυτός βρισκόταν καθοδόν προς το Sinkat. Η εκστρατεία πλησίαζε στο τέλος της. Στις 2 Μαΐου ο λόρδος Wolseley έφτασε στο Σουακίμ για να προειδοποιήσει τον Graham, ότι η δύναμη του έπρεπε να διαλυθεί, επειδή η κυβέρνηση αποφάσισε να εγκαταλείψει το Σουακίμ και να μη συνεχίσει την κατασκευή του σιδηροδρόμου.

Υπήρχε πιθανότητα προβλήματος με τη Ρωσία. Ο Graham άφησε το Σουακίμ στις 17 Μαΐου και τον Ιούνιο Graham και Wolseley ήταν πίσω στην Αγγλία. Τον Ιούνιο ο Mahdi πέθανε, πιθανότατα από τύφο. Οι Ansar ήταν η κυρίαρχη δύναμη στη χώρα και το Βρετανικό γόητρο πληγωμένο. Ωστόσο ο Βρετανικός Λέων αρνήθηκε να υποκύψει. Έγινε μια τελευταία μάχη, που ήταν σημαντική από το γεγονός, ότι ήταν η τελευταία μάχη, στην οποία οι Βρετανοί στρατιώτες φόρεσαν τις κόκκινες στολές τους. Ο διάδοχος του Mahdi, ο Khalifa, πραγματοποίησε επιδρομή πολύ κοντά στα Βρετανικά φυλάκια στο Kosha και Mograka, στα σύνορα Αιγύπτου - Σουδάν.

Στις 30 Δεκεμβρίου 1885, ο στρατηγός Sir Frederick Stephenson με δυο Άγγλο-Αιγυπτιακές ταξιαρχίες, ιππικό και κανονιοφόρους, νίκησε τις δυνάμεις του Khalifa στη μάχη του Ginnis11 με λιγότερες από 50 απώλειες. Η Βρετανία επέστρεψε στο Σουδάν, όπως έκανε στη Βεγγάλη, Βιρμανία και στο Αφγανιστάν με την εκστρατεία του Kitchener το 1896 - 1898.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ

1881

– Εμφάνιση του Mahdi.

Αύγουστος
– Νίκη του Mahdi στο Abba.

Οκτώβριος
– Ο Mahdi νικά τον Rashid Bey.

1882

Μάιος
29 – Οι Ansar νικούν τους Αιγυπτίους στο Jebel Jarrada.
Σεπτέμβριος
1 – Οι Ansar πολιορκούν το El Obeid.

1883

Ιανουάριος
1 – Ο συνταγματάρχης Hicks διορίζεται Επιτελάρχης του Αιγυπτιακού στρατού.
17 – Πτώση του El Obeid.

Απρίλιος
29 – Ο Hicks νικά στη μάχη του Jebel Ain.

Σεπτέμβριος
9 – Ο Hicks ξεκινά από το Omdurman για να ανακαταλάβει το El Obeid.

Νοέμβριος
5 – Ήττα του Hicks στο Shaykan.

Δεκέμβριος
2 – Οι Ansar εξολοθρεύουν μια Αιγυπτιακή δύναμη. Ο Slatin Pasha απομονώνεται στο Darfur. Ο Baker Pasha με το στρατό του συγκεντρώνεται στο Σουακίμ.


1884

Ιανουάριος
10 – Ο Baring στο Κάιρο απορρίπτει τον Gordon ως Κυβερνήτη στο Σουδάν
15 – Συνάντηση Wolseley και Gordon στο Λονδίνο
18 – Ο Gordon συναντά το Υπουργικό Συμβούλιο και φεύγει για Κάιρο
25 – Συνάντηση του Gordon με τον Baring και Tewfik στο Κάιρο
26 / 27 – Η δύναμη του Baker μεταφέρεται δια θαλάσσης στο Trinkatat
28 – Ο Gordon φεύγει από το Κάιρο για το Χαρτούμ μαζί με τον αντισυνταγματάρχη J.D.H. Stewart

Φεβρουάριος
1 – Φτάνουν στο Korosko
8 – Ο Ναύαρχος Hewitt αποβιβάζει τη Βρετανική δύναμη στο Σουακίμ για την αποστολή απελευθέρωσης του Tokar
10 – Ο Gordon στέλνει στο Mahdi το κόκκινο σκοινί της τιμής
13 – Τα Βρετανικά στρατεύματα στην Αίγυπτο μπαρκάρουν για το Σουακίμ
18 – Ο Gordon και ο Stewart φτάνουν στο Χαρτούμ
23 – Παράδοση του Tokar
28 – Η δύναμη του Graham συγκεντρώνεται στο Trinkatat
29 – Μάχη του El Teb. Ο συνταγματάρχης Stewart και ο Power πραγματοποιούν αναγνωριστική αποστολή στο Λευκό Νείλο

Μάρτιος
2 – Ο Stewart και Power επιστρέφουν στο Χαρτούμ
3 – Η δύναμη του Graham φτάνει στο Tokar
5 – Επιστροφή του Graham στο Σουακίμ
12 – Προέλαση του Graham προς Tamai
13 – Μάχη του Tamai. Διακοπή τηλεγραφικής επικοινωνίας του Χαρτούμ.
14 – Οι επαναστάτες καταλαμβάνουν θέσεις στη δεξιά όχθη του Γαλάζιου Νείλου απέναντι από το παλάτι στο Χαρτούμ.
15 – Η πολιορκούμενη φρουρά του Hafayah βόρεια του Χαρτούμ απελευθερώνεται από τον Gordon.
16 – Αποτυχημένη έξοδος από το Χαρτούμ. 200 νεκροί. Η Βρετανική κυβέρνηση αρνείται το αίτημα του Gordon ότι ο Zobeir ήταν Κυβερνήτης-Στρατηγός του Σουδάν.
20 – Το Χαρτούμ πολιορκείται από δύναμη 30.000 Αράβων.
22 - Ο Mahdi αρνείται την πρόταση ειρήνης του Gordon.
24 – Ο Baring από το Κάιρο τηλεγραφεί στο Λονδίνο για το επείγον της εκκένωσης του Χαρτούμ.
28 – Ο Graham λαμβάνει διαταγή να επιστρέψει στην Αίγυπτο και αφήνει για φρουρά δυο τάγματα.

Απρίλιος
3 – Η δύναμη του Graham στο Σουακίμ σαλπάρει για την Αίγυπτο.
9 – Η δύναμη του Graham φτάνει στο Κάιρο.

Μάιος
9 – Πτώση του Berber
10 – Αγγελιοφόροι πιστοποιούν την πολιορκία του Χαρτούμ.
12 – Η κυβέρνηση ξεπερνά αλώβητη την πρόταση μομφής για την στάση και αδράνεια της απέναντι στον Gordon και το Χαρτούμ.
17 – Ο Gordon λαμβάνει μήνυμα από την κυβέρνηση να εκκενώσει το Χαρτούμ.
20 – Κύμα αγανάκτησης του κοινού στην Αγγλία περί προδοσίας του Gordon.

Αύγουστος
5 – Η κυβέρνηση αποφασίζει την αποστολή απελευθέρωσης του Gordon.
8 – Ο Gladstone διορίζει τον Wolseley διοικητή της αποστολής στο Σουδάν.
26 – Ο στρατηγός Sir Redvers Buller φεύγει από την Αγγλία για την Αίγυπτο.
28 – Παραγγελία κατασκευής 800 βαρκών για την αποστολή στο Σουδάν.

Σεπτέμβριος
4 – Αποστολή από το Χαρτούμ στο Sennar ηττάται στο Al Aylafuh με απώλειες 800 αντρών.
9 – Άφιξη του Wolseley στο Κάιρο.
10 – Το ατμόπλοιο Abbas προσκρούει σε βράχο. Ο Stewart και ο Power δολοφονούνται.
20 – Ο Gordon λαμβάνει νέα για την αποστολή απελευθέρωσης του.
27 – Ο Wolseley φεύγει από το Κάιρο για τη Wadi Halfa.

Οκτώβριος
7 – Οι Καναδοί «ταξιδιώτες» φτάνουν στην Αλεξάνδρεια.
14 – Ο Gordon συλλαμβάνει δεκαέξι πολίτες, οι οποίοι σχεδίαζαν να αυτομολήσουν στον Mahdi.
21 – Ο Mahdi κινείται προς το Χαρτούμ με όλο το στρατό του.
22 – Ο Gordon πληροφορείται από τον Mahdi το θάνατο των Stewart και Powers και τη βύθιση του Abbas.

Δεκέμβριος
5 – Η δύναμη απελευθέρωσης συγκεντρώνεται στη Donga.
15 – Το ατμόπλοιο Bordein φεύγει από το Χαρτούμ για το Metammeh. Ο στρατηγός Stewart φτάνει στο Korti με το Έφιππο Πεζικό και τη Φρουρά.
16 – Ο Wolseley φτάνει στο Korti.
28 – Η Φάλαγγα του Νείλου φεύγει από το Korti προς Χαρτούμ.
30 – Η Φάλαγγα Ερήμου του Stewart φεύγει από το Korti για τα πηγάδια στο Gakdul.


1885

Ιανουάριος
1 – Οι Black Watch φτάνουν στο Korti.
2 – Η Φάλαγγα Ερήμου καταλαμβάνει τα πηγάδια στο Gakdul.
4 – Το σύνταγμα South Staffords κατακτά το Hamdah. Ενώνεται με τη Φάλαγγα Νείλου. Ο στρατηγός Earle φτάνει στο Hamdah με το επιτελείο του.
5 – Ο λόρδος Charles Beresford φτάνει στο Korti με την 1η μεραρχία, Ναυτική Ταξιαρχία. Η Φάλαγγα Ερήμου επιστρέφει στο Korti. Το φρούριο Omdurman έξω από το Χαρτούμ παραδίδεται.
7 – Ο συνταγματάρχης Clarke με το Ελαφρύ Σύνταγμα Καμήλων αφήνει το Korti για το Gakdul.
8 – Η Φάλαγγα Ερήμου του Stewart φεύγει από το Korti.
17 – Μάχη του Abu Klea.
18 – Η Φάλαγγα κινείται προς Metammeh.
19 – Ο στρατηγός Stewart τραυματίζεται θανάσιμα στη μάχη του Abu Kru. Τη διοίκηση αναλαμβάνει ο Sir Charles Wilson.
20 – Η δύναμη συγκεντρώνεται στο Abu Kru.
21 – Αποτυχημένη επίθεση του Wilson στο Metammeh. Πρώτη επαφή με τα ατμόπλοια του Gordon.
24 – Η Φάλαγγα Νείλου φεύγει από το Hamdah. Ο Wilson παίρνει τμήμα της Φάλαγγας Ερήμου με τα ατμόπλοια Bordein και Talahawiyeh.
25 / 26 – Πτώση του Χαρτούμ. Θάνατος του Gordon.
28 – Τα ατμόπλοια του Wilson φτάνουν στη διασταύρωση του Γαλάζιου με το Λευκό Νείλο. Το Bordein πλησιάζει το Χαρτούμ δεχόμενο πυρά από την ακτή. Βρίσκει το Χαρτούμ στα χέρια των Ansar και ο Wilson διατάζει υποχώρηση.
29 – Το ατμόπλοιο Talahawiyeh χτυπά σε βράχο και βυθίζεται.
31 – Το ατμόπλοιο Bordein χτυπά σε βράχο κοντά στο Wadi Habashi και εγκαταλείπεται από το πλήρωμα του.

Φεβρουάριος
1 – Ο λόρδος Charles Beresford ξεκινά με το ατμόπλοιο Safieh σε αναζήτηση του Wilson.
3 – Το Safieh υπόκεινται ζημιές από πυρά στην ακτή. Μόλις επισκευάζεται, ξεκινά για να φτάσει στον Wilson.
4 – Ο Beresford βρίσκει τον Wilson και επιστρέφουν στο Korti. Η Φάλαγγα Ερήμου συγκεντρώνεται στο Berti.
5 – Τα νέα για την πτώση του Χαρτούμ και το θάνατο του Gordon γίνονται γνωστά στο Λονδίνο.
6 – Το ατμόπλοιο Safieh φτάνει στο στρατόπεδο της Φάλαγγας Ερήμου.
8 – Ο Earle λαμβάνει διαταγή από τον Wolseley να προχωρήσει προς το Abu Hamed. Ο Earle αποφασίζει να εγκαταλείψει τις βάρκες και να βαδίσει μέσω της ερήμου.
10 – Ο Buller φτάνει στο Gubat από το Korti. Μάχη του Kirbekan. Θάνατος του Earle. Ο στρατηγός Brackenbury αναλαμβάνει τη διοίκηση της Φάλαγγας Νείλου.
17 – Ο στρατηγός Stewart υποκύπτει στα τραύματα του.
19 – Η Βασίλισσα Βικτωρία επιθεωρεί τη Φρουρά Γρεναδιέρων στο παλάτι πριν την αναχώρηση της για το Σουδάν.
20 – Η δύναμη του Brackenbury φτάνει στη El Hebba.
23 – Ο Buller εκκενώνει το Abu Klea.
24 – Ο Brackenbury βρίσκεται σε απόσταση 26 μιλίων από το Abu Hamed.
26 – Η φάλαγγα του Buller φτάνει στο Gakdul.

Μάρτιος
4 – Η δύναμη του Brackenbury φτάνει στο Hamdah.
5 – Φτάνουν στη Μερόβη και ο Brackenbury επιθεωρεί για τελευταία φορά τη Φάλαγγα Νείλου.
7 – Αναχώρηση για το Korti.
8 – Η Φάλαγγα Νείλου ξεκινά για το Korti.
12 – Ο στρατηγός Graham φτάνει στο Σουακίμ.
16 – Αρχίζει η κατασκευή του σιδηρόδρομου Σουακίμ - Berber. Η Φάλαγγα Ερήμου φτάνει στο Korti.
20 – Η δύναμη του Graham προελαύνει προς το Hashin.
21 – Ο Graham νικά στη μάχη του Hashin.
22 – Ο Graham αιφνιδιάζεται αλλά νικά στη μάχη του Tofrik. Τα στρατεύματα φεύγουν από το Korti για Κάιρο.

Απρίλιος
1 – Η δύναμη του Graham προελαύνει προς Tamai.
4 – Επιστροφή του Graham στο Σουακίμ.

Μάιος
2 – Ο Wolseley φτάνει στο Σουακίμ.
17 – Ο στρατηγός Graham με το επιτελείο του φεύγουν από το Σουακίμ.
19 – Ο Wolseley με το επιτελείο του φεύγουν από το Σουακίμ. Οι Αυστραλοί αναχωρούν για την πατρίδα τους.

Ιούνιος
8 – Επιστροφή του Graham και του Wolseley στο Λονδίνο
29 – Θάνατος του Mahdi.


MAHDI Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ ΜΕΣΣΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

Ο γιος ενός άσημου χτίστη ανακοινώνει πως είναι ο απεσταλμένος του Υψίστου, την έλευση του οποίου έχουν προαναγγείλει από καιρό οι Γραφές. Το κήρυγμά του συνασπίζει τους δυσαρεστημένους από την εξουσία και καταλήγει στην οικοδόμηση του πρώτου άτυπου Ισλαμικού Κράτους. Δεν πρόκειται φυσικά για την πρώτη φορά που ένα πολιτικό κίνημα ντύνεται με θρησκευτική περιβολή. Η εργαλειοποίηση της θρησκείας, ως μέσου κινητοποίησης των λαϊκών μαζών, είναι μια υπόθεση εξίσου παλιά όσο και η ίδια η λατρεία κάποιου υπέρτατου όντος.

Όπως γνωρίζουμε λ.χ. από το μνημειώδες έργο του Νόρμαν Κον για τα μεσσιανικά κινήματα του Ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, επί περίπου μιάμιση χιλιετία κάθε κοινωνικά ανατρεπτική επαγγελία έπαιρνε αναγκαστικά τη μορφή Χριστιανικής αίρεσης. Αλλά και στον Μουσουλμανικό κόσμο δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στο αποκορύφωμα της κλασικής αποικιοκρατίας, την τελευταία εικοσαετία του ΙΘ΄ αιώνα, το πρώτο αξιόλογο αντιαποικιακό κίνημα του Αραβικού κόσμου, η αρχικά νικηφόρα επανάσταση του Σουδάν (1881 - 1898) ταυτίστηκε για τους οπαδούς της με την έλευση του Μεσσία (Μάχντι) που, σύμφωνα με την Ισλαμική εσχατολογία, θα βασιλεύσει στη γη για 7, 9 ή 19 χρόνια μέχρι την ημέρα της Κρίσης.

Το Ντοκουμέντο

Για την εμφάνιση αυτού του Μουσουλμάνου Μεσσία, εν έτει 1881, διαθέτουμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περιγραφή εκείνων των ημερών: Την πρώτη σχετική αναφορά του τότε υποπροξένου της Ελλάδας στο Χαρτούμ, Νικολάου Λεοντίδη, προς τον προϊστάμενό του γενικό πρόξενο της Αλεξάνδρειας. Το έγγραφο φέρει χρονολογία 8/20 / 8 / 1881 και αριθμό πρωτοκόλλου 29, εντοπίστηκε στο Ιστορικό Αρχείο του ΥΠΕΞ (φ.1881/99.2) και περιγράφει την εμφάνιση του Μάχντι με διατυπώσεις που κινούνται μεταξύ διπλωματικής έκθεσης και ευαγγελικών περικοπών.

Η σημερινή ανάγνωση του κειμένου αποπνέει μια πρόσθετη τραγικότητα, καθώς ο συντάκτης του βρήκε τελικά τον θάνατο από τα χέρια των επαναστατών κατά την άλωση του Χαρτούμ το 1885. Για την καλύτερη κατανόηση του περιεχομένου του, υπενθυμίζουμε ότι το Σουδάν αποτελούσε από το 1821 κτήση της Αιγύπτου, που με τη σειρά της μετατράπηκε το 1882 σε αποικία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας με «συγκυρίαρχο» την Οθωμανική:

«Κύριε Γενικέ Πρόξενε!

Κατ’ αυτάς εφάνη εις τα πέριξ του χωρίου Κάβας όπερ κείται εις τον Λευκόν ποταμόν και εις την πλησίον αυτού νήσον Αμπα άνθρωπός τις όστις κηρύττει εαυτόν απεσταλμένον παρά του υψίστου, ίνα κρίνη την ανθρωπότητα. Οι πέριξ των εκεί χωρίων άνθρωποι απλοί και μωρόπιστοι προσήλθον τω απεσταλμένω. Επίσης προσήλθον ή μάλλον προσέρχονται εισέτι πάντες οι κάπως εκ μέρους της Κυβερνήσεως ηδικημένοι εξ όλων των μερών του Σουδάν, ως και οι φύσει οκνηροί και μη εργασθέντες ποτέ αλλά μετερχόμενοι το επάγγελμα του Δερβίσσου καθώς και πάντες οι δυσηρεστημένοι διαφοροτρόπως και περισσότερον όσοι έχασαν τους μαύρους δούλους των ούς η Κυβέρνησις έκαμε στρατιώτας.

Τ’ ανωτέρω ειδοποιηθείσα η Κυβέρνησις εν μέρει έπεμψεν δι’ Ατμοπλοίου ένα πληρεξούσιόν της, άνευ στρατιωτικής δυνάμεως, όστις απελθών εις την Νήσον Αμπα εύρε τον άνθρωπον αυτόν, ήτοι τον ''Μούχδι'' ονόματι Μουχάμετ Αχμετ καθήμενον εντός της οικίας του, αυτοσχεδίου σπηλαίου, εις ον είπεν ότι ο Γενικός Διοικητής Σουδάν επιθυμεί να τον ίδη˙ ούτος του απήντησε ότι δεν έχει δουλειά με τους Πασσάδες αλλ’ είναι απεσταλμένος παρά του υψίστου όπως τιμωρήση την ανθρωπότητα, αλλ’ ότι ο καιρός του δεν έφθασεν εισέτι και ότι μετά δύο έτη θα παρουσιασθή εν όλη τη δόξη του.

Μετά ταύτα ο πληρεξούσιος του Γενικού Διοικητού σύμφωνα με τας οδηγίας του ανεχώρησεν και φθας ενταύθα ανήγγειλε τω Πασσά τα καθέκαστα. Αμέσως η Αυτού Εξοχότης ο Ραούφ Πασσά έπεμψε 200 στρατιώτας και τον πρώην σταλθέντα πληρεξούσιον με διαταγάς του να φέρη ζώντα ή νεκρόν τον μνησθέντα ''Φακή'' και τους τυχόν αντισταθησομένους˙ και ούτω ανεχώρησαν δι’ Ατμοπλοίου. Τότε δε ήρχισεν ενταύθα μικρός τις ψιθυρισμός˙ τρεις ημέραι μόλις παρήλθον μετά την αναχώρησιν της ανωτέρω δυνάμεως και το μεσονύκτιον της τετάρτης ήλθεν τηλεγραφική είδησις από την Κάβαν του ότι σχεδόν κατεστράφη το στρατιωτικόν σώμα όπερ είχεν υπάγει ίνα φέρη ζώντα ή νεκρόν τον ανωτέρω ''Φακή''. 

Και αμέσως μετά το μεσονύκτιον εν ακαρί διεδόθη η είδησις ότι ο ''Φακής''ενίκησε και κατά συνέπειαν αληθή τα λεγόμενά του. Ούτω ήρχισε να γεννάται φόβος ότι δήθεν μέρος των εντοπίων είναι συνεννοημένοι προς ανατροπήν των καθεστώτων και ότι φόβος υπάρχει μη τυχόν και σηκωθούν οι μαύροι οι ελευθερωθέντες, οίτινες δεν έχουν Κυβέρνησιν, δεν έχουν κυρίους και γυρίζουν εις τους δρόμους ανά σώματα με ράβδους χονδράς από έβενον μη φροντίζοντες δι’ άλλο παρά μόνον πως να φάγουν, να μεθύσουν και να τραγωδούν υβρίζοντες τους Τούρκους, δηλαδή τους χριστιανούς και Τούρκους και τους Δογγολάουι και λαφυραγωγήσουν τον τόπον.

Και πράγματι κάπως υπήρχε και υπάρχει φόβος, και εκ των μεν και εκ των δε, των μεν διότι έχασαν και χάνουν μαύρους των καθημερινώς χωρίς να δύνανται να τους αναζητήσουν, των δε όπως εκδικηθούν διότι οι Δογγολάουι τους έφεραν από τα μέρη των. Τότε μετά την απαισίαν είδησιν και αμέσως την επομένην ήρχισαν τα εδώ Προξενεία των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων να σκέπτωνται και να κάμουν παραστάσεις προς την Αυτού Εξοχώτητα τον Γενικόν Διοικητήν Ραούφ Πασσάν και να ειδοποιήσουν και τους ανωτέρους των εν Καΐρω τηλεγραφικώς, όπως και έπραξαν˙ εις ο διάβημα προέβημεν και ημείς τηλεγραφήσαντες τα εικότα προς την υμετέραν Εξοχότητα.

Η δε Κυβέρνησις ιδούσα το σπουδαίον του κινήματος έσπευσε ν’ αποστείλη δι’ Ατμοπλοίων όσον στρατόν ηδύνατο να διαθέση και αφήκεν ενταύθα ευάριθμον σώμα αγυμνάστων εισέτι στρατιωτών, όλων μαύρων, μόλις αρκούντων διά την τακτικήν υπηρεσίαν˙ έσπευσεν όμως να τηλεγραφήση εις τας διαφόρους Μουδηρίας όπως αποστείλλωσιν έκαστος εξ αναλογίας μέρος του στρατού των προς την Κάβαν˙ όπως άμα συμπληρωθή το σώμα του στρατού όπερ αρκεί προς τακτικόν πόλεμον, θέλει απέλθει αυτοπροσώπως η Αυτού Εξοχώτης ο Ραούφ Πασσάς ίνα αναλάβη ο ίδιος τα του Γενικού Αρχηγού προς σύλληψιν του ''Φακή'', καταδίωξιν και σύλληψιν των οπαδών του και κατευνασμόν των εξημμένων παθών, συνάμα δε και ύψωσιν του Γοήτρου της Κυβερνήσεως.

Αυτού δ’ αναχωρούντος η πόλις μας μένει άνευ στρατού δυναμένου να υπερασπίση αυτήν εν ανάγκη, διότι μόλις χθες ετηλεγράφησεν εις διάφορα μέρη του Σουδάν όπως φθάση στρατός διά την πόλιν μας.

Ταύτα ενόμισα καλόν να διαβιβάσω τη Υμετέρα Εξοχότητι

Ευπειθέστατος
Ν. Λεοντίδης»


Ο Ιστορικός ''Μεσσίας'' («Ο Μαχδής» Ακρόπολις 20 / 11 / 1883)

Για το οικογενειακό ιστορικό και τα κηρύγματα του νέου Μεσσία, εξίσου εύγλωττο είναι ένα άρθρο της Αθηναϊκής «Ακροπόλεως» δυο χρόνια αργότερα, ενώ το κίνημα του Μάχντι κατακτούσε σταδιακά την ενδοχώρα του Σουδάν απειλώντας πλέον την πρωτεύουσα της αποικίας. Παρά τους ειρωνικούς τόνους, το δημοσίευμα αναπαράγει λίγο πολύ πιστά μία από τις συγγενείς παραλλαγές που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή για το πρόσωπο του νέου Μεσσία:

«Θέλετε να τον μάθετε τον ακριβή άραβα Καπετάν προφήτην, διότι και Προφήτης είνε και Καπετάνιος είνε, και Καπετάνιος μάλιστα όστις νικά Αιγυπτίους υπό αρχιστράτηγον και αξιωματικούς Αγγλους. Ο Μαχδή ανήκει, ως όλοι σχεδόν οι προφήται, εις πτωχοοικογένειαν. Ο πατήρ του ην τέκτων. Βεβαρυμμένος από πολλά παιδιά, απέστειλε τον νεώτερόν του υιόν, τούτον τον Μοχαμέτ Αχμέτ, τον Μαχδήν, εις τον εν Σεννάρ θείον του, όπως τον διδάξη την βυρσοδεψικήν. Ο θείος έδερνε τον ανεψιόν και ο ανεψιός το έστριψε διά Χαρτούμ, όπου εισήλθε εις σχολείον τι περιφήμου δερβίσου, όπου έμαθε να γράφη, να αναγιγνώσκη, εμυήθη δε και τα θρησκευτικά δόγματα. 

Μετά δύο έτη μετέβη εις Βερβέρ, εκεί έγινε μαθητής άλλου δερβίσου, έχοντος φήμην αγίου. Τον άφησε και αυτόν μετ’ ολίγον και αφιερώθη εις άλλον διδάσκαλον εν Κενέ ονόματι Νουρ-ελ-Δον (Φως της Θρησκείας) όστις το 1870 τον εχειροτόνησε δερβίσην. Δερβίσης γενόμενος ο Μαχμούτ Αχμέτ εζήλευσε να αποκτήση δόξαν αγίου. Απεσύρθη εις νησύδριόν τι του Νείλου, εκεί έσκαψε υπόγειον σπήλαιον, όπου έζη ως ασκητής, προσευχόμενος, νηστεύων, εξασκών διαφόρους στάσεις ακινησίας. Ηρχισε να προσηλυτίζη μαθητάς, συνέστησε σχολείον και έλαβε τας κατά Μωάμεθ νομίμους τέσσαρας γυναίκας. Τέσσαρας γυναίκας! Τι μάλλον ίδιον ασκητού;

Ενταύθα λήγει το πρώτο αυτού στάδιον. Αίφνης τον Μάιον του 1881 αγγέλλει εις όλους τους Σεΐχας και όλους τους Δερβίσας ότι ο Μωάμεθ εφανερώθη εις αυτόν και του έδωκε εντολήν να αναμορφώση τον Ισλαμισμόν, να εγκαταστήση αληθή ισότητα μεταξύ όλων των πιστών και να θεμελιώση νέον βασίλειον. Ο διοικητής του Σουδάν, ταραχθείς αμέσως, ηθέλησε να τον συλλάβη. Αλλά τι προφήτης θα ήτο ο Μαχδής, αν εγκαίρως δεν εμυρίζετο το πράγμα και δεν κατέφευγεν εις Κορδοφάν; Εκεί προσηλύτισεν οπαδούς, συνεκρότησε μίαν δζεμαάν (Ελληνικήν Βουλήν), απεκήρυξε τον Κεδίβην (τον ηγεμόνα της Αιγύπτου) και ύψωσε την σημαίαν της επαναστάσεως.

Έκτοτε χρονολογείται ο πόλεμος της Αιγύπτου κατά του Μαχδή, ο καταλήξας εις την κατατρόπωσιν του (Βρετανού) Χιξ πασά. Ο Κεδίβης δεν καταπολεμεί μόνον στρατιωτικώς τον Μαχδήν αλλά και πνευματικώς. Ο Λούθηρος της Αιθιοπίας (sic) είχεν εκδώσει εγκύκλιον δι’ ής απεκήρυττεν προς όλους τους Αιγυπτίους σεΐχας την ''απιστίαν των Τούρκων''. Ο αντιβασιλεύς συνεκάλεσε την περίφημον θεολογικήν σχολήν του ελ-Αζχάρ, ήτις επεφορτίσθη να εκδώση φετφάν κατά της προκηρύξεως του Μαχδή.

Η σχολή απήντησεν ότι ναι μεν τα βιβλία γράφουν ότι μίαν ημέραν θα φανή εις τον κόσμον ένας Μαχδής (προφήτης) απεσταλμένος υπό του Θεού και προστατευόμενος παρά του Μωάμεθ, αλλά όλα τα σημεία δεικνύουν ότι ο Μαχδής του Σουδάν δεν είνε ο αληθινός Μαχδής αλλά ψευδοπροφήτης˙ διότι όταν έλθει ο αληθινός τότε θα εκθρονισθή ο Καλίφης (εν προκειμένω, ο σουλτάνος της Κωνσταντινούπολης) και όλοι, η θεολογική σχολή λέγει, γνωρίζομεν ότι ο νυν Καλίφης νομίμως κάθηται επί του θρόνου.

Ο φετφάς τελευταίον αφορίζει τον Μαχδήν και τον παραδίδει εις το πυρ της κολάσεως, ακριβής δε αφορισμός εγένετο όταν ο ψευδοπροφήτης κατέστρεφε διά του πυρός τας φάλαγγας των πιστών Αιγυπτίων». 

Οι 135 του Λεωνίδα

Τελική κατάληξη του μεσσιανικού αυτού κινήματος υπήρξε η πολύμηνη πολιορκία και τελικά η άλωση του Χαρτούμ από τους επαναστάτες (26 / 1 / 1885), αφού πρώτα πετσόκοψαν αλλεπάλληλες φάλαγγες Αιγυπτιακών και Βρετανικών στρατευμάτων που είχαν σταλεί εναντίον τους. Η πτώση του Χαρτούμ έμελλε μάλιστα να αναγορευτεί σ’ ένα από τα σημαδιακότερα «έπη» της Βρετανικής αποικιοκρατίας, καθώς επισφραγίστηκε με το αίμα του Άγγλου κυβερνήτη, στρατηγού Τσαρλς Τζορτζ Γκόρντον - γνωστού επίσης σαν «ο Κινέζος» για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δυο δεκαετίες νωρίτερα, στην καταστολή της Κινεζικής εξέγερσης των Ταϊπίνγκ.

Ήρωας και μάρτυρας της Βικτοριανής Αλβιώνας, ο Γκόρντον δοξάστηκε σε όλους τους τόνους σαν ένας σύγχρονος Λεωνίδας που υπερασπίστηκε μέχρι θανάτου τον «ευρωπαϊκό πολιτισμό» απέναντι στην τριτοκοσμική «βαρβαρότητα». Λιγότερο γνωστός είναι ο ρόλος που διαδραμάτισε σ’ αυτή την πολιορκία η Ελληνική κοινότητα της πόλης (135 άτομα, ως επί το πλείστον μπακάληδες ή άλλοι έμποροι) κι ο ίδιος ο υποπρόξενος Λεοντίδης. Για τον τελευταίο γνωρίζουμε μόνο πως καταγόταν από τη Λέρο, συνεργάστηκε στενά με τον Γκόρντον και σκοτώθηκε κατά την άλωση της πόλης.

Στο ημερολόγιό του, που δημοσιεύτηκε αμέσως μετά τα γεγονότα, ο Άγγλος κυβερνήτης δεν τσιγκουνεύεται τα λόγια για το πρόσωπό του, παρομοιάζοντάς τον -κι αυτόν- με τον αρχαίο βασιλιά της Σπάρτης: «Υποθέτω πως ο φίλος μου Ίγκερτον θα επιστρέψει στους πρόποδες της Ακρόπολης», σημείωνε π.χ. στις 23 / 9 / 1884. «Ελπίζω να πει στο βασιλιά των Ελλήνων μερικές καλές κουβέντες για το Λεωνίδα, τον Έλληνα πρόξενο του Χαρτούμ που, σ’ ένα μικρότερο θέατρο, αποδεικνύεται ισάξιος του προγόνου του των Θερμοπυλών» («Journal du Général Gordon» Παρίσι 1886).

Για τους Έλληνες του Σουδάν, μικρούς και μεγάλους εμπόρους που δραστηριοποιούνταν στη σκιά της αποικιοκρατίας εκπληρώνοντας χρηματοπιστωτικές λειτουργίες αντίστοιχες μ’ εκείνες των εβραϊκών κοινοτήτων της Ευρώπης, το αντιαποικιακό Ισλαμικό κίνημα αντιπροσώπευε φυσικά μια άμεση απειλή.

«Μεταξύ των πρώτων θυμάτων» της επέκτασής του στην ενδοχώρα, ενημερώνει χαρακτηριστικά την Αθήνα τον Μάιο του 1882 το γενικό προξενείο της Αλεξάνδρειας, «συγκαταλέγονται και τέσσαρες ριψοκίνδυνοι Έλληνες κάτοικοι του Σεννάρ. Τούτων μεν ο Κουτσούκος τυγχάνει αδελφός του γνωστού πλοιάρχου και δημότου Πειραιώς, οι δε λοιποί αγνώστου διαμονής» (ΙΑΥΕ 1882/5.1, έκθεση αρ.903 της 10/12.5.1882). «Η περίοδος αυτή, που στο Σουδάν επικράτησε η επανάσταση», συνοψίζει στο βιβλίο του για τον Ελληνισμό της Αφρικής ο Σωκράτης Προκοπίου, «είναι η περίοδος των μαρτυρίων των Ελλήνων αποίκων που -μαζί με τους ολίγους ακόμη ξένους- έγιναν θύματα της πρωτοπόρου εκπολιτιστικής των διεισδύσεως στα βάθη της Μαύρης Ηπείρου.


Όπως ο απόστολος κάθε ιδέας νέας και κάθε κηρύγματος διαφορετικού, έτσι και οι εκπολιτιστές Έλληνες του Σουδάν πληρώσανε, άλλοι με το αίμα των και άλλοι με αφάνταστα ψυχικά και σωματικά μαρτύρια, την τόλμη τους να εξυπηρετήσουν τον πολιτισμό στο μέρος αυτό» («Οι Έλληνες στην Αβησσυνία και τις άλλες χώρες της Αφρικής» Αθήναι 1931). Σύμφωνα με την ίδια πηγή, «Οι Έλληνες του πολιορκημένου Χαρτούμ δείξανε ανδρεία και αυταπάρνηση πραγματικών Σπαρτιατών και γι’ αυτό πολύ σωστά ο Γόρδων παρομοιάσθηκε με τον ατρόμητο Λεωνίδα της Σπάρτης μαχόμενον με τους τριακοσίους κατά μυριάδων βαρβάρων.

Αυτοί και μόνον ήσαν οι πιο αφοσιωμένοι συμπολεμιστές του Γόρδωνος στις πιο κρίσιμες στιγμές του» ως ταχυδρόμοι αλλά και ως οδηγοί των Ευρωπαίων που ο κυβερνήτης προσπάθησε -χωρίς επιτυχία- να σώσει στέλνοντάς τους στην Αίγυπτο. Για τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της παροικίας, διαφωτιστικότερη αποδεικνύεται η πληροφορία του συγγραφέα πως «οι Έλληνες του Χαρτούμ υπεστήριξαν την έκδοση χαρτονομίσματος, στην οποία υποχρεώθηκε ο Γόρδων να προβή για ν’ αντιμετωπίση μεγάλες και επείγουσες οικονομικές ανάγκες της φρουράς του». Ο καθυστερημένος αυτός ύμνος στο εκπολιτιστικό «φορτίο του λευκού ανθρώπου» δεν μπορούσε παρά να ταυτιστεί πλήρως με τα κυρίαρχα ρατσιστικά αποικιακά στερεότυπα:

«Ο ωραίος ήρωας, ο Γόρδον -που όλη η ζωή του ήταν μια διαρκής νίκη- σημείωσε έναν ακόμη θρίαμβο με τον ένδοξο θάνατό του. Δεν παραδόθηκε στους Σουδανούς αλλ’ έπεσε σαν νέος Λεωνίδας αμυνόμενος μόνος του και όρθιος μέσα στο παλάτι του. Το ίδιο συνέβη και με τους ''Σπαρτιάτας του'', τους γενναίους και αφοσιωμένους ''ελεύθερους πολιορκημένους'' Έλληνες που από 54 που είχαν επιζήσει, οι 47 σφάχτηκαν την μέρα αυτή της απερίγραπτης φρίκης. Όσοι σωθήκανε δεν ήσαν ευτυχέστεροι εκείνων που χύσανε το αίμα τους σαν πραγματικοί μάρτυρες. Για να μη σφαχτούν δεχτήκανε να γίνουν Μουσουλμάνοι και υποχρεωθήκανε να υπανδρευθούν μαύρες Σουδανέζες».

Ντουμ Ντουμ και ''Κινητά Καφενεία''

Η βασιλεία του Σουδανού Μεσσία τερματίστηκε άδοξα με τον αιφνίδιο θάνατό του από τύφο στις 22 Ιουνίου 1885, μόνο πέντε μήνες μετά το απόγειο του θριάμβου του. Ακολούθησαν έξι χρόνια εμφύλιων συγκρούσεων ανάμεσα στους τρεις επιγόνους του, καθένας από τους οποίους στηριζόταν σε διαφορετική περιφέρεια της χώρας. Ο τελικός νικητής Αμπνταλάχι Ιμπν Μουχάμαντ, γνωστός ως «χαλίφης», προσπάθησε στη συνέχεια να διατηρήσει τον ιδρυτικό μύθο του καθεστώτος μέσω ενός επεκτατικού τζιχάντ που τον έφερε σε σύγκρουση με όλες τις γειτονικές χώρες - αρχής γενομένης από το γειτονικό χριστιανικό βασίλειο της Αιθιοπίας.

Το τέλος αυτού του πρώιμου Ισλαμικού Κράτους ήρθε το 1898, όταν η Αγγλική κυβέρνηση έκρινε πως ήρθε η ώρα να αποκαταστήσει την τρωθείσα αποικιοκρατική τιμή της «ανακτώντας» το Σουδάν και πνίγοντας παραδειγματικά στο αίμα τους απείθαρχους ιθαγενείς του. Η καταστολή των οπαδών του Μάχντι αποτέλεσε επίσης την ευκαιρία για τη δοκιμή νέων όπλων, όπως οι περιβόητες σφαίρες ντουμ ντουμ, η πολεμική χρήση των οποίων έμελλε να απαγορευτεί από τη σύμβαση της Χάγης την επόμενη χρονιά. Από τον Ελληνικό Τύπο της εποχής πάντως, τα «κατεξοχήν φονικά» νέα πυρομαχικά έγιναν δεκτά με ανεπιφύλακτο θαυμασμό («Σκριπ» 27.6.1898).

Εξίσου ανεπιφύλακτη υπήρξε, άλλωστε, η συμβολή των ομογενών μας στη νέα αποικιοκρατική εξόρμηση - με το αζημίωτο φυσικά. Όπως διαβάζουμε στο οικείο κεφάλαιο του Προκοπίου, με τον εύγλωττο τίτλο «Και 'Ελληνες ελευθερωτές του Σουδάν», η κατάκτηση της χώρας από τον στρατηγό Κίτσενερ πρόσφερε νέες ευκαιρίες στους:

«Τολμηρούς, τους ριψοκίνδυνους και ακούραστους Έλληνας που είτε σαν πιστά λαγωνικά συνώδευαν τον Αγγλικό στρατό και τον ανακούφιζαν με τα κινητά καφενεία των, προσφέροντας τ’ αναψυκτικά των, τις κονσέρβες των, τα σιγάρα των, τ’ αρώματά των, σαπούνια, χαρτοφακέλλους και ό,τι βάλει ο νους του ανθρώπου, συμμεριζόμενοι την τύχη των πολεμιστών. 

Είτε ανάλαβαν με μύριους κινδύνους και απερίγραπτες δυσκολίες, χωρίς μεταφορικά μέσα, να προμηθεύουν τα αναγκαία τρόφιμα στον προελαύνοντα Αγγλικό στρατό, συνάπτοντες μόνοι τους πραγματικές μάχες με τους Σουδανούς και κατορθώνοντες, με κίνδυνο της ζωής και της περιουσίας των, να είναι ακριβείς στις δύσκολες υποχρεώσεις που ανελάμβαναν».

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

ΧΑΡΤΕΣ


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

 
(Κάντε κλικ στις φωτογραφίες για μεγέθυνση)