Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ: Βίοι Φιλοσόφων - Φερεκύδης (1.116-1.122)

[1.116] Φερεκύδης Βάβυος Σύριος, καθά φησιν Ἀλέξανδρος ἐν Διαδοχαῖς, Πιττακοῦ διακήκοεν. τοῦτόν φησι Θεόπομπος πρῶτον περὶ φύσεως καὶ θεῶν [Ἕλλησι] γράψαι.
Πολλὰ δὲ καὶ θαυμάσια λέγεται περὶ αὐτοῦ. καὶ γὰρ παρὰ τὸν αἰγιαλὸν τῆς Σάμου περιπατοῦντα καὶ ναῦν οὐριοδρομοῦσαν ἰδόντα εἰπεῖν ὡς οὐ μετὰ πολὺ καταδύσεται· καὶ ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ καταδῦναι. καὶ ἀνιμηθέντος ἐκ φρέατος ὕδατος πιόντα προειπεῖν ὡς εἰς τρίτην ἡμέραν ἔσοιτο σεισμός, καὶ γενέσθαι. ἀνιόντα τε ἐξ Ὀλυμπίας εἰς Μεσσήνην τῷ ξένῳ Περιλάῳ συμβουλεῦσαι ἐξοικῆσαι μετὰ τῶν οἰκείων· καὶ τὸν μὴ πεισθῆναι, Μεσσήνην δὲ ἑαλωκέναι.

[1.117] Καὶ Λακεδαιμονίοις εἰπεῖν μήτε χρυσὸν τιμᾶν μήτε ἄργυρον, ὥς φησι Θεόπομπος ἐν Θαυμασίοις· προστάξαι δὲ αὐτῷ ὄναρ τοῦτο τὸν Ἡρακλέα, ὃν καὶ τῆς αὐτῆς νυκτὸς τοῖς βασιλεῦσι κελεῦσαι Φερεκύδῃ πείθεσθαι. ἔνιοι δὲ Πυθαγόρᾳ περιάπτουσι ταῦτα.
Φησὶ δ᾽ Ἕρμιππος πολέμου συνεστῶτος Ἐφεσίοις καὶ Μάγνησι βουλόμενον τοὺς Ἐφεσίους νικῆσαι πυθέσθαι τινὸς παριόντος πόθεν εἴη, τοῦ δ᾽ εἰπόντος «ἐξ Ἐφέσου,» «ἕλκυσόν με τοίνυν,» ἔφη, «τῶν σκελῶν καὶ θὲς εἰς τὴν τῶν Μαγνήτων χώραν, καὶ ἀπάγγειλόν σου τοῖς πολίταις μετὰ τὸ νικῆσαι αὐτόθι με θάψαι· ἐπεσκηφέναι τε ταῦτα Φερεκύδην.»

[1.118] ὁ μὲν ‹οὖν› ἀπήγγειλεν· οἱ δὲ μετὰ μίαν ἐπελθόντες κρατοῦσι τῶν Μαγνήτων, καὶ τόν τε Φερεκύδην μεταλλάξαντα θάπτουσι αὐτόθι καὶ μεγαλοπρεπῶς τιμῶσιν. ἔνιοι δέ φασιν ἐλθόντα εἰς Δελφοὺς ἀπὸ τοῦ Κωρυκίου ὄρους αὑτὸν δισκῆσαι. Ἀριστόξενος δ᾽ ἐν τῷ Περὶ Πυθαγόρου καὶ τῶν γνωρίμων αὐτοῦ φησι νοσήσαντα αὐτὸν ὑπὸ Πυθαγόρου ταφῆναι ἐν Δήλῳ. οἱ δὲ φθειριάσαντα τὸν βίον τελευτῆσαι· ὅτε καὶ Πυθαγόρου παραγενομένου καὶ πυνθανομένου πῶς διακέοιτο, διαβαλόντα τῆς θύρας τὸν δάκτυλον εἰπεῖν, «χροῒ δῆλα·» καὶ τοὐντεῦθεν παρὰ τοῖς φιλολόγοις ἡ λέξις ἐπὶ τῶν χειρόνων τάττεται, οἱ δ᾽ ἐπὶ τῶν βελτίστων χρώμενοι διαμαρτάνουσιν.

[1.119] ἔλεγέ τε ὅτι οἱ θεοὶ τὴν τράπεζαν θυωρὸν καλοῦσιν.
Ἄνδρων δ᾽ ὁ Ἐφέσιός φησι δύο γεγονέναι Φερεκύδας Συρίους, τὸν μὲν ἀστρολόγον, τὸν δὲ θεολόγον υἱὸν Βάβυος, ᾧ καὶ Πυθαγόραν σχολάσαι. Ἐρατοσθένης δ᾽ ἕνα μόνον, καὶ ἕτερον Ἀθηναῖον, γενεαλόγον.
Σώζεται δὲ τοῦ Συρίου τό τε βιβλίον ὃ συνέγραψεν, οὗ ἡ ἀρχή· Ζὰς μὲν καὶ Χρόνος ἦσαν ἀεὶ καὶ Χθονίη· Χθονίῃ δὲ ὄνομα ἐγένετο Γῆ ἐπειδὴ αὐτῇ Ζὰς γῆν γέρας διδοῖ. σώζεται δὲ καὶ ἡλιοτρόπιον ἐν Σύρῳ τῇ νήσῳ.

Φησὶ δὲ Δοῦρις ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Ὡρῶν ἐπιγεγράφθαι αὐτῷ τὸ ἐπίγραμμα τόδε·

[1.120] τῆς σοφίης πάσης ἐν ἐμοὶ τέλος· ἢν δέ τι πλεῖον
Πυθαγόρῃ τὠμῷ λέγε ταῦθ᾽ ὅτι πρῶτος ἁπάντων
ἔστιν ἀν᾽ Ἑλλάδα γῆν· οὐ ψεύδομαι ὧδ᾽ ἀγορεύων.
Ἴων δ᾽ ὁ Χῖός φησιν περὶ αὐτοῦ·
ὣς ὃ μὲν ἠνορέῃ τε κεκασμένος ἠδὲ καὶ αἰδοῖ
καὶ φθίμενος ψυχῇ τερπνὸν ἔχει βίοτον,
εἴπερ Πυθαγόρης ἐτύμως ὁ σοφὸς περὶ πάντων
ἀνθρώπων γνώμας εἶδε καὶ ἐξέμαθεν.
Ἔστι καὶ ἡμῶν οὕτως ἔχον τῷ μέτρῳ τῷ Φερεκρατείῳ·
τὸν κλεινὸν Φερεκύδην
ὃν τίκτει ποτὲ Σύρος

[1.121] ἐς φθεῖρας λόγος ἐστὶν
ἀλλάξαι τὸ πρὶν εἶδος,
θεῖναί τ᾽ εὐθὺ κελεύειν
Μαγνήτων, ἵνα νίκην
δοίη τοῖς Ἐφέσοιο
γενναίοις πολιήταις.
ἦν γὰρ χρησμός, ὃν ᾔδει
μοῦνος, τοῦτο κελεύων·
καὶ θνήσκει παρ᾽ ἐκείνοις.
ἦν οὖν τοῦτ᾽ ἄρ᾽ ἀληθές·
ἢν ᾖ τις σοφὸς ὄντως,
καὶ ζῶν ἐστιν ὄνησις,
χὤταν μηκέθ᾽ ὑπάρχῃ.

Γέγονε δὲ κατὰ τὴν πεντηκοστὴν καὶ ἐνάτην Ὀλυμπιάδα. καὶ ἐπέστειλεν ὧδε·

[1.122] Φερεκύδης Θαλῇ
Εὖ θνήσκοις ὅταν τοι τὸ χρεὼν ἥκῃ. νοῦσός με καταλελάβηκε δεδεγμένον τὰ παρὰ σέο γράμματα. φθειρῶν ἔθυον πᾶς καί με εἶχεν ἠπίαλος. ἐπέσκηψα δ᾽ ὦν τοῖσιν οἰκιήτῃσιν, ἐπήν με καταθάψωσιν, ἐς σὲ τὴν γραφὴν ἐνέγκαι. σὺ δὲ ἢν δοκιμώσῃς σὺν τοῖς ἄλλοις σοφοῖς, οὕτω μιν φῆνον· ἢν δὲ οὐ δοκιμώσητε, μὴ φήνῃς. ἐμοὶ μὲν γὰρ οὔκω ἥνδανεν. ἔστι δὲ οὐκ ἀτρεκηίη πρηγμάτων οὐδ᾽ ὑπίσχομαι τἀληθὲς εἰδέναι· ἅσσα δ᾽ ἂν ἐπιλέγῃ θεολογέων· τὰ ἄλλα χρὴ νοέειν· ἅπαντα γὰρ αἰνίσσομαι. τῇ δὲ νούσῳ πιεζόμενος ἐπὶ μᾶλλον οὔτε τῶν τινα ἰητρῶν οὔτε τοὺς ἑταίρους ἐσιέμην· προσεστεῶσι δὲ τῇ θύρῃ καὶ εἰρομένοις ὁκοῖόν τι εἴη, διεὶς δάκτυλον ἐκ τῆς κληίθρης ἔδειξ᾽ ἂν ὡς ἔθυον τοῦ κακοῦ. καὶ προεῖπα αὐτοῖσι ἥκειν ἐς τὴν ὑστεραίην ἐπὶ τὰς Φερεκύδεω ταφάς.

Καὶ οὗτοι μὲν οἱ κληθέντες σοφοί, οἷς τινες καὶ Πεισίστρατον τὸν τύραννον προσκαταλέγουσι.

***
[1.116] Ο Φερεκύδης, γιος του Βάβη, από τη Σύρο, όπως λέει ο Αλέξανδρος στις Διαδοχές του, υπήρξε μαθητής του Πιττακού. Ο Θεόπομπος λέει γι᾽ αυτόν ότι ήταν ο πρώτος που έγραψε [για τους Έλληνες] για τη φύση και τους θεούς.
Πολλά θαυμαστά πράγματα λέγονται γι᾽ αυτόν. Περπατούσε, λ.χ., μια μέρα στην παραλία της Σάμου, όταν είδε ένα καράβι να αρμενίζει με ούριο άνεμο· είπε λοιπόν αμέσως ότι σε λίγο θα βουλιάξει: το καράβι βούλιαξε μπροστά στα μάτια του. Επίσης: Ήπιε νερό που αντλήθηκε από ένα πηγάδι και πρόβλεψε ότι σε τρεις μέρες θα γίνει σεισμός — ο σεισμός έγινε. Όταν κάποτε πήγε από την Ολυμπία στη Μεσσήνη, συμβούλεψε τον Περίλαο, τον φίλο του που τον φιλοξένησε, να φύγει από εκεί με όλους τους δικούς του· εκείνος δεν τον άκουσε, και η Μεσσήνη έπεσε στα χέρια των εχθρών.

[1.117] Επίσης ότι είπε στους Λακεδαιμονίους να μην τιμούν ούτε το χρυσάφι ούτε το ασήμι, όπως λέει ο Θεόπομπος στα Θαυμαστά του, και ότι την εντολή αυτή την πήρε στον ύπνο του από τον Ηρακλή, που την ίδια νύχτα διέταξε τους βασιλιάδες να υπακούουν στον Φερεκύδη — κάποιοι όλα αυτά τα σχετίζουν με τον Πυθαγόρα.
Ο Έρμιππος λέει ότι, όταν κάποτε πολεμούσαν οι Εφέσιοι με τους Μάγνητες, θέλοντας ο Φερεκύδης να νικήσουν οι Εφέσιοι, ρώτησε έναν περαστικό από πού ήταν· όταν εκείνος του είπε «από την Έφεσο», αυτός του είπε: «Τράβηξέ με από τα πόδια, πήγαινέ με στην περιοχή των Μαγνήτων και πες τότε στους συμπατριώτες σου να με θάψουν εκεί ύστερα από τη νίκη τους· πες τους ακόμη ότι την παραγγελία αυτή την έδωσε ο Φερεκύδης».

[1.118] Οι Εφέσιοι επιτέθηκαν την άλλη μέρα και νίκησαν τους Μάγνητες· βρήκαν εκεί νεκρό τον Φερεκύδη και τον έθαψαν με μεγάλες τιμές. Μερικοί λένε ότι πήγε στους Δελφούς και εκσφενδονίστηκε από το όρος Κώρυκος. Ο Αριστόξενος στο έργο του Για τον Πυθαγόρα και τους μαθητές του λέει ότι ο Φερεκύδης πέθανε από αρρώστια και ο Πυθαγόρας τον έθαψε στη Δήλο. Άλλοι πάλι λένε ότι πέθανε από φθειρίαση· τότε ήταν που πέρασε ο Πυθαγόρας να τον δει και τον ρώτησε πώς ήταν· εκείνος πέρασε το δάχτυλό του από το άνοιγμα της πόρτας και του είπε: « Το δέρμα μου τα λέει όλα». Από τότε η έκφραση χρησιμοποιείται από τους λογίους με το νόημα «τα πράγματα πηγαίνουν προς το χειρότερο — κάνουν, επομένως, λάθος όσοι τη χρησιμοποιούν για πράγματα που βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση.

[1.119] Έλεγε ότι οι θεοί ονομάζουν την τράπεζα των θυσιών θυωρόν.
Ο Εφέσιος Άνδρωνας λέει ότι υπήρξαν δύο Σύριοι Φερεκύδες, ο ένας αστρονόμος και ο άλλος, γιος του Βάβη, θεολόγος, στον οποίο μαθήτευσε και ο Πυθαγόρας. Ο Ερατοσθένης όμως λέει ότι ένας μόνο Σύριος υπήρξε και ότι ο άλλος ήταν ένας Αθηναίος που έγραψε γενεαλογίες.
Από τον Σύριο Φερεκύδη μάς σώζεται το βιβλίο που έγραψε και που άρχιζε με τη φράση «Ο Δίας, ο Χρόνος και η Γη υπήρχαν πάντοτε. Στη Γη δόθηκε το όνομα αυτό, επειδή ο Δίας τής έδωσε ως τιμητική ανταμοιβή τη γη». Σώζεται όμως και ένα ηλιακό ρολόι του στο νησί της Σύρου.

Ο Δούρης στο δεύτερο βιβλίο των Ωρών του λέει ότι στον τάφο του ήταν γραμμένο το ακόλουθο επίγραμμα:

[1.120] Σε μένα όλη η σοφία μαζεμένη· αν έχει κι άλλη,
τούτο να πεις στον Πυθαγόρα μου, πως είναι
απ᾽ όλους πρώτος στην Ελλάδα· ψέματα δε λέω.
Ο Ίωνας από τη Χίο λέει γι᾽ αυτόν:
Με ανδροπρέπεια προικισμένος και σεμνότητα,
ας πέθανε, η ψυχή του ζει ευτυχισμένη,
αν ο σοφός, ο πιο σοφός απ᾽ όλους Πυθαγόρας
είδε και έπιασε σωστά τη μοίρα των ανθρώπων.
Υπάρχει όμως και κάτι δικό μου σε μέτρο Φερεκράτειο:
Ο ξακουστός Φερεκύδης,
το γέννημα της Σύρου,

[1.121] όταν οι ψείρες, λένε,
αλλάξαν τη μορφή του,
ζήτησε να τον πάνε
στους Μάγνητες αμέσως,
της Εφέσου οι γενναίοι
για να νικήσουν τότε.
Έτσι το έλεγε ο χρησμός
—μόνο σ᾽ αυτόν γνωστός·
εκεί τον βρήκε ο θάνατος.
Ήταν, λοιπόν, αλήθεια:
ένας αληθινά σοφός
και ζωντανός μας ωφελεί
κι όταν πια δεν υπάρχει.

Γεννήθηκε κατά την 59η Ολυμπιάδα. Έγραψε και την ακόλουθη επιστολή:

[1.122] Ο Φερεκύδης στον Θαλή
Άμποτε να έχεις έναν όμορφο θάνατο, όταν θα ᾽ρθει η ώρα σου. Ξαφνικά με βρήκε αρρώστια, όταν πήρα το γράμμα σου: γέμισα ολόκληρος ψείρες και είχα πυρετό με ρίγη. Παράγγειλα λοιπόν στους ανθρώπους μου, αφού με θάψουν, να σου φέρουν τα γραφτά μου· αν τα εγκρίνεις εσύ και οι άλλοι σοφοί, δημοσίευσέ τα· αν δεν τα εγκρίνετε, μη τα δημοσιεύσεις. Γιατί και μένα τον ίδιο δεν με ικανοποιούσαν ακόμη. Δεν υπάρχει εκεί μέσα η ακριβής αλήθεια των πραγμάτων, ούτε ισχυρίζομαι ότι γνωρίζω την αλήθεια, παρά μόνο όσα μπορεί να συγκεντρώσει ένας που διερευνά τα σχετικά με τους θεούς· τα άλλα θέλουν σκέψη· γιατί εγώ μιλάω για όλα υπαινικτικά. Καθώς η αρρώστιά μου με ταλαιπωρούσε κάθε μέρα και πιο πολύ, δεν δεχόμουν να μπει στο σπίτι μου ούτε γιατρός ούτε φίλος: στέκονταν στην πόρτα και ρωτούσαν να μάθουν πώς ήταν τα πράγματα· κι εγώ, περνώντας το δάχτυλό μου, μέσα από τη χαραμάδα, τους έδειχνα τί κακό με είχε βρει· και τους είπα να ᾽ρθουν την άλλη μέρα για την κηδεία του Φερεκύδη.

Αυτοί είναι που αποκλήθηκαν σοφοί — κάποιοι προσθέτουν στον κατάλογο και τον Πεισίστρατο τον τύραννο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου