Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - Περὶ τῶν πρὸς Ἀλέξανδρον συνθηκῶν (26-30)

[26] Τὸ μὲν οὖν περὶ τὰ πλοῖα πρὸς τοῖς ἄλλοις τοῖς προειρημένοις ὁ Μακεδὼν τηλικοῦτον παρέβη· τὸ δὲ ὑβριστικώτατον καὶ ὑπεροπτικώτατον τῶν Μακεδόνων τὸ πρώην γεγενημένον ἐστί, τὸ τολμῆσαι εἰσπλεῦσαι εἰς τὸν Πειραιᾶ παρὰ τὰς κοινὰς ἡμῖν πρὸς αὐτοὺς ὁμολογίας. καὶ τοῦτ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὐχ ὅτι μία τριήρης ἦν, μικρὸν ὑποληπτέον, ἀλλ᾽ ὅτι ἀπόπειρα ἐγένετο, εἰ περιοψόμεθα, ἵνα μετὰ πλειόνων αὐτοῖς ἐγγένηται τοῦτο πράττειν, καὶ ὅτι οὐκ ἐφρόντισαν τῶν κοινῶν δογμάτων, καθάπερ οὐδὲ τῶν προειρημένων.

[27] ἐπεὶ ὅτι γε τοῦτο παράδυσις ἦν κατὰ μικρὸν καὶ ἐθισμὸς τοῦ ἀνέχεσθαι ἡμᾶς τοὺς τοιούτους εἴσπλους, κἀκεῖθεν δῆλον· τῷ γὰρ τὸν τότε ἐπὶ τῆς νεὼς εἰσπλεύσαντα, ὃν ἔδει εὐθὺς μετὰ τῆς τριήρους ὑφ᾽ ὑμῶν ἀπολωλέναι, αἰτεῖσθαι ναυπηγήσασθαι μικρὰ πλοῖα ἐν τοῖς ἡμετέροις λιμέσι πῶς οὐ καταφανὲς ὅτι ἀντὶ τοῦ εἰσπλεῖν τὸ εὐθὺς ἔνδον εἶναι ἐμηχανῶντο; καὶ εἰ λεπτὰ πλοῖα ὑπομενοῦμεν, ὀλίγον ὕστερον καὶ τριήρεις· καὶ εἰ τὸ πρῶτον ὀλίγας, μικρῷ ὕστερον πολλάς.

[28] οὐ γὰρ δὴ ἔστι γ᾽ εἰπεῖν ὡς Ἀθήνησι μὲν ἀφθόνων ὄντων τῶν ναυπηγησίμων ξύλων, τῶν μόγις καὶ πόρρωθεν εἰσκομιζομένων, ἐν δὲ τῇ Μακεδονίᾳ ἐπιλελοιπότων, τῇ καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς βουλομένοις εὐτελέστατα καθισταμένῃ, ἀλλ᾽ ᾤονθ᾽ ἅμα τε ναυπηγήσεσθαι ἐνταῦθα καὶ πληρώσεσθαι ἐν τῷ λιμένι [τῷ προειρημένῳ], ἐν ταῖς κοιναῖς ὁμολογίαις διειρημένον μηδὲν τοιοῦτον εἰσδέχεσθαι, καὶ τοῦτ᾽ ἐξέσεσθαι ἐπὶ πλέον ἀεὶ ποιεῖν.

[29] οὕτω πανταχόθεν καταπεφρονηκότως ἐκεῖνοι τῇ πόλει χρῶνται διὰ τοὺς ἐντεῦθεν διδασκάλους τοὺς ὑπαγορεύοντας αὐτοῖς ἃ δεῖ ποιεῖν· οὕτω δὲ κατεγνώκασι μετὰ τούτων ἀδιήγητόν τινα τῆς πόλεως ἔκλυσιν καὶ μαλακίαν, καὶ οὔτε πρόνοιαν περὶ τῶν μελλόντων εἶναι, οὔτε λογισμὸν οὐδένα παραγίγνεσθαι τίνα τρόπον χρῆται ὁ τύραννος ταῖς κοιναῖς ὁμολογίαις.

[30] αἷς ἐγὼ διακελεύομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πείθεσθαι, καθάπερ ἐδίδαξα, καὶ διαβεβαιωσαίμην ἄν, ὡς τοῦθ᾽ ἡλικίας ἔχων, ἅμα καὶ τῷ δικαίῳ ἡμᾶς ἀνεγκλήτως καὶ τοῖς καιροῖς ἀσφαλέστατα χρήσεσθαι τοῖς ἐπὶ τὸ συμφέρον κατεπείγουσιν. καὶ γὰρ ἔτι προσγέγραπται ‹ἐν› ταῖς συνθήκαις, «ἐὰν βουλώμεθα τῆς κοινῆς εἰρήνης μετέχειν»· τὸ δ᾽ «ἐὰν βουλώμεθα» ἐστὶν ἅμα καὶ τοὐναντίον, εἰ ἄρα ποτὲ δεῖ παύσασθαι αἰσχρῶς ἑτέροις ἀκολουθοῦντας, ἢ μηδ᾽ ἀναμνησθῆναι μηδεμιᾶς φιλοτιμίας τῶν ἐξ ἀρχαιοτάτου καὶ πλείστων καὶ μάλιστα πάντων ἀνθρώπων ἡμῖν ὑπαρχουσῶν. ἐὰν οὖν κελεύητ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, γράψω, καθάπερ αἱ συνθῆκαι κελεύουσι, πολεμεῖν τοῖς παραβεβηκόσιν.

***
[26] Εκτός από τις άλλες περιπτώσεις που έχω προαναφέρει, το επεισόδιο με τα πλοία ήταν μεγάλη παραβίαση της συνθήκης εκ μέρους του Μακεδόνα βασιλιά. Αλλά η πιο αλαζονική και υπεροπτική ενέργεια των Μακεδόνων είναι αυτή που έχει γίνει προσφάτως, το θράσος τους δηλαδή να μπουν στο λιμάνι του Πειραιά, παραβιάζοντας τις κοινές συνθήκες που έχουμε συνάψει με αυτούς. Το γεγονός, Αθηναίοι, ότι ήταν μία μόνο τριήρης, δεν πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα ασήμαντο επεισόδιο, αλλά ότι έγινε μια δοκιμή να δουν αν θα αδιαφορήσουμε, για να το επαναλάβουν σε μεγαλύτερη κλίμακα (: με περισσότερα πλοία), και έδειξε ακόμη ότι δεν λογάριασαν τις κοινές αποφάσεις, όπως ακριβώς αδιαφόρησαν και για όσα ανέφερα προηγουμένως.

[27] Το ότι η ενέργεια αυτή ήταν μια προσπάθεια παρείσδυσης και ένας σταδιακός εθισμός, ώστε να ανεχόμαστε τέτοιες εισόδους πλοίων στα λιμάνια μας, γίνεται φανερό από το ακόλουθο περιστατικό: το ότι ο άνθρωπος του πλοίου που μπήκε στο λιμάνι μας, τον οποίο έπρεπε να τον είχατε αφανίσει μαζί με το πλοίο του από την πρώτη κιόλας στιγμή, ζήτησε την άδεια να ναυπηγήσει εμπορικά πλοία μικρής χωρητικότητας στα λιμάνια μας, αυτό το πράγμα δηλαδή δεν καθιστά ολοφάνερο ότι με αυτές τις κομπίνες απέβλεπαν όχι απλώς να μπουν στο λιμάνι μας αλλά ότι θα βρίσκονται σ᾽ αυτό από την πρώτη στιγμή; Και, αν στην αρχή ανεχθούμε μικρά εμπορικά πλοία, λίγο αργότερα θα ανεχθούμε και πολεμικά· και, αν στην αρχή λίγα, ύστερα από λίγο πολλά.

[28] Γιατί δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως στην Αθήνα υπάρχει άφθονη ναυπηγήσιμη ξυλεία, την οποία φέρνουμε με δυσκολία και από μακριά, ενώ στη Μακεδονία, η οποία προμηθεύει πάμφθηνα την ξυλεία της σε όσους θέλουν να την χρησιμοποιήσουν, ενέσκηψε τελευταία έλλειψη. Όχι, αλλά φαντάζονται ότι θα μπορούν να ναυπηγούν εδώ τα πλοία τους και ταυτόχρονα να βρίσκουν και πληρώματα στο λιμάνι μας, παρόλο που έχει διατυπωθεί ρητά στις κοινές συμφωνίες ότι δεν επιτρέπεται κάτι τέτοιο, και ότι θα μπορούν όλο και περισσότερο να κάνουν αυτό συνεχώς και στο μέλλον.

[29] Με τόση περιφρόνηση από κάθε άποψη συμπεριφέρονται εκείνοι προς την πόλη μας, αφού έχουν τους καθοδηγητές τους, οι οποίοι από εδώ τους υπαγορεύουν όσα πρέπει να κάνουν. Με την υποστήριξη αυτών έχουν γνωματεύσει σε βάρος της πόλης μας ότι βρίσκεται σε κατάσταση έκλυσης και νωθρότητας, τέτοια που δεν περιγράφεται, και ότι δε λαμβάνεται καμιά πρόνοια για το μέλλον ούτε καταλήγουμε σε καμιά σκέψη για το πώς αντιλαμβάνεται ο τύραννος τις κοινές συμφωνίες.

[30] Όπως ακριβώς σας εξήγησα, Αθηναίοι, συνεχίζω να σας προτρέπω να τηρείτε αυτές τις συμφωνίες, και, στην ηλικία που βρίσκομαι, θα μπορούσα να σας διαβεβαιώσω ότι και το δίκαιό μας θα διεκδικήσουμε, χωρίς τον κίνδυνο να κατηγορηθούμε, και ταυτόχρονα θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε με τον πλέον ασφαλή τρόπο τις περιστάσεις (: ευκαιρίες), που μας πιέζουν ασφυκτικά στην εξασφάλιση των συμφερόντων μας. Πράγματι, έχει προστεθεί στις συνθήκες ένας ακόμη όρος: «αν επιθυμούμε να συμμετέχουμε στην κοινή ειρήνη». Αυτό το «εάν επιθυμούμε» σημαίνει ταυτόχρονα και το αντίθετο, αν ίσως κάποτε πρέπει να παύσουμε να ακολουθούμε κατά τρόπο δουλικό τις εντολές άλλων ή αν μας υποχρεώνουν να μη θυμόμαστε κανένα από εκείνα τα υψηλά ιδεώδη, που υπήρχαν σε μας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όλους τους άλλους ανθρώπους. Αν λοιπόν με προτρέπετε, Αθηναίοι, θα προτείνω και εγγράφως, όπως ακριβώς υπαγορεύουν οι συνθήκες, να κηρύξουμε πόλεμο εναντίον αυτών που τις παραβιάζουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου