Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, ΙΠΠΩΝΑΞ

Δέηση στον Ερμή

Ο Ιππώναξ ήταν για τους αρχαίους -τότε που ακόμη το έργο του σωζόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος προφανώς ακέραιο-ο ποιητής της λοιδορίας και της αισχρολογίας. Στους ιάμβους του, γραμμένους πιθανώς για να παρουσιαστούν σε λαϊκές γιορτές, παρουσίαζε τον εαυτό του καυγατζή, φτωχό, διαρρήκτη, πότη, άνθρωπο, με μια λέξη, του "περιθωρίου". Λοιδορούσε συχνά τους εχθρούς του, πρώτον απ᾽ όλους τον γλύπτη Βούπαλο. Τα ποιήματά του στο παρελθόν ερμηνεύθηκαν ως αυτοβιογραφικά, ωστόσο σήμερα επικρατεί η άποψη ότι ο Ιππώναξ υποδύεται στο πλαίσιο της ιαμβικής παράδοσης διάφορους ρόλους για να προσδώσει στην ποίησή του δραματικό χαρακτήρα. Στον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ποίησής του αντιστοιχεί ένα ιδιαίτερο μέτρο, ο χωλίαμβος, ενώ η γλώσσα του (ιωνική με πολλά στοιχεία του προφορικού λόγου και λεξιλογικά δάνεια από μη ελληνικές γλώσσες της Ιωνίας) είναι γεμάτη από σεξουαλικά υπονοούμενα και βρισιές.

Στα δύο αποσπάσματα που ακολουθούν ο φτωχός που μιλάει ικετεύει προκλητικά τον θεό Ερμή, τον γιο που είχε γεννήσει από τον Δία η Μαία στο όρος Κυλλήνη, να του δώσει τα απαραίτητα για να μην τρέμει από το κρύο.

«Ἴαμβοι» (Aποσπάσματα 32 και 34)

(α)

Ἑρμῆ, φίλ᾽ Ἑρμῆ, Μαιαδεῦ, Κυλλήνιε,
ἐπεύχομαί τοι, κάρτα γὰρ κακῶς ῥιγῶ
καὶ βαμβαλύζω ***
δὸς χλαῖναν Ἱππώνακτι καὶ κυπασσίσκον
5 καὶ σαμβαλίσκα κἀσκερίσκα καὶ χρυσοῦ
στατῆρας ἑξήκοντα τοὐτέρου τοίχου.

(β)

ἐμοὶ γὰρ οὐκ ἔδωκας οὔτέ κω χλαῖναν
δασεῖαν ἐν χειμῶνι φάρμακον ῥίγεος,
οὔτ᾽ ἀσκέρῃσι τοὺς πόδας δασείῃσι
ἔκρυψας, ὥς μοι μὴ χίμετλα ῥήγνυται.

***
Ερμή, Ερμή μου, της Μαίας γιε, Κυλλήνιε,
επάκουσε την δέησή μου, γιατί τουρτουρίζω
και χτυπούν τα δόντια μου ***
Δώσε μια χλαίνη στον Ιππώνακτα και κανένα χιτωνάκο
και κανένα ζευγάρι σανδαλάκια και παντοφλάκια γούνινα5
και εξήντα χρυσούς στατήρες, που ν᾽ ανεβώ στη ζυγαριά
κι ακόμα να γέρνει από την άλλη.1

Γιατί εμένα ποτέ σου δεν μου έδωσες μια ζεστή χλαίνη,
το γιατρικό για το τουρτούρισμα το χειμώνα,
ούτε μου τύλιξες τα πόδια με ζεστές παντούφλες γούνινες
να μην ματώνουν οι χιονίστρες μου.
-------------
1 Οι γνώμες των μελετητών σχετικά με την ερμηνεία του χωρίου διίστανται.
 

Κατάρα

Το κείμενο ανήκει στις λεγόμενες επωδούς. Έτσι ονομάζονται τα ποιήματα του Αρχίλοχου και του Ιππώνακτα που απαρτίζονται από μικρές "στροφές" δύο ή τριών "στίχων", από τους οποίους ο πρώτος κατά κανόνα είναι ή δακτυλικός εξάμετρος (το μέτρο του έπους) ή ιαμβικός τρίμετρος (το κύριο μέτρο του δράματος), ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος (είναι μικρότεροι δακτυλικοί ή ιαμβικοί "στίχοι". Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο πρώτος στίχος της "στροφής" είναι ιαμβικός τρίμετρος και ο δεύτερος ημιεπές (το πρώτο ημιστίχιο του δακτυλικού εξαμέτρου).

Οι σωζόμενοι στίχοι είναι οι τελευταίοι του ποιήματος, που κάποιοι μελετητές, παραπέμποντας, μεταξύ άλλων, και στη σφοδρότητα της επίθεσης, το αποδίδουν στον Αρχίλοχο, ενώ άλλοι στον Ιππώνακτα. Ολόκληρο το απόσπασμα είναι μια φοβερή κατάρα, που εκφέρεται από τον ποιητή (ή άλλο πρόσωπο) εναντίον κάποιου ο οποίος, ενώ πριν ήταν φίλος του, πάτησε τον όρκο και τον αδίκησε. Και αυτό το ποίημα είναι μια αντίδραση για κάτι που δεν έγινε σύμφωνα με την επιθυμία του ποιητή· αλλά το πληγωμένο αίσθημα ξεπερνά τον απλό υποκειμενισμό: δεν είναι μόνο η φιλία που πληγώνεται, αλλά το αίσθημα δικαιοσύνης. Όπως η αγάπη, έτσι και η δικαιοσύνη δεν εξαρτάται από όρους· απαιτεί μάλιστα σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό να είναι υπερπροσωπική και θεϊκή.

«Ἐπῳδοὶ» (Απόσπασμα 115, 4-16)

κύμ[ατι] πλα[ζόμ]ενος̣·
5 κἀν Σαλμυδ[ησσ]ῷ γυμνὸν εὐφρονε̣.
Θρήϊκες ἀκρό[κ]ομοι
λάβοιεν —ἔνθα πόλλ᾽ ἀναπλήσει κακὰ
δούλιον ἄρτον ἔδων—
ῥίγει πεπηγότ᾽ αὐτόν· ἐκ δὲ τοῦ χνόου
10 φυκία πόλλ᾽ ἐπέ̣χοι,
κροτέοι δ᾽ ὀδόν̣τας, ὡς [κ]ύ̣ων ἐπὶ στόμα
κείμενος ἀκρασίῃ
ἄκρον παρὰ ῥηγμῖνα κυμα….δ̣ο̣υ̣·
ταῦτ᾽ ἐθέλοιμ᾽ ἂ̣ν ἰδεῖ̣ν,
15 ὅς μ᾽ ἠδίκησε, λ̣[ὰ]ξ δ᾽ ἐπ᾽ ὁρκίοις ἔβη,
τὸ πρὶν ἑταῖρος [ἐ]ών.

***
Και οι Θράκες με τις κοτσίδες στην κορφή
καλώς να τον δεχτούνε στη Σαλμυδησσό1 γυμνό5
-όπου έχει να πιει πολλά φαρμάκια
τρώγοντας το ψωμί του σκλάβου-
να έχει παγώσει από το σύγκρυο
και ο αφρός της θάλασσας ν᾽ αδειάζει απάνω του σωρό τα φύκια·10
να κείτεται πεσμένος ταπίστομα
σαν το σκυλί,
στην άκρη του γιαλού να σκάει το κύμα και να τον σκεπάζει.
Έτσι θα ᾽θελα να ᾽βλεπα
εκείνον που με αδίκησε,15
που ποδοπάτησε τον όρκο,
κι ας ήταν μέχρι τότε φίλος μου.
-----------

1 Θρακική πόλη στον Εύξεινο πόντο. Η περιοχή ήταν ιδιαιτέρως επικίνδυνη για τους ναυτικούς.