Πέμπτη 20 Αυγούστου 2015

Ο Αριστοτέλης και η εκτελεστική εξουσία

A statue of Aristotle (384-322BC) Καμία εξουσία δε θα μπορούσε να ασκηθεί, αν δε διαχωριζόταν σε επιμέρους αρχές που θα αναλάμβαναν την εποπτεία των ξεχωριστών κλάδων που την απαρτίζουν. Με άλλα λόγια, η εξουσία είναι αδύνατο να νοηθεί ως κάτι άκαμπτα ενιαίο που λειτουργεί μονοκόμματα σαν αξεδιάλυτο κουβάρι που είναι αδύνατο να διακρίνει κανείς από τι αποτελείται. Ακόμη και η πιο συγκεντρωτική μορφή εξουσίας, ακόμη και η χειρότερη τυραννία έχει ανάγκη από στενούς συνεργάτες που ελέγχουν, μεριμνούν, ενημερώνουν και συμβουλεύουν τον τύραννο. Η διανομή της εξουσίας σε τομείς δεν αφορά μόνο την ορθότερη διαχείρισή της (θα ήταν αδύνατο κάποιος να είναι πανταχού παρών ελέγχοντας ταυτοχρόνως τα πάντα), αλλά και την ίδια την έννοια της πολιτειακής οργάνωσης, δηλαδή της καθημερινής λειτουργίας της πόλης (που εξ’ ορισμού απαρτίζεται από πολλούς ανθρώπους) οφείλοντας να διευθετήσει όλες τις δραστηριότητες. Κι εδώ ακριβώς ξεκινούν τα ερωτήματα: «Πόσες είναι οι αρχές, ποια η ισχύς τους, ποια η διάρκεια κάθε αρχής; Επιπλέον πρέπει να είναι ισόβιες ή μακροχρόνιες ή τίποτε από αυτά, αλλά να επανέρχονται στις αρχές κατά περιόδους οι ίδιοι, ή να μην καταλαμβάνει αξίωμα ο ίδιος δύο φορές αλλά μόνο μία φορά; Επιπλέον σχετικά με την ανάληψη των αξιωμάτων ποιοι είναι οι κατάλληλοι, ποιοι θα τους διαλέξουν και με ποιον τρόπο;» (1299a 5-6, 1299a 8-12).
 
Κι αν φτάσουμε στον πυρήνα της λειτουργίας των επιμέρους αρχών που προκύπτουν αναγκαστικά θα έρθουμε αντιμέτωποι με καινούργιους προβληματισμούς: «Ταιριάζει ακόμη να μη μας διαφύγει και το εξής, δηλαδή ποια πρέπει να είναι τα αντικείμενα των αρμοδιοτήτων πολλών τοπικών αρχών και ποιες αρμοδιότητες πρέπει να έχει μία μόνο κεντρική αρχή με απόλυτο κύρος, π.χ. για την ευκοσμία στην αγορά πρέπει να φροντίζει ο αγορανόμος, άλλος για την ευκοσμία άλλου μέρους, ή παντού ο ίδιος; Και με ποιο κριτήριο οφείλουμε να διαιρέσουμε την αρχή, με κριτήριο το αντικείμενο ή τους ανθρώπους στους οποίους ασκείται; Εννοώ για παράδειγμα, αν ένας πρέπει να έχει την ευθύνη της ευκοσμίας γενικά ή άλλος να φροντίζει για τα παιδιά και άλλος για τις γυναίκες». (1299b 14-20).
 
Οι προβληματισμοί αυτού του είδους δεν καταδεικνύουν μόνο την επιστημονική μεθοδολογία του Αριστοτέλη που ως ερευνητής οφείλει να εξετάσει όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, αλλά και την ίδια την πολυπλοκότητα της διαχείρισης της εξουσίας που καλείται να λεπτολογήσει προκειμένου να εκπληρώσει με επάρκεια τα καθήκοντά της. Η αναγνώριση της διαρκούς εξελιξιμότητας των κοινωνικών αναγκών είναι η συνείδηση των αέναων προκλήσεων για την εξουσία που πρέπει επίσης να εξελιχθεί. Γι’ αυτό η οργάνωση των επιμέρους αρχών έχει τεράστια σημασία. Γιατί είναι τα κομμάτια που συνθέτουν το όλο. Όταν οι αρχές λειτουργούν στρεβλά τότε – μοιραία – και η εξουσία κρίνεται ανεπαρκής στο σύνολό της.
 
Η παραδοχή του αλληλένδετου ανάμεσα στη λειτουργία των αρχών και της απονομής της εξουσίας ως ολότητα είναι η κατάδειξη της στενότητας ανάμεσα στην εκδήλωση των αρχών και στο χαρακτήρα του πολιτεύματος. Με δυο λόγια αλλιώς λειτουργούν οι αρχές σ’ ένα ολιγαρχικό κι αλλιώς σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Ο Αριστοτέλης αναρωτιέται: «Επίσης αναφορικά με τα πολιτεύματα, η φύση των αρχών διαφοροποιείται ανάλογα με το πολιτειακό είδος ή δε διαφοροποιείται καθόλου; Για παράδειγμα το ερώτημα τίθεται ως εξής: στη δημοκρατία, στην ολιγαρχία, στην αριστοκρατία και στη μοναρχία οι ίδιες αρχές έχουν το ίδιο κύρος και διαφέρουν μόνο στο ότι οι φορείς τους δεν ανήκουν στους ίσους και στους όμοιους, αλλά είναι διαφορετικής προέλευσης σε διαφορετικά πολιτεύματα, π.χ. στην αριστοκρατία προέρχονται από τους μορφωμένους, στις ολιγαρχίες από τους πλούσιους και στις δημοκρατίες από τους ελεύθερους; Ή συμβαίνει ορισμένα πολιτεύματα να αντιστοιχούν στις πραγματικές διαφορές των αρχών και ακόμη οι ίδιες αρχές αλλού να μοιάζουν και αλλού να διαφέρουν (διότι οι ίδιες αρχές ταιριάζει να είναι πολυμελείς σε ένα πολίτευμα κι ολιγομελείς σε άλλο;)» (1299b 20-30).
 
Και πέρα από τη διοικητική φιλοσοφία που εκφράζουν οι αρχές, η οποία δεν μπορεί παρά να εναρμονίζεται με τη γενικότερη φιλοσοφία του πολιτεύματος (μια δικτατορία δεν μπορεί να έχει φιλελεύθερες εκπαιδευτικές αρχές), είναι απολύτως προφανές ότι το κάθε πολίτευμα στελεχώνει αναλόγως και τους επιμέρους διοικητικούς κλάδους που το αποτελούν. Κι εδώ δε γίνεται λόγος μόνο για την επιλογή των προσώπων που θα ταυτίζονται ιδεολογικά με το καθεστώς σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και για θεσμοθετημένες θέσεις που εξυπηρετούν συγκεκριμένους στόχους. Το παράδειγμα των προβούλων που εξυπηρετούν θεσμικά την ολιγαρχία είναι απολύτως ενδεικτικό. Αντίθετα οι παιδονόμοι και οι γυναικονόμοι ταιριάζουν στην αριστοκρατία: «Ο θεσμός του παιδονόμου και του γυναικονόμου και κάθε άλλου φορέα εξουσίας με συναφή αρμοδιότητα είναι θεσμός αριστοκρατικός, όχι δημοκρατικός (γιατί πως είναι δυνατόν να εμποδίζουν τις γυναίκες των απόρων να βγαίνουν από τα σπίτια τους;), ούτε ολιγαρχικός (γιατί οι γυναίκες των ολιγαρχικών ζουν μέσα στη χλιδή)». (1300a 4-8).
 
Ο θεσμός του παιδονόμου και του γυναικονόμου ταιριάζει στην αριστοκρατία, αφού υπάρχει για να προασπίζει την ευπρέπεια. Η μεταφράστρια Πηνελόπη Τζιώκα – Ευαγγέλου σχολιάζει: «…στα κατώτερα οικονομικά στρώματα η γυναίκα και τα παιδιά υποχρεώνονται για λόγους βιοπορισμού και ανάγκης να εργάζονται έξω από το σπίτι. Σε αυτή την περίπτωση οι προηγούμενες αξίες της ευκοσμίας και της ευπρέπειας δεν ισχύουν, ή τουλάχιστον με το ίδιο περιεχόμενο, εξαιτίας της οικονομικοκοινωνικής θέσης της γυναίκας και των παιδιών. Από την άλλη δεν ισχύουν ούτε για τις γυναίκες των πολύ πλούσιων στρωμάτων και των ολιγαρχικών, γιατί ζώντας με χλιδή ρέπουν στην ασυδοσία και την υπερβολή». (σελ. 473 – 474).
 
Το μέτρο κρίνεται και πάλι ως βασικότερος παράγοντας για την ευταξία. Η υπερβολή και η έλλειψη δεν μπορούν παρά να δράσουν αρνητικά. Οι οικονομικές συνθήκες διαμορφώνουν καθοριστικά την ανθρώπινη συμπεριφορά. Τα πολιτεύματα έχουν ξεκάθαρο ταξικό περιεχόμενο. Μοιραία, θεσμοθετούν αρχές σύμφωνα με τον ταξικό προσανατολισμό τους.
 
Και βέβαια, όταν γίνεται λόγος για αρχές, δεν εννοούνται οι υπηρεσίες: «Από το σύνολο των δημόσιων υπηρεσιών άλλες είναι πολιτικές και οι αρμοδιότητές τους αφορούν όλους τους πολίτες ως προς μία συγκεκριμένη υποχρέωση… Άλλες υπηρεσίες είναι οικονομικές… Άλλες υπηρεσίες είναι βοηθητικές και, αν οι πόλεις είναι εύπορες, τις στελεχώνουν με δούλους». (1299a 20-21, 1299a 23, 1299a 24). Το ζήτημα είναι ότι οι αρχές, που στο σύνολό τους αποτελούν την εκτελεστική εξουσία, δεν περιορίζονται στην παροχή υπηρεσιών, αλλά διαμορφώνουν τον πολιτικό προσανατολισμό της πόλης με το να σχεδιάζουν, να αποφασίζουν και να επιβάλουν τις πολιτικές αποφάσεις: «Ο τίτλος όμως της αρχής πρέπει να αποδίδεται κυρίως σε εκείνες τις υπηρεσίες οι οποίες έχουν το δικαίωμα να σκέφτονται για συγκεκριμένα ζητήματα, να αποφασίζουν κατά την κρίση τους και να επιβάλουν τις αποφάσεις τους και μάλιστα γι’ αυτό το τελευταίο, γιατί η επιβολή είναι το βασικότερο γνώρισμα της εξουσίας». (1299a 25-28).
 
Κι αυτή ακριβώς είναι η ειδοποιός διαφορά που διαχωρίζει τις αρχές απ’ τις υπηρεσίες. Οι αρχές είναι αλληλένδετες με τη δομή της εξουσίας. Γι’ αυτό και καθρεφτίζουν τις προθέσεις του πολιτεύματος. Η εξουσία εξ’ ορισμού οφείλει να επιβάλλεται. Η εξουσία που δεν επιβάλλεται δεν είναι εξουσία. Οι αρχές είναι οι επιτηρητές και ταυτόχρονα τα όργανα της επιβολής της κεντρικής εξουσίας. Ο πολίτης οφείλει να πειθαρχεί στις αρχές, αφού οφείλει να πειθαρχεί στο πολίτευμα. Οι αρχές οφείλουν να σέβονται και να προασπίζουν τα δικαιώματα του πολίτη, όπως και το πολίτευμα. Οι απολυταρχικές εξουσίες λειτουργούν καταπιεστικά καταπατώντας τις ατομικές ελευθερίες. Οι δημοκρατίες εστιάζουν στην προστασία των δικαιωμάτων χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι οι αρχές τους είναι ελαστικές. Δημοκρατικές αρχές δε σημαίνει απαξιωμένες αρχές, όπως ελευθερία δε σημαίνει ασυδοσία. Η ταύτιση αυτών δεν αφορά τις δημοκρατίες αλλά την πολιτική στρέβλωση του λαϊκισμού που δεν έχει άλλη επιλογή απ’ το να οδηγήσει στο ανελεύθερο.
 
Υπό αυτή την έννοια οι αρχές είναι η εγγύηση της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος. Κάθε ενέργεια που τις ακυρώνει στρέφεται ενάντια στην πολιτεία, αφού υπονομεύει τη λειτουργία της. Η αυστηρότητα που γεννά φόβο δεν ταιριάζει στις δημοκρατίες. Στις δημοκρατίες ταιριάζει η συνείδηση και ο σεβασμός στις αρχές, που οφείλουν να είναι δίκαιες. (Αν οι αρχές δε διέπονται από δικαιοσύνη δε μιλάμε για δημοκρατία). Ο λαός που δεν το αντιλαμβάνεται αυτό είναι ανάξιος της δημοκρατίας. Είναι ο λαός που πρέπει να τον διατάζεις. Που του αξίζει η δεσποτική εξουσία. Και η δεσποτική εξουσία, κατά τον Αριστοτέλη πάντα, αρμόζει στους δούλους.  Γι’ αυτό οι αρχές οφείλουν να έχουν δύναμη. Γιατί οφείλουν να διασφαλίζουν την ευρυθμία σε όλο το εύρος των αρμοδιοτήτων τους. Ο Αριστοτέλης ξεκαθαρίζει: «”Με τη δύναμη της αρχής” εννοώ την αρμοδιότητά της. Για παράδειγμα την αρχή που είναι αρμόδια για τα οικονομικά και την αρχή την αρμόδια για την προστασία των πολιτών, γιατί διαφορετικό είδος αρμοδιότητας έχει για παράδειγμα η αρχή του στρατηγού από την αρχή που ελέγχει τις εμπορικές συναλλαγές». (1300b 9-12).
 
Ο τρόπος που η διαμόρφωση των αρχών εναρμονίζεται με τις αξίες του κάθε πολιτεύματος για τον Αριστοτέλη είναι ζήτημα σχεδόν μαθηματικό: «Οι διαφορές στην ύπαρξη των αρχών εξαρτώνται από τρεις όρους, οι συνδυασμοί των οποίων μας δίνουν υποχρεωτικά όλους τους τρόπους: ο πρώτος από τους τρεις όρους απαντά στην ερώτηση ποιοι καθορίζουν τις αρχές, ο δεύτερος από ποιους στελεχώνονται και ο τελευταίος με ποιον τρόπο». (1300a 10-14). Ο καθορισμός αυτών των τριών όρων δεν είναι παρά η αποκρυστάλλωση του πολιτεύματος, αφού τα πράγματα τίθενται απολύτως ξεκάθαρα σε σχέση με τις προτεραιότητες που προάγει κάθε πολίτευμα. Τις αρχές τις καθορίζουν οι λίγοι ή οι πολλοί; Οι πλούσιοι ή οι φτωχοί; Και έχουν το δικαίωμα να τις στελεχώσουν όλοι οι πολίτες ή μόνο μερικοί; Κι αν κάποιοι αποκλείονται ποια είναι τα κριτήρια; Και με ποιο τρόπο διεκπεραιώνεται η στελέχωση των αρχών; Με ψηφοφορία; Με κλήρωση; Βάση κληρονομικότητας; Ή μήπως με τη βούληση του ενός που καθορίζει τα πάντα;
 
Αυτού του είδους τα ερωτήματα δεν μπορούν παρά να είναι πολιτικά, για το λόγο ότι αφορούν την ουσία των πολιτευμάτων. Αν η ουσία της δημοκρατίας έγκειται στη συμμετοχικότητα και η ουσία της ολιγαρχίας στον αποκλεισμό, ο τρόπος στελέχωσης και η προσβασιμότητα στις αρχές και στα αξιώματα δεν είναι απλώς το θεμέλιο της πολιτικής λειτουργίας, αλλά η ίδια η υπόσταση των πολιτευμάτων. Για την ακρίβεια θα λέγαμε ότι μάχονται για τον καθορισμό αυτών των παραμέτρων. Όποιος καταφέρει να επιβάλει τους δικούς του όρους στη διαμόρφωση των αρχών, αυτός έχει επιβάλλει και το πολίτευμα. Με άλλα λόγια η σχέση αρχών και πολιτεύματος είναι πολύ στενή και κινείται στα όρια του αμφίδρομου.
 
Ο Αριστοτέλης δεν έχει παρά να προχωρήσει σε αναλυτικούς υπολογισμούς όλων των περιπτώσεων, ώστε να μην παραλειφθεί κανένα ενδεχόμενο: «Για κάθε όρο από αυτούς τους τρεις υπάρχουν τρεις εκδοχές. Δηλαδή: ή όλοι οι πολίτες καθορίζουν τις αρχές ή μερικοί. Ή από όλους στελεχώνονται ή από ορισμένο σύνολο….. και αυτά με εκλογές ή με κλήρο». (1300a 14-16, 1300a 19). Κι αν αυτού του είδους ο διαχωρισμός δε γίνεται κατανοητός, ο Αριστοτέλης γίνεται επεξηγηματικότερος: «Θέλω να πω ότι άλλες αρχές τις καθορίζουν μερικοί πολίτες και άλλες όλοι… άλλες αρχές στελεχώνονται από όλους τους πολίτες και άλλες από ορισμένους… και άλλες με εκλογές και άλλες με κλήρο». (1300a 20, 1300a 21, 1300a 21-22).
 
Από κει και πέρα έχουμε σχέσεις πρακτικής αριθμητικής: «Για κάθε συνδυασμό από αυτούς θα προκύψουν έξι τρόποι. Δηλαδή: ή όλοι από όλους με εκλογές ή όλοι από όλους με κλήρο <ή όλοι από μερικούς με εκλογές ή όλοι από μερικούς με κλήρο> (και, εάν από όλους γενικά, ή κατά μέρος, όπως κατά φυλές και δήμους και φατρίες, έως ότου εξαντληθεί όλο το σύνολο των πολιτών, ή πάντοτε από όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες ως ενιαίο σύνολο)». (1300a 22-27). Και οι πιθανότητες συνεχίζονται: «Πάλι, αν μερικοί καθορίζουν τις αρχές ή από όλους τους πολίτες με εκλογές ή από όλους με κλήρο, ή από ορισμένους με εκλογές ή από ορισμένους με κλήρο, ή εν μέρει με τον ένα τρόπο κι εν μέρει με τον άλλο, εννοώ εν μέρει από όλους με εκλογές, εν μέρει με κλήρο <και εν μέρει από μερικούς με εκλογές και εν μέρει με κλήρο>. Επομένως σε δώδεκα ανέρχονται οι τρόποι χωριστά για τον καθένα από τους δύο συνδυασμούς». (1300a 28-31).
 
Ο διεξοδικός, στα όρια του στρυφνού, υπολογισμός των πιθανοτήτων είναι η καθιέρωση της επιστημονικής μεθοδολογίας που δεν αρκείται ούτε σε θεωρητικές κατασκευές ούτε σε αστήριχτες υποθέσεις, αλλά σε χειροπιαστά και μετρήσιμα ενδεχόμενα. Από τη στιγμή που οι έννοιες ξεκαθαρίζονται πλήρως και τα χαρακτηριστικά του κάθε πολιτεύματος γίνονται απολύτως κατανοητά  το μόνο που μένει είναι η τελική καταμέτρηση: «Από αυτούς οι τρεις τρόποι καθορισμού των αρχών είναι δημοκρατικοί, δηλαδή καθορίζουν τις αρχές όλοι, από όλους, με εκλογές ή με κλήρο ή και με τους δύο τρόπους, άλλες αρχές με κλήρο και άλλες με εκλογές. Όμως είναι θεσμός που χαρακτηρίζει την πολιτεία, όταν δεν καθορίζουν όλοι συγχρόνως τις αρχές, αλλά τις στελεχώνουν από όλους γενικά ή από ορισμένους ή με κλήρο ή με εκλογές ή και με τους δύο τρόπους, ή τέλος άλλες αρχές από όλους, άλλες από ορισμένους <ή με κλήρο ή με εκλογές ή> με τους δύο τρόπους…… Ο τρόπος στελέχωσης άλλων αρχών από όλους και άλλων από μερικούς ανήκει στην πολιτεία με αριστοκρατική επιρροή….. Όμως, όταν κάποιες αρχές στελεχώνονται από ορισμένους μόνο <με εκλογές>, αυτός ο τρόπος είναι ολιγαρχικός, όπως και όταν κάποιες αρχές από ορισμένους μόνο με κλήρο… και όπως, όταν στελεχώνονται κάποιες αρχές από ορισμένους και με τους δύο τρόπους». (1300a 31-36a, 1300a 41-1300b 1, 1300b 1-2, 1300b 3).
 
Ακριβώς η ίδια μέθοδος ακολουθείται και στη διερεύνηση της δικαστικής εξουσίας: «Τα δικαστήρια διαφέρουν μεταξύ τους σε τρία σημεία: στη σύνθεσή τους, στο αντικείμενό τους και στον τρόπο συγκρότησής τους. Με τη σύνθεση εννοώ αν έχουν όλοι οι πολίτες ή μερικοί μόνο, το δικαίωμα του δικαστή. Με το αντικείμενο εννοώ πόσα είδη δικαστηρίων υπάρχουν. Και με τον τρόπο συγκρότησής τους θέλω να πω αν το αξίωμα του δικαστή δίνεται με κλήρο ή εκλογές». (1300b 15-19).
 
Αφού επισημανθεί ότι τα δικαστήρια που υπάρχουν είναι οχτώ (για λογοδοσία των αρχόντων, για αδικήματα κατά του δημοσίου, για αδικήματα σε βάρος του πολιτεύματος, εφετείο, για εκδίκαση ιδιωτικών οικονομικών διαφορών, για ανθρωποκτονίες, για αλλοδαπούς και για υποθέσεις χρηματικών μικροποσών) εξετάζεται το κατά πόσο έχουν πρόσβαση στη δικαστική εξουσία όλοι ή μόνο μερικοί, αν τα δικαστικά αξιώματα είναι αιρετά ή κληρωτά και πάει λέγοντας. Τα συμπεράσματα προκύπτουν με την ίδια συλλογιστική: «Τα πρώτα από αυτά είναι δημοκρατικά δικαστήρια, σε όσα δηλαδή οι δικαστές προέρχονται από όλους τους πολίτες [ή] εκδικάζουν όλα τα ζητήματα. Τα δεύτερα είναι ολιγαρχικά δικαστήρια, εφόσον οι δικαστές προέρχονται από μερικούς μόνο πολίτες για όλα τα ζητήματα. Τα τρίτα τέλος είναι δικαστήρια που ανήκουν στα πολιτεύματα της αριστοκρατίας και της πολιτείας, αφού συγκροτούνται από δικαστές εν μέρει προερχόμενους από όλους τους πολίτες και εν μέρει από ορισμένη κατηγορία πολιτών». (1301a 11-15).
 
Τώρα πια όλα έχουν ξεκαθαριστεί. Η εκτελεστική εξουσία είναι ο καθρέφτης των επικρατουσών πολιτικών αντιλήψεων. Ο ερευνητής δεν έχει παρά να μελετήσει τον τρόπο σύστασης των αρχών για να καταλάβει τον προσανατολισμό του πολιτεύματος. Οτιδήποτε πέραν αυτού δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει παραπλανητικά. Ο Αριστοτέλης καταθέτει το τελικό συμπέρασμα: «Οι τρόποι, λοιπόν, για τις αρχές τόσοι είναι στον αριθμό και έτσι διαιρούνται ανάλογα με τα πολιτεύματα». (1300b 5-7).
 
Αριστοτέλης «Πολιτικά», τόμος 2ος

Ο Λούντβιχ φον Μίζες και η μνησικακία των αντικαπιταλιστών



Ο Λούντβιχ Φον Μίζες (1881-1973) αν και υπήρξε καθηγητής αλλά και μέντορας του Φρίντριχ Χάγιεκ δεν κατάφερε ποτέ να γίνει τόσο διάσημος όσο ο μαθητής του, ίσως επειδή δεν τιμήθηκε ποτέ με το Νόμπελ Οικονομίας, όπως αυτός. Βέβαια, αν κρίνουμε από το μοναδικό βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά (Αντικαπιταλισμός, Εκδόσεις Παπαδόπουλος, σε μετάφραση του Γ. Καράμπελα) μάλλον κάποιο βραβείο Ψυχολογίας κυνηγούσε. Στο βιβλίο αυτό «ξεσκεπάζει» χωρίς αιδώ τα πραγματικά κίνητρα των κυριοτέρων εχθρών του καλύτερου γι’ αυτόν οικονομικού συστήματος, του καπιταλισμού, με απώτερο σκοπό να «φορτώσει» τους «μνησίκακους» αυτούς εχθρούς με ενοχές και τύψεις για τα πιστεύω τους. Δεν τον χρηματοδοτούσαν αδίκως επιχειρηματίες της Αμερικής που είχαν εξαγοράσει την πένα του.

Ο καπιταλισμός, λοιπόν, είναι για τον Μίζες τόσο τέλειο σύστημα που γεννά, αναπόφευκτα σχεδόν, τον φθόνο. Ενώ ή μάλλον επειδή δίνει στα άτομα τη θέση που αξίζουν πραγματικά, βασιζόμενος αποκλειστικά και μόνο στα προσόντα και τα επιτεύγματά τους, αυτά, αντί να του αναγνωρίζουν την ακριβοδίκαιη δικαιοσύνη του, στρέφονται με μανία εναντίον του, μη μπορώντας να αντέξουν τη σκληρή αλήθεια της πραγματικής αξίας τους. Γιατί ζυγίζοντας τα προτερήματα, τις δυνατότητες, τις ικανότητες και τα ταλέντα των ατόμων και μόνο αυτά ο καπιταλισμός οδηγεί κάποια άτομα στην συνειδητοποίηση της ήττας και της ανεπάρκειάς τους. Τα άτομα αυτά αναπτύσσουν τότε έναν αμυντικό μηχανισμό απέναντι στην άποψη του απρόσωπου καπιταλιστικού συστήματος για αυτά. Δεν θα άντεχαν αν απέδιδαν την ευθύνη στον εαυτό τους. Καταλήγουν τότε στο συμπέρασμα ότι φταίει το σύστημα που ευνοεί τους ατάλαντους, τις μετριότητες, τους κόλακες και τους ρουφιάνους ενώ ξέρουμε ότι το δίκαιό μας σύστημα όλους αυτούς τους έχει απομονώσει… Ότι τα ίδια είναι έντιμα και γι’ αυτό δεν προτιμήθηκαν. Απωθούν έτσι την σκληρή αλήθεια για να μην τα σκοτώσει.

Οι μόνοι δε που δεν αισθάνονται την ανάγκη να τοποθετήσουν απέναντί τους το καπιταλιστικό σύστημα είναι οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες, ίσως και οι ανώτεροι υπάλληλοι, οι οποίοι δεν φθονούν κανέναν, ούτε καν τους πιο πλούσιους συνάδερφούς τους. Αυτοί όλοι αποτελούν θα λέγαμε «το υγιές κομμάτι κάθε καπιταλιστικής κοινωνίας» κατά την χοντροκομμένη και καταφανώς εσκεμμένη (ψυχ)ανάλυση του Μίζες. Τους πιο φανατικούς εχθρούς του συστήματος μπορεί να βρει κανείς ανάμεσα στους διανοούμενους με την ευρεία έννοια του όρου και τους κατώτερους υπαλλήλους που υποφέρουν από αισθήματα ματαιωμένης φιλοδοξίας. Αυτοί δεν νιώθουν, τουλάχιστον, το απύθμενο και βαθύ μίσος που θα ένιωθε κάποιος απέναντι σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά την κατάστασή τους επιβαρύνει σίγουρα η ανάγκη τους να κρύβουν τα αισθήματά τους, να καταπνίγουν, δηλαδή την ντροπή τους, για να μην τα καταλάβουν. Ενός κακού μύρια έπονται. Εξάλλου, προσθέτουμε εμείς, θα ήταν και πολύ πιο κουραστικό να κακολογούν και να συκοφαντούν συνεχώς όλα εκείνα τα άτομα που τόλμησαν να τα ξεπεράσουν σε φήμη και επιρροή και να καταλάβουν τις θέσεις που προορίζονταν για αυτά . Όλοι αυτοί συνιστούν «το άρρωστο κομμάτι κάθε καπιταλιστικής κοινωνίας», το στάσιμο και καταπονημένο από τα εχθρικά του αισθήματα.

Τα άτομα λοιπόν δηλητηριάζουν μόνα τους την ψυχή τους, χωρίς λόγο και γι’ αυτό φυσικά δεν χρειάζεται να αλλάξουμε το σύστημα. Μόνο αυτά μπορούν να λύσουν το πρόβλημά τους. Η ανάλυση αυτή, βέβαια, γεννά αναπόφευκτα πολλές απορίες. Γιατί λόγου χάρη το καταναλωτικό κοινό προτιμά ατάλαντους συγγραφείς; Ή λόγου χάρη γιατί πολλοί επιτυχημένοι και πλούσιοι ηθοποιοί κηρύττουν τον σοσιαλισμό; Ή, τέλος, γιατί πολλοί συγγραφείς με προλεταριακή καταγωγή υποκύπτουν τόσο εύκολα στην φιλοσοσιαλιστική κατήχηση; Ο Μίζες δεν αφήνει αναπάντητη καμία απορία. Ο καπιταλισμός, λοιπόν, δεν ευθύνεται για το γούστο του κοινού, μπορούν να το διαβεβαιώσουν αυτό και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης λέμε εμείς, ενώ οι περισσότεροι ηθοποιοί ζουν μέσα στο άγχος καθώς εξαρτώνται απόλυτα από τις ιδιοτροπίες και τα γούστα του κοινού και φοβούνται τους νεοφερμένους, οπότε οδηγούνται στην σκέψη πως ο κομμουνισμός θα τους φέρει τη λύτρωση ως σύστημα που μπορεί να τους κάνει όλους ευτυχισμένους. Οι επιχειρηματίες πάλι, κατά τον Μίζες, δεν φοβούνται καθόλου τους νεοφερμένους γιατί αν τους φοβούνταν θα μας το έλεγε, οπότε η σκέψη τους δεν φλερτάρει ποτέ και καθόλου με τον σοσιαλισμό. Οι συγγραφείς, δε, που προέρχονται από προλεταριακές οικογένειες καταγγέλλονται από τον ίδιο ως υποκριτές γιατί αποτελούν οι ίδιοι ουσιαστικά τους αδιάψευστους μάρτυρες πως δεν φταίει το σύστημα αλλά η τσιγκούνα φύση που χάρισε μόνο σε αυτούς το συγγραφικό ταλέντο και γέννησε τόσους άλλους φτωχούς σαν κι αυτούς ατάλαντους, λες και υπάρχουν άνθρωποι ατάλαντοι. Οι αμερικανοί διανοούμενοι, εξάλλου, συνιστούν γι’ αυτόν μία ειδική κατηγορία μνησίκακων ανθρώπων καθώς είναι τόσο αντικαπιταλιστές, που «κατακλύζονται», λόγω της περιφρόνησης με την οποία τους αντιμετωπίζουν τα μέλη της αμερικανικής «καλής κοινωνίας», κυρίως οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες, σταδιακά από μίσος και φθόνο. Δηλαδή, οι αμερικανοί διανοούμενοι, ενώ θα ήθελαν να δέσποζαν σε συζητήσεις με μέλη της «καλής κοινωνίας» που «προσποιούνται τουλάχιστον ένα ζωηρό ενδιαφέρον για τα πνευματικά ζητήματα» αντιμετωπίζονται, σε πλήρη αντίθεση με τους ευρωπαίους αντικαπιταλιστές συναδέρφους τους, με τόση περιφρόνηση από την κοινωνία αυτή ώστε στρέφονται τελικά εναντίον της. Αν οι αμερικανοί επιχειρηματίες δεν απομονώνονταν τόσο πολύ θα είχε σωθεί ίσως η ψυχή των αντικαπιταλιστών αμερικανών διανοουμένων, τουλάχιστον των πιο επιτυχημένων, μας λέει ο Μίζες, που δεν μπορούσε τάχα να φανταστεί καν κάποιους απολύτως συνειδητοποιημένους διανοούμενους απρόθυμους εντελώς για συζητήσεις με μέλη της αμερικανικής «καλής κοινωνίας» . Επομένως η μνησικακία του Μίζες δεν «εισβάλλει» μόνο σε ψυχές μη προικισμένων ή αποτυχημένων ανθρώπων αλλά πλήττει ακόμη και επιτυχημένους αλλά όχι τους πλέον επιτυχημένους . Μάταια θα ψάξει κανείς να βρει στο βιβλίο κάποια νύξη έστω για τις τρομερές ανισότητες, τα άφθονα αναξιοποίητα ταλέντα και τα άπειρα οικονομικά σκάνδαλα που μας έχει «προσφέρει» και συνεχίζει να μας προσφέρει απλόχερα ο καπιταλισμός. Εξάλλου τα αντικαπιταλιστικά αισθήματα που περιγράφει ο Μίζες δεν είναι ακριβώς αντικαπιταλιστικά, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι καταδίκαζαν στην εποχή του, όπως και σήμερα, όχι το σύστημα στο σύνολό του αλλά τους άχρηστους και διεφθαρμένους πολιτικούς, την αδικία και την αναξιοκρατία.

Τα πλούτη των πλουσίων δεν ευθύνονται ,εξάλλου, κατά τον Μίζες για την φτώχεια κανενός. Ο φτωχός πρέπει επιτέλους να καταλάβει πως «οι καπιταλιστές αναζητούν πάντα ανθρώπους που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα κονδύλιά τους με τον πιο επικερδή τρόπο». Αντί να διαβάζει με χαιρεκακία «ψεύτικες ιστορίες για τα κέρδη και την ιδιωτική ζωή των επιχειρηματιών» μπορεί να διαβάσει βιβλία σοβαρών οικονομολόγων για να μάθει πως η αύξηση της παραγωγικότητας προϋποθέτει την συνεχή συσσώρευση κεφαλαίου, την οποία επιτυγχάνουν με πολύ κόπο οι επιχειρηματίες που σιχαίνεται. Εξάλλου το κεφάλαιο δεν είναι τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από «το αποτέλεσμα ενός προνοητικού περιορισμού της κατανάλωσης από μέρους του ανθρώπου».

Ο Μίζες εκθειάζει την ευγενή αυτοπεποίθηση του δυτικού ανθρώπου εξαιρώντας σιωπηρά τους μνησίκακους αντικαπιταλιστές, οι οποίοι αντί να εστιάζουν όλες τους τις προσπάθειες στο πως θα ξεπεράσουν τους ανταγωνιστές τους αυτοπαγιδεύονται στα εχθρικά τους αισθήματα και αναμένουν την σωτηρία τους από τον σοσιαλισμό και το πανίσχυρο κράτος του. Μάταια δε θα προσπαθούσε κανείς να εξηγήσει στον Μίζες την νιτσεϊκή διάκριση μεταξύ επιθετικότητας και μνησικακίας. Προς απόδειξη εξάλλου των καλών του προθέσεων και της καλής υγείας του υποδεικνύει στους μνησίκακους το μοναδικό αντίδοτο που μπορεί να τους λυτρώσει από την δηλητηρίαση της ψυχής τους. Το αντίδοτο αυτό είναι η αναγνώριση της προσφοράς και της ανωτερότητας των επιχειρηματιών και των ανωτέρων υπαλλήλων καθώς μόνο αυτή είναι ικανή να καταπνίξει τα εχθρικά τους αισθήματα, να «ξεκλειδώσει» τις δυνατότητές τους και να τους ξαναβάλει σε τροχιά ανόδου. Σιωπηρά επίσης προτρέπει τους μνησίκακους να αποκηρύξουν τις ιδέες της αλληλεγγύης και της συνεργασίας και να γίνουν άκρως ανταγωνιστικοί γιατί οι ιδέες αυτές και η πίστη σε αυτές δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να κρύβουν επιμελώς τον φόβο των ατάλαντων απέναντι στον ανταγωνισμό.

Αν αληθεύει πως αμερικανοί επιχειρηματίες είχαν νοικιάσει την πένα του, άρα και την ελευθερία του και πως όσοι αντιστέκονται, απέναντι σε κάτι, που άλλους τους σκοτώνει αλλά δεν κάνουν και δεν λένε τίποτα εναντίον του, γεννούν τον φθόνο και την κακία αυτών των άλλων, τότε και ο Μίζες ματαίως αναζήτησε τα αισθήματα που περιγράφει τόσο μακριά από τον εαυτό του…

Mπορεί η ηδονή να είναι μια ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης;

Regnault_Socrates_Tears_Alcibiades_from_the_Embrace_of_Sensual_PleasureΗ θεωρία ότι σκοπός της ζωής είναι η ικανοποίηση κάθε ανθρώπινης επιθυμίας διατυπώθηκε για πρώτη φορά καθαρά από τον καιρό του Αρίστιππου, από φιλόσοφους του δέκατου έβδομου και δέκατου όγδοου αιώνα. Ήταν μια θεωρία που εμφανίστηκε, όπως ήταν φυσικό, όταν το «κέρδος» έπαψε να σημαίνει «κέρδος για την ψυχή» (όπως στη Βίβλο και αργότερα στον Spinoza), αλλά κατέληξε να σημαίνει το υλικό, χρηματικό κέρδος.

Αυτό έγινε στην περίοδο που η μεσαία τάξη πέταξε όχι μόνο τις πολιτικές της αλυσίδες, αλλά απέρριψε και όλους τους δεσμούς αγάπης και αλληλεγγύης, πιστεύοντας ότι το να υπάρχεις μόνο για τον εαυτό σου αποτελεί τη μοναδική αιτία της ύπαρξης σου. Για τον Hobbes, η ευτυχία είναι η συνεχής πρόοδος από τη μια μορφή απληστίας (cupiditas) στην άλλη. Ο La Mettrie συστήνει ακόμα και ψυχοφάρμακα που μπορούν να δώσουν τουλάχιστο μια ψευδαίσθηση ευτυχίας. Για τον de Sade η ικανοποίηση των άγριων ενστίκτων είναι νόμιμη, ακριβώς γιατί υπάρχουν και αναζητούν απεγνωσμένα ικανοποίηση. Αυτοί ήταν οι στοχαστές που έζησαν την εποχή της τελικής νίκης της αστικής τάξης. Η μη φιλοσοφική πρακτική της αριστοκρατίας έγινε πρακτική και θεωρία της αστικής τάξης.

Πολλές ηθικές θεωρίες αναπτύχθηκαν από το δέκατο όγδοο αιώνα και μετά. Μερικές απ' αυτές δεν ήταν τίποτε άλλο από μορφές του ηδονισμού με μια επίφαση αξιοπρέπειας, όπως ο χρησιμοθηρισμός. Άλλες αποτελούσαν αυστηρά αντιηδονιστικά συστήματα, όπως αυτά των Kant, Marx, Thoreau και Schweitzer.

Η σημερινή εποχή όμως, από το τέλος περίπου του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, έχει επιστρέψει στην πρακτική και τη θεωρία του ριζοσπαστικού ηδονισμού. Η ιδέα της απεριόριστης απόλαυσης αποτελεί μια περίεργη αντίθεση στο ιδανικό της πειθαρχημένης εργασίας.

Παρόμοια αντίθεση υπάρχει ανάμεσα στην αποδοχή μιας καταπιεστικής ηθικής της εργασίας και στο ιδανικό της τέλειας απραξίας στο υπόλοιπο της ημέρας και στις διακοπές. Η ατέλειωτη αλυσίδα παραγωγής και η γραφειοκρατική ρουτίνα από τη μια, η τηλεόραση, το αυτοκίνητο και το σεξ από την άλλη, κάνουν δυνατή την ύπαρξη αυτού του αντιφατικού συνδυασμού. Η καταναγκαστική δουλειά μόνη της θα μπορούσε να οδηγήσει τους ανθρώπους στην τρέλα, κάτι που θα μπορούσε να το κάνει και η πλήρης απραξία. Μόνο με το συνδυασμό και των δύο μπορούν να ζήσουν. Πέρα απ' αυτό, και οι δύο αυτές αντιφατικές τάσεις ανταποκρίνονται σε μια οικονομική αναγκαιότητα: ο καπιταλισμός του εικοστού αιώνα στηρίζεται στην υπερκατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται από μία ομαδική δουλειά ρουτίνας.

Οι θεωρητικοί συλλογισμοί αποδείχνουν ότι ο ριζοσπαστικός ηδονισμός δε μπορεί να οδηγήσει στην ευτυχία και εξηγούν τους λόγους γιατί δε μπορεί να το κάνει, έχοντας σαν δεδομένο την ανθρώπινη φύση. Αλλά ακόμα και χωρίς θεωρητική ανάλυση, τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας δείχνουν ξεκάθαρα ότι αυτό το είδος του «κυνηγητού της ευτυχίας» δε συνεπάγεται και ευδαιμονία. Είμαστε μια κοινωνία ασύλληπτα δυστυχισμένων ανθρώπων: μοναχικοί, αγχώδεις, καταπιεσμένοι, καταστροφικοί, εξαρτημένοι, —άνθρωποι που νιώθουμε ευχαρίστηση όταν σκοτώνουμε την ώρα μας, που τόσο σκληρά προσπαθούμε να εξοικονομήσουμε.

Το δικό μας πείραμα είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό πείραμα που έχει γίνει ποτέ και προσπαθεί να βρει μια απάντηση στο ερώτημα αν η ηδονή (σαν μια παθητική επιρροή σε αντίθεση με την ενεργητική επίδραση, την ευδαιμονία και τη χαρά) μπορεί να είναι μια ικανοποιητική απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Για πρώτη φορά στην ιστορία η ικανοποίηση της ορμής για ηδονή δεν είναι, μόνο το προνόμιο μιας μειοψηφίας αλλά είναι δυνατή για τον περισσότερο πληθυσμό της ανθρωπότητας. Το πείραμα έχει ήδη δώσει αρνητική απάντηση στο πρόβλημα.

Η δεύτερη ψυχολογική αρχή της βιομηχανικής εποχής, ότι δηλαδή η επιδίωξη του ατομικού εγωισμού συνεπάγεται αρμονία, ειρήνη, αύξηση του ατομικού πλούτου, είναι εξίσου θεωρητικά λαθεμένη. Η πλάνη της μπορεί πάλι ν' αποδειχτεί, από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας. Γιατί θα πρέπει ν' αληθεύει αυτή η αρχή, που μόνο ο David Ricardo, ένας από τους μεγάλους κλασικούς οικονομολόγους, την απέρριψε; Το γεγονός ότι είμαι εγωιστής αναφέρεται όχι μόνο στη συμπεριφορά μου αλλά και στο χαρακτήρα μου. Αυτό σημαίνει ότι θέλω τα πάντα για τον εαυτό μου, ότι, νιώθω ευχαρίστηση με το να κατέχω κι όχι να μοιράζομαι, ότι πρέπει να γίνω άπληστος γιατί αν ο σκοπός μου είναι το έχει, τότε όσο περισσότερα είμαι, τόσο περισσότερα έχω, ότι πρέπει να αισθάνομαι ανταγωνιστικά απέναντι σε όλους τους άλλους: τους πελάτες μου που θέλω να ξεγελάσω, τους ανταγωνιστές μου που θέλω να καταστρέψω, τους εργάτες μου που θέλω να εκμεταλλευτώ. Δε μπορώ ποτέ να είμαι ικανοποιημένος γιατί δεν υπάρχει τέλος στις επιθυμίες μου. Πρέπει να ζηλεύω αυτούς που έχουν περισσότερα και να φοβάμαι αυτούς που έχουν λιγότερα. Αλλά θα πρέπει να καταπιέζω όλα αυτά τα συναισθήματα για να παρουσιάζομαι (και στους άλλους και στον εαυτό μου) σαν ένα χαμογελαστό, λογικό, ειλικρινές και ευγενικό ανθρώπινο πλάσμα, τέτοιο που ο καθένας υποκρίνεται ότι είναι.

Το πάθος της κατοχής σίγουρα θα οδηγήσει σε μια ατέλειωτη ταξική πάλη. Αυτό που ισχυρίζονται οι κομμουνιστές, ότι δηλαδή το σύστημα τους θα δώσει τέλος στην ταξική πάλη καταργώντας τις τάξεις, είναι μύθος, γιατί το σύστημα τους στηρίζεται στην αρχή της απεριόριστης κατανάλωσης σαν σκοπό της ζωής. Όσο ο καθένας θα θέλει να έχει περισσότερα, θα υπάρχουν ταξικοί σχηματισμοί, θα υπάρχει ταξική πάλη, και σε παγκόσμια κλίμακα δε θ' αποφευχθεί ο παγκόσμιος πόλεμος. Η απληστία και η ειρήνη αλληλοαποκλείονται.

Ο ριζοσπαστικός ηδονισμός και ο απεριόριστος εγωκεντρισμός δε θα εμφανίζονταν σαν οι κύριες αρχές της οικονομικής συμπεριφοράς, αν δεν είχε γίνει μια ριζική αλλαγή στη διάρκεια του δέκατου όγδοου αιώνα. Στην κοινωνία του Μεσαίωνα, όπως και σε πολλές άλλες αρκετά αναπτυγμένες αλλά και πρωτόγονες κοινωνίες, η οικονομική συμπεριφορά καθοριζόταν από τις ηθικές αρχές. Έτσι, για τους σχολαστικούς θεολόγους, οι οικονομικές κατηγορίες, όπως η τιμή και η ατομική ιδιοκτησία, αποτελούσαν μέρος της ηθικής θεολογίας. Είναι γνωστό, ότι οι θεολόγοι χρησιμοποιούσαν τυπολογίες για να προσαρμόσουν τον ηθικό τους κώδικα στις νέες οικονομικές απαιτήσεις (για παράδειγμα, η αξιολόγηση από τον Θωμά Ακινάτο της έννοιας της «δίκαιης τιμής»). Παρόλα αυτά, η οικονομική συμπεριφορά παρέμενε βασικά ανθρώπινη και γι αυτό ήταν υποταγμένη στις αξίες της ανθρωπιστικής ηθικής. Μέσα από μια σειρά γεγονότα ο καπιταλισμός του δέκατου όγδοου αιώνα επέφερε μια ριζική αλλαγή: η οικονομική συμπεριφορά διαχωρίστηκε από την ηθική και τις ανθρώπινες αξίες. Πραγματικά, η οικονομική μηχανή θεωρήθηκε ότι ήταν μια αυτόνομη οντότητα, ανεξάρτητη από τις ανάγκες και τη θέληση του ανθρώπου. Ήταν ένα σύστημα που λειτουργούσε μόνο του και σύμφωνα με τους δικούς του νόμους. Η εξαθλίωση των εργατών καθώς και η καταστροφή ενός όλο και μεγαλύτερου αριθμού μικρών επιχειρήσεων, για χάρη της ανάπτυξης ολοένα και μεγαλύτερων εταιριών, ήταν μια οικονομική αναγκαιότητα ίσως λυπηρή, αλλά που θα 'πρεπε κανείς να τη δεχτεί σα να ήταν το αποτέλεσμα ενός φυσικού νόμου.

Η ανάπτυξη αυτού του οικονομικού συστήματος δεν καθοριζόταν πια από το ερώτημα: Τι είναι καλό για τον Άνθρωπο; αλλά από το ερώτημα: Τι είναι καλό για την ανάπτυξη τον συστήματος; Κάποιος προσπάθησε ν' αποκρύψει την οξύτητα αυτής της διαμάχης, κάνοντας την υπόθεση πώς ό,τι ήταν καλό για την ανάπτυξη του συστήματος (ή ακόμα και μιας μόνο μεγάλης εταιρίας), ήταν το ίδιο καλό και για τους ανθρώπους. Αυτή η υπόθεση στηρίχτηκε σε μία άλλη βοηθητική, που ήταν η εξής: αυτές οι συγκεκριμένες ιδιότητες, που το σύστημα απαιτούσε από τους ανθρώπους — εγωκεντρισμό, ιδιοτέλεια και απληστία — ήταν σύμφυτες με την ανθρώπινη φύση· έτσι, όχι μόνο το σύστημα αλλά και η ίδια η ανθρώπινη φύση τις υποκινούσαν. Οι κοινωνίες, όπου ο εγωκεντρισμός, η ιδιοτέλεια και η απληστία ήταν άγνωστα στοιχεία, θεωρούνταν «πρωτόγονες» και τα μέλη τους «άτομα απλοϊκά». Οι άνθρωποι αρνούνταν να παραδεχτούν ότι αυτά τα χαρακτηριστικά, που γέννησαν τη βιομηχανική κοινωνία δεν ήταν έμφυτα, αλλά προϊόντα κοινωνικών περιστάσεων. Ένας άλλος όχι λιγότερο σημαντικός παράγοντας είναι ότι οι σχέσεις των ανθρώπων με τη φύση έγιναν εχθρικές. Έχουμε γίνει, «εξαμβλωματικά τέρατα της φύσης», που ενώ από τις ίδιες τις συνθήκες της ύπαρξης μας ζούμε μέσα σ' αυτήν, με το χάρισμα της λογικής μας την ξεπερνάμε. Έτσι προσπαθήσαμε να λύσουμε το υπαρξιακό μας πρόβλημα εγκαταλείποντας τη Μεσσιανική αντίληψη της αρμονίας ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, κατακτώντας τη φύση και μετασχηματίζοντας τη σύμφωνα με τους σκοπούς μας, μέχρι που αυτή η κατάκτηση άρχισε να γίνεται συνώνυμη με την καταστροφή. Το πνεύμα κατάκτησης και εχθρότητας μας έχει τυφλώσει σε τέτοιο βαθμό, που δε μπορούμε να δούμε ότι οι φυσικές πηγές είναι περιορισμένες και μπορεί τελικά να εξαντληθούν. Τότε η φύση θα ρίξει πίσω τα βέλη της ενάντια στην ανθρώπινη αρπακτικότητα.

Η βιομηχανική κοινωνία δείχνει μια περιφρόνηση για τη φύση - όπως και για όλα τα πράγματα που δεν είναι μηχανοποιημένα και για τους ανθρώπους που δεν είναι κατασκευαστές μηχανών (δηλαδή για τις έγχρωμες φυλές, με εξαίρεση τελευταία τους Γιαπωνέζους και τους Κινέζους). Οι άνθρωποι νιώθουν σήμερα μια έλξη για το μηχανικό, το άψυχο, την παντοδύναμη μηχανή που οδηγεί σταθερά στην καταστροφή.

Τα Προβλήματα είναι Μεταμφιεσμένες Ευκαιρίες

ponos«Έχω ένα πρόβλημα».
     
Ο νεαρός είχε ανεβεί ως το γραφείο του δρα Νόρμαν Βίνσεντ Πιλ στη Ν. Υόρκη, τον είχε αρπάξει από τα πέτα και του έλεγε: «Σας παρακαλώ, βοηθήστε με. Δεν μπορώ να χειριστώ τα προβλήματά μου. Είναι πάρα πολλά».
«Άκου, νεαρέ», του είπε ο δρ. Πιλ. «Έχω να δώσω μια ομιλία. Αν αφήσεις το σακάκι μου, θα σου δείξω ένα μέρος όπου υπάρχουν άνθρωποι χωρίς προβλήματα».
«Αν υπάρχει τέτοιο μέρος θα έδινα τα πάντα να πάω», είπε ο νεαρός.
«Μπορεί να μη θέλεις να πας όταν το δεις», του είπε ο δρ Πιλ. «Δεν είναι μακριά, πάντως, μόνο κάνα δυο τετράγωνα από δω». Περπάτησαν μαζί ως το νεκροταφείο Φόρεστ Λόουν.
«Εκεί μέσα υπάρχουν 150.000 άνθρωποι», είπε ο δρ Πιλ. «Ξέρω σίγουρα ότι κανείς τους δεν έχει πρόβλημα».

Τα προβλήματα μπορούν να γίνουν Ατού. Τα προβλήματα είναι σημάδια ζωής. Αν έχεις ένα μεγάλο πρόβλημα, να είσαι ευχαριστημένος. Αποδεικνύει ότι είσαι ζωντανός και λειτουργικός.

Βεβαίως, η κοινά αποδεκτή άποψη των ανθρώπων είναι ότι τα προβλήματα είναι κάτι κακό. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ιδανική κατάσταση πραγμάτων είναι μια ζωή απαλλαγμένη από προβλήματα. Επομένως, αν έχουμε προβλήματα, κάτι δεν πάει καλά. Σαν αποτέλεσμα, καταναλώνουμε ένα μεγάλο μέρος της ενεργητικότητάς μας στο να κλαίμε τη μοίρα μας. Καταλήγουμε να λέμε στον εαυτό μας: Όλα θα ήταν θαυμάσια, αν μπορούσα ν’ απαλλαγώ από τα προβλήματά μου!

Αυτό είναι το τροπάριο του απαισιόδοξου. Ο αισιόδοξος από την άλλη πλευρά, βλέπει τα προβλήματα σαν ευκαιρίες. Αν έχετε αντιμετωπίσει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα και το έχετε χειριστεί, κυριαρχώντας στους φόβους σας, καταλαβαίνετε πολύ καλά για τι σας μιλάμε. Αλλά οι περισσότεροι δεν το έχουν κάνει, δεν έχουν βρει το κουράγιο. Σαν αποτέλεσμα, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να υιοθετήσουν την άποψη ότι τα προβλήματα είναι μεταμφιεσμένες ευκαιρίες.

Οι τέσσερις τομείς για τους οποίους οι άνθρωποι έχουν την τάση ν’ ανησυχούν περισσότερο, εκεί όπου συνήθως παρουσιάζονται τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι:
  • Οικονομικά
  • Εμφάνιση
  • Απανωτές Αποτυχίες
  • Κακή Υγεία

Ένας αριθμός μόνο

Δεν το έχεις καταλάβει ακόμα κακόμοιρε άνθρωπε αλλά με τις φοβικές επιλογές σου δεν υπάρχεις! Ναι, δεν υπάρχεις!

Είσαι ένας αριθμός, όχι άτομο, όχι προσωπικότητα, όχι ύπαρξη αλλά απλά ένας αριθμός. Ένας αριθμός στην αστυνομική σου ταυτότητα, στο e-Taxis, στη ΔΕΗ, στην ουρά που περιμένεις, στις αιτήσεις που υποβάλλεις,  παντού, απλά ένας αριθμός.

Δεν σημαίνεις τίποτα, δεν είσαι ορατός παρά μόνο όσο υπηρετείς, όσο μπολιάζεις το σύστημα, όσο συντηρείς τις απαιτήσεις του οικοδομήματος που εσύ ορίζεις ως εξουσία.

Ένα δέντρο που ξεραίνεται και το κόβουν. Μετά το πετάνε. Τι σημασία έχει; Υπάρχουν άπειρα δέντρα, δεν ξεχωρίζεις το ένα από το άλλο, δεν είναι ΤΟ δέντρο, αλλά ένα δέντρο. Ένα ακόμα, ένα παραπάνω, ένα λιγότερο, τι σημασία έχει; Δεν επικοινωνείς μαζί του, δεν έχεις αποκτήσει σχέση μαζί του, δεν σε νοιάζει. Τη μια μέρα είναι εκεί, την άλλη δεν είναι. Το ίδιο και εσύ!

Θα ήταν πολύ βαρύ να συνειδητοποιήσεις πως το ίδιο είσαι και εσύ. Δεν μετράς! Ζεις, αρρωσταίνεις, πεθαίνεις, ξεχνιέσαι. Και μη μου πεις πως μένεις στη μνήμη, πως υπάρχεις μέσα από τα έργα σου, πως η ιστορία θα σε θυμάται...Λανθάνεσαι! Γιατί ο μόνος χρόνος που υπάρχει αληθινά είναι το παρόν και εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι καν.

Είσαι ταυτόχρονα ο εξουσιαστής και το θύμα του ίδιου συστήματος που καταριέσαι, που αντιπαθείς. Δεν σου έφεραν τα Μνημόνια και τη στέρηση οι κυβερνήσεις, αλλά εσύ ο ίδιος στον εαυτό σου...και σε όοοοολους τους άλλους τα έχεις φέρει, που δεν αντιλαμβάνεσαι εξ' ίσου την ύπαρξή τους.

Έχεις μπερδέψει την καλοσύνη με τη φιλανθρωπία και τον οίκτο, την ευγένεια με την ασφαλή τυπικότητα/απόσταση από το συναίσθημά σου, την νομιμότητα με την υποταγή της βούλησής Σου, την αρετή με την αναγκαιότητα της επιβίωσης...ως αριθμός! Πολλά έχεις μπερδέψει γιατί όπως το σύστημα δεν σε βλέπει παρά μόνο σαν ένα απρόσωπο αριθμό, έτσι κι εσύ πρώτα, βλέπεις τον εαυτό σου και τον κόσμο σου. Όχι φανερά...φανερά νομίζεις πως είσαι κάποιος, πως υπάρχεις...άσχετα αν ακόμα ψάχνεις το νόημα της ζωής.

Ο ατομικισμός έχει αναγκαστικά την υποταγή, τη βία και την αδιαφορία. Συντηρεί την ασφάλεια του φαίνεσθαι, τους τύπους, τους αμέτρητους ρόλους που προσπαθείς να ισορροπήσεις (αλλά δεν μπορείς) και τους βαρύγδουπους λόγους που αποφεύγουν την πραγματική, αντικειμενική αντίληψη της ζωής. Οι λεπτομέρειες σού διαφεύγουν. Ο φόβος σε κυριεύει, η μηχανική ζωή σε έχει πλήρως δεσμεύσει.

Γιατί χρειάζεσαι κάποιον να σου απαγορεύσει να αφήνεις τα περιττώματα του σκύλου σου παντού. Γιατί χρειάζεσαι πινακίδες, κι αυτές τις αγνοείς για να μην παρκάρεις σε θέσεις αναπήρων. Γιατί βάζεις πάνω από το καλό των ανθρώπων την υπακοή των νόμων, κι ας είναι άδικοι και ταπεινωτικοί. Γιατί θεωρείς τον εαυτό σου ανώτερο που σταμάτησες να καπνίζεις αλλά δεν αντιλαμβάνεσαι όλες τις άλλες συνήθειες και εμμονές σου. Γιατί νομίζεις πως εξελίσσεσαι επειδή δε τρως κρέας κάνοντας το φιλόζωο ενώ ακόμα πιστεύεις πως τα φυτά, το χώμα, ο αέρας που αναπνέεις δεν έχουν συνείδηση, απλά επειδή δεν τα ακούς να σπαρταρούν, να φωνάζουν ή να πονάνε.

Ρωτάς τον άλλον "τι δουλειά κάνετε;" για να τον "γνωρίσεις", γιατί έτσι νομίζεις πως μπορείς να τον δεις. Ουσιαστικά για να ελέγξεις... Αν σου πει "είμαι δικηγόρος" (πρόσεξε το "είμαι") τον κατατάσσεις κάπου, αν σου πει "είμαι άνεργος", κάπου αλλού. Συνεχίζεις εσύ... "έχετε παιδιά; ο σύζυγος;" και έτσι μπαίνουμε όλοι σε καλούπια... τα δικά σου καλούπια που αγωνιάς να συντηρείς!

Προσφέρεις όταν έχεις κάτι να κερδίσεις, διαφορετικά προσπερνάς. Η πίστη στην τιμωρία και στην ανταμοιβή σε ωθεί στις καλές πράξεις σου αλλά φτάνει να μη συμπεριλαμβάνουν προσωπικό κόστος. Κρύβεσαι, κυρίως από τον εαυτό σου. Δεν έχεις ιδέα γιατί ζεις! Μεγαλώνεις, πιάνεις δουλειά, καταναλώνεις, υπακούς, είσαι νορμάλ (όπως τους άλλους όλους γύρω σου) και ασφαλίζεσαι, υποτάσσεσαι για να μη φοβάσαι....ή έτσι νομίζεις. Αναζητείς τη σταθερότητα, τη μονιμότητα, το γνώριμο, που σου προσφέρει την ψευδαίσθηση της υποτιθέμενης ασφάλειάς σου.

Δεν βλέπεις όμως πως εξακολουθείς να φοβάσαι, πως εξακολουθείς να κυνηγάς, να αναβάλλεις τη ζωή, να αρρωσταίνεις και να εξαρτάσαι απ' όλα όσα κατακρίνεις. Και πεθαίνεις....πολύ πριν από τον βιολογικό σου θάνατο! Καθημερινά, αργά, οδυνηρά, αλλά δεν κάνεις κάτι διαφορετικό για να το αλλάξεις. Έχεις πεισθεί πως είναι φυσιολογικό...

Γράφοντας αυτές τις αράδες ακούω έναν εκκωφαντικό ήχο που δεν κατάλαβα τι ήταν, μόνο από πού ερχότανε. Πετάγομαι έξω και προλαβαίνω να δω ένα δέντρο να σπάει, ένα τεράστιο κλαδί του και να ισορροπεί πάλι στον αέρα. Είναι ζήτημα χρόνου να πέσει εντελώς, αν και ο χρόνος είναι αόριστος. Ίσως αντέξει έτσι άλλους τόσους μήνες... Οι περαστικοί δεν το αντιλήφθηκαν και...το "εκκωφαντικό θόρυβο" ισχύει μόνο αν βρίσκεσαι εδώ, τώρα. Όμως έχουν βάλει τα σορτσάκια τους για περπάτημα και κατέβηκαν "στο πάρκο να ασκηθούν". Με το κινητό στο αυτό ή τη μουσική στα ακουστικά, βρίσκονται στον δικό τους πλαστό κόσμο, όχι εδώ, όχι τώρα.

Θα γυρίσουν ή θα σταθούν, αν κινδυνέψει από την πτώση ένας άνθρωπος. "Μεγάλη" απώλεια...μόνο για λίγο κι αυτό....Θα γίνει μεγάλη φασαρία, θα "ζητηθούν ευθύνες", θα γράψουμε πολλές σοφιστείες, θα θρηνήσουμε (ίσως), και μετά θα προχωρήσουμε...θα συνεχίσουμε να είμαστε απών, θα κάνουμε ακριβώς ό,τι κάναμε πριν... σα να μην άλλαξε τίποτα. Αν πέσει μόνο το δέντρο, ε και τι έγινε; Δεν φώναξε, "βοήθεια, με πνίγετε, ασεβείτε"!

Πέφτει ένα αεροπλάνο σε μια άλλη χώρα αλλά δε σε νοιάζει, φτάνει να μην είναι οι δικοί σου συγγενείς επάνω. Γίνεται σεισμός, πόλεμος, αλλά οι χιλιάδες νεκροί δεν σε απασχολούν όταν είσαι κολλημένος στην κίνηση, τρέχοντας να προλάβεις το ραντεβού, που η καταραμένη διαδήλωση σε εμποδίζει να φτάσεις. Τις προάλλες είχα την ευκαιρία να μυρίσω το θάνατο, να βλέπω ζωντανούς νεκρούς να μπαίνουν στο τελεφερίκ για να δώσουν το συνηθισμένο παρόν τους στο καζίνο...νομίζουν κι αυτοί πως ζουν!

"Εμπιστεύεσαι τους άλλους" λες, "μέχρι αποδείξεως τουναντίον", χωρίς φυσικά ν' αντιλαμβάνεσαι πως αυτό το "μέχρι αποδείξεως τουναντίον" παίζει ουσιαστικά, κρυφά και αθόρυβα εξ' αρχής. Το αρνείσαι φυσικά, όμως για μέτρα πόσες φορές έχεις προδοθεί στη ζωή σου. Για δες που η εμπιστοσύνη όλο και δυσκολεύει να ισχύει.... όσο κι αν επιμένεις να επαναλαμβάνεις την πιο πάνω καραμέλα σου. Και είναι σχετικά απλό... Δεν εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου! Πώς μπορείς; Αφού δεν τον γνωρίζεις καν. Καλά κρυμμένος πίσω από ιστούς από προγραμματισμούς και προσωπεία, δεν γίνεται να φανεί αυτό που θέλεις να κρύβεις. Όσο για την εμπιστοσύνη στη ζωή.... ούτε λόγος! Ας μην το αναλύσουμε άλλο γιατί θα μακρηγορήσω...

Θα συνεχίσεις να πηγαίνεις τα παιδιά σου στο σχολείο, πιστεύοντας πως μορφώνονται, θα πληρώνεις τους φόρους σου ως νομοταγής πολίτης χωρίς να γνωρίζεις ποιον ή γιατί καταπατούν, αφού "δεν έχεις άλλη επιλογή". Θα κάνεις τις διακοπές σου για να αντέχεις τη ζωή σου, θα κυνηγάς χαρτιά και υπογραφές αποφεύγοντας την έξοδο από το σύστημα που συντηρείς και θα αναρωτιέσαι πώς να υποβάλεις το άγχος (όπως σύστησε ο γιατρός), που καθημερινά γίνεται όλο και πιο απειλητικό.

Η κατάθλιψη, λένε, μέχρι το 2020 θα γίνει η πρώτη αιτία αναπηρίας παγκόσμια. Όμως εσύ τρέξε να προλάβεις τη δημόσια υπηρεσία ή την τράπεζα προτού κλείσει, τρέξε να μαγειρέψεις αγοράζοντας "βιολογικά", γράψε τα παιδιά στα φροντιστήρια και χτύπα κάρτα στην δουλειά που σού επιτρέπει να ζεις σαν σκλάβος. Το βράδυ, θα πιεις ένα ποτηράκι κρασί, θα "χαλαρώσεις" στην τηλεόραση ή θα κουτσομπολέψεις με μερικούς φίλους,θα διαβάζεις στα παιδιά. Θα κάνεις τις ιατρικές εξετάσεις σου συντηρώντας το σύστημα "υγείας" αφού δεν ξέρεις να ακούς το σώμα σου, θα διαβάσεις κάτι θετικό, θα διαλογιστείς, θα ανεβάσεις τις φωτογραφίες των παιδιών σου ή την τελευταία σου selfie στο facebook...  και πάλι από την αρχή.

Δίπλα μας οι άνθρωποι υποφέρουν, αλλά δεν το ξέρουμε, γιατί υποφέρουμε κι εμείς...έστω κι αν δεν το παραδεχόμαστε έγκαιρα. Η ζωή περνά κι εμείς αναβάλλουμε μόνιμα τον ανθρωπισμό μας, κλεισμένοι πίσω από συστήματα ασφαλείας και θωρακισμένες πόρτες, νομίζουμε πως είμαστε ασφαλείς από την αλήθεια που κρύβουμε από τον Εαυτό μας.

Μη νομίζεις πως τα έχω αναφέρει όλα. Η αλήθεια στάζει δηλητήριο και δεν αντέχεις πολύ ψηλές δόσεις. Χρειάζεται πολύ θάρρος να την αντικρίσεις γιατί μόνο τότε αποκτάς την ικανότητα να διαφοροποιηθείς, να θυμηθείς πως είσαι άνθρωπος, όχι αριθμός, για να ξεκινήσεις να πετάς από πάνω σου ένα ένα, τα ψεύτικα ενδύματα, τα παγωμένα χαμόγελα, τις δήθεν ασφάλειες που σε δεσμεύουν στο φόβο και στην αρρώστια, τις επίπλαστες ανάγκες που σε κατατάσσουν ανάμεσα στους "φυσιολογικούς" της κοινωνίας που αργοπεθαίνει αλλά συντηρείται με χάπια και ενέσεις.

Χρειάζεται τεράστια βούληση να θυμηθείς πως είσαι άνθρωπος ή να το διεκδικήσεις για πρώτη φορά σε έναν κόσμο αριθμών, ποσοστών, τιμωρίας και παιδιάστικης ανταμοιβής της εξουσίας για την υποταγή σου.

Νομίζεις πως μπορείς "ν' αλλάξεις τον κόσμο" χωρίς κόστος, χωρίς να χάσεις ή να στερηθείς οτιδήποτε, χωρίς να χρειαστεί να μετακινηθείς από τα γνώριμα, τις ασφάλειες ή τις προσδοκίες σου. Και δεν γίνεται! Ό,τι κι αν σου λένε ή θέλεις να πιστεύεις, αυτό δεν θα είναι ποτέ εφικτό!

Για την ώρα, δεν υπάρχεις. Δεν ανήκεις στον εαυτό σου. Ανήκεις στους φόβους σου, στους προγραμματισμούς και τις ανάγκες σου που κανείς, πέραν από τον εαυτό σου, δεν σου επιβάλλει.

Νομίζεις πως όλα αυτά είναι αρνητικά; Νομίζεις πως είναι καταστροφολογία; Ή μήπως νομίζεις πως σε ωθώ στην παραίτηση; Τίποτα απ' όλα αυτά! Αντιθέτως....έχεις ήδη παραιτηθεί αλλά δεν το γνωρίζεις. Κρυφά θέλεις να πεθάνεις, να τελειώνει αυτή η άσκοπη ζωή σου, άσχετα τι δείχνεις ή τι διαλαλείς στους άλλους.

Για να γεννηθείς ως άνθρωπος, πραγματικός, ζωντανός Άνθρωπος, θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσεις την αλήθεια που δεν θέλεις να δεις. Θα πρέπει κάποιος να τολμήσει να σου μιλήσει όπως δεν έχεις μάθει να ακούς από αυτούς που σε παραχαϊδεύουν. Θα πρέπει, προσπερνώντας τις παρορμήσεις σου να σταθείς σε ό,τι σε δυσκολεύει, σε ό,τι σε φανερώνει, σε ό,τι θα σε πικράνει αρχικά.

Για να αποκτήσεις την υγεία σου, σε όλα τα επίπεδα, θα πρέπει αρχικά ν' αντιληφθείς την αρρώστια, και αυτή δεν είναι στο σώμα σου αλλά στο νου.

Για να αποκτήσει νόημα η ζωή σου θα πρέπει πρώτα να αντιληφθείς και να παραδεχτείς πως δεν έχει νόημα, πως την οδηγείς στα τυφλά, πως ακολουθείς απλά το ρεύμα (όπου κι αν ανήκεις). Θα πρέπει, κάποιος που έχει πεθάνει ήδη στον παλιό κόσμο/αντίληψη και δεν έχει κανένα όφελος από τη διατήρησή του σ' αυτόν να σου τον δείξει, απ' εξω, αποστασιοποιημένα, χωρίς ίχνος ενοχής, κριτικής, κατηγορίας, υποτίμησης και οίκτου. Πώς αλλιώς;

Αλλά...αυτούς τους σταυρώνεις, τους αγιοποιείς αφού φύγουν, τους ακούς όταν δεν υπάρχουν πια, τους χρησιμοποιείς για να φουσκώνεις το εγώ σου ζητώντας την αναγνώρισή τους. Είσαι έτοιμος να κατασπαράξεις οποιονδήποτε δεν ταιριάζει με τον εγκατεστημένο προγραμματισμό σου, αδυνατώντας να δεις το είδωλο στον καθρέφτη που η ζωή φέρνει μπροστά σου. Γιατί, η μόνη δύναμη της ζωής σου είσαι ΕΣΥ, κι εσύ έχεις παραδώσει το νου, το πνεύμα και όλα τα υπάρχοντά σου, στο σύστημα που υπηρετείς.

Για την ώρα... όσους αιώνες κι αν κρατάει αυτή η "ώρα".... Γιατί η συνείδηση, η συνειδητή παρουσία στη ζωή δεν μετράει κόστος, δεν κάνει υπολογισμούς, δεν λογαριάζει τίμημα... Έχει ψυχή, έχει πνεύμα, έχει παρόν, έχει ευθύνη!

Όταν τα παιδιά παρασύρονται από τους φίλους τους

Η Επιρροή της Ομάδας
Η Κατερίνα κάνει ανταύγειες στα μαλλιά της - γιατί όχι κι εγώ;".
"Μα ο Γιάννης πήρε ένα ζευγάρι τέτοια παπούτσια...".
'Όλοι έχουν τρυπημένα αυτιά, θέλω κι εγώ να τα τρυπήσω".

Τα παιδιά κάθε ηλικίας μπορεί να ζηλέψουν, ευχόμενα να είχαν κι εκείνα ό,τι έχουν οι άλλοι - ρούχα, φίλους, Βαθμούς, αυτοκίνητο, σγουρά μαλλιά, ίσια μαλλιά. Νομίζουν ότι, αν αποκτήσουν τα ίδια πράγματα, θα γίνουν σαν τους φίλους που θαυμάζουν. "Με τα σωστά ρούχα, θα γίνω δημοφιλής, σαν τη συμμαθήτριά μου", ή 'Όταν πάρω καινούργια αθλητικά παπούτσια, θα παίζω μπάσκετ όπως ο Κώστας".

Τα παιδιά είναι εύκολο να μπερδέψουν τις ικανότητες και τα αγαθά με την ευτυχία. Νομίζουν ότι πρέπει να έχουν ορισμένα πράγματα για να γίνουν δημοφιλή ή ικανά, και πιστεύουν ότι έτσι θα νιώσουν καλά για τον εαυτό τους. Δυστυχώς, αυτός ο τρόπος προσέγγισης της ζωής δεν επιφυλάσσει παρά απογοητεύσεις, όπως έχουμε μάθει -δια της δύσκολης οδού- οι περισσότεροι από μας.
Κατά την προ-εφηβική και εφηβική περίοδο, όταν. τα παιδιά ασχολούνται περισσότερο με τους συνομήλικους παρά με τους γονείς τους, μπορεί να τα πιάσει μανία να αποκτήσουν τα κατάλληλα αγαθά. Αυτή την εποχή, επίσης, τα παιδιά μαθαίνουν να σκέφτονται αφηρημένα και να φιλοσοφούν, και αρχίζουν να προσδιορίζουν τη θέση τους στον κόσμο. Αυτή η διαδικασία μπορεί να είναι, το λιγότερο, λιγάκι αποκαρδιωτική: οι έφηβοι μπορεί να βρουν καταφύγιο -από τη σύγχυση και την αβεβαιότητα που βιώνουν- "στην ομάδα". Πρωταρχικό τους μέλημα μπορεί να είναι να γίνουν αποδεκτοί, να ταιριάζουν.

Πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά να καταλάβουν ότι οι ατομικές διαφορές δεν είναι κάτι κακό, αντίθετα, πρέπει να επιδιώκονται.  Θέλουμε τα παιδιά μας να αποκτήσουν αρκετή αυτοπεποίθηση, ώστε να μη νιώθουν την ανάγκη να μιμούνται άλλα παιδιά, ή να λαχταρούν υλικά αγαθά, σε μια προσπάθεια να νιώσουν ότι ανήκουν. Ένας έφηβος που έχει καλή εικόνα για τον εαυτό του, δεν νιώθει τόσο την ανάγκη να αντιγράφει άλλους.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά δεν πρέπει να επηρεάζονται από τους φί­λους τους. Η διάπλαση του εαυτού τους σύμφωνα με το πρότυπο ενός φίλου που θαυμάζουν, διαφέρει από την προσπάθεια να τον αντιγράψουν, και ο θαυμασμός μπορεί να κάνει τα παιδιά μας να θέσουν στόχους και να επιτύ­χουν πράγματα, που αλλιώς δεν θα έκαναν. Ακόμα κι όταν δεν επιτυγχάνει το στόχο του, ένας έφηβος που εμπνέεται από εκτίμηση και θαυμασμό, και όχι από αντιζηλία, είναι πιο ικανός να δει τα πράγματα σφαιρικά. "Η Κάρμεν έγινε αρχηγός της ομάδας. Απογοητεύτηκα, αλλά θα κάνει καλή δουλειά. Μου φαίνεται ότι η ομάδα μας θα πάει πολύ καλά φέτος. Θα γίνουμε ανίκη­τες'’. λέει η Κάρρυ, που έλπιζε να εκλεγεί αρχηγός της ομάδας του λυκείου.

Οι έφηβοι χρειάζονται τη βοήθειά μας, καθώς αναζητούν την ταυτότητά τους. Όσο ανοίγουν δρόμο στο ναρκοπέδιο της εφηβείας, είναι πολύ σημα­ντικό να νιώθουν ότι είμαστε διαθέσιμοι. Μπορούμε να τους Βοηθήσουμε να εντοπίσουν τις αρετές τους και να μάθουν να τις εκφράζουν. Ο καλύτερος τρόπος να το κάνουμε αυτό είναι ακούγοντάς τους, πολλές φορές σε παράξε­νες στιγμές - σε μια διαδρομή με το αυτοκίνητο, πριν πάνε για ύπνο, την ώρα που φτιάχνουμε μαζί κουλουράκια ή φροντίζουμε τον κήπο. Αυτές τις στιγμές δεν μπορούμε να τις σχεδιάσουμε, και αυτός είναι εν μέρει ο λόγος που ο "ποιοτικός χρόνος" δεν μπορεί πάντα να προγραμματιστεί εκ των προτέρων. Το θέμα είναι να τους ακούμε όταν εκφράζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, και να τους λέμε τη γνώμη μας με τρόπο που να ανταποκρίνεται στην αυξανόμενη ανάγκη τους για ανεξαρτησία. Όταν τα παιδιά μας μας ανοίγονται, πρέπει να είμαστε προσεχτικοί: να τα αφήνουμε να ολο­κληρώσουν, και στη συνέχεια να τους εξηγούμε πώς βλέπουμε εμείς τα πράγ­ματα, αντί να τους λέμε απλώς τι να κάνουν. Θέλουμε να ενθαρρύνουμε τους έφηβους σε ανεξάρτητη σκέψη, όχι υποταγή.

Julius Evola: Η Παρακμή του Ηρωϊσμού

Julius Evola: Η Παρακμή του Ηρωϊσμού
Η Μεταφυσική του Πολέμου
Στις ήρεμες και οργανωμένες περιόδους της ιστορίας, αυτή η σοφία είναι προσιτή μόνο από μερικούς εκλεκτούς, καθώς υπάρχουν τόσες πολλές περιστάσεις στις οποίες μπορεί να παραδοθεί και να βυθιστεί κάποιος, να θεωρήσει πως το εφήμερο είναι σημαντικό, να λησμονήσει την αστάθεια και την παροδικότητα της φύσεως των πραγμάτων. Πάνω σε τούτην την βάση έχει οργανωθεί αυτό που μπορούσαμε ευρύτερα να αποκαλέσουμε αστική νοοτροπία: είναι η ζωή που δεν γνωρίζει ούτε βάθη ούτε ύψη, αναπτύσσει ενδιαφέροντα, προσκολλήσεις, επιθυμίες και πάθη, τα οποία, όσο σημαντικά και αν φαίνονται υπό το πρίσμα μιας επίγειας θεωρήσεως, καθίστανται ανούσια και σχετικά υπό το πρίσμα μιας υπερ – ατομικής και πνευματικής θεωρήσεως, η οποία αποτελεί και την πρέπουσα για κάθε άξια, ανθρώπινη ύπαρξη.

Από την μια μέρα στην άλλη, ακόμα και από ώρα σε ώρα, λόγω (π.χ.) κάποιου βομβαρδισμού, ο καθείς μπορεί να χάσει το σπίτι του και όλα όσα αγαπούσε, όλα όσα με τα οποία ήταν δεμένος, τα αντικείμενα της πιο βαθειάς του τρυφερότητος. Η ανθρώπινη ύπαρξη καθίσταται σχετική – συνειδητοποίηση τραγική και σκληρή, μπορεί όμως να αποτελέσει την αρχή μιας καθάρσεως και το μέσο για να έρθει στο φως το μόνο πράγμα που δεν γίνεται να υποτιμηθεί και να καταστραφεί. Θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως, για αρκετούς και περίπλοκους λόγους, η προκατάληψη που συνδέει κάθε αξία με την αμιγώς ατομική και επίγεια ανθρώπινη ζωή έχει διαδοθεί και έχει ριζώσει βαθειά – μια προκατάληψη η οποία σε άλλους πολιτισμούς ήταν και παραμένει σχεδόν άγνωστη.

Εν προκειμένω, το γεγονός ότι, κυρίως η Δύση είναι αυτή που ασπάστηκε τον Χριστιανισμό είχε μόνο μικρή επίδραση, ολόκληρο το δόγμα της μεταφυσικής υπάρξεως του Πνεύματος και της επιβιώσεώς του πέραν τούτου του κόσμου δεν αποδυνάμωσε τούτη την προκατάληψη, δεν οδήγησε στο να αξιοποιηθεί, από έναν ικανό αριθμό όντων στην καθημερινή, συναισθηματική και βιολογική τους ύπαρξη, η γνώση Αυτού που η αρχή του δεν συμπίπτει με την γέννηση ούτε το τέλος του στον θάνατο. Αντ’ αυτού, οι άνθρωποι έχουν προσκολληθεί σπασμωδικά σ’ αυτό το μικρό κομμάτι του Όλου που αντιστοιχεί στην σύντομη περίοδο της υπάρξεως του ατόμου και έχουν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να αγνοήσουν το γεγονός ότι η αγκίστρωση της προσωπικής ζωής από την πραγματικότητα είναι τόσο ισχυρή όσο και το κράτημα από μια δέσμη χορταριού από την οποία πιάνεται κάποιος προκειμένου να σωθεί και να μην τον παρασύρει το ορμητικό ρεύμα.

Εγείρεται ακριβώς αυτή η συνειδητοποίηση, όχι ως κάτι εγκεφαλικό και λατρευτικό, αλλά ως μια ζώσα πραγματικότητα και ως λυτρωτικό συναίσθημα πως ο,τιδήποτε σήμερα είναι τραγικό και καταστροφικό, μπορεί να έχει, τουλάχιστον για τους αρίστους εξ ημών, δημιουργική αξία. Δεν προωθούμε την αδιαφορία ή έναν κακώς εννοούμενο στωικισμό. Πέρα απ’ αυτό, είναι θέμα συνειδητοποιήσεως και εξελίξεως της αίσθησης της αποσπάσεως από τον εαυτό, από τα πράγματα και από τα άτομα, η οποία θα ενσταλάξει εντός μας μια ήρεμη και ασύγκριτη βεβαιότητα, και ακόμα, όπως έχουμε αναφέρει προηγουμένως, μιαν ακατανίκητη δύναμη. Είναι σαν να απλοποιούμε τον εαυτό μας, απεκδύοντάς τον από την κατάσταση της διαρκούς αναμονής, με σταθερό και συγκεντρωμένο νου, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει κάτι πέρα από κάθε ύπαρξη. Όντας σε τούτη την κατάσταση, θα αναδυθεί και η δυνατότητα της διαρκούς επανεκκινήσεως από το τίποτα (ex nihilo) με νέο και διαυγή νου, λησμονώντας τι έχει υπάρξει και τι έχει χαθεί, εστιάζοντας μόνο σε ό,τι θετικά και δημιουργικά μπορεί ακόμα να γίνει.

Η ριζική καταστροφή του «αστού» που ενυπάρχει σε κάθε άνθρωπο, είναι δυνατή σε τούτες τις μέρες τις παρακμής περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Σε τέτοιες εποχές, ο άνθρωπος μπορεί να ξαναβρεί τον εαυτό του, μπορεί να σταθεί έξω από τον εαυτό του και να συνηθίσει να αντικρίζει τα πράγματα από την αντίπερα όχθη, έτσι ώστε να αποκατασταθεί η σπουδαιότητα και η ζωτική σημασία στα όντως σπουδαία και ουσιώδη πράγματα: στην σχέση μεταξύ της ζωής και ό,τι υπερβαίνει την ζωή, μεταξύ του ανθρώπινου και του Αιωνίου, μεταξύ του Εφήμερου και του Άφθαρτου. Και το να βρει κανείς τρόπους, πάνω και πέρα από απλούς ισχυρισμούς και τεχνάσματα, για να βιώσει θετικά αυτές αξίες και το να βρει μια δυναμική έκφρασή τους στον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ατόμων σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες, είναι αδιαμφισβήτητα ένας εκ των βασικών στόχων της πολιτικο – πνευματικής ελίτ του έθνους μας.

Ο πόλεμος και οι εξοπλισμοί στον κόσμο της Δύσης για άλλη μία φορά εγείρουν θέματα εγγυήσεων. Η έντονη προπαγάνδα έχοντας ύφος σταυροφορίας και χρησιμοποιώντας όλες τις δοκιμασμένες τεχνικές της και μεθόδους ήδη είναι παρούσα. Σήμερα δεν μπορούμε να διερευνήσουμε σε βάθος συγκεκριμένα ερωτήματα που αφορούν τα ειδικά ενδιαφέροντά μας, αλλά να υπαινιχθούμε κάτι πιο γενικό, μία από τις πιο εσωτερικές αντιφάσεις της έννοιας του πολέμου, που υπονομεύει τα θεμέλια του λεγόμενου «Δυτικού κόσμου»

Το τεχνικό λάθος της σκέψης ενός «ενδεχόμενου πολέμου» κυρίως όσον αφορά τα όπλα και τους εξοπλισμούς, τις ειδικές τεχνολογίες και τον βιομηχανικό εξοπλισμό και άλλα παρόμοια, όπως και την αξιολόγηση του ανθρώπου—σύμφωνα με την ωμή πλέον και διαδεδομένη εικόνα στη στρατιωτική λογοτεχνία—απλά σαν ανθρώπινο αναλώσιμο, έχει επικριθεί ευρέως. Η ποιότητα και το πνεύμα των ανδρών, στους οποίους δίνονται τα όπλα, τα μέσα της επίθεσης και της καταστροφής αντιπροσώπευαν και εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν, και θα αντιπροσωπεύουν πάντα το βασικό στοιχείο του «ενδεχόμενου πολέμου». Καμία κινητοποίηση δεν θα είναι ποτέ «καθολική» αν το Πνεύμα και το ρόλος των ανθρώπων που θα δοκιμαστούν σε αυτά που χρειάζεται, δεν έχουν ακόμα δημιουργηθεί.

Πώς είναι τα πράγματα στο θέμα αυτό για τον κόσμο των «δημοκρατιών;»
Τώρα θέλουν, για τρίτη φορά αυτόν τον αιώνα να οδηγήσουν την ανθρωπότητα σε πόλεμο, στο όνομα του «πολέμου ενάντια στον πόλεμο». Αυτό απαιτεί από τους ανθρώπους να καταπολεμήσουν την ίδια στιγμή αυτό για το οποίο επικρίνεται ο πόλεμος. Απαιτεί ήρωες, ενώ διακηρύσσει τον πασιφισμό ως το ύψιστο ιδανικό. Απαιτεί πολεμιστές, ενώ έχει κάνει την έννοια του «πολεμιστή», συνώνυμο του εισβολέα και του εγκληματία, ενώ παράλληλα έχει μειώσει την ηθική βάση του «δίκαιου πολέμου» με εκείνη μίας μεγάλης κλίμακας αστυνομική επιχείρηση, και επιπλέον έχει μειώσει τη σημασία του Πνεύματος του Αγώνα, με αυτή που κάποιος απλά υπερασπίζεται τον εαυτό του ως έσχατη λύση.

Απόσπασμα από τη συλλογή “Η Μεταφυσική του Πολέμου” του Julius Evola
Σχολιάζοντας την “Εξέγερση ενάντια στον σύγχρονο κόσμο” ο κορυφαίος θρησκειολόγος Mircea Eliade, γράφει “Ο Έβολα αποτελεί ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα πνεύματα της γενιάς του πολέμου. Κατέχει ένα εντυπωσιακό φάσμα γνώσεων. Συνιστούμε το βιβλίο αυτό σε όσους επιθυμούν να μάθουν, αν όχι τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα, τουλάχιστον μια γοητευτική γενική ερμηνεία του κόσμου και της ιστορίας”.
Ο Έβολα θεωρεί τον σύγχρονο κόσμο ως μια προσποίηση της ηθικής κατάπτωσης και της παρακμής του ανθρώπου, και αυτό γιατί με την επικράτηση της οικονομίας και της τεχνοκρατίας ως απόλυτων αξιών, ο ανθρώπινος πολιτισμός χάνοντας την μεταφυσική και πνευματική-ηρωική του υπόσταση μοιραία θα καταρρεύσει, παρασύροντας μαζί του τον ίδιο τον άνθρωπο. Κατά τον Έβολα ο σύγχρονος κόσμος με την κυριαρχία του επιστημονισμού, της οικονομοκρατίας και της κουλτούρας του τεχνοπωλείου μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μια επαναστατική και ταυτόχρονα δημιουργική επιστροφή στην έννοια της Παράδοσης και του ηρωικού πνεύματος. 
Η παράδοση και το ηρωικό πνεύμα αποτελούν το ανάχωμα τόσο στον νεωτερικό εκφυλισμό της Ευρώπης, όσο και στην επιβολή της από-ιεροποίησης του κόσμου που επέβαλαν ο καπιταλιστικός και κομμουνιστικός ματεριαλισμός. Η εξέλιξη αυτή καθίσταται δυνατή όχι απλά με μια εσωτερική μεταστροφή και αντίσταση του ανθρώπου, η οποία φυσικά είναι αναγκαία προϋπόθεση, αλλά με μια πολιτική και πολιτιστική επανάσταση εναντίον της καπιταλιστικής δημοκρατίας, επανάσταση η οποία θα φέρει πολιτικούς ηγέτες ικανούς και αποφασιστικούς. Ο Έβολα πιστός στη φασιστική ιδέα του Κρατισμού, θεωρεί το Κράτος ως τη μέγιστη οργανική μορφή ενός Έθνους στην κορυφή του οποίου θα βρίσκεται ο ισχυρός ηγέτης, ο φιλόσοφος-βασιλιάς.
Ο Έβολα υπήρξε ένα πνεύμα βαθύ, ένας αιρετικός φιλόσοφος του πολιτισμού και του ανθρώπου, με έναν ιδιαίτερα επικίνδυνο λόγο για την κοινωνική και πολιτική δομή της εποχής του.

Κεντρικός άξονας της σκέψης του Έβολα είναι η έννοια της αρχαίας ευρωπαϊκής παράδοσης, την οποία όμως καταφέρει να συνδέσει με τον ανατολικό μυστικισμό και το ρωμαϊκό imperium. Αν και έχει χαρακτηριστεί ως ο φιλόσοφος του Φασισμού, αποτελεί γεγονός πως επέκρινε το Φασιστικό καθεστώς για την μετριοπάθεια του, τον συμβιβασμό του και τον εναγκαλισμό του με την Καθολική Εκκλησία. Και αυτό γιατί το έργο του Έβολα σημαδεύτηκε όσο κανενός άλλου φιλοσόφου, από μια αλληλοπεριχώρηση της πολιτικής και της μεταφυσικής, και στο έργο του γίνεται μια δυσνόητη σύνδεση του παγανισμού, της μεσαιωνικής χριστιανικής αντίληψης, και του ανατολικού μυστικισμού της θρησκείας και των φιλοσοφικών συστημάτων.

Επηρεασμένος αρχικά από τον Φουτουρισμό, εκδηλώνει στα κείμενα του έναν μετανεωτερικό ριζοσπαστισμό, ο οποίος έγκειται στην αντισυμβατική θεώρηση του βίου της καθημερινότητας. Η αντίληψη αυτή για το ζήν, κατά τον Έβολα, πρόταση την ηρωική αντίληψη της ζωής δίχως όμως να ξεφεύγει από έναν ηρωικό πεσιμισμό και εν τέλει την εσωτερική απομόνωση του ατόμου, στα πλαίσια ενός ασκητικού αναχωρητισμού. Από αυτή τη θεώρηση δεν ξέφυγε ούτε και ο ίδιος ο φιλόσοφος.

Φανατικός επικριτής του Χριστιανισμού ο Έβολα, προκρίνει έναν ιδιότυπο παγανισμό, ο οποίος στηρίζεται στην παράδοση αλλά και στην λατρεία αυτής καθ’ εαυτής της Ευρώπης ως πνευματικού συνόλου και πολιτικής κατάστασης. Για τον λόγο αυτό είναι ένας από τους βασικούς αρνητές των δυο πόλων Καπιταλισμού- Κομμουνισμού , καθώς θεωρεί τον Φασισμό ως την θεμελιώδη ευρωπαϊκή δύναμη που θα καθιερώσει έναν νέο πολιτισμό, έναν νέο κόσμο. Αν και επικρίνει τον Φασισμό αρκετές φορές, εν τούτοις τον θεωρεί ως μια πραγματική επανάσταση, αν και είναι φανερό πως η σκέψη του Έβολα κινείται στις παρυφές της εθνικοσοσιαλιστικής μεταφυσικής κυρίως όσον αφορά τον μυστικισμό του Χίμλερ και του Ρόζενμπεργκ.

Επηρεασμένος από τον Μηδενισμό του Νίτσε αφομοιώνει έναν πολεμικό αντιχριστιανικό λόγο, καθώς επίσης την αμφισβήτηση της κατεστημένης ηθικής και των ηθικολογικών αξιών της αστού ανθρώπου. Η έννοια της διαρκούς αυθυπέρβασης του Εαυτού, και της μετεξέλιξης της ανθρώπινης προσωπικότητας είναι κοινά σημεία αναφοράς στον Νίτσε και στον Έβολα.

Ο Julius Evola
Γεννήθηκε στη Ρώμη στις 19 Μαΐου του 1898, από οικογένεια ευγενών σικελικής καταγωγής. Υπήρξε κύριος εκφραστής της Εσωτερικής Παράδοσης αφήνοντας πίσω του ένα λαμπρό έργο το οποίο χαρακτηρίζεται από μια σειρά εργασιών για τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό, τη Γιόγκα και τις Ανατολικές Φιλοσοφίες ενώ παράλληλα εμβαθύνει στην ερμητική παράδοση, την αλχημεία, τον πνευματισμό. Διαφορετικά μονοπάτια που οδηγούν στη φώτιση. Αρχαίες παραδόσεις που μαζί με την Ελληνική, τη Ρωμαϊκή και τη Βόρια Μυθολογία, την οποία αντιλαμβάνεται ως ένα είδος προϊστορίας, φτάνουν μέχρι τις ιπποτικές και απόκρυφες αφηγήσεις του Μεσαίωνα. Μία αριστοκρατική πολιτιστική κληρονομιά ενάντια στον οικουμενισμό της παγκοσμιοποίησης της σύγχρονης εποχής, υπό το πρίσμα της Μεταφυσικής, όχι μόνο με την απλή ετυμολογική και φιλοσοφική έννοια του όρου “πέραν από το φυσικό”, αλλά ως μία εμπειρία “υπερψυχολογική και υπερφυσιολογική”.

Ίσως είναι αυτό που κάνει τα έργα του Evola δυσνόητα για το ευρύ κοινό. Αυτά τα οποία γράφει δεν τα έχει μόνο μελετήσει με την ουσιαστική έννοια του όρου μελετώ, αλλά τα έχει βιώσει και αντίστροφα εκείνο το οποίο γράφει χρειάζεται ουσιαστικά, τουλάχιστον να μελετηθεί. Τη παρατήρηση αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει η ίδρυση το 1927 από τον ίδιο, μαζί με άλλους Ιταλούς εσωτεριστές και διανοούμενους της εποχής, της ομάδας Ur (Gruppo di Ur). Παράλληλα εκδίδει το μηνιαίο ομώνυμο έντυπο (Ur, 1927-1928) και εν συνεχεία το επίσης μηνιαίο δελτίο Krur (1929).

Το φιλοσοφικό του έργο, έρχονται να συμπληρώσουν μία σειρά από πολιτικά βιβλία, επίσης πνευματικού και παραδοσιακού προσανατολισμού, κύριο πυρήνα του οποίου αποτελεί η τριλογία “Εξέγερση Ενάντια στο Σύγχρονο Κόσμο”, “Άνθρωποι Ανάμεσα στα Ερείπια” και “Ιππεύοντας την Τίγρη”. Tα παραπάνω συγγράμματα αποτελούν εγχειρίδια επιβίωσης για τους αριστοκράτες της ψυχής της σύγχρονης εποχής, την οποία ο Evola, βαθιά επηρεασμένος από τον Ινδουισμό και την θεωρία των Υuga αντιλαμβάνεται ως τη σκοτεινή εποχή (Kali Yuga), ως την εποχή του τέλους του πολιτισμού αυτού, εποχή της παρακμής και της αποσύνθεσης.

Όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος οι ιδέες και οι απόψεις του Evola διαμορφώνονται υπό την επίδραση του Πλάτωνα, του Nietzsche και της θεωρίας του “Υπερανθρώπου”, του Otto Weininger και τη θεωρία της διπολικότητας, καθώς και τη μεταφυσικής αναζήτησης του απολύτου τραγικά εκφρασμένη από τον Μichel Staedter. Ουσιαστική είναι επίσης η επίδραση των Otto Braun, Meister Eckhart, Oswakd Splengler καθώς και του μεγάλου Γάλλου διανοούμενου Rene Guenon.

Ο Evola δεν ήταν απλά ένας λόγιος. Το συγγραφικό του έργο ακολουθούν μία σειρά από ποιήματα (“Raaga Blanda” 1969) αλλά και έργα τέχνης τα οποία και επηρέασαν βαθύτατα το ρεύμα του Ντανταϊσμού στο οποίο εντάσσεται. Το 1963 οργανώνεται για πρώτη φορά μία έκθεση όλων των έργων του στη γκαλερί “Medusa” της Ρώμης ενώ τα περισσότερα από αυτά κοσμούν σήμερα τόσο ιδιωτικές συλλογές όσο και τη Galleria Nationale d’ Arte Moderna της ιταλικής πρωτεύουσας.

Ενεργή υπήρξε επίσης η παρέμβαση του Evola στην πολιτική ζωή της εποχής, η οποία εκφράζεται από μία αντίθεση τόσο ως προς τoν Αμερικάνικο καπιταλισμό όσο κι ως προς τον Μπολσεβικισμό της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Πολλοί, λόγω των αριστοκρατικών του ιδεών, βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν επιπόλαια ως επίσημο διανοούμενο του φασισμού κάτι που όμως ήρθαν να αντικρούσουν, ο ριζοσπαστικός, κι αιρετικός του λόγος σε συνδυασμό με τις επαναστατικές του διακηρύξεις. Πολύ σύντομα το εξαμηνιαίο La Torre (1930) απαγορεύεται με διάγγελμα του ιδίου του Μουσολίνι. Στο La Torre o Εvola εξαπολύει μία δριμύ κριτική στο πολιτικό καθεστώς της εποχής, στη σχέση που αυτό είχε με την καθολική εκκλησία, τους μεγαλοβιομήχανους, καθώς και στη λαϊκιστική του απήχηση στις πλατιές μάζες. Αντίθετα ορθά ρομαντικό και ιδιαίτερα πνευματικό χαρακτηρίζεται το ενδιαφέρον του Evola για τη δομή του εσωτερικού εθνικοσοσιαλιστικού καστικού συστήματος προβλέποντας μάλιστα την είσοδο εθνολογικά ξένων μη-Γερμανών στις τάξεις αυτού, πολύ πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αμέσως μετά την πτώση του Φασισμού και την Ιταλική συνθηκολόγηση καταφεύγει στην ελεύθερη τότε Ιταλία του Βορρά ενώ συχνές είναι και οι επισκέψεις του στη Γερμανία και την Αυστρία. Το Μάρτιο του 1945 ο Julius Evola, ενώ απολάμβανε τον καθημερινό του περίπατο στους δρόμους της Βιέννης, τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια ενός σφοδρού συμμαχικού βομβαρδισμού, ένα ατύχημα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα την παράλυση των κάτω άκρων του για τα υπόλοιπα 30 χρόνια της ζωής του. Eπιστρέφει στην Ιταλία το 1948 όπου και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στο συγγραφικό του έργο. Ο Julius Evola πέθανε στις 11 Ιουνίου του 1974. Η σoρός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του σκορπίστηκαν όπως και επιθυμούσε στις παγωμένες κορυφές του όρους Rosa για να συνεχίσει εκεί την αγαπημένη του άσκηση ορειβασίας.

Όπου σε πάει η καρδιά

Η γιαγιά συμβουλεύει την εγγονή της:

"...Κάθε φορά που θα νιώθεις χαμένη, μπερδεμένη, να σκέφτεσαι τα δέντρα, να θυμάσαι τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουν. Να θυμάσαι ότι ένα δέντρο με πλούσια φυλλώματα και λίγες ρίζες ξεριζώνεται με το πρώτο φύσημα του αέρα, και σ' ένα δέντρο με πολλές ρίζες και ισχνά φυλλώματα η λέμφος κυλάει με δυσκολία. Ρίζα και φυλλώματα πρέπει ν' αναπτύσσονται με το ίδιο μέτρο, πρέπει να μένεις μέσα στα πράγματα και πάνω από αυτά, μόνο έτσι θα μπορέσεις να προσφέρεις σκιά και καταφύγιο, μόνο έτσι θα μπορέσεις να γεμίσεις με λουλούδια και καρπούς τη κατάλληλη εποχή.

Κι όταν θ' ανοιχτούν μπροστά σου τόσοι δρόμοι και δεν θα ξέρεις ποιον να διαλέξεις, μην ακολουθήσεις ένα στη τύχη, αλλά κάθισε και περίμενε. Πάρε βαθιές, γεμάτες εμπιστοσύνη ανάσες, όπως τη μέρα που ήρθες στον κόσμο, χωρίς ν' αφήσεις τίποτα ν' αποσπάσει την προσοχή σου. Περίμενε, περίμενε κι άλλο. Μείνε ασάλευτη, σιωπηλή κι άκουσε την καρδιά σου. Κι όταν σου μιλήσει, πήγαινε όπου σε πάει εκείνη..."

"Η παιδική και η γεροντική ηλικία μοιάζουν. Και στις δύο περιπτώσεις, για διαφορετικούς λόγους, είμαστε μάλλον άοπλοι, δεν είμαστε ακόμα - ή δεν είμαστε πια - μέτοχοι στην ενεργό ζωή κι αυτό μας επιτρέπει να ζούμε με μια ευαισθησία χωρίς πρότυπα, ανοιχτή. Στη διάρκεια της εφηβείας αρχίζει να σχηματίζεται γύρω από το σώμα μια αόρατη πανοπλία. Σχηματίζεται στην εφηβεία κι εξακολουθεί να πυκνώνει σε όλη την ωριμότητά μας. Η διεργασία της ανάπτυξής θυμίζει λίγο εκείνη των μαργαριταριών: όσο πιο βαθιά είναι η πληγή, τόσο πιο δυνατή είναι η πανοπλία που αναπτύσσεται γύρω της. Ύστερα, όμως, όπως ένα ρούχο που το φοράμε πάρα πολύ καιρό, αρχίζει με το πέρασμα του χρόνου να φθείρεται στα σημεία της μεγαλύτερης τριβής, αφήνει να φαίνεται η ύφανση και ξαφνικά, σε μια απότομη κίνηση, σχίζεται. Στην αρχή δεν το αντιλαμβάνεσαι, είσαι σίγουρη πως η πανοπλία σε τυλίγει ακόμα ολόκληρη, ώσπου μια μέρα, αναπάντεχα, βρίσκεσαι να κλαις σαν παιδάκι για κάτι ασήμαντο, χωρίς να ξέρεις γιατί"

Ο Έρωτας και ο Θάνατος

Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε αναρωτηθεί τι είναι ο Έρωτας, δίχως να μπορούμε να δώσουμε πειστική απάντηση. Για μένα ο πιο επιτυχής ορισμός είναι αυτός του Καζαντζάκη “Αγαπώ θα πει χάνομαι.” Ο Ηράκλειτος είπε: Έρωτας δεν είναι”αυτό ή εκείνο”.Είναι αυτό εκείνου και εκείνο αυτού, ο πόλεμος και η ειρήνη, το οιωνεί άφατον, η άγρια ηρεμία, η ήρεμη αγριότητα. Ο Σταντάλ τον βιώνει ως “ένα εξαίσιο λουλούδι, που όμως πρέπει να έχεις το θάρρος να πας να το κόψεις στην άκρη ενός φοβερού γκρεμού”.

Όπως και να 'χει επικίνδυνος ο Έρωτας, όσο και γλυκός και αναγκαίος για τη ζωή μας. Ερωτευόμαστε αυτό που δεν είμαστε. Αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε. Τον τολμηρό οι δειλοί, τον ντροπαλό οι θαρραλέοι , τον άπιστο οι πιστοί κι αντίστροφα. Πόσο καταλυτικά όμορφα το είχε πει ο Έρνεστ Χεμινγουέι: Σ' αγαπώ τόσο πολύ που θα 'θελα να 'μουν ο εαυτός σου.

Οι άντρες έλκονται πρωταρχικά από την εξωτερική εμφάνιση, οι γυναίκες από τους τρόπους, την συμπεριφορά και κυρίως την αίσθηση της μοναδικότητας που το αρσενικό θα προσφέρει. Κάνε μια γυναίκα να νιώσει πως έχει την αμέριστη προσοχή σου και την έχεις κερδίσει. Αφοσίωση κυρίως ψάχνει η γυναίκα ανασφαλής μέσα στο κυνήγι των προτύπων και των στερεοτύπων αιώνων. Η ομορφιά, η τρυφερότητα, η γλυκήτητα, η ευαισθησία είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που της έχουν “απονεμηθεί” και που καμία επαγγελματική επιτυχία ή φυλετική χειραφέτηση δεν τα έχει καταρρίψει. Ο άντρας πάλι οφείλει να είναι ο δυνατός, ο στιβαρός, ο επαγγελματικά επιτυχημένος και ο “λίγο αλήτης” που ενώ “ξενοκοιτάει” εν τέλει μόνο εμάς θέλει, μόνο εμάς αγαπά. Οποία ουτοπία...

Εν τέλει μέσα από αυτόν τον πόλεμο του Έρωτα γεννιούνται ή μεγάλες αγάπες ή μεγάλες απογοητεύσεις. Θάνατοι λόγω έρωτα δεν είναι σπάνιοι. Ανθρωποθυσίες στο βωμό της απώλειας, δολοφονίες λόγω πάθους, αυτοκτονίες μιας και η ζωή δεν έχει αξία χωρίς το έταιρον ήμιση. “Ο Έρωτας και ο Θάνατος” γράφει ο καθηγητής Δημήτρης Λιαντίνης στο βιβλίο του Γκέμμα, “είναι δυο στιγμές απόλυτα μοναδικές για τον καθένα μας. Ποτέ δε γίνεται να ζήσουν δύο άνθρωποι την ερωτική τους βίωση με όμοιο τρόπο. Αλλά με όμοιο τρόπο ποτέ δε γίνεται να ζήσουν και τη βίωση του θανάτου. Κάθε φορά που ερωτεύονται δυο άνθρωποι γεννιέται το σύμπαν...Και κάθε φορά που πεθαίνει ένας άνθρωπος, πεθαίνει το σύμπαν... Γι' αυτό ο έρωτας και ο θάνατος είναι αδελφοί και ομοιότητες, είναι συμπληρώματα, και οι δυο όψεις του ίδιου προσώπου.

Και ο Γιάννης Ρίτσος στη Σονάτα του Σεληνόφωτος – ένα αριστούργημα που έχω διδάξει και λατρεύω – γράφει:
Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα,
μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.

Ο Έρωτας είναι η προσπάθεια των ανθρώπων να υπερβούν τον χρόνο, τη φθορά, τον θάνατο. Ο Έρωτας κινητοποιεί τη διάθεση για ζωή, ενεργοποιεί δυνάμεις που παραμένουν κρυμμένες, ανανεώνει τους ανθρώπους και αποτελεί διέξοδο από τη μίζερη καθημερινότητα. Τότε είναι κανείς ερωτευμένος , όταν δυο πράγματα τον συντρίβουν : η παρουσία και η απουσία. Γι' αυτό και στον έρωτα ο άνθρωπος πρέπει να δίνεται με όλο του το είναι. Είναι πράξη επαναστατική. Είναι πράξη απελευθερωτική και υποδούλωσης μαζί. Είναι πράξη Σταύρωσης κι Ανάστασης.

Ο Έρωτας είναι και η αιτία της λατρείας μου για την Ποίηση. Αυτή κι αν είναι μια πράξη κατεξοχήν ερωτική. Λέξη δε βγαίνει στο χαρτί χωρίς έρωτα για τον άνθρωπο, για τη ζωή, για τον έρωτα τον ίδιο. Μιλώ γιατί υπάρχει ο έρωτας που με ακούει, μιλώ γιατί μιλούν τα μάτια του μέσα μου. Μιλώ γιατί μια θάλασσα με φώλιασε μόλις με άγγιξε. Μιλώ για σένα...

Ερωτεύτηκα, πέθανα, αναστήθηκα, για να ερωτευθώ ξανά. Ο Έρωτας κι ο Θάνατος. Η Σταύρωση και η Ανάσταση. “Εγώ” κι “Εσύ”. Η Ζωή....

Η ΣΙΩΠΗ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ


Αποφθέγματα για την Σιωπή

Αληθινή αγάπη: όταν δε χρειάζεται και να πεις τίποτα Γαλλική παροιμία
Αν η σιωπή ταιριάζει και στον σοφό, άραγε πόσες φορές περισσότερο ταιριάζει στον ανόητο Ταλμούντ
Ανάμεσα στο ψέμα και την αλήθεια υπάρχει η διέξοδος της σιωπής Άγνωστος
Ας είναι ευλογημένη η σιωπή! Γιατί μέσα σ' αυτήν θα μ' ακούσεις να μιλώ Γκιμπράν Χαλίλ
Ασφαλώς, οι υποθέσεις των ανθρώπων θα ήσαν πιο ευτυχισμένες, αν η δύναμη των ανθρώπων να σιωπούν ήταν ίση με την δύναμη τους να μιλούν. Η πείρα, όμως, περισσότερο από αρκετά μας διδάσκει ότι οι άνθρωποι δεν ελέγχουν τίποτε με τόση δυσκολία όσο τη γλώσσα τους Σπινόζα Μπ.
Αυτοί που έχουν τη γνώση, δε μιλούν. Αυτοί που μιλούν, δεν έχουν γνώση Λαο Τσι
Αυτός που μιλάει δεν ξέρει. Αυτός που ξέρει δεν μιλάει Λάο Τσε
Αυτός που ξέρει να σιωπά, απλώς δεν μπορεί να μιλήσει σωστά Γιενς Βάλτερ
Αυτός που όταν έχει άδικο σιωπά, είναι σοφός. Αυτός που σιωπά, αν και ξέρει πως έχει δίκιο, είναι παντρεμένος Σω Μπέρναρντ
Για μια θυσία που κάνεις επιβάλλεται η σιγή Ευριπίδης
Για να επιβάλεις τη σιωπή σε ένα πρόσωπο, σίγα πρώτος εσύ Σενέκας
Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, καλύτερα να μένουμε σιωπηλοί (Wovon man nicht sprechen kann, darüber muss man schweigen) Βιτγκενστάιν Λούντβιχ
Γνήσιος έπαινος για τη γυναίκα είναι η σιωπή Ευριπίδης
Γυναιξί σιγή κόσμον φέρει (Η σιωπή στολίζει τις γυναίκες) Σοφοκλής
Δεν υπάρχει πιο ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ ερωτευμένων, όταν και οι δυο σιωπούν Τουρνιέ Α.
Δεν υπάρχει τόσο ταπεινωτική απάντηση, όσο η περιφρονητική σιωπή Ντε Μονταίν
Εάν η γυναίκα δεν ξέρει τι να πει, το μόνο σίγουρο είναι πως δε θα σιωπήσει Μάμτσιτς Μ.
Εάν θέλεις να ζεις σε ειρήνη, μη βλέπεις τίποτα, μην ακούς τίποτα, σιώπα Ιταλική παροιμία
Εάν μόνο ακούτε τα ειπωμένα, τότε είστε ένας μαθητής. Ακούτε τις λέξεις και χάνετε την σιωπή. Εκείνη τη στιγμή που θ' αρχίσετε ν' ακούτε τη σιωπή, τότε θα γίνεστε ένας μυημένος, αληθινός μαθητής Όσσο
Εάν στην ερώτησή σας απάντησα με σιωπή, αυτό σημαίνει ότι είμαι σίγουρος πως ερμηνεύοντας αυτήν την σιωπή θα βρείτε την πιο σωστή απάντηση παρά ακούγοντας τη "σωστότερη" απάντησή μου Σοϊλεμεζίδης Γ.
Εάν το Α είναι η επιτυχία στη ζωή, τότε το Α ισούται με χ συν ψ συν z. Το χ είναι η εργασία, το ψ είναι το παιχνίδι και το z είναι να κρατάς το στόμα σου κλειστό Σκυλλουργιώτης
Εκεί που πολύ μιλάνε η σιωπή γίνεται αρετή Τοϊσιμπέκοφ Μπ.
Εκείνος που έχει υπάκουα γλώσσα συνήθως σιωπά Λετς Σ.
Έμαθα να σιωπώ απ' τον φλύαρο, να είμαι επιεικής απ' τον φανατικό, έμαθα την καλοσύνη απ' τον μοχθηρό, αλλά όσο και παράξενο να φαίνετε δε νιώθω ούτε μια στάλα ευγνωμοσύνης στους δασκάλους μου Ντζεμπράν Ντ.
Η αλήθεια σιωπά όταν μιλάνε τα λεφτά Ρώσικη παροιμία
Η αληθινή λύπη φέρνει σιγή στην καρδιά. Η χαρά έχει τους φίλους της και η λύπη τη μοναξιά της
Η αμαρτία γράφει ιστορία. Η καλοσύνη σιωπά Λούθηρος
Η ανομία εξιστορείται, η αγαθότητα σιγά Γκαίτε
Η αξία αναμφιβόλως χάνει όταν περιαυτολογεί, αλλά και όταν σιωπεί ακαίρως, δεν ωφελεί Αιγινίτης Δ.
Η βαθειά επικοινωνία συμβαίνει μέσα στη σιωπή, όχι μέσα από λέξεις  Άγνωστος
Η Γνώση είναι ένα παιδί που έκανε μια ανακάλυψη και με κραυγές χαράς τρέχει στους δρόμους. Ενώ η Σοφία διατηρεί την ανακάλυψη της μες στη βαθιά σιωπή Αουρομπίντο Σ.
Ή λέγε τι σιγής κρείττον, ή σιγήν έχε (Ή να λες κάτι καλύτερο από την σιωπή ή να σωπαίνεις) Ευριπίδης
Ή λέγε τι σιγής κρείττον, ή σιγήν έχε (Ή νας λες κάτι που αξίζει περισσότερο απ' τη σιωπή, ή αλλιώς σιώπα!) Μένανδρος
Η λευκή σελίδα ποθεί τη λέξη, η λέξη το θραύσμα το θραύσμα τη σιωπή η σιωπή το ποίημα της σιωπής το ποίημα της σιωπής, τη λευκή σελίδα Βλαβιανός Χ.
Η μεγαλύτερη τέχνη είναι να παραμένεις σιωπηλός, ενώ μιλάς Άγνωστος
Η μουσική εκφράζει αυτά που θα'ταν καλύτερο να αποσιωπηθούν Σούμαν Κλάρα
Η ουσία του διαλογισμού είναι στο να είσαι τόσο σιωπηλός, ώστε να μη υπάρχει κάποια παραμικρή κίνηση της σκέψης, για να μη μπουν κάποιες λέξεις μεταξύ σας και της πραγματικότητας, για να μείνετε πραγματικά μόνος. Αυτή η μοναχικότητα, αυτή η καθαρότητα, αυτό το ξάστερο ουρανό της ύπαρξής σας είναι ο αληθινός διαλογισμός Όσσο
Ή πρέπει να σιωπήσεις, ή να πεις κάτι καλύτερο από τη σιωπή Πυθαγόρας
Η σιωπή είναι βαθιά σαν την αιωνιότητα, τα λόγια ρηχά σαν το χρόνο Καρλάιλ Τομας
Η σιωπή είναι βαθιά σαν την Αιωνιότητα. Η ομιλία ρηχή σαν τον Χρόνο Καρλάιλ Τ.
Η σιωπή είναι βουβή, όμως υπάρχουν και εκρηκτικές σιωπές Άγνωστος
Η σιωπή είναι ένας πιστός φίλος που ποτέ δε θα σε προδώσει Κομφούκιος
Η σιωπή είναι η πιο τέλεια έκφραση της περιφρόνησης Σω Μπ.
Η σιωπή είναι η συνέχεια των επιχειρημάτων με άλλα μέσα Τσε Γκεβάρα Ε.
Η σιωπή είναι μια αξεπέραστη απάντηση Άγνωστος
Η σιωπή είναι μια αρετή που μπορεί κάποτε να αποβεί εγκληματική Ντε Μαρινιάκ
Η σιωπή είναι μια μορφή ομιλίας, που δε ζητάει απάντηση, είναι κοφτή, κρύα και σκληρή Άγνωστος
Η σιωπή είναι πιο μουσική απ’ οποιοδήποτε τραγούδι Ροσσέτι Χ.
Η σιωπή είναι σοφία, από εκεί εκπορεύεται κάθε σοφία, αν το μωρό του τρυγονιού δε γουργούριζε δε θα τραβούσε κοντά του το μωρό του φιδιού που τριγυρίζει Μεντζντούμπ
Η σιωπή είναι τα αγία των αγίων της σοφίας: εκεί φυλάνε όχι μόνο τα μυστικά, αλλά και τα ελαττώματα Ζαχαρίε Κ.
Η σιωπή είναι το πλέον ακαταμάχητο επιχείρημα Μπίλλινγκς Τζ.
Η σιωπή είναι το στολίδι του σοφού και το προσωπείο του βλάκαΑραβική παροιμία
Η σιωπή είπε τα σοφότερα και υψηλότερα λόγια Άγνωστος
Η σιωπή θα μας σώσει από το άδικο, αλλά θα μας στερήσει τη δυνατότητα να έχουμε δίκαιο. Στραβίνσκι Ι.
Η σιωπή μερικές φορές σημαίνει πολύ αυστηρή κριτική Μπάκστον Τσ.
Η σιωπηλή γυναίκα είναι δώρο Θεού Γαλλική παροιμία
Η σιωπηρή πράξη είναι καλύτερη από την ανώφελη λέξη Άγνωστος
Η σοφία αποτελείται από δυο μέρη: πρώτα, να έχεις να πεις πολλά και δεύτερο, να μην πεις τίποτα Άγνωστος
Η συζήτηση διδάσκει, η σιωπή μορφώνει Άγνωστος
Η συμφορά είναι φιλοσοφία σιωπηλή Δημητρακόπουλος Π.
Η τέχνη να μιλάς έχει ως φυσική συμπλήρωση την επιστήμη να σιωπάς Τοϊσιμπέκοφ Μπ.
Η φλυαρία των ΜΜΕ είναι η υπεραξία της σιωπής μας
Θα γνωρίσει το μυστικό του Αόρατου μόνο εκείνος που είναι ικανός να κλείσει τα χείλη του και να μείνει σιωπηλός Ρουμί
Καλύτερα να αποκαλύψεις την εξυπνάδα σου σιωπηλά, παρά μιλώνταςΣοπενάουερ Α.
Καλύτερα να σιωπάς αν δεν έχεις κανόνι Ινδική παροιμία
Καμιά εκδίκηση δεν μπορεί να συγκριθεί με σιωπηλή περιφρόνηση, επειδή αυτή αποτελεί θάψιμο του συκοφάντη στη λάσπη της δικής του μηδαμινότητας Γρασιάν Μπ.
Κανείς ανόητος δεν ξέρει ποτέ πότε πρέπει να σιωπά
Κατά τη δικτατορία οι άνθρωποι σιωπούν, κατά την δημοκρατία σωπαίνουν Βιγκούσιν Α.
Κλειστό το στόμα / Σιωπή (Acqua in bocca) Ιταλική Παροιμία
Μάζεψα τα πιο όμορφα, τα πιο σοφά Λόγια, για να κατανοήσω πως στην κορυφή της ομορφιάς, της αρμονίας και της σοφίας βρίσκεται η Σιωπή Σοϊλεμεζίδης Γ.
Μάθε ν’ ακούς τη σιωπή μέσα σου και να ξέρεις ότι καθετί σ’ αυτή τη ζωή έχει κάποιο σκοπό. Δεν υπάρχουν λάθη, ούτε συμπτώσεις, καθετί που συμβαίνει είναι ένα δώρο που μας δίνεται για να μάθουμε κάτι απ’ αυτό Kubler - Ross Elisabet
Μάλιστα, μπορείς έξυπνα να μιλάς, όμως καλύτερα είναι έξυπνα να σιωπάς Πλούταρχος
Με την άδικη πατρίδα σου να συμπεριφέρεσαι όπως με την μητρυιά: να σιωπάς Πυθαγόρας
Μεγαλιώδης η σιγή, ανούσια όλα τα άλλα Ντε Βινύ Αλφρέ
Μείνε σιωπηλός, μη σκέπτεσαι, και όλα θα γίνουν κατανοητά Σεγκαν Γιαντσι (Σοσαν Καντσι)
Μερικές φορές η σιωπή είναι πιο πολυσήμαντη και υψηλή, παρά η πιο ευγενική και εκφραστική ευγλωττία Άντισον Ντ.
Μη λέγεις πάντοτε όσα γνωρίζεις. Αλλά γνώριζε πάντοτε τα όσα λέγεις Σωκράτης
Μόνον η σιωπή είναι ωραίο πράγμα. Όλα τα άλλα είναι αδυναμία Ντε Βινύ
Να είσαι περήφανος, αυστηρός. Μην ζητήσεις καμιά παρηγοριά από κανέναν, υπόφερε σιωπηλά Ντοστογιέφσκι
Να σιωπά εκείνος που έδωσε, να μιλάει εκείνος που πήρε. Θερβάντες
Να'ναι ευλογημένοι όσοι, ενώ δεν έχουν τίποτα να πουν, κρατούν το στόμα τους κλειστό Βαλεντιν Καρλ
Ο βλάκας λάμπει από εξυπνάδα, όσο διατηρεί τη σιωπή Άγνωστος
Ο διαλογισμός σου δίνει την τόλμη να είσαι σιωπηλός, μόνος…και ευτυχισμένος Όσσο
Ο δρόμος για την τελειότητα είναι αυτός της σιωπής
Ο ένας σιωπά γιατί δεν έχει να πει τίποτα, ο άλλος, γιατί σκέφτεται. -Λέων Τολστόι
Ο κάθε άνθρωπος που έχει την ικανότητα να απολαμβάνει τη σιωπή, δε θα μπορέσει ποτέ να γίνει πολιτικός. Ούτε θα τον επισκεφθεί η σκέψη να γίνει πρωθυπουργός. Αυτό δεν είναι για τους ανθρώπους που διαλογίζονται, είναι για μετριότητες. Όσσο
Ο καλύτερος κήρυκας είναι ο μύρμηγκας, γιατί δε μιλάει Άγνωστος
Ο ρήτορας Ισοκράτης ζήτησε διπλή αμοιβή από τον Καρεώνα που ήταν φλύαρος και ήθελε να σπουδάσει κοντά του. Και όταν αυτός του ζήτησε τον λόγο, ο Ισοκράτης είπε, τον ένα μισθό για να μάθεις να μιλάς και τον άλλο για να μάθεις να σιωπάς Ισοκράτης
Ο σιωπηλός λόγος είναι ο εκφραστικότερος Κουζέν
Ο σοφός φίλος μου είχε μερικές αναλαμπές σιωπής, που έκαναν τη συζήτηση μαζί του απολαυστική Σμιθ Σ.
Οι γονείς, μας μαθαίνουν να μιλάμε, ενώ ο κόσμος, μας μαθαίνει να σιωπούμε Τσεχικό ρητό
Οι λέξεις είναι απλώς το δοχείο. Η σιωπή είναι το περιεχόμενο Οσσo
Οι μικρές λύπες είναι φλύαρες, η μεγάλη οδύνη είναι σιωπηλή Σενέκας
Οι σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο φοβερό κι απ’ το τραγούδι: τη σιωπή τους. Κάφκα Φ.
Οι σιωπές κάνουν τις πραγματικές συζητήσεις μεταξύ φίλων. Αυτό που μετράει δεν είναι το να μιλάς, αλλά το να μη χρειάζεται να μιλήσεις Βιετναμέζικη παροιμία
Οι σοφοί άνθρωποι συνήθως σιωπούν. Όταν όμως που κάτι, τους αντιλαμβανόμαστε από τη δυσάρεστη μυρωδιά του στόματός τους Ζάπα Φρανκ
Όλες οι μεγάλες απολαύσεις είναι σιωπηλές Άγνωστος
Όλοι μιλούν. Κανένας δεν μιλά για τη σιωπή. Γι' αυτό έχουν χάσει την αξία τους τα λόγια Άγνωστος
Όσο βαθύτερη είναι η λύπη, τόσο λιγότερο φωνάζει Ταλμούδ
Όσο μια λέξη μένει ανείπωτη, είσαι ο αφέντης της, μόλις την ξεστομίσεις, γίνεσαι σκλάβος της Γκάμπριολ Ιμπν
Όταν μιλάς οι λέξεις πρέπει να είναι καλύτερες από την σιωπή. - Λέων Τολστόι
Όταν ο μικρός άνθρωπος αρχίζει να καταλαβαίνει τον κόσμο, κάνει πολλές ερωτήσεις. Όταν μεγαλώνει, αρχίζει να μιλάει πολύ. Και μόνο όταν ο άνθρωπος κατανοεί την ευφράδεια της σιωπής, τότε γένεται ενήλικος Άγνωστος
Όταν οι αυτόπτες μάρτυρες σιωπούν τότε γεννιούνται οι μύθοι Έρεμπουργκ Η.
Πολλές φορές λυπήθηκα για αυτά που είπα, άλλα ελάχιστες φορές μετάνιωσα που κράτησα τη σιωπή Ακινάτης Θ.
Πότε πότε, βρισκόμενος πάνω στην σκηνή μπορείς ν’ ακούσεις τον καλύτερο ήχο που μπορεί ν’ ακούσει κάθε ηθοποιός. Αυτόν τον ήχο είναι αδύνατον ν’ ακούσεις στον κινηματόγραφο ή στην τηλεόραση. Είναι ο ήχος μιας θαυμάσιας, βαθιάς σιωπής, που σημαίνει πως πέτυχες τον στόχο Βίντερς Σ.
Πρέπει να έχει κανείς άπειρο πνεύμα για να σιωπά πάντοτε και ελάχιστη κρίση για να μιλά διαρκώς. Ενα άδειο βαρέλι κάνει περισσότερο θόρυβο από ένα βαρέλι γεμάτο
Προσήλωσε το βλέμμα σου στα άστρα και ψάξε το Δρόμο. Τα λόγια εμποδίζουν να βλέπεις μακριά, τήρησε τη σιωπή. Ρουμί
Προτιμώ ο λαός μου να σιωπά, παρά να μιλάει Αμίν Ίντι
Πρώτα τρεις φορές σκέψου και μετά μην πεις τίποτα Ρενιέ Α.
Σε δυό περιστάσεις ο λόγος είναι προτιμότερος της σιωπής. Όταν κάποιος γνωρίζει τι θα πει και όταν είναι ανάγκη να μιλήσει Ισοκράτης
Σιγή και μοναξιά είναι οι καλύτεροι φίλοι της ψυχής Κλεάνθης
Σιγή και μοναχικότητα είναι οι καλύτεροι φίλοι της ψυχής Λονγκφέλλοου Χ.
Σιωπάς καλύτερα, παρά μιλάς Ταλμούντ
Σιωπή: εκείνο που κάνει την συνηθισμένη γυναίκα μυστηριώδη. Βεβαίως, αν δεν είναι βουβή Καζακέβιτς Α.
Σιωπηλότητα και σεμνότητα: προσόντα πολύ χρήσιμα για την κουβέντα Ντε Μονταίν
Στον έρωτα περισσότερο ωφελεί η σιωπή, παρά ο λόγος
Στους ανόητους η απάντηση είναι η σιωπή Αλ Μααλί Ου.
Συνήθως ο σοφός σιωπάει όχι γιατί δεν έχει να πει τίποτα, αλλά γιατί έχει να σκεφτεί κάτι Τοϊσιμπέκοφ Μπ.
Συχνά είναι καλύτερα να σωπάσεις και να σε νομίσουν βλάκα, παρά να μιλήσεις και να μην αμφιβάλλουν γι' αυτό Άγνωστος
Τα μάτια της σιωπηλής καρδιάς βλέπουν σε μέγα βάθος και τα αυτιά του σιωπηλού μυαλού ακούνε θαύματα ανείπωτα Άγιος Ησύχιος της Ιερουσαλήμ
Τα πιο απάνθρωπα ψέματα λέγονται συνήθως, με σιωπή Στήβενσον Ρ.
Τα φρόνιμα παιδιά φροντίζουν να σιωπούν Αρχαίο ρητό
Τέχνη: διάλογος, όπου ο συνομιλητής σιωπάει Λαντάου Γ.
Το 80 τοις εκατόν των προβλημάτων της ζωής θα εξαφανίζονταν, αν μπορούσαμε να αναγκάζουμε τον εαυτό μας να καθίσει και να σιωπήσει. Κούλριτζ Κ.
Το αίσθημα της Πατρίδας πρέπει να είναι λιγομίλητο και συγκρατημένο, χωρίς κούνημα των χεριών και χωρίς το ξεπέταγμα μπροστά απ' όλους. Το αίσθημα της Πατρίδας είναι μια Μεγάλη Ζεστή Σιωπή Ρόζανοφ Β.
Το βάθος της αγάπης δεν μπορείς να το εκφράσεις ούτε με τα λόγια, ούτε με τη σιωπή Ντουρακόφ καθηγητής
Το καλύτερο είναι η σιωπή. Το αμέσως καλύτερο είναι η αγάπη, η ποίηση, το τραγούδι Όσσο
Το καλύτερο επιχείρημα στην λογομαχία με τον κουφό και τυφλό είναι η σιωπή Χάνιν Λ.
Το να μιλάς είναι ασήμι. Αλλά η σιωπή είναι χρυσός Κέλλερ Γκόττφριντ
Το πρόβλημα των ζευγαριών είναι σε γενικές γραμμές αυτό: Οι στιγμές της σιωπής σιγά σιγά αυξάνονται, μέχρι που η σιγή γίνεται απόλυτη Ντεπαρντιέ Ζεράρ
Το ραδιόφωνο είναι ένα αυτόματο όπλο που πυροβολεί αδιάκοπα τη σιωπή Πίκαρντ Μ.
Το σπανιώτερο και περισσότερο αναγκαίο τάλαντο είναι να μιλάμε όταν πρέπει και να γνωρίζουμε να σιωπούμε Μπουαλώ
Το τέλμα του Συλλογισμού μου είναι καλυμμένο με βούρκο της Σιωπής. Πότε πότε το διαταράσσει ο κοασμός του Γνωμικού και ο ανόητος βάτραχος της Σκέψης κρύβεται μες στο βάθος της Σιωπηρής Συγκέντρωσης Ποντβόντνι Α.
Τον άνθρωπο δεν πρέπει να τον κρίνουμε μόνο από τον τρόπο που ομιλεί, αλλά από τον τρόπο που σωπαίνει Κόλτον