Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Η περιπέτεια της φιλοσοφίας στο τέλος του αρχαίου κόσμου

1.      Νέο κρασί σε παλιά δοχεία;

Οι μετασχηματισμοί της φιλοσοφίας δεν είχαν τέλος κατά τους τελευταίους αιώνες της αρχαιότητας. Σκοπός της τώρα δεν είναι τόσο η γνώση του κόσμου, αυτού εδώ του αισθητού κόσμου· ούτε, βεβαίως, η αλλαγή του. Δεν είναι μόνο (αν ήταν κάποτε μόνο) η επιδίωξη της θεωρητικής σοφίας. Δεν είναι μόνο (όπως ήταν κάποτε κυρίως) μια αἵρεσις βίου, η επιλογή ενός τρόπου ζωής από τους πολλούς διαθέσιμους.
 
Οι έξι πιο αγαπητοί ορισμοί της φιλοσοφίας, που κυκλοφορούσαν στα σχολικά εγχειρίδια κατά την Ύστερη Αρχαιότητα και για τουλάχιστον χίλια χρόνια, δείχνουν ποιος ήταν ο χαρακτήρας και ο ρόλος της φιλοσοφίας. Η φιλοσοφία ορίζεται ως η γνώση ανθρώπινων και θεϊκών πραγμάτων, ορατών και αοράτων. Σύμφωνα με το πλατωνικό παράδειγμα, σχετίζεται με τη ζωή του ανθρώπου: είναι μελέτη θανάτου, μας προετοιμάζει για την έξοδο από αυτή τη ζωή (μήπως και για την είσοδο σε κάποια άλλη;), και ὁμοίωσις πρὸς τὸν Θεόν, πορεία μίμησης ενός ανώτερου προτύπου. Επιπλέον, κατά την αριστοτελική εκδοχή της, είναι η ύψιστη τέχνη και επιστήμη (τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν). Τέλος, κατά τον πολύ παλαιό ετυμολογικό ορισμό της, η φιλοσοφία είναι η αγάπη προς τη σοφία, η κίνηση προς αυτή, μια και η κατάκτηση της σοφίας είναι αδύνατη από τον άνθρωπο και αποτελεί προνόμιο του Θεού.
 
Οι χριστιανοί δέχονταν και επαναλάμβαναν τους παραπάνω ορισμούς της φιλοσοφίας, προχωρούσαν όμως και σε μια άλλη διαίρεσή της. Από τη μια πλευρά είναι η φιλοσοφία των εθνικών, η ἔξωθεν, η ματαία φιλοσοφία, και από την άλλη πλευρά η δική τους, η αληθινή, η ὄντως φιλοσοφία. Εδώ η διάκριση δεν είναι απλώς περιγραφική αλλά αξιολογική. Ο πραγματικός φιλόσοφος είναι πλέον ο χριστιανός.
 
Ο χριστιανός συνέχιζε να φορά την τήβεννο του φιλοσόφου και ουσιαστικά δεν απαρνιόταν τη φιλοσοφική παιδεία του· παράλληλα, και κυρίως, ήταν ένας θεολόγος. Υπήρχαν χριστιανοί στοχαστές (σαν τον Γρηγόριο Νύσσης ή τον Ψευδοδιονύσιο Αρεοπαγίτη) που μπορούν να ονομαστούν «πλατωνικοί», με την έννοια ότι χρησιμοποίησαν όσες θεωρητικές αρχές του Πλατωνισμού τούς φάνηκαν κατάλληλες για να υπερασπιστούν τον λογικό χαρακτήρα των πεποιθήσεών τους και για να ασκήσουν κριτική στους αντιπάλους τους. Όπως ο Πλατωνισμός της Ύστερης Αρχαιότητας «απορρόφησε» τις άλλες φιλοσοφικές παραδόσεις, ήρθε η ώρα του να τον εκμεταλλευτεί ο χριστιανισμός.
 
 

 

  2. Χριστιανισμός και ελληνισμός: συγκατοίκηση χωρίς διαχειριστή;

Στη συνάντηση ελληνισμού και χριστιανισμού δεν πρέπει να φανταστούμε ότι οι δύο πλευρές προσήλθαν δεδομένες και εξαρχής διαμορφωμένες. Αυτό το ξεχνούμε για τον χριστιανισμό, που τότε πρωτοεμφανιζόταν και διαμόρφωνε σταδιακά το δόγμα του (ενώ παράλληλα εξαπλωνόταν και οργανωνόταν ως εκκλησία). Και συχνά το αγνοούμε για τον ελληνισμό, τον οποίο αντιμετωπίζουμε σαν κάτι που είχε ήδη παγιωθεί εκείνη την εποχή. Ωστόσο, οι δύο πλευρές άρχισαν να συγκροτούν, να διευκρινίζουν ή να τροποποιούν την ταυτότητά τους μέσα από τη διαμάχη τους – μέσα από τη διαφορά και τη σύγκρουση.
 
Αν ο ελληνισμός ήταν ολόκληρος ο πολιτισμός της εποχής, οι χριστιανοί καλούνταν να δώσουν το δικό τους στίγμα – μέσα ή έξω από τον πολιτισμό. Από επιλογή ή και από ανάγκη, δέχθηκαν κάποια μέρη του, απέρριψαν άλλα, και δημιούργησαν καινούργια. Η στάση που κράτησαν καθόρισε την πορεία του πολιτισμού στην Ευρώπη, στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή για πολλούς αιώνες (και ίσως ακόμη η σχέση ελληνισμού και χριστιανισμού παραμένει ανοικτό ιστορικοφιλοσοφικό και ιδεολογικό ζήτημα).
 
Έτσι συνέβη και με τη φιλοσοφία. Η φιλοσοφία, το λεξιλόγιό της, τα θεωρητικά της προβλήματα και οι λύσεις τους, ήταν μέρος του κόσμου στον οποίο ζούσαν οι χριστιανοί, όπως ήταν και η ελληνική (ή η λατινική) γλώσσα και παιδεία, η λογοτεχνία, η τέχνη, οι θεσμοί της δημόσιας ζωής, οι μορφές της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Όσο κι αν απαρνήθηκαν με πολλούς τρόπους τον κόσμο, δεν έπαυαν να ζουν μέσα του, να τον συντηρούν και να τον αλλάζουν. Οι χριστιανοί στοχαστές, για να στοχαστούν και για να γίνουν κατανοητοί, όφειλαν να μιλήσουν τη φιλοσοφική γλώσσα του καιρού τους.
 
Αυτό δεν σημαίνει ότι μέσα στο πολεμικό κλίμα της εποχής ο χώρος της φιλοσοφίας αποτέλεσε εξαίρεση. Οι χριστιανοί επιτέθηκαν ανοιχτά στην εθνική φιλοσοφία, και οι πολλές κατηγορίες τους συμπληρώνουν τον κατάλογο της χριστιανικής πολεμικής κατά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας (ειδωλολατρία, αιματηρές θυσίες κ.ά.) και των αρχαίων πρακτικών στην καθημερινή ζωή (ανηθικότητα κ.ά.):
(α) Η φιλοσοφία με την τεχνική ορολογία και τις λεπτολόγες αναλύσεις της είχε απομακρυνθεί από τη ζωή και την πράξη και είχε καταντήσει προνόμιο των λίγων και ακατανόητη για τους πολλούς.
(β) Οι διάφορες φιλοσοφικές σχολές δεν ομονοούσαν αλλά συχνά τόνιζαν τις ανυπέρβλητες μεταξύ τους αντιθέσεις.
(γ) Οι ίδιοι οι φιλόσοφοι χρησιμοποιούσαν την τέχνη τους για βιοποριστικούς σκοπούς (τέχνη τοῦ πορίζειν) και με κερδοσκοπική διάθεση, διευρύνοντας έτσι την απόσταση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη. Έτσι, η ζωή τους δεν στηριζόταν στις αρχές της ηθικής που οι ίδιοι επικαλούνταν.
(δ) Στο εσωτερικό της φιλοσοφίας είχαν υποστηριχθεί αρκετές απόψεις αντίθετες προς τις χριστιανικές, όπως ο πανθεϊσμός Στωικών, ο αδιάφορος θεός του Αριστοτέλη, ο αθεϊσμός του Επίκουρου, η μετεμψύχωση των πλατωνικών, ο ηδονισμός.
(ε) Η φιλοσοφία αποτελούσε την πηγή, τη «μητέρα των αιρέσεων».
Τι σπουδαίο και θαυμαστό κάνουν οι φιλόσοφοί σας; Αφήνουν γυμνό τον έναν ώμο, μακρύ το μαλλί και το μούσι, τριγυρνούν με τα θηριώδη νύχια τους και ισχυρίζονται ότι δεν έχουν ανάγκη από κανέναν. […] Ακολουθείς τις διδασκαλίες του Πλάτωνα και σε αντικρούει αυτός που φιλοσοφεί κατά τον Επίκουρο. Θέλεις να είσαι με τον Αριστοτέλη και σε λοιδορεί ο οπαδός του Δημόκριτου.
Τατιανός, Προς Έλληνας 25
Ό, τι κι αν έγραφαν ρητά εναντίον της φιλοσοφίας (που έγραψαν πολλά και διάφορα), όσο σκληροί ή άδικοι υπήρξαν συχνά στην κριτική τους, οι χριστιανοί την υπολόγιζαν, τη γνώριζαν (λιγότερο ή περισσότερο) και πάντως τη χρησιμοποίησαν – την πλατωνική και τη στωική παράδοση και λιγότερο (τους πρώτους αιώνες) την αριστοτελική. Εξάλλου, υπήρχαν αρκετοί και σημαντικοί χριστιανοί που κρατούσαν πιο μετριοπαθή στάση (όπως ο Μέγας Βασίλειος) ή που υποστήριζαν την αξία της φιλοσοφίας (όπως ο Ιουστίνος και ο Κλήμης).
 
«Και τι μπορείς να ωφεληθείς εσύ τόσο πολύ από τη φιλοσοφία όσο από τον νομοθέτη σου και τους προφήτες σου;»
 
«Γιατί όχι; Μήπως οι φιλόσοφοι με κάθε τους λόγο δεν μιλούν για τον Θεό, και οι συζητήσεις τους δεν περιστρέφονται γύρω από την μοναρχία (τη μοναδικότητα του Θεού) και τη θεία πρόνοια; Ή, μήπως, δεν είναι έργο της φιλοσοφίας αυτό, το να εξετάσει το πρόβλημα περί του θείου;»
Ιουστίνος, Διάλογος προς Τρύφωνα 1.3
Μπορούσαν να δεχθούν πολλές από τις θέσεις των φιλοσόφων: τον θεό-δημιουργό του κόσμου, την ανωτερότητα του νοητού κόσμου, την αθανασία της ψυχής, την αδυναμία του ανθρώπου να γνωρίσει τον θεό ή να μιλήσει γι᾽ αυτόν κ.ά. Όχι όμως την αιωνιότητα του κόσμου, τον αθεϊσμό, την ανυπαρξία σκοπού στον κόσμο κ.ά. Μπορούσαν να υιοθετήσουν π.χ. την αλληγορική μέθοδο ερμηνείας των κειμένων ή την αριστοτελική λογική γενικά, όχι όμως την εφαρμογή όλων των αριστοτελικών κατηγοριών στον θεό. Οι χριστιανοί φιλόσοφοι ακολούθησαν ένα είδος εκλεκτικισμού: έπαιρναν ό,τι έκριναν πως τους χρειαζόταν για να φτιάξουν τη δική τους φιλοσοφία ή για να καταπολεμήσουν την εθνική, και άφηναν τα υπόλοιπα.
 
Με πρώτο τον Ωριγένη, συγκροτήθηκε η «χριστιανική φιλοσοφία», αυτή που θα κυριαρχήσει υπό διάφορες μορφές έως τους νεότερους χρόνους. Είχε σκοπούς εσωτερικούς (να διαμορφώσει, να συστηματοποιήσει και να διδάξει το δόγμα) και εξωτερικούς (αμυντικούς: να αντικρούσει τους εθνικούς και τους αιρετικούς· και επιθετικούς: να μεταστρέψει εθνικούς στον χριστιανισμό). Στον διάλογο με τους εθνικούς οι χριστιανοί δεν μπορούσαν να επικαλούνται χωρία της Αγίας Γραφής αλλά φιλοσοφικά επιχειρήματα, τα οποία απευθύνονται στο λογικό και θα πρέπει να πείσουν ανεξάρτητα από τη θρησκευτική πίστη του συνομιλητή. Ακόμη και ερωτήματα που είναι θεολογικά, π.χ. για τη θεϊκή φύση του Ιησού, παρουσίαζαν φιλοσοφικό ενδιαφέρον, γιατί εξαρτώνται από τις αντιλήψεις για τον άνθρωπο και τη σχέση ψυχής και σώματος.
 
Η συγκατοίκηση ελληνισμού και χριστιανισμού, όπως κάθε συγκατοίκηση, είχε τα προβλήματά της. Αν δεν κατέληξε σε διαζύγιο ίσως ήταν γιατί δεν υπήρχε άλλος τόπος: καταδικασμένοι να ζουν στο ίδιο σπίτι, έπαιξαν διαδοχικά το παιχνίδι της επιβολής (με την πειθώ ή με τη βία). Σε μια μεγάλη κλίμακα, μπορεί να εντοπιστούν τα αίτια και τα αποτελέσματα αυτής της διαμάχης στο κοινωνικό και στο πολιτικό επίπεδο, ανάμεσα σε φυλές, τάξεις και ομάδες, στη φιλοσοφία ή στη θεολογία. Αν όμως στραφούμε στο ίδιο το άτομο, αποκαλυπτικό είναι να διαβάσει κάποιος ορισμένες πραγματείες ενός χριστιανού φιλοσόφου σαν τον Γρηγόριο Νύσσης, για να κατανοήσει αυτή την ένταση όπως εσωτερικεύεται σε μια ευαίσθητη προσωπικότητα. Και πολύ περισσότερο να διαβάσει κάποια ποιήματα του άλλου Γρηγορίου από τη Ναζιανζό, για να νιώσει τον δραματικό χαρακτήρα αυτής της έντασης, όταν η βεβαιότητα του θεολόγου δεν εξαφανίζει τον μετεωρισμό του ποιητή και την απαισιοδοξία του φιλοσόφου για την αστάθεια των ανθρώπινων πραγμάτων:
Μια ρόδα άστατα καρφωμένη
αυτή η μικρή πολύτροπη ζωή μας.
Μια πάει προς τα ψηλά, μια πέφτει χαμηλά,
δεν μένει σταθερή κι ας δείχνει καρφωμένη.
Φεύγοντας μένει στάσιμη, και όταν στέκει τρέχει.
Αναπηδά συχνά εδώ και κει, μα δεν μπορεί να ξεφύγει.
Γυρνά και κινούμενη παρασέρνει τη στασιμότητα.
Οι γύροι της γράφουν ένα μηδενικό, τη ζωή μας,
καπνό, όνειρο κι άνθος εφήμερο.
                                                                                Έπη ηθικά 19
    Όπως κι αν κρίνει κάποιος σήμερα εκείνη τη συγκατοίκηση, θα πρέπει να παραδεχθεί ότι ήταν γόνιμη και ότι οι καρποί της, νόμιμοι ή νόθοι, ἔφεραν κι ἄλλο.
 
      3.  Ο ελληνισμός αντεπιτίθεται: Κέλσος και Ιουλιανός
Όσο οι χριστιανοί αποτελούσαν μια σχετικά μικρή ομάδα, οι εθνικοί (δηλαδή οι μη χριστιανοί) στοχαστές είχαν την ευχέρεια να τους περιφρονούν και να μην κάνουν τον κόπο να τους καταλάβουν. Σχετικά γρήγορα αναγκάστηκαν να τους δουν διαφορετικά – ανεξάρτητα από τα μέτρα καταστολής που έλαβε κατά τόπους η ρωμαϊκή διοίκηση (διωγμούς ποικίλης έντασης και έκτασης).
 
Πρέπει να ήταν γύρω στο 180 μ.Χ. όταν πρώτος ο πλατωνικός φιλόσοφος Κέλσος μοιάζει να αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που αντιπροσώπευαν οι χριστιανοί και τους επιτέθηκε με σφοδρότητα στο έργο του Λόγος αληθής. Βέβαια, ήταν ακόμη σε θέση να χαριτολογεί: «Κι αν όλοι ήθελαν να γίνουν χριστιανοί, οι χριστιανοί δεν θα τους δέχονταν.» (Φρούδες ελπίδες… Όχι μόνο οι χριστιανοί δέχθηκαν όποιον ήθελε να πάει μαζί τους, αλλά τελικά όλοι ήθελαν να γίνουν χριστιανοί.)
 
Η πρόκληση που ένιωθε ένας εθνικός φιλόσοφος απέναντι στους χριστιανούς ήταν να υπερασπιστεί αυτό που ένιωθε το σπίτι του, τον πολιτισμό του και την αυτοκρατορία του. Είχε ήδη συμβιβαστεί και είχε δεχθεί στο εσωτερικό του ελληνισμού του πολιτιστικές παραδόσεις και άλλων αρχαίων εθνών – αρκεί όλοι να αποδέχονταν έναν ελάχιστο κοινό πυρήνα πίστεων και αξιών. Το ίδιο περίμενε να κάνουν και οι χριστιανοί: να ενσωματωθούν στον ενιαίο πολιτισμό – και θα βρισκόταν ένας τρόπος συνύπαρξης (όπως βρέθηκε με τόσες ομάδες και φυλές, όπως λ.χ. τους εβραίους).
 
Επειδή όμως οι χριστιανοί ευαγγελίζονταν τον εκχριστιανισμό της αυτοκρατορίας και από περιθωριακή ομάδα αποκτούσαν δύναμη, οι εθνικοί ένιωθαν για αυτούς ότι αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για τον ελληνισμό. Σαν να τους έλεγαν: «Αν πετύχετε τον σκοπό σας, την αλλαγή αυτού του κόσμου, τότε θα αυτοκαταργηθείτε, γιατί απλούστατα αυτός ο κόσμος (η αυτοκρατορία) θα χαθεί και θα έρθουν οι βάρβαροι» – που δεν είναι ούτε μιὰ κάποια λύσις. Έμοιαζε αδιανόητη για έναν εθνικό η ριζική απόρριψη του εδώ κόσμου, αν και δεν ήταν μόνο οι χριστιανοί που την πρέσβευαν. Γι᾽ αυτό τους θεωρούσαν μισάνθρωπους, φανατικούς και απειλή για τη συνοχή της αυτοκρατορίας.
 
Για έναν εθνικό φιλόσοφο της εποχής οι χριστιανοί εγκατέλειψαν τον ἀληθὴ λόγο όχι επειδή πίστευαν σε έναν Θεό (υπήρχε και ο εθνικός μονοθεϊσμός) ή είχαν ένα ιερό βιβλίο. Οι φιλοσοφικά σημαντικές αποκλίσεις τους αφορούσαν την ενσάρκωση του θεού, τη θεανθρώπινη φύση του Ιησού και την ανάσταση. Μερικές από τις φιλοσοφικά ενδιαφέρουσες κατηγορίες εναντίον του χριστιανισμού ήταν:
(α) ότι δεν έχει ελληνική καταγωγή (η χριστιανική απάντηση: ο ελληνισμός οφείλει τα πάντα στους «βαρβάρους», στη σοφία της Ανατολής),
(β) ότι είναι πρόσφατος και καινοτόμος, επειδή απορρίπτει τις προγονικές παραδόσεις (απάντηση: είναι κληρονομιά από τον ιουδαϊσμό, που είναι αρχαιότερος του ελληνισμού),
(γ) ότι η πίστη αυτή είναι παράλογη (απάντηση: διατύπωση επιχειρημάτων για τη δικαιολόγηση των δογμάτων),
(δ) ότι η χριστιανική ηθική δεν είναι κάτι το καινούργιο (απάντηση: είναι θετικό ότι υπάρχουν κοινές ιδέες για την αρετή).
 
Με τα χρόνια η αντίδραση των εθνικών γινόταν οξύτερη, αλλά τον 4ο αι. μ.Χ. ο Κωνσταντίνος έδωσε την πολιτική λύση, με την αναγνώριση του χριστιανισμού. Οι εθνικοί φιλόσοφοι είχαν αρχίσει να παίρνουν στα σοβαρά τον χριστιανισμό και δεν έμειναν ανεπηρέαστοι από τις θέσεις του. Στα συναξάρια των χριστιανών αγίων απαντούσαν με τις βιογραφίες των δικών τους «αγίων», των θείων ἀνδρῶν, των νεοπλατωνικών φιλοσόφων.
 
Τον 2ο και τον 3ο αιώνα μ.Χ. οι χριστιανοί, στο πλαίσιο της παλαιότερης πολεμικής τους, ταύτιζαν τον ελληνισμό και τους ἕλληνας με την ειδωλολατρία και αδιαφορούσαν για τα άλλα πολιτιστικά στοιχεία του. Όταν όμως χρειάστηκε να τον «εκμεταλλευτούν», έκαναν το αντίθετο: ταύτισαν τον ελληνισμό ακριβώς με τα πολιτιστικά στοιχεία (αποσιωπώντας τον πολυθεϊσμό του). Ήταν μια κίνηση αποτελεσματική και στο πεδίο της φιλοσοφίας: η οικοδόμηση του καινούργιου κόσμου προϋποθέτει ρήξη με τα καταδικαστέα στοιχεία του παλαιού κόσμου αλλά και αφομοίωση των τυχόν επιτευγμάτων του.
 
Ο Ιουλιανός ήταν ιδιαίτερα έξυπνος για να καταλάβει ότι όφειλε να ανατρέψει αυτήν ακριβώς την κατάσταση. Η πολιτικοθρησκευτική του μεταρρύθμιση (361-363 μ.Χ.) ήταν η τελευταία απόπειρα ανάσχεσης του χριστιανισμού. Ο αυτοκράτορας πρόβαλε μια δική του, πιο αυστηρή, διαχρονική εκδοχή του ελληνισμού: ταύτισε τον ελληνισμό και με τον πολυθεϊσμό και με τον υψηλό πολιτισμό του παρελθόντος, σε ένα αδιαίρετο σύνολο παιδείας, κοσμοαντίληψης και λατρείας. Ακολουθώντας έναν απλουστευμένο νεοπλατωνισμό, υποστήριξε ότι η πραγματικότητα έχει δομή ιεραρχική. Οι πατρῷοι θεοί και οι άνθρωποι εντάσσονται στα διάφορα επίπεδα του σύμπαντος (ανώτερα και κατώτερα) και όλα υποτάσσονται στον ένα Θεό.
 
Η προσπάθεια του Ιουλιανού ήταν να μην αφήσει τίποτε για τους χριστιανούς, να τους αποκλείσει ακόμη και από τα ελληνικά γράμματα. Να τους κάνει να καταλάβουν ότι ένα θεμελιώδες συστατικό του ελληνισμού ήταν η θρησκεία του και ότι δεν δικαιούνταν να διαλέξουν οι ίδιοι τους όρους της ένταξής τους στον ελληνικό πολιτισμό – για παράδειγμα, να κρατήσουν την παιδεία και τη φιλοσοφία και να πετάξουν τον πολυθεϊσμό. Δεν επρόκειτο όμως για απλές ενταξιακές διαπραγματεύσεις, αλλά για έναν σκληρό αγώνα. Και τον 4ο αιώνα μ.Χ. οι χριστιανοί είχαν τη δύναμη να διεκδικήσουν και να κατακτήσουν για λογαριασμό τους πλευρές του ελληνισμού που τις θεωρούσαν συμβατές με τον χριστιανισμό.
Ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια; Ίσως ακόμη και οι εθνικοί φίλοι του Ιουλιανού το έβλεπαν (με λόγο καβαφικό):
Μὰ δὲν μποροῦσαν κιόλας
νὰ παίζουν σὰν κι αὐτόνα (τὸν Χριστιανομαθημένο)
μὲ σύστημα καινούριας ἐκκλησίας,
ἀστεῖον καὶ στὴν σύλληψι καὶ στὴν ἐφαρμογή.
Ἕλληνες ἦσαν ἐπὶ τέλους. Μηδὲν ἄγαν, Αὔγουστε.
Οι χριστιανοί θορυβήθηκαν για λίγο, αλλά ο θάνατος του Ιουλιανού ήρθε γρήγορα και η αποτυχία του θεωρήθηκε, εκ των υστέρων, προδιαγεγραμμένη. Εξάλλου, όπως θα έλεγαν και οι Αντιοχείς, το ουσιώδες ήταν που έσκασε!
 

4. Πότε η αρχαία ελληνική φιλοσοφία σταματά να είναι ελληνική, πότε να είναι αρχαία, πότε να είναι φιλοσοφία…

 

(1) Αν η αρχαία φιλοσοφία ήταν «ελληνική» ανεξάρτητα από την καταγωγή και τη φυλή του φιλοσόφου, τότε το γεγονός ότι από τα αυτοκρατορικά χρόνια όλο και περισσότεροι «ξένοι» ή «βάρβαροι» φιλοσοφούσαν δεν σημαίνει πολλά για την ελληνική ταυτότητα της φιλοσοφίας. Διότι όλοι φιλοσοφούσαν ελληνικά και στα ελληνικά, με τον τρόπο αλλά και τη γλώσσα των Ελλήνων. Εξάλλου, το γλωσσικό όργανο δεν αλλάζει σε τόσο μεγάλο βαθμό κατά το πέρασμα στα βυζαντινά χρόνια, ώστε να το χρησιμοποιήσουμε ως αποφασιστικό κριτήριο της αλλαγής. Όσο Έλληνας, στην παιδεία και τη γλώσσα, ήταν ο Πλωτίνος τόσο ήταν και ο Ωριγένης – ο Λουκιανός και ο Ιωάννης Δαμασκηνός. Αν, πάλι, η φιλοσοφία ήταν ελληνική όσο αντιστοιχούσε στον «ελληνικό πολιτισμό», το πρόβλημα παραμένει: ποιος ήταν αυτός ο «ελληνικός πολιτισμός», ειδικά μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ.; Καθοριστικό για οποιαδήποτε απάντηση είναι το κριτήριο της πολιτισμικής (και της γλωσσικής) συνέχειας.
 
Σε μια εποχή σαν την Ύστερη Αρχαιότητα, στην οποία κατασκευάζονταν γνήσιες και πλαστές ταυτότητες (φυλετικές, πολιτισμικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές) και τα όρια πολλών πεδίων (π.χ. φιλοσοφίας και θεολογίας) παρέμεναν ασαφή, ο ἑλληνισμός ήταν το μήλον της έριδος. Στο πεδίο της φιλοσοφίας, οι εθνικοί υπερασπίζονταν τον ἑλληνισμό (τον πολιτισμό τους) σαν ενιαίο σύνολο, που κάποιος το δέχεται όπως είναι ή το απορρίπτει. Αν απορρίψει κάποιος μία όψη του (π.χ. τη θρησκεία), είναι σαν να τον απορρίπτει ολόκληρο – τότε όμως, όπως συμβαίνει με τους χριστιανούς, τίθεται εκτός πολιτισμού. Ο Ιουλιανός το έθεσε ξεκάθαρα. Οι χριστιανοί, από την πλευρά τους, αντιδρούσαν στην αξίωση των εθνικών να είναι οι προνομιούχοι διαχειριστές μιας πανάρχαιας και αδιαίρετης κληρονομιάς. Διεκδικούσαν για τον εαυτό τους όψεις αυτού του ἑλληνισμοῦ, όπως την παιδεία ή ουσιαστικό μέρος της φιλοσοφίας, τις οποίες θεωρούσαν συμβατές με τον χριστιανισμό.
 
Μια παλαιά ιστορία… Υπήρχε, τελικά, τότε ένας ἑλληνισμός- για να τον υπερασπιστείς ή να τον καταδικάσεις; Πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου ναού (εγκαταλελειμμένου ή κατεστραμμένου), ο εθνικός θρηνούσε για τα απομεινάρια μιας μεγάλης μέρας και αναπολούσε τα περασμένα μεγαλεία, ενώ ο χριστιανός έβλεπε το οικοδομικό υλικό για την καινούργια βασιλική που υψωνόταν.
 
(2) Πότε σταματά η φιλοσοφία να είναι «αρχαία»; Αν η φιλοσοφία προχωρεί μέσα στον κόσμο που την παράγει, τότε πρέπει να θέσουμε το παράλληλο ερώτημα: πότε σταματά αυτός ο κόσμος να είναι «αρχαίος» και γίνεται κάτι διαφορετικό; Αν αυτό που οι ιστορικοί σήμερα ονομάζουν Ύστερη Αρχαιότητα σταματά τον 7ο ή και τον 8ο αιώνα, μήπως πρέπει να δεχθούμε ότι ανάλογα και η αρχαία φιλοσοφία σβήνει τότε; Ή θα δεχθούμε την παραδοσιακή περιοδολόγηση της ιστορίας και θα σταματήσουμε στο 330 μ.Χ., όταν αρχίζουμε πλέον να μετράμε την ιστορία με βυζαντινούς ρυθμούς; Μήπως όμως οι αλλαγές αυτές (π.χ. η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης και η «έναρξη» της βυζαντινής ιστορίας) δεν ήταν τόσο ριζικές και γρήγορες όσο παραδοσιακά υποθέταμε; Εξάλλου, δεν είναι δεδομένο ότι η φιλοσοφική δραστηριότητα προσδιορίζεται σε τόσο μεγάλο βαθμό και με τόσο άμεσο τρόπο από τις ιστορικές αλλαγές.
 
Ένα εσωτερικό κριτήριο ίσως βοηθούσε περισσότερο: η φιλοσοφία παύει να είναι «αρχαία», όταν αλλάζει ο χαρακτήρας που είχε κατά την αρχαιότητα – αρκεί, βεβαίως, να δεχθούμε ότι είχε έναν ενιαίο χαρακτήρα από τον 6ο αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. μ.Χ. Αυτό το κριτήριο μας οδηγεί στο πιο δύσκολο ερώτημα: πότε παύει να είναι φιλοσοφία;
 
(3) Αν κρίναμε αυστηρά με βάση τη σημερινή αντίληψη για το τι είναι φιλοσοφία (μια αντίληψη που ίσως δεν είναι μία και κοινή σε όλους), δεν θα δεχόμασταν ότι είναι φιλοσοφία πολλά από όσα δέχεται η έρευνα της αρχαιότητας. Πολλά, για παράδειγμα, θα τα θεωρούσαμε θεολογία. Αλλά τι κερδίζουμε στην κατανόηση της φιλοσοφίας και του πολιτισμού, του αρχαίου ας πούμε, αν βγάλουμε εκτός κείμενα και μνημεία επειδή μας φαίνονται σήμερα μη φιλοσοφικά;
 
Ας αναλογιστούμε πρώτα (ίσως και καλύτερα) ποια εικόνα είχε η ίδια η εποχή για τον εαυτό της. Τι θεωρούσαν «φιλοσοφία» στην Αθήνα του Περικλή και των σοφιστών ή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, στις μεγάλες πόλεις και σχολές της ελληνιστικής οικουμένης, στη ρωμαϊκή μονοκρατορία, στις κρίσιμες στιγμές του 4ου αιώνα μ.Χ. Βλέποντας τα πράγματα μέσα στην εποχή τους, πρέπει να δεχθούμε ότι η φιλοσοφία του 3ου αιώνα μ.Χ. διαφέρει από εκείνη της κλασικής Αθήνας του 4ου αιώνα π.Χ. (και πολύ περισσότερο από τη φιλοσοφία της Αναγέννησης, του Διαφωτισμού ή του καιρού μας).
 
Η φιλοσοφία στην αντίληψη πολλών αρχαίων, παράλληλα με τον θεωρητικό και γνωστικό χαρακτήρα της, ήταν η αναζήτηση ενός τρόπου ζωής – του φιλοσόφου βίου. Ήδη στην Ύστερη Αρχαιότητα οι εθνικοί (οι μη χριστιανοί) φιλόσοφοι είχαν θέσει ως ύψιστο σκοπό της φιλοσοφίας την ένωση με τον Θεό, ενώ ορισμένοι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι ήταν οι ίδιοι «θεουργοί». Επομένως, τα όρια της φιλοσοφίας με τη θεολογία δεν ήταν πάντοτε ευδιάκριτα – και αυτό χωρίς την άμεση παρέμβαση του χριστιανισμού.
 
Όσοι έζησαν σύμφωνα με τον Λόγο είναι χριστιανοί, ακόμη και αν θεωρήθηκαν άθεοι, όπως ανάμεσα στους Έλληνες ο Σωκράτης, ο Ηράκλειτος και οι όμοιοί τους. Οι διδασκαλίες του Πλάτωνα δεν είναι ξένες προς τον Χριστό, δεν είναι ωστόσο και παντελώς όμοιες, όπως δεν είναι και των άλλων, των Στωικών, των ποιητών και των συγγραφέων. Γιατί ο καθένας τους μίλησε σωστά, επειδή είδε από τον σπερματικό θεϊκό λόγο ό,τι ήταν συγγενικό με τη φύση του. […] Όσα ορθά έχουν πει όλοι, ανήκουν σε μας τους χριστιανούς. Γιατί όλοι οι συγγραφείς μπορούσαν να βλέπουν τα όντα αμυδρώς, χάρη στην έμφυτη σπορά του Λόγου.
Ιουστίνος, Απολογία Α’ 46.3
Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε την αξίωση των χριστιανών να εμφανιστούν αυτοί ως οι αληθινοί φιλόσοφοι. Από τη μια πλευρά, χρησιμοποιούσαν τις θεωρητικές αρχές του πλατωνισμού και ήταν σε θέση να υποστηρίξουν ότι η πίστη τους είναι λογική. Από την άλλη, δεχόμενοι μαζί με τους εθνικούς ότι η φιλοσοφία είναι μια «πνευματική άσκηση», διεκδικούσαν για τον εαυτό τους το δικαίωμα να επανακαθορίσουν το περιεχόμενο αυτής της άσκησης. Σε λίγα χρόνια θα είχαν, έτσι κι αλλιώς, τη δύναμη να το κάνουν. Έτσι, ο φιλόσοφος βίος(κατάκτηση του εθνικού πνεύματος) ταυτίστηκε με τον κατεξοχήν ασκητικό βίο που είχαν να προβάλουν οι χριστιανοί, με τον μοναχικό βίο.
Η πρόκληση έπεφτε πλέον στην πλευρά των χριστιανών. Οι ίδιοι ισχυρίζονταν ότι είναι (και ζουν σαν) περαστικοί από αυτό τον κόσμο. Ωστόσο, όσο το τέλος του κόσμου δεν έφτανε και το πέρασμα των χριστιανών από τα επίγεια συνεχιζόταν τόσο οργάνωναν τα πρότυπα του βίου τους. Εκεί ο διάλογος με τη φιλοσοφία ήταν, για πολλούς λόγους, αναγκαίος. Και έτσι ξεκινά μια νέα περιπέτεια για τη φιλοσοφία. Αλλά αυτός ο κόσμος αρχίζει να μην είναι πια ο αρχαίος κόσμος (του Ομήρου ή του Πλάτωνα), και δεν είναι ούτε ο δικός μας κόσμος.
Πότε, λοιπόν, σταματά η φιλοσοφία – αφού όλοι συνεχίζουν να την επικαλούνται;
 
5.  Αντί επιλόγου: ο θάνατος των φιλοσόφων και η συνέχεια της φιλοσοφίας
 
Το 531 μ.Χ. επτά σοφοί, όχι βέβαια οι επτά σοφοί που συναντήσαμε στις απαρχές της φιλοσοφίας αλλά πάλι επτά, όσοι και οι πλανήτες που λάτρευαν, περνούν τα σύνορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αναζητούν καλύτερη τύχη στην αυλή του νέου πέρση βασιλιά Χοσρόη. Είχαν ξεκινήσει το ταξίδι τους από μια μικρή πόλη, όπου μέχρι πριν από δύο χρόνια δίδασκαν φιλοσοφία. Εκείνη η πόλη, τόσο μακρινή και διαφορετική από την ακόμη εντυπωσιακή Αλεξάνδρεια, ήταν η Αθήνα. Αν κάτι άνθιζε πάλι εκεί, από τον 5ο αιώνα μ.Χ., ήταν ο πλατωνισμός και η Ακαδημία με σχολάρχη τον Δαμάσκιο.
 
Όμως το 529 μ.Χ. ο Ιουστινιανός, πιθανώς στο πλαίσιο μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, απαγόρευσε να διδάσκονται στην πάλαι ποτέ πνευματική πρωτεύουσα φιλοσοφία και νομικά (που ήταν ίσως ο κύριος στόχος του). Η κεντρική εξουσία της Κωνσταντινούπολης ήθελε να ελέγχει την ανώτατη εκπαίδευση και, με κριτήρια αδιαφανή, έκλεινε όσες σχολές θεωρούσε ασύμφορες. Εξάλλου, και ο Ιουστινιανός, που πρόσφατα είχε ανέβει στον θρόνο, ήταν επιρρεπής σε εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, αντίθετα από πολλές που ακολούθησαν αργότερα, κράτησαν για πολύ.
 
Το μακρύ ταξίδι, της αρχαίας φιλοσοφίας, που ξεκίνησε από τις πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας και της Μικράς Ασίας, από τη Μίλητο, την Έφεσο, την Ελέα, πέρασε από την Αθήνα και από εκεί κατέληξε στις πόλεις των ελληνιστικών βασιλείων, στη διασπορά, στην Αλεξάνδρεια, στην Αντιόχεια, στη Ρώμη. Και τελείωσε, συμβολικά πιο πολύ, στην Αθήνα.
 
Οι καθηγητές δεν διώχθηκαν, αλλά και τι να έκαναν στην Αθήνα; Κανείς τους δεν ήταν Αθηναίος. (Μα κανείς Αθηναίος δεν ήταν, στον καιρό τους, φιλόσοφος;) Ογδοηκοντούτης γέρων ο Δαμάσκιος από τη Συρία, από την Κιλικία ο Σιμπλίκιος, από τη Γάζα (της γνωστής λωρίδας στην Παλαιστίνη) ο Ισίδωρος, από τη Φρυγία ο Ευλάμιος, από τη Φοινίκη ο Διογένης και ο Ερμείας, και από τη Λυδία ο Πρισκιανός. Αλήθεια, τι γύρευαν, σχεδόν στα μέσα του 6ου αιώνα, όλοι αυτοί οι Νεοπλατωνικοί στην παρακμασμένη Αθήνα και όχι, ας πούμε, στην Αλεξάνδρεια, όπου η φιλοσοφία συνέχιζε να διδάσκεται;
 
Έξω από τη ρωμαϊκή οικουμένη, στην αυλή του πέρση μονάρχη, οι επτά σοφοί καταλαβαίνουν γρήγορα πως η φήμη του ότι αποτελεί την ενσάρκωση του πλατωνικού φιλοσόφου-βασιλιά είναι σαν τις περισσότερες φήμες – ανυπόστατη. Απογοητευμένοι από μια κοινωνία όχι τόσο εξελληνισμένη όσο τη φαντάζονταν, παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής και μερικοί εγκαθίστανται κοντά στα σύνορα Συρίας και Περσίας, στις βυζαντινές Κάρρες (το Χαρράν), την «πόλη των ειδωλολατρών» (ἑλλήνων πόλιν). Εκεί, από όπου είχε περάσει (ή είχε γεννηθεί) ο γενάρχης των Εβραίων Αβραάμ, ζουν ανενόχλητοι από τον Ιουστινιανό, ο οποίος τους επιτρέπει να πιστεύουν στη δική τους θρησκεία, μετά από ειδική συμφωνία με τον πέρση ηγεμόνα το 532 μ.Χ.
 
Στα όρια του βυζαντινού και του περσικού κόσμου, ο Σιμπλίκιος ιδρύει μια μικρή νεοπλατωνική σχολή. Η σχολή εκείνη, ή η συνέχειά της, έζησε άλλους τέσσερις αιώνες, πρώτα σε χριστιανικό και λίγο αργότερα σε ισλαμικό περιβάλλον. Το Χαρράν απέκτησε μια ιατρική σχολή (που λέγεται ότι μεταφέρθηκε από την Αλεξάνδρεια) και ένα κέντρο μετάφρασης ελληνικών και συριακών κειμένων στα αραβικά. Οι συνεχιστές του Σιμπλίκιου διαφύλαξαν τη μεταφυσική πλατωνική διδασκαλία (όπως και τις τελετές), και η ελληνική φιλοσοφία έφτασε μέσω της σχολής στη Βαγδάτη. Από εκεί, μεταφρασμένη στα αραβικά και ερμηνευμένη μέσα από το Ισλάμ, πέρασε στην Ισπανία και μέσω αυτής στη Δυτική Ευρώπη, η οποία μόνο από τον 12ο αιώνα στράφηκε στα ίδια τα κείμενα των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων.
 
Η σχολή, απομεινάρι της διέλευσης των επτά σοφών, διατηρήθηκε μάλλον έως την καταστροφή του τελευταίου ειδωλολατρικού ναού στο Χαρράν με την έλευση των Σελτζούκων Τούρκων το 1081. Μερικούς μήνες αργότερα, το 1082, και χιλιάδες χιλιόμετρα μακρύτερα, στην Κωνσταντινούπολη, ένας άλλος πλατωνικός φιλόσοφος που καταγόταν από τη μακρινή Ιταλία, ο Ιωάννης ο Ιταλός, καταδικάστηκε (τουλάχιστον αυτή ήταν η επίσημη δικαιολογία) γιατί δεν δίδασκε Πλάτωνα απλώς για χάρη της εκπαίδευσης των μαθητών του, αλλά γιατί ακολουθούσε τις ιδέες του σε ζητήματα θεολογικά.
 
Στην Κωνσταντινούπολη η ελληνική φιλοσοφική παράδοση είχε ήδη μεταφερθεί με διπλό τρόπο: φιλτραρισμένη στη σκέψη και στα κείμενα των χριστιανών Πατέρων αλλά και πιο άμεσα, με τα κείμενα των ίδιων των αρχαίων φιλοσόφων. Λίγες δεκαετίες μετά το κλείσιμο της Σχολής των Αθηνών, και όταν άρχιζε η αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος είχε καλέσει από την Αλεξάνδρεια τον Στέφανο, χριστιανό, νεοπλατωνικό και σχολιαστή του Αριστοτέλη. Του πρόσφερε μια έδρα φιλοσοφίας στη νέα πρωτεύουσα, όχι πλέον της φιλοσοφίας αλλά του χριστιανικού κόσμου, την Κωνσταντινούπολη. Αυτός ο τελευταίος Αλεξανδρινός, που ονομάστηκε οἰκουμενικὸς διδάσκαλος, μετέφερε μια φιλοσοφική παράδοση η οποία, με διακοπές και δυσκολίες, κρατήθηκε ζωντανή στη διάρκεια του Μεσαίωνα.
 
Ο «θάνατος» της φιλοσοφίας δεν συμπίπτει με τον θάνατο του αρχαίου κόσμου. Εξάλλου, ο κόσμος αυτός έσβησε σταδιακά, δίνοντας επίσης σταδιακά τη θέση του σε έναν νέο κόσμο – εκείνον που αιώνες αργότερα ο … πιο «νέος κόσμος» ονόμασε «Μεσαίωνα».
 
Ανάλογα και η φιλοσοφία: δεν ήταν πάντοτε η ίδια. Γεννήθηκε, αναπτύχθηκε, ασχολήθηκε με όλο το επιστητό, έφτιαξε δικά της πεδία έρευνας και έχασε άλλα προς όφελος της επιστήμης· ορισμένα χαρακτηριστικά της άλλαζαν κατά περιόδους, ορισμένα ατόνησαν, καινούργια εμφανίστηκαν. Δώδεκα αιώνες τομών και συνέχειας, διαλόγου και διαμαχών. Οι κοσμολογικές ανησυχίες του Θαλή λίγο μοιάζουν με τις περίτεχνες εξηγήσεις των νεότερων Στωικών, η πρώιμη θεολογία του Ξενοφάνη με τις επεξεργασμένες προτάσεις του Πρόκλου, ο ζωντανός πλατωνικός διάλογος με τα συστηματικά «σχολικά» εγχειρίδια των μέσων Πλατωνικών.
 
Μέσα σ᾽ αυτή την ποικιλία υπάρχει ενότητα; Είναι μία η φιλοσοφία; Και τι είναι αυτό που ενώνει τις διαδοχικές και συχνά αντιθετικές προσπάθειες να δοθεί μια έγκυρη και πειστική ερμηνεία του κόσμου, του ανθρώπου, της κοινωνίας, ώστε όλες να στεγάζονται υπό τον όρο «φιλοσοφία»; Φτάνοντας στο τέλος, τίθεται το πρωταρχικό (και πάντα ανοικτό) ερώτημα: τι είναι φιλοσοφία;
 
Παρακολουθήσαμε τη θεωρητική διερώτηση του ανθρώπου για τον κόσμο και τον εαυτό του και για τη γνώση τους· την προσπάθειά του να διαμορφώσει έγκυρα εργαλεία σκέψης και να τα εφαρμόσει σε προβλήματα καθημερινά αλλά και μεταφυσικά· την αγωνία του να αντιμετωπίσει τα ερωτήματα της ύπαρξής του, να ξεφύγει από τα επιμέρους και να επιτύχει μια συνολική εξέταση των πραγμάτων.
 
Τι είναι αυτό που πραγματικά υπάρχει; Πώς δημιουργήθηκε και πώς λειτουργεί ο κόσμος; Μπορούμε να τον γνωρίσουμε και πώς; Τι είναι ο άνθρωπος και τι ο θεός; Τι είναι καλό και τι κακό; Τι είναι ωραίο; Ποια είναι η άριστη πολιτεία; Ποιος είναι ο σκοπός της ζωής; Αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα έθεσαν και επιχείρησαν να απαντήσουν οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι. Και πίστευαν ότι η απάντηση που δίνουμε στα ερωτήματα αυτά (ακόμη και η προσπάθεια που κάνουμε για να τα απαντήσουμε) καθορίζει τη δική μας πορεία προς τον σκοπό της ζωής, τη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους, τη συμμετοχή μας στην κοινωνική και πολιτική ζωή.
 
Έτσι, μελετώντας την αρχαία φιλοσοφία, γνωρίσαμε και μια ιδιαίτερη στάση ζωής, που επέλεξαν συνειδητά άλλοτε λίγοι και άλλοτε πολλοί άνθρωποι· «έναν» τρόπο βίου (με πολλές εκδοχές) που έτεινε να απαλείψει τη διάσταση θεωρίας/λόγου και πράξης· και υποσχόταν την, μετά από άσκηση, εκπλήρωση του σκοπού της ζωής, σαν να ᾽ναι ταυτόχρονα ο δρόμος και ο προορισμός.
 
Όλα τούτα τα είδαμε σαν στιγμές και πτυχές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Γιατί η φιλοσοφία κατά την Αρχαιότητα ήταν τόσο μια θεώρηση της πραγματικότητας όσο και μια στάση ζωής, και κάποτε γινόταν (κυρίως μέσα στα σχολεία) και η μελέτη των δύο αυτών πλευρών της.
 
Σε κάθε περίπτωση φάνηκε ότι η φιλοσοφία ήταν μια δραστηριότητα (συχνά μοναχική) συγκεκριμένων ατόμων (λίγων ή πολλών – κάποτε οργανωμένων σε ομάδες) μέσα στην αρχαία πόλη ή την ελληνορωμαϊκή οικουμένη. Μια χωρίς τέλος περιπέτεια του ανθρώπου που δοκίμαζε τις δικές του δυνάμεις για να μεταμορφώσει αν όχι τον κόσμο, πάντως τον εαυτό του – τουλάχιστον μέσα στα όρια ενός φιλοσοφικού βίου.

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣΣτάση και Πράξη ζωής στα ανηφορικά μονοπάτια του Ολύμπου και όχι καθιστικής βουδιστικής απραξίας σε τσάκρας άστατης ευτροφίας.

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ

Ο Ελληνικός (φιλοσοφικός) Διαλογισμός είναι ο μοναδικός τρόπος καθάρσεως της ψυχής, η οποία πρέπει να είναι καθαρά, όχι μόνο κατά την εγρήγορσιν, αλλά και κατά την διάρκειαν των ονείρων της. Με την καθημερινήν προσπάθειαν κατανοήσεως των γεγονότων, η αυτοκινούμενη ψυχή αναλαμβάνει τόσον κατά την διάρκεια του ύπνου όσον και κατά την εγρήγορσιν την επαναφοράν της ορθής κρίσεως, της ισορροπίας και της γαλήνης εις τον άνθρωπο, αφ΄ενός ως προς τον εαυτόν του και αφ΄ετέρου ως προς τους άλλους. Ο πρωινός και ο βραδυνός διαλογισμός παραδίδουν εις την λογικήν την καθοδήγησιν της ψυχής, η οποία μετά την νυχτερινήν της κάθαρσιν οδηγείται εις τα απαστράπτοντα νοητικά πεδία. Εκεί λαμβάνει γνώσιν του τι πρακτέον προς της εγέρσεως της και επανέρχεται την επομένη ημέραν ευδιάθετος και ενεργητική εις τις υποχρεώσεις της.. Αντίθετα η αμύητος ψυχή περιφέρεται ανερμάτιστος, δια των ονείρων, απ΄όπου κανένα όφελος δεν θα προσκομίση δι΄την επομένην. Ετσι κουρασμένη βαρύθυμος θα επιστρέφει στην βασανιστικήν καθημερινότητά της μέχρι εξαντλήσεως, ως δούλη, το σώμα της. Η επιτυχής σκόπευσις του διαλογιζομένου , δια του αρχετυπικού ΤΟΞΟΥ της ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΕΝΤΟΛΗΣ «ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ», θα κινητοποιήση τα λιμνάζοντα ύδατα, εντός των οποίων κατοικεί η κρατιά δράκαινα, η Πυθώ-σήψις-αμάθεια.Η επιτυχής βολή θα την ανασύρη εις την επιφάνειαν των συναισθηματικών υδάτων.

Τόξον ,το Απολλώνιον, είναι ο Ελληνικός διαλογισμός, ο οποίος και θα εξοντώσει τον Πύθωνα.

Ο Μουσαγέτης Απόλλων, οδηγεί με την επτάχορδον λύραν τον χορόν των Μουσών-Μυήσεων, συνδεδεμένος μετά της μητρός των, Μνημοσύνης. Άνευ μνήμης δεν θα δύναται να υπάρξει μύησις, φωτισμός της διάνοιας, ώστε να επέλθη η σοφία- Αθηνά. Μνημοσύνη είναι η Πέμπτη σύζυγος εκ των εννέα του Διός, και ευρίσκεται στο κέντρο, μεταξύ της πρώτης της Μήτιδος και της ενάτης της Ηρας. Ενισχύει δε τις μνημονικές ικανότητες των συζύγων του Διός και των τέκνων αυτών.Ο Ορφικός Υμνος της Μνημοσύνης πρέπει να είναι ο πρώτος των Ιερών λόγων προ της ενάρξεως του Ε.Δ. και να έπεται ο Υμνος του Απόλλωνα. Πρώτος αλλά και ύστατος στόχος είναι η σταδιακή αφύπνισις της μνήμης που θα γίνει ο προπομπός της αναμνήσεως των προηγούμενων μας εμπειριών. Για να ανακαλύψουμε εκ νέου τα ίχνη της ταυτότητάς μας είναι ανάγκη να επανασυνδεθούμε με την ατομικήν μνήμην του τρέχοντος βίου μας, την ικανήν να επιφέρη την ποθητήν αυτογνωσίαν. Η Μνήμη είναι η έδρα του Ε.Δ. και δεν πρέπει να καταστραφεί το κυριώτερον ανθρώπινον εργαλείον της νοητικής μας αναπτύξεως.Κατά την αρχαιότητα η αποστήθισις των Ομηρικών Επών, του Ησιόδου και των επικών ποιητών ήταν η παρακαταθήκη αφ΄ενός της παραδόσεως των ηθικών αξιών και της αρετής και αφ΄ετέρου της ενδυναμώσεως της μνήμης δια του ρυθμού και της αρμονίας του εμμέτρου λόγου.

Ετσι η αποστήθισις των αρχαίων κειμένων και Ορφικών ύμνων με ωραίαν άρθρωσιν, σταθεράν φωνήν εις φυσιολογική έντασιν, είναι μία εξαιρετική προετοιμασία της ψυχής δια την ενδυνάμωσιν της μνήμης της και την είσοδό της εις τον Ε.Δ. Μνήμη και Αρετή πρέπει να επανέλθουν εις τον προσκήνιον του βίου μας, εάν μας ενδιαφέρει να επαναπροσδιορίσωμεν την ατομικότητά μας δραπετεύοντας εκ της αγελοποιημένης εποχής μας. Επίσης οι Έλληνες καιρός είναι να ανακαλύψουν τον δικό τους τρόπο του διαλογίζεσθαι, που είναι ο Ελληνικός και είναι οι φυσικοί δικαιούχοι του και συνάδει με την ίδιαν των την ουσία, αντί να τρέχουν στον ξένον Ανατολικόν. Αλλωστε μεταξύ των δύο αυτών τρόπων διαλογισμού υπάρχει μία διαμετρικώς αντίθετος φορά.

Ο μεν Ελληνικός απαιτεί την αυστηράν παρακολούθησιν της σκέψης δια να πειθαρχήση ο νούς, με εργαλείον την αυτοπειθαρχίαν της μνήμης, ενώ ο Ανατολικός, απαιτεί μεν την πειθαρχία εις άλλους τομείς καταργώντας όμως την σκέψιν και απαιτεί το κενόν. Η μνήμη εις τον Ανατολικόν διαλογισμόν και σε άλλες διάφορες σχολές, παραμένει στο περιθώριο και μάλιστα σε μία εποχή η οποία την ακρωτηριάζει εσκεμμένως ολοένα και περισσότερο. Αυτό λοιπόν είναι ξένο ως προς τον Έλληνα ,που ανήσυχος εκ φύσεως εις μεγάλην νοητικήν κινητικότητα και απειθάρχητος, δεν δύναται να δημιουργήσει το νοητικόν κενόν που απαιτεί ο Α. Δ.

Οι στόχοι του Ε.Δ. είναι υψηλοί. Ο καθαρός Απολλώνιος στόχος μας εν αρχήν , θα είναι η ενδυνάμωσις της μνήμης, δια να πετύχουμε την κάθαρσιν του εαυτού . Ο τελικός σκοπός είναι το «ΟΡΘΩΣ ΠΡΑΤΤΕΙΝ», ως προυπόθεσις της ευδαιμονίας, το οποίον έχει την έδραν του εις το δίπολον αυτό, του αυτοελέγχου και της αυτοκαθάρσεως, ώστε εις το μέλλον να ενεργοποιηθή η καθολική μνήμη του τετελειωμένου ανθρώπου.Το ζητούμενον εις την Αρχαίαν Ελληνικήν διανόησιν είναι η «Ορθοπραξία» και όχι η ευεργεσία το «ΕΥ ΠΟΙΕΙΝ».Κατά τον Πλάτωνα, το «Ορθώς Πράττειν» είναι επακούλουθον της σοφίας και εξασφαλίζει στον άνθρωπο την ευδαιμονίαν. Συνεπώς ο δρόμος δια την ευδαιμονίαν περνά από την σοφίαν δια της ορθοπραξίας.

Η σχεδιαστική αναπαράστασις του Ε.Δ. ανταποκρίνεται εις τα δύο ακραία σημεία του ορίζοντος, την Δύσιν και την Ανατολήν. Η περιστροφή της ψυχής είναι σύμφωνος με την πρώτην κίνησιν της περί άξονα, της μητρός της , της Γής.Ας φανταστούμε ένα συμβολικόν κύκλον του βίου που τον διασπούν δύο ημικύκλια του ημερονυκτίου. Το άνω ιμισφαίριον είναι της εγρηγόρσεως και το κάτω του ύπνου και των ονείρων.Τα δύο αντιθετικά άκρα του οριζοντίου άξονος του είναι μας είναι τα δύο άκρα του Ισημερινού, η Δύσις και η Ανατολή και συμπίπτουν με την προ του ύπνου και την μετά του ύπνου νοητικήν εργασίαν της ψυχής. Αυτά τα δύο άκρα σηματοδοτούν τα σημεία των Μουσών και εκεί πραγματοποιείται η συνειδησιακή μεταβολή. Είναι σε αυτά τα σημαντικά ψυχικά σημεία που πρέπει να πραγματοποιείται καθημερινώς ο διαλογισμός δια να έχει προσδοκούμενα αποτελέσματα, ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑΝ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ. Εις τα δύο ημίσεα του κύκλου, λέει η Ελληνική Γλώσσα ότι ευρίσκονται τα μυητικά δρώμενα. Η ψυχήν δεν έχει άλλον τρόπον να λάβη την εσωτερικήν γνώσιν των παρελθόντων, των παρόντων και των μελλόντων και να συμβούν ταυτοχρόνως ενοποιημένων εις ενιαίον συνειδησιακόν σύνολον.

Η ΜΙΣΥΣ ΗΜΙΣΕΑ

ΜΥΗΣΙΣ ΣΗΜΕΙΑ

Είναι εντυπωσιακό, το ότι ο εναλλασόμενος ημερονύκτιον κύκλος, ανάμεσα στην εγρήγορσιν και τον ύπνο-όνειρα αναπαριστάται με μία ανερχόμενη και κατερχόμενη καμπύλη και μοιάζει με έναν έρποντα όφιν. Συμβολικώς, οριζοντίως επι της γής ευρίσκεται η ράβδος και ο είς όφις, το ήμισυ του Κηρύκειου του Ερμού. Μένει ο δεύτερος όφις και η ανύψωσις του Κηρυκείου εις τον μεσημβρινόν δια την ολοκλήρωσιν καθέτως των δύο εναλλασσομένων δυναμοενεργειών /όφεων της ψυχής. Όταν οι Πυθαγόρειοι έλεγαν « το δ΄εν Απόλλωνα» απέβλεπαν δια της ομοιώσεως εις την ενότητα, την οποίαν επεφύλασσεν ο Απόλλων εις τας ψυχάς που διετήρουν την ενότητα τους αδιατάρακτον.

Το «ΓΝΩΘΙ ΣΕΑΥΤΟΝ», η προτροπή του Δηλίου Δ+ΗΛΙΟΥ Απόλλωνος σηματοδοτεί την έναρξιν του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΎ.

Η Πυθαγόρειος προτροπή «Πή παρέβην; Τι δ΄έρεξα; Τι μοι δέον ούκ ετελέσθη;»

(Τι παρέβην, τι έπραξα, τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα;)οδηγεί στην Απολλώνια εντολή, γι΄αυτό και υπάρχει στενή σύνδεσις Πυθαγόρα και Απόλλωνος.

Ποια είναι η αιτία της διπλής άγνοιας του ανθρώπου;;;«….Τους δε άλλους ανθρώπους λανθάνει οκόσα εγερθέντες ποιούσιν, οκώσπερ οκόσα εύδοντες επιλανθάνονται.» (Από τους άλλους , όμως ανθρώπους διαφεύγει το νόημα όσων κάμνουν κατά την εγρήγορσιν, όπως ακριβώς λησμονούν όσα κάμνουν στον ύπνο τους…»

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

Η γενεσιουργός λήθη και η συγκλονιστική ταραχή των αλόγων μορφών της ζωής, δεν μας επιτρέπουν την αναγνώρισιν εκείνων , τα οποία κατ΄ουσίαν αγνοούμε διότι νομίζουμε ότι τα γνωρίζουμε.Το είναι της ουσίας μας δεν είναι ενοποιημένον και συντίθεται εκ της διττής ανθρώπινης φύσεως ¨,

α. των ενστίκτων επιθυμητικού του ορατού σώματος και

β. του αοράτου συναισθηματικού/θυμοειδούς της ψυχής και της λογικής /λογιστικού/μνήμης του νού. Αυτά δρούν αυθαιρέτως, άνευ γνώσεως, με τρόπον ανεξάρτητον και διεσπασμένον το έν του άλλου, επιφέροντα συγκρούσεις, σύγχυση και ταραχήν εις το «ΕΙΝΑΙ» μας.

Θα πρέπει να εξέλθη του εαυτού του δια να καθορίση το στίγμα του εις τον χωροχρόνον επι της νέας βάσεως, η οποία θα σταθεροποιιήση την αντικειμενικήν του πραγματικότητα. Αυτό έχει στόχον την πραγματικήν αναγνώρισιν του «εγώ» όπως το προσλαμβάνουν οι άλλοι , και όχι αυτό που ο ίδιος οίεται, φαντάζεται ότι είναι. Σκοπός αυτού είναι όχι για να μάθουμε την γνώμη που έχουν οι άλλοι για μας, (άλλωστε μπορεί να είναι λανθασμένη ή κακόβουλη) άλλά για να αναπτύξουμε την διάκρισιν μεταξύ της αλήθειας και του ψέματος.Εκτός αυτού ο βίος μας είναι ο πραγματικός συνήγορος του εαυτού μας.Μέσα μας λοιπόν ενυπάρχει η γνώσις της αλήθειας,όμως κωλυόμεθα να την ανακαλύψουμε λόγω των παθών, των παρεμβαλλομένων υπό του κόσμου γενέσεως. Λήθη και Οιησις και ανυπόστατοι φαντασιώσεις και άμετροι επιθυμίαι πρέπει να αφαιρεθούν, προκειμένου να ακαλουθήση η επιστροφή εις τον εαυτόν μας λέγει ο Πρόκλος.

Μνήμη, κάθαρσις και αρετή , ουσία του Ελληνικού διαλογισμού, απαιτούν έμπρακτον , αναπάσαν στιγμήν του βίου, εγρήγορσιν δια την ανάπτυξιν του « Γνώθι σαυτόν», η οποία επέρχεται κατόπιν συνειδητών επιλογών δια της ελευθερίας της βουλήσεως, ώστε Ακάθεκτοι δε να προχωρήσουμε εις την εκπλήρωσιν της εντελεχείας μας.

Τραγική ειρωνία των μικρών ψυχών μας, οι οποίες παρουσιάζουν την χαώδη ασυναρτησίαν της διαρκώς ανανεούμενης αλλοπροσάλλου σκέψεως, των φαντασιώσεων, της συναισθηματικής ασταθείας και των αναξέλεγκτων επιθυμιών σωματικής ηδονής και προσκαίρων απολάυσεων. Όλα αυτά μετατρέπουν εις «αυτόματον» το όν , το οποίον παντελώς εστερημένον βουλήσεως είναι «καθεύδον». Το σημερινόν αυτοματοποιημένον ον δεν αντιλαμβάνεται ότι η υποτιθέμενη εν εγρηγόρσει κατάστασις του ευρίσκεται εν υπνώσει λόγω της αδράνειας της ψυχής του η οποία το κρατεί δέσμιον εις τον ύπνον , των άνευ τέλος ονείρων , εξαιτίας της αποστερήσεως του της κλασσικής ΑρχαιοΕλληνικής παιδείας.

Το τέλειον αυτόματον είναι το παντελώς εστερημένον ελευθερίας βούλησεως , υποκείμενον , το οποίον εν αγνοία του δέχεται αθεάτους καταλυτικάς επιρροάς μεταβαλλόμενον από ανθρώπινον όν με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εις άβουλον τεμάχιον της μάζης. Μάζα είναι ο αδιαμόρφωτος όγκος στοιχείων. Ανθρώπινη μάζα είναι η καθοδική εξομοίωσις των ανθρώπων με στόχον όπως παρασυρθή το άτομο εις την ομοιμορφίαν, δια της παγκοσμιοποήσεως όλων των εκδηλώσεων της ζωής. Και αυτό εσχεδιάσθη με στόχον τον αποπροσανατολισμό του δια της αποκτήσεως αποκλειστικώς υλικών αγαθών. Ετσι το σύστημα χρησιμοποιεί τρείς απλές μεθόδους.

Α. Την κατάργησιν της κλασσικής παιδείας και αντικατάστασίν της με επαγγελματικόν προσανατολισμόν, ουδέν σχόλιο εδώ.

Β. την εξωτερικήν και εσωτερικήν ομοιομορφία των ανθρώπων.

Γ.την χειραγώγησιν του χρόνου, ο οποίος αφιερώνεται αποκλειστικώς εις την απόκτησιν πάσης φύσεως υλικών αγαθών και άλλες ανόητες ασχολίες.Ετσι ο άνθρωπος-μάζα ακολουθεί τον συρμόν, ομοιόμορφον ανδρικόν και γυναικείον πρότυπον,, ίδιες κινήσεις, περπάτημα, συμπεριφορά, ρούχα καταργούνται τα φύλα και ισοπεδώνονται. Ο αφανής στόχος μείωση του πκηθυσμού και συχγρόνως λαγνεία και εκμαυλισμός με σκοπόν την αποχαύνωσιν των. Η διατροφή του με υβριδικά προιόντα με φθοροποιούς ουσίες για να φθείρει την υγεία του. Οι νέοι σήμερα με τα ακουστικά στα αυτιά απορροφημένοι σε εκκωφαντικούς ήχους παραμένουν άνευ σκέψεως στόχων, προσδοκιών και οραμάτων. Το αυτόματον όν δεν αντιλαμβάνεται την στερεότυπον επανάληψιν των πράξεων της καθημερινότητας του, εφόσον αυτές δεν απαιτούν παρατηρητικότητα και οργανωμένη αυτόβουλον ανεξάρτητον σκέψιν.

Οι εσωτερικές συνήθειες των επαναλαμβανόμενων σκέψεων νεκρώνουν την γόνιμον δημιουργικήν συλλογιστικήν και εκδηλώνονται με διάφορες επαναληπτικές φράσεις, ασκόπου φλυαρίας, κοινοτυπίας συμβουλών, άνευ ουσίας αναμνήσεων παρελθόντος, στερεότυπα αντιδράσεων οργής ή θλίψης σε κάποια τραυματικά συμβάντα. Ετσι κρατείται πάντα δέσμιος των συνηθειών του, έρμαιο της ανθρωποφάγου ονειροπόλου διαθέσεως του, λόγω της δογματικής αδιαλλάκτου εσωτερικής στάσεως με το αδιαπραγμάτευτον των «πιστεύω « του, εξαιτίας απουσίας εσωτερικής διαλεκτικής , ανησυχητικών ερωτημάτων και ελλείψεως συνακολούθων επαναπροσδιορισμών. Μέσα δε από τα» μαξιλαράκια»της ψυχής, τα υπνωτικά, το κάπνισμα, το ποτό, τα ναρκωτικά και όλα αυτά τα υποκατάστατα εξαπατήσεως του εαυτού, τα ον προσπαθεί να αποφύγη ή και να λυτρωθή από τον ψυχικόν πόνον, πρόδρομον σωματικών παθήσεων. Σαν τελικό αποτέλεσμα, το αυτόματον άνθρωπος παραμένει εις την διπλήν άγνοιάν του . την έλλειψιν ή την υπερβολήν κάθε σκέψεως συναισθήματος, επιθυμίας, ανελευθερον, ταλαίπωρον και δυστυχές, διότι ο ανεξέταστος βίος εις ουδέν διαφέρει της φάτνης των αλόγων.

Εξ αποστάσεως, ο Ηράκλειτος, ο Πυθαγόρας, ο Σωκράτης, και ο Πλάτων παρακολουθούν την ματαίαν πομπήν των ναρκωμένων ψυχών και θλίβονται δια τον α-σ- κοπον πόνον, του άνευ κόπου αποδεχθέντος τα της αυτοματοποιημένης μάζας, μακράν της φιλοσοφίας και της ευδαιμονίας, την οποία η εφηρμοσμένη αρετή εις τον βίον δύναται να προσφέρη.

Ο πόλος Α+πόλλων, ο ομού πολών, ο πάλλων και ο βάλλων, είθε να βάλλη δια των νοητών του βελών-ακτίνων, φωτίζων την ενδοχώρα του είναι μας!

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΔΙΑ-ΛΟΓΙΣΜΟΣ. Η ΜΥΗΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΝΙΟΧΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ!

Πάρτε ρίσκο, κάνει καλό!

Η φύση αλλάζει 4 φορές το χρόνο και αυτό είναι το απλούστερο παράδειγμα για να αντιληφθεί κανείς πως η αλλαγή είναι η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων και η μονιμότητα και σταθερότητα που όλοι λανθασμένα αποζητούμε είναι απλά μια ουτοπία.

Η αλλαγή, λοιπόν, είναι η φυσική πορεία της ζωής και όσο πιο σύντομα αγκαλιάσουμε την όποια νέα τάξη πραγμάτων τόσο το καλύτερο.
Είναι, ωστόσο, λογικό να είμαστε επιφυλακτικοί και διστακτικοί στο καινούριο, αλλά πιο λογικό και σαφώς αποτελεσματικότερο είναι να είμαστε ευπροσάρμοστοι και δεκτικοί στα πλάνα που επιφυλάσσει για εμάς η ζωή.
Γιατί λοιπόν είναι τόσο σημαντικό να μάθουμε να αποδεχόμαστε και να προσαρμοζόμαστε στις αλλαγές που φέρνει η ζωή στο δρόμο μας και γιατί η αντίσταση σε αυτές δεν έχει να μας προσφέρει απολύτως τίποτα;

1.Η αλλαγή είναι απαραίτητη
Η στασιμότητα δεν είναι κανενός επιθυμητή κατάσταση και για να μην περάσετε τη ζωή σας χωρίς πρόοδο και εξέλιξη, η αλλαγή θα πρέπει να είναι αναπόσπαστο κομμάτι της φιλοσοφίας σας. Η αλλαγή ακόμα κι αν δεν έχει τα επιθυμητά ή τα προσχεδιασμένα αποτελέσματα, στο τέλος της ημέρας κάνει πάντα καλό και πάντα για κάποιο λόγο γίνεται.

2.Εξωγενείς παράγοντες
Τις περισσότερες φορές στη ζωή, οι αλλαγές συμβαίνουν εξαιτίας εξωτερικών παραγόντων και η προσωπική επιρροή του καθενός πάνω στις εξελίξεις είναι περιορισμένη. Σε αυτές τις περιπτώσεις η προσαρμοστικότητα και ο τρόπος που θα διαχειριστούμε τις αλλαγές είναι αυτό που θα μας κάνει να διαφέρουμε από τους άλλους.
Οι αλλαγές, όπως αναφέραμε -και όπως ισχύει- είναι μέσα στο πρόγραμμα και αυτό που θα κάνει τη ζωή μας πιο δύσκολη ή πιο εύκολη θα είναι ο τρόπος που θα τις επεξεργαστούμε και εντάξουμε στο δικό μας τρόπο σκέψης.

3.Θετικό πρόσημο
Αν και η πρώτη αντίδραση στο διαφορετικό είναι συνήθως αρνητική, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι σε όλα υπάρχει η θετική διάσταση ακόμα κι αν δεν είναι ορατή αρχικά.
Η κάθε αλλαγή γίνεται για ένα σκοπό, ακόμα κι αν αδυνατούμε να εντοπίσουμε τη θετική πλευρά, να μην έχετε καμία αμφιβολία, ότι αργά ή γρήγορα θα φανεί.

4.Νέες ευκαιρίες
«Όταν κλείνει μια πόρτα, ανοίγει ένα παράθυρο» λέει ο λαός και επειδή ο λαός είναι σοφός, κάτι παραπάνω θα ξέρει για τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται, όταν τα αρχικά πλάνα καταρρέουν. Αρχίστε να αντιλαμβάνεστε τις απορρίψεις σαν μια ανακατεύθυνση στην πορεία της ζωής σας και όχι σαν τοίχο.
Η αλλαγή γίνεται πάντα για το καλό σας, αρκεί να ανοίξετε τα μάτια σας και να το δείτε.

5.Περισσότερες ευκαιρίες για ευτυχία
Τη στιγμή που θα μάθετε να αποδέχεστε τις αλλαγές στη ζωή σας θα σας φύγει ένα μεγάλο βάρος, αλλά και το στρες που σας κατακλύζει, όταν συμβαίνει κάτι εκτός πλάνου και θα νιώσετε αυτομάτως ένα πλατύ χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη σας.
Μη χαλάτε ενέργεια στο να σταματήσετε τις αλλαγές να συμβούν, αλλά επενδύστε όλες σας τις δυνάμεις στο να τις αγκαλιάσετε και εντάξετε στη ζωή σας με τον καλύτερο και αποδοτικότερο τρόπο.

6.Περιπέτεια
Η ευελιξία απέναντι στις αλλαγές, θα σας κάνει πιο περιπετειώδεις και με μεγαλύτερη διάθεση να δουλέψετε πάνω στην αλλαγή και να την κάνετε να έρθει εκείνη στα μέτρα σας και όχι εσείς στα δικά της. Δοκιμάστε τα όριά σας και διαπιστώστε ότι έχετε πολύ περισσότερες δυνάμεις και αντοχές από όσες αρχικά νομίζατε για τον εαυτό σας.

7.Θα εξελιχθείτε σαν άτομο
Δώστε την ευκαιρία στον εαυτό σας να μετανιώσει για ό,τι έκανε και όχι για όσα δεν είχε το θάρρος να τολμήσει, αν και όλοι γνωρίζουμε πως ποτέ δε μετανιώνουμε για όσα τελικά δοκιμάσαμε στη ζωή μας. Το ρίσκο πάντα αξίζει την προσπάθεια και τα όσα θα μάθουμε στην πορεία και το πόσο θα εξελιχθούμε σαν προσωπικότητες είναι από μόνα τους ο βασικότερος λόγος για να τολμήσουμε το διαφορετικό.

Έρχεται ο 3D καθρέφτης που θα καταργήσει τα δοκιμαστήρια!

Μια μοναδική εμπειρία αγορών που θα ενθουσιάσει τους καταναλωτές, προσφέρει ο 3D καθρέφτης FXMirror.
Κατασκευασμένος με βάση τις νέες τεχνολογίες ο καθρέφτης FXMirror αποτελεί μια καινοτόμο λύση για τους λιανοπωλητές μόδας, βασιζόμενος στην εικονική πραγματικότητα. Ο ηλεκτρονικός καθρέφτης ενσωματώνει υπέρυθρες και RGB κάμερες. Αυτό επιτρέπει στους αγοραστές να δοκιμάζουν εικονικά τα ρούχα τους πριν καν τα βάλουν στο δοκιμαστήριο ή ακόμα και να τα αγοράσουν.
Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution
Αυτό το σύστημα χρησιμοποιεί την αποκλειστική τεχνολογία FXGear, που αναπαριστά εικονικά το σώμα και τον σκελετό του αγοραστή με βάση την ανάλυση του ύψους, του βάρους και τα χαρακτηριστικά σημεία και δείχνει σε 3D προσομοίωση την τοποθέτηση του ενδύματος σε πραγματικό χρόνο.
Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution
Ο πρωτοποριακός καθρέφτης FXMIRROR χρησιμοποιεί την ίδια 3D τεχνολογία, που χρησιμοποίησε και η βραβευμένη ταινία, AVATAR.
Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution
Όχι μόνο ο καταναλωτής μπορεί να αλλάξει εύκολα περίπου 100 ρούχα σε λίγα λεπτά, αλλά μπορεί επίσης να αγοράσει ρούχα με ασφάλεια.

Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution
Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution
Futuristic dressing room - innovative retail and marketing solution

Η γνώμη των άλλων

Ο Νίτσε το έθεσε αλλιώς: Αν είμαστε ευτυχισμένοι μέσα στη φύση, είναι, γιατί η φύση δεν έχει γνώμη για εμάς!

Προεκτείνοντας θα ήθελα να δούμε γιατί εμείς θα έπρεπε να νοιαζόμαστε για τη γνώμη …όχι της φύσης -μια και θα ήταν άκρως ουτοπικό- μα για όλων των υπόλοιπων ανθρώπων που εμπλέκονται στον κύκλο των γνωριμιών μας.

Βεβαίως, σίγουρα η γνώμη τους επηρεάζει όχι μόνο την ‘’πολιτική’’ μας έναντι αυτών -μου είπε αυτό άρα θα απαντήσω εκείνο- αλλά και ημών έναντι του εαυτού μας –με αποκάλεσε ‘’έτσι’’ άρα θα είμαι καλύτερος ή χειρότερος …από όσο ελπίζω(!)- κ.τ.λ. Είναι όμως αυτός λόγος ώστε να συμβούν μέσα μας τόσες διεργασίες από τις οποίες οι περισσότερες θα είναι επιζήμιες;

Ας πούμε πώς ‘’όχι’’ και ας συνεχίσουμε αναζητώντας το λόγο.

Είναι σαφές ότι συμβαίνει ένας καθημερινός αγώνας, ένας αγώνας αδήλωτος με στόχο πλαστικό, άνευ ουσίας. Καμουφλάρουμε –οι περισσότεροι- ένα προφίλ που με αγωνία προσπαθούμε να κρατήσουμε ορθό, σε ένα χώρο χωρίς ανατολή δύση ή επάνω και κάτω, όντας έρμαια ενός ηλίθιου ‘’κινήματος’’ αυτοπροβολής. Ευελπιστούμε, είναι σαφές, σε κάτι ομοίως ηλίθιο. Σε κάτι τρανά βλαμμένο…

Στην αποδοχή όσων περισσότερων ανθρώπων μπορούμε να …’’υποτάξουμε’’. Η καταξίωση προβάλει πελώρια, ελκυστική, θέτοντας τόν επί της ουσίας άνευ αντικειμένου στόχο, σε μοίρα πρώτη.

Αρεσκόμεθα πίσω μια εγωιστική σύμπραξη πολλών συνιστωσών στο χειροκρότημα όσων περισσοτέρων (γνωστών ή μη) μπορούμε και χάνουμε στο παιχνίδι της καλοσυνάτης προβολής του δήθεν, τον αυθεντικό εαυτό μας.

Συμβαίνει και μη μου πείτε πως όχι.

Αγωνιζόμαστε λοιπόν, σε ένα στίβο όπου ο καθένας ανακηρύττει μόνος εαυτό νικητή, χαρίζοντας στον διπλανό το χαμόγελό τής κατανόησής του και μόνο.

Ουδείς νοιάζεται και πολύ περισσότερο κανείς δεν χαίρεται με την χαρωπή μορφή μας. Θεωρείστε και αυτό δεδομένο όσο καλοί και εάν είστε.

Πολλοί περισσότεροι θα αγαπήσουν στον ‘’κακό’’ το θάρρος της κακότητάς του παρά το φκιασίδι της ευπρέπειας στο δικό μας πρόσωπο*.

Μα είναι σίγουρα φκιασίδι; Πώς μπορούμε να είμαστε τόσο απόλυτοι; Με την γενική απαξία δεν κατακρημνίζεται ολάκερο το σύστημα;

Λάθος, διαμελίζεται μόνο το σαθρό κατεστημένο διότι το άριστο ζει και αναπνέει πέραν αυτού. Ποτέ δεν νοιάστηκε κανείς αυθεντικός. Ποτέ του δε έψαξε κανέναν όντας αυτάρκης και γνώστης του εαυτού του. Η γνώμη του άλλου είναι για τον ιδιοκτήτη της και μόνον**.

Ας είναι.

Το παρακάνουμε. Ας πάρουμε ως δεδομένο ότι όλοι γυρνάμε στον περιχαρακωμένο κύκλο που ορίζεται από τις δυνατότητές μας. Θα μπορούσε η βόλτα αυτή μέσα του να είναι πραγματικά ξέχωρη, γνωρίζοντας ότι τίποτα από οτιδήποτε υλικό δεν θα μας οδηγούσε στην ευτυχία, ομοίως και η γνώμη του κάθε ‘’γείτονα’’ της οποίας -γνώμης-, εάν εξακολουθήσει να μας την προσφέρει, στο τέλος θα μας κάνει δούλους της. Καταλαβαίνετε το γιατί…

Δεν λέω σε καμία των περιπτώσεων, να αδιαφορούμε περιφερόμενοι αγενείς, απροσάρμοστοι ή απρόσιτοι, υπερόπτες. Κάθε άλλο. Μπορούμε να είμαστε πάρα πολύ απλά εκείνοι που είμαστε, κοιτώντας τη δουλειά μας μονάχα. Δύσκολο το κατανοώ.

Οι γνώμες είναι σαν τα πρόσωπα θα πω, όλοι έχουν από ένα.

Γνωστός ο παραλληλισμός και είναι τεράστιο λάθος να ασχολούμεθα με το κάθε ένα από αυτά σαν να επρόκειτο κάτι να συμβεί. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γελάσουμε διότι δύο οικοδομικά τετράγωνα πιο πέρα οι πάντες αγνοούν την ύπαρξή μας και εμείς στεκόμαστε ορθοί, ματαιόδοξοι, ελπίζοντες σε μία ‘’τρυφερή’’ επιβράβευση. Μονίμως!

Πόση πλάνη!

Για ποιο λόγο θα πρέπει να είμαστε πάντα αρεστοί; Ούτε αθώοι είμαστε αλλά ούτε καλοί με τις περισσότερες εκδοχές της αλήθειας, άρα δεν αξίζουμε την ευμένεια που απαιτούμε και αγωνιζόμαστε για αυτήν.

Από μία άλλη –εξ’ ίσου ισχυρή- άποψη, θα μπορούσαμε να λεχθούμε και κλέφτες. Άρπαγες δόλιοι, μιας συμπεριφοράς που αρμόζει σε άλλους…

Υποκριτές άπαντες, καλλιτέχνες της εξαπάτησης του εαυτού πρώτιστα για όσους πιστεύουν στην καλοσύνη τους και του συνόλου, για τους υπόλοιπους που καλλιεργούν το προφίλ τους.

Και όλα αυτά μέσα σε ένα σύνολο που πάσχει την ίδια ασθένεια, εκείνη του άκρατου εγωισμού.

Όλα αρχίζουν και καταλήγουν στη γνώση. Όπως δεν υπάρχει διαρκές όφελος, ομοίως και η ευτυχία είναι κατάσταση στιγμιαία και όχι εποχική. Το όφελος όπως καταλάβατε το συνδυάζω -αναιδώς- με την ευτυχία, έχοντας μπει στο πετσί της στρεβλής ιδέας του πολιτισμού μας.

Όλα για εμάς λοιπόν.

Πώς είναι δυνατόν λοιπόν η γνώμη ακόμα και εκείνων που δεν γνωρίζουμε να σκαρώνει μορφές στην ψυχή μας; Τρόπους αντίδρασης…

Γνωρίζω τον αντίλογο. Υπάρχει και μάλιστα σθεναρός, καθώς επιμένει ότι άπασες οι επιλογές μας έχουν στόχο και αντίκτυπο στη κοινωνία και άρα ως μέλη της και εμείς οφείλουμε σε αυτή πρόσωπο ‘’καθαρό’’, κατόπιν αυτού, σε καμία των περιπτώσεων δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί αδόκιμη η όποια προσπάθεια, προς καλυτέρευση μιας συμπεριφοράς, για παράδειγμα.

Συμφωνώ, υπό τον όρο πως ότι γίνεται, γίνεται από εμάς για εμάς και εφ’ όσον πραγματοποιείται για αυτό το σκοπό, άλλως η γνώμη του κάθε επόμενου, -οφείλει να- παραμένει ως τέτοια.

Ποτέ δεν κατέστη υποχρεωτική η οποιαδήποτε συμφωνία ακόμα και στην ίδια αλήθεια. Ποτέ!

Επομένως πώς είναι δυνατόν να λάβουμε υπ’ όψη μας, να ενστερνιστούμε δηλαδή, την υποκειμενική κρίση ακόμα και του πλέον άξιου, τη στιγμή όπου και έχουμε (αν συμβαίνει) διαφορετική αντίληψη -και δικαίως- για το ίδιο θέμα. Κάλλιστα θα μπορούσαμε να έχουμε αμφότεροι δίκιο…

Ακόμη και η γνώμη ενός σοφού λοιπόν, εκφράζει τον ίδιο (ανιδιοτελώς θα προσυπογράψω) μα παραμένει η γνώμη του, η οποία ποσώς θα ενδιαφέρει το λιγότερο μαθημένο, πλην αυθεντικό*** άτομο.

Κακά τα ψέματα, κανείς δεν θα καταφέρει –πλην ελάχιστων- να αγγίξει το ευπρεπές –με τη μεστή έννοια το όρου- επίπεδο, όλοι όμως θα μπορούσαμε να είμαστε περισσότερο ειλικρινείς με τους εαυτούς μας και με τους γύρω μας, όντες βέβαιοι ότι η βόλτα μας στην ζωή θα έχει πολύ λιγότερο άγχος…

Ας αφήσουμε τη γνώμη όλων στο περιθώριο των ενεργειών μας υπό τον όρο ότι πράττουμε πάντα κατά συνείδηση. Πιο εύκολα θα μας έρθει ...το οτιδήποτε στην ζωή, τι άλλο.
-------------
* Το αυθεντικό ήταν πάντα δυσεύρετο και γινόταν αρεστό, ακόμα και μέσα από την ενδεχόμενη ασχήμια του.

** Εφ’ όσον έχουμε ήσυχη τη συνείδησή μας.

*** Με τον όρο αυθεντικό εννοώ το άτομο εκείνο του οποίου οι αντιδράσεις μορφώνουν γνώμη από τη δική του αποκλειστική πραγματικότητα, απαλλαγμένες από κάθε τι το οποίο θα μπορούσε να προσφέρει κάποιο μελλοντικό ίδιο όφελος. Με τον τρόπο αυτό βεβαίως αφήνονται εκτός όλοι όσοι εν παντί τρόπο συναλλάσσονται… Από φιλοσοφικής άποψης ασφαλώς, καθώς η όποια συναλλαγή κρύβει θεμιτές ή αθέμιτες οπισθοβουλίες…

Πληρώνομαι ή πληγώνομαι ?

Πίσω από κάθε μας κίνηση, πράξη, σκέψη πάντα κρύβεται μία πληρωμή, μία αμοιβή. Μέσα από αυτή την πληρωμή εμείς θεωρούμε ότι αξίζει ή όχι για να κάνουμε κάτι. Αυτή έχουμε ως οδηγό, τι θα λάβουμε.

 Έτσι η πληρωμή μετατράπηκε σε πληγώνομαι. Το πληγώνομαι μας έχει τρέψει σε φυγή και έτσι έχουμε μετα-τρέψει όλες μας τις πράξεις, σχέσεις σε μία μορφή καταδίκης αφού σχεδόν ποτέ δεν είμαστε ικανοποιημένοι με αυτή την πληρωμή.

Πληρώνομαι ή πληγώνομαι ? Τελικά μήπως συνέχεια πληγώνομαι ?
Ο λόγος που οι πράξεις μας έχουν μετατραπεί σε πληγώνομαι είναι γιατί συνήθως είμαστε άκαμπτοι και ξύλινοι. Κάνουμε κάτι ως προς και περιμένουμε να λάβουμε αυτό που εμείς θεωρούμε σωστό ή όχι.

Η πληρωμή έρχεται πάντα και για τα πάντα. Κάποια από όλα όσα κάνουμε χρειάζονται το πλήρωμα του χρόνου και κάποια είναι άμεσα.

Αν εμείς έχουμε ως οδηγό μόνο το λαμβάνει, χάνουμε απόλυτα, το απολαμβάνει. Γιατί έτσι δημιουργούμε όχι με την καρδιά και το νιώθω, αλλά με το μυαλό. Το μυαλό στερείτε από την αίσθηση της πληρότητας και της αρμονίας, είναι πολλές φορές ψυχρό και δύσκαμπτο. Η καρδιά όταν γεμίσει με την αρμονία του επιτρέπω στον εαυτό μου να απολαμβάνει το κάθε τι έτσι απλά και μέσα από την φυσική του απλότητα. Τότε θα καταλάβουμε ότι κάθε μέρα σε μας επιστρέφονται κομμάτια από όλα όσα έχουμε δώσει στη ζωή μας πίσω.

Αν για κάποιο λόγο οι επιστροφές που έρχονται στην ζωή μας είναι σαν φορτίο – φόρου- πόνου ας αναζητήσουμε την αρχική μας πρόθεση. Ήταν στόχος μας να δώσουμε για να πληρωθούμε ή όχι ? Αν ήταν για να πληρωθούμε τότε σίγουρα βιώνουμε το πληγώνομαι.

Βάζουμε λοιπόν στην ζωή μας την απόλαυση της όποιας διαδρομής μέσα από τη φυσική δοτικότητα της ψυχής μας. 

Οι επιθανάτιες εμπειρίες ίσως είναι κατασκευάσματα του μυαλού

 Οι επιθανάτιες εμπειρίες που αναφέρουν πολλοί άνθρωποι, δεν προέρχονται παρά από διαταραχές στην φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου τους, είναι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ερευνητές του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου και του Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας του Κέιμπριτζ.

Σύμφωνα με τους ειδικούς όλες αυτές οι διηγήσεις δεν είναι παρά «τρικ»του μυαλού και όχι αυθεντικές περιηγήσεις στο υπερπέραν. «Ο εγκέφαλός μας είναι πολύ ικανός στο να μας εξαπατά», δηλώνει χαρακτηριστικά η Δρ Καρολάιν Βατ.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, πολλές από τις συνήθεις επιθανάτιες αναφορές μπορούν να εξηγηθούν με βάση την προσπάθεια του εγκεφάλου να βγάλει νόημα από τις ασυνήθιστες αισθήσεις και αντιλήψεις που λαμβάνουν χώρα στη διάρκεια ενός τραυματικού συμβάντος.
«Πολλοί άνθρωποι που βιώνουν μια επιθανάτια εμπειρία, δεν βρίσκονται σε πραγματικό κίνδυνο να πεθάνουν, αλλά οι περισσότεροι νομίζουν πως είναι. Οι επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι όλες οι όψεις μιας επιθανάτιας εμπειρίας έχουν βιολογική βάση», δήλωσε η Δρ Βατ.

Σε μία τυπική περίπτωση επιθανάτιας εμπειρίας, όσοι τη βιώνουν, έχουν την (εσφαλμένη) επίγνωση πως έχουν πεθάνει, κάτι όμως που συμβαίνει επίσης και σε μια σπάνια νευρολογική διαταραχή, το σύνδρομο Cotard, στην οποία ο άνθρωπος πιστεύει ότι είναι ήδη νεκρός.
Συνηθισμένες είναι και οι αναφορές για εξωσωματικές εμπειρίες, στις οποίες συνήθως οι άνθρωποι νιώθουν να «πλέουν» στον αέρα, πάνω από τον εαυτό τους και τους άλλους, μέσα σε ένα χώρο. Όμως, σύμφωνα με τους επιστήμονες, τέτοιες εντυπώσεις μπορούν επίσης να δημιουργηθούν τεχνητά μέσω διέγερσης μιας συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου, η οποία ρυθμίζει την αντίληψη και την επίγνωση.
Όσο για το περίφημο «φως στην άκρη του σκοτεινού τούνελ», είναι κάτι που επίσης είναι δυνατό να προκληθεί τεχνητά στο εργαστήριο, ενώ κάτι ανάλογο βιώνουν καμία φορά και οι πιλότοι αεριωθουμένων, όταν υφίστανται μεγάλες επιταχύνσεις βαρύτητας (το φαινόμενο της υπερτασικής συγκοπής).
Αμερικανοί ερευνητές πιστεύουν ότι το «τούνελ» προκαλείται από την ελλιπή τροφοδοσία αίματος και οξυγόνου στα μάτια.
Εξάλλου, τα δυνατά αισθήματα ευδαιμονίας και ευφορίας, επίσης κοινά στις επιθανάτιες εμπειρίες, είναι δυνατό να προκληθούν μέσω διαφόρων φαρμάκων.
Μεταξύ άλλων, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η ορμόνη νοραδρεναλίνη, που απελευθερώνεται από τον εγκέφαλο, μπορεί να δημιουργήσει έντονα θετικά συναισθήματα, ψευδαισθήσεις και άλλες ψυχικές εμπειρίες παρόμοιες με αυτές των επιθανάτιων.
Εν κατακλείδι, κατά τους επιστήμονες, «η επιστημονική εμπειρία δείχνει ότι όλες οι όψεις μιας επιθανάτιας εμπειρίας έχουν νευρο-φυσιολογική ή ψυχολογική Βάση».

Ατμοσφαιρική ρύπανση: νοητική καθυστέρηση, άγχος και εγκεφαλικά


Τρεις νέες επιστημονικές μελέτες φωτίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ανθρώπινη υγεία.

Αυτή τη φορά αποδεικνύεται ότι η ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα βλάπτουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών, συμβάλλουν στην εκδήλωση άγχους, αλλά και στην πρόκληση εγκεφαλικών επεισοδίων στους ενήλικες.

Ρύπανση και παιδιά
Πιο αναλυτικά, ερευνητές του Νοσοκομείου Παίδων του Λος Άντζελες και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Ν.Υόρκης, με επικεφαλής τον καθηγητή παιδιατρικής ψυχιατρικής Μπράντλεϊ Πίτερσον, η οποία δημοσιεύτηκε στο JAMA Psychiatry, μελέτησαν μια ομάδα 40 παιδιών από το εμβρυϊκό στάδιο έως την ηλικία των εννέα ετών. Η μελέτη συμπεριέλαβε νοητικά τεστ και μαγνητική απεικόνιση του εγκεφάλου (MRI).
Όπως διαπιστώθηκε, στα παιδιά που είχαν εκτεθεί σε πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες (ΡΑΗ) σε εμβρυϊκό στάδιο, ο εγκέφαλός τους εμφάνιζε πιο αργή ταχύτητα επεξεργασίας, ενώ είχαν και περισσότερανευροαναπτυξιακά προβλήματα, όπως συμπτώματα ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), καθώς και επιθετικότητας.

Τα παιδιά αυτά είχαν επίσης μικρότερο όγκο λευκής ουσίας, ιδίως στο αριστερό ημισφαίριο, πράγμα που σχετίζεται με βραδύτερη νοητική λειτουργία (όπως επιβεβαίωσαν τα τεστ νοημοσύνης) και μετέπειτα προβλήματα συμπεριφοράς. Έτσι, παρουσίαζαν καθυστερημένη ανάπτυξη στην ηλικία των τριών ετών, μειωμένη νοημοσύνη στα πέντε, καθώς επίσης πρόωρα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης στην ηλικία των επτά ετών.

Οι ΡΑΗ είναι μια ομάδα νευροτοξικών χημικών ουσιών που παράγονται από τις εξατμίσεις των οχημάτων, την καύση άνθρακα και πετρελαίου και γενικότερα από την ατελή καύση οργανικών υλών. Εκτός από τη ρύπανση του αέρα, οι ΡΑΗ παράγονται σε κλειστό χώρο από το μαγείρεμα και το κάπνισμα. Μπορούν να διαπεράσουν τον πλακούντα και να κάνουν ζημιά στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο του εμβρύου.
«Αν επιβεβαιωθούν, τα ευρήματά μας, έχουν σημαντικές επιπτώσεις από άποψη δημόσιας υγείας, καθώς οι ΡΑΗ είναι ευρέως διαδεδομένοι ρυπαντές, κάτι που αφορά το σύνολο του πληθυσμού», υπογραμμίζεται στα συμπεράσματα της μελέτης.

Εγκεφαλικά
Μια άλλη μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, με επικεφαλής τον Δρ Ανούπ Σαχ, η οποία δημοσιεύθηκε στο British Medical Journal (BMJ), ανέλυσε στοιχεία από 103 έρευνες, που κάλυπταν 28 χώρες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ρύπανση της ατμόσφαιρας αυξάνει τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Η ρύπανση του αέρα οδηγεί σε στένωση των αρτηριών και σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης του αίματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο θρόμβωσης στον εγκέφαλο.

Τα εγκεφαλικά επεισόδια αποτελούν βασική αιτία θανάτου παγκοσμίως, καθώς περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας τους κάθε χρόνο. Η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η υψηλή αρτηριακή πίεση αποτελούν παράγοντες κινδύνου, στους οποίους πρέπει πλέον να προστεθεί η ρύπανση του αέρα.
Μεταξύ των ρυπαντών, ο μεγαλύτερος κίνδυνος φαίνεται να προέρχεται από το διοξείδιο του θείου, το μονοξείδιο του άνθρακα και το διοξείδιο του αζώτου, ενώ μικρότερη είναι η επίπτωση από τα σωματίδια και το όζον. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο στις αναπτυσσόμενες από ό,τι στις αναπτυγμένες χώρες.

’Αγχος
Τέλος, επιστήμονες των Σχολών Δημόσιας Υγείας των Πανεπιστημίων Τζον Χόπκινς και Χάρβαρντ, με επικεφαλής την Δρ Μελίντα Πάουερ, ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 71.300 γυναίκες, ηλικίας 57- 85 ετών.
Σύμφωνα με το συμπέρασμα που δημοσιεύθηκε επίσης στο BMJ, η ρύπανση του αέρα με σωματίδια αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης άγχους, μιας ψυχικής διαταραχής που πλήττει περίπου το 16% των ανθρώπων παγκοσμίως, σε κάποια στιγμή της ζωής τους.
Συγκεκριμένα, το 15% των γυναικών είχαν συμπτώματα άγχους και το πρόβλημα ήταν πιο έντονο σε εκείνες που έμεναν σε κοντινή απόσταση (50 έως 200 μέτρα) από δρόμους με μεγάλη κυκλοφορία και συνεπώς με μεγαλύτερη ατμοσφαιρική ρύπανση.
Ο μηχανισμός πυροδότησης του άγχους πιστεύεται ότι έχει να κάνει με το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή που προκαλούν τα σωματίδια του αέρα στις περιοχές με υψηλούς ρύπους.

Ο Επικουρισμός και οι χριστιανοί απολογητές

Στα μέσα του 2ου αιώνα, το χριστιανικό κίνημα είχε ενδυναμωθεί αρκετά, ώστε να φιλοδοξεί να κερδίσει οπαδούς μέσα από τους κύκλους των μορφωμένων. Εκκλησιαστικοί ηγέτες επιδίδονταν σοβαρά στο έργο της καταπολέμησης της ελληνικής φιλοσοφίας -συχνά υπό τη μορφή γραπτής «απολογίας», δηλαδή υπεράσπισης που στρεφόταν κατά των Εθνικών αλλά και αντιπάλων χριστιανικών παρατάξεων. Οι επιθέσεις κατά του Επικουρισμού μέσα από τα έργα αυτά αποτελούσαν κοινοτοπία, όπως φαίνεται λ.χ. στον «Λόγο προς Έλληνας» του Τατιανού, στην «Απολογία υπέρ χριστιανών προς τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο» του Ιουστίνου Μάρτυρος, στον «Προτρεπτικό προς Έλληνας» και στους «Στρωματείς» του Κλήμη Αλεξανδρείας*, στο πεντάτομο βιβλίο «Κατά των αιρέσεων» του Ειρηναίου (επισκόπου της Λυών) κ. α.
[* «Φιλοσοφίαν μεν ου πάσαν, αλλά την επικούρειον, ης και μέμνηται εν ταις Πράξεσιν των αποστόλων ο Παύλος διαβάλλει, πρόνοιαν αναιρούσαν και ηδονήν εκθειάζουσαν». (Κλήμης Αλεξανδρεύς Στρωματείς, 11.51)]

Δύο κεντρικές ιδέες διέτρεχαν την πολεμική των πρώιμων απολογητών: Πρώτον, ότι η ελληνική φιλοσοφία ήταν άξια χλευασμού, διότι οι Έλληνες φιλόσοφοι διαφωνούσαν μεταξύ τους σε απελπιστικό σημείο. Οι απολογητές χρησιμοποιούσαν τις διαφωνίες μεταξύ των Ελλήνων -τις πρόβαλλαν συστηματικά- ως απόδειξη ότι το ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορούσε να φτάσει σε οριστικά συμπεράσματα και να οδηγήσει στην αλήθεια. (Κατά ειρωνεία της ιστορίας, την ίδια εποχή μαίνονταν οι διαμάχες μεταξύ των ίδιων των χριστιανών...).

Δεύτερο στοιχείο, ήταν η άμεση επίθεση κατά της επικούρειας άρνησης της θείας πρόνοιας και της μετά θάνατον ζωής, κατά της επικούρειας υλιστικής ατομικής φυσικής και της θέσης ότι η ηδονή αποτελεί υπέρτατο αγαθό. Ενώ οι πρώιμες απολογίες συνήθως τοποθετούσαν τον Επίκουρο αδιακρίτως μαζί με τους άλλους φιλοσόφους, στις κατοπινές δεκαετίες σημειώθηκε σημαντική αλλαγή. Μέγας αντίπαλος του επικουρισμού αναδείχτηκε ο Τερτυλλιανός (αρχές 3ου αιώνα). Σε αντίθεση με τους προηγούμενους χριστιανούς απολογητές, ο Τερτυλλιανός είχε μεν συλλάβει τον καταφανή παραλογισμό της αντιεπικούρειας επιχειρηματολογίας του, όμως το μένος του πυροδοτούνταν από την τάση ορισμένων αιρετικών να υιοθετούν επικούρεια δόγματα για να υποστηρίξουν ότι είναι αδύνατη η ανάσταση νεκρών σωμάτων ή ότι δεν υπάρχει θεία πρόνοια. Ο φανατισμός του ενάντια στον Επικουρισμό και άλλες ελληνικές φιλοσοφίες και στην επίδραση τους στους αιρετικούς, απεικονίζεται με τον καλύτερο τρόπο στο έργο του «Εντολές κατά αιρετικών» {De Proescripftone Hoereticorum - 220 μ.Χ), στο κεφάλαιο με τίτλο, «Η ειδωλολατρική φιλοσοφία γεννήτωρ των αιρέσεων· η σχέση ανάμεσα στην απόκλιση από την χριστιανική πίστη και στα αρχαία συστήματα της ειδωλολατρικής φιλοσοφίας», όπου γράφει: «Τα δόγματα αυτά είναι έργα ανθρώπων και δαιμόνων και απευθύνονται σε αφτιά που λαχταρούν να δεχτούν τη σοφία ετούτου του κόσμου. Ο Κύριος ετούτη τη σοφία την αποκάλεσε μωρία». Λίγο παρακάτω ξεσπά: «Τί σχέση μπορεί να έχει η Αθήνα με την Ιερουσαλήμ; Τι σχέση μπορεί να έχει η Ακαδημία με την Εκκλησία;».

Η αντίθεσή του προς τη φιλοσοφία τον οδηγεί σε βαθύτατα ανορθολογικές θέσεις και σε μιαν ιδιόμορφη εις άτοπον απαγωγή καθώς επιχειρηματολογεί κατά της εγκόσμιας σοφίας (μια πρακτική που πρώτος είχε εγκαινιάσει ο Σαούλ): «Ο Υιός του Θεού πέθανε. Αυτό είναι άμεσα πιστευτό, επειδή είναι ανόητο. Ο Υιός του Θεού θάφτηκε κι αναστήθηκε. Είναι γεγονός βέβαιον, επειδή είναι αδύνατον» (De carne Christi, κεφ. 5). Στο έργο του «Η μαρτυρία της ψυχής» {De testimonio animoe), ο ανορθολογισμός συνδυάζεται με ανησυχίες για τη βλαβερή επίδραση του επικούρειου υλισμού στην χριστιανική πίστη. Τουλάχιστον σε επτά έργα του ο Τερτυλλιανός επιτίθεται κατά του Επίκουρου. Χαρακτηρίζει τις θεωρίες του ανόητες και ισχυρίζεται ότι ο Επίκουρος δεν ήταν καν φιλόσοφος.

Οι μεγαλοστομίες του Τερτυλλιανού, ωστόσο, δεν στάθηκαν ικανές να συγκαλύψουν το πνευματικό κενό της χριστιανικής πολεμικής ενάντια στη φιλοσοφία. Το κυρίαρχο ρεύμα του Χριστιανισμού έπρεπε, αν ήθελε να κατανικήσει τις αιρέσεις που πλήθαιναν ολοένα, να στηρίξει τη θεολογία του πάνω σε μια πιο λογική επιχειρηματολογία.

Ανεπαίσθητη αλλαγή διαπιστώνεται με τον Ιππόλυτο της Ρώμης, συγκαιρινό του Τερτυλλιανού, στο έργο του «Ανασκευή όλων των αιρέσεων», που σημαδεύει το ξεκίνημα της προσπάθειας για μια πιο περιεκτική θεολογία που δεν θα αρκείται στην απόρριψη της «σοφίας αυτού του κόσμου», αλλά θα προβάλλει με τρόπο κατάλληλο μια πιο εκλεπτυσμένη και πειστική επιχειρηματολογία ενάντιά της. Γύρω στα μέσα του 3ου αιώνα, εντείνεται η φιλοσοφική αντιπαράθεση Επικουρισμού και Χριστιανισμού. Σε μια προσπάθεια να ανασκευάσει τον αντιχριστιανικό «Αληθή Λόγο», γραμμένο γύρω στο 170 μ.Χ. από τον εκλεκτικιστή φιλόσοφο Κέλσο, ο Ωριγένης, στο «Κατά Κέλσου», συστηματικά τον κατηγορεί ως επικούρειο. Αλλά και ο Λακτάντιος, στο έργο του «Θεϊκές διδασκαλίες», επιδίδεται σε ζωηρή πολεμική κατά του Επικουρισμού. Ιδιαίτερα ο Λακτάντιος μάς δείχνει πώς οι χριστιανοί δεν αρκούνται πλέον να στηρίζουν τις θέσεις τους στο έδαφος της πίστης, μα αρχίζουν να ενστερνίζονται πλατωνικές ιδέες για να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της θείας πρόνοιας, κι ακόμα, επικρίσεις των πλατωνικών κατά της ηθικής του Επίκουρου.

Η πλατωνική τάση γίνεται ακόμα περισσότερο φανερή τον 4ο αιώνα. Στο έργο του «Λόγος περί της ενανθρωπήσεως του λόγου και της διά σώματος προς ημάς επιφανείας αυτού», (2.1), ο Αθανάσιος Αλεξανδρείας επαναλαμβάνει ένα πάγιο πλέον επιχείρημα κατά της επικούρειας άρνησης της θείας πρόνοιας: «Τη δημιουργία του κόσμου και όλων των πραγμάτων πολλοί την έχουν καταλάβει διαφορετικά, όπως νόμιζε ο καθένας, και την όρισαν αναλόγως. Άλλοι λένε πως τα πάντα έγιναν από μόνα τους με τυχαίο τρόπο -όπως οι επικούρειοι, που λένε παραμύθια ότι δεν υπάρχει πρόνοια, και απροκάλυπτα ισχυρίζονται πράγματα που έρχονται σε αντίθεση με τις ολοφάνερες αλήθειες. Διότι αν τα πάντα έγιναν, όπως λένε, από μόνα τους και χωρίς πρόνοια, τότε θα έπρεπε τα πάντα να είναι όμοια μεταξύ τους και να μην έχουν καμία διαφορά».

Φυσικά, δεν σταματούσαν οι επιθέσεις κατά της επικούρειας ηδονής· η παρακάτω επιστολή του Αμβρόσιου Μεδιολάνων απευθυνόταν σε μια χριστιανική σύνοδο, το 396: «Ο ίδιος ο Επίκουρος, τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί προτιμούν από τους αποστόλους, ο συνήγορος της ηδονής, μολονότι αρνείται ότι η ηδονή φέρνει το κακό, δεν αρνείται ότι προκύπτουν από αυτήν ορισμένα πράγματα από τα οποία ξεπηδούν τα κακά· και σχεδόν διαβεβαιώνει ότι η γεμάτη ηδονές ζωή των ασώτων δεν είναι αξιόμεμπτη, εκτός αν την ταράζει φόβος του πόνου ή του θανάτου. Όμως το πόσο απέχει από την αλήθεια, το καταλαβαίνουμε από τη διαβεβαίωσή του ότι η ηδονή είναι χαρισμένη στον άνθρωπο από τον Θεό... Μα η Αγία Γραφή το ανασκευάζει αυτό, γιατί μας διδάσκει ότι το ερπετό υπέβαλε την ιδέα της ηδονής στον Αδάμ και στην Εύα, με την πονηρία και τον πειρασμό...».

Τελικώς, το μεγάλο καθήκον τής εξ ολοκλήρου μετατροπής της χριστιανικής θεολογίας σε παραλλαγή του Πλατωνισμού επωμίστηκε ο Αυγουστίνος της Ιππώνας. Όπως και οι προηγούμενοι του, ο Αυγουστίνος συνέχισε να υπερτονίζει την ασυμβατότητα ηδονής και αρετής και να καταπολεμά την ατομική φυσική και την ιδέα της υλικότητας και θνητότητας της ψυχής. Στις «Εξομολογήσεις» του μιλά για το πώς ο Επικουρισμός τού προκάλεσε αμφιβολίες, λίγο μετά τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό: «Ω πηγή του ελέους, εγώ βυθιζόμουν ολοένα στην αθλιότητα και συ με πλησίασες. Η δεξιά Σου ήταν πάντα έτοιμη να με τραβήξει από τον βούρκο και να με αποκαθάρει, μα εγώ δεν το γνώριζα. Κανείς δεν με φώναξε τότε που ήμουν έρμαιο της σαρκικής ηδονής· μόνον ο φόβος του θανάτου και της μέλλουσας κρίσης Σου, που μες σ' όλες τις ταλαντεύσεις μου δεν έσβησε από τα στήθη μου ποτέ. Και συζητούσα με τους φίλους μου για τη φύση του καλού και του κακού κι ισχυριζόμουν πως θα με κέρδιζε ο Επίκουρος, αν δεν είχα πιστέψει αυτό που δεν ήθελε να πιστέψει ο Επίκουρος: Ότι η ψυχή ζει μετά τον θάνατο κι ότι υπάρχουν οι τόποι όπου βρίσκει την ανταμοιβή της. Και τους ρωτούσα: “Ας πούμε πως είμαστε αθάνατοι και ζούμε μέσα σε μια αιώνια σωματική ηδονή, χωρίς τον φόβο μη την χάσουμε· γιατί, τότε, να μην είμαστε ευτυχισμένοι, γιατί να αναζητήσουμε κάτι άλλο;”. Δεν ήξερα πως αυτή ήταν η ρίζα της δυστυχίας μου· είχα ξεπέσει τόσο κι ήμουν τόσο τυφλός που δεν μπορούσα να ξεχωρίσω το φως της αρετής και της ομορφιάς, που μόνον τα μάτια της ψυχής μπορούν να ιδούν κι όχι τα μάτια της σάρκας».

Αν τα γραπτά του Αυγουστίνου σημαδεύουν την παράδοση του Χριστιανισμού στον Πλάτωνα, συγχρόνως προοιωνίζουν τις διώξεις κατά των μη χριστιανών και των αιρετικών και την απαγόρευση των βιβλίων τους: «Αν, ωστόσο, προκειμένου όχι μόνο να εξασφαλιστεί συντριβή των πασίδηλων λαθών αλλά και να ξεριζωθούν κι εκείνα που καραδοκούν μες στο σκοτάδι, είναι αναγκαίο να γνωρίσεις τις σφαλερές γνώμες των άλλων, τότε ας είναι τα μάτια και τ' αυτιά σου σε εγρήγορση. Άκουγε προσεκτικά, μήπως κάποιος από τους επικριτές μας προκαλεί κάποια θέση του Αναξιμένη ή του Αναξαγόρα, μιας και από τις κρύες στάχτες της στωικής και επικούρειας φιλοσοφίας -παρ' ότι πιο πρόσφατες και πιο διαδεδομένες-, δεν μπορεί να ξεπηδήσει καμία σπίθα που να απειλεί τη χριστιανική πίστη». (Επιστολή προς Διόσκουρο).

Ο χριστιανισμός έχει γίνει επίσημη κρατική θρησκεία της Ρώμης και του Βυζαντίου. Δεν έχει πλέον ανάγκη από επιχειρήματα· έχει με το μέρος του την εξουσία και το χρήμα, και αντιμετωπίζει τους ανταγωνιστές του με σκληρή αδιαλλαξία. Στην Αθήνα, οι επικούρειοι εξακολουθούν να διατηρούν τον Κήπο, όμως είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον να διαδώσουν τη διδασκαλία του Επίκουρου. Για την ώρα, ο Χριστιανισμός έχει αναδειχτεί νικητής στον αγώνα του ενάντια στην υπόθεση της ανθρώπινης ευτυχίας και του ορθού λόγου.

Ελληνικότητα και Βυζάντιο

Στο βιβλίο των Μάνου Δανέζη και Στράτου Θεοδοσίου, «Στα χρόνια του Βυζαντίου» (εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2010), που κυκλοφόρησε πρόσφατα, πέρα από το θέμα που διαπραγματεύεται που είναι οι θετικές επιστήμες στο Βυζάντιο, προχωράει και σε συγκεκριμένες ιδεολογικές θέσεις και μία από τις οποίες θα αναλύσουμε στο παρόν είναι ότι το Βυζάντιο, κατά την γνώμη των συγγραφέων του, εξελληνίσθη.

Το Βυζάντιο είναι ελληνικό;
Το επίμαχο κείμενο των δύο επιστημόνων είναι το παρακάτω:
Το Βυζάντιο, η Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ήταν μια πολυπολιτισμική αυτοκρατορία, διαφόρων λαών και γλωσσών, που συν τω χρόνω -λόγω της δύναμης της ελληνικής γλώσσας- έγινε ελληνόφωνη.

Η ελληνικότητα του Βυζαντίου ουσιαστικά έγκειται στην βαθμιαία υιοθέτηση από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της αυτοκρατορίας της ελληνική γλώσσας, της ελληνικής παράδοσης και κυρίως της ελληνικής παιδείας.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι δεν υπήρχε μια αμιγής φυλετική πληθυσμιακή σύνθεση στην αυτοκρατορία, ωστόσο από ένα σημείο και πέρα η γλώσσα ήταν πια μόνο ελληνική που υποκατέστησε την λατινική, ενώ βαθμιαία κυριάρχησαν τα ελληνικά ήθη και έθιμα, η ελληνική παιδεία και τελικά σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού η ελληνική συνείδηση. Δηλαδή συν τω χρόνω έχουμε έναν βαθμιαίο εξελληνισμό της αυτοκρατορίας. Το Βυζάντιο παύει πια να είναι μόνο ελληνόφωνο και ουσιαστικά καθίσταται ελληνικό. Και επειδή όλα αυτά βαδίζουν παράλληλα με το χριστιανικό θρησκευτικό στοιχείο, οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί της αυτοκρατορίας αποτέλεσαν τη Ρωμιοσύνη. Την ευρύτερη εκείνη ιδέα που καταδεικνύει τον υπήκοο της ελληνόφωνης Ανατολικής χριστιανικής αυτοκρατορίας· τον Ρωμιό και όχι τον Έλληνα, χαρακτηρισμός που τότε ήταν ισοδύναμος με τον μη χριστιανό, τον οπαδό δηλαδή της εθνικής θρησκείας.

[...] Κι εμείς, έχοντας μπροστά μας μια αυτοκρατορία που διακατέχεται από την ελληνική παιδεία, που μιλάει ελληνικά και πάντα αναφέρεται στον αρχαιοελληνικό της παρελθόν, προσπαθούμε να την απεμπολήσουμε; Τι πάει να πει οι περισσότεροι αυτοκράτορες δεν ήταν Έλληνες, όπως διατείνονται αρκετοί στο διαδίκτυο, εξάλλου σπάνια οι βασιλείς προέρχονταν από τον λαό που κυβερνούσαν.
Αυτό αγαπητοί μου ήταν ένα κείμενο παρέκβαση στο βιβλίο των δύο επιστημόνων και αναφέρει μία τοποθέτηση που την έχουμε δει κατ' επανάληψη στους χριστιανούς απολογητές. Η ενσωμάτωσή του όμως σε ένα βιβλίο που θέλει να θεωρείται επιστημονικό έχει άλλη βαρύτητα.
Τα επιχειρήματα που φέρνουν οι συγγραφείς είναι τα παρακάτω:
α. ελληνική γλώσσα.
β. ελληνική παιδεία.
γ. ελληνικά ήθη και έθιμα.
δ. ελληνική συνείδηση.
Είναι προφανές ότι τα δύο πρώτα δεν λένε. Για την παιδεία θα δούμε αναλυτικότερα τι σήμαινε ελληνική παιδεία στο Βυζάντιο, αλλά παρόλα αυτά ούτε η γλώσσα και ούτε η παιδεία δημιουργούν εθνισμό έτσι απλά. Αν μπορούσαν να το κάνουν τότε γιατί να θεωρούμε τους Αμερικάνους και τους Αυστραλούς κάτι διαφορετικό από Εγγλέζους;
Το θέμα των ηθών και της συνείδησης θέλει περισσότερη ανάλυση.
Τι λέμε συνείδηση σε έναν λαό;
Το πως διαχειρίζεται την κοσμοθεωρία του, τον τρόπο που βλέπει και δρα στα πράγματα. Αυτό που αντανακλάται στα ήθη και έθιμα και στην παράδοσή του. Δηλαδή τα ήθη τα έθιμα και η συνείδηση τελικά έχουν σχέση. Μάλιστα το έθος αντανακλά την συνείδηση. Είναι προφανές ότι αν ένα έθος συνεχίζεται μηχανικά λόγω παράδοσης από το παρελθόν, ενώ η συνείδηση του λαού έχει αλλάξει, τότε καταντά φολκλόρ, κάτι που βλέπουμε σήμερα με τους παραδοσιακούς χορούς και τα τραγούδια.
Για να βρούμε άκρη στο θέμα της συνείδησης, που δείχνει να είναι και το πλέον σοβαρό στοιχείο, θα πρέπει να ερευνήσουμε τι είναι η ελληνικότητα.

Τι είναι η ελληνικότητα
Για τον Ηρόδοτο που είναι ο πρώτος που δίνει τον ορισμό του ποιοι είναι οι Έλληνες έχουμε την κοινή γλώσσα, αίμα-καταγωγή, λατρεία, ήθη και έθιμα.
Το αίμα το ξεπερνάμε γρήγορα για να μην μας πουν ρατσιστές.
Η γλώσσα όπως είδαμε διατηρήθηκε. Η αρχαία λατρεία, όπως ξέρουμε πια καλά, κυνηγήθηκε και δεν έσβησε, όπως αγωνίστηκαν πολύ για να μας πείσουν. Το συμπέρασμα είναι ότι επηρεάστηκαν τα ήθη και έθιμα, γιατί δεν μπορούμε να τα δούμε ανεξάρτητα από αυτή. Η λατρεία και τα ήθη ήταν και τα δύο αποτέλεσμα του φυσικού τρόπου ζωής των αρχαίων προγόνων μας και είχαν άμεση σχέση από την επαφή και εξάρτηση του ανθρώπου από την ανέλεγκτη φύση. Είναι γεγονός ότι κάποια έθιμα όπως το καρναβάλι παρά την λυσσώδη επίθεση της Εκκλησίας, ο λαός τα διατήρησε. Είναι επίσης γνωστό ότι πολλά αρχαιοελληνικά έθιμα έχουν παρεισφρήσει μέσα στην χριστιανική λατρεία καμουφλαρισμένα. Διατηρούν όμως αυτά την ελληνική συνείδηση που τα γέννησε; Το ίδιο θα δούμε παρακάτω στην τέχνη, δηλαδή το ότι φαίνεται κάποια συνέχεια σε κάποια μοτίβα, υπάρχει και συνέχεια στην ουσία;
Επειδή η συνείδηση έχει να κάνει με το αξιακό σύστημα θα πρέπει να δούμε τις αξίες που υπήρχαν τότε και αν αυτές διατηρήθηκαν και σε τι βαθμό στο Βυζάντιο.

Οι αξίες των αρχαίων Ελλήνων
Οι Έλληνες όπως και όλες οι αρχαίες κοινωνίες, είχαν κάποιες κοινές αξίες που μέσες άκρες διατηρούνται σε κάθε κοινωνία όπως: Η οικογένεια-οίκος, η λατρεία σε πολλές φυσικά θεότητες και μάλιστα η λατρεία σε έναν θεό ή ήρωα που δημιούργησε την πόλη, η προάσπιση της πατρίδας, η διατήρηση της ελευθερίας, η ανάγκη ύπαρξης δούλων-εργατών, οι οικονομικές αξίες (γεωργία, εμπόριο κλπ), η φιλία και η φιλοξενία. Αρχές που υπήρχαν σχεδόν σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο.
Ως προς την θεότητα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής:
Η βασικότερη διάκριση με ότι ξέρουμε μεταγενέστερο, είναι η απουσία θρησκευτικού δόγματος και ιερατείου. Οι θεοί των Ελλήνων (όπως και των άλλων λαών που είχαν φυσικές «θρησκείες») δεν ήταν εκτός κόσμου, δεν δημιούργησαν τον κόσμο, αλλά ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του σύμπαντος. Υπήρχε ισότιμη παρουσία ανδρικών και θηλυκών οντοτήτων, δεν υπήρχε πουθενά ο λόγος του θεού, ή συγκεκριμένος κανόνας θρησκευτικής πίστης, ηθικής ή ζωής, που να επιβλήθηκε από θεούς. Και γενικά οι θεοί ήταν αδιάφοροι προς τα ανθρώπινα. Υπήρχε μία σχέση ανθρώπων θεών, σχέση ανταπόδοσης των ίσων. Αν οι άνθρωποι τους σεβόντουσαν έμπρακτα, τότε και αυτοί ανταπέδιδαν και βοηθούσαν, άρα εξ ορισμού η θρησκεία αυτή ήταν μόνο λατρευτικές-τελετουργικές πράξεις. Υπήρχε επίσης μια εξαιρετική κωδικοποίηση και συμβολισμός στο ποιες ενέργειες ή δυνάμεις αναφέρονταν στη κάθε θεότητα, άρα δεν υπήρχε θέμα πίστης αφού ο συμβολισμός και ο θεός ήταν ένα και το αυτό. Οι ιερείς/ιέρειες συνήθως ήταν κληρωτοί για έναν χρόνο και δεν υπήρχε ιεραρχία. Ο ρόλος τους ήταν να επιβλέπουν την ορθή τέλεση των τελετουργιών που γινόντουσαν πάντα σε εξωτερικό χώρο. Οι ναοί στέγαζαν μόνο το άγαλμα της θεότητας και τις προσφορές. Δεν μεσολαβούσαν οι ιερείς μεταξύ θεότητας και ανθρώπων. Αν οι άνθρωποι ήθελαν τη γνώμη των θεών έπρεπε να πάνε στα μαντεία. Δεν υπήρχε κανένα συναίσθημα άγχους ή εγκαρτέρησης για την μεταθανάτιο ζωή ή για τον φόβο τιμωρίας στην κόλαση. Την «θρησκεία» απασχολούσε μόνο το σήμερα. Η μεταθανάτια ζωή ήταν θλιβερή και αποτρόπαια, μόνο οι μεγάλοι ήρωες μετά θάνατον πήγαιναν στα Ηλύσια Πεδία.
Το τι σημαίνουν αυτές οι διαφορετικές και φιλελεύθερες αντιλήψεις στην ψυχοσύνθεση και σχέση των ανθρώπων, στην κοινωνική και πολιτική ζωή και τον σεβασμό στην φύση, είναι ένα τεράστιο θέμα για να αναλυθεί, δεν είναι όμως ασήμαντο, γιατί ο Χριστιανισμός κινείται στον αντίποδα όλων αυτών δημιουργώντας και αντίθετη ψυχοσύνθεση. Ειδικότερα η τριαδικότητα του Θεού που δρα σαν μονάδα και η γνώση της μοναδικής αποκεκαλυμμένης αλήθειας, παραπέμπουν κατευθείαν σε συνειδητό Φασισμό και σε άρνηση οποιασδήποτε άλλης λογικής από την καθιερωμένη, δηλαδή συνειδητό νοητικό αυτοευνουχισμό. Η δημιουργία του κόσμου από τον Θεό για τον άνθρωπο και μόνο, οδηγεί στην βάναυση αντιοικολογική συμπεριφορά που βιώνουμε. Η υποβίβαση ή και άρνηση της βιολογικότητας, που προήλθε από το προπατορικό αμάρτημα και είναι προσωρινή, οδηγεί στην κακή σχέση με το σώμα του ανθρώπου, τις ανάγκες του, τον έρωτα, το άλλο φύλλο, αλλά και με τις δομές της κοινωνίας. Η αναγωγή της ελπίδας στην άλλη ζωή, βοηθάει τον έλεγχο του ανθρώπου, την αδιαφορία για το παρόν και την υποδούλωση του στον όποιο δυνατό και φυσικά την αποφυγή της προσωπικής ευθύνης.
Ας δούμε όμως πέρα από τις θρησκευτικές άλλες συγκεκριμένες αξίες των αρχαίων Ελλήνων που έχουν σημασία γιατί τους διαφοροποιούν πολύ ή λίγο από άλλες κοινωνίες της εποχής και είναι και αυτές που τις θεωρούμε χαρακτηριστικές του πολιτισμού τους άρα και έκφραση της ελληνικότητας:
Η ελευθερία που σημαίνει άρνηση οποιασδήποτε τυραννίας, γρήγορη απαλλαγή από βασιλείες και δεσποτείες.
Αρχικά επικρατούν οι ευγενείς και η αριστεία, αυτό αλλάζει στην αρχαϊκή ακόμα εποχή. Η δημιουργία της «πόλης», η εξέλιξη της πολεμικής τέχνης, η δημιουργία της φάλαγγας των οπλιτών και η ανάγκη ύπαρξης οπλιτών, έδωσε δύναμη στις χαμηλότερες από τους ευγενείς ομάδες και δημιούργησε την πολιτική και την δημοκρατία. Από αυτήν απορρέουν η εξουσία του νόμου, η πολιτική σκέψη και δράση, η ελευθερία στον λόγο, η ισότητα στον νόμο, η συλλογική ευθύνη. Η φιλοσοφία, ο ορθολογισμός, η επιστήμη, η παιδεία, το θέατρο, η σάτιρα, η δημοκρατική δικαιοσύνη-πολυπληθή δικαστήρια, η αναλογική με τον πλούτο φορολογία (λειτουργίες-χορηγία). Ο ανταγωνισμός και η συνεργασία. Επιδίωξη επιτυχίας και τιμής, η άμιλλα, η αριστεία, μέσα στην πόλη και την κοινωνία.
Ηθικές παραινέσεις. «Γνῶθι σαυτόν», «Μέτρον ἆριστον».
Άριστη σχέση με το σώμα -γυμναστήρια, αγώνες. Αναζήτηση του μέτρου, της ισορροπίας του ωραίου -τέχνη, αρχιτεκτονική, χορός, μουσική, ποίηση.
Ας πάμε τώρα στο Βυζάντιο...

Οι αρχαίες αξίες στο Βυζάντιο
Στην αρχή θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι γνώμη είχαν οι ίδιοι οι Βυζαντινοί για αυτό. Η ταύτιση της έννοιας Έλλην με τον εθνικό το θρήσκευμα είναι ξεκάθαρη και ξεκίνησε από τον Παύλο και συνεχίστηκε μέχρι και τον 15ο αιώνα. Η αλήθεια είναι ότι στην υστεροβυζαντινή εποχή, τότε που η αυτοκρατορία είχε συρρικνωθεί σε ελάχιστα ελληνόφωνα τμήματα και ψυχορραγεί, προσπαθεί να βρει νέα ιδεολογικά στηρίγματα. Ο όρος Έλλην ακούγεται μερικές φορές θετικά για να δείξει μια συνέχεια από ένα λαμπρό παρελθόν. Είναι μια καθαρά πολιτική θέση χωρίς περιεχόμενο όπως βλέπουμε, ο μόνος που πραγματικά πίστεψε σε αυτήν ο Πλήθων, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, γιατί η Εκκλησία ήδη είχε αποφασίσει για υποταγή εκ νέου στην Ανατολή.
Αν ξεχάσουμε την θρησκεία, μολονότι έχει σχέση με όλα, τι αξίες από αυτές των Ελλήνων διατηρήθηκαν στο Βυζάντιο;
Αν σκεφτούμε ότι η δημοκρατία ήταν κάτι το ανήθικο και επικίνδυνο στην θεοπρόβλητη αυτοκρατορία, ήδη βγάλαμε έξω τα περισσότερα.
Οι φιλοσοφικές σχολές καταστρέφονται ή κλείνουν, η φιλοσοφία υποτάχθηκε στην θεολογία και απέκτησε μαζί με την επιστήμη συγκεκριμένα όρια που δεν μπορούσε να υπερβεί, αφού η Εκκλησία καραδοκούσε (όπως και οι ίδιοι οι επιστήμονες αυτοί παραδέχονται), αναπτύχθηκαν κάποιες επιστήμες (όπως πάλι οι ίδιοι αναφέρουν στο βιβλίο τους), ανώδυνες όπως η πολεμική τέχνη -τεχνολογία, η αρχιτεκτονική, η βοτανολογία, η ζωολογία (κυρίως για τα άλογα), η αστρονομία (μόνο στον υπολογισμό του Πάσχα).
Η παιδεία στο Βυζάντιο υποτάχθηκε και αυτή σταδιακά στην νέα κατάσταση. Η “σοφία” των αρχαίων διαβάζεται μόνο για την καλλιέπεια της γλώσσας και όχι για τις “σαθρές” ιδέες τους που έχουν αναθεματιστεί. Όταν κάποιοι ελάχιστοι τόλμησαν να το αγνοήσουν, διώχθηκαν και η Εκκλησία πήρε πλήρως στα χέρια της την εκπαίδευση.
Η ρητορική έχει άνθηση μόνο για να μπορούν οι μορφωμένοι να λένε επιτυχείς κολακευτικούς λόγους στον αυτοκράτορα, και οι εκκλησιαστικοί να αποκρούουν με ευφράδεια λόγου τους αιρετικούς.
Η δικαιοσύνη ενσωματώνει τον μωσαϊκό νόμο και είναι στα χέρια και τα κέφια του αυτοκράτορα και κάποιων δικών του αξιωματούχων, γρήγορα θα πέσει και αυτή στα χέρια της Εκκλησίας.
Η αρχιτεκτονική έχει κάποιες εκλάμψεις ακολουθώντας την ρωμαϊκή παράδοση, γιατί πρέπει να φτιαχτούν μεγαλοπρεπείς εκκλησίες και ανάκτορα, το αρχαιοελληνικό όμως μέτρο εξαφανίζεται για χάρη της «δόξας του Θεού» που πρέπει να δεσπόζει στην πόλη να φαίνεται από παντού. Η τέχνη υποτάσσεται και αυτή σε μεγάλο βαθμό στην Εκκλησία, η ποικιλία έκφρασης και η απόλυτη ελευθερία περιορίζονται, το ωραίο γίνεται το σκυθρωπό, το αυστηρό, η χαρά της ζωής που αποπνέουν τα αρχαιοελληνικά αγάλματα των θεών και των ηρώων, γίνονται αυστηροί, αγέλαστοι άγιοι στην ίδια σχεδόν στάση, τα πάντα παραπέμπουν στον θάνατο και την αβέβαιη μελλοντική λύτρωση, προσπαθούν να δείξουν φανταστικές αναπαραστάσεις ενός άλλου κόσμου, πάντως όχι τούτου. Το σώμα εμφανίζεται ημίγυμνο μόνο όταν δείχνει πόνο, υπάρχει μόνο για να βασανίζεται. Εμφανίζεται μία τάση διαφυγής στην παλαιολόγεια αναγέννηση, χωρίς να δούμε σημαντικές αλλαγές στο ύφος και στο πνεύμα της τέχνης, παρά ασήμαντες αλλαγές στην τεχνοτροπία που θέλουν να δώσουν μια πιο φυσιοκρατική αντίληψη όσο αυτό είναι δυνατόν στο δεδομένο πνεύμα της τέχνης αυτής.
Τέλος, η μουσική με όργανα, το θέατρο, ο χορός και η άθληση γίνονται κακόφημες και αρμόζουν μόνο στoυς δρόμους, στα χαμαιτυπεία, στον ιππόδρομο και στα πορνεία. Τα αρχαία θέατρα, τα γυμναστήρια και οι Ολυμπιακοί Αγώνες κλείνουν με νόμους του κράτους. Η εκκλησιαστική -η επίσημη- μουσική, επηρεάζεται από ανατολίτικα πρότυπα και γίνεται μονότονη και άχρωμη.
Να δούμε και την αλλαγή της ψυχοσύνθεσης, ο ενεργός πολίτης που φρόντιζε το σώμα του, το πνεύμα του, την πόλη του και ενεργούσε για λογαριασμό του, θα δικαιωθεί τώρα μόνο μετά θάνατον, έτσι έγινε δούλος του αυτοκράτορα και της Εκκλησίας. Είναι υποχείριο των προλήψεων και των φημών που διαδίδουν οι καλόγεροι. Η ελευθερία σκέψης και δράσης, η αυτοδιάθεση δεν υπάρχει, οφείλει να ζήσει σκληρά για χάρη των δυνατών ή της Εκκλησίας ή κάποιου αξιωματούχου. Οι αξιωματούχοι και οι εκκλησιαστικοί επίσης είναι οι μόνοι που έχουν λόγο μόρφωσης για να κινηθεί ο μηχανισμός του κράτους και αναλώνονται στην προσπάθεια δημιουργίας αυλής, σε ίντριγκες και στην προσπάθεια της εύνοιας του παρόντος η του πιθανώς μελλοντικού αυτοκράτορα. Στην πραγματικότητα όλοι και όλα κινούνται για την Κωνσταντινούπολη και ειδικότερα για τον αυτοκράτορα.
Ας μας εξηγήσουν λοιπόν οι συγγραφείς-επιστήμονες του βιβλίου αυτού, για ποίαν ελληνικότητα ακριβώς μιλούν στο Βυζάντιο.
Ακόμα και σήμερα που οι αναλύσεις DNA μας βγάζουν 90% απογόνους των Ελλήνων, που μιλάμε μία συνέχεια της αρχαίας μας γλώσσας, που με τις αρχές της Αναγέννησης στην τέχνη και την μουσική, και του Διαφωτισμού στην πολιτική και στις επιστήμες, έχουμε καλύτερη σχέση με όλα αυτά από τότε, υπάρχουν πολλά δυσαναπλήρωτα κενά για να μιλήσουμε για ελληνικότητα.
Η δημοκρατίας μας μόνο δημοκρατία δεν είναι, οι πολίτες συμπεριφέρονται μάλλον σαν ραγιάδες επί τουρκοκρατίας παρά σαν σύγχρονοι πολίτες ευνομούμενου κράτους. Η τέχνη και η μουσική είναι επί της ουσίας εισαγόμενες δεν λένε τίποτα στον μέσο Έλληνα, η λαϊκή μουσική τείνει ξεκάθαρα στην Ανατολή. Είμαστε η μοναδική χώρα που η λέξη «κουλτουριάρης» αποτελεί ύβρη, και καλλιτέχνης θεωρείται ο μπουζουξής. Η σχέση μας με την Επιστήμη, και την Έρευνα, επιδερμική. Η παιδεία μας η χειρότερη που χειροτερεύει. Ο ορθολογισμός εκλείπει. Η «γνώση» όμως επί παντός επιστητού του Νεοέλληνα ακμαία και μαχητική. Το μόνο πραγματικά θετικό στην σύγχρονη εξέλιξή μας είναι η ποίηση και αυτό λόγω της γλώσσας που και αυτή εσχάτως την ακρωτηριάσαμε με την επιβολή της άνευρης δημοτικής του Τριανταφυλλίδη και την κατάργηση του πολυτονικού, που μας αποκόβει από την συντακτική και ετυμολογική συνέχεια της γλώσσας.
Νομίζω ότι θα πρέπει μια και καλή να σταματήσει αυτό το γαϊτανάκι περί ελληνικού Βυζαντίου. Η ελληνικότητα θάφτηκε με την φροντίδα της Εκκλησίας στον Μεσαίωνα, ξεπήδησε πάλι στην Δύση με την Αναγέννηση σε έναν βαθμό, αλλά στο λίκνο της επικρατεί ακόμα το σκότος της θεοφοβούμενης Ανατολής.