Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

ΑΡΧΑΪΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΠΙΝΔΑΡΟΣ - •Πυθιονίκαις III - Ἱέρωνι Συρακοσίῳ (3.1-3.23)

ΠΥΘΙΟΝΙΚΑΙΣ III ΙΕΡΩΝΙ ΣΥΡΑΚΟΣΙΩΙ

Ἤθελον Χίρωνά κε Φιλλυρίδαν, [στρ. α]
εἰ χρεὼν τοῦθ᾽ ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας
κοινὸν εὔξασθαι ἔπος,
ζώειν τὸν ἀποιχόμενον,
Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου,
βάσσαισί τ᾽ ἄρχειν Παλίου φῆρ᾽ ἀγρότερον
5 νόον ἔχοντ᾽ ἀνδρῶν φίλον· οἷος ἐὼν θρέψεν ποτέ
τέκτονα νωδυνίας
ἥμερον γυιαρκέος Ἀσκλαπιόν,
ἥροα παντοδαπᾶν ἀλκτῆρα νούσων.

τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ [αντ. α]
πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυί-
ᾳ, δαμεῖσα χρυσέοις
10 τόξοισιν ὕπ᾽ Ἀρτέμιδος
εἰς Ἀΐδα δόμον ἐν θαλάμῳ κατέβα,
τέχναις Ἀπόλλωνος. χόλος δ᾽ οὐκ ἀλίθιος
γίνεται παίδων Διός. ἁ δ᾽ ἀποφλαυρίξαισά νιν
ἀμπλακίαισι φρενῶν,
ἄλλον αἴνησεν γάμον κρύβδαν πατρός,
πρόσθεν ἀκερσεκόμᾳ μιχθεῖσα Φοίβῳ,

15 καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν [επωδ. α]
οὐκ ἔμειν᾽ ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν,
οὐδὲ παμφώνων ἰαχὰν ὑμεναίων, ἅλικες
οἷα παρθένοι φιλέοισιν ἑταῖραι
ἑσπερίαις ὑποκουρίζεσθ᾽ ἀοιδαῖς· ἀλλά τοι
20 ἤρατο τῶν ἀπεόντων· οἷα καὶ πολλοὶ πάθον.
ἔστι δὲ φῦλον ἐν ἀνθρώποισι ματαιότατον,
ὅστις αἰσχύνων ἐπιχώρια παπταίνει τὰ πόρσω,
μεταμώνια θηρεύων ἀκράντοις ἐλπίσιν.

***

ΤΡΙΤΟΣ ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΕΡΩΝΑ ΤΟΝ ΣΥΡΑΚΟΣΙΟ

Ο Χίρωνας θα ήθελα, το τέκνο της Φιλύρας [στρ. α]—αν πρέπει να πουν τα χείλη μου την ευχή που όλος ο κόσμος λέει—να ζούσε, του Κρόνου του Ουρανίδη ο πανίσχυρος γόνοςπου έχει αποδημήσει,και να βασίλευε στου Πηλίου τα λαγκάδια το άγριο θεριό5που ᾽χε για τους θνητούς καρδιά γεμάτη αγάπη.Αυτός κάποτε ανάθρεψε τον ευγενικό Ασκληπιό,που ᾽φερνε απ᾽ τους πόνους ανακούφισηκαι δύναμη στο σώμα,τον ήρωα που γιάτρευε κάθε λογής αρρώστια.
Αυτόν, λοιπόν, η κόρη του Φλεγύα, του άξιου καβαλάρη, [αντ. α]προτού τον φέρει στη ζωή με τη βοήθεια της Ειλείθυιαςπου τις μητέρες σκέπει,10από τα χρυσά της Άρτεμης τα βέλη χτυπημένηαπό τον κοιτώνα της στου Άδη κατέβη τα παλάτια,γιατί τέτοιο στάθηκε του Απόλλωνα το σχέδιο·η οργή των τέκνων του Διός δεν πάει ποτέ χαμένη.Αυτή τον περιφρόνησε πάνω στην αμυαλιά τηςκαι μ᾽ άλλον άντρα ενώθηκε, κρυφά από τον γονιό της,αφού πρωτύτερα με τον μακρύμαλλο Φοίβο είχε σμίξει.
15Και φέρνοντας στα σπλάχνα της του θεού το αμόλυντο σπέρμα, [επωδ. α]δεν εκαρτέρεψε να ᾽ρθει στο νυφικό τραπέζιούτε των υμεναίων την πολύφωνη ιαχή ν᾽ ακούσειπου οι συνομήλικες οι φίλες της παρθένεςπρος το βραδάκι, κατά το έθιμο, τους γλυκοτραγουδούνε.20Αλλά κάποιον που μακριά της ήταν ερωτεύθη—αυτό το παθαίνουνε πολλοί.Μες στων ανθρώπων τις γενιές οι πιο ανέμυαλοι είναιόσοι περιφρονούν τα κοντινά και ρίχνουν τη ματιά τουςστα μακρινά, και μ᾽ ελπίδες κούφιες τ᾽ άπιαστα κυνηγούνε.

Ο Αριστοτέλης στη Σύγχρονη Αμερικάνικη Θεωρία Δικαίου

Η δική μου συνεισφορά στη σημερινό άρθρο έχει να κάνει με την επικαιρότητα του Αριστοτέλη για τη σύγχρονη Αμερικάνικη θεωρία δικαίου. Καταρχήν θα’ θελα να δικαιολογήσω την επιλογή του θέματος που ακούγεται κάπως παράδοξο. Πόσο επίκαιρος μπορεί να είναι ο Αριστοτέλης για τη σύγχρονη νομική θεωρία και μάλιστα για την Αμερικάνικη; Είναι βέβαια γνωστό πως ο Αριστοτέλης διατύπωσε την πρώτη συνεκτική θεωρία περί δικαιοσύνης. Κάθε σοβαρό βιβλίο φιλοσοφίας του δικαίου πρέπει υποχρεωτικά, αν θέλει να είναι πλήρες, να ξεκινά από τον Αριστοτέλη. Από εκεί και πέρα όμως, σε τι μπορεί να χρησιμεύσει ο Αριστοτέλης στη νομική θεωρία ενός σύγχρονου κράτους, και μάλιστα του αμερικανικού, όπου το δίκαιο ρυθμίζει τις πιο περίπλοκες διαπροσωπικές σχέσεις στα πλαίσια μιας κοινωνίας που απέχει σήμερα όσο ίσως καμία άλλη από την αρχαία ελληνική;

Το πιο εντυπωσιακό όμως, τουλάχιστον για μένα, δεν ήταν τίποτε άλλο από το γεγονός πως όλοι, ανεξάρτητα από το θέμα που παρουσίαζαν, ανεξάρτητα από τις απόψεις τους, ανεξάρτητα από το αντικείμενό τους, αναφέρονταν εκτεταμένα στον Αριστοτέλη. Μάλιστα πάντοτε ξεσπούσε μια διαμάχη για το τι πραγματικά εννοούσε στο ένα ή στο άλλο σημείο ο Αριστοτέλης.

Δεν άργησα να διαπιστώσω και κάτι άλλο, εξίσου ενδιαφέρον αλλά και περίεργο: το έργο του Αριστοτέλη ήταν θέμα συζήτησης όχι μόνο σε φιλοσοφικούς κύκλους ή αποκλειστικά από ιστορικούς της φιλοσοφίας (όπως εκείνο του Πλάτωνα), αλλά από θεωρητικούς όλων των κοινωνικών επιστημών. Πρέπει εδώ να διευκρινίσω ότι δεν αναφέρομαι μόνο σε τιμητικές παραπομπές του είδους «για το θέμα αυτό πρώτος μίλησε ο Αριστοτέλης», αλλά σε ουσιαστική συζήτηση των απόψεών του, σε προσπάθεια αξιοποίησής τους στα πλαίσια σύγχρονων θεωρητικών μοντέλων και πολλές φορές ακόμα και σε προσπάθειες δόμησης σύγχρονων νέο-αριστοτελικών θεωριών. Σήμερα, στο λίγο χρόνο που διαθέτω, θα προσπαθήσω να αιτιολογήσω αυτό το έντονο ενδιαφέρον που έχουν για τον Αριστοτέλη οι σύγχρονοι Αμερικανοί θεωρητικοί του δικαίου (και όχι μόνο όσοι ασχολούνται με τη φιλοσοφία του δικαίου). Θα παρουσιάσω επίσης ενδεικτικά κάποιες περιπτώσεις σύγχρονων νέο-αριστοτελικών θεωριών που ανέπτυξαν πρόσφατα μεγάλες προσωπικότητες της αμερικανικής νομικής επιστήμης και θα καταλήξω συζητώντας το ενδιαφέρον που μπορεί να έχει ο Αριστοτέλης για την πλέον ασύμβατη με την Αριστοτέλεια σκέψη σύγχρονη θεωρία, εκείνη της οικονομικής ανάλυσης του δικαίου, η οποία αποτελεί ουσιαστικά εφαρμογή της θεωρίας της ορθολογικής επιλογής στο χώρο του δικαίου. Σε μια πρόχειρη έρευνα στο Westlaw, τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων της Αμερικάνικης Νομικής Επιστήμης, ο Αριστοτέλης έχει τα τελευταία δέκα χρόνια συνολικά 392 παραπομπές στα 15 σημαντικότερα αμερικάνικα νομικά περιοδικά.

Ο Αριστοτέλης είναι ο δεύτερος φιλόσοφος σε παραπομπές μετά τον John Rawls (ο οποίος συγκεντρώνει 711). Όμως ο Rawls θεωρείται ο μεγαλύτερος πολιτικός φιλόσοφος του 20ου αιώνα και η θεωρία του περί δικαιοσύνης συζητείται περισσότερο από κάθε άλλη στον αγγλοσαξονικό κόσμο κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως στην τρίτη θέση μεταξύ των φιλοσόφων έρχεται ο Kant με 378 παραπομπές, στην τέταρτη ο John Stuart Mill με 305 και στην πέμπτη ο Πλάτων με 293. Όπως προανέφερα, οι παραπομπές στο έργο του Πλάτωνα είναι ποιοτικά διαφορετικές από εκείνες στο έργο του Αριστοτέλη, του Kant και του Mill, καθώς το έργο τους γίνεται αφορμή για κατασκευή νέων θεωριών, Αριστοτελικών, Καντιανών και φιλελεύθερων. Αντίθετα, δεν υπάρχει σχεδόν καμία παρόμοια προσπάθεια κατασκευής νεοπλατωνικών θεωριών δικαίου. Αυτή η έντονη παρουσία των μεγάλων φιλοσόφων στα νομικά περιοδικά γενικής ύλης δεν πρέπει να ξαφνιάζει. Στην αμερικάνικη νομική θεωρία, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, η φιλοσοφία του δικαίου δεν αποτελεί ένα περιθωριακό αντικείμενο απομονωμένο από την υπόλοιπη πρακτική θεωρία του δικαίου. Η θεωρία του αστικού, του ποινικού, του διεθνούς και βεβαίως του συνταγματικού δικαίου αναφέρονται σήμερα στις μεγάλες φιλοσοφικές και κοινωνικές θεωρίες. Είναι αδύνατη η δημοσίευση στα μεγάλα νομικά περιοδικά ενός άρθρου που δεν θα συζητήσει εκτεταμένα τη σχετική φιλοσοφική βιβλιογραφία ή δεν θα εντάσσεται σαφώς σε κάποια σχολή φιλοσοφική ή κοινωνικής θεωρίας. Χωρίς αμφιβολία, οι αμερικανοί θεωρητικοί του δικαίου φαίνεται να γνωρίζουν καλά το έργο του, αν κρίνουμε από τον αριθμό των αναφορών. Αυτό δεν είναι περίεργο. Ως γνωστόν, στις Η.Π.Α. για να εισαχθεί κάποιος στις Νομικές Σχολές θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει σπουδές πανεπιστημιακού επιπέδου σε κάποιο κολέγιο. Αν μάλιστα φιλοδοξεί να εισαχθεί σε μια από τις 45 μεγαλύτερες σχολές, θα πρέπει απαραιτήτως να έχει και έναν μεταπτυχιακό τίτλο. Έτσι, οι φοιτητές Νομικής, πριν την εισαγωγή τους στη Νομική Σχολή, έχουν πολλές ευκαιρίες να έρθουν σε επαφή με τον Αριστοτέλη, έργα του οποίου μάλιστα περιλαμβάνονται στη λεγόμενη λίστα των μεγάλων έργων της δυτικής σκέψης που πρέπει οι φοιτητές να διαβάσουν πριν την αποφοίτησή τους στα περισσότερα κολέγια. Επιπλέον, σε ένα εξειδικευμένο τεστ μέτρησης της νομικής ευφυΐας, το περίφημο LSAT [Law School Admission Test], που είναι απαραίτητο για την εισαγωγή ενός φοιτητή σε νομική σχολή, υπάρχουν σχεδόν πάντοτε ερωτήσεις από τα Πολιτικά ή τα Ηθικά Νικομάχεια. Αλλά και στη διάρκεια των νομικών σπουδών τους, οι αμερικανοί φοιτητές έχουν πολλές ευκαιρίες να έρθουν σε επαφή με το έργο του Αριστοτέλη.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιρροής του Αριστοτέλη στη σύγχρονη Αμερικάνικη νομική θεωρία αποτελεί η περίπτωση του Richard Posner, του θεωρητικού και δικαστή που έχει ασκήσει τη μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία του αμερικανικού δικαίου (και που πρόσφατα αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας του ΜΙΘΕ). Ο Posner, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με θέμα τις θεωρίες περί κράτους στα ομηρικά έπη (Posner 1979), έκανε εκτεταμένες αναφορές στον Αριστοτέλη. Κατηγορήθηκε τότε από συνάδελφό του πως είχε ερμηνεύσει λανθασμένα ένα χωρίο του Αριστοτέλη, διότι είχε χρησιμοποιήσει μια προβληματική μετάφραση των Πολιτικών. Όταν ο Posner διαπίστωσε ότι η κριτική ήταν ορθή, αποφάσισε να μάθει αρχαία ελληνικά για να έχει τη δυνατότητα να διαβάζει τον Αριστοτέλη από το πρωτότυπο. Θα ήταν αδύνατον να περιγράψω εδώ λεπτομερώς τους πολλούς τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιείται ο Αριστοτέλης στη σύγχρονη Αμερικάνικη νομική θεωρία. Θα προσπαθήσω απλά και με συντομία να παρουσιάσω κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις που το έργο του χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τη δόμηση σύγχρονων θεωριών. Το έργο του δεν χρησιμοποιείται μόνο από φιλοσόφους του δικαίου ή συνταγματολόγους, αλλά και από θεωρητικούς του δικαίου των συμβάσεων, του δικαίου των αδικοπραξιών, του ποινικού δικαίου, του οικογενειακού δικαίου, ακόμα και του δικαίου της εταιρικής διακυβέρνησης ή του δικαίου του διαδικτύου! Δεν πρόκειται βέβαια να αναφερθώ σε θεωρίες που είναι γνωστές στην Ελλάδα όπως ο κοινοτισμός και ο ρεπουμπλικανισμός (Galston 1994), αλλά και σε νεο-αριστοτελικές θεωρίες που ανήκουν περισσότερο στην πολιτική ή στην ηθική φιλοσοφία παρά στην φιλοσοφία του δικαίου (Rasmussen & Den Uyl 1991).

Πριν όμως προχωρήσω στην παρουσίαση κάποιων σύγχρονων προσεγγίσεων στον Αριστοτέλη, θεωρώ σκόπιμο να υπενθυμίσω τις βασικές αρχές της θεωρίας του περί δικαίου. Αν και σε πολλά σημεία των έργων του ο Αριστοτέλης διατυπώνει απόψεις περί δικαίου, η πληρέστερη ανάπτυξη του θέματος αυτού βρίσκεται στα Ηθικά Νικομάχεια (πέμπτο βιβλίο). Αυτό που ενδιαφέρει τον Αριστοτέλη είναι η λεγόμενη Πολιτική Δικαιοσύνη, δηλαδή ουσιαστικά η οργάνωση της κοινωνίας με τέτοιον τρόπο ώστε τα άτομα που ζουν μέσα σε μια πόλη να μπορούν να συμβιώνουν ομαλά ως ελεύθεροι και ίσοι πολίτες. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να συνυπάρξουν χωρίς δικαιικούς θεσμούς. Το δίκαιο έχει ως βασικό σκοπό να διαχωρίζει τις δίκαιες από τις άδικες πράξεις. Τι σημαίνει όμως δίκαιος και άδικος, ποιο είναι το κριτήριο της διάκρισης;
Υπάρχει, λέει ο Αριστοτέλης, το φυσικό παγκόσμιο δίκαιο (το κοινό) και το συμβατικό, το θετικό δίκαιο (το γεγραμμένο). Έτσι, ενώ υπάρχουν μορφές διακυβέρνησης και δικαιικά συστήματα που διαφέρουν από τόπο σε τόπο και μεταβάλλονται διαχρονικά, υπάρχει ταυτόχρονα και το δίκαιο το οποίο είναι φυσικό, ανεξάρτητο από την ανθρώπινη θέληση, παγκόσμιο και διαχρονικό. Είναι κοινό, διότι κοινή είναι η φύση των ανθρώπων, κοινές οι ανάγκες τους και οι στόχοι τους. Με τον Αριστοτέλη, λοιπόν, ξεκινά η μεγάλη παράδοση του φυσικού δικαίου στη δυτική νομική σκέψη, που φθάνει σήμερα μέχρι τον John Finnis και τον Ronald Dworkin. Βέβαια, πολύ δύσκολα ο Αριστοτέλης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί φυσικοδικαιιστής δεδομένου ότι συζητά με μεγάλη συντομία την έννοια του φυσικού δικαίου και κυρίως δεν φαίνεται να τον απασχολεί ιδιαιτέρως η αντίθεση του θετού με το φυσικό δίκαιο. Μάλιστα, οι απόψεις του βρίσκονται πολύ πιο κοντά στις σύγχρονες θεωρίες φυσικού δικαίου με μεταβαλλόμενο περιεχόμενο παρά σε εκείνες του Θωμά του Ακινάτη. Έτσι, για παράδειγμα, ο Kelly (1992: 17) εντοπίζει στο έργο του εκφράσεις που θυμίζουν έντονα τη θεωρία των προσταγών του John Austin («αναγκαστική δύναμις»). Το δίκαιο για τον Αριστοτέλη πρέπει να έχει γενικό χαρακτήρα. Όμως, το δίκαιο πρέπει να ρυθμίζει εξατομικευμένες ανθρώπινες συμπεριφορές. Έτσι, ο νόμος από τη φύση του περιέχει κενά τα οποία πρέπει να συμπληρωθούν από τους εφαρμοστές του δικαίου με τέτοιον τρόπο ώστε να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη που έχει διαταραχθεί από τον ατελή νόμο. Τον τρόπο με τον οποίο ο δικαστής θα πρέπει να συμπληρώσει το κενό δικαίου προσφέρει η έννοια της επιείκειας, η οποία έχει σαν σκοπό να προσαρμόσει το δίκαιο στις ειδικές περιστάσεις, στις συγκεκριμένες ανθρώπινες συμπεριφορές, με τον τρόπο που θα το έκανε ο νομοθέτης αν μπορούσε να προβλέψει τη συγκεκριμένη περίπτωση (HN 1137b), περιορίζοντας έτσι την αυστηρότητα του δικαίου και εν τέλει το νομικό φορμαλισμό. Η επιείκεια, όπως και το φυσικό δίκαιο, είναι αμετάβλητη. «Το μεν επιεικές αεί μένει και ουδέποτε μεταβάλλει» (Ρητορική 1375a). Προτεραιότητα όμως ο Αριστοτέλης δίνει στην επιείκεια. Ίσως η σημαντικότερη συμβολή του Αριστοτέλη στη θεωρία του δικαίου αποτελεί ο διαχωρισμός της δικαιοσύνης σε διορθωτική και διανεμητική. Η διορθωτική δικαιοσύνη έχει σαν σκοπό να επανορθώσει κάθε αδικία η οποία μπορεί να προκύψει, επαναφέροντας την προτέρα κατάσταση και αποζημιώνοντας αυτόν που αδικήθηκε, ενώ η διανεμητική έχει σαν στόχο τη διανομή των αξιωμάτων, των αγαθών αλλά και των υποχρεώσεων από την κοινότητα στα μέλη της. Η διορθωτική δικαιοσύνη είναι δύο ειδών, εκείνη που αναφέρεται κυρίως στις συμβάσεις και εκείνη που αναφέρεται στις περιπτώσεις που έχει ασκηθεί βία κατά εκείνου που έχει αδικηθεί. Η διανεμητική δικαιοσύνη δεν ταυτίζεται με την κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς ο Αριστοτέλης δεν μιλάει για ισότητα με βάση την ανάγκη αλλά την αξία. Τέλος, τονίζει πως το δίκαιο πρέπει να αποτελεί όργανο της λογικής και να μην επηρεάζεται από επιθυμίες και πάθη. Πρέπει να είναι υποχρεωτικό για όλους, τους άρχοντες και τον λαό, διότι, όπως σημειώνει, το κράτος του δικαίου είναι προτιμότερο από την αρχή ενός ατόμου (Π 287b). Η αναβίωση του Αριστοτέλη στη σύγχρονη φιλοσοφία του δικαίου υπήρξε παράλληλη με την αναβίωση της Αριστοτελικής ηθικής θεωρίας από τον Alasdair MacIntyre και την Martha Nussbaum. Ενώ όμως τον MacIntyre (1981) απασχολεί ιδιαίτερα η κριτική της σύγχρονης ηθικής θεωρίας και εν τέλει η αναγέννηση της κλασσικής αριστοτελικής θεωρίας φυσικού δικαίου, έτσι όπως αυτή είχε διαμορφωθεί και μέχρις ενός σημείου διαστρεβλωθεί από τον Θωμά τον Ακινάτη, η Nussbaum ξεκινά από διαφορετική βάση. Η Nussbaum (2000) πιστεύει πως στην αγγλοσαξονική ηθική θεωρία έχουν κυριαρχήσει οι νέο-καντιανές δεοντολογικές θεωρίες, αν και η Αριστοτελική θεωρία μπορεί να προσφέρει πολύ περισσότερα στη σύγχρονη πολιτική θεωρία. Για την Nussbaum, βασικός ρόλος του κράτους είναι η εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών που θα επιτρέψουν στους πολίτες να ζουν μια ευτυχισμένη και πλήρη ζωή «εν ευ δαιμονία». Αν και έχει κατηγορηθεί από τις φεμινίστριες για τις απόψεις του για τις γυναίκες, ο Αριστοτέλης παρόλαυτά αποτελεί τη βάση των θεωριών όχι μόνο της Nussbaum αλλά και άλλων φεμινιστριών νομικών. Για παράδειγμα, η Linda Hirshman (1992) ισχυρίζεται πως η πρακτική λογική του Αριστοτέλη σε συνδυασμό με την αρεταϊκή ηθική του και τον κοινοτισμό του, μπορεί να βοηθήσει στη θεμελιακή κριτική του επιστημονικού ρεαλισμού και του φιλελευθερισμού, που με το υψηλό επίπεδο αφαίρεσής τους συμβάλλουν στην ουσιαστική ανισότητα ανδρών και γυναικών (βλ. επίσης Posner 1992).

Πολύ σύντομα θα αναφερθώ στις τρεις πιο σημαντικές πρόσφατες νέο αριστοτελικές θεωρίες. Η πρώτη από αυτές ανήκει στον Lawrence Solum, ο οποίος φιλοδοξεί να δομήσει μια αρεταϊκή θεωρία δικαίου. Σε σειρά άρθρων τα τελευταία 15 χρόνια επιχειρεί να απαντήσει κυρίως στο ερώτημα της νομικής και ιδιαίτερα της δικαστικής κρίσης. Για τον Solum, η δικαστική σοφία είναι αντανάκλαση της αριστοτελικής φρόνησης, πρέπει να βασίζεται στην αρετή έτσι όπως ο Αριστοτέλης την περιέγραψε και να αξιοποιεί την επιείκεια για να μπορεί να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ της δικαιοσύνης και της πρακτικής λογικής.

Η δεύτερη διατυπώθηκε από τον Ernest Weinrib. Στο πρόσφατο βιβλίο του «Η Ιδέα του Ιδιωτικού Δικαίου» (1995), ο Weinrib θεμελιώνει μια αριστοτελική θεωρία του δικαίου των αδικοπραξιών, που επιχειρώντας να αυτονομηθεί από τις ινστρουμενταλιστικές θεωρίες περί δικαίου, τονίζει την αυτονομία του δικαίου ως ηθικής πρακτικής με τη δική της δομή και λογική. Σε μια ακραία φορμαλιστική κατασκευή, υποστηρίζει πως το δίκαιο των αδικοπραξιών ενσωματώνει και διέπεται από μια εσωτερική ηθική που δεν έχει τίποτε να κάνει με πραγματιστικούς στόχους. Βλ. ενδεικτικά Solum (1988, 2003).

Ίσως όμως η πλέον πολυσυζητημένη πρόσφατη νέοαριστοτελική θεωρία είναι εκείνη του Anthony Kronman, κοσμήτορα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Yale και ενός από τους σημαντικότερους σύγχρονους θεωρητικούς του ιδιωτικού δικαίου ο οποίος πραγματεύεται το έργο του Αριστοτέλη από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Στο βιβλίο του «Ο Νομικός που Χάθηκε: Αποτυχημένα Ιδανικά του Νομικού Επαγγέλματος» (19??), αναρωτιέται γιατί οι νομικοί δεν συνδυάζουν πλέον την νομική κρίση με ένα σύστημα ηθικών αρχών. Αφού θα παρουσιάσει αυτήν την ηθική πτώση του νομικού επαγγέλματος στις Η.Π.Α, θα στραφεί στον Αριστοτέλη, «his intellectual master» όπως χαρακτηριστικά λέει, για να φτιάξει μια θεωρία βασισμένη στις αριστοτελικές ιδέες της φρόνησης, της διαβούλευσης, της φιλίας και της πρακτικής λογικής, η οποία θα μπορέσει να βοηθήσει τους νομικούς να ξαναγίνουν statesmen, όπως ο Lincoln ή ο δικαστής Earl Warren και όχι απλοί στυγνοί επαγγελματίες. Δυστυχώς, ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να επεκταθώ και να αναφερθώ και σε άλλες σύγχρονες προσεγγίσεις, όπως η πολύ πρόσφατη θεωρία της Maureen Cavanaugh (2001) για την ερμηνεία του δικαίου, των George Thomas και Marshall Bilder (1991) για την αυτόενοχοποίηση, την πρόσφατη έκκληση της Miriam Galston προς τους φιλελεύθερους συνταγματολόγους (2002) να υιοθετήσουν μια αριστοτελική προσέγγιση «της μέσης οδού» η κυρίως την προσπάθεια του καθηγητή του Berkeley James Gordley (1991) να αναβιώσει μια νέο αριστοτελική θεωρία των συμβάσεων που θα βασίζεται στην ιδέα της ισότητας στην ανταλλαγή όπως την αντιλαμβανόταν ο Αριστοτέλης (Dos Santos Ferreira 2002).

Μέχρι τώρα, είδαμε ποια είναι η θεωρία του Αριστοτέλη για το δίκαιο, γιατί αυτή είναι ακόμα τόσο δημοφιλής στις Η.Π.Α. και πώς έχει αξιοποιηθεί στα πλαίσια μοντέρνων θεωριών περί δικαίου. Σε όλες όμως τις παραπάνω περιπτώσεις, οι σύγχρονοι νέοΑριστοτελιστές αξιοποιούν τον Αριστοτέλη με πολλούς τρόπους, μέσα στα πλαίσια όμως πάντα που έχει ορίσει η κυρίαρχη ερμηνευτική προσέγγιση των κειμένων του από την ηθική φιλοσοφία, η οποία αντιμετωπίζει τον Αριστοτέλη ως βασικό εκπρόσωπο των αρεταϊκών θεωριών, οι οποίες βρίσκονται στη μία άκρη ενός τριγώνου, του οποίου τις άλλες δύο άκρες καταλαμβάνουν οι ωφελιμιστικές και οι δεοντολογικές θεωρίες. Στα πλαίσια των θεωριών αυτών, στόχος του ανθρώπου είναι η ευδαιμονία, δηλαδή η ευημερία η οποία βιώνεται μέσω τις καλλιέργειας των αρετών. Το πρόβλημα είναι ποιες είναι αυτές οι αρετές, πώς τις ανακαλύπτει ο άνθρωπος και κυρίως πώς επιλέγει μεταξύ τους όταν αυτές έρχονται σε αντίθεση (ιδίως όταν λάβουμε υπόψη πως ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο ενάρετος άνθρωπος πρέπει να εναρμονίσει όλες τις αρετές). Δεν πρέπει να υπάρχει ένα αντικειμενικό κριτήριο που να επιτρέπει να επιλεγούν οι αρετές και να ξεπερασθεί το πρόβλημα του υποκειμενισμού, αλλά και ο σκόπελος της συμβατικής συντηρητικής ηθικής; Στο σημείο αυτό, θα εκθέσω κάποιες απόψεις μάλλον αιρετικές. Σύμφωνα με τη σχολή της ορθολογικής επιλογής (Elster 1986), ορθολογική είναι μια πράξη η οποία αποτελεί το πιο αποτελεσματικό μέσο επίτευξης του σκοπού που θέτει ένα άτομο. Η θεωρία της ορθολογικής επιλογής μας λέει τι πρέπει να κάνουμε για να πετύχουμε τους στόχους που εμείς θέσαμε (και οι οποίοι εξαρτώνται από τις προτιμήσεις μας). Πέραν όμως του κανονιστικού, η θεωρία έχει και έναν σαφώς περιγραφικό χαρακτήρα, καθώς θεωρεί ότι το άτομο δρα στις περισσότερες περιπτώσεις με βάση τη λογική του και το ίδιο αποτελεί τον καλύτερο κριτή του συμφέροντός του, το οποίο επιδιώκει με τις περισσότερες πράξεις του. Αν ισχύει η θεωρία αυτή, αν οι άνθρωποι δρουν ορθολογικά, τότε η συμπεριφορά τους μπορεί να προβλεφθεί. Η θεωρία αυτή έχει βέβαια ασκήσει σημαντικότατη επιρροή στις κοινωνικές επιστήμες, όμως ακόμα μεγαλύτερη στο δίκαιο (Ulen 1994).

Η προσέγγιση της ορθολογικής επιλογής στο δίκαιο ουσιαστικά αναζητά τις συνέπειες των κανόνων δικαίου σ’ έναν κόσμο όπου οι ορθολογικοί άνθρωποι προσαρμόζουν τις πράξεις τους στους κανόνες δικαίου. Εφόσον η συμπεριφορά μπορεί να προβλεφθεί, τότε το δίκαιο μπορεί να διαχειριστεί τα κίνητρα με τέτοιον τρόπο που να επιτύχει τον σκοπό του, ο οποίος δεν είναι άλλος από την κοινωνική ευημερία.

Ας δούμε τι λέει ο Αριστοτέλης.

            Ο άνθρωπος ως ατελές ον έχει μέσα του την τάση για βελτίωση και ολοκλήρωση (εντελέχεια) η οποία τον ωθεί προς ένα τέλος, που για τον Αριστοτέλη ταυτίζεται με την πλήρη ανάπτυξη, την πραγματοποίηση των δυνατοτήτων του. Τι εννοεί όμως ο Αριστοτέλης ως τέλος στην περίπτωση της πόλεως, της κοινωνίας; Από το πρώτο κεφάλαιο των πολιτικών, ο Αριστοτέλης υποστηρίζει πως η «τέλειος πόλις» σκοπό έχει το «ευ ζην» (Πολιτικά 1252b 2730) που μπορεί να ορισθεί ως ηθική και πνευματική, αλλά επίσης και ως υλική ευδαιμονία (αλλιώς δεν θα έδινε στο ίδιο απόσπασμα τόσο μεγάλη έμφαση στην αυτάρκεια). Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του δικαίου στην πορεία αυτή; Γίνεται γενικά αποδεκτό πως για τον Αριστοτέλη η οργάνωση της πολιτείας και το δίκαιο έχουν σαν σκοπό την πραγματοποίηση του γενικού συμφέροντος, δηλ. της κοινωνικής ευημερίας και μάλιστα όχι μόνο της κοινωνίας ως συνόλου, αλλά της ευημερίας όλων των πολιτών (Μιχαηλίδης Νουάρος 1982: 322, 342).3 Στα Ηθικά Νικομάχεια (8.1160a.10) το λέει καθαρά: “αι δε κοινωνίαι … συμπορεύονται γαρ επί τινι συμφέροντι” και επίσης πως «η πολιτική δε κοινωνία του συμφέροντος χάριν δοκεί και εξ αρχής συνελθείν και διαμένειν. τούτου γαρ και οι νομοθέται στοχάζονται και δίκαιόν φασιν είναι το κοινή συμφέρον». Ταυτόχρονα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι το δίκαιο οδηγεί στην καλή ζωή. Το καλό λοιπόν είναι πρότεροτου δικαίου ή δίκαιο είναι ό,τι είναι καλό για την πόλη. Ο νόμος πρέπει να διέπεται αποκλειστικά από τον ορθό λόγο, ο οποίος δεν πρέπει να εξαρτάται από τις ανθρώπινες επιθυμίες («άνευ ορέξεως νους ο νόμος εστίν», Π 1287Α). Τι νόημα έχει εδώ όμως ο ορθός λόγος; Σύμφωνα με τον Εμμ. Μιχελάκη (1959: 375), η άριστη πολιτεία «δεν προκύπτει εκ λογικής καθαράς απαγωγής… ασχέτως της δυνατότητος των εμπειρικών δυνατοτήτων», αλλά προκύπτει «εκ της παρατηρήσεως των υφισταμένων εμπειρικών συνθηκών και εκ της ιστορίας».

Βλ. Περί Ψυχής (415a 7, 415a 1617) και Μετά τα φυσικά (1047a 30, 1050a.23). 3 Βλ. επίσης Πλάτωνος, Νόμοι (875a)

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Είναι σαφέστατα αναχρονισμός να ενταχθεί ο Αριστοτέλης στη σχολή της ορθολογικής επιλογής. Όμως δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι ο Αριστοτέλης ήταν αυτός που πρώτος συνέλαβε την ιδέα πως ο άνθρωπος δρα ορθολογικά, αλλά και ότι πρέπει να δρα ορθολογικά, ότι το δίκαιο πρέπει να βασίζεται στον ορθό λόγο, ότι θα πρέπει να διαχειρίζεται τα κίνητρα των ανθρώπων με τέτοιον τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται ο σκοπός του δικαίου, δηλ. Η κοινωνική ευημερία. Βέβαια δεν είναι μόνο αυτός ο σκοπός του δικαίου, είναι όμως και αυτός και ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που το εντόπισε και το συνέδεσε με τον ορθό λόγο. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως όλα τα παραπάνω αποτελούν μια αρκετά παράδοξη ερμηνεία του Αριστοτέλη, η οποία δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που είχε ο Αριστοτέλης κατά νου. Πιστεύω όμως πως μπορώ με τρία παραδείγματα να δείξω ότι ο Αριστοτέλης ήταν πράγματι αυτός που έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης θεσμικής θεωρίας που βασίζεται στην ορθολογική επιλογή. Το 1968 ο οικολόγος Garrett Hardin δημοσίευσε στο περιοδικό Science το άρθρο του με τίτλο «Η τραγωδία των κοινών». Το άρθρο αυτό θεωρήθηκε θεμελιώδες για τη θεωρία των θεσμών. Ο Hardin, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα ενός βοσκότοπου που δεν ανήκει σε κάποιον συγκεκριμένο κτηνοτρόφο αλλά είναι κοινόχρηστος, διαπιστώνει πως κάθε κτηνοτρόφος θα έχει το κίνητρο να τον εκ μεταλλευτεί όσο γίνεται περισσότερο. Κάθε ζώο που προστίθεται στη βοσκή μειώνει λίγο την αξία του λιβαδιού ενώ το κέρδος του ιδιοκτήτη είναι μεγάλο. Αν όμως όλοι κάνουν το ίδιο, ο βοσκότοπος θα έχει σύντομα καταστραφεί, καθώς θα έχουν αποψιλωθεί τα χόρτα. Έτσι, σύμφωνα με τον Hardin, ο κάθε άνθρωπος όχι μόνο δεν θα δράσει με βάση το μακροχρόνιο συμφέρον του, δεδομένου ότι κανείς δεν μπορεί να του εγγυηθεί πως θα κάνουν και οι άλλοι το ίδιο, αλλά θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί όσο περισσότερο και ταχύτερα μπορεί το λιβάδι για να προλάβει τους άλλους. «Η καταστροφή είναι το πεπρωμένο προς το οποίο όλοι άνθρωποι κατευθύνονται ταχύτατα, ο καθένας προσπαθώντας να εξυπηρετήσει το συμφέρον του σε μια κοινωνία που πιστεύει στην ελευθερία των κοινών». Ο Hardin δεν πρότεινε κάποια λύση στο πρόβλημα που ουσιαστικά αντανακλά το δίλημμα του φυλακισμένου, το έκαναν όμως οι θεωρητικοί της οικονομικής ανάλυσης του δικαίου. Σύμφωνα με την οικονομική ανάλυση του δικαίου, η καταχρηστική αυτή χρήση πέρα από το κοινωνικά άριστο σημείο μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με εσωτερικοποίηση του κοινωνικού κόστους, κυρίως με την εισαγωγή ατομικής ιδιοκτησίας. Ο Αριστοτέλης είχε εντοπίσει όμως το πρόβλημα πολύ νωρίτερα. Σε ένα περίφημο χωρίο των Πολιτικών (1261b) όχι μόνο εντοπίζει το πρόβλημα, αλλά το χρησιμοποιεί για να υπερασπισθεί την ατομική ιδιοκτησία με όρους που χρησιμοποιεί η σύγχρονη οικονομική θεωρία του «λαθρεπιβάτη». «Ό,τι ανήκει σε όλους απολαμβάνει από αυτούς τη λιγότερη φροντίδα. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται περισσότερο γι’ αυτό που τους ανήκει και λιγότερο γι’ αυτό που ανήκει σε όλους. Ή σε κάθε περίπτωση ενδιαφέρονται μόνο στο βαθμό που τους αφορά.»

Αναφερόμενος μάλιστα στον Πλάτωνα λέει, κάπως ειρωνικά, ότι αν με βάση τις προτάσεις του στην Πολιτεία κάθε πολίτης έχει χίλιους γιους και εφόσον κανείς δεν έχει τον δικό του γιο, «ούτοι ουχ ως εκάστου, αλλά του τυχόντος ο τυχών ομοίως εστίν υιός, ώστε πάντες ομοίως ολιγωρήσουσιν». Το δεύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με το ζήτημα της διαμόρφωσης των προτιμήσεων. Η σύγχρονη σχολή των οικονομικών της συμπεριφοράς έχει τονίσει πως το δίκαιο όχι μόνο μπορεί να αξιοποιήσει την ορθολογική συμπεριφορά μέσω μιας διαχείρισης κινήτρων, αλλά έχει επίσης τη δυνατότητα να επέμβει στη διαμόρφωση των προτιμήσεων των ατόμων με τέτοιο τρόπο ώστε να μεταβάλλει τους στόχους τους. Για τον Αριστοτέλη, αυτή είναι η διαφορά μεταξύ ενός καλού και ενός κακού νομοθέτη. Οι καλοί νομοθέτες «τους πολίτας εθίζοντες ποιούσιν αγαθούς» (ΗΝ 1103b).

Όμως ο Αριστοτέλης δεν κάνει το λάθος να υπερτονίσει τον παιδαγωγικό ρόλο του δικαίου και να παραμελήσει τη δύναμη της ανθρώπινης ορθολογικότητας, όπως η σύγχρονη συμπεριφορική οικονομική (Sunstein 2000). Αντίθετα, αντιμετωπίζει το δίκαιο ως ένα σύστημα διαχείρισης κινήτρων, όπως ακριβώς και η οικονομική ανάλυση του δικαίου. Φτάνει μέχρι μάλιστα στο σημείο να «ἥκιστα γὰρ ἐπιμελείας τυγχάνει τὸ πλείστων κοινόν: τω̂ν γὰρ ἰδίων μάλιστα φροντίζουσιν, τω̂ν δὲ κοινω̂ν ἡττον, ἢ ὅσον ἑκάστῳ ἐπιβάλλει: πρὸς γὰρ τοι̂ς ἄλλοις ὡς ἑτέρου φροντίζοντος ὀλιγωρου̂σι μα̂λλον.» οικονομική ανάλυση του δικαίου. Φτάνει μέχρι μάλιστα στο σημείο να διατυπώσει τη θεωρία του Oliver Wendell Holmes (1897) για τον κακό άνθρωπο (bad man), η οποία επηρέασε τόσο τη σύγχρονη οικονομική ανάλυση του δικαίου. Σύμφωνα με τον Holmes, όποιος θέλει να γνωρίσει το δίκαιο πρέπει να το αντιμετωπίσει όπως ο κακός άνθρωπος που ενδιαφέρεται μόνο να προβλέψει τι συνέπειες θα έχει γι’ αυτόν η παραβίαση του νόμου και όχι όπως ο καλός άνθρωπος που προσαρμόζει τη συμπεριφορά του ανάλογα με την ηθική συνείδησή του». Λέει λοιπόν ο Αριστοτέλης στο δέκατο κεφάλαιο των ΗΝ, σε ένα από τα πλέον διορατικά αποσπάσματά του: «Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι πιο επιδεκτικοί στον καταναγκασμό και στην τιμωρία παρά στη λογική και στις ηθικές αξίες. Ως εκ τούτου, ορισμένοι πιστεύουν, πως αν και είναι πρέπον ο νομοθέτης να ενθαρρύνει και να προτρέπει τους πολίτες προς την αρετή βασισμένος σε ηθικά επιχειρήματα με την ελπίδα πως όσοι έχουν λάβει μια ηθική διαπαιδαγώγηση θα ανταποκριθούν, είναι όμως ταυτόχρονα υποχρεωμένος να επιβάλει τι μωρία και ποινές στους απείθαρχους και δύστροπους… Διότι μολονότι ο ηθικός άνθρωπος, που στη ζωή του καθοδηγείται από ηθικές αρχές, θα πειθαρχήσει στη λογική, ο κακός που οι επιθυμίες του εξαρτώνται από την ηδονή, πρέπει να υποχρεωθεί σε πειθαρχία με την αύξηση του πόνου, σα να είναι υποζύγιο». Τέλος, ακόμα και ο τρόπος με τον οποίον η οικονομική ανάλυση του δικαίου αντιμετωπίζει, για παράδειγμα, το δίκαιο των συμβάσεων, όχι μόνο βασίζεται στη κατηγοριοποίηση του Αριστοτέλη αλλά είναι ίσως η μοναδική θεωρία που λαμβάνει σοβαρά υπόψη τον διαχωρισμό διορθωτικής και διανεμητικής δικαιοσύνης στην ερμηνεία των συμβάσεων, προσφέροντας ταυτόχρονα αντικειμενικά κριτήρια για τη μη σύγχυση των δύο. Έτσι, όταν υπάρχει κάποια «αποτυχία της σύμβασης» που οφείλεται σε «αποτυχία της αγοράς» ο δικαστής θα πρέπει να επαναφέρει την ισορροπία στη συμβατική σχέση, την ισορροπία του τέλειου ανταγωνισμού, δηλ. της τέλειας σύμβασης. Αντίθετα, τα προβλήματα διανεμητικής δικαιοσύνης (ιδίως όταν αυτή ταυτίζεται με τη διανεμητική) θα πρέπει να διαχωριστούν απολύτως, εφόσον το κράτος είναι αρμόδιο και καταλληλότερο για την αναδιανομή και όχι ο δικαστής (Hatzis 2002). Με όλα αυτά δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι ο Αριστοτέλης διατύπωσε κάποια ωφελιμιστική θεωρία ή κάποια θεωρία ορθολογικής επιλογής. Απλά θέλω να δείξω πως ακόμα και μια τόσο σύγχρονη και ρηξικέλευθη θεωρία δικαίου ασχολείται με προβλήματα που πρώτος ο Αριστοτέλης εντόπισε και για να τα λύσει βαδίζει σε μονοπάτια που πρώτος ο Αριστοτέλης χάραξε!

Της μη αγάπης εποχή

Όταν αγαπάς κάνεις χίλια δυο πράγματα φυσικά, αβίαστα, μ' ευχαρίστηση, αυθόρμητα.

Φροντίζεις, επικοινωνείς, νοιάζεσαι, πλησιάζεις, χαίρεσαι, συναισθάνεσαι, αγαπιέσαι, συμμετέχεις, κουράζεσαι, προσπαθείς, αγωνιάς, αντέχεις, ανέχεσαι, υπομένεις, περιμένεις, καρτεράς, ξαγρυπνάς, επιμένεις, ονειρεύεσαι, ταλαιπωρείσαι, σωπαίνεις, οπισθοχωρείς, επαναλαμβάνεις, σκέφτεσαι, αφήνεσαι, παρατηρείς, προσφέρεις, αγωνίζεσαι, δυναμώνεις, ευχαριστείς, ευγνωμονείς, εμπιστεύεσαι, υπερασπίζεσαι, συνδέεσαι...

Όταν δεν αγαπάς και είσαι στην αναμονή της αγάπης ή στην έλλειψή της ή σε αυτό που μου αρέσει να αποκαλώ ''εποχή της μη αγάπης'', τι απ' όλα αυτά κάνεις; Τι μπορείς να κάνεις απ' όλα αυτά και πώς καταφέρνεις να τα κάνεις όταν χρειάζεται;

Όταν χρειάζεται να φροντίσεις, να νοιαστείς, να εμπιστευτείς, να υπερασπιστείς, να αντέξεις, να ανεχτείς...

Μα λείπει το βασικό συστατικό που κάνει τα πάντα πιο εύκολα.

Τότε πρέπει κάτι να βρεις να τροφοδοτήσει το στόχο σου, να σου δίνει ενέργεια και μια πυξίδα για να μη χάσεις το δρόμο.

Ίσως είναι μια εσωτερική κουκκιδίτσα, ένα από εκείνα τα σημαδάκια που δε φαίνονται με γυμνό μάτι και που καλείται να υποκαταστήσει το συναίσθημα εκείνο που ομορφαίνει τις προσπάθειες και τις μετατρέπει σε συμπαθή αγώνα...

Ένα όριο εσωτερικό, μια φωνή που έρχεται απ' τα βάθη της ψυχής και υποδεικνύει τον τρόπο που είναι να πλησιάσεις και ίσως να πλησιαστείς.

Είναι τότε που αντιλαμβάνεσαι ότι ακόμα και χωρίς να αγαπάς είσαι ικανός να φροντίσεις αληθινά, να αντέξεις γενναία, να εμπιστευτείς κι όπου βγάλει, να υπερασπιστείς με σθένος.

Γιατί μέσα σου έχει ενεργοποιηθεί κάτι που κι αυτό με τη σειρά του ενεργοποιεί κάτι ακόμα κι εκείνο κάτι παραπέρα και που κάποιες φορές έχει το θάρρος να σταθεί και να αναμετρηθεί ισάξια δίπλα στην Αγάπη, την κυρά όλων των θαλασσών και των ηπείρων.

Αυτό το κάτι που σου δίνει το χέρι να κρατηθείς όταν λυγίζεις, σου ζεσταίνει την καρδιά όταν κρυώνει, σου θυμίζει το στόχο, το δρόμο και τον προορισμό.

Και που με αυτό μπορείς να πορευτείς στην εποχή της μη αγάπης και να συνδεθείς με τους ανθρώπους.

Να κάνεις καλό, να λάβεις καλό και να είσαι ευγνώμων για τα θαύματα που συντελούνται δίπλα σου, αθόρυβα και ταπεινά.

Αυτό το κάτι, η κουκκιδίτσα εντός είναι θαρρώ η Ειλικρίνεια, η Απλότητα, η Ενσυναίσθηση...

Δε φοβάμαι τις εποχές της μη αγάπης. Είναι τότε που ψάχνω πιότερο μέσα μου να αγγίξω την κουκκιδίτσα μου, να είμαι σίγουρος πως είναι εκεί, έτοιμος να υπερασπιστείς εμένα και τους ανθρώπους, τους δικούς και μη...

Κάθε μέρα να γίνεστε όλο και πιο ανθρώπινοι, λιγότερο τέλειοι και πιο ευτυχισμένοι

Επειδή η ευτυχία αποτελείται από στιγμές, είναι σημαντικό να μάθετε να τις εκτιμάτε, με το να αποδέχεστε και να αγαπάτε τον εαυτό σας όπως είναι, με τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του.

Το να μάθετε να αποδέχεστε αυτό που είστε είναι μια περιπέτεια που διαρκεί μια ζωή. Όταν φτάνετε στο σημείο να είστε ευχαριστημένοι με τον εαυτό σας, με αυτό που έχετε και με όσα έχετε πετύχει, βρίσκετε αυτή την εσωτερική ισορροπία που είναι τόσο σημαντική.

Υπάρχουν άνθρωποι που περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους προσποιούμενοι ότι είναι κάποιοι που δεν είναι. Και δεν είναι μόνο αυτό. Απέχοντας πολύ από το να αποδεχτούν αυτό που είναι, προσπαθούν να αλλάξουν το ένα ή το άλλο, εξαντλώντας τον εαυτό τους σε ένα μαραθώνιο για να φτάσουν το ιδανικό που έχουν στο μυαλό τους. Δεν αποδέχονται σχεδόν ποτέ την πραγματικότητα, αυτό που πραγματικά είναι.

Δεν υπάρχουν πολλές γυναίκες που έχουν το τέλειο σώμα σε όλη τη ζωή τους -ούτε καν τα μοντέλα. Και το πράγμα πηγαίνει ακόμα πιο πέρα: μερικοί άνθρωποι, αντί να εστιάζουν σε ένα τέλειο σώμα, παθαίνουν εμμονή με τη δημιουργία μιας τέλειας ζωής -ένα ονειρεμένο σπίτι, ένας τέλειος σύζυγος, τα τέλεια παιδιά.

Η ζωή δεν είναι τέλεια. Μάλιστα η απόλυτη τελειότητα δεν υπάρχει. Η ζωή αποτελείται από στιγμές, στιγμές που μπορούν να σας προσφέρουν τη μεγαλύτερη ευτυχία, όμως η αποδοχή του εαυτού σας όπως είναι αποτελεί το πρώτο βήμα που πρέπει να κάνετε για να τη φτάσετε.

Στο σημερινό άρθρο σάς προσκαλούμε να σκεφτείτε πάνω σε αυτό μαζί μας.
Λιγότερο τέλειοι, αλλά πιο ευτυχισμένοι

Όσοι γνωρίζουν την αληθινή ομορφιά λένε ότι το πιο ελκυστικό χαρακτηριστικό είναι μερικές φορές μια ατέλεια. Αν αναρωτιέστε γιατί, η απάντηση είναι απλή: οι μικρές σας ατέλειες είναι αυτές που σας κάνουν μοναδικούς και διαφορετικούς και αυτό αποτελεί μέρος της μαγείας σας.

Όταν αποδέχεστε πλήρως τον εαυτό σας, τα μειονεκτήματα και την ομορφιά σας, θα βρείτε την εσωτερική ισορροπία σας. Με τη σειρά του αυτό θα σας φέρει σε ισορροπία με τον κόσμο γύρω σας και με όλους μέσα σε αυτόν.

Το άτομο που δεν αποδέχεται αυτό που είναι αναπτύσσει αισθήματα ανασφάλειας.
Η ανασφάλεια δημιουργεί έλλειψη ικανοποίησης. Κάποιος που δεν είναι ικανοποιημένος με τον εαυτό του απογοητεύεται ή αναπτύσσει αρνητικά γνωρίσματα: ζήλια, φόβο…

Το τέλειο σώμα δεν κάνει κανέναν ευτυχισμένο. Μάλιστα πολλοί άνθρωποι που ακολουθούν αυστηρή δίαιτα, ασκούνται καθημερινά και υποβάλλονται σε κάποια πλαστική χειρουργική επέμβαση, θεωρούν ότι εξακολουθούν να μην αποδέχονται αυτό που είναι.

Είναι επίσης σημαντικό να επισημανθεί ότι μερικές φορές η ανάγκη για «τελειότητα του εαυτού» ενσταλάζεται στους ανθρώπους από την παιδική ηλικία. Μια πολύ αυστηρή μητέρα ή ένας υπερβολικά αυστηρός πατέρας μπορεί να καταλήξει να αναπαράγει ανασφάλειες, σε σημείο που το άτομο πιστεύει ότι η τελειότητα είναι η μόνη οδός προς την επιτυχία.

Είναι σημαντικό να φτάνουν όλοι σε μια στιγμή της ζωής τους στην οποία τελικά αποδέχονται τον εαυτό τους γι’αυτό που είναι. Αυτό θα πρέπει να συμβαίνει κάποια στιγμή στα τέλη της εφηβείας ή λίγο μετά τα είκοσι, όταν το άτομο τελικά ωριμάζει.

Από το σημείο αυτό κι έπειτα, είστε έτοιμοι για τις μεγάλες περιπέτειες της ζωής σας. Μόνο οι άνθρωποι με τη μεγαλύτερη αυτεπίγνωση και συναισθηματική ωριμότητα μπορούν να κινηθούν προς τα μπρος με ακεραιότητα, ανοιχτοί σε όλα όσα η ζωή μπορεί να τους προσφέρει, επειδή οι ίδιοι με τη σειρά τους έχουν πολλά να δώσουν στην ίδια τη ζωή.

Κάθε μέρα είστε περισσότερο ανθρώπινοι και περισσότερο δεκτικοί στα πράγματα γύρω σας
Τι σημαίνει το να είμαστε περισσότερο ανθρώπινοι; Προφανώς είμαστε όλοι άνθρωποι -γεννιόμαστε ως βρέφη, μεγαλώνουμε και μαθαίνουμε από τα περιβάλλοντά μας. Όμως υπάρχει μια πτυχή που μας κάνει ανθρώπους και μας διακρίνει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο και αυτή είναι η ικανότητά μας να βιώνουμε συναισθήματα, αγάπη…

Άνθρωπος σημαίνει μεγαλύτερη ευαισθησία στις πραγματικότητες της καθημερινής ζωής.
Σημαίνει το να μπορούμε να ακούμε τον εαυτό μας και να κατανοούμε τις ανάγκες μας, γνωρίζοντας διαισθητικά πώς να ενισχύσουμε τους δεσμούς με τους άλλους και να δείχνουμε ενσυναίσθηση

Είμαστε όλοι άνθρωποι, όμως μονάχα μερικοί από μας ενεργούμε με πραγματική συναισθηματική νοημοσύνη και σεβασμό, επικοινωνώντας με ακεραιότητα, προάγοντας ένα θετικό περιβάλλον στο οποίο όλοι γύρω μας κερδίζουν και δεν υπάρχει κανένας χαμένος.

Για να φτάσετε σε αυτό το σημαντικό στάδιο στο οποίο συνδέεστε με τους ανθρώπους γύρω σας, πρέπει πρώτα να αποδεχτείτε τον αυτό σας.

Αποδοχή δεν σημαίνει απλώς το να είστε ευχαριστημένοι με το σώμα ή τη σωματική σας εμφάνιση.

Αποδοχή σημαίνει ότι αναγνωρίζετε το παρελθόν σας -όχι μόνο τις επιτυχίες σας αλλά και τα λάθη σας.

Είναι σημαντικό να αποδέχεστε τις αδυναμίες σας ενώ ταυτόχρονα μαθαίνετε από αυτές. Έτσι μαθαίνετε να αποδέχεστε κάθε πτυχή της ζωής σας, το παρελθόν και το μέλλον σας.

Η ευτυχία και τα λάθη δεν αποκλείουν το ένα το άλλο. Και μην υποθέσετε ότι όλοι οι άνθρωποι που μοιάζουν να έχουν την τέλεια ζωή είναι ευτυχισμένοι. Η ευτυχία αποτελείται από στιγμές που καταρχάς προέρχονται από μέσα.

Μόνο οι άνθρωποι οι οποίοι είναι υπερήφανοι γι’αυτό που είναι, αλλά ταυτόχρονα είναι ταπεινοί και σέβονται τους άλλους γύρω τους, καταφέρνουν να κάνουν τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος κάθε μέρα.

Επομένως να θυμάστε πάντα να είστε περισσότερο ανθρώπινοι, λιγότερο τέλειοι και περισσότερο ευτυχισμένοι.

Εκείνοι που δε φοβούνται να κάνουν λάθος…

Ποτέ δεν ξέρεις τι κρύβεται μέσα στην ψυχή ενός καλλιτέχνη μέχρι να δείς κάποιο από τα έργα του.
Είναι εκείνοι που συναντάς κι έχουν το βλέμμα λίγο χαμένο σαν κάτι ανεξήγητο να τους στοιχειώνει.
Είναι εκείνοι που μπορούν να μιλάνε με τις ώρες γι’αυτά που τους παθιάζουν.
Είναι εκείνοι που βλέπουν ομορφιά μέσα στα πιο μεγάλα ερείπια.
Είναι εκείνοι που ψάχνουνε το φώς της χαραμάδας.
Είναι εκείνοι που δεν φοβούνται να κάνουν λάθος.
Είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η τρέλα ξεπερνάει τη λογική και μόνο μέσα από την τρέλα βλέπεις τα πράγματα ξεκάθαρα.
Είναι εκείνοι που πιστεύουν στη μαγεία και δεν πάυουν να την αναζητάνε σε κάθε τους βήμα.
Είναι εκείνοι που δεν μπορούν να κοιμηθούν τις νύχτες γιατί το μαυλό τους κατακλύζεται από ιδέες.
Είναι εκείνοι που γελάνε δυνατά και θυμώνουν σαν μικρά παιδιά μίας και ποτέ τους δεν έπαψαν να είναι.
Είναι εκείνοι που ξαφνικά μελαγχολούν και σκοτεινιάζουν χωρίς να καταλαβαίνει κανείς το γιατί.
Είναι εκείνοι που δεν αναπνέουν χωρίς την τέχνη τους.
Είναι εκείνοι που κρατάνε τις πληγές τους ανοιχτές για να μπορούν να εμπνέονται σε δύσκολες στιγμές.
Είναι εκείνοι που δεν μπορείς να φυλακίσεις την ψυχή τους.
Είναι εκείνοι που πιστεύουν πως μπορούν ν’αλλάξουνε τον κόσμο.
Είναι εκείνοι που ουρλιάζουν μέσα από τα έργα τους.
Είναι εκείνοι που δεν μπορεί ο καθένας να τους καταλάβει.
Είναι εκείνοι που σε κοιτάζουν βαθιά στα μάτια και νιώθεις πως διαβάζουν την ψυχή σου.
Είναι εκείνοι που βλέπουν ανεμόμυλους εκεί που δεν υπάρχουν.
Είναι εκείνοι που δεν λένε ”θα προσπαθήσω” αλλά ”θα το κάνω”.
Eίναι εκείνοι που δουλεύουν ανεξάντλητα.
Είναι εκείνοι που μπορούν να γεμίσουν το είναι σου με λάμψη,μονάχα με μιά κίνηση.
Είναι εκείνοι που μετράνε τον κόσμο σε στιγμές.
Είναι εκείνοι που βλέπουνε τον κόσμο με άλλα μάτια,τα δικά τους.
Είναι εκείνοι που χάνονται για μιά ιδέα.
Είναι εκείνοι που άν τύχει και σ’ερωτευτούν, μπορούν να σε κάνουν αθάνατο.
Είναι εκείνοι που δεν σταματούν ποτέ να διαβάζουν παραμύθια.
Είναι εκείνοι που πιστεύουνε στη Χώρα των Θαυμάτων…
…και είναι οι μόνοι που την βρίσκουν…

Μέτρηση της σκοτεινής ενέργειας μέσω ενός κοσμικού χάρτη 1,2 εκατ. γαλαξιών

Εκατοντάδες επιστήμονες ένωσαν τις δυνάμεις τους στο πλαίσιο του προγράμματος Sloan Digital Sky Survey III (SDSS III), με σκοπό να φέρουν στο φως περισσότερα στοιχεία για τη σκοτεινή ενέργεια. Έτσι, για να υπολογίσουν με ακρίβεια - ρεκόρ τη μυστηριώδη αιτία που επιταχύνει την κοσμική διαστολή, δημιούργησαν τον πιο λεπτομερή έως σήμερα χάρτη γαλαξιών στο σύμπαν.

Οι ερευνητές χρειάστηκαν περίπου μία δεκαετία για να ολοκληρώσουν τον χάρτη, στον οποίο αποτυπώνονται οι θέσεις 1,2 εκατομμυρίων γαλαξιών, οι οποίοι βρίσκονται σε απόσταση δισεκατομμυρίων ετών φωτός. Χάρις σε αυτά τα δεδομένα, μπόρεσαν να μετρήσουν τη σκοτεινή ενέργεια ακριβέστερα από ποτέ.

Με τον όρο σκοτεινή ενέργεια, οι κοσμολόγοι αποδίδουν την αιτία που το σύμπαν διαστέλλεται με επιταχυνόμενο ρυθμό. Μέχρι σήμερα, υπάρχουν μόνο υποθέσεις για τη φύση της σκοτεινής ενέργειας, όπως για παράδειγμα η θεωρία της «κοσμολογικής σταθεράς» του Άλμπερτ Αϊνστάιν, σύμφωνα με τον οποίο πρόκειται για μία δύναμη αρνητικής βαρύτητας που κατακλύζει ομοιόμορφα τον χωροχρόνο.

Άλλοι επιστήμονες, ωστόσο, έχουν υποστηρίξει πως η επιταχυνόμενη κοσμική διαστολή οφείλεται στην ίδια τη βαρύτητα, η οποία σε μεγάλες κλίμακες δεν συμπεριφέρεται όπως περιγράφει η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας.

Πάντως, o γαλαξιακός χάρτης φαίνεται να επαληθεύει τους νόμους της βαρύτητας σε συμπαντικό επίπεδο, επιβεβαιώνοντας ότι όντως μία άγνωστης φύσης δύναμη κρύβεται πίσω από την κοσμική διαστολή. Μάλιστα, συμφωνεί με την έννοια της «κοσμολογικής σταθεράς», δηλαδή την ύπαρξη μίας σταθερής απωστικής δύναμης η οποία δρα αντίθετα από τη βαρυτική έλξη των μαζών.

Κομμάτι του χάρτη.

Ο χάρτης βασίσθηκε σε δεδομένα του πρότζεκτ BOSS (Baryon Oscillation Spectroscopic Survey), στο πλαίσιο του SDSS III. Οι υπολογισμοί βασίσθηκαν στις «βαρυονικές ακουστικές ταλαντώσεις» (ΒΑΟ), δηλαδή ηχητικά κύματα που διαδίδονταν στο σύμπαν περίπου 400.000 χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη.

Διαφορετικές ομάδες του πρότζεκτ ανέλυσαν τις μετρήσεις με διαφορετικές μεθόδους, αντιπαραβάλλοντας στη συνέχεια τα αποτελέσματά τους. Με αυτό τον τρόπο, όχι μόνο υπολόγισαν με ακρίβεια τις θέσεις των γαλαξιών, αλλά και προσδιόρισαν έμμεσα τόσο τη σκοτεινή ενέργεια όσο και στη σκοτεινή ύλη – την επίσης άγνωστης φύσης ύλη που, μέσω της βαρύτητάς της, επιδρά σε κοσμικές δομές όπως οι γαλαξίες.

Τα αποτελέσματά τους είναι συνεπή με το «καθιερωμένο μοντέλο» της κοσμολογίας.  Σύμφωνα με αυτό, το σύμπαν «γεννήθηκε» πριν από περίπου 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια με τη Μεγάλη Έκρηξη και στη συνέχεια γνώρισε μία μικρή περίοδο απότομης διαστολής, πριν αρχίσει να ψύχεται ώστε να μπορέσουν να σχηματισθούν τα πρώτα άτομα και, από αυτά, οι υπόλοιπες κοσμικές δομές.

Επιπλέον, τα ευρήματά τους δείχνουν πως η σκοτεινή ενέργεια μεταβάλλεται πολύ αργά. Κι αυτό γιατί δεν έχει μεταβληθεί περισσότερο από 20% τα τελευταία 7 δισεκατομμύρια χρόνια.

Η αθανασία της ψυχής και οι αναμνήσεις της

Ο Πλάτωνας στο βιβλίο του «ΜΕΝΩΝ» αναλύει επακριβώς την άποψή του για την ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ, αλλά και για το άμεσο συμπέρασμα που προκύπτει από αυτό καθεαυτό το γεγονός της αθανασίας.

Υποστηρίζει δηλαδή, ότι η Ψυχή μας, λόγω της αιώνιας και άφθαρτης φύσης της, είναι σε θέση να γνωρίζει τα πάντα, αφού κατά την διάρκεια των προηγουμένων ενσαρκώσεών της, έχει ζήσει πάρα πολλές και διαφορετικές καταστάσεις, τις οποίες όμως δυστυχώς δεν μπορεί να θυμάται, όσο βρίσκεται σε ένσαρκη κατάσταση.

AdTech Ad
Σε αυτήν την λογική βασίζεται η περίφημη άποψη του Πλάτωνα ως προς το θεμελιώδες θέμα της ανάμνησης, υποστηρίζοντας ξεκάθαρα ότι «Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΜΝΗΣΗ»

Ας δούμε όμως αναλυτικά, το σχετικό απόσπασμα του διαλόγου μεταξύ του Σωκράτη και του Μένωνα, σε ό,τι αφορά στο θέμα της ΑΝΑΜΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ.

Σωκράτης: ἔγωγε: ἀκήκοα γὰρ ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν σοφῶν περὶ τὰ θεῖα πράγματα.
Βεβαίως, έχω ακούσει πολλούς σοφούς άνδρες και γυναίκες, που ανέπτυξαν θεολογικές συζητήσεις.

Μένων: τίνα λόγον λεγόντων;
Ποια επιχειρήματα πιστεύεις ότι χρησιμοποιούσαν;

Σωκράτης: ἀληθῆ, ἔμοιγε δοκεῖν, καὶ καλόν.
Πιστεύω ότι ο τρόπος που ανέπτυσσαν τα θέματά τους, βασιζόταν στην αλήθεια και γι αυτό παρουσίασαν ωραίες ιδέες.

Μένων: τίνα τοῦτον, καὶ τίνες οἱ λέγοντες;
Ποια είναι αυτά τα λόγια και ποιοι ήταν αυτοί οι σοφοί άνθρωποι που τα ανέπτυσσαν;

Σωκράτης: οἱ μὲν λέγοντές εἰσι τῶν ἱερέων τε καὶ τῶν ἱερειῶν ὅσοις μεμέληκε περὶ ὧν μεταχειρίζονται λόγον οἵοις τ᾽ εἶναι διδόναι:
Άλλοι μεν από τους ομιλητές ανήκαν στην τάξη των ιερέων ή και των ιερειών, εφόσον αυτοί είχαν το ενδιαφέρον να αναπτύξουν τέτοιου είδους θεολογικά θέματα, κάτι που βεβαίως θεωρούμε δεδομένο.

λέγει δὲ καὶ Πίνδαρος καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν ποιητῶν ὅσοι θεῖοί εἰσιν.
Το αναφέρει μάλιστα και ο Πίνδαρος, όπως και πολλοί άλλοι ποιητές που ασχολούνται με θεολογικά θέματα και είναι θεόπνευστοι,

ἃ δὲ λέγουσιν, ταυτί ἐστιν:
για τα οποία ισχυρίζονται ότι όσα λένε είναι αλήθεια.

ἀλλὰ σκόπει εἴ σοι δοκοῦσιν ἀληθῆ λέγειν.
Αλλά προσπάθησε να διερευνήσεις αν πράγματι τα όσα λένε ανταποκρίνονται στην αλήθεια.

φασὶ γὰρ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀθάνατον,
Αυτοί οι σοφοί, ισχυρίζονται λοιπόν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη,

καὶ τοτὲ μὲν τελευτᾶν ὃ δὴ ἀποθνῄσκειν καλοῦσι τοτὲ δὲ πάλιν γίγνεσθαι,
και αυτό που ΟΝΟΜΑΖΟΥΝ ΘΑΝΑΤΟ θεωρείται ένα προσωρινό τέλος που συμβαίνει κάποια δεδομένη στιγμή, ενώ κάποια άλλη στιγμή αργότερα, Η ΨΥΧΗ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΣΕ ΝΕΟ ΣΩΜΑ,

ἀπόλλυσθαι δ᾽ οὐδέποτε:
με αποτέλεσμα, Η ΨΥΧΗ ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ.

δεῖν δὴ διὰ ταῦτα ὡς ὁσιώτατα διαβιῶναι τὸν βίον:
Για τον λόγο αυτόν, θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να διάγει τον βίο του με ΟΣΟ ΤΟ ΔΥΝΑΤΟΝ ΕΝΤΙΜΟΤΕΡΟ ΤΡΟΠΟ.

οἷσιν γὰρ ἂν
Αυτοί οι σοφοί, θα πρέπει να γνωρίζουν το εξής ποίημα (του Πινδάρου)

Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται,
«Η Περσεφόνη υποδέχεται την Ψυχή του νεκρού, (στον κάτω κόσμο του Πλούτωνα) και της επιβάλλει την ποινή που αναλογεί στις αμαρτίες του προηγούμενου ένσαρκου βίου της,

εἰς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτεϊ ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν,
για να τιμωρηθεί όταν επανενσαρκωθεί, μετά την πάροδο εννέα ετών (στον επάνω κόσμο της θάλασσας του Ποσειδώνα) που ζούνε οι ένσαρκες Ψυχές.»

ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ
Μέσα από αυτήν την διαδικασία της επανενσάρκωσης, επανέρχονται στη ζωή ακόμα και οι βασιλικές ψυχές,

καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ᾽:
με ισχυρό σθένος και με σοφία, ώστε να εξελιχθούν σε ανθρώπους μέγιστης σημασίας.

ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥρωες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλεῦνται.
Αυτές τις ενσαρκωμένες ψυχές οι άνθρωποι τις αποκαλούν ήρωες και τις λατρεύουν αιωνίως.

ἅτε οὖν ἡ ψυχὴ ἀθάνατός τε οὖσα καὶ πολλάκις γεγονυῖα,
Εφόσον λοιπόν αυτή η Ψυχή έχει ενσαρκωθεί πολλές φορές ΚΑΘΟΤΙ ΕΧΕΙ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΑΘΑΝΑΤΗ,

καὶ ἑωρακυῖα καὶ τὰ ἐνθάδε καὶ τὰ ἐν Ἅιδου καὶ πάντα χρήματα,
και έχει δει πάρα πολλά, τόσο τα ΟΡΑΤΑ που συμβαίνουν στον κόσμο των ζωντανών, όσο και τα ΑΟΡΑΤΑ που συμβαίνουν στον κόσμο του Άδη, και με τον τρόπο αυτόν, έχει γνωρίσει όλα αυτά που κάποια στιγμή θα της χρησιμεύσουν,

οὐκ ἔστιν ὅτι οὐ μεμάθηκεν
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΠΕΙ ΚΑΝΕΙΣ, ΟΤΙ Η ΨΥΧΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΔΙΔΑΧΘΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!

ὥστε οὐδὲν θαυμαστὸν καὶ περὶ ἀρετῆς καὶ περὶ ἄλλων οἷόν τ' εἶναι αὐτὴν ἀναμνησθῆναι, ἅ γε καὶ πρότερον ἠπίστατο.
Ώστε δεν πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση ούτε και θαυμασμό, το γεγονός ότι η Ψυχή έχει την δυνατότητα να επαναφέρει στην μνήμη της όλα αυτά για τα οποία έχει αποκτήσει γνώσεις στις προηγούμενες ενσαρκώσεις της, τόσο όσον αφορά το θέμα της αρετής όσο και όλα τα άλλα θέματα.

ἅτε γὰρ τῆς φύσεως ἁπάσης συγγενοῦς οὔσης,
Επειδή λοιπόν ο,τιδήποτε που βρίσκεται μέσα στη φύση, συγγενεύσει με το σύνολό της,

καὶ μεμαθηκυίας τῆς ψυχῆς ἅπαντα,
και εφόσον Η ΨΥΧΗ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ,

οὐδὲν κωλύει ἓν μόνον ἀναμνησθέντα ὃ δὴ μάθησιν καλοῦσιν ἄνθρωποι
δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο, η Ψυχή να μπορέσει να επαναφέρει στην μνήμη της ένα γεγονός, το οποίο οι άνθρωποι ονομάζουν διδασκαλία.

τἆλλα πάντα αὐτὸν ἀνευρεῖν,
Κατόπιν η Ψυχή θα έχει την δυνατότητα να θυμηθεί όλα τα υπόλοιπα γεγονότα που έχει βιώσει στις προηγούμενες ζωές της, όπως επίσης και όλες τις γνώσεις που είχε αποκτήσει.

ἐάν τις ἀνδρεῖος ᾖ
Όλα αυτά θα συμβούν υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτει κάποιος την απαιτούμενη ανδρεία, (ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει ακόμα και τις δύσκολες καταστάσεις που βίωσε η ψυχή στις προηγούμενες ζωές)

καὶ μὴ ἀποκάμνῃ ζητῶν:
και να μην παραιτηθεί με την δικαιολογία της εξάντλησης από αυτήν την προσπάθεια.

τὸ γὰρ ζητεῖν ἄρα καὶ τὸ μανθάνειν ἀνάμνησις ὅλον ἐστίν.
Σαν τελικό συμπέρασμα καταλήγουμε ότι κάθε έρευνα αλλά και κάθε διδασκαλία πρέπει να έχει σαν στόχο ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΓΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ ΜΑΣ.

O Πρωταγόρας και η Δημιουργία του Κόσμου

Πρωταγόρας: Από τα Άβδηρα της Θράκης, ήταν σημαντικός φιλόσοφος της αρχαιότητας. Υπήρξε σύγχρονος του Δημόκριτου, από τα Άβδηρα επίσης, κορυφαίος μεταξύ των σοφιστών και ο ιδρυτής της σοφιστικής κίνησης. Ως δάσκαλος ταξίδεψε σε πολλές ελληνικές πόλεις. Επισκεπτόταν συχνά την Αθήνα όπου συνδέθηκε με φιλία με τον Περικλή και άλλους επιφανείς Αθηναίους. Αναφέρεται πως ο Περικλής του ανέθεσε να γράψει τους νόμους για τους Θούριους, της αθηναϊκής αποικίας στην Κάτω Ιταλία που ιδρύθηκε το 444 Π.Κ.Ε στη θέση της Σύβαρης.

Στο θρυλικό διάλογο του Πρωταγόρα με το Σωκράτη για το διδακτό της αρετής, ο Πρωταγόρας, βρίσκει την ευκαιρία να παραθέσει το δικό του μύθο για τη δημιουργία του κόσμου.

Πρόκειται για μια εντελώς προσωπική μυθολογία, θα λέγαμε μια «πρωταγόρεια» μυθολογία, που χωρίς, επί της ουσίας, να ανατρέπει τα αρχαιοελληνικά μυθολογικά δεδομένα (ο Προμηθέας, η κλοπή της φωτιάς, η παρουσία του Δία ως απόλυτου ρυθμιστή των πάντων, η εμφάνιση του Ερμή κτλ, πιστοποιούν την πρόθεση του Πρωταγόρα να παραμείνει πιστός στα πλαίσια της δεδομένης μυθολογικής μαγιάς) τα προσαρμόζει, σε μια ιδιόμορφη ανάπλαση, στη δική του οπτική, την οπτική της αγάπης προς τον άνθρωπο.

Και μόνο που προσπερνά την συνήθη οπτική της θεογονίας, που εστιάζει στη δημιουργία των θεών, για να επικεντρωθεί στην κοσμογονία, τη δημιουργία των θνητών έμβιων όντων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του ανθρώπου, καθίσταται σαφές ότι αυτό που πρωτίστως τον ενδιαφέρει είναι ο άνθρωπος. Εξάλλου, ο Πρωταγόρας, ως δεδομένος αγνωστικιστής, δεν είχε άλλη επιλογή από το να εστιάσει στον άνθρωπο.

Οι θεοί δεν είναι παρά συμβολικές παρουσίες, που αφενός κάνουν το μύθο πιο οικείο (αν αφαιρούσε τους θεούς θα έχανε κάθε επαφή με τον πρωτόλειο αρχαιοελληνικό μύθο) κι αφετέρου προσδίδουν τη χειροπιαστή υπόσταση της φύσης που γίνεται άμεσα αντιληπτή χωρίς περαιτέρω φιλοσοφικές προεκτάσεις που στην παρούσα περίπτωση θα ήταν απολύτως περιττές.

Με άλλα λόγια, ο Δίας είναι η νομοτέλεια της φύσης που κινεί τη ζωή αυτού του κόσμου, ενώ οι άλλοι θεοί είναι τα όργανα που ελέγχουν και διέπουν αυτή τη νομοτέλεια. Η αλληγορική σημασία των θεών, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως πρόκληση ή, ακόμα περισσότερο, ως προσβολή ή βλασφημία, αλλά ως διασφάλιση των προθέσεων του Πρωταγόρα να επαναπροσεγγίσει ένα μύθο με καθαρά στοχευμένο τρόπο, την τελική κατάδειξη του διδακτού της αρετής.

Από τη στιγμή που ο μύθος δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο για τη στήριξη άλλων ιδεών, κάθε καταφανής αλλοίωση θα τον έθετε εκτός στόχου.

Οι θεοί ως κυρίαρχο στοιχείο του μύθου έπρεπε να διατηρηθούν, πράγμα που ο Πρωταγόρας όχι απλώς αντιλήφθηκε και υιοθέτησε διατηρώντας απολύτως τις ισορροπίες, αλλά το εκμεταλλεύτηκε επιπλέον τονίζοντας την μεγαλοσύνη και τη γενναιοδωρία τους προς τον άνθρωπο, τονίζοντας δηλαδή την αναγκαιότητα της ανθρώπινης επιβίωσης που, ως βασική μέριμνα των θεών, καταδεικνύει την υπεροχή των ανθρώπων και νομιμοποιεί την υπεροχή τους στη φύση.

Οι θεοί πλάθουν όλα τα θνητά γένη στο εσωτερικό της γης και καλούν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν κατάλληλα ώστε να βγουν στην επιφάνεια. Ο Επιμηθέας, αθεράπευτα απερίσκεπτος, πείθει τον Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη μοιρασιά και μετά να έρθει ο Προμηθέας και να επιθεωρήσει το έργο του.

Ο Προμηθέας πείθεται, κι αυτό βέβαια είναι και το μεγάλο του λάθος, κι επιτρέπει στον Επιμηθέα να διαχειριστεί το θέμα εν λευκώ.

Ο Επιμηθέας μοιράζει τα εφόδια στηριζόμενος σε τέσσερις άξονες: την αποφυγή της αλληλοεξόντωσης, (γι’ αυτό έδωσε σε όλα διαφορετικές δυνατότητες – σ’ άλλα έδωσε φτερά, σ’ άλλα ταχύτητα, σ’ άλλα τεράστιο μέγεθος, σ’ άλλα νύχια, δόντια κτλ. – ώστε να μπορούν να επιβιώσουν ως είδος, άσχετα με το γεγονός ότι κάποια θα κατασπαραχθούν), την επιβίωση μέσα στις κλιματολογικές συνθήκες (πυκνό τρίχωμα και σκληρό δέρμα που θα τα προστατεύει από το κρύο και τη ζέστη), τη διατροφή (άλλα τρέφονται με ρίζες, άλλα με καρπούς κι άλλα είναι σαρκοφάγα) και τη γονιμότητα (τα σαρκοφάγα γεννάν λίγα μικρά, ενώ αυτά που αποτελούν τροφή των σαρκοφάγων γεννάν πολλά).

Παρακολουθούμε, μέσα σε ελάχιστες σειρές, ολόκληρη την αλυσίδα της φύσης, την εξασφάλιση δηλαδή της φυσικής ισορροπίας που ορίζει τους σκληρούς νόμους της επιβίωσης και ταυτόχρονα προκαθορίζει τη διάσωση όλων των ειδών.

Όμως, όπως ήταν φυσικό, ο επιπόλαιος Επιμηθέας δεν στέκεται στο ύψος των περιστάσεων καθώς του διαφεύγει ο άνθρωπος και δεν ξέρει πώς να τον εφοδιάσει αφού ξόδεψε όλες τις δυνάμεις στα όντα που στερούνται λογικής – «άλογα».

Βέβαια, και μόνο ο διαχωρισμός του ανθρώπου από τα άλλα όντα που αποκαλούνται «άλογα» καθιστά σαφές ότι ο άνθρωπος είναι έλλογος, ότι δηλαδή δεν είναι απολύτως εγκαταλειμμένος, αλλά διαθέτει το εφόδιο της λογικής, το σπουδαιότερο εφόδιο που δόθηκε ποτέ σε έμβιο ον. Ωστόσο η λογική, τουλάχιστον για τα πρώτα βήματα του ανθρώπου, κρίνεται απολύτως ανεπαρκής, αφού η λογική απαιτεί χρόνο για την υλοποίηση των έργων της, ενώ τα ζώα απειλούσαν απολύτως άμεσα τον άνθρωπο με αφανισμό.

Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο ο Προμηθέας, που ήρθε να επιθεωρήσει τη μοιρασιά, μπαίνει στο εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου και κλέβει τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις και τις χαρίζει στον άνθρωπο. Ταυτόχρονα θέλει να κλέψει και την πολιτική αρετή, αλλά κάτι τέτοιο αποδεικνύεται αδύνατο, αφού την πολιτική αρετή την έχει στην ακρόπολή του ο Δίας, μέρος απλησίαστο για τον Προμηθέα.

Ο άνθρωπος εφοδιασμένος με τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις, αλλά χωρίς την πολιτική αρετή είναι δύσκολο να επιβιώσει. Αφανίζεται από τα θηρία και αντιλαμβάνεται ότι μόνο μέσα από τη συλλογικότητα μπορεί να σωθεί. Αρχίζει δηλαδή να ζει ομαδικά ιδρύοντας πόλεις, αλλά στερούμενος την πολιτική αρετή αδυνατεί να τις διατηρήσει.

Αδικώντας ο ένας τον άλλον ακύρωνε κάθε έννοια συνύπαρξης με αποτέλεσμα οι πόλεις να διαλύονται και οι άνθρωποι να επιστρέφουν στη σποραδική ζωή για να αφανιστούν εκ νέου από τα θηρία. Με δυο λόγια η πολιτική αρετή ταυτίζεται με την επιβίωση, αφού χωρίς αυτή ο αφανισμός είναι δεδομένος.

Η σπουδαιότητα της πολιτικής αρετής προκαλεί την παρέμβαση του ίδιου του Δία, που βλέποντας το ανθρώπινο γένος να απειλείται με εξόντωση παίρνει την πρωτοβουλία και χαρίζει στον άνθρωπο την αιδώ και τη δίκη, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη, που σηματοδοτούν τα θεμέλια της πολιτικής αρετής. Ορίζει μάλιστα, με αδιαπραγμάτευτη αυστηρότητα, να μοιραστούν η αιδώς και η δίκη σε όλους τους ανθρώπους και αν κάποιος δεν την έχει να θανατώνεται ως αρρώστια της πόλης.

Το γεγονός ότι ο Δίας μοιράζει την πολιτική αρετή σε όλους και ταυτόχρονα παραδέχεται το ενδεχόμενο ότι κάποιοι μπορεί να μην την έχουν ασφαλώς και δεν αποτελεί αντίφαση (ο Δίας δεν είναι δυνατό να αντιφάσκει) αλλά είναι η απόδειξη του διδακτού της αρετής, αφού ο Δίας δίνει την πολιτική αρετή στον άνθρωπο δυνάμει, δηλαδή ως δυνατότητα, κι από εκεί και πέρα είναι ευθύνη του ανθρώπου αν θα την κάνει ενεργεία, αν δηλαδή θα την εφαρμόσει.

Με άλλα λόγια η αρετή είναι σύμφυτη, αλλά όχι έμφυτη στον άνθρωπο ή αλλιώς ο άνθρωπος από τη φύση του μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει την πολιτική αρετή, αλλά δεν την έχει ως κάτι δεδομένο, όπως την όραση.

Μ’ αυτό τον τρόπο εξηγεί στο Σωκράτη ότι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, που εκείνος επικαλέστηκε τονίζοντας τη θεσμοθετημένη συμμετοχή όλων των Αθηναίων στις πολιτικές αποφάσεις της εκκλησίας του Δήμου, δεν αναιρεί το διδακτό της, κι ότι προφανώς δεν είναι έμφυτη, αφού δεν ταυτίζεται με τη γέννηση της ανθρωπότητας αλλά της προσφέρεται στην πορεία της ύπαρξής της ως δώρο θεϊκό και μάλιστα από τον ίδιο το Δία, τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων.

Όμως, πέρα από την ιδιοφυή σύνδεση του μύθου με την πολιτική αρετή, εκείνο που καταπλήσσει είναι το βάθος της ανθρωποκεντρικής ιδιοσυγκρασίας του Πρωταγόρα που φαίνεται πρωτίστως στην παρουσία και τη δράση των θεών.

Γιατί ο Προμηθέας, ως τιτάνας, δηλαδή όχι καθαρός θεός αλλά θεότητα, προσφέρει την απολύτως ανιδιοτελή του αγάπη στον άνθρωπο θυσιάζοντας τον ίδιο του τον εαυτό. Η κλοπή της φωτιάς είναι το μεγαλείο της ψυχής του απόλυτου ευεργέτη, η αποθέωση της αυταπάρνησης, που μόνο ως ύψιστος ηρωισμός μπορεί να ερμηνευτεί, καθώς ο τιτάνας στρέφεται ενάντια στους ίδιους τους θεούς προκειμένου να βοηθήσει τον άνθρωπο. Η ανθρώπινη επιβίωση, ως ύψιστο ιδανικό, ξεπερνά όλους τους ενδοιασμούς, χωρίς την ελάχιστη σκέψη.

Ο Προμηθέας γνωρίζει φρικτή τιμωρία για την πράξη του – η γνωστή ιστορία στον Καύκασο με τον αετό που του τρώει τα συκώτια, μέχρι να τον ελευθερώσει ο Ηρακλής – αλλά το ανθρώπινο είδος προστατεύεται και προοδεύει κι αυτό είναι η μέγιστη ικανοποίηση. Ο Πρωταγόρας, δεν αναφέρει καν την τιμωρία του Προμηθέα, αφιερώνοντας μόνο την ασαφή φράση ότι πέρασε δίκη για κλοπή κι αυτό είναι άλλη μια απόδειξη του ανθρωπισμού του.

Γιατί ο άνθρωπος δεν χρειάζεται ούτε να λυπηθεί, ούτε να φορτωθεί με ενοχές για την τύχη του Προμηθέα. Και σα να μην έφτανε αυτό, βλέπουμε τον ίδιο το Δία να ανησυχεί για τον άνθρωπο και να προσφέρει τα δικά του δώρα, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη.

Σ’ ένα ντελίριο γενναιοδωρίας ματαιώνεται κάθε απόπειρα κλοπής, αφού ο Δίας αποδεικνύεται πρόθυμος να χαρίσει αυτό που ο Προμηθέας σχεδίαζε να κλέψει. Κι εδώ πετυχαίνεται η απόλυτη εξισορρόπηση. Ο Δίας, επιδεικνύει τον μέγιστο ανθρωπισμό χωρίς μειώνεται στο ελάχιστο το αδιαπραγμάτευτο κύρος του.

Γιατί ο Προμηθέας πληρώνει ακριβά την κλοπή της φωτιάς. Γιατί η ακρόπολη – κατοικία του είναι αδιάβατη διατηρώντας την αίγλη της απόλυτης φρούρησης από το Κράτος και τη Βία. Γιατί ο Ερμής τα χάνει μπροστά του και συμπεριφέρεται σαν παιδαρέλι κάνοντας ανόητες ερωτήσεις.

Γιατί ο Δίας δεν χρειάζεται θυσίες για να επιβεβαιώσει την ισχύ του, ούτε μπορεί να ανεχτεί την καταστροφή του ανθρώπου διατηρώντας το επιτηδευμένα απόμακρο, ούτε έχει ανάγκη από ευχαριστίες. Ο, κατά Πρωταγόρα, Δίας είναι ο σύντροφος και ο προστάτης των ανθρώπων, το τελευταίο και οριστικό τους αποκούμπι κι αυτή είναι η πιο αισιόδοξη αντίληψη για το θείο, που καταδεικνύει τον ύψιστο ανθρωπισμό, αφού οι επινοημένοι θεοί του Πρωταγόρα ούτε φέρνουν κατακλυσμούς, ούτε θέτουν δοκιμασίες, ούτε διατηρούν εκλεκτούς λαούς.

Η δημιουργία των ανθρώπων μέσα στο μύθο είναι ισότιμη και δεν διαχωρίζεται ούτε σε Έλληνες και Βάρβαρους, ούτε σε ελεύθερους και δούλους και η ισότητα των ανθρώπων είναι η ισότιμη πρόσβαση όχι μόνο στο θείο, αλλά και στην επίγεια ζωή. Και κάπως έτσι «ο άνθρωπος συμμετέχει στη θεϊκή μοίρα». Και κάπως έτσι η ανθρωποκεντρική προσέγγιση του θείου μετουσιώνεται σε ανθρωπιά.