Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Oμηρική ηθική

Η σπουδαιότητα τον Ομήρου[1]
 
Ένας από τους πρώτους Έλληνες φιλοσόφους, ο Ξενοφάνης (580-480 π.Χ.), εξηγεί ότι επικρίνει τον Όμηρο επειδή «στην αρχή όλοι μαθαίνουν απ' τον Όμηρο»[2]. Ο Ξενοφάνης έχει δί­κιο να θεωρεί τον Όμηρο μοναδική αυθεντία. Κι αυτό, διότι οι Έλληνες δεν είχαν Γραφές ανάλογες με τη Βίβλο ή το Κοράνι· είχαν, όμως, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, τα δύο μεγάλα έπη που αποδόθηκαν στον Όμηρο[3]. Τα έπη αυτά δεν ήταν κείμενα αυθεντίας, προστατευμένα από την κριτική ή ερμηνευμένα από εντεταλμένους ερμηνευτές- και σίγουρα δεν αποτελούσαν τυπικό δογματικό πρότυπο για κανένα θρησκευτικό σύστημα.
 
Παρόλα αυτά, τα Ομηρικά Έπη ήταν αντίστοιχα της Βίβλου στο βαθμό που πολλοί εγγράμματοι Έλληνες τα διδάσκονταν, ενώ οι Αθηναίοι τα άκουγαν να απαγγέλλονται δημοσίως. Περισσότερα από χίλια χρόνια μετά την εποχή του Ομήρου, μάλιστα, ο Αυγουστίνος διδασκόταν ακόμη τα έπη. Ένας ρήτορας, προσφεύγοντας στην ομηρική αυθεντία, σημειώνει:
 
Οὔτω γάρ ὑπελαβον ὑμῶν οἱ πατέρες σπουδαῖον εἶναι ποιητήν ὥστε νόμον ἔθεντο καθ' ἑκάστην πεντετηρίδα τῶν Παναθηναίων μόνου τῶν ἄλλων ποιητῶν ραψωδεῖσθαι τά ἔπη.
 
Οι πατέρες σας τον θεωρούσαν τόσο έξοχο ως ποιητή που πέρασαν έναν νόμο ο οποίος όριζε πως κάθε πέντε χρόνια εκείνου μόνο, απ’ όλους τους ποιητές, τα έργα θα απαγγέλλονταν από ραψωδούς στη γιορτή των Παναθηναίων[4].
 
 
Πολλοί Έλληνες αντλούσαν από τον Όμηρο - συνειδητά ή μη συνειδητά - κεντρικά και σημαίνοντα στοιχεία για την αντίληψη που είχαν για τους θεούς και για τη σχέση των θεών με τους ανθρώπους, ενώ παράλληλα σχημάτιζαν και μία ηθική άποψη και ένα ηθικό ιδανικό που παρέμεναν σημαντικά ακόμη και μετά την ενδελεχή κριτική που τους ασκήθηκε.
 
Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι οι μεταγενέστεροι φιλόσοφοι συχνά μνημονεύουν τον Όμηρο και παραπέμπουν στα ομηρικά έπη[5]. Ο Όμηρος, όμως, δε θεωρείται πάντα αυθεντία, αφού πράγματι γίνεται αρκετές φορές στόχος κριτικής από σκεπτόμενους Έλληνες, οι οποίοι επικρίνουν και προκαλούν τις απόψεις του σχετικά με την ηθικότητα και τη θρησκεία[6]. Για να δούμε τι θεωρούσαν ότι έπρεπε να αντιπαλέψουν στον Όμηρο, θα πρέπει κι εμείς ν’ αρχίσουμε από το ίδιο σημείο.
 
Ο Όμηρος έζησε μάλλον στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ., 150 χρόνια περίπου πριν την αρχή της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης. Έζησε μάλλον στην Ιωνία, όπου γεννήθηκε η ελληνική φιλοσοφία, σε μια από τις ελληνικές αποικίες στη δυτική Ασία[7]. Ο Όμηρος παρουσιάζει τις απόψεις του (ή τις απόψεις που εκφράζονται στα έπη του) με αφηγηματικό στίχο και όχι με φιλοσοφική επιχειρηματολογία- παρόλα αυτά, οι απόψεις του δεν είναι ούτε πρωτόγονες ούτε παράλογες. Αν δούμε γιατί απευθύνονται στην κοινή λογική και εμπειρία, θα δούμε και γιατί οι πρώτοι φιλόσοφοι έκριναν ότι ήταν αναγκαίο να αμφισβητήσουν την κοινή λογική και εμπειρία ως πηγές κοινών πεποιθήσεων.
 
Ο ιδανικός άνθρωπος και η ιδανική ζωή
 
Η ομηρική ηθική θεώρηση μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητή από τη σύλληψη του ιδανικού ανθρώπου. Οι πρωταγωνιστές της Ιλιάδας είναι ήρωες περασμένων εποχών η αγαθότητά τους, η υπεροχή τους ή η αξία τους (που είναι τρεις τρόποι απόδοσης της ελληνικής αρετής) ήταν αξεπέραστες στην εποχή του Ομήρου. Αυτό όμως που εννοεί εκείνος με τον όρο αρετή διαφέρει απ’ ό, τι εννοούμε εμείς.
 
Ένα μέρος της αγαθότητας του ανθρώπου είναι πέραν του ελέγχου του. Ένας αγαθός άνθρωπος έχει γεννηθεί από καλή οικογένεια και πρέπει να είναι ο ίδιος πλούσιος και ισχυρός· ο Όμηρος υπονοεί ότι ένας άνθρωπος χάνει κατά το ήμισυ την αγαθότητά του αφ’ ης στιγμής γίνεται δούλος. Μολονότι ο Όμηρος δεν ασχολείται με όσους κερδίζουν πλούτη χωρίς να προέρχονται από ευγενική γενιά, εκείνοι που μοιράζονται την ίδια άποψη αρνούνται να αναγνωρίσουν σε τέτοιους ανθρώπους αυθεντική αγαθότητα. Τα κληρονομικά, κοινωνικά και υλικά συστατικά της αγαθότητας ενός ανθρώπου είναι τόσο σημαντικά ώστε, αν τα διαθέτεις, παραμένεις καλός ακόμη και αν συμπεριφέρεσαι άσχημα. Ο φυγόπονος Πάρις δεν κατορθώνει να φέρει σε πέρας τις πράξεις ενός αγαθού ανθρώπου, αλλά παραμένει παρά ταύτα καλός διότι διαθέτει τις άλλες προϋποθέσεις της καλοσύνης. Σ’ αυτό το βαθμό, η αγαθότητα κάποιου δεν είναι στον έλεγχό του[8].
 
Ωστόσο, κάποιες πτυχές παραμένουν υπό τον έλεγχό του και έτσι αναμένεται να καταδείξει την υπεροχή του στις πράξεις του, κατά κύριο λόγο και ιδεωδώς στις πράξεις του πολεμιστή και του ηγέτη. Ο αγαθός άνθρωπος υπερέχει στη μάχη και οι χαρακτηριστικές αρετές του είναι η δύναμη, η δεξιότητα και η ανδρεία. Γεννιέται σε ηγετική θέση μέσα στην κοινωνία, με μεγάλο μερίδιο πόρων και διαθέτει τις απαιτούμενες αρετές για την υπεράσπιση της θέσης του έναντι επιθέσεων. Έτσι είναι αναμενόμενο να θριαμβεύσει. Ο πατέρας του Αχιλλέα, τον έστειλε στην Τροία «πρώτος να θέλει να ‘ναι πάντα του, να ξεπερνά τους άλλους»· και, όπως και οι άλλοι κεντρικοί ήρωες, ο Αχιλλέας προσπαθεί να επιτύχει στις ιδιότητες και τις πράξεις που συνιστούν την υπεροχή του ατόμου. Ο Αχιλλέας είναι ο «πρώτος των Αχαιών», είναι πάνω απ’ όλους διότι υπερέχει σ’ αυτές τις αρετές· κι αυτές οι αρετές είναι ακριβώς εκείνες που ο πατέρας του εννοούσε όταν του ζητούσε να «ξεπερνά τους άλλους». Η αυτοάμυνα απαιτεί επίσης ευφυΐα για την κατάστρωση σχεδίων, καθώς και δεξιότητα να πείθει τους άλλους να συνεργαστούν για την επίτευξή τους. Αυτές όμως οι αρετές παραμένουν δευτερεύουσες σε σχέση προς τις αρετές του πολεμιστή.
 
Οι στόχοι του ήρωα διασαφηνίζουν ακόμη περισσότερο το χαρακτήρα του. Ο Αχιλλέας και ο Αγαμέμνων φιλονικούν, στο επεισόδιο που ξεκινάει την κεντρική δράση της Ιλιάδας, διότι c Αγαμέμνων παίρνει τη Βρισηίδα, που είναι λάφυρο του Αχιλλέα, κι έτσι αψηφά την τιμή του Αχιλλέα. Η τιμή, σύμφωνο με τον Όμηρο, περιλαμβάνει, πρωτίστως, την καλή γνώμη των άλλων και δευτερευόντως τις υλικές και κοινωνικές «τιμές», οι οποίες είναι ταυτόχρονα αιτίες και συνέπειες αυτής της καλής γνώμης. Ο ήρωας είναι ατομικιστής, στο βαθμό που ενδιαφέρεται κυρίως για τη δική του επιτυχία και φήμη· πρωταρχικός του στόχος δεν είναι κάποια συλλογική επιδίωξη που περιλαμβάνει το καλό των άλλων ή ολόκληρης της κοινωνίας. Από την άλλη, είναι επίσης στραμμένος προς τους άλλους, στο βαθμό που οφείλει να ανταποκρίνεται στην καλή γνώμη που έχουν εκείνοι που κατέχουν τα αγαθά στα οποία σκοπεύει. Επιπλέον, όπως σημειώνει ο Αριστοτέλης, ο ήρωας οφείλει να σέβεται και όχι μόνο να κατευθύνει την γνώμη τους, εφόσον αυτή καθορίζει τις αξίες που κάνουν τους στόχους του άξιους λόγου[9].
  
Εαυτός και άλλοι
 
Στην εποχή μας, η ομηρική αντίληψη περί του αγαθού ανθρώπου προκαλεί μάλλον έκπληξη. Όταν θεωρούμε ότι ένας άνθρωπος είναι καλύτερος από κάποιον άλλον ή όταν θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι απ’ ό, τι είμαστε, οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε κατά νου τις ομηρικές αρετές. Σκεφτόμαστε συχνά ότι ο αγαθός άνθρωπος είναι αυτός που φέρεται καλά στους άλλους. Στην ομηρική ηθική, ομοίως, ο ήρωας αναμένεται να δείχνει κάποιο ενδιαφέρουν για τα συμφέροντα των άλλων η φύση όμως και τα όρια αυτού του ενδιαφέροντος διαφέραν από τα σημερινά.
 
Σίγουρα ο ήρωας δεν αδιαφορεί για τους άλλους. Ένα μεγάλο μέρος δράσης στην Ιλιάδα είναι πράγματι αποτέλεσμα του ενδιαφέροντος που δείχνουν κάποιοι για τα συμφέροντα των άλλων. Η Θέτις ενδιαφέρεται για το γιο της Αχιλλέα. Ο Έκτορας για τη γυναίκα του Ανδρομάχη και το γιο του Αστυάνακτα, ενώ ο Αχιλλέας για το φίλο του Πάτροκλο. Εξάλλου, το ενδιαφέρον στο ομηρικό έργο δεν περιορίζεται στα άτομα. Ορισμένες φορές οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για την ευημερία της ομάδας στην οποία ανήκουν και στο πλαίσιο της οποίας συνεργάζονται για την επίτευξη κάποιου κοινού στόχου. Για τους Έλληνες αρχηγούς, η ομάδα αυτή είναι το ελληνικό στράτευμα. Η συλλογική άποψη του στρατεύματος είναι ότι ο Αχιλλέας και ο Αγαμέμνων είναι εξίσου ένοχοι, διότι παραμέλησαν την ευημερία του στρατεύματος για χάρη της προσωπικής τους φιλονικίας γύρω από την ατομική τους τιμή. Παρομοίως, ο Οδυσσέας προσφεύγει στο κοινό συμφέρον της ομάδας κατά την προσπάθειά του να πείσει τον Αχιλλέα να εγκαταλείψει την φιλονικία. Για τους Τρώες το κοινό καλό είναι το καλό της πόλης τους. Ο Έκτορας τους παροτρύνει να ενδιαφέρονται γι’ αυτή και ο ίδιος δείχνει καθαρά αυτό το ενδιαφέρον.[10]
 
Ένας ήρωας απαράμιλλης δύναμης και ισχύος διαθέτει υφισταμένους που εξαρτώνται από αυτόν και περιμένουν να τους υπερασπιστεί: περιμένουν τη βοήθειά του ως φυσιολογικό και νόμιμο επακόλουθο. Ένας καλός βασιλιάς, όπως ο Οδυσσέας, ενδιαφέρεται για την ευημερία του λαού του· ένας καλός σύζυγος, όπως ο Έκτορας, ενδιαφέρεται για το καλό της γυναίκας του. Ο Αχιλλέας κάνει ό, τι αναμένεται από έναν ήρωα και δείχνει ενδιαφέρον για το φίλο και προστατευόμενό του Πάτροκλο.
 
Πέρα από αυτές τις συγκεκριμένες προσδοκίες ορισμένων ανθρώπων προς τον ήρωα, ο λαός γενικά περιμένει από αυτόν να εμφορείται από κοινά ανθρώπινα συναισθήματα. Ο Πάτροκλος κατηγορεί τον Αχιλλέα για την αδιαφορία του απέναντι στα δεινά των Ελλήνων, όχι μόνο επειδή είναι μέλος της εκστρατείας, αλλά και επειδή το στράτευμα υποφέρει εξαιτίας των πράξεών του. Ο Αχιλλέας επιδεικνύει την ίδια σκληρή αδιαφορία όταν σκοτώνει το Λυκάονα και όταν ατιμάζει το πτώμα του Έκτορα. Ξεπερνάει όμως εν τέλει αυτή τη συμπεριφορά όταν συναντά τον Πρίαμο: σκεφτόμενος τον πατέρα του, καταλαβαίνει τα συναισθήματα του Πριάμου και συγκινείται. Ένα μέρος της εθιμικής πρακτικής της ικεσίας εξαρτάται από αυτά τα αισθήματα συμπάθειας που ο ήρωας τρέφει γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη βοήθειας. Όποιος δεν έχει τέτοια συναισθήματα για άλλους ανθρώπους, όπως ο Κύκλωπας, συμπεριφέρεται μάλλον σαν άγριο ζώο παρά σαν άνθρωπος - ακόμη όμως και ο Κύκλωπας έχει ανάλογα συναισθήματα για το κοπάδι του[11].
 
Τα συμφέροντα των άλλων, λοιπόν, είναι σημαντικά για τον ήρωα, ο οποίος επικρίνεται όταν παρουσιάζεται τόσο αδιάφορος απέναντί τους όσο ο Αχιλλέας. Η στάση του όμως απέναντι σ’ αυτά τα συμφέροντα δεν αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο της καλοσύνης του. Ο Αχιλλέας δε χάνει κανένα από τα ηρωικά χαρακτηριστικά του εξαιτίας της εγωιστικής του αδιαφορίας για τους άλλους, αλλά αντίθετα παραμένει ο πρώτος των Αχαιών και κανείς δε φτάνει μέχρι το σημείο να θεωρήσει ότι αυτή η εγωιστική του αδιαφορία θα βλάψει τη φήμη του. Από την άλλη, αν είχε αιχμαλωτιστεί από πειρατές και είχε πουληθεί ως σκλάβος, θα είχε χάσει τη μισή αρετή του. Η κριτική έναντι αυτής του της αδιαφορίας παραμένει μάλλον ήπια, διότι η εγωιστική αδιαφορία είναι ήσσονος σημασίας μπροστά στα κεντρικά στοιχεία της καλοσύνης ενός ανθρώπου. 
 
Προτεραιότητες
 
Στην Ιλιάδα γίνεται εμφανές από διαφορετικές πλευρές το γεγονός ότι τα συμφέροντα των άλλων είναι δευτερεύουσας σημασίας. Πρώτον, κάποιες από τις έγνοιες του ήρωα που αφορούν τους άλλους είναι καθαρά εργαλειακές για τους ιδιαίτερους στόχους του. Η επιτυχία ενός πολεμιστή εξαρτάται συχνά από τη συνεργασία του με άλλους πολεμιστές στο πεδίο της μάχης. Η δύναμη και η ισχύς ενός ήρωα καταδεικνύεται αποτελεσματικά όταν μπορεί να υπερασπιστεί τους προστατευόμενούς του όσο και τον εαυτό του. Εφόσον η έγνοια του για τους άλλους είναι καθαρά εργαλειακή για την διατήρηση της δικής του τιμής, ο ήρωας δεν έχει λόγο να ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα των άλλων αν συγκρούονται με τις απαιτήσεις της τιμής του.
 
Παρόλα ταύτα, φαίνεται πως δεν είναι όλες οι έγνοιες του ήρωα που αφορούν τους άλλους εντελώς εργαλειακές. Μπορούμε, δηλαδή, με ευκολία να δούμε με ποιο τρόπο η συνεργασία με τους συμπολεμιστές και η υπεράσπιση των προστατευόμενων του ήρωα προωθούν τους προσωπικούς του στόχους. Δεν είναι, όμως, τόσο εύκολο να εξηγήσουμε ή να αιτιολογήσουμε τις στάσεις που στηρίζονται στα κοινά ανθρώπινα συναισθήματα απλώς και μόνο βάσει της εργαλειακής τους αξίας. Ακόμη όμως και αν δεν είναι εντελώς εργαλειακές, είναι εντούτοις αυστηρά δευτερεύουσες. Είναι αναμενόμενο ο ήρωας να παρουσιάζει έγνοιες που αφορούν τους άλλους, αλλά ποτέ δεν πρέπει να θυσιάζει τη δύναμη ή τη θέση του για εκείνους. Κανείς, επομένως, δεν κατακρίνει τον Αχιλλέα για την αρχική του απόσυρση από τη μάχη· πράγματι, οι περισσότεροι από τους ηγέτες των Ελλήνων θεωρούν ότι θα πρέπει να του προσφέρουν ικανοποίηση. Ο Αχιλλέας κατακρίνεται σίγουρα για την άρνησή του να δεχτεί την προσφορά που του κάνουν οι αντιπρόσωποι των Ελλήνων αρχηγών (στη ραψωδία I)· κανείς όμως δεν υποστηρίζει ότι είναι λιγότερο καλός ή ότι αξίζει λιγότερο την τιμή που είχε πριν από το περιστατικό. Όταν επιστρέφει στη μάχη, δεν είναι επειδή ενδιαφέρεται για τους υπόλοιπους Έλληνες, αλλά επειδή σκοτώθηκε ο Πάτροκλος. Και μάλιστα, δεν ενδιαφέρεται καν για τον ίδιο τον Πάτροκλο που σκοτώθηκε, αλλά αντίθετα μετανιώνει για το γεγονός ότι φάνηκε αδύναμος αποτυγχάνοντας να υπερασπιστεί τον ίδιο του τον προστατευόμενο.
 
Ο Έκτορας είναι ο ομηρικός ήρωας που ενδιαφέρεται περισσότερο για τα αιτήματα των άλλων, κυρίως για τα αιτήματα της οικογένειας και της πόλης του- μολαταύτα, τα πρωταρχικά του κίνητρα είναι απολύτως ίδια μ’ εκείνα του Αχιλλέα. Σε δύο περιπτώσεις ο Έκτορας επιλέγει να αποφύγει τη ντροπή και την ατίμωση του εαυτού του, ακόμη και αν οι πρά­ξεις του βλάπτουν την οικογένειά του ή την πόλη του. Παραδέχεται ότι η Τροία θα ωφεληθεί αν υποχωρήσει, αλλά θεωρεί δεδομένο - και κανείς δεν του φέρνει αντίρρηση - ότι η τιμή και η αιδώς απαιτούν από αυτόν να μείνει στη θέση του, να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα και να πεθάνει. Όταν πρέπει να λάβει τις πιο κρίσιμες αποφάσεις, ο Έκτορας φαίνεται ότι εμφορείται από τα πρωταρχικά ομηρικά κίνητρα και αρετές[12]. Με δυσκολία θα λέγαμε ίσως ότι είναι εγωιστής, αν σκεφτόμαστε ότι οι εγωιστές προσπαθούν να προστατέψουν τον εαυτό τους σε βάρος των άλλων παρόλα αυτά είναι εντυπωσιακά αδιάφορος για τα συμφέροντα των άλλων.
 
Για τον ομηρικό ήρωα, λοιπόν, τα συμφέροντα των άλλων είναι συγνά σημαντικά, αλλά πάντοτε αυστηρά δευτερεύοντα. Έχουν πολύ μικρότερη βαρύτητα από τις πρωταρχικές αρετές οι οποίες είναι οι μόνες που καθορίζουν την αγαθότητα ή την αχρειότητα ενός ανθρώπου (και σε καμία περίπτωση το ενδιαφέρον του για τους άλλους δε συγκαταλέγεται σ’ αυτές).
 
Προβλήματα της ομηρικής ηθικής
 
Η ομηρική σκοπιά δημιουργεί συγκρούσεις σε όσους την αποδέχονται. Κάποιες από αυτές προκύπτουν για το ίδιο το άτομο. Είναι υποχρεωμένο να προσαρμόζει την αντίληψη που έχει γιο τους στόχους και τα συμφέροντά του στις απαιτήσεις εκείνων που τον τιμούν ή τον ατιμάζουν. Η σύγκρουση αυτή ενδέχεται να μην προκύψει αν οι στόχοι του γίνονται αποδεκτοί και από άλλους. Οι διαφορετικοί, όμως, στόχοι που έχουν διαφορετικοί άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν σύγκρουση ανάμεσα στους στόχους ενός ατόμου και στις πράξεις που επιδοκιμάζουν οι άλλοι. Σε μια τέτοια σύγκρουση το άτομο δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι ακολουθεί τις προσωπικές του αξίες ενάντια στις προσδοκίες των άλλων διότι οι αξίες του δίνουν τη μέγιστη σημασία στις προσδοκίες των άλλων και έτσι αν δεν κατάφερνε να καθοδηγείται από τις απόψεις των άλλων, παραβιάζει τι ίδιες του τις αξίες.
 
Μια τέτοια σύγκρουση ανάμεσα στην υπεροψία και την υποταγή στις απαιτήσεις των άλλων φαίνεται καθαρά στο παράδειγμα του Αχιλλέα. Φιλονικεί για την τιμή του με τον Αγαμέμνονα, ο οποίος κερδίζει τον πρώτο γύρο παίρνοντας τη Βρισηίδα. Ο Αχιλλέας όμως θα μπορούσε να κερδίσει το δεύτερο γύρο αν είχε αποδεχτεί την προσφορά του Αγαμέμνονα για επανόρθωση. Σ' αυτό το σημείο, ο Αχιλλέας μοιάζει να ελευθερώνεται από τη συνηθισμένη εξάρτηση του ομηρικού ήρωα από τις γνώμες των άλλων. Υποστηρίζει ότι προτιμά την προοπτική μιας άσημης ζωής χωρίς τιμή, αφού η τελευταία είναι ασταθής και προσωρινή, και σε κάθε περίπτωση δεν έχει και μεγάλη σημασία για κάποιον που έχει πεθάνει. Τελικά, όμως, καταφαίνεται ότι ο Αχιλλέας δεν είναι όσο ανεξάρτητος και αυτόβουλος όσο υποστηρίζει. Η ντροπή του για την ατίμωση που δέχεται από το θάνατο του Πάτροκλου, τον αναγκάζει να γυρίσει στη μάχη, μολονότι γνωρίζει ότι αυτή του η πράξη θα τον οδηγήσει στο θάνατο[13].
 
Η ομηρική ηθική δημιουργεί τέτοιου είδους συγκρούσεις στο άτομο, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και συγκρούσεις μέσα στην κοινωνία. Κι αυτό, διότι δίνει στον καθένα έναν λόγο για να πράξει με τρόπο επιβλαβή για ολόκληρη την κοινωνία. Εφόσον κάθε ήρωας επιθυμεί την δική του τιμή και βλέπει μια εύλογη ευκαιρία να την κατακτήσει, ανταγωνιζόμενος τους άλλους, είναι απρόθυμος ν’ αφήσει κατά μέρους τον ανταγωνισμό· όταν όμως όλοι ανέχονται αυτό το σύστημα, μπορεί να αποβεί κακό για όλους.
 
Αν η ηρωική ηθικότητα αποδεικνύεται βλαβερή ακόμη και για τους ίδιους τους ήρωες, οι οποίοι έχουν να κερδίσουν και τα περισσότερα από αυτή, τότε είναι ακόμη χειρότερη για τους κατώτερους τους. Οι τελευταίοι μπορούν να περιμένουν προστασία από τον ήρωα, μέσα στα όρια που επιβάλλει η προσπάθεια του ήρωα να κατακτήσει την τιμή του- όμως τα όρια αυτά καθιστούν τον ήρωα έναν μάλλον αναξιόπιστο προστάτη. Αν είμαι ένας ήρωας που δικάζει μια νομική υπόθεση που αφορά ένα φτωχό προστατευόμενό μου κι έναν πλούσιο άνδρα της δικής μου θέσης και τιμής, μάλλον δε θα βρω κανένα νόημα στο να αποφανθώ υπέρ του πρώτου, στην περίπτωση που μια συμμαχία με τον πλούσιο θα ωφελήσει περισσότερο την τιμή μου και τη θέση μου στην κοινωνία. Θα είμαι λοιπόν αναξιόπιστος προστάτης, όπως ακριβώς ήταν ο Αχιλλέας για τον Πάτροκλο και ο Έκτορας για την οικογένεια του και την κοινότητα- διότι δεν είναι δύσκολο να σκεφτούμε περιστάσεις στις οποίες το καθήκοντα του προστάτη πρέπει να υποσκελιστούν από τις ανώτερες απαιτήσεις της τιμής. Η υπερηφάνεια και η αυτοεκτίμηση του ήρωα απαιτούν την επιδίωξη των ηρωικών αρετών, ενώ από την άλλη του προκαλούν ντροπή όταν αποτυγχάνει να τις κατακτήσει.
 
Ο Όμηρος δεν παρουσιάζει αυτές τις επιπτώσεις της ομηρικής ηθικής στην Ιλιάδα. Αντίθετα, μπορούμε να τις δούμε στη συμπεριφορά των μνηστήρων της Πηνελόπης, στην Οδύσσεια Η εγωιστική και παρασιτική συμπεριφορά τους είναι βλαβερή για όλη την κοινότητα, όμως, από άλλη άποψη, είναι εξόχως ηρωική, εφόσον υπόσχεται σημαντικές ανταμοιβές τιμής κα κοινωνικής θέσης για τον τυχερό που θα παντρευτεί τη> Πηνελόπη. Ο Ησίοδος, σύγχρονος του Ομήρου, αποκαλύπτει τις αντικοινωνικές πλευρές της ομηρικής ηθικότητας. Όπως και ο Όμηρος, ο Ησίοδος αναγνωρίζει μια ηρωική εποχή στο παρελθόν. Στην εποχή του, όμως, βλέπει «φιλάργυρους βασιλιάδες» που κλέβουν νομίμως τους φτωχούς. Η απόσταση ανάμεσα στους ομηρικούς ήρωες και τους «φιλάργυρους βασιλιάδες» του Ησιόδου δεν είναι μεγάλη· ακόμη και αν ο Όμηρος δεν υπερασπίζεται τη διεφθαρμένη συμπεριφορά που κατακρίνει ο Ησίοδος, εντούτοις η δική του ηθική σκοπιά φαίνεται να την δικαιολογεί[14].
 
Σε γενικές γραμμές, ο Όμηρος αγνοεί τις επιπτώσεις που έχει η ομηρική ηθικότητα στις μη-ηρωικές τάξεις, οι οποίες είναι τα θύματά της. Ασχολείται μαζί τους μόνο σε ένα επεισόδιο της Ιλιάδας. Ο Θερσίτης - ένας απερίσκεπτος, άσχημος και θορυβώδης δημαγωγός, που ανταποκρίνεται στις προκαταλήψεις κάποιων για τους συνδικαλιστές ηγέτες - παρουσιάζει ένα καλό επιχείρημα ενάντια στους βασιλιάδες και την σκοπιά τους, καταγγέλλοντάς τους ως εγωιστικά παράσιτα που κατασπαταλούν τον πλούτο της κοινότητας. Ο ικανός ρήτορας Οδυσσέας αναλαμβάνει να του απαντήσει, όμως αυτή τη φορά δε στηρίζεται στις ρητορικές του δεξιότητες, αλλά στην βίαιη καταστολή. Ο Όμηρος δεν είναι βέβαια ο τελευταί­ος συντηρητικός που αποδέχεται αυτόν τον τρόπο αντιμετώπισης ανατρεπτικών επιχειρημάτων που ξεστομίζουν αγενείς άνθρωποι που δε γνωρίζουν τη θέση τους. Ούτε είναι και ο τελευταίος που αναπαριστά τις κατώτερες τάξεις να συμφωνούν μ’ αυτήν την μεταχείριση εκείνων που παραπονιούνται για τους ανώτερούς τους.
 
Προς υπεράσπιση της ομηρικής ηθικότητας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, παρά τις άσχημες επιπτώσεις που έχει για κάποιους ανθρώπους, είναι γενικά καλύτερη για μια ασταθή κοινωνία, εκτεθειμένη σε εξωτερικές επιθέσεις· ως πολεμιστής και προστάτης, ο ομηρικός ήρωας φαίνεται ότι προσφέρει υπηρεσία στην κοινότητά του. Όμως αυτή είναι μια αδύναμη υπεράσπιση· η αδυναμία της εκθέτει το γενικότερο λάθος να εξηγούνται και να υπερασπίζονται οι κοινωνικοί θεσμοί στη βάση της θετικής λειτουργίας τους μέσα στην κοινωνία. Ακόμη και αν είναι αναγκαίο να τους υπερασπιστούμε, γιατί θα πρέπει ο ομηρικός ήρωας να είναι το μόνο (ή το προτιμότερο) μέσο υπεράσπισης; Και εξάλλου, θα ήταν οι υπηρεσίες του τόσο αναγκαίες αν δεν ήμασταν τόσο αφοσιωμένοι σε φιλονικίες και πολέμους; Οι ίδιες οι αξίες του ήρωα δημιουργούν τις κοινωνικές συνθήκες, για τις οποίες αυτές οι αξίες μοιάζουν ιδανικές[15]
 
Θεοί και κόσμος
 
Στα Ομηρικά έπη σπάνια αναφέρονται οι πιο εντυπωσιακές πλευρές των μύθων της Δυτικής Ασίας - και της Ελλάδας - της εποχής. Στους μύθους αυτούς, οι θεοί αντιστοιχούν πολύ στενά στις φυσικές δυνάμεις και ορισμένες φορές ταυτίζονται με αυτές· οι θεοί είναι μισοί άνθρωποι και μισοί ζώα (συχνά μάλιστα τερατώδεις) και εξευμενίζονται με θυσίες και μαγικά. Στον Ησίοδο μπορούμε να δούμε πτυχές αυτής της άποψης (αν και σε πολύ εκλεπτυσμένη μορφή), αλλά στον Όμηρο η παρουσία της είναι ελάχιστη. Ακόμη και οι γίγαντες, οι μάγισσες και τα άλλα όντα των μύθων και των παραμυθιών είναι, στην Οδύσσεια, μάλλον ανθρώπινα και οικεία[16].
 
Ο Όμηρος παρουσιάζει τους θεούς ανθρώπινους επειδή θέλει να τους καταστήσει κατανοητούς και έτσι να κάνει και τα γεγονότα κατανοητά. Αν έχουμε να κάνουμε μ’ ένα τέρας που είναι μισός άνθρωπος και μισό ζώο, δύσκολα θα ξέρουμε τι να περιμένουμε από αυτό ή πώς θα αντιδράσει σε διαφορετικές συμπεριφορές μας. Οι άνθρωποι είναι, σε γενικές γραμμές, πιο κατανοητοί. Αν γνωρίζουμε ότι κάποιος είναι γενναίος, ζηλωτής της τιμής, αφοσιωμένος στην οικογένειά του και ούτω καθεξής, περιμένουμε ότι, υπό φυσιολογικές συνθήκες, η συμπεριφορά του θα είναι λίγο ή πολύ αντίστοιχη προς αυτές τις ιδιότητες σ’ αυτήν την κατάσταση. Έλλογοι δρώντες που διαθέτουν σχετικά σταθερούς στόχους είναι προβλέψιμοι και αξιόπιστοι.
 
Κάπως έτσι συλλαμβάνει ο Όμηρος τους θεούς. Δεν είναι μηχανισμοί που μπορούμε να τους χειριστούμε με μαγικά ή με θυσίες. Μολονότι ενδιαφέρονται για θυσίες, δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε μηχανικά ή αυστηρά με αυτές. Όταν σκοπός της Αθηνάς είναι σταθερά η καταστροφή της Τροίας, αυτό δε σημαίνει ότι επηρεάζεται από τις θυσίες, όπως θα γινόταν αν οι θυσίες είχαν κάποια αυτόματη και μηχανική επίπτωση πάνω της. Ο Δίας αποφασίζει ποιες από τις προσευχές του Αχιλλέα θα ικανοποιήσει. Η Ήρα, η Αφροδίτη, ο Ποσειδώνας και η Αθηνά, όπως εμφανίζονται και στα δύο έπη, έχουν σταθερούς και κατανοητούς σκοπούς. Οι φυσικές δυνάμεις, επομένως, δεν εμφανίζονται τυχαία, αλλά είναι αποτέλεσμα των συγκροτημένων σκοπών και προθέσεων των θεών. Αναζητώντας κανονικότητα, νόμους και τάξη στις φυσικές διαδικασίες, ο Όμηρος ξεκινάει μια αναζήτηση που κυριαρχεί στην ε λληνική - και oyi μόνο - φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη[17].
 
Ωστόσο, είναι εξίσου σημαντικό να παρατηρήσουμε τα όρια της τάξης και της κανονικότητας στην ομηρική σύλληψη του κόσμου. Παρόλο που οι θεοί είναι αρκετά σταθεροί στις επιδιώξεις τους, εντούτοις είναι εξίσου ευμετάβλητοι και άστατοι με τους ήρωες και μάλιστα για τους ίδιους λόγους. Επιπλέον, c έλεγχός τους επί της φυσικής τάξης δεν είναι πλήρης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Όμηρος φλερτάρει με την ιδέα να ταυτίσει τους θεούς με τις φυσικές δυνάμεις που (κατά τη συνήθη άποψή του) έχουν υπό τον έλεγχό τους. Ποτέ όμως δεν υπαινίσσεται ότι κάθε σεισμός ή κάθε καταιγίδα, για παράδειγμα, αντανακλούν κάποια σταθερή και εύληπτη μακροπρόθεσμη επιδίωξη το Ποσειδώνα, ο οποίος ενίοτε λέγεται ότι είναι υπεύθυνος γι’ αυτές. Ο εβραίος προφήτης Άμως βλέπει το χέρι του θεού σε κάθε φυσική καταστροφή: «Αν η καταστροφή πλήξει μια πόλη, δε ήταν έργο του Κυρίου;». Όμως ο Όμηρος δεν προχωράει σε μι τόσο γενική παραδοχή. Στο ομηρικό σύμπαν, κάποια πράγματι συμβαίνουν κατά τύχη, νωρίς ιδιαίτερο λόγο[18].
 
Θεοί και ηθικά ιδανικά
 
Για όποιον αποδέχεται την ομηρική ηθική, οι θεοί αποτελούν ένα ορισμένο και ελκυστικό ιδανικό. Είναι μάλιστα τόσο ελκυστικό που ο άνθρωπος δεν μπορεί να το κατακτήσει παρά μόνο αν είναι αρκετά τυχερός για να γίνει και ο ίδιος θεός, όπως ο Ηρακλής. Μπορεί, όμως, να το αναγνωρίσει ως ιδανικό και στοχεύσει σε αυτό με όλες του τις δυνάμεις[19].
 
Οι θεοί διαθέτουν αναγνωρισμένη τιμή και υπόληψη και η κατοχή αυτών είναι εξασφαλισμένη· και παρόλο που απογοητεύονται κάποιες φορές, ο χαρακτήρας της ζωής τους δεν επηρεάζεται. Οι θεοί που οργίζονται συνήθως λαμβάνουν ικανοποίηση και κανείς θεός στην ομηρική αφήγηση δεν είναι τόσο αποθαρρυμένος και ανικανοποίητος που να βρίσκει τη ζωή του γενικά δυστυχισμένη. Συχνά γιορτάζουν και γελούν και σε γενικές γραμμές απολαμβάνουν την αθάνατη ζωή τους. Γι’ αυτό συχνά ονομάζονται «ευδαίμονες» ή «μακάριοι»[20].
 
Για τους ανθρώπους, αυτή η θεϊκή ύπαρξη, η βυθισμένη στην επιτυχία και την απόλαυση, σε συνδυασμό με την ασφαλή κατοχή της τιμής και της δύναμης, είναι το ιδανικό που πρέπει να κατακτηθεί. Ο ήρωας που το επιδιώκει στοχεύει στην προσωπική τιμή και δύναμη, αλλά ανακαλύπτει ότι αυτές είναι επισφαλείς και σε κάθε περίπτωση πρόσκαιρες. Ο Αχιλλέας φαίνεται για λίγο ότι προτιμά την ασφάλεια της θεϊκής ζωής, μολονότι πρέπει να θυσιάσει τιμή και ισχύ για να την αποκτήσει· εν τέλει, όμως, επιλέγει τα άλλα στοιχεία της θεϊκής ζωής σε βάρος της ασφάλειας και ο Όμηρος δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ότι αυτή αναγνωρίζεται ως η σωστή επιλογή για τον ήρωα[21].
 
Όπως και οι άλλες πλευρές της ομηρικής ηθικής, έτσι και το ιδανικό της θεϊκής ευδαιμονίας επιβάλλει μια σύγκρουση στο άτομο. Πρέπει να θυσιάσει την ασφάλειά του για την ριψοκίνδυνη επιδίωξη μιας αβέβαιης τιμής, ή πρέπει να διαλέξει την ασφάλεια με την βεβαιότητα ότι θα αποτύχει στους άλλους, ακόμη πιο σημαντικούς σκοπούς του. Όταν αντιμετωπίζουμε μια τέτοια σύγκρουση στους στόχους μας, είναι εύλογο να αναρωτηθούμε αν κάναμε καλά που επιδιώκαμε όλους αυτούς τους στόχους ταυτόχρονα. Μπροστά σ’ αυτήν τη σύγκρουση, δεν έμειναν όλοι οι Έλληνες ικανοποιημένοι από το ιδανικό που προσφέρουν οι ομηρικοί θεοί.
 
Δίας και κοσμική τάξη
 
Ο Δίας κατέχει ιδιαίτερη θέση μεταξύ των ομηρικών θεών και εντός της ομηρικής αντίληψης για το σύμπαν, αντανακλώντας κάποιες αντιθέσεις και δυνάμει συγκρούσεις που ποτέ δεν έγιναν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στα ομηρικά έπη.
 
Μ’ έναν τρόπο πρόκειται απλώς για έναν θεό ανάμεσα σε πολλούς, αν και είναι ο πιο ισχυρός απ’ όλους. Μοιράστηκε την εξουσία με τον Ποσειδώνα και τον Άδη, τους άλλους γιους του Κρόνου, μετά την βίαιη ανατροπή του πατέρα τους (οι ωμές λεπτομέρειες αυτής της ιστορίας βρίσκονται στον Ησίοδο και όχι στον Όμηρο). Οι άλλοι θεοί τον αποπαίρνουν και τον καλοπιάνουν, ενώ η σύζυγός του Ήρα τον αποπλανά για μια ολόκληρη ραψωδία (Ξ). Φαίνεται ότι μόνο από τύχη ο Δίας αναλαμβάνει τα ηνία ξανά προτού είναι πολύ αργά και ναυαγήσουν τα σχέδια του.
 
Όμως αυτή δεν είναι όλη η αλήθεια για το Δία. Είναι δυνατότερος απ’ όλους τους άλλους θεούς μαζί. Η θέλησή του πραγματοποιείται στον Τρωικό Πόλεμο με την καταστροφή της Τροίας. Ο Όμηρος επιμένει σε αυτό στην αρχή του έπους και αναφέρεται, αν και όχι συχνά ούτε καταφανώς, στη βούληση του Δία στις εναλλαγές που ακολουθούν. Η αρχή της Οδύσσειας υπαινίσσεται ότι η κυριαρχία του Δία εξαρτάται από τη συναίνεση των άλλων θεών, όμως παρόλα αυτά πραγματοποιείται το δικό του σχέδιο[22].
 
Κι όμως, δεν είναι πάντα ξεκάθαρο ότι η βούληση του Δία πραγματοποιείται. Συνδέεται μάλλον συγκεχυμένα με τις Μοίρες ( «μέρη» ή «μερίδια»). Η μοίρα ή το μερίδιο ενός ανθρώπου καθορίζει τη στιγμή του θανάτου του- και όταν μάχονται δυο ήρωες, ο Δίας ζυγίζει τις μοίρες τους για να δει. ποιος από τους δυο θα πεθάνει. Ορισμένες φορές, ο Δίας αναρωτιέται αν πρέπει να σώσει κάποιον ήρωα από τη μοίρα του- όμως ποτέ δεν παραβαίνει πραγματικά τις μοίρες. Δεν είναι αναγκασμένος να τις ακολουθεί ενάντια στην μελετημένη απόφασή του, η οποία, όμως, πάντα καταλήγει να συμπλέει με τις μοίρες[23].
 
Οι μοίρες δε συναπαρτίζουν ένα μοναδικό πεπρωμένο, μια αναγκαία τάξη πραγμάτων που καθορίζει κάθε συμβάν στο σύμπαν. Οι μοίρες του Ομήρου αντανακλούν μόνο την αόριστη πεποίθηση ότι κάποια γεγονότα, ιδιαίτερα η στιγμή του θανάτου ενός ατόμου, καθορίζονται αναπόφευκτα από προηγούμενα γεγονότα που είναι πέραν του ελέγχου μας, ίσως και πέρα από τον έλεγχο οποιουδήποτε έλλογου δρώντα, ανθρώπου ή θεού. Εφόσον η τάξη και η κανονικότητα στο ομηρικό σύμπαν χαρακτηρίζονται από μερικότητα, οι μοίρες ορίζουν μόνο κάποια από τα γεγονότα που συμβαίνουν μέσα σε αυτό[24].
 
Παρόλα ταύτα, ο Όμηρος υπαινίσσεται ότι η βούληση του Δία κυριαρχεί, πράγμα που φαίνεται περισσότερο στην Οδύσσεια παρά στην Ιλιάδα (όπου την αποδέχεται εξίσου ολοκληρωτικά). Φαίνεται επιπλέον ότι ο Δίας, εν αντιθέσει προς τους άλλους θεούς, ενδιαφέρεται για ευρύτερα ζητήματα και όχι μόνο για την προσωπική του τιμή και επιτυχία. Ενδιαφέρεται επίσης για την δικαιοσύνη στις ανθρώπινες κοινωνίες. Τελικά, τιμωρεί τους Τριοες διότι συγχωρούν τον Πάρη για το ότι παραβίασε τις αρμόζουσες σχέσεις μεταξύ οικοδεσπότη και φιλοξενούμενου. Οργίζεται για την παραβίαση της δικαιοσύνης στην οποία εύκολα ολισθαίνουν οι ομηρικοί ήρωες στον τρόπο που φέρονται στους κατώτερούς τους. Φαίνεται μάλιστα έτοιμος να ενισχύσει τις ηθικές απαιτήσεις που αφορούν τους άλλους, οι οποίες έμοιαζαν δευτερεύουσας σημασίας για την ομηρική ηθική σκοπιά[25].
 
Ο Δίας και οι μοίρες παρουσιάζουν δύο τάσεις της ομηρικής σκέψης που είναι δυνητικά αντιθετικές μεταξύ τους και αντίκεινται στην πρωταρχική ομηρική ηθική σκοπιά. Η τελευταία αναγνωρίζει ένα μερικώς κανονισμένο σύμπαν οι ομηρικοί θεοί δρουν σαν άνθρωποι και ενδιαφέρονται για κάποιο από τα πράγματα που συμβαίνουν, ενώ άλλα πράγματα συμβαίνουν χωρίς λόγο και χωρίς καθορισμένη τάξη. Ο Δίας και οι μοίρες, ωστόσο, αναφέρονται σε δύο διαφορετικά είδη τάξης. Οι μοίρες υπονοούν μια απρόσωπη, μη ηθική τάξη, ανεξάρτητη από τις επιλογές των θεών ή των ανθρώπων. Ο Δίας από την άλλη, αντιπροσωπεύει μια ηθική τάξη, η οποία περιλαμβάνει μια λογική και μια βούληση που υπερβαίνει τις κανονικές ηρωικές αξίες, αλλά συνεχίζει να ανήκει ξεκάθαρα σ’ έναν έλλογο ηθικό δρώντα. Υπό αυτούς τους τρεις όρους ο Όμηρος υποδεικνύει πιθανές γραμμές σκέψης για να υπερβεί τ« όρια της ίδιας του της οπτικής.
  
Οι βασικές δυσκολίες στον Όμηρο
 
Βλέπουμε καθαρά ότι τα ομηρικά έπη βασίζονται στο συναίσθημα και τη φαντασία. Είναι ίσως λιγότερο εμφανές το γεγονός ότι η ομηρική οπτική βασίζεται επίσης και στην κοινή λογική και την παρατήρηση· αυτό, όμως, το σημείο αξίζει να τονιστεί, αφού, κάποιες από τις πλευρές που βασίζονται ιδιαιτέρως στην κοινή λογική είναι εκείνες που οι μεταγενέστεροι Έλληνες βρήκαν ότι είναι πιο ανοικτές στην κριτική.
 
Η ομηρική ηθική απευθύνεται στην κοινή λογική διότι ο ομηρικός ήρωας σκοπεύει ρεαλιστικά σε ξεκάθαρα επιθυμητούς στόχους. Η επιτυχία, η κοινωνική θέση, η ισχύς, ο πλούτος και η τιμή είναι κατανοητοί στόχοι, για τους οποίος ο ήρωας δε χρειάζεται να απολογηθεί. Δεν τρέφει αυταπάτες για τους κινδύνους που καλείται να αντιμετωπίσει, αλλά οι κίνδυνοι της ζωής του δεν τον οδηγούν στην απελπισία. Επιδιώκει με σθένος τα συμφέροντά του και δεν παίρνει τα καθήκοντά του τόσο σοβαρά ώστε να επηρεάζουν την ικανοποίηση των δικών του συμφερόντων.
 
Οι ομηρικοί θεοί απευθύνονται επίσης στην κοινή λογική και την παρατήρηση διότι αποφεύγουν την υπερβολή και τη φαντασιοπληξία. Δεν είναι τέρατα ούτε και αφάνταστα υπεράνθρωποι. Εφόσον είναι σαν εμάς, προσφέρουν εξηγήσεις για κάποιες πλευρές του σύμπαντος υπό εύκολα κατανοητούς όρους. Ο Όμηρος, όμως, με σοφία δεν προσφεύγει στους θεούς για να εξηγήσουν πλήρως το σύμπαν ένα μέρος του παραμένει τυχαίο και ανεξέλεγκτο. Η ομηρική αντίληψη για το σύμπαν δεν περιλαμβάνει φυσικούς ή θεϊκούς νόμους που ευνοούν συγκεκριμένες προβλέψεις γύρω από το τι θα συμβεί σε συγκεκριμένες συνθήκες (αν, π.χ.,. συμβεί μια φυσική καταστροφή, κάποιος θεός τιμωρεί τους ανθρώπους)· είναι πραγματικά δύσκολο να σκεφτούμε κάποια κοσμική διαταραχή ή καταστροφή που δε θα μπορούσε να συμπεριλάβει η ομηρική θεολογία. Η πίστη στους ομηρικούς θεούς είναι από αυτήν την άποψη μάλλον εύκολη· τίποτε απ’ ό, τι συμβαίνει δε θα μπορούσε να μας παράσχει βάσιμα θεμέλια αμφισβήτησής τους.
 
Οι κριτικές που δέχτηκε ο Όμηρος επικεντρώνονται κυρίως στην παρουσία της διαταραχής και της σύγκρουσης. Η ομηρική ηθική παρέχει στον καθένα ένα συμφέρον για τη διατήρηση ενός συστήματος, οι επιπτώσεις του οποίου είναι βλαβερές για όλους. Είναι αρκούντως επιζήμια για εκείνους που επωφελούνται από το σύστημα, αφού οι επιδιώξεις κάθε ήρωα προκαλούν επιβλαβείς συγκρούσεις με άλλους ήρωες· και είναι ακόμη πιο απαιτητική, με πολύ λιγότερα ανταποδοτικά οφέλη, για τα μη-ηρωικά πρόσωπα, τα οποία δε θα κερδίσουν ποτέ στον ανταγωνισμό για την τιμή.
 
Κριτική στη βάση της ηθικής μπορεί να προκύψει από το στοχασμό επί των συγκρούσεων εντός ενός κυρίαρχου ηθικού συστήματος ή από τη συνειδητοποίηση των συγκρούσεων του με τις απαιτήσεις της ανθρώπινης κοινωνίας - και η Ομηρική ηθική είναι ανοικτή και στα δύο είδη κριτικής. Η ατομική επιδίωξη της τιμής συγκρούεται με τα νόμιμα αιτήματα των άλλων - σ’ αυτήν την περίπτωση, με τα αιτήματα των συντρόφων του Αχιλλέα και των συντρόφων του Έκτορα. Η αχαλίνωτη ηρωική ηθική τείνει να απειλήσει τις σχέσεις συνεργασίας σ’ οποιαδήποτε ανεκτή κοινωνική μορφή, εφόσον οι μη-ήρωες δεν μπορούν να εμπιστευτούν τους ήρωες και οι ήρωες δεν μπορούν να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλον.
 
Η ομηρική ηθική προκάλεσε την κριτική σ’ αυτήν την προοπτική από τους μεταγενέστερους Έλληνες στοχαστές - μεταξύ άλλων. Αποδείχθηκε όμως και πολύ ανθεκτική και παρέμεινε σημαντική στην πράξη ακόμη και όταν αντιμετώπισε θεωρητικές επικρίσεις. Η επιβίωσή της εξηγείται από την καθαρότητά της, την κατανοησιμότητά της και την απεύθυνσή της στην κοινή λογική.
 
Η ομηρική κοσμολογία από την άλλη, δεν περιλαμβάνει λιγότερες συγκρούσεις. Η ομηρική εικόνα για τον κόσμο παρουσιάζει μια πληθώρα πραγματικών ή δυνητικών συγκρουσιακών δυνάμεων και οι διαφορετικές δυνάμεις εμπεριέχουν αντικρουόμενες προσπάθειες κατανόησης του κόσμου. Η πληθώρα εξάλλου των θεών και των φυσικών δυνάμεων υποδεικνύει ότι μόνο ένα μέρος του κόσμου είναι προβλέψιμο και μόνο ένα μέρος βρίσκεται υπό λογικό έλεγχο. Η πρωτοκαθεδρία του Δία υπαινίσσεται ότι ο κόσμος βρίσκεται πλήρως υπό τον έλεγχο της λογικής. Ο ρόλος των μοιρών υπονοεί ότι υπάρχει επίσης πλήρης ντετερμινισμός, αλλά μάλλον χωρίς έλλογο έλεγχο. Για την αποκάλυψη των δυνητικών συγκρούσεων στον Όμηρο, ο κριτικός μπορεί απλώς να τονίσει κάποια από τα ερωτήματα που θέτει και ο ίδιος ο Όμηρος. Μέχρι ποιο σημείο μπορούν οι άλλοι θεοί να διαταράξουν τη βούληση του Δία ή τις μοίρες; Αν η θάλασσα αφηνόταν στην τύχη της, θα μπορούσε να διαταράξει τη βούληση των θεών ή να παραβιάσει τις μοίρες; Θα μπορούσε ο Δίας να παραβεί τις μοίρες αν το ήθελε;
 
Η έλλογη κοσμολογία ξεκινάει μ’ αυτά τα ερωτήματα γύρω από τον Όμηρο- ο τελευταίος μοιράζεται σε μεγάλο βαθμό τα ίδια ενδιαφέροντα με τους ορθολογιστές κοσμολόγους και έτσι θέτει κάποια από τα σωστά ζητήματα. Ο Όμηρος θέλει να ξεχωρίσει ένα κανονικό, προβλέψιμο μοτίβο στις λειτουργίες του σύμπαντος. Προσπαθώντας, όμως, να περιγράψει αυτό το μοτίβο αποκαλύπτει και κάποιες από τις δυσκολίες του· ο ρόλος των θεών, των μοιρών και κάποιων τυχαίων φυσικών δυνάμεων παραμένει συγκεχυμένος. Ο κριτικός αναγνώστης εύλογα θα μείνει ανικανοποίητος με την περιγραφή του Ομήρου.
 
Τα ερωτήματα αυτά αναφορικά με τον Όμηρο αποτελούν και το σημείο εκκίνησης της ελληνικής επιστημονικής και φιλοσοφικής σκέψης.
---------------------
[1] Εισαγωγή στον Όμηρο: Bowra [1972] και Griffin [1980].
[2] Ξενοφάνης Β 10 [για τη μέθοδο των παραπομπών, βλ. σημ, 34, κεφάλαιο 3]. Βλ. και κεφ 3 § vii.
[3] Οι ραψωδίες της Ιλιάδας αναφέρονται με κεφαλαία γράμματα και της Οδύσσειας με πεζά.
[4] Για τον Αυγουστίνο: Εξομολογήσεις ί. 14. Για τη δημόσια απαγγελία του Ομήρου: Λυκούργος, κατά Λεωκράτους 102. Βλ. επίσης [Πλάτων], Ίππαρχος 228b, Κικέρων, De Oratore ii. 34, Πλούταρχος, Περικλής 13.11.
[5] Βλ. Πλάτων, Απολογία 29b-d, Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1116a21- b30, Λουκρήτιος, iii. 18-24 (π ρβλ. Οδ. ζ 41-4). Ο Ζήνων ο στωικός έγραψε μια εκτεταμένη υπεράσπιση της συνέπειας του Ομήρου, SVF ί. 274. Ο Χρύσιππος ο στωικός «γέμισε ένα ολόκληρο βιβλίο» με παραθέματα και διαπραγμάτευση του Ομήρου και άλλων ποιητών, SVF ίί. 907. Ο Οράτιος λέει ότι ο Όμηρος δίνει μια πιο ξεκάθαρη και καλύτερη περιγραφή από τους φιλοσόφους για το τι είναι ηθικώς αγαθό και τι χρήσιμο. Epistles i. 2. 1-4.
[6] Βλ. Ηρόδοτος ίί. 53· Ξενοφάνης Β 10-15· Ηράκλειτος Β 40, 42, 56-7, 106" Πολ. 606e-607a.
[7] Η εκτίμηση του Ηροδότου: ii. 53. Μια πιθανή αναφορά στον Όμηρο: Ομηρικός Ύμνος στον Απόλλωνα 165-72, Θουκυδίδης Γ. 104.
[8] Ήρωες: Ε 392-4, Μ 443-9, Υ 285-7. Καλοσύνη: ρ 220-3 (πρβλ. ν 45-6, σ 131-40)· Υ 240-3. Για τον όρο «αγαθός» όταν αναφέρεται στις ανώτερες τάξεις, βλ. A 80, ο 324. Για την κληρονομικότητα της αρετής, βλ. Ξ 113, Φ 106-8 (πρβλ. Η 107-14), δ 611-14, σ 275-80, φ 335. Βλ. επίσης Θεόγνης 183- 96, 315-18, 429-38, 699-718, 865-9· Πλάτων, Μένων 95e- Adkins [1960], 77.  Για τον Πάρη: Ζ 325-68, 518-29. Για διαφορετικές απόψεις γύρω από τη’ Ομηρική ηθική, βλ. Adkins [1960], κεφ. 3, Long [1970], Adkins [1971]. 
[9] Αχιλλέας: Λ 783-4. Αρετές Β 364-7, Η 107-14, Ν 235-7, Ο 641-4. Αχιλλέας: A 412. Σχεδιασμός: Σ 105-6. Ο Αριστοτέλης αναφορικά με την γνώμη των άλλων: Ηθικά Νικομάχεια 1095b22-30, 1159a22-4.
[10] Αχιλλέας: A 254-8, 1 104-13, 247-59. Έκτορας: Ζ 440-81, Μ 241-3, X 220-32. 
[11] Αχιλλέας: Π 21-35, Φ 74-113, Ω 39-54, 486-512. Ικεσία: Ω 477-9, A 488- 527, Θ 371, ι 266-71. Griffin [1980], 24 κ. εξ. Κύκλωπας: ι 172-6, 187-92, 287-95,447-55. 
[12] Αχιλλέας: Τ 203-14. Έκτορας: Ζ 4531-9, 459-63, X 99-110. 
[13] Τιμή: I 315-22, 408-16, Σ 95-126.
[14] Μνηστήρες: φ 32-35. Αντιπαράβαλλε: Adkins [1960], 39. Ησίοδος: Έργα και Ημέραι 156-69, 294. 
[15] Θερσίτης: Β 211-77. Ο ήρωας: Μ 31-28, Adkins [1960], 34-6.
[16] Για τους Ομηρικούς θεούς (και την αρχαιοελληνική θρησκεία γενικά) 
[17] Οι στόχοι των θεών: Ω 33-76, Ζ 297-311, Φ 210-52, A 8-52. 
[18] Φυσικές διαδικασίες: Φ 211-513· Άμως 3: 6· Vlastos [1975], 10-13.
[19] Κριτική των Ομηρικών θεών: κεφ. 3 § xi. Πλάτων, Πολ., 379b-387c, κεφ. 6 § xviii. Διαφορετικές πτυχές του Ηρακλή: Ω 115-19, λ 601-26, Guthrie [1950], 235-41.
[20] Θεϊκή ευδαιμονία: A 584-600, ζ 41-6.
[21] Αχιλλέας: I 412-16. 
[22] Η άνοδος του Δία στην εξουσία: Ξ 200-4, Ο 185-99, Ησίοδος, Θεογονία 453-731. Η ιοχΰςτου Δία: Θ 1-29, A 5. Η θέληση του Δία: Μ 230-43, Ν 620- 39, A 76-9.
[23] Μοίρες: Ξ 431-61, X 167-85, Π 458-61, Ψ 115-19.
[24] Μοίρα: κεφ. 9 § ν.
[25] Δικαιοσύνη: Π 384-93.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου