Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Το Βαρύ Προνόμιο της Δύσης

Οι Νόμοι Δεν Είναι Θεόσταλτοι
Τον 5ο με 4ο αιώνα π.κ.ε. εμφανίζεται στην αρχαία Ελλάδα για πρώτη φορά ένα είδος κοινωνίας το οποίο θεσπίζει τους νόμους της και νομιμοποιεί τη λειτουργία της γενικά, αποκλειστικά μέσα από αποφάσεις που έπαιρναν τα ίδια τα μέλη της (υπό όρους) κοινωνίας. Άρα οι νόμοι δεν είναι θεόσταλτοι, ούτε οφείλονται σε μια μακραίωνη παράδοση. Αυτό έχει σαν άμεση συνέπεια ότι μπορούν οι νόμοι να αμφισβητηθούν, μπορούμε να συζητήσουμε για αυτούς και να διαφωνήσουμε γι’ αυτούς. Αλλά όχι μόνο.

Διότι όπως συνηθίζουμε να συζητάμε για το τι θα κάνουμε για το ένα ή το άλλο θέμα, αρχίζουμε να ρωτάμε και να ψάχνουμε για απαντήσεις αντίστοιχα για το καλό ή το κακό, τη φύση του κόσμου κ.λ.π. Σε κοινωνίες όπου οι «σημασίες είναι κλειστές», ο νόμος των Προγόνων έχει την απάντηση για όλα, η Τορά έχει απάντηση για όλα, το Κοράνι και η Βίβλος επίσης. Σε κοινωνίες όπου μπορούμε να μιλάμε και να στοχαζόμαστε χωρίς περιορισμούς, οι σημασίες «ανοίγουν» και υπόκεινται σε διαρκής κρίση και διερεύνηση. Μιλάμε πια για τις απαρχές της Δημοκρατίας και της Φιλοσοφίας.
Την επόμενη φορά που θα εμφανιστούν τέτοιου είδους κοινωνίες ξανά, θα είναι τον 11ο και 12ο αιώνα στις αστικές δημοκρατίες των πόλεων στην Ιταλία. Η αυτοσυγκρότηση της πρωτοαστικής τάξης, η κατασκευή και η ανάπτυξη των νέων πόλεων (ή η αλλαγή του χαρακτήρα αυτού που προυπήρχαν), η διεκδίκηση ενός είδους πολιτικής αυτονομίας (ξεκινώντας από τα κοινοτικά δικαιώματα και πηγαίνοντας ως την πλήρη αυτοκυβέρνηση, κατά τις περιπτώσεις και τις περιστάσεις) συνοδεύονται από νέες ψυχικές, διανοητικές, πνευματικές, καλλιτεχνικές στάσεις που προετοιμάζουν το έδαφος για τα εκρηκτικά αποτελέσματα της εκ’ νέου ανακάλυψης και της αποδοχής του ρωμαϊκού δικαίου, του Αριστοτέλη και αργότερα του συνόλου της εναπομένουσας ελληνικής κληρονομιάς. Η παράδοση και η αυθεντία χάνουν βαθμηδόν τον ιερό τους χαρακτήρα. Ο νεοτερισμός, η καινοτομία παύουν να αποτελούν όρους μειωτικούς. Έστω και υπό εμβρυώδη μορφή, έστω και αν πρέπει να κάνει διαρκείς συμβιβασμούς με τις εγκατεστημένες εξουσίες (εκκλησία και μοναρχία), το πρόταγμα της κοινωνικής και ατομικής αυτονομίας επανεμφανίζεται μετά από μια έκλειψη δεκαπέντε αιώνων.

Η κρίση συνίσταται ακριβώς, στο ότι ο δυτικός κόσμος παύει να θέτει πραγματικά τον εαυτό του υπό αμφισβήτηση
Τον 18ο αιώνα η ευρωπαϊκή δημιουργία απελευθερώνεται από κάθε «εκ των προτέρων δεδομένο» νόημα. Ο μαθηματικός Laplace φέρεται να έχει πει στον Ναπολέοντα, όταν τον ρώτησε αν ο Θεός είχε θέση στην ουράνια μηχανική του: ‘Μεγαλειότατε, δεν έχω ανάγκη από μια τέτοια υπόθεση’ (Χομπσμπάουμ – Η Εποχή των Επαναστάσεων). Απο τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό και μετά, δηλαδή απο το 1800 περίπου και για 150 χρόνια η Ευρώπη θα μπει σε μια περίοδο εκπληκτικής δημιουργίας σε όλα τα πεδία. Η περίοδος ολοκληρώνεται γύρω στα 1950 (ημερομηνία προφανώς αυθαίρετη, για να δώσουμε μια ιδέα), κι αυτό δεν οφείλεται στο ότι μπαίνουμε σε μια ‘δημοκρατικότερη’ φάση από την προυγούμενη, θα μπορούσε κανείς, χωρίς να παραδοξολογήσει, να υποστηρίξει το αντίθετο: δηλαδή ότι ο Δυτικός κόσμος μπαίνει σε κρίση. Η δε κρίση συνίσταται ακριβώς, στο ότι παύει να θέτει πραγματικά τον εαυτό του υπό αμφισβήτηση.
Ο θρίαμβος του ορθού λόγου και η μελλοντική αναπόφευκτη πρόοδος, έννοιες απότοκες του διαφωτισμού που τις είχαν εκστερνιστεί τόσο ο κλασικός φιλελευθερισμός όσο και η επαναστατική αριστερά, στην πορεία θα καταστούν προβληματικές. Η «ορθολογικότητα» ως όρος, είτε στην οικονομία όπου πλέον ταυτίζεται μόνο με την βελτιστοποίηση του κέρδους και την αριστοποίηση της παραγωγής και του παραγόμενου προϊόντος, είτε στην πολιτική οργάνωση όπου έχουμε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς ολοένα και πιο αποκομμένους από την κοινωνία όπου προίστανται, δημιουργεί αντιφάσεις. Στην οικονομία, προβλήματα όπως η συνεχώς αυξανόμενη ανεργία, οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις (συνήθως μετά από ένα διάστημα κερδοσκοπικής υστερίας), η διαρκώς αυξανόμενη ανισότητα δεν αντιμετωπίζονται παρά την τεράστια πρόοδο του τεχνοκρατικού εργαλειακού λόγου (management, πληροφορική, κ.λ.π.)

Σε κοινωνίες όπου οι «σημασίες είναι κλειστές», ο νόμος των Προγόνων έχει την απάντηση για όλα, η Τορά έχει απάντηση για όλα, το Κοράνι και η Βίβλος επίσης. Σε κοινωνίες όπου μπορούμε να μιλάμε και να στοχαζόμαστε χωρίς περιορισμούς, οι σημασίες «ανοίγουν» και υπόκεινται σε διαρκή κρίση και διερεύνηση. Για όλα τα κόμματα ισχύει λίγο πολύ ο απόλυτος κανόνας του σύγχρονου γραφειοκρατικού κόμματος: η ικανότητα αναρρίχησης μέσα στον Μηχανισμό δεν έχει κατ΄αρχήν καμία σχέση με την ικανότητα διεύθυνσης των υποθέσεων με τις οποίες ο μηχανισμός είναι επιφορτισμένος. Η επιλογή των καταλληλοτέρων είναι η επιλογή των καταλληλοτέρων προς επιλογήν.

Τυχαίοι κι αναπόφευκτοι ηγέτες τοποθετούνται επικεφαλής του τεράστιου γραφειοκρατικού μηχανισμού που λέγεται σύγχρονο κράτος και που είναι οργανικός φορέας και παραγωγός μιας καλπάζουσας ανορθολογικότητας. Στους κύκλους των στελεχών του το παλιό γραφειοκρατικό ήθος (του ανώτερου κρατικού λειτουργού ή του ταπεινού ευσυνείδητου υπαλλήλου) σπανίζει ολοένα περισσότερο. Τέτοιου είδους άνθρωποι λοιπόν πρέπει να αντιμετωπίσουν μια κοινωνία που γίνεται όλο και πιο αδιάφορη για την ‘πολιτική’ δηλαδή για την ‘τύχη της ως κοινωνία’
Κάθε κοινωνία δημιουργεί τον δικό της κόσμο, δημιουργώντας παράλληλα τις δικές της ιδιαίτερες σημασίες. Σημασίες που έχουν να κάνουν με τις παραστάσεις γύρω μας, με το τι είναι καλό να γίνει ή τι όχι, με τον σκοπό δηλαδή και με τα συναισθήματα. Επίσης από τις σπουδαιότερες σημασίες που η κοινωνία θεσπίζει είναι εκείνη που αφορά την ίδια. Μια κοινωνία μπορεί να φαντάζεται τον εαυτό της ως περιούσιος λαός, ως Ελληνες σε αντίθεση με τους Βαρβάρους ή τέλος σαν τους υπήκοους του Βασιλιά της Αγγλίας. Οι τυχαίοι και αναπόφευκτοι ηγέτες τοποθετούνται επικεφαλής του τεράστιου γραφειοκρατικού μηχανισμού που λέγεται σύγχρονο κράτος και που είναι οργανικός φορέας και παραγωγός μιας καλπάζουσας ανορθολογικότητας.

Η συλλογική οντότητα όμως είναι ιδεατά ακατάλυτη μόνο εάν τα μέλη της κοινωνίας ενστερνίζονται τον ακατάλυτο χαρακτήρα του νοήματος και της σημασίας που αυτό θεσμίζει και φρονώ ότι όλο το πρόβλημα μας σχετικό με τη διαδικασία ταύτισης σήμερα μπορεί και πρέπει να προσεγγίζεται και κάτω από αυτό το πρίσμα: που βρίσκεται το νόημα που οι σημερινοί άντρες και γυναίκες βιώνουν ως ακατάλυτο; Η απάντηση μου, όπως καταλαβαίνετε, είναι πως το νόημα αυτό δεν βρίσκεται, από την κοινωνική άποψη, πουθενά. Νόημα που αφορά την αυτοπαράσταση της κοινωνίας, νόημα μεθέξιμο απο τα άτομα, νόημα που τους επιτρέπει να δημιουργούν για δικό τους λογαριασμό ένα νόημα του κόσμου, ένα νόημα της ζωής και, τελικά, ένα νόημα του θανάτου τους.
Η εξαντλητική ιδέα που η σημερινή κοινωνία επιβάλει στα μέλη της είναι απλή και κοινότοπη. Πρέπει το άτομο να κερδίζει όσο γίνεται περισσότερο και να απολαμβάνει όσο γίνεται περισσότερο. Ξεκινώντας από μια τέτοια βάση, εξηγείται η ολοένα εντονότερη μετατροπή του οικονομικού συστήματος απο τη μια, σε χρηματιστηριακό καζίνο και από την άλλη στην ανάδυση ενός επιφανειακού ‘ατομικισμού’ σαν πνεύμα της εποχής.
Στην πραγματικότητα ο χαρακτήρας της εποχής τόσο στο επίπεδο της καθημερινής ζωής όσο και στο επίπεδο της κουλτούρας, δεν είναι ο «ατομικισμός» αλλά το αντίθετο του, ο γενικευμένος κομφορμισμός και το κολλάζ. Κομφορμισμός που είναι δυνατός μόνο εφόσον δεν υπάρχει σημαντικός και στέρεος πυρήνας ταυτότητας. Με τη σειρά του ο κονφορμισμός αυτός, ως καλά ριζωμένη κοινωνική διαδικασία, καθιστά αδύνατη τη συγκρότηση ενός τέτοιου πυρήνα ταυτότητας. Όπως έλεγε ένας από τους εξέχοντες εκπροσώπους της σύγχρονης αρχιτέκτονικής σ’ ένα συνέδριο στη Νέα Υόρκη το 1986: «Χάρη στον μεταμοντερνισμό, εμείς οι αρχιτέκτονες απαλλαχτήκαμε επιτέλους από την τυραννία του στυλ» Απαλλάχτηκαν, με άλλα λόγια, από την τυραννία του να πρέπει να είναι ο εαυτός τους. Τώρα μπορούν να κάνουν ότι να ‘ναι, να κολλάνε έναν γοτθικό πύργο πλάι σ’ έναν ιωνικό κίονα, κι όλα αυτά μέσα σε μια ταυλανδέζικη παγόδα, διότι δεν τυραννιούνται πια από το στυλ, αλλά είναι γνήσιες ατομικιστικές ατομικότητες: η ατομικότητα έγκειται πια στο να τσιμπολογάμε δεξιά κι αριστερά διάφορα στοιχεία ώστε να παράγουμε κάτι. Το ίδιο όμως ισχύει πιο συγκεκριμένα για τον καθημερινό άνθρωπο: ζει φτιάχνοντας κολάζ, η ατομικότητά του είναι μια κουρελού.
Η εξαντλητική ιδέα που η σημερινή κοινωνία επιβάλει στα μέλη της είναι απλή και κοινότοπη.
Πρέπει το άτομο να κερδίζει όσο γίνεται περισσότερο και να απολαμβάνει όσο γίνεται περισσότερο.
 
Το Βαρύ Προνόμιο της Δύσης
Υπάρχει κάτι το οποίο αποτελεί την ιδιομορφία, τη μοναδικότητα και το βαρύ προνόμιο της Δύσης: πρόκειται γι’ αυτή την κοινωνικο-ιστορική αλληλουχία που ξεκινά στην αρχαία Ελλάδα και αρχίζει ξανά, από το 11ο αιώνα και μετά, στη δυτική Ευρώπη. Αυτή είναι η μόνη στην οποία βλέπουμε να προβάλει ένα πρόταγμα ελευθερίας, ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, κριτικής και αυτοκριτικής. H πιο εντυπωσιακή επιβεβαίωση αυτού είναι ακριβώς ο λόγος ο οποίος καταγγέλλει τη Δύση. Διότι στη Δύση έχουμε τη δυνατότητα (τουλάχιστον ορισμένοι από εμάς) να καταγγέλλουμε τον ολοκληρωτισμό, την αποικιοκρατία, το δουλεμπόριο των Μαύρων, την εξόντωση των Ινδιάνων στην Αμερική. Όμως, δεν έχω δει τους απογόνους των Αζτέκων, των Ινδών ή των Κινέζων να κάνουν μια ανάλογη αυτοκριτική. Απεναντίας, βλέπω ότι ακόμη και σήμερα οι Ιάπωνες αρνούνται τις θηριωδίες που διέπραξαν κατά το B’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τις πταίει; Οι Άραβες καταγγέλλουν συνεχώς ότι για όλα τα κακά που τους ταλαιπωρούν εξαθλίωση, έλλειψη δημοκρατίας, διακοπή της εξέλιξης του πολιτισμού τους κ.λπ. ευθύνεται η αποικιοκρατία την οποία υπέστησαν από τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, η αποικιοκρατία σε αρκετές αραβικές χώρες διήρκεσε στη χειρότερη περίπτωση 130 χρόνια (αυτό συνέβη στην Αλγερία, 1830-1962). Όμως οι ίδιοι αυτοί Άραβες, πριν από την αποικιοκρατία των Ευρωπαίων, είχαν υποστεί για 5 αιώνες το ζυγό των Τούρκων. H τουρκική κυριαρχία στην εγγύς και τη Μέση Ανατολή αρχίζει τον 15ο αιώνα και τελειώνει το 1918. Αλλά οι Άραβες και οι Τούρκοι κατακτητές τους, που ήταν ομόθρησκοί μουσουλμάνοι, δεν μιλούν ποτέ για την κυριαρχία αυτή. Πάντως, η εξέλιξη της αραβικής κουλτούρας σταμάτησε το 11ο με 12ο αιώνα, δηλαδή οκτώ αιώνες πριν καν να μπορεί να γίνει λόγος για την κατακτητική επέκταση της Δύσης.

Εξ άλλου και αυτή η ίδια η αραβική κουλτούρα βασίστηκε στις κατακτήσεις, την εξόντωση και την πολύ βίαια επιβολή της ισλαμικής θρησκείας στους κατακτημένους πληθυσμούς. Στην Αίγυπτο το 550 μ.κ.ε. δεν υπήρχαν Άραβες, όπως δεν υπήρχαν Άραβες, τότε, στη Λιβύη, στην Αλγερία, στο Μαρόκο, στο Ιράκ. Οι Άραβες που βρίσκονται τώρα εκεί είναι απόγονοι των κατακτητών που κυρίευσαν αυτές τις χώρες και που επέβαλαν, με ή χωρίς βία, στους τοπικούς πληθυσμούς τη δική τους θρησκεία. Δεν βλέπω όμως να γίνεται καμία κριτική αυτών των γεγονότων μέσα στο χώρο του αραβικού κόσμου. Κατά τον ίδιο τρόπο μιλάμε, βεβαίως, για το δουλεμπόριο των Μαύρων από τους Ευρωπαίους (16ος αιώνας και εντεύθεν), αλλά δεν μιλάμε ποτέ για το γεγονός ότι το δουλεμπόριο και η *συστηματική υποδούλωση των Μαύρων στην Αφρική τα εγκαινίασαν Άραβες έμποροι (11ος-12ος αιώνας και εντεύθεν), με τη συνενοχή-συμμετοχή, όπως πάντα, βασιλιάδων και φυλάρχων. Επίσης, δεν μιλάμε για το γεγονός ότι η δουλεία δεν καταργήθηκε αυθόρμητα σε καμία ισλαμική χώρα και ότι σε πολλές απ’ αυτές η δουλεία ισχύει ακόμη και σήμερα.
Δεν θέλω να πω με κανέναν τρόπο ότι όλα αυτά απαλείφουν τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Δυτικοί. Λέω μόνον ότι η ιδιαιτερότητα του δυτικού πολιτισμού έγκειται ακριβώς στην ικανότητά του για αυτο-αμφισβήτηση και αυτοκριτική. Στην ιστορία της Δύσης, όπως και σε όλες τις άλλες ιστορίες, υπάρχουν θηριωδίες και φρικαλεότητες. Αλλά, όμως, μόνον η Δύση δημιούργησε την ικανότητα για εσωτερική αμφισβήτηση των ίδιων των θεσμών και των ιδεών της εν ονόματι της λογικής συζήτησης μεταξύ των ανθρώπων, η οποία παραμένει ανοιχτή στο διηνεκές και δεν αναγνωρίζει έσχατο δόγμα.

Ψυχική και Ηθική Εξαθλίωση των Σύγχρονων Ανθρώπων
 Από εκεί και πέρα, αν εξετάσουμε τη σημερινή κατάσταση, κατάσταση αποσύνθεσης και όχι κρίσης, κατάσταση αποσάθρωσης των δυτικών κοινωνιών, διαπιστώνουμε μια αντινομία πρώτου μεγέθους: Το απαιτούμενο είναι κολοσσιαίο, πάει πολύ μακριά –και οι άνθρωποι, τέτοιοι που είναι και τέτοιοι που αναπαράγονται συνεχώς από τις δυτικές κοινωνίες μα και από τις άλλες, βρίσκονται σε κολοσσιαία απόσταση από αυτό. Τι είναι το απαιτούμενο;
Με δεδομένη την οικολογική κρίση, την ακραία ανισότητα της κατανομής των πόρων μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών, την απόλυτη σχεδόν αδυναμία να συνεχίσει το σύστημα τη σημερινή του πορεία, το απαιτούμενο είναι μια νέα φαντασιακή δημιουργία που η σημασία της δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα ανάλογο στο παρελθόν, μια δημιουργία που θα έβαζε στο κέντρο της ζωής του ανθρώπου σημασίες άλλες από την αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, που θα έθετε στόχους ζωής διαφορετικούς, για τους οποίους οι άνθρωποι θα μπορούσαν να πουν πως αξίζουν τον κόπο. Αυτό θα απαιτούσε φυσικά μια αποδιοργάνωση των κοινωνικών θεσμών, των σχέσεων εργασίας, των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών σχέσεων.

Αυτός όμως ο προσανατολισμός απέχει απίστευτα από τα όσα σκέφτονται, και ίσως από τα όσα ποθούν οι άνθρωποι σήμερα. Αυτή είναι η κολοσσιαία δυσκολία που πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε. Θα έπρεπε να θέλουμε μια κοινωνία στην οποία οι οικονομικές αξίες θα έχουν πάψει να κατέχουν κεντρική (ή μοναδική) θέση, όπου η οικονομία θα έχει ξαναμπεί στη θέση της, δηλαδή θα έχει γίνει ένα απλό μέσο του ανθρώπινου βίου και όχι ύστατος σκοπός, στην οποία επομένως θα έχουμε παραιτηθεί από την τρελή κούρσα προς μια συνεχώς αυξανόμενη κατανάλωση. Αυτό δεν είναι απλώς αναγκαίο για να αποφύγουμε την τελεσίδικη καταστροφή του γήινου περιβάλλοντος. Είναι αναγκαίο κυρίως για να βγούμε από τη ψυχική και ηθική εξαθλίωση των σύγχρονων ανθρώπων.
Θα έπρεπε λοιπόν από εδώ και πέρα οι άνθρωποι (μιλάω τώρα για τις πλούσιες χώρες) να δεχτούν ένα αξιοπρεπές αλλά λιτό βιοτικό επίπεδο και να παραιτηθούν από την ιδέα ότι ο κεντρικός σκοπός της ζωής τους είναι να αυξάνεται η κατανάλωση τους κατά 2 με 3% το χρόνο. Για να το δεχθούν αυτό, θα έπρεπε κάτι άλλο να δίνει νόημα στη ζωή τους. Ξέρουμε, ξέρω ποιο είναι αυτό το κάτι άλλο -τι ωφελεί όμως, από τη στιγμή που η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου δεν το δέχεται και δεν κάνει αυτό που πρέπει ώστε να γίνει πραγματικότητα; Αυτό το άλλο είναι η ανάπτυξη των ανθρώπων, αντί για την ανάπτυξη των σκουπιδοπροιόντων. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε μιαν άλλη οργάνωση της εργασίας, η οποία θα έπρεπε να πάψει να είναι αγγαρεία και να γίνει πεδίο προβολής των ικανοτήτων του ανθρώπου. Άλλο πολιτικό σύστημα, μιαν αληθινή δημοκρατία που θα συνεπαγόταν τη συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων. Μιαν άλλη οργάνωση της παιδείας, ώστε να διαπλάθονται πολίτες ικανοί να ασκούν και να άρχονται, σύμφωνα με τη θαυμάσια έκφραση του Αριστοτέλη- και ούτω καθ’ εξής.
Εννοείται ότι όλα αυτά θέτουν θεμελιώδη προβλήματα: για παράδειγμα, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να λειτουργήσει μια αληθινή, μια άμεση δημοκρατία, όχι πια με 30.000 πολίτες, όπως στην Αθήνα της κλασσικής εποχής, μα με 40 εκατομμύρια πολίτες, όπως στη Γαλλία, ή ακόμα και με πολλά δισεκατομμύρια άτομα στην κλίμακα του πλανήτη; Προβλήματα κολοσσιαίας δυσκολίας, που όμως κατά τη γνώμη μου μπορούν να λυθούν –με την προϋπόθεση ότι η πλειονότητα των ανθρώπων και των ικανοτήτων τους θα κινητοποιηθεί για τη δημιουργία λύσεων, αντί να προβληματίζεται για το πότε θα μπορέσει να αποκτήσει τρισδιάστατη τηλεόραση.
Αυτά είναι τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας – και η τραγωδία της εποχής μας είναι ότι η δυική ανθρωπότητα κάθε άλλο παρά νοιάζεται για αυτά. Πόσον καιρό ακόμα η ανθρωπότητα θα κατατρύχεται από τις ματαιότητες και τις ψευδαισθήσεις που ονομάζουμε εμπορεύματα; Μια καταστροφή οποιουδήποτε είδους – οικολογική, για παράδειγμα – θα προκαλέσει άραγε μια βίαιη αφύπνιση, ή μήπως την εμφάνιση αυταρχικών ή ολοκληρωτικών καθεστώτων; Κανείς δε μπορεί να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήματα. Εκείνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι όλοι όσοι έχουν συνείδηση του φοβερά σοβαρού χαρακτήρα των ζητημάτων πρέπει να προσπαθήσουν να μιλήσουν, να ασκήσουν κριτική σε αυτή την ξέφρενη πορεία προς την άβυσσο, να ξυπνήσουν την συνείδηση των συμπολιτών τους.

Η αποσύνθεση γίνεται φανερή κυρίως μέσα από την εξαφάνιση των σημασιών και το σχεδόν απόλυτο ξεθώριασμα των αξιών. Και αυτό απειλεί μακροπρόθεσμα την επιβίωση του ίδιου του συστήματος. Όταν δηλώνεται ανοιχτά, όπως γίνεται τώρα στις δυτικές κοινωνίες, ότι η μοναδική αξία είναι το χρήμα, το κέρδος, ότι το υπέρτατο ιδεώδες του κοινωνικού βίου είναι το «πλουτίστε» και η δόξα της δήλωσης αυτής ανήκει, σ’ ότι αφορά τη Γαλλία, στους σοσιαλιστές, οι οποίοι την έκαναν με έναν τρόπο που η Δεξιά δεν είχε τολμήσει να την κάνει, μπορεί να διερωτηθεί κανείς αν είναι ποτέ δυνατόν μια κοινωνία να συνεχίσει να λειτουργεί και να αναπαράγεται μονάχα σ’ αυτή τη βάση.
Αν τα πράγματα είχαν έτσι, τότε οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πρέπει να ζητούν και να δέχονται μπαξίσια για να κάνουν τη δουλειά τους, οι δικαστές να βγάζουν τις δικαστικές αποφάσεις στη δημοπρασία, οι εκπαιδευτικοί να βάζουν καλούς βαθμούς στα παιδιά των οποίων οι γονείς του έδωσαν μια επιταγή κλπ. Πριν από δεκαπέντε σχεδόν χρόνια έγραφα πως ο μόνος φραγμός για τους ανθρώπους σήμερα είναι ο φόβος των ποινικών κυρώσεων. Κατά ποια λογική όμως αυτοί που εισβάλλουν τις κυρώσεις θα είναι οι ίδιοι αδιάφθοροι; Ποιος θα φυλάει τους φύλακες; Η γενικευμένη διαφθορά που παρατηρούμε στο σύγχρονο πολιτικοοικονικό σύστημα δεν είναι περιφερειακό ή ανεκδοτολογικό φαινόμενο αλλά έχει γίνει δομικό χαρακτηριστικό, ενδογενές στο σύστημα της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Αγγίζουμε έτσι εδώ έναν θεμελιώδη παράγοντα, γνωστό στους μεγάλους πολιτικούς στοχαστές του παρελθόντος και παντελώς άγνωστο στους σημερινούς δήθεν πολιτικούς φιλοσόφους, κακούς κοινωνιολόγους και άθλιους θεωρητικούς: τη στενή συνάφεια ανάμεσα σ’ ένα κοινωνικό καθεστώς και στον ανθρωπολογικό τύπο (ή το φάσμα τέτοιων τύπων) που είναι αναγκαίος για να λειτουργήσει αυτό το καθεστώς. Τους περισσότερους απ’ αυτούς τους ανθρωπολογικούς τύπους ο καπιταλισμός τους κληρονόμησε από τις προγενέστερους ιστορικές περιόδους: τον αδιάφθορο δικαστή, τον βεμπεριανό δημόσιο υπάλληλο, τον αφοσιωμένο στο καθήκον του εκπαιδευτικό, τον εργάτη για τον οποίον η δουλειά του ήταν, παρ’ όλες τις συνθήκες, πηγή περηφάνιας.
Τέτοιου είδους πρόσωπα γίνονται αδιανόητα στη σύγχρονη εποχή: αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο θα αναπαράγονταν, ποιος θα τα αναπαρήγε, στο όνομα τίνος πράγματος θα λειτουργούσαν. Ακόμη και ο ανθρωπολογικός τύπος που αποτελεί δημιούργημα του ίδιου του καπιταλισμού, ο σουμπετερικός επιχειρηματίας, που συνδυάζει την τεχνική επινοητικότητα, την ικανότητα να συγκεντρώνει κεφάλαια, να οργανώνει μια επιχείρηση, να διερευνά, να διεισδύει, να δημιουργεί αγορές, είναι υπό εξαφάνιση. Αντικαθίσταται από διευθυντικές γραφειοκρατίες και από κερδοσκόπους.

Κι εδώ πάλι, όλοι οι παράγοντες συγκλίνουν σε αυτό το αποτέλεσμα. Γιατί να πασχίζει κανείς να παραγάγει και να πουλήσει, τη στιγμή που μια σωστή κίνηση με τα επιτόκια στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ή αλλού μπορεί να αποφέρει μέσα σε μερικά λεπτά 500 εκατομμύρια δολάρια; Τα ποσά που διακυβεύονται στην κερδοσκοπία κάθε εβδομάδα είναι της τάξης του ετήσιου ΑΕΠ των ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα είναι η διοχέτευση των πιο «επιχειρηματικών» στοιχείων προς αυτού του τύπου τις δραστηριότητες, οι οποίες είναι εντελώς παρασιτικές, από τη σκοπιά του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.  Αν αθροίσουμε όλους αυτούς τους παράγοντες και λάβουμε επιπλέον υπόψη την ανεπανόρθωτη καταστροφή του γήινου περιβάλλοντος που επιφέρει αναγκαστικά η καπιταλιστική «μεγέθυνση» (αναγκαίος όρος, η ίδια, της «κοινωνικής ειρήνης») μπορούμε και οφείλουμε να αναρωτηθούμε για πόσον καιρό ακόμα θα μπορεί να λειτουργεί το σύστημα.

Οι καθόλου αναπάντεχες οικονομικές κρίσεις, (προσχεδιασμένες πριν από 100+ χρόνια) η παράλυση του πολιτικού συστήματος όπου σκοπίμως και προπαγανδιστικά δίνει την διάχυτη εντύπωση ότι δεν έχει τίποτα να προσφέρει, φανερώνουν, ότι η αποσάθρωση της Δύσης είναι ένα φαινόμενο που εντείνεται ποιοτικά κι εκθετικά. Ακόμα και οι τεχνολογικές κι επιστημονικές εξελίξεις, η επανάσταση του διαδικτύου, οι σαρωτικές αλλαγές που επέφερε στις επικοινωνίες, στη ψυχαγωγία (μουσική, τηλεόραση, κινηματογράφος), τα κοινωνικά δίκτυα κ.λπ. δεν είναι ικανές για να οραματιστεί το ανθρώπινο ζώο ένα καλύτερο μέλλον.
Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη για τα γραφόμενα σχετικά με την ανυπαρξία ταυτότητας του σύγχρονου ανθρώπινου ζώου από το facebook. Η όποια ταυτότητά του εξαντλείται σε δημόσια προβολή κι ευτελισμό των  προσωπικών του δεδομένων, χάσιμο χρόνου και ικανότητας σκέψης σε χαζά παιχνίδια ως χόμπι, μερικές προτιμήσεις σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές και μερικές κακόγουστες φωτογραφίες και φυσικά αναπαραγωγή και κουτσομπολιό επί παντός θέματος, ειδικά των θεμάτων που έχει απόλυτη άγνοια. Ενώ ύψιστη χειρονομία αποδοχής ή όχι -κάτι σαν διαδικασία κοινωνικής ταύτισης- του δίδεται η επιλογή του Like. Έχουμε πει επανειλημμένως από αυτό το βήμα, το ανθρώπινο ζώο αντεξελίσσεται σε μαϊμού με ταχύτατους ρυθμούς.

Το Δουλεμπορικό (J. M. W. Turner)
Ο όρος σφαγή του Ζονγκ (αγγλικά: Zong Massacre, ενώ στο παρελθον χρησιμοποιούταν επίσης ο όρος υπόθεση Ζονγκ, Zong Affair) αφορά την μαζική δολοφονία Αφρικανών δούλων που συνέβει το 1781 στο πλοίο Ζονγκ (Zong) ιδιοκτησίας Τζέιμς Γκρέγκσον. Η υπόθεση αυτή προκάλεσε σάλο στην Βρετανία, ανοίγοντας τον δρόμο για δράσεις σχετικά με την κατάργηση του δουλεμπορίου στη χώρα. Το περιστατικό συνέβει στον Ατλαντικό Ωκεανό. Το βρετανικό δουλεμπορικό πλοίο Ζονγκ, καταχωρημένο στο Λίβερπουλ, απόπλευσε γεμάτο σκλάβους στις 6 Σεπτεμβρίου 1781 από την Αφρική [που οι ίδιοι οι αφρικανοί συνέλεγαν τους σκλάβους] με κατεύθυνση προς τη Τζαμάικα. Λόγω του μεγάλου αριθμού σκλάβων που κουβαλούσε προκλήθηκε υποσιτισμός και ξέσπασαν αρρώστιες, με αποτέλεσμα μέχρι τις 29 Νοεμβρίου, 7 μέλη του πληρώματος και 60 σκλάβοι να έχουν χάσει τη ζωή τους.
Επίσης το πλοίο, λόγω ισχυρών ανέμων, είχε καθυστερήσει να φτάσει στον προορισμό του και ο πλοίαρχος Λουκ Κόλινγουντ υπολόγιζε πως οι νεκροί μεταξύ των σκλάβων και του πληρώματος θα αυξάνονταν, μέχρι το τέλος. Η ασφάλεια του πλοίου κάλυπτε οικονομικά την οικονομική ζημιά που θα προκαλούνταν από τον θάνατο μέρους των σκλάβων, μόνο σε περίπτωση που αυτοί έβρισκαν τον θάνατο από πνιγμό στη θάλασσα, αλλά όχι από οποιαδήποτε άλλα αίτια.
Ο πλοίαρχος κάλεσε τους αξιωματικούς του πλοίου και τους πρότεινε να πετάξουν τους άρρωστους σκλάβους στην θάλασσα. Αν και ο πρώτος αξιωματικός Τζέιμς Κέλσαλ διαφώνησε, η απόφαση συμφωνήθηκε. Στις επόμενες τρεις ημέρες, 122 σκλάβοι ρίχτηκαν αλυσοδεμένοι στον Ατλαντικό Ωκεανό – 54 στις 29 Νοεμβρίου, 42 στις 30 Νοεμβρίου και 26 την 1η Δεκεμβρίου, ενώ άλλοι 10 αποφάσισαν να πέσουν μέσα στη θάλασσα από μόνοι τους, σε συμπαράσταση στο μαρτύριο των θυμάτων.
Αργότερα, δικαιολογήθηκαν πως η επιλογή να ρίξουν τους σκλάβους στον ωκεανό είχε να κάνει με τον κίνδυνο να τελειώσουν τα αποθέματα νερού στο πλοίο. Όμως, όταν το δουλεμπορικό έφτασε στη Τζαμάικα, στις 22 Δεκεμβρίου, είχε απόθεμα 420 γαλόνια νερού. Οι ιδιοκτήτες επιδίωξαν να εισπράξουν την ασφάλεια, αλλά η ασφαλιστική βασίστηκε στην μαρτυρία του Κέλσαλ που είχε διαφωνήσει με την απόφαση. Αρχικά το δικαστήριο που εξέτασε την υπόθεση αποφάνθηκε υπέρ των ιδιοκτητών. Η ασφαλιστική άσκησε έφεση. Ο Γκάρνιβαλ Σαρπ, ένας από τους πρώτους ακτιβιστές κατά του δουλεμπορίου, αφού πρώτα έλαβε γνώση των γεγονότων από έναν σκλάβο που είχε στο μεταξύ απελευθερωθεί, τον Ολονταχ Εκουιάνο , αποφάσισε να εμπλακεί στην υπόθεση.
Οι όποιες απόπειρες του Σαρπ για δίωξη των υπευθύνων για δολοφονία, όμως, δεν επιτεύχθηκαν. Ο τότε Γενικός Εισαγγελέας Αγγλίας και Ουαλίας Τζον Λι, υποστήριξε πως η υπόθεση θα ήταν ίδια με το «αν είχαν ριχτεί στη θάλασσα άλογα». Υποστήριξε επίσης πως η δίκη αφορούσε απλά μια υπόθεση όπου ρίχτηκε στη θάλασσα το εμπόρευμα ενός πλοίου και πως δεν θα μπορούσαν για τον λόγο αυτό να υπάρχουν κατηγορίες για ανθρωποκτονία, ενώ πως το όλο περιστατικό ήταν υπέρ των συμφερόντων του πλοίου, καθώς κινδύνευε η ασφάλεια του πληρώματος. Ο Λόρδος του Μάνσφιλντ υποστήριξε πως οι πλοιοκτήτες δεν θα μπορούσαν να ζητήσουν αποζημίωση λόγω έλλειψης στοιχείων για λάθος στους υπολογισμούς της διαχείρισης του φορτίου.

Το Βαρύ Προνόμιο της Δύσης

Δύο αξιοσημείωτοι ακτιβιστές οι οποίοι εμπνεύστηκαν από το περιστατικό ήταν ο Τόμας Κλάρκσον (Thomas Clarkson) ο οποίος έγραψε το «Δοκίμιο για τη δουλεία και το εμπόριο του ανθρώπινου είδους» και ο Τζέιμς Ράμσεϊ (James Ramsay) ο οποίος έγραψε το «Δοκίμιο για τη θεραπεία και τη μετατροπή των αφρικανικών σκλάβων στις Αποικίες της Ζάχαρης».
Το 1807 η Βρετανική Αυτοκρατορία θα καταργήσει φαινομενικά το δουλεμπόριο, ενώ το 1833 θα καταργήσει και την πρακτική της δουλείας. Το 1840 ο Joseph Mallord William Turner εμπνευσμένος από την Σφαγή του Ζονγκ, (καθώς και από τις «Εποχές» του Τζέιμς Τόμσον) θα ζωγραφίσει τον πίνακα «Δουλεμπορικό» με σκοπό την παραπέρα συνέχιση των προσπαθειών για την παγκόσμια κατάργηση του δουλεμπορίου.
Ο Joseph Mallord William Turner (1775 -1851) θεωρείται αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος άγγλος ρομαντικός ζωγράφος της πρώιμης Βικτωριανής εποχής και όσο ήταν στην ζωή αποτελούσε επίσης θρύλο για τους σύγχρονούς του. Ο Turner μας πνιγεί σ’αυτή την ιστορική στιγμή, μας τραβά μέσα σ’ αυτό το τρομακτικό χάσμα στον ωκεανό, μας κρατά βουτηγμένους μέσα στο αιματοβαμμένο φως του, ακριβώς στην ίδια απόχρωση που παίρνει νόημα όταν αιματώνεται το οπτικό σας νεύρο καθώς κλείνετε τα μάτια σας απέναντι στο εκτυφλωτικό φως του ήλιου. Αν και σχεδόν όλοι τους, οι σύγχρονοι με αυτόν επικριτές του, [*Συγκινησιακή Πανούκλα] πιστεύουν ότι αυτός ο πίνακάς του αντιπροσωπεύει το πιο χαμηλό επίπεδο μέσα στην καλλιτεχνική του δράση, εξαιτίας της απερίσκεπτης αδιαφορίας του Turner προς τους κανόνες της τέχνης, στην πραγματικότητα ήταν ο μεγαλύτερος του θρίαμβος στο γλυπτό σκάλισμα του χωροχρόνου. Ο Τέρνερ ήταν ο πρώτος που πάντρεψε τον νατουραλισμό και τον αισθητισμό προετοιμάζοντας το έδαφος για τους μεταγενέστερους ιμπρεσιονιστές.



William Turner “Sand Lancaster” Ακόμη ένας προφητικός πίνακας του William Turner ο «Sand Lancaster» -Η Άμμος του Λάνκαστερ (1826) Σε αυτόν τον πίνακα ο ζωγράφος επαναλαμβάνει μια αρχετυπική και ταυτόχρονα αναπόφευκτη εικόνα της ανθρώπινης μοίρας. Καραβάνια διασχίζουν μια απρόβλεπτη κι επικίνδυνη έρημο, που καλύπτει την απόσταση από το Lancaster στο Ulverston σχηματίζοντας παράλληλα τον βαλτώδη κόλπο του Morecambe. Ήταν μια πολύ επικίνδυνη διαδρομή εξαιτίας της παλίρροιας, των ξαφνικών αλλαγών του καιρού και της συνεχούς μετατόπισης της άμμου. Το επικίνδυνο αυτό πέρασμα απαιτούσε την βοήθεια έμπειρων και ικανών οδηγών για να οδηγήσουν τα καραβάνια με στοιχειώδη ασφάλεια στον προορισμό τους. Οι στοίβες με τα ξερόκλαδα που διακρίνονται στην άμμο είναι σημάδια που έχουν αφήσει οι προηγούμενοι οδηγοί οριοθετώντας ασφαλείς διαδρόμους. Παρ’ όλες όμως τις προφυλάξεις εκατοντάδες άνθρωποι έχασαν την ζωή τους σε αυτή την μαζική μετακίνηση των πληθυσμών του νέου Βιομηχανικού κόσμου.
Κάντε παραλληλισμούς με το σήμερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου