Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

Οι αρχαίοι φιλόσοφοι για την προέλευση της Ψυχής

Το ζήτημα του καλού και του κακού παραμένει αξεδιάλυτο χάος για όσους ψάχνουν… πνευματικό παιχνίδι για όσους αμφισβητούν, καταδικασμένοι να παίζουν με τις αλυσίδες τους αέναα. Στις κοινότυπες εκφράσεις στα ανθρώπινα πρόσωπα διαφαίνονται όσα συμβαίνουν στα βάθη τις καρδιάς όλων..κοινός νους..

Τα πάντα στη φύση που μας περιβάλλει μοιάζουν να μεταμορφώνονται, το νερό γίνεται σύννεφο βροχή, το ξύλο φωτιά στάχτη… το ίδιο συμβαίνει και με τις ψυχές μεταβάλλονται – μεταφέρονται από σώμα σε σώμα. Τα πάντα έχουν διευθετηθεί, συναρμοστεί, οριοθετηθεί. Γίνεται άραγε να μην υπάρξει αυτό που υπήρξε χθες; Κι αυτό που σήμερα υπάρχει να μην υπάρχει; Κι αυτό που οφείλει να υπάρχει να μην πρέπει να υπάρχει;… Παρελθόν - Παρόν – Μέλλον

Δεν υπάρχουν σώματα, ο υλικός κόσμος δεν υπάρχει παρά μόνο ο νοητός κόσμος.. Τι είναι η Ψυχή τι είναι η Υλη; Η ύλη δημιουργήθηκε ή εναρμονίστηκε; σε ένα χάος που έχει διευθετηθεί και έχει δημιουργηθεί εκ του μηδενός, σχεδόν κανένα απ τα μεταφυσικά ερωτήματα δεν επηρεάζουν τη συμπεριφορά μας στη ζωή…

Θα ήταν όμορφο να βλέπει κανείς την ψυχή του. Το γνώθι σ ΄ αυτόν είναι εξαιρετικός παιδαγωγικός κανόνας όμως ποιος μπορεί να το θέσει σε εφαρμογή; Αποκαλούμε ψυχή αυτό που δίνει ζωή, όμως η ανθρώπινη νόηση δεν αρκεί για να το γνωρίζουμε.

Οι πρώτοι φιλόσοφοι Αιγύπτιοι, ισχυρίζονται: Πρέπει να υπάρχει κάτι μέσα μας να είναι λεπτό, ευέλικτο, να είναι πνοή, φωτιά, αιθέρας, πεμπτουσία, ενδελέχεια, αριθμός, αρμονία. Οι Έλληνες αντελήφθησαν ότι συχνά η σκέψη δεν σχετιζόταν με το παιχνίδι των οργάνων μας, αποδέχθηκαν ότι τα όργανα διαθέτουν μια ζωική ψυχή, ενώ οι σκέψεις μια ψυχή ανώτερη εκλεπτυσμένη, πιο διαλλακτική, ένα νου. Η ψυχή της σκέψεις αδιαλείπτως ελέγχει τη ζωική ψυχή.

Η σκεπτόμενη ψυχή προστάζει τα χέρια της να πιάσουν και αυτά πιάνουν. Μα δεν λέει στην καρδιά να χτυπά στο αίμα να κυλά, δυο ψυχές μπερδεμένες στο ίδιο σώμα. Όμως διαχωρισμός ψυχής νόησης και ζωικής ψυχής δεν υπάρχει… Ψυχή άυλη ως προς τις ενέργειες και υλική ως προς το ον.

Στην ελληνική γραμματεία η λέξη «ψυχή» πρώτο απαντάται στον Όμηρο και μάλιστα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Αυτές σχετίζονται πάντα με τον άνθρωπο, όπου η «ψυχή» παρουσιάζεται είτε ως κάτι το οποίο κινδυνεύει να χάσει ο πολεμιστής στη μάχη είτε ως κάτι που μετά τον θάνατο του σώματος μεταβαίνει στον Άδη, δηλαδή τον κάτω κόσμο. Εκεί ονομάζεται επίσης «είδωλον» επειδή διατηρεί τη μορφή και την προσωπικότητα του εκλιπόντος, αλλά βρίσκεται σε μια εξαιρετικά υποβιβασμένη κατάσταση. Μερικές ψυχές, ωστόσο, έχουν την τύχη να πάνε στα Ηλύσια Πεδία, απολαμβάνοντας αθανασία με τους θεούς.

Η ομηρική άποψη για τη μετά θάνατον ζωή φαίνεται να προέρχεται από τους μύθους της Μεσοποταμίας και διατηρείται στη λαϊκή θρησκεία των Ελλήνων επί πολλούς αιώνες, ακόμη και στη μετά Χριστόν εποχή, αν και φυσικά από τόπο σε τόπο και από εποχή σε εποχή εμφανίζονται διαφορές στις αντιλήψεις. Παράλληλα, όμως, αρχίζουν να αναπτύσσονται και να γίνονται δημοφιλείς και άλλες θεωρίες περί της ψυχής και της μετά θάνατον ζωής.

Στα γραπτά της προσωκρατικής εποχής (7ος-5ο αι. π.Χ.) παρατηρείται η γενίκευση στη χρήση του όρου «ψυχή», η οποία από τότε χρησιμοποιείται ως συνώνυμη της «ζωής» ή, ακόμη γενικότερα, ως η κινητήρια δύναμη της φύσης. Έμψυχο χαρακτηρίζεται οτιδήποτε κινείται, και ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρεί τον μαγνήτη έμψυχο λόγω των ελκτικών του ιδιοτήτων.

Τον 5ο αι. στον καθημερινό λόγο η ψυχή επιπλέον σημαίνει την έδρα των σωματικών επιθυμιών, των συναισθημάτων και της νόησης. Παράλληλα αρκετοί, μεταξύ των οποίων ο Θουκυδίδης και ο Ιπποκράτης, χρησιμοποιούν τον εν λόγω όρο ή παράγωγά του για να δηλώσουν το θάρρος ή, γενικότερα, το ήθος του ανθρώπου. Ειδικά η τελευταία σημασιολογική προέκταση της «ψυχής» στον καθημερινό λόγο, που περιλαμβάνει και το έλλογο μέρος του ανθρώπου, εικάζεται ότι οφείλεται στην ορολογία των Πυθαγορείων.

Οι Ορφικοί και οι Πυθαγόρειοι, πιθανώς επηρεασμένοι από ανατολικές θρησκευτικές δοξασίες, πιστεύουν ότι η ψυχή είναι θεϊκή στη φύση της, ότι έχει φυλακιστεί στο σώμα και ότι μετενσαρκώνεται. Οι Ορφικοί υποστηρίζουν ότι η οριστική απελευθέρωση της ψυχής από τους κύκλους των μετενσαρκώσεων και η μόνιμη διαμονή της στα Ηλύσια Πεδία επιτυγχάνεται με τρεις ενάρετες ζωές.

Αντιθέτως, οι ψυχές των αδίκων υφίστανται τιμωρίες και επιπλέον ενσαρκώσεις.

Οι Πυθαγόρειοι διδάσκουν ότι η ηθική ζωή οδηγεί σε ανώτερες μετενσαρκώσεις, μέχρι να επιτευχθεί η ένωση με το θείον. Η αποχή των Ορφικών και των Πυθαγορείων από κρέας έχει ερμηνευτεί ως εκδήλωση σεβασμού προς τις μετενσαρκωμένες ψυχές.

Ο Παρμενίδης, που θεωρείται μαθητής των Πυθαγορείων Αμινίου και Διοχαίτου και ιδρυτής της Ελεατικής Σχολής, θεωρούσε ότι οι ψυχές προέρχονται από τον ουρανό.

Ο Ηράκλειτος τόνιζε ότι η ψυχή επηρεάζεται δυσμενώς από το ποτό, συσχετίζοντάς την έτσι στενά με το σώμα και γενικά με την ύλη, όπως και οι περισσότεροι σύγχρονοί του, αλλά τη θεωρεί λεπτή και αιθέρια.

Ο Εμπεδοκλής, επηρεασμένος από τους Ορφικούς και τους Πυθαγορείους, δίδασκε ότι οι αμαρτωλοί πρέπει να περιπλανηθούν επί 30.000 έτη στη «σπηλιά» της γης, περνώντας με αλλεπάλληλες μετενσαρκώσεις και από τα τέσσερα βασικά στοιχεία της φύσης (τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και τη γη) με σκοπό να επιτευχθεί ο εξαγνισμός. Ο ίδιος πίστευε ότι σε προηγούμενες ζωές η ψυχή του βρέθηκε σε θάμνο, σε πουλί και σε ψάρι.

Οι απόψεις του Πλάτωνα περί άυλης και αθάνατης ψυχής υπήρξαν καθοριστικές για τους μετέπειτα στοχαστές.

Στον Φαίδωνα του Πλάτωνα ο Σωκράτης, ως γνήσιος φιλόσοφος, παρουσιάζεται να επιθυμεί να πεθάνει το σώμα του, ώστε να απελευθερωθεί η ψυχή του από τα απατηλά ερεθίσματα των υλικών αισθητηρίων και, έτσι, να κατακτήσει την πραγματική γνώση και σοφία. Αντιμετωπίζει τη δυσπιστία καθώς πολλοί αρνούνται τη μετά θάνατον επιβίωση της ψυχής.

Για να υποστηρίξει ο Σωκράτης την αθανασία της ψυχής και τον έλλογο χαρακτήρα της, ότι δηλαδή αυτή είναι το «εγώ», η πραγματική έδρα της προσωπικότητας και της υπόστασης του ανθρώπου, εκθέτει τέσσερα επιχειρήματα. Το πρώτο βασίζεται στην ήδη υπάρχουσα δοξασία της μετενσάρκωσης, αν η ψυχή έφθινε και πέθαινε ύστερα από έναν αριθμό μετενσαρκώσεων, τότε η ζωή θα έπρεπε να έχει εκλείψει από τον κόσμο. Αντιθέτως, η ζωή εξακολουθεί να υπάρχει και να κάνει τους κύκλους της μέσα στη φύση, και επομένως οι ψυχές είναι αθάνατες.

Το δεύτερο επιχείρημα αντλείται από την ικανότητα που έχει ο άνθρωπος να αντιλαμβάνεται ιδέες και νοήματα χωρίς να εξαρτάται από τις αισθήσεις του, κάποιος μπορεί να φανταστεί έναν τέλειο κύκλο χωρίς να έχει δει ποτέ του κάτι τέτοιο στον υλικό κόσμο. Αυτή η ικανότητα δείχνει ότι η ψυχή κατέχει γνώση από τον κόσμο των Ιδεών και, επομένως, προέρχεται από εκεί.

Η συσχέτιση της ψυχής με τον κόσμο των Ιδεών είναι σημαντική και αυτό το δηλώνει ιδιαίτερα το τρίτο επιχείρημα, εφόσον η ψυχή είναι αόρατη, προφανώς συγγενεύει με τον κόσμο των Ιδεών, είναι απλή και ασύνθετη, αδιάλυτη και αιώνια, όπως είναι και οι Ιδέες. Σύμφωνα με το τέταρτο επιχείρημα, εφόσον η ψυχή είναι αυτή που δίνει ζωή στο σώμα και ο χωρισμός ψυχής και σώματος σημαίνει θάνατος για το σώμα, άρα η ίδια διαθέτει αυτονομία ζωής.

Στην Πολιτεία, όμως, η προσέγγιση αλλάζει με σκοπό να ξεπεραστούν τα κενά των προηγούμενων θεωριών. Εκεί λοιπόν αναφέρεται ότι ο άνθρωπος έχει μία μόνο ψυχή αλλά τριμερή: τον νουν (νόηση), τον θυμόν (συναίσθημα) και το επιθυμητικόν (επιθυμία). Στον Τίμαιο, επιπρόσθετα, παρουσιάζεται η θεωρία της τριμερούς ψυχής εφαρμόζεται και στην ψυχή του κόσμου, και αυτή η τριάδα των ιδιοτήτων είναι που εξασφαλίζει την κίνηση στα ουράνια σώματα.

Για τον Αριστοτέλη η ψυχή αντιστοιχεί στις ιδιότητες που έχει ένα ζωντανό ον (μορφή ή εντελέχεια), είτε πρόκειται για φυτό είτε για ζώο είτε για άνθρωπο. Και όπως οι ιδιότητες ενός αντικειμένου οφείλουν την υπόστασή τους στο ίδιο το αντικείμενο, έτσι και η ψυχή οφείλει την υπόστασή της στο υλικό σώμα. Όταν λοιπόν αυτό πεθαίνει και διαλύεται, η ψυχή του εκμηδενίζεται. Για τον άνθρωπο η ψυχή του έχει πέντε «δυνάμεις», ή αλλιώς δυνατότητες: το «θρεπτικόν», που σχετίζεται με τη θρέψη του σώματος, το «ορεκτικόν», δηλαδή την τάση για καθετί καλό, το «αισθητικόν», την ικανότητα της πρόσληψης των πληροφοριών μέσω των αισθήσεων, το «κινητικόν», που εξασφαλίζει τις κινήσεις του σώματος και το «διανοητικόν».

Οι Επικούρειοι δίδασκαν ότι η ψυχή αποτελείται από τα πιο λεπτά και πιο κινητικά άτομα του σύμπαντος, λεπτότερα ακόμη και από αυτά του αέρα και της φωτιάς, και σε αυτό απέδιδαν τις λειτουργίες της σε σχέση με τη σκέψη και τις αισθήσεις. Κατ' αυτούς, όταν τραυματίζεται το σώμα, μερικά άτομα της ψυχής διαρρέουν. Αν το ποσοστό τους είναι μεγάλο, τότε επέρχεται θάνατος του σώματος και όλα τα άτομα της ψυχής σκορπίζονται.

Ο Πλωτίνος, αναπλάθοντας την πλατωνική διδασκαλία και προσδίδοντάς της έντονη θρησκευτική χροιά, επανέλαβε τις απόψεις περί άυλης ψυχής, συγγενούς με τον κόσμο των Ιδεών, η οποία έχει φυλακιστεί στο σώμα και υφίσταται μετενσαρκώσεις, το επίπεδο των οποίων μπορεί να αναβαθμιστεί ή να υποβαθμιστεί ανάλογα με το πώς διάγει κανείς τη ζωή του.

Ύστατος σκοπός η επανένωση της ατομικής ψυχής με την ψυχή του κόσμου, οπότε και η πρώτη χάνει την ατομικότητά της. Και πριν όμως από αυτό, ήδη κατά τη διάρκεια του ένσαρκου βίου, η ψυχή μπορεί να αποζητήσει τον πνευματικό κόσμο μέσω του ασκητισμού και του στοχασμού, και τότε ίσως καταστεί δυνατόν να δει το θείο φως. Ως αρετή ορίζεται η προσέγγιση της ψυχής προς τον Θεό και ως κάλλος η επικράτησή της επί του σώματος και των επιθυμιών του.

 Οι απόψεις του Πλωτίνου περί της ψυχής είναι επηρεασμένες και από τον νεοπυθαγορισμό, δεδομένου ότι προτάσσει πως όσοι αγαπούν τη μουσική, αυτοί στην επόμενη ζωή θα γίνουν ωδικά πτηνά, ενώ οι στοχαστικοί φιλόσοφοι θα μεταμορφωθούν σε αετούς.

Η ΜΕΝ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΙΣΧΥΣ ΓΗΡΑΣΚΕΙ, Η ΔΕ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΡΩΜΗ ΑΓΗΡΑΣΤΟΣ ΕΣΤΙ. -ΞΕΝΟΦΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου