Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Ο έρωτας του Αλκιβιάδη για τον Σωκράτη

Christoffer Wilhelm Eckersberg – Σωκράτης και Αλκιβιάδης (19ος αιώνας)
<Christoffer Wilhelm Eckersberg – Σωκράτης και Αλκιβιάδης (19ος αιώνας)
 
Το εγκώμιο του Αλκιβιάδη στο Συμπόσιο του Πλάτωνα

Με το που τελειώνει τον σχεδόν μυστικιστικό λόγο του ο Σωκράτης, αρχίζουν οι έπαινοι, με τον Αριστοφάνη να πασχίζει να προσθέσει κάτι, αφού έγινε υπαινιγμός στα δικά του λεγόμενα. Στη όποια σοβαρότητα του γλεντιού δίνει τέλος ο Αλκιβιάδης, που εισέρχεται στον χώρο του συμποσίου μεθυσμένος και ωρυόμενος. Ο Πλάτων χρησιμοποιεί σαν επίλογο του έργου του αυτό το επεισόδιο θέλοντας να δείξει στην πράξη, περιγράφοντας την σχέση μεταξύ του Αλκιβιάδη και του Σωκράτη, όσα η Διοτίμα υποστήριξε θεωρητικά για τον σωστό δρόμο του έρωτα, ρίχνοντας παράλληλα τους τόνους και χαλαρώνοντας την ατμόσφαιρα.

Αρχικά, κάποιος του ζητάει να πλέξει το εγκώμιο του Έρωτα όπως έκαναν οι υπόλοιποι, αλλά ο Σωκράτης τον μαλώνει, θεωρώντας ότι επειδή είναι μεθυσμένος μπορεί να πει κάτι ασεβές για τους θεούς και να βλασφημήσει. Εγκωμιάζει λοιπόν τον ίδιο τον Σωκράτη που τον ξέρει από πολύ παλιά. Όπως αναφέρει ο Σωκράτης παραπονεμένος: «Ο έρωτας αυτού του ανθρώπου μου έγινε μεγάλο βάρος˙ από τη μέρα που τον ερωτεύτηκα, ποτέ μα ποτέ δεν μπόρεσα να κοιτάξω, και πολύ περισσότερο να κουβεντιάσω με κάποιο ομορφόπαιδο»σελ.209. Ο Αλκιβιάδης λοιπόν παινεύει τον Σωκράτη, που από δω και στο εξής παίρνει αδήλωτα τον ρόλο του «επίδοξου μύστη της απόλυτης ομορφιάς», όπως τον περιέγραψε η Διοτίμα, ξεκινώντας από τη δύναμη των λόγων του, που είναι ικανά να συγκινήσουν κάποιον ακόμα κι αν τα ακούει από τρίτο. «Τα λόγια του κάνουν την καρδιά μου να σκιρτάει και δάκρυα κυλούν από τα μάτια μου», λέει, τόσο που αισθάνεται υποδουλωμένος. Τον παινεύει για το ότι δεν αποφεύγει να μιλάει με απλά λόγια (και στην Απολογία ο Σωκράτης λέει ότι έτσι, απλά, επιθυμεί πάντα να μιλάει), αναφερόμενος στο λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί, το οποίο περιλαμβάνει γαϊδούρια, τσαγκάρηδες και ταμπάκηδες σαν παραδείγματα. Όποιος τον ακούει προσεκτικά όμως θα διαπιστώσει πως πίσω από αυτές τις λέξεις κρύβονται θεϊκά λόγια και αναρίθμητες αρετές, καλύπτοντας θέματα που οφείλει να μελετήσει όποιος φιλοδοξεί να φτάσει στην κάθαρση (όποιος δηλαδή φιλοσοφεί).

Μόνο τον Σωκράτη ντρέπεται, λέει ο Αλκιβιάδης, θυμίζοντάς μας το εγκώμιο που έκανε ο Φαίδρος στην αρχή του Συμποσίου (ο έρωτας προκαλεί «ντροπή για κάθε τι πρόστυχο, φιλοτιμία για κάθε τι ωραίο»). Μόνο ο Σωκράτης τον αναγκάζει να παραδεχτεί πως παρά τα ελαττώματα που έχει, αδιαφορεί για την βελτίωσή του και ασχολείται με την πολιτική. Ο Αλκιβιάδης εδώ, αναγνωρίζει ξεκάθαρα τον ρόλο του φιλοσόφου ως ενάρετου εραστή, όπως τον όρισε ο Παυσανίας, καθώς έχει ηθική ανωτερότητα σε σχέση με τον ερωμένο Αλκιβιάδη, και σκοπό την πνευματική του προαγωγή. Όταν ο Σωκράτης υποστηρίζει πως δεν γνωρίζει τίποτα, μόνο σαν υποκρισία μπορεί αυτό να ιδωθεί, γιατί όταν αποβάλλει αυτήν τη «μάσκα» του αδαούς, αποκαλύπτεται η υψηλή φρόνησή του. Γι’ αυτό και του προκαλεί ενοχές όταν, αφού έχει δεχτεί τις συμβουλές του, αθετεί τις υποσχέσεις του σ’ αυτόν, και από ντροπή αποφεύγει να τον συναντήσει. Προσθέτει πως οι πολλοί νομίζουν ότι ο Σωκράτης ερωτεύεται την εξωτερική ομορφιά, αλλά στην πραγματικότητα αδιαφορεί γι’ αυτήν. Ούτε για τον πλούτο νοιάζεται ούτε για κάποιο άλλο προσόν που νοιάζονται οι πολλοί. Είναι είρωνας και πειράζει τον κόσμο, αλλά όταν σοβαρεύεται και ανοίγει την ψυχή του, δείχνει τα «αγάλματα που κρύβει μέσα του»σελ.219.

Jean-Baptiste Regnault – Ο Σωκράτης αποσπά τον Αλκιβιάδη από την αγκαλιά του αισθησιασμού (1791)

Ο Αλκιβιάδης λοιπόν τον ερωτεύτηκε για τις αρετές του και ζητούσε την παρέα του και την αγάπη του για να του δοθεί ερωτικά˙ «γυμναζόμουν μαζί του με την ελπίδα πως το θέμα θα καταλήξει κάπου…αποτέλεσμα κανένα»σελ.221. Αυτός περνούσε τη μέρα συζητώντας μόνο μαζί του, θυμίζοντάς μας ξανά τον Παυσανία, και τις δοκιμασίες που οφείλει ο ερωμένος να βάλει στον επίδοξο εραστή για να αποδείξει την αξία του, γιατί «ο χρόνος είναι η καλύτερη δοκιμασία γνησιότητας» των προθέσεών του. Μόνο που εδώ, είναι ο Σωκράτης που σηκώνει την ευθύνη της απόδειξης των καλών σκοπών του Αλκιβιάδη, ενώ αυτός αποδεικνύεται βιαστικός και επιπόλαιος, εντυπωσιασμένος βέβαια από τα σοφά λόγια και το πνευματικό βάθος του υποψήφιου εραστή, δείχνοντας όμως έτσι πως ο Σωκράτης είναι όντως άξιος εραστής, ενώ ο ίδιος ανάξιος ερωμένος. Συνέχισε να τον προσκαλεί σε δείπνο, σαν να αντιστράφηκαν οι ρόλοι τους, και να ήταν αυτός ο εραστής που επιδιώκει να ρίξει ένα νεαρό αγόρι. «Έπρεπε να περάσει χρόνος για να πειστεί. Τελικά όμως ανταποκρίθηκε»σελ.221.

Ο Αλκιβιάδης κάνει την τελευταία του κίνηση, λέγοντας στον Σωκράτη πως είναι ο μόνος που αποδείχτηκε άξιος εραστής του, και του προσφέρει τον εαυτό του, τα πλούτη του και τα πλούτη των φίλων του. Του υπόσχεται πως το πιο ουσιώδες γι’ αυτόν είναι να διαμορφώσει τον χαρακτήρα του όσο γίνεται καλύτερα, και παραδέχεται πως θα αισθανόταν ντροπή αν δεν χάριζε τον εαυτό του «σ’ έναν τέτοιον άντρα»σελ.223. Ο Σωκράτης όμως απάντησε ειρωνικά στον Αλκιβιάδη, παινεύοντας τα κάλλη του, αλλά κατηγορώντας τον πως του λείπει η ψυχική ομορφιά, και πως θέλει να ανταλλάξει τα δικά του εξωτερικά κάλλη με την αληθινή ομορφιά του Σωκράτη, «να δώσει χαλκό και να πάρει χρυσό». Κοιμήθηκαν λοιπόν στο ίδιο κρεβάτι, αλλά ενώ ο Αλκιβιάδης τον «προκαλούσε με όλα τα μέσα», το επόμενο πρωί ξύπνησε χωρίς να του έχει συμβεί «τίποτα περισσότερο απ’ ό,τι αν κοιμόμουνα με τον πατέρα μου ή τον μεγαλύτερο αδερφό μου»σελ.225. Ο Σωκράτης έτσι, αποδεικνύεται ο ενάρετος εραστής που περιέγραφε ο Παυσανίας, όχι μόνο στα λόγια άλλα και στην πράξη, καθώς η αιτία που αρνήθηκε τον Αλκιβιάδη δεν ήταν η σεμνοτυφία. Η αιτία ήταν αμιγώς ηθική, αφού η ερωτική πράξη δεν τελέστηκε μόνο λόγω μειονεκτήματος του Αλκιβιάδη, η ανωριμότητα του οποίου του στέρησε όσα θα μπορούσε να κερδίσει από μία τέτοια σχέση. Γιατί στην ερωτική σχέση ο εραστής (Σωκράτης) δεν έχει μόνο την υποχρέωση να διαθέτει την ψυχική καλλιέργεια που θα ανορθώσει πνευματικά τον ερωμένο, αλλά έχει και το δικαίωμα και την απαίτηση, η σχέση αυτή να βοηθήσει και τον ίδιο να γίνει ευτυχισμένος, αποκτώντας τα κάλλη και τις αρετές στις οποίες αναφέρθηκε η Διοτίμα.

Henryk Siemiradzki – Ο Σωκράτης βρίσκει τον Αλκιβιάδη στην παρέα εταίρων

Στη συνέχεια τιμά τον Σωκράτη για τις πολεμικές του αρετές. Επέδειξε ανδρεία στον πόλεμο (είχαν πολεμήσει μαζί στην Ποτείδαια), όπου τον έσωσε από σίγουρο θάνατο όταν αυτός τραυματίστηκε. Και όπως μάθαμε από τον Φαίδρο, στο πεδίο της μάχης την μεγαλύτερη έμπνευση την προσφέρει ο έρωτας, με πράξεις φιλοτιμίας και αυτοθυσίας για χάρη του συμπολεμιστή. Η αντοχή του στο κρύο ήταν μεγαλύτερη κι από των ποδεμένων στρατιωτών (ο ίδιος ξυπόλυτος), και η ταπεινοσύνη του και η αδιαφορία για τις δόξες, τον οδήγησαν να αρνηθεί το παράσημο που του άξιζε, παραχωρώντας το με χαρά στον Αλκιβιάδη. Δεν λείπουν και οι αναφορές στην αντοχή του στο κρασί, που όσο και να πιει δεν μεθάει με τίποτα, και που με όποιον και να έπινε, τον έβαζε κάτω.

Κλείνει τον λόγο του με ένα παράπονο, λέγοντας πως υπέφερε από τη σχέση του με τον Σωκράτη, που κατέληξε να τον εξευτελίζει, όπως έκανε και σε άλλους, που παραπλάνησε ως δήθεν εραστής ενώ τελικά αποδεικνυόταν ερωμένος. Γι’ αυτό, προειδοποιεί τον Αγάθωνα μην πάθει κι αυτός τα ίδια, «να μην μάθεις, αφού σαν ανόητος πάθεις»σελ.233.

Ο Σωκράτης αντιδρά στο τελευταίο σχόλιο του Αλκιβιάδη και τον κατηγορεί ότι σκοπεύει με τους υπαινιγμούς του να κάνει αυτόν και τον Αγάθωνα να τσακωθούν μεταξύ τους, ώστε να έχει τον ίδιο ως αποκλειστικό εραστή και τον Αγάθωνα ως αποκλειστικό ερωμένο. Αφού ο Αγάθωνας τον διαβεβαιώνει πως δεν θα πετύχει τίποτα τέτοιο, εισβάλλουν από την πόρτα περαστικοί χαροκόποι, και στο συμπόσιο επικράτησε χάος, μέχρι που το κέφι καταλάγιασε, οι συμπότες αποκοιμήθηκαν, κι ο Σωκράτης αποχώρισε για να περάσει τη μέρα του «όπως όλες τις άλλες»σελ.239.

Jean-Leon Gerome – Ο Σωκράτης αναζητά τον Αλκιβιάδη στο σπίτι της Ασπασίας (1861)

Βλέπουμε λοιπόν στον λόγο του Αλκιβιάδη έναν Σωκράτη που ερωτεύεται μεν την ομορφιά των σωμάτων αλλά προτιμά την ομορφιά των ψυχών, που χαίρεται και εκτιμάει τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τους θεσμούς (γλέντια με κρασί και συμμετοχή στον πόλεμο για την υπεράσπιση της πόλης), και που με θεϊκά λόγια (αφοσίωση στη λογική/επιστήμη/φιλοσοφία) μελετάει τα πιο σημαντικά θέματα προσπαθώντας να φτάσει στην τελειότητα. Επιβεβαιώνεται έτσι ότι ο Σωκράτης ακολουθεί τα στάδια προς την απόλυτη ομορφιά που παρέθεσε πριν λίγο η Διοτίμα, και τώρα βρίσκεται λίγο πριν το τελευταίο, το άπιαστο.

Το να θεωρήσουμε ότι όλα αυτά ειπώθηκαν από τον Αλκιβιάδη από καθαρή σύμπτωση, ενώ έρχονται ακριβώς σαν απάντηση ή επιβεβαίωση των λόγων της Διοτίμας, αλλά και των προηγούμενων, είναι μάλλον αφελές. Το Συμπόσιο δεν είναι μόνο ένα έργο φιλοσοφικής μελέτης (κανένας πλατωνικός διάλογος δεν είναι), αλλά ταυτόχρονα ένα λογοτεχνικό δημιούργημα, με πολλά αφηγηματικά τεχνάσματα που στόχο έχει να παραθέσει τις ιδέες του Σωκράτη για το ζήτημα του έρωτα, χωρίς να κουράζει μοιάζοντας με πρακτικά συνεδρίου. Αν και δεν έχουμε λόγο να μην πιστεύουμε ότι ένα τέτοιο συμπόσιο με αυτούς τους συμπότες και με αυτό το θέμα εγκωμιασμού έγινε στ’ αλήθεια (αν και κάποιοι έχουν προσπαθήσει να αποδείξουν το αντίθετο), ο τρόπος που ακολουθεί ο ένας λόγος τον άλλο, και κυριότερα ο τρόπος που τα λεγόμενα της Διοτίμας απάντησαν σε όσα προειπώθηκαν μέχρι να πάρει το λόγο ο Σωκράτης, αλλά και οι έπαινοι του Αλκιβιάδη προς αυτόν, που χωρίς να έχει ακούσει τα εγκώμια των υπολοίπων ακολουθεί βήμα προς βήμα τα θέματα που έθεσαν, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Πλάτωνας (που δεν ήταν παρόν στο συμπόσιο) είναι ο πραγματικός συγγραφέας όλων των εγκωμίων που παρουσίασε. Ταυτόχρονα, όσα ο Πλάτων αποδίδει στον λόγο του Φαίδρου δεν έρχονται σε αντίθεση με όσα ειπώθηκαν στον άλλο πλατωνικό διάλογο, Φαίδρος. Επίσης, όσα λέει εδώ ο Σωκράτης είναι συνεπή με την διδασκαλία του όπως μας παρουσιάζεται αλλού, και ο λόγος που αποδίδεται στον Αριστοφάνη είναι γραμμένος στο πνεύμα του, όπου με ευτράπελη αφήγηση αναφέρεται και σχολιάζει θέματα που είναι σημαντικά και καίρια.

Όσο για τον Αλκιβιάδη, αποδεικνύεται επιπόλαιος, αχαλίνωτος και ανώριμος, σε μια ακόμα προσπάθεια του Πλάτωνα να διαχωρίσει τις θέσεις και τη στάση του δασκάλου του, Σωκράτη, από αυτόν και τις πράξεις του. Η φιλία του Σωκράτη με τον Αλκιβιάδη ήταν το αγκάθι στην φήμη του φιλοσόφου, αφού θεωρήθηκε ότι ήταν τα διδάγματά του που οδήγησαν τον στρατηγό στην προδοσία της Αθήνας, και τον Σωκράτη στο εδώλιο με την κατηγορία της διαφθοράς των νέων. Και όπως παρατηρεί ο Συκουτρής, ο Πλάτωνας φαίνεται λιγότερο συντηρητικός από άλλους συγγραφείς-μαθητές του Σωκράτη, όπως ο Ξενοφών, ο Αντισθένης και ο Αισχίνης, οι οποίοι προσπάθησαν να αποβάλλουν από τη μνήμη του δασκάλου τους το όνειδος της γνωριμίας του με τον βδελυρό Αλκιβιάδη, αφού αυτός κοίταξε τη σχέση των δύο αντρών με ορθάνοιχτα μάτια, για να δείξει ότι ο Αλκιβιάδης δεν διαφθάρηκε εξαιτίας των διδαγμάτων του Σωκράτη, αλλά ακριβώς επειδή δεν τα έκανε κτήμα του.
-----------------
Χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση του Δημήτρη Κοσμά από το:
Πλάτωνος Συμπόσιον (εκδ. Γνώση, 2011)
Για ιστορικά και μυθολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν:
Πλάτωνος Συμπόσιον (εκδ. Κάκτος, μετάφραση/σχόλια Ιωάννης Συκουτρής, 2005)
Δημήτρης Σαραντάκος – Τι μας έμαθαν επιτέλους οι αρχαίοι Έλληνες; (εκδ. Γνώση, 2010)
Alfred-Edward Taylor – Πλάτων, ο Άνθρωπος και το Έργο του (εκδ. ΜΙΕΤ, 2009)
Ησίοδος – Θεογονία

Ο ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ - Οι Μούσες

Τα προοίμια

Η Μούσα (αλλιώς: θεά, Μοῦσαι) δεν εμπνέει απλώς τον ποιητή των ομηρικών επών· του υπαγορεύει τι και πώς να τραγουδήσει και να διηγηθεί. Αυτή την εξάρτηση του ραψωδού από τις Μούσες προβάλλουν προγραμματικά τα προοίμια των δύο επών, και μάλιστα στον εναρκτήριο στίχο τους. Το κρίσιμο εντούτοις ερώτημα είναι αν στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τυπική σύμβαση, που την επιβάλλει η αρχαϊκή επική παράδοση, ή για πραγματική οφειλή του ποιητή. Η πρώτη εκδοχή δεν αποκλείει εντελώς τον δημιουργικό ρόλο του, ενώ η δεύτερη σχεδόν τον μηδενίζει. Εκτός και αν η συγκεκριμένη παρουσία και παρέμβαση των Μουσών στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια ευνοεί μια τρίτη, ενδιάμεση υπόθεση, η οποία παρακάμπτει (ή τουλάχιστον μετριάζει) το προηγούμενο δίλημμα.

Από τη στατιστική απογραφή των σχετικών δεδομένων προκύπτει ο υποβαθμισμένος ρόλος των Μουσών, τόσο στην Ιλιάδα όσο και προπαντός στην Οδύσσεια. Δέκα είναι όλες κι όλες οι επώνυμες ιλιαδικές αναφορές και μόλις επτά οι οδυσσειακές. Αλλά και επί της ουσίας ο ποιητικός ρόλος των Μουσών στα δύο ομηρικά έπη αποδείχνεται μάλλον περιορισμένος.

Στην Ιλιάδα ρυθμιστική παρέμβαση των Μουσών έχουμε μόνο στον πρώτο και στον όγδοο στίχο του προοιμίου, όπου η οὐλομένη μῆνις του Αχιλλέα ορίζεται ως κεντρικό θέμα του έπους, ενώ η ἔρις Αγαμέμνονα και Αχιλλέα σηματοδοτεί την αφηγηματική αρχή του. Οι άλλες αναφορές επιμένουν κατά κανόνα στη μνημονική υποστήριξη των Μουσών, όπου ο ποιητής δηλώνει αμηχανία να συντάξει μακρούς καταλόγους κυρίων ονομάτων και πλοίων. Τυπικό παράδειγμα η εκτενέστερη μέσα στο έπος επίκληση των Μουσών στους στίχους 484-493 της δεύτερης ραψωδίας, η οποία προλογίζει τον «Νεῶν Κατάλογον». Εδώ μάλιστα γενικεύεται με απόλυτο τρόπο η παντογνωσία των Μουσών σε αντίθεση προς την ομολογημένη ολική άγνοια των ραψωδών, η οποία αναπληρώνεται από τη δική τους γνώση.

Καταλογική εξάλλου υποστήριξη των Μουσών επικαλείται ο ποιητής της Ιλιάδας και στις επόμενες τέσσερις περιπτώσεις: Β 760-762, Λ 218-220, Ξ 508-510 και Π 112-113. Απομένουν δύο ακόμη αναφορές, από τις οποίες η μία (Α 604) παρουσιάζει τις Μούσες να τραγουδούν, με τη μουσική υποστήριξη του Απόλλωνα, στο ολύμπιο συμπόσιο των θεών· η άλλη (Β 592-598) ιστορεί, με παρενθετική συντομία, την τιμωρία από τις Μούσες του αοιδού Θάμυρη (τύφλωση και αφαίρεση της μουσικής δωρεάς), επειδή ισχυρίστηκε πως μπορεί να τις ανταγωνιστεί και να τις νικήσει. Η απορριπτική αυτή συμπεριφορά των Μουσών απέναντι σ᾽ έναν υπεροπτικό ραψωδό δείχνει ότι κρατούν το παιχνίδι της μουσικής στο χέρι τους· αυτές προσφέρουν τη μουσική τέχνη στον αοιδό, με το δικαίωμα της αποστέρησής της, όταν κρίνουν ότι υπήρξε εκ μέρους του ανταγωνιστική κατάχρηση. Ανάλογες είναι και οι σχετικές αναφορές της Οδύσσειας.

Το οδυσσειακό προοίμιο παραλλάσσει ελαφρώς τα «μουσικά» σήματα του ιλιαδικού προοιμίου. Η Μούσα τώρα (όχι η θεά) καλείται να διηγηθεί (όχι να τραγουδήσει) τα πάθη ενός πολύτροπου ήρωα, που, μολονότι παραμένει ανώνυμος, η ταυτότητά του εύκολα εικάζεται από τα διάσημα έργα και πάθη του. Μετονομασμένη εξάλλου η Μούσα στον στίχο 10 σε θεά και θυγατέρα τουΔιός, καλείται να επιλέξει η ίδια από πού θα αρχίσει την εξιστόρηση. Πράγμα που σημαίνει ότι, όπως στο προοίμιο της Ιλιάδας, έτσι κι εδώ, στη Μούσα αναθέτει ο ποιητής τόσο την εξαγγελία του επικού του θέματος όσο και την αφηγηματική του αφετηρία. Με τα δεδομένα αυτά ενισχύεται η εντύπωση ότι η Μούσα υπαγορεύει το ποίημα, και ο ποιητής το υποδέχεται, για να το μεταδώσει στο ακροατήριό του.

Στον κορμό της Οδύσσειας εντοπίζονται άλλες έξι σχετικές αναφορές, οι οποίες, εκτός από τις δύο τελευταίες, ορίζουν τις σχέσεις Μούσας και αοιδού (θ 63, 73, 481, 488, ω 60 και 62). Οι τέσσερις, συγκεντρωμένες στην όγδοη ραψωδία, αφορούν τη μουσική κάλυψη του τυφλού αοιδού Δημοδόκου. Τον διδακτικό εξάλλου ρόλο ενός θεού, που εμπνέει τα κάθε λογής τραγούδια του, επικαλείται και ο, αυτοδίδακτος κατά τα άλλα, Φήμιος μπροστά στον Οδυσσέα, για να σώσει το κεφάλι του μέσα στο άγριο μακελειό της μνηστηροφονίας (χ 447-448). Τέλος, οι αναφορές της εικοστής τέταρτης ραψωδίας ανακαλούν στον κάτω κόσμο τον επικήδειο θρήνο των Μουσών στην πρόθεση του νεκρού Αχιλλέα, που δεν αφήνει κανέναν παριστάμενο ασυγκίνητο (ω 60-61). Αυτή είναι η μουσική σοδειά των δύο ομηρικών επών, από την οποία προκύπτουν δύο πορίσματα:

(1) Πέρα από τη μνημονική υποστήριξη που παρέχουν οι Μούσες στον ποιητή, υποδηλώνεται ότι αυτές τον καθιερώνουν με το θεολογικό και μουσικό τους κύρος, ενώ συγχρόνως τον περιβάλλουν με τη συμπάθειά τους, εφόσον δεν τις ανταγωνίζεται.

(2) Στις Μούσες οφείλει ο αοιδός την έμπνευσή του: αυτές του υποβάλλουν το θέμα της αοιδής που καλείται να τραγουδήσει. Οι Μούσες τού μαθαίνουν κάθε λογής τραγούδια, ωσότου γίνει, αν γίνει κάποτε, αυτοδίδακτος.

Το κρίσιμο ερώτημα παρά ταύτα παραμένει: είναι ο αοιδός (κατά προέκταση ο ραψωδός και ο ποιητής) φερέφωνο και παίγνιο των Μουσών, όπως ισχυρίζεται ο Πλάτων στον διάλογό του Ίων, επιχειρώντας να του αφαιρέσει κάθε ποιητική πρωτοβουλία και αυτονομία; Η απάντηση στην προκλητική αυτή ερώτηση κρύβεται ίσως στα προοίμια των ομηρικών επών, εκεί δηλαδή που τυπολογικά προβάλλεται η επικυριαρχία των Μουσών πάνω στον ποιητή και στο ποίημα.

Η Μούσα και ο ποιητής

Πέρα από την επίκληση της Μούσας, τα δύο προοίμια προϋποθέτουν έναν αοιδό, που είναι σε θέση: να εξονομάσει και να αξιολογήσει προκαταβολικά το θέμα του έπους του σε ελάχιστους στίχους· να φανταστεί τα κεφάλαιά του· να ορίσει την αρχή του και το τέλος του. Με τους όρους αυτούς, η Μούσα καλείται να υπαγορεύσει στον επικό ποιητή ό,τι στην πραγματικότητα της υπαγορεύει ο ίδιος. Πρόκειται επομένως για αμοιβαία υπαγόρευση της Μούσας στον ποιητή και του ποιητή στη Μούσα. Έτσι όμως η αφηγηματική επικυριαρχία της Μούσας μειώνεται. Τούτο σημαίνει ότι κάτω από την ομολογημένη γνώση των Μουσών και τη φαινομενική άγνοια του αοιδού (τυπικό σχήμα, κληροδοτημένο από την προηγούμενη επική παράδοση) υπόκειται ένας γνωστός στο ακροατήριο μύθος. Από τη μυθολογική αυτή αποθήκη αντλούν τόσο η Μούσα όσο και ο ποιητής, ανταλλάσσοντας τη γνώση τους.

Όσο για την έμπνευση και τη διδαχή που παρέχουν οι Μούσες στον αοιδό, φαίνεται να παραπέμπουν σε παραδοσιακές αρχές της ποίησης, που κυριαρχούν εφεξής στην ελληνική αρχαιότητα και επιβιώνουν έως τις μέρες μας ως κοινοί πλέον τόποι. Στον Ησίοδο μάλιστα συνδυάζονται με τη θεοφάνεια των Μουσών, την οποία καταθέτει ο ποιητής σε τριτοπρόσωπη αφήγηση ως προσωπική εμπειρία του, που μπορεί να ερμηνευθεί και ως αποκάλυψη (Θεογονία 22-35).

Τελικώς η σχέση Μούσας-ραψωδού δεν είναι, όσο φαίνεται σε πρώτη ματιά, ετεροβαρής, με τη Μούσα να έχει, συνεχώς και επιδεικτικά, το πάνω χέρι. Μάλλον πρόκειται για συνεργατική σχέση, προς όφελος της μουσικής ποίησης. Η Μούσα στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί τον θεολογικό συντελεστή της· ο ποιητής τον ανθρώπινο. Οι δύο συντελεστές συνάπτονται μεταξύ τους με αμοιβαία συμπάθεια, που παίρνει τη μορφή επίκλησης και ανταπόκρισης: η Μούσα επιλέγει τον ευνοούμενό της αοιδό και του προσφέρει τη μουσική δωρεά της· ο αοιδός υποδέχεται τον χαρισμένο αυτό ρόλο, εκτελώντας κατά κανόνα με έμπνευση και συνέπεια την αποστολή του. Από την άποψη αυτή ο ραψωδός διαμεσολαβεί, για να κυκλοφορήσει γύρω του η μουσική ποίηση. Η διαμεσολάβησή του όμως αυτή είναι αμφίδρομη: ό,τι παίρνει από τις Μούσες, το καλλιεργεί· μετασχηματίζει την ποίηση σε ποίημα, που το προσφέρει στους ακροατές του, ενώ συγχρόνως το επιστρέφει στη Μούσα του. Από εκεί και πέρα οι Μούσες δεν εμπλέκονται στα δρώμενα και στους δράστες των ομηρικών επών, όπως συμβαίνει με τους ομηρικούς θεούς, που αυτοί χώνονται κάθε τόσο στα πόδια του, διεκδικώντας το ποιητικό μερτικό τους. Πρώτος και καλύτερος ο Δίας.

Όταν η Αξιοπρέπεια νίκησε το Δίκιο

Pnyx_Ekklisia_Dimou
Όταν οι Αθηναίοι ηττήθηκαν στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι νικητές Σπαρτιάτες επέβαλαν το καθεστώς των τριάκοντα τυράννων. Είναι δύσκολο να αντιληφθούμε σήμερα το πόσο εξευτελιστική και οδυνηρή υπήρξε αυτή η εμπειρία για τους ιδρυτές της Δημοκρατίας.

Ευτυχώς, η κυριαρχία των τριάκοντα υπήρξε σύντομη, ήταν όμως καταστροφική. Εκτός από τις ταραχές, τις δολοφονίες και την αυθαιρεσία που επέδειξαν σε όλους τους τομείς, οι τύραννοι είχαν επιφέρει και ένα γερό πλήγμα στην αθηναϊκή οικονομία, που ήταν ήδη καταρρακωμένη από τον πόλεμο.

Επιπλέον, έλαβαν ένα μεγάλο δάνειο από τους Σπαρτιάτες, το οποίο βέβαια δεν χρησιμοποίησαν για την ανάπτυξη του τόπου, αλλά για την προσωπική τους ευημερία και την ενίσχυση της πολιτικής τους δύναμης.

Όταν, λοιπόν, ήρθε η ώρα να πάνε στο καλό, οι Αθηναίοι είχαν και ένα δάνειο να ξεπληρώσουν. Δάνειο στο οποίο δεν είχαν συναινέσει και από το οποίο δεν ωφελήθηκαν. Ένα επαχθές δάνειο. Το τι θα έκαναν με αυτό, ήταν δουλειά της Εκκλησίας του Δήμου να αποφασίσει, δηλαδή όλων των πολιτών.

Φανταστείτε τον εαυτό σας στη συνέλευση αυτή. Τι θα ψηφίζατε;

Ενώ η συμφωνία προέβλεπε να επωμιστούν αυτή την υποχρέωση οι δύο παρατάξεις (οι του άστεως και οι εκ του Πειραιώς), οι Αθηναίοι πολίτες αποφάσισαν να αποπληρώσουν όλοι μαζί το δάνειο στο ακέραιο! Σε μία πόλη με τα ταμεία άδεια, με το ηθικό καταρρακωμένο, με τη θλίψη να βασιλεύει, καθώς τα θύματα του πολέμου και της τυραννίας ήταν ακόμα νωπά στη μνήμη αυτών των ανθρώπων, εκείνοι αποφάσισαν να συμμετέχουν με εισφορές στην αποπληρωμή του δανείου. Ανέλαβαν συλλογικά την ευθύνη ακόμα και για την ενέργεια της μισητής ολιγαρχικής εξουσίας και δεν άφησαν τα κόμματα να τους σώσουν, αν και θα ήταν απολύτως νόμιμο να το κάνουν.

Γιατί επωμίστηκαν ένα τέτοιο δυσβάσταχτο και άδικο βάρος; Διότι έτσι τους πρόσταζε η αιδώς.Εκείνοι οι αρχαίοι δημοκράτες, νοιάζονταν πολύ για την καλή τους φήμη και δεν ανέχονταν την σκέψη πως οι κομματάρχες θα νομιμοποιούνταν κάποτε να τους πουν "εμείς σας ξεχρεώσαμε". Πολύ περισσότερο δεν θα ανέχονταν τους Σπαρτιάτες να καυχώνται πως τους έσωσαν κάποτε από οικονομική κατάρρευση με δανεικά κι αγύριστα. Οι Αθηναίοι πάνω απ' όλα ήταν αξιοπρεπείς και καθόλου δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν τη σύγχρονη προτροπή "μην σε νοιάζει τι λένε οι άλλοι".

Η αιδώς απευθύνεται σε εξωστρεφείς ανθρώπους, που συνεργάζονται για την κοινή προκοπή. Σήμερα, που τίποτα δεν μας απασχολεί εκτός από την προσωπική μας ευημερία, η αιδώς δεν λειτουργεί, με αποτέλεσμα να καμαρώνουμε που έχουμε την τόλμη να γράφουμε τους πάντες στα παλιά μας τα παπούτσια και να είμαστε ο εαυτός μας, Αφού, λοιπόν, δεν αναγνωρίζουμε πλέον τη φωνή της αιδούς πριν προβούμε σε κάποια απερισκεψία, κάνουμε ό, τι μας συμφέρει κι ό, τι μας αρέσει και υποφέρουμε από ενοχές κατόπιν εορτής, όταν η ζημιά έχει γίνει. Οι ενοχές, στη συνέχεια, μας βυθίζουν σε μεγαλύτερη μοναξιά. Όταν υπάρχουν κι αυτές. Και παριστάνουμε τους ελεύθερους, μοναχικούς καβαλάρηδες, που μόλις έρθουν τα δύσκολα, ικετεύουν τούς συμπολίτες τους (και όχι μόνο) για λίγη βοήθεια και μια σταλιά συμπόνια.

Ήταν άραγε λιγότερο ελεύθεροι από εμάς εκείνοι οι αρχαίοι δημοκράτες; Ήταν η αιδώς χαρακτηριστικό δειλών ή δουλικών ανθρώπων; Δεν ήταν. Η αιδώς ήταν και είναι η έκφραση του σεβασμού προς την κοινότητα και συνοδεύει εκείνους που κατανοούν τον εαυτό τους ως αναπόσπαστο κομμάτι της. Ο πολίτης, ως λειτουργικό μέλος του οργανισμού της χώρας, οφείλει να είναι συντονισμένος με τα υπόλοιπα μέλη. Στην αρχαία Αθήνα ο πολίτης προστάτευε την καλή του φήμη, τον ενδιέφερε η γνώμη των συμπολιτών του γι αυτόν και όλοι μαζί ενδιαφέρονταν και εργάζονταν για την καλή φήμη της πόλης τους. Η συλλογική ευθύνη ήταν ένα πολύτιμο εργαλείο που τους κρατούσε ενωμένους και επικεντρωμένους στον στόχο τους και καθόλου δεν εμπόδιζε την προσωπική εξέλιξη κι επιτυχία.

Ο στόχος που εξυπηρετούσε η απόφαση για αποπληρωμή του δανείου από κοινού, ήταν η επίτευξη της ενότητας. Η πράξη αυτή εκτιμήθηκε και σχολιάστηκε θετικά από τους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής, που ήταν άνθρωποι της πόλης και δημοκράτες. Ο Δημοσθένης, ενθυμούμενος το περιστατικό, χρησιμοποιεί την έκφραση «όταν η πόλη ενώθηκε». Ο Αριστοτέλης εντυπωσιάστηκε από αυτή την απόφαση και χαρακτήρισε τη συμπεριφορά των Αθηναίων αξιέπαινη και πολιτική, δηλαδή τέτοια που ταιριάζει σε πολίτες. Ο Ισοκράτης χρησιμοποιεί αυτή την ενέργεια ως απόδειξη της ανωτερότητας της δημοκρατίας έναντι της ολιγαρχίας.

Η ενότητα αυτή επιτυγχάνεται μόνο όταν οι πολίτες μοιράζονται τις ευθύνες, όπως ακριβώς μοιράζονται τα οφέλη του πολιτεύματος. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, οι υπήκοοι αναγκάζονται να λειτουργούν ως μονάδες κάτω από μία επίπλαστη ομοιομορφία. Δεν μπορεί να υπάρξει καμία συλλογική ανάληψη ευθύνης, διότι υπό καθεστώς εξαναγκασμού καμία ηθική αξιολόγηση δεν έχει νόημα. Στη δημοκρατία όμως, η συλλογική ευθύνη προστατεύει από τον διχασμό και ενισχύει τον ρόλο του πολίτη στην επίτευξη των στόχων της πολιτείας του, που δεν μπορεί να διαφέρουν από τους προσωπικούς του στόχους.

Είμαστε άραγε πιο ελεύθεροι εμείς από εκείνους ή είμαστε ένας εν δυνάμει όχλος βαρβάρων που διψά για εκδίκηση; Είμαστε εμείς πιο αξιοπρεπείς από εκείνους ή μήπως είμαστε απλώς νωθροί παρατηρητές της ιστορίας μας, εθισμένοι στην επαιτεία με πρόφαση την αξιοπρέπεια εκείνων;

Εκείνοι αρνήθηκαν να γίνουν αντικείμενο χλευασμού και πλήρωσαν μέχρι την τελευταία πεντάρα ένα δάνειο από το οποίο δεν είχαν ωφεληθεί τίποτα! Και άφησαν σε εμάς τη σπουδαία κληρονομιά - ηθική, πνευματική και υλική - που ακόμα ξεκοκαλίζουμε.

Εμείς, τι θα κληροδοτήσουμε στους απογόνους μας; Ποια θα είναι η φήμη μας όταν πια θα έχουμε φύγει και τι θα γράφουν για εμάς οι επόμενοι;

Θα είμαστε εκείνοι που προστάτεψαν το καλό όνομα που παρέλαβαν και άφησαν πίσω τους ένα ακόμα καλύτερο ή εκείνοι που για ένα κατοστάρικο σύνταξης παραπάνω πούλησαν την καλή φήμη των προγόνων τους και περιφρόνησαν τη ζωή των απογόνων τους;

Καμιά φορά και κανέναν καιρό…

once_upon_a_night_by_silent_reverie
Σε έναν τόπο μαγικό, που κανένας μέχρι τότε δεν ήξερε πως υπήρξε, ήρθαν όλοι οι ήρωες των παραμυθιών στους ανθρώπους να μιλήσουν, αφού τώρα ήταν η σειρά τους για να ζήσουν. Λίγες σελίδες είχαν μείνει μόνο άγραφες στο βιβλίο της ζωής- αυτές θα ‘ταν δικές τους, είπαν.
 
Ήταν στην αρχή χαρούμενοι πολύ, μα όσο οι ήρωες τους άφηναν, τόσο οι άνθρωποι βούλιαζαν στην πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα ξέρετε, αν ποτέ την κοιτάξεις κατάματα σου κατασπαράζει την ψυχή. Έτσι κι εκείνοι έπαθαν. Και μαζί με τους ήρωες χάθηκαν και τα καλά συναισθήματα. Αυτά τα πήραν μάγισσες μοχθηρές, τα έπλασαν με τέχνη και τα ‘βαλαν ψηλά-ψηλά στα πιο μακρινά και δύσβατα βουνά, ανθρώπινο χέρι ποτέ να μη τα φτάσει. Και σκόρπισαν με μιας όλο το μίσος, τη διχόνοια, τη θλίψη, την απελπισία του κόσμου.

Οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι έπρεπε να πράξουν, τρόμαξαν με την πραγματικότητα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν. Φρόντισαν έτσι να ζουν μονάχοι, ο ένας τον άλλον πότε να μη βλάψει. Και ‘φτιαξαν τα σπίτια τους μακριά και φύλαξαν τις καρδιές τους ακόμα πιο μακριά. Μα χωρίς τη ζεστασιά της καρδιάς, άρχισαν γρήγορα να μισούν, να φθονούν και να πονούν.

Οργή μεγάλη έπιασε τους Θεούς που έβλεπαν από ψηλά πως ο τόπος άλλο μαγικός δε μοιάζει. Πώς άραγε αυτοί οι ανόητοι θα έγραφαν το τέλος τους δίχως στάλα ηρωισμού να έχει απομείνει;

Να λοιπόν η Χιονάτη-απεσταλμένη των θεών, έκκληση στους ανθρώπους τώρα κάνει, τη μαγεία να ψάξουν να βρουν που στα βουνά σκορπίστηκε, αλλιώς κανείς ποτέ πια καλό τέλος δε θα ‘χε.

Έτσι κ έγινε! Κι άνθρωποι πιάστηκαν από τα χέρια και κίνησαν για το βουνό. Μα ο ένας μετά τον άλλο σκόνταφτε από εξάντληση μεγάλη, τα χέρια όλο άφηναν, απ’ την αρχή κινούν και πάλι. Πιο γρήγορα είπαν πως θα ‘φτανε ο καθένας χωριστά. Τους μικρούς κι αδύναμους στη θάλασσα άρχισαν να ρίχνουν, τους σακάτηδες και τους φτωχούς προς τον γκρεμό να δείχνουν. Κι έμειναν λίγοι, πολύ λίγοι, τόσοι που ούτε στις παλάμες τις δυο δε χωρούν για να μετρήσεις.

Κι όσο πλησίαζαν την κορυφή, τόσο η ζήλεια τους στοίχειωνε. Κι όσο πιο πολύ έτρεχαν, τόσο η κορυφή χανόταν. Μέχρι που άλλο πια δεν άντεξαν, τον δρόμο της επιστροφής πήραν και πάλι.

Κι ένας μόνο έμεινε μα μάταια κοπιάζει. Βιβλίο έτσι δε γράφεται γιατί ανθρωπιά του λείπει. Και πώς ετούτη να γραφτεί από ένα μόνο χέρι;

Και να! Ξέσπασαν οι Θεοί, τους ήρωες έστειλαν σαν άνθρωποι να ζήσουν. Τους πήραν όμως τα παιδιά γιατί αυτά σε τίποτα δε ‘φταιγαν. Τα άφησαν να ζουν στις θάλασσες και στα βουνά, λίγη παρέα να κρατούν στα ψάρια, στα πουλιά.

Κι ονόμασαν τον τόπο εκείνο «Γη», κι ορκίστηκαν «καμιά φορά και κανέναν καιρό» παιδιά εκεί να μη ζήσουν. Γιατί ήταν ο τόπος σκοτεινός χωρίς στάλα μαγείας. Έτσι οι σελίδες ποτέ δε γράφτηκαν, για πάντα ‘μειναν αδειανές για να θυμίζουν στους ανθρώπους πως τα χέρια ουδέποτε δεν έπρεπε να αφήσουν.

Γι’ αυτό κι εσύ αν κάποτε παιδιά δεις στις θάλασσες ή στα βουνά, ποτέ μην απορήσεις. Οι Θεοί εκεί τα έστειλαν, σαν άγγελοι να ζήσουν..

Ευτυχισμένος είσαι όταν το βράδυ δε σου λείπει κανείς

bedwomanΣπουδαία υπόθεση να νυχτώνει και να νιώθεις πλήρης. Να ζεις κι όχι να θυμάσαι. Ν’ αγκαλιάζεις τον άνθρωπο που λαχταράς κι όχι ένα μάτσο θαμπές αναμνήσεις αποτυπωμένες πάνω σε ξένα, άσχετα κορμιά. Ν’ ανατριχιάζεις που πλαγιάζεις μαζί του κι όχι να προσποιείσαι ότι κοιμάσαι για ν’ αποφύγεις βλέμματα κι αγγίγματα.

Είναι γνωστό πως καθώς βραδιάζει οι ανάγκες και οι απουσίες γιγαντώνονται, φτάνουν στο ζενίθ, βαράνε κόκκινο, πώς αλλιώς το λένε;
 
Αυτό βέβαια ισχύει για όλους εκείνους που αρνούνται την αλήθεια, που κρύβονται πίσω απ’ το μικρό τους δαχτυλάκι κι ικανοποιούνται απ’ το λίγο εφόσον φοβούνται το πολύ. Το φοβούνται γιατί δεν έκαναν και καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια να το γνωρίσουν και να το κατακτήσουν, το λίγο άλλωστε είναι πάντα πιο εύκολο, πιο εφικτό.
 
Έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο που ξοδεύουμε το κορμί μας, τις μέρες και τις νύχτες μας, τα χάδια μας, τον πολύτιμο χρόνο μας, ακόμα και την αγάπη μας, ναι, σε μετριότητες, σε ανθρώπους που μπορεί γι’ άλλους να είναι ο παράδεισος επί γης αλλά σε μας δεν καλύπτουν ούτε το 10% των αναγκών μας, των πραγματικών «θέλω» μας. Κι αυτό μόνο και μόνο για να μη μείνει η δεξιά πλευρά του κρεβατιού άδεια. Μόνο και μόνο για να ακούσουμε μια καλημέρα το πρωί κι ας είναι κι από λάθος φωνή.
 
Ζητιανιά για πλαστή συντροφικότητα και μια αναγκαστική παρέα για τις διακοπές και τις εξόδους μας. Τόσος κι άλλο τόσος είναι ο τρόμος της μοναξιάς. Και τελικά τότε, με όλα αυτά τα λάθη είμαστε πιο μόνοι από ποτέ. Μαζί και μόνοι σ’ αυτό το άχαρο και μίζερο σχεσοσκηνικό που μας πνίγει, που μας καταπίνει και που τελικά οι ίδιοι στήσαμε.
 
Είναι ευλογημένοι, ευτυχισμένοι οι άνθρωποι που κατάφεραν να προσπεράσουν λάθος καταστάσεις, γόρδιους δεσμούς κι αιώνια απωθημένα. Έκλεισαν με όλες τις τιμές τους κύκλους που έπρεπε να κλείσουν. Αυτοί ναι, είναι πραγματικά ευτυχισμένοι τα βράδια. Είτε είναι μόνοι, είτε όχι.
 
Η ψυχή τους είναι ήρεμη και η συνείδησή τους καθαρή και βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά από συναισθηματικές εξαρτήσεις κι ενοχές. Ξέρουν πού πατούν, πού βρίσκονται και γιατί. Είναι μόνοι γιατί το επέλεξαν, είναι με κάποιον επίσης γιατί το επέλεξαν. Και σαφώς δεν πρόκειται για επιλογές ανάγκης.
 
Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι κατάφεραν να ξεχωρίσουν τις απουσίες απ’ τις παρουσίες. Σκότωσαν τα φαντάσματα, τις ανούσιες αναμνήσεις, έριξαν φως στις σκιές. Απόλαυσαν τις επιτυχίες τους κι έζησαν ως το μεδούλι τις αποτυχίες και αυτό βέβαια τους κάνει εξαιρετικά γοητευτικούς αλλά κι ισορροπημένους.
 
Το βλέπεις στα μάτια τους, το πιο πολυλογάδικο όργανό μας και το μόνο που πρέπει να πιστεύουμε τελικά. Και τα μυστικά τους θα καρφώσει αν χρειαστεί και τις αλήθειες κι όλα τους τα ψέματα.

ΤΟ ΝΑ ΛΕΣ ΟΧΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟ

thumbnail (3)Είναι σημαντικό ότι τα νεαρά παιδιά ακούν το Μήνυμα «Πες όχι» σαν: «Κάνε αυτό που σου λέμε να κάνεις. Εμείς ξέρουμε καλύτερα από εσένα. Πες όχι στα ναρκωτικά».
      
Τα νεαρά παιδιά όμως χρειάζονται κάτι περισσότερο από ένα σλόγκαν. Χρειάζονται θετικά πρότυπα. Έχουν ανάγκη να αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους. Χρειάζεται να ξέρουν πώς θα διασκεδάσουν και πώς θα αντιμετωπίσουν το άγχος χωρίς ναρκωτικά. Εν ολίγοις, το να λες όχι δεν είναι αρκετό. Τα νεαρά παιδιά έχουν ανάγκη από πολλές εμπειρίες που θα τα βοηθήσουν να μάθουν πώς θα κρατούν θετική στάση απέναντι στις βασικές ανάγκες της ζωής. Χρειάζονται υποστήριξη για να τα καταφέρουν στο σπίτι, στο σχολείο και στις κοινωνικές συναναστροφές τους. Εφοδιάζοντας τα παιδιά μ’ αυτές τις εμπειρίες, οι γονείς σχεδόν εξασφαλίζουν το ότι τα παιδιά τους θ’ ανήκουν στη μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών που δεν θα έχουν προβλήματα με τα ναρκωτικά.

Για τους έφηβους, η προσέγγιση του «Πες απλά όχι» είναι εντελώς εσφαλμένη. Οι έφηβοι που αναπτύσσουν την ταυτότητά τους και μαθαίνουν να παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις δεν είναι απαραίτητο ότι έχουν ωφεληθεί από αυτή την εκστρατεία ή ότι την παίρνουν στα σοβαρά.

Οι έφηβοι έχουν ανάγκη από σαφή πρότυπα συμπεριφοράς και μια αντικειμενική παρουσίαση των πραγμάτων. Είναι απαραίτητο να έχουν τη δυνατότητα να σκεφτούν για τον εαυτό τους και να συζητήσουν τις σκέψεις τους. Είναι απαραίτητο να μάθουν να παίρνουν σωστές αποφάσεις μόνοι τους για τα ναρκωτικά και, για όλα τα θέματα υγείας. Αντίθετα, τους προσφέρεται μονομερής πληροφόρηση και αυτός είναι ο λόγος που είναι απροετοίμαστοι όταν ακούν διάφορα. Τους λένε τι να κάνουν «Πες απλά όχι». Αυτή η συμβουλή δεν βοηθάει και πολύ, αν σκεφτούμε ότι ή αντίδραση είναι ένας μεγάλος λόγος που οδηγεί τους έφηβους στα ναρκωτικά.

Τα παιδιά χρειάζονται στήριξη. Τα νεαρά παιδιά χρειάζονται μια ευκαιρία να μάθουν πώς μπορούν να έχουν θετική στάση και τα βασικά εφόδια για τη ζωή τους. Οι έφηβοι έχουν ανάγκη από διάλογο και συζήτηση με τους γονείς τους. Αν τους δώσουμε την ευκαιρία, όλα τα παιδιά μπορούν να μάθουν να παίρνουν σωστές αποφάσεις που αφορούν την υγεία τους.

Το σκεπτικό είναι να δράσετε όσο το δυνατόν πιο σύντομα, κατά προτίμηση πολύ πριν το παιδί σας φτάσει στα ναρκωτικά. Ο σκοπός είναι να στηρίξετε τα παιδιά σας.

Από την εμπειρία που απέκτησα δουλεύοντας με οικογένειες, πρόσεξα μερικές παγίδες που μειώνουν τη γονική επιρροή.

Μία είναι η τάση ν’ αγνοούν και ν’απωθούν την ύπαρξη του προβλήματος των ναρκωτικών. Μία άλλη λέγεται «enabling» που σημαίνει να κάνουν πράγματα που στην πραγματικότητα επιτρέπουν στο πρόβλημα των ναρκωτικών να συνεχίζει να υπάρχει. Μια τρίτη παγίδα είναι ο απολυταρχισμός, όταν οι γονείς παίρνουν δραστικά μέτρα που, δυστυχώς, έχουν σαν αποτέλεσμα το ξέσπασμα μιας αντίδρασης. Μια τέταρτη είναι η υπερπροστασία. Σας εφιστώ την προσοχή ώστε να τις αποφύγετε στη δική σας οικογένεια.

ΑΙΓΗΙΣ - ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ …ΑΔΟΞΑ

Πιστεύω πως δεν υπάρχει κανείς, σήμερα, που να μην αποδέχεται ως γεγονός την ύπαρξη πολιτισμού και μάλιστα αρκετά ανεπτυγμένου, στον προϊστορικό χώρο του Αιγαίου. Την περιοχή που είναι γνωστή ως Αιγηίδα.

    Συγκεκριμένα όταν άρχισε το τέλος της παγετώδους περιόδου οι πορθμοί που χωρίζουν την Ευρώπη από την Αφρική και την Ασία δεν υπήρχαν αλλά ήσαν στεριές. Όπως η Ιταλία η Σικελία και η Τυνησία ήταν επίσης ενωμένες. Εκεί λοιπόν που σήμερα βρίσκεται η Μεσόγειος ήταν τότε δύο χωριστές θάλασσες που χώριζαν την Μεσόγειο σε ανατολική και δυτική. Το μεγαλύτερο μέρος που δεν καλυπτόταν από πάγους στην περιοχή της Ευρώπης ήταν η χώρα της Αιγηίδος.

    Άρχιζε από τα δυτικά των Ιονίων νησιών, που φυσικά δεν ήταν τότε νησιά, περιελάμβανε την ηπειρωτική Ελλάδα, το Αιγαίο που και αυτό δεν ήταν φυσικά θάλασσα, ακόμη, την Μικρά Ασία, την Κρήτη, την Κύπρο και έφθανε έως την Συρία. Την περιοχή αυτή που ονομαζόταν Αιγηίδα ή Αγαιίδα την διέσχιζε ο Αιγαίος ποταμός που ερχόταν από τον Εύξεινο και διέρρεε την μεγάλη πεδιάδα (Ελλάδας– Μικράς Ασίας) σχημάτιζε μία λίμνη ανατολικά της Εύβοιας και χυνόταν στην ανατολική κλειστή θάλασσα νοτιοδυτικά και νοτιοανατολικά της Κρήτης. Στην ίδια θάλασσα χυνόταν και ο Νείλος αλλά και ο Αδριατικός ποταμός που εξέβαλε βορειοδυτικά της Κέρκυρας. Η χώρα της Αιγηίδος είχε ήπιο κλίμα, άφθονα νερά, μεγάλες και εύφορες πεδινές εκτάσεις. Αυτή ήταν σε βασικές γραμμές η περιοχή της Αιγηίδος και φυσικά οι άνθρωποι που βρίσκονταν εκεί είναι λογικό πως κάτω από τόσο ευνοϊκές συνθήκες να είχαν την καλύτερη εξέλιξη που μπορεί να πιθανολογήσει ο οποιοσδήποτε ερευνητής. Το ίδιο και η περιοχή παρουσίασε την μεγαλύτερη και αξιολογότερη ανάπτυξη και έτσι έγινε η ουσιαστική κοιτίδα του ανθρώπινου πολιτισμού, μέχρι που ήρθε το λιώσιμο των πάγων με όλα τα δυσμενή έως και απόλυτα καταστροφικά αποτελέσματα για ολόκληρη δυστυχώς την χώρα της Αιγηίδος.

 Ακόμη λοιπόν το ίδιο πιστεύω, ότι και μετά το λιώσιμο των πάγων και το πλημμύρισμα της περιοχής με τα νερά που εισέβαλαν από την ευρύτερη περιοχή των Ηρακλείων στηλών, σημερινό Γιβραλτάρ, η καταστροφή ήταν γενικευμένη. Έτσι έχουμε ξαφνικά ένα φυσικό φαινόμενο(;), που επιφέρει τον πανικό και στην συνέχεια την καταστροφή του τότε κόσμου, κάτω μάλιστα από συνθήκες που δεν επέτρεπαν καμία αντίδραση, εφ’ όσον η χρονική διάρκεια των πλημμύρων ήταν τόσο μικρή που τίποτα δεν μπορούσε να γίνει προς την σωτηρία. Ο άνθρωπος της περιοχής της Αιγηίδος βρίσκεται κατατρεγμένος από την ίδια την φύση και την μανία της και παραδίδεται σ’ αυτή χωρίς καμία απολύτως αντίδραση! Να συμπληρώσουμε πως τα ευρήματα του γνωστού καθηγητού κ. Άρη Πουλιανού, μάλιστα δε τα οστά του αρχανθρώπου στο σπήλαιο των Πετραλώνων της Χαλκιδικής, έφεραν στο φως μέσα από τις έρευνες που έγιναν σ’ αυτά, συμπεράσματα που ανέδειξαν ότι οι τότε άνθρωποι όχι μόνο ήσαν στο επίπεδο του εχέφρονος άρα εξελιγμένου ανθρώπου αλλά βρίσκονταν σε αρκετά ικανοποιητικό, για να μην πω πάρα πολύ ικανοποιητικό και φανεί υπερβολή, εξελικτικό στάδιο. Και να σημειώσουμε πως γίνεται λόγος για τουλάχιστον 800- 900 χιλιάδες χρόνια π. Χ.!!!

  Αν σώθηκαν κάποιοι; Ναι, σίγουρα κάποιοι σώθηκαν… Οι άνθρωποι που κατοικούσαν σε πολύ ψηλές περιοχές, εκείνοι που στην ουσία όπως πάντα συμβαίνει έως και τις ημέρες μας, δεν είχαν την αμεσότητα του πολιτισμού στον βαθμό που λογικά είχαν οι κατοικούντες τις πεδινές περιοχές. Έτσι η Αιγηίδα με τις τρεις λίμνες της ξαφνικά μετατρέπεται σε μία λεκάνη που γεμίζει από άκρη σε άκρη με τα νερά του Ατλαντικού Ωκεανού, δημιουργώντας την Μεσόγειο θάλασσα και το Αιγαίο Πέλαγος. Εδώ να σημειώσουμε πως υπάρχουν θεωρίες οι οποίες αναφέρονται στην μυθική Ατλαντίδα, την οποία καθόλου μυθική δεν μας παρουσιάζει ο Πλάτων στα βιβλία του Τίμαιος- Κριτίας, και η οποία θεωρία θέλει άμεσους «αυτουργούς» τους κατοικούντες την μεγάλη νήσο, με τον τεράστιο πολιτισμό, που βεβαίως άνθρωποι τον είχαν δημιουργήσει και φυσικά ανθρώπινα και τα χαρακτηριστικά του… Δηλαδή με λίγα λόγια οι ανθρώπινες αδυναμίες δεν άφησαν τα περιθώρια ούτε και σε εκείνο τον τεράστια προηγμένο πολιτισμό να έχει την θετική μορφή που θα μπορούσε να είχε, αλλά η αλαζονεία της εξουσίας του δυνατού έπαιξε και εδώ τον πρωταρχικό της ρόλο.

  Η σύγκρουση με τους Έλληνες, τους Αθηναίους, όπως λέει ο ιερέας της Σαίδος στον Σόλωνα ήταν εκείνη που ναι μεν ανέκρουσε την κατακτητική πορεία των Ατλάντιων αλλά είχε και τα ανάλογα αποτελέσματα… Γιατί όταν δύο υψηλοί πολιτισμοί συγκρούονται ένα είναι το σίγουρο αποτέλεσμα. Η καταστροφή!!! Η χρήση των υπερόπλων από τους Ατλάντιους αλλά και τους Αθηναίους, οι οποίοι μην ξεχνάμε ότι ήταν και οι μεταδόσαντες τον πολιτισμό στην Ατλαντίδα την οποία και εποίκησαν καταστήσαντες αυτήν κάτι σαν την σημερινή Αμερική, η χρήση αυτή λοιπόν ήταν και το καθοριστικό σημείο για την επικείμενη καταστροφή. Και να σας πω κάτι; Λογικό μου φαίνεται να συνέβη κάτι παρόμοιο γιατί αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί όχι μόνο το αιφνίδιο της καταστροφής αλλά και η μικρή χρονική διάρκεια αυτής που δεν επέτρεψε καμία αντίδραση στους πληγέντες. Αλλά ακόμη και το μαζικό αυτής. Καθότι σχεδόν ολόκληρος ο τότε γνωστός κόσμος επλήγει ολοκληρωτικά!!!

   Το λιώσιμο των πάγων και η διείσδυσή των υδάτων τους στην Αιγηίδα είχε ως αποτέλεσμα και άλλες μεταβολές πάνω στον πλανήτη. Κυρίως την δημιουργία του Ρεύματος του Κόλπου, ( Γκολφ Στρήμ), το οποίο μετέφερε θερμά ρεύματα και είχε μετέπειτα ως αποτέλεσμα την δημιουργία περιοχών σε κατοικημένες κάτι που πριν δεν υφίστατο αφού αποτελούσαν παγωμένες εκτάσεις. Η καταστροφή όπως και να ήταν η πραγματικότητα είναι δεδομένη και η ερήμωση επίσης. Ποιοι έμειναν; Οι βοσκοί και αγράμματοι στα βουνά που σαν παραμύθι, κατά κάποιο τρόπο κράτησαν στο μυαλό έναν πολιτισμό που κάποτε υπήρξε. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι στην μνήμη των προγόνων μας υπήρξαν όχι μόνο ένας αλλά τρεις κατακλυσμοί!!! Του Ωγύγου του Δαρδάνου και του Δευκαλίωνα. Βέβαια αυτός ο τελευταίος είναι από τους πλέον σημαντικούς καθότι οι καταστροφές άλλαξαν ριζικά μια πολύ μεγάλη περιοχή, όπως ήταν αυτή της Αιγηίδος και για τον λόγο αυτό έμεινε στην θύμηση ως το γεγονός που σημάδεψε την ιστορία ενός τόπου και ενός ολόκληρου πολιτισμού. Και όπως προαναφέραμε οι θύμησες αυτές δεν θα μπορούσαν από εκείνους που σώθηκαν να έχουν άλλη μορφή από εκείνη της προφορικής παράδοσης που άγγιζε τα όρια του μύθου. Έναν μύθο που μέσα στα χρόνια που περνούσαν όλο και περισσότερο έπαιρνε την θέση του στο αποκλειστικό χώρο της λαϊκής μυθολογίας μόνο και μόνο για να το διηγούνται στα εγγόνια τους που έμελλε να έρθουν σε έναν κόσμο ο οποίος για ακόμη μία φορά θα έψαχνε να βρει και πάλι τον δρόμο προς τα …επάνω.

Πότε αξίζει να κάνετε υπομονή;

Συζητώντας με τους ανθρώπους, όταν ρωτάω τι έχουν κάνει ως τώρα για να αντιμετωπίσουν ένα πρόβλημα, ακούω πολύ συχνά την απάντηση “υπομονή“. Και εξηγούν “νόμιζα ότι θα άντεχα”, “περίμενα ότι ο άλλος θα το καταλάβει από μόνος του”, “πίστευα ότι μετά δεν θα με πειράζει τόσο”.

Τι είναι λοιπόν η υπομονή; Την καταλαβαίνω σαν την προσπάθειά μας να δώσουμε μια δέυτερη ευκαιρία, να μην πούμε ένα οριστικό όχι, να μην απομακρυνθούμε από κάτι ή από κάποιον. Κάτι σαν πίστωση χρόνου, με τη σκέψη ότι με τον καιρό ο άλλος θα αλλάξει ή θα καταλάβει. Ή ότι με το χρόνο εμένα δεν θα με πειράζει πια. Την υπομονή συχνά τη στηρίζει η πεποίθηση πως ο χρόνος, που είναι “ο καλύτερος γιατρός”, θα δώσει μια λύση.

Ωστόσο εδώ υπάρχει ένα ερώτημα. Τι είναι αυτό που κάνει το χρόνο ιαματικό; Με ποιο τρόπο μπορεί να επιδράσει ο χρόνος έτσι ώστε να γίνει δυνατό το να αλλάξει ο άλλος ή εσείς, όταν όλα παραμένουν ίδια; Τι ιδιότητες “μαγικές” του αποδίδουμε περιμένοντας, με άφθονη υπομονή, να αλλάξει τον άντρα ή τη γυναίκα μας, τα παιδιά μας, τους φίλους ή τους συνεργάτες μας, δίχως τίποτε άλλο να αλλάξει; Δίχως καμία δική μας παρέμβαση, καμιά δική μας αλλαγή ή εξήγηση στον άλλον του τι μας δυσκολεύει;

Ο χρόνος όντως μπορεί να βοηθήσει, όχι όμως επειδή περνάει και μεσολαβεί απόσταση, αλλά χάρη σε αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μας, που κάνουμε εμείς και οι άλλοι μέσα στην πορεία του χρόνου. Ο χρόνος από μόνος του δεν κάνει κάτι, δεν ενεργεί, δεν πράττει. Εμείς ενεργούμε, εξηγούμε, ζητάμε, επικοινωνούμε, συνεννοούμαστε. Εμείς είμαστε ο ενεργός παράγοντας στις σχέσεις μας. Ο χρόνος δίνει το πλαίσιο, πολλές φορές και το περιθώριο να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας.

Όσο, λοιπόν, μπορώ να κάνω υπομονή μέσα σε μια σχέση, μπορώ να αξιοποιήσω το χρόνο αυτό ενεργά και δημιουργικά. Με μια διαφορετική υπομονή. Υπομονή να σε ακούσω και να προσπαθήσω να καταλάβω τι σου συμβαίνει και τι θα επιθυμούσες εσύ να γίνεται διαφορετικά από τη δική μου πλευρά. Υπομονή για να αναρωτηθώ και να κατανοήσω τον εαυτό μου, το πώς νιώθω και τι αν συνέβαινε διαφορετικά θα ήμουν ικανοποιημένος η ικανοποιημένη.

Υπομονή στο να αναζητήσουμε το σημείο στο οποίο μπορούμε να συναντηθούμε εμείς οι δύο και να συνεννοηθούμε. Τότε ο χρόνος θα μπορεί να γίνει υποστηρικτής στην προσπάθειά μας να αναζητήσουμε μια λύση στις δυσκολίες και η υπομονή θα έχει άλλο νόημα από την αναμονή μιας εξωτερικής μαγικής αλλαγής.
 

Τα πράγματα που κρύβεις μέσα σου, υπεράσπισέ τα.

Σε μια έρημο βρίσκομαι.Και σε παρακαλώ μη με ρωτάς γιατί.
Ξέρεις πως είμαι ανίκανος να δώσω εξηγήσεις.
Όμως.
Απ όλα περισσότερο, θέλεις να μάθεις τι μου λείπει;

Το παραμύθι.
Το παραμύθι πως μια μέρα θα βρίσκαμε μια όαση μαζί! Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να πικραίνεσαι.
Γέμισε ο τόπος σαλτιμπάγκους, που ξεπουλούν
στους πάγκους τους το μέλλον σου.
Γέμισε ο τόπος καταπατητές, που μεταμφιεσμένοι σε σωτήρες ακολουθούν σαν τα σκυλιά τα βήματά σου.
Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να μπλοκάρεις.

Σου σερβίρουν σε κονσέρβες αποφάσεις που δε διάλεξες.
Ψάχνουν μεθοδικά να σε απελάσουν από την ψυχή σου.
Να κρεμάσουν τα σχέδια σου ανάποδα, σαν νυχτερίδες,
στους πασσάλους που οριοθέτησαν τον ορίζοντά σου. Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να φρικάρεις.
Όμως κρατήσου. Μην αφεθείς.
Τα πέντε πράγματα που κρύβεις μέσα σου, υπεράσπισέ τα.
Κάτι θα γίνει. Δεν μπορεί.
Η ζωή ποτέ δεν περιφρόνησε τους εραστές της. Και κάτι άλλο. Ίσως πιο ποιητικό.
Φύτεψε άνθη στις ρωγμές της πίκρας σου. Κι ύστερα βρες ένα μικρούλι ξέφωτο και κάθισε…
ν' απολαύσεις τ’ άρωμά τους

Η κάψουλα SpaceX θα φέρει στη Γη δείγματα του Αρη

Μια νέα ιδιαίτερα φιλόδοξη αποστολή ανακοίνωσε η NASA, μια αποστολή η οποία στοχεύει να φέρει για πρώτη φορά στη Γη δείγματα (εδάφους κ..α) από τον Αρη για ανάλυση και μελέτη.

 Δίδυμη αποστολή
 Η NASA έχει ήδη ανακοινώσει ότι το 2020 θα στείλει στον Αρη ένα νέο ρομποτικό εξερευνητή. Το 2020 rover είναι το πιο προηγμένο από τα διάφορα ρομπότ εξερεύνησης που έχουμε στείλει στον Κόκκινο Πλανήτη. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα ρομπότ, το πρώτο εκ των οποίων πάτησε στον Αρη το καλοκαίρι του 1997, το 2020 rover θα έχει όργανα με τα οποία θα μπορεί να εξακριβώσει αν στο παρελθόν υπήρχαν κάποιες μορφές ζωής στον πλανήτη έστω και σε μικροβιακό επίπεδο. H NASA τώρα ανακοινώνει παράλληλα με την αποστολή του rover προετοιμάζει μια ακόμη συνοδευτική. Πιο συγκεκριμένα η διαστημική υπηρεσία των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι ένα διαστημικό σκάφος που ονομάζεται «κάψουλα SpaceX» θα φτάσει στον Αρη λίγους μήνες μετά την έλευση του ρομπότ στον πλανήτη.

 Η κάψουλα θα προσεδαφιστεί στον Αρη, θα πάρει μαζί της διαφόρων ειδών δείγματα που θα έχει συλλέξει το 2020 rover και θα τα φέρει πίσω στη Γη. Πρόκειται φυσικά για ένα μεγαλόπνοο και πολυσύνθετο σχέδιο το οποίο όμως συγκεντρώνει το ενδιαφέρον και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ο δισεκατομμυριούχος οραματιστής φουτουριστικών τεχνολογιών Ελον Μασκ ανακοίνωσε ότι βρίσκει εξαιρετική την συγκεκριμένη αποστολή και θα την υποστηρίξει όπως μπορεί. Ο Μασκ είναι από τους ένθερμους υποστηρικτές της αποίκησης στον Αρη και μάλιστα έχει διατυπώσει μια θεωρία σύμφωνα με την οποία αν βομβαρδίσουμε με πυρηνικά όπλα τους πόλους του Αρη ο πλανήτης θα γίνει πιο φιλικός και κατοικήσιμος για τον άνθρωπο.

Tα δύο πρόσωπα της αλλαγής....

Η αλλαγή φοράει πάντα δύο πρόσωπα.

Το ένα είναι το πρόσωπο του κινδύνου και το άλλο το πρόσωπο της ευκαιρίας. Ο κίνδυνος είναι εκείνος που φαίνεται πρώτος. Ίσως χρειαστεί να ψάξεις επίμονα για να βρεις το κρυμμένο πρόσωπο της ευκαιρίας. Η αλλαγή πάντα έχει τους κινδύνους της γιατί μια αλλαγή πάντα ξεκινά από μια απώλεια. Αυτό σημαίνει ότι για να αλλάξει κάτι ή κάποιος, πρώτα θα πρέπει να ξεφορτωθεί το παλιό και οικείο. Να το αφήσει πίσω του. Μια τέτοια απώλεια αρχικά φαίνεται σαν απειλή, σαν πόνος και σαν κάτι το επικίνδυνο.

Αυτό το «ξεφόρτωμα» που ανέφερα μπορεί να συμπεριλαμβάνει ένα κομμάτι της ασφάλειάς μας, μια κίνηση ρουτίνας, να αφήσουμε ένα γνώριμο περιβάλλον, να χάσουμε μια μακροχρόνια και δημιουργική επαφή. Τέτοιου είδους απώλειες μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας ευκαιρίας που μας δίνεται για κάτι καλύτερο στη δουλειά μας. Αν και αυτό είναι μια θετική αλλαγή, πάλι περιέχει το στοιχείο της απώλειας. Άσχετα με το αν η αλλαγή είναι θετική ή αρνητική, πάντα συμπεριλαμβάνει το στοιχείο της απώλειας. Στο τέλος-τέλος κάτι θα χαθεί. Ένα παλιό και γνώριμο κομμάτι του εαυτού μας θα πρέπει να πεθάνει – ο θάνατος.

Μόνον έτσι θα υπάρξει χώρος για να γεννηθεί ένα καινούργιο και ανοίκειο κομμάτι – η γέννηση. Όλη αυτή η διαδικασία μας ξεβολεύει. Ο θάνατος του γνώριμου προκαλεί πόνο. Η αβεβαιότητα του αγνώστου προκαλεί φόβο. Η τάση είναι να παραμείνουμε κολλημένοι στο γνωστό, το βολικό, το οικείο. Γι αυτό και η κάθε αλλαγή προκαλεί πόνο. Γιατί το γνωστό θα δώσει τη θέση του στο άγνωστο. Το άνετο θα δώσει τη σκυτάλη στο δύσκολο. Η ασφάλεια θα παραδοθεί στην ανασφάλεια.

Η λέξη «κρίση» στα Κινέζικα καλύπτει τα δύο πρόσωπα της αλλαγής. Το Κινέζικο ιδεόγραμμα για την κρίση αποτελείται από δύο διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο ένας σημαίνει κίνδυνος και ο άλλος ευκαιρία. Η κατάλληλη μετάφραση είναι ότι η κρίση είναι μια επικίνδυνη ευκαιρία. Από τη φύση μας είμαστε όλοι άνθρωποι του κινδύνου. Ο κίνδυνος είναι συνήθως αυτό που βλέπουμε πρώτα σε κάτι.

Η ιστορία της εξέλιξής μας υπαγορεύει πως όταν κάτι καινούργιο υπάρξει στο περιβάλλον μας, ψάχνουμε πάντα να ανακαλύψουμε την πιθανή απειλή που κρύβεται μέσα του. Η επιβίωση του ανθρώπινου (και όχι μόνο) είδους εξαρτάται από το να αναγνωρίζουμε και να αποφεύγουμε τον κίνδυνο οποτεδήποτε εμφανιστεί στη ζωή μας. Έχει λοιπόν, μεγάλη σημασία να εκτιμούμε την κάθε αλλαγή που συμβαίνει ώστε να βλέπουμε τους πιθανούς κινδύνους που μπορεί να τη συνοδεύουν. Το να συνειδητοποιούμε τους πιθανούς κινδύνους μας επιτρέπει να κάνουμε τα ανάλογα σχέδια και προετοιμασίες για να τους αποφύγουμε. Από τη στιγμή που θα έχουμε ανακαλύψει τους κινδύνους θα πρέπει να βρούμε και την κρυμμένη ευκαιρία.

Η ευκαιρία αυτή μπορεί να μην είναι ούτε εμφανής ούτε άμεση. Η ευκαιρία μπορεί να είναι συγκεκαλυμμένη. Τις περισσότερες φορές είναι συγκεκαλυμμένη. Καμουφλαρισμένη. Μπορεί να είναι η ευκαιρία να μάθουμε κάτι καινούργιο. Μπορεί να είναι η δύναμη που θα αποκτήσουμε για να τη χρησιμοποιήσουμε αργότερα στη ζωή μας. Μπορεί να είναι ο χρόνος που θα αφιερώσουμε σε κάτι που αγαπάμε. Μπορεί να είναι μια οικονομική ευημερία. Η ευκαιρία είναι καμουφλαρισμένη. Γι αυτό, να θυμάστε να την ψάχνετε και να την ψάχνετε σε βάθος.

Εδώ είναι που ο πόνος της αλλαγής θα ξεχαστεί, θα ξεπεραστεί, μόλις τα οφέλη αυτού που αλλάχτηκε γίνουν εμφανή. Μόλις η ευκαιρία καρπίσει, ανθίσει. Μόλις το άρωμά της ξεχειλίσει και πλημμυρίσει τη ζωή σας, τη καρδιά σας, την τσέπη σας. Τότε είναι που θα ξεχάσετε τη διαδικασία της αλλαγής. Μόνο τότε.

 Γι αυτό αν είστε άνθρωπος που ψάχνει τις ευκαιρίες, τότε να ξέρετε ότι θα πρέπει να εργαστείτε σκληρά, επίμονα και υπομονετικά για να τις ανακαλύψετε μέσα στις κρίσεις που εσκεμμένα ή όχι εσείς θα κατασκευάζετε στη ζωή σας. Το να είσαι άνθρωπος που ψάχνει τις ευκαιρίες είναι μια επιλογή. Μια επιλογή που συμπεριλαμβάνει την ικανότητά σου να αντιμετωπίζεις την αλλαγή. Αυτή η επιλογή εξαρτάται από τη συμπεριφορά σου στην ίδια τη ζωή. Καθημερινά. Κάθε μέρα είναι και μια νέα αρχή.

 Κάνε συνήθεια να δημιουργείς εκείνους τους κινδύνους που κρύβουν μέσα τους την αλλαγή και τα οφέλη της. Κάνε συνήθεια να κατασκευάζεις δημιουργικές «κρίσεις» στη ζωή σου, ώστε να ξεπετιέται από αυτές η δύναμη της αλλαγής. Μια δύναμη που θα εκτοξεύσει στην ανώτερη διάσταση της επιτυχίας και προκοπής για τις οποίες είσαι κατασκευασμένος και προορίζεσαι.

O Σωκράτης και έννοια Πατρίδα

Ο Σωκράτης στο Πλατωνικό έργο "Μενέξενος" (ή επιτάφιος λόγος) μας ταξιδεύει στην βαθύτερη έννοια της λέξεως Πατρίδα!
για να δούμε τι είναι πραγματικά η Πατρίδα:

 Mέσω των λόγων του Σωκράτους θα εμβαθύνουμε λίγο περισσότερο στην έννοια "Πατρίδα"

"...Κάθε ζώο για το παιδί που γέννησε φέρει την κατάλληλη τροφή, έτσι αποδεικνύεται αν μια γυναίκα γέννησε πραγματικά. Τούτο παρέχει και η δική μας
γη και μητέρα ως απόδειξη ότι γέννησε ανθρώπους δίνοντας κατάλληλητροφή, σιτάρι και κριθάρι. Ιεραρχικώς τα παραπάνω ισχύουν περισσότερο για την γη και λιγότερο για την γυναίκα γιατί δεν μιμείται η γη την γυναίκα αλλά η γυναίκα την γην"
[Αρχαίο] Πᾶν γὰρ τὸ τεκὸν τροφὴν ἔχει ἐπιτηδείαν ᾧ ἂν τέκῃ, ᾧ καὶ γυνὴ δήλη τεκοῦσά τε ἀληθῶς καὶ μή, ἀλλ' ὑποβαλλομένη, ἐὰν μὴ ἔχῃ πηγὰς τροφῆς τῷ γεννωμένῳ. Ὃ δὴ καὶ ἡ ἡμετέρα γῆ τε καὶ μήτηρ ἱκανὸν τεκμήριον παρέχεται ὡς ἀνθρώπους γεννησαμένη· μόνη γὰρ ἐν τῷ τότε καὶ πρώτη τροφὴν ἀνθρωπείαν [238a] ἤνεγκεν τὸν τῶν πυρῶν καὶ κριθῶν καρπόν, ᾧ κάλλιστα καὶ ἄριστα τρέφεται τὸ ἀνθρώπειον γένος, ὡς τῷ ὄντι τοῦτο τὸ ζῷον αὐτὴ γεννησαμένη. Μᾶλλον δὲ ὑπὲρ γῆς ἢ γυναικὸς προσήκει δέχεσθαι τοιαῦτα τεκμήρια· οὐ γὰρ γῆ γυναῖκα μεμίμηται κυήσει καὶ γεννήσει, ἀλλὰ γυνὴ γῆν.
Σωκράτης - Πλάτωνος Μενέξενος 237e

"...Πρώτη αιτία ευγενικής καταγωγής τους (Αθηναίοι πεσόντες στην μάχη) είναι ότι ήταν αυτόχθονες, δεν ήταν μέτοικοι, κατοικώντας και ζώντας στην Πατρίδα και τρεφόμενοι όχι από μητριά όπως οι άλλοι, αλλά από την μητέρα χώρα στην οποία κατοικούσαν. Τώρα κείτονται σε οικείους τόπους της γης που τους γέννησε και τους ανέθρεψε"
[Αρχαίο] Τῆς δ' εὐγενείας πρῶτον ὑπῆρξε τοῖσδε ἡ τῶν προγόνων γένεσις οὐκ ἔπηλυς οὖσα, οὐδὲ τοὺς ἐκγόνους τούτους ἀποφηναμένη μετοικοῦντας ἐν τῇ χώρᾳ ἄλλοθεν σφῶν ἡκόντων, ἀλλ' αὐτόχθονας καὶ τῷ ὄντι ἐν πατρίδι οἰκοῦντας καὶ ζῶντας, καὶ τρεφομένους οὐχ ὑπὸ μητρυιᾶς ὡς οἱ ἄλλοι, ἀλλ' ὑπὸ μητρὸς τῆς χώρας ἐν ᾗ ᾤκουν, καὶ νῦν κεῖσθαι τελευτήσαντας ἐν οἰκείοις τόποις τῆς τεκούσης καὶ θρεψάσης καὶ ὑποδεξαμένης. Δικαιότατον δὴ κοσμῆσαι πρῶτον τὴν μητέρα αὐτήν· οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη.
Σωκράτης - Πλάτωνος Μενέξενος 237b

Πατρίδα (γη των πατέρων) λοιπόν δεν είναι απλά η γη στην οποία πέρασαν την ζωή τους οι πρόγονοι μας, αλλά η γη με την οποία γίναμε ένα σε κάθε επίπεδο!
 

ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΑΜΠΕΛΟΥ – ΚΡΑΣΙ

Εισαγωγικά για την Αρχαία Αμπελουργία

Η άγρια άμπελος συναντάται σε όλη την παράλια ζώνη της Μεσογείου, με εξαίρεση τις παρυφές της Σαχάρας, ενώ το εξημερωμένο φυτό της αμπέλου ανάγεται χρονικά στα όψιμα νεολιθικά χρόνια. Και τα δύο αυτά είδη χρησιμοποιούνταν στην παραγωγή οίνου, μέχρις ότου η καλλιεργημένη μορφή αμπέλου επικράτησε πλήρως. Η αρχή της καλλιέργειας της αμπέλου μπορεί να αναζητηθεί σε μία περιοχή γύρω από την Κασπία Θάλασσα ή τη Μεσοποταμία, απ’ όπου προέρχονται και τα πρώτα σχετικά ευρήματα. Για την Ελλάδα πιθανές είσοδοι είναι η Θράκη ή η ΒΔ Μικρά Ασία, απ’ όπου σύμφωνα με το μύθο ο Οδυσσέας παρέλαβε τον οίνο που έδωσε στον Πολύφημο. Πιθανό είναι επίσης όμως κάθε μία από τις περιοχές όπου συναντώνται ίχνη αμπελοκαλλιέργειας να ανέπτυξε ανεξάρτητα την καλλιέργεια αυτή, καθώς η άγρια άμπελος συναντάται εκεί ακόμη και σήμερα.

Οι αρχαιολογικές έρευνες έχουν φέρει στο φως σπόρους καλλιεργημένων σταφυλιών στην Αίγυπτο και την Κεντρική Ασία από το 4000 π.Χ. Στον ελλαδικό χώρο έχουν επίσης έρθει στο φως κατάλοιπα του καρπού της αμπέλου σε θέσεις όπως ο Καστανάς, το Σέσκλο, ο Αχίλλειος Θεσσαλίας, τα Θαρρούνια Ευβοίας και το Φράγχθι της Πελοποννήσου. Έχουμε δηλαδή κατάλοιπα από τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Εύβοια, την Πελοπόννησο, την Κρήτη, αλλά και την Τροία από το τέλος της Νεολιθικής εποχής. Στην εποχή του Χαλκού τα σχετικά ευρήματα αυξάνονται και έτσι συναντάμε σχετικά κατάλοιπα στη Λέρνα, τον Άγιο Κοσμά, τη Μύρτο, τη Φαιστό, τις Μυκήνες, την Τίρυνθα.

Με βάση μάλιστα πρόσφατη αρχαιολογική ανακοίνωση, στο Ντίκιλι Τας – στον προϊστορικό οικισμό από πασσαλόπηκτες καλύβες της μέσης νεολιθικής και πρώιμης εποχής του Χαλκού (6η-3η χιλιετίες π.Χ.) κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων – βρέθηκαν 2.460 καμένοι σπόροι σταφυλιών και 300 φλούδια από σταφύλι ηλικίας 6.500 που πιθανόν χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή κρασιού, αποτελώντας τα αρχαιότερα πατημένα σταφύλια που έχουν έρθει μέχρι σήμερα στο φως.

Τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει η σύγχρονη έρευνα, αφορούν το γεγονός ότι το φυσικό περιβάλλον ευνοούσε την ύπαρξη αλλά και την καλλιέργεια της αμπέλου στη Βόρεια Ελλάδα. Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν επίσης ο συσχετισμός του συγκεκριμένου φυτικού είδους με την ευρύτερη παραγωγή τροφής του εκάστοτε οικισμού, καθώς και το περιβάλλον στο οποίο ο οικισμός αυτός ήταν ενταγμένος. Από τη Νεολιθική εποχή και μέσα στην εποχή του Χαλκού το φυσικό περιβάλλον δημιούργησε ιδανικές συνθήκες για την εισαγωγή νέων πολιτιστικών στοιχείων, την εντατικοποίηση της καλλιέργειας της γης και την αύξηση της παραγωγής. Η επάρκεια των αγαθών κατά συνέπεια οδήγησε σε δευτερογενείς παραγωγικές δραστηριότητες, όπως η αμπελοκαλλιέργεια. Γενικά η εντατική καλλιέργεια της αμπέλου είναι συνδεδεμένη με ιεραρχημένες κοινωνίες στον ελληνικό χώρο, με κοινωνίες όπως αυτές της Εποχής του Χαλκού που θεωρούνται κοινωνίες ικανές να συγκεντρώσουν το κεφάλαιο που απαιτείται για την παραγωγή του κρασιού, είτε με τη μορφή αμπελιών που αποδίδουν μετά από ένα αριθμό ετών, είτε με τη μορφή επιπλέον εργασίας που απαιτεί η δενδροκαλλιέργεια, είτε με τη μορφή ειδικών εγκαταστάσεων οινοποιίας.

Παρότι η αμπελοκαλλιέργεια χάνεται στο χρόνο, αυτά τα οποία με βεβαιότητα γνωρίζουμε σχετικά είναι περιορισμένα. Οι περισσότερες πληροφορίες προέρχονται από την αρχαία γραμματεία, ενώ τα σχετικά αρχαιολογικά δεδομένα, αν και περιορισμένα, συνάδουν κατά κύριο λόγο με τις γραπτές πληροφορίες. Από τους αρχαίους συγγραφείς παραδίδονται τρεις τρόποι φύτευσης αμπελιών: με συνολική εκσκαφή του αγρού, με τάφρους και με οπές. Στην Historia Naturalis του ο Πλίνιος (XVII 35, 166/7) αναφέρει:

στην πραγματικότητα τρεις τρόποι υπάρχουν για να φυτέψεις αμπέλι: ο καλύτερος με σκάψιμο, ο επόμενος με χαντάκια και ο τελευταίος με λάκκους…”

Σχετικές αναφορές συναντάμε στο Στράβωνα (XV 3, 11, 732) καθώς και σε ένα σύνολο αρχαίων επιγραφών.

Η κατανάλωση ή όχι του κρασιού, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο γίνονταν η οινοποσία, αποτελούσαν κριτήρια για απόδοση στερεοτύπων σε διάφορα έθνη από τους αρχαίους Έλληνες. Στους λαούς που έπιναν κρασί, συγκαταλέγονταν εκτός από τους Έλληνες και οι Πέρσες οι οποίοι έμαθαν το κρασί από τους Μήδους και τους Λυδούς, καθώς επίσης οι Σκύθες και οι Θράκες. Οι Αιγύπτιοι για παράδειγμα έπιναν κρίθινο οίνο, ενώ με βάση τον Αρχίλοχο το ίδιο έκαναν επίσης οι Φρύγες και οι Θράκες. Η κατανάλωση άκρατου οίνου θεωρούνταν μία βαρβαρικοί συνήθεια και συναντώνταν στους Πέρσες, τους Σκύθες, τους Θράκες αλλά και αλλού. Οι Έλληνες αντίθετα είναι γνωστό πως κατανάλωναν τον οίνο κεκραμένο, ανακατεμένο δηλαδή με νερό.

Η σχέση των αρχαίων πόλεων με το κρασί ποικίλε, ενώ υπήρχε και άμεση σύνδεση του κρασιού με τα διάφορα έθιμα των εκάστοτε πόλεων κρατών. Οι Φιγαλείς για παράδειγμα θεωρούνταν φιλοπότες, όπως επίσης και οι Βυζαντινοί, οι Αργείοι και οι Τιρύνθιοι. Στη Σπάρτη είχαν το συνήθειο να λούζουν τα νεογέννητα με κρασί, αλλά κατά τα άλλα ήταν πειθαρχημένοι ως προς την κατανάλωσή του. Ο Πλάτωνας όριζε τους περιορισμούς, οι νέοι μέχρι τα 18 να μην δοκιμάζουν κρασί, καθώς και να γεύονται μέτρια ποσότητα μέχρι τα 30 τους χρόνια. Οι Μασσαλιώτες επίσης είχαν νόμο που επέτρεπε τις γυναίκες να πίνουν μόνο νερό.

Αρχαίοι Αμπελώνες

Οι ανασκαφικές έρευνες έχουν αποκαλύψει αρχαίους αμπελώνες στην Πέλλα, στην Αχαΐα, στην Πιερία, την Ημαθία, τη Νεμέα, το Σέδες, τα Μέγαρα, τη χερσόνησο της Ταυρικής, σε δύο θέσεις στην Κάτω Αχαγιά. Σε όλες τις περιπτώσεις οι τρόποι φυτέματος που έχουν εντοπιστεί είναι με τάφρους. Άλλωστε οι τάφροι και οι λάκκοι είναι οι δύο από τις τρεις μεθόδους που μπορούν να εντοπιστούν από τις ανασκαφές, γεγονός που δεν μπορεί να ισχύσει για την ολική εκσκαφή του αγρού. Από τα ανασκαφικά δεδομένα αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι το ταφρεύειν υπήρξε πιθανόν η μέθοδος που κυριαρχούσε στον ελλαδικό χώρο από τα υστεροκλασικά χρόνια έως και τον 1ο προχριστιανικό αιώνα. Γι’ αυτό ίσως και ο Στράβων αναφέρει κατ’ εξαίρεση του κανόνα ότι οι Μακεδόνες άρχισαν να φυτεύουν αμπέλια στα Σούσα σε οπές και όχι σε τάφρους, όπως θα ήταν αναμενόμενο. Οι διάφορες θέσεις πάντως που ήρθαν στο φως παρουσιάζουν μεταξύ τους διαφορές ως προς τα τεχνικά στοιχεία των τάφρων, ως προς τα μήκη, τις αποστάσεις, τα βάθη, γεγονός που οφείλεται ίσως στη σύσταση του εδάφους, στο χώμα, στις τοπικές ιδιομορφίες του κλίματος, καθώς και σε άλλους σχετικούς παράγοντες.

Αρχαία Αμπελοκαλλιέργεια (Μέθοδοι- Βασικές αρχές)

Ανθεκτική αλλά και εξαρτώμενη από το μόχθο του αγρότη, η άμπελος απαιτεί βαθιά, πορώδη, αργιλασβεστούχα εδάφη, που να ανασκάπτονται το φθινόπωρο, καθώς επίσης χειμερινή και θερινή κλάδευση και βλαστολόγηση. Η γεωργική τέχνη, η καλλιέργεια δηλαδή της γης στην αρχαιότητα, ακολουθούσε τους “γεωργικούς νόμους”, ορισμένους κανόνες δηλαδή, που περιέχονταν στα γεωργικά συγγράμματα. Στα συγγράμματα αυτά υπήρχε ένα σύνολο πληροφοριών σχετικά με τα διάφορα είδη των καλλιεργειών, το είδος του χώματος, τις διαστάσεις των λάκκων προκειμένου για δενδροκαλλιέργειες, αλλά και ένα σύνολο από οδηγίες ως προς τον τρόπο φύτευσης και περιποίησης των φυτών.

Οι πηγές διασώζουν τρεις τρόπους φυτέματος της αμπέλου: σε καλά βαθιά σκαμμένη γη, σε επιμήκη λαξεύματα και σε τρύπες. Ο Columella ως καλύτερο έδαφος για το αμπέλι προτείνει το αμμώδες έδαφος που έχει υγρασία στο βάθος. Επίσης αναφέρει πως το γέμισμα των λάκκων πρέπει να έχει ψιλό χαλίκι και λεπτή άμμο, ώστε να είναι μέτρια χαλαρό επάνω και σφιχτό στις ρίζες. Το βάθος για το φύτεμα του αμπελιού πρέπει να είναι γύρω στα 1,5-2 πόδια. Το πλάτος των λαξευμάτων πρέπει να είναι των 2 ποδιών ή του ενός φτυαριού. Όταν το φύτεμα γίνεται σε λάκκους, συνίσταται αυτοί να ανοίγονται πριν από ένα χρόνο, για να εκτεθούν αρκετά τα εσωτερικά τοιχώματα στις καιρικές συνθήκες. Τα φυτά δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερα από 0,30μ., να φυτεύονται την ίδια μέρα που κόβονται και τέσσερα από τα έξι μάτια να χώνονται στο χώμα για να βγάλουν βλαστούς. Κάτι τέτοιο συμβαίνει αν τα κλήματα τοποθετηθούν πλαγιαστά. Αν πάλι οι λάκκοι είναι μακριοί, τότε μπορούν να τοποθετηθούν δύο ρίζες στις δύο άκρες, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Πέλλας. Η απόσταση μεταξύ τους θα πρέπει να είναι 2-2,50μ., με προτεινόμενο προσανατολισμό προς τα ανατολικά.

Ο Θεόφραστος (Περί φυτών αιτιών, ΙΙΙ 12, 1) αναφέρει σχετικά:

“Κατά φύσιν με την περιοχή πρέπει να είναι όλη η γεωργική εργασία, αρχής γενομένης από τους λάκκους των νέων φυτών. Έτσι στους υγρούς τόπους δεν πρέπει να ανοίγονται μεγάλοι και βαθείς λάκκοι γύρω από τα φυτά για να μη σαπίσουν. Στους πολύ υγρούς απαγορεύεται να ανοίγονται λάκκοι, αλλά να φυτεύονται σε τρύπες ανοιγμένες με σιδερένιο πάσσαλο. Κι ακόμη δεν πρέπει να γίνει ανασκαφή γύρω από το φυτό για ένα ή και δύο χρόνια προκειμένου να ξεραθεί το χώμα από τον ήλιο όσο το δυνατόν περισσότερο. Τα αντίθετα πρέπει να συμβαίνουν στους ξερούς και ζεστούς τόπους. Όχι μόνο πρέπει να ανασκάπτονται οι λάκκοι, αλλά και όλο το έδαφος τριγύρω για να απορροφάται καλά η βροχή. Αλλιώς πρέπει να ανοιχθούν όσο το δυνατόν μεγαλύτεροι και βαθύτεροι τάφροι. Στη συνέχεια να συγκεντρωθούν τριγύρω και κοντά στο φυτό σωροί από χώμα προκειμένου να προστατεύεται όσο το δυνατόν περισσότερο το καλοκαίρι από τη ζέστη”.

Τα αμπέλια διασχίζονταν συνήθως από ένα μονοπάτι πλάτους περίπου 5,5μ., απ’ όπου περνούσαν οι άμαξες, ενώ υπήρχαν και άλλα μικρότερα μονοπάτια, στενότερα, πλάτους περίπου 3μ., που διασταυρώνονταν με το μεγάλο μονοπάτι.

Οι πηγές μας διασώζουν διάφορες οδηγίες σε σχέση με την καλλιέργεια της αμπέλου, καθώς και σε σχέση με ένα σύνολο πραγμάτων που ο αρχαίος παραγωγός έπρεπε να λαμβάνει υπ’ όψη όπως τα γένη των αμπελιών που θα επιλέξει, το χρόνο της φυτείας, τον προσανατολισμό, τον αερισμό, την τροφή των φυτών, το υψόμετρο, τις κλιματολογικές συνθήκες.

σε ορεινούς τόπους και σε τόπους που είναι εκτεθιμένοι στον αέρα, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η θέση του αμπελώνα σε σχέση με τους ανέμους. Τα φυτά δεν πρέπει να αναπτύσσονται αντίθετα αλλά σύμφωνα με τη φορά των ανέμων, για να μη σπάσουν αλλά και να μην αναπτυχθούν παρά φύσει” (Θεόφραστος Περί φυτών αιτιών, ΙΙΙ 12, 3)

Σε σχέση με τον προσανατολισμό του αμπελώνα υπήρχε σχετική διαφωνία. Ο Columella (DeRe RusticaIII, 12, 5-6) αναφέρει:

“Ο Saserna υποστηρίζει πως ο καλύτερος προσανατολισμός είναι προς την ανατολή, μετά προς το νότο και μετά προς τη δύση. Ο Scrofa θεωρεί το νότιο προσανατολισμό καλύτερο. Ο Βιργίλιος απορρίπτει το δυτικό και οι Δημόκριτος και Mago προτιμούν το βόρειο γιατί τα αμπέλια γίνονται παραγωγικότερα. Στα φυτά φαίνεται πως κάνει καλό να έχουν νότιο προσανατολισμό στα κρύα κλίματα και ανατολικό στα θερμά, εφόσον δεν τα πιάνουν οι νότιοι και οι νοτιοανατολικοί άνεμοι. Στην περίπτωση αυτοί οι βόρειοι και οι δυτικοί άνεμοι είναι προτιμότεροι. Στις πολύ θερμές περιοχές όπως στην Αίγυπτο, είναι καλό να προσανατολίζονται μόνο βόρεια”.

Τα εργαλεία τα οποία χρησιμοποιούνταν για την καλλιέργεια της αμπέλου θεωρείται πως ήταν ανάλογα των παραδοσιακών εργαλείων της προβιομηχανικής εποχής, όπως το δικέλλι για το σκάλισμα και τα μικρά κοπτικά εργαλεία για το κλάδεμα.

Η τεχνική του ταφρεύειν

Η τεχνική του ταφρεύειν είναι γνωστή από την αρχαιότητα και παραδίδεται μέσα από ένα σύνολο αρχαίων πηγών. Επιπλέον πιστοποιείται σε όλες τις προαναφερθείσες θέσεις από τον ελληνικό χώρο, καθώς και από αντίστοιχες θέσεις του ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου, εκτός συνόρων, κυρίως στη νότια Γαλλία. Συγγραφείς όπως ο Πλίνιος, ο Στράβων, ο Ξενοφών, ο Columellaαναφέρονται σ’ αυτήν ως έναν από τους τρεις τρόπους φυτέματος αμπελιών στην αρχαιότητα.

Με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες οι τάφροι ανοίγονταν στο χώμα ή στο βράχο. Οι διαστάσεις τους κυμαίνονταν ανάλογα με τον τρόπο του φυτέματος των πρέμνων σ’ αυτές. Το βάθος των τάφρων έπρεπε να φτάνει τα 1,5-2 πόδια, ενώ αρκετό θεωρούνταν το πλάτος ενός φτυαριού ή των δύο ποδιών. Οι μικρότερες διαστάσεις που μαρτυρούνται από τις ανασκαφές είναι μήκους 1,20μ., πλάτους 0,13μ., και βάθους 0,20μ. Σε γενικές γραμμές από τα ευρήματα αρχαίας αμπελοκαλλιέργειας που έχουν έρθει στο φως, σημειώνονται αρκετές διαφορές ως προς το μήκος και το πλάτος των τάφρων, με δύο περιπτώσεις, της Πέλλας και πιθανόν και της Νεμέας να ανταποκρίνονται περισσότερο στα λεγόμενα της αρχαίας γραμματείας. Οι περισσότεροι αμπελώνες που έχουν μελετηθεί τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Γαλλία, την Ιταλία, τη Μ. Βρετανία και την Κριμαία χρονολογούνται από τον 3ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 3ο αι. μ.Χ.

Ενδιαφέρουσα περίπτωση για τα ελληνικά δεδομένα αποτελεί η περίπτωση του αμπελώνα του Μακρυγιάλου όπου συνυπάρχουν και οι δύο τρόποι τάφρων για τη φύτευση του αμπελώνα, δηλαδή οι μεγάλου μήκους αύλακες άνω των 13μ., και οι μικρότερες τάφροι σταθερού μήκους 1,20μ. με διαφορετικό μάλιστα προσανατολισμό. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα σπάνια περίπτωση που οφείλεται μάλλον στην αλλαγή των καλλιεργητικών μεθόδων στην περιοχή.

Ο αγενής πολλαπλασιασμός

Η διατήρηση των επιμέρους τύπων βασικά οφείλεται στον αγενή πολλαπλασιασμό με μοσχεύματα, καταβολάδες και εμβολιασμό. Ο αγενής πολλαπλασιασμός επιτρέπει τη διατήρηση και την ελεγχόμενη βελτίωση των χαρακτηριστικών μιας ποικιλίας αμπέλου. Τα μοσχεύματα είναι υγιείς, αντιπροσωπευτικοί, νεαροί κλάδοι, που απολύουν ρίζες όταν φυτευτούν σε υγρό και θερμό έδαφος. Αντίθετα οι καταβολάδες αποτελούν κλάδους συνδεδεμένους με τη μητέρα μέχρις ότου βλαστήσουν. Ο εμβολιασμός πάλι χρησιμοποιείται συχνότατα, καθώς οδηγεί σε τύπους με σύνθετες ιδιότητες. Η διαδικασία συνίσταται στον εγκεντρισμό ή ενοφθαλμισμό, δηλαδή σε προσαρμογή εσχισμένου κλάδου ή οφθαλμού από άτομο των επιθυμητών ιδιοτήτων σε τομή στον κορμό του αποδέκτη.

Η παραγωγή του κρασιού

Ο τρύγος αποτελούσε ένα πανηγύρι, αλλά και μία επίπονη και εξειδικευμένη εργασία. Οι σταφυλές κόπτονταν με μαχαιρίδιο, υποβάλλονταν ενίοτε σε πρόχειρο πάτημα σε αραιοπλεγμένο, καλαμένιο ή ξύλινο δοχείο, συλλέγονταν σε μαλακά κοφίνια ή μεταφέρονταν στο γειτονικό, μόνιμο ληνό.

Στον ανοιχτό βαθύ κάδο που περιείχε ως και 200 χιλιόγραμμα αναλάμβαναν το πάτημα έμπειροι ληνοβάτες, εργαζόμενοι υπό τους ήχους ασμάτων και αυλών. Το γεύκος που προέκυπτε, υφίστατο μόνο ήπια κατεργασία και ήδη στους κλασικούς χρόνους χρησιμοποιούνταν για τη βελτίωση αδύνατων εσοδειών ή για την παρασκευή προτρόπου οίνου.

Από την πρώιμη εποχή του σιδήρου η σταφυλόμαζα που παρέμενε στο ληνό, τοποθετούνταν σε σάκους και εκθλίβονταν περαιτέρω σε πιεστήριο μοχλού με λίθινο βάρος, ανάλογο της ελαιουργικής πρακτικής. Στην όψιμη ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο εισάγονται οι πρέσες κοχλία, ενίοτε φορητές, καθώς και οι μεγάλες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις σφήνας – σταθερού πλαισίου.

Η συμπίεση με μηχανικά μέσα καθιερώνεται στην αρχαιότητα, καθώς αυξάνει σημαντικά την απόδοση και ελαττώνει τις ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό. Τα τελευταία κατάλοιπα της κατεργασίας είναι αυτά που δίνουν τον αγοραίο οίνο όχι ιδιαίτερα καλής ποιότητας.

Οινοποίηση είναι η ζύμωση του γλεύκους και γίνεται μέσα σε πήλινους πίθους. Οι πίθοι θαμμένοι στο χώμα ήταν αυτοί που επέτρεπαν την παλαίωση, χωρίς τον κίνδυνο των ζυμώσεων υπό την επίδραση του οξυγόνου, αποδίδοντας μεγάλη ποικιλία οίνων. Αυτοί υποβάλλονταν ενίοτε σε ειδική επεξεργασία: ο πάσσος προϋπέθετε αποξήρανση των σταφυλιών στον ήλιο και ο καπνίας έψηση του γλεύκους.

Ο Ησίοδος αναφέρει πως οι σταφυλές ξηραίνονταν εν μέρει στον ήλιο και κατόπιν στοιβάζονταν σε πίθους για να κλείσουν ερμητικά. Ο πλούσιος σε σάκχαρα χυμός από τις λιγοστές σπασμένες ρόγες άρχιζε να ζυμώνεται αργά και να ελευθερώνει διοξείδιο του άνθρακα. Στο περιβάλλον αυτό οι άσπαστες ρόγες μαλάκωναν και στα κύτταρά τους σχηματίζονταν αρωματικές ενώσεις και αλκοόλη. Μόλις σταματούσε η ζύμωση, οι σταφυλές οδηγούνται στο ληνό: ο ευωδιαστός χυμός τους προστίθετο στο γλυκό κρασί των πίθων.

Αρχαίες Αγρεπαύλεις – Το παράδειγμα από το Κομπολόι

Πολύ συχνά οι άνθρωποι που ασχολούνταν με τη γεωργία με τη μορφή κύριας ασχολίας, κατοικούσαν τον καιρό της ειρήνης στα χωριά της υπαίθρου και τα αγροκτήματά τους.

Ο Ισοκράτης (Αρεοπαγιτικός VII, 52) αναφέρει σχετικά:

“Για τους λόγους αυτούς οι πρόγονοί μας ζούσαν με τόση ασφάλεια ώστε πολλοί είχαν καλύτερα και πολυτελέστερα σπίτια στους αγρούς, παρά μέσα στα τείχη. Πολλοί μάλιστα δεν κατέβαιναν στο άστυ ούτε καν στις γιορτές, παρά προτιμούσαν να μένουν σπίτι με τα δικά τους αγαθά παρά να απολαμβάνουν τα κοινά αγαθά της πόλης”.

Όπως φαίνεται από τις πηγές, οι αγρεπαύλεις, οι αγροτικές κατοικίες δηλαδή με την εσωτερική αυλή, υπήρξαν ένα γνώριμο στοιχείο της αρχαίας υπαίθρου, διαθέτοντας τα βασικά χαρακτηριστικά της αστικής οικίας, αλλά με ιδιαίτερη ευρυχωρία λόγω ύπαιθρου. Οι αγρεπαύλεις διέθεταν πηγάδια, στοές, βοηθητικούς χώρους, πιθεώνες, αλλά και χαρακτηριστικούς πύργους που λειτουργούσαν είτε ως χώροι αποθηκευτικοί, είτε ως χώροι οχύρωσης, εποπτίας ή διαμονής.

Να πώς περιγράφεται μία αγρέπαυλις μέσα από μία διήγηση του Δημοσθένη (Κατά Ευέργου και Μνησιβούλου, XLVII 52-56):

“Μπήκαν στο κτήμα που καλλιεργώ και όρμηξαν πάνω στους δούλους μου. Και όταν αυτοί σκόρπισαν και ξέφυγαν, πήγαν στο σπίτι, έβγαλαν την πόρτα του κήπου… μπήκαν εκεί που μένουν τα γυναικόπαιδα και έβγαλαν έξω τα έπιπλα που μου είχαν απομείνει… Η γυναίκα μου έτυχε να είναι μαζί με τα παιδιά μου στην αυλή, μαζί τους και η γριά παραμάνα… Ενώ έτρωγαν στην αυλή όρμηξαν, τις έπιασαν και άρχισαν να αρπάζουν τα έπιπλα. Οι άλλες δούλες βρίσκονταν στον πύργο, όπου και διαμένουν”.

Πιθεώνες

Ηζύμωση του οίνου γινόταν στην αρχαιότητα σε πιθεώνες, ενώ θα υπήρχαν και χώροι για βοηθητικές εργασίες όπως το μαγειρείο για τη συμπύκνωση του γλεύκους, για την παρασκευή των αρτημάτων, καθώς και αποθήκες σκευών, καρπών κτλ.

Στα σπίτια της περιοχής Πέτρες Αμυνταίου στους δροσερούς υπόγειους ή ημιυπόγειους χώρους με τη σταθερή θερμοκρασία τοποθετούνταν μεγάλα πιθάρια βυθισμένα στο χωμάτινο δάπεδο (εικ. 3). Στις επαύλεις της κρητικής υπαίθρου σώζονται απτά υπολείμματα οινοποιητικής διαδικασίας που χρονολογούνται γύρω στο 2200 π.Χ., καθώς και εντυπωσιακός πήλινος ληνός, πατητήρι, νεώτερης εποχής. Στις αποθήκες των μυκηναϊκών ακτών φυλάσσονται επίσης πελώριοι πίθοι με πλείστα οινικά κατάλοιπα.

Στους πίθους τοποθετούνταν οι σοδειές των ξηρών και υγρών καρπών της χρονιάς, καθώς και το γλεύκος, σφραγισμένο για να ζυμωθεί κατά τη διάρκεια του χειμώνα ώστε την άνοιξη να είναι πλέον έτοιμο το κρασί του νοικοκυριού. Με την επενέργεια του σακχαρομύκητος του ελλειψοειδούς, το σάκχαρο της σταφυλής μετατρεπόταν σε αλκοόλη, γεννώντας το κρασί, το ευγενέστερο ποτό της ζυμώσεως.

Σε ορισμένα από τα σπίτια των Πετρών Αμυνταίου, κοντά στα πιθάρια βρέθηκαν ικανές ποσότητες σκουρόχρωμης κολλώδους ουσίας, η οποία αποδείχτηκε πως ήταν ρητίνη. Η διαδικασία ρητινοποίησης του κρασιού ήταν γνωστή στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι με ρητίνες ή πίσσα άλειφαν συνήθως το εσωτερικό των πιθαριών για να μετατρέψουν το κρασί σε ρετσινάτο. Η ρητινοποίηση του κρασιού γινόταν κατά τους αρχαίους επίσης για τη βελτίωση της ποιότητας του κρασιού, την καλύτερη και ταχύτερη ωρίμανσή του, αλλά και για την ξεχωριστή γεύση του. Λατίνοι συγγραφείς όπως ο Columella παραθέτουν σαφείς οδηγίες για το πώς έπρεπε να γίνει η επεξεργασία της ρητίνης, με αφυδάτωση και αποξήρανσή της στον ήλιο, ώστε να μετατραπεί σε στερεά ουσία.

Οι πιθεώνες εντάσσονταν στα σπίτια ως βοηθητικοί χώροι και ως ειδικά δωμάτια. Μπορούσαν να είναι υπαίθριοι, ημιυπαίθριοι ή στεγασμένοι σε ανεξάρτητο κτίριο ειδικότερου χαρακτήρα (εικ. 3-4-9). Οι εγκαταστάσεις για τη ζύμωση του λεύκους έπρεπε να είναι άοσμες και πεντακάθαρες. Ο πιθεών έπρεπε ανάλογα με το κλίμα να είναι ευρύχωρος, ώστε να κινούνται άνετα οι οινόπτες και να αποφεύγονται τα προβλήματα από τις αναθυμιάσεις. Οι οινηροί πίθοι για την προστασία τους από την ατμόσφαιρα θάβονταν στο έδαφος, χωρίς να ακουμπούν μεταξύ τους ώστε σε περίπτωση που χαλούσε ο οίνος του ενός να μην κολλούσε και ο επόμενος. Το κρασί κοντά στο χείλος του πίθου ήταν ασθενέστερο καθώς και εκείνο κοντά στο κατακάθι, ενώ το καλύτερο κρασί ήταν αυτό στο κέντρο. Εάν υπήρχε υποψία πως το κρασί κινδύνευε να χαλάσει, κολλούσαν επάνω στον πίθο πέταλα μολύβδου ή κασσίτερου ή χαλκού στο πώμα, τα σφράγιζαν και τα άνοιγαν ύστερα από σαράντα μέρες. Αν το κρασί είχε αρχίσει να χαλάει, ο μόλυβδος γινόταν λευκότερος με λέπια, ο κασσίτερος ιδρωμένος και μαύρος και ο χαλκός δυσώδης και με πομφόλυγες. Άλλες πάλι φορές βύθιζαν στον πίθο ένα φύλλο μολύβδου και αν το κρασί είχε αρχίσει να χαλάει, ο μόλυβδος άλλαζε χρώμα.

Εμπόριο Οίνου – Αγγεία μεταφοράς κρασιού

 Αποθηκευτικά αγγεία με κρουνό

Γενικά από τον 5ο αιώνα ήδη η Ελλάδα κατείχε σημαντικό ρόλο στις εξαγωγές του οίνου, καθώς μάλιστα διάφορες ελληνικές πόλεις παρήγαγαν διαφορετικές ποικιλίες κρασιών καθένα από τα οποία ήταν δημοφιλές για τις ιδιαιτερότητές του. Η αρχαία γραμματεία κάνει πολλές αναφορές στα ελληνικά κρασιά τα οποία ήταν σε ιδιαίτερη εκτίμηση ήδη από την εποχή του Ομήρου. Αρχαίοι οίνοι, όπως ο άριστος χίος, ο εύπνους λέσβιος, ο ευώδης θάσιος, έχαιραν μεγάλης φήμης και μεταφέρονταν σε μακρινές πολιτείες ως αγαθό πολυτελείας, σταθερούς εμπορικής αξίας. Η συσκευασία τους γινόταν σε αγγεία ειδικού σχήματος και περιεκτικότητας είκοσι τουλάχιστον λίτρων, τους οξυπύθμενους αμφορείς οι οποίοι στοιβάζονταν σε επάλληλες σειρές στα αμπάρια των πλοίων. Σημαντικά διαμετακομιστικά κέντρα του αρχαίου κρασιού αποτελούσαν λιμάνια από την Άμαστρι και τη Σινώπη μέχρι την Κόρινθο και την Κέρκυρα.

Οι οξυπύθμενοι αμφορείς ήταν το κατάλληλο μέσον για τη θαλάσσια διακίνηση του κρασιού, καθώς μάλιστα ο σχεδιασμός των αγγείων αυτών ήταν κατάλληλος ώστε να φιλοξενείται στο κύτος του πλοίου και μάλιστα με τη μέγιστη εκμετάλλευση του χώρου. Οι αμφορείς στέκονταν όρθιοι επάνω σε ξύλινα ή πήλινα υπόστατα και φυλάσσονταν γυρισμένοι ανάποδα για να μην εξατμιστεί το περιεχόμενό τους. Οι μικροί αμφορείς μεταφέρονταν στον ώμο και οι μεγάλοι δένονταν σε ξύλο με σκοινιά και μεταφέρονταν από δύο άντρες. Η χερσαία διακίνηση του οίνου και του γλεύκους αντίθετα ήταν αδύνατο να υλοποιηθεί μέσω των οξυπύθμενων αμφορέων, με εξαίρεση αποστάσεις από το επίνειο στο άστυ για παράδειγμα. Για το λόγο αυτό στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενσφράγιστες λαβές οξυπύθμενων αμφορέων είναι ένα εύρημα άγνωστο, γεγονός βέβαια που δεν σημαίνει ότι οιαθάλαττοι δεν έπιναν κρασί. Η διακίνηση του γλεύκους και του κρασιού στην ενδοχώρα γινόταν όχι με αμφορείς, αλλά με ασκούς, γεγονός που πιστοποιείται και από τις παραστάσεις της αγγειογραφίας, τα νομίσματα αλλά και τους δακτυλιόλιθους με παραστάσεις μεταφοράς οίνου. Η μεταφορά των αξυπύθμενων αμφορέων με τις άμαξες ήταν ανέφικτη και επικίνδυνη, τόσο ανέφικτη όσο και η μεταφορά υγρών δια θαλάσσης με τους ασκούς.

Πολλοί από τους αμφορείς που προορίζονταν για τη μεταφορά του κρασιού, έφεραν εσωτερικά επίστρωση πίσσας ή ρητίνης για να είναι το αγγείο υδατοστεγές. Πάπυροι των ελληνιστικών χρόνων αναφέρονται μάλιστα σε αγγεία με πίσσα τα οποία ήταν πιο ακριβά από τα κοινά αγγεία. Οι αμφορείς που βρέθηκαν στο ναυάγιο της Κερύνειας έφεραν στο σύνολό τους εσωτερικά επικάλυψη με πίσσα. Τα αγγεία αυτά διέθεταν προφανώς ξύλινο πώμα ή πώμα από φελλό ή ίσως πάλι να ήταν σφραγισμένα με πηλό και άχυρα. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις αμφορέων από τη Ρόδο, τη Χίο και τη Θάσο, βρέθηκαν ίχνη από κόκκινο χρώμα γύρω από το λαιμό, γεγονός που μπορεί να οφείλονταν ίσως σ’ ένα κορδόνι που θα συγκρατούσε το πώμα. Στα υστεροελληνιστικά χρόνια ήταν συχνά τα πήλινα πώματα που έφεραν και ενσφράγιστα σύμβολα. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις το στόμιο έκλεινε με σπόγγο.

Έλεγχος ποιότητας

Η ποιότητα των εκλεκτών οίνων προστατεύονταν επιμελώς. Το σχήμα και η σφραγίδα του αμφορέα, καθώς και η σήμανση του αποθηκευτικού πίθου επικύρωναν τον τόπο προέλευσης, ενώ αυστηρή νομοθεσία ρύθμιζε τις εισαγωγές σε περιοχές με δική τους παραγωγή. Ειδικοί μετρητές ήλεγχαν τον όγκο των συσκευασιών του εμπορίου, ενώ οργανοληπτικές και χρωματομετρικές δοκιμές ανίχνευαν την αραίωσή του. Στη Θάσο γνωρίζουμε ότι από τον 5ο αιώνα οι νόμοι του κράτους προστάτευαν την ποιότητα του θασιακού οίνου από νοθείες και όριζαν τα θασιακά πλοία να μην εισάγουν ξένο οίνο στη θασιακή περαία.

Κατανάλωση του οίνου

Ο αρχαίος οίνος, συνήθως γλυκύς, καταναλώνονταν κεκραμένος, αναμεμειγμένος με νερό σε ποικίλες αναλογίες. Η μίξη του οίνου με το νερό συνηθιζόταν ήδη από την εποχή του Ομήρου. Υπήρχε συνήθεια μάλιστα να βάζουν πρώτα νερό και μετά κρασί στα ποτήρια, σύμφωνα με τον Ησίοδο, τον Ξενοφάνη και τον Ανακρέοντα. Ο Θεόφραστος πάλι αναφέρει πως έριχναν οίνο στο νερό για να τον πίνουν νερωμένο και να μην επιθυμούν περισσότερο. Μία συνηθισμένη αναλογία ήταν ένα μέρος οίνου προς δύο ή προς πέντε νερού, ενώ ο Ησίοδος αναφέρει ένα προς τρία για να συνοδεύσει το φαγητό του αγρότη.

Ο οίνος αντλούνταν από τον οικιακό πίθο ή μεταγγίζονταν από τον εισηγμένο αμφορέα, αραιώνονταν σε ευμεγέθη κρατήρα και μεταφέρονταν με αρύταινα στην οινοχόη. Από κει σερβίρονταν στα ποτήρια, τις κύλικες, τους σκύφους, τους κάνθαρους ή τους κύαθους, σκεύη άλλοτε πήλινα και άλλοτε μεταλλικά.

Έρευνα φωτίζει την ιστορία πατημένων σταφυλιών 6.500 ετών

Πανάρχαιο ελληνικό κρασί!

Το αρχαιότερο κρασί στην Ευρώπη γεννήθηκε στην Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν 2.460 καμένοι σπόροι σταφυλιών και 300 φλούδια από σταφύλι ηλικίας 6.500 ετών που βρέθηκαν στο Ντίκιλι Τας – στον προϊστορικό οικισμό από πασσαλόπηκτες καλύβες της μέσης νεολιθικής και πρώιμης εποχής του Χαλκού (6η-3η χιλιετίες π.Χ.) κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, που έχει διατηρήσει το τουρκικό όνομά του (στα ελληνικά σημαίνει Πιρουνωτή Πέτρα) – που αποτελούν τα αρχαιότερα πατημένα σταφύλια σε όλο τον κόσμο και τα οποία πιθανότατα χρησιμοποιήθηκαν για να παραχθεί κρασί, σύμφωνα με έρευνα Ελλήνων αρχαιολόγων που δημοσιεύεται στην έγκυρη αρχαιολογική επιθεώρηση «Antiquity».

Τα κατάλοιπα των σταφυλιών ήρθαν στο φως σε ένα από τα τέσσερα προϊστορικά σπίτια που ανασκάπτει η ερευνητική ομάδα. Η πρώτη κίνηση των ειδικών ήταν να συγκρίνουν τους καμένους σπόρους και τα φλούδια με φρέσκα σταφύλια, σταφίδες και πατημένα σταφύλια, για να μπορέσουν να διαπιστώσουν την ταυτότητα των ευρημάτων. Έτσι, κατέληξαν πως τουλάχιστον μορφολογικά μοιάζουν με πατημένα σταφύλια και πως δεν ήταν δυνατόν να επρόκειτο για σταφίδες ή καμένα σταφύλια. Η περαιτέρω ανάλυση έδειξε πως τα συγκεκριμένα σταφύλια είτε ήταν καρποί άγριων φυτών είτε προέρχονταν από μια πολύ πρώιμη μορφή εξημερωμένου αμπελιού.

Δύο στοιχεία ήρθαν να ενισχύσουν την αρχική υπόθεση. Πρώτον, η ανακάλυψη πήλινων αγγείων και δοχείων με λαβή, που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά και την κατανάλωση υγρών. Και δεύτερον, απανθρακωμένα σύκα που εντοπίστηκαν κοντά στα κατάλοιπα των σταφυλιών. «Δεν πρέπει να είναι συμπτωματικό», υποστηρίζουν οι ερευνητές, που επισημαίνουν πως ο χυμός από τα άγρια σταφύλια είχε στυφή γεύση. «Τα σύκα πιθανόν να προσετίθεντο στον χυμό των σταφυλιών και τα σάκχαρά τους ενώνονταν με τη ζύμωση. Δεν αποκλείεται μάλιστα να τα προσέθεταν στο προϊόν μετά την ολοκλήρωση της ζύμωσης, ενώ για τον ίδιο λόγο μπορεί να χρησιμοποιούσαν και το μέλι», εξηγεί η λέκτορας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εκ των ερευνητών, Τάνια Βαλαμώτη.

Οριστικές απαντήσεις αναμένονται όταν προχωρήσει η ανάλυση στην κεραμική του Ντίκιλι Τας, καθώς τότε θα διαπιστωθεί αν υπήρχε τρυγικό οξύ, το οποίο περιέχεται στα σταφύλια. Μέχρι στιγμής, το αρχαιότερο σκεύος για κρασί με ίχνη τρυγικού οξέος έχει βρεθεί στο Ιράν και χρονολογείται στην 6η χιλιετία π.Χ.

Η Βιογραφία Του Καραγκιόζη

Οι πρώτες παραστάσεις στον Ελλαδικό χώρο δόθηκαν στα Γιάννενα του Αλή Πασά, από Εβραίους και τσιγγάνους καραγκιοζοπαίχτες της Πόλης. Όμως γι’ αυτό δεν υπάρχουν ιστορικά ντοκουμέντα.
Μια περιγραφή ενός περιστατικού όπου ο Μακρυγιάννης παρακολουθεί παράσταση καραγκιόζη μας βεβαιώνει ότι ήταν γνωστή ψυχαγωγία στην προεπαναστατική Ελλάδα.
Η πρώτη γραπτή μνεία γίνεται το 1841, στην εφημερίδα Ταχύπτερος Φήμη, όπου αναφέρεται μια παράσταση καραγκιόζη στην πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους.
Ο πρώτος Έλληνας καραγκιοζοπαίχτης που αναφέρεται ονομαστικά είναι ο Γιάννης Βράχαλης, ο οποίος το 1860 έφερε τον καραγκιόζη από την Κωνσταντινούπολη στον Πειραιά.

Οι λόγοι της μεταφύτευσης του θεάτρου σκιών είναι πολλοί.

Είναι μια δημοφιλής ψυχαγωγία για τους Οθωμανούς και μετά από την πολύχρονη συγκατοίκηση (κατ’ ευφημισμό) Ελλήνων και Τούρκων είναι πολύ εύκολη η αντιγραφή και προσαρμογή στις σύγχρονες ελληνικές ανάγκες.
Όταν η Ελλάδα απελευθερώνεται το πολιτιστικό της επίπεδο μπορεί πιο εύκολα να αφομοιώσει ένα λαϊκό θέατρο από ένα δομικά πολύπλοκο έργο όπως το αρχαίο ελληνικό θέατρο.
Είναι πιο εύκολο οικονομικά να στηθεί ένα θέατρο σκιών σε κάθε γειτονιά από μια θεατρική παράσταση.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, που ούτε οργανωμένη εκπαίδευση ούτε μαζικά μέσα ενημέρωσης υπάρχουν και το βιβλίο δεν είναι κοινό αγαθό (άλλωστε η πλειονότητα του πληθυσμού είναι αναλφάβητη), το θέατρο σκιών γεμίζει αυτό το κενό σαν φορέας μιας κοινωνικοπολιτικής επικαιρότητας. Συχνά μεταφέρει τα μηνύματα της πόλης στην επαρχία, μετατρεπόμενος σε συνδετικό κρίκο πληροφόρησης.
Παρά το γεγονός ότι το θέατρο σκιών απευθύνεται σε λαϊκούς ανθρώπους, είναι αστικό δημιούργημα –όπως και τα ρεμπέτικα τραγούδια.

Κάτι που πρέπει επίσης να σημειωθεί είναι ότι τα ηρωικά έργα (με βασικούς ήρωες ιστορικά πρόσωπα της επανάστασης όπως ο Διάκος, ο Κολοκοτρώνης κα) είναι τα πιο δημοφιλή τον καιρό της μεγάλης δημοτικότητας του.
Το ελληνικό θέατρο σκιών είναι χωρισμένο σε τρεις κατηγορίες.
Η πρώτη ασχολείται με σύγχρονα γεγονότα και παρουσιάζονται καταστάσεις της καθημερινής ζωής.
Η δεύτερη περιλαμβάνει έργα εμπνευσμένα από παραμύθια και θρύλους, τη λαϊκή παράδοση.
Η τρίτη κατηγορία περιέχει τα ηρωικά έργα, τα οποία αναφέρονται κυρίως σε περιστατικά από την Τουρκοκρατία και τον αγώνα της Ανεξαρτησίας.
Τα έργα που ασχολούνται με ιστορικά θέματα ή θρύλους δεν ανήκουν στην κωμωδία.
Παρ’ όλο που ο καραγκιόζης είναι πια γνωστός μόνο σαν κωμικό θέαμα, κάποια από τα παλιότερα έργα του, τα οποία δεν παίζονται πια ή έχουν τροποποιηθεί, ήταν φορτισμένα με συναισθηματισμό που έκανε τους ανθρώπους να κλαίνε στη διάρκεια της παράστασης.
Στο ελληνικό θέατρο σκιών, και σε αντίθεση με το τούρκικο, το πρόβλημα της φτώχειας και της συνακόλουθης πείνας του πρωταγωνιστή είναι το φλέγον ζήτημα. Οι παρατηρήσεις του για την κοινωνική αδικία και τη άσχημη μεταχείριση από τους ανθρώπους που κατέχουν την εξουσία ξεστομίζονται με μεγαλύτερη ευκολία απ’ ό,τι στον Karagöz.
Άλλωστε ο συμβολισμός των σκηνικών τα λέει όλα: Αριστερά η ετοιμόρροπη παράγκα, η μοίρα του λαού, δεξιά το μεγαλοπρεπές σαράι, το μέγαρο της εξουσίας, του πλούτου και του φαγητού.

Η βασική διαφορά που έχει ο καραγκιόζης από το «κανονικό» θέατρο είναι ότι τα έργα του θεάτρου σκιών δε γράφονται ποτέ εκ των προτέρων. Κάθε παράσταση είναι μοναδική επειδή ο αυτοσχεδιασμός αποκλείει την επανάληψη της ίδιας παράστασης. Τα έργα αναπτύσσονται σαν αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης καραγκιοζοπαίχτη και κοινού.
Γενιές ολόκληρες ανώνυμοι και επώνυμοι δημιουργοί αυτοσχεδιάζουν και συγκρατούν τους διαλόγους που προσφέρουν περισσότερο γέλιο. Κάθε αυθόρμητη εξυπνάδα, λογοπαίγνιο ή τρυκ το οποίο χειροκροτείται συστηματικά, καθιερώνεται σαν ένα τυποποιημένο στοιχείο, το οποίο επαναλαμβάνει ο καραγκιοζοπαίχτης και ο μαθητής-διάδοχος.
Ο καραγκιοζοπαίχτης είναι ένα συνολικός και πολύπλευρος δημιουργός. Σχεδιάζει τις φιγούρες και τα σκηνικά, είναι μίμος και σκηνοθέτης, συγγραφέας, σκηνογράφος και χορογράφος, τραγουδιστής πολλές φορές, με εξαιρετική μνήμη για να θυμάται τουλάχιστον εκατό παραστάσεις.
Κάθε ήρωας που παρουσιάζει έχει μια ορισμένη φρασεολογία και η γλώσσα του είναι πολύ προσωπική. Δεν είναι μόνο η χροιά και ο τόνος της φωνής, αλλά περισσότερο το περιεχόμενο των λόγων του.
Ο Μπαρμπαγιώργος μιλάει βλάχικα, ο Νιόνιος με την τραγουδιστή προφορά των Επτανήσιων, ο Χατζηαβάτης είναι πάντα ευγενικός με τη γλυκερή, σχεδόν παπαδίστικη φωνή του.
Τα συναισθήματα, οι πράξεις, οι συμπεριφορές, πρέπει να αποδοθούν με την κίνηση και το λόγο, αφού η φιγούρα είναι καταδικασμένη στη μοναδική έκφραση που έχει πάντα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της.

Οι μεγάλοι έλληνες καραγκιοζοπαίχτες
Ο καραγκιοζοπαίχτης που ουσιαστικά δημιούργησε το ελληνικό θέατρο σκιών είναι ο Μίμαρος (Δημήτριος Σαρντούνης), ο οποίος καταγόταν από την Πάτρα.
Ήταν ψάλτης, με εξαιρετική φωνή, μορφωμένος (είχε τελειώσει το σχολαρχείο), σχεδιαστής καλός και μίμος θαυμάσιος, εξ’ ου και το παρατσούκλι Μίμαρος. Ο Μίμαρος πέθανε το 1912 και θεωρείται ο γενάρχης του Καραγκιόζη.
Άλλος σπουδαίος καραγκιοζοπαίχτης ήταν ο Ρούλιας, ο οποίος ήταν Ρουμελιώτης και αυτός ο οποίος εμπνεύστηκε και εισήγαγε τη φιγούρα του Μπαρμπαγιώργου, τη σημαντικότερη πιθανότατα καινοφανή φιγούρα του ελληνικού θεάτρου σκιών.
Τρίτος σημαντικός καραγκιοζοπαίχτης ήταν ο Μέμος, ο οποίος ήταν πολύ καλός τεχνίτης, πνευματώδης και ευρηματικός, τραγουδούσε όμορφα και μιμείτο καλά όλους τους τύπους, ιδιαίτερα το δερβέναγα Βεληγκέκα.
Άλλοι εξίσου σημαντικοί καραγκιοζοπαίχτες ήταν ο Μάρκος Ξάνθος, ο πρώτος ο οποίος σκέφτηκε να καταγράψει συστηματικά τις παραστάσεις.
Ο Αντώνης Παπούλιας ή Μόλλας, που δημιούργησε τον Ομορφονιό και τον Νώντα και ο οποίος έχαιρε παγκοσμίου αναγνώρισης.
Ο Κώστας Μάνος (Αθανασίου) ο οποίος για πενήντα συνεχή χρόνια, χωρίς καμία διακοπή, όργωσε την Ελλάδα παίζοντας Καραγκιόζη.
Ο Χρήστος Χαρίδημος που έμεινε γνωστός ως ο Πρύτανης των καραγκιοζοπαιχτών του Πειραιά.
Ο Σωτήρης Σπαθάρης, πατέρα του γνωστού σε όλους Ευγένιου, του οποίου την αυτοβιογραφία είχε χαρακτηρίσει ο Άγγελος Σικελιανός ως έργο αντίστοιχης ιστορικής και φιλολογικής αξίας με τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Θεόφτωχος και αιώνια πεινασμένος, μα πάντα κεφάτος και ακατάβλητος. Κακομούτσουνος, ρακένδυτος, ξυπόλητος και καμπούρης. Δεν ξέρει καμία τέχνη, είναι όμως πρόθυμος να ανακατευτεί παντού, ακόμα και σε επιστημονικές δουλειές, με καταστροφικά πάντα αποτελέσματα.
Όταν δε βρίσκει δουλειά καταφεύγει στις μικροκλοπές και δεν το κρύβει, αλλά αντίθετα και με αυτό αστεΐζεται. Τρώει πάντα ξύλο από το Βεληγκέκα και τον Μπαρμπαγιώργο, αλλά δέρνει τους υπόλοιπους, εκτός απ’ τον Πασά.
Είναι παντρεμένος με την Αγλαΐα, μια άσχημη και –όχι άδικα- γκρινιάρα γυναίκα. Έχει από ένα έως τέσσερα παιδιά, ανάλογα τον καραγκιοζοπαίχτη.
Το σημαντικότερο μήνυμα του Καραγκιόζη μπροστά στην απελπισία της νεοελληνικής ζωής, είναι ο αντιστασιακός του αμοραλισμός και το αιώνιο κέφι του.
ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Είναι το συμπλήρωμα του Καραγκιόζη. Είναι φτωχός κι αυτός, αλλά ποτέ δεν αναφέρεται στη φτώχεια του ή στην πείνα του. Είναι ευπρεπώς ντυμένος (ο μόνος με τουρκική φορεσιά) και έχει ένα ψευδοπολιτισμένο ύφος, καλούς τρόπους, παπαδίστικη φωνή και πιο προσεγμένο λεξιλόγιο.
Η μέση και άρχουσα τάξη, ακόμα κι ο ίδιος ο Πασάς τον εμπιστεύονται και του αναθέτουν δουλειές. Κρατάει για τον εαυτό του το ρόλο του μεσάζοντα και προσφέρει τη δουλειά στον Καραγκιόζη.
Ο Χατζηαβάτης είναι η πιο αντιθετική φυσιογνωμία του ελληνικού θεάτρου σκιών. Άλλοτε τίμιος οικογενειάρχης και άλλοτε υποκριτής, αλλά πάντοτε δουλοπρεπής.
ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΩΡΓΟΣ: Η κορυφαία δημιουργία των Ελλήνων καραγκιοζοπαιχτών, η σημαντικότερη μορφή μετά τους δύο πρωταγωνιστές.
Θείος του Καραγκιόζη, Ρουμελιώτης, έχει πρόβατα και περιουσία, αλλά είναι τσιγκούνης. Ο μόνος που φοράει την πατροπαράδοτη φουστανέλα.
Αφελής και εύκολο θύμα για τις μπαγαποντιές του ανιψιού του, τον οποίο όμως δέρνει στο τέλος. Ο μόνος που μπορεί να δείρει το Βεληγκέκα, ουσιαστικά ο Έλληνας που αντιδρά στην εξουσία του σαραγιού.
ΣΙΟΡ-ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ή ΝΙΟΝΙΟΣ: Δημιουργία του Μίμαρου. Ο Διονύσιος κατάγεται από το Τζάντε, τη Ζάκυνθο.
Είναι ο κατά φαντασία αριστοκράτης Έλληνας, που ολοένα αλληθωρίζει προς τη δύση. Ο δήθεν ευγενής άνθρωπος που όμως ξέρει να αραδιάζει τις πιο σπάνιες και περιποιημένες βρισιές.
Εμφανίζεται πάντα με βελάδα (φράγκο) και ψηλό καπέλο. Η ζακυνθινή του προφορά βρίθει από παρεφθαρμένες ιταλικές λέξεις. Ο Καραγκιόζης τον έχει για φίλο, αλλά συχνά τον ξυλοφορτώνει.
ΣΤΑΥΡΑΚΑΣ: Ο κουτσαβάκης, ο ψευτόμαγκας, ο άνθρωπος του υποκόσμου των αρχών του 20ου αιώνα. Μιλάει μάγκικα, φέρεται μάγκικα και φοβερίζει, αλλά όλο τρώει ξύλο από τον Καραγκιόζη.
ΟΜΟΡΦΟΝΙΟΣ ή ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Μικρό σώμα με τεράστιο κεφάλι και υπερφυσική μύτη. Κομψευόμενος, αλλά ηλίθιος. Μαμόθρεφτος και συνάμα ερωτύλος, με την ψευδαίσθηση ότι είναι όμορφος. Τελειώνει κάθε φράση με το «ουϊτ» και μιλάει απολύτως ένρινα.
ΔΕΡΒΕΝΑΓΑΣ-ΒΕΛΗΓΚΕΚΑΣ: Δημιούργημα του Μίμαρου. Τουρκαλβανός που μιλάει φρικτά ελληνικά και είναι η εκτελεστική εξουσία του Σαραγιού. Μέχρι την εισαγωγή του Μπαρμπαγιώργου από το Ρούλια τους έδερνε όλους. Κατά βάθος φοβάται την πονηριά του Καραγκιόζη και εκτιμάει την παλικαριά του Μπαρμπαγιώργου.
ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Δημιουργία του Μίμαρου. Δεν τα πάει καλά στο σχολείο, αλλά είναι πονηρός σαν τον πατέρα του. Αντιλέγει φέρνει αντιρρήσεις, σε ό,τι του λέει ο πατέρας του και διστάζει να τον καταδώσει στο Δερβέναγα ή τον Μπαρμπαγιώργο για να τον δει να τρώει ξύλο και να γελάσει.
Με τον καιρό προστέθηκαν κι άλλα παιδιά του Καραγκιόζη, τα οποία ονομάστηκαν γενικά Κολλητήρια. Πήραν διάφορα βαφτιστικά ονόματα όπως Σκορπιός ή Κοπρίτης και Πιτσικώκος. Ο καραγκιοζοπαίχτης Μιχόπουλος πρόσθεσε και μια κόρη, την Ποτούλα.
ΕΒΡΑΙΟΣ: Ονομάζεται Σολομών, Σολωμός, Αβραμίκος ή Ιακώβ. Είναι πλούσιος έμπορος, σπαγκοραμμένος και πονηρός. Συνήθως είναι Θεσσαλονικιός, Σεφεραδίτης. Μιλάει άσχημα ελληνικά με μακρόσυρτη ισπανική προφορά. Έχει δύο κλειδώσεις, μία επιπλέον στο λαιμό, γι’ αυτό και κινείται με πολύ αστείο τρόπο. Ο Καραγκιόζης τον αποκαλεί: «ξεβιδωμένο».
ΑΓΛΑΪΑ ή ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΑΙΝΑ: Άσχημη όπως και ο άντρας της. Σπάνια εμφανίζεται στον μπερντέ. Συχνότερα ακούγεται η επιτιμητική φωνή της.
ΒΕΖΥΡΟΠΟΥΛΑ: Το κρυφό αντικείμενο του πόθου όλων των ηρώων του ελληνικού θεάτρου σκιών, παντρεμένων και μη. Νέα, όμορφη και απρόσιτη. Πολύ έξυπνη και ανεξάρτητη, αντιτίθεται στην πρόθεση του Πασά να την παντρέψει με γαμπρό της δικιάς του επιλογής.
ΠΑΣΑΣ: Μεγαλοπρεπής, σοβαρός και δίκαιος. Συχνά απορεί, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τον εκούσιο παραλογισμό του Καραγκιόζη. Ο Πασάς και γενικά οι Τούρκοι, παρουσιάζονται ως κακοί και σκληροί μόνο στα ηρωικά έργα. Στα υπόλοιπα παραμένουν αμέτοχοι και απρόσιτοι, απόμακροι εκπρόσωποι της εξουσίας, χωρίς πάθη και συναισθηματισμό.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Καραγκιόζης είναι η θεατρική δημιουργία του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Είναι ένα έργο ομαδικά δουλεμένο από πάρα πολλούς ανθρώπους, από τον λαό. Ο Καραγκιόζης είναι το θυμικό του πολιτισμού, η ψυχή που πάντα αντιστέκεται, πάντα ονειρεύεται, πάντα γελάει.