Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Στιγμές και λόγοι της Γαλλικής Επανάστασης

ΟΤΑΝ ΣΥΣΣΩΜΗ Η «ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΑΔΩΝ» κήρυξε τον πόλεμο στη Γαλλία των «αβράκωτων» (Απρίλης 1791), ο επαναστατικός λόγος έφτασε σε καινούργια έξαρση: την ορμή της επαναστατικής επίθεσης την διπλασίαζε τώρα το πάθος της πατριωτικής άμυνας. Κηρύσσεται «η πατρίδα σε κίνδυνο», το «Πολεμικό τραγούδι για τη στρατιά τον Ρήνου» -η «Μασσαλιώτισα»- αντηχεί σ’ όλη τη χώρα, και ο Ροβεσπιέρος σαλπίζει αλαζονικά και προφητικά: «Ακόμα κι αν ολόκληρη η Ευρώπη ενωθεί εναντίον μας, η Ευρώπη θα νικηθεί» (21.6.1791). Και κραυγάζει στους εχθρούς πάνω απ’ τα σύνορα: «Τρέμετε, αλιτήριοι, οι λαοί είναι πιο δυνατοί απ’ τους τυράννους!» (6.12.1791).
 
«Όλα σαλεύουν, όλα τραντάζονται, όλα φλέγονται να πολεμήσουν», ωρύεται ο Νταντόν στην Εθνοσυνέλευση, για να προσθέσει το περιβόητο: «Για να νικήσουμε, χρειάζεται τόλμη, και πάλι τόλμη, και πάντα τόλμη – και η Γαλλία έχει σωθεί».
 
Αλλά η επίθεση των «εστεμμένων», και οι συνωμοσίες του ντόπιου ομολόγου τους και των «ευγενών» κατά της Επανάστασης, έφεραν τον Λουδοβίκο ΙΣΤ’ στην «κόψη του ξυραφιού» και της καρμανιόλας (εκεί να δεις «UNFAIR»!).
 
Η δίκη του, η καταδίκη του και η καρατόμησή του (11.11.1792-21.1.1793) δικαιώθηκαν με νέους χειμάρρους αντιδεσποτικών λόγων. Πριν δυο χρόνια κιόλας, ο Saint-Just, το «τρομερό παιδί» της Επανάστασης κι ένας απ’ τους φλογερότερους ρήτορές της, είχε πει: «Κανένας δεν μπορεί να βασιλέψει αθώα… Όλοι οι βασιλιάδες είναι αντάρτες (κατά του λαού) και σφετεριστές» (Συμβατική, 13.11.1790). «Όλα τα εγκλήματα είναι γεννήματα της τυραννίας – που είναι το πρώτο έγκλημα απ’ όλα» («Το πνεύμα της Επανάστασης», 20.6.1791).
 
Το ίδιο «μοτίβο» θ’ αναπτύξει, αργότερα, ο Ροβεσπιέρος: «Οι βασιλιάδες, οι αριστοκράτες, οι τύραννοι, είναι σκλάβοι εξεγερμένοι ενάντια στον ηγεμόνα της Γης, δηλαδή στο ανθρώπινο γένος, και ενάντια στον νομοθέτη τον κόσμου, δηλαδή στη Φύση.» (21.4.1793).
 
Ακόμα κι ένας επίσκοπος, ο Ανρί Γκρεγκουάρ, δεν δίσταζε να πει στη Συμβατική: «Στην ηθική τάξη τον κόσμου, οι βασιλείς είναι ό,τι και τα θηρία στη φυσική τάξη: οι Αυλές αποτελούν εργαστήρια εγκλημάτων, εστίες διαφθοράς και άντρα τυράννων. Η ιστορία των βασιλέων είναι το μαρτυρολόγιο των εθνών» (21.9.1792). (Αυτό δεν εμπόδισε τον σεβασμιότατο, όταν έγινε η παλινόρθωση των Βουρβόνων, να παρευρεθεί εν μεγάλη στολή στην είσοδο του Λουδοβίκου ΙΗ’ στην Παναγία των Παρισίων. Πάντα ν’ «ακουμπάει» την εξουσία ο κλήρος, όποια και να ‘ναι!).
 
Η συλλογιστική για την καταδίκη σε θάνατο του «Λουδοβίκου του Εσχάτου», του «πολίτη Καπέτου», ήταν πολύ απλή: «Οι βασιλιάδες στερέωσαν τον δεσποτισμό τους χύνοντας άδικα το αίμα των λαών. Είναι καιρός, η ελευθερία των λαών να θεμελιωθεί χύνοντας νόμιμα το ακάθαρτο αίμα των βασιλιάδων», φώναζε ο Jacques Roux (1.12.1792). «Είναι έγκλημα να είσαι βασιλιάς», επειδή «οι βασιλιάδες είναι δίποδα ανθρωποφάγα», υπερθεμάτιζε ο Ντε-μουλέν (Δεκέμβρης ‘92). Κι ο Ρου, πάλι: «Οι βασιλιάδες είναι άξιοι θανάτου απ’ τη στιγμή που γεννιούνται» (1.12.1792). Ο Λουδοβίκος «εξιλεώθηκε» με 39 χρόνια καθυστέρηση…
 
Αυτονόητα, η Δημοκρατία, που καθιερώθηκε στις 22.9.1792, δεν θα ήταν άξια του ονόματός της και της Επανάστασης, αν δεν αποτελούσε το πολίτευμα της λαϊκής ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αρετής.
 
Ο λαός, «το σκυλολόι (canaille) όπως τον ονομάζει η ξεδιάντροπη πλουτοκρατία, είναι το πιο υγιές μέρος της κοινωνίας, το μόνο που, μέσα σ’ αυτόν τον αιώνα της λάσπης, αγαπάει ακόμα την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία», έγραφε ο Μαρά («Ο φίλος του λαού»,1.10.1790). Γι’ αυτό, θα πει ο Σεν-Ζιστ, «τίποτα δεν είναι πιο γλυκό για τ’ αυτιά της ελευθερίας απ’ το θόρυβο και τις κραυγές της λαϊκής συνέλευσης» (20.6.1791). Και έργο της συνέλευσης αυτής -«μέγα καλό και πρώτο»- είναι η οργάνωση, η «σύνταξη» της Δημοκρατίας. «Η Επανάσταση είναι ο πόλεμος της ελευθερίας ενάντια στους εχθρούς της, το Σύνταγμα είναι το καθεστώς της νικήτριας και ειρηνικής ελευθερίας», όριζε ο Ροβεσπιέρος (25.12.1793).
 
Μαζί με την Ελευθερία, «όρος» της Δημοκρατίας είναι η Δικαιοσύνη και η Αρετή. «Η ελευθερία είναι η αλυγισιά μπρος στο κακό, είναι η δικαιοσύνη και η φιλία», έλεγε ο Σεν-Ζιστ (15.4.1794). Και ο Ροβεσπιέρος, στον τελευταίο λόγο του (8η Θερμιδόρ: 26.7.1794), θα πει:
 
«Λαέ, θυμήσου πως, αν στη Δημοκρατία δεν βασιλεύει η Δικαιοσύνη με απόλυτη εξουσία κι αν αυτή η λέξη δεν σημαίνει αγάπη της ισότητας και της πατρίδας, τότε η ελευθερία είναι ένα κούφιο όνομα. Λαέ, εσύ που σε φοβούνται, σε κολακεύουν και σε περιφρονούν, εσύ αναγνωρισμένε κυρίαρχε, που σου φέρονται σαν σε σκλάβο, θυμίσου ότι, παντού όπου δεν βασιλεύει η Δικαιοσύνη, κυβερνούν τα πάθη των αξιωματούχων και ο λαός έχει αλλάξει αλυσίδες αλλά όχι και μοίρα»… (Κάθε ομοιότητα με σύγχρονα «κούφια ονόματα», με αυθαιρεσίες και ατασθαλίες «αξιωματούχων», με παραποιήσεις της Δικαιοσύνης, με περιφρονήσεις του λαού είναι καθαρά συμπτωματική.).
 
Ο ίδιος -ο «αδιάφθορος»- θ’ αξιώσει (5.2.1794) την απόλυτη κυριαρχία της δημοκρατικής αρετής: «Στο σύστημα της Γαλλικής Επανάστασης, ό,τι είναι ανήθικο είναι απολιτικό, και ό,τι διαφθείρει είναι αντιεπαναστατικό» (αλλά όχι και «αντισοσιαλιστικό»;).
 
Αλλά οι θανάσιμες για την Επανάσταση απειλές, από εξωτερικούς κι εσωτερικούς εχθρούς, δεν άφηναν περιθώρια για θεωρίες και «ιδανικά», και όρθωναν επιτακτική την «ανάγκη» της βίας.
Του κάκου ο Thuriot ορκιζόταν στην Εθνοσυνέλευση: «Αγαπώ την ελευθερία, αγαπώ την επανάσταση, αλλ’ αν χρειάζεται έγκλημα για να την εξασφαλίσει, προτιμώ ν’ αυτοχειριασθώ» (17.8.92). Του κάκου ο Saint-Andre ολοφυρόταν μέσα στον φονικό πυρετό τού 1793: «Με το πρόσχημα της ελευθερίας, θα σκοτώσουμε την ελευθερία την ίδια;» (8.6.1793).
 
Αυτά φάνταζαν ουτοπίες, αν όχι προδοσίες, στους κήρυκες της επαναστατικής βίας. Για εκείνους, η βία όχι μόνο δεν ήταν έγκλημα, αλλ’ αποτελούσε χρέος, άμυνα, δικαιοσύνη, αρετή. Ο Μαρά εξόρκιζε: «Μη σας τρομάζουν οι λέξεις: μόνο με τη βία μπορούμε να πετύχουμε τον θρίαμβο της ελευθερίας και να εξασφαλίσουμε τη σωτηρία τον λαού»… «Όρθιοι, όρθιοι! Κι ας αρχίσει να κυλάει το αίμα των προδοτών!» (19 και 26.8.1792)… «Με τη βία θα θεμελιώσουμε την ελευθερία – και ήρθε η ώρα να οργανώσουμε στιγμιαία τον δεσποτισμό της ελευθερίας για να συντρίψουμε τον δεσποτισμό των βασιλιάδων» (Απρίλης ‘93). Κι ο Νταντόν διαλαλούσε: «Πιστεύω πως μια Δημοκρατία, ενώ προγράφει τους δικτάτορες και τους «υπάτους», έχει ωστόσο τη δύναμη αλλά και το δικαίωμα να δημιουργήσει μιαν εξουσία τρομερή» (3.4.1793).
 
Εξουσία «πρακτική» και «ηθική» μαζί, σε μιαν αιματηρή συζυγία: «Αν η δύναμη της λαϊκής κυβέρνησης σε ώρες ειρήνης είναι η αρετή, η δύναμη της λαϊκής κυβέρνησης στην επανάσταση είναι ταυτόχρονα η αρετή και ο τρόμος (η τρομοκρατία): χωρίς αρετή, ο τρόμος είναι ολέθριος, χωρίς τρόμο η αρετή είναι ανήμπορη», έλεγε «μοιραία» ο Ροβεσπιέρος (5.2.1794).
 
Η βία ήταν το «αναπότρεπτο» (έστω και αποτρόπαιο) εργαλείο της Επανάστασης – και ο καταλύτης της. «Πολίτες, θέλετε επανάσταση χωρίς επανάσταση;» προκαλούσε ο ασυμβίβαστος Ροβεσπιέρος την Εθνοσυνέλευση (5.11.1792). Δεκάξι μήνες αργότερα, ο «διόσκουρός» του Σεν-Ζιστ θα συνεχίσει καταπελτικά:
 
«Το συστατικό στοιχείο της Δημοκρατίας είναι η ολοκληρωτική καταστροφή των πολεμίων της». «Όσοι κάνουν μισές επαναστάσεις, σκάβουν έναν τάφο» (τον δικό τους, βέβαια). «Τολμήστε! αυτή η λέξη περικλείνει όλη την πολιτική της Επανάστασης» (26.2.1794).
 
Και «τόλμησαν» – όλοι εναντίον όλων. Όπως το είχε προμαντέψει ο Vergniaud, λίγο πριν καρατομηθεί (31.10.1793), «Η Επανάσταση, όπως ο Κρόνος, θα καταβροχθίσει τα παιδιά της». (Αυτά, οι αληθινές επαναστάσεις. Οι άλλες, οι ψευδεπίγραφες, πρακτικότερες, προτιμούν να καταβροχθίζουν το δημόσιο χρήμα). Όπως το είχε πει ο Billaud-Varenne, «περπατάμε πάνω σ’ ένα ηφαίστειο» – που η λάβα του θα έπνιγε τους περιπαθείς οδοιπόρους.
 
Τα λόγια τους επαληθεύονταν και, μαζί με τα όπλα τους, στρέφονταν εναντίον τους. Περιλάλητες είναι οι αποστροφές του Σεν-Ζιστ: «Ο πιο επικίνδυνος εχθρός τον λαού είναι η κυβέρνησή του» (10.10.1793) και «Όλες οι τέχνες έχουν γεννήσει αριστουργήματα, η τέχνη της διακυβέρνησης δεν έχει γεννήσει παρά τέρατα» (24.4.1793). Και η πράξη έδειξε πως, στον κανόνα αυτόν, δεν κάνουν εξαίρεση ούτε οι λαϊκές, επαναστατικές κυβερνήσεις. Άλλωστε, ο ίδιος είχε πει: «Η ελευθερία που νικά, αναγκαστικά διαφθείρεται» (20.6.9171).
 
Ο ένας μετά τον άλλον, οι ηγέτες της Επανάστασης εξόντωναν κι εξοντώνονταν, αφάνιζαν κι αφανίζονταν – με «λάιτ-μοτίβ» την οιμωγή της Κυρίας Ρολάν μπροστά στο ικρίωμα: «Ελευθερία, τι εγκλήματα γίνονται στο όνομά σου!» (8.11.1793).
 
Και στο μεταξύ, σε κάποιον «επαναστατικό» στρατώνα, ένας άσημος μικρός Κορσικανός ετοίμαζε την κατάλυση και της Επανάστασης και της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας…
 
Στη βιογραφία, ακριβώς, του τελευταίου, ο Σταντάλ γράφει:
«Είναι ένα επιχείρημα των αριστοκρατών τα εγκλήματα που συνοδεύουν τις επαναστάσεις. Ξεχνάνε, όμως, τα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί, βουβά, πριν απ’ την Επανάσταση». Και που, αυτά, την προκάλεσαν, βέβαια.
 
Η «εξίσωση» τούτη, ωστόσο, αναφέρεται στα εγκλήματα των τυράννων. Αλλά οι επαναστάτες του ‘89-’94, δίνοντας πελώριο ρόλο στη βία, ήταν αναπότρεπτο ν’ ανατραπούν από κάποιαν άλλη «εσωτερική» βία, δυνατότερη ή πονηρότερη (οι Γιρονδίνοι απ’ τους Ιακωβίνους, οι Ιακωβίνοι απ’ τους Θερμιδοριανούς) και, τελικά, από μια βία καλύτερα οργανωμένη κι οπλισμένη (Ναπολέων).
 
Μόνο που κι αυτή η τελευταία θα γινόταν θύμα της δικής της εσωτερικής αντίφασης: ενώ καταργούσε την πολυθόρυβη, «αναρχική» επαναστατική βία (ικανοποιώντας τον πόθο των αστών για «τάξη και ασφάλεια»), επέβαλλε τη «βουβή» βία του δεσποτισμού και άπλωνε σ’ όλη την Ευρώπη την πολυαίματη βία του πολέμου, τη δίμορφη βία, που προκάλεσε τελικά τη δική της κατάλυση. Ο ανελέητος φαύλος κύκλος της ιστορικής νομοτέλειας.
 
Την επωδό την έχει καταγράψει η μνήμη των λαών όλου σχεδόν του κόσμου – που τη σκέψη και την πορεία τους τις άλλαξε πρόριζα η «επανάσταση των αβράκωτων». Επιγραμματικά την είχε προμαντέψει ο Κάμιλος Ντεμουλέν:
 
«Η Επανάσταση είναι τόσο μεγάλη, που ξεχνάμε τα αμαρτήματά της» (Φεβρουάριος ‘94). Επειδή τότε -23 αιώνες μετά τους Έλληνες- «ο γαλλικός λαός ψήφισε την ελευθερία τον κόσμου»…

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου