Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

Το Αίνιγμα του Λαού των Ανασάζι

Τα πρώτα στοιχεία που έχουμε για τους Ανασάζι ανάγονται στον 1ο αιώνα π.Χ. Σε μια περιοχή με έκταση όσο και η Γαλλία, άρχισαν να αναπτύσσουν τον πολιτισμό τους, να χτίζουν τεράστια οικοδομικά συγκροτήματα, να φτιάχνουν δρόμους, να καλλιεργούν τη γη με ένα αποτελεσματικό υδρευτικό σύστημα και να αποκαθιστούν ένα πρωτότυπο σύστημα επικοινωνίας ανάμεσα στις πόλεις και τα χωριά τους.

Στην εποχή τους η χώρα στην οποία ζούσαν και που τώρα κατέχεται από τέσσερις πολιτείες των ΗΠΑ, δηλαδή την Αριζόνα, τη Γιούτα, το Κολοράντο και το Νέο Μεξικό ήταν πιο πυκνοκατοικημένη από σήμερα!

Εικοσιπέντε χιλιάδες τοποθεσίες πόλεων, χωριών, κοινοτήτων ή οικισμών των Ανασάζι έχουν ανακαλυφτεί μόνο στο Νέο Μεξικό και χιλιάδες άλλες στις υπόλοιπες πολιτείες.

Σε κάθε κοινότητα υπήρχε ένα κεντρικό κτιριακό συγκρότημα ημικυκλικού σχήματος που διέθετε εκατοντάδες ή και χιλιάδες δωμάτια.

Μπροστά απ’ αυτό ήταν ο υπόγειος κυκλικός ναός τους (κίβα) και πίσω διάφορα βοηθητικά οικοδομήματα που χρησίμευαν σαν αποθήκες. Η κεντρική αυτή πόλη περιβαλλόταν από προάστια που βρίσκονταν αρκετά χιλιόμετρα μακριά.

Ένας λαός από τον Κάτω Κόσμο

Σύμφωνα με την παράδοση των Ανασάζι που σήμερα επιζεί μέσω των Ναβάχο, των Πουέμπλο και των Χόπι οι πρόγονοί τους βγήκαν από τον Κάτω Κόσμο, μέσα από μια τρύπα που ενώνει το κέντρο της γης με την επιφάνεια. Μέσα από την ίδια τρύπα οι ψυχές των νεκρών γυρνάνε στην αρχέγονη πατρίδα τους. Γι’ αυτό γύρω από αυτή την τρύπα φτιάχνουν το σπίτι τους ή το ναό τους.

Έτσι στους πρώτους αιώνες μετά την εμφάνισή τους οι Ανασάζι προτιμούν να μένουν σε υπόγειες κατοικίες. Διαλέγουν κοιλώματα σε πετρώδη εδάφη και τα σκεπάζουν με θολωτή στέγη από άχυρο και λάσπη.

Απ’ αυτή την περίοδο τα μόνα δείγματα του πολιτισμού τους που γνωρίζουμε είναι τα αριστουργήματα της καλαθοπλεχτικής τέχνης τους, οι θαυμάσιες συμβολικές τοιχογραφίες των υπόγειων κατοικιών τους και οι αστρονομικές γνώσεις τους.

Ήταν τέτοια η δεξιοτεχνία τους στην καλαθοπλεχτική, ώστε έφτιαχναν αγγεία που μπορούσαν να κρατήσουν και νερό, τόσο σφιχτά τα έπλεκαν.

 Οι υπόγειες κατοικίες τους ήταν ταυτόχρονα και ναοί όπου συνέχιζαν να εκτελούν τις τελετουργίες των προγόνων τους και να λατρεύουν το φιδίσιο θεό που τους είχε δείξει το δρόμο για να ανέβουν από τον Κάτω Κόσμο στην επιφάνεια.

Οι Ανασάζι από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκαν παρουσίασαν υψηλά δείγματα πολιτισμού. Πριν ακόμα εγκαταλείψουν τις υπόγειες κατοικίες τους, καλλιεργούσαν τη γη σπέρνοντας καλαμπόκι, βαμβάκι, φασόλια, κολοκύθια κτλ. και χρησιμοποιούσαν ποικιλότροπα το φυτό γιούκα.

Σε κείνο το έδαφος που ήταν άγονο και συχνά πληττόταν από την ξηρασία, κατάφεραν να δημιουργήσουν μια ποικιλία καλαμποκιού, μεγαλύτερου από το σημερινό.

 Για το σκοπό αυτό έφτιαξαν ένα περίπλοκο αρδευτικό δίκτυο από κανάλια, δεξαμενές, τεχνητές λίμνες και αυλάκια χρησιμοποιώντας και διοχετεύοντας κυρίως το νερό των χειμάρρων που κυλούσαν από τα φαράγγια.

Οι επτά φυλές τους διακρίνονταν από τα χρώματα του καλαμποκιού: Κόκκινο, Γαλαζωπό, Κίτρινο, Άσπρο, Πράσινο, Ποικιλόχρωμο και Μαύρο καλαμπόκι.

Η φυλή του Μαύρου καλαμποκιού αποτελούσε την ιερατική τους τάξη, γιατί σ’ αυτή είχε αποκαλυφτεί ο φιδίσιος θεός και η αρχαία καταγωγή τους.

Τη γιούκα, που ήταν αυτοφυής στην περιοχή τους, τη χρησιμοποιούσαν για καλάθια, για σαπούνι (τριμμένη ρίζα), για σπόγγο με τον οποίο έφτιαχναν σανδάλια και έραβαν τα ρούχα, ακόμα και για μάσημα, γιατί το κοτσάνι του φυτού είναι γλυκό.

Οι Ανασάζι εφευρέτες των πολυκατοικιών

Όταν βγήκαν στην επιφάνεια, αποδείχθηκε πως οι Ανασάζι ήξεραν και να χτίζουν. Δημιούργησαν απαράμιλλα οικοδομήματα που τα θαυμάζουμε ακόμα και σήμερα. Τα κτήρια τους ήταν από διώροφα μέχρι πενταόροφα και είχαν από 100 μέχρι 2.000 δωμάτια και πάνω!

Τα ερείπια του χιλιόχρονου Πουέμπλο Μπονίτο προκαλούν ως τα σήμερα τον θαυμασμό.

Μέχρι το 1870 δεν υπήρχε κανένα κτίριο στις ΗΠΑ μεγαλύτερο από εκείνα που έφτιαξαν οι Ανασάζι. Στην ουσία κάθε πόλη τους αποτελούνταν από ένα κτιριακό συγκρότημα, όπου έμεναν όλοι. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι αυτοί που πρώτο-ανακάλυψαν την πολυκατοικία, γιατί τα σπίτια τους ήταν όχι μόνο πολυώροφα, αλλά είχαν και μεγάλα ρετιρέ. Κάθε στέγη του κάτω ορόφου, ήταν ο εξώστης για τον από πάνω όροφο.

Το σημαντικότερο όμως είναι πως όλα αυτά τα οικοδομικά μεγαθήρια κτίζονταν κατόπιν προσεχτικού σχεδιασμού και οι εργάτες δεν ξέφευγαν καθόλου από το προδιαγραμμένο σχέδιο. Έπειτα τα σοφάντιζαν και κουβαλούσαν κορμούς για δοκάρια της στέγης. Αυτούς τους κορμούς τους μετέφεραν από μακριά, μερικές φορές από απόσταση 100 χλμ. Οι υπόγειες κατοικίες τους παρέμεναν, αλλά τώρα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά σαν ναοί, για να τους θυμίζουν τη μυθολογία και την παράδοσή τους.

Γύρω στον 11ο αιώνα το θρησκευτικό κέντρο των Ανασάζι ήταν το Τσάκο, στα Β.Δ. του Νέου Μεξικού. Εκεί είχαν χτίσει το Πάμπλο Μπονίτο με 650 δωμάτια. Μπροστά απ’ αυτό υπήρχαν δυο υπόγειοι ναοί (κίβα). Γύρω από το Τσάκο είχαν χτιστεί τα προάστια που διέθεταν από μερικές εκατοντάδες ως 2000 δωμάτια το καθένα. Το κοντινότερο απ’ αυτά τα 100 περίπου προάστια απείχε λίγα χιλιόμετρα και το μακρινότερο 150 χλμ. Όλα αυτά συνδέονταν με πυκνό οδικό δίκτυο. Ως τώρα έχει ανακαλυφτεί μόνο ένα μέρος του που είναι κάπου 1.000 χλμ. μήκους.

Αυτοί οι δρόμοι, πλάτους 10 μέτρων, ήταν απόλυτα ευθείς, ανεξάρτητα από τα φυσικά εμπόδια που συναντούσαν. Τώρα τι χρειαζόταν ένα τέτοιο οδικό δίκτυο αφού, όπως λένε οι αρχαιολόγοι, οι Ανασάζι δεν διέθεταν αμάξια, ούτε γνώριζαν τον τροχό; Ο σημαντικότερος δρόμος είναι ο αποκαλούμενος «βορινός» που περνάει από το Πουέμπλο Άλτο -ένα εμπορικό κέντρο της εποχής εκείνης, όπου συγκλίνουν συνολικά πέντε δρόμοι- και συνεχίζει για να διασπαστεί τελικά σε 4 δρόμους που οδηγούν σε μακρινά Πουέβλο.

Εκτός από το οδικό δίκτυο οι Ανασάζι είχαν επινοήσει ένα σύστημα επικοινωνίας παρόμοιο με τις φρυκτωρίες των αρχαίων Ελλήνων. Στα υψώματα των Μέσα (τραπεζοειδών λόφων) άναβαν φωτιά το βράδυ και το φως της αντανακλούσε σε καθρέφτες από μαρμαρυγία (μίκα). Έτσι έστελναν φωτεινά σήματα από το Τσάκο ως τα πιο μακρινά προάστια. Την ημέρα γινόταν το ίδιο με το φως του ήλιου. Αυτή η μορφή επικοινωνίας είχε γενικευτεί σε όλη τη χώρα.

Δεν έχουμε ενδείξεις για το αν οι Ανασάζι γνώριζαν τη γραφή. Όμως ήταν ικανοί ζωγράφοι. Τα κίβα (υπόγειοι ναοί), που πολλές φορές εξείχαν σαν τρούλοι από το έδαφος, είναι διακοσμημένα με συμβολικές παραστάσεις και φαίνεται πως χρησιμοποιούνταν το πρωί σαν σχολεία για τα παιδιά. Σε ένα κίβα, που έπεσε θύμα πυρκαγιάς, βρέθηκαν 50 σκελετοί παιδιών και 2 γυναικών. Μπορούμε να φανταστούμε τις δυο δασκάλες που προσπάθησαν να σώσουν τα παιδιά οδηγώντας τα στον εσωτερικό εξώστη του κίβα και την αλλοφροσύνη των παιδιών που βρέθηκαν αγκαλιά το ένα με τ’ άλλο. Το βράδυ όμως συγκεντρώνονταν στο κίβα οι γέροντες -σοφοί, ιερείς, ή μυημένοι- και εκεί γύρω από την αρχέγονη τρύπα που ήταν στο κέντρο, αναθυμούνταν τις ιερές παραδόσεις τους, αντάλλασσαν τις παρατηρήσεις τους και χάραζαν τα πεπρωμένα της φυλής τους.

Στα μέσα του 12 αιώνα οι Ανασάζι αισθάνθηκαν τον πρώτο κλονισμό. Δεν ξέρουμε γιατί, αλλά τους βλέπουμε να εγκαταλείπουν ξαφνικά το Τσάκο με τα προάστια του. Συγκεντρώνονται στο Μέσα Βέρδε που γίνεται τώρα το νέο θρησκευτικό τους κέντρο. Όπως στο Τσάκο, έτσι και στο Μέσα Βέρδε κατοικούν μόνο 5% των Ανασάζι. Όλοι οι άλλοι ζουν σε προάστια χιλιάδων κατοίκων. Τα κτίριά τους γίνονται ακόμα μεγαλύτερα, διαθέτοντας χιλιάδες δωμάτια και τα κίβα πληθύνονται. Μερικά προάστια έχουν μέχρι και 100 κίβα.

Εκεί στην περιοχή του Μέσα Βέρδε, βόρεια του Τσάκο, οι Ανασάζι έζησαν ειρηνικά ενάμισι περίπου αιώνα. Τα καινούρια πέτρινα σπίτια τους μοιάζουν σαν αετοφωλιές πάνω στα απότομα βράχια. Όμως τα σύννεφα συσσωρεύονταν απειλητικά. Είναι ίσως η εισβολή των Ναβάχο και των Απάτσι που τους ενοχλούσε τόσο ή μήπως η παρατεταμένη ξηρασία που κρατούσε χρόνια;

Διάφορες εξηγήσεις δίνουν οι αρχαιολόγοι, αλλά καμία δεν είναι ικανοποιητική. Το μεγαλειώδες φινάλε της ιστορίας των Ανασάζι επρόκειτο να λάβει χώρα στο Μέσα Βέρδε. Εκεί μαζευτήκαν απ’ όλα τα μέρη της επικράτειάς τους. Οι σοφοί τους πρότειναν την ανέγερση ενός ναού. «Πιστεύω», λέει ο αρχαιολόγος Αλφόνσο Ορτίζ, «ότι ο μεγαλοπρεπής αυτός ναός, που ήταν αφιερωμένος στο ήλιο, αντιπροσώπευε μια μεγάλη προσπάθεια για να διαβάσουν τους ουρανούς, να διερευνήσουν την αιτία της δοκιμασίας τους και να αποφασίσουν για το πεπρωμένο τους». Οπωσδήποτε, αυτό που ξέρουμε είναι ότι μετά την ανέγερση του ναού, οι Ανασάζι, εξαφανίστηκαν όλοι, όπου κι αν βρίσκονταν, δίχως να πάρουν τίποτα μαζί τους, αφήνοντας πίσω τα σπίτια και τα αγαθά τους: σαν να πέρασαν σε άλλη διάσταση.

Η εξαφάνιση ενός λαού

Όποιοι κι αν ήταν, ξέρουμε ελάχιστα γι’ αυτούς. Το όνομα «Ανασάζι» τους το έδωσαν οι Ινδιάνοι Ναβάχο. Στην αθαπασκανική γλώσσα που μιλούσαν οι Ναβάχο, η λέξη Ανασάζι σημαίνει «ξένοι αρχαίοι». Και πράγματι ήταν και παρέμειναν ξένοι. Εμφανίστηκαν σε μια χώρα όπου οι ντόπιοι ήταν νομάδες κυνηγοί, και δημιούργησαν έναν θαυμαστό πολιτισμό: τέλειο αρδευτικό δίκτυο, πενταόροφα κτίρια, οδικό δίκτυο, τηλεπικοινωνίες κτλ.

Και όταν χάθηκαν ξαφνικά, γύρω στα 1300, οι γύρω ινδιάνικες φυλές (Πουέμπλο, Ναβάχο, Χόπι) το μόνο που έκαναν ήταν ότι προσπάθησαν να τους μιμηθούν και να διατηρήσουν μερικές από τις παραδόσεις τους. Γιατί αυτοί που αναφέρονται σαν Ανασάζι μετά τον 13ο αιώνα, είναι οι γείτονές τους Ινδιάνοι που είχαν επηρεαστεί από τον πολιτισμό τους. Ήταν κυρίως οι Πουέβλο που συνέχισαν να μιμούνται αυτό τον πολιτισμό ως το 1540 που εμφανίστηκαν οι Ισπανοί κατακτητές.

Οι Ανασάζι πήραν μαζί τους το μυστικό της ύπαρξής τους και του χαμού τους. Δεν ήταν η ξηρασία, γιατί με το αρδευτικό σύστημα που είχαν μπορούσαν να την καταπολεμήσουν. Άλλωστε από αιώνες καλλιεργούσαν σε άγονο έδαφος και ξηρό κλίμα. Δεν ήταν οι Απάτσι και οι Ναβάχο. Αυτοί οι Ινδιάνοι, που τότε ήταν απολίτιστοι, δεν αποτελούσαν πραγματικό κίνδυνο γι’ αυτούς. Μήπως προείδαν όμως τον ερχομό των Λευκών, που υπήρξε καταστροφή για όλους τους πολιτισμούς της Αμερικής; Παλιότερα μαζί με τους Τολτέκους είχαν καταφέρει να εξορίσουν τον ξένο θεό Κουετζαλκοάτλ (το 1.000 μ.Χ.) Τώρα όμως οι ιερείς τους ήξεραν ότι θα ξανάρθει και θα επιβάλει την εξουσία του.

Η Κάσα Ρινκονάδα (απόκρυφο σπίτι), ένα μεγάλο υπόγειο κίβα των Ανασάζι στο Τσάκο Κάνυον. Το μέγεθος και η θέση του κοντά στις πόλεις, δείχνουν τον θρησκευτικό ρόλο του. Σε μια τέτοια κίβα οι αρχηγοί της φυλής αποφάσισαν, το 1200 μ.Χ., να εγκαταλείψουν το Τσάκο Κάνυον.

Ο Κάρλος Καστανέντα στο βιβλίο του «Εσωτερική Φλόγα» δίνει μια μεταφυσική ερμηνεία, που ίσως εξηγεί την ξαφνική εξαφάνιση των Ανασάζι.

Αφού χαρακτηρίζει τη διδασκαλία του Δον Χουάν σαν «πανάρχαιη παράδοση των Τολτέκων», λέει πως αυτοί ήταν γνώστες της επίγνωσης της καταδίωξης και της πρόθεσης και δεν μπορούσαν να παγιδευτούν από το θάνατο. Επέλεγαν μόνοι τους τη στιγμή και τον τρόπο της αναχώρησής τους απ’ αυτό τον κόσμο. Εκείνη τη στιγμή κατατρώγοντας από ένα εσωτερικό πυρ και εξαφανίζονταν από το πρόσωπο της γης, σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ.

Αυτοί οι Τολτέκοι, σύμφωνα με τον Καστανέντα, ήταν ισχυροί μάγοι, ξεδιάλυναν μυστήρια και κατείχαν μυστικές γνώσεις. Ακόμα μπορούσαν να κατευθύνουν την επίγνωση των άλλων όντων. Μερικοί απ’ αυτούς χρησιμοποίησαν αυτές τις ικανότητές τους για να διδάξουν τους συνανθρώπους τους. Και προσθέτει τον ισχυρισμό του Δον Χουάν: «Είμαι πεπεισμένος ότι κάτω από την καθοδήγηση τους, οι πληθυσμοί ολόκληρων πόλεων πήγαν σε άλλους κόσμους και δεν ξαναγύρισαν».

Αιώνες ολόκληρους οι Ανασάζι ζούσαν σε μια χώρα με πλούσιο υπέδαφος. Ουράνιο, χρυσάφι, ασήμι, πετρέλαιο, άνθρακας, είναι μόνο μερικοί από τους θησαυρούς του. Το 10% του ουρανίου όλου του κόσμου βρίσκεται εκεί. Ήταν τυχαίο αυτό, ή μήπως επίτηδες διάλεξαν αυτό το μαγνητισμένο έδαφος; Δεν το ξέρουμε. Οι Ανασάζι δεν ενδιαφέρθηκαν για το ουράνιο και το πετρέλαιο. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν το τυρκουάζ που αφθονούσε στη χώρα τους. Βρέθηκαν μυριάδες χάντρες απ’ αυτό τον πολύτιμο λίθο. Είχαν τόσο τυρκουάζ, ώστε έκαναν και εξαγωγή. Πουλούσαν κολιέ από τυρκουάζ στους Τολτέκους και έπαιρναν απ’ αυτούς χάλκινα κουδούνια. Σε τι τους χρησίμευε το τυρκουάζ και τα χάλκινα κουδούνια; Δεν ξέρουμε.

Το 1538 ο αντιβασιλέας της Ισπανίας έστειλε τον Φραγκισκανό Μάρκος ντε Νίζα στη χώρα των Ανασάζι, όπου τώρα ζούσαν οι Πουέμπλο, για να βρει τις «επτά μυθικές πολιτείες της Κιμπόλα», όπου οι τοίχοι και οι δρόμοι είναι σκεπασμένοι με χρυσάφι και πολύτιμους λίθους! Μετά από δυο χρόνια οι Ισπανοί εισέβαλαν στην Αλμπουκέρκε και το 1598 όλη η περιοχή, που κάποτε κατοικούνταν από τους Ανασάζι, είχε καταληφθεί από τους Ισπανούς. Φυσικά οι «επτά χρυσές πόλεις» δεν βρέθηκαν ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου