Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

ΟΙ ΣΦΑΓΕΣ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ TOY BYZANTIOY

Οι ίδιοι οι δραπέτες (ασχέτως με τι τρόπο διέφυγαν) γύρισαν στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάστηκαν ανέλπιστα στη Σύγκλητο και τον αυτοκράτορα και σ’ όλο τον κόσμο. Ύστερα από αυτό, μεγάλωσε το μίσος που έτρεφε η αυτοκράτειρα (ενν. την Ευδοξία) για τον Ιωάννη (ενν. τον Χρυσόστομο), τον επίσκοπο των Χριστιανών. Ήδη από πριν ήταν εξοργισμένη μαζί του επειδή συνήθιζε να την διακωμωδεί στους λόγους που εκφωνούσε στα συγκεντρωμένα πλήθη˙ αλλά τώρα, με την επιστροφή του Ιωάννη και των υπολοίπων, εκδήλωνε πλέον ανοιχτά την έχθρα της, και εκμεταλλευόμενη της εξουσία της παρότρυνε όλους τους επισκόπους να τον καθαιρέσουν. Πρώτος και κορυφαίος μεταξύ των επισκόπων που κινήθηκαν εναντίον του Ιωάννη ήταν ο Θεόφιλος Αλεξανδρείας της Αιγύπτου, εκείνος που είχε πρωτοστατήσει στον πόλεμο εναντίον των ναών και της πατρογονικής θρησκείας...

Ο Ιωάννης, προβλέποντας ότι το δικαστήριο που συγκλήθηκε για την υπόθεσή του δεν θα τον έκρινε αμερόληπτα, εγκατέλειψε οικειοθελώς την Κωνσταντινούπολη [Καλοκαίρι 403]. Όμως το πλήθος ξεσηκώθηκε (γιατί ο άνθρωπος ήταν ικανότατος στο να χειραγωγεί τον ανόητο όχλο), και η πόλη έγινε ανάστατη. Ωστόσο, τον έλεγχο της χριστιανικής εκκλησίας είχαν πάρει στα χέρια τους οι αποκαλούμενοι «μοναχοί».

Ετούτοι απορρίπτουν τον νόμιμο γάμο και συστήνουν πολυάνθρωπα ιδρύματα σε πόλεις και χωριά, γεμάτα από αγάμους, εντελώς άχρηστους για την πολιτεία σ’ ό,τι αφορά τον πόλεμο ή οποιαδήποτε άλλη ανάγκη. Πλην όμως, με τον καιρό κατάφεραν να σφετεριστούν την περισσότερη γη, και με την πρόφαση ότι θα μοιράσουν τα πάντα στους φτωχούς, έχουν κάνει τους πάντες φτωχούς.

Οι μοναχοί, λοιπόν, είχαν καταλάβει τις εκκλησίες και εμπόδιζαν τον κόσμο να μπαίνει και να προσεύχεται καταπώς συνηθίζεται. Το γεγονός εξόργισε λαϊκούς και στρατιωτικούς που απαίτησαν να πάψει αυτή η αναισχυντία των μοναχών. Κι όταν δόθηκε το σύνθημα, ξεχύθηκαν καταπάνω τους και τους έσφαζαν αδιακρίτως, χωρίς καν να τους περάσουν από δίκη, ώσπου γέμισαν πτώματα οι εκκλησίες.

Σκοτώθηκαν έτσι και πολλοί άλλοι που είτε από πένθος είτε γι’ άλλο λόγο, φορούσαν μαύρα. Όσο για τον Ιωάννη, ξαναγύρισε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη, και συνέχισε την ίδια τακτική, προκαλώντας πάλι ταραχές στην πόλη. Ζώσιμος, Νέα Ιστορία 5.23.2 – 6     
-------------
ΖΩΣΙΜΟΣ
Ο Ζώσιμος, ήταν ιστορικός του 5ου/6ου αι. μ.Χ. ο οποίος αποτελεί συνέχεια της ιστοριογραφίας των εθνικών ιστορικών και συγγραφέων του 4ου αιώνα. Έζησε στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα και πιθανώς μία ή δύο δεκαετίες επιπλέον (περ. 450-520 μ.Χ). Δεν γνωρίζουμε τον τόπο καταγωγής του ούτε τον τόπο όπου έζησε και έδρασε. Πιθανώς καταγόταν από την Παλαιστίνη (Γάζα ή Ασκαλώνα) και μάλλον έζησε για κάποιο χρονικό διάστημα στην Κωνσταντινούπολη. Γνωρίζουμε ότι υπηρέτησε ως κρατικός υπάλληλος σε υψηλή θέση υπό τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ (408-450) και ήταν στο θρήσκευμα ειδωλολάτρης. Στο έργο του παρουσιάζεται ως οραματιστής της αναβίωσης της αρχαίας θρησκείας και υπηρετώντας μια αντιχριστιανική τάση ερμηνεύει την παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ως συνέπεια της περιφρόνησης των εθνικών θεών. Ταυτόχρονα, σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται δεν παραλείπει να αναφερθεί στη δύναμη των αρχαίων θεών και στην αξιοπιστία των χρησμών τους. Αυτή όμως η ιδεολογική πλευρά του έργου του, είναι ιδιαίτερα πολύτιμη για την αξιολόγηση των πνευματικών τάσεων στο Βυζάντιο στο κατώφλι της ιουστινιάνειας εποχής. Το ύφος του Ζώσιμου είναι "διαυγές και αυστηρόν". Είναι συγγραφέας του πολύτιμου και πολύτομου έργου του «Ιστορία Νέα».